ΣΕ ΤΙ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ Η ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ Ι ΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΑ ΕΠΙΣΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ ΜΑΘΗΣΗΣ

Σχετικά έγγραφα
ΟΙ ΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΑΙ ΙΩΝ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΜΑΘΗΣΗΣ

Κοινωνικοπολιτισμικές. Θεωρίες Μάθησης. & Εκπαιδευτικό Λογισμικό

Ο αποτελεσματικός δάσκαλος στο πλαίσιο της θεωρίας του Vygotsky

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Διδάσκων : Επίκουρος Καθηγητής Στάθης Παπασταθόπουλος. Τμήμα: Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

Σύγχρονες θεωρήσεις για τη μάθηση

Κοινωνικο-πολιτισμική προσέγγιση - VYGOTSKY

Μαθηματικά: θεωρίες μάθησης. Διαφορετικές σχολές Διαφορετικές υποθέσεις

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Γεώργιος Ν. Πριµεράκης Σχ. Σύµβουλος ΠΕ03

Θεωρίες για την Ανάπτυξη

ΤΠΕ στα ηµοτικά Σχολεία. Κωνσταντίνος Χαρατσής ρ Ηλεκτρολόγος Μηχ & Μηχ. Η/Υ Εκπαιδευτικός ΠΕ19

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

Γνωστική Ανάπτυξη Ενότητα 5: Η Kοινωνικοπολιτισμική Θεωρία του Lev Vygotsky

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

ΕΥΑΡΜΟΓΕ ΣΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ ΜΑΘΗΗ ΣΗΝ ΠΡΟΦΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΤΗ. Δρ Ζωή Καραμπατζάκη

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 9: Η συνεργατική διδασκαλία & μάθηση

Η Εκπαίδευση στην εποχή των ΤΠΕ

Σύγχρονες απόψεις για τη μάθηση και θέματα αξιολόγησης. Άννα Κουκά

Στη θεωρία του L.S. Vygotsky ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΙΙ. Καλλιρρόη Παπαδοπούλου ΕΚΠΑ/ΤΕΑΠΗ

Κοινωνικογνωστικές θεωρίες μάθησης. Διδάσκουσα Φ. Αντωνίου

Στη θεωρία του L.S. Vygotsky ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΙΙ, Καλλιρρόη Παπαδοπούλου ΕΚΠΑ/ΤΕΑΠΗ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Μαθησιακά πλαίσια στο νηπιαγωγείο. Νέο Πρόγραμμα Σπουδών Νηπιαγωγείου

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την

το σύστηµα ελέγχει διαρκώς το µαθητή,

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ ΤΡΑΠΕΖΙ. Εσπερινά Σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης. Προβληματισμοί και Προτάσεις.

Τρίτη 24 και Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

ιδακτικό Μοντέλο Περιεχόµενα ρ. Κωνσταντίνα Βασιλοπούλου Εποικοδοµισµός E-learning - Ορισµός Ανάλυση Αναγκών Μαθητή

Ορισμός της μετάβασης

Σύγχρονες Διδακτικές Προσεγγίσεις Ι: Αξιοποίηση βασικών θεωρητικών εννοιών στην εκπαιδευτική πράξη

Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, Δια βίου Μάθηση: Θεωρία και Πράξη

Απόκτηση κοινωνικής στέγασης

ΠΕ60/70, ΠΕ02, ΠΕ03, ΠΕ04)

Θέµατα της παρουσίασης. O ρόλος του εκπαιδευτικού στο µαθητοκεντρικό σχολείο. Βοηθητικός ρόλος

Η Kοινωνικοπολιτισµική Θεωρία του Lev Vygotsky

Ενότητα 1: Πώς να διδάξεις ηλικιωμένους για να χρησιμοποιήσουν τη ψηφιακή τεχνολογία. Ημερομηνία: 15/09/2017. Intellectual Output:

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών Ενότητα 2: Βασικό Εννοιολογικό Πλαίσιο

ΗΘΙΚΗ & ΗΘΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ & ΣΤΗΝ Φ.Α.

ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Βοηθήστε τη ΕΗ. Ένα µικρό νησί απέχει 4 χιλιόµετρα από την ακτή και πρόκειται να συνδεθεί µε τον υποσταθµό της ΕΗ που βλέπετε στην παρακάτω εικόνα.

