Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2015 (OR. en)

Σχετικά έγγραφα
Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 318 final.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Οκτωβρίου 2016 (OR. en)

9834/1/14 REV 1 ΜΑΚ/μκρ 1 DG D 2B

14718/15 ΚΣ/μκ 1 DG D 2B

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Οκτωβρίου 2016 (OR. en) Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων / Συμβούλιο

12621/15 ΑΗΡ/σα 1 DG D 2B

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ)

9486/2/14 REV 2 ΧΓ/μκ 1 DG D 2B

SJ DIR 4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2015 (OR. en) 2011/0901 B (COD) PE-CONS 62/15 JUR 692 COUR 47 INST 378 CODEC 1434

Ελεγκτικό Συνέδριο. Νομική βάση. Δομή

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2015) 8000 final.

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

***II ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 691 final - ANNEX 1.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 31 Ιανουαρίου 2017 (OR. en)

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

6812/15 ΑΒ/γπ 1 DG D 2A

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

(Νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2011 (21.11) (OR. en) 17187/11 POLGEN 204 CATS 120

7597/18 ΔΛ,ΔΛ/γομ/ΔΛ 1 DRI

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2017/0035(COD) της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

9941/17 IKS+GA/ech DGD 2

Τροποποίηση του Ν. 3663/2008 και εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2009/426/ΔΕΥ της

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

16542/1/09 REV 1 ΛΜ/νικ 1 DG H 2B

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

2. Η προτεινόμενη οδηγία περί αφερεγγυότητας υπάγεται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

9301/16 ΕΜ/μκρ/ΧΓ 1 DG D 2B

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Κανόνες Διαδικασίας Διαγωνισμός για τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2021 στην Eλλάδα.

9975/16 ΓΒ/ακι/ΕΚΜ 1 DRI

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 17ης Ιουνίου 2004

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΚΏΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΊΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΈΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΎ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΣΕ ΘΈΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΏΝ ΣΥΜΦΕΡΌΝΤΩΝ ΚΑΙ ΣΎΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΌΝΤΩΝ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

9666/19 ΣΠΚ/μκρ 1 JAI.2

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2017 (OR. en)

GSC.TFUK. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Ιανουαρίου 2019 (OR. en) XT 21105/1/18 REV 1. Διοργανικός φάκελος: 2018/0427 (NLE) BXT 124

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Δημόσια διαβούλευση. Ερωτήσεις και απαντήσεις

Αριθμός 126(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΕΥΡΩΠΟΛ

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων. Σχέδιο κανονισμού (10896/2014 C8-0090/ /0807(CNS))

PE-CONS 42/16 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Στρασβούργο, 26 Οκτωβρίου 2016 (OR. en) PE-CONS 42/ /0226 (COD) LEX 1679 STATIS 73 TRANS 381 CODEC 1412

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 249 final.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 4 Φεβρουαρίου 2011 (OR. en) 2010/0051 (COD) PE-CONS 64/10 IST 592 CODEC 1518

PE-CONS 36/16 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Στρασβούργο, 14 Σεπτεμβρίου 2016 (OR. en) PE-CONS 36/ /0279 (COD) LEX 1688 STATIS 54 COMPET 437 UD 173 CODEC 1115

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 16 Αυγούστου 2017 (OR. en)

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

15730/14 ΕΚΜ/γπ 1 DG D 2C

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

Συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2017/0134(COD)

I. Σκοπός της Επιτροπής

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

P7_TA(2014)0226 Στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τρίτες χώρες (ανάθεση κατ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων) ***I

16139/14 ΧΓ/μκρ 1 DG D 2B

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΒΔΟΜΗ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ( ) ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2009 ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΕ ΣΩΜΑ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΩΝ 1

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 249 final - ANNEXES 1 to 2.

Τροποποίηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κοινοβουλευτικές ερωτήσεις

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 246 final.

18475/11 ΔΠ/νκ 1 DG H 2A

5126/15 ΣΠΚ/γομ 1 DGB 3A LIMITE EL

Transcript:

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2015 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2013/0255 (APP) 9372/15 EPPO 30 EUROJUST 112 CATS 59 FIN 393 COPEN 142 GAF 15 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Θέμα: Προεδρία Συμβούλιο Πρόταση κανονισμού σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας - Συζήτηση προσανατολισμού A. Ιστορικό Η λετονική Προεδρία του Συμβουλίου εργάστηκε εντατικά με στόχο την οριστικοποίηση των πρώτων πέντε κεφαλαίων του κανονισμού. Τα κεφάλαια αυτά καλύπτουν τα περισσότερα από τα ζητήματα που είναι σημαντικά για τη λειτουργία της Εισαγγελίας, καθώς περιλαμβάνουν κανόνες σχετικά με το καθεστώς, τη δομή και την οργάνωση της Εισαγγελίας, τη διαδικασία έρευνας, την άσκηση δίωξης και τις διαδικασίες της δίκης. Επί λετονικής Προεδρίας διοργανώθηκαν σχετικά με τον φάκελο δεκατρείς συνεδριάσεις στην αρμόδια ομάδα (COPEN), μία συζήτηση στην ομάδα CATS και αρκετές συνεδριάσεις των Συμβούλων ΔΕΥ. Ο φάκελος εξετάστηκε και από τους αρμόδιους Υπουργούς στο Συμβούλιο του Μαρτίου. Οι συνεδριάσεις διεξήχθησαν σε ιδιαίτερα εποικοδομητική ατμόσφαιρα και σημειώθηκε αξιόλογη πρόοδος. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των θέσεων των κρατών μελών οι οποίες δεν μπορούν να παραβλεφθούν. Η Προεδρία συνέταξε ένα ισορροπημένο συμβιβαστικό κείμενο των πρώτων 16 άρθρων, όπως περιέχεται στο Παράρτημα 1. Το Παράρτημα 2 περιλαμβάνει το πλήρες κείμενο των άρθρων 17 έως 33 συμπεριλαμβανομένων των υποσημειώσεων. 9372/15 1 DG D 2B EL

B. Πορεία των εργασιών I. Ως προς τα πρώτα 16 άρθρα που περιέχονται στο παράρτημα 1 τα θέματα που συζητήθηκαν περισσότερο από τους εμπειρογνώμονες ήταν τα εξής: Ανάγκη να εξασφαλιστεί ισότιμη κατανομή του φόρτου εργασίας των Μόνιμων Τμημάτων Αρμοδιότητες των Μόνιμων Τμημάτων κατά τη διάρκεια των ερευνών και των διώξεων Δυνατότητα των Μόνιμων Τμημάτων να αναθέτουν εξουσίες λήψης αποφάσεων στον Ευρωπαίο Εισαγγελέα που εποπτεύει την υπόθεση Δικαίωμα ψήφου του Ευρωπαίου Εισαγγελέα που εποπτεύει την υπόθεση στο Μόνιμο Τμήμα Αρμοδιότητες των Ευρωπαίων Εισαγγελέων να δίνουν οδηγίες στους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς Μηχανισμοί αντικατάστασης μεταξύ των Ευρωπαίων Εισαγγελέων Μηχανισμός προσωρινής αντικατάστασης του Ευρωπαίου Εισαγγελέα από έναν Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα Το κείμενο ως έχει στο Παράρτημα 1 αποτελεί ισορροπημένη συμβιβαστική λύση μεταξύ των διαφορετικών απόψεων που εξέφρασαν οι αντιπροσωπίες κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και προσφέρει λύσεις για την πλειονότητα των μελημάτων που διατυπώθηκαν στις συνεδριάσεις των ομάδων. II. Ως προς τα υπόλοιπα άρθρα (17 έως 33), εθίγησαν τα ακόλουθα ζητήματα κατά τις πλέον εντατικές συζητήσεις: Υποχρέωση των κρατών μελών να αναφέρουν κάθε εγκληματική συμπεριφορά η οποία ενδέχεται να συνιστά αδίκημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας Λεπτομερείς κανόνες για την υποβολή εκθέσεων καθώς και για τη συνοπτική έκθεση και το περιεχόμενό της Αρμοδιότητα του Μόνιμου Τμήματος να αναθέτει στον Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα την έναρξη έρευνας 9372/15 2 DG D 2B EL

Ανάθεση και εκ νέου ανάθεση υπόθεσης από το Μόνιμο Τμήμα Δικαίωμα ανάληψης ήδη ερευνούμενης υπόθεσης και διαβίβαση ποινικών δικογραφιών από τις εθνικές αρχές στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία Μέτρα έρευνας και διασυνοριακές έρευνες Συμβιβασμοί Η πρόοδος που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της λετονικής Προεδρίας αποτυπώνεται στο κείμενο του παραρτήματος 2. Ωστόσο, ορισμένα από τα εν λόγω ζητήματα παραμένουν ανοικτά, όπως επισημαίνεται στις υποσημειώσεις, και θα πρέπει να επανεξετασθούν. Τα άρθρα 30 έως 33 εξετάστηκαν μόνο εν συντομία και δεν τροποποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της λετονικής Προεδρίας. Γ. Ερωτήσεις Με την επιφύλαξη της τελικής απόφασης των επί μέρους κρατών μελών για συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, η Προεδρία καλεί τους Υπουργούς: 1. να εγκρίνουν κατ αρχήν το κείμενο των πρώτων 16 άρθρων του κανονισμού, ως έχει στο Παράρτημα 1, υπό την προϋπόθεση ότι οι λεπτομέρειες του κειμένου θα πρέπει να επανεξεταστούν, εφόσον το Συμβούλιο καταλήξει σε κατ αρχήν συμφωνία για το πλήρες κείμενο του κανονισμού. 2. να εκφράσουν την ικανοποίησή τους για την πρόοδο που έχει σημειωθεί για άρθρα 17 έως 33 και να λάβουν υπόψη το σημερινό κείμενο των άρθρων αυτών, ως έχει στο Παράρτημα 2. 9372/15 3 DG D 2B EL

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Σχέδιο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Άρθρο 1 Αντικείμενο O παρών κανονισμός προβλέπει τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και καθορίζει τους κανόνες λειτουργίας της. Άρθρο 2 Ορισμοί 1 Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) ως «πρόσωπο» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο β) ως «οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης» νοούνται όλα τα έσοδα, έξοδα και στοιχεία του ενεργητικού που είτε καλύπτονται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης και τους προϋπολογισμούς των θεσμικών και λοιπών οργάνων, και οργανισμών που έχουν ιδρυθεί βάσει των Συνθηκών και τους προϋπολογισμούς υπό τη διαχείριση και τον έλεγχό τους, είτε αποκτώνται μέσω αυτών των προϋπολογισμών ή οφείλονται σε αυτούς γ) ως «διοικητικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοούνται όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, εκτός από τα επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα 1 Το άρθρο αυτό θα οριστικοποιηθεί μόνον όταν γνωστοποιηθεί το πλήρες κείμενο του κανονισμού. Οι ορισμοί, καθώς και το κείμενο εν γένει, θα πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να συμφωνούν με τους ορισμούς που θα συμπεριληφθούν οριστικά στην οδηγία ΠΟΣ. Το ζήτημα της ομοιογένειας με το ενωσιακό δίκαιο πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω. Να ευθυγραμμιστεί με τον τελικό ορισμό των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης στην οδηγία ΠΟΣ. Η ΙΡ επεσήμανε ότι το σημείο αυτό φαίνεται περιττό. 9372/15 4 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

δ) ως «επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοούνται όλα τα [σχετικά με την εκάστοτε υπόθεση] δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου [37] ε) ως «προσωπικό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας» νοείται το προσωπικό σε κεντρικό επίπεδο, το οποίο υποστηρίζει το Συλλογικό όργανο, τα Μόνιμα Τμήματα, τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα, τους Ευρωπαίους Εισαγγελείς και τους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς στις καθημερινές δραστηριότητες κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της Εισαγγελίας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό στ) ως «Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση» νοείται ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας που είναι αρμόδιος για τις έρευνες και τις διώξεις, τις οποίες έχει κινήσει, οι οποίες του έχουν ανατεθεί ή των οποίων έχει επιληφθεί κάνοντας χρήση του δικαιώματος να επιλαμβάνεται ήδη ερευνούμενης υπόθεσης ζ) ως «συνδράμων Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας» νοείται ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας που βρίσκεται σε κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους μέλους του Εντεταλμένου Ευρωπαίου Εισαγγελέα ο οποίος χειρίζεται την υπόθεση, σε περίπτωση που πρέπει να διεξαχθεί έρευνα ή άλλο μέτρο που του έχει ανατεθεί. ΚΕΦΑΛΑΙΟ II Σύσταση, καθήκοντα και βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας Άρθρο 3 Σύσταση 1. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία συγκροτείται ως όργανο της Ένωσης. 2. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει νομική προσωπικότητα. 3. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία συνεργάζεται με την Eurojust και βασίζεται στην υποστήριξή της σύμφωνα με το άρθρο [57]. 9372/15 5 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

Άρθρο 4 Καθήκοντα Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είναι αρμόδια για την έρευνα, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης των δραστών των ποινικών αδικημάτων καθώς και των συνεργών τους, τα οποία θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης [προβλέπονται στην οδηγία 2015/xx/EΕ και καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό] 2. Προς το σκοπό αυτόν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διενεργεί έρευνες, καθώς επίσης ασκεί διώξεις και εκτελεί εισαγγελικά καθήκοντα στα αρμόδια δικαστήρια των κρατών μελών μέχρι την οριστική εκδίκαση της υπόθεσης 3. Άρθρο 5 Βασικές αρχές που διέπουν τις δραστηριότητες 1. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διασφαλίζει, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της, τον σεβασμό των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεσμεύεται ότι όλες της οι δραστηριότητες διέπονται από τις αρχές του κράτους δικαίου και της αναλογικότητας 4. 3. Οι έρευνες και οι διώξεις που κινούνται εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας διέπονται από τον παρόντα κανονισμό. Το εθνικό δίκαιο εφαρμόζεται εφόσον μια υπόθεση δεν ρυθμίζεται από τον παρόντα κανονισμό. Εκτός αν άλλως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο είναι το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 12, παρ. 1. Σε περίπτωση που ένα ζήτημα ρυθμίζεται και από το εθνικό δίκαιο και από τον παρόντα κανονισμό, υπερισχύουν οι διατάξεις του κανονισμού. 2 3 4 Η ΙΡ πρότεινε να γίνεται αυτή η παραπομπή στο άρθρο 17. Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Τα εισαγγελικά καθήκοντα στα αρμόδια δικαστήρια ασκούνται μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας, που σημαίνει μέχρις ότου κριθεί οριστικά το ζήτημα του αν ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος τέλεσε την αξιόποινη πράξη, καθώς και το ζήτημα, κατά περίπτωση, της επιμέτρησης της ποινής και της εκδίκασης τυχόν ενδίκου μέσου. Από τα εισαγγελικά καθήκοντα μπορεί να εξαιρεθεί λόγου χάρη η εκπροσώπηση σε διαδικασίες ενώπιον των ανώτατων δικαστηρίων των κρατών μελών από τα υψηλότερα εισαγγελικά όργανα, όπως είναι ο Γενικός Εισαγγελέας, ιδίως όταν εξυπηρετούν κυρίως τον σκοπό της απονομής της δικαιοσύνης παρά τα εισαγγελικά καθήκοντα». Η ΙΤ θεωρεί ότι θα μπορούσε να συμπεριληφθεί εδώ η βασική αρχή της νομιμότητας. Η ΠΡ συμμερίζεται τα μελήματα της ΙΤ αλλά επισημαίνει ότι το ζήτημα θα μπορούσε να εξεταστεί στο πλαίσιο του άρθρο 21. 9372/15 6 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

4. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διεξάγει τις έρευνές της με αμεροληψία και συλλέγει όλα τα συναφή αποδεικτικά στοιχεία 5, είτε αυτά είναι ενοχοποιητικά είτε απαλλακτικά. 5. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κινεί και διεξάγει τις έρευνες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. 6. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές συνδράμουν και στηρίζουν ενεργά τις έρευνες και τις διώξεις που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Κάθε ενέργεια, πολιτική ή διαδικασία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό διέπεται από την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας 6 7. Άρθρο 6 Ανεξαρτησία και λογοδοσία 1. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είναι ανεξάρτητη. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Ευρωπαίοι Γενικοί Εισαγγελείς, οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς, οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς και το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ενεργούν προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά, όπως αυτό ορίζεται από τον νόμο, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οιοδήποτε πρόσωπο εκτός Εισαγγελίας, κράτος μέλος, θεσμικό ή άλλο όργανο και οργανισμό της Ένωσης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη και τα θεσμικά και λοιπά όργανα, και οι οργανισμοί της Ένωσης σέβονται την ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και δεν επιδιώκουν να την επηρεάσουν κατά την άσκηση των καθηκόντων της. 5 6 7 Η ΣΝ θα επιθυμούσε να αποσαφηνίζουν αυτή και άλλες διατάξεις τον ρόλο των ανακριτών σε υποθέσεις τις οποίες χειρίζεται η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Θα μπορούσε να προστεθεί μια συνοδευτική αιτιολογική σκέψη με την εξής διατύπωση: «Υπό το πρίσμα της ειλικρινούς συνεργασίας, τόσο η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία όσο και οι αρμόδιες εθνικές αρχές πρέπει να αλληλοενημερώνονται με σκοπό την αποτελεσματική καταπολέμηση του εγκλήματος. Ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, η τελευταία θα πρέπει να ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές για τυχόν περιστατικά που ετέθησαν υπόψη της ή για τα οποία έλαβε γνώση αυτοτελώς, και τα οποία ενδέχεται να συνιστούν ποινικό αδίκημα, για παράδειγμα η ψευδής μαρτυρική κατάθεση. Τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να περιλαμβάνουν διάφορα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν πρέπει να διαφεύγουν της προσοχής των αρμόδιων εθνικών αρχών ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική καταπολέμηση του εγκλήματος.» Η ακόλουθη διάταξη ενσωματώνεται στο κείμενο του κανονισμού (π.χ. Κεφάλαιο VIII, Κεφάλαιο IX ή άρθρο 69): «στο βαθμό που οι διαδικασίες ανάκτησης ή συλλογής σύμφωνα με το διοικητικό δίκαιο παρατείνονται ως αποτέλεσμα αποφάσεων που λαμβάνονται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή από εθνικές εισαγγελικές αρχές σε συνάρτηση με έρευνες ή διώξεις για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τυχόν οικονομικά ελλείμματα που ενδέχεται να προκύψουν δεν πρέπει να επιβαρύνουν τον εθνικό προϋπολογισμό του αντίστοιχου κράτους μέλους.» 9372/15 7 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

2. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία λογοδοτεί για τις γενικές δραστηριότητές της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συντάσσει ετήσια έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 6α. Άρθρο 6α Υποβολή εκθέσεων 1. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία καταρτίζει και δημοσιεύει ετήσια έκθεση 8 σχετικά με τις γενικές της δραστηριότητες στις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Διαβιβάζει την έκθεση αυτή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στα εθνικά κοινοβούλια, καθώς και στο Συμβούλιο και την Επιτροπή. 2. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας εμφανίζεται μία φορά ανά έτος ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και ενώπιον των εθνικών κοινοβουλίων κατόπιν αιτήματός τους, για να παρουσιάσει τις γενικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, με επιφύλαξη της υποχρέωσης εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας της Εισαγγελίας όσον αφορά ατομικές υποθέσεις και προσωπικά δεδομένα. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας μπορεί να αντικαθίσταται από έναν εκ των Αναπληρωτών για ακροάσεις που διοργανώνονται από τα εθνικά κοινοβούλια. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΚΑΘΕΣΤΩΣ, ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑΣ Τμήμα 1 ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΚΑΙ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑΣ Άρθρο 7 Δομή της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας 1. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποτελεί αδιαίρετο οργανισμό της Ένωσης, που λειτουργεί ως ενιαία Εισαγγελία με αποκεντρωμένη δομή. 8 Πρέπει να ενσωματωθεί αιτιολογική σκέψη που να διευκρινίζει περαιτέρω το περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης: «Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει να εκπονείται σε ετήσια βάση και πρέπει τουλάχιστον να περιέχει όλα τα συναφή στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις εργασίες της Εισαγγελίας». 9372/15 8 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

2. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία οργανώνεται σε κεντρικό και σε αποκεντρωμένο επίπεδο. 3. Το κεντρικό επίπεδο συνίσταται στην Κεντρική Εισαγγελία στην έδρα. Η Κεντρική Εισαγγελία συγκροτείται από το Συλλογικό όργανο, τα Μόνιμα Τμήματα, τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα, τους αναπληρωτές του και τους Ευρωπαίους Εισαγγελείς. 4. Το αποκεντρωμένο επίπεδο αποτελείται από τους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς που είναι εγκατεστημένοι στα κράτη μέλη. 5. Η Κεντρική Εισαγγελία και οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς επικουρούνται από το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 8 Το συλλογικό όργανο 1. Το Συλλογικό όργανο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αποτελείται από τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα και ένα Ευρωπαίο Εισαγγελέα ανά κράτος μέλος. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας προεδρεύει των συνεδριάσεων του Συλλογικού οργάνου και είναι υπεύθυνος για την προετοιμασία τους. 9372/15 9 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

2. Το Συλλογικό όργανο συνέρχεται τακτικά και είναι υπεύθυνο για τη γενική επίβλεψη 9 των δραστηριοτήτων της Εισαγγελίας. Λαμβάνει αποφάσεις για στρατηγικά θέματα, καθώς και για γενικά θέματα που ανακύπτουν από μεμονωμένες υποθέσεις 10, ιδίως για την εξασφάλιση της συνέπειας, της αποτελεσματικότητας και της συνοχής της εισαγγελικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς και για ορισμένα άλλα θέματα που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Το Συλλογικό όργανο δεν λαμβάνει επιχειρησιακές αποφάσεις σε μεμονωμένες υποθέσεις. Ο Κανονισμός Διαδικασίας προβλέπει τους λεπτομερείς κανόνες που αφορούν τη γενική επίβλεψη των δραστηριοτήτων και των αποφάσεων σε στρατηγικά θέματα και γενικά ζητήματα από το Συλλογικό όργανο σύμφωνα με το παρόν άρθρο. 3. Κατόπιν προτάσεως του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα και σύμφωνα με τον Κανονισμό διαδικασίας, το Συλλογικό όργανο συστήνει Μόνιμα Τμήματα. 4. Το Συλλογικό όργανο εγκρίνει τον Κανονισμό Διαδικασίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σύμφωνα με το άρθρο 16 και καθορίζει περαιτέρω τις αρμοδιότητες για την άσκηση των καθηκόντων των μελών του Συλλογικού οργάνου και του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. 9 Στο παρόν έγγραφο, οι όροι «γενική επίβλεψη», «καθοδήγηση και παρακολούθηση» και «εποπτεία» χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν διάφορες ελεγκτικές δραστηριότητες. Για τους εν λόγω όρους θα χρειαστούν λεπτομερέστερες εξηγήσεις στις αιτιολογικές σκέψεις, σύμφωνα με τα ακόλουθα: Ως «γενική επίβλεψη» νοείται η γενική διαχείριση των δραστηριοτήτων της Εισαγγελίας, κατά την οποία δίδονται οδηγίες, κατά κανόνα, μόνο για θέματα οριζόντιας σημασίας για την Εισαγγελία, Η «καθοδήγηση και παρακολούθηση» παραπέμπει σε ορισμένες σαφείς εξουσίες παρακολούθησης και καθοδήγησης μεμονωμένων ερευνών και διώξεων, όταν η εν λόγω καθοδήγηση φαίνεται πως είναι απαραίτητη. Ως «εποπτεία» νοείται η εκ του σύνεγγυς και μάλλον διαρκής επίβλεψη ερευνών και διώξεων, συμπεριλαμβανομένης, αν είναι αναγκαίο, της παρέμβασης και παροχής οδηγιών σε θέματα ερευνών και διώξεων. Οι ΠΡ και ΣΝ επισήμαναν ότι ο εν λόγω ενδεικτικός ορισμός της εποπτείας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, διότι θα συνεπαγόταν παραβίαση της αρχής της αυτονομίας των εθνικών τους εισαγγελέων, όπως αυτή ορίζεται στις εθνικές νομοθεσίες και τα Συντάγματα τους. Επομένως, η ΣΝ πρότεινε να αντικατασταθεί ο όρος «εποπτεία» με τον όρο «καθοδήγηση» σε ολόκληρο το κείμενο. 10 Να προβλεφθεί αιτιολογική σκέψη με την εξής διατύπωση: «Το Συλλογικό όργανο θα πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις για στρατηγικά θέματα, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον καθορισμό των πολιτικών προτεραιοτήτων και της Εισαγγελίας, καθώς και για γενικά θέματα που προκύπτουν από μεμονωμένες υποθέσεις, για παράδειγμα όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού, την ορθή εφαρμογή της πολιτικής της Εισαγγελίας ή θέματα αρχής ή μεγάλης σημασίας για την ανάπτυξη μιας συνεκτικής εισαγγελικής πολιτικής της Εισαγγελίας. Οι αποφάσεις του συλλογικού οργάνου επί γενικών θεμάτων θα πρέπει να είναι πολιτικής φύσεως και δεν θα πρέπει να επηρεάζουν το καθήκον διερεύνησης και δίωξης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την εθνική νομοθεσία.» 9372/15 10 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

5. Εκτός εάν άλλως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, το Συλλογικό όργανο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία. Κάθε μέλος του Συλλογικού οργάνου δικαιούται να ζητήσει ψηφοφορία για θέματα που αποφασίζονται από το Συλλογικό όργανο. Κάθε Μέλος του Συλλογικού οργάνου διαθέτει μία ψήφο. Η ψήφος του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα υπερισχύει σε περίπτωση ισοψηφίας σχετικά με οποιοδήποτε θέμα επί του οποίου αποφασίζει το Συλλογικό όργανο 11. Άρθρο 9 Τα Μόνιμα Τμήματα 12 1. Το Μόνιμο Τμήμα προεδρεύεται από τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα ή από έναν εκ των Αναπληρωτών, ή έναν Ευρωπαίο Εισαγγελέα που διορίζεται Πρόεδρος σύμφωνα με τον Κανονισμό Διαδικασίας 13. Το Μόνιμο Τμήμα έχει δύο πρόσθετα μόνιμα Μέλη. Ο αριθμός των Μόνιμων Τμημάτων, η σύνθεσή τους καθώς και η κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των Τμημάτων, ανταποκρίνονται στις λειτουργικές ανάγκες της Εισαγγελίας και προσδιορίζονται σύμφωνα με τον Κανονισμό Διαδικασίας κανονισμό 14. 11 12 13 14 Να προβλεφθεί αιτιολογική σκέψη με την εξής διατύπωση: «Το Συλλογικό όργανο καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να επιτυγχάνεται συναίνεση. Εάν δεν μπορεί να επιτευχθεί συναίνεση, οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με ψηφοφορία.» Η ΣΔ, με την υποστήριξη των ΚΥ, ΤΣ, ΦΙ, ΚΡ, ΟΥ, ΙΡ, ΜΑ, ΚΧ, ΠΡ και ΣΝ διατηρεί την γενική γνώμη της ότι ένα σύστημα στο οποίο οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς είναι αρμόδιοι για το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρησιακών αποφάσεων θα συνέβαλλε σημαντικά στην αποτελεσματικότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς πρέπει να λαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερες αναγκαίες αποφάσεις στις υποθέσεις που χειρίζονται. Η ΣΔ εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο κανονισμός πρέπει να κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους, κατά προτίμηση με τη συντόμευση στο άρθρο 9 του κατάλογου των αποφάσεων που λαμβάνουν τα Τμήματα. Θα μπορούσαν να εξεταστούν άλλες επιλογές, όπως η βελτίωση των δυνατοτήτων των Μόνιμων Τμημάτων να αναθέτουν τις εξουσίες τους στους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς και/ή να εισάγουν εκτεταμένες δυνατότητες εφαρμογής της γραπτής ή της σιωπηρής διαδικασίας. Η ΓΑ, αντιθέτως, θεωρεί ότι οι εν λόγω μηχανισμοί θα εξασθενήσουν τις αρμοδιότητες του κεντρικού επιπέδου της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα προσθήκης αιτιολογικής σκέψης με την εξής διατύπωση «Κατά τη διοικητική σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ή, εάν είναι αναγκαίο, σε μεταγενέστερο στάδιο ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας θα πρέπει κατ αρχήν να διοριστεί Πρόεδρος του Μόνιμου Τμήματος εάν δεν υπάρχουν αρκετοί Αναπληρωτές». Να προβλεφθεί αιτιολογική σκέψη με την εξής διατύπωση: «Η σύνθεση του Μόνιμου Τμήματος πρέπει να καθοριστεί σύμφωνα με τον Κανονισμό Διαδικασίας, ο οποίος μπορεί να προβλέπει μεταξύ άλλων ότι ένας Ευρωπαίος Εισαγγελέας είναι Μέλος σε περισσότερα από ένα Μόνιμα Τμήματα, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για να εξασφαλιστεί η κατά το δυνατόν εξισορρόπηση του φόρτου εργασίας των μεμονωμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων.» 9372/15 11 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ισότιμη κατανομή του φόρτου εργασίας βάσει συστήματος τυχαίας ανάθεσης των υποθέσεων, σε εξαιρετικές δε περιπτώσεις προβλέπονται διαδικασίες που επιτρέπουν αποκλίσεις από την αρχή της τυχαίας ανάθεσης, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την ορθή λειτουργία της Εισαγγελίας, με απόφαση του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα 15. 2. Τα Μόνιμα Τμήματα παρακολουθούν και διευθύνουν τις έρευνες και διώξεις που διενεργούν οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 3α και 4 του παρόντος άρθρου 16. Διασφαλίζουν επίσης τον συντονισμό των ερευνών και των διώξεων σε διασυνοριακές υποθέσεις, καθώς και την εφαρμογή των αποφάσεων που λαμβάνει το Συλλογικό όργανο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2. 3. 17 Τα Μόνιμα Τμήματα λαμβάνουν τις αποφάσεις για τα εξής θέματα σύμφωνα υπό τους όρους και με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, κατά περίπτωση κατόπιν επανεξέτασης του σχεδίου απόφασης από τον επιληφθέντα Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα [...]: α) παραπομπή υποθέσεων ενώπιον της δικαιοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 2 18 β) απόρριψη υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) 19 γ) απόρριψη υποθέσεων κατόπιν συμβιβασμού σύμφωνα με το άρθρο 29. 15 Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Ο καταμερισμός των υποθέσεων πρέπει να εξασφαλίζει τη διανομή των υποθέσεων μεταξύ των Μονίμων Τμημάτων σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια και με τυχαία σειρά ώστε να εξασφαλίζεται μια όσο το δυνατόν ισότιμη κατανομή του φόρτου εργασίας». 16 Η Επιτρ. υποστηρίζει μια λύση όπου ένα εκ των Μελών ενός Μόνιμου Τμήματος ανεξαρτήτως εθνικότητας επιλέγεται ως Εισηγητής της υπόθεσης, προκειμένου να διασφαλίζεται η ουδετερότητα του Εισηγητή. Οι ΠΡ και ΣΝ αποκλείουν ότι το Μόνιμο Τμήμα θα έχει δικαίωμα να παρεμβαίνει σε μεμονωμένες υποθέσεις, εκτός από τις περιπτώσεις αδράνειας ή προδήλων καθυστερήσεων. Οι ΠΡ και ΣΝ προτείνουν να επεξηγηθεί ο ρόλος της παρακολούθησης σε αιτιολογική σκέψη ως εξής: «Ο ρόλος παρακολούθησης που έχουν τα Μόνιμα Τμήματα συνίσταται σε γενική επίβλεψη, όπου κατά γενικό κανόνα μπορούν να δίνονται οδηγίες προς αποτροπή της αδράνειας ή των πρόδηλων καθυστερήσεων σε εκκρεμείς υποθέσεις.». Οι AΥ, ΡO, ΓE, IT, ΛΙ, ΒΛ, ΙΣ, ΓΑ και Επιτρ. αντιτίθενται σε αυτή την αιτιολογική σκέψη. 17 Το άρθρο 9 παράγραφος 3 και 9 παράγραφος 3α θα αναπτυχθεί περαιτέρω και θα οριστικοποιηθεί όταν άλλες συναφείς διατάξεις ολοκληρωθούν. 18 Οι ΤΣ και ΠΡ διαφωνούν με την αρμοδιότητα του Μόνιμου Τμήματος να αποφασίζει εάν θα παραπεμφθεί η υπόθεση ενώπιον της δικαιοσύνης. Κατά τη γνώμη της ΤΣ, αυτό πρέπει να αποφασίζεται από τους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς. 19 Η ΠΡ δεν συμφωνεί με την αρμοδιότητα του Μόνιμου Τμήματος να απορρίπτει υποθέσεις, για λόγους που αφορούν την αυτονομία των δικαστικών λειτουργών και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας. Η ΠΡ υποστηρίζει την εκ των υστέρων παρέμβαση ή τον μηχανισμό επανεξέτασης με σιωπηρή διαδικασία. 9372/15 12 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

3α. Εφόσον απαραίτητο, τα Μόνιμα Τμήματα λαμβάνουν αποφάσεις για τα εξής θέματα σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό: α) ανάθεση στον Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα να κινήσει έρευνα σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 21, παράγραφοι 1 έως 3, εφόσον δεν έχει αρχίσει έρευνα β) ανάθεση στον Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα να επιληφθεί μιας ήδη ερευνούμενης υποθέσεως σύμφωνα με το άρθρο 21α, παράγραφος 6, σε περίπτωση που η υπόθεση δεν έχει ήδη ανατεθεί γ) εισήγηση ενώπιον του Συλλογικού οργάνου στρατηγικών ή γενικών θεμάτων που ανακύπτουν από μεμονωμένες υποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2 δ) ανάθεση υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2, ε) εκ νέου ανάθεση υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 και 23, παράγραφος 3α, [i) έγκριση της απόφασης του Ευρωπαίου Εισαγγελέα να διεξαγάγει την έρευνα ο ίδιος σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 4.] 4. Το αρμόδιο Μόνιμο Τμήμα, ενεργώντας μέσω του Ευρωπαίου Εισαγγελέα που εποπτεύει μια έρευνα ή δίωξη, μπορεί σε μια συγκεκριμένη υπόθεση να παρέχει οδηγίες 20 σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο 21 στον Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα που χειρίζεται την υπόθεση, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική διενέργεια της έρευνας ή της δίωξης, ή προς όφελος της απονομής της δικαιοσύνης ή της συνεκτικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. 20 21 Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς δεσμεύονται να ακολουθούν τις οδηγίες που δίνονται από την Κεντρική Εισαγγελία. Αν ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας κρίνει ότι οι οδηγίες απαιτούν από αυτόν να λάβει τυχόν μέτρα που δεν είναι σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ζητεί την επανεξέταση της απόφασης και θα πρέπει να έχει εν τέλει τη δυνατότητα να μην ακολουθήσει τις οδηγίες και να ζητήσει να απαλλαγεί από την ευθύνη για τον χειρισμό της υπόθεσης. Η ΙΤ και ΡΜ διαφωνούν με την διατύπωση της ως άνω αιτιολογικής σκέψης. Θα έπρεπε να παρεμβληθεί αιτιολογική σκέψη στην οποία να αναφέρεται ότι ο εποπτεύων Ευρωπαίος Εισαγγελέας έχει ενεργό καθήκον να ελέγχει κατά πόσον οι οδηγίες συνάδουν με το εθνικό του δίκαιο και να ενημερώνει σχετικά το Μόνιμο Τμήμα αν αυτό δεν συμβαίνει. 9372/15 13 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

5. Το Μόνιμο Τμήμα αποφασίζει με απλή πλειοψηφία. Το Τμήμα διενεργεί ψηφοφορία κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε Μέλους του. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Η ψήφος του Προέδρου υπερισχύει σε περίπτωση ισοψηφίας. Οι αποφάσεις λαμβάνονται σε σύσκεψη στις συνεδριάσεις των Τμημάτων κατά περίπτωση 22 βάσει του σχεδίου αποφάσεως που υπέβαλε ο επιληφθείς Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας. Το αρμόδιο Μόνιμο Τμήμα πρέπει να έχει πρόσβαση στο υλικό της δικογραφίας κατόπιν αιτήσεως ενόψει της προετοιμασίας των αποφάσεων. 23 5α. Το Μόνιμο Τμήμα μπορεί να αναθέτει την εξουσία του λήψεως αποφάσεων που προβλέπεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) ή στοιχείο β) μόνον σε σχέση με τα στοιχεία α) έως ε) του άρθρο 28 παράγραφος 1, στον Ευρωπαίο Εισαγγελέα ο οποίος εποπτεύει την υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, σε περίπτωση που αυτή η ανάθεση εξουσιών μπορεί να αιτιολογηθεί δεόντως σε συνάρτηση με το βαθμό σοβαρότητας 24 του αδικήματος ή με την πολυπλοκότητα της διαδικασίας στην μεμονωμένη υπόθεση, όσον αφορά αδίκημα το οποίο προκάλεσε ή ενδέχεται να προκαλέσει ζημία στα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης που δεν υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ. Ο Κανονισμός Διαδικασίας προβλέπει κατευθυντήριες γραμμές με στόχο να εξασφαλισθεί η συνεπής εφαρμογή στο πλαίσιο της Εισαγγελίας 25. 22 23 24 25 Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Όταν τα Μόνιμα Τμήματα εκδίδουν απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 ενεργούν με βάση το σχέδιο απόφασης που υποβάλλεται από τον επιληφθέντα Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το Τμήμα πρέπει να είναι σε θέση να εκδώσει απόφαση χωρίς σχέδιο απόφασης του επιληφθέντος Εντεταλμένου Ευρωπαίου Εισαγγελέα. Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να υποβάλλει τέτοιο σχέδιο απόφασης ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας που εποπτεύει την υπόθεση.» Οι ΤΣ και ΣΝ θα ήθελαν να αντικατασταθεί η λέξη «μπορεί» με τη λέξη «πρέπει» στην τελευταία φράση. Η ΤΣ θα επιθυμούσε να διαγραφεί ο όρος «κατά περίπτωση» από την παράγραφο 5 (και, ως εκ τούτου, επίσης από την παράγραφο 3) ή τουλάχιστον να καθοριστεί σαφώς ότι στις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου τα Μόνιμα Τμήματα εκδίδουν απόφαση χωρίς σχέδιο απόφασης του επιληφθέντος Εντεταλμένου Ευρωπαίου Εισαγγελέα πρέπει να βασίζουν αυτές τις αποφάσεις τους σε ένα σχέδιο πρότασης το οποίο υποβάλλεται από τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα που εποπτεύει την υπόθεση. Να προβλεφθεί αιτιολογική σκέψη με την εξής διατύπωση: «Οι εργασίες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει κατά κανόνα να εξασφαλίζονται σε ηλεκτρονική μορφή». Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Κατά την εκτίμηση του βαθμού σοβαρότητας ενός αδικήματος πρέπει να λαμβάνεται ιδίως υπόψη ο αντίκτυπος σε επίπεδο Ένωσης». Οι ΒΕ και ΙΤ έχουν επιφύλαξη για την παράγραφο αυτή. 9372/15 14 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

Το Τμήμα διαβιβάζει στον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα οιαδήποτε απόφαση ανάθεση εξουσιών λήψεως αποφάσεων. Μόλις παραλάβει αυτήν την πληροφορία, ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας μπορεί εντός τριών ημερών να ζητήσει από το Τμήμα να επανεξετάσει την απόφασή του, αν αυτός κρίνει ότι αυτό απαιτείται για λόγους συνοχής των ερευνών και των διώξεων της Εισαγγελίας. Εάν ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας είναι Μέλος του συγκεκριμένου Τμήματος, ένας εκ των Αναπληρωτών του ασκεί το δικαίωμα να ζητήσει την εν λόγω επανεξέταση. Ο εποπτεύων Ευρωπαίος Εισαγγελέας υποβάλλει έκθεση στο Μόνιμο Τμήμα σχετικά με την τελική απόρριψη/ολοκλήρωση της υπόθεσης καθώς και με κάθε πληροφορία ή περίσταση για την οποία θεωρεί αναγκαία μια νέα εκτίμηση της δυνατότητας να διατηρηθεί η ανάθεση εξουσιών, ιδίως στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27, παράγραφος 2. Η ανάθεση εξουσιών μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή κατόπιν αιτήματος ενός από τα Μέλη του Μόνιμου Τμήματος και αποφασίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5. Η ανάθεση εξουσιών ανακαλείται σε περίπτωση που ένας Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας έχει αντικαταστήσει τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 7. Για να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή της αρχής της ανάθεσης εξουσιών κάθε Μόνιμο Τμήμα πρέπει να υποβάλλει σε ετήσια βάση έκθεση προς το Συλλογικό όργανο σχετικά με τη χρήση της ανάθεσης εξουσιών. 5β. Ο Κανονισμός Διαδικασίας παρέχει την εξουσία στα Μόνιμα Τμήματα να λαμβάνουν αποφάσεις με γραπτή διαδικασία που θα καθοριστεί λεπτομερώς στον Κανονισμό Διαδικασίας. Όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται και οι οδηγίες που παρέχονται σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 3α, 4 και 5 καταγράφονται και να αποτελούν μέρος του φακέλου της υπόθεσης. 9372/15 15 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

6. Παράλληλα με τα μόνιμα Μέλη, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας που εποπτεύει έρευνα ή δίωξη σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 συμμετέχει στις διαβουλεύσεις του Μόνιμου Τμήματος. Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας έχει δικαίωμα ψήφου, με εξαίρεση τις αποφάσεις του Μόνιμου Τμήματος που αφορούν την ανάθεση εξουσιών ή την ανάκληση της ανάθεσης εξουσιών κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 5α, την ανάθεση υποθέσεως και την εκ νέου ανάθεση υποθέσεως κατ' εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφοι 3 και 4, του άρθρου 21α παράγραφος 5 και την παραπομπή υποθέσεων ενώπιον της δικαιοσύνης (άρθρο 27 παράγραφος 2), σε περίπτωση που περισσότερα του ενός κράτη μέλη έχουν διεθνή δικαιοδοσία για την υπόθεση, καθώς και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 26α παράγραφος 8) 26. Ένα Μόνιμο Τμήμα μπορεί επίσης, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός Ευρωπαίου Εισαγγελέα ή ενός Εντεταλμένου Ευρωπαίου Εισαγγελέα ή αυτεπαγγέλτως, να καλεί άλλους Ευρωπαίους Εισαγγελείς ή Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς που σχετίζονται με την υπόθεση να παρίστανται στις συνεδριάσεις χωρίς δικαίωμα ψήφου. 7. Οι Πρόεδροι των Μόνιμων Τμημάτων ενημερώνουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού Διαδικασίας, το Συλλογικό όργανο για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, προκειμένου να διευκολύνουν το Συλλογικό όργανο να εκπληρώσει τον ρόλο του σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2. Άρθρο 10 Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας και οι Αναπληρωτές 1. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας είναι προϊστάμενος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας οργανώνει τις εργασίες της Εισαγγελίας, διευθύνει τις δραστηριότητές της και λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον Κανονισμό Διαδικασίας. 2. [Δύο] Αναπληρωτές ορίζονται για να επικουρούν τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και τον αντικαθιστούν σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος. 26 Η Επιτρ. εξέφρασε μελήματα σχετικά με το δικαίωμα ψήφου του εποπτεύοντος Ευρωπαίου Εισαγγελέα, επειδή κατά τη γνώμη της τα δικαιώματα ψήφου στο τμήμα πρέπει να περιορίζονται στα 'ουδέτερα' Μέλη, και δεν είναι σκόπιμο να δίνεται δικαίωμα ψήφου σε έναν μόνο από δυνητικά περισσότερους Ευρωπαίους Εισαγγελείς που σχετίζονται με την υπόθεση. Η ΜΑ θα επιθυμούσε να προβλέπεται δικαίωμα ψήφου για τους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς σε όλες τις υποθέσεις. 9372/15 16 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

3. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας εκπροσωπεί την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ενώπιον των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, των κρατών μελών και οποιουδήποτε τρίτου. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας δύναται να αναθέτει τα σχετικά με την εκπροσώπηση καθήκοντά του σε έναν εκ των Αναπληρωτών ή σε Ευρωπαίο Εισαγγελέα. Άρθρο 11 Οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς 27 1. Οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς, ενεργώντας για λογαριασμό του Μόνιμου Τμήματος 28 και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες που αυτό έχει δώσει σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, το άρθρο 9 παράγραφος 3α και το άρθρο 9 παράγραφος 4, εποπτεύουν τις έρευνες και τις διώξεις για τις οποίες είναι υπεύθυνοι οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς που χειρίζονται την υπόθεση στο κράτος μέλος καταγωγής τους 29. Οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς υποβάλλουν συνοπτική παρουσίαση της ή των υποθέσεων που έχουν υπό την εποπτεία τους και, εφόσον είναι απαραίτητο, προτάσεις αποφάσεων προκειμένου να ληφθούν από το εν λόγω Τμήμα, βάσει σχεδίων αποφάσεων που έχουν καταρτίσει οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς. Ο Κανονισμός Διαδικασίας προβλέπει, με την επιφύλαξη του άρθρο 14, παράγραφος 7, ένα μηχανισμό αντικατάστασης μεταξύ των Ευρωπαίων Εισαγγελέων σε περίπτωση που ο εποπτεύων Ευρωπαίος Εισαγγελέας απέχει προσωρινά 30 από τα καθήκοντά του ή δεν είναι για άλλους λόγους διαθέσιμος για την εκτέλεση των καθηκόντων των Ευρωπαίων Εισαγγελέων. Ο αντικαταστάτης Ευρωπαίος Εισαγγελέας μπορεί να εκτελεί όλα τα καθήκοντα του Ευρωπαίου Εισαγγελέα, εκτός από τη δυνατότητα να διενεργεί έρευνα όπως προβλέπεται στο άρθρο 23, παράγραφος 4. 2. Οι εποπτεύοντες Ευρωπαίοι Εισαγγελείς μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις να δίνουν οδηγίες, σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο και τις οδηγίες του αρμόδιου Μόνιμου Τμήματος, στον αρμόδιο Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα που χειρίζεται την υπόθεση εφόσον είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική διενέργεια της έρευνας ή της δίωξης ή προς το συμφέρον της απονομής δικαιοσύνης ή της συνεκτικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. 27 28 29 30 Οι ΚY και MΑ θα μπορούσαν να δεχτούν τη διατήρηση της παλαιάς διατύπωσης της παραγράφου 3, βάσει της οποίας επιτρέπεται στους Ευρωπαίους Εισαγγελείς να εκπληρώνουν άλλα καθήκοντα από αυτά των Ευρωπαίων Εισαγγελέων. Οι ΠΡ και ΣΝ αντιτίθενται στην ιδέα ότι οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς θα εποπτεύουν τις έρευνες και τις διώξεις για λογαριασμό του Μόνιμου Τμήματος. Οι Επιτρ. και ΒΛ διαφωνούν με την προσθήκη των όρων «στο κράτος μέλος καταγωγής τους». Να εξεταστεί η ενσωμάτωση αιτιολογικής σκέψης «Ο μηχανισμός αντικατάστασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατ αρχήν σε περιπτώσεις όπου ένας Ευρωπαίος Εισαγγελέας δεν είναι για σύντομο χρονικό διάστημα σε θέση να εκπληρώσει τα καθήκοντά του/της, για παράδειγμα, λόγω διακοπών ή ασθένειας.» 9372/15 17 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

3. Οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς έχουν ρόλο συνδέσμου επικοινωνίας και διαύλου πληροφοριών μεταξύ των Μόνιμων Τμημάτων και των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων στα αντίστοιχα κράτη μέλη καταγωγής και παρακολουθούν την εκτέλεση των καθηκόντων της Εισαγγελίας στα αντίστοιχα κράτη μέλη τους, σε στενή διαβούλευση με τους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς. Οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον Κανονισμό Διαδικασίας, ότι όλες οι σχετικές πληροφορίες από την Κεντρική Υπηρεσία παρέχονται στους Εντεταλμένους Ευρωπαίους Εισαγγελείς και αντιστρόφως. Άρθρο 12 Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς 1. Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς ενεργούν για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στα αντίστοιχα κράτη μέλη 31 και έχουν τις ίδιες εξουσίες με τους εθνικούς εισαγγελείς όσον αφορά τις έρευνες, τη δίωξη και την παραπομπή υποθέσεων ενώπιον της δικαιοσύνης, επιπλέον και με την επιφύλαξη των ειδικών αρμοδιοτήτων και του καθεστώτος που τους έχουν παρασχεθεί και υπό τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς είναι υπεύθυνοι για τις έρευνες και τις διώξεις τις οποίες έχουν κινήσει, οι οποίες τους έχουν ανατεθεί ή των οποίων έχουν επιληφθεί κάνοντας χρήση του δικαιώματος να επιλαμβάνονται ήδη ερευνούμενης υπόθεσης. Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς ακολουθούν τις κατευθύνσεις και οδηγίες του Μόνιμου Τμήματος που έχει αναλάβει την υπόθεση καθώς και τις οδηγίες του εποπτεύοντος Ευρωπαίου Εισαγγελέα. 31 Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και με την ιδιότητά τους αυτή, όταν διερευνούν αδικήματα ή ασκούν διώξεις στα πλαίσια της αρμοδιότητας της Εισαγγελίας, ενεργούν αποκλειστικά για λογαριασμό και εξ ονόματος αυτής της Εισαγγελίας στο έδαφος των αντίστοιχων κρατών μελών τους. Αυτό συνεπάγεται ότι τους παρέχεται βάσει του παρόντος κανονισμού ένα λειτουργικά και νομικά ανεξάρτητο καθεστώς, το οποίο διαφέρει από οιοδήποτε καθεστώς προβλεπόμενο από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών εισαγγελέων. Κατά παρέκκλιση από το καθεστώς τους που τους παρέχεται από τον παρόντα κανονισμό, οι εντεταλμένοι Ευρωπαίου εισαγγελείς είναι κατά τη διάρκεια της θητείας τους επίσης ενεργά μέλη της εισαγγελικής αρχής του κράτους μέλους τους, το οποίο τους απονέμει τις ίδιες εξουσίες με εκείνες των εθνικών εισαγγελέων.» Οι ΚΥ, ΙΡ και ΜΑ ζήτησαν να διευκρινιστεί στις αιτιολογικές σκέψεις ότι οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς πρέπει να είναι σε θέση να δίνουν εντολές στις αστυνομικές δυνάμεις να διενεργούν έρευνες σύμφωνα με το εθνικό έννομο σύστημα. Μια τέτοια αιτιολογική σκέψη θα είχε ως εξής «Ακολουθώντας την καθοδήγηση και τις οδηγίες του Μόνιμου Τμήματος που έχει αναλάβει την υπόθεση καθώς και τις οδηγίες του εποπτεύοντος Ευρωπαίου Εισαγγελέα, ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση πρέπει να είναι υπεύθυνος για τις έρευνες σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία». Οι ΓΕ και ΙΤ, με υποστήριξη της Επιτρ., αντιτίθεται σε αυτήν την αιτιολογική σκέψη. 9372/15 18 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς είναι επίσης αρμόδιοι να παραπέμπουν μια υπόθεση ενώπιον της δικαιοσύνης, ειδικότερα δε έχουν την αρμοδιότητα να υποστηρίζουν το κατηγορητήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, να συμμετέχουν στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων και να ασκούν τα διαθέσιμα ένδικα μέσα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. 2. Σε κάθε κράτος μέλος υπάρχουν τουλάχιστον δύο 32 ή περισσότεροι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας, κατόπιν διαβούλευσης και επίτευξης συμφωνίας με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους, εγκρίνει 33 τον αριθμό των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων, καθώς και την καθ' ύλην 34 και την κατά τόπον κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων σε κάθε κράτος μέλος. 3. Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς μπορούν επίσης να ασκούν καθήκοντα εθνικού εισαγγελέα, εφόσον αυτό δεν τους εμποδίζει από το να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό. Ενημερώνουν τον εποπτεύοντα Ευρωπαίο Εισαγγελέα σχετικά με τα εν λόγω καθήκοντα. Σε περίπτωση που ένας Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας δεν είναι σε θέση σε μια δεδομένη στιγμή να εκπληρώσει τα καθήκοντά του ως Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας λόγω άλλων τέτοιων ανειλημμένων υποχρεώσεων, ενημερώνει τον εποπτεύοντα Ευρωπαίο Εισαγγελέα, ο οποίος διαβουλεύεται με τις αρμόδιες εθνικές εισαγγελικές αρχές για να διαπιστωθεί αν θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στα καθήκοντά του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό. Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας μπορεί εξάλλου να προτείνει στο Μόνιμο Τμήμα την εκ νέου ανάθεση της υπόθεσης σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφοι 3α και 4. 32 33 34 Η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να προδικάζει μελλοντικές συζητήσεις, στο πλαίσιο των διοικητικών διατάξεων του δευτέρου ημίσεως του κανονισμού, σχετικά με τον αριθμό των ισοδύναμων θέσεων πλήρους απασχόλησης των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων που θα χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Το κείμενο της παραγράφου 2, και ιδίως η φράση «τον αριθμό των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων», θα πρέπει ίσως να επανεξεταστεί στο πλαίσιο των διατάξεων για το τυπικό καθεστώς των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων («Ειδικοί Σύμβουλοι») και τις δημοσιονομικές διατάξεις. Προστίθεται στο κείμενο η ακόλουθη αιτιολογική παράγραφος: «Όταν ο Ευρωπαίος γενικός Εισαγγελέας διαβουλεύεται με τα οικεία κράτη μέλη για τον αριθμό των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων και την καθ' ύλη και κατά τόπον κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων σε κάθε κράτος μέλος πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η οργάνωση του εθνικού εισαγγελικού συστήματος. Προστίθεται στο κείμενο η ακόλουθη αιτιολογική παράγραφος: «Η έννοια της καθ' ύλην κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων πρέπει να επιτρέπει μια τέτοια κατανομή καθηκόντων, ώστε ορισμένοι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς να μπορούν να αναλαμβάνουν υποθέσεις και να εκδίδουν ειδικές αποφάσεις για την έναρξη των ερευνών, και άλλοι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς να μπορούν να αναλαμβάνουν τον χειρισμό των αμφισβητήσεων κατά αυτών των αποφάσεων». 9372/15 19 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

ΤΜΗΜΑ 2 ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑΣ Άρθρο 13 35 Διορισμός και παύση του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα 1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διορίζουν με κοινή συμφωνία τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα για θητεία επτά ετών, η οποία δεν είναι ανανεώσιμη. Το Συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία. 2. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας επιλέγεται μεταξύ υποψηφίων οι οποίοι α) είναι ενεργά μέλη της εισαγγελικής αρχής ή του δικαστικού σώματος των κρατών μελών, ή εν ενεργεία Ευρωπαίοι Εισαγγελείς, β) παρέχουν εχέγγυα ανεξαρτησίας, γ) διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται για διορισμό, στην αντίστοιχη χώρα τους, στο ύπατο εισαγγελικό ή δικαστικό αξίωμα και διαθέτουν την σχετική πρακτική εμπειρία από τα εθνικά νομικά συστήματα, τις έρευνες στον χρηματοοικονομικό τομέα και τη διεθνή δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, ή έχουν υπηρετήσει ως Ευρωπαίοι Εισαγγελείς, και δ) διαθέτουν επαρκή διευθυντική πείρα και προσόντα για τη θέση. 35 Οι ΚY, ΠΡ, MΑ, ΟΥ, ΙΣ, ΚΡ και η ΠΛ θα προτιμούσαν ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας να επιλέγεται μεταξύ των Μελών του Συλλογικού οργάνου. 9372/15 20 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

3. Η επιλογή γίνεται βάσει ανοικτής πρόσκλησης για υποβολή υποψηφιοτήτων, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωση, στη συνέχεια δε μια επιτροπή επιλογής καταρτίζει κατάλογο των υποψηφίων που διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα, τον οποίο υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η επιτροπή επιλογής περιλαμβάνει 12 πρόσωπα που επιλέγονται μεταξύ πρώην μελών του Δικαστηρίου της ΕΕ και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρώην εθνικών μελών της Eurojust, μελών των εθνικών ανώτατων δικαστηρίων ή μεταξύ ανώτατων γενικών εισαγγελέων και διακεκριμένων δικηγόρων, ένα δε πρόσωπο προτείνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 36. Το Συμβούλιο θεσπίζει τους κανόνες λειτουργίας της επιτροπής αυτής και εκδίδει απόφαση περί του διορισμού των μελών της έπειτα από πρόταση της Επιτροπής 37. 3α. Σε περίπτωση διορισμού Ευρωπαίου Εισαγγελέα στη θέση του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα, η θέση του Ευρωπαίου Εισαγγελέα καλύπτεται αμέσως σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 14, παράγραφοι 1 και 2. 4. Κατόπιν αίτησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να παύσει έναν Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα εάν διαπιστώσει ότι δεν είναι πλέον σε θέση να ασκεί τα καθήκοντά του ή ότι είναι ένοχος σοβαρού παραπτώματος. 5. Εάν ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας παραιτηθεί, παυθεί ή εγκαταλείψει τη θέση του για οποιονδήποτε λόγο, η θέση καλύπτεται αμέσως σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 3 ανωτέρω. Άρθρο 13α Διορισμός και παύση των Αναπληρωτών Ευρωπαίων Γενικών Εισαγγελέων 1. Το Συλλογικό όργανο 38 διορίζει [δύο] Ευρωπαίους Εισαγγελείς ως Αναπληρωτές Ευρωπαίους Γενικούς Εισαγγελείς για ανανεώσιμη περίοδο θητείας τριών ετών, η οποία ωστόσο δεν θα πρέπει να υπερβαίνει την περίοδο θητείας τους ως Ευρωπαίων Εισαγγελέων. Η διαδικασία επιλογής διέπεται από τον Κανονισμό Διαδικασίας. Οι Αναπληρωτές Ευρωπαίοι Γενικοί Εισαγγελείς διατηρούν το καθεστώς των Ευρωπαίων Εισαγγελέων. 36 37 38 Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: «Θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψη η ισόρροπη σύνθεση της επιτροπής επιλογής όσον αφορά την γεωγραφική της βάση αλλά και την εκπροσώπηση των έννομων συστημάτων των κρατών μελών.» Θα προστεθεί αιτιολογική παράγραφος για να αιτιολογηθεί δεόντως η ανάθεση εκτελεστικών εξουσιών στο Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 291 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. Η Επιτρ. εμμένει στην άποψη ότι οι Αναπληρωτές, όπως και ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας, πρέπει να διορίζονται από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. 9372/15 21 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

2. Οι κανόνες και οι προϋποθέσεις για την άσκηση των καθηκόντων τους ως Αναπληρωτών Ευρωπαίων Γενικών Εισαγγελέων καθορίζονται στον Κανονισμό Διαδικασίας. Εάν Ευρωπαίος Εισαγγελέας δεν είναι πλέον σε θέση να ασκήσει τα καθήκοντά του ως Αναπληρωτής Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας, το Συλλογικό όργανο μπορεί, σύμφωνα με τον Κανονισμό Διαδικασίας, να αποφασίσει ότι αυτός δεν θα υπηρετήσει ως Αναπληρωτής Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας και να τον καθαιρέσει από τη θέση αυτή. 3. Εάν ο Αναπληρωτής Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας παραιτηθεί, εάν παυθεί ή εγκαταλείψει τη θέση του ως Αναπληρωτής για οποιονδήποτε λόγο, η θέση καλύπτεται αμέσως σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 1. Με την επιφύλαξη των κανόνων του άρθρου 14, παραμένει Ευρωπαίος Εισαγγελέας. Άρθρο 14 Διορισμός και παύση των Ευρωπαίων Εισαγγελέων 1. Κάθε κράτος μέλος προτείνει τρεις υποψηφίους για τη θέση του Ευρωπαίου Εισαγγελέα μεταξύ προσώπων: α) που είναι ενεργά μέλη της εισαγγελικής αρχής ή του δικαστικού σώματος των κρατών μελών, β) που παρέχουν εχέγγυα ανεξαρτησίας και γ) τα οποία διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται για διορισμό, στη αντίστοιχη χώρα τους, στο ύπατο εισαγγελικό ή δικαστικό αξίωμα και διαθέτουν την σχετική πρακτική εμπειρία από τα εθνικά νομικά συστήματα, τις έρευνες στον χρηματοοικονομικό τομέα και την διεθνή δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις. 2. Αφού λάβει την αιτιολογημένη γνώμη από την επιτροπή επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 13, παράγραφος 3, το Συμβούλιο επιλέγει και διορίζει έναν από τους υποψήφιους ως Ευρωπαίο Εισαγγελέα του οικείου κράτους μέλους. Εάν η επιτροπή επιλογής κρίνει ότι συγκεκριμένος υποψήφιος δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του Ευρωπαίου Εισαγγελέα, η γνώμη της είναι δεσμευτική για το Συμβούλιο. 9372/15 22 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL

3. Οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς επιλέγονται και διορίζονται για μη ανανεώσιμη θητεία διάρκειας έξι ετών από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία. Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να παρατείνει την θητεία έως τρία κατ' ανώτατο όριο επιπλέον έτη μετά το πέρας της περιόδου των έξι ετών. 4. Ανά τρία έτη πραγματοποιείται μερική ανανέωση του ενός τρίτου των Ευρωπαίων Εισαγγελέων. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με απλή πλειοψηφία, θεσπίζει μεταβατικούς κανόνες 39 που διέπουν τον διορισμό των Ευρωπαίων Εισαγγελέων για την πρώτη περίοδο θητείας και κατά τη διάρκειά της 40. 5. Κατόπιν αιτήσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να παύσει έναν Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα εάν διαπιστώσει ότι δεν είναι πλέον σε θέση να ασκεί τα καθήκοντά του ή ότι είναι ένοχος σοβαρού παραπτώματος. 6. Εάν ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας παραιτηθεί, εάν παυθεί ή εγκαταλείψει τη θέση του για οιονδήποτε άλλο λόγο, η θέση καλύπτεται αμέσως σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2 ανωτέρω. Εάν ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας υπηρετεί ως Αναπληρωτής Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας παύεται αυτόματα και από τη θέση του Αναπληρωτή Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα. 7. Το Συλλογικό όργανο, κατά το διορισμό κάθε Ευρωπαίου Εισαγγελέα, ορίζει μεταξύ των Εντεταλμένων Ευρωπαίων Εισαγγελέων του ιδίου κράτους μέλους πρόσωπο το οποίο θα αντικαθιστά τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα ο οποίος δεν είναι σε θέση να ασκήσει τα καθήκοντά του ή εγκατέλειψε τη θέση του σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6 παραπάνω 41. 39 40 41 Θα προστεθεί αιτιολογική παράγραφος για να αιτιολογηθεί δεόντως η ανάθεση εκτελεστικών εξουσιών στο Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 291 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. Προστίθεται η ακόλουθη αιτιολογική παράγραφος: «Το Συμβούλιο πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τη γεωγραφική σειρά των κρατών μελών όταν αποφασίζει για τη μερική αντικατάσταση του ενός τρίτου των Ευρωπαίων Εισαγγελέων κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου της θητείας τους». Παρεμβάλλεται η ακόλουθη συνοδευτική αιτιολογική σκέψη: «Ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας που αντικαθιστά τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα κατ' εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 7 πρέπει κατά το διάστημα της αντικατάστασης να μην είναι επιφορτισμένος με την έρευνα που διεξάγει ο ίδιος ως Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας ή ως εθνικός εισαγγελέας. Όσον αφορά τις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, οι οποίες διεξάγονται από τον Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα που αντικαθιστά τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα, θα πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 23, παράγραφος 3α)». 9372/15 23 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 DG D 2B EL