ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΞΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΛΕΚΑΝΕΣ Μπέτζιου Μ. 1, Χιντήρογλου Χ. 2, Κρεστενίτης Ι. 1, Βουλτσιάδου Ε. 2 1 Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Πολυτεχνική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, mbetziou@teemail.gr 2 Τμήμα Βιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, chintigl@bio.auth.gr Περίληψη Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι ο προσδιορισμός ενός νέου δείκτη εκτίμησης της οικολογικής ποιότητας των κλειστών θαλάσσιων λεκανών με δυνατότητα εφαρμογής στο σταθερό και το κινητό υπόστρωμα, ο οποίος βασίζεται στην εξέργεια των μηχανικών οικοσυστήματος. Η περιοχή στην οποία εφαρμόστηκε ο νέος δείκτης είναι ο Θερμαϊκός κόλπος, ο οποίος προσελκύει το ενδιαφέρον πολλών ερευνητών λόγω της μεγάλης οικολογικής, οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής του σημασίας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν άφθονα πρωτογενή δεδομένα. Η εφαρμογή του μοντέλου της εξέργειας στα δεδομένα αυτά πραγματοποιήθηκε, αφού προηγουμένως οι οργανισμοί ταξινομήθηκαν στις κατηγορίες μηχανικών οικοσυστήματος, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία. Με τη χρήση του δείκτη της εξέργειας προέκυψε ότι οι βενθικές κοινότητες δεν ήταν διαταραγμένες στο 59% των σταθμών, ενώ στο υπόλοιπο 41% αυτών είχαν υποστεί διαταραχή. Η αξιοπιστία του δείκτη ελέγχθηκε συγκρίνοντας τα αποτελέσματα που προέκυψαν με εκείνα από την εφαρμογή των δεικτών AMBI, BENTIX, BOPA, P/A και των καμπυλών αφθονίας-βιομάζας. Λέλεις κλειδιά: δείκτης, ρύπανση, βένθος, σκληρό υπόστρωμα EVALUATION OF THE WATER QUALITY IN CLOSED MARINE BASINS USING ECOSYSTEM ENGINEERS Betziou M. 1, Chintiroglou C. 2, Krestenitis Y. 1, Voultsiadou E. 2 1 Dptm of Civil Engineering, Polytechnic School, Aristoteles University of Thessaloniki, mbetziou@teemail.gr 2 Biology Dptm., Aristoteles University of Thessaloniki, chintigl@bio.auth.gr Abstract The subject of the present study is the determination of a new index for the evaluation of water quality in closed marine basins, applied both in hard and soft substratum and based on the exergy of ecosystem engineering organisms. The study area is Thermaikos gulf, which has attracted scientific interest due to its considerable ecological, financial, political and social significance. As a result, there is a plethora of row data for this area. The exergy index was applied on such data, after the organisms were classified in categories according to their ecosystem engineering properties and activities. The use of the exergy index revealed that benthic communities of Thermaikos Gulf were not disturbed at the 59% of the stations examined, and disturbed at the 41% of them. The proposed index was checked by comparing its results with those of other indices, such as AMBI, BENTIX, BOPA, P/A, and of ABC curves. Keywords: index, pollution, benthic community, hard substratum 1. Εισαγωγή Στην περίπτωση των παράκτιων οικοσυστημάτων έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα δείκτες βιοπαρακολούθησης για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας των υδάτων σε επίπεδο λεκάνης απορροής, όπως οι AMBI, BENTIX, BOPA. Η χρήση των δεικτών αυτών έχει αποδειχτεί κοστοβόρα και δυσεφάρμοστη, εξαιτίας των δειγματοληψιών και της ανάγκης ταυτοποίησης του βιόκοσμου που εμπεριέχεται στα δείγματα. Από την άλλη μεριά η αναγκαιότητα παρακολούθησης των θαλάσσιων οικοσυστημάτων σύμφωνα με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσανατόλισε πλήθος ερευνητικών δραστηριοτήτων στην ανεύρεση νέων προσεγγίσεων και 1
αντιλήψεων για την εγκαθίδρυση εύχρηστων και αξιόπιστων δεικτών παρακολούθησης. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα εργασία διερευνά μια υπόθεση που προσπαθεί να συνδυάσει δύο σημαντικές θεωρήσεις με απώτερο στόχο τη διαμόρφωση ενός νέου δείκτη βιοπαρακολούθησης των θαλάσσιων οικοσυστημάτων: τη θεωρία της εξέργειας και την έννοια της μηχανικής οικοσυστήματος. Η εξέργεια ενός συστήματος στη θερμοδυναμική, είναι το μέγιστο δυνατό έργο κατά τη διάρκεια μια διεργασίας που φέρνει το σύστημα σε «θερμική» ισορροπία με το περιβάλλον (Libralato et al. 2006). Στην περίπτωση των οργανισμών μετράει το επίπεδο της πολυπλοκότητάς τους και του περιεχομένου της πληροφορίας που αυτοί εμπεριέχουν (Wall 1977). Σύμφωνα με τους Jørgensen et al. (1995) η υποβάθμιση ενός οικοσυστήματος από τις ανθρώπινες δραστηριότητες οδηγεί το σύστημα από μια κατάσταση σε κάποια άλλη μειώνοντας την εξέργειά του και συνεπώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σχετικές έρευνες. Η εξέργεια ως μοντέλο χρησιμοποιείται ευρέως στη μηχανική (Sciubba 2001), σε κοινωνικο-οικονομικές εφαρμογές (Ayres et al. 2003), ενώ έχει χρησιμοποιηθεί στη βιολογία ως θεωρητικός δείκτης ρύπανσης, καθώς και σε διάφορα δεδομένα με βιολογικό υπόβαθρο (Marques et al. 1997, Bastianoni 1998, Marques & Jørgensen 2002, Fabiano et al. 2004, Libralato et al. 2006, κ.ά.). Η έννοια της μηχανικής οικοσυστήματος προτάθηκε από τους Jones et al. (1994), και συμπεριλαμβάνει τους οργανισμούς οι οποίοι τροποποιούν, διατηρούν και/ή δημιουργούν ενδιαιτήματα για άλλους οργανισμούς. Αν και τα τελευταία χρόνια η έννοια αυτή κερδίζει έδαφος, και αναφέρεται όλο και συχνότερα για το θαλάσσιο οικοσύστημα, δεν είναι σαφώς καθορισμένες οι κατηγορίες μηχανικής στις οποίες εντάσσονται οι θαλάσσιοι βενθικοί οργανισμοί και υπάρχουν λίγα στοιχεία σχετικά με τη δράση τους (Coleman & Williams 2002, Mermillond-Blondin & Rosenberg 2006, Fraschetti et al., 2008). Ως περιοχή εφαρμογής επιλέχθηκε ο Θερμαϊκός κόλπος, για τον οποίο διατίθεται επαρκής όγκος πρωτογενών δεδομένων. Η θαλάσσια περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου αποτελεί μια από τις πλέον επιβαρυμένες περιοχές του Αιγαίου από άποψη ρύπανσης και υπεραλίευσης (Gotsis-Skretas & Friligos, 1990, Balopoulos & Friligos, 1993, Moncheva et al., 2001, Antoniadou et al., 2011, κ.ά.). Η περιβαλλοντική αξία του παράκτιου συστήματός του έχει επίσημα αναγνωριστεί από διεθνείς συνθήκες (Ramsar, NATURA 2000). Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει κατά πόσο μπορεί ένας δείκτης που βασίζεται στην αξιοποίηση των δύο παραπάνω εννοιών να εφαρμοστεί στην περίπτωση των βενθικών οικοσυστημάτων και να γίνει μια πρώτη αξιολόγησή της επάρκειάς του μέσα από τη σύγκριση με άλλους δείκτες που έχουν χρησιμοποιηθεί. 