ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗ: ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Σχετικά έγγραφα
ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ

Βιολογική προβατοτροφία

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ ΣΤΟ ΝΈΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Εκτροφή Μηρυκαστικών

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 26 Απριλίου 2018 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ, ΕΤΟΥΣ 2016

Εκτροφή Μηρυκαστικών

Επενδύσεις στον Πρωτογενή Τομέα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ, ΕΤΟΥΣ 2013

Η Κτηνοτροφία σήμερα: προβλήματα & προοπτικές

Κτηνοτροφία Ορεινών Περιοχών & Κοινωνική Επιχειρηματικότητα ΚΑΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

ΤΟ ΠΡΟΒΑΤΟ ΦΥΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΩΝ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ ΦΥΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ «Ο ΣΤΡΥΜΩΝ»

Διερεύνηση επιστροφής σε κτηνοτροφική χρήση της γης στη ζώνη μονοκαλλιέργειας βαμβακιού στην

ΑΔΑ: 4ΑΛΨ46ΨΧΞΧ-Ν ΑΔΑ:

Προβατοτροφία (και αιγοτροφία): Πώς μπορεί να ενισχυθεί η παραγωγή και να αυξηθούν τα εισοδήματα

Έρευνα διάρθρωσης γεωργικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων ΕΙΔΟΣ. Δειγματοληπτική έρευνα / Απογραφική έρευνα

Αξιοποίηση της βλάστησης των ορεινών βοσκοτόπων

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΜΕΑ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑΣ

Παραγωγικά συστήματα προβάτων και αιγών: Βιοποικιλότητα, τοπικές φυλές και προϊόντα τους

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

Η συμβολή της προβατοτροφίας και της αιγοτροφίας στην ανάπτυξη των ορεινών και ημιορεινών περιοχών της Στερεάς Ελλάδας και της Εύβοιας

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Η αύξηση της γαλακτοπαραγωγής Η μείωση του κόστους παραγωγής Η αύξηση της κερδοφορίας. Κατάλληλο ζωϊκό κεφάλαιο

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Προσεγγίσεις για Πράσινη ανάπτυξη στη Γεωργία της Κρήτης Έµφαση στις Βιο-καλλιέργειες

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Έρευνα για την παραγωγή και τις εξαγωγές λευκού τυριού στη Βουλγαρία

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

χώρας το δεκάμηνο του 2014 ξεπέρασαν το σύνολο των διανυκτερεύσεων ολόκληρου του έτους 2013.

Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά Περιφέρεια και Νοµό

Σημεία αναφοράς στον Αγροδιατροφικό Τομέα της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Περιφερειάρχης ΑΜΘ, κ.

Αναπτυξιακό προφίλ της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

ΙΚΤΥΟ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Forage 4 Climate 4 ετών

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & Γ. Δ. Σ. Αθήνα, 31/01/2014 ΑΡΜΟΔΙΑ Δ/ΝΣΗ: ΑΜΕΣΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ Αριθ. Πρωτ.: ΚΑΙ ΑΓΟΡΑΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 4 ΣΕΛΙ ΕΣ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Η Αιγο-προβατοτροφία στην Κρήτη και οι προστατευόμενες περιοχές NATURA Δρ. Α. Στεφανάκης Κτηνίατρος, Πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ-ΠΚ. ΜΦΙ Ηράκλειο 8/10/18

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

Το αιγοπρόβατο, η αγορά κρέατος, το παρόν και το μέλλον. Γιτσας Ελευθέριος Πρόεδρος ΕΔΟΚ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΣΗ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:

Κατάταξη των Περιφερειών της Ζώνης Επιρροής IV της Εγνατίας Οδού 1

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΕΚΤΙΜΗΣΗ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Τα Βασικά Χαρακτηριστικά του Ελληνικού Πρωτογενούς Τομέα

Κατάταξη των Περιφερειών της Ζώνης Επιρροής IV της Εγνατίας Οδού 1,

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Hλίας Αθανασιάδης * Συγκριτική θέση της Ηπείρου ως προς τις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας με κριτήριο τους δείκτες ευημερίας

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΠΡΟΣ ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΜΙΣΘΩΣΗΣ ΕΡΓΟΥ

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

Έρευνα αγοράς κλάδου παραγωγής ιχθυηρών

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική και η βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη στην Ελλάδα

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

Παραγωγή Παραγωγή--Εισπράξεις Εισπράξεις Λοιπές Δαπάνες Λοιπές Δαπάνες συνολική παραγωγή γάλακτος λίτρα 0,9, ευρώ ρ ανά λίτρο παρά ρ γοντ

ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ, ΑΛΙΕΙΑ ΚΑΙ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Η ΑΙΓΟΤΡΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΟΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 20 Ιουνίου 2019 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΣΤΗΡΙΞΗ ΓΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΓΕΝΟΥΣ ΤΟΜΕΑ

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Δ τρίμηνο 2005

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 1: Εισαγωγή

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET04: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

Η κτηνοτροφία στο Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, Κομοτηνή, 20/11/2015 Ο Ελληνικός βούβαλος και οι προοπτικές της βουβαλοτροφίας

«Αναδιάρθρωση της καλλιέργειας του καπνού µε άλλες ανταγωνιστικές καλλιέργειες»

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ Μελέτη σκοπιμότητας και διερεύνησης των βασικών παραγόντων. Παρουσίαση στην ΕΧΑΕ 18 Νοεμβρίου 2013

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Τίτλος Προγράμματος Κατάρτισης : «ΖΩΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑ»

Αναπτυξιακό προφίλ της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET04: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 14 Ιουλίου 2017 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ

ΛΙΒΑΔΟΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

χώρα εκτροφής Η Γαλλία διαθέτει 13 εκ. εκτάρια χορτολιβαδικές εκτάσεις, τις µεγαλύτερες στην Ευρώπη, που αποτελούν βάση διατροφής για τα βοοειδή.

Κατάταξη των Περιφερειών της Ζώνης Επιρροής IV της Εγνατίας Οδού 1,

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ τρίµηνο 2004

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Το αγροδασικό μέτρο στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και οι προοπτικές εφαρμογής του στην Ελλάδα


Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Οι εξαγωγές στη Βόρεια Ελλάδα

Εξελίξεις στα Βασικά Μεγέθη της Ελληνικής Ξενοδοχίας 2018 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Πίνακας 2: Η ιάρθρωση της Απασχόλησης κατά Τµήµα στα Ελληνικά Ξενοδοχεία Ποσοστό απασ χολο

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗ: ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΖΩΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΦΙΛ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ ΤΣΙΟΥΝΗ ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΠΟΝΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΣΙΝΑΠΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Αγγελόπουλος Σταμάτιος Παπαναγιώτου Ευάγγελος Σινάπης Ευθύμιος Αναπληρωτής Καθηγητής ΑΤΕΙΘ Καθηγητής ΑΠΘ Αναπληρωτής Καθηγητής ΑΠΘ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012 0

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 2 Πρόλογος 3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4 Η αιγοπροβατοτροφία στη Μεσόγειο 4 Η αιγοπροβατοτροφία στην Ελλάδα 6 Φυσιογνωμία της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών 11 Η αιγοπροβατοτροφία στην Περιφερειακή Ενότητα Γρεβενών 13 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 16 Σκοπός της έρευνας 20 ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟ ΟΙ 21 Περιγραφή ερωτηματολογίου 22 Χαρακτηριστικά και οργάνωση αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων 22 Τεχνοοικονομική ανάλυση αιγοπροβατοτροφίας 23 Τυπολογική ανάλυση των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων 25 Ανάλυση των χαρακτηριστικών και της οργάνωσης των αιγοπροβατοτροφικών 27 εκμεταλλεύσεων Αποτελέσματα 31 Ζωοτεχνική ανάλυση αιγοπροβατοτροφίας 31 Αποτελέσματα τεχνοοικονομικής ανάλυσης αιγοπροβατοτροφίας 40 Αποτελέσματα τυπολογικής ανάλυσης αιγοπροβατοτροφίας 54 Σχολιασμός 67 Σχολιασμός ζωοτεχνικής ανάλυσης αιγοπροβατοτροφίας 67 Σχολιασμός τεχνοοικονομικής ανάλυσης αιγοπροβατοτροφίας 69 Σχολιασμός τυπολογικής ανάλυσης αιγοπροβατοτροφίας 70 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 72 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ 75 ΠΕΡΙΛΗΨΗ 77 ABSTRACT- SUMMARY 80 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 82 Παράρτημα 88 1

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η παρούσα εργασία αποτελεί Μεταπτυχιακή ιατριβή στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών της ειδίκευσης «Επιστήμη Ζωικής Παραγωγής» της Γεωπονικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στα πλαίσια αυτής της εργασίας, είχα την τύχη να συνεργαστώ με ανθρώπους των οποίων η συνεισφορά και η υποστήριξη ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Ανθρώπους στους οποίους αισθάνομαι την ανάγκη και την υποχρέωση να εκφράσω τις θερμότερές μου ευχαριστίες. Θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον Αναπληρωτή Καθηγητή του Τομέα Ζωικής Παραγωγής της Γεωπονικής Σχολής, Α.Π.Θ. κ. Σινάπη Ευθύμιο για την εκτίμηση και εμπιστοσύνη που έδειξε στο πρόσωπό μου ώστε να αναλάβει την επίβλεψη της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής. Η συμβολή του υπήρξε καταλυτική και ουσιαστική, αφού με τις πολύτιμες συμβουλές, τις υποδείξεις αλλά και με την πολύτιμη καθοδήγηση έγινε εφικτή η εκπόνηση της παρούσας διατριβής. Ευχαριστώ επίσης τον καθηγητή κ. Παπαναγιώτου Ευάγγελο για τις συμβουλές του και την καθοδήγηση καθ όλη την διάρκεια της εκπόνησης της διατριβής. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω θερμά τον Αναπληρωτή Καθηγητή του ΑΤΕΙ κ. Αγγελόπουλο Σταμάτιο για την πολύτιμη βοήθειά του και τη συνεχή καθοδήγησή του. Επίσης θέλω να ευχαριστήσω θερμά τους συναδέλφους μου Καψή Ελευθέριο (Τεχνολόγο Γεωπόνο), Παπαλουκά Λουκά (υποψήφιο διδάκτορα Α.Π.Θ.), Τάκα Μαρία (Γεωπόνο) και Τάκα Νικόλαο (Γεωπόνο της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών), για τη συμβολή τους στη διεξαγωγή της παρούσας μελέτης. Θα ήταν μεγάλη παράληψη από μέρους μου να μην εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες μου σε όλους τους κτηνοτρόφους της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών που με μεγάλη υπομονή συνεργάστηκαν για την διεξαγωγή της έρευνας. Τέλος αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τους γονείς μου Θεόφιλο και Γυράκω, καθώς και την αδερφή μου Κατερίνα για την οικονομική και ηθική συμπαράσταση που μου προσέφεραν προκειμένου να ολοκληρωθεί η μεταπτυχιακή μου διατριβή. 2

