ΤΟ ΑΣΥΛΟ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ



Σχετικά έγγραφα
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αθήνα ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Αριθ. Πρωτ. Τηλ. : Fax : ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ «ΚΑΤΟΙΚΙΑ»

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ρ.ν Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ο Σ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α ΕΚ ΟΣΗΣ...11 ΠΕΡΙΛΗΨΗ...13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ/ν «Μεταρρυθµίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ

Θέµα εργασίας. Το άσυλο της κατοικίας και το δικαίωµα στην κατοικία (άρθρα 9 παρ. 1 εδ. α και 21 παρ. 4 του Συντάγµατος)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5394-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 110 /2016

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

Τα Συνταγματικά δικαιώματα των αλλοδαπών

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. Α.

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Θέµα εργασίας: «Θεσµική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων».υπόθεση Κλόντια Σίφερ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

βιβλίου. ββ ικηγόρος-επιστημονική συνεργάτης ΟΠΙ

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή. 1. Προβληματισμός Μεθοδολογία... 5

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2016

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

ΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΑ: ΠΟΙΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ NB (2002) σελ

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Θέµα εργασίας : Γενικές Συνταγµατικές Αρχές «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος» Καµιντζή Ιωάννα Α.Μ:322 Ε Mail:

Θέµα εργασίας. Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας (Εφετείο Λάρισας408/2002)

Σελίδα 1 από 5. Τ

Aθήνα, 10 Απριλίου Αρ.πρωτ.: /08 ΠΟΡΙΣΜΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3939, 31/12/2004 O ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Σχολή Νομικών, Οικονομικών, Πολιτικών Επιστημών. Μάθημα : «Συνταγματικά Δικαιώματα», δ εξάμηνο σπουδών. Θέμα Εργασίας :

ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η συνταγµατική κατοχύρωση του ασύλου της κατοικίας

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ» Άρθρο 1

Θέµα Εργασίας : «Το άσυλο της κατοικίας» «Τhe asylum of residence».

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5969-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 181/2014

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

Πρόταση νόμου: «Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις»

ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ (Κ.Ε.Π.)

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΝΟΜΟΣ 2819/2000(ΦΕΚ 84 Α /15 Mαρτίου 2000)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 26/2012

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4592, (I)/2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 96/2014

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 9/2012

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Νομικής Τομέας Δημοσίου Δικαίου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Transcript:

1 ΤΟ ΑΣΥΛΟ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ Εργασία της ΑΝΝΑΣ ΠΑΝΙΕΡΑΚΗ, Α.Μ. 1340199812135 στις ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ Καθηγητής κ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή.3 2. Ιστορική αναδροµή.4 3.α.Έννοια β. Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Κατερίνης 1/1.4.1978 γ. Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Αθηνών 8/8.5.1977.6.7.8 4. Φορείς 10 5.α.Καινοτοµίες ισχύοντος Συντάγµατος β.γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών 12/14.8.1975 Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών 19/7.10.1975 6.α.Συνταγµατικοί περιορισµοί του δικαιώµατος β.γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Άρτας 538/31.3.1977 7.α.Κυρώσεις β.βούλευµα Συµβουλίου Πληµµελειοδικών Κοζάνης 134/1984 γ.απόφαση Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Πειραιά αρ.3444/1982.11.12.14.14.17.17.18 δ.απόφαση Αρείου Πάγου (σε Συµβούλιο) αρ.206/1994 19 8.Βιβλιογραφία.20

3 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το άσυλο,µε την έννοια του απαραβίαστου χώρου, είναι έννοια που ανατρέχει στην αρχαιότητα, άρρηκτα δεµένη µε τα πρώτα βήµατα του πολιτισµού. Από πολύ παλιά είχε ανακύψει η ανάγκη ορισµένοι χώροι να θεωρούνται ασύλητοι, και µάλιστα αρχικά οι χώροι αυτοί σχετίζονταν µε τη λατρεία. Η κατοικία των Αρχαίων Ελλήνων (ο «οίκος» και η «εστία» όπως ονοµαζόταν) αλλά και η domus των Ρωµαίων δεν είχε την έννοια µε την οποία αυτή είναι γνωστή σήµερα. Η κατοικία συνδεόταν µε την ιερότητα της φιλοξενείας, αλλά παράλληλα αποτελούσε χώρο λατρείας κι εποµένως ιερό καταφύγιο 1. Με την πάροδο του χρόνου, η ίδια η οικογένεια συρρικνώθηκε και η κατοικία γίνεται πλέον αντιληπτή ως χώρος περισσότερο περιορισµένος και διαρρυθµισµένος µε τέτοιο τρόπο που να καλύπτει πληρέστερα τις ανάγκες του σύγχρονου τρόπου ζωής. Παρά τις σηµαντικές αλλαγές που έχουν σηµειωθεί, η κατοικία εξακολουθεί να αποτελεί τον πιο προσωπικό χώρο του ανθρώπου και η σπουδαιότητά της την έχει ανάγει σε ατοµικό δικαίωµα, συνταγµατικά κατοχυρωµένο. 1 Π.. αγτόγλου, Ατοµικά ικαιώµατα Α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1991, Αθήνα, σελ. 333

4 2.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ Το άσυλο της κατοικίας αποτελεί ατοµικό δικαίωµα, το οποίο προστατεύει κατεξοχήν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Από αρχαιοτάτων χρόνων το απαραβίαστο της κατοικίας αποτελεί παράδοση. Οι Ρωµαίοι διακήρυσσαν ότι nemo de domo sua extrahi debet, ενώ ο Βαβυλώνιος Κώδικας του Χαµουραµπί τιµωρούσε µε θάνατο όσους παραβίαζαν το άσυλο της κατοικίας 2. Ψήγµατα νοµοθετικής κατοχύρωσης του ασύλου της κατοικίας συναντούµε στη ρήτρα 52 της Magna Charta Libertatum του 1215, αλλά για πρώτη φορά καθιερώθηκε έµµεσα µε το άρθρο 10 της ιακήρυξης των Ανθρωπίνων ικαιωµάτων ( Bill of Rights) της αµερικάνικης πολιτείας της Virginia του 1776, το οποίο απαγόρευε τις διαταγές γενικής έρευνας στην κατοικία. Έτσι κατοχυρώθηκε νοµοθετικά, έστω και έµµεσα, η αρχή που επικρατούσε ως τότε στο αγγλικό δίκαιο ότι η κατοικία καθενός αποτελεί φρούριο («my home is my castle»). Για πρώτη φορά η προστασία του ασύλου της κατοικίας διατυπώθηκε ρητά στην τέταρτη τροποποίηση (Amendment) του Συντάγµατος των Ηνωµένων Πολιτειών της Αµερικής, το 1791. Η γαλλική διακήρυξη των δικαιωµάτων του ανθρώπου και του πολίτη δεν έκανε καµία αναφορά στο άσυλο της κατοικίας, το οποίο αναγνωρίστηκε σε περιορισµένη κλίµακα µε τον τίτλο ΙV, άρθρο 9 του Γαλλικού Συντάγµατος του 1791. Το Βελγικό Σύνταγµα του 1831 στο άρθρο 10 κατοχύρωσε ρητά το άσυλο της κατοικίας ως µορφή απαραβίαστου της ιδιωτικής ζωής και µέσω αυτού υιοθετήθηκε από όλα τα µεταγενέστερα Ευρωπα ι κά Συντάγµατα 3. Στην Ελλάδα έχουµε για πρώτη φορά κατοχύρωση του ασύλου της κατοικίας στο Ηγεµονικό Σύνταγµα του 1832, το οποίο όµως δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ. Όλα τα υπόλοιπα Συντάγµατα, µε εξαίρεση αυτό του 1944, περιλαµβάνουν τη σχετική διάταξη. Το Σύνταγµα του 1975 επανέλαβε την αρχή του απαραβίαστου της κατοικίας στο άρθρο 9 και µάλιστα την ενίσχυσε µε δύο καινοτόµες ρυθµίσεις. Αφενός κατέστησε απαραίτητη την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας κατά τη διάρκεια έρευνας σε κατοικία και αφετέρου κατοχύρωσε για πρώτη φορά το απαραβίαστο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής 4. Η κεφαλαιώδης σηµασία του ασύλου της κατοικίας καταδεικνύεται από τη δεσπόζουσα θέση που κατέχει το δικαίωµα αυτό σε πολλά διεθνή κείµενα. Η Οικουµενική ιακήρυξη των Ανθρωπίνων ικαιωµάτων του 1948 απαγορεύει στο άρθρο 12 τις αυθαίρετες επεµβάσεις στην κατοικία και αξιώνει έννοµη προστασία από αυτού του είδους τις επεµβάσεις και προσβολές, ενώ ανάλογη είναι η ρύθµιση του άρθρου 17 του ιεθνούς Συµφώνου των Ατοµικών και Πολιτικών ικαιωµάτων του 1966. Η Ευρωπα ι κή Σύµβαση των ικαιωµάτων 2 Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος, Επίτοµο Συνταγµατικό ίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1996, Αθήνα, σελ 498 3 Αρ. Μάνεσης, Συνταγµατικά ικαιώµατα Α, Ατοµικές Ελευθερίες, Εκδόσεις Σάκκουλα Θεσσαλονίκη, 1982, Θεσσαλονίκη, σελ.222 4 Π.. αγτόγλου,ατοµικά ικαιώµατα Α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1991, Αθήνα, σελ. 334

