3773/2011 ΣΤΕ (ΟΛΟΜ) ( )

Σχετικά έγγραφα
ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

της..., κατοίκου Αλιβερίου Χαλκίδας, η οποία δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Σχέδιο Νόµου. «Επιλογή δικαστικών λειτουργών στις κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης. και επαναφορά της αρχής του αυτοδιοίκητου των δικαστηρίων» Άρθρο 1

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου του Συμβούλου που

3216/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

ΣτΕ 1383/2012. κατά των:α)... και β)..., κατοίκων..., τακτικών δημοτικών συμβούλων, στις ως άνω δημοτικές εκλογές, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Ε. Νίκα.

ΣτΕ 3353/2004. του..., κατοίκου..., οδός..., ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Δημ. Μητρόπουλο (Α.Μ ) που τον διόρισε με πληρεξούσιο

του Δήμου Μυκόνου Νομού Κυκλάδων, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Σπυρίδωνα Λάβδα (Α.Μ. 61 Δ.Σ. Σύρου), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Η. Τσακόπουλου.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Συμβούλιο της Επικρατείας Τμήμα Δ Αριθμός απόφασης 1098/2011

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRACOM IT SERVICES) 909/2011 ΣΤΕ ( )

ΣτΕ 2586/2011. Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ αριθμ. 350/2010 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου.

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ

ΣτΕ 2456/2012. των: α)... και β)..., κατοίκων..., οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Σ. Σδούκο (Α.Μ. 9900), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

Αριθμός 178/2013 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Στ

Αριθμός 4704/1996. τ ο υ..., δικηγόρου, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος ( Α.Μ ),

ΤΜΗΜΑ VII. ακόλουθη σύνθεση: Γεωργία Μαραγκού, Αντιπρόεδρος, Γεώργιος Βοΐλης και

ΣτΕ Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή

Αριθµός 111/2013 ΤΟ ΠΕΝΤΑΜΕΛΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Αριθμός 3919/2010 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Νοεμβρίου 2008, με την εξής σύνθεση: Κ.

Συμβούλιο της Επικρατείας (Ολομέλεια) Απόφαση υπ αριθμόν 983/2012

του... ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Γεώργιο Δημάκη (Α.Μ. 7291), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

248/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β'

ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Από 26/6/2017

" ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. Page 1 of 5 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ

ΘΕΜΑ: «Σύσταση και συγκρότηση του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)». ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ

1329/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συμβούλιο της Επικρατείας Τμήμα Β Αριθμός απόφασης 1944/2012

ΣτΕ 4439/2012. του..., κατοίκου Πειραιά (...), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Ελ. Καναβάκη (Α.Μ ), που την διόρισε με πληρεξούσιο,

Με την αίτηση αυτή οι αναιρεσείοντες επιδιώκουν να αναιρεθεί η υπ αριθμ. 274/2014 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου Ηλείας.

ΣτΕ 1325/2000. Γ ι α να δικάσει την από 14 Ιανουαρίου 1999 αίτηση :

ΣτΕ 2302/2011. κατά του..., κατοίκου Βάρης Αττικής (...), ο οποίος δεν παρέστη.

του..., κατοίκου Βρυξελλών, ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Θ. Αντωνίου (Α.Μ ) που τη διόρισε στο ακροατήριο,

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 2656/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 2/2016

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Α. ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

ΣτΕ ΟΛ 1849/2008. Όροι θησαυρού: ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ

Οι δημόσιες δαπάνες - Η διαδικασία εκτέλεσης των δημοσίων δαπανών - Ο έλεγχος των δημοσίων δαπανών

ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (Σχηµατισµός Ολοµελείας) ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Α.Κ. (m) Αριθμός 1512/2014

ΣτΕ 3427/2017. του..., κατοίκου Αραχώβης, ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Δέσποινα Μεταξά (Α.Μ.16728), που τη διόρισε στο ακροατήριο,

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

2190/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

1405/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ

Νομολογία 261/2003 Μονομελές Πρωτοδικείο

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Σελίδα 1 από 5 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΥ ΑΓΙΑΣ. ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ από το πρακτικό της 10 ης / τακτικής συνεδρίασης της Οικονομικής Επιτροπής

Αριθμός 1384/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 3 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

κατά του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και ήδη Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος παρέστη με τον Περικλή Αγγέλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Oρθώς έγινε δεκτό από το Κλιμάκιο, παρά την εσφαλμένη αναγραφή της. διεύθυνσης της έδρας της επιχείρησης, η ταυτότητα του οικονομικού

Αριθμός 1840/2013 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Σεπτεμβρίου 2012, με την εξής

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

ΠΟΛ /09/ Παροχή οδηγιών για την

Αριθμός απόφασης 2/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7081/

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 1377/2016 [Εξαίρεση από την κατεδάφιση οικοδομής μετά την ακύρωση της οικοδομικής άδειας]

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΣτΕ 2054/2018 [Λόγω επιγενόμενης ταυτοποίησης αυθαίρετων κτισμάτων καταργείται η δίκη της αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξης εξαίρεσης από την κατεδάφιση]

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Αριθμός απόφασης 1030/2018

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Υποπαράγραφος ΣΤ.1.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ. Αρθρο: 1 Ημ/νία: Περιγραφή όρου θησαυρού: ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

(άρθρο 5 του ν. 3886/2010 και το άρθρο 52 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει)

*** Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 1 προστέθηκε µε το άρθρο 20 Ν.3301/2004, ΦΕΚ Α' 263/

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΕΟΔΙΔ ΑΡΘΡΟ 1

Η διακήρυξη αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που δεσμεύει τόσο την αρχή που διενεργεί το διαγωνισμό όσο και τους διαγωνιζόμενους.