Περιεχόμενα. εισαγωγή 13. κεφάλαιο 1 ο. Η σημασία των ερωτήσεων για την ανάπτυξη της σκέψης και τη μάθηση 19. κεφάλαιο 2 ο

Δομώ - Οικοδομώ - Αναδομώ

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Παράγοντες χαρακτηριστικά αποτελεσματικού σχολείου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Γεωµετρία Γ' Γυµνασίου: Παραλληλία πλευρών, αναλογίες γεωµετρικών µεγεθών, οµοιότητα

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 7: Παιχνίδι και μάθηση

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών Φυσικής Αγωγής στο Λύκειο. Κωνσταντινίδου Ξανθή Σχολική Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής Θράκης

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΤΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ Δ/ΛΙΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. Μανώλης Πατσαδάκης

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 4: Μαθησιακά πλαίσια στο νηπιαγωγείο. Νέο πρόγραμμα σπουδών νηπιαγωγείου

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 2: Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Πώς οι αντιλήψεις για την ανάπτυξη επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία

ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

Σύγχρονες Διδακτικές Προσεγγίσεις Ι: Αξιοποίηση βασικών θεωρητικών εννοιών στην εκπαιδευτική πράξη

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Φυσική Αγωγή Ε-ΣΤ ηµοτικού: Τα νέα βιβλία εκπαιδευτικού και µαθητή

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

ΤΑ ΣΤΙΛ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΗΦΥΣΙΚΗΑΓΩΓΗ

ΦΥΛΛΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΑΞΗΣ: ΕΝΑ ΜΟΝΤΕΛΟ ΓΙΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟ (2 η

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

ΜΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΕΡΩΤΗΣΗΣ, ΟΠΩΣ

Κασιμάτη Αικατερίνη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Εξελικτική Ψυχολογία: Κοινωνικο-γνωστική ανάπτυξη

ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Ι «Η Θεωρητική έννοια της Μεθόδου Project» Αγγελική ρίβα ΠΕ 06

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

ΠΡΟΩΡΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Π.Ε.Σ.) ΠΡΑΓΑ 25-29/1/2016

Από τη σχολική συμβατική τάξη στο νέο υβριδικό μαθησιακό περιβάλλον: εκπαίδευση από απόσταση για συνεργασία και μάθηση

Γνωστικοί στόχοι: Μετά το τέλος της πρακτικής, οι μαθητές πρέπει να μπορούν να:

Τα πρώιμα μοντέλα του Cummins. Α.Χατζηδάκη

Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ:

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Προηγµένες Μαθησιακές Τεχνολογίες ιαδικτύου και Εκπαίδευση από Απόσταση

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Μεταπτυχιακό στην Εκπαιδευτική/Σχολική Ψυχολογία

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΡΟΑΓΟΥΝ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ; Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Εφαρµοσµένη ιδακτική των Φυσικών Επιστηµών (Πρακτικές Ασκήσεις Β Φάσης)

Παιδαγωγικά στη Φ.Α. Αθανάσιος Παπαϊωάννου καθηγητής

Η ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Σενάριο 5. Μετασχηµατισµοί στο επίπεδο. Γνωστική περιοχή: Γεωµετρία Α' Λυκείου. Συµµετρία ως προς άξονα. Σύστηµα συντεταγµένων.

Transcript:

ΣΕ ΤΙ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ Η ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ Ι ΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΑ ΕΠΙΣΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ ΜΑΘΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η διδασκαλία είναι µια πολύπλοκη διαδικασία της οποίας βασικός στόχος είναι να βοηθήσει τα παιδιά να µάθουν νέες δεξιότητες (γλωσσικές, επικοινωνιακές, κοινωνικές, γνωστικές, κινητικές κ.ά.), τρόπους συµπεριφοράς και στάσης και µεθόδους που θα τα βοηθήσουν για την επίλυση διαφόρων προβληµάτων. Αυτό είναι δυνατόν να επιτευχθεί µέσα από την αποτελεσµατική διδασκαλία στα ανεπίσηµα αλλά ιδιαίτερα στα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης που είναι τα σχολεία. Είναι πολύ σηµαντικό να προσδιοριστούν οι σχέσεις µεταξύ διδασκαλίας και µάθησης όπως και οι κανόνες, οι παράµετροι, τα κριτήρια και το περιβάλλον µέσα στο οποίο η διδασκαλία είναι αποτελεσµατική. Η διαδικασία της διδασκαλίας ξεκινάει µε τις καθηµερινές αλληλεπιδράσεις του παιδιού τόσο µέσα στο σπίτι, µε τους γονείς και τα αδέλφια, όσο και στο κοινωνικό περιβάλλον. Τα παιδιά συµµετέχουν υποβοηθούµενα (ενισχυµένα) από τους ενήλικους πολλές φορές χωρίς να γνωρίζουν το στόχο της δραστηριότητας. Με αφετηρία αυτά που προαναφέραµε η εργασία θα αναπτυχθεί σε τρία µέρη. Στο πρώτο µέρος θα αναφερθούµε στη διδασκαλία και ειδικότερα κάτω από ποιες προϋποθέσεις είναι αποτελεσµατική µια διδασκαλία. Η διδασκαλία ως µαθησιακή διαδικασία και η ικανότητα του εκπαιδευτικού. Στο δεύτερο µέρος θα γίνει κριτική αναφορά σε θεωρίες της διδασκαλίας αποσαφηνίζοντας βασικές έννοιες όπως διαµεσολάβηση, αλληλεπίδραση, ζώνη της επικείµενης ανάπτυξης, καθοδηγούµενη συµµετοχή, εσωτερίκευση (ή οικειοποίηση) κ.ά. Στο τρίτο µέρος θα προσπαθήσουµε να βρούµε τις διαφορές ανάµεσα στα επίσηµα και ανεπίσηµα περιβάλλοντα µάθησης στα πλαίσια της αποτελεσµατικής διδασκαλίας. Η Ι ΑΣΚΑΛΙΑ Είναι σηµαντικό να πούµε ότι η διδασκαλία σαν διαδικασία ξεκινά το πρώτο διάστηµα της ζωής του παιδιού από τη µητέρα (ή άλλον ενήλικα) µέσα στο οικογενειακό περιβάλλον τις πιο πολλές φορές ακούσια. Τα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης µετρούν πολύ µικρό χρονικό διάστηµα από τότε που έγιναν υποχρεωτικά. Για το λόγο αυτό θα ήταν πιο απλό να ψάξουµε για τους κανόνες διδασκαλίας στην προσπάθεια των µητέρων να βοηθήσουν την εξέλιξη των 1

παιδιών, να τα καθοδηγήσουν και να τα κάνουν κοινωνούς νέων γνώσεων και δεξιοτήτων: Ο πρώτος κανόνας έχει να κάνει µε το επίπεδο αυξηµένης βοήθειας στην περίπτωση που το παιδί δεν µπορεί να οδηγηθεί στην εκτέλεση µιας ενέργειας µε µια πιο απλή εντολή αρχικά. Με τον ίδιο τρόπο και ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να προσφέρει µεγαλύτερη βοήθεια όταν το παιδί δυσκολεύεται να ακολουθήσει µια εντολή που του δίνεται. Αντίθετα όταν το παιδί καταφέρνει να ακολουθεί τις εντολές του εκπαιδευτικού πρέπει να του δίνεται όλο και µικρότερη βοήθεια έτσι ώστε να έχει περισσότερο χώρο να πετύχει κάτι ή να αποτύχει, δεχόµενος από τον εκπαιδευτικό νέες οδηγίες.(d. Wood, 1999, σ. 192). Εκεί έγκειται και η ικανότητα του εκπαιδευτικού να είναι σε θέση να δώσει οδηγίες στο παιδί τη χρονική στιγµή που είναι αναγκαίο. Να µπορεί να δώσει µια οδηγία ακριβώς τη στιγµή που το παιδί αποτυχαίνει ή τη στιγµή που το παιδί χρειάζεται µια βοήθεια για να προχωρήσει. Είναι βασικό να µπορεί το παιδί αξιοποιώντας τη βοήθεια του εκπαιδευτικού να µπορεί να κάνει περισσότερα πράγµατα µόνο του. Στα επίσηµα περιβάλλοντα όπου ο αριθµός των παιδιών είναι µεγάλος αυτή η υποχρέωση του διδάσκοντα να ανταποκριθεί στις ανάγκες των παιδιών είναι επίπονη και δύσκολη. Εποµένως όταν µιλάµε για αποτελεσµατική διδασκαλία στα σχολεία πρέπει να έχουµε στο µυαλό ότι πρόκειται για µια διαδικασία που είναι από πολύ δύσκολη µέχρι αδύνατη και τέλος εξαρτάται από την ικανότητα του εκπαιδευτικού να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των παιδιών. Επιγραµµατικά θα µπορούσαµε να πούµε ότι στόχος των εκπαιδευτικών είναι να µεταβιβάσουν την εκπαιδευτική γνώση στα παιδιά µε τρόπο που οι πληροφορίες θα µείνουν στη µνήµη και να καθοδηγήσουν τη µαθησιακή διαδικασία µε βάση το επίσηµο αναλυτικό πρόγραµµα. (Mercer, 1995). Εκτός από τις πληροφορίες και τα δεδοµένα είναι υπεύθυνοι να εµφυσήσουν και τρόπους σκέψης στους µαθητές που στην καλύτερη περίπτωση είναι οι δικοί τους τρόποι σκέψης. (D. Wood, 1999, σ. 186). Όπως ο εκπαιδευτικός γνωρίζει περισσότερα από το παιδί έτσι και το παιδί γνωρίζει πράγµατα για τον εαυτό του που δεν γνωρίζει ο εκπαιδευτικός. Ο εκπαιδευτικός έχει υποχρέωση να κατανοήσει τους µαθητές για να µπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξή τους και τον εµπλουτισµό των γνώσεών τους. Ένας τρόπος να επιτευχθεί η διυποκειµενικότητα (ανακάλυψη κοινών στοιχείων και συµβόλων) είναι η µέθοδος υποβολής ερωτήσεων. Έτσι ο διδάσκοντας είναι σε θέση να διαβάσει τη σκέψη των µαθητών. Η υποβολή ερωτήσεων έχει το µειονέκτηµα ότι ο χρόνος για τη συµµετοχή των παιδιών είναι 2

