ΕΠΟ 31 ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΕ ΣΗ ΥΤΗ ΚΑΙ ΣΟΤ ΑΝΘΡΨΠΟΤ ΣΗΝ ΕΤΡΨΠΗ

Σχετικά έγγραφα
ΕΠΙΣΗΜΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ. 1. Σι είναι επιστήμη 2. Η γέννηση της επιστημονικής γνώσης 3. Οριοθέτηση θεωριών αστικότητας

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Εισαγωγή στη φιλοσοφία

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ

Θεωρία&Μεθοδολογία των Κοιν.Επιστημών. Εβδομάδα 1

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΤΡΙΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΟ31 ΘΕΜΑ Η

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 1. Βασικές αρχές 1-1

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Βασικές Αρχές. Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΜΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ. ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΕΜΜ. ΚΑΜΠΟΥΡΗΣ, ΒΙΟΛΟΓΟΣ, PhD ΙΑΤΡΙΚHΣ

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

Η έννοια της αιτιότητας στη φιλοσοφία του Kant: η σημασία της Δεύτερης Αναλογίας

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Η ενδιάμεση εξέταση θα διεξαχθεί την Παρασκευή 24/11, από τις μέχρι τις

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

εισήγηση 8η Είδη Έρευνας ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#Ν151)

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

Γνωστική Ψυχολογία ΙΙ (ΨΧ 05) Συλλογιστική (1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

Ηθική & Τεχνολογία Μάθημα 1 ο Εισαγωγή στις Βασικές Έννοιες

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

Κυριακή Αγγελοπούλου. Επιβλέπων Καθηγητής: Μανώλης Πατηνιώτης

Πέτρος Γαλάνης, MPH, PhD Εργαστήριο Οργάνωσης και Αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΟ31 ΘΕΜΑ

Θεμελιώδεις αρχές επιστήμης και μέθοδοι έρευνας

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

Φυσική, Μαθηματικά και Φιλοσοφία

21/10/16. Μεθοδολογία Έρευνας Προχωρημένου Επιπέδου. Θεματολογία. Ορισμός. Ορισμός. Ορισμός του όρου «έρευνα»

Δεδομενοθηρία ή θεωριολαγνεία;

Οι Διαισθήσεις ως το εργαστήριο της Φιλοσοφίας

το πλαίσιο της άσκησης των μαθητών στις διαδικασίες της επιστημονικής μεθόδου

ΨΗΦΙΑΚΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΦΥΣΙΚΗ. Γνωστικό αντικείμενο. Ταυτότητα. Α Λυκείου. Επίπεδο. Στόχος. Σχεδιασμός. Διδασκαλία. Πηγές και πόροι

Επιστημονική Εξήγηση. 26 Οκτ. 2016

Φυσικές Επιστήμες. Επιμόρφωση εκπαιδευτικών στα νέα βιβλία των Φ.Ε. για την Ε Δημοτικού. Πέτρος Κλιάπης. Πέτρος Κλιάπης 12η Περιφέρεια Θεσσαλονίκης

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ *ΡΙΖΙΚΕΣ ΑΝΑΚΑΤΑΤΑΞΕΙΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΓΓΛΟΣΑΞΟΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Δρ. Βασίλης Π. Αγγελίδης Τμήμα Μηχανικών Παραγωγής & Διοίκησης Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩN

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

ΦΥΣΙΚΑ Ε & Στ ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΣΣΑΣ ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

Ποιοτική μεθοδολογία έρευνας στη Διδακτική των Μαθηματικών Ενότητα 2: Η εξέλιξη της έρευνας και η πρόσφατη στροφή

Ιστορία των Θετικών Επιστημών

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

1. Επιστημονική εξήγηση

Λογιστική Θεωρία και Έρευνα

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. ΈΈρευνα και Θεωρία. Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς

Διδακτική Εννοιών τη Φυσικής για την Προσχολική Ηλικία

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑ; Η

Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ: ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

2. Έρευνα και πειραματισμός. Εκπαιδευτικός: Ρετσινάς Σωτήριος

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

Περιεχόμενα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Κατευθύνσεις στην έρευνα των επιστημών υγείας. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Έρευνα και θεωρία

Διδακτική της Φυσικής: Ερευνητικές Προσεγγίσεις στη Μάθηση και στη Διδασκαλία

Περιεχόμενα. Πρόλογος... 15

Διδακτική Εννοιών τη Φυσικής για την Προσχολική Ηλικία

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Εισαγωγή Μεθοδολογία της Έρευνας ΕΙΚΟΝΑ 1-1 Μεθοδολογία της έρευνας.

Κοινωνική Ψυχολογία. Διδάσκουσα: Δέσποινα - Δήμητρα Ρήγα. Πανεπιστημιακά Μαθήματα-Έρευνα-Ανάλυση Δεδομένων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Α ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΣΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ. του αντικειμένου προσεγγίσεων...

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ.