5 του Ανθρώπου του 1950 αναφέρει ρητά στο άρθρο 8 ότι κάθε πρόσωπο δικαιούται το σεβασµό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας και της αλληλογραφίας του 5. Επέµβαση της δηµόσιας αρχής δικαιολογείται µόνο αν προβλέπεται από νόµο και στο µέτρο που επιβάλλεται για την εύρυθµη λειτουργία µιας δηµοκρατικής κοινωνίας (άρ.8π2εσ Α). Η έννοια της κατοικίας δεν περιορίζεται αναγκαία στον ορισµό που της δίνει το εσωτερικό δίκαιο, µολονότι ορισµένες φορές το Ε Α (Ευρωπαικό ικαστήριο των ικαιωµάτων του Ανθρώπου) χρονοτριβεί αποφεύγοντας να απαντήσει σε καίρια ζητήµατα, όπως το αν η στέρηση της πρόσβασης των Ελληνοκυπρίων στην κατοικία τους αποτελεί συνεχιζόµενη παραβίαση του ασύλου της κατοικίας ( continuing situation) ή όχι, πρόβληµα το οποίο προέκυψε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης Λο ι ζίδου (Loizidou v. Turkey, E1993) 6. 5 Ε. Ρούκουνας, ιεθνής Προστασία Ανθρωπίνων ικαιωµάτων, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1995, Αθήνα, σελ. 72 και 90 6 Ι. Σαρµάς, Η νοµολογία του Ευρωπαικού ικαστηρίου των ικαιωµάτων του Ανθρώπου, Εκδόσεις Αντ.Ν. Σάκκουλα, 1998, Αθήνα, σελ. 330

6 3.ENNOIA To άσυλο της κατοικίας αποτελεί ένα θεµελιώδες ατοµικό δικαίωµα, άρρηκτα δεµένο µε την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, έτσι ώστε να γίνεται λόγος για δυνατότητα προστασίας του απευθείας από το άρθρο 2παρ.1 του Συντάγµατος, σε περίπτωση που δεν κατοχυρωνόταν αυτοτελώς στο άρθρο 9. Ο όρος κατοικία χρησιµοποιείται µε δύο έννοιες, τη νοµική και τη φυσική. Τη νοµική έννοια της κατοικίας, δηλαδή το domicilium, υιοθετεί ο Αστικός Κώδικας στο άρθρο 51, όπου ορίζεται ως κατοικία ο τόπος της κύριας και µόνιµης εγκατάστασης ενός ατόµου, και συνεπώς κανείς δεν µπορεί να έχει περισσότερες από µία κατοικίες. Το Σύνταγµα αντίθετα εκλαµβάνει την κατοικία µε τη φυσική της έννοια, δηλαδή ως domus. Κατοικία µε την έννοια αυτή είναι κάθε χώρος τον οποίο ο άνθρωπος ορίζει για τη µόνιµη ή προσωρινή διαµονή του ή ακόµα για την εργασία του, αρκεί ο χώρος αυτός να είναι περιφραγµένος (αν και όχι απαραίτητα οικοδοµηµένος), ώστε να µην είναι προσιτός σε όλους 7. Η ευρεία έννοια της κατοικίας που υιοθετείται από το Σύνταγµα συνεπάγεται ότι κάθε άνθρωπος µπορεί να έχει περισσότερες από µία κατοικίες,χωρίς µάλιστα να έχει καµία σηµασία η διάρκεια παραµονής του σ αυτές. Ως προς το θέµα αυτό µάλιστα έχει αποφανθεί το Ε Α στην υπόθεση Gillow κατά Ηνωµένου Βασιλείου. Η οικογένεια Gillow έλλειπε για χρόνια από το βρετανικό νησί Guernsey, επειδή αναγκάστηκε να φύγει για επαγγελµατικούς λόγους, διατηρώντας ωστόσο τους συναισθηµατικούς της δεσµούς µε το σπίτι της. εδοµένου επίσης ότι επιστρέφοντας στη Βρετανία δεν είχε άλλο τόπο κατοικίας, το δικαστήριο δέχθηκε ότι η οικογένεια διατήρησε ως κατοικία της το προηγούµενο σπίτι της στο νησί 8. Παρεµφερής ορισµός για την έννοια της κατοικίας περιλαµβάνεται στο άρθρο 256 του β.δ. της 12 Μαρτίου/18 Απριλίου 1958 περί Κανονισµού Υπηρεσίας Χωροφυλακής, ο οποίος εξακολουθεί να ισχύει και µετά την ενοποίηση των δύο αστυνοµικών σωµάτων (Χωροφυλακής και Αστυνοµίας Πόλεων). Κριτήρια, λοιπόν, για το αν ένας χώρος αποτελεί κατοικία ή όχι είναι το αν ο χώρος είναι περιφραγµένος και αν δεν είναι ελεύθερη η είσοδος σ αυτόν. Με βάση τις σκέψεις αυτές γίνεται δεκτό ότι είναι κατοικία το οίκηµα, το διαµέρισµα ή το δωµάτιο που µένει κανείς, µόνος του ή ακόµα και µε άλλους συγκατοίκους, µε οποιαδήποτε νοµική σχέση, αν είναι δηλαδή ιδιοκτήτης, µισθωτής, νοµέας, κάτοχος, ακόµα και µη νόµιµος. Επίσης σ αυτή ανήκουν οι δευτερεύοντες χώροι ενός σπιτιού, όπως ο διάδροµος, το κλιµακοστάσιο, η βεράντα, το υπόγειο και το γκαράζ, καθώς και ο περιφραγµένος χώρος που περιστοιχίζει την κατοικία, δηλαδή ο κήπος, η αυλή και η πισίνα. Περαιτέρω, κατοικία αποτελούν το δωµάτιο του ξενοδοχείου, η κουκέτα του τρένου, η καµπίνα του πλοίου αλλά και η καλύβα, 7 Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος, Επίτοµο Συνταγµατικό ίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1996, Αθήνα, σελ. 499 8 Ι.Σαρµάς, Η νοµολογία του Ευρωπαικού ικαστηρίου των ικαιωµάτων του Ανθρώπου, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1998, Αθήνα, σελ. 330

7 η σκηνή, ένα ιδιωτικό πλοίο ή αεροπλάνο, ακόµα κι ένα όχηµα, παραδείγµατος χάριν αυτοκίνητο ή τροχόσπιτο. Σχετικά αναφέρεται η γνωµοδότηση του Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Κατερίνης, Ιωάννη Χατζάκη, µε αριθµό 1/1.4.1978, σύµφωνα µε την οποία ως κατοικία εννοείται ο χώρος που χρησιµεύει για τη µόνιµη ή προσωρινή διαµονή κάποιου ατόµου ή ακόµα και για την επαγγελµατική του απασχόληση. Απαραίτητη προυπόθεση αποτελεί η επαρκής περίφραξη του χώρου, ώστε να µην µπορεί ο οποιοσδήποτε να εισέρχεται νόµιµα σ αυτόν,ακόµα κι αν αυτός που τον χρησιµοποιεί δεν είναι νόµιµος κάτοχος ή συγκάτοχος. Υπό το πρίσµα αυτό κατοικία δεν είναι µόνο το σπίτι στο οποίο µένει κάποιος, αλλά ακόµα και το αυτοκίνητο, είτε κινείται είτε µένει σταθερό σε κάποιο σηµείο, εφόσον δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στον καθένα. Είναι, λοιπόν, πραγµατικό ζήτηµα αν σε κάθε περίπτωση το όχηµα που πρόκειται να ερευνηθεί αποτελεί κατοικία ή όχι. Ακόµα όµως και όταν ένα όχηµα, που είναι και το θέµα µας εδώ, αποτελεί κατοικία, το έγκληµα της παράβασης του οικιακού ασύλου τελείται όταν η είσοδος σ αυτό γίνεται εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόµος και χωρίς τις νόµιµες διατυπώσεις. Μοναδικό κριτήριο βέβαια αποτελεί η έννοια της κατοικίας όπως αναπτύχθηκε παραπάνω σύµφωνα µε τα άρθρα 9 του Συντάγµατος και 241 ΠΚ, την οποία θα πρέπει να χρησιµοποιεί αυτός που ενεργεί την ανάκριση. Στην περίπτωση για παράδειγµα που το ερευνώµενο όχηµα είναι ένα επιβατηγό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσεως που χρησιµοποιείται από τον κύριο ή τον κάτοχό του µόνο για τις µετακινήσεις του ενώ έχει άλλο τόπο κατοικίας, είναι προφανές ότι το όχηµα αυτό δεν αποτελεί κατοικία. Η έρευνα σ αυτό δεν είναι απαραίτητο να γίνει σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής ικονοµίας για την έρευνα σε κατοικία,ούτε είναι απαραίτητη για τη διενέργεια της έρευνας η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής λειτουργίας. Αντίθετα αν πρόκειται για αυτοκίνητο και συνήθως φορτηγό ιδιωτικής χρήσεως το οποίο χρησιµοποιείται για επαγγελµατικούς σκοπούς αλλά συγχρόνως και ως µεταφορικό µέσο και τόπος διαµονής του κατόχου και της οικογένειάς του, όπως συµβαίνει συνήθως µε τους αθίγγανους, το όχηµα θεωρείται κατοικία και η έρευνα θα πρέπει να πληρεί τις προυποθέσεις της έρευνας σε κατοικία. Το ίδιο συµβαίνει και µε τα τροχόσπιτα, τα οποία είναι προορισµένα να χρησιµεύουν και ως κατοικία. Όταν υπάρχει αµφισβήτηση σχετικά µε το εάν ένα όχηµα αποτελεί ή όχι κατοικία είναι ορθότερο, δεδοµένου ότι το άσυλο της κατοικίας αποτελεί ατοµικό δικαίωµα, να τηρούνται οι διατάξεις 254 και επόµενα ΚΠ για την έρευνα σε κατοικία και το άρθρο 9 του Συντάγµατος. Οι εργασιακοί χώροι και οι χώροι επαγγελµατικής απασχόλησης θεωρούνται κατοικία από τη στιγµή που δεν είναι προσιτοί στον καθένα, όταν δηλαδή είναι κλειστοί για το κοινό. Έτσι τα γραφεία φυσικών και νοµικών προσώπων, τα ιατρεία ή τα εργαστήρια προστατεύονται µε το άσυλο της κατοικίας εφόσον κλείσουν, ενώ τα καταστήµατα, όταν κλείσουν οι πόρτες, αποµακρυνθούν οι πελάτες και διακοπούν οι συναλλαγές σ αυτά. Αντίθετα οι επαγγελµατικοί και εργασιακοί χώροι κατά τις εργάσιµες ώρες τους δεν αποτελούν κατοικία. Το ίδιο συµβαίνει µε τους χώρους, οι οποίοι λόγω του προορισµού τους είναι προσιτοί σε όλους, όπως οι αίθουσες εκθέσεων ή ψυχαγωγίας του κοινού, τα καφενεία, τα ξενοδοχεία, τα θέατρα, οι κινηµατογράφοι, οι λέσχες. Έντονη προβληµατική έχει αναπτυχθεί γύρω από το ζήτηµα αν ο χώρος εργασίας στις σύγχρονες βιοµηχανικές µονάδες µπορεί

8 να θεωρηθεί ως κατοικία κατά το άρθρο 9 του Συντάγµατος. Υποστηρίζεται στη θεωρία η άποψη 9 ότι η έννοια του ασύλου κατά το Σύνταγµα δεν εξαρτάται από το µέγεθος του συγκεκριµένου εργασιακού χώρου και τον αριθµό των προσώπων που διαµένουν ή εργάζονται σ αυτόν. Με βάση την άποψη αυτή το άσυλο της κατοικίας θα πρέπει να καλύπτει και τις σύγχρονες βιοµηχανικές µονάδες των µεγάλων εργοστασίων. Αντίθετη είναι η άποψη που εκφράζεται από το σώµα των δικαστών, µέσω του Αντιεισαγγελέα Εφετών Σπύρου Κανίνια. Η γνωµοδότηση του προαναφερθέντος αντιεισαγγελέα µε αριθµό 8/8.5.1977 αφορά στο αν ο χώρος εργασίας στις σύγχρονες βιοµηχανικές µονάδες µπορεί να θεωρηθεί κατοικία. Γενικά η έννοια της κατοικίας υπό το πρίσµα του άρθρου 9 του Συντάγµατος περιλαµβάνει και τους χώρους εργασίας κι επαγγελµατικής απασχόλησης, εφόσον βέβαια ο συγκεκριµένος χώρος είναι περίκλειστος και η είσοδος σ αυτόν δεν είναι ελεύθερη. Όσον αφορά στους εργασιακούς χώρους στις σύγχρονες βιοµηχανίες, κατά τον Κανίνια, αυτοί θα πρέπει να θεωρηθούν αποξενωµένοι από την προσωπική ζωή των εργαζοµένων και των εργοδοτών. Εξάλλου οι χώροι αυτοί είναι πολύ µεγάλοι, η διαρρύθµισή τους οµοιόµορφη και τυπική, ενώ ο αριθµός των εργαζοµένων µπορεί να φτάνει και τις χιλιάδες.το Σύνταγµα, λοιπόν, στο άρ. 9 εκφράζει τον προσωπικό χαρακτήρα του οικιακού ασύλου. Το ατοµικό αυτό δικαίωµα κατοχυρώνει το σεβασµό στην οικογενειακή και ιδιωτική ζωή του ατόµου, κάτι που δε φαίνεται να υπάρχει στις βιοµηχανίες. Σύµφωνα µε τα παραπάνω ο Αντιεισαγγελέας καταλήγει στο συµπέρασµα ότι οι σύγχρονες βιοµηχανικές µονάδες δεν µπορεί να θεωρηθούν κατοικία. Εξειδικεύοντας τη γνωµοδότησή του προς το ιοικητή του Τµήµατος Αλλοδαπών Ελευσίνας, εκφράζει την άποψη ότι σε περίπτωση νόµιµου ελέγχου της αστυνοµίας για τους αλλοδαπούς που εργάζονται στη χώρα παράνοµα, δεν ανακύπτει ζήτηµα παραβάσεως του οικιακού ασύλου, ακόµα και όταν η Αστυνοµία µπει στο χώρο εργασίας της βιοµηχανικής µονάδας.θα πρέπει όµως η Αστυνοµία να αποφεύγει κάθε περιττή ενόχληση και να συµπεριφέρεται µε τη δέουσα ευγένεια. Αντίθετη άποψη υποστηρίζει ο Αρ. Μάνεσης στη θεωρία, αρνούµενος να δεχθεί ότι η συνταγµατική έννοια της κατοικίας δεν περιλαµβάνει χώρους µεγάλου µεγέθους, όπου απασχολείται πολυάριθµο προσωπικό.κριτήριο για την προστασία ενός εργασιακού χώρου µε το άρθρο 9 του Συντάγµατος είναι µόνο το να µην είναι προσιτός στον καθένα. Εποµένως, κατά το Μάνεση, η είσοδος των οργάνων της κρατικής εξουσίας στους χώρους µιας βιοµηχανικής µονάδας πρέπει να γίνεται τηρουµένων των διατάξεων για την κατ οίκον έρευνα (9Σ,253ΚΠ ). Το άσυλο της κατοικίας είναι έννοια στενά συνδεόµενη µε την προσωπική ασφάλεια και συνίσταται στην απαγόρευση εισόδου ή παραµονής στην κατοικία των οργάνων της δηµόσιας εξουσίας, χωρίς τη γνώση ή παρά τη θέληση του κατόχου της. Αυτή µπορεί να γίνεται και µε την είσοδο 9 Αρ. Μάνεσης, Συνταγµατικά ικαιώµατα Α, Ατοµικές Ελευθερίες, Εκδόσεις Σάκκουλα Θεσσαλονίκη, 1982, Θεσσαλονίκη, σελ. 225

9 αστυνοµικών σκυλιών ή ακόµα και οχηµάτων στον προστατευόµενο χώρο της κατοικίας. Το άσυλο µπορεί εξάλλου να παραβιάζεται και αρνητικά, δηλαδή όταν εµποδίζεται ο κάτοχος να εισέλθει και να µείνει στην κατοικία του ή όταν αποβάλλεται βίαια από αυτήν. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι όταν ο κάτοχος αποβάλλεται από την κατοικία του δυνάµει µιας συνταγµατικά προβλεπόµενης προσβολής της ιδιοκτησίας (π.χ. αναγκαστική απαλλοτρίωση, επίταξη κλπ.), εφαρµόζονται οι διατάξεις που προστατεύουν την ιδιοκτησία (άρ.17 και 18 Σ) και όχι το άρθρο 9 του Συντάγµατος.Επίσης ο κάτοχος εµποδίζεται να εισέλθει και να µείνει στην κατοικία του νόµιµα, µόνο εφόσον αυτό προβλέπεται µε νόµο, παραδείγµατος χάριν σε περίπτωση σεισµού, πυρκαγιάς, πληµµύρας. Το άρθρο 9 προστατεύει το άσυλο της κατοικίας µόνο έναντι οργάνων της δηµόσιας εξουσίας και όχι έναντι παράνοµων πράξεων ιδιωτών. Όπως λοιπόν τα περισσότερα ατοµικά δικαιώµατα, το άρθρο 9 δεν αναπτύσσει τριτενέργεια. Ωστόσο το κράτος αναλαµβάνει την υποχρέωση να το προστατεύει και οι νόµοι που θεσπίζονται σχετικά µε το άσυλο της κατοικίας ερµηνεύονται σύµφωνα µε τη συνταγµατική κατοχύρωσή του (έµµεση τριτενέργεια). Αντίθετα το εδάφιο β του άρθρου 9παρ.1 αναπτύσσει άµεση τριτενέργεια, καθώς απευθύνεται όχι µόνο στα όργανα του κράτους αλλά και στους τρίτους ιδιώτες. Η προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής αποτελεί αµυντικό ατοµικό δικαίωµα και ο φορέας του αξιώνει προστασία όχι µόνο από προσβολές των κρατικών οργάνων, αλλά και από κοινωνικοιδιωτικές δυνάµεις που έχουν δηµιουργηθεί µε την εξέλιξη των κοινωνιών 10. 10 Π. Ι. Παραράς, Σύνταγµα 1975-Corpus τόµος α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1982, Αθήνα, σελ. 181

