ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σχετικά έγγραφα
ΘΕΜΑ: ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΘΕΜΕΛΙΩΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΣΤΑΣΗΣ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΕΣΔΙ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ «ΟΜΟΔΙΚΙΑ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΡΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ, ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΜΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Δικονομία, έννοια και κλάδοι, λειτουργική

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΟΡΙΣΤΙΑΣ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ»

ΕΤΟΣ 2013/ΤΕΥΧΟΣ 2. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΑΘΑΝΑΣΑΣ Δικηγόρος Αθηνών. ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΑΘΑΝΑΣΑΣ Δικηγόρος Αθηνών

ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

ΜονΠρωτΑθ 4870/2006 Πρόεδρος: Δημήτριος Μάκος Γραμματέας: Χρυσάνθη Βαρβαρέσου Δικηγόροι: Γεώργιος Καπόγιαννης, Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. ΘΕΜΑ: Τρόποι δικαστικής διεκδίκησης αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών υπέρ ΤΣΜΕ Ε και λοιπών τρίτων.

Θέμα Το επιτρεπτό της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου για χρηματικές απαιτήσεις, με έμφαση στο ζήτημα του εκτελεστού τίτλου

ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΓΥΗΤΗ 1. Γενικά. Η προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή αποτελεί μία από τις περιοριστικά στο νόμο αναφερόμενες περιπτώσεις

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τμήμα Νομικής. Μεταπτυχιακό Β Ιδιωτικού Δικαίου Κατεύθυνση Πολιτικής Δικονομίας

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

Πρόλογος... VII Πρόλογος στην πέμπτη έκδοση... VIII Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση... IΧ Πρόλογος στην τρίτη έκδοση... ΧI Πρόλογος στη δεύτερη

Γνησιότητα και πλαστότητα ιδιωτικών και δημοσίων εγγράφων

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ [02]

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν.

*ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 5

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... VII Συντομογραφίες... IX

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

Εργασιακά Θέματα. Καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότη

Η άμυνα κατά της διεκδικητικής αγωγής

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Απόφαση υπ αριθ. 1927/2014 του Γ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ

ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΓΥΗΤΗ (ΑΡΘΡΟ 88ΚΠΟλΔ) Η νομική φύση και η λειτουργία του στην ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών

ΠINAKAΣ ΠEPIEXOMENΩN

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΜΙΧ. Κ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΝΑΚΗΣ *

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Αναιρετική μεταχείριση των ενστάσεων Γ. Μποτέλη ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΕΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 336/2014. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Τμήμα Ε' Συνεδρίαση της 4πς Νοεμβρίου 2014

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 21722/2011 (αριθµός κατάθεσης αγωγής 22752/2008) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Ιστορικά Λειτουργική αποστολή της ρυθμίσεως Επισκόπηση των ρυθμίσεων 8-15α Αρχές της ρυθμίσεως και συγκρουόμενα

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ Β. ΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ - ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ (Ζ ΕΞΑΜΗΝΟ) ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ [επίκ. καθ. Απόστολος Σοφιαλίδης]

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

Ενδικοφανής προσφυγή Δικαίωμα ακρόασης. Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

Ειρθεσ 8971/2006. Δικαστής: Μαριάννα Κουϊνέλη. Δικηγόροι: Χ. Ματζιώρης - Α. Αργυριάδης.

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 10: Προστασία της προσωπικότητας και τύπος. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

εναγομένου στην πολιτική δίκη της καταδολίευσης δανειστών (παυλιανή αγωγή)». Το άρθρο

Διοικητικό Δίκαιο. Η γνωμοδοτική διαδικασία και η αιτιολογία της διοικητικής πράξης - 2 ο μέρος Περιεχόμενο και τύπος διοικητικής πράξης

Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ 3ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 365/2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Η ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΠΡΟΞΕΝΙΚΗ ΑΡΧΗ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ (VISA) ΓΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΥΝΕΝΩΣΗ

Ο αναιρετικός έλεγχος των πλημμελειών σε σχέση με τις αιτήσεις. 1.- Προδιάθεση

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :30. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :4. Αρθρο :31. Αρθρο 30.

ΣτΕ 1727/2012 [Παράνομη ανοικοδόμηση άρτιου εντός σχεδίου ακινήτου στο Χαϊδάρι χωρίς πρόσωπο σε οδό]

Επεξηγήσεις - Αναλύσεις - Ειδικά ζητήματα- Παραδείγματα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες...15 Ελληνικές...15 Ξενόγλωσσες...18

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΔΙΚΟΛΟΓΕΙΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΜΕ ΔΙΚΗΓΟΡΟ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΤΗΤΑ

Διοικητικό Δίκαιο. Διοικητικές προσφυγές. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος. Συντομογραφίες. Βιβλιογραφία ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΦΕΥΡΕΣΕΩΝ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.

Transcript:

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΑΜΥΝΑ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ ΣΤΗ ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ» Ιωάννα Μπαλτά (ΑΜ 2348/2014) Επιβλέπων καθηγητής: Λάμπρος Κιτσαράς Κομοτηνή, Φεβρουάριος 2017

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Θεματικός άξονας της παρούσας εργασίας είναι η άμυνα του εναγομένου στη διεκδικητική αγωγή, δηλαδή, την αγωγή με την οποία ο κύριος του πράγματος ζητά από τον νομέα ή κάτοχο αυτού, την αναγνώριση της κυριότητάς του στο πράγμα και την απόδοσή του σε αυτόν. Το ένδικο βοήθημα της διεκδικητικής αγωγής αποτελεί το σπουδαιότερο μέσο προστασίας της κυριότητας και ως τέτοιο έχει αποτελέσει αντικείμενο αναρίθμητων επιστημονικών συγγραμμάτων και μελετών. Ωστόσο, στη δίκη της διεκδικητικής αγωγής εξίσου σημαντικό ρόλο κατέχει και ο εναγόμενος, καθώς δεν αποκλείεται να έχει αποκτήσει δικαιώματα πάνω στο πράγμα, τα οποία θα επιδιώξει να διεκδικήσει. Από τη σκοπιά αυτή, τα μέσα άμυνας που έχει στη διάθεσή του και ο τρόπος με τον οποίο θα τα χρησιμοποιήσει για το σκοπό αυτό είναι ζήτημα μείζονος σημασίας στη δικαστηριακή πρακτική. Στόχος, λοιπόν, της παρούσας εργασίας είναι η λεπτομερής και πλήρης καταγραφή και παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο μπορεί ο εναγόμενος να αμυνθεί στη δίκη της διεκδικητικής αγωγής, με παράλληλη αναφορά των επιμέρους ζητημάτων στη βιβλιογραφία και τη νομολογία. Λέξεις - φράσεις κλειδιά: κυριότητα, διεκδικητική αγωγή, εναγόμενος με διεκδικητική αγωγή, άρνηση της ιστορικής βάσης της αγωγής, ανταγωγή, ένσταση ιδίας κυριότητας, χρησικτησία, ένσταση δικαιωματικής νομής ή κατοχής, δικαιωματικός νομέας ή κάτοχος, ένσταση πωληθέντος και παραδοθέντος πράγματος, ένσταση επίσχεσης, καταχρηστική άσκηση διεκδικητικής αγωγής, παραγραφή. 1

2

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Αδημ. αδημοσίευτη ΑΚ Αστικός Κώδικας αναλυτ. αναλυτικά (ότερα) αντιθ. αντίθετος ΑΠ Άρειος Πάγος αρ. αριθμός άρθρ. άρθρο Αρμεν. Αρμενόπουλος (νομικό περιοδικό) ΑρχΝ Αρχείο Νομολογίας (νομικό περιοδικό) Αφιερ. Αφιέρωμα Βλ. Βλέπε β.ρ.δ. βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο εδ. εδάφιο επ. επόμενα ερμακ ερμηνεία του Αστικού Κώδικα ΕΡΝΟΜΑΚ Εμηνεία Νομολογία Αστικού Κώδικα Εφ Εφετείο ΕφΑΔ Εφαρμογές Αστικού Δικαίου (νομικό περιοδικό) ΕλλΔνη Ελληνική Δικαιοσύνη (νομικό περιοδικό) ΕΕΝ Εφημερίς Ελλήνων Νομικών (νομικό περιοδικό) Ειρ Ειρηνοδικείο κατ. κατωτέρω κλπ. και λοιπά ΚΠολΔ Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας λ.χ. λόγου χάρη ΜΠ Μονομελές Πρωτοδικείο ν. νόμος ΝοΒ Νομικό Βήμα (νομικό περιοδικό) Π Πρωτοδικείο παρ. παράγραφος ΠολΔ Πολιτική Δικονομία ΠΠ Πολυμελές Πρωτοδικείο ρ.δ. ρωμαϊκό δίκαιο π.χ. παραδείγματος χάρη ΟλΑΠ Ολομέλεια Αρείου Πάγου 3

