14 Ιουνίου 2016 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων Γενικών Λυκείων (Παλιό Σύστημα) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ A1. Το κάθε ποίημα αποτελεί και μια μοναδική ιστορία που μέσα από τα αλλεπάλληλα τρία ή τέσσερα επεισόδια- εικόνες εκφράζει κάποιο μήνυμα. Στο συγκεκριμένο ποίημα έχουμε τις εξής ιδεοπλαστικές σκηνές-εικόνες: α) Στίχοι 1-3(Ἕνας μπαξὲς γεμᾶτος αἷμα εἶν ὁ οὐρανὸς καὶ λίγο χιόνι): Στην πρώτη ενότητα ο ουρανός παρομοιάζεται με μπαξέ γεμάτο αίμα και χιόνι, β) Στίχοι 4-6(ἔσφιξα τὰ σκοινιά μου πρέπει καὶ πάλι νὰ ἐλέγξω τ ἀστέρια): Στη δεύτερη ενότητα παρουσιάζεται ο ποιητής-ελεγκτής. γ) Στίχοι 7-11 (ἐγὼ κληρονόμος πουλιῶν πρέπει ἔστω καὶ μὲ σπασμένα φτερὰ νὰ πετάω).: Στην τρίτη ενότητα τονίζεται η ευθύνη του ποιητή στον κόσμο. Β1. Η ποίηση του Μ. Σαχτούρη είναι κατάστικτη από χρώματα-σύμβολα. Συγκεκριμένα στους τρεις πρώτους στίχους απεικονίζει το σκηνικό: τον ουρανό που μοιάζει με κήπο αιματοβαμμένο και χιονισμένο (μεταφορά). Η εικόνα ανακαλεί στο μυαλό μνήμες του αλβανικού πολέμου το αίμα των στρατιωτών, που βάφει κόκκινο το χιόνι, ή το σκληρό χειμώνα του '42. Ο ποιητής παίζει με την αντίθεση των χρωμάτων, το λευκό του χιονιού και το κόκκινο του αίματος, που αποτελούν και τα αγαπημένα χρώματα της ποίησης του. Ο ουρανός (το γαλάζιο, το χρώμα του ουρανού και της ελευθερίας) αποτελεί πάγιο αίτημα στην ποίηση του Σαχτούρη και συμβολίζει τον πνευματικό χώρο στον οποίο κινείται ο ποιητής, εκεί όπου η ελευθερία, η δικαιοσύνη και οι άλλες αξίες έχουν περίοπτη θέση. Επίσης, το αίμα και το κόκκινο είναι βασικά μοτίβα της ποίησης του Μ. Σαχτούρη. Αποτελεί σύμβολο του πολέμου, της σφαγής, την ωμή πραγματικότητα του Β Παγκοσμίου Πολέμου, του Εμφυλίου. Είναι ένα σύμβολο της βίας, της δολοφονικής όψης της εποχής, του ολέθρου. Στη συνέχεια περνά στο λευκό με το λίγο χιόνι. Το λευκό συμβολίζει όλα όσα σημαίνουν και τελικά 1
καταξιώνουν τη ζωή, την αγάπη, την ποιότητα, τον ανθρωπισμό, την αγνότητα της ποίησης και κατ επέκταση του ποιητή. Η ψυχή του ευαίσθητη μοιάζει με του παιδιού. Η οπτική του αγνή, χωρίς την επέμβαση του ορθολογισμού μπορεί να δημιουργήσει απ την αρχή τον κόσμο. Τέλος, έμμεσα ενυπάρχει το μαύρο, το χρώμα του πένθους και του θανάτου. Ο ουρανός στο ποίημα έχει χάσει το χρώμα του, είναι ματωμένος και σκοτεινός. Συμπερασματικά, «μερικά χρώματα (όπως το κόκκινο) δεν χρωματίζουν απλώς, αλλά αφαιρούν το χρώμα (του άσπρου), συσκοτίζουν και σκοτώνουν, εξαφανίζουν τα άλλα χρώματα» (Ζωή Σαμαρά). Β2.