10 4.ΦΟΡΕΙΣ Από τη διατύπωση του άρθρου 9παρ.1 του Συντάγµατος που ορίζει ότι η κατοικία καθενός είναι άσυλο και ότι η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόµου είναι απαραβίαστη, συνάγεται ότι το ατοµικό δικαίωµα της προστασίας του ασύλου της κατοικίας διασφαλίζεται για κάθε πρόσωπο που βρίσκεται στην Ελλάδα, και συνεπώς και για τους αλλοδαπούς και τους ανιθαγενείς. Αυτό δηλαδή µπορεί να είναι κάθε πρόσωπο που διαµένει σε κατοικία, είτε µε την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, είτε του ενοικιαστή. Είναι αυτονόητο ότι όλα τα µέλη µιας οικογένειας ή καθένας ξεχωριστά από τους συγκατοίκους απολαµβάνουν τη συνταγµατική προστασία του ασύλου της κατοικίας. εν προστατεύονται όµως παράνοµοι ενοικιαστές, οι οποίοι έναντι των δηµόσιων λειτουργών δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιτάξουν το άρθρο 9 του Συντάγµατος στην εκτέλεση µιας δικαστικής εξώσεως. Οι απόψεις των νοµικών διίστανται σχετικά µε το ποιος είναι φορέας του δικαιώµατος στην περίπτωση των εργασιακών και επαγγελµατικών χώρων. Μια άποψη δέχεται ότι υποκείµενα του δικαιώµατος είναι όλα τα φυσικά πρόσωπα που διαµένουν ή ασχολούνται επαγγελµατικά σε ένα περίκλειστο χώρο, ανεξάρτητα του αν είναι εργοδότες ή εργαζόµενοι 11. Αντίθετη είναι η άποψη που υποστηρίζεται από τον καθηγητή Π.. αγτόγλου, ο οποίος θεωρεί ότι άξιος προστασίας είναι καταρχήν µόνο ο επαγγελµατίας, ο επιχειρηµατίας και ο πληρεξούσιός τους. Ο εργαζόµενος για να είναι φορέας του δικαιώµατος του ασύλου της κατοικίας θα πρέπει να έχει, σύµφωνα πάντα µε τη σύµβαση εργασίας του, και αυτόνοµη δραστηριότητα, η οποία θα χρειάζεται αυτοτελή προστασία, διαφοροποιούµενη από την προστασία της επαγγελµατικής κατοικίας του εργοδότη 12. Το άσυλο της κατοικίας προστατεύει νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Α.Ε., αναγνωρισµένα σωµατεία) ηµεδαπά ή αλλοδαπά και προσωπικές ενώσεις (ενώσεις προσώπων κι εταιρίες ) χωρίς νοµική προσωπικότητα, όχι όµως τα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου, τα οποία γενικά δεν είναι φορείς ατοµικών δικαιωµάτων. 11 Αρ. Μάνεσης, Συνταγµατικά ικαιώµατα Α, Ατοµικές Ελευθερίες, Εκδόσεις Σάκκουλα Θεσσαλονίκη, 1982, Θεσσαλονίκη, σελ. 225 12 Π.. αγτόγλου, Ατοµικά ικαιώµατα Α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1991, Αθήνα, σελ. 334

11 5.ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΙΣΧΥΟΝΤΟΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ Το Σύνταγµα του 1975 περιέχει δύο αξιόλογες καινοτοµίες στο άρθρο 9 σε παραβολή µε όλα τα παλιότερα συνταγµατικά κείµενα. Το απαραβίαστο όµως της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής αποτελεί κανόνα που υπήρχε ήδη στο ελληνικό δίκαιο. Κατοχυρώνεται ρητά στο άρθρο 8παρ.1 ΕΣ Α, που κυρώθηκε αρχικά µε το νόµο 2329/1953 και ξανά µετά την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος των συνταγµαταρχών µε το νοµοθετικό διάταγµα 53/1974. Η προσθήκη του εδαφίου β στην παράγραφο 1 του άρθρου 9, που ορίζει ότι η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόµου είναι απαραβίαστη, εµφανίζεται σαν έννοια γένους έναντι του ασύλου της κατοικίας. Ωστόσο το απαραβίαστο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής προστατεύει, όπως ήδη αναφέρθηκε, το φορέα του όχι µόνο από προσβολές της δηµόσιας εξουσίας, αλλά και από βλαπτικές ενέργειες τρίτων ιδιωτών. Η διάταξη αυτή προστατεύει κάθε έκφραση της συµπεριφοράς του ατόµου ως µέλους µιας οικογένειας, αλλά και όλες τις δραστηριότητές του στα πλαίσια της ιδιωτικής του ζωής. Έτσι προστατεύεται οτιδήποτε αφορά την υγεία του, τις θρησκευτικές ή ηθικές πεποιθήσεις του, την οικογενειακή του συµπεριφορά, την ερωτική ζωή, τις φιλικές σχέσεις κλπ 13. Η κατοχύρωση συνταγµατικά του απαραβίαστου της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του ατόµου έχει ως αποτέλεσµα τη διευρυµένη προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του και συµπεριφοράς. Απαγορεύεται λοιπόν η παρακολούθηση του ατόµου όχι µόνο µέσα, αλλά και έξω από το σπίτι του, η κατασκόπευσή του και ο µε οποιοδήποτε τρόπο κρυφό ή φανερό, έλεγχος της ιδιωτικής ζωής του. Η προσβολή του απαραβίαστου µπορεί να γίνει µε τη χρήση σύγχρονων τεχνικών µέσων οπτικής και ακουστικής παρακολούθησης και καταγραφής. εν ανακύπτει ωστόσο ζήτηµα παράβασης του άρθρου 9παρ.1εδ.β του Συντάγµατος όταν έχει προηγουµένως δοθεί ανεπιφύλακτα η συγκατάθεση του ενδιαφεροµένου. Η παράθεση της νέας αυτής διάταξης αµέσως µετά την κατοχύρωση του ασύλου της κατοικίας επιτρέπει την εξαγωγή του συµπεράσµατος ότι το άσυλο της οικογενειακής και ιδιωτικής ζωής υπόκειται στους συνταγµατικούς περιορισµούς που υπόκειται και το άσυλο της κατοικίας. Η δεύτερη σηµαντική καινοτοµία του Συντάγµατος συνίσταται στο ότι απαιτείται να υπάρχουν πάντοτε εκπρόσωποι της δικαστικής εξουσίας, όταν γίνεται έρευνα σε κατοικία. Η έρευνα γίνεται µόνο όταν και όπως ο νόµος ορίζει, σύµφωνα µε τα όσα ίσχυαν και στα προηγούµενα Συντάγµατα. Το ίδιο, λοιπόν, το Σύνταγµα ρυθµίζει τις προυποθέσεις (όταν) και τη διαδικασία διεξαγωγής (όπως) της κατ οίκον έρευνας, προσθέτοντας µια ακόµα προυπόθεση, την υποχρέωση παρουσίας εκπροσώπου της δικαστικής εξουσίας. Τέτοιοι είναι οι δικαστικοί λειτουργοί, που προβλέπονται από το Σύνταγµα (άρθρα 87-91), όπως ο ανακριτής, ο εισαγγελέας, ο πταισµατοδίκης, ο ειρηνοδίκης. 13 Π. Ι. Παραράς, Σύνταγµα 1975-Corpus τόµος α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1982, Αθήνα, σελ. 180

