Α1 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Είναι γεγονός ότι η γλώσσα, ο στίχος και το μέτρο που χρησιμοποιεί ο Καβάφης δημιουργούν στον αναγνώστη την αρχική εντύπωση ότι τα ποιήματα είναι πεζολογικά. Η γλώσσα είναι ιδιότυπη, καθώς αποτελεί ένα κράμα λόγιας και δημοτικής ( μαχαίρι, ἐν Φαντασίᾳ και Λόγῳ ), έχει εκφραστική λιτότητα και εγκράτεια και προσδίδει στο στίχο ύφος πεζοφανές και επιγραμματικό. Η παρουσία επιρρημάτων και επιθέτων είναι στοιχειώδης ( κάπως, για λίγο, φρικτό ) και ιδιαίτερα επιλεκτική, ώστε να υπηρετεί την ανάδειξη των νοημάτων. Το ίδιο ισχύει και με τις αντιθέσεις, τις παρομοιώσεις, τις προσωποποιήσεις, τις μεταφορές. Αντίθετα, πλεονάζουν τα ρήματα, οι περιφράσεις, οι περιγραφές και οι υποβλητικές εικόνες, που συμβάλλουν στην αμεσότητα και ενάργεια της καβαφικής ποίησης. Η γλώσσα αυτή είναι γέννημα πολλών αιτιών. Ο Καβάφης μεγάλωσε και έζησε σε ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Όμως, είναι γνωστό ότι πάντα οι παροικίες εξελίσσονται γλωσσικά πολύ πιο αργά από το κέντρο. Το αρχαϊκό λοιπόν στοιχείο της γλώσσας του, πιθανότατα οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην κοινωνία μέσα στην οποία δημιούργησε το έργο του. Σε αυτήν ίσως οφείλεται και το σύμπλεγμα της απόκρυψης, το οποίο χαρακτηρίζει το έργο του, σε συνάρτηση βέβαια άμεση και με το ερωτικό του πάθος. Επίσης, η πεζολογία, ως γνώρισμα της ποίησής του, υπηρετείται και από τον ελεύθερο στίχο, απαλλαγμένο από κάθε παραδοσιακό στοιχείο, την επιλογή των στίχων και των συλλαβών με απόλυτη ελευθερία, τη σχεδόν ανύπαρκτη ή ανύπαρκτη ομοιοκαταληξία, τους διασκελισμούς, το πέρασμα δηλαδή από τον ένα στίχο στον άλλο, και το μέτρο το οποίο, κατά κύριο λόγο, είναι ο ίαμβος, αλλά τόσο επεξεργασμένος που συχνά είναι δύσκολο να διακριθεί. Στο συγκεκριμένο λοιπόν ποίημα, οι στίχοι είναι ανισοσύλλαβοι, οι στροφές ανισόστιχες και απουσιάζει η ομοιοκαταληξία. Περαιτέρω, όσον αφορά την ιδιότυπη γλώσσα και την πεζολογία, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τον Καβάφη, η ποιητική δημιουργία πρέπει να διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο, χωρίς να παραδίδεται στο συναίσθημα ή τη ρομαντική έμπνευση. Για το λόγο αυτό, η γλώσσα πρέπει να κρύβει το συναισθηματικό κόσμο και όχι να τον φανερώνει. Πρέπει,λοιπόν, να είναι ουδέτερη, συμβατική, αντιρητορική και αντιλυρική μαζί. Βέβαια, το τελικό αποτέλεσμα αυτών των επιλογών είναι ότι ο αναγνώστης νιώθει πως, κάτω από αυτή την ψυχρή γλώσσα, το πάθος καίει άσβεστο και τροφοδοτεί το λυρισμό της ποίησης.
Τέλος, είναι γεγονός ότι ο Καβάφης χρησιμοποιεί ιστορικά γεγονότα και ιστορικά πρόσωπα λίγο γνωστά από την ιστορία ή φανταστικά, και ιδιαίτερα από την Ελληνιστική περίοδο, προκειμένου να τα αναγάγει σε σύμβολα του πραγματικού τόπου και χρόνου, καθώς και του εαυτού του. Με αυτό τον τρόπο, επιδιώκει να διασκεδάσει την εντύπωση του αναγνώστη ότι το ποίημα αποτελεί έκφραση της προσωπικής συγκίνησης, των βιωμάτων και του προβληματισμού του ποιητή, υπηρετώντας την τάση του για απόκρυψη, και, ταυτόχρονα, προσδίδει καθολικότητα και διαχρονικότητα στα ποιήματά του. Στο συγκεκριμένο λοιπόν ποίημα, ο Ιάσων Κλέανδρος αποτελεί φανταστικό ιστορικό πρόσωπο ποιητικό προσωπείο του Καβάφη και η Κομμαγηνή το έτος 595 μ.χ. φανταστικό ιστορικό χωρόχρονο, καθώς δεν παραπέμπει σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Β1 Ο συγκεκριμένος τίτλος αποτελεί i) έναν από τους εκτενέστερους τίτλους του Καβάφη, ii) τίτλο πλούσιο σε λεπτομέρειες και iii) τίτλο με ιδιαίτερα αισθητή αρχαιοπρέπεια (γενική του ονόματος, ομοιόπτωτη παράθεση «ποιητού», εμπρόσθετος προσδιορισμός του τόπου εν +δοτική, χρονολογική ένδειξη 595μ.Χ). Ρόλος τον οποίο διαδραματίζει ο τίτλος του ποιήματος α)ορίζει το ιστορικό πλαίσιο σύμβολο και τον αφηγητή σύμβολο, προκειμένου να επιτύχει τη μετατόπιση της προσωπικής συγκίνησης προς άλλα σημεία του χρόνου και του χώρου, προς άλλες εποχές, προς άλλα πρόσωπα, προς την αντικειμενική αφήγηση, ειδικά στο συγκεκριμένο ποίημα στο οποίο παρουσιάζεται το πρώτο πρόσωπο. Ιστορικό πλαίσιο σύμβολο Κομμαγηνή παραπομπή στο σχολικό βιβλίο. 595μ.Χ έτος τυχαίο. Βέβαια, η Κομμαγηνή το έτος 595 μ.χ. αποτελεί φανταστικό ιστορικό χωρόχρονο, καθώς δεν παραπέμπει σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. αφηγητής - σύμβολο Ο ποιητής Ιάσων Κλέανδρος πρόσωπο φανταστικό (ποιητικό προσωπείο του Καβάφη). Το συγκεκριμένο λοιπόν ιστορικό πλαίσιο και ο αφηγητής λειτουργούν σα σύμβολα α)του πραγματικού τόπου και χρόνου, δηλαδή της Αλεξάνδρειας στην οποία ζει ο Καβάφης στις αρχές του 20ού αιώνα, και β) της φθοράς του χρόνου που ο ίδιος προσωπικά ήδη υφίσταται. β)τονίζει με μουσική σημασία την ανάγνωση του ποιήματος.
