Βύρων Κοτζαμάνης*, Κάκια Σοψιανοπούλον ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ. ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΓΕΝΕΑΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Σχετικά έγγραφα
Σκοπός του κεφαλαίου είναι η κατανόηση των βασικών στοιχείων μιας στατιστικής έρευνας.

Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΠΑΤΡΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ 22/06/2012 ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΑΣ

Γεννητικότητα-γονιμότητα

ΒΑΣΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ Ι.

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος,

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΣΗΣ ΡΥΘΜΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ

Αρχές Οικονομικής Θεωρίας

ΛΥΣΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ» ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 13/02/2014

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

ΑΝΑΡΤΗΤΕΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΠΕΙΓΟΝ-ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κο ινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334, ldsa.gr / demolab@uth.gr,

ΠΟΛΩΤΙΚΑ ΦΙΛΤΡΑ (Polaroids)

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

ΛΥΜΕΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ. Απλές περιπτώσεις Εφαρµόζουµε τις ιδιότητες των ορίων. Ουσιαστικά κάνουµε αντικατάσταση. lim 3x 4x+ 8 = = =

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΜΙΑ ΚΡΟΥΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΩΝ ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Τιµή και απόδοση µετοχής. Ανάλυση χαρτοφυλακίου. Απόδοση µετοχής. Μεταβλητότητα τιµών και αποδόσεων

Σκοπός της ενότητας αυτής είναι να παρουσιάσει σύντομα αλλά περιεκτικά τους τρόπους με τους οποίους παρουσιάζονται τα στατιστικά δεδομένα.

Δημογραφία. Ενότητα 5: Μέθοδοι ανάλυσης πληθυσμιακών δομών - Η Πυραμίδα των ηλικιών

Δημογραφία. Ενότητα 13: Ανάλυση Γαμηλιότητας. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΔΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 4: ΡΥΘΜΟΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ [Κεφ. 2.4: Ρυθμός Μεταβολής του σχολικού βιβλίου]. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

(Ανάλογα εργαζόµαστε και για να αποδείξουµε ότι δύο γωνίες έχουν κοινή διχοτόµο ή δύο τόξα κοινό µέσο).

Ατομικάενεργειακάδιαγράμματα: Θεώρημα μεταβολών: Προσέγγιση Born- Openheimer: Θεωρία μοριακών τροχιακών:

ΜΕΘΟ ΟΣ ΡΕΥΜΑΤΩΝ ΒΡΟΧΩΝ

γραπτή εξέταση στο µάθηµα ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

ΤΡΙΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ι Α Γ Ω Ν Ι Σ Μ Α ΧΗΜΕΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. 04 Ιαν 2011 Επιµέλεια: Μπεντρός Χαλατζιάν

Ελαχιστοποίηση του Μέσου Τετραγωνικού Σφάλµατος για διαφορετικές τιµές των Παραµέτρων του Κλασσικού Γραµµικού Υποδείγµατος.

Ο σκοπός μας είναι να μάθουμε αν η γενεθλιακή Αφροδίτη σε Αντίθεση με Πλούτωνα είναι όψη

Βύρων Κοτζαμάνης* ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΝΑ ΕΥΡΩΠΗ

EC-ASE: Ευρωπαϊκό Πιστοποιητικό για τους Συμβούλους / Εκπαιδευτές Κοινωνικής Οικονομίας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 6 Μαρτίου ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση του άρθρου 12 του Ν.2579/1998 και της /384/1998 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.

ΑΠΑΝΤΉΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤAΣΕΩΝ ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 2009 Επιμέλεια: Νεκτάριος Πρωτοπαπάς.

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Γεώργιος Παστιάδης* ΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ: ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΙ ΜΕ ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΤΗ ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΤΖΕΝΤΑ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Π.Μ.Σ Ηλεκτρονική Μάθηση

Αναπαραγωγικότητα. Δρ. Δέσποινα Ανδριώτη

44.5kN (111.25kN) 14.6kN/m (36.5kN/m) 0.65m. Σχήµα Γεωµετρικά δεδοµένα, δεδοµένα φόρτισης και διακριτοποίησης της δοκού του παραδείγµατος 2γ.

Dimitris Balios 18/12/2012

A. ΠΗΓΕΣ &ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ροή ιόντων και µορίων

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 31/01/2011 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αύξηση πληθυσμού κατά 0,4 % ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: Έτος 2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ (FERTILITY)

2. ΟΡΙΟ & ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

V=αβγ (1) µ το πλάτος της δεξαµενής, β= 1

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Πανεπιστημίου (Ελευθερίου Βενιζέλου) ΑΘΗΝΑ web:

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΛΥΣΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ» ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 02/02/2017 ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙ ΠΤΥΧΙΩ ΦΟΙΤΗΤΕΣ , (1) R1 R 2.0 V IN R 1 R 2 B R L 1 L

ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ MAXWELL ΘΕΩΡΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

220 Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών (Βόλος)

ΘΕΡΜΟΧΗΜΕΙΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΩΣ. Έννοιες που πρέπει να γνωρίζετε: Α θερμοδυναμικός νόμος, ενθαλπία, θερμοχωρητικότητα

2. Το δημογραφικό πλαίσιο και η σημασία του για τη σύνθεση των νοικοκυριών και της οικογένειας

Ειδικές εφαρμογές: Χρήση ειδικού τύπου τάπας στις ανατινάξεις σε λατομεία

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ Αριθμ. Πρωτ. 25/2018. ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ Αθήνα 27 Αυγ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 101

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ. Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Ειδίκευσης (Π.Μ.Σ.) στην «Ψυχολογία της Υγείας» και στη «Σχολική Ψυχολογία»

Αναβολή, αναπλήρωση και τελική ατεκνία, τρία αναδυόμενα φαινόμενα στην εξέλιξη της -προ της κρίσης- γονιμότητας στην Ελλάδα: μια πρώτη προσέγγιση

Σχήμα 20: Τύποι πληθυσμιακών πυραμίδων

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

Σειρά 1 η : Άσκηση 1.2

Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών

Α. ΝΟΜΟΣ ΗΜΙΤΟΝΩΝ ΟΡΙΣΜΟΙ. α β γ ΜΑΘΗΜΑ 10. Κεφάλαιο 2o : Τριγωνοµετρία. Υποενότητα 2.4: Νόµος των Ηµιτόνων Νόµος των Συνηµιτόνων. Θεµατικές Ενότητες:

ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΙΔΩΛΩΝ ΘΕΩΡΙΑ & ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Εάν η εξωτερική περιοδική δύναμη είναι της μορφής F δ =F max ημω δ t, τότε η εφαρμογή του 2 ου Νόμου του Νεύτωνα δίνει: dx b dt

Θέματα πανελληνίων διαγωνισμών Ε.Μ.Ε. Β γυμνασίου Θαλής

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

( ) Μέτρηση κύκλου. α 180. Μήκος τόξου µ ο : Μήκος τόξου α rad : l = αr. Σχέση µοιρών ακτινίων : Εµβαδόν κυκλικού δίσκου : Ε = πr 2

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Δημογραφία. Ενότητα 15: Προβολές Πληθυσμού. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΕΤΩΝ - ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

Η ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ I. Η πορεία της γεννητικότητας και της ολικής γονιμότητας στη μεταπολεμική περίοδο

Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών

Γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό Τμήμα ΙΙΙ

Εταιρεία Δημόσιας Υγείας και Περιβαλλοντικής Υγιεινής (ΕΔΥΠΥ)

ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ. Συστήµατα Αυτοµάτου Ελέγχου ΙΙ. Ασκήσεις Πράξης. . Καλλιγερόπουλος Σ. Βασιλειάδου. Χειµερινό εξάµηνο 2008/09

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πρόλογος Η έννοια και η σημασία της χρηματοοικονομικής ανάλυσης... 9

P6_TA-PROV(2007)0010 Ολοκληρωμένη προσέγγιση της ισότητας γυναικών και ανδρών στο πλαίσιο των εργασιών των επιτροπών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Δημογραφία. Ενότητα 10: Προτυποποίηση. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ -----

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ

για το Τμήμα Πληροφορικής με Εφαρμογές στη Βιοιατρική, του Πανεπιστημίου Στερεάς Ελλάδας ίϊρμίϊμιη

ΕΝΩΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ 8. ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

1.0 Βασικές Έννοιες στην Τριγωνομετρία

Συστήματα Αυτομάτου Ελέγχου ΙΙ Ασκήσεις Πράξης

Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών

Exουμε βρεί την εξίσωση κύματος: λν = υ, όπου υ = Τ /μ στη περίπτωση της χορδής. Οπότε. υ ν = = λ

Θεωρούμε ένα σύστημα με N βαθμούς ελευθερίας, το οποίο θα περιγράφεται από N συντεταγμένες ψ 1 (t), ψ 2 (t),..., ψ N (t).

ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΕΛΛΑ ΟΣ

ΕΝΩΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ

Η δημογραφική διάσταση της ενεργούς γήρανσης. Χρήστος Μπάγκαβος, Πάντειο Πανεπιστήμιο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Πανεπιστημίου (Ελευθερίου Βενιζέλου) ΑΘΗΝΑ web:

Transcript:

Επιθεώρηση Κινωνικών Ερευνών, 128 Α', 2009, 3-38 Βύρων Κτζαμάνης*, Κάκια Σψιανπύλν ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ. ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΓΕΝΕΑΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η ταχεία πτώση των δεικτών γεννητικότητας και γνιμότητας την τελευταία 25ετία στη χώρα μας έχει εγείρει σημαντικύς πρβληματισμύς και συζητήσεις τόσ στ πλιτικό όσ και στ επιστημνικό επίπεδ. Συχνότατα ι συζητήσεις αυτές εγγίζυν την υπερβλή, κάνντας λόγ για την «ιδιαίτερη» θέση της Ελλάδας στην ΕΕ και για σημαντικά πρβλήματα υπγεννητικότητας στη χώρα μας, πρβλήματα πυ αναπόφευκτα θα δηγήσυν σύντμα σε ταχεία μείωση τν πληθυσμό της. Οι δείκτες στυς πίυς βασίζνται όσι υιθετύν την πρότερη άπψη πρέρχνται σχεδόν απκλειστικά από τη συγχρνική ανάλυση. Μπρύμε, όμως, να στηριζόμαστε στυς δείκτες αυτύς για να εξαγάγυμε βάσιμα συμπεράσματα ή μήπως θα πρέπει να στραφύμε στυς διαγενεακύς δείκτες; Και αν η απάντηση είναι καταφατική, μπρύμε βάσει της διαγενεακής ανάλυσης να απαντήσυμε αν ι γυναίκες στη χώρα μας εξασφαλίζυν απρόσκπτα την αναπαραγωγή τυς (και αν όχι από πότε); Στ άρθρ αυτό θα πρσπαθήσυμε να δώσυμε μια πρώτη απάντηση στα κεντρικά αυτά ερωτήματα εκτιμώντας τις μεταβλές στην αναπαραγωγική συμπεριφρά των γυναικών πυ γεννήθηκαν πρ και μετά από τ τέλς τυ Β / Παγκόσμιυ Πλέμυ και λκλήρωσαν τ μεγαλύτερ τμήμα της αναπαραγωγής τυς μετά τ 1955. * Καθηγητής Δημγραφίας στ Τμήμα Μηχανικών Χωρταξίας Πλεδμίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης τυ Πανεπιστημίυ Θεσσαλίας. Διευθυντής Εργαστηρίυ Δημγραφικών και Κινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ). ** Υπψήφια Διδάκτωρ στ Τμήμα Μηχανικών Χωρταξίας Πλεδμίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης τυ Πανεπιστημίυ Θεσσαλίας.

