Δ. Αρέθα Βασική Ανατομική Δέρμα, Μύες, Οστά, Αρθρώσεις, Αγγεία, Νεύρα, Λεμφαδένες
Δέρµα 2
Επιδερµίδα Εξωτερικό στρώµα του δέρµατος. Το πάχος της είναι περίπου 0.2mm κατά µέσο όρο και ποικίλει ανάλογα µε τη θέση της στο σώµα. Επιπλέον, το πάχος ποικίλλει επίσης ανάλογα µε τον όγκο του νερού που συγκρατεί. Στην επιδερµίδα συναντούµε και έναν µεγάλο αριθµό λιπιδίων. Δεν τη διαπερνούν φλέβες και τριχοειδή αγγεία. Η επιδερµίδα διαιρείται περαιτέρω σε 5 υποστιβάδες: 1. κεράτινη στιβάδα, 2. διαυγής στιβάδα, 3. κοκκώδης στιβάδα, 4. ακανθωτή στιβάδα και 5. βασική στιβάδα 3
Βασική στιβάδα: Είναι η βαθύτερη υποστιβάδα της επιδερµίδας και αποτελείται µόνο από ένα στρώµα βασικών κυττάρων. Σε αυτή τη στιβάδα παράγονται τα κερατινοκύτταρα και διαθέτει µελανοκύτταρα. Είναι το όριο ανάµεσα στο χόριο και την επιδερµίδα. Κατέχει περίπου το 8% του νερού που βρίσκεται αποθηκευµένο στην επιδερµίδα. Κατά τη γήρανση, γίνεται όλο και λεπτότερη και χάνει την ικανότητα να συγκρατεί νερό. 4
Κεράτινη στιβάδα: Είναι η εξωτερική υποστιβάδα µε πάχος από 8-15µm. Συγκροτείται από αρκετά στρώµατα εξαγωνικών επίπεδων κερατινοκυττάρων, περιβαλλόµενα από λιπίδια. Τα κερατινοκύτταρα σε αυτή τη στιβάδα είναι αφυδατωµένα, χωρίς οργανίδια και πληρωµένα µε ίνες κερατίνης. 5
Χόριο Η δεύτερη κύρια στιβάδα του δέρµατος, βρίσκεται κάτω από την επιδερµίδα. Είναι πολύ παχύτερη από την επιδερµίδα, 1mm-4mm, και αποτελείται κυρίως από ίνες κολλαγόνου και ελαστίνης. Διαιρείται σε δύο υποστιβάδες, τη θηλώδη, η οποία περιέχει το αγγειακό δίκτυο και τη δικτυωτή, σ τ η ν ο π ο ί α β ρ ί σ κ ο ν τ α ι τριχοφυείς αδένες, θύλακες των τριχών και εκκριτικοί αδένες. 6
Λιπώδης ή Υποδόριος Ιστός (SubcutaneousTissue) Είναι η τρίτη κύρια στιβάδα η οποία όµως συχνά δεν κατηγοριοποιείται στον δερµατικό ιστό. Είναι µια ελαστική στιβάδα µε µεγάλη ποσότητα λιπωδών κυττάρων που απορροφούν τους κραδασµούς, προστατεύοντας τα αγγεία του αίµατος και τις νευρικές απολήξεις. Έχει πάχος 4mm - 9mm κατά µέσο όρo, το οποίο διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και εξαρτάται από την κατανοµή λίπους στο σώµα. 7
Συστατικά στοιχεία του δέρματος ΚΥΤΤΑΡΑ Τα κύτταρα που συγκροτούν τον δερματικό ιστό είναι τα κερατινοκύτταρα, οι ινοβλάστες, τα λιπώδη κύτταρα, τα μελανοκύτταρα και τα ερυθροκύτταρα. Τα συναντούμε σε διαφορετικές στιβάδες και έχουν διαφορετικές δομές και λειτουργίες. Κερατινοκύτταρα: Kυρίαρχος τύπος κυττάρου της επιδερµίδας. Παράγουν µια ινώδη πρωτεΐνη που ονοµάζεται κερατίνη (ακαµψία εξωτερικού στρώµατος του δέρµατος). Προστατεύουν το σώµα από το εξωτερικό περιβάλλον, για παράδειγµα από τη διέγερση, την τριβή και τους παθογόνους εξωτερικούς παράγοντες, ενώ διατηρούν την υγρασία. Παράγονται στη βασική στιβάδα, (µέγιστη µιτωτική δραστηριότητα). Στη συνέχεια κινούνται προς τις εξωτερικές στιβάδες σε κάθε µια από τις οποίες υφίστανται διάφορες µεταβολικές διεργασίες, διάρκεια 28 ηµέρες, για να καταλήξουν νεκρά, στην κεράτινη στιβάδα. 8
Συστατικά στοιχεία του δέρματος Μελανοκύτταρα: Βρίσκονται στην επιδερμίδα και ρόλος τους είναι να παράγουν και να μεταφέρουν μελανίνη, μία από τις κύριες χρωστικές ουσίες του δέρματος που απορροφούν το φως. Περιέχουν εξειδικευμένα οργανίδια, τα μελανοσώματα. Όταν το δέρμα εκτίθεται στο ηλιακό φως, τα μελανοσώματα ενεργοποιούνται και παράγουν μελανίνη. Η πυκνότητα των μελανοσωμάτων εξαρτάται από την περιοχή του σώματος. Για παράδειγμα, συναντώνται σε μεγαλύτερη πυκνότητα στις περιοχές του σώματος που εκτίθενται συχνά στο ηλιακό φως, όπως το πρόσωπο. Ινοβλάστες: Είναι μακριά και στενά κύτταρα που συναντώνται στο χόριο. Παράγουν ίνες κολλαγόνου και ελαστίνης οι οποίες είναι οι κύρια δομικά συστατικά του χορίου. 9