Πρόλογος Η κτηνοτροφία εμφανίστηκε στην ιστορία του ανθρώπου σε υποτυπώδη μορφή, πριν από τη γεωργική περίοδο και αμέσως μετά το στάδιο του κυνηγιού. Από τα ζώα χρησιμοποιούσαν το δέρμα και το μαλλί αρχικά, το οποίο αποτελούσε και αποτελεί την σπουδαιότερη ίνα κλωστοϋφαντουργικής προέλευσης. Στη συνέχεια, όταν εξημερώθηκαν ορισμένα ζώα και εξοικειώθηκαν με τους ανθρώπους σε μεταγενέστερα στάδια, άρχισαν να χρησιμοποιούνται και άλλα ωφελήματά τους όπως το γάλα και το κρέας. Το κρέας αποτελεί από πολλές χιλιετίες σπουδαία πηγή πρωτεΐνης. Επιπρόσθετα, το αιγοπρόβειο κρέας είναι το μόνο κρέας θηλαστικών του οποίου η κατανάλωση δεν περιορίζεται από θρησκευτικές και άλλες προκαταλήψεις όπως συμβαίνει με το βοδινό και χοιρινό κρέας. Η οικονομία της Ελλάδος από αρχαιοτάτων χρόνων στηριζόταν στην προβατοτροφία και στην αιγοτροφία. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές στην αιγοπροβατοτροφία στα έργα του 'Ομηρου, του Ησίοδου, του Ορφέα και του Αριστοτέλη. Ο πλούτος τότε μετριόταν κυρίως σε κεφάλια αιγοπροβάτων των νοικοκυριών ή των πόλεων-κρατών. Από εκεί προήλθε και η λέξη κεφάλαιο (capital), από τον αριθμό των κεφαλών ζώων που κατείχαν. Μάλιστα, κατά την Ελληνο-Ρωμαϊκή περίοδο κυκλοφορούσε νόμισμα με την απεικόνιση κεφαλής προβάτου (pecunia). Αργότερα κατά την Βυζαντινή περίοδο, σ' όλα τα Βαλκάνια και στις κτήσεις της Αυτοκρατορίας (Ραβένα κλπ.) προωθήθηκε η προβατοτροφία, σε αντίθεση με τους Γερμανικούς λαούς, που έδιναν μεγαλύτερη σημασία στους χοίρους ελεύθερης βοσκής. Κατά την νεώτερη περίοδο, η προβατοτροφία και η αιγοτροφία βρισκόταν στην κορυφή του πλούτου των νοικοκυριών. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές στα δημοτικά τραγούδια. Π.χ. δημοτικό μας τραγούδι λέει: «της δίνουν χίλια πρόβατα και πεντακόσια γίδια» για την προίκα της παινεμένης βλαχοπούλας. Σ' αυτά κυρίως στηριζόταν η οικονομία της χώρας μας και κατ' επέκταση ο πολιτισμός μας (διατροφή, ενδύματα, περγαμηνές, ασκοί κλπ.). Σήμερα, στη σύγχρονη Ελλάδα, μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, η αιγοπροβατοτροφία συνεχίζει να αντέχει, παρά τους κλυδωνισμούς που υφίσταται, ύστερα από το άνοιγμα των αγορών όλων των χωρών, τα φθηνά μέσα συντήρησης 3

και μεταφοράς, τον ανταγωνισμό, την ένωσή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κλπ. Ο Έλληνας αιγοπροβατοτρόφος δείχνει ότι προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται. ιαθέτει τεράστια πείρα χιλιετιών, μαθαίνει εύκολα και εφαρμόζει με επιτυχία νέες τεχνικές. Οι αριθμοί το αποδεικνύουν. Υπάρχει μια ανοδική πορεία του πρόβειου πληθυσμού της χώρας. Φτάσαμε τα 10 εκατομμύρια πρόβατα κατ 5 εκατομμύρια αίγες. Μεταπήδησε με επιτυχία από το παλαιό σύστημα της μετακινούμενης αιγοπροβατοτροφίας, σε εκείνο των μικρών αποστάσεων (εντός των ορίων της περιοχής του, χειμαδιά-θέρετρα) και στη συνέχεια προχώρησε ακόμη περισσότερο. Με την μεγάλη του εμπειρία και το ένστικτό του, δημιούργησε το καινούργιο σύστημα αιγοπροβατοτροφίας, με παραγωγή προϊόντων που χαρακτηρίζονται ως βιολογικά εξ ολοκλήρου. Το νέο σύστημα θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε μικτό, ενσταυλισμένης και ποιμενικής προβατοτροφίας, που κινείται στα πλαίσια μιας σύγχρονης αγροτοζωοτεχνίας (Ευσταθίου, 2002). ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η αιγοπροβατοτροφία στη Μεσόγειο Η Μεσόγειος θάλασσα βρέχει την Ασία, την Ευρώπη και την Αφρική. Στην Ευρώπη βρέχει τις εξής χώρες: Ισπανία, Γαλλία, Μονακό, Ιταλία, Μάλτα, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Αλβανία, Ελλάδα και Κύπρο. Στη Μαύρη θάλασσα βρέχει τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουκρανία, τη Ρωσία και τη Γεωργία. Στην Ασία βρέχει την Τουρκία, Συρία, Λίβανο, Ισραήλ και Παλαιστίνη. Στην Αφρική τέλος βρέχει το Μαρόκο, την Αλγερία, την Τυνησία, τη Λιβύη και την Αίγυπτο. Σε αντίθεση με την Κεντρική και Βόρειο Ευρώπη, όπου η αγελάδα αποτελεί την κύρια πηγή ζωοκομικών προϊόντων, στην περιοχή της Μεσογείου κυριαρχεί η αιγοπροβατοτροφία. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 60% του αίγειου γάλακτος και το 95% του πρόβειου γάλακτος μετατρέπονται σε τυριά ονομασίας προέλευσης (π.χ. Ροκφόρ, Pecorino Romano, Fiore Sardo, Manchego, Serra da Estrela, Φέτα, Idiasabal, κ.λ.π.). 4

Σε πολλές Μεσογειακές χώρες παράγονται κατά παράδοση αμνοί γάλακτος ή νεαροί παχυνόμενοι αμνοί (π.χ. Ιταλία, Ελλάδα, Πορτογαλία, Τυνησία, Μαρόκο), με μέσο βάρος σφαγίου τα 10-12 κιλά. Σε ορισμένες χώρες, το αρνίσιο κρέας είναι προτιμότερο (π.χ. Αίγυπτος, Αλγερία, Λιβύη, Κύπρος, Ισραήλ και Ιορδανία), ενώ σε λίγες περιπτώσεις, υπάρχουν και οι δύο μορφές παραγωγής (π.χ. Γαλλία και Ισπανία). Παρά την ποικιλομορφία αυτή, υπάρχει μια συγκεκριμένη τάση προς βαρύτερα σφάγια των 15-25 κιλών. Από την άλλη πλευρά, το κατσικίσιο κρέας, ιδιαίτερα από τα απογαλακτιζόμενα ερίφια, ήταν ανέκαθεν προτιμότερο ιδιαίτερα από τους περισσότερους πληθυσμούς της Μεσογείου (Boyazoglu et al.,1990). Τα δύο τρίτα της παραγωγής του πρόβειου γάλακτος και το ένα τέταρτο του αίγειου γάλακτος παγκοσμίως παράγονται στη Μεσόγειο. Στις Μεσογειακές χώρες, με την στενή έννοια του όρου παράγεται το 37,68% και το 54,42% του παγκοσμίως παραγόμενου πρόβειου και αίγειου γάλακτος, αντίστοιχα. Εάν συμπεριληφθούν και χώρες της ευρείας περιοχής (Μεσογειακής Λεκάνης) τότε τα ποσοστά ανεβαίνουν στο 41,71% και 55,43% αντίστοιχα (Πίνακας 1) 5

