Ανθοκομία (Εργαστήριο) Α. Λιόπα-Τσακαλίδη ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1
ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΓΕΩΠΟΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 7 2
Τα υπόγεια βλαστικά όργανα αγενούς αναπαραγωγής είναι διογκωμένα τμήματα του βλαστού ή της ρίζας. Όλα τα φυτικά όργανα αυτής της κατηγορίας είναι ποώδη, σαρκώδη και πλούσια σε αποθησαυριστικές ουσίες. Οι υπέργειοι βλαστοί πολλών από τα φυτά που σχηματίζουν τέτοιου είδους αναπαραγωγικά όργανα απονεκρώνονται στο τέλος της περιόδου ανάπτυξης. Τα φυτά όμως παραμένουν ζωντανά μέσα στο έδαφος με τη μορφή υπόγειων βλαστικών οργάνων. Έτσι, την επόμενη άνοιξη, από τους οφθαλμούς που φέρουν τα υπόγεια όργανα αγενούς αναπαραγωγής παράγονται νέοι υπέργειοι βλαστοί οι οποίοι αποτελούν συνέχεια του ίδιου φυτού. Συνεπώς, από βοτανική άποψη τα φυτά που σχηματίζουν υπόγεια 3
βλαστικά όργανα αγενούς αναπαραγωγής θεωρούνται πολυετή. Στην καλλιεργητική πράξη όμως, κατά κανόνα προτιμάται ο αγενής πολλαπλασιασμό μέσω των υπόγειων βλαστικών οργάνων. Με τον τρόπο αυτό καθίσταται ευκολότερη η καλλιεργητική τεχνική όσον αφορά την εγκατάσταση της καλλιέργειας. Κυρίως όμως, ο αγενής πολλαπλασιασμός προτιμάται γιατί μέσω αυτού εξασφαλίζεται καλύτερα η πιστή αναπαραγωγωγή των επιθυμητών χαρακτηριστικών των ποικιλιών. 4
Τα κυριότερα είδη υπογείων οργάνων αγενούς αναπαραγωγής που συναντώνται σε καλλωπιστικά φυτά είναι οι βολβοί, βολβόμορφοι κορμοί, κόνδυλοι, κονδυλώδεις ρίζες και ριζώματα. 5
Πίνακας 1:Καλλωπιστικά φυτά που στην καλλιεργητική πράξη πολλαπλασιάζονται αγενώς με υπόγεια βλαστικά όργανα, ταξινομημένα σε κατηγορίες ανάλογα με το είδος του υπόγειου αναπαραγωγικού οργάνου που σχηματίζουν. Βολβοί Βολβόμορφοι Κόνδυλοι Κονδυλώδεις Ριζώματα κορμοί ρίζες Αμαρυλλίδα Γλαδίολος Ανεμώνη Ντάλια Γυνέριο Γάλανθος Κρόκος Βεγκόνια Κονδυλώδης Ρεναγκούλα Ίρις Ριζωματώδης Κλίβια Φρέζια Γλοξίνια Κάλλα Νάρκισσος Κολχικό Κυκλάμινο Κάννα Πολυανθές Κομβαλλάρια Ίρις Βολβώδης Λίλιο 6
Μούσκαρι Τουλίπα Υάκινθος Στον Πίνακα 1 παρατίθενται τα κυριότερα καλλωπιστικά φυτά που στην καλλιεργητική πράξη πολλαπλασιάζονται με υπόγεια βλαστικά όργανα, ταξινομημένα ανάλογα με το υπόγειο αναπαραγωγικό οργάνο που σχηματίζουν. Ανεξάρτητα από το είδος των υπόγειων βλαστικών οργάνων, η εποχή φύτευσης αυτών στην ύπαιθρο διαφοροποιείται ανάλογα με την προσαρμοστικότητά τους στην θερμοκρασία. Αντίθετα, η εποχή φύτευσης υπόγειων βλαστικών οργάνων στο θερμοκήπιο, είτε πρόκειται για καλλιέργεια παραγωγής δρεπτών ανθέων είτε για παραγωγή φυτών εσωτερικών χώρων, μπορεί να γίνει οποιαδήποτε εποχή του έτους, ανάλογα με τις διακυμάνσεις της 7