Το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ο όρος περί υποχρέωσης των ημεδαπών. εργοληπτικών επιχειρήσεων να συμπεριλάβουν, επί ποινή αποκλεισμού,

ΕΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ Ι ΤΜΗΜΑ ΠΡΑΞΗ 153/2018

137/2017 από το πρακτικό της 25 ης / τακτικής συνεδρίασης της Οικονομικής Επιτροπής Δήμου Αγιάς

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

ΣτΕ 2123/2011. Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ αριθμ. 22/2011 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ιωαννίνων.

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

1.Δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση και εν γένει νομική υποστήριξη της ΑΑΔΕ

Αριθμός 4203/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ. Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία υποβάλλεται

(άρθρο 5 του ν. 3886/2010 και το άρθρο 52 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Transcript:

3773/2011 ΣΤΕ (ΟΛΟΜ) ( 580260) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Ελεγκτικό Συνέδριο και προαγωγές Επιτρόπων. Οι πράξεις των δικαστικών αρχών, ακόμη και αν αναφέρονται σε θέματα διοικητικής φύσεως, δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως. Οι Επίτροποι και οι Γενικοί Συντονιστές Επιτρόπων του ΕΣ απολαύουν των συνταγματικών εγγυήσεων του άρθρου 92 του Συντάγματος, για τους δικαστικούς υπαλλήλους. Τα υπηρεσιακά συμβούλια των δικαστικών υπαλλήλων αποτελούν δικαστικές αρχές και οι πράξεις τους δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως, ακόμη και αν το περιεχόμενό τους αναφέρεται σε θέματα διοικητικής φύσεως. Αντίθετη μειοψηφία. Απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης ως απαράδεκτη. Η υπόθεση εισήχθη στην Ολομέλεια με πράξη του Προέδρου του ΣτΕ. Αριθμός 3773/2011 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 16 Απριλίου 2010, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Ν. Ρόζος, Χρ. Ράμμος, Γ. Παπαγεωργίου, Ι. Μαντζουράνης, Δ. Σκαλτσούνης, Αρ.-Γ. Βώρος, K. Ευστρατίου, Γ. Ποταμιάς, Μ. Γκορτζολίδου, Ευαγγ. Νίκα, Ι. Γράβαρης, Γ. Τσιμέκας, Π. Καρλή, Β. Γρατσίας, Αντ. Ντέμσιας, Σπ. Παραμυθιώτης, Φ. Ντζίμας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Ηρ. Τσακόπουλος, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Δ. Κυριλλόπουλος, Α. Καλογεροπούλου, Εμμ. Κουσιουρής, Σύμβουλοι, Ι. Σύμπλης, Β. Ανδρουλάκης, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Γ. Τσιμέκας και Φ. Ντζίμας, καθώς και ο Πάρεδρος Ι. Σύμπλης μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Δήμ. Μουζάκη. Για να δικάσει την από 1 Οκτωβρίου 2007 αίτηση: της..., κατοίκου Αθηνών, οδός... (...), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αντώνιο Ρουπακιώτη (Α.Μ. 2639), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος παρέστη με τον Γεώργιο Γρυλωνάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

και κατά των παρεμβαινόντων: 1)..., κατοίκου Αθηνών, οδός......, η οποία δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση, νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, 2)..., κατοίκου Αθηνών, οδός..., ο οποίος δεν παρέστη. Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 14 Νοεμβρίου 2007 πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 εδάφ. α του Π.Δ. 18/1989. Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί: α) η υπ αριθμ. 33270/13-7-2007 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, με την οποία προήχθησαν οι Επίτροποι του Ελεγκτικού Συνεδρίου...,... σε αντίστοιχες θέσεις Γενικών Συντονιστών Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τοποθετήθηκαν στις, 1η, 2η και 3η, Υπηρεσίες Γενικών Συντονιστών αντίστοιχα, κατά το μέρος που παραλείφθηκε η αιτούσα, Επίτροπος επίσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, β) η υπ αριθμ. 40/2007 απόφαση του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με τη σύμφωνη γνώμη του οποίου εκδόθηκε η ως άνω απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και γ) η υπ αριθμ. 20/2007 απόφαση του Επταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά το μέρος που απορρίφθηκε προσφυγή της αιτούσης κατά της υπ αριθμ. 40/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Γ. Ποταμιά. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά, τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον εκπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ αριθμ. 1519893, 1393512/07 ειδικά έντυπα παραβόλου). 2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση, α) της υπ αριθμ. 33270/13-7-2007 αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, με την οποία προήχθησαν οι Επίτροποι του Ελεγκτικού Συνεδρίου... σε αντίστοιχες θέσεις Γενικών Συντονιστών Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τοποθετήθηκαν στις, 1η, 2η και 3η, Υπηρεσίες Γενικών Συντονιστών αντίστοιχα, κατά το μέρος που παραλείφθηκε η αιτούσα, Επίτροπος επίσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, β) της υπ αριθμ. 40/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με τη σύμφωνη γνώμη του οποίου εκδόθηκε η ως άνω απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και γ) της υπ αριθμ. 20/2007 αποφάσεως του Επταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά το μέρος που απορρίφθηκε προσφυγή της αιτούσης κατά της υπ αριθμ. 40/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την από 14-11- 2007 πράξη του Προέδρου του Δικαστηρίου, λόγω μείζονος σπουδαιότητας. 4. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων, με χωριστά δικόγραφα, εκ των προαχθέντων, ο... Η παρέμβαση της... ασκείται με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς. Το δικόγραφο όμως της παρεμβάσεως του... υπογράφεται μόνο από δικηγόρο, αυτός όμως δεν παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, ούτε εμφανίσθηκε για να δηλώσει ότι εγκρίνει την άσκηση της παρεμβάσεως, ενώ, εξάλλου δεν προσκομίσθηκε έως τη συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητας στο δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο της παρεμβάσεως. Συνεπώς, η παρέμβαση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 2 του πρ. δ/τος 18/1989 (Α 8), όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε από την παράγρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2479/1997 (Α 67).

