KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΟΝΤΣΑ, 1991-2008: ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΙΑ ΡΟΜΕΣ ΣΤΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ - ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ. Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΑ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΑ Το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο Λάρισας αποτελεί ενεργό κύτταρο πολιτισµού στο πλαίσιο της τοπικής κοινωνίας και της µουσειακής κοινότητας της χώρας. Βασικοί άξονες της εκπαιδευτικής πολιτικής του µουσείου είναι η καλλιέργεια της µουσειακής αγωγής σε παιδιά και ενήλικες, η ανάδειξη του νεότερου ελληνικού πολιτισµού και η αναζήτηση κοινών πολιτιστικών αναφορών µε ποικίλες εθνοτικές και κοινωνικές οµάδες. Επίσης, επιδιώκεται η σταθεροποίηση των δεσµών µε τα διάφορα ακροατήρια, µέσα από τη δηµιουργία δικτύων συνεργασίας - επικοινωνίας - αξιολόγησης, σε συνεργασία µε φορείς της τοπικής κοινωνίας. Η εκπαιδευτική πολιτική στη διάρκεια σχεδόν τριών δεκαετιών Το Λ.Ι.Μ.Λ. έθεσε σε εφαρµογή εκπαιδευτικές περιηγήσεις σε σχολικές οµάδες στα τέλη της δεκαετίας 1970 και καθόλη τη διάρκεια του 1980, στους χώρους, στους οποίους κατά καιρούς στεγάστηκε η µουσειακή έκθεση (εικ. 1) 1. Η εκπαιδευτική πολιτική δεν είχε τότε ακόµα διαµορφωθεί µε ενάργεια, καθώς προείχε η προσέγγιση νεαρών επισκεπτών και ο εµπλουτισµός του ακροατηρίου, µιας και οι ενήλικες αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του κοινού. Εξάλλου, το µουσείο δεν είχε ακόµη καθιερωθεί στη συλλογική συνείδηση και την ατζέντα των Λαρισαίων ούτε προβαλλόταν επαρκώς από τα τοπικά Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης. Το 1991 συγκροτήθηκε το Τµήµα Εκπαιδευτικών Προγραµµάτων και συστηµατοποιήθηκαν οι εκπαιδευτικές δράσεις για σχολικές οµάδες και παιδιά της πόλης. Οι εκπαιδευτικές περιηγήσεις έδωσαν σταδιακά τη θέση τους σε εκπαιδευτικά προγράµµατα, θεµατικές δράσεις που επεξεργάζονταν µε εναλλακτικούς τρόπους θέµατα από τις µουσειακές συλλογές και τις περιοδικές εκθέσεις, ποικίλες πτυχές του νεότερου πολιτισµού και της τοπικής ιστορίας (εικ. 2). Σταδιακά σταθεροποιήθηκε η σχέση Μουσείου - Σχολείου, καθώς καθιερώνονταν µόνιµα σχολικά προγράµµατα για την Πρωτοβάθµια κυρίως, αλλά και τη ευτεροβάθµια Εκπαίδευση και άρχισε να παράγεται εκπαιδευτικό υλικό, έντυπα και εκδόσεις (εικ. 3, 4). Παράλληλα, δηµιουργήθηκαν µουσειοσκευές και εκπαιδευτικοί φάκελοι που, ως δανειστικό 1 Από το 1974 έως το 1983, το µουσείο φιλοξενήθηκε σε ισόγεια αίθουσα του ηµαρχείου της πόλης, ενώ, από το 1984 έως και το 2004, στεγάστηκε σε µισθωµένο χώρο, στο κτίριο της οδού Μανδηλαρά, σε κεντρικό σηµείο της Λάρισας. Στο διάστηµα 2004-2008, δεν ήταν επισκέψιµο για το κοινό, καθώς προετοιµαζόταν η επαναλειτουργία σε νέο κτίριο. 1
