ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΥΡΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Β ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: ΑΝ.ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ.ΓΑΡΥΦΑΛΛΟΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΕΤΟΣ 2014-15 ΑΡΙΘΜΟΣ:3692 ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΕ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΠΟΥ ΠΡΟΒΑΙΝΕΙ ΣΕ ΥΠΕΡΜΕΤΡΗ ΧΡΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ.ΦΛΩΡΟΥ ΨΥΧΙΑΤΡΟΥ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2014
2
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ - ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Δ. ΓΑΡΥΦΑΛΛΟΣ 3
Η ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ.ΓΑΡΥΦΑΛΛΟΣ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΙΟΥΖΕΠΑΣ, ΟΜΟΤΙΜΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΟΓΙΑΝΝΙΔΟΥ, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Η ΕΠΤΑΜΕΛΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ.ΓΑΡΥΦΑΛΛΟΣ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΙΟΥΖΕΠΑΣ, ΟΜΟΤΙΜΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΟΓΙΑΝΝΙΔΟΥ, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΦΩΚΑΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΝΗΜΑΤΟΥΔΗΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΙΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ - ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΜΠΟΖΙΚΑΣ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Η έγκριση της Διπλωματικής αυτής Εργασίας από το Τμήμα Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης δεν υποδηλώνει την αποδοχή των γνωμών του συγγραφέα (Νόμος 5343/32, άρθρ. 202 2 και 1268/82, άρθρ. 50 8) 4
Στη μητέρα μου Στους Δασκάλους μου 5
6
Πίνακας περιεχομένων Πρόλογος... 11 ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ... 15 A. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 A.1. Ιστορική αναδρομή... 17 A.2. Ορολογία και ταξινόμηση των διαστάσεων της υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου... 19 A.2.1. Συμπεριφορικός εθισμός... 20 A.2.2. Ταξινομικές προσεγγίσεις υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου... 21 A.2.3. Η Διαταραχή Διαδικτυακού Ηλεκτρονικού Παιχνιδιού (Internet Gaming Disorder)... 26 A.3. Αιτιολόγηση υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ... 32 A.3.1. Συχνότερες διαδικτυακές ενασχολήσεις που συνδέονται με την υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου και Η/Υ... 32 A.3.1.1. Διαδικτυακό παιχνίδι... 32 A.3.1.2. Κοινωνικοποίηση στο Διαδίκτυο... 36 A.3.1.3. Αναζήτηση πορνογραφίας στο Διαδίκτυο... 42 A.3.1.4. Διαδικτυακές αγορές αγαθών - υπηρεσιών... 43 A.3.1.5. Διαδικτυακός τζόγος... 44 A.3.2. Εγγενή στοιχεία του Διαδικτύου τα οποία επάγουν τις εθιστικές συμπεριφορές... 46 A.4. Ψυχοπαθολογία και υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου... 48 A.4.1. Ανασκόπηση επιστημονικών δεδομένων... 49 A.4.1.1. Πληθυσμιακές μελέτες... 50 A.4.1.2. Κλινικές μελέτες... 54 A.4.1.3. Συμπεράσματα... 57 A.5. Η σύνδεση της έννοιας της Προσωπικότητας με αυτή του εθισμού... 57 A.5.1. Διαταραχές προσωπικότητας και υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου... 58 7
A.5.2. Παραγοντικά μοντέλα περιγραφής της δομής της προσωπικότητας και εθισμός στο Διαδίκτυο... 59 A.5.2.1. Το πρότυπο προσωπικότητας του Zuckerman... 67 A.5.3. Ψυχολογικές άμυνες και η μέτρηση τους... 68 A.6. Επιδημιολογικά δεδομένα στην Ελλάδα... 71 A.7. Προσπάθειες αντιμετώπισης του φαινομένου... 78 A.7.1. Συμβουλευτική υπηρεσία φοιτητών προς αντιμετώπιση της παθολογικής χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου... 78 A.8. Συμπέρασμα... 80 ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ... 81 Β. ΣΚΟΠΟΣ... 82 Β.1. Ερευνητικές υποθέσεις... 82 Γ. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ... 83 Γ.1. Σχεδίαση... 83 Γ.1.1. Ερευνητικά εργαλεία... 83 Γ.1.2. Στατιστικές μέθοδοι ανάλυσης... 92 Δ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ... 98 Δ.1. Εξέταση αξιοπιστίας ερευνητικών εργαλείων... 98 Δ.2. Περιγραφή μη-κλινικού δείγματος... 98 Δ..2.2. Συγκρίσεις μεταξύ των φύλων ως προς τις παραμέτρους ψυχοπαθολογίας και προσωπικότητας... 101 Δ.2.3. Συσχετίσεις των μεταβλητών των ερευνητικών εργαλείων... 102 Δ.2.4. Εξέταση μεμονωμένων διαδικτυακών δραστηριοτήτων... 102 Δ.2.5. Η επίπτωση χρήσης Διαδικτύου στις σπουδές... 108 Δ.2.6. Διερεύνηση σημαντικών μεταβλητών που υπεισέρχονται στη πρόβλεψη περάτωσης των σπουδών... 112 Δ.2.7. Πρόβλεψη τιμών Γενικού Δείκτη Συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας... 114 Δ.3. Κλινικό δείγμα... 115 Δ.3.1. Κλινική διαγνωστική... 116 8
Δ.3.2. Συγκρίσεις ως προς την ψυχοπαθολογία στο κλινικό δείγμα ανά περίπτωση συννοσηρότητας.... 117 Δ.3.3. Συγκρίσεις ως προς την Υ.Χ.Δ στο κλινικό δείγμα ανά περίπτωση συννοσηρότητας.... 124 Δ.3.4. Συσχετίσεις των μεταβλητών των ερευνητικών εργαλείων... 124 Δ.3.5. Χρονική αλληλουχία εμφάνισης συννοσηρότητας... 126 Δ.3.6. Εξέταση της σύνδεσης των παραγόντων της προσωπικότητας, των αμυντικών δομών και της ψυχοπαθολογίας με την Υ.Χ.Δ... 127 Δ.3.7. Συγκρίσεις μεταξύ των δύο ερευνητικών πληθυσμών... 131 Δ.3.7.2. Σύγκριση μεταξύ των ερευνητικών ομάδων στους επιμέρους δείκτες ψυχοπαθολογίας... 133 Δ.3.7.3. Σύγκριση μεταξύ των ερευνητικών ομάδων στις επιμέρους ψυχολογικές άμυνες... 134 Δ.3.8. Προσδιορισμός κλινικών οριακών τιμών (cutoff) στη κλίμακα OCS... 137 Δ.3.9. Πρότυπο κατηγοριοποίησης φοιτητών... 138 Ε. ΣΥΖΗΤΗΣΗ... 141 Ε.1. Ευρήματα μελέτης μη - κλινικού πληθυσμού... 141 Ε.1.1. Επίπεδα Υ.Χ.Δ σε φοιτητές Ιατρικής και η σημασία τους... 141 Ε.1.2. Λοιπές μεταβλητές που υπεισέρχονται στην ακαδημαϊκή απόδοση... 142 Ε.1.3. Παράγοντες συνδεόμενοι με τη ψυχοπαθολογία στο μη-κλινικό πληθυσμό... 143 Ε.1.4. Διαδικτυακές δραστηριότητες φοιτητών Ιατρικής... 144 Ε.2. Ευρήματα μελέτης κλινικού πληθυσμού... 146 Ε.2.1. Κλινική έκφραση της Υ.Χ.Δ... 146 Ε.2.2. Συννοσηρότητα με άλλες ψυχικές διαταραχές... 148 Ε.2.3. Χρονική αλληλουχία εμφάνισης συννοσηρών κλινικών συνδρόμων... 149 Ε.2.4. Διαταραχές προσωπικότητας και Υ.Χ.Δ... 152 9
Ε.2.5. Επίδραση της ψυχιατρικής συννοσηρότητας στην έκφραση Υ.Χ.Δ... 154 Ε.2.6. Η σχέση μεταξύ προσωπικότητας, αμυντικής δομής, ψυχοπαθολογίας και Υ.Χ.Δ... 154 Ε.3. Ευρήματα συγκριτικής μελέτης των δύο πληθυσμών... 157 Ε.3.1. Διαφορές των δύο ερευνητικών πληθυσμών... 157 Ε.3.2. Παράγοντες διάκρισης ατόμων με Υ.Χ.Δ... 158 Ε.4. Γενικές παρατηρήσεις... 162 Ε.4.1. Εξέταση εγκυρότητας των ερευνητικών υποθέσεων... 162 Ε.4.2. Υπέρμετρη χρήση Η/Υ έναντι υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου... 163 Ε.4.3. Πρακτικές αναγκαιότητες οργανωμένης αντιμετώπισης της Υ.Χ.Δ... 164 Ζ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 166 Ζ.1. Μη κλινικός πληθυσμός... 166 Ζ.2. Κλινικός πληθυσμός... 168 Ζ.3. Σύγκριση των δύο πληθυσμών... 169 Ζ.4. Γενικά συμπεράσματα... 170 Η. ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 171 Η.1. Ελληνική περίληψη... 171 Η.2. Αγγλική περίληψη... 174 Θ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 177 Ι. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 194 10
Πρόλογος Τα εύσημα της εισαγωγής της έννοιας της εξάρτησης από τα νέα τεχνολογικά μέσα, ηλεκτρονικό υπολογιστή (Η/Υ) και Διαδίκτυο, μπορούν να αποδοθούν σε ένα μικρό αριθμό ανθρώπων οι οποίοι διέκριναν με οξυδέρκεια την παθολογία στην χρήση, πέρα από σκοπιμότητες και αντι-επιστημονικές κινδυνολογίες. Το 1985 η Δρ.Shirley Turkle, τότε διδακτορική υποψήφια και νυν καθηγήτρια του Μ.Ι.Τ, περιέγραψε την νέα υποκουλτούρα ανθρώπων οι οποίοι ήταν λάτρεις της διάδρασης με τον Η/Υ, στα τότε πειραματικά ακόμη τοπικά δίκτυα. Διαμεσολάβησε η εισαγωγή του Διαδικτύου στη καθημερινότητα μας, και σύντομα κατόπιν, το 1996, οι πρώτες κλινικές περιπτώσεις όπως τις περιέγραψε η Δρ. Kimberly Young. Παρόλο που οι πρώτες αυτές περιπτώσεις αφορούσαν Αμερικανούς πολίτες, η δυσπιστία απέναντι στη πιθανότητα το ίδιο το μέσο να επάγει την βλαπτική συμπεριφορά του ατόμου προς τον εαυτό του κυριαρχούσε στους επιστημονικούς κύκλους της Δύσης για πολλά χρόνια. Στη δεκαετία που μεσολάβησε από τη πρώτη αυτή αναφορά, παραδόξως, κυριάρχησαν τα δεδομένα που προέρχονταν από την Άπω Ανατολή. Οι ιδιάζουσες κοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες χωρών όπως η Νότια Κορέα και η Κίνα τις κατέστησαν ιδανικά περιβάλλοντα εκδήλωσης των συμπεριφορών εξάρτησης στις νέες τεχνολογίες. Καθώς η διαχρονική κουλτούρα σε αυτές τις χώρες προάγει την κοινωνική ένταξη έναντι του ατομικισμού της Δύσης, υπήρξε μεγάλη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και των κυβερνήσεων, παρόλο που στις συγκεκριμένες δύο χώρες τα πολιτικο-οικονομικά συστήματα διέφεραν ριζικά μεταξύ τους (ακραιφνής καπιταλισμός με ιλιγγιώδη τεχνολογική πρόοδο στη Ν.Κορέα και κομμουνιστικός σοσιαλισμός με μάλλον υπανάπτυκτη τεχνολογική υποδομή στη Κίνα). Ακραίες περιπτώσεις παραμέλησης των βασικών αναγκών του εαυτού οδήγησαν και σε θανάτους των ιδίων των εμπλεκομένων ή ατόμων εξαρτημένων από αυτούς (βρέφη). Οι χώρες αυτές οδηγούν την έρευνα και σήμερα. Τη δεκαετία αυτή θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ως χαμένη δεκαετία από πλευράς έρευνας και ευαισθητοποίησης των Δυτικών χωρών στον επερχόμενο κίνδυνο. Ήταν αρκετά βολικό να παρατηρούν οι επιστημονικές κοινότητες το φαινόμενο ως ένα γραφικό πολιτιστικό σύνδρομο, ιδιάζον και ακμάζον αποκλειστικά στην Άπω Ανατολή. Το Διαδίκτυο είχε προαχθεί ως το μέσο το οποίο θα επιλύσει καθημερινά προβλήματα, θα διευκολύνει τη ζωή μας και 11
θα δώσει θέσεις εργασίας. Αυτή η θέαση ήταν δύσκολο να είναι συμβατή με τη πιθανότητα ύπαρξης και κινδύνων, σε μία τυπικά Δυτική, δυϊστική λογική. Σποραδικές έρευνες σε πληθυσμούς ευκαιρίας, με ad hoc ερευνητικά εργαλεία και ορολογία η οποία κινείτο ανάμεσα σε δύο άκρα ( εθισμός και υπερβολή ), απλά περιορίζονταν σε αναφορές χωρίς πραγματικό αντίκτυπο στις επίσημες Ψυχιατρικές και Ψυχολογικές ταξινομήσεις. Τη τελευταία δεκαετία όμως το τοπίο σταδιακά άλλαξε. Κυρίαρχο ρόλο σε αυτό διαδραμάτισε όχι η αποδοχή της ερευνητικής κοινότητας αλλά η έκδηλη ανάγκη αντιμετώπισης των ακραίων εκφάνσεων της διαταραχής, οι οποίες ολοένα και αυξάνονταν. Πρόκειται για μία πορεία ανάλογη στην ουσία άλλων σοβαρών ψυχικών διαταραχών και εθιστικών συμπεριφορών, όπου η κοινωνική ανάγκη έθεσε μεγάλη πίεση στην επιστημονική κοινότητα, θέτοντας την προ των ευθυνών της. Ζώντας αυτή τη πορεία εκ των έσω από το 2007, θεωρώ ότι είναι χαρακτηριστική και η πορεία αποδοχής στη χώρα μας. Αρχικά, σε επιστημονικά συνέδρια και εκδηλώσεις στο κοινό, υπήρχε έκδηλος σκεπτικισμός και περιθωριοποίηση. Πάντα δε υπήρχαν φωνές οι οποίες αντιδρούσαν θεωρώντας ότι το φαινόμενο στην ουσία δεν υφίσταται, παρά πρόκειται περί μίας προσπάθειας ψυχιατρικοποίησης των πάντων, ή μία καμπάνια φόβου από τεχνοφοβικούς ανθρώπους οι οποίοι θα ήταν το ίδιο αρνητικοί στην εισαγωγή της τηλεόρασης πριν 40 χρόνια, του ραδιοφώνου πριν 70 χρόνια, ακόμη και του βιβλίου πριν 400 χρόνια. Σταδιακά, αυτές οι φωνές ελαττώνονταν σε αριθμό και ένταση, αλλά το κυριότερο, ελαττώνονταν η ανοχή του υπόλοιπου κοινού σε αυτές. Πλέον το 2010 αντιλήφθηκα στα πλαίσια ενός διεθνούς συνεδρίου Αναπτυξιακής Ψυχολογίας ότι δεν χρειάζονταν καν να επιχειρηματολογήσω υπέρ των θέσεων μου εις μάκρος το υπόλοιπο κοινό της παρουσίασης αντιδρούσε άμεσα σε αυτούς που δυσπιστούσαν. Θυμάμαι βέβαια ακόμα την αντίδραση ενός Αυστραλού Καθηγητή Ψυχιατρικής ο οποίος έτυχε να συμμετέχει σε κοινή τράπεζα Ψυχιατρικού Συνεδρίου το 2012, σε πρώιμη παρουσίαση του κλινικού έργου το οποίο παρατίθεται με λεπτομέρειες στη παρούσα διατριβή: παρόλο που δεν μπορούσε να αμφισβητήσει ευθέως τα λεγόμενα, παρατήρησε ότι δεν είναι τόσο σοβαρό το πρόβλημα νέων ανθρώπων με τα διαδικτυακά παιχνίδια (που να απαιτεί εξειδικευμένη παρέμβαση), εγώ για παράδειγμα απλά πλήρωσα το γιο μου 400$ Αυστραλίας και μου πούλησε το χαρακτήρα που είχε στο παιχνίδι (οπότε και το σταμάτησε). Θυμάμαι ότι τότε γύρισα στον Αν.Καθηγητή Ψυχιατρικής 12
Γ.Γαρύφαλλο και παρατήρησα αυθόρμητα: «Αυτό είναι λίγο σαν να αγοράζεις πίσω τη ναρκωτική ουσία από το παιδί σου». Εύχομαι όλα να πήγαν καλά για το γιο του συγκεκριμένου ανθρώπου. Η ενασχόληση μου με το νέο ερευνητικό αντικείμενο της εξάρτησης από την τεχνολογία ξεκίνησε το 2007, με αφορμή την αρχή μίας συνεργασίας με τον συνάδελφο και μετέπειτα καλό φίλο Κωνσταντίνο Σιώμο, ο οποίος είχε μόλις ολοκληρώσει τη δική του διδακτορική διατριβή στο αντικείμενο. Έχοντας τριβή με τους Η/Υ και το Διαδίκτυο από την ηλικία των δέκα ετών, αρχικά η σύνδεση αυτών των θετικών μέσων με το φαινόμενο του εθισμού, φαίνονταν παράταιρη. Όπως όμως διδάχθηκα στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Μεθοδολογίας Ιατρικής Έρευνας του Τμήματος Ιατρικής, πάντα οφείλουμε να εξετάζουμε τα δεδομένα και να μην βασιζόμαστε απλά στις δικές μας απόψεις και προκαταλήψεις. Διαπίστωσα λοιπόν ότι όντως, το πρόβλημα υπήρχε. Ξεκίνησε από εκείνο το σημείο μία πορεία που συνεχίζεται και σήμερα, με φυσικό σταθμό την εκπόνηση της παρούσης διδακτορικής διατριβής. Πρώτος σταθμός ήταν η συμμετοχή μου στην ίδρυση της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης της Διαταραχής Εθισμού στο Διαδίκτυο το 2008, στην οποία και τυγχάνω τη παρούσα χρονική περίοδο αντιπρόεδρος του Δ.Σ. Υπό τη προεδρία του Δρ. Κωνσταντίνου Σιώμου, η Εταιρεία μας έχει συμβάλλει στο διεθνή διάλογο ως προς το νέο ερευνητικό πεδίο και την ευαισθητοποίηση της κοινότητας με πλήθος ερευνητικών προσπαθειών, διεθνών δημοσιεύσεων, τριών Πανελληνίων Διεπιστημονικών Συνεδρίων και πλείστων ανοικτών ομιλιών στο κοινό. Ευελπιστώ ότι στο μέλλον θα συνεχιστεί απρόσκοπτα η κοινή προσπάθεια όλων μας, με ανάλογο θετικό κοινωνικό αντίκτυπο. Η εκπόνηση αυτής της διδακτορικής διατριβής κατέστη εφικτή με την δημιουργία της Συμβουλευτικής υπηρεσίας φοιτητών προς αντιμετώπιση της παθολογικής χρήσης Η/Υ & Διαδικτύου, υπό την σκέπη της Β Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής κλινικής του Α.Π.Θ. Οι δύο άνθρωποι που στήριξαν διαχρονικά αυτή τη προσπάθεια με τίμησαν και με την εμπιστοσύνη τους στο σχεδιασμό και εκπόνηση της διατριβής. Ο Ομότιμος πλέον Καθηγητής Ψυχιατρικής, Ιωάννης Γκιουζέπας, ήταν από τη πρώτη στιγμή πρόθυμος να συμβάλλει και να υποστηρίξει την ιδέα και την προσπάθεια ενός νέου ειδικευόμενου τότε, κάτι που καταδεικνύει και το γενικότερο κλίμα υποστήριξης σε όλους τους νέους συναδέλφους που διαπνέει διαχρονικά αυτή τη Κλινική. Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής και νυν 13
Διευθυντής της Κλινικής, Γεώργιος Γαρύφαλλος, με τίμησε με την εμπιστοσύνη του στην ανάθεση αυτού του θέματος και στη συνέχιση της στήριξης στην Συμβουλευτική Υπηρεσία, όντας πάντα διαθέσιμος σε οποιαδήποτε ανάγκη και ερώτηση. Και οι δύο αυτοί έμπειροι ακαδημαϊκοί μου έδωσαν, με την αμέριστη στήριξη και ενθάρρυνση τους, την απαραίτητη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μου ώστε να φέρω εις πέρας την μακροχρόνια αυτή προσπάθεια, η οποία συμπεριλαμβάνει και σημαντικό κλινικό έργο. Για τη συμβολή τους στην εκπόνηση της παρούσας διδακτορικής διατριβής, θα ήθελα ακόμη να εκφράσω τις ειλικρινείς και θερμές μου ευχαριστίες: Στην Καθηγήτρια Ψυχολογίας και Πρόεδρου του Τμήματος Ψυχολογίας Α.Π.Θ, Αριάδνη Στογιαννίδου, η οποία στήριξε την ευρύτερη προσπάθεια της Εταιρείας αλλά και εμένα προσωπικά με την αποδοχή της πρότασης μου ως προς τη συμμετοχή της στη τριμελή συμβουλευτική επιτροπή της διατριβής. Η εμπιστοσύνη με την οποία περιέβαλε και τις δύο αυτές προσπάθειες, μας στήριξε πρωτίστως ηθικά αλλά και πρακτικά με τις ακαδημαϊκές ιδιότητες της και το αναγνωρισμένο ερευνητικό της κύρος. Στους Καθηγητές Ψυχιατρικής Κωνσταντίνο Φωκά και Ιωάννη Νηματούδη, Διευθυντές της Α' και Γ' Ψυχιατρικών Κλινικών του Α.Π.Θ αντίστοιχα, καθώς και τους Αναπληρωτές Καθηγητές Ιωάννη Διακογιάννη και Βασίλειο-Παντελεήμονα Μποζίκα, για τη συμμετοχή τους στην επταμελή εξεταστική επιτροπή και τις παρατηρήσεις τους, οι οποίες συνέβαλλαν στη βελτίωση της τελικής μορφής της παρούσας διδακτορικής διατριβής. Στον φίλο και συνεργάτη Δρ.Κωνσταντίνο Σιώμο για την ειλικρινή ανταλλαγή ιδεών, κατευθύνσεων και σχολίων όλο αυτό το χρονικό διάστημα, καθώς και την ενθάρρυνση και υποστήριξη. Στους ειδικευομένους Ψυχιατρικής Διομήδη Αντωνιάδη και Αλέξη Σαρηγιαννίδη, για τη βοήθεια τους στην συλλογή των ερευνητικών δεδομένων από τον μη-κλινικό πληθυσμό φοιτητών. Τέλος, σε όλους τους συμμετέχοντες στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Β Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής, οι οποίοι ανιδιοτελώς και με μεγάλο ενθουσιασμό συνέβαλλαν στο να αποκτήσω τις απαραίτητες κλινικές δεξιότητες, ώστε να φέρω εις πέρας της παρούσα προσπάθεια αλλά και να λειτουργώ με επάρκεια στην επαγγελματική μου ζωή. 14
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 15
16
A. ΕΙΣΑΓΩΓΗ A.1. Ιστορική αναδρομή Το έτος 2013 σχεδόν το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού είναι διασυνδεδεμένο στο Διαδίκτυο 1. Σε μία σύγχρονη κοινωνία οι δυνατότητες διασύνδεσης είναι πολλαπλές, καθώς δίνονται από μια πλειάδα τεχνολογικών συσκευών, και η ραγδαία εξάπλωση του Διαδικτύου εξηγείται από την χρηστικότητα του καθώς και τη δυναμική του να απλοποιεί τη καθημερινότητα μας. Παρόλα αυτά, υπάρχουν αναφορές ανθρώπων που δείχνουν να χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο και τα συναφή σύγχρονα τεχνολογικά μέσα (ηλεκτρονικοί υπολογιστές διαφόρων τύπων και μεγεθών Η/Υ, έξυπνα κινητά τηλέφωνα, κ.α.) με τρόπο που περιορίζει τελικά τη λειτουργικότητα τους στο κοινωνικό σύνολο 2,3. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 διαφάνηκε ότι η χρήση Η/Υ διαφέρει από τη χρήση ενός ακόμη εργαλείου προς την επίτευξη ενός σκοπού, στα πρότυπα που επικράτησαν στο τεχνολογικό πολιτισμό από τη Λίθινη εποχή. Στο κλασικό σύγγραμμα The Second Self, η πρωτοπόρος ερευνήτρια των κοινωνικών επιπτώσεων της νέας τεχνολογίας, νυν καθηγήτρια του Μ.Ι.Τ, Δρ.Shirley Turkle, περιέγραψε μία υποκουλτούρα προγραμματιστών Η/Υ οι οποίοι ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένοι σε ένα τεχνητό περιβάλλον. Ο στόχος τους δεν ήταν η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που τους παρείχε η νέα τεχνολογία, παρά η διάδραση με τον Η/Υ 4. Ο όρος εθισμός στον Η/Υ (computer addiction) εισήχθη από την Shotton 5 ώστε να περιγράψει μία ομάδα ανθρώπων οι οποίοι κατ επάγγελμα ανέπτυσσαν τη ψηφιακή τεχνολογία, όμως είχαν αφοσιωθεί σε τέτοιο βαθμό στις δραστηριότητες τους στο εργαστήριο, ώστε να παραμελούν την οικογένεια και τους φίλους τους. Ο όρος που χρησιμοποιείται από τη δεκαετία του 1990 ώστε να περιγραφούν ακραίες περιπτώσεις υπέρμετρης χρήσης του Διαδικτύου (Υ.Χ.Δ) είναι ο όρος Διαταραχή Εθισμού στο Διαδίκτυο (Internet Addiction Disorder I.A.D). Αυτός ο όρος αρχικά εμφανίστηκε ως ένα ευφυολόγημα σε μία ιστοσελίδα που διαχειρίζονταν ο Αμερικανός Ψυχίατρος Ivan Goldberg, απευθυνόμενος σε επαγγελματίες Ψυχικής Υγείας. Ο στόχος ήταν να διεκτραγωδήσει την πρακτική διάγνωσης της παθολογικής ενασχόλησης με το τζόγο βάση της λίστας σημείων και συμπτωμάτων που προτείνονταν στη τότε πρόσφατη τρίτη αναθεώρηση του διαγνωστικού εγχειρίδιου της Αμερικανικής 17
Ψυχιατρικής Ένωσης το σκεπτικό που προσπαθούσε να μεταδώσει ήταν ότι εφόσον κάποιος διαγιγνώσκει τον παθολογικό τζόγο με βάση αυτά τα κριτήρια, τότε χρησιμοποιώντας αντίστοιχα κριτήρια θα μπορούσε δυνητικά να διαγνώσει παθολογική ενασχόληση με οιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Με έκπληξη του όμως ο συνάδελφος έλαβε πολλές απαντήσεις από αναγνώστες του, οι οποίοι αναγνώρισαν στον εαυτό τους ένα σημαντικό αριθμό από τα υποθετικά αυτά κριτήρια 6. Η σταδιακή αποδοχή του όρου εθισμός στο Διαδίκτυο από την επιστημονική κοινότητα προέρχεται από την πρωτοποριακή ερευνητική προσπάθεια της ψυχολόγου Δρ. Kimberly Young 2. Από εκείνη τη χρονική στιγμή (1996) όπου και αναφέρθηκαν οι πρώτες κλινικές περιπτώσεις έως σήμερα, το ερευνητικό ενδιαφέρον αυξήθηκε κατακόρυφα σχετική αναζήτηση στην μηχανή αναζήτησης της Αμερικανικής Εθνικής Βιβλιοθήκης Επιστημών (NLM/PubMed) με τη χρήση των όρων που χρησιμοποιούνται συχνότερα ώστε να περιγράψουν περιπτώσεις Υ.Χ.Δ (εθισμός - addiction, εξάρτηση - dependence, κατάχρηση - abuse, καταναγκαστική χρήση - compulsive use, υπερενασχόληση - overindulgence, υπέρμετρη / υπερβολική / παθολογική / προβληματική χρήση - overuse / excessive / pathological / problematic use ) απέδωσε 498 αποτελέσματα τη περίοδο συγγραφής αυτού του κειμένου. Αυτό το ολοένα αυξανόμενο ερευνητικό ενδιαφέρον, καθώς και κλινικό υλικό, οδήγησε στο να ληφθεί σοβαρά υπόψη η πιθανότητα να συμπεριληφθεί η οντότητα στη νέα, πέμπτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ένωσης (DSM-5) 7, όπως θα αναλυθεί παρακάτω. 18
A.2. Ορολογία και ταξινόμηση των διαστάσεων της υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου Η εισαγωγή του όρου εθισμός στο Διαδίκτυο ήταν μία περίπτωση όπου η κλινική ανάγκη προηγήθηκε της κλινικής έρευνας. Κατά συνέπεια αναπτύχθηκε ένας προβληματισμός γύρω από σημαντικά ερωτήματα που αφορούσαν τη κατηγοριοποίηση της προτεινόμενης διαταραχής αρχικά, εάν και κατά πόσο η νέα αυτή έννοια μπορεί να ενταχθεί ως μία πρωταρχική διαταραχή και δεν πρόκειται για μία συνέπεια άλλων υποκείμενων διαταραχών (όπως π.χ κατάθλιψη ή κάποια αγχώδης διαταραχή), και κατά δεύτερο λόγο, εάν μπορούμε να αναφερόμαστε σε ενιαία διαταραχή που να συμπεριλαμβάνει ένα πλήθος διαφορετικών διαδικτυακών δραστηριοτήτων ή θα πρέπει να εστιαστεί η μελέτη σε συγκεκριμένες δραστηριότητες 8. Επιπλέον, αν δεχτούμε ότι πρόκειται για μία συγκεκριμένη παθολογική οντότητα, τότε θα ήταν πρέπον να κατηγοριοποιηθεί στο λεγόμενο φάσμα των ψυχαναγκαστικών / καταναγκαστικών διαταραχών (OCD spectrum) 9 ή με άλλους επονομαζόμενους συμπεριφορικούς εθισμούς, όπως ο παθολογικός τζόγος; 10. Τέλος, πως μπορεί να ποσοτικοποιηθεί και να σταδιοποιηθεί η ένταση των συμπτωμάτων αυτής της διαταραχής ώστε να διακρινόνται οι υποκλινικές από τις κλινικές περιπτώσεις; Το τελευταίο ερώτημα έχει ιδιάζουσα σημασία καθώς σε αντίθεση με μία διαταραχή εθισμού (ή χρήσης) ψυχοτρόπου ουσίας, το Διαδίκτυο χρησιμοποιείται ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς από άτομα κάθε ηλικίας. Τα προτεινόμενα κριτήρια για τον ορισμό της Διαταραχής Εθισμού στο Διαδίκτυο από τη K. Young το 1996 2, προήρχοντο από την προσαρμογή των κριτηρίων διάγνωσης παθολογικού τζόγου κατά DSM-IV. Η πρώτη αυτή εννοιολογική προσέγγιση σύνδεσε τις δύο αυτές συμπεριφορές, χωρίς όμως να απαντήσει ουσιαστικά στα υποβόσκοντα ερωτήματα, ενδεχομένως και επειδή η θέση του παθολογικού τζόγου στη Ψυχιατρική ταξινόμηση ήταν υπό αντίστοιχη διερεύνηση εκείνη τη χρονική περίοδο. Είναι απαραίτητη όμως μία σύντομη παρουσίαση του όρου συμπεριφορικός εθισμός εάν πρόκειται να δεχτούμε την ένταξη αυτών των φαινομένων υπό τη σκέπη του. 19
A.2.1. Συμπεριφορικός εθισμός Απεικονιστικές μελέτες έχουν καταδείξει ότι υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες μεταξύ των αποκρίσεων του εγκεφάλου στα ερεθίσματα εθιστικής συμπεριφοράς ασχέτως αν αυτά προέρχονται από χρήση χημικών ουσιών ή από άλλες συμπεριφορές στις οποίες δεν ενέχονται ψυχότροπες ουσίες 11. Οι παραλληλισμοί αυτοί κατέστησαν αναγκαία την ύπαρξη μίας ταξινόμησης η οποία δεν θα εξαρτάται από το μέσο το οποίο επάγει την εκάστοτε συμπεριφορά αλλά από τον ψυχολογικό αντίκτυπο και επίδραση της εν λόγω συμπεριφοράς στο άτομο. Κατά τον Griffiths τα κριτήρια των συμπεριφορικών εθισμών είναι τα ακόλουθα 12 Ευφορία κατά τη διάρκεια άσκησης της συμπεριφοράς. Ανοχή, με το άτομο να χρειάζεται να αυξήσει τη συχνότητα της δραστηριότητας ώστε να συνεχίσει να βιώνει ανάλογη κατάσταση ευφορίας. Συμπτώματα συνδεόμενα με την στέρηση της δραστηριότητας (αρνητικά συναισθήματα ή σωματική δυσφορία). Αποτυχία προσπαθειών ελάττωσης της δυσλειτουργικής συμπεριφοράς και επανάκαμψη της με την ίδια ένταση. Σύγκρουση (conflict) εκφραζόμενη με ένα τουλάχιστο από τα παρακάτω: o Διαπροσωπική σύγκρουση ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας. o Ενδοψυχική σύγκρουση, όπου η εσωτερική σύγκρουση προκύπτει από την έκδηλη συμπεριφορά του εαυτού. o Σύγκρουση με άλλες δραστηριότητες όταν η εθιστική συμπεριφορά προτιμάται έναντι της εργασίας ή της κοινωνικοποίησης. Προεξάρχουσα θέση στη ζωή του ατόμου, διακρινόμενη σε: o Συμπεριφορική (behavioral salience) Η συγκεκριμένη συμπεριφορά αποκτά κυρίαρχο ρόλο στη ζωή του ατόμου. o Γνωστική (cognitive salience) Η συμπεριφορά αποκτά κυρίαρχο ρόλο στη ψυχική ζωή του ατόμου. Ο συμπεριφορικός εθισμός συχνά συγχέεται με τον υψηλό βαθμό εμπλοκής ( high engagement ) με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Ο υψηλός βαθμός εμπλοκής, σε σύγκριση με τον εθισμό, δεν διακρίνεται από μικρότερο βαθμό ενασχόλησης με όρους χρονικής διάρκειας αλλά από το ότι οι αρνητικές συνέπειες είναι 20
