Η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΓΗΣ



Σχετικά έγγραφα
Ερημοποιηση και Δεικτες

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

μεταβολών χρήσεων - κάλυψης γης στη λεκάνη απορροής της Κάρλας

Τι σηµαίνει Ερηµοποίηση;

τους ρυθμούς υδατικής, αιολικής και μηχανικής διάβρωσης των εδαφών

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος

Ενεργειακές καλλιέργειες και προστασία εδάφους από διάβρωση.

ΠΠΣΠΑ ΜΑΘΗΜΑ:Γεωλογία & ΔΦΠ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ : 9/12/2013 Σχολικό έτος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ...

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ

Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ

ΕΡΗΜΟΠΟΙΗ ΕΝΔΟΧΩΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

Αικ. Καρυώτη 1.2. & Ν. Γ. Δαναλάτος 1

«ΘΑΛΗΣ» Λάρισα, TEI/Θ, Π. ΒΥΡΛΑΣ. Π. Βύρλας

Δείκτες ερημοποίησης και περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές

Ειδική Προστατευτική Διευθέτηση

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου;

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΕΔΑΦΟΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΔΑΦΩΝ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ

Το αγροδασικό μέτρο στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και οι προοπτικές εφαρμογής του στην Ελλάδα

Υψηλή Φυσική Αξία (ΥΦΑ)

ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ. Κωνσταντίνος Λιαρίκος. Κωνσταντίνος Λιαρίκος, Κατανοώντας το ζήτημα των αλλαγών χρήσεων γης

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

Αρχές Οικολογίας και Περιβαλλοντικής Χηµείας

Αυτορρύθμιση στις αγροτικές περιοχές/ύπαιθρος

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΥΛΗ Προστασία και Διαχείριση Περιβάλλοντος Ευριπίδου 18, Αθήνα

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Συνοπτική περιγραφή των πιέσεων που ασκεί η γεωργία στο περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Επίδραση και οι Επιπτώσεις της Απουσίας Χωρικού Σχεδίου για την Αγροτική Γή

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

Διαμόρφωση προτύπων. 21 March Γιατί μελετάμε το πρότυπο τοπίου;

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

Αναδάσωση. Εισαγωγή. Το δάσος. Η φωτιά. Αναδάσωση: φυσική ή τεχνητή;

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ

Η παράκτια ζώνη και η ανθεκτικότητα στην αύξηση στάθμης της θάλασσας.

Δάση & Πυρκαγιές: αναζητείται ελπίδα

Διαχείριση των εδαφικών πόρων στις ορεινές περιοχές υπό το πρίσμα της κλιματικής μεταβολής. Δημ. Αλιφραγκής Καθηγητής, ΑΠΘ

Πλαίσιο για την ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΓΗΣ

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος

5. κλίμα. Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C

Απόψεις για τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής

Συμπίεση Αστικών Εδαφών Αιτίες-Επιπτώσεις-Έλεγχος

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΔΑΣΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ( )

Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού

Τρίκαλα, 27/12/2011. Συνεντεύξεις. «Μεγαλύτερες σε διάρκεια ξηρασίες»

H ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Γεωργία είναι το σύνολο των δραστηριοτήτων που σχετίζονται µε την καλλιέργεια του εδάφους της γης µε σκοπό την παραγωγή φυτ

Το Copernicus συμβάλλει στην παρακολούθηση του κινδύνου εδαφικής διάβρωσης στην Ευρώπη

ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΑ ΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

ΟΔΗΓΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 15 (ΟΕ-15) ΑΡΔΕΥΣΗ Κωδικός Έκδοση Έγκριση ΣΟΔ-Λ-ΕΓΧ 1 η /2016 ΟΕΦ-ΕΑΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΑΕ ΑΕΣ -ΕΟΠ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει τους οικολογικούς παράγοντες:

Διδακτέα ύλη μέχρι

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (Ιδίως των μεταλλείων και λατομείων)

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας

«Κλιματική ή Αλλαγή: Δείκτες και Γεγονότα»

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΤΟΠΙΟΥ. Χειμερινό εξάμηνο

Επιφανειακή άρδευση (τείνει να εκλείψει) Άρδευση με καταιονισμό ή τεχνητή βροχή (επικρατεί παγκόσμια)

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

Τυπικό έδαφος (πηλώδες) μισοί πόροι αέρα άλλοι μισοί νερό. Νερό επηρεάζει χημική και φυσική συμπεριφορά Μέσο διάλυσης και μεταφοράς θρεπτικών

Τα γεωργοδασοκομικά (αγροδασικά) συστήματα αποτελούν μια παραδοσιακή μορφή χρήσης της γης στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές.

ΡΟΥΣΣΟΣ ΠΕΤΡΟΣ. Άρδευση

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Γεωγραφικό πλάτος

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

1 m x 1 m x m = 0.01 m 3 ή 10. Χ= 300m 3

ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1. ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ 1 ης ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

Τάσεις και Προοπτικές για τον Παγκόσμιο Αγροτικό Τομέα και την Ανάπτυξη Γεώργιος Ραψομανίκης Επικεφαλής Οικονομολόγος Διεύθυνση Εμπορίου και Διεθνών

ERASMUS Δημοτικό Σχολείο Αγίων Τριμιθιάς Χρίστος Τομάζος Στ 2

Μεταπυρική Διαχείριση Δασών Ψυχρόβιων Κωνοφόρων

ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ

Συντήρηση φυτικού και ζωικού βασιλείου. Σύνολα ομοειδών αντικειμένων παρουσιάζουν κοινές ιδιότητες

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2018/0216(COD) Σχέδιο γνωμοδότησης Bronis Ropė (PE629.

"ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ"


ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

NATIONAL TECHNICAL UNIVERSITY OF ATHENS Faculty of Rural & Surveying Εngineering GEOINFORMATICS POST-GRADUATE PROGRAMME

Δομή της παρουσίασης.

Αξιολόγηση Τεχνικών Διαχείρισης Γαιών Περιοχής Αμαρίου Κρήτης

Γιατί μας ενδιαφέρει; Αντιπλημμυρική προστασία. Παροχή νερού ύδρευση άρδευση

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Περιβαλλοντικά Συστήματα

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

Transcript:

Η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΓΗΣ Κ. Κοσμάς Ν. Γιάσογλου Αικ. Κουναλάκη Ορ. Καϊρης Σειρα Φυλλαδιων: B Aριθμος: 4

Περιεχόμενα ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ ΤΗΣ ΓΗΣ 1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 2 ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΓΗΣ 2 ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ 3 ΚΙΝΗΤΡΑ ΑΙΤΙΕΣ ΚΑΙ ΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ ΤΗΣ ΓΗΣ 4 ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ, Η λεκάνη Guadalentin, Ισπανία 6 Η κατώτερη περιοχή του έσω Alentejo 7 Η λεκάνη Agri, Ιταλία 8 είναι το κρίσιμο βάθος εδάφους για την ανάπτυξη φυτών. Το φαινόμενο της εγκατάλειψης εμφανίστηκε σε όλη την Ευρώπης τη δεκαετία του 1950, όταν παρατηρήθηκε μαζική μετανάστευση αγροτικών πληθυσμών στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μέχρι το 2000 είχε εγκαταλειφθεί η αγροτική γη των Μεσογειακών χωρών σε ποσοστό από 8 έως 15%. Η εγκατάλειψη της γης θεωρείται σημαντική αιτία ερημοποίησης αλλά στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν ισχύει πάντα επειδή σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να επακολουθήσει αποκατάσταση των φυσικών συστημάτων. Η νήσος Λέσβος, Ελλάδα 9 ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΑΠΟ ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΓΗΣ 10 ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ 13 ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 14 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ ΤΗΣ ΓΗΣ Το τυπικό ανάγλυφο του εδάφους της Μεσογείου με επικλινείς περιοχές που υπόκεινται σε εκτεταμένες εκχερσώσεις και εντατική καλλιέργεια από τα αρχαία χρόνια έχει υποστεί διάβρωση και σχηματισμό αβαθών σκελετικών εδαφών. Καθώς το έδαφος διαβρώνεται, η χρήση της γης αλλάζει και περνά από τη γεωργία στη κτηνοτροφία, εξ αιτίας της ολοένα και περισσότερο μειωμένης παραγωγής των διαφόρων αγροτικών προϊόντων (Εικόνα 1). Διάφοροι συγγραφείς έχουν χρησιμοποιήσει τους όρους εγκαταλειμμένη γη και βοσκότοπος με την ίδια έννοια, αλλά στην περιοχή της Μεσογείου, παραδοσιακά, η βόσκηση και το κυνήγι αποτελούν δραστηριότητες οι οποίες εκτελούνται σε εγκατελειμμένη γη. Η εγκατάλειψη της γης δεν σημαίνει ότι η γη δεν χρησιμοποιείται πλέον, από τη γεωργία ή από άλλη οικονομική δραστηριότητα. Σηματοδοτεί όμως μια μεταβολή στη χρήση της γης από την παραδοσιακή ή τη σύγχρονη σε μια άλλη, λίγοτερο εντατική μορφή. Η εγκατάλειψη της γης προκύπτει από εξωτερικά κίνητρα, όπως οι μεταβολές στην αγορά, ή ως συνέπεια εσωτερικών αλλαγών, για παράδειγμα, εάν το σύστημα ξεπεράσει κάποια κρίσιμη τιμή, όπως Εικόνα 1. Γη που εγκαταλείφθηκε από την γεωργία στη περιοχή της Mertola (Πορτογαλία) και χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος σήμερα Περιοχές όπως η ΝΑ Ισπανία και η ανατολική Κρήτη θεωρούνται ως τα ξηρότερα μέρη της Ευρώπης. Οι περιοχές αυτές δέχονται λιγότερο από 300 χιλ. βροχής το χρόνο. Ο ρυθμός εγκατάλειψης της γης για τις περιοχές αυτές αναμένεται να αυξηθεί στο άμεσο μέλλον. Μεταβολές στις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες των κατοίκων σε συνδυασμό με τη νέα πολιτική της ΕΕ για τη γεωργική γη ευνοούν την εγκατάλειψη. Για παράδειγμα, η ΕΕ ενθαρρύνει τη λιγότερο παραγωγική γη στις ημίξηρες περιοχές να μείνει σε αγρανάπαυση, αλλά και τα επιπλέον συνοδευτικά μέτρα για την αγροπεριβαλλοντική προστασία,όπως η αναδάσωση γεωργικής γης και η πρόωρη συνταξιοδότηση των αγροτών, λειτουργούν επικουρικά για την εγκατάλειψη. 1