ζήτησης των παραγομένων ανθέων ή γλαστρικών φυτών στην αγορά. Καλλωπιστικά φυτά που στην καλλιεργητική πράξη πολλαπλασιάζονται αγενώς με υπόγεια βλαστικά όργανα, ταξινομημένα σε κατηγορίες ανάλογα με το είδος του υπόγειου αναπαραγωγικού οργάνου που σχηματίζουν. Βολβοί Βολβούς σχηματίζουν ορισμένες βοτανικές οικογένειες που ανήκουν στα μονοκότυλα φυτά. Από αυτές, ενδιαφέρον από ανθοκομική άποψη παρουσιάζουν οι οικογένειες Amaryllidaceae (αμαρυλλίδα, γάλανθος, κλίβια, νάρκισσος και πολυανθές), Iridaceae (ίριδα η βολβώδης) και Liliaceae (λίλιο μούσκαρι, τουλίπα, υάκινθος). Οι τρείς προαναφερθείσες οικογένειες είναι 8
βοτανικά συγγενείς μεταξύ τους, δεδομένου ότι ανήκουν στην ίδια τάξη, την Liliflorae. Στο εσωτερικό τους οι βολβοί περιέχουν έναν σαρκώδη κωνικό άξονα. Ο εσωτερικός σαρκώδης άξονας του βολβού αποτελείται από μία δισκοειδή βάση από την οποία εκφύονται οι ρίζες του φυτού και από την κορυφή του που φέρει ένα ακραίο μερίστωμα. Ο εσωτερικός αυτός άξονας περιβάλλεται από αλεπάλληλες στρώσεις σαρκωδών χιτώνων που και είναι πλούσιοι σε 9
αποθησαυρηστικές ουσίες (άμυλο, κ.λπ.). Από βοτανική άποψη οι σαρκώδεις χιτώνες του βολβού είναι οι διογκωμένοι κολεοί (βάσεις) των φύλλων του ακραίου μεριστώματος. Από έναν βολβό υπάρχει η δυνατότητα σχηματισμού καινούργιων μικρών βολβιδίων. Τα βολβίδια αυτά σχηματίζονται στην βάση των χιτώνων, περιμετρικά της δισκοειδούς βάσης του βολβού. Στη φύση, μετά την άνθηση του φυτού, ο μητρικός βλαστός κατά κανόνα αποσυντίθεται το καλοκαίρι, ενώ τα βολβίδια συνεχίζουν να αυξάνονται και να αναπτύσσονται μέχρι το φθινόπωρο. Με την έλευση των πρώτων κρύων τα βολβίδια περιπίπτουν σε χειμερινό λήθαργο και την επόμενη χρονιά βλαστάνουν δίνοντας ένα νέο φυτό το καθένα. Τα νέα φυτά που παράγονται από τα βολβίδια, την πρώτη χρονιά συνήθως δεν ανθίζουν αλλά δίνουν μόνο 10
βλαστό και φύλλα. Από τα προϊόντα της φωτοσύνθεσης που παράγονται στα φύλλα κατά την διάρκεια της πρώτης βλαστικής περιόδου, ένα μέρος χρησιμοποιείται για την αύξηση του φυτού ενώ το υπόλοιπο εναποθηκεύεται στούς σαρκώδεις χιτώνες του βολβού με συνέπεια την αύξηση του μεγέθους του. Αργά το φθινόπωρο, δηλαδη μόλις εμφανισθούν τα πρώτα κρύα, το υπέργειο βλαστικό τμήμα του φυτού ξηραίνεται, ενώ ο βολβός διαχειμάζει μέσα στο έδαφος σε κατάσταση ληθάργου. Την άνοιξη, μόλις η θερμοκρασία του εδάφους ανέβει αρκετά, ο βολβός ξαναβλαστάνει και δίνει γένεση σε ένα νέο υπέργειο βλαστό. Ο υπέργειος αυτός βλαστός σε ορισμένα βοτανικά είδη είναι δυνατόν να ανθίσει μέσα στην δεύτερη αυτή βλαστική περίοδο. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως, λαμβάνει χώρα μία 11
δεύτερη περίοδος βλαστικής αύξησης. Κατά την διάρκειά της συνεχίζεται η εναποθήκευση αποθησαυριστικών ουσιών στον βολβό από αυτές που παράγονται με την φωτοσύνθεση στο φύλλωμα, με συνέπεια την περαιτέρω αύξηση του μεγέθους του βολβού. Το φθινόπωρο, το υπέργειο μέρος του φυτού ξηραίνεται και πάλι, ενώ ο βολβός διαχειμάζει κ.ο.κ. Τελικά, σε κάποια από τις περιόδους βλαστικής ανάπτυξης που ακολουθούν και εφόσον ο βολβός έχει αποκτήσει κατάλληλο μέγεθος (επαρκής ποσότητα αποθησαυριστικών ουσιών) ο υπέργειος βλαστός με τα πίπτει στην αναπαραγωγική φάση ανάπτυξης σχηματίζοντας ανθικό στέλεχος, οπότε το φυτό ανθίζει, ενώ παράλληλα στη βάση του βολβού σχηματίζονται νέα βολβίδια. 12
Ο αριθμός των βλαστικών περιόδων (δηλαδή των ετών) που απαιτούνται από την χρονιά σχηματισμού των βολβιδίων μέχρι την άνθηση του φυτού που θα προέλθει από αυτά είναι κατά βάση χαρακτηριστικό που διαφοροποιείται ανάλογα με το βοτανικό είδος. Μπορεί όμως μέσα σε κάποια όρια να επηρεαστεί και από τις κλιματικές συνθήκες (μέση θερμοκρασία κατά την διάρκεια των βλαστικών περιόδων), από την θρέψη καθώς και από διάφορους άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Βολβόμορφοι κορμοί Είναι κι αυτοί εξογκωμένα υπόγεια τμήματα του κεντρικού βλαστού του φυτού. Είναι πλούσιοι σε αποθησαυριστικές ουσίες και εξωτερικά καλύπτονται από ξηρά χιτωνοειδή φύλλα. 13
Ανατομικά οι βολβόμορφοι κορμοί αποτελούνται από έναν σαρκώδη πεπαχυσμένο βλαστικό άξονα που στο κάτω μέρος του φέρει δισκοειδή βάση, στην κορυφή έναν κορυφαίο οφθαλμό και στα πλάγια πολλούς πλευρικούς οφθαλμούς, ενώ μεταξύ των πλάγιων οφθαλμών είναι ευδιάκριτα τα γόνατα και τα μεσογονάτια διαστήματά του. Αντίθετα όμως με τους πραγματικούς βολβούς, οι βολβόμορφοι κορμοί δεν περιβάλλονται από σαρκώδεις χιτώνες και επομένως εξωτερικά του διογκωμένου βλαστικού άξονα φέρονται μόνο αποξηραμένα χιτωνοειδή περιβλήματα. Επομένως η βασική ανατομική διαφορά μεταξύ βολβών και βολβόμορφων κορμών είναι ότι στην περίπτωση των δεύτερων οι αποθησαυριστικές ουσίες 14
συσσωρεύονται απευθείας στον διογκωμένο βλαστικό άξονα και όχι στους κολεούς των φύλλων. Κατά την διάρκεια της βλαστικής περιόδου ανάπτυξης, από τους πλάγιους οφθαλμούς των βολβόμορφων κορμών σχηματίζονται νέοι δευτερογενείς κορμοί οι οποίοι αναπτύσσονται ταχύτατα και την επόμενη βλαστική περίοδο μπορούν να δώσουν νέα φυτά. Στην περιφέρεια των δευτερογενών αυτών κορμών, ήδη από την πρώτη χρονιά του σχηματισμού τους, δηλαδή πριν αποχωρισθούν από το μητρικό φυτό, εμφανίζονται καταβολές καινούργιων κορμιδίων (τριτογενείς κορμοί). Τα κορμίδια, όπως και τα βολβίδια, δεν ανθίζουν από την πρώτη χρονιά που θα φυτευθούν. Συγκεκριμένα, για να είναι σε θέση να δώσουν υπέργειο βλαστό που θα ανθίσει, τα κορμίδια θα πρέπει να καλλιεργηθούν για 15
μερικά διαδοχικά χρόνια (συνήθως 1-6, ανάλογα με το είδος και τις συνθήκες καλλιέργειας) μέχρι να αποκτήσουν κατάλληλο μέγεθος ώστε να είναι σε θέση να ανθίσουν. Από βοτανική άποψη οι βολβόμορφοι κορμοί είναι βλαστικά αναπαραγωγικά όργανα συγγενή προς τους βολβούς και αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι οι οικογένειες στις οποίες ανήκουν και τα φυτά που σχηματίζουν βολβόμορφους κορμούς είναι οι ίδιες που περιλαμβάνουν τα βολβώδη φυτά (Iridaceae και Liliaceae). Συγκεκριμένα, τα ανθοκομικά φυτά που 16
πολλαπλασιάζονται με βολβόμορφους κορμούς είναι ο γλαδίολος, ο κρόκος και η φρέζια από την οικογένεια Iridaceae και το κόλχικο από την οικογένεια Liliaceae. Κονδυλώδεις ρίζες (ριζοκόνδυλοι) Σε αντίθεση με τους κόνδυλους που είναι υπόγειοι βλαστοί και επομένως φέρουν σε όλη τους την επιφάνεια οφθαλμούς, οι κονδυλώδεις ρίζες είναι σαρκώδεις ρίζες, εξογκωμένες λόγω της συσσώρευσης αποθησαυριστικών ουσιών οι οποίες δεν έχουν ούτε οφθαλμούς ούτε μεσογονάτια διαστήματα. Μόλις εμφανισθούν τα πρώτα κρύα του φθινοπώρου το υπέργειο βλαστικό τμήμα των φυτών που σχηματίζουν κονδυλώδεις ρίζες ξηραίνεται. Οι κονδυλώδεις ρίζες όμως μαζί με τη βάση του βλαστού που φέρει 17
οφθαλμούς παραμένουν ζωντανοί και διαχειμάζουν μέσα στο έδαφος σε κατάσταση ληθάργου. Όλοι οι οφθαλμοί που διαχειμάζουν βρίσκονται συγκεντρωμένοι εκεί που οι κονδυλώδεις ρίζες ενώνονται με τον υπέργειο βλαστό ενώ από την άλλη άκρη τους ξεκινούν οι κανονικές ρίζες, δηλαδή αυτές που προορίζονται για την απορρόφηση νερού και θρεπτικών στοιχείων από το έδαφος. Την άνοιξη, μόλις η θερμοκρασία του εδάφους ανέβει αρκετά, οι οφθαλμοί της βάσης του βλαστού ξαναβλαστάνουν σχηματίζοντας νέα υπέργεια στελέχη που αρχικά μέχρι να σχηματίσουν αρκετά φύλλα τρέφονται από τις αποθησαυριστικές ουσίες των ριζοκονδύλων. 18
Στην καλλιεργητική πρακτική ο πολλαπλασιασμός των κονδυλωδών ριζών γίνεται είτε με διαίρεση της δέσμης των κονδυλωδών ριζών (αν σε κάθε φυτό αντιστοιχούν περισσότερες από μία), είτε με τεμαχισμό του μοναδικου ριζοκονδύλου. Σε κάθε περίπτωση, κάθε τεμάχιο ριζοκονδύλου θα πρέπει στην κορυφή 19
του να φέρει έναν τουλάχιστον υγιή οφθαλμό. Με κονδυλώδεις ρίζες πολλαπλασιάζεται η ντάλια (Compositae). Ριζώματα Είναι υπόγειοι βλαστοί που αναπτύσσονται οριζόντια. Τα ριζώματα είναι πεπαχυσμένοι (σαρκώδη) σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, λόγω της συσσώρευσης αποθησαυριστικών ουσιών. Στην πάνω επιφάνεια των ριζωμάτων φέρονται οφθαλμοί ενώ από την κάτω επιφάνεια ξεκινούν οι πραγματικές ρίζες του φυτού. Τα ριζώματα συχνά απλώνονται σε αρκετό μήκος από το σημείο που φύτρωσε το αρχικό φυτό. Την επόμενη άνοιξη από τον χρόνο σχηματισμού τους οι οφθαλμοί βλαστάνουν παρέχοντας έτσι νέα φυτά. Πολλοί από τους οφθαλμούς των ριζωμάτων, εκτός 20
από υπέργειους βλαστούς, σχηματίζουν και νέα, πλευρικά ριζώματα τα οποία δίνουν νέα φυτά, συνεισφέροντας έτσι στην περαιτέρω εξάπλωσή του είδους. Στην καλλιεργητική πρακτική, ο πολλαπλασιασμός των φυτών που αναπαράγονται με ριζώματα γίνεται με κόψιμο ή διαίρεση του ριζώματος σε τεμάχια, το καθένα από τα οποία περιέχει έναν ή περισσότερους καλά ανεπτυγμένους οφθαλμούς πάνω του. Θα πρέπει να επιλέγονται ριζώματα σαρκώδη και ευμεγέθη, γιατί 21
αυτό αποτελεί εγγύηση ότι τα νεαρά φυτά που θα εκπτυχθούν θα έχουν αρκετές αποθησαυριστικές ουσίες στη διάθεσή τους μέχρι να γίνουν πλήρως αυτότροφα και επομένως θα ανθίσουν νωρίτερα και θα δώσουν μεγαλυτέρου μεγέθους άνθη. Με ριζώματα πολλαπλασιάζονται η ίρις η ριζωματώδης (Iris germanica της οικογένειας Iridaceae) η κάλλα (Calla aethiopica της οικογένειας Araceae), η κάννα (Canna sp. της οικογένειας Cannaceae) και η κομβαλλάρια (Convallaria majalis της οικογένειας Liliaceae ). 22
Εποχή φύτευσης Ανάλογα με την εποχή φύτευσης και άνθησης στην ύπαιθρο, τα φυτά που σχηματίζουν υπόγεια όργανα αγενούς αναπαραγωγής διακρίνονται σε: _ χειμερινοεαρινά που φυτεύονται τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο και ανθίζουν από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάϊο και _ καλοκαιρινοφθινοπωρινά που φυτεύονται νωρίς την άνοιξη (Μάρτιος-Απρίλιος) και ανθίζουν από τον Ιούνιο μέχρι τον Νοέμβριο. Οι προαναφερθείσες εποχές φύτευσης αφορούν μόνο την καλλιέργεια στην ύπαιθρο (είτε για παραγωγή κομμένου λουλουδιού είτε για διακόσμηση κήπων και πάρκων) ενώ στο θερμοκήπιο μπορούν να φυτευθούν και να καλλιεργηθούν όλο τον 23
χρόνο εφόσον δεν τίθενται άλλοι περιορισμοί (π.χ. φωτοπερίοδος). Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι στις εμπορικές καλλιέργειες καλλωπιστικών φυτών που αναπαράγονται με υπόγεια βλαστικά όργανα η φυτευση συνήθως δεν γίνεται συγχρόνως σε όλη την καλλιεργούμενη έκταση αλλά διαδοχικά (π.χ. φύτευση ενός τομέα κάθε 15 ημέρες) με στόχο την κλιμακωτή παραγωγή ανθέων. Η κλιμακωτή παραγωγή (συγκομιδή) των λουλουδιών αφενός μεν διευκολύνει την διάθεσή τους στην αγορά και αφετέρου επιτρέπει την καλύτερη αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού της επιχείρησης. Τα γνωστότερα φυτά που σχηματίζουν υπόγεια όργανα αγενούς αναπαραγωγής ταξινομούνται σε χειμερινοεαρινά και θερινοφθινοπωρινά στον 24
Ταξινόμηση των φυτών που σχηματίζουν υπόγεια όργανα αγενούς αναπαραγωγής σε χειμερινοεαρινά και καλοκαιρινοφθινοπωρινά, ανάλογα με την εποχή άνθησής τους στην ύπαιθρο. Χειμερινοεαρινά Θερινοφθινοπωρινά Αμαρυλλίδα Βεγκόνια κονδυλώδης Ανεμώνη Γλαδίολος Γάλανθος Γλοξίνια Ίρις βολβώδης Γυνέριο Ίρις ριζωματώδης Κάννα Κάλλα Κλίβια Κομβαλλάρια Κολχικό Κρόκος Ντάλια 25
Λίλιο Μούσκαρι Νάρκισσος Ρεναγκούλα Τουλίπα Υάκινθος Φρέζια Πολυανθές Τεχνική φύτευσης Η φύτευση των υπόγειων βλαστικών οργάνων αγενούς αναπαραγωγής γίνεται σε αυλάκια ή σε λάκκους κατάλληλου μεγέθους. Κατά την φύτευση θα πρέπει να δίνεται προσοχή στα εξής σημεία: 26
Το βάθος φύτευσης θα πρέπει να είναι περίπου ίσο με το τριπλάσιο της μεγαλύτερης διαμέτρου τους. _ Η βάση των βολβών και βολβόμορφων κορμών θα πρέπει να είναι απο κάτω και η κορυφή από πάνω. _ Στους κονδύλους, τις κονδυλώδεις ρίζες και τα ριζώματα οι οφθαλμοί θα πρέπει να είναι από πάνω. _ Μετά τη φύτευση, τα υπόγεια βλαστικά όργανα αναπαραγωγής θα πρέπει να καλύπτονται με χώμα όχι πολύ βαρύ (κατά προτίμηση φυτόχωμα ή μείγμα υποστρωμάτων κατάλληλης σύνθεσης) και να ποτίζονται. Οι αποστάσεις φύτευσης ποικίλλουν και εξαρτώνται από το συγκεκριμένο είδος φυτού κάθε φορά. 27