Σχετικά έγγραφα
Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΑΚΥΝΕΙΑΣ.

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

σε δράση Μικροί αρχιτέκτονες Όνομα μαθητή Εκπαιδευτικό πρόγραμμα Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Γυμνασίου

Ακολούθησέ με. στo αρχαίo θέατρo του Στράτου

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

ΘΕΜΑ: «Προτάσεις για την Τουριστική Ανάπτυξη και προβολή της Τοπικής Κοινότητας Στράτου» Κύρια πύλη δευτερεύουσα πύλη πύλη Ακρόπολης Παραποτάμια πύλη

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ

Ακολούθησέ με. στo αρχαίο θέατρο των Οινιάδων

Ακολούθησέ με. στo αρχαίo θέατρo της Νέας Πλευρώνας

Επίσκεψη στο υδροδοτικό σύστηµα της Αθήνας Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ. Μάθηµα: Αστικά Υδραυλικά Έργα Μάιος 2012

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΦΘΙΩΤΙΔΩΝ ΘΗΒΩΝ ΝΟΜΟΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ π.χ.

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Μινωικός Πολιτισμός σελ

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

Ακολούθησέ με... στην ακρόπολη των Μυκηνών

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

«Η ΑΙΤΩΛΙΚΗ ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΙΑ»

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Εικόνες από τη Σαλαμίνα. Photo Album. by Πρίμπας Γεώργιος. Γιώργος Πρίμπας

Επίσκεψη στην Αρχαία Αγορά

ιάπλασn ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΙΟΥΛΙΟΣ νέα Μπολατίου

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια.

ΤΕΓΕΑ. Γνωριμία με μια πόλη της αρχαίας Αρκαδίας ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΞΕΝΑΓΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΤΕΓΕΑ

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

ΕΛΠ 11 - Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος - onlearn.gr - ελπ - εαπ .Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού.

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ. Μετά τα Μηδικά κατακευάστηκε το 478 π.χ το Θεμιστόκλειο τείχος που χώρισε την κατοικημένη περιοχή από το νεκροταφείο.

Το νησάκι της Δοκού απέχει 7 ναυτικά μίλια από το

Γκουνέλα Μαρία ΒΠΠΓ. Αρχαία Νικόπολη

1:Layout 1 10/2/ :00 μ Page 1. το αρχαιολογικό μουσείο ιωαννίνων

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Το μυστήριο των Δρακόσπιτων

ΕΠΑΛ ΜΑΚΡΥΝΕΙΑΣ Α ΤΑΞΗ Η ομάδα μας

Θέατρο ιονύσου Ελευθερέως. Λίλιαν Παπαγιαννίδη Βαρβάκειο Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ»

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 15 / 01 / 13. Ι. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟΓΡΑΦΕΙ (ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥΣ) Φορέας Χρηματοδότησης

0,1,1,2,3,5,8,13,21,34,55,89...

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΒΑΘΜΟΣ :... ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

Όψεις Βυζαντίου... στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας. Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσπρωτίας

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για μη εμπορικούς σκοπούς με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή (Παρατηρητήριο Εγνατία Οδός Α.Ε.).

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ορτυγία. Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος

Α ΝΑΣΚΑΦΗ. 01 Μεσοβυζαντινός ναός και κτιριακό συγκρότημα 4ου-3ου αι. π.χ.

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΙΕΖΑΣ

Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Δραπετσώνας & Τροιζήνας Μεθάνων. Λόφος Μουσών. Φύλλα εργασίας

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

Ο ΔΗΜΟΣ ΜΑΣ. Γιώργος Ε 1

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ 2019

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωικοί ιεροί χώροι

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ. Χρονολογία ως ως Νεότερη

Ομάδα 3 η Μπέσσας Γιάννης Μπινιάρη Εβελίνα Ντασιώτης Φάνης

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (

MIA ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Κώστας Ζάµπας Πολιτικός Μηχανικός ρ ΕΜΠ. Σκιάθου Αθήνα. Τηλέφωνο: Φαξ: Ηλεκτρονική διεύθυνση:

Προϊστορική περίοδος

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ Α1 Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Το Φρούριο της Καντάρας. Κατεχόμενη Κύπρος

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ Βαρβάκειο Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

Transcript:

ΚΑΣΤΡΙ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΟΥ KAΨΟΡΡΑΧΗΣ Η ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΤΑΠΑ (;) * B. Τσαντήλα Δρ. Αρχαιολόγος, ΛΣΤ ΕΠΚΑ καί Αἰτωλοί μενεχάρμαι Όμηρος, Ιλιάδα Β, 525. καί Αἰτωλῶν μεγαθύμων Όμηρος, Ιλιάδα Β, 545. Εισαγωγή Η Αιτωλοακαρνανία είναι ένας τόπος ευλογημένος από πολλές απόψεις. Όσον αφορά στην αρχαιολογία του νομού, ορισμένοι την έχουν αποκαλέσει -κι πιθανόν όχι άδικα- το «El Dorado» της ελληνικής αρχαιολογίας», αφού διάσπαρτες σ όλη της την έκταση υπάρχουν περισσότερες από 130 αρχαίες οχυρωμένες πόλεις (χάρτης 1) 1. Ενδεικτική για παράδειγμα είναι η πληθώρα των αρχαιολογικών θέσεων που εντοπίζονται στην -ευπορότατη κατά τον γεωγράφο Στράβωνα 2 - περιοχή ΝΑ της λίμνης Τριχωνίδας (χάρτης 2). Ορισμένες από αυτές, όπως είναι για παράδειγμα η Πλευρώνα, η Στράτος, οι Οινιάδες, η Καλυδώνα, κ.α., είναι ταυτισμένες, δηλαδή γνωρίζουμε το όνομά τους, τους μύθους, την ιστορία τους και ικανοποιητικά τα μνημεία τους. Ορι- * Αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος κειμένου στάθηκε μια εκλαϊκευμένη ομιλία μου στην Καψορράχη τον Αύγουστο του 2007 (μετά από την ευγενική πρόσκληση του Προέδρου του «Συλλόγου των απανταχού Καψορραχιωτών Αγ. Νικόλαος»). Η αρχική της μορφή -με εξαίρεση τον εμπλουτισμό με υποσημειώσεις και βιβλιογραφία- διατηρήθηκε. 1. Κολώνας 1998, 14-17. Οι οχυρωμένες θέσεις στην Αιτωλοακαρνανία είναι τόσο πυκνές ώστε, ταξιδεύοντας ο επισκέπτης κάθε 30 χλμ. περίπου συναντά και μια αρχαία οχυρωμένη πόλη ή ακρόπολη. 2. Στράβων, Γεωγραφικά, 10.2.3. 65

Χάρτης 1: Χάρτης της Αιτωλοακαρνανίας, όπου σημειώνονται με μπλε στιγμές οι θέσεις των σημαντικότερων αρχαίων πόλεων. Χάρτης 2: Χάρτης της περιοχής νότια της λίμνης Τριχωνίδας, όπου σημειώνονται με κόκκινες στιγμές οι θέσεις με αρχαιολογικά ευρήματα. 66

σμένες άλλες όμως -και δυστυχώς οι περισσότερες- εξαιτίας της απουσίας επιγραφών, παραμένουν ανώνυμες ή ταυτίζονται υποθετικά, με βάση κάποιους λογικούς συσχετισμούς που στηρίζονται στις φιλολογικές πηγές 3. Μια από τις τελευταίες περιπτώσεις αποτελεί και η οχύρωση στο λόφο Καστρί Παλαιοχωρίου Καψορράχης, μιας και τα μυθολογικά, ιστορικά, επιγραφικά και ανασκαφικά στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας για αυτή είναι από ανύπαρκτα έως λιγοστά. Η ταύτιση της πόλης Πολύτιμη πηγή για την ταύτιση της οχύρωσης στο Καστρί αποτελεί η μαρτυρία του Μεγαλοπολίτη ιστορικού Πολύβιου για την καταστροφική επέλαση του εχθρικού στρατού των Μακεδόνων, υπό τις διαταγές του βασιλιά τους Φιλίππου του Ε, το 218 π.χ. προς το πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο των Αιτωλών, το Θέρμο, προκειμένου να το καταστρέψει εκ θεμελίων. Ο Πολύβιος που έζησε το 2 ο αι. π.χ., περιγράφοντας την πορεία αυτή μας δίνει την διάταξη των αρχαίων πόλεων της Αιτωλίας 4. Ο Φίλιππος (μαζί με Αχαιούς, Ιλλύριους, Κρήτες, Θράκες, Ακαρνάνες και μισθοφόρους), μετά την αποβίβασή του στη αρχαία Λιμναία (Αμφιλοχία) και το πέρασμά του από τις Φοιτείες, διήλθε τον Αχελώο, κάπου στην περιοχή μεταξύ Στράτου και Κωνώπης (Αγγελοκάστρου), καταστρέφοντας στο πέρασμά του την περιοχή. Στα αριστερά της διαδρομής του ο Πολύβιος αναφέρει με τη σειρά τις πόλεις Στράτο, Αγρίνιο, Θεστιείς και στα δεξιά την Κωνώπη και την Λυσιμαχεία, ενώ αμέσως μετά το Τριχόνειο (Γαβαλού), τρεις άλλες - παράκτιες προφανώς- πόλεις, το Φύταιο, την Μέταπα στο μέσο και την κώμη Παμφία (Σιταράλωνα) στα ανατολικά των δυο προηγουμένων. Μετά την Παμφία προχώρησε από ανηφορικό και ανώμαλο δρόμο προς το Θέρμο, ακολουθώντας πιθανότατα 3. Κυρίως στον Πολύβιο και τον Στράβωνα. Οι πρώτες «υποθετικές» -και στις περισσότερες περιπτώσεις ορθές- ταυτίσεις των αρχαίων πόλεων της Αιτωλοακαρνανίας έγιναν από περιηγητές του 19 ου αιώνα. 4. Πολύβιος, 5. 5-14. Βλ. και Walbank 1957, passim. Woodhouse 1897, 263 κ.εξ. Πορτελάνος 1998, 1431 κ εξ. Pritchett 1989, 126-140. Pritchett 1991, 41-45. Κατωπόδης 1990, τόμος Α, 278-281. 67

το δύσβατο δρόμο της Αγριλιάς 5. Ωστόσο, στην περιγραφή της επιστροφής του Φιλίππου (κατά την οποία πυρπόλησε την Παμφία και «κατέσκαψε» την Μέταπα) 6, παραλείπει τις πόλεις Λυσιμαχεία, Τριχόνειο και Φύταιο στην εξιστόρησή του και προσθέτει, μετά την Μέταπα, την πόλη Άκραι. Το γεγονός αυτό έχει δημιουργήσει τρομερή σύγχυση και έριδες μεταξύ των μελετητών της τοπογραφίας της περιοχής. Αν και οι περισσότεροι μελετητές, ταυτίζουν την οχύρωση στο Καστρί με το αρχαίο Φύταιο 7, ενδεχομένως στη θέση αυτή, πρέπει να τοποθετηθεί η αρχαία πόλη Μέταπα 8. Χωρίς όμως να παραβλέπουμε δυο δεδομένα. Πρώτον ότι η Μέταπα, έχει τοποθετηθεί κατά καιρούς και από διάφορους μελετητές στην Κάτω Μακρινού 9, το Καλούδι 10, την Ανάληψη 11, αλλά και την Παραβόλα 12. Δεύτερον ότι, στην επιστήμη της αρχαιολογίας για να θεωρηθεί ασφαλής η ταύτιση μιας αρχαίας πόλης πρέπει να τεκμηριωθεί και επιγραφικά. Λογικά η αρχαία Μέταπα πρέπει να τοποθετηθεί στο Καστρί, επειδή η θέση συμφωνεί με την περιγραφή του Πολυβίου 13, δηλαδή βρίσκεται μετά το Τριχόνειο, κοντά στην ακτή της λίμνης (και στο δυτικό άκρο του περάσματος του στενού της) και δυτικά της Παμφίας, από την οποία απέχει 30 στάδια σε ευθεία γραμμή (δηλαδή περίπου 6,5 χλμ., βλ. εικ. 3). Αν δεχτούμε αυτή την ταύτιση, 5. Όπως περιγράφουν και οι παλιοί αρχαιολόγοι Γ. Σωτηριάδης και Κ. Ρωμαίος. 6. Ο Φίλιππος κατέλαβε την Μέταπα, αφού πρώτα οι Αιτωλοί την εγκατέλειψαν. 7. Όπως οι Bazin (1864, 321-322), Woodhouse (1897, 236-237), Plassart (1921, 62), Στεργιόπουλος (1939, 98) και Πορτελάνος (1998, 534-539). Η πόλη Φύτειον ή Φύταιον, εκτός από τον Πολύβιο (11.7.5 και 5.7.7), αναφέρεται επίσης από τον Στέφανο Βυζάντιο (675.15), αλλά και στη επιγραφή/λίστα των Θεοροδόκων από τους Δελφούς (Plassart 1921, 1-85, Jardé 1902, 246-286). 8. Και συμφωνώ εδώ με την άποψη των Νεραντζή (2003, 88-90, 95-96), Κirsten (1941, 1169-1175 και 1941 B, 99-119), Pritchett (1989, 133-134), Mαστροκώστα (χειρόγραφες καταγραφές ευρημάτων στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αγρινίου με την ένδειξη: «Καψορράχη-αρχαία Μέταπα»), Σταυροπούλου-Γάτση (2001, 376) και Στεργιόπουλου (1939, 33). 9. Από τους Philippson-Kirsten (ΙΙ, 670). Βλ. και Noack 1897, 80-83. Noack 1916, 215-224. 10. Από τους Philippson-Kirsten (ΙΙ, 670, ως δεύτερη, λιγότερη πιθανή, εκδοχή ταύτισης). 11. Στα νότια της Άνω Μπουρλέσας (Αγ. Ανδρέα), μεταξύ Μπουρλέσας και Καψορράχης, δηλαδή στα στενά του Δαφνιά (στις θέσεις «Αρβανίτη» και «Παλαιοχώρι»). Η ταύτιση αυτή οφείλεται στους Lolling, Κlaffenbach και Pritchett (βλ. Νεραντζής 2003, 94-95 και Prichett 1989, 131). Βλ. επίσης: Βommelje 1987, 97. Ρωμαίος 1916, 44-45. Στεργιόπουλος 1939, 33. Πορτελάνος 1998, 540-542 (ως δεύτερη, λιγότερη πιθανή, εκδοχή ταύτισης με την Μέταπα). 12. Από τους Fiedler 1940, 181), Leake (1935, 155-156), Becker (1854, 31-50) και Forbiger (1848, 978-983). 13. Η Μέταπα, εκτός από τον Πολύβιο, αναφέρεται επίσης και από τον Στέφανο Βυζάντιο (448.12). 68

τότε είμαστε σύμφωνοι με την περιγραφή του Πολυβίου που τοποθετεί τη Μέταπα στα ανατολικά της πόλης Φύταιο, ενώ η τελευταία θα πρέπει ενδεχομένως να ταυτιστεί με την οχύρωση στο Λιθοβούνι 14. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, τελικά πολύ μικρή σημασία έχει αν η οχύρωση στο Καστρί είναι η αρχαία Μέταπα ή το Φύταιο ή οποιαδήποτε άλλη Αιτωλική πόλη, μιας και τα αρχαία μνημεία παραμένουν πάντοτε αυθύπαρκτοι πολιτιστικοί μάρτυρες. Όπως και να έχει, μέχρι η όποια ταύτιση επιβεβαιωθεί επιγραφικά ή και ανασκαφικά, οι συζητήσεις και οι υποθέσεις παραμένουν ιδιαίτερα γοητευτικές. Ωστόσο, ευελπιστώ πολύ γρήγορα να βρεθούν οι αποδείξεις για τη βέβαιη ταύτιση μιας εκ των πέντε σημαντικότερων πόλεων στη παράλια ζώνη νότια της Τριχωνίδας 15. Εικ. 3: Δορυφορική φωτογραφία της περιοχής νότια της λίμνης Τριχωνίδας (Προέλευση: google-earth.com). Η οχύρωση στο λόφο Καστρί (ακρόπολη) και η επικράτεια της αρχαίας πόλης Η οχύρωση στο λόφο Καστρί (εικ. 4-5, χάρτης 6) 16, κοντά στον εγκαταλελειμμένο σήμερα και ειδυλλιακό οικισμό του Παλαιοχωρίου (εικ. 7-9), η οποία σχεδιάστηκε ήδη από τον προηγούμενο αιώνα από τον Νοack (σχέδιο 10) 17 και περιγράφηκε συνοπτικά από τον περιηγητή Woodhouse 18, διατηρείται σε ορισμένα σημεία 14. Βλ. και Νεραντζής 2003, 89-90. 15. Οι πόλεις αυτές ήταν το Τριχόνειο (Γαβαλού), το Φύταιο (Λιθοβούνι ή Παππαδάτες), η Μέταπα (Παλαιοχώρι Καψορράχης), η Άκραι (Λιθοβούνι ή Παππαδάτες) και η κώμη Παμφία (Σιταράλωνα). Σημαντικές οχυρωμένες θέσεις υπάρχουν επίσης στο Μεσοβούνι, το Καλούδι και την Ανάληψη. 16. Ο λόφος Καστρί αποτελεί απόληξη του όρους Ζυγού (Αράκυνθου). 17. Και δημοσιεύτηκε το 1941 από τον Κirsten (1941, σχέδιο στη σελ. 1174). 18. Woodhouse 1897, 251-252. 69

Εικ. 4: Δορυφορική φωτογραφία της περιοχής, όπου διακρίνονται το χωριό Καψορράχη, το ερειπωμένο Παλαιοχώρι και ο λόφος Καστρί (Προέλευση: google-earth.com). Χάρτης 6: Χάρτης όπου διακρίνονται o Ι.Ν. του Αγ. Νικολάου, το ερειπωμένο Παλαιοχώρι και η οχυρωμένη ακρόπολη στην κορυφή του λόφου Καστρί (Προέλευση: Πορτελάνος 1998, σχέδιο 147). Εικ. 5: Ο λόφος Καστρί (φωτογραφημένος από τα Β-ΒΔ). της σε αρκετά καλή κατάσταση και έχει κηρυχθεί από το 1976 ως αρχαιολογικός χώρος (αρχαία πόλη Μέταπα) 19. Η τοποθεσία ελέγχει ο- λόκληρη την περιοχή ΝΑ της Τριχωνίδας και έχει άμεση οπτική επικοινωνία με τις τριγύρω οχυρωμένες θέσεις, ακόμη και με αυτές που βρίσκονται σε κάποια μακρινή απόστα- Εικ. 7-9: Απόψεις ορισμένων από τα εγκαταλελειμμένα σπίτια του οικισμού Παλαιοχώρι. 19. Με την Υ.Α. Α/Φ31/33595/3310174/19-11-1976 (ΦΕΚ 1448/3-12-1976). 70

Σχέδιο 10: Σχέδιο της οχύρωσης της ακρόπολης στο Καστρί Παλαιοχωρίου, κατά τον Νoack (Κirsten 1941, σχέδιο στη σελ. 1174). Σχέδιο 11: Σχέδιο της οχύρωσης της ακρόπολης στο Καστρί Παλαιοχωρίου, κατά τον Πορτελάνο (Πορτελάνος 1998, σχέδιο 148). Εικ. 12-16: Απόψεις του δυτικού σκέλους της οχύρωσης της ακρόπολης στο Καστρί Παλαιοχωρίου. ση, όπως είναι των Σιταραλώνων (Πάμφιο), της Ανάληψης, του Καλουδίου και του Λιθοβουνίου (Φύταιο ή Άκραι). Η οχύρωση έχει επίμηκες ελλειψοειδές σχήμα διαστάσεων 156 Χ 53 μ., περίμετρο τείχους 370 μ. και περικλείει μια έκταση 7 περίπου στρεμμάτων (σχέδιο 11) 20. Είναι προφανές πως αποτελεί μόνο την ακρόπολη της αρχαίας πόλης και συγκαταλέγεται κατά το Νoack 21 στις λεγόμενες «μικρές οχυρώσεις της Αιτωλοακαρνανίας». Η δυτική πλευρά του τείχους είναι η καλύτερα σωζόμενη και σε ορισμένα σημεία φτάνει σε ύψος τα 2,00 μ. και τις έξι σειρές δόμων (εικ. 12-16), ενώ η ανατολική διακρίνεται 20. Πορτελάνος 1998, 534-539. 21. Νoack 1916, 215-244. 71

Εικ. 17: Άποψη του τείχους στα βόρεια της απαλλοτριωμένης οικίας Τσιλιγιάννη (από τα δυτικά). Εικ. 18: Άποψη του τείχους στα βόρεια της οικίας Τσιλιγιάννη (από τα βόρεια). Εικ. 19-20: Η οικία Τσιλιγιάννη (από τα Ν. τα ΒΔ. αντίστοιχα). Εικ. 21-24: Απόψεις του εσωτερικού της οικίας Τσιλιγιάννη: διακρίνονται οι πλευρές του αρχαίου πύργου. 72

Σχέδιο 25: Ο πύργος και η πυλίδα της ακρόπολης (Πορτελάνος 1998, σχέδιο 148). την Αρχαιολογική Υπηρεσία οικίας Τσιλιγιάννη φτάνει τα 2,30 μ. (εικ. 18). ελάχιστα κατά τόπους. Το τείχος, που χρονολογείται γενικά από τον 4 ο αι. π.χ. έως και τα ελληνιστικά χρόνια, είναι κτισμένο με μεγάλες λιθοπλίνθους κατά το τραπεζιόσχημο ψευδοϊσόδομο σύστημα δόμησης (εικ. 17). Το πλάτος του στα βόρεια της απαλλοτριωμένης σήμερα από Στα ΝΔ της οχύρωσης και στο εσωτερικό της οικίας Τσιλιγιάννη (εικ. 19-20) σώζεται ένας ερειπωμένος πύργος. Διακρίνονται οι κατώτερες στρώσεις των τριών πλευρών του, κτισμένες με όμοιο -με το τείχος- σύστημα δόμησης (εικ. 21-24) 22. Έχει ομολογουμένως ασυνήθιστα μακρόστενη κάτοψη, διαστάσεις 4,25 Χ 8,60 μ. και είναι κατασκευασμένος με διπλές παρειές και γέμισμα στο εσωτερικό τους (σχέδιο 25). Η ανωδομή του πιθανόν να αποτελούνταν από ωμά πλιθιά. Το μέγιστο σωζόμενο ύψος του είναι 1,80 μ. (τρεις σειρές δόμων, βλ. εικ. 24). Η κύρια και ενδεχομένως μοναδική πυλίδα της ακρόπολης (σχέδιο 25) βρισκόταν στα ΒΑ, σε απόσταση 3,25 μ. από τον πύργο. Κατά τον τοπογράφο-μελετητή Αν. Πορτελάνο είχε άνοιγμα πλάτους μόλις 0,80 μ. 23, ωστόσο χωρίς ανασκαφική έρευνα είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί η ύπαρξή της, αλλά και τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά της. Στο εσωτερικό της οχυρωμένης ακρόπολης διακρίνονται σήμερα ελάχιστα ίχνη αρχαίων κτιρίων (εικ. 26-27), αφού τα περισσότερα από αυτά καταστράφηκαν και οι λίθοι τους χρησίμευσαν ως οικοδομικό υλικό για την κατασκευή νεώτερων οικιών (εικ. 28) και αναλημματικών τοίχων (εικ. 39) του Παλαιοχωρίου. 22. Πορτελάνος 1998, 534-539. Wooodhouse 1897, 236-237. 23. Πορτελάνος 1998, 534-539. 73

Εικ. 26-27: Ίχνη θεμελίων αρχαίων οικοδομημάτων στο εσωτερικό της οχύρωσης της ακρόπολης στο λόφο Καστρί. Εικ. 28: Άποψη σύγχρονης οικίας του Παλαιοχωρίου, στην οποία έχουν ενσωματωθεί αρχαίοι δόμοι. Εικ. 29: Άποψη σύγχρονου αναλημματικού τοίχου στο Παλαιοχώρι (πλησίον της οχύρωσης της ακρόπολης), στον οποίο έχουν ενσωματωθεί αρχαίοι δόμοι. Φαίνεται επομένως πως η πόλη Μέταπα υφίστατο ως ανοχύρωτος οικισμός α- πλωμένος στις πλαγιές και στην πεδιάδα, τριγύρω από την οχυρωμένη ακρόπολη του Καστριού 24, σε μια ομολογουμένως μεγάλη -αλλά άγνωστων μέχρι σήμερα ορίων- επικράτεια, η οποία εντασσόταν στην ευρύτερη περιοχή του Θέρμου 25. Στην επικράτεια αυτή κατοικούσε το φύλο των Αιτωλών σε μικρούς ατείχιστους, αλλά πυκνοκατοικημένους οικισμούς («κώμες»), που συναποτελούσαν αυτό που ο Πολύβιος αναφέρει και εννοεί ως «πόλη Μέταπα». Μόνο σε περίπτωση ανάγκης, δηλαδή εχθρικής επίθεσης, οι κάτοικοί της κατέφευγαν στην ακρόπολη 26. Η επικράτεια αυτή απλωνόταν εκατέρωθεν της νοητής ευθείας που χαράσσουν τα χωριά Καψορράχη, Παλαιοχώρι και Κάτω Μα- 24. Kαι ενδεχομένως κυρίως στη ΒΔ πλαγιά που είναι ομαλότερη. Πορτελάνος 1998, 535. Η ύπαρξη μόνο οχυρωμένης ακρόπολης σε μια πόλη δεν μας εκπλήσσει, δεδομένου ότι η πρακτική αυτή απαντάται συχνά στις αιτωλικές οχυρώσεις (κυρίως από τον 4 ο αι. π.χ. έως και τα ύστατα ελληνιστικά χρόνια). 25. Το Ιερό του Απόλλωνα στο Θέρμο αποτελούσε το θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο των Αιτωλών και γι αυτό όλοι οι αρχαίοι δρόμοι και τα περάσματα οδηγούσαν σε αυτό. 26. Σταυροπούλου-Γάτση 2001, 359. 74

Εικ. 30: Άποψη του I.N. Αγ. Νικολάου. κρυνού, με κεντρικό οικισμό την έκταση που απλώνεται στα ανατολικά του Παλαιοχωρίου 27 και φαίνεται πως ήκμασε από τον 4 ο αι. π.χ. έως και τα ύστερα ελληνιστικά χρόνια. Πράγματι σήμερα στα νότια (όπου υπάρχουν αρκετές εκτάσεις μικρής κλίσης), αλλά και στα ΒΑ και ανατολικά της ακρόπολης, παρατηρείται πληθώρα οστράκων 28, ωστόσο σαφή ίχνη της οχύρωσης της πόλης δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα 29. Στην περιοχή του Ι.Ν. Αγ. Νικολάου (εικ. 30), όπου διακρίνονται διάσπαρτοι ακατέργαστοι λίθοι, επεξεργασμένοι δόμοι και όστρακα (εικ. 31-33), ο Πορτελάνος εικάζει την ύπαρξη αρχαίου κτιρίου ή ναού 30. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως και στον παρακείμενο του Καστριού, λόφο των Αγ. Θεοδώρων υπάρχουν ενδείξεις ύπαρξης αρχαίων καταλοίπων. Εικ. 31-32: Διάσπαρτοι ακατέργαστοι λίθοι, επεξεργασμένοι δόμοι, κεραμίδια και όστρακα στον αύλειο χώρο του Ι.Ν. Αγ. Νικολάου. Εικ. 33: Επεξεργασμένοι δόμοι (προερχόμενοι πιθανόν από αρχαίο κτίριο ή από το τείχος) ως στήριγμα σύγχρονου μνήματος στον αύλειο χώρο του Ι.Ν. Αγ. Νικολάου. 27. Νεραντζής 2003, 88. Στην Κάτω Μακρυνού έχουν εντοπιστεί αρχαιότητες σε τρία σημεία: ίχνη κτηρίων-οικισμού και μια επιγραφή των ελληνιστικών χρόνων στη θέση «Ελληνικά» (Σταυροπούλου-Γάτση 2001, 376), τάφοι στη θέση «Γκρέκι» (Ι. Παπαποστόλου, ΑΔ 33, 1978, Β1-Χρονικά, 165) και ακτέριστοι χριστιανικοί τάφοι στη θέση «Μέγα Ρέμα» (Γ. Αλεξοπούλου, ΑΔ 42, 1987, Β1-Χρονικά, 179). 28. «Όστρακα» στην αρχαιολογία καλούνται τα θραύσματα των αρχαίων αγγείων. 29. Αν και η ύπαρξή της μαρτυρείται από τον άγγλο περιηγητή Wooodhouse (1897, 236-237), ωστόσο δεν είναι δυνατό σήμερα να ελεγχθεί (δεν αναφέρει το ακριβές σημείο). 30. Πορτελάνος 1998, 535. 75

Χάρτης 34: Χάρτης της περιοχής της Καψορράχης, όπου σημειώνονται με μπλε στιγμές οι θέσεις εύρεσης των τάφων (1967 και 1978). Εικ. 35: Το μνημειώδες ταφικό μνημείο στην ιδιοκτ. Ανδ. Μητσόπουλου, όπως φωτογραφήθηκε κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του (Μαστροκώστας 1967, πίν. 227 γ). Εικ. 36: Άποψη του ταφικού μνημείου της ιδιοκτ. Ανδ. Μητσόπουλου στη σημερινή του κατάσταση. Εικ. 37-38: Άποψη των δυο κιβωτιόσχημων τάφων που περιείχε το ταφικό μνημείο (όπως διατηρούνται σήμερα). Το 1897 ο Wooodhouse αναφέρει πως είδε στα ΒΔ του Παλαιοχωρίου, κοντά στην πηγή της Κεφαλόβρυσης, κορμό αρχαίου αγάλματος και μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη με συνδέσμους, προερχόμενα από μια «κυκλική κατασκευή» 31. «Σωστικές» ανασκαφές στην Καψορράχη νεκροταφεία και τάφοι της αρχαίας πόλης Ίχνη του νεκροταφείου ή ενός από τα νεκροταφεία της αρχαίας πόλης έχουν εντοπιστεί παραλίμνια, σε δυο σημεία στη θέση «Μούρτος» (χάρτης 34) 32. 31. Woodhouse 1897, 236-237. 32. Και μιλώντας για αρχαία νεκροταφεία πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι αυτά βρισκόταν συνήθως extra muros ή όταν δεν υπήρχαν τείχη, στις παρυφές των κωμών. Και οι δυο ανασκαφές στη θέση «Μούρτος» που θα αναφερθούν στην συνέχεια, χαρακτηρίζονται ως «σωστικές». Εκτός του Ιερού του Θέρμου και του Ασκληπιείου στη Γαβαλού (Τριχόνειο), άλλες συστηματικές ανασκαφές δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα στην περιοχή νότια και ΝΑ της λίμνης Τριχωνίδας. 76

Εικ. 39: Τέσσερα φύλλα κισσού από χρυσό στεφάνι (Μαστροκώστας 1967, πίν. 226 γ). Εικ. 40: Χάλκινο δαχτυλίδι. 1) «Μούρτος» 1967, ιδιοκτησία Ανδ. Μητσόπουλου (ταφικό μνημείο του Νίκωνος ;) Στην ιδιοκτησία Ανδ. Μητσόπουλου ανασκάφηκε το 1967 από τον αρχαιολόγο Ευθ. Μαστροκώστα μνημειώδες ταφικό μνημείο του τέλους του 4 ου αι. π.χ. 33. Αποτελείται από έναν πιόσχημο στην κάτοψή του ταφικό περίβολο, διαστάσεων 6,50 Χ 4,00 μ. (εικ. 35-36). Οι πλευρές του μνημείου, από το οποίο σωζόταν μόνο η ευθυντηρία, ήταν κτισμένες με ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους κατά το ισόδομο σύστημα δόμησης. Πάνω από αυτόν τον περίβολο υπήρχε υπέργειος ναΐσκος με μνημειώδη πρόσοψη προς τα βόρεια, όπου διέρχονταν αρχαία οδός, κι ως εκ τούτου ήταν ορατός στους περαστικούς. Ο περίβολος περιείχε δυο συλημένους κιβωτιόσχημους τάφους, σχηματισμένους με ασβεστολιθικές πλάκες (εικ. 37-38) 34. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής τους βρέθηκαν: τέσσερα φύλλα κισσού από χρυσό στεφάνι (εικ. 39), διάφορα χάλκινα κοσμήματα (εικ. 40), πήλινα αγγεία, μια αποσπασματικά σωζόμενη επιτύμβια στήλη, μια μαρμάρινη παραστάδα από ιωνικό επιτύμβιο ναΐσκο, αλλά και δυο βάσεις στηλών που ήταν στημένες πάνω στο μνημείο. Από την ανωδομή του ναΐσκου βρέθηκαν: μικρά τμήματα από το αέτωμα, αλλά και από το επιστύλιο του με την επιγραφή ΝΙΚΩΝ ΣΙΩ[.]. 33. Μαστροκώστας 1967, 319, πίν. 226 γ και 227 β-δ. 34. Οι τάφοι αυτοί είχαν διαστάσεις: ο ανατολικός 1,90 Χ 1,02 μ. και ο δυτικός 1,91 Χ 0,80 μ. 77

Είναι προφανές πως πρόκειται για τάφο πλούσιας και σημαντικής οικογένειας της αρχαίας πόλης, κατασκευασμένο σε μορφή όχι σπάνια για τα δεδομένα της Αιτωλίας. Εικ. 41: Η παραλίμνια θέση «Μούρτος» (περιοχή του αντλιοστασίου). 2) «Μούρτος» 1978, περιοχή νότια του αντλιοστασίου (κιβωτιόσχημος τάφος) Το δεύτερο σημείο του ίδιου νεκροταφείου ερευνήθηκε το 1978 από τον ομότιμο σήμερα καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Ι. Παπαποστόλου 35. Μέσα στο ρέμα, 50 μ. νότια του αντλιοστασίου (εικ. 41), ανασκάφηκε κιβωτιόσχημος τάφος ελληνιστικών χρόνων, κατασκευασμένος από μικρού μεγέθους πλακοειδείς λίθους. Περιείχε μια ταφή και ορισμένες ανακομιδές (παλαιότερες ταφές), γεγονός που υποδεικνύει την μακροχρόνια-οικογενειακή χρήση του. Τόσο εξωτερικά και πάνω στις καλυπτήριες πλάκες του τάφου -σαν προσφορά δηλαδή στο νεκρό μετά την ταφή- όσο και στο εσωτερικό του, βρέθηκαν αρκετά πήλινα αγγεία (εικ. 42-47) 36. 42 43 44 45 46 47 Εικ. 42-47: Tα πήλινα αγγεία που προήλθαν από την ανασκαφή του ελληνιστικού κιβωτιόσχημου τάφου στη θέση «Μούρτος» (νότια του αντλιοστασίου) το 1978: λύχνος (42), φιαλίδιο (43), μυροδοχείο (44), κάνθαρος με διακόσμηση τύπου «δυτικής κλιτύος» (45), βαθύ πινάκιο (46) και πινάκιο (47). 35. Παπαποστόλου 1978, 165. 36. Όλα τα ευρήματα των τάφων της θέσης «Μούρτος» (ανασκαφής του 1967 και του 1978) φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αγρινίου. 78

Η ιστορία της περιοχής. Η Αιτωλία και τα Αιτωλικά φύλα. Το Κοινό των Αιτωλών και ο μετασχηματισμός του σε Συμπολιτεία. Η ακμή και η πτώση της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Αυτό που αποκαλούμε σήμερα έθνος των Αιτωλών ήταν ήδη από τα τέλη του 5 ου αι. π.χ. οργανωμένο φυλετικά και διαταγμένο σε κώμες, δηλαδή σε τοπικές φυλές, οι οποίες κατοικούσαν, με βάση τη μαρτυρία του Θουκυδίδη, σε διάσπαρτους ατείχιστους οικισμούς και ήταν: στην αποκαλούμενη «αρχαία» Αιτωλία 37 οι Αιτωλοί και στην αποκαλούμενη «επίκτητο» Αιτωλία 38 οι Οφιονείς (με τις ομάδες των Βομιέων και των Καλλιέων), οι Αποδωτοί, οι Αγραίοι, οι Απεραντοί και οι Ευρυτάνες (σχέδιο 48) 39. Οι Αιτωλοί ήταν θεσσαλική φυλή, η οποία προωθήθηκε προς τα νότια, πριν την κάθοδο των Δωριέων (1.200 π.χ. περίπου) 40. Η ελληνικότητά της δεν αμφισβητήθηκε ποτέ από τους αρχαίους ιστορικούς, αφού αφενός μεν συμμετείχαν στον Τρωϊκό πόλεμο, αφετέρου δε ήταν ομόγλωσσοι με τους Ακαρνάνες, τους Αχαιούς και τους Μακεδόνες 41. Σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, τα αιτωλικά φύλα διατηρούσαν την ίδια θρησκεία, την ίδια δυσκολονόητη γλώσσα, τα αυτά ήθη και έθιμα, ενώ θεωρούνταν ότι είχαν και τα ίδια σπουδαία πολεμικά προσόντα 42. Μάλιστα, η πολεμική τους ικανότητα αναφέρεται και στις «Φοίνισσες» του Ευριπίδη 43. Σε καιρό πολέμου κατέφευγαν σε οχυρωμένες θέσεις, δηλαδή σε ακροπόλεις στην ενδοχώρα 44, ορισμένες 37. Δηλαδή στην πλούσια και πεδινή περιοχή νότια του Αρακύνθου, αλλά και στην περιοχή βόρεια του, δηλαδή στην αποκαλούμενη «κοιλάδα του Αποκούρου». 38. Δηλαδή στις βόρειες και ΒΑ ορεινές περιοχές, που κατακτήθηκαν από τους Αιτωλούς ή ενσωματώθηκαν κατά καιρούς εθελοντικά στην Αιτωλική Συμπολιτεία. 39. Ο διαχωρισμός της Αιτωλίας σε «αρχαία» και «επίκτητη» οφείλεται στον Στράβωνα (Γεωγραφικά, 10.2.3.). Για τα γεωγραφικά όρια της ιστορικής Αιτωλίας βλ. Σταυροπούλου-Γάτση 2001, 359. 40. Ωστόσο, κατά τον Στράβωνα, η Αιτωλία πρωτοκατοικήθηκε από τους Κουρήτες (φύλο προερχόμενο από την Εύβοια ή την Κρήτη). Έλαβε δε το όνομά της από τον Αιτωλό, γιο του Ενδυμίωνα (απόγονο του Δία), ο οποίος ήρθε από την Ηλεία. 41. Κατά τον Στράβωνα, τον Πολύβιο και τον Τίτο Λίβιο. 42. Μάχονταν πάντοτε με ελαφρύ οπλισμό, με ένα ασυναγώνιστο στυλ κλεφτοπολέμου. 43. Σε διάλογο που έχει η Αντιγόνη με τον παιδαγωγό (καθώς παρακολουθούν το πεδίο της μάχης), σχολιάζουν τον μυθικό ήρωα των Αιτωλών Τυδέα: «ὡς ἀλλόχρως ὅπλοισι, μειξοβάρβαρος», αλλά και τους Αιτωλούς γενικά «σακεσφόροι γάρ πάντες Αἰτωλοί τέκνον, λόγχαις τ ἀκονιστῆρες εὐστοχώτατοι» (Ευριπίδης, Φοίνισσες, στ. 138-140). 44. Funke 1987, 87-96. 79

Σχέδιο 48: Τα αρχαία Αιτωλικά φύλα, κατά τον Στεργιόπουλο (1939, σχέδιο στη σελ. 18). από τις οποίες υπήρχαν από τον 5 ο αι., ενώ στην εχθρική (δυτικά του Αχελώου) Ακαρνανία, καθώς και στην παραλιακή (νότια του Αράκυνθου) Αιτωλία τα πράγματα ήταν περισσότερο εξελιγμένα, αφού οι περιοχές αυτές οδηγήθηκαν νωρίς στην δημιουργία πόλεων, δηλαδή αστικών κέντρων (όπως για παράδειγμα η Καλυδώνα, η Πλευρώνα, η Χαλκίδα κ.α.). Αντίθετα η ενδοχώρα της Αιτωλίας φαίνεται πως παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, από τις ιστορικές εξελίξεις, με τον πληθυσμό της διάσπαρτο, σε μικρούς οικισμούς αγροτικού χαρακτήρα, σε μια χώρα όλο βουνά που έμοιαζαν με απόρθητα κάστρα και γι αυτό χαρακτηρίζονταν ως λαός αγροίκος και πολεμοχαρής 45. Ο Όμηρος (Ιλιάδα Β, 525 και 545) επαινεί τους Αιτωλούς ως γενναιόψυχους και ακλόνητους στη μάχη ( καί Αἰτωλοί μενεχάρμαι καί Αἰτωλῶν μεγαθύμων ). Ο Θουκυδίδης (ΙΙΙ, 94) μιλώντας για το Αιτωλικό φύλο των Ευρυτάνων αναφέρει: «ἀγνωστότατοι δέ γλῶσσαν και ὠμοφάγοι εἰσίν» (μιλάνε μια άγνωστη γλώσσα και τρώνε ωμό κρέας). Ωστόσο τα φύλα αυτά είχαν Παναιτωλική συνείδηση, τη βεβαιότητα δηλαδή ότι ανήκαν στο ίδιο έθνος και γι αυτό εξάλλου, προκειμένου να είναι ισχυροί και ικανοί να αντιμετωπίσουν οποιοδήποτε κίνδυνο, ήδη από τον 5 ο αι. π.χ. 46 είχαν ιδρύσει το Κοινό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως, το 426 π.χ. οι Αιτωλοί στέλνουν όλοι μαζί απεσταλμένους στους Πελοποννήσιους, γεγονός που αποδεικνύει πως μια κεντρική «αρχή-κυβέρνηση» κατευθύνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και την εξωτερι- 45. Νεραντζής 2003, 34 κ. εξ. και 210-216. 46. Ωστόσο, η πρώτη επιγραφική μαρτυρία -από την Αθηναϊκή Αγορά- που αναφέρει το Κοινό των Αιτωλών χρονολογείται στο 367 π.χ. 80

κή πολιτική τους. Το Κοινό αυτό είχε ομοσπονδιακή συνέλευση, εκλεγμένη βουλή και εκλεγμένους επώνυμους άρχοντες. Οι τρεις επώνυμοι άρχοντες που αναλάμβαναν κάθε χρόνο να εκτελέσουν τις αποφάσεις της συνέλευσης και της βουλής ήταν ο Στρατηγός (στρατιωτική και πολιτική εξουσία), ο Γραμματέας της Συμπολιτείας (γραφειοκρατικά και λειτουργικά θέματα) και ο Ιππαρχος (αρχηγός του ιππικού). Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου και αμέσως μετά, σταδιακά το Κοινό των Αιτωλών μετασχηματίζεται από φυλετικό έθνος-κράτος, σε ομοσπονδία πόλεων, την περίφημη Αιτωλική Συμπολιτεία, με κύριο χαρακτηριστικό της την πλήρη Ισοπολιτεία, δηλαδή την ισότητα και την ισορροπία των απαρτιζόντων μελών της (των τοπικών φυλών), αφού η εξουσία ασκούνταν σε ομοσπονδιακό επίπεδο και οι όποιες πολιτικές και στρατιωτικές κινήσεις συναποφασίζονταν από όλες τις φυλές 47. Περί τα μέσα του 4 ου αι. π.χ. οι συνασπισμένοι και δυνατοί Αιτωλοί αρχίζουν την ανοδική τους πορεία στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό, αποσπούν την Καλυδώνα α- πό τους Αχαιούς, προσαρτούν τη Ναύπακτο (338 π.χ.) και τους Οινιάδες (330 π.χ.), ενώ το 323 π.χ. συμμαχούν με τους Αθηναίους και τους άλλους Έλληνες και συμμετέχουν στο Λαμιακό πόλεμο κατά των Μακεδόνων. Το 291 π.χ. κατακτούν τους Δελφούς, ενώ το 279 π.χ., μετά τη νίκη τους εκεί επί των βαρβάρων Γαλατών, από «ιερόσυλοι καταπατητές» του ιερού του Απόλλωνα, η Αιτωλική Συμπολιτεία μετατράπηκε μέσα σε λίγα χρόνια σε σωτήρα και στην μεγαλύτερη δύναμη στον Ελλαδικό χώρο, τουλάχιστον μέχρι το 220 π.χ. οπότε και αρχίζει ο Συμμαχικός Πόλεμος. Κατά τη διάρκεια αυτού, η Αιτωλική Συμπολιτεία βάλλεται ταυτόχρονα από την Αχαϊκή Συμπολιτεία, τους Μακεδόνες, τους Ηπειρώτες, τους Θεσσαλούς, τους Βοιωτούς, τους Φωκείς και τους Ακαρνάνες. Αποτέλεσμα αυτής της οργανωμένης επίθεσης ήταν και η καταστροφή του Θέρμου από τον Φίλιππο τον Ε το 218 π.χ. Οι Μακεδονικοί πόλεμοι που ακολούθησαν (212 π.χ. και 200 π.χ.), παρά τις όποιες έξυπνες συμμαχίες που συνήψαν οι Αιτωλοί, δεν τους επέτρεψαν να ανακάμψουν. Έτσι το 189 π.χ. με τη σύναψη της Αιτωλο-Ρωμαϊκής συνθήκης ειρήνης, υπο- 47. Κατωπόδης 1990, τόμος Β, 449-507. Νεραντζής 2003, 210-216. 81

γράφεται και η «ληξιαρχική πράξη» του τέλους της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Έκτοτε ο πληθυσμός της Αιτωλίας μειώνεται κι εξαθλιώνεται από τους συνεχείς πολέμους και τις ληστρικές επιδρομές. Άλλοι Αιτωλοί γίνονται δούλοι και άλλοι μισθοφόροι των Πτολεμαίων στην Αίγυπτο. Το 31 π.χ. μετά τη ναυμαχία στο Άκτιο οι κάτοικοι των Α- καρνανικών πόλεων, αλλά και πολλοί Αιτωλοί μετοικίζουν αναγκαστικά από τον Αύγουστο στη νεοϊδρυθείσα Νικόπολη. Τελικά το 20 π.χ. ολόκληρη η Αιτωλία υπάγεται στην Ρωμαϊκή «επαρχία της Αχαΐας» 48. Ο Στράβων κάνει λόγο για «τῶν Αἰτωλῶν καί Ἀκαρνάνων ἐρημίαν» 49, ωστόσο, η περιοχή φαίνεται πως δεν ερημώθηκε εντελώς ή τουλάχιστον πως ανέκαμψε πολύ γρήγορα 50. Επίλογος Είναι γενικώς αποδεκτό στην αρχαιολογία πως η μορφή των τάφων και ο πλούτος που καθρεφτίζεται στο περιεχόμενό τους, δηλαδή στις προσφορές των ζωντανών προς τους αγαπημένους τους νεκρούς, μαρτυρά και το πολιτιστικό επίπεδο ενός λαού. Τα ελληνικά Αιτωλικά φύλα, που κατοικούσαν στην αρχαιότητα μια έκταση πολύ μεγαλύτερη από το σημερινό νομό Αιτωλοακαρνανίας, είχαν κοινές ιστορικές καταβολές και θρησκευτικές παραδόσεις με τους υπόλοιπους Έλληνες. Επιπλέον, οι πρωτοποριακοί δημοκρατικοί θεσμοί που εφαρμόστηκαν στην περιοχή, μετά τη συγκρότηση του Κοινού των Αιτωλών και της Αιτωλικής Συμπολιτείας, προσθέτουν πληροφορίες για το πολιτιστικό επίπεδο του λαού που τόσο πολύ δυσφημίστηκε από τους αρχαίους ι- στορικούς. Ο χαρακτηρισμός των Αιτωλών από το Θουκυδίδη τον 5 ο αι. π.χ. ως «ημιβάρβαρους» που «μιλάνε μια γλώσσα ακατανόητη» και «τρώνε ωμό κρέας», οφεί- 48. Νεραντζής 2003, 38. Πετρόπουλος 1988, 93-125. Κατωπόδης 1990, passim. 49. Στράβων, Γεωγραφικά, 10.2.21. Η «ερημία» αυτή εκλαμβάνεται σήμερα από τους μελετητές όχι με την κυριολεκτική της έννοια, αλλά ως «παρακμή σε σχέση με την προγενέστερη κατάσταση». Βλ. σχετικά Πετρόπουλος 2007, 204 (όπου και η σχετική βιβλιογραφία). 50. Για τα σημαντικά ίχνη κατοίκησης στην Αιτωλοακαρνανία κατά τη ρωμαϊκή περίοδο βλ. Σταυροπούλου-Γάτση 2008, 424-425. Πετρόπουλος 1988, 93-125. Πετρόπουλος 2007, 202-204. 82

λεται σε προπαγάνδα των εκνευρισμένων και ηττημένων Αθηναίων 51, όταν προσπάθησαν ανεπιτυχώς το 426 π.χ. να καταλάβουν την Αιτωλία 52. Επίσης, σε άκριτη αντιγραφή πληροφοριών από ιστορικό σε ιστορικό (π.χ. από το Θουκυδίδη στον Πολύβιο και μετά στον Ρωμαίο Τίτο Λίβιο). Η εικόνα αυτή, με τη βοήθεια των αρχαιολογικών ευρημάτων, έχει σήμερα ανατραπεί. Β. Τσαντήλα Δρ. Αρχαιολόγος ΛΣΤ ΕΠΚΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Antonetti 1990 Cl. Antonetti, Les Etoliens. Image et Religion, Paris 1990. Bazin 1864 M. Bazin, Memoire sur l Etolie, in Archives des Missions Scientifiques et litteraires, Iie ser., 1864. Becker 1845 G. Becker, De Aetoliae finibus ac regionibus, Diss., 1845. Βommelje 1987 S. Βommelje - P. Doorn et.al., Aetolia and the Aetolians, Utrecht 1987. Fiedler 1940 K.G. Fiedler, Reise durch alle Theile des Koniggreiches Griechenland Regierung in den Jahren 1834 bis 1837, Leipzig 1940. Forbiger 1848 E. Forbiger, λήμμα «Phytaion», RE 1848, σ. 978-983. Funke 1987 P. Funke, «Zur Datierung befestigter Stadtanlagen in Aitolien», Boreas 10 (1987), σ. 87-96. I.G. G. Claffenbach, Inscriptiones Aetoliae, vol. IX, fasc. I, II, Berlin 1932. Jardé 1902 A. Jardé, «Inscriptions de Delphes», BCH 26 (1902), σ. 1-85. Κατωπόδης 1990 Κολώνας 1998 Γ.Σ. Κατωπόδης, Αιτωλική Συμπολιτεία, τόμοι Α -Β, Αγρίνιο 1990 (β έκδοση). Λάζ. Κολώνας, «Μνημεία και ανασκαφές στην Αιτωλοακαρνανία», στο ένθετο «Επτά Ημέρες», εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής, 27/9/1998, σ. 14-17. Kirsten 1941 Ε. Kirsten, λήμμα «Phytaion», RE 20.1 (1941), σ. 1169-1175. Kirsten 1941 B E. Kirsten, «Bericht uber eine Reise in Aitolien und Akarnanien», AA 56 (1941), σ. 99-119. 51. Antonetti 1990, passim. 52. Οι Αθηναίοι εκστράτευσαν υπό το στρατηγό Δημοσθένη και ηττήθηκαν από τους Αιτωλούς στο Αιγίτιο. Έχασαν 120 άνδρες και τον συστράτηγο του Δημοσθένη Προκλή. 83

Klaffenbach 1936 G. Klaffenbach, Neue Inschriften aus Ätolien, Berlin 1936, σ. 358-388. Μαστροκώστας 1967 Ευθ. Μαστροκώστας, «Καψορράχη», ΑΔ 22 (1967), Β -Χρονικά, σ. 319, πίν. 226 γ και 227 β-δ. Leake 1935 W.M. Leake, Travels in Northern Greece, London 1935. Νεραντζής 2003 Νoack 1897 Ι. Νεραντζής, Η χώρα των Αιτωλών. Συμβολή στη γεωπολιτική της οργάνωση, διδακτορική διατριβή, εκδ. Ίφιτος, Αγρίνιο 2003. F. Νoack, Untersuchungen und Aufnahmen Griechischer Stadtund Burgruinen im west. Lokris, Aetolien und Akarnanien, AA 12 (1897), σ. 80-83. Νoack 1916 F. Νoack, «Befestigte griechische Städte in Aetolien und Akarnanien», AA 31 (1916), σ. 215-239. Philippson-Kirsten ΙΙ A. Philippson - E. Kirsten, Die Griechischen Landschaften. Eine Landeskunde. Vol. ΙΙ: Der Nordwesten der Griechischen Halbinsel, Frankfurt am Main 1956-1958. Plassart 1921 A. Plassart, «Inscriptiones de Delphes: la liste des théodoroques», BCH 45 (1921), σ. 1-85. Pritchett 1989 Pritchett 1991 K. Pritchett, The route of Philip s March on Thermon in 218 B.C., Studies in Ancient Greek Topography VI, Berkeley 1989, σ. 126-140. K. Pritchett, Further Exploretions of Philip s March on Thermon in 218 B.C., Studies in Ancient Greek Topography VII, Amsterdam 1991. Παπαποστόλου 1978 Ι. Παπαποστόλου, «Καψορράχη», ΑΔ 33 (1978), Β1-Χρονικά, σ. 165. Πετρόπουλος 1988 Πετρόπουλος 2007 Πορτελάνος 1998 Μιχ. Πετρόπουλος, «Η Αιτωλοακαρνανία κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο», Πρακτικά Α Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας, Αγρίνιο 1988, σ. 93-125. Μιχ. Πετρόπουλος, «Νικόπολις - Πάτρα μέσω Αιτωλοακαρνανίας», στο Nικόπολις Β, Πρακτικά του Δεύτερου Διεθνούς Συμποσίου για τη Νικόπολη (11-15 Σεπτεμβρίου 2002), Πρέβεζα 2007, σ. 175-211. Αν. Κ. Πορτελάνος, Οι αρχαίες Αιτωλικές οχυρώσεις, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Παν/μιο Κρήτης, Αθήνα 1998, σ. 534-539. Ρωμαίος 1916 Κ. Ρωμαίος, «Η Αρχαιολογική Περιφέρεια», ΑΔ 2, 1916, Παράρτημα, σ. 44-51. Σταυροπούλου-Γάτση 2001 Σταυροπούλου-Γάτση 2008 M. Σταυροπούλου-Γάτση, «Η αρχαία κατοίκηση γύρω από τη λίμνη Τριχωνίδα της Αιτωλίας», στο Α Διεθνές Συνέδριο Ρούμελης - Για τον πολιτισμό και την ανάπτυξη, Πνευματικό Κέντρο Ρουμελιωτών, Αθήνα 2001, σ. 359-378. Μ. Σταυροπούλου-Γάτση, «Αιτωλία και Ακαρνανία», «Αιτωλία. Από τον Εύηνο έως τον Αχελώο και το Παναιτωλικό. Από τα Βαρδούσια έως τον Μόρνο» και «Ακαρνανία. Ιστορικό και αρχαιολογικό περίγραμμα», στον τόμο: Α. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Εύβοια και Στερεά Ελλάδα, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 2008, σ. 388-389, 398-407 και 414-425 αντίστοιχα. 84

Στεργιόπουλος 1939 Κ. Στεργιόπουλος, Αρχαία Αιτωλία, Μια ιστορικο-γεωγραφική μελέτη, Αθήνα 1939. Walbank 1957 F.W. Walbank, A Historical Commentary on Polybius, vol. I, Oxford 1957. Woodhouse 1897 W.J. Woodhouse, Aetolia: It s Geography, Topography and Antiquities, Oxford 1897 (επανέκδοση 1973). 85