Συστατικά στοιχεία του δέρματος Eρυθρά αιμοσφαίρια: είναι οι φορείς της αιμοσφαιρίνης, η οποία επίσης λειτουργεί ως χρωστική απορροφώντας το φως που προσπίπτει στο δέρμα. Έχουν αμφίκοιλες δομές και μεταφέρουν το οξυγόνο από τους πνεύμονες προς τους ιστούς και το διοξείδιο του άνθρακα από τους ιστούς προς τους πνεύμονες. Λιπώδη κύτταρα: ποσοτικά τα πιο άφθονα κύτταρα του χορίου. Μπορούν να συσσωρεύουν λίπος και το μέγεθός τους ποικίλει ανάλογα με τον όγκο του λίπους που περιέχουν. Αυτά τα κύτταρα δεν απορροφούν πολύ φως, σε αντίθεση με τα μελανοκύτταρα και τα ερυθροκύτταρα. Κύτταρα του Langerhans: δενδριτικά κύτταρα μεσεγχυματικής προέλευσης και βρίσκονται πάνω από τη βασική στιβάδα της επιδερμίδας.συμμετέχουν στην ανοσολογική λειτουργία και είναι υπεύθυνα για την αναγνώριση και παρουσίαση των αλλεργιογόνων στα λεμφοκύτταρα. Κύτταρα του Merkel: Εξυπηρετούν την αισθητική λειτουργία του δέρματος και είναι άφθονα σε περιοχές της επιδερμίδας, μεγάλης ευαισθησίας. 10
ΙΝΕΣ Το δέρμα περιέχει διάφορους τύπους ινών. Οι βασικότερες είναι αυτές τις κερατίνης, του κολλαγόνου και της ελαστίνης. Ίνες κερατίνης: Βρίσκονται κυρίως στα κύτταρα των εξωτερικών στιβάδων της επιδερμίδας, συμπεριλαμβανομένων των κερατινοκυττάρων. Αυτές οι ίνες προστατεύουν το εσωτερικό του δέρματος από το εξωτερικό περιβάλλον. Επίσης, συγκρατούν το νερό, συμβάλλοντας στην διατήρηση της υγρασίας του δέρματος. Το μήκος και η διάμετρος τους εξαρτάται από την ποσότητα νερού που κατέχουν. 11
Ίνες κολλαγόνου: Κύρια συστατικά του χορίου. Αντιπροσωπεύουν περίπου το 70% του ξηρού βάρους του χορίου. Σχηματίζουν μεγάλα και σκληρά δίκτυα που παρέχουν στο δέρμα αντοχή, τάση (tension) και ελαστικότητα. Μια ίνα κολλαγόνου αποτελεί ένα δεμάτιο των μικρότερων ινιδίων κολλαγόνου. Ένα ινίδιο κολλαγόνου είναι ένα δεμάτιο που αποτελείται από τρία μόρια κολλαγόνου, δηλαδή τρεις πολυπεπτιδικές αλυσίδες, τυλιγμένες η μία γύρω από την άλλη σχηματίζοντας μια τριπλή έλικα. Η δομή των ινών κολλαγόνου αρχίζει να μετουσιώνεται, με την ηλικία ή λόγω παραγόντων όπως η υπεριώδης ακτινοβολία και το καπνίσμα. Απώλεια της ελαστικότητας του δέρματος και ρυτίδωση. 12
Μύες Μαλακός ιστός που βρίσκεται στα περισσότερα ζώα. Τα μυϊκά κύτταρα περιέχουν πρωτεϊνικές ίνες ακτίνης και μυοσίνης οι οποίες ολισθαίνουν μεταξύ τους προκαλώντας συστολή που αλλάζει τόσο το μήκος όσο και το σχήμα του κυττάρου. Οι μύες λειτουργούν για να παράγουν δύναμη και κίνηση. Είναι κυρίως υπεύθυνοι για τη διατήρηση και την αλλαγή της στάσης του σώματος, της μετακίνησης, καθώς και της κίνησης των εσωτερικών οργάνων, όπως η συστολή της καρδιάς και η μετακίνηση των τροφών μέσω του πεπτικού συστήματος μέσω περισταλτικής κίνησης. Οι μύες τροφοδοτούνται κατά κύριο λόγο από την οξείδωση των λιπών και υδατανθράκων, αλλά κι από αναερόβιες χημικές αντιδράσεις. Αυτές οι χημικές αντιδράσεις παράγουν μόρια τριφωσφορικής αδενοσίνης (ΑΤΡ) που χρησιμοποιούνται για να ενεργοποιήσουν την κίνηση των κεφαλών μυοσίνης 13
Μυοϊνώματα Μυοσίνη Μυς Ακτίνη Μυική ίνα Μυικό κύτταρο 14
Μύες-3 τύποι Οι σκελετικοί μύες ή «εθελοντικοί» αγκυρώνονται στους τένοντες (μεμβράνες) στα οστά και χρησιμοποιούται για την πραγματοποίηση σκελετικών κινήσεων όπως η μετακίνηση και η διατήρηση της στάσης. 15 Οι λείοι μύες βρίσκονται στο εσωτερικό των τοιχωμάτων οργάνων και δομών, όπως ο οισοφάγος, το στομάχι, τα έντερα, οι βρόγχοι, η μήτρα, η ουρήθρα, η ουροδόχος κύστη, τα αιμοφόρα αγγεία και το δέρμα (ανέγερση τριχών). Σε αντίθεση με τους σκελετικούς μύες, οι λείοι μύες δεν είναι υπό συνειδητό έλεγχο. Ο καρδιακός μυς (μυοκάρδιο), είναι επίσης ένας «ακούσιος μυς» αλλά είναι περισσότερο συγγενής με τον σκελετικό μυ και βρίσκεται μόνο στην καρδιά.