2. Υλικά και Μέθοδοι Η εξέργεια ενός οικοσυστήματος συνιστά δείκτη υγείας και ωριμότητάς του. Σύμφωνα με τους Jørgensen et al. (1995) και Bendoricchio & ørgensen J (1997) η εξέργεια ενός οικοσυστήματος υπολογίζεται από τη σχέση: N EX = RT ( Ciβi) όπου: R= παγκόσμια σταθερά των αερίων, Τ= απόλυτη θερμοκρασία, Ci= συγκέντρωση βιομάζας του είδους i, βi= συντελεστής βαρύτητας που εκφράζει την πληροφορία που μεταφέρει το είδος i. i= 0 2
Ο συντελεστής β του κάθε είδους εκφράζεται από τον αριθμό των ενεργών γονιδίων του, καθώς η πολυπλοκότητα ενός οργανισμού μπορεί να εκφραστεί με το πλήθος της γενετικής πληροφορίας που εμπεριέχει. Ο αριθμός, όμως, των ενεργών γονίδιων είναι δύσκολο να μετρηθεί, καθώς και οι διαθέσιμες πληροφορίες είναι πολύ περιορισμένες, οπότε στην περίπτωση αυτή αντικαθίσταται με το μέγεθος του γονιδιώματος (c-value) των ταξινομικών ομάδων, για το οποίο υπάρχουν επαρκή δεδομένα (Gregory 2005). Στην παρούσα εργασία δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα σε δύο σημαντικές ταξινομικές ομάδες, τα αμφίποδα και τους πολύχαιτους και την εξέλιξή τους στο χώρο και το χρόνο. Για να ελεγχθεί η ορθότητα των εξαγόμενων αποτελεσμάτων στη βάση της εφαρμογής της εξέργειας, όπως περιγράφηκε παραπάνω, υπολογίστηκαν και οι δείκτες AMBI (Borja et al. 2000), BENTIX (Simboura & Zenetos 2002), BOPA (Dauvin 2007), P/A INDEX (Chintiroglou & Antoniadou 2008) και ABC curves (Clarke & Goley 2006) και συγκρίθηκαν συνολικά τα αποτελέσματα όλων των δεικτών. Όλα τα δεδομένα, στα οποία εφαρμόστηκαν οι δείκτες, προέρχονται από τα δημοσιεύματα των Karalis et al. 2003, Chintiroglou et al. 2004a, Chintiroglou et al. 2004b, Antoniadou et al. 2011, αλλά και από αδημοσίευτα αποτελέσματα των παραπάνω συγγραφέων. Η λήψη των δειγμάτων πραγματοποιήθηκε με αυτόνομη κατάδυση και με τη χρήση του πρότυπου δειγματολήπτη-πλαισίου για τη μελέτη του σκληρού υποστρώματος (Χιντήρογλου 1987). Ο δειγματολήπτης αυτός, που καλύπτει επιφάνεια 400 cm 2 (20x20 cm), αποτελεί την ελάχιστη δειγματοληπτική επιφάνεια βάσει των διεθνώς καθιερωμένων προδιαγραφών μελέτης του σκληρού υποστρώματος (Bellan-Santini 1969, Αντωνιάδου 2003). Για την ταξινόμηση των οργανισμών στις κατηγορίες των μηχανικών οικοσυστήματος χρησιμοποιήθηκαν όλες οι βιβλιογραφικές πηγές που συνοψίζονται στην πρόσφατη δημοσίευση των Macdonald et al. (2010). Για την εύρεση του συντελεστή βαρύτητας κάθε γένους χρησιμοποιήθηκε η ελάχιστη τιμή του μεγέθους του γονιδιώματος που εντοπίστηκε από τον ιστότοπο www.genomesize.com. Για την εκτίμηση της μέσης βιομάζας, όπου δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία κάθε γένους, πραγματοποιήθηκαν στατιστικές αναλύσεις στη βάση πρωτογενών δεδομένων προκειμένου να υπολογιστούν οι αναγκαίες μεταβλητές της παρούσας μεταανάλυσης. Ακολούθως υπολογίστηκε η εξέργεια των μηχανικών οικοσυστήματος για κάθε σταθμό δειγματοληψίας καθώς και η συχνότητα των ευκαιριακών πολύχαιτων (EG4 και EG5 σύμφωνα με τη μεθοδολογία του δείκτη BOPA) και των αμφιπόδων (εκτός του Jassa) από τις παρακάτω σχέσεις: αϕθονία _ ευκαριακ ών _ πολυχαίτων fp = ( 3) συνολική_ αϕθον ία _ µακροπανίδας αϕθον ία _ αµϕιπ όδων fa = (4) συνολική_ αϕθον ία _ µακροπανίδας Συνδυάζοντας την εξέργεια των μηχανικών οικοσυστήματος με τις συχνότητες των ευκαιριακών πολύχαιτων και των αμφιπόδων προέκυψε ο προτεινόμενος δείκτης οικολογικής ποιότητας για τα θαλάσσια οικοσυστήματα, σύμφωνα με τον οποίο οι βενθικές βιοκοινότητες είναι μη διαταραγμένες όταν ισχύουν ταυτόχρονα οι παρακάτω ανισότητες: EX ( M. O.) fp < 20 & EX ( M. O.) fa > 3 και διαταραγμένες όταν ισχύει μία από τις παρακάτω ανισότητες: 3
E ( M. O.) fp > 20 ή X EX ( M. O.) fa < 3 Για την αξιολόγηση του δείκτη της εξέργειας συγκρίθηκαν τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την εφαρμογή του με τα αυτά των δεικτών AMBI, BENTIX, BOPA, P/A και ABC curves που εφαρμόστηκαν στα ίδια δεδομένα. Προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση των αποτελεσμάτων που αποδίδουν οι δείκτες για κάθε περίπτωση ξεχωριστά έγινε προσπάθεια εξομάλυνσης των διαβαθμίσεων που ενέχει ο κάθε δείκτης στη βάση του δείκτη της εξέργειας, όπως προέκυψε από τις αναλύσεις της παρούσας εργασίας. Ειδικότερα, η ποιότητα των νερών διακρίθηκε στη βάση μιας οικολογικής ποιότητας ανώτερης της μέτριας (εξαιρετική, καλή) και μιας ίσης ή κατώτερης (μέτρια, ελλιπής, κακή). Η προσπάθεια αυτή στοχεύει κυρίως στο να διατυπωθούν τα σημεία σύγκλισης και απόκλισης μεταξύ των δεικτών. Οι συγκρίσεις πραγματοποιήθηκαν στη βάση της χωρικής κατανομής των δειγματοληψιών, της χρονικής, αλλά και του τύπου του υποστρώματος. 3. Αποτελέσματα 3.1 Εφαρμογή του δείκτη της εξέργειας στο Θερμαϊκό κόλπο Από την εφαρμογή του δείκτη της εξέργειας προέκυψε ότι οι βενθικές κοινότητες δεν ήταν διαταραγμένες στο 59,26% των σταθμών (οικολογική ποιότητα ανώτερη της μέτριας), ενώ στο υπόλοιπο 40,74% αυτών είχαν υποστεί διαταραχή (οικολογική ποιότητα ίση ή κατώτερη της μέτριας). Οι σταθμοί στους οποίους η οικολογική ποιότητα ήταν ίση ή κατώτερη της μέτριας βρίσκονται σε ποσοστό 2,46% στο σταθερό υπόστρωμα (1,23% αντιστοιχεί σε ψυχρές περιόδους και 1,23% σε θερμές) και σε ποσοστό 38,28% στο κινητό υπόστρωμα (21% αντιστοιχεί σε ψυχρές περιόδους και 17,28% σε θερμές). Ως πιο ρυπασμένη περιοχή αποδείχτηκε η περιοχή του Λιμένα της Θεσσαλονίκης. Επιπλέον παρατηρήθηκε ότι πιο υγιείς ήταν οι βενθικές κοινότητες που διαβιούν στο σταθερό υπόστρωμα. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν για κάθε σταθμό δειγματοληψίας παρουσιάζονται στην Εικόνα 1. Με πράσινο χρώμα παρουσιάζονται οι σταθμοί στους οποίους οι βενθικές κοινότητες δεν έχουν υποστεί διαταραχή (εξαιρετική ή καλή οικολογική ποιότητα), ενώ με κίτρινο αυτοί στους οποίους οι βενθικές κοινότητες είναι διαταραγμένες (μέτρια, ελλιπής ή κακή οικολογική ποιότητα). 3.2 Αξιολόγηση του δείκτη της εξέργειας Αν και τα αποτελέσματα που προαναφέρθηκαν εμφανίζουν αρκετές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους, αναφορικά με την κλίμακα στην οποία δόθηκε βαρύτητα, δηλαδή μεταξύ του άνω και κάτω ορίου της μέτριας οικολογικής ποιότητας, φαίνεται πως η εξέργεια ως δείκτης-μοντέλο ταυτίζεται περισσότερο με τους δείκτες BOPA και Ρ/Α με ποσοστά ταύτισης 85% και 89% αντίστοιχα, παρά με τους δείκτες AMBI, BENTIX και ABC curves με ποσοστά ταύτισης 67%, 50% και 67% αντίστοιχα. Οι όποιες αποκλίσεις με τους βιοτικούς αποδίδονται κυρίως στο υπόστρωμα εφαρμογής (σταθερό) και στις ενδογενείς διαφορές που έχουν ήδη εντοπιστεί μεταξύ των δεικτών που χειρίζονται ομάδες αφενός και είδη αφετέρου. Στα πλεονεκτήματα του δείκτη της εξέργειας συγκαταλέγονται το γεγονός ότι ενώ οι βιοτικοί δείκτες εφαρμόζονται συνήθως στο κινητό υπόστρωμα, όπου οι βενθικές κοινωνίες διαφέρουν δομικά από αυτές του σταθερού υποστρώματος, ο δείκτης της εξέργειας είναι 4
εφαρμόσιμος και στο σταθερό υπόστρωμα, καθώς και ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μια ταχεία αξιολόγηση της ποιότητας σε περιοχές που περιλαμβάνουν και σταθερά υποστρώματα, ώστε να γίνεται μία πρώτη διάκριση προβληματικών σημείων με χαμηλό κόστος. 4. Συμπεράσματα-Συζήτηση Η ταύτιση του δείκτη της εξέργειας με τους δείκτες BOPA και Ρ/Α θα πρέπει να αποδοθεί στο γεγονός ότι οι περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη μηχανική οικοσυστήματος στα δείγματα που εξετάστηκαν αφορούν τους πολύχαιτους και τα αμφίποδα. Από την άλλη μεριά, η απόκλιση από τους δείκτες ΑΜΒΙ και ΒΕΝΤΙΧ ίσως να οφείλεται στο γεγονός της μη δυνατότητας ένταξης ενός αριθμού ταξινομικών ομάδων σε κατηγορίες μηχανικών οικοσυστήματος εξαιτίας της ανεπαρκούς πληροφόρησης για αυτές. Ανεξάρτητα από όλα τα παραπάνω φαίνεται πως η μη ταύτιση των δεικτών σε αρκετές περιπτώσεις δεν είναι κάτι ασυνήθιστο. Ανάλογες αντιθέσεις μεταξύ των δεικτών του ΑΜΒΙ και ΒΕΝΤΙΧ έχουν καταγραφεί και από άλλους ερευνητές (Chintiroglou et al. 2006, Simboura et al., 2007, Antoniadou et al. 2011). Εικ. 1. Απεικόνιση της διαταραχής των βενθικών κοινοτήτων στο Θερμαϊκό κόλπο σύμφωνα με το δείκτη της εξέργειας (για επεξηγήσεις βλέπε στο Κεφάλαιο 3.1). Η εφαρμογή και η χρήση της έννοιας των μηχανικών οικοσυστήματος σε συνδυασμό με τη θεωρία της εξέργειας φαίνεται ότι μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στον προσδιορισμό της ποιότητας των υδάτων σε επίπεδο λεκάνης απορροής και να αποτελέσει έναν αξιόπιστο δείκτη βιοπαρακολούθησης, εφόσον συμπληρωθούν τα δεδομένα και οι πληροφορίες για μια πιο ολοκληρωμένη εφαρμογή του. Παρά τις δυσκολίες που παρατηρούνται στην εφαρμογή των 5
δεικτών και την απόκλιση των αποτελεσμάτων που αυτοί αποδίδουν παρατηρούμε πως σε αρκετές περιπτώσεις οι δείκτες εμφανίζουν τάσεις ταύτισης. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει πως η έρευνα προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης κατάλληλων δεικτών για κάθε γεωγραφική περιοχή παραμένει σημαντικό ζητούμενο. Η παρούσα έρευνα έδειξε πως η εξέργεια που εμπεριέχεται στους μηχανικούς οικοσυστήματος μπορεί να δώσει με σχετική αξιοπιστία την εικόνα της ποιότητας των υδάτων σε τροποποιημένα συστήματα με συνθήκες τεχνητού περιορισμού της κυκλοφορίας (π.χ. λιμάνια) ή σε φυσικά κλειστές λεκάνες, ιδιαίτερα ως δείκτης για το σταθερό υπόστρωμα, όπου υπάρχει κενό ως προς τη χρήση βενθικών δεικτών. Ωστόσο, κρίνεται αναγκαίο ο δείκτης να βελτιωθεί αποκτώντας μεγαλύτερη διαβάθμιση, ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που ορίζει η Οδηγία 2000/60/ΕΕ. Επιπλέον, για την εγκαθίδρυσή του ως δείκτη βιοπαρακολούθησης των υδάτων του Θερμαϊκού κόλπου είναι αναγκαίες περαιτέρω εφαρμογές σε ένα ευρύτερο και ολοκληρωμένο σχέδιο βιοπαρακολούθησής της περιοχής με πλήρεις χρονοσειρές δεδομένων. 6. Βιβλιογραφικές αναφορές Antoniadou C., Sarantidis S. & Chintiroglou C., 2011. Small-scale spatial variability of zoobenthic communities in a commercial Mediterranean port. Journal of the Marine Biological Assosiation U. K., 91(1): 77-89. Αντωνιάδου Χ (2003) Δομή των συνευρέσεων του σκληρού υποστρώματος της κατώτερης υποπαραλιακής ζώνης στο Βόρειο Αιγαίο. Διδακτορική Διατριβή. Τμήμα Βιολογίας Α.Π.Θ. Ayres R.U., Ayres L.W. & Warr B., 2003. Exergy, power and work in the US economy, 1900-1998. Energy, 28, 219-273. Balopoulos E.T., Friligos N.C., 1993. Water circulation and eutrophication in the North-West Aegean Sea: Thermaikos Gulf. Journal of Environmental Science and Health, A 28, 1311 1329. Bastianoni S., 1998. A definition of 'pollution' based on thermodynamic goal functions. Ecological Modelling, 113: 163-166. Bellan-Santini D (1969) - Contribution a l étude des peuplements infralittoraux sur substrat rocheux. Thèse Université Aix- Marseille Borja A., Franco J. & Pérez V., 2000. A Marine Biotic Index to Establish the Ecological Quality of Soft-Bottom Benthos Within European Estuarine and Coastal Enviromments. Marine Pollution Bulletin, 40: 1100-1114. Chintiroglou C., Antoniadou C., Baxevanis A., Damianidis P., Karalis P. & Vafidis D., 2004a. Peracarida populations of hard substrate assemblages in ports of the NW Aegean Sea (Eastern Mediterranean). Helgoland Marine Research, 58: 54-61. Chintiroglou C., Damianidis P., Antoniadou C., Lantzouni M. & Vafidis D., 2004b. Macrofauna biodiversity of mussel bed assemblages in Thermaikos Gulf (northern Aegean Sea). Helgoland Marine Research, 58: 62-70. Chintiroglou C., Antoniadou C. & Krestenitis Y., 2006. Can polychaetes be used as a surrogate group in assessing ecological quality of soft substratum communities (NE Thermaikos Gulf)? Fresenius Environmental, 15: 1199-1207. CHINTIROGLOU C. & ANTONIADOU C., 2008. Polychaetes/Amphipode Index. p.2868-2872. In: Ecological Indicators. Vol.4 of Encyclopedia of Ecology, Jorgensen S.E. & Fath B.D. (eds). Elsevier, Great Britain. Clarke K.R., Gorley R.N., 2006. PRIMER v6: User Manual/Tutorial. PRIMER-E, Plymouth. Clausius R., 1850. Über die bewegende Kraft der Wärme. Annalen der Physik, 79: 368 397, 500 524. Coleman F.C. & Williams S.L.,2002. Overexploiting marine ecosystem engineers: potential consequences for biodiversity. Trends in Ecology and Evolution, 17: 40-44. Dauvin J.C., Ruellet T., Desroy N. & Janson A.L., (2007). The ecological quality status of the Bay of Seine and the Seine estuary: Use of biotic indices. Marine Pollution Bulletin, 55: 241-257. Fabiano M., Vassallo P., Vezzulli L., Salvo V.S. & Marques J.C., 2004. Temporal and spatial change of exergy and ascendary in different benthic marine ecosystems. Energy, 29: 1697-1712. Fraschetti S., Terlizzi A. & Boero F., 2008. How many habitats are there in the sea (and where?). Journal of Experimental Marine Biology and Ecology, 366: 109-115. Gotsis-Skretas O., Friligos, N., 1990. Contribution to eutrophication and phytoplankton ecology in the Thermaikos Gulf. Thalassographica, 13: 1 12. Gregory T.R., 2005. Animal genome size database. http://www.genomesize.com. Jones C.G., Lawton J.H., & Shackak M., 1994. Organisms as ecosystem engineers. Oikos, 69: 373-386. Jørgensen S.E., Nielsen S.N. & Mejer H., 1995. Emergy, environ, exergy and ecological modelling. Ecological Modelling, 77: 99-109. 6
Karalis P., Antoniadou C. & Chintiroglou C., 2003. Structure of the artificial hard substrate assemblages in ports in Thermaikos Gulf (North Agean Sea). Oceanologica Acta, 26: 215-224. Libralato S., Torricelli P. & Pranovi F., 2006. Exergy as ecosystem indicator: An application to the recovery process of marine benthic communities. Ecological Modelling, 192: 571-585. Macdonald T.A., Burd B.J., Macdonald V.I. & A. van Roodsellar, 2010. Taxonomic and Feeding Guild Classification for the Marine Benthic Macroinvertebrates of the Strait of Georgia, British Columbia. Canadian Technical Report of Fisheries and Aquatic Sciences 2874. Marques J.C. & Jørgensen S.E., 2002. Three selected ecological observations interpreted in terms of a thermodynamic hypothesis. Contribution to a general theoretical framework. Ecological Modelling, 158: 213-221. Marques J.C., Pardal M.A., Nielsen S.N. & Jørgensen S.E., 1997. Analysis of the properties of exergy and biodiversity along an estuarine gradient of eutrophication. Ecological Modelling, 102: 155-167. Mermillond-Blondin F. & Rosenberg R., 2006. Ecosystem engineering: the impact of bioturbation on biogeochemical processes in marine and freshwater benthic habitats. Aquatic Science, 68: 434-442. Moncheva S., Gotsis-Skretas O., Pagou K. & Krastev A., 2001. Phytoplankton blooms in Black Sea and Mediterranean ecosystems subjected to anthropogenic eutrophication: similarities and differences. Estuarine Coastal and Shelf Science, 53: 281 295. Sciubba E., 2001. Beyond thermoeconomics? The concept of extended exergy accounting and its application to the analysis and design of thermal systems. International Journal of Exergy, 1: 68-84. Simboura N. & Zenetos A., 2002. Benthic indicators to use in ecological Quality classification of Mediterranean soft bottom marine ecosystem, including a new Biotic Index. Mediterranean Marine Science, Vol 3/2, 77-111. Simboura N., Reizopoulou S., Arvanitidis C. & Basset A., 2007. New information on the biogeographical and ecological distribution of Pionosyllis anophthalma Capaccioni & San Martin, 1989 (polychaeta, Syllidae). Transitional Waters Bullettin, 4: 53-58. Wall G., 1977. Exergy-a useful concept within resource accounting. Report No. 77-42, pp 58. Institute of Theoretical Physics, Chalmers University of Technology and University of Göteborg, Göteborg, Sweden. Χιντήρογλου Χ (1987) - Βιονομική μελέτη των θαλάσσιων ανεμώνων (Actiniaria, Anthozoa) του Θερμαικού κόλπου. Διδακτορική Διατριβή. Τμήμα Βιολογίας. Α.Π.Θ. 7