«ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Σχετικά έγγραφα
ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

Θέµα εργασίας: «Θεσµική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων».υπόθεση Κλόντια Σίφερ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Ένα ερµηνευτικό παράδειγµα από το Σύνταγµα» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

«ΥΠΑΓΩΓΗ ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ»

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Η διαπροσωπική ενέργεια (τριτενέργεια) των συνταγµατικών δικαιωµάτων, κατά το αναθεωρηµένο Σύνταγµα.

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Μάθημα: «Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου» ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Τα ατομικά δικαιώματα συνιστούν εξουσίες που το εκάστοτε. ισχύον δίκαιο απονέμει στα άτομα προκειμένου να τους εξασφαλίσει

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Εργασία στο μάθημα των Εφαρμογών Δημοσίου Δικαίου με θέμα την Κριτική της Στάθμισης

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ» ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ. «Σύγκρουση Συνταγµατικών ικαιωµάτων.» ιδάσκων: Καθηγητής ηµητρόπουλος Ανδρέας

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ:

ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ» ΘΕΜΑ: «ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΙΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Προπτυχιακή Εργασία. Παληοθόδωρου Ευσταθία. Σύγκρουση Δικαιωμάτων 1. ΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ-ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΕΡΓΑΣΙΑ 5η : ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ- ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΕΛΙΩ ΟΥΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Α. Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΓΕΝΙΚΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

PAPER 5 Το δικαίωµα πληροφόρησης του κοινού και η προστασία της τιµής του κατηγορουµένου στην απόφαση ΕφΑθ 4054/1992 (υπόθεση πώλησης όπλων στο Ιράν)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιµέλεια εργασίας: Πολίτης Σπύρος Εmail: ιδάσκων: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΙΑΓΡΑΜΜΑ. 2.Σχολιασµός απόφασης

ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΑ: «ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ»

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

για τα 30 χρόνια από την ίδρυση της Ένωσης των Ευρωπαίων ικαστών για τη ηµοκρατία και Ελευθερίες [MEDEL].

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΚΑ ΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ :

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΚΠΑ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΜΑΘΗΜΑ: «ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ»

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα.

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Εισαγωγή στο ίκαιο των Πληροφοριακών Συστημάτων, των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και του ιαδικτύου Α.Μ Χριστίνα Θεοδωρίδου 2

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δικαίωμα συνέρχεσθαι

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΣΥΝΟΨΗ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ ΝΕΚΡΩΝ. Αναφορά υπ αρ. πρωτ / , πόρισµα της 24.4.

Τίτλος εργασίας : Η σύγκρουση των δικαιωµάτων

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΞΙΑ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ (άρ.2 παρ.1 Σ) Σχολιασµός της ΑΠ Ολ. 40/1998 ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ 2003

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

ΖΗΤΗΜΑ ΘΕΣΜΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ

περιεχόμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

Πρόλογος β έκδοσης VII Πρόλογος α έκδοσης ΙΧ Κυριότερες συντοµογραφίες ΧΙ Προοίµιο ΧΧΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Καθηγητές: ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝ ΡΕΑΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ «ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ» ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Α.Μ. 1340200300875 Έτος Β - ΕΞΑΜΗΝΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2005

2 «ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ» Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α σελ. 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3 2. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ 6 3. ΣΥΡΡΟΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ 11 4. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ 16 4.1. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ 19 4.2. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ 20 5. ΜΕΘΟ ΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ 28 5.1. ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ 31 5.2. ΑΡΧΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ 36 5.3. ΑΡΧΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗΣ 39 5.4. ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ 41 6. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 45 7. ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 73 SUMMARY AND GENERAL DEDUCTION 74 8. BAΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ 75 9. ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ 76 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 77

3 1.- EIΣΑΓΩΓΗ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η παρούσα µελέτη έρευνα καταπιάνεται µε το θέµα της σύγκρουσης συµφερόντων και αναζητά µακριά από νοµικίστικα επιχειρήµατα και νοµικούς παραλογισµούς, πατώντας στην πραγµατικότητα τους τρόπους άρσης της ανωτέρω σύγκρουσης. Τη συµβίωση των ανθρώπων σε οργανωµένη κοινωνία χαρακτηρίζει µεταξύ άλλων η συνύπαρξη, όχι µόνο διαφορετικών, αλλά και αντίθετων συµφερόντων. Η τυχόν πλήρης ικανοποίηση κάποιου από τα συγκρουόµενα συµφέροντα θα οδηγούσε σε παραγκωνισµό του αντίθετου. Για την αποφυγή τούτου, ο συµβιβασµός µέσω της εξισορρόπησης αντικρουόµενων συµφερόντων επέρχεται αυτοµάτως µε αµοιβαίες υποχωρήσεις των φορέων τους, σεβόµενος ο ένας το δικαίωµα του άλλου. Στη πολυσύνθετη όµως και πολύπλοκη κοινωνία, αυτή η αυτόµατη εναρµόνιση, που θα οδηγούσε σε πλήρως αρµονική συµβίωση, δεν είναι πάντα εφικτή, ώστε η επέµβαση του νοµοθέτη κρίνεται τουλάχιστον αναγκαία. Σκοπός της επέµβασης είναι η αποτροπή των συγκρούσεων, σταθµίζοντας τα συγκρουόµενα συµφέροντα των εµπλεκοµένων φορέων και καθορίζοντας τον τρόπο εξισορροπήσεώς τους θεσπίζοντας τους αναγκαίους κανόνες δικαίου. Η έννοµη τάξη λοιπόν αποτελεί τη συνολική έκφραση της σταθµίσεως αυτών των αλληλοσυγκρουόµενων συµφερόντων των κοινωνών του δικαίου. Η αλληλουχία αυτών των αξιολογικών νοµοθετικών σταθµίσεων δηµιουργεί το σύστηµα του δικαίου. Η σκοπιµότητα της προκρινόµενης λύσης ως καταλληλότερης να αξιοποιήσει τα αλληλοεµπλεκόµενα αντίθετα συµφέροντα αποτελεί τον ύψιστο οδηγό. Στην παρούσα µελέτη το βάρος θα επικεντρωθεί στην εφαρµογή του δικαίου, η οποία προσαρµοσµένη στις ατοµικές συνθήκες της κάθε συγκεκριµένης περίπτωσης στοχεύει στην ειρηνική και αρµονική συµβίωση των κοινωνών του δικαίου. Με τον όρο εφαρµογής των συνταγµατικών δικαιωµάτων δίνεται έµφαση στην υλοποίηση του κανονιστικού τους

4 περιεχοµένου, τόσο στις σχέσεις κράτους πολιτών, όσο και στις σχέσεις των πολιτών µεταξύ τους 1. Εκτείνεται στο σύνολο της έννοµης τάξης ρυθµίζοντας την ανθρώπινη συµπεριφορά και δράση µέσω των συνταγµατικών δικαιωµάτων, υπό το άσβηστο φως του προβολέα του Συντάγµατος 2. Η εφαρµογή των δικαιωµάτων αποκαλύπτει τις πραγµατικές συγκρούσεις συµφερόντων αποτρέποντας τη συγκάλυψη και αποκαλύπτοντας την εικονικότητα των προβαλλοµένων αντιθέσεων, επιδιώκοντας την ουσιαστική απονοµή της δικαιοσύνης. Η απονοµή της δικαιοσύνης από την άλλη δεν συνιστά άνωθεν επιβολή έτοιµων λύσεων, αλλά διαµορφώνεται in cocreto 3 και ανάλογα µε τις συνθήκες περιστάσεις. Για την άρση των αντιθέσεων «µανιέρα» είναι δύσκολο και ίσως επικίνδυνο, καθώς θα µπορούσε να οδηγήσει σε ισοπέδωση κονσερβοποίηση της κάθε ξεχωριστής περίπτωσης, σχετικοποιώντας την συνταγµατική προστασία, να υπάρξει. Η παρούσα µελέτη, κάνοντας µια σύντοµη ιστορική αναδροµή, ενδεικτική της εξέλιξης και της µεταβολής των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων και των σχετικών θεωριών θ αναφερθεί στις αποδεκτές στο νοµικό κόσµο µεθόδους άρσης των αντιθέσεων, επικεντρώνοντας την προσοχή στη µέθοδο της αναλογικότητας και ιδιαιτέρως στο τρίτο στάδιο αυτής, το οποίο συνίσταται στη στάθµιση συµφερόντων (αναλογικότητα εν στενή εννοία), καθώς και στη µέθοδο της θεσµικής εφαρµογής. Τέλος, για χάρη της πληρότητας και αρτιότητας θα παρατεθεί σειρά δικαστηριακών αποφάσεων και προσπαθώντας παράλληλα να επιτευχθεί µια υποτυπώδης έστω οριοθέτηση της νοµολογίας θα δοθεί έµφαση σε δύο ζεύγη συγκρουόµενων συνταγµατικών δικαιωµάτων (ελευθερία τύπου ικαίωµα προσωπικότητας και περιβάλλον ιδιοκτησία). Συγχρόνως, όµως, εξαιτίας της πληθώρας των σχετικών µε το θέµα της σύγκρουσης 1 ΑΝ ΡΕΑΣ Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Συνταγµατικά δικαιώµατα», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ -ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι, σελ. 227. 2 Κατά τον ορισµό του. ΤΣΑΤΣΟΥ, «Σύνταγµα είναι η συγκεκριµένη τάξη µιας πολιτείας, όπως την συµπυκνώνουν και την καθορίζουν οι θεµελιώδεις κανόνες δικαίου, οι οποίοι αντιστοιχούν στη συνολική (ιστορική) πραγµατικότητα ενός συγκεκριµένου κοινωνικού σχηµατισµού». Βλ.. ΤΣΑΤΣΟΣ, «Συνταγµατικό δίκαιο» Επιτοµή Ι, α, (1982), τρίτη έκδοση σελ. 35. 3 Θα µπορούσε ίσως να λεχθεί ότι κάθε in cocreto περίπτωση έχει τη δική της αυτοτέλεια, ιδιαιτερότητα και µοναδικότητα.

5 συµφερόντων δικαστηριακών αποφάσεων και στοχεύοντας σε µία πιο σφαιρική ολοκληρωµένη εικόνα και σε µια πολυπρισµατική ανάλυση του παρόντος θέµατος θα δοθούν και άλλα παραδείγµατα από τη Νοµολογία που δεν εµπίπτουν στ ανωτέρω «ζεύγη αντιθέσεων».

6 2.- ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ (ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ) Στο σηµείο αυτό της εργασίας µια σύντοµη ιστορική αναδροµή κρίνεται απαραίτητη προϋπόθεση για την πληρέστερη και ζωντανή απεικόνιση της µεταβολής των θεµελιωδών δικαιωµάτων και της εξέλιξης της έννοµης τάξης. Επίσης, συντελεί στην αποφυγή µεγάλων κενών της κοινωνικοπολιτικής εξέλιξης και νοηµατικών αλµάτων, συνιστώντας παράλληλα πολύτιµο επιστηµονικό εργαλείο για την αρτιότερη επαφή και κατανόηση του θέµατος της σύγκρουσης συµφερόντων και των µεθόδων άρσης 4 αυτής, καθώς και των αρχών (σταδίων) τους. Η έννοια της δικαιοσύνης παραλλάσσεται από εποχή σε εποχή, χωρίς να µένει στάσιµη στην αλλαγή των εννόµων τάξεων. Αποτελεί προϊόν της ζωντανής και αενάως µεταλλασσόµενης κοινωνικής πραγµατικότητας, ανταποκρινόµενη στην αποστολή της, η οποία συνίσταται στην παρακολούθηση των κοινωνικοοικονοµικών εξελίξεων. Το δίκαιο δεν υπήρξε ποτέ έννοια στατική, αντιθέτως σαν «πολιτισµικό» φαινόµενο εµφανίζει διαρκώς την δυναµική του. Έργο του εφαρµοστή του δικαίου, δηλ. του δικαστή 5, είναι η δίκαιη ερµηνεία των νόµων και η εφαρµογή αυτών µε βάση τον εκάστοτε κοινωνικο-ιστορικό χώρο και την αντίληψη για τη δικαιοσύνη. Ήδη στην αρχαία Αθηναϊκή δηµοκρατία αρχίζουν να εµφανίζονται οι ατοµικές ελευθερίες, οι οποίες αποτελούν προστατευόµενες από το δίκαιο εκφάνσεις της ανθρώπινης δράσης. Η προσωπική ελευθερία βρίσκεται άρρηκτα και αρµονικά συνδυασµένη µε την κρατική υπεροχή, χωρίς να διακρίνονται από την αντικρατική κατεύθυνση της µετέπειτα φιλελεύθερης κλασικής νοµικής θεωρίας. Τα θεµελιώδη δικαιώµατα στον αρχαίο κόσµο ισχύουν έναντι, τόσο της κρατικής, όσο και της ιδιωτικής εξουσίας. 4 Πρβλ. Μέθοδος θεσµικής εφαρµογής ως τρόπου επίλυσης αντιθέσεων, οπ.παρακ. σελ. 41 επ. 5 Κρίνεται σκόπιµο ν αναφερθεί ο γλαφυρός χαρακτηρισµός που αποδίδει στους δικαστές ο Κων/νος Τριανταφυλλόπουλος, κατά τον οποίο «ο δικαστής είναι ο κατ επάγγελµα κρίνων τον κόσµον». Αρµ. 1963. 471

7 Η ιστορία του αγώνα της ανθρωπότητας για ελευθερία και δικαιοσύνη βρίσκει την αφετηρία της στον 13 ον αιώνα και την συνέχισή της µέχρι σήµερα 6. Από το 1215 και την Magna Charta και την Γαλλική διακήρυξη του 1789 µε επιστέγασµα το Γαλλικό Σύνταγµα του 1791 έως και την σύγχρονη εποχή, οι µεταβολές που έχουν επέλθει στον τοµέα των θεµελιωδών δικαιωµάτων είναι τουλάχιστον καθοριστικές. Η µετάβαση από την ατοµικιστική έννοµη τάξη, στην έννοµη τάξη του κοινωνικού ανθρωπισµού έχει χαράξει τον νοµικό χώρο και την ιστορία του δικαίου. Η διάκριση στις τρεις βασικές µορφές νοµικής ιδεολογίας (και κατ επέκταση στα τρία είδη εννόµων τάξεων), τον ατοµικισµό, τον ετατισµό και τον κοινωνικό ανθρωπισµό µε προπύργιό του την αρχή του απαραβιάστου της ανθρώπινης αξίας είναι χαρακτηριστικότατη. «Το ουσιαστικό περιεχόµενο (υποκειµενικό ή αντικειµενικό) του παραγόµενου δικαίου εξαρτάται εάν βασίζεται στην ατοµικιστική ή στην ολοκληρωτική αρχή, ή τέλος στην αρχή του κοινωνικού ανθρωπισµού» 7. Στην ατοµικιστική έννοµη τάξη το θέµα της προστασίας των θεµελιωδών δικαιωµάτων προβάλλεται σαν πρόβληµα προστασίας, κυρίως από την ιδιωτική εξουσία. Σ αυτό συνετέλεσε η χρονική περίοδος της ουσιαστικής ανυπαρξίας θεµελιωδών δικαιωµάτων πριν από το ξέσπασµα των φιλελεύθερων επαναστάσεων του 19 ου αιώνα. Στο στάδιο εκείνο το απολυταρχικό κράτος ήταν έντονο παρεµβατικό, χωρίς όρια στις επεµβάσεις και στην αυθαιρεσία της εξουσίας. Το στάδιο αυτό της υπεροχής του «δηµοσίου» πάνω στο «ιδιωτικό» είχε σαν αποτέλεσµα την ιστορική σύγκρουση της αστικής τάξης και των ευγενών, την υποχώρηση του απολυταρχισµού, την επικράτηση της φιλελεύθερης δηµοκρατίας (Νοµικός ατοµικισµός). Η αναγνώριση των ατοµικών δικαιωµάτων είναι µόνο σχετική, στρεφόµενη µόνο κατά της κρατικής εξουσίας και αποκτώντας αρνητικό αποκλειστικά περιεχόµενο (status negativus). Κατά την κλασική θεωρία, τα 6 Βλ. Α.Γ. ηµητρόπουλος, «Συνταγµατικά δικαιώµατα», Γενικό Μέρος. Τόµος Γ Ηµίτοµος Ι σελ. 4 επ. Επίσης, βλ. για «πλαστότητα νοµικής σύγκρουσης» ως δηµιούργηµα της παραδοσιακής ατοµικιστικής νοµικής θεωρίας στο κεφάλαιο «Σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων», οπ. παρακ. Κεφ. 4.2. 7 Κατά την άποψη Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, όπως παρατίθεται σε ανάλυση του ιδίου υπό τον τίτλο «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», Περιοδικό ΝοΒ «28», 1980, σελ. 1655 επ.

8 δικαιώµατα του ανθρώπου είχαν αµυντικό χαρακτήρα και προέβαλαν την αξίωση για ένα κράτος µη επέµβασης, ένα κράτος αποχής. Το περιεχόµενο των δικαιωµάτων γνώρισε την σµίκρυνση και τον υποβιβασµό τους, αφού περιορίστηκαν στο να ρυθµίζουν αποκλειστικά τις σχέσεις κράτους πολιτών. Η αντικατάσταση αυτή του έντονα απολυταρχικού κράτους από το φιλελεύθερο κατέστησε ως κύρια προτεραιότητα τον περιορισµό της κρατικής εξουσίας από την µία και από την άλλη την αποδέσµευση του ατόµου (ελευθερία). Αυτή ακριβώς η δέσµευση περιορισµός της κρατικής εξουσίας ήταν το µέσο και η προϋπόθεση της ελευθερίας του ατόµου. Κατά την ατοµικιστική αρχή, η διάκριση Κράτους και κοινωνίας επιβάλλεται. Ο δυαδισµός αυτός, καθώς και η διάκριση του δικαίου σε δηµόσιο και ιδιωτικό, των δικαιωµάτων σε ιδιωτικά και δηµόσια και τέλος, η διάκριση της εξουσίας σε ιδιωτική και δηµόσια αποτελούσε τη βάση της ατοµικιστικής αρχής της φιλελεύθερης κλασικής νοµικής θεωρίας. Παράλληλα, η φιλελεύθερη δηµοκρατία προβάλλει το πρότυπο του αποµονωµένου ατόµου, θεωρώντας το ως «µονάδα άτοµο» τον κύριο συντελεστή της προόδου και της εξέλιξης 8. Αυτό είχε σαν αποτέλεσµα την διακήρυξη του φυσικού εγωισµού του ατόµου, την µετάθεση της ουσίας της ανθρώπινης ύπαρξης από την περιοχή του γενικού και του δηµοσίου σ εκείνη του ιδιωτικού και την διάπλαση των ατοµικών δικαιωµάτων σε δικαιώµατα ατοµικιστικά του ισχυρότερου µε εντονότατο υποκειµενικό χαρακτήρα. Το µεµονωµένο άτοµο µε την άκρατη ιδιωτική πρωτοβουλία και µε την προσήλωση στο ατοµικό συµφέρον δεν είχε υποχρέωση να σέβεται την ελευθερία του άλλου 9, η οποία πλέον χάνει το κοινωνικό της περιεχόµενο. Εδώ ακριβώς γίνεται αισθητή και η αντίθεση µε τη θεωρία του φυσικού δικαίου, η οποία αν και ενέπνευσε τους υποστηρικτές της ατοµικιστικής αρχής, αναγνωρίζοντας την ελευθερία και την ισότητα ως 8 «Φιλελευθερισµός και ατοµικισµός διαπλάστηκαν σχεδόν ως όροι ταυτόσηµοι». Βλ. Α. Γ. ηµητρόπουλος, «Συνταγµατικά ικαιώµατα», Γεν. Μέρος σελ. 34 επ. 9 Με αποκορύφωµα το ίδιο το σύστηµα του κλασικού φιλελεύθερου δικαίου να επιτρέπει την προσβολή της ανθρώπινης αξίας.

9 βασικές αρχές µαζί µε τον ορθό λόγο την µόνη αποτελούσα πηγή δικαίου διέφερε από τις αντιλήψεις της παραδοσιακής φιλελεύθερης θεωρίας, καθώς οι θεωρητικοί του φυσικού δικαίου υποστήριζαν ότι τα ατοµικά δικαιώµατα ισχύουν στις σχέσεις κράτους πολιτών, αλλά και των πολιτών µεταξύ τους. Το περιεχόµενο και η δικαϊκή δύναµη των θεµελιωδών δικαιωµάτων, καθώς και η νοµική τους έννοια έγινε αισθητά στενότερη λόγω της αποκλειστικής αντικρατικής κατεύθυνσης που τους προσδόθηκε από την παραδοσιακή ατοµικιστική θεωρία. Παράλληλα, η παραδοσιακή φιλελεύθερη θεωρία βρήκε επικριτές θεωρητικούς της αντικειµενικής σχολής, οι οποίοι έδωσαν βάση στον κοινωνικό χαρακτήρα του δικαίου, προβάλλοντας παράλληλα την θεωρία της τριτενέργειας κατά την οποία τα ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα βρίσκουν εφαρµογή και στις διαπροσωπικές σχέσεις. Επίσης, η αντικειµενική αυτή σχολή προώθησε τον αντικειµενικό χαρακτήρα του δικαίου, αποµακρύνθηκε από τον άκρατο και αδέσµευτο ατοµικισµό, τόνισε την έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης δείχνοντας όµως έντονη την τάση περιορισµού του δικαιώµατος υπέρ του κοινωνικού αντικειµενικού στοιχείου. Είχε αρχίσει πλέον να γίνεται εµφανής η ανεπάρκεια της παραδοσιακής θεωρίας, καθώς τα θεµελιώδη δικαιώµατα δεν περιείχαν καθολικές και απαραβίαστες αρχές, δεν ίσχυαν στο ιδιωτικό δίκαιο και η προστασία της ανθρώπινης αξίας ήταν ατελής. Ο νοµικός ατοµικισµός δεν µπορούσε πλέον να παρακολουθήσει την σύγχρονη νοµική πραγµατικότητα και να ανταποκριθεί στην εξέλιξη και στην ποικιλοµορφία της σύγχρονης ζωής. Έτσι, σταδιακά συντελείται η µετάβαση στον κοινωνικό ανθρωπισµό. Ο κοινωνικός ανθρωπισµός αποτελεί την νοµική ιδεολογία, η οποία βασίζεται στην καθολικότητα της εφαρµογής του αµυντικού περιεχοµένου των θεµελιωδών δικαιωµάτων του ανθρώπου, δηλ. στην εφαρµογή τους και στις σχέσεις µεταξύ των πολιτών. Τα συνταγµατικά δικαιώµατα θεωρούνται πλέον δικαιώµατα (δίκαιο εξ υποκειµένου), αλλά και αντικειµενικοί κανόνες δικαίου. Κανόνες δηµοσίου δικαίου, αλλά και βασικά αξιώµατα της συνολικής έννοµης τάξης. Το περιεχόµενό τους διακρίνεται σε αµυντικό, αλλά και προστατευτικό και εξασφαλιστικό. Η µετάβαση στην

10 κοινωνική ανθρωπιστική συνδέεται µε την δηµοκρατικοποίηση του κράτους και την δηµιουργία κοινωνικού κράτους δικαίου 10. Επίσης, η παρέµβαση του δηµοκρατικού κράτους έχει προστατευτικό και όχι καταπιεστικό χαρακτήρα, το δηµόσιο και το ιδιωτικό συνδυάζονται, ενώ η έννοµη τάξη είναι ενιαία και αντικειµενική. Παράλληλα τα θεµελιώδη δικαιώµατα αποτελούν ισχύον δίκαιο και η αξία του ανθρώπου είναι απαραβίαστη (άρθρο 2 παρ. 1 Σ.) 11. Τέλος, κατοχυρώνεται η ταυτόχρονη προστασία δικαιωµάτων και θεσµών, αρκεί το δικαίωµα να µην καταλύει το θεσµό και αντίστροφα, καθώς και η διπλή φύση, αντικειµενική και υποκειµενική µε την παραδοχή ότι από τις αντικειµενικές αρχές απορρέουν υποκειµενικά δικαιώµατα εκάστου κάθε φορά εξ ηµών. Έχοντας πλέον δοθεί η εικόνα της ιστορικοκοινωνικής εξέλιξης κρίνεται ασφαλέστερον να προβούµε στο θέµα της συρροής και της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων. 10 Π.ρ.β.λ. άρθρο 25 Σ: «Τα δικαιώµατα του ανθρώπου ως ατόµου και ως µέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους. Επίσης, Βλ. Κ.Γ. ΜΑΥΡΙΑΣ, «Συνταγµατικό ίκαιο», 2002, σελ. 86-95. 11 Στην αντικειµενική αρχή του απαραβίαστου της ανθρώπινης αξίας βασίζεται η ενιαία (µη διακρινόµενη ποιοτικά σε δηµόσιο και ιδιωτικό δίκαιο) αντικειµενική έννοµη τάξη σύστηµα δικαίου του κοινωνικού ανθρωπισµού. Η απόλυτη αµυντική ενέργεια των θεµελιωδών δικαιωµάτων προκύπτει από το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, υπό το φως του Συντάγµατος, του καθολικού ρυθµιστή της έννοµης τάξης συνολικά. Πρβλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟ, «ΤΑ ΑΜΥΝΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΜΗΣ ΤΑΞΗΣ», 1981, σελ. 123 επ.

11 3.- ΣΥΡΡΟΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Η συρροή θεµελιωδών δικαιωµάτων, ως ένα παράλληλο «πρόβληµα» εκείνου της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων, θα µπορούσε να λεχθεί ότι εµφανίζεται µ αντίστροφο περιεχόµενο από τη δεύτερη. Τ ατοµικά δικαιώµατα αφορούν διάφορες και πολλαπλές περιοχές της ανθρώπινης ζωής 12. Οι περιοχές αυτές αναπόφευκτα αλληλοκαλύπτονται, εν µέρει τουλάχιστον, κατά τέτοιο τρόπο ώστε µία ανθρώπινη ενέργεια να εµφανίζεται µε περισσότερους νοµικούς χαρακτηρισµούς, να είναι δηλαδή δυνατή η υπαγωγή της σε περισσότερες διατάξεις θεµελιωδών δικαιωµάτων. Με άλλους λόγους, η συρροή αναφέρεται στις περιπτώσεις εκείνες, κατά τις οποίες µία και η αυτή ανθρώπινη ενέργεια εµπίπτει καθολικά ή µερικά, όχι σε ένα, αλλά σε περισσότερα θεµελιώδη δικαιώµατα. Έτσι, το ίδιο περιστατικό, δηλαδή η ίδια ανθρώπινη δραστηριότητα να µπορεί να υπαχθεί στο πραγµατικό περισσοτέρων κανόνων δικαίου που κατοχυρώνουν διάφορα ατοµικά δικαιώµατα. Πράγµατι, µια συγκεκριµένη ανθρώπινη είτε ατοµική είτε συλλογική δραστηριότητα δεν ανταποκρίνεται ούτε πάντα, αλλά ούτε συνήθως στους τύπους της δραστηριότητας, που προβλέπονται από αφηρηµένους κανόνες δικαίου. Αντίθετα, αναπτύσσει τη δική της µοναδικότητα, που προσδιορίζεται από την ποικιλία των συνθηκών και την πολυπλοκότητα της σύγχρονης ζωής. Αυτό συµβαίνει και µε την ατοµική και τη συλλογική δραστηριότητα, µε την οποία πραγµατώνεται το περιεχόµενο των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων 13. Τις πιο πολλές φορές λοιπόν, η ίδια ενέργεια 12 Βλ. Π.. ΑΓΤΟΓΛΟΥ, Ν. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, Α η (2005), σελ. 128-131. 13 Βλ. ΗΜΗΤΡΗΣ Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ, Γ ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, Ι ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ» (1987), ΣΕΛ. 289-295.

12 µπορεί να εµπίπτει στο προστατευόµενο πεδίο περισσοτέρων θεµελιωδών δικαιωµάτων 14. Στο σηµείο αυτό κρίνεται σκόπιµο ν αναφερθούν ορισµένα χαρακτηριστικά παραδείγµατα συρροής. Π.χ. µια συγκέντρωση στην οποία εξαγγέλλεται η ίδρυση ενός πολιτικού κόµµατος εµπίπτει στην πράξη κατ αρχήν στις εξής συνταγµατικές διατάξεις: (α) στο άρθρο 5 παρ. 1 (ελεύθερη ανάπτυξη προσωπικότητας και δη συµµετοχή στην πολιτική ζωή), (β) στο άρθρο 11 (προστασία συναθροίσεων), (γ) στο άρθρο 14 αρ. 1 (ελευθερία έκφρασης και διάδοσης των στοχασµών), στο άρθρο 29 παρ. 1 (ελευθερία ίδρυσης πολιτικών κοµµάτων). Για την πληρέστερη κατανόηση της συρροής αναφέρονται και τα ακόλουθα παραδείγµατα: Ένα άτοµο κηρύσσει την ανάγκη ίδρυσης ενός θρησκευτικού συλλόγου και παράλληλα οργανώνει την ίδρυσή του. Η δραστηριότητά του αυτή καλύπτεται κατ αρχήν από τις εξής διατάξεις του Συντάγµατος: (α) στο άρθρο 5 παρ. 1 (ελεύθερη ανάπτυξη προσωπικότητας και συµµετοχή στην κοινωνική ζωή), (β) στο άρθρο 12 παρ. 1 ( ικαίωµα σύστασης ενώσεων), (γ) στο άρθρο 13 παρ/φοι 1 και 2 (ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης και ανεµπόδιστης λατρείας) και (δ) στο άρθρο 14 παρ. 1 (ελευθερία έκφρασης και διάδοσης των στοχασµών). Με βάση αυτά τα παραδείγµατα θ αναρωτηθούµε παρακάτω ποιο από τα άρθρα αυτά ισχύει και κρίνει αυτή την σύνθετη δραστηριότητα, παραθέτοντας τις ισχύουσες αρχές που δίνουν τις κατάλληλες λύσεις. Πράγµατι, δεν είναι συχνές οι περιπτώσεις που είναι προφανές ότι ένα µόνο ατοµικό δικαίωµα ισχύει και µία µόνο διάταξη εµφανίζεται ως εφαρµοστέα. Σε πολλές περιπτώσεις η συρροή δεν είναι αληθής, αλλά φαινοµενική 15. Η υπαγωγή µιας πράξης σε περισσότερα θεµελιώδη δικαιώµατα αποτελεί τότε και µόνο ερµηνευτικό πρόβληµα, όταν δύο ή περισσότερα θεµελιώδη δικαιώµατα, στα οποία υπάγεται η ενέργεια αυτή 14 «Η συρροή θεµελιωδών δικαιωµάτων οµοιάζει µε την κατ ιδέα συρροή εγκληµάτων του ποινικού δικαίου (άρθρο 94 παρ. 2 Π.Κ.), δηλαδή τη διάταξη περισσοτέρων εγκληµάτων µε µια πράξη ενός ατόµου», ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Γ. ΡΑΪΚΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. ΤΟΜΟΣ ΙΙ ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» (2002), σελ. 228 επ. 15 Βλ. ΑΝ ΡΕΑΣ Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ - Ηµίτοµος Ι (2005), σελ. 243-244.

13 προβλέπουν διαφορετικής έκτασης περιορισµούς. Για την επίλυση του προβλήµατος της συρροής και για την επίτευξη µεθοδολογικής καθαρότητας και συνέπειας 16, ώστε στην µείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισµού ν αναφέρονται οι συνταγµατικές διατάξεις που αρµόζει κάθε φορά ν αναφερθούν, θα πρέπει να πορευθούµε µε κάποιες αρχές κανόνες. Ο κανόνας «lex specialis derogat legi generali» (δηλ. ειδική διάταξη υπερισχύει της γενικής διάταξης) διαδραµατίζει καθοριστικό ρόλο και βρίσκει πρόσφορο πεδίο εφαρµογής στο χώρο των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων 17. Σχέση γενικού προς ειδικού υφίσταται εφ όσον το πραγµατικό της lex specialis περιέχει όλα τα στοιχεία της lex generalis και επί πλέον, ένα τουλάχιστον επιπρόσθετο στοιχείο. Η ειδική διάταξη είτε αντιτίθεται στη γενική είτε την εκφράζει συγκεκριµενοποιώντας την, εξειδικεύοντάς την προηγείται απ αυτήν και εφαρµόζεται αποκλειστικά κατ αποκλεισµό της γενικής διάταξης. Μια δεύτερη αρχή, η οποία όµως προϋποθέτει ίση νοηµατική σχέση της πράξης προς δύο ή περισσότερα θεµελιώδη δικαιώµατα, είναι η «in dubio pro libertate», που διαχέει την προστασία της προσωπικής ελευθερίας, επιβάλλοντας να δεχτούµε πως εφ όσον µια και η ίδια πράξη εµπίπτει εξίσου στο προστατευτικό περιεχόµενο περισσοτέρων θεµελιωδών δικαιωµάτων, τότε εφαρµόζεται η διάταξη µε τους λιγότερους περιορισµούς. Για να γίνει πιο απτό το περιεχόµενο των παραπάνω αρχών παραθέτουµε ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα στο οποίο οι αρχές αυτές επιβάλλεται να εφαρµοστούν, έτσι π.χ. ένας µάρτυρας του Ιεχωβά µιλώντας σε µια ήσυχη συγκέντρωση οµοδόξων του σε κλειστό χώρο προβαίνει σε ανάλυση, προβληµάτων λατρείας της δοξασίας τους. Αυτή η ενέργειά του καλύπτεται κατ αρχήν από τρεις τουλάχιστον συνταγµατικές διατάξεις, οι οποίες όµως διαφέρουν ριζικά τόσο ως προς το είδος όσο και προς την 16 Βλ. ΚΩΣΤΑΣ Χ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΣ, «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», (2002), σελ. 99-101. 17 Χαρακτηριστικό παράδειγµα τέτοιας σχέσης αποτελεί το άρθρο 29 παρ. 1 ( ικαίωµα ίδρυσης πολιτικού κόµµατος) µε το άρθρο 12 παρ. 1 ( ικαίωµα ίδρυσης Σωµατείου ή άλλης ένωσης προσώπων), ώστε έτσι αν κάποιος ιδρύσει πολιτικό κόµµα ενεργεί κατά τρόπο που εµπίπτει µόνο στο άρθρο 29 παρ. 1, το οποίο ως lex specialis εκτοπίζει τη lex generalis του άρθρου 12 παρ. 1.

14 έκταση των επιτρεπτών περιορισµών 18. Συγκεκριµένα, εµπίπτει: (α) στο άρθρο 13 παρ. 2 (ελευθερία θρησκευτικής λατρείας), (β) στο άρθρο 14 παρ. 1 (ελευθερία έκφρασης και διάδοσης στοχασµών) και (γ) στο άρθρο 11 παρ. 1 (ελευθερία ήσυχης και χωρίς όπλα συνάθροισης). Η διαφορετική έκταση των περιορισµών έγκειται στο ότι το άρθρο 13 παρ. 2 περιέχει µόνο συνταγµατικές επιφυλάξεις 19. Ενώ το άρθρο 14 παρ. 1 θεσπίζει επιφύλαξη νόµου 20. Τέλος, το άρθρο 11 παρ. 1 δεν περιέχει δυνατότητα περιορισµών. Γίνεται σαφές λοιπόν ότι η συρροή είναι προβληµατική και αποκτά πρακτικό ενδιαφέρον µόνο στην περίπτωση σύγκρουσης δικαιωµάτων που υπόκεινται σε διάφορους περιορισµούς ή ορισµένα απ αυτά είναι απεριόριστα, αντίθετα είναι απροβληµάτιστη στην περίπτωση που όλα τα συρρέοντα δικαιώµατα είναι απεριόριστα ή υπόκεινται στους ίδιους περιορισµούς. Στο σηµείο αυτό κρίνεται σκόπιµο να παρατεθεί µια συνοπτική προβληµατική σχετικά µ ορισµένα γενικά, µητρικά θεµελιώδη δικαιώµατα του Συντάγµατος, από τα οποία απορρέουν άλλα θεµελιώδη δικαιώµατα. Η γενικότερη από όλες τις διατάξεις των ατοµικών δικαιωµάτων είναι η ανθρώπινη αξία, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 παρ. 1 Σ. 21. Όλα τα θεµελιώδη δικαιώµατα αποτελούν εξειδικεύσεις της ανθρώπινης αξίας. Επίσης, από το µητρικό δικαίωµα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 του Συντάγµατος προέρχονται πηγάζουν όλα τα θεµελιώδη δικαιώµατα, τα οποία κατοχυρώνουν ελευθερίες, ενώ από την γενική αρχή της ισότητας, η οποία βρίσκει συνταγµατικό έρεισµα στο άρθρο 4 του Συντάγµατος απορρέουν τα δικαιώµατα της ισότητας. Η σχέση γενικού και ειδικού είναι αλληλοσυµπληρούµενη και αλληλοαποκλειόµενη 22. Συνεπώς, ότι δεν 18 Πρβλ. άλλο παράδειγµα που αναφέρει ο. Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, ώστε να διαφανεί καθαρά πότε η συρροή έχει πρακτικό ενδιαφέρον από πλευράς περιορισµών και πότε όχι. (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ, Γ ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, Ι ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, σελ. 291). 19 «Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δηµόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισµός απαγορεύεται». 20 «Τηρώντας τους νόµους του κράτους». 21 «Ο σεβασµός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας». 22 Πρβλ. Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Τόµος Γ - Ηµίτοµος Ι (2005), σελ. 244.

15 ρυθµίζει η lex specialis ανάγεται στην προστασία που παρέχει η λέξη generalis (εν προκειµένω η διάταξη 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Σ.), ενώ ότι αποτελεί ρυθµιστικό περιεχόµενο της ειδικής διάταξης αποκλείεται από την γενική ρύθµιση και η συρροή στη συγκεκριµένη περίπτωση θα είναι φαινοµενική 23. Κλείνοντας λοιπόν το θέµα της συρροής των θεµελιωδών δικαιωµάτων, το οποίο θα µπορούσε να φέρει τον τίτλο «Σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων ενός προσώπου» θα περάσουµε στο κεφάλαιο της σύγκρουσης θεµελιωδών δικαιωµάτων διάφορων προσώπων. 23 Βλ. παραποµπή 15 οπ. παρ. και τα δύο αρχικά παραδείγµατα σελ. 12 οπ. παράπ. συρροής θεµελιωδών δικαιωµάτων υπό το πρίσµα πλέον της αναλυοµένης προβληµατικής.

16 4.- ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Η άποψη ότι ένα δικαίωµα δεν µπορεί να εφαρµόζεται πάντα µε τον ένα και αυτό τρόπο δύσκολα θα µπορούσε να βρει σοβαρούς επικριτές. Η πολυποίκιλη ζωή δεν µπαίνει εύκολα σε καλούπια. Σ αυτή την πολυσύνθετη και πολύπλοκη κοινωνία και δη στη σύγχρονη εποχή η αυτόµατη εναρµόνιση που θα οδηγούσε σε πλήρως αρµονική συµβίωση δεν είναι πάντοτε εφικτή 24. Εδώ ακριβώς ανακύπτει η πραγµατική σύγκρουση των θεµελιωδών δικαιωµάτων διαφόρων κοινωνών του δικαίου και αποκτά παράλληλα σάρκα και οστά η αποστολή και η αξία του δικαίου, η οποία συνίσταται στην επιβολή της αρµονικής συµβίωσης, δηλαδή στη δικαϊκή άρση των πραγµατικών συγκρούσεων. Στο σηµείο αυτό κρίνεται απαραίτητο να αναφερθούµε στη διάκριση της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, σε νοµική και πραγµατική 25. Σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων λοιπόν υπό νοµική έννοια είναι η ταυτόχρονη αναγνώριση και σύγχρονη νόµιµη άσκηση των δικαιωµάτων περισσοτέρων φορέων κατά τρόπο τέτοιο ώστε η νόµιµη άσκηση του δικαιώµατός του ενός να περιορίζει την επίσης νόµιµη άσκηση του δικαιώµατος του άλλου. Είναι εµφανής η ύπαρξη ενός οξύµωρου στοιχείου, το οποίο έγκειται στο ότι η άσκηση όλων των δικαιωµάτων απ όλους τους φορείς λογίζεται ως νόµιµη, αν και θίγεται προσβάλλεται κάποιο θεµελιώδες δικαίωµα. Γι αυτό ακριβώς, όπως θα γίνει σαφές και παρακάτω µια τέτοια σύγκρουση δικαιωµάτων στη σύγχρονη έννοµη τάξη την διαπνεόµενη από τον κοινωνικό ανθρωπισµό δεν µπορεί να έχει άλλη έννοια από εκείνη της πραγµατικής σύγκρουσης. Η πραγµατική σύγκρουση 26 λοιπόν συνίσταται στην προσβολή των 24 Οπ. παρ. «ΕΙΣΑΓΩΓΗ Προσδιορισµός θέµατος», σελ. 3. 25 Βλ. ΑΝ ΡΕΑΣ Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, Τόµος Γ - Ηµίτοµος Ι (2005), σελ. 238-243. 26 Λέγοντας «σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων» αναφερόµαστε στην κατάσταση εκείνη κατά την οποία η άσκηση ενός δικαιώµατος από έναν φορέα (µέλος της κοινωνίας) έχει ως αναγκαία συνέπεια το να εµποδίζει (είτε µαταιώνοντας είτε περιορίζοντας υπέρµετρα) την άσκηση του ίδιου ή ενός άλλου δικαιώµατος από έναν άλλο φορέα (µέλος της κοινωνίας). Πρβλ. και απόψεις ΗΜΗΤΡΗ Θ. ΤΣΑΤΣΟΥ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ, (Γ ) ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», Γενικό Μέρος Ι, (1987), σελ. 295-300.

17 δικαιωµάτων των άλλων, χωρίς αναγνώριση από το δίκαιο, το οποίο αποδοκιµάζει την εν λόγω παραβίαση. Και δεν είναι δυνατό ποτέ το δίκαιο να επικροτεί προσβολές κατοχυρωµένων δικαιωµάτων. Κατά την πραγµατική σύγκρουση, ο ένας από τους φορείς, ο επιτιθέµενος, δραστηριοποιείται πέρα από το επιτρεπόµενο δικαϊκό πλαίσιο, ενεργώντας χωρίς δικαίωµα. Η άσκηση λοιπόν του δικαιώµατος απ αυτόν δεν είναι νόµιµη και δεν πρόκειται εποµένως για νοµική σύγκρουση. Στο σηµείο αυτό κρίνεται απαραίτητο για την ασφάλεια της συλλογιστικής πορείας, την µεθοδολογική καθαρότητα και την σαφήνεια ν αναφερθούµε στην τριµερή διάκριση των περιορισµών 27. Οι τρεις αυτές βασικές µορφές δεσµεύσεων των Συνταγµατικών δικαιωµάτων παρουσιάζουν σηµαντικότατη ποιοτική διαφοροποίηση. Λέγοντας «απλές επιδράσεις» νοούνται οι επιρροές εκείνες που λαµβάνουν χώρα από την νόµιµη και συµπλέουσα µε τις Συνταγµατικές επιταγές άσκηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων στον κοινωνικό, οικονοµικό και πολιτικό χώρο, χωρίς όµως να τέµνονται οι κύκλοι δράσης των ατόµων µελών της κοινωνίας και χωρίς να θίγεται ο προστατευτικός νόµιµος κύκλος του δικαιώµατος. Χωρίς δηλαδή να υπάρχει πραγµατική σύγκρουση δικαιωµάτων, αποδοκιµαζόµενη από το δίκαιο, αφού δεν υπάρχει παραβίαση του δικαιώµατος άλλου, αφού δεν υπάρχει επιτιθέµενος, ο οποίος ενεργεί χωρίς δικαίωµα. Λέγοντας «απλό περιορισµό» νοείται η κάθε επιτρεπόµενη από το δίκαιο συρρίκνωση του γενικού περιεχοµένου του δικαιώµατος κατά την εφαρµογή του στο πλαίσιο ειδικής σχέσης, η οποία συντελείται µε ενέργεια είτε κρατικού οργάνου είτε ιδιώτη. Από την άλλη πλευρά, λέγοντας προσβολές νοούνται οι προσβολές των Συνταγµατικών θεµελιωδών δικαιωµάτων. Αντιστοιχούν καταστάσεις πραγµατικές, µη αναγνωριζόµενες από το δίκαιο, συνιστούν λοιπόν απαγορευµένους, αθέµιτους και αναιτιώδεις (!) περιορισµούς του γενικού αµυντικού περιεχοµένου των δικαιωµάτων µε την έννοια είτε ότι λείπει το κοινό αντικειµενικό στοιχείο δικαιώµατος και σχέσης (θεσµού) είτε ότι 27 Βλ. ΑΝ ΡΕΑΣ Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, (2005), σελ. 195-225.

18 υπάρχει το στοιχείο αυτό, αλλά ο περιορισµός ξεπέρασε το επιβαλλόµενο και απαιτούµενο µέτρο. Η εφαρµογή του αµυντικού περιεχοµένου των θεµελιωδών δικαιωµάτων στις διαπροσωπικές σχέσεις αποκρούει µόνο τις προσβολές, όχι όµως και τις απλές επιδράσεις ή τους απλούς περιορισµούς. Γίνεται ξεκάθαρο πλέον ότι το δίκαιο δεν µπορεί ν αναγνωρίζει εξουσία προσβολής των δικαιωµάτων των άλλων, αλλά ακριβώς το αντίθετο. η αποστολή του είναι ν αποδοκιµάζει την πραγµατική σύγκρουση δικαιωµάτων. εν είναι δυνατό να θεωρείται ταυτόχρονα νόµιµη η άσκηση του δικαιώµατος από ένα φορέα όταν προσβάλλει, δηλ. περιορίζει αθέµιτα και sine causa 28 (και σαφέστατα γίνεται λόγος για έλλειψη νόµιµης αιτίας συµπλέουσας µε τις αρχές του Συντάγµατος) το δικαίωµα του άλλου. Για να γίνει ξεκάθαρο, ας επιτραπεί η παράθεση µιας χαρακτηριστικής εικόνας, παρµένης από την καθηµερινή ζωή: Σε µια διασταύρωση δεν είναι ποτέ δυνατόν ο φωτεινός σηµατοδότης να δείχνει ταυτόχρονα πράσινο για τ αυτοκίνητα που κατευθύνονται από τη µια µεριά και για τα κατευθυνόµενα αυτοκίνητα από την άλλη πλευρά του δρόµου, η οποία σ ένα σηµείο διασταυρώνεται µε την προηγούµενη. Αν γινόταν αυτό, η σύγκρουση θα ήταν αναπόφευκτη και σε καµιά περίπτωση δεν είναι δυνατό το δίκαιο να επιδοκιµάζει τέτοιου είδους συγκρούσεις, όταν πρωταρχική αποστολή του είναι η αποφυγή τους. Όταν γίνεται λόγος λοιπόν για πραγµατική αντίθεση 29, µε την έννοια ότι τα µέρη της διαφοράς πράγµατι διαφωνούν ως προς το συγκεκριµένο αντικείµενο, σηµαίνει πάντα ότι υπάρχει κάποιος επιτιθέµενος, ο οποίος προσβάλλει, παραβαίνοντας τις υποχρεώσεις του, τα δικαιώµατα του άλλου. Αυτός ο άλλος είναι ο αµυνόµενος, τον οποίον το δίκαιο τον προστατεύει από τις ενέργειες του επιτιθέµενου. Το δίκαιο λοιπόν δεν αναγνωρίζει την προσβολή δικαιώµατος µε την έννοια βέβαια όχι ότι την αγνοεί, αλλά ότι την 28 Πρβλ. την ανάλυση της «Αρχής του αιτιώδους των περιορισµών», όπως παρατίθεται στο σύγγραµµα του Α. Γ. ηµητρόπουλου, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», Γενικό Μέρος (2005), ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι, σελ.217-219. 29 ιακρίσεις των αντιθέσεων κατά την άποψη του Α. Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ υπάρχουν τόσο από µεθοδολογική άποψη, όσο και ως προς την µορφή εµφάνισής τους, αλλά και το περιεχόµενό τους. Βλ. «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι (2005), σελ. 228-238.

19 αποδοκιµάζει. Η εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων αποτρέπει την επιθετική συµπεριφορά των ανθρώπων, εποµένως πραγµατικές αντιθέσεις σαφώς υπάρχουν και είναι πάµπολλες στην καθηµερινή ζωή, δεν υπάρχουν όµως νοµικές αντιθέσεις. Για να γίνει κατανοητή πληρέστερα η µη ύπαρξη σύγκρουσης δικαιωµάτων υπό νοµική έννοια, πρέπει ν αναφερθούµε στην πλαστότητά της, η οποία σαν νοµικοτεχνικό εµπόδιο ήταν «αποτέλεσµα» της παραδοσιακής ατοµικιστικής νοµικής θεωρίας, η οποία δεν διέκρινε τον αµυνόµενο από τον επιτιθέµενο και την πραγµατική σύγκρουση από την δικαϊκή άρση της. Κατά τη θεωρία αυτή, ως νοµική ιδεολογία µε την αντίστοιχη ατοµικιστική έννοµη τάξη, δεν τίθονται σαφή όρια στην άσκηση των δικαιωµάτων, αλλά, σύµφωνα µε το ατοµικιστικό πρότυπο - ιδεώδες 30, το αποµονωµένο άτοµο µπορούσε επιτρεπτά να παραβιάζει τα δικαιώµατα των άλλων 31. Αντιθέτως, στην σύγχρονη έννοµη τάξη, µετά την επικράτηση του κοινωνικού ανθρωπισµού και της ανθρωπιστικής αντίληψης, τη βασιζόµενη στον χαρακτηρισµό των δικαιωµάτων ως κοινωνικών δικαιωµάτων και στην ιδέα της ανθρωπιστικής άµιλλας 32, µακριά από υπερεκτιµήσεις του δικαιώµατος (υποκειµενικό δίκαιο) και δίνοντας έµφαση στην άποψη ότι το άτοµο, πέρα από δικαιώµατα, έχει και υποχρεώσεις, τα οποία βρίσκουνε εφαρµογή στο πλαίσιο των έννοµων διαπροσωπικών σχέσεων και θεσµών, έχει παραµερισθεί πλέον η θεωρία της σύγκρουσης υπό νοµική έννοια. Στο σύγχρονο σύστηµα δικαίου τα δικαιώµατα κάθε φορά είναι οριοθετηµένα, όπως οριοθετηµένα είναι και τα δικαιώµατα των άλλων φορέων. Οι κοινωνοί του δικαίου µπορούν ν αυτοπροσδιορίζονται, χωρίς όµως να εξουσιάζει ο ένας τον άλλο. Έχει καταστεί σαφές πλέον, ότι το δίκαιο δεν είναι δυνατόν να επιτρέπει και ν απαγορεύει ταυτόχρονα την 30 Βλ. Ανάλυση για τις αρχές της παραδοσιακής νοµικής θεωρίας, καθώς και για την µετάβαση στον «κοινωνικό ανθρωπισµό» στο κεφ. 2 («ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ»), σελ. 4 επ. Επίσης, πρβλ. τα αναφερόµενα στους εκθέτες παραποµπές 8 και 9. 31 Πρβλ. Απόψεις Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, µε ιδιαίτερη έµφαση στον εκθέτη παραποµπή «240» στην σελ. 240. Βλ. «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι (σελ. 34 επ. και 239-242). Επίσης, βλ. Α. Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ Ι ΙΩΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ», (1981-82), σελ. 112-120. 32 Πρβλ. Ανάλυση Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ στο περιοδικό ΝοΒ υπό τον τίτλο «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΝοΒ «28», 1980, σελ. 1655 επ.

20 ίδια δραστηριότητα, καθώς επίσης δεν είναι δυνατόν δύο δικαιώµατα να συγκρούονται όταν ασκούνται συννόµως και µε τρόπο που συµπλέει µε τις Συνταγµατικές επιταγές. Αν συνέβαινε αυτό θα οδηγούµαστε σε άτοπα συµπεράσµατα και σε νοµικούς παραλογισµούς, τοποθετώντας στη θέση του υπολόγου το ίδιο το δίκαιο, την ίδια την συντεταγµένη πολιτεία. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στην πραγµατικότητα ο ένας από τους δύο φορείς προσέβαλλε τα δικαιώµατα του άλλου. Κάποιος, στην πραγµατική σύγκρουση, υπερέβη την νόµιµη άσκηση του δικαιώµατός του, δηλ. τα επιβαλλόµενα από το δίκαιο όρια. Σ αυτό το σηµείο κρίνεται χρήσιµη η αναφορά ενός χαρακτηριστικού παραδείγµατος για την σαφέστερη εικόνα των ανωτέρω, αλλά και για µια πρώτη επαφή 33 µε τα πρακτικά ζητήµατα: «Ο Χ ζωγράφος, ζωγραφίζει χωρίς άδεια και χωρίς την συναίνεση τον τοίχο του σπιτιού που ανήκει στον Ψ. Τότε ο Ψ ζητά αποζηµίωση, ενώ ο Χ επικαλείται το δικαίωµα της τέχνης, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 16 Σ. 34 και ισχυρίζεται ότι άσκησε νόµιµα και επιτρεπτά το εν λόγω δικαίωµα». Στην συγκεκριµένη περίπτωση είναι εµφανές ότι το δικαίωµα που θίγεται και µόνο 35 αυτό είναι το δικαίωµα της ιδιοκτησίας του Ψ, που προβλέπεται και προστατεύεται στο άρθρο 17 Σ. 36. Είναι σαφές ότι άσκησε το δικαίωµα της τέχνης έξω από τα όριά του, πάνω από την «οροφή» του, παραβιάζοντας συγκεκριµένα από την οριοθετική τριάδα του άρθρου 5 παρ. 1 Σ. («Καθένας έχει δικαίωµα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συµµετέχει στην κοινωνική, οικονοµική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώµατα των άλλων, το Σύνταγµα και τα χρηστά ήθη») την ρήτρα κοινωνικότητας 37. Προσέβαλλε λοιπόν το δικαίωµα του Ψ, µπαίνοντας στην σφαίρα περιοχή του δικαιώµατος της ιδιοκτησίας του. 33 Για περαιτέρω και πιο ενδελεχή ανάλυση περιπτώσεων πραγµατικής «σύγκρουσης συµφερόντων» και τρόπων µεθόδων άρσης αυτής βλ. παρακάτω σελ. 28 επ. («ΜΕΘΟ ΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ»), καθώς και στις αποφάσεις δικαστηρίων που παρατίθενται υπό τον τίτλο «ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ», σελ. 45 επ. 34 Άρθρο 16 παρ. 1 Σ.: «Η τέχνη και η επιστήµη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες». 35 Οπ. παραπ. «πλαστότητα νοµικής σύγκρουσης», σελ. 20 επ. 36 Άρθρο 17 παρ. 1 Σ.: «Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του κράτους». 37 «εφόσον δεν παραβιάζει τα δικαιώµατα των άλλων». Βλ. άρθρο 5 παρ. 1 Σ.

21 4.1. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ Όπως έγινε ξεκάθαρο και παραπάνω 38, το θέµα της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων (κατ ακριβολογία της πραγµατικής σύγκρουσης) είναι στενά και άρρηκτα συνυφασµένο µε το θέµα των περιορισµών των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων. Για να γίνει σαφέστερη αυτή η σύνδεση έγινε αναφορά στην τριµερή διάκριση των περιορισµών σε απλές επιδράσεις, απλώς περιορισµούς και προσβολές, τονίζοντας ότι οι δύο πρώτες κατηγορίες περιορισµών συνάδουν µε τις Συνταγµατικές επιταγές, ενώ οι προσβολές προσκρούουν στο ηθικοπολιτικό και νοµικό περιεχόµενο των διατάξεων του Συντάγµατος. Έρχονται σε άµεση ρήξη µε το Σύνταγµα, είναι αθέµιτοι και µη αιτιώδεις περιορισµοί, αντιβαίνουν στο όλο πνεύµα που διαπνέει το σύστηµα δικαίου και ορθά το δίκαιο δεν µπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να τους αποδοκιµάζει. Για την ταυτότητα του λόγου, κρίνεται σκόπιµο ν αναφερθεί ότι ο σηµαντικότερος ενδεχοµένως περιορισµός των θεµελιωδών δικαιωµάτων προέρχεται από την ανάγκη (!) αµοιβαίων περιορισµών όσον αφορά στις βιοτικές σχέσεις που ρυθµίζουν και ένταξης στο συνολικό πλαίσιο της Συνταγµατικής έννοµης τάξης, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται και να θωρακίζεται τόσο η συστηµατική, όσο και η τελολογική ενότητα του Συντάγµατος 39. Υπάρχουν αρκετές φορές, που είναι ανέφικτη η υλοποίηση πραγµατοποίηση ενός κοινωνικού δικαιώµατος χωρίς αντίστοιχο περιορισµό ενός ατοµικού δικαιώµατος. Για παράδειγµα υπάρχουν περιπτώσεις, όπου το κράτος πρέπει να απαλλοτριώσει ιδιωτική έκταση, µε στόχο να ανεγερθούν στην έκταση αυτή εργατικές κατοικίες 40. Επιπλέον, η 38 Πρβλ. την τριµερή διάκριση των περιορισµών, όπως αναφέρθηκε και επεξηγήθηκε στο Κεφ. 4: «Σύγκρουση των θεµελιωδών δικαιωµάτων». 39 Βλ. ΚΩΣΤΑΣ Χ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΣ, «ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», (2002), σελ. 102-105. 40 Βλ. άρθρο 17 παρ. 2 Σ. («Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά µόνο για δηµόσια ωφέλεια, που έχει αποδειχθεί µε τον προσήκοντα τρόπο») και άρθρο 21 παρ. 4 Σ. ) «Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που τη στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείµενο ειδικής φροντίδας του Κράτους»).

22 άσκηση του ιδίου δικαιώµατος ταυτοχρόνως από πολλούς φορείς (µέλη της κοινωνίας) υπάρχουν φορές που καθίσταται ακόµη και ανέφικτη. Μπορεί, λοιπόν, να λεχθεί ότι, οι περιορισµοί των θεµελιωδών δικαιωµάτων συχνά αποτελούν αναγκαία (και απαραίτητη) προϋπόθεση για την εν γένει άσκηση των δικαιωµάτων από τους άλλους, αλλά και από τους ίδιους τους δικαιούχους. Ξαναγυρνώντας στην γλαφυρή και χαρακτηριστική εικόνα του «φωτεινού σηµατοδότη σε διασταύρωση», όπως αναφέρθηκε παραπάνω 41, πρέπει να σχολιάσουµε ότι είναι αναγκαίο και αναπόφευκτο τ ότι η ρύθµιση της κυκλοφορίας µε τον φωτεινό σηµατοδότη συνεπάγεται µεν περιορισµούς, οι οποίοι όµως επιτυγχάνουν στην ουσία την αποτελεσµατική άσκηση της ελευθερίας κίνησης και κυκλοφορίας (όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 Σ.), η οποία χωρίς τους περιορισµούς θα ήταν ανέφικτη (συγκρούσεις, ατυχήµατα κτλ.). Θα µπορούσαµε να πούµε, λοιπόν, ότι οι περιορισµοί τέτοιου είδους και η αποτελεσµατική άσκηση των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων τελούν υπό µια διαλεκτική σχέση (σχέση «αλληλεξάρτησης»). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Ι. ΜΑΝΕΣΗΣ: «Η ελευθερία των άλλων δεν είναι µόνον όριο, αλλά και προϋπόθεση για την ελευθερία του καθενός, όπως και η ελευθερία του καθενός είναι προϋπόθεση για την ελευθερία όλων» 42. 4.2. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩ ΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Καθίσταται σαφής η σχέση του θέµατος της σύγκρουσης των δικαιωµάτων µε τη θεωρία της δια προσωπικής ενέργειας από το γεγονός ότι το Σύνταγµα, αφ ενός αποδοκιµάζει απαγορεύει την επίθεση, αφ ετέρου επιδοκιµάζει προστατεύει την άµυνα (!), κάτι το οποίο προκύπτει εµφανώς από την ίδια την δια προσωπική εφαρµογή του αµυντικού (!) περιεχοµένου όλων των θεµελιωδών δικαιωµάτων. 41 Οπ. παραπ. παρατίθεται η εν λόγω εικόνα στο Κεφ. 4. 42 Βλ. ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Ι. ΜΑΝΕΣΗΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ α ατοµικές ελευθερίες», δ έκδοση (1982), σελ. 63-66.

23 Με την τοποθέτηση της απόλυτης αµυντικής ενέργειας των θεµελιωδών δικαιωµάτων στο πλαίσιο Άµυνας Επίθεσης προκύπτει η ίδια η λειτουργική της εξήγηση, η οποία συνίσταται ακριβώς στην προστασία του αµυνόµενου από τον επιτιθέµενον. Κατ αρχήν, το θέµα της σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων µπορεί να λεχθεί ότι τίθεται αφ ενός ανεξάρτητα από το ζήτηµα της διαπροσωπικής ενέργειας 43 και αφ ετέρου συνδεόµενο µ αυτό. Η διαπροσωπική εφαρµογή δηµιουργεί για την ατοµικιστική παράδοση και για όποια σύγχρονη νοµική σχέψη δεν έχει αποβάλει τα κατάλοιπα του ατοµικισµού, το πρόβληµα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, το οποίο επηρεάζεται στενά από τον τρόπο της εφαρµογής των δικαιωµάτων αυτών στις διαπροσωπικές σχέσεις. Η παραδοσιακή ατοµικιστική θεωρία εφαρµόζει τα θεµελιώδη δικαιώµατα µόνο στις σχέσεις στις οποίες το άτοµο είναι φορεύς θεµελιωδών δικαιωµάτων, ενώ το κράτος, το οποίο συνιστά το άλλο µέρος της σχέσης, δεν είναι. Μ αυτή την έννοια, η εφαρµογή των δικαιωµάτων, όταν και τα δύο µέρη είναι φορείς, µοιάζει προβληµατική. Το ζήτηµα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων δεν είναι όµως ζήτηµα τριτενέργειας 44. Το αν υπάρχει ή δεν υπάρχει ζήτηµα σύγκρουσης δικαιωµάτων δεν εξαρτάται από την «τριτενέργεια». Αυτή και µόνο η τοποθέτηση του προβλήµατος της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, είτε σχετικά είτε ανεξάρτητα από το ζήτηµα της τριτενέργειας καθιστά ολοφάνερο ότι δεν πρόκειται για ένα πρόβληµα που δηµιουργείται µόνο εφόσον αποδεχτούµε την τριτενέργεια, αλλά αποτελεί ένα πολύ 43 Χρησιµοποιείται και όρος τριετενέργεια για να δηλωθεί το ζήτηµα της εφαρµογής των θεµελιωδών δικαιωµάτων και στο ιδιωτικό δίκαιο. Αλλά στην σύγχρονη έννοµη τάξη µοιάζει αδόκιµος όρος, καθώς σηµαίνει την ενέργεια προς τρίτους. Λέγοντας τρίτοι θεωρούνται οι ιδιώτες, καθόσον τα θεµελιώδη δικαιώµατα κατευθύνονται µόνο κατά του κράτους και όχι κατά των ιδιωτών, σύµφωνα µε την παραδοσιακή ατοµικιστική θεωρία και την αρχή του δυαδισµού της έννοµης τάξης και του δικαίου ( ηµόσιο και Ιδιωτικό) στο πλαίσιο της οποίας και µόνο γεννάται το ζήτηµα της τριτενέργειας. Βλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι (2005), σελ. 85-100. Επίσης, βλ. «Ιστορική αναδροµή», οπ. παρ. κεφ. 2 ο. 44 Βλ. Π.. ΑΓΤΟΓΛΟΥ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ. Α» (2005), σελ. 112-128.

24 γενικότερο ζήτηµα 45. Είναι λοιπόν ανεπαρκής η ατοµικιστική νοµική θεωρία και το ζήτηµα θα µπορέσει να λυθεί µόνο µε την τοποθέτησή του στα πλαίσια της µεταβολής της έννοµης τάξης, της διαπνεόµενης από τις αρχές του κοινωνικού ανθρωπισµού 46. Αν πραγµατικά λοιπόν υπάρχει ζήτηµα σύγκρουσης δικαιωµάτων, η άρνηση της τριτενέργειας το συγκαλύπτει, ενώ η αποδοχή της το αποκαλύπτει εφόσον εφαρµόζονται τα θεµελιώδη δικαιώµατα στις σχέσεις περισσοτέρων φορέων των δικαιωµάτων. εν πρόκειται εποµένως σε καµία περίπτωση, αν όντως υπάρχει ζήτηµα σύγκρουσης θεµελιωδών δικαιωµάτων να εµποδιστεί, µε το ν αρνηθούµε την τριτενέργεια. εν είναι αυτή άλλωστε η διαπροσωπική εφαρµογή των δικαιωµάτων που γεννά το ζήτηµα της συγκρούσεώς τους, αλλά η δοµή και η λειτουργία της ατοµικιστικής έννοµης τάξης 47. Με τον αδόκιµο, όπως αναφέρθηκε, όρο νοείται η εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων στο ιδιωτικό δίκαιο. Είναι η προς τα πρόσωπα κατευθυνόµενη και κυρίως από την κρατική εξουσία πραγµατοποιούµενη αµυντική νοµική ενέργεια των θεµελιωδών δικαιωµάτων, η οποία διασφαλίζει την ακώλυτη υλοποίηση και άσκησή τους εξαναγκάζοντας σ αποχή από κάθε προσβολή της ανθρώπινης αξίας, τις απειλητικές αντικοινωνικές δυνάµεις 48. Στη σύγχρονη έννοµη τάξη, η οποία έχει µεταβληθεί και αυτή µετά τη µεταβολή της νοµικής ιδεολογίας και την µετάβαση στον κοινωνικό ανθρωπισµό, αποτελεί αναγκαία και φυσική συνέπεια η τοποθέτηση των Συνταγµατικών κανόνων, όπως ακριβώς είναι τα θεµελιώδη δικαιώµατα, στην σύγχρονη ενιαία ανθρωπιστική έννοµη τάξη, εξαφανίζοντας παράλληλα την όποια προβληµατική είχε εµφανίσει η εφαρµογή των δικαιωµάτων στο ιδιωτικό δίκαιο. Οι Συνταγµατικές λοιπόν διατάξεις 45 Πρβλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ Ι ΙΩΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ», (1981/82), σελ. 112-122. 46 Οπ. παραπ. Κεφ. 2 ο, «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ». 47 Στο σηµείο αυτό απαιτείται η σύνδεση µε την πλαστότητα της νοµικής σύγκρουσης των θεµελιωδών δικαιωµάτων (οπ. παραπ. Κεφ. 4 ο ), η οποία εξαφανίζεται τοποθετουµένη στα πλαίσια της σύγχρονης έννοµης τάξης, όπως ακριβώς εξαφανίζεται και το ίδιο το πρόβληµα της τριτενέργειας. 48 Βλ. Α.Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ Ι ΙΩΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ» (1981/82) σελ. 151 επ. και ιδίου, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ, ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι (2005), σελ. 85-100.

25 συνεπώς και τα ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα κατισχύουν όλων των κανόνων του κοινού δικαίου, εποµένως και του ιδιωτικού 49 δικαίου. Το Σύνταγµα ως καθολικός ρυθµιστής της ενιαίας έννοµης τάξης και σύµφωνα µε τις αντιλήψεις του κοινωνικού πολιτισµού ρυθµίζει και το κράτος και την κοινωνία και τις σχέσεις κράτους πολιτών, αλλά και τις σχέσεις των πολιτών µεταξύ τους. Η διαπροσωπική εφαρµογή του αµυντικού περιεχοµένου 50 των δικαιωµάτων αποτελεί στοιχείο της δοµής των αρχών και της λειτουργίας της σύγχρονης έννοµης τάξης. Η εφαρµογή όλων των θεµελιωδών δικαιωµάτων ως προς την αµυντική τους διάσταση σ όλες τις έννοµες σχέσεις καθίσταται αναγκαία ύστερα από τη µεταβολή της έννοµης τάξης, η οποία συνετελέσθη από την επικράτηση του κοινωνικού ανθρωπισµού κατά το οποίο το κράτος δεν οφείλει µόνο να µην παραβιάζει το ίδιο την ανθρώπινη αξία, αλλά και να την προστατεύει από τους τρίτους. Από «κράτος αποχής» µετατρέπεται πλέον σε κράτος επιφορτισµένο µε την παραπάνω προστατευτική υποχρέωση, την συµπλέουσα µε τις επιταγές του Συντάγµατος, η οποία περιλαµβάνει πλέον την λεγόµενη τριτενέργεια, εξαφανίζοντάς την, ως πρόβληµα. Η τριτενέργεια ως πρόβληµα πλέον εφαρµογής των θεµελιωδών δικαιωµάτων σε µερικότερες έννοµες σχέσεις ή θεσµούς στην περιοχή του ιδιωτικού δικαίου βρίσκει τη λύση του στις αρχές της βασικής ισχύος 51 και του αιτιώδους 52 των περιορισµών των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Όλα τα θεµελιώδη Συνταγµατικά δικαιώµατα, ως προς την αµυντική τους διάσταση, βρίσκουν εφαρµογή, δηλ. ισχύουν erga ommes 53, τόσο στις σχέσεις κράτους πολίτη, όσο και στις σχέσεις µεταξύ των 49 Πρβλ. «Ιεραρχία των κανόνων δικαίων στην ελληνική έννοµη τάξη, σύµφωνα µε τον Κ.Γ. ΜΑΥΡΙΑ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» (2002), σελ. 259 επ. 50 Για την τριµερή διάκριση των δικαιωµάτων ως προς το περιεχόµενό τους σ αµυντικά, προστατευτικά και διοικητικά βλ. Α. Γ. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ», ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ Γ - ΗΜΙΤΟΜΟΣ Ι (2005), σελ. 148 επ. Επίσης, πρβλ. αναφορά του ιδίου (στο ίδιο σύγγραµµα) στην τριπλή κατηγοριοποίηση των Συνταγµατικών ικαιωµάτων σε: status negativus, status activus, status socialis, στην οποία προέβη ο Γερµανός νοµικός G. JELLINEK στις αρχές του 20 ου αιώνα. Βλ. σελ. 133 επ. 51 Σύµφωνα µε την αρχή αυτή κατ αρχήν όλα τα Συνταγµατικά δικαιώµατα βρίσκουν εφαρµογή σε όλες τις έννοµες σχέσεις και ως προς όλο το περιεχόµενό τους. Βλ. όµοια µε εκθέτη παραποµπή 57. 52 Οπ. παρακάτω αναλύεται η εν λόγω αρχή στο κεφ.: «ΜΕΘΟ ΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ». 53 Η σύγχρονη έννοµη τάξη δεν αναγνωρίζει ούτε προστατευτικά ούτε εξασφαλιστικά θεµελιώδη δικαιώµατα κατά των ιδιωτών.

26 ιδιωτών, κατά το µέτρο που επιβάλλεται από την αιτιώδη συνάφεια. Όπως άλλωστε ορίζεται στο άρθρο 25 παρ. 1 εδ. γ, κατά το οποίο «τα δικαιώµατα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις µεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν». Για την πληρέστερη διασαφήνιση του ζητήµατος κρίνονται σκόπιµα κάποιες επί πλέον παρατηρήσεις συνοδευόµενες από κάποια στοιχειώδη παραδείγµατα. Όπως κατέστη σαφές αποδέκτες των Συνταγµατικών δικαιωµάτων είναι πέρα από τους φορείς της ηµόσιας εξουσίας και οι ιδιώτες, δηλ. τα άτοµα, τα νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και άλλες κοινωνικές οµάδες. Για την κατανόηση του ζητήµατος αναφέρονται ορισµένα παραδείγµατα 54. Ένας επιχειρηµατίας προσλαµβάνει στην επιχείρησή του ως υπαλλήλους µόνο άνδρες (άρθρ. 4 παρ. 2 Σ.: «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώµατα και υποχρεώσεις») ή µόνο πρόσωπα που ανήκουν σε µια ορισµένη θρησκεία (άρθ. 5 παρ. 1 Σ. σε συνδυασµό µε το άρθ. 13 παρ. 1 Σ.: «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωµάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός») ή από µια φυλή (άρθ. 5 παρ. 1 Σ. και 5 παρ. 2 Σ.: Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαµβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιµής και της ελευθερίας τους χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων») 55. Στο εν λόγω παράδειγµα πραγµατικά µπορεί να ειπωθεί ότι η διαπίστωση της σύγκρουσης των δύο θεµελιωδών δικαιωµάτων προϋποθέτει την αποδοχή της «τριτενεργείας» 56. 54 Πρβλ. σειρά παραδειγµάτων, όπως παρατίθενται από τον ΑΘΑΝΑΣΙΟ Γ. ΡΑΪΚΟ, «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ», ΤΟΜΟΣ ΙΙ ΘΕΜΕΛΙΩ Η ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ (2002), σελ. 150. Ενδεικτικά, αναφέρουµε εδώ το παράδειγµα του πατέρα που επιτρέπει στον γιο του να σπουδάσει Α.Ε.Ι. και στην κόρη του που έχει τα ίδια προσόντα να γίνει νοσοκόµος ή µε την διαθήκη του ευνοεί υπέρµετρα τους γιους σε σύγκριση µε τις κόρες του (άρθρο 4 παρ. 2 Σ.). 55 Ένα άλλο σχετικό παράδειγµα είναι το ακόλουθο: Ο ιδιοκτήτης ενός super market (αλυσίδας) απαγορεύει την είσοδο σε κάποιο δηµοσιογράφο, επειδή µέσα από περιοδικό, το οποίο εργάζεται άσκησε δυσµενή κριτική για τα προϊόντα του εν λόγω super market, καθώς και για τις τιµές τους (άρθ. 4 παρ/φοι 1 και 2 Σ.: «Καθένας µπορεί να εκφράζει νόµους του Κράτους. Ο τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό µέτρο απαγορεύονται»). 56 Βέβαια, η συγκεκριµένη αποδοχή σε καµία περίπτωση δεν αναιρεί όσο ειπώθηκαν ανωτέρω σχετικά µε το ότι η «τριτενέργεια» στην ανθρωπιστική έννοµη τάξη της σύγχρονης εποχής θεωρείται παρωχηµένη ως πρόβληµα.

27 Συγκεκριµένα συγκρούεται το δικαίωµα του επιχειρηµατία που συνίσταται στην ελεύθερη συµµετοχή στην οικονοµική ζωή της Χώρας, καθώς και η αντίστοιχη ελευθερία σύναψης (ή µη σύναψης) και καθορισµού του περιεχοµένου µιας σύµβασης εν προκειµένω, σύµβαση εργασίας µε το δικαίωµα του εργαζοµένου κατά το άρθ. 4 Σ. Η παραπάνω αναπτυχθείσα συλλογιστική δεν συµβαίνει πάντοτε, ούτε αποτελεί τον κανόνα. Υπάρχουν περιπτώσεις που έχουµε σύγκρουση θεµελιωδών δικαιωµάτων χωρίς καµία ανάγκη αναφοράς ή αποδοχής της τριτενέργειας. Αυτό συµβαίνει όταν δέκτης και των δύο επικαλούµενων θεµελιωδών δικαιωµάτων µπορεί να είναι το κράτος (η κρατική εξουσία) 57. Στο σηµείο αυτό κρίνεται ορθό να κλείσουµε το ζήτηµα της τριτενεργείας και της σχέσης της µε το θέµα της σύγκρουσης των δικαιωµάτων, αφού η λύση δόθηκε µε την ρύθµιση του 25 παρ. 1, εδ. γ, όπως διαµορφώθηκε µε την αναθεώρηση του 2001. 57 Πρβλ. σχετικές απόψεις του ΗΜΗΤΡΗ Θ. ΤΣΑΤΣΟΥ, καθώς και το γλαφυρό παράδειγµα κατά το οποίο ισχυρά µεγάφωνα τοποθετηµένα έξω από ιερό ναό κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας εµποδίζουν ακόµη και τη λεκτική επικοινωνία µεταξύ των περιοίκων. Στην εν λόγω σύγκρουση από τη µια µεριά οι µετέχοντες στη λειτουργία επικαλούνται το δικαίωµα της ανεµπόδιστης λατρείας και ζητούν από το κράτος να µην παρέβη και από την άλλη µεριά οι πληττόµενοι από την ηχορύπανση περίοικοι επικαλούµενοι το 5 παρ. 1 Σ. ζητούν και αυτοί από το κράτος την επέµβασή του.