2 Η σχέση μεταξύ εγκατάλειψης της γης και της ερημοποίησης τονίζεται στο Άρθρο 2, Παράρτημα Δ του της Συνθήκης των ΟΗΕ για την καταπολέμηση της ερημοποίησης. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, κάθε χώρα του παραρτήματος Δ (Μεσογειακές Ευρωπαϊκές χώρες) οφείλει να συντάξει και να εφαρμόσει το δικό της Εθνικό Σχέδιο Δράσης, καθώς και το αντίστοιχο Περιφερειακό Πρόγραμμα Δράσης, για την καταπολέμηση της ερημοποίησης. Ως μέτρο καταπολέμησης της ερημοποίησης περιλαμβάνεται και η αποτροπή της εγκατάλειψης της γης, με την ανάπτυξη ευκαιριών και την αξιοποίησή της σε εναλλακτικές χρήσεις. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Η περιοχή της Μεσογείου θεωρείται ως μια περιοχή που υφίσταται ανθρωπογενή υποβάθμιση εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η διάβρωση του εδάφους αναφέρεται για πρώτη φορά στην Ιλιάδα του Ομήρου. Οι πλαγιές των λόφων της Ελλάδας αρχικά καλύπτονταν από δάση και εύφορο έδαφος, το οποίο ήταν μάλλον μικρού βάθους και επιρρεπές στη διάβρωση. Η βόσκηση και η γεωργική καλιέργεια των υψίπεδων πιθανόν άρχισε γύρω στα μέσα της δεύτερης χιλιετίας προ Χριστού προκαλώντας αρχική ζημιά στα δάση. Αρκετές χιλιάδες χρόνια αγροτικής εκμετάλευσης έχουν συνεισφέρει στη δραματική μείωση της γεωργικής παραγωγικότητας της περιοχής. Το γεγονός αυτό αναφέρεται και από τον Πλάτωνα, οποίος κάνει αναφορά για την Αττική του 4 ου αιώνα π.χ. ( Κριτίας ΙΙΙ) και παρατηρεί ότι έχει σημειωθεί μεγάλος αριθμός πλημμυρών και κατολισθήσεων, τα δάση έχουν αφανιστεί και τα βοσκοτόπια απογυμνωθεί. Στη Ρωμαϊκή εποχή η υποβάθμιση της γης είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μεγάλων γεωργικών εκτάσεων. Σε όλα τα μέρη που εξαπλώθηκαν οι Ρωμαίοι, επανέλαβαν την ίδια τακτική της εκτεταμένης εκκαθάρισης των δασών, της εντατικής καλλιέργειας και βόσκησης, για την κάλυψη των αναγκών τους σε τροφές. Η ανάλυση της εξέλιξης στις χρήσεις της γης στο νησί της Λέσβου για τα τελευταία 4000 χρόνια έδειξε ότι πολλές από τις περιοχές που κάποτε καλύπτονταν από δάση εκχερσώθηκαν και αποδόθηκαν στη γεωργική καλλιέργεια. Επειδή δεν λήφθηκαν επαρκή μέτρα προστασίας του εδάφους, οι περιοχές αυτές διαβρώθηκαν και αργότερα εγκαταλείφθηκαν. Η υπερβολική βόσκηση και οι πυργκαγιές κατέστρεψαν τη φυσική βλάστηση και απέτρεψαν την αναγέννηση της. Ως αποτέλεσμα, πολλές από τις περιοχές αυτές σήμερα είναι μη παραγωγικές, αραιοκατοικημένες και ερημοποιημένες. Οι κοινωνικο οικονομικές και πολιτικές συνθήκες καθόρισαν το εύρος των ανθρωπίνων παρεμβάσεων στο περιβάλλον. Οι παρεμβάσεις αυτές είχαν ολοένα και περισσότερο αρνητικά αποτελέσματα, με συνέπεια την εμφάνιση φαινομένων ερημοποίησης. Πριν από 45 50 χρόνια, εξαιτίας της χαμηλής παραγωγικότητας, εγκαταλείφθηκαν εκτεταμένες περιοχές που καλλιεργούνταν δημητριακά, αμπέλια και ελιές. Μετά την εγκατάλειψή τους οι περιοχές αυτές χρησιμοποιήθηκαν με μέτριους ρυθμούς ως βοσκότοποι, ενώ οι θάμνοι που φύονταν σ αυτές καταστρέφονταν περιστασιακά από πυρκαγιές. ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΓΗΣ Η κύρια διεργασία που σχετίζεται με την εγκατάλειψη της γης είναι η διάβρωση του εδάφους. Η διάβρωση σχετίζεται με το φυσικό περιβάλλον, τη διαχείριση της γης και τα κοινωνικο οικονομικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Η εγκατάλειψη της γεωργικής γης μπορεί να προβλεφθεί, εάν θεωρήσουμε τους δείκτες που σχετίζονται με την παραγωγικότητα της γης και το εισόδημα του αγρότη (Εικόνα 2). Τέτοιοι δείκτες είναι το βάθος του εδάφους, το μητρικό υλικό, ο βαθμός κλίσης της επιφανείας του εδάφους, η ποσότητα και κατανομή των βροχοπτώσεων, οι υπάρχουσες επιδοτήσεις, η μετανάστευση του πληθυσμού, η διαθεσιμότητα νερού, η ευκολία πρόσβασης κ.λ.π. Πολλοί από αυτούς τους δείκτες εξαρτώνται από τις συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή και δρουν συνδυαστικά.

Εικόνα 2. Κατάλογος των δεικτών που σχετίζονται με την εγκατάλειψη της γης στην περιοχή της Μεσογείου. Οι πιο σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την απώλεια του εδάφους στις λοφώδεις περιοχές είναι η απορροή των επιφανειακών υδάτων, ο άνεμος και το όργωμα. Έτσι μειώνεται το βάθος του εδάφους και η ικανότητά του να αποθηκεύει το νερό και, κατά συνέπεια, μειώνεται η γεωργική παραγωγή, με τελικό αποτέλεσμα την εγκατάλειψη της γης. Μετρήσεις διάβρωσης εδάφους από την επιφανειακή απορροή έγιναν κατά την εκτέλεση των ερευνητικών προγραμμάτων MEDALUS I και ΙΙ της ΕΕ σε μεγάλο εύρος τοπογραφικού ανάγλυφου και εδαφών και σε αντιπροσωπευτικές χρήσεις γης, όπως ελιές, αμπέλια, δημητριακά, ευκάλυπτοι και τους θάμνοι. Οι μελέτες αυτές έχουν καταστήσει σαφές ότι για τη δημιουργία επιφανειακής απορροής νερού και απώλειας εδάφους και,συνεπώς,διάβρωσης εδάφους παίζει μεγάλο ρόλο τόσο η συνολική βροχόπτωση όσο και η χρήση της γης. Στη μεσογειακή Ευρώπη οι παρακάτω τύποι των χρήσεων της γης μπορούν να ταξινομηθούν με μειωμένη επίπτωση στην διάβρωσης ως ακολούθως: αμπέλι> ευκάλυπτος> δημητριακά> θάμνοι> ελιές. Η μέση απώλεια σε έδαφος κυμαίνεται από 142,8 τόνους ανά εκτάριο το έτος που μετρήθηκε σε αμπελώνες έως 0,8 τόνους ανά εκτάριο το έτος που μετρήθηκε σε ελαιώνες (Εικόνα 3). Συνεπώς οι αμπελώνες μπορούν να θεωρηθούν ως ο τύπος χρήσης γης που προκαλεί τη μεγαλύτερη διάβρωση εδάφους και την εγκατάλειψη της γης, σύμφωνα με τις υπάρχουσες καλλιεργητικές συνθήκες στις λοφώδεις περιοχές. Εικόνα 3. Μέσος ρυθμός διάβρωσης σε διαφορετικά εδάφη και τοπογραφικές συνθήκες στη Μεσογειακή Ευρώπη και αντιπροσωπευτικές χρήσεις της γης. Τα τελευταία πενήντα χρόνια σε μεγάλο μέρος της Μεσογείου, όπως ακριβώς και στον υπόλοιπο κόσμο, οι χρήσεις της γης έχουν υποστεί μεταβολές, ενίοτε με ραγδαίους ρυθμούς. Οι αλλαγές που σημειώθηκαν στη βλάστηση ήταν αποτέλεσμα συνδυασμού κλιματικών μεταβολών και φυσικών ή ανθρωπογενών διαταραχών. Η αποψίλωση της γης για γεωργική χρήση και στη συνέχεια η υπερβόσκηση της ήδη υποβαθμισμένης βλάστησης αποτέλεσαν τους βασικούς παράγοντες που οδήγησαν στην εγκατάλειψή της. ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ Η διάβρωση λόγω άροσης αφορά τη σταδιακή μετατόπιση του εδάφους προς τα κατάντη της κλίσης που προκαλείται από μηχανικά μέσα άροσης και αποτελεί τη βασική αιτία υποβάθμισης και εγκατάλειψης της γης στις καλλιεργημένες λοφώδεις περιοχές της Μεσογείου. Τις τελευταίες δεκαετίες, εξαιτίας της δραματικής μείωσης στην παραγωγικότητας της γης, ολοένα και περισσότερο εγκαταλείπονται περιοχές που εισήχθησαν στη καλλιέργεια τον προηγούμενο αιώνα. Η παρουσία των γεωργικών μηχανημάτων με μεγάλη ιπποδύναμη ευνόησε τη βαθειά άροση του εδάφους με μεγαλύτερη ταχύτητα και συχνά με κατεύθυνση κάθετη προς τις ισοϋψείς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση μεγάλων ποσοτήτων εδάφους από τα κυρτά μέρη της πλαγιάς του λόφου στα κοίλα κατώτερα τμήματα αυτής. Έτσι μειώθηκε σημαντικά η παραγωγή στις κυρτές και ευθύγραμμες επιφάνειες, ειδικά σε εδάφη με υπο επιφανειακούς περιοριστικούς ορίζοντες, όπως ο πετροκαλσικός ή ο συμπαγής βράχος (Εικόνα 4). 3

