Το Βήµα 12/10/1997 Ένας «γυάλινος τοίχος» για τις Ευρωπαίες ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΙΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΗ ΣΥΝΑΝΤΑ ΥΣΚΟΛΙΕΣ Η δεκαετία του 1990 έχει ελάχιστες σχέσεις µε τη δεκαετία του 1920. Τότε η κυρίαρχη αντίληψη ήταν ότι η θέση των γυναικών βρισκόταν στην οικογένεια σήµερα η γενική στάση απέναντι στη χειραφέτηση των γυναικών είναι σαφώς θετική. Τότε οι γυναίκες αγωνίζονταν για το δικαίωµα της ψήφου σήµερα οι γυναίκες ασκούν πολιτική. Εν τούτοις, λίγο πριν από το τέλος του 20ού αιώνα η ίση συµµετοχή γυναικών και ανδρών στην εργασία, στην πολιτική, στην οικονοµική ζωή δεν είναι πάντα αυτονόητη. Οι γυναίκες αποτελούν σήµερα το 40% του εργατικού δυναµικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχουν σαφώς ενισχύσει τη θέση τους στην επίσηµη αγορά εργασίας και ιδιαιτέρως στη µισθωτή απασχόληση. Όµως τα ποσοστά ανεργίας των γυναικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σαφώς υψηλότερα από αυτά των ανδρών και µάλιστα όχι µόνον στις χώρες - µέλη όπου τα ποσοστά συµµετοχής των γυναικών στον οικονοµικά ενεργό πληθυσµό είναι «παραδοσιακά» χαµηλά, όπως στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Ιρλανδία. Επιπλέον η µακροχρόνια ανεργία, ως ποσοστό της γυναικείας ανεργίας, παρουσίασε σηµαντική αύξηση τα τελευταία χρόνια. Σύµφωνα 1
µε στοιχεία της Eurostat, της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας, το 1990 το 41% των ανέργων γυναικών ήταν άνεργες για διάστηµα µεγαλύτερο του ενός έτους ενώ το 1995 το αντίστοιχο ποσοστό είχε ανέλθει σχεδόν στο 50%. Παρά τις προσπάθειες της Ένωσης για την προώθηση του καθεστώτος των ίσων ευκαιριών στην εργασία, οι διακρίσεις παραµένουν: σήµερα η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζόµενων γυναικών (ποσοστό άνω του 86%) στην Ένωση απασχολούνται στον τοµέα των υπηρεσιών. Το 9,6% είναι αυτοαπασχολούµενες ενώ το 4% των ευρωπαίων γυναικών απασχολούνται στην οικογενειακή επιχείρηση. Οι γυναίκες αποτελούν το 83% των εργαζοµένων µερικής απασχόλησης και το 50% των εργαζοµένων σε εποχική απασχόληση. Οι γυναίκες εξακολουθούν να αναλαµβάνουν τη φροντίδα της οικογένειας µε αποτέλεσµα να δυσκολεύονται να συνδυάσουν την επαγγελµατική και την οικογενειακή τους ζωή αντιθέτως η επαγγελµατική δραστηριότητα των ανδρών δεν επηρεάζεται σχεδόν καθόλου από την ύπαρξη της οικογένειας. Ελάχιστη πρόοδος έχει σηµειωθεί ως προς τις διαφορές ακριβέστερα στο χάσµα µεταξύ των αµοιβών των δύο φύλων. Από τα στοιχεία της Eurostat προκύπτει ότι οι γυναίκες στην Ευρώπη αµείβονται κατά µέσο όρο περίπου 20% λιγότερο από τους άνδρες. Στους εργαζοµένους που επιτελούν χειρωνακτικές εργασίες οι γυναίκες λαµβάνουν περίπου το 65% ως το 90% της µέσης αµοιβής των ανδρών. Ποσοστό εξάλλου µεταξύ του 20% και του 40% των γυναικών εργαζοµένων πλήρους απασχόλησης στις χώρες - µέλη της Ένωσης καταγράφονται ως χαµηλόµισθοι. Στην προσπάθειά τους να βελτιώσουν την οικονοµική τους κατάσταση και τη θέση τους στην αγορά εργασίας, οι γυναίκες στρέφονται προς τη δηµιουργία επιχειρήσεων και προς άλλες ανεξάρτητες οικονοµικές δραστηριότητες. Στην Ευρώπη όµως µόνο το 30% των µικροµεσαίων επιχειρήσεων διευθύνονται από γυναίκες. Και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων οι γυναίκες εκπροσωπούνται µε χαµηλά ποσοστά. Παρ' ότι αποτελούν το 51% του πληθυσµού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εκπροσώπηση των γυναικών στα εθνικά κοινοβούλια το 1996 δεν υπερέβαινε το 15% ποσοστό που θεωρήθηκε ικανοποιητικό σε σχέση µε το αντίστοιχο του 1980 που ήταν 11%. Στις σκανδιναβικές χώρες η συµµετοχή των γυναικών στα εθνικά κοινοβούλια κυµαίνεται σε υψηλά ποσοστά (το 40,4% των µελών του σουηδικού κοινοβουλίου είναι γυναίκες ενώ αντιστοίχως το 33,5% στη Φινλανδία και το 33% στη ανία) στην 2
Ελλάδα, στην Πορτογαλία, στη Βρετανία και στη Γαλλία τα αντίστοιχα ποσοστά είναι κάτω του 10%. Μετά τις εκλογές πάντως του 1997 στη Γαλλία και στη Βρετανία ο αριθµός των γυναικών στα κοινοβούλια αυτών των δύο χωρών αυξήθηκε σηµαντικά. Μεταξύ των µέσων πολιτικής για την επίτευξη ίσης συµµετοχής των δύο φύλων στα κέντρα λήψης πολιτικών αποφάσεων είναι η θέσπιση ποσόστωσης. Σηµειώνεται ότι το συγκεκριµένο µέσο έχει προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις και είναι αρκετοί αυτοί που υποστηρίζουν ότι η ποσόστωση εισάγει διακρίσεις και υποσκάπτει την αρχή της ισότητας. Κατά τους υποστηρικτές της ωστόσο η ποσόστωση είναι µέτρο µεταβατικό ή προσωρινό και παρ' ότι είναι δύσκολο να καταδειχθεί εµπειρικά, υπάρχουν ενδείξεις ότι η θέσπιση ποσόστωσης συνέβαλε ώστε να αυξηθεί ο αριθµός των γυναικών σε ηγετικές θέσεις: µπορεί να είναι απλώς µια συµβολική στρατηγική η οποία όµως συµβάλει στο να συνειδητοποιήσουν οι αρµόδιοι για την επιλογή των υποψηφίων ότι και οι γυναίκες είναι δυνητικές αντιπρόσωποι. Οι γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση συναντούν ένα «γυάλινο τοίχο» και όταν προσπαθούν να κατακτήσουν σηµαντικές θέσεις στον οικονοµικό τοµέα. Σύµφωνα µε έκθεση της Οµάδας για την Ισότητα των Ευκαιριών της 5ης Γενικής ιεύθυνσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (αρµόδιας για την Απασχόληση και τις Κοινωνικές Υποθέσεις) το 1995 δεν υπήρχε στην Ευρωπαϊκή Ένωση καµία γυναίκα υπουργός Οικονοµικών, ενώ ήταν µόνο δύο οι γυναίκες που κατείχαν τη θέση του προέδρου της κεντρικής τράπεζας χώρας - µέλους στη ανία και στη Φινλανδία αντιστοίχως. Τα σχέδια της Επιτροπής για την απασχόληση Η ανεργία µαστίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ανάλογες διατυπώσεις όπως και άλλες περισσότερο «καταστροφολογικές» εκφράζονται συχνά τον τελευταίον καιρό. Οι πάντες συµφωνούν ότι τα 18 εκατοµµύρια των ανέργων στην Ευρώπη δεν είναι «αµελητέα ποσότητα»: οι ηγέτες των χωρών - µελών αποφάσισαν µάλιστα, πρώτη φορά στην ιστορία της Ένωσης, να συγκαλέσουν έκτακτη ειδική σύνοδο για την ανεργία στις 20-21 Νοεµβρίου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε προσφάτως γενικές κατευθυντήριες γραµµές για την πολιτική για την απασχόληση στις χώρες - µέλη το 1998. Και πρώτη φορά η Επιτροπή απέδωσε ειδική σηµασία στην ανεργία µιας συγκεκριµένης κατηγορίας πολιτών, των γυναικών. 3
Στην παρουσίαση των προτάσεων της Επιτροπής για την απασχόληση ο πρόεδρος κ. Ζακ Σαντέρ επισήµανε ότι η νέα πολιτική για την απασχόληση θα πρέπει να διαµορφωθεί γύρω από τέσσερις βασικούς άξονες: το επιχειρηµατικό πνεύµα, την ικανότητα για επαγγελµατική ένταξη, την ικανότητα προσαρµογής στα νέα δεδοµένα της εργασίας και στην ισότητα των ευκαιριών για άνδρες και γυναίκες. Η περιώνυµη ισότητα των ευκαιριών δεν είναι βεβαίως καινούρια υπόθεση. Με την ιδρυτική συνθήκη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων του 1957 (άρθρο 119) θεσπίστηκε η αρχή της ισότητας των αµοιβών για όµοια εργασία µεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Ευρωπαϊκό ικαστήριο, στη συνέχεια, παγίωσε την ισότητα ως θεµελιώδη αρχή της ευρωπαϊκής νοµοθεσίας. Επί σειρά ετών ωστόσο η θεωρία απείχε σηµαντικά από την πράξη. Γι' αυτόν τον λόγο η Ευρωπαϊκή Κοινότητα από τη δεκαετία του 1980 εφάρµοσε ειδικά προγράµµατα δράσης για την προώθηση των ίσων ευκαιριών για γυναίκες και άνδρες. Το πρώτο κοινοτικό πρόγραµµα για την προώθηση των ίσων ευκαιριών για τις γυναίκες (1982-1985) πέραν της νοµικής κατοχύρωσης της ισότητας τόνισε την ανάγκη πρόσθετων µέτρων µε τη µορφή «θετικών δράσεων». Το δεύτερο µεσοπρόθεσµο πρόγραµµα για τις γυναίκες (1986-1990) προώθησε το καθεστώς των ίσων ευκαιριών στη διευρυµένη πλέον Κοινότητα των 12 χωρών - µελών, σε τοµείς όπως η κατάρτιση, η νέα τεχνολογία, ο συνδυασµός επαγγελµατικής και οικογενειακής ζωής. Το τρίτο κοινοτικό πρόγραµµα (1991-1995) πρότεινε µια πιο ολοκληρωµένη στρατηγική για δράση. Υπενθυµίζεται ότι το 1992 οργανώθηκε στην Αθήνα η πρώτη Ευρωπαϊκή ιάσκεψη Κορυφής «Γυναίκες στην Εξουσία» στη διακήρυξη της οποίας διατυπώνονται οι αρχές για ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Επιπλέον, στα συµπεράσµατα του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου στο Εσεν, τον εκέµβριο του 1994, επισηµαίνεται ότι «η προώθηση των ίσων ευκαιριών για άνδρες και γυναίκες αποτελεί βασική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών - µελών, όπως και η καταπολέµηση της ανεργίας». Ιδιαιτέρως φιλόδοξο για την ενίσχυση του καθεστώτος των ίσων ευκαιριών είναι το τέταρτο µεσοπρόθεσµο κοινοτικό πρόγραµµα δράσης η εφαρµογή του οποίου άρχισε 4
το 1996 και αναµένεται να ολοκληρωθεί το 2000. Παρά τον χαµηλό του προϋπολογισµό 30 εκατοµµύρια ECU το πρόγραµµα εισάγει ένα νέο στοιχείο: την πολιτική του mainstreaming, δηλαδή της ενσωµάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλες τις κοινοτικές δράσεις, του συνυπολογισµού των διαφορών µεταξύ των συνθηκών, καταστάσεων και αναγκών των γυναικών και των ανδρών σε όλες τις πολιτικές, στο στάδιο του σχεδιασµού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης. Το mainsrtreaming εν τούτοις δεν είναι πανάκεια. Αυτή η πολιτική θα είναι συµπληρωµατική των θετικών δράσεων και θα πρέπει να εφαρµόζεται σε συνδυασµό µε αυτές. Με πρωτοβουλία εξάλλου της κυρίας Σιµόν Βέιλ, πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο του ουβλίνου τον εκέµβριο του 1996 προχώρησε σε σύσταση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητώντας πέραν των συγκεκριµένων δράσεων που θα αναλάβει για την καλύτερη ισορροπία µεταξύ ανδρών και γυναικών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων «να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συµβούλιο, στην Οικονοµική και στην Κοινωνική Επιτροπή, για πρώτη φορά τρία έτη µετά την έκδοση της παρούσας σύστασης και στη συνέχεια κάθε χρόνο, σχετικά µε την εφαρµογή της µε βάση τις πληροφορίες που θα της παρέχουν τα κράτη - µέλη και τα θεσµικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων». 5