γ)δηλώνει ενδεικτικά το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο ποιητής («Μελαγχολία»). δ)προσδίδει διαχρονικότητα και καθολικότητα στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο ποιητής. Τέλος, όσον αφορά τα σημεία στίξης,διαδραματίζουν ιδιαίτερη σημασία γενικά στο έργο του Καβάφη είτε ως μέσα ανάδειξης του νοήματος είτε ως οδηγίες απαγγελίας. Β2 Εκφραστικά μέσα με τα οποία αποδίδεται παραστατικά ο «αναλγητικός» ρόλος της ποίησης α) με μεταφορές (στίχοι 5-6, «που κάπως ξέρεις από φάρμακα», «νάρκης του άλγους δοκιμές», «εν φαντασία και Λόγω») και β) με την αναστροφή και το υπερβατό «νάρκης του άλγους δοκιμές», αντί «δοκιμές νάρκης του άλγους». Επίσης, γ) στους στίχους 1-2 επισημαίνεται το σχήμα υπαλλαγής («πληγή από φρικτό μαχαίρι»αντί φρικτή πληγή από μαχαίρι), στο οποίο δ) εμπεριέχονται και δυο (2) μεταφορές («πληγή», «μαχαίρι»). Με τα δύο αυτά εκφραστικά μέσα αισθητοποιείται με αμεσότητα και παραστατικότητα ο ψυχικός πόνος που βιώνει ο ποιητής, λόγω της αμετάκλητης φθοράς του χρόνου και της ματαίωσης της θέλησής του για ζωή. Γ1 Ο Ιάσων προστρέχει στην Ποίηση Η ποίηση αποτελεί τη γνήσια έκφραση αυτού που βλέπει και αισθάνεται ο άνθρωπος, πέρα από κάθε είδους συμβατικότητες,όπως, για παράδειγμα, τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος, και προσφέρει στον καλλιτέχνη την κάθαρση με την αριστοτελική έννοια του όρου, έστω πρόσκαιρη, μέσω των φαρμάκων της, δηλαδή της Φαντασίας και του Λόγου. Η Φαντασία εννοείται ως αναπαραστατική δύναμη της μνήμης, η οποία αναπαριστά με ενάργεια το παρελθόν και παρέχει τη δυνατότητα για βίωση όλων των όμορφων πραγμάτων που χάνονται στο παρόν, καθώς αυτό απειλείται διαρκώς από τη φθορά και τη ματαιότητα «των ανθρώπων», σύμφωνα με έκφραση του Καβάφη. Περαιτέρω, ο Λόγος μπορεί να εννοηθεί ως λογοτεχνία, αλλά, κυρίως, εκφράζει τις μεταφυσικές αγωνίες και ανησυχίες των ανθρώπων,που πρέπει να αντιμετωπισθούν μέσα από την ισχυροποίηση του ηθικού σθένους και της συνείδησής τους. Η Ποίηση, λοιπόν, μέσω της Φαντασίας και του Λόγου, προσφέρει τη δυνατότητα για μια εσωτερική τακτοποίηση των βιωμάτων, των εμπειριών και των μεταφυσικών ανησυχιών, προκειμένου να
μπορεί ο άνθρωπος να αντιμετωπίζει την τραγικότητα και ματαιότητα της ζωής με εγκαρτέρηση(στωϊκότητα) και αξιοπρέπεια, ειδικά όταν κινδυνεύει να μην μπορεί πλέον, όπως παραδέχεται ο Ιάσων ειλικρινά. Συνεπώς,ο ρόλος της Ποίησης είναι «αναλγητικός», καθώς τα φάρμακά της προσφέρουν βοήθεια στον ποιητή στη μάχη του με τα γηρατειά. Ωστόσο, χαρακτηρίζονται ως δοκιμές, διότι αποτελούν μόνο απόπειρες, εκφράσεις της διαρκούς προσπάθειας του ποιητή να αντλήσει κάθε φορά δύναμη μέσα από την Τέχνη της Ποίησης, προκειμένου να συνεχίσει να ζει με αξιοπρέπεια, υπομένοντας τους πόνους της ζωής και τη φθορά του χρόνου. Δ1 Είναι γεγονός ότι η σύγκριση των δυο ποιημάτων ως προς το περιεχόμενο, μπορεί να αναδείξει τρείς ομοιότητες και δύο διαφορές μεταξύ τους. Καταρχάς, οι ομοιότητες είναι α)η απαξίωση και των δύο ποιητών για τις συνθήκες της ζωής τους σε μεγάλη ηλικία, πλέον, και ο πόνος, μεταφορικά, που αυτές τους προξενούν, β) η απαισιόδοξη ενατένιση του μέλλοντος μέσω μόνο της εγκαρτέρησης και γ) η σύνδεση της ποίησης με την αλήθεια της ζωής είτε εκλαμβάνεται υπό την υποκειμενική είτε υπό την αντικειμενική διάστασή της. Αναλυτικότερα, και οι δύο ποιητές φαίνεται να βιώνουν τη φθορά του χρόνου, την απόλυτη μοναξιά και, γενικότερα, τη ματαίωση της θέλησής τους για ζωή και αυτό τους προξενεί, μεταφορικά, άλγος, μεγάλο δηλαδή ψυχικό πόνο. Στο ποίημα του Λειβαδίτη αυτό εντοπίζεται στις φράσεις στην ηλικία μου... αδιάκοπα, η σάρκα μου ένας επίδεσμος, είμαι εδώ... ολομόναχος και στου Καβάφη τους στίχους 1,2,7,9. Επίσης, και τα δύο ποιήματα αναδεικνύουν ως αμετάκλητη τη φθορά του χρόνου και τη ματαίωση της θέλησής τους για ζωή, αν και στο ποίημα του Λειβαδίτη αυτό εκφράζεται με άμεσο και απόλυτο τρόπο ( γύρω από το αυριανό μου τίποτα, κανείς δεν μπορεί... στον πόνο μου, όταν δεν μπορεί... το ακατόρθωτο ), ενώ στου Καβάφη με έμμεσο τρόπο ( κάπως, νάρκης του άλγους δοκιμές, για λίγο ).Τέλος, και ο Καβάφης και ο Λειβαδίτης αντιμετωπίζουν την ποίηση ως έκφραση, αποκάλυψη της αλήθειας της ζωής. Βέβαια, στο ποίημα του Λειβαδίτη εκφράζεται άμεσα ( κ η ποίηση... από χρόνια ), αλλά και χωρίς περαιτέρω διευκρινήσεις ως προς τη λειτουργία της, ενώ στο ποίημα του Καβάφη έμμεσα, δια της ερμηνευτικής προσέγγισης της λειτουργίας της Φαντασίας και του Λόγου, για την οποία παραπέμπουμε στην απάντηση της ερώτησης Γ1.
Περαιτέρω, οι διαφορές έγκεινται α) στον τρόπο αντιμετώπισης του πόνου που βιώνουν οι δύο ποιητές, λόγω της φθοράς του χρόνου και της ματαίωσης της θέλησής τους για ζωή και β) στον ρόλο της ποίησης όσον αφορά τη ματαίωση, τη φθορά που απειλεί τη ζωή. Πιο συγκεκριμένα, στο ποίημα του Λειβαδίτη, το ποιητικό υποκείμενο αντλεί δύναμη από τον ίδιον του τον εαυτό και, μάλιστα, καθ υπερβολήν και μεταφορικά, από τον ίδιο του τον πόνο. Αντίθετα, ο Ιάσων Κλέανδρος δεν μπορεί να υπομείνει με εγκαρτέρηση και αξιοπρέπεια τη ματαίωση της θέλησής του για ζωή ( Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά ) και, γι αυτό το λόγο, ζητά τη βοήθεια των φαρμάκων της τέχνης της Ποίησης, δηλαδή, κυριολεκτικά, καταφεύγει στον αναλγητικό ρόλο της ποιητικής δημιουργίας, για τον οποίο παραπέμπουμε στην απάντηση της ερώτησης Γ1. Επίσης, όσον αφορά τη δεύτερη ομοιότητα, ο Καβάφης θεωρεί ότι η Ποίηση υπηρετεί τη ζωή και βοηθά τον ποιητή, ως αντίδοτο στη φθορά του χρόνου, να υπομένει, με ένα ήθος αρχαϊκό, σύμφωνα με το Γ.Δάλλα, την αμετάκλητη φθορά και ματαίωση από την οποία διαρκώς απειλείται και πάσχει, ενώ ο Λειβαδίτης δεν εκφράζει την ίδια άποψη. Στο ποίημα του, δηλαδή, ούτε δηλώνεται, ούτε έστω υποδηλώνεται η δυνατότητα της Ποίησης να βοηθήσει τον ποιητή σε αυτή την οδυνηρή προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματός του.