υλικό, διακινήθηκαν σε σχολεία και φορείς της ευρύτερης περιοχής (εικ. 5). Επίσης, εντατικοποιήθηκαν τα προγράµµατα ελεύθερης συµµετοχής για παιδιά της πόλης ανεξάρτητα από σχολικές οµάδες, τα οποία πραγµατοποιήθηκαν σαββατοκύριακα, διευρύνοντας τον κύκλο των νεαρών φίλων του µουσείου. Στο πλαίσιο µιας πόλης χωρίς προηγούµενη µουσειακή εµπειρία, όπως η Λάρισα, η καθιέρωση εκπαιδευτικών δράσεων για παιδιά τη δεκαετία του 1990 σηµατοδότησε εκπαιδευτική τοµή 2. Έτσι, διαµορφώθηκε σταδιακά το εκπαιδευτικό ακροατήριο του µουσείου και δηµιουργήθηκε ένας νέος πόλος προσέλκυσης επισκεπτών. Ωστόσο, η εκπαιδευτική πολιτική προσανατολιζόταν έντονα προς τη σχέση Μουσείου - Σχολείου και λιγότερο προς νέα ακροατήρια 3. Αυτό επρόκειτο να αλλάξει από τα τέλη του 1990 και ειδικά τη δεκαετία 2000, καθώς σηµειώθηκε ένας διαρκής επαναπροσδιορισµός, µέσα από τους κόλπους των ίδιων των εκπαιδευτών του µουσείου. Υπάρχει πλέον η εµπειρία και η δυνατότητα να ερµηνευτούν οι προβληµατισµοί και οι ανάγκες των επισκεπτών, η απουσία και η αδιαφορία του µη κοινού, καθώς και η δυνατότητα προσέγγισης τρεχόντων κοινωνικών, πολιτικών, περιβαλλοντικών, αλλά και τοπικών ζητηµάτων. Ήδη από το 1990, το Τµήµα Εκπαιδευτικών Προγραµµάτων συµµετέχει στις πανελλήνιες εκστρατείες του Υπουργείου Πολιτισµού και άλλων κρατικών φορέων, τις δράσεις του Ελληνικού Τµήµατος του ιεθνούς Συµβουλίου Μουσείων, ενώ συνεργάζεται µε πλήθος τοπικών φορέων, Μη Κερδοσκοπικών Οργανισµών και εκπαιδευτικών ιδρυµάτων. Έτσι, το µουσείο διευρύνει την εµβέλεια των δράσεών του, απαντώντας στους προβληµατισµούς της παγκόσµιας και της τοπικής κοινότητας, αναζητώντας διαρκώς νέους πόλους συνεργασίας. Μουσείο και νέες οµάδες κοινού Το 2000, τέθηκαν σε εφαρµογή νέοι κύκλοι εκπαιδευτικών προγραµµάτων και εργαστηρίων που απευθύνονταν σε νέες οµάδες κοινού, ενώ παράλληλα επαναπροσδιορίστηκαν παλιές συνεργασίες: το µουσείο ενεργοποιεί και εµψυχώνει τους ενήλικες και τις οικογένειες να αναλάβουν ρόλους δηµιουργικούς, πέρα από το ρόλο του θεατή - επισκέπτη, καθιερώνει εργαστήρια για γονείς και παιδιά, τα οποία έδωσαν τη δυνατότητα σε οικογένειες να το προσεγγίσουν εκ νέου και να συνεργαστούν βιωµατικά συµµετέχοντας σε µία κοινή 2 Το διάστηµα αυτό, λειτουργούσε στην πόλη και το Αρχαιολογικό Μουσείο, αλλά ήταν ακόµα ελάχιστες οι εµπειρίες µουσειακής δράσης (περιοδικές εκθέσεις, διαλέξεις, εκπαιδευτικά προγράµµατα κ.ά.) για τους κατοίκους της. 3 Για παρόµοιες τάσεις στη δεκαετία του 1990, οι οποίες συνδέουν τη µουσειακή εκπαίδευση µε το σχολείο, HΟΟPER-GREENHILL 1999, 3. 2
