ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Δημιουργία συστήματος αξιολόγησης θαλάσσιων ενδιαιτημάτων τραγάνας (coralligenous) με σκοπό τη διατήρησή τους» Αχτύπη Κυριακή (Α.Μ.: 509) Πάτρα 2015
«Δημιουργία συστήματος αξιολόγησης θαλάσσιων ενδιαιτημάτων τραγάνας (coralligenous) με σκοπό τη διατήρησή τους» Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία ii
iii
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θα ήθελα να εκφράσω τις ειλικρινείς μου ευχαριστίες σε όλους τους ανθρώπους που συνέβαλαν στο να φέρω σε πέρας την παρούσα Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία. Ιδιαίτερα θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα της εργασίας αυτής, κ. Ευάγγελο Τζανάτο για την ανάθεση της εργασίας, την πολύτιμη βοήθειά του και τη διαρκή υποστήριξή του, τόσο κατά την εκπόνηση όσο και κατά τη συγγραφή της παρούσας εργασίας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ειλικρινά τον καθηγητή Γεώργιο Παπαθεοδώρου, και τον καθηγητή Κωνσταντίνο Κουτσικόπουλο, μέλη της εξεταστικής επιτροπής για την τιμή που μου έκαναν και για τις ιδιαιτέρως χρήσιμες παρατηρήσεις τους. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον κ. Ηλία Φακίρη για τα δεδομένα της χαρτογράφησης στην περιοχή του νοτίου Αιγαίου, καθώς και για την άμεση και ανιδιοτελή βοήθειά του. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Γεώργιο Κρασσά από την Εποπτεία Αλιείας Νάξου για τα δεδομένα του αλιευτικού στόλου της ευρύτερης περιοχής της Νάξου, καθώς και τον κ. Μιχάλη Γεωργιάδη για τα δεδομένα του αλιευτικού στόλου της ευρύτερης περιοχής της Σύρου. Ιδιαιτέρως θα ήθελα να ευχαριστήσω έναν άνθρωπο του οποίου ο ρόλος υπήρξε καταλυτικός στη ζωή μου, τον σύντροφό μου Παναγιώτη, που διαδραμάτισε ξεχωριστό ρόλο, στηρίζοντάς με πρακτικά και ηθικά. Τέλος, θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στους γονείς μου και στην αδερφή μου για την βοήθεια τους καθ όλο το χρονικό διάστημα των σπουδών μου. iv
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Οι εναποθέσεις των κοραλλιοειδών φυκών σχηματίζουν ένα από τα πιο σημαντικά βιογενή ενδιαιτήματα της Μεσογείου γνωστό ως «τραγάνα» (coralligenous). Εξαιτίας της ευαισθησίας που παρουσιάζει το συγκεκριμένο ενδιαίτημα σε ανθρωπογενείς και φυσικές διαταραχές, προστατεύεται από την αλιεία με συρόμενα εργαλεία (ΕΚ 1967/2006) και περιλαμβάνεται στους οικοτόπους προτεραιότητας της Οδηγίας ΕΚ 43/1992. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η δημιουργία ενός δείκτη αξιολόγησης θαλάσσιων ενδιαιτημάτων βασισμένου σε ποικιλία κριτηρίων, προκειμένου να επιλεγούν ή όχι σ ένα δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών και η εφαρμογή του στα κοραλλιογενή ενδιαιτήματα του συμπλέγματος των Κυκλάδων. Χρησιμοποιήθηκαν ψηφιοποιημένα και παραμετροποιημένα δεδομένα χαρτογράφησης πυθμένα σε περιοχές του νοτίου Αιγαίου του Εργαστηρίου Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας. Δημιουργήθηκαν 10 διαφορετικά κριτήρια για την αξιολόγησή τους. Αυτά ήταν: (α) η έκταση, (β) το σχήμα, (γ) το ανάγλυφο, (δ) η ύπαρξη απειλούμενων ειδών, (ε) ο αριθμός κοραλλιογενών υφάλων, (στ) η απόσταση γειτονικών συναθροίσεων, (ζ) ο βαθμός περικύκλωσης, (η) η σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος, (θ) η επίδραση της παράκτιας αλιείας και (ι) η επίδραση της αλιείας με μηχανότρατα. Κάθε κριτήριο βαθμονομήθηκε σύμφωνα με επιμέρους παραμέτρους και κατηγοριοποιήθηκε σε τρεις κατηγορίες προτεραιότητας διατήρησης (Υψηλή προτεραιότητα, Μέτρια προτεραιότητα, Χαμηλή προτεραιότητα). Η τελική αξιολόγηση έγινε σε επίπεδο κοραλλιοειδούς συνάθροισης καθώς και σε επίπεδο ευρύτερης θαλάσσιας ζώνης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό κοραλλιογενών σχηματισμών (45,83%) χαρακτηρίζονται ως «Μέτριας προτεραιότητας» για διατήρηση. Το 41,67% των τραγάνων ανήκει στην κατηγορία «Υψηλή προτεραιότητα», ενώ το 12,5% ανήκει στην κατηγορία «Χαμηλή προτεραιότητα». Σε ευρύτερο γεωγραφικό επίπεδο, η θαλάσσια περιοχή μεταξύ των νήσων Δήλου Σύρου παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό συναθροίσεων με υψηλή προτεραιότητα, ακολουθούμενη κατά σειρά προτεραιότητας από τη θαλάσσια περιοχή γύρω από τη Μύκονο, τη θαλάσσια περιοχή γύρω από την Πάρο και την θαλάσσια ευρύτερη περιοχή της Σύρου. Την πιο χαμηλή προτεραιότητα παρουσιάζει η θαλάσσια περιοχή μεταξύ των νήσων Νάξος - Ηρακλειά. Η μεθοδολογία που αναπτύχθηκε θα μπορούσε να v
αποτελέσει ένα εργαλείο αξιολόγησης και άλλων τύπων ενδιαιτημάτων ως προς τη σημασία τους για προστασία. ABSTRACT The deposits of coralline algae form one of the most important biogenic habitats in the Mediterranean Sea, known as coralligenous. Because of their sensitivity to anthropogenic and natural disturbances, these formations are protected from fishing gear activities (EC 1967/2006) and included in the Habitats Directive EC 43/1992. The purpose of this study was to create a marine habitat evaluation index based on a variety of criteria, in order to evaluate whether to include or not coralligenous formation aggregations in a marine protected area network. Digitized and parameterized data of seabed mapping of the Laboratory of Marine Geology and Physical Oceanography from the area of south Aegean were used. A total of 10 different criteria were created for that evaluation. These were: (a) extent, (b) shape, (c) relief, (d) the existence of endangered species, (e) the number of coralligenous reefs, (f) the distance of neighboring assemblages, (g) the degree of encirclement, (h) connection with other important types of habitat, (i) the effect of coastal fishing and (j) the effect of trawl fishing. Each criterion was calibrated according to individual parameters and classified into three conservation priority categories (High Priority, Medium Priority, Low Priority). The final evaluation was carried out in the level of coralligenous aggregation and that of wider marine area. The results showed that the highest percentage of coralligenous formations (45,83%) were classified as Medium Priority for conservation. The 41,67% of caralligenous formations belonged to the category High Priority and the rest 12,5% to the Low Priority category. On the marine area level, the marine zone between the islands Dylos-Syros included the highest percentages of aggregations with high priority, followed in order of priority from the marine area off the island Mykonos, the area off Paros and that off Syros. The lowest priority zone was that of the straights between Naxos and Iraklia. The methodology developed here could formulate an evaluation tool that could be useful for the assessment of importance of other habitat types regarding their conservation priority. vi
Πίνακας περιεχομένων 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 1.1 Κοραλλιογενές ή τραγάνα... 1 1.2 Οικολογική σημασία... 2 1.3 Εθνική και Κοινοτική νομοθεσία... 2 1.4 Καταγραφή και μελέτη... 3 1.5 Επιπτώσεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων... 5 1.6 Προστατευόμενες περιοχές... 6 1.7 Γεωγραφική κατανομή στη Μεσόγειο και εμφάνιση στο Αιγαίο... 8 1.8 Σκοπός της έρευνας... 9 2. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ... 10 2.1 Χαρτογράφηση ενδιαιτήματος τραγάνας... 10 2.2 Επεξεργασία δεδομένων... 11 2.3 Κριτήρια Παράμετροι που χρησιμοποιήθηκαν... 12 2.3.1 Κριτήριο «Έκταση»... 13 2.2.2 Κριτήριο «Σχήμα»... 15 2.2.3 Κριτήριο «Ανάγλυφο»... 15 2.2.4 Κριτήριο «Ύπαρξη απειλούμενων ειδών»... 16 2.2.5 Κριτήριο «Αριθμός κοραλλιογενών υφάλων»... 18 2.2.6 Κριτήριο «Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων»... 18 2.2.7 Κριτήριο «Βαθμός περικύκλωσης»... 20 2.2.8 Κριτήριο «Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος»... 20 2.2.9 Κριτήριο «Παράκτια αλιεία»... 22 2.2.10 Κριτήριο «Μηχανότρατα»... 23 3. Αποτελέσματα... 25 3.1Κριτήριο «Έκταση»... 25 vii