Πίνακας 1. Πληθυσμοί και γαλακτοπαραγωγή προβάτων και αιγών της Μεσογειακής Λεκάνης ΠΡΟΒΑΤΑ Χώρες Πληθυσμός Παραγωγή (τόνοι) % της παγκόσμιας παραγωγής Πληθυσμός ΑΙΓΕΣ Παραγωγή (τόνοι) % της παγκόσμιας παραγωγής Ελλάδα 8994000 780000 8,69 4178000 4100000 27,10 Αλβανία 1768000 70000 0,78 772000 554000 3,66 Σερβία 1504000 14000 0,16 143000 - - Κροατία 619000 7200 0,08 76000 46800 0,31 Fyrom 455356 32934 0,37 94016 68270 0,45 Ερζεγοβίνη 1054689 18407 0,21 70604 - - Ιταλία 8175200 580000 6,46 957300 633500 4,19 Γαλλία 7715200 253270 2,82 1267200 623460 4,12 Ισπανία 19718200 439400 4,90 2264900 1655500 10,94 Μαρόκο 17475500 27300 0,30 5251200 37900 0,25 Τυνησία 7400000 18500 0,21 1500000 13200 0,09 Λιβυή 6500000 56000 0,62 2500000 15400 0,10 Αίγυπτος 5500000 93000 1,04 4550000 15100 0,10 Ισραήλ 430000 18882 0,21 91000 21790 0,14 Τουρκία 23974591 734219 8,18 5593561 192210 1,27 Κύπρος 267308 18136 0,20 318401 24981 0,17 Αλγερία 20000000 220000 2,45 3800000 230000 1,52 Σύνολο (Α) 131551044 3381248 37,68 33427182 8232111 54,42 Βουλγαρία 1474845 87247 0,97 429834 64090 0,42 Πορτογαλία 3144600 82075 0,91 485000 51000 0,34 Ιράκ 7800000 136800 1,52 1550000 18920 0,13 Ιορδανία 2070940 56030 0,62 919740 18810 0,12 Σύνολο (Β) 14490385 362152 4,04 3384574 152820 1,01 Σύνολο (Α+Β) 146041429 3743400 41,71 36811756 8384931 55,43 Πηγή: FAO, 2009 Η αιγοπροβατοτροφία στην Ελλάδα Η αιγοπροβατοτροφία στην Ελλάδα αποτελεί από τα παλιά χρόνια τον πιο σπουδαίο κλάδο της Ελληνικής κτηνοτροφίας. Απασχολεί 1.484.826 οικογένειες με συνολικό εισόδημα που συμβάλει κατά 49% στη διαμόρφωση της συνολικής ακαθάριστης αξίας της ζωικής μας παραγωγής (33% η προβατοτροφία και 16% περίπου η αιγοτροφία), ενώ στο σύνολο της ακαθορίστου αξίας της γεωργικής 6

παραγωγής κατά 15%. Η Ελλάδα κατέχει την δεύτερη θέση στην παγκόσμια παραγωγή πρόβειου γάλακτος και την τέταρτη στην παραγωγή αίγειου γάλακτος. Επίσης, κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πρόβειο γάλα και την δεύτερη μετά την Γαλλία στο αίγειο γάλα. Ο συνολικός αριθμός των προβάτων και των αιγών στη χώρα μας ανέρχεται σε 9.063.484 και 4.779.409 άτομα αντίστοιχα (FAO, 2009). Η συμβολή της αιγοπροβατοτροφίας στην ελληνική αγροτική οικονομία είναι καθοριστικής σημασίας λόγω του ότι συμβάλει στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων προϊόντων υψηλής βιολογικής και διαιτητικής αξίας, όπως γάλα και κρέας. Επίσης συμβάλει στην περιφερειακή ανάπτυξη στηρίζοντας τις περισσότερες κοινωνίες στις περισσότερες ορεινές και μειονεκτικές περιοχές της χώρας δημιουργώντας θέσεις απασχόλησης και ενός ικανοποιητικού σταθερού εισοδήματος σε μεγάλο αριθμό κτηνοτρόφων. Παρέχει την πρώτη ύλη (γάλα και κρέας) σε μεγάλο αριθμό μεταποιητικών βιομηχανιών τροφίμων (γαλακτοβιομηχανίες, τυροκομεία, σφαγεία). Τέλος, συμβάλει στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας με τη μεταποίηση και την εμπορία του πρόβειου κρέατος και γάλακτος. Το μέγεθος των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων διαμορφώνεται σε γενικές γραμμές ανάλογα με την περιοχή (ορεινή, ημιορεινή, πεδινή), με το αν η εκτροφή των αιγοπροβάτων αποτελεί κύρια ή συμπληρωματική απασχόληση, το σύστημα εκτροφής (ποιμνιακό-μόνιμο ή μετακινούμενο, οικόσιτο, ημιοικόσιτο), την διαθέσιμη βοσκήσιμη έκταση, τον αριθμό των μελών της οικογένειας που ασχολούνται σ' αυτήν κ.λ.π. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι στις ορεινές περιοχές όπου και αποτελεί την αποκλειστική σχεδόν απασχόληση, τα ποίμνια έχουν μέγεθος μεγαλύτερο των 150 ατόμων και κατά μέσο όρο 200 άτομα, ενώ στις ημιορεινές και πεδινές περιοχές όπου η γεωργία συμμετέχει στη γεωργική εκμετάλλευση, το μέσο μέγεθος των ποιμνίων κυμαίνεται γύρω στα 100 άτομα. Σε πολλές νησιωτικές περιοχές όπου τα πρόβατα εκτρέφονται ως οικόσιτα, τα ποίμνια είναι ακόμη μικρότερου μεγέθους που συχνά δεν υπερβαίνει τα 5-10 άτομα (Πίνακας 2α, β). Πιο συγκεκριμένα, αιγοπροβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις μεγάλου μεγέθους επικρατούν στη Μακεδονία, τη Θράκη και τη Θεσσαλία και μικρότερου μεγέθους στα υπόλοιπα διαμερίσματα (Πίνακας 3). Η διάκριση του συνολικού αριθμού των αιγοπροβάτων κατά κατηγορίες δείχνει την υπεροχή των ποιμενικών (85,6%) έναντι τόσο των μετακινούμενων (5,6%), όσο και των οικόσιτων (8,7%). Μάλιστα η υπεροχή των 7

ποιμενικών έναντι των δύο άλλων κατηγοριών είναι μεγαλύτερη στη Μακεδονία και τη Θράκη και μικρότερη στα άλλα διαμερίσματα. Με άλλα λόγια η κυριαρχούσα μορφή αιγοπροβατοτροφίας στη χώρα μας είναι η ποιμενική και μόνο στη Θεσσαλία και στην Κρήτη παρατηρείται σχετικά έντονη η παρουσία της μετακινούμενης. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται µία σηµαντική µείωση των παραγωγικών ζώων που εκτρέφονται μετακινούμενα ή οικόσιτα και µία τάση συγκέντρωσης σε µεγάλες και οργανωµένες µονάδες. Η διατροφή τους στηρίζεται κατά µεγάλο ποσοστό στους φυσικούς βοσκότοπους (λιβάδια), οι οποίοι αποτελούν περίπου το 40% της συνολικής έκτασης της χώρας. Τα περισσότερα λιβάδια (περίπου 85%) βρίσκονται σε ορεινές και ηµιορεινές περιοχές και τα περισσότερα από τα µισά (57%) είναι κοινόχρηστα. Υπολογίζεται ότι τα πρόβατα και οι αίγες χρησιμοποιούν περίπου 10,5 εκατομμύρια τόνους ξηρής βοσκήσιμης ύλης που παράγεται ετησίως στους φυσικούς βοσκότοπους της χώρας (Hadjigeorgiou et al., 1998). Ο κύριος όγκος της ελληνικής αιγοπροβατοτροφίας έχει ως παραγωγική κατεύθυνση την γαλακτοπαραγωγή και προέρχεται από γενετικώς ανομοιογενή ποίµνια, τα οποία απαρτίζονται από ζώα διαφορετικών φυλών και κυρίως από ζώα διασταυρωμένα άγνωστης γονοτυπικής σύνθεσης, παρουσιάζοντας μεγάλη παραλλακτικότητα σε ότι αφορά τα μορφολογικά, φυσιολογικά και παραγωγικά χαρακτηριστικά τους (Χατζημηνάογλου 2001, Κουτσούλη και Ρογδάκης, 2002). Ο συνολικός αριθµός των εγχώριων προβάτων που εκτρέφονται σε αµιγή ποίµνια δεν υπερβαίνει τα 700.000 κεφάλια. Ειδικότερα, από τις 26 συνολικά ελληνικές φυλές, οι έξι έχουν εξαφανισθεί, ενώ οι υπόλοιπες έχουν κύρια κατεύθυνση την γαλακτοπαραγωγή, συνδυασµένη µε την παραγωγή κρέατος αµνού και εριφίου και δευτερευόντως µε την παραγωγή µαλλιού. Ο συνολικός πληθυσμός των προβάτων στην Ελλάδα ανέρχεται περίπου σε 9 εκατομμύρια κεφαλές, από τις οποίες το 90% περίπου είναι κυρίως διασταυρώσεις µεταξύ των διαφόρων ελληνικών φυλών. Η χώρα µας έχει την μεγαλύτερη αναλογία ενήλικων θηλυκών αρµεγόµενων ζώων (προβατίνες και αίγες) που φθάνει περίπου στο 95% του συνολικού πληθυσμού των ζώων (Zervas et al., 1999). 8

Πίνακας 2α. Εκμεταλλεύσεις με προβατοειδή κατά τάξεις μεγέθους και περιφέρεια, έτος 2008 Περιφέρειες Σύνολο 1-4 5-9 10-19 20-29 30-49 50-99 Σύνολο 115.350 14.297 12.137 19.143 11.707 13.374 16.678 Ανατ. Μακεδονία και Θράκη 4.416 178 232 498 333 400 720 Κεντρική Μακεδονία 6.027 333 300 507 425 538 870 υτική Μακεδονία 3.158 117 168 441 267 270 420 Θεσσαλία 11.608 756 1.036 2.052 1.284 1.326 1.575 Ήπειρος 13.774 650 1.131 2.442 1.825 2.440 2.820 Ιόνια Νησιά 3.386 1.430 504 413 194 196 232 υτική Ελλάδα 21.937 2.776 2.120 3.480 2.205 2.800 3.800 Στερεά Ελλάδα 13.416 1.872 1.917 3.072 1.656 1.460 1.556 Πελοπόννησος 11.576 2.709 1.910 1.936 936 1.128 1.356 Αττική 1.233 136 126 210 130 132 180 Βόρειο Αιγαίο 5.150 432 465 858 508 562 825 Νότιο Αιγαίο 4.286 268 520 1.004 672 712 630 Κρήτη 15.383 2.640 1.708 2.230 1.272 1.410 1.694 100-199 15.901 1.044 1.501 793 1.672 1.694 252 3.397 1.220 1.066 188 912 336 1.826 200-499 10.877 925 1.416 648 1.680 725 154 1.312 630 504 126 552 140 2.065 500 και άνω 1.236 86 137 34 227 47 11 47 33 31 5 36 4 538 9