εµπειρία 4. Είναι ενδεικτικό ότι οι γονείς που τα προηγούµενα χρόνια είχαν ρόλο παθητικό, συνοδεύοντας απλώς τα παιδιά ή παρακολουθώντας άλλες δράσεις του µουσείου, ενθουσιάζονται από τον ενεργητικό ρόλο που αναλαµβάνουν 5 (εικ. 6). Παράλληλα, στον τοµέα της εκπαίδευσης ενηλίκων, το µουσείο διοργανώνει κύκλους θεµατικών περιηγήσεων και θεωρητικών εισηγήσεων σε συνεργασία µε τοπικά εκπαιδευτικά ιδρύµατα, όπως Kέντρα Eπαγγελµατικής Kατάρτισης, Iνστιτούτα Eπαγγελµατικής Kατάρτισης, πανεπιστηµιακά παραρτήµατα κ.ά. Από τις αρχές του 2000, έγινε αντιληπτή η ανάγκη για ανάπτυξη συµµετοχικών δράσεων απέναντι στη σύνθεση της τοπικής κοινωνίας µε τα ποικίλα εθνοτικά, θρησκευτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Έτσι, προηγούµενες συνεργασίες τέθηκαν σε νέο πλαίσιο λειτουργίας µε φορείς όπως το Ειδικό Σχολείο, τοπικά θεραπευτήρια για άτοµα µε αναπηρία και το θεραπευτικό πρόγραµµα ΕΞΟ ΟΣ, µέσα από την καθιέρωση Εκπαιδευτικών ικτύων 6 (εικ. 7). Βασικός στόχος ήταν η προσέγγιση παιδιών και ενηλίκων µέσω τακτικών εκπαιδευτικών δράσεων, η καταγραφή των προβληµάτων και η αξιολόγηση των δράσεων σε συνεργασία µε τους επόπτες και τους εκπαιδευτικούς των οµάδων. Ωστόσο, η αναζήτηση νέων ακροατηρίων δε σταµατάτησε εκεί. Ερµηνευτικά προγράµµατα εφαρµόστηκαν σε αµιγείς ή µικτές οµάδες µε τσιγγανόπαιδα, κατόπιν συνεργασίας µε µεµονωµένους εκπαιδευτικούς ή διάφορους φορείς 7 σε µικτά σχολεία ένταξης είτε µέσα στις σχολικές τάξεις είτε στο χώρο του µουσείου ή σε υπαίθριους χώρους. Οι πολυσχιδείς αυτές συνεργασίες διασφαλίζουν την αποτελεσµατική και οµαλή έκβαση κάθε εκπαιδευτικής εφαρµογής και καλλιεργούν µία στενότερη σχέση των παιδιών τσιγγάνων µε το µουσείο και το περιεχόµενο της δράσης (εικ. 8). Επιπλέον, η µετατόπιση του µουσείου επεκτάθηκε και σε οµάδες ενηλίκων, ανδρών και γυναικών, τσιγγάνων, σε συνεργασία µε διάφορους συλλόγους, Κέντρα Επαγγελµατικής Κατάρτισης και Μη Κερδοσκοπικούς 4 Σύµφωνα µε τη Hooper-Greenhill (ΗΟΟPER-GREENHILL 1999, 25), ως οικογένεια, στους κόλπους του µουσείου προσλαµβάνεται οποιαδήποτε οµάδα αποτελείται από παιδί ή παιδιά που συνοδεύονται από κάποιον ενήλικα (θετούς γονείς, παππούδες, κηδεµόνες, ακόµα και οικογενειακούς φίλους). Στα οικογενειακά εργαστήρια του µουσείου συµµετείχαν συχνά θείοι και ανίψια, παππούς και εγγόνια και άλλοι τύποι οικογενειακών οµάδων, πέρα από την παραδοσιακή µορφή οικογένειας (πατέρας-µητέραπαιδιά). 5 Όπως προέκυψε από τη µετέπειτα αξιολόγηση που πραγµατοποιήθηκε σε συµµετέχοντες ενήλικες και παιδιά, οι ενήλικες επιδοκιµάζουν το νέο κανάλι συνεργασίας µε τα παιδιά τους, καθώς και την δηµιουργική αξιοποίηση του κοινού ελεύθερου χρόνου τους. Τα παιδιά από την πλευρά τους απολαµβάνουν επίσης τη συνεργασία µε τους µεγάλους και µοιάζουν να διασκεδάζουν µε την ανατροπή των ρόλων. Σχετικά, HOOPER-GREENHILL 1994, 68 και HOOPER- GREENHILL 1999, 25. 