λιγότερος κάνοντας τη συµµετοχή τους όλο και πιο µονότονη και περιορίζοντας την δυνατότητα να εκφράσουν νέες ιδέες και να δώσουν διαφορετικές και πρωτότυπες ερµηνείες. (D. Wood, 1999, σ. 202). Το παιδί µέσα στο σχολείο µέσα από µια οµαδική δραστηριότητα και µε την καθοδήγηση και ενίσχυση του διδάσκοντα µπορεί να ξεπεράσει το δικό του επίπεδο. Το παιδί µπορεί και συνήθως δεν κατανοεί πλήρως τη δραστηριότητα και πολύ περισσότερο τη σχέση της µε άλλες δραστηριότητες. Αυτό που έχει σηµασία είναι η εκτέλεσή της µέσω της ενισχυµένης αλληλεπίδρασης. Με αυτό τον τρόπο ενεργοποιείται η εξέλιξη και η µάθηση. Στα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης η ενισχυµένη αλληλεπίδραση πρέπει να οδηγεί σε οµαδική εκτέλεση σύµφωνα µε τους όρους της παιδαγωγικής. (Tharp και Gallimore, 1999, σ. 116-117). ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ Ι ΑΣΚΑΛΙΑΣ Η εξέλιξη του παιδιού σύµφωνα µε τον Piaget συντελείται µέσα από διαδοχικά στάδια που ορίζονται από συγκεκριµένες ηλικίες και βασίζεται σε δυο βασικές διαδικασίες που είναι η αφοµοίωση και η προσαρµογή. Τονίζει ιδιαίτερα ότι η προσαρµογή των παιδιών στο περιβάλλον, και όχι µε άµεση καθοδήγηση, οδηγεί στη γνώση και την κατανόηση. Γίνεται κατανοητό ότι δεν παραδέχεται την αλληλεπίδραση και την απόκτηση γνώσεων και συνηθειών από το πολιτισµικό περιβάλλον. Εποµένως δέχεται ότι η διδασκαλία στα σχολεία δεν επηρεάζει τις ικανότητες των παιδιών. Αντίθετα µε τον Piaget ο Vygotsky υποστήριξε ότι οι γνωστικές ικανότητες µορφοποιούνται και δοµούνται σε αλληλεπίδραση µε το κοινωνικό περιβάλλον. Το διανοητικό επίπεδο δεν είναι το ίδιο µε το εξωτερικό (τον λόγο και την πράξη) και καθώς το εξωτερικό επίπεδο εσωτερικεύεται επιδέχεται διάφορους µετασχηµατισµούς. Σε αυτό το σηµείο ο Vygotsky είναι περισσότερο κοντά µε τον Piaget από όσο µε άλλους. Είναι εντελώς αντίθετη η άποψη του Piaget µε του Vygotsky που υποστήριξε ότι η γλώσσα δοµεί τη σκέψη. Ο Schaffer δέχεται ότι ένας αποτελεσµατικός διδάσκοντας µεταφέρει σταδιακά την ευθύνη για τη δραστηριότητα στο παιδί. Με τον τρόπο αυτό ορίζει και την αποτελεσµατική διδασκαλία ως αυτή που κάνει το παιδί να αποδώσει καρπούς σε πιο προχωρηµένο στάδιο εξέλιξης. Περιγράφει δηλαδή µε άλλο τρόπο αυτό που ο Vygotsky περιέγραψε ως εσωτερίκευση. Η Rogoff υποστήριξε ότι η διαδικασία είναι αυτή της οικειοποίησης µιας και το παιδί ήδη συµµετέχει σε αυτή τη δραστηριότητα.( Rogoff 3