12 Με την προσθήκη αυτή στο άρθρο 9 του Συντάγµατος παύουν να ισχύουν οι νοµοθετικές διατάξεις που προβλέπουν τη διεξαγωγή έρευνας χωρίς να απαιτείται η παρουσία δικαστικών λειτουργών. Έτσι καθίστανται ανεφάρµοστες οι διατάξεις των άρθρων 254 παρ.1κπολ, που ορίζει ότι νυχτερινή έρευνα σε κατοικία µπορεί να διεξαχθεί από αξιωµατικούς της Χωροφυλακής και της Αστυνοµίας Πόλεων, σε περίπτωση έλλειψης ή κωλύµµατος των αναφερόµενων δικαστικών λειτουργών, και 255παρ. 3ΚΠ, που επιτρέπει να προσλαµβάνεται ως δεύτερος ανακριτής στη θέση του δικαστικού λειτουργού ο Πρόεδρος της κοινότητας. Την άποψη αυτή υποστήριξε ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Χρ. Ν. Μουστάκης, ο οποίος δέχθηκε ότι όταν δεν είναι δυνατή η παρουσία δικαστικών λειτουργών, η έρευνα δε θα διενεργηθεί από τον αξιωµατικό της Χωροφυλακής ή της Αστυνοµίας Πόλεων και τον Πρόεδρο της Κοινότητας, αλλά πρέπει να µαταιωθεί 14. εν είναι λίγες οι περιπτώσεις διαφωνίας επιφανών νοµικών πάνω στο θέµα της υποχρεωτικής παρουσίας δικαστικών λειτουργών κατά τη διάρκεια έρευνας σε κατοικία. Χαρακτηριστική είναι η διάσταση απόψεων του Αντιεισαγγελέα Πατρών Α.Γεωργακόπουλου και του επίσης Εισαγγελέα Πατρών Κ. Σταθόπουλου πάνω στο θέµα αν κατά την κατ οίκον έρευνα που διεξάγεται βάσει του άρθρου 929 ΚΠολ απαιτείται η παρουσία δικαστικών λειτουργών. Ο Εισαγγελέας Α. Γεωργακόπουλος µε την υπ αριθµό 12/14.8.1975 γνωµοδότησή του έδωσε απάντηση στο ερώτηµα αυτό.σύµφωνα µε το άρθρο 12 του Συντάγµατος του 1952 η κατοικία καθενός είναι άσυλο. Καµία κατ οίκον ρευνα δεν ενεργείται, παρά µόνο όταν και όπως ο νόµος ορίζει( ). Το Σύνταγµα του 1975 προσέθεσε στην αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 9 την υποχρεωτική παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας κατά τη διεξαγωγή έρευνας σε κατοικία. Η προσθήκη αυτή έγινε για την πληρέστερη κατοχύρωση του ατοµικού δικαιώµατος του ασύλου της κατοικίας και την αυξηµένη προστασία έναντι των αρχών. Σωστότερο, κατά την άποψη του Κ. Γεωργακόπουλου, είναι να δεχθούµε ότι η προστασία αυτή υφίσταται τόσο έναντι των οργάνων της δικαστικής εξουσίας, όσο κι έναντι των εκτελεστικών οργάνων. Η απαίτηση του Συντάγµατος για παρουσία δικαστικών λειτουργών κατά τη διενέργεια κατ οίκον έρευνας είναι γενική και πρέπει να εφαρµόζεται στα πλαίσια της αναγκαστικής εκτέλεσης. Το άρθρο 929 ΚΠολ, λοιπόν, εξακολουθεί να ισχύει, υπό την προυπόθεση πάντα ότι η κατ οίκον έρευνα είτε την ηµέρα, είτε τη νύχτα θα γίνεται στα πλαίσια της αναγκαστικής εκτέλεσης µε την παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής εξουσίας. Με αφορµή την ίδια αναφορά εκδόθηκε άλλη µία γνωµοδότηση, η υπ αριθµό 19/7.10.1975, από τον Εισαγγελέα Πατρών Κ. Σταθόπουλο. Η γνωµοδότηση εκφράζει µια contra άποψη προς αυτή του Αντιεισαγγελέα κ. Γεωργακόπουλου. Ο δικαστικός επιµελητής προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την περάτωση της αναγκαστικής εκτέλεσης, 14 Χρ. Ν. Μουστάκης, Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Αρείου Πάγου αρ. 10/10.6..1975, µε συµπλήρωση αρ. πρωτ. 4007/25.6.1975, Νοµικό Βήµα 1975, σελ. 823

13 ενεργώντας κατόπιν εντολής κι εκτελώντας µε εκτελεστήριο τίτλο του άρθρου 918Κπολ - µια δικαστική απόφαση. Συνεπώς ο δικαστικός επιµελητής δεν είναι απλώς όργανο αλλά στην πραγµατικότητα ενεργεί ως εκπρόσωπος της δικαστικής εξουσίας και δεν υπάρχει συνεπώς λόγος να παρίσταται άλλος δικαστικός λειτουργός, ο οποίος µάλιστα δε θα έχει καµία σχέση µε την εκτέλεση. Επιπλέον σύµφωνα µε τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Βουλής η ανάγκη της παρουσίας εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας υπαγορεύεται από την σε παγκόσµια κλίµακα καταχρηστική χρησιµοποίηση των συνεχώς τελειοποιούµενων µέσων παρακολούθησης και κατασκόπευσης ακόµα και της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των πολιτών, που εγκυµονεί άµεσους κινδύνους των απαράγραπτων δικαιωµάτων τους και της ηθικής και πολιτικής τάξης στη χώρα µας. Ο λόγος λοιπόν για τον οποίο προσετέθη η υποχρέωση παρουσίας εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας κατά τη διενέργεια έρευνας σε κατοικία είναι η ανατροπή καταχρήσεων ή άδικων πράξεων ή αθέµιτων καταπιέσεων των πολιτών από τα όργανα της διοικήσεως και συνήθως από τους αστυνοµικούς υπαλλήλους που διενεργούν προανάκριση. Τέτοια περίπτωση είναι προφανές ότι δεν υπάρχει κατά την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων από το δικαστικό επιµελητή, καθώς ο πολίτης δε διατρέχει κανένα κίνδυνο από τον επιµελητή. Ο δικαστικός επιµελητής δεν αναζητά κατά τη διενέργεια της έρευνας του 929 ΚΠολ να βρεί ενοχοποιητικά στοιχεία για να θεµελιώσει κατηγορίες κατά του πολίτη, αλλά απλώς εκτελεί αποφάσεις κάποιας άλλης εξουσίας ή δικαστικής αρχής. Ο µόνος κίνδυνος τον οποίο διατρέχει ο πολίτης είναι ο αυτονόητος περιορισµός των ορισµένων δικαιωµάτων του, ο οποίος είναι απαραίτητος για την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης και την απονοµή της δικαιοσύνης. Συµπερασµατικά λοιπόν ο Εισαγγελέας κ. Σταθόπουλος διατύπωσε την άποψη, που έχει επικρατήσει στη θεωρία και τη νοµολογία, ότι ο δικαστικός επιµελητής έχει δικαίωµα να εισέρχεται σε κατοικία και να διεξάγει έρευνες κατ εφαρµογή του άρθρου 929 ΚΠολ χωρίς να είναι απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής εξουσίας. Αξίζει να σηµειωθεί επίσης η άποψη του Εισαγγελέα Γεωργίου Θεοφανόπουλου, ο οποίος υποστήριξε ότι η συνταγµατική επιταγή περί παρουσίας δικαστικών λειτουργών δεν εφαρµόζεται στην περίπτωση βίαιης αποβολής κατόπιν εκτέλεσης δικαστικής αποφάσεως ή και πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής κάποιου που κατέχει αυθαίρετα και παράνοµα ηµόσιο, ηµοτικό ή κοινοτικό οίκηµα. Όταν εκτελείται απόφαση που έχει εκδοθεί νόµιµα και νοµότυπα για την αποβολή κάποιου από ένα δηµόσιο οίκηµα, τα όργανα που εκτελούν την απόφαση µπορούν να προβούν στην αποβολή, ακόµα και χωρίς την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας 15. 15 Γεώργιος Θεοφανόπουλος, Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Ηγουµενίτσας αρ. 1/22.3.1978, Ποινικά Χρονικά 1978, σελ. 267

14 6.ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Είναι αυτονόητο ότι κανείς δεν µπορεί επικαλούµενος το άρθρο 9 του Συντάγµατος να διαπράττει παράνοµες ενέργειες. Το ίδιο το άρθρο 9 προβλέπει ένα ιδιαίτερα επαχθή περιορισµό του ασύλου της κατοικίας, την κατ οίκον έρευνα. Αυτονόητο όµως είναι ότι εφόσον είναι συνταγµατικά επιτρεπτή η κατ οίκον έρευνα, επιτρέπεται και η είσοδος απλώς στην κατοικία τόσο για ανακριτικούς, όσο και για άλλους νόµιµους σκοπούς 16. Επιτρέπεται λοιπόν η είσοδος σε κατοικία για σκοπούς υγειονοµικούς, φορολογικούς, στεγαστικούς (κατάλυµα για στρατό, πρόσφυγες, σεισµοπαθείς), πρόληψη δυστυχηµάτων (π.χ. λόγω πυρκαγιάς) και για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, πάντοτε υπό τον όρο ότι η τελούµενη παραβίαση του ασύλου ενεργείται όταν και όπως ο νόµος ορίζει. Έρευνα κατ οίκον επιτρέπεται µόνο όταν την ορίζει ο νόµος. Αυτό συµβαίνει στο άρθρο 253ΚΠ αλλά και στο άρθρο 929παρ.1 ΚΠολ, στο άρθρο 11παρ. 1 ΚΕ Ε και στο άρθρο 26παρ. 1 στοιχ.γ του νόµου 703/1977 «περί ελέγχου µονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισµού». Οι διατάξεις αυτές ανταποκρίνονται στην αρχή της αναλογικότητας κι έρευνα κατ οίκον επιτρέπεται µόνο εάν και στο βαθµό που το απαιτεί ο σκοπός της εκτελέσεως. Το άρθρο 253ΚΠ επιτρέπει την έρευνα µόνο κατά τη διεξαγωγή ανάκρισης για κακούργηµα ή πληµµέληµα όχι για πταίσµα- και µάλιστα όταν µπορεί βάσιµα να υποτεθεί ότι η βεβαίωση του εγκλήµατος, η αποκάλυψη ή η σύλληψη των δραστών ή τέλος η βεβαίωση ή αποκάλυψη της ζηµίας που προκλήθηκε είναι δυνατό να πραγµατοποιηθεί ή να διευκολυνθεί µόνο µε αυτή. Επέκταση της ισχύος του άρθρου αυτού θα µπορούσε να θεωρηθεί η έρευνα σε κατοικία για την εκτέλεση ποινικών αποφάσεων για τη σύλληψη του καταδικασθέντος ή την κατάσχεση των πραγµάτων που κρύβονται. Αναφορικά µε το ζήτηµα αν επιτρέπεται έρευνα σε ιδιωτική κατοικία µε σκοπό την εκτέλεση ποινικών αποφάσεων για τη σύλληψη του καταδικασθέντος δράστη, ο οποίος κρύβεται εκεί ή την κατάσχεση των πραγµάτων που κρύβονται στο σπίτι, απάντηση δίνει η γνωµοδότηση µε αριθµό 538/31.3.1977 του Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Άρτας Ιωάννου Χατζάκου. Το άρθρο 9 του Συντάγµατος αναθέτει στον κοινό νοµοθέτη να καθορίσει τις περιπτώσεις και τη διαδικασία της έρευνας σε κατοικία. Στα πλαίσια της ποινικής διαδικασίας, οι προυποθέσεις και η διαδικασία της κατ οίκον έρευνας θεσπίζονται στα άρθρα 253επ.ΚΠ, τα οποία είναι τοποθετηµένα στο τµήµα του Κώδικα Ποινικής ικονοµίας για τις ανακριτικές πράξεις. Το γράµµα του 253ΚΠ εκφράζει τη θέληση του νοµοθέτη να αποτρέψει τη διενέργεια έρευνας πριν την έναρξη τουλάχιστον της ανάκρισης για πληµµέληµα ή κακούργηµα. Κατά την ανάγνωση της διάταξης του άρθρου 253ΚΠ εγκυµονεί ο κίνδυνος να θεωρήσει ο ερµηνευτής ότι έρευνα σε κατοικία επιτρέπεται µόνο κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και όχι ύστερα από αυτή. 16 Α. Ι. Τάχος, ίκαιο της ηµόσιας Τάξης, Εκδόσεις Σάκκουλα Θεσσαλονίκη, 1990, Θεσσαλονίκη, σελ. 68

