Φασµατοσκοπική διάκριση εναντιοµερών

Σχετικά έγγραφα
Me O N H C 2. S D 2 χειρική δοµή. R εναντιοµερές

N Ph + J. Σχήµα 1. Ισορροπία εναντιοµερίωσης ενός ασταθούς χειρικού αµµωνιακού άλατος.

Σχεδιάστε τύπους ανακλίντρων για τις ενώσεις Α και Β και εξηγήστε σχετικά. Yπόδειξη : Η αντίδραση Μichael θεωρείται γενικά αντιστρεπτή αντίδραση.

επßπεδο ανüκλασηò κüθετο στη σελßδα η σελßδα Απεικονίσεις της αχειρικής ένωσης 1,1- διχλωροαιθάνιο.

ΣΤΕΡΕΟΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΝΤΙ ΡΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ KREBS.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 8 (ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ) ΦΑΣΜΑΤΟΦΩΤΟΜΕΤΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Περίληψη Κεφαλαίων 6 & 7

7.9 Αντιδράσεις που δηµιουργούν ένα στερεογονικό κέντρο

ΚΙΝΗΤΙΚΑ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΕΣ ΑΝΤΙ ΡΑΣΕΙΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΣΤΕΡΕΟΪΣΟΜΕΡΩΝ.

2004 ιαστερεοεκλεκτική αναγωγή της βενζοϊνης µε βοροϋδρίδιο του νατρίου προς 1,2-διφαινυλο-1,2- αιθανοδιόλη

ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ

ΚΒΑΝΤΙΚΗ ΦΥΣΙΚΗ: Τα άτομα έχουν διακριτές ενεργειακές στάθμες ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΑ ΦΑΣΜΑΤΑ

7.13 Χημικές αντιδράσεις που παράγουν διαστερεομερή

O H ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΡΓΑΝΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

H 2 N CH 2 CH 3 O S. Σχήµα 1. Τα τέσσερα στερεοϊσοµερή µιας ένωσης µε 2 χειρικά κέντρα.

ΟΜΟ- ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΤΟΠΙΚΟΤΗΤΑ. ΠΡΟΣΤΕΡΕΟΪΣΟΜΕΡΕΙΑ, ΠΡΟΧΕΙΡΙΚΟΤΗΤΑ.

4014 ιαχωρισµός των εναντιοµερών (R)- και (S)- 2,2 διυδροξυ-1,1 -διναφθαλινίων ((R)- και (S)-1,1-δι-2- ναφθολών)

Μηχανισµός και στερεοχηµεία των ενζυµατικών οξειδοαναγωγών µε συνένζυµα νουκλεοτίδια της πυριδίνης. Εφαρµογή σε οργανικές συνθέσεις.

MAΘΗΜΑ 7 ο MEΘΟ ΟΙ ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ

5. Συμμετρία, Πολικότητα και Οπτική Ενεργότητα των μορίων

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2015

ΥΔΑΤΑΝΘΡΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ

1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

Χηµική ισοδυναµία πυρήνων και µοριακή συµµετρία

ιαστερεοεκλεκτικότητα σε κυκλικά δικυκλικά µόρια. Πενταµελείς και εξαµελείς συµπυκνωµένοι δακτύλιοι.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) ΤΡΙΤΗ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2004

(Από το βιβλίο Γενική Χημεία των Ebbing, D. D., Gammon, S. D., Εκδόσεις Παπασωτηρίου )

υναµική ισορροπία Περιορισµένη περιστροφή Αναστροφή δακτυλίου Αναστροφή διάταξης Ταυτοµέρεια

ΦΑΣΜΑΤΑ ΕΚΠΟΜΠΗΣ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ

Φασματοσκοπίας UV/ορατού Φασματοσκοπίας υπερύθρου Φασματοσκοπίας άπω υπερύθρου / μικροκυμάτων Φασματοσκοπίας φθορισμού Φασματοσκοπίας NMR

Χρωµατογραφικές µέθοδοι διαχωρισµού

ΑΜΙΝΕΣ. Νικόλαος Αργυρόπουλος

13.6 Η ερμηνεία των φασμάτων NMR πρωτονίου

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΣΤΗΝ ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ

Θρεπτικές ύλες Τρόφιµα - Τροφή

Εισαγωγικά. Σύνταξη, ταξινόμηση και τάξεις οργανικών ενώσεων. Τρόποι γραφής οργανικών ενώσεων. Λειτουργικές ομάδες.

