Σταµέλος Γιώργος Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστηµα Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστηµα (ΕΕΣ) αρχίζει να δηµιουργείται από το 1833, οπότε και έχουµε το πρώτο νοµοθέτηµα για την εκπαίδευση στο νεοσύστατο ελληνικό Κράτος. Το ΕΕΣ είναι ένα κλασσικό µοντέλο εκπαιδευτικού συστήµατος στο πλαίσιο ενός Kράτουςέθνους της Nεωτερικότητας. Η ιστορία του και οι περιπέτειές του ακολουθούν τις αντίστοιχες του ελληνικού Κράτους και της ελληνικής κοινωνίας. Αν υπάρχει δύο ιδιαιτερότητες αυτές ίσως είναι: α. το γεγονός ότι οι ελληνικοί Νόµοι που το δηµιούργησαν, διαχρονικά, ήταν συνήθως αντιγραφές ξένης νοµοθεσίας, καλών προθέσεων, πιθανόν, αλλά όχι εναρµονισµένοι µε την ελληνική πραγµατικότητα, β. η έντονη για µια µεγάλη χρονική περίοδο- επίδραση των πολιτικών εντάσεων ή ανωµαλιών, που του στέρησε τη νοµιµοποίηση των στόχων του. Έτσι, το πολιτικό υπό την όψη του κοµµατικού- προτασσόταν του εθνικού που ταυτιζόταν µονοδιάστατα µε µια εθνική κοµµατική παράταξη. Το ΕΕΣ ανήκει διοικητικά στις αρµοδιότητες του ΥΠΕΠΘ, το οποίο συγκροτεί και υλοποιεί την εκάστοτε (επίσηµη και εθνική) εκπαιδευτική πολιτική. Η σηµερινή µορφή του δηµιουργήθηκε, κατά βάση, µε τη µεταρρύθµιση του
1976/77 και µια σειρά από νόµους που ψηφίστηκαν, κατά κύριο λόγο την τριετία 1982-1985. Αν κάποιος προσπαθούσε να σκιαγραφήσει σε αδρές γραµµές την εικόνα του υπαρκτού ΕΕΣ, θα έλεγε ίσως τα εξής: Σε ένα πρώτο επίπεδο προσέγγισης εντυπωσιάζει µε την ποσότητα των µεγεθών του και την ποικιλία των δραστηριοτήτων του. Σε ένα δεύτερο όµως επίπεδο προσέγγισης, θα µπορούσε κανείς να θέσει µια σειρά από ερωτήµατα δεδοµένου ότι δεν υφίστανται µηχανισµοί ελέγχου της παρεχόµενης ποιότητας τόσο των διαδικασιών όσο και των παρεχόµενων αποτελεσµάτων, πολύ δε περισσότερο που σε διεθνείς έρευνες για τη µαθητική επίδοση, οι Έλληνες µαθητές έχουν µέτρια ή χαµηλά αποτελέσµατα. Αναλυτικότερα: Στην προσχολική εκπαίδευση δεν συµµετέχουν όλα τα παιδιά των αντίστοιχων ηλικιών, γεγονός που µπορεί να εγείρει κάποια ερωτηµατικά τόσο για την αναγκαία προπαρασκευή όλων των παιδιών για το σχολείο όσο και ζητήµατα που άπτονται της κοινωνικής οργάνωσης και της κοινωνικής πολιτικής. Στην αρχή τώρα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης υπάρχει ένα ποσοστό παιδιών που δεν εγγράφεται στο Δηµοτικό σχολείο. Πρόκειται συνήθως για παιδιά µειονοτήτων (µουσουλµάνοι, τσιγγάνοι, κτλ) ή µεταναστών (συνήθως παράνοµων). Εδώ εστιάζεται ίσως ο σκληρός πυρήνας αυτού που ονοµάζεται εκπαιδευτικός αποκλεισµός. Μέσα
στο εκπαιδευτικό σύστηµα τώρα, η εικόνα που παρουσιάζεται θα µπορούσε να αποδοθεί ως εξής: Η µαθητική διαρροή έχει πρακτικά εκµηδενιστεί στο Δηµοτικό, όµως υφίσταται πρόβληµα µαθητικής διαρροής από την υποχρεωτική εκπαίδευση, στο Γυµνάσιο. Ας σηµειωθεί στο σηµείο αυτό ότι υφίστανται σηµαντικές διαφοροποιήσεις ανά διοικητική περιφέρεια και φύλο (η Κρήτη και η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη µοιάζει να έχουν τα µεγαλύτερα προβλήµατα διαρροής για διαφορετικούς τοπικούς λόγους, ενώ είναι σαφές ότι η διαρροή είναι περισσότερο γένους αρσενικού). Βέβαια, αν και η µαθητική διαρροή φθίνει στην υποχρεωτική εκπαίδευση φαίνεται να αυξάνεται το πρόβληµα του λειτουργικού αναλφαβητισµού, γεγονός που παραπέµπει στο κεντρικό πρόβληµα της διασφάλισης της παρεχόµενης ποιότητας στο ΕΕΣ. Απόρροια του προηγουµένου φαίνεται να είναι µια µείζονα εξέλιξη: η διατάραξη της σχέσης επιπέδου γνώσεων και παρεχόµενου τίτλου σπουδών, γεγονός που µπορεί να θέσει, µεσο-µακροπρόθεσµα, σε αµφισβήτηση το πτυχίο, οποιουδήποτε επιπέδου, ως πιστοποιητικού κατοχής συγκεκριµένου επιπέδου γνώσεων. Αυτό συνδέεται επίσης µε την -σε κλίµακα- χρήση καλών και πολύ καλών βαθµών που µε τη σειρά της µοιάζει να ωραιοποιεί την εσωτερική πραγµατικότητα του ΕΕΣ µε την παράλληλη αποσιώπηση των ενδοσχολικών προβληµάτων.
Στο πλαίσιο των εξαίρετων ποσοτικών χαρακτηριστικών του ΕΕΣ πρέπει να ενταχθεί η µεγάλη ανάπτυξη της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης τα τελευταία δέκα χρόνια, γεγονός που καθιστά εφικτή τη παρακολούθηση ενός προγράµµατος σπουδών από τη συντριπτική πλειονότητα των ενδιαφερόµενων. Εξέλιξη σηµαντική στο βαθµό που υλοποιεί ένα µακροχρόνιο κοινωνικό αίτηµα. Εντούτοις, φαίνεται ότι το αίτηµα έχει µετατοπιστεί σε απαίτηση για σπουδές σε Τµήµα της απολύτου επιλογής των ενδιαφεροµένων (τόσο σε επίπεδο αντικειµένου σπουδών όσο και σε επίπεδο τόπου σπουδών). Δύο παράµετροι θα έπρεπε ίσως να προσεχθούν. Πρώτον, η πολύ περιορισµένη, συγκεντρωτική και παραδοσιακή επιλογή Τµηµάτων, στοιχείο που υποδηλώνει πιθανόν, αφενός µεν, την έλλειψη πληροφόρησης ή εναυσµάτων των ενδιαφεροµένων, αφετέρου δε, περιχαράκωση και αποξένωση του ΕΕΣ από τον κοινωνικό και οικονοµικό του περίγυρο. Δεύτερον, είναι πρόδηλη η έλλειψη ενός κατώτερου ορίου πιστοποίησης γνώσεων για την «επιτυχία», στο βαθµό που υπάρχουν εισαχθέντες σε ιδρύµατα ανώτατης εκπαίδευσης µε βαθµούς πολύ κάτω από τη βάση που µπορεί να φτάνουν στο 3 στα 20. Βέβαια, κάποιος θα µπορούσε να θέσει το ερώτηµα της καταλληλότητας της εξέτασης ή ακόµα τον ενιαίο χαρακτήρα της εξέτασης στο βαθµό που πλέον υφίσταται µεγάλη ποικιλία Τµηµάτων πολλά από τα οποία, ειδικά στα
ΤΕΙ, παραπέµπουν σε απόλυτα πρακτικές ή τεχνικές ή καλλιτεχνικές δραστηριότητες, γεγονός που δεν δικαιολογεί ίσως την εξέταση στο πλαίσιο των πανελλαδικών εξετάσεων. Εντύπωση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι υπάρχει µια εµφανής αντίθεση µεταξύ βαθµών στα λύκεια και βαθµών στις πανελλήνιες εξετάσεις για την τριτοβάθµια εκπαίδευση. Το τελευταίο, αν συνδυαστεί µε το πρόβληµα της έντονης και επίµονης δηµογραφικής κρίσης (µαζί µε την παράλληλη επέκταση του δικτύου της ανώτατης εκπαίδευσης), θα µπορούσε να οδηγήσει σε απρόσµενα προβλήµατα στο άµεσο µέλλον. Μερικά ακόµα χαρακτηριστικά του ΕΕΣ είναι τα εξής: Η πολύ καλή αναλογία µαθητών ανά εκπαιδευτικό στην πρωτοβάθµια και τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση. Η ύπαρξη ενός σηµαντικού ποσοστού ξένων µαθητών ή µαθητών που δεν έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, τόσο στην πρωτοβάθµια (πρωτίστως) όσο και τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση (δευτερευόντως) και µάλιστα χωροταξικά ανισοκατανεµηµένο. Ο σηµαντικός αριθµός αποσπασµένων εκπαιδευτικών. Εκπαιδευτικοί, οι οποίοι άλλοτε βρίσκονται εκτός ΕΕΣ και άλλοτε (κυρίως) εντός ΕΕΣ (αλλά εκτός σχολικής τάξης). Η διαδικασία δηµιουργίας στελεχών µη παραδοσιακών εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων (πχ. περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, υπεύθυνοι βιβλιοθήκης, αγωγής υγείας, κτλ). Η δυναµική εµφάνιση των νέων τεχνολογιών στο ΕΕΣ όλων των
βαθµίδων, και τέλος, η ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραµµάτων ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, επανεκπαίδευσης και µετεκπαίδευσης. Βιβλιογραφία: Β. Κουλαϊδής (επιµ) (2006), Αποτύπωση του εκπαιδευτικού συστήµατος σε επίπεδο σχολικών µονάδων, Αθήνα: ΚΕΕ, Γ. Σταµέλος (1999), Σύγχρονα θέµατα εκπαιδευτικής πολιτικής: το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα. Προσπάθεια ιχνηλασίας β, Αθήνα: Αρµός, Γ. Σταµέλος (2002), Προσπάθεια ιχνηλασίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος γ : α. η τεχνική της κοόρτης, β. µακροσκοπική ανάλυση από το Δηµοτικό στο Λύκειο, γ. µαθητική διαρροή-εκπαιδευτικός αποκλεισµός-κοινωνικός αποκλεισµός: ένα µοντέλο, Αθήνα: Ψηφίδα, Γ. Σταµέλος (επιµ) (2002), Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα, Αθήνα: ΚΕΕ,