6 Με τον όρο ίκτυα ενδεικτικά προσδιορίζουµε τις εκπαιδευτικές, κυρίως, συνεργασίες µε σταθερό και τακτικό χαρακτήρα, oι οποίες περιλαµβάνουν οµάδες παιδιών και ενηλίκων. Η έννοια αυτή αναφέρεται στην απόπειρα δηµιουργίας αµφίδροµων σχέσεων διαρκούς ανατροφοδότησης (feedback) µέσα από αξιολογήσεις των δράσεων, συζητήσεις µε τους υπεύθυνους των οµάδων και από κοινού συµµετοχή σε διάφορες δράσεις της πόλης. 7 Από το 2000, το Λ.Ι.Μ.Λ. συνεργάζεται µε τους φορείς υλοποίησης προγραµµάτων E.Π.Ε.Α.Ε.Κ. υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευµάτων, τα οποία αποβλέπουν στην οµαλή ένταξη των τσιγγανόπαιδων στο σχολείο, την αντιµετώπιση των σχολικών διαρροών και τη µείωση της σχολικής υποεπίδοσης. Σχετικά, ΒΑΦΕΙΑ ΑΚΗ, ΚΟΝΤΣΑ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΩΝΗ 2004. 3
Οργανισµούς. Η συνεργασία µε τους υπεύθυνους λειτουργεί διαφωτιστικά ως προς τη σύσταση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε οµάδας, ενώ καθιστά σαφή την ανάγκη έµφασης σε κοινές πολιτιστικές αναφορές. Εφαρµόζοντας διαδραστικές περιηγήσεις µε στάσεις σε αντιπροσωπευτικά µουσειακά αντικείµενα, επιχειρείται η ανταλλαγή εµπειριών και εντυπώσεων. Ήδη από τις αρχές του 2000, έτος κατά το οποίο σταδιακά παγιώνεται η σύνδεση του µουσείου µε νέα ακροατήρια, αποπειράται σε τοπική κλίµακα η προσέγγιση ανδρών και γυναικών µεταναστών από την Αλβανία και πολιτικών προσφύγων από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης (εικ. 9). Οι πρώτες βιωµατικές περιηγήσεις εφαρµόζονται στο πλαίσιο επιχορηγούµενων σεµιναρίων για την εκµάθηση της ελληνικής γλώσσας, τα οποία πραγµατοποιούνται από τοπικά Κέντρα Επαγγελµατικής Κατάρτισης. Ωστόσο, πολύ σύντοµα έγινε αντιληπτό ότι θα έπρεπε να ξεπεραστούν πολλά πρακτικά προβλήµατα που δυσχέραιναν την προσέλευση και τη συµµετοχή στις δράσεις του µουσείου, όπως το άτακτο εργασιακό ωράριο και οι γλωσσικές δυσκολίες. Επιπλέον, η πρόσληψη του µουσείου από τις οµάδες εγκλωβίζεται σε στερεότυπα που καθιστούν τις απόπειρες προσέγγισης δυσλειτουργικές, µακριά από την τροχιά της καθηµερινότητάς τους. Η σταθεροποίηση δεσµών του µουσείου µε νέες οµάδες αποδεικνύεται σύνθετη διαδικασία που απαιτεί ευέλικτους χειρισµούς, ύπαρξη διαµεσολαβητών µε τα µέλη κάθε οµάδας και διαρκείς αξιολογήσεις σε κάθε επίπεδο. Καθώς οι οµάδες δεν είναι οµοιογενείς και, συχνά, δεν υπάρχει κοινό πλαίσιο αναφοράς (λ.χ. το σχολικό πρόγραµµα, η γλώσσα κλπ.), η προσέγγιση κάθε οµάδας απαιτεί διαφορετική διαχείριση και διαφορετικές πρακτικές συνεργασίας και συνεννόησης. Το µουσείο και η ευρύτερη τοπική κοινωνία Ως κεντρικό περιφερειακό µουσείο, το Λ.Ι.Μ.Λ. θέτει σε εφαρµογή το ίκτυο Τοπικών Λαογραφικών Μουσείων µε βασικό στόχο τη διάχυση της µουσειακής εκπαίδευσης σε τοπικά εκθετήρια-µουσεία, χωρίς εξειδικευµένο προσωπικό και τη δηµιουργία ενός δικτύου συνεργασίας µε επίκεντρο εκπαιδευτικές δράσεις. 