και συν., 1999, σ. 265). Η θεωρία αυτή της Rogoff ταυτίζεται µε του Daniels. Ο διδάσκοντας µαζί µε το παιδί οικοδοµούν από κοινού καινούρια σχήµατα µέσα από αµοιβαία αλληλεπίδραση µιας και ο ενήλικας τις γνωρίζει ήδη. Αυτό λαµβάνει χώρα µέσα σε επίσηµα και ανεπίσηµα περιβάλλοντα µάθησης µέσα από δραστηριότητες που υπαγορεύονται από τον οικείο πολιτισµικό περίγυρο. ιακρίνονται δυο διαφορετικοί πολιτισµικοί τρόποι για µάθηση µέσω της αλληλεπίδρασης. Αυτός των υτικών µεσοαστικών κοινωνιών όπου οι συνθήκες προσαρµόζονται στο παιδί και αυτός σε µη υτικές κοινωνίες που το παιδί προσαρµόζεται στις συνθήκες. ( Rogoff και συν., 1999, σ. 270). Ένας τρόπος αλληλεπίδρασης είναι αυτός που ενήλικας και παιδί παίζουν µαζί. Μερικές δυάδες προσπαθούν να κάνουν γρήγορη και σωστή εκτέλεση της δραστηριότητας αποφεύγοντας λάθη και προβλήµατα και άλλες που αφήνουν το παιδί να πάρει πρωτοβουλίες οδηγώντας το πολλές φορές σε λάθος αλλά δίνοντάς του και το περιθώριο να διορθωθεί. Όταν δυο συνοµήλικοι αλληλεπιδρούν µεταξύ τους µπορεί ο ένας να παρακινεί τον άλλο, να τον κάνει πιο πρόθυµο να συµµετέχει σε δύσκολες δραστηριότητες και από κοινού να µιµούνται τους άλλους. Ο πιο έµπειρος συνοµήλικος µπορεί να διδάξει τον άλλο εµπλουτίζοντάς τις γνώσεις του και να βελτιώσει τη δική του αντίληψη.(azmitia και συν., 1999, σ. 238). Μια µορφή αλληλεπίδρασης διακρίνεται από την κατανοµή ρόλων µεταξύ ενηλίκου και παιδιού τις µορφές επικοινωνίας που έχουν στη διάθεσή τους και το στόχο ή τους στόχους που επιδιώκουν.(hoogsteder και συν., 1999, σ. 214). Ο όρος «ζώνη επικείµενης ανάπτυξης» που εισήγαγε ο Vygotsky είναι πολύ σηµαντικός για τα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης γιατί από τη µια είναι µια θεωρία µάθησης και από την άλλη υπαγορεύει έναν τρόπο διδασκαλίας. Αναφέρεται στο κενό που υπάρχει στο παιδί ανάµεσα στην επίδοση που έχει σε κάποια δραστηριότητα τη δεδοµένη χρονική στιγµή και στην επίδοση που µπορεί να πετύχει µετά από διδασκαλία ή υπόδειξη. Το διαφορετικό στη θεωρία του Vygotsky είναι ότι για τη ευφυΐα θεωρεί πολύ σηµαντική την ικανότητα το παιδί να µάθει ή να βελτιωθεί σε µια δραστηριότητα µέσω της διδασκαλίας. Μας δίνει έναν τρόπο, µια µέθοδο να αξιολογήσουµε τη διδασκαλία. Με απλά λόγια η διδασκαλία κρίνεται αποτελεσµατική µόνο στην περίπτωση που βοηθά το παιδί να περάσει σε ένα στάδιο ωρίµανσης δηλαδή το βοηθά να µάθει και να εξελιχθεί. Τα τέσσερα στάδια της ζώνης επικείµενης ανάπτυξης είναι: 1. όταν η εκτέλεση ενισχύεται από άλλους ικανότερους 2. όταν η εκτέλεση γίνεται από το ίδιο το άτοµο 4

3. όταν η εκτέλεση αναπτύσσεται, αυτοµατοποιείτε και «απολιθώνεται» και 4. όταν η αποαυτοµατοποίηση της εκτέλεσης οδηγεί στην αναδροµή µέσω της ζώνης επικείµενης ανάπτυξης.(tharp και Gallimore, 1999, 119-124). Ένα παιδί θα µπορούσε να µαθαίνει και να εξελίσσεται δηµιουργώντας µια ζώνη επικείµενης ανάπτυξης ακόµη και σε συνεργασία µε έναν πιο έµπειρο συνοµήλικο. Σ αυτό το σηµείο αξίζει να πούµε ότι είναι πολύ ενδιαφέρον να αναζητηθεί τι προσφέρει η συνεργασία µε έναν συνοµήλικο όταν αυτός είναι µικρότερος και πιο άπειρος. Η Rogoff αναπτύσσοντας την έννοια της καθοδηγούµενης συµµετοχής, αναθεωρεί τη θεωρία του Vygotsky της ζώνης επικείµενης εξέλιξης, συµπεριλαµβάνοντας τους στόχους εξέλιξης και τα επικοινωνιακά µέσα που διαθέτουν οι πολιτισµοί. Όλη η φιλοσοφία της Rogoff έχει να κάνει µε την καθηµερινή εµπλοκή (της µέσης αστικής τάξης) των παιδιών στις δραστηριότητες της κοινότητας. Είναι σηµαντικός ο ενεργός ρόλος των παιδιών συµµετέχοντας σε οργανωµένες κοινωνικές δραστηριότητες των ενηλίκων. ίνεται µεγάλο βάρος στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων των παιδιών µέσα από τη συµµετοχή τους σε περισσότερες καθηµερινές δραστηριότητες που υπαγορεύει η πολιτισµική κοινότητα. ίνεται µεγάλη σηµασία τόσο στο ύφος και στον τρόπο επαφής όσο και στους µαθησιακούς στόχους. ( Rogoff και συν., 1999, σ. 263-268). Πολλές φορές µέσα σε µια τάξη χρησιµοποιείται και άλλο υλικό που παίζει το ρόλο πολιτισµικού µέσου. Αυτό λειτουργεί µε έναν τρόπο παρεµβατικό ή διαµεσολαβητικό όπως και η καθοδήγηση του διδάσκοντα, χωρίς βέβαια να διακόπτεται η ροή της δραστηριότητας. Ο ρόλος του διδάσκοντα µέσα στα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης µπορεί να είναι καθοδηγητικός και υποστηρικτικός ως ενεργό µέλος της µάθησης συµµετέχοντας στη διαδικασία µε τις ερωτήσεις που υποβάλλει και κατευθύνοντάς την ως αξιολογητής της εξέλιξης των παιδιών τόσο σε ατοµικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο ως άτοµο που διευκολύνει την εκπαιδευτική διαδικασία.(mole και Whitmore, 1999, σ. 178). εν πρέπει να παραβλέπουµε και τον υποστηρικτικό ρόλο του διδάσκοντα εκεί που το παιδί, κατά την διαδικασία επίλυσης ενός προβλήµατος, αγνοεί ή παραβλέπει κάποιο βήµα. Η υποστήριξη είναι µία από τις βασικές έννοιες της θεωρίας του Vygotsky. Η υποστήριξη είναι η παροχή βοήθειας στο παιδί που προσπαθεί να το φέρει σε ένα επίπεδο δεξιοτήτων ώστε να ολοκληρώσει µια διαδικασία µε τις δικές 5

του δυνάµεις. Ένα κριτήριο για να ξέρουµε αν η βοήθεια του διδάσκοντα έχει τις προδιαγραφές να γίνει υποστήριξη είναι να εξακριβώσουµε αν το παιδί έχει φέρει εις πέρας την διαδικασία που ξεκίνησε µε τη βοήθεια του διδάσκοντα.(maybin και συν., παρατίθεται στο Mercer και Fisher, 1999, σ. 137). Η υποστήριξη είναι µια λεπτή διαδικασία µε την οποία ο διδάσκοντας προσπαθεί να βοηθήσει το παιδί να δοµήσει την αντίληψη του για την επίλυση του συγκεκριµένου προβλήµατος. Λειτουργεί πολλές φορές προνοητικά ή προληπτικά βοηθώντας το παιδί να µην αποτύχει και πολλές φορές διαµεσολαβητικά βοηθώντας το παιδί να κατανοήσει καλύτερα τα επιµέρους στοιχεία του προβλήµατος.(stone, 1999, σ. 192). ΟΙ ΙΑΦΟΡΕΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΑΙ ΑΝΕΠΙΣΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ ΜΑΘΗΣΗΣ Οι αλληλεπιδράσεις που συµβαίνουν στα ανεπίσηµα περιβάλλοντα µάθησης (ΑΠΜ) είναι αυθόρµητες σε αντίθεση αυτών που συµβαίνουν στα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης (ΕΠΜ) ή σε εργαστήρια ψυχολογίας και λειτουργούν υπό την καθοδήγηση ενήλικων. Τα ΕΠΜ πολλές φορές φαίνονται απειλητικά για τα µικρά παιδιά κάνοντάς τα να µη λειτουργούν αυθόρµητα και οι δεξιότητες που δείχνουν ότι κατέχουν να µην είναι ακριβείς. Ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που καθορίζει τον στόχο που πρέπει να επιδιώξουν οι µαθητές. Πρέπει να επιδιώκει την ενεργή συµµετοχή όλων των µαθητών ώστε να υπάρχει συνεχής ροή της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Σ αυτή την κατεύθυνση βοηθάει η υποβολή ερωτήσεων κρατώντας αµείωτο το ενδιαφέρον, δηµιουργώντας δηλαδή οµαδική διυποκειµενικότητα. Είναι πολύ σηµαντικό να θέτονται οι στόχοι στα ΕΠΜ µε τέτοιο τρόπο που να προκαλούν το ενδιαφέρον των µαθητών έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στα καλέσµατα του διδάσκοντα. Είναι επιβεβληµένο να αναφερθούµε και στη στάση που πρέπει να έχει ο εκπαιδευτικός. Είναι άνθρωποι που έχουν την ικανότητα να παίξουν το ρόλο του υποκινητή. Ο τρόπος που µιλάει κάποιος, οι εκφράσεις που παίρνει το πρόσωπό του, η στάση του σώµατός του και άλλες λεπτοµέρειες στη συµπεριφορά του αποκαλύπτουν τόσο στους άλλους όσο και στα παιδιά πάρα πολλά, που δείχνουν κατά πόσο µπορεί να λειτουργήσει µέσα από µια οµαδική διαδικασία. 6

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η αποτελεσµατική διδασκαλία στα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης είναι ένα θέµα για έρευνα και µόνιµη διαπραγµάτευση. Βοηθά τα παιδιά να µάθουν και να βελτιώσουν τις γλωσσικές, κοινωνικές, γνωστικές, κινητικές κ.ά. δεξιότητες και να εξελιχθούν στο ευρύτερο κοινωνικό-πολιτισµικό περιβάλλον. Τα χαρακτηριστικά του είναι ότι τα παιδιά συµµετέχουν χωρίς τη θέλησή τους στα πλαίσια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Υπάρχει µια ειδοποιός διαφορά από τα ανεπίσηµα περιβάλλοντα στα οποία εµπλέκονταν το παιδί ως τώρα. Η διαφορά αυτή έγκειται στο µεγάλο αριθµό διδασκοµένων που υπό την καθοδήγηση του διδάσκοντα πρέπει να βελτιωθούν και να εξελιχθούν. Πρέπει να υπάρχει ένα πλαίσιο λειτουργίας, µέσα από την αλληλεπίδραση τόσο των διδασκόντων όσο και των συνοµηλίκων, που τα παιδιά θα εξελίσσονται και θα εγείρονται λειτουργίες σε πιο ώριµα στάδια. Υπάρχουν πολλοί περιορισµοί και αγκυλώσεις που πρέπει να παρακάµψει ο διδάσκοντας ώστε να πετύχει το στόχο του. Μερικοί από αυτούς είναι η εφαρµογή του αναλυτικού προγράµµατος και η υποχρέωση να γίνονται αξιολογήσεις, οι οποίες µε τον τρόπο που γίνονται δεν είναι βέβαιο αν βοηθούν τους µαθητές. Η διδασκαλία στα επίσηµα περιβάλλοντα µάθησης, όπως είπαµε παραπάνω, είναι µια πολύπλοκη διαδικασία που παίζει πολύ σηµαντικό ρόλο στην εξέλιξη του παιδιού. Η υλοποίηση των όσων αναφέρθηκαν παραπάνω εναπόκεινται στον διδάσκοντα και στη σχέση που οικοδοµεί µε τους µαθητές. Έτσι απαιτούν διάθεση, προσπάθεια, γνώση καλή των θεωριών και αφοσίωση στο εκπαιδευτικό έργο. 7

