1 Η ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ Καταβάτη Ευανθία του Παναγιώτη Σχολική Σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νομού Αιτωλ/νίας Ένα από τα βασικά στοιχεία βελτίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος είναι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Με τον όρο επιμόρφωση εννοούμε την επιπλέον μόρφωση που προσφέρεται σ εκείνους που ήδη έχουν δεχθεί κάποια μόρφωση, με στόχο να αναπτυχθούν επαγγελματικά, δηλ. να προσαρμόσουν τις εκπαιδευτικές διαδικασίες στην εξέλιξη της κοινωνίας και στις απαιτήσεις της ανάπτυξης, να αυξήσουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους και να εκμεταλλευτούν καλύτερα όλο το δυναμικό της πρωτοβουλίας τους και δημιουργικότητάς τους ( Γκόλιαρης 1998). Για να είναι αποτελεσματική η επιμόρφωση χρειάζεται να αποδεχθούν οι εκπαιδευτικοί το ρόλο των αυξημένων καθηκόντων στην εκπαίδευση και να κάνουν τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση ένα κανονικό μέρος της επαγγελματικής τους ζωής. Η επιμόρφωση έχει ως επίκεντρό της τον εκπαιδευτικό και περιλαμβάνει μια σειρά από εκπαιδευτικά προγράμματα ή άλλες προγραμματισμένες δραστηριότητες με χαρακτήρα μορφωτικό και επαγγελματικό, έτσι ώστε να είναι δυνατό να καλύπτονται ανάγκες που ανάγονται τόσο στην προσωπική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών όσο και στην επαγγελματική τους αποδοτικότητα Το σύνολο των διδακτικών αντικειμένων ( θεωρητικών και πρακτικών), που κρίνει ο εκπαιδευτικός ότι πρέπει να προσεγγίσει πολύπλευρα, ώστε να βελτιώσει το προσωπικόπαιδαγωγικό-εκπαιδευτικό του προφίλ, είναι οι επιμορφωτικές ανάγκες του. Οι ανάγκες επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών πρέπει να ερευνούνται πολύ προσεκτικά και να προσδιορίζονται από τους ίδιους. Για να γίνει πιο αποτελεσματική η επιμόρφωσή του καλό είναι ο εκπαιδευτικός να ιεραρχήσει τις εκπαιδευτικές του ανάγκες. Με τον όρο ιεράρχηση των αναγκών ορίζουμε τη σειρά προτεραιότητας που καθορίζει ο εκπαιδευτικός για το σύνολο των διδακτικών αντικειμένων που πρέπει να προσεγγίσει, ώστε η επιμόρφωσή του ν αρχίσει από ουσιαστικά και αποτελεσματικά γι αυτόν θέματα. Ένα τέτοιο πολύ σημαντικό γι αυτόν θέμα είναι η προσωπική του ανάπτυξη, η οποία συνδέεται άμεσα με την επαγγελματική του ανάπτυξη. Η προσωπικότητα του ατόμου είναι ένα ενιαίο όλον, στο οποίο πολλές φορές είναι αδύνατο ή αυθαίρετο να διακρίνονται οι λειτουργίες σε επαγγελματικές και μη. Μπορούμε όμως συμβατικά να ξεχωρίσουμε και να μελετήσουμε χωριστά διάφορους τομείς της, όπως τον γνωστικό τομέα, το συναισθηματικό, τον κοινωνικό, τον ψυχολογικό, τον επαγγελματικό τομέα κ.α.. Η επαγγελματική ανάπτυξη του ατόμου είναι η ανάπτυξή του στο πλαίσιο του επαγγελματικού τομέα της προσωπικότητάς του και ορίζεται ως μια συνεχής δυναμική εξελικτική πορεία, κατά την οποία διαμορφώνεται και συνεχώς αναδιαμορφώνεται η επαγγελματική συμπεριφορά του. Αυτή αποτελεί τμήμα της συνολικής συμπεριφοράς του και σχετίζεται με την επαγγελματική ζωή (Δημητρόπουλος, 2002 ). Η επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού συνδέεται με το πρόσωπο του εκπαιδευτικού, με τη ζωή του, τη σταδιοδρομία του και την περιβάλλουσα νοοτροπία διδασκαλίας στην οποία εργάζεται (Andy Hargreaves,1995). Η