8 Οι εκπαιδευτές του µουσείου συνεργάζονται µε τους υπευθύνους λαογραφικών µουσείων σε δορυφορικά χωριά (Γόνοι, Συκούριο, Αµπελάκια Λάρισας, Λεχώνια Βόλου) και ενηµερώνονται για τις συνθήκες και το υλικό των συλλογών (εικ. 10). Παράλληλα, το προσωπικό του µουσείου λειτουργεί συµβουλευτικά για θέµατα που αφορούν στο σχεδιασµό και την οργάνωση δράσεων, καθώς και την τεκµηρίωση του µουσειακού υλικού. 8 Βλ. HΟΟPER-GREENHILL 1994, 94. 4
Είναι πλέον γεγονός ότι τα εκπαιδευτικά προγράµµατα αποτελούν σταθµό στον επαναπροσδιορισµό του ακροατηρίου του µουσείου, καθώς λειτουργούν ως γέφυρες µε οµάδες κοινού, τις οποίες διαφορετικά θα ήταν πολύ δύσκολο να προσεγγίσουµε. Σταδιακά, καλλιεργούνται διαρκώς οι επαφές και οι συνεργασίες µε τους τοπικούς φορείς, από την τοπική Αυτοδιοίκηση και τις υπηρεσίες εκπαίδευσης µέχρι τα τοπικά Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης, τοπικά εργαστήρια, τη Θεραπευτική Κοινότητα, τα Ειδικά Σχολεία, τις κατά τόπους Εφορείες Αρχαιοτήτων, τη ηµοτική Πινακοθήκη ή µεµονωµένα φυσικά πρόσωπα, αλλά και τοπικούς θεσµούς, όπως την ετήσια Γιορτή Παιδιού ή τη Γιορτή Πηνειού. Έτσι, συγκροτείται ένα ισχυρό τοπικό δίκτυο σχέσεων και δεσµών Μουσείου - Πόλης. Ωστόσο, η µουσειακή εκπαίδευση δεν περιορίζεται µέσα στο κτίριο, καθώς πολλές δράσεις και εργαστήρια εφαρµόζονται εκτός των τειχών, προκειµένου να συστήσουν το µουσείο σε ανθρώπους που διαφορετικά δε θα προσέγγιζαν το χώρο. Έτσι επιλύονται πρακτικά προβλήµατα, όπως η δυσκολία µετακίνησης για τα άτοµα µε αναπηρίες, ο φόβος µετακίνησης για τους µαθητές τσιγγάνους, το στερεότυπο του ακριβού εισιτηρίου κ.ά. Επίσης, η συµµετοχή σε δηµόσιες εκδηλώσεις, στο πλαίσιο των οποίων το µουσείο συνεργάζεται µε οµάδες ευαίσθητων κοινωνικά οµάδων (των µέχρι πρότινος Άλλων ακροατηρίων), εκπέµπει ένα µήνυµα προς τους ανθρώπους της πόλης: µουσείο χωρίς σύνορα, µουσείο ανοιχτό σε όλους! Αυτή είναι η πρόθεση του µουσείου, όταν, στο πλαίσιο της ετήσιας Γιορτής Παιδιού (2001), συνεργάζεται µε το Ειδικό Σχολείο και στην ετήσια Γιορτή Πηνειού (2004) εφαρµόζεται µία εκπαιδευτική δράση σε οµάδα τσιγγανόπαιδων, σε συνεργασία µε τον τοπικό Μη Κερδοσκοπικό Οργανισµό ΑΡΣΙΣ. Η εκπαιδευτική πολιτική διαµορφώνεται σε αλληλεπίδραση µε τις τοπικές συνθήκες και τα διαθέσιµα τοπικά αποθέµατα. Με αυτόν τον τρόπο, το µουσείο, παράλληλα µε άλλες συνεργασίες, καλλιεργεί τους δεσµούς µε τα τοπικά Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης, µε στόχο την αποτελεσµατικότερη προβολή, ενώ επιπλέον αξιοποιεί τους διαθέσιµους εθελοντές µέσα στην τοπική κοινωνία. Το µουσείο σε νέο κτίριο - Έρευνες κοινού και απόπειρες αποτίµησης Το Λ.Ι.Μ.