ΤΟ ΑΡΝΗΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ Η έννοια του αρνητικού η οποία συνδέεται στενά με την ενόρμηση καταστροφής, αλλά όχι μόνο, φαίνεται να εκφράζεται σε διάφορες εκδηλώσεις του ψυχισμού, στο χώρο του φυσιολογικού αλλά και του παθολογικού, άλλες περισσότερο αδρές και πρωτόγονες και άλλες πολύπλοκες, διαφοροποιημένες, ανάλογα με το βαθμό της εκάστοτε ψυχικής οργάνωσης. Όλες οι λειτουργίες του εγώ μπορεί να δώσουν ενδείξεις της εμπλοκής του αρνητικού κάποιες στιγμές, καθώς το εγώ προσπαθεί να κυριαρχήσει και να ελέγξει τις ενορμήσεις, να επεξεργαστεί τραυματικές εμπειρίες, να αντιληφθεί ή να μην αντιληφθεί, να διατηρήσει ή να μη διατηρήσει την ματαιωτική σχέση με το αντικείμενο. Ο Freud αναφέρει ορισμένες φορές το χαρακτηριστισμό «αρνητικό» όπως στην περίπτωση της αρνητικής ψευδαίσθησης, των νευρώσεων ως αρνητικό των διαστροφών, και της αρνητικής θεραπευτικής αντίδρασης. Όμως η έννοια του αρνητικού και η εργασία του αρνητικού είναι πολύ περισσότερο εκτενείς στις διάφορες θεωρητικές τοποθετήσεις του και στις ερμηνείες του για τη λειτουργία του ψυχικού οργάνου. Το αρνητικό συνδέεται κατ εξοχήν με το μη συνειδητό, με την ονειρική εργασία, με το πένθος και την απώλεια του αντικειμένου, με την ταύτιση, με άμυνες και με την ενόρμηση καταστροφής. Όταν ο Freud αναφέρει τις νευρώσεις ως το αρνητικό των διαστροφών, το αρνητικό φαίνεται να συνδέεται με μια πολύπλοκη διαδικασία αρνητικοποίησης και όχι απλώς με κάτι που δεν φαίνεται, όπως το αρνητικό μιας φωτογραφίας. Στις νευρώσεις υπάρχει επιθυμία και άμυνα που ο
ψυχισμός προσπαθεί να κρατήσει σε λανθάνον μη συνειδητό επίπεδο εν αντιθέσει με τις θορυβώδεις εκδηλώσεις της διαστροφής. Στην ονειρική εργασία, το αρνητικό συνδέεται με την απουσία συνειδητοποίησης, ενώ ο ύπνος αποτελεί το θετικό της συγκεκριμένης κατάστασης. Ο ίδιος ο Freud μιλάει για αρνητικό στο περιεχόμενο των ονείρων αναφερόμενος στην αίσθηση αναστολής κάποιας κίνησης (Freud, 1900). Υπάρχει η τάση για κίνηση και το αντίθετό της, δηλαδή το σταμάτημα της κίνησης. Επίσης, περιγράφει το ενδιαφέρον φαινόμενο ότι στο όνειρο δεν υπάρχει το «όχι», ότι αγνοείται η απάρνηση (Freud, 1910; 1916). Υπάρχει ένας άλλος τρόπος έκφρασης όπου κάθε στοιχείο που έχει αντίθετο δεν είναι αρχικά εύκολο να κατανοηθεί αν παρουσιάζεται ως θετικό ή ως αρνητικό. Μπορεί να εμφανισθεί το ένα από τα δύο σκέλη, υποκαθιστώντας το άλλο, ή να εμφανισθεί συνδυασμός των δύο αντιθέτων ως ενιαία οντότητα. To δεύτερο αυτό τρόπο παρουσίασης το συνδέει ο Freud με αρχαία γραφή όπως αυτή των Αιγυπτίων. Σ αυτές τις γραφές η ίδια λέξη σήμαινε τα δύο αντίθετα και στη συνέχεια η επιλογή της μιας ή της άλλης σημασίας γινόταν με διαφορετικό τόνο ομιλίας ή με διαφορετική κίνηση ή σχεδιάζοντας κάποια εικόνα δίπλα στη λέξη. Ένα άλλο φαινόμενο πολύ σημαντικό στη θεωρητική σκέψη του Freud, που διακρίνεται για την πολυπλοκότητά του, είναι η αρνητική θεραπευτική αντίδραση (Freud, 1923). H αντίδραση αυτή του ψυχισμού δεν οφείλεται μόνο στη σχέση Εγώ και Υπερεγώ και στην ανάγκη για τιμωρία, αλλά και σε άλλες δυνάμεις λιγότερο εμφανείς που συνδέονται με την ισορροπία μεταξύ των δύο ενορμήσεων, της λιβιδινικής και της ενόρμησης καταστροφής. Το 2
υπερεγώ δεσμεύει ψυχικά την ενόρμηση καταστροφής, ενώ υπάρχουν και άλλοι τρόποι επιρροής της, περισσότερο ύπουλοι, χωρίς τη σύνδεση με ψυχική αναπαράσταση. Ορισμένες σωματικές ασθένειες με μεγάλη έκπτωση δυνάμεων ή επιδίωξη συνεχών καταστάσεων ταλαιπωρίας μπορεί να καταδεικνύουν αυτή τη δράση της ενόρμησης καταστροφής και την αδυναμία ελέγχου της από τη μίξη με τη λιβιδινική ενόρμηση και τη σχέση με το πρωταρχικό αντικείμενο (Loewald, 1972). Ο Freud σε υποσημείωση στο Εγώ και στο Εκείνο (σελ. 50) επισημαίνει ότι αυτή η αίσθηση ενοχής μπορεί να είναι αποτέλεσμα ταύτισης με αντικείμενο και να αποτελεί το μόνο ίχνος αυτής της προηγούμενης σχέσης, συνδέοντας αυτή τη διαδικασία και με όσα συμβαίνουν ενδοψυχικά στην περίπτωση της μελαγχολίας. Στη μελαγχολία φαίνεται να υπάρχει έντονα η επιρροή του αρνητικού και σε εμφανές ορατό επίπεδο αλλά και ενδοψυχικό. Το Εγώ υποφέρει αλλά αγνοεί τους λόγους για τους οποίους υποφέρει καθώς και το δικό του τρόπο λειτουργίας. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις του Freud για την εργασία του αρνητικού είναι σε όσα μας λέει για την απάρνηση, όπου περιγράφει λειτουργίες του εγώ αλλά και τη σύνδεσή τους με τις ενορμήσεις (Freud, 1918; 1925). Αναφέρει ότι προϋπόθεση για την εμφάνιση της απάρνησης είναι η παρουσία της απώθησης, αλλά και ότι η απάρνηση είναι ένας τρόπος να γίνει συνειδητό κάτι που έχει απωθηθεί. Η όλη περιγραφή καταδεικνύει την πολυπλοκότητα των ψυχικών διεργασιών, θετικών και αρνητικών, και τη μεταξύ τους ισορροπία. Επισημαίνει ότι με την απάρνηση διαχωρίζεται η διανοητική λειτουργία από τη 3
συναισθηματική και ότι κινητοποιείται η διαδικασία της κρίσης. Με τη λειτουργία της κρίσης αποφασίζεται ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, τι ενσωματώνεται και τι αποβάλλεται από το εγώ της ευχαρίστησης, αλλά και τι είναι πραγματικό και τι όχι, τι είναι εσωτερικό και τι εξωτερικό από το εγώ της πραγματικότητας. Στο δίπολο της λειτουργίας της κρίσης η αποδοχή συνδέεται με τη λιβιδινική ενόρμηση, ενώ η απάρνηση με την ενόρμηση καταστροφής. Με την περιγραφή της διαδικασίας απώθησης απάρνησης και κρίσης παρατηρούμε την πολυπλοκότητα των ψυχικών κινήσεων και τη συνεχή μεταλλαγή στην αλληλοεπίδραση ενορμήσεων, εγώ και υπερεγώ. Υπάρχουν και πολλά άλλα κείμενα του Freud όπου η έννοια του αρνητικού είναι κεντρικής σημασίας, επιδρώντας με ποικίλους τρόπους στον ψυχισμό, ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, και συμβάλλοντας άλλοτε σε οργανωτικές κινήσεις και άλλοτε σε κινήσεις αποδιοργάνωσης με επικράτηση της ενόρμησης καταστροφής. Η έννοια της εργασίας του αρνητικού ή διάφορες ενδοψυχικές διεργασίες συνδεόμενες με αυτή την έννοια αναφέρονται και από άλλους κατά την εξέλιξη της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Μια από τις πλέον σαφείς αναφορές είναι αυτή του Bion (1962) ο οποίος διαχωρίζει τη γνώση σε θετική (Κ) και αρνητική (-Κ). Μέσω της προβολικής ταύτισης ο ψυχισμός αποβάλλει τα στοιχεία που δεν μπορεί να επεξεργασθεί μετά από εμπειρίες ματαίωσης. Τα στοιχεία αυτά όμως προσπαθούν να επιστρέψουν και τότε ακολουθεί το «άδειασμα» του ψυχισμού στο σύνολό του. 4
Η άλλη οδός είναι η αρχική ανοχή της ματαίωσης και η προσπάθεια επεξεργασίας της. Για τον Winnicott (1971) σε περιπτώσεις τραυματικής εμπειρίας με το αντικείμενο, όταν το παιδί περιμένει την ανταπόκριση της μητέρας που δεν έρχεται, οδηγείται σε κατάσταση όπου το αρνητικό της σχέσης είναι το μόνο πραγματικό. Στην περίπτωση αυτή, από ένα σημείο και μετά, δεν έχει πλέον σημασία αν το αντικείμενο είναι παρόν, διότι έχει εγκατασταθεί ενδοψυχική αποεπένδυση. Είναι προφανές ότι τέτοιες καταστάσεις θα επηρεάσουν την μετέπειτα λειτουργία του συμβολισμού και την ικανότητα του να είναι κάποιος μόνος. Η παρουσία της έννοιας του αρνητικού για τον Winnicott δεν εμπλέκεται μόνο σε παθολογικές καταστάσεις αλλά και στις λεπτές διαδικασίες της αναπτυξιακής πορείας, όταν περιγράφει την ανάδυση του μεταβατικού αντικειμένου, το οποίο συνδέεται με την παρουσία και την απουσία του αντικειμένου, με πλησίασμα και απομάκρυνση, με τη συνειδητοποίηση ότι το μεταβατικό αντικείμενο δεν είναι το στήθος ή η μητέρα, δεν προέρχεται από μέσα, δεν είναι ψευδαίσθηση (1953). Επίσης ο Winnicott (1957) περιγράφει ένα φαινόμενο εναλλαγής θετικού και αρνητικού, όπου μια ψευδαίσθηση αντικαθίσταται με αμαύρωση, εξαλείφεται και στη συνέχεια αυτός ο χώρος καλύπτεται με άλλη ψευδαίσθηση προκειμένου να μην παραμένει το φαινομενικά κενό. Το φαινόμενο αυτό το συνδέει με την απειλή ανάδυσης παλαιάς τραυματικής εμπειρίας. Η Jacobson (1957) περιγράφει μια παρόμοια διαδικασία σε ψυχωτικούς, όπου ορισμένες φαντασιώσεις παρουσιάζονται αμυντικά προκειμένου να καλύψουν, να διαγράψουν ή να 5
αρνητικοποιήσουν άλλες φαντασιώσεις πολύ περισσότερο απειλητικές για τον ψυχισμό του ατόμου. Επίσης κάτι ανάλογο συμβαίνει κατ αυτήν με επιλεκτικές αμνησίες πολύ τραυματικών γεγονότων, ενώ παράλληλα περιγράφονται ιδιαίτερα έντονες αναμνήσεις άλλων καταστάσεων, που επικαλύπτουν τις τραυματικές εμπειρίες. Ο Eissler (1955) περιγράφει ένα φαινόμενο το οποίο ονομάζει ανάμνηση οθόνη με αρνητικό περιεχόμενο. Ο αναλυόμενος θυμάται απουσία του αντικειμένου, προκειμένου να μην αισθάνεται την τραυματική εμπειρία της αρχικής παρουσίας και του μετέπειτα αποχωρισμού. Το αρνητικό όμως και η εργασία του αρνητικού παίρνουν κεντρική θέση στο χώρο της ψυχανάλυσης από τον Andre Green, ο οποίος ανέπτυξε αυτές τις έννοιες με μια πληρότητα που ανοίγει καινούργιους δρόμους και προσανατολισμούς στην ψυχαναλυτική σκέψη και θεωρία. Το αρνητικό συμμετέχει στις περισσότερες από τις διεργασίες του ψυχισμού, φυσιολογικές και παθολογικές. Η εργασία του αρνητικού εμπλεκόμενη στη λειτουργία διαφόρων μηχανισμών άμυνας απώθησης, απάρνησης, διχοτόμησης και διάψευσης, έχει τη δυνατότητα να προστατεύσει το ψυχικό όργανο από το να κατακλυσθεί από εντάσεις και να διασφαλίσει τη λειτουργία του και τη σχέση με το αντικείμενο. Υπάρχουν όμως και εκδηλώσεις, όπου το αρνητικό μπορεί να γίνει καταστροφικό, μέσω της ενόρμησης καταστροφής, οδηγώντας τον ψυχισμό τελικά σε απόσυρση και αποεπένδυση των αντικειμένων. Η δημιουργική σκέψη του Α. Green μας προσφέρει μια καινούργια θεώρηση της ψυχαναλυτικής μεταψυχολογίας, όπου υπάρχουν κινήσεις 6
επένδυσης και αποεπένδυσης, συγκρούσεις μεταξύ δυνάμεων που προωθούν την αναπαράσταση και άλλων που την καταργούν, και οδηγούν σε παθολογική αποεπένδυση, απόσυρση και αρνητικό ναρκισσισμό. Παρακολουθώντας τη σκέψη του βλέπουμε την πολύπλοκη έκφραση του αρνητικού σε διάφορα επίπεδα οργάνωσης του ψυχισμού και σε ποικίλους βαθμούς δέσμευσης και αποδέσμευσης της ενόρμησης καταστροφής. Χρησιμοποιώντας τις βασικές έννοιες, όπως τις περιέγραψε ο Freud, αναπτύσσει τη μεταψυχολογία με ένα τρόπο που συνδυάζει πολυπλοκότητα και καθαρότητα, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τις κινήσεις του ψυχισμού στη συνέχειά τους και στη διαφορετικότητά τους με έμφαση στην επίδραση της εργασίας του αρνητικού. Ο Andre Green είναι το τιμώμενο πρόσωπο αυτής της εκδήλωσης και είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για μας ότι δέχθηκε να συμμετέχει στο 3 ο Συμπόσιο της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας. 7
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Freud S (1900). The interpretation of Dreams. S.E. Vol. 4, p. 246 Freud S (1910). The Antithetical Meaning of Primal Words. S.E. Vol 11:153-161 Freud S (1916). Introductory Lectures on Psychoanalysis. Lecture XI. The Dream-Work, Vol 15 :170-183 Freud S (1923). The Ego and the Id. S.E. Vol 19:3-66 Loewald HW (1972). Freud s Conception of the Negative Therapeutic Reaction. With Comments on Instinct Theory. J Am Psychoanal Assoc 20:235-245 Freud S (1918). From the History of an Infantile Neurosis. [(VII) Anal erotism and Castration p.81, footnote)]. S.E. 17; 3-122 Freud S (1925). Negation. S.E. Vol 19; 235-239 Bion WR (1962). Learning from Experience. p. 47 ff London: William Heinemann, Medical Books; reprinted London: Karnac Books, 1984 Winnicott DW (1971). Playing and Reality. London Tavistock Winnicott DW (1953). Transitional Objects and Transitional Phenomena. The Intern J Psychoanal 34;89-97 Winnicott DW (1957). Hallucination and Dehallucination in Psychoanalytic Explorations. Ed. By Clare Winnicott, Ray Shepherd and Madeleine Davis. 1989 Harvard University Press, Cambridge, Massachusets Jacobson E (1957). Denial and Repression. Journal of the American Psychoanlytic Association 5;61-92 Eissler KR (1955). An unusual function of an amnesia. The Psychoanalytic Study of the Child 10;75-82 Green (1999). The Work of the Negative. Free Association Books, London 8