Πολεοδομικός σχεδιασμός και αστικοί αρχαιολογικοί χώροι. Η περίπτωση της Ερέτριας. Ελένη ΜΕΣΣΗΝΗ Αρχιτέκτων μηχανικός Παν. Πατρών emessini@hotmail.com ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η πόλη της Ερέτριας χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη πολλών αρχαιοτήτων μέσα στη δομή της, λόγω του ένδοξου παρελθόντος της και της δημιουργίας της σύγχρονης πόλης στην ίδια θέση με την παλιά. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι η σημερινή ανικανότητα της πόλης να αναπτυχθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες μελέτες και η αδυναμία του σχεδιασμού να εφαρμοστεί στην πράξη. Μέσα από την ανάλυση του ρυθμιστικού σχεδίου του 1976 και των μεταγενέστερων γενικών πολεοδομικών σχεδίων εξετάζονται οι μέθοδοι του σχεδιασμού που προτάθηκαν για την αντιμετώπιση των αντιστοίχων προβλημάτων της πολεοδομικής ανάπτυξης της πόλης σε σχέση με την πολιτισμική κληρονομιά της, καθώς και η μετέπειτα εφαρμογή τους στο χώρο όπου η χρονολογική εξέλιξη το επιτρέπει. ABSTRACT The town of Eretria is characterised by the existence of many archaeological within its structure due to the glorious past of the town and the current position of the modern city, which lies upon the old. The effect of this proceeding is that theses days the city couldn t be developed according with the request research and the weakness of the application at this time. The methods of design proposed for the resolution of the problems of the town's urban development in relation with its cultural heritage, as well as their application on the location, where it is allowed, are examined through the analysis of the 1976 regulated design and the later urban design, where the chronological development allows it. 1. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Η Ερέτρια τοποθετείται στην Εύβοια και αναπτύσσεται στη νοτιοανατολική ακτή του Ευβοϊκού κόλπου απέναντι από την Αττική. Έχει πρόσβαση οδικά μέσω της Χαλκίδας αλλά και μέσω ferry boat από το πορθμείο στη Σκάλα του Ωρωπού. Απέχει από την πόλη της Χαλκίδας 20χλμ και από την Αθήνα 110χλμ μέσω Χαλκίδας, ενώ μέσω της θάλασσας 54χλμ μέχρι τον Ωρωπό και άλλη μισή ώρα μέχρι να περάσει απέναντι από στεριά σε στεριά. Μάλιστα η πορθμειακή σύνδεση της Σκάλας Ωρωπού- Ερέτριας αποτελεί το κύριο σύστημα οδικής προσπέλασης με ιδιωτικά μεταφορικά μέσα, μεταξύ του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας και της Ερέτριας (Νικολάου, 2005). Η πόλη αναπτύσσεται δίπλα στη θάλασσα και χαρακτηρίζεται από χαμηλά υψόμετρα από ±0μ έως 10μ με μικρές κλίσεις (0-5%). Έχει πλούσια βλάστηση, ενώ λίγο πιο πάνω, στο τέλος της πεδινής ζώνης κυριαρχεί η μορφή του καμένου δάσους, προσδίδοντας στο τοπίο μια ανεπιθύμητη ομορφιά. Κατοικείται από μόνιμο πληθυσμό περίπου 3.158 κατοίκων (απογραφή του 2001) και έχει έκταση 1550 στρέμματα από τα οποία τα 450 στρέμματα είναι αδόμητα. Παρουσιάζει έντονη τάση αστικοποίησης και παρέχει εξυπηρετήσεις που αντιστοιχούν στο τέταρτο επίπεδο κοινωνικής και διοικητικής υποδομής. Διαθέτει Δημαρχείο, Ειρηνοδικείο, Σταθμό Χωροφυλακής, Λιμεναρχείο, Ιατρείο, Αρχαιολογικό Μουσείο, Μουσείο Σύγχρονης ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 227
Τέχνης, Γραφεία Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας, Τράπεζες, ενώ άλλες υπηρεσίες όπως Εφορία, ΙΚΑ κλπ εξυπηρετούνται από το Νομαρχιακό Κέντρο της Χαλκίδας. Ακόμα υπάρχουν δυο νηπιαγωγεία, δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο, χώροι άθλησης και πολλοί αρχαιολογικοί χώροι άλλοι επισκέψιμοι και άλλοι όχι. Στη δομή της αναπτύσσεται το λιανικό εμπόριο που εξυπηρετεί τους κατοίκους και σχεδόν σε όλο το μέτωπο της παραλιακής ζώνης καλύπτεται από καταστήματα αναψυχής (Νικολάου, 2005). Η οικονομία της πόλης βασίζεται στη γεωργία και πολύ λίγο στην κτηνοτροφία, στις βιομηχανίες της ευρύτερης περιοχής και στον τουρισμό και την παραθεριστική κατοικία. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια σταδιακή έξοδος από τη γεωργία λόγω της αυξημένης ζήτησης των χώρων υψηλής παραγωγικότητας για Β κατοικία, ενώ ο δευτερογενής τομέας ενισχύεται από τον κλάδο των κατασκευών για παραθεριστική κατοικία και κυρίως αυθαίρετη δόμηση προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες στο περιβάλλον. Ο τουρισμός συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη της Ερέτριας μέσω του φυσικού κάλλους της περιοχής, των αρχαιολογικών εκθεμάτων αλλά και των ξενοδοχειακών και τουριστικών καταλυμάτων. Μέσα στην πόλη λειτουργούν διασκορπισμένες μικρές μονάδες ενοικιαζόμενων δωματίων και στο νοτιοανατολικό άκρο δύο ξενοδοχειακές μονάδες Β και Γ κατηγορίας (Νικολάου, 2005). 2. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ-ΕΥΡΗΜΑΤΑ Η Ερέτρια είναι γνωστή από τα πολύ παλιά χρόνια και μαζί με τη Χαλκίδα υπήρξαν οι σπουδαιότερες και εμπορικότερες πόλεις της Εύβοιας στην αρχαιότητα. Από τα ευρήματα των ανασκαφών προκύπτει ότι στην περιοχή υπήρχε ζωή από το 1400π.Χ.-τη Μυκηναϊκή περίοδο. Συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο και αργότερα, κατά τη διάρκεια του 8 ου αιώνα, έρχεται σε σύγκρουση με τη Χαλκίδα για την κατοχή του Ληλάντιου πεδίου που απλώνεται ανάμεσα στις δύο πόλεις. Γύρω στο 500π.Χ. πήρε μέρος στην Ιωνική επανάσταση εναντίον των Περσών και αυτοί για να εκδικηθούν την πόλη το 490π.