απούσες και από το ότι δεν σημειώνεται τάση του ατόμου να επαναλάβει τη συμπεριφορά ώστε να απαλύνει τυχόν δυσφορία που νιώθει όταν τη διακόπτει. Αντίθετα, το άτομο με υψηλό βαθμό εμπλοκής προβαίνει στη δραστηριότητα επειδή τη βρίσκει ευχάριστη. Ο υψηλός βαθμός εμπλοκής στη χρήση Η/Υ και Διαδικτύου λ.χ, μπορεί να είναι μία θετική ιδιότητα, ειδικά καθώς η πρόσκτηση αυτής της γνώσης προάγεται κοινωνικά ως απαραίτητη ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία μάθησης επαγγελματικών δεξιοτήτων. Η διάκριση της υπέρμετρης και παθολογικής χρήσης της νέας τεχνολογίας από τον υψηλό βαθμό εμπλοκής (engagement) με αυτές αναδείχτηκε ως σημαντικός προβληματισμός των ερευνητών. Οι Charlton και Danforth 13. κατέδειξαν ερευνητικά ότι τα κεντρικά κριτήρια στη κατηγοριοποίηση των εθιστικών συμπεριφορών σχετιζόμενων με δραστηριότητες χρήσης του Η/Υ είναι τα κριτήρια της αποτυχίας προσπαθειών μείωσης της χρήσης, της σύγκρουσης (με οιαδήποτε από τις εκφράσεις που προαναφέρθηκαν) και της συμπεριφορικής ειδικά κυριαρχίας στη ζωή του ατόμου. Κατ αυτό τον τρόπο συνδέθηκε η έννοια του εθισμού στο Διαδίκτυο με την δημιουργία ενός γενικότερου όρου, του τεχνολογικού εθισμού technological addiction, ο οποίος αποδίδει προβληματικά μοτίβα χρήσης τεχνολογικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων των Η/Υ και του Διαδικτύου 14,15. Ο τεχνολογικός εθισμός είναι μη-χημικός, συμπεριφορικός εθισμός που περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση ανθρώπου μηχανής 12. Αντίστοιχα θεωρούμε τον εθισμό στο Διαδίκτυο ως έναν υπότυπο τεχνολογικού εθισμού και την ακραία έκφραση υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου. A.2.2. Ταξινομικές προσεγγίσεις υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου Ένας αριθμός ερευνητών πρότεινε σειρές κριτηρίων διάγνωσης εθισμού σε Η/Υ και το Διαδίκτυο, με κύριο γνώμονα τις δυσμενείς επιπτώσεις στη ζωή του ασθενή λόγω της προτεραιότητας στη ζωή του που έχει λάβει η ενασχόληση με αυτά έναντι των άλλων ασχολιών του 16-18. Οι προσπάθειες αυτές ήταν στο πνεύμα των διαγνωστικών προσεγγίσεων της ψυχικής νόσου που εδραιώθηκαν με τη τρίτη έκδοση του διαγνωστικού εγχειριδίου της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας. Η πλέον ενδιαφέρουσα οργανωμένη ερευνητική προσπάθεια ώστε να διακριβωθούν διαγνωστικά κριτήρια εθισμού στο Διαδίκτυο είναι αυτή των Tao και συνεργατών 19. Οι 21
ερευνητές προχώρησαν σε συστηματική αξιολόγηση 110 ασθενών που εισήχθησαν σε θεραπευτικό κέντρο του Πεκίνου με σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητας τους λόγω της χρήσης Διαδικτύου ώστε να ταυτοποιήσουν μία αρχική επιλογή 8 υποψήφιων διαγνωστικών κριτηρίων. Στη συνέχεια τα εφάρμοσαν σε δείγμα 408 ασθενών και ακολούθησαν την εξέλιξη 353 εξ αυτών μετά από ένα έτος οπότε και έγινε η τελική διαμόρφωση της πρότασης των ερευνητών. Στο τελικό στάδιο αξιολογήθηκε η αξιοπιστία των κριτηρίων σε τυχαίο δείγμα 417 μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και 150 ασθενών, με άριστα αποτελέσματα. Ο τελικός ορισμός διαγνωστικών κριτηρίων του εθισμού στο Διαδίκτυο, όπως πρότειναν οι ερευνητές, αφορά τέσσερα ευρύτερα πεδία: 1. Κριτήριο κλινικών συμπτωμάτων Απαιτείται η παρουσία όλων των παρακάτω: Υπερενασχόληση με δραστηριότητες στο Διαδίκτυο Εκδήλωση συμπτωμάτων απόσυρσης (όπως δυσφορία, άγχος, ευερεθιστότητα και ανία μετά από αρκετές ημέρες χωρίς δραστηριότητα στο Διαδίκτυο) Και τουλάχιστο ενός από τα παρακάτω: Εκδήλωση ανοχής εμφανής αύξηση της διάρκειας χρήσης του Διαδικτύου που χρειάζεται ώστε το άτομο να φτάσει μία κατάσταση ικανοποίησης Επανειλημμένη αποτυχία να ελεγχθεί, μειωθεί ή διακοπεί η χρήση του Διαδικτύου Συνεχιζόμενη υπέρμετρη χρήση του Διαδικτύου παρά τη γνώση ύπαρξης σωματικών ή ψυχολογικών προβλημάτων που είναι πιθανό να προέκυψαν ή να ενισχύθηκαν από τη χρήση του Διαδικτύου Απώλεια ενδιαφερόντων, προηγούμενων προσφιλών ενασχολήσεων και διασκέδασης ως άμεσο αποτέλεσμα, και εξαιρούμενης της, χρήσης Διαδικτύου Χρήση του Διαδικτύου ώστε να διαφύγει ή να βρει ανακούφιση από μία δυσφορική αίσθηση (π.χ αισθήματα αβοηθησίας, ενοχής, άγχους) 2. Κριτήριο αποκλεισμού Η υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου δεν εξηγείται καλύτερα από την ύπαρξη ψυχωτικής διαταραχής ή Διπολικής διαταραχής τύπου Ι 22
3. Κριτήριο κλινικά σημαντικής έκπτωσης της λειτουργικότητας Λειτουργικά ελλείμματα (ελάττωση της δυνατότητας προς κοινωνική, μαθησιακή ή εργασιακή δραστηριοποίηση) συμπεριλαμβανομένης της απώλειας μίας σημαντικής σχέσης, εργασιακής, εκπαιδευτικής ή επαγγελματικής ευκαιρίας. 4. Κριτήριο κλινικής πορείας στο χρόνο Η διάρκεια του εθισμού στο Διαδίκτυο πρέπει να είναι πλέον των 3 μηνών με τουλάχιστο 6 ώρες χρήση Διαδικτύου ημερησίως (πέραν της εργασιακής / ακαδημαϊκής χρήσης) Τα παραπάνω κριτήρια δίνουν μία πλήρη εικόνα των κυριότερων παραμέτρων που υπεισέρχονται στο κλινικό πρόβλημα διάγνωσης καταστάσεων εθισμού στο Διαδίκτυο, όπου ως εθισμό θα δεχτούμε την ακραία κατάσταση υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου. Δυστυχώς η χρήση πολλαπλών όρων χωρίς σαφές εννοιολογικό πλαίσιο (παθολογική χρήση, προβληματική χρήση, υπέρμετρη χρήση, καταναγκαστική χρήση, κοκ) δημιουργεί αναπόφευκτα σύγχυση στον μελετητή και αντανακλά το πρώιμο στάδιο της έρευνας στο πεδίο. Δεχόμενοι δε ότι το μέσο του Διαδικτύου είναι μεν ένα απαραίτητο εργαλείο στη καθημερινότητα μας, υπάρχει δε η πιθανότητα να εμφανιστεί και μια ακραία κατάσταση υπέρμετρης χρήσης του, συμπεραίνουμε ότι πρέπει να υπάρχουν και ενδιάμεσες (υποκλινικές) καταστάσεις. Μία πρόσφατη πρόταση ώστε να διευκολυνθεί η ανταλλαγή επιστημονικών δεδομένων στο πεδίο ακολουθεί τα ταξινομικά κριτήρια των εθισμών σε χημικές ουσίες 20. Α. Τυπική χρήση Διαδικτύου Η καλοήθης χρήση είτε σε εργασιακό περιβάλλον είτε για λόγους αναψυχής. Η χρήση Διαδικτύου τυπικά δεν θα οδηγήσει στη κατάχρηση του, αλλά μας προειδοποιεί για τη πιθανότητα ανάπτυξης προβληματικής χρήσης σε άτομο με υπάρχουσες συναισθηματικές δυσκολίες και στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής και ταυτότητας. Β. Προβληματική χρήση Διαδικτύου Η χρήση όπου δεν εξυπηρετείται κάποιος συγκεκριμένος σκοπός, παρά αποτελεί αυτοσκοπό, και η οποία μπορεί να μην οδηγήσει στη κατάχρηση, όμως καταδεικνύει μία τάση 23
παρεκτροπής στη χρήση, προειδοποιώντας για πιθανή κατάχρηση. Γ. Κατάχρηση Διαδικτύου Ένα δυσπροσαρμοστικό, επαναλαμβανόμενο μοτίβο χρήσης που οδηγεί σε σημαντική έκπτωση λειτουργικότητας ή γενικευμένης δυσφορίας κατά τη διάρκεια μίας δωδεκάμηνης περιόδου όπως καταδεικνύεται από: αποτυχία να διεκπεραιωθούν σημαντικές ευθύνες στην εργασία, σχολείο ή σπίτι κοινωνικά και διαπροσωπικά προβλήματα. χρήση σε καταστάσεις στις οποίες παρατηρούνται αρνητικές σωματικές συνέπειες (π.χ ελλιπή σίτιση, ύπνος, κοκ) προβλήματα με το νόμο Με άλλα λόγια η κατάχρηση αναφέρεται στη χρήση σε τέτοια ποσότητα χρόνου και συχνότητα ώστε να είναι επικίνδυνη στο συγκεκριμένο άτομο και ενδεχομένως στα άτομα με τα οποία διατηρεί σχέσεις. Είναι πολύ δύσκολο να διαχωριστούν άτομα που κάνουν χρήση από άτομα που κάνουν προβληματική χρήση ή κατάχρηση. Δ. Εξάρτηση από το Διαδίκτυο Μία χρόνια, προοδευτική ασθένεια που συμπεριλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία: τη καταναγκαστική χρήση του Διαδικτύου που ενέχει την απώλεια ελέγχου και τη συνέχιση της χρήσης παρά τις δυσμενείς συνέπειες. Η διάγνωση της εξάρτησης απαιτεί ότι κατά τη διάρκεια ενός δωδεκαμήνου τουλάχιστο τρία από τα ακόλουθα γεγονότα συμβαίνουν παράλληλα: η ανάπτυξη ανοχής (είτε μία ανάγκη αύξησης της ενασχόλησης ώστε να επιτευχθεί η ίδια ψυχοτρόπος επίδραση, είτε μία ελάττωση της επίδρασης της τυπικής ενασχόλησης), συμπτώματα στέρησης (ψυχική δυσφορία και ψυχοσωματικές οχλήσεις), η χρήση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από όσο ήταν η αρχική πρόθεση του χρήστη, 24
η επίμονη επιθυμία ή οι ανεπιτυχείς προσπάθειες να μειωθεί ή να ελεγχθεί η χρήση, η αφιέρωση πολύ χρόνου στην ανεύρεση και βελτίωση συναφών τεχνικών μέσων ή γενικότερα τρόπου να συνδεθεί στο Διαδίκτυο, η παραίτηση από σημαντικές κοινωνικές, επαγγελματικές ή δραστηριότητες αναψυχής ώστε να γίνει η χρήση του Διαδικτύου και η συνέχιση της χρήσης παρά τη γνώση ότι υπάρχουν επίμονα ή επαναλαμβανόμενα βιολογικά ή ψυχολογικά προβλήματα τα οποία προκλήθηκαν ή επιδεινώθηκαν από τη χρήση. Ε. Εθισμός στο Διαδίκτυο Πρόκειται για περίπτωση που πληροί τα κριτήρια της εξάρτησης όπου όμως πλέον είναι η συνήθης συμπεριφορά για τον χρήστη και υπάρχει σοβαρή βαρύτητα. Ο εθισμένος λαχταρά να χρησιμοποιήσει το Διαδίκτυο με συγκεκριμένους τρόπους, χρονικό διάστημα και συχνότητα τα οποία είναι επικίνδυνα για τον ίδιο και ενδεχόμενα για αυτούς με τους οποίους έχει σχέσεις (π.χ περιπτώσεις ακραίας παραμέλησης των αναγκών του εαυτού ή συγγενικών προσώπων). Τα παραπάνω προτεινόμενα κριτήρια καθώς βασίζονται στην ορολογία των χημικών εθισμών δεν αποκλείουν την σύγχρονη ύπαρξη άλλων Ψυχιατρικών νοσολογικών οντοτήτων και δεν επεκτείνονται στην αιτιολογία της νέας διαταραχής, προϋποθέτοντας όμως την ύπαρξη παραγόντων κινδύνου οι οποίοι μπορεί να είναι χαρακτηριολογικοί καθώς και τη πιθανότητα να συμβάλλουν ψυχοπιεστικές καταστάσεις καθώς και συναισθηματικές διαταραχές στην έκφραση του φαινομένου. Η διερεύνηση αυτών των παραγόντων αποτελεί ένα νέο και πολυσύνθετο πεδίο έρευνας. Στη συνέχεια θα αναλυθεί η προσέγγιση που επέλεξε η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία ώστε να περιγράψει τη νέα διαταραχή. Σημείωση ως προς τη χρησιμοποιούμενη ορολογία Λόγω της έλλειψης τόσο επίσημων διαγνωστικών κριτηρίων, καθώς και κοινά αποδεκτής ονομασίας του κλινικού συνδρόμου που χαρακτηρίζεται από υπέρμετρη χρήση Η/Υ ή Διαδικτύου, παρατηρείται σημαντική ανομοιογένεια μεταξύ των ερευνών που δημοσιεύονται στη βιβλιογραφία. Στη συνέχεια πρόκειται να χρησιμοποιηθεί στην ανασκόπηση σε κάθε περίπτωση η ορολογία 25
της συγκεκριμένης έρευνας ούτως ώστε να μην υπάρχουν επιπτώσεις στην απόδοση του νοήματος. Στο ειδικό μέρος της μελέτης θα χρησιμοποιηθεί ο γενικός όρος της υπέρμετρης χρήσης Η/Υ ή/και Διαδικτύου προς περιγραφή του γενικού φαινομένου ενώ ο όρος του «εθισμού στο Διαδίκτυο» θα χρησιμοποιηθεί μόνο σε περιπτώσεις κλινικά διαγνωσμένων περιστατικών. A.2.3. Η Διαταραχή Διαδικτυακού Ηλεκτρονικού Παιχνιδιού (Internet Gaming Disorder) Σταθμό στη πορεία ανάδειξης του προβλήματος υπέρμετρης χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου αποτελεί η πρόσφατη απόφαση της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας να συμπεριληφθεί στην πέμπτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5) 21 η Διαταραχή Διαδικτυακού Ηλεκτρονικού Παιχνιδιού (Internet Gaming Disorder). Η προτεινόμενη νέα διαταραχή εισήλθε στη τρίτη ενότητα (Section III) ως μία κατάσταση που χρήζει περαιτέρω κλινικής έρευνας και εμπειρίας προτού να μπορεί να κριθεί προς εισαγωγή στο κυρίως κείμενο ως τυπική διαταραχή. Η διαδικασία σύνταξης του νέου εγχειριδίου βασίζονταν στις προτάσεις πολλών ομάδων εργασίας που ανέλαβαν το δύσκολο έργο εξέτασης των νέων εξελίξεων στην έρευνα και τη κλινική εμπειρία που μεσολάβησαν στο διάστημα της 4 ης έκδοσης έως τότε. Μία εκ των ομάδων εργασίας ήταν αυτή της διαταραχής χρήσης ουσιών, αποτελούμενη από 12 μέλη και βοηθούμενη από 20 συμβούλους με αναγνωρισμένη εμπειρία σε σχετικές ειδικότητες. Ένας τομέας στο αντικείμενο αυτής της ομάδος εργασίας ήταν και οι συμπεριφορικοί εθισμοί. Η πορεία και το σκεπτικό των εξελίξεων στο αντικείμενο παρουσιάστηκε σε πρόσφατο άρθρο στο περιοδικό Addiction 22. Η ομάδα εργασίας εξέτασε σε αυτό το αντικείμενο το παθολογικό τζόγο, το διαδικτυακό ηλεκτρονικό παιχνίδι, τη γενική χρήση του Διαδικτύου, τη συμπεριφορά υπερβολικών αγορών, την υπερενασχόληση με εκγύμναση ή εργασία. Οι συμπεριφορές υπέρμετρης διατροφής και σεξουαλικότητας συζητήθηκαν από κοινού με τις ομάδες εργασίας των διατροφικών διαταραχών και σεξουαλικών διαταραχών και συμφωνήθηκε ότι δεν υπάρχουν αρκετά δημοσιευμένα ερευνητικά στοιχεία ώστε να ενταχθούν στη συγκεκριμένη κατηγορία. Η διαταραχή τζόγου (χαρακτηριζόμενη σε προηγούμενες εκδόσεις του DSM ως παθολογικός τζόγος ) ήταν ενταγμένη στις διαταραχές ελέγχου των παρορμήσεων, μη προσδιοριζόμενη αλλιώς (Μ.Π.Α). Λόγω της σημαντικής 26
αλληλοεπικάλυψης με τις διαταραχές χρήσης ουσιών όσο αφορά την αιτιολογία, βιολογία, συννοσηρότητα και θεραπεία, η διαταραχή τζόγου εντάχθηκε στο σχετικό κεφάλαιο του DSM-5 το οποίο και ονομάστηκε Διαταραχές σχετιζόμενες με χρήση ουσιών και εθιστικότητα ( Substance related and addictive disorders ). Με την εξαίρεση της διαταραχής τζόγου και διαδικτυακού ηλεκτρονικού παιχνιδιού η βιβλιογραφία των άλλων προτεινόμενων συμπεριφορικών εθισμών ήταν περιορισμένη, οπότε και καμμία εξ αυτών δεν συμπεριλήφθη στο DSM-5. Όπως σημειώνει στο ενημερωτικό κείμενο η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία 23, «το Διαδίκτυο αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της ζωής πολλών ανθρώπων οι οποίοι και το χρησιμοποιούν ώστε να επικοινωνούν, να παρακολουθούν τις εξελίξεις, στην εργασία τους, κοκ. Όμως πρόσφατες επιστημονικές αναφορές εστίασαν στην υπερενασχόληση που ορισμένοι αναπτύσσουν σε σχέση με συγκεκριμένες πλευρές του Διαδικτύου και ειδικά τα διαδικτυακά παιχνίδια. Οι παίκτες αυτοί παίζουν καταναγκαστικά, αποσυρόμενοι από άλλα ενδιαφέροντα, και οι επίμονη και επαναλαμβανόμενη διαδικτυακή τους ενασχόληση επιφέρει κλινικά σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητας και ψυχικό πόνο. Οι άνθρωποι με αυτή την κατάσταση θέτουν σε κίνδυνο την λειτουργικότητα τους στην εργασία ή τις σπουδές λόγω του χρόνου που ξοδεύουν παίζοντας. Βιώνουν δε συμπτώματα απόσυρσης όταν παρεμποδιστούν από το παιχνίδι.» Όπως σημειώνεται, «μεγάλο ποσοστό της βιβλιογραφίας προέρχεται από δεδομένα Ασιατικών χωρών και αφορά νέους άνδρες. Μελέτης προτείνουν πως όταν αυτά τα άτομα είναι εμβυθισμένα στο τεχνητό περιβάλλον των Διαδικτυακών παιχνιδιών ορισμένες νευροδιαβιβαστικές οδοί στον εγκέφαλο τους ενεργοποιούνται με τον ίδιο άμεσο και έντονο τρόπου που ο εγκέφαλος ενός εθισμένου σε χημικές ναρκωτικές ουσίες επηρεάζεται από την ουσία. Το παιχνίδι προκαλεί μία νευρολογική απόκριση που επιφέρει αισθήματα ευχαρίστησης και ανταμοιβής με το τελικό αποτέλεσμα στις ακραίες περιπτώσεις να εκδηλώνεται ως συμπεριφορά εθισμού». Οι υπεύθυνοι της έκδοσης του DSM-5 καταλήγουν πως «περαιτέρω έρευνα θα οδηγήσει σε ασφαλέστερα συμπεράσματα του κατά πόσο τα προτεινόμενα κριτήρια μπορούν να ανιχνεύσουν με συνέπεια τα μοτίβα υπερβολικού διαδικτυακού παιχνιδιού» και πως «τα κριτήρια αυτά δεν περιλαμβάνουν γενική χρήση του Διαδικτύου, 27
διαδικτυακό τζόγο ή κοινωνικά δίκτυα». Η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία με το να συμπεριλάβει τη νέα διαταραχή στη τρίτη ενότητα του DSM-5 «ελπίζει να ενθαρρύνει την έρευνα διαλεύκανσης του κατά πόσο η κατάσταση αυτή θα έπρεπε να ενταχθεί στο εγχειρίδιο ως μία διαταραχή». Ένα από τα κυριότερα προβλήματα και εμπόδια στην ένταξη της προτεινόμενης διαταραχής όπου και εστίασε η ομάδα εργασίας ήταν αυτό της ασυνέπειας στον ορισμό και της έλλειψης συμφωνίας μεταξύ των ερευνητών στα διαγνωστικά κριτήρια 22. Το τελικό συμπέρασμα ήταν πως δεν υπάρχουν προτυποποιημένα διαγνωστικά κριτήρια τα οποία να εφαρμόζονται στις μελέτες, με άλλες να χρησιμοποιούν συναφή κριτήρια με τις διαταραχές χρήσης ουσιών, άλλες προσαρμοσμένα κριτήρια του παθολογικού τζόγου ή και άλλου είδους. Δεν υπήρχε ακόμη ένα κοινό όριο κατηγοριοποίησης και διάκρισης της παθολογικής από τη φυσιολογική συμπεριφορά. Με αυτά τα δεδομένα ήταν αναμενόμενο τα δεδομένα σχετικά με τον επιπολασμό, την κλινική πορεία της διαταραχής, τη θεραπεία και αξιοπιστία πιθανών βιολογικών δεικτών, να μην είναι καταληκτικά. Κρίθηκε σκόπιμο η ομάδα εργασίας να προτείνει έναν αριθμό κριτηρίων βασιζόμενα στη πρόταση των Tao και συνεργατών 19. Οι ασθενείς πρέπει να πληρούν τουλάχιστο 5 από τα ακόλουθα 9 κριτήρια κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους 21 : Υπερενασχόληση με τα διαδικτυακά ηλεκτρονικά παιχνίδια Ψυχολογικά συμπτώματα στέρησης της συμπεριφοράς ή απόσυρσης από αυτή (π.χ άγχος, ευερεθιστότητα) Ανοχή (η ανάγκη ολοένα να αυξάνεται το χρονικό διάστημα ενασχόλησης με το παιχνίδι) Ανεπιτυχείς προσπάθειες να ελέγξουν ή να οριοθετήσουν την συμμετοχή τους στο παιχνίδι Απώλεια του ενδιαφέροντος σε προηγούμενες προσφιλείς ενασχολήσεις (hobby) Συνεχιζόμενη χρήση παρά τη συνειδητοποίηση του προβλήματος Εξαπάτηση μελών της οικογένειας και/ή θεραπευτών Χρήση των διαδικτυακών ηλεκτρονικών παιχνιδιών ούτως ώστε να διαφύγουν από αρνητική συναισθηματική διάθεση Το να έχει θέσει το άτομο σε κίνδυνο ή και να έχει απωλέσει μία σχέση, εργασία ή εκπαιδευτική ευκαιρία. 28
Σημειώνεται ότι παρόλο που η ονομασία της διαταραχής αναφέρεται σε διαδικτυακά ηλεκτρονικά παιχνίδια, μπορεί να τεθεί και σε περιπτώσεις όπου τα εν λόγω ηλεκτρονικά παιχνίδια δεν παίζονται στο Διαδίκτυο. Δεν αφορούν όμως τα συγκεκριμένα κριτήρια τη γενικότερη χρήση του Διαδικτύου. Όπως είδαμε παραπάνω, η προτεινόμενη κατηγοριοποίηση της διαταραχής Διαδικτυακού παιχνιδιού κατά DSM-5 βασίζεται στην ύπαρξη αριθμού παθογνωμονικών κριτηρίων, με σαφή παραλληλισμό ως προς τα κριτήρια διάγνωσης του παθολογικού τζόγου. Η ονοματοθεσία της νέας διαταραχής αποφεύγει το θεωρητικό σκόπελο της χρήσης όρων από το τομέα της μελέτης του εθισμού αλλά και κάθε συνάφεια με διαταραχές του ψυχαναγκαστικού/ καταναγκαστικού φάσματος. Αυτή η επιλογή αντικατοπτρίζει τις γενικότερες επιλογές που έχουν γίνει στη κατάρτιση της σειράς των διαγνωστικών εγχειριδίων της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ένωσης από το DSM-III και μετέπειτα, επιλογές που αποφεύγουν να εισάγουν αιτιολογικές υποθέσεις στην παθογένεση των διαταραχών, εφόσον δεν υπάρχουν πλήρως διακριβωμένες υποθέσεις, ορίζοντας τις διαταραχές ως δυσλειτουργίες που προκαλούν βλάβη 24. Παρότι αυτή η επιλογή δεν είναι η πλέον ικανοποιητική με απόλυτα κριτήρια, κρίθηκε σκόπιμη καθώς δεν ήταν δυνατό τη δεδομένη χρονική στιγμή να υπάρχει συμφωνία ως προς τη Ψυχιατρική της ταξινόμηση. Αντίθετα, παρουσιάζονταν, όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, μία πλειάδα πιθανών όρων ως προς την ύπαρξη Υ.Χ.Δ. ή ακραίων εκφράσεων της. Ουσιαστικά η επιλογή περιγράφει τις περιπτώσεις αυτές που αφορούν άτομα με σαφείς δυσμενείς επιπτώσεις, το κλινικό δηλαδή άκρο της Υ.Χ.Δ με έμφαση στο διαδικτυακό παιχνίδι, περιπτώσεις οι οποίες στη βιβλιογραφία συνήθως απαντώνται ως περιπτώσεις εθισμού στο διαδικτυακό παιχνίδι. Σε ελάχιστο χρονικό διάστημα από τη δημοσίευση των προθέσεων της ομάδος του DSM-5 εμφανίστηκαν και οι αντίθετες απόψεις ως προς την ορθότητα της απόφασης 25 καθώς και ενστάσεις ως προς τη μεθοδολογική επάρκεια των προτεινόμενων κριτηρίων 26. Οι King και Delfabbro 26 σημειώνουν από την οπτική τους ότι τα προτεινόμενα κριτήρια αποτελούν ένα συγκερασμό μεταξύ της οπτικής της διαταραχής τζόγου και της εξάρτησης από ουσίες καθώς τα 7 από τα 9 ταυτίζονται πρακτικά με κριτήρια της διαταραχής τζόγου και τα 5 με κριτήρια εξάρτησης από ουσίες. Αναρωτιούνται όμως κατά πόσο η μεταφορά κριτηρίων από αυτές τις διαταραχές 29
μπορεί να προσδιορίσει με επάρκεια τη συγκεκριμένη διαταραχή η οποία παρουσιάζει και σαφείς φαινομενολογικές διαφορές. Δεν υπάρχουν στα κριτήρια αυτά κάποια στοιχεία ειδικά για τις συμπεριφορές και τις γνωσίες των παικτών διαδικτυακών παιχνιδιών, όπως π.χ υπάρχει η μοναδική για τον παθολογικό τζόγο έννοια του να προσπαθεί ένας τζογαδόρος να 'ρεφάρει' τις απώλειες του. Άλλη σημαντική διαφορά είναι πως το διαδικτυακό παιχνίδι δεν είναι κοινωνικά κατακριτέο όπως η χρήση ουσιών ή ακόμα και ο τζόγος, κατά συνέπεια οι παίκτες δεν νιώθουν συνήθως την ανάγκη να το κρύψουν, παρά μόνο σε περιπτώσεις όπου υπάρχει ήδη σύγκρουση με το περιβάλλον. Ακόμη το κριτήριο της υπερενασχόλησης δεν διακρίνει τη πιθανότητα ύπαρξης υψηλού βαθμού εμπλοκής με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, έννοια που εισήγαγαν οι Charlton και Danford 13 και αναλύθηκε παραπάνω. Μία ένσταση ως προς τη κατηγοριοποίηση των συμπτωμάτων όπως προτείνονται στο DSM-5 για τη διαταραχή διαδικτυακού ηλεκτρονικού παιχνιδιού αφορά την διαδικασία απλής άθροισης κριτηρίων που προτείνεται. Αυτή η μεθοδολογία δεν αποδίδει διαφορική βαρύτητα σε κρίσιμα κριτήρια όπως η απώλεια σημαντικών ευκαιριών ζωής και η ανεπιτυχής προσπάθεια αυτόοριοθέτησης και αυτό-διαχείρισης του προβλήματος. Προκύπτει δυνητικά διάγνωση από άθροιση κριτηρίων όπου υπεισέρχεται η υποκειμενικότητα του εξεταστή, όπως μη-ειδικά ψυχολογικά συμπτώματα και μεταβολή της διάθεσης του υποκειμένου. Ακόμη, δεν αναφέρεται η περίπτωση της συννοσηρότητας με άλλες ψυχικές διαταραχές που μπορεί να επηρεάζουν τη κλινική εικόνα ή και να κατευθύνουν τη συμπεριφορά υπερενασχόλησης με διαδικτυακό παιχνίδι, όπως είναι π.χ η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας 27,28. Ο επιμελητής της 4 ης έκδοσης του DSM, Allan Frances, συμπεριλαμβάνει την διάγνωση στις «δέκα χειρότερες αλλαγές από την προηγούμενη έκδοση», θεωρώντας ότι η αναγνώριση της κατηγορίας των συμπεριφορικών εθισμών υποκρύπτει τον κίνδυνο παθολογικοποίησης οιασδήποτε δραστηριότητας μας προκαλεί ευχαρίστηση, προειδοποιώντας κατά του κινδύνου υπερδιάγνωσης του εθισμού στο Διαδίκτυο και στο σεξ 25. Αυτή η κριτική είναι ενταγμένη σε ένα γενικότερο πλαίσιο αμφισβήτησης της νέας έκδοσης του DSM, αλλά η συζήτηση του κατά πόσο αυτή η έκδοση είναι προϊόν ορθής μεθοδολογίας ή όχι είναι πέραν του πλαισίου αυτού του κειμένου. Η παθολογικοποίηση της συμπεριφοράς και η 30
ψυχιατρικοποίηση καθημερινών φαινομένων έχει εντοπιστεί όμως ως πιθανός κίνδυνος εδώ και πάρα πολλά έτη 29. Κάθε τυποποίηση διαγνωστικών διαδικασιών οφείλει να γίνεται με στόχο τη διευκόλυνση της ανακούφισης ψυχικού πόνου μέσω της έγκαιρης και αξιόπιστης διάγνωσης. Αναπόφευκτα υπεισέρχεται η σύγκρουση μεταξύ της ανάγκης να διαγνωστούν όλοι οι ασθενείς αλλά να μην διαγνωστεί ψευδώς κάποιος μη-ασθενής ως ασθενής. Αντιμετωπίζοντας το θέμα από τη σκοπιά της κλινικής ψυχιατρικής, το προφίλ του ατόμου που χρησιμοποιεί το διαδίκτυο σε υπερβολικό βαθμό μπορεί να περιλαμβάνει τα άτομα που παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω: κατάθλιψη, διπολική διαταραχή, σεξουαλικό καταναγκασμό και μοναξιά 30. Σύμφωνα με την Morahan-Martin, είναι δύσκολος ο προσδιορισμός των αιτιών, ενώ ο εθισμός στο διαδίκτυο μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα άλλων διαταραχών, όπως ο παθολογικός τζόγος. Τονίζει ακόμη ότι τα άτομα με εθισμό στο διαδίκτυο το χρησιμοποιούν ως μέσο για διοχέτευση των αρνητικών τους ψυχολογικών καταστάσεων. Κλείνοντας την ενότητα αυτή σημειώνουμε ότι η αρχική ένταξη της πρώτης αυτής κατηγορίας των τεχνολογικών εθισμών στη Ψυχιατρική νοσολογία έχει αναμφισβήτητη ιστορική σημασία. Μένει να δούμε κατά πόσο θα έχει και κλινική σημασία, ειδικά καθώς τα προτεινόμενα κριτήρια διάγνωσης έχουν αρκετές αδυναμίες. Σίγουρα όμως θα υπάρχει τουλάχιστο ένα κοινό έδαφος μεταξύ των ερευνητών ούτως ώστε να περιγράψουν τα αποτελέσματα των προσπαθειών τους με τρόπο που θα είναι συγκρίσιμος, καίτοι όχι απαραίτητα ο βέλτιστος. Ένα σημαντικό σημείο είναι πως προς το παρόν δεν συμπεριλήφθηκε η γενική χρήση Διαδικτύου και η χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης στον ορισμό της νέας διαταραχής. Η ταυτοποίηση όμως κλινικών περιπτώσεων τεχνολογικών εθισμών με αυτά τα χαρακτηριστικά πιθανώς να οδηγήσει σε επανεξέταση αυτής της θέσης, οπότε και δύο θα είναι οι επιλογές: είτε η ανάπτυξη της διαταραχής εθισμού στο Διαδίκτυο ως ενότητας που θα περιλαμβάνει διαφορετικές ενασχολήσεις με ένα κοινό σετ από κριτήρια ή και η γενικότερη ένταξη σε ενότητα τεχνολογικών εθισμών όπου και θα μπορούν να προσθαφαιρούνται υποκατηγορίες ανάλογα με τις εξελίξεις. 31