2 επαγγελματική του ανάπτυξη είναι συγχρόνως διαδικασία προσωπικής ανάπτυξης. Οι προσωπικοί παράγοντες έχουν μεγάλη σημασία για τη δουλειά του, είτε πρόκειται για τις σχέσεις του με τους συναδέλφους του και τα παιδιά, είτε για τη στάση του απέναντι στην αλλαγή ή για την ποιότητα της διδασκαλίας του. Η σημασία του εκπαιδευτικού ως προσώπου αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο στη βιβλιογραφία γύρω από την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί είναι πρόσωπα με σκοπούς, προσδοκίες, προθέσεις και θεωρίες, οι οποίες επηρεάζουν την πρακτική τους. Για να ανταποκριθούν στις ανάγκες των παιδιών, ώστε να διευκολύνουν την ψυχοδιανοητική και κοινωνική τους ανάπτυξη θα πρέπει και οι ίδιοι να βρίσκονται σε μια πορεία προσωπικής-επαγγελματικής ανάπτυξης. Περιεχόμενο της επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών στη Συμβουλευτική. Βασική προϋπόθεση για την προσωπική του ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη της αυτογνωσίας του. Αυτή προωθείται ιδιαίτερα μέσα από την επιμόρφωση και ενασχόληση με τη Συμβουλευτική. Η γνώση του ίδιου του εαυτού του εκπαιδευτικού έχει ζωτική σημασία για τη ζωή του και την προσωπική του ευτυχία, αλλά θεωρείται και ζήτημα-κλειδί για την επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού του δυναμικού. Οι Εκπαιδευτικοί, επειδή είναι αυτοί που μαθαίνουν στους νέους ανθρώπους πως να υπάρχουν σαν ολοκληρωμένες προσωπικότητες, θα πρέπει οι ίδιοι να μάθουν να ανακαλύπτουν τον άλλον αλλά και τον εαυτό τους. Πρέπει να βοηθηθούν να ασχοληθούν, να δουν, να κατανοήσουν και να δομήσουν τον εαυτό τους. Το "γνώθι σ αυτόν" ενισχύει την αυτοπεποίθησή του, διευκολύνει την επαφή και τη συνεργασία με τους άλλους και τον βοηθά να προβεί σε εκπαιδευτικές και επαγγελματικές επιλογές που ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του και στις πραγματικές του ικανότητες. Η ενασχόληση του Δασκάλου με τη δική του ιστορία, με το δικό του εαυτό, τον βοηθάει να αναπτυχθεί ο ίδιος και να αναπτύξει την αίσθηση της αυτοπαραδοχής- που είναι προϋπόθεση και για την αποδοχή των άλλων. Αυτογνωσία δε σημαίνει απλή "χαρτογράφηση" των πτυχών του εαυτού μας, αλλά και προσπάθεια να δεχτούμε από τις πτυχές μας ό,τι δεν μπορεί να αλλάξει, να επιδιώξουμε να αλλάξουμε ό,τι μπορεί να αλλάξει και είναι πηγή οδυνών για μας και τους άλλους και να μπορούμε να διακρίνουμε τι μπορεί και τι δεν μπορεί να αλλάξει. Σημαίνει επίσης ότι δεν θεωρούμε τον εαυτό μας οντότητα στατική αλλά δυναμική και πολυσύνθετη, που πρέπει και μπορεί να ακολουθήσει πορεία εξέλιξης και ανάπτυξης. Κατά τον Diamond (1991) το να εκπαιδεύεις καλούς εκπαιδευτικούς σημαίνει, μεταξύ άλλων, να προωθείς την ανακάλυψη και την εξέλιξη του εαυτού τους μάλλον και όχι τόσο την ακριβή άσκησή τους στο πώς θα διδάξουν. Με τη γνώση του ίδιου του εαυτού του, των φόβων του, των αδυναμιών του και του δυναμικού του, των αξιών των στάσεων, των προσδοκιών, των στερεότυπων της γενικότερης συμπεριφοράς και της προσωπικής του ιστορίας, της ιδεολογίας και της θεωρίας του, ο εκπαιδευτικός προσφέρει στη διδασκαλία αυτό που έχει νόημα για τον ίδιον. Η εξερεύνηση και ανάπτυξη του εαυτού βοηθάει κάποιον να καταλάβει και να αναλύσει κριτικά τη γύρω πραγματικότητα, να πλατύνει τους φιλοσοφικούς ορίζοντές του, να μαθαίνει να παράγει γνώση και όχι απλά να την καταναλώνει και να την αναπαράγει, να βρίσκει ισορροπία μεταξύ σκέψης και πράξης, θεωρίας και πρακτικής. Ο καλύτερος δάσκαλος είναι αυτός που έχει ασχοληθεί κριτικά και βαθιά με το προσωπικό ταξίδι του στη ζωή, αυτός που βρίσκεται σε πορεία αυτοπραγμάτωσης.