3.2 Κριτήριο «Σχήμα»... 25 3.3 Κριτήριο «Ανάγλυφο»... 26 3.4 Κριτήριο «Αριθμός κοραλλιογενών υφάλων»... 26 3.5 Κριτήριο «Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων»... 27 3.6 Κριτήριο «Βαθμός περικύκλωσης»... 27 3.7 Κριτήριο «Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος»... 28 3.8 Κριτήριο «Παράκτια αλιεία»... 28 3.9 Κριτήριο «Μηχανότρατα»... 29 3.10 Συνολικά αποτελέσματα... 29 3.11 Αξιολόγηση τραγάνων ανά περιοχή μελέτης... 32 3.12 Αξιολόγηση τραγάνων... 33 4. Συζήτηση... 35 4.1 Συζήτηση αποτελεσμάτων... 35 4.2 Αξιολόγηση κριτηρίων... 36 4.3 Αξιολόγηση παραμέτρων... 41 4.4 Επιλογή της τραγάνας ως ενδιαιτήματος αναφοράς... 44 Βιβλιογραφία... 45 Έντυπη... 45 Ηλεκτρονική... 51 viii
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Κοραλλιογενές ή τραγάνα Ο όρος «κοραλλιογενές» (coralligenous ή coralligène) που χρησιμοποιείται στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, περιγράφει ένα σχηματισμό βιογενούς προέλευσης. Πρόκειται για ένα τύπο σκληρού υποστρώματος του θαλάσσιου βυθού που σχηματίζεται από συσσωρεύσεις ενασβεστωμένων ροδοφυκών των οικογενειών Corallinaceae και Pseyssonneliaceae (Georgiadis et al. 2009). Τα γνωστά και ως «κοραλλιοειδή» φύκη εκκρίνουν ένα σκελετό από ανθρακικό ασβέστιο, σχηματίζοντας δομές με μορφή κρούστας, και αναπτύσσονται επιφανειακά δημιουργώντας μικρούς ή μεγαλύτερους σχηματισμούς σαν υφάλους. Έτσι, συμβάλλουν στη δημιουργία τέτοιων υφάλων, αποθέτοντας ανθρακικό ασβέστιο, εμποδίζοντας τη διάβρωση από τα κύματα και σταθεροποιώντας το ίζημα (Castro & Huber 1999). Πάνω σε αυτό το ασβεστολιθικό, σκληρό υπόστρωμα εποικούν άλλοι οργανισμοί σχηματίζοντας ολόκληρες βιοκοινωνίες που είναι χαρακτηριστικές αυτών των κοραλλιογενών σχηματισμών. Τα ενασβεστωμένα ροδοφύκη αναπτύσσονται συνήθως σε βραχώδεις περιοχές και υφάλους ή σε αμμώδεις βυθούς που παρουσιάζουν μόνιμα ρεύματα, δημιουργώντας διάφορους τύπους κοραλλιογενών σχηματισμών. Οι κοραλλιογενείς αυτοί σχηματισμοί χωρίζονται σε δύο βασικές μορφές. Η πρώτη μορφή είναι παρόμοια με ένα λεπτό ύφαλο (minute reef) ύψους 0,5 4 m και αναπτύσσεται σε επίπεδους αμμώδεις βυθούς της δυτικής Μεσογείου (0-65 m βάθος) (Peres 1967, Laborel 1987). Η δεύτερη μορφή μπορεί να ποικίλει από ένα λεπτό επιφανειακό στρώμα έως μεγαλύτερους σχηματισμούς και σε ορισμένες περιπτώσεις σε σφαιρικές-ελλειπτικές κροκάλες (ροδόλιθοι) και συνηθέστερα αναπτύσσεται σε βραχώδεις πυθμένες της δυτικής (12-70 m βάθος) και ανατολικής (40-130 m βάθος) Μεσογείου (Georgiadis et al. 2009, Laborel 1987). Αυτοί οι τύποι κοραλλιογενούς ενδιαιτήματος είναι ευρύτερα γνωστοί ως «τραγάνα» και δεν έχουν καμία σχέση με τους γνωστούς «κοραλλιογενείς υφάλους» που σχηματίζονται από κοράλλια. 1
1.2 Οικολογική σημασία Η εντυπωσιακή συγκέντρωση οργανικής ύλης, η ποικιλία πηγών τροφής λόγω της αποίκισής του βιοτόπου από πληθώρα ειδών αλλά και η βιολογική και δομική πολυπλοκότητά του, εξηγούν την οικολογική σημασία του. Οι ύφαλοι ασβεστολιθικών ροδοφυκών είναι οι πιο σημαντικές βιογενείς μορφές στη Μεσόγειο (Laborel 1987) και θεωρούνται ένα από τα πιο σημαντικά θερμά σημεία (hot-spot) βιοποικιλότητας, μαζί με τα λιβάδια με Pocidonia oceanica (Boudouresque 2004, UNEP 2007). Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, οι κοραλλιογενείς πυθμένες της Μεσογείου φιλοξενούν πάνω από 1600 είδη, αλλά ακόμα κι αυτός ο μεγάλος αριθμός πιστεύεται ότι είναι ιδιαίτερα υποτιμημένος, λόγω έλλειψης εκτεταμένων μελετών (Ballesteros 2006). Επίσης, οι τραγάνες συνιστούν περιζήτητα αλιευτικά πεδία για είδη σημαντικής εμπορικής αξίας που είναι γνωστό ότι ζουν, τρέφονται και αναπαράγονται σ αυτό το ενδιαίτημα (Bianchi & Morri 2000). Μεταξύ αυτών ο αστακός (Palinurus elephas), το πολύτιμο κόκκινο κοράλλι (Corallium rubrum), το λυθρίνι (Pagellus erythrinus), το μπαρμπούνι (Mullus surmuletus), η συναγρίδα (Dentex dentex), ο μπαλάς (Dentex macrophthalmus), το φαγκρί (Pagrus pagrus), η στήρα (Epinephelus alexandrinus), η μαρίδα (Spicara smaris) και είδη του γένος Scorpaena sp. (Barbera et al. 2003). Στους ίδιους πυθμένες μπορεί να συναντήσει κανείς διάφορα είδη καρχαριών (Scyliorhinus stellaris, Mustelus asterias, Mustelus mustelus, Squalus acanthias και Squalus blainvillei) (Ballesteros 2003) πολλά από τα οποία θεωρούνται ευάλωτα ή απειλούνται με εξαφάνιση (Cavanagh & Gibson 2007). Επιπλέον, η μεγάλη ποικιλία και αφθονία των εξαιρετικά παραγωγικών ασβεστολιθικών οργανισμών καθιστούν αυτούς τους βιοτόπους σημαντικές δεξαμενές άνθρακα με τη μορφή ατμοσφαιρικού CO 2 (Ballesteros 2003). Τέλος, τα εντυπωσιακά τοπία που δημιουργούνται είναι ευρέως γνωστά για την υψηλή αισθητική τους αξία και αποτελούν σημαντικούς καταδυτικούς προορισμούς σε όλο τον κόσμο (Salomidi et al. 2012). 1.3 Εθνική και Κοινοτική νομοθεσία Ο Κανονισμός Ε.Κ. 1967/2006 αναγνωρίζοντας την οικολογική σημασία των κοραλλιογενών βιοτόπων της Μεσογείου και την ευαισθησία τους στις μηχανικές 2
διαταραχές από την αλιεία, απαγορεύει την αλιεία «με δίχτυα τράτας, δράγες, πεζότρατες ή παρόμοια δίχτυα πάνω από κοραλλιογενή ενδιαιτήματα και ασβεστοφυκικούς βυθούς» (άρθρο 4, παρ. 2) σε όλες τις περιοχές που έχουν οριστεί για την προστασία τους. Παρ όλα αυτά ο κανονισμός δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως στη χώρα μας, καθώς εκκρεμεί η συλλογή επιστημονικών πληροφοριών προκειμένου να εντοπισθούν και να χαρτογραφηθούν τέτοιου είδους ενδιαιτήματα. Επίσης, κατά τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε σημαντική αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με την ευπάθεια των οικοσυστημάτων αυτών από την ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα, υποστηρίζοντας την ένταξη των βιοτόπων αυτών στους οικοτόπους προτεραιότητας της οδηγίας για τους οικοτόπους (Ε.Κ. 43/1992). Έτσι, ο συγκεκριμένος τύπος ενδιαιτήματος συμπεριλαμβάνεται σήμερα στο Δίκτυο Natura 2000 (τύπος οικοτόπου: 1170 Ύφαλοι). Σ αυτή την κατηγορία, ωστόσο, περιλαμβάνεται μία μεγάλη ποικιλία βιογενών φυσικών ενδιαιτημάτων και γι αυτό το λόγο θεωρείται ιδιαίτερα προβληματική όσον αφορά τη διαχείριση της (Relini, 2009). 1.4 Καταγραφή και μελέτη Ο όρος coralligène (κοραλλιογενές ή τραγάνα στα Ελληνικά) χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1883 από τον Marion, για να περιγράψει το σκληρό πυθμένα στην περιοχή της Μασσαλίας βάθους 30-70 m, μεταξύ των λιβαδιών της Posidonia oceanica και των παράκτιων λασπωδών πυθμένων. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκε από τον Pruvot (1894, 1895) για να περιγράψει παρόμοιους πυθμένες στην περιοχή Banyuls της Μεσογείου. Στην ίδια περιοχή ο Feldmann (1937) εντόπισε τα κυριότερα ασβεστιτικά φύκη και περιέγραψε τη σύνθεσή τους. Επίσης, οι Pérès & Picard (1951) μελετώντας τους κοραλλιογενείς πυθμένες στην περιοχή της Μασσαλίας, καθόρισαν τα συστατικά του κοραλλιογενούς και περιέγραψαν τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που επιτρέπουν την ανάπτυξή του. Στις ιταλικές ακτές, οι ερευνητές Bacci (1947), Tortonese (1958), Rossi (1958, 1961), Parenzan (1960) και Molinier (1960) χαρακτήρισαν την προ-κοραλλιογενή (precoralligenous) και κοραλλιογενή συσσώρευση. Ενώ, οι Pérès & Picard (1958) κατέγραψαν τα είδη που εντοπίζονται στις κοραλλιογενείς συναθροίσεις της δυτικής Μεσογείου. Στην ανατολική Μεσόγειο, ο Laborel (1960, 1961) περιέγραψε πέντε κύριους κοραλλιογενείς τύπους και έδωσε τους πρώτους καταλόγους φυκών και ζώων 3