Λ. λειτουργεί από το φθινόπωρο του 2008 σε νέο κτίριο που αναµένεται σύντοµα να ανοίξει τις πύλες του και να τεθεί στην υπηρεσία του κοινού 9. Στο πλαίσιο της µεγάλης αυτής τοµής, όπως είναι η λειτουργία σε χώρο σύγχρονων προδιαγραφών, το 2007, πραγµατοποιήθηκε επιτόπια έρευνα κοινού, η οποία ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2008 10. 9 Το νέο κτίριο του µουσείου είναι έργο της ιεύθυνσης Πολιτιστικών Κτιρίων και Αναστηλώσεων Νεοτέρων Μνηµείων του Υπουργείου Πολιτισµού, ενταγµένο στο Π.Ε.Π. Θεσσαλίας. 10 Η έρευνα πραγµατοποιήθηκε σε συνεργασία µε τοπικά Κέντρα Επαγγελµατικής Κατάρτισης, στο πλαίσιο επιχορηγούµενων σεµιναρίων που απευθύνονταν σε άνεργους νέους, αποφοίτους Α.Ε.Ι. 5
Στόχος της ήταν να αναγνωριστούν οι επιδιώξεις και οι προβληµατισµοί ως προς τις προσδοκώµενες παροχές και λειτουργίες του µουσείου σε ένα τυχαίο δείγµα Λαρισαίων. Η έρευνα, µεταξύ άλλων, κατέδειξε ότι µεγάλο ποσοστό της τοπικής κοινωνίας αγνοεί τις δράσεις, ακόµα και την ύπαρξη του µουσείου, δεδοµένου ότι η έκθεση δεν είναι ανοικτή στο κοινό από το 2004, εν όψει της επαναλειτουργίας του. Ως κύριοι λόγοι αναφέρονται οι ελλιπείς επικοινωνιακές πρακτικές, η έλλειψη διαθέσιµου χρόνου και στερεότυπα που θέλουν το µουσείο βαρετό 11. Ο επαναπροσδιορισµός της πολιτικής του Λ.Ι.Μ.Λ. εστιάζει στις ανάγκες, τα ερωτήµατα και τις επιδιώξεις ενός διαφοροποιούµενου κοινού 12 και στη δια βίου µάθηση, προκειµένου να επανενταχτεί στην ατοµική ατζέντα των επισκεπτών και τη συλλογική συνείδηση των ανθρώπων της πόλης. Το Τµήµα Εκπαιδευτικών Προγραµµάτων, µε αναστοχαστική διάθεση, σχεδιάζει και προγραµµατίζει σειρά δράσεων για παιδιά, εφήβους και ενήλικες, εντός και εκτός του νέου κτιρίου 13 (εικ. 11, 12). Ωστόσο, σε έναν κόσµο που αλλάζει διαρκώς, η πρόκληση είναι ακόµη µεγαλύτερη για τα µουσεία νεότερου (ή λαϊκού) πολιτισµού, τα οποία καλούνται να επαναδιαπραγµατευτούν και να επαναδιατυπώσουν τις θεµελιώδεις πολιτιστικές και ανθρωπολογικές δοµές που υπηρετούν, ώστε να µην παγιωθούν στο φάσµα του νοσταλγικού και του παρωχηµένου. 14 Η µουσειακή εκπαίδευση, ζωτικό τµήµα της οµαλής επικοινωνίας κάθε µουσείου µε το κοινό, µπορεί να λειτουργήσει ως κεντρικός διαµεσολαβητής και εργαλείο οργανικής σύνδεσης µε τη µικροκοινωνία της πόλης, αλλά και µε την ευρύτερη κοινότητα. Μεγάλα λόγια; Ο καιρός θα δείξει Η Κωνσταντίνα Κόντσα είναι αρχαιολόγος - κοινωνική ανθρωπολόγος και επιµελήτρια του Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου Λάρισας. 11 HΟΟPER-GREENHILL 1999, 5, 24, 25, ΜΟΥΣΟΥΡΗ 1999. 12 Η πολιτική του Λ.Ι.Μ.Λ. σε σχέση µε το κοινό αναφέρεται πλέον σε άτοµα µε διαφορετικές προσδοκίες, ανάγκες, τρόπους ζωής και όχι σε ένα ενιαίο, οµοιογενές σύνολο επισκεπτών, το λεγόµενο και ευρύ κοινό: HOOPER-GREENHILL 1999, 67. 13 Ήδη από το 2008, εφαρµόζεται ένας νέος κύκλος περιβαλλοντικών προγραµµάτων σε συνεργασία µε τις τοπικές ιευθύνσεις Εκπαίδευσης και φορείς, όπως η ηµοτική Επιχείρηση Ύδρευσης και Αποχέτευσης Λάρισας, καθώς και ο Σύλλογος Φίλων Πηνειού και Παραποτάµιου Πολιτισµού. Θεµατικό επίκεντρο των δράσεων είναι τα στοιχεία της φύσης: η Γη και το Νερό. 14 ΚΑΥΤΑΝΤΖΟΓΛΟΥ 2003. 6