3 Η επιμόρφωση αυτή θα βοηθήσει ακόμη τον Εκπαιδευτικό να αναπτύξει συμβουλευτικές δεξιότητες που χρειάζονται για να δημιουργηθεί ένα ζεστό σχολικό κλίμα, μέσα στο οποίο θα επικρατούν γνήσιες σχέσεις και ουσιαστική επικοινωνία και οι μαθητές θα βρίσκουν τη συναισθηματική ασφάλεια που απαιτείται για να ερευνήσουν και να αυτο-εξερευνηθούν, να εκφραστούν, να αναπτυχθούν και να μάθουν. Τέτοιες είναι, όπως ορίζονται από τον Carl Rogers., η "άνευ όρων" αποδοχή του άλλου να σέβεται δηλ. και να αποδέχεται ανυπόκριτα τις απόψεις, τις σκέψεις, τις στάσεις και τα συναισθήματα του μαθητή -,η «ενσυναίσθηση» -δηλ. η ικανότητα να μπορεί κανείς να έρχεται στη θέση του άλλου, να κατανοεί τον κόσμο του, τα συναισθήματά του, τα βιώματά του, τα προβλήματά του και να παραμερίζει όσο το δυνατόν τις δικές του προσδοκίες και εμπειρίες - και η «γνησιότητα» - δηλ. να είναι κανείς ο εαυτός του, να συμπεριφέρεται χωρίς προσωπείο, ώστε να μπορεί να εξωτερικεύει όλα τα συναισθήματά του που έχουν άμεση σχέση με την επικοινωνιακή διαδικασία (Μπρούζος,1998). Ακόμα η ενασχόλησή του με τη Συμβουλευτική θα προωθήσει τη συναισθηματική του ανάπτυξη, θα τον μάθει να δέχεται τα δικά του συναισθήματα και τα συναισθήματα των άλλων, να τα κατανοεί και να αναγνωρίζει τη σπουδαιότητα, τη δύναμη και την ιδιαίτερη σημασία και επιρροή που έχουν στη ζωή μας. Θα εμβαθύνει και θα ασκηθεί στις ικανότητες και δεξιότητες της συναισθηματικής νοημοσύνης, οι οποίες περιλαμβάνουν αυτεπίγνωση, αυτοεκτίμηση, ζήλο και επιμονή, την ικανότητα να βρίσκει κανείς κίνητρα για τον εαυτό του (την αυτοενεργοποίηση), να αντέχει τις απογοητεύσεις, να χαλιναγωγεί την ανυπομονησία του, να ρυθμίζει σωστά τη διάθεσή του, να εμποδίζει την απογοήτευση να καταπνίξει την ικανότητά του για σκέψη, να τα πηγαίνει καλά με τους ανθρώπους, την ελπίδα,, τον έλεγχο των παρορμήσεων και την κοινωνική προσαρμοστικότητα..αυτές είναι οι δεξιότητες των ανθρώπων που διαπρέπουν στη ζωή,είναι οι σφραγίδες ποιότητας του χαρακτήρα,αυτών που οικοδομούν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις και που διακρίνονται στο χώρο της εργασίας τους (Coleman,1995). Θα δεχτεί ο εκπαιδευτικός υποστήριξη πάνω σε θέματα Επικοινωνίας και διαπροσωπικών σχέσεων, ώστε να βελτιώσει και να αναπτύξει εκείνες τις ιδιότητες και ικανότητες που είναι κρίσιμες για το έργο του. Μη λεκτική επικοινωνία, ενεργός ακρόαση Με τις ασκήσεις επικοινωνίας, τις συζητήσεις, την ενεργό ακρόαση, την αποδοχή του άλλου, τα παιχνίδια ρόλων, την ανταλλαγή των εμπειριών, τους προβληματισμούς και γενικά την αλληλοεπίδραση της ομάδας θα βοηθηθεί να αναπτύξει τις επικοινωνιακές δεξιότητες και εκείνες τις στάσεις και συμπεριφορές που προωθούν τις αρμονικές διαπροσωπικές σχέσεις. Μεθοδολογία της επιμορφωτικής αυτής διαδικασίας Κατά την επιμορφωτική αυτή διαδικασία προτείνεται να ακολουθηθεί η βιωματική διαδικασία που προσφέρει τη μάθηση μέσα από τη βιωματική εμπλοκή των Εκπαιδευτικών σε δραστηριότητες, ασκήσεις και παιχνίδια, δεχόμενοι την άποψη ότι η κινητοποίηση του συναισθήματος αποτελεί σημαντικό παράγοντα μάθησης. Δεν καλούμε τους Εκπαιδευτικούς να παρακολουθήσουν κάποιες επιμορφωτικές διαλέξεις, αλλά τους προτείνουμε να συμμετάσχουν ενεργά με τη νόηση και το συναίσθημά τους σε μια εμπειρία ομάδας ανάπτυξης.