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ : Dorothy Faulkner-Martin Woodhead (Επιµ.) (1999) Πολιτισµικοί κόσµοι της Πρώτης Παιδικής Ηλικίας, 1, Πάτρα, ΕΑΠ. David Wood (1999) «Όψεις της ιδασκαλίας και της Μάθησης» στο WOODHEAD, M., FAULKNER, D., LITTLETON, K. (Επιµ.) Πολιτισµικοί Κόσµοι της Πρώτης Παιδικής Ηλικίας, 1, Πάτρα, ΕΑΠ. Mariette Hoogsteder, Robert Maier και Ed Elbers (1999) «Αλληλεπίδραση Παιδιού Ενήλικου, η από Κοινού Επίλυση Προβληµάτων» στο WOODHEAD, M., FAULKNER, D., LITTLETON, K. (Επιµ.) Πολιτισµικοί Κόσµοι της Πρώτης Παιδικής Ηλικίας, 1, Πάτρα, ΕΑΠ. Maureen Hughes και David Westgate (1999) «Οι άσκαλοι και οι αλλοι Ενήλικοι ως συνοµιλητές των Μαθητών στον Παιδικό Σταθµό και στις Τάξεις Υποδοχής» στο WOODHEAD, M., FAULKNER, D., LITTLETON, K. (Επιµ.) Πολιτισµικοί Κόσµοι της Πρώτης Παιδικής Ηλικίας, 1, Πάτρα, ΕΑΠ. Rogoff, B., Mosier, C., Mistry, J. και Göncü, A. (1999) «Η Καθοδηγούµενη συµµετοχή των Νηπίων µε τους Κηδεµόνες τους στην Πολιτισµική ραστηριότητα» στο WOODHEAD, M., FAULKNER, D., LITTLETON, K. (Επιµ.) Πολιτισµικοί Κόσµοι της Πρώτης Παιδικής Ηλικίας, 1, Πάτρα, ΕΑΠ. Roland Tharp και Ronald Gallimore (1999) «Μια Θεωρία για τη ιδασκαλία ως Ενισχυµένη εκτέλεση» στο FAULKNER, D., LITTLETON, K., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Μαθησιακές Σχέσεις στη Σχολική Τάξη, 2, Πάτρα, ΕΑΠ. Neil Mercer και Eunice Fisher (1999) «Πώς βοηθούν οι άσκαλοι τα Παιδιά να Μάθουν; Μια ανάλυση των Παρεµβάσεων των ασκάλων σε ραστηριότητες που Βασίζονται στη Χρήση Η/Υ» στο FAULKNER, D., LITTLETON, K., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Μαθησιακές Σχέσεις στη Σχολική Τάξη, 2, Πάτρα, ΕΑΠ. Luis C. Moll και Kathryn F. Whitmore (1999) «Ο Vygotsky στη Σχολική Πρακτική: Η Μετάβαση από την Ατοµοκή Μεταβίβαση στην Κοινωνική Συναλλαγή» στο FAULKNER, D., LITTLETON, K., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Μαθησιακές Σχέσεις στη Σχολική Τάξη, 2, Πάτρα, ΕΑΠ. C. Addison Stone (1999) «Τι λείπει από τη Μεταφορά της «Σκαλωσιάς» στον όρο Υποστήριξη (scaffolding);» στο FAULKNER, D., LITTLETON, K., 8

WOODHEAD, M. (Επιµ.) Μαθησιακές Σχέσεις στη Σχολική Τάξη, 2, Πάτρα, ΕΑΠ. Margarita Azmitia (1999) «Αλληλεπίδραση Συνοµηλίκων. Εξελικτικά, Θεωρητικά και Μεθοδολογικά Θέµατα» στο FAULKNER, D., LITTLETON, K., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Μαθησιακές Σχέσεις στη Σχολική Τάξη, 2, Πάτρα, ΕΑΠ. Jacquelyn Baker-Sennett, Eugene Matusov και Barbara Rogoff (1999) «Κοινωνιοπολιτισµικές ιαδικασίες ηµιουργικού σχεδιασµού Θεατρικού Έργου από τα Παιδιά» στο FAULKNER, D., LITTLETON, K., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Μαθησιακές Σχέσεις στη Σχολική Τάξη, 2, Πάτρα, ΕΑΠ. D. J. Satterly (1999) «Ο Piaget και η Εκπαίδευση» στο FAULKNER, D., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Συλλογή Κειµένων (Ανάτυπα), Πάτρα, ΕΑΠ. L. S. Vygotsky (1999) «Η Θεωρία του Vygotsky: Η Ζώνη της Επικείµενης Ανάπτυξης µια νέα Προσέγγιση» στο FAULKNER, D., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Συλλογή Κειµένων (Ανάτυπα), Πάτρα, ΕΑΠ. Neil Mercer και Rupert Wegerif (1999) «Μεθοδολογικά Θέµατα στη Μελέτη της Συνεργατικής Μάθησης» στο FAULKNER, D., WOODHEAD, M. (Επιµ.) Συλλογή Κειµένων (Ανάτυπα), Πάτρα, ΕΑΠ. 9