Μαθησιακές υσκολίες. Λέξεις κλειδιά: µαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές λόγου, διαταραχές σχολικών δεξιοτήτων

Σχετικά έγγραφα

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ

Προσέγγιση των Μαθησιακών Δυσκολιών και Εφαρμογή του Τεστ Αθηνά

=> Οι μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν έναν ανομοιογενή πληθυσμό

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ

ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται

ΟΡΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ:

Συντάχθηκε απο τον/την administrator Κυριακή, 31 Ιούλιος :53 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 31 Ιούλιος :41

- Καθυστέρηση λόγου (LLI)

Μαθησιακές Δυσκολίες Εκπαιδευτική αξιολόγηση. Πηνελόπη Κονιστή ΠΕ 70 Med Ειδικής Αγωγής

Πτυχιακή με θέμα: «Μαθησιακές δυσκολίες στη σχολική ηλικία και εφαρμογή του Τεστ Πρώιμης Ανίχνευσης Δυσλεξίας».

θέραπειν Αγίας Σοφίας 3, Ν. Ψυχικό, Τ ,

Γράφει: Τσουκαλά Μαρινέλλα, Μ.Α., CCC-SLP, Παθολόγος Λόγου - Φωνής - Ομιλίας

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ: Βασικε ς πληροφορι ες

ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ ) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα 9

29. Βοηθητικό ρόλο στους μαθητές με δυσγραφία κατέχει η χρήση: Α) ηλεκτρονικών υπολογιστών Β) αριθμομηχανών Γ) λογογράφων Δ) κανένα από τα παραπάνω

Δυσλεξία και Ξένη Γλώσσα

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΛΟΓΟΥ -ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ : ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ Δ/ΝΣΗ Π. ΕΚΠ/ΣΗΣ Δ/ΝΣΗ ΠΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ.

Οι διαταραχές του λόγου και τις οµιλίας στην παιδική ηλικία. Αναστασία Λαµπρινού Δεκέµβριος 2001

Φωτεινή Πολυχρόνη Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώτα Δημητροπούλου Λέκτορας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Θέμα πτυχιακής Μαθησιακές δυσκολίες και Κακοποίηση παιδιών

Σχολική Ψυχολογία Ενότητα 3 Μαθησιακές Δυσκολίες: Eννοιολογικός Προσδιορισμός, Tαξινόμηση, Aιτιολογία

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 6 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ (2 Ο ΜΑΘΗΜΑ)

Π 2107 Ειδική Αγωγή και αποτελεσματική διδασκαλία

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΔΥΣΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ. Ονοματεπώνυμα: Ηλιάνα Στάμογλου, 4635

Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΕΝΝΗΣΗ 6 ΕΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

Αίτια - Διάγνωση Μαθησιακές Δυσκολίες

Ανάγνωση. Ικανότητα γρήγορης και αυτόματης αναγνώρισης λέξεων. Γνώση γραμμάτων και αντιστοιχίας γραμμάτων φθόγγων. Κατανόηση κειμένου

«Μαθητές με Μαθησιακές Δυσκολίες και Προβλήματα Προσαρμογής κατά τη Μετάβαση στη Δευτεροβἀθμια Εκπαίδευση»

Διδάσκων : Αργύρης Καραπέτσας Καθηγητής Νευροψυχολογίας Νευρογλωσσολογίας Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Πώς μαθαίνουν οι μαθητές;

ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ. Πολυδύναµο Καλλιθέας Φεβρουάριος 2008 Αναστασία Λαµπρινού

«Διαγνωστικές κατηγορίες και διαγνωστικά κριτήρια για όλες τις μαθησιακές δυσκολίες, σύμφωνα με το DSM-IV, DSM-IV TR, DSM-V & ICD-10»

ο εκπαιδευτικός µπορεί να χρησιµοποιήσει ιστορία σε κόµικς που περιέχει διάλογο να διδάξει κατάλληλες λεκτικές δοµές για το ξεκίνηµα συζήτησης

Χαρακτηριστικά άτυπης αξιολόγησης

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 6 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΦΟΡΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. 1) Στάση του μαθητή/τριας κατά τη διάρκεια του μαθήματος: Δεν την κατέχει. Την κατέχει μερικώς. επαρκώς

β) Ειδικές Αφορούν την ανάγνωση, γραφή, ορθογραφία, μαθηματικά και την επεξεργασία εννοιών (ιδιαίτερα αφηρημένων).

Μαθησιακές Δυσκολίες: δυγλωσσία και πολυγλωσσικό περιβάλλον

Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι μια διαταραχή που απασχολεί πολλές ειδικότητες όπως ψυχολόγους, παιδοψυχολόγους, λογοθεραπευτές, ειδικούς αγωγούς κ.α.

1 ο ΠΕΚ Θεσσαλονίκης 1 η ενότητα 2 η ενότητα. Σωτηρία Τζιβινίκου Λέκτορας ΠΤΕΑ Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Στην ρίζα της δυσλεξίας, της ελλειμματικής προσοχής με ή χωρίς υπέρ-κινητικότητα και άλλων μαθησιακών δυσκολιών υπάρχει ένα χάρισμα, ένα ταλέντο.

ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (ΑΔΜΕ) ΓΙΑ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Σ. Παπαϊωάννου, Α. Μουζάκη Γ. Σιδερίδης & Π. Σίμος

Οδηγός διαφοροποίησης για την πρωτοβάθµια

Παπαγεωργίου Γιώτα Ψυχολόγος

Διδάσκων : Αργύρης Καραπέτσας Καθηγητής Νευροψυχολογίας Νευρογλωσσολογίας Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΟΔΗΓΟΣ Διαφοροποιημένης Διδασκαλίας για μαθητές με Κινητικά Προβλήματα

Επιλέξτε µία απάντηση. 1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Φύλλο Άνδρας Γυναίκα

Εκπαιδευτική παρέμβαση στον αφηγηματικό λόγο νηπίου με γλωσσική διαταραχή

Σεμινάριο με θέμα: Μαθησιακές Δυσκολίες «Μύθοι και Πραγματικότητα»

ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ Κόπτσης Αλέξανδρος

1. Ορισµός της ΕΓΔ Χαρακτηριστικά της ΕΓΔ

Μαθησιακές δυσκολίες στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση

ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ. Δυσλεξία και εκπαιδευτική πράξη

ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ. Νικόλαος Μπαλκίζας Τίτλος Η αξιοποίηση των εικόνων PECS στην πρώτη ανάγνωση και γραφή.

Γεωργία Νταβαρούκα Νηπιοβρεφοκομία Δ εξάμηνου Λάρισα

Προσβάσιμο υλικό για μαθητές με αυτισμό

ΑΤΕΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Διερευνώντας την ανάγνωση. Νεκτάριος Στελλάκης

Παρεμβάσεις για τις μαθησιακές δυσκολίες

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Γεώργιος Ν. Πριµεράκης Σχ. Σύµβουλος ΠΕ03

ΜΑΘΗΣΙΑΚEς ΔΥΣΚΟΛIΕς: ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕ ΧΟΡΗΓΗΣΗ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ & ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΜΕΝΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Ευδοξία Ντεροπούλου-Ντέρου

Παρουσίαση εξατομικευμένου εκπαιδευτικού προγράμματος μαθητή με αυτισμό. Τροκάνα Αρίστη ΠΕ02.50

Αρθρωτικές-Φωνολογικές διαταραχές Αποκατάσταση φωνημάτων /f/ - /v/

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

γράφει ο Σπύρος Σούλης, Επίκουρος Καθηγητής, στο Π.Τ.Δ.Ε. του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Σεμινάριο με θέμα: Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία-Δυσλεξία. Εισαγωγή

ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΗΨΙΑ. Ή αλλιώς «Επιληψία: Κάτι περισσότερο από κρίσεις» Δρ Ζωή Θεοδωρίδου

ΝΟΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΣΚΛΗΡΥΝΣΗ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Οι απόψεις των εκπαιδευτικών των Τ.Ε. των Δημοτικών σχολείων για το εξειδικευμένο πρόγραμμα των μαθητών με νοητική ανεπάρκεια

Επιμορφωτικό Σεμινάριο «Η μετάβαση από το Νηπιαγωγείο στο Δημοτικό Σχολείο»

Πανελλαδικές εξετάσεις υποψηφίων με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Δημοτικό Σχολείο Λεμεσού Ι (ΚΑ) Έρευνα Δράσης Βελτίωση Ορθογραφίας Μαθητών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΠΡΟΣ: Οι Υπουργοί Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων

Στόχοι του µαθήµατος Βασικοί στόχοι του µαθήµατος είναι ο φοιτητής:

Αντωνία Κωσταρή. Εισαγωγή 2. Προφίλ του παιδιού..3. επίγνωσης...4. Επίλογος..7. Βιβλιογραφικές αναφορές.7

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Ειδική Φυσική Αγωγή. Ενότητα 3η: Εξατομικευμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (Ε.Ε.Π.)

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016

Σχολική Ψυχολογία Ενότητα 4 Χαρακτηριστικά Παιδιών με Μαθησιακές Δυσκολίες

ΤΟ ΤΕΣΤ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΕΝΗΛΙΚΕΣ(DAST) Δριδάκη Αργυρώ Α.Μ.: Κόλλια Δήμητρα Α.Μ.: 11283

12 Σταθμισμένα διερευνητικά ανιχνευτικά εργαλεία κριτήρια μαθησιακών δυσκολιών

- Έκπτωση στη χρήση εξoλεκτικών συμπεριφορών πχ βλεμματικής επαφής, εκφραστικότητας προσώπου.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Σωτηρία Τζιβινίκου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πρωτόγονη και αρχαία περίοδος. Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδος.. Μεσαίωνας..

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 6 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ (5 Ο ΜΑΘΗΜΑ)

Προκλήσεις κατά την ένταξή τους

ΑΤΥΠΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ Α/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Ειδίκευση: Ειδική Αγωγή. Ύλη εισαγωγικών εξετάσεων για το μάθημα Παιδαγωγική Ψυχολογία

Transcript:

Μαθησιακές υσκολίες Ζωή Κρόκου Υποψ. ιδάκτορας Ειδ. Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, Π.Τ..Ε., Πανεπιστήµιο Αθηνών. Περίληψη Οι µαθησιακές δυσκολίες, και κυρίως οι αναγνωστικές, ταλαιπωρούν ένα µεγάλο ποσοστό του µαθητικού πληθυσµού, ενώ δεν είναι λίγοι οι µαθητές που φέρνουν τους εκπαιδευτικούς σε απόγνωση, καθώς οι τελευταίοι δεν είναι αρκετά κατατοπισµένοι σε θέµατα διάγνωσης και αποτελεσµατικής αντιµετώπισης των δυσκολιών που αυτοί αντιµετωπίζουν µέσα στη σχολική τάξη. Έτσι, είτε «αγνοούν» το πρόβληµα ή παραπέµπουν αυτούς τους µαθητές στα τµήµατα ένταξης, που γι αυτό το σκοπό έχουν δηµιουργηθεί. Στην εµφάνισή τους κάποιες µαθησιακές δυσκολίες είναι ήπιες, µε αποτέλεσµα να αργούν να εντοπιστούν και έτσι να οδηγούνται οι µαθητές σε σχολική αποτυχία. Για το λόγο αυτό θα πρέπει οι εκπαιδευτικοί να γνωρίζουν τα είδη των µαθησιακών δυσκολιών, τα χαρακτηριστικά τους, αλλά και τα αίτια που τις προκαλούν, ώστε να είναι σίγουροι για τη διάγνωση και καίριοι στην παρέµβασή τους. Λέξεις κλειδιά: µαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές λόγου, διαταραχές σχολικών δεξιοτήτων Εισαγωγή Η ακαδηµαϊκή επιτυχία αποτελεί τη βασικότερη επιδίωξη κάθε µαθητή από τη στιγµή της εισόδου του στο σχολείο. Η επιτυχία αυτή προσδιορίζει τόσο την ικανότητά του να φέρει σε πέρας τους ρόλους που αναλαµβάνει, όσο και τη δια- µόρφωση ενός κλίµατος αποδοχής και καταξίωσης γύρω από τον µαθητή αυτό. Ο ψυχολογικός συνειρµός «προσπάθεια επιτυχία αποδοχή» που δηµιουργείται, τονώνει το αυτοσυναίσθηµα του µαθητή, του προσφέρει συναισθηµατική σταθερότητα για να αντιµετωπίζει τις αποτυχίες του, τον προσανατολίζει σταθερά προς την επιτυχία και τον γεµίζει µε εµπιστοσύνη στον εαυτό του και στις φιλικές του σχέσεις. εν συµβαίνει, όµως, το ίδιο µε τα παιδιά που αντιµετωπίζουν µαθησιακές δυσκολίες. Ο όρος µαθησιακές δυσκολίες είναι γενικός και χρησιµοποιείται για να χαρακτηρίσει τις όποιες δυσκολίες µάθησης ανεξάρτητα από τις αιτίες. Οι µαθητές µε µαθησιακές δυσκολίες δεν αποτελούν µια οµοιογενή οµάδα µε κοινές εκδηλώσεις και χαρακτηριστικά αλλά έναν ετερογενή πληθυσµό πολυκαθοριζό- µενο αιτιολογικά (Μιχελογιάννης & Τζενάκη, 2000). Οι µαθησιακές δυσκολίες µπορεί να οφείλονται σε χαµηλό νοητικό επίπεδο, σε οργανικούς, αισθητηριακούς ή ψυχολογικούς παράγοντες, σε ειδικές διαταραχές της ανάπτυξης, µπορεί να σχετίζονται µε δυσµενείς οικογενειακές, κοινωνικές ή πολιτισµικές συνθήκες, όπως είναι η πολιτισµική αποστέρηση, η διγλωσσία, οι κακές συνθήκες διαβίωσης κ.ά. Κάποιες φορές µπορεί να συνδέονται αιτιολογικά µε το ίδιο το σχολείο, τη µαθησιακή διαδικασία ή µε τον ίδιο τον εκπαιδευτικό, ο οποίος δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητες και στις προσδοκίες του µαθητή. 27

Πρόκειται για δυσκολίες απροσδόκητες, µη αναµενόµενες, καθώς το άτοµο θεωρητικά διαθέτει τις βασικές δεξιότητες για την κατάκτηση των προς µάθηση αντικειµένων µέσα στα πλαίσια των γενικότερων επιδόσεών του σε άλλους το- µείς. Οι δυσκολίες αυτές είναι µόνιµες, επιµένουν και ταλαιπωρούν το άτοµο παρά τους πιθανούς υποβοηθητικούς χειρισµούς του περιβάλλοντος. Ο όρος learning disabilities που επινοήθηκε και προτάθηκε από τον αµερικανό Samuel Kirk, το 1962, έγινε αµέσως αποδεκτός, γιατί ήταν γενικός, περιγραφικός, χωρίς να αναφέρεται σε πιθανή αιτιολογία. Σήµερα, οι ειδικές µαθησιακές δυσκολίες, όπως τις καθορίζει η National Joint Committee on Learning Disabilities στις ΗΠΑ, είναι ένα σύνολο διαταραχών σε µία ή περισσότερες από τις βασικές ψυχολογικές λειτουργίες που αφορούν την αντίληψη ή χρήση του λόγου, γραπτού ή προφορικού, οι οποίες µε τη σειρά τους επηρεάζουν και τις βασικές σχολικές δεξιότητες. Τα άτοµα που εκδηλώνουν τέτοιου είδους διαταραχές παρουσιάζουν ατέλειες στο διάβασµα, στην οµιλία, στη γραφή, στο συλλαβισµό/ορθογραφία ή στην εκτέλεση µαθηµατικών πράξεων, δυσκολίες στην κινητική δεξιότητα και δυσχέρειες στην κοινωνική επαφή. Στον ορισµό αυτό συµπεριλαµβάνονται καταστάσεις, στις οποίες υπάρχουν διαταραχές στην πρόσληψη ε- ξωτερικών πληροφοριών, εγκεφαλική βλάβη, ελαφρά εγκεφαλική δυσλειτουργία, δυσλεξία και αναπτυξιακή αφασία. Σύµφωνα µε τον αµερικανό ψυχίατρο Larry Silver οι µαθησιακές δυσκολίες διακρίνονται σε δυσκολίες πρόσληψης και επεξεργασίας πληροφοριών (οπτικοακουστική πρόσληψη) δυσκολίες ενσωµάτωσης (δυσκολίες µε τις ακολουθίες, τις αφηρηµένες έννοιες και την οργάνωση) δυσκολίες αποµνηµόνευσης (αδύναµη βραχυπρόθεσµη µνήµη) δυσκολίες απόδοσης (γλωσσικές και κινητικές δυσκολίες). Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές κατηγορίες παιδιών που παρουσιάζουν µαθησιακά προβλήµατα έχει σαν αποτέλεσµα τη δυσχερή εκτίµηση της συχνότητας. Εντελώς γενικά αλλά και αυθαίρετα γίνεται λόγος για ένα ποσοστό περίπου 10-16% του σχολικού πληθυσµού, το οποίο παρουσιάζει κάποιου είδους µαθησιακών δυσκολιών. Κάθε παιδί µε µαθησιακές δυσκολίες ή σχολικές δυσκολίες όρος που τελευταία τείνει να αντικαταστήσει τον πρώτο παρουσιάζει έναν ατοµικό ρυθµό και µια ποιοτική σύνθεση των δυσκολιών, η οποία οδηγεί συχνά τους εκπαιδευτικούς σε απόγνωση (Παντελιάδου, 2000). Τα παιδιά µε µαθησιακές δυσκολίες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, εντοπίζονται αφού έχουν ήδη αποτύχει στο σχολείο. Είδη Μαθησιακών υσκολιών ιαταραχές στο λόγο 28

Οι µαθησιακές δυσκολίες εµφανίζονται συχνότερα ως διαταραχές στο λόγο. Οι διαταραχές αυτές διακρίνονται σε εκείνες που σχετίζονται µε προβλήµατα στην πρόσληψη και αντίληψη των πληροφοριών του λόγου και σ αυτές που σχετίζονται µε αδυναµίες στην έκφραση του λόγου. Σ αυτό το κείµενο λόγω έλλειψης χώρου θα παρουσιάσουµε µόνο εκείνες τις διαταραχές που µπορεί να συναντήσουµε συχνότερα στη σχολική τάξη. υσλαλία Η διαταραχή αυτή αφορά την προφορική έκφραση του λόγου και σχετίζεται µε προβλήµατα φώνησης µετά το 4 ο µε 5 ο έτος της ηλικίας του παιδιού, όταν έχει πλέον «ξεκαθαρίσει», όπως συνήθως λέµε, η οµιλία του παιδιού. Η δυσλαλία µπορεί να αφορά ένα γράµµα ή πολλά γράµµατα ή φθόγγους. Ανάλογα µε το φθόγγο που λείπει ή προφέρεται λανθασµένα, η δυσλαλία παίρνει διάφορα ονό- µατα, όπως σιγµατισµός για το σ, ρωτακισµός για το ρ, δελτακισµός για το δ κ.ά. Στη δυσλαλία υπάρχουν και αναγραµµατισµοί ή και παραλείψεις συλλαβών από µια λέξη. Η διαταραχή µπορεί να εµφανίζεται µεµονωµένα ή να εντάσσεται σ ένα πλαίσιο µιας γενικότερης καθυστέρησης στη γλωσσική ανάπτυξη (Μιχελογιάννης & Τζενάκη, 2000). Πολλές φορές συνυπάρχει µε δυσγραµµατισµό ή µε µειωµένο λεξιλόγιο ή µε άλλες διαταραχές του λόγου. Η δυσλαλία µέχρι το 4 ο µε 5 ο έτος του παιδιού θεωρείται φυσιολογική. Μετά το πέρας αυτής της ηλικίας, αν το πρόβληµα παραµένει, δεν µπορούµε να λέµε ότι το παιδί «χαϊδεύεται», αλλά θα πρέπει να λάβει βοήθεια από κάποιον ειδικό για να αποφευχθούν δυσχέρειες στη σχολική του επίδοση. υσαρθρία Πρόκειται για διαταραχή στην άρθρωση, η οποία οφείλεται σε κακό συντονισµό των οργάνων φώνησης (λάρυγγας, στόµα, γλώσσα). Αυτός ο κακός συντονισµός µπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια που προκαλούν διαταραχές στη νεύρωση στην περιοχή αυτή. Επιλεκτική αλαλία Τα παιδιά µε επιλεκτική αλαλία διαθέτουν την ικανότητα της οµιλίας, αλλά για κάποιο λόγο παρουσιάζουν µερική αποφυγή του λόγου. Τα παιδιά αυτά συνήθως µιλούν όταν βρίσκονται στο οικογενειακό τους περιβάλλον, ανάµεσα σε οικεία πρόσωπα, αλλά δεν µιλούν στο σχολείο ή σε παρέες συνοµιλήκων. Επίσης, µπορεί να επικοινωνούν επιλεκτικά µε ορισµένα µόνο πρόσωπα ή να επικοινωνούν µε µη λεκτικούς τρόπους, δηλαδή µε κινήσεις ή γράφοντας. Είναι άτοµα συνήθως ντροπαλά. Τα αίτια αυτής της διαταραχής είναι ψυχολογικά, ενώ κάποιες φορές το παιδί µε επιλεκτική αλαλία έχει υποστεί κάποιο σοκ. Η διαταραχή αυτή 29

είναι εξαιρετικά σοβαρή και πρέπει να αντιµετωπιστεί από παιδοψυχίατρο ή ψυχολόγο. Αναγραµµατισµός ή δυσγραµµατισµός Η διαταραχή αυτή σχετίζεται µε το συντακτικό µορφολογικό επίπεδο της γλώσσας. Το παιδί δεν µπορεί να σχηµατίσει προτάσεις στον προφορικό και γραπτό λόγο, οι οποίες να είναι σωστές από γραµµατικής και συντακτικής άποψης. Το παιδί, δηλαδή, δεν µπορεί να τοποθετήσει στη σωστή σειρά τις λέξεις της πρότασης, να χρησιµοποιήσει τη σωστή κλίση των λέξεων και να συντάξει σωστά την πρόταση. Η δυσκολία αυτή µπορεί να εµφανίζεται και µόνη της ή να συνυπάρχει µε άλλες διαταραχές όπως η δυσλαλία και παρουσιάζει τρεις διαβαθµίσεις: Η βαριά µορφή (αγραµµατισµός), η οποία παρουσιάζεται σε νοητικές καθυστερήσεις ή βαριές εγκεφαλικές βλάβες. Το παιδί δεν έχει την ικανότητα να δηµιουργεί απλές προτάσεις ή να τις επαναλαµβάνει σωστά όταν τις ακούει. Χρησιµοποιεί επιφωνήµατα, χειρονοµίες και προσπαθεί να επικοινωνήσει µε τις εκφράσεις του προσώπου ή τον τόνο της φωνής του. Εκφράζεται µε µονολεκτικές προτάσεις ή σκόρπιες λέξεις, ασύνδετες συντακτικά. Η µέση µορφή, κατά την οποία το παιδί µπορεί να επαναλάβει σχετικά σωστά µικρές προτάσεις. Όταν παράγει λόγο, χρησιµοποιεί λέξεις στη σωστή σειρά, αλλά χωρίς να τις κλίνει, ενώ τα ρήµατα τα χρησιµοποιεί στο τρίτο πρόσωπο. Η ελαφριά µορφή, κατά την οποία το παιδί δεν κάνει λάθη στο σχηµατισµό των µικρών προτάσεων, αλλά δυσκολεύεται στη σύνταξη, στην κλίση και στη χρήση των άρθρων στις πιο σύνθετες προτάσεις. Στο σχολείο δεν µπορεί να ακολουθήσει τους κανόνες γραφής, ο αριθµός των λέξεων που χρησιµοποιεί είναι φτωχός και συχνά τα γραπτά του δεν βγάζουν νόηµα. Καθυστέρηση του λόγου Υπάρχουν διαταραχές οι οποίες παρουσιάζονται σαν µια γενικότερη καθυστέρηση στην αντίληψη, την επεξεργασία και την έκφραση του λόγου, η οποία συχνά συνοδεύεται κι από άλλες νευροψυχολογικές διαταραχές. υστυχώς τα παιδιά που έχουν ελαφριά καθυστέρηση του λόγου παραµελούνται και δεν εντοπίζονται έγκαιρα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα η διαταραχή να δυσχεραίνει πολύ τη σχολική τους απόδοση, καθώς τα παιδιά δεν µπορούν ούτε να γράψουν ούτε να διαβάσουν µε ευκολία. ιαταραχές Σχολικών εξιοτήτων Αναπτυξιακή ιαταραχή της Ανάγνωσης Οι αναγνωστικές δυσκολίες, που παρουσιάζει ένα µεγάλο ποσοστό των µαθητών στα ελληνικά σχολεία, αποτελούν µια από τις βασικότερες αιτίες που τους οδηγούν στη σχολική αποτυχία, αλλά και δηµιουργούν προβλήµατα συναισθηµα- 30

τικής προσαρµογής. Οι δυσκολίες αυτές περιλαµβάνουν προβλήµατα στην αποκωδικοποίηση, στην ορθογραφία, στη γραµµατική ή και στην κατανόηση (Παντελιάδου, 2000). Εντοπίζονται στα παιδιά µε χαµηλή νοηµοσύνη, µέσα στο πλαίσιο της γενικότερης χαµηλής τους σχολικής επίδοσης, αλλά και σε παιδιά µε καλή γενική νοηµοσύνη, όπου σ αυτήν την περίπτωση κάνουµε λόγο για ειδικές αναγνωστικές δυσκολίες (δυσλεξία). υσλεξία Η δυσλεξία αποτελεί την πιο µελετηµένη µορφή µαθησιακών δυσκολιών και αφορά τη δυσκολία στην παραγωγή γραπτού λόγου. Είναι η κατάσταση κατά την οποία το παιδί αποδίδει στην ανάγνωση κάτω από το επίπεδο που αντιστοιχεί στο νοητικό του δυναµικό και στην επίδοσή του στ άλλα µαθήµατα (Μαρκοβίτης & Τζουριάδου, 1991). Η «λεπτή» αυτή διαταραχή του λόγου προέρχεται από α) α- νεπάρκειες φωνολογικής κωδικοποίησης (δυσκολία να ανακαλέσουν τους φθόγγους για το σχηµατισµό µιας λέξης), β) δυσκολία ανάλυσης των φθόγγων µιας λέξης και γ) φτωχή ανάπτυξη λεξιλογίου, καθώς και διαταραχές στη διάκριση γραµµατικών και συντακτικών διαφορών ανάµεσα στις λέξεις και στις προτάσεις. Τα χαρακτηριστικά του δυσλεξικού παιδιού σε επίπεδο κατάκτησης της ανάγνω-σης και σε ένα δεύτερο επίπεδο της γραφής και της ορθογραφίας είναι τα ε- ξής: προσθέτει ή/και αφαιρεί γράµµατα, συλλαβές, λέξεις µπερδεύει γράµµατα που µοιάζουν οπτικά (το o µε το α, το β µε το δ κ.ά) συγχέει γράµµατα που µοιάζουν ακουστικά (το β µε το φ, το τ µε το π ) αναστρέφει γράµµατα ή συλλαβές ή γράφει γράµµατα και λέξεις µε καθρεφτική γραφή επαναλαµβάνει γράµµατα, συλλαβές, λέξεις παρουσιάζει προβλήµατα τονισµού και στίξης χάνει τη «σειρά» καθώς διαβάζει έχει συλλαβική αργή ανάγνωση κάνει γραµµατικά λάθη στις καταλήξεις των ρηµάτων, ονοµάτων, στα άρθρα, στις παράγωγες λέξεις κάνει συντακτικά και σηµασιολογικά λάθη τα παιδιά σχηµατίζουν προτάσεις χωρίς σύνταξη και αντικαθιστούν λέξεις µε άλλες συγγενικές ή εντελώς ά- σχετες. Αναπτυξιακή ιαταραχή της Γραπτής Έκφρασης υσορθογραφία 31

Η ορθογραφία είναι µια σύνθετη διαδικασία και σχετίζεται µε τη γραφή των σκέψεων του παιδιού µε ορθό τρόπο, σε σχέση µε µια σειρά φωνηµικών, µορφολογικών και γραµµατικών κανόνων, µε στόχο την επικοινωνία (Μελίστα, 1990). Η ορθογραφική δεξιότητα, όπως είναι γνωστό, έχει εξελικτική µορφή. Τα παιδιά µε µαθησιακές δυσκολίες στην ορθογραφία κάνουν λάθη που είναι ανάλογα µε τα λάθη παιδιών µικρότερης ηλικίας, τα οποία βρίσκονται στο ίδιο στάδιο ανάπτυξης ορθογραφικής δεξιότητας. Το παιδί για να γράψει µια λέξη ορθογραφηµένα, θα πρέπει να είναι σε θέση να τη διαβάζει, να χειρίζεται τα φωνήµατά της, να εφαρ- µόζει φωνηµικές γενικεύσεις, να την οπτικοποιεί και να χρησιµοποιεί τις κινητικές δεξιότητες (Lerner, 1981). Η ειδική δυσκολία ορθογραφηµένης γραφής αφορά κυρίως την ικανότητα του παιδιού να αντιστοιχεί µε ευχέρεια τα γραφήµατα µε τα φωνήµατα. Η σχέση της ανάγνωσης µε τη γραφή και την ορθογραφία είναι πολύ στενή. Οι µαθητές που δεν διαβάζουν µε ευχέρεια, αρκετά συχνά παρουσιάζουν προβλή- µατα και στη γραφή ορθογραφία. Όµως, όσοι δεν γράφουν σωστά, δεν είναι α- παραίτητα και ανεπαρκείς αναγνώστες. Συνήθως η δυσορθογραφία συνυπάρχει µε άλλες διαταραχές, κυρίως τη δυσλεξία, αλλά δεν είναι καθόλου σπάνιο παιδιά να έχουν µαθησιακή δυσκολία µόνο στην ορθογραφία. Αγραφία υσγραφία Κακογραφία Η αγραφία είναι η απώλεια της αποκτηµένης γραφής, η οποία διαφέρει αν εµφανιστεί σε παιδιά ή σε ενήλικες. Αν εµφανιστεί σε παιδιά ο εγκέφαλος έχει τη δυνατότητα για επανοικοδόµηση και η βλάβη πολλές φορές επανορθώνεται. Η δυσγραφία είναι µια δυσκολία στην εκµάθηση της γραφής ή ατελής κατάκτησή της. Η κακογραφία είναι µια διαταραγµένη εξωτερική έκφραση της γραφής, η οποία συχνά παρατηρείται και σε παιδιά µε έντονες διαταραχές της συµπεριφοράς, ψυχώσεις κ.ά. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις µπορεί να οφείλεται σε καταπιεσµένη αριστεροχειρία, σε τραυµατισµούς στα χέρια ή στα νεύρα. Αναπτυξιακή διαταραχή στην αριθµητική Για τη διαταραχή αυτή χρησιµοποιούνται και οι όροι δυσαριθµησία, αριθµασθένεια και δυσκαλκουλία. Το βασικό χαρακτηριστικό της είναι η σοβαρή ανεπάρκεια στην εξέλιξη των αριθµητικών δεξιοτήτων. Στο σχολείο η επίδοση αυτών των µαθητών σε δραστηριότητες που απαιτούν µαθηµατικές δεξιότητες είναι αισθητά κατώτερες από τη γενική τους επίδοση. Μερικά από τα προβλήµατα παιδιών µε µαθησιακές δυσκολίες στα µαθηµατικά είναι (Lerner, 1989): δυσκολίες των σχέσεων στο χώρο, καθώς συγχέουν έννοιες όπως πάνω κάτω, αρχή τέλος κ.ά. 32

διαταραχές στην κινητική και οπτική αντίληψη, δηλαδή δεν µπορούν να κατατάξουν τα αντικείµενα και να κατανοήσουν οµάδες αντικειµένων προβλήµατα που συνδέονται µε το λόγο δεν µπορούν να καταλάβουν τη ση- µασία του συν, πλην ή επί ελλιπής κατανόηση των εννοιών της κατεύθυνσης και του χρόνου, καθώς χάνονται εύκολα και δεν µπορούν να υπολογίσουν τη χρονική διάρκεια µιας δραστηριότητας προβλήµατα µνήµης, όταν δεν µπορούν να ανακαλέσουν γρήγορα και αυτόµατα αριθµητικές πράξεις δυσκολίες συµβολισµού, όταν συγχέουν το συν µε το επί δυσκολίες στην επίλυση προβληµάτων, καθώς υπάρχει έλλειψη στρατηγικών εκµάθησης που απαιτούνται για τη λύση προβληµάτων. Προσαρµογή διδακτικών στόχων µέσα από τα Εξατοµικευµένα Εκπαιδευτικά Προγράµµατα Τα παιδιά µε µαθησιακές δυσκολίες, σε σχέση µε τα παιδιά που δεν αντιµετωπίζουν τέτοιου είδους δυσκολίες, παρουσιάζουν σηµαντικές συναισθηµατικές απώλειες, χαµηλή αυτοεκτίµηση, υψηλά ποσοστά άγχους, κοινωνική αποµόνωση, απόρριψη από τους συνοµηλίκους και µοναξιά. Έτσι, απαραίτητο στοιχείο της εκπαιδευτικής παρέµβασης είναι η παροχή ανατροφοδότησης σε οποιαδήποτε δραστηριότητα εκτελούν. Τα παιδιά, λόγω της χρόνιας αποτυχίας τους, αλλά και επειδή δεν βοηθούνται να δηµιουργήσουν εσωτερικά κίνητρα για µάθηση, χρειάζονται ενθάρρυνση. Το κίνητρο πρέπει να είναι αρκετά ισχυρό, για να διατηρείται έντονο το ενδιαφέρον του µαθητή κατά την προσπάθεια επίτευξης του στόχου, παρά τις ενδεχόµενες δυσκολίες που συναντά. (Zimmeman, 1989). Ωστόσο, δεν πρέπει να επιβραβεύεται µια συµπεριφορά που δεν χρήζει επαίνου, γιατί το παιδί την αντιλαµβάνεται ως επιβεβαίωση των χαµηλών του δεξιοτήτων. Επίσης, οι δραστηριότητες που θα δίνονται στο µαθητή πρέπει να είναι τέτοιες που θα τον κάνουν να συνειδητοποιεί την αναγκαιότητά τους, να είναι, δηλαδή, δραστηριότητες µε νόηµα, που θα έχουν σηµασία και πρακτική αξία γι αυτόν, αλλά και τέτοιες που θα τον βοηθήσουν µελλοντικά να επικοινωνήσει καλύτερα µε τους συµµαθητές του. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι καθοριστικός στην οργάνωση ενός πλαισίου διδασκαλίας που θα καλλιεργεί θετική στάση απέναντι σε όποια δυσκολία παρουσιάζουν οι µαθητές του και θα προσφέρει ευκαιρίες για µάθηση και επιτυχία. Όπως είναι προφανές, µε όσα έχουµε προαναφέρει, µέσα σε κάθε σχολική τάξη υπάρχουν µαθητές που παρουσιάζουν κάποιου είδους µαθησιακές δυσκολίες. Ο εκπαιδευτικός είναι υποχρεωµένος να προσαρµόζει τους διδακτικούς του στόχους έτσι, ώστε η διδασκόµενη ύλη να οικειοποιείται και να αφοµοιώνεται από όλους τους µαθητές. Τα εξατοµικευµένα προγράµµατα διδασκαλίας, όπως 33

εννοούνταν λίγα χρόνια πριν, σύµφωνα µε τα οποία ο δάσκαλος αποµόνωνε το µαθητή από το σύνολο των συµµαθητών του, για να τον «διδάξει», από παιδαγωγικής και ψυχολογικής άποψης, δεν αποτελούν τη λύση. Στα Ε[ξατοµικευµένα] Ε[κπαιδευτικά] Π[ρογράµµατα], όπως υποστηρίζουν οι σύγχρονοι ερευνητές, ο µαθητής µε µαθησιακές δυσκολίες δεν διδάσκεται µόνος του από έναν εκπαιδευτικό, αλλά µε την καθοδήγηση του εκπαιδευτικού καθίσταται ικανός να αλληλεπιδρά µε το µαθησιακό περιβάλλον, µε το να αναπτύσσει εσωτερικά κίνητρα που τον παρωθούν, τον βοηθούν και τον διευκολύνουν να αναπτύξει τις δεξιότητές του. Κάθε µαθητής, ο οποίος διαπιστώνεται ότι αντιµετωπίζει µαθησιακές δυσκολίες, πρέπει να έχει το δικό του ΕΕΠ, το οποίο και θα περιλαµβάνει το σύνολο των διδακτικών σκοπών και στόχων και τον τρόπο µε τον οποίο αυτοί θα επιτευχθούν. Οι σκοποί του ΕΕΠ καθορίζονται από τον εκπαιδευτικό του Κ ΑΥ, όµως η µετατροπή των σκοπών αυτών σε διδακτικούς ωριαίους στόχους γίνεται από τον εκπαιδευτικό της τάξης, ο οποίος καλείται να αναλάβει την εφαρµογή τού προγράµµατος. Οι αντιδράσεις από την εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και τους γονείς είναι ένα πρόβληµα που εγείρει η εφαρµογή του ΕΕΠ. Πολλές φορές οι εκπαιδευτικοί αρνούνται να τροποποιήσουν το πρόγραµµά τους, καθώς θεωρούν ότι µ αυτόν τον τρόπο υποβιβάζουν την ποιότητα της διδασκαλίας τους, έτσι ώστε αυτό να λειτουργεί σε βάρος των υπόλοιπων µαθητών. Κάποιο άλλοι υποστηρίζουν ότι τα παρεχόµενα υποστηρικτικά µέτρα αποτελούν πλεονέκτηµα για τους µαθητές µε δυσκολίες, αλλά αδικούν τους συµµαθητές τους (Gample, 1993). Όµως, ακόµα και σε µια πρώιµη µορφή του θα πρέπει να χρησιµοποιείται από τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θεωρούν χρέος τους να βοηθήσουν τους µαθητές τους να παρακολουθήσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και αποδοτικά το τρέχον αναλυτικό πρόγραµµα. Άλλωστε, σύµφωνα µε την αρχή του ελάχιστα περιοριστικού περιβάλλοντος θα πρέπει να επιδιώκεται η παραµονή του µαθητή στην κανονική τάξη. Η µετακίνησή του προς το τµήµα ένταξης ή τις άλλες µορφές ειδικής εκπαίδευσης θα πρέπει να γίνεται µόνο όταν δεν µπορούν να ικανοποιηθούν οι ιδιαίτερες εκπαιδευτικές του ανάγκες στην κανονική τάξη (Σπαντιδάκης, 2004, Yell, 1995). Έρευνες έχουν δείξει ότι αν δεν υπάρξουν αλλαγές και προσαρµογές στο διδακτικό περιβάλλον, οι µαθητές δεν θα µπορέσουν να συνεχίσουν οµαλά τη σχολική τους πορεία. Μαθητές µε προβλήµατα παραγωγής γραπτού λόγου Στα σχολεία της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης οι δυσκολίες που αντιµετωπίζουν οι µαθητές, αφορούν κυρίως διαταραχές στο γραπτό και προφορικό λόγο. Οι µαθητές που παρουσιάζουν δυσκολία στην ορθογραφία µπορούν, µέσα από εξατοµικευµένες µεθόδους αντιµετώπισης της δυσορθογραφίας, να βελτιω- 34

θούν σε σηµαντικό βαθµό. Ενδεικτικά και επιγραµµατικά κάποιες τέτοιες µέθοδοι είναι οι εξής: ιδασκαλία βασισµένη σε κανόνες και στη γενίκευσή τους Μέθοδοι µίµησης ορθογραφίας ενός προτύπου Να δίνεται ο απαραίτητος χρόνος για να ανακαλέσουν τους ορθογραφικούς κανόνες ιαµεσολάβηση των συµµαθητών και αλληλοδιδασκαλία Να υπάρχουν πάγιες ή µεταβαλλόµενες λίστες λέξεων Χρήση της µεθόδου «Αντίγραψε κάλυψε σύγκρινε» Αυτοδιόρθωση Χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή Αυτοερωτήσεις Οι Τεχνικές Ορθογραφίας που θα µπορούσε να χρησιµοποιήσει ο εκπαιδευτικός είναι: Κατάλογος σχετικών λέξεων Ατοµικό λεξικό Πολυαισθητηριακή τεχνική εκµάθησης της ορθογραφίας Τεχνική του βρεγµένου σπόγγου Τεχνική της κατασκευής λέξεων υναµικός κατάλογος Κατάλογος των συχνότερα χρησιµοποιούµενων λέξεων Μια άλλη δυσκολία µε την οποία έρχονται αντιµέτωποι οι µαθητές µε διαταραχές στο γραπτό λόγο είναι η ανάπτυξη και κατανόηση του λεξιλογίου. Οι στρατηγικές που µπορεί να χρησιµοποιήσει ο εκπαιδευτικός για την αντιµετώπισή της συνίστανται στο να: αναζητούν το ιδιαίτερο νόηµα µιας καινούργιας λέξης επεκτείνουν τη χρήση της αναζητούν συνώνυµα διδάσκονται οι σηµαντικότερες λέξεις για την κατανόηση του κειµένου αναγνωρίζουν τις πολλαπλές σηµασίες µιας λέξης µε βάση το περιεχόµενο διδάσκονται οι πιο συχνά χρησιµοποιούµενες λέξεις συνδέονται µε την προϋπάρχουσα γνώση ζητάµε τη σηµασία τους γραπτά και να συγκρίνουµε τις απαντήσεις Τέλος, όσον αφορά την κατανόηση του κειµένου οι στρατηγικές που µπορεί να ακολουθήσει ο εκπαιδευτικός είναι: η κατανόηση του σκοπού της ανάγνωσης η διατύπωση υποθέσεων 35

η σύνδεση µε προηγούµενες πληροφορίες η γραπτή παρουσίαση του βασικού λεξιλογίου η διαµόρφωση εννοιολογικών χαρτών η δηµιουργία αναλογιών και οπτικών εικόνων ο προσανατολισµός στις χρήσιµες πληροφορίες ο έλεγχος του βαθµού κατανόησης η αλληλεπίδραση µε το κείµενο η δηµιουργία περίληψης Συµπέρασµα Ασφαλώς οποιαδήποτε παρέµβαση πρέπει να βρίσκει σύµφωνο το µαθητή, διαφορετικά ο εκπαιδευτικός θα έχει διαφορετικά αποτελέσµατα από αυτά που προσδοκά. Εάν ο µαθητής δεν είναι πεπεισµένος για την αναγκαιότητα της εφαρ- µογής µιας στρατηγικής, είναι πιθανόν να νιώσει απογοήτευση, άγχος, να αναπτύξει αρνητική στάση απέναντι στη διδασκαλία και να αµφιβάλλει για την αποτελεσµατικότητά της. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσµα να διαταραχθούν οι σχέσεις του µε τον εκπαιδευτικό και τους συµµαθητές του (Bain, 1991). ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Κολιάδης, Εµµ. (2002). Γνωστική Ψυχολογία, Γνωστική Νευροεπιστήµη και Εκπαιδευτική Πράξη, τόµος, αυτοέκδοση, Αθήνα. Μαρκοβίτης, Μ. & Τζουριάδου, Μ. (1991). Μαθησιακές υσκολίες, Θεωρία και Πράξη, Προµηθέας, Θεσσαλονίκη. Μελίστα, Α. (1990). Η ιδασκαλία της Γραφής και της Ορθογραφίας στο ηµοτικό Σχολείο, στο Τα Εκπαιδευτικά, 18-19, 172-180. Μιχελογιάννης Ι.& Τζενάκη Μ. ( 2 2000). Μαθησιακές υσκολίες, Εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα. Παντελιάδου, Σ. (2000). Μαθησιακές υσκολίες και Εκπαιδευτική Πράξη, Ελληνικά Γράµµατα, Αθήνα. Σπαντιδάκης, Ι. (2004). Προβλήµατα Παραγωγής Γραπτού Λόγου Παιδιών Σχολικής Ηλικίας, Ελληνικά Γράµµατα, Αθήνα. Φλωράτου, Μ. (1996). Μαθησιακές υσκολίες κι όχι τεµπελιά, Οδυσσέας, Αθήνα. Aaron, P. & Malatesha Joshi, R. (1992). Reading Problems: Consultation and Remediation, The Guilford Press, New York. Bain, A.M. (1991). Handwriting Disorders, στο A.M. Bain, L.L. Bailet & L.C. Moats (Eds.), Written Language Disorders: Theory into practice, (pp. 43-64), Austin, TX:PRO-ED. Gample, B.S. (1993). ADA: Understating the Americans with Disabilities Act. Americans with Disabilities Act Manual, 2(4), Part II. Washington, DC: The Bureau of National Affairs. Hammil, D. & Bartel, N.R. ( 6 1995). Teaching students with learning and behavior problems, Austin, Texas. Idol, L. (1997). Reading success. A specialized literacy program for learners with challenging reading needs, Pro-ed, Texas. Lerner, J.W. ( 3 1981). Learning Disabilities: Theories, diagnosis and teaching strategies, Houghton Mifflin, Boston. 36

Lerner, J.W. (1989). Educational Interventions in Learning Disabilities, στο Journal of the American Academy of Child and Adolescent Psychiatry, 28, 3, 326-329. Silver, L.B. & Brunstetter R.W. (1987). Learning Disabilities: Recent Advances, στο Basic Handbook of Child Psychiatry, Vol. 28, No3, 319-325. Yell, M.L. (1995). Least restrictive environment, inclusion, and students with disabilities: A legal analysis, στο The Journal of Special Education, 28, 67-75. Zimmerman, B.J. (1989). A social cognitive view of self-regulated academic learning, στο Journal of Educational Psychology, 8 (13), 329-339. 37