4 Η εργασία σε ομάδες ανάπτυξης προτείνεται ως η πιο κατάλληλη για την προσωπική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Παρέχει τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών, εμπειριών, συναισθημάτων, επιτρέπει την ανατροφοδότηση και διευκολύνει την διαπροσωπική μάθηση. Ο διάλογος και η αλληλεπίδραση προωθούν την ανάπτυξη του προσώπου, η οποία περνά μέσα από σχέσεις επικοινωνίας με τους άλλους και είναι μια κίνηση προς τον εαυτό και προς τους άλλους. Οι ομάδες μπορούν να γίνονται μια φορά την εβδομάδα για δύο ώρες και οι συναντήσεις αυτές να διαρκούν για πολλές εβδομάδες. Τα μέλη της κάθε ομάδας μπορεί να είναι από 10-15 άτομα. Ο εκπαιδευτής θα εμψυχώνει τους συμμετέχοντες διευκολύνοντας την έκφραση και την επικοινωνία μεταξύ τους, υιοθετώντας τις τεχνικές και δεξιότητες της Συμβουλευτικής, όπως είναι η ενσυναίσθηση,η αποδοχή, η γνησιότητα, η ενεργός ακρόαση, η επαναδιατύπωση κ.α. και θα προτείνει ορισμένες δραστηριότητες (Μπακιρτζής,1998). Βασικοί στόχοι της ομάδας είναι τα μέλη της να εισέλθουν σε πορεία γνώσης του εαυτού τους, να αναπτύξουν τις βασικές δεξιότητες της Συμβουλευτικής και Επικοινωνίας με τον εαυτό τους και τους άλλους και να αναπτυχθούν συναισθηματικά, βοηθώντας έτσι στην αρμονική συμβίωση με τον εαυτό τους και το περιβάλλον. Η ενεργός ακρόαση, η προσεκτική παρακολούθηση κάθε ομιλούντα καθώς και οι ανατροφοδοτικοί μηχανισμοί της αντανάκλασης περιεχομένου και συναισθημάτων θα βοηθήσουν να δοθεί το μήνυμα στα μέλη της ομάδας ότι καταβάλλεται προσπάθεια να κατανοηθούν οι απόψεις τους, τα συναισθήματά τους, αλλά και αυτοί οι ίδιοι (Δεδούλη-Μαρμαρινός, 2001). Το περιεχόμενο των συναντήσεων της ομάδας θα έχει βιωματικό χαρακτήρα μέσα από ασκήσεις, δραστηριότητες, βίωση και έκφραση συναισθημάτων, συζήτηση, προβληματισμούς και τέλος θεωρητική ενημέρωση. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική λειτουργία της ομάδας είναι η δημιουργία ενός κλίματος που θα επικρατεί η ηρεμία, η χαλάρωση, η εμπιστοσύνη, η ειλικρίνεια, ο σεβασμός στην προσωπικότητα, η αβίαστη έκφραση και τα προσωπικά όρια. Θα μάθουν έτσι να εκδιπλώνονται συναισθηματικά, θα επιχειρήσουν ενδοσκόπηση, θα δουλέψουν την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους αντιπαραβάλλοντάς την με την εικόνα που νομίζουν ότι δίνουν στους άλλους και την εικόνα που δηλώνουν οι άλλοι ότι έχουν πράγματι από αυτούς, θα συνειδητοποιήσουν πτυχές και στοιχεία της προσωπικότητάς τους άγνωστα μέχρι στιγμής, θα στοχαστούν κριτικά για τον τρόπο που επικοινωνούν με τους άλλους, θα ευαισθητοποιηθούν στα μηνύματα της μη λεκτικής επικοινωνίας και θα ασκηθούν στην κατανόηση και αποδοχή του άλλου. Μέσα από ασκήσεις και δραστηριότητες