4 Μακρόχρονες μελέτες σε λοφώδεις καλλιεργούμενες περιοχές της Θεσσαλίας έδειξαν ότι η διάβρωση λόγω άροσης και όχι η διάβρωση από το νερό αποτελεί το σημαντικότερο παράγοντα υποβάθμισης της γης σε περιοχές που καλλιεργούνται με σιτηρά, αμπέλια και ελιές. Η διάβρωση από το νερό ευθύνεται για την απώλεια μερικών χιλιοστών εδάφους (1 3 mm) ή σε ορισμένες περιπτώσεις, η απώλεια είναι ακόμη μικρότερη. Στις ίδιες περιοχές η συνολική απώλεια εδάφους λόγω μηχανικής διάβρωσης εκτιμάται στα 12 16 mm ανά έτος. Επίσης εκτιμάται ότι το 8% της γεωργικής λοφώδους γης στην Ελλάδα θα έπρεπε να είχε εγκαταλειφθεί τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω χαμηλής παραγωγικότητας, που προήλθε από τη διάβρωση του εδάφους. Ωστόσο οι περιοχές αυτές παραμένουν στη γεωργία, εξαιτίας των επιδοτήσεων. Ημίξηρες περιοχές εξ ορισμού είναι ελλειμματικές σε νερό και συνεπώς ενδέχεται να είναι επιρρεπείς στις περιβαλλοντικές μεταβολές και σε περιορισμένη ανάπτυξη των φυτών. Το νερό που είναι διαθέσιμο για τα μη αρδευόμενα φυτά εξαρτάται τόσο από τις κλιματικές συνθήκες (βροχοπτώσεις, εξατμισοδιαπνοή) όσο και από την ικανότητα του εδάφους να αποθηκεύσει το νερό. Η αποθηκευτική ικανότητα του εδάφους σε νερό ορίζεται ως η ικανότητα συγκράτησης νερού κάθε εδαφικής στρώσης ξεχωριστά και σχετίζεται με την κοκκομετρική σύσταση του εδάφους, το βάθος, το συνολικό ποσοστό χαλικιών, το μητρικό υλικό κλπ. Η παραγωγή στις λοφώδεις περιοχές της Μεσογείου σχετίζεται άμεσα με το βάθος του εδάφους. Λοφώδη εδάφη που σχηματίζονται σε συμπαγή μητρικά υλικά όπως ο ασβεστόλιθος, ο ψαμμίτης και η ηφαιστιακή λάβα συνήθως έχουν περιορισμένο βάθος ριζοστρώματος, αφού τα εδάφη αυτά έχουν υποστεί διάβρωση και είναι αβαθή. Το βάθος του εδάφους καθορίζει την έκταση που καταλαμβάνει το ριζικό σύστημα και τον όγκο του εδάφους από τον οποίο τα φυτά καλύπτουν τις ανάγκες τους σε νερό και θρεπτικά συστατικά. Κάτω από ξηρές κλιματικές συνθήκες, που συνήθως επικρατούν σε αυτές τις περιοχές, η παραγωγή των μη αρδευόμενων καλλιεργειών μειώνεται δραστικά, ενώ η καλλιέργεια εδαφών με βάθος μικρότερο από 30 εκατοστά δεν είναι πλέον επικερδής. Εικόνα 4. Μεταβολές στο βάθος του εδάφους και την παραγωγή βιομάζας σιτηρών σε διάφορες θέσεις που υπόκεινται σε έντονη διάβρωση λόγω άροσης. Η εγκατάλειψη της γης έχει επηρεαστεί και από την αύξηση της παραγωγικότητας, που προκύπτει με τη χρήση των νέων καλλιεργητικών μεθόδων. Στα πρώτα χρόνια της Ευρωπαϊκής Κοινής Αγοράς έγινε σαφές ότι η μείωση των γεωργικών εκτάσεων δεν ήταν ικανή να εξισορροπήσει την αυξημένη παραγωγή. Έτσι το 1968 προτάθηκε το Σχέδιο Μάνσχολτ (Mansholt Plan), για να ενθαρύνει την εγκατάλειψη επιπλέον 5 εκατομμυρίων εκταρίων στη νότια Γαλλία και ειδικότερα στην ορεινή περιοχή Massif Central, στην Κορσική και στην νότια Ιταλία. Πρόσφατα περιοχές στη νότια Ευρώπης έχουν μείνει προσωρινά ακαλλιέργητες, με το καθεστώς επιδοτήσεων για αγρανάπαυση. Ωστόσο, το μέτρο αυτό δεν διαχωρίζει τη γη που δεν θα έπρεπε να καλλιεργείται καθόλου. ΚΙΝΗΤΡΑ ΑΙΤΙΕΣ ΚΑΙ ΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ ΤΗΣ ΓΗΣ Οι μεταβολές στις χρήσεις γης στην περιοχή της Μεσογείου που έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια οφείλονται σε φυσικούς ή τεχνικούς παράγοντες ή και σε κοινωνικο οικονομικές αιτίες. Ειδικές χρήσεις γης έχουν συνδεθεί με δημογραφικά στοιχεία και πιέσεις στους φυσικούς πόρους. Από τα μέσα του 19 ου αιώνα, όπου ξεκίνησε η συστηματική αγροτική ανάπτυξη, η περιοχή έχει υποστεί σημαντικές μεταβολές. Η κακή διαχείρηση της γης

είχε ως αποτέλεσμα τη μεταφορά του αγροτικού πληθυσμού (και των δραστηριοτήτων του) σε υποβαθμισμένες περιοχές, που δεν ήταν κατάλληλες για τη γεωργία. Οι ανθρώπινες παρεμβάσεις στο περιβάλλον είχαν ολοένα και περισσότερο αρνητικά αποτελέσματα, με την άσκηση συμβατικού τύπου εκτατικές καλλιέργειες σε μεγάλη κλίμακα, που επηρέασαν τις ιδιότητες του εδάφους και δημιούργησαν συνθήκες διάβρωσής. Η επέκταση των γεωργικών περιοχών σε βάρος δασικής γης συνεπάγεται σειρά μεγάλων οικολογικών μεταβολών, εξαιτίας της αποψίλωσης και της διακοπής της ισορροπίας μεταξύ γεωργίας, κτηνοτροφίας και δασών. Η εντατική καλλιέργεια και οι περιορισμένες επενδύσεις στις λοφώδεις περιοχές είχαν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση και εγκατάλειψη ης γης. Τα αγροτικά εισοδήματα συνήθως δεν επενδύονται σε μέτρα προστασίας της γης, αλλά απλώς επαναεπενδύονται στην καλλιέργεια άλλης περιοχής. Σήμερα η σημαντικότερη μεταβολή στην κατανομή των γεωργικών χρήσεων γης στη Μεσόγειο αφορά την εντατικοποίηση, εκμηχάνιση, χρήση χημικών και άρδευση. Η λεκάνη Guadalentin στη νοτιο ανατολική Ισπανία αποτελεί παράδειγμα για τις αρνητικές επιδρασεις που ασκούν οι μεταβολές χρήσεις γης και η αύξηση του πληθυσμού στην υποβάθμιση της γης. Όλη η περιοχή διακρίνεται για το υδρολογικό έλλειμμά της, που είναι το μεγαλύτερο στην Ιβηρική χερσόνησο, αλλά και στην Ευρώπη. Από το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα, όταν άρχισε η αγροτική ανάπτυξη στη Guadalentin, η περιοχή έχει υποστεί πολλές μεταβολές. Οι γεωργικές δραστηριότητες και, μέχρι ένα βαθμό, οι εξορύξεις έχουν επηρεάσει το αγροτικό τοπίο και το περιβάλλον γενικότερα. Στη λοφώδη περιοχή της λεκάνης της Guadalentin η ανθρωπογενούς τύπου υποβάθμιση της γης είναι έντονη και αποδίδεται τόσο στην εντατική καλλιέργεια δημητριακών, όσο και στη βόσκηση ή την εκμετάλλευση των πόρων του δρυοδάσους (quercus) (Εικόνα 5). Οι πολιτικές αποφάσεις που λήφθηκαν με άξονα την οικονομία είχαν ως αποτέλεσμα την επέκταση της γεωργικής γης σε οριακές περιοχές με φτωχά εδάφη. Οι γεωργικές πρακτικές και οι τρόποι διαχείρισης της γης που ακολουθήθηκαν ήταν ακατάλληλοι σε σχέση με τις ιδιότητες του εδάφους, την τοπογραφία και το κλίμα της περιοχής και είχαν ως κίνητρο οικονομικέςπολιτικές αποφάσεις. Μια άλλη αρνητική ανθρωπογενής επίδραση στο τοπίο της περιοχής Guadalentin αφορά στη χρήση, σε μεγάλη κλίμακα, συμβατικής γεωργίας εκτατικού τύπου, με χρήση γεωργικών μηχανημάτων. Η πρακτική αυτή υποβάθμισε τις ιδιότητες του εδάφους που σχετίζονταν με της διεργασίες αποσάθρωσης και διάβρωσης. Στη συνέχεια, τόσο λόγω οικονομικών ανησυχιών όσο και για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υποβάθμισης, μεγάλες περιοχές έπρεπε είτε να εγκαταλειφθούν είτε να χρησιμοποιηθούν μόνο για βόσκηση. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών ευνοϊκές εδαφικές και κλιματικές συνθήκες καθώς και η διαθεσιμότητα επιφανειακών και υπόγειων υδάτων οδήγησαν στην εντατική καλλιέργεια των πεδινών περιοχών της Μεσογείου, με παράλληλες μεγάλες επενδύσεις. Η ανάπτυξη γεωργίας μεγάλων αποδόσεων στις πεδιάδες απέδωσε πολύ μεγαλύτερο εισόδημα στους αγρότες σε σχέση με τη παραγωγή και το εισόδημα λοφωδών περιοχών ή περιοχών με αναβαθμούς. Επιπρόσθετα, η ανάπτυξη ταχέων μέσων μεταφοράς κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια και η διαθεσιμότητα διακοπών χαμηλού κόστους έχουν ενθαρρύνει την ανάπτυξη μαζικού τουρισμού, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. 5

ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ Η Λεκάνη Guadalentin, Ισπανία 6 Εικόνα 5. Λοφώδεις υποβαθμισμένες περιοχές στη λεκάνη Guadalentin της Ισπανίας (πάνω) και της λεκάνης Agri της Ιταλίας (κάτω) όπου η φυσική βλάστηση αντικαταστάθηκε από γεωργικές καλλιέργειες. Η γρήγορη ανάπτυξη του τουρισμού σε όλη τη μεσογειακή Ευρώπη έχει οδηγήσει στην εντατικοποίηση της γεωργίας στις πεδινές περιοχές, στην εγκατάλειψη των καλλιεργειών σε αναβαθμούς και στην αύξηση του αριθμού και της συχνότητας των πυρκαγιών. Οι αυξημένες ανάγκες νερού ύδρευσης και άλλες οικονομικές δραστηριότητες προκάλεσαν την άνοδο στην τιμή του νερού, με επακόλουθο την αύξηση του κόστους παραγωγής γεωργικών προϊόντων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται για άρδευση νερό χαμηλής ποιότητας (υψηλής ηλεκτρικής αγωγιμότητας). Η άρδευση με νερό υψηλής συγκέντρωσης σε άλατα αύξησε το επίπεδο αλάτων στο έδαφος, με επακόλουθο τη δημιουργία μη παραγωγικών γαιών, που ερημοποίηθηκαν και εγκαταλείφθηκαν, ιδιαίτερα στις πεδιάδες που βρίσκονται κοντά στις ακτές. Στη μεσογειακή Ευρώπη η υποβάθμιση της γης και η εγκατάλειψή της έχουν επηρεαστεί από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες. Στις επόμενες σελίδες παρουσιάζονται παραδείγματα εγκατάλειψης γης στην Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Η λεκάνη της περιοχής Guadalentin βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Ισπανίας. Αποτελεί μέρος του ορεινού συγκροτήματος Betic. Η οροσειρά αυτή αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο σύνθετο ορεινό σύστημα που σχηματίστηκε κατά τις μετακινήσεις της αλπικής ορογένεσης. Τα εδάφη έχουν σχηματισθεί κυρίως σε μαργαϊκούς σχιστόλιθους σε συνδυασμό με ιλυολίθους και ψαμμίτες. Αυτά τα μητρικά υλικά αποσαθρώθηκαν με την πάροδο του χρόνου και έχουν σχηματίσει λεπτόκοκκα και εύθρυπτα εδάφη πλούσια σε αδρομερή υλικά λίθων, που μεταφέρθηκαν στην επιφάνεια με την καλλιέργεια. Η επικρατούσα φυσική βλάστηση της περιοχής είναι θάμνοι (matorral) με διάσπαρτα δένδρα χαλεπίου πεύκης (pinus halepensis), ενώ σε μεγαλύτερα υψόμετρα υπάρχουν θάμνοι από πουρνάρια (quercus coccifera). Στο τοπίο κυριαρχούν αγροί που έχουν εγκαταλειφθεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και οι οποίοι διατηρούν διαφορετικούς τύπους βλάστησης. Η ετήσια βροχόπτωση κυμαίνεται από 250 έως 300 mm με μεγάλη εποχιακή διακύμανση (εμφανίζονται κυρίως από τον Οκτώβριο έως το Μάρτιο). Η μέση ετήσια θερμοκρασία κυμαίνεται από 16 ο C 17 ο C και η εξατμισοδιαπνοή από 900 έως 1200 mm. Η εγκατάλειψη σε αυτή την περιοχή αναφέρεται σε γη που έχει απομακρυνθεί από κάθε είδος γεωργικής παραγωγής (Εικόνα 6) ή σε γη η οποία προστατεύεται από την εντατική βόσκηση, για την αναγέννηση της φυσικής βλάστησης. Ολική εγκατάλειψη σημαίνει ότι η γη έχει αφεθεί να επιστρέψει στη φυσική κατάστασή της χωρίς καμιά παρέμβαση από τον άνθρωπο. Σε οικολογικές μελέτες η εγκατάλειψη χρησιμοποιείται με τη γενικότερη έννοια του όρου, για να αναφερθεί σε μεταβολές στη χρήση της γης από την παραδοσιακή ή πρόσφατη σε μια άλλη, λιγότερο εντατική, μορφή. Στη λεκάνη Guadalentin, ιδιαίτερα στις περιοχές ξηρικής καλλιέργειας, οι βασικοί παράγοντες που οδηγούν σε εγκατάλειψη της γης εστιάζονται στην αύξηση της ξηρότητας του κλίματος και στις δημογραφικές μεταβολές. Είναι πιο πιθανό να ξεκινήσουν οι διαδικασίες της εγκατάλειψης σε περιοχές με ξηρικές καλλιέργειες, αφού οι αρδευόμενες καλλιέργειες απαιτούν μικρότερες εκτάσεις και αποδίδουν υψηλότερα κέρδη. Γενικά, η

ξηρική γεωργία στην περιοχή γίνεται ολοένα και πιο περιθωριακή. Οι επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση ικανοποιητικού εισοδήματος στους αγρότες, συνεπώς οποιαδήποτε μεταβολή στους κανονισμούς της ΕΕ θα επηρεάσει τις αποφάσεις άσκησης γεωργίας στην περιοχή. Η ηλικία των αγροτών αποτελεί άλλο σημαντικό παράγοντα για την εγκατάλειψη της γης στην περιοχή. Οι νέες γενιές είναι απρόθυμες να συνεχίσουν τις αγροτικές δραστηριότητες, που δεν εξασφαλίζουν το εισόδημά τους και επιλέγουν να εργαστούν σε άλλους οικονομικούς τομείς, συχνά μακρυά από τις αργοτικές περιοχές. Εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει και ο κατακερματισμός του αγροτικού κλήρου. Για να είναι επικερδής μια ξηρική καλλιέργεια, απαιτείται μεγάλη έκταση, αλλά ο τεμαχισμός της γης κατά την μεταφορά από τους γονιούς στα παιδιά δημιουργεί επιπλέον δυσκολίες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της περιοχής Guadalentin στη Μούρσια, περιοχές με αμυγδαλιές είναι πιθανότερο να εγκαταλειφθούν Η ξηρική καλλιέργεια της αμυγδαλιάς είναι η πλέον σημαντική και χρησιμοποιείται ευρέως τόσο σε περιοχές με αναβαθμούς, όσο και σε υποβαθμισμένα εδάφη. Σε κάποιες περιοχές έχει αλλάξει η χρήση γης σε ελαιώνες, επειδή η ΕΕ χορηγεί μεγαλύτερη επιδότηση. Οι χαμηλές τιμές της αγοράς και η επακόλουθη μικρή δυνατότητα κέρδους, τα καιρικά φαινόμενα όπως η ξηρασία και ο παγετός αλλά και ο ανταγωνισμός από τις αγορές άλλων χωρών αποτελούν παράγοντες που οδηγούν στην εγκατάλειψη της γης. Εικόνα 6. Εγκαταλειμμένη γη με αναβαθμούς, σε ξηρές κλιματικές συνθήκες, στην Αλμερία της Ισπανίας. Η κατώτερη περιοχή του έσω Alentejo Η περιοχή βρίσκεται στα νότια του Alentejo, νοτιοανατολικά της Λισαβόνας. Το τοπίο χαρακτηρίζεται από επίπεδες επιφάνειες και ομαλές κλίσεις που δεν ξεπερνούν το 25%. Ωστόσο κατά τόπους παρατηρούνται απότομες κλίσεις, εξαιτίας της λιθολογίας της περιοχής (εμφάνιση του βράχου) ή όπου χείμαρροι κατά μήκος του ποταμού Guadiana διαβρώνουν έντονα το έδαφος. Τα εδάφη είναι Μεσογειακού τύπου, με χαρακτηριστικό ερυθρό χρώμα και είναι είτε αβαθή, με βάθος 10 έως 30 cm, ή πολύ αβαθή, με βάθος μικρότερο από 5cm. Το κλίμα είναι μεσογειακό και κατά τόπους ηπειρωτικό. Οι βροχοπτώσεις συγκεντρώνονται το φθινόπωρο και το χειμώνα (κατά μέσο όρο το 67% των συνολικών ετήσιων βροχοπτώσεων) και ακολουθούνται από μακρά περίοδο ξηρασίας και ζέστης, από το Μάιο μέχρι το Σεπτέμβριο. Η μεταβλητότητα των βροχοπτώσεων είναι πάρα πολύ έντονη τόσο ανά έτος (όπου κυμαίνεται από 1041.4 mm το 1989 1990 έως τα 236.4 mm το 1980 1981) όσο και ανά μήνα (η συνολική μέση βροχόπτωση για την περίοδο από το 1931 έως το 1990 ήταν 562 mm). Ενίοτε η βροχόπτωση αυτή αφορά μικρό αριθμό πολύ έντονων καιρικών φαινομένων, με καταιγίδες. Οι περίοδοι ξηρασίας, οι οποίες μερικές φορές διήρκησαν αρκετά χρόνια (για παράδειγμα από το 1980 έως το 1982 ή από το 1990 έως το 1993) ασκούν μεγαλύτερες κοινωνικό οικονομικές επιπτώσεις παρά οι περίοδοι με μεγάλες βροχοπτώσεις. Η ανάλυση της εξέλιξης στις χρήσεις γης στην κατώτερη περιοχή του έσω Alentejo για τα τελευταία 300 χρόνια έδειξε ότι η γεωργική γη αυξήθηκε δραματικά, σε βάρος των δασών και των θαμνωδών περιοχών. Στην αρχή του 19 ου αιώνα η γεωργία ήταν ήδη ευρέως διαδεδομένη στην περιοχή, με την καλλιέργεια σιτηρών αλλά και τη βόσκηση. Η εντατική ανθρωπογενής υποβάθμιση του περιβάλλοντος της περιοχής, ειδικά εκείνων των τμημάτων που δεν ήταν κατάλληλα παρά μόνο για βόσκηση ήπιας μορφής, ξεκινά από το Μεσαίωνα. Από το 1900 έως το 1950 ενισχύθηκε ο εποικισμός της περιοχής, με μέτρα κατανομής των φυσικών περιοχών που μετατράπηκαν σε σιτοβολώνες Το μεγαλύτερο μέρος της κατώτερης περιοχής του έσω Alentejo μετατράπηκε σε άδενδρη περιοχή, με μοναδική καλλιέργεια τα σιτηρά, εκτός από μερικές συστάδες δρυών και θάμνων. Η κυβερνητική πολιτική, με την επονομαζόμενη Εκστρατεία Σίτου, 7

8 ενίσχυσε την πρακτική αυτή, αφού ενίσχυε τους αγρότες με σπόρους, λιπάσματα, μηχανήματα και επιδοτήσεις. Παρόλα αυτά, η εκστρατεία του σιταριού δεν ήταν επιτυχής. Μετά το 1950 αντιλήφθηκαν ότι η υποβάθμιση της γης είχε πλέον πάρει σοβαρές διαστάσεις. Από το 1950 έως το 1985 άρχισε η υποβάθμιση της γεωργίας, οι κάτοικοι άρχισαν να μεταναστεύουν στις μεγαλουπόλεις του εσωτερικού ή του εξωτερικού, με αποτέλεσμα την πληθυσμιακή ερήμωση της περιοχής. Η εγκατάλειψη της γης ήταν πλέον πραγματικότητα. Μετά την είσοδο της Πορτογαλίας στην ΕΕ, το 1986, το κόστος για την παραγωγή των σιτηρών ήταν κατά 3 έως 4 φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο κόστος σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της βόρειας Ευρώπης. Οι τάσεις που υπάρχουν σήμερα ευνοούν την εγκατάλειψη της γης ή τη μετατροπή της σε δασική έκταση με φυτά δρυός (Quercus suber, Quercus ilex) ή πεύκης (Pinus pinea), που αποτελεί και την πιο συχνή επιλογή. Ωστόσο πρόσφατα στην περιοχή σημειώθηκε νέο ενδιαφέρον για την κτηνοτροφία, κυρίως την εκτροφή αγελάδων, παράλληλα με την εκτροφή αιγοπροβάτων, που διατηρούνταν ήδη στην περιοχή από προηγούμενα έτη. Το ενδιαφέρον αυτό ενισχύεται με τις επιδοτήσεις από την Κοινή Γεωργική Πολιτική. Έτσι μεγάλες εκτάσεις που είχαν εγκαταλειφθεί μετατρέπονται σε βοσκοτόπια τόσο φυσικού όσο και βελτιωμένου τύπου (Εικόνα 7). Ωστόσο το έδαφος είναι πάρα πολύ ευαίσθητο κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, αφού υπόκειται σε πρακτικές που ευνοούν τη υποβάθμιση των φυσικών και χημικών του ιδιοτήτων. Η υποβάθμιση μπορεί να εμφανιστεί όταν κόβονται ή καταστέφονται οι θάμνοι, αλλά και κατά την προετοιμασία του βοσκότοπου για τη σπορά, εάν η άροση γίνει πολύ βαθιά. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τα εδαφοκλιματικά χαρακτηριστικά της περιοχής, η εγκατάλειψη της γης επιτρέπει τη βελτίωση του εδάφους και ευνοεί την εμφάνιση ειδών φυσικής βλάστησης (ετήσιων και πολυετών). Η βλάστηση αυτή ελαχιστοποιεί και σχεδόν εξουδετερώνει τη διεργασία διάβρωσης του εδάφους. Στα πλαίσια του προγράμματος MEDALUS II έγιναν μετρήσεις των ιδιοτήτων του εδάφους. Για τις μετρήσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν τεμάχια εγκαταλειμμένης γης με διαστάσεις 20 επί 20 μέτρα. Η εγκατάλειψη των τεμαχίων αυτών κυμαίνονταν χρονικά από λιγότερο από 5 χρόνια έως περισσότερο από 25 χρόνια. Τα αποτελέσματα έδειξαν σαφή βελτίωση ως προς τη ποσότητα σε οργανική ουσία, τις συνθήκες αποστράγγισης,καθώς επίσης και στην κάθετη ανάπτυξη του εδάφους. Όσο μεγάλωνε ο χρόνος εγκατάλειψης, τόσο πυκνότερη γινόταν η κάλυψη με βλάστηση, ενώ εμφανίστηκε και μεγαλύτερος αριθμός φυτικών ειδών. Εικόνα 7. Εγκαταλειμμένη γη στο Alentejo της Πορτογαλίας που σήμερα έχει αναδασωθεί και χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος Η λεκάνη Agri, Ιταλία Η λεκάνη Agri βρίσκεται στην περιφέρεια Basilicata της νότιας Ιταλίας. Τοποθετείται στο μέσον της οροσειράς Basilicata Apennine και καλύπτει 1730 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ο πληθυσμός ανέρχεται στους 94.291 κατοίκους. Ο ποταμός Agri, μήκους 136 χιλιομέτρων, διασχίζει την περιοχή και εκβάλλει στη Μεσόγειο Θάλασσα. Το τοπίο άλλαξε δραστικά κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα. Εκτιμάται ότι στην αρχή του 19 ου αιώνα η περιοχή Basilicata υπήρχαν 290.000 εκτάρια δασικής έκτασης. Το 17% της έκτασης αυτής καταστράφηκε από το 1800 έως το 1860, το 20% από το 1860 έως το 1908 και το 19% από το 1908 έως το 1930. Περισσότερο από το μισό της δασικής κάλυψης καταστράφηκε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, παρόλα τα μέτρα που λήφθηκαν από τις Γαλλικές και Βουρβονικές αρχές. Η αύξηση του πληθυσμού αποτέλεσε τη βασική αιτία, αλλά ρόλο έπαιξαν και οι κοινωνικές μεταβολές του προηγούμενου αιώνα. Παράλληλα οι αρχές έδιναν την μάχη για το σιτάρι,τόσο για να καλύψουν τις ολοένα και μεγαλύτερες ανάγκες του πληθυσμού, όσο και για να αποτρέψουν τη μετανάστευση. Ως αποτέλεσμα, η καλλιεργήσιμη έκταση αυξήθηκε, αλλά μειώθηκαν τα μέτρα προστασίας του εδάφους. Την τελευταία δεκαετία η λεκάνη Agri ακολουθεί τις τάσεις που υπάρχουν και στην υπόλοιπη περιφέρεια Basilicata. Παρατηρείται συρρίκνωση των μεγεθών

στη Συνολική Γεωργική Επιφάνεια και στην Χρησιμοποιούμενη Γεωργική Επιφάνεια. Η μείωση αυτή επηρεάζει το είδος και την κατανομή των καλλιεργειών. Θεωρώντας ότι κάθε τύπος καλλιέργειας απαιτεί μεγαλύτερες παρεμβάσεις σε ένταση και συχνότητα (για παράδειγμα, οι καλλιέργειες σιτηρών ή οπωροφόρων) και αναλυθούν οι μεταβολές, προκύπτει ότι σε όλη την γεωργική επιφάνεια της λεκάνη Agri έχει συρρικνωθεί η γεωργική χρήση γης (Εικόνα 8). Η σύγκριση αυτών των πληροφοριών με τις υπάρχουσες τάσεις στις καλλιέργειες σιτηρών ή οπωροφόρων δέντρων όσον αφορά στην Καλλιεργούμενη Γεωργική Επιφάνεια επιτρέπει την καλύτερη ερμηνεία για το τι έχει συμβεί στα διάφορα τμήματα της λεκάνης. Στην κατώτερη περιοχή της λεκάνης Agri, παρόλο που υπήρχε συρρίκνωση της γεωργικής γης κατά 10%, ο πρωτογενής τομέας εντατικοποιήθηκε. Έτσι το 91% της καλλιεργούμενης γεωργικής επιφάνειας αποδόθηκε στις εντατικές καλλιέργειες. Στην πραγματικότητα ο γεωργικός τομέας ανταγωνίζεται έντονα με τις υπόλοιπες οικονομικές δραστηριότητες και ιδιαίτερα με τον τουριστικό τομέα για τη χρήση των εδαφικών πόρων της περιοχής. Αυτός ο ανταγωνισμός εξηγεί και την προοδευτική μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Στη μέση περιοχή της λεκάνης οι τιμές στη Συνολική Γεωργική Επιφάνεια παρουσιάζουν αρνητικές τάσεις σε εκτεταμένο αριθμό γεωργικών δραστηριοτήτων και σε προοδευτική εγκατάλειψη της γης. H άνω περιοχή της λεκάνης Agri παρουσιάζει παρόμοια συμπεριφορά αν και οι τάσεις είναι λιγότερο έντονες σε σύγκριση με την κατώτερη περιοχή της. Εικόνα 8. Περιοχή στο άνω τμήμα της λεκάνης Agri της Ιταλίας, όπου η γη είναι έντονα υποβαθμισμένη και εγκαταλειμμένη. Η νήσος Λέσβος, Ελλάδα Η νήσος Λέσβος βρίσκεται στο βοριοανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους και καλύπτει επιφάνεια 163.429 εκταρίων. Χαρακτηρίζεται από ποικιλία τοπίων, λιθολογίας και κλιματικών συνθηκών. Παρατηρείται πλήθος χρήσεων της γης που είναι αντιπορσωπευτικές της περιοχής της Μεσογείου, για παράδειγμα τα ημιφυσικά δάση, οι θαμνώδεις εκτάσεις και η γεωργική γη, που σήμερα εγκαταλείπεται. Το κλίμα της περιοχής χαρακτηρίζεται από άνισα κατανεμημένες βροχοπτώσεις, ανάλογα με την εποχή και την περιοχή. Παρατηρούνται επίσης μεγάλες διακυμάνσεις μεταξύ της ελάχιστης και της μέγιστης ημερήσιας θερμοκρασίας, μεταβολές χαρακτηριστικές των μεσογειακών κλιματικών συνθηκών. Η βροχόπτωση εμφανίζει χωρική μεταβολή με μέση ετήσια βροχόπτωση που μεταβάλλεται από 677 mm (ανατολική Λέσβος) σε 415 mm (δυτική Λέσβος). Το μεγαλύτερο μέρος της νήσου είναι ήδη πολύ υποβαθμισμένο και ερημοποιημένο και το υπόλοιπο τμήμα ακολουθεί μια βραδεία αλλά σταθερή υποβάθμιση των φυσικών πόρων. Η ανάλυση στην εξέλιξη των χρήσεων της γης στη Λέσβο για τα τελευταία 4000 χρόνια έδειξε ότι η γεωργική γη είχε αντικαταστήσει δασικές εκτάσεις σε μεγάλο βαθμό. Ειδικά στο ξηρότερο δυτικό τμήμα του νησιού, πολλές περιοχές που κάποτε καλύπτονταν από δάση αποψιλώθηκαν για γεωργικούς σκοπούς. Όμως δεν εφαρμόσθηκαν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας του εδάφους, με αποτέλεσμα οι περιοχές αυτές να διαβρωθούν έντονα και στη συνέχεια να εγκαταλειφθούν. Η υπερβόσκηση και οι πυρκαγιές κατέστρεψαν περαιτέρω τη φυσική βλάστηση και απέτρεψαν την αναγέννηση της. Σήμερα οι περιοχές αυτές είναι κυρίως μη παραγωγικές, αραιοκατοικημένες και ερημοποιημένες. Οι κοινωνικο οικονομικές και πολιτικές συνθήκες καθόρισαν την επίδραση του ανθρώπου στο περιβάλλον. Η επίδραση αυτή ήταν ολοένα και περισσότερο αρνητική και οδήγησε στην ερημοποίηση της γης. Πριν από περίπου 45 50 χρόνια, περιοχές που καλλιεργούνταν εκτατικά με σιτηρά, αμπέλια και ελιές εγκαταλείφθηκαν, λόγω της χαμηλής παραγωγικότητας. Μετά την εγκατάλειψη, η περιοχή χρησιμοποιήθηκε για μέτρια βόσκηση και οι θάμνοι που αναπτύσσονταν 9

καταστρέφονταν περιστασιακά από πυρκαγιές (Εικόνα 9). Εικόνα 9. Περιοχή της Λέσβου με έντονη υποβάθμιση και εγκατάλειψη, μετά από μακρά περίοδο με ξηρικές καλλιέργειες και σήμερα χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος. Η ανάλυση των μικρό και μάκρο παραγόντων που επηρέασαν την λήψη απόφασης αλλαγής χρήσης γης από γεωργία σε εγκαταλειμμένη που συνοδεύτηκε από βόσκηση, για την περίοδο από το 1965 έως το 2002, απέδειξε ότι οι βασικοί παράγοντες είναι: το μέγεθος της οικογένειας, το μέγεθος του αγροκτήματος, η ετήσια βροχόπτωση, η εφαρμογή της πολιτικής προστασίας φυσικών πόρων, η γειτνίαση με χώρους αναψυχής, η ευαισθησία της γης στην ερημοποίηση και η ύπαρξη αναβαθμών (Εικόνα 10). 10 Εγκατάλειψη της γης μπορεί να συμβεί σε περιοχές που επικρατούν αντίξοες κλιματικές συνθήκες. Περιοχές με χαμηλή ετήσια βροχόπτωση και μεγάλη ευαισθησία στην ερημοποίηση είναι περισσότερο ευάλωτες στη μεταβολή από τη γεωργική χρήση γης σε βοσκότοπο. Στην ίδια μελέτη βρέθηκε ότι τμήματα γης παραμένουν στη γεωργία μόνο κάτω από ορισμένες συνθήκες που αφορούν το φυσικό περιβάλλον, τα κοινωνικο οικονομικά δεδομένα, καθώς και τις συνθήκες διαχείρισης της γης. Οι παράγοντες που δεν ευνοούν τη μεταβολή στη χρήση της γης σχετίζονται με το βάθος του εδάφους, με ξηρές ύφυγρες κλιματικές συνθήκες (μεγάλη ετήσια βροχόπτωση) και τη μικρή ευαισθησία στην ερημοποίηση. Εικόνα 10. Οι σημαντικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τη μεταβολή χρήση γης από γεωργία σε βοσκότοπο στην Λέσβο. ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΑΠΟ ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΓΗΣ Η εγκατάλειψη της γης αποτελεί σημαντικό ζήτημα στις περιοχές όπου η υποβάθμιση της γης έχει ήδη γίνει σημαντικό πρόβλημα. Οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εγκατάλειψη της γης αφορούν τόσο το περιβάλλον όσο και την οικονομική ζωή των τοπικών κοινοτήτων. Ανάλογα με το βαθμό προστασίας του εδάφους, μια από τις δυο παρακάτω τάσεις ακολουθεί συνήθως την εγκατάλειψη της γης, με διαμετρικά αντίθετα αποτελέσματα: 1. Αναγέννηση της φυσικής βλάστησης, επέκταση του δάσους και των θάμνων το οικοσύστημα οδηγείται στην πλήρη αποκατάστασή του. 2. Υποβάθμιση της φυσικής βλάστησης και ερημοποίηση, εξαιτίας της αύξησης της υπερβόσκησης η κατάσταση επιδεινώνεται με τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τις επιδοτήσεις μέσω της κοινής αγροτικής πολιτικής. Eάν η εγκαταλειμμένη γη θα ανακτήσει εξαρτάται τόσο από την κατάσταση της γης, τη χρονική στιγμή της εγκατάλειψής της,όσο και από τις συνθήκες που ακολουθούν. Η γη που είναι περισσότερο ευαίσθητη σε περαιτέρω υποβάθμιση είναι αυτή που βρίσκεται σε επικλινείς περιοχές με αβαθή εδάφη, τα οποία έχουν προστατευθεί από την διάβρωση κατά το παρελθόν με αναβαθμούς. Τα εδάφη αυτά βρίσκονται σε προσωρινά σταθερή ισορροπία, η

οποία ισχύει μόνο εφόσον οι αναβαθμοί προσεγγίζουν τα χαρακτηριστικά που υπήρχαν πριν συντηρούνται και τυχόν ζημιές επισκευάζονται από την καλλιέργεια. Η εγκατάλειψη αυτής της αμέσως. Με την εγκατάλειψη οι αναβαθμοί περιοχής είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση καταρρέουν, η διάβρωση του εδάφους επιταχύνεται και το χώμα απομακρύνεται από τις περιοχές αυτές. Σε επικλινείς περιοχές η ερημοποίηση προκύπτει, χαρακτηριστικών του εδάφους όπως το περιεχόμενο σε οργανική ουσία, την ικανότητα συγκράτησης του νερού, τη σταθερότητα στη δομή του εδάφους και όταν την γεωργική χρήση γης ακολουθεί την υδατοπερατότητα. εγκατάλειψη με παράλληλη εντατική βόσκηση. Τα ζώα καταναλώνουν την αναπτυσσόμενη βλάστηση Σχετικές μελέτες στο νησί της Λέσβου, σε περιοχές που είχαν εγκαταλειφθεί για 40 έως 45 χρόνια, που εμφανίζεται μετά την εγκατάλειψη, με έδειξαν ότι η πιο σημαντική βελτίωση του εδάφους αποτέλεσμα το έδαφος να παραμένει απροστάτευτο από τη διάβρωση το οποίο και υποβαθμίζεται με σχετιζόταν με την αύξηση της οργανικής ουσίας και τη σταθερότητα των εδαφικών συσσωματωμάτων γρήγορους ρυθμούς. Το σύστημα τείνει προς του επιφανειακού ορίζοντα(εικόνα 11). Τα εδάφη ερημοποίηση, εάν η παραγωγικότητα του εδάφους και τα επιτρεπόμενα όρια στη διάβρωση είναι μικρά και οι βιοκλιματικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την άμεση αναγέννηση της βλάστησης. Η υποβάθμιση που σχηματίστηκαν σε πυριγενή πετρώματα είχαν μικρότερη ικανότητα αναγέννησης της βλάστησης, με αποτέλεσμα μεγαλύτερους ρυθμούς διάβρωσης. Εδάφη που σχηματίστηκαν από σχιστόλιθο, βασικά της εγκαταλειμμένης γης είναι περισσότερο έντονη πυριγενή, σχίστη, μάρμαρο ή ηφαιστειακή λάβα σε επικλινείς περιοχές με ασβεστόλιθο ως μητρικό υλικό εδάφους, σε ημίξηρες κλιματικές συνθήκες και ιδιαίτερα σε νότιες εκθέσεις κλίσεων. Εάν στο τοπίο εμφανίζουν μεγαλύτερη ικανότητα αναγέννησης της φυσικής τους βλάστησης, ή τουλάχιστον ενός μέρους αυτής. που αναφέρθηκε επικρατούν ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, τότε το σύστημα τείνει προς αναγέννηση του φυσικού περιβάλλοντος. Ωστόσο, η αποκατάσταση μπορεί να μην είναι τόσο επικερδής οικονομικά όσο η γεωργική εκμετάλλευση της περιοχής. Αυτός είναι και ο λόγος που ορισμένοι θεωρούν τη δημιουργία νέων δασών σε εγκαταλειμμένη γεωργική γη ως διαδικασία υποβάθμισης, θέση η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι κοντόφθαλμη. 11 Οι επιδράσεις της εγκατάλειψης της γης στο περιβάλλον, ή καλύτερα στην ποιότητα της γης, μπορεί να είναι θετικές ή αρνητικές, ανάλογα με τις εδαφικές και κλιματικές συνθήκες της περιοχής. Εδάφη που βρίσκονται σε ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες και διατηρούν την φυτοκάλυψη μπορεί να βελτιωθούν με την πάροδο του χρόνου συσσωρεύοντας οργανική ουσία, αυξάνοντας την χλωρίδα και πανίδα, βελτιώνοντας τη δομή του εδάφους, αυξάνοντας την ταχύτητα διήθησης του νερού και συνεπώς μειώνεται το δυναμικό διάβρωσης. Μελέτες στη νότια Ισπανία έδειξαν ότι η εγκατάλειψη της γης μπορεί να φέρει θετικά αποτελέσματα μετά από περισσότερα από δέκα χρόνια καθώς κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα χαρακτηριστικά του εγκαταλειμμένου εδάφους Εικόνα 11. Μεταβολές στο ποσοστό οργανικής ουσίας στον επιφανειακό ορίζοντα εγκαταλειμμένων και καλλιεργούμενων εδαφών στο νησί της Λέσβου. Η φύση του μητρικού υλικού παίζει καθοριστικό ρόλο για την ανάπτυξη της φυσικής βλάστησης και την προστασία του εδάφους καθώς μειώνεται το βάθος λόγω διάβρωσης. Μελέτες στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος MEDALUS III της ΕΕ στην Λέσβο με ημίξηρες κλιματικές συνθήκες έδειξαν ότι μια καλλιεργούμενη λοφώδης περιοχή δεν θα υποστεί υποβάθμιση μετά την εγκατάλειψη,εκτός εάν η γη εγκαταλειφθεί πριν το έδαφος φθάσει στο κρίσιμο βάθος των 25 30 εκατοστά. Η αναγέννηση της φυσικής βλάστησης είναι μηδαμινή σε εδάφη αβαθέστερα και οι διεργασίες διάβρωσης είναι πολύ ενεργές καταλήγοντας σε υποβάθμιση και

12 ερημοποίηση. Εάν το βάθος του εδάφους μειωθεί κάτω των 10 εκ., ανάλογα με το μητρικό υλικό του εδάφους, η πολυετής βλάστηση δεν μπορεί πλέον να αναπτυχθεί και το έδαφος χάνεται με τη διάβρωση από τον άνεμο και τη βροχή. Η υποβάθμιση και η ερημοποίηση αυτής της κατηγορίας είναι μη αντιστρέψιμες διεργασίες. Μεγάλο τμήμα της κατώτερης περιοχής του έσω Alentejo στην Πορτογαλία που εγκαταλείφθηκε μετατράπηκε σε βοσκότοπους. Η μετατροπή αυτή είναι εφικτή είτε με την παραμονή της γης σε φυσική κατάσταση είτε με τη χρήση πρακτικών που τη βελτιώνουν, όπως η απομάκρυνση των θάμνων, η άροση και σπορά κλπ. Ωστόσο, αυτό το είδος διαχείρισης της γης μπορεί να επιφέρει προβλήματα υποβάθμισης, εφόσον το έδαφος υπόκειται σε πρακτικές που ευνοούν την υποβάθμιση των φυσικών και χημικών του ιδιοτήτων, όπως η απομάκρυνση των θάμνων και η βαθιά άροση. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τα φυσικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος, στην κατώτερη περιοχή του έσω Alentejo η εγκατάλειψη της γης συνήθως επιφέρει βελτίωση στην κατάσταση του εδάφους και ευνοείται η εμφάνιση μονοετών και πολυετών φυτικών ειδών, που ελαχιστοποιούν και τείνουν να εξουδετερώσουν τελείως τη διάβρωση του εδάφους. Τα πειραματικά αποτελέσματα του ερευνητικού προγράμματος MEDALUS II δείχνουν ότι μετά την εγκατάλειψη της γης, βελτιώθηκαν τόσο η περιεκτικότητα του εδάφους σε οργανική ουσία όσο και οι συνθήκες αποστάγγισής του. Η κάλυψη με βλάστηση αυξήθηκε, με μεγαλύτερο αριθμό φυτικών ειδών, όσο μεγαλύτερος ήταν ο χρόνος εγκατάλειψης. Η κάλυψη με βλάστηση αποτελεί πολύ σημαντικο παράγοντα για την προστασία του εδάφους μετά από την εγκατάλειψη της γης. Σε περιοχές που η φυτοκάλυψη είναι μικρή, αναμένεται ισχυρή διάβρωση και η υποβάθμιση της εγκαταλειμμένης γης μπορεί να είναι μη αναστρέψιμη. Πολλοί μελετητές έχουν δείξει ότι σε ένα μεγάλο εύρος περιβαλλοντικών συνθηκών η απορροή του νερού και η απώλεια ιζημάτων μειώνεται εκθετικά με την αύξηση του ποσοστού φυτοκάλυψης. Μελέτες που έγιναν στα Πυρηναία της Ισπανίας έδειξαν ότι μόνο 3,5% των αγρών που εγκαταλείφθηκαν για λιγότερο από 10 έτη δεν είχαν πρόβλημα διάβρωσης, ενώ το 60% των αγρών παρουσίασε έντονη επιφανειακή διάβρωση επειδή δεν είχε επαρκή φυτοκάλυψη. Μελέτες διάβρωσης εδαφών σε λοφώδεις περιοχές με θάμνους στη μεσογειακή Ευρώπη έδειξαν ότι η απορροή νερού και οι απώλειες ιζήματος αυξήθηκαν με την μείωση της ετήσιας βροχόπτωσης, με κρίσιμη τιμή βροχής 280 300 χιλ., όπου η φυτοκάλυψη ήταν ανεπαρκής. Σε περιοχές με βροχοπτώσεις μεγαλύτερες από την κρίσιμη τιμή η διάβρωση μειώθηκε. (Εικόνα 12). Σε περιοχές με εγκαταλειμμένη γεωργική γη η μέτρια βόσκηση μπορεί να οδηγήσει σε μέτρια αναγέννηση της βλάστησης, με υψηλό δείκτη ποικιλότητας. Η μείωση στη βλάστηση λόγω υπερβόσκησης μπορεί να περιλαμβάνει την απώλεια συγκεκριμένων φυτικών οικογενειών, όπως ψυχανθών και αγρωστωδών (leguminosae, gramineae) οι οποίες δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες καλής δομής εδάφους. Είδη φυτών των οικογενειών αυτών μπορούν όχι μόνο να προστατεύσουν την επιφάνεια του εδάφους από την ενέργεια των σταγόνων βροχής, αλλά και να μειώσουν την διάβρωση με την αύξηση της σταθερότητας της δομής του εδάφους. Εικόνα 12. Ετήσια επιφανειακή απορροή νερού (πάνω) και απώλειες εδαφικού ιζήματος (κάτω) σε λοφώδεις περιοχές της Μεσογείου με θαμνώδη βλάστηση. Η διεργασία υποβάθμισης της γης μπορεί να επιταχυνθεί εξίσου από μεγάλης πυκνότητας ζώα που βόσκουν, τα οποία υποβαθμίζουν την βλάστηση και συμπιέζουν το έδαφος (Εικόνα 13). Η διάβρωση του εδάφους αποτελεί την αναμενόμενη συνέπεια

της υπερβόσκησης, αφού η σταδιακή απογύμνωση του τοπίου εκθέτει το έδαφος στη διάβρωση από τη βροχή και τον αέρα. Η υπερβόσκηση σε οριακές κλιματικές και τοπογραφικές συνθήκες σε συνδυασμό με τις πυρκαγιές προκαλούν την παραιτέρω επιδείνωση των πόρων γης. Εικόνα 13. Βοσκότοπος με μεγάλο αριθμό ζώων, όπου ευνοείται η συμπίεση και η διάβρωση του εδάφους, στην περιοχή Beja της Πορτογαλίας. Η διατάραξη που προκαλείται από την υπερβόσκηση δεν καταλήγει στην ολοκληρωτική απομάκρυνση της βλάστησης, όπως συμβαίνει με την πυρκαγιά. Η επίδραση της φωτιάς είναι περισσότερο έντονη στις περιοχές με χαμηλή συχνότητα εμφάνισης της. Η αύξηση στη συχνότητα των πυρκαγιών οδηγεί στη μείωση των φυτικών ειδών, που προκαλείται από τα φυτικά είδη που δεν αναγεννωνται εύκολα εξαιτίας των συχνών πυρκαγιών. ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την προστασία της γης από την εγκατάλειψη δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στη γνώση των σημερινών χαρακτηριστικών της περιοχής που εγκαταλείφθηκε, αλλά και στην ιστορία των χρήσεων της γης (ή την εξέλιξη των χρήσεών της) για την περιοχή αυτή. Οι παράγοντες αυτοί δίδουν μια ιδέα για τις διεργασίες που αναμένεται να συμβούν στην περιοχή εγκατάλειψης. Πράγματι, οι περιοχές που εγκαταλείπονται πρώτες είναι αυτές που είτε καλλιεργούνται δύσκολα είτε είναι λιγότερο επικερδείς. Περιοχές όπως αυτές που υπάρχουν στη λεκάνη Guadalentin στην Ισπανία είναι οριακές με απότομες κλίσεις. Σε αυτές τις περιοχές η φυσική αναγέννηση είναι πολύ δύσκολη, η οποία γίνεται ακόμη δυσκολότερη λόγω της μεγάλης ξηρότητα του κλίματος και επιτείνει τα προβλήματα έλλειψης νερού. Το χαμηλό ποσοστό οργανικής ουσίας του εδάφους, η μικρή φυτοκάλυψη, οι απότομες κλίσεις του εδάφους, οι αντίξοες κλιματικές συνθήκες (βροχόπτωση μικρότερη από 300 χιλιοστά ανά έτος) με σποραδικές ισχυρές καταιγίδες, η ξηρασία και ισχυρή ηλιακή ακτινοβολία (περίπου 3000 ώρες ανά έτος) προκαλούν μεγάλο έλλειμμα εδαφικής υγρασίας. Αυτές οι συνθήκες ευνοούν τη συνεχή και έντονη διάβρωση. Οι φυσικές διεργασίες αναβάθμισης σε αυτές τις περιοχές είναι βραδείες, σχεδόν ανύπαρκτες και η μόνιμη κατάσταση διάβρωσης του εδάφους οδηγεί στην υποβάθμιση και ερημοποίηση του. Στο πλαίσιο των κοινωνικο οικονομικών συνθηκών που ισχύουν σήμερα στη νότια Ευρώπη φαίνεται ότι η εγκατάλειψη υποβαθμισμένων οριακών γεωργικών γαιών είναι αναπόφευκτη και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις ευεργετική για την διατήρηση των πόρων γης. Τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν αφορούν το πότε και το εάν η εγκατάλειψη της γης θα πρέπει να ακολουθηθεί από ελεγχόμενη βόσκηση ή να παραμείνει όπως έχει και να οδηγηθεί στην αναγέννηση της φυσικής βλάστησης χωρίς παρεμβάσεις. Οικοσυστήματα που μπορεί να προκύψουν μετά την εγκατάλειψη γεωργικής γης στη μεσογειακή Ευρώπης είναι τα ακόλουθα: 1. Ημίξηρη κλιματική ζώνη: Σε υποβαθμισμένες οριακές περιοχές, όπου η ετήσια βροχόπτωση δεν ξεπερνά τα 350 χιλιοστά, οποιαδήποτε μορφή εκμετάλλευσης της γης ως βοσκότοπου θα οδηγήσει στην περαιτέρω υποβάθμιση της και την ερημοποίηση. Από την άλλη πλευρά, εάν η γη αφεθεί μόνη της και προστατευτεί από τη βόσκηση, ένας αριθμός φυτικών ειδών περιορισμένης ανάπτυξης, ανθεκτικών στην ξηρασία, θα αναπτυχθούν εμποδίζοντας την περαιτέρω υποβάθμιση. Επιπλέον,η αναγεννηθείσα βλάστηση θα μπορούσε να αποφέρει περιβαλλοντικά και ψυχαγωγικά οφέλη, χωρίς ουσιαστικές δαπάνες. Άλλες χρήσεις, όπως η τουριστική και η οικιστική, θα μπορούσαν να προωθηθούν σε κατάλληλες περιοχές. 2. Ξηρή ύφυγρη κλιματική ζώνη: στις περιοχές όπου η ετήσια βροχόπτωση ξεπερνά τα 400 χιλιοστά, η ελεγχόμενη εκμετάλλευση της γης για βόσκηση είναι εφικτή και ιδιαίτερα σε περιοχές με βάθος εδάφους μεγαλύτερο από 30 εκατοστά, κλίσεις μικρότερες από 25%, κατάλληλη υποδομή και ευνοϊκές 13

14 κοινωνικο οικονομικές συνθήκες. Το είδος και ο αριθμός των ζώων για βόσκηση θα πρέπει να είναι ελεγχόμενα. Είναι σημαντικό οι τυχόν μεταβολές στην εγκαταλειμμένη γεωργική γη να είναι αποτέλεσμα αξιολόγησης των δυνατοτήτων της και της κοινωνικοοικονομικής βιωσιμότητάς της. Οι επιδοτήσεις και οι λοιπές παροχές μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να καλύπτουν αυτές τις προϋποθέσεις. 3. Ύφυγρες και υγρές κλιματικές ζώνες: οι υπόλοιπες περιοχές, με ετήσια βροχόπτωση που ξεπερνά τα 600 χιλιοστά και όπου η γη, οι υποδομές και οι κοινωνικο οικονομικές συνθήκες βρίσκονται εκτός των κρίσιμων τιμών που έχουν τεθεί για τα βοσκοτόπια, θα πρέπει να αφεθούν να αναπτύξουν σταδιακά το φυσικό τους οικοσύστημα και να προστατευτούν από την παράνομη βόσκηση για τα πρώτα 5 έως 10 χρόνια τουλάχιστον. Ο ρυθμός ανάπτυξης και η ποιότητα του οικοσυστήματος θα εξαρτηθούν από τις τιμές των παραμέτρων που αναφέρθηκαν παραπάνω. Δείκτες που σχετίζονται με την ικανότητα αναγέννησης εγκαταλειμμένης γεωργικής γης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, όταν αξιολογούνται οι δυνατότητες μελλοντικών χρήσεων. Οι παρακάτω δείκτες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση αναγέννησης ενός τόπου: η μορφή της γης, η έκθεση της κλίσης, το μητρικό υλικό, ο βαθμός κλίσης, το βάθος του εδάφους, η ετήσια βροχόπτωση, η θερμοκρασία του αέρα, οι πλημμύρες, η αλάτωση του εδάφους, οι υποδομές και οι κοινωνικο οικονομικές συνθήκες. ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ Mediterranean Desertification and land Use MEDALUS I, 1990 1993. Commission of the European Communities, contract number: EPOC CT90 0014 (SMA). Mediterranean Desertification and Land Use MEDALUS II. 1993 1995. European Union Research Project, contract number: EV5V CT92 128 Mediterranean Desertification and Land Use MEDALUS III. 1996 1999. European Union Research project, contract number: ENV4 CT95 0119. Combating desertification in Mediterranean Europe: Linking Science with Stakeholders DESERTLINKS. 2002 2005. European Union research project contract number: EVK2 CT 2001 00109. ΒΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Belmonte Serrato, F.; Romero Díaz, A.; López Bermúdez, F.,1999: Efectos sobre la cubierta vegetal, la escorrentía y la erosión del suelo, de la alternancia cultivo abandono en parcelas experimentales. Investigaciones Geográficas,22: 95 107. Instituto Universitario de Geografía. Universidad de Alicante Bonet A. 2004; Secondary succession of semi arid Mediterranean old fields in south eastern Spain: insights for conservation and restoration of degraded lands. Journal of Arid Environments 56 (2004) 213 233 Dunjo Gemma, Pardini Giovanni, Gispert Maria. 2003; Land use change effects on abandoned terraced soils in a Mediterranean catchment, NE Spain. Catena 52 (2003) 23 37 Gallego Fernández Juan B., García Mora M. Rosario and García Novo Francisco. 2004. Vegetation dynamics of Mediterranean shrublands in former cultural landscape at Grazalema Mountains, South Spain. Plant Ecology 172: 83 94, 2004. Grove, A. T. and Rackham, Oliver, 2001. The nature of the Mediterranean Europe. An ecological history.yale University Press, New Haven and London. Kosmas, C., Gerontidis, St., and Marathainou, M. 2000. The effect of land use change on soil and vegetation over various lithological formations on Lesvos (Greece). Catena, 40:51 68. Kosmas, C., Danalatos, N.G, and Gerontidis, St., 2000. The effect of land parameters on vegetation performance and degree of erosion under Mediterranean conditions. Catena, 40:3 17. Marathianou, M., Kosmas, C., Gerontidis, St., and Detsis, V. 2000. Land use evolution and degradation in Lesvos (Greece): An historical approach. Land Degradation and Development J. 11:63 73. Martinez Fernandez, J., Martinez Fernandez, J., Lopez Bermudez, F., Romero Diaz, M.A. and Belmonte Serrato, F., 1996. Evolution of vegetation and pedological characteristics in fields with different age of abandonment: a case study in Murcia (Spain). Soil degradation and desertification in Mediterranean environments. Geoforma Ediciones, pp. 279 290.

Rodriguez Aizpeolea, J., Perez Badia, R. & Cerda Bolinches, A. 1994. Colonizacion vegetal y produccion de escorrentia en bancales abandonatos: Vall de Gallinera. Alacant. Cuaternario y Geomorfologia, 6. Ruecker, G. Schad,P., Alcubilla M.M., Ferrere C., 1998. Natural regeneration of degraded soils and site changes on abandoned agricultural terraces in Mediterranean Spain. Land Degradation & Development. 9, 179 188 (1998) 15