που απαντώνται στο ενδιαίτημα αυτό. Τρία χρόνια αργότερα, οι Pérès & Picard (1964) απλοποίησαν τις κατηγορίες του Laborel (1961) διακρίνοντας το κοραλλιογενές σε μόνο δύο τύπους, ανάλογα με το αρχικό υπόστρωμα. Επίσης, ο Galium Brida (1965) μελετώντας το κοραλλιογενές της Αδριατικής Θάλασσας συμπέρανε ότι βιογεωγραφικά είναι παρόμοιο με αυτό της βορειοδυτικής Μεσογείου. Ο Laubier (1966) κατέγραψε τους ασπόνδυλους οργανισμούς που ζουν στον εν λόγω πυθμένα και προσδιόρισε τις φυσικοχημικές συνθήκες που επιτρέπουν την εγκατάσταση τους στο κοραλλιογενές. Αξιόλογη είναι και η μελέτη του Hong (1980,1982), ο οποίος περιγράφει τις επιπτώσεις που προκαλούν τα λύματα στην πανίδα του κοραλλιογενούς της Μασσαλίας, ενώ στο κείμενό του παραθέτει και λίστες διαφόρων ταξινομικών ομάδων πανίδας. Επιπροσθέτως, οι Gili & Ros (1984) εξέτασαν τις κοραλλιογενείς κοινότητες της περιοχής της Ισπανίας και εκτίμησαν τη συνολική θαλάσσια επιφάνεια που καταλαμβάνεται από το συγκεκριμένο ενδιαίτημα. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Sartoretto (1996) μελέτησε το ρυθμό ανάπτυξης του κοραλλιογενούς με ραδιοχρονολόγηση και συσχέτισε τις περιόδους ανάπτυξης με διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Με τους περιβαλλοντικούς και ανθρωπογενείς παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη του κοραλλιογενούς στη Μεσόγειο ασχολήθηκε και ο Ballesteros (2006), καθώς επίσης κάνει και εκτεταμένη αναφορά στη δομή και τη σύνθεσή του, καταγράφοντας 1666 είδη. Οι Georgiadis et al. (2009) προσέγγισαν τη μορφολογία και την κατανομή των κοραλλιογενών σχηματισμών, χαρτογραφώντας αυτούς τους σχηματισμούς στις Κυκλάδες. Ταυτόχρονα έδειξαν ότι η χρήση ηχοβολιστή πλευρικής σάρωσης και τομογράφου μπορεί να βοηθήσει στη χαρτογράφηση κοραλλιογενών σχηματισμών σε σχετικά μεγάλες περιοχές και πάνω από κάθε τύπο υποστρώματος, ενώ διαπίστωσαν και παρουσία τραγάνας πάνω σε μαλακά υποστρώματα. Τέλος, οι Giakoumi et al. (2013) χαρτογράφησαν τα πιο σημαντικά θαλάσσια ενδιαιτήματα, μεταξύ αυτών και τους κοραλλιογενείς σχηματισμούς της Μεσογείου. Έχοντας σαν απώτερο στόχο τον εντοπισμό περιοχών προτεραιότητας για την διατήρηση αυτών, βασισμένοι σε οικολογικά και κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, κατατάσσουν τον ελληνικό θαλάσσιο χώρο στις πρώτες κατηγορίες προτεραιότητας. 4
1.5 Επιπτώσεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων Οι βιογενείς τύποι ενδιαιτήματος θεωρούνται ευαίσθητα οικοσυστήματα καθώς η δημιουργία τους βασίζεται στη μεταβολική δραστηριότητα οργανισμών. Επιπροσθέτως, καθώς τα ενασβεστωμένα ροδοφύκη έχουν εύθραυστο σκελετό αλλά και αρκετά βραδεία ανάπτυξη (ο ρυθμός αύξησης για τη δυτική Μεσόγειο κυμαίνεται μεταξύ 0,006 και 0,83 mm/yr) οι πυθμένες με τραγάνα θεωρούνται ιδιαίτερα ευπαθή οικοσυστήματα (Georgiadis et al. 2009). Οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί είναι εξαιρετικά επιρρεπείς σε μηχανικές διαταραχές που προκαλούνται από την αλιεία (Garrabou et al. 1998, Ballesteros 2006). Η αλιεία με τράτα θεωρείται γενικώς η πιο καταστροφική μέθοδος αλιείας και προκαλεί είτε άμεση υποβάθμιση των κοραλλιογενών κοινοτήτων με θραύση, μετακίνηση ή αφαίρεση τμημάτων, διασπώντας τη κοραλλιογενή δομή και καταστρέφοντας τις κοραλλιογενείς συναθροίσεις, είτε έμμεση με αύξηση της θολερότητας και της καθίζησης και ως εκ τούτου μείωση της φωτοσυνθετικής ικανότητας των οργανισμών, όταν η αλιεία εφαρμόζεται σε παρακείμενους ιζηματογενείς πυθμένες (Palanques et al. 2001). Η παράκτια και η ερασιτεχνική αλιεία έχουν επίσης σοβαρές επιπτώσεις στις τραγάνες. Και τα δύο είδη αλιείας, αν και επηρεάζουν κυρίως τα αλιεύματα, κατά το μάζεμα των στατικών διχτυών ανασύρουν σημαντικούς όγκους ζωντανών ροδόλιθων οι οποίοι εν τέλει ξεσκαρτάρονται σαν παραλιεύματα, ενώ ταυτόχρονα οδηγούν σε σημαντική μείωση του μέσου αριθμού ειδών και κατά συνέπεια μεταβολές στη σύνθεση της κοινότητας (Ballesteros 2006). Επίσης, λύματα καθώς και κάθε δραστηριότητα που έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της θολερότητας του νερού και της καθίζησης είναι γνωστό ότι αποτελούν σοβαρή απειλή για αυτό το ενδιαίτημα (Salomidi et al. 2012). Άλλες απειλές για τους κοραλλιογενείς σχηματισμούς είναι οι ανεξέλεγκτες δραστηριότητες κατάδυσης (Ballesteros 2006), ενώ για σχηματισμούς κοραλλιοειδών φυκών που βρίσκονται σε πιο ρηχά νερά είναι η καταστροφή που προκαλείται από τις άγκυρες των σκαφών αναψυχής (Garabou et al. 1998). Τέλος, παράλληλος και διαρκώς εντεινόμενος παράγοντας πίεσης για τα οικοσυστήματα αυτά είναι η άνοδος της θαλάσσιας θερμοκρασίας λόγω της κλιματικής αλλαγής (Romano et al. 2000). Επιπρόσθετα, λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας 5
παρατηρείται αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα άρα και στους ωκεανούς, που έχει ως συνέπεια την μείωση του ph, δηλαδή την οξύνηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Η μεταβολή αυτή έχει ως συνέπεια την μείωση της παραγωγής του ανθρακικού ασβεστίου και κατ επέκταση τον σχηματισμό των υφάλων (Lacoue-Labarthe). 1.6 Προστατευόμενες περιοχές Σύμφωνα με τους Gabrié et al. (2012) μόνο το 5,26% της συνολικής επιφάνειας της Μεσογείου υπόκειται σε καθεστώς προστασίας. Πιο αναλυτικά έχουν ανακηρυχθεί 677 Θαλάσσιες Περιοχές Ενδιαφέροντος, συνολικής επιφάνειας 114.566 km 2, αριθμός που αντιστοιχεί στο 7% περίπου των Προστατευόμενων Περιοχών που υπάρχουν παγκοσμίως. Από αυτές οι 170 είναι Προστατευόμενες Περιοχές και έχουν ανακηρυχθεί από εθνικές και/ή διεθνείς νομοθεσίες (106.465 km 2 ), στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και το Πέλαγος-Καταφύγιο θαλάσσιων θηλαστικών (87.500 km 2 ). Οι 161 ορίζονται με εθνικό χαρακτηρισμό και συχνά έχουν και διεθνή χαρακτηρισμό και οι 9 μόνο με διεθνή. Μεταξύ αυτών είναι 32 SPAMI, πέντε Αποθέματα Βιόσφαιρας, δύο Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ένα Καταφύγιο θαλάσσιων θηλαστικών). Επίσης, 55 Προστατευόμενες Περιοχές βρίσκονται υπό σχεδιασμό, εκ των οποίων τέσσερις είναι επεκτάσεις των υφιστάμενων παράκτιων Προστατευόμενων Περιοχών. Ακόμα, από το σύνολο των 170 Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών της Μεσογείου οι 73 (43%) είναι αυστηρά θαλάσσιες περιοχές και 89 (52%) είναι εν μέρει θαλάσσιες, καθώς περιλαμβάνουν και τμήματα χέρσου. Επίσης, υπάρχουν 507 θαλάσσιες περιοχές Natura 2000 συνολικής έκτασης 31.417 km 2 (25.243 km 2, αν ληφθεί υπόψη η επικάλυψη των ενδιαιτημάτων της Οδηγίας με τις Προστατευόμενες Περιοχές για τα πτηνά). Επιπροσθέτως, στην περιοχή της Μεσογείου καταγράφονται σε διεθνές επίπεδο τέσσερις περιοχές απαγόρευσης της αλιείας στην ανοιχτή θάλασσα (17.677 km 2 ). Αυτές είναι: η κλίση του κόλπου των Λεόντων (2.017 km 2 ), ο ύφαλος Lophelia του ακρωτηρίου Santa Maria di Leuca (976 km 2 ), το θαλάσσιο όρος του Ερατοσθένη (10.306 km 2 ) και οι ψυχρές πηγές του δέλτα του ποταμού Νείλου (4.377 km 2 ). Ωστόσο, πρέπει να αναφερθεί ότι σε αυτή τη μελέτη δεν έχει γίνει απογραφή όλων των 6