Οι καρδιακοί και σκελετικοί μύες έχουν ραβδώσεις τα σαρκομερή (πολύ τακτικές ρυθμίσεις δεσμίδων). Τα μυοϊνώματα των κυττάρων των λείων μυών δεν είναι διατεταγμένα σε σαρκομερή και έτσι δεν έχουν ραβδώσεις. Ενώ οι σαρκομετρικοί σκελετικοί μύες είναι διατεταγμένοι σε κανονικές, παράλληλες δέσμες, οι σαρκομερείς καρδιακοί μύες συνδέονται με διακλαδώσεις και ακανόνιστες γωνίες. 16 Οι συσπασμένοι μύες συστέλλονται και χαλαρώνουν με σύντομες, έντονες κινήσεις, ενώ οι λείοι μύες διατηρούν μεγαλύτερης διάρκειας ή ακόμη και μόνιμες συσπάσεις.
Οι καρδιακοί και σκελετικοί μύες έχουν ραβδώσεις τα σαρκομερή (πολύ τακτικές ρυθμίσεις δεσμίδων). Τα μυοϊνώματα των κυττάρων των λείων μυών δεν είναι διατεταγμένα σε σαρκομερή και έτσι δεν έχουν ραβδώσεις. Ενώ οι σαρκομετρικοί σκελετικοί μύες είναι διατεταγμένοι σε κανονικές, παράλληλες δέσμες, οι σαρκομερείς καρδιακοί μύες συνδέονται με διακλαδώσεις και ακανόνιστες γωνίες. 17 Οι συσπασμένοι μύες συστέλλονται και χαλαρώνουν με σύντομες, έντονες κινήσεις, ενώ οι λείοι μύες διατηρούν μεγαλύτερης διάρκειας ή ακόμη και μόνιμες συσπάσεις.
Οι σκελετικοί μύες καλύπτονται από ένα σκληρό στρώμα συνδετικού ιστού που ονομάζεται επιμύιο. Στα άκρα το επιμύιο μετατρέπεται σε τένοντες (παχύτερο με αυξημένη ποσότητα κολλαγόνου), και προσκολλάται στα οστά και τις αρθρώσεις Προστατεύει επίσης τους μύες από την τριβή ενάντια σε άλλους μύες και οστά. Μέσα στο επιμύιο υπάρχουν πολλαπλές δεσμίδες, κάθε μια από τις οποίες αποτελείται από 10 έως 100 ή και περισσότερες μυϊκές ίνες επικαλυμμένες από το περιμύιο (επέκταση χορίου). Το περιμύιο είναι ένα μονοπάτι για τα νεύρα και τη ροή του αίματος μέσα στον μυ. 18
19 Μυική Ίνα
20
21
Οι τρεις τύποι μυών (σκελετικοί, καρδιακοί και ομαλοί) έχουν σημαντικές διαφορές. Ωστόσο, και οι τρεις χρησιμοποιούν την κίνηση της ακτίνης ως προς τη μυοσίνη για να δημιουργήσουν συστολή. Στους σκελετικούς μύες, η σύσπαση διεγείρεται από ηλεκτρικούς παλμούς που μεταδίδονται από τα νεύρα, ιδιαίτερα από τα κινητικά νεύρα. Οι συστολές των καρδιακών και λείων μυών διεγείρονται από εσωτερικά κύτταρα βηματοδότες που εκπολώνονται τακτικά και προκαλούν συστολές σε άλλα μυϊκά κύτταρα με τα οποία έρχονται σε επαφή. Όλοι οι σκελετικοί μύες και πολλές συστολές των λείων μυών διευκολύνονται από τον νευροδιαβιβαστή ακετυλοχολίνη. 22
23
Το σαρκώδες τμήμα του μυός αναφέρεται ως γαστέρα Τα άκρα του μυός συνδέονται με τα οστά με χόνδρους ή συνδέσμους (ινώδης ιστός) Περιστασιακά, οι πεπλατυσμένοι μύες είναι προσαρτημένοι σε ένα λεπτό αλλά ισχυρό φύλλο ινώδους ιστού που ονομάζεται απονεύρωση. Ραφή οναμάζεται η αλληλεπίδραση των τενόντιων άκρων των επίπεδων μυών 24
4 τρόποι λειτουργίας µυών Πρωταρχικός/κύριος κινητήρας: Κύριος μυς ή μέλος μιας αρχικής ομάδας μυών υπεύθυνος για μια συγκεκριμένη κίνηση. Για παράδειγμα, ο τετρακέφαλος μηριαίος είναι πρωταρχικός κινητήρας στην κίνηση έκτασης της άρθρωσης του γόνατος. Ανταγωνιστής: Αντιτίθεται στη δράση του πρωταγωνιστής/πρωταρχικού μυός. Για παράδειγμα, ο δικέφαλος μηριαίος αντιτίθεται στη δράση του τετρακέφαλου μηριαίου όταν εκτείνεται η άρθρωση του γόνατος. Πριν συσπαστεί ο κύριος θα πρέπει να χαλαρώσει ο ανταγωνιστής για να γίνει κίνηση (αντανακλαστική αναστολή από το νευρικό σύστημα). 25
Σταθεροποιητής: Συσπάται ισομετρικά (δηλαδή κατά τη συστολή αυξάνει τον τόνο του αλλά δεν παράγει από μόνος του κίνηση). Σκοπός του να σταθεροποιήσει την λειτουργία του κύριου κινητήρα έτσι ώστε να ενεργήσει αποτελεσματικά. Για παράδειγμα, οι μύες που συνδέουν τη ζώνη του ώμου στον κορμό δρουν ως σταθεροποιητές που επιτρέπουν στο δελτοειδή να δράσει πιο αποτελεσματικά στην άρθρωση του ώμου. Συνεργικοί: Σε πολλές περιοχές στο σώμα, ο κύριος κινητήρας μυς διασχίζει αρκετές αρθρώσεις πριν φτάσει στην άρθρωση στην οποία κυρίως λαμβάνει χώρα η κίνηση. Για την αποφυγή ανεπιθύμητων κινήσεων σε ενδιάμεση άρθρωση, ομάδες μυών (συνεργικοί) συμβάλλουν και σταθεροποιούν τις ενδιάμεσες αρθρώσεις. Για παράδειγμα, οι μύες του καμπτήρος και του εκτείνοντα του καρπού σταθεροποιούν την άρθρωση του καρπού, κι αυτό επιτρέπει στον μακρύ καμπτήρα και στους εκτείνοντες μύες των δακτύλων να λειτουργούν αποτελεσματικά 4 τρόποι λειτουργίας µυών 26
Οστά Το οστό είναι ένα άκαμπτο όργανο που αποτελεί μέρος του σκελετού των σπονδυλωτών. Τα οστά υποστηρίζουν και προστατεύουν τα διάφορα όργανα του σώματος, παράγουν ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια, αποθηκεύουν ανόργανα άλατα, παρέχουν δομή και υποστήριξη στο σώμα και δίνουν τη δυνατότητα κίνησης. Τα οστά παρουσιάζουν ποικίλα σχήματα και μεγέθη και έχουν πολύπλοκη εσωτερική και εξωτερική δομή. Είναι ελαφριά αλλά ισχυρά και σκληρά και εξυπηρετούν πολλαπλές λειτουργίες. Ο οστικός/οστίτης ιστός είναι ένας σκληρός ιστός, ένας τύπος πυκνού συνδετικού ιστού. Έχει εσωτερική μήτρα τύπου κηρήθρας. 27
Οστά Αποτελούνται από διαφορετικούς τύπους οστικών κυττάρων. Οι οστεοβλάστες και τα οστεοκύτταρα εμπλέκονται στο σχηματισμό και την ανοργανοποίηση του οστού. Οι οστεοκλάστες εμπλέκονται στην απορρόφηση του οστίτη ιστού. Οι τροποποιημένοι (πεπλατυσμένοι) οστεοβλάστες γίνονται τα κύτταρα επένδυσης και σχηματίζουν ένα προστατευτικό στρώμα στην επιφάνεια του οστού. Η μεταλλοποιημένη μήτρα του οστίτη ιστού έχει ένα οργανικό συστατικό, κυρίως κολλαγόνο, που ονομάζεται οστεΐνη και ένα ανόργανο συστατικό που αποτελείται από διάφορα άλατα. Το οστό είναι ένας μεταλλοποιημένος ιστός δύο τύπων A. φλοιώδες οστό και B. σπογγώδες οστό. Άλλοι τύποι ιστών που βρίσκονται στα οστά περιλαμβάνουν μυελό των οστών, ενδόστεο, περιόστεο, νεύρα, αιμοφόρα αγγεία και χόνδρους. 28
Οστό - Εικόνα από µικροσκόπιο 29
Οστά Στο ανθρώπινο σώμα κατά τη γέννηση, υπάρχουν πάνω από 270 οστά, αλλά πολλά από αυτά συγχωνεύονται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, αφήνοντας συνολικά 206 ξεχωριστά οστά στον ενήλικα, χωρίς να υπολογίζονται πολλά μικρά σησαμοειδή οστά. Το μεγαλύτερο οστό στο σώμα είναι το μηριαίο. Το οστό δεν είναι ομοιόμορφα στερεό (μάλλον σκληρό πλέγμα). Αυτή η μήτρα αποτελεί περίπου το 30% του οστού και το άλλο 70% είναι άλατα που του δίνουν δύναμη. Η μήτρα αποτελείται από 90 έως 95% ίνες κολλαγόνου.ο πρωτογενής ιστός του οστού είναι σχετικά σκληρός και ελαφρύς. Αποτελείται κυρίως από: A. ανόργανο φωσφορικό ασβέστιο (προσδίδει την ακαμψία των οστών) και το B. κολλαγόνο, μια ελαστική πρωτεΐνη που βελτιώνει την αντοχή σε κάταγμα. 30
Το σκληρό εξωτερικό στρώμα των οστών αποτελείται από το φλοιώδες οστό (συμπαγές οστό) και δίνει στο οστό την ομαλή λευκή και στερεή εμφάνισή του (αντιπροσωπεύει το 80% της συνολικής οστικής μάζας ενός ενήλικου ανθρώπινου σκελετού) Το φλοιώδες οστό αποτελείται από πολλαπλές μικροσκοπικές στήλες. Κάθε στήλη είναι πολλαπλά στρώματα οστεοβλαστών και οστεοκυττάρων γύρω από ένα κεντρικό κανάλι που ονομάζεται Haversian κανάλι. Οστά Οι στήλες είναι μεταβολικά δραστικές και καθώς το οστό επαναρροφάται και ξανα-δημιουργείται η φύση και η θέση των κυττάρων αλλάζει. Το φλοιώδες οστό καλύπτεται από το περιόστεο (εξωτερική επιφάνεια) και το ενδόστεο στην (εσωτερική επιφάνεια). Το ενδόστεο είναι το όριο μεταξύ του φλοιώδους οστού και του σπογγώδους οστού 31
Οστά Το εσωτερικό (ακανόνιστο) οστό, επίσης γνωστό ως δοκιδωτός ή σπογγώδης οστικός ιστός είναι ένα πορώδες δίκτυο κυττάρων. Οι λεπτοί σχηματισμοί οστεοβλαστών που καλύπτονται από το ενδόστεο δημιουργούν ένα μη κανονικό δίκτυο, γνωστών ως δοκίδων. Μέσα σε αυτούς τους χώρους υπάρχει μυελός των οστών και αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα που παράγουν αιμοπετάλια, ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια καθώς επίσης και αγγεία. Το σπογγώδες οστό αντιπροσωπεύει το 20% της συνολικής οστικής μάζας αλλά έχει σχεδόν δέκα φορές την επιφάνεια του συμπαγούς οστού 32
Οι οστεοβλάστες είναι τα κύτταρα που σχηματίζουν τα οστά. Βρίσκονται στην επιφάνεια των οστεοειδών ραφών και σχηματίζουν ένα μείγμα πρωτεϊνών γνωστό ως οστεοειδές, το οποίο μεταλλοποιείται για να γίνει οστό. Η οστεοειδής ραφή είναι μια στενή περιοχή νεοδιαμόρφωτου οργανικού πλέγματος, που δεν έχει μεταλλοποιηθεί ακόμη και βρίσκεται στην επιφάνεια του οστού. Το οστεοειδές αποτελείται κυρίως από κολλαγόνο τύπου Ι. Οι οστεοβλάστες κατασκευάζουν επίσης ορμόνες, όπως οι προσταγλανδίνες, για να δρουν στο ίδιο το οστό. Παράγουν αλκαλική φωσφατάση, ένζυμο που συμμετέχει στην ανοργανοποίηση του οστού, καθώς και πολλές πρωτεΐνες μήτρας. Οστά - Κύτταρα 33
Οστεοκλάστης Οστά - Κύτταρα Τα οστεοκύτταρα είναι ως επί το πλείστον αδρανείς οστεοβλάστες. Τα οστεοκύτταρα προέρχονται από οστεοβλάστες που έχουν μεταναστεύσει και παγιδευτεί και περιβάλλονται από μήτρα οστών που παράγουν τα ίδια. Οι οστεοκλάστες είναι τα κύτταρα που είναι υπεύθυνα για την απορρόφηση των οστών, οπότε καταστρέφουν τα οστά. Στη συνέχεια σχηματίζεται νέο οστό από τους οστεοβλάστες. Τα οστά αναδιαμορφώνονται συνεχώς από την απορρόφηση των οστεοκλαστών και δημιουργούνται από τους οστεοβλάστες 34 Οι οστεοκλάστες είναι μεγάλα κύτταρα με πολλαπλούς πυρήνες τοποθετημένα σε οστικές επιφάνειες στα λεγόμενα κενά του Howship (ή κοιλώματα απορρόφησης). Αυτά τα κενά είναι αποτέλεσμα του γύρω οστού που έχει αναρροφηθεί. Επειδή οι οστεοκλάστες προέρχονται από μια σειρά στελεχιαίων μονοκυττάρων, είναι εξοπλισμένα με μηχανισμούς που μοιάζουν με φαγοκύτταρα, παρόμοια με τα κυκλοφορούντα μακροφάγα. Οι οστεοκλάστες ωριμάζουν και / ή μεταναστεύουν σε διακριτές οστικές επιφάνειες. Κατά την άφιξη, ενεργά ένζυμα, όπως η όξινη φωσφατάση, εκκρίνονται εναντίον του υποστρώματος άλατος. Η επαναπρόσληψη του οστού από τους οστεοκλάστες παίζει επίσης ρόλο στην ομοιόσταση του ασβεστίου.
Οστά-Σύσταση Τα οστά αποτελούνται από ζωντανά κύτταρα ενσωματωμένα σε μια οργανική μήτρα με ανόργανα στοιχεία. Αυτή η οργανική μήτρα αποτελείται κυρίως από κολλαγόνο τύπου Ι. Τα ανόργανα συστατικά είναι κυρίως υδροξυαπατίτης και άλατα ασβεστίου και φωσφορικών. Πάνω από το 30% του ακυτταρικού μέρους του οστού αποτελείται από τα οργανικά συστατικά και το 70% από άλατα. Η ανόργανη σύνθεση του οστού αποτελείται κυρίως από άλατα ασβεστίου και φωσφορικών ενώ το κύριο άλας είναι υδροξυαπατίτης (Ca10 (PO4) 6 (OH) 2). Η ακριβής σύνθεση της μήτρας μπορεί να μεταβληθεί με την πάροδο του χρόνου (διατροφή, ηλικία κ.α.) 35
Οστά - Τύποι Υπάρχουν πέντε τύποι οστών στο ανθρώπινο σώμα: 1. Μακρά οστά, 2. Βραχέα οστά, 3. Επίπεδα οστά, 4. Ακανόνιστα οστά, 5. Σησαμοειδή οστά 36
Τα μακρά οστά χαρακτηρίζονται από έναν άξονα, Οστά - Τύποι τη διάφυση, πολύ μακρύτερο από το πλάτος τους και τις Επιφύσεις, στρογγυλεμένες κεφαλές σε κάθε άκρο του άξονα. Είναι κυρίως συμπαγή οστά, με μικρότερες ποσότητες μυελού μέσα στην μυελική κοιλότητα, και περιοχές σπογγώδους οστού στα άκρα. Τα περισσότερα οστά των άκρων, συμπεριλαμβανομένων αυτών των δακτύλων και των ποδιών, είναι μακρά οστά. Οι εξαιρέσεις είναι τα οκτώ οστά του καρπού (καρπιαία), τα οστά των ταρσών στους αστραγάλους και το σησαμοειδές οστό του γόνατος. Τα μακρά οστά όπως η κλείδα, που έχουν διαφορετικά διαμορφωμένο άξονα ή άκρα ονομάζονται επίσης τροποποιημένα μακρά οστά 37
Αρθρώσεις Aρθρώσεις συνδετικού ιστού: Οι αρθρωτές επιφάνειες των οστών ενώνονται με ινώδη ιστό και έτσι είναι δυνατή πολύ μικρή κίνηση (π.χ. ραφές κρανίου) Χόνδρινες αρθρώσεις: Οι χόνδρινες αρθρώσεις μπορούν να χωριστούν σε δύο τύπους: πρωτογενείς και δευτερογενείς. 38
Αρθρώσεις Στις πρωτογενείς χόνδρινες αρθρώσεις τα οστά ενώνονται από μια ράβδο υαλίνης μεμβράνης (π.χ. η ένωση μεταξύ της επιφύσης και της διάφυσης στο αναπτυσσόμενο οστό, ή η ένωση μεταξύ της πρώτης πλευράς και του στέρνου - δεν είναι δυνατή κίνηση) Στις δευτερογενείς αρθρώσεις τα οστά ενώνονται με πλάκα ινώδους χόνδρου και οι επιφάνειες των οστών καλύπτονται από ένα λεπτό στρώμα υαλίνης (Π.χ. αρθρώσεις μεταξύ των σπονδύλων). Είναι δυνατή μικρή κίνηση. 39
Αρθρώσεις Αρθρικές επιφάνειες οστών που καλύπτονται από ένα λεπτό στρώμα υαλώδους χόνδρου και μια κοιλότητα άρθρωσης. Αυτή η δομή επιτρέπει μεγάλο βαθμό ελευθερίας στην κίνηση. Η κοιλότητα της άρθρωσης καλύπτεται με αρθρική μεμβράνη, η οποία εκτείνεται από την μια στην άλλη οστική επιφάνεια (π.χ. άρθρωση ισχίου) 40
Αρθρώσεις Παραδείγματα διαφορετικών τύπων αρθρικών επιφανειών. Α. Επίπεδη (στερνοκλειδική και ακρωμιοκλειδική). Β. Στροφική (άρθρωση αγκώνα). Γ. Αξονική (ατλαντοαξονική άρθρωση). Δ.Κονδυλοειδής (μετακαρπαροφαλαγγικη). Ε.Ελλειψοειδής (άρθρωση του καρπού). ΣΤ. Σέλλα (αρθροπλαστική άρθρωση του αντίχειρα). 41 Ζ. Μπάλα και υποδοχή (άρθρωση ισχίου)
Οι τρεις κύριοι παράγοντες που ευθύνονται για τη σταθεροποίηση μιας άρθρωσης: A. Σχήμα αρθρικών επιφανειών. B. Σύνδεσμοι C. Μυϊκός τόνος. 42
Αιμοφόρα αγγεία Τα αιμοφόρα αγγεία είναι τριών τύπων: αρτηρίες, φλέβες και τριχοειδή αγγεία 43
Οι αρτηρίες μεταφέρουν αίμα από την καρδιά στους διάφορους ιστούς του σώματος. Οι μικρότερες αρτηρίες, <0,1 mm σε διάμετρο, αναφέρονται ως αρτηρίδια. Η ένωση των κλάδων των αρτηριών ονομάζεται αναστόμωση. Οι αρτηρίες δεν έχουν βαλβίδες. Οι ανατομικές τελικές αρτηρίες είναι αγγεία των οποίων οι τερματικοί κλάδοι δεν αναστομώνονται με κλάδους άλλων αρτηριών από γειτονικές περιοχές. Λειτουργικές τελικές αρτηρίες είναι οι αρτηρίες των οποίων οι τερματικοί κλάδοι κάνουν αναστόμωση Η αναστόμωση, σε πολλές περιπτώσεις, δεν είναι αρκετή για διατήρηση της αιμάτωσης σε περίπτωση που φράξει το άλλο αγγείο 44
Οι φλέβες είναι αγγεία που μεταφέρουν το αίμα πίσω στην καρδιά. Πολλές από αυτές διαθέτουν βαλβίδες. Οι μικρότερες φλέβες καλούνται φλεβίδια. Οι μικρότερες φλέβες ή παραπόταμοι, ενώνονται για να σχηματίσουν μεγαλύτερες φλέβες, οι οποίες συνήθως συνδέονται με άλλες για να σχηματίσουν φλεβικά πλέγματα Οι φλέβες που φεύγουν από τον γαστρεντερικό σωλήνα δεν πηγαίνουν κατευθείαν στην καρδιά, αλλά συγκλίνουν στην πυλαία φλέβα. Αυτή η φλέβα εισέρχεται στο ήπαρ και διασπάται πάλι σε φλέβες μικρότερου μεγέθους, οι οποίες εν τέλει ενώνουν αγγεία τύπου τριχοειδών στο ήπαρ. Το πυλαίο σύστημα είναι επομένως ένα σύστημα φλεβών και φλεβιδίων παρεμβαλλόμενο μεταξύ δύο τριχοειδικών συστημάτων. 45
Τα τριχοειδή είναι μικροσκοπικά δίκτυα αγγείων που συνδέουν τα αρτηρίδια με τα φλεβίδια (αρτηριοφλεβικές αναστομώσεις) 46
Νευρικό σύστημα Το νευρικό σύστημα χωρίζεται σε δύο κύρια μέρη: κεντρικό νευρικό σύστημα, (αποτελείται από τον εγκέφαλο και τη σπονδυλική στήλη) περιφερικό νευρικό σύστημα, το οποίο αποτελείται από (12 ζεύγη κρανιακών νεύρων και 31 ζεύγη νωτιαίων νεύρων και τα αντίστοιχα γάγγλια τους). Λειτουργικά, το νευρικό σύστημα μπορεί να χωριστεί περαιτέρω στο: σωματικό νευρικό σύστημα, το οποίο ελέγχει σκόπιμες/ηθελημένες κινήσεις και το αυτόνομο νευρικό σύστημα, το οποίο ελέγχει ακούσιες δραστηριότητες. Το νευρικό μαζί με το ενδοκρινικό σύστημα ελέγχει και ρυθμίζει τις δραστηριότητες των διαφόρων μερών του σώματος. 47
Κεντρικό νευρικό σύστημα Το κεντρικό νευρικό σύστημα αποτελείται από μεγάλο αριθμό νευρικών κυττάρων και του ειδικευμένου ιστού (κυττάρων) που τα υποστηρίζει (νευρογλοιακά κύτταρα). Νευρώνας είναι ο ορισμός που δίνεται στο νευρικό κύτταρο. Το νευρικό κύτταρο παρουσίαζει δενδρίτες και έναν άξονα (νευράξονας). Οι δενδρίτες είναι σύντομες προεκτάσεις του κυτταρικού σώματος ενώ ο νευράξονας είναι ο μακρύτερος δενδρίτης που εξέρχεται του κυτταρικού σώματος. 48
49
50
Κεντρικό νευρικό σύστημα Το εσωτερικό του κεντρικού νευρικού συστήματος οργανώνεται στη φαιά και λευκή ουσία. Η φαιά ουσία αποτελείται από τα σώματα των νευρικών κυττάρων και νευρογλοία. Η λευκή ουσία αποτελείται από νευρικές ίνες (νευράξονες) και νευρογλοία. 51
52
Νευρώνες Συνολικά 31 ζεύγη νωτιαίων νεύρων εξέρχονται από το νωτιαίο μυελό μέσω της σπονδυλικής Ανάλογα με την περιοχή της σπονδυλικής στήλης με την οποία συνδέονται υπάρχουν: 8 αυχενικά, 12 θωρακικά, 5 οσφυϊκά, 5 ιερά και 1 κοκκυγικό νεύρο. Σημειώστε ότι υπάρχουν οκτώ αυχενικά νεύρα και μόνο επτά αυχενικοί σπόνδυλοί. 53
Νευρώνες Συνολικά 31 ζεύγη νωτιαίων νεύρων εξέρχονται από το νωτιαίο μυελό μέσω της σπονδυλικής Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, ο νωτιαίος μυελός αναπτύσσεται σε μήκος πιο αργά από την σπονδυλική στήλη. Στον ενήλικα, το κατώτερο άκρο του νωτιαίου μυελού φθάνει μόνο μέχρι το κάτω όριο του 1ου οσφυϊκού σπονδύλου. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η δυσανάλογη ανάπτυξη το μήκος των ριζών αυξάνεται προοδευτικά από πάνω προς τα κάτω. Στην άνω αυχενική περιοχή οι ρίζες των νεύρων είναι μικρές και τρέχουν σχεδόν οριζόντια, ενώ οι ρίζες των οσφυϊκών και ιερών ν. σχηματίζει μια κάθετη δέσμη νεύρων που μοιάζει με ουρά αλόγου και ονομάζεται ιππουρίδα 54
Κάθε νωτιαίο νεύρο συνδέεται με το νωτιαίο μυελό με δύο ρίζες: την πρόσθια και την οπίσθια ρίζα. Η πρόσθια ρίζα αποτελείται από δέσμες νεύρων οι ίνες των οποίων μεταφέρουν νευρικούς παλμούς μακριά από το ΚΝΣ. Αυτές οι νευρικές ίνες ονομάζονται απαγωγές ίνες και μεταφέρουν εντολές στους σκελετικούς μύες προκαλώντας τη σύσπασή τους. Ονομάζονται κινητικοί νευρώνες. Η προέλευσή τους βρίσκενται στο πρόσθιο φαιό κέρας του νωτιαίου μυελού. Η οπίσθια ρίζα αποτελείται από δέσμες νευρικών ινών που φέρουν ερεθίσματα στο ΚΝΣ και ονομάζονται προσαγωγές ίνες. Οι ίνες αυτές μεταφέρουν πληροφορίες σχετικά με αισθήσεις αφής, πόνου, θερμοκρασίας και δονήσεων (αισθητήριες ίνες). Τα κυτταρικά σώματα αυτών των νευρικών ινών βρίσκονται στην οπίσθια ρίζα του νωτιαίου μυελού και δημιουργούν το γάγγλιο της οπίσθιας ρίζας 55
Σε κάθε μεσοσπονδύλιο τρήμα, οι ρίζες από το πρόσθιο και το οπίσθιο νωτιαίο νεύρο ενώνονται για να σχηματίσουν το νωτιαίο νεύρο. Εδώ οι κινητικές και αισθητικές ίνες αναμειγνύονται. Έτσι ένα νωτιαίο νεύρο αποτελείται από κινητικές και αισθητικές ίνες. Μετά την έξοδο από το νωτιαίο τρήμα, το νωτιαίο νεύρο χωρίζεται σε μια μεγάλη πρόσθια και μια μικρότερη οπίσθια ρίζα. Η οπίσθια ρίζα περνάει πίσω από την σπονδυλική στήλη για την νεύρωση των μυών και του δέρματος της πλάτης. Η πρόσθια ρίζα συνεχίζει και νευρώνει τους μύες και το δέρμα του πρόσθιου τοιχώματος του σώματος και όλους τους μύες και το δέρμα των άκρων. 56
57
Αυτόνομο νευρικό σύστημα Το αυτόνομο νευρικό σύστημα αφορά τη νεύρωση δομών όπως η καρδιά, οι λείοι μύες και οι αδένες σε όλο το σώμα (τόσο στο κεντρικό όσο και στο περιφερικό νευρικό σύστημα). Το αυτόνομο σύστημα χωρίζεται σε δύο μέρη, το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό. Και τα δύο έχουν προσαγωγές και απαγωγές νευρικές ίνες. Το συμπαθητικό προετοιμάζει το σώμα για έκτακτη ανάγκη (επιταχύνει τον καρδιακό ρυθμό, προκαλεί σύσπαση των περιφερικών αγγείων και προκαλεί άνοδο της αρτηριακης πίεσης του αίματος). Το συμπαθητικό προκαλεί ανακατανομή του αίματος έτσι ώστε να αφήνει τις περιοχές του δέρματος και του εντέρου και να γίνεται διαθέσιμο στον εγκέφαλο, την καρδιά και τους σκελετικούς μύες. Ταυτόχρονα, εμποδίζει τις περισταλτικές κινήσεις του εντέρου και προκαλεί σύσφιξη στους σφιγκτήρες. 58
Το παρασυμπαθητικό αυτόνομο ν. σύστημα στοχεύει στη διατήρηση και την αποκατάσταση της ενέργειας. Επιβραδύνει τον καρδιακό ρυθμό, αυξάνει την περισταλτικότητα του εντέρου και τη δραστηριότητα των αδένων και χαλαρώνει τους σφιγκτήρες. Ο υποθάλαμος του εγκεφάλου ελέγχει το αυτόνομο ν. σύστημα και τους νευροενδοκρινείς αδένες, διατηρώντας έτσι την ομοιόσταση στο σώμα. 59
Συμπαθητικό και Παρασύμπαθητικό νευρικό σύστημα 60
Λεμφικό σύστημα Το λεμφικό σύστημα αποτελείται από τους λεμφαδένες και τα λεμφαγγεία. Ο λεμφικός ιστός είναι ένας τύπος συνδετικού ιστού που περιέχει μεγάλο αριθμό λεμφοκυττάρων. Ο λεμφικός ιστός αποτελείται από τα ακόλουθα όργανα ή δομές: το θύμο αδένα, τους λεμφαδένες, το σπλήνα και τα λεμφικά οζίδια. Ο λεμφικός ιστός είναι απαραίτητος για την ανοσολογική άμυνα του σώματος κατά των βακτηρίων και των ιών. Τα λεμφαγγεία είναι αγγεία που βοηθούν το καρδιαγγειακό σύστημα στην απομάκρυνση υγρού από τους ιστούς του σώματος. Επιστρέφουν το υγρό στο αίμα. Το λεμφικό σύστημα είναι ουσιαστικά αποχετευτικό σύστημα και δεν έχει κυκλοφορία. 61
Λεμφικό σύστημα Λέμφος είναι το όνομα που δίνεται στο λεμφικό υγρό μόλις εισέλθει σε ένα λεμφαγγείο. Τα λεμφαγγεία είναι ένα δίκτυο λεπτών αγγείων που αποστραγγίζουν τη λέμφο από τους ιστούς. Μικρά λεμφαγγεία ενώνονται για να σχηματίσουν μεγαλύτερα λεμφαγγεία. Τα λεμφαγγεία παρουσιάζουν πολλές βαλβίδες κατά μήκος της πορείας τους. 62
Λεμφικό σύστημα Πριν επιστραφεί η λέμφος στην κυκλοφορία του αίματος, περνάει τουλάχιστον ένα λεμφαδένα και συχνά από πολλούς. από Τα μεγάλα λεμφαγγεία ονομάζονται δεξιός λεμφικός πόρος και θωρακικός πόρος 63
64