ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ (Ι) ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΕ ΑΡΚΑΔΙΑΣ Τροποποίηση και συμπλήρωση του από 13.10.1998 π.δ/τος «Χαρακτηρισμός οικισμών του Νομού Αρκαδίας ως παραδοσιακών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών» (Δ' 908), όπως ισχύει. Έχοντας υπόψη: Το Ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α 87) Το άρθρο 42, παρ. 5 του Ν.1337/83 (Α 33) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 17 του Ν.1512/1985 Τις διατάξεις του Ν. 4067/12 (Α 79) όπως τροποποιήθηκε με τους νόμους Ν. 4178/13 (Α 174), Ν.4258/14 (Α 94), Ν.4315/14 (Α 269) Το άρθρο 29 α Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α 137), που προστέθηκε στο νόμο αυτό με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (Α 154), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2α του Ν. 2469/1997 (Α 38) Το άρθρο 1 παρ. 2α του Ν. 2469/97 (Α 38), «Περιορισμός κρατικών δαπανών» Το ΠΔ 100/28-8-2014 Οργανισμός Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, όπως ισχύει (Α 167) Την απόφαση Πρωθυπουργού σύμφωνα με το οποίο διορίσθηκε ο του.. στη θέση του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας Το από 24-4-1985 ΠΔ όπως ισχύει (Δ 181) Το από 6-12-82 ΠΔ όπως ισχύει (Δ 588) "Χαρακτηρισμός όρων και περιορισμών δομήσεως οικισμών της Χώρας". το από 19.10.1978 ΠΔ όπως ισχύει (ΦΕΚ 594/Δ/1978) «Περί χαρακτηρισμού ως Παραδοσιακών Οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών» το από 13.10.1998 ΠΔ όπως ισχύει (ΦΕΚ 908/Δ/98) «Χαρακτηρισμός οικισμών του Νομού Αρκαδίας ως παραδοσιακών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών». το από 23.09.2003 ΠΔ όπως ισχύει (ΦΕΚ 1081/Δ/03) «Τροποποίηση και συμπλήρωση του από 13.10.1998 π.δ/τος «Χαρακτηρισμός οικισμών του Νομού Αρκαδίας ως παραδοσιακών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών (Δ 908)». το από 04.02.2004 ΠΔ όπως ισχύει (ΦΕΚ 123/Δ/04) «Τροποποίηση και συμπλήρωση του από 13.10.1998 π.δ/τος «Χαρακτηρισμός οικισμών του Νομού Αρκαδίας ως παραδοσιακών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών (Δ 908)». το από 10.09.2007 ΠΔ όπως ισχύει (ΦΕΚ 430/ΑΑΠ/07) «Τροποποίηση και συμπλήρωση του από 13.10.1998 π.δ/τος «Χαρακτηρισμός οικισμών του Νομού Αρκαδίας ως παραδοσιακών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών (Δ 908)». Tην υπ' αριθ. οικ. 4205 Απόφαση Νομάρχη "Χαρακτηρισμός οικισμών του Ν. Αρκαδίας βάσει του Π.Δ. της 6.12.1982" (ΦΕΚ 423/Δ/19. 09.1983) Tην υπ' αριθ. οικ. 729/17-08-1994 Απόφαση Νομάρχη "Καθορισμός μέγιστου ύψους κτιρίων σε οικισμούς μέχρι 2000 κατοίκους της Επαρχίας Γορτυνίας Νομού Αρκαδίας" (ΦΕΚ 1211/Δ/21.11.1994) Τις αποφάσεις νομαρχών καθορισμού ορίων, όρων και περιορισμών δόμησης των οικισμών Περιφερειακής ενότητας Αρκαδίας καθώς και τυχόν τροποποιήσεις αυτών. Τη... γνωμοδότηση του αρμοδίου Κεντρικού Συμβουλίου ΚΕΣΥΠΟΘΑ Την... Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Τρίπολης. Την... Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Γορτυνίας. Την... Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Βόρειας Κυνουρίας. Την... Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Μεγαλόπολης. Την... Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Νότιας Κυνουρίας. Την... παραλαβή της μελέτης με τίτλο "Μελέτη μορφολογικών κανόνων δόμησης και αρχιτεκτονικής στις περιοχές εντός και εκτός οικισμών μέχρι 2000 κατοίκων της Περιφερειακής ενότητας Αρκαδίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου" Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 1
Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού για το τρέχον έτος και τα επόμενα οικονομικά έτη. Τροποποιείται και συμπληρώνεται το από 13.10.1998 π.δ/γμα «Χαρακτηρισμός οικισμών του Νομού Αρκαδίας ως παραδοσιακών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών» (Δ' 908), ως ακολούθως: Άρθρο 1 Στον πίνακα οικισμών του άρθρου 1, προστίθενται οι εξής οικισμοί: - ΔΗΜΗΤΡΑ / ΔΕ ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΗΣ / ΔΗΜΟΥ ΓΟΡΤΥΝΙΑΣ - ΟΡΕΙΝΟ ΚΟΡΑΚΟΒΟΥΝΙ / ΔΗΜΟΥ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ - ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ/ ΔΕ ΛΕΩΝΙΔΙΟΥ / ΔΗΜΟΥ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ - ΠΕΛΕΤΑ / ΔΕ ΛΕΩΝΙΔΙΟΥ / ΔΗΜΟΥ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ Ο πίνακας, κατά συνέπεια, διαμορφώνεται ως εξής: ΠΙΝΑΚΑΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΔΗΜΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΚΩΔ. ΕΣΥΕ 2011 ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΒΑΛΤΕΤΣΙΟΥ ΒΑΛΤΕΤΣΙ 4001020601» ΛΕΒΙΔΙΟΥ ΒΛΑΧΕΡΝΑ 4001040201»» ΚΑΡΔΑΡΑΣ 4001040501» ΣΚΙΡΙΤΙΔΑΣ ΒΛΑΧΟΚΕΡΑΣΙΑ 4001060101»» ΚΕΡΑΣΙΑ 4001060501» ΦΑΛΑΝΘΟΥ ΑΛΩΝΙΣΤΑΙΝΑ 4001080201»» ΠΙΑΝΑ 4001080401»» ΡΟΕΙΝΟ 4001080501»» ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΙ 4001080701 ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ 4002000301» ΑΓΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ 4002000501» ΑΝΩ ΔΟΛΙΑΝΑ 4002000701» ΚΑΤΩ ΔΟΛΙΑΝΑ 4002000704» ΚΑΣΤΑΝΙΤΣΑ 4002001001» ΟΡΕΙΝΟ ΚΟΡΑΚΟΒΟΥΝΙ 4002001203» ΠΑΡΑΛΙΟ ΑΣΤΡΟΣ 4002001801 ΓΟΡΤΥΝΙΑΣ ΔΗΜΗΤΣΑΝΗΣ ΖΑΤΟΥΝΑ 4003010201 Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 2
»» ΖΥΓΟΒΙΣΤΙ 4003010301»» ΜΕΛΙΣΣΟΠΕΤΡΑ 4003010401»» ΡΑΔΟΣ 4003010601» ΒΥΤΙΝΑΣ ΒΥΤΙΝΑ 4003020101»» ΕΛΑΤΗ 4003020201»» ΛΑΣΤΑ 4003020401»» ΜΑΓΟΥΛΙΑΝΑ 4003020501»» ΠΥΡΓΑΚΙ 4003020701» ΚΛΕΙΤΟΡΟΣ ΑΓΡΙΔΙ 4003040201»» ΒΑΛΤΕΣΙΝΙΚΟ 4003040301» ΚΟΝΤΑΒΑΖΑΙΝΗΣ ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΑ 4003050101»» ΔΗΜΗΤΡΑ 4003050601»» ΠΑΡΑΛΟΓΓΟΙ 4003050901» ΛΑΓΚΑΔΙΩΝ ΛΕΥΚΟΧΩΡΙ 4003060201» ΤΡΙΚΟΛΩΝΩΝ ΣΤΕΜΝΙΤΣΑ 4003070101» ΤΡΟΠΑΙΩΝ ΒΥΖΙΚΙ 4003080301 ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗΣ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗΣ ΙΣΑΡΗΣ 4004010801» ΓΟΡΤΥΝΙΑΣ ΑΤΣΙΧΟΛΟΣ 4004020201»» ΒΛΑΧΟΡΡΑΠΤΗΣ 4004020801» ΦΑΛΑΙΣΙΑΣ ΛΕΟΝΤΑΡΙ 4004030101»» ΔΥΡΡΑΧΙ 4004030901 ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΛΕΩΝΙΔΙΟΥ ΚΟΥΝΟΥΠΙΑ 4005010401»» ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ 4005010601»» ΠΕΛΕΤΑ 4005010701»» ΠΟΥΛΙΘΡΑ 4004011001»» ΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗΣ 4004011101» ΚΟΣΜΑ ΚΟΣΜΑΣ 4005020101» ΤΥΡΟΥ ΤΥΡΟΣ 4005030107»» ΠΕΡΑ ΜΕΛΑΝΑ 4005030201»» ΣΑΠΟΥΝΑΚΑΙΙΚΑ 4005030301 Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 3
Άρθρο 2 Εντός των ορίων των οικισμών, τροποποιούνται οι ακόλουθες διατάξεις του Π.Δ. 13.10.1998 (ΦΕΚ 908Δ/98) και ισχύουν όπως παρακάτω: 1. Αντικαθίσταται η παράγραφος 6 του άρθρου 3 ως εξής: «6. Το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των κτιρίων μετρούμενο από το γύρω φυσικό ή διαμορφωμένο έδαφος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα 7,50 μ. σε κανένα σημείο του κτιρίου. Κατά παρέκκλιση, στους οικισμούς Άγιος Πέτρος, Καστάνιτσα, Ζάτουνα, Βυτίνα, Βαλτεσίνικον και Στεμνίτσα, το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής δύναται να επιτρέπει την υπέρβαση του μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους, χωρίς υπέρβαση του συντελεστή δόμησης και μόνο όταν συντρέχουν ταυτόχρονα οι εξής προϋποθέσεις: i. Το ύψος του προς ανέγερση κτίσματος προσαρμόζεται στα πρότυπα παλαιών παραδοσιακών κτισμάτων που βρίσκονται στο απολύτως άμεσο περιβάλλον του (όμορα κτίσματα). ii Η κλίση εδάφους του οικοπέδου, στο σημείο τοποθέτησης του κτίσματος, είναι 30%. iii Η υπέρβαση του ύψους πραγματοποιείται μόνο στο τμήμα της όψης προς την κατωφέρεια. Ο ημιυπόγειος χώρος που δημιουργείται (υπόγειος στις τρεις πλευρές) προσμετράται στο συντελεστή δόμησης. Σε καμία περίπτωση, το μέγιστο ύψος στο τμήμα της όψης προς την κατωφέρεια, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 8,50 μ. Σε ειδικές περιπτώσεις το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής μπορεί να επιβάλλει μικρότερο ύψος του επιτρεπόμενου, προκειμένου να προστατέψει θεάσεις ή φυσικούς σχηματισμούς. Πάνω από το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος της οικοδομής επιτρέπεται μόνο η κατασκευή κεκλιμένης στέγης μέγιστου ύψους 1,50 μ., και η οποία δεν επιτρέπεται να έχει κλίση μεγαλύτερη του τριανταπέντε (35%) τοις εκατό, καπνοδόχων και αεραγωγών.» 2. Αντικαθίσταται το εδάφιο β της παρ. 7 άρθρου 3 ως εξής: «7. β) Η κατασκευή των κάθε είδους τοιχίων γίνεται από ξηρολιθοδομή (ξερολιθιά), είτε από εμφανή λιθοδομή, υποχρεωτικά με λίθους τοπικής προέλευσης, με τις προδιαγραφές κατασκευής του εδαφίου 3α του άρθρου 4.» 3. Αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 4 ως εξής: «1. Α. Ογκοπλαστική μορφή α) Η ογκοπλαστική μορφή των κτιρίων πρέπει να προσεγγίζει τα παραδοσιακά πρότυπα ως προς τη σύνθεση, την κλίμακα και τις αναλογίες των όγκων. Τα νέα οικοδομικά σύνολα θα πρέπει να έχουν λιτή γεωμετρική μορφή, αποτελούμενη από διακεκριμένες μονάδες πρισματικών όγκων, καθαρών σχημάτων ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου που μπορούν να συνδυάζονται μεταξύ τους (π.χ. σε σύνθετη διάταξη Γ). Απαγορεύονται συνδυασμοί που οδηγούν σε πολύπλοκες κατόψεις. β) Οι όγκοι θα πρέπει να είναι συμπαγείς. Δεν επιτρέπεται η δημιουργία υποχωρήσεων και η διαμόρφωση στοών και εν γένει ημιυπαίθριων χώρων στο κυρίως σώμα του κτίσματος. Απαγορεύεται επίσης η δημιουργία καμπύλων επιφανειών ή όγκων κάθε είδους στα πρίσματα των κτισμάτων. γ) Ο μέγιστος όγκος κάθε διακεκριμένης πρισματικής μονάδας κτίσματος κατοικίας, χωρίς να υπολογίζεται ο όγκος της στέγης, ορίζεται: i. για μονώροφο κτίσμα σε Vmax= 400 μ 3 ii. για διώροφο κτίσμα σε Vmax= 700 μ 3 δ) Σε περίπτωση της, κατά παρέκκλιση, υπέρβασης του μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους των 7,50 μ. σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 3, ο ως άνω μέγιστος επιτρεπόμενος όγκος δύναται να προσαυξάνεται κατά 20%. ε) Για κτίρια πάνω από το Vmax επιβάλλεται η διάσπαση του όγκου σε επιμέρους ανεξάρτητους, έστω κι αν πρόκειται για λειτουργικά ενιαίο οικοδόμημα. Οι όγκοι που διαμορφώνονται δε θα πρέπει να είναι πανομοιότυποι, και μπορούν να βρίσκονται είτε σε επαφή, είτε σε απόσταση μεταξύ τους, με τις ακόλουθες προϋποθέσεις: Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 4
i. Η ελάχιστη απόσταση μεταξύ ανεξάρτητων όγκων εντός του οικοπέδου ορίζεται σε 2,50 μ. ii. Επιβάλλεται ο διαχωρισμός των εν επαφή μονάδων ως προς την κάτοψη, τουλάχιστον κατά 1,00 μ., ως προς τη μία ή την άλλη διεύθυνση. iii. Η κλιμάκωση των όψεων μπορεί να επιτυγχάνεται με τη σύνθεση επιμέρους όγκων διαφορετικού ύψους. iv. Η τελική κτιριακή σύνθεση θα πρέπει να αποτελεί συνεκτικό σύνολο με ενιαία αρχιτεκτονική ταυτότητα και να οργανώνεται με κεντρικό συνθετικό στοιχείο τον υπαίθριο χώρο. στ) Ως μέγιστο μήκος πλευράς κύριου διώροφου κτίσματος, ορίζεται το Ymax = 2*Ηmax, (όπου Η το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος του οικοδομήματος χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η στέγη). Ειδικότερα σε τυχόν κτίσματα τετράγωνης κάτοψης, ως μέγιστη διάσταση πλευράς τετραγώνου ορίζονται τα 10,00 μ. ζ) Tα παραπάνω εδάφια δεν έχουν εφαρμογή σε κτήρια κοινής ωφέλειας. Β. Τοποθέτηση στο οικόπεδο Η τοποθέτηση του κτιρίου στο οικόπεδο γίνεται με τα παρακάτω κριτήρια: i. Να μην βλάπτεται ο πολεοδομικός ιστός των οικισμών. ii. Να προστατεύονται βασικά σημεία θέας κοινοχρήστων χώρων, όπως επίσης οπτικές φυγές και θεάσεις προς χαρακτηρισμένα μνημεία, αξιόλογα κτίσματα και στοιχεία της περιοχής (π.χ. κρήνες, φυσικά στοιχεία κ.τ.λ.) iii. Να προστατεύεται κατά το δυνατόν η θέα όμορων οικοπέδων και κτισμάτων, όπως επίσης ο φυσικός ηλιασμός και αερισμός υφιστάμενων γειτονικών οικοδομών. iv. Να μη διαμορφώνονται υποβαθμισμένοι ελεύθεροι χώροι ανάμεσα σε όμορες ιδιοκτησίες. v. Να επιδιώκεται η βέλτιστη χωροδιάταξη των οικοδομικών όγκων σε σχέση με τις ισοϋψείς του εδάφους και τον προσανατολισμό κλειστών και ανοιχτών χώρων, κατά τα πρότυπα της αρχιτεκτονικής παράδοσης του τόπου. vi. Να προστατεύεται και να αναδεικνύεται το φυσικό περιβάλλον του οικοπέδου και των όμορων ιδιοκτησιών, όπως και του κοινόχρηστου χώρου έμπροσθεν αυτών. vii. Να συντείνει στη διατήρηση τυχόν ξερολιθιών, αλωνιών και λοιπών στοιχείων που μαρτυρούν τη συνέχεια της αγροτικής παράδοσης του τόπου. Η τήρηση των παραπάνω διατάξεων υπόκειται στην κρίση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής, το οποίο εγκρίνει σε κάθε περίπτωση τη θέση του κτιρίου μέσα στο οικόπεδο και δύναται κατά την κρίση του να επιβάλλει επιπλέον περιορισμούς, με γνώμονα τη διατήρηση της υφιστάμενης δομής του οικισμού, τη διατήρηση τυχόν παλιάς παραδοσιακού χαρακτήρα οικοδομής, την ανάδειξη φυσικών στοιχείων, αξιόλογων κτιρίων ή κοινοχρήστων χώρων.» 4. Αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 4 ως εξής: «2. α) Οι οικοδομές πρέπει να καλύπτονται με στέγη τετράριχτη ή τρίριχτη, απαγορευομένων τυχόν ανοιγμάτων σε αυτήν, και με επικάλυψη από κεραμίδια βυζαντινού τύπου, χρώματος κεραμιδί (απαγορεύεται το κόκκινο), ώχρα, ή καφέ (terracotta). Σε ισόγεια κτίσματα επιτρέπεται επίσης η διαμόρφωση δίριχτης ή μονόριχτης στέγης. Σε περίπτωση ορεινών οικισμών, που συναντάται ως υλικό επικάλυψης της στέγης η σχιστόπλακα, το Σ.Α. μπορεί να εγκρίνει αυτό ως υλικό επικάλυψης. Για τον οικισμό Καστάνιτσα, η επικάλυψη με σχιστόπλακες είναι υποχρεωτική. Κάθε διακριτός ορθογωνικός όγκος καλύπτεται από μία μόνο τετράριχτη στέγη. Στις περιπτώσεις συνδυασμού ισοϋψών ορθογωνικών όγκων σε σύνθετες διατάξεις (π.χ. διάταξη Γ), η στέγαση επιβάλλεται να γίνεται με ενιαία στέγη, που ακολουθεί το περίγραμμα της κάτοψης του υποκείμενου ορόφου. Η μέγιστη επιτρεπόμενη προεξοχή της στέγης περιμετρικά του κτίσματος ορίζεται στα 0,20 μ. συμπεριλαμβανομένων των κεραμιδιών. Κατά παρέκκλιση και μόνο στην περίπτωση ξύλινης φέρουσας κατασκευής στέγης που προβάλλεται εμφανής εξωτερικά του κτιρίου, η μέγιστη επιτρεπόμενη προεξοχή της στέγης, συμπεριλαμβανομένων των κεραμιδιών, ορίζεται στα 0,40 μ. Σε περίπτωση που στο άμεσο περιβάλλον του κτιρίου συναντάται και ο συνδυασμός στέγης και επίπεδου δώματος, επιτρέπεται η στέγαση με δώμα σε ισόγεια κτίσματα κύριας ή βοηθητικής χρήσης και καθαρής Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 5
ορθογωνικής μορφής, που τοποθετούνται σε επαφή, υποχρεωτικά με τον διώροφο κτιριακό όγκο, μέγιστης επιφανείας 30 τ.μ. Στέγαση με δώμα επιτρέπεται και σε ισόγεια ανεξάρτητα κτίσματα μέγιστης επιφανείας 25 τ.μ. που προορίζονται για αποκλειστική χρήση χώρου στάθμευσης. β) Η κατασκευή της στέγης είναι υποχρεωτική. Δεν επιτρέπεται η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών που ακολουθούν αυτές του φέροντα οργανισμού και της πλήρωσης των τοίχων του κτιρίου πριν από την πλήρη αποπεράτωση των εργασιών κατασκευής της στέγης. Η κατασκευή της στέγης είναι υποχρεωτική ακόμα και εάν δεν εξαντλείται ο επιτρεπόμενος συντελεστής δόμησης ή εάν προβλέπεται μελλοντικά η ανέγερση επιπλέον ορόφου. Απαγορεύεται κάθε είδους κατασκευή πάνω από τη στέγη εξαιρουμένων των καπνοδόχων και αεραγωγών.» 5. Αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 4 ως εξής: «3. α) Οι εξωτερικές όψεις μπορούν να είναι επιχρισμένες ή από εμφανή λιθοδομή με τις κάτωθι προδιαγραφές: i. Η λιθοδομή επιβάλλεται να κατασκευάζεται από τοπικά ασβεστολιθικά πετρώματα στις τοπικές υπόλευκες, γκρίζες, κιτρινόλευκες αποχρώσεις. Οι λίθοι μπορεί να είναι είτε καθόλου επεξεργασμένοι (αργολιθοδομή), είτε μερικώς επεξεργασμένοι σε ορθογώνια μορφή (ημιλαξευτή τοιχοποιία). Δεν νοείται λίθινος τοίχος λεπτότερος από 45 εκ. Οι τυχόν επενδύσεις τοιχοποιίας με λίθους έχουν ελάχιστο πάχος 20 εκ., ώστε να προσομοιάζουν της αυθεντικής παραδοσιακής λιθοδομής. ii. Κατά την αρμολόγηση υφιστάμενων λιθοδομών γίνεται χρήση κονιαμάτων με βάση την φυσική άσβεστο. Να αποφεύγεται η χρήση τσιμέντου. Στις νέες λιθοδομές η αρμολόγηση γίνεται με αντίστοιχα κονιάματα, με χρήση λευκού τσιμέντου. Η απόχρωση του αρμολογήματος θα πρέπει να είναι γαιώδης. Δεν επιτρέπεται η διαμόρφωση εξεχόντων αρμών. iii. Απαγορεύεται η διαμόρφωση ανακουφιστικών τόξων και τοξωτών πρεκιών. Επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση, η διαμόρφωση χαμηλωμένων τόξων σε ανοίγματα (πόρτες - παράθυρα) του κτιρίου, με τις προϋποθέσεις του εδαφίου στ της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου. β) Απαγορεύεται η επίχριση υφιστάμενων κτισμάτων με εμφανή, εξωτερικά, λιθοδομή. γ) Σε περίπτωση επίχρισης των εξωτερικών όψεων, εφαρμόζονται αδρά επιχρίσματα με βάση την φυσική άσβεστο και χρωστικές στο ίδιο το κονίαμα. δ) Δεν επιτρέπονται επενδύσεις επιφανειών με υλικά όπως σχιστόπλακες ή άλλους πλακοειδείς διακοσμητικούς λίθους ή διακοσμητικά πλακίδια και οι τεχνοτροπίες επιχρισμάτων που παραπέμπουν στα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά άλλων περιοχών. ε) Ως προς τους χρωματισμούς, επιτρέπονται οι λευκές και υπόλευκες αποχρώσεις. Κατόπιν έγκρισης του αρμοδίου Σ.Α. δύναται να επιτραπούν και άλλοι χρωματισμοί (γαιώδεις, γκρι, λουλακί, ώχρα, κροκί, κεραμιδί, χονδροκόκκινο, ουρανί), εφόσον συναντώνται παραδοσιακά στον εκάστοτε οικισμό. ζ) Τα ξύλινα στοιχεία των κτισμάτων (εξώστες, χαγιάτια, εξωτερικές κλίμακες, κιγκλιδώματα, στέγαστρα κ.α.) διαμορφώνονται στο φυσικό χρώμα του ξύλου, είτε σε άλλες αποχρώσεις εφόσον συναντώνται παραδοσιακά στον οικισμό. Το σύνολο των χρωματισμένων ξύλινων και μεταλλικών στοιχείων της οικοδομής θα πρέπει να αποτελεί ενιαία χρωματικά ενότητα και να εναρμονίζεται με τους λοιπούς χρωματισμούς των υλικών που επιλέγονται (επιχρίσματα, κουφώματα κ.α.).» 6. Αντικαθίσταται η παράγραφος 5 του άρθρου 4 ως εξής: «5. Επιτρέπεται η κατασκευή καθενός από τα παρακάτω στοιχεία, μόνο αν αυτά συναντώνται κατά κανόνα και όχι κατ' εξαίρεση στις οικοδομές του άμεσου περιβάλλοντος του κτιρίου. α) Εξώστες Ανοιχτοί εξώστες i. Η φέρουσα κατασκευή εξωστών μπορεί να είναι ξύλινη, είτε μεταλλική, είτε από οπλισμένο Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 6
σκυρόδεμα, με ορθογωνική κάτοψη. ii. Το μέγιστο πλάτος ανοιχτού εξώστη ορίζεται σε 1,10 μ. και το μέγιστο μήκος σε 4,00 μ., ενώ σε κάθε περίπτωση το μήκος δεν δύναται να υπερβαίνει τα 2/3 του μήκους της εν επαφή όψης. Στην περίπτωση εξώστη οπλισμένου σκυροδέματος ως μέγιστο πάχος πλάκας ορίζονται τα 0,15 μ. iii. Η ελάχιστη απόσταση του εξώστη από τις γωνίες του κτίσματος ορίζεται στα 0,50 μ. iv. Ανά διακεκριμένη μονάδα όγκου, ειδικότερα σε ότι αφορά την κατοικία, καθώς και κτίσματα ξενώνων μικρής κλίμακας ή επαγγελματικής χρήσεως, επιτρέπεται η κατασκευή μόνο ενός εξώστη στη στενή πλευρά των κτισμάτων και μέχρι δύο συνολικά εξωστών. v. Δεν επιτρέπονται oι συνεχείς σε όλο το μήκος της όψης εξώστες, η κατασκευή ανοιχτών γωνιακών ή περιμετρικών εξωστών, καθώς και οι ανοιχτοί εξώστες σε εσοχή του κτηρίου. vi. Η επίστρωση εξωστών ελαφριάς κατασκευής επιβάλλεται να είναι από ξύλινες σανίδες στη φυσική τους απόχρωση. vii. Τα κιγκλιδώματα διαμορφώνονται με γραμμικά, κατακόρυφα ή οριζόντια στοιχεία απλής μορφής, ξύλινα ή μεταλλικά. Επιτρέπεται επίσης ο συνδυασμός των δύο υλικών. Κλειστοί εξώστες Επιτρέπεται η διαμόρφωση κλειστού εξώστη (σαχνισί) στον ανώτερο όροφο, που προσμετράται στον Σ.Δ., και εκτείνεται σε τμήμα της όψης, υπό τις εξής προϋποθέσεις: i. Το ελάχιστο πλάτος αυτού ορίζεται σε 0,40 μ., και το μέγιστο σε 0,80 μ. ii. Ο κλειστός εξώστης επιτρέπεται να εξέχει πέραν της ρυμοτομικής γραμμής του οικοπέδου μέχρι 0,40 μ. με την προϋπόθεση ότι θα απέχει από τυχόν απέναντι εξώστη τουλάχιστον 4,00 μ. Εξώστες που έχουν πρόσωπο σε δρόμους πλάτους μεγαλύτερου των 4,80 μ. μπορούν να εξέχουν πέραν της ρυμοτομικής γραμμής απόσταση μεγαλύτερη των 0,40 μ. με την προϋπόθεση πάντα ότι η απόσταση από τον απέναντι παραμένει τουλάχιστον 4,00 μ. Το κατώτερο σημείο αυτών πρέπει να απέχει τουλάχιστον 3,30 μ. από το πεζοδρόμιο ή το φυσικό ή διαμορφωμένο έδαφος. iii. Ο κλειστός εξώστης απέχει από τα πίσω ή τα πλάγια όρια του οικοπέδου τουλάχιστον 2,50 μ. iv. Το μήκος των κλειστών εξωστών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/4 του συνολικού μήκους των όψεων του κτηρίου. Το μήκος των ανοιχτών και κλειστών εξωστών συνολικά δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 2/5 του συνολικού μήκους των όψεών του. Το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής μπορεί να επιβάλλει επιπλέον περιορισμούς ως προς τη θέση και το μέγεθος των εξωστών σε κάθε κτίριο ξεχωριστά για λόγους προσαρμογής και προστασίας του κτισμένου και φυσικού χώρου που το περιβάλλει. Επιστέγαση εξωστών Σε ανοιχτούς εξώστες, η επιστέγαση γίνεται με ανεξάρτητη, οριζόντια ή με μικρή κλίση έως 3%, ελαφριά, μεταλλική ή ξύλινη κατασκευή ορθογωνικής κάτοψης και ομοίων διαστάσεων με τον εξώστη, από απλές διατομές. Η ανώτερη επιφάνεια των στεγάστρων, στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να απέχει τουλάχιστον 0,50 μ. από την απόληξη της τοιχοποιίας. Η επικάλυψη του προστεγάσματος μπορεί να γίνεται με φυσικό πράσινο (κληματαριές, αναρριχόμενα φυτά) είτε με ξύλινες ορθογωνικές, ή μεταλλικές διατομές, ή εν γένει φυσικά υλικά. Απαγορεύεται η τοποθέτηση κεραμοσκεπής. Εναλλακτικά επιτρέπεται επίσης η τοποθέτηση υαλοπινάκων ή αναλόγων διαφανών υλικών. Σε ανοιχτούς εξώστες, ελάχιστου μήκους 2,00 μ., επιτρέπεται επίσης η επιστέγαση με προέκταση της κύριας στέγης ακολουθώντας υποχρεωτικά την κλίση της, και μόνο με την προϋπόθεση ξύλινης φέρουσας κατασκευής αυτής, που προβάλλεται εμφανής εξωτερικά του κτιρίου, είτε με ανεξάρτητο επικλινές τμήμα επίσης ξύλινης κατασκευής, που ακολουθεί υποχρεωτικά την κλίση της στέγης. Το προστέγασμα, στις περιπτώσεις αυτές, στηρίζεται υποχρεωτικά σε κατακόρυφους ξύλινους ή μεταλλικούς στυλοβάτες, που καταλήγουν είτε στο επίπεδο του εξώστη είτε στο έδαφος. Η επικάλυψη επιβάλλεται να είναι ομοίου τύπου και χρώματος με την αντίστοιχη της κύριας στέγης. Στην περίπτωση ανεξάρτητου επικλινούς προστεγάσματος το ανώτερο σημείο της επικάλυψης δεν μπορεί να απέχει από το κατώτερο σημείο της φέρουσας κατασκευής της κύριας στέγης του κτίσματος απόσταση μεγαλύτερη των 0,15 μ. Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 7
Σε κλειστούς εξώστες, η επιστέγαση διαμορφώνεται ως φυσική συνέχεια της στέγης του κτιρίου. β) Λιακός Ο λιακός διαμορφώνεται ως ισόγειο κτίσμα καθαρής ορθογωνικής μορφής που επικαλύπτεται με δώμα και τοποθετείται σε επαφή, υποχρεωτικά, με τη μακρά πλευρά διώροφου κτιριακού όγκου, ενώ η επιφάνειά του δε δύναται να υπερβαίνει τα 30 τ.μ. Το στηθαίο μπορεί να είναι χτιστό σε συνέχεια της επιφάνειας των όψεων του κτίσματος. Εναλλακτικά δύναται να τοποθετηθεί κιγκλίδωμα απλής μορφής, κατ' αντιστοιχία των κιγκλιδωμάτων των εξωστών. Στο ισόγειο αυτό κτίσμα επιτρέπεται και η διαμόρφωση ημιυπαίθριου χώρου κατ' αντιστοιχία των παραδοσιακών προτύπων. Επιτρέπεται η στέγαση λιακού με τις εξής προϋποθέσεις: i. Το στέγαστρο που τοποθετείται ακολουθεί τις προδιαγραφές των προστεγασμάτων των ανοιχτών εξωστών. ii. Σε περίπτωση διαμόρφωσης κεραμοσκεπούς στεγάστρου, είτε με προέκταση της στέγης, είτε ως ανεξάρτητο επικλινές τμήμα, ως μέγιστο πλάτος αυτού ορίζονται τα 2,00 μ. γ) Σκίαστρα - Στέγαστρα - Πέργκολες Τα κάθε είδους σκίαστρα - στέγαστρα - πέργκολες διαμορφώνονται ως ελαφριές, μεταλλικές ή ξύλινες κατασκευές από απλές διατομές και επικαλύπτονται με φυσικό πράσινο (κληματαριές, αναρριχόμενα φυτά), με ξύλινες ορθογωνικές, ή μεταλλικές διατομές, ή εν γένει φυσικά υλικά. Για τη στέγαση μεμονωμένων θυρών εισόδου επιτρέπεται επιπλέον η διαμόρφωση οριζόντιου σκιάστρου ορθογωνικής κάτοψης και ελαφριάς μεταλλικής ή ξύλινης κατασκευής ή πλάκας σκυροδέματος, σε πρόβολο, μέγιστου πλάτους 1,00 μ. δ) Εξωτερικές κλίμακες i. Η κατασκευή ανοιχτής κλίμακας ανόδου στον όροφο επιτρέπεται αποκλειστικά στη μακρά πλευρά των κτισμάτων. ii. Η εξωτερική, ανοιχτή κλίμακα μπορεί να έχει μέγιστο πλάτος 1,00 μ., δεν υπολογίζεται στο ποσοστό κάλυψης και το συντελεστή δόμησης και αναπτύσσεται παράλληλα, τουλάχιστον κατά τα 2/3 του μήκους της, και σε επαφή με την μακρά πλευρά του κτιρίου, ενώ καταλήγει σε εξώστη ή σε βατό δώμα ισόγειου κτίσματος. Επιτρέπεται και η κάθετη τοποθέτηση μεγαλύτερου τμήματος της εξωτερικής κλίμακας προς τη μακρά πλευρά του διώροφου όγκου, αρκεί αυτό να ενσωματώνεται στο περίγραμμα του ισόγειου κτίσματος. iii. Το στηθαίο της ανοιχτής κλίμακας μπορεί να είναι συμπαγές, οπότε επιβάλλεται να συνεχίζει στο ίδιο κατακόρυφο επίπεδο μέχρι το έδαφος, ή με τη μορφή κιγκλιδώματος που κατασκευάζεται κατ' αντιστοιχία των κιγκλιδωμάτων των εξωστών. iv. Οι εξωτερικές κλίμακες μπορούν να είναι, είτε συμπαγείς, είτε ελαφριάς κατασκευής, ξύλινης ή μεταλλικής. Οι εξωτερικές κλίμακες δεν επιτρέπεται να συνεχίζουν σε τυχόν υπόγειο χώρο και επιβάλλεται να μένουν ακάλυπτες.» 7. Αντικαθίσταται η παράγραφος 6 του άρθρου 4 ως εξής: «6. Η διαμόρφωση των ανοιγμάτων - κουφωμάτων ακολουθεί τα παραδοσιακά πρότυπα: α) Η ελάχιστη απόσταση των ανοιγμάτων από τις γωνίες του κτίσματος ορίζεται στα 0,80 μ., ενώ η ελάχιστη μεταξύ τους απόσταση στα 0,50 μ. β) Τα ανοίγματα θα πρέπει να έχουν σχήμα ορθογωνικό, με αναλογία πλάτους - ύψους περίπου από 1/1,5 έως 1/2. Κατ' εξαίρεση για τις θύρες του ισογείου επιτρέπεται και η αναλογία 1/2,5. γ) Το πλήρες θα πρέπει να υπερτερεί του κενού στις επιφάνειες των όψεων. Συνολικά το ποσοστό των ανοιγμάτων δε θα πρέπει να ξεπερνά το 20 % της συνολικής επιφάνειας των όψεων. δ) Το μέγιστο πλάτος παραθύρου ορίζεται σε 1,00 μ. και θύρας σε 1,20 μ. Ειδικότερα, κατόπιν έγκρισης του αρμοδίου Σ.Α., το μέγιστο πλάτος ανοίγματος: i. σε θύρες ισογείου μπορεί να φτάνει και τα 1,50 μ. ii. σε θύρες ισόγειων καταστημάτων μπορεί να φτάνει και τα 2,00 μ. Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 8
ε) Απαγορεύονται ανοίγματα άλλων σχημάτων πλην του ορθογωνικού (π.χ. κυκλικά, πολύπλευρα, τοξωτά, αψιδωτά, τρίγωνα κ.α.), καθώς και η διαμόρφωση τοξωτών πρεκιών. στ) Σε τοιχοποιίες εμφανούς λιθοδομής, η διαμόρφωση των ανοιγμάτων γίνεται με ενιαίο οριζόντιο πρέκι. Κατά παρέκκλιση επιτρέπεται, η διαμόρφωση πρεκιών με τη μορφή χαμηλωμένου τόξου, και για μέγιστο πλάτος ανοίγματος 1,20 μ. Στην περίπτωση αυτή, το ύψος του τόξου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 1/6 του πλάτους του ανοίγματος. ζ) Τα υαλοστάσια επιβάλλεται να είναι ξύλινα, ανοιγόμενα, ανασυρόμενα ή και ανακλινόμενα. η) Τα εξώφυλλα επιβάλλεται να είναι ξύλινα, ανοιγόμενα, γαλλικού ή γερμανικού τύπου, ή ανακλινόμενα, καρφωτά, περσιδωτά ή ταμπλαδωτά. θ) Απαγορεύονται τα συρόμενα και τα συνθετικά (PVC κλπ) κουφώματα και εξώφυλλα, καθώς και οι αλουμινοκατασκευές κάθε είδους. ια) Σε καταστήματα και χώρους στάθμευσης επιτρέπεται η κατασκευή κουφωμάτων από σίδηρο. ιβ) Στην περίπτωση εισόδου σε κλειστό χώρο στάθμευσης, το μέγιστο πλάτος του ανοίγματος ορίζεται σε 2,50 μ. και το μέγιστο ύψος σε 2,20 μ. ιγ) Όλα τα εξωτερικά κουφώματα κάθε κτιρίου επιβάλλεται να έχουν ενιαίο χρωματισμό. ιδ) Τα κουφώματα επιτρέπεται να είναι στις φυσικές αποχρώσεις του ξύλου, ή στους εξής χρωματισμούς εφόσον συναντώνται παραδοσιακά στον εκάστοτε οικισμό: γαλάζιο, πράσινο, μπλε, γκρι, ώχρα, όμπρα, σκούρο καφέ ή σκούρο κόκκινο.» 8. Αντικαθίσταται η παράγραφος 7 του άρθρου 4 ως εξής: «7. α) Οι περιφράξεις διαμορφώνονται (ως προς το ύψος, τη μορφή και το υλικό) σύμφωνα με τα επικρατούντα στο άμεσο περιβάλλον της οικοδομής. Η κατασκευή γίνεται από ανεπίχριστη λιθοδομή χωρίς τονισμένους αρμούς ή ξηρολιθοδομή, με τις προδιαγραφές κατασκευής του εδαφίου 3α, είτε από τοιχοποιία επιχρισμένη με αδρό σοβά, λευκών και γαιωδών αποχρώσεων, εφόσον συναντάται κατά κανόνα και όχι κατά παρέκκλιση στο άμεσο περιβάλλον της οικοδομής. Σε δρόμους με συνεχή μέτωπα που διαμορφώνονται από όψεις κτισμάτων και υψηλές μάνδρες απαγορεύεται η κατασκευή χαμηλών περιτοιχίσεων, η τοποθέτηση κιγκλιδωμάτων ή η μείωση του ύψους των υφισταμένων. β) Το συνολικό ύψος της περίφραξης διαμορφώνεται σύμφωνα με τα επικρατούντα ύψη των περιφράξεων στο άμεσο περιβάλλον της οικοδομής και δεν μπορεί να ξεπερνά γενικά τα 2,00 μ. Κατ' εξαίρεση, στο σημείο του ανοίγματος της αυλόθυρας, η περίφραξη μπορεί να φτάνει τα 2,30 μ. Σε περίπτωση μεγάλης υψομετρικής διαφοράς επί της ρυμοτομικής γραμμής μεταξύ οικοπέδου και στάθμης δρόμου επιτρέπεται η διαμόρφωση αναλημματικών τοίχων αναλόγου ύψους, και με την προϋπόθεση διατήρησης του αναγλύφου και τυχόν φυσικών σχηματισμών. γ) Η κατασκευή τυχόν κιγκλιδωμάτων θα πρέπει να είναι αντίστοιχη με αυτή που περιγράφεται για τους εξώστες. δ) Οι αυλόπορτες μπορούν να είναι ξύλινες καρφωτές, ή και μεταλλικές απλού σχεδίου. ε) Είναι δυνατόν να επιβάλλεται η κατασκευή κτιστού περιφράγματος ελάχιστου ύψους 1,80 μ. για την κάλυψη χώρων εργασίας (αποθηκών, συνεργείων αυτοκινήτων κ.λπ.) από τους κοινόχρηστους χώρους του οικισμού, όταν εξωτερικεύονται με οποιονδήποτε τρόπο οι παραπάνω χρήσεις, κατά την κρίση του Σ.Α.» 9. Αντικαθίσταται η παράγραφος 8 του άρθρου 4 ως εξής: «8. Η τοποθέτηση τεντών λευκού ή υπόλευκου υφάσματος επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις καταστημάτων ή χώρων συνάθροισης, κατόπιν έγκρισης από το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής, εφόσον δεν αλλοιώνεται η φυσιογνωμία αξιόλογων μετώπων, τμημάτων ή κοινοχρήστων χώρων του οικισμού. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση τεντών σε παραδοσιακά κτίσματα. Επιβάλλεται η σταδιακή απομάκρυνση τεντών που δεν ακολουθούν τις ανωτέρω προδιαγραφές, εντός χρονικού διαστήματος που θα οριστεί από τη Δημοτική Αρχή.» 10. Στο τέλος της παραγράφου 9 του άρθρου 4 προστίθενται τα παρακάτω εδάφια: Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 9
«9. Απαγορεύεται η τοποθέτηση κάθε είδους φωτεινών επιγραφών... Επιτρέπονται μόνο επιγραφές... κατά την κρίση της ΕΠΑΕ. Οι επιγραφές θα πρέπει να ενσωματώνονται στη λογική διαμόρφωσης της όψης και να μη διαταράσσουν τη χρωματολογική οργάνωση του κτηρίου. Η ακριβής θέση, το μέγεθος και η μορφή των επιγραφών, θα προσδιορίζονται στα προς έγκριση σχέδια σε κάθε περίπτωση ανέγερσης, επιδιόρθωσης, προσθήκης ή αλλαγής χρήσης οικοδομής. Επιβάλλεται η σταδιακή και εντός ενός έτους απομάκρυνση των φωτεινών και ακαλαίσθητων εν γένει επιγραφών, διαφημίσεων ή πινακίδων σήμανσης. 11. Αντικαθίσταται η παράγραφος 10 του άρθρου 4 ως εξής: «10. α) Κάθε ακίνητο στο οποίο υπάρχει παλαιό κτίριο ή συγκρότημα κτιρίων παραδοσιακού χαρακτήρα, που αντιπροσωπεύει το βασικό οικιστικό πρότυπο της τοπικής κατοικίας, όπως αυτό ορίζεται στην επόμενη παράγραφο, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της τοπικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και θεωρείται ακίνητο αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. β) Ως βασικό οικιστικό πρότυπο νοείται σύνολο, αποτελούμενο κατά κανόνα, από κυρίως κτίριο κατοικίας και τυχόν βοηθητικό κτίσμα (κατά κανόνα μονώροφο). Οι κατοικίες, όπου η τοποθεσία το επιτρέπει, είναι κατά το δυνατόν στραμμένες προς νότο, και συνδυάζονται με ελεύθερο υπαίθριο χώρο, που ενίοτε περικλείεται από υψηλό μανδρότοιχο, εξασφαλίζοντας την ιδιωτικότητα της αυλής. Το οικιστικό αυτό πρότυπο εμφανίζεται και σε απλούστερες παραλλαγές. γ) Το ανωτέρω βασικό οικιστικό πρότυπο, που περιλαμβάνει ιδίως κτίρια, παραρτήματα, μάντρες, λειτουργικά στοιχεία και στοιχεία εξοπλισμού εσωτερικά και εξωτερικά των κτιρίων, με όποιες παραλλαγές απαντάται, θεωρείται αντιπροσωπευτικό δείγμα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής φυσιογνωμίας του οικισμού και προστατεύεται στο σύνολό του. Η αναγνώριση του αυθεντικού προτύπου και η διάκρισή του από τυχόν μεταγενέστερες επεμβάσεις και αλλοιώσεις διενεργείται από το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής (Σ.Α.). Το Σ.Α. αποφαίνεται αιτιολογημένα, αφού λάβει υπόψη τη σχετική τεχνική έκθεση του ενδιαφερομένου και τα προσκομιζόμενα στοιχεία τεκμηρίωσης, όπως φωτογραφίες, σχέδια και άλλα συναφή αποδεικτικά στοιχεία. δ) Απαγορεύεται η καταστροφή ή η αλλοίωση των ανωτέρω παραδοσιακών κτιρίων- οικιστικών προτύπων ή τμημάτων τους, καθώς και επιμέρους στοιχείων τους, όπως αρχιτεκτονικά ή στατικά ή λειτουργικά ή στοιχεία εξοπλισμού (φούρνοι, καμινάδες, τζάκια, ερμάρια) με μη συμβατές επεμβάσεις και ιδίως με επισκευές, μετατροπές ή προσθήκες. ε) Απαγορεύεται επίσης η κατεδάφιση, η κάθε είδους καταστροφή ή αλλοίωση των παραδοσιακών κτισμάτων που απαντώνται στον ύπαιθρο χώρο του οικισμού υπό την μορφή συγκροτημάτων εξειδικευμένης αγροτικής χρήσης ή μεμονωμένων κτισμάτων (π.χ. "κατοικιών", "καλυβών", "ελαιοτριβίων" κ.α.) καθώς και λοιπών συναφών στοιχείων (π.χ. αλωνιών, βρυσών, μαντρών κ.α.). στ) Στα παραδοσιακά κτήρια και στοιχεία των παραπάνω παραγράφων, επιτρέπονται εργασίες συντήρησης ή επισκευής ή ανακατασκευής ετοιμόρροπων τμημάτων τους ή ενίσχυσης του φέροντος οργανισμού τους. Επιτρέπονται επίσης οι εργασίες εκσυγχρονισμού των υδραυλικών, ηλεκτρικών, μηχανολογικών και λοιπών συναφών εγκαταστάσεων των ακινήτων, εφόσον είναι απαραίτητες για τη χρήση τους. Κατά την αποκατάσταση υφιστάμενου παραδοσιακού κτίσματος θα πρέπει να διατηρούνται οι γενικές αναλογίες και τα χαρακτηριστικά//γενικές αρχές οργάνωσης του αρχικού όγκου. ζ) Υπάρχουσες κατασκευές εξωστών, χαγιατιών, εξωτερικών κλιμάκων και περιφράξεων ιδιοκτησιών διατηρούνται ή αποκαθίστανται στην αρχική τους μορφή σε ότι αφορά τα υλικά, τα χρώματα, τις διαστάσεις και την τοποθέτησή τους. Τυχόν νέα στοιχεία, εφόσον εντάσσονται σε μια συνολικότερη συνθετική πρόταση, που δεν αλλοιώνει την αυθεντική φυσιογνωμία και δομή του κτίσματος, δύναται να γίνουν αποδεκτά από το αρμόδιο Σ.Α. Κάθε νέο στοιχείο θα πρέπει να υποδηλώνει την ταυτότητα και το χρόνο κατασκευής του, σε αρμονία με το προϋπάρχον κέλυφος. Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 10
η) Η στέγαση διατηρείται ή αποκαθίσταται στην αρχική της μορφή σε ότι αφορά τα υλικά, τις κλίσεις και τα επιμέρους χαρακτηριστικά αυτής (περιμετρική προεξοχή, ζευκτά, διαμόρφωση γείσου, χρώμα και είδος κεραμιδιών κ.α.). θ) Εφόσον τούτο είναι αναγκαίο για τη χρήση του ακινήτου, επιτρέπονται περιορισμένες επεμβάσεις στο κέλυφος των κτιρίων, όπως προσθήκη λειτουργικών στοιχείων (καμινάδα, εξωτερική κλίμακα) ή στο εσωτερικό τους με συνένωση ή διαχωρισμό των χώρων. ι) Ειδικότερα σε ότι αφορά τα ανοίγματα, τα υφιστάμενα θα πρέπει να διατηρούνται ή να αποκαθίστανται στην αρχική τους μορφή. Λαξευμένα στοιχεία περιμετρικά παλαιότερων ανοιγμάτων διατηρούνται ή συμπληρώνονται, όπου έχουν υποστεί φθορές. Κατ' αντιστοιχία αντιμετωπίζονται τυχόν λαξευμένα λίθινα στοιχεία στο σύνολο των παλαιότερων κατασκευών (π.χ. γωνιόλιθοι, επιγραφές κ.τ.λ.). Θα πρέπει επίσης να διατηρείται ο τρόπος διαμόρφωσης των κουφωμάτων. Η αντικατάσταση κουφωμάτων όπου επιβάλλεται λόγω φθοράς να γίνεται με όμοιου υλικού, ανάλογης κατασκευής και χρωματισμού με τα προηγούμενα. ια) Σε περίπτωση διάνοιξης νέων ανοιγμάτων σε υπάρχον κέλυφος, με στόχο την εξυπηρέτηση σύγχρονων λειτουργικών αναγκών, η συνολική διάταξη θα πρέπει να μη διαταράσσει την ισορροπία κενού - πλήρους. ιβ) Όλες οι παραπάνω εργασίες και επεμβάσεις πρέπει να εκτελούνται κατά τα παραδοσιακά πρότυπα, με σεβασμό στην αρχιτεκτονική φυσιογνωμία, την κατασκευαστική δομή και τεχνική του κτίσματος. Αξιόλογα στοιχεία της διακόσμησης, της μόνιμης επίπλωσης ή του εξοπλισμού του κτιρίου, όπως επίπλαστος ή ζωγραφικός διάκοσμος, ξύλινα εσωτερικά κλιμακοστάσια, ερμάρια, θύρες, σταμνοθήκες, τζάκια, διατηρούνται υποχρεωτικά ή εφόσον τούτο είναι ανέφικτο επανατοποθετούνται σε άλλη κατάλληλη θέση. ιγ) Σε κάθε περίπτωση η οικοδομή θα πρέπει να αποτελεί αναφορά της εποχής που ανεγέρθηκε, του τόπου και της ιστορικής χρήσης της. Μετατροπές που δίνουν λανθασμένες πληροφορίες για την ιστορική της εξέλιξη, όπως η ατεκμηρίωτη προσθήκη στοιχείων που προέρχονται από άλλες παραδοσιακές οικοδομές δεν θα επιτρέπονται. Μετατροπές που έγιναν παλαιότερα στην οικοδομή και αποτελούν μέρος της ιστορικής εξέλιξης της οικοδομής δύναται να διατηρούνται. ιδ) Το βασικό πρότυπο που συγκροτούν τα υφιστάμενα κτίρια ή ερείπια αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αποτελεί την οικιστική χωρητικότητα του ακινήτου. Στα ακίνητα αρχιτεκτονικής κληρονομιάς απαγορεύεται οποιαδήποτε προσθήκη, καθ ύψος. Κατ εξαίρεση και εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την επανάχρηση του κτιρίου, επιτρέπονται, ύστερα από έγκριση του Σ.Α., περιορισμένες προσθήκες κατ' επέκταση, που δεν επηρεάζουν, με τη θέση και το σχήμα τους, την ογκοπλαστική διαμόρφωση του προτύπου, τη λογική της διάταξης εντός του οικοπέδου (σχέση κλειστών - ανοιχτών χώρων, τρόπος εισόδου από τη δημόσια οδό κ.α.) ιδίως δε δεν αλλοιώνουν το χαρακτήρα της αυλής και τη σημασία της ως ζωτικού χώρου της παραδοσιακής κατοικίας. Η κτιριακή προσθήκη θα πρέπει να γίνεται με σεβασμό προς την οργάνωση και την κλίμακα του χώρου, σε αρμονία με την προϋπάρχουσα κατασκευή, ενώ θα πρέπει επίσης να υποδηλώνει την ταυτότητα και το χρόνο κατασκευής της, ώστε να διακρίνεται από το παλαιότερο τμήμα. Γενικά επιτρέπονται οι ισόγειες προσθήκες. Σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να μεταβάλλεται η υπάρχουσα στέγαση (μορφή, χρώμα, κλίμακα), λόγω μεταγενέστερης κτιριακής προσθήκης. Η έγκριση συνοδεύεται από ενδελεχή λεπτομερή αιτιολογική έκθεση, στην οποία εξετάζονται, ιδίως, η διάταξη των κτιρίων και η ογκοπλαστική διαμόρφωσή τους, καθώς και οι οπτικές φυγές από τους αύλειους χώρους των γειτονικών κτιρίων ή κοινόχρηστους χώρους. ιε) Σε περίπτωση ερειπίων ή υπολειμμάτων κτιρίων που δεν συγκροτούν ολοκληρωμένο οικιστικό πρότυπο, όπως αυτό ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, επιτρέπεται η αναστήλωση, η ανακατασκευή ή η συμπλήρωση τμημάτων του υφισταμένου κτίσματος, κατά τα παραδοσιακά πρότυπα του οικισμού, ύστερα από αιτιολογημένη γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής (ΚΕ.Σ.Α.). Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 11
ιστ) Εφόσον υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, με βάση τα οποία τεκμηριώνεται η αρχική μορφή του κτιρίου, όπως φωτογραφίες με βεβαία χρονολογία, προσηκόντως θεωρημένες για τη γνησιότητά τους, εγκεκριμένα σχέδια, βιβλιογραφικές μαρτυρίες, επιτρέπεται η επισκευή και αποκατάσταση των παλαιών κτιρίων παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του οικισμού, ακόμα και εάν οι απαιτούμενες για το σκοπό αυτό εργασίες και επεμβάσεις αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος, ύστερα από αιτιολογημένη κρίση του Σ.Α. ιζ) Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις επεμβάσεων και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών, εφόσον το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής διαπιστώσει αλλοιώσεις ή επεμβάσεις μη συμβατές με τη φυσιογνωμία του υφιστάμενου κτιρίου ή του οικισμού, δύναται να επιβάλλει στον ενδιαφερόμενο την άρση τους, υποδεικνύοντας και τις απαιτούμενες εργασίες αποκατάστασης του κτιρίου.» 12. Αντικαθίσταται η παράγραφος 12 του άρθρου 4 ως εξής: «12. α) Κάθε εργασία διαμόρφωσης κοινόχρηστων χώρων που εκτελείται από τη δημοτική αρχή και κάθε έργο υποδομής (ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ) εγκρίνεται προηγουμένως από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής και προσαρμόζεται στα παραδοσιακά πρότυπα της περιοχής. β) Η υπάρχουσα δομή του δημόσιου χώρου (δρόμοι, πλατείες, πλατώματα), διατηρείται. Επιβάλλεται η διατήρηση αυθεντικών παραδοσιακών λιθόστρωτων, πλακόστρωτων, ξερολιθιών και λοιπών ανάλογων στοιχείων (αναβαθμοί, πεζούλια, κρήνες, κ.α.) του δημόσιου χώρου εντός και εκτός των ορίων του οικισμού. Σε περίπτωση ανάγκης αντικατάστασης ή επισκευής των παραπάνω στοιχείων λόγω φθοράς, οι εργασίες θα πρέπει να γίνονται με τη χρήση ίδιων υλικών και κατάλληλων τεχνικών, για την επαναφορά τους στην αυθεντική τους μορφή. γ) Απαγορεύονται οι ασφαλτοστρώσεις δημοσίων χώρων πλην των οδικών αξόνων. δ) Στη περίπτωση κατασκευής λιθόστρωτων θα πρέπει να χρησιμοποιούνται φυσικοί λίθοι τοπικής προέλευσης, που θα επαναλαμβάνουν το χαρακτήρα των παραδοσιακών ως προς το μέγεθος και την τοποθέτηση. Τυχόν κατάλοιπα αυθεντικών λιθόστρωτων που ενδεχομένως να αποκαλυφθούν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης έργων σε δημόσιους χώρους, θα πρέπει να αξιολογούνται με στόχο τη διατήρηση και διακριτική ενσωμάτωσή τους σε νέες διαμορφώσεις. ε) Για τον εξοπλισμό των κοινοχρήστων χώρων εφαρμόζονται λιτές, κατά το δυνατόν, μορφές, που δεν αναπαράγουν "νεοπαραδοσιακά" στοιχεία (π.χ. αετώματα, κίονες κ.λ.π.) στ) Τα έργα υποδομής των Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας (Δ.Ε.Η., Ο.Τ.Ε. κλπ.) επιβάλλεται να είναι υπόγεια. ζ) Η τοποθέτηση των μετρητών του ηλεκτρικού ρεύματος κλπ. όπως και η τοποθέτηση κάθε άλλου στοιχείου παροχών Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας επιβάλλεται να γίνεται σε ειδικές εσοχές του κτιρίου ή της περίφραξης. η) Οι Οργανισμοί Κοινής Ωφέλειας αναλαμβάνουν με δαπάνες τους την αναμόρφωση και βελτίωση των εγκαταστάσεών τους, όπως και τη σταδιακή υπογειοποίηση του υφιστάμενου δικτύου, ώστε να μην προσβάλλεται το περιβάλλον και να αποκατασταθεί παράλληλα η αλλοίωση της εικόνας των οικισμών. Υποχρεούνται επίσης να αναλαμβάνουν την αποκατάσταση της αρχικής μορφής των δρόμων και κοινοχρήστων χώρων όπου επενέβησαν για την εγκατάσταση των δικτύων τους.» 13. Αντικαθίσταται η παράγραφος 13 του άρθρου 4 ως εξής: «13. Η ανέγερση δημοσίων ή δημοτικών κτιρίων ή κτιρίων οργανισμών ή νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή του ΟΔΕΠ και άλλων διέπεται από τους κανόνες του παρόντος και πραγματοποιείται μετά από έγκριση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής. Ο μέγιστος επιτρεπόμενος ενιαίος όγκος των κτιρίων Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 12
ορίζεται σε 1500 κ.μ. Για κτήρια άνω του μέγιστου επιτρεπόμενου όγκου επιβάλλεται υποχρεωτικά η διάσπαση αυτού σε μικρότερους που τοποθετούνται σε επαφή ή σε απόσταση, έστω κι αν πρόκειται για λειτουργικά ενιαίο οικοδόμημα.» 14. Στο τέλος της παραγράφου 14 άρθρου 4 προστίθενται τα εξής: «14. Για οποιαδήποτε οικοδομική εργασία... στοιχεία και φωτογραφίες. Μελέτες που παρεκκλίνουν από τους ειδικούς όρους δόμησης των άρθρων 3 και 4 του παρόντος, συγκροτώντας μια διαφορετική, ενδεχομένως δυναμική ή και ευρηματική προσέγγιση (π.χ. με τη χρήση νέων υλικών και τρόπων κατασκευής), δύναται να εξετάζονται μεμονωμένα και να εγκρίνονται κατ' εξαίρεση από το αρμόδιο Σ.Α. εφόσον αποτελούν τεκμηριωμένες συνθετικά και κατασκευαστικά προτάσεις, που δεν αλλοιώνουν το παραδοσιακό χαρακτήρα και το φυσικό τοπίο του εκάστοτε οικισμού.» 15. Στο τέλος του άρθρου 4 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: «15. Ειδικότερα σε ότι αφορά τις εγκαταστάσεις τουριστικών καταλυμάτων επισημαίνεται ότι θα πρέπει να αποτελούν ενιαία σύνθεση επιμέρους κτιριακών μονάδων που τοποθετούνται σε επαφή ή σε απόσταση, σύμφωνα με το εδάφιο 1α του παρόντος άρθρου. Ο μέγιστος επιτρεπόμενος όγκος κάθε μονάδας ορίζεται σύμφωνα με τους γενικούς περιορισμούς όγκου, και δύναται να προσαυξηθεί έως 1.200 κ.μ. κατά μέγιστο, προκειμένου για τη διαμόρφωση αιθουσών συγκέντρωσης κοινού. Σε οικόπεδα άνω των 1000 τ.μ. το διώροφο τμήμα των όγκων δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της συνολικά καλυπτόμενης επιφάνειας. Τα επιμέρους κτίσματα όπως και η συνολική σύνθεση των οικοδομών επιβάλλεται να προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον, την κλίμακα και τα χαρακτηριστικά του δομημένου χώρου της περιοχής. Η σύνθεση του συνόλου θα πρέπει να παρουσιάζει ενιαία αρχιτεκτονική ταυτότητα και διακριτή συνεκτική δομή μεταξύ κλειστών και υπαιθρίων χώρων. Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται η επανάληψη πανομοιότυπων όγκων διάσπαρτων στο εσωτερικό του οικοπέδου. Συνολικά εφαρμόζονται οι μορφολογικοί όροι δόμησης των λοιπών παραγράφων του παρόντος άρθρου.» «16. Οι νέες οικοδομές δε θα πρέπει να παραμορφώνουν ή να ξεπερνούν σε ύψος κορυφογραμμές ή λοφώδεις και βραχώδεις εξάρσεις της περιοχής. Με στόχο την τήρηση της ανωτέρω διάταξης, η θέση του οικοπέδου/γηπέδου επισημαίνεται σε απόσπασμα χάρτη ΓΥΣ της ευρύτερης περιοχής του οικισμού, κλίμακας 1:5000, που συνοδεύει το τοπογραφικό διάγραμμα, προκειμένου να συσχετιστεί το μέγιστο πραγματοποιούμενο ύψος με την κρίσιμη κορυφογραμμή, λοφώδη ή βραχώδη έξαρση της περιοχής.» Άρθρο 3 Μορφολογικοί όροι δόμησης στην πέριξ των οικισμών περιοχή Στον πέριξ των οικισμών ύπαιθρο χώρο, όπως ορίζεται από τις περιοχές μελέτης των συνημμένων χαρτών, καθώς και εν γένει σε ακτίνα 500 μέτρων από το θεσμοθετημένο όριο των οικισμών, καθορίζονται οι παρακάτω μορφολογικοί όροι δόμησης: Α. Ύψη: Το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των κτιρίων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα 4,00 μέτρα για μονώροφη οικοδομή ή μονώροφο τμήμα αυτής και τα 6,50 μέτρα για διώροφη οικοδομή ή διώροφο τμήμα αυτής, μη συμπεριλαμβανομένης της στέγης, σε κανένα σημείο της τομής του περιγράμματος του κτιρίου με το φυσικό ή διαμορφωμένο έδαφος. Β. Ογκοπλαστική διάρθρωση 1. Κατ' αντιστοιχία όσων ορίστηκαν για τη δόμηση εντός των ορίων του οικισμού, διατηρούνται τα εδάφια 1α έως γ της παρ. 3 άρθρου 2 του παρόντος. 2. Για όγκους πάνω από το Vmax, επιβάλλεται η διάσπαση σε επιμέρους διακριτές μονάδες με τις προδιαγραφές επιφανείας και όγκου που ορίζονται παραπάνω, έστω κι αν πρόκειται για λειτουργικά Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 13
ενιαίο οικοδόμημα. Οι μονάδες μπορούν να βρίσκονται είτε σε επαφή διαμορφώνοντας ενιαία σύνθεση, είτε σε απόσταση μεταξύ τους. - Στην περίπτωση τοποθέτησης σε επαφή επιβάλλεται ο διαχωρισμός των εν επαφή μονάδων ως προς την κάτοψη, τουλάχιστον κατά 1,00 μ., ως προς τη μία ή την άλλη διεύθυνση. - Στην περίπτωση που τοποθετούνται σε απόσταση, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1α του Άρθρου 6 του Π.Δ. 24.05.1985 "Δόμησις Εκτός Σχεδίου" (ΦΕΚ270Δ/85), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. 3. Απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση η διασπορά όγκων στο εσωτερικό του γηπέδου. Η τελική κτιριακή σύνθεση, θα πρέπει να αποτελεί συνεκτικό σύνολο με ενιαία αρχιτεκτονική ταυτότητα και να οργανώνεται λαμβάνοντας υπόψη ως συνθετικό στοιχείο τον υπαίθριο χώρο. 4. Απαγορεύεται η επανάληψη πανομοιότυπων οικοδομών. Γ. Προσαρμογή στο έδαφος 1. Η διαμόρφωση των ακαλύπτων χώρων πρέπει να συντείνει στη διατήρηση τυχόν φυσικών σχηματισμών και υφιστάμενων δένδρων, όπως επίσης ξερολιθιών, αλωνιών και λοιπών στοιχείων που μαρτυρούν τη συνέχεια της αγροτικής παράδοσης του τόπου. κ.α. 2. Εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 και του εδαφίου 16 της παρ. 15 άρθρου 2 του παρόντος. Προστίθεται επίσης το ακόλουθο εδάφιο: Σε περίπτωση κλίσης του γηπέδου μεγαλύτερης του 40%, απαγορεύεται η δόμηση με εξαίρεση λιθόχτιστο ισόγειο κτίσμα εμβαδού έως 15 τ.μ. και μέγιστου ύψους μέχρι 3,00μ. μετρούμενο από το γύρω φυσικό ή διαμορφωμένο έδαφος, συμπεριλαμβανομένης της στέγασης αυτού). Εφόσον μόνο ένα τμήμα του γηπέδου έχει κλίση άνω του 40%, επιτρέπεται η δόμηση στο υπόλοιπο τμήμα αυτού. Η αρτιότητα και η μέγιστη επιτρεπόμενη δόμηση μπορούν να υπολογίζονται στο σύνολο του γηπέδου, με την προϋπόθεση ότι η επιφάνεια του δομήσιμου τμήματος επαρκεί. Στην περίπτωση που η επιφάνεια του εν λόγω τμήματος δεν επαρκεί, η επιτρεπόμενη δόμηση μειώνεται αναλόγως. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται υπέρβαση του μέγιστου ύψους ή αριθμού ορόφων, όπως αυτά ορίζονται κατά περίπτωση, βάσει του παρόντος. Δ. Υπόσκαφα κτήρια 1. Η κατασκευή υπόσκαφων κτηρίων επιτρέπεται μόνο σε γήπεδα με κλίση άνω του 20%, εφόσον κατά το αρμόδιο Σ.Α., κριθεί αναγκαία για λόγους ένταξης στο ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον του χώρου υπαίθρου των οικισμών. 2. Ειδικότερα, σε τυχόν (κατά παρέκκλιση) άρτια γήπεδα σε κρίσιμα σημεία κορυφογραμμών, καθώς και εντός περιοχών ΤΙΦΚ, το αρμόδιο Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής μπορεί να επιβάλλει την πλήρη ενσωμάτωση του όγκου στο έδαφος, σε συνδυασμό με τη χρήση φυσικών πρωτογενών υλικών στην ορατή όψη των όγκων. 3. Σε κάθε περίπτωση, το μέγιστο ύψος του όγκου υπό τη στάθμη του φυσικού εδάφους, δε δύναται να υπερβαίνει τα 4,00 μ. Ε. Τρόπος κάλυψης και επικάλυψης 1. Επιβάλλεται εν γένει η επικάλυψη με στέγη. Κάθε διακεκριμένη μονάδα ορθογωνίου καλύπτεται με μία τετράριχτη ή δίριχτη στέγη. Στην περίπτωση επικάλυψης με στέγη ισοϋψών εν επαφή ορθογωνικών όγκων σε σύνθετες διατάξεις (π.χ. διάταξη Γ ή Π), επιβάλλεται η διαμόρφωση ενιαίας κεραμοσκεπής, που ακολουθεί το περίγραμμα της κάτοψης του υποκείμενου ορόφου. 2. Επιτρέπεται η επικάλυψη διακριτών ορθογωνικών όγκων της κτιριακής σύνθεσης και με δώμα, με την προϋπόθεση ότι η επιφάνειά τους δεν υπερβαίνει ποσοστό 30% της συνολικά καλυπτόμενης επιφάνειας της οικοδομής. 3. Η μέγιστη επιτρεπόμενη κλίση της στέγης ορίζεται σε 35%. Η επικάλυψη να γίνεται από κεραμίδια βυζαντινού τύπου, χρώματος κεραμιδί (απαγορεύεται το κόκκινο), ώχρα ή καφέ (terracotta) ή σχιστόπλακες. Για τον πέριξ του οικισμού Καστάνιτσα ύπαιθρο χώρο, η επικάλυψη με σχιστόπλακες είναι υποχρεωτική. Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 14
4. Η μέγιστη επιτρεπόμενη προεξοχή της στέγης περιμετρικά του κτίσματος, συμπεριλαμβανομένης τυχόν προεξοχής του υλικού επικάλυψης, ορίζεται στα 0,20 μ. 5. Το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος της στέγης ορίζεται στα 1,50 μ. 6. Δεν επιτρέπεται η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών που ακολουθούν αυτές του φέροντα οργανισμού και της πλήρωσης των τοίχων του κτιρίου πριν από την πλήρη αποπεράτωση των εργασιών κατασκευής της στέγης. 7. Η κατασκευή της στέγης, ολοκληρώνεται ακόμα και εάν δεν εξαντλείται ο επιτρεπόμενος συντελεστής δόμησης ή ακόμα και εάν προβλέπεται μελλοντικά η ανέγερση επιπλέον ορόφου. 8. Απαγορεύεται κάθε είδους κατασκευή πάνω από τη στέγη εξαιρουμένων των καπνοδόχων. ΣΤ. Μορφολογικά και άλλα στοιχεία (ανοίγματα, εξώστες, σκίαστρα, εξωτερικές κλίμακες κ.α.) Εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 2 του παρόντος, όπως ισχύουν για την εντός των ορίων του εκάστοτε οικισμού περιοχή. Ζ. Υλικά - Χρωματισμοί 1. Οι εξωτερικές όψεις στον ύπαιθρο χώρο των ορεινών και ημιορεινών παραδοσιακών οικισμών, καθώς και οι περιφράξεις στο σύνολο των οικισμών, κατασκευάζονται υποχρεωτικά από εμφανή λιθοδομή. Επιτρέπεται επίσης ο συνδυασμός πέτρας με επιφάνειες ξύλου στη φυσική του απόχρωση καθώς και σύγχρονες οικολογικές προσεγγίσεις στη βάση φυσικών υλικών. 2. Όπου οι κτιριακοί όγκοι επιχρίονται, επιτρέπονται μόνον οι γαιώδεις αποχρώσεις. 3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 2 του παρόντος. Άρθρο 4 Έλεγχος διατάξεων Με στόχο την τήρηση των παραπάνω διατάξεων: 1. Το τοπογραφικό διάγραμμα συνοδεύεται υποχρεωτικά από απόσπασμα ρυμοτομικού διαγράμματος (όπου αυτό υφίσταται), από πρόσφατη δορυφορική εικόνα του ευρύτερου χώρου πέριξ του ακινήτου και από πλήρη φωτογραφική αποτύπωση του οικοπέδου και του άμεσου περιβάλλοντος χώρου: όμορα κτίσματα, κτίσματα στην έναντι πλευρά του δρόμου, όμορα οικόπεδα, δρόμοι και κοινόχρηστοι χώροι που βρίσκονται σε άμεση επαφή ή έναντι από το οικόπεδο. Τυχόν χαρακτηρισμένα μνημεία, διατηρητέα κτίσματα ή άλλα στοιχεία (κρήνες, φυσικά στοιχεία κλπ), που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με το ακίνητο, επισημαίνονται υποχρεωτικά στο τοπογραφικό διάγραμμα. 2. Το διάγραμμα δόμησης συνοδεύεται υποχρεωτικά από τρισδιάστατες απεικονίσεις και χαρακτηριστικές τομές που θα αποδεικνύουν τη συμμόρφωση ως προς τις διατάξεις περί ογκοπλαστικής διάρθρωσης, κλίμακας κτιριακών όγκων, και προσαρμογής στο φυσικό τοπίο και ανάγλυφο. 3. Στα σχέδια της μελέτης συμπεριλαμβάνονται όψεις των προβλεπόμενων προς κατασκευή περιφράξεων αλλά και κάθε είδους κατασκευών του υπαιθρίου χώρου. 4. Η θέση των στοιχείων τεχνολογικού εξοπλισμού (κλιματιστικά, ηλιοθερμοσίφωνες κ.λ.π), καθώς και η θέση των υδρορροών, προσδιορίζεται με ακρίβεια στα σχέδια της μελέτης (κατόψεις, όψεις). 5. Τα υλικά, οι υφές και οι χρωματισμοί κάθε είδους στοιχείου προς κατασκευή (όψεις κτιρίου, περιφράξεις, κουφώματα, κιγκλιδώματα, στέγαστρα, υδρορροές κ.λ.π.) θα πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς στα σχέδια και την αιτιολογική έκθεση της αρχιτεκτονικής μελέτης. Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 15
Άρθρο 5 Στοιχεία τεχνολογικού εξοπλισμού 1. Οι ηλιακοί συλλέκτες, τυχόν υφιστάμενες δεξαμενές αποθήκευσης νερού καθώς και λοιπές μηχανολογικές ή άλλες εγκαταστάσεις τοποθετούνται υποχρεωτικά σε σημείο μη ορατό από οποιονδήποτε κοινόχρηστο χώρο. Απαγορεύεται η τοποθέτησή τους σε όψεις των κτισμάτων και στην οροφή - στέγη των οικοδομών. 2. Απαγορεύεται η τοποθέτηση φωτοβολταϊκών στοιχείων εντός και εκτός των ορίων των οικισμών. 3. Στην πέριξ των οικισμών περιοχή επιτρέπεται κατ' εξαίρεση η τοποθέτηση θερμικών ηλιακών συλλεκτών σε οριζόντιο δώμα υπό την προϋπόθεση ότι θα τοποθετούνται με κλίση μικρότερη του 3%. Εξαρτήματα και εγκαταστάσεις που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία των συστημάτων τοποθετούνται υποχρεωτικά κάτω από το δώμα. Οι συστοιχίες των πανέλων θα πρέπει να οργανώνονται σε ενιαίο ορθοκανονικό κάναβο σε παραλληλία με τις πλευρές του κτίσματος. Η επιφάνεια των πανέλων δεν θα απέχει από την επιφάνεια του δώματος απόσταση μεγαλύτερη των 20 εκατοστών. 4. Τα κλιματιστικά μηχανήματα τοποθετούνται υποχρεωτικά σε θέση μη ορατή από οποιονδήποτε κοινόχρηστο χώρο, σε ειδικές διαμορφώσεις των όψεων ή διαμορφωμένες εσοχές του κτίσματος και όχι στις κύριες όψεις ή στην οροφή - στέγη αυτού. 5. Στις επιφάνειες των στοιχείων τεχνολογικού εξοπλισμού απαγορεύεται η αναγραφή επιγραφών του κατασκευαστή αυτών. 6. Τυχόν νέες δεξαμενές συλλογής ομβρίων κατασκευάζονται υπόγειες. 7. Απαγορεύεται η τοποθέτηση τεχνολογικού εξοπλισμού στο κέλυφος υφιστάμενων παραδοσιακών κτισμάτων. Επιτρέπεται μόνο σε σημεία του ακαλύπτου των οικοπέδων/γηπέδων, που δεν είναι ορατά από οποιονδήποτε κοινόχρηστο χώρο του οικισμού. 8. Επιβάλλεται η σταδιακή συμμόρφωση προς τις παραπάνω διατάξεις, υφιστάμενων στοιχείων τεχνολογικού εξοπλισμού, σε διάστημα που θα οριστεί από τη Δημοτική αρχή από τη δημοσίευση του διατάγματος. Άρθρο 6 Λοιπές Απαγορεύσεις Στο σύνολο των οικισμών και την πέριξ αυτών περιοχή δεν επιτρέπονται: 1. Μέσα στη στέγη η διάνοιξη ανοιγμάτων και η δημιουργία ορόφου, ή τμήματος ορόφου. 2. Σε κτίσματα, περιφράξεις και εν γένει στις διαμορφώσεις δημόσιων και ιδιωτικών χώρων: Πρόσθετα ή ανάγλυφα διακοσμητικά στοιχεία που παραπέμπουν σε ψευδοπαραδοσιακές μορφές όπως σειρά κεραμιδιών στην περίμετρο γείσων, δωμάτων ή περιφράξεων, γύψινα στοιχεία, γλυπτά, κίονες, αετώματα, περίτεχνα γείσα, καμάρες, αψίδες, επενδύσεις με διακοσμητικά πλακίδια κ.τ.λ. Σε περιπτώσεις νέων εργασιών σε υφιστάμενα κτίσματα, δύναται να επιβληθεί, κατά την κρίση του αρμόδιου Σ.Α. και η απομάκρυνση ακαλαίσθητων επενδύσεων (π.χ. με λίθινα πλακίδια σε όψεις ή περιφράξεις ή περιμετρικά ανοιγμάτων) ή και λοιπών διακοσμητικών στοιχείων, με στόχο την αισθητική αναβάθμιση των οικισμών και του πέριξ αυτών ύπαιθρου χώρου. 3. Κιγκλιδώματα (σε εξώστες, περιφράξεις, δώματα, εξωτερικές κλίμακες) με πληθωρικά διακοσμητικά στοιχεία περίπλοκων σχημάτων και συνδυασμών, κτιστά κιγκλιδώματα με περίπλοκες διακοσμητικές εγκοπές, καθώς και κιγκλιδώματα με τη μορφή μπαλούστρων. 4. Η κατασκευή ανοιχτών εξωστών και προστεγασμάτων σε συνέχεια κλειστών εξωστών. 5. Η κατασκευή εξωστών και προστεγασμάτων με σχήμα διαφορετικό του ορθογωνικού (καμπύλα σχήματα, πολύγωνα, τρίγωνα κ.α.). 6. Κάθε είδους προστεγάσματα - στέγαστρα με επικάλυψη κεραμιδιών [με εξαίρεση όσα αναφέρονται στο εδάφιο 5α του άρθρου 4 του παρόντος αποκλειστικά για τη στέγαση ανοιχτών εξωστών - δωμάτων], τόσο στις όψεις των κτισμάτων όσο και στους υπαιθρίους, δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. 7. Σε ότι αφορά τα δώματα [όπου επιτρέπονται] απαγορεύεται η προεξοχή της πλάκας του δώματος περιμετρικά της τοιχοποιίας καθώς και οι αναμονές οπλισμού. Β' ΦΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 16