4 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Η ταχεία πτώση των δεικτών γεννητικότητας και γνιμότητας την τελευταία 25ετία στη χώρα μας έχει εγείρει σημαντικύς πρβληματισμύς και συζητήσεις τόσ στ πλιτικό (Βυλή των Ελλήνων, 1978,1979,1984, 1986,1991,1993,1995) όσ και στ επιστημνικό επίπεδ. Συχνότατα ι πρβληματισμί αυτί εγγίζυν την υπερβλή, κάνντας λόγ για την «ιδιαίτερη» θέση της Ελλάδας στην ΕΕ και για σημαντικά πρβλήματα υπγεννητικότητας, τα πία θα δηγήσυν σύντμα σε σημαντική μείωση τν πληθυσμό της. Οι δείκτες στυς πίυς βασίζνται όσι υιθετύν την πρότερη άπψη είναι συνήθως αδρός δείκτης γεννητικότητας 1 και συνθετικός δείκτης γνιμότητας (ΣΔΓ), δείκτης πυ επηρεάζεται σε μεγάλ βαθμό από τη συγκυρία. 2 Μπρύμε, όμως, να στηριζόμαστε στυς δείκτες αυτύς για να εξαγάγυμε βάσιμα συμπεράσματα ή μήπως θα πρέπει να στραφύμε στυς διαγενεακύς δείκτες, 3 δείκτες πυ απτυπώνυν την πραγματική πρεία της γνιμότητας των γενεών; Και αν η απάντηση είναι καταφατική, μπρύμε να απαντήσυμε, βασιζόμενι στη διαγενεακή πλέν ανάλυση, αν ι γυναίκες στη χώρα μας εξασφαλίζυν την αναπαραγωγή τυς (και δευτερευόντως αν διαφρπιύνται από τις υπόλιπες γυναίκες της Δυτικής Ευρώπης και ως πρς τι); Στ άρθρ αυτό θα πρσπαθήσυμε να δώσυμε μια πρώτη απάντηση στα ερωτήματα αυτά εκτιμώντας, βάσει τόσ των πρωτγενών δεδμένων της τελευταίας απγραφής όσ και της φυσικής κίνησης, τις μεταβλές στην αναπαραγωγική συμπεριφρά των γυναικών πυ γεννήθηκαν την περίδ πυ πρηγήθηκε ή ακλύθησε τ τέλς τυ Β' Παγκόσμιυ Πλέμυ και λκλήρωσαν τ μεγαλύτερ τμήμα της αναπαραγωγής τυς μετά τ 1955. 1. Γεννήσεις κατ' έτς/συνλικό πληθυσμό *1000, ήτι γεννήσεις επί 1000 κάτικων ετησίως. Ο δείκτης αυτός είναι άκρως πρβληματικός, καθώς εξαρτάται από τη δμή τυ πληθυσμύ ανά ηλικία και από την αναλγία των γυναικών στ συνλικό πληθυσμό (είναι πρφανές ότι ι γεννήσεις δεν πρέρχνται από τ συνλικό πληθυσμό πυ τίθεται ως παρνμαστής στν υπλγισμό τυ δείκτη αυτΰ, αλλά από τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, δηλ. 15-49 ετών). 2. Ο Συνθετικός Δείκτης Γνιμότητας πρκύπτει από τ άθρισμα των ανά ηλικία της γυναίκας κτών γνιμότητας ενός έτυς (ή μιας περιόδυ) και εκφράζεται ως μέσς αριθμός παιδιών ανά γυναίκα. Ο δείκτης αυτός επηρεάζεται τόσ από τ ημερλόγι της γνιμότητας όσ και από την τελική ένταση της γνιμότητας των 35 γενεών των γυναικών πυ «τέμνυν» τ δεδμέν έτς, έχντας ηλικία από τα 15 έως τα 49 έτη. 3. Οι δείκτες αυτί δεν αναφέρνται στη γνιμότητα πυ καταγράφεται σε ένα ή περισσότερα ημερλγιακά έτη, αλλά πρσμετρύν τη γνιμότητα των γυναικών πυ γεννήθηκαν ένα ή περισσότερα ημερλγιακά έτη (ήτι τη γνιμότητα των γενεών).

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 5 1. ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ-ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΚΑΙ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ (ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ) 1.1. Η πρεία της γεννητικότητας και των συνθετικών δεικτών γνιμότητας στη μεταπλεμική Ελλάδα Οι γεννήσεις στην Ελλάδα, όπως και Αδρός Δείκτης Γεννητικότητας (ΑΔΓ) -Διάγραμμα 1- ακλυθύν παράλληλες σχεδόν πρείες. Τα πρώτα μεταπλεμικά χρόνια έχυν μια ελαφρά πτωτική πρεία και εν συνεχεία μειώννται ταχύτατα τη δεύτερη περίδ της μαζικής μετανάστευσης πρς τ εξωτερικό (1966-1973) για να ανρθωθύν ελαφρώς την επόμενη πενταετία. Η ανόρθωση όμως αυτή είναι πρσωρινή: ι δείκτες θα καταρρεύσυν τ 1980-1990 για να σταθερπιύν, στη συνέχεια, σε χαμηλά επίπεδα (100.000 γεννήσεις ετησίως, 10%c), αν και μια μικρή άνδς καταγράφεται την τελευταία πενταετία. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1 Γεννήσεις (απόλυτες τιμές) και Αδρός Δείκτης Γεννητικότητας (%), 1956-2007 180000 160000 Γεν ζήσεις - Αδς ός Δείκτης Γεν ^ητικότητας ( %) 25,00 140000 120000-3 100000 "ΧΛ. 20,00 15,00 80000 10,00 60000 Ο) 40000 5,00 20000 - - ι ι 11 ι ι ι ι ι ι ι ι ι 11 ι ι ι ι 11 ι ι ι ι ι ι ι 11 ι ι ι 11 ι ι ι ι 11 ι ι ι ι ι ι ι 11 ι 0,00 Έτη

6 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Ο εκτιμώμενς πληθυσμός των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας (από τν πί πρέρχνται και ι καταγραφείσες γεννήσεις) παραμένει σταθερός τις δύ πρώτες μεταπλεμικές δεκαετίες (1956-1976), αν και η μέση ηλικία τυς αυξάνεται κατά 2 σχεδόν έτη. Η σταθερότητα αυτή τυ πλήθυς τυς ανατρέπεται πρδευτικά με την είσδ στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας μεταναστών, η πλεινότητα των πίων απτελείται από άτμα αναπαραγωγικής ηλικίας (Κτζαμάνης, Αγραστάκης, Πηλείδης, Σταθάκης, 2006). Η εισρή αυτή νέων αλλδαπών (η μέση ηλικία των πίων είναι κατά 10 έτη μικρότερη των Ελλήνων, τα δε πσστά των άνω των 65 ετών είναι εξαιρετικά χαμηλά), αν και είχε ως απτέλεσμα την αύξηση τυ συνλικύ πληθυσμύ των γυναικών σε ηλικία τεκνπίησης, δεν ανέτρεψε την πρότερη τάση για αύξηση της μέσης ηλικίας τυς η πία αυξήθηκε κατά δύ σχεδόν έτη ανάμεσα στ 1992 και τ 2007. Η εισρή αυτή αλλδαπών, σε συνδυασμό με την υψηλότερη γνιμότητα τυς σε σχέση με αυτή των Ελληνίδων, 4 συνέβαλε αρχικά στην ανακπή της πτωτικής τάσης της γεννητικότητας στη χώρα μας (1991-2000) και εν συνεχεία στην αύξηση της, με απτέλεσμα να καταγράφνται κατά μέσ όρ 108.000 γεννήσεις την πενταετία 2002-2007 έναντι 102.000 γεννήσεων τη δεκαετία 1991-2000. Η πρεία τυ Συνθετικύ Δείκτη Γνιμότητας (ΣΔΓ), δείκτη πυ δεν επηρεάζεται όπως Αδρός Δείκτης Γεννητικότητας (ΑΔΓ) από την κατανμή τυ πληθυσμύ ανά φύλ και ηλικία, διαφρπιείται σημαντικά της πρείας τυ δεύτερυ. Έτσι, δείκτης αυτός (Διάγραμμα 2) συγκρατείται σε υψηλά σχετικά επίπεδα μέχρι τ 1980-1981 (μέγιστη τιμή 2.421 παιδιά /1000 γυναίκες τ 1967, ελάχιστη 2.090 τ 1981), για να καταρρεύσει εν συνεχεία λαμβάνντας τιμές κάτω από τ όρι αναπαραγωγής, 5 φτάνντας στα τέλη τυ 1990 στ χαμηλότερ σημεί τυ (1.246 παιδιά/1000 γυναίκες). Η ανάκαμψη τυ δείκτη τα τελευταία έτη, 4. Οι αλλδαπί επηρέασαν την αναπαραγωγή τυ πληθυσμύ της Ελλάδας ενισχύντας: α) τη γεννητικότητα, καθώς σε ένα στυς τρεις σχεδόν νμύς η συμβλή τυς είναι σημαντική (στυς νμύς αυτύς τ 20-35% τυ συνόλυ των γεννήσεων τ 2004-2005 πρέρχνται από αλλδαπές μητέρες) και β) τη γνιμότητα των περισστέρων νμών της χώρας μας, ιδιαίτερα δε αυτών όπυ η γνιμότητα των Ελληνίδων ήταν σχετικά συρρικνωμένη, καθώς σε 15 από τυς 21 νμύς με χαμηλές τιμές τυ Συνθετικύ Δείκτη Γνιμότητας (ΣΔΓ) τ 2004-2005 (λιγότερα από 1,20 παιδιά/γυναίκα) η συμβλή των αλλδαπών γυναικών είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί από «σημαντική» έως «ιδιαίτερα σημαντική» (αύξηση των τιμών τυ δείκτη > 7,5%). Για τ θέμα αυτό βλέπε αναλυτικότερα, Κτζαμάνης κ.ά., 2006 και Κτζαμάνης, Σφιανπΰλυ, 2008. 5. Για να εξασφαλισθεί η αναπαραγωγή των γυναικών εν απυσία θνησιμότητας (για να

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 7 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2 ΣΑ Γ (μέσς αριθμός παιδιών/ γυναίκα) και μέση ηλικία στην τεκνγνία (έτη), 1956-2007 3,00 31,00 2,50 30,00 29,00 3-1! 28,00 ν5 ö W ν«27,00 26,00 25,00 I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I I 24,00 Έτη ανάκαμψη πυ πιθανότατα θα συνεχισθεί μέχρι τις αρχές της επόμενης δεκαετίας, αφήνει να διαφανεί τ τέλς μιας μακράς περιόδυ αλλαγής τυ ημερλγίυ της γνιμότητας (δηλαδή την ανακπή της τάσης αύξησης της μέσης ηλικίας των γυναικών στην απόκτηση των παιδιών). Ειδικότερα, η μέση ηλικία στην τεκνγνία (Διάγραμμα 2) μειώνεται ταχύτατα έως τις αρχές της δεκαετίας τυ 1980 (29,3 έτη τ 1956 και 26,1 τ 1983-1984). Η τάση όμως αυτή πυ διήρκησε σχεδόν μια τριακνταετία ανατρέπεται στη συνέχεια, καθώς ι νεώτερες γενεές γυναικών πυ τεκνπιύν την τελευταία εικσιπενταετία φέρνυν στν κόσμ όλ και σε μεγαλύτερη ηλικία τα παιδιά τυς, με απτέλεσμα η μέση ηλικία αντικατασταθεί δηλαδή κάθε γυναίκα από μία κόρη), 1.000 γυναίκες θα πρέπει να φέρυν ζωντανά στν κόσμ κατά μέσ όρ 2.050 παιδιά (και όχι 2000, γιατί σε 1.000 γεννήσεις αριθμός των αγριών και των κριτσιών δεν είναι ισ-μιρασμενς καθώς σε 1.000 γεννήσεις αντιστιχύν 512 αγόρια και 488 κρίτσια).