15 Προσεκτικότερη όµως ανάγνωση της διάταξης επιτρέπει να διαπιστώσουµε ότι το κέντρο βάρους της έγκειται στο ότι έρευνα επιτρέπεται µόνο όταν υπάρχει έντονη πιθανολόγηση (µπορεί βάσιµα να υποτεθεί) ότι η βεβαίωση του εγκλήµατος, η αποκάλυψη ή η σύλληψη των δραστών ή τέλος η βεβαίωση ή η αποκατάσταση της ζηµίας που προκλήθηκε είναι δυνατόν να πραγµατοποιηθεί ή να διευκολυνθεί µόνο µε αυτή. Η δυνατότητα διενέργειας έρευνας σε κατοικία και µετά το πέρας της ανάκρισης, για κακούργηµα ή πληµµέληµα πάντα, συνάγεται από τη διατύπωση του άρθρου 254παρ. 1στοιχ.α ΚΠ, που επιτρέπει τη νυχτερινή έρευνα σε κατοικία αν πρόκειται να συλληφθεί πρόσωπο που διώκεται νόµιµα, εποµένως και όταν εκτελείται καταδικαστική απόφαση. Η κατ οίκον έρευνα επιτρέπεται κατά τη διάρκεια της ανάκρισης για τη σύλληψη κάποιου προσώπου το οποίο διώκεται βέβαια νόµιµα για πληµµέληµα ή κακούργηµα, αποτελεί όµως στο στάδιο αυτό της ποινικής διαδικασίας απλώς ύποπτο δράστη. Είναι συνεπώς λογικό να επιτρέπεται και η σύλληψη του δράστη που έχει καταδικαστεί µε δικαστική απόφαση για κακούργηµα ή πληµµέληµα και για την κατάσχεση πραγµάτων που σύµφωνα µε την απόφαση σχετίζονται µε το διαπραχθέν πληµµέληµα ή κακούργηµα. Εφόσον λοιπόν επιτρέπεται η υπό αυστηρότερες προυποθέσεις έρευνα, είναι λογικό να επιτρέπεται και η περισσότερο αυτονόητη. Σε αντίθετη περίπτωση θα καταλήγαµε στον εξής άτοπο συλλογισµό. Θα επιτρεπόταν έρευνα σε κατοικία στα πλαίσια της ανακριτικής διαδικασίας όπου η ενοχή του δράστη απλώς πιθανολογείται, ενώ δε θα επιτρεπόταν όταν το έγκληµα και η ενοχή του δράστη θα έχουν βεβαιωθεί µε καταδικαστική απόφαση, δηλαδή θα περιβάλλονται µε οριστικό και εκτελεστό δικαστικό τίτλο. Η διασταλτική συστηµατική ερµηνεία που επιχειρείται στο άρθρο 253ΚΠ είναι τελολογικά ενδεδειγµένη κι ανταποκρίνεται στις ανάγκες, το πνεύµα και το σκοπό του ποινικού δικονοµικού συστήµατος. Επιβεβαίωση της ερµηνείας που έγινε παραπάνω αποτελούν οι διατάξεις των άρθρων 239, 236παρ.2 και 231παρ.2εδ.γ του Κανονισµού Υπηρεσίας Χωροφυλακής, όπου θεωρείται νόµιµη η έρευνα σε ιδιωτική οικία για τη σύλληψη προσώπου που καταδιώκεται νόµιµα, σε εκτέλεση καταδικαστικής αποφάσεως. Η άποψη αυτή έχει επικρατήσει στη χώρα µας και το 253ΚΠ ερµηνεύεται διασταλτικά καλύπτοντας και τις περιπτώσεις που γίνεται έρευνα σε κατοικία για τη σύλληψη του καταδικασθέντος δράστη και την κατάσχεση πραγµάτων συνδεόµενων µε το έγκληµα, που κρύβονται στο σπίτι. Η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει να αποφεύγεται η έρευνα σε κατοικία τη νύχτα. Κατ εξαίρεση επιτρέπεται για τους λόγους που απαριθµούνται περιοριστικά στο άρθρο 254παρ.1ΚΠ. α. Αν πρόκειται να συλληφθεί πρόσωπο που διώκεται νόµιµα, β. Αν κάποιος συλλαµβάνεται επ αυτοφώρω να διαπράττει µέσα σε κατοικία κακούργηµα ή πληµµέληµα, γ. Αν γίνεται συγκέντρωση σε κατοικία που παίζονται κατ επάγγελµα τυχερά παιχνίδια ή η κατοικία χρησιµοποιείται ως τόπος κατ επάγγελµα ακολασίας,δ. Αν πρόκειται για χώρους που είναι προσιτοί σε όλους τη νύχτα. Η περίπτωση δ είναι άνευ σηµασίας γιατί οι χώροι που είναι προσιτοί σε όλους δεν προστατεύονται από το άρθρο 9 του Συντάγµατος. Το άρθρο 254παρ.2ΚΠ ορίζει τη διάρκεια της νύχτας, από τις 8 το βράδυ ως τις 6 το πρωί για το διάστηµα από την 1 Οκτωβρίου ως τις 31 Μαρτίου και από τις 9 το βράδυ ως τις 5 το πρωί για το διάστηµα από την 1 Απριλίου ως τις 30 Σεπτεµβρίου.

16 Επίσης επιτρέπεται σε επείγουσες περιπτώσεις και για αποφυγή κινδύνων [929παρ.3ΚΠολ, 682επ.Κπολ (ασφαλιστικά µέτρα)] ή σε περίπτωση κινδύνου φυγής του οφειλέτη του ηµοσίου ή πιθανότητα ζηµίας του ηµοσίου (άρθρο 8 και 11 ΚΕ Ε). Ενώ σύµφωνα µε τον ΚΠ έρευνα σε κατοικία επιτρέπεται απεριόριστα την Κυριακή ή στις νόµιµες αργίες, το άρθρο 429παρ.3 ΚΠολ και το άρθρο 11παρ.3 ΚΕ Ε την επιτρέπουν κατ εξαίρεση στα πλαίσια της αναγκαστικής και της διοικητικής εκτέλεσης αντίστοιχα. Η έρευνα διενεργείται, κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα, από τον ανακριτή και τους ανακριτικούς υπαλλήλους, που όµως σε περίπτωση αυτόφωρου εγκλήµατος ή κινδύνου από την αναβολή, ενεργούν αυτεπαγγέλτως. Στα πλαίσια του ΚΠολ η έρευνα γίνεται από δικαστικό επιµελητή µε εντολή του δικαιούµενου σε αναγκαστική εκτέλεση, ενώ κατά τον ΚΕ Ε την εντολή τη δίνει ο διευθυντής του δηµόσιου ταµείου και διενεργεί δικαστικός επιµελητής ή υπάλληλος του δηµόσιου ταµείου παρουσία ορισµένων µαρτύρων. Η έρευνα σύµφωνα µε το άρθρο 256ΚΠ πρέπει να γίνεται µε κάθε ευπρέπεια και κοσµιότητα και να αποφεύγεται κάθε δηµοσιότητα. Εκτός όµως από τις περιπτώσεις που η κατ οίκον έρευνα επιτρέπεται όταν και όπως ο νόµος ορίζει, το ατοµικό δικαίωµα του ασύλου της κατοικίας υπόκειται στον περιορισµό του άρθρου 48 του Συντάγµατος. Σύµφωνα µε το άρθρο αυτό, το άρθρο 9 του Συντάγµατος υπόκειται σε αναστολή σε περίπτωση πολέµου ή επιστράτευσης εξαιτίας εξωτερικών κινδύνων ή άµεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και αν εκδηλωθεί ένοπλο κίνηµα για την ανατροπή του δηµοκρατικού πολιτεύµατος.οι περιορισµοί αυτοί επιτρέπονται µόνο ερµηνευόµενοι στα στενά όρια που προβλέπει το Σύνταγµα, όπως ρυθµίζονται ειδικότερα από το νόµο 566/1977 «περί καταστάσεως πολιορκίας».