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΒΑΦΕΙΑ ΑΚΗ, ΚΟΝΤΣΑ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΩΝΗ 2004: Βαφειαδάκη, Α., Κόντσα, Κ., Μουσιώνη, Λ., Μουσεία και ιαπολιτισµικότητα, Τα εκπαιδευτικά προγράµµατα των Μουσείων ως εργαλεία της διαπολιτισµικότητας, Equal Dream, ίκτυο για την Καταπολέµηση του Ρατσισµού και της Ξενοφοβίας. ΒΕΜΗ ΚΑΙ ΝΑΚΟΥ 2010: Βέµη, Μπ., Νάκου, Ει. (επιµ.), Μουσεία και Εκπαίδευση, Τετράδια 20. ΓΚΑΖΗ 2004: Γκαζή Α., Μουσεία για τον 21ο αι., Τετράδια Μουσειολογίας 1, 14-18. FALK AND DIERKING 1992: Falk, J., Dierking, L., The Museum Experience. Washington D.C. HOOPER-GREENHILL 1994: Hooper-Greenhill, E., Μuseum and Gallery Education, Leicester Museum Studies. London Washington. HOOPER-GREENHILL 1999: Hooper-Greenhill, Ε., Education, Communication and Interpretation: Towards a Critical Pedagogy in Museums στο Hooper-Greenhill, Ε. (ed.) The Educational Role of Museum, Leicester Readers in Museum Studies. London, New York, 3-27. HOOPER-GREENHILL 1999: Hooper- Greenhill, Ε., Museum Learners as Active Postmodernist Contextualizing Constructivism στο Hooper-Greenhill, Ε. (ed.) The Educational Role of Museum, Leicester Readers in Museum Studies. London, New York, 67-72. ΚΑΥΤΑΝΤΖΟΓΛΟΥ 2003: Καυταντζόγλου, Ρ., Λαογραφικά Μουσεία, λαϊκός πολιτισµός και το κοινό των Μουσείων, Εθνογραφικά 12-13, 33-46. ΚΟΝΤΣΑ 2004: Κόντσα, Κ., Εκπαιδευτικά Προγράµµατα για ΑµεΑ στο Λ.Ι.Μ.Λ. Όταν η διαφορετικότητα γίνεται ασπίδα κατά του κοινωνικού αποκλεισµού, στο Τσιτούρη, Α. (επιµ.), Πρακτικά Συνεδρίου (Θεσσαλονίκη, 30.10-1.11.2003) «Πρόσβαση ΑµεΑ σε χώρους πολιτισµού και αθλητισµού». Αθήνα, 214-219. 7
ΚΟΝΤΣΑ 2010: Κόντσα, Κ., Το Μουσείο, η πόλη και οι άνθρωποι. Τοµές και ασυνέχειες. Το παράδειγµα του Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου Λάρισας, στο ΒΕΜΗ ΚΑΙ ΝΑΚΟΥ 2010, σελ.. McGINNIS 1999: McGinnis, R., The Disabling Society, Hooper-Greenhill, Ε. (ed.), The Educational Role of Museum. Leicester Readers in Museum Studies, London & New York, 279-286. ΜΟΥΣΟΥΡΗ 1999: Μουσούρη Θ., Έρευνα κοινού και αξιολόγηση στα Μουσεία, Αρχαιολογία και Τέχνες 72, 56-61. ΝΙΚΟΝΑΝΟΥ 2005: Νικονάνου Ν., Ο ρόλος της µουσειοπαιδαγωγικής στα σύγχρονα µουσεία, Τετράδια Μουσειολογίας 2, 18-25. ΤΣΙΤΟΥΡΗ 2005: Τσιτούρη Α., Πρόσβαση ΑµεΑ σε χώρους πολιτισµού και αθλητισµού: πραγµατικότητα ή ουτοπία, Τετράδια Μουσειολογίας 2, 37-42. 8
Εικ. 1 Εικ. 2 9
Εικ. 3 Εικ. 4 10
Εικ. 5 Εικ. 6 11
Εικ. 7 Εικ. 8 12
Εικ. 9 Εικ. 10 13
Εικ. 11 Εικ. 12 14