8 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ να εγγίζει πλέν τ 2007 τα 30 έτη. Η πρεία τυ δείκτη αυτύ επιτρέπει βάσιμα να υπθέσυμε ότι ι σχετικά υψηλές τιμές τυ ΣΔΓ στην πρώτη μεταπλεμική εικσιπενταετία (1955-1980/81) φείλνται κυρίως στην αλλαγή τυ ημερλγίυ της γνιμότητας (δηλαδή στ ότι ι γυναίκες των διαδχικών γενεών 6 τεκνπιύν στη διάρκεια της πρώτης αυτής περιόδυ όλ και σε μικρότερη ηλικία) και δευτερευόντως στην πτώση της έντασης της αναπαραγωγής (δηλαδή τυ μέσυ αριθμύ των παιδιών πυ φέρνυν στν κόσμ ι γενεές αυτές μέχρι τ τέλς της αναπαραγωγικής τυς ζωής), ενώ, αντιθέτως, η μετέπειτα κατάρρευση τυ ΣΔΓ δύναται κυρίως να απδθεί στην αναστρφή της πρότερης τάσης μείωσης της μέσης ηλικίας στην απόκτηση των παιδιών. 1.2. Η εξέλιξη των κατά ηλικία συντελεστών γνιμότητας στη μεταπλεμική Ελλάδα Η εξέταση της πρείας των συντελεστών λικής γνιμότητας ανά ηλικία της μητέρας 7 (πρεία πυ διαφρπιείται σημαντικά στην Ελλάδα σε σχέση με την πρεία τυς στην λότητα σχεδόν των δυτικευρωπαϊκών χωρών) επιτρέπει να κατανήσυμε την εξέλιξη των συνθετικών δεικτών γνιμότητας στη χώρα μας. Εξετάζντας την πρεία των συντελεστών αυτών (Διαγράμματα 3, 4) διαπιστώνυμε ότι, από τα μέσα της πρώτης μεταπλεμικής δεκαετίας, και για μια εικσιπενταετή σχεδόν περίδ, η γνιμότητα των νέων γυναικών (15-29 ετών) αυξάνεται ταχύτατα, για να φτάσει στ μέγιστ της στα τέλη της δεκαετίας τυ 1970 και να καταρρεύσει στη συνέχεια, σταθερπιύμενη ελαφρώς την τελευταία πενταετία, σε επίπεδα, όμως, σαφώς χαμηλότερα από αυτά της δεκαετίας τυ 1950. Αντιθέτως, η γνιμότητα των γυναικών ηλικίας 30-44 ετών ακλυθεί αντίστρφη πρεία: φθίνυσα με σταθερύς ρυθμύς πτώσης μέχρι και τα τέλη σχεδόν τυ 1980 και ανδική στη συνέχεια, με απτέλεσμα, στ τέλς της εξεταζόμενης περιόδυ (2007), ι τιμές των συντελεστών γνιμότητας στις ηλικίες 30-34 και 35-39 να τπθετύνται στα ίδια σχεδόν επίπεδα με αυτά 6. Ως γενεά εδώ ρίζεται τ σύνλ των γυναικών πυ έχυν γεννηθεί τ ίδι ημερλγιακό έτς. 7. Οι καθ' ηλικία της μητέρας συντελεστές (ή πσστά) γνιμότητας για μια χρνιά και για μια χωρική ενότητα είναι τα πηλίκα των γεννήσεων ζώντων τέκνων από μητέρες ηλικίας χ πρς τν αριθμό των γυναικών ηλικίας x πυ εκτίθενται στν «κίνδυν» τυ να τεκνπιήσυν στην ηλικία αυτή.

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 9 των συντελεστών στις ηλικίες 25-29 και 20-24 ετών, αντιστίχως. Τα συμπεράσματα είναι πρφανή: στη χώρα μας, ανεξαρτήτως των όπιων μεταβλών της έντασης της γνιμότητας, υπάρχει μια σαφής τάση αναστρφής τυ ημερλγίυ της καθώς στην πρώτη μεταπλεμική περίδ (1956-1980/85) ι συντελεστές γνιμότητας αυξάνυν ταχύτατα στις μικρές ηλικίες και συρρικνώννται στις μεγάλες, ενώ στην επόμενη εικσαετία, αντιθέτως, η πρότερη τάση ανατρέπεται και ι γυναίκες τεκνπιύν όλ και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Οι διακυμάνσεις, επμένως, τυ δείκτη στη διάρκεια της περιόδυ 1956-2007 δύνανται να εξετασθύν υπό τ φως των πρότερων παρατηρήσεων. Η διατήρηση στην πρώτη μεταπλεμική περίδ (1956-1980/81) των τιμών τυ ΣΔΓ σε σχετικά υψηλά επίπεδα (>2,1 παιδιά /γυναίκα), επίπεδα πυ άφηναν να διαφανεί η αντικατάσταση των γενεών, 8 φειλόταν απκλειστικά στην ταχύτατη ανδική πρεία της γνιμότητας των νέων γυναικών (<25 ετών) πυ υπερκάλυπτε την πτωτική τάση της γνιμότητας των ηλικιωμένων (τάση πυ συνεχίζεται απρόσκπτα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας τυ 1980). Όταν, όμως, η πρότερη ανδική τάση ανακόπτεται (γύρω στ 1980) για να αναστραφεί εν συνεχεία (1981-1987), με απτέλεσμα η πτώση της γνιμότητας να χαρακτηρίζει πλέν όλες τις ηλικιακές μάδες (πυ, ας υπενθυμίσυμε, ανήκυν σε διαφρετικές γενεές), ΣΔΓ δεν είναι δυνατό να συγκρατηθεί σε υψηλά επίπεδα. Ακλυθεί, επμένως, αρχικά ταχύτατη φθίνυσα πρεία, για να συρρικνωθεί στα 1,50 παιδιά/γυναίκα τ 1987 (0,7 λιγότερα από τ 1980) και να φθάσει στ χαμηλότερ σημεί στη διάρκεια της δημγραφικής ιστρίας της χώρας μας τ 2001 (μόλις 1,27 παιδιά/γυναίκα). 9 Είναι, όμως, πρφανές ότι ι πτωτικές τάσεις τυ δείκτη δεν είναι δυνατόν να συνεχισθύν επ' αόριστν: αν ι γυναίκες των γενεών 1955-1965 πυ αναπαράγυν την κρίσιμη περίδ 1980-1995/2000 αυξάνυν 8. Δίνντας, δηλαδή, την εντύπωση ότι ι γενεές των Ελληνίδων αναπαράγνται ικανπιητικά. Με τις επικρατύσες συνθήκες θνησιμότητας στις ανεπτυγμένες χώρες εκτιμάται πως για να αναπαραχθύν ι γενεές πρέπει στ τέλς της αναπαραγωγικής τυς ηλικίας (στα 50 τυς έτη), ι γυναίκες να έχυν φέρει στν κόσμ τυλάχιστν 2,1 παιδιά κατά μέσ όρ για να αντικατασταθύν από μία κόρη (2,1 και όχι 2 ακριβώς εξαιτίας, αφενός, της θνησιμότητας, αφετέρυ, τυ γεγνότς ότι επί 1000 γεννήσεων κατά μέσ όρ έχυμε 488 κρίτσια και 512 αγόρια). 9. Στη διάρκεια της περιόδυ αυτής η ανδική πλέν πρεία των δεικτών γνιμότητας στις ώριμες ηλικίες (30-44 έτη) δεν επαρκεί για να καλύψει τη συνεχιζόμενη πτώση στις μικρότερες ηλικίες (<30 έτη).

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 11 στις αλλαγές τυ ημερλγίυ της γνιμότητας, όπως φαίνεται καθαρά και από την κατανμή των πσστών γνιμότητας για τα έτη 1961, 1981, 2001 και 2007 (Διάγραμμα 5) και υδαμώς δύνανται να απδθύν στην αύξηση της έντασης (αύξηση τυ μέσυ αριθμύ παιδιών/γυναίκα στις νεώτερες γενεές πυ διατρέχυν την τελευταία δεκαετία στις πλέν αναπαραγωγικές τυς ηλικίες). ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4 Μεταβλές στυς ειδικύς κατά ηλικία συντελεστές γνιμότητας στη μεταπλεμική περίδ (1956=100) ^ O O N ( S l O O C ^ H x - t - - O C O M D O N ( S l O O C ^ H x - r - - l O l O M D M D M D l - - ~ r - - r - - O C O C O C O C O N O N O N O O N O \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ \ Έτη Οι πρβλέψεις, φυσικά, για την εξέλιξη των συνθετικών δεικτών μετά τ 2010 είναι επισφαλείς. Είναι, όμως, παρόλα αυτά πιθανότατη η ανακπή της ανδικής πρεία των δεικτών γνιμότητας στις «ώριμες» ηλικίες, καθώς η μέση ηλικία στην τεκνγνία δεν δύναται να συνεχίζει την ανδική της πρεία επ' αόριστν. Θα σταθερπιηθεί πιθανότατα στα 31 έτη με τις γυναίκες πυ γεννήθηκαν μετά τ 1970, και, στην περίπτωση αυτή, αν ανακπύν και ι τάσεις συρρίκνωσης της έντασης της γνιμότητας στις ίδιες γενεές, θα έχυμε μια σταθερπίηση και τυ ΣΔΓ γύρω

12 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 5 Ειδικί κατά ηλικία συντελεστές γνιμότητας κατά τα έτη 1961,1981, 2001 και 2007 και μέση ηλικία στην τεκνγνία στα 1,6-1,8 παιδιά/γυναίκα, όπως συνέβη και στις περισσότερες από τις ανεπτυγμένες δυτικ-ευρωπαϊκές χώρες ήδη από τις αρχές τυ 1990. Στ σημεί αυτό έγκειται και η «ιδιαιτερότητα» της πρόσφατης πρείας της εγκάρσιας γνιμότητας στη χώρα μας: στην Ελλάδα καταγράφεται μια σημαντική χρνική «υστέρηση» στη συρρίκνωση της γνιμότητας των νέων γυναικών (<30 ετών) σε σχέση με τις περισσότερες δυτικ-ευρωπαϊκές χώρες, με απτέλεσμα η ανακπή της τάσης για όλ και πι πρώιμη τεκνπίηση να ξεκινά μόλις στις αρχές της δεκαετίας τυ 1980, δηγώντας σε μια «καθυστερημένη» εκκίνηση της πτώσης των τιμών τυ συνθετικύ δείκτη γνιμότητας. Αντιθέτως, στη Δυτική Ευρώπη ι αντίστιχες πτωτικές τάσεις εμφανίζνται τυλάχιστν μια δεκαετία πριν και ανακόπτνται στις αρχές τυ 1990, με απτέλεσμα την κατά τ μάλλν ή ήττν σταθερπίηση των συνθετικών δεικτών την ίδια περίδ πυ στη χώρα μας ι δείκτες αυτί καταρρέυν. Η σύγκριση της συγχρνικής γνιμότητας ανάμεσα στην Ελλάδα και τις χώρες αυτές από όσυς περιρίζνται σε μια απλή συσχέτιση της πρείας των δεικτών είχε, πρφανώς, ως απτέλεσμα και την ανάδυση εντνότατων