17 7.ΚΥΡΩΣΕΙΣ Το ίδιο το άρθρο 9παρ. 2 του Συντάγµατος προβλέπει κυρώσεις κατά των παραβατών του ασύλου της κατοικίας. Ορίζει ότι οι παραβάτες της προηγούµενης διατάξεως (δηλαδή του 9παρ.1) τιµωρούνται για παράβαση οικιακού ασύλου, κατάχρηση εξουσίας και υποχρεούνται σε πλήρη αποζηµίωση του παθόντος, όπως νόµος ορίζει. Οι παραβάτες λοιπόν του ασύλου της κατοικίας τιµωρούνται για το έγκληµα του 241 και 239ΠΚ. Το άρθρο 241 ΠΚ τελεί υπό διπλό περιορισµό ο υπάλληλος-δράστης πρέπει να ενεργεί εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόµος και χωρίς τις νόµιµες διατυπώσεις. Το άρθρο 9 παρ. 1εδ.β του Συντάγµατος καθιερώνει υποχώρηση του ασύλου της κατοικίας, όταν γίνεται έρευνα σύµφωνα µε τις επιταγές του νόµου («όταν και όπως νόµος ορίζει») και πάντοτε µε την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας. Το άρθρο 9 παρ.2 του Συντάγµατος προβλέπει την επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες, οι οποίοι τιµωρούνται για παράβαση οικιακού ασύλου και κατάχρηση εξουσίας. Το Βούλευµα του Συµβουλίου Πληµµελειοδικών Κοζάνης µε αριθµό 134/1984 εκδόθηκε εν όψει της ακόλουθης περίπτωσης. Μια µητέρα δύο ανήλικων παιδιών διεκδίκησε από τον εν διαστάσει σύζυγό της και πέτυχε την έκδοση απόφασης του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης µε αριθµό 227/1983, µε την οποία της ανατίθετο προσωρινά η αποκλειστική άσκηση της γονικής µέριµναςτων ανήλικων παιδιών της. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στο σύζυγό της, ο οποίος όµως αρνήθηκε να συµµορφωθεί µε το διατακτικό. υο δικαστικοί επιµελητές Κοζάνης, κατόπιν εντολής δικηγόρου, και αφού συνέταξαν έκθεση αφαίρεσης τέκνων µε αριθµό 1167/18.10.1983, πήγαν στο σπίτι του πατέρα των παιδιών και παρά την αντίθετη θέληση της µητέρας και της αδερφής του αφαίρεσαν τα παιδιά, ηλικίας 10 και 11 ετών. Ο πατέρας των παιδιών ισχυρίστηκε ότι οι ενέργειες των δικαστικών επιµελητών ήταν αυθαίρετες, γιατί δεν εκτελούσαν δικαστική απόφαση, αλλά ενεργούσαν µόνο µε την εντολή της συζύγου του, και υπέβαλε έγκληση κατά των δύο δικαστικών επιµελητών για το έγκληµα της παράβασης οικιακού ασύλου (241ΠΚ). Το έγκληµα της παράβασης του οικιακού ασύλου τελείται από υπάλληλο, ο οποίος χρησιµοποιώντας την υπαλληλική του ιδιότητα, εισέρχεται στην κατοικία άλλου χωρίς ο άλλος να το θέλει. Για να στοιχειοθετηθεί όµως το έγκληµα αυτό, ο νοµοθέτης απαιτεί σωρευτικά να µην προβλέπεται τέτοια περίπτωση από το νόµο και να µην τηρούνται οι νόµιµες διατυπώσεις. Σύµφωνα όµως µε το άρθρο 950παρ.1ΚΠολ ορίζεται ότι αν µε την απόφαση διαταχθεί να αποδοθεί ή να παραδοθεί τέκνο, ο δικαστικός επιµελητής αφαιρεί το τέκνο και το αποδίδει στο πρόσωπο που ορίζει η απόφαση. Οι δικαστικοί επιµελητές εποµένως εκτέλεσαν τη δικαστική απόφαση 227/1983 του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης και δεν ενήργησαν χωρίς τις νόµιµες διατυπώσεις και πέρα από τις περιπτώσεις που ορίζει ο νόµος. Όταν συνεπώς η παραβίαση του οικιακού ασύλου γίνεται σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης, δεν πληρούται η νοµοτυπική µορφή του αδικήµατος

18 της παράβασης του οικιακού ασύλου του άρθρου 241ΠΚ και δεν τίθεται ζήτηµα τιµώρησης των δικαστικών επιµελητών. Εκτός από την ποινική, οι παραβάτες υπέχουν τόσο πειθαρχική όσο και αστική ευθύνη. Είναι σηµαντικό να σηµειωθεί ότι το Σύνταγµα απαιτεί ο παραβάτης να υποχρεούται προσωπικά στην καταβολή της αποζηµίωσης και η ευθύνη του αυτή δεν µπορεί να µεταβιβαστεί στο ηµόσιο. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η διάταξη που κατοχυρώνει το απαραβίαστο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής αναπτύσσει άµεση τριτενέργεια και µπορεί να προσβληθεί από ιδιώτες. Αυτοί διαπράττουν το αδίκηµα της διατάραξης οικιακής ειρήνης (334ΠΚ) και της διατάραξης κοινής ειρήνης (189ΠΚ). Το έγκληµα του 334ΠΚ τελείται µε τους εξής δύο τρόπους είτε µε παράνοµη είσοδο, είτε µε παραµονή παρά τη θέληση του δικαιούχου σε κατοικία ή σε άλλο από τους προστατευόµενους από τη διάταξη χώρους. Για να στοιχειοθετηθεί παράνοµη είσοδος δεν είναι απαραίτητο να εισέλθει ολόκληρο το σώµα, αλλά αρκεί ένα µέλος του σώµατος του δράστη(π.χ. πόδια) να εισέλθει στον προστατευόµενο χώρο χωρίς τη θέληση του δικαιούχου 17. Ο δικαιούχος του προστατευόµενου από το άρθρο 334ΠΚ δικαιώµατος µπορεί να αρνηθεί την είσοδο κάθε προσώπου, εκτός αν συντρέχει λόγος που αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης ή αν η είσοδος γίνεται για ικανοποίηση ισχυρότερου δικαιώµατος δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, εφόσον βέβαια τηρούνται οι νόµιµες διατυπώσεις. Ως χαρακτηριστικό παράδειγµα αναφέρεται η απόφαση του Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Πειραιά µε αριθµό 3444/1982, η οποία αφορά την άρνηση της διευθύντριας ενός ιδιωτικού σχολείου στο Κερατσίνι του Πειραιά να επιτρέψει την είσοδο στο δηµοτικό σχολείο σε µια δηµοσιογράφο που συνόδευε τον επιθεωρητή της Τέταρτης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Πειραιά. Το άρθρο 334παρ.1ΠΚ προστατεύει εκτός από την κατοικία και τους εργασιακούς χώρους. Επιπλέον µε µια διασταλτική ερµηνεία που προτείνει ο καθηγητής Νικόλαος Ανδρουλάκης θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το άρθρο 9παρ.1 του Συντάγµατος προστατεύει και τους επαγγελµατικούς χώρους, δηλαδή τους χώρους που χρησιµεύουν για την εκτέλεση ενός επαγγέλµατος, όπως το ιδιωτικό σχολείο. Ο επιθεωρητής ισχυρίστηκε ότι η διευθύντρια δεν έχει δικαίωµα να αρνηθεί την παρουσία της δηµοσιογράφου και µε την άρνησή της αυτή τέλεσε το αδίκηµα της απείθειας. Είναι γενικά παραδεκτό ότι ο δικαιούχος του προστατευόµενου από το άρθρο 334ΠΚ δικαιώµατος µπορεί να αρνηθεί την είσοδο κάθε ανεπιθύµητου προσώπου, εκτός αν η είσοδος ή η παραµονή στηρίζονται σε ιδιωτικό ή δηµόσιο δικαίωµα ισχυρότερο του οικιακού, εφόσον τηρούνται οι νόµιµες διατυπώσεις. Η επιθυµία του επιθεωρητή να εισέλθει στο χώρο του ιδιωτικού δηµοτικού σχολείου απορρέει από το άρθρο 41 περίπτωση 9 του νόµου «περί ιδιωτικών σχολείων γενικής εκπαίδευσης και σχολικών οικοτροφείων», σύµφωνα µε το οποίο είναι πειθαρχικό αδίκηµα η παρεµπόδιση άσκησης ελέγχου από την εποπτεύουσα αρχή από τον ιδιοκτήτη, το διευθυντή και το διδακτικό προσωπικό γενικά- και αποτελεί δικαίωµα δηµοσίου δικαίου ισχυρότερο του οικιακού. 17 Α. Κ. Παπανδρέου, Η διατάραξη της οικιακής ειρήνης, Ελληνική ικαιοσύνη, 1966, σελ. 11