5. Επειδή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 95 παρ. 1 περ. α και 3 του Συντάγματος, όπως το άρθρο αυτό διαμορφώθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής (Α 84), στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή τακτικού διοικητικού δικαστηρίου, κατά περίπτωση, ανήκει, μεταξύ των άλλων, η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή παράβαση νόμου. Όπως προκύπτει από τη διάταξη αυτή, οι πράξεις των δικαστικών αρχών, ακόμη και αν το περιεχόμενό τους δεν αφορά την άσκηση της δικαιοδοτικής λειτουργίας αλλά αναφέρεται σε θέματα διοικητικής φύσεως, δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. Ολ. 282/1995). Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από τις διατάξεις του άρθρου 90 παρ. 6 και 91 παρ. 4 του Συντάγματος που αποκλείουν την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά συγκεκριμένων κατηγοριών πράξεων δικαστικών αρχών που αφορούν σε θέματα διοικητικής φύσεως των δικαστικών λειτουργών. Δεν συνάγεται δε το αντίθετο από το γεγονός ότι το Σύνταγμα σε ορισμένες περιπτώσεις (άρθρα 90 παρ. 6 και 91 παρ. 4) απέκλεισε ρητώς τη δυνατότητα ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά συγκεκριμένων κατηγοριών πράξεων δικαστικών αρχών που αναφέρονται σε θέματα διοικητικής φύσεως (βλ. Ολομ. Σ.τ.Ε. 3034/2008). 6. Επειδή, όπως ήδη έχει κριθεί από το Δικαστήριο (βλ. Ολομ. ΣΕ 2909/1986) το Ελεγκτικό Συνέδριο ως δικαστήριο εντάσσεται στο Τμήμα Ε του Συντάγματος του 1975 (άρθρο 98) περί Δικαστικής Εξουσίας, καλυπτόμενο από όλες τις προβλεπόμενες για την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των δικαστηρίων συνταγματικές εγγυήσεις. Στο Δικαστήριο αυτό έχει ειδικότερα ανατεθεί από το Σύνταγμα έργο διφυές, ήτοι το μεν δικαιοδοτικό (άρθρο 98 παρ. 1 εδάφ. στ και ζ), το δε διοικητικό (άρθρ. 98 παρ. 1 εδάφ. α έως και ε ). Το τελευταίο δε τούτο έργο, το διοικητικό, έχει ανατεθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο από το Σύνταγμα και τους νόμους λόγω ακριβώς του χαρακτήρα του ως δικαστηρίου και των συνδεόμενων με αυτόν συνταγματικών εγγυήσεων. Πλην δε του δικαστικού του προσωπικού, για το οποίο ισχύουν όλες οι για τους δικαστικούς λειτουργούς προβλεπόμενες από το Σύνταγμα λειτουργικές και προσωπικές εγγυήσεις, στο Δικαστήριο αυτό υπηρετεί και μη δικαστικό προσωπικό, το οποίο δεν περιορίζεται μόνο στην

γραμματειακή εξυπηρέτηση αυτού, αλλά συμβάλλει και στην πραγμάτωση του διοικητικού έργου που έχει ανατεθεί σ αυτό. Οι ανήκοντες στο μη δικαστικό τούτο προσωπικό, έχουν στο σύνολό τους χαρακτήρα δικαστικών υπαλλήλων και καλύπτονται από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 92 του Συντάγματος εγγυήσεις. Από το ότι δε στην αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού αναγράφεται η φράση «οι υπάλληλοι της γραμματείας πάντων των δικαστηρίων» δεν δύναται να συναχθεί ότι οι εγγυήσεις του άρθρου τούτου περιορίζονται μόνο στους υπαλλήλους που εξυπηρετούν την γραμματεία των δικαστηρίων κατά την ενάσκηση δικαιοδοτικού έργου, διότι οι διατάξεις του άρθρου 92 του Συντ/τος, κατά το πραγματικό νόημα και τον σκοπό τους, καλύπτουν όλους τους υπηρετούντες στα δικαστήρια υπαλλήλους, δηλαδή και αυτούς που συμβάλλουν στο ανατιθέμενο σ αυτά μη δικαιοδοτικό έργο, όπως στην περίπτωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για το προβλεπόμενο από τα εδάφια α έως και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 98 του Συντάγματος έργου, αφού η από το Σύνταγμα ή τους νόμους ανάθεση διοικητικής φύσεως έργου σε δικαστήρια δεν αλλοιώνει τον δικαστικό τους χαρακτήρα, αλλ αντιθέτως γίνεται, ακριβώς λόγω του χαρακτήρα τους αυτού και των συνδεομένων με αυτόν εγγυήσεων ανεξαρτησίας. Επίσης ο συνταγματικός νομοθέτης δεν επιτρέπει ανάμιξη των οργάνων της εκτελεστικής λειτουργίας ούτε και για την κατανομή των δικαστικών υπαλλήλων μέσα στους κόλπους των δικαστηρίων, η οποία, για την πλήρη εξασφάλιση της ανεξαρτησίας τους, πρέπει να αποφασίζεται από όργανα που έχουν την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού. 7. Επειδή, τέτοιας φύσεως διοικητικό έργο και δη ελεγκτικό έχει ανατεθεί στους Επιτρόπους και στους Γενικούς Συντονιστές Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίοι εποπτεύονται από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο κλάδος Επιτρόπων συνεστήθη με το άρθρο 38 του ν. 2721/1999 (Α 112). Οι Υπηρεσίες Επιτρόπων ασκούν έλεγχο δημοσίων δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 25 του ν. 2479/1997. Οι δε αρμοδιότητες των Γενικών Συντονιστών Επιτρόπων συνίστανται στο συντονισμό και την εποπτεία του ελεγκτικού έργου των Υπηρεσιών Επιτρόπων, καθώς και, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 20 του π. δ/τος 774/1980 (Α 189) και

124 έως 130 του πρ. δ/τος 1255/1981 (Α 304), στην επιθεώρηση αυτών. Οι παραπάνω αρμοδιότητες και η κατανομή αυτών καθορίζονται με απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 38 παρ. 2α ν. 2721/1999). Ενόψει των ανωτέρω, τόσο οι Επίτροποι όσο και οι Γενικοί Συντονιστές Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου συμβάλλουν στην πραγμάτωση του ελεγκτικού έργου που έχει ανατεθεί από το άρθρο 99 παρ. 1 εδάφ. α του Συντάγματος στο Ελεγκτικό Συνέδριο και επομένως οι συνταγματικές εγγυήσεις του άρθρου 92 του Συντάγματος επεκτείνονται και σ αυτούς σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη. 8. Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 92 του Συντάγματος ορίζει στην παράγραφο 1 ότι «οι υπάλληλοι της γραμματείας όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών είναι μόνιμοι. Μπορεί να παυθούν μόνο με δικαστική απόφαση εξαιτίας ποινικής καταδίκης, ή με απόφαση δικαστικού συμβουλίου για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα, ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια που βεβαιώνονται, όπως νόμος ορίζει», στην παράγραφο 2 ότι «νόμος ορίζει τα προσόντα των υπαλλήλων της γραμματείας όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών, καθώς και τα σχετικά με την κατάστασή τους γενικά» και στην παράγραφο 3, όπως η παράγραφος αυτή διαμορφώθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής, ότι: «Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των δικαστικών υπαλλήλων ενεργούνται ύστερα από σύμφωνη γνώμη υπηρεσιακών συμβουλίων που συγκροτούνται κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λειτουργούς και δικαστικούς υπαλλήλους, όπως νόμος ορίζει. Η πειθαρχική εξουσία στους δικαστικούς υπαλλήλους ασκείται από τους ιεραρχικά προϊσταμένους, τους δικαστές ή εισαγγελείς ή επιτρόπους ή υπαλλήλους, καθώς και από υπηρεσιακό συμβούλιο, όπως νόμος ορίζει. Κατά των αποφάσεων που αφορούν μεταβολές της υπηρεσιακής κατάστασης των δικαστικών υπαλλήλων, καθώς και κατά των πειθαρχικών αποφάσεων των υπηρεσιακών συμβουλίων επιτρέπεται προσφυγή, όπως νόμος ορίζει». Πριν από την αναθεώρηση του έτους 2001, η παράγραφος 3 του άρθρου 92 του Συντάγματος όριζε ότι: «Οι προαγωγές τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των δικαστικών υπαλλήλων ενεργούνται ύστερα από σύμφωνη γνώμη δικαστικών συμβουλίων. Η

πειθαρχική εξουσία σ αυτούς ασκείται από τους ιεραρχικά προϊσταμένους τους δικαστές ή εισαγγελείς ή επιτρόπους, καθώς και από δικαστικά συμβούλια, κατά τους ορισμούς του νόμου. Κατά των αποφάσεων που αφορούν προαγωγή, καθώς και των πειθαρχικών αποφάσεων των δικαστικών συμβουλίων, επιτρέπεται προσφυγή, όπως νόμος ορίζει». 9. Επειδή, ο ν. 2812/2000 «Κύρωση του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων» (Α 67) ορίζει στο άρθρο 21 για τα δικαστικά και υπηρεσιακά συμβούλια, όπως ο τίτλος και η παρ. 1 αυτού αντικαταστάθηκαν με την παρ. 2 άρθρου 9 του Ν. 2993/2002 (Α 102), ότι: «1. Δικαστικά και υπηρεσιακά συμβούλια για τους δικαστικούς υπαλλήλους είναι τα εξής: α δ. Πενταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στον Αρειο Πάγο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο. ε. Επταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στον Aρειο Πάγο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο. 2. Τα παραπάνω συμβούλια αποφασίζουν για την προαγωγή, τοποθέτηση, μετάθεση, απόσπαση, μετάταξη των δικαστικών υπαλλήλων, την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων και την επιβολή πειθαρχικής ποινής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Επίσης αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν για κάθε άλλο θέμα υπηρεσιακής κατάστασης των δικαστικών υπαλλήλων, για το οποίο απαιτείται κατά νόμο απόφαση ή γνωμοδότηση, αντιστοίχως, υπηρεσιακού συμβουλίου». Στο άρθρο 22 του ιδίου νόμου για τη συγκρότηση δικαστικών και υπηρεσιακών συμβουλίων, όπως ο τίτλος και οι παράγραφοι 1-5 αυτού αντικαταστάθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου 9 του Ν. 2993/2002, ορίζεται ότι: «1 Το πενταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου συγκροτείται από το νεότερο αντιπρόεδρο ως πρόεδρο, έναν σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έναν αντεπίτροπο Επικρατείας και δύο δικαστικούς υπαλλήλους, ως μέλη. Το επταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου συγκροτείται από τον αρχαιότερο αντιπρόεδρο ως πρόεδρο, τρεις συμβούλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έναν αντεπίτροπο Επικρατείας και δύο δικαστικούς υπαλλήλους ως μέλη..4. Οι δικαστικοί λειτουργοί μέλη των δικαστικών και υπηρεσιακών συμβουλίων με ισάριθμους αναπληρωτές αναδεικνύονται με κλήρωση που γίνεται τον Ιούνιο κάθε έτους. Η θητεία τους αρχίζει την 1η Ιουλίου του ίδιου έτους και λήγει την 30ή Ιουνίου του

επομένου. Για την κλήρωση εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία την οποία ορίζουν οι διατάξεις που ισχύουν για τα ανώτατα δικαστικά συμβούλια..οι δικαστικοί λειτουργοί μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και οι αναπληρωτές τους αναδεικνύονται με κλήρωση στην οποία μετέχουν αντιστοίχως όλοι οι αρεοπαγίτες ή οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου και όλοι οι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου ή οι αντεπίτροποι Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Όσοι έχουν κληρωθεί ως μέλη πρωτοβάθμιου δικαστικού ή υπηρεσιακού συμβουλίου δεν μπορεί να κληρωθούν ως μέλη του αντίστοιχου δευτεροβάθμιου συμβουλίου και αντιστρόφως. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος ο πρόεδρος του πενταμελούς δικαστικού συμβουλίου, καθώς και του πενταμελούς υπηρεσιακού συμβουλίου ανώτατου δικαστηρίου αναπληρώνεται από τον αμέσως αρχαιότερό του αντιπρόεδρο του ανώτατου δικαστηρίου. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος ο πρόεδρος του επταμελούς δικαστικού ή υπηρεσιακού συμβουλίου αναπληρώνεται από τον αμέσως νεότερό του αντιπρόεδρο. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου εφετείου αναπληρώνεται από τον αμέσως αρχαιότερό του πρόεδρο εφετών και αν δεν υπηρετεί άλλος πρόεδρος εφετών, από τον αρχαιότερο εφέτη. 5. Οι δικαστικοί υπάλληλοι μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων και οι αναπληρωτές τους αναδεικνύονται με εκλογές οι οποίες διεξάγονται με τη χρήση ενιαίου ψηφοδελτίου και με καθολική και μυστική ψηφοφορία. Εκλόγιμοι είναι οι δικαστικοί υπάλληλοι με Α και Β βαθμό. Όταν πρόκειται να εκλεγούν ως μέλη υπηρεσιακού συμβουλίου εφετείου ή διοικητικού εφετείου πρέπει να υπηρετούν σε υπηρεσία της περιφέρειας του εφετείου. Όσοι δικαστικοί υπάλληλοι έχουν εκλεγεί ως μέλη πρωτοβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου, δεν μπορεί να εκλεγούν ως μέλη του δευτεροβάθμιου και αντιστρόφως. Οι λεπτομέρειες διεξαγωγής των εκλογών και κάθε άλλο σχετικό θέμα ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, με την οποία μπορεί να καθορίζονται πρόσθετες προϋποθέσεις εκλογιμότητας για τη διασφάλιση της αμεροληψίας των υπαλλήλων μελών των συμβουλίων. 6 7. Χρέη γραμματέα των παραπάνω συμβουλίων ασκεί δικαστικός υπάλληλος με Β τουλάχιστον βαθμό του δικαστηρίου, στο οποίο λειτουργεί το συμβούλιο, οριζόμενος με τον αναπληρωτή του από τον προϊστάμενο της

γραμματείας. 8. Τα υπηρεσιακά συμβούλια συνεδριάζουν στο κατάστημα του αντίστοιχου δικαστηρίου. 9. Τα πρωτοβάθμια υπηρεσιακά συμβούλια αποφαίνονται ύστερα από ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης. 10..11. Κατά τις συνεδριάσεις των υπηρεσιακών ή δικαστικών συμβουλίων τηρούνται πρακτικά. 12. Οι αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις των υπηρεσιακών ή δικαστικών συμβουλίων εκδίδονται μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη λήψη του σχετικού ερωτήματος και υποβάλλονται χωρίς καθυστέρηση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με αντίγραφο του οικείου πρακτικού. (Στις παρ. 6, 8, 9, 11 και 12 του άρθρου 22 οι όροι "δικαστικό (υπηρεσιακό) συμβούλιο" και "πρωτοβάθμιο δικαστικό (υπηρεσιακό) συμβούλιο" αντικαταστάθηκαν από τους όρους "υπηρεσιακό ή δικαστικό συμβούλιο" και "πρωτοβάθμιο υπηρεσιακό ή δικαστικό συμβούλιο" ή υπηρεσιακό συμβούλιο, κατά περίπτωση, με την παρ. 8 άρθρου 9 Ν. 2993/2002). 13..». Περαιτέρω, στο άρθρο 23 του αυτού Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων για την αρμοδιότητα δικαστικών και υπηρεσιακών συμβουλίων, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 9 του Ν. 2993/2002, ορίζεται ότι: «6. Στην αρμοδιότητα του πενταμελούς υπηρεσιακού συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης και οι πειθαρχικές υποθέσεις των υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της υπηρεσίας του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας σε αυτό, καθώς και η επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων οργανικών μονάδων. 7. Το επταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο αποφασίζει σε δεύτερο βαθμό επί διαφωνίας του Υπουργού Δικαιοσύνης ή προσφυγής δικαστικού υπαλλήλου κατά των αποφάσεων των πενταμελών υπηρεσιακών συμβουλίων των ανώτατων δικαστηρίων του ίδιου κλάδου δικαιοδοσίας». Στο άρθρο 24 του αυτού Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων για τον δεύτερο βαθμό κρίσης ορίζεται ότι: «1. Οι αποφάσεις των πρωτοβάθμιων υπηρεσιακών ή δικαστικών συμβουλίων κοινοποιούνται, με επιμέλεια του γραμματέα του συμβουλίου μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοσή τους στο δικαστικό υπάλληλο που κρίθηκε δυσμενώς και διαβιβάζονται, μέσα στην ίδια προθεσμία, στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ειδικά οι αποφάσεις που αφορούν την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων δεν κοινοποιούνται στους δικαστικούς υπαλλήλους, αλλά τοιχοκολλώνται, μέσα στην ίδια προθεσμία, στο κατάστημα του δικαστηρίου,

στο οποίο λειτουργεί το υπηρεσιακό ή δικαστικό συμβούλιο που εξέδωσε την απόφαση. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται πρακτικό. 2. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, αν διαφωνεί με απόφαση πρωτοβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου ή με γνωμοδότησή του, που κατά νόμο απαιτείται να είναι σύμφωνη, μπορεί μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την ημερομηνία περιέλευσης στο Υπουργείο Δικαιοσύνης της απόφασης η γνωμοδότησης να παραπέμψει το ερώτημα στο αρμόδιο δευτεροβάθμιο συμβούλιο για κρίση σε δεύτερο βαθμό. (Με την παρ. 8 του άρθρου 9 του Ν. 2993/2002 αντικαταστάθηκαν στην παρ. 1 του άρθρου 24 οι όροι "δικαστικό (υπηρεσιακό) συμβούλιο" και "πρωτοβάθμιο δικαστικό (υπηρεσιακό) συμβούλιο" από τους όρους "υπηρεσιακό ή δικαστικό συμβούλιο" και "πρωτοβάθμιο υπηρεσιακό ή δικαστικό συμβούλιο" και στην παρ. 2 ο όρος «πρωτοβάθμιου δικαστικού (υπηρεσιακού) συμβουλίου» από τον όρο «πρωτοβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου»). 3. Δικαστικός υπάλληλος που κρίθηκε δυσμενώς δικαιούται να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης ή γνωμοδότησης του πρωτοβάθμιου συμβουλίου. Η προσφυγή ασκείται με κατάθεση στον Προϊστάμενο ή στον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του δικαστηρίου, της εισαγγελίας ή της υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί ο προσφεύγων, μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση ή, αν στρέφεται κατά απόφασης επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων, από την τοιχοκόλληση. Ο προϊστάμενος αποστέλλει την προσφυγή στο αρμόδιο δευτεροβάθμιο συμβούλιο μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την κατάθεσή της και μέσα στην ίδια προθεσμία διαβιβάζει αντίγραφό της στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. 4. Δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνεδρίαση, ο γραμματέας του δευτεροβάθμιου συμβουλίου κοινοποιεί αντίγραφο του ερωτήματος του Υπουργού Δικαιοσύνης ή της προσφυγής στους δικαστικούς υπαλλήλους που έχουν έννομο συμφέρον να αντικρούσουν το ερώτημα αυτό ή την προσφυγή. Οι δικαστικοί αυτοί υπάλληλοι δικαιούνται να υποβάλουν υπόμνημα στο γραμματέα του συμβουλίου πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνεδρίαση. 5. Ο δικαστικός υπάλληλος που υπέβαλε προσφυγή ή υπόμνημα σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο δικαιούται να παραστεί αυτοπροσώπως ή με δικηγόρο ενώπιον του δευτεροβαθμίου συμβουλίου για να αναπτύξει και προφορικώς τις απόψεις του. 6. Το δευτεροβάθμιο συμβούλιο εκδίδει την

απόφασή του μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τη λήψη της προσφυγής ή του ερωτήματος». 10. Επειδή, τα υπηρεσιακά συμβούλια των δικαστικών υπαλλήλων του άρθρου 92 του Συντάγματος, που είναι εντεταγμένο στο Τμήμα Ε αυτού περί δικαστικής εξουσίας, τα οποία λειτουργούν στους κόλπους των ανωτάτων δικαστηρίων και των εφετείων, εντάσσονται οργανωτικά στη δικαστική εξουσία του Κράτους και αποτελούν δικαστικές αρχές, εν όψει του ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι συμβάλλουν ενεργώς στο δικαιοδοτικό έργο των δικαστηρίων, μετέχοντες και στη σύνθεση αυτών (πρβλ. Σ.τ.Ε. Ολ. 2001/2003, 189/2007). Η φύση των υπηρεσιακών αυτών συμβουλίων ως δικαστικών αρχών δεν μεταβλήθηκε μετά την αντικατάσταση της παραγράφου 3 του άρθρου 92 του Συντάγματος με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής και την πρόβλεψη ότι στα υπηρεσιακά αυτά συμβούλια μετέχουν ως μέλη και δικαστικοί υπάλληλοι, ο αριθμός των οποίων ορίσθηκε σε δύο με το άρθρο 22 παρ. 2 και 3 του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, όπως οι παράγραφοι αυτές αντικαταστάθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου 9 του Ν. 2993/2002, ενώ μέχρι τότε συνεκροτούντο αποκλειστικά από δικαστικούς λειτουργούς, διότι με τη νέα αυτή συνταγματική διάταξη, η οποία θεσπίσθηκε προκειμένου να καταστεί αντιπροσωπευτικότερη η σύνθεση των υπηρεσιακών αυτών συμβουλίων, ορίζεται ρητώς ότι τα εν λόγω υπηρεσιακά συμβούλια συγκροτούνται κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λειτουργούς (βλ. τις σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες για την αναθεώρηση του Συντάγματος και ειδικότερα τα πρακτικά της Αναθεωρητικής Βουλής και την υπ αριθμ. 6/2000 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας). Επομένως, οι πράξεις των υπηρεσιακών αυτών συμβουλίων, ως πράξεις δικαστικών αρχών, δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως, ακόμη και αν το περιεχόμενό τους αναφέρεται σε θέματα διοικητικής φύσεως. Εξάλλου, η παρεχόμενη προστασία στους δικαστικούς υπαλλήλους κατά την επίλυση των αμφισβητήσεων που ανακύπτουν στα θέματα της υπηρεσιακής των καταστάσεως είναι επαρκής, διότι από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 92 του Συντάγματος, και υπό τις εγγυήσεις τις προβλεπόμενες από το άρθρο 24 του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, παρέχεται σ αυτούς η δυνατότητα ασκήσεως κατ αποφάσεως

του πρωτοβαθμίου υπηρεσιακού συμβουλίου προσφυγής σε δευτεροβάθμιο υπηρεσιακό συμβούλιο, συγκροτούμενο κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λειτουργούς ανωτάτου βαθμού, ενώπιον του οποίου έχουν το δικαίωμα να παρίστανται οι ενδιαφερόμενοι δικαστικοί υπάλληλοι, αυτοπροσώπως ή με δικηγόρο, δυνάμενοι να υποβάλλουν και υπομνήματα. Κατά τη γνώμη όμως των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου και Γ. Ποταμιά, το Σύνταγμα, με το άρθρο 20 παρ. 1 κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα της παροχής έννομης προστασίας από τα δικαστήρια. Ως δικαστήρια δε που ασκούν τη δικαστική λειτουργία της Πολιτείας, κατά το άρθρο 26 παρ. 3 του Συντάγματος, θεωρούνται τα κρατικά δικαιοδοτικά όργανα τα οποία συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές, που απολαύουν λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας σύμφωνα με το άρθρο 87 παρ. 1 του Συντάγματος, οι συνεδριάσεις τους είναι δημόσιες και εκδίδουν δικαστικές αποφάσεις ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένες που απαγγέλλονται σε δημόσια συνεδρίαση σύμφωνα με το άρθρο 93 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος. Εξάλλου, οι διαδικαστικές εγγυήσεις της δημοσιότητας της διαδικασίας και της δημόσιας απαγγελίας της δικαστικής αποφάσεως αξιώνονται, ρητά, ως ειδικότερες εκφάνσεις του δικαιώματος για δίκαιη δίκη, και από το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ (βλ. αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, υπόθεση, Pretto et autres της 8.12.1983, Arrts et dcisions, τ. 71, υπόθεση Η. contre Belgique της 30.11.1987 Recueil des Arrts et d?cisions 1987, τ. 127 και Diennet C. France της 31.8.1995, στην ίδια συλλογή έτους 1995, τ. 325). Περαιτέρω, το Σύνταγμα, πλην των περιπτώσεων που ειδικώς ορίζονται σ αυτό (άρθρα 88 παρ. 2, 96 και 99), δεν ανέχεται την υπαγωγή με νόμο διαφορών ορισμένης κατηγορίας πολιτών, λόγω ασκήσεως ορισμένου λειτουργήματος ή επαγγέλματος, σε ειδικό δικαστήριο και μάλιστα μη απαρτιζόμενο από τακτικούς δικαστές (βλ. Ολομ. ΣΕ 825/1988). Εξάλλου, όπου το Σύνταγμα ήθελε τα απαράδεκτο του δικαστικού ελέγχου των πράξεων των δικαστικών οργάνων που είναι ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία το όρισε ρητώς (βλ. άρθρα 20 παρ. 6 και 91 παρ. 4). Έτσι, εφόσον οι αγόμενες ενώπιον των κατ άρθρο 92 παρ. 3 του Συντάγματος υπηρεσιακών συμβουλίων υποθέσεις δεν συζητούνται δημόσια ούτε οι αποφάσεις τους δημοσιεύονται σε δημόσια συνεδρίαση και τα εν λόγω συμβούλια δεν συγκροτούνται καθ ολοκληρίαν από

τακτικούς δικαστές, τα υπηρεσιακά αυτά συμβούλια δεν είναι δικαστήρια κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 20 παρ. 1, 87 παρ. 1 και 93 του Συντάγματος, αλλά συλλογικά όργανα, ενταγμένα μεν στην οργάνωση των δικαστηρίων που ασκούν όμως όχι δικαιοδοτικής αλλά διοικητικής φύσεως αρμοδιότητες και κατά συνέπεια οι εκδιδόμενες από τα όργανα αυτά αποφάσεις είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις κατά την έννοια του άρθρου 95 του Συντάγματος και υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως (πρβλ. Ολομ. ΣΕ 189/2007). 11. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με το υπ αριθμ. 3359/18-1-2007 ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης προς το Πενταμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ζητήθηκε η γνώμη του για την πλήρωση με προαγωγή, τριών (3) κενών οργανικών θέσεων Γενικών Συντονιστών Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 38 του ν. 2721/1999, 21, 23 του ν. 2812/2000, 9 του ν. 2993/2002 και 4 παρ. 3 του ν. 3060/2002. Με την υπ αριθμ. 40/2007 απόφασή του το Πενταμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου επέλεξε για προαγωγή στις τρεις κενές θέσεις Γενικών Συντονιστών Επιτρόπων τους Επιτρόπους:... (για την 1η Υπηρεσία Γενικού Συντονιστή),... (για την 2η Υπηρεσία Γενικού Συντονιστή) και... (για την 3η Υπηρεσία Γενικού Συντονιστή Διοικητικής Υποστήριξης). Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκαν προσφυγές από παραλειφθέντες Επιτρόπους, μεταξύ αυτών, και από την αιτούσα. Το Επταμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την υπ αριθμ. 20/2007 απόφασή του απέρριψε τις προσφυγές των παραλειφθέντων Επιτρόπων, μεταξύ αυτών και την προσφυγή της εν προκειμένω αιτούσης και αποφάσισε την προαγωγή των Επιτρόπων,......, όπως άλλωστε είχε αποφασίσει και το Πενταμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Κατόπιν αυτού εκδόθηκε η υπ αριθμ. 33270/13-7-2007 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης με την οποία οι ως άνω επιλεγέντες προήχθησαν στον βαθμό του Γενικού Συντονιστή Επιτρόπων και τοποθετήθηκαν στις, 1η, 2η και 3η Υπηρεσίες Γενικών Συντονιστών αντίστοιχα. 12. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση, στρέφεται καθ ολοκληρίαν κατά της υπ αριθμ. 20/2007

αποφάσεως του Επταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την οποία απορρίφθηκε, μεταξύ άλλων, προσφυγή της αιτούσης κατά της υπ αριθμ. 40/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του ιδίου δικαστηρίου, κατά το μέρος που η αιτούσα δεν προήχθη σε θέση Γενικού Συντονιστή Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η πράξη όμως αυτή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 5 και 10 της παρούσης αποφάσεως, αποτελεί πράξη δικαστικής αρχής. Κατόπιν αυτών η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, να γίνει δε δεκτή η παρέμβαση της.... Διά ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση. Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου. Απορρίπτει την παρέμβαση του... Δέχεται την παρέμβαση της..., και Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ και της παρεμβαίνουσας..., η οποία ανέρχεται στο ποσό των εκατόν ογδόντα (180) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2010 Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας Π. Πικραμμένος Δ. Μουζάκη και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 28ης Νοεμβρίου 2011. Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας Π. Πικραμμένος Μ. Παπασαράντη ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί. Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος. Αθήνα,...

Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας Α.Σ.