Οργανική Χημεία. Κεφάλαια 12 &13: Φασματοσκοπία μαζών και υπερύθρου

Καρβονυλικές ενώσεις. Επίκουρος καθηγητής Χρήστος Παππάς

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ:

Οργανική Χημεία. Κεφάλαιο 26: Βιομόρια: υδατάνθρακες

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2015 Β ΦΑΣΗ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ ÏÅÖÅ ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΎΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΝΟΤΗΤEΣ

ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΟΧΗΜΕΙΑΣ ΥΠΟΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ ΚΥΚΛΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ (cis trans ισοµέρεια)

ΦΑΣΜΑΤΟΣΚΟΠΙΑ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ

ΦΑΣΜΑΤΟΣΚΟΠΙΑ IR/NMR

1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

Λύσεις 3 ης Γραπτής Εργασίας (Φασματοσκοπία)

ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΕΝΖΥΜΟΛΟΓΙΑ. παράδοση β. Προσδιορισμός της ενζυμικής δραστικότητας ΑΛΕΞΙΟΣ ΒΛΑΜΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ

Ενόργανη Ανάλυση Εργαστήριο. Φασματοσκοπία πυρηνικού μαγνητικού συντονισμού Nuclear Magnetic Resonance spectroscopy, NMR. Πέτρος Α.

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2014 ÓÕÍÅÉÑÌÏÓ

(RR) αλαò + (SR) Üλαò. R οξý + (H. R αìßνη ) + H + S οξý + (H. R αìßνη ) +

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

4010 Σύνθεση της π-µεθοξυακετοφαινόνης από ανισόλη

Γεωργικά Φάρμακα ΙΙΙ

4024 Εναντιοεκλεκτική σύνθεση του (1R,2S)-cis-υδροξυ κυκλοπεντανοκαρβοξυλικού αιθυλεστέρα

Οργανική Χηµεία. Κεφάλαιο 26: Βιοµόρια: υδατάνθρακες

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΡΓΑΝΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ. Άσκηση 2 η : Φασματοφωτομετρία. ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Γενικό Τμήμα Εργαστήριο Χημείας

2017 Αντίδραση του κινναµοϋλο χλωριδίου µε αµµωνία προς κινναµουλο αµίδιο

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΤΑΞΗ

Φασματοσκοπία Υπερύθρου (IR, FTIR)

4001 Μετεστεροποίηση του καστορελαίου σε ρικινολεϊκό µεθυλεστέρα

Αποσύζευξη πυρήνων. Πριν την αποσύζευξη. και ν Χ. Ακτινοβολούµε επιλεκτικά τον πυρήνα Χ µε ένα µαγνητικό πεδίο Β 2

ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ. ΑΝΝΑ-ΜΑΡΙΑ ΨΑΡΡΑ Τμήμα Βιοχημείας κ Βιοτεχνολογίας

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2012 ÃÁËÁÎÉÁÓ. Ηµεροµηνία: Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

4019 Σύνθεση του ακεταµιδοστεατικού µεθυλεστέρα από ελαϊκό µεθυλεστέρα

Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών ΤΜΗΜΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ Τομέας Φαρμακευτικής Χημείας. Ιωάννης Ντότσικας. Επικ.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2018

ΑΝΑΓΩΓΗ ΚΑΡΒΟΝΥΛΙΟΥ. O Me 3 SiCl. Μόνο σε κυκλοεξανικά παράγωγα R 2 C R 3. R 1 H p-tosyl = p-ts + H 2 NHN SO 2 CH 3. 2RLi. - Ts.

ΧΗΜΕΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2011 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

2023 Αναγωγή της D-(+)-καµφοράς µε λιθιο αργιλλιο υδρίδιο σε ένα ισοµερές µίγµα (+)-βορνεόλης και ( )-ισοβορνεόλης

Φασματοφωτομετρία. Φασματοφωτομετρία είναι η τεχνική στην οποία χρησιμοποιείται φως για τη μέτρηση της συγκέντρωσης χημικών ουσιών.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2013

ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 2004

ΘΕΜΑ 1 ο 1.1. Να γράψετε στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΝΤΕ. [Στερεοϊσομερή]

Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001

Ισοζύγια Μάζας. 1. Eισαγωγή

των διαφόρων οργανικών ενώσεων και για την εξακρίβωση της δομής των φυσικών ενώσεων

Πρόγραμμα σπουδών Βασικά στοιχεία Χημείας

4023 Σύνθεση του κυκλοπεντανο-2-καρβοξυλικού αιθυλεστέρα από αδιπικό διαιθυλεστέρα

Πυρηνόφιλα του Άνθρακα: ΥΛΙΔΙΑ ΦΩΣΦΟΡΟΥ Αντίδραση WITTIG

Οργανική Χημεία. Βιολογικές Επιστήμες Βιολογία Γεωπονία Ιατρική κ.α. Βιοχημεία. Οργανική Χημεία. Φυσικές Επιστήμες Φυσική Μαθηματικά

1010 Ενδοµοριακή ακυλίωση του 3-φαινυλοπροπιονικού οξέος προς 2,3διυδροινδανο-1-όνη (αλφα-ινδανόνη)

Χηµεία-Βιοχηµεία Τεχνολογικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2001

ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΦΑΣΜΑ

Tα λογικά βήματα της λύσης μπορεί να είναι αναλυτικά τα ακόλουθα:

Καρβονυλοενώσεις 1α) 1α 1β, Σχήμα χχχ)) Σχήμα χχχχ)

Βασικές αρχές της Φασµατοσκοπίας NMR

Χημεία Β Λυκείου ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΟΡΓΑΝΙΚΗΣ - ΣΤΟΙΧΕΙΟΜΕΤΡΙΑ CH CH CH CH \ / CH O


ΧΗΜΕΙΑ - ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΥΚΛΟΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ) 2008 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

5.3 Κατηγορίες οργανικών αντιδράσεων και μερικοί μηχανισμοί οργανικών αντιδράσεων

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2013 ΧΗΜΕΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

β. [Η 3 Ο + ] > 10-7 Μ γ. [ΟΗ _ ] < [Η 3 Ο + ]

Οργανική Χημεία Που οφείλεται η ικανότητα του άνθρακα να σχηματίζει τόσες πολλές ενώσεις; Ο άνθρακας έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά :

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÈÅÙÑÇÔÉÊÏ ÊÅÍÔÑÏ ÁÈÇÍÁÓ - ÐÁÔÇÓÉÁ

Οργανική Χημεία. Πέτρος Ταραντίλης Επίκουρος Καθηγητής Εργαστήριο Χημείας, Γενικό Τμήμα, Τηλ.: , Fax:

ΘΕΜΑ 1ο: Πολλαπλής Επιλογής

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Β ΤΑΞΗ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21/04/ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΕΞΙ (6)

Transcript:

spen1 1 Φασµατοσκοπική διάκριση εναντιοµερών Ένα χειρικό µόριο που βρίσκεται σε ισότροπο περιβάλλον αλληλεπιδρά µε ισότροπη ηλεκτροµαγνητική ακτινοβολία µε µη χειρικό τρόπο, δηλαδή όπως ακριβώς και το εναντιοµερές του. Για πολλές χειρικές ουσίες η κατάσταση αυτή προσεγγίζεται όταν η ουσία µελετάται υπό µεγάλη αραίωση σε ένα µη χειρικό διαλύτη. Στην πραγµατικότητα όµως κάθε χειρικό µόριο αντιδρά µε άλλα χειρικά µόρια τα οποία βρίσκονται στο περιβάλλον του και οι διαστερεοτοπικές σχέσεις που αναπτύσσονται ανάµεσα στα δύο µόρια διαφοροποιούν τις ιδιότητες ώστε το διαστερεοτοπικό ζεύγος να δίνει απορροφήσεις σε διαφορετικές συχνότητες, όπως ακριβώς διαφέρουν οι συχνότητες απορρόφησης συγκεκριµένης οµάδας στα διαστερεοϊσοµερή της ίδιας ουσίας. Η αλληλεπίδραση αυτή µπορεί να είναι τύπου διπόλου-διπόλου είτε υδροφοβική αλληλεπίδραση είτε δεσµού υδρογόνου και µπορεί να είναι µεταξύ µορίων του ίδιου εναντιοµερούς (οµοιοχειρική αλληλεπίδραση) είτε µεταξύ εναντιοµερών (ετεροχειρική αλληλεπίδραση). Έτσι εξηγείται η εξάρτηση των µετρήσεων της στροφικής ικανότητας από τη συγκέντρωση του δείγµατος για ένα εναντιοκαθαρό δείγµα ή η εξάρτηση του φάσµατος από την οπτική καθαρότητα του δείγµατος δηλαδή την αναλογία των δύο εναντιοµερών. Ένα ρακεµικό µίγµα µπορεί ακόµα να έχει διαφορετικό χρώµα από ότι τα συστατικά του εναντιοµερή. Τέτοια διαφοροποίηση παρατηρήθηκε π.χ. για το χηλικό σύµπλοκο του µονοσθενούς δικαρβονυλορόδιου µε 3-τριφθοροακετυλοκαµφορά στις ορατές συχνότητες. F 3 C Rh(C) 2 Το στερεό καθαρό εναντιοµερές είναι κίτρινο ενώ το στερεό ρακεµικό µίγµα είναι κοκκινοπράσινο. Τα τήγµατα και των δύο όµως είναι παροµοίου καστανού χρώµατος. Αυτή η παρατήρηση δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη καθώς είναι αναµενόµενο οι αλληλεπιδράσεις µεταξύ των µορίων να µεγιστοποιούνται στη στερεή φάση λόγω της στενής γειτνίασης. Τα φάσµατα 13 C MR σε στερεά κατάσταση αφ ενός µεν οπτικά καθαρού τρυγικού οξέος αφ ετέρου δε ρακεµικού µίγµατος διαφέρουν σηµαντικά. Έτσι είναι δυνατό να προσδιορισθεί η οπτική καθαρότητα ενός στερεού δείγµατος µε τη χρήση φασµατοσκοπίας MR χωρίς την ανάγκη χειρικών βοηθηµάτων (π.χ. χειρικός διαλύτης ή συµπλεκτικά αντιδραστήρια). Βεβαίως η συνήθης πρακτική είναι η λήψη φασµάτων MR σε διάλυµα και εδώ σε αντίθεση µε τα φάσµατα στερεού η διαφοροποίηση µεταξύ καθαρού και εναντιοκαθαρού και µη ρακεµικού (ή και ρακεµικού δείγµατος) ελαχιστοποιείται, ώστε συνήθως τα φάσµατα εναντιοµερούς και ρακεµικού είναι πρακτικά ταυτόσηµα.

spen1 2 Σε ειδικές περιπτώσεις όπου υπάρχει ισχυρή διαµοριακή αλληλεπίδραση (π.χ. υδροξυλαµίνες, αµίδια, καρβοξυλικά οξέα) και ο διαλύτης που χρησιµοποιείται είναι σχετικά άπολος, παρατηρείται ανισοχρονία, δηλαδή διάσχιση των σηµάτων που αντανακλά την εναντιοµερική σύσταση του δείγµατος η οποία και µπορεί κατ αυτόν τον τρόπο να µετρηθεί. 3 C Έτσι π.χ. ένα διάλυµα οπτικά καθαρής διυδροκινίνης σε CDCl 3 δίνει φάσµα MR που διαφέρει στις χηµικές µετατοπίσεις όλων των χαρακτηριστικών κορυφών σε σχέση µε τα φάσµατα δειγµάτων που περιέχουν ένα ποσοστό και του άλλου αντίποδα. διυδροκινßνη Το ότι πρόκειται για αλληλεπιδράσεις µεταξύ µορίων διυδροκινίνης υποστηρίζεται και από τις ακόλουθες δύο παρατηρήσεις. 1. τα φάσµατα ρακεµικής και ενεργής διυδροκινίνης τείνουν να ταυτισθούν σε µεγάλη αραίωση. 2. Αλλαγή του διαλύτη από το σχετικά άπολο και απρωτικό χλωροφόρµιο στον πολικό πρωτικό CD 3 D οδηγεί σε ταυτόσηµα φάσµατα για τη ρακεµική και την ενεργή ουσία, καθώς και για όλα τα µείγµατα (+) και (-) διυδροκινίνης. Προφανώς ο πολικός πρωτικός διαλύτης καταστρέφει τα προσεταιριστικά διµερή (ή ολιγοµερή) της διυδροκινίνης. Αυτός ο αυτοεπαγόµενος ανισοχρονισµός στο φάσµα προϋποθέτει τη δηµιουργία των διαστερεοµερών συµπλεγµάτων που προαναφέρθηκαν και µπορεί να εµφανισθεί έντονα µόνο όταν υπάρχει η δυνατότητα δηµιουργίας δεσµών υδρογόνου ή άλλου σχετικά ισχυρού τύπου αλληλεπίδρασης. Η δηµιουργία-αποσύνθεση τέτοιων διµερών (+,+),(+,-),(-,-) είναι µια δυναµική ισορροπία και η συχνότητα του σήµατος κάθε πυρήνα είναι ο σταθµισµένος µέσος όρος των συχνοτήτων που θα έδειχνε ο πυρήνας στο κάθε διµερές αν δεν υπήρχε η γρήγορη εναλλαγή (fast exchange). Η αναλογία των (οµοιοχειρικών και ετεροχειρικών) διµερών στην ισορροπία εξαρτάται από την αναλογία των εναντιοµερών στο µίγµα και αυτή η εξάρτηση επιτρέπει τον προσδιορισµό της οπτικής καθαρότητας από τη µετατόπιση ν στη συχνότητα ενός πυρήνα σε σχέση µε τη συχνότητα του ίδιου πυρήνα στο οµοιοχειρικό διµερές(δηλαδή στο οπτικά καθαρό δείγµα). -(L)-Val-Bu t Αναλόγου τύπου διαφοροποίηση έχει παρατηρηθεί και για τα εναντιοµερή του t-βουτυλεστέρα της Ν-ακετυλοβαλίνης. Η διαφοροποίηση και εδώ αποδίδεται σε δηµιουργία των οµοιο- και ετεροχειρικών διµερών µε ισχυρούς δεσµούς υδρογόνου µεταξύ εστερικού καρβονυλίου και αµιδίου.

spen1 3 Bu t Bu t Bu t Bu t L,L διìερýò (οìοιοχειρικü) L,D διìερýò (ετεροχειρικü) Σχήµα 1. Τα δυο διαστερεοµερή διµερή σύµπλοκα της (±)-Αc-Val-Bu t Στο σχήµα1 παραπάνω φαίνεται καθαρά η διαστερεοτοπική σχέση των οµολόγων θέσεων στα δύο είδη διµερών.(το διµερές D,D είναι ισοδύναµο µε το L,L, ως κατοπτρικό είδωλο του, όπως αντιστοίχως ισοδύναµα είναι και τα L,D και D,L). Παρόµοια διµερή (ή και ολιγοµερή) αλλά µεταξύ διαφορετικών ουσιών µπορούν επίσης να δηµιουργηθούν και εξηγούν παρατηρήσεις του είδους π.χ. : προσθήκη οπτικά ενεργού µηλικού οξέος σε ρακεµικό γαλακτικό οξύ προκαλεί την εµφάνιση δύο σηµάτων για τη µεθυλοµάδα του γαλακτικού. Επίσης εµφανίζονται δύο σήµατα για τη µεθυλοµάδα του γαλακτικού νατρίου µε προσθήκη στο διάλυµα EuCl 3. σύµπλεξη µε το στοιχείο µετάπτωσης (Εu) δηµιουργεί εντονότερο συνωστισµό και µεγέθυνση των διαστερεοτοπικών διαφορών στα διµερή (ολιγοµερή). Ώστε η αυτοαναγνώριση µεταξύ εναντιοµερών είναι ένα φαινόµενο που υπάρχει και λειτουργεί αλλά δε γίνεται πάντα ορατό. Γι αυτό έχει διαδοθεί η λανθασµένη εντύπωση ότι εναντιοµερή και ρακεµικά (ή µίγµατα εναντιοµερών ενδιάµεσης σύστασης) δίνουν πάντα ταυτόσηµα φάσµατα ΝΜR. Όσον αφορά τα φάσµατα υπερύθρου σε διάλυµα και εκεί είναι µερικές φορές εµφανής η διαφοροποίηση στερεοϊσοµερών. Οι εντάσεις και οι συχνότητες δόνησης οµάδων που δίνουν εύκολα προϊόντα προσεταιρισµού είναι αυτές που δείχνουν τις εµφανέστερες διαφοροποιήσεις. Π.χ τα φάσµατα υπερύθρου του προαναφερθέντος παραγώγου της βαλίνης διαφέρουν ανάλογα µε το αν εξετάζεται εναντιοµερικά καθαρό προϊόν ή όχι. Οµοίως σε διαλύτη χλωροφόρµιο που επιτρέπει τη δηµιουργία σηµαντικών συγκεντρώσεων δι- και ολιγοµερών µιας χειρικής αλκοόλης, τα φάσµατα υπερύθρου διαφέρουν ανάµεσα σε οπτικά καθαρή και ρακεµική αλκοόλη. Χρωµατογραφική διάκριση διαχωρισµός εναντιοµερών Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν παρατηρείται χρωµατογραφική διαφοροποίηση των εναντιοµερών µιας χειρικής ουσίας εφόσον βέβαια χρησιµοποιείται αχειρική ακίνητη φάση και αχειρικός διαλύτης έκλουσης. ηλαδή δεν παρατηρείται χρωµατογραφικός διαχωρισµός ή τουλάχιστον διαφοροποίηση της σύστασης των εκλουοµένων κλασµάτων κατά τη χρωµατογράφιση µη ρακεµικών δειγµάτων. Εν τούτοις, χρωµατογραφία υψηλής απόδοσης PLC σε συνήθεις αχειρικές στήλες (π.χ. µε

spen1 4 αχειρικούς άπολους διαλύτες όπως εξάνιο, αιθέρα) δείχνει για κάποιες χειρικές ουσίες διαφοροποίηση στους χρόνους κατακράτησης των δύο εναντιοµερών. π.χ. η νικοτίνη εκλούεται από στήλες ανάστροφης φάσης ως µια κορυφή όταν είναι ρακεµική, ενώ εκλούεται ως δύο κορυφές, όταν χρωµατογραφούνται µη ρακεµικά δείγµατα. C 3 Ακόµη και ουσίες που δεν έχουν τη δυνατότητα δηµιουργίας ισχυρών διαµοριακών χηλικών δεσµών υδρογόνου δείχνουν διαφοροποίηση π.χ. η κετόνη Wieland-Miescher σε µη ρακεµική µορφή εκλούεται από στήλη ως µια σχετικά ευρεία µη συµµετρική κορυφή της οποίας το µέτωπο τείνει να περιέχει καθαρό εναντιοµερές ενώ η ουρά αποτελείται από ρακεµικό µίγµα. κετüνη Wieland Miescher εναντιοìερýò ρακεìικü BIAP Ýκλουση Σχήµα 2. Χρωµατογραφικός διαχωρισµός του εναντιοµερούς σε περίσσεια από µη ρακεµικό δείγµα µιας χειρικής ουσίας Παρόµοιος εµπλουτισµός ενός κλάσµατος µε το επικρατέστερο εναντιοµερές παρατηρείται και κατά τη χρωµατογράφηση µη ρακεµικής διναφθόλης (ΒΙΝΑΡ) Ώστε, αν και συνηθέστατα τα εναντιοµερή εκλούονται µαζί από µη χειρικές στήλες, σε µερικές περιπτώσεις είναι εµφανής η διαφοροποίηση σε υψηλής ποιότητας χρωµατογραφήσεις. Η διαφοροποίηση θεωρείται ότι οφείλεται και εδώ (όπως και προηγουµένως αναφέρθηκε για τα φάσµατα) στη δηµιουργία οµοιο- και ετεροχειρικών διµερών (ή ολιγοµερών) που έχουν (ως διαστερεοϊσοµερή) διαφορετικές ιδιότητες και συνεπώς διαφορετικά R f.. Εναντιοεκλεκτικές στάσιµες φάσεις. Εάν η ακίνητη φάση (υλικό πλήρωσης της στήλης) της χρωµατογράφησης είναι χειρική τότε υπάρχει η δυνατότητα της άµεσης διαφοροποίησης των εναντιοµερών µιας χειρικής ένωσης κατά την αντιστρεπτή προσρόφησή τους στη χειρική επιφάνεια των κόκκων της στήλης. Εάν όλα τα χειρικά κέντρα (ή τουλάχιστον τα περισσότερα) της επιφάνειας έχουν την ίδια χειρικότητα τότε το υλικό πλήρωσης χαρακτηρίζεται ως εναντιοεκλεκτική στάσιµη φάση και η στήλη ως οπτικά ενεργή στήλη. Η διαφοροποίηση των δυο εναντιοµερών στηρίζεται κυρίως στη διαφορετική (διαστερεοεκλεκτική) αλληλεπίδραση που συζητήθηκε στη προηγούµενη παράγραφο. Η διάκριση που επιτυγχάνεται µεταξύ εναντιοµερών επιτρέπει την κατευθείαν µέτρηση της οπτικής καθαρότητας χειρικών δειγµάτων και έχει έτσι διαγνωστική- αναλυτική

spen1 5 κυρίως εφαρµογή, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται και η παρασκευαστική χρήση για το διαχωρισµό και παραλαβή των εναντιοµερών ενός ρακεµικού µίγµατος. Η κυρίως τεχνική που χρησιµοποιείται είναι αυτή της υγρής χρωµατογραφίας υψηλής απόδοσης (ΗΡLC) και οι στάσιµες φάσεις είναι τα συνήθη υλικά πλήρωσης τροποποιηµένα όµως µε κατάλληλα οπτικά ενεργά αντιδραστήρια. Στο σχήµα 3 παρατίθενται ενδεικτικά µερικές συνήθεις χειρικές φάσεις εµπορικά διαθέσιµες και δείχνεται ο τρόπος σύνδεσης του ενεργού µορίου µε το αδρανές φέρον υλικό της στήλης ( σε όλα τα παραδείγµατα). α) β) γ) Et Et S + 3 Ph 2-2 C C 2 CF 3 2 2 ιοντικþ σýνδεση (αλκυλαììþνιο Üλαò) οìοιοπολικþ σýνδεση (θειοαιθýραò) οìοιοπολικþ σýνδεση (αìßδιο) Σχήµα 3. Χειρικές στάσιµες φάσεις µε τροποποιηµένο, για αναλυτική χρήση PLC (προσδιορισµός ee) Εκτός από τη µέτρηση της αναλογίας εναντιοµερών είναι δυνατόν να διατυπωθούν και εµπειρικοί κανόνες για τη σειρά έκλουσης των εναντιοµερών µιας συγκεκριµένης (και συνήθως περιορισµένης) κατηγορίας ενώσεων. Π.χ. στις δευτεροταγείς χειρικές αρυλαλκανόλες (ArC()R) όταν αυτές χρωµατογραφούνται σε στήλες του τύπου γ, σχήµα 3 το πρώτο εναντιοµερές που εκλούεται έχει R στερεοχηµεία στο χειρικό άνθρακα της καρβινόλης. Μια τέτοια διατύπωση ισοδυναµεί µε πρόβλεψη της απόλυτης στερεοχηµείας της χειρικής αλκοόλης. Όµως το εύρος ισχύος τέτοιων κανόνων είναι αρκετά περιορισµένο, καθώς τα φαινόµενα που εµπλέκονται στην αλληλεπίδραση εναντιοµερούς- χειρικής στήλης είναι πολλά και πολύπλοκα. Πρέπει να διευκρινισθεί, τελειώνοντας ότι οι χειρικές στήλες διακρίνουν κατ ευθείαν (όταν το επιτυγχάνουν) τα δυο εναντιοµερή ενός µίγµατος. Εάν αντιθέτως το µίγµα των εναντιοµερών (ρακεµικό ή µη) µετατραπεί ποσοτικά σε αντίστοιχο µίγµα διαστερεοµερών µετά από αντίδραση µε ένα κατάλληλο εναντιοκαθαρό αντιδραστήριο, το µίγµα αυτό των διαστερεοπαραγώγων µπορεί να αναλυθεί σε µη χειρική (κοινή διαστερεοεκλεκτική) στήλη και η αναλογία διαστερεοµερών να αναχθεί σε µια ίδια αναλογία των αρχικών εναντιοµερών.