19 Ωστόσο η διευθύντρια του δηµοτικού σχολείου µε προθυµία δέχθηκε την επίσκεψη του επιθεωρητή, ενώ αρνήθηκε την επίσκεψη της ανεπιθύµητης δηµοσιογράφου. Η διευθύντρια ενήργησε προστατεύοντας την αξιοπρέπειά της και την εύρυθµη λειτουργία του σχολείου της, κάνοντας χρήση του νόµιµου δικαιώµατός της, και αντέδρασε στην παράνοµη και αβάσιµη απαίτηση του επιθεωρητή να επιβάλει την είσοδο της δηµοσιογράφου στο χώρο του εκπαιδευτηρίου, που αντίκειται ευθέως στα άρθρα 9παρ.1 του Συντάγµατος και 334παρ.1ΠΚ. Σε κάθε περίπτωση η διαφύλαξη και προστασία της αξιοπρέπειας του ατόµου αποτελεί νόµιµο δικαίωµα, το οποίο δεν µπορεί ο οποιοσδήποτε φορέας δηµόσιας εξουσίας να περιφρονεί, οχυρούµενος πίσω από το αδίκηµα της απείθειας(169πκ) 18. Το έγκληµα της διατάραξης οικιακής ειρήνης τελείται και µε παραµονή στην κατοικία ή σε κάποιο άλλο χώρο που προστατεύεται από τη διάταξη παρά τη θέληση του δικαιούχου. Ειδικά για τη διάταξη του άρθρου 334παρ.3ΠΚ, το οποίο αφορά στις δηµόσιες υπηρεσίες, απαιτείται παράλληλα διακοπή ή διατάραξη της οµαλής διεξαγωγής της υπηρεσίας λόγω της συµπεριφοράς του δράστη. Ως τέτοια θεωρείται η παρακώλυση της οµαλής λειτουργίας της υπηρεσίας και γενικά η η παροδική απόκλιση από τους συνηθισµένους ρυθµούς της εργασίας της. Υποκειµενικά απαιτείται δόλος, αρκεί και ενδεχόµενος, ο οποίος συνίσταται στη γνώση του δράστη ότι ο χώρος στον οποίο εισδύει ή παραµένει είναι κατοικία άλλου, και να επιθυµεί είτε την παράνοµη είσοδο, είτε την παραµονή παρά τη θέληση του δικαιούχου στον προστατευόµενο χώρο 19. Η διάταξη του άρθρου 334 παρ.1πκ ορίζει ότι όποιος εισέρχεται παράνοµα ή παραµένει παρά τη θέληση του δικαιούχου στην κατοικία άλλου( )τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι ένα έτος ή µε χρηµατική ποινή. Παράλληλα απαιτείται δόλος, τουλάχιστον ενδεχόµενος, ο οποίος συνίσταται στη γνώση ότι ο χώρος στον οποίο εισδύει ή παραµένει είναι κατοικία άλλου και ο δικαιούχος δε συναινεί στην είσοδο ή την παραµονή. Στις 17 Ιουνίου 1990 η ιδιοκτήτρια ενός διαµερίσµατος µαζί µε την οικιακή της βοηθό προξένησε πυρκαγιά στο διαµέρισµά της από τη βενζίνη που χρησιµοποιούσε η οικιακή βοηθός για τον καθαρισµό των δαπέδων. Από την εκτόξευση νερού που χρησιµοποιήθηκε από την πυροσβεστική για την κατάσβεση της πυρκαγιάς προκλήθηκαν υλικές ζηµιές σε δύο συνεχόµενα διαµερίσµατα, που βρίσκονταν ακριβώς κάτω από το διαµέρισµα στο οποίο εκδηλώθηκε η πυρκαγιά. Τον ιδιοκτήτη των διαµερισµάτων αυτών κατηγόρησε η ιδιοκτήτρια του κατεστραµµένου διαµερίσµατος ότι µπήκε στο διαµέρισµά της µετά την πυρκαγιά και έβγαλε φωτογραφίες. Όπως προέκυψε όµως από την κατάθεση ενός µάρτυρα, ήταν αυτός ο ίδιος που µπήκε στο διαµέρισµα από την ανοιχτή πόρτα, ύστερα από παράκληση της διαχειρίστριας της πολυκατοικίας, για να πάρει φωτογραφίες. Μάλιστα εκείνη την ώρα στο διαµέρισµα βρισκόταν ο γιος της ιδιοκτήτριας, ο οποίος δεν έφερε καµία αντίρρηση. Από τα πραγµατικά περιστατικά δεν 18 Ευ. Λιβιεράτος, Παρατηρήσεις στην Απόφαση 334/1982 του Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Πειραιά, Ποινικά Χρονικά, 1983, σελ. 192 19 ηµ. Βαρελάς, Η διατάραξη της οικιακής ειρήνης (334ΠΚ), Νοµικό Βήµα, 1999, σελ. 832

20 προκύπτει παράνοµη είσοδος του µάρτυρα αφού ο γιος της ιδιοκτήτριας που ήταν επίσης κάτοικος του συγκεκριµένου διαµερίσµατος, δεν προέβαλε αντιρρήσεις. Παράλληλα απαιτείται υποκειµενικά δόλος, που συνίσταται τόσο στη γνώση ότι ο χώρος στον οποίο εισδύει ο δράστης αποτελεί κατοικία άλλου, όσο και στη θέληση να εισδύσει ή να παραµείνει παρά τη θέληση του δικαιούχου. Εδώ η συµπεριφορά του γιού της ιδιοκτήτριας,που ήταν επίσης φορέας του δικαιώµατος του ασύλου της κατοικίας, δεν επιτρέπει τη συναγωγή του συµπεράσµατος ότι η είσοδος και παραµονή του µάρτυρα ήταν αντίθετη προς τη θέλησή του, ακόµα κι αν αυτή εκφράζεται σιωπηρά. Με την απόφαση αυτή (206/1994) ο Άρειος Πάγος έκρινε αβάσιµο το λόγο αναιρέσεως του Βουλεύµατος του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών που προέβαλε ο Αντιεισαγγελέας του Α.Πάγου. ωρής, ο οποίος υποστήριξε ότι η απόφαση του Συµβουλίου Εφετών Αθηνών στερείται ειδικής αιτιολογίας. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Γεωργόπουλος Κ., Επίτοµο Συνταγµατικό ίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1996, Αθήνα αγτόγλου Π.., Ατοµικά ικαιώµατα Α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1991, Αθήνα Μάνεσης Α., Συνταγµατικά ικαιώµατα Α, Ατοµικές Ελευθερίες, Εκδόσεις Σάκκουλα Θεσσαλονίκη, 1982, Θεσσαλονίκη Παραράς Ι., Σύνταγµα 1972-Corpus, Τόµος Α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1982, Αθήνα Ρούκουνας Εµ., ιεθνής Προστασία Ανθρωπίνων ικαιωµάτων, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1995, Αθήνα Σαρµάς Ι., Η νοµολογία του Ευρωπαικού ικαστηρίου των ικαιωµάτων του Ανθρώπου, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1998, Αθήνα Τάχος Α. Ι., ίκαιο της ηµόσιας τάξης, Εκδόσεις Σάκκουλας Θεσσαλονίκη, 1990, Θεσσαλονίκη

21 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΤΥΠΟ Βαρελάς., «Η διατάραξη της οικιακής ειρήνης (άρ.334πκ)», Νοµικό Βήµα 1999, σελ. 832 Θεοφανόπουλος Γ., «Γνωµοδότηση Εισαγγελέως Πληµµελειοδικών Ηγουµενίτσας 1/22.3.1978», Ποινικά Χρονικά 1978, σελ.267 Λιβιεράτος Ευ., «Παρατηρήσεις στην απόφαση 3444/1982 Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Πειραιά», Ποινικά Χρονικά 1983, σελ. 192 Μουστάκης Χρ. Ν., «Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Αρείου Πάγου 10/10.6.1975 µε συµπλήρωση Αρ.Πρωτοκόλλου 4007/25.6.1975», Νοµικό Βήµα 1975, σελ. 823 Παπανδρέου Α. Κ.,»Η διατάραξη της οικιακής ειρήνης (334ΠΚ)», Ελληνική ικαιοσύνη 1966, σελ.11 ΣΧΟΛΙΑΣΜΕΝΕΣ ΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ, ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Κατερίνης 1/1.4.1978, Ποινικά Χρονικά 1980,σελ. 602 Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Αθήνας 8/8.5.1977, Ποινικά Χρονικά 1977,σελ.392 Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών 12/14.8.1975, Νοµικό Βήµα 1975, σελ.1116 Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών 19/7.10.1975, Νοµικό Βήµα 1975, σελ. 1117 Γνωµοδότηση Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Άρτας 31.3.1977, Ποινικά Χρονικά 1977, σελ. 910 Βούλευµα Συµβουλίου Πληµµελειοδικών Κοζάνης 134/1984, Αρµενόπουλος 1984, σελ. 1009 Απόφαση Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Πειραιά 3444/1982, Νοµικό Βήµα 1982, σελ. 1331 Απόφαση Αρείου Πάγου 206/1994 (σε συµβούλιο), Ποινικά Χρονικά 1994, σελ.24

22