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

Φιλοσοφία της Επιστήμης ΙΙ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΠΟΙΟΤΙΚΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ. Αναστασία Κ. Καδδά Δρ.Κοινωνιολογίας Υγείας Μsc Διοίκηση Μονάδων Υγείας

Ποιοτική μεθοδολογία έρευνας στη Διδακτική των Μαθηματικών Ενότητα 1: Η έρευνα στη Διδακτική των Μαθηματικών

GEORGE BERKELEY ( )

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΙΑ ΟΧΙΚΕΣ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

ΤΡΟΠΟΙ ΠΕΙΘΟΥΣ. Επίκληση στη λογική Επίκληση στο συναίσθημα Επίκληση στο ήθος

Transcript:

Εκφώνηση εργασίας: 1. το φιλοσοφικό ρεύμα του εμπειρισμού, το πρόβλημα των προϋποθέσεων και ορίων της επιστημονικής βεβαιότητας ανάγεται στο πρόβλημα της εγκυρότητας των επαγωγικών γενικεύσεων. Εξετάστε α) τη θεμελίωση των γενικεύσεων αυτών στο έργο του Νεύτωνα και του Locke, και β) την αμφισβήτηση της λογικής εγκυρότητας της επαγωγής στο έργο του David Hume. [700 λέξεις] 2. Εντοπίστε στη συνέχεια τα κύρια προβλήματα του «επαγωγισμού», και εξετάστε τις απόπειρες επίλυσής τους από τον Λογικό Θετικισμό. [700 λέξεις] 3. Δείξτε, τέλος, πώς οι εγγενείς δυσκολίες της θετικιστικής αντίληψης για την επιστήμη και την επιστημονική μέθοδο οδήγησαν στην αμφισβήτηση του θετικισμού από τον Karl Popper με τη διατύπωση της αρχής της διαψευσιμότητας. [500 λέξεις] Καταληκτική ημερομηνία υποβολής: 18.03.2013 Κυμπούρη Μαρίνα - 0 -

ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ ΕΙΑΓΨΓΗ... 2 1. ΣΟ ΖΗΣΗΜΑ ΣΗ ΕΓΚΤΡΟΣΗΣΑ ΣΨΝ ΕΠΑΓΨΓΙΚΨΝ ΓΕΝΙΚΕΤΕΨΝ ΣΟΝ ΕΜΠΕΙΡΙΜΟ... 2 2. ΣΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΣΑ ΣΟΤ «ΕΠΑΓΨΓΙΜΟΤ» ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΠΕΙΡΕ ΕΠΙΛΤΗ ΣΟΤ ΑΠΟ ΣΟΝ ΛΟΓΙΚΟ ΘΕΣΙΚΙΜΟ... 4 3. ΟΙ ΑΔΤΝΑΜΙΕ ΣΟΤ ΘΕΣΙΚΙΜΟΤ ΚΑΙ Η ΑΜΥΙΒΗΣΗΗ ΣΟΤ ΑΠΟ ΣΟΝ KARL POPPER ΜΕ ΣΗ ΔΙΑΣΤΠΨΗ ΣΗ ΑΡΦΗ ΣΗ ΔΙΑΧΕΤΙΜΟΣΗΣΑ... 6 ΕΠΙΛΟΓΟ... 7 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ... 8-1 -

Εισαγωγή Σα ζητήματα των προϋποθέσεων της επιστημονικής βεβαιότητας, της σχέσης των εννοιών με τη φυσική πραγματικότητα, της αντικειμενικότητας της γνώσης και γενικά των ορίων της γνωσιολογίας αποτελούν αντικείμενα έρευνας και προβληματισμού από την Επιστημονική Επανάσταση του 17 ου αιώνα μέχρι σήμερα. το πλαίσιο της εργασίας, θα επιχειρήσουμε την προσέγγιση αυτών των ζητημάτων, όπως αντιμετωπίστηκαν από τα φιλοσοφικά ρεύματα του Εμπειρισμού, του Θετικισμού και του Λογικού Θετικισμού, μέσα από το πρίσμα της εξέλιξης και γνωσιολογικής βαρύτητας του «επαγωγισμού». 1. Σο ζήτημα της εγκυρότητας των επαγωγικών γενικεύσεων στον Εμπειρισμό Ο Εμπειρισμός είναι το φιλοσοφικό ρεύμα που αναγνωρίζει σαν μοναδική πηγή γνώσης του φυσικού κόσμου την εμπειρία των αισθήσεων και προωθεί τον επιστημονικό πειραματισμό και την επαγωγική μέθοδο ως τη βάση της επιστημονικής διαδικασίας. Η συστηματική συλλογή και η μεθοδική ταξινόμηση ενός επαρκούς υπόβαθρου παρατηρησιακών δεδομένων καθιστά δυνατή τη θεωρητική γενίκευση, με τη μέθοδο της εμπειρικής επαγωγής. Σο πρόβλημα των προϋποθέσεων και ορίων της επιστημονικής βεβαιότητας στον εμπειρισμό ανάγεται στο πρόβλημα της εγκυρότητας των επαγωγικών γενικεύσεων. Οι παραδοχές του αμφισβητούνται επαναξιολογούνται, και τροποποιούνται, κατά τη μακρά πορεία του. 1 α) Σο έργο του Νεύτωνα (1643-1727) εισήγαγε νέους κανόνες λογισμού στη φιλοσοφία χτίζοντας την επιστημονική γνώση από κάτω προς τα πάνω και όχι αντίστροφα. Εξοβέλισε από το αντικείμενο της πειραματικής φιλοσοφίας τη μεταφυσική αναζήτηση των πρώτων αιτίων των φαινομένων και επικεντρώθηκε στην ασφαλή συναγωγή φυσικών νόμων γενικής ισχύος, δια της επαγωγής, κατευθείαν από τα διερευνούμενα φαινόμενα. Οι νοητικές υποθέσεις γίνονται αποδεκτές ως εύλογα επαγωγικά συμπεράσματα, αλλά όχι ως εκ των προτέρων αυθαίρετες και εμπειρικά αστήρικτες παραδοχές. 2 την προσπάθειά του να ανατρέψει την ισχύουσα καρτεσιανή φιλοσοφία, έδωσε ένα διαφορετικό ορισμό στη διαδικασία της ανάλυσης και της σύνθεσης κατά την πειραματική του μέθοδο. Η ανάλυση είναι η επαγωγική γενίκευση μετά από τη διεξαγωγή πειραμάτων και παρατηρήσεων, όπου καμία ένσταση δεν είναι αποδεκτή εκτός αν προέρχεται από αρνητικά πειράματα ή άλλες βέβαιες αλήθειες. Η σύνθεση από την άλλη συνίσταται στη θεμελίωση των αιτιών σε αρχές, στην εξήγηση των φαινομένων με βάση αυτές τις αρχές, και στην επαλήθευση εκ των υστέρων αυτών των εξηγήσεων. 3 Ωστόσο, κάθε θεμελιωμένη αρχή τελεί συνεχώς υπό αίρεση, όσο ευρύ και αν είναι το εμπειρικό της υπόβαθρο, γιατί είναι πάντα πιθανό να υπάρξει ένα αρνητικό πειραματικό εύρημα. Η φύση είναι εντέλει αδιαπέραστη από την ανθρώπινη διάνοια, συνεπώς η εμπειρική επιστήμη δεν εξασφαλίζει απόλυτη βεβαιότητα, αλλά συνιστά τη μοναδική λύση για την άντληση αντικειμενική γνώσης. Η δυνατότητα πρόβλεψης των φυσικών φαινομένων μέσα από 1 Π. Βαλλιάνος, Η Επιστημονική Επανάσταση και η Φιλοσοφική Θεωρία της Επιστήμης. Ακμή και Υπέρβαση του Θετικισμού, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα, 2008, σ.108-112, 122 2 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.110 Μ. Πατηνιώτης, «Νεύτων και Νευτωνισμός στην Ευρώπη του 18 ου αιώνα», στο συλλογικό: Κείμενα Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα, 2008,, σ.40-44 R. Westfall, Η Συγκρότηση της Σύγχρονης Επιστήμης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 1995, σ.226 3 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.110-112 - 2 -