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 13 ανησυχιών για την αναπαραγωγή των Ελληνίδων, ανησυχιών πυ πλλαπλασιαστικά ανέδειξε και ημερήσις Τύπς την τελευταία εικσαετία (Αγγελόπυλς, 1987* Αντωνίυ, Μελίδυ, Νικόπυλς, 2008* Βλάχς, 1988 Δαμίγυ, 1989 και 1994 Γκιόκας, 1994 Δρεττάκης, 1994-2001- 2004-2006α/β-2007α/β/γ Ελευθερτυπία, 19.8.2000 Ζάππα, 1987 Καρανάτση, 2008* Καλλέργης, 2006* Κντγιάννης, 2005α/β Νέτα, 2005* Παπασταθπύλυ, Ξυνύ, 2007* Πετραλιά, 1995* Στργγυλή, 1989* Τσαρυχάς, 1995* Τζιαφέττας 1988α/β/γ και 1993* Τσίπηρα, 1987* Υφαντόπυλς, 1988 α/β). Η συγχρνική, όμως, ανάλυση αφήνει αναπάντητα σημαντικά ερωτήματα, και ειδικότερα: πώς εξελίχθηκε η γνιμότητα των γυναικών των διαδχικών γενεών, δηλαδή των γυναικών πυ γεννήθηκαν στην Ελλάδα μετά τη μικρασιατική καταστρφή έως και τα μέσα της δεκαετίας τυ 1960; Η γνιμότητα τυς επιτρέπει την αναπαραγωγή τυς ή αντιθέτως υπλείπεται αυτής; Οι συνθετικί δείκτες, από τη φΰση τυς, δεν δίδυν απάντηση στα ερωτήματα αυτά, καθώς πρσμετρύν σε κάθε χρνιά την αθριστική συχνότητα της γνιμότητας 35 διαδχικών γενεών αναπαραγωγικής ηλικίας (δηλαδή των γυναικών ηλικίας 15 έως 50 ετών πυ «τέμνυν» τη συγκεκριμένη χρνιά). Είναι αδύνατν, επμένως, με βάση την εξέλιξη των δεικτών αυτών, να απαντήσυμε στα πρότερα ερωτήματα, καθώς ι συγχρνικί δείκτες δεν απτυπώνυν -εκ της φύσης τυς, τυ τρόπυ δηλαδή πυ υπλγίζνται-τη γνιμότητα καμίας γενεάς. 1213 12. Για τις σχέσεις ανάμεσα στη διαγενεακή και τη συγχρνική ανάλυση της γνιμότητας, βλέπε, ειδικότερα, Κτζαμάνης, 2009. 13. Σχεδόν όλες ι δημσιευμένες μελέτες και άρθρα για τη γνιμότητα στη χώρα μας περιρίζνται στην εγκάρσια ανάλυση (βλ. ενδεικτικά: Ακαδημία Αθηνών, 1990* Βαλαώρας, 1969 και 1980 Δρεττάκης, 1996 και 2002 Έμκε-Πυλπΰλυ, 1987 και 1994 ΚΕΠΕ, 1978' Κυτσγιαννόπυλς, 1970* Κυτσγιαννόπυλς, Εδιπίδης, 1975* Λύρς, 1980* Πλΰζς, 1981, Μπαλΰρδς, 1988-1989-1997-2007 Παπαδάκης, 1979' Πετραλιά, 1997' Σερελέα, 1979* Σιάμπς, 2003* Τζιαφέτας, 1988 και 1990* Valaoras, 1974* Υπυργεί Εθνικής Οικνμίας, 1988 Συμεωνίδυ, 1986-1990-1992-1997-2006 Symeonidou, 1979 Valaoras, Siampos, 1969* Μαράτυ-Αλιπράντη κ.ά., 2002), γεγνός πυ αιτιλγείται ως ένα βαθμό μόνν από τη μερική έλλειψη πλήρων δημγραφικών σειρών. Εξαίρεση απτελύν ι εργασίες μας (Κτζαμάνης, 1988α/β Kotzamanis, 1988 και 1997* Kotzamanis, Kotsyfakis, 2000). Τα άρθρα των Κτζαμάνη, Ανδρυλάκη, 2001 και Bagavos, Tsimbos, Verropoulou, 2008 ως και ι ανακινώσεις των Sofianopoulou, 2006 και Bagavos, Tsimbos, Verropoulou, 2006 υιθετύν μια διαγενεακή πρσέγγιση, αλλά στηρίζνται απκλειστικά στην ανάλυση δεδμένων απγραφών (αναδρμική στ χρόν παρατήρηση) και όχι σε δεδμένα της φυσικής κίνησης.

14 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ 2. Η ΔΙΑΓΕΝΕΑΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ (Η ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΓΕΝΕΩΝ) Έχυμε ήδη αναφερθεί στυς παράγντες πυ δήγησαν στις έντνες διακυμάνσεις και αναστρφές της πρείας τυ συνθετικύ δείκτη γνιμότητας στη χώρα μας, τνίζντας, ταυτόχρνα, τις πρϋπθέσεις πυ θα πρέπει να υπάρχυν για να ταυτίζεται η στιγμιαία με τη διαγενεακή γνιμότητα (Κτζαμάνης, 1988α/β), και κατ' επέκταση τις επιφυλάξεις ως πρς την εξαγωγή συμπερασμάτων, όσν αφρά την πρεία της τελευταίας επί τη βάσει και μόν της πρείας τυ δείκτη αυτύ. Η απάντηση στα ερωτήματα πυ θέσαμε πρηγυμένως είναι δυνατόν να δθεί μόνν μέσω της διαγενεακής πρσέγγισης, με τν υπλγισμό των διαγενεακών δεικτών. Ο υπλγισμός των δεικτών αυτών είναι δυνατόν να γίνει με δύ μεθόδυς: α) με βάση τα στιχεία της απγραφής, και β) με βάση τα στιχεία της φυσικής κίνησης (γεννήσεις ετησίως αναλόγως της ηλικίας της μητέρας) πυ, σε συνδυασμό με τν πληθυσμό των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας επιτρέπυν την ανασύσταση της αναπαραγωγικής ιστρίας των διαδχικών γενεών. 2.1. Η γνιμότητα των γενεών, εκτίμηση βάσει των στιχείων της απγραφής τν 2001 Για τν υπλγισμό της συμπληρωμένης γνιμότητας των διαδχικών γενεών επεξεργαστήκαμε τα στιχεία της απγραφής τυ 2001, 14 επιλέγντας 7 μάδες γενεών. Απκλείσαμε έτσι: 1) Τις γυναίκες πυ γεννήθηκαν πρ τυ 1930, εξαιτίας της μεγάλης τυς ηλικίας τ 2001 (ι πι ηλικιωμένες από αυτές ήταν >70 ετών), ηλικίας πυ δηγεί: α) σε περιρισμένη αντιπρσωπευτικότητα, εξαιτίας τυ απκλεισμύ ενός σημαντικύ τμήματς των γυναικών των γενεών αυτών λόγω θανάτυ και της πιθανής σχέσης μεταξύ θνησιμότητας και γνιμότητας (ι πιθανότητες επιβίωσης των γυναικών στις παλαιότερες γενεές είναι συνάρτηση και τυ πλήθυς των παιδιών πυ έφεραν στν κόσμ) και, δευτερευόντως β) σε αυξημένες πιθανότητες λανθασμένων απαντήσεων λόγω της «ελλιπύς» μνήμης. 14. Και ειδικότερα τις απαντήσεις στ ερώτημα πυ τέθηκε στην απγραφή τυ 2001 σε όλες τις γυναίκες άνω των 14 ετών: «πόσα ζωντανά τέκνα έχετε φέρει στν κόσμ;» Οι δείκτες πρκύπτυν ως πηλίκ τυ αριθμύ των ζώντων παιδιών κατά τη δήλωση των γυναικών κάθε γενεάς στην απγραφή τυ 2001 με τ πλήθς των ερωτώμενων γυναικών της ίδιας γενεάς.

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 15 2) Τις γυναίκες πυ γεννήθηκαν μετά τ 1964, εξαιτίας τυ νέυ της ηλικίας τυς. Όλες αυτές ι γυναίκες είχαν τ 2001 ηλικία μικρότερη των 37 ετών, και, επμένως, θεωρητικά περισσότερα από 13 χρόνια αναπαραγωγικής ζωής ακόμη. Είναι, επίσης, πρφανές ότι ανάμεσα στις γυναίκες των γενεών αυτών, ένα σχετικά σημαντικό πσστό είναι αλλδαπές (9,2% στην μάδα γενεών 1960-1964), σε αντίθεση με τις γυναίκες των «παλαιότερων» γενεών όπυ τ πσστό των αλλδαπών είναι εξαιρετικά συρρικνωμέν (2% στις γενεές 1930-1934). ΠΙΝΑΚΑΣ 1 Η γνιμότητα των γενεών 1930-1934 έως 1960-1964 (απγραφή 2001) Ομάδες γενεών Κεντρική γενεά Ηλικία Αριθμός γυναικών Συμπληρωμένη γνιμότητα (παιδιά/1000 γυναίκες) 1930-1934 1935-1939 1940-1944 1932 1937 1942 69 64 59 330927 329791 289856 1,991 1,960 1,945 1945-1949 1950-1954 1955-1959 1947 1952 1957 54 49 44 336476 349588 378445 1,938 1,923 1,876 1960-1964 1962 39 388017 1,746 Πηγή: ΕΣΥΕ, Απγραφή πληθυσμύ 2001, ίδια επεξεργασία δεδμένων Τα δεδμένα τυ Πίνακα 1 μας επιτρέπυν να εξάγυμε τα πρώτα, άκρως ενδιαφέρντα, συμπεράσματα, και ειδικότερα: α) Η γνιμότητα των διαδχικών γενεών των Ελληνίδων χαρακτηρίζεται από σταθερές πτωτικές τάσεις. Οι τάσεις αυτές δεν ανατρέπνται, όπως συνέβη στις περισσότερες από τις ανεπτυγμένες χώρες της ηπείρυ μας, με τις γενεές των γυναικών πυ γεννήθηκαν στ μεσπόλεμ, με απτέλεσμα να μην έχυμε στη χώρα μας την «έκρηξη» των γεννήσεων πυ καταγράφεται στην πρώτη μεταπλεμική εικσαετία, στ σύνλ σχεδόν των ανεπτυγμένων χωρών τυ πλανήτη μας (φαινόμεν γνωστό διεθνώς και ως «baby-boom»). β) Η πτώση επιταχύνεται με τις νεότερες γενεές, καθώς, με διαφρά μια δεκαετία στη γέννηση (γυναίκες πυ γεννήθηκαν γύρω στ 1950 συγκρινόμενες με αυτές πυ γεννήθηκαν γύρω στ 1960), μέσς αριθμός παιδιών ανά γυναίκα μειώνεται κατά 0,18 παιδιά.

16 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ γ) Η αναπαραγωγή όλων των γενεών των γυναικών πυ γεννήθηκαν μετά τ 1930 δεν εξασφαλίζεται. Οι πλέν γόνιμες έχυν κάνει κατά μέσ όρ 1,991 παιδιά (γενεές 1930-1934), ι λιγότερ γόνιμες (γενεές 1960-1964) 1,746 όταν απαιτύνται κατ' ελάχιστ 2,1 παιδιά/γυναίκα για να αντικατασταθεί κάθε γυναίκα από μία κόρη εν απυσία θνησιμότητας (πλήθς παιδιών πυ καμιά από τις εξεταζόμενες γενεές δεν έφερε στν κόσμ). Σε τι απδίδεται όμως η συρρίκνωση της τελικής γνιμότητας των διαδχικών γενεών; Τα διαθέσιμα δεδμένα μας επιτρέπυν να απαντήσυμε εν μέρει στ ερώτημα αυτό, καθώς είναι δυνατόν να υπλγίσυμε, στις ίδιες γενεές, την κατανμή των γυναικών αναλόγως τυ πλήθυς των παιδιών πυ έφεραν στν κόσμ (Πίνακας 2 και Διάγραμμα 6). ΠΙΝΑΚΑΣ 2 Πσστά γυναικών με 0,1,2,3, 4 και 5+ παιδιά στις γενεές 1930-1934 έως 1960-1964 Κεντρική γενεά 1932 1937 1942 1947 1952 1957 1962 0 παιδιά 14,86 13,55 12,61 12,14 12,05 12,72 16,50 1 παιδιά 15,49 15,10 14,80 14,22 14,38 15,04 16,49 2 παιδιά 41,82 45,80 48,55 50,27 51,17 51,49 49,11 3 παιδιά 18,05 17,82 17,42 17,46 16,74 15,49 13,37 4 παιδιά 6,05 4,97 4,44 4,15 4,08 4,01 3,51 5+ παιδιά 3,73 2,75 2,18 1,75 1,59 1,25 1,03 Τελική γνιμότητα (παιδιά/ γυναίκα) 1,991 1,960 1,945 1,938 1,923 1,876 1,746 Πηγή: ΕΣΥΕ, Απγραφή πληθυσμύ 2001, ιδία επεξεργασία των δεδμένων Διαπιστώνυμε καταρχάς ότι τόσ τ πσστό των άτεκνων γυναικών όσ και αυτό των εχόντων ένα μόν παιδί παραμένυν σχετικά σταθερά (γύρω στ 13% τ πρώτ, γύρω στ 15% τ δεύτερ) σε όλες τις μάδες γενεών, εκτός της νεότερης, 15 συμβάλλντας καθριστικά, σε 15. Της μάδας γυναικών πυ γεννήθηκαν ανάμεσα στ 1960 και τ 1964, στην πία αυξάννται αντιστίχως κατά 3,5 και 1,5 πσστιαίες μνάδες.