Χ. την κατέστρεψαν, λεηλάτησαν τα ιερά και έπιασαν αιχμαλώτους τους κατοίκους. Η πόλη φαίνεται πως ξαναχτίστηκε στην ίδια θέση και κατόρθωσε να ανακτήσει την προηγούμενη αίγλη της. Δέκα χρόνια μετά έλαβε μέρος στο πλευρό των Ελλήνων στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στις συγκρούσεις της Σαλαμίνας και των Πλαταιών, ενώ το 338π.Χ. μετά τη μάχη της Χαιρώνειας βρέθηκε υπό την κυριαρχία των Μακεδόνων. Το 198π.Χ. οι Ρωμαίοι κυρίευσαν και κατέστρεψαν την πόλη, ενώ τον επόμενο χρόνο κηρύχθηκε και πάλι ελεύθερη και από τότε ξεκίνησε η παρακμή της. Για 2000 περίπου χρόνια η πόλη παρέμεινε στην αφάνεια. Η ιστορία της ξεκινάει και πάλι το 1824 όταν έφτασαν στην περιοχή πρόσφυγες από τα κατεστραμμένα Ψαρά. Η νέα πόλη χτίστηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίων οικημάτων και μετονομάστηκε σε Νέα Ψαρά(www.eretria.gr). Η σημερινή πόλη είναι χτισμένη ακριβώς πάνω στην αρχαία, γεγονός που δυσχεραίνει την αρχαιολογική έρευνα και συνεπώς την εξακρίβωση της ιστορικής δραστηριότητας της πόλης, όμως από τα ευρήματα φαίνεται ότι ολόκληρη η πόλη και η ακρόπολη προστατεύονταν από τείχος, μέρος του οποίου σώζεται στην ακρόπολη. Ακόμη έχουν ανακαλυφθεί το αρχαίο θέατρο στους πρόποδες του λόφου της ακρόπολης (εικ. 1), ο ναός της Δήμητρας και Κόρης, ένας ναός αφιερωμένος στον Διόνυσο, ο ναός του δαφνηφόρου Απόλλωνα(ιερό τέμενος του Απόλλωνα, θρησκευτικό κέντρο και βασικός χώρος λατρείας της αρχαίας πόλης) (εικ. 2) καθώς και το Ίσειον-ναός αφιερωμένος στην Ίσιδα και σε άλλες αιγυπτιακές θεότητες. Επιπροσθέτως έχουν βρεθεί τα θεμέλια του θόλου ενός στρογγυλού κτιρίου των ελληνιστικών χρόνων (εικ. 3), ιδιωτικές κατοικίες όπως η οικία με τα μωσαϊκά(αρχοντικό που πιθανολογείται πως ήταν κατοικία του φιλοσόφου Μενέδημου) (εικ. 4), παλαίστρα, γυμνάσιο, στοές, συστάδες τάφων, κεραμικά έργα, πλήθος από επιγραφές και πολυάριθμες κοπές νομισμάτων (Νικολάου, 2005). 228 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
Εικόνα 1. Το αρχαίο θέατρο Εικόνα 3. (κάτω) Ο θόλος Εικόνα 2. Ναός του Απόλλωνα Πηγή εικόνων 1,2,3,4: www.eretria.gr Εικόνα 4. Δάπεδο της οικίας με τα μωσαϊκά Λόγω του πολιτισμικού πλούτου της Ερέτριας από το 1950 γίνονται προσπάθειες για τη διάσωση των ευρημάτων, κυρίως από την οικοδομική δραστηριότητα που τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται ταχύτατα. Με αυτό το δεδομένο η ΙΑ εφορία σε συνεργασία με το ΥΠΠΟ έχει οριοθετήσει και κηρύξει με υπουργικές αποφάσεις τα προκλασικής και κλασικής εποχής μνημεία σε κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους, σε θεσμοθετημένες ζώνες προστασίας και χρήσεις γης και σε μη κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους, δημιουργώντας μεταγενέστερα πολλά προβλήματα στην ανάπτυξη της πόλης (Νικολάου, 2005). 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ- ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ Η σημερινή Ερέτρια είναι από τις πρώτες Ελληνικές πόλεις που απέκτησαν ρυμοτομικό σχέδιο το 1834 με αρχιτέκτονες τον Κλεάνθη και τον Σάουμπερτ, οι οποίοι σχεδίασαν το κλασικιστικό σχέδιο της πόλης διαμορφώνοντας τη σημερινή βασική δομή της. «Το «βαυαρικό σχέδιο», χαρακτηρίζεται από ένα ευρύ κύριο άξονα που οδηγεί από τη μέση του λιμανιού, μέσα από δυο μεγάλες πλατείες στην αρχαία Ακρόπολη. Τη βορινή πλατεία διασχίζει ένας εγκάρσιος άξονας που επρόκειτο να καταλήγει σε δυο άλλες πλατείες. Στο λιμάνι διασταυρώνονται δυο πλατιοί διαγώνιοι άξονες που καθορίζουν τον προσανατολισμό του ενταγμένου σε αυτούς ορθογωνικού οδικού δικτύου» (Krause, 1977)(εικ. 5). Το σχέδιο αυτό δεν εφαρμόστηκε στο σύνολό του παρά μόνο το 50% της έκτασής του και κυρίως μέσα στην περιοχή των αρχαίων τειχών, αλλά και εκεί πάλι τμήματα δεν αναπτύχθηκαν πλήρως λόγω της ύπαρξης επιφανειακών αρχαίων. Δεν έδειχνε αρκετά σταθερά σημεία, ενώ συγχρόνως δεν απεικόνιζε σωστά την πραγματική κατάσταση του εδάφους με αποτέλεσμα οι οικοδομικές γραμμές που στο διάγραμμα ρυμοτομίας είναι ευθείες, στο έδαφος να εφαρμόζονται μεμονωμένα για κάθε οικοδομική άδεια, σαν τεθλασμένες, ενώ τα παραθαλάσσια οικοδομικά τετράγωνα κατέληγαν μέσα στη θάλασσα. Ακόμα υπέστη κάποιες αλλαγές και συμπληρώσεις όπως τροποποιήσεις και διάνοιξη ο- δικών αρτηριών, εγκρίσεις καινούργιων κοινωνικών εγκαταστάσεων και καθορισμό του κεντρικού τμήματος με μέγιστο ύψος οικοδομής 8μ και δυο επιτρεπόμενους ορόφους (εικ. 6). Παράλληλα το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών κηρύττει το 1965 την περιοχή μεταξύ των τειχών της αρχαίας πόλης μέχρι τη θάλασσα ως αρχαιολογικό χώρο και ιστορικό μνημείο και το 1967 με την ίδια ιδιότητα κηρύττει την περιοχή εκτός των αρχαίων τειχών σε ακτίνα ενός ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 229
