PROJECT 3 ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ -ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΣΙΦΝΑΙΟΣ - ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΜΙΔΑΣ - ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ - ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΛΜΑΣΗΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΕΣ κ. ΠΑΠΑΦΙΛΗ ΜΑΡΙΛΕΝΑ κ. ΜΙΧΑΛΙΤΣΙΑΝΟΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ
Ο όρος μετανάστευση είναι σύνθετη λέξη από την πρόθεση μετά και το ρήμα ναίω δηλαδή αλλάζω κατοικία, τόπο διαμονής. Το πρόβλημα της μετανάστευσης είναι τεράστιο, πολύπλοκο και είναι ασφαλώς αντικείμενο της ιστορικής και κοινωνιολογικής έρευνας. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που εκδηλώνεται διαχρονικά και παγκόσμια. Τα αίτια της μετανάστευσης είναι πολύμορφα. Οι άνθρωποι μεταναστεύουν για να αποφύγουν τους πιεστικούς παράγοντες της ζωής αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Ειδικότερα μεταναστεύουν για οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς, θρησκευτικούς και πολιτιστικούς λόγους. Στη σημερινή εποχή, το πρόβλημα της μετανάστευσης έχει οξυνθεί λόγω των σημαντικών πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών και όσον αφορά την ελληνική πραγματικότητα παρουσιάζεται με αντεστραμμένους όρους. Δηλαδή η Ελλάδα από χώρα αποστολής μεταναστών άλλοτε έγινε τώρα χώρα υποδοχής. Στη χώρα μας σήμερα τα φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσισμού παίρνουν ανησυχητικές διαστάσεις.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, εμφανίστηκε το πρώτο μεγάλο μεταναστευτικό κύμα από την Ελλάδα προς τις ΗΠΑ και μόνο στην περίοδο 1890-1917, περίπου 450.000 Έλληνες έφτασαν στις ΗΠΑ. Υπολογίζεται ότι κατά την περίοδο αυτή, περισσότεροι από δέκα τέσσερα εκατομμύρια Ευρωπαίοι πέρασαν στην Αμερική, αναζητώντας βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου και των συνθηκών εργασίας. Εκείνο το μεταναστευτικό ρεύμα ανακόπηκε το 1917, ύστερα από την είσοδο της Αμερικής στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην αρχή, η μετανάστευση από την Ελλάδα είχε προσωρινό χαρακτήρα. Οι άνθρωποι ξενιτεύονταν για λίγα χρόνια και επέστρεφαν στις οικογένειές τους. Αργότερα η μετανάστευση έλαβε μόνιμο χαρακτήρα.
Ανάλογη ήταν η ροή προς την Αμερική μεταναστών από τη Μακεδονία, με την ιδιαιτερότητα πως μέχρι την απελευθέρωσή της, οι Έλληνες της Μακεδονίας έπαιρναν το δρόμο της φυγής ωθούμενοι όχι μόνο από οικονομικά αίτια, όπως οι Έλληνες της ελεύθερης Ελλάδας, αλλά και από πολιτικούς λόγους. Η απέχθεια των υπόδουλων Μακεδόνων προς το δυνάστη και τη βάρβαρη συμπεριφορά του, ενδυνάμωνε τον πατριωτισμό τους με συνέπεια να μην μπορούν να ανεχθούν περαιτέρω της καταπιέσεις. Κοντά σε αυτές, ήταν και η δράση των ένοπλων βουλγαρικών ληστρικών συμμοριών πριν και κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, που δημιουργώντας ένα αίσθημα ανασφάλειας, οδηγούσε στη φυγή τους Έλληνες της Μακεδονίας.
Περίπου 110.000 Έλληνες με προχωρημένες σπουδές ζουν στο εξωτερικό, κυρίως στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και τη Μ. Βρετανία. Στην έρευνα του ο καθ. Λαμπριανίδης μελέτησε δείγμα 2.734 Ελλήνων κατόχων πτυχίων και μεταπτυχιακών την περίοδο Μάιου 2009-Φεβρουαρίου 2010. Συνολικά, μόνο το 16% επέστρεψε στην Ελλάδα, το 61% δεν έψαξε για εργασία στην Ελλάδα πριν αποφασίσει να πάει στο εξωτερικό, ενώ ακόμα και το 47% όσων ολοκλήρωσαν το σύνολο των σπουδών τους στη χώρα δεν έψαξαν για εργασία στο εσωτερικό.
«Το δημοτικό τραγούδι είναι το καθρέφτισμα της ψυχής του λαού μας. Είναι η ευαισθησία του απλού ανθρώπου, που εκφράζεται με λόγια και μουσική, που βγαίνουν μέσα από την καρδιά του. Είναι ιριδισμοί αισθημάτων και αισθήσεων, μουσική πανδαισία, είναι ομορφιά, ποιότητα. Το δημοτικό τραγούδι, είναι τα ψηλά βουνά, τα σκιερά δάση και τα δροσερά ποτάμια της Πατρίδας μας, όπου με τρυφεράδα τα στοιχεία της φύσης μπλέκονται με τα ανθρώπινα συναισθήματα και γίνονται έρωτας, αγάπη, θυμός, πολεμικός παιάνας, θρήνος, πίκρα, νανούρισμα, λαχτάρισμα. Το δημοτικό τραγούδι είναι λεβεντιά, ντομπροσύνη, μπέσα, παλικαριά, που με τη συνοδεία του κλαρίνου και του λαούτου οδηγεί το κορμί σε ρυθμό αρχέγονου χορού, όπου το μυαλό εκστασιάζεται και ξετυλίγονται τα όνειρα σα δροσερό ποτάμι σε άνυδρη πεδιάδα. Το δημοτικό τραγούδι, έφερνε τα βήματα των συγχωριανών μας στο Τσάμικο, στο Συρτό, στον Καλαματιανό, την ημέρα της Λαμπρής στα προαύλια των εκκλησιών και ξωκλησιών, στα λαϊκά πανηγύρια, στα γλέντια των γάμων και των βαφτησιών, στις εκδηλώσεις των εθνικών και τοπικών επετείων. Με το τραγούδι "καρτέραγαν", πάντρευαν και ξεπροβόδιζαν τους αγαπημένους τους, βάφτιζαν τα παιδιά τους, γιόρταζαν και γλεντούσαν. Και μαζί του συχνά πολεμούσαν...»
Το βασικό ερώτημα που γεννάται σ' ένα μελετητή της Δημοτικής Μουσικής είναι ακριβώς η ετυμολογία και η ερμηνεία του όρου. Στο "Διεθνές Συνέδριο για τη Μουσική του Λαού" που έγινε το 1955 στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας δόθηκε ο εξής ορισμός: "Δημοτική μουσική είναι το προϊόν μιας μουσικής παράδοσης που εξελίχθηκε μέσα από προφορικές διαδικασίες«.οι παράγοντες που συνιστούν αυτή την παράδοση είναι: α) η αδιάκοπη συνέχεια που ενώνει το παρόν με το παρελθόν. β) Οι παραλλαγές που ξεπηδούν από τη δημιουργική φαντασία του ατόμου ή της ομάδας. γ) Η επιλογή από την ομάδα, που καθορίζει τον τύπο ή τους τύπους της μουσικής που επιβιώνει.
Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη μουσική εκείνη που συντέθηκε από κάποιο επώνυμο δημιουργό και στη συνέχεια πέρασε στην άγραφη ζωντανή παράδοση της κοινότητας.ο όρος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γραπτές λαϊκές συνθέσεις που παραλήφθηκαν από την κοινότητα έτοιμες και παραμένουν αμετάβλητες.η μουσική αυτή, ως ακριβής ανάπλαση και αναδημιουργία, δεν θεωρείται δημοτική, παρά το γεγονός ότι η κοινότητα δίνει σ' αυτήν δημοτικό χαρακτήρα. Γίνεται λοιπόν φανερό ότι σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό,η δημοτική μουσική δηλώνει τη μουσική του δήμου, δηλαδή του λαού. Είναι το είδος της μουσικής που δημιουργεί και συντηρεί ο κάθε λαός για να εξυπηρετήσει τις διάφορες ανάγκες του στην κοινωνική και πνευματική ζωή. Ειδικότερα η δημοτική μουσική καλλιεργείται κυρίως σε αγροτοκτηνοτροφικές περιοχές με περιορισμένη επικοινωνία και παραστάσεις από τον υπόλοιπο κόσμο. Ένα άλλο στοιχείο που προκύπτει είναι ότι η δημοτική μουσική εξελίσσεται μέσα από προφορικές διαδικασίες. Είναι δηλαδή άγραφη και δημιουργείται, συντηρείται και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά με την προφορική παράδοση. Αυτό σημαίνει ότι οι φορείς της, οι λαϊκοί καλλιτέχνες είναι απλοϊκοί άνθρωποι της υπαίθρου χωρίς μουσική κατάρτιση και βέβαια γίνεται φανερός ο ρόλος αυτών των ανθρώπων