την ανακάλυψη, δια της επαγωγής, των απλών αιτιακών νόμων που διέπουν το σύμπαν, δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να εξουσιάσει τη φύση. 4 Ο Locke (1632-1704) είναι αυτός που διαμόρφωσε τον εμπειρισμό σε συστηματική επιστημολογία, με βασική του αρχή ότι τα όρια της γνώσης καθορίζονται από τα όρια της εμπειρίας. Απέρριψε την καρτεσιανή άποψη των έμφυτων ιδεών στο λογικό, υποστηρίζοντας ότι χωρίς την καταγραφή πληροφοριών από τα αισθητήρια όργανα ο ανθρώπινος νους θα ήταν κενός σαν άγραφο χαρτί. 5 Κεντρική μεθοδολογική παραδοχή του είναι η αρχή του «συνειρμού» μέσω της οποίας το λογικό συνδυάζει με κατάλληλους τρόπους τα αισθητηριακά δεδομένα και έτσι παράγει επαγωγικά τις προτάσεις που περιγράφουν τον κόσμο. Σα πρωταρχικά συστατικά της εμπειρικής γνώσης αποτελούν οι «απλές ιδέες» που καταγράφουν μεμονωμένες τις στοιχειακές ιδιότητες τόσο του υλικού κόσμου (sensation) όσο και της εσωτερικής διανοητικής δραστηριότητας (reflection). Σα αντικείμενα αποτελούν «σύνθετες ιδέες», δηλαδή αναπαραστάσεις που κατασκευάζει ο νους εκ των υστέρων, συνδυάζοντας «απλές ιδέες» με βάση την υποκειμενική αίσθηση και τη συλλογική εμπειρία, και τις εκφράζει με ορισμούς. Σα πράγματα τα γνωρίζουμε συνεπώς, ως «ονομαστικές ουσίες», δεν βλέπουμε την «πραγματική ουσία» τους. 6 το εύλογο ερώτημα αν η γνώση που κατασκευάζει ο νους συνιστά φαντασίωση ή αντικειμενική αλήθεια ο Locke απαντά διαχωρίζοντας τις ιδιότητες των πραγμάτων που παράγουν τις «ιδέες» σε πρωτογενείς και δευτερογενείς. Οι πρώτες περιγράφουν την αντικειμενική δομή των πραγμάτων βάση των μετρήσιμων χαρακτηριστικών τους. Οι δευτερογενείς αναφέρονται στις δυνάμεις που έχουν τα φυσικά σώματα να δημιουργούν μέσα μας τις αισθήσεις για αυτά. Αυτές είναι σχετικές και ανθρωποκεντρικές, όχι όμως και πλασματικές. Έχοντας επίγνωση ότι οι αισθήσεις που παράγονται από το ίδιο αντικείμενο είναι διαφορετικές ανάλογα με τις περιστάσεις, υποστηρίζει ότι οι νέες εμπειρίες μπορούν να διορθώσουν τις παλιές, εξετάζοντας κάθε φορά την εικόνα του φυσικού κόσμου και επιβεβαιώνοντάς την με βάση τα αποτελέσματα που αποφέρει. Δεδομένων των εγγενών αδυναμιών του ανθρώπινου νου, η επιστήμη για τον Locke είναι αυστηρά περιγραφική και όχι οντολογική. Παρότι όμως η γνώση που παρέχει είναι σχεδόν αληθής, ενδεχομενική και πιθανολογική οδηγεί στην εγγύτερη δυνατή και επωφελή εικόνα για την πραγματικότητα του φυσικού κόσμου. 7 β) Η επιστημολογία του Hume (1711-1776) οδήγησε σε ριζοσπαστική αναθεώρηση της γνωσιολογίας, αμφισβητώντας την εγκυρότητα της επαγωγής και κλονίζοντας βαθιά τη θεμελιακή παραδοχή της αιτιοκρατικής προβλεψιμότητας. Σόσο η ουσία όσο και η αιτιότητα αντιμετωπίζονται σαν χωρικές και χρονικές σχέσεις και διαδοχές ιδεών και δεν μπορούν να θεμελιωθούν ούτε εμπειρικά ούτε λογικά. 8 Πίστευε, όπως και οι προηγούμενοι εμπειριστές, ότι η μοναδική πηγή της γνώσης είναι η αισθητηριακή αντίληψη. Ο νους αναφέρεται στο εμπειρικό υλικό που έχουν εναποθέσει μέσα του οι αισθήσεις και παράγει επιστημονική γνώση από την επεξεργασία των ιδεών που τον 4 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.105-107,110-112 Πατηνιώτης Μ., 2008, σ.44 Westfall R., 1995, σ.226 5 Βαλλιάνος Π., 2008, σ. 122 6 Βαλλιάνος Π., 2008, σ. 123-125 7 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.122-125 Kenny A., Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, μτφρ. Δέσποινα Ρισσάκη, Αθήνα: Νεφέλη, 2005, σ.185-191 8 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.132 Windelband W., Heimsoeth H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, Τόμος Β, μτφρ. κουτερόπουλος Ν.Μ., Εκδόσεις ΜΙΕΣ, Αθήνα, 1986, σ.262 A. Kenny, 2005, σ.226-3 -

γεμίζουν και περιγράφουν τον τρόπο με το οποίο αντιλαμβάνεται τον κόσμο. Δεν μπορεί να βγει όμως έξω από τον εαυτό του και να δει την «πραγματική» πραγματικότητα, για να αποδείξει την ύπαρξή ή μη ύπαρξή της ανεξάρτητα από τις ιδέες εντός του. Η γνώση για τον κόσμο είναι ουσιαστικά μια επαγωγική γενίκευση πάνω στην εμπειρία του παρελθόντος, βασισμένη στη διαισθητική αρχή της «ομοιομορφίας της φύσης». Είναι πιθανολογική, λόγω της περιορισμένης ανθρώπινης αντιληπτικότητας και της απειρίας των φυσικών πραγμάτων. Η ίδια η σχέση μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος είναι κατασκεύασμα του ανθρώπινου νου, εντελώς αθεμελίωτη εμπειρικά και λογικά. Γνωρίζουμε αναδρομικά, πράττουμε προδρομικά. Σο πρόβλημα της επαγωγής παραμένει άλυτο. 9 Ο Hume, ήταν σαφώς επηρεασμένος από το κεπτικισμό του 16 ου αιώνα, τον οποίο όμως ξεπερνά προσδίδοντας στην επιστήμη ένα καθαρά πραγματιστικό χαρακτήρα, αποδεχόμενος την αμφιβολία σε κάθε επίπεδο της διανοητικής διαδικασίας. Αντικείμενο της επιστήμης γίνεται η συστηματική καταγραφή των ιδεών, σύμφωνα με τις κανονικότητες που έχει καταχωρήσει μέσα μας η συλλογική εμπειρία, η οποία διαθέτει δομή, σταθερότητα και επαναληπτικότητα, με σκοπό την πρακτική ωφέλεια που μπορεί να αποκομίσει ο άνθρωπος, προκειμένου να βελτιώσει την κατάστασή του. 10 2. Σα προβλήματα του «επαγωγισμού» και οι απόπειρες επίλυσης τους από τον Λογικό Θετικισμό Οι επαγωγικές γενικεύσεις καταλήγουν σε καθολικά συμπεράσματα και φυσικούς νόμους χωρίς όμως να μπορούν να θεμελιώσουν την ορθότητα τους, ούτε λογικά ούτε εμπειρικά, μέσα στο άπειρο φυσικό σύμπαν όπου ελάχιστες παρατηρήσεις είναι τεχνικά δυνατές, δεδομένων των πεπερασμένων δυνατοτήτων του ανθρώπινου νου. Σα επαγωγικά επιχειρήματα δεν συνιστούν λογικώς έγκυρα επιχειρήματα, αφού υπάρχει περίπτωση ενώ οι προκείμενές τους να είναι αληθείς αυτά να είναι ψευδή και να μην υπάρχει καμία αντίφαση σε αυτό. υνεπώς, η αξιοπιστία της αρχής της επαγωγής δεν μπορεί να δικαιολογηθεί αποκλειστικά με βάση τη Λογική. Η απόδειξη της εγκυρότητας της με βάση την εμπειρία δεν μπορεί επίσης να γίνει αποδεκτή. Όπως απέδειξε ο Hume, το επιχείρημα που δικαιολογεί την επαγωγή είναι κυκλικό, αφού βασίζεται επίσης σε επαγωγικό επιχείρημα, το ίδιο που προσπαθεί να δικαιολογήσει δηλαδή. Η υποτιθέμενη συνέχεια παρελθόντος και μέλλοντος, που θα εξασφάλιζε τη δυνατότητα πρόβλεψης, βασίζεται σε μια πεποίθηση που γεννιέται από τη ψυχολογική συνήθεια της συνεχούς επανάληψης των σχετικών παρατηρήσεων. 11 Επιπλέον, μια σειρά από άλλες αδυναμίες, που πηγάζουν από τον ίδιο τον ορισμό της αρχής, την καθιστούν εξαιρετικά ευάλωτη. Είναι ασαφές πότε θεωρούνται επαρκή τόσο ο «μεγάλος αριθμός» παρατηρήσεων όσο και το «ευρύ φάσμα» των συνθηκών που απαιτούνται για να θεωρηθεί έγκυρο το παρατηρησιακό υλικό. Επίσης, ανοιχτό παραμένει και το τι συνιστά σημαντική παραλλαγή σε ότι αφορά τις περιστάσεις. Σέλος, η «πραγματικότητα» που επαγωγικά διαμορφώνεται μέσα στο νου μας δεν είναι άλλο από την αντίληψη μας για την πραγματικότητα, δεδομένου ότι η αισθητηριακή αντίληψη εξαρτάται από τα αισθητήρια και τις εμπειρίες του παρατηρητή, που με τη σειρά τους εξαρτώνται από τον πολιτισμό, τις γνώσεις, τις 9 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.128-130 Windelband W., Heimsoeth H., 1986, σ.260-262 Woolhouse, R.S., Φιλοσοφία της Επιστήμης Β : Οι Εμπειριστές, μτφρ..σσούρτη, Αθήνα: Πολύτροπον, 2004, σ.208-214 10 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.129-131 11 Chalmers A.F., Τι είναι αυτό που το λέμε επιστήμη; Μια προσέγγιση της φύσης, του καθεστώτος και των μεθόδων της επιστήμης, μτφρ Γ. Φουρτούνης, Ηράκλειο: Παν/κές Εκδ.Κρήτης, 2011, σ.19-23, 29-4 -