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 17 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6 Πσστά γυναικών με 1,2, 3, 4 και 5+ παιδιά στις γενεές 1930-1934 έως 1960-1964 1927 1932 1937 1942 1947 1952 1957 1962 % 5+ παιδιών 1 Ι % 4 παιδιών % 3 παιδιών Β % 2 παιδιών Η % 1 παιδιών % 0 παιδιών συνδυασμό με τη σχετική σταθερότητα τυ πσστύ των γυναικών με 2 παιδιά και τη συρρίκνωση των πσστών των γυναικών με >2 παιδιών στη σχετικά ταχεία πτώση τυ διαγενεακύ δείκτη (από 1,87 σε 1,74 παιδιά/γυναίκα). Επμένως, με δεδμένη τη σταθερότητα των πσστών των άτεκνων γυναικών και των γυναικών με ένα μόν παιδί (με εξαίρεση την τελευταία μάδα γενεών), βάσιμα δυνάμεθα να ισχυρισθύμε ότι η συμβλή τυς στην καταγραφείσα μεταβλή (πτώση) της διαγενεακής γνιμότητας των εξεταζόμενων γενεών είναι σχεδόν μηδενική. Αντιθέτως, τα πσστά των πλύτεκνων γυναικών (4 και 5+ παιδιά) συρρικνώννται ταχύτατα και σταθερά, και στη μεταβλή αυτή δύναται να απδθεί τ σύνλ σχεδόν της πτώσης της τελικής γνιμότητας στις γυναίκες πυ γεννήθηκαν από τ 1932 ώς τ 1957. 16 16. Τα πτά των γυναικών πυ έφεραν στν κόσμ 2 και 3 παιδιά ακλυθύν αργή φθίνυσα πρεία μέχρι και τη νεότερη μάδα γενεών, συμμετέχντας και αυτά (αν και σε πλύ περιρισμέν βαθμό) στην πτώση της τελικής έντασης της γνιμότητας.

18 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ 2.2. Η γνιμότητα των γενεών βάσει των στιχείων της φυσικής κίνησης (1956-2001) και η σύγκριση τυς με τα δεδμένα της απγραφής Η εκτίμηση των διαγενεακών δεικτών είναι εφικτή για τις ίδιες γενεές και με βάση τα διαθέσιμα στιχεία της φυσικής κίνησης τυ πληθυσμύ (γεννήσεις ανά έτς κατά ηλικία της μητέρας). 17 Όπως ι δείκτες πυ υπλγίσαμε πρηγυμένως με βάση την απγραφή αναφέρνται στη συμπληρωμένη γνιμότητα των γενεών κατά τ 2001, για τις ανάγκες της συγκρισιμότητας των απτελεσμάτων χρησιμπιήσαμε για την ανασύσταση της αναπαραγωγικής ιστρίας των γυναικών τα δεδμένα της φυσικής κίνησης μόν για την περίδ 1956-2001, (παρόλ πυ είναι διαθέσιμα μέχρι και τ 2007). Στ σημεί αυτό φείλυμε να επισημάνυμε ότι η ανασύνθεση της αναπαραγωγικής πρείας των γενεών βάσει των δεδμένων της φυσικής κίνησης πρσκρύει στην Ελλάδα, αφενός, στην έλλειψη στιχείων για την πρ τυ 1956 περίδ, καθώς δεν διατίθεται η κατανμή των γεννήσεων ανά ηλικία της μητέρας, 18 αφετέρυ, σε ρισμένες δυσκλίες πυ φείλνται στη διάθεση των στιχείων πυ αφρύν τη γνιμότητα των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας (ΕΣΥΕ). 19 Με δεδμένυς τυς πρότερυς περιρισμύς, επιχειρήσαμε την «ανασύνθεση» της τελικής γνιμότητας 7 μάδων δια- 17. Η διαγενεακή γνιμότητα εκφράζεται ως μέσς αριθμός παιδιών ανά 1.000 γυναίκες (ή ανά γυναίκα). Ο δείκτης δίδει τν αριθμό των παιδιών πυ έχυν γεννηθεί από μια πραγματική γενεά 1.000 γυναικών μέχρι τ τέλς τυ αναπαραγωγικύ της κύκλυ (συνήθως μέχρι τα 45 ή 50 τυς έτη) και πρκύπτει ως άθρισμα των διαδχικών πσστών γνιμότητας κατά ηλικία της μητέρας στη διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής των γυναικών πυ ανήκυν στη γενεά αυτή. Ο δείκτης αυτός, επμένως, εκφράζει τ μέσ αριθμό παιδιών πυ απέκτησε μια γυναίκα μιας πραγματικής γενεάς στ τέλς τυ αναπαραγωγικύ της κύκλυ. 18. Αυτό έχει ως απτέλεσμα να καθίσταται αδύνατς υπλγισμός της γνιμότητας των γυναικών πυ γεννήθηκαν στις τρεις πρώτες δεκαετίες τυ αιώνα μας. 19. Ειδικότερα, η κατάταξη των γεννήσεων κατά πενταετείς μάδες ηλικιών πυ έχει υιθετηθεί από την ΕΣΥΕ δεν διευκλύνει τη διαχρνική παρακλύθηση της πρείας της τελικής γνιμότητας των γενεών στην Ελλάδα, στ βαθμό πυ, αφενός, ι γεννήσεις δίννται/ανάγνται σε πενταετείς μάδες γυναικών και όχι σε μνετείς, αφετέρυ, δεν αφρύν τις ίδιες ακριβώς γενεές γυναικών τ έτς Χ μετά έτη Χ-1, Χ-2, Χ-3, Χ-4... και Χ+1, Χ+2, Χ+3, Χ+4. Έτσι, Οι ίδιες γενεές γυναικών συναντώνται μόν κάθε πενταετία, κατά 5 έτη «γηραιότερες», π.χ. ι γενεές 1925-1929 συναντώνται έχντας ηλικία 15-19 ετών τ 1944, και, αντίστιχα, σε ηλικία 20-24, 25-29, 30-34, 35-39, 40-44 και 45-49 ετών τ 1949, 1954, 1959, 1964, 1969, 1974 και κατ' επέκταση μόν για τα αντίστιχα έτη είναι δυνατό να τυς «απδθεί» σχεδόν καθ' λκληρία τ πσστό γνιμότητας των αντίστιχων ηλικιακών μάδων.

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 19 δχικών γενεών 20 υιθετώντας δύ υπθέσεις: η πρώτη αφρά τη γραμμική εξέλιξη της κατά ηλικία λικής γνιμότητας ανάμεσα σε διαδχικές («συγγενείς» χρνικά) γενεές. 21 Η δεύτερη αφρά την πρεία της γνιμότητας για τις περιόδυς 1951-1955 και 2001-2015 για τις πίες δεν διαθέτυμε τις αντίστιχες στατιστικές σειρές των συντελεστών λικής γνιμότητας κατά έτς και κατά μάδες ηλικιών των γυναικών. 22 Τα απτελέσματα βάσει των δεδμένων της φυσικής κίνησης (Πίνακας 3) δεν διαφέρυν σημαντικά αυτών πυ δίδει η απγραφή (Πίνακας 4 και Διάγραμμα 7). Η τελική γνιμότητα μειώνεται υπλγιζόμενη τόσ με τα στιχεία της απγραφής όσ και με τα στιχεία της φυσικής κίνησης, ι δε απκλίσεις στ μέσ αριθμό παιδιών ανά γυναίκα στις διαδχικές εξεταζόμενες γενεές είναι ασήμαντες (-0,08 έως + 0,04), ειδικά δε στις γενεές πυ δεν εμπεριέχυν εκτιμήσεις (γενεές 1940-1959). Στις γενεές πρ τυ 1940 τα στιχεία της απγραφής πιθανότατα υπεκτιμύν ελαφρώς τη γνιμότητα, καθώς υπάρχει ισχυρή συναρτησιακή σχέση ανάμεσα στ πλήθς των γεννήσεων και τη θνησιμότητα των γυναικών από τις πίες πρήλθαν (κάπιες από τις γυναίκες πυ γεννήθηκαν πριν τ 1940 δεν βρίσκνται εν ζωή στην απγραφή τυ 2001, και πιθανότατα, τ πσστό αυτών πυ απεβίωσαν έχντας φέρει στν κόσμ πλλά παιδιά να είναι υψηλότερ συγκρινόμεν με τ πσστό των λιγότεκνων). 23 Αντιθέτως, η μεταστρφή τυ πρόσημυ στις νεότερες γενεές (μετά τ 1960), ι χαμηλότερες δηλαδή τιμές των διαγενεακών δεικτών πυ υπλγίσθηκαν βάσει της φυσικής κίνησης σε σύγκρι- 20. Των μάδων γενεών 1930-34/1935-39/1940-44/1945-49/1950-54/1955-59/1960-64. 21. Ο υπλγισμός των συντελεστών λικής γνιμότητας έγινε έτσι στη βάση και μόν της «στάθμισης» τυ ειδικύ βάρυς της παρυσίας των υπό μελέτη γενεών κάθε έτς, στη διαμόρφωση των πρσμετρΰμενων πσστών λικής γνιμότητας κατά πενταετείς μάδες ηλικιών: π.χ., για τις γενεές 1937-1941, ι ειδικί κατά ηλικία συντελεστές γνιμότητας στην περίδ 1956-60 (f 15 _ 19? f 16. 20, f 17. 21, f 18. 22, f 19. 23 ) υπλγίστηκαν στη βάση των διδόμενων από την ΕΣΥΕ για τα έτη 1956-1960 πσστών λικής γνιμότητας για τις μάδες γυναικών 15-19 και 20-24 ετών, σταθμισμένων κατ' έτς με τυς συντελεστές πυ πρκύπτυν από τ ειδικό βάρς της υπό εξέταση μάδας γενεών στη διαμόρφωση των πσστών λικής γνιμότητας των γυναικών ηλικίας 15-19 και 20-24 ετών. 22. Για την πρώτη περίδ δεχόμαστε τη σταθερότητα μεν των πσστών γνιμότητας στ επίπεδ τυ έτυς 1956, για τη δεύτερη περίδ (>2001) δεχόμαστε την υπόθεση της σταθερπίησης τυς στα επίπεδα τυ 2001. 23. Επιπλέν, τα στιχεία της φυσικής κίνησης για τις γενεές αυτές δε περιλαμβάνυν τις γεννήσεις πυ έχυν γίνει από αλλδαπές μητέρες στ εξωτερικό και ι πίες τώρα βρίσκνται στην Ελλάδα.