που δε βασίζονται μόνο στο λόγο και στις γνωστικές διεργασίες, αλλά και στα συναισθήματα, στη σωματική επαφή, στην κίνηση, στη χρήση της μουσικής και στα μη λεκτικά μηνύματα θα προσπαθήσουν οι επιμορφούμενοι να δουν μέσα από άλλο πρίσμα τις πραγματικότητες που οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει για τους εαυτούς τους, την αυτοαναφορά τους, τις ανάγκες τους, τους ορίζοντες, τις προοπτικές τους και τη σχέση τους με τη ζωή. Τέτοιες ασκήσεις είναι : Ασκήσεις παρουσίασης και γνωριμίας των μελών της ομάδας Ασκήσεις-δραστηριότητες έκφρασης -επικοινωνίας με τον εαυτό και τους άλλους Παιχνίδια ρόλων Εξάσκηση στην ενεργό ακρόαση και στις δεξιότητες της Συμβουλευτικής Στο τέλος κάθε δραστηριότητας θα δίνεται αρκετός χρόνος για την ανταλλαγή των εμπειριών και την αξιολόγησή τους από τους συμμετέχοντες. Τα μέλη της
5 ομάδας θα μοιράζονται σκέψεις και συναισθήματα, θα αξιολογούν και θα αναλύουν τις εμπειρίες τους. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ Γκόλιαρης, Χ. ( 1998), "Οι Επιμορφωτικές ανάγκες των Εκπαιδευτικών της Α/θμιας εκπαίδευσης (έρευνα)", στο Σύγχρονη Εκπαίδευση,τχ.101, σ.σ.83-88 Δεδούλη,Μ.- Μαρμαρινός,Ι. (2001), "Συνεχιζόμενη εκπαίδευση:μια προσωποκεντρική- βιωματική παρέμβαση σε Πρόγραμμα Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών", στα Πρακτικά Θ Διεθνούς παιδαγωγικού Συνεδρίου Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση και Δια βίου Μάθηση : Διεθνής εμπειρία και Ελληνική προοπτική, εκδ. Ατραπός Diamond, C.T.P. (1991),Teacher Education as Transformation, Milton Keynes, Open University Press. Δημητρόπουλος,Ε. (2002),"Η Επαγγελματική ανάπτυξη του ατόμου και οι σχετικές θεωρίες", στο Συμβουλευτική και επαγγελματικός προσανατολισμός του. Κασσωτάκη Μ..εκδ. Δαρδανός, Αθήνα. Goleman, D. (1998): Η Συναισθηματική Νοημοσύνη :γιατί το EQ είναι πιο σημαντικό από το IQ ; Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα Hargreaves,A., Fullan, M. (1995), Η Εξέλιξη των Εκπαιδευτικών, εκδ. Πατάκη, Αθήνα. Θεοδώρου, Δ.(2000), "Συναισθηματικές προϋποθέσεις της αγωγής από ανθρωπολογική σκοπιά", στον Παιδαγωγικό Λόγο, εκδ. Κορφή, τχ. 3,σ.σ. 83-101. Κοσμίδου,Χ.(1996), "Η Συμβουλευτική Διάσταση του έργου του εκπαιδευτικού", στο Επιθεώρηση Συμβουλευτικής-Προσανατολισμού, τχ. 38-39,σσ.151-153. Κοσμόπουλος, Α. (1995) Σχεσιοδυναμική Παιδαγωγική του Προσώπου, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα Μπρούζος Α. (1998): Ο Εκπαιδευτικός ως Λειτουργός Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού. Μια Ανθρωπιστική Θεώρηση της Εκπαίδευσης, Gutenberg, Αθήνα Tony Merry (2002), Πρόσκληση στην Προσωποκεντρική Προσέγγιση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα