ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων 12.12.2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 5 σχετικά με τη δημοκρατική εποπτεία των υπηρεσιών και των οργανισμών πληροφοριών της ΕΕ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων Εισηγητής: Claude Moraes Sophie In't Veld (από κοινού συντάκτρια) Cornelia Ernst (από κοινού συντάκτρια) DT\1009342.doc PE523.025v01-00 Eνωμένη στην πολυμορφία
Η σημασία και οι προκλήσεις της αποδοτικής εποπτείας των υπηρεσιών πληροφοριών Η ύπαρξη των υπηρεσιών πληροφοριών σε δημοκρατικές χώρες απαιτεί ισχυρούς μηχανισμούς εποπτείας και λογοδοσίας. Στις υπηρεσίες πληροφοριών ανατίθενται ειδικές εξουσίες και δυνατότητες παρείσφρησης με σκοπό την προστασία του κράτους, των πολιτών του και της δημοκρατικής τάξης. Ωστόσο, με δεδομένη την έκταση των εξουσιών αυτών, υπάρχει το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθούν για να υπονομεύσουν την ασφάλεια των ιδιωτών και να ανατρέψουν τις δημοκρατικές διαδικασίες. Ως εκ τούτου, τα συστήματα ελέγχου και ισορροπιών έχουν καίρια σημασία προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών ανταποκρίνονται στις αρμοδιότητές τους που απορρέουν από το σύνταγμα και το κράτος δικαίου. Σε άλλα πεδία, τα συστήματα ελέγχου και ισορροπιών εφαρμόζονται μέσω κανόνων, ελέγχων και μηχανισμών δημοκρατικού/δημόσιου ελέγχου με στόχο την ελαχιστοποίηση των δυνατοτήτων άσκησης παράνομων δραστηριοτήτων και κατάχρησης εξουσίας. Ωστόσο, το υψηλό επίπεδο μυστικότητας που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των υπηρεσιών πληροφοριών, προκειμένου να μην διακυβευθούν οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, να μην αποκαλυφθούν οι μέθοδοι λειτουργίας τους και να μην απειληθεί η ζωή των πρακτόρων, εμποδίζει την πλήρη διαφάνεια, τον δημόσιο έλεγχο και τον συνήθη δημοκρατικό ή δικαστικό έλεγχο. Η έλλειψη λογοδοσίας που προκύπτει ως απόρροια των ανωτέρω σε συνδυασμό με τις ειδικές εξουσίες που διαθέτουν οι υπηρεσίες πληροφοριών ενέχουν μεγάλο κίνδυνο κατάχρησης εξουσίας, άσκησης παράνομων δραστηριοτήτων και ανάπτυξης λογικής ατιμωρησίας, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον πειρασμό χρήσης των ειδικών εξουσιών που τους έχουν ανατεθεί για σκοπούς άλλους από την προστασία της εθνικής ασφάλειας (για παράδειγμα, για οικονομική/βιομηχανική ή διπλωματική κατασκοπία ή για πολιτικούς λόγους). Με δεδομένους τους κινδύνους αυτούς, οι χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με την πρόκληση της δημιουργίας ειδικών μηχανισμών εποπτείας που θα υποχρεώνουν τις υπηρεσίες πληροφοριών να λογοδοτούν για τις πολιτικές και τις δράσεις τους από άποψη νομιμότητας, ορθότητας, αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας, ενώ παράλληλα θα διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα. Η ακριβής μορφή της εποπτείας διαφέρει σημαντικά μεταξύ χωρών. Ωστόσο, συνήθως συνίσταται στα ακόλουθα: i) εκ των προτέρων εποπτεία όσον αφορά το νομικό πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένης της εντολής και των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών πληροφοριών, κάποιας μορφής αξιολόγησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και εκ των προτέρων εξουσιοδότησης ορισμένων επιχειρήσεων των υπηρεσιών πληροφοριών που παραβιάζουν τα ατομικά δικαιώματα, και ii) εκ των υστέρων εποπτεία από κοινοβουλευτικούς φορείς ή φορείς που απαρτίζονται από εμπειρογνώμονες, ανεξάρτητους από την εκάστοτε κυβέρνηση, που περιλαμβάνει την παρακολούθηση της συμπεριφοράς των υπηρεσιών πληροφοριών και τη διασφάλιση του σεβασμού του κράτους δικαίου εξ ονόματος του εκλογικού σώματος. Στην πλειονότητά τους, οι εθνικοί εποπτικοί μηχανισμοί και φορείς συστάθηκαν ή μετασχηματίσθηκαν κατά τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, δεν εφαρμόστηκαν με ίδιο τρόπο σε ολόκληρη την Ευρώπη, με ορισμένους εποπτικούς φορείς να εμφανίζονται PE523.025v01-00 2/8 DT\1009342.doc
σχετικά ανίσχυροι από άποψη εντολής και εξουσιών. 1 Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε λόγω των παράλληλων εξελίξεων: ταχείες τεχνολογικές εξελίξεις, μεταβαλλόμενη φύση των απειλών για την ασφάλεια και διεθνής κυκλοφορία των δεδομένων, με αποτέλεσμα τη μείωση της σημασίας και της αποτελεσματικότητας των εθνικών εποπτικών μηχανισμών. Ταχείες τεχνολογικές εξελίξεις Οι σύγχρονες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών επιτρέπουν στις υπηρεσίες πληροφοριών να συλλέγουν πληροφορίες μαζικά. Οι επαναστατικές εξελίξεις ως προς τις ικανότητες αποθήκευσης και ανάλυσης δεδομένων (εξόρυξη δεδομένων, δημιουργία προφίλ, κτλ) ενθαρρύνουν περαιτέρω τη συλλογή ολοένα μεγαλύτερου όγκου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό τη χρήση τους για λήψη σχετικών πληροφοριών ή για κατάρτιση προτύπων («συνδέοντας τις τελείες»). Αυτές οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν οδηγήσει σε αλλαγή των προτύπων που ακολουθούν οι υπηρεσίες πληροφοριών και στη μετάβασή τους από στοχευμένη παρακολούθηση που βασίζεται σε υποψίες σε περισσότερο γενικευμένη, μαζική και συστηματική παρακολούθηση. Μεταβαλλόμενη φύση των απειλών για την ασφάλεια Η φύση των απειλών για την ασφάλεια έχει μεταβληθεί δραστικά εξαιτίας των τεχνολογικών εξελίξεων και έχει καταστεί περισσότερο διεθνής, ετερογενής και ασύμμετρη. Αυτό ενισχύει ολοένα περισσότερο τη (διεθνή) συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών, στην οποία περιλαμβάνεται και η ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να συγχέονται συχνά τα όρια μεταξύ της συνεργασίας στον τομέα των πληροφοριών και της συνεργασίας στον τομέα επιβολής του νόμου. Διαθεσιμότητα και κυκλοφορία των δεδομένων Η αύξηση του αριθμού των ευρυζωνικών συνδέσεων και η ανάπτυξη κινητών υπολογιστικών συσκευών έχουν αυξήσει δραματικά τον όγκο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι διαθέσιμα σε ψηφιακή μορφή (ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων, αναζητήσεις στο διαδίκτυο, διαδικτυακές τηλεφωνικές κλήσεις, γεωεντοπισμός, οικονομικές συναλλαγές, ιατρικά αρχεία, κτλ). Ολοένα περισσότερο, η ταυτότητά μας μπορεί να αποκρυσταλλωθεί σε αυτό το «ψηφιακό αποτύπωμα» των ηλεκτρονικά διαθέσιμων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και μεταδεδομένων. Αυτά τα ψηφιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία διαβιβάζονται με καλωδιακά ή δορυφορικά μέσα και αποθηκεύονται/υπόκεινται σε επεξεργασία στο πλαίσιο υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους σε ολόκληρο τον κόσμο, μπορούν να υποκλαπούν/συλλεγούν σχετικά εύκολα από τις υπηρεσίες πληροφοριών. Καθώς ο κόσμος αποκτά ολοένα πιο διασυνδεδεμένη μορφή, τα δεδομένα αυτά 1 Βλέπε επίσης «Parliamentary oversight of security and intelligences agencies in the EU» (Κοινοβουλευτική εποπτεία των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών στην ΕΕ), μελέτη για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2011. DT\1009342.doc 3/8 PE523.025v01-00
αποθηκεύονται και μεταδίδονται ελεύθερα σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό πέραν των συνόρων μιας χώρας μέσω χωρών διαμετακόμισης, προκαλώντας ασάφεια ως προς τη δικαιοδοσία και ελαχιστοποιώντας τη σημασία της εθνικής νομοθεσίας και της εθνικής εποπτείας. Προκλήσεις στην εθνική εποπτεία των υπηρεσιών πληροφοριών Οι προαναφερθείσες τάσεις οδηγούν στο ακόλουθο παράδοξο: αν και η νομοθεσία και η εποπτεία όσον αφορά τις υπηρεσίες πληροφοριών υπόκεινται σε ρύθμιση σε εθνική βάση, οι απειλές για την ασφάλεια, οι πληροφορίες ασφαλείας και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπερβαίνουν ολοένα συχνότερα τα εθνικά σύνορα. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά πληροφοριών από ιδιαίτερα προστατευμένα περιβάλλοντα σε λιγότερο προστατευμένες δικαιοδοσίες, παρακάμπτοντας την εθνική νομοθεσία. Για παράδειγμα, η απόκτηση μιας συγκεκριμένης πληροφορίας από μια υπηρεσία πληροφοριών του εξωτερικού και η επιστροφή της πληροφορίας αυτής, υπό το πρόσχημα της ανταλλαγής πληροφοριών, στην εθνική υπηρεσία πληροφοριών μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την τελευταία για «ξέπλυμα» της εν λόγω πληροφορίας και για καταστρατήγηση της εθνικής νομοθεσίας που διασφαλίζει τα μέσα προστασίας της ιδιωτικής ζωής που θα ίσχυαν σε διαφορετική περίπτωση. Οι εγχώριοι εποπτικοί φορείς μπορεί να έχουν δικαιοδοσία επί της υπηρεσίας που αποστέλλει τις πληροφορίες ή εκείνης που τις παραλαμβάνει αλλά όχι και στις δύο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία «γκρίζων ζωνών», εντός των οποίων μπορεί να πραγματοποιηθεί ανταλλαγή πληροφοριών χωρίς δέοντα έλεγχο. Το πρόβλημα αυτό οξύνεται ακόμα περισσότερο από τον επονομαζόμενο «κανόνα της τρίτης υπηρεσίας» ή αρχή του «ελέγχου της πηγής προέλευσης» που έχει σχεδιαστεί με σκοπό να επιτρέπει στην υπηρεσία προέλευσης των πληροφοριών να διατηρεί τον έλεγχο επί της περαιτέρω διάδοσης των πληροφοριών ευαίσθητου χαρακτήρα που έχει στη διάθεσή της, αλλά ορισμένες φορές ερμηνεύεται ως ισχύων και για την εποπτεία των υπηρεσιών που λαμβάνουν τις πληροφορίες. Ορισμένες υπηρεσίες πληροφοριών διστάζουν να ζητήσουν την άδεια της υπηρεσίας προέλευσης για τη διαβίβαση πληροφοριών σε εποπτικούς φορείς, ενώ οι φορείς ελέγχου, οι οποίοι έχουν συναίσθηση των προβληματισμών των υπηρεσιών αναφορικά με τη φήμη τους, σπάνια απαιτούν την υποβολή τέτοιου είδους αιτημάτων από αυτές. Με δεδομένη τη δυνατότητα του κανόνα της τρίτης υπηρεσίας να παρέχει προστασία σε ομάδες πληροφοριών, η επέκταση και η επιτάχυνση της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα των πληροφοριών αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση όσον αφορά τις διαδικασίες λογοδοσίας. Αυτό το πρόβλημα ενδέχεται να ενισχυθεί περαιτέρω από τις τεχνολογικές εξελίξεις που θα αυξήσουν τον όγκο των επικοινωνιών που ενδέχεται να υποκλαπούν από υπηρεσίες πληροφοριών του εξωτερικού σε σημείο που, εάν δεν υπαχθούν σε ρύθμιση, οι εθνικές νομοθεσίες θα χάσουν τελείως την ισχύ τους. Αν και τόσο οι απειλές για την εθνική ασφάλεια όσο και οι αποκρίσεις στις απειλές αυτές αποκτούν ολοένα πιο παγκοσμιοποιημένο χαρακτήρα, οι μηχανισμοί λογοδοσίας εξακολουθούν να λειτουργούν σε καθαρά τοπικό επίπεδο. Η αυξανόμενη συνεργασία μεταξύ των εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη διεθνή συνεργασία μεταξύ των εθνικών εποπτικών φορέων. Σε τελική ανάλυση, ο συνδυασμός PE523.025v01-00 4/8 DT\1009342.doc
της ανίσχυρης φύσης των εν λόγω φορέων αφενός και των επιπέδων μυστικότητας, ευαισθησίας και πολυεδαφικότητας που συνδέονται με τις δραστηριότητες διεθνούς συνεργασίας αφετέρου προκαλεί ολοένα μεγαλύτερο έλλειμμα λογοδοσίας και έχει σε ορισμένες περιπτώσεις καταστήσει την ανταλλαγή πληροφοριών τομέα όπου επικρατεί σχετική ατιμωρησία. Σε έναν κάποιο βαθμό, η έλλειψη διαφάνειας που περιβάλλει τις διεθνείς συμφωνίες περί συνεργασίας των υπηρεσιών πληροφοριών έχει οξύνει τα προαναφερθέντα προβλήματα. Οι εθνικοί εποπτικοί φορείς σχεδιάστηκαν για μια διαφορετική εποχή και ως απάντηση σε μια πολύ διαφορετική σειρά καταχρήσεων και υπονομεύονται από τις ανεπαρκείς νομικές εξουσίες πρόσβασης στο σύνολο των πληροφοριών και επιβολής στις υπηρεσίες πληροφοριών της υποχρέωσης να λογοδοτούν. Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι οι εν λόγω φορείς δεν διαθέτουν επαρκείς ικανότητες ώστε να επιβάλλουν στις υπηρεσίες πληροφοριών και στους πολιτικούς τους ηγέτες την υποχρέωση να λογοδοτούν στο πλαίσιο της ισχύουσας διεθνούς συνεργασίας, των σημερινών τεχνολογικών εξελίξεων και της κυκλοφορίας των δεδομένων. 1 Λύσεις Ένας τρόπος αντιμετώπισης θα ήταν η αύξηση της διαφάνειας και, συνεπώς, η ενίσχυση του δημόσιου ελέγχου. Παρόλο που στο συγκεκριμένο πεδίο δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί πλήρης διαφάνεια, οι υπηρεσίες πληροφοριών τείνουν να επιδεικνύουν υπερβολική ή ακόμα και εμμονική ροπή προς τη μυστικότητα. Η εμπιστευτικότητα θα πρέπει να θεωρείται μάλλον εξαίρεση, και να συνοδεύεται υποχρεωτικά από πειστική αιτιολόγηση που θα βασίζεται στο ενδεχόμενο πρόκλησης συγκεκριμένης και σημαντικής ζημίας εξαιτίας της δημοσιοποίησης των πληροφοριών αντί να βασίζεται απλώς στην ευρεία και διφορούμενη έννοια της «εθνικής ασφάλειας». Θα μπορούσαν να αναπτυχθούν κριτήρια όσον αφορά την ενίσχυση της διαφάνειας, βάσει της γενικής αρχής της πρόσβασης σε πληροφορίες και των επονομαζόμενων «αρχών Tshwane». 2 Προκειμένου να είναι αποτελεσματικά, τα εν λόγω κριτήρια θα πρέπει να είναι δεσμευτικά για τις κυβερνήσεις. Ένας δεύτερος τρόπος αντιμετώπισης θα συνίστατο στην ενίσχυση των εθνικών εποπτικών συστημάτων. Αυτό θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο εκ των προτέρων εξουσιοδότησης από ανεξάρτητο ανακριτή, ο οποίος θα διαθέτει δέουσα κατάρτιση στον τομέα της δικαστικής αξιολόγησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, θα πρέπει να ενισχυθεί η εκ των υστέρων εποπτεία των δραστηριοτήτων τους από κοινοβουλευτικούς φορείς ή φορείς που απαρτίζονται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες παρέχοντάς τους πλήρη πρόσβαση σε πληροφορίες (συμπεριλαμβανομένων διαβαθμισμένων πληροφοριών και πληροφοριών που προέρχονται από άλλες υπηρεσίες), εξουσία διενέργειας επιτόπιων επισκέψεων, μια ισχυρή σειρά ανακριτικών αρμοδιοτήτων, επαρκή τεχνική εμπειρογνωμοσύνη, 1 I. Leigh, Accountability and intelligence cooperation (Λογοδοσία και συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών). 2 The Global Principles on National Security and the Right to Information (Παγκόσμιες αρχές σχετικά με την εθνική ασφάλεια και το δικαίωμα στην πληροφόρηση), Ιούνιος 2013. DT\1009342.doc 5/8 PE523.025v01-00
κατάλληλους πόρους και αυστηρή ανεξαρτησία από την κυβέρνηση. Εν γένει, οι εν λόγω φορείς θα πρέπει να είναι επίσης υποχρεωμένοι να υποβάλλουν αναφορές στα αντίστοιχα κοινοβούλιά τους. Αυτό θα πρέπει να συνοδευτεί από τον καθορισμό δεσμευτικών ελάχιστων ευρωπαϊκών προτύπων ή κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την εποπτεία των εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών, βάσει των υφιστάμενων βέλτιστων πρακτικών και των συστάσεων που έχουν υποβληθεί από διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης, κτλ). Μια τρίτη πρόταση θα ήταν να επιτραπεί στους εποπτικούς φορείς να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις δραστηριότητες που υπόκεινται σε εποπτεία. Δεδομένου ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών είναι υποχρεωμένες να συνεργάζονται μεταξύ τους με σκοπό την αντιμετώπιση διασυνοριακών απειλών και δικτύων, οι εποπτικοί φορείς πρέπει να συνεργάζονται ομοίως σε διεθνές επίπεδο προκειμένου να είναι σε θέση να υποχρεώνουν τις υπηρεσίες πληροφοριών να λογοδοτούν. Αναγνωρίζοντας την ανάγκη αυξημένης συνεργασίας μεταξύ των εθνικών φορέων ελέγχου των υπηρεσιών πληροφοριών 1, δημιουργήθηκε πλατφόρμα που επιτρέπει στους εποπτικούς φορείς να συνεργάζονται σε σχέση με κοινά προβλήματα και να προβαίνουν σε ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών. 2 Αυτό το αίτημα για αυξημένη συνεργασία ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο με την υπογραφή της Δήλωσης των Βρυξελλών που αναγνωρίζει την ανάγκη για εντατικότερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κοινοβουλευτικών εποπτικών φορέων των κρατών μελών της ΕΕ, της Ελβετίας και της Νορβηγίας. 3 Μέχρι στιγμής, αυτό γίνεται χωρίς συντονισμό, τη στιγμή που υπάρχει περιθώριο για περισσότερο συνειδητοποιημένη διεθνή συνεργασία όσον αφορά την εποπτεία. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω μεικτών επιτροπών, ανταλλαγής πληροφοριών ή δημιουργίας υπερεθνικών φορέων. Επίσης, θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω ενός φορέα παρόμοιου με την ομάδα εργασίας του άρθρου 29 στον τομέα της προστασίας των δεδομένων. Θα μπορούσε να συγκροτηθεί ομάδα υψηλού επιπέδου που θα προτείνει, με διαφανή τρόπο και σε συνεργασία με τα κοινοβούλια, περαιτέρω ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιηθούν για την αύξηση της συνεργασίας στον τομέα της εποπτείας στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της εποπτείας του Κέντρου Ανάλυσης Πληροφοριών της ΕΕ (IntCen). Ο ανίσχυρος χαρακτήρας των επίσημων εθνικών συστημάτων λογοδοσίας των υπηρεσιών πληροφοριών θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από περισσότερους ανεπίσημους μηχανισμούς λογοδοσίας, μέσω αποκαλύψεων από δημοσιογράφους σε συνεργασία με ακτιβιστές και πληροφοριοδότες. Ωστόσο, αυτό απαιτεί όχι μόνο τη βελτίωση της έννομης προστασίας των ατόμων αυτών αλλά και την κατάργηση της ανεξέλεγκτης παρακολούθησης που μπορεί να οδηγήσει στον εκφοβισμό τους. Και εδώ, οι «αρχές Tshwane» καθώς και το έργο που έχει συντελεσθεί από το Συμβούλιο της Ευρώπης θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για περαιτέρω ανάπτυξη. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ένας ορθός μηχανισμός εποπτείας δεν θα πρέπει να εξαρτάται από δημοσιογράφους και πληροφοριοδότες, και θα πρέπει να διαθέτει εξουσίες που θα του επιτρέπουν να επιτυγχάνει μόνος του τους στόχους του. 1 http://www2.ohchr.org/english/issues/terrorism/rapporteur/docs/a.hrc.10.3.pdf 2 Βλέπε για παράδειγμα ENNIR - The European Network of National Intelligence Reviewers (Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εθνικών Φορέων Ελέγχου των Υπηρεσιών Πληροφοριών) (www.ennir.be). 3 http://www.parlement-eu2010.be/pdf/30sep-1okt-declaratione.pdf PE523.025v01-00 6/8 DT\1009342.doc
Ένας τομέας που γεννά ανησυχία σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής των μηχανισμών εποπτείας είναι η εμφανής επικάλυψη μεταξύ της λειτουργίας των υπηρεσιών πληροφοριών και του πεδίου εφαρμογής των παραδοσιακών υπηρεσιών αστυνόμευσης. Δεδομένου ότι οι πρώτες εντάσσονται σε ισχυρό πλαίσιο λογοδοσίας και διέπονται από αυστηρότερο κράτος δικαίου, έχει μεγάλη σημασία να διασφαλίζουν οι μηχανισμοί εποπτείας την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων των υπηρεσιών πληροφοριών. Ερωτήματα προς συζήτηση Δεδομένης της έκτασης της διεθνούς συνεργασίας των υπηρεσιών πληροφοριών στην ΕΕ, έχει καίρια σημασία να υπόκειται το πεδίο εφαρμογής αυτής της δραστηριότητας σε κατάλληλο έλεγχο που θα επιτρέπει στους εποπτικούς φορείς να ελέγχουν εξονυχιστικά τη διεθνή συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών. Η διεθνής συνεργασία ενέχει τον κίνδυνο να γίνουν οι υπηρεσίες πληροφοριών στα κράτη μέλη της ΕΕ αποδέκτες επικοινωνιών που δεν θα μπορούσαν διαφορετικά να έχουν συγκεντρώσει με νόμιμο τρόπο. Όπως αναφέρθηκε, ο κανόνας της τρίτης υπηρεσίας μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στη δημιουργία κατάλληλων μηχανισμών εποπτείας, εάν η επιτροπή εποπτείας θεωρηθεί τρίτη υπηρεσία. Πώς μπορεί να διασφαλισθεί ότι οι πληροφορίες που λαμβάνονται από υπηρεσία του εξωτερικού ή διεθνή υπηρεσία υπόκεινται σε δέουσα εποπτεία; Είναι εφικτό να μην θεωρούνται οι εποπτικοί φορείς τρίτες υπηρεσίες; Με ποιον τρόπο μπορούν να ενταχθούν τα εθνικά μέτρα ασφαλείας που ρέπουν προς την αδιαφάνεια/αμφισημία σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο κοινοβουλευτικής και δικαστικής εποπτείας; Ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος και ποιες οι εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε σχέση με την άσκηση της κοινοβουλευτικής εποπτείας; Θα πρέπει να δημιουργήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μια ειδική (υπο)επιτροπή που θα είναι σε θέση να λαμβάνει και να υποβάλει σε έλεγχο διαβαθμισμένες πληροφορίες; Πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η δημοσιονομική εξουσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο για την υποστήριξη της ενίσχυσης του ελεγκτικού ρόλου του; Σε περίπτωση που επιτευχθεί μεγαλύτερη συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών, θα συνεχίσει να είναι αποτελεσματική η ύπαρξη αποκλειστικά εθνικών κανόνων και μηχανισμών εποπτείας για τις υπηρεσίες πληροφοριών στο εσωτερικό της ΕΕ; Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος οργάνωσης της συνεργασίας στο εσωτερικό της Ευρώπης όσον αφορά την εποπτεία των υπηρεσιών πληροφοριών; Μπορούν οι εθνικοί μηχανισμοί εποπτείας, δεδομένων των τεχνολογικών εξελίξεων και της κυκλοφορίας των δεδομένων, να διασφαλίσουν τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων του συνόλου των πολιτών της ΕΕ από τις διάφορες εθνικές υπηρεσίες πληροφοριών; Εάν όχι, είναι αναγκαία η θέσπιση ελάχιστων ευρωπαϊκών προτύπων ή κανόνων, με τα οποία θα πρέπει να συμμορφώνονται οι υπηρεσίες πληροφοριών σε σχέση με την ανταλλαγή πληροφοριών, την προστασία των δεδομένων, τη διαφάνεια και την DT\1009342.doc 7/8 PE523.025v01-00
εποπτεία; PE523.025v01-00 8/8 DT\1009342.doc