20 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ση με αυτές πυ υπλγίσθηκαν με βάση την απγραφή φείλνται βασικά στν αυξημέν αριθμό αλλδαπών γυναικών στις γενεές αυτές. Οι γυναίκες αυτές συμμετείχαν μεν στην απγραφή, ι περισσότερες, όμως, εξ αυτών έφεραν στν κόσμ τα παιδιά τυς εκτός της χώρας μας, και, ως εκ τύτυ, ι γεννήσεις αυτές δεν κατεγράφησαν στα στιχεία της φυσικής κίνησης τυ πληθυσμύ της Ελλάδας πυ χρησιμπιήσαμε για τν υπλγισμό των διαγενεακών δεικτών γνιμότητας. ΠΙΝΑΚΑΣ 3 Η γνιμότητα των γενεών 1930-1934 έως 1960-1964 (δεδμένα φυσικής κίνηση 1956-2001) Ομάδες γενεών Κεντρική γενεά Ηλικία Τελική γνιμότητα των γενεών στα 50 έτη (παιδιά/1000 γυναίκες) Εκτιμώμεν πσστό τελικής γνιμότητας 1930-1934 1932 69 2067 19,76% 1935-1939 1937 64 1995 1,80% 1940-1944 1942 59 1980 0 1945-1949 1947 54 1947 0 1950-1954 1952 49 1948 0 1955-1959 1957 44 1880 0,29% 1960-1964 1962 39 1698 3,15% Πηγή: ΕΣΥΕ (1956-2001) Στατιστική της Φυσικής Κίνησης τν Πληθυσμύ της Ελλάδς, ίδια επεξεργασία των δεδμένων. ΠΙΝΑΚΑΣ 4 Οι διαφρές στη γνιμότητα των γενεών 1930-1934 έως 1960-1964 (Απγραφή-φνσική κίνηση) Ομάδες γενεών Κεντρική γενεά Ηλικία Συμπληρωμένη (τελική) γνιμότητα στην απγραφή τυ 2001 (παιδιά/ 1000 γυναίκες) Συμπληρωμένη γνιμότητα (Φυσική κίνηση/φ.κ) Δ= ΑΠΟΓΡΑΦΗ -Φ.Κ. 1930-1934 1932 69 1991 2067-76 1935-1939 1937 64 1960 1995-35 1940-1944 1942 59 1945 1980-35 1945-1949 1947 54 1938 1947-9 1950-1954 1952 49 1923 1948-25 1955-1959 1957 44 1876 1880-4 1960-1964 1962 39 1746 1698 48

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 21 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 7 Οι διαφρές στην γνιμότητα των γενεών 1930-1934 έως 1960-1964 (απγραφή-φνσική κίνηση) 2,1 2,05 2 1,95 1,9 8 s. Φ 1,85 1,8 1,75 1,7 1,65 1,6 τ ελική Έντασ η της Γόνιμι ητας (Απγρ αφή 2001) 1 "ελική Ένταα η της Γόνιμ ίψας (Φυσικ η Κίνηση) 1930-1934 1935-1939 1940-1944 1945-1949 1950-1954 1955-1959 1960-1964 2.3. Η ανασύσταση της γνιμότητας των γενεών βάσει της πλήρυς διαθέσιμης χρνλγικής σειράς των στιχείων της φυσικής κίνησης (1956-2007) Η ανασύσταση της αναπαραγωγικής ιστρίας των γυναικών με βάση τα δεδμένα της φυσικής κίνησης για την περίδ 1956-2007 αυτή τη φρά 24 επιτρέπει, αφενός, την εκτίμηση των διαγενεακών δεικτών στις μάδες των επιλεγμένων γενεών, αφετέρυ, τν υπλγισμό τυ ημερλγίυ της γνιμότητας, δηλαδή της μέσης ηλικίας των γυναικών των γενεών αυτών στη γέννηση των παιδιών τυς. Τα απτελέσματα των σύνθετων αυτών υπλγισμών παρυσιάζνται στν Πίνακα 5, όπυ ταυτόχρνα δίνεται και η συμπληρωμένη γνιμότητα κτώ διαδχικών μά- 24. Χρησιμπιήθηκε εδώ η ίδια μεθδλγία με την πραναφερθείσα ανωτέρω με τη μόνη διαφρά ότι για την πρ τυ 1956 περίδ, για την πία δεν διαθέτυμε στιχεία για τις γεννήσεις αναλόγως της ηλικίας της μητέρας, δεχόμαστε τη σταθερότητα των πσστών γνιμότητας στ επίπεδ τυ έτυς 1956, ενώ για τη δεύτερη περίδ (>2007) δεχόμαστε την υπόθεση της σταθερπίησης των πσστών γνιμότητας στα επίπεδα τυ 2007.

22 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ δων γενεών σε ρισμένες ηλικίες, στ βαθμό πυ η κατάτμηση της αναπαραγωγικής ιστρίας τυς μας επιτρέπει να διαπιστώσυμε και τη διαφρπίηση στυς ρυθμύς-ταχύτητα σύστασης τυ τελικύ μεγέθυς της γνιμότητας τυς. Τρία σημαντικά στιχεία πρκύπτυν από την ανασύνθεση της αναπαραγωγικής ιστρίας των γυναικών των γενεών 1930-1970: Α) Οι γενεές των γυναικών πυ γεννήθηκαν πρ τυ 1960 τείνυν να συμπληρώσυν/λκληρώσυν τ μέγεθς της ικγένειας πυ επιθυμύν να απκτήσυν όλ και ταχύτερα 25 (με απτέλεσμα την πρδευτική μείωση της μέσης ηλικίας στην απόκτηση τέκνων από 28,1 έτη για τις γενεές 1930-1934 σε 25,7 έτη για τις γενεές 1955-1959), ενώ ι μεταγενέστερες γενεές «επιβραδύνυν» αντιθέτως την ηλικία απόκτησης των παιδιών τυς. Β) Ανεξαρτήτως των μεταβλών στ ημερλόγι της γνιμότητας των γενεών, η αναπαραγωγή όλων σχεδόν των γενεών 26 ακλυθεί φθίνυσα πρεία και υπλείπεται τυ επιπέδυ αντικατάστασης των γενεών. 27 Γ) Η φθίνυσα αυτή πρεία της έντασης της τελικής γνιμότητας στις διαδχικές γενεές δεν είναι απλύτως γραμμική, καθώς από την εκτίμηση των ρυθμών πτώσης (Πίνακας 6) διαπιστώνυμε μια σαφή επιτάχυνση της στις γυναίκες πυ γεννήθηκαν μετά τ 1955. 25. Διαπιστώνυμε έτσι ότι στα 25 τυς έτη ι γυναίκες των πρπλεμικών γενεών έχυν λκληρώσει «μόλις» τ 33% της τελικής τυς γνιμότητας. Οι πρώτες μεταπλεμικές γενεές απκτύν σημαντικό πρβάδισμα, απκτώντας σχεδόν τ 50% της τελικής τυς γνιμότητας πριν τα 25 τυς χρόνια, ενώ, αντιθέτως, ι γενεές των γυναικών πυ γεννήθηκαν μετά τ 1960 τείνυν να χάσυν ταχύτατα τ πρβάδισμα αυτό. 26. Με εξαίρεση τις γενεές 1950-1954. 27. Πρέπει να επισημάνυμε πως στις πρπλεμικές γενεές, με τις συνθήκες υψηλής ακόμη θνησιμότητας πυ χαρακτηρίζει τις περιόδυς πυ διανύυν, τ κατώτατ όρι πυ διασφαλίζει την αντικατάσταση τυς θα πρέπει να είναι σημαντικά υψηλότερ από τ γενικά απδεκτό μεταπλεμικά (> 1970) επίπεδ (2,1 παιδιά/γυναίκα). Ενδεικτικά αναφέρυμε πως στη Γαλλία για να αντικατασταθύν ι γενεές απαιτύνταν για μεν τις γυναίκες πυ έχυν γεννηθεί γΰρω στ 1880 τελική γνιμότητα της τάξης των 3,12 παιδιών/γυναίκα, για όσες γεννήθηκαν στις αρχές τυ αιώνα 2,83 παιδιά/γυναίκα και γι' αυτές τυ Μεσπλέμυ (1920-40) 2,20-2,40 παιδιά/γυναίκα (βλ. Bourgeois-Pichat, 1976' Sardon, 1990). Κατ' επέκταση, αν λάβυμε υπόψη τ επίπεδ της βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας στην Ελλάδα και τ μέσ όρ ζωής, ι γενεές 1920-1940 στη χώρα μας θα πρέπει, για να αντικατασταθύν, να έχυν απκτήσει τυλάχιστν 2,4-2,6 παιδιά/γυναίκα. Αν δεχτύμε ότι η τελική γνιμότητα των γενεών 1932-1936 εγγίζει τα 2,1 παιδιά/γυναίκα, ι γενεές 1920-1930 πιθανότατα δεν εξασφάλισαν την αντικατάσταση τυς (η τελική τυς γνιμότητα είναι σχεδόν αδύνατ να έχει υπερβεί τα 3,0 παιδιά/γυναίκα για τις πι «γόνιμες» απ' αυτές).

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 23 Από την πρότερη ανάλυση 28 καθίσταται σαφές ότι η γνιμότητα και στην Ελλάδα (όπως και στις λιπές ανεπτυγμένες χώρες τυ πλανήτη μας), «ελεγχόμενη» ως ένα βαθμό με τη βήθεια όλων των γνωστών διαθέσιμων μέσων αντισύλληψης και μη εξαρτώμενη πλέν, όπως στ απώτερ παρελθόν, σχεδόν απκλειστικά από την αναπαραγωγική τυς «ικανότητα», δηγεί στη συρρίκνωση τυ τελικύ μεγέθυς της ικγένειας. Η χρήση των πραναφερθέντων μέσων, όμως, καθιστά πλέν δυνατή και την επιτάχυνση (ή αντιθέτως την επιβράδυνση) των ρυθμών λκλήρωσης τυ επιθυμητύ μεγέθυς της ικγένειας. Οι μεταβλές αυτές, αναπόφευκτα, αντανακλώνται, όπως διαπιστώσαμε και πρηγυμένως, στην πρεία των συνθετικών δεικτών γνιμότητας πρσδίδντας της έντνες διακυμάνσεις, σε αντίθεση με τη γνιμότητα των γενεών, η πρεία της πίας χαρακτηρίζεται από πλύ μικρές διαφρές ανάμεσα στις διαδχικές γενεές. ΠΙΝΑΚΑΣ 5 Η γνιμότητα των γενεών 1930-1934 έως 1965-1969 (δεδμένα φυσικής κίνησης 1956-2007) Ομάδες Κεντρική Συμπληρωμένη Συμπληρωμένη Συμπληρωμένη Τελική Μέση Εκτιμώμεν γενεών γενεά γνιμότητα γνιμότητα γνιμότητα γνιμότητα ηλικία πσστό στα 25 έτη, % στα 30 έτη, στα 35 έτη, στα 50 έτη στην της της γνιμότητας %της %της (παιδιά/ τεκνγνία γνιμότητας στα 50 έτη γνιμότητας γνιμότητας γυναίκα) στα 50 έτη στα 50 έτη στα 50 έτη 1930-1934 1935-1939 1940-1944 1945-1949 1950-1954 1955-1959 1960-1964 1965-1969 1932 1937 1942 1947 1952 1957 1962 1967 31,56 32,69 37,51 43,68 48,48 52,11 47,56 37,84 64,88 67,22 72,64 76,80 79,72 78,22 72,95 65,25 87,65 89,48 91,90 93,44 93,47 92,00 89,33 85,71 2,067 1,995 1,979 1,947 1,948 1,886 1,762 1,641 28,10 27,81 27,10 26,38 25,89 25,73 26,33 27,61 19,76% 1,80% 0 0 0 0 0,23 3,23% Πηγή: ΕΣΥΕ (1956-2007) Στατιστική της Φυσικής Κίνησης τν πληθυσμύ της Ελλάδς, ίδια επεξεργασία των δεδμένων. 28. Στα ίδια ακριβώς συμπεράσματα με εμάς καταλήγυν και ι Τ. Frejka και J.P. Sardon στην πρόσφατη μελέτη τυς (Frejka, Sardon, 2005). Οι διάφρες ανάμεσα στις τιμές της τελικής γνιμότητας των γενών πυ δίδυν ι δυ αυτί συγγράφεις για την Ελλάδα και σε αυτές πυ δίδυν ι πραναφερθέντες διαφέρυν στ δεύτερ δεκαδικό.

24 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ΠΙΝΑΚΑΣ 6 Οι ρυθμί πτώσης της γνιμότητας στις γενεές 1930-1934 έως 1965-1969 Ομάδες γενεών Κεντρική γενεά Συμπληρωμένη γνιμότητα των γενεών στα 50 έτη (παιδιά/γυναίκα) Πσστό μεταβλής της διαγενεακής γνιμότητας μεταξύ των γενεών 1930-1934 1932 2,067-1935-1939 1937 1,995-3,48% 1940-1944 1942 1,979-0,80% 1945-1949 1947 1,947-1,62% 1950-1954 1952 1,948 +0,05% 1955-1959 1957 1,886-3,18% 1960-1964 1962 1,762-6,57% 1965-1969 1967 1,641-6,87% 3. ΣΥΓΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΓΕΝΕΑΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η ανασύνθεση της αναπαραγωγικής ιστρίας των γενεών 1930-1934/1965-1969 μας έδωσε τη δυνατότητα να κατανήσυμε πλήρως την πρεία τυ συνθετικύ δείκτη γνιμότητας (ΣΔΓ) στη χώρα μας, στ βαθμό πυ ι εξεταζόμενες μάδες γενεών επηρέασαν εξ λκλήρυ, σχεδόν, την πρεία της εγκάρσιας γνιμότητας τη μεταπλεμική περίδ (1956-2007). Επιβεβαιώνεται, κατ' αρχάς, ότι η άνδς των πσστών γνιμότητας στις νέες γυναίκες (< 29 ετών) κατά την πρώτη μεταπλεμική εικσιπενταετή περίδ δεν επηρέασε καθόλυ την τελική γνιμότητα των γενεών εκείνων πυ διαπερνύσαν την περίδ αυτή στις πλέν «γόνιμες» τυς ηλικίες, αλλά αντικατόπτριζε απκλειστικά τις αλλαγές στην ταχύτητα σύστασης της ικγένειας τυς, ταχύτητα πυ συντελύνταν με όλ και γρηγρότερυς ρυθμύς. Επόμεν είναι, εφόσν η ένταση της αναπαραγωγής στις γενεές αυτές δεν μεταβαλλόταν σημαντικά ακόμη δε περισσότερ όταν ακλυθύσε αργή φθίνυσα πρεία- 29 τα πσστά γνιμότητας των γενεών αυτών, στη μετέπειτα περίδ (1980-2000) στις ώριμες/μεγάλες ηλικίες πρδευτικά να συρρικνώννται. Φυσικά, η πτώση της γνιμότητας στις ηλικίες >30 ετών, στ βαθμό πυ 29. Σε περίπτωση σταθερπίησης των πτών γνιμότητας στις «ώριμες» ηλικίες, θα έπρεπε να καταγράψυμε σημαντική αύξηση της τελικής γνιμότητας των εξεταζόμενων γενεών πυ δεν ανταπκρίνεται στην πραγματικότητα.

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 25 στη χώρα μας συνεχίζεται για μια τεσσαρακνταετία τυλάχιστν (1955-1995) δεν είναι δυνατόν να απδθεί μόν στις αλλαγές των ρυθμών σύστασης τυ τελικύ μεγέθυς της ικγένειας. Οδηγεί, ταυτόχρνα, και στην πτώση της τελικής γνιμότητας των γενεών (πυ θα πρέπει να συντελείται στις γυναίκες πυ γεννήθηκαν πρ τυ 1930 με σαφώς ταχύτερυς ρυθμύς από τυς εκτιμώμενυς για αυτές πυ γεννήθηκαν μετέπειτα). Επμένως, η παραμνή τυ δείκτη στιγμιαίας γνιμότητας σε επίπεδ, αφενός, σημαντικά υψηλότερ απ' αυτό της τελικής γνιμότητας των γενεών πυ τν «επηρέασαν» μέχρι και τ 1980-1981, αφετέρυ, άνω τυ κατώτατυ ρίυ πυ διασφαλίζει την αναπαραγωγή μέχρι τ 1979/1980 (Πίνακας 7 και Διάγραμμα 8), δεν αντανακλά παρά μόν την αλλαγή στυς ρυθμύς σύστασης της τελικής γνιμότητας και υπκρύ- ΠΙΝΑΚΑΣ 7 Εκτιμώμενη και πρμετρύμενη γνιμότητα των γενεών 1925-1967 και εγκάρσια γνιμότητα Γενεές 1925-1929*** 1930-1934*** 1935-1939** 1940-1944** 1945-1949** 1950-1954** 1955-1959** 1960-1964*** 1965-1969*** Μέση γενεά 1927 1932 1937 1942 1947 1952 1957 1962 1967 Μέση ηλικία στην τεκνγνία 28,24 28,10 27,81 27,10 26,38 25,89 25,73 26,33 27,61 Τελική γνιμότητα 2,15 2,07 2,00 1,98 1,95 1,95 1,89 1,76 1,64 Αντιστιχία με ΣΔΓ* 1955,24 1960,10 1964,81 1969,10 1973,38 1977,89 1982,73 1988,33 1994,57 Υπσημείωση: Η τελική γνιμότητα των γενεών θα συνέπιπτε με τ συνθετικό δείκτη με μια χρνική υστέρηση ίση με τη μέση ηλικία των γυναικών στην τεκνγνία, στην περίπτωση της γραμμικής πρείας της τελικής γνιμότητας των γενεών. Επμένως, για την παρυσίαση στην ίδια γραφική παράσταση των δύ δεικτών (τελική ένταση και ΣΔΓ), ι τιμές της τελικής γνιμότητας των γενεών τπθετύνται στα ημερλγιακά έτη πυ αντιστιχύν στη μέση γενεά κάθε μάδας + τη μέση ηλικία στην τεκνγνία στην εκάσττε μάδα γενεών. Επαγωγικά, αν η καμπύλη τυ ΣΔΓ έχει υψηλότερες τιμές απ' αυτήν της διαγενεακής γνιμότητας (τελική ένταση), έχυμε επιτάχυνση των ρυθμών λκλήρωσης της τελικής γνιμότητας στις διαδχικές γενεές. **Γενεές των πίων η τελική γνιμότητα είναι συμπληρωμένη (δεν εμπεριέχνται εκτιμήσεις). *** Γενεές των πίων η τελική γνιμότητα υπλγίστηκε με εκτιμήσεις.

26 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ πτει τ σημαντικότερ, τη συνεχή δηλαδή συρρίκνωση της αναπαραγωγής των Ελληνίδων πυ έχει ήδη δρμλγηθεί από τις αρχές τυ αιώνα μας (Valaoras, Siampos, 1969* Σιάμπς, 2003* Chesnais, 1986* Faron et alii, 1999* Sardon, 1990* Frejka, Sardon, 2005) 50 και συνεχίζεται απρόσκπτα μέχρι και σήμερα. Η τάση αυτή είχε ως απτέλεσμα την μη αντικατάσταση ακόμη και των γενεών τυ Μεσπλέμυ, καθώς η τελική τυς γνιμότητα πιθανότατα βρίσκεται σε επίπεδ χαμηλότερ από τ απαιτύμεν την επχή εκείνη κατώτατ όρι αναπαραγωγής (2,7-3,0 παιδιά/γυναίκα). Κατ' επέκταση, εκείν πυ διαφρπιεί την πρεία της γνιμότητας στη χώρα μας σε σχέση με τις άλλες δυτικευρωπαϊκές χώρες (Festy, 1979 και 1983* Blayo, Festy, 1975* Badet, Dupaquier, 1999* Coleman, 1996* Monnier, 2006* Rothenbacher, 2004* Κτζαμάνης, 1986 και 2009β Coale, Watkins, 1986* Biliari, Kohler, 2004 Biliari, 2005* Frejka, Sardon, 2005) δεν είναι μόν η σχετική υστέρηση ως πρς τ χρόν πυ εκδηλώνεται η συρρίκνωση της στις διαδχικές γενεές αλλά και η μη αναστρφή των πτωτικών τάσεων της στις γενεές 1915/1920-1930/1935, αναστρφή πυ χαρακτηρίζει τ σύνλ σχεδόν των χωρών της ηπείρυ μας με μόνη εξαίρεση ρισμένες χώρες τυ ευρωπαϊκύ Νότυ (Ελλάδα, Πρτγαλία, Γιυγκσλαβία) και της Ανατλικής Ευρώπης (Ουγγαρία, Πλωνία, Βυλγαρία, Ρυμανία) (INED, 1976 και 1982* Festy, 1979* Leasure, 1992* Frejka, Sardon, 2005) πυ δεν γνώρισαν έτσι τ μεταπλεμικό «baby-boom» 31. Ο στιγμιαίς δείκτης γνιμότητας στην Ελλάδα ήταν, όμως, αδύνατ να «καλύπτει» επί μεγάλ χρνικό διάστημα τις πτωτικές τάσεις της διαγενεακής γνιμότητας πυ στη χώρα μας αρχίζει να συρρικνώνεται από τις αρχές τυ 20ύ αιώνα. Ειδικότερα, αν την πρώτη μεταπλεμική περίδ (μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας τυ 1970), η «απόκρυψη» αυτή ήταν εφικτή, αυτό φείλεται απκλειστικά και μόνν στις υψηλές τιμές τυ συνθετικύ δείκτη, 32 άμεση συνέπεια της ταχείας πτώσης της μέσης ηλικίας στην τεκνγνία των γυναικών πυ γεννήθηκαν ανάμεσα στ 1930 και 1955. Η ανακπή της τάσης αυτής, πυ εκδηλώνεται ήδη από τις 30. Ο Γ. Σιάμπς εκτιμά τη συγχρνική γνιμότητα σε 5,5 παιδιά/γυναίκα τ 1900, 4,8 τ 1928, 3,9 τ 1937 και 2,4 τ 1950. 31. Στη χώρα μας, ένα μικρό «baby-boom» διαφαίνεται στυς δυ πλέν αστικπιημένυς νμύς της χώρας μας (Αττικής και Θεσσαλνίκης) (Κτζαμάνης, Ανδρυλάκη, 2001). 32. Στ βαθμό πυ, όπως πραναφέραμε, υπερκαλύφθηκε η πτωτική τάση της γνιμότητας στις μεγάλες ηλικίες από την αΰξησή της στις νεότερες ηλικίες.

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 27 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 8 Συνθετικός Δείκτης Γνιμότητας (ΣΑ Γ) και τελική γνιμότητα των γενεών 3,00 Συνθετικός Δείκτης Γνιμότητας Τελική Γνιμότητα Γενεών 2,50 ν 53 β 2,00 1,50 1927 ' f Α """"Τ 7 Λ 1932 Τ Τ f J? 1942 ί/π 1937 1,00 0,50 0,00 Έτη αρχές της δεκαετίας τυ 1980, δηγεί αναπόφευκτα και στην επιταχυνόμενη πτώση τυ Συνθετικύ Δείκτη, με απτέλεσμα την ρθέτηση τυ σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα για μια σχεδόν δεκαετία (1,2-1,3 παιδιά/ γυναίκα). Είναι, όμως, δυνατόν η ιδιαίτερα συρρικνωμένη αυτή στιγμιαία γνιμότητα να αντικατπτρίζει την τελική γνιμότητα κάπιων γενεών, όπως πλύ συχνά υπδηλώνεται σε πλήθς άρθρων πυ δημσιεύθηκαν τις δύ τελευταίες δεκαετίες; Η απάντηση στ ερώτημα αυτό δεν μπρεί παρά να είναι πρς τ παρόν αρνητική. Αφενός, η στιγμιαία γνιμότητα θα πρέπει να παραμείνει στ ίδι επίπεδ για ιδιαίτερα μεγάλη χρνική περίδ, για να δεχτύμε ως βάσιμη την υπόθεση μιας τελικής γνιμότητας των γυναικών πυ γεννήθηκαν τη δεκαετία τυ 1970 της τάξης των 1,2-1,3 παιδιών ανά γυναίκα, αφετέρυ, η μελέτη της πρείας της διαγενεακής γνιμότητας στις ανεπτυγμένες χώρες στη διάρκεια των τελευταίων εκατό ετών δείχνει ότι είναι σχεδόν αδύνατ να έχυμε διακυμάνσεις τόσυ μεγάλυ

28 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ εύρυς ανάμεσα στη γνιμότητα μάδων διαδχικών γενεών. Έτσι, αν δεχτύμε ότι η πρεία των συντελεστών κατά ηλικία γνιμότητας θα ακλυθήσει στη χώρα μας αντίστιχη κατά τ μάλλν ή ήττν πρεία με αυτή πυ ακλύθησε στις άλλες δυτικευρωπαϊκές χώρες, και με δεδμένη τη σταθερπίηση της μέσης ηλικίας στην τεκνγνία στην επόμενη πενταετία στα 30,5-31 έτη, 33 θα πρέπει να αναμένεται μια μικρή περαιτέρω άνδς των τιμών τυ Συνθετικύ Δείκτη από τ 1,4 τ 2007 στ 1,6-1,7 παιδιών ανά γυναίκα τα αμέσως επόμενα έτη. Στην περίπτωση αυτή, η συγχρνική γνιμότητα στις αρχές της επόμενης δεκαετίας ελάχιστα θα διαφρπιείται πλέν από την αναμενόμενη τελική γνιμότητα των γυναικών πυ γεννήθηκαν γύρω από τ 1975 (1,55 παιδιά/γυναίκα). 4. Η ΔΙΑΓΕΝΕΑΚΗ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ Η τελική γνιμότητα στη χώρα μας, όπως και στ σύνλ των πλέν ανεπτυγμένων χωρών τυ πλανήτη μας χαρακτηριζόταν μέχρι πρόσφατα από πτωτικές τάσεις, και η πρότερη ανάλυση, βασιζόμενη τόσ στην αναδρμική στ χρόν παρατήρηση (δεδμένα απγραφής), όσ και στην ανασύσταση της αναπαραγωγικής ιστρίας των γενεών βάσει των στιχείων της φυσικής κίνησης, τ επιβεβαιώνει. Οι τάσεις αυτές πρφανώς δεν εκκινύν με τις τελευταίες μεσπλεμικές γενεές (1930-1934), αλλά πλύ νωρίτερα, σε ρισμένες δε περιχές, ήδη από τις αρχές τυ πρηγύμενυ αιώνα. Οι γυναίκες των διαδχικών γενεών στην Ελλάδα φέρνυν στν κόσμ όλ και λιγότερα παιδιά, και, πρφανώς, ι συνθετικί δείκτες πυ υπλγίζνται ετησίως, συχνότατα, δίδυν μια άκρως παραπλανητική εικόνα, επηρεαζόμενι από τις μεταβλές τυ ημερλγίυ της γνιμότητας. Η χώρα μας απτελεί κλασικό παράδειγμα των πραναφερθέντων, όπως, στην πρώτη μεταπλεμική εικσιπενταετία, ι συνθετικί δείκτες άφηναν να διαφανεί ότι η γνιμότητα είναι σταθερά άνω τυ ρίυ αναπαραγωγής (τιμές τυ ΣΔΓ από 2,4 έως 2,1), ενώ, αντιθέτως, μετά τ 1980, λαμβάνντας ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, «υπερτνίζυν» την 33. Ως και τη συμβλή της γνιμότητας των αλλδαπών πυ είναι σαφώς υψηλότερη από αυτήν των Ελλήνων. Εκτιμάται ότι ι αλλδαπές συνέβαλαν (αύξησαν) κατά 0,09 παιδιά/γυναίκα στ Συνθετικό Δείκτη Γνιμότητας των ετών 2004-2005 (Κτζαμάνης, Σφιανπύλυ, 2008).

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 29 πτώση της. Καλύμεθα επμένως να απαντήσυμε σε ένα καίρι ερώτημα: Οι μετά τ 1930 γενεές γυναικών στη χώρα μας, λαμβάνντας υπόψη τις υφιστάμενες σε καθεμία από αυτές συνθήκες θνησιμότητας, έφεραν στν κόσμ τν απαιτύμεν αριθμό παιδιών για την πλήρη αναπαραγωγή τυς (για να αντικατασταθύν δηλαδή από μια κόρη) ή όχι; 34 Η απάντηση στ ερώτημα αυτό απαιτεί τν υπλγισμό τυ καθαρύ πσστύ αναπαραγωγής, 35 και, επμένως, και την πρσμέτρηση της επίδρασης της θνησιμότητας. Τα απτελέσματα των υπλγισμών μας, πυ δίδνται στν Πίνακα 8, μας επιτρέπυν να δώσυμε μια σαφή απάντηση στ πρότερ καίρι ερώτημα. Καμία από τις γενεές των γυναικών πυ γεννήθηκαν μετά τ 1930 δεν έχει εξασφαλίσει την πλήρη αναπαραγωγή της. Τ υπλγιζόμεν καθαρό πσστό για τις γυναίκες πυ γεννήθηκαν από τ 1930 έως και τ 1964 (δηλαδή αριθμός των κριτσιών πυ έφεραν στν κόσμ και επιβίωσαν μέχρι την μέση ηλικία στην τεκνγνία των μητέρων τυς) είναι πάνττε μικρότερ της μνάδας (στήλη 9), γεγνός πυ σημαίνει ότι υπλείπνται 0,23 περίπυ κόρες/γυναίκα στις παλαιότερες γενεές (1930-1934) για να διασφαλιστεί η αντικατάσταση κάθε μητέρας από μια κόρη και αντίστιχα 0,18 κόρες/ γυναίκα στις γενεές 1960-1964 (στήλη 10), ήτι 0,6 και 0,4 παιδιά/γυναίκα, αντίστιχα (στήλη 12). 34. Τ πλήθς των παιδιών πυ φέρνει στν κόσμ μια γυναίκα δεν επιτρέπει να απαντήσυμε στ ερώτημα αυτό εάν δεν λάβυμε υπόψη και την παράμετρ θνησιμότητα. Ακόμη και σήμερα, σε πλλές από τις λιγότερ ανεπτυγμένες περιχές τυ πλανήτη μας, ενώ ι γυναίκες φέρνυν στν κόσμ κατά μέσ όρ 3 ή ακόμη και 4 παιδιά, δεν αναπαράγνται εξ' αίτιας της υψηλής θνησιμότητας πυ δεν επιτρέπει την αντικατάσταση μιας μητέρας από μια κόρη. 35. Τ καθαρό πσστό αναπαραγωγής λαμβάνει υπόψη τυ και την επίδραση της θνησιμότητας. Υπλγίζεται ως τ γινόμεν τυ ακαθάριστυ πσστύ (αριθμός των κριτσιών πυ έφερε στν κόσμ μια γενεά γυναικών εν απυσία θνησιμότητας) και της πιθανότητας επιβίωσης των γυναικών έως τη μέση ηλικία στην τεκνγνία.

30 ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ, ΚΑΚΙΑ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Διαφρά ανάμεσα στην απαιτυμένη τελική γνιμότητα για την πλήρη αναπαραγωγή των γενεών λαμβάνντας υπόψη τη θνησιμότητα και την τελική γνιμότητα των γενεών εν απυσία θνησιμότητας Απαιτυμένη τελική γνιμότητα (παιδιά/ γυναίκα) για την πλήρη αναπαραγωγή των γενεών λαμβάνντας υπόψη και τη θνησιμότητα τυς Έλλειμμα παιδιών για να διασφαλισθεί η πλήρης αναπαραγωγή των γενεών (1-καθαρό πσστό αναπαραγωγής) Καθαρό πσστό αναπαραγωγής (κόρες/ γυναίκα) λαμβάνντας υπόψη και τη θνησιμότητα Πίνακας θνησιμότητας (έτη)*** Πιθανότητες επιβίωσης των γυναικών στη μέση ηλικία απόκτησης των παιδιών τυς βάσει τυ πίνακα θνησιμότητας τυς Ακαθάριστ πσστό αναπαραγωγής (κόρες/ γυναίκα) εν απυσία θνησιμότητας) Διαφρά ανάμεσα στην τελική γνιμότητα των διαδχικών μάδων γενεών Τελική γνιμότητα (παιδιά/ γυναίκα) - Εκτίμηση από τη φυσική κίνηση si v fflo ^~ Ο s» OS oo Κ vo»o > rn <N **H en o VO Ο o> es o> es es o o os τ 1 VO o> t> t> od τ Ι > τ Ι od en * -vico os τ I ô en σ\ τ I vo en en o> -vl- -vl- oo VO os oo os o> IO CO os IO os os oo aies m o\ ιλ to IO Ο en τ 1 oo oo VO oo en o\ τ 1 Ο vo VO o> o> τ 1 τ î Ο τ I t> fs -vt * -vt -vt ι ι Ô -vt ι Ι ΙΟ > Ο en oo oo > -vi> Ο -vl VO en -vi- OO en SO aies -vt ιλ -vt en o> τ 1 τ 1 τ 1 τ 1 oo oo τ 1 o> oo o> SO VO τ 1 Ο Ο Ο oo -vl- oq VO fs IT) * IT) ô IT) ι I o> VO -vies Ο oo VO t> OO vo VO Ο en o> o> oo oq en t> vo IT) aies ιλ ι I en Ο VO τ 1 es" es oo o" τ 1 OO o" τ 1 τ 1 τ 1 vo O o> oo^ oc vo oo τ 1 O es o> τ Γ en en ^o es es o> * -vlo> τ 1 Ô o> τ 1

ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ 31 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Οι γυναίκες πυ γεννήθηκαν στη χώρα μας από τ 1930 έως τ 1960 αφενός, περιρίζυν πρδευτικά τη γνιμότητα τυς (κάνυν δηλαδή όλ και λιγότερα παιδιά), αφετέρυ, τεκνπιύν όλ και σε μικρότερη ηλικία. Οι πτωτικές όμως τάσεις της μέσης ηλικίας στην τεκνγνία ανατρέπνται στη συνέχεια και τα νέα ζευγάρια τείνυν να τεκνπιήσυν σε όλ και μεγαλύτερες ηλικίες, συνεχίζντας παράλληλα να περιρίζυν κατά τι ακόμη τν αριθμό των παιδιών πυ φέρνυν στν κόσμ. Στυς δύ αυτύς παράγντες (περισσότερ όμως στν πρώτ) φείλεται βασικά η κατάρρευση των συγχρνικών δεικτών γνιμότητας της περιόδυ 1980-1995 και η σταθερπίηση τυς στη συνέχεια (1995-2007) σε επίπεδα πυ σίγυρα δεν επιτρέπυν την αναπαραγωγή των γενεών (1,3-1,4 παιδιά/γυναίκα). Η Ελλάδα, στ πεδί αυτό διαφρπιείται, επμένως, των άλλων ευρωπαϊκών χωρών-μελών της ΕΕ πρ της διεύρυνσης, σε δύ σημεία: α) δεν γνώρισε τη μεταπλεμική έξαρση των γεννήσεων και της συγχρνικής γνιμότητας (φαινόμεν πυ είναι γνωστό ως baby-boom) και β) η πτώση της συγχρνικής γνιμότητας εμφανίζεται με σχετική υστέρηση (μετά τ 1980), είναι ταχύτατη και ι τάσεις μερικής ανόρθωσης της μόλις εμφανίζνται. Με βάση τα πραναφερθέντα είναι πρφανές ότι ι αναπαραγωγικές μας συμπεριφρές μεταβάλλνται και τ μντέλ της ικγένειας με περιρισμέν αριθμό παιδιών (δύ) τείνει να κυριαρχήσει και στη χώρα μας. Οι στάσεις και ι αντιλήψεις αλλάζυν πρδευτικά και τα νέα ζευγάρια (ι γυναίκες και ι άνδρες πυ γεννήθηκαν μετά τ 1950-1960) τείνυν να υιθετήσυν διαφρετικές συμπεριφρές από αυτές των πρηγύμενων γενεών. Τα καταναλωτικά πρότυπα υδαμώς τα διαφρπιύν από αυτά των βρειότερων ανεπτυγμένων χωρών της Ευρώπης, η επίδραση της Ορθδόξυ Εκκλησίας (πλύ περισσότερ «διακριτικής» στν τμέα πυ μας ενδιαφέρει, σε αντίθεση με τν Καθλικισμό) ατνεί, και η επιρρή της πρσκρύει στ κατώφλι της ιδιωτικής ζωής. Κατ' επέκταση, συγκεντρώννται πρδευτικά και στη χώρα μας ι υλικί, πλιτισμικί και θεσμικί όρι πυ επιτρέπυν την ανάδυση, στν τμέα της ικγένειας, ενός «κυρίαρχυ» πρτύπυ πυ διαχέεται ταχύτατα σε μία σειρά χώρες της ανεπτυγμένης Ευρώπης. Υπό τις συνθήκες αυτές τίθεται φυσικά και τ ερώτημα: πιες ι πρπτικές της γνιμότητας στ βραχύ και μέσ χρόν, και κατ' επέκταση, κατά πόσν είναι εφικτή η αλλαγή των αναπαραγωγικών μας συμπεριφρών;