ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ



Σχετικά έγγραφα
Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

Συνυποβαλλόμενα έγγραφα θεμελίωσης εγγραπτέου δικαιώματος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος...V Συντομογραφίες...XIX Βιβλιογραφία...XXI ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΠΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

Περιεχόμενα ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ Πρόλογος... 7

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 8 Νοεμβρίου 1993 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛ ΦΟΡ/ΓΙΑΣ & Δ. Π. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Φ/ΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (13η) ΤΜΗΜΑ Α

ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

κή άποψη εκείνες που έδωσε η νομολογία για την αντιμετώπιση ανεπιεικών συνεπειών με την διεύρυνση της έννοιας της πλάνης περί το δίκαιο.

περιεχόμενα Πρόλογος 15 Εισαγωγή "ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ"

AΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ. Μελέτη Πραγματικών Υποθέσεων

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 53 έως και 56 του ν. 3842/2010 (Φ.Ε.Κ. 58Α / ) και οδηγίες για την εφαρμογή τους.

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 12η. 1.- Άρθρο 23 Ν. 3427/2005

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΔΙΑΔΟΧΗ ΑΠΟ ΔΙΑΘΗΚΗ 10. Έννοια και χαρακτηριστικά γνωρίσματα της διαθήκης... 1 Ι. Έννοια της διαθήκης... 1 ΙΙ.

ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗ ΧΡΟΝΟΥ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟ (ΑΚ 1051) Στέφανος Ματθίας Επίτ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Α. Το ζήτημα

ΠΟΛ /12/ Πιστοποιητικό του άρθρου 54Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, για το έτος 2014

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4565,

ΣΥΣΤΑΣΗ ΟΡΙΖΟΝΤΙΑΣ Ή ΚΑΘΕΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΜΕ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ ΑΙΤΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ - ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ - ΑΝΑΒΙΩΣΗ 1

Δηλώσεις Κτηματολογίου: 15 πιθανά προβλήματα και εφικτές λύσεις

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΤΟ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ

«Εγκύκλιος σχετικά με «Ρυθμίσεις Αποπληρωμής οφειλών δανειοληπτών που χορηγήθηκαν από ίδια κεφάλαια του καταργηθέντος ΟΕΚ»

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΉ ΔΙΑΔΟΧΉ ΣΤΗΝ ΕΕ. Στο εξής, οι διασυνοριακές υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής γίνονται πιο απλές. Δικαιοσύνη και Καταναλωτές

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ (ΦΕΚ Α 327/ ) ΙΑΤΡΙΚΗ ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ.

Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 3306

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

β. Οταν δεν έχει συνταχθεί απογραφή και έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος από τον Α.Κ. χρόνος προς τούτο.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5 ΕΝΤΥΠΟ V. παράρτημα I Στοιχεία του(των) αιτούντος(-ων) (ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ εάν ο(οι) αιτών(αιτούντες) είναι νομικό(-ά) πρόσωπο(-α))

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Αριθμ /661/2017 (Β 1403) Υπουργική Απόφαση όπως αυτή έχει τροποποιηθεί και ισχύει» 1. ΝΟΜΟΣ 3869/2010 ή άλλου είδους ρυθμίσεις

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

1. Έννοια και δικαιολογία της νόμιμης μοίρας

Κατεύθυνση Φορολογικού Δικαίου ΠΜΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «Ι ΙΩΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ»

Ταχ. /νση :Ερµού ΠΡΟΣ: ΑΠΟ ΕΚΤΕΣ Ταχ. Κώδ. : ΑΘΗΝΑ ΠΙΝΑΚΑ ΙΑΝΟΜΗΣ Τηλέφωνο : FAX :

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ Β. ΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αθήνα 26 Μαΐου 1997 ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ Αριθ. Πρωτ.: /316-11/0016 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 16η (Εισ.Δημ.Εσόδων) ΠΟΛ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο Υ Π Ο Υ Ρ Γ Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Δήμητρα Παπαδοπούλου - Κλαμαρή Αν. Καθηγήτρια του Αστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

* ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 77

ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΑ ΧΡΗΣΙΔΑΝΕΙΟΥ ΚΑΙ ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΟΥ ΨΙΛΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. (Γνωμοδότηση) Απόστολος Χελιδόνης Λέκτορας στη Νομική Σχολή ΔΠΘ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 5 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ- ΕΝΑΣΚΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΠΙΚΑΡΠΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ- ΤΡΟΠΟΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ-ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ- ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ. Επιµέλεια : Καµπέλη Νάντια, ικηγόρος

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2250/1940 ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ BIBΛIO ΠPΩTO

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Μέρος πρώτο: Βασικές έννοιες και θεμελιώδεις αρχές ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. Διάγραμμα

ΘΕΜΑ: Πιστοποιητικό του άρθρου 54Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, για το έτος Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

ενώ παράλληλα αναβάθμισε τις έννομες συνέπειές του σε τέτοιον βαθμό, ώστε αυτές να προσεγγίζουν σημαντικά τον γάμο. Η συνέπεια είναι ότι στον

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Θέμα: Κοινοποίηση εγκυκλίων του Υπουργείου Οικονομικών

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΒΑΣΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. Δ/ΝΣΗ ΑΜΕΣΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Μαρίνα Πετράτου

Στοιχεία Αστικού Δικαίου - 4 ο Μάθημα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α3. Καλλιθέα Αριθ. απόφασης: 4169

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Απλή Ετερόρρυθμη Εταιρεία

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3413, 16/6/2000

Ν.4072/2012 ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Συνεδρίαση 21/

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Επεξηγήσεις - Αναλύσεις - Ειδικά ζητήματα- Παραδείγματα

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

Παρατηρήσεις επί της ΠΟΛ 1006/2013

Τους γρίφους του εντύπου Ε9 καλούνται να αποκρυπτογραφήσουν οι...

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 16 η

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

Η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου στην πτώχευση

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

Συντάκτης: Κοντάκος Ηλίας, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Ιδ. Δικαίου Παν/μίου Αθηνών

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «Ι ΙΩΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ»

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

Σελίδα 1 από 5. Τ

Ο περί Πωλήσεως Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόµος (ΚΕΦ.232)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Γιάννα Καρύμπαλη-Τσίπτσιου Καθηγήτρια Τμήματος Νομικής. Αρμοδιότητες Συμβουλίου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε., ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ, ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ & ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Δ Ι Π Λ Ω Μ Α Τ Ι Κ Η Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α Α Σ Τ Ι Κ Ο Δ Ι Κ Α Ι Ο Επιβλέπουσα Καθηγήτρια ΚΑΡΥΜΠΑΛΗ ΤΣΙΠΤΣΙΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ Θέμα Εργασίας: «ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΑΙ ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ.» ΧΡΥΣΟΥΛΑ Δ. ΜΑΥΡΙΔΟΥ Θεσσαλονίκη Σεπτέμβριος 2008

Ι. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελίδα Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.. 1 Β. ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗΣ ΚΑΙ ΑΜΕΣΗΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ 1. Προηγούμενο Δίκαιο 2. Ισχύον Δίκαιο 3. Χρόνος της επαγωγής 4. Μεταγραφή της αποδοχής της κληρονομίας.. 3 3 7 8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ 1. Έννοια και νομική φύση του δικαιώματος της αποδοχής. Είδη αποδοχής.. 2. Προϋποθέσεις έγκυρης αποδοχής... 3. Ακύρωση της αποδοχής. 4. Συνέπειες της αποδοχής... 21 28 37 41 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΑΠΟΔΟΧΗ ΜΕ ΤΟ ΕΥΕΡΓΕΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ 1. Έννοια και σκοπός της αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής.... 2. Οι υποχρεώσεις της κληρονομίας.... 3. Προϋποθέσεις και τύπος της αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής. 4. Περιπτώσεις αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής από το νόμο.. 5. Συνέπειες της αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής.. 6. Εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης μετά το θάνατο του κληρονομουμένου και την αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής. 41 45 48 53 54 58

7. Η ικανοποίηση των δανειστών. 8. Διοίκηση της κληρονομίας... α) Πράξεις διοίκησης της κληρονομίας δικαιώματα και υποχρεώσεις του κληρονόμου.... β) Η υποχρέωση προς σύνταξη απογραφής.... γ) Η εκποίηση ακινήτων και τίτλων... δ) Η υποχρέωση του κληρονόμου για λογοδοσία... ε) Η ευθύνη του κληρονόμου.. 9. Έκπτωση από το ευεργέτημα της απογραφής.... 10. Η έκπτωση από το ευεργέτημα της απογραφής προσώπων ανικάνων ή περιορισμένα ικανών για δικαιοπραξία... 11. Παραίτηση από το ευεργέτημα της απογραφής. 12. Συνέπειες της απώλειας του ευεργετήματος της απογραφής.... 13. Παραχώρηση της κληρονομικής περιουσίας.. 60 61 61 64 67 68 70 71 75 76 78 80 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ 1. Το δικαίωμα για αποποίηση.. α) Έννοια και νομική φύση του δικαιώματος για αποποίηση β) Προθεσμία αποποίησης γ) Αναστολή της προθεσμίας προς αποποίηση. 82 82 84 92 2. Τύπος και κύρος της αποποίσης. α) Τύπος και λόγοι ακυρότητας της αποποίησης... β) Λόγοι ακυρωσίας της αποποίησης. 94 94 97 3. Η αποποίηση στην πολλαπλή επαγωγή.. 4. Η αποποίηση στην επαγωγή περισσότερων μερίδων 5. Το κληρονομητό του δικαιώματος αποποίησης. 6. Συνέπειες της αποποίησης... 7. Αποποίηση υπέρ τρίτου.... 8. Αγωγές κατά της κληρονομίας. 9. Διαχειριστικές πράξεις πριν από την αποποίηση... 99 101 103 107 112 113 117

Γ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ.. IΙ. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ... Α. Βιβλιογραφία. Β. Αρθρογραφία. 121 124 124 127

