Άδηλη µνήµη Αθανάσιος ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ 1 Σχολιασµός στο κείµενο της Άννας Ποταµιάνου Αναφορά σε αµνηµονικές διαδικασίες Το κείµενο της Άννας Ποταµιάνου σχετικά µε τις αµνηµονικές διαδικασίες θέτει κεντρικά ζητήµατα της ψυχανάλυσης µιά και σύµφωνα µε τη δική µου ανάγνωση, οι αµνηµονικές διαδικασίες ή η «άδηλη µνήµη», όπως προτείνω να τις ονοµάσουµε, βρίσκουν χώρο να εγκατασταθούν (ή να εκδηλωθούν, γιατί πόσες άραζε µας συµβαίνουν χωρίς να τις γνωρίζουµε;) στα ελλείµµατα δύο διακριτών µεταξύ τους διαδικασιών: - της ψυχικοποίησης (mentalisation) και -της υποκειµενοποίησης (subjectivation). Ίσως όσοι παρακολουθήσατε προσεκτικά θα παρατηρήσατε ότι η Άννα Ποταµιάνου δεν χρησιµοποιεί σε αυτό το κείµενο τον όρο "ψυχικοποίηση" αλλά κάνει µεγάλη, και ασυνήθιστη γι αυτήν, χρήση του όρου "νοητικές διαδικασίες". Το σύνολο όµως του κειµένου φωτίζει ότι µε αυτό εννοεί τη µακρά αλυσσίδα των διαδικασιών που συγκροτούν την ψυχική εργασία από το εικονόγραµµα, τη µορφοποίηση και τη φαντασίωση µέχρι την εγκατάσταση του συµβολισµού, της αρχής της ευχαρίστησης και της πραγµατικότητας, της ασυνείδητης και της συνειδητής σκέψης και κατά συνέπεια νοµίζω ότι νοµιµοποιούµαι στη χρήση του όρου "ψυχικοποίηση". Η "υποκειµενοποίηση" αποτελεί κεντρικό άξονα της ψυχικοποίησης, άξονα ο οποίος συγκροτείται από το σύνολο των αναπαραστάσεων εαυτού, ταυτότητας και καταγωγής του υποκειµένου, στις οποίες το υποκείµενο αναγνωρίζεται ως "εγώ" ή ως "µη-εγώ". Μπορεί η τελευταία διάκριση να εκπλήσσει κάποιους αλλά θεωρώ ότι οριζόµαστε πάντοτε ως προς αυτό στο οποίο αναγνωριζόµαστε και ως προς το "ξένο προς ηµάς". (Mε ριζικότερο βέβαια ξένο προς ηµάς τον θάνατο). 1 Ψυχίατρος, Παιδοψυχίατρος, Διδάσκοων αναλυτής της ΕΨΕ. 1
Τα αµνηµονικά φαινόµενα τα οποία περιγράφει η Άννα Ποταµιάνου και θεωρητικά και στις κλινικές περιπτώσεις της συµβαίνουν τόσο κοντά στην αρχή της ζωής (ίσως και κάποια κατά την ενδοµήτριο ζωή) που η διάκριση ανάµεσα στο "εγώ" και στο "ξένο" δεν υφίσταται. Στερούµενο αυτής της δυνατότητας το υποκείµενο ουσιαστικά βρίσκεται σε µια ζώνη αποπροσωποποίησης η οποία και ενεργοποιείται κάθε φορά που ο αρχαϊκός τραυµατισµός είτε µε κάποιο σωµατικό σύµπτωµα είτε µε κάποιο φαινόµενο συµπεριφοράς επανέρχεται. Η αγωνία είναι τεράστια και η τάση για µια ναρκισσική αυτοερωτική στροφή ή ακόµη χειρότερα για µια καταφυγή στους αυτιστικούς θυλάκους (κατά Τustin ) είναι εξαιρετικά ισχυρή. Η τάση για «αποποίηση του εαυτού» µε στόχο την εξάλειψη της έδρας του πόνου είναι ισχυροτάτη και νοµίζω ότι ένα από τα πεπρωµένα των αµνηµονικών τραυµάτων είναι η ψύχωση είτε ως συνολική διαταραχή της προσωπικότητας είτε στην εγκεκυστωµένη µορφή της που είναι η υποχονδρία. Και οι δύο περιέχουν το στοιχείο του "καταδιώκτη" και της "παρούσης στιγµής" (actual, actuel) που δεν εντάσσεται στους χρόνους της ιστορίας του υποκειµένου. Στιγµής «ά-καιρης» και όχι «ενεστώσας» όπως κάποιοι την αποδίδουν, γιατί δεν υπάρχουν «χρόνοι» στην ψυχική λειτουργία του υποκειµένου όταν παλινδροµεί σε αυτό το στάδιο ψυχικής λειτουργίας. Οι περιπτώσεις που περιγράφει η Άννα Ποταµιάνου µοιάζουν να έχουν εξαλείψει τον "καταδιώκτη" και το ερώτηµα που της θέτω είναι αν, για την απάλειψη του ψυχωτικού άγχους αφανισµού, εγκατάλειψης ή κατακερµατισµού, ο πρώιµος εαυτός θυσίασε και το αναπαραστασιακό υλικό που ήταν ο φορέας αυτών των συναισθηµάτων (affects). Tο τίµηµα είναι βαρύ, αφορά στις θεµελιώσεις της προσωπικότητας και γι αυτό συµφωνώ µαζί της όταν λέει ότι "η καθήλωσις στον τραυµατισµό τείνει να συντηρεί την ψυχική λειτουργικότητα". Γιατί (σύµφωνα µε το παράδοξο Ι) µε τον µηχανισµό της επαναλήψεως επιχειρείται η παρουσία εκείνων που απουσιάζουν από την µνήµη και τη συνείδηση και ( σύµφωνα µε το παράδοξο ΙΙ) "µε την καθήλωση στο τραυµατικό η διαδικασία συνδυάζει το πρόταγµα της µη απώλειας, του µη χωρισµού, της συντηρήσεως - µε την έλλειψη αναµνήσεων, δηλαδή µε µία απώλεια". Εδώ νοµίζω ότι εισάγει ένα τεράστιο θέµα που είναι η δυνατότητα εγγραφής της απώλειας στο ασυνείδητο µε την έννοια του Εκείνο. Κατά τη γνώµη µου, η ύπαρξη του 2
ασυνείδητου µηχανισµού της επαναλήψεως και η λειτουργία του αρνητικού µάς δηλούν ότι, αν και έχουν συµβεί ψυχικές πράξεις που δεν επιτρέπουν τη µορφολογική (formelle) απεικόνιση του τραύµατος, εντούτοις παραµένει ένα µνηµονικό ίχνος που αφορά στην πράξη διαγραφής του. Η ενεργοποίησή του συµβαίνει πολλές φορές κατά την αναπτυξιακή πορεία και σε αρκετές περιπτώσεις έχουµε διαστρωµατικές διαµορφώσεις του τραύµατος που κατορθώνουν µέρος του να το εγγράψουν στη διαστροφική και στη νευρωτική παθολογία. Αυτό επιτρέπει µια σηµαντική ψυχικοποίηση του τραύµατος και της ιστορίας του υποκειµένου και ένα πλήθος ερµηνειών που θα δίνουν αξιόλογοι αναλυτές και θα προτείνουν έµπειροι επόπτες και που θα πέφτουν στο "κενό" γιατί το κέντρο του συµπτώµατος συγκροτείται από "κενό". Βρισκόµαστε στην παθολογία του "κενού που δυναµικά παράγεται", και όχι στην παθολογία της "σιωπής" - όπως κάποιοι υπεραισιόδοξοι θεωρούν τα ψυχοσωµατικά φαινόµενα. Το «κενό» συγκροτεί το "αίτηµα" και αυτό το µνηµονικό ίχνος θα ενεργοποιηθεί στο κάθε θεραπευτικό πλαίσιο. Το πόσα και ποια θεραπευτικά πλαίσια και θεραπευτές είναι ικανοί να σταθούν σε συνθήκες κένωσης του µυαλού τους και του εαυτού τους (γιατί αυτοί πλέον θα είναι ο στόχος των αποσυνδέσεων) είναι το µεγάλο ερώτηµα. Στο κείµενο αυτό η Άννα Ποταµιάνου - πλην των άλλων αναφορών που από παλαιότερά της κείµενα γνωρίζουµε- αναφέρει την "πλαισιώνουσα δοµή" κατά Green και τη δική της "στροφή επί εαυτού". Λέει: "Η στροφή επί εαυτού είναι πιστεύω δείγµα ότι το παιδί έχει εσωτερικεύσει και αποδεχθεί µητρικές καθέξεις οι οποίες προωθούν στο πρώιµο Εγώ την ικανότητα για λειτουργία βάσει της ψευδαισθήσεως της ικανοποιήσεως, υπό την αιγίδα δηλαδή της ευχαριστήσεως, κάτι που δεν είναι αυτονόητο". Γιατί δεν είναι αυτονόητο; Εγώ θεωρώ ότι το πρώιµο Εγώ έχει την έµφυτη ικανότητα να λειτουργεί ψευδαισθησιακά κάτω από την αρχή της ευχαρίστησης χωρίς τη βοήθεια του αντικειµένου. Υποστηρίζω ότι η αναστολή ή η διαστροφή αυτής της λειτουργίας οφείλεται στην εσωτερίκευση των επιθυµιών θανάτωσης αυτού του παιδιού από τη µητέρα. Και στις δύο περιπτώσεις της Άννας Ποταµιάνου η επιθυµία θανάτου "αυτού του παιδιού" είναι εµφανής σε µας που ακούµε την περίπτωση και ασυνείδητη στους πρωταγωνιστές, δηλαδή στη µητέρα και 3
στο παιδί. Δεν έχω καµιά αµφιβολία ότι υπήρξε από πολύ νωρίς παρούσα στη σκέψη της αναλύτριας αλλά το ότι δεν έκανε χρήση αυτής της "υπερτιµηµένης ιδέας" (οvervalued idea, κατά Britton και Steiner, 1994), το ότι "ξέχασε τη θεωρία" (Βion) τής επέτρεψε να κατεβεί σιγάσιγά τις διαστρωµατώσεις του τραύµατος των ασθενών της, προτείνοντας ερµηνείες που ανταποκρίνονταν στον τύπο ψυχικής λειτουργίας των αναλυοµένων τη συγκεκριµµένη στιγµή. Οι ερµηνείες στο "εδώ και τώρα", εκτός από τη "νοηµατοδότηση του παρόντος" της αναλυτικής συνθήκης που -κατά τη γνώµη µου είναι υπερτιµηµένης αξίας-, κυρίως προσέφεραν αναπαραστάσεις (δηλαδή "ψυχικά µορφώµατα") και φαντασιωσικά σενάρια (δηλαδή "δράσεις") διαπλοκής των ενορµήσεων κρατώντας µε αυτόν τον τρόπο την ενόρµηση του θανάτου "µεταλλαγµένη" σε ενόρµηση επιθετική για την κατοχή του αντικειµένου. Μετέτρεπαν την ενόρµηση του θανάτου σε ενόρµηση στην υπηρεσία του Έρωτα. (Eδώ νοµίζω η Αννα Ποταµιάνου συναντά µες στην πράξη τη θεωρητικοποίηση του Jean Laplanche). Αυτά τα µεταλλακτικά "συµβάντα" όµως δεν θα µπορούσαν να γίνουν αν δεν υπήρχε η σταθερότητα του πραγµατικού θεραπευτικού πλαισίου "υποδοχής" που σταδιακά λείανε τις αιχµές του Θανάτου και η σταθερότητα της αναλύτριας στη δηµιουργία µέσα της "κατασκευών" του µυθιστορήµατος της ασθενούς αξιοποιώντας τα αντιµεταβιβαστικά υλικά εκεί που ήξερε ότι υλικά από τη µεριά της ασθενούς δεν θα έρθουν. Με άλλα λόγια, η αναλύτρια γνώριζε το πεπερασµένο της ερµηνευτικής οδού για τα αρχαϊκά τραύµατα και ήταν ανοιχτή ( αναλάµβανε τις ευθύνες της;) για την ποιητική διαδικασία που (της ; τους;) γεννούσε η αναλυτική συνθήκη. Έχω την αίσθηση ότι κάτω από αυτό το δραµατικό κλίµα των συνεδριών που µάς δόθηκαν τρέχει ένα ρεύµα "βέλτιστης σαγήνης " (άλλη µια έννοια της Άννας Ποταµιάνου) που υποστηρίζεται από ναρκισσικές οµοφυλόφιλες ταυτίσεις. Γιατί η φαντασίωση που (είτε λέχθηκε είτε αποσιωπήθηκε, µικρή σηµασία έχει) "έφερε" αυτές τις δύο γυναίκες πίσω στη ζωή είναι ότι "µία γυναίκα επιθύµησε να µε γεννήσει γυναίκα". Με "έντερο", µε "τρύπα", έστω "άρρωστα" αλλά υπαρκτά! Αν ακολουθήσουµε τις παιδικές θεωρίες για τη σεξουαλικότητα, οι ερωτογόνοι αυτές ζώνες συχνά αποτελούν τις πρώτες σπλαχνικές µορφές µε τις οποίες τα παιδιά διαµορφώνουν τις σχετικές θεωρίες και 4
λειτουργούν ως ψυχικοί υποδοχείς για την δηµιουργία της αναπαράστασης των εξωτερικών και των εσωτερικών γενετικών οργάνων της γυναίκας. Η διεργασία δηλαδή των αµνηµονικών ιχνών πραγµατοποιήθηκε γιατί έγινε στο επίπεδο της υποκειµενοποίησης τους ως γυναίκες, γιατί η υποκειµενοποίηση είναι πάντοτε έµφυλη. Η Άννα Ποταµιάνου έχει κτίσει το οικοδόµηµά της στη χώρα της Ψυχανάλυσης. Όµως η καταγωγή της είναι η χώρα της Φιλοσοφίας. Αυτή της έδειξε τις µεγάλες σκοτεινές «απορίες» και η Ψυχανάλυση τής έδωσε «πόρους» για την αναζήτηση του φωτός. Κάνοντας δική της τη φράση του Ηρακλείτου «ο άνθρωπος ακουµπά το φώς µες στη νύχτα, όταν σβήσει η όρασή του» µένει τώρα χρόνια σε δηµιουργική επαφή µε το άµορφο, µε το άδηλο. Ίσως γιατί την ενθαρρύνει ή την αποπλανά µια άλλη φράση του Ηρακλείτου «αρµονίη αφανής φανερής κρείττων» (Η αφανής αρµονία είναι καλύτερη από την φανερή). (Απ. 54) ΕΨΕ, Αθήνα, 7/3/2014 5