προσδοκίες, τις συλλογικές μνήμες του, είναι δηλαδή υποκειμενικές. Οι παρατηρησιακές αποφάνσεις δεν αποτελούν αντικειμενικές και απολύτως εγγυημένες πηγές επιστημονικής γνώσης λοιπόν, αφού η ίδια «πραγματικότητα» μπορεί να παράγει διαφορετικές αισθητηριακές εμπειρίες. 12 Η σχολή του Λογικού Θετικισμού δημιουργήθηκε στις γερμανόφωνες χώρες στις αρχές του 20 ου αιώνα, με πρωταγωνιστές τον «κύκλο της Βιέννης» και τον «κύκλο του Βερολίνου», ως συνέπεια των σημαντικών εξελίξεων στη Λογική και του κενού που δημιούργησαν οι θεωρίες της χετικότητας και της Κβαντομηχανικής, κλονίζοντας το καντιανό επιστημολογικό πλαίσιο και τις μεθοδολογικές παραδοχές της κλασσικής φυσικής. Ο στόχος ήταν η δημιουργία μιας εξίσου επαναστατικής επιστημολογίας, απαλλαγμένης από τις αντιφάσεις της παραδοσιακής μεταφυσικής, με πυλώνες την λογική ανάλυση και την εμπειρική θεμελίωση της επιστήμης. Ο Λογικός Θετικισμός μετατοπίζει την προβληματική από την έννοια της αλήθειας σε εκείνη του νοήματος. το πλαίσιο της νέας αυτής θεώρησης, δεν ενδιαφέρει μόνο αν μια θεωρία μπορεί να αποδειχθεί πειραματικά κατά πόσο είναι αληθής ή ψευδής, αλλά πρωταρχικά αν αυτή έχει νόημα. Αυτό είναι που την καθιστά επιστημονική. Βάσει της αρχής της επαληθευσιμότητας, μια θεωρητική πρόταση έχει νόημα, μόνο αν έχει εμπειρικές συνέπειες, αν οι ισχυρισμοί της είναι λογικοί και, αν γνωρίζουμε με τα αισθητηριακά δεδομένα που διαθέτουμε εκείνες τις προϋποθέσεις που θα την επαλήθευαν. 13 Παραμένοντας μέσα στο γενικό πλαίσιο του επαγωγισμού και της αντιστοίχισης της θεωρίας με την εμπειρία, αναγνωρίζεται ο καίριος ρόλος της απαγωγής και της λογικής διερεύνησης, οδηγώντας σε μια λογική εκδοχή του παραδοσιακού εμπειρισμού. Ο ερευνητής χρειάζεται να έχει μια καθοδηγητική ιδέα για την ανακάλυψη της εξήγησης ενός φαινόμενου, μια «υπόθεση εργασίας» ενταγμένη μέσα σε ένα πλαίσιο πειραματικά επικυρωμένων θεωριών και εξηγήσεων. Έτσι, η γνωσιοθεωρία του εμπειρισμού εμπλουτίζεται με ένα περίπλοκο τεχνικό σύστημα λογικής ανάλυσης των επιστημονικών όρων και θεωριών. ύμφωνα με τις βασικές θέσεις του ρεύματος αυτού, η πραγματικότητα γίνεται αντιληπτή ως ένα σύμπλεγμα επιμέρους γεγονότων, το οποίο μπορεί να αναλυθεί και έχει απόλυτη αντιστοίχιση με ένα άλλο σύμπλεγμα, εκείνο της γλώσσας. Η γλώσσα δομεί τη γνώση και φέρει τα νοήματα, έτσι, η ανάλυση της γνώσης ανάγεται σε ανάλυση της γλώσσας της επιστήμης. 14 Ο Carnap προσπαθώντας να δώσει απάντηση στο πρόβλημα της επαγωγής διατύπωσε ένα πιθανοκρατικό μοντέλο της επαγωγικής λογικής, εμπλέκοντας το μέτρο πιθανότητας ή βαθμό επιβεβαίωσης μιας υπόθεσης βασισμένης σε εμπειρικά δεδομένα. χηματικά, μια θεωρία έχει τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι αληθής όσο περισσότερα είναι τα παρατηρησιακά δεδομένα που την επαληθεύουν. Παρόλο που δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η απόλυτη αλήθεια μίας επιστημονικής θεωρίας από πεπερασμένα εμπειρικά σύνολα, εντούτοις η αληθοφάνεια της αυξάνεται αναλογικά με τις επιτυχημένες εμπειρικές επικυρώσεις της. Ο μοναδικός ασφαλής έλεγχος μίας επιστημονικής θεωρίας επομένως εξακολουθεί να θεωρείται η παρατήρηση και το πείραμα. 15 12 Chalmers A.F., 2011, σ.23-25, 32-42 13 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.164 14 Kraft V., O κύκλος της Βιέννης και η γένεση του νεοθετικισμού, Αθήνα: Γνώση, 1986, σ.35-36,120,194 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.164-167 15 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.169,178-179 Chalmers A.F., 2011, σ.26-27 - 5 -