αλιευτικών αποθεμάτων με εθνικό χαρακτηρισμό, καθώς εστιάζει στις περιοχές όπου πρωταρχικός στόχος είναι η προστασία και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Στην Εικόνα 1 φαίνονται οι υφιστάμενες και οι υπό σχεδιασμό Προστατευόμενες Περιοχές της Μεσογείου ανά χώρα. MedPAN 2012 Εικόνα 1. Χάρτης της Μεσογείου όπου φαίνονται οι Προστατευόμενες Περιοχές και η κατανομή τους στις διάφορες χώρες (Gabrié et al. 2012). Παρατηρώντας την Εικόνα 1 διαπιστώνεται ότι υπάρχει μία δυσανάλογη γεωγραφική κατανομή των Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών μεταξύ των νότιων, ανατολικών και βόριων ακτών της Μεσογείου, με το 97% αυτών να συγκεντρώνεται στο βόρειο τμήμα της. Η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία έχουν υπό την προστασία τους περισσότερο από 50% των Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών που υπόκεινται σε εθνικό καθεστώς προστασίας, ενώ η Ελλάδα και η Ιταλία έχουν το 67% των θαλάσσιων περιοχών Natura 2000. Οι νότιες και ανατολικές χώρες (Αλγερία, Μαρόκο, Τυνησία, Λιβύη, Ισραήλ, Λίβανος) σχεδιάζουν τη δημιουργία Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών (Gabrié et al. 2012). Όσον αφορά την διαχείριση των Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών της Μεσογείου, έρευνες δείχνουν ότι είναι ακόμη ανεπαρκής, καθώς το 56% αυτών δεν έχουν σχέδιο διαχείρισης. Ειδικά για τις περιοχές Natura 2000 αναφέρεται ότι 125 περιοχές (24,6%) έχουν κάποια δομή διαχείρισης, τουλάχιστον σε ένα μέρος της επιφάνειάς τους. 7
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα (Gabrié et al. 2012) στην Ελλάδα υπάρχουν 13 Προστατευόμενες Περιοχές (3.011 km 2 ) και 152 περιοχές Natura 2000 που περιλαμβάνουν τμήμα της θάλασσας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται Περιοχές Ειδικής Προστασίας, Περιοχές Ramsar, και Θαλάσσια Πάρκα (Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου και Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου Β. Σποράδων) 1.7 Γεωγραφική κατανομή στη Μεσόγειο και εμφάνιση στο Αιγαίο Σύμφωνα με τους Giakoumi et al. (2013) κοραλλιογενή ενδιαιτήματα έχουν καταγραφεί σε 16 χώρες της Μεσογείου. Πρόκειται για τις εξής: Ιταλία, Γαλλία, Κροατία, Αλγερία, Αλβανία, Ισραήλ, Λίβανος, Λιβύη, Μάλτα, Μονακό, Μαρόκο, Ισπανία, Τυνησία, Τουρκία, Κύπρος και Ελλάδα (Εικ. 1). Η Αδριατική Θάλασσα και το Αιγαίο Πέλαγος παρουσιάζουν την υψηλότερη κάλυψη (2,1% και 1,9% αντίστοιχα) από ασβεστολιθικούς σχηματισμούς, συγκριτικά με όλη τη Μεσόγειο, ακολουθούμενες από την Τυρρηνική θάλασσα (1,3%) και την λεκάνη της Αλγερο-Προβηγκίας (1,2%). Οι υπόλοιπες οικοπεριοχές παρουσιάζουν χαμηλότερη κάλυψη. Πιο αναλυτικά, στο Ιόνιο Πέλαγος υπάρχει το 0,7% των ασβεστολιθικών σχηματισμών της Μεσογείου, στη θάλασσα της Λεβαντίνης το 0,5%, στο πλατώ της Τυνησίας το 0,4% και στη θάλασσα του Αλμποράν το 0,2%. Εικόνα 2. Κατανομή ασβεστολιθικών σχηματισμών στη Μεσόγειο θάλασσα (από Giakoumi et al. 2013). Επίσης, όσον αφορά την περιοχή του Αιγαίου, οι ίδιοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι το 23% του Αιγαίου Πελάγους κατέχει υψηλή προτεραιότητα διατήρησης. Πιο 8
συγκεκριμένα, οι Giakoumi et al. (2013) θεωρούν ότι από όλη τη Μεσόγειο Θάλασσα, το Αιγαίο Πέλαγος και ιδιαίτερα το Αρχιπέλαγος των Κυκλάδων και η τουρκική ακτογραμμή αποτελούν τις περιοχές με την υψηλότερη προτεραιότητα διατήρησης μετά το ελληνικό τμήμα του Ιονίου Πελάγους και τον Πατραϊκό Κόλπο. Επιπροσθέτως, σημειώνεται ότι το 60% περίπου των περιοχών που προσδιορίστηκαν ως περιοχές προτεραιότητας στο Αιγαίο Πέλαγος δεν υπόκεινται σε καθεστώς προστασίας, υπογραμμίζοντας με αυτό τον τρόπο την ανάγκη δημιουργίας προστατευόμενων περιοχών. Στην περιοχή των Κυκλάδων Νήσων έχουν εντοπιστεί και χαρτογραφηθεί 79 συναθροίσεις κοραλλιογενών σχηματισμών συνολικής επιφάνειας 6.510.300 m 2. Οι 58 από αυτές ανήκουν στον τύπο του μικροϋφάλου, ενώ οι υπόλοιπες 21 στον τύπο του επιφανειακού στρώματος. Επίσης, το 83% των συναθροίσεων έχουν έκταση λιγότερη των 100.000 m 2, τη στιγμή που η μέση έκτασή τους υπολογίζεται 96.900 m 2 για τους μικροϋφάλους και 42.400 m 2 για τα επιφανειακά στρώμα (Georgiadis et al. 2009). 1.8 Σκοπός της έρευνας Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η δημιουργία ενός δείκτη αξιολόγησης θαλάσσιων ενδιαιτημάτων βασισμένου σε ποικιλία κριτηρίων, προκειμένου να επιλεγούν ή όχι σ ένα δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών και η εφαρμογή του στα κοραλλιογενή ενδιαιτήματα του Αιγαίου Πελάγους και συγκεκριμένου του συμπλέγματος των Κυκλάδων. 9
2. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ 2.1 Χαρτογράφηση ενδιαιτήματος τραγάνας Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν προήλθαν από έρευνα που έλαβε χώρα στις Κυκλάδες και διεξήχθη κατά το διάστημα 26/8/2007 έως 1/9/2007 από το Ε.ΘΑ.ΓΕ.Φ.Ω του Τμήματος Γεωλογίας και το Εργαστήριο Ζωολογίας του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, στα πλαίσια του προγράμματος «Η αλιεία στις Κυκλάδες στα πλαίσια της πράσινης βίβλου για την Ευρωπαϊκή αλιεία». Το ερευνητικό σκάφος «ΦΙΛΙΑ» εξοπλισμένο με ηχοβολιστή πλευρικής σάρωσης πραγματοποίησε πορείες στα νότια των νήσων Σύρο, Μύκονο, Πάρο, Νάξο, Κέα και Ηρακλειά, καθώς και μία πορεία μεταξύ Σύρου και Μυκόνου (Εικ. 2 ). Το συνολικό μήκος των πορειών και η επιφάνεια ηχοβολισμού δίνονται στον Πίνακα 1. Εικόνα 3. Χάρτης της περιοχής μελέτης στον οποίο φαίνονται η συνολική ηχοβολισμένη έκταση πυθμένα και οι γενικές περιοχές όπου ηχο-αναγνωρίστηκαν κοραλλιογενείς σχηματισμοί (από Φακίρης 2011). 10
Πίνακας 1. Συνολικό μήκος πορειών και επιφάνεια ηχοβολισμού ανά νησί (Φακίρης 2011). Περιοχή/Νησί Μήκος πορείας (km) Επιφάνεια ηχοβολισμού (km 2 ) Σύρος 44 22 Μύκονος 43,5 21,5 Πάρος 47 24 Νάξος 7,5 3,75 Κέα 24,7 10,5 Ηρακλειά 25,9 3,1 Σύρος Μύκονος 24 17 Για τις ανάγκες της έρευνας το σύστημα Ηχοβολιστή Πλευρικής Σάρωσης που χρησιμοποιήθηκε αποτελούταν από: 1. Ηχοβολιστική τορπίλη E.G&G 272TD συχνοτήτων 100 και 500 khz 2. Καλώδια έλξης τύπου Kevlar, μήκους 50 έως 250 m και 3. Ψηφιακό σύστημα καταγραφής και επεξεργασίας σήματος Edgetech 4100 P. Η σύνδεση της ηχοβολιστικής τορπίλης με το ερευνητικό σκάφος έγινε με συρματόσχοινο μήκους 75 έως 100μ. με τέτοιο τρόπο ώστε με την κίνηση του σκάφους η τορπίλη να συρόταν πίσω από αυτό σε βάθος περίπου 17 m. Εκατέρωθεν της τορπίλης χρησιμοποιήθηκε εύρος δέσμης ακουστικής σάρωσης 200 έως 300 m. Καθ όλη τη διάρκεια της έρευνας, η ταχύτητα του σκάφους διατηρήθηκε στους 5 κόμβους. Προκειμένου να γίνει η ταυτοποίηση χαρακτηριστικών ακουστικών καταγραφών του Ηχοβολιστή Πλευρικής Σάρωσης με κοραλλιογενείς σχηματισμούς (τραγάνα), πραγματοποιήθηκαν τρεις καταδύσεις στη θαλάσσια περιοχή νότια της Σύρου με το υποβρύχιο τηλεκατευθυνόμενο όχημα τύπου ROV. Επίσης, για τον προσδιορισμό θέσης χρησιμοποιήθηκε το σύστημα προσδιορισμού θέσης του σκάφου ΦΙΛΙΑ ακρίβειας ±10 m. 2.2 Επεξεργασία δεδομένων Από τις ηχογραφίες του Ηχοβολιστή Πλευρικής Σάρωσης αποδόθηκαν ακουστικά μοντέλα με βάση την ένταση των ανακλάσεων. Ανακλάσεις υψηλής ενέργειας συνδέονται με σκληρό υπόστρωμα, ενώ ανακλάσεις χαμηλής ενέργειας υποδηλώνουν μαλακά υποστρώματα. Η ακριβής ταυτοποίηση των ακουστικών χαρακτήρων και η ταξινόμηση των ηχοβολιστικών εικόνων πυθμένα έγινε με το λογισμικό SonarClass 11
(Fakiris & Papatheodorou 2009). Από την επεξεργασία των δεδομένων δείχτηκε ότι από τα 103,7 km 2 πυθμένα που συνολικά ηχοβολίστηκαν, το 27,5% καταλαμβάνεται από τις περιοχές όπου παρατηρήθηκε η ανάπτυξη τραγανών (Εικ. 2). Ενώ, μόνο το 5,7% των περιοχών αυτών (δηλαδή 48 σχηματισμοί) ψηφιοποιήθηκαν και παραμετροποιήθηκαν με το λογισμικό TargAn, χρησιμοποιώντας μεθόδους που αφορούν την υφή, τη γεωμετρία του σχήματος, το βαθμό διάκρισης του σχηματισμού από τον περιβάλλοντα πυθμένα, δομικά στοιχεία και την κατανομή τους στο χώρο (Fakiris & Papatheodorou 2010, 2012). Βασισμένοι στην παραπάνω διαδικασία και στους χάρτες που κατασκευάστηκαν, προέκυψαν περιγραφικές παράμετροι για κάθε περιοχή ενδιαφέροντος. 2.3 Κριτήρια Παράμετροι που χρησιμοποιήθηκαν Για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας χρησιμοποιήθηκαν 10 διαφορετικά κριτήρια (Πίν. 2), τα οποία παρουσιάζονται αναλυτικά στις επόμενες παραγράφους. Πίνακας 2. Κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν. Α/Α Τύπος κριτηρίου Κριτήριο 1 Έκταση 2 Χαρακτηριστικά Σχήμα συνάθροισης 3 Ανάγλυφο 4 Κατάσταση Ύπαρξη απειλούμενων ειδών 5 Αριθμός γειτονικών συναθροίσεων 6 Συνδεσιμότητα Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων 7 Βαθμός περικύκλωσης 8 Σύνδεση Οικοσυστημάτων Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος 9 Ανθρώπινες απειλές Παράκτια αλιεία 10 Μηχανότρατα Κάθε κριτήριο βαθμονομήθηκε σύμφωνα με επιμέρους παραμέτρους και κατηγοριοποιήθηκε σε τρεις κατηγορίες προτεραιότητας διατήρησης (Υψηλή προτεραιότητα, Μέτρια προτεραιότητα, Χαμηλή προτεραιότητα). Προκειμένου, το αποτέλεσμα να γίνεται εύκολα κατανοητό χρησιμοποιήθηκε η προσέγγιση traffic 12