α. Η γλώσσα του ποιήματος είναι απλή και το λεξιλόγιο λιτό. Ο ποιητικός λόγος κυριαρχείται από ουσιαστικά (μπαξές, ουρανός, χιόνι) και ρήματα (έσφιξα, πρέπει, να ελέγξω), τα οποία προσδίδουν στο ποίημα πυκνότητα και βάθος. Οι στίχοι είναι, σχεδόν, μονολεκτικοί(εγώ), αντιλυρικοί (ἔσφιξα τὰ σκοινιά μου), και εκφράζουν την τραυματισμένη ψυχή του ποιητή. β. Το μήνυμα του ποιήματος στηρίζεται σε τρεις σκηνές-εικόνες, που συν-δέονται μεταξύ τους με δύο βουλητικές προτάσεις, οι οποίες αποτελούν τους βασικούς αρμούς του ποιήματος και καθορίζουν το ρόλο του ποιητή και την ευθύνη του απέναντι στους άλλους. Συγκεκριμένα: στ. 1-2 (Ἕνας μπαξὲς γεμᾶτος αἷμα εἶν ὁ οὐρανὸς): Η εικόνα του κήπου, του περιβολιού στον ουρανό έχει διττή σημασία, για να δείξει ότι ο ουρανός σιγά-σιγά αποκτά χαρακτηριστικά του κόσμου μας. «Γίνεται κι αυτός από ουράνιος, θεϊκός ένα αντίγραφο της δικής μας νοσηρής πραγματικότητας» (Ζωή Σαμαρά) και για να δηλώσει την αφθονία, τον πολλαπλασιασμό, την «παραγωγή» του αίματος και της αγριότητας (μπαξές γεμάτος = φυτεμένος/καλλιεργημένος). στ. 4 (ἔσφιξα τὰ σκοινιά μου): Η δεύτερη σκηνή απεικονίζει το ποιητικό υποκείμενο στον ουρανό ως ελεγκτή «μηχανοδηγό», που σφίγγει τα σκοινιά του για να κρατηθεί ψηλά. Το ρήμα «έσφιξα», σε χρόνο αόριστο, υποδηλώνει τη δυσκολία της αποστολής του. Η εικόνα έσφιξα τα σκοινιά μάς παραπέμπει: στην περίπτωση ενός ανθρώπου που ετοιμάζεται να κατεβεί από ψηλά στο κενό δεμένος με ένα σκοινί και πριν επιχειρήσει το ριψοκίνδυνο άλμα ελέγχει τη σταθερότητα των σκοινιών που τον συγκρατούν. Πρόκειται για αποφασιστικό εγχείρημα, ριψοκίνδυνο και τολμηρό, που απαιτεί ετοιμότητα, αυτοσυγκέντρωση, σταθερότητα, λεπτούς χειρισμούς και υπολογισμένες κινήσεις. Τις ίδιες απαιτήσεις έχει και ο ρόλος του ελεγκτή-ποιητή, αφού και αυτός πρέπει να ενεργοποιήσει τις δυνάμεις του, να βρίσκεται σε συνεχή επαγρύπνηση, για να κρατάει ανοιχτούς τους δρόμους της επικοινωνίας των ανθρώπων με τον ουρανό. Έχει ευθύνη, λοιπόν, σ' αυτή την εφιαλτική εποχή, να ελέγχει το φως των αστεριών και να επικοινωνεί με τον ουρανό, δηλαδή να διατηρεί την πνευματική 2
του νηφαλιότητα και να τη μεταλαμπαδεύει στους άλλους. στ. 5 (πρέπει καὶ πάλι νὰ ἐλέγξω): Στίχος- κλειδί για την κατανόηση του ποιήματος. Το α πρόσωπο μας οδηγεί στην ταύτιση του τίτλου με τον ποιητή. Η ευθύνη του ποιητή συνίσταται στο να καθιστά δυνατή την επικοινωνία με τον ουρανό. Έστω και με φτερά σπασμένα ο ποιητής ως ελεγκτής οφείλει να ελέγχει το φως των αστεριών σε ένα ουρανό που είναι ασφαλώς μία δύσκολη υπόθεση (γεμάτος αίμα και λίγο χιόνι), επειδή αυτό υπαγορεύει η ίδια του η φύση του ως κληρονόμου πουλιών. Στο ποίημα συναντάμε το πάγιο στην ποίηση του Σαχτούρη αίτημα για ουρανό η ευθύνη του ποιητή συνίσταται στη δικαίωση του αιτήματος αυτού, που είναι για τον Σαχτούρη ένα πανανθρώπινο αίτημα: Ας μη το κρύβουμε / διψάμε για ουρανό (σχολικό βιβλίο, σελ. 79). στ. 9-11 (πρέπει ἔστω καὶ μὲ σπασμένα φτερὰ νὰ πετάω): Η τρίτη εικόνα παρουσιάζει τον ποιητή μεταμορφωμένο σε πουλί να εποπτεύει τον ουράνιο και το γήινο χώρο. Ως «κληρονόμος πουλιών», αγωνίζεται να είναι συνεπής στο χρέος του, «έστω και με σπασμένα φτερά». Το ρήμα «πρέπει» τονίζει την αναγκαιότητα αυτού του ρόλου και τη συναίσθηση της ευθύνης του ποιητή. Η ενότητα αυτή προβάλλει το «μήνυμα» του ποιήματος: ο ποιητής πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση, έστω και αν είναι ψυχικά τραυματισμένος από την εποχή του. Δεν του συγχωρείται καμία ανθρώπινη αδυναμία, δεν έχει το δικαίωμα να επικαλεστεί καμία δικαιολογία: πρέπει να αίρεται με τα σπασμένα φτερά πάνω από την πραγματικότητα. Πρέπει και στις πιο αντίξοες συνθήκες να υπερασπίζεται το φως και να μάχεται το σκοτάδι. Ο «τραυματισμός» του ποιητή εκφράζεται με την εικόνα των «σπασμένων φτερών», φράση που συνδέει το ποίημα με το απαισιόδοξο κλίμα της ποίησης του Καρυωτάκη («Έχω κάτι σπασμένα φτερά»). Γ1. ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ α) Το ποίημα αρχίζει με μια υπερρεαλιστική εικόνα: ένας μπαξές γεμάτος αίμα είν ο ουρανός και λίγο χιόνι. Η μεταφορά (μπαξές) αισθητοποιεί την ασαφή εικόνα του ουρανού, ο οποίος μέσα από αυτή γίνεται ένας χώρος γνωστός από την εμπειρία, όμως ταυτόχρονα αποσυνδεδεμένος από αυτήν και τοποθετημένος σε μια φανταστική πραγματικότητα. Οι τρεις πρώτοι στίχοι απεικονίζουν το σκηνικό, τον ουρανό που μοιάζει με κήπο αιματοβαμμένο και χιονισμένο (μεταφορά). Η εικόνα ανακαλεί στο μυαλό μνήμες του αλβανικού πολέμου. Ο ουρανός σημαίνει πρωτίστως τον πνευματικό πολιτισμό, τον υψηλό κόσμο του πνεύματος. Ένας κόσμος απρόσιτος, απομονωμένος, δυσάλωτος, απόμακρος, ειδικά στη ζοφερή εποχή του ποιητή. Ζει σε μια πραγματικότητα εχθρική, βίαιη, 3
αντιπνευματική, ηθικής βαρβαρότητας. Πληγώνεται καθημερινά από την υλιστική υστερία, από την αλαζονεία της δύναμης και του πλούτου. Μόνο ο πνευματικός κόσμος μπορεί να δώσει παρηγοριά στον καταδιωγμένο ποιητή. Στην ενότητα αυτή μπορεί να διακρίνει κανείς και το δεύτερο επίπεδο χώρου, το γήινο, αφού το αίμα και το χιόνι θα πέσουν από τον ουρανό στη γη. Το αίμα και το κόκκινο αποτελούν σύμβολα του πολέμου, της σφαγής. Και μάλιστα τοποθετεί το αίμα στον ουρανό, γιατί επιθυμεί να τονίσει ότι η αγριότητα και η κτηνωδία είναι τόσο μεγάλη που αποκτά διαστάσεις συμπαντικές. β) Ο τίτλος του ποιήματος «Ο Ελεγκτής» ακολουθεί τη συνήθη τακτική του Σαχτούρη, ένα ουσιαστικό συνοδεύεται από ένα οριστικό άρθρο (π.χ. «Το Ψωμί», «Ο Συλλέκτης», «Η Αποκριά»). Ο τίτλος έχει συμβολικό περιεχόμενο και αναφέρεται στη συνειδητή αποστολή του ποιητή. Σχετίζεται με το ρήμα του ποιητικού κειμένου να ελέγξω, με το οποίο ο ποιητής δηλώνει το ρόλο του ο ποιητής, ένα πρόσωπο επιφορτισμένο με μια τεράστια ευθύνη. Αυτός πρέπει να διευκολύνει τους ανθρώπους που θέλουν να επικοινωνήσουν με τον ουρανό, αυτός πρέπει να φροντίζει ώστε να υπάρχουν σταθερά οι προϋποθέσεις που θα ευνοούν αυτή την επικοινωνία. Ο ποιητής-ελεγκτής είναι ο διαμεσολαβητής, ο καθοδηγητής, το αρμόδιο πρόσωπο που οφείλει να ελέγχει τ' αστέρια, που πρέπει να βρίσκεται σε επαγρύπνηση, ώστε να μη σβήσει το φως τους. Αυτός δηλαδή έχει την υποχρέωση να οδηγεί τους ανθρώπους από τον αισθητό κόσμο της λογικής στον ονειρικό κόσμο της ποίησης, από τον κόσμο της