χλμ ανατολικά και δυο χλμ δυτικά. Με αυτόν τον τρόπο όλο το εγκεκριμένο σχέδιο του Κλεάνθη- Σάουμπερτ προστατεύτηκε. Αποτέλεσμα αυτών των περιορισμών ήταν πολλά τμήματα του σχεδίου να μην μπορούν να εφαρμοστούν διότι συνέπιπταν με αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα και οι λειτουργίες που προβλεπόντουσαν σε συγκεκριμένο χώρο να μην μπορούν να υλοποιηθούν. Πολλές εγκαταστάσεις άλλαξαν περιοχή, περισσότερες δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ με αποτέλεσμα οι χώροι που ορίζονταν για να εγκατασταθούν, να παραμένουν ελεύθεροι και αδιαμόρφωτοι με αρχαιολογικά ευρήματα. Σε αυτό το πρόβλημα συνέτειναν και κάποιοι χώροι που είτε ήταν κοινοτικές εκτάσεις με ορισμένα τμήματά τους να βρίσκονται υπό αμφισβητούμενο καθεστώς μεταξύ ιδιωτών και κοινότητας, είτε ήταν ακατάλληλοι προς δόμηση. Αδόμητες εκτάσεις εντός των ορίων είναι μια έκταση δυτικά που ανήκει στην κοινότητα και καλλιεργείται, άλλη έκταση είναι ανατολικά σε επαφή με το αρχαίο τείχος, επικίνδυνη και ελώδης που υποβαθμίζει τον οικισμό, μια έκταση βόρεια που είναι χαρακτηρισμένη ως αρχαιολογικός χώρος και πολλές ακόμα περιοχές διάσπαρτες μέσα στον οικισμό (εικ. 7) (Μπέλου, 1986). Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν το εγκεκριμένο σχέδιο να έχει δυσανάλογη έκταση σε σχέση με τους κατοίκους και την ανάπτυξη της πόλης, αφού τα προβλήματα με την αρχαιολογία και οι δυσμενείς συνθήκες δόμησης δεν την άφηναν να αναπτυχθεί οικοδομικά και πληθυσμιακά. Εικόνα 5. Ρυμοτομικό σχέδιο 1834 του Κλεάνθη- Σάουμπερτ όπου φαίνονται οι βασικές χαράξεις της πόλης. Πηγή: Krause, 1977 Εικόνα 6. Καθορισμός του κεντρικού τμήματος με περιορισμούς στη δόμηση. Πηγή: Μπέλου, 1986 Εικόνα 7. Σημερινή κατάσταση της πόλης με αρκετές αδόμητες επιφάνειες. Πηγή: Krause, 1977 Για όλους αυτούς τους λόγους η κοινότητα ανέθεσε αρχικά σε ιδιώτη μηχανικό την ε- φαρμογή του σχεδίου στο έδαφος, χωρίς τελικά να προχωρήσει η μελέτη, ενώ το 1976 έγινε μια πλήρης μελέτη από το πολυτεχνείο της Ζυρίχης που πρότεινε μια μέθοδο τροποποίησης του σχεδίου χωρίς να αλλάζει τη γενική ιδέα του σχεδίου του Κλεάνθη. Το 1977 έγινε μελέτη αναθεώρησης του εγκεκριμένου σχεδίου του διαμορφωμένου τμήματος εντός των τειχών και δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και το 1986 συντάσσεται γενικό πολεοδομικό σχέδιο και εγκρίνεται το 1990. Σήμερα προτείνεται ένα καινούργιο ΓΠΣ για το δήμο της Ερέτριας, συνταγμένο από τον κ. Δ. Νικολάου το 2004. 230 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
4. ΤΑ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΤΡΙΑ 4.1. ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ 1976 Το ρυθμιστικό σχέδιο του 1976 έγινε με πρωτοβουλία των αρχαιολόγων καθηγητών Karl Schefold και Clemens Krause και του αρχιτέκτονα Paul Auberson. Σε συνεργασία με τους καθηγητές του πολυτεχνείου της Ζυρίχης Dolf Schnebli και Paul Hofer επεξεργάστηκαν ένα σχέδιο βασισμένο πάνω σε αυτό του Κλεάνθη, σε συνδυασμό με την υπάρχουσα κατάσταση και πρότειναν έναν τρόπο οργάνωσης της μελλοντικής ανάπτυξης της πόλης. Πιο συγκεκριμένα πρότειναν να διατηρηθεί το σχέδιο του 1834 τόσο στη μορφή του, όσο και στην έ- κτασή του, με τη λογική ότι μια μελλοντική επέκταση της πόλης πιο πολύ θα δυσκόλευε την πολεοδομική ανάπτυξή της, λόγω των ήδη υπαρχόντων προβληματικών υποδομών, παρά θα τη διευκόλυνε. Με αυτό το δεδομένο στράφηκαν στα υλοποιημένα όρια της πόλης και αναλύοντας τα προβλήματα που υπήρχαν, προσπάθησαν να προτείνουν μια λύση με γενικότερο στόχο τη σύμπτυξη της δομής στο χώρο. Ως προς την πολεοδομική δομή, επεμβαίνει σε τρία σημεία. Πρώτον χωρίζει την πόλη σε πέντε ζώνες, δεύτερον επαναπροσδιορίζει τα οικοδομικά τετράγωνα με τους δρόμους και τρίτον προτείνει μια μέθοδο οργάνωσης του εσωτερικού χώρου των οικοδομικών τετραγώνων ώστε να είναι εκμεταλλεύσιμος. «Η ζώνη Α περιλαμβάνει το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης. Σε αυτήν ισχύει το ελεύθερο σύστημα διώροφων κτιρίων πάνω στην οικοδομική γραμμή (εικ. 8). Η ζώνη Β βρίσκεται και στις δυο πλευρές της κεντρικής λεωφόρου και κατά ένα μέρος, κατά μήκος του λιμανιού. Σε αυτήν επιτρέπεται η συνεχής δόμηση, με εναλλασσόμενα ύψη τριών και δύο ορόφων (εικ. 9). Η ζώνη Γ περιλαμβάνει πέντε μισά οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία χαρακτηρίζονται από τις μονώροφες προσφυγικές κατοικίες, και τετράγωνα με δυο δρόμους πεζών. Επιτρέπεται η δόμηση διώροφων κτιρίων σε σειρά (εικ.10). Η ζώνη Δ βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της παραλίας. Επιτρέπεται η ανέγερση ελεύθερων μονοκατοικιών με κήπους, με ύψος το πολύ δυο ορόφων (εικ. 11). Στη ζώνη Ε επιτρέπεται να κτιστούν μόνο δημόσια κτίρια» (Krause, 1977). Εικόνα 8. Ζώνη Α Εικόνα 9. Ζώνη Β Εικόνα 10. Ζώνη Γ Εικόνα 11. Ζώνη Δ Εικόνες 8,9,10,11. Προτεινόμενες Ζώνες με την επιτρεπόμενη δόμησή τους. Πηγή: Krause, 1977 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 231
Σε ένα δεύτερο επίπεδο επέμβασης, λόγω της προβληματικά μεμονωμένης εφαρμογής της οικοδομικής γραμμής στο έδαφος, προσπαθούν να ξανά ορίσουν τα οικοδομικά τετράγωνα, σεβόμενοι πάντα την αρχική χάραξη του 1834 καθώς και τη οικοδομική εξέλιξη της περιοχής με το πέρασμα του χρόνου. «Οι νέες οικοδομικές γραμμές καθορίζονται, όσο είναι δυνατόν, από τις οικοδομικές γραμμές των υπαρχόντων κτιρίων. Τα οικοδομικά τετράγωνα ορίζονται από τα τέσσερα γωνιακά σημεία της διασταύρωσης των δρόμων. Από τα τέσσερα γωνιακά σημεία κάθε διασταύρωσης ορίζεται και ο άξονας των δρόμων» (Krause, 1977) (εικ. 12). Επιπρόσθετα για να μεγαλώσουν την πυκνότητα δόμησης στο εσωτερικό των οικοδομικών τετραγώνων, ώστε να αποφύγουν πιθανή επέκταση της πόλης, προτείνουν την διχοτόμησή τους από εσωτερικούς δρόμους είτε προσέλευσης, είτε προσπέλασης όπου το επιτρέπουν τα υπάρχοντα κτίρια. Το πλάτος αυτών ορίζεται στα 5μ και το επίπεδό τους να είναι ίδιο με αυτό του πεζοδρομίου (εικ 13). Ακόμα ορίζεται ότι για κάθε κατοικία που θα βρίσκεται πάνω σε αυτόν τον δρόμο θα πρέπει να προβλέπεται, από την επιμέρους μελέτη της, μια θέση στάθμευσης αυτοκινήτου μέσα στο οικόπεδό της. Σύμφωνα με τη μελέτη, με αυτή τη δομή, η ήδη κτισμένη περιοχή της πόλης θα μπορεί να εξυπηρετήσει 11.000 κατοίκους χωρίς να χρειαστεί να κτίσουν κτίρια με περισσότερους από δυο ορόφους και χωρίς η πόλη να χάσει το χαρακτήρα της κηπούπολης (εικ. 14). Εικόνα 12. Σημείο διασταύρωσης των δρόμων και γωνία των επιμέρους οικοδομικών τετραγώνων. Πηγή: Krause, 1977 Εικόνα 13. Εσωτερικοί δρόμοι διέλευσης. Πηγή: Krause, 1977 Εικόνα 14. Μέγιστη εκμετάλλευση της δομής της πόλης. Πηγή: Krause, 1977 Για την ολοκλήρωση του σχεδιασμού και την αντιμετώπιση του προβλήματος των αρχαιοτήτων η μελέτη λαμβάνει υπόψη τα ήδη γνωστά αρχαιολογικά ευρήματα και διατηρητέα μνημεία και οριοθετεί μέσα στην υπάρχουσα κατάσταση της πόλης αρχαιολογικές ζώνες προστασίας. Αυτές απευθύνονται τόσο στο σχέδιο της πόλης σαν ενιαίο σύνολο, όσο και στην προστασία γειτονιών, δηλαδή τμημάτων δρόμων και κτιρίων που είχαν κατασκευαστεί με παραδοσιακό τρόπο και είχαν διασωθεί. Ακόμα αναφέρονται και σε ομάδες κτιρίων ή μεμονωμένα κτίρια. Όσο αφορά τη μεγαλύτερη κλίμακα οι ζώνες τοποθετούνται έξω από τις ζώνες κατοικίας κυρίως σε δημόσια κτήματα ή σε ιδιωτικά οικόπεδα και το κυριότερο δεν οικοδομούνται. Ειδικότερα «βρίσκονται κυρίως στους πρόποδες της Ακρόπολης και στο ανατολικό τμήμα της κατοικημένης περιοχής και εκτείνονται πέρα από τον κύριο άξονα ως το λιμάνι. Για τη σύνδεσή τους προβλέπεται ένα περίπτερο πληροφοριών στο σημείο διασταύρωσης των δυο αξόνων, από όπου θα φτάνει κανένας, από τρείς διαφορετικές κατευθύνσεις» (Krause, 1977), αποτελώντας ουσιαστικά την είσοδο στις αρχαιολογικές ζώνες (εικ. 15). 232 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
Εικόνα 15. Αρχαιολογικές ζώνες προστασίας σε επίπεδο πόλης. Πηγή: Πηγή: Krause, 1977 Σε μικρότερη κλίμακα η ζώνη προστασίας συνόλου αναφέρεται στην ενότητα δημόσιων ακάλυπτων χώρων και κτισμάτων που ορίζουν αυτούς τους ελεύθερους χώρους και πρέπει να διατηρηθούν (εικ. 16). Στις ομάδες των κτιρίων προστατεύονται ομάδες ανεξάρτητων κτιρίων και ο μεταξύ τους ελεύθερος χώρος όπως κήποι και αυλές (εικ. 17), ενώ στην περίπτωση προστασίας των μεμονωμένων κτιρίων, διατηρούνται «κτίρια που βρίσκονται έξω από τις ζώνες προστασίας μαζί με το χώρο που τα περιβάλλει, εφόσον ο χώρος αυτός επηρεάζει την αρχιτεκτονική ανάδειξη του κτιρίου» (Krause, 1977) (εικ. 18). Σε κάθε μια περίπτωση ορίζονται συγκεκριμένοι περιορισμοί για περαιτέρω εργασίες ανακαίνισης, διατήρησης και αποκατάστασης με στόχο να μην καταστραφεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας και το περιβάλλον του συνόλου και των κτισμάτων. Εικόνα 16. Προστασία συνόλου. Εικόνα 17. Προστασία ο- Εικόνα 18. Προστασία μεμονω- Πηγή: Krause, 1977 μάδας κτιρίων. Πηγή: μένων κτιρίων. Πηγή: Krause, Krause, 1977 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 1977 233
Το ρυθμιστικό σχέδιο του 1976 προβλέπει το αρχαίο θέατρο και η αγορά να προσφέρονται για σύγχρονη χρήση και τη δημιουργία ενός νέου μουσείου στο σημείο διασταύρωσης του άξονα από βορά προς νότο με την αρχαία οδό με άξονα ανατολή δύση, στους πρόποδες της Ακρόπολης. Αυτό το μουσείο θα αντικαταστήσει το ήδη υπάρχον που είναι μικρό και θα ενώνεται με το θέατρο μέσω μιας εξέδρας πάνω από τα αρχαία τείχη και τις ζώνες ανασκαφών. Ακόμα περιλαμβάνει προτάσεις και μελέτες για δημόσια και ιδιωτικά κτίσματα όπως η κατασκευή μόλου στο λιμάνι με την επαναφορά των ψαροταβέρνων πάλι στο χώρο του λιμανιού. Προβλέπει ένα κοινοτικό σχολείο στο τέλος του ανατολικού διαγώνιου άξονα ώστε οι ανοιχτοί του χώροι να μπορούν να επεκταθούν ως τη ζώνη προστασίας κατά μήκος των ανατολικών τειχών και βασίζεται για την ανάπτυξη του τουρισμού σε μικρές ξενοδοχειακές μονάδες και ιδιωτικά δωμάτια στα πλαίσια των μικρών οικοπέδων των ιδιοκτητών. Για την ανάπτυξη της γεωργίας και την ενίσχυση της οικονομίας «προτείνει την εκμετάλλευση της κοινοτικής γης από μια γεωργική και μια προσαρτημένη σε αυτή τεχνική σχολή στο κέντρο, καθώς και ένα πρότυπο αγρόκτημα στην περιφέρεια» (Krause, 1977). 4.2. ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ 1986 Το ρυθμιστικό σχέδιο του 1976 αν και ολοκληρώθηκε μελετητικά και σχεδιαστικά και παραδόθηκε στην κοινότητα της Ερέτριας, στην πραγματικότητα δεν εφαρμόστηκε ποτέ με συνέπεια να διαιωνίζεται η προβληματική σχέση της πόλης με τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Παράλληλα το 1986 με μια νέα για την εποχή Υπουργική απόφαση το κεντρικό τμήμα της πόλης με τους περιορισμούς στη δόμηση (εικ. 6) κηρύσσεται απαλλοτριωτέος αρχαιολογικός χώρος και απαγορεύεται κάθε δόμηση μέσα σε αυτόν, εκτός από μια σειρά κατοικιών πάνω στους δρόμους που ορίζουν το χώρο και από την ανέγερση κάποιων κτιρίων κοινωνικού εξοπλισμού. Επίσης απαγορεύτηκε η δόμηση στην κοινοτική έκταση ανατολικά μέσα από το τείχος και κατά μήκος αυτού με την προοπτική να διαμορφωθεί σε πάρκο. Συνεπώς η αρχική έκταση μειώνεται ακόμα περισσότερο από τις μεγάλες εκτάσεις που είναι υπό απαλλοτρίωση ή υπό απαγόρευση δόμησης από την αρχαιολογική υπηρεσία, κάνοντας επιτακτική την ανάγκη επέκτασης της πόλης. Με αυτό το δεδομένο το 1986 συντάσσεται ένα καινούργιο γενικό πολεοδομικό σχέδιο με στόχο να ρυθμίσει τη λειτουργία της περιοχής και προτείνει την επέκταση του υφιστάμενου σχεδίου ανατολικά, πέρα από το τείχος, σε μια έκταση όπου υπάρχουν αρκετά αραιοδομημένα αυθαίρετα, προβλέποντας στη δυνατότητα σχετικά άνετης οικοδόμησης. Σε μια δεύτερη προσπάθεια πολεοδομικής παρέμβασης, χωρίζει την συνολική έκταση του προτεινόμενου σχεδίου σε τρείς γειτονιές που θα αποτελούν αυτόνομες πολεοδομικές ενότητες (χάρτης 1). Πιο συγκεκριμένα η πολεοδομική ενότητα I συμπίπτει με τα δομημένα όρια της υπάρχουσας κατάστασης που είναι εντός των τειχών και λίγο πιο έξω από αυτά προς τη θάλασσα. Έχει έκταση 1.157,5 στρέμματα και περιέχει όλο τον κοινωνικό εξοπλισμό και τις εξυπηρετήσεις που ήδη διαθέτει η πόλη αφού αποτελεί το μόνο ανεπτυγμένο τμήμα. Η πολεοδομική ενότητα II αποτελεί την περιοχή της επέκτασης του σχεδίου ανατολικά, σε επαφή και έξω από το ανατολικό αρχαίο τείχος, έκτασης 325 στρέμματα, τμήμα το οποίο αρχικά επιβάλλεται να αναβαθμιστεί. Υπολογίζεται να αποτελέσει «μια σχετικά αυτόνομη γειτονιά, με κάποιο δικό της τοπικό κέντρο, που θα δημιουργηθεί γύρω από μια πλατεία. Αυτή μπορεί να συμπεριλαμβάνει παιδική χαρά, πράσινα κλπ. Επίσης θα έχει δημοτικό, νηπιαγωγείο, βρεφονηπιακό σταθμό» (Μπέλου, 1986). Τέλος η πολεοδομική ενότητα III βρίσκεται στη δυτική πλευρά της πόλης, στην κοινοτική έκταση που έχει μείνει ανεκμετάλλευτη και καλλιεργείται. Αποτελείται από 375 στρέμματα και προτείνεται να αξιοποιηθεί οικιστικά από την κοινότητα με το να δημιουργηθεί φορέας οργανωμένης δόμησης για οικιστική και τουριστική ανάπτυξη. 234 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
Και αυτό το τμήμα ουσιαστικά προορίζεται να αποτελέσει ένα κομμάτι σχετικά αυτόνομο μέσα στη συνολική δομή της πόλης, ενώ παράλληλα η τουριστική ανάπτυξή του «θα ευνοήσει πολύ τη δημιουργία ενός τοπικού κέντρου κοντά στην παραλία και γύρω από κάποιους ελεύθερους χώρους όπως πλατεία, παιδική χαρά, αθλοπαιδείες, αναψυκτήριο κλπ» (Μπέλου, 1986). Αυτό το τοπικό κέντρο υπολογίζεται να εξυπηρετεί και τις ανάγκες των διπλανών περιοχών κατοικίας. Χάρτης 1. Πολεοδομικές ενότητες. Πηγή: Μπέλου, 1986 Σε όλες τις πολεοδομικές ενότητες προτείνεται ως χρήση η γενική κατοικία ώστε να δοθεί η δυνατότητα δημιουργίας επαγγελματικών χώρων και γενικεύεται η χρήση των δυο ορόφων που παλιότερα ήταν μόνο στο κεντρικό τμήμα. Ακόμα ορίζονται Ζώνες Ειδικών Κινήτρων στα τμήματα εκτός των τειχών και γύρω από πλατείες και προβλεπόμενα κέντρα γειτονιάς που πριμοδοτούνται με αυξημένο συντελεστή δόμησης με σκοπό τη δημιουργία καταστημάτων με πατάρι στο ισόγειο των οικοδομών. Όλη η προτεινόμενη δομή προβλέπεται να μπορεί να εξυπηρετήσει τη στέγαση 6.000 κατοίκων. Ως προς τις περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που συγκεντρώνονται πλέον στην πολεοδομική ενότητα I προτείνεται να συνδεθούν μεταξύ τους και να αποτελέσουν μια ενότητα διαμορφώνοντας ένα ανοιχτό αρχαιολογικό πάρκο. Αυτό θα αποτελείται από τους χώρους του κεντρικού τμήματος με άξονα βορρά νότο που καταλήγουν κοντά στη θάλασσα και περιέχουν το ναό του Απόλλωνα, το κτίριο Θόλο, την Κρήνη και ίχνη της Αρχαίας αγοράς. Ένα δεύτερο τμήμα θα είναι ο χώρος βόρεια της πόλης μέχρι τους πρόποδες του βουνού Καστέλι με άξονα ανατολή δύση και περιλαμβάνει το αρχαίο θέατρο, κομμάτι του αρχαίου τείχους, συνοικία θεάτρου, το Ναό του Διονύσου, το βωμό, το Γυμνάσιο, το θεσμοφόριο και το Μουσείο. Η αρχαιολογική ενότητα θα ολοκληρώνεται με την περιοχή ανατολικά του εγκεκριμένου σχεδίου που βρίσκεται το αρχαίο τείχος, ο Ναός της Ίσιδας και η παλαίστρα (χάρτης 2). Ό- λος ο χώρος στο σύνολό του προτείνεται να φυτευτεί και να διαμορφωθεί κατάλληλα ώστε να γίνει ελκυστικός για τους επισκέπτες και τους κατοίκους και να συμπληρωθεί από κοινόχρη- ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 235
στες χρήσεις όπως παιδικές χαρές, αναψυκτήριο, ίσως και κάποιο ξενώνα. Με αυτόν τον τρόπο στοχεύουν στην αξιοποίηση των αρχαιολογικών ευρημάτων δημιουργώντας ταυτόχρονα και χώρους οργανωμένου πρασίνου. Οι χώροι αυτοί αποκτώντας καθημερινή χρήση από τους κατοίκους της πόλης, τους παραθεριστές και τους επισκέπτες, δεν θα αποτελούν μόνο ένα μουσειακό χώρο αλλά και ένα ζωντανό κομμάτι στον πολεοδομικό ιστό. Χάρτης 2. Αρχαιολογικές ζώνες. Πηγή: Μπέλου, 1986 Ακόμα ο χώρος του Μουσείου κρίνεται ανεπαρκής για να στεγάσει τα αρχαιολογικά ευρήματα αφού πολλά από αυτά τοποθετούνται σε υπόστεγα ή σε υπαίθριους χώρους και προτείνεται να επεκταθεί και να διαμορφωθεί ο υπαίθριος χώρος του. Τέλος προβλέπεται η αναστήλωση και η αξιοποίηση του αρχαίου θεάτρου και η στέγασή του με τέντα για να αποφευχθεί η περεταίρω διάβρωσή του. Γενικότερα άλλες ρυθμίσεις που κάνει το γενικό πολεοδομικό σχέδιο του 1986 εκτός από το να προτείνει τη διαμόρφωση δημόσιων χώρων στις ενότητες II και III αντίστοιχα είναι η πεζοδρόμηση του μετώπου της παραλίας στην ενότητα I και η τοποθέτηση στην περιοχή χρήσεων τουριστικών εγκαταστάσεων όπως επίσης και στο νησάκι που συνδέεται με την Ερέτρια στο νοτιοανατολικό άκρο της το Πεζονήσι. Ακόμα χωροθετεί αθλητικές εγκαταστάσεις βορειοδυτικά του σχεδίου και στο Πεζονήσι και κολυμβητήριο στη θάλασσα. Ακόμα θεωρεί τελείως απαραίτητο ένα κοινοτικό κατάστημα- πνευματικό κέντρο που να συγκεντρώνει όλες τις σχετικές λειτουργίες σε συνδυασμό με ελεύθερο χώρο για υπαίθριες εκδηλώσεις και το τοποθετεί στην παραλία με σκοπό να δημιουργήσουν εκεί την καρδιά του οικισμού και να αποκαταστήσουν με αυτόν τον τρόπο και το σχέδιο ου Κλεάνθη- Σάουμπερτ. Επιπρόσθετα ορίζει θέσεις για ένα περιφερειακό ιατρείο και για εγκαταστάσεις εκπαίδευσης όπως νηπιαγωγεία, βρεφικούς- παιδικούς σταθμούς και δημοτικά στις ενότητες II και III. Ως προς το κυκλοφοριακό δίκτυο μέσα στην πόλη, προτείνει τη μονοδρόμηση οδών ώστε να ελαττωθεί το οδόστρωμα και να διαπλατυνθούν τα πεζοδρόμια με σκοπό να αυξηθεί η εμπορικότητά τους. Παράλληλα ρυθμίζοντας τις κατευθύνσεις όλης της πόλης οδηγεί την πορεία των αυτοκινήτων από και προς τα φέρυ μπώτ με τέτοιο τρόπο ώστε να μην αποκόπτεται 236 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
το κέντρο της πόλης και η ανάπτυξή της προς τη θάλασσα. Επιπρόσθετα σε μεγαλύτερη κλίμακα εκτρέπει την υπάρχουσα εθνική οδό Χαλκίδας- Κύμης που διέρχεται μέσα από την πόλη και την τοποθετεί βόρεια πίσω από το λόφο Καστέλλι ώστε να αποσυμφορηθεί η πόλη από την διερχόμενη κίνηση και να ξεχωρίσει η τοπική από την υπερτοπική κυκλοφορία. Για τη σύνδεση της νέας χάραξης με την Ερέτρια προβλέπει δυο κόμβους εισόδου βορειοανατολικά και βορειοδυτικά αντίστοιχα οι οποίοι θα συνδέουν τη νέα εθνική οδό με το υφιστάμενο δίκτυο των δρόμων. 4.3. ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ 2004 Το ΓΠΣ του 1986 ολοκληρώθηκε, εγκρίθηκε και ισχύει μέχρι σήμερα με κάποιες τροποποιήσεις που επέφερε η ζωή των κατοίκων και η αρχαιολογία, με πολλά προβλήματα στη δόμηση να κάνουν ακόμα την εμφάνισή τους. Στην πραγματικότητα οι τρείς αυτόνομες πολεοδομικές ενότητες που προέβλεπε το σχέδιο με τα τοπικά κέντρα και τον κοινωνικό εξοπλισμό τους, δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Αντίθετα η πόλη λειτούργησε ως ενιαίος χώρος με ένα μόνο κέντρο, ενώ συνολικά ενισχύθηκε η ζώνη των κεντρικών λειτουργιών της και του παράκτιου χώρου από την απομάκρυνση της υπεραστικής κυκλοφορίας. Βέβαια η νέα εθνική οδός δεν κατασκευάστηκε πίσω από το λόφο Καστέλι όπως προέβλεπε ο σχεδιασμός του 86 αλλά πέρασε μεταξύ του λόφου και της πόλης βόρεια αυτής, απομακρύνοντας με αυτόν τον τρόπο την υπεραστική κυκλοφορία από το κέντρο της πόλης (χάρτης 3). Χάρτης 3. Υφιστάμενες χρήσεις γης και ο κύριος οδικός άξονας. Πηγή: Νικολάου, 2004 Πιο συγκεκριμένα η κεντρική πολεοδομική ενότητα I έχει κατοικηθεί από μόνιμο πληθυσμό και παρουσιάζει έντονη τάση αστικοποίησης, αφού και η απόφαση για το κεντρικό τμήμα(εικ. 6) που είχε κηρυχτεί απαλλοτριωτέος αρχαιολογικός χώρος, σήμερα έχει ανακληθεί και έχουν αρθεί οι δεσμεύσεις των ιδιοκτησιών στην περιοχή αυτή. Παράλληλα όλο το μέτωπο της παραλιακής ζώνης από το λιμάνι μέχρι το Πεζονήσι έτσι αναπτυχθεί τουριστικά και καλύπτεται από καταστήματα αναψυχής αποτελώντας μια όμορφη ζώνη περιπάτου. Αντίθετα με την ανάπτυξη αυτού του τμήματος η πολεοδομική ενότητα II ανατολικά παραμένει αδόμητη λόγω της επιφανειακής στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα και του ελώδους εδάφους και έχει κριθεί πλέον ως ακατάλληλη για υποδοχή δόμησης και εγκαταστάσεων. Αντίστοιχα τελείως αδόμητη έχει παραμείνει και η πολεοδομική ενότητα III δυτικά που σήμερα καλλιεργείται και αποτελεί ως επί των πλείστων ιδιοκτησία του δήμου με ορισμένα τμήματά της να βρίσκονται υπό αμφισβητούμενο καθεστώς μεταξύ των ιδιωτών και του δήμου. Συγχρόνως αναπτύσσεται βορειοδυτικά του αρχαιολογικού χώρου μια εκτός σχεδίου οικιστική περιοχή με αυθαίρετη δόμηση κατοικίας και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 237
Ως προς τους αρχαιολογικούς χώρους στα όρια του Καποδιστριακού δήμου δεν υπάρχουν αλλαγές αλλά υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή, αφού με κάθε καινούργιο εύρημα οι ζώνες προστασίας επεκτείνονται. Συνεπώς οι ΙΑ Εφορία σε συνεργασία με το ΥΠΠΟ έχει προβεί στην οριοθέτηση αρχαιολογικών χώρων που εκτός από την περιοχή μεταξύ των τειχών της αρχαίας πόλης και σε ακτίνα ενός χλμ ανατολικά και δυο χλμ δυτικά, συμπεριλαμβάνουν και την επέκταση αυτών των ορίων ώστε να καλυφθεί και η ευρύτερη περιοχή τους. Ακόμα οι χώροι αυτοί περιλαμβάνουν την περιοχή «Τούμπα» βορειοδυτικά από το λόφο Καστέλι «για λόγους προστασίας του αρχαίου νεκροταφείου και του μακεδονικού τάφου λόγω γειτνίασης με το αρχαίο θέατρο της πόλης» (Νικολάου 2004), ενώ ακόμα πιο μακριά υπάρχουν και άλλοι χώροι όπως είναι ο λόφος Μαγούλα. Επιπρόσθετα έχουν θεσμοθετηθεί ζώνες προστασίας στην ακρόπολη της Ερέτριας όπως η Ζώνη Α, Ζώνη Β και Ζώνη Β1 με διαφορετικές χρήσεις γης και τη Ζώνη Α να είναι τελείως αδόμητος χώρος. Πέρα από τους αρχαιολογικούς χώρους και τις ζώνες προστασίας στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν και πολλά Βυζαντινά μνημεία, ενώ ε- ντός των ορίων της Ερέτριας πολλά νεότερα μνημεία αναφέρονται ως διατηρητέα κτήρια με έγγραφο της Εφορίας Νεοτέρων Μνημείων Αττικής (χάρτης 4). Σχέδιο 4. Πολιτιστικό περιβάλλον. Πηγή: Νικολάου, 2004 Από την πλευρά της εξέλιξης, σύμφωνα με τα στοιχεία απογραφής της ΕΣΥΕ αναμένεται αύξηση του πληθυσμού της Ερέτριας και των γύρω περιοχών τόσο σε μόνιμους όσο και σε εποχιακούς κατοίκους. Αυτό οφείλεται κυρίως στην αναμενόμενη αύξηση της ανάπτυξης της προαστιακής κατοικίας αλλά και στη μετατροπή των εποχικών οικιστών σε μόνιμους κατοίκους. Επιπρόσθετα προβλέπεται η σταδιακή αύξηση της οικονομίας από τον τριτογενή τομέα και τον τουρισμό λόγω της παραθεριστικής κατοικίας και της αυθαίρετης δόμησης αλλά και των τουριστικών και ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων. Συνεπώς διαφαίνεται στο μέλλον η ανάγκη επέκτασης των σημερινών ορίων του δήμου για την εξέλιξή του, τόσο πληθυσμιακά όσο και χωρικά, αποτρέποντας παράλληλα και την παράνομη δόμηση. Ακόμα ένα στοιχείο που προβλέπεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην οργάνωση της δομής του χώρου είναι η προγραμματισμένη νέα οδική χάραξη της Ερέτριας που θα αποτελέσει και τον υπερτοπικό άξονα Χαλκίδας- Νότιας Εύβοιας. Θα διέρχεται βόρια και αρκετά μακριά της πόλης, ενώ για την εξυπηρέτησή της προβλέπεται να διακλαδίζεται σε δύο σημεία και να ακολουθεί το υφιστάμενο οδικό δίκτυο, δυτικά προς το Βασιλικό και ανατολικό προς την Αμάρυνθο. Με όλα αυτά τα δεδομένα από το 2004 προτείνεται ένα καινούργια ΓΠΣ από του κ. Νικολάου που καθορίζει τη λειτουργία του χώρου και της ευρύτερης περιοχής για την επόμενη 15ετία. Κατά κύριο λόγο επεκτείνει τα σημερινά όρια του Καποδιστριακού δήμου και ε- ντάσσει μέσα σε αυτά τις περιοχές Μαλακώντα δυτικά της Ερέτριας, Μαγούλα ανατολικά και 238 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
Γέροντα βόρεια αυτής. Οι περιοχές του Μαλακώντα και της Μαγούλας διακατέχονται από έλλειψη κατάλληλου σχεδιασμού και πολεοδομικής πολιτικής, αφού παρατηρείται συνεχόμενη πληθυσμιακή αύξηση αλλά και οικιστική, με αυθαίρετη δόμηση πρώτης και παραθεριστικής κατοικίας. Αποτελούνται εκτός από κατοικίες, από βιοτεχνικές και ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις ενώ έχουν παντελή έλλειψη κοινωνικών και διοικητικών υποδομών και εξαρτώνται απόλυτα από την πόλη της Ερέτριας. Η περιοχή του Γέροντα στηρίζεται οικονομικά στη γεωργία και τη δασοπονία, αλλά προβλέπεται να γίνει τουριστικός πόλος ορεινής διαμονής με την ανάπτυξη α και β κατοικίας. Ακόμα εντάσσει στην περιοχή την προγραμματισμένη νέα χάραξη του υπερτοπικού άξονα Χαλκίδας- Νότιας Εύβοιας και μετατρέπει την υπάρχουσα εθνική οδό σε δευτερεύον οδικό δίκτυο. Λαμβάνει υπόψη όλες τις αρχαιολογικές εξελίξεις κα προτείνει χρήσεις γης (χάρτης 5). Σχέδιο 5. Πρόταση ΓΠΣ 2004. Πηγή: Νικολάου, 2004 Ειδικότερα στην πόλη της Ερέτριας στην ενότητα I δεν κάνει αλλαγές μιας και είναι το πιο παλιά δομημένο τμήμα, αλλά προτείνει τη δημιουργία μαρίνας στο Πεζονήσι με σκοπό να συμβάλλει στην ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού. Την ενότητα II την προτείνει ως χώρο ανάπλασης με ιδιαίτερη έμφαση στην πολιτιστική κληρονομιά και στην προστασία της και στην ενότητα III προτείνει την ανάπτυξη υπερτοπικών λειτουργιών τριτογενούς τομέα, ημερήσιου τουρισμού και αναψυχής. Το προτεινόμενο μοντέλο οικιστικής ανάπτυξης στις καινούργιες περιοχές προς πολεοδόμηση είναι η οργάνωσή τους σε υποδοχείς α και β κατοικίας με τη δημιουργία περιμετρικού συλλεκτήριου για κάθε έναν υποδοχέα ξεχωριστά. Αυτός θα είναι ο βασικός δρόμος διανομής της κυκλοφορίας στους δρόμους τοπικής εξυπηρέτησης που θα καταλήγουν σε θέσεις στάθμευσης μπροστά από τα οικοδομικά τετράγωνα. Με αυτά τα δεδομένα οργάνωσης της περιοχής αλλά και της υπάρχουσας πόλης, ο δήμος της Ερέτριας θα μπορεί μελλοντικά να εξυπηρετήσει πληθυσμό πάνω από 25.000 κατοίκους από τους οποίους σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία οι 10.000 κάτοικοι θα αποτελούν μόνιμο πληθυσμό και οι 15.000 εποχικό. ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 239
5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Σήμερα όλος ο χώρος της πόλης είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος και η δόμηση γίνεται κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις της πολεοδομίας και της αρχαιολογίας. Δυστυχώς μετά από τόσες προσπάθειες σχεδιασμού, οι αρχαιολογικοί χώροι που εκτείνονται μέσα στον πολεοδομικό ιστό, δεν έχουν διατηρηθεί και αναδειχθεί όπως προβλέπεται, αλλά κάνουν την εμφάνισή τους μόνο κατά τις εκσκαφές για την ανέγερση κάποιου οικοδομήματος, δημιουργώντας πάντα εκ των υστέρων πολλά προβλήματα. Αν είχαν από την αρχή αντιμετωπισθεί ό- πως έπρεπε, και η πόλη της Ερέτριας θα αναδείκνυε καλύτερα το ιστορικό της ενδιαφέρον αλλά και ο σχεδιασμός θα μπορούσε να υλοποιηθεί. Άλλο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει ο σχεδιασμός στο χώρο της Ερέτριας είναι οι μεταγενέστερες τροποποιητικές αποφάσεις όπως είναι η ανάκληση του απαλλοτριωτέου αρχαιολογικού χώρου στο κεντρικό τμήμα της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο, ο προβλεπόμενος σχεδιασμός δεν μπορεί να εφαρμοστεί και ο χώρος δεν μπορεί να αναπτυχθεί σύμφωνα με τη μελέτη. Συνεπώς φαίνεται ότι δεν γίνεται σεβαστή η εφαρμογή του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, αλλά αυτός αλλάζει σύμφωνα με τις κατά διάφορες χρονικές περιόδους ισχύουσες απόψεις. Βέβαια σε αυτό συντελεί και η τοπική κοινότητα που δέχεται και εγκρίνει τις μεμονωμένες τροποποιητικές αποφάσεις. Δεν μπορεί όμως τα μεμονωμένα συμφέροντα να κατευθύνουν τη μορφή και την εξέλιξη μιας πόλης. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης θα μπορούσε ο σχεδιασμός να παραχωρήσει γη σε αυτούς που θίγονται από τα αρχαιολογικά μέτρα σε άλλο χώρο. Ένα τρίτο πρόβλημα για την Ερέτρια αποτελεί η αδυναμία του σχεδιασμού να εντάξει στα πλαίσιά του, τους τυχόν αστάθμητους παράγοντες όπως είναι οι συνεχόμενες εκσκαφές και η αδιάκοπη ανακάλυψη καινούργιων αρχαιολογικών στοιχείων. Με αυτό το δεδομένο παρατηρείται οι αποφάσεις για κήρυξη των αρχαιολογικών χώρων και ζωνών να δρουν ανεξάρτητα από τα εγκεκριμένα σχέδια, ενώ τα τελευταία απλά να λαμβάνουν υπόψη τους αυτές τις αποφάσεις κατά τη διαδικασία αναβάθμισής τους. Συνεπώς προστατευόμενοι χώροι και σχεδιασμός ή αρχαιολογία και πολεοδομία αντίστοιχα δρουν μονόδρομα και όχι αμφίδρομα. Λύση όλων αυτών των προβλημάτων θα μπορούσε να αποτελέσει η δημιουργία πόληςμουσείου όπου οι αρχαιολογικοί χώροι θα είναι οργανωμένοι και ενταγμένοι στην καθημερινή ζωή της πόλης. Παράλληλα με την κατάλληλη προβολή τους θα μπορούσε να αυξηθεί και ο τουρισμός προς αυτόν τον τομέα (και όχι μόνο λόγω της γειτνίασης της πόλης με τη θάλασσα και την κοντινή απόστασή της από την Αθήνα). Επιπρόσθετα στην πόλη της Ερέτριας, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της, με την εξέλιξη των ανασκαφών θα ανακαλύπτονται ολοένα και περισσότερα αρχαιολογικά ευρήματα. Όμως δεν είναι δυνατόν το ένδοξο παρελθόν της πόλης να σταθεί εμπόδιο στη σημερινή και μελλοντική εξέλιξή της. Επίσης δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν και να αναδειχθούν όλα τα νεοφερμένα στο φώς στοιχεία διότι σε αυτήν την περίπτωση η σημερινή πόλη θα έπρεπε να μεταφερθεί σε άλλο σημείο προκειμένου να αναπτυχθεί στο χρόνο. Συνεπώς θα πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, με ιδιαίτερη βαρύτητα στην ιστορία αλλά και παράλληλη έμφαση στην ανάπτυξη. Για αυτό το λόγο σκόπιμο θα ήταν να οριοθετηθούν σαφώς τα σπουδαιότερα ευρήματα μέσα στην πόλη και να ενταχθούν σε ζώνες αρχαιολογικού ενδιαφέροντος με την προϋπόθεση ότι καμία άλλη απόφαση δεν θα μπορεί να επέμβει μέσα σε αυτή την ζώνη για την εξυπηρέτηση άλλου σκοπού. Ακόμα πρέπει μέσω του σχεδιασμού να καθοριστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς Δήμου και ιδιωτών ώστε να αποφευχθούν αργότερα οι αντιπαραθέσεις και να μπορέσει ο σχεδιασμός να προτείνει λύσεις που αργότερα θα εφαρμοστούν. Με αυτό το δεδομένο όλη η υπόλοιπη πολεοδομική ενότητα θα μπορούσε να δοθεί απρόσκοπτα στους πολίτες και με την κατάλληλη πολεοδομική μελέτη να εξαντληθούν οι δυνατότητες δόμησης της ώστε αργότερα να μπορεί επάξια να δικαιολογεί και την επέκτασής της. Οι επεκτάσεις των δήμων σίγουρα 240 ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09
είναι αναπόφευκτες στο πέρασμα του χρόνου, αλλά θα πρέπει πρώτα να ρυθμίζουν τα προβλήματα της υπάρχουσας κατάστασης και να μην τα διαιωνίζουν. Είναι δεδομένο ότι οι ανάγκες κάθε χώρου δε μένουν σταθερές αλλά μεταβάλλονται στο χρόνο σύμφωνα με τις ανάγκες του πληθυσμού και την ανάπτυξη του χώρου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ερέτριας, μέσα από την ανάλυση των προβλεπόμενων σχεδιαστικών προτάσεων, φαίνεται κάθε φορά, αυτή η ανάγκη για προσαρμογή και η λύση δίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις μέσω των διαδοχικών επεκτάσεων. Όμως οι επεκτάσεις δεν είναι πάντοτε η λύση αφού ορισμένες φορές γίνονται και άσκοπα, όπως στο ΓΠΣ του 86. Συνεπώς θα μπορούσε να είχε γίνει μια προμελέτη για το έδαφος και την περιοχή που προτείνεται η επέκταση, ώστε να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν μελλοντικά προβλήματα. Διότι η επέκταση προτάθηκε, το ΓΠΣ εγκρίθηκε και η πόλη της Ερέτριας τελικά δε μπορούσε να αναπτυχθεί. Συμπερασματικά φαίνεται σε αυτήν την περίπτωση η αδυναμία του σχεδιασμού να υλοποιηθεί στην πράξη. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, θέμα προς περαιτέρω αναζήτηση αποτελεί κατά πρώτο λόγο η απομάκρυνση του κύριου άξονα κυκλοφορίας και η μετατροπή της υπάρχουσας εθνικής οδού σε δευτερεύον δίκτυο. Η ενέργεια αυτή μπορεί να υπονομεύει μελλοντικά τη μείωση της ε- μπορικής κίνησης της Ερέτριας από τους παρόδιους επισκέπτες, διότι θα είναι πιο δύσκολο να κάνει ένας ταξιδιώτης στάση εκεί, όταν κινείται σε ένα υπερτοπικό άξονα ταχείας κυκλοφορίας και θα πρέπει να αλλάξει κατεύθυνση στους αντίστοιχους κόμβους για να προσεγγίσει την πόλη. Αντίθετα σήμερα που ο κεντρικός εθνικός δρόμος περνάει από τις παρυφές της πόλης, πολύ πιο εύκολα και χωρίς να παρεκκλίνει από την πορεία του, μπορεί κάποιος να σταματήσει. Κατά δεύτερο λόγο, ζήτημα προς διερεύνηση αποτελεί η τόσο μεγάλη κλίμακα οικιστικής ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής του σημερινού δήμου. Μήπως είναι υπερβολική για τα δεδομένα της περιοχής παρά τα στατιστικά στοιχεία και μήπως ελλοχεύει την υποβάθμιση της σημερινής πόλης της Ερέτριας ως κέντρου. ΑΝΑΦΟΡΕΣ Krause C., Roswitha Z. (1977) «Από τα γεγονότα της χρονιάς, μελέτη ρυθμιστικού σχεδίου Ερέτριας», αρχιτεκτονικά θέματα, 77, σσ. 56-62. Αραβαντινός Α. (1998), Πολεοδομικός Σχεδιασμός για μια βιώσιμη ανάπτυξη του αστικού χώρου, Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα. Μπέλου Ε., Κόμη Μ. (1986), Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο- Ερέτρια, Β φάση, Υπουργείο Χωροταξίας- Οικισμού- Περιβάλλοντος- Νομαρχία Εύβοιας, Χαλκίδα. Νικολάου Δ. (2005), Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Ερέτριας, Ά στάδιο, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ν. Εύβοιας Δ/νση Χ.Ο.Π., Χαλκίδα. Δήμος Ερέτριας, www.eretria.gr ΕΜΠ ΔΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία Προσεγγίσεις του σχεδιασμού στην Ελλάδα 2008/09 241