lights (πχ. Caddy 1999), σύμφωνα με την οποία οι κατηγορίες προτεραιότητας διατήρησης αντιστοιχήθηκαν με τα χρώματα κόκκινο, πορτοκαλί, πράσινο. Η τελική αξιολόγηση, βασισμένη στα κριτήρια, έγινε σε επίπεδο κοραλλιοειδούς συνάθροισης καθώς και σε επίπεδο ευρύτερης θαλάσσιας ζώνης (γύρω από τα νησιά της περιοχής μελέτης). Αρχικά, εξετάστηκε αν θα έπρεπε μία τραγάνα ή μία περιοχή μελέτης να χαρακτηριστεί ως «Υψηλής προτεραιότητας». Αυτό έγινε υπολογίζοντας το ποσοστό που καταλαμβάνει αυτή η κατηγορία διατήρησης στο σύνολο των κριτηρίων. Όταν το ποσοστό αυτό ήταν μεγαλύτερο του 35% του συνόλου των κριτηρίων, η τραγάνα ή η ευρύτερη θαλάσσια ζώνη χαρακτηριζόταν ως «Υψηλής προτεραιότητας». Αν αυτό δεν ίσχυε, τότε εξεταζόταν αν η τραγάνα ή η θαλάσσια ζώνη ανήκε στην κατηγορία «Χαμηλή προτεραιότητα», όταν η κατηγορία αυτή καταλάμβανε ποσοστό μεγαλύτερο του 30% του συνόλου των κριτηρίων. Αν και αυτό δεν ίσχυε, τότε η τραγάνα ή η ευρύτερη θαλάσσια περιοχή χαρακτηριζόταν ως «Μέτριας προτεραιότητας». Για τον καθορισμό των δύο πρώτων κατηγοριών προτεραιότητας διατήρησης χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικά ποσοστά διότι θεωρήθηκε ότι η κατάταξη στην κατηγορία «Υψηλή προτεραιότητα», στην οποία ανήκουν οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί που χρήζουν περισσότερης προστασίας, θα πρέπει να γίνεται πιο δύσκολα. 2.3.1 Κριτήριο «Έκταση» Σημαντικό στοιχείο στην αξιολόγηση θαλάσσιων περιοχών προκειμένου να προστατευθούν είναι η επιλογή του καλύτερου αντιπροσώπου οργανισμού, δηλαδή του taxon που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ετερογένεια στην κατανομή του. Έχει αποδειχθεί από τους Beger et al. (2003), ότι όταν πρόκειται να επιλέξουμε τοποθεσίες με σκοπό την προστασία κοραλλιών και ψαριών, τότε τα ψάρια είναι πιο χρήσιμοι αντιπρόσωποι ακόμα και από τα κοράλλια. Στον Πίνακα 3 παρουσιάζονται ορισμένοι θαλάσσιοι οργανισμοί και η μέση έκταση του ενδιαιτήματος που επιλέγουν. Για την καλύτερη αντιπροσώπευση, όπως προαναφέρθηκε, επιλέχθηκαν τα ψάρια και πιο συγκεκριμένα αυτά που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη και μικρότερη έκταση ενδιαιτήματος. Πρόκειται για τον κακαρέλο (Diplodus vulgaris) και το ροφό (Epinephelus marginatus) με μέση έκταση ενδιαιτήματος μικρότερη των 1000000 m 2 και 5312 m 2 αντίστοιχα. 13
Πίνακας 3. Η μέση έκταση ενδιαιτήματος ορισμένων θαλάσσιων ειδών. Επιστημονικό όνομα Κοινό όνομα Περιοχή Μέγεθος δείγματος Μήκος (mm) Έκταση ενδιαιτήματος (m 2 ) Epinephelus 205 400 marginatus 1 Ροφός Μεσόγειος 7 (TL) 5312 Pagrus 400 532 auratus 2 - Ν. Ζηλανδία 5 (FL) 55500 ± 6200 Pomadasys 263 698 commersonnii 3 - - 41 (TL) 152056 ± 97391 Sparisoma 20,8 29,8 cretense 4 Σκάρος Μεσόγειος 6 (TL) 70,387 ± 256,398 Diplodus 240 270 vulgaris 5 Κακαρέλλος Μαγιόρκα 10 (TL) < 1000000 Hippocampus guttulatus 6 Ιππόκαμπος Πορτογαλία - < 70 19,9 ± 12,4 Paracentrotus lividus 7 Αχινός Μεσόγειος 40 50 60 (διάμετρος) 17,065 1 Lembo et al. (2002), 2 Parsons et al. (2003), 3 Childs et al. (2005), 4 La mesa et al. (2012), 5 Alós et al. (2012), 6 Curtis & Vincent (2006), 7 Heren (2005) Επίσης, σύμφωνα με τους Shanks et al. (2003), οι Προστατευόμενες Περιοχές που δημιουργούνται στις ακτές μεγάλων νησιών δεν πρέπει να έχουν έκταση μικρότερη των 12 28 km 2 περίπου (διάμετρος: 4 6 km). Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και ότι η έκταση των τραγάνων που μελετήθηκαν, προσδιορίστηκε από 3.030 m 2 έως 189.594 m 2, με μέση τιμή 34.081 m 2 έγινε η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου σε κατηγορίες προτεραιότητας όπως φαίνεται στον Πίνακα 4. Πίνακας 4. Κατηγοριοποίηση κριτηρίου «Έκταση». Κατηγορία Όριο (m 2 ) Υψηλή προτεραιότητα 1000000-28000000 Μέτρια προτεραιότητα 5312-1000000 Χαμηλή προτεραιότητα < 5312 14
2.2.2 Κριτήριο «Σχήμα» Για το κριτήριο «Σχήμα» δημιουργήθηκε ο δείκτης Σχήματος. O δείκτης αυτός βασίστηκε στη λογική ότι όσο πιο κυκλικός είναι ένας σχηματισμός, τόσο πιο αποτελεσματική προστασία θα έχει, καθώς διατηρεί κάποιο κέντρο όπου το ενδιαίτημα βρίσκεται σε αρτιότερη κατάσταση. Έτσι, αν δύο σχήματα έχουν ίσες ακτίνες (r), αλλά το σχήμα 1 έχει μικρότερη περιφέρεια (T_Per) από το σχήμα 2, τότε ο δείκτης είναι μικρότερος στο σχήμα 1 ή με άλλα λόγια το σχήμα 1 τείνει να είναι πιο κυκλικό από το σχήμα 2. Επειδή στην παρούσα εργασία η ακτίνα των σχηματισμών δεν και αντικαθιστώντας το r στην κάτω σχέση προκύπτει ο δείκτης σχήματος ήταν γνωστή, ο δείκτης πήρε τη μορφή:, όπου T_Per: η περίμετρος του σχηματισμού και T_ Area: η έκταση του σχηματισμού, που προέκυψε από τη διαίρεση κατά μέλη των μαθηματικών τύπων της έκτασης του κύκλου και της περιμέτρου του κύκλου όπως παρουσιάζεται στο πλαίσιο. Ο δείκτης σχήματος κυμάνθηκε από 0,19 έως 28,77 και είχε μέση τιμή 9,59. Με βάση αυτές τις τιμές έγινε και η κατηγοριοποίησή του σε τρεις κατηγορίες προτεραιότητας, όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 5. Πίνακας 5. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Σχήμα». Κατηγορία Όριο Υψηλή προτεραιότητα 0 10 Μέτρια προτεραιότητα 10 20 Χαμηλή προτεραιότητα >20 2.2.3 Κριτήριο «Ανάγλυφο» Οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί χαρακτηρίζονται από έντονο ή όχι ανάγλυφο. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι σημαντικό να συγκαταλέγεται στα κριτήρια αξιολόγησης του συγκεκριμένου ενδιαιτήματος, καθώς δίνει μία αίσθηση του ύψος των σχηματισμών. Οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί που χαρακτηρίζονται από έντονο ανάγλυφο είναι πιο εύρωστοι, ενώ αυτοί που δεν χαρακτηρίζονται από έντονο ανάγλυφο, είναι τύπου επιφανειακής στρώσης και απ ότι φαίνεται είναι αναπτυσσόμενοι σχηματισμοί ή υπολείμματα κατεστραμμένων. 15
Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε ο «λόγος τυπικών αποκλίσεων» ή λόγος SdR. Ο λόγος αυτός εκφράζει την πιθανότητα της περιοχής έρευνας να συμπεριλαμβάνει ή όχι ακουστική σκιά και υπολογίζεται από τον μαθηματικό τύπο:, όπου Std p : η τυπική απόκλιση του γκρι της περιφερειακής ζώνης και Std t : η τυπική απόκλιση του εσωτερικού της περιοχής έρευνας. Όσο πιο υψηλή είναι η τιμή του κλάσματος, τόσο πιο υψηλή είναι η τυπική απόκλιση του σχηματισμού σε σύγκριση με την περιφερειακή του ζώνη. Αυτό δείχνει ότι στην περιοχή έρευνας περιλαμβάνεται ακουστική σκιά, δηλαδή ο σχηματισμός χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο. Στην παρούσα εργασία ο λόγος SdR κυμάνθηκε μεταξύ -0,15 και 0,72, έχοντας μέση τιμή 0,41. Βρίσκοντας το εύρος των τιμών αυτών και διαιρώντας το δια τρία προέκυψαν οι παρακάτω κατηγορίες αξιολόγησης για αυτό το κριτήριο (Πίν. 6). Πίνακας 6. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Ανάγλυφο». Κατηγορία Όριο Υψηλή προτεραιότητα 0,58 Μέτρια προτεραιότητα 0,29 0,58 Χαμηλή προτεραιότητα 0,29 2.2.4 Κριτήριο «Ύπαρξη απειλούμενων ειδών» Οι κοραλλιογενείς συναθροίσεις αποτελούν το δεύτερο πιο σημαντικό «θερμό σημείο» βιοποικιλότητας των ειδών στη Μεσόγειο, μετά τα λιβάδια με Posidonia oceanica. Παρ όλα αυτά η συγκεκριμένη έρευνα δεν επικεντρώνεται στο σύνολο και στη σύνθεση των ειδών που διαβιούν στις τραγάνες, αλλά σε αυτά που βρίσκονται σε κίνδυνο, καθώς είναι ένας δείκτης ανθρώπινης εκμετάλλευσης του ενδιαιτήματος και στις περιπτώσεις όπου η ανθρώπινη παρέμβαση είναι πολύ μεγάλη, η ανάκαμψη των ειδών είναι ιδιαίτερη δύσκολη. Σύμφωνα με τον Πίνακα 7, 42 είδη έχουν χαρακτηριστεί από τη διεθνή βιβλιογραφία ως κινδυνεύοντα, ενώ ορισμένα από αυτά συγκαταλέγονται σε καταλόγους της IUCΝ (www.iucnredlist.org), του Κόκκινου Βιβλίου (Λεκάκης & Μαραγκού 2009) και της Οδηγίας 92/43 (EC 1992). Το κριτήριο αυτό δεν κατηγοριοποιήθηκε σε κατηγορίες διατήρησης και δεν λήφθηκε υπόψη στην αξιολόγηση των τραγάνων, διότι δεν υπήρχαν πειραματικά δεδομένα σχετικά με τη βιοποικιλότητα των περιοχών μελέτης. 16
Πίνακας 7. Κινδυνεύοντα φυτά και ζώα που διαβιούν στα κοραλλιογενή ενδιαιτήματα της Μεσογείου. TAXON ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΝΟΜΑ IUCN RED 92/43 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ BOOK Μακροφύκη Chondrymenia lobata Boudouresque et al. (1990) Halarachnion ligulatum Boudouresque et al. (1990) Halymenia trigona Boudouresque et al. (1990) Platoma cyclocolopa Boudouresque et al. (1990) Nemastoma dichotomum Boudouresque et al. (1990) Ptilophora mediterranea Boudouresque et al. (1990) Schrizymenia dubyi Boudouresque et al. (1990) Laminaria rodriguezii Boudouresque et al. (1990) Aeodes marginata Ballesteros (2006) Sphaerococcus rhizophylloides Ballesteros (2006) Schmitzia neapolitana Ballesteros (2006) Ptilocladiopsis horrid Ballesteros (2006) Microcaldia glandulosa Ballesteros (2006) Rodriguezella bornetti Ballesteros (2006) Rodriguezella pinnata Ballesteros (2006) Lomentaria subdichotoma Ballesteros (2006) Ανθόζωα Corallium rubrum x Weinberg (1991) Paramuricea clavata Coma et al. (2004) Eunicella cavolinii Coma et al. (2004) Eunicella singularis Coma et al. (2004) Gerardia savaglia Boudouresque et al. (1991) Μαλάκια Lithophaga lithophaga x Boudouresque et al. (1991) Pinna nobilis x Boudouresque et al. (1991) Pinna rudis Boudouresque et al. (1991) Charonia lampas Templado (1991) Charonia tritonis variegata Templado (1991) Εχινόδερμα Centrostephanus longispinus x Boudouresque et al. (1991) Δεκάποδα Scyllarides latus DD x Spanier (1991) Ψάρια Epinephelus marginatus EN NE Chauvet (1991) Epinephelus costae DD Riera et al. (1998), Mayol et al. (2000) Mycteroptera rubra DD Riera et al. (1998), Mayol et al. (2000) Polyprion americanus DD NE Riera et al. (1998), Mayol et al. (2000) Sciaena umbra NE NE Boudouresque et al. (1991) Umbrina cirrosa NE NE Boudouresque et al. (1991) Scyliorhinus stellaris NT NE Mayol et al. (2000) Mystelus asterias LC Mayol et al. (2000) Mustelus mustelus VU NE Mayol et al. (2000) Squalus acanthias VU NE Mayol et al. (2000) Squalus blainvillei DD NE Mayol et al. (2000) Hippocampus guttulatus DD NE Mayol et al. (2000) Gaidropsarus vulgaris NE NE Mayol et al. (2000) 17
Didogobius splechtnai DD Mayol et al. (2000) Gammogobius steinitzii Mayol et al. (2000) Θηλαστικά Monachus monachus CR x NE: μη αξιολογημένο είδος, DD: ανεπαρκώς γνωστό είδος, LC: ελάχιστα ανησυχητικό είδος, NT: εγγύς απειλούμενο είδος, VU: τρωτό είδος, EN: κινδυνεύον είδος, CR: κρισίμως κινδυνεύον είδος 2.2.5 Κριτήριο «Αριθμός κοραλλιογενών υφάλων» Μία κοραλλιογενής συνάθροιση αποτελείται από επιμέρους κοραλλιογενείς υφάλους. Όσο πιο πυκνή είναι η κάλυψη μεταξύ των κοραλλιογενών υφάλων, δηλαδή όσο πιο πολλοί είναι σε αριθμό, τόσο πιο επιτυχής είναι η σύνδεση της συνάθροισης. Καθώς με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η καλύτερη επικοινωνία των οργανισμών μέσα σ αυτή. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε η παράμετρος «Αριθμός υφάλων», η οποία δείχνει πόσοι είναι σε αριθμό οι ύφαλοι που αποτελούν τον κάθε κοραλλιογενή σχηματισμό. Η ταξινόμηση του κριτηρίου (Πίν. 8) έγινε στη βάση ότι αν δεν υπάρχει άλλος ύφαλος, εκτός του κεντρικού, στη συνάθροιση, τότε οι πιθανότητες επικοινωνίας είναι μηδενικές, ποσοστό που αυξάνεται όταν υπάρχουν περισσότεροι ύφαλοι. Έτσι, η ελάχιστη τιμή που μπορεί να πάρει το κριτήριο είναι 1, ενώ δεν υπάρχει μέγιστη τιμή. Πίνακας 8. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Αριθμός κοραλλιογενών υφάλων». Κατηγορία Όριο (No) Υψηλή προτεραιότητα >3 Μέτρια προτεραιότητα 2-3 Χαμηλή προτεραιότητα 1 2.2.6 Κριτήριο «Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων» Για την ευρωστία των θαλάσσιων αποθεμάτων είναι σημαντικό να επιτυγχάνεται ένα είδος σύνδεσης μεταξύ των υπαρχόντων υποπληθυσμών (ενδεχομένως απομονωμένων), προκειμένου να γίνεται ανταλλαγή προνυμφών, μετακίνηση ανήλικων και ενήλικων ατόμων καθώς και μεταφορά ύλης. Επειδή τα είδη έχουν διαφορετικού μεγέθους διασπορά, ένα δίκτυο θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών θα πρέπει να είναι τοποθετημένο σε διαφορετικές αποστάσεις. Η απόσταση που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των περιοχών προστασίας ενός δικτύου, με βάση την εκτιμώμενη διασπορά των θαλάσσιων οργανισμών κυμαίνεται από 10-20 km έως 10-100 km για τα ασπόνδυλα (Shanks et al., 2003) και 50-200 km 18
για τα ψάρια (Palumbi 2004). Επίσης, σύμφωνα με τους Shanks et al., 2003, οι προστατευόμενες περιοχές που δημιουργούνται στις ακτές μεγάλων νησιών θα πρέπει να βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 20 km περίπου. Η μεταξύ τους απόσταση, σε συνδυασμό με το μέγεθος, θα επιτρέπει στις λάρβες με μικρή διασπορά να εγκαθίστανται εντός του αποθέματος, ενώ οι λάρβες με μεγαλύτερη διασπορά θα μεταφέρονται σε γειτονικά αποθέματα. Για τις ανάγκες του κριτηρίου χρησιμοποιήθηκε η μικρότερη απόσταση που έχει μία συνάθροιση από τη γειτονική της (παράμετρος: MinR), η οποία κυμάνθηκε από 112 m έως 3602 m, με μέση τιμή 744 m. Για την κατηγοριοποίηση του κριτηρίου λήφθηκαν υπόψη οι αποστάσεις που διανύουν ορισμένα είδη κατά τη διάρκεια της μετακίνησής τους μέσα σε ένα χρόνο. Όπως φαίνεται στον Πίνακα 9, η απόσταση μετακίνησης των θαλάσσιων οργανισμών παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση. Το γεγονός αυτό καθιστά δύσκολο τον καθορισμό μιας μοναδικής βέλτιστης απόστασης μεταξύ των περιοχών προστασίας για το σύνολο των ειδών. Πίνακας 9. Η μέση απόσταση μετακίνησης ορισμένων θαλάσσιων ειδών. Επιστημονικό όνομα Palinurus 38,24 53,37 elephas 8 Αστακός Σαρδινία 5666 (CL) 2490 Mustelus 81 147 mustelus 9 Γαλέος Ν. Αφρική 24 (TL) 12070 Diplodus annularis 10 Σπάρος Μαγιόρκα 1149 87 167 (TL) 591890 Squalus acanthias 11 Σκυλόψαρο Καναδάς 71000-583330 Epinephelus 12 marginatus Ροφός Μεσόγειος - Λάρβες 1095000 Paracentrotus 50-60 lividus 13 Αχινός Μεσόγειος 40 (διάμετρος) 66 8 Follesa et al. (2009), 9 da Silva et al. (2013), 10 March et al. (2011), 11 McFarlane & King (2002), 12 Andrello et al. (2013), 13 Heren (2005) Κοινό όνομα Περιοχή Επίσης, στη συγκεκριμένη εργασία η πλειοψηφία (67% περίπου) των θαλάσσιων ειδών φαίνεται ότι κατά τη μετακίνησή τους συναντούν τις γειτονικές συναθροίσεις και στις πιο πολλές περιπτώσεις συνεχίζουν τη μετακίνησή τους. Εξαίρεση αποτελεί ο αστακός (Palinurus elephas), ο οποίος σε ποσοστό 4,2% περίπου δεν καταφέρνει να βρει άλλη συνάθροιση και ο αχινός (Paracentrotus lividus), ο οποίος δεν μετακινείται σε γειτονική συνάθροιση. Μέγεθος δείγματος Μήκος (mm) Απόσταση μετακίνησης (m/y) 19
Επομένως, πιο ασφαλής θεωρήθηκε η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου να γίνει διαιρώντας τη μέγιστη τιμή της παραμέτρου σε τρία ίσα μέρη, συμπεριλαμβάνοντας και την κρίσιμη απόσταση για τον αστακό (Πίν. 10). Πίνακας 10. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων». Κατηγορία Όριο (km) Υψηλή προτεραιότητα 0 1,2 Μέτρια προτεραιότητα 1,2 2,4 Χαμηλή προτεραιότητα >2,4 2.2.7 Κριτήριο «Βαθμός περικύκλωσης» Ο βαθμός περικύκλωσης ή αλλιώς συνδεσιμότητα ορίστηκε ως η συνολική πιθανότητα ενός οργανισμού, αφήνοντας τον πυρήνα μίας συνάθροισης, να συναντήσει άλλες, ενώ κινείται προς αυθαίρετες κατευθύνσεις και μέχρι μία μέγιστη απόσταση. Το κριτήριο αυτό εκτιμήθηκε αθροίζοντας τον αριθμό όλων των ακτινικών διευθύνσεων μέχρι τη μέγιστη απόσταση των 5 km, στις οποίες συναντήθηκαν άλλες συναθροίσεις, διαιρούμενο με 360. H θεωρητική αυτή πιθανότητα κυμαίνεται από 0 έως 100%. Στα δεδομένα της παρούσας εργασίας η πιθανότητα ενός οργανισμού να συναντήσει άλλη τραγάνα σε απόσταση 5 km από αυτή που εγκαταλείπει προς όλες τις κατευθύνσεις κυμαίνεται από 0,23 έως 32,78%, με μέση τιμή 9,99%. Όπως παρατηρήθηκε το εύρος των πραγματικών τιμών είναι αρκετά μικρότερο των θεωρητικών. Γι αυτό, η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου βασίστηκε στη μέγιστη τιμή της πιθανότητας που υπολογίστηκε, χωρίζοντας τη σε τρία ίσα μέρη περίπου (Πίν. 11). Πίνακας 11. Κατηγοριοποίηση κριτηρίου «Βαθμός περικύκλωσης». Κατηγορία Όριο (%) Υψηλή προτεραιότητα >20 Μέτρια προτεραιότητα 10 20 Χαμηλή προτεραιότητα 0 10 2.2.8 Κριτήριο «Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος» Η σύνδεση των ενδιαιτημάτων «ορίζεται ως η ροή υλικών από το ένα σύστημα στο άλλο που επιτρέπει, αλλάζει ή διαμορφώνει τη λειτουργία μιας δεδομένης θαλάσσιας ή παράκτιας περιοχής» (Γιακουμή, 2010). Στην παρούσα εργασία, με τον όρο σύνδεση ενδιαιτημάτων εννοείται η δυνατότητα ανταλλαγής πληθυσμών. 20
Στην συγκεκριμένη έρευνα στους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος συμπεριλήφθηκαν οι προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Νatura 2000 (Εικ. 4), καθώς και περιοχές με Posidonia oceanica, σύμφωνα με τους Giakoumi et al. (2013) (Εικ. 3) και το ΦΕΚ 2093/2007, με το οποίο ορίζονται οι θαλάσσιες περιοχές με λιβάδια Ποσειδωνίας, όπου απαγορεύεται η αλιεία με συρόμενα εργαλεία. Εικόνα 4. Κατανομή της P. oceanica στο Αιγαίο Πέλαγος, στην περιοχή των Κυκλάδων νήσων (από Giakoumi et al. 2013). Εικόνα 5. Δίκτυο Natura 2000 στο Αιγαίο Πέλαγος, στην περιοχή των Κυκλάδων νήσων (www.natura2000.eea.europa.eu). Η οριοθέτηση του κριτηρίου θα μπορούσε να γίνει χρησιμοποιώντας τη μέγιστη και την ελάχιστη απόσταση μετακίνησης θαλάσσιων οργανισμών, καθώς η σύνδεση ή η ύπαρξη διαδρόμων μεταξύ ενδιαιτημάτων προτεραιότητας επωφελεί αρκετά είδη. Όμως, δεν ήταν γνωστό ποια είναι τα είδη που χρησιμοποιούν και τα δύο ενδιαιτήματα (λιβάνια Ποσειδωνίας και τραγάνες). Έτσι, αποφεύχθηκε η χρήση ειδών και απλώς μετρήθηκε η απόσταση μεταξύ των κοραλλιογενών σχηματισμών και των άλλων τριών τύπων περιοχών ξεχωριστά με τη βοήθεια της εφαρμογής Google Earth. Η μέγιστη απόσταση που καταγράφηκε ήταν ανάμεσα στους κοραλλιογενείς σχηματισμούς και στα λιβάδια με P. oceanica (59262 m), όπως χαρτογραφήθηκε στο ΦΕΚ 2093/2007. Η μέγιστη απόσταση μεταξύ των τραγάνων και των λιβαδιών Ποσειδωνίας, σύμφωνα με τους Giakoumi et al. (2013), και των περιοχών Νatura 2000 ήταν μικρότερη (25281 και 27466 m αντίστοιχα). Έτσι, η γενική μέγιστη απόσταση χωρίστηκε σε τρία ίσα μέρη και έγινε η κατηγοριοποίηση σε κατηγορίες προτεραιότητας όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 12. 21
Πίνακας 12. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος». Κατηγορία Όριο (m) Υψηλή προτεραιότητα 0 19754 Μέτρια προτεραιότητα 19754 39508 Χαμηλή προτεραιότητα >39508 2.2.9 Κριτήριο «Παράκτια αλιεία» Η παράκτια αλιεία με δίχτυα, συνηθισμένη πρακτική σε πολλές περιοχές του Αιγαίου, αποτελεί απειλή για τους κοραλλιογενείς βυθούς. Αν και οι επιπτώσεις της δεν έχουν μελετηθεί στη Μεσόγειο, το οικολογικό κόστος αναμένεται σημαντικό. Στην παρούσα εργασία το κριτήριο προσεγγίστηκε μέσω του «δείκτη αλιείας». Ο δείκτης αυτός υπολογίζει την πιθανότητα αλίευσης μιας τραγάνας από παράκτιο σκάφος συνδυάζοντας την απόσταση που έχει ο κάθε κοραλλιογενείς σχηματισμός από τα αλιευτικά καταφύγια του κοντινότερου νησιού με τον αλιευτικό παράκτιο στόλο κάθε καταφυγίου. Όπως είναι φανερό, όσο πιο κοντά βρίσκεται μία τραγάνα σε λιμάνι, τόσο πιο εύκολα αλιεύσιμο μέρος είναι. Ενώ, όσο πιο πολλά παράκτια σκάφη φιλοξενούνται σε ένα λιμάνι, τόσο πιο υψηλή γίνεται η αλιευτική πίεση στη γύρω περιοχή. Συνδυάζοντας τα παραπάνω στο μαθηματικό τύπο:,η τραγάνα βρίσκεται στη δυσχερότερη κατάσταση όταν υπάρχει πολυάριθμος στόλος παράκτιων σκαφών σε μικρή απόσταση από αυτή, η οποία καλυτερεύει όσο ο αριθμός των παράκτιων σκαφών μειώνεται ή η απόσταση του εκάστωτε λιμανιού από την τραγάνα αυξάνεται. Για την παράμετρο «αλιευτικός στόλος» χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από προσωπικές συνεντεύξεις ειδικών (Γεωργιάδης pers. comm.) και από τα αρχεία της εποπτείας αλιείας Νάξου (Πίν. 13), ενώ η παράμετρος «απόσταση από λιμάνι» προέκυψε μετά από τον υπολογισμό της απόστασης κάθε τραγάνας από τα λιμάνια του κοντινότερου νησιού με τη βοήθεια της εφαρμογής Google Earth. Πίνακας 13. Αλιευτικός στόλος κάθε αλιευτικού καταφυγίου κάθε νησιού. Νησί Λιμάνι Αλιευτικός στόλος Νησί Λιμάνι Αλιευτικός στόλος Σύρος Ερμούπολη 46 Μύκονος Φτελιά 13 Σύρος Φοίνικας 11 Μύκονος Ορνός 7 Σύρος Κίνι 9 Μύκονος Τούρλος 4 Σύρος Βάρη 4 Μύκονος Πλατύς Γυαλός 4 22
Σύρος Αζόλιμνος 3 Μύκονος Καλαφάτης 1 Νάξος Χώρα Νάξου 27 Πάρος Νάουσα 62 Νάξος Αγία Άννα 3 Πάρος Παροικία 32 Νάξος Μουτσούνα 1 Πάρος Αλυκή 31 Νάξος Απόλλωνας 1 Πάρος Πίσω λιβάδι 22 Νάξος Κλειδός 1 Πάρος Δρυός 13 Νάξος Πάνορμος 1 Πάρος Κάμπος 3 Κουφονήσι Αλιευτικό καταφύγιο 28 Πάρος Βουτάκος 2 Σχοινούσα Μερσίνι 7 Πάρος Πούντα 2 Ηρακλειά Αγ. Γεώργιος 8 Πάρος Αμπελάς 1 Δονούσα 2 Αντίπαρος Χώρα Αντιπάρου 22 Μύκονος Χώρα Μυκόνου 41 Αντίπαρος Αγ. Γεώργιος 4 Όπως είναι φανερό για κάθε τραγάνα προέκυψαν τόσοι δείκτες αλιείας όσα και τα αλιευτικά καταφύγια του κοντινότερου νησιού. Αθροίζοντας τους δείκτες αλιείας για κάθε τραγάνα, προέκυψε ένας δείκτης για κάθε κοραλλιογενή σχηματισμό. Η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου (Πίν. 14) έγινε διαιρώντας το εύρος των τιμών του δείκτη σε τρία ίσα μέρη. Πίνακας 14. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Παράκτια αλιεία». Κατηγορία Όριο Υψηλή προτεραιότητα 0,009689 Μέτρια προτεραιότητα 0,004845 0,009689 Χαμηλή προτεραιότητα 0,004845 2.2.10 Κριτήριο «Μηχανότρατα» Ενδεχόμενη απειλή για τους κοραλλιογενείς σχηματισμούς συνιστά η αλιεία με συρόμενα δίχτυα. Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, απαγορεύεται η χρήση διχτυών τράτας εντός 1,5 ν.μ. από την ακτή και σε βάθος μικρότερο των 50 m. Έτσι, οι τραγάνες που βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη από 1,5 ν.μ. και σε βάθος μεγαλύτερο των 50 m είναι εκτεθειμένες και χρήζουν περισσότερης προστασίας. Το κριτήριο «Μηχανότρατα» αποτελεί ποιοτικό κριτήριο (Ναι Όχι ) και για τον υπολογισμό του χρησιμοποιήθηκαν δύο παράμετροι: η απόσταση από την ακτή και το ύψος, τα οποία αποτελούσαν πειραματικά δεδομένα. Η τραγάνα που βρισκόταν σε απόσταση μικρότερη από 1,5 ν.μ. από την ακτή ή σε βάθος μικρότερο των 50 m, χαρακτηριζόταν με «Όχι», δηλαδή δεν επιτρεπόταν η αλιεία σε αυτήν. Ενώ, η τραγάνα που βρισκόταν σε απόσταση μεγαλύτερη από 1,5 ν.μ. ή σε βάθος μεγαλύτερο των 50 m, χαρακτηριζόταν με «Ναι», δηλαδή επιτρεπόταν η αλιεία σε αυτήν. 23
Επίσης, η αλιευτική πίεση που δέχονται οι τραγάνες από τις μηχανότρατες εξαρτάται και από το ανάγλυφο που παρουσιάζουν. Πιο συγκεκριμένα, οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί που παρουσιάζουν έντονο ανάγλυφο (μικροΰφαλοι) δεν δέχονται αλιευτική πίεση (ή δέχονται στα όριά τους), καθώς η σκληρότητα και το μέγεθός τους έχει ως συνέπεια το σκίσιμο του αλιευτικού εργαλείου της τράτας. Αντίθετα, αυτοί που δεν έχουν έντονο ανάγλυφο (ύφαλοι τύπου επιφανειακής στρώσης), μπορούν να υποστούν αλιεία, καθώς δεν προκαλούν φθορά στο αλιευτικό εργαλείο. Έτσι, στον υπολογισμό του κριτηρίου χρησιμοποιήθηκε δευτερευόντως και η παράμετρος «ανάγλυφο». Πιο συγκεκριμένα, η τραγάνα με λόγο SdR (βλέπε κριτήριο «Ανάγλυφο») μικρότερο από 0,28 χαρακτηριζόταν ως «ύφαλος τύπου επιφανειακής στρώσης», ενώ η τραγάνα με λόγο SdR μεγαλύτερο από 0,28 ως «μικροΰφαλος»). Μετά από συνδυασμό των τριών παραμέτρων προέκυψε η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου, όπως φαίνεται στον Πίνακα 15. Πίνακας 15. Κατηγοριοποίηση του κριτηρίου «Μηχανότρατα». Κατηγορία Υψηλή προτεραιότητα Μέτρια προτεραιότητα Χαμηλή προτεραιότητα Όριο Αλιεύεται Αλιεύεται αλλά λιγότερο Δεν αλιεύεται 24
3. Αποτελέσματα 3.1Κριτήριο «Έκταση» Η έκταση που καταλαμβάνει ένας κοραλλιογενείς σχηματισμός στην περιοχή μελέτη κυμάνθηκε από 3.030 m 2 έως 189.594 m 2, έχοντας μέση τιμή 34.081 m 2. Έτσι η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου έδειξε ότι από το σύνολο των 48 κοραλλιογενών σχηματισμών που καταγράφηκαν, η πλειοψηφία αυτών (42 τραγάνες, 87,5%) ανήκουν στην κατηγορία «Μέτρια προτεραιότητα», ενώ οι υπόλοιπες 6 τραγάνες (12,5%) ανήκουν στην κατηγορία «Χαμηλή προτεραιότητα». 13% 87% Σχήμα 1. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες κατάστασης για το κριτήριο «Έκταση». 3.2 Κριτήριο «Σχήμα» Ο δείκτης σχήματος των κοραλλιογενών σχηματισμών υπολογίστηκε κατά μέσο 28,77, ενώ παρουσίασε μέγιστη τιμή 9,56 και ελάχιστη 0,19. Μετά την κατηγοριοποίηση του κριτηρίου ο δείκτης σχήματος αντιστοιχήθηκε με τις κατηγορίες διατήρησης και έτσι 28 τραγάνες τείνουν να έχουν πιο κυκλικό σχήμα από τις υπόλοιπες και ανήκουν στην κατηγορία «Υψηλή προτεραιότητα». Από τις υπόλοιπες, 17 τραγάνες ανήκουν στην κατηγορία «Μέτρια προτεραιότητα» και μόλις 3 στην κατηγορία «Χαμηλή προτεραιότητα». 36% 6% 58% Σχήμα 2. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες κατάστασης για το κριτήριο «Σχήμα». 25
3.3 Κριτήριο «Ανάγλυφο» Ο λόγος SdR κυμάνθηκε από -0,15 έως 0,72 με μέση τιμή 0,41. Αυτό σημαίνει ότι στην περιοχή μελέτης εντοπίζονται κοραλλιογενείς σχηματισμοί με έντονο και όχι έντονο ανάγλυφο. Μετά την κατηγοριοποίηση του κριτηρίου, έντονο ανάγλυφο και υψηλή προτεραιότητα διατήρησης παρουσιάζουν 7 τραγάνες. Καθόλου έντονο ανάγλυφο και χαμηλή προτεραιότητα διατήρησης έχουν 11 τραγάνες. Το μεγαλύτερο μέρος (30 τραγάνες) των κοραλλιογενών σχηματισμών της περιοχής των Κυκλάδων νήσων έχουν μέτρια έντονο ανάγλυφο και μέτρια προτεραιότητα διατήρησης. 23% 15% 62% Σχήμα 3. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Ανάγλυφο». 3.4 Κριτήριο «Αριθμός κοραλλιογενών υφάλων» Οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί της περιοχής μελέτης αποτελούνται κατά μέσο όρο από 5 κοραλλιογενούς υφάλους. Παρ όλα αυτά σύμφωνα με τα δεδομένα της παρούσας εργασίας ένας κοραλλιογενής σχηματισμός μπορεί να σχηματίζεται από 1 έως 9 κοραλλιογενούς υφάλους. Με άλλα λόγια το μεγαλύτερο ποσοστό των 6% 6% τραγάνων που μελετήθηκαν (42 τραγάνες) κατατάσσονται στην κατηγορία υψηλής προτεραιότητας διατήρησης, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό μοιράζονται ισόποσα οι κατηγορίες «Μέτρια προτεραιότητα» και «Χαμηλή προτεραιότητα» με 3 τραγάνες η κάθε μία. 88% Σχήμα 4. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Αριθμός κοραλλιογενών υφάλων» 26
3.5 Κριτήριο «Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων» Η μέση μικρότερη απόσταση μεταξύ δύο γειτονικών συναθροίσεων βρέθηκε ίση με 744 m, ενώ το εύρος τιμών της κυμάνθηκε από 112 m έως 3.602 m. Αυτό σημαίνει ότι στο σύνολο σχεδόν των κοραλλιογενών σχηματισμών, επιτυγχάνεται καλή έως μέτρια σύνδεση μεταξύ γειτονικών σχηματισμών. Πιο συγκεκριμένα, η 46% 6% 48% Σχήμα 5. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Απόσταση γειτονικών συναθροίσεων». κατηγοριοποίηση του κριτηρίου έδειξε ότι 23 τραγάνες απέχουν μικρή απόσταση από τις γειτονικές τους και άρα έχουν υψηλή προτεραιότητα διατήρησης και 22 τραγάνες απέχουν μέτρια απόσταση από τις γειτονικές τους και άρα έχουν μέτρια προτεραιότητα διατήρησης. Επίσης, μόνο 3 τραγάνες απέχουν από τις γειτονικές τους απόσταση >2,4 km και επομένως ανήκουν στην κατηγορία «Χαμηλή προτεραιότητα». 3.6 Κριτήριο «Βαθμός περικύκλωσης» Η πιθανότητα που έχει ένας οργανισμός να συναντήσει άλλη τραγάνα σε απόσταση 5 km από αυτή που εγκαταλείπει προς όλες τις κατευθύνσεις, κυμαίνεται από 0,23 έως 32,78%, με μέση τιμή 9,99%. Η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου δείχνει ότι ένας πολύ μικρός αριθμός κοραλλιογενών σχηματισμών (μόλις 2) προσφέρει αυτή τη δυνατότητα στους οργανισμούς και κατηγοριοποιούνται στις τραγάνες με υψηλή προτεραιότητα διατήρησης. Οι πλειοψηφία των τραγάνων της περιοχής μελέτης προσφέρει μέτρια ή καθόλου αυτή τη δυνατότητα σε έναν οργανισμό, με 21 τραγάνες να έχουν μέτρια προτεραιότητα διατήρησης και 25 χαμηλή προτεραιότητα διατήρησης. 52% 4% 44% Σχήμα 6. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Βαθμός περικύκλωσης». 27
3.7 Κριτήριο «Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος» Όσον αφορά το κριτήριο αυτό, η επεξεργασία των δεδομένων έδειξε ότι όλοι οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί έχουν μέτρια έως πολύ καλή σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος. Πιο αναλυτικά, υψηλή προτεραιότητα διατήρησης έχουν 31 τραγάνες της περιοχής μελέτης, καθώς η απόσταση μεταξύ αυτών και άλλων σημαντικών ενδιαιτημάτων, όπως τα λιβάνια Ποσειδωνίας και οι προστατευόμενες περιοχές του Natura 2000, επιτρέπει την ανταλλαγή πληθυσμών με μεγάλη επιτυχία. Οι υπόλοιπες 17 τραγάνες χαρακτηρίζονται ως μέτριας προτεραιότητας, δίνοντας μέτρια δυνατότητα ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ σημαντικών ενδιαιτημάτων. 35% 65% Σχήμα 7. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Σύνδεση με άλλους σημαντικούς τύπους ενδιαιτήματος». 3.8 Κριτήριο «Παράκτια αλιεία» Ο δείκτης αλιείας κυμάνθηκε από 0,002770 έως 0,017304 αλιευτικά σκάφη/m και η μέση τιμή του υπολογίστηκε 0,008394 αλιευτικά σκάφη/m. Η κατηγοριοποίηση του κριτηρίου κατέταξε περίπου το 50% των τραγάνων στην κατηγορία «Μέτρια προτεραιότητα». Το υπόλοιπο 50% κατανεμήθηκε σχεδόν ισόποσα στις κατηγορίες «Υψηλή προτεραιότητα» και «Χαμηλή προτεραιότητα». Πιο αναλυτικά, 12 κοραλλιογενείς σχηματισμοί χαρακτηρίζονται ως πιο εύκολα αλιεύσιμα μέρη ή δέχονται την πιο υψηλή αλιευτική πίεση. Οι επόμενες δύο κατηγορίες με φθίνουσα σειρά προτεραιότητας έχουν 23 και 13 τραγάνες αντίστοιχα. 27% 48% 25% Σχήμα 8. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Παράκτια αλιεία». 28
3.9 Κριτήριο «Μηχανότρατα» Αξιολογώντας την απόσταση από την ακτή, το ύψος και το ανάγλυφο των κοραλλιογενών σχηματισμών, προκύπτει ότι η πλειοψηφία αυτών αλιεύεται από συρόμενα εργαλεία. Πιο συγκεκριμένα βρέθηκε ότι το 83% των τραγάνων της περιοχής μελέτης αλιεύεται από μηχανότρατες, είτε γιατί βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη του 1,5 ν.μ. από την ακτή, είτε γιατί βρίσκονται σε βάθος μεγαλύτερο των 50 m, είτε γιατί δεν έχουν έντονο ανάγλυφο. Οι 15 από αυτές αλιεύονται περισσότερο. Το υπόλοιπο ποσοστό (8 τραγάνες) καταλαμβάνεται από τις τραγάνες που δεν αλιεύονται καθόλου. 52% 17% 31% Σχήμα 9. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης για το κριτήριο «Μηχανότρατα». 3.10 Συνολικά αποτελέσματα Παρατηρώντας τα παραπάνω αποτελέσματα συνολικά (Σχ. 10) φαίνεται ότι σχεδόν σε όλα τα κριτήρια υπάρχουν και οι τρεις κατηγορίες διατήρησης. 100 80 60 40 20 0 Σχήμα 10. Ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κατηγορίες διατήρησης σε όλα τα κριτήρια. 29