3. Οι αδυναμίες του Θετικισμού και η αμφισβήτηση του από τον Karl Popper με τη διατύπωση της αρχής της διαψευσιμότητας Παρά τις προσπάθειες, ο Λογικός Θετικισμός δεν κατόρθωσε να δώσει λύση στο επιστημολογικό πρόβλημα που είχε απασχολήσει και την παραδοσιακή φιλοσοφία, δηλαδή την ασύμμετρη σχέση ανάμεσα στις λογικές και γνωστικές δυνάμεις του ανθρώπινου υποκειμένου και στο αντικείμενο με το οποίο καταπιάνεται. Παρακάτω παρουσιάζονται οι αδυναμίες της θετικιστικής αντίληψης για την επιστήμη και την επιστημονική μέθοδο, που οδήγησαν στην αμφισβήτησή του Θετικισμού. 16 Καταρχάς, διαπιστώθηκε η αδυναμία του επαγωγισμού να θεμελιώσει την επαληθευσιμότητα των καθολικών φυσικών νόμων. Η πιθανότητα αλήθειας μιας θεωρητικής γενίκευσης τείνει στο μηδέν, αφού τα εφικτά εμπειρικά δεδομένα είναι πολύ περιορισμένα ενώ τα φαινόμενα στα οποία αναφέρεται άπειρα. Επιπλέον, η θεωρία του νοήματος και η διαδικασία της εμπειρικής επαλήθευσης, στην οποία στηρίχθηκε ο λογικός θετικισμός, οδηγούσαν σε αδιέξοδο διότι επαφίονταν σε μεγάλο βαθμό από τις διαθέσεις και τις προτιμήσεις του ερευνητή, που μπορούσε να κατασκευάσει εμπειρικά στοιχεία ή να ερμηνεύσει το διαθέσιμο εμπειρικό υπόβαθρο προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. 17 Μια δεύτερη δυσκολία προκύπτει από την φυσικαλιστική θεώρηση του Θετικισμού που, απαιτώντας την πλήρη αναγωγή των θεωρητικών όρων σε εμπειρικούς, ουσιαστικά υποβάθμιζε το καθαρά θεωρητικό κομμάτι των φυσικών νόμων, αυτών δηλαδή των όρων και παραδοχών που δεν στηρίζονταν στην άμεση παρατήρηση. Αυτή η προκατάληψη έθετε φραγμούς στην εξέλιξη της έρευνας και απέκλειε ένα μεγάλο τμήμα της επιστημονικής θεωρίας. Αυτή η θετικιστική μεθοδολογία αδυνατούσε εντέλει και να χαράξει τα ασφαλή όρια ανάμεσα στην επιστημονική θεωρία και την μεταφυσική και τη θεολογία. 18 Ένα τρίτο μειονέκτημα του Θετικισμού αφορά στην παράδοξη κατανόηση της αντικειμενικότητας και απροκαταληψίας στην πειραματική διαδικασία και επηρεάζει εξίσου τις φυσικές και τις κοινωνικές επιστήμες. Η βασική παραδοχή του Bacon οτι «η φύση μιλάει από μόνη της», αναφέρεται σε μια πρωτογενή διαδικασία χωρίς πρότερες υποθέσεις, που όμως δεν μπορεί να έχει αποτέλεσμα χωρίς την ύπαρξη μιας θεωρίας-πλαίσιο που θα καθοδηγεί την παρατήρηση και το πείραμα. 19 Οι εγγενείς δυσκολίες και τα μεθοδολογικά αδιέξοδα στα οποία προσέκρουσε η επιστημολογία του λογικού θετικισμού άνοιξαν νέους δρόμους στη φιλοσοφία και την οδήγησαν στην αναζήτηση νέων ερμηνειών. Σέτοιοι δρόμοι ήταν οι θεωρητικές συλλήψεις του Κ. Popper Ο Popper διατύπωσε μία καινούρια προσέγγιση (θεωρία της διαψευσιμότητας) που πρότεινε την εγκατάλειψη της εμπειρικής επαγωγής και της επαλήθευσης, ως τα κατεξοχήν εργαλεία εδραίωσης της γνώσης, και ανέδειξε σε βασικό λογικό κριτήριο εξακρίβωσης της αλήθειας των θεωριών, το βαθμό διαψευσιμότητας τους. Μία διαδικασία μπορεί να θεωρηθεί επιστημονική εφόσον διευκολύνει τη διάψευση των θεωριών μας. Η ορθότητα μιας καθολικής πρότασης είναι αδύνατο να αποδειχτεί αφού απαιτείται να πραγματοποιηθεί άπειρος αριθμός πειραμάτων. Αντίθετα, η ανακάλυψη ενός μόνο αρνητικού εμπειρικού δεδομένου, ενός αντιπαραδείγματος, είναι τεχνικά δυνατή και αρκεί για αποδείξει ότι μια θεωρία είναι εσφαλμένη. ε αντίθεση με τον επαγωγισμό, η λογική αφετηρία αυτής της μεθοδολογίας είναι παραγωγική. 16 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.169 17 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.174-175, 180-181 18 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.175-176 19 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.176-177 - 6 -

Η διαδικασία παραγωγής γνώσης δεν ξεκινάει από την παρατήρηση αλλά από μια επιστημονική θεωρητική υπόθεση εργασίας. Αφού διατυπωθεί η υπόθεση, εφαρμόζεται ο παραγωγικός συλλογισμός που αποδίδει ως λογικά έγκυρο συμπέρασμα το επιστημονικό θεώρημα. τη συνέχεια, το επιστημονικό θεώρημα ελέγχεται από την εμπειρία, συγκρίνοντας τις εμπειρικές συνέπειές του με τα δεδομένα της παρατήρησης. Αν τα δύο τελευταία βρίσκονται σε συμφωνία η υπόθεση ενισχύεται. την αντίθετη περίπτωση η υπόθεση εγκαταλείπεται και διατυπώνεται μια νέα για να ελεγχθεί με την ίδια διαδικασία. 20 Έτσι, η επιστημονική έρευνα ασχολείται με τη διάψευση λανθασμένων υποθέσεων που οδηγεί στην καλύτερη διατύπωση προβλημάτων και πιο ώριμων θεωριών. Κατ επέκταση, η επιστημονική γνώση δεν αυξάνει την αλήθεια αλλά περιορίζει το ψεύδος. το πλαίσιο της διαψευσιοκρατικής αντίληψης, η επικύρωση μιας θεωρίας έχει μεγαλύτερο επιστημολογικό κύρος γιατί προκύπτει ως αποτέλεσμα ελέγχου μιας νέας ιστορικά πρόβλεψης. Ο θεμελιακός στόχος της επιστημονικής έρευνας μετατοπίζεται από την επικύρωση της αλήθειας στην υπηρεσία της προοδευτικής και ανατρεπτικής δυναμικής της προσέγγισης της πιο ενδιαφέρουσας αλήθειας. 21 Επίλογος Η επαγωγική θεώρηση της επιστήμης έχει διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό την τρέχουσα, αποδεκτή από τον κοινό νου, αντίληψη του τι είναι επιστήμη, αποδίδοντάς της κύρος και αξιοπιστία λόγω αντικειμενικότητας, εμπειρικής ή πειραματικής απόδειξης και αυστηρής μεθοδολογίας. Ωστόσο, πέρα από τη συμβολή της στην απόκτηση γνώσης και στην εξέλιξη της επιστημονικής μεθοδολογίας, παρέμεινε ένα άλυτο πρόβλημα παρά τις διαδοχικές της τροποποιήσεις. Πρόσφατες θέσεις στη φιλοσοφία της επιστήμης αμφισβητούν τόσο την ιδέα ότι η παρατήρηση και το πείραμα εγγυώνται την ακλόνητη αλήθεια, όσο και το γεγονός ότι υπάρχει μέθοδος που να εξασφαλίζει την αξιόπιστη εξαγωγή επιστημονικών θεωριών. Σέλος, σύγχρονες προβληματικές κατανοούν την επιστήμη ως μια από τις πολλές ανθρώπινες δραστηριότητες, με επιτηδευμένα περίπλοκους τεχνικούς κώδικες, που δεν της εξασφαλίζουν όμως αποκλειστική δικαιοδοσία στην αλήθεια ούτε προνομιακή θέση σε σχέση με τις άλλες δραστηριότητες. 22 20 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.182-186 21 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.182-187 Chalmers A.F., 2011, σ.88-90 22 Βαλλιάνος Π., 2008, σ.218 Chalmers A.F., 2011, σ. xxi - 7 -

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ Βαλλιάνος Π., Η Επιστημονική Επανάσταση και η Φιλοσοφική Θεωρία της Επιστήμης. Ακμή και Υπέρβαση του Θετικισμού, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα, 2008. Πατηνιώτης Μ., «Νεύτων και Νευτωνισμός στην Ευρώπη του 18 ου αιώνα», στο συλλογικό: Κείμενα Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα, 2008. Chalmers, A.F., Τι είναι αυτό που το λέμε επιστήμη; Μια προσέγγιση της φύσης, του καθεστώτος και των μεθόδων της επιστήμης, μετάφραση Γ. Φουρτούνης, επιστημονική επιμέλεια Α. Μπαλτάς, Ηράκλειο: Παν/κές Εκδόσεις Κρήτης, 2011. Kenny, A., Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, μετάφραση Δέσποινα Ρισσάκη, Αθήνα: Νεφέλη, 2005. Kraft, V., O κύκλος της Βιέννης και η γένεση του νεοθετικισμού, μετάφραση Γ. Μανάκου, Αθήνα: Γνώση, 1986. Westfall R., Η Συγκρότηση της Σύγχρονης Επιστήμης, μτφρ. Ζήση Κ., Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 1995. Windelband W., Heimsoeth H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, Τόμος Β, Η Μεσαιωνική Φιλοσοφία, Η Φιλοσοφία της Αναγέννησης, Η Φιλοσοφία του Διαφωτισμού, μτφρ. κουτερόπουλος Ν.Μ., Εκδόσεις ΜΙΕΣ, Αθήνα, 1986. Woolhouse, R.S., Φιλοσοφία της Επιστήμης Β : Οι Εμπειριστές, μετάφραση. Σσούρτη, Αθήνα: Πολύτροπον, 2004. - 8 -