ύλης στον κόσμο του πνεύματος να προσανατολίζει όσους έρχονται στον ουρανό και να δημιουργεί το ευνοϊκό περιβάλλον και τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε η επικοινωνία των ανθρώπων με τον ουρανό να είναι απρόσκοπτη. Αυτά υποδηλώνει ο τίτλος, σε συσχετισμό με το ομόρριζο ρήμα του κειμένου. Δ1. Και στα δύο ποιήματα μπορούμε να εντοπίσουμε ομοιότητες και διαφορές. Και τα δύο ποιήματα είναι ποιήματα ποιητικής, καθώς αναφέρονται στην ποίηση και το ρόλο του ποιητή και μάλιστα έχουν το ίδιο ποιητικό εγώ. Συγκεκριμένα ο Μ. Σαχτούρης ταυτίζει τον ποιητή με τον ελεγκτή: είναι «κληρονόμος πουλιών» και έχει «φτερά», γνωρίσματα που παραπέμπουν στην ποιητική ιδιότητα του Σαχτούρη, ο οποίος έχει χρέος να «πετάει» ψηλότερα από τους άλλους ανθρώπους και να φρουρεί ως πνευματικός ταγός τις πανανθρώπινες αξίες. Επίσης, ο «ελεγκτής» ζει σε δύσκολα χρόνια, όπως υποδηλώνει ο ματωμένος ουρανός, το χιόνι και τα σπασμένα φτερά. Είναι τα χρόνια τα μεταπολεμικά, τη φρίκη των οποίων έχει έντονα στη μνήμη του ο ποιητής. Ο Σαχτούρης είναι ένας παρατηρητής που με φοβισμένα μάτια κοιτάζει τον κόσμο. Έναν κόσμο τρομακτικό, παραμορφωμένο. Ο ποιητής μέσα 4
από τις εμπειρίες του, από την κατοχή και τον Εμφύλιο, έζησε τη διάψευση των ελπίδων και την παράλογη συντήρηση του κακού. Πληγώνεται από βαθιά τραυματικά βιώματα που καμιά ελπίδα ή ιδανικό δεν μπόρεσε να επουλώσει τις πληγές του. Εισάγει στην ποίηση τη μοναξιά και το παράλογο. Αντίστοιχα, και ο Θανάσης Κ. Κωσταβάρας στο ποίημα του «Το σπίτι του ποιητή» αναφέρεται στον Μ. Σαχτούρη και περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί μέσα στο σπίτι του ποιητή. Γλαφυρά επιβεβαιώνει τα βασανισμένα χρόνια του ποιητή ( ὲν κατοικοῦν ἀηδόνια στὸν κῆπο του. ὲν κυλοῦν μέσα σὲ φωτολουσμένα δωμάτια τὰ βασανισμένα του χρόνια.), το πάθος του για την επιτέλεση του χρέους του (μόνο τὸ πάθος του γιὰ τὴν Ποίηση τὸν ἐμψυχώνει νὰ ζήσει) και τα κυρίαρχα συναισθήματα που κυριαρχούν στην ψυχή του, θλίψη και πόνος, εξαιτίας των βιωμάτων (Μόνον ἡ θλίψη τοῦ στρώνει σεντόνι νὰ κοιμηθεῖ). Από την άλλη ο Θ.Κ. Κωσταβάρας αισθητοποιεί το τοπίο με την εικόνα του μαύρου χιονιού, δηλαδή την απόγνωση και τον όλεθρο, ενώ ο Σαχτούρης δίνει με το λίγο χιόνι μια αίσθηση αισιοδοξίας, ελπίδας και προσδοκίας. Και τέλος ο Θ. Κωσταβάρας περιγράφει τη δόξα του ποιητή ως «αυστηρή και απροσπέλαστη», ενώ ο Σαχτούρης αν και χρησιμοποιεί την ιδεαλιστική εικόνα των σπασμένων φτερών με την οποία δηλώνει τις ταλαιπωρίες του ποιητή-μάρτυρα από την εποχή του, την αποτυχία της ποίησής του να επικοινωνήσει με τους συνανθρώπους του και το δύσκολο εγχείρημα-αποστολή που τον έχει τραυματίσει, αφού γίνεται καθημερινά («και πάλι»), ωστόσο τα αστέρια του ουρανού θα αποτελέσουν ένα ποιητικό «άστρο της Βηθλεέμ» που θα οδηγήσουν τους ανθρώπους μίας βάρβαρης εποχής στον «εξανθρωπισμό, στην αγάπη και στη διανθρώπινη συμπεριφορά»(κώστας Τοπούζης). 5