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Με την παρούσα μελέτη θα γίνει μια προσπάθεια να αναλυθεί όσο το δυνατόν πληρέστερα ο τρόπος κτήσης της κληρονομίας κατά το ισχύον δίκαιο και ειδικότερα να αντιμετωπισθούν τα ζητήματα που ανακύπτουν στη θεωρία, αλλά κυρίως στην πράξη, γύρω από την δυνατότητα αποδοχής ή αποποίησης της κληρονομίας από τους κληρονόμους του θανώντος. Με το θάνατο του ανθρώπου, ζήτημα δημιουργείται σχετικά με την τύχη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που είχε όσο ζούσε. Προκειμένου να μη δημιουργηθεί οποιοδήποτε πρόβλημα κυρίως στις συναλλαγές των ανθρώπων, αλλά και στην κοινωνική ζωή εν γένει, δημιουργήθηκε ειδικός κλάδος δικαίου, το κληρονομικό δίκαιο, το οποίο αποτελεί τμήμα του αστικού δικαίου, και ρυθμίζει ακριβώς τις συνέπειες που επιφέρει ο θάνατος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ανθρώπου. Σήμερα, το κληρονομικό δίκαιο συγκεντρώνεται κυρίως στα άρθρα 1710 2035 του Αστικού Κώδικα. Ωστόσο, διατάξεις κληρονομικού δικαίου βρίσκονται διάσπαρτες και σε άλλα σημεία του Αστικού Κώδικα και του Εισαγωγικού Νόμου (π.χ. κληρονομητό νομής 938 Α.Κ. κλπ.), ενώ ποικίλα ζητήματα ρυθμίζονται και από τον ΚΠολΔ. Ωστόσο, η ρύθμιση θεμάτων του κληρονομικού δικαίου από τον ΚΠολΔ με τόσες πολλές λεπτομέρειες, δημιούργησε ερμηνευτικά προβλήματα, καθώς μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις καταργούνται ρητά οι αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ. Ενδεικτικά, όπως θα αναλυθεί παρακάτω, ζήτημα έχει δημιουργηθεί σχετικά με το αν η διάταξη του άρθρου 265 ΚΠολΔ έχει καταργήσει το άρθρο 1858 ΑΚ ή εάν τα δύο άρθρα μπορούν να συνυπάρξουν ρυθμίζοντας διαφορετικά το ίδιο ακριβώς θέμα. Όπως ήδη αναφέρθηκε, ειδικότερο θέμα της παρούσας εισήγησης είναι η αποδοχή και η αποποίηση της κληρονομίας και τα ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή και την ερμηνεία των διατάξεων που τις ρυθμίζουν. Ωστόσο πριν από την ανάλυση του θέματος αυτού, κρίνεται σκόπιμο να γίνει 1

μία μικρή υπενθύμιση ορισμένων βασικών ρυθμίσεων και αρχών του κληρονομικού δικαίου. Συγκεκριμένα, το άρθρο 1710 ΑΚ καθορίζει την έννοια της κληρονομίας, των κληρονόμων και της κληρονομικής διαδοχής. Ειδικότερα, ορίζει ότι κληρονομία είναι η περιουσία του αποθανόντος ως σύνολο και κληρονόμοι είναι τα πρόσωπα στα οποία μεταβαίνει «περιέρχεται» η κληρονομία, είτε από το νόμο είτε από διαθήκη. Κληρονομική δε διαδοχή είναι αυτή ακριβώς η μεταβίβαση της περιουσίας του προσώπου που απεβίωσε κληρονομουμένου στους κληρονόμους του. Πρόκειται για καθολική διαδοχή, ενώ δεν αποτελεί πρωτότυπη, αλλά παράγωγη κτήση στο σύνολο της περιουσίας του κληρονομουμένου ως ενότητα. Μεταβιβάζεται, δηλαδή, και το ενεργητικό, αλλά και το παθητικό της περιουσίας του κληρονομουμένου, ανεξάρτητα από το αν ο κληρονόμος γνωρίζει ή αγνοεί από ποια στοιχεία απαρτίζεται η περιουσία του κληρονομούμενου. Τέλος, λόγοι της κληρονομικής διαδοχής, όπως ορίζει το ίδιο άρθρο, μπορεί να είναι είτε ο νόμος είτε η ιδιωτική βούληση. Μπορεί, δηλαδή ο κληρονομούμενος να συντάξει διαθήκη καθορίζοντας τους κληρονόμους του και τα αντικείμενα ή το ποσοστό της κληρονομίας που θα αποκτήσει καθένας από αυτούς. Αντίθετα, στην περίπτωση που αποβιώσει κάποιος χωρίς να συντάξει διαθήκη, τότε έχουμε εξ αδιαθέτου διαδοχή, δηλαδή διαδοχή από το νόμο. Διαδοχή από το νόμο, όμως, έχουμε και στην περίπτωση που ο κληρονομούμενος δεν εγκατέστησε με τη διαθήκη του κληρονόμους ορισμένους στενούς συγγενείς ή το σύζυγό του, ή τους άφησε λιγότερα από όσα ορίζει ο νόμος ότι πρέπει να πάρουν, οπότε γίνεται λόγος για αναγκαστική διαδοχή. Στη συνέχεια θα αναλυθούν όσο το δυνατόν πληρέστερα οι τρόποι με τους οποίους μπορεί ο κληρονόμος να αποδεχθεί την κληρονομία που του επάγεται, θα εξετασθεί αν κάποιος είναι αναγκασμένος να την αποδεχθεί ή αντίθετα αν υπάρχει δυνατότητα να μην καταστεί αυτός κληρονόμος και με ποιον τρόπο μπορεί αυτό να συμβεί. 2

2. ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗΣ ΚΑΙ ΑΜΕΣΗΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ 1. Προηγούμενο δίκαιο Πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα ίσχυε και εφαρμοζόταν το ρωμαϊκό δίκαιο. Σύμφωνα με το δίκαιο αυτό, οι «οικείοι», δηλαδή τα παιδιά του κληρονομουμένου, που βρίσκονταν κάτω από την πατρική εξουσία κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, αποκτούσαν αυτοδικαίως την κληρονομία 1. Δικαιολογητικός λόγος της ρύθμισης αυτής ήταν ότι οι οικείοι ήταν συγκύριοι της περιουσίας μαζί με τον αποθανόντα, που απλώς δεν μπορούσαν να ασκήσουν το δικαίωμα κυριότητάς τους όσο ζούσε ο κληρονομούμενος πατέρας 2. Αντίθετα, οι κληρονόμοι που δεν ήταν οικείοι, καλούνταν και αυτοί στην κληρονομία με το θάνατο του κληρονομούμενου, ωστόσο δεν την αποκτούσαν παρά μόνο αν δήλωναν σχετική θέλησή τους. Η δήλωση αυτή λεγόταν υπεισέλευση ή αποδοχή της κληρονομίας 3. 2. Ισχύον δίκαιο Ο Αστικός Κώδικας δεν ακολούθησε τη ρύθμιση του ρωμαϊκού δικαίου, αλλά θέλησε να ακολουθήσει το παράδειγμα των νεότερων αλλοδαπών νομοθεσιών καθιερώνοντας την αρχή της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας από όλους ανεξαιρέτως. Όπως ρητά επισημάνθηκε από τη συντακτική και την αναθεωρητική επιτροπή του σχεδίου Αστικού Κώδικος, κατά κανόνα οι κληρονομίες γίνονται αποδεκτές, η δε αποποίηση αυτών αποτελεί την 1 Παπαντωνίου, Κληρονομικό Δίκαιο, σελ. 58, Μαγκάκη Καλκάνη, Εγχειρίδιον Κληρονομικού Δικαίου, σελ. 253 επ., όπου διευκρινίζεται ότι ως «οικείοι», sui, όταν πρόκειται για αυτοδίκαιη κτήση είναι και όσοι τελούν υπό την έμμεση πατρική εξουσία του αποθανόντος κατά το χρόνο του θανάτου του, π.χ. ο εκ του αποκληρωθέντος υιού εγγονός. 2 Μαγκάκη Καλκάνη, ό.π., ο οποίος δεν βρίσκει απόλυτα ορθό τον δικαιολογητικό αυτό λόγο, αφού κατά τη γνώμη του, αν οι οικείοι ήταν συγκύριοι τότε ο πατέρας δε θα μπορύσε να αποκληρώσει τα τέκνα του. 3 Παπαντωνίου, ό.π., Μαγκάκη Καλκάνη, ό.π. 3

εξαίρεση, ενώ το σύστημα του ρ.δ. δεν παρείχε κανένα πλεονέκτημα όπως ίσχυε 4. Ο Αστικός Κώδικας, λοιπόν, στο άρθρο 1846, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 1711 ΑΚ, ορίζει ότι «Ο κληρονόμος αποκτά αυτοδικαίως την κληρονομία μόλις γίνει η επαγωγή, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 1198». Με τον θάνατο του κληρονομουμένου, η κληρονομία επάγεται στους κληρονόμους και αυτοί την αποκτούν αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται από την μεριά τους συναίνεση, αποδοχή ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια. Ούτε καν γνώση από μέρους του κληρονόμου για την επαγωγή ή το περιεχόμενο της κληρονομίας απαιτείται 5. Η κληρονομία, όμως, δεν επέρχεται μόνο αυτοδικαίως, αλλά και αμέσως από το θάνατο του κληρονομουμένου. Αυτό σημαίνει ότι επέρχεται χωρίς τη μεσολάβηση του παραμικρού χρονικού διαστήματος από το θάνατο του κληρονομουμένου ή τη μεσολάβηση άλλου προσώπου. Μοναδική προϋπόθεση για την αυτοδίκαια και άμεση κτήση της κληρονομίας είναι ο θάνατος του κληρονομουμένου 6. Αποτέλεσμα είναι ο κληρονόμος να υπεισέρχεται «εφάπαξ» σε όλες τις κληρονομητές έννομες σχέσεις του κληρονόμου ως σύνολο, χωρίς να απαιτούνται οι ιδιαίτερες προϋποθέσεις που απαιτούνται για τις αντίστοιχες δικαιοπραξίες εν ζωή 7. Έτσι, αμέσως με το θάνατο του νομέα, η νομή, ως περιουσιακό στοιχείο, μεταβαίνει αυτοδίκαια στους κληρονόμους του νομέα 8, χωρίς να 4 Σχέδιον Αστικού Κώδικος, σελ. 1, 11. 5 Βαθρακοκοίλη, Αναλυτική Ερμηνεία Νομολογία Αστικού Κώδικα, αρθρ. 1846, Γεωργιάδη Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ, αρθρ.1846, Σπυριδάκης/Περάκης, Αστικός Κώδιξ, αρθρ. 1846, Βασιλάκη, Κληρονομικόν Δίκαιον, σε. 30, Βουζίκα, Κληρονομικόν Δίκαιον, σελ. 127 επ., Λιτζερόπουλος, Κληρονομικόν Δίκαιον, σελ. 49, Μπαλής, Κληρονομικόν Δίκαιον, σελ. 251επ., Μαγκάκη Καλκάνη, ό.π., Μαυρομιχάλης, Κληρονομικό Δίκαιο, σελ. 243 επ., Μιχαηλίδης Νουάρος, Κληρονομικόν δίκαιον κατά τις παραδόσεις του καθηγητού Μιχαηλίδη Νουάρου, σελ. 111, Μπρακατσούλας, κληρονομικό Δίκαιο, σελ. 466 επ., Παπαντωνίου, ό.π., Παπαχρήστου, Κληρονομικόν Δίκαιον, σελ. 281 επ., Τούσης, Κληρονομικόν Δίκαιον, σελ. 314 επ., Φίλιος, Κληρονομικό Δίκαιο, σελ. 84, Ψούνη, Κληρονομικό Δίκαιο Ι, σελ. 32 επ., Κωσταρά, Κληρονομιαία κτήσις εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου, ΕΕν 1989.725. 6 Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π., Ψούνη, ό.π. 7 Βουζίκα, ό.π. 8 ΠΠρΚαβ 229/1997, Αρμ 1999.670. 4