Πίνακας 2β. Εκμεταλλεύσεις με αιγοειδή κατά τάξεις μεγέθους και περιφέρεια, έτος 2008 Σύνολο 1-4 5-9 10-19 Περιφέρειες 115.748 47.458 20.334 15.911 Σύνολο 3.569 472 268 360 Ανατ. Μακεδονία και Θράκη Κεντρική Μακεδονία 6.525 1.512 770 882 υτική Μακεδονία 3.443 462 460 784 Θεσσαλία 8.540 2.412 1.505 1.452 Ήπειρος 9.703 3.500 2.136 1.640 Ιόνια Νησιά 4.528 2.772 585 381 υτική Ελλάδα 18.186 8.680 3.352 2.088 Στερεά Ελλάδα 13.884 5.586 2.960 2.079 Πελοπόννησος 14.715 7.584 2.870 1.640 Αττική 1.172 534 194 144 Βόρειο Αιγαίο 6.197 2.940 1.285 916 Νότιο Αιγαίο 6.005 708 1.014 1.645 Κρήτη 19.281 10.296 2.935 1.900 20-49 12.197 522 1.036 875 1.272 1.168 268 1.400 1.320 760 111 522 1.431 1.512 50-99 6.157 396 540 381 546 484 123 924 564 356 70 243 546 984 100-299 10.009 1.020 1.092 350 874 646 288 1.551 1.036 990 75 235 560 1.292 300-499 2.810 396 484 92 340 112 85 176 276 420 28 44 84 273 500-699 662 114 154 28 105 12 20 12 52 78 8 9 14 56 700 και άνω 210 21 55 11 34 5 6 3 11 17 8 3 3 33 10

Πίνακας 3. Συνολικός αριθμός προβατοειδών και αιγοειδών κατά περιφέρεια, έτος 2008 Περιφέρειες Σύνολο προβατοειδών Σύνολο αιγοειδών Σύνολο 9.063.484 4.779.409 Ανατ. Μακεδονία και Θράκη 564.830 464.743 Κεντρική Μακεδονία 875.989 625.348 υτική Μακεδονία 401.747 194.681 Θεσσαλία 1.221.332 477.342 Ήπειρος 875.598 278.415 Ιόνια Νησιά 136.358 138.796 υτική Ελλάδα 1.430.592 521.202 Στερεά Ελλάδα 691.218 487.978 Πελοπόννησος 533.703 558.817 Αττική 96.050 48.730 Βόρειο Αιγαίο 418.814 128.249 Νότιο Αιγαίο 205.211 248.749 Κρήτη 1.612.042 606.359 (Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, 2008) Φυσιογνωμία της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών Η Περιφερειακή Ενότητα Γρεβενών αποτελεί έναν από τους τέσσερις νοµούς της Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας, έχει έκταση 2.290 km 2 καταλαμβάνοντας το νοτιοδυτικό τµήµα αυτής. Συνορεύει µε πέντε Περιφερειακές Ενότητες και δύο Αποκεντρωμένες ιοικητικές Ενότητες. Οι Περιφερειακές Ενότητες αυτές είναι: η Περιφερειακή Ενότητα Ιωαννίνων στα Νότια-Νοτιοδυτικά, η Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων στα Νότια, η Περιφερειακή Ενότητα Λαρίσης στα Νοτιανατολικά, η Περιφερειακή Ενότητα Κοζάνης στα Βορειανατολικά και η Περιφερειακή Ενότητα Καστοριάς στα Βορειοδυτικά. Οι Αποκεντρωμένες ιοικητικές Ενότητες µε τις οποίες συνορεύει είναι αυτές της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. Είναι η µικρότερη σε πληθυσµό Περιφερειακή Ενότητα, µε 37.947 κατοίκους (απογραφή 2001). Η περιφερειακή ενότητα Γρεβενών συμμετέχει στο Α.Ε.Π. με ποσοστό 7,4%, ενώ το κατά κεφαλή περιφερειακό προϊόν του υπολείπεται κατά 44% και 37% των αντιστοίχων της Περιφέρειας και της χώρας (Νοµοί 2000). Από την κατανοµή του 11

ΑΕΠ κατά κλάδο οικονοµικής δραστηριότητας, ο πρωτογενής τοµέας παράγει το 29,8% του συνολικού προϊόντος. Ο βιοµηχανικός τοµέας είναι υποτυπώδης, ενώ ο τριτογενής τοµέας παρουσιάζεται ιδιαίτερα ανεπτυγμένος (Πέτσας, 2006). Το έδαφος της Περιφερειακής Ενότητας είναι κατεξοχήν ορεινό. Η συνολική της έκταση είναι 2.290 km 2 και κατανέµεται σε Ορεινή ζώνη εµβαδού 1.268,3 km 2 ή ποσοστό 55,36%, σε Ηµιορεινή ζώνη εµβαδού 864,5 km 2 ή ποσοστό 37,74% και σε Πεδινή ζώνη εµβαδού 158,0 km 2 ή ποσοστό 6,90% της συνολικής έκτασης της Περιφερειακής Ενότητας. Από τη συνολική έκταση 446,1 km 2 ή ποσοστό 19,47 % είναι εκτάσεις καλλιεργούµενες, 712,6 km 2 ή ποσοστό 31,11 % είναι βοσκότοποι του δηµοσίου ή κοινοτικοί, 56,8 km 2 ή ποσοστό 2,50% βοσκότοποι ιδιωτικοί, 990,3 km 2. Η γεωργική εκμετάλλευση της περιοχής θα µπορούσε να χαρακτηρισθεί σχεδόν µονοκαλλιέργεια σιτηρών. Η κύρια παραγωγή είναι το µαλακό σιτάρι και το κριθάρι, ενώ µικρές ποσότητες σκληρού σιταριού, βρώµης και καλαµποκιού συμπληρώνουν την γεωργική παραγωγή. εύτερη σηµαντική καλλιέργεια κυρίως στην ορεινή ζώνη είναι τα κτηνοτροφικά φυτά (κυρίως σανά) για τροφή των εκτρεφοµένων στην περιοχή ζώων (Πέτσας, 2006). Η κτηνοτροφική παραγωγή ευνοείται από τις κατάλληλες συνθήκες της ορεινής ζώνης, τόσο από την ύπαρξη βοσκοτόπων όσο και από την µακρόχρονη και παραδοσιακή ενασχόληση των κατοίκων µε την κτηνοτροφία, κυρίως αιγοπροβάτων. Το χαρακτηριστικό της περιοχής είναι το µετακινούµενο ζωικό κεφάλαιο, όπου καταγράφεται σαν σημαντικός αριθμός σε περιοχές της Θεσσαλίας τον χειµώνα και στον Ορεινό όγκο της Πίνδου τα καλοκαίρια. Η µορφή αυτή της κτηνοτροφίας προϋποθέτει την ύπαρξη µεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων, κάτι που πληρεί ο ορεινός όγκος. Η παραγωγή προϊόντων γάλακτος από τοπικές µονάδες και ο συνδυασµός µε παράλληλες αγροτουριστικές δραστηριότητες, προϊόντα οικολογικής γεωργίας και υγιεινής διατροφής είναι ένας τοµέας στον οποίο πρέπει να κατευθυνθεί η κτηνοτροφική παραγωγή της περιοχής. 12

Η αιγοπροβατοτροφία στη Περιφερειακή Ενότητα Γρεβενών Η αιγοπροβατοτροφία αποτελεί παραδοσιακά έναν από τους δυναμικότερους κλάδους της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών. Στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές της Περιφερειακής Ενότητας έχει αναπτυχθεί η κτηνοτροφία, με την οποία ασχολείται μεγάλο μέρος του πληθυσμού, που περιορίζεται στην εκτατική της μορφή. Σήμερα όμως, η δραστηριότητα αυτή έχει ατονήσει σε σημαντικό βαθμό. Στην αιγοπροβατοτροφία είναι μεγάλη η μείωση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων (-52%) την τελευταία δεκαετία. Τα αιγοπρόβατα εκτρέφονται κυρίως στους ορεινούς οικισμούς και σ αυτούς που βρίσκονται εγγύτερα στους ορεινούς όγκους εκμεταλλευόμενοι τους διαθέσιμους βοσκότοπους. Η μορφή εκτροφής για τα αιγοπρόβατα είναι κυρίως η ποιμενική κοπαδιάρικη και μόνο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στροφή στις ενσταυλισμένες μορφές. Η μετακινούμενη κτηνοτροφία, που αποτελούσε την κυριότερη μορφή εκτροφής παλιότερα, φθίνει συνεχώς τα τελευταία χρόνια. Η ακαθάριστη πρόσοδος από την κτηνοτροφία, υπολογίζεται στο 29,28% του συνόλου από τον πρωτογενή τομέα, με τη φυτική να συμμετέχει με 70,7%. Η αιγοπροβατοτροφία πάντως, συνολικά κατέχει την πλέον βαρύνουσα θέση απ όλους τους κλάδους της ζωικής παραγωγής, ακόμη και σήμερα. Αν και ο ζωικός πληθυσμός έχει μειωθεί αρκετά (-18%) στην Περιφερειακή Ενότητα Γρεβενών, από το 1990 μέχρι το 2010, εντούτοις παρατηρείται μία τάση ανάκαμψης και αντιστροφής αυτής της πορείας (Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, 2008). Συγκεκριμένα σύμφωνα με τα στοιχεία της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών (2010), στην περιφερειακή ενότητα Γρεβενών υπάρχουν 861 πιστοποιημένες μόνιμες αιγοπροβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις με 116.520 ζώα. Επίσης, υπάρχουν 47 πιστοποιημένες βιολογικές αιγοπροβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις με 11.100 ζώα, ενώ 440 εκμεταλλεύσεις είναι μετακινούμενες και έχουν 95.000 ζώα (Πίνακας 4α). Η συνολική παραγωγή πρόβειου γάλακτος για το 2010 ήταν 4800 τόνοι, ενώ για το αίγειο 6519 τόνοι (Πίνακας 4β). Επιπρόσθετα, στην περιφερειακή ενότητα Γρεβενών δόθηκαν για σφαγή 55.840 αιγοπρόβατα και το σφάγιο βάρος τους ανήρθε σε 526,7 τόνους (Πίνακας 4γ). Η αιγοπροβατοτροφία στην περιφερειακή ενότητα Γρεβενών ασκείται κυρίως µε παραδοσιακό εκτατικό τρόπο και ελάχιστα σε σταυλισµένη εντατική µορφή, σε αντίθεση µε τη βοοτροφία, όπου ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Αν και υπάρχουν τάσεις εντατικοποίησης όλων των µορφών εκτροφής των ζώων, µε έµφαση στις ιδιοπαραγόµενες καλλιεργούµενες ζωοτροφές, τα φυσικά λιβάδια (οι βοσκότοποι 13

