ΠΩΣ ΔΕΙ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΝ Βασικές οδηγίες Ι. Εισαγωγικά Μία επιστημονική εργασία μπορεί να είναι πολλών ειδών: φοιτητική-σεμιναριακή εργασία, διπλωματική, άρθρο σε περιοδικό, ανακοίνωση σε επιστημονικό συνέδριο μέχρι διδακτορική διατριβή ή ειδική μονογραφία. Παρ όλο που κάθε είδος έχει τις δικές του επιμέρους ανάγκες, όλες οι επιστημονικές εργασίες οφείλουν να υπακούουν σε ορισμένα στοιχειώδη αιτήματα του επιστημονικώς γράφειν. Όσα ακολουθούν α- ναφέρονται ειδικά στη συγγραφή μιας σεμιναριακής-ερευνητικής εργασίας. ΙΙ. Προεργασία Συλλογή του υλικού Ανάλογα με το θέμα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ανατρέχουμε στις πρωτογενείς πηγές και σε μια δευτερεύουσα βοηθητική βιβλιογραφία. Το υλικό, το οποίο θα συγκεντρώσουμε από τη μελέτη μας, θα πρέπει να το οργανώσουμε και να το ταξινομήσουμε με βάση τις ανάγκες και τις επιμέρους πτυχές που έχει το θέμα. Πολύ σημαντικό είναι να μπορούμε να αξιολογήσουμε τί είναι ουσιώδες και τί όχι, ποιο μέρος από το συγκεντρωμένο όγκο του υλικού θα αξιοποιήσουμε και ποιο θα παραβλέψουμε. ΙΙΙ. Συγγραφή της εργασίας Α. Διάρθρωση 1. Στο εξώφυλλο αναγράφεται το όνομα του συντάκτη και ο τίτλος της εργασίας, καθώς επίσης η επωνυμία του εκπαιδευτικού ιδρύματος, το όνομα του εποπτεύοντος καθηγητή, τόπος και χρονολογία. 2. Πίνακας περιεχομένων: Εδώ γράφονται οι τίτλοι όλων των κεφαλαίων με την ένδειξη της σελίδας από την οποία αρχίζει το καθένα. Ο πίνακας αυτός συντάσσεται στο τέλος μετά την ολοκλήρωση της συγγραφής. 3. Εισαγωγή: Το μέρος αυτό της εργασίας κατατοπίζει προκαταρκτικά τον αναγνώστη για το ζήτημα με το οποίο ασχολείται η μελέτη, χαράσσει τα όρια του θέματος, αναφέρεται στη μέθοδο που ακολουθούμε και δίνει σύντομα την πορεία της συγγραφής.
4. Κύριο σώμα της εργασίας: Στο κύριο μέρος της μελέτης παρουσιάζουμε και α- ναπτύσσουμε το υλικό που συγκεντρώσαμε καθώς και τις δικές μας σκέψεις, ανάλογα με τη φύση του θέματος, κατά κεφάλαια και παραγράφους. Εννοείται ότι το κείμενό μας δεν συνίσταται σε μία συρραφή κομματιών από τη βιβλιογραφία που χρησιμοποιήσαμε, αλλά αποτελεί δημιουργική ανασύνθεση του υλικού που συλλέξαμε έτσι ώστε να καταδεικνύεται η γονιμοποιός αφομοίωση αυτών που μελετήσαμε. Η ανάπτυξη πρέπει να διακρίνεται για την αλληλουχία και τη συνέπεια των συλλογισμών και των συμπερασμάτων, όπως και για την πληρότητα, λογικότητα και δύναμη των επιχειρημάτων. Δεν πρέπει μεταξύ των κεφαλαίων και των άλλων υποδιαιρέσεων να υπάρχουν κενά, που θα εξαναγκάζουν τον αναγνώστη να κάνει λογικά άλματα. Διευκολύνει πολύ την ανάγνωση κάθε εργασίας η διαίρεση του κειμένου σε παραγράφους. Ένα συνεχές κείμενο εκτός του ότι είναι κουραστικό και μονότονο, δυσχεραίνει και την κατανόηση ή τη συγκράτηση των νοημάτων του. Η διαίρεση βέβαια σε παραγράφους δεν γίνεται τυχαία με τον απλό χωρισμό μερικών στίχων. Κάθε παράγραφος πρέπει να αποτελεί μια πλήρη νοηματική ενότητα, να ολοκληρώνει την ανάλυση, το συλλογισμό ή το επιχείρημα που αρχίσαμε να αναπτύσσουμε. 5. Συμπεράσματα ή Σύνοψη: Στο τμήμα αυτό, που επισφραγίζει και κλείνει το κείμενο ως τελευταίο μέρος, ο συντάκτης της εργασίας συνοψίζει τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε και αναφέρεται στα συναγόμενα συμπεράσματα. Δεν καταπιανόμαστε με νέες πτυχές του θέματος, δεν επιχειρούμε να συμπληρώσουμε ή να διορθώσουμε όσα εκθέσαμε παραπάνω και δεν διατυπώνουμε ευχολόγια. 6. Βιβλιογραφία: Όλο το υλικό (βιβλία, επιστημονικά άρθρα, λήμματα εγκυκλοπαιδειών, ιστοσελίδες κ.λπ.) από όπου αντλήσαμε και χρησιμοποιήσαμε στο κείμενο και τις υποσημειώσεις, ταξινομημένο κατά την αλφαβητική σειρά του συγγραφέα ή του επιμελητή το παρουσιάζουμε στον πίνακα βιβλιογραφίας, που παρατίθεται στο τέλος της εργασίας. 2 Β. Ύφος Γλωσσική διατύπωση Το ύφος μιας επιστημονικής εργασίας οφείλει να είναι λιτό, σοβαρό και αυστηρό. Τούτο δεν σημαίνει ότι θα διακρίνεται από ξηρό ακαδημαϊσμό και σχολαστικισμό. Ενίοτε και το λεπτό χιούμορ ή κάποιο εύστοχο πνευματώδες ευφυολόγημα δεν είναι ασύμβατα με ένα επιστημονικό κείμενο. Αυτά όμως απαιτούν μεγάλη ικανότητα χειρισμού. Σε κάθε περίπτωση όσα γράφονται πρέπει να είναι επιστημονικώς τεκμηριω-
μένα και όχι προϊόν συναισθηματισμού, συγκινησιακών φορτίσεων ή αναπόδεικτων προσωπικών απόψεων. Αποφεύγονται οι υπερβολές, οι πομπώδεις εκφράσεις, οι ρητορικές εκρήξεις, καθώς και οι εξεζητημένες καλλιλογίες και εν γένει το λογοτεχνίζον ύφος. Η γλωσσική έκφραση δεν αποτελεί αμελητέο στοιχείο της εργασίας. Αγωνιζόμαστε να πετύχουμε κάθε φορά τη νοηματικά ευστοχότερη και αισθητικά αρτιότερη γλωσσική διατύπωση. Κατά τούτο βοηθάει πολύ το πλούσιο λεξιλόγιο και η πλήρης αξιοποίηση των διαφόρων εννοιολογικών αποχρώσεων των λέξεων. Η γλώσσα μας πάντως πρέπει να είναι απλή και σαφής. Οι προτάσεις να μην είναι πολύπλοκες και υπερβολικά σύνθετες, έτσι ώστε να ελέγχουμε πλήρως τη συντακτική τους ορθότητα. Καλόν είναι σε περίπτωση που αισθανόμαστε αβεβαιότητα για την ορθή χρήση ή γραφή μιας λέξης να συμβουλευόμαστε ένα καλό λεξικό της Νέας Ελληνικής (π.χ. του Γ. Μπαμπινιώτη ή του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη ή του Εμμ. Κριαρά) και τη γραμματική της ελληνικής γλώσσας. 3 Γ. Παραθέματα - Υποσημειώσεις Με τον όρο παράθεμα εννοούμε την κατά λέξη παρουσίαση μέσα στο κείμενο μας της γνώμης ενός άλλου συγγραφέα. Σε άλλη περίπτωση μπορούμε να αποδώσουμε με δικά μας λόγια την άποψη ενός επιστήμονα ή ερευνητή. Κατά κανόνα με τις παραπομπές σε άλλους συγγραφείς επιδιώκουμε να στηρίξουμε την εγκυρότητα των δικών μας θέσεων, να ισχυροποιήσουμε τα επιχειρήματά μας επικαλούμενοι και άλλους ε- πιστήμονες ή να αντιπαραθέσουμε τις δικές μας θέσεις σε απόψεις άλλων, με τους οποίους δεν συμφωνούμε. Ο συντάκτης μιας επιστημονικής εργασίας πρέπει με εντιμότητα να ξεχωρίζει τις ξένες απόψεις από τις δικές του. Οτιδήποτε λαμβάνει από τις πηγές και τη βιβλιογραφία πρέπει να το δηλώνει παραπέμποντας στο σχετικό έργο. Αυτό γίνεται στις υποσημειώσεις. Οι υποσημειώσεις είτε είναι υποσελίδιες και καταγράφονται στο κάτω μέρος της κάθε σελίδας είτε συγκεντρώνονται όλες μαζί στο τέλος του κειμένου και πριν από τον πίνακα βιβλιογραφίας. Προτιμώνται οι υποσελίδιες σημειώσεις γιατί διευκολύνουν περισσότερο τον αναγνώστη. Υπάρχουν διάφορες παραλλαγές στον τρόπο γραφής μιας υποσημείωσης. Απαραίτητο είναι σε κάθε εργασία να τηρούμε ενιαία μορφή στις υποσημειώσεις μας. Αντί θεωρητικών κανόνων παραθέτουμε μερικά παραδείγματα παραπομπών κατά τους δύο επικρατέστερους τρόπους:
Ι. Σε αυτοτελές βιβλίο: Alan Cameron, The Greek Anthology from Meleager to Planudes, Oxford 1993, σσ. 23-25. 4 Σε άρθρο περιοδικού: H.T. Wade-Gery, Classical Epigrams and Epitaphs, Journal of Hellenic Studies 53 (1933) 71-104. Σε συλλογικό τόμο: Βασίλης Φυντίκογλου, «Απάτητα μονοπάτια: Οι διαδρομές του Καλλίμαχου από την Κυρήνη», στο: Φλ.Π. Μανακίδου Κ. Σπανουδάκης (επιμ.), Αλεξανδρινή Μούσα, Αθήνα 2008, σσ. 183-219. Παρατηρούμε ότι γράφουμε τους τίτλους των βιβλίων σε πλάγια γραμματοσειρά (italics), ενώ τους τίτλους των μη αυτοτελών μελετημάτων (άρθρων σε περιοδικά, κεφάλαια σε συλλογικούς τόμους) εντός εισαγωγικών. ΙΙ. Ο άλλος τρόπος, ο οποίος ξεκίνησε από τον αγγλοσαξονικό κόσμο και κερδίζει συνεχώς έδαφος, είναι περισσότερο μινιμαλιστικός: περιορίζεται στη δήλωση του επωνύμου του συγγραφέα, του έτους εκδόσεως και των σελίδων. Προϋποτίθεται ότι στο τέλος της εργασίας υπάρχει αναλυτικός πίνακας βιβλιογραφίας, όπου ο αναγνώστης μπορεί να βρει τα πλήρη στοιχεία της βιβλιογραφικής αναφοράς. Π.χ. Σε αυτοτελές βιβλίο: Cameron (1993) 23-25 Σε άρθρο περιοδικού: Wade-Gery (1933) 71-104. Σε συλλογικό τόμο: Βασίλης Φυντίκογλου, «Απάτητα μονοπάτια: Οι διαδρομές του Καλλίμαχου από την Κυρήνη», στο: Μανακίδου & Σπανουδάκης (2008) 183-219.
5 Δ. Τεχνικά ζητήματα Χρησιμοποιούμε συνήθως μέγεθος γραμματοσειράς 12 και διάστιχο 1,5. IV. Ακροτελεύτιες παρατηρήσεις Όταν ολοκληρώσουμε τη συγγραφή της εργασίας, δεν σημαίνει ότι τελειώσαμε. Αφού αφήσουμε το πόνημά μας κατά μέρος μια-δυο ημέρες, ξαναδιαβάζουμε αρκετές φορές το κείμενο για να κάνουμε τις απαραίτητες διορθώσεις είτε στο περιεχόμενο είτε στη γλωσσική διατύπωση. Καλόν είναι, εάν έχουμε τη δυνατότητα, να δώσουμε το κείμενό μας σε ένα πεπαιδευμένο φιλικό μας πρόσωπο, το οποίο με το μάτι του ξένου, τρίτου παρατηρητή θα επισημάνει ευκολότερα πιθανές αδυναμίες της εργασίας μας. Τις παραπάνω οδηγίες καλόν είναι να τις έχετε υπ όψη σας και να προσπαθείτε να τις εφαρμόζετε σε κάθε πανεπιστημιακή εργασία σας. Είναι όμως αυτονόητο ότι η συγγραφή μιας άρτιας εργασίας δεν έχει να κάνει μόνο με την τυπική τήρηση ορισμένων κανόνων αλλά εξαρτάται από τη γενικότερη υποδομή, πνευματική συγκρότηση και καλλιέργεια του συντάκτη της. Ο καλύτερος τρόπος για να μυηθείτε στο επιστημονικώς γράφειν πράγμα το οποίο δεν είναι εύκολο και απαιτεί μακρά άσκηση είναι να διαβάζετε πολλά κείμενα αυτού του είδους. Με τη συνεχή μελέτη επιστημονικών έργων και την άσκηση κατά τη συγγραφή των φοιτητικών σας εργασιών θα αισθάνεστε ολοένα και ωριμότεροι πνευματικά, και θα διαπιστώνετε ότι κάθε νέα εργασία σας είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Βιβλιογραφία Eco, U., Πώς γίνεται μια διπλωματική εργασία, Αθήνα 1994. Ζήσης,Θ., Επιστημονική τεχνογραφία. Πώς γράφεται μία επιστημονική εργασία, Θεσσαλονίκη 1992. Θεοφιλίδης Χ., Η συγγραφή επιστημονικής εργασίας, Αθήνα 1999. Northedge, A, Οδηγός για τον σπουδαστή, Αθήνα 2000. Παππάς, Θ., Μεθοδολογία της επιστημονικής έρευνας στις ανθρωπιστικές επιστήμες, Αθήνα 2002. Πολίτης, Α., Υποσημειώσεις και παραπομπές, Ηράκλειο 1998. Βασίλειος Π. Βερτουδάκης
6