απαιτείται η απόκτηση της φυσικής εξουσίας, όπως απαιτείται στις ανάλογες δικαιοπραξίες εν ζωή 9. Μοναδικές προϋποθέσεις της κληρονομικής διαδοχής στη νομή είναι να έχει ο κληρονομούμενος τη νομή κατά το χρόνο επαγωγής της κληρονομίας και να επέλθει η κληρονομική διαδοχή. Δε συνιστά προϋπόθεση η κτήση της φυσικής εξουσίας από τον κληρονόμο. Ούτε, όμως, και διάνοια κυρίου απαιτείται να υπάρχει στο πρόσωπο του κληρονόμου. Με τη διάταξη αυτή (983 ΑΚ), αποφεύγεται ο κίνδυνος να καταστούν με το θάνατο του νομέα ανεξουσίαστα πράγματα τα οποία είναι δεκτικά εξουσίασης 10. Το ίδιο ισχύει και για την απόκτηση της κυριότητας των κινητών πραγμάτων της κληρονομίας. Αυτή αποκτάται αυτοδικαίως από τον κληρονόμο «άμα τη επαγωγή», χωρίς να απαιτείται και παράδοση της νομής, όπως απαιτείται για τις δικαιοπραξίες εν ζωή (1034 ΑΚ) 11. Επίσης, με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζεται και η απόκτηση από τον κληρονόμο των απαιτήσεων του κληρονομούμενου κατά τρίτων. Αυτή είναι πλήρης και τελεία από την επαγωγή, χωρίς να απαιτείται η αναγγελία που είναι απαραίτητη κατά την κοινή εκχώρηση (460 ΑΚ). Φυσικά, το ίδιο ισχύει και για τα χρέη του κληροονομουμένου, στα οποία υπεισέρχεται ο κληρονόμος χωρίς να απαιτείται συναίνεση των δανειστών, όπως στην αναδοχή χρέους (471 ΑΚ) 12. 9 Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π., Βουζίκας, ό.π., σελ. 128. 10 Η νομή που αποκτά ο κληρονόμος είναι γνήσια νομή, ανεξάρτητα αν συναρτάται ή όχι προς τη φυσική εξουσία βλ. Κούσουλας, Νομή και κληρονομική διαδοχή, σελ. 153, Παπαστερίου, Εγχειρίδιο Εμπράγματου Δικαίου, σελ. 108, ο δε κληρονόμος αποκτά την έννομη σχέση της νομής, αποκτά, δηλαδή, την έννομη σχέση της νομής που υπήρχε στο πρόσωπο του κληρονομούμενου νομέα, ώστε τελικά το κληρονομιαίο αντικείμενο «περιέρχεται πια στη σφαίρα εξουσίασης των περιουσιακών στοιχείων του κληρονόμου σαν να είναι φορέας εμπράγματου δικαιώματος, αλλά ανεξάρτητα από την ύπαρξη αντίστοιχου εμπράγματου δικαιώματος.». Η έννομη αυτή σχέση περιλαμβάνει τα δικαιώματα προστασίας της νομής από επεμβάσεις τρίτων και αναγνωρίζεται η δυνατότητα του κληρονόμου να καταλάβει τα κληρονομιαία, δηλαδή να αποκτήσει και τη φυσική τους εξουσία βλ. Θηβαίος, Το δίκαιο της νομής 2, σελ. 100, Κούσουλας, ό.π., σελ. 171 επ., Παπαστερίου, ό.π., σελ. 108. 11 Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π., Βουζίκας, ό.π., σελ. 128. 12 Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π., Βουζίκας, ό.π., σελ. 128. 5

Ωστόσο, ο κληρονόμος με την αυτοδίκαια και άμεση επαγωγή, αποκτά μόνο προσωρινά την κληρονομία, καθώς ο νόμος του επιφυλάσσει το δικαίωμα να την αποποιηθεί. Αν ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα, η κτήση της κληρονομίας ανατρέπεται αναδρομικά. Συνεπώς, η επαγωγή της κληρονομίας είναι προσωρινή και τελεί υπό τη διαλυτική νομική αίρεση της αποποίησης της κληρονομίας. Οριστικός γίνεται ο κληρονόμος από την στιγμή που παύσει να έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί την κληρονομία. Απαραίτητο είναι να διευκρινισθεί ότι όταν το άρθρο 1846 κάνει λόγο για κτήση της «κληρονομίας» αυτή νοείται υπό δύο έννοιες. Πρόκειται για την κληρονομία με αντικειμενική έννοια, αυτή δηλαδή που αποτελεί αντικείμενο της κληρονομικής διαδοχής, και για την κληρονομία με υποκειμενική έννοια, δηλαδή το δικαίωμα του κληρονόμου στην κληρονομία ως σύνολο, το «κληρονομικό δικαίωμα». Το δικαίωμα αυτό είναι αληθές, χαίρει ιδιαίτερης προστασίας, και είναι απόλυτο, δηλαδή στρέφεται κατά παντός 13. Αποκτάται δε μόνο με το θάνατο του κληρονομουμένου 14. Οι ανωτέρω διατάξεις του αστικού κώδικα που υιοθετούν την αρχή της αμέσου και αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας είναι διατάξεις αναγκαστικού δικαίου. Συνεπώς, δε μπορεί ο κληρονομούμενος με διατάξεις τελευταίας βούλησης να ρυθμίσει διαφορετικά την επαγωγή της κληρονομίας του, ορίζοντας π.χ. ότι ο κληρονόμος του δεν θα αποκτήσει αυτοδίκαια την κληρονομία, αλλά μετά από αποδοχή. Φυσικά, μπορεί ο κληρονομούμενος να ορίσει ότι η κληρονομία θα περιέλθει στον κληρονόμο μετά την πάροδο ορισμένου διαστήματος ή την επέλευση ορισμένου γεγονότος, αλλά τότε θα πρόκειται για εγκατάσταση καταπιστευματοδόχου. Επίσης μπορεί να ορίσει ότι ο κληρονόμος πρέπει να αποδεχθεί την κληρονομία μέσα σε χρονικό διάστημα μικρότερο από τον χρόνο για αποποίηση που ορίζει ο νόμος, αλλιώς η κληρονομία του να περιέρχεται σε άλλο πρόσωπο. Σε αυτή την περίπτωση 13 Βουζίκα, ό.π., σελ. 131 επ. 14 Όσο ζει ο κληρονομούμενος αυτό που συνήθως ονομάζεται κληρονομικό δικαίωμα δεν είναι τίποτα άλλο από απλή ελπίδα ή πιθανότητα κάποιος να κληρονομήσει. Ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για δικαίωμα, ούτε καν υπό αίρεση. Ούτε, όμως, και δικαίωμα προσδοκίας είναι διότι δεν υπάρχει κανένας βαθμός ασφαλείας για την απόκτηση της κληρονομίας, αφού μπορεί οποτεδήποτε και μονομερώς ο διαθέτης να τροποποιήσει τη διαθήκη του, να συντάξει άλλη, να καταστρέψει την τυχόν υπάρχουσα κλπ.. 6

όμως, θα πρόκειται για εγκατάσταση με διαλυτική αίρεση και ταυτόχρονο ορισμό υποκατάστατου 15. Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει κληρονομία χωρίς κληρονόμο 16. 3. Χρόνος της επαγωγής Το άρθρο 1846 βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με το άρθρο 1711 ΑΚ. Το πρώτο ορίζει ότι ο κληρονόμος αποκτά αυτοδικαίως την κληρονομία μόλις γίνει η επαγωγή, ενώ το δεύτερο ορίζει ποιος είναι ο χρόνος της επαγωγής. Σύμφωνα με το τελευταίο αυτό άρθρο, «Χρόνος της επαγωγής είναι ο χρόνος θανάτου του κληρονομουμένου.» Ο προσδιορισμός του χρόνου της επαγωγής έχει μεγάλη πρακτική σημασία, διότι από αυτόν κρίνεται ποιοι καλούνται ως κληρονόμοι. Οι τελευταίοι πρέπει να ζουν ή τουλάχιστον να έχουν συλληφθεί, με μόνη εξαίρεση το δεύτερο εδάφιο του ιδίου άρθρου σχετικά με την μεταθανάτια γονιμοποίηση 17, κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου. Από το χρόνο αυτό κρίνεται και το κύρος της αποδοχής ή αποποίησης, οι οποίες είναι άκυρες αν γίνουν πριν από την επαγωγή 18. Ζήτημα εν προκειμένω μπορεί να δημιουργηθεί μόνο στην περίπτωση των διαδοχικών επαγωγών, όταν δηλαδή ματαιώνεται η αρχική επαγωγή 19. Αυτό μπορεί να συμβεί π.χ. στην περίπτωση που ο αρχικός κληρονόμος αποποιήθηκε την κληρονομία. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 1856 ΑΚ ρυθμίζει το ζήτημα με τον ίδιο τρόπο με τη γενική διάταξη του άρθρου 1711 ΑΚ και ορίζει ότι η επαγωγή «θεωρείται ότι έγινε κατά το θάνατο του κληρονομουμένου». Όπως θα αναλυθεί κατωτέρω στο αντίστοιχο κεφάλαιο, ο 15 Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, Μπαλής, ό.π., σελ. 252. 16 Ψούνη, ό.π., σελ. 33 επ., βλ. και άρθρο 1848 παρ. 2 που ορίζει ότι το Δημόσιο δε μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία που του επάγεται εξ αδιαθέτου. 17 Ο ν. 3089/2002 για την τεχνητή γονιμοποίηση, τροποποίησε το άρθρο 1711 ΑΚ, έτσι ώστε να μην δημιουργείται καμία αμφιβολία σχετικά με το αν τέκνο του θανούντος μπορεί να κληρονομήσει τον πατέρα του όταν η γονιμοποίησή του έγινε τεχνητά, μετά θάνατον, με κρυοσυντηρημένο σπέρμα, ύστερα από ειδική έγγραφη συμφωνία του θανώντος προτού αυτός αποβιώσει. 18 Λιτζερόπουλος, ό.π., σελ. 52, Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 63 επ. 19 Δεν θα εξετασθεί στην παρούσα εισήγηση η επαγωγή σε καθολικό καταπίστευμα, καθώς δεν είναι αντικείμενο αυτής. Ας σημειωθεί μόνο ότι σ αυτή την περίπτωση ο χρόνος επαγωγής του κληρονόμου και του καταπιστευματοδόχου είναι διαφορετικός. 7

νόμος εδώ καθιερώνει πλάσμα δικαίου. Πράγματι, ενώ στην πραγματικότητα η κληρονομιά δε μπορούσε να επαχθεί στον τελικό κληρονόμο κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, καθώς τότε υπήρχε άλλος, προσωρινός κληρονόμος, ωστόσο η επαγωγή θεωρείται ότι έγινε αναδρομικά από το θάνατο του κληρονομούμενου 20. Με τον τρόπο αυτό ο χρόνος της επαγωγής παραμένει πάντοτε σταθερός. Με τον ίδιο τρόπο πρέπει να αντιμετωπίζεται και κάθε άλλη περίπτωση που πραγματικά γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την επαγωγή συντελούνται μετά το θάνατο του κληρονομουμένου. Και σε αυτές τις περιπτώσεις θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ότι έγιναν κατά το χρόνο θανάτου του. Τέτοιο παράδειγμα είναι π.χ. η γέννηση νεκρού κυοφορούμενου, οπότε θεωρείται η επαγωγή στο νέο κληρονόμο συντελεσθείσα όχι κατά το χρόνο θανάτου του κυοφορούμενου, αλλά κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου. Πρακτική συνέπεια των ανωτέρω είναι ότι ο τελικός κληρονόμος αρκεί να ζούσε κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, χωρίς να έχει σημασία αν είναι ζωντανός κατά το χρόνο του μεταγενέστερου γεγονότος π.χ. της αποποίησης. Στην περίπτωση που αυτός αποβίωσε μετά τον θάνατο του κληρονομουμένου, τότε καλούνται οι δικοί του κληρονόμοι 21. 4. Μεταγραφή της αποδοχής της κληρονομίας. Το ίδιο το άρθρο 1846 ΑΚ διατηρεί επιφύλαξη υπέρ του άρθρου 1198, το οποίο ορίζει ότι «Χωρίς μεταγραφή στις περιπτώσεις των άρθρων 1192 εδάφια 1 έως 4 και 1193, δεν επέρχεται η μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου ή η σύσταση, μετάθεση, κατάργηση εμπράγματου δικαιώματος πάνω στο ακίνητο». Το άρθρο 1193 ΑΚ ορίζει ότι «Μεταγράφεται επίσης στο 20 Βασιλάκη, ό.π., σελ. 32, Λιτζερόπουλος, ό.π., σελ. 52, Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 63 επ., Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π., Ψούνη, ό.π., πρόκειται για τρισκελή πλασματική κατασκευή: α) ότι η επαγωγή προς αυτόν που αποποιήθηκε δεν έγινε ποτέ, β) ότι ο αποποιηθής δεν ζούσε κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου και γ) ότι η κτήση της κληρονομίας από τον κατά διαδοχή καλούμενο έγινε κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου. Για το θέμα αυτό βλ. παρακάτω. 21 Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 63 επ 8

γραφείο μεταγραφών της περιφέρειας του ακινήτου κάθε αποδοχή κληρονομίας ή κληροδοσίας εφόσον με αυτήν περιέρχεται στον κληρονόμο ή στον κληροδόχο ακίνητο της κληρονομίας ή εμπράγματο δικαίωμα πάνω σ αυτό ή εμπράγματο δικαίωμα πάνω σε ξένο ακίνητο ή καταργείται τέτοιο δικαίωμα. Για τη μεταγραφή απαιτείται να βεβαιωθεί ο θάνατος του κληρονομουμένου». Για να αποκτηθεί συνεπώς η κυριότητα των ακινήτων της κληρονομίας ή εμπράγματο δικαίωμα σε αυτά, απαιτείται να γίνει μεταγραφή της αποδοχής 22. Ορισμένοι από τους θεωρητικούς δέχονται ότι αυτό αποτελεί εξαίρεση από την αμεσότητα της επαγωγής 23. Ωστόσο, άλλοι 24 ρητά τονίζουν ότι ο τύπος αυτός που απαιτείται από το νόμο δεν αποτελεί εξαίρεση από το σύστημα της επαγωγής που υιοθετεί ο αστικός κώδικας, αλλά έχει ως μοναδικό σκοπό να εξασφαλισθεί η συνέχεια των μεταγραφών και συνεπώς της δημοσιότητας. Την άποψη αυτή θεμελιώνουν με το επιχείρημα ότι σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τη μεταγραφή των μεταβιβάσεων εν ζωή, το άρθρο 1199 ΑΚ ορίζει ότι οποτεδήποτε και αν έγινε η μεταγραφή, ο κληρονόμος ή κληροδόχος θεωρείται ότι αποκτά το ακίνητο ή το δικαίωμα από το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου. Μέχρι τη μεταγραφή, η κυριότητα - ή το εμπράγματο δικαίωμα - είναι «μετέωρη», με την έννοια ότι αποκτάται μεν με την επαγωγή, αλλά τελεί υπό τη νομική αίρεση της μεταγραφής 25. Άλλωστε, η μεταγραφή δεν αποτελεί από μόνη της δημιουργικό λόγο κτήσης εμπράγματου δικαιώματος, αλλά απλώς αποτελεί όρο του ενεργού της εμπράγματης δικαιοπραξίας 26. Όποια και από τις δύο απόψεις και αν ακολουθήσουμε το 22 ΑΠ 857/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 604/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 445/1998, ΑρχΝ 1999.112, ΑΠ 511/1973, ΝοΒ 21.1412, ΕφΠατρ 15/2004, ΑχαΝομ 2005.140, ΕφΠατρ 312/2003 ΑχαΝομ 2004.118, ΕφΔωδ 314/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 37/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΦλωρ. 23/2005, ΝοΒ 2006.115, Κωσταρά, ΕΕΝ 1989.725, Μιχαλόπουλος, (με γνωμοδότηση και του νομικού συμβουλίου του κράτους, ΕλλΔ 1979.503. 23 Ψούνη, ό.π., σελ. 43επ., Βαθρακοκοίλης, ό.π., Φαφούτης, γνμ ΝοΒ 7.932 24 Παπαντωνίου, όπ., σελ. 60, Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π. 25 Παπαντωνίου, όπ., σελ. 60, Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, Μιχαηλίδης Νουάρος, ό.π., σελ. 118, ΟλΑΠ 7/2004, Δνη 2004.705, ΕιρΦλωρ. 23/2005, ΝοΒ 2006.115. 26 Καράσης, Γενικές Αρχές ΙΙ, Δικαιοπραξία Α, σελ. 187, όροι του ενεργού είναι εκείνοι οι όροι που πρέπει να συντρέχουν μετά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας προκειμένου να αποκτήσει αυτή ενέργεια. Όσο δεν πληρούνται, η δικαιοπραξία βρίσκεται σε μετέωρη κατάσταση, χωρίς να είναι ούτε οριστικά έγκυρη, ούτε οριστικά άκυρη. Οι όροι αυτοί τίθενται συνήθως από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και αποτελούν αιρέσεις δικαίου, αφού αναφέρονται σε μελλοντικά και αβέβαια γεγονότα. 9

πρακτικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο, καθώς οι συνέπειες από την παράλειψη της μεταγραφής προβλέπονται ρητά από το νόμο. Ο νόμος, δηλαδή, απαιτεί η κτήση εμπράγματου δικαιώματος να γίνεται με διατυπώσεις που εξασφαλίζουν τη δημοσιότητα. Ορίζει ρητά, ότι παρόλο που με την επαγωγή γίνεται κληρονόμος, ωστόσο δεν γίνεται και κύριος των ακινήτων της κληρονομίας προτού μεταγράψει την αποδοχή του 27. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί καινοτομία του Αστικού Κώδικα, καθώς στο προηγούμενο δίκαιο μεταγράφονταν μόνο οι εν ζωή δικαιοπραξίες. Οι περιπτώσεις για τις οποίες είναι απαραίτητη η μεταγραφή αναφέρονται περιοριστικά 28 στο άρθρο 1193 ΑΚ. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό απαιτείται να μεταγραφεί η αποδοχή σε τέσσερις περιπτώσεις: α) για να αποκτηθεί κυριότητα ακινήτου, β) για να περιέλθει άλλο εμπράγματο δικαίωμα στον κληρονόμο όταν αυτό έχει συσταθεί σε ακίνητο της κληρονομίας, π.χ. επικαρπία, γ) για να περιέλθει στον κληρονόμο εμπράγματο δικαίωμα που έχει συσταθεί σε άλλο ακίνητο, το οποίο δεν ανήκει στην κληρονομία και δ) για να καταργηθεί εμπράγματο δικαίωμα. Η μεταγραφή απαιτείται οποιοσδήποτε και αν είναι ο λόγος της επαγωγής, είτε δηλαδή πρόκειται για κληρονομική διαδοχή από το νόμο είτε από διαθήκη είτε πρόκειται για αναγκαστική διαδοχή. Ζήτημα είχε δημιουργηθεί σχετικά με το τι μπορούσε να μεταγραφεί. Στο άρθρο 1195 ΑΚ ορίζεται ότι «Η μεταγραπτέα αποδοχή κληρονομίας ή κληροδοσίας πρέπει να προκύπτει από δημόσιο έγγραφο. Αντί για την αποδοχή της κληρονομίας μπορεί να μεταγραφεί το κληρονομητήριο». Το άρθρο αυτό, φυσικά, έχει εφαρμογή σε όλες τις περιπτώσεις κληρονομικής διαδοχής, είτε δηλαδή πρόκειται για διαδοχή εκ του νόμου είτε πρόκειται για διαδοχή από διαθήκη. Σύμφωνα με την ανωτέρω ρύθμιση, η αποδοχή κληρονομίας πρέπει να προκύπτει από δημόσιο έγγραφο, διότι αυτό παρέχει μεγαλύτερες εγγυήσεις Τέτοιοι όροι είναι π.χ. η μεταγραφή της εμπράγματης δικαιοπραξίας, ο θάνατος του διαθέτη για την ενέργεια της διαθήκης κλπ. 27 ΕφΘεσ 117/1993, Αρμ 1993.221. 28 Βαθρακοκοίλης, ό.π.,άρθρο 1193. 10

αυθεντικότητας. Κατ αρχήν λοιπόν, ως δημόσιο έγγραφο που μπορεί να μεταγραφεί νοείται το συμβολαιογραφικό, ασχέτως αν συντάσσεται από συμβολαιογράφο ή άλλο δημόσιο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα συμβολαιογράφου (π.χ. πρόξενος) 29. Δεν μεταγράφεται δηλαδή η διαθήκη, σε περίπτωση που αυτή υπάρχει, ή το πιστοποιητικό που αποδεικνύει τη συγγενική σχέση στην εξ αδιαθέτου διαδοχή. Μεταγράφεται το συμβολαιογραφικό έγγραφο της αποδοχής, ασχέτως ότι αυτό θα μνημονεύει ως αιτία της κληρονομικής διαδοχής την διαθήκη ή τη συγγενική σχέση. Η αποδοχή, όμως, μπορεί να γίνει, όπως και η αποποίηση, με ρητή δήλωση ενώπιον του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας. Γεννάται, λοιπόν, το ζήτημα, αν μπορεί να μεταγραφεί το πιστοποιητικό του γραμματέα. Εφόσον η σχετική διάταξη του άρθρου 1195 κάνει γενικώς λόγο για δημόσιο έγγραφο, χωρίς διάκριση, τότε δεν υπάρχει σημαντικός λόγος που να εμποδίζει τη μεταγραφή του πιστοποιητικού του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας. Μάλιστα, ο αείμνηστος Ράμμος 30 δέχεται ότι για τον ίδιο λόγο πρέπει να γίνει δεκτό ότι μπορεί να μεταγραφεί αποδοχή που έγινε με καταχώρηση στα πρακτικά συνεδριάσεως δικαστηρίου ή με έκθεση δικαστή που ενεργεί διαδικαστική πράξη εκτός ακροατηρίου. Η άποψη δε αυτή είναι σύμφωνη και με το άρθρο 293 ΚΠολΔ που καθορίζει τον τρόπο κατάρτισης του δικαστικού συμβιβασμού 31. Επιπλέον ρητά προβλέπεται στο ίδιο άρθρο ότι αντί για την αποδοχή της κληρονομίας, μπορεί να μεταγραφεί το κληρονομητήριο 32. Η αίτηση για έκδοση κληρονομητηρίου και συνεπώς και το ίδιο το κληρονομητήριο συνιστούν σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας, καθώς από αυτό συνάγεται ότι ο κληρονόμος επιθυμεί να αναμιχθεί στην κληρονομία ως κύριος. Το κληρονομητήριο εκδίδεται από δημόσια αρχή, το δικαστήριο, και παρέχει μεγαλύτερες εγγυήσεις αυθεντικότητας. Τη μεταγραφή του μπορεί να ζητήσει όχι μόνο αυτός που ζήτησε την έκδοσή του, αλλά κάθε κληρονόμος που 29 Βαθρακοκοίλης, ό.π., άρθρ. 1195, Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π., αρθρ. 1195, Ράμμος, Ερμηνεία αστικού Κώδικα, άρθρ. 1195, Ψούνη, ό.π., σελ. 44 επ. 30 Ερμηνεία αστικού κώδικα, άρθρο 1195. 31 Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π 32 Οικονομόπουλου, Το κληρονομητήριο, ΝΔ 3.245. 11

αναφέρεται σε αυτό, καθώς και ο εκτελεστής διαθήκης, αν έχει εξουσία διαχείρισης και διοίκησης της κληρονομίας και αναφέρεται σε αυτό. Είναι προφανές ότι δε μπορεί να μεταγραφεί κληρονομητήριο που ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε. Σε περίπτωση δε που έχει μεταγραφεί κληρονομητήριο το οποίο ακυρώνεται ή ανακαλείται στη συνέχεια, τότε θεωρείται ότι οι έννομες συνέπειες της μεταγραφής δεν επήλθαν. Αμφισβήτηση είχε δημιουργηθεί γύρω από το εάν αρκεί να μεταγράφεται το ίδιο το κληρονομητήριο, δηλαδή το πιστοποιητικό που εκδίδει ο γραμματέας, ή η απόφαση που διατάζει την έκδοσή του, όπως και αν πρέπει να προσκομίζεται και πιστοποιητικό τελεσιδικίας της απόφασης αυτής. Έχουν υποστηριχθεί και οι δύο απόψεις. Η πρώτη δέχεται ότι αρκεί να μεταγραφεί το κληρονομητήριο, καθώς και από τα άρθρα 1856 και 819 ΚΠολΔ συνάγεται ότι κληρονομητήριο είναι το πιστοποιητικό και όχι η ίδια η απόφαση. Η ίδια άποψη δέχεται ότι το βάρος ελέγχου τελεσιδικίας της απόφασης με την οποία χορηγείται κληρονομητήριο, πρέπει να το έχει ο τρίτος που συναλλάσσεται με τον φερόμενο ως κληρονόμο. Η απαίτηση περισσοτέρων στοιχείων από όσα ζητάει ο νόμος θα είχε ως αποτέλεσμα συχνά να αμφισβητείται το κύρος της μεταγραφής, κάτι που θα διατάρασσε και την ασφάλεια των συναλλαγών 33. Υποστηρίζεται, όμως, και η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή παρά το γράμμα του νόμου που απαιτεί μόνο κληρονομητήριο, δεν αρκεί η μεταγραφή μόνο του πιστοποιητικού, αλλά ότι πρέπει να προσκομίζεται και αντίγραφο της απόφασης γιατί έτσι εξασφαλίζεται καλύτερα η τήρηση της δημοσιότητας. Η ίδια άποψη δέχεται ότι πρέπει να προσκομίζεται πιστοποιητικό τελεσιδικίας κυρίως όταν έγινε παρέμβαση τρίτων στη δίκη, ενώ σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να προσκομίζεται και αποδεικτικό επίδοσης της απόφασης σε αυτούς που παρενέβησαν και έγιναν διάδικοι. Σύμφωνα με τη γνώμη αυτή το άρθρο 824 ΚΠολΔ απαιτεί σε κάθε περίπτωση πιστοποιητικό τελεσιδικίας 34. 33 Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 74. 34 Ράμμος, ό.π., Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π. 12

Ωστόσο, η άποψη αυτή κρίνεται ιδιαίτερα αυστηρή, καθώς απαιτεί προϋποθέσεις τις οποίες δεν ζητά με καμία διάταξη ο νόμος. Άλλωστε, το κληρονομητήριο είναι πιστοποιητικό που εκδίδεται από δημόσια αρχή, η οποία και δε μπορεί να το εκδώσει χωρίς να υπάρχει δικαστική απόφαση που να το χορηγεί. Συνεπώς, να απαιτείται η προσκομιδή αντιγράφου της απόφασης που διατάσσει την παροχή του κληρονομητηρίου κρίνεται περιττό. Καθώς δε, ο νόμος ρητά απαιτεί μόνο την μεταγραφή του κληρονομητηρίου, δεν θα πρέπει να τίθενται και άλλες προϋποθέσεις, οι οποίες μάλιστα εύκολα μπορεί να ελεγχθούν από τον τρίτο συναλλασσόμενο. Άλλωστε, σύμφωνα με το άρθρο 824 ΚΠολΔ, το κληρονομητήριο το χορηγεί ο γραμματέας του δικαστηρίου μετά την τελεσιδικία της απόφασης που διατάσσει την παροχή του. Συνεπώς, ούτε και πιστοποιητικό τελεσιδικίας πρέπει να απαιτείται. Σε περίπτωση, λοιπόν, που έχουμε ρητή αποδοχή κληρονομίας, ή έστω σιωπηρή με την έκδοση και μεταγραφή του κληρονομητηρίου, το οποίο ρητά προβλέπει ο νόμος, δεν δημιουργείται κανένα ζήτημα. Πρόβλημα δημιουργείται στις περιπτώσεις εκείνες που η αποδοχή της κληρονομίας είναι σιωπηρή, είτε με ανάμιξη σε αυτή του κληρονόμου είτε με απλή παρέλευση της προθεσμίας για αποποίηση 35. Ποια είναι εκείνη η συμπεριφορά που οδηγεί σε σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας, είναι ζήτημα πραγματικό. Γενικά γίνεται αποδεκτό ότι η ενέργεια που οδηγεί ερμηνευόμενη σε σιωπηρή αποδοχή, θα πρέπει να γίνεται με διάνοια κληρονόμου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όμως, ζήτημα δημιουργείται σχετικά με το δημόσιο έγγραφο που απαιτεί ο νόμος για τη μεταγραφή. Η ευρεία αυτή διατύπωση του νόμου, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μπορεί να μεταγραφεί οποιοδήποτε άλλο δημόσιο έγγραφο από το οποίο προκύπτει, έστω και έμμεσα, η αποδοχή της κληρονομίας 36. Ως δημόσιο έγγραφο, δηλαδή, και αφού ο νόμος δεν διακρίνει, εννοείται κάθε κατά νόμο εκδιδόμενο έγγραφο 35 Για τις δυνατότητες αυτές θα γίνει λόγος σε επόμενο κεφάλαιο της παρούσης. 36 Ωστόσο είχε υποστηριχθεί παλαιότερα και η άποψη ότι μόνο το κληρονομητήριο, το συμβολαιογραφικό έγγραφο ή η έκθεση που συντάσσεται μετά από ρητή δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου μπορούν να μεταγραφούν για να αποκτηθεί η κυριότητα των κληρονομιαίων ακινήτων. Οποιοδήποτε άλλο δημόσιο έγγραφο μπορεί απλώς να χρησιμοποιηθεί για την έκδοση κληρονομητηρίου από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, Παπαδημητρίου, γνωμοδότηση, ΝοΒ 9.561. 13

από δημόσια αρχή, το οποίο φέρει υπογραφή και σφραγίδα και από το κείμενο του οποίου προκύπτει ότι υπάρχει σαφής πρόθεση αποδοχής ή αναμίξεως στην κληρονομία. Η δημόσια αρχή που το εκδίδει δε χρειάζεται να είναι αρμόδια για να δέχεται δηλώσεις αποδοχής κληρονομίας όπως συμβαίνει με το γραμματέα του δικαστηρίου. Αρκεί να είναι αρμόδια για την έκδοση του συγκεκριμένου εγγράφου 37. Τέτοιο δημόσιο έγγραφο μπορεί να είναι πιστοποιητικό του οικονομικού εφόρου ότι υποβλήθηκε δήλωση φόρου κληρονομίας ή το πιστοποιητικό του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας ότι δεν έγινε αποποίηση της κληρονομίας κλπ 38. Σχετικά δε με το πιστοποιητικό περί μη αποποίησης της κληρονομίας, γίνεται δεκτό ότι από αυτό δεν πιθανολογείται απλώς η αποδοχή, αλλά αποτελεί πλήρη απόδειξη για τη σιωπηρή αποδοχή, καθώς εκ του νόμου η αποποίηση έπρεπε να γίνει μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία. Ο νόμος δηλαδή ερμηνεύει τη σιωπή ως δήλωση βούλησης περί αποδοχής κατά της οποίας δε χωρεί ανταπόδειξη, ούτε αποτελεί αυτή νόμιμο μαχητό τεκμήριο για να επιτραπεί αντίθετη απόδειξη. Εφόσον, λοιπόν, η μη αποποίηση βεβαιώνεται από δημόσιο έγγραφο και αφού συνάγεται από τη μη αποποίηση η σιωπηρή αποδοχή, η οποία εξομοιώνεται από το νόμο με ρητή δήλωση αποδοχής κατά πλάσμα δικαίου, τότε έμμεσα, αλλά ολοκληρωμένα, αποδεικνύεται από το ίδιο δημόσιο έγγραφο και η αποδοχή. Συνεπώς, μπορεί να μεταγραφεί το πιστοποιητικό περί μη αποποίησης της κληρονομίας, γεγονός που διευκολύνει κυρίως τους δανειστές του κληρονόμου ή της κληρονομίας, καθώς διαφορετικά θα έπρεπε να καταφύγουν στην έκδοση κληρονομητηρίου που είναι δυσχερέστερη και χρονοβόρα 39. Από την πράξη που μεταγράφεται θα πρέπει να προκύπτει η ταυτότητα του ακινήτου, καθώς το άρθρο 1196 ΑΚ ορίζει ότι «η μεταγραφή είναι άκυρη 37 Ράφτη, Μεταγραφή σιωπηράς αποδοχής της κληρονομίας, ΝοΒ 29.226. 38 Μπαλής, ό.π., σελ. 275, Μπρακατσούλας, ό.π., σελ. 478 επ., Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 74, Ράμμος, ό.π., Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, Ψούνη, όπ., σελ. 44, Ράφτης, ό.π., Κιτσοπάνος, Αι συνέπειαι της υπό του επιτρόπου παραμελήσεως προθεσμίας αποποιήσεως κληρονομίας και η μεταγραφή σιωπηράς αποδοχής κληρονομίας, ΝοΒ 2.955, Μιχαλόπουλος, (με γνωμοδότηση και του νομικού συμβουλίου του κράτους, ΕλλΔ 1979.503, Παπαδημητρίου, σχόλιο εις την ΑΠ 683/1976, ΝοΒ 25.41, Φαφούτης, γνωμοδότηση, ΝοΒ 7.932, ΕφΑθ 5483/2005, Δνη 2006.1500, ΠΠρωτΚεφ 8/1974, ΑρχΝ 1974.457, ΜΠρΑθ 5327/1996, ΝοΒ 1998.364. 39 Διατσίδη, Η μεταγραφή πιστοποιητικού του γραμματέα του πρωτοδικείου περί μη αποποιήσεως της κληρονομίας, ΕφΕλλΝ 1983.861. 14

αν δεν προκύπτει από την πράξη που μεταγράφεται η ταυτότητα του ακινήτου». Πράγματι, ο σκοπός της δημοσιότητας και της ασφάλειας δικαίου που αποτελεί δικαιολογητικό λόγο όλου του συστήματος μεταγραφής, δεν εξυπηρετείται εάν από την πράξη που μεταγράφεται δεν προκύπτει η ταυτότητα του ακινήτου που κληρονομείται. Γι αυτό και η ποινή για την έλλειψη αυτή είναι ιδιαίτερα αυστηρή, δηλαδή θεσπίζεται ακυρότητα της μεταγραφής. Μάλιστα, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, η ίδια διάταξη εφαρμόζεται και όταν πρόκειται για σύσταση, τροποποίηση ή κατάργηση οποιουδήποτε εμπράγματου δικαιώματος πάνω σε ακίνητο 40. Σαφώς, όταν έχουμε ρητή αποδοχή κληρονομίας με συμβολαιογραφικό έγγραφο, σπάνια δεν θα προκύπτουν τα στοιχεία ταυτότητας του ακινήτου. Το ζήτημα και πάλι εμφανίζεται όταν πρόκειται για σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας με μεταγραφή οποιουδήποτε δημοσίου εγγράφου ή και όταν έχουμε ρητή μεν αποδοχή, αλλά με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου. Επίσης, το ίδιο πρόβλημα εμφανίζεται και στο κληρονομητήριο, όταν σε αυτό δεν γίνεται ακριβής προσδιορισμός των αντικειμένων που κληρονομήθηκαν κατά το 820 παρ. 1 περ. γ ΚΠολΔ. Για να είναι ακριβής ο προσδιορισμός του ακινήτου, δεν αρκεί να αναφέρεται μόνο η ιδιότητα και η θέση του, αλλά επιπλέον απαιτείται να προκύπτουν η έκταση, τα όρια, ο αριθμός των ορόφων και διαμερισμάτων αν πρόκειται για μεταβίβαση οικοδομής, η σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας αν πρόκειται για διαμέρισμα, ο όροφος που βρίσκεται κλπ. Στην περίπτωση της μεταβίβασης ομάδας ακινήτων, πρέπει να γίνεται ακριβής περιγραφή κάθε συγκεκριμένου ακινήτου 41. Ωστόσο, ειδικά για την περίπτωση της αποδοχής της κληρονομίας ή κληροδοσίας, το άρθρο 1197 ΑΚ προβλέπει ότι «αν από την πράξη αποδοχής της κληρονομίας ή κληροδοσίας δεν προκύπτει η ταυτότητα του ακινήτου και το εμπράγματο δικαίωμα που αφορά η αποδοχή, εκείνος που ζητεί τη μεταγραφή πρέπει να παραδώσει στο γραφείο των μεταγραφών έκθεση που 40 Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, άρθρ. 1196. 41 Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π 15

υπογράφεται από αυτόν και περιέχει τα στοιχεία αυτά». Το εν λόγω άρθρο βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση με όλο το σύστημα της μεταγραφής ειδικά για την κληρονομία ή κληροδοσία. Πράγματι, εάν δεν υπήρχε η διάταξη αυτή, δε θα μπορούσε να εφαρμοσθεί ούτε και η διάταξη του 1195 ΑΚ, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις δημοσίων εγγράφων δεν θα υπήρχαν τα στοιχεία του ακινήτου ή του εμπράγματου δικαιώματος που απαιτεί το άρθρο 1194 ΑΚ. Στις περιπτώσεις αυτές η μεταγραφή θα ήταν άκυρη και άρα χωρίς κανένα νόημα. Συνεπώς η διάταξη αυτή συμπληρώνει τη διάταξη του 1195 ΑΚ. Στο ισχύον δίκαιο, καμία διάταξη δεν απαιτεί το δημόσιο έγγραφο να περιέχει και περιγραφή του ακινήτου. Ούτε οι διατάξεις σχετικά με την χορήγηση κληρονομητηρίου, αλλά ούτε και αυτές σχετικά με τη δήλωση αποδοχής προβλέπουν πουθενά να συμπεριλαμβάνεται υποχρεωτικά στο πιστοποιητικό και περιγραφή των κληρονομιαίων αντικειμένων ή δικαιωμάτων. Είναι βέβαια αυτονόητο ότι αν υπάρξει τέτοια περιγραφή (π.χ. 820 ΚΠολΔ), τότε δεν υπάρχει περιθώριο εφαρμογής της διάταξης του 1197 ΑΚ. Στις περιπτώσεις που μεταγράφονται τέτοια πιστοποιητικά δημόσια έγγραφα, τότε θα πρέπει να εγχειρίζεται στον μεταγραφοφύλακα και έκθεση από την οποία να προκύπτουν τα στοιχεία της ταυτότητας του ακινήτου και του εμπράγματου δικαιώματος του κληρονόμου στο συγκεκριμένο ακίνητο 42. Το έγγραφο της έκθεσης δεν χρειάζεται να είναι δημόσιο, καθώς κάτι τέτοιο δεν απαιτείται από το νόμο. Αρκεί συνεπώς και απλό ιδιωτικό έγγραφο με την υπογραφή αυτού που ζητά τη μεταγραφή. Το εν λόγω άρθρο δεν προβλέπει ρητά την ακυρότητα ή τυχόν άλλες συνέπειες από την έλλειψη της περιγραφής του ακινήτου και του εμπράγματου δικαιώματος. Γίνεται δεκτό ότι αν υπάρχουν ελλείψεις θα πρέπει αρχικά ο μεταγραφοφύλακας να αρνηθεί την μεταγραφή γιατί λείπουν οι νόμιμες προϋποθέσεις της. Μάλιστα, αυτό δεν υπόκειται στη διακριτική του ευχέρεια, αλλά έχει υπηρεσιακό καθήκον να αρνηθεί τη μεταγραφή. Αν, όμως, προβεί 42 Μπαλής, ό.π., σελ. 275, Μπρακατσούλας, ό.π., σελ. 478 επ., Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 74-75, Ράμμος, ό.π., άρθρο 1197, Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, ΠΠρωτΚεφ 8/1974, ΑρχΝ 1974.457. 16

στη μεταγραφή, τότε θα πρέπει να δεχθούμε ότι εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 1196 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 1198 ΑΚ. Η μεταγραφή, δηλαδή, θα είναι άκυρη και μάλιστα αυτοδίκαια, αφού συντρέχει και εδώ ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος που συντρέχει και στην περίπτωση του άρθρου 1196 ΑΚ, δηλαδή η προστασία της αρχής της δημοσιότητας. Η ακυρότητα αυτή είναι απόλυτη και μπορεί να την προτείνει ο καθένας. Δε μπορεί όμως να προταθεί από αυτούς που συμβλήθηκαν ή τους κληρονόμους τους. Αξίζει να αναφερθεί ότι έγινε δεκτό από τη νομολογία ότι αν ο κληρονόμος που μετέγραψε με ατελή περιγραφή του ακινήτου, πωλήσει στη συνέχεια το ακίνητο με καθορισμό της ταυτότητάς του, τότε η νέα πώληση με τη μεταγραφή είναι ισχυρή 43. Ένα ακόμα θέμα που χρειάζεται να αναλυθεί είναι τα πρόσωπα τα οποία έχουν δικαίωμα να προβούν σε μεταγραφή αποδοχής. Για το θέμα αυτό ρητά προβλέπει το άρθρο 1194 παρ. 2 που ορίζει ότι τη μεταγραφή μπορεί να ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Στην περίπτωση της κληρονομίας ή κληροδοσίας έννομο συμφέρον για τη μεταγραφή έχουν αρχικά ο κληρονόμος, ο κληροδόχος και ο καταπιστευματοδόχος στην περίπτωση του καταπιστεύματος, ή οι βαρυνόμενοι με καταπίστευμα ή κληροδοσία. Επιπλέον έννομο συμφέρον έχουν οι ειδικοί ή οι καθολικοί διάδοχοι αυτών. Τέλος έννομο συμφέρων έχουν και οι δανειστές του κληρονόμου ή του κληρονομούμενου σύμφωνα και με το άρθρο 72 ΚΠολΔ. Οι δε δανειστές έχουν και εξ ιδίου δικαίου έννομο συμφέρον να γίνει η μεταγραφή όταν θέλουν να διενεργηθεί αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος οφειλέτη τους που αποφεύγει να προβεί στη μεταγραφή. Τα πρόσωπα αυτά που έχουν έννομο συμφέρον να προβούν στη μεταγραφή, έχουν επίσης έννομο συμφέρον να προβούν σε συμπλήρωση ασάφειας των πράξεων που μεταγράφηκαν ακόμα και όταν οι πράξεις μεταγράφηκαν με αίτηση άλλου προσώπου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι στην περίπτωση της κληρονομίας, όταν μεταγράφεται δήλωση αποδοχής που περιέχει ασάφεια, τότε αυτός που έχει έννομο συμφέρον 43 Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, ΑΠ 114/1924 Θεμ 35.532. 17

μπορεί να εγχειρίσει την έκθεση του άρθρου 1197 ΑΚ ακόμα και αν η μεταγραφή δεν έγινε με δική του αίτηση, αλλά με αίτηση του κληρονόμου 44. Οι συνέπειες της μεταγραφής της αποδοχής της κληρονομίας επέρχονται αναδρομικά από το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, όπως ρητά προβλέπεται από το άρθρο 1199 ΑΚ. Αυτό σημαίνει ότι οποτεδήποτε και αν γίνει η μεταγραφή, η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα μετάγεται στον κληρονόμο αναδρομικά, από τον θάνατο του κληρονομουμένου 45. Όπως παρατηρήθηκε και ανωτέρω, δηλαδή, η κυριότητα και το εμπράγματο δικαίωμα αποκτώνται μεν κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, τελούν όμως υπό την αναβλητική αίρεση της μεταγραφής της αποδοχής της κληρονομίας. Πριν από τη μεταγραφή η κυριότητα και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα παραμένουν μετέωρα 46. Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι ακόμα και όσο το δικαίωμα του κληρονόμου ή του κληροδόχου είναι μετέωρο, δηλαδή από την επαγωγή της κληρονομίας μέχρι τη μεταγραφή, είναι κληρονομητό και μεταβιβάζεται σε περίπτωση θανάτου του στους κληρονόμους ή κληροδόχους του. Οι τελευταίοι μπορούν να αποδεχθούν εκτός από τη νέα κληρονομία ή κληροδοσία και την αρχική 47. Φυσικά τέτοια δυνατότητα δεν υπάρχει αν ο αρχικός δικαιοπάροχος είχε αποποιηθεί την κληρονομία. Η εν λόγω ρύθμιση έρχεται μεν σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τη μεταγραφή δικαιοπραξίας εν ζωή, όπου η κτήση επέρχεται από τη μεταγραφή, 44 Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π,, Βαθρακοκοίλη, ό.π., άρθρ. 1194, Ράμμος, ό.π., άρθρο 1194, Μπαλής, ό.π., σελ. 275, Μπρακατσούλας, ό.π., σελ. 478 επ., Ψούνη, όπ., σελ. 44. 45 ΑΠ 849/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 829/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 604/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 683/1976, ΝοΒ 25.41, ΕφΑθ 666/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 15/2004, ΑχαΝομ 2005.140, ΕφΠατρ 312/2003, ΑχαΝομ 2004.118, ΕφΔωδ 314/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 6038/2004, Δνη 2005.856, ΕφΔωδ 37/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΦλωρ. 23/2005, ΝοΒ 2006.115, η μεταγραφή, όμως, ενεργεί αναδρομικώς στο χρόνο της επαγωγής της κληρονομίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων για την αναβλητική αίρεση και προθεσμία και συνεπώς εάν π.χ. με διαθήκη ο κληρονομούμενος εγκατέστησε κάποιον ως κληρονόμο του με διαλυτική αίρεση, σε περίπτωση πλήρωσης της οποίας όρισε ότι η κληρονομία θα περιέλθει σε άλλον, ο οποίος έτσι ως εγκατάστατος υπό αντίθετου περιεχομένου αναβλητική αίρεση, θεωρείται καταπιστευματοδόχος, η επαγωγή της κληρονομίας στον τελευταίο επέρχεται, εφόσον πληρωθεί η σχετική αίρεση, κατά το χρόνο της πλήρωσής της και όχι κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, από το χρόνο δε της επαγωγής αυτής ενεργεί αναδρομικώς η αποδοχή της κληρονομίας από τον καταπιστευματοδόχο (κληρονόμο με αναβλητική αίρεση). 46 Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π, αρθρ. 1199 ΑΚ, Βαθρακοκοίλη, ό.π., άρθρ. 1199, Ράμμος, ό.π., άρθρο 1199, Μπαλής, ό.π., σελ. 274, Μπρακατσούλας, ό.π., σελ. 478 επ., Ψούνη, όπ., σελ. 44, Κωσταρά, ΕΕΝ 1989.725. 47 Μεταξύ άλλων Κωσταρά, ΕΕΝ 1989.725. 18

βρίσκεται, όμως, σε αρμονία με το σύστημα της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας που έχει υιοθετήσει ο αστικός κώδικας. Δικαιολογητικός λόγος, άλλωστε, της ρύθμισης που απαιτεί μεταγραφή της κληρονομίας είναι να προστατευθεί η δημοσιότητα, εξασφαλίζοντας τη συνέχεια που πρέπει να υπάρχει στα βιβλία των μεταγραφών σχετικά με την κατάσταση του κληρονομιαίου ακινήτου 48. Η μεταγραφή, όμως, δεν παρέχει καμία εγγύηση ότι τα στοιχεία της καθολικής διαδοχής είναι σωστά, ότι π.χ. αυτός που μετέγραψε είναι όντως κληρονόμος, ότι η διαθήκη είναι έγκυρη ή ότι είναι ο εγγύτερος συγγενής, ότι το ακίνητο ή το δικαίωμα ήταν όντως του κληρονομουμένου κλπ. Τα στοιχεία αυτά οφείλει ο συναλλασσόμενος δανειστής να τα ελέγξει με δικό του κίνδυνο 49. Επειδή μάλιστα, ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να προβεί σε μεταγραφή οποτεδήποτε θελήσει, έτσι ώστε όσο δε μεταγράφει να μη φαίνεται ως κύριος του ακινήτου, ενώ καμία διάταξη δεν τον υποχρεώνει να προβεί οπωσδήποτε σε μεταγραφή, φαίνεται ο δανειστής του κληρονόμου να μη προστατεύεται ικανοποιητικά. Πρέπει, δηλαδή, ο ίδιος ο δανειστής να πληροφορηθεί ότι ο οφειλέτης του έγινε κληρονόμος και να προβεί σε μεταγραφή του αντίστοιχου πιστοποιητικού (συνήθως πιστοποιητικό μη αποποίησης ή κληρονομητήριο). Μόνο έμμεσα εξαναγκάζει ο κώδικάς μας τον κληρονόμο να προβεί σε μεταγραφή, όταν χρειάζεται να νομιμοποιηθεί ως κύριος ακινήτου. Απαιτείται δηλαδή να είναι κύριος προκειμένου να ασκήσει διεκδικητική αγωγή ή αγωγή διανομής. Δεν απαιτείται όμως να έχει αποδεχθεί την κληρονομία για να ασκήσει αναγνωριστική αγωγή, που δεν αφορά αναγνώριση εμπράγματου δικαιώματος, ή αγωγή περί κλήρου για την αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος και την απόδοση των κληρονομιαίων, καθώς κληρονόμος καθίσταται από και δια της επαγωγής 50. Αποτέλεσμα της αναδρομικής ενέργειας της μεταγραφής της αποδοχής κληρονομιάς είναι να ισχυροποιείται κάθε διάθεση κληρονομιαίου ακινήτου 48 Παπαντωνίου, ό.π., σελ. 75, Ψούνη, όπ 49 Μπαλής, ό.π., σελ. 275-276, Παπαντωνίου, ό.π 50 Παπαντωνίου, ό.π., ΕφΛαρ 486/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, κατά την οποία για τη νομιμοποίηση της αγωγής του κληρονόμου ενοχικής απαίτησης και το ορισμένο αυτής δεν απαιτείται συμβολαιογραφική δήλωση αποδοχής της κληρονομίας εκ μέρους του κληρονόμου και μεταγραφή της, αλλά αρκεί η επίκληση της ρητής ή σιωπηρός αποδοχής της κληρονομίας ή η παρέλευση της προθεσμίας αποποιήσεως 19

που έγινε προ της μεταγραφής. Η διάθεση δηλαδή ακινήτου της κληρονομίας από τον κληρονόμο είναι άκυρη αν έγινε πριν πραγματοποιηθεί η μεταγραφή της αποδοχής, αν όμως στη συνέχεια πραγματοποιηθεί η μεταγραφή, τότε ισχυροποιείται αναδρομικά και αυτή. Ένα ακόμα ζήτημα που ανακύπτει στην εφαρμογή της διάταξης αυτής είναι αν η αναδρομικότητα που θεσπίζει το άρθρο 1199 ΑΚ καθιστά έγκυρη την αναγκαστική εκτέλεση που άρχισε ή έγινε κατά κληρονόμου προτού πραγματοποιηθεί η μεταγραφή της αποδοχής. Η άποψη που επικρατεί στη νομολογία 51 δέχεται ότι οι πράξεις εκτέλεσης που έγιναν προ της μεταγραφής ισχυροποιούνται αναδρομικά. Υποστηρίζεται μάλιστα η άποψη 52 ότι αν ο καθού η κατάσχεση οφειλέτης προσβάλει την κατάσχεση με την αιτιολογία ότι έγινε κατάσχεση σε πράγμα που δεν του ανήκει, τότε θα αποκρουσθεί με την ένσταση του δόλου, αφού θεωρεί τον εαυτό του κύριο ως κληρονόμου του αρχικού κυρίου. Αν όμως γίνει δεκτό ότι δεν μπορεί να αποκρουσθεί με την ένσταση του δόλου, τότε συντρέχουν δύο περιπτώσεις: α) αν η μεταγραφή γίνει πριν από τη συζήτηση της ανακοπής του κληρονόμου στο ακροατήριο, η ανακοπή θα απορριφθεί γιατί λόγω της αναδρομικότητας του 1199 ΑΚ, ο κληρονόμος θεωρείται κύριος από το θάνατο του κληρονομουμένου και β) αν η μεταγραφή γίνει μετά τη συζήτηση της ανακοπής, αυτή θα γίνει δεκτή, αφού κατά το διάστημα της διάσκεψης και μέχρι την έκδοση της απόφασης δεν υπάρχει δυνατότητα προβολής νέων ισχυρισμών. Είναι δε αυτονόητο ότι μετά τη μεταγραφή ο οφειλέτης κληρονόμος δε μπορεί να προσβάλει πράξεις της εκτέλεσης, έστω και αν αυτές έγιναν πριν από τη μεταγραφή. Σύμφωνα, βέβαια, με όσα παραπάνω αναγράφηκαν, μπορεί ο επισπεύδων δανειστής να προχωρήσει ο ίδιος σε μεταγραφή οποιουδήποτε δημοσίου εγγράφου αποδεικνύει την αποδοχή, οπότε δε θα δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα στην αναγκαστική εκτέλεση που θα ακολουθήσει. 51 ΑΠ 387/61 ΝοΒ 12.413. 52 Φίλη σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ό.π 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ 1. Έννοια και νομική φύση του δικαιώματος αποδοχής. Είδη αποδοχής. Ο Αστικός Κώδικας, στις διατάξεις του για το κληρονομικό δίκαιο, αναφέρεται και ρυθμίζει κυρίως την αποποίηση της κληρονομίας. Ωστόσο, μέσα στις περισσότερες από τις διατάξεις του κεφαλαίου για την αποποίηση ρυθμίζεται και η αποδοχή. Αυτό συμβαίνει διότι ο ΑΚ υιοθετεί όπως είδαμε το σύστημα της αμέσου και αυτοδίκαιης κτήσεως της κληρονομίας, οπότε η κληρονομία «αποκτάται» από τον κληρονόμο χωρίς να χρειάζεται να προβεί αυτός σε καμία ενέργεια. Η έννοια της αποδοχής λοιπόν, συνάγεται από τις γενικές διατάξεις του αστικού κώδικα, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις του κεφαλαίου του κληρονομικού δικαίου. Οι περισσότερες από τις διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ευθέως, ενώ άλλες έχουν αναλογική εφαρμογή. Το κληρονομικό δικαίωμα που αποκτά ο κληρονόμος κατά την επαγωγή γίνεται οριστικό με τη ρητή ή σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας, αφού όπως θα αναλυθεί και στη συνέχεια, ο ΑΚ δίνει στον κληρονόμο το δικαίωμα να την αποποιηθεί. Το δικαίωμα που δίνει ο ΑΚ στον κληρονόμο να αποδεχθεί ή να αποποιηθεί την κληρονομία, είναι δικαίωμα διαπλαστικό, καθώς έχει ο κληρονόμος την εξουσία να επιφέρει μονομερώς και άμεσα μεταβολή που συνίσταται σε κτήση, (αλλοίωση) ή κατάργηση δικαιώματος 53. Ειδικότερα, μπορεί ο κληρονόμος με τη δήλωση βούλησής του και μόνο να αποδεχθεί να αποκτήσει οριστικά ή να αποποιηθεί να χάσει οριστικά την κληρονομία. Η άσκηση του δικαιώματος αυτού γίνεται με δήλωση βούλησης 54. Είναι δικαίωμα κληρονομητό 55, δηλαδή μπορεί να ασκηθεί και από τους κληρονόμους του αρχικού κληρονόμου. Δε μεταβιβάζεται, όμως, εν ζωή. 53 Παπαντωνίου, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, σελ. 193 «Τα διαπλαστικά δικαιώματα παρέχουν στο δικαιούχο τη δυνατότητα να επιφέρει μονομερώς και άμεσα μεταβολές, που μπορούν να συνίστανται σε κτήση και σύσταση ή αλλοίωση ή κατάργηση είτε δικαιώματος είτε έννομης σχέσης ή και κατάστασης», Παπαστερίου, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαιου, σελ. 156 επ. 54 Ή με διαπλαστική αγωγή. Στην παρούσα περίπτωση ασκείται με δ.β. 55 ΑΠ 445/1998, ΑρχΝ 1999.112 21

Τέλος, δε μπορεί να ασκηθεί από τους δανειστές του κληρονόμου ή τον κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας ή τον εκκαθαριστή ή το σύνδικο της πτώχευσης και συνεπώς δε μπορεί ο κληρονόμος να καταδικασθεί σε δήλωση βούλησης αποδοχής κατά το άρθρο 949 ΚΠολΔ 56. Άλλωστε, σύμφωνα με το σύστημα που υιοθετεί ο ΑΚ «ουδείς άκων κληρονόμος». Αρχικά, λοιπόν, η αποδοχή είναι δήλωση βουλήσεως, καθώς αποτελεί εξωτερική συμπεριφορά του ατόμου με την οποία εκφράζει την δικαιοπρακτική του βούληση με σκοπό να την καταστήσει γνωστή στους τρίτους. Η δήλωση αυτή μπορεί να εκφράζεται με το λόγο ή να ενσωματώνεται σε πράξη, δηλαδή να είναι πράξη βούλησης. Τέτοια πράξη στην εξεταζόμενη περίπτωση μπορεί να είναι π.χ. η διάθεση κληρονομιαίων από τον κληρονόμο, που αποτελεί σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας 57. Ο αποδεχόμενος έχει ταυτόχρονα και δικαιοπρακτική συνείδηση 58, δηλαδή η δήλωσή του κατευθύνεται στην παραγωγή συγκεκριμένου έννομου αποτελέσματος, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι να καταστεί ο δηλών οριστικός κληρονόμος. Η αποδοχή, μπορεί να είναι είτε ρητή είτε σιωπηρή. Ρητή είναι όταν η γίνεται δήλωση που αποσκοπεί σε συγκεκριμένη δικαιοπραξία, όπως π.χ. όταν ο κληρονόμος αποδέχεται την κληρονομία με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Σιωπηρή αντίθετα είναι όταν ο σκοπός της δήλωσης συνάγεται συμπερασματικά από ενέργεια που μπορεί να είχε άλλο σκοπό, όπως π.χ. η υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομίας, από την οποία συνάγεται η αποδοχή. Η σιωπηρή δήλωση βούλησης σαφώς διακρίνεται από τη σιωπή, που κατά κανόνα δεν έχει κανένα νόημα. Η σιωπηρή δ.β. δε σημαίνει σιωπή, αλλά ενέργεια που απλώς έχει διαφορετικό σκοπό, από την οποία, όμως, συνάγεται ερμηνευτικά συγκεκριμένη δήλωση. Αντίθετα η σιωπή δε σημαίνει τίποτα, εκτός από τις περιπτώσεις που ο νόμος της προσδίδει συγκεκριμένη σημασία ή 56 Φίλιος, Κληρονομικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, σελ. 118, Ψούνη, Κληρονομικό Δίκαιο, σελ. 85, ΠΠρΡοδ 203/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. 57 Η διάκριση ανάμεσα σε δήλωση και σε πράξη βούλησης αν και έχει απασχολήσει την θεωρία, έχει μικρή πρακτική σημασία ώστε κάθε εξωτερίκευση της βούλησης να αποκαλείται ευρέως δήλωση βούλησης, βλ., Παπαντωνίου, ΓενΑρχ, σελ. 287. 58 Καράσης, Εγχειρίδιο Γενικών Αρχών του Αστικού Δικαίου, Δίκαιο της Δικαιοπραξίας, σελ. 15 επ., Παπαντωνίου, ΓενΑρχ, ό.π. 22