όπως συνηθίζεται να αποκαλούνται) που αποτελούν ένα φυσικό πλούτο δεν θα χάσουν τη σηµασία τους και θα συνεχίσουν να αξιοποιούνται. Σύµφωνα µε τα στοιχεία των «χρήσεων γης» και της «βλάστησης», οι βοσκότοποι είναι ο µεγαλύτερος σε έκταση φυσικός πόρος της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών. Η συνολική τους έκταση ανέρχεται σε 302.936,90 χιλ. στρέµµατα. Με δεδοµένο το γεγονός ότι για βόσκηση µπορούν να χρησιµοποιηθούν και χρησιµοποιούνται, όλες γενικά οι δασικές εκτάσεις (δάση, θαµνολίβαδα, µερικώς δασοσκεπείς εκτάσεις κ.α.), εκτός από τις περιπτώσεις όπου µε αποφάσεις των δασικών υπηρεσιών επιβάλλονται απαγορεύσεις στη βόσκηση, το µέγεθος των βοσκοτόπων γίνεται ακόµα µεγαλύτερο. Σ ολόκληρη τη υτική Μακεδονία, λόγω της µορφολογίας της, τα λιβάδια χαρακτηρίζονται ως πεδινά, ορεινά και υπαλπικά, µε βάση το υψόµετρο στο οποίο εκτείνονται (πεδινά από 0-600 m., ορεινά από 600-1500 m., υπαλπικά από 1500 m. και πάνω). Η παραγωγικότητα ενός λιβαδιού, καθώς και ο χρόνος ετοιµότητας του εξαρτώνται κυρίως από τους επικρατούντες κλιµατικούς παράγοντες (Anko, 2007). Τα κλιµατικά, όµως, στοιχεία είναι πάντοτε συνάρτηση του υψόµετρου στο οποίο εκτείνεται το λιβάδι. Έτσι, οι παραπάνω αναφερόµενες λιβαδικές κατηγορίες (πεδινές, ορεινές, υπαλπικές) προσφέρονται για βόσκηση σε διαφορετικό χρόνο. Τα πεδινά από Νοέµβριο µέχρι Μάιο, τα ορεινά από Μάιο µέχρι τέλη Ιουνίου και η πολύ περιορισµένη έκταση των υπαλπικών για το υπόλοιπο του έτους. Για να γίνει όµως αξιοποίηση των εποχιακών λιβαδιών (εαρινοφθινοπωρινών, χειµερινών, θερινών) επιβάλλεται η καθ ύψος µετακίνηση των ζώων. Πολλές περιοχές όµως δεν διαθέτουν υπαλπικά λιβάδια, οπότε τα ζώα παραµένουν στην ορεινή ζώνη καθ όλη τη διάρκεια του θέρους. Το υπάρχον ζωικό κεφάλαιο θα µπορούσε να αυξηθεί, αν γίνονταν έργα υποδοµής των βοσκοτόπων, στα πλαίσια µιας ορθολογικής αξιοποίησης των βοσκοτόπων. 14

Πίνακας 4. Στοιχεία αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων της Περιφερειακής Πίνακας 4α. Ενότητας Γρεβενών. Είδος κτηνοτροφικής μονάδας Αριθμός κτηνοτροφικών μονάδων Αριθμός ζώων Αιγοπροβατοτροφικές συμβατικές μόνιμες 861 116.520 Αιγοπροβατοτροφικές βιολογικές μόνιμες 47 11.100 Αιγοπροβατοτροφικές μετακινούμενες 440 95.000 Πίνακας 4β. Είδος κτηνοτροφικής μονάδας Γάλα (τόνοι) Προβατοτροφικές 4.800 Αιγοτροφικές 6.519 Πίνακας 4γ. Είδος κτηνοτροφικής μονάδας Αριθμός ζώων Σφάγιο βάρος (τόνοι) Αιγοπροβατοτροφικές 55.840 526.7 15

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Ο κλάδος της αιγοπροβατοτροφίας στην Ελλάδα θεωρείται από τους πλέον δυναμικούς κλάδους της αγροτικής οικονομίας και γι αυτό το λόγο έχουν πραγματοποιηθεί πολλές ερευνητικές προσπάθειες τόσο από Έλληνες, όσο και από ξένους μελετητές. Πολλοί ερευνητές μελέτησαν το ζωοτεχνικό προφίλ, την οικονομικότητα και βιωσιμότητα του κλάδου καθώς και τις δυνατότητες για περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς του. Σε σχετική τους εργασία, οι Toro-Mujica et al., 2011 μελέτησαν τα ζωοτεχνικά χαρακτηριστικά, τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της βιολογικής προβατοτροφίας στη νοτιο-κεντρική Ισπανία. Προκειμένου να δημιουργηθεί μια τυπολογία, τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη χρήση μιας πολυμεταβλητής στατιστικής ανάλυσης (principal component analysis) και στη συνέχεια εφαρμόστηκε η μεθοδολογία της ανάλυσης σε συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε γενικές γραμμές οι πιο εντατικές εκμεταλλεύσεις είχαν υψηλότερο γεωργικό εισόδημα και υψηλότερη καθαρή προστιθέμενη αξία σε τιμές κόστους συντελεστών. Οι Apostolopoulos et al. (1996) και οι Hadjigeorgiou et al. (1999), στη μελέτη τους αναφέρουν ότι η κυρίαρχη μορφή των ελληνικών προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων συνίσταται σε μικρές οικογενειακές εκτροφές εκτατικής μορφής, οι οποίες χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό διαφοροποίησης ως προς το μέγεθος, τις σταυλικές εγκαταστάσεις, την παραγωγή, κ.ά. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μείωση των μικρών και μετακινούμενων εκμεταλλεύσεων και αύξηση των μεγάλων και οργανωμένων εκμεταλλεύσεων «κλειστού» τύπου με σαφή προσανατολισμό σε επιχειρηματικές δομές. Ο Χατζημηνάογλου (2001), και οι Κουτσούλη και Ρογδάκης (2002), μελέτησαν την προβατοτροφία στην Ελληνική επικράτεια που έχει ως παραγωγική κατεύθυνση την γαλακτοπαραγωγή και αποτελείται από γενετικώς ανομοιογενή ποίμνια. Τα εν λόγο ποίμνια απαρτίζονται από ζώα διαφορετικών φυλών και κυρίως από διασταυρωμένα ζώα άγνωστης γονοτυπικής σύνθεσης και τα οποία παρουσιάζουν μεγάλη παραλλακτικότητα σε ότι αφορά τα μορφολογικά, φυσιολογικά και παραγωγικά χαρακτηριστικά τους. Οι Rancourt et al. (2005), μελέτησαν την παραγωγικότητα των αιγοπροβάτων στη Μεσόγειο. Η μελέτη είχε ως στόχο τη σύγκριση της παραγωγικότητας των 16

αιγοπροβατοτροφικών συστημάτων στις Νότιες περιοχές της Ευρώπης (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία και Ελλάδα) και την πιθανή εξέλιξη τους στο μέλλον. Από την έρευνα προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα: Κατά μέσο όρο, η πρόσοδος από το γάλα ήταν μεγαλύτερη από ότι η πρόσοδος από το κρέας χάρη στις καλές τιμές που επικρατούσαν στην αγορά. Επιπλέον, η εξάρτηση από τις επιδοτήσεις είναι μεγαλύτερη σε κρεοπαραγωγικά συστήματα εκτροφής και σε εκτατικά συστήματα. Ωστόσο, τα γαλακτοπαραγωγά συστήματα εκτροφής είναι ποιο ευέλικτα στις συνθήκες της αγοράς. Επιπρόσθετα, η παραγωγή αιγοπροβατοτροφικών προϊόντων, είναι συχνά η μόνη δυνατή επιχείρηση σε λιγότερο ευνοημένες περιοχές. Ωστόσο, στην Ελλάδα και την Ισπανία κάποια ποιο εντατικά συστήματα εκτροφής είναι ποιο παραγωγικά στις πεδινές περιοχές. Οι Dimov and Kuzmanova (2007), μελέτησαν τα ζωοτεχνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά τριών φυλών προβάτων που εκτρέφονται στην περιοχή Plovdiv της Βουλγαρίας. Τα αποτελέσματα που εξήχθησαν αφορούσαν τη μέση γαλακτοπαραγωγή των ζώων, την πολυδυμία, το μέσο βάρος σε σφάγιο, την κατανάλωση της ζωοτροφής, την ακαθάριστη πρόσοδο, το γεωργικό εισόδημα και το γεωργικό οικογενειακό εισόδημα. Oι ερευνητές Αποστολόπουλος και Γιδαράκου (1991), ασχολήθηκαν με τη διερεύνηση των οικονομικοκοινωνικών παραγόντων που επηρεάζουν τη διάρθρωση του κλάδου της προβατοτροφίας στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας μεθόδους ανάλυσης πολυμεταβλητών δεδομένων. Οι Zioganas et al. (1994), σε σχετική τους εργασία ασχολήθηκαν με τη διερεύνηση της διάρθρωσης των προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων και μελέτησαν την τεχνική και οικονομική αποδοτικότητα του συστήματος λειτουργίας των εκμεταλλεύσεων αυτών στην περιοχή της Ηπείρου. Παράλληλα, στην εργασία τους αυτή ασχολήθηκαν με τη μελέτη των κοινωνικοοικονομικών επιδράσεων της δραστηριότητας της προβατοτροφίας στην περιοχή εγκατάστασής τους. Οι ερευνητές εκτίμησαν συναρτήσεις παραγωγής της μορφής Cobb-Douglas και διερεύνησαν τον άριστο συνδυασμό των διαθέσιμων πόρων του κλάδου. Οι Οlaizola and Huton (1995), μελέτησαν τα προβατοτροφικά συστήματα τόσο στις αρδευόμενες όσο και στις μη αρδευόμενες περιοχές τις Ισπανίας και του Aragon, όπου η κτηνοτροφία είναι η κύρια δραστηριότητα που καθορίζει την 17

περιβαλλοντική ισορροπία, την ανάπτυξη της περιοχής και τη μορφολογία του τοπίου. Οι Hadjigeorgiou et al. (1998), κατέγραψαν τα εφαρμοζόμενα συστήματα παραγωγής, το χρησιμοποιούμενο ζωικό κεφάλαιο, ενώ υπολόγισαν την αποδοτικότητα του ζωικού κεφαλαίου, καθώς και ειδικά θέματα εμπορίας του κλάδου. Επίσης, αναλύθηκε η πορεία του κλάδου στην Ελλάδα, μέσω της μελέτης διαφορετικών σεναρίων για εφαρμογή των μέτρων της κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Η επίδραση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του γάλακτος των προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων, μελετήθηκε από τους Karagianis and Galanopoulos (2000). Οι Fousekis et al. (2001), μέσω του μοντέλου DEA, προσδιόρισαν την αποδοτικότητα (overall efficiency) στις προβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις, ειδικότερα των ορεινών περιοχών της Ελλάδας. Οι Ζιωγάνας κ.ά. (2001), αφού συγκέντρωσαν τεχνοοικονομικά δεδομένα από 115 αιγοπροβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις, υπολόγισαν τις προσόδους, τα στοιχεία του κόστους, το κέρδος και τα επιτυγχανόμενα εισοδήματα (με και χωρίς τις επιδοτήσεις), ενώ προσδιόρισαν και την κατανομή τους ανά γεωγραφικό διαμέρισμα. Οι Ζιωγάνας κ.ά. (2001), Κιτσοπανίδης (2006), και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (2006), σύμφωνα με μελέτες τους κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η υψηλή παραγωγικότητά του κλάδου σε συνδυασμό με την προσαρμοστικότητά του στις φυσικές συνθήκες της Ελλάδος, την εξασφάλιση απασχόλησης σε μεγάλο αριθμό εργαζομένων, την επίτευξη ικανοποιητικού γεωργικού εισοδήματος, καθώς επίσης και τη δυνατότητα παραγωγής προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, παρέχουν τις δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξη του. Οι Milan et al. (2003), μελέτησαν τα οικονομικά αποτελέσματα της Ripollesa μιας φυλής προβάτων στην Ισπανία και θέσπισαν μια τυπολογία, η οποία κατηγοριοποίησε τα χαρακτηριστικά των διαφόρων τύπων των εκμεταλλεύσεων. Προκειμένου να δημιουργηθεί μια τυπολογία, τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη χρήση μιας πολυμεταβλητής στατιστικής ανάλυσης (principal component analysis) και στη συνέχεια εφαρμόστηκε η μεθοδολογία της ανάλυσης σε συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε γενικές γραμμές, ότι κάποιες εκμεταλλεύσεις που εφάρμοζαν καλύτερες κτηνοτροφικές πρακτικές, είχαν 18

υψηλότερο γεωργικό εισόδημα και υψηλότερη καθαρή προστιθέμενη αξία σε τιμές κόστους συντελεστών (NAVfc). Ο Bogiazoglu (2002), ασχολήθηκε με την επιστημονική έρευνα και την εφαρμογή της τεχνολογίας στην κτηνοτροφία, δύο παράγοντες που συντελούν καθοριστικά στην παραγωγή τροφίμων και ιδιαίτερα στις λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές του κόσμου. Ο Gursoy (2006), μελέτησε την πτωτική τάση της αιγοπροβατοτροφίας στην Τουρκία σε συνάρτηση με τους παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση όπως είναι το υψηλό ποσοστό αύξησης του πληθυσμού, το χαμηλό γενετικό δυναμικό των αυτοχθόνων φυλών, οι ακατάλληλες μέθοδοι αναπαραγωγής, η μείωση των λιβαδιών και των βοσκοτόπων, η εντατικοποίηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, οι δυσμενείς συνθήκες της αγοράς για την παραγωγή αιγοπρόβειων προϊόντων. Το 1/3 περίπου των προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα είναι μη βιώσιμες στο νέο περιβάλλον της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, όπως διαμορφώνεται ύστερα από την αποδέσμευση των ενισχύσεων από την παραγωγή (Theocharopoulos et al., 2006). Το μέγεθος των εκτροφών αποτελεί ένα από τους δύο παράγοντες που επιδρούν σημαντικά στην κερδοφορία των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Η πλειοψηφία δε των προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων της χώρας λειτουργεί υπό αυξανόμενες αποδόσεις κλίμακας, συνεπώς απαιτείται αύξηση μεγέθους για να επιτευχθεί χαμηλότερο κόστος παραγωγής και βελτίωση της κερδοφορίας (Theocharopoulos et al., 2007). Οι Gaspar et al. (2008), μελέτησαν τους ζωοτεχνικούς και οικονομικούς παράγοντες που επηρεάζουν τις προβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις στην περιοχή Extremadura της Ισπανίας. Τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη χρήση μιας πολυμεταβλητής στατιστικής ανάλυσης (principal component analysis) και στη συνέχεια εφαρμόστηκε η μεθοδολογία της ανάλυσης σε συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis). Η ανάλυση έδωσε πέντε συστάδες οι οποίες σχετίζονται με την εντατικοποίηση, την κερδοφορία, και τη μικτή κατεύθυνση παραγωγής. Οι Aggelopoulos et al. (2009), μελέτησαν τις δυνατότητες αναδιάρθρωσης και επιχειρηματικής εξέλιξης των προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα, μέσω 19

της μείωσης του κόστους παραγωγής τους. Ειδικότερα, με την εφαρμογή της Principal Component Analysis εξάγονται συμπεράσματα για την «εσωτερική συνοχή» των παραγόντων που συνθέτουν το συνολικό κόστος παραγωγής, ενώ περιγράφονται οι δομικές σχέσεις μεταξύ των βασικών παραμέτρων του. Με την εφαρμογή της Hierarchical Cluster Analysis οι εκμεταλλεύσεις κατατάσσονται σε δύο συστάδες, με βάση τα (scores) ανά συνιστώσα κόστους και αναδεικνύεται η διακριτική (discrimination) ικανότητα των συνιστωσών του. Οι Κιτσοπανίδης κ.α. (2009), με δείγμα από 28 αιγοπροβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις και με τη χρήση ειδικού ερωτηματολογίου ανέλυσαν τεχνικοοικονομικά την αιγοπροβατοτροφία στην επαρχία Λαγκαδά της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης. Οι Tolone et al. (2011), μελέτησαν βάση στατιστικών μοντέλων τους ζωοτεχνικούς παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομικότητα (γαλακτοπαραγωγή, μέσο βάρος κατά τη γέννηση και μέση ημερήσια αύξηση βάρους, θνησιμότητα, αγονιμότητα και ζώων βάρος). Η μελέτη έγινε σε δείγμα 15 κτηνοτρόφων. Οι Galanopoulos et al. (2011) στη μελέτη τους αναφέρουν ότι η μετακινούμενη αιγοπροβατοτροφία παρά τη φθίνουσα πορεία της εξακολουθεί να αποτελεί κύρια πηγή εισοδήματος για τις μειονοτικές και ορεινές περιοχές. Μέσω του μοντέλου DEA, προσδιόρισαν τους παράγοντες που επηρεάζουν την αποδοτικότητα των μετακινούμενων αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Τέλος, οι Tzouramani et al. (2011), μελέτησαν την οικονομικότητα και βιωσιμότητα της βιολογικής προβατοτροφίας. ιερευνήθηκε επίσης, η οικονομικότητα της βιολογικής σε σχέση με τη συμβατική προβατοτροφία. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας βλέπουμε ότι έχουν ερευνηθεί θέματα που αφορούν το ζωοτεχνικό προφίλ, την οικονομικότητα και τη βιωσιμότητα του κλάδου της αιγοπροβατοτροφίας. Ωστόσο, παρατηρείται ένα κενό στην βιβλιογραφία που αφορά στην επίδραση του μεγέθους των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων και των διάφορων ζωοτεχνικών πρακτικών, δύο παραγόντων που επιδρούν σημαντικά στην κερδοφορία των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων. 20

Για όλους τους παραπάνω λόγους κρίθηκε σκόπιμη η διεξαγωγή της παρούσας εργασίας, σκοπός της οποίας ήταν η διερεύνηση της παραγωγικότητα των διαφόρων συστημάτων εκτροφής από όπου προκύπτει και το οικονομικότερο σύστημα. Σκοπός της έρευνας Στην παρούσα εργασία καταγράφηκε η σημερινή εικόνα της αιγοπροβατοτροφίας στην Περιφεριακή Ενότητα Γρεβενών. Ειδικότερα, μελετήθηκαν τα βασικά ζωοτεχνικά, αναπαραγωγικά και οικονομικά χαρακτηριστικά των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων, ενώ διερευνήθηκε και η παραγωγικότητα των διαφόρων συστημάτων εκτροφής από όπου προέκυψε και το οικονομικότερο σύστημα. Επίσης, σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν και η ανάπτυξη τυπολογίας στο υπό μελέτη δείγμα εκμεταλλεύσεων και ο καθορισμός ομοειδών χωρικών ενοτήτωνσυστάδων, βάσει του οικονομικού τους προφίλ και της συμπεριφοράς τους σε σημαντικές ζωοτεχνικές παραμέτρους. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟ ΟΙ Για τις ανάγκες της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν ζωοτεχνικά και οικονομικά δεδομένα 81 αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων, μέγεθος που αποτελεί το 4,85% του συνόλου των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων της περιοχής έρευνας, καθώς και το 0,03% του συνολικού αριθμού των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων της χώρας, ενώ αποτελεί το 0,22% του συνόλου των αιγοπροβατοτροφικών κεφαλών της χώρας και το 29,6% της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών. Τα δεδομένα για τον αριθμό των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων προήλθαν αρχικά από στοιχεία του Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και από τις κατά τόπου ιευθύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης. Τα ζωοτεχνοοικονομικά δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα συλλέχθηκαν κατά την περίοδο 2008-2010 με τη μέθοδο των προσωπικών συνεντεύξεων από τους 21

αρχηγούς των εκμεταλλεύσεων και με τη συμπλήρωση κατάλληλα δομημένου ερωτηματολογίου. Τα στοιχεία ελήφθησαν έπειτα από προσωπική συνάντηση. Έγινε προσπάθεια να συγκεντρωθούν στοιχεία από όλα τα συστήματα εκτροφής που χρησιμοποιούνται στην ελληνική αιγοπροβατοτροφία. Η μέθοδος δειγματοληψίας που ακολουθήθηκε είναι η απλή τυχαία δειγματοληψία (Φαρμάκης, 2002). Στο συνολικό αριθμό των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων συγκαταλέχθηκαν μόνο οι πιστοποιημένες εκμεταλλεύσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο χρόνος συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου υπολογίστηκε στα 60 λεπτά για κάθε αιγοπροβατοτροφική εκμετάλλευση καθώς επίσης και ότι οι εκμεταλλεύσεις ήταν είτε προβατοτροφικές, είτε αιγοτροφικές, είτε μικτές. Τα δεδομένα που λήφθηκαν από τα 81 ερωτηματολόγια αρχικά εισήχθησαν στο Microsoft Office 2007 και συγκεκριμένα σε πρόγραμμα Excell και ακολούθως, για τη στατιστική τους ανάλυση, χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό προγράμματα SPSS 13 και το λογισμικό PermuCLUSTER ver.1.0. Στη συνέχεια περιγράφεται το ερωτηματολόγιο και η μέθοδος δειγματοληψίας που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα και παρουσιάζεται αναλυτικά η μεθοδολογία ανάλυσης των δεδομένων της έρευνας. Περιγραφή ερωτηματολογίου Το ερωτηματολόγιο αποτελείται από 18 μέρη και 623 ερωτήσεις. Στο ερωτηματολόγιο περιλαμβάνονται ερωτήματα που αφορούν: τα ζωοτεχνικά και αναπαραγωγικά χαρακτηριστικά (101), τα κοινωνικά χαρακτηριστικά και τις απόψεις των κτηνοτρόφων για την αιγοπροβατοτροφία (21), τον κλάδο της φυτικής παραγωγής καθώς επίσης και το είδος και την ποιότητα των βοσκοτόπων που διαθέτουν (126), τις παροχές (192). Ακόμα καταγράφονται η ποιότητα και η αξία των ζωοτροφών (33), θέματα υγιεινής και ασθενειών (12), στοιχεία εμπορίας των ζώων (81), η ποσότητα, η ποιότητα και η τιμή του γάλακτος (18), ενώ τέλος, υπάρχουν ερωτήματα που αναφέρονται στις οικονομικές ενισχύσεις (39). 22

Χαρακτηριστικά και οργάνωση των εκμεταλλεύσεων Για τη μελέτη και τη σύγκριση των ζωοτεχνικών και των οικονομικών χαρακτηριστικών των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων, επιλέχτηκαν ως κριτήρια κατάταξης και σύγκρισης τα εξής: I το μέγεθος της εκτροφής (Μ) II το είδος των εκτρεφόμενων ζώων (Ε) III η φυσιογνωμία της εκμετάλλευσης (Φ) IV η καταγωγή και το ιστορικό της εκμετάλλευσης (Κ) V το έτος ίδρυσης των εκμεταλλεύσεων (Ι) VI το επίπεδο των γραμματικών γνώσεων (Γ) VII η ηλικία του αρχηγού της εκμετάλλευσης (Η). Τεχνοοικονομική ανάλυση της αιγοπροβατοτροφίας Κατά τον υπολογισμό των οικονομικών αποτελεσμάτων δεν λήφθηκαν υπόψη οι επιδοτήσεις, ώστε να προσδιοριστούν καλύτερα τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας και βιωσιμότητας των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Αρχικά λοιπόν πραγματοποιήθηκε απογραφή και εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων (μόνιμο και μεταβλητό κεφάλαιο) των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων του επιλεγέντος δείγματος. Στη συνέχεια υπολογίστηκε η ακαθάριστη πρόσοδος, οι δαπάνες παραγωγής και εξήχθησαν τα βασικότερα οικονομικά αποτελέσματα όπως το σύνολο δαπανών παραγωγής, το σύνολο δαπανών σταθερού και μεταβλητού κεφαλαίου, το κέρδος ή η ζημιά, το γεωργικό εισόδημα και το γεωργικό οικογενειακό εισόδημα. Για την αντικειμενική εκτίμηση των οικονομικών αποτελεσμάτων έγινε αναγωγή τους σε τιμές ανά παραγωγικό ζώο, ώστε να γίνουν κατανοητότερα. Στη συνέχεια τα οικονομικά αποτελέσματα ταξινομήθηκαν ως προς το μέγεθος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πραγματοποίηση της ταξινόμησης, έγινε με τη βοήθεια του μη παραμετρικού ελέγχου Kruskal-Wallis ο οποίος αποτελεί τον αντίστοιχο μη παραμετρικό έλεγχο της ανάλυσης διακύμανσης (Anova-analysis) με ένα παράγοντα 23

(ανεξάρτητη μεταβλητή) (Μπόρα-Σέντα και Μωυσιάδης, 2000), (Τσάντας, κ.ά., 1999,. Hinkle et al, 1988, Agresti and Agresti, 1979). Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως ανεξάρτητη μεταβλητή θεωρήθηκε το μέγεθος της εκμετάλλευσης με τέσσερα επίπεδα (Μ 1, Μ 2, Μ 3 και Μ 4), ενώ ως εξαρτημένες μεταβλητές τα διάφορα τεχνοοικονομικά δεδομένα, τα οποία αναλύθηκαν ένα κάθε φορά. Ως προς το μέγεθος της εκτροφής (Μ) δημιουργήθηκαν τέσσερις κατηγορίες εκτροφών (Μ 1, Μ 2, Μ 3, και Μ 4 ) όπου Μ 1 είναι μονάδες μικρής δυναμικότητας από 1 έως 199 αιγοπρόβατα και θεωρούνται μονάδες οικογενειακού τύπου. Μ 2 είναι οι μονάδες μεσαίας δυναμικότητας, από 200 έως 399 αιγοπρόβατα. Είναι μονάδες που εμφανίζουν αρκετά μεγάλο ρυθμό εκσυγχρονισμού, με τις νέες τάσεις της αιγοπροβατοτροφίας. Μ 3 είναι μονάδες μεγάλης δυναμικότητας, από 400 έως 599 αιγοπρόβατα και Μ 4 είναι οι μονάδες από 600 και άνω αιγοπρόβατα. Ως προς το είδος των εκτρεφόμενων ζώων δημιουργήθηκαν τρεις κατηγορίες (Ε 1, Ε 2 και Ε 3 ) όπου το Ε 1 αναφέρεται στις προβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις, Ε 2 στις αιγοτροφικές και Ε 3 στις μικτές εκμεταλλεύσεις. Ως προς τη φυσιογνωμία της εκμετάλλευσης, όπως προσδιορίστηκε από το γεωγραφικό τους προφίλ σχηματίστηκαν τέσσερις κατηγορίες (Φ 1, Φ 2, Φ 3 και Φ 4 ) όπου το Φ 1 αναφέρεται στις ορεινές εκμεταλλεύσεις, το Φ 2 για στις ημιορεινές και το Φ 3 στις μετακινούμενες ή νομαδικές εκμεταλλεύσεις. Ως προς την καταγωγή και το ιστορικό της εκμετάλλευσης διακρίθηκαν δύο κατηγορίες (Κ 1 και Κ 2 ) όπου το Κ 1 αναφέρεται στις εκμεταλλεύσεις που δημιουργήθηκαν εκ νέου και το Κ 2 για τις εκμεταλλεύσεις που προϋπήρχαν. Ως προς το έτος ίδρυσης των εκμεταλλεύσεων δημιουργήθηκαν επτά κατηγορίες (Ι 1, Ι 2, Ι 3, Ι 4, Ι 5, Ι 6 και Ι 7 ) όπου το Ι 1 αναφέρεται στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το 1950-1959, το Ι 2 στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το 1960-1969, το Ι 3 στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το1970-1979, το Ι 4 στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το 1980-1989, το Ι 5 στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το 1990-1999, το Ι 6 στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το 2000-2009 και τέλος το Ι 7 στις εκμεταλλεύσεις που ιδρύθηκαν από το 2009 έως σήμερα. Ως προς το επίπεδο των γραμματικών γνώσεων των αρχηγών των εκμεταλλεύσεων διακρίθηκαν τρεις κατηγορίες (Γ 1, Γ 2 και Γ 3 ) όπου το Γ 1 αναφέρεται στη στοιχειώδη εκπαίδευση, όπου οι κτηνοτρόφοι είναι απόφοιτοι δημοτικής εκπαίδευσης, το Γ 2 για τη μέση εκπαίδευση, όπου οι κτηνοτρόφοι είναι απόφοιτοι λυκείου και το Γ 3 για την ανώτερη-ανώτατη 24

εκπαίδευση, όπου οι κτηνοτρόφοι είναι απόφοιτοι των ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Ως προς την ηλικία του αρχηγού της εκμετάλλευσης σχηματίστηκαν τέσσερις κατηγορίες (Η 1, Η 2, Η 3 και Η 4 ) όπου το Η 1 αναφέρεται στις ηλικίες από 21 έως 35 ετών, το Η 2 από 36 έως 50 ετών, το Η 3 από 51 έως 65 ετών και το Η 4 από 66 έως 80 ετών. Στατιστική ανάλυση Στην περίπτωση στατιστικής σημαντικότητας του ελέγχου Kruskal-Wallis οι επιμέρους ανά δύο συγκρίσεις των επιπέδων της ανεξάρτητης μεταβλητής έγιναν με τον στατιστικό έλεγχο Mann-Whitney (Μπόρα-Σέντα και Μωυσιάδης, 2000). Αξίζει να σημειωθεί ότι προτιμήθηκαν οι μη παραμετρικοί έλεγχοι γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις δεν φάνηκε να ισχύει η υπόθεση της κανονικής κατανομής και της ομοιογένειας της διασποράς (Τσάντας, κ.ά., 1999). Επίσης όταν επιχειρήθηκαν συγκρίσεις διαφόρων υποομάδων του δείγματος τα μεγέθη των υποομάδων ήταν μικρά. Το παρατηρούμενο επίπεδο σημαντικότητας (p-value) υπολογίστηκε με την μέθοδο προσομοίωσης Monte Carlo. Τυπολογική Ανάλυση των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων Με την εφαρμογή της μεθοδολογίας της Ανάλυσης σε Συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis) επιδιώκεται ο καθορισμός τυπολογίας των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων, βάσει των οικονομικών τους αποτελεσμάτων και της συμπεριφοράς τους σε σημαντικές ζωοτεχνικές παραμέτρους. Με την ανάπτυξη της τυπολογίας αναμένεται να καθοριστεί το ζωοτεχνικό προφίλ και τα παραγωγικά χαρακτηριστικά των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών. Από τη μελέτη της επίδρασης συγκεκριμένων ζωοτεχνικών παραμέτρων στη διαμόρφωση του βέλτιστου οικονομικού αποτελέσματος προκύπτουν συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης του κλάδου της αιγοπροβατοτροφίας στην Ελλάδα και βελτίωσης της ανταγωνιστικότητάς του. Η ανάλυση σε συστάδες είναι μια περιγραφική μέθοδος η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υποστηρίζεται από κάποιο ισχυρό θεωρητικό πλαίσιο της Επαγωγικής Στατιστικής (Hair et al, 1995, Coakes and Steed, 1999). O σχηματισμός των ομάδων-συστάδων στηρίζεται σε απλές υπολογιστικές ρουτίνες (Kinnear and Taylor, 1996), οι οποίες, αν και έχουν αξιοσημείωτες μαθηματικές 25

ιδιότητες, ωστόσο δεν αποτελούν τίποτε άλλο από έξυπνους αλγόριθμους, το αποτέλεσμα των οποίων ερμηνεύεται κυρίως με τη βοήθεια πρακτικών κανόνων. Η ανάλυση σε συστάδες εφαρμόζεται σε πολλά επιστημονικά πεδία και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται τόσο στο υπολογιστικό μέρος της ανάλυσης όσο και στο ερμηνευτικό. Με βάση τα τεχνικοοικονομικά στοιχεία των εκμεταλλεύσεων του δείγματος εξάγονται κάποια βασικά αποτελέσματα. Από αυτά, προκύπτουν και τα οικονομικά αποτελέσματα τα οποία είναι: - το σύνολο δαπανών του κεφαλαίου ανά παραγωγικό ζώο, - το σύνολο δαπανών μεταβλητού κεφαλαίου ανά παραγωγικό ζώο, - το σύνολο δαπανών παραγωγής ανά ζώο, το καθαρό κέρδος ανά παραγωγικό ζώο χωρίς επιδοτήσεις, - το γεωργικό εισόδημα ανά παραγωγικό ζώο χωρίς επιδοτήσεις και - το γεωργικό οικογενειακό εισόδημα ανά παραγωγικό ζώο χωρίς επιδοτήσεις. Η επιλογή τους έγινε γιατί αποτελούν τις πιο χρησιμοποιούμενες μορφές οικονομικού αποτελέσματος, στη σύγχρονη γεωργική οικονομική ανάλυση, ενώ η γνώση τους ερμηνεύει τη «συμπεριφορά» των εκμεταλλεύσεων (Doll and Oragen 1984, Κιτσοπανίδης και Καμενίδης 2003). Για την ανάπτυξη της τυπολογίας των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων με βάση τα παραπάνω οικονομικά αποτελέσματα, εφαρμόστηκε η Ιεραρχική Ανάλυση Συστάδων. Ο σχηματισμός των συστάδων έγινε με βάση το κριτήριο του Ward, ενώ το τετράγωνο της ευκλείδειας απόστασης χρησιμοποιήθηκε ως μέτρο (αν)ομοιότητας των εκμεταλλεύσεων (Hair et al. 1995, Sharma 1996). Η ανάλυση πραγματοποιήθηκε με το στατιστικό πακέτο SPSS ver. 13.0. Οι μεταβλητές πριν την είσοδό τους στην ανάλυση μετασχηματίστηκαν σε z-scores. Η σταθερότητα των αποτελεσμάτων, σε σχέση με τη σειρά εισόδου των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων στην ανάλυση, ελέγχθηκε με τη βοήθεια του λογισμικού PermuCLUSTER ver.1.0 (Spaans and Van der Kloot, 2004). Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε ανάλυση του προφίλ δευτέρου επιπέδου των συστάδων των εκμεταλλεύσεων, λαμβάνοντας υπόψη ειδικές ζωοτεχνικές παραμέτρους, που αποτελούν παράγοντες που συντελούν στην αναδιάρθρωση των 26

αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων καθώς και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους (Ridgeon, 1992). Οι παράμετροι αυτές είναι οι ακόλουθες: - το σύστημα εκτροφής που μπορεί να είναι είτε μετακινούμενο, είτε μη μετακινούμενο - το επίπεδο γραμματικών γνώσεων του ιδιοκτήτη-αρχηγού της εκμετάλλευσης - η μέθοδος γονιμοποίησης, όπου προσδιορίζεται αν η μέθοδος γονιμοποίησης είναι η φυσική οχεία ή η τεχνητή σπερματέγχυση - αίτια αντικατάστασης ζώων, τα οποία είναι η χωλότητα, η μαστίτιδα, οι θάνατοι και η αγονιμότητα - η προέλευση των κριών / τράγων, η οποία μπορεί να είναι είτε από το κοπάδι είτε από αγορά - η ύπαρξη ή όχι στην εκμετάλλευση κτηνίατρου - η ύπαρξη συστημάτων οχειών οι οποίες μπορεί να είναι ελεύθερες οχείες, οχείες κατά ομάδες οχείες και ατομικές οχείες. 27

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Ανάλυση ζωοτεχνικών χαρακτηριστικών και οργάνωσης των αιγοπροβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων Ως προς το μέγεθος της εκτροφής (Μ) δημιουργήθηκαν τέσσερις κατηγορίες εκτροφών (Πίνακας 5). Πίνακας 5. Κλάσεις μεγέθους των εκμεταλλεύσεων. Κλάσεις μεγέθους Αριθμός εκμεταλλεύσεων Ποσοστό % 1. Μ1: 1-199 18 22,2 2. Μ2: 200-399 30 37,0 3. Μ3: 400-599 17 21,0 4.M4:>=600 16 19,8 Σύνολο 81 100 Από τον πίνακα 5 παρατηρούμε ότι το 37 % των εκμεταλλεύσεων κυμαίνονται μεταξύ 300-399 ζώα. Ακολουθούν οι εκμεταλλεύσεις μικρής δυναμικότητας με ποσοστό 22,2%. Το 21% των εκμεταλλεύσεων έχει από 400-599 ζώα, ενώ το 19,8% έχει περισσότερα από 600 ζώα. Ως προς το είδος των εκτρεφόμενων ζώων δημιουργήθηκαν τρεις κατηγορίες (Πίνακας 6). Πίνακας 6. Είδος εκτρεφόμενων ζώων Κλάσεις μεγέθους Αριθμός εκμεταλλεύσεων Ποσοστό % 1. Ε1 39 48,2 2. Ε2 6 7,4 3. Ε3 36 44,4 Σύνολο 81 100 28

Από τον πίνακα 6 παρατηρούμε ότι το 44,4 % των εκμεταλλεύσεων είναι μικτής κατεύθυνσης. Το 48,2% των εκμεταλλεύσεων είναι προβατοτροφικές και το 7,4% αιγοτροφικές. Ως προς τη φυσιογνωμία της εκμετάλλευσης, όπως προσδιορίστηκε από το γεωγραφικό τους προφίλ σχηματίστηκαν τέσσερις κατηγορίες (Πίνακας 7). Πίνακας 7. Φυσιογνωμία εκμετάλλευσης Είδος εκμετάλλευσης Αριθμός εκμεταλλεύσεων Ποσοστό % 1. Φ1: ορεινές εκμεταλλεύσεις 36 44,4 2. Φ2: ημιορεινές εκμεταλλεύσεις 14 17,2 3. Φ3: μετακινούμενες εκμεταλλεύσεις 31 38,4 Σύνολο 81 100 Από το σύνολο των 81 εκμεταλλεύσεων του δείγματος οι 36 βρίσκονται σε ορεινές περιοχές, οι 14 σε ημιορεινές και οι 31 ανήκουν σε μετακινούμενες εκμεταλλεύσεις. Ως προς την καταγωγή και το ιστορικό της εκμετάλλευσης διακρίθηκαν δύο κατηγορίες (Πίνακας 8). Πίνακας 8. Καταγωγή-Ιστορικό εκμετάλλευσης Καταγωγή-Ιστορικό εκμεταλλεύσεων Αριθμός εκμεταλλεύσεων Ποσοστό % 1. Κ1 23 28,39 2. Κ2 58 71,61 Σύνολο 81 100 Στον πίνακα 8 παρατηρείται ότι το 71,61% των εκμεταλλεύσεων προϋπήρχε, ενώ μόλις το 28,39% αυτών δημιουργήθηκε εκ νέου. 29