1 ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Ι ΑΣΚΟΝΤΕΣ: KAΘΗΓΗΤΗΣ: ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝ ΡΕΑΣ ΕΠΙΚ.ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ ΖΩΗ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ «ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ» ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΑ Α.Μ: 1340200200974 Έτος Ζ - Η ΕΞΑΜΗΝΟ AΘΗΝΑ 2006
2 «ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ» ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΘΕΜΑ...3 2.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ...4 3.ΣΥΡΡΟΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ...7 4.ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ...12 4.1 ΟΡΙΣΜΟΣ, ΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ...12 4.2 ΓΕΝΙΚΑ...13 4.3 ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ...13 4.4 Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ...14 4.5 ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ...15 4.6 Η ΙΑΚΡΙΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΙΚΑΙΙΚΗ ΑΡΣΗ ΤΗΣ...16 5. ΜΕΘΟ ΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ...17 5.1 ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ...18 Α) Γενικά...18 Β) Υπόθεση Luth...19 Γ) Υπόθεση Blinkfuer...20 )ΚΡΙΤΙΚΗ...21 5.2 ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ...22 1)Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ...24 2)Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ...24 3) Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΤΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ(stricto sensu)....24 5.3 ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ...25 5.4 ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ...26 6. NOMΟΛΟΓΙΑ...28 ΑΠ 53/2004, ΠΕΡΙΛΗΨΗ...28 ΕφΑθ 3155/2003 (Ακυρ.), ΠΕΡΙΛΗΨΗ...35 ΑΠ Ολ. 4/2005, ΠΕΡΙΛΗΨΗ...41 ΜΠρΠατρ (Ασφ. Μ.) 2765/2005, ΠΕΡΙΛΗΨΗ...54 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...63 7.ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ...66 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...67 8.ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ...68 9.ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ...70 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...71
3 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΘΕΜΑ Η παρούσα µελέτη έρευνα πραγµατεύεται µε το θέµα της «σύγκρουσης συµφερόντων», όπως αυτή εµφανίζεται στην Ελληνική Νοµολογία και επιχειρεί να παραθέσει µε όσο το δυνατόν πληρέστερο τρόπο τους τρόπους άρσης της ως άνω σύγκρουσης. Στα πλαίσια της πολυπλοκότητας που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη κοινωνία, ανακύπτουν ως είναι φυσικό ποικιλόµορφες διαφορές ανάµεσα στα µέρη - φορείς των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Επιπλέον υπάρχουν περιπτώσεις στις οποιές η άσκηση ενός θεµελιώδους δικαιώµατος αποκλείει ή περιορίζει αναπόφευκτα την άσκηση του άλλου, γεννώντας έτσι το φαινόµενο της «σύγκρουσης των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων». Καθώς η εξισορρόπηση των αλληλοσυγκρουόµενων συµφερόντων δεν είναι πάντα εφικτή από τους ίδιους τους φορείς των δικαιωµάτων, το δίκαιο καλείται να υλοποιήσει την αποστολή του, η οποία συνίσταται στην δικαιική άρση της εν λόγω σύγκρουσης, δηλαδή στην απονοµή δικαιοσύνης. Το βάρος της παρούσας µελέτης έρευνας θα επικεντρωθεί στην εφαρµογή του δικαίου η οποία βασιζόµενη στην συνεκτίµηση όλων των ιδιαίτερων συνθηκών κάτω από τις οποίες προκύπτει η σύγκρουση, στοχεύει στην αποτροπή των συγκρούσεων και περαιτέρω στην επιβολή της αρµονικής συµβίωσης των κοινωνών του δικαίου. Με τον όρο «εφαρµογή των συνταγµατικών δικαιωµάτων», νοείται η υλοποίηση του κανονιστικού τους περιεχοµένου στις σχέσεις κράτους πολιτών καθώς και στις σχέσεις των πολιτών µεταξύ τους 1 Η εφαρµογή των συνταγµατικών δικαιωµάτων εκτείνεται σε όλο το µήκος και πλάτος της έννοµης τάξης καταλαµβάνοντας έτσι σχεδόν όλη τη νοµική ρύθµιση. 1 Πρβλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Τόµος Γ - Ηµιτόµος 1, σελ. 227
4 Η παρούσα µελέτη κάνοντας µια σύντοµη ιστορική ανασκόπηση ενδεικτική της εξέλιξης των θεµελιωδών δικαιωµάτων, θα επικεντρωθεί στη συρροή και σύγκρουση των δικαιωµάτων καθώς και στις µεθόδους άρσης της ων άνω σύγκρουσης.(πρβλ αντίστοιχα κεφάλαια) Τέλος για χάρη της πληρότητας και αρτιότητας, θα παρατεθεί σειρά δικαστηριακών αποφάσεων. 2.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
5 Στο σηµείο αυτό της εργασίας προς χάριν της πληρότητας και αρτιότητας της, κρίνεται σκόπιµο να παρατεθεί µια σύντοµη ιστορική ανασκόπηση της εξέλιξης και µεταβολής των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Τα θεµελιώδη δικαιώµατα αποτελούν προστατευόµενες από το δίκαιο, βασικές εκφάνσεις της ανθρώπινης υπόστασης και δραστηριότητας. Τα πρώτα ίχνη των ατοµικών ελευθεριών αναζητώνται και ανιχνεύονται στην αρχαία Αθήνα, όπου γεννήθηκε και ευδοκίµησε το δηµοκρατικό πολίτευµα. Χαρακτηριστικό των δικαιωµάτων των αρχαίων Ελλήνων, είναι ο έντονος αντικρατικός χαρακτήρας, ως συνέπεια του αυταρχικού κράτους ελευθερία και ισότητα όµως που αποτελούν «µητρικά δικαιώµατα», δεν παύουν να θέτουν περιορισµούς στην ιδιωτική εξουσία. Από τις απαρχές του 13 ου αιώνα εως και τις µέρες µας, η ιστορία και εξέλιξη των ατοµικών ελευθεριών βαδίζει παράλληλα µε την ιστορία του αγώνα της ανθρωπότητας για ελευθερία και δικαιοσύνη. Την πρώτη νοµική τους διαµόρφωση βρίσκουν οι ατοµικές ελευθερίες στη Magna Charta του 1215. Ακολουθεί η γαλλική διακήρυξη του 1789 µε επιστέγασµα το γαλλικό Σύνταγµα του 1791. Η κατοχύρωση των ατοµικών δικαιωµάτων συνεχίστηκε και επεκτάθηκε στο πλαίσιο των Συνταγµάτων των διαφόρων κρατών της Ευρώπης κατα τον 19 ο και 20 ο αιώνα 2. Μετά τον Α Παγκόσµιο πόλεµο έγιναν τα πρώτα βήµατα για διεθνή κατοχύρωση των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Στη σύγχρονη εποχή παρατηρείται καθολική νοµική αναγνώριση και συνταγµατοποίηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Η συνταγµατικοπολιτική εξέλιξη, οδήγησε προς την πλήρη διαµόρφωση µίας ποιότικα νέας έννοµης τάξεως, της έννοµης τάξεως του «κοινωνικού ανθρωπισµού». Η µεταβολή της ποιότητας της έννοµης τάξης, η µετατροπή της από ατοµικιστική σε ανθρωπιστική, πραγµατοποιήθηκε από τα κάτω προς τα πάνω, µε τη συνεχή 2 ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Ι. ΜΑΝΕΣΗΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», α ατοµικές ελευθερίες, ΕΚ ΟΣΗ.
6 συσσώρευση των µερικών ποσοτικών αλλαγών που προκαλούσε η προστατευτική επέµβαση του κοινού νοµοθέτη. 3 Βασικότερο χαρακτηριστικό γνώρισµα της έννοµης τάξεως του κοινωνικού ανθρωπισµού είναι η απόλυτη αµυντική ενέργεια των θεµελιωδών δικαιωµάτων, η οποία αποτελεί στοιχείο της δοµής και αποτέλεσµα της λειτουργίας της. Η έννοµη τάξη του κοινωνικού ανθρωπισµού είναι αντικειµενική και διακρίνεται στον ατοµικισµό, τον στατισµό και τον κοινωνικό ανθρωπισµό, προπύργιο του οποίου αποτελεί η αρχή του απαραβίαστου της ανθρώπινης αξίας. Η µετάβαση από τον ατοµικισµό στον κοινωνικό ανθρωπισµό πέρασε από τρία στάδια που χαρακτηρίζονται από την εξέλιξη των σχέσεων του δηµόσιου και του ιδιωτικού δικαίπου. Η χρονική περίοδος µεταξύ 19 ου αι. και αρχές του 20 ου αιώνα, χαρακτηρίζεται από την ανυπαρξία θεµελιωδών δικαιωµάτων ενώ η κρατική εξουσία είναι αδέσµευτη (princes legibus solutus est). Στην απολυταρχική αυτή έννοµη τάξη δεν υπάρχουν όρια στην επέµβαση πρόκειται για το στάδιο υπεροχής του δηµόσιου πάνω στο ιδιωτικό. Το δεύτερο στάδιο που εντάσσεται χρονικά µέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940, είναι εκείνο της σχετικής αναγνωρίσεως των ατοµικών δικαιωµάτων στρεφόµενων µόνο κατά της κρατικής εξουσίας και αποκτώντας µόνο αρνητικό περιεχόµενο (status negativus) είναι το στάδιο της υπεροχής του ιδιωτικού απέναντι στο δηµόσιο. Η ιστορική πορεία διακοσίων περίπου ετών οδήγησε στη µετάβαση σε ένα νέο στάδιο, βασιζόµενο στη συνύπαρξη του κοινωνικού ανθρωπισµού και του κοινωνικού κράτους δικαίου 4, το στάδιο της «απόλυτης αναγνωρίσεως» των θεµελιωδών δικαιωµάτων τόσο το δηµόσιο όσο και το ιδιωτικό δίκαιο αποτελούν ταυτόχρονα τάξη 3 Π.ρ.β.λ Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΜΗΣ ΤΑΞΗΣ», σελ.123 επ. 4 Π.ρ.β.λ. άρθρο 25Σ. «Τα δικαιώµατα του ανθρώπου ως ατόµου και ως µέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου υπό την εγγύηση του κράτους. Επίσης, Βλ. Κ.Γ.ΜΑΥΡΙΑΣ, «Συνταγµατικό ίκαιο», 2002. σελ.86-95
7 καταναγκασµού και τάξη ελευθερίας. Η παρέµβαση του δηµοκρατικού κράτους έχει προστατευτικό και όχι καταπιεστικό χαρακτήρα, ενώ η έννοµη τάξη είναι ενιαία και αντικειµενική. Επιπλέον τα θεµελιώδη δικαιώµατα αποτελούν ισχύον δίκαιο και η αξία του ανθρώπου είναι απαραβίαστη (άρθρο 2 παρ. 1 Σ.) 5. Η παραπάνω σύντοµη ιστορική αναδροµή ήταν απαραίτητη για την κατανόηση του περιεχοµένου και της λειτουργίας των ατοµικών δικαιωµάτων, προκειµένου να µπορούµε να προβούµε στο κύριο θέµα της εργασίας που εντοπίζεται στη συρροή και σύγκρουση των θεµελιωδών δικαιωµάτων. 3.ΣΥΡΡΟΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Με το θέµα των περιορισµών των θεµελιωδών δικαιωµάτων, συνδέεται το πρόβληµα της συγκρούσεως θεµελιωδών δικαιωµάτων. Εν 5 Π.ρ.β.λ Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΜΗΣ ΤΑΞΗΣ», σελ.123 επ.
8 προκειµένω πρέπει να διακριθεί η σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων του ιδίου προσώπου από τη σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων διάφορων προσώπων. Θα εξεταστεί πρώτα στο κεφάλαιο αυτό, η σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων ενός προσώπου που ονοµάζεται συρροή θεµελιωδών δικαιωµάτων 6 και έπειτα η σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων διαφόρων προσώπων. 7 Για συρροή θεµελιωδών δικαιωµάτων 8 γίνεται λόγος στις περιπτώσεις κατά τις οποίες µία και η αυτή ανθρώπινη ενέργεια εµπίπτει στο περιεχόµενο και εποµένως προστατεύεται από περισσότερες διατάξεις θεµελιωδών δικαιωµάτων. 9 Τα ατοµικά δικαιώµατα αφορούν διάφορες περιοχές της ανθρώπινης ζωής αναπόφευκτα λοιπόν οι περιοχές αυτές εν µέρει αλληλοκαλύπτονται ώστε το ίδιο το περιστατικό ( «πραγµατικό» Sachverhalt) να µπορεί να υπαχθεί σε κανόνες δικαίου που κατοχυρώνουν διάφορα ατοµικά δικαιώµατα. Πράγµατι, µία συγκεκριµένη ανθρώπινη - ατοµική και συλλογικήδραστηριότητα δεν ανταποκρίνεται ούτε πάντα άλλα ούτε κατά κανόνα στους τύπους της δραστηριότητας που προβλέπουν οι αφηρηµένοι κανόνες δικαίου. Αντίθετα αναπτύσσει τη δική της µοναδικότητα που προσδιορίζεται από την ποικιλία των συνθηκών της κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής. Αυτό συµβαίνει και µε την ατοµική και συλλογική δραστηριότητα µε την οποία πραγµατώνεται το περιεχόµενο των θεµελιωδών δικαιωµάτων. 10 6 ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΡΑΙΚΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ»- ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ,ΤΟΜΟΣ 2, Β ΕΚ ΟΣΗ, σελ 229 7.Οπ.παραπ. κεφάλαιο «σύγκρουσης θεµ. δικαιωµάτων.» 8 Βλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ»- ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Τόµος Γ Ηµιτόµος 1. 9.«Η συρροή θεµελιωδών δικαιωµάτων οµοιάζει µε την κατ ιδέα συρροή εγκληµάτων του ποινικού δικαίου (άρθρο 94 παρ. 2 Π.Κ), δηλαδή την διάπραξη περισσότερων εγκληµάτων µε µία πράξη ενός ατόµου. 10.πρβλ. ΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΑΤΣΟΣ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ Γ ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ- ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ».σελ. 289-295
9 Τις περισσότερες φορές λοιπόν η ίδια δραστηριότητα είναι δυνατόν να εµπίπτει σε περισσότερα του ενός θεµελιώδη δικαιώµατα. Για την ευκολότερη κατανόηση της συρροής θεµελιωδών δικαιωµάτων κρίνεται σκόπιµο στο σηµείο αυτό της εργασίας, να παρατεθούν ορισµένα χαρακτηριστικά παραδείγµατα συρροής. Π.χ: 1)Ένας καθηγητής Ανώτατης Σχολής µε τη διδασκαλία του προσβάλλει ξένα έννοµα αγαθά. 2) ένας ζωγράφος, ζωγραφίζει πίνακες που εκφράζουν τις πολιτικές του πεποιθήσεις. 3) ένας φοιτητής αποφασίζει να γίνει µέλος ενός φοιτητικού συλλόγου. 4)σε µια συγκέντρωση εξαγγέλεται η ίδρυση πολιτικού κόµµατος. Στο πρώτο παράδειγµα η ενέργεια του καθηγητή καλύπτεται από τρία θεµελιώδη δικαιώµατα, δηλαδή την επαγγελµατική ελευθερία συναγόµενη από την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ.), την ελευθερία εκδηλώσεως της γνώµης (άρθρο 14 παρ.1 Σ.) και την ελευθερία διδασκαλίας (άρθρο 16 παρ.1 εδ. β Σ.). Στο δεύτερο παράδειγµα η ενέργεια του ζωγράφου καλύπτεται από την ελευθερία εκδηλώσεως της γνώµης και της ελευθερίας της τέχνης (άρθρο 16 παρ.1 εδ.α Σ. Στο τρίτο παράδειγµα η ενέργεια του φοιτητή καλύπτεται από την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας και την ελευθερία συνεταιρισµού στο τελευταίο παράδειγµα η ίδρυση πολιτικού κόµµατος εµπίπτει στις εξής συνταγµατικές διατάξεις: α) στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγµατος ( ελευθερία ανάπτυξης προσωπικότητας και δη συµµετοχή στην πολιτική ζωή) β) στο άρθρο 11 του Σ (προστασία συναθροίσεων) γ) στο άρθρο 14 αρ.1 του Σ. (ελευθερία έκφρασης και διάδοσης στοχασµού) δ) στο άρθρο 29 παρ. 1 (ελευθερία ίδρυσης πολιτικών κοµµάτων). Τα συρρέοντα θεµελιώδη δικαιώµατα στα δύο πρώτα παραδείγµατα επικαλύπτονται µόνο µερικά (διασταύρωση θεµελιωδών δικαιωµάτων),
10 ενώ στο τρίτο παράδειγµα υπάρχει πλήρης επικάλυψη αυτών ( σώρρευση θεµελιωδών δικαιωµάτων). Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στις οποίες η συρροή δεν είναι αληθής, αλλά φαινοµενική. Όπως σε όλους τους κανόνες δικαίου, έτσι και στις διατάξεις που κατοχυρώνουν ατοµικά δικαιώµατα ισχύει ο κανόνας της υπεροχής της ειδικής έναντι της γενικής διατάξεως («lex specialis degorat legi generalli»). Η ειδική διάταξη είτε αντιτίθεται στην γενική, είτε την εκφράζει και την συγκεκριµενοποιεί, προκαλείται από αυτήν και πρέπει να εφαρµόζεται κατά αποκλεισµό της. Η γενική διάταξη εφαρµόζεται µόνο στις περιπτώσεις εκείνες που δεν µπορούν να υπαχθούν στην ειδική διάταξη. Εκτός από τον κανόνα που ήδη αναφέρθηκε, µία δεύτερη αρχή που προβάλλεται ως µέσο επίλυσης του προβλήµατος της συρροής, είναι η αρχή «in dubio pro libertate» η οποία διαχέει την προστασία της προσωπικής ελευθερίας, επιβάλλοντας να δεχτούµε πως από την στιγµή που µία και η ίδια πράξη εµπίπτει εξίσου στο προστατευτικό περιεχόµενο περισσοτέρων θεµελιωδών δικαιωµάτων, τότε επιβάλλεται η εφαρµογή της διάταξης µε τους λιγότερους περιορισµούς. Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιας σχέσης ειδικού προς γενικό κανόνα αποτελεί το άρθρο 29 παρ 1 Σ. για το δικαίωµα ίδρυσης σωµατείου ή άλλης ένωσης προσώπων. Έτσι αν κάποιος ιδρύσει πολιτικό κόµµα, ενεργεί κατά τρόπο που εµπίπτει µόνο στο άρθρο 29 παρ. 1 του Σ., το οποίο ως «lex speciallis»,εκτοπίζει το «lex generallis» του άρθρου 11 παρ. 1 του Σ. Τέλος αξίζει να γίνει µία σύντοµη αναφορά σχετικά µε τα «µητρικά δικαιώµατα» του Συντάγµατος. Το Σύνταγµα κατοχυρώνει ορισµένα «µητρικά θεµελιώδη δικαιώµατα», από τα οποία προέρχονται άλλα (νεότερα) θεµελιώδη δικαιώµατα.
11 Η γενικότερη από όλες τις διατάξεις σχετικά µε τα ατοµικά δικαιώµατα περιέχεται στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγµατος. 11 Στην «πρωταρχική» αυτή υποχρέωση της πολιτείας αντιστοιχεί το «πρωταρχικό» δικαίωµα του ατόµου. Επιπλέον από το µητρικό δικαίωµα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθ.5 Σ), προέρχονται όλα τα θεµελιώδη δικαιώµατα που κατοχυρώνουν ελευθερίες(freiheitsrechte), ενώ από την γενική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Σ) προέρχονται τα δικαιώµατα ισότητας (Gleichheitrech Σε όλες δηλαδή τις παραπάνω περιπτώσεις η σχέση γενικού και ειδικού, αλληλοσυµπληρώνεται και αλληλοαποκλείεται. Συνεπώς ότι δεν ρυθµίζει η ειδική διάταξη (lex speciallis), ανάγεται στην προστασία που παρέχει η γενική (generallis). Όπως σηµειώθηκε και στην εισαγωγή του παρόντος κεφαλαίου, αφού ασχολήθηκε µε το θέµα της συρροής (σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων ενός προσώπου), θα εξετάσουµε το ζήτηµα της σύγκρουσης θεµελιωδών δικαιωµάτων διαφόρων προσώπων 11 «Οσεβασµός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας»
12 4.ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ 4.1 ΟΡΙΣΜΟΣ, ΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ Σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων υπό νοµική έννοια είναι η ταυτόχρονη αναγνώριση και νόµιµη άσκηση των δικαιωµάτων περισσοτέρων φορέων κατά τρόπο ώστε η νόµιµη άσκηση του δικαιώµατος του ενός να περιορίζει την επίσης νόµιµη άσκηση του δικαιώµατος του άλλου. Ο ορισµός αυτός αναφέρεται στη νοµική έννοια της σύγκρουσης 12 των δικαιωµάτων. Από τη νοµική αυτή σύγκρουση διεφέρει η πραγµατική. Πραγµατική σύγκρουση δικαιωµάτων είναι η αποδοκιζόµενη από το δίκαιο παραβίαση του δικαιώµατος του άλλου. Το ζήτηµα που γεννάται είναι αν αναγνωρίζεται στην σύγχρονη έννοµη τάξη σύγκρουση δικαιωµάτων µε τη νοµική έννοια, αν αντίθετα δεν αναγνωρίζεται τότε ο όρος «σύγκρουση δικαιωµάτων» δεν µπορεί να έχει άλλη έννοια από εκείνη της πραγµατικής σύγκρουσης, δηλαδή της προσβολής των δικαιωµάτων των άλλων χωρίς την αναγνώριση από το δίκαιο ανάλογης εξουσίας. 12 Η σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων διαφόρων φορέων αυτών (Grynderechtskolision) συντρέχει, όταν η άσκηση ενός θεµελιώδους δικαιώµατος ενός προσώπου αποκλείει αναγκαίως εν όλω ή εν µέρει τη σύγχρονη άσκηση του ιδίου ή άλλου θεµελιώδους δικαιώµατος αλλου ή άλλων προσώπων»α. ΡΑΙΚΟΣ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΘΕΜΕΚΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ»ΤΟΜΟΣ 2, σελ.223 επ.
13 4.2 ΓΕΝΙΚΑ Ο σπουδαιότερος ίσως περιορισµός των ατοµικών αλλά και των κοινωνικών δικαιωµάτων, προέρχεται από την ανάγκη αµοιβαίας οριοθέτησης των βιοτικών σχέσεων που ρυθµίζουν, καθώς και ένταξής τους στο συνολικό πλαίσιο της συνταγµατικής τάξης, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συστηµατική και τελολογική ενότητα του Συντάγµατος. 13 Έτσι πολλές φορές καθίσταται ανέφικτη η υλοποίηση κοινωνικών δικαιωµατών χωρις αντίστοιχο περιορισµό ενός ατοµικού, όπως στην περίπτωση που το κράτος καλείται να απαλλοτριώσει ιδιωτική έκταση για την ανέγερση εργατικών κατοικιών.(άρθρα 17 παρ.2 & 21 παρ.4 Σ.) Επιπλέον η άσκηση ενός και του ιδίου δικαιώµατος από πολλούς φορείς του ταυτόχρονα, µπορεί να καθίσταται ανέφικτη. Έτσι είναι αδύνατα η ταυτόχρονη κίνηση οχηµάτων σε πολυσύχναστη διασταύρωση. Θα µπορούσε να λεχθεί ότι στις παραπάνω αναφερόµενες περιπτώσεις, ανακύπτει µίa είδους «σύγκρουση». 4.3 ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ Η παραδοσιακή νοµική επιστήµη και µεθοδολογία, εφαρµόζει τα θεµελιώδη δικαιώµατα µόνο στις σχέσεις δηµοσίου δικαίου, στις σχέσεις δηλαδή στις οποίες µόνο το ένα µέρος (το άτοµο) είναι φορέας 13 Βλ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΣ Κ. «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», Β ΕΚ ΟΣΗ, ΣΕΛ 102
14 θεµελιωδών δικαιωµάτων, ενώ το άλλο µέρος (το κράτος) δεν είναι. Η εφαρµογή όµως των θεµελιωδών δικαιωµάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις, δηλ. στις σχέσεις στις οποίες και τα δύο µέρη είναι φορείς θεµελιωδών δικαιωµάτων, εµφανίζεται για την επηρεασµένη από την ατοµικιστική παράδοση νοµική σκέψη εξαιρετικά προβληµατική. Πως είναι δυνατό να εφαρµόζονται τα θεµελιώδη δικαιώµατα στις σχέσεις, στις οποίες και τα δύο ή και περισσότερα µέρη, είναι φορείς θεµελιωδών δικαιωµάτων. Η διαπροσωπική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων δηµιουργεί έτσι ένα µεγάλο πρόβληµα για την επηρεαζόµενη από την ατοµικιστική παράδοση σύγχρονη νοµική σκέψη, το πρόβληµα της συγκρούσεως των θεµελιωδών δικαιωµάτων, πρόβληµα που οπωσδήποτε συνδέεται µε τον τρόπο εφαρµογής τους στις διαπροσωπικές σχέσεις. 4.4 Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Η πλαστή εικόνα της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων εξαφανίζεται όπως και το πρόβληµα της τριτενέργειας 14, εφόσον τοποθετείται στα πλαίσια της σύγχρονης έννοµης τάξεως. Αντίθετα το πρόβληµα δηµιουργείται µόνο όταν εξετάζεται στα πλαίσια της ατοµικιστικής έννοµης τάξεως. Από την άποψη αυτή το ζήτηµα της 14 *«Με τον αδόκιµο όρο τριτενέργεια νοείται κυρίως η εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων στο ιδιωτικό δίκαιο. Τριτενέργεια είναι η προς τα πρόσωπα κατευθυνόµενη και κυρίως από την κρατική εξουσία πραγµατοποιούµενη ανυντική, νοιµική ενέργεια των θεµελιωδών δικαιωµάτων, η οποία εξασφαλίζει την ακώλυτη άσκηση τους, εξαναγκάζοντας τις απειλητικές αντικοινωνικές δυνάµεις να απέχουν από κάθε προσβολή της ανθρώπινης αξίας» ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Ανδρέας. «Η συνταγµατική προστασία του ανθρώπου από την ιδιωτική εξουσία».σελ.151
15 σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων, είναι ζήτηµα που ανάγεται στην µεταβολή τηε έννοµης τάξεως και από µεθοδολογική άποψη πρόκειται για ζήτηµα που ανάγεται στον εντοπισµό αυτής της µεταβολής από τις διάφορες νοµικές θεωρίες, οι οποίες, εφόσον αντίθετα δεν εντοπίζουν τη γενικότερη δικαιική µεταβολή, παραµένουν στα πλαόσια της ατοµικιστικής θεωρίας και έννοµης τάξεως δεχόµενες την µεταβολή της 4.5 ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ Η αντίληψη για τη σύγκρουση των δικαιωµάτων προέρχεται από την αντίληψη της ατοµικιστικής διαδικασίας. εν συµβιβάζεται όµως µε τον κοινωνικό ανθρωπισµό 15 και την ανθρωπιστική αντίληψη για την άσκηση των δικαιωµάτων, σαν δικαιωµάτων στα πλαίσια της ανθρωπιστικής άµιλλας. Στη σύγχρονη έννοµη τάξη, από νοµική άποψη, δεν υπάρχει σύγκρουση δικαιωµάτων µε την έννοια ότι δύο δικαιώµατα συγκρούονται ασκούµενα κατά νόµιµο τρόπο. Στην πραγµατικότητα ο ένας από τους δύο φορείς θίγει τα δικαιώµατα του άλλου, οπότε γίνεται λόγος για προσβολή δικαιωµάτος. Σύγκρουση δικαιωµάτων έχουµε σε περίπτωση ταυτόχρονης ύπαρξης και νόµιµης άσκησης δύο ή περισσοτέρων δικαιωµάτων.αντιλαµβανόµαστε λοιπόν ότι το δίκαιο δεν είναι δυνατόν 15 Οπ. Παραπ. Στο Κεφ. «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ»
16 να επιτρέπει ή να απαγορεύει ταυτόχρονα την ίδια συµπεριφορά.ο προορισµός, η αξία και η αποστολή του δικαίου, είναι να επιβάλλει την αρµονική συµβίωση σβήνοντας τις πραγµατικές συγκρούσεις µε νοµικούς κανόνες. 16 4.6 Η ΙΑΚΡΙΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΙΚΑΙΙΚΗ ΑΡΣΗ ΤΗΣ Προκύπτει έτσι η θεµελιώδης διάκριση ανάµεσα στην πραγµατική σύγκρουση και στη δικαιική άρση της, ανάµεσα στην πραγµατική αντίθεση και στη νοµική σύνθεση της αντιθέσεως. Εφόσον πράγµατι υπάρχει σύγκρουση ανάµεσα στους φορείς των θεµελιωδών διοκαιωµάτων, αυτό σηµαίνει πως κάποιος ενήργησε χωρίς δικαίωµα. Η ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας του επιχειρηµατία ή του εργοδότη π.χ. συγκρούεται µε την ίδια ελευθερία των εργαζοµένων (δικαίωµα συνάψεως γάµου ή συµµετοχής σε αθλητικούς αγώνες) ή µε άλλα θεµελιώδη δικαιώµατα (αρχή της ισότητας των φύλων, αρχή της απαγόρευσης φυλετικών διακρίσεων, θρησκευτική ελευθερία, ελευθερία συµµετοχής σε πολιτικά κόµµατα και ελευθρία εκδηλώσεως της γνώµης.). Η άρση των συγκρούσεων των θεµελιωδών δικαιωµάτων µπορεί να γίνεται µόνο µε τη στάθµιση συµφερόντων. Το αρµόδιο κρατικό όργανο 17 έχει βέβαια διακριτική ευχέρεια σχετικά µε την πρόκριση του δικαιώµατος που θα επικρατήσει κάθε φορά στην κρινόµενη περίπτωση. 16 Πρβλ. Α. Γ. ηµητρόπουλος «Η συνταγµατική προστασία του ανθρώπου από την ιδιωτική εξουσία».σελ.117 επ. 17 Βλ. ΡΑΙΚΟΣ. Α «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ-ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ»π.χ. στην περίπτωση του δικαιώµατος δηµόσιας συνάθροισης που εµποδίζει συνήθως την κυκλοφορία των πεζών και οχηµάτων και τη λειτουργία των καταστηµάτων (σύγκρουση ελευθερίας συναθροίσεων, ελευθερία κινήσεως και επαγγελµατικής ελευθερίας), το όργανο οφείλει µε τον ανάλογο περιορισµό του χρόνου ή του τόπου πραγµατοποιήσεως της συνάθροισης να πετύχει τη µικρότερη δυνατή προσβολή των δύο άλλων θεµελιωδών δικαιωµάτων.
17 5. ΜΕΘΟ ΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Όπως σηµειώθηκε και παραπάνω 18 αποστολή και αξία του δικαίου είναι η απονοµή της δικαιοσύνης, αίροντας τις πραγµατικές συγκρούσεις µε νοµικούς κανόνες 19 Υποχρέωση των κρατικών οργάνων, που συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγµατος 20, είναι να αίρουν τις συγκρούσεις των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Θα πρέπει να σηµειωθεί, για διασαφηνιστικούς λόγους, πως οποιασδήποτε ιεράρχηση 21 των θεµελιωδών δικαιωµάτων αποκλείεται σχεδόν από όλους τους συγγραφείς 22. Μόνο το άρθρο 111 παρ.1 του Σ., κάνει µία ιεράρχηση θεµελιωδών δικαιωµάτων, διακρίνοντάς τα σε αναθεωρητέα και µη αναθεωρητέα. Στο σηµείο αυτό της εργασίας θα παρατεθούν οι τρόποι µέθοδοι αρσης της συγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Πιο συγκεκριµένα θα αναφερθούµε στη µέθοδο της «Στάθµισης συµφερόντων», στην «Αρχή της αναλογικότητας», στην «Πρακτική εναρµόνιση», και τέλος στη «Θεσµική εφαρµογή» 18 Οπ. Παραπ.Κεφ.1 «ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΤΟ ΘΕΜΑ» 19 «εφόσον πράγµατι υπάρχει πραγµατική σύκρουση ανάµεσα στους φορείς των θεµελιωδών δικαιωµάτων αυτό σηµαίνει ότι κάποιοςαπό τους φορείς δεν άσκησε το δικαίωµα του µέσα στα επιβαλλόµενα από το Σ. όρια, δηλαδή ενήργησε «χωρίς δικαίωµα»πρβλ. Α. Γ. ηµητρόπουλος «Η συνταγµατική προστασία του ανθρώπου από την ιδιωτική εξουσία».σελ.117 επ. 20 *Άρθρο 25 παρ.1 εδ. Β Σ. «Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκησή τους» 21 Πρβλ. Προηγούµενο κεφάλαιο. 22 Πρβλ. ΜΑΝΕΣΗΣ «Ατοµικές ελευθερίες α σελ.65». Το Σ. δεν καθιερώνει καµία ιεράρχηση µεταξύ των ατοµικών ελευθεριών.
18 5.1 ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ Α) Γενικά Περίπου µετά το τέλος του Β Παγκοσµίου πολέµου,το γερµανικό οµοσπονδιακό συνταγµατικό δικαστήριο (ΓΟΣ ), το οποίο βρέθηκε αντιµέτωπο µε τις πιο δύσκολες περιπτώσεις διαπροσωπικής εφαρµογής των θεµελιωδών δικαιωµάτων, ήταν αυτό που στράφηκε προς την λύση του προβλήµατος της σύγκρουσης των δικαιωµάτων. Αναπτύχθηκε έτσι κυρίως στο πλαίσιο της νοµολογίας του ΓΟΣ, η θεωρία ή µέθοδος της «στάθµισης των συµφερόντων», µέθοδος που συνδέεται άµεσα µε την ιδεαλιστικού χαρακτήρα επικρατούσα στην Γερµανία αντίληψη, για το «αξιολογικό σύστηµα» και την «αξιολογική φύση», της Γερµανικής έννοµης τάξεως. Αν και σε ποιο βαθµό είναι επηρεασµένη η σύγχρονη νοµική σκέψη από την ατοµικιστική νοµική παραάδοση, διαφαίνεται καθαρά από την ίδια την χρησιµοποίηση της µεθόδου της «Στάθµισης των συµφερόντων». Αξιοσηµείωτο βέβαια είναι και το γεγονός, ότι η Νοµολογία του ΓΟΣ, συνολικά αντιµετωπιζόµενη δεν θα µπορούσε εύκολα να συµπεριληφθεί στους συνεχιστές της ατοµικιστικής νοµικής παραδόσεως του Γερµανικού νοµικού χώρου. Στο σηµείο αυτό της παρούσας µελέτης, κρίνεται απαραίτητη η αναφορά δύο πολύ σηµαντικών αποφάσεων του Γερµανικού Οµοσπονδιακού Συνταγµατικού ικαστηρίου (ΓΟΣ ), οι οποίες ασχολήθηκαν µε το συγκεκριµένο ζήτηµα. Πρόκειται για τις αποφάσεις Luth και Blinkfuer.
19 Β) Υπόθεση Luth Ο πιο γνωστός από τους σκηνοθέτες του γερµανικού ναζιστικού καθεστώτος Veit Harlan, συνεχίζει και µετά το τέλος του ευτέρου Παγκοσµίου Πολέµου, την κινηµατογραφική του δραστηριότητα.ο διευθυντής της υπηρεσίας τύπου του Αµβούργου, LUTH, στην προσπάθεια του να εµποδίσει µία νέα είσοδο του HARLAN, στον γερµανικό κινηµατογράφο, σε οµιλία του προς τους εµπόρους και παραγωγούς κινηµατογραφικών φίλµ, τον κατηγορεί σαν εθνικοσοσιαλιστή και παρακινεί το κοινό να τον µπουκοτάρει. Την ίδια κατηγορία χρησιµοποίει και στα µέσα(εφηµερίδες). Κατά του LUTH, εγείρεται αγωγή µε τη οποία επιδιώκεται η καταδίκη του σε παραλειψη από τέτοιυ είδους ενέργειες η αγωγή γίνεται δεκτή(άρθρο 86 γερµαν. Α.Κ).Κατά της ως ανω αποφάσεως ο LUTH εγείρει συνταγµατική προσφυγή, η οποία και γίνεται δεκτή από το ΓΟΣ. Η προσφυγή βασιζόταν στο άρθρο 5 του Γερµανικού Συντάγµατος, το οποίο κατοχυρώνει την ελευθερία σκέψεως και εκφράσεως της γνώµης. Κατά το συνταγµατικό δικαστήριο η ελευθερία εκφράσεως αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της δηµοκρατίας.εποµένως δεν έκρινε σωστά το κοινό δικαστήριο, ότι οι ενέργειες του LUTH, είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη. Το άρθρο 5 του Θεµελιώδους Νόµου προστατεύει τόσο την έκφραση τηε γνώµης, οσο και την επιδιωκόµενη γενικότερη επίδραση. Στην συγκεκριµένη περίπτωση το οικονοµικά συµφέροντα του HERLAN πρέπαι να υποχωρήσουν, εφόσον πρόκειται για δηµόσια συζήτηση, πάνω σε θέµατα γενικής σηµασίας.
20 Γ) Υπόθεση Blinkfuer. Μετά τα γεγονότα του τείχους του Βερολίνου, τρείς εκδοτικές εταιρίες εφηµερίδων του συγκροτήµατος Springer στο Αµβούργο, γνωστοποίουν µε έγγραφό τους στους πωλητές εφηµερίδων, να µην πωλούν έντυπα που δηµοσιεύουν τα ραδιοφωνικά προγράµµατα της Ανατολικής Γερµανίας, ώστα να συµβάλουν στην προπαγάνδα του UBRICHT, γιατί αλλιώς θα επανεξετάσαουν το ζήτηµα της συνεχίσεως των επαγγελµατικών τους σχέσεων. Παρόλαυτα η εφηµερίδα BLINKFYER δεν υπακούει και έτσι η κυκλοφορία της µειώνεται. Ο εκδότης της εφηµερίδας, εγείρει αγωγή για την αποκατάσταση της ζηµίας. Το BGH, απορρίπτει την αγωγή.ηαπόφαση στην αιτιολογία της προσανατολίζονταν στην υπόθεση LUTH. Ο SPRINGER επεδίωξε µε την παραπάνω ενέργειά του πολιτικούς σκοπούς.τα συγκρουόµενα συµφέροντα, εποµένως ήταν πολιτικού και όχι οικονοµικού-επαγγελµατικού χαρακτήρα Μετά την απόρριψη της αγωγής, ο εκδότης της εφηµερίδας καταθέται συνταγµατική προσφυγή, η οποία και γίνεται δεκτή. Σύµφωνα µε την αιτιολογία της αποφάσεως του BverfG, που βασίζεται στο άρθρο 5 του Θεµελιώδους Νόµου, «η έκκληση για οικονοµικό αποκλεισµό, επιτρέπεται, µόνο ως µέσο του πνευµατικού αγώνα των γνωµών», Η οικονοµική πίεση κρίνεται παράνοµη. Προυπόθεση της ελεύθερης λειτουργίας του πολιτεύµατος είναι η ελευθερία των πνευµατικών αντιθέσεων του πνευµατικού αγώνα.
21 )ΚΡΙΤΙΚΗ Η µέθοδος της στάθµισης των συµφερόντων, ξεκινά από την εσφαλµένη βάση της νόµιµης άσκησης των δικαιωµάτων και από τα δύο µέρη της διαφοράς. Σύµφωνα µε αυτή τη βάση στις περιπτώσεις της σύγκρουσης θεµελιωδών δικαιωµάτων, υπάρχουν «ανώτερες αξίες» οι οποίες υπερτερούν, και «κατώτερες» που υποχωρούν 23. Εποµένως δεν θεωρείται ορθή σήµερα, κατά τις αρχές της ανθρωπιστικής έννοµης τάξεως, η βάση στην οποία στηρίχτηκε η στάθµιση των συµφερόντων. Στη σύγχρονη έννοµη τάξη, η σύγκρουση δικαιωµάτων υπό νοµική έννοια, θεωρείται «πλαστή». Ένας από τους δύο φορείς υπέπεσε σε περαβατική συµπεριφορά δράττοντας ουσιαστικά «χωρίς δικαίωµα». Η συγκεκριµένη µέθοδος θεωρείται ασαφής.με την µέθοδο αυτή επαφίεται στο δικαιοδοτικό όργανο η τοποθέτηση δύο αντιτιθέµενων δικαιωµάτων της in concreto σύγκρουσης στη ζυγαριά, κάτι το οποίο δεν µπόρεσε σε καµία περίπτωση να δώσει στο νοµικό χώρο κατι το σαφές το ασφαλές και το συγκεκριµενο.για τους παραπάνω εκτεθειµένους λόγους η παραπάνω µέθοδος έχει ουσιαστικά εκλείψει από την δεκαετία του 70. Εποµένως γίνεται αντιληπτό ότι αυτό που µας ενδιαφέρει είναι ο εντοπισµός και η διακρίβωση της άµυνας από την επίθεση και του αµυνοµένου από τον επιτιθέµενο. 24 25 23 Βλ. Α.Γ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ Ι ΙΩΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ», (1981/82), σελ. 113-114. 24 Βλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ»- ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Τόµος Γ Ηµιτόµος 1, σελ.243. 25 Είναι φορέας που η ίδια η σύγκρουση των θεµελιωδών δικαιωµάτων κρίνεται ως εγγενής, αυτό κυρίως συµβαίνει όταν πρόκειται για αναγκαστική απαλλοτρίωση, έτσι οι διατάξεις του αρθρου 24. Σ.,
22 5.2 ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ Η καταγωγή της αρχής της αναλογικότητας, ανάγεται στο Γερµανικό και στο Γαλλικό Αστυνοµικό ίκαιο.κατά το ΓΟΣ, ο νοµοθετικός περιορισµός του συνταγµατικού δικαιώµατος θα πρέπει να ανταποκρίνεται στη φύση του πράγµατος, ενώ στο νοµοθέτη δεν επιτρέπεται να εισάγει περιορισµούς ξένους προς αυτήν. Την ίδια αρχή δέχεται και η ν.µ.λ του.ε.κ., τονίζοντας την ανάγκη της ύπαρξης σχέσης αναλογικότητας µεταξύ των πράξεων των κοινοτικών οργάνων και του σκοπού που αυτά επιδιώκουν, καθώς και της µη υπέρβασης του επιβεβληµένου µέτρου για την πραγµάτωση του σκοπού. Στον ελληνικό χώρο η «αρχή της αναλογικότητας», κατοχυρώνεται πλέον και ρητώς από το άρθρο 25 παρ.1 εδ δ Σ., όπου ορίζεται ότι κάθε είδους περιορισµοί των συνταγµατικών δικαιωµάτων πρέπει να σέβονται την αρχη της αναλογικότητας. 26 27 Ηαρχή της αναλογικότητας(grundsatz der Verhaltnismassigkeit,principle of proportionality,principe de proportionalite), επιτάσσει την ύπαρξη εύλογης σχέσης- αναλογίας µεταξύ του περιοριστικού µέσου και του επιδιωκόµενου σκοπού. 28 Τονίζεται λοιπόν η σχέση που απαιτείται ανάµεσα στο σκοπό του κοινού νοµοθέτη και του περιοριστικού του για την προστασία του περιβάλλλοντος κ.ο.κ. µπορούν να υλοποιηθούν υπό προυποθέσεις, περιορίζοντας την ιδιωτική ιδιοκτησία (άρθρο 17 Σ.) Βλ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ «Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ Ι ΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ» (2003), σελ.30 επ. Και.Θ.ΤΣΑΤΣΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ Γ - ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, 1987, σελ.299-300. 26 Πριν την ρητή καθιερωσή της, η αρχή της αναλογικότητας, συνήγετο από το άρθρο 5 παρ.1 και 25 παρ.1 Σ. Βλ. ΑΧΤΟΓΛΟΥ «ΑΤΟΜΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» Α (1991),σελ.179 27 Άρθρο 25 παρ.1, εδ. α Σ.: «Τα δικαιώµατα του ανθρώπου ως ατόµου και ως µέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχη του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους. 28 Βλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ. «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1(2005), σελ.245-249.
23 Συνταγµατικού δικαιωµατος µέσου, που λαµβάνει για την πραγµάτωση του σκοπού του. Θα µπορούσε να λεχθεί πως η αρχή της αναλογικότητας εντάσσεται στους «περιορισµούς των περιορισµών» των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Πρέπει εποµένως να τίθεται ζήτηµα περιορισµού του συνταγµατικού δικαιώµατος καθως επίσης να υπάρχει επιφύλαξη νόµου(επιφύλαξη στην ουσία, υπέρ τοτ συνταγµατικού νόµου).εάν αντιθέτως δεν υφίσταται ζήτηµα περιορισµού ενός θεµελιώδους δικαιώµατος, διότι η κρινόµενη ενέργεια βρίσκεται εκτός προστατευόµενου πεδίου του θεµελιώδους δικαιώµατος,σε αυτή την περίπτωση δεν γίνεται δεκτή η εφαρµογή της εν λόγω αρχής. 29 ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ Η αρχή της αναλογικότητας αναλύεται σε τρεις επιµέρους αρχές:1) την αρχή της αναγκαιότητας(erforderlichkeit), 2)την αρχή της καταλληλότητας(geeignetheit) και 3) την αρχή της αναλογικότητας µε στενή έννοια(verhaltnismassgigkeit im engeren Sinn). 29 Βλ. Ανάλυση Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ. «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1(2005), σελ.169 επ.
24 1)Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ Σύµφωνα µε την παραπάνω αρχή, 30 όταν λαµβάνεται ένας νοµοθετικός περιορισµός, αυτός θα πρέπει να είναι αναγκαίος, δηλαδή να αποκλείεται η επιλογή άλλου περιορισµού, εξίσου αποτελεσµατικού λιγότερο όµως περιοριστικού.όταν το ίδιο το αποτέλεσµα είναι δυνατό να επιτευχθεί µε µικρότερο περιορισµό, αυτό σηµαίνει ότι ο περιορισµός που έχει ληφθεί δεν είναι αναγκαίος είται κατ ένσταση, είται κατ έκταση και εποµένως δεν συνάδει µε την Αρχή της Αναλογικότητας.Εποµένως η σχέση δεν είναι εύλογη εφόσον ο περιορισµός είναι επαχθέστερος από τον αναγκαίο. 31 2)Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ Σύµφωνα µε την αρχή της καταλληλότητας, θα πρέπει το περιοριστικό της ελευθερίας µέτρο, να είναι πρόσφορο και κατάλληλο κατ είδος και κατ έκταση για την επίτευξη του σκοπού. Υπό τις δύο προαναφερθείσες πτυχές της, η αρχή της αναλογικότητας είναι η κατεξοχήν κατάλληλη αρχή για τη διασάφηση και οριοθέτηση των αγαθών και των αξιών που συγκρούονται εκάστοτε µε το δηµόσιο συµφέρον. Συµπληρώνεταο δε και ολοκληρώνεται από την αρχη της αναλογικότητας stricto sensu. 3) Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΤΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ(stricto sensu). Εδώ υπάγεται η «ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ», η οποία έχει πλέον ενταχθεί στην αρχή της αναλογικότητας εν ευρεία έννοια, χάνοντας την µεθοδολογική της αυτοτέλεια.κατά την ως άνω αρχή τα προσδοκώµενα οφέλη από την λήψη του περιοριστικού µέτρου δεν θα πρέπει να είναι δυσαναλογα µικρά σε σχέση µε τις προκαλούµενες ζηµίες.θα πρέπει συνεπώς να σταθµίεται η βαρύτητα του περιοριζόµενου δικαιώµατος µε 30 Βλ.Ανάλυση ΖΩΗΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ για αρχή της αναλογικότητας,σελ.25-31. 31 Π.Χ: Η διάλυση παράνοµης συναθροίσεως από την Αστυνοµία µε χρήση πυροβόλων όπλων, ενώ αρκούσαν ηπιότερα µέσα.βλ.π.. ΑΧΤΟΓΛΟΥ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΑΤΟΜΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» Α (2005),σελ.211 επ.
25 την βαρύτητα του έννοµου αγαθου, που συνηγορεί υπερ της λήψης του περιοριστικού µέτρου.η στάθµιση θα πρέπει να γίνεται στα πλαίσια της εκάστοτε συγκεκριµένης περίπτωσης. Από τα παραπανω αντιλαµβανόµαστα ότι η αρχή της αναλογικότητας εύρυτερο περιεχόµενο και είναι ταυτόσηµος του όρου Αρχή της Αιτιωδους Συνάφειας. 32 5.3 ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ Η πρακτική εναρµόνιση (praktishe konkordanz) προβάλλεται ως µέθοδος για την άρση των αντιθέσεων στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η επιφύλαξη υπερ του νόµου. Στόχος της µεθόδου αυτής (που εµφανίστηκε στη Γερµανική έννοµη τάξη), είναι η εξασφάλιση της εφαρµογής όλων των διατάξεων, ώστενα προκύψει δίκαιη εξισορρπηση,στο πλάισιο της εκάστοτε συγκεκριµένης περίπτωσης. Η παραπάνω θεωρία υποδεικνύει ότι οι περιορισµοί των συνταγµατικώνδικαιωµάτων προκύπτουν από τη συστηµατική ερµηνεία των συνταγµατικών διατάξεων.η αρχή της πρακτικής εναρµόνισης συνιστά παραπέρα ανάπτυξη της αρχής της αναλογικότητας και είναι θεµιτή η προσπάθεια για µεγαλύτερη δυνατή πραγµατοποίηση του καθενός από τα συγκρουόµενα δικαιώµατα κατά την επιδιωκόµενη άρση της σύγκρουσής τους 33.Εποµένως δεν θα πρέπει να γινεται διάκριση µεταξύ αναλογικότητας και εναρµόνισης µε βάση την ύπαρξη ή µη επιφύλαξης υπέρ του νόµου. 32 Βλ. Εκτενής ανάλυση για την παραπάνω αρχή Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» -Γ ΗΜΙΤΌΜΟΣ 1, σελ.73-83 και σελ 253 33 Βλ. Α.Γ.ΡΑΙΚΟΣ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ», ΤΟΜΟΣ 2, Θεµελιωδη δικαιώµατα,(2002),σελ.237-238.επίσης πρβλ. Π.. ΑΓΤΟΓΛΟΥ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΑΤΟΜΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» Α (2005), σελ.132.
26 5.4 ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ Μία ακόµη µέθοδος άρσης της σύγκρουσης των συµφερόντων είναι και η θεσµική εφαρµογή.οι βάσεις της παραπάνω µεθόδου είναι οι εξης παρακάτω: Α)Η τριµερής διάκριση του περιεχοµένου κάθε συνταγµατικού δικαιώµατος σε αµυντικό, προστατευτικό και διασφαλιστικό. Β)Η αρχή της καθολικήε εφαρµογής κατα την οποία τα συνταγµατικά δικαιώµατα εφαρµόζονται στη συνολική έννοµη τάξη. Γ) Η αρχή της βασικής ισχύος των συνταγµατικώνµ δικαιωµάτων )Η αρχή τηε εφαρµογής του αµυντικού περιεχοµένου των συνταγµατικών δικαιωµάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις. Ε) Η διάκριση των διαφόρων επιβαρύνσεων που υφίστανται τα συνταγµατικά δικαιώµατα σε απλές επιδράσεις, απλούς περιορισµούς και προσβολές. ΣΤ) Η διάκριση περιορισµού και οριοθέτησης Ζ)Η αρχή της ταυτόχροννης προστασίας δικαιωµάτων και θεσµών. Η) Η διάκριση των δύο επιπέδων εφαρµογής. Θ) Η αρχή του αιτιώδους των περιορισµών. Ι) Η αρχή κατά την οποία τα συνταγµατικά δικαιώµατα, εφαρµοζόµενα στην γενική σχέση, δεν υπόκεινται σε περιορισµούς, παρά µόνο σε οριοθετήσεις. Κ)Η αρχή nulla restriction sine lege constitutonale certa. Λ)Η αντιπαράθεση υποκειµενικού δικαιώµατος προς αντικειµενικό θεσµό- έννοµη σχέση. Η θεσµική εφαρµογή, ως µέσο άρσης της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων, είναι µία, ενιαία και ανεξάρτητη για το αν πρόκειται για αντιθέσεις µεταξύ κράτους και πολιτών ή πολιτών µεταξύ τους.βάση της
27 θεσµικής εφαρµογής είναι η αιτιώδης συνάφεια που ενυπάρχει στα πράγµατα. Η ενδιαφέρουσα στη θεσµική εφαρµογή αιτιώδης συνάφεια είναι εκείνη που εντοπίζεται ανάµεσα στο προοριζόµενο δικαίωµα και στο θεσµό, µέσα στον οποίο ασκείται.τόσο το δικαίωµα όσο και ο θεσµός έχουν συνταγµατική θεµελίωση. 34 35.Πρόκειται για συστηµατική ερµηνεία του Συντάγµατος, που βασίζεται στην ενότητα του και αφορά σε όλα τα συνταγµατικά δικαιώµατα ανεπιφύλακτα και µη. Οι περιορισµοί (ρητοί ή µη ρητοί) των συνταγµατικών δικαιωµάτων προκύπτουν σε κάθε περίπτωση από το Σύνταγµα.Μέσω της θεσµικής εφαρµογής το συνταγµατικό δικαίωµα υφίσταται θεσµική προσαρµογή, προσαρµόζεται δηλαδή στο θεσµό στον οποίο εφαρµόζεται.η προσαρµογή αυτή εξαρτάται αποκλειστικά από αντικειµενικά στοιχεία, καθώς κάτι τέτοιο υπαγορεύεται από την αιτιώδη συνάφεια. Η µέθοδος της θεσµικής εφαρµογής εκτυλίσσεται σε τρία στάδια.αρχικά εντοπίζεται εάν υπάρχει περιοριζόµενο δικαίωµα, ώστε να διαπιστωθεί αν υπάρχει περιορισµός ή απλή επίδραση. Από τη στιγµή που εντοπιστεί ποιο ακριβως δικαίωµα πλήττεται, γίνεται πλέον σαφές, πιο είναι το επιτιθέµενο και ποιο το αµυνόµενο µέρος. Στο δέυτερο στάδιο εντοπίζεται το θεσµικό περιβάλλον στο οποίο εφαρµόζεται το περιοριζόµενο δικαίωµα και συγκεκριµένα ερευνάται αν πρόκειται για γενική ή ειδική σχέση. Το τρίτο στάδιο, το στάδιο της θεσµικής προσαρµογής, µεσολαβεί µόνο αν πρόκειται για ειδική σχέση θεσµό. Στο σηµείο αυτό εξετάζεται αν για το περιοριζόµενο δικαίωµα προβλέπονται από το Σύνταγµα ρητοί περιορισµοί. Αν όντως προβλέπονται, εφαρµόζονται. Αν δεν προβλέπονται ερευνάται η ύπαρξη µη ρητών περιορισµών, που προκύπτουν από άλλες διατάξεις του Συντάγµατος. 36 34 Βλ.Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ : «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ-ΤΟΜΟΣ Γ -ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1-(2005), σελ.251-255. 35 Αυτό αποτελεί και κοινό στοιχείο µε τη θεωρία της «ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΜΑΡΜΟΝΙΣΗΣ» 36 Εκτενής ανάλυση στο σύγγραµα του Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ-ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ 1- (2005),σελ.253-255.
28 Στο σηµείο αυτό της εργασίας και αφού εξετάστηκαν και οι µέθοδοι άρσης της σύγκρουσης των συµφερόντων, θα παρατεθεί σειρά νοµολογιακών αποφάσεων. 6. NOMΟΛΟΓΙΑ ΑΠ 53/2004, ΠΕΡΙΛΗΨΗ Επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων - Ελευθεροτυπία - Αρχή αναλογικότητας -. Η κατοχυρωµένη από το Σύνταγµα και την ΕΣ Α ελευθερία του τύπου δεν αποκλείει την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, ευαίσθητων ή µη. Οι διατάξεις του ν. 2472/1997 καταλαµβάνουν και τις εκποµπές των ραδιοτηλεοπτικών σταθµών, καθώς και τις δηµοσιογραφικές δραστηριότητες στο σύνολό τους, όταν µε αυτές διενεργείται ταυτόχρονα και επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα. Όταν στο πλαίσιο δηµοσιογραφικής δραστηριότητας προσβάλλονται δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός των ορίων που µε βάση την αρχή της αναλογικότητας θεσπίζει ο Ν. 2472/1997, υπάρχει παραβίαση του νόµου αυτού και επιβάλλονται οι προβλεπόµενες κυρώσεις, χωρίς να τίθεται ζήτηµα παραβίασης της ελευθερίας του τύπου. ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΡ. 53/2004
29 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα, συνήλθε µετά από πρόσκληση του Προέδρου της σε τακτική συνεδρίαση την 10-06-2004 στο κατάστηµά της αποτελούµενη από τον. Γουργουράκη, Πρόεδρο, και τους Σ. Λύτρα, Α. Παπαχρίστου και Σ. Σαρηβαλάση, τακτικά µέλη, και τα αναπληρωµατικά µέλη Χ. Πολίτη και Α. Παπανεοφύτου σε αναπλήρωση των Ν. Φραγκάκη και Ν. Παπαγεωργίου, οι οποίοι απουσίαζαν αµφότεροι λόγω κωλύµατος, αν και είχαν προσκληθεί νοµίµως. Η Αρχή συνήλθε προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρούσα χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Κ. Λωσταράκου, ελέγκτρια, ως εισηγήτρια, και η κ. Α. Κανακάκη, ως γραµµατέας. H Αρχή, αφού έλαβε υπόψη τα κάτωθι : Η..., µε την υπ' αριθ....από... αίτησή της, κατήγγειλε στην Αρχή ότι η εφηµερίδα... δηµοσίευσε στο φύλλο της...αυτολεξεί το κείµενο αγωγής, την οποία είχε ασκήσει κατά των... και..., αναφέροντας και το ονοµατεπώνυµό της. Η αγωγή αυτή αποτέλεσε και θέµα ρεπορτάζ του τηλεοπτικού σταθµού...στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της..., παρά τη ρητή άρνηση της καταγγέλλουσας προς τον σταθµό για τη δηµοσιοποίηση της υπόθεσής της. Η Αρχή µε το υπ' αριθµ....από... έγγραφό της ζήτησε από την εν λόγω εφηµερίδα να της γνωστοποιήσει την πηγή των δηµοσιευθέντων προσωπικών δεδοµένων που αφορούν την καταγγέλλουσα. Στο έγγραφο αυτό δεν έλαβε απάντηση. Με το υπ' αριθµ.... από... έγγραφό της η Αρχή ζήτησε από τον τηλεοπτικό σταθµό να της αποσταλεί η βιντεοκασέτα µε το επίµαχο ρεπορτάζ, καθώς και να της γνωστοποιηθεί η πηγή των δηµοσιευθέντων προσωπικών δεδοµένων που αφορούν την καταγγέλλουσα. Στην Αρχή περιήλθε µόνο η βιντεοκασέτα µε
30 απόσπασµα του επίµαχου ρεπορτάζ στο οποίο δεν αναφερόταν το όνοµα της καταγγέλλουσας. Κατόπιν των ανωτέρω, η Αρχή προέβη σε κλήση προς ακρόαση των υπευθύνων επεξεργασίας τόσο του τηλεοπτικού σταθµού...( αρ.πρωτ.... από...) για την..., όσο και της εφηµερίδας...(αρ.πρωτ....από...) για την... Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στις 29.5.2003, οι εκπρόσωποι του τηλεοπτικού σταθµού... υποστήριξαν ότι στο δελτίο ειδήσεων της... έγινε αναφορά στο όνοµα της καταγγέλουσας µία µόνο φορά, το οποίο (όνοµα) άλλωστε είχε ήδη δηµοσιευτεί στην εφηµερίδα... πρωί της ίδιας ηµέρας. Περαιτέρω ισχυρίστηκαν ότι είχαν λάβει την άδεια του εκπροσώπου της εφηµερίδας για αναµετάδοση του θέµατος και ότι είχαν τη διαβεβαίωση του τελευταίου ότι η καταγγέλλουσα είχε δώσει τη συγκατάθεσή της στην εφηµερίδα για τη δηµοσίευση. Η αποστολή δε προς την Αρχή της βιντεοκασέτας µε απόσπασµα της εκποµπής οφειλόταν, όπως υποστήριξαν, σε λάθος του σταθµού κατά τη διαδικασία αντιγραφής της κασέτας και κατέθεσαν άλλη κασέτα µε το σύνολο του περιεχοµένου της εκποµπής. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στις 10.6.2004 δεν προσήλθε ο υπεύθυνος επεξεργασίας της εφηµερίδας. Η Αρχή, λαµβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του φακέλου, την ακρόαση του υπεύθυνου του τηλεοπτικού σταθµού και την εν γένει συζήτηση της υπόθεσης ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Το κείµενο της αγωγής, που δηµοσιεύθηκε αυτούσιο στο φύλλο της εφηµερίδας περιέχει προσωπικά δεδοµένα της καταγγέλλουσας και, ειδικότερα, πληροφορίες για µνηστεία που είχε συνάψει και η οποία λύθηκε, καθώς και για τη ψυχική της υγεία. Η πληροφορία αυτή αφορά την ερωτική ζωή και την υγεία και, κατά συνέπεια,
31 ανήκει στην κατηγορία των προσωπικών δεδοµένων µε ευαίσθητο χαρακτήρα (άρθρο 2 περιπτ. β του Ν.2472/1997). 2. Κατά το άρθρο 7 παρ.1 του Ν.2472/1997, "απαγορεύεται η συλλογή και επεξεργασία ευαίσθητων δεδοµένων". Η επεξεργασία αυτή κατ' εξαίρεση επιτρέπεται, ύστερα από άδεια της Αρχής, είτε µε την έγγραφη, ρητή και ελεύθερη συγκατάθεση του προσώπου, είτε αν συντρέχει µία από τις περιοριστικά αναφερόµενες περιπτώσεις στην παρ.2 του άρθρου 7. Μία από τις περιπτώσεις αυτές είναι και η ενάσκηση του δηµοσιογραφικού επαγγέλµατος (περιπτ. ζ), εφόσον, όµως, πρόκειται για επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων "δηµόσιων προσώπων" που συνδέονται µε την άσκηση δηµοσίου λειτουργήµατος ή τη διαχείριση συµφερόντων τρίτων. 3. Κατά το άρθρο 9Α εδ. α' του Συντάγµατος "καθένας έχει δικαίωµα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως µε ηλεκτρονικά µέσα, των προσωπικών του δεδοµένων, όπως νόµος ορίζει". Η προστασία των προσωπικών δεδοµένων εντάσσεται εξάλλου στο πλαίσιο της κατοχύρωσης της ιδιωτικής ζωής, που καθιερώνεται µε το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ικαιώµατα του Ανθρώπου (ΕΣ Α). 4. Το άρθρο 14 παρ.1 και 2 του Συντάγµατος κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης και την ελευθερία του τύπου. Αντίστοιχα, οι θεµελιώδεις αυτές ελευθερίες για µια δηµοκρατική κοινωνία κατοχυρώνονται από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ικαιώµατα του Ανθρώπου (ΕΣ Α). Είναι γεγονός, ότι συχνά η ενάσκηση των ελευθεριών αυτών µπορεί να θέτει σε κίνδυνο την ιδιωτική ζωή και, ειδικότερα, τα προσωπικά δεδοµένα. Η εξασφάλιση της ελευθερίας έκφρασης και, συνακόλουθα, και του τύπου δικαιολογεί αποκλίσεις από την προστασία των προσωπικών δεδοµένων, αλλά µόνο εντός των ορίων που καθορίζονται από την αρχή της αναλογικότητας (Βλ.
32 Reccomendation 1/97, της Επιτροπής της Ε.Ε.). Η αρχή της αναλογικότητας στο ζήτηµα αυτό καθιερώνεται από το άρθρο 9 της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, κατά το οποίο "για την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγµατοποιείται αποκλειστικώς για δηµοσιογραφικούς σκοπούς ή στο πλαίσιο καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, τα κράτη µέλη προβλέπουν τις εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου IV και του κεφαλαίου VI µόνο στο βαθµό που είναι αναγκαίες, ώστε το δικαίωµα της ιδιωτικής ζωής να συµβιβάζεται µε τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία έκφρασης". 5. Ο νόµος 2472/1997, ακολουθώντας την αρχή της αναλογικότητας, εισάγει την εξαίρεση του άρθρου 7 παρ.2 περιπτ.ζ, προκειµένου για ευαίσθητα προσωπικά δεδοµένα, ενώ για τα προσωπικά δεδοµένα που στερούνται ευαίσθητου χαρακτήρα ισχύει το άρθρο 5 παρ.2 περιπτ.ε, που συγκεκριµενοποιεί την αρχή αυτή. 6. Σύµφωνα µε τα παραπάνω, η κατοχυρωµένη από το Σύνταγµα και την ΕΣ Α ελευθερία του τύπου δεν αποκλείει την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, ευαίσθητων ή µη (βλ. ΣτΕ 3545/2002,κατά την οποία "οι διατάξεις του ν.2472/1997 καταλαµβάνουν και τις εκποµπές των ραδιοτηλεοπτικών σταθµών, καθώς και τις δηµοσιογραφικές δραστηριότητες στο σύνολό τους, όταν µε αυτές διενεργείται ταυτόχρονα και επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα". Κατά συνέπεια, όταν στο πλαίσιο δηµοσιογραφικής δραστηριότητας προσβάλλονται δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός των ορίων που µε βάση την αρχή της αναλογικότητας θεσπίζει ο Ν.2472/1997, υπάρχει παραβίαση του νόµου αυτού και επιβάλλονται οι προβλεπόµενες κυρώσεις, χωρίς να τίθεται ζήτηµα παραβίασης της ελευθερίας του τύπου (βλ. ΣτΕ 3545/2002, όπ.παρ.).
33 7. Στη συγκεκριµένη υπόθεση, η εφηµερίδα... δηµοσιεύοντας αυτολεξεί το κείµενο αγωγής της προσφεύγουσας µε αναφορά του ονόµατός της, επεξεργάστηκε (συνέλεξε και ανακοίνωσε) προσωπικά της δεδοµένα, µεταξύ των οποίων και πληροφορίες για την ερωτική της ζωή και τη ψυχική της υγεία. Κατά συνέπεια, προέβη σε επεξεργασία ευαίσθητων δεδοµένων. Η επεξεργασία αυτή είναι παράνοµη, αφού δεν συντρέχει καµιά από τις εξαιρέσεις του άρθρου 7 παρ.2 του Ν.2472/1997. Ειδικότερα, δεν συντρέχει η περίπτωση ζ, αφού είναι προφανές ότι η προσφεύγουσα δεν αποτελεί "δηµόσιο πρόσωπο", κατά την έννοια της διάταξης αυτής. Αλλά και η επεξεργασία των λοιπών προσωπικών δεδοµένων της προσφεύγουσας, τα οποία δεν έχουν ευαίσθητο χαρακτήρα, είναι επίσης παράνοµη, αφού δεν συντρέχουν οι όροι του άρθρου 5 παρ.2 περιπτ.ε του Ν.2472/1997, κατά το οποίο "Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννοµου συµφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδοµένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωµάτων και συµφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδοµένα και δεν θίγονται οι θεµελιώδεις ελευθερίες τους". Η ενηµέρωση του κοινού για ένα προσωπικό θέµα της καταγγέλλουσας, η οποία δεν είναι "δηµόσιο πρόσωπο", δεν υπερέχει της πληροφορικής της αυτοδιάθεσης, δεδοµένου µάλιστα ότι τα αναφερθέντα προσωπικά δεδοµένα, ακόµη και εκείνα που δεν έχουν ευαίσθητο χαρακτήρα, θίγουν καίρια την ιδιωτική της ζωή. 8. Εξάλλου, ο τηλεοπτικός σταθµός..., ανακοινώνοντας στο πλαίσιο τηλεοπτικής συζήτησης στοιχεία της αγωγής της καταγγέλλουσας, όπως αυτά είχαν δηµοσιευθεί στην εφηµερίδα..., απλώς αναπαρήγαγε το δηµοσίευµα αυτό από συγκεκριµένο φύλλο εφηµερίδας το οποίο, ως προορισµένο για
34 κυκλοφορία ως διανεµόµενο φύλλο, δεν αποτελεί αρχείο, και κατά συνέπεια, ανεξαρτήτως του αν εθίγη ή όχι η προσωπικότητα του υποκειµένου των προσωπικών δεδοµένων, δεν παραβίασε το νόµο 2472/1997. Στο µέτρο ωστόσο που περιλαµβάνονται τα παρανόµως συλλεγέντα κατά τα ανωτέρω προαναφερόµενα στοιχεία στο αρχείο που σχηµατίστηκε από την κασέτα της εκποµπής, υπάρχει επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων που εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής του ν.2472/97. Η επεξεργασία αυτή δεν είναι καταρχάς παράνοµη, εφόσον η διατήρηση της κασέτας για ένα τρίµηνο επιβάλλεται από σχετικό νόµο (άρθρο 3 N.2328/95). Σε κάθε περίπτωση όµως είναι παράνοµη η αναµετάδοση του ρεπορτάζ κατά το µέρος που στηρίζεται σε προσωπικά δεδοµένα τα οποία είχαν συλλεγεί κατά παράβαση των διατάξεων του ν.2472/97. Ενόψει της βαρύτητας της πράξης που αποδείχθηκε και της προσβολής που επήλθε από αυτή στο υποκείµενο δηλ. στην καταγγέλλουσα, η Αρχή κρίνει οµόφωνα ότι πρέπει να επιβληθούν στον υπεύθυνο της επεξεργασίας οι προβλεπόµενες στο άρθρο 21 παρ.1 εδαφ. β του ν.2472/97 κυρώσεις που αναφέρονται στο διατακτικό, οι οποίες κρίνονται ανάλογες µε τη βαρύτητα της παράβασης. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 1. Επιβάλλει στον υπεύθυνο επεξεργασίας της εφηµερίδας... πρόστιµο 30.000 ευρώ, για παραβίαση των άρθρων 2 περιπτ. α και β, 5 και 7 του Ν.2472/1997. 2. ιατάσσει τη διαγραφή των επίδικων δεδοµένων από το αρχείο της εφηµερίδας µε την έννοια απαγόρευσης της αναδηµοσίευσης του φύλλου της, ειδικώς και µόνο µε το περιεχόµενο αυτό. 3. Απαγορεύει στον υπεύθυνο επεξεργασίας του τηλεοπτικού σταθµού να αναµεταδώσει το επίµαχο ρεπορτάζ µε το περιεχόµενο αυτό.
35 ΕφΑθ 3155/2003 (Ακυρ.), ΠΕΡΙΛΗΨΗ Τριτοβάθµια εκπαίδευση - Εισαγωγικές εξετάσεις - Αναβαθµολόγηση γραπτών - Αρχή ισότητας - Αρχή αναλογικότητας -. Ο ισχύων τρόπος αναβαθµολόγησης έχει ως αποτέλεσµα τον αποκλεισµό εκείνου του βαθµού ο οποίος αφίσταται περισσότερο από το βαθµό του αναβαθµολογητή. Όµως, η διαµόρφωση της τελικής βαθµολογίας του γραπτού - σε περίπτωση αναβαθµολογήσεως - κατά τον καθιερούµενο από το π.δ. 86/2001 τρόπο, στηρίζεται σε ρευστά και όχι αντικειµενικά δεδοµένα, µη συµφυή µε το αντικείµενο και το σκοπό της ρύθµισης, στο οποίο αποβλέπει ο θεσµός της αναβαθµολόγησης, αφού εξαρτάται από το εντελώς τυχαίο και συµπτωµατικό κριτήριο του βαθµού εκείνου από τους δύο προηγούµενους βαθµολογητές προς τον οποίο προσεγγίζει ο βαθµός του αναβαθµολογητή. Κατά συνέπεια, προσκρούει στη συνταγµατικώς κατοχυρωµένη αρχή της ισότητας. Συνεπώς, σε περίπτωση αναβαθµολογήσεως του γραπτού δοκιµίου του υποψηφίου, ο τελικός βαθµός του γραπτού πρέπει να διαµορφωθεί µε βάση το µέσο όρο των τριών βαθµολογητών. Τη ρύθµιση αυτή, η οποία επιβάλλεται και από την αρχή της αναλογικότητας, και η οποία δεν αποτελεί αδικαιολογήτως ευµενή µεταχείριση για τους υποψηφίους εκείνους τα γραπτά των οποίων είναι δεκτικά αναβαθµολογήσεως έναντι των λοιπών υποψηφίων απήχει και το Π.. 86/2001.