Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ (ΣΕΕΠ) ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥΣ ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΣΣΙΟΣ Καθηγητής Ε.Μ.Π. (Ph.D) Σχολή Αγρονόµων και Τοπογράφων Μηχανικών Εργαστήριο Φυσικής Γεωγραφίας και Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ΑΚΡΙΒΗ ΛΕΚΑ Αγρονόµος -Τοπογράφος Μηχανικός, Υποψήφια ιδάκτωρ Ε.Μ.Π. Η Οδηγία 85/337 για την Εκτίµηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για projects εφαρµόστηκε στην Ελλάδα µε την Κοινή Υπουργική Απόφαση (KYA 69269/5387/90). Ο Νόµος-Πλαίσιο 1650/86 και η Οδηγία 97/11 µαζί µε τον νέο Νόµο για την εφαρµογή της Οδηγίας 3010/2002 συνιστούν το θεσµικό πλαίσιο για την Εκτίµηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για projects στην Ελλάδα. Η νέα Οδηγία 2001/42 της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά µε τις Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις για Σχέδια και Προγράµµατα κλείνει ένα κύκλο νοµοθεσίας, συναφή προς την περιβαλλοντική προστασία, πριν τις διαδικασίες λήψης απόφασης. Η Ελλάδα έχει µία περίοδο 3 ετών για να συµµορφωθεί µε την Οδηγία αυτή. Το παρόν άρθρο αναφέρεται πρωτίστως στις αρχές, αντικείµενα, διαδικασίες και τρόπους εφαρµογής της Οδηγίας 2001/42. Παρουσιάζει τα πλεονεκτήµατα προκειµένου για τον προσδιορισµό των αθροιστικών και έµµεσων επιπτώσεων πριν από οποιαδήποτε απόφαση αναφορικά µε την εφαρµογή σχεδίων και προγραµµάτων. Παρουσιάζεται επίσης σύγκριση µεταξύ των διαδικασιών της Στρατηγικής Εκτίµησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον και της Εκτίµησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων σχετικά µε τις µεθοδολογικές και διαδικαστικές πτυχές. STRATEGIC ENVIRONMENTAL ASSESSMENT: A PREVENTIVE ENVIRONMENTAL PROCEDURE FOR PLANS AND PROGRAMMES COSTAS CASSIOS Professor NTUA (Ph.D) School of Rural and Surveying Engineering Laboratory : Physical Geography and Environmental Impact AKRIVI LEKA Surveying Eng., Doctoral Candidate Laboratory : Physical Geography and Environmental Impact The Directive 85/337 for the Environmental Impact Assessment for projects was implemented in Greece by the Common Ministerial Decision (KYA 69269/5387/90). The Public Law 1650/86 and the Directive 97/11 along with the new Public Law for the implementation of the Directive 3010/2002 constitute the legislative network for the Environmental Impact Assessment for projects in Greece. The new Directive 2001/42 of the European Union regarding the Environmental Impact for plans and programmes closes a legislative cycle related to the environmental protection prior to the decision making procedures.greece has a period of 3 years in order to comply
with this Directive. The present paper deals primarily with the principles, objectives, procedures and ways of the implementation of the Directive 2001/42. Presents the advantages in order to encounter the cumulative and indirect impacts prior to any decision regarding the implementation of plans and programmes. A comparison between the procedures of SEA and EIA is also presented regarding the methodological and procedural aspects. ΕΙΣΗΓΗΣΗ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η διαδικασία των Μελετών Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΠΕ) για έργα στην ΕΕ χρονολογείται από το 1985 µε την Έκδοση της Οδηγίας 337/85.Στην Ελλάδα η Οδηγία ενεργοποιήθηκε µε την Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) 69269/5387/του 1990 και έκτοτε εφαρµόστηκε ανελλιπώς µε όλες τις γνωστές αδυναµίες και ιδιαιτερότητες που µπορεί να παρουσιάσει έναςνέος θεσµός. Πρόσφατα ο Νόµος 3010/2002 βελτίωσε την προηγούµενη ΚΥΑ 69269/90 και την προσάρµοσε στην Οδηγία 97/11 ΕΕ που προέκυψε ως αποτέλεσµα της εµπειρίας που αποκτήθηκε από την αρχική Οδηγία για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον από έργα. Από µακρού, όµως, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσµιο επίπεδο διαπιστώθηκε ότι οι ΜΠΕ ενώ συνεχίζουν να προσφέρουν υπηρεσίες σοβαρής προληπτικής προστασίας του περιβάλλοντος από τα προγραµµατιζόµενα έργα, ουσιαστικά παρουσιάζουν µία «σηµειακή» περιβαλλοντική αποτελεσµατικότητα µόνο για το χώρο (περιοχή) των έργων. Το πρόβληµα, εντοπίζεται στην απουσία προσδιορισµού των «αθροιστικών» επιπτώσεων και της εκτίµησής τους σε µια ευρύτερη περιοχή από αυτή όπου βρίσκονται τα σχεδιαζόµενα έργα. Από το 1996 εµφανίστηκε στο προσκήνιο η ανάγκη για µια προληπτική διερεύνηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που µπορεί να έχουν οι διάφορες πολιτικές, τα προγράµµατα και τα σχέδια που προηγούνται των διαφόρων έργων. Η Στρατηγική Εκτίµησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΣΕΕΠ) συνιστά µία προληπτική διαδικασία που χρησιµοποιείται πριν από τη λήψη µιας απόφασης για την έγκριση ενός σχεδίου ή προγράµµατος ή ακόµα και πολιτικής προκειµένου να βοηθήσει τους αποφασίζοντες στην εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων επιλέγοντας έτσι ανάµεσα από εναλλακτικές λύσεις-προτάσεις τη λιγότερο επιβλαβή για το περιβάλλον λαµβάνοντας υπόψη και τις παρατηρήσεις του κοινού που συµµετέχει στη διαδικασία αυτή κατά τη δηµοσιοποίηση της ΣΕΕΠ (1, 7, 8). Ήδη από τις 27 Ιουνίου του 2001 µε την Οδηγία 2001/42 ΕΚ (PG-CONS 3619/3/01) το Συµβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθιερώνει τις διαδικασίες εφαρµογής της. Η εφαρµογή ΣΕΕΠ προβλέπεται να έχει ένα θετικό αποτέλεσµα στην προστασία του περιβάλλοντος, αφού Πολιτικές (π.χ. πολιτική για τον τουρισµό, µεταφορές, ενέργεια κ.ά.) ή Σχέδια (π.χ. χωροταξικά, πολεοδοµικά κ.ά.) αλλά και Προγράµµατα (π.χ. απασχόλησης, µαρινών, οικοτουρισµού κ.ά.) πριν ή υιοθετηθούν θα έχουν λάβει υπόψη τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις (5). Με τον τρόπο αυτό µπορεί να διασφαλισθεί η περιβαλλοντική ποιότητα από τις µεταγενέστερες επεµβάσεις που θα προκύψουν µε την υλοποίηση των πολιτικών, σχεδιασµών και προγραµµάτων υπό µορφή προβλεποµένων έργων, ώστε και η αθροιστική επίπτωση να ελέγχεται και η αειφορική ανάπτυξη να επιτυγχάνεται. Οι ΣΕΕΠ θα συνιστούν πλέον µία διαφανή διαδικασία σχεδιασµού, µε την εµπλοκή τόσο του κοινού όσο και της ενσωµάτωσης των περιβαλλοντικών απόψεων στις αποφάσεις πολιτικών, σχεδιασµών και προγραµµάτων. 2.ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ Ο ΗΓΙΑΣ
Όπως αναφέρεται στο Άρθρο 1 της οδηγίας 2001/42 ΕΕ στόχοι της είναι η «υψηλού επιπέδου προστασία του περιβάλλοντος και η ενσωµάτωση περιβαλλοντικών ζητηµάτων στην προετοιµασία και θέσπιση σχεδίων και προγραµµάτων µε σκοπό την προώθηση βιώσιµης ανάπτυξης» (5). Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται για ορισµένα σχέδια και προγράµµατα που ενδεχόµενα να έχουν σηµαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον να υπάρξει µία εκτίµηση των επιπτώσεων αυτών και µε τον τρόπο αυτό να αποφευχθούν δυσάρεστες και µη αναστρέψιµες περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Αν υποθέσουµε ότι η παρούσα οδηγία που ας σηµειωθεί δεν έχει ακόµα ενσωµατωθεί στο εθνικό µας δίκαιο είχε υπάρξει πριν µερικές δεκαετίες όταν µε σχέδια και πολιτικές επιδιώξαµε να αποξηράνουµε το 70% των υγροτόπων και µερικές των λιµνών µας (π.χ. Κόρλα). Τότε, θα µπορούσαµε να έχουµε προλάβει πολλές µη αναστρέψιµες οικολογικές καταστροφές στον τόπο µας, κάτι που σήµερα µεταφράζεται σε τεράστιες οικονοµικές επιβαρύνσεις για επαναφορά των υγροτόπων στην προτέρα κατάστασή τους πράγµα δύσκολο και συχνά ακατόρθωτο. Η «αρετή» της εν λόγω Οδηγίας βρίσκεται στο γεγονός ότι έγκαιρα πλέον ενσωµατώνει την περιβαλλοντική προστασία σε σχέδια, προγράµµατα αλλά και σε πολιτικές που προηγούνται χρονικά των έργων και που καθορίζουν την έκταση και το µέγεθος των µελλοντικών επεµβάσεων (4). Με τον τρόπο αυτό είναι πλέον δυνατή η προεκτίµηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον από τα σχέδια, προγράµµατα και πολιτικές και συνεπώς η διερεύνηση των εναλλακτικών λύσεων αλλά και η σπουδή της αντοχής του περιβάλλοντος να δεχθεί την υλοποίηση των σχεδίων ή προγραµµάτων αυτών στο µέλλον. Η εφαρµογή της οδηγίας αυτής αναφέρεται σε σχέδια και προγράµµατα που εκπονούνται ή εγκρίνονται από µία αρχή σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο ή που απαιτούνται από νοµοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις. 3.ΠΕ ΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Η εφαρµογή της Οδηγίας 2001/42 για τη Στρατηγική Εκτίµηση των Επιπτώσεων από Σχέδια και Προγράµµατα που ενδεχόµενα θα έχουν σηµαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον εκτείνεται σε τοµεακές δράσεις σχεδίων και προγραµµάτων όπως: γεωργία, δασοπονία, αλιεία, ενέργεια, βιοµηχανία, µεταφορές, διαχείριση αποβλήτων, διαχείριση υδάτινων πόρων, τηλεπικοινωνίες, τουρισµό, χωροταξία ή χρήσεις εδάφους. Οι ως άνω τοµείς είναι αυτοί που καθορίζουν το πλαίσιο για µελλοντικές εγκρίσεις έργων που θα απαιτήσουν τη σύνταξη Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) πριν από τη λήψη απόφασης για την υλοποίησή τους. Ακόµα η παρούσα οδηγία µπορεί να προσφέρει σηµαντική προστασία στο περιβάλλον αφού έγκαιρα θα µπορεί να διαβλέψει µέσα από την Περιβαλλοντική Εκτίµηση του σχεδίου ή προγράµµατος τις επιπτώσεις για λίαν ευαίσθητες οικολογικά ζώνες που προβλέπει η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ και που χρήζουν ειδικής προστασίας. Βεβαίως η εφαρµογή της Οδηγίας 2001/42 ΕΕ για µικρές περιοχές και ήσσονος σηµασίας σχέδια και προγράµµατα αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών µελών να ζητήσουν να υποβληθούν τα σχέδια και προγράµµατα στη διαδικασία εκτίµησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ακόµη σχέδια και προγράµµατα που εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άµυνας, καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, προϋπολογισµού ή δηµοσιονοµικά σχέδια εξαιρούνται της εν λόγω οδηγίας για τη διερεύνηση των ενδεχόµενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων (4, 5). 4. ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Εφόσον διαπιστωθεί ότι απαιτείται η εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για σχέδια ή προγράµµατα τότε εκπονείται «Περιβαλλοντική Μελέτη» (Άρθρο 5) (5).Η εν λόγω
µελέτη διαλαµβάνει καταρχήν πληροφορίες αναφορικά µε το περιεχόµενο των σχεδίων και προγραµµάτων, το στάδιο διαδικασίας λήψης αποφάσεως και το βαθµό στον οποίο ορισµένα θέµατα αξιολογούνται καλλίτερα σε διαφορετικά επίπεδα (αποφάσεων) της εν λόγω διαδικασίας ώστε να αποφεύγεται η επανάληψη της εκτίµησης. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που ενδεχόµενα θα δηµιουργηθούν από την εφαρµογή των σχεδίων ή προγραµµάτων εντοπίζονται, περιγράφονται και αξιολογούνται, ενώ συνεξετάζονται λογικές εναλλακτικές δυνατότητες λαµβανοµένων, πάντοτε, υπόψη των στόχων και του γεωγραφικού πεδίου εφαρµογής. Στοιχεία και πληροφορίες που αφορούν επιπτώσεις από προηγούµενα παρεµφερή σχέδια και προγράµµατα όπως και βιβλιογραφικές αναφορές ή από εφαρµογή άλλης κοινοτικής ή εθνικής ανάλογης νοµοθεσίας συσχετίζονται στην Περιβαλλοντική Μελέτη. Ειδικότερα, οι πληροφορίες που θα πρέπει να διαλαµβάνει η ΜΠΕ σχεδίων και προγραµµάτων όπως αυτά αναφέρονται στα Παραρτήµατα Ι, ΙΙ της Οδηγίας 2001/42 είναι τα εξής: (5) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι α)η περιγραφή σε γενικές γραµµές του περιεχοµένου, των κύριων στόχων του σχεδίου ή προγράµµατος και της σχέσης µε άλλα σχετικά σχέδια και προγράµµατα, β)οι σχετικές πτυχές της τρέχουσας κατάστασης του περιβάλλοντος και η βάσει αυτής πιθανή εξέλιξη εάν δεν εφαρµοστεί το σχέδιο ή πρόγραµµα, γ)τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των περιοχών που ενδέχεται να επηρεαστούν σηµαντικά, δ)τα τυχόν υφιστάµενα περιβαλλοντικά προβλήµατα που αφορούν το σχέδιο ή πρόγραµµα συµπεριλαµβανοµένων, κατά κύριο λόγο, εκείνων που αφορούν περιοχές ιδιαίτερης περιβαλλοντικής σηµασίας, όπως περιοχές που χαρακτηρίζονται σύµφωνα µε τις οδηγίες 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ, ε)οι στόχοι περιβαλλοντικής προστασίας που έχουν τεθεί σε διεθνές ή κοινοτικό επίπεδο ή σε επίπεδο κρατών µελών, οι οποίοι αφορούν το σχέδιο ή πρόγραµµα, και ο τρόπος µε τον οποίο οι στόχοι αυτοί καθώς και τα περιβαλλοντικά ζητήµατα έχουν ληφθεί υπόψη κατά την προετοιµασία του, στ)οιενδεχόµενεςσηµαντικέςεπιπτώσεις (Στις επιπτώσεις αυτές πρέπει να συµπεριλαµβάνονται οι δευτερογενείς, σωρευτικές, συνεργειακές, βραχυ-, µεσο- και µακροπρόθεσµες, µόνιµες και προσωρινές, θετικές και αρνητικές επιπτώσεις) στο περιβάλλον, συµπεριλαµβανοµένων θεµάτων όπως η βιοποικιλότητα, ο πληθυσµός, η υγεία των ανθρώπων, η πανίδα, η χλωρίδα, το έδαφος, τα ύδατα, ο αέρας, οι κλιµατικοί παράγοντες, τα υλικά περιουσιακά στοιχεία, η πολιτιστική κληρονοµιά συµπεριλαµβανοµένης της αρχιτεκτονικής και αρχαιολογικής κληρονοµιάς, το τοπίο και οι σχέσεις µεταξύ των ανωτέρω παραγόντων, ζ)τα προβλεπόµενα µέτρα για την πρόληψη, τον περιορισµό και την, κατά το δυνατόν, εξουδετέρωση οποιωνδήποτε σηµαντικών δυσµενών επιπτώσεων στο περιβάλλον από την εφαρµογή του σχεδίου ή προγράµµατος, η)η παρουσίαση σε γενικές γραµµές των λόγων για τους οποίους επελέγησαν οι εξετασθείσες εναλλακτικές δυνατότητες και η περιγραφή του τρόπου διενέργειας της εκτίµησης, µε µνεία των τυχόν δυσκολιών (όπως τεχνικά ελαττώµατα ή έλλειψη τεχνογνωσίας) που προέκυψαν κατά τη συγκέντρωση των απαιτούµενων πληροφοριών, θ)περιγραφή των προβλεπόµενων µέτρων σχετικά µε τον έλεγχο σύµφωνα µε το άρθρο 10, ι)µια µη τεχνική περίληψη των πληροφοριών που παρέχονται βάσει των ανωτέρω θεµάτων. Κριτήρια για τον καθορισµό της ενδεχόµενης σηµασίας των επιπτώσεων σύµφωνα µε το άρθρο 3 της οδηγίας για τα χαρακτηριστικά των σχεδίων και προγραµµάτων διαλαµβάνονται στο Παράρτηµα ΙΙ της οδηγίας και κύρια σε ότι αφορά: (3)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ α)τον βαθµό στον οποίο το σχέδιο ή πρόγραµµα θέτει ένα πλαίσιο για έργα και άλλες δραστηριότητες είτε όσον αφορά τον τόπο, τη φύση, το µέγεθος και τις συνθήκες λειτουργίας είτε µε τη χορήγηση πόρων, β)τον βαθµό στον οποίο το σχέδιο ή πρόγραµµα επηρεάζει άλλα σχέδια και προγράµµατα, συµπεριλαµβανοµένων αυτών που ανήκουν σε ένα ιεραρχηµένο σύνολο, γ)τη σηµασία του σχεδίου ή προγράµµατος για την ενσωµάτωση των περιβαλλοντικών ζητηµάτων, κυρίως µε σκοπό την προαγωγή της βιώσιµης ανάπτυξης, δ)τα περιβαλλοντικά προβλήµατα που συνδέονται µε το σχέδιο ή πρόγραµµα, ε)τη σχέση του σχεδίου ή προγράµµατος µε την εφαρµογή της κοινοτικής νοµοθεσίας για το περιβάλλον (π.χ. σχέδια ή προγράµµατα σχετικά µε τη διαχείριση αποβλήτων ή την προστασία των υδάτων) (5). Μεθοδολογικά, η σύνταξη της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για σχέδια και προγράµµατα παρουσιάζει τις ίδιες αδυναµίες µε αυτές που παρουσιάζουν οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) των έργων. ηλ. δεν υπάρχει µία αυτοτελής και µοναδική µέθοδος ή τεχνική που να µπορεί να καλύψει όλο το εύρος των θεµάτων που αντιµετωπίζει µία ΜΠΕ. Τεχνικές όπως αυτές των Ερωτηµατολογίων, των Καταλόγων, των Μητρών, των ικτύων, των Μοντέλων και των Εµπειρογνωµόνων που εφαρµόζονται στις ΜΠΕ έργων έχουν και εδώ την εφαρµογή τους πάντοτε µέσα στα πλαίσια των αδυναµιών εκτίµησης και πρόβλεψης των επιπτώσεων. Ειδικότερα οι ΜΠΕ αναφέρονται σε σχέδια και προγράµµατα χρήσεων γης, δηλαδή χωροταξικά, συνολικά ή τοµεακά (τοµεακός και χωρικός σχεδιασµός) που υπόκεινται στην επίσηµη διαδικασία ψήφισης ή έγκρισής τους από την αρµόδια αρχή ή από µια νοµοθετική πράξη, όπως είναι: Το Χωροταξικό Σχέδιο, το Ρυθµιστικό, το Γενικό Πολεοδοµικό, το Σχέδιο Πόλης και η Πολεοδοµική Μελέτη (6, 7). Πρόκειται για σχέδια και προγράµµατα που ορίζουν χρήσεις γης και περιέχουν προβλέψεις για τη φύση, το µέγεθος, τη χωροθέτηση και τις λειτουργικές συνθήκες εγκαταστάσεων ή δραστηριοτήτων σε διαφορετικούς τοµείς σχετικούς µε τη χωροταξία. Οι τοµείς αυτοί όπως προαναφέρθηκε είναι: Οι µεταφορές, η διαχείριση αποβλήτων, η διαχείριση των υδάτινων πόρων, η βιοµηχανία, οι τηλεπικοινωνίες, ο τουρισµός και η ενέργεια. Όπως ήδη έχει αναφερθεί η διαδικασία εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων στόχο έχει να προσδιορίσει τις σηµαντικές συνέπειες έργων και δραστηριοτήτων στο περιβάλλον σε ένα αρχικό στάδιο πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης για την κατασκευή ή υλοποίησής τους αντίστοιχα. Ο ρόλος της ΜΠΕ είναι προληπτικός και υποβοηθητικός στη διαδικασία λήψης αποφάσεων µε απώτερο σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος. Η διαδικασία εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από σχέδια και προγράµµατα σε στρατηγικό επίπεδο έρχεται να συµπληρώσει και να εµπλουτίσει τη γνωστή ως σήµερα διαδικασία των έργων και να συµβάλει ακόµα πιο δυναµικά στην προστασία του περιβάλλοντος. Παρά όµως τις όποιες οµοιότητες µπορούµε να διακρίνουµε στις δύο διαδικασίες δηλ. σχεδίων και προγραµµάτων έναντι αυτών των έργων διαφορές οι σηµαντικότερες των οποίων είναι: 1) Οι ΜΠΕ σχεδίων και προγραµµάτων παρουσιάζουν περισσότερα προβλήµατα από τις ΜΠΕ των έργων δεδοµένου ότι αυτές των σχεδίων έχουν µεγαλύτερη αβεβαιότητα υλοποίησής τους λόγω των µεγάλων χρονικών οριζόντων που αναφέρονται (time interval), 2) έχουν πιο εκτεταµένη τη γεωγραφική επιφάνεια της εφαρµογής τους (scale), 3) έχουν συχνά απρόσωπο φορέα υλοποίησης, 4) είναι άµεση η συσχέτισή τους µε πολιτικές και µε άλλες διεθνείς ασταθείς καταστάσεις, 5) κατά το στάδιο της διαδικασίας των διαβουλεύσεων (δηµοσιοποίηση) το κοινό που θα πρέπει να ενηµερωθεί για το προκαταρκτικό σχέδιο ή πρόγραµµα µέσα από την περιβαλλοντική µελέτη είναι ακαθόριστο και ευρύτατο ενώ οι αναγκαίοι χρόνοι ενηµέρωσης και τρόποι ενηµέρωσης του κοινού είναι αρκετά ασαφείς (6). Η δηµοσιοποίηση, συνιστά για τις ΜΠΕ των σχεδίων και προγραµµάτων την «Αχίλλειο πτέρνα» δεδοµένου ότι ενώ θα πρέπει το άµεσα θιγόµενο κοινό να έχει υπόψη του τα σχέδια και προγράµµατα, αυτό συχνά είναι αν όχι αδύνατον πάρα πολύ δύσκολο.
Μόνο ορισµένα τοµεακά σχέδια και προγράµµατα περιορισµένης γεωγραφικής εµβέλειας µπορούν να τύχουν µιας ολοκληρωµένης διαδικασίας ΜΠΕ σχεδίων και προγραµµάτων (π.χ. τοπικά χωροταξικά ή πολεοδοµικά σχέδια), 6) οι χρόνοι που µεσολαβούν από την έγκριση ενός σχεδίου ή προγράµµατος µέχρι την υλοποίησή τους είναι µεγάλοι, ενώ στο ενδιάµεσο χρονικό διάστηµα πολλά µπορούν να µεσολαβήσουν που να ανατρέψουν την αρχική κατάσταση σχεδιασµού και εκτίµησης µε απρόβλεπτες περιβαλλοντικές συνέπειες αλλά και σύγκρουση µεταξύ σχεδίων και προγραµµάτων άλλων φορέων. Παρόλες όµως τις εµφανείς αδυναµίες που µπορεί να παρουσιάζει η οδηγία της Στρατηγικής Εκτίµησης των Επιπτώσεων από σχέδια και προγράµµατα στο περιβάλλον δεν παύει να είναι µια σηµαντική διαδικασία που η εφαρµογή της θα συµβάλλει αποφασιστικά στο µέλλον για την αειφορική διαχείριση των φυσικών πόρων αλλά και του περιβάλλοντος. Κατωτέρω επιχειρείται µία προσπάθεια απαρίθµησης των πλεονεκτηµάτων και ωφελειών που η υλοποίησή της Οδηγίας 2001/42ΕΕ µπορεί να προσφέρει στο Ελληνικό αλλά και το διευρυµένο πλέον Ευρωπαϊκό Περιβάλλον. 5. ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ Ο ΗΓΙΑΣ Η Οδηγία 2001/42 προέκυψε ως το αποτέλεσµα της εφαρµογής του άρθρου της Συνθήκης 174 που προβλέπει ότι η πολιτική της Κοινότητας στον τοµέα του περιβάλλοντος συµβάλλει στην προστασία και τη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος και στην ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων. Ακόµα στο άρθρο 6 της συνθήκης προβλέπεται η ένταξη των απαιτήσεων της περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να ενσωµατώνεται στις κοινοτικές πολιτικές και δράσεις προκειµένου να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη. Με στόχο την αειφορία, την ανάγκη ένταξης της βιοποικιλότητας στα τοµεακά, διατοµεακά και διασυνοριακά σχέδια και προγράµµατα, την προετοιµασία και έγκριση σχεδίων και προγραµµάτων που ενδεχόµενα να έχουν σοβαρές επιπτώσεις συνέβαλαν στην έκδοση της ως άνω οδηγίας. Επιβάλλεται λοιπόν πριν τη λήψη των αποφάσεων υλοποίησης σχεδίων και προγραµµάτων να υπάρχει µία σαφής καταγραφή και αποτίµηση των ενδεχόµενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων που από τη διαδικασία διερεύνησής τους θα προκύψουν κατευθύνσεις πρόληψης και αποφυγής σοβαρών περιβαλλοντικών επιπτώσεων αργότερα. Η διερεύνηση των επιπτώσεων για τα σχέδια και προγράµµατα και ο καθορισµός των µηχανισµών και τρόπων πρόληψης περιβαλλοντικών ζηµιών αλλά και αποκατάστασης θα συµβάλλουν µε τον ολοκληρωµένο τρόπο αντιµετώπισής τους στην αποφυγή περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τα έργα που θα παραχθούν ως προϊόντα των σχεδίων και των προγραµµάτων. Με τον τρόπο αυτό θα µειωθεί η «αθροιστική» αρνητική επίπτωση που δηµιουργείται σήµερα από τη µεµονωµένη και ασύνδετη µεταξύ τους επίδραση στο περιβάλλον λόγω κατασκευής των έργων όσο και της πλειάδας των εµµέσων περιβαλλοντικών επιπτώσεων (5). Ένα άλλο σηµαντικό πλεονέκτηµα που η εφαρµογή της οδηγίας αυτής θα προσφέρει είναι η διερεύνηση της αντοχής των πόρων να δεχθούν δραστηριότητες που θα προκύψουν από σχέδια και προγράµµατα. Έτσι η προληπτική περιβαλλοντική αντίληψη που η οδηγία καλείται να υπηρετήσει θα επιτυγχάνεται καλλίτερα, ασφαλέστερα και σε βάθος χρόνου. Μάλιστα στη χώρα µας όπου ο Χωροταξικός Σχεδιασµός είναι πληµµελής, η υλοποίηση της οδηγίας αυτής θα συµβάλλει αποφασιστικά στα τοµεακά σχέδια και προγράµµατα ώστε να προληφθούν µη αναστρεπτές επιπτώσεις από µελλοντικά έργα που θα παραχθούν. Αν π.χ. πάρουµε σαν παράδειγµα ένα πρόγραµµα όπως αυτό της ανάπτυξης «µαρινών» στον ελλαδικό παράλιο χώρο στα πλαίσια του τοµεακού προγράµµατος του τουρισµού η εφαρµογή της Οδηγίας 2001/42ΕΕ θα είχε να προσφέρει σηµαντική περιβαλλοντική προστασία διερευνώντας τις επιπτώσεις της εφαρµογής προγράµµατος στις ελληνικές ακτές. Συνέπεια µιας επιτυχούς Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για την εν λόγω δραστηριότητα στα πλαίσια της οδηγίας θα ήταν η αθροιστική ολοκληρωµένη προστασία των
ακτών ενώ κατά το στάδιο της υλοποίησης του προγράµµατος οι ΜΠΕ των έργων θα είχαν µεγαλύτερη αξιοπιστία και αποτελεσµατικότητα στο σύνολό τους και όχι αποσπασµατική εφαρµογή. Η υλοποίηση της οδηγίας στη χώρας µας επιβάλλεται να γίνει το ταχύτερο αλλά θα πρέπει προηγουµένως να υπάρξει εκπαίδευση των φορέων υλοποίησης µε παραγωγή προτύπων Μελετών και αναλόγων προδιαγραφών και το σπουδαιότερο να δηµιουργηθεί υποδοµή παρακολούθησης στην υλοποίηση των ΜΠΕ των σχεδίων και προγραµµάτων. Ακόµα είναι επιβεβληµένη η ενηµέρωση του κοινού για αµεσότερη, ευρύτερη και καλλίτερη συµµετοχή προκειµένου οι ΜΠΕ που θα προκύψουν από την εφαρµογή της οδηγίας να καταστήσουν τα σχέδια και τα προγράµµατα ουσιαστικά µέρος του περιβαλλοντικού σχεδιασµού και όχι «µεταφορείς» έργων που θα αλλοιώσουν το περιβάλλον. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1.C.Cassios, Methodology and Research on EIA, Greek EIA - Centre Delphi - Greece, 1995 (ed). 2.Μ. εκλερής, «Συνέντευξη» στο ελτίο Μελετών Επιπτώσεων στο Περιβάλλον ΜΕΠ, Τευχ.2, 1994, Ελληνικό Κέντρο Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ΕΜΠ Σχολή Αγρονόµων και Τοπογράφων Μηχανικών. 3.Denish Min. of Env. And Emerg, Strategic Env.Assessment of bills and other government proposals 1995, examples and experience, Copenhugen, Denmark. 4.EIA Leaflet Series No 13, Strategic Env.Assessment, Univ. of Manchester, 1995. 5.Ευρωπαϊκή Ένωση, Οδηγία 2001/42 σχετικά µε την εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισµένων σχεδίων και προγραµµάτων PE.CONS 3619/3/01 REV3 C5-0118/2001 LEX 271, 2001. 6.Κ.Κασσιός, «Τα αναπτυξιακά προγράµµατα και έργα και οι επιπτώσεις στο ελληνικό περιβάλλον», «ΜΕΠ» ελτίο Μελετών Επιπτώσεων στο Περιβάλλον», Ελληνικό Κέντρο Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, τευχ.2, 1994, ΕΜΠ Σχολή Αγρονόµων και Τοπογράφων Μηχανικών. 7.N.Lee and Joanna Hughes, Strategic Env. Assessment, Legislation and the procedors in the community, 1995 Final Report EIA Centre Univ. of Manchester U.K. 8.J. Sadler, SEA, Ιmplementation, IAIA, 1996, Canada.