A.3. Αιτιολόγηση υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ Πέρα από τη κλινική περιγραφή, ουσιαστική σημασία στη πρόληψη, έγκαιρη ανίχνευση και θεραπεία κάθε ψυχικής διαταραχής έχει η ανεύρεση αιτιολογικών παραγόντων οι οποίοι συντελούν στην εμφάνιση και ανάπτυξη της. Τα αίτια που συμβάλλουν στην εμφάνιση αυτών των προβλημάτων Υ.Χ.Δ μπορούν να διακριθούν σε εγγενή στοιχεία του Διαδικτύου και ιδιώνυμα στοιχεία ψυχικής ευαλωτότητας του κάθε χρήστη. Τα τελευταία αφορούν την προσωπικότητα του καθώς και τη ψυχική του κατάσταση Στη συνέχεια θα αναλυθούν εν συντομία τα μοναδικά χαρακτηριστικά των πλέον διαδεδομένων διαδικτυακών εφαρμογών που απαντώνται στην υπερενασχόληση με το Διαδίκτυο. Αυτές αφορούν το διαδικτυακό παιχνίδι, τη χρήση εφαρμογών επικοινωνίας και δικτύωσης με σκοπό την κοινωνικοποίηση, την αναζήτηση πορνογραφικού υλικού, τις διαδικτυακές αγορές και το διαδικτυακό τζόγο. A.3.1. Συχνότερες διαδικτυακές ενασχολήσεις που συνδέονται με την υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου και Η/Υ A.3.1.1. Διαδικτυακό παιχνίδι Η έννοια του ηλεκτρονικού παιχνιδιού ως μέσο ψυχαγωγίας έχει διαφοροποιηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια καθώς η εξέλιξη των παιχνιδιών ακολουθεί παράλληλη πορεία με τα τεχνολογικά άλματα της εποχής 31. Τα διαδικτυακά παιχνίδια είναι δισδιάστατα ή τρισδιάστατα, παίζονται από τον προσωπικό Η/Υ ή κινητό τηλέφωνο και μέσω του διαδικτύου επιτρέπουν στο άτομο την αλληλεπίδραση με άλλους χρήστες σε έναν ενιαίο εικονικό κόσμο, ο οποίος μπορεί να υποστηρίζει χιλιάδες χρήστες ταυτόχρονα. Για να συμμετάσχει στον κόσμο αυτόν, ο χρήστης δημιουργεί έναν εικονικό χαρακτήρα/εαυτό, το λεγόμενο avatar, δίνοντάς του τα ειδικά χαρακτηριστικά που επιθυμεί. Το avatar είναι ο διαδικτυακός ρόλος που υποδύεται κάθε διαδικτυακός συνομιλητής ο οποίος υποκρύπτει κάποια εκ των βασικών δημογραφικών του στοιχείων. Ερευνητικά δεδομένα καταδεικνύουν ότι ένα avatar συμπυκνώνει σημαντική προσωπική ψυχολογική επένδυση από το χρήστη του 32. Χαρακτηριστική είναι η παρομοίωση από την Turkle 33, σύμφωνα με την οποία τα διαδικτυακά παιχνίδια (στην τότε τους μορφή) μοιάζουν με κηλίδες του Rorschach, πάνω στις οποίες προβάλλεται το φανταστικό, με τη διαφορά ότι εδώ οι κηλίδες δε μένουν σταθερές, 32
αλλά μεταλλάσσονται συνεχώς. Μέσα στον κόσμο αυτό, ο χρήστης, μέσω του avatar, έχει την απόλυτη ελευθερία κινήσεων και πράξεων, μια ελευθερία που έχει γίνει αντικείμενο πολλών ερευνών. Ο δόκιμος όρος για τα διαδικτυακά παιχνίδια μαζικής συμμετοχής είναι Massively Multiplayer Online (ΜΜΟ) που δόθηκε από τον Richard Garriot, το δημιουργό ενός πρωτοπόρου παιχνιδιού, του Ultima Online. Ο στόχος, λοιπόν, των παιχνιδιών αυτών, είναι να προσφέρει ένα πλούσιο, τρισδιάστατο, και άρα, αρκετά ρεαλιστικό κόσμο, ο οποίος «κατοικείται» από χιλιάδες παίκτες ταυτόχρονα. Αυτοί αλληλεπιδρούν, συνασπίζονται σε ομάδες, εκτελούν ομαδικές αποστολές, συνομιλούν με γραπτά κείμενα ή και μικρόφωνα σε πραγματικό χρόνο. Παρότι τα ηλεκτρονικά παιχνίδια παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες μεταξύ τους όσο αφορά τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά, τα MMOs διαφέρουν σε κάποια σημεία από τα παιχνίδια που παίζονται ατομικά. Το σημαντικότερο όλων είναι η ύπαρξη ενός ενιαίου κόσμου, ο οποίος συνεχίζει να υφίσταται ακόμα και όταν ο χρήστης δεν είναι παρών. Ο κόσμος αυτός δε σταματά ποτέ, 24 ώρες το 24ώρο, επτά μέρες την εβδομάδα, πέρα από κάποια προσωρινή, προγραμματισμένη διακοπή λειτουργίας για τεχνικούς λόγους. Αυτό το χαρακτηριστικό εισάγει αυτόματα δύο νέες συνθήκες: α) ο παίκτης δεν αποτελεί το κέντρο του κόσμου, αλλά ένα μικρό τμήμα του, το οποίο λειτουργεί παράλληλα με πολλά άλλα και β) τα παιχνίδια αυτά δεν «τερματίζονται» ποτέ, όπως συνέβαινε παλαιότερα. Οι εταιρίες, ειδικότερα, υποστηρίζουν το ατέρμονο των παιχνιδιών, είτε κυκλοφορόντας δωρεάν υλικό είτε μέσω επίσημων επεκτάσεων των παιχνιδιών, με τις οποίες εισάγονται πολλά νέα στοιχεία και δίνεται νέα πνοή στο παιχνίδι και τους χρήστες 34. Ο Yee 35 σε μια εκτενέστατη έρευνα με 220.000 παίκτες στο δημοφιλέστερο παιχνίδι, World of Warcraft (WoW), προσπάθησε να κατανοήσει και να σκιαγραφήσει τη μεγάλη απήχηση του συγκεκριμένου παιχνιδιού στο ευρύ κοινό, ως δείγμα για τα παιχνίδια των επόμενων γενεών, προσφέροντας παράλληλα πολύτιμα στοιχεία για τους παίκτες σε δημογραφικό επίπεδο. Σύμφωνα με τον Yee, ο μέσος όρος ωρών που καταναλώνει ένας παίκτης στα διαδικτυακά παιχνίδια ανέρχεται σε 22 ώρες την εβδομάδα, ενώ ο μέσος όρος ηλικίας των παικτών είναι τα 26-34 έτη με το στερεότυπο του έφηβου παίκτη να καταρρίπτεται. Σε συνέχεια της μέσης εικόνας του παίκτη και σύμφωνα με σειρά ερευνών, αυτός είναι άνδρας, λευκός και ανήκει στη μέση τάξη, ενώ φαίνεται να είναι λιγότερο θρήσκος, 33
σε σχέση με το μέσο όρο και να παίζει κυρίως βραδινές ώρες και Σαββατοκύριακα 32,36,37. Τα κίνητρα των παικτών διαδικτυακών παιχνιδιών σχετίζονται τόσο με το είδος του παιχνιδιού όσο και με ιδιώνυμες, υποκείμενες νοητικές διεργασίες κάθε παίκτη, όπως διαφάνηκε σε πρόσφατη έρευνα του εφηβικού μαθητικού πληθυσμού της νήσου Κω 38. Οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση των προτιμήσεων ως προς συγκεκριμένο είδος διαδικτυακού παιχνιδιού με τα έκδηλα κίνητρα αλλά και με τις υποκείμενες νοητικές γνωσίες ως προς το Διαδίκτυο. Ο έφηβος με υψηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα εθισμού στο Διαδίκτυο Online Cognitions Scale ήταν πιθανότερο να είναι νεώτερος σε ηλικία, να μην αισθάνεται ευτυχισμένος, να συνδέεται συχνότερα στο Διαδίκτυο και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, προτιμούσε διαδικτυακά παιχνίδια προσομοίωσης μάχης σε πρώτο πρόσωπο, παιχνίδια εναλλακτικής βίωσης ταυτότητας και μικροεφαρμογές παιχνιδιών σε Ι.Κ.Δ, δεν προτιμούσε τη συνεργασία με άλλους παίκτες αν και του άρεσε να συνάπτει φιλικές σχέσεις με αυτούς, επεδίωκε να ξεχάσει δυσκολίες της καθημερινότητας παίζοντας, να γίνει ευρύτερα γνωστός για τις επιτυχίες του στο παιχνίδι, δεν του άρεσαν τα όρια και οι περιορισμοί μέσα στο περιβάλλον του παιχνιδιού αλλά αντλούσε ευχαρίστηση από την αίσθηση της συνεχιζόμενης έντασης και ροής κατά τη διάρκεια του. Οι ερευνητές ταυτοποίησαν έναν αριθμό σημαντικών διαστάσεων όπου συνδυάζονταν κίνητρα παιχνιδιού με μεμονωμένα είδη. Το κυριότερο μοτίβο ήταν αυτό της αναζήτησης αίσθησης δύναμης, επιτυχίας και κυριαρχίας έναντι στον αντίπαλο. Διαφάνηκε ότι υπήρχαν πολικά αντίθετες προτιμήσεις μεταξύ διαφορετικών παικτών με διαφορετικά κίνητρα, αν και μπορεί να έπαιζαν το ίδιο παιχνίδι. Συναφείς έρευνες έχουν διακριβώσει σειρά κινήτρων τα οποία συνδέονται με εθισμό στα διαδικτυακά παιχνίδια: η χρήση των παιχνιδιών ως μέθοδο προσαρμογής (coping) στους καθημερινούς στρεσογόνους παράγοντες αλλά και διαφυγής από τη βίωση τους 39-42, η σύναψη διαδικτυακών σχέσεων 40,42,43, καθώς και σειρά θετικών συναισθημάτων όπως η αίσθηση επίτευξης, ελέγχου, αναγνώρισης, ολοκλήρωσης, ενθουσιασμού και πρόκλησης 44,45. Αυτά τα κίνητρα ενισχύουν τη προτίμηση της ενασχόλησης με διαδικτυακό παιχνίδι έναντι άλλων δραστηριοτήτων εκτός διαδικτύου, εισάγοντας ουσιαστικά το χρήστη στο προθάλαμο του εθισμού. Συγκεκριμένα, οι παίκτες που παρουσίαζαν συμπτώματα υπέρμετρης χρήσης 34
διαδικτυακών παιχνιδιών προτιμούσαν συχνότερα να δαπανούν χρόνο με τους διαδικτυακούς τους φίλους, αισθανόμενοι ότι οι ανάγκες κοινωνικοποίησης τους εξυπηρετούντο πληρέστερα στο Διαδίκτυο 41, ενώ, και μεταξύ παικτών διαφορετικών ειδών παιχνιδιών σημειώθηκαν διαφορές με τους παίκτες MMO να εμφανίζουν αυτή τη προτίμηση συχνότερα έναντι των παικτών άλλων ειδών διαδικτυακού παιχνιδιού 40. Επιπλέον, ενώ τα διαδικτυακά παιχνίδια προσδίδουν αισθήματα ευχαρίστησης και ικανοποίησης σε μη-εθισμένους παίκτες, οι εθισμένοι παίκτες παίζουν για να αποφευχθεί η αίσθηση δυσανεξίας 46, γεγονός που παραπέμπει σε συμπτώματα στέρησης μίας εθιστικής δραστηριότητας. Αυτή η ποικιλία των κινήτρων τα οποία ικανοποιούνται από διαδικτυακά παιχνίδια δείχνει ότι υπάρχουν δυνητικά πολλοί λόγοι που θα μπορούσαν να οδηγήσουν κάποια άτομα σε υπέρμετρη ή και εθιστική χρήση τους. Σε ένα δείγμα 696 παικτών MMO (93% άνδρες, μέση ηλικία 26 ± 7,4 έτη), τα κίνητρα της αίσθησης επίτευξης, κοινωνικοποίησης και διαφυγής από τη πραγματικότητα βρέθηκαν να είναι προγνωστικά της εθιστικής ενασχόλησης με το παιχνίδι 47. Ομοίως, σε ένα τυχαίο δείγμα 175 Ολλανδών παικτών MMO (87% άνδρες, μέση ηλικία 21 ± 6,5 έτη), η διάθεση διαφυγής από τη πραγματικότητα και οι τεχνικές ιδιοσυγκρασίες του εκάστοτε παιχνιδιού ήταν ισχυρότεροι προβλεπτικοί παράγοντες υπέρμετρης ενασχόλησης με τα παιχνίδια, περισσότερο ισχυροί συγκριτικά και από τη ποσότητα του χρόνου που δαπανάται σε αυτά 39. Οι ανησυχίες από την υπέρμετρη χρήση διαδικτυακών παιχνιδιών πρόεκυψαν από τις αρνητικές συνέπειες με τις οποίες συνδέονται. Αυτές συμπεριλαμβάνουν τα ακόλουθα: ο χρήστης θυσιάζει τις σχέσεις της πραγματικής ζωής, άλλες προσφιλείς ως τότε δραστηριότητες, την εργασία, την εκπαίδευση, την κοινωνικοποίηση, και τις σχέσεις 48-53, εμφανίζει επιθετικότητα και εχθρότητα 28,54-57, δυσκολίες ύπνου 40,53,υιοθετεί περισσότερο δυσλειτουργικά πρότυπα αντιμετώπισης δυσκολιών 41,58, ενώ σημειώνει χειρότερη ακαδημαϊκή επίδοση 51,53,58. Αυτές οι συγχρονικές μελέτες συμπληρώνονται πλέον και από διαχρονικές. Μελέτη 851 ολλανδών εφήβων 59 (543 εξ αυτών παίκτες διαδικτυακών παιχνιδιών), ανέλυσε την ύπαρξη αιτιακών σχέσεων με δύο κύματα μετρήσεων. Η ανάλυση κατέδειξε ότι η αίσθηση κοινωνικής επάρκειας, η αυτοεκτίμηση, και η μοναξιά ήταν σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες για παθολογικό διαδικτυακό παιχνίδι, έξι μήνες μετά τις αρχικές μετρήσεις. Αυτή η μακρά λίστα προβλημάτων που συνδέονται με εθιστικά φαινόμενα στη χρήση 35
διαδικτυακών παιχνιδιών ήταν κρίσιμη στη λήψη της απόφασης περαιτέρω διερεύνησης του φαινομένου από την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία, καθώς μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά το άτομο σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας του. A.3.1.2. Κοινωνικοποίηση στο Διαδίκτυο Μετά την ευρεία διάδοση των δικτύων υπολογιστών, ιδιαίτερα του Διαδικτύου, λαμβάνει χώρα μια ταχεία εξέλιξη των διαδικτυακών αλληλεπιδράσεων μεταξύ ατόμων με παρόμοια ενδιαφέροντα. Τα άτομα αυτά, αν και διασκορπισμένα γεωγραφικά, έχουν πλέον τη δυνατότητα να συγκεντρώνονται σε έναν ενιαίο, εικονικό χώρο. Οι χρήστες Διαδικτύου, οι οποίοι συμμετέχουν σε μορφές διαδικτυακής αλληλεπίδρασης, στοχεύουν στην ανταλλαγή πληροφοριών, τη συναισθηματική υποστήριξη ή απλά σε μια συζήτηση με άτομα με παρόμοια ενδιαφέροντα. Σε λιγότερο από δύο δεκαετίες, η επικοινωνία μέσω υπολογιστών κατάφερε να πλέξει έναν ιστό που επικαλύπτει την κοινωνία των ΗΠΑ και άλλων τεχνολογικά ανεπτυγμένων χωρών, παρέχοντας δίοδο για διαδικτυακή κοινωνικοποίηση σε ποικιλόμορφες ομάδες ανθρώπων καθώς και καινοφανή επίπεδα πρόσβασης σε πληροφορίες 60. Με τη συνεχή αύξηση των ιστοσελίδων με δυναμικό περιεχόμενο, είναι δυνατή η δημιουργία και διατήρηση διαδικτυακών κοινοτήτων χάρη στην ευκολία της επικοινωνίας «ένας με έναν» μεταξύ του χρήστη και της σελίδας και της επικοινωνίας «ένας με πολλούς» μεταξύ των γεωγραφικά διασκορπισμένων χρηστών. Η «συνάντηση» αυτή, η οποία ορίζεται ως δυνητική κοινότητα, δεν λαμβάνει χώρα σε έναν «πραγματικό» (real) ή «φυσικό» χώρο, αλλά σε έναν «ψηφιακό» (digital) ή «δυνητικό» (virtual) χώρο, ο οποίος: «(α) κατασκευάζεται με τη χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ), (β) διαμεσολαβεί την επαφή των ατόμων ή των ομάδων μεταξύ τους, και (γ) καθιστά εφικτή τη συνεχή διαντίδραση (interaction) μεταξύ των μελών της κοινότητας» 61. Από τις πρώτες μορφές δυνητικών κοινοτήτων, δίνεται η δυνατότητα σε κάθε άτομο να συμμετάσχει και να γνωρίσει άλλα άτομα από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, να συζητήσει και να ανταλλάξει απόψεις πάνω σε οποιοδήποτε θέμα προσωπικού ή ευρύτερου ενδιαφέροντος, να οργανώσει και να συμμετάσχει σε διάφορες μορφές κοινωνικής δράσης, να αναζητήσει πληροφορίες, να διασκεδάσει, να κάνει εμπορικές συναλλαγές κτλ. Υπήρξε έντονη πολεμική αν και κατά πόσο οι δυνητικές κοινότητες αντικαθιστούν την ανθρώπινη επικοινωνία και επαφή με ένα υποκατάστατο με 36
περιορισμένες εγγενείς δυνατότητες. Οι Fernback και Thomson ήδη από το 1995 προειδοποιούσαν: δεν διαμαρτυρόμαστε ενάντια στη διαφθορά ενός όρου, αναγνωρίζουμε ότι η κοινότητα έχει ένα δυναμικό νόημα. Ανησυχούμε ότι το γενικό κοινό μπορεί να ξεχάσει τι σημαίνει να σχηματίζουμε μία αληθινή κοινότητα. Εάν όμως οι δυνητικές κοινότητες μπορούν να οδηγήσουν σε δράση, τότε αυτή η δράση μπορεί να είναι η βάση για το σχηματισμό αληθινών και ανθεκτικών στο χρόνο κοινοτήτων 62. Μία ανάλογη εξέλιξη παρακολουθήσαμε κατά τη πρόσφατη Αραβική άνοιξη, όπου πολιτικοί ακτιβιστές συντόνισαν τις ενέργειες τους ενάντια σε καταπιεστικά καθεστώτα μέσω του Διαδικτύου. Η δημοσιότητα όμως που έλαβε αυτή η εξέλιξη τείνει να αλλοιώνει προς το καλύτερο (ή πλέον επιθυμητό) την πραγματική συνολική εικόνα των δυνητικών κοινοτήτων. Στη πραγματικότητα, όσο περισσότερες ώρες οι άνθρωποι ξοδεύουν στο Διαδίκτυο, τόσο λιγότερο χρόνο βρίσκονται με άλλους σε συνθήκες φυσικού περιβάλλοντος. Οριζόμενη με όρους επαφής μέσω των σωματικών αισθήσεων χωρίς διάμεσα η κοινωνικότητα μας μοιραία θα υποχωρεί, τουλάχιστο με ποσοτικά, χρονικά κριτήρια. Η έρευνα σε αυτό το πεδίο απέφερε σοβαρές ενδείξεις ότι σημαντικό ποσοστό ανθρώπων τείνουν πλέον να εκθέτουν στο Διαδίκτυο με μεγαλύτερη ευκολία τα ιδιώνυμα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας τους, όπως και στοιχεία της συναισθηματικής τους διάθεσης 63. αριθμός συγγραφέων εστιάζει στο ότι το διαδίκτυο επιτρέπει στο άτομο να «ξεκλειδώσει» την προσωπικότητά του και να δημιουργήσει έναν εικονικό εαυτό που ενδέχεται να διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από τον πραγματικό 2. Η έλξη που ασκεί το μέσο μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι είναι δυνατή η υπέρβαση των περιορισμών της πραγματικότητας και ο πειραματισμός με εναλλακτικές αντιλήψεις (π.χ. δημιουργία του ιδανικού εαυτού). Ο ιδανικός (true) ή πραγματικός (real) εαυτός είναι μία έννοια η οποία έχει προταθεί σε διαφορετικές τυπολογίες από τους Jung, Rogers και Winnicott, αφορά δε την ύπαρξη μίας εναλλακτικής δομής προσωπικότητας παράλληλα με την έκδηλη προσωπικότητα ( persona ή actual self ή false self αντίστοιχα). Αυτή η δομή είναι μία συγκριτικά πληρέστερη και το άτομο μπορεί να τη κατακτήσει είτε μόνο με τη διαδικασία της προσωπικής ωριμότητας ή και την συνεπικούρηση της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Στο Διαδίκτυο σύμφωνα με τους Bargh και συνεργάτες υπάρχει η δυνατότητα έκφρασης αυτού του πραγματικού εαυτού μέσω του avatar 64. Είναι αβέβαιο όμως το κατά πόσο τα στοιχεία της συμπεριφοράς που είναι 37
έκδηλα μόνο σε έναν φανταστικό κόσμο μπορούν να θεωρηθούν ικανά να περιγράψουν υποκείμενες ψυχικές δομές και δεν είναι παρά απλά αποκυήματα ονειρικής διαδικασίας, πρωταρχικής μεν αλλά αντίθετης με την αρχή της πραγματικότητας. Πέρα όμως από τη διακρίβωση της φύσης των υποκείμενων ψυχικών διεργασιών, οι οποίες εξυπηρετούνται από τη διαδικτυακή επικοινωνία, το ασφαλές συμπέρασμα που προκύπτει από την ανάλυση των συμπεριφορών είναι απλό: η διαδικτυακή επικοινωνία μπορεί για σημαντικό αριθμό ατόμων να αποτελεί μία θελκτικότερη εναλλακτική από την επικοινωνία δια ζώσης, πέρα από τις όποιες τεχνολογικές και κοινωνικές εξελίξεις και μεταλλαγές. Οι αρχικές, περιορισμένες σε έκταση, δυνητικές κοινότητες διευρύνθηκαν σημαντικά με την ραγδαία ανάπτυξη των ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης (Ι.Κ.Δ). Ο στόχος τους είναι η ενίσχυση προϋπάρχουσων φιλικών σχέσεων και η σύναψη νέων. Ξεκίνησαν αθόρυβα στα μέσα της δεκαετίας του 1990 βασιζόμενες στην αρχή των έξι βαθμών ελευθερίας του Ούγγρου συγγραφέα Frigyes Karinthy 65. Η αρχή αυτή δέχεται ότι όλοι μας απέχουμε έξι ή λιγότερα βήματα από τον άλλο, μέσω κοινής γνωριμίας, ούτως ώστε εφόσον ξεκινήσουμε μία αλληλουχία δηλώσεων του τύπου ο φίλος του φίλου μου μπορούν να συνδεθούν οποιοιδήποτε δύο άνθρωποι με το μέγιστο των έξι βημάτων. Η υπόθεση εργασίας στην οποία βασίζονται οι Ι.Κ.Δ ήταν ότι θα μας είναι πιο εύκολο να γνωρίσουμε τους φίλους των φίλων μας παρά κάποιους εντελώς αγνώστους, μιας και πρέπει να υπάρχει τουλάχιστο ένα κοινό γνώρισμα, ή μία κοινή προτίμηση, το οποίο θα μας συνδέει με αυτούς. Η υπόθεση αποδείχτηκε βάσιμη στις Η.Π.Α η χρήση τους αυξήθηκε ραγδαία με ποσοστό 55% επί των εφήβων χρηστών Διαδικτύου το 2006, σε 65% το 2008, 73% το 2009 και 80% το 2011 66, με τις πλέον χρησιμοποιούμενες ιστοσελίδες κατά σειρά χρηστών να είναι το Facebook, YouTube, Twitter, Google+, Linkedin, Pinterest, MySpace, Instagram, Tumblr και Foursquare. Η χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης στην Ελλάδα αναφέρεται σε ποσοστό 79% στις ηλικίες 13-17 ετών και 72% στις ηλικίες 18-24 ετών 67. Πρόσφατες μελέτες καταδεικνύουν ότι η κοινωνική δικτύωση ενοποιείται ταχύτατα με τη τυπική κοινωνική διασύνδεση μεταξύ των εφήβων. Δημιουργούνται νέοι δεσμοί συνοχής στις εφηβικές κοινότητες, δεσμοί οι οποίοι εξαρτώνται από την ύπαρξη και εκμετάλλευση μεθόδων συνεχούς επικοινωνίας με πολλαπλά τεχνολογικά μέσα 68. Αυτή η ενοποίηση παραδοσιακών και νέων 38
μεθόδων κοινωνικής επαφής επάγεται, όχι μόνο από πρακτικές ανάγκες και νέες δυνατότητες, αλλά και από ψυχολογικούς παράγοντες: η συμμετοχή σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αίσθηση ευεξίας των εφήβων, ο οποίος διαμεσολαβείται από την διακύμανση της αυτό-εκτίμησης των εφήβων ανάλογα με την αποδοχή, ή μη-αποδοχή, των διαδικτυακών προφίλ συμπεριφοράς τους από τους συνομήλικους των 69-71. Συνεπάγεται πως υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο αντίκτυπος αυτός είναι αρνητικός. Αυτό το γεγονός μας εισάγει σε μία βαθύτερη προβληματική του κατά πόσο η χρήση του Διαδικτύου προς διευκόλυνση της κοινωνικοποίησης του ατόμου, και δη του εφήβου, πραγματικά βοηθά, ή τελικά παρεμποδίζει τον αρχικό στόχο της. Μελέτη 286 φοιτητών ανέφερε ότι στοιχεία από τη χρήση του Facebook υποστηρίζουν ένα επεξηγηματικό πρότυπο όπου όσοι έχουν ελλείμματα κοινωνικοποίησης βελτιώνουν τη θέση τους χρησιμοποιώντας την ιστοσελίδα, το πρότυπο Κοινωνικής Αντιστάθμισης (Social Compensation) 72. Τα στοιχεία αυτά αναφέρονταν στο ότι οι φοιτητές με χαμηλή αυτοεκτίμηση και χαμηλή ικανοποίηση με την εμπειρία τους στη σχολή τους, βοηθήθηκαν στο να ξεπεράσουν τα εμπόδια που αντιμετώπιζαν μέσω μιας αύξησης στο κοινωνικό κεφάλαιο σύζευξης (bridging social capital), έναν όρο που χρησιμοποιήθηκε ώστε να περιγραφούν οι πόροι που αντλήθηκαν από κοινωνικά δίκτυα εκτεταμένων, χαλαρών δεσμών μεταξύ των μελών των Ι.Κ.Δ. Μία πρόσφατη μελέτη κατέδειξε ότι για μία υπο-ομάδα χρηστών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αυτών οι οποίοι είναι λιγότερο δημοφιλείς εκτός Διαδικτύου, περισσότερο εσωστρεφείς, και με χαμηλότερη αυτοεκτίμηση, τα αποτελέσματα υποστήριξαν το πρότυπο Κοινωνικής Αντιστάθμισης 73. Αυτοί οι χρήστες προσπαθούσαν εντονότερα να φαίνονται δημοφιλείς στο Facebook, έχοντας περισσότερα να κερδίσουν από τη διαμόρφωση μίας ελκυστικής εικόνας του εαυτού τους. Σε άλλη όμως υπο-ομάδα χρηστών, αυτών που ήταν περισσότερο εξωστρεφείς και με μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση, και οι οποίοι ήταν εξίσου δημοφιλείς και εκτός και εντός Διαδικτύου, ενδείκνυται ένα επεξηγηματικό πρότυπο Κοινωνικής Αναβάθμισης (Social Enhancement). Σε αυτή τη περίπτωση η κοινωνική δικτύωση βελτιώνει μία ήδη επαρκή κατάσταση. Σε συναφή μελέτη χρηστών του Facebook ανιχνεύθηκε η πεποίθηση ότι η κοινωνική ελκυστικότητα συνδέεται με τον αριθμό των ατόμων που ο κάθε χρήστης έχει στις επαφές του: σημειώθηκε μία συγκριτική διαβάθμιση, όπου τα άτομα με τις λιγότερες επαφές είχαν χαμηλότερη θεώρηση κοινωνικής ελκυστικότητας από τους 39
χρήστες που παρατηρούσαν το προφίλ τους, ενώ τα άτομα με περισσότερες επαφές είχαν υψηλότερη αντίστοιχη θεώρηση 74. Όμως, τα άτομα με υπερβολικά μεγάλο αριθμό επαφών είχαν πάλι χαμηλότερη θεώρηση κοινωνικής ελκυστικότητας από τους άλλους χρήστες, καθώς ένας υπέρμετρος αριθμός επαφών οδηγεί σε κρίσεις ότι ο ιδιοκτήτης του συγκεκριμένου προφίλ δεν είναι πραγματικά κοινωνικός και εξωστρεφής, παρά μοναχικός και εσωστρεφής. Η εμπειρική υπόθεση των ίδιων των χρηστών λοιπόν είναι ότι όσοι τείνουν να ενασχολούνται υπέρμετρα με μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενδέχεται να προσπαθούν να αντιρροπήσουν κάποια έλλειψη κοινωνικών δεξιοτήτων. Σε συμφωνία με αυτή την εμπειρική υπόθεση ήταν το συμπέρασμα και σε πρόσφατη έρευνα με μικρό (N=183) δείγμα φοιτητών 75. Στο επίπεδο έρευνας των συνειδητών κινήτρων χρήσης Ι.Κ.Δ ξεχωρίζει μία διαδικτυακή μελέτη με δείγμα ευκαιρίας 387 φοιτητών, η οποία κατέδειξε έναν αριθμό παραγόντων οι οποίοι συνέβαλαν τόσο στη πρόθεση χρήσης Ι.Κ.Δ, όσο και στη τελική χρήση τους. Οι παράγοντες αυτοί ήταν η διάθεση να διασκεδάσουν με τη χρήση τους, ο σημαντικός αριθμός ατόμων χρηστών που πρότειναν τη δοκιμή τους, η εμπιστοσύνη στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα, η ευκολία χρήσης της και η αίσθηση ωφέλειας από τη χρήση της 76. Ιδίως η ευχαρίστηση από τη χρήση Ι.Κ.Δ καθώς και ο αριθμός χρηστών που τις επιλέγει κινητοποιούν τους χρήστες να τις χρησιμοποιήσουν ενώ η πίεση από τις προσδοκίες του περίγυρου έχει αρνητική συσχέτιση με τη χρήση τους. Αριθμός μελετών κατέδειξε έναν αριθμό δυνητικά αρνητικών παραγόντων που συσχετίζονται με υπέρμετρη χρήση Ι.Κ.Δ. Τα αποτελέσματα διαδικτυακής μελέτης 184 ατόμων ανέφερε ότι όσα άτομα ξόδευαν περισσότερο χρόνο σε Ι.Κ.Δ έδιναν την εντύπωση ότι ήταν λιγότερο εμπλεκόμενοι με τις κοινότητες τους στον πραγματικό κόσμο 77. Σε άλλη έρευνα διαφάνηκε τάση σε άτομα τα οποία δεν αισθάνονταν ασφάλεια ως προς τις διασυνδέσεις τους με άλλους στον πραγματικό κόσμο, έχοντας μία αρνητικά φορτισμένη κοινωνική ταυτότητα, να τείνουν να χρησιμοποιούν Ι.Κ.Δ ώστε να αντισταθμίζουν αυτή τους τη δυσκολία 78. Επιπλέον, η φύση της απαντητικότητας - διάδρασης από τους διαδικτυακούς φίλους σε ένα προφίλ Ι.Κ.Δ είναι ο κύριος παράγοντας ο οποίος μορφοποιεί τις επιδράσεις της χρήσης Ι.Κ.Δ στην αίσθηση ευεξίας και αυτοεκτίμησης του ατόμου. Ειδικότερα, μελέτη Ολλανδών εφήβων, ηλικίας 10-19 ετών, έδειξε ότι όσοι έλαβαν αρνητική διάδραση στο 40
προφίλ τους είχαν χαμηλή αυτοεκτίμηση, η οποία με τη σειρά της οδήγησε σε ελαττωμένη αίσθηση ευεξίας 79. Έχοντας ως δεδομένο ότι οι χρήστες τείνουν να έχουν ελαττωμένες αναστολές όταν χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο 80, η ανταλλαγή αρνητικής κριτικής στη διαδικτυακή διάδραση ενδέχεται να είναι συχνότερη από ότι στη καθημερινότητα. Αυτό το ενδεχόμενο μπορεί να επιφέρει αρνητικές συνέπειες ειδικά στους χρήστες με χαμηλή αυτοεκτίμηση, οι οποίοι θα χρησιμοποιήσουν Ι.Κ.Δ ως αντιστάθμιση της ένδειας κοινωνικών επαφών στη καθημερινότητα τους ( Κοινωνική Αντιστάθμιση ) 72, και προβλέπεται να είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στη διάδραση σε αυτές τις ιστοσελίδες. Σε προοπτική μελέτη 233 προπτυχιακών φοιτητών διαφάνηκε ότι τα άτομα που αναζητούσαν την αίσθηση του ανήκειν στη συμμετοχή σε σελίδες Ι.Κ.Δ και ταυτίζονταν με το ρόλο του ενεργού χρήστη ήταν πιθανότερο να εμφανίσουν τάσεις εθιστικής χρήσης των Ι.Κ.Δ. 81. Σημαντικά ήταν τα ευρήματα ως προς την επίπτωση της χρήσης Ι.Κ.Δ στην φοιτητική απόδοση. Η πρώτη μελέτη του είδους σε 219 προπτυχιακούς φοιτητές, χρήστες Facebook, ανίχνευσε μία αρνητική συσχέτιση με το μέσο όρο βαθμολογίας τους, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (20%) ανέφερε ότι το Facebook είχε αρνητική επίπτωση στις σπουδές τους, όπως απόσπαση προσοχής, φτωχή διαχείριση του χρόνου και αναβλητικότητα 82. Το εύρημα αναπαράχθηκε και σε μία μελέτη με μεγαλύτερο, αντιπροσωπευτικό φοιτητικό δείγμα (Ν=1839) 83. Μία προτεινόμενη εξήγηση ήταν ότι οι φοιτητές που χρησιμοποιούσαν το Διαδίκτυο και για μελέτη συχνά αποσπούσαν την προσοχή τους με τη παράλληλη χρήση Ι.Κ.Δ 84. Ο μηχανισμός καταγράφτηκε στη πράξη σε μελέτη των Rosen και συνεργατών όπου οι ερευνητές παρατήρησαν 263 μαθητές και φοιτητές κατά τη διάρκεια δεκαπεντάλεπτης μελέτης, διαπιστώνοντας πολύ συχνές διακοπές λόγω ενασχόλησης με διάφορες τεχνολογικές συσκευές ούτως ώστε να διασυνδεθούν με φίλους, είτε άμεσα, είτε μέσω Ι.Κ.Δ. 85. Ακόμη, όσοι χρησιμοποιούσαν Facebook είχαν μικρότερο μέσο όρο βαθμολογίας σε σχέση με όσους το απέφευγαν. Πρόσφατη συγκριτική μελέτη Αμερικανών και Ευρωπαίων φοιτητών έδειξε ότι οι Αμερικανοί έτειναν να είναι πλέον ευάλωτοι στην διάσπαση της προσοχής λόγω χρήσης ψηφιακών μέσων, και δη Ι.Κ.Δ, σε σχέση με τους Ευρωπαίους, με αυτή τη συμπεριφορική διάσταση να είναι στατιστικά σημαντικός τροποποιητικός παράγοντας της αρνητικής συσχέτισης χρήσης Ι.Κ.Δ και μέσου όρου βαθμολογίας 86. Παρόλα 41
αυτά η συσχέτιση αυτή σημειώθηκε και στους Ευρωπαίους φοιτητές, καταδεικνύοντας ότι η διάσπαση της προσοχής από τη παράλληλη χρήση Ι.Κ.Δ και μελέτης είναι σημαντικός αλλά όχι αναγκαίος παράγοντας στη μειωμένη φοιτητική απόδοση φοιτητών με υπέρμετρη χρήση Ι.Κ.Δ. Καθώς αναφερόμαστε σε υπέρμετρη χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης θα πρέπει να σημειώσουμε τη δυσκολία ενός ορισμού σε αυτή τη περίπτωση καθώς η ίδια η φύση της κοινωνικής δικτύωσης είναι αυτή μίας συνεχιζόμενης επαφής, πέρα από μεμονωμένες συσκευές, μέρη και καταστάσεις. Η σύνδεση της κοινωνικής δικτύωσης και φαινομένων εθισμού έχει όμως προταθεί σε πρώτες μελέτες. Μελέτη σε 718 εφήβους στη Κίνα συσχέτισε τη χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης με φαινόμενα εθισμού στο Διαδίκτυο 87 ενώ μελέτη σε 2017 εφήβους στην Ελλάδα κατέδειξε ότι η χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης συσχετίζεται θετικά με εθισμό στο Διαδίκτυο και αρνητικά με παραμέτρους υγιούς γονικού δεσμού (υψηλή παρεχόμενη συναισθηματική φροντίδα και χαμηλή υπερπροστατευτικότητα) 88. Ένας σημαντικός παράγοντας ο οποίος δύναται να συμβάλλει στην υπέρμετρη χρήση Ι.Κ.Δ είναι ο συνδυασμός τους με το διαδικτυακό παιχνίδι μέσω ειδικών μίκροεφαρμογών (micro-apps) παιχνιδιού οι οποίες είναι ενσωματωμένες στις Ι.Κ.Δ. Αυτές οι μίκρο-εφαρμογές εκμεταλλεύονται το περιβάλλον της Ι.Κ.Δ με το να προσελκύουν νέους παίκτες μέσα από τις υπάρχουσες κοινωνικές επαφές του παίκτη ο οποίος συμμετάσχει προσφέροντας του ένα συγκριτικό όφελος με το να προσκαλεί ενεργητικά νέους παίκτες (π.χ τη δυνατότητα να εισέλθει σε μεγαλύτερο επίπεδο). Η έρευνα σε αυτό το πεδίο είναι σε πρώιμο επίπεδο, όμως τα αποτελέσματα από τη πτυχιακή εργασία Κινέζου ερευνητή σε δείγμα 342 προπτυχιακών φοιτητών στο Χονγκ-Κονγκ κατέδειξαν ένα σημαντικό ποσοστό εθισμένων (24%) μεταξύ όσων ήταν παίκτες ενός παιχνιδιού αυτού του είδους, το οποίο σημείωνε σημαντική απήχηση στο τοπικό πληθυσμό 89. Η εμφάνιση αυτής της τάσης συνδέθηκε ισχυρά με τάση αναζήτησης διασκέδασης στο Διαδίκτυο, αισθήματα ανίας και ήπια με αίσθηση μοναξιάς. A.3.1.3. Αναζήτηση πορνογραφίας στο Διαδίκτυο Η εκρηκτική αύξηση των συνδέσεων στο Διαδίκτυο μπορεί να παραλληλιστεί μόνο με την αντίστοιχη αύξηση των πορνογραφικών σελίδων. Ήδη από το 1995, η διαδικτυακή πορνογραφία είχε κάνει πρωτοσέλιδα στον περιοδικό τύπο, με χαρακτηριστικότερο το εξώφυλλο στο Time Magazine 90. Παρόλη όμως την έκταση της 42
δημοσιότητας που έχει λάβει το θέμα στον Τύπο, η ερευνητική δραστηριότητα στο χώρο παραμένει περιορισμένη και αφορά μελέτες, επιδημιολογικού κυρίως χαρακτήρα, όπου εξετάζονται συσχετίσεις μεταξύ μεμονωμένων μεταβλητών, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο ρόλος κοινωνικο-δημογραφικών παραμέτρων. Η καταναγκαστική αναζήτηση πορνογραφικού περιεχομένου έχει αναφερθεί πολύ νωρίς ως τυπική περίπτωση υπερενασχόλησης με το Διαδίκτυο 91,92 με αρνητικές συνέπειες για την ομαλή έκφραση της σεξουαλικότητας του ατόμου αλλά και της συντροφικότητας 93. Η έρευνα στο τομέα της νευροβιολογίας καταδεικνύει ότι η σεξουαλική καταναγκαστικότητα συσχετίζεται με αυξημένα ενδοσυναπτικά επίπεδα της ντοπαμίνης στον επικλινή πυρήνα, όπως και στη περίπτωση του καταναγκαστικού τζογαρίσματος 94. Είναι αβέβαιο κατά πόσο όμως η ύπαρξη του Διαδικτύου λειτουργεί ως σημαντικός τροποποιητικός παράγοντας της εμπειρίας ή είναι μόνο ένας διευκολυντικός παράγοντας. Χρειάζονται περισσότερες έρευνες που να καλύπτουν ποικιλία ερωτικών δραστηριότητων στο Διαδίκτυο ούτως ώστε να αναδειχτούν οι μεταξύ των ποιοτικές διαφορές. A.3.1.4. Διαδικτυακές αγορές αγαθών - υπηρεσιών Η κατηγορία αυτή αναφέρθηκε επίσης ως μία κατηγορία όπου αναπτύσσονται συμπεριφορές εθισμού στο Διαδίκτυο από τη K.Young το 1996, με ειδική αναφορά στις περιπτώσεις αγοραπωλησιών μέσω του χρηματιστηρίου 2. Η τελευταία συμπεριφορά επάγεται από τη φύση των χρηματιστηριακών αγορών, με κάποια σημαντική εξ αυτών να είναι ανοικτή σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή μέσα στο 24ώρο. Όμως ολοένα συχνότερες είναι και περιπτώσεις υπέρμετρης ενασχόλησης με απλές αγορές, λόγω των διαδικτυακών πλειστηριασμών σε ειδικές πλατφόρμες όπως το ebay. Μελέτες των προτιμώμενων διαδικτυακών ενασχολήσεων ατόμων με Υ.Χ.Δ κατέδειξαν ότι αν και η ένταση των συμπεριφορών διαδικτυακών αγορών δεν είναι η μεγαλύτερη, παρόλα αυτά σημειώνεται διαφορά από τη συμπεριφορά χρηστών χωρίς Υ.Χ.Δ. με τους δεύτερους να μην χρησιμοποιούν τόσο συχνά το Διαδίκτυο για αγορές 95-97. Σχετική μελέτη κατέδειξε ότι η ανεπαρκής αυτορρύθμιση της συμπεριφοράς διαδικτυακών αγορών ήταν πιο ισχυρός προγνωστικός παράγοντας εμφάνισης τους έναντι των τυπικών προτερημάτων του διαδικτυακού εμπορίου (e-commerce), όπως ήταν η ευκολία συναλλαγών και η χαμηλότερη τιμή 98. Συναφής μελέτη κατέδειξε ότι τα στοιχεία άντλησης ευχαρίστησης από τη διαδικασία διαδικτυακών αγορών δεν σχετίζονται με τα τυπικά προτερήματα του 43
διαδικτυακού εμπορίου, παρά με τελικές εκβάσεις της Υ.Χ.Δ. 99. Ο ενδιάμεσος μηχανισμός αυτών των συσχετίσεων δεν έχει μελετηθεί επαρκώς. Μία πρόσφατη μελέτη σύγκρινε τα ευρήματα από δύο πληθυσμούς 132 και 223 χρηστών του ebay, χρησιμοποιώντας τρεις διαφορετικούς λειτουργικούς ορισμούς του εθισμού 100. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι υψηλότερο επίπεδο συμπεριφορών εθισμού στις διαδικτυακές δημοπρασίες εθισμού συνδέεται με στρέβλωση της αντίληψης του αντικειμένου. Σύμφωνα με τα πρότυπα συμπεριφοράς εθισμού, τα ευρήματα έδειξαν ότι υψηλότερα επίπεδα συμπεριφορών εθισμού επηρεάζουν τις αιτιολογήσεις της απόφασης χρήσης τεχνολογιών πληροφορικής, αλλάζοντας τα συστήματα πεποιθήσεων των χρηστών. Ο σχηματισμός δυσπροσαρμοστικών αντιλήψεων διαμεσολαβείται από ένα συνδυασμό διαδικασιών γνωστικής τροποποίησης της μνήμης, της μάθησης, και της προδιάθεσης προς δράση. A.3.1.5. Διαδικτυακός τζόγος Παρόλο που ο διαδικτυακός τζόγος αναφέρεται από πολύ νωρίς ως μία δραστηριότητα όπου αναπτύσσεται υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου 2, δεν παύει να αποτελεί μία συμπεριφορά τζογαρίσματος οπότε και τυπικά κατηγοριοποιείται ως τέτοια. Σε αυτή τη σύντομη αναφορά εστιάζουμε σε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τζόγου στο Διαδίκτυο τα οποία δεν απαντώνται σε τζογάρισμα εκτός Διαδικτύου. Αυτή η προσέγγιση δικαιολογείται από την άποψη ερευνητών του χώρου πως ο διαδικτυακός τζόγος έχει τη δυναμική να αυξήσει τον επιπολασμό του προβληματικού τζόγου, καθώς συνδυάζει τη «διπλή απειλή» της εύκολης πρόσβασης και γρήγορης εναλλαγής στο τζογάρισμα με ένα τεχνολογικό φορέα που έχει ιδιαίτερη απήχηση στους νέους 101. Ακόμη, διαφαίνεται πως στη χρήση του Διαδικτύου απαντώνται συγκεκριμένοι μοναδικοί τροποποιητικοί παράγοντες της εμπειρίας του τζογαρίσματος. Ο Griffiths 102 προέβλεψε μία σημαντική αύξηση του διαδικτυακού τζόγου στους νέους, βασιζόμενος στην ύπαρξη των επονομαζόμενων παραγόντων '5A', οι οποίοι ενισχύονται από τη χρήση τεχνολογικών μέσων σε κάθε δυνητικά εθιστική συμπεριφορά, ήτοι η ανωνυμία (anonymity), εύκολη διαθεσιμότητα (availability), χαμηλό κόστος (affordability), αποδοχή από το κοινωνικό περίγυρο (acceptability), και μοναχική χρήση (aloneness). Τα ερευνητικά αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι πράγματι, τα άτομα που τζογάρουν στο Διαδίκτυο τείνουν να είναι βαρύτεροι τζογαδόροι από τα άτομα που τζογάρουν εκτός Διαδικτύου 103. Τα ερευνητικά αποτελέσματα ανέφεραν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά προβληματικού τζόγου μεταξύ των 44
παικτών οι οποίοι τζόγαραν στο Διαδίκτυο έναντι όσων τζόγαραν εκτός του Διαδικτύου σε χώρες όπου η διείσδυση του Διαδικτύου ήταν υψηλή νωρίτερα όπως η Ισλανδία 104, η Δανία 105, οι Η.Π.Α 106, το Ηνωμένο Βασίλειο 107 και ο Καναδάς 108. Ακόμη, βρέθηκε ότι έως και 20% των φοιτητών που τζόγαραν στο Διαδίκτυο πληρούσαν τα κριτήρια παθολογικού τζόγου κατά DSM-IV 109. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι η διαθεσιμότητα μέσων κοινωνικής δικτύωσης στη προώθηση εμπειριών τζόγου χωρίς χρήματα που προσομοιάζουν τη πλήρη εμπειρία τζόγου (gamblinglike experience) έχει οδηγήσει σε ριζικές αλλαγές από την αρχική εικόνα του μοναχικού και ανώνυμου παίκτη. Η τυπική εμπειρία τζογαρίσματος χωρίς χρήματα ξεκινάει αθώα. Ο χρήστης μίας ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να λάβει μία πρόσκληση να συμμετάσχει σε ένα τυχερό παιχνίδι που παίζει κάποιος από τους εκατοντάδες ηλεκτρονικούς του «φίλους», ανθρώπους που δεν γνωρίζει παρά ελάχιστα. Το κίνητρο για αυτούς να του στείλουν τη πρόσκληση είναι η λήψη κάποιων παροχών μέσα στο παιχνίδι όπως επιπλέον εικονικές μάρκες. Ένα τυπικό παιχνίδι του είδους είναι το Zynga Poker, το οποίο διαθέτει 7 εκατομμύρια χρήστες την ημέρα μόνο από το Facebook, και είναι διαθέσιμο σε όλες τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Το περιβάλλον που θα συναντήσει ο χρήστης που θα θελήσει να δοκιμάσει το παιχνίδι και άλλα παρόμοια είναι ρεαλιστικό προσωπικό καθώς μπορεί να παίζει με αντιπάλους πραγματικούς ανθρώπους και δη άτομα που γνωρίζει ήδη. Μπορεί να προτείνει με τη σειρά του το παιχνίδι στους δικούς του φίλους. Πρόκειται για τη χρήση της κοινωνικής δικτύωσης ως «απόχης». Η απαρχή της ενοποίησης της εμπειρίας του τζογαρίσματος με τη τυπική χρήση πολλαπλών μέσων διαδικτυακής επικοινωνίας έχει επιφέρει μία αύξηση των κινδύνων που αντιμετωπίζουν ειδικά οι νέοι από την ανεξέλεγκτη ενασχόληση με το τζόγο 110. Η δυνατότητα που δίνεται σε εφήβους να έχουν αυτές τις ανεξέλεγκτες εμπειρίες με εικονικά χρήματα, βρέθηκε σε μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο ως ο πιο σημαντικός προγνωστικός παράγοντας τζογαρίσματος με πραγματικά χρήματα 111. Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι η διάχυση των συμπεριφορών τζόγου στο Διαδίκτυο, και δη μέσω των Ι.Κ.Δ, με νέες μορφές και σε νέους πληθυσμούς αποτελεί έναν ανεξάρτητο αιτιολογικό παράγοντα αύξησης του επιπολασμού του τζόγου. Οι μακρόχρονες συνέπειες ως προς τη συχνότητα εμφάνισης παθολογικού τζόγου ενδεχομένως να είναι εξαιρετικά αρνητικές. 45
Κατά συνέπεια είναι κρίσιμο να σημειωθούν τα επιμέρους στοιχεία που διαφοροποιούν τον διαδικτυακό από τον παραδοσιακό τζόγο, ούτως ώστε να τεθούν υπόψη του νομοθέτη αλλά και της αντίστοιχης θεραπευτικής κοινότητας. A.3.2. Εγγενή στοιχεία του Διαδικτύου τα οποία επάγουν τις εθιστικές συμπεριφορές Συμπερασματικά εκ των παραπάνω και από συναφή βιβλιογραφία 112-114, προκύπτει ότι οι ακόλουθοι παράγοντες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση και διατήρηση συμπεριφορών υπέρμετρης χρήσης του Διαδικτύου και Η/Υ: Αποδοχή και προσβασιμότητα Το Διαδίκτυο είναι διαθέσιμο σε όλη την επικράτεια μίας αναπτυγμένης χώρας, δεν έχει ηλικιακούς περιορισμούς, αποτελεί τη διασκέδαση χαμηλότερου κόστους ενώ έχει την κοινωνική αποδοχή ως χρήσιμο μέσο του οποίου η εκμάθηση προάγεται ενεργητικά. Ανωνυμία Η ανωνυμία είναι μία επιλογή στο Διαδίκτυο η οποία συμβάλλει στο να αρθούν προσωπικές αναστολές όπως και να παραμεριστούν ενδοιασμοί ως προς τις κοινωνικές συνθήκες. Ο παράγοντας αυτός έχει τη μεγαλύτερη σημασία στη διαδικτυακή επικοινωνία και στο διαδικτυακό τζόγο. Η επικοινωνία δεν έχει πλέον δυνητικό κόστος, καθώς ένα λάθος, ή μία ακραία έκφραση, μπορεί να διορθωθεί με το να δημιουργηθεί ένας νέος ενδιάμεσος χαρακτήρας ή ένα avatar. Στο τζόγο, όταν δεν γνωρίζει κανείς τη πραγματική ταυτότητα του παίκτη τότε αφενός μπορούν να ξεπεραστούν τυπικά εμπόδια όπως η ηλικία, αφετέρου ο παίκτης δεν φοβάται την αρνητική κριτική όταν επανέρχεται στο παιχνίδι μετά από συνεχόμενες απώλειες. Ευκολία πρόσβασης από οικείο, ασφαλές περιβάλλον Επίσης ένας παράγοντας με ιδιαίτερη σημασία στη διαδικτυακή επικοινωνία και στο διαδικτυακό τζόγο, καθώς εκμηδενίζεται η ενστικτώδης αυτοσυγκράτηση που προκύπτει όταν εκτιθέμεθα σε κοινωνική κριτική, ή σε κάποιο κίνδυνο μέσα σε ένα άγνωστο περιβάλλον. 46
Διαφυγή από προβλήματα, συναισθηματική αυτορρύθμιση. Εδώ βρίσκουμε ένα συνεχές, από μία εμπειρία που εμπλουτίζει τη καθημερινότητα, στην διαφυγή από τη πίεση του περιβάλλοντος ή ενδογενών προβλημάτων, μέχρι την εθιστική συμπεριφορά που κυριαρχεί και πλέον είναι ο μόνος τρόπος ψυχικής επιβίωσης μέχρι την επόμενη περίοδο ενασχόλησης με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, είτε αυτή πρόκειται για διαδικτυακό παιχνίδι, τζογάρισμα, Ι.Κ.Δ και άλλες μορφές επικοινωνίας ή και στη τυχαία περιήγηση. Δεν πρόκειται περί πραγματικής διαφυγής, στο μέτρο που τα προβλήματα παραμένουν άλυτα, παρά περί αποφυγής, η οποία φαυλοκυκλικά επιβαρύνει περαιτέρω τη θέση του χρήστη. Απομόνωση Εδώ διακρίνουμε δύο περιπτώσεις. Ένας χρήστης με προϋπάρχουσες ψυχολογικές δυσκολίες, όπως ελλείμματα κοινωνικών δεξιοτήτων ή και κοινωνική φοβία, μπορεί να προτιμά την κοινωνικοποίηση μέσω του Διαδικτύου, ενισχύοντας όμως κατ αυτόν τον τρόπο, συμπεριφορικά, την επιλογή του αυτή. Ένας χρήστης διαδικτυακών παιχνιδιών με τη συνεχιζόμενη ενασχόληση με αυτά, εις βάρος άλλων δραστηριοτήτων δύναται να οδηγηθεί σε σταδιακή απομόνωση, η οποία αποβαίνει με τη σειρά της αρνητική ως προς την κοινωνική του διάδραση και φαυλοκυκλικά ενισχύει τη δραστηριότητα διαδικτυακού παιχνιδιού. Εμβύθιση σε ένα εικονικό περιβάλλον και διάσχιση από τη πραγματικότητα Στον εικονικό κόσμο τίποτα δεν είναι πραγματικό, ή τουλάχιστο έτσι φαίνεται, οπότε και η ενασχόληση με το διαδίκτυο αποκτά ένα ονειρικό χαρακτήρα όπου κυριαρχεί η φαντασιακή απόλαυση εις βάρος της πραγματικότητας και του ρεαλισμού. Απώλεια ελέγχου των παρορμήσεων Ως συνέπεια της εμβύθισης, της απομόνωσης και της ανωνυμίας Απόσχιση από τον κοινωνικό περίγυρο Η περιθωριοποίηση αφαιρεί κάθε πιθανότητα χαλιναγώγησης ενώ σπρώχνει στην ένταξη σε μία εναλλακτική κοινότητα με 47
ετερόκλητα μέλη, το μόνο κοινό στοιχείο των οποίων είναι η ενασχόληση με τη συγκεκριμένη διαδικτυακή δραστηριότητα. Άυλο χρήμα Ειδικός παράγοντας με εφαρμογή στο διαδικτυακό τζόγο και στις διαδικτυακές αγορές. Οι ψυχολογικές προεκτάσεις εδώ έχουν να κάνουν με την ευκολία που θα ποντάρει ο παίκτης, ή θα αποφασίσει να αγοράσει κάτι, όταν δεν αντιλαμβάνεται πως αυτό που χάνει δεν είναι απλά πίξελ σε μία οθόνη, αλλά κόποι μίας ζωής. Όπως και στα πραγματικά καζίνο οι μάρκες παίρνουν τη θέση του πραγματικού χρήματος αλλοιώνοντας την εικόνα του χρήματος στον εγκέφαλο, πλέον στον υπολογιστή χάνεται ακόμη και η αίσθηση της αφής ενός αντικειμένου με κάποια, έστω στοιχειώδη, υπόσταση. A.4. Ψυχοπαθολογία και υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Η προκαταρτική ένταξη ενός υποτύπου υπέρμετρης χρήσης του Διαδικτύου στη νέα έκδοση του DSM θέτει ένα πιεστικό ερώτημα: πως μπορούμε να διακρίνουμε τη ψυχική συμπτωματολογία που παρουσιάζει ασθενής με κάποια έκφραση υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου από τη συμπτωματολογία άλλων ψυχικών διαταραχών; Δυνητικά οι περιπτώσεις είναι τρεις. Η πρώτη αφορά προϋπάρχουσες εκφράσεις ψυχικών δυσκολιών, κλινικών ή υποκλινικών, οι οποίες στρέφουν το άτομο προς το Διαδίκτυο σε μία προσπάθεια αυτορρύθμισης των συναισθημάτων και της ψυχικής του κατάστασης. Η δεύτερη αφορά ψυχικά συμπτώματα τα οποία θα είναι επακόλουθα της υπέρμετρης χρήσης. Η τρίτη περίπτωση δυνητικά θα αφορούσε άτομα με χαρακτηριολογική ή νευροβιολογική ευαλωτότητα σε ψυχικές διαταραχές, οι οποίοι αναπτύσσουν συναφή συμπτώματα μετά από υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου. Δεν αποκλείονται βέβαια και συνδυασμοί των περιπτώσεων, όπως η περαιτέρω όξυνση των προϋπαρχόντων συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας λόγω της στροφής στο Διαδίκτυο. Ως πρώτο βήμα στη διερεύνηση αυτών των πιθανών σχέσεων, θα εκτεθούν τα ευρήματα ανασκόπησης της αντίστοιχης επιστημονικής αρθρογραφίας. 48
A.4.1. Ανασκόπηση επιστημονικών δεδομένων Διεξήχθη αναζήτηση της βιβλιογραφίας με τη βοήθεια της βάσης Medline για τα έτη 1996-2013 και αφορούσε άρθρα με τουλάχιστον περίληψη στην Αγγλική που να αφορούσαν όλες τις εκφάνσεις υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου με αναφορά σε ψυχιατρική συμπτωματολογία. Χρησιμοποιήθηκε η μηχανή έρευνας του PubMed με τους όρους: (Internet[Title] OR Personal Computer[Title] OR computer[title] OR PC[Title] or Facebook[Title/Abstract] OR social networking[title/abstract] OR gaming[title/abstract]) AND (Addiction[Title/Abstract] OR overuse[title/abstract] OR pathological use[title/abstract] OR excessive use[title/abstract] OR abuse[title/abstract]) AND (psychopathology[title/abstract] OR psychiatric[title/abstract] OR symptomatology[title/abstract] OR symptoms[title/abstract] OR diagnosis[title/abstract]) AND hasabstract[text] AND English[Lang] AND ("1996/01/01"[PDAT] : "2013/12/31"[PDAT]) Η αναζήτηση επέστρεψε 152 άρθρα, 90 εκ των οποίων κρίθηκαν κατάλληλα για τους σκοπούς της ανασκόπησης. Σημειώθηκε σημαντική αύξηση τη τελευταία τριετία με 72 άρθρα να δημοσιεύονται μεταξύ 2010 και 2014, καταδεικνύοντας το αυξημένο διεθνές ερευνητικό ενδιαφέρον. Αξιοποιήθηκαν και τμήματα προσωπικής επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων με τους συγγραφείς ορισμένων άρθρων είτε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου είτε δια ζώσης. Στην ανασκόπηση θα συμπεριληφθούν δημοσιευμένα και αδημοσίευτα στοιχεία από τον Ελλαδικό χώρο που παρουσιάστηκαν στα τρία Πανελλήνια Διεπιστημονικά Συνέδρια της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης της Διαταραχής Εθισμού στο Διαδίκτυο που διεξήχθησαν στη Λάρισα μεταξύ 27-29 Νοεμβρίου 2009, στη Θεσσαλονίκη μεταξύ 1-3 Απριλίου 2011 και στην Αθήνα μεταξύ 1-2 Νοεμβρίου 2013. Η προσπάθεια ομαδοποίησης των αποτελεσμάτων στις αδρές γραμμές των τριών περιπτώσεων, οι οποίες αναφέρθησαν παραπάνω, συνάντησε ένα σημαντικό εμπόδιο: η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνών διεξήχθησαν με ερευνητικά δείγματα τα οποία δεν ήταν κλινικά. Η ιδανική περίπτωση θα ήταν αυτή ενός δείγματος με άτομα τα οποία έλαβαν κλινική διάγνωση εθισμού στο Διαδίκτυο και κάποιας κλινικής ψυχικής διαταραχής ή διαταραχής προσωπικότητας. Οι δημοσιευμένες όμως μελέτες, πλην ελαχίστων 49
εξαιρέσεων, αφορούν μη-κλινικούς πληθυσμούς όπου εφαρμόζονται ερευνητικά ερωτηματολόγια εθισμού στο διαδίκτυο χωρίς κλινικά επιβεβαιωμένα όρια ελέγχου (cut-off). Οι πληθυσμοί διαχωρίζονται εσωτερικά σε ομάδες εθισμένων και μη-εθισμένων, συγκρινόμενες μεταξύ των σε διάφορα μέτρα ψυχοπαθολογίας τα οποία επίσης πολλές φορές δεν έχουν κλινικά όρια ελέγχου. Αυτή η διαδικασία παρουσιάζει σημαντικά μεθοδολογικά προβλήματα. Σε κάθε περίπτωση ψυχικής διαταραχής, το μέτρο της λειτουργικής έκπτωσης είναι μία αναγκαία, αν και όχι ικανή, διαγνωστική συνθήκη στη περίπτωση αυτή εφόσον ο ερευνητικός πληθυσμός είναι μη-κλινικός τίθεται το ερώτημα του κατά πόσο μία βαθμολογία σε ένα μέτρο εθισμού χωρίς σημαντική λειτουργική έκπτωση πραγματικά αντικατοπτρίζει τη κατάσταση εθισμού. Ένας φοιτητής π.χ εθισμένος σε χημικές ουσίες δύσκολα συνεχίζει να παρακολουθεί παραδόσεις, πόσο μάλλον να εμπλακεί σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα. Καθώς η συνοδός ψυχική συμπτωματολογία δεν αυξάνει κατ ανάγκη γραμμικά με την αύξηση του αριθμού συμπτωμάτων της κύριας ψυχικής διαταραχής, εύλογο είναι το ερώτημα του κατά πόσο η παρατήρηση μη-κλινικών πληθυσμών μπορεί να οδηγήσει σε έγκριτα αποτελέσματα ως προς την εικόνα κλινικών πληθυσμών. Έχοντας υπόψη μας τα παραπάνω, αναφέρουμε τα αποτελέσματα της ανασκόπησης της βιβλιογραφίας μη-κλινικών, πληθυσμιακών μελετών ενδεικτικά, και όχι καταληκτικά, ως προς την αιτιοπαθολογία της προτεινόμενης νέας διαταραχής. Προτιμάται η αναφορά πρόσφατων μελετών της βιβλιογραφίας σε αυτές τις περιπτώσεις, για λόγους οικονομίας του χώρου, οι οποίες και καλύπτουν δημοσιευμένες μελέτης έως το 2012, ενώ προστίθενται τα δεδομένα από τις νεότερες δημοσιευμένες μελέτες. Θα αναλυθούν όμως ιδιαίτερα αποτελέσματα από μελέτες κλινικών πληθυσμών, όπου αυτές έχουν διεξαχθεί, είτε πρόκειται περί ατόμων με κλινική διάγνωση εθισμού στο Διαδίκτυο και συνοδό ψυχοπαθολογία είτε περί ατόμων με άλλη κλινική διάγνωση και συνοδό υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου. A.4.1.1. Πληθυσμιακές μελέτες Μελέτη της βιβλιογραφίας του Ko και συνεργατών 115 που αφορούσε τη συσχέτιση μεταξύ του εθισμού στο Διαδίκτυο και άλλων ψυχικών διαταραχών, δημοσιευμένη το 2012, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διαταραχές χρήσης ουσιών, ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ), κατάθλιψης, και κοινωνικής φοβίας πρέπει να αξιολογούνται και να αντιμετωπίζονται 50
για την πρόληψη αρνητικών τους επιπτώσεων στην περίπτωση που το υποκείμενο παρουσιάζει εθισμό στο Διαδίκτυο. Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή κατά τη θεραπεία για αυτές τις ψυχιατρικές διαταραχές εφόσον συνυπάρχει εθισμός στο Διαδίκτυο. Άλλη συστηματική ανασκόπηση του 2012 είχε ως πρωταρχικό στόχο να εντοπίσει και να αξιολογήσει μελέτες που πραγματοποιήθηκαν για τον συσχετισμό μεταξύ παθολογικής χρήσης Διαδικτύου και συνυπάρχουσα ψυχοπαθολογία 116. To 75% ανέφεραν σημαντικές συσχετίσεις της παθολογικής χρήσης Διαδικτύου με την κατάθλιψη, το 57% με το άγχος, το 100% με συμπτώματα της ΔΕΠ-Υ, το 60% με την ψυχαναγκαστική συμπτώματα, και 66% με εχθρότητα ή επιθετικότητα. Σε καμία μελέτη δεν αναφέρθηκαν συσχετίσεις μεταξύ παθολογικής χρήσης Διαδικτύου και κοινωνική φοβίας. Η πλειοψηφία των μελετών ανέφεραν υψηλότερο ποσοστό παθολογικής χρήσης Διαδικτύου στους άνδρες από ότι στις γυναίκες. Οι ισχυρότερες συσχετίσεις παρατηρήθηκαν μεταξύ παθολογικής χρήσης Διαδικτύου και κατάθλιψης ενώ οι πιο αδύναμες με εχθρότητα και επιθετικότητα. Συμπερασματικά οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η κατάθλιψη και τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ φαίνεται να έχουν την πιο σημαντική και συνεπή συσχέτιση με τη παθολογική χρήση Διαδικτύου. Οι συσχετίσεις αναφέρθηκαν να είναι υψηλότερες στους άνδρες σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Οι ερευνητές σημείωσαν τα σημαντικά προβλήματα που επιφέρουν σε οποιαδήποτε συγκριτική μελέτη η ετερογένεια στον ορισμό και τη διάγνωση των εθιστικών φαινομένων στο Διαδίκτυο. Περνώντας στις πλέον πρόσφατες μεμονωμένες έρευνες, βλέπουμε πως η κατάσταση ψυχικής υγείας πρωτοετών φοιτητών, καθώς και τα προβλήματα προσαρμογής στις σπουδές τους, ήταν ισχυροί προγνωστικοί παράγοντες της εμφάνισης εθισμού στο Διαδίκτυο κατά τη διάρκεια των επόμενων τριών ετών, σε μελέτη 977 Κινέζων φοιτητών 117. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρωτοετείς φοιτητές με στοιχεία κατάθλιψης, έλλειψης ικανοποίησης με το νέο περιβάλλον και δυσκολίες μάθησης αποτελούν ένα σημαντικό πληθυσμό-στόχο προγραμμάτων τα οποία θα στοχεύουν στην ελάττωση του εθισμού στο Διαδίκτυο. Έρευνα στο Ιράν με τη χρήση του ερωτηματολογίου Symptom Check List - 90 (SCL-90) κατέδειξε σημαντικές διαφορές μεταξύ των μέσων των ψυχιατρικών συμπτωμάτων σε όλους τις υποκλίμακες και 51
στους σύνθετους δείκτες Global Severity Index, Positive Symptom Distress Index, Positive Symptom Total μεταξύ εξαρτημένων και μη εξαρτημένων ατόμων (p<0,05) 118. Επίσης, ο εθισμός στο Διαδίκτυο, μετρώμενος με ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς, φάνηκε να επηρεάζει τα ψυχιατρικά συμπτώματα ελέγχοντας για τη μεταβλητή του φύλου. Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια και σε σύγκριση ατόμων που χαρακτηρίστηκαν ως εθισμένα στο Διαδίκτυο και υγιών εθελοντών σε Ιταλική μελέτη 119. Οι συγγραφείς ξεχώρισαν τους παράγοντες κατάθλιψης και άγχους του SCL-90 ως ικανούς διαχωριστικούς παράγοντες μεταξύ των πειραματικών ομάδων. Σε μελέτη σε ικανό δείγμα (Ν=1034) Τούρκων φοιτητών διακριβώθηκε ποσοστό ίσο με 9,7% ατόμων με συμπτώματα εθισμού στο Διαδίκτυο, με στατιστικά σημαντική υπεροχή του ανδρικού φύλου στη σύγκριση μεταξύ των 120. Η μεγαλύτερη βαθμολογία στη κλίμακα Ι.Α.Τ που χρησιμοποιήθηκε ως μέτρο του εθισμού στο Διαδίκτυο συσχετίσθηκε με μεγαλύτερη βαθμολογία στη κλίμακα Dissociative Experiences Scale που χρησιμοποιήθηκε ως ερευνητικό εργαλείο διερεύνησης πιθανών διασχιστικών εμπειριών. Έρευνα σε δείγμα 795 μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Ν.Κορέα κατέδειξε ότι η παρουσία της προβληματικής χρήσης του διαδικτύου συσχετίστηκε στατιστικά σημαντικά με αυτοκτονικό ιδεασμό, καθώς και κατάθλιψη 121. Υπήρξε μια οριακά σημαντική συσχέτιση μεταξύ προβληματικής χρήσης του διαδικτύου και με πιθανή ύπαρξη διπολικής διαταραχής. Στο μοντέλο που πρότειναν οι ερευνητές η προβληματική χρήση του διαδικτύου προέβλεψε καταθλιπτικά συμπτώματα, η ύπαρξη των οποίων με τη σειρά της προέβλεπε αυτοκτονικό ιδεασμό. Προβληματική χρήση του διαδικτύου προέβλεψε επίσης αυτοκτονικό ιδεασμό άμεσα. Αντίστροφα, τα καταθλιπτικά συμπτώματα και η ύπαρξη αυτοκτονικού ιδεασμού προέβλεψαν τη προβληματική χρήση του διαδικτύου. Οι Wei και συνεργάτες στράφηκαν στη μελέτη πληθυσμού 722 ενηλίκων παικτών διαδικτυακών παιχνιδιών 122. Οι συγγραφείς κατέληξαν στα εξής συμπεράσματα: Οι παίκτες με μεγαλύτερo σύνολο εβδομαδιαίως ωρών διαδικτυακού παιχνιδιού έτειναν να έχουν μεγαλύτερο ιστορικό χρήσης διαδικτυακών παιχνιδιών, και πιο σοβαρά συμπτώματα καταθλιπτικής διάθεσης και κοινωνικής φοβίας (μετρώμενων με το ερωτηματολόγιο DASS), καθώς και περισσότερα 52
συμπτώματα εθισμού στο Διαδίκτυο. Γυναίκες παίκτες είχαν λιγότερες ώρες παιχνιδιού εβδομαδιαίως και μικρότερες πιθανότητες ύπαρξης ιστορικού ενασχόλησης με διαδικτυακά παιχνίδια, όμως έτειναν να έχουν πιο σοβαρές σωματικές επιπτώσεις συμπεριλαμβανομένου και πόνου, καθώς και συμπτώματα κοινωνικής φοβίας. Οι προγνωστικοί παράγοντες για την κατάθλιψη ήταν ο υψηλότερος δείκτης συμπτωμάτων κοινωνικής φοβίας και εθισμού στο Διαδίκτυο, οι περισσότερες ώρες διαδικτυακού παιχνιδιού, και το γυναικείο φύλο. Σε μελέτη ενός μεγάλου δείγματος 17599 μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Κίνα ο τυπικός μαθητής με παθολογική χρήση Διαδικτύου ήταν αγόρι, μαθητής λυκείου, κάτοικος αστικών περιοχών και υψηλότερου οικογενειακού εισοδήματος. Χρησιμοποιούσε το Διαδίκτυο ως επί το πλείστον για την ψυχαγωγία και την ανακούφιση της μοναξιάς 123. Η συχνότητα χρήσης του Διαδικτύου ήταν σαφώς υψηλότερη σε σύγκριση με τους τυπικούς χρήστες στο Διαδίκτυο. Οι έφηβοι με παθολογική χρήση Διαδικτύου είχαν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από ψυχοσωματικά συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης σωματικής ενέργειας, βιολογικής δυσλειτουργίας, εξασθενημένου ανοσοποιητικού συστήματος, συναισθηματικών συμπτωμάτων, συμπτωμάτων αντιθετικής συμπεριφοράς και προβλημάτων κοινωνικής προσαρμογής. Οι έφηβοι με παθολογική χρήση Διαδικτύου είχαν χαμηλότερα σκορ στο σύνολο και σε όλες τις επιμέρους διαστάσεις της ικανοποίησης από τη ζωή. Ελέγχοντας ως προς τα δημογραφικά χαρακτηριστικά και τους παράγοντες σχετιζόμενους με το είδος χρήσης του Διαδικτύου, σημειώθηκε στατιστικά σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ παθολογικής χρήσης Διαδικτύου και ψυχοσωματικών συμπτωμάτων, αλλά αρνητική συσχέτιση με την αυτοαναφερόμενη αίσθηση ικανοποίησης από τη ζωή. Έρευνα σε μεγάλο δείγμα φοιτητών (Ν=3616 άτομα) στη Ταιβάν ανίχνευσε ποσοστό εθισμού στο Διαδίκτυο ίσο με 15,3% 124. Περισσότερα καταθλιπτικά συμπτώματα, υψηλότερη προσδοκία θετικής έκβασης της χρήσης του διαδικτύου, περισσότερος χρόνος χρήσης του Διαδικτύου, μεγαλύτερος δείκτης αυτοαποτελεσματικότητας στη χρήση του Διαδικτύου, υψηλότερη παρορμητικότητα, χαμηλότερη ικανοποίηση με την ακαδημαϊκή επίδοση, άρρεν φύλο, και ανασφαλές πρότυπο προσκόλλησης συσχετίζονταν θετικά με τον εθισμό στο Διαδίκτυο. 53
Ο Shin και συνεργάτες σε έρευνα σε 141 νοτιοκορεάτες βιομηχανικούς εργάτες διερεύνησαν το κατά πόσο θα μπορούσαν να ταυτοποιήσουν σημαντικούς προγνωστικούς παράγοντες ώστε να εξηγηθεί η προβληματική χρήση Διαδικτύου και η κατάχρηση αλκοόλ 125. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το αγχώδες στυλ προσκόλλησης, η κατάθλιψη και το άγχος θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη προβληματική χρήση αλκοόλ. Αντίστροφα, τόσο το αγχώδες όσο και το αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης καθώς και η κατάθλιψη και η φοβία εξήγησαν τη προβληματική χρήση του Διαδικτύου. Επιπλέον, η κατάθλιψη ήταν τροποποιητικός παράγοντας των επιπτώσεων του αποφευκτικού στυλ προσκόλλησης σε περιπτώσεις προβληματικής χρήσης του Διαδικτύου. Οι συγγραφείς κατέδειξαν ότι η αλληλεπίδραση του στυλ προσκόλλησης και της ψυχοπαθολογίας προβλέπει προβληματική χρήση του Διαδικτύου προερχόμενη από ένα πρώιμο στάδιο της ζωής σε σχέση με εκείνη που συνδέεται με την παράλληλη προβληματική χρήση αλκοόλ. A.4.1.2. Κλινικές μελέτες Η πρώτη δημοσιευμένη έρευνα ύπαρξης συμπτωμάτων εθισμού στο Διαδίκτυο σε άτομα με ψυχιατρική διάγνωση ήταν αυτή των Bernardi και Palanti 9. Πρόκειται περί μίας περιγραφικής μελέτης 15 ενηλίκων εξωτερικών ασθενών ψυχιατρικής κλινικής οι οποίοι είχαν υψηλή βαθμολογία σε ερωτηματολόγιο εθισμού στο Διαδίκτυο (ΙΑΤ). Οι κλινικές τους διαγνώσεις ήταν ΔΕΠΥ, κοινωνική φοβία, γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας (κάθε διάγνωση σε δύο περιπτώσεις) και υπομανία, δυσθυμία, ψυχαναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας και αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας (κάθε διάγνωση σε μία περίπτωση). Η βαθμολογία τους στη κλίμακα ΙΑΤ συσχετίστηκε με υψηλότερη βαθμολογία ψυχαναγκαστικότητας ενώ η βαθμολογία τους στη κλίμακα διασχιστικών εμπειριών ήταν μεγαλύτερη του αναμενόμενου. Η έρευνα αυτή ήταν απλά ενδεικτική της ύπαρξης συννοσηρότητας εθισμού στο Διαδίκτυο σε περιπτώσεις άλλων ψυχικών διαταραχών, χωρίς να εξετάζει ποια διαταραχή προϋπήρχε ποίας, πλην της περίπτωσης της ΔΕΠΥ, η οποία ως νευροβιολογική διαταραχή προφανώς προϋπήρχε, και των διαταραχών προσωπικότητας, οι οποίες αναπτύσσονται στη διάρκεια πολλών ετών. Έρευνα των Baer και συνεργατών στον Καναδά συνέκρινε τη χρήση τεχνολογικών μέσων διασκέδασης μεταξύ μη-κλινικού και 54
κλινικού δείγματος παιδιών τα οποία είχαν απευθυνθεί σε παιδοψυχιατρικό τμήμα λόγω διάφορων αιτιών 126. Η σύγκριση έδειξε στατιστικά σημαντική μεγαλύτερη διάρκεια έκθεσης σε τεχνολογικά μέσα στο κλινικό δείγμα, αν και δεν σημειώθηκαν διαφορές στα μέτρα εθιστικών σημείων χρήσης. Το κλινικό δείγμα έτεινε να προτιμά συχνότερα βίαια διαδικτυακά παιχνίδια ενώ οι ασθενείς με τάσεις εξωτερίκευσης των προβλημάτων τους ενασχολούντο συχνότερα με διαδικτυακά παιχνίδια σε σχέση με τους ασθενείς οι οποίοι είχαν τάση εσωτερίκευσης. Έρευνα των Bozkurt και συνεργατών αναφέρει υψηλή συννοσηρότητα άλλων ψυχιατρικών διαταραχών σε περιπτώσεις εθισμού στο Διαδίκτυο 127. Οι ασθενείς ήταν 60 παιδιά (45 αγόρια και 15 κορίτσια) ηλικίας 10-18 ετών τα οποία παραπέμφθηκαν σε παιδοψυχιατρικό τμήμα λόγω διαφόρων συμπεριφορικών και συναισθηματικών προβλημάτων ενώ παράλληλα παρουσίασζαν υψηλή βαθμολογία σε κλίμακα εθισμού στο Διαδίκτυο. Πέρα από τη κύρια ψυχιατρική διαταραχή για την οποία παραπέμφθηκαν το 88,3% των παιδιών είχαν μία διάγνωση επιπλέον. Η συχνότητες των διαγνώσεων ήταν: συμπεριφορική διαταραχή n = 52 (86.7%), αγχώδης διααραχή, n = 43 (71.7%), διαταραχή της διάθεσης, n = 23 (38.3%), διαταραχή ενούρησης/εγκόπρησης n = 16 (26.7%), διαταραχή τικ n = 10 (16.7%) και διαταραχή χρήσης ουσιών n = 4 (6.7%). Οι πλέον συχνές ψυχιατρικές διαγνώσεις ήταν ΔΕΠΥ (n = 53, 83.3%), κοινωνική φοβία (n = 21, 35.0%) και μείζων κατάθλιψη (n = 18, 30.0%). Πρόσφατη έρευνα των Mittal και συνεργατών συνέδεσε το φαινόμενο των μη-κλινικών εμπειριών οι οποίες προσομοιάζουν αυτές τις ψύχωσης (Psychotic-Like Experiences, PLE) με τον εθισμό στο Διαδίκτυο 128. Οι PLE αφορούν κυρίως αντιληπτικές διαταραχές παροδικής διάρκειας οι οποίες βιώνονται από άτομα χωρίς άλλα σημεία ή συμπτώματα ψυχικής νόσου. Θεωρούνται δε παράγοντας κίνδυνου για την ανάπτυξη ψύχωσης 129. Στην συγκεκριμένη έρευνα, 170 νεαροί ενήλικες παρακολουθήθηκαν για δύο μήνες και κατηγοριοποιήθηκαν σε αυτούς με μείωση ή σταθεροποίηση της συχνότητας αναφοράς PLE και σε αυτούς με αύξηση. Αν και τα μέλη των δύο ομάδων παρουσίαζαν συγκρίσιμες τιμές στα μέτρα εθισμού στο Διαδίκτυο και τάσης απόσυρσης από τη πραγματικότητα κατά την έναρξη της μελέτης, σημειώθηκε πτώση σε αυτές τις δύο μετρήσεις στην ομάδα με μείωση, ή σταθεροποίηση, της αναφοράς PLE και αύξηση στην ομάδα με αύξηση αναφοράς PLE. Οι 55
συγγραφείς παρατηρούν ότι ένας αριθμός παραγόντων, όπως ελλείμματα στις διαπροσωπικές σχέσεις, έλλειψη ευχαρίστησης από τις κοινωνικές επαφές, τάση μαγικής σκέψης και παρορμητισμός, είναι κοινοί τόσο στις PLE όσο και στον εθισμό στο Διαδίκτυο. Ακόμη είναι εξαιρετικά πιθανό, κατά τους συγγραφείς, ότι τα άτομα με PLE προσελκύονται στο Διαδίκτυο επειδή είναι ένας χώρος όπου τα ελλείμματα στη διαπροσωπική επικοινωνία και το κοινωνικό άγχος δεν οδηγούν κατ ανάγκη σε βιώματα κοινωνικής απομόνωσης, οπότε και η επιλογή ενασχόλησης με διαδικτυακό παιχνίδι, αποστολής e-mail και διαδικτυακής επικοινωνίας (chat) να αποτελεί εναλλακτική οδό κοινωνικοποίησης. Αυτή η υπόθεση συμφωνεί με πρότερα ευρήματα μελέτης εφήβων με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, οι οποίοι έτειναν προς συχνότερη χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης στο Διαδίκτυο σε σχέση με ομάδα ελέγχου 130. Η Γερμανία είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα με ένα ευρύ δίκτυο επαγγελματιών ψυχικής υγείας οι οποίοι εξειδικεύονται στην αντιμετώπιση εθιστικών συμπεριφορών στο Διαδίκτυο. Από αυτό το πλαίσιο προέρχονται οι μοναδικές, μέχρι στιγμής, Ευρωπαϊκές έρευνες με κλινικά δεδομένα. Οι Müller και συνεργάτες μελέτησαν 290 ενήλικα άτομα τα οποία ζήτησαν βοήθεια σε εξωτερικό ιατρείο εξειδικευμένης κλινικής σε συμπεριφορικούς εθισμούς (Klinik und Poliklinik für Psychosomatische Medizin und Psychotherapie) του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Johannes Gutenberg στο Mainz μεταξύ 2008 και 2013 131. Εξ αυτών το 71% πληρούσαν τα κριτήρια εθισμού στο Διαδίκτυο και συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Ο πληθυσμός αυτός ανέφερε γενικά υψηλό κίνητρο εμπλοκής σε θεραπευτική διαδικασία (69,4%), το 24,2% ανέφερε αμφιθυμία ενώ το 6,3% δεν είχε κανένα ή σχεδόν κανένα κίνητρο εμπλοκής. Οι μισοί συμμετέχοντες πληρούσαν τα κριτήρια μίας ακόμη κλινικής ψυχικής διαταραχής. Το μεγαλύτερο ποσοστό (34,2%) αφορούσε συναισθηματικές διαταραχές κατά ICD-10, το 17,9% αφορούσε αγχώδεις διαταραχές, το 11,1% αφορούσε χημικούς εθισμούς και το 10,3% αφορούσε διαταραχές προσωπικότητας με μικρότερα ποσοστά άλλων συννοσηρών διαταραχών. Στατιστικά σημαντικές ήταν οι διαφορές μεταξύ των εθισμένων ατόμων και όσων δεν κατηγοριοποιήθηκαν ως εθισμένοι σε όλες τις κλίμακες του ερωτηματολογίου ψυχοπαθολογίας SCL-90. Έρευνα των Wölfling και συνεργατών διερεύνησε τη συννοσηρότητα εθισμού στο Διαδίκτυο σε 1826 ασθενείς με άλλα προβλήματα εθισμών οι οποίοι νοσηλεύονταν σε 15 Γερμανικά 56
κέντρα απεξάρτησης 132. Η συννοσηρότητα εξάρτησης στο Διαδίκτυο εκτιμήθηκε και εδώ με ειδικό ερωτηματολόγιο, με τη βοήθεια του οποίου 71 ασθενείς ομαδοποιήθηκαν στην αντίστοιχη κατηγορία και συγκρίθησαν με ομάδα ελέγχου αποτελούμενη από 58 άνδρες ασθενείς οι οποίοι νοσηλεύονταν για εξάρτηση από αλκοόλ, χωρίς συννοσηρότητα διαδικτυακού εθισμού. Η συννοσηρότητα με εθισμό στο Διαδίκτυο σχετίστηκε με υψηλότερα επίπεδα ψυχοκοινωνικών συμπτωμάτων, ιδίως κατάθλιψης, ψυχαναγκαστικότητας και διαπροσωπικής ευαισθησίας. Επιπλέον, οι ασθενείς της πρώτης ομάδας συχνά πληρούσαν τα κριτήρια επιπλέον ψυχικών διαταραχών. Οι συγγραφείς πρότειναν τακτικό έλεγχο ως προς την ύπαρξη συμπτωμάτων εθισμού στο Διαδίκτυο σε κέντρα απεξάρτησης ούτως ώστε να εντοπίζονται αυτές οι περιπτώσεις και να λαμβάνουν ειδική θεραπεία. A.4.1.3. Συμπεράσματα Καταλήγοντας παρατηρούμε ότι οι πληθυσμιακές μελέτες πλέον έχουν εξαντλήσει τη χρησιμότητα τους, καθώς έχουν συγκεντρωθεί μεν αρκετές ενδείξεις συσχέτισης της ψυχοπαθολογίας με διάφορες εκφάνσεις Υ.Χ.Δ, όμως δεν υπάρχει η δυνατότητα αναζήτησης αιτιωδών σχέσεων. Επιπλέον, οι μελέτες αυτές χρησιμοποιούσαν στο σύνολο τους ερευνητικά εργαλεία τα οποία δεν ήταν πιστοποιημένα σε κάποιον κλινικό πληθυσμό. Οι κλινικές μελέτες προσφέρουν την αξιοπιστία της κλινικής διάγνωσης, τόσο σε επίπεδο Υ.Χ.Δ όσο και στις άλλες εκφανσεις ψυχοπαθολογίας, ενώ δυνητικά μπορούν να αξιοποιηθούν στοιχεία από την κλινική συνέντευξη ούτως ώστε να διακριβωθεί η χρονική αλληλουχία εμφάνισης των συμπτωμάτων. A.5. Η σύνδεση της έννοιας της Προσωπικότητας με αυτή του εθισμού Οποτεδήποτε κατηγοριοποιούμε μια συμπεριφορά ως υπέρμετρη, τότε προκύπτει το ερώτημα του κατά πόσο οι υποκείμενες συνιστώσες της προσωπικότητας του ατόμου συνεισφέρουν στην εμφάνιση και διατήρηση αυτής της συμπεριφοράς. Υπάρχει όμως ένα μείζον μεθοδολογικό εμπόδιο στη μελέτη αυτού του ερωτήματος. Ο όρος προσωπικότητα συνδέεται με μεγάλο αριθμό θεωρητικών μοντέλων, τα οποία δεν αναπαριστούν παρά μόνο μερικές απόψεις μίας υποτιθέμενης ολότητας, ενώ ενίοτε βρίσκονται σε σύγκρουση αναμεταξύ τους 133. Η Ψυχιατρική, κλάδος 57
μίας εφαρμοσμένης επιστήμης, έχει προσεγγίσει το θέμα της προσωπικότητας από την οπτική γωνία της παθολογίας, ορίζοντας έναν αριθμό διαταραχών της προσωπικότητας με συγκεκριμένα κριτήρια απόκλισης από μία καλώς εννοούμενη κανονικότητα. Ο μεγάλος όμως αριθμός ανταγωνιστικών μοντέλων που έχουν προταθεί ώστε να ορίσουν αυτή τη κανονικότητα δημιουργεί δυσκολίες στη σύγκριση ερευνητικών αποτελεσμάτων. Τυπικά μελέτες από διαφορετικές ερευνητικές ομάδες χρησιμοποιούν διαφορετική ερευνητική μεθοδολογία και εργαλεία, καθιστώντας δύσκολη την ευθεία σύγκριση των αποτελεσμάτων τους. A.5.1. Διαταραχές προσωπικότητας και υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Σημειώνεται έλλειψη μελετών όπου εξετάζεται η χρήση Διαδικτύου σε άτομα με διαγνωσμένες διαταραχές προσωπικότητας αλλά και τυχόν ύπαρξη διαταραχών προσωπικότητας σε άτομα με διεγνωσμένη κλινική έκφραση της Υ.Χ.Δ. Αναφέρθηκε παραπάνω η έρευνα των Bernardi και Pallanti σε τυχαίο δείγμα 15 εξωτερικών ασθενών Ψυχιατρικής κλινικής με υψηλή βαθμολογία σε κλίμακα διαδικτυακού εθισμού 9. Η έρευνα ανέφερε συννοσηρότητα με ψυχαναγκαστική/καταναγκαστική, μεταιχμιακή και αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας. Ελάχιστες είναι οι μελέτες όπου μία θεωρητική ψυχική έννοια, η οποία να συσχετίζεται με χαρακτηριολογική παθολογία, έχει συνδεθεί με κάποια έκφραση Υ.Χ.Δ. Η μία εξ αυτών είναι ο ναρκισσισμός. Στοιχεία ναρκισσιστικής προσωπικότητας συσχετίστηκαν θετικά με εθισμό σε διαδικτυακό παιχνίδι σε μία μόνο έρευνα 56. Παρόλο που υπάρχει σημαντικό ερευνητικό ενδιαφέρον στη διερεύνηση της πιθανότητας ότι ο ναρκισσισμός συμβάλλει στην ενασχόληση με Ι.Κ.Δ, πρόσφατη έρευνα κατάληξε ότι αν και οι ναρκισσιστές έχουν διαφορετικούς λόγους από τους μη-ναρκισσιστές να χρησιμοποιούν Ι.Κ.Δ, δεν τις χρησιμοποιούν κατ ανάγκη συχνότερα 134. Μελέτη των Mittal και συνεργατών μελέτησε ομάδα ατόμων με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας 130. Τα άτομα αυτά ανέφεραν σημαντικά λιγότερη κοινωνική διάδραση με φίλους στη πραγματική ζωή όμως χρησιμοποιούσαν το Διαδίκτυο για αυτό το λόγο συχνότερα από ότι η ομάδα ελέγχου. Η βαρύτητα των συμπτωμάτων της σχιζότυπης διαταραχής και η βαθμολογία στη κλίμακα κατάθλιψης του Beck (Beck Depression Inventory) συσχετίστηκε θετικά με συμμετοχή σε chat rooms, συνεργατικό διαδικτυακό παιχνίδι και ανταλλαγή e-mail. 58
Σημειώνεται επίσης σημαντική έλλειψη μελετών οι οποίες να χρησιμοποιούν τυποποιημένα ερευνητικά εργαλεία διαταραχών προσωπικότητας: δεν υπάρχουν καθόλου έρευνες όπου να χρησιμοποιούνται δομημένες κλινικές συνεντεύξεις διαταραχών προσωπικότητας και μόνο τρείς δημοσιευμένες μελέτες οι οποίες να χρησιμοποιούν τη κλίμακα MMPI, τη πρωτοτυπική κλίμακα εκτίμησης της προσωπικότητας σε σχέση με τη ψυχοπαθολογία. Από αυτές, οι δύο μελέτες διερεύνησαν τυχόν συσχετίσεις με υποκλίμακες εθισμού, αναφέροντας ότι οι τρεις υποκλίμακες της MMPI-2 οι οποίες μετρούν μοτίβα της προσωπικότητας τα οποία τυπικά συσχετίζονται με διαταραχές χρήσης ουσιών (MAC-R, APS, AAS) διαφοροποιούν τη προβληματική ενασχόληση με ηλεκτρονικά παιχνίδια από την ενθουσιώδη ενασχόληση 135 ενώ μέτρα της Υ.Χ.Δ συσχετίστηκαν με τη κλίμακα του MMPI-2, Addiction Potential Scale 136. Η τρίτη μελέτη 137 χρησιμοποίησε τη κλίμακα κατάθλιψης ούτως ώστε να διερευνήσει το κατά πόσο η καταθλιπτική συμπτωματολογία σε άτομα με υψηλή βαθμολογία εθισμού στο Διαδίκτυο αντιστοιχεί σε γνώρισμα της προσωπικότητας ή μόνο στη τωρινή κατάσταση (trait / state) καταλήγοντας στη δεύτερη περίπτωση. Καταλήγουμε στο κοινό συμπέρασμα με πρόσφατη μελέτη της βιβλιογραφίας 138, ότι η έρευνα ως προς διαταραχές προσωπικότητας στη Υ.Χ.Δ είναι σε πρώιμο στάδιο. A.5.2. Παραγοντικά μοντέλα περιγραφής της δομής της προσωπικότητας και εθισμός στο Διαδίκτυο Αντίθετα, σημαντικά μεγαλύτερη εφαρμογή έχουν βρει οι θεωρητικές προσεγγίσεις της προσωπικότητας που τη περιγράφουν ως ένα υπερσύνολο διαφορετικών γνωρισμάτων/διαστάσεων (traits). Οι διαστάσεις αυτές είναι μοναδικές και διακριτές εκφράσεις των ενδοψυχικών διαφορών, επαναλαμβανόμενες συμπεριφορικά στη διάρκεια του χρόνου, εφόσον το άτομο βρεθεί σε συγκρίσιμες καταστάσεις 133. Πολλαπλά μοντέλα διαστάσεων της προσωπικότητας έχουν προταθεί, με το κάθε ένα εξ αυτών να προτείνει μία μεθοδολογία ομαδοποίησης συγκεκριμένων αποκρίσεων σε ερωτήσεις προς το άτομο, αποκρίσεις που θεωρούνται αντιπροσωπευτικές της κάθε διάστασης. Ορισμένα από αυτά τα μοντέλα δημιουργήθηκαν αφότου ένας θεωρητικός όπως οι Hans Eysenck 139, Jeffrey Gray 140 και 59
Robert Cloninger 141 υπέθεσαν την ύπαρξη συγκεκριμένων διαστάσεων της προσωπικότητας και κατόπιν δημιούργησαν ένα ανάλογο ερευνητικό εργαλείο (ερωτηματολόγιο) με τη βοήθεια ειδικής στατιστικής μεθοδολογίας (παραγοντική ανάλυση). Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις η αρχική υπόθεση ήταν ότι μία υποκείμενη νευροβιολογική βάση εκφράζονταν διαμέσω συγκεριμένων διαστάσεων της προσωπικότητας, οι οποίες επαναλαμβάνονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις και μπορεί να εκφράζονται συχνότερα σε ειδικούς κλινικούς πληθυσμούς ασθενών. Η αντίστροφη προσέγγιση, με κυριότερο εκπρόσωπο το πρότυπο των πέντε παραγόντων (Five-Factor model - FFM) 142, βασίζεται στην υπόθεση ότι εφόσον διεξάγουμε μία παραγοντική ανάλυση όλων των πιθανών χαρακτηριστικών προσωπικότητας που περιγράφονται στη σχετική βιβλιογραφία τότε θα πρέπει να καταλήξουμε σε ένα κοινό σετ βασικών διαστάσεων τα οποία θα έχουν και νευροβιολογική βάση. Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα από την διεξαγόμενη έρευνα, με τη χρήση αυτών των παραγοντικών προτύπων διαστάσεων της προσωπικότητας, καταδεικνύουν πως συγκεκριμένες πλευρές της προσωπικότητας μπορεί να συσχετίζονται και να εκφράζονται με παρόμοιο τρόπο σε διαφορετικές καταστάσεις. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των μοντέλων είναι η σχετική άνεση με την οποία μπορούν να εφαρμοστούν σε κάθε ερευνητικό πληθυσμό με βασική γραμματική εκπαίδευση, σε μικρό χρονικό διάστημα, με μικρό κόστος. Ακόμη, παρέχουν αποτελέσματα τα οποία είναι επαναλήψιμα και στα οποία μπορεί να συγκριθούν ετερόκλητοι ερευνητικοί πληθυσμοί. Τα πρότυπα που έχουν χρησιμοποιηθεί σε 34 έρευνες της υπέρμετρης χρήσης του Διαδικτύου περιλαμβάνουν το πρότυπο PEN του Eysenck (με χρήση του ερωτηματολογίου EPQ) 139, το βιοψυχολογικό πρότυπο του Gray (με χρήση του ερωτηματολογίου BIS & BAS) 140, το πρότυπο πέντε παραγόντων FFM (με χρήση του ερωτηματολογίου NEO-PI) 142, το ψυχοβιολογικό πρότυπο του Cloninger (με χρήση του ερωτηματολογίου TPQ) 143, το εναλλακτικό πρότυπο πέντε παραγόντων του Zuckerman (με χρήση των ερωτηματολογίων SSS και ZKPQ) 144 καθώς και το πρότυπο 16 παραγόντων του Cattell (με χρήση του ερωτηματολογίου 16PF) 145. Αυτά τα πρότυπα αναλύονται σε αριθμό διαστάσεων της προσωπικότητας οι οποίες ενώ διαφέρουν σε όνομα, τυπικά αντιπροσωπεύουν συγκρίσιμες έννοιες. Ο συγγραφέας προσπάθησε να ομαδοποιήσει αυτές τις διαστάσεις βάση των κοινών στοιχείων 60
στον ορισμό των, ούτως ώστε να είναι δυνατή η σύγκριση τους. Αυτή η ομαδοποίηση παρουσιάζεται στον Πίνακα 1. Τα πιο συχνά εφαρμοσμένα ερωτηματολόγια είναι τα EPQ 52,54,146-151, NEO-PI 50,152-165, TPQ 166-169 και BIS & BAS 170-172, ενώ έχουν διεξαχθεί από μία έρευνα με τα SSS 173 και 16PF 174. Η μοναδική διάσταση η οποία επαναλαμβάνεται με την ίδια ονομασία σε διαφορετικά μοντέλα είναι η Εξωστρέφεια (Extraversion) και οι πλέον ετερόκλητες αυτές των Νευρωτισμού και Αναζήτησης Ερεθισμάτων. Σημειώνεται ότι παρόλο που ο παράγοντας ψεύδους (Lie factor) του ερωτηματολόγιου EPQ αρχικά σχεδιάστηκε ώστε να αποδώσει μία κλίμακα αξιοπιστίας, υπήρξαν αναφορές ότι η διακριτή ανάλυση του ως παράγοντα κοινωνικής προσαρμογής έχει αξία καθώς συσχετίζεται με τον τυπικά υψηλό δείκτη κοινωνικής ανωριμότητας ατόμων εξαρτημένων από ουσίες 175. Για αυτό το λόγο ο παράγοντας αυτός ομαδοποιήθηκε με τη διάσταση της Ευσυνειδησίας (Conscientiousness). Σημειώνεται ακόμη ότι όλες οι ακόλουθες μελέτες πλην μίας 161 αφορούν άτομα τα οποία συμπλήρωσαν κλίμακες εθισμού ή άλλης συναφής έννοιας Υ.Χ.Δ, χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί το όποιο εύρημα Υ.Χ.Δ και κλινικά. Τα ομαδοποιημένα αποτελέσματα δείχνουν ότι όσα άτομα παρουσιάζουν υψηλότερες βαθμολογίες Υ.Χ.Δ αναφέρουν υψηλότερες βαθμολογίες στις διαστάσεις του Ψυχωτισμού, Νευρωτισμού, Αναζήτησης Ερεθισμάτων και χαμηλότερες βαθμολογίες στις διαστάσεις της Εξωστρέφειας, Εξάρτησης από Επιβράβευση, Ευσυνειδησίας, Ηπιότητας και Επιμονής, έναντι πάντα της ομάδας ελέγχου. 61
Πίνακας 1- Αποτελέσματα μελετών συσχέτισης γνωρισμάτων της προσωπικότητας με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Γνωρίσματα (traits) Μελέτες Ευρήματα Ψυχωτισμός / Αρνητικό Cao 52, Charlton & Danford 153, Fisoun και συν. 147, Yan και συν. Θετική συσχέτιση σε όλες τις μελέτες με σθένος 176, Xiuqin και συν. 151 υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Εξωστρέφεια Νευρωτισμός/ BIS αντιδραστικότητα / Συναισθηματική σταθερότητα / ευαισθησία στη τιμωρία Ευσυνειδησία / κλίμακα ψεύδους EPQ Αναζήτηση ερεθισμάτων / έξαψης / διασκέδασης, Openness Εξάρτηση από επιβράβευση / Ευαισθησία στην επιβράβευση Ηπιότητα / Συναισθηματικότητα Αυτό-κατευθυντικότητα / Επιμονή / Εγκαρτέρηση van der Aa και συν. 152, Hardie & Tee 148,Kuss και συν. 154, Landers & Lounsbury 156, Muller και συν. 161, Peters & Maletsky 50, Petrie & Gunn 162, Wilson και συν. 164, Yan και συν. 176, Xiuqin και συν. 151 van der Aa και συν. 152, Cao και συν. 52, Charlton & Danford 153, Dong και συν. 146, Fisoun και συν. 147, Hardie & Tee 148, Kuss και συν. 155, Meerkerk at al, 172, Mehroof & Griffiths 54, Muller και συν. 161, Peters & Maletsky 50, Tsai και συν.. 150, Yan και συν. 176, Yang και συν. 174, Young & Rodgers 165 Cao και συν. 52, Fisoun και συν. 147, Kuss και συν. 154,Montag και συν. 160, Muller και συν. 161, Peters & Maletsky 50, Rahmani & Lavasani 163, Wilson και συν. 164, Young & Rodgers 165 Claes και συν. 170,171, Dalbudak και συν. 177, Ko και συν. 166-168, Lin & Tsai 173, Lavin και συν. 157, McElroy & Hendrickson 158, Shi και συν. 178, Ko και συν. 166-168 Charlton & Danford 153, Ko και συν. 167, Kuss και συν. 155, Peters & Maletsky 50, Rahmani & Lavasani 163 Ko και συν. 167, Montag και συν. 159,160, Mottram & Fleming 149 Αρνητική συσχέτιση σε όλες τις μελέτες με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Θετική συσχέτιση σε όλες τις μελέτες με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Αρνητική συσχέτιση με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου, ειδικά σε μη παραγωγικές καταστάσεις (όπως υπέρμετρο διαδικτυακό παιχνίδι και κοινωνική δικτύωση) Θετική συσχέτιση με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου εκτώς από τη μελέτη του Lavin και συν. που ανέφερε αρνητική συσχέτιση Θετική συσχέτιση με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Αρνητική συσχέτιση με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου Αρνητική συσχέτιση με υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου 62
Η υπεροχή των συγκεκριμένων εκφράσεων της προσωπικότητας σε άτομα που παρουσιάζουν υπέρμετρη χρήση υποδηλώνει κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Τα άτομα με υψηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα Ψυχωτισμού θεωρούνται περισσότερο επιθετικά, χειριστικά, δογματικά, χωρίς ευαισθησίες ως προς τα αισθήματα των άλλων ενώ έχουν μία προδιάθεση προς την εκδήλωση ψυχωτικής διαταραχής. Η Αναζήτηση Ερεθισμάτων σχετίζεται με τον Ψυχωτισμό αλλά διαφέρει στο βαθμό που το άτομο επικεντρώνει στην αναζήτηση πηγών διέγερσης και έξαψης αντί μακρόπνοων στόχων και επιτευγμάτων. Χαμηλή βαθμολογία στην Εξωστρέφεια ανευρίσκεται σε άτομα τα οποία δεν είναι πρόθυμα να βγουν στο προσκήνιο ή να εκφραστούν άμεσα, να πάρουν ρίσκα ή παρορμητικές αποφάσεις, παρά κινούνται παθητικά όπου τους παρασύρουν οι καταστάσεις, αναλίσκονται σε νοητικούς μηρυκασμούς και αναζητούν την απομόνωση. Το τυπικό άτομο με νευρωτικά στοιχεία προσωπικότητας τείνει προς το άγχος και την κατάθλιψη, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και είναι επιρρεπές σε παράλογες αντιδράσεις όπου κυριαρχεί το συναίσθημα. Χαμηλή βαθμολογία στην Εξάρτηση από Επιβράβευση ανευρίσκονται σε άτομα συντηρητικά, με χαμηλό παρορμητισμό και τάση προς κινητοποίηση, τα οποία είναι λιγότερο πιθανό να αποκριθούν σε κοινωνικές προτροπές και ηθικές ανταμοιβές. Η Ευσυνειδησία και η Ηπιότητα σχετίζονται σαν έννοιες με χαμηλή βαθμολογία στη διάσταση του Ψυχωτισμού, διαφέρουν όμως σημαντικά από αυτή τη διάσταση στο ότι το κίνητρο ως προς τη στοχο-κατευθυνόμενη δράση είναι στη πρώτη περίπτωση η αφοσίωση σε κάποια ανώτερη έννοια και στη δεύτερη περίπτωση η αφοσίωση στα κοντινά πρόσωπα. Κατά συνέπεια σε άτομα με χαμηλές βαθμολογίες σε αυτές τις δύο διαστάσεις, όπως είναι η περίπτωση των ατόμων που προβαίνουν σε υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου, αναμένουμε ότι οι κοινωνικές αξίες και ηθικές νόρμες, όπως και η ευεξία των κοντινών προσώπων, δεν θα αποτελούν ικανούς παράγοντες κινητοποίησης στη συμπεριφορά. Αξίζει να σημειωθεί ότι μελέτες οι οποίες συμπεριλάμβαναν άτομα εξαρτημένα από ουσίες έχουν καταδείξει παρόμοιο μοτίβο υψηλής βαθμολογίας στις διαστάσεις Ψυχωτισμού, Νευρωτισμού και χαμηλής βαθμολογίας στο παράγοντα ψεύδους του ερωτηματολογίου EPQ. Αυτό το μοτίβο χαρακτηρίστηκε ως υψηλή βαθμολογία εθισμού - high addiction scores, (P+, N+ and L-) 179,180. Η βαθμολογία στη διάσταση του Νευρωτισμού αναφέρθηκε ότι πιθανόν να είναι τεχνητά ανυψωμένη κατά τη διάρκεια της ουσιοεξάρτησης 63
και επαφής με αντίστοιχες υπηρεσίες, και όχι ένα πρωταρχικό εύρημα 179. Η συνέπεια όμως των υψηλών βαθμολογιών Νευρωτισμού σε όλες τις μελέτες είναι ειδικό εύρημα της υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και σε αυτές τις περιπτώσεις ανευρέθη σε δείγματα γενικού πληθυσμού και όχι ασθενών. Μία πιθανή εξήγηση μπορεί να είναι η συχνή συννοσηρότητα της υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου με άλλες ψυχικές διαταραχές, όπου το άτομο μπορεί να στρέφεται στο Διαδίκτυο ώστε να κατευνάσει το ψυχικό πόνο που νιώθει. Αυτή η υπόθεση όμως μπορεί να αποδειχθεί μόνο με τη μελέτη κλινικών δειγμάτων. Συνοψίζοντας, τα αποτελέσματα μελετών της χρήσης Διαδικτύου, με την εφαρμογή προτύπων παραγοντικών διαστάσεων προσωπικότητας, καταδεικνύουν ότι τα άτομα με υπέρμετρη χρήση τυπικά είναι επικεντρωμένα στον εαυτό τους και απόμακρα, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη διαχείριση των συναισθημάτων τους και είναι επιρρεπή σε εκρήξεις θυμού, κινητοποιούνται μόνο από τη πιθανότητα άμεσης ικανοποίησης των αναγκών τους και ιδιαίτερα της ανεύρεσης νέων πηγών διέγερσης, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, αισθάνονται ανωτερότητα και έχουν τη διάθεση επίδειξης ενώ όμως αισθάνονται εσωτερική ανασφάλεια και αποσύρονται από άμεσες προκλήσεις, χωρίς να διεκδικούν το καλύτερο για τον εαυτό τους. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ορισμένες από τις θεωρίες διαστάσεων της προσωπικότητας συνέδεσαν την ύπαρξη των διαστάσεων με συγκεκριμένα νευροβιολογικά δεδομένα. Εφόσον αποδεχτούμε την εγκυρότητα αυτών των ισχυρισμών, τότε αναμένουμε ένα άτομο το οποίο παρουσιάζει συμπεριφορά εθισμού και συγκεκριμένο προφίλ διαστάσεων προσωπικότητας να έχει και συγκεκριμένο νευροβιολογικό προφίλ, το οποίο ενδέχεται να αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη των συμπεριφορών εθισμού. Η ερευνητική προσπάθεια σε νευροβιολογικές συνιστώσες του εθισμού έχουν επικεντρωθεί στην ανάδειξη αλλαγών στη λειτουργικότητα του εγκεφάλου που συνδέονται με εκφράσεις συμπεριφοράς εθισμού. Ειδικά η δυσλειτουργία της ντοπαμινεργικής οδού νευροδιαβίβασης έχει συνδεθεί με συμπεριφορές εθισμού καθώς η ενεργοποίηση αυτής της οδού είναι καθοριστικής σημασίας ως προς τα άμεσα αποτελέσματα ανταμοιβής των ψυχο-διεγερτών ενώ διαμεσολαβεί στις επιδράσεις όλων των άλλων ουσιών κατάχρησης 181. Η δυσλειτουργία αυτής της οδού επιβεβαιώθηκε τόσο σε χημικές εξαρτήσεις 182 όσο και σε παθολογικό τζόγο, την 64
πρωτοτυπική συμπεριφορική εξάρτηση 183,184. Ειδικά οι υποδοχείς ντοπαμίνης D 2, D 3 και D 4 επιδεικνύουν ένα υψηλό επίπεδο πολυμορφισμού συνδεδεμένου με συμπεριφορές εθισμού, ενώ σε αυτού του είδους τις συμπεριφορές έχει εμπλακεί και η μεταβολή του σχετικού λόγου υποδοχέων D 2 /D 3 όπως και πολυμορφισμοί άλλων υποδοχέων σε αυτή τη νευροδιαβιβαστική οδό 185-187. Αυτά τα πειραματικά δεδομένα εξηγούνται από την προτεινόμενη υπόθεση ντοπαμίνης για τον εθισμό: καθώς η συμπεριφορά εθισμού οδηγεί σε υπέρμετρη ντοπαμινεργική δραστηριότητα, τα άτομα των οποίων η ενδογενής ντοπαμινεργική λειτουργικότητα είναι χαμηλότερη του φυσιολογικού (εξαιτίας κάποιου γενετικού πολυμορφισμού), θα είναι περισσότερο επιρρεπή να εθιστούν σε αυτές τις συμπεριφορές δοθείσας της ευκαιρίας ή εφόσον βρεθούν σε ψυχοπιεστική κατάσταση, και θα είναι δυσκολότερο να τις διακόψουν ακόμα και όταν μεταβληθούν οι παράμετροι του περιβάλλοντος που συνετέλεσαν στην αρχική εκδήλωση του εθισμού. Η αντίστροφη υπόθεση θέτει ότι υψηλά επίπεδα υποδοχέων ντοπαμίνης, και άρα υπερεπάρκεια της οδού υπό κανονικές συνθήκες, μπορεί να δρουν προστατευτικά κατά της εμφάνισης ή συντήρησης συμπεριφορών εθισμού. Η συγκεκριμένη υπόθεση επιβεβαιώθηκε σε πρόσφατη μελέτη, όπου ανιχνεύτηκε μεγαλύτερη του κανονικού διαθεσιμότητα υποδοχέων D 2 σε μη-αλκοολικά μέλη οικογενειών αλκοολικών 188. Οι διαστάσεις της προσωπικότητας που βρέθηκαν να συσχετίζονται με πολυμορφισμούς στη λειτουργικότητα της ντοπαμινεργικής οδού περιλαμβάνουν υψηλές βαθμολογίες Ψυχωτισμού 189,190, Αναζήτησης νέων Ερεθισμάτων 191, ενώ υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενα αποτελέσματα για την Εξωστρέφεια με πρόσφατη μετα-ανάλυση να συνιστά προσοχή σε παρόμοια ευρήματα 192 : είναι πιθανό να εμπλέκονται αλληλεπιδράσεις μεταξύ της γονιδιακής έκφρασης και του περιβάλλοντος, όπως φάνηκε σε πρόσφατη μελέτη 193.Οι εθιστικές ουσίες επιδρούν άμεσα στο νευρωνικούς μηχανισμούς που ελέγχουν την εκτίμηση της πιθανότητας λήψης αμοιβής 194 και η εμπλοκή της διάστασης της Εξάρτησης από Αμοιβή με τον πολυμορφισμό των υποδοχέων ντοπαμίνης ήταν ένα πρώιμο εύρημα στο πεδίο αυτό 195. Ακολουθώντας αύτη την ερευνητική μεθοδολογία, παρόμοιες μελέτες σχεδιάστηκαν ώστε να καθίσταται εφικτή η σύγκριση μεταξύ των νευροβιολογικών προφίλ της Υ.Χ.Δ και άλλων εθισμών. Πρόσφατη συνοπτική παρουσίαση της βιβλιογραφίας νευροβιολογικών ερευνών στον Εθισμό στο Διαδίκτυο κατέληξε ότι 65
σχεδόν όλες οι εξεταζόμενες μελέτες ανέφεραν ομοιότητες των χρηστών με Υ.Χ.Δ με τους χρήστες χημικών ουσιών αλλά και ατόμων με διαταραχές ελέγχου των παρορμήσεων, όσο αφορά την ύπαρξη περιορισμένης δυνατότητας αναστολής των παρορμήσεων και υψηλό εγγενή παρορμητισμό 196. Η Υ.Χ.Δ, ειδικά σχετιζόμενη με διαδικτυακό παιχνίδι, ήταν άμεσα σχετιζόμενη με δυσλειτουργία της ντοπαμινεργικής νευροδιαβιβαστικής οδού 197-200. Πρόσφατη μελέτη του Dong και συνεργατών 201 κατέδειξε ότι άτομα με εθισμό στο Διαδίκτυο τα οποία κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε ένα βασικό παιχνίδι τζόγου είχαν παρόμοιες νευροβιολογικές αποκρίσεις με αυτές που έδωσαν άτομα με προβλήματα παθολογικής ενασχόλησης με τζόγο, ήτοι ενισχυμένη ευαισθησία στη πιθανότητα κέρδους και μειωμένη ευαισθησία στη πιθανότητα απώλειας. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, αυτά τα ευρήματα εξηγούν γιατί τα άτομα με προβλήματα εθισμού στο Διαδίκτυο συνεχίζουν την ενασχόληση τους παρά τις δυσμενείς συνέπειες που ανακύπτουν. Αυτή η μελέτη δίνει και στοιχεία υπέρ της κατηγοριοποιήσεως της Υ.Χ.Δ, μαζί με το παθολογικό τζόγο, στο καινούργιο πεδίο των συμπεριφορικών εθισμών. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα ότι οι γενετικοί πολυμορφισμοί της ντοπαμινεργικής οδού συσχετίζονται με υψηλότερα επίπεδα Εξάρτησης / Ευαισθησίας στην Ανταμοιβή 201-203, και όχι με χαμηλότερα επίπεδα όπως αναφέρθηκε στις μηπειραματικές μεθόδους. Λαμβάνοντας υπόψη μας αυτά τα ευρήματα, τα αντίστροφα αποτελέσματα των τριών μελετών του Ko και συνεργατών 166-168 τίθενται υπό αμφισβήτηση. Οι συγγραφείς αυτών των τριών μελετών αιτιολόγησαν τα αποτελέσματα τους με την υπόθεση ότι καθώς η χαμηλή βαθμολογία Εξάρτησης από Ανταμοιβή τυπικά συσχετίζεται με αδυναμία εντύπωσης της κοινωνικά αποδεκτής συμπεριφοράς λόγω ελλειμμάτων στην κοινωνική ενίσχυση αυτής της συμπεριφοράς, όπως και με αδυναμία επιμονής σε στοχο-κατευθυνόμενη δράση, αυτή η έλλειψη αντιστοιχεί στο προφίλ ενός ατόμου που αναζητά άμεσες και προβλέψιμες πηγές ευχαρίστησης αντί να αντιμετωπίσει πιθανή ματαίωση σε ενασχολήσεις στο πραγματικό κόσμο. Έχοντας όμως πλέον στη διάθεση μας δεδομένα από νευροαπεικονιστικές μεθόδους και από γενετική ανάλυση, είναι περισσότερο ενδεδειγμένο να καταλήξουμε ότι η Εξάρτηση από Ανταμοιβή τυπικά αυξάνεται στη Υ.Χ.Δ. Ενδέχεται πολιτισμικοί παράγοντες του συγκεκριμένου 66
περιβάλλοντος όπου διεξήχθησαν οι έρευνες των Ko και συνεργατών (Ν.Κορέα) να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο σε αυτές τις διαφορές. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω ερευνητικά δεδομένα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η μελέτη της προσωπικότητας ατόμων με Υ.Χ.Δ, βάση θεωριών που βασίζονται σε παραγοντική ανάλυση διαστάσεων προσωπικότητας, δίνει μία αξιοποιήσιμη σύνδεση ανάμεσα στη ψυχολογία και τη νευροβιολογία της συμπεριφοράς. Με βάση αυτό το συμπέρασμα, η παρούσα μελέτη σχεδιάστηκε συμπεριλαμβάνοντας ένα μέτρο προσδιορισμού των διαστάσεων της προσωπικότητας των ατόμων με Υ.Χ.Δ, το ερωτηματολόγιο ZKPQ που αποτελεί την αποτύπωση σε ερευνητικά ερωτήματα της πρότυπου διαστάσεων προσωπικότητας του Marvin Zuckerman 144. Στη συνέχεια θα αναλυθούν τα στοιχεία αυτής της θεωρίας που συνέτειναν στην επιλογή αυτή. A.5.2.1. Το πρότυπο προσωπικότητας του Zuckerman Το πρότυπο αυτό δημιουργήθηκε μετά από αλλεπάλληλες παραγοντικές αναλύσεις κλιμάκων προσωπικότητας που είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί σε ψυχονευροβιολογικές μελέτες. Προσομοιάζει το σκεπτικό δημιουργίας του προτύπου του Eysenck, λαμβάνοντας όμως υπόψη όλη τη βιβλιογραφία που έχει προκύψει μετά από πολλά έτη έρευνας με αυτό και άλλα πρότυπα. Ο Zuckerman είχε συνεργαστεί με τον Eysenck στη δημιουργία της κλίμακας Sensation Seeking Scale και αποδέχονταν τις γενικές υποθέσεις του προτύπου των τριών παραγόντων, ψυχωτισμού, εξωστρέφειας και νευρωτισμού. Καθώς η αναζήτηση ερεθισμάτων και η παρορμητικότητα επαναλαμβάνονταν συχνά σε ανεξάρτητες νευροβιολογικές μελέτες της συμπεριφοράς, ο δημιουργός του προτύπου εστίασε ιδιαίτερα κατά το ερευνητικό στάδιο σε λήμματα που συνδέονταν με αυτούς τους παράγοντες, θεωρώντας ότι είναι και ευκολότερα επιβεβαιώσιμοι πειραματικά. Η στατιστική ανάλυση υπέδειξε ως βέλτιστη λύση το διαχωρισμό του παράγοντα ψυχωτισμού σε κλίμακες παρορμητικότητας, αναζήτησης ερεθισμάτων και κοινωνικοποίησης, η έννοια της γενικής συναισθηματικότητας - νευρωτισμού διαχωρίστηκε σε επιθετικότητα και άγχος ενώ η εξωστρέφεια σε δραστηριότητα και συντροφικότητα 204. Οι πέντε παράγοντες του ερωτηματολογίου Zuckermann-Kuhlman Personality Questionnaire (ZKPQ) το οποίο αποδίδει το πρότυπο αυτό είναι οι Νευρωτισμός - Άγχος (N-Anx), Κοινωνικότητα (Sy), Επιθετικότητα - Εχθρότητα (Agg-Host), 67
Παρορμητική αναζήτηση ερεθισμάτων (ImpSS), and Δραστηριότητα (Act). Συνήθως αναφέρονται διακριτά σε μελέτες οι δύο συνιστώσες της ImpSS, Παρορμητικότητα (Imp) και Αναζήτηση Ερεθισμάτων (SS). Οι παράγοντες της κλίμακας ZKPQ, την οποία προτείνουν οι δημιουργοί της ως ερευνητικό εργαλείο, έχουν βρεθεί ότι συσχετίζονται με αριθμό διαφορετικών εκφάνσεων της προσωπικότητας και χαρακτηριολογικής παθολογίας, συμπεριλαμβανομένων δυνητικά επικίνδυνων και εθιστικών συμπεριφορών, όπως η χρήση αλκοόλ και άλλων ουσιών, ο παθολογικός τζόγος, η υπερενασχόληση με σεξ και επικίνδυνα αθλήματα 205-207. Καθώς η υπερενασχόληση με Η/Υ και το Διαδίκτυο, σε όλους τους προτεινόμενους ορισμούς της, εμπεριέχει είτε στοιχεία ψυχοπαθολογίας των εθισμών, είτε ελλειμμάτων ελέγχου των παρορμήσεων, κρίθηκε πως το συγκεκριμένο πρότυπο προσωπικότητας μπορεί να προσφέρει ερευνητικά στο διαχωρισμό των υποκειμένων που παρουσιάζουν αυτή τη συγκεκριμένη συμπεριφορά από το γενικό πληθυσμό. A.5.3. Ψυχολογικές άμυνες και η μέτρηση τους Η παρουσίαση των θεωρήσεων της προσωπικότητας και τη θέση τους στη μελέτη της Υ.Χ.Δ, ολοκληρώνεται με τη θεώρηση της ψυχοδυναμικής σχολής. Η βιβλιογραφία της προσφοράς της συγκεκριμένης σχολής στη μελέτη της προσωπικότητας είναι μακράν η πλουσιότερη, όμως το εύρος της καθιστά απαγορευτική μία πλήρη ανάλυση όλων των επιμέρους απόψεων διαφορετικών κλάδων της ψυχοδυναμικής σχολής. Ένα κεντρικό όμως σημείο, το οποίο είναι γενικά κοινά αποδεκτό από τη πλειοψηφία των θεωρητικών της ψυχοδυναμικής σχολής είναι αυτό της ύπαρξης των ενδοψυχικών αμυντικών μηχανισμών. Η έννοια των αμυντικών μηχανισμών έχει ψυχαναλυτική προέλευση και κατά τους Laplache και Pontalis πρόκειται περί 'διαφορετικά είδη λειτουργιών δια μέσω των οποίων εκφράζεται η αμυντική λειτουργία του ατόμου. Το ποιοι εξ αυτών κυριαρχούν σε μία συγκεκριμένη περίπτωση εξαρτάται από το είδος της νόσου, το αναπτυξιακό στάδιο που έχει κατακτήσει το άτομο, το κατά πόσο έχει επιλυθεί η υποκείμενη σύγκρουση, κ.ο.κ 208. Το 1926, στο «Αναστολή, Σύμπτωμα και Άγχος», ο Freud προτείνει ότι ο όρος 68
«άμυνα» θα πρέπει να επανεισαχθεί σαν ένας όρος κάτω από τον οποίο θα πρέπει να υπαχθούν ειδικοί και διακριτοί μηχανισμοί άμυνας, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν πολύ διαφορετικούς τρόπους χειρισμού των ίδιων διαταρακτικών συναισθημάτων. Για τον Freud, το φάσμα των μηχανισμών άμυνας είναι ένα συνεχές, όπου στο ένα του άκρο βρίσκονται οι μηχανισμοί της ψύχωσης, δηλαδή η άρνηση, η διαστρέβλωση και η προβολή, στο άλλο του άκρο οι λεγόμενοι ώριμοι μηχανισμοί της μετουσίωσης, του αλτρουισμού, του χιούμορ και της καταστολής, και στο ενδιάμεσο οι λεγόμενοι νευρωτικοί μηχανισμοί, δηλαδή η απώθηση, η υποχονδρίαση, η παθητική επιθετικότητα, η αποσύνδεση, η μόνωση, η ακύρωση, η μετάθεση και η αντισταθμιστική συμπτωματολογία. Ο λειτουργικός ορισμός της Άννας Φρόυντ αναφέρει ότι οι άμυνες είναι οι οδοί και τα μέσα με τα οποία το Εγώ αποκλείει από τη συνειδητότητα επώδυνες καταστάσεις έλλειψης ευχαρίστησης και άγχους ενώ παράλληλα ασκεί έλεγχο επί οποιουδήποτε αιτίου ανάπτυξης άγχους, είτε πρόκειται περί των απαιτήσεων του Υπερεγώ, της παρορμητικής συμπεριφοράς, των συναισθημάτων αλλά και των ενστικτωδών ορμών 209. Διεργασίες και δραστηριότητες κάθε είδους, είτε είναι φαντασιώσεις, είτε διανοητική δραστηριότητα, χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των αμυντικών αναγκών του Εγώ πάντα σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο ώστε να διατηρηθεί η ομοιόσταση του ψυχικού μηχανισμού. Η έννοια του αμυντικού μηχανισμού είναι μία από τις ελάχιστες στη Ψυχανάλυση που μπορούν να μεταφερθούν με σχετική ευκολία σε ένα ερευνητικό πλαίσιο. Όπως παρατήρησαν και οι Laplache και Pontalis, η επιλογή της λέξης μηχανισμοί από τον Φρόυντ είχε ως σκοπό εξ αρχής να καταδείξει το γεγονός ότι τα ψυχικά φαινόμενα είναι οργανωμένα κατά τρόπο που επιτρέπει την επιστημονική τους μελέτη και ανάλυση 208. Παρόλα αυτά, η μελέτη αυτή αποδείχτηκε αρκετά δύσκολη, ειδικά οποτεδήποτε υπεισέρχεται η υποκειμενικότητα του παρατηρητή στη καταγραφή των αμυντικών μηχανισμών. Μία λύση που χρησιμοποιείται ευρύτατα σε αυτό το μεθοδολογικό πρόβλημα είναι η δημιουργία αξιόπιστων ερευνητικών εργαλείων αυτοσυμπλήρωσης. Το πλέον διαδεδομένο είναι το Defence Styles Questionnaire (DSQ) του Michael Bond 210. Ο στόχος του ερωτηματολογίου είναι να ωθήσει τον εξεταζόμενο να εκφράσει τους δικούς του τρόπους αντιρρόπησης δυσκολιών και προσαρμογής στο περιβάλλον. Η μεθοδολογία αυτή βασίζεται στην υπόθεση ότι ο εξεταζόμενος μπορεί να περιγράψει με επάρκεια και αξιοπιστία τη 69
συμπεριφορά του στο παρελθόν καθώς μόνο μία λεπτομερής κλινική εξέταση μπορεί να περιγράψει τις ασυνείδητες διεργασίες τη στιγμή που διαδραματίζονται. Όπως είπε όμως ο ίδιος ο Bond θα ήταν αδύνατο να συμπεράνουμε οτιδήποτε σχετικά με μεμονωμένους αμυντικούς μηχανισμούς, ελπίζαμε όμως (σ.σ με τη δημιουργία του ερωτηματολογίου) ότι θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε τη μέτρηση ομάδων αμυντικών μηχανισμών τις οποίες καλούμε αμυντικές οργανώσεις της προσωπικότητας (defensive styles) Το λειτουργικό μοντέλο που χρησιμοποιεί ο Bond έχει τις ρίζες του στο ιεραρχικό μοντέλο του Vaillant 211, ο οποίος υποθέτει την ύπαρξη ενός συνεχούς μεταξύ ανωριμότητας και ωριμότητας του ψυχικού μηχανισμού, στη βάση του οποίου κατατάσσονται οι επιμέρους άμυνες. Η κατάταξη γίνεται σε τέσσερις αμυντικές οργανώσεις: Δυσπροσαρμοστικότητα (Maladaptive style) Χρήση ανώριμων μηχανισμών άμυνας, όπως η απόσυρση, η εκδραμάτιση, η αναστολή, η παθητικο-επιθετικότητα, η προβολή, η προβλητική ταυτοποίηση, η υποχονδρίαση, η κατανάλωση/στοματικότητα, η φαντασίωση, η άρνηση λήψης βοήθειας και η παλινδρόμηση. Διαστρέβλωση της εικόνας (Image distorting style) Χαρακτηρίζεται από πρωτόγονους μηχανισμούς άμυνας, όπως η διάσχιση, η παντοδυναμία, η ακύρωση και η ανώριμη εξιδανίκευση, απαντάται σε μεταιχμιακή και ναρκισσιστική οργάνωση προσωπικότητας. Αυτοθυσία (Self-sacrifice) Εδώ ομαδοποιούνται περισσότερο ώριμοι μηχανισμοί άμυνας που στοχεύουν στην κοινωνική αποδοχή και ένταξη ως λύση στα προβλήματα του Εγώ, όπως π.χ ο ψευδοαλτρουισμός, η απώθηση, η αντισταθμιστική συμπτωματολογία. Προσαρμοστικότητα (Adaptive style) Αφορά ώριμους μηχανισμούς άμυνας όπως η μετουσίωση, η στοχοκατευθυντικότητα, το προβλέπειν - προσδοκείν, το χιούμορ, η καταστολή, η προσπάθεια σύνδεσης με άλλους και ένταξη (ανήκειν) σε ομάδα. Πρόσφατη ανασκόπηση μελετών που χρησιμοποίησαν το ερωτηματολόγιο DSQ κατέδειξε ότι η προσαρμοστικότητα των αμυντικών οργανώσεων συσχετίζεται με την ύπαρξη ψυχικών διαταραχών με συγκεκριμένες αμυντικές οργανώσεις να απαντώνται 70
συχνότερα σε ορισμένες διαταραχές, π.χ η μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη χρήση δυσπροσαρμοστικών αμυνών και αμυνών διαστρέβλωσης της αναπαράστασης με παράλληλη ελάττωση χρήσης προσαρμοστικών αμυνών. Ενώ οι μεμονωμένες άμυνες τείνουν να μένουν σταθερές κατά τη διάρκεια του χρόνου, δείχνοντας χαρακτηριστικά παραγόντων της προσωπικότητας, σημειώνεται παράλληλα με την ύφεση των ψυχικών συμπτωμάτων και μία σταδιακή μετακύλιση προς μεγαλύτερη χρήση των περισσότερο προσαρμοστικών αμυνών 212. Αυτή η μετακύλιση δείχνει ότι οι άμυνες είναι ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητας το οποίο έχει μεν σταθερότητα στο χρόνο εφόσον όμως δεν διαμεσολαβήσει κάποια ψυχολογική παρέμβαση. Δεν μπορούν λοιπόν να ενταχθούν στη μελέτη της προσωπικότητας σε ανάλογη θέση με αυτή των σταθερών παραγόντων στα οποία αναλύονται τα πρότυπα προσωπικότητας των Eysenck, Zuckerman, κ.α. Σε αυτά τα αποδεδειγμένα ερευνητικά στοιχεία βασίζεται το σκεπτικό μέτρησης των ψυχολογικών αμυνών στη παρούσα διδακτορική διατριβή η μέτρηση αυτή δύναται να καταδείξει τη συγκριτική χρήση των διαφορετικών αμυντικών οργανώσεων στον ερευνητικό πληθυσμό χωρίς να αλληλοεπικαλύπτονται τα αποτελέσματα σε σημαντικό βαθμό με αυτά από την έρευνα παραγόντων της προσωπικότητας οι οποίοι είναι σταθεροί και συνδεδεμένοι με τη νευροβιολογία. Ως τη στιγμή συγγραφής αυτού του κειμένου δεν υπάρχουν αναφορές χρήσης του προτύπου DSQ ή άλλης μεθοδολογίας καταγραφής των ψυχολογικών αμυντικών μηχανισμών στην έρευνα της υπέρμετρης χρήσης Η/Υ ή Διαδικτύου. Η ψυχοδυναμική μελέτη της προσωπικότητας ατόμων με κάποια έκφανση Υ.Χ.Δ περιορίζεται είτε σε μεμονωμένες αναφορές περιστατικών 213, είτε σε εκθέσεις θέσεων 214,215 οι οποίες συμβαδίζουν με κάποια από τις πολλές οπτικές οι οποίες απαρτίζουν τη σύγχρονη ψυχοδυναμική θεώρηση. A.6. Επιδημιολογικά δεδομένα στην Ελλάδα Τα πρώτα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα από το 2008 αφορούσαν αντιπροσωπευτικό δείγμα του μαθητικού πληθυσμού της Θεσσαλίας, όπου η έκταση της παθολογικής χρήσης του Διαδικτύου ανέρχονταν σε 8,2% 216. Σειρά δημοσιευθέντων άρθρων καταδεικνύει μία ανησυχητική εικόνα ως προς την έκταση και πορεία του 71
φαινομένου του εθισμού στο Διαδίκτυο στην Ελλάδα, όπως ανακοινώνουν οι συγγραφείς 38,96,147,217-220. Στη πόλη της Λάρισας διεξήχθη έρευνα στο μαθητικό πληθυσμό σε δυο φάσεις, κατά το 2006 και 2011 220. Η έρευνα περιλάμβανε μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και διεξήχθη με τυχαιοποιημένη ενστρωματωμένη δειγματοληψία όσο αφορά το πρώτο κύμα 216. Στο δεύτερο κύμα επιλέχθηκαν τα ίδια σχολεία και τμήματα που είχαν επιλεχθεί από την αρχική τυχαιοποίηση. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων προκύπτει ότι το ποσοστό χρήσης του διαδικτύου μεταξύ των εφήβων αυξήθηκε ραγδαία από το 64,79% το 2006 στο 99,23% το 2011, ενώ παράλληλα η μέση ηλικία έναρξης της χρήσης του Η/Υ μειώνεται κατά τρία έτη, γεγονός που αποδεικνύει πως η κατάχρηση των νέων τεχνολογιών δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο που πρόκειται να αντιμετωπισθεί με την μεγαλύτερη εξοικείωση του πληθυσμού με τις νέες τεχνολογίες. Η σύγκριση μεταξύ των δύο κυμάτων αποκάλυψε ότι οι έφηβοι χρήστες του Διαδικτύου μετέβησαν κατά τη πενταετία αυτή σε υψηλότερες διαβαθμίσεις της κλίμακας εθισμού YDQ. Συγκεκριμένα το ποσοστό των αγοριών που κατατάσσονται στη κατηγορία εθιστικής συμπτωματολογίας αυξήθηκε από 8,3% σε 9,9% ενώ των κοριτσιών από 4,2% σε 13,4%. Ενδιαφέρον είναι ότι ενώ τα αγόρια είχαν στατιστικά σημαντικά υψηλότερες βαθμολογίες σε σχέση με τα κορίτσια το 2006, αυτό πλέον δεν ίσχυε το 2011, με τη διαφορά να έχει αντιστραφεί σε κατεύθυνση, αν και δεν είναι στατιστικά σημαντική. Στην έρευνα αυτή μετρήθηκε παράλληλα και η ψυχοπαθολογία με το ερευνητικό εργαλείο SCL-90. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι στους πληθυσμούς της έρευνας όλες οι παράμετροι ψυχοπαθολογίας κατέδειξαν μείωση μεταξύ 2006 και 2011, καίτοι μεσολάβησε η οικονομική κρίση. Οι συγγραφείς διεξήγαγαν κατάλληλη στατιστική ανάλυση ώστε να πιστοποιήσουν πως η αύξηση στη βαθμολογία της κλίμακας μέτρησης εθισμού παρέμεινε στατιστικά σημαντική λαμβάνοντας υπόψη και αυτή τη διακύμανση, ενώ πρότειναν συγκεκριμένες θεωρητικές προσεγγίσεις του φαινομενικά παράδοξου γεγονότος της σχετικής μείωσης μεταξύ των δύο κυμάτων της έρευνας. Στα άτομα όμως που κατατάσσονταν σε υψηλότερες κατηγορίες εθιστικής ενασχόλησης με το Διαδίκτυο σημειώθηκε στατιστικά σημαντική υψηλότερη γενική ψυχοπαθολογία έναντι όσων κατατάσσονται στη χαμηλότερη κατηγορία. 72
Στη νήσο Κω διεξήχθη έρευνα στο μαθητικό πληθυσμό σε δυο φάσεις, κατά το 2008 147,217 και 2010 38,96,218,219, Στο πρώτο κύμα συμμετείχαν όλοι οι μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Γ Γυμνασίου Γ Λυκείου και στο δεύτερο κύμα όλοι οι μαθητές Α Γυμνασίου Γ Λυκείου. Ακόμη στο δεύτερο κύμα συμμετείχαν και οι γονείς των μαθητών ενώ ζητήθηκαν και οι απόψεις των εκπαιδευτικών. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων προκύπτει ότι το ποσοστό χρήσης του διαδικτύου μεταξύ των εφήβων αυξήθηκε από το 82% το 2008 στο 89% το 2010, ενώ παράλληλα η μέση ηλικία έναρξης της χρήσης του Η/Υ μειώνεται κατά 1,5 έτος, γεγονός που αποδεικνύει πως η κατάχρηση των νέων τεχνολογιών δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο που πρόκειται να αντιμετωπισθεί με την μεγαλύτερη εξοικείωση του πληθυσμού με τις νέες τεχνολογίες. Το σημαντικότερο εύρημα της έρευνας είναι, πως στη διετία 2008-2010 μειώνεται στατιστικά σημαντικά η ομάδα των μη χρηστών (από 18% το 2008 σε 11% το 2010) και των ήπιων χρηστών του διαδικτύου (από 73,2% το 2008 σε 54,8% το 2010), ενώ διπλασιάζεται η ομάδα των χρηστών όπου δυνητικά μπορούν να εθιστούν (από 15% το 2008 στο 29% το 2010) και η ομάδα των εθισμένων χρηστών του διαδικτύου έχει μία διαχρονική αύξηση στη διετία (από 11,7% το 2008 στο 16,3% το 2010). Αξιοσημείωτο είναι ότι ελάχιστες αντίστοιχες διαχρονικές έρευνες στο πεδίο του διαδικτυακού εθισμού έχουν υλοποιηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο και οι οποίες θα μπορούσαν να αναλύσουν επαρκώς την εξέλιξη της χρήσης του διαδικτύου και της διαταραχής εθισμού στο διαδίκτυο σε ένα κλειστό πληθυσμό όπως αυτός της νήσου Κω σε συνάρτηση με την μεταβλητή του χρόνου. Εξαιρετικά συχνή είναι η υπέρμετρη ενασχόληση με διαδικτυακά παιχνίδια. Τα στοιχεία από την έρευνα στη Κω το 2010 κατέδειξαν ότι ο έφηβος με υψηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα εθισμού ήταν πιθανότερο να είναι μικρότερης ηλικίας, να μην αισθάνεται ευτυχισμένος, να είναι συχνότερα στο Διαδίκτυο κατά τη διάρκεια της ημέρας και για περισσότερες ώρες συνολικά 38. Όσο αφορά συγκεκριμένα παιχνίδια δείχνει να προτιμά παιχνίδια προσομοίωσης μάχης, διαχείρισης ζωής και παιχνίδια σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Είναι πιθανότερο να μην του αρέσει η συνεργασία με άλλους παίχτες, αναζητά να ξεχάσει τη 73
καθημερινότητα του, να γίνει διάσημος στους κύκλους των παιχτών για τα κατορθώματα του, αντιπαθεί τα όρια και τους κανόνες στο παιχνίδι και τον προσελκύει η αίσθηση της 'ροής' κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Σημαντικά ήταν και τα αποτελέσματα της πρώτης έρευνας κατάχρησης διαδικτυακών κοινωνικών δικτύων σε Ελληνικό πληθυσμό 88. Η έρευνα αφορούσε μαθητικό πληθυσμό της Κω, 1971 εφήβων, οι οποίοι ρωτήθηκαν ως προς τις συνήθειες περιήγησης σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, τα κίνητρα τους ως προς αυτή τους τη περιήγηση, τη βαθμολογία στη κλίμακα διαδικτυακών γνωσιών (Online Cognitions Scale) καθώς και τις βαθμολογίες στη κλίμακα Parental Bonding Index η οποία αποδίδει παραμέτρους γονικού δεσμού μεταξύ παιδιού και των δύο γονέων. Η συχνότητα συμμετοχής σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης προβλέφθηκε σε σημαντικό ποσοστό μεταβλητότητας r 2 από έναν γραμμικό συνδυασμό των εξής μεταβλητών: μεγαλύτερη ηλικία του εφήβου, μικρότερη ηλικία έναρξης χρήσης Διαδικτύου, χρήση των ιστοσελίδων προς αναζήτηση φιλίας στον πραγματικό κόσμο αλλά και διαφυγής από την πραγματικότητα καθώς και από την υποκλίμακα παρορμητικής προβληματικής χρήσης του Διαδικτύου. Οι ερευνητές απέδωσαν τη πολύπλοκη σχέση μεταξύ χρήσης ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης, εθισμού στο Διαδίκτυο και γονικού δεσμού με τη βοήθεια ενός προτύπου δομικών εξισώσεων όπου συνδέθηκαν οι έννοιες με τον ακόλουθο τρόπο: ο εθισμός στο Διαδίκτυο συσχετίστηκε θετικά με τη χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης ενώ και οι δύο έννοιες συσχετίστηκαν αρνητικά με ένα πρότυπο γονικής φροντίδας το οποίο θεωρείται στη βιβλιογραφία ως το βέλτιστο και χαρακτηρίζεται από αυξημένη φροντίδα και χαμηλή υπερπροστατευτικότητα από τη πλευρά των γονέων. Πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα, ως προς την έκταση του προβλήματος στην Ελλάδα σε φοιτητικό πληθυσμό, καταδεικνύουν αντίστοιχα ποσοστά με μελέτες σε φοιτητικούς πληθυσμούς του εξωτερικού, όπου τα ποσοστά υπέρμετρης χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου ανέρχονταν έως και 18,3% 221-223. Συγκριτική έρευνα με δείγμα 3450 φοιτητές από 24 ιδρύματα Ανώτερης και Ανώτατης εκπαίδευσης κατέδειξε ποσοστά ίσα με 13% στην Αττική και 14,6% σε ιδρύματα εκτός Αττικής 224. Έρευνα σε δείγμα 514 φοιτητών του ΕΚΠΑ και του Παντείου χρησιμοποιώντας τα αυστηρότερα κριτήρια της Young έδειξε ότι 3.5% εμφάνιζαν συμπτώματα παθολογικής 74
εμπλοκής με το Διαδίκτυο και το 26% χαρακτηρίζονταν ως πληθυσμός σε κίνδυνο 225. Έρευνα των Γιωτάκου και συνεργατών επιχείρησε να διερευνήσει τη συσχέτιση συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας και ψυχοπαθολογικών οντοτήτων με το διαδικτυακό εθισμό σε υγιή μη κλινικό πληθυσμό 226. Στην μελέτη συμμετείχαν 324 στελέχη του στρατού. Διενεργήθηκε ανάλυση πολλαπλής παλινδρόμησης προκειμένου να ελεγχθούν ποιοι κοινωνικο-δημογραφικοί δείκτες και ποιες ψυχοπαθολογικές παράμετροι μπορούν να προβλέψουν το διαδικτυακό εθισμό. Όπως προέκυψε από τον προσαρμοσμένο δείκτη r 2 το 24% της διασποράς τους διαδικτυακού εθισμού μπορεί να ερμηνευθεί από την επίδραση της μικρότερης ηλικίας, του υψηλού δείκτη μάζας σώματος, της αυξημένης βαθμολογίας στους δείκτες της Διαταραχής Πανικού και των Φοβιών. Σε επίπεδο προτάσεων οι υψηλότερες συσχετίσεις επισημάνθηκαν με τις προτάσεις έχω την αίσθηση ότι δεν αξίζω, κάποια στιγμή σκέφτηκα να αυτοκτονήσω, έχω έρθει σε επαφή με σελίδες διαδικτυακών αυτοκτονιών, κάνω υπερβολική χρήση αλκοόλ και κάνω χρήση χασίς. Στο Συνέδριο E-life 2013 παρουσιάστηκε εργασία των Γιώτα και Κλεφτάρα όπου διερευνήθηκε η σχέση ανάμεσα στην καταθλιπτική συμπτωματολογία και την αναζήτηση κοινωνικής υποστήριξης στο Facebook 227. Ένα δείγμα 500 νεαρών ενηλίκων (κυρίως φοιτητές και άνεργοι), ηλικίας 18-34 ετών, συμμετείχαν σε εθελοντική βάση συμπληρώνοντας τέσσερα ερωτηματολόγια που αφορούν στην καταθλιπτική συμπτωματολογία, την προβληματική χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης, την αναζήτηση κοινωνικής υποστήριξης στο διαδίκτυο και δημογραφικούς παράγοντες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η κατάθλιψη σχετίζεται στατιστικά σημαντικά θετικά με την προβληματική χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης και την αναζήτηση κοινωνικής υποστήριξης στο διαδίκτυο. Σε αντίθεση με άλλα ερευνητικά δεδομένα, η ηλικία και το φύλο δεν βρέθηκαν να σχετίζονται είτε με την προβληματική χρήση, είτε με την καταθλιπτική συμπτωματολογία, ωστόσο, οι άντρες περισσότερο από τις γυναίκες φαίνεται να αναζητούν κοινωνική υποστήριξη στο διαδίκτυο. Ο τόπος κατοικίας σχετίζεται με την προβληματική χρήση, με κατοίκους αγροτικών περιοχών να παρουσιάζουν μεγαλύτερα σκορ από αυτά κατοίκων αστικών περιοχών. Τέλος, η καταθλιπτική συμπτωματολογία, η καθημερινή χρήση ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης και η ανεργία αποτελούν 75
καλούς προβλεπτικούς παράγοντες της αναζήτησης κοινωνικής υποστήριξης στο Facebook. Μία τυπική εφαρμογή που εμπλέκεται σε περιπτώσεις υπέρμετρης χρήσης του Διαδικτύου είναι και ο διαδικτυακός τζόγος. Κατά την έρευνα στη Κω, το 2010, βρέθηκε ότι το 37.3% των εφήβων μαθητών είχε κάποια εμπειρία διαδικτυακού τζόγου ενώ το 4.1% του συνολικού δείγματος κατηγοριοποιήθηκαν ως πιθανώς εθισμένοι στο διαδικτυακό τζόγο σύμφωνα με τα επίσημα κριτήρια DSM-IV-MR-J. Αυτοί ήταν 69 αγόρια και 14 κορίτσια. Η μελέτη κατέδειξε ότι τα άτομα με προβλήματα παθολογικού τζόγου είχαν έντονη παρορμητικότητα στις διαδικτυακές τους συμπεριφορές ενώ σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ήταν πιθανότερο να περιηγούνται σε ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου, να παίζουν Διαδικτυακά παιχνίδια, να προβαίνουν σε αγορές μέσω του Διαδικτύου και να χρησιμοποιούν τραπεζικές διαδικτυακές υπηρεσίες καθώς και να περιηγούνται χωρίς κάποιο προκαθορισμένο σκοπό. Ανακοίνωση στο Συνέδριο E-life 2013 των Τσουβέλα και συνεργατών παρουσίασε την εξέταση της ύπαρξης σύνδεσης ανάμεσα στο διαδικτυακό τζόγο και στις συμπεριφορές παρόρμησης και το διαδικτυακό εθισμό 228. Στην μελέτη συμμετείχαν 849 στελέχη του στρατού. Αναφορικά με τον τζόγο, 11,5% των συμμετεχόντων ποντάρει χρήματα σε διαδικτυακό τζόγο και 7,1% των συμμετεχόντων έχει προσπαθήσει να μειώσει ή να μειώσει την εμπλοκή του με το διαδικτυακό τζόγο. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των συμμετεχόντων, το 6% εξ αυτών βρίσκονταν σε επικινδυνότητα για εμφάνιση διαδικτυακού εθισμού και 0,4% πληρούσαν τα κριτήρια της Young για διαδικτυακό εθισμό. Όπως προέκυψε από την πολλαπλή ανάλυση παλινδρόμησης το 20% της διασποράς της εμπλοκής από το διαδικτυακό τζόγο ερμηνεύθηκε ιεραρχικά από την επίδραση των εξής ανεξάρτητων μεταβλητών: διαδικτυακός εθισμός, δοκιμή κάποιας ναρκωτικής ουσίας, χρήση ηρωίνης ή κοκαΐνης, προσπάθεια διάπραξης αυτοκτονίας, διαδικτυακής σεξουαλικής εμπλοκής και μικρότερης ηλικίας. Ακόμη, αναφορές από επαγγελματίες ψυχικής υγείας στην Ελλάδα περιλαμβάνουν το στοιχείο της υπέρμετρης χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου ως σημαντική παράμετρο σε περιπτώσεις όπου νέοι φοιτητές έχουν αποσυρθεί από επαφή με το περιβάλλον τους, σε έναν ιδιώνυμο, φαντασιακό κόσμο με καταστρεπτικές συνέπειες για τους ίδιους. Ήδη στο Ειδικό Ιατρείο για τον Εθισμό στου Η/Υ και το 76
Διαδίκτυο που λειτουργεί το τελευταίο έτος στο ΓΠΝΘ Ιπποκράτειο έχουν απευθυνθεί 20 φοιτητές τους οποίους και δεν ήταν δυνατό να εξετάσουν λόγω του περιορισμού στο όριο ηλικίας, ενώ έχουν εξεταστεί άνω των 40 ανήλικων μαθητών 229. Συμπερασματικά με βάση τις παραπάνω έρευνες θα μπορούσε να ειπωθεί πως η διείσδυση του διαδικτύου είναι ταχύτατη μεταξύ των παιδιών και των εφήβων, αλλά δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη ταχύτητα διείσδυσης εκπαιδευτικών εφαρμογών του στην σχολική τάξη, στοχεύοντας στη δημιουργική, ηθική και ορθολογική χρήση του μέσου. Αποτέλεσμα αυτής της αναντιστοιχίας είναι η εμπειρική ενασχόληση των παιδιών στη χρήση του διαδικτύου να τα ωθεί στην ανάπτυξη παθολογικών συμπεριφορών προσκόλλησης οι οποίες εκφράζονται με τον εθισμό στο διαδίκτυο και οι οποίες έχουν σοβαρές συνέπειες ακαδημαϊκής, κοινωνικής, ψυχολογικής και σωματικής φύσης. Οι φοιτητές και στην Ελλάδα αναγνωρίζονται ως ένας πληθυσμός υψηλού κινδύνου εμφάνισης συμπεριφορών Υ.Χ.Δ, και ως εκ τούτου η μελέτη χαρακτηριστικών αυτών των περιπτώσεων σε σύγκριση και με φοιτητές οι οποίοι προσαρμόστηκαν και αποδίδουν στις ακαδημαϊκές τους υποχρεώσεις έχει σημαντική ερευνητική και κοινωνική αξία. 77
A.7. Προσπάθειες αντιμετώπισης του φαινομένου Σήμερα χώρες όπου το φαινόμενο έχει λάβει ενδημικές διαστάσεις (π.χ Κίνα, Ν.Κορέα, Ταιβάν) έχουν αναπτύξει ένα εκτεταμένο δίκτυο δομών με στόχο να συνδράμουν στους χρήστες που αναγνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν ένα σημαντικό πρόβλημα στη ζωή τους που περιστρέφεται γύρω από, ή εκφράζεται μέσω της υπερβολικής ενασχόλησης με Η/Υ και ιδίως του Διαδικτύου. Στη Νότια Κορέα, ο εθισμός στα διαδικτυακά παιχνίδια θεωρείται ως μια σημαντικός κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, και έως 24% των παιδιών που έχουν διαγνωστεί με τον εθισμό στο Διαδίκτυο είναι εσωτερικοί ασθενείς κλινικών απεξάρτησης 230. Στην Ιαπωνία, η κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει το πρόβλημα μετά από μια μελέτη από το Υπουργείο Παιδείας, η οποία έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη των στρατοπέδων νηστείας από το Διαδίκτυο (Internet fasting camps), όπου τα άτομα που πάσχουν από εθισμό στο Διαδίκτυο βοηθούνται με το να αποκοπούν εντελώς από την τεχνολογία 231. Η πρώτη εξειδικευμένη Κλινική με στόχο την αντιμετώπιση του εθισμού στο διαδίκτυο δημιουργήθηκε στη Κίνα το 2005. Αρχικά η εξάπλωση του φαινομένου σε χώρες της Άπω Ανατολής θεωρήθηκε ως αποτέλεσμα κοινωνικών διεργασιών όπως η ταχύτατη εισαγωγή του καταναλωτισμού και των νέων μορφών κοινωνικοποίησης και ατομικής έκφρασης σε περιβάλλοντα όπου προάγονταν η συλλογικότητα 232. Όμως, σταδιακά το πρόβλημα εντοπίστηκε και στην Ευρώπη, με τη πρώτη αντίστοιχη προσπάθεια αντιμετώπισης να ξεκινά στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας το 2006. Στην Ελλάδα λειτουργούν αντίστοιχα τμήματα για ανηλίκους, υπό την εποπτεία της Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Γ.Ν.Θ «Ιπποκράτειο» και της Β Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ακόμη λειτουργεί τμήμα προβληματικής χρήσης Διαδικτύου ενηλίκων υπό την εποπτεία της Μονάδος Απεξάρτησης «18 Άνω» και συμβουλευτική υπηρεσία φοιτητών από την Β Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του Α.Π.Θ A.7.1. Συμβουλευτική υπηρεσία φοιτητών προς αντιμετώπιση της παθολογικής χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου Η υπηρεσία δημιουργήθηκε ώστε να καλύψει το κενό σε εξειδικευμένες υπηρεσίες ψυχικής υγείας που αφορούν τη προβληματική χρήση Η/Υ και Διαδικτύου στον ευαίσθητο πληθυσμό των φοιτητών σε ιδρύματα Ανώτερης και Ανώτατης εκπαίδευσης στη 78
πόλη της Θεσσαλονίκης. Η Β Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική κλινική έχοντας ήδη αναπτύξει συμβουλευτικό σταθμό Ψυχικής Υγείας που απευθύνεται στο φοιτητικό πληθυσμό της πόλης της Θεσσαλονίκης από το 1986, επεκτείνει τη κάλυψη ώστε να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που αναπτύχθηκαν στα πλαίσια της διάδρασης των νέων τεχνολογιών με τον άνθρωπο. Επιστημονικά υπεύθυνος της λειτουργίας της υπηρεσίας κατά την ίδρυση της ήταν ο Διευθυντής της Β Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Α.Π.Θ, Καθηγητής Ψυχιατρικής Ιωάννης Γκιουζέπας και υπεύθυνος σχεδιασμού και οργάνωσης της υπηρεσίας ήταν ο τότε ειδικευόμενος και νυν ειδικός Ψυχίατρος Ενηλίκων Γεώργιος Φλώρος. Η υπηρεσία λειτουργεί από την Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010 στο χώρο του συμβουλευτικού σταθμού Ψυχικής Υγείας στη Φοιτητική Λέσχη του Α.Π.Θ. Κάθε ενδιαφερόμενος προσέρχεται αυτοβούλως και εξετάζεται χωρίς χρέωση ως προς τη πιθανότητα να υποφέρει κάποια έκπτωση στη λειτουργικότητα του συνεπεία υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου ή/και Η/Υ. Η διάγνωση γίνεται με τη βοήθεια ολοκληρωμένης κλινικής συνέντευξης και χορήγησης κατάλληλων πιστοποιημένων ερευνητικών εργαλείων. Η ορολογία περιγραφής του φαινομένου της υπέρμετρης χρήσης είναι αυτή που παρουσιάστηκε παραπάνω 20 ενώ τα κριτήρια τα οποία χρησιμοποιούνται ούτως ώστε να διακριβωθεί η ύπαρξη (ή μη) περιπτώσεων εθισμού είναι τα κριτήρια των Tao και συνεργατών 19. 79
A.8. Συμπέρασμα Η υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου και Η/Υ, άλλα και κάθε άλλου τεχνολογικού μέσου το οποίο χρησιμοποιείται ούτως ώστε να υπάρχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο, είναι μία ολοένα αυξανόμενη, νέα έκφραση ψυχοπαθολογίας, ιδίως σε νεανικούς πληθυσμούς. Η διερεύνηση της συσχέτισης της με άλλες εκφράσεις ψυχοπαθολογίας οφείλει να είναι διεξοδική και να καλύπτει το σύνολο των συμπεριφορών εκείνων που σχετίζονται με αυξημένα ποσοστά αρνητικών συνεπειών για το υποκείμενο. Ακόμη, σημαντικός παράγοντας ο οποίος μπορεί να συμβάλλει στην έκφραση των συμπεριφορών υπέρμετρης χρήσης είναι η προσωπικότητα του χρήστη. Παρά το αυξημένο ερευνητικό ενδιαφέρον, παραμένουν σημαντικά κενά στις γνώσεις μας, ιδίως ως προς τα εγγενή χαρακτηριστικά των ατόμων με συμπτώματα υπέρμετρης χρήσης κλινικής βαρύτητας, την επονομαζόμενη διαταραχή εθισμού στο Διαδίκτυο. Η ύπαρξη της Συμβουλευτικής υπηρεσίας φοιτητών προς αντιμετώπιση της παθολογικής χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου κατέστησε εφικτή τη μελέτη των παραπάνω φαινομένων σε κλινικό πληθυσμό. Η σχεδίαση της παρούσης διδακτορικής διατριβής συμπεριέλαβε αυτή τη δυνατότητα, σε συνδυασμό με τη περισσότερο διαδεδομένη ερευνητική πρακτική της εξέτασης μη-κλινικού ερευνητικού δείγματος. Το εν λόγω δείγμα θα αξιοποιηθεί συγκρινόμενο με το κλινικό δείγμα ούτως ώστε να εξαχθούν ωφέλιμα συμπεράσματα ως προς τη διάκριση του ατόμου το οποίο εμπλέκεται παθολογικά με το μέσο και του ατόμου το οποίο συνεχίζει απρόσκοπτα τη καθημερινότητα του παρά την παράλληλη ενασχόληση με αυτό. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο φοιτητικός πληθυσμός είναι ένας ειδικός πληθυσμός με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης συμπεριφορών υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ, οπότε και η σκοπιμότητα της μελέτης αυτής μπορεί να θεωρηθεί αιτιολογημένη. 80
ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 81
Β. ΣΚΟΠΟΣ Σκοπός της μελέτης ήταν η διακρίβωση της ψυχιατρικής συννοσηρότητας σε φοιτητές που προβαίνουν σε υπέρμετρη χρήση Η/Υ και Διαδικτύου της οποίας η ένταση κατηγοριοποιείται ως εθιστική. Ακόμη, η ανεύρεση κοινωνικο-δημογραφικών παραγόντων, καθώς και των στοιχείων οργάνωσης της προσωπικότητας, τα οποία απαντώνται συχνότερα σε αυτούς, σε σύγκριση με φοιτητές που ανταποκρίνονται στις ακαδημαϊκές τους υποχρεώσεις. Β.1. Ερευνητικές υποθέσεις Σημειώνουμε πριν τη διατύπωση των ερευνητικών υποθέσεων ότι διακρίνονται οι περιπτώσεις της ύπαρξης φοιτητών οι οποίοι σύμφωνα με τη κλινική διάγνωση παρουσιάζουν εθιστική χρήση Η/Υ ή/και Διαδικτύου καθώς της ύπαρξης φοιτητών οι οποίοι σύμφωνα με τα ψυχομετρικά εργαλεία κατηγοριοποιούνται ως παρουσιάζοντες υπέρμετρη χρήση Η/Υ ή/και Διαδικτύου, χωρίς όμως να μπορεί να στοιχειοθετηθεί η περίπτωση εθιστικής χρήσης λόγω απουσίας της κλινικής διάγνωσης. Οι ερευνητικές υποθέσεις προς διερεύνηση ήταν οι ακόλουθες: i) Οι φοιτητές που παρουσιάζουν υπέρμετρη χρήση Η/Υ ή/και Διαδικτύου υποκλινικής έντασης έχουν αρνητικές συνέπειες στην ακαδημαϊκή τους πορεία και παρουσιάζουν περισσότερα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας σε σύγκριση με συναδέλφους τους. ii) Οι φοιτητές οι οποίοι έχουν διαγνωσθεί κλινικά με εθισμό στη χρήση Η/Υ ή/και Διαδικτύου παρουσιάζουν ψυχιατρική συμπτωματολογία και συννοσηρότητα με ψυχιατρικά κλινικά σύνδρομα ή/και διαταραχές προσωπικότητας. iii) Η ενασχόληση με διαφορετικές διαδικτυακές δραστηριότητες συνδέεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες καθώς και με διαφορετικά επίπεδα ψυχοπαθολογίας κατά περίπτωση. iv) Η υπέρμετρη χρήση Η/Υ ή/και Διαδικτύου συνδέεται με ένα διακριτό προφίλ ψυχικής απαρτίωσης το οποίο αναλύεται σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες τα οποία διαφέρουν από τον πληθυσμό αναφοράς. v) Διακρίνεται ένα ψυχοπαθολογικό συνεχές διάστημα ανάλογα με τη βαρύτητα χρήσης Η/Υ Διαδικτύου. 82
Γ. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ Γ.1. Σχεδίαση Ο κλινικός πληθυσμός αποτελείτο από τα πρώτα 50 άτομα τα οποία εξετάστηκαν στο πλαίσιο λειτουργίας της Συμβουλευτικής υπηρεσίας αντιμετώπισης παθολογικής χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου. Τα άτομα αυτά προσήλθαν προς εξέταση ούτως ώστε ωα διευκρινιστεί το κατά πόσο υποφέρουν κάποια έκπτωση στη λειτουργικότητα τους συνεπεία υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου ή / και Η/Υ. Ακόμη ένας μικρός αριθμός ατόμων εξετάστηκαν στα πλαίσια διασύνδεσης της υπηρεσίας με άλλες δομές που αναπτύχθηκαν από τη Β Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική και συγκεκριμένα, 2 ασθενείς κατά τη διάρκεια νοσηλείας τους στο τμήμα Οξέων περιστατικών και ένας ασθενής που προσήλθε προς εξέταση στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Κεντρικού Τομέα. Έξι ασθενείς προσήλθαν έχοντας ιστορικό εξέτασης και παρέμβασης στο Ειδικό τακτικό Ψυχιατρικό Ιατρείο παιδιών και εφήβων για την αντιμετώπιση του εθισμού στους Η/Υ και στο Διαδίκτυο του Ιπποκράτειου γενικού νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Ο πληθυσμός ελέγχου αποτελείτο από τεταρτοετείς φοιτητές Ιατρικής οι οποίοι παρακολούθησαν το μάθημα της Ψυχιατρικής στη Β Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του Α.Π.Θ κατά τις τρείς ακαδημαϊκές περιόδους 2010-2011, 2011-2012 και 2012-2013. Η κατανομή των φοιτητών Ιατρικής του Α.Π.Θ στις τρεις Πανεπιστημιακές Ψυχιατρικές Κλινικές ορίζεται κατόπιν τυχαίας κλήρωσης. Κάθε φοιτητής ενημερώθηκε ως προς το σχεδιασμό και το σκοπό διεξαγωγής της έρευνας από τον κύριο ερευνητή και κατόπιν ζητήθηκε η εθελοντική και ανώνυμη συμμετοχή με τη συμπλήρωση του ερευνητικού υλικού. Ως κίνητρο συμμετοχής δόθηκε η δυνατότητα ενημέρωσης ως προς τα συνολικά αποτελέσματα της έρευνας αλλά και ως προς τα επιμέρους ατομικά αποτελέσματα εφόσον ο φοιτητής κατέγραφε μία έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο συμπληρωμένο ερωτηματολόγιο. Γ.1.1. Ερευνητικά εργαλεία Στη συλλογή δεδομένων από το φοιτητικό πληθυσμό χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο ερωτηματολόγιο που συμπληρώνονταν από τους ίδιους τους συμμετέχοντες (Παράρτημα Ι). Το ερωτηματολόγιο αποτελούταν από τρία μέρη, στο πρώτο μέρος 83
περιέχονταν ερωτήσεις που αφορούσαν σε κοινωνικόδημογραφικούς παράγοντες, στο δεύτερο μέρος ερωτήσεις και ειδικά ερωτηματολόγια ως προς τη χρήση Η/Υ και Διαδικτύου, ενώ στο τρίτο μέρος ενσωματώθηκαν ειδικά ερωτηματολόγια ψυχοπαθολογίας και προσωπικότητας. Το πρώτο μέρος περιλάμβανε ερωτήσεις σχετιζόμενες με τυπικά χαρακτηριστικά των φοιτητών όπως φύλο, ηλικία, σχολή, αλλά και ερωτήσεις οι οποίες αφορούν τη πρόοδο τους στη σχολή τους καθώς και τις ενασχολήσεις στον ελεύθερο τους χρόνο. Στο δεύτερο μέρος περιλαμβάνονταν ερωτήσεις ως προς τον τρόπο, συχνότητα και χρόνο χρήσης διαδικτύου, εκτίμηση του κατά πόσο το Διαδίκτυο βοηθά στις φοιτητικές τους δραστηριότητες καθώς και εκτεταμένα ερωτηματολόγια χρήσης διαδικτυακών εφαρμογών (διαδικτυακά παιχνίδια, κοινωνικά δίκτυα, ερωτικές δραστηριότητες, δραστηριότητες τροποποίησης και βελτίωσης της εμπειρίας χρήσης υπολογιστή και Διαδικτύου) όπως και τα κριτήρια διάγνωσης παθολογικού τζόγου DSM-IV-MR-J. Ακόμη τα ειδικά ερωτηματολόγια εκτίμησης παθολογικής ενασχόλησης με Η/Υ ΚΕΕΦΥ, και με το Διαδίκτυο Online Cognitions Scale (OCS). Στο τρίτο μέρος υπήρχαν τα ερωτηματολόγια γενικής ψυχοπαθολογίας SCL-90-R, ερωτηματολόγιο αμυντικής δομής D.S.Q και προσωπικότητας Z.K.P.Q. Στη συλλογή δεδομένων από το κλινικό πληθυσμό χρησιμοποιήθηκε επιπλέον του ερωτηματολογίου που περιγράφτηκε παραπάνω και η διαγνωστική ημιδομημένη συνέντευξη MINI. Στα δεδομένα της συνέντευξης προστέθηκαν κλινικές διαγνώσεις από εξωτερικούς φορείς σε όσες περιπτώσεις αυτές ήταν διαθέσιμες. Ακόμη αξιολογήθηκε η εμπειρία παροχής συμβουλευτικής υποστήριξης στους εν λόγω φοιτητές, ούτως ώστε να στοιχειοθετηθεί η κλινική διάγνωση ύπαρξης διαταραχής προσωπικότητας. Αναλυτικά, τα ειδικά ερωτηματολόγια που χρησιμοποιήθηκαν ήταν τα ακόλουθα: Α. Κριτήρια ανίχνευσης περιπτώσεων προβληματικού τζόγου σε μη-κλινικούς πληθυσμούς νέων DSM-IV-MR-J Τα κριτήρια αυτά αποτελούν κατάλληλη τροποποίηση των κριτηρίων διάγνωσης προβληματικού τζόγου κατά DSM-IV για χρήση με μη-κλινικό πληθυσμό εφήβων και νέων ενηλίκων, Συμπεριλαμβάνουν δώδεκα ερωτήσεις οι οποίες αντιστοιχούν σε 84
εννέα διαγνωστικές κατηγορίες με δυνητικές απαντήσεις όπως συχνά μερικές φορές ώστε να αντισταθμιστεί η αδυναμία να γίνει σε βάθος διερεύνηση όπως γίνεται σε μία κλινική συνέντευξη 233. Σε κάθε ερώτηση ένας συγκεκριμένος δείκτης ορίου (cut-off point) καταδεικνύει βαθμό βαρύτητας ανάλογο με καταφατική απάντηση σε ερώτηση διχοτομικού τύπου κατ αντιστοιχία με αυτές στο DSM-IV. Τέσσερις και άνω θετικές αποκρίσεις στις εννέα κατηγορίες στοιχειοθετούν τη διάγνωση παθολογικού τζόγου. Οι κατηγορίες καλύπτουν σημαντικούς παράγοντες που ενέχονται στο παθολογικό τζόγο: σταδιακή αύξηση συχνότητας της συμπεριφοράς και υπερενασχόληση, ανοχή, συμπτώματα απόσυρσης, έλλειψη αυτοελέγχου και προσπάθεια ρεφαρίσματος των απωλειών, διαφυγή από προβλήματα, ψεύδη και εξαπάτηση σημαντικών άλλων, παράνομες δραστηριότητες και συγκρούσεις με αποδιοργάνωση στο οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον. Οι ερωτήσεις συμπληρώνονταν μόνο εφόσον υπήρχε εμπειρία διαδικτυακού τζόγου το τελευταίο έτος. Τα κριτήρια μεταφέρθηκαν στα Ελληνικά από ερευνητική ομάδα υπό τη καθοδήγηση του κύριου ερευνητή και αξιολογήθηκαν σε δημοσιευμένες έρευνες σε Ελλάδα 234 και Κύπρο 235 με άριστους δείκτες εσωτερικής αξιοπιστίας. Β. Κλίμακα Εθισμού Εφήβων και νέων Ενηλίκων στους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές (ΚΕΕΦΥ) H ΚΕΕΦΥ αποτελείται από 20 ερωτήσεις, οι οποίες βαθμολογούνται με την κλίμακα Likert από το 1 (καθόλου) μέχρι το 5 (πάντα), οπότε λαμβάνει συνολική βαθμολογία από 20 μέχρι 100. Οι ερωτήσεις της ΚΕΕΦΥ καλύπτουν τις επιδράσεις από την χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην καθημερινότητα του εφήβου, την κοινωνική του ζωή, τον ύπνο, τα συναισθήματα και την παραγωγικότητά του. Όσο υψηλότερη είναι η συνολική βαθμολογία στην κλίμακα τόσο μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα από τη χρήση του Η.Υ. Η κλίμακα αναλύεται σε τέσσερις παράγοντες. Ο πρώτος παράγοντας αποτελείται από 6 λήμματα και αποδίδει την έλλειψη αυτοελέγχου στη χρήση Η.Υ. O δεύτερος παράγοντας αποτελείται από 6 λήμματα αποδίδοντας την παραμέληση των υποχρεώσεων. O τρίτος παράγοντας αποτελείται από 5 λήμματα αποδίδοντας την επίπτωση στην κοινωνικοποίηση, ενώ τέλος ο τέταρτος παράγοντας αποτελείται από 3 λήμματα αποδίδοντας την υπερενασχόληση με το 85
μέσο. Η συνολική εσωτερική συνέπεια της κλίμακας είναι εξαιρετικά υψηλή (Rho=0.951), η αξιοπιστία επαναχορήγησης της κλίμακας ΚΕΕΦΥ μετά από ένα μήνα σε μικρότερο δείγμα 156 ατόμων ήταν ικανοποιητική, ενώ άριστα ήταν τα αποτελέσματα του ελέγχου της δομικής εγκυρότητας τόσο με το κριτήριο της συγκλίνουσας απόδειξης όσο και με την επαλήθευση της παραγοντικής δομής στον αρχικό και σε δεύτερο ερευνητικό πληθυσμό 236. Γ. Κλίμακα Διαδικτυακών Γνωσιών (Online Cognitions Scale OCS) Η κλίμακα διαδικτυακών γνωσιών OCS είναι ένα πολυδιάστατο εργαλείο εκτίμησης προβληματικής χρήσης Διαδικτύου, βασισμένο στη θεωρία του Davis, όπως παρουσιάζεται στην εισαγωγή. Αποτελείται από 36 λήμματα που βαθμολογούνται σε επταβάθμια κλίμακα Likert όπου η χαμηλότερη βαθμολογία της μονάδας αντιστοιχεί σε απόλυτη διαφωνία και η υψηλότερη των επτά μονάδων σε απόλυτη συμφωνία με τη δήλωση του λήμματος. Η κλίμακα αποδίδει συνολική βαθμολογία και 4 διαστάσεις: i. Προβληματική χρήση Διαδικτύου λόγω ελλειμμάτων στη κοινωνικοποίηση (Social Comfort P.I.U). ii. Προβληματική χρήση Διαδικτύου λόγω μοναξιάς/θλίψης (Lonely/Depressed P.I.U). iii. Προβληματική χρήση Διαδικτύου με παρορμητικό χαρακτήρα (Impulsive P.I.U). iv. Προβληματική χρήση Διαδικτύου προς απόσπαση της προσοχής (Distraction P.I.U ). Η κλίμακα μεταφέρθηκε στα Ελληνικά από τον κύριο ερευνητή κατόπιν άδειας από τον αρχικό συγγραφέα της (R.Davis). Έχει χρησιμοποιηθεί σε Ελληνικούς ερευνητικούς πληθυσμούς με άριστα στοιχεία εσωτερικής αξιοπιστίας και εγκυρότητας 38,88,220. Δ. Το Ερωτηματολόγιο Ψυχοπαθολογίας Symptom Check List - 90 Revised (SCL-90-R) Το SCL-90-R αποτελεί ένα ευρέως διαδεδομένο ερευνητικό εργαλείο εκτίμησης της γενικής ψυχοπαθολογίας κατά την τελευταία τριακονταετία 237. Αποτελείται από 90 λήμματα, που αντιπροσωπεύουν σωματικά και ψυχικά συμπτώματα, και οι απαντήσεις κυμαίνονται σε μια πενταβάθμια κλίμακα τύπου Likert 86
(από 0 που αντιπροσωπεύει το καθόλου, έως 5 που σημαίνει πάρα πολύ ), αναλόγως του βαθμού επιβάρυνσης του ασθενούς από τα συμπτώματα αυτά κατά τη τελευταία εβδομάδα. Το ερωτηματολόγιο της SCL-90-R μεταφράστηκε και προσαρμόστηκε στην Ελληνική από τους Ντώνια και συνεργάτες 238 με ομοφωνία των συγγραφέων ως προς τη φραστική διατύπωση των ερωτήσεων και των οδηγιών συμπλήρωσης. Αναλυτικά στο ερωτηματολόγιο SCL-90 R, οι υποκλίμακες καταγράφουν τις παρακάτω διαστάσεις ψυχοπαθολογίας: i. Σωματοποίηση (12 λήμματα): Αυτή η διάσταση αντανακλά ψυχοπιεστική κατάσταση (distress) που εκφέρεται με αντίληψη σωματικής δυσλειτουργίας. Συμπεριλαμβάνονται παράπονα εστιασμένα στο καρδιαγγειακό, γαστρεντερικό, και άλλα συστήματα με ισχυρή μεσολάβηση του αυτόνομου νευρικού συστήματος και σχετιζόμενα με εκδηλώσεις ιδίως άγχους, όπως πονοκέφαλοι, πόνοι στη ράχη και μύες. ii. Ψυχαναγκαστικότητα Καταναγκαστικότητα (10 λήμματα): Αυτή η διάσταση εστιάζει σε σκέψεις, παρορμήσεις και πράξεις, τις οποίες το άτομο βιώνει ως αδιάλειπτες, ακατανίκητες και ανεπιθύμητες. Συμπεριλαμβάνονται ακόμη ενδείξεις γενικότερης γνωστικής αδυναμίας, όπως έλλειψη συγκέντρωσης. iii. Διαπροσωπική ευαισθησία (9 λήμματα): Η διάσταση αυτή αποκαλύπτει αισθήματα προσωπικής ανεπάρκειας και κατωτερότητας ιδιαίτερα σε σύγκριση με άλλα άτομα. iv. Κατάθλιψη (13 λήμματα): Στη διάσταση αυτή εντάσσονται συμπτώματα δυσφορικού συναισθήματος και διάθεσης, όπως σημάδια απόσυρσης από το ενδιαφέρον για τα γεγονότα της ζωής, έλλειψη κινητοποίησης και απώλεια ζωτικής ενέργειας. Συμπεριλαμβάνονται ακόμη σκέψεις θανάτου και ιδέες αυτοκτονίας. v. Άγχος (10 λήμματα): Γενικές ενδείξεις άγχους, όπως ανησυχία, νευρικότητα και ένταση συμπεριλαμβάνονται σε αυτή τη διάσταση όπως και επιπλέον σωματικά στοιχεία π.χ. διάχυτος τρόμος (τρέμουλο). Συμπεριλαμβάνονται στοιχεία συγκεκριμένων αγχωδών διαταραχών όπως κρίσεις πανικού και αίσθηση διάσχισης. vi. Θυμός - Επιθετικότητα (6 λήμματα): Η διάσταση αφορά τρεις κατηγορίες εχθρικής συμπεριφοράς: σκέψεις, συναισθήματα και πράξεις. Τα θέματα κυμαίνονται από αισθήματα ενόχλησης και 87
παρορμήσεις, κλιμακώνονται σε καταστροφή αντικειμένων, καυγάδων και ανεξέλεγκτων ξεσπασμάτων θυμού. vii. Φοβικό άγχος (7 λήμματα): Η διάσταση αφορά ανησυχίες φοβικού χαρακτήρα προσανατολισμένες προς τα ταξίδια μακριά από το σπίτι, ανοιχτούς χώρους, πλήθη ή δημόσιους χώρους. Συμπεριλαμβάνονται επιπλέον αρκετά θέματα που αντιπροσωπεύουν φοβική κοινωνική συμπεριφορά. viii. Παρανοειδής ιδεασμός (6 λήμματα): Η διάσταση αυτή αφορά τα πρωτοπαθή χαρακτηριστικά της παρανοειδούς σκέψης: παραγωγική σκέψη, εχθρότητα, καχυποψία, απώλεια αυτονομίας και αίσθηση μεγαλείου. ix. Ψυχωτισμός (10 λήμματα): Η διάσταση περιλαμβάνει ποικίλα συμπτώματα οξείας φύσης όπως και συμπεριφορές που θεωρούνται πιο έμμεσες, λιγότερο ενδεικτικοί δείκτες ψυχωσικής διαδικασίας. Επίσης δευτερεύοντα σημεία ψυχωσικής συμπεριφοράς και δείκτες σχιζοειδούς τρόπου ζωής. x. Επιπλέον λήμματα (7 λήμματα): Αφορούν ερωτήσεις οι οποίες δεν κατηγοριοποιούνται σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες, όπως προβλήματα ύπνου, διατροφικές διαταραχές και ενοχές. Υπάρχει έντονη συνάφεια τους με σημεία καταθλιπτικής διαταραχής. Επιπλέον των 9 υποκλιμάκων, εξάγονται και 3 συνολικοί δείκτες ψυχοπαθολογίας: α) ο γενικός δείκτης συμπτωμάτων (ΓΔΣ), που θεωρείται ο πλέον ευαίσθητος δείκτης της κατάστασης ψυχικής πίεσης που βιώνει ο ερωτώμενος β) το σύνολο θετικών συμπτωμάτων (ΣΘΣ), που αφορά το συνολικό αριθμό συμπτωμάτων που αναφέρει ο ερωτώμενος σε οιοδήποτε βαθμό έντασης, μεταφέρει το εύρος των δυσκολιών που αντιμετωπίζει και μπορεί να αποτελέσει δείκτη του κατά πόσο αξιόπιστη είναι η απόκριση στις ερωτήσεις, γ) ο δείκτης ενόχλησης θετικών συμπτωμάτων (ΔΕΘΣ), που αποτελεί ένα μέτρο έντασης των δυσκολιών που αντιμετωπίζει καθώς και του προτύπου βίωσης δυσκολιών του ερωτώμενου. Ως προς τα αποτελέσματα της στάθμισης της Ελληνικής έκδοσης του SCL-90R, η ανάλυση διακριτικών συναρτήσεων έδειξε πολύ υψηλά ποσοστά ορθής ταξινόμησης των ταξινομηθέντων στις ομάδες των αρρώστων και των υγιών μαρτύρων σε συνάρτηση με τη βαθμολογία τους στις υποκλίμακες και τους δείκτες. Η σταθμισμένη ελληνική έκδοση του SCL-90R μπορεί να αποβεί ένα χρήσιμο 88
εργαλείο ανίχνευσης και εκτίμησης της ψυχιατρικής συμπτωματολογίας στην ψυχιατρική έρευνα και κλινική πράξη 238. Ε. Ερωτηματολόγιο Αμυντικής Δομής (Defense Style Questionnaire) Για την μελέτη της αμυντικής δομής και των μηχανισμών άμυνας του Εγώ χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο Αμυντικής Δομής (Defense Style Questionnaire - DSQ). Πρόκειται περί μίας κλίμακας 88 λημμάτων η οποία είναι σχεδιασμένη ώστε να εκτιμά συμπεριφορές που καταδεικνύουν 22 ψυχολογικές άμυνες οι οποίες απαρτίζουν τέσσερα προφίλ ψυχολογικών αμυνών. Το προφίλ 'Δυσπροσαρμοστική δράση' (maladaptive action) αντιπροσωπεύει την αδυναμία των ερωτηθέντων να αντιμετωπίσουν τις παρορμήσεις τους με το να αναλαμβάνουν εποικοδομητική δράση προς όφελος τους. Σε αυτό το προφίλ κατηγοριοποιούνται οι άμυνες της Απόσυρσης (Withdrawal), Εκδραμάτισης (Acting out), Παλινδρόμησης (Regression), Συναισθηματικής αναστολής (Inhibition), Παθητικο-επιθετικότητας (Passive aggression), Αυτιστική φαντασίωση (Autistic fantasy), Υποχονδρίαση (Hypochondriasis) και Προβολής (Projection). Στο προφίλ 'Διαταραχή της εικόνας' (Image-distortion) το κυρίαρχο θέμα είναι η διάσπαση της εικόνας του Εαυτού και του Άλλου σε στοιχεία που επιμερίζονται μονόπλευρα ως 'καλός/κακός' ή 'ισχυρός/αδύναμος'. Σε αυτό το προφίλ κατηγοριοποιούνται οι άμυνες της Ανώριμης εξιδανίκευσης (Primitive idealization), Διάσχισης (Splitting), Παντοδυναμίας με υποτίμηση του άλλου (Omnipotence with devaluation). Το προφίλ 'αυτοθυσίας' (Self-sacrificing) αντανακλά μία ανάγκη να αντιληφθεί το υποκείμενο τον εαυτό του ως ευγενικό, βοηθητικό προς άλλους και ποτέ οργισμένο. Σε αυτό το προφίλ κατηγοριοποιούνται οι άμυνες του Σχηματισμού εξ αντιδράσεως (Reaction formation), Απώθησης (Repression), Μετάθεσης (Displacement), Διανοητικοποίησης (Intellectualization) και Ψευδοαλτρουισμού (Pseudoaltruism). Tο 'προσαρμοστικό' προφίλ περιλαμβάνει τις θεωρούμενες ως 'ώριμες' άμυνες, ήτοι το Χιούμορ, Καταστολή (Suppression), Προβλέπειν Προσδοκάν (Anticipation) και τη Μετουσίωση (Sublimation). Κάθε λήμμα βαθμολογείται σε μία εννεαβάθμια κλίμακα Likert και η μεταφορά του ερωτηματολογίου σε Ελληνικό πληθυσμό θεωρείται αξιόπιστη 239. 89
Ζ. Ερωτηματολόγιο Προσωπικότητας Zuckerman Kuhlman Personality Questionnaire (ZKPQ) Το ερωτηματολόγιο ZKPQ δημιουργήθηκε βάση της υπόθεσης ότι υπάρχουν διακριτά γνωρίσματα προσωπικότητας τα οποία έχουν σαφή νευροβιολογική αντιστοιχία με λειτουργικές δομές του εγκεφάλου 144. Αποτελείται από 99 διχότομα λήμματα που αναλύονται σε πέντε υποκλίμακες και μία επιπλέον υποκλίμακα αξιοπιστίας (Infrequency) που επιτρέπει τη διαγραφή ερωτηματολογίων με χαμηλή αξιοπιστία. Οι υποκλίμακες αντιστοιχούν στις διαστάσεις ενός προτύπου πέντε παραγόντων. Αναλυτικά οι υποκλίμακες είναι οι ακόλουθες: i. Παρορμητική αναζήτηση ερεθισμάτων (ImpSS) Αυτή η κλίμακα έχει 19 λήμματα. Τα λήμματα της παρορμητικότητας περιγράφουν έλλειψη σχεδιασμού και τάση γρήγορης δράσης χωρίς περισυλλογή, βασισμένη στη παρόρμηση. Τα λήμματα της αναζήτησης ερεθισμάτων περιγράφουν μία γενική ανάγκη έντασης και διέγερσης, μία προτίμηση προς απρόβλεπτες καταστάσεις και φίλους καθώς και την ανάγκη για αλλαγή και νέες εμπειρίες. ii. Νευρωτισμός - Άγχος (N-Anx) Τα 19 λήμματα αυτής της κλίμακας περιγράφουν συναισθηματική ένταση, ανησυχία, φοβίες, ψυχαναγκαστική δυσκολία λήψης αποφάσεων, έλλειψη αυτοπεποίθησης και ευαισθησία στη κριτική. iii. Επιθετικότητα Εχθρότητα (Agg-Host) Τα μισά από τα 17 λήμματα αυτής της κλίμακας αφορούν μία ετοιμότητα να εκφραστεί λεκτική επιθετικότητα. Τα υπόλοιπα περιλαμβάνουν περιγραφή συμπεριφορών που θα χαρακτηρίζοντο ως αγενείς, απερίσκεπτες, κακοπροαίρετες, εκδικητικές και αντικοινωνικές, δείγματα οξυθυμίας και έλλειψης υπομονής με άλλους. iv. Κοινωνικότητα (Sy) Η κλίμακα αυτή έχει 17 λήμματα. Μία υπο-ομάδα περιγράφει προτίμηση προς κοινωνικές εκδηλώσεις, συγχρωτισμό με πολλούς ανθρώπους και το να έχει κάποιος πολλούς φίλους. Η άλλη υποομάδα λημμάτων φανερώνει μία αδυναμία να αντέξει ένα άτομο 90
ιδιαίτερα κοινωνικό κατάσταση κοινωνικής απομόνωσης καθώς και μία προτίμηση ή τάση απομόνωσης σε άτομα μη κοινωνικά. v. Δραστηριότητα (Act) Η κλίμακα αυτή έχει 17 λήμματα, με μία υπο-ομάδα να περιγράφει την ανάγκη για γενική δραστηριότητα και εμφάνιση νευρικότητας όταν δεν υπάρχει κάτι να γίνει. Η άλλη της υπο-ομάδα λημμάτων καταδεικνύει μία προτίμηση προς σκληρή δουλειά και εργασιακές προκλήσεις καθώς και περίσσευμα ενέργειας προς εργασία και άλλα καθήκοντα. vi. Κλίμακα ελέγχου (Infrequency) Αυτός ο παράγοντας δεν εξετάζεται ως έχων νευροβιολογικό υπόβαθρο αλλά ώστε να διαγραφούν υποκείμενα με πιθανώς άστοχες ή ψευδείς απαντήσεις. Τα 10 λήμματα αυτής της κλίμακας δηλώνουν προτάσεις που είναι υπέρμετρα κοινωνικά αποδεκτές και σπάνια αληθινές (π.χ Ποτέ δεν γνώρισα ένα άτομο που δεν συμπάθησα ). Βαθμολογίες άνω του 3 καταδεικνύουν αμφισβητούμενη εγκυρότητα. Η μεταφορά της κλίμακας στα Ελληνικά έχει καταδείξει αξιόπιστα και έγκυρα αποτελέσματα κατά την εφαρμογή της 240. Η. ΜΙΝΙ International Neuropsychiatric Interview Ελληνική Έκδοση 5.0.0 Η συνέντευξη ΜΙΝΙ αποτελεί μία από τις πλέον χρησιμοποιημένες σύντομες διαγνωστικές ημιδομημένες συνεντεύξεις. Η αρχική έκδοση από τους Sheehan και συνεργάτες έγινε διαθέσιμη το 1998 241 ενώ η 5 η έκδοση μεταφέρθηκε στα Ελληνικά από τους Παπαδημητρίου και συνεργάτες 242. Πρόκειται περί μίας σύντομης, απλής και εύκολης στη χορήγηση συνέντευξη με υψηλή ευαισθησία, συμβατή με διαγνωστικά κριτήρια της κατηγοριοποίησης τόσο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ICD- 10) όσο και της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (DSM-4). Με τη βοήθεια της μπορούν να τεθούν οι ακόλουθες διαγνώσεις: Μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο (ΜΚΕ) με και χωρίς μελαγχολικά στοιχεία, δυσθυμία, αυτοκτονικότητα, (υπο)μανιακό επεισόδιο, διαταραχή πανικού, αγοραφοβία, κοινωνική φοβία, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία, κατάχρηση ή και εξάρτηση από οινόπνευμα, κατάχρηση ή και εξάρτηση από άλλες χημικές ουσίες (πλην οινοπνεύματος), 91
ψυχωσικές διαταραχές, ψυχογενής ανορεξία, ψυχογενής βουλιμία, διαταραχή γενικευμένου άγχους και αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Η διαδικασία χορήγησης της συνέντευξης διεκπεραιώνεται με τη σειριακή απάντηση σε παθογνωμονικές ερωτήσεις ανά κλινική διάγνωση (με τη σειρά που οι διαγνώσεις αναφέρονται παραπάνω). Η τυπική διάρκεια χορήγησης της συνέντευξης είναι 18,7 λεπτά (±11,6 λεπτά). Γ.1.2. Στατιστικές μέθοδοι ανάλυσης Για τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν τα προγράμματα IBM Statistical Package for Social Sciences (SPSS) 20 για Windows 243.Οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν ανάλογα με την επιδιωκόμενη σύγκριση ήταν οι παρακάτω: i. Για κάθε μεταβλητή που εξετάστηκε υπολογίστηκαν μέσω του στατιστικού προγράμματος τα συνήθη στατιστικά μέτρα, δηλαδή ο μέσος όρος (mean), το τυπικό λάθος του μέσου όρου, η τυπική απόκλιση. Ο έλεγχος της κανονικότητας διεξήχθη με τη δοκιμασία Kolmogorov - Smirnov. Σε περίπτωση που η μεταβλητή δεν ακολουθούσε την κανονική κατανομή χρησιμοποιήθηκαν μη παραμετρικές δοκιμασίες ανάλυσης 244. ii. Συσχέτιση R. Ο συντελεστής συσχέτισης (correlation coefficient) δήλωνε το βαθμό συσχέτισης μεταξύ δύο μεταβλητών. Δύο μεταβλητές μπορεί να είναι απόλυτα συσχετισμένες αλλά εφόσον η σχέση τους δεν είναι γραμμική ο συντελεστής συσχέτισης δεν είναι η κατάλληλη δοκιμασία για τον υπολογισμό της συσχέτισης τους. iii. Συντελεστής προσδιορισμού R 2 Ο συντελεστής προσδιορισμού (coefficient of determination) δηλώνει το ποσοστό της μεταβλητότητας που μπορούμε να εξηγήσουμε σε μία μεταβλητή όταν γνωρίζουμε την άλλη μεταβλητή. Ο συντελεστής προσδιορισμού είναι το τετράγωνο του συντελεστή συσχέτισης 244. 92
iv. Δοκιμασία χ 2 (chi-square) Με αυτήν ελέγχουμε αν οι συχνότητες που υπολογίζονται στο δείγμα (ο πίνακας συχνοτήτων) μοιάζει με το θεωρητικό πίνακα συχνοτήτων που θα προέκυπτε αν μία μεταβλητή έχει την ίδια κατανομή σε δύο πληθυσμούς. v. Δοκιμασία t-test του Student και Mann-Whitney test Πρόκειται για μεθόδους σύγκρισης δύο πληθυσμών ως προς τις τιμές μίας μεταβλητής. Στη πρώτη περίπτωση συγκρίνονται οι μέσες τιμές της μεταβλητής ενώ στη δεύτερη οι διάμεσοι. Η δοκιμασία Mann-Whitney διενεργείται αντί του t-test του Student εφόσον η κατανομή της μεταβλητής δεν είναι κανονική (μη-παραμετρική δοκιμασία) vi. Ανάλυση Διακύμανσης Η μονόδρομη Ανάλυση Διακύμανσης (One-way Analysis of Variance ANOVA) χρησιμοποιήθηκε για να εξεταστεί αν τρεις ή περισσότερες ομάδες για μία μεταβλητή που παρατηρούμε διαφέρουν σημαντικά κατά μέσο όρο. Η μέθοδος κάνει τον έλεγχο για τη μηδενική υπόθεση ότι οι μέσες τιμές της μεταβλητής στις ομάδες είναι ίδιες. Αν η μηδενική υπόθεση απορρίπτεται (δηλαδή βρεθεί να υπάρχουν διαφορές τουλάχιστον μεταξύ δύο ομάδων) σχηματίζουμε διαστήματα εμπιστοσύνης (follow-up or multiple comparisons) για τις διαφορές των μέσων τιμών, δηλαδή για όλους τους συνδυασμούς ζευγαριών των ομάδων. Για αυτά τα διαστήματα αξιοπιστίας χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος Tukey. Η μέθοδος αυτή δίνει αξιόπιστα αποτελέσματα και σε περιπτώσεις μεταβλητών οι οποίες δεν κατανέμονται κατά την κανονική κατανομή εφόσον πληρείται το κριτήριο της ομογενούς διακύμανσης των τιμών της εξαρτημένης μεταβλητής μεταξύ των εξεταζόμενων ομάδων, όπως αυτό πιστοποιείται με τη δοκιμασία του Levene 244. vii. Γραμμική και Τακτική Παλινδρόμηση Η γραμμική παλινδρόμηση (linear regression) μας επιτρέπει να σχηματίσουμε ένα μοντέλο για να εξηγήσουμε την (γραμμική) εξάρτηση μιας μεταβλητής (που ονομάζεται εξαρτημένη μεταβλητή, dependent variable) από μία ή περισσότερες μεταβλητές (που 93
ονομάζονται ανεξάρτητες μεταβλητές, independent variables). Περιγράφεται από την εξίσωση y=a+bx όπου y είναι η εξαρτημένη μεταβλητή, x η ανεξάρτητη μεταβλητή, το a παριστάνει την τιμή του y όταν το x=0, προσδιορίζει το σημείο από το οποίο αρχίζει η γραμμή της εξαρτήσεως και β ο συντελεστής κλίσεως ή εξαρτήσεως (regression coefficient). Ο συντελεστής εξαρτήσεως καθορίζει την μεταβολή της μεταβλητής y για κάθε μονάδα της μεταβλητής x. Αν έχουμε πολλές ανεξάρτητες μεταβλητές που υποψιαζόμαστε ότι επηρεάζουν την εξαρτημένη μεταβλητή τότε κάνουμε επιλογή των σημαντικότερων ανεξαρτήτων μεταβλητών. Αντίστοιχη σε λογική είναι η τακτική παλινδρόμηση, όπου όμως η εξαρτημένη μεταβλητή είναι τακτική (ordinal) και όχι συνεχής. Η μέθοδος της γραμμικής παλινδρόμησης χρησιμοποιήθηκε στη παρούσα μελέτη ώστε να βρεθεί ο καλύτερος γραμμικός συνδυασμός μεταβλητών οι οποίες να περιγράφουν με ακρίβεια τη διακύμανση της τιμής του Γενικού Δείκτη Ψυχοπαθολογίας στο μη-κλινικό ερευνητικό δείγμα. Η μέθοδος της τακτικής παλινδρόμησης χρησιμοποιήθηκε ούτως ώστε να βρεθεί ο αντίστοιχος συνδυασμός μεταβλητών που περιγράφουν τη πρόβλεψη της πορείας ολοκλήρωσης των σπουδών στο μέλλον, στο μη-κλινικό ερευνητικό δείγμα. viii. Δείκτες μεγέθους των διαφορών στις συγκρίσεις Αναφέρεται σε κάθε στατιστική σύγκριση το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας των μεταξύ των διαφορών όπως και οι δείκτες μεγέθους των διαφορών. Οι δείκτες μεγέθους ερμηνεύουν της ισχύ της σχέσης της διαφοράς με τη κατανομή στα δύο δείγματα ως ακολουθεί: δείκτης d μεγαλύτερος ή ίσος με τη μονάδα υποδηλώνει πολύ ισχυρή σχέση, δείκτης d ίσος τουλάχιστο με 0,8 υποδηλώνει ισχυρή σχέση, δείκτης d ίσος τουλάχιστο με 0,5 υποδηλώνει μέσης ισχύος σχέση και δείκτης d ίσος με 0,2 σχέση μικρής ισχύος 245. Σε περιπτώσεις συσχετίσεων ο δείκτης μεγέθους είναι το μέγεθος της συσχέτισης. Σε συγκρίσεις με τη δοκιμασία χ 2 δείκτης μεγέθους είναι ο δείκτης η (eta). Σε περιπτώσεις γραμμικής παλινδρόμησης ο δείκτης μεγέθους είναι ο συντελεστής προσδιορισμού R 2 ενώ στη τακτική παλινδρόμηση ο δείκτης Nagelkerke. viii. Καμπύλη ROC Ένα ROC γράφημα αποτελεί χρήσιμη τεχνική για την οργάνωση, επιλογή και απεικόνιση μεθόδων ταξινόμησης σε κατηγορίες με βάση τη γραφική τους παράσταση. Για να διακρίνουμε την 94
πραγματική κατηγορία από την προβλεπόμενη χρησιμοποιούμε τις ενδείξεις θετικό - αρνητικό για τις προβλέψεις κατηγορίας που παράγονται από ένα μοντέλο. Υπάρχουν τέσσερα δυνατά αποτελέσματα κάθε φορά. Αν το περιστατικό είναι θετικό και ταξινομείται ως θετικό, μετριέται ως αληθώς θετικό, ενώ αν αυτό ταξινομείται ως αρνητικό τότε θεωρείται ψευδώς αρνητικό. Αντίστοιχα αν το περιστατικό είναι αρνητικό και ταξινομείται ως αρνητικό τότε λογίζεται ως αληθώς αρνητικό, ενώ αν αυτό ταξινομείται ως θετικό τότε θεωρείται ψευδώς θετικό. Τα ROC γραφήματα είναι δύο διαστάσεων γραφήματα στα οποία η αναλογία περιστατικών που κατηγοριοποιήθηκαν ως αληθώς θετικά σχεδιάζεται στον Y άξονα και η αναλογία περιστατικών που κατηγοριοποιήθηκαν ως ψευδώς θετικά στον X άξονα. Επιπλέον η ROC καμπύλη απεικονίζει τη συμμεταβολή του οφέλους (από το ποσοστό των αληθώς θετικών μετρήσεων) και του κόστους (από το ποσοστό των ψευδώς θετικών μετρήσεων). Στη παρούσα μελέτη ο υπολογισμός καμπύλης ROC χρησιμοποιήθηκε στον ορισμό κλινικών κρίσιμων τιμών (cut-off) της κλίμακας OCS. ix. Συντελεστής alpha του Cronbach O υπολογισμός του συντελεστή alpha του Cronbach χρησιμοποιήθηκε στην εξέταση εσωτερικής αξιοπιστίας των χρησιμοποιηθέντων ερευνητικών εργαλείων. Ο συντελεστής αυτός βασίζεται στη μέση συσχέτιση κάθε ερωτήσεως σε μία κλίμακα με κάθε άλλη ερώτηση και τυπικά εξειδικεύεται ανά παράγοντα της κλίμακας. Τυπικά χρησιμοποιείται η κανονική τιμή εκτός και αν τα ερωτήματα διαφέρουν σημαντικά ως προς τη φύση τους οπότε και χρησιμοποιούμε τη τυποποιημένη τιμή. Οι βέλτιστες τιμές είναι αυτές άνω του 0,70 εφόσον υπάρχουν 5+ ερωτήματα, αν και πολύ υψηλές τιμές (άνω του 0,90) συνήθως καταδεικνύουν ότι οι ερωτήσεις ομοιάζουν στο βαθμό πλεονασμού. x. Διακριτική ανάλυση Η διακριτική ανάλυση είναι μία πολυδιάστατη μέθοδο ταξινόμησης η οποία χρησιμοποιείται ούτως ώστε να δημιουργηθεί και αξιολογηθεί ένα μοντέλο πρόβλεψης της κατηγοριοποίησης υποκειμένων σε συγκεκριμένες κατηγορίες με τη χρήση πολλαπλών ανεξάρτητων μεταβλητών. Σχηματίζεται με αυτή τη μέθοδο μία διακριτική συνάρτηση βάση της βαθμολογίας διάκρισης (discriminant score) που αποδίδεται σε κάθε μεταβλητή. Στη μελέτη 95
μας διενεργείται βαθμιδωτή διακριτική ανάλυση ούτως ώστε να ανιχνευθούν ο βέλτιστος συνδυασμός των μεταβλητών ώστε να γίνει διάκριση ενός τυχαίου συμμετέχοντα ως προς το αν ανήκει στον κλινικό πληθυσμό ή όχι. xi. PLS (Partial Least Squares) ανάλυση Πρόκειται για νέα μέθοδο πολλαπλής παλινδρόμησης δεύτερης γενιάς με την οποία πραγματοποιείται έλεγχος συστήματος δομικών εξισώσεων (SEM). Πρόκειται περί μεθόδου η οποία βασίζεται στην ανάλυση της μεταβλητότητας και διαφέρει από τυπικές μεθόδους που εφαρμόζονται σε συστήματα δομικών εξισώσεων και οι οποίες βασίζονται στην ανάλυση της συμμεταβλητότητας (covariancebased, CB-SEM) Ο στόχος της PLS είναι η πρόβλεψη των εξαρτημένων μεταβλητών, τόσο έκδηλων όσο και υποθετικών, ενώ παράλληλα μεγιστοποιείται η μεταβλητότητα που εξηγείται από το σύστημα (r 2 ) στις εξαρτημένες μεταβλητές και ελαχιστοποιείται η εναπομένουσα μεταβλητότητα. Η μέθοδος είναι ιδιαίτερα κατάλληλη σε περιπτώσεις όπου υπάρχει περίπλοκο πλέγμα σχέσεων μεταξύ των μεταβλητών και υψηλός βαθμός συμμεταβλητότητας των, όταν θεωρούμε ότι υπάρχουν μεταβλητές των οποίων η ευθεία παρατήρηση δεν είναι εφικτή και εφόσον δεχόμαστε ότι υπεισέρχεται λάθος μέτρησης στις παρατηρήσεις μας 246. Στη PLS δεν υπάρχει κάποιο συνολικό κριτήριο τελικής έκβασης οπότε οι συγκρίσεις μεταξύ ανταγωνιστικών συστημάτων είναι δυσκολότερη. Στη πράξη αυτός ο περιορισμός δυσχεραίνει τον έλεγχο εγκυρότητας μίας θεωρίας οπότε η PLS χρησιμοποιείται κυρίως ως μία διερευνητική μέθοδος, ειδικά καθώς είναι βέλτιστη ως προς την ακρίβεια των αποτελεσμάτων. Η PLS παρέχει αξιόπιστα αποτελέσματα ασχέτως του τύπου των μεταβλητών που εισέρχονται στο σύστημα και δεν απαιτεί κάποια μέριμνα ως προς τη κατανομή τους. Το ελάχιστο συνιστώμενο μέγεθος του ερευνητικού δείγματος είναι το δεκαπλάσιο των οδών που κατευθύνονται σε μία λανθάνουσα μεταβλητή, με πενήντα περιπτώσεις να αναφέρονται ως επαρκής αριθμός για ένα μικρό πρότυπο. Αυτό είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα της μεθόδου έναντι των μεθόδων CB-SEM οι οποίες τυπικά απαιτούν ένα μεγάλο αριθμό περιπτώσεων, ειδικά καθώς το πρότυπο αυξάνει σε περιπλοκότητα 247. Η επιλογή της PLS έναντι μεθόδων CB-SEM στη παρούσα μελέτη βασίστηκε στο γεγονός ότι το ερευνητικό πεδίο της κλινικής έρευνας στην Υ.Χ.Δ δεν έχει μελετηθεί επαρκών και μία 96
διερευνητική μέθοδος διατηρεί κάποια αξία. Επίσης το μέγεθος του ερευνητικού μας πληθυσμού είναι χαμηλό για τη χρήση μεθόδων CB-SEM και αναμένετο σημαντικός βαθμός συσχέτισης μεταξύ των διαφορετικών ερευνητικών εργαλείων. Στη διάρκεια του υπολογισμού των αποτελεσμάτων διεξήχθη επαναδειγματοποίηση με τη μέθοδο bootstrapping ούτως ώστε να δημιουργηθεί μία εμπειρική αναπαράσταση της κατανομής τους με τη διαδικασία να βασίζεται στην χρήση μεγάλου αριθμού τυχαίων δειγμάτων τα οποία υπολογίζονται ωσάν να αποτελούν αυθεντικά δείγματα του υποθετικού πληθυσμού τα οποία λήφθησαν με τον ίδιο τρόπο με το πραγματικό δείγμα που έχουμε στη διάθεση μας. Η διαδικασία bootstrapping στη PLS προσφέρει δοκιμές t-test τα οποία χρησιμοποιούνται ώστε να επιβεβαιωθεί η στατιστική σημαντικότητα των αποτελεσμάτων. Ο υπολογισμός όλων των αποτελεσμάτων με τη μέθοδο PLS κατέστη εφικτός με τη χρήση του στατιστικού πακέτου SmartPLS 248. Με τη βοήθεια αυτής της μεθόδου συνδέθηκε η επίδραση των μεταβλητών προσωπικότητας και ψυχοπαθολογίας στην εμφάνιση συμπτωμάτων υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου. 97
Δ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Δ.1. Εξέταση αξιοπιστίας ερευνητικών εργαλείων Η εξέταση διεξήχθη με τον υπολογισμό του συντελεστή alpha του Cronbach, όπως περιγράφεται στη Μέθοδο. Τα αποτελέσματα περιλαμβάνονται στον Πίνακα 1 και καταδεικνύουν συγκρίσιμη εσωτερική αξιοπιστία των ερευνητικών μας εργαλείων με τις αντίστοιχες εκδόσεις στην Ελληνική και άλλες γλώσσες. Πίνακας 1. Δείκτες εσωτερικής αξιοπιστίας Cronbach alpha των ειδικών ερωτηματολογίων Ειδικό ερωτηματολόγιο Βαθμολογίες OCS Βαθμολογίες ZKPQ Βαθμολογίες DSQ Παράγοντας ερωτηματολογίου Συντελεστής alpha Συνολική βαθμολογία 0,931 Δυσκολίες στη κοινωνικοποίηση 0,799 Μοναξιