ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 17 Iανουαρίου 2012 (OR. en) 5441/12 ENER 14 ENV 22 DELACT 1 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Για το Γενικό Γραμματέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο κ. Jordi AYET PUIGARNAU, Διευθυντής Ημερομηνία Παραλαβής: 16 Ιανουαρίου 2012 Αποδέκτης: κ. Uwe CORSEPIUS, Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: E(2011) 10050 τελικό Θέμα: Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. /... της Επιτροπής της 16.1.2012 προς συμπλήρωση της οδηγίας 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση) με τον καθορισμό συγκριτικού μεθοδολογικού πλαισίου για τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο της Επιτροπής - E(2011) 10050 τελικό. συνημμ.: E(2011) 10050 τελικό 5441/12 γπ DG C EL
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 16.1.2012 E(2011) 10050 τελικό ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16.1.2012 προς συμπλήρωση της οδηγίας 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση) με τον καθορισμό συγκριτικού μεθοδολογικού πλαισίου για τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) EL EL
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΗΣ 1.1. Γενικά Η μείωση της χρήσης ενέργειας στα κτήρια της Ευρώπης αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής της ΕΕ στα θέματα της (αποδοτικότητα της) ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής, καθώς και της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Στη στρατηγική της για την ενεργειακή πολιτική που ανακοίνωσε προσφάτως η ΕΕ 1 και στο Σχέδιο για την ενεργειακή απόδοση 2 υπογραμμίζεται η ανάγκη για περαιτέρω δράση σε αυτόν τον τομέα, ιδίως όσον αφορά το υπάρχον κτηριακό δυναμικό. Η οδηγία 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση) 3 αποτελεί ένα από τα μέτρα τα οποία το 2008, στη δεύτερη επισκόπηση της ενεργειακής στρατηγικής 4, χαρακτηρίστηκαν απαραίτητα για την απαρέγκλιτη συνέχιση της πορείας προς εκπλήρωση του στόχου της ΕΕ να αυξήσει κατά 20% την ενεργειακή απόδοση μέχρι το 2020. Ωστόσο, η μετατροπή τού κτηριακού δυναμικού στην ΕΕ θα ολοκληρωθεί αρκετά χρόνια μετά το 2020 και ο στόχος του 20% μπορεί να αποτελεί μόνο ενδιάμεσο βήμα. Πράγματι, στον χάρτη πορείας για τη μετάβαση σε μια ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών 5, που δημοσιεύτηκε προσφάτως, η Επιτροπή επεσήμανε ότι οι εκπομπές στον τομέα των κτηρίων είναι δυνατόν να μειωθούν κατά περίπου 90% μέχρι το 2050. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το μέσο όρο συμμετοχής σε μακροχρόνια βάση, διότι στον κατασκευαστικό τομέα - σε αντίθεση, για παράδειγμα, προς τον τομέα των μεταφορών - είναι ήδη διαθέσιμες οι τεχνολογικές λύσεις που απαιτούνται για την κοινωνία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών. Προκειμένου ο κατασκευαστικός τομέας να επιτύχει αυτή τη σημαντική συμβολή μέχρι τα μέσα του τρέχοντος αιώνα, χρειάζονται όσο το δυνατόν συντομότερα οι βέλτιστες από πλευράς κόστους απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης. Αρκετές πρόσφατες μελέτες έχουν αποδείξει τις αρνητικές μακροπρόθεσμες επιδράσεις υποδεέστερων ανακαινίσεων, με τις οποίες καθηλώνονται επί δεκαετίες οι δυνατότητες εξοικονόμησης, πράγμα που ισχύει και για τις νέες κατασκευές. Η λόγω επίδραση «καθήλωσης», όπως καλείται, είναι δυνατόν να αποτραπεί μόνο με τη θέσπιση νομικών απαιτήσεων σε επίπεδα που να αποτυπώνουν όλες τις εξοικονομήσεις που είναι εφικτές κατά τη διάρκεια του εκτιμώμενου οικονομικού κύκλου ζωής του κτηρίου. Είναι επομένως δυνατόν να αντιμετωπιστούν οι εγγενείς αδυναμίες της αγοράς στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων, που οφείλονται στη μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής, την αντίληψη των δανειστών όσον αφορά την επικινδυνότητα και στην άγνοια των ιδιωτών επενδυτών σχετικά με τις τεχνολογίες που είναι διαθέσιμες. Το μεθοδολογικό πλαίσιο βέλτιστου κόστους είναι ικανό, εφόσον σχεδιαστεί και εφαρμοστεί ορθώς, να διαμορφώσει νομικό πλαίσιο για την αύξηση των επιπέδων ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κρατών μελών, ώστε να διασφαλίζεται ότι λαμβάνονται όλα τα οικονομικώς ορθολογικά μέτρα. Η βελτιστοποίηση του κόστους μπορεί επίσης να αποτελέσει 1 2 3 4 5 COM(2010) 639 τελικό. COM(2011) 109 τελικό. EE L 153 της 18.6.2010, σ. 13. COM(2008) 781 τελικό. COM(2011) 112 τελικό. EL 2 EL
καλά τεκμηριωμένη βάση για την ενίσχυση της φερεγγυότητας των έργων ανακαίνισης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που χρηματοδοτούνται από τα μέσα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης. Τέλος, το μεθοδολογικό πλαίσιο βέλτιστου κόστους μπορεί να έχει το πλεονέκτημα να είναι τεχνολογικά ουδέτερο. 1.2. Στόχοι της πρότασης Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση), η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει, μέχρι τις 30 Ιουνίου 2011, συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο για τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους για τις ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση κτηρίων ή δομικών στοιχείων. Σύμφωνα με την οδηγία 2002/91/ΕΚ για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων 6 (η οποία θα καταργηθεί από την 1η Φεβρουαρίου 2012) 7, τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα κτήρια που να βασίζονται σε εθνικές μεθόδους υπολογισμού. Ωστόσο, η οδηγία δεν περιλαμβάνει απαιτήσεις ή καθοδήγηση για το πώς θα γίνει αυτό. Σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ τα κράτη μέλη οφείλουν πλέον να μεριμνήσουν ώστε να καθοριστούν ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για κτήρια, κτηριακές μονάδες και δομικά στοιχεία με στόχο να επιτευχθούν επίπεδα βέλτιστου κόστους. Για τον προσδιορισμό αυτών των επιπέδων βέλτιστου κόστους, απαιτείται από τα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν καθοριζόμενο από την Επιτροπή συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο και να συμπληρώσουν αυτό το πλαίσιο με τις σχετικές εθνικές παραμέτρους. Εάν από τα αποτελέσματα των υπολογισμών και τη σύγκριση προκύπτει ότι οι ισχύουσες ελάχιστες απαιτήσεις για την ενεργειακή απόδοση είναι σημαντικά λιγότερο αποτελεσματικές από τις απαιτήσεις βάσει του βέλτιστου κόστους, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να δικαιολογούν τη διαφορά γραπτώς στην Επιτροπή. Εάν η διαφορά είναι αδικαιολόγητη, πρέπει να εκπονείται σχέδιο για τη μείωσή της. Στην οδηγία 2010/31/ΕΕ περιλαμβάνεται, επιπλέον, διάταξη σύμφωνα με την οποία έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 σε όλα τα νέα κτήρια (έως την 31η Δεκεμβρίου 2018 σε όλα τα νέα κτήρια όπου στεγάζονται δημόσιες αρχές και είναι ιδιοκτησίας τους) να είναι σχεδόν μηδενική η κατανάλωση ενέργειας. Ο στόχος αυτός έχει ληφθεί υπόψη στο μεθοδολογικό πλαίσιο, με την συμπερίληψη, μεταξύ άλλων, στον υπολογισμό των απαιτούμενων μέτρων/δεσμών/παραλλαγών μέτρων για την κατασκευή κτηρίων σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας. Το μεθοδολογικό πλαίσιο βέλτιστου κόστους μπορεί επίσης να συμβάλει να καταδειχθεί το χάσμα μέχρι την πλήρη αποδοτικότητα του κόστους και, ακολούθως, το βέλτιστο κόστος των κτηρίων σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας. Σκοπός του συγκριτικού μεθοδολογικού πλαισίου δεν είναι να εναρμονίσει τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακών επιδόσεων αυτές καθαυτές, αλλά να διασφαλίσει ότι εν προκειμένω είναι παρόμοιο το επίπεδο των φιλοδοξιών κάθε κράτους μέλους της ΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των οικείων συνθηκών. Οι απαιτήσεις επιδόσεων καθορίζονται από τα κράτη μέλη συναρτήσει τοπικών παραγόντων, π.χ. του κλίματος, των διαθέσιμων πόρων και της οικονομικής ανάπτυξης. Έτσι εξασφαλίζεται ισότιμη προσέγγιση για τα κράτη μέλη με διαφορετικά επίπεδα προόδου και πείρας. Ως εκ τούτου, η προσέγγιση αυτή συνάδει επίσης πλήρως με τον χαρακτήρα της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, δηλαδή της οδηγίας πλαισίου, καθώς 6 7 ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 65. Βλ. άρθρο 29 της οδηγίας 2010/31/ ΕΕ. EL 3 EL
παρέχεται το απαραίτητο περιθώριο στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις διατάξεις της με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να ενθαρρύνει τη σύγκλιση των επιπέδων φιλοδοξίας και να αποτελέσει στοιχείο αμοιβαίας πίεσης, όπως είχε ήδη επισημανθεί στην εκτίμηση επιπτώσεων που συνόδευε την πρόταση οδηγίας 2010/31/ΕΕ 8. 1.3. Συνεκτικότητα με άλλες πολιτικές και στόχους της ΕΕ Η συνεκτικότητα με τη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει εξασφαλιστεί. Στην οδηγία 2010/31/ΕΕ χρησιμοποιούνται οι ορισμοί της οδηγίας 2009/28/ΕΚ σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και λαμβάνονται υπόψη οι υποχρεώσεις σχετικά με τα κτήρια που προβλέπονται σε αυτή 9. Το μεθοδολογικό πλαίσιο βέλτιστου κόστους θα χρησιμοποιείται επίσης από τα κράτη μέλη για τη θέσπιση των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των τεχνικών συστημάτων κτηρίων. Στο πλαίσιο αυτό, είναι εξασφαλισμένη η συνεκτικότητα με τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού των προϊόντων που σχετίζονται με τα κτήρια, όπως π.χ. οι λέβητες και τα κλιματιστικά. Η οδηγία 2009/125/ΕΚ, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα 10, παρέχει τη δυνατότητα καθορισμού ελάχιστων απαιτήσεων της ΕΕ για τα εν λόγω προϊόντα, με σκοπό να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία τους εντός της εσωτερικής αγοράς. Σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ, ο στόχος ικανοποιητικών ή βέλτιστου κόστους επιπέδων ενεργειακής απόδοσης ενδέχεται, υπό ορισμένες συνθήκες, να δικαιολογεί τον καθορισμό από τα κράτη μέλη ικανοποιητικού ή βέλτιστου κόστους απαιτήσεων, οι οποίες είναι δυνατόν να δημιουργήσουν, στην πράξη, εμπόδια σε ορισμένες αρχιτεκτονικές ή τεχνικές επιλογές, καθώς επίσης να ενθαρρύνουν τη χρήση συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων με καλύτερη ενεργειακή απόδοση. Επιπλέον, είναι παρόμοια η προσέγγιση της οδηγίας 2009/125/ΕΚ με εκείνη της οδηγίας 2010/31/ΕΕ όσον αφορά την κοστολόγηση του κύκλου ζωής, καθώς η προσέγγιση του συνολικού κόστους είναι παραλλαγή της κοστολόγησης του κύκλου ζωής που λαμβάνει υπόψη τη χρήση και, κατά περίπτωση, την φάση του τέλους του κύκλου ζωής, και με παρόμοια προσέγγιση για το προεξοφλητικό επιτόκιο. Στην προσφάτως εκδοθείσα κοινοτική νομοθεσία για τα δομικά προϊόντα 11 υιοθετείται επίσης η κοστολόγηση του κύκλου ζωής για την αξιολόγηση της ενεργειακής κατανάλωσης αυτών των προϊόντων. Τέλος, ο παρών κανονισμός της Επιτροπής έχει εκπονηθεί με βάση τους υφιστάμενους ορισμούς και έννοιες για τον υπολογισμό του κόστους που αναπτύχθηκαν για το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 15459. Όσον αφορά τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων, συνιστάται η χρήση των υφιστάμενων προτύπων CEN, αλλά είναι αποδεκτές και ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, υπό την προϋπόθεση ότι συνάδουν με το παράρτημα Ι και το άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ. 8 9 10 11 SEC (2008) 2865. Οδηγία 2009/ 28/ ΕΚ. EE L 285 της 31.10.2009, σ. 10. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίο υ 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ ΕΟΚ του Συμβουλ ίου (EE L 88 της 4.4.2011, σ. 5). EL 4 EL
2. ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ Για την προετοιμασία και τη σύνταξη της παρούσας κατ εξουσιοδότηση πράξης πραγματοποιήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτεταμένες διαβουλεύσεις. Διοργανώθηκαν δύο συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων, στις 16 Μαρτίου του 2011 και στις 6 Μαΐου του 2011, στις Βρυξέλλες. Και για τις δύο συνεδριάσεις, στις οποίες συμμετείχαν εθνικοί και άλλοι εμπειρογνώμονες, τα κράτη μέλη κλήθηκαν να ορίσουν τους εθνικούς τους αντιπροσώπους 12. Πέραν των εθνικών εμπειρογνωμόνων, προσκλήθηκαν να εκπροσωπηθούν ισόρροπα όλοι οι ενδιαφερόμενοι, μεταξύ των οποίων οι κατασκευαστές τεχνολογιών ενεργειακής απόδοσης (συστημάτων και κτηρίων), όλοι όσοι εμπλέκονται στην αλυσίδα κατασκευής, καθώς και εμπειρογνώμονες για σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας κτηρίων, οι εμπειρογνώμονες της ΕΕ στην τυποποίηση, φορείς εκπροσώπησης ιδιοκτητών ακινήτων και ενοικιαστών, αντιπρόσωποι των δημόσιων τραπεζών και των εταιρειών παροχής ενεργειακών υπηρεσιών. Δεδομένης της ετερογένειας του τομέα των κατασκευών, η συμμετοχή ήταν περιορισμένη στις κεντρικές αντιπροσωπευτικές συνομοσπονδίες στην ΕΕ. Οι ενδιαφερόμενοι που προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν επιλέχθηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και ο αρχικός κατάλογος τροποποιήθηκε κατόπιν αιτήματος. Τέλος, και στις δύο συνεδριάσεις παρευρέθηκαν πανεπιστημιακοί εμπειρογνώμονες, μεταξύ άλλων από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. 2.1. Η πρώτη συνεδρίαση εμπειρογνωμόνων, στις 16 Μαρτίου του 2011 Ο σκοπός της πρώτης συνεδρίασης, στην οποία παραβρέθηκαν 46 συμμετέχοντες από τα κράτη μέλη και 43 από άλλους ενδιαφερόμενους, ήταν διττός: να ακουστούν οι απόψεις των εμπειρογνωμόνων σε κύρια θέματα πεδίου εφαρμογής και μεθοδολογίας και να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι μεθοδολογίες κόστους-αποτελεσματικότητας που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. Για την αντιμετώπιση των θεμάτων που αφορούν το πεδίο εφαρμογής και τη μεθοδολογία, στάλθηκε στους εμπειρογνώμονες πριν από τη συνεδρίαση ερωτηματολόγιο με 23 ερωτήσεις, οι οποίες αφορούσαν: την ανάγκη συνεκτικότητας του στόχου σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας με τις απαιτήσεις βέλτιστου κόστους τον βαθμό λεπτομέρειας που είναι αναγκαίος για τα κτήρια αναφοράς, καθώς και για άλλα εισερχόμενα δεδομένα την προοπτική βελτιστοποίησης του κόστους (μακροοικονομικό επίπεδο ή επίπεδο μεμονωμένου επενδυτή) την βελτιστοποίηση του κόστους σε κλίμακα δομικού στοιχείου την ανάγκη να συμπεριληφθούν τα συστήματα φωτισμού του μη οικιστικού τομέα 12 Ο εθνικός εμπειρογνώμονας ήταν δυνατόν, αλλά δεν έπρεπε κατ ανάγκη, να είναι ο ίδιος εμπειρογνώμονας που εκπροσωπεί το κράτος μέλος στην επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας για την απόδοση των κτιρίων (EDMC/επιτροπή «Διαχείριση της ενεργειακής ζήτησης» (διαμόρφωση κτηρίων)). EL 5 EL
τις τάσεις εξέλιξης των ενεργειακών τιμών και πηγών δεδομένων την ανάγκη ένταξης των κατεδαφίσεων στη μεθοδολογία. Ήταν στη διακριτική ευχέρεια των εμπειρογνωμόνων να διατυπώσουν τα σχόλιά τους κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, ή/και εγγράφως πριν ή μετά τη συνεδρίαση. Εκτός από τα σχόλια σε συγκεκριμένες ερωτήσεις, οι εθνικές αρχές κλήθηκαν να παρουσιάσουν τις προσεγγίσεις τους σε εθνικό επίπεδο για τον καθορισμό των αποτελεσματικών από πλευράς κόστους ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης, δυνατότητα την οποία αξιοποίησαν τέσσερα κράτη μέλη της ΕΕ: η Δανία, η Γερμανία, η Ολλανδία και η Ιταλία. Όλα τα σχετικά έγγραφα εργασίας διανεμήθηκαν στους εμπειρογνώμονες και τα ενδιαφερόμενα μέρη, ταυτόχρονα δε εξασφαλίστηκε η έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των εγγράφων της συνεδρίασης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Όλα τα έγγραφα των συνεδριάσεων, συμπεριλαμβανομένων των παρουσιάσεων από τα τέσσερα κράτη μέλη και των γραπτών εισηγήσεων που παραλήφθηκαν, δημοσιεύθηκαν στο δικτυακό τόπο της Επιτροπής. Συνοπτική παρουσίαση των παρεμβάσεων στην πρώτη συνεδρίαση των εμπειρογνωμόνων και του τρόπου με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη Από τις απόψεις που διατύπωσαν οι εμπειρογνώμονες και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά τη συνεδρίαση, ή εγγράφως πριν ή μετά τη συνεδρίαση, διαπιστώθηκε ισχυρή πλειοψηφία υπέρ της ένταξης των συστημάτων φωτισμού του μη οικιστικού τομέα και υπέρ του αποκλεισμού της φάσης κατεδάφισης από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας κατ εξουσιοδότηση πράξης, αλλά η εικόνα ήταν λιγότερο σαφής όσον αφορά άλλα ζητήματα του πεδίου εφαρμογής και μεθοδολογίας. Σχετικά με τα κτήρια αναφοράς: Από τις παρουσιάσεις και τις παρεμβάσεις των κρατών μελών προέκυψε ότι είναι διαφορετικές οι προσεγγίσεις όσον αφορά τη μεθοδολογία και το επίπεδο λεπτομέρειας: στη Γερμανία εφαρμόζεται μάλλον πλήρης κατάλογος, στις δε Κάτω Χώρες προβλέπονται λίγα κτήρια αναφοράς για τον οικιστικό τομέα και προσαρμοσμένα μοντέλα χρήσης για τον μη οικιστικό τομέα. Στη Δανία δεν χρησιμοποιείται πλήρης τυπολογία κτηρίων αναφοράς αλλά πρότυπα κτήρια. Δεν διαθέτουν όλα τα κράτη μέλη βάση δεδομένων για τα κτήρια αναφοράς που ισχύουν σήμερα. Ενώ πολλά ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν με έμφαση να αποτυπώνεται στις τυπολογίες για τα υφιστάμενα κτήρια όσο το δυνατόν ακριβέστερα το πραγματικό (μεσοσταθμικό) κτηριακό δυναμικό, οι εθνικοί εμπειρογνώμονες επεσήμαναν το γεγονός ότι το «στατιστικώς αντιπροσωπευτικό» κτήριο αναφοράς ενδέχεται να αποβεί ιδιαίτερα περίπλοκο ή και μη ρεαλιστικό. Από την άλλη πλευρά, φαίνεται να είναι γενικώς αποδεκτό ότι ο ορισμός του κτηρίου αναφοράς για τα νέα κτήρια δεν πρέπει να είναι υπερβολικά λεπτομερής όσον αφορά το κέλυφος του κτηρίου και των συστημάτων του, καθώς στην προκειμένη περίπτωση δεσμευτικά στοιχεία είναι μόνον η βασική γεωμετρία και η συνήθης χρήση του κτηρίου. Ένας εθνικός εμπειρογνώμονας επέστησε την προσοχή στο γεγονός ότι για τα νέα κτήρια θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ήδη υποκατηγορίες κτηρίων για να αποκλειστούν εκ των προτέρων πολύ αναποτελεσματικές επιλογές (π.χ. πλήρης γυάλινη πρόσοψη). Επιπλέον, επισημάνθηκε ότι το κτήριο αναφοράς θα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό όχι μόνο της EL 6 EL
ενεργειακής απόδοσης, αλλά και της διάρθρωσης του κόστους του εθνικού κτηριακού δυναμικού. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής πρότειναν την επιλογή να επισυναφθεί στην κατ εξουσιοδότηση πράξη δελτίο έκθεσης που να παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να συνεχίσουν τις τρέχουσες προσεγγίσεις, αλλά παράλληλα να διασφαλίζεται για την Επιτροπή ο μέγιστος βαθμός διαφάνειας σχετικά με το πώς ορίζονται τα κτήρια αναφοράς. Η προσέγγιση που προτείνεται τελικώς είναι να έχουν τα κράτη μέλη τη διακριτική ευχέρεια να καθορίζουν κτήρια αναφοράς τουλάχιστον για μονοκατοικίες, πολυκατοικίες και συγκροτήματα κατοικιών και κτήρια γραφείων (σε κάθε κατηγορία, τουλάχιστον δύο κτήρια αναφοράς για τα υφιστάμενα κτήρια και ένα για νέα κτήρια) και να εξασφαλιστεί η διαφάνεια με την υποβολή εκθέσεων μέσω κοινού μορφοτύπου. Σχετικά με το βέλτιστο κόστος σε επίπεδο δομικού στοιχείου: Συζητήθηκαν οι ιδιαιτερότητες της οδηγίας για τον οικολογικό σχεδιασμό και της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, καθώς και το πώς αυτές διασυνδέονται. Επιστήθηκε η προσοχή στο ότι τα προϊόντα που διέπονται από τον οικολογικό σχεδιασμό είναι πάντα μέρος συστήματος (που λειτουργεί υπό διαφορετικές κλιματικές συνθήκες, με διαφορετικές απαιτήσεις θέρμανσης και ψύξης), γεγονός που εξηγεί γιατί στους εθνικούς οικοδομικούς κανονισμούς προστίθενται συχνά κριτήρια πέραν των απαιτήσεων για τα προϊόντα. Σχετικά με άλλα εισερχόμενα δεδομένα, ιδίως για τους υπολογισμούς του κόστους: Η ιδέα της εφαρμογής περιόδου υπολογισμού 30 ετών έτυχε μεγαλύτερης υποστήριξης απ ό,τι επικρίσεων. Οι ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν διαφορετικές απόψεις σχετικά με το κατά πόσον είναι ενδεδειγμένη διαφορετική περίοδος υπολογισμού για κτήρια οικιστικής χρήσης από εκείνη για κτήρια μη οικιστικής χρήσης. Οι απόψεις των εθνικών εμπειρογνωμόνων εκτείνονταν από περίοδο υπολογισμού συντομότερη των 20 ετών έως 60 ετών. Τονίστηκε ότι για την περίοδο υπολογισμού είναι επίσης δυνατόν να χρησιμοποιηθεί η υπολειμματική αξία εάν ο εκτιμώμενος οικονομικός κύκλος ζωής του κτηρίου είναι μεγαλύτερος. Ένας πανεπιστημιακός εμπειρογνώμονας υπογράμμισε ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να προβλεφθούν τιμές για χρονικό ορίζοντα άνω των 30 ετών. Κρίθηκε πολύ πρόωρο από τους ενδιαφερόμενους να ληφθούν υπόψη οι μελλοντικά αναμενόμενες υψηλότερες τιμές για ενεργειακά περισσότερο αποδοτικά κτήρια. Ως αποτέλεσμα των συζητήσεων αυτών, προτείνεται να διατηρηθεί η περίοδος υπολογισμού των 30 ετών για κτήρια οικιστικής χρήσης, αλλά να επιτραπεί επίσης η συντομότερη περίοδος υπολογισμού των 20 ετών για τα κτήρια επαγγελματικής και μη οικιστικής χρήσης, καθώς είναι μικρότερης διάρκειας οι κύκλοι επένδυσης σε αυτά τα κτήρια. Δεδομένου του παραδειγματικού ρόλου των δημόσιων αρχών, για τους υπολογισμούς που αφορούν τα δημόσια κτήρια θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται περίοδος υπολογισμού 30 ετών. Παραμένει στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να καθορίζουν σε εθνικό επίπεδο τον οικονομικό κύκλο ζωής τόσο των κτηρίων όσο και των δομικών στοιχείων, όπως απαιτείται από την οδηγία. Σχετικά με το ζήτημα του για ποιον θα πρέπει να καθορίζεται η βελτιστοποίηση του κόστους: Στο θέμα αυτό προέκυψε συγκεχυμένη εικόνα σε επίπεδο κρατών μελών: ένα κράτος μέλος επιχειρηματολόγησε υπέρ της σκοπιάς του ιδιώτη και μόνο, ένα κράτος μέλος υπέρ καθαρά EL 7 EL
κοινωνικής σκοπιάς, ενώ πολλά κράτη μέλη συνηγόρησαν να λαμβάνονται υπόψη και οι δύο σκοπιές. Διαφωνία σημειώθηκε και μεταξύ άλλων ενδιαφερομένων: οι ιδιοκτήτες ακινήτων και οι εταιρείες κοινωνικής στέγασης υποστήριξαν ότι θα πρέπει να συνεκτιμούνται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μισθωμένων ακινήτων, ενώ οι ερευνητές προέβαλαν ότι η μακροοικονομική σκοπιά αποτελεί μονόδρομο. Σύμφωνα με έναν ερευνητή, το βέλτιστο κόστος σε μακροοικονομικό επίπεδο θα μπορούσε να σημαίνει 117% υψηλότερες απαιτήσεις από ό,τι σε ιδιωτικό επίπεδο, αλλά δεν υπάρχει συναίνεση σχετικά με το εύρος του πεδίου εφαρμογής από μακροοικονομική σκοπιά. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στις μικρές διαφορές μεταξύ των υπολογισμών που θα πρέπει να εφαρμόζονται για την κάθε περίπτωση. Παρά τις διιστάμενες απόψεις μεταξύ της μακροοικονομικής και της μικροοικονομικής άποψης, επικράτησε η αντίληψη ότι όλα τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν την ίδια προσέγγιση. Σχετικά με τη συσχέτιση της βελτιστοποίησης του κόστους και των κτηρίων σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας: Μεγάλο μέρος των συμμετεχόντων συμμερίστηκαν την άποψη της Επιτροπής ότι κατά γενικό κανόνα θα πρέπει κατ αρχάς να μειωθεί η ενέργεια που χρειάζεται για θέρμανση και ψύξη και, εν συνεχεία, θα ήταν δυνατή η ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Ωστόσο, καθώς σε ειδικές περιπτώσεις προσφέρονται ορισμένες βασιζόμενες στις ΑΠΕ λύσεις που ήδη σήμερα είναι βέλτιστες από πλευράς κόστους και υπερτερούν μέτρων βασιζόμενων στην ενεργειακή απόδοση, η επακόλουθη συζήτηση επικεντρώθηκε κυρίως σε θέματα που αφορούν τα όρια του συστήματος (π.χ. κτήριο ή γειτονιά). Διατυπώθηκαν διιστάμενες απόψεις σχετικά με το κατά πόσον θα πρέπει επίσης να αποδεικνύεται η αποτελεσματικότητα του κόστους λύσεων βασιζόμενων στις ΑΠΕ. Οι συνεταιρισμοί κοινωνικής κατοικίας επεσήμαναν το γεγονός ότι μόνο η μείωση της ενεργειακής ζήτησης θα αποφέρει μείωση των λογαριασμών ενέργειας των ενοικιαστών. Ένας από τους ενδιαφερόμενους εξέφρασε τον φόβο ότι η απαίτηση για σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας στα κτήρια μπορεί να οδηγήσει σε επιβράδυνση της κατασκευής νέων κτηρίων. Μολονότι δεν είναι ακόμα γνωστές οι ακριβείς λεπτομέρειες για την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο του ορισμού της σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, ήταν γενικά αποδεκτό ότι ο ορισμός του βέλτιστου κόστους μέχρι το 2013 μπορεί να αποτελέσει το πρώτο βήμα προς εκπλήρωση του στόχου της σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας μέχρι το 2019 (στο δημόσιο τομέα)/2021 (σε όλα τα νέα κτήρια) ο οποίος προβλέπεται στην οδηγία. Σχετικά με την εξέλιξη των ενεργειακών τιμών: Οι εμπειρογνώμονες υπογράμμισαν τη σπουδαιότητα των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και των τιμών CO 2 που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προβλέψεις των ενεργειακών τιμών. Ένας εμπειρογνώμονας τόνισε τη σημασία της υποχρεωτικής ανάλυσης ευαισθησίας σχετικά με την εξέλιξη των ενεργειακών τιμών. Η Δανία επέστησε την προσοχή στο γεγονός ότι οι εξελίξεις των ενεργειακών τιμών είναι ευκολότερο να προβλεφθούν σε μακροοικονομικό επίπεδο από ό, τι από τη σκοπιά του ιδιώτη και ότι θα έπρεπε να συνεκτιμάται ενδεχόμενη μείωση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών. 2.2. Η δεύτερη συνεδρίαση εμπειρογνωμόνων, στις 6 Μαΐου του 2011 Στη δεύτερη συνεδρίαση των εμπειρογνωμόνων, στις 6 Μαΐου του 2011, παρευρέθηκαν 73 συμμετέχοντες, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν συμμετάσχει και στην πρώτη EL 8 EL
συνεδρίαση. Στον κατάλογο συμμετεχόντων στη δεύτερη συνεδρίαση προστέθηκαν μερικές ενώσεις ενδιαφερομένων, κατόπιν αιτήματός τους. Η συζήτηση βασίστηκε σε έγγραφο εργασίας με προσχέδιο κατ εξουσιοδότηση πράξης, καθώς και σε σχέδιο μορφοτύπου υποβολής εκθέσεων. Τα έγγραφα αυτά είχαν διανεμηθεί σε όλους τους εμπειρογνώμονες στις 20 Απριλίου και 4 Μαΐου 2011, αντίστοιχα, και είχαν, επίσης, διαβιβαστεί στην επιχειρησιακή ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στο σημείο επαφής του Συμβουλίου. Συνοπτική παρουσίαση των παρεμβάσεων στη δεύτερη συνεδρίαση των εμπειρογνωμόνων και του τρόπου με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη: Σε γενικές γραμμές, οι απόψεις που εκφράστηκαν στη συνεδρίαση των εμπειρογνωμόνων της 6 Μαΐου του 2011 υποστήριξαν τη συνολική προσέγγιση και στόχευαν στη βελτίωση του σχεδίου κειμένου. Επιπλέον, οι συζητήσεις συνέβαλαν στη διευκρίνιση και στην τροποποίηση των ακόλουθων θεμάτων: η προσέγγιση για τα υφιστάμενα και τα νέα κτήρια θα πρέπει να είναι η ίδια και, συνεπώς, θα πρέπει επίσης να υιοθετηθεί προσέγγιση συνολικού κόστους για τα υφιστάμενα κτήρια (τροποποιήθηκε στην τελική πρόταση) οι αντιπρόσωποι αρκετών κρατών μελών ζήτησαν απλή διαδικασία για να αποφευχθούν υπέρμετρα πολλοί υπολογισμοί και υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων. Προτείνεται πλέον η ακόλουθη προσέγγιση: μείωση σε 9 έως 16 του ελάχιστου αριθμού των κτηρίων αναφοράς που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο υπολογισμού, ειδικότερα με καθορισμό λιγότερων κτηρίων αναφοράς για τον τομέα κτηρίων μη οικιστικής χρήσης μείωση των απαιτήσεων που αφορούν τον υπολογισμό και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα μέτρα που απαιτούνται για σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας κτηρίων, έτσι ώστε τα κράτη μέλη να υποχρεούνται μόνον να περιλαμβάνουν τα μέτρα που βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και εκείνα που είναι αναγκαία για την επίτευξη των απαιτήσεων σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας στα νέα κτήρια επιπλέον, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα στον υπολογισμό όταν είναι εξαρχής προφανές ότι πρόκειται για μέτρα που δεν είναι (ακόμη) βέλτιστα από πλευράς κόστους. Σύμφωνα με την επιθυμία πολλών κρατών μελών και άλλων ενδιαφερομένων, πλην ενός διαφωνούντος ενδιαφερομένου, η ιδιαίτερη περίπτωση των μισθωμένων κτηρίων δεν θα πρέπει να επηρεάζει τον καθορισμό των απαιτήσεων και θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο σύστασης προς τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν το ζήτημα. Το κείμενο έχει τροποποιηθεί αναλόγως. Έγιναν παρεμβάσεις υπέρ και κατά της υποχρεωτικής ανάλυσης ευαισθησίας. Η προσέγγιση που προτείνεται είναι να απαιτείται από τα κράτη μέλη ανάλυση ευαισθησίας τουλάχιστον για την εξέλιξη των ενεργειακών τιμών, καθώς και για διάφορα προεξοφλητικά επιτόκια, λόγω της σημαντικής επιρροής αυτών των παραμέτρων στο αποτέλεσμα των υπολογισμών και του γεγονότος ότι αυτή η ανάλυση διενεργείται ήδη στο ήμισυ των κρατών μελών. EL 9 EL
Η περιγραφή των στοιχείων του κόστους που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τις επενδύσεις (οδηγία 2010/31/ΕΕ, παράρτημα III) αφαιρέθηκε και θα περιληφθεί στο καθοδηγητικό έγγραφο, καθώς επ ουδενί τρόπω δεν θα ήταν δυνατόν να είναι εξαντλητική και να λαμβάνει πλήρως υπόψη όλες τις (αναδυόμενες) τεχνολογίες. Επισημάνθηκε ότι ακόμα και το καθοδηγητικό έγγραφο ενδεχομένως να έχει μόνο ενδεικτικό χαρακτήρα. Τροποποιήθηκαν οι ορισμοί του επιπέδου βέλτιστου κόστους και του κόστους της αρχικής επένδυσης. Αφαιρέθηκαν οι ορισμοί των ακόλουθων εννοιών: κόστος, κόστος σχετικό με την ενεργειακή απόδοση, επιτόκιο της αγοράς και κατασκευαστικό στοιχείο. Προστέθηκαν οι ορισμοί των ακόλουθων εννοιών: κτήριο αναφοράς, τελική ενέργεια/παρεχόμενη ενέργεια, κόστος επένδυσης, κόστος λειτουργίας, ενεργειακό κόστος, κόστος διάθεσης, συντελεστής προεξόφλησης, δέσμη μέτρων, παραλλαγή μέτρων. Όσον αφορά το θέμα του προεξοφλητικού επιτοκίου, κατά τις συζητήσεις διαπιστώθηκε προτίμηση για προεξοφλητικό επιτόκιο που να αντικατοπτρίζει την κοινωνική σκοπιά - ή και τις δύο σκοπιές: την κοινωνική και του σώφρονα ιδιώτη επενδυτή - κατά τον καθορισμό των βέλτιστου κόστους ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης. Προτείνεται πλέον να έχουν τα κράτη μέλη τη διακριτική ευχέρεια να καθορίζουν το προεξοφλητικό επιτόκιο για τους σκοπούς των υπολογισμών του βέλτιστου κόστους, αλλά να επιβληθεί η ανάλυση ευαισθησίας με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την επίδραση των μεταβολών του προεξοφλητικού επιτοκίου στα αποτελέσματα του υπολογισμού. 2.3. Εισηγήσεις από εθνικούς εμπειρογνώμονες μέσω της συντονισμένης δράσης Αξιοποιήθηκε επίσης η πείρα στον καθορισμό απαιτήσεων σε εθνικό επίπεδο που αποκτήθηκε από τη συντονισμένη δράση για την οδηγία για την απόδοση των κτηρίων 13. Η συντονισμένη δράση είναι φόρουμ που συγκεντρώνει τους εκτελεστικούς φορείς 29 χωρών και εποπτεύεται από την επιτροπή «Διαχείριση της ενεργειακής ζήτησης» (Energy Demand Management Committee, EDMC). Σκοπός του φόρουμ είναι η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών που αφορούν την εφαρμογή της οδηγίας. Στο πλαίσιο της συντονισμένης δράσης συμπληρώθηκαν από τους εθνικούς εκτελεστικούς φορείς δύο εκτεταμένα ερωτηματολόγια σχετικά με τις εθνικές μελέτες και τις προσεγγίσεις για τον καθορισμό των απαιτήσεων βέλτιστου κόστους. Στο πλαίσιο της συντονισμένης δράσης συστάθηκε προσωρινή ομάδα εργασίας, η οποία συνεδρίασε για το εν λόγω θέμα τον Σεπτέμβριο του 2010 και τον Απρίλιο του 2011. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνεδρίασης των εμπειρογνωμόνων, στις 6 Μαΐου του 2011, ο αντιπρόσωπος της συντονισμένης δράσης ανέφερε τα κύρια συμπεράσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας. Η ομάδα εργασίας επικεντρώθηκε στις προκλήσεις σε εκτελεστικό επίπεδο που αφορούν κυρίως τον καθορισμό κτηρίων αναφοράς για τα υφιστάμενα κτήρια, τον τρόπο να συναχθούν από τους υπολογισμούς τα επίπεδα βέλτιστου κόστους και τον τρόπο καθορισμού του κόστους και των τιμών. Υπογράμμισε την αναγκαιότητα απλής προσέγγισης στο τρέχον στάδιο που να μην ενσωματώνει πάρα πολλές παραμέτρους και, επίσης, να μην απαιτεί την υποβολή πολλών εκθέσεων. Επιπλέον, η ομάδα εργασίας συνέστησε επανεξέταση μόλις θα είναι διαθέσιμες περισσότερες γνώσεις. Η Επιτροπή κατέστησε σαφές ότι δεν είναι 13 http://www.epbd-ca.org/. EL 10 EL
εφικτή αναθεώρηση της κατ εξουσιοδότηση πράξης τα προσεχή έτη, αλλά δήλωσε ότι για επικαιροποιήσεις θα ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί μη δεσμευτικό έγγραφο καθοδήγησης που να συνοδεύει την οδηγία. Από την παρουσίαση της συντονισμένης δράσης κατά τη συνεδρίαση των εμπειρογνωμόνων της 6ης Μαΐου 2011 (η οποία βασίστηκε σε ερωτηματολόγιο που συμπλήρωσαν 20 εθνικές διοικήσεις) προέκυψε ότι έντεκα κράτη μέλη υπολογίζουν τα βέλτιστα επίπεδα σε μικροοικονομικό επίπεδο, τρία σε μακροοικονομικό επίπεδο και τέσσερα κάνουν τον υπολογισμό και από τις δύο σκοπιές. Σε οκτώ κράτη μέλη δεν εφαρμόζεται η προσέγγιση των κτηρίων αναφοράς, ενώ εφαρμόζεται σε εννέα κράτη μέλη. Εννέα χώρες υπολογίζουν την χρήση πρωτογενούς ενέργειας, τρεις χώρες την παρεχόμενη ενέργεια και οκτώ χρησιμοποιούν άλλες παραμέτρους. Στο ήμισυ των κρατών μελών διενεργούνται αναλύσεις ευαισθησίας. Το ήμισυ των κρατών μελών θεωρούν ότι τα μέτρα που βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα πρέπει να ενσωματωθούν στον υπολογισμό του βέλτιστου κόστους. Τα κλιματικά δεδομένα δεν αποτελούν πρόβλημα και είναι διαθέσιμα στα κράτη μέλη. Η πλειοψηφία των κρατών μελών δεν χρησιμοποιούν (πλήρως) το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 15459 για τους υπολογισμούς του κόστους. 2.4. Άλλες συνεδριάσεις και επιστημονική υποστήριξη Η πρωτοβουλία συζητήθηκε επανειλημμένως στις συνεδριάσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά τη διάρκεια του 2010 και το πρώτο εξάμηνο του 2011. Συμπεριλαμβάνονται εν προκειμένω και οι ανταλλαγές απόψεων με εμπειρογνώμονες από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας και την Παγκόσμια Τράπεζα. Τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας (DG ENER) της Επιτροπής υποστήριξε το Ινστιτούτο Ενέργειας και Μεταφορών, που υπάγεται στο Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ίσπρα. Λήφθηκαν υπόψη εξωτερικές μελέτες και εκθέσεις του «Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για ενεργειακά αποδοτική οικονομία» 14, της Ecofys 15 και του Buildings Performance Institute Europe (BPIE) 16, προσεγγίσεις για την αποτελεσματικότητα του κόστους που χρησιμοποιούνται στις ΗΠΑ στη Φλόριδα 17 και σε ομοσπονδιακό επίπεδο 18 και τα έργα ASIEPI 19, EPA-NR 20 και Tabula 21 που εκτελούνται στο πλαίσιο του προγράμματος «Ευφυής ενέργεια για την Ευρώπη». 3. ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Η κατ εξουσιοδότηση πράξη συμπληρώνει την οδηγία 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση) και ιδιαίτερα τις διατάξεις της οδηγίας, δυνάμει των 14 15 16 17 18 19 20 21 http://www.eceee.org/buildings/cost_optimality. Μελέτη με τίτλο «How deep to go: Remarks on how to find the cost-optimal level for building renovation». Ecofys 2009. http://dl.dropbox.com/u/4399528/bpie/bpie_costoptimality_publication2010.pdf. Energy Efficiency Cost-Effectiveness Tests for Residential Code Update Processes FSEC-CR-1794-09, Florida Solar Energy Center. Τελική έκθεση 2009. Life Cycle Costing Manual for the Federal Energy management Programme. Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ. Handbook 135, στο δικτυακό τόπο: http://www.nist.gov/customcf/get_pdf.cfm?pub_id=907459 και το ετήσιο συμπλήρωμα 2010: http://www1.eere.energy.gov/femp/pdfs/ashb10.pdf. www.asiepi.eu. http://www.epa-nr.org/. http://www.building-typology.eu/tabula.html. EL 11 EL
οποίων τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης με στόχο την επίτευξη των επιπέδων βέλτιστου κόστους. Ο παρών κανονισμός συνοδεύεται από μη δεσμευτικό έγγραφο καθοδήγησης που συνιστάται να λαμβάνουν υπόψη τους τα κράτη μέλη, καθώς εξηγεί τον τρόπο εφαρμογής του μεθοδολογικού πλαισίου. Αρχή της επικουρικότητας Το προτεινόμενο συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο παρέχει ευρεία διακριτική ευχέρεια στα κράτη μέλη, όπως π.χ. όσον αφορά τον υπολογισμό των απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης, ο οποίος εξακολουθεί να παραμένει θέμα εθνικών διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι είναι σύμφωνες με το παράρτημα Ι και το άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ. Ομοίως, η πρόταση περιέχει περιορισμένες απαιτήσεις και καθοδήγηση για τον καθορισμό κτηρίων αναφοράς. Στην πρόταση ορίζονται τα ακόλουθα εισερχόμενα δεδομένα: περίοδος υπολογισμού έτος έναρξης των υπολογισμών κατηγορίες κόστους. Στην πρόταση καθορίζεται ότι το βέλτιστο κόστος πρέπει να υπολογίζεται σε μακροοικονομικό επίπεδο (χωρίς φόρους και επιδοτήσεις, αλλά συμπεριλαμβανομένου του κόστους για τις ανθρακούχες εκπομπές) και σε χρηματοοικονομικό επίπεδο (με βάση τις τιμές που καταβάλλει ο τελικός καταναλωτής, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων φόρων και τελών και, εάν είναι εφικτό, των επιδοτήσεων, χωρίς όμως το επιπλέον κόστος για τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων), αλλά ότι εξακολουθεί να εναπόκειται στα κράτη μέλη να λαμβάνουν την τελική απόφαση για το ποιος από αυτούς τους υπολογισμούς θα αποτελεί τo εθνικό μέτρο σύγκρισης για τον καθορισμό των βέλτιστων από πλευράς κόστους απαιτήσεων, που προβλέπεται το άρθρο 5 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ. Επιπλέον, στην πρόταση παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις των ενεργειακών τιμών για το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τον άνθρακα και την ηλεκτρική ενέργεια. Τα κράτη μέλη συμπληρώνουν το μεθοδολογικό πλαίσιο με: τον προσδιορισμό του εκτιμώμενου οικονομικού κύκλο ζωής των κτηρίων και των δομικών στοιχείων την επιλογή των προεξοφλητικών επιτοκίων τη συγκέντρωση των δεδομένων για τις ενεργειακές τιμές, τα προϊόντα, τα συστήματα, το κόστος συντήρησης, το κόστος λειτουργίας και το κόστος εργασίας τον προσδιορισμό της εξέλιξης των ενεργειακών τιμών ανά φορέα ενέργειας και τον καθορισμό των συντελεστών πρωτογενούς ενέργειας τη διενέργεια ανάλυσης ευαισθησίας ως προς τις κύριες εισερχόμενες παραμέτρους: εξέλιξη των ενεργειακών τιμών, προεξοφλητικά επιτόκια από διαφορετικές απόψεις EL 12 EL
(όπου συμπεριλαμβάνονται η ευρύτερη πολιτική άποψη έναντι της χρηματοοικονομικής άποψης που τυπικά υιοθετεί ο επενδυτής) Όπως απαιτείται στο παράρτημα III της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, η παρούσα κατ εξουσιοδότηση πράξη για συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο συνοδεύεται από κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες περιγράφεται σε γενικές γραμμές ο τρόπος εφαρμογής του μεθοδολογικού πλαισίου κατά τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους. Σε αντίθεση με την κατ εξουσιοδότηση πράξη, οι συνοδευτικές κατευθυντήριες γραμμές δεν είναι δεσμευτικές. Νομική βάση Η πρόταση κανονισμού είναι κατ εξουσιοδότηση πράξη που προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, δυνάμει του άρθρου 194 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αρχή της αναλογικότητας Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας το παρόν μέτρο δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου. Προσφέρει μεθοδολογικό πλαίσιο για τον υπολογισμό των βέλτιστου κόστους επιπέδων των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων. Επαφίεται στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν κατά πόσον οι ισχύουσες απαιτήσεις τους είναι κατώτερες των βέλτιστων επιπέδων, δηλαδή εάν η εφαρμογή αυτών των απαιτήσεων συνεπάγεται απώλεια των χρημάτων που θα απέφερε η εξοικονόμηση ενέργειας. 4. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ Η πρόταση δεν έχει άμεσες επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Οι ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης υπήρχαν ήδη και εφαρμόζονταν στις εγκαταστάσεις των Κοινοτήτων, προτού προβλεφθεί στην παρούσα κατ εξουσιοδότηση πράξη ότι οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να καθοριστούν με σκοπό την επίτευξη των επιπέδων βέλτιστου κόστους. Ακόμη και αν η εφαρμογή της βελτιστοποίησης του κόστους επρόκειτο να επιφέρει αυστηρότερες απαιτήσεις για τα κτήρια και τα δομικά στοιχεία σε κράτος μέλος, οι βασικές αρχές του βέλτιστου κόστους εξασφαλίζουν ότι θα επιλεχθεί το ελάχιστο κόστος κατά τον εκτιμώμενο οικονομικό κύκλο ζωής και ότι τα οφέλη κατά τον κύκλο ζωής θα υπερτερούν του κόστους. EL 13 EL
ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16.1.2012 προς συμπλήρωση της οδηγίας 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση) με τον καθορισμό συγκριτικού μεθοδολογικού πλαισίου για τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων (αναδιατύπωση) 22, και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ η Επιτροπή πρέπει να θεσπίσει με κατ εξουσιοδότηση πράξη συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο για τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων. (2) Ο καθορισμός των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Οι απαιτήσεις πρέπει να καθορίζονται με σκοπό να επιτευχθούν επίπεδα βέλτιστου κόστους. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν κατά πόσον το τελικό αποτέλεσμα των υπολογισμών βέλτιστου κόστους που χρησιμοποιείται ως εθνικό μέτρο σύγκρισης προκύπτει από μακροοικονομική θεώρηση (συνεκτιμώντας το κόστος και τα οφέλη για το κοινωνικό σύνολο που έχουν οι επενδύσεις σε ενεργειακή απόδοση) ή από αμιγώς χρηματοοικονομική θεώρηση (λαμβάνοντας υπόψη αποκλειστικώς και μόνο την επένδυση). Οι εθνικές ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης πρέπει να μην είναι χαμηλότερες περισσότερο από 15% του αποτελέσματος του υπολογισμού του βέλτιστου κόστους που χρησιμοποιείται ως εθνικό μέτρο σύγκρισης. Το επίπεδο βέλτιστου κόστους πρέπει να βρίσκεται εντός του εύρους των επιπέδων απόδοσης για τα οποία είναι θετική η ανάλυση κόστους-οφέλους κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής. 22 EE L 153 της 18.6.2010, σ. 13. EL 14 EL
(3) Η οδηγία 2010/31/ΕΕ προωθεί τη μείωση της χρήσης ενέργειας στο δομημένο περιβάλλον, αλλά υπογραμμίζει επίσης ότι ο τομέας των κτηρίων συγκαταλέγεται στις κυριότερες πηγές εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. (4) Στην οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα 23, προβλέπεται η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης για τα εν λόγω προϊόντα. Κατά τον καθορισμό των εθνικών απαιτήσεων για τα τεχνικά συστήματα κτηρίων, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει της εν λόγω οδηγίας. Οι επιδόσεις των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών οι οποίες πρέπει να χρησιμοποιούνται για τους υπολογισμούς στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου. (5) Ο στόχος ικανοποιητικών ή βέλτιστου κόστους επιπέδων ενεργειακής απόδοσης ενδέχεται, υπό ορισμένες συνθήκες, να δικαιολογεί τον καθορισμό από τα κράτη μέλη ικανοποιητικού ή βέλτιστου κόστους απαιτήσεων για τα δομικά στοιχεία, οι οποίες είναι δυνατόν να δημιουργήσουν, στην πράξη, εμπόδια σε ορισμένες αρχιτεκτονικές ή τεχνικές επιλογές, καθώς επίσης να ενθαρρύνουν τη χρήση συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων με καλύτερης ενεργειακή απόδοση. (6) Τα βήματα που αποτελούν το συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο έχουν καθοριστεί στο παράρτημα III της οδηγίας 2010/31/ΕΕ και περιλαμβάνουν τον καθορισμό κτηρίων αναφοράς, τον καθορισμό μέτρων ενεργειακής απόδοσης που πρέπει να εφαρμόζονται σε αυτά τα κτήρια αναφοράς, την εκτίμηση της ζήτησης πρωτογενούς ενέργειας αυτών των μέτρων και τον υπολογισμό του κόστους (δηλαδή της καθαρής παρούσας αξίας) τους. (7) Το κοινό πλαίσιο για τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με το παράρτημα Ι της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, ισχύει επίσης για όλα τα βήματα του μεθοδολογικού πλαισίου βέλτιστου κόστους, ειδικότερα για το βήμα που αφορά τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και των δομικών στοιχείων. (8) Για την προσαρμογή του συγκριτικού μεθοδολογικού πλαισίου στις εθνικές συνθήκες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσδιορίζουν τον εκτιμώμενο οικονομικό κύκλο ζωής κτηρίου ή δομικού στοιχείου, το ενδεδειγμένο κόστος των φορέων ενέργειας, των προϊόντων, των συστημάτων, το κόστος λειτουργίας και το κόστος εργασίας, τους συντελεστές μετατροπής πρωτογενούς ενέργειας και τις εξελίξεις των ενεργειακών τιμών που πρέπει να αποτελούν τις παραδοχές εν προκειμένω όσον αφορά τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε εθνική κλίμακα για την τροφοδότηση των κτηρίων με ενέργεια, συνεκτιμώντας τις πληροφορίες που παρέχονται από την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να καθορίζουν το προεξοφλητικό επιτόκιο που θα χρησιμοποιείται στους μακροοικονομικούς και χρηματοοικονομικούς υπολογισμούς, 23 EE L 285 της 31.10.2009, σ. 10. EL 15 EL
αφού προηγουμένως διενεργήσουν ανάλυση ευαισθησίας με τουλάχιστον δύο τιμές επιτοκίου για κάθε είδος υπολογισμού. (9) Προκειμένου να εξασφαλιστεί ενιαία προσέγγιση για την εφαρμογή του συγκριτικού μεθοδολογικού πλαισίου από τα κράτη μέλη, είναι σκόπιμο να θεσπίσει η Επιτροπή τις κύριες γενικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τους υπολογισμούς της καθαρής παρούσας αξίας, όπως λόγου χάρη το έτος έναρξης των υπολογισμών, τις κατηγορίες κόστους που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και την περίοδο υπολογισμού που πρέπει να εφαρμόζεται. (10) Η καθιέρωση ενιαίας περιόδου υπολογισμού δεν έρχεται σε αντίθεση με το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τον εκτιμώμενο οικονομικό κύκλο ζωής των κτηρίων ή/και των δομικών στοιχείων, καθώς αυτός ενδέχεται να είναι μακρύτερος ή συντομότερος από την καθορισμένη περίοδο υπολογισμού. Ο εκτιμώμενος οικονομικός κύκλος ζωής κτηρίου ή δομικού στοιχείου έχει περιορισμένη μόνο επίδραση στην περίοδο υπολογισμού, καθώς αυτή προσδιορίζεται από τον κύκλο ανακαίνισης του κτηρίου, δηλαδή το χρονικό διάστημα μετά το οποίο το κτήριο ανακαινίζεται ριζικά. (11) Υπολογισμοί και προβλέψεις του κόστους με πολλές παραδοχές και αβεβαιότητες, στις οποίες συγκαταλέγεται, λόγου χάρη, η εξέλιξη των ενεργειακών τιμών με την πάροδο του χρόνου, συνοδεύονται συνήθως από ανάλυση ευαισθησίας για να αξιολογηθεί η αρτιότητα των βασικών παραμέτρων εισόδου. Η ανάλυση ευαισθησίας για τους υπολογισμούς του βέλτιστου κόστους πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον τις εξελίξεις των ενεργειακών τιμών και του προεξοφλητικού επιτοκίου και, στην ιδανική περίπτωση, να περιλαμβάνει τη μελλοντική εξέλιξη των τιμών της τεχνολογίας ως εισερχόμενη παράμετρο στην επανεξέταση των υπολογισμών. (12) Το συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να συγκρίνουν τα αποτελέσματα των υπολογισμών βέλτιστου κόστους με τις ισχύουσες ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης και να χρησιμοποιούν το αποτέλεσμα της σύγκρισης για να διασφαλίζουν ότι οι ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης έχουν καθοριστεί με σκοπό την επίτευξη επιπέδων βέλτιστου κόστους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάζουν τη δυνατότητα να καθορίζουν ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης με βέλτιστο επίπεδο κόστους για τις κατηγορίες κτηρίων για τις οποίες δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης. (13) Η μεθοδολογία βέλτιστου κόστους είναι τεχνολογικά ουδέτερη και δεν ευνοεί μια τεχνολογική λύση έναντι κάποιας άλλης. Εξασφαλίζει ανταγωνισμό μέτρων/δεσμών/παραλλαγών μέτρων σε ολόκληρο τον εκτιμώμενο οικονομικό κύκλο ζωής κτηρίου ή δομικού στοιχείου. (14) Τα αποτελέσματα των υπολογισμών και τα εισερχόμενα δεδομένα και παραδοχές για τους υπολογισμούς θα πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ. Οι εκθέσεις αυτές θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στην Επιτροπή να αξιολογεί και να υποβάλλει έκθεση σχετικά με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στα κράτη μέλη όσον αφορά τα επίπεδα βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης. EL 16 EL
(15) Για τον περιορισμό του διοικητικού φόρτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μειώνουν τον αριθμό των υπολογισμών καθορίζοντας κτήρια αναφοράς, αντιπροσωπευτικά περισσότερες της μιας κατηγοριών κτηρίων, χωρίς να θίγεται η υποχρέωση που υπέχουν βάσει της οδηγίας 2010/31/ΕΕ να καθορίζουν ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για ορισμένες κατηγορίες κτηρίων, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής Σύμφωνα με το άρθρο 5, το παράρτημα Ι και το παράρτημα III της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζεται συγκριτικό μεθοδολογικό πλαίσιο που πρέπει να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για τον υπολογισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης για νέα και υφιστάμενα κτήρια και δομικά στοιχεία. Στο μεθοδολογικό πλαίσιο προδιαγράφονται οι κανόνες για να συγκρίνονται τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, τα μέτρα που ενσωματώνουν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι δέσμες και παραλλαγές αυτών των μέτρων, με βάση την απόδοση της πρωτογενούς ενέργειας και το κόστος υλοποίησής τους. Στο μεθοδολογικό πλαίσιο καθορίζεται επίσης ο τρόπος εφαρμογής των εν λόγω κανόνων σε επιλεγμένα κτήρια αναφοράς, με σκοπό τον προσδιορισμό των επιπέδων βέλτιστου κόστους των ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης. Άρθρο 2 Ορισμοί Επιπλέον των ορισμών του άρθρου 2 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ και με τη σημείωση ότι κατά τον μακροοικονομικό υπολογισμό αποκλείονται τα εφαρμοστέα τέλη και φόροι, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: (1) «συνολικό κόστος»: το άθροισμα της παρούσας αξίας του αρχικού κόστους επένδυσης, του κόστους λειτουργίας και του κόστους αντικατάστασης (ως προς το έτος έναρξης), καθώς και του κόστους διάθεσης, κατά περίπτωση. Για τον μακροοικονομικό υπολογισμό προστίθεται η κατηγορία «κόστος των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων» (2) «αρχικό κόστος επένδυσης»: όλες οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τη στιγμή παράδοσης του κτηρίου ή του δομικού στοιχείου στον πελάτη, έτοιμο για χρήση. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται οι δαπάνες για τη μελέτη, την αγορά των δομικών στοιχείων, τη σύνδεση με τους παρόχους, την εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία (3) «ενεργειακό κόστος»: το μέσο ετήσιο κόστος και τα πάγια τέλη και τα τέλη φορτίου αιχμής για την ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών φόρων (4) «κόστος λειτουργίας»: όλες οι δαπάνες που συνδέονται με τη λειτουργία του κτηρίου, συμπεριλαμβανομένων των ετήσιων δαπανών για ασφάλιση, των τελών επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και άλλων πάγιων τελών και φόρων EL 17 EL
(5) «κόστος συντήρησης»: το ετήσιο κόστος των μέτρων για τη διατήρηση και την αποκατάσταση της επιθυμητής ποιότητας κτηρίου ή δομικού στοιχείου. Περιλαμβάνεται το ετήσιο κόστος επιθεώρησης, καθαρισμού, προσαρμογής, επισκευής και αναλώσιμων (6) «τρέχον κόστος»: το ετήσιο κόστος συντήρησης, το κόστος λειτουργίας και το ενεργειακό κόστος (7) «κόστος διάθεσης»: οι δαπάνες για την αποδόμηση κτηρίου ή δομικού στοιχείου στο τέλος του κύκλου ζωής του στην οποία συμπεριλαμβάνονται η κατεδάφιση, η αφαίρεση των δομικών στοιχείων που δεν έχουν ακόμη φτάσει στο τέλος του κύκλου ζωής τους, η αποκομιδή και η ανακύκλωση (8) «ετήσιο κόστος»: το άθροισμα του τρέχοντος κόστους και του περιοδικού κόστους ή του κόστους αντικατάστασης που καταβάλλονται κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου έτους (9) «κόστος αντικατάστασης»: η επένδυση για την αντικατάσταση δομικού στοιχείου κατά τη διάρκεια της περιόδου υπολογισμού, σύμφωνα με τον εκτιμώμενο οικονομικό κύκλο ζωής (10) «κόστος των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων»: η χρηματική αξία των περιβαλλοντικών βλαβών τις οποίες προκαλούν οι εκπομπές CO 2 που σχετίζονται με την κατανάλωση ενέργειας στα κτήρια (11) «κτήριο αναφοράς»: ιδεατό ή πραγματικό κτήριο αναφοράς του οποίου τα γεωμετρικά δομικά χαρακτηριστικά και συστήματα, η ενεργειακή απόδοση του κελύφους και των συστημάτων του, η λειτουργικότητα και η διάρθρωση του κόστους είναι αντιπροσωπευτικά για το κράτος μέλος και το οποίο είναι αντιπροσωπευτικό των κλιματικών συνθηκών και της γεωγραφικής θέσης (12) «προεξοφλητικό επιτόκιο (επιτόκιο αναγωγής)»: καθορισμένη τιμή για τη σύγκριση σε διαφορετικές χρονικές στιγμές της αξίας του χρήματος σε πραγματικούς όρους (13) «συντελεστής προεξόφλησης (συντελεστής αναγωγής)»: πολλαπλασιαστής που χρησιμοποιείται για την αναγωγή των ταμειακών ροών που συμβαίνουν σε δεδομένη χρονική στιγμή σε ισοδύναμο της αξίας τους κατά τη χρονική στιγμή έναρξης. Προκύπτει από το προεξοφλητικό επιτόκιο (14) «έτος έναρξης»: το έτος που αποτελεί τη βάση κάθε υπολογισμού και από το οποίο προσδιορίζεται η περίοδος υπολογισμού (15) «περίοδος υπολογισμού»: το χρονικό διάστημα που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό και συνήθως εκφράζεται σε έτη (16) «υπολειμματική αξία»: το άθροισμα των υπολειμματικών αξιών του κτηρίου και των δομικών στοιχείων στο τέλος της περιόδου υπολογισμού (17) «εξέλιξη τιμών»: η διαχρονική εξέλιξη των ενεργειακών τιμών, των τιμών των προϊόντων, των δομικών συστημάτων, των υπηρεσιών, της εργασίας, της συντήρησης και των λοιπών δαπανών, η οποία ενδέχεται να διαφέρει από το ποσοστό πληθωρισμού EL 18 EL