σελ. σημ. τιμ. τομ. υποσημ. ΧρΙΔ σελίδα σημείωση τιμητικός τόμος υποσημείωση Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου 4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 9 1. Άρνηση της αγωγής... 11 I. Έννοια... 11 ΙΙ. Είδη... 12 1. Γενική και ειδική... 12 2. Ρητή και σιωπηρή... 13 3. Απλή και αιτιολογημένη... 13 4. Ειδικότερα πότε αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και πότε ένσταση;... 15 α. Στην πρωτότυπη κτήση κυριότητας... 15 β. Στην παράγωγη κτήση κυριότητας... 15 IΙΙ. Tρόπος και χρόνος προβολής της άρνησης... 16 IV. Απόδειξη... 17 V. Αποτελέσματα παραδοχής της άρνησης... 18 2. Ανταγωγή... 20 Ι. Έννοια... 20 ΙI. Τρόπος και χρόνος άσκησης της ανταγωγής... 21 ΙΙΙ. Απόδειξη... 23 IV. Αποτελέσματα παραδοχής της ανταγωγής... 23 3. Ενστάσεις... 25 Ι. Γενικά... 25 ΙΙ. Η ένσταση ιδίας κυριότητας... 27 1. Περιεχόμενο... 27 2. Νομική φύση... 29 3. Θεμελίωση της ένστασης ιδίας κυριότητας... 30 α. Κτήση κυριότητας με παράγωγο τρόπο... 30 β. Κτήση κυριότητας με πρωτότυπο τρόπο... 31 γ. Άλλοι τρόποι κτήσης κυριότητας... 32 δ. Πολλαπλός τρόπος κτήσης κυριότητας... 33 4. Ένσταση κυριότητας του τρίτου... 33 5. Τρόπος και χρόνος προβολής της ένστασης... 34 5

6. Απόδειξη... 36 7. Απάντηση του ενάγοντος στην ένσταση... 37 8. Αποτελέσματα παραδοχής της ένστασης... 38 9. Η προβολή της ένστασης ιδίας κυριότητας σε άλλες αγωγές... 39 ΙΙΙ. Η ένσταση δικαιωματικής νομής ή κατοχής... 39 1. Περιεχόμενο της 1095 ΑΚ... 39 2. Νομική φύση... 40 3. Προϋποθέσεις - Το δικαίωμα νομής ή κατοχής... 42 4. Νομιμοποίηση... 45 α. Δικαιούχοι της ένστασης... 45 β. Κατά ποιων προβάλλεται η ένσταση... 47 5. Τρόπος και χρόνος προβολής της ένστασης... 48 6. Απόδειξη... 49 7. Αποτελέσματα παραδοχής της ένστασης... 49 α. Απόρριψη της διεκδικητικής αγωγής... 50 β. Δεδικασμένο και προδικαστικές κρίσεις... 51 8. Παρεπόμενες αξιώσεις... 54 9. Η ΑΚ 1095 και η παραγραφή της διεκδικητικής αγωγής... 55 IV. Η ένσταση του πωληθέντος και παραδοθέντος πράγματος... 56 1. Περιεχόμενο... 56 2. Νομική φύση της ένστασης νομιμοποίηση... 58 3. Προϋποθέσεις... 59 4. Νομολογιακές περιπτώσεις... 61 V. Ένσταση επίσχεσης... 63 1. Περιεχόμενο... 63 2. Νομική φύση... 64 3. Η έννοια και οι διακρίσεις των δαπανών... 65 4. Νομιμοποίηση... 66 α. Δικαιούχοι της ένστασης επίσχεσης... 66 β. Κατά ποιων προβάλλεται η ένσταση... 68 5. Τρόπος και χρόνος προβολής της ένστασης... 68 6. Απόδειξη... 69 7. Αντενστάσεις... 69 6

8. Αποτελέσματα παραδοχής της ένστασης... 70 VI. Ένσταση καταχρηστικής άσκησης της διεκδικητικής αγωγής... 72 1. Η διάταξη του 281 ΑΚ... 72 α. Έννοια της κατάχρησης... 72 β. Οι ειδικότερες μορφές της κατάχρησης Αντιφατική συμπεριφορά και Αποδυνάμωση... 73 2. Η καταχρηστική άσκηση της διεκδικητικής αγωγής στο πεδίο του 281 ΑΚ... 74 3. Η θεμελίωση της ένστασης Η θέση της θεωρίας και της νομολογίας... 76 3. Νομική φύση της ένστασης... 78 4. Τρόπος και χρόνος προβολής της ένστασης... 79 5. Απόδειξη... 80 6. Αποτελέσματα παραδοχής της ένστασης... 81 α. Απόρριψη της διεκδικητικής αγωγής... 81 β. Δεδικασμένο και προδικαστικές κρίσεις... 82 VII. Ένσταση παραγραφής... 82 1. Περιεχόμενο... 82 2. Νομική φύση... 83 2. Έναρξη και συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής... 83 3. Αναστολή και διακοπή της παραγραφής... 84 4. Τρόπος και χρόνος προβολής της ένστασης... 85 5. Αντενστάσεις... 86 6. Αποτελέσματα παραδοχής της ένστασης... 86 7. Παραγραφή και χρησικτησία... 87 8. Παραγραφή και 1020 ΚΠολΔ... 87 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 89 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 93 7

8

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η κυριότητα είναι το απόλυτο εμπράγματο δικαίωμα που παρέχει στον φορέα του την άμεση και αποκλειστική εξουσία να διαθέτει το πράγμα κατ αρέσκειαν, δηλαδή όπως θέλει, και να αποκλείει κάθε ενέργεια άλλου πάνω σ αυτό 1. Η προσβολή του δικαιώματος της κυριότητας από οποιονδήποτε τρίτο μπορεί να γίνει, ειδικότερα, με δύο τρόπους: Πρώτον, με αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος (καθολική προσβολή) 2 ή με ενέργειες πάνω στο πράγμα που δεν φτάνουν, όμως, μέχρι την αφαίρεση της νομής (μερική προσβολή) 3. Δεύτερον, η κυριότητα προσβάλλεται με ζημία του κυρίου που επέρχεται με την καταστροφή ή τη βλάβη του πράγματος ή με την απόσβεση του δικαιώματος της κυριότητας 4. Ανάλογα με την περίπτωση και το είδος της προσβολής, ο Αστικός Κώδικας παρέχει στον εκάστοτε κύριο διαφορετικά μέσα προστασίας του δικαιώματός του από τις επεμβάσεις των τρίτων. Συγκεκριμένα, στην πρώτη περίπτωση όπου θίγεται η άμεση και απόλυτη εξουσία του κυρίου πάνω στο πράγμα, ο νόμος παρέχει σε αυτόν τις εμπράγματες αξιώσεις, με τις οποίες μπορεί επί καθολικής προσβολής να απαιτήσει από τον προσβολέα την αναγνώριση της κυριότητάς του και την απόδοση του πράγματος, δηλαδή να ασκήσει την διεκδικητική αγωγή του άρθρου 1094 ΑΚ, και επί μερικής προσβολής την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, δηλαδή να ασκήσει την αρνητική αγωγή του άρθρου 1108 ΑΚ. Στην δεύτερη περίπτωση προσβολής, δημιουργούνται ενοχικές αξιώσεις που ρυθμίζονται με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες και τον αδικαιολόγητο πλουτισμό 5. Από τα παραπάνω μέσα προστασίας, η διεκδικητική αγωγή του άρθρου 1094 ΑΚ αποτελεί το σπουδαιότερο μέσο ένδικης προστασίας της κυριότητας καθώς προστατεύει τον κύριο σε περίπτωση καθολικής προσβολής της κυριότητάς του, δηλαδή, στην περίπτωση που του αφαιρέθηκε η νομή ή η κατοχή του πράγματος. Έτσι, η διεκδικητική αγωγή στρέφεται κατά του νομέα ή του κατόχου του πράγματος με αίτημα την αναγνώριση της κυριότητας και την απόδοση του πράγματος από το νομέα ή κάτοχο αυτού. 1 Βλ. άρθρα 973, 1000 ΑΚ. 2 Oυσιαστικά, πρόκειται για αποβολή του κυρίου από το πράγμα, κινητό ή ακίνητο (π.χ. κλοπή ή υπεξαίρεση κινητού, κατάληψη ακινήτου, κατακράτηση από τον μισθωτή του μισθίου μετά τη λήξη της μίσθωσης κλπ.). Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 693-694, Κούσουλα, Εμπράγματο Δίκαιο σελ. 352. 3 Εδώ πρόκειται για διατάραξη της κυριότητας, π.χ. τρίτος περνά παράνομα μέσα από ένα κτήμα ή εμποδίζει τον ιδιοκτήτη να συλλέξει τους καρπούς. Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 693-694. 4 Όπως π.χ. με εκποίηση του κινητού σε καλόπιστο τρίτο (ΑΚ 1036), με ένωση (1057-1060), με ειδοποιϊα (ΑΚ 1061). Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 693-694. 5 Βλ. ΑΚ 904, 914, 919, 1063, 1097-1099, 1108 1 εδ. β. 9

Από την άλλη πλευρά και ο εναγόμενος νομέας ή κάτοχος δεν αποκλείεται να έχει αποκτήσει δικαιώματα πάνω στο διεκδικούμενο πράγμα τα οποία δεν επιθυμεί να απωλέσει και τα διεκδικεί αμυνόμενος στην διεκδικητική αγωγή του ενάγοντα. Όπως και κάθε εναγόμενος, ο εναγόμενος με διεκδικητική αγωγή δύναται να αμυνθεί είτε αρνούμενος την αγωγή, είτε ασκώντας ανταγωγή, είτε προτείνοντας κάποια ένσταση. Στο πεδίο της διεκδικητικής αγωγής, ειδικότερα, οι πιο συνήθεις ενστάσεις που προτείνονται είναι: α) η ένσταση ιδίας κυριότητας, β) η ένσταση δικαιωματικής νομής ή κατοχής, γ) η ένσταση του πωληθέντος και παραδοθέντος πράγματος, δ) η ένσταση επίσχεσης, ε) η ένσταση καταχρηστικής άσκησης της αγωγής και στ) η ένσταση παραγραφής. Στην παρούσα εργασία εξετάζονται αναλυτικότερα τα παραπάνω μέσα άμυνας του εναγομένου, αναδεικνύονται τα επιμέρους γενικά και ειδικά ζητήματα και γίνεται αναφορά στην αντιμετώπιση αυτών από τη θεωρία και τη νομολογία. Πιο συγκεκριμένα, η παρούσα συγγραφή χωρίζεται σε τρία κύρια μέρη που αντιστοιχούν στις τρεις γραμμές άμυνας του εναγομένου στη διεκδικητική αγωγή: έτσι, στο πρώτο μέρος αναλύεται η άρνηση της αγωγής, στο δεύτερο μέρος η ανταγωγή και στο τρίτο οι ενστάσεις. Ειδικά όσον αφορά το θέμα των ενστάσεων, σκόπιμο κρίνεται να παρουσιαστούν οι κυριότερες ενστάσεις που προτείνονται από τον εναγόμενο και μπορούν να καταλύσουν ή να αποδυναμώσουν την αξίωση του ενάγοντα. Τέλος, στο τελευταίο μέρος παρατίθενται τα τελικά συμπεράσματα της παρούσας μελέτης. 10

1. Άρνηση της αγωγής I. Έννοια Ο εναγόμενος δεν είναι, καταρχήν, υποχρεωμένος να αμυνθεί κατά της αγωγής. Μπορεί να την αποδεχτεί, δηλαδή, να αναγνωρίσει την επικαλούμενη από τον ενάγοντα έννομη συνέπεια ή ακόμη και να μην εμφανιστεί καν στη δίκη 6. Εκ των πραγμάτων, όμως, ο εναγόμενος εξαναγκάζεται να αμυνθεί επιδιώκοντας την απόρριψη της αγωγής είτε για τυπικούς λόγους (έλλειψη διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης) είτε για ουσιαστικούς (νόμω ή ουσία αβάσιμη). Δεδομένου ότι οι διαδικαστικές προϋπουθέσεις της δίκης λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως, η στάση του εναγομένου απέναντι σε αυτές παραμένει αδιάφορη 7. Ουσιαστικά, η άρνηση των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης από τον εναγόμενο εφιστά την προσοχή του δικαστηρίου ως προς τον έλεγχο τον οποίο πρέπει αυτεπάγγελτα να επιχειρήσει 8. Το ίδιο ισχύει και για την αμφισβήτηση του νόμω βάσιμου της αγωγής. Η συμπεριφορά του εναγομένου αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα όταν επιδιώκεται η απόρριψη της αγωγής επί της ουσίας. Η απόρριψη αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την άρνηση της αλήθειας των στοιχείων που συνθέτουν την ιστορική βάση της αγωγής (άρνηση αγωγής) 9. Εδώ, η άρνηση της αγωγής αποτελεί μη αυτοτελή ισχυρισμό με τον οποίο προβάλλεται η άλλη όψη του αγωγικού πραγματικού ισχυρισμού 10. Στην διεκδικητική αγωγή, ειδικότερα, η άρνηση της ιστορικής της βάσης ισοδυναμεί με την αμφισβήτηση των θεμελιωτικών της πραγματικών περιστατικών, δηλαδή με: α) άρνηση της κυριότητας του ενάγοντος ή β) άρνηση της προσβολής από τον εναγόμενο ή γ) άρνηση της νομής ή κατοχής στον εναγόμενο ή δ) συνδυασμούς των παραπάνω 11. Με άλλα λόγια, ο εναγόμενος στη διεκδικητική αγωγή μπορεί να ισχυριστεί ότι ο ενάγων δεν είναι κύριος ή ότι δεν υπάρχει καθολική προσβολή της κυριότητάς του από αυτόν ή ότι δεν είναι νομέας ή κάτοχος του επίδικου ακινήτου κατά τον κρίσιμο χρόνο ή να προβάλει συνδυασμό των ισχυρισμών αυτών. 6 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 255. 7 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 255-256. 8 Βλ. Γέσιου Φαλτσή/ Καϊση, Η Πολτική Δίκη σε κίνηση, σελ. 86. 9 Ο εναγόμενος έχει, επίσης, τη δυνατότητα να μην αμφισβητήσει ή και να ομολογήσει την αλήθεια των στοιχείων αυτών, να προτείνει, όμως, συγχρόνως νέα πραγματικά γεγονότα που παρεμποδίζουν οριστικά ή προσωρινά την άσκηση του δικαιώματος του ενάγοντα. Βλ. παρακάτω 3. Οι ενστάσεις. 10 Βλ. Μακρίδου σε Κεραμεα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 261, σελ. 536, ΑΠ 2086/2014 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1648/2009 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 66/2006 (ΝΟΜΟΣ). 11 Βλ. Παπαστερίου, Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, σελ. 464. 11

ΙΙ. Είδη Ανάλογα με το περιεχόμενο που κάθε φορά λαμβάνει, η άρνηση της αγωγής μπορεί να είναι γενική ή ειδική, ολική ή μερική, ρητή ή έμμεση (σιωπηρή), απλή ή αιτιολογημένη. 1. Γενική και ειδική Η αμφισβήτηση της αλήθειας των θεμελιωτικών της αγωγής πραγματικών ισχυρισμών εκ μέρους του εναγομένου μπορεί να αφορά στο σύνολό τους, χωρίς ειδικότερη αναφορά στους επιμέρους αγωγικούς ισχυρισμούς, μπορεί όμως, να περιέχει εξηγήσεις για κάθε έναν αγωγικό ισχυρισμό χωριστά, οπότε γίνεται λόγος για γενική και ειδική αντίστοιχα άρνηση της αγωγής 12. Αν δε η επεξήγηση εκτείνεται σε όλους τους εν λόγω ισχυρισμούς είναι ολική και αν περιορίζεται σε ορισμένους από αυτούς είναι μερική 13. Συνδυασμός γενικής και ειδικής άρνησης είναι πάντοτε δυνατός 14. Ειδικότερα, στην περίπτωση της διεκδικητικής αγωγής με αντικείμενο κυριότητα που αποκτήθηκε με παράγωγο τρόπο, δηλαδή, με επίκληση μεταβιβαστικής συμβολαιογραφικής πράξης και μεταγραφής αυτής, η γενική άρνηση των όρων του άρθρου 1033 ΑΚ καθίσταται άνευ σημασίας, αφού η συνδρομή των προϋποθέσεων αυτού αποδεικνύεται από το ίδιο το μεταβιβαστικό συμβόλαιο και το πιστοποιητικό μεταγραφής αυτού 15. Στην περίπτωση αυτή, όπου δηλαδή η άρνηση του εναγομένου δεν αμφισβητεί ειδικά την κυριότητα του ενάγοντος ή του δικαιοπαρόχου, θα έχει τη μορφή της άρνησης ταυτότητας ή άρνησης κατοχής, δηλαδή, ο εναγόμενος θα αρνείται με την πρώτη ότι το αναφερόμενο στο δικόγραφο ακίνητο ταυτίζεται με το αναφερόμενο στον επικαλούμενο από τον ενάγοντα τίτλο, 12 Ο διάδικος, όμως, που προβαίνει σε γενική άρνηση διατρέχει τον κίνδυνο να θεωρηθούν ομολογημένοι ορισμένοι ισχυρισμοί του αντιδίκου του, που δεν αμφισβητήθηκαν ειδικώς. Ενόψει του κινδύνου αυτού ο εναγόμενος αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να αμφισβητήσει ειδικά όλους τους κρίσιμους αγωγικούς ισχυρισμούς. Ωστόσο, η γενική άρνηση από μόνη της δεν πρέπει να επιτρέπει στον δικαστή να συμπεράνει ομολογία, διότι έτσι θα καταστρατηγούνταν η ρητά προβλεπόμενη στην διάταξη 261 ΚΠολΔ ευχέρεια του διαδίκου να απαντά όχι μόνο ειδικά αλλά και γενικά στους αντίπαλους ισχυρισμούς. Βλ. Μακρίδου σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 261, σελ. 538, Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 257. 13 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 14. 14 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 14. 15 Βλ. Βαθρακοκοίλη, Η Διεκδικητική Αγωγή, σελ. 670. 12

ενώ με τη δεύτερη θα αρνείται ότι το αναφερόμενο στο δικόγραφο ακίνητο είναι και το πράγματι κατεχόμενο από τον εναγόμενο 16. 2. Ρητή και σιωπηρή Περαιτέρω, η άρνηση της διεκδικητικής αγωγής ενδέχεται να είναι ρητή, π.χ. "αρνούμαι την αλήθεια των θεμελιωτικών της αγωγής γεγονότων" ή έμμεση (σιωπηρή), όπως π.χ. "ο δικαιοπάροχος του ενάγοντος δεν είχε ακίνητα για να πουλήσει" 17. 3. Απλή και αιτιολογημένη Τέλος, η άρνηση της διεκδικητικής αγωγής διακρίνεται σε απλή και αιτιολογημένη. Απλή είναι η άρνηση όταν περιορίζεται στην αμφισβήτηση και μόνο των πραγματικών γεγονότων που θεμελιώνουν την ιστορική βάση της αγωγής 18. Στην διεκδικητική αγωγή, ειδικότερα, απλή είναι η άρνηση όταν ο εναγόμενος αρνείται ότι ο ενάγων είναι κύριος ή ότι ο ίδιος είναι ο προσβολέας ή ότι είναι ο νομέας ή κάτοχος του επιδίκου, περιοριζόμενος σε αυτήν την απλή άρνηση και μόνο 19. Συνήθης μορφή απλής άρνησης στη διεκδικητική αγωγή είναι και η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο της κυριότητας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος 20. Αιτιολογημένη είναι η άρνηση όταν προστίθενται και οι δικαιολογητικοί της αμφισβήτησης λόγοι 21, μεταβάλλοντας με τον τρόπο αυτό τον χαρακτήρα της άρνησης ως απλής άρνησης 22, όπως όταν ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι ο ενάγων δεν είναι κύριος γιατί η κυριότητα του επιδίκου ανήκει στον ίδιο 23 ή σε τρίτο 24. Μπορεί δε η άρνηση να είναι μερικώς αιτιολογημένη, όπως στην περίπτωση που ο 16 Σημειωτέον ότι με τις αρνήσεις αυτές δεν αμφισβητείται η κυριότητα του ενάγοντος επί του αναφερόμενου στο αγωγικό δικόγραφο ακινήτου. Βλ. Βαθρακοκοίλη, Η Διεκδικητική Αγωγή, σελ. 670-671. 17 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 14. 18 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, σελ. 258. 19 Βλ. Παπαστερίου, Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, σελ. 464. 20 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 710. 21 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, σελ. 258. 22 Ο ισχυρισμός που θεμελιώνει την αρνητική απάντηση δεν εμφανίζεται συνήθως ως απλή άρνηση αλλά συνοδεύεται από πραγματικά γεγνότα. Ο εναγόμενος αρνείται την αγωγή προβάλλοντας έτερα πραγματικά περιστατικά. Βλ. Μιχελάκη, Ένσταση και απάντηση στην αγωγή, ΕΕΝ 1950, 401. 23 Κατά τον Ράμμο, ο ισχυρισμός ότι την κυριότητα την έχει ο ίδιος ο εναγόμενος συνιστά άρνηση της ιστορικής βάσης της αγωγής αλλά και άρνηση της ενεργητικής νομιμοποίησης του ενάγοντος. 24 Βλ. Παπαστερίου, Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, σελ. 464 465, ΑΠ 1551/2010 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΑθ 8749/2004 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1391/1991 (ΝΟΜΟΣ). 13

εναγόμενος ισχυρίζεται ότι κατέχει μέρος μόνο του επιδίκου ο ίδιος και το υπόλοιπο κατέχουν άλλοι μη διάδικοι 25. Η συνηθέστερη μορφή αιτιολογημένης άρνησης είναι ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι όχι ο ενάγων αλλά ο ίδιος είναι κύριος του επιδίκου 26. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός αυτός συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, αν τα παραγωγικά περιστατικά της κυριότητας του εναγομένου, αληθινά υποτιθέμενα, είναι προγενέστερα ή σύγχρονα με εκείνα που επικαλείται ο ενάγων στην αγωγή του για τη θεμελίωση της δικής του κυριότητας 27, με αποτέλεσμα η συνδρομή των πρώτων να αποκλείει τη συνδρομή των τελευταίων, η κτήση, δηλαδή, της κυριότητας του εναγομένου, αληθής υποτιθέμενη, αποκλείει την κτήση της κυριότητας του ενάγοντος 28, αντιθέτως, αν είναι μεταγενέστερα, πρόκειται για ένσταση του εναγομένου περί δικής του κυριότητας 29. Ο ίδιος παραπάνω κανόνας ισχύει και ως προς τον ισχυρισμό του εναγομένου ότι κύριος του πράγματος έχει γίνει τρίτος, ο χαρακτήρας του, δηλαδή, ως αιτιολογημένης άρνησης της αγωγής ή ένστασης εξαρτάται από την, κατά τα προηγούμενα, χρονική σχέση των θεμελιωτικών της κτήσεως της κυριότητας του τρίτου γεγονότων προς αυτά στα οποία στηρίζεται η κτήση της κυριότητας του ενάγοντος 30. Αν, επομένως, τα προαναφερόμενα γεγονότα συμπίπτουν ή είναι προγενέστερα με εκείνα που θεμελιώνουν τον τρόπο κτήσης κυριότητας του ενάγοντος, ο εν λόγω ισχυρισμός αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της βάσης της αγωγής, αν όμως είναι μεταγενέστερα από εκείνα που επικαλείται ο ενάγων στην διεκδικητική αγωγή του, ο εν λόγω ισχυρισμός αποτελεί ένσταση, η οποία δεν πηγάζει από δικαίωμα τρίτου διότι σε διεκδικητική αγωγή, λόγω του απόλυτου χαρακτήρα της κυριότητας, ο εναγόμενος δύναται να προβάλει τον ισχυρισμό ότι κύριος του πράγματος έγινε τρίτος 31. 25 Βλ. Βαθρακοκοίλη, Η Διεκδικητική Αγωγή, σελ. 670, Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 712, Παπαδόπουλο, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 258, ΑΠ 300/1981, ΕΕΝ 48, σελ. 1037, ΑΠ 137/1975, ΝοΒ 23, σελ. 903. 26 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 710-711. 27 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 711, Αθανασόπουλο, Εμπράγματο Δίκαιο Ι, σελ. 569, Γεωργιάδου, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 116-117. 28 Βλ. Ασημακόπουλο, Ισχυρισμός ιδίας κυριότητας του εναγομένου με τη διεκδικητική αγωγή, Δίκη, Τεύχος 5/1999, δημ. στο http://www.kostasbeys.gr/. 29 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 711 712, Αθανασόπουλο, Εμπράγματο Δίκαιο Ι, σελ. 571, Ασημακόπουλο, Ισχυρισμός ιδίας κυριότητας του εναγομένου με τη διεκδικητική αγωγή, Δίκη, Τεύχος 5/1999, δημ. στο http://www.kostasbeys.gr/, ΑΠ 1179/2011 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1311/2010 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1634/2009 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 218/2008 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1882/1999 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΘεσσαλ 1857/1992 (ΝΟΜΟΣ). Βλ και παρακάτω 3. Οι ενστάσεις, ΙΙ. Η ένσταση ιδίας κυριότητας. 30 Βλ. ΑΠ 1479/2009 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1476/1999 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 282/1993 (ΝΟΜΟΣ). 31 Βλ. ΑΠ 1479/2009 (ΝΟΜΟΣ), 282/1993 (ΝΟΜΟΣ). Βλ. και παρακάτω 3. Οι ενστάσεις, ΙΙ. Η ένσταση ιδίας κυριότητας, 4. Ένσταση κυριότητας του τρίτου. 14

4. Ειδικότερα πότε αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και πότε ένσταση; Ο τρόπος κτήσης της κυριότητας που επικαλείται ο ενάγων δύναται να επηρεάσει τον χαρακτήρα που λαμβάνει ο ισχυρισμός του εναγομένου περί ιδίας κυριότητας, ως αιτιολογημένης άρνησης της αγωγής ή ως ένστασης, αφού αμφισβητείται αν, ειδικά στην περίπτωση του παράγωγου τρόπου κτήσης της κυριότητας, η επίκληση γεγονότων προγενέστερων εκείνων στα οποία στηρίζεται η κτήση της κυριότητας του ενάγοντος συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής. Ειδικότερα: α. Στην πρωτότυπη κτήση κυριότητας Ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι είναι κύριος του ακινήτου με χρησικτησία αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής αν ο χρόνος τον οποίο επικαλείται συμπίπτει έστω και μερικώς αλλά τόσο ώστε ο υπόλοιπος να μην επαρκεί για τη θεμελίωση της αγωγής με τον χρόνο που επικαλείται ο ενάγων για να στηρίξει την αγωγή 32. Επομένως, εφόσον ο ενάγων επικαλείται στην αγωγή του πραγματικά γεγονότα στα οποία στηρίζει την κυριότητά του με έκτακτη χρησικτησία, ο αντίστοιχος ισχυρισμός του εναγομένου ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο ασκούσε ο ίδιος πράξεις νομής στο επίδικο και άρα έχει καταστεί κύριος αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, συνιστά άρνηση της ιστορικής βάσης της αγωγής 33. Αντίθετα, αν ο χρόνος χρησικτησίας που επικαλείται ο εναγόμενος είναι μεταγενέστερος εκείνου τον οποίο επικαλείται ο ενάγων για να θεμελιώσει την αγωγή πρόκειται για ένσταση 34. Αν, δηλαδή, ο εναγόμενος ισχυριστεί ότι ο χρόνος της έκτακτης χρησικτησίας τον οποίο επικαλείται ο ενάγων δεν έχει συμπληρωθεί στο πρόσωπό του διότι ο εναγόμενος μεταγενέστερα άρχισε να νέμεται και αυτός το επίδικο με τα ίδια προσόντα, έστω κι αν δεν συμπλήρωσε στο πρόσωπό του εικοσαετία ώστε να αποκτήσει κυριότητα, ο ισχυρισμός αυτός συνιστά ένσταση 35. β. Στην παράγωγη κτήση κυριότητας Στην περίπτωση του παράγωγου τρόπου κτήσης της κυριότητας από τον ενάγοντα, γεννιέται το ζήτημα αν ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι αυτός απέκτησε την κυριότητα του επιδίκου από τον ίδιο δικαιοπάροχο με μεταβίβαση χρονικά 32 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 711, Αθανασόπουλο, Εμπράγματο Δίκαιο Ι, σελ. 570. 33 Αλλά και ένσταση παραγραφής. Βλ. Αθανασόπουλο, Εμπράγματο Δίκαιο Ι, σελ. 570, ΑΠ 1001/1998 (ΝΟΜΟΣ). 34 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δικαιο, σελ. 711, ΕφΠατρ 684/2006 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΔωδ 97/2002 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 282/1993 (ΝΟΜΟΣ), ΑΠ 1090/1983 (ΝΟΜΟΣ). 35 Βλ. Αθανασόπουλο, Εμπράγματο Δίκαιο Ι, σελ. 570. 15

προγενέστερη από εκείνη που επικαλείται ο ενάγων 36 αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση ή ένσταση. Κατά την κρατούσα άποψη 37, πρόκειται για ένσταση καθώς από τη στιγμή που ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι ο ίδιος ο δικαιοπάροχός του είχε προηγουμένως μεταβιβάσει το επίδικο σε αυτόν ή σε τρίτο, συνομολογεί το δικαίωμα του δικαιοπαρόχου αλλά προβάλλει νέα περιστατικά που επενεργούν καταλυτικά στο πρόσωπό του (δικαιοπαρόχου). Διαφορετική εκδοχή θα οδηγούσε στο άτοπο να βρίσκεται ο ενάγων υποχρεωμένος να αποδείξει αρνητικά πραγματικά περιστατικά και συγκεκριμένα ότι ο δικαιοπάροχός του δεν είχε μεταβιβάσει προηγουμένως την κυριότητα του επιδίκου σε άλλον 38. Εκτός από τα παραπάνω, η νομολογία έχει χαρακτηρίσει ως αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και τους εξής ισχυρισμούς: α) ότι το περιγραφόμενο στην αγωγή ακίνητο δεν είναι το επίδικο 39, β) ότι το επίδικο περιλαμβάνεται όχι στον τίτλο του ενάγοντος αλλά σε αυτόν του εναγομένου 40, γ) ότι ο ενάγων δεν είναι κύριος διότι απέκτησε από μη κύριο ή αγόρασε από άλλο πρόσωπο και όχι από αυτό που αναφέρει στην αγωγή του 41, δ) ότι το επίδικο καταστράφηκε 42, ε) ότι ο ενάγων δεν είναι κύριος γιατί η δικαιοπραξία έχει καταρτιστεί με αναβλητική αίρεση 43. IΙΙ. Tρόπος και χρόνος προβολής της άρνησης Η άρνηση της αγωγής σε οποιαδήποτε μορφή της πρέπει να είναι σαφής ή να συνάγεται με σαφήνεια από αυτά που εκθέτει ο εναγόμενος και όχι ενδοιαστική, συγκεχυμένη ή αντιφατική 44. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται στο δικαστήριο η 36 Για παράδειγμα ο ενάγων Α εκθέτει στην αγωγή του ότι έχει αποκτήσει το επίδικο από τον Γ στις 26.3.2007 και ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι αυτός είχε αποκτήσει το επίδικο από τον ίδιο δικαιοπάροχο στις 26.3.2005. Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, υποσημ. 41, σελ. 711. 37 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 711, Ματθία, ΝοΒ 32, σελ. 1462 και ΝοΒ 23, σελ. 1019, Νικολόπουλο, ΝοΒ 24, σελ. 1014, ΑΠ 66/2006 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΠατρ 250/2002 (ΝΟΜΟΣ), ΠΠΠρεβ 47/1997 (ΝΟΜΟΣ), ΜΠΘεσσαλ 816/1996 (ΝΟΜΟΣ). Αντιθ. Ποδηματά, Δεδικασμένο, Αντικειμενικά όρια ιδίως επί ενστάσεων, τόμος ΙΙ, υποσημ. 28, σελ. 29. 38 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 711. Ο ίδιος είχε διατυπώσει αντίθετη άποψη στον Γεωργιάδη - Σταθόπουλο, Αστικός Κώδιξ, Εμπράγματο Δίκαιο, άρθρο 1095, αρ. 5, σελ. 576 577. 39 Βλ. Παπαδόπουλο, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 259. 40 Βλ. Παπαδόπουλο, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 259. 41 Βλ. Παπαδόπουλο, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 259, Βαθρακοκοίλη, Η Διεκδικητική Αγωγή, σελ. 671. 42 Βλ. Παπαδόπουλο, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 259 260. 43 Εάν όμως ο ενάγων συνομολογεί την ύπαρξη αιρέσεως και επικαλείται την πλήρωσή της, αυτός έχει την υποχρέωση να αποδείξει τον ισχυρισμό του. Βλ. Παπαδόπουλο, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 259. 44 Βλ. άρθρο 261 ΚΠολΔ καθώς και ερμηνεία του άρθρου στον Κεραμεα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 261, σελ. 536. 16

δυνατότητα να εντοπίσει τα ουσιώδη και αμφισβητούμενα πραγματικά γεγονότα και να διατυπώσει έτσι το θέμα της απόδειξης κατ άρθρο 335 ΚΠολΔ. Αν η άρνηση δεν είναι σαφής απόκειται στο δικαστήριο να εκτιμήσει τη δικονομική συμπεριφορά του εναγομένου ως έλλειψη αρνήσεως ή ως σιωπηρή άρνηση, όπως και να συναγάγει ομολογία του εναγομένου για την αλήθεια όλων ή μερικών από τους αγωγικούς ισχυρισμούς αφού συντρέξουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 261 ΚΠολΔ. Η άρνηση της αγωγής προβάλλεται με τις προτάσεις εντός 100 ημερών από την κατάθεση της διεκδικητικής αγωγής 45. Προ της τροποποίησης του ΚΠολΔ με τον ν. 4335/2015, η άρνηση της αγωγής μπορούσε να προβληθεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της πρωτοβάθμιας δίκης, δεδομένου ότι σε αυτή δεν εφαρμοζόταν ο περιορισμός από το άρθρο 269 ΚΠολΔ που εισήγαγε το συγκεντρωτικό σύστημα στην πολιτική δίκη, υπάγοντας σε αυτό τα «μέσα επίθεσης και άμυνας» 46. IV. Απόδειξη Εφόσον η άρνηση της διεκδικητικής αγωγής πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου, γεννάται η υποχρέωση του ενάγοντος να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα που είναι αναγκαία για την υποστήριξη της αγωγής του 47. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση μη απόδειξης των θεμελιωτικών της αγωγής γεγονότων, η αγωγή απορρίπτεται κατά τον κανόνα actore non probante reus absolvitur 48. Η αντιδιαστολή ανάμεσα στην απλή και την αιτιολογημένη άρνηση δεν έχει ιδιαίτερη δικονομική σημασία. Τόσο η μια, όσο και η άλλη έχουν βασικά την ίδια δικονομική μεταχείριση, δηλαδή, και στις δύο περιπτώσεις το βάρος απόδειξης ως προς την αλήθεια των ισχυρισμών το φέρει ο ενάγων 49. Με άλλα λόγια, με το να επικαλεστεί ο εναγόμενος νέα γεγονότα, ως αιτιολογίες της άρνησής του, δεν αποκτάει το βάρος να τα αποδείξει αλλά εξακολουθεί να βαρύνεται με την απόδειξη 45 Βλ. 237 1 εδ. α ΚΠολΔ. 46 Μάλιστα υπήρχε διάσταση απόψεων σχετικά με το αν η άρνηση της βάσης της αγωγής υπάγεται ή όχι στο καθιερούμενο με το άρθρο 269 ΚΠολΔ συγκεντρωτικό σύστημα. Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 16. 47 Βλ. άρθρο 338 1 ΚΠολΔ. 48 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 15. 49 Βλ. Γέσιου Φαλτσή/Καϊση, Η Πολιτική Δίκη σε κίνηση, σελ. 88, Μπέη, Η Διαλεκτική του Δικονομικού Δικαίου, ΠολΔ 261, δημ. στο http://www.kostasbeys.gr/. 17

μόνο ο ενάγων, ο οποίος βέβαια θα πρέπει να αποδείξει μόνο τα γεγονότα που έχει επικαλεστεί στην ιστορική βάση της αγωγής του 50. Επί διεκδικητικής αγωγής, όμως, στηριζόμενης σε παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας, για την πληρότητα της οποίας δεν είναι απαραίτητο να εκτίθεται ο τρόπος κατά τον οποίο οι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος είχαν καταστεί κύριοι του επιδίκου, η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο της κυριότητας των προσώπων αυτών δημιουργεί στον ενάγοντα την πρόσθετη υποχρέωση να προσδιορίσει και να αποδείξει τον τρόπο κτήσης της κυριότητας από τον δικαιοπάροχό του, και των απώτερων δικαιοπαρόχων του μέχρι την αναγωγή σε πρωτότυπη κτήση 51. Αν ο ενάγων δεν ανταποκριθεί στο βάρος αυτό η αγωγή του θα απορριφθεί ως αόριστη 52. V. Αποτελέσματα παραδοχής της άρνησης Η παραδοχή του ισχυρισμού που προβάλλεται με την άρνηση της βάσης της αγωγής συνεπάγεται την απόρριψη της αγωγής του ενάγοντος ως ουσία αβάσιμης. Ειδικότερα, το πόρισμα του δικανικού συλλογισμού έγκειται στην ανυπαρξία της κυριότητας του ενάγοντος, επειδή ο τελευταίος δεν απέδειξε τη βάση της αγωγής του έναντι της ανταπόδειξης του εναγομένου ως προς τη δική του κυριότητα στο επίδικο 53. Έτσι, στην δίκη στην οποία ο εναγόμενος αρνείται αιτιολογημένα την βάση της αγωγής, ισχυριζόμενος ότι ο ίδιος είχε προηγουμένως αποκτήσει την κυριότητα του επιδίκου, η κρίση του δικαστηρίου περί κτήσης κυριότητας εκ μέρους του εναγομένου δεν αποτελεί ζήτημα προδικαστικό έναντι του κυρίου, διότι δεν στηρίζεται στην επίκληση ενός κανόνα αντίθετου 54 αλλά παράλληλου προς το βασικό 50 Βλ. Μπέη, Η Διαλεκτική του Δικονομικού Δικαίου, ΠολΔ 261, δημ. στο http://www.kostasbeys.gr/. 51 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 710. Κατά το ρωμαϊκό δίκαιο, ο κύριος και ενάγων όφειλε να αποδείξει την κυριότητά του, είτε αυτή ήταν πρωτότυπη, είτε παράγωγη. Αν η κτήση της κυριότητας ήταν παράγωγη, η απόδειξη ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Η λεγόμενη, ακριβώς λόγω της δυσκολίας της, probatio diabolica, (διαβολική απόδειξη), όφειλε να φθάσει μέχρι την αναγωγή στον πρωτότυπο τρόπο κτήσεως κυριότητας, αποδεικνύοντας την κυριότητα όλων των εν τω μεταξύ κυρίων. 52 Η λύση αυτή υπαγορεύτηκε από την ανάγκη απαλλαγής του ενάγοντος από την probatio diabolica, δημιουργεί, ωστόσο, δικονομικές δυσχέρειες, εξαρτώντας την πληρότητα της διεκδικητικής αγωγής από τη στάση του εναγομένου και συγκεκριμένα από το αν αυτός δεν θα αμφισβητήσει ειδικώς τα παραγωγικά γεγονότα της κυριότητας των προκτητόρων του ενάγοντος. Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 16-17, Μακρίδου, Η αόριστη αγωγή και οι δυνατότητες θεραπείας της, σελ. 226. 53 Βλ. Βασιλοπούλου σε Καστρήσιο, Ενστάσεις κατά τον Αστικό Κώδικα, σελ. 982 983. 54 Όπως στην περίπτωση της ένστασης ιδίας κυριότητας. Βλ. παρακάτω 3. Οι ενστάσεις, ΙΙ. Η ένσταση ιδίας κυριότητας. 18

κανόνα δικαίου, που τελεί με τον τελευταίο σε σχέση αμοιβαίου αποκλεισμού 55. Επομένως, αν κριθεί ότι ο ενάγων δεν απέκτησε κυριότητα, δεν αποκλείεται να ισχύει ο παραγωγικός του δικαιώματος του εναγομένου παράλληλος κανόνας, αυτό, όμως, δεν κρίνεται με δύναμη δεδικασμένου από την απόφαση που απορρίπτει την αγωγή 56. 55 Η κρίση ως προς την ύπαρξη του δικαιώματος του εναγομένου δεν απαντά ούτε (ως κύρια) στο πόρισμα του συλλογισμού ούτε (ως προδικαστική) στο υπαγωγικό σκέλος της ελάσσονος. Ποδηματά, Δεδικασμένο, Αντικειμενικά όρια ιδίως επί ενστάσεων, τόμος ΙΙ, υποσημ. 134, σελ. 70. 56 Αν, από την άλλη, κριθεί ότι γεννήθηκε το δικαίωμα κυριότητας του ενάγοντος και γίνει δεκτή η αγωγή, τότε το δεδικασμένο αποκλείει ως αντίθετη προς αυτό την ύπαρξη ίδιου δικαιώματος στο πρόσωπο του εναγομένου. Ποδηματά, Δεδικασμένο, Αντικειμενικά όρια ιδίως επί ενστάσεων, τόμος ΙΙ, υποσημ. 134, σελ. 71. 19

2. Ανταγωγή Ι. Έννοια Ο εναγόμενος με διεκδικητική αγωγή μπορεί να αμυνθεί κατά αυτής ασκώντας ανταγωγή, εφόσον συντρέχουν οι όροι του 268 ΚΠολΔ. Η ανταγωγή είναι η αγωγή του εναγομένου που ασκείται κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της κύριας αγωγής και συνεκδικάζεται με αυτή, εξυπηρετεί δε την οικονομία της δίκης και συμπληρωματικά την αποτροπή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων 57. Πρόκειται για επιθετική πράξη του εναγομένου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά έναντι των λοιπών μέσων επίθεσης και άμυνας, με τα οποία δεν ταυτίζεται και δεν πρέπει να συγχέεται 58. Κατά μια άποψη 59, η ανταγωγή αποτελεί ίδια και αυτοτελή αγωγή του εναγομένου, που φέρεται όμως συγχρόνως και ως «μέσο άμυνας και επίθεσης». Στην διεκδικητική αγωγή, ειδικότερα, ο εναγόμενος μπορεί με την ανταγωγή του να ασκήσει οποιαδήποτε αξίωσή του κατά του ενάγοντος ακόμη και αξίωση των δαπανών επί του επίδικου πράγματος 6061. Συνήθως, με την ανταγωγή ο εναγόμενος επικαλείται δικό του δικαίωμα κυριότητας πάνω στο επίδικο πράγμα που αποκλείει κάθε νόμιμη βάση έγερσης διεκδικητικής αγωγής εκ μέρους του ενάγοντα 62. Έτσι, η 57 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 281, Μαργαρίτη Μ Μαργαρίτη Α., Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 268, σελ. 484. 58 Ωστόσο, κατά ένα μέρος της νομολογίας, η ανταγωγή αποτελεί μέσο επίθεσης και άμυνας. Βλ. ΟλΑΠ 960/1985 (ΝΟΜΟΣ) που κατατάσσει την ανταγωγή διαζυγίου στα μέσα επίθεσης και άμυνας. Όμοιες ΑΠ 618/1992, ΕφΑθ 1139/1995 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΠειρ 993/1994 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΑθ 3686/1989 (ΝΟΜΟΣ). Αντίθετα, κατά ένα άλλο μερος της νομολογίας που συνεπικουρείται και από τη θεωρία, η ανταγωγή αποτελεί αυτοτελή και αυθύπαρκτη αγωγή που δεν εμπίπτει στα μέσα επίθεσης και άμυνας αφού με αυτήν ζητείται η παροχή αυτοτελούς έννομης προστασίας, αντιθέτως, με τα μέσα επίθεσης και άμυνας δεν υποβάλλεται ίδιο αυτοτελές αίτημα παροχής έννομης προστασίας και δεν εισάγουν ιδιαίτερο αντικείμενο δίκης. Βλ. Διαμαντόπουλο, Η ανταγωγή κατά τον ΚΠολΔ, σελ. 25, Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 281 282, Μακρίδου σε Κεραμεα, Κονδύλη, Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 268, σελ. 550, ΑΠ 431/1987 ΕΕΝ 1988, 129, ΕφΠατρ 689/1984 ΕΕΝ 1985, 196, ΕφΑθ 3221/1986, ΕλΔνη 1986, 955, ΕφΑθ 1326/1987 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΑθ 11727/1995 ΕλΔνη 1996, 1417, ΕφΑθ 2175/1989 (ΝΟΜΟΣ). 59 Βλ. Παπαστερίου, Εγχειρίδιο Εμπράγματου Δικαίου ΙΙΙβ, σελ. 271. 60 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 28-29. 61 Η δικονομία, βέβαια, δεν ορίζει ρητώς ότι ο εναγόμενος μπορεί να ασκήσει ανταγωγή για τη διάγνωση ενός άλλου (άσχετου) δικαιώματός του. Όμως, από την ερμηνεία ορισμένων άρθρων (268 3 και 513 1 εδ. β'), και στο πλαίσιο της θεμελιακής δικονομικής αρχής της οικονομίας της δίκης, συνάγεται καταφατική απάντηση. Η νομολογία και η θεωρία θεωρούν τη λύση αυτή αυτονόητη. Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομοικού Δικαίου, ΠολΔ 261, http://www.kostasbeys.gr/. 62 Βλ. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, άρθρα 1094-1095, αρ. 27, σελ. 248-249. Τον ίδιο ισχυρισμό, ότι δηλαδή, αυτός είναι κύριος του επίδικου πράγματος μπορεί να προβάλει όχι μόνο με ανταγωγή αλλά και με ένσταση. Βλ. και παρακάτω 3. Οι ενστάσεις, ΙΙ. Η ένσταση ιδίας κυριότητας. 20

ανταγωγή μπορεί να είναι διεκδικητική, επίσης, ή ανταγωγή αναγνώρισης κυριότητας 63. Υποστηρίζεται, μάλιστα, ότι η λειτουργία της ανταγωγής είναι διαφορετική, όταν ο εναγόμενος ζητάει ανταγωγικώς να διαγνωστεί ένα άλλο δικαίωμά του και διαφορετική όταν αντικείμενό της είναι το ίδιο επίδικο δικαίωμα 64. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η ανταγωγή αποσκοπεί όχι μόνο στην απόρριψη της αγωγής αλλά και στην αναγνώριση, με δύναμη δεδικασμένου έναντι του ενάγοντος, της κυριότητας του εναγομένου πάνω στο επίδικο πράγμα 65. Εδώ, η παραδοχή της ανταγωγής θα σημαίνει αναγκαία αντίστοιχη απόρριψη της αγωγής. Το επίδικο δικαίωμα δεν μπορεί να ανήκει ταυτόχρονα και στους δύο. Γι' αυτό η νίκη του εναγομένου θα σημαίνει αντίστοιχη ήττα του ενάγοντα 66. Στις περιπτώσεις που η ανταγωγή έχει ως αντικείμενο τη διάγνωση μιας ανταπαίτησης του εναγομένου, ο τελευταίος ζητάει αυτοτελή δικαστική προστασία για την ανταπαίτησή του αυτή, ως προς την οποία θα δημιουργηθεί δεδικασμένο 67. ΙI. Τρόπος και χρόνος άσκησης της ανταγωγής Λόγω της φύσης της, η ανταγωγή πρέπει να περιέχει όλα τα ουσιώδη στοιχεία της αγωγής κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ. Το αντικείμενό της δεν πρέπει να ταυτίζεται με το αντικείμενο της κύριας αγωγής ούτε να περιορίζεται σε απλή άρνηση της αγωγής 68. Επομένως, δεν είναι επιτρεπτή η ανταγωγή με την οποία επιδιώκεται να αναγνωριστεί ότι ο ενάγων δεν είναι κύριος του επιδίκου, αφού η αρνητική αυτή αναγνώριση επιτυγχάνεται έτσι κι αλλιώς με την απόρριψη της αγωγής 69. Στην περίπτωση, λοιπόν, που ο εναγόμενος επικαλείται δικό του δικαίωμα κυριότητας, θα πρέπει να εκθέτει στην ανταγωγή του όλα εκείνα τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει η ιδιότητά του ως κυρίου του επίδικου πράγματος και κυρίως τον 63 Βλ. Διαμαντόπουλο, Η ανταγωγή κατά τον ΚΠολΔ, σελ. 302, Παπαστερίου, Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, σελ. 465. 64 Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομοικού Δικαίου, ΠολΔ 261, http://www.kostasbeys.gr/. 65 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 712, Παπαστερίου, Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, σελ. 465, Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, άρθρο 1094, αρ. 35, σελ. 623. 66 Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομοικού Δικαίου, ΠολΔ 261, http://www.kostasbeys.gr/. 67 Είναι ενδεχόμενο ο τελευταίος να επικαλεστεί την ανταπαίτησή του όχι με ανταγωγή, αλλά με ένσταση συμψηφισμού. Αυτό, βέβαια, είναι δυνατό μόνο εφόσον συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του συμψηφισμού, δηλαδή, μόνο εφόσον η απαίτηση του ενάγοντα και η ανταπαίτηση του εναγομένου είναι ομοειδείς και ληξιπρόθεσμες (ΑΚ 440). Ακόμη είναι δυνατόν, στο πλαίσιο του ουσιαστικού δικαίου, να επιτρέπεται η επίκληση της ανταπαίτησης (λ.χ. εκείνης που έχει παραγραφεί) με ένσταση συμψηφισμού (ΑΚ 443), ενώ να αποκλείεται με ανταγωγή. Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομοικού Δικαίου, ΠολΔ 261, http://www.kostasbeys.gr/. 68 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 283-284, Μπαλογιάννη, Διαγράμματα Πολιτικής Δικονομίας, σελ. 198. 69 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 284. 21

τρόπο κτήσης αυτού 70. Εάν, περαιτέρω, επικαλείται ότι ο ενάγων απώλεσε νομίμως την κυριότητά του, τότε θα πρέπει να αναφέρει διεξοδικά και τα θεμελιωτικά του ισχυρισμού του αυτού γεγονότα 71. Επί παράγωγης κτήσης, σε περίπτωση αμφισβήτησης του δικαιώματος κυριότητας των προκτητόρων, οφείλει να εκθέσει και τα παραγωγικά του δικαιώματος αυτών γεγονότα αναδρομικά μέχρι συμπληρώσεως του πρωτότυπου τρόπου κτήσης 72. Τέλος, είναι απαραίτητο να προβεί σε εξατομίκευση του πράγματος και περιγραφή του, εκτός αν αυτή έχει ήδη λάβει χώρα κατά τρόπο ορθό στην αγωγή του ενάγοντος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, είναι δυνατή η αναφορά στο δικόγραφο της αγωγής αυτής, εφόσον δεν καταλείπεται αμφιβολία για την ταυτότητα του διεκδικούμενου πράγματος 73. Έτσι, γίνεται δεκτό ότι η ανταγωγή δεν είναι αόριστη αν ως προς την περιγραφή του ακινήτου αναφέρεται στην διεκδικητική αγωγή του ενάγοντος, εφόσον η τελευταία είναι πλήρης. Εκτός από την εκκρεμοδικία, προϋπόθεση για το παραδεκτό της άσκησης της ανταγωγής είναι και η ταυτότητα των προσώπων και η ταυτότητα της διαδικασίας. Επί αναγκαίας ομοδικίας, ειδικότερα, η ανταγωγή είναι παραδεκτή μόνο εφόσον ασκηθεί από όλους ή κατά όλων των ομοδίκων 74. Ο νόμος αξιώνει, επίσης, η αγωγή και η ανταγωγή να εκδικάζονται με κοινή διαδικασία, διαφορετικά η ανταγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη 75. Η ανταγωγή όταν αφορά σε ακίνητο εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων κατά το άρθρο 220 ΚΠολΔ. Η μη τήρηση των διατυπώσεων εγγραφής ερευνάται αυτεπαγγέλτως και επιφέρει το απαράδεκτο αυτής 76. Αν, τέλος, έχει καταψηφιστικό αίτημα υπόκειται σε δικαστικό ένσημο 77. Η άσκηση της ανταγωγής δεν είναι υποχρεωτική για τον εναγόμενο. Αν προτιμηθεί η οδός αυτή, μπορεί να ασκηθεί μόνο με χωριστό δικόγραφο σύμφωνα 70 Βλ. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, άρθρα 1094 1095, αρ. 27, σελ. 249. 71 Βλ. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, άρθρα 1094 1095, αρ. 27, σελ. 249. 72 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 29. 73 Βλ. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, άρθρα 1094 1095, αρ. 27, σελ. 249, Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, άρθρο 1094, αρ. 35, σελ. 623, ΑΠ 940/1972 ΝοΒ 21, σελ. 466. 74 Βλ. Μαργαρίτη Μ Μαργαρίτη Α., Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 268, σελ. 486. 75 Βλ. άρθρο 268 ΚΠολΔ. 76 Βλ. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, σελ. 295, Παπαστερίου, Εμπράγματο Δίκαιο ΙΙ, σελ. 465, Γεωργιάδου, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 118, ΕφΑθ 650/2003 (ΝΟΜΟΣ), ΕφΠειρ 85/1999 (ΝΟΜΟΣ). 77 Βλ. Μακρίδου σε Κεραμεα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 268, σελ. 551, Μπαλογιάννη, Διαγράμματα Πολιτικής Δικονομίας, σελ. 201. 22

με το άρθρο 268 ΚΠολΔ 78. Όσον αφορά τον χρόνο άσκησης της ανταγωγής στη διεκδικητική αγωγή, αυτή ασκείται εντός 60 ημερών από την κατάθεση της αγωγής 79. ΙΙΙ. Απόδειξη Από άποψης βάρους απόδειξης, ο εναγόμενος, ως αντενάγων, θα πρέπει να αποδείξει όλα τα αμφισβητούμενα παραγωγικά του δικαιώματός του γεγονότα, δηλαδή και εκείνα τα οποία, ως περιεχόμενο ισχυρισμού ιδίας κυριότητας κατά της εναντίον του αγωγής, θα συνιστούσαν άρνηση της τελευταίας διότι προηγούνται χρονικώς των θεμελιωτικών του δικαιώματος του ενάγοντος γεγονότων ή είναι σύγχρονα με αυτά 80. IV. Αποτελέσματα παραδοχής της ανταγωγής Σύμφωνα με το άρθρο 324 ΚΠολΔ, το δεδικασμένο υπάρχει μεταξύ των ίδιων προσώπων για το δικαίωμα που κρίθηκε και εφόσον πρόκειται για το ίδιο αντικείμενο και την ίδια ιστορική και νομική αιτία. Το δικαστήριο δεν έχει εξουσία να δικάσει για άλλα δικαιώματα, πέρα από εκείνα για τα οποία υπάρχει σχετική αίτηση 81. Αν, λοιπόν, έχει ασκηθεί μόνο αγωγή, αντικείμενο της δικαστικής κρίσης θα είναι μόνο το δικαίωμα που έχει επικαλεστεί ο ενάγων με την αγωγή του. Για να κριθεί αν το επίδικο δικαίωμα ανήκει στον εναγόμενο, θα πρέπει να υποβάλει και αυτός αίτηση προς διάγνωσή του. Τέτοια αίτηση μπορεί να υποβληθεί με την ανταγωγή. Στην περίπτωση αυτή, η παραδοχή της ανταγωγής θα σημαίνει αναγκαία και αντίστοιχη απόρριψη της αγωγής του ενάγοντος, η δε τελεσίδικη απορριπτική απόφαση θα δημιουργεί δεδικασμένο τόσο για την έλλειψη κυριότητας του ενάγοντος στο διεκδικούμενο ακίνητο όσο και για την κυριότητα του εναγομένου 82. Μεταξύ δε της ανταγωγής με αίτημα την αναγνώριση της κυριότητας του εναγομένου αντενάγοντος και της ενστάσεως ιδίας κυριότητας, όπως αυτή 78 Προ της τροποποίησης του παρόντος άρθρου με το άρθρο 1 του Ν. 4335/2015, η ανταγωγή μπορούσε να ασκηθεί είτε με χωριστό δικόγραφο είτε με τις προτάσεις είτε προφορικά κατά τη συζήτηση, όπου η υποβολή προτάσεων δεν ήταν υποχρεωτική. Ήδη με τη νέα διάταξη της παρ. 4 ρητά ορίζεται ότι η ανταγωγή ασκείται με χωριστό δικόγραφο. Βλ. άρθρο 268 ΚΠολΔ. 79 Βλ. 238 1 εδ. α ΚΠολΔ. 80 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 29. 81 Βλ. 106 ΚΠολΔ. 82 Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομοικού Δικαίου, ΠολΔ 261, http://www.kostasbeys.gr/. 23

αναλύεται παρακάτω, δεν υπάρχει, κατά την ορθότερη άποψη 83, ουσιώδης διαφορά όταν και οι δύο στηρίζονται στην ίδια ιστορική και νομική αιτία και συντρέχουν ως προς αυτές οι όροι του 330 και 331 ΚΠολΔ. Κι αυτό γιατί και στις δύο περιπτώσεις δημιουργείται, κατά την άποψη αυτή, από την τελεσίδικη παραδοχή ή την απόρριψη της ανταγωγής ή της ένστασης, δεδικασμένο περί της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας του δικαιώματος κυριότητας του εναγομένου. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις εντοπίζεται στο ότι με την παραδοχή της ανταγωγής περί κυριότητας αναγνωρίζεται με κύρια κρίση η κυριότητα του εναγομένου στο επίδικο 84. 83 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 29. Αντιθ. Κονδύλης, σύμφωνα με τον οποίο με το να εξομοιώνεται κατ αποτέλεσμα η ανταγωγή με την ένσταση, δημιουργείται η εντύπωση ότι μεταβάλλεται η λειτουργία της ένστασης ως καθαρώς αμυντικής πράξης ενώ δημιουργούνται κίνδυνοι για την προστασία των συμφερόντων του ενάγοντα ή και των τρίτων από την προνομιακή δικονομική μεταχείριση της ένστασης σε σχέση με την ανταγωγή (π.χ. η ένσταση δεν εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων). Βλ. Κονδύλη, Το Δεδικασμένο κατά τον ΚΠολΔ, σελ. 438. 84 Βλ. Σκαρλάτο, Η άμυνα του εναγομένου στις εμπράγματες αγωγές και ιδίως στην διεκδικητική, Πρακτικά 23 ου Πανελλήνιου Συνέδριου Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, σελ. 29. 24

3. Ενστάσεις Ι. Γενικά Το κυριότερο μέσο άμυνας του εναγομένου είναι οι ενστάσεις. Με τις ενστάσεις εισφέρονται στη δίκη νέα πραγματικά περιστατικά σε σύγκριση με αυτά που αποτελούν τη βάση της αγωγής και γι αυτό διακρίνονται από την απάντηση στην αγωγή, με εξαίρεση την αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής 85. Η διαφορά ανάμεσα στην τελευταία και τις ενστάσεις βρίσκεται στη θέση που παίρνει ο εναγόμενος ως προς την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων της βάσης της αγωγής. Αντίθετα από την άρνηση, η ένσταση προϋποθέτει ως αληθινή τη βάση της αγωγής 86. Με την προβολή των ενστάσεων ο εναγόμενος ομολογεί, έστω και σιωπηρά, την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων που συνιστούν την ιστορική βάση της αγωγής. Προσθέτει, όμως κι άλλα, νέα γεγονότα, τα οποία έχουν σκοπό να εμποδίσουν την ευδοκίμηση της αγωγής. Κατά μία άποψη 87, ο εναγόμενος δεν αμφισβητεί αλλά επιβεβαιώνει τη βάση της αγωγής, επικαλείται, όμως, νέα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν άλλο δικαίωμα, αντίπαλο προς εκείνο που στηρίζει την αγωγή. Έτσι, η ένσταση αφενός αναφέρεται σε δικαίωμα, αφετέρου συνιστά η ίδια δικαίωμα («αντιδικαίωμα»), δηλαδή, είναι και αυτή εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στον εναγόμενο για να ικανοποιηθεί έννομο συμφέρον του και να εκπληρωθεί η κοινωνική αποστολή του 88. Ο εναγόμενος στην περίπτωση δίκης επί διεκδικητικής αγωγής έχει τη δυνατότητα να εγείρει όλες τις ενστάσεις που προβλέπει ο νόμος, είτε πηγάζουν από το ουσιαστικό δίκαιο είτε έχουν δικονομικό περιεχόμενο. Η ένσταση που πηγάζει από το ουσιαστικό δίκαιο είναι το αντίπαλο δικαίωμα που στρέφεται εναντίον ενός άλλου υπαρκτού και ενεργού δικαιώματος 89. Πρόκειται, ειδικότερα, για τον ισχυρισμό του εναγομένου ότι, σύμφωνα με κάποιον κανόνα δικαίου, το δικαίωμα του ενάγοντος για το οποίο ζητείται δικαστική προστασία είτε δεν υφίσταται είτε δεν μπορεί να ασκηθεί. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα αντιδικαίωμα που συγκρούεται και παραλύει το δικαίωμα του ενάγοντος 90. 85 Βλ. Γέσιου Φαλτσή/ Καϊση, Η Πολιτική Δίκη σε κίνηση, σελ. 90. 86 Βλ. Γέσιου Φαλτσή/Καϊση, Η Πολιτική Δίκη σε κίνηση, σελ. 91. 87 Βλ. Σταμούλη, Η λειτουργία των ενστάσεων στη σύγχρονη πολιτική αγωγή, ΝοΒ 39, σελ. 42. 88 Βλ. Παπαστερίου, Γενικές Αρχές του Αστικού Δικαίου Ια, σελ. 213. 89 Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομικού Δικαίου, άρθρο 261, http://www.kostasbeys.gr/, Γεωργιάδου, Αγωγές Εμπάγματου Δικαίου, σελ. 118. 90 Είναι το αντίθετο της αξίωσης του ουσιαστικού δικαίου. 25

Η ένσταση που πηγάζει από το δικονομικό δίκαιο έχει ευρύτερο περιεχόμενο και καλύπτει κάθε διαδικαστική πράξη του ουσιαστικού δικαίου ή δικονομικού δικαίου η οποία κατευθύνεται εναντίον μιας άλλης επιθετικής πράξης και στοχεύει στην αναβολή της επέλευσης ή στην άρση των εννόμων συνεπειών αυτής 91. Οι ενστάσεις δικαρίνονται περαιτέρω σε γνήσιες και καταχρηστικές. Πιο συγκεκριμένα, οι γνήσιες ενστάσεις θεμελιώνονται σε ίδιο δικαίωμα του ενισταμένου το οποίο αντιτάσσεται εναντίον άλλου ενεργού δικαιώματος και παραλύει την ενέγεια αυτού του τελευταίου δικαιώματος είτε προσωρινά είτε οριστικά 92. Είναι φανερό ότι στην προκειμένη περίπτωση ο εναγόμενος επικαλείται δική του αυθύπαρκτη και αυτοτελή εξουσία την οποία χρησιμοποιεί για να αντικρούσει το δικαίωμα που ασκείται εναντίον του 93. Αντίθετα, οι καταχρηστικές ενστάσεις δεν θεμελιώνονται σε αντίπαλο δικαίωμα αλλά σε πραγματικά περιστατικά καθώς ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι το δικαίωμα δεν γεννήθηκε ποτέ είτε ότι υπήρξε στο παρελθόν αλλά καταλύθηκε μεταγενέστερα 94. Σε αντίθεση με τις γνήσιες, τα γεγονότα που στηρίζουν τις καταχρηστικές ενστάσεις δεν συνιστούν δικαιώματα 95. Η πρακτική σημασία της διάκρισης αυτής για την παρούσα έρευνα εστιάζεται κυρίως στο γεγονός ότι η μεν γνήσια ένσταση ανάγεται στην σφαίρα των δικαιωμάτων του ενισταμένου και στην διαθετική του εξουσία και συνεπώς θα πρέπει για να ληφθεί υπόψη να προταθεί, ενώ, αντίθετα, η καταχρηστική ένσταση ενεργεί αυτοδικαίως επί του επίδικου δικαιώματος, με την προϋπόθεση ότι τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία συγκροτούν τη βάση της, έχουν τεθεί κατ' αρχήν στη διάθεση του δικαστή. Οι γνήσιες ενστάσεις δικαρίνονται περαιτέρω σε αναβλητικές και ανατρεπτικές. Αναβλητική είναι η ένσταση που έχει ως αποτέλεσμα να παραλύει προσωρινά την ενέργεια του δικαιώματος εναντίον του οποίου στρέφεται 96. 91 Βλ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Η Διαλεκτική του Δικονομικού Δικαίου, άρθρο 261, http://www.kostasbeys.gr/, Γεωργιάδου, Αγωγές Εμπάγματου Δικαίου, σελ. 119. 92 Βλ. Παπαστερίου, Γενικές Αρχές του Αστικού Δικαίου Ια, σελ. 216. 93 Βλ. Παπαστερίου, Γενικές Αρχές του Αστικού Δικαίου Ια, σελ. 216. 94 Βλ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 713, Γέσιου Φαλτσή/Καϊση, Η Πολιτική Δίκη σε κίνηση, σελ. 90. 95 Η διάκριση μεταξύ γνήσιων και καταχρηστικών ενστάσεων έχει κατά βάση πρακτική σημασία, κυρίως όσον αφορά την παραίτηση από την ένσταση καθώς και στον κανόνα ότι είναι απαράδεκτες οι ενστάσεις από δικαίωμα τρίτου. Στην πρώτη περίπτωση, η παραίτηση από τη γνήσια ένσταση εξυγιαίνει το δικαίωμα στο οποίο αναφέρεται, ενώ στην περίπτωση της καταχρηστικής ένστασης, η παραίτηση από αυτή δεν εξυγιαίνει το δικαίωμα αλλά αποκλείει από την ένσταση αυτόν που παραιτήθηκε. Επί του δεύτερου ζητήματος, ο κανόνας ότι είναι απαράδεκτες οι ενστάσεις από δικαίωμα τρίτου, εφαρμόζεται μόνο στις γνήσιες ενστάσεις. Βλ. Παπαστερίου, Γενικές Αρχές του Αστικού Δικαίου Ια, σελ. 216. 96 Π.χ. η ένσταση της δικαιωματικής νομής ή κατοχής (ΑΚ 1095). Βλ. παρακάτω ΙΙΙ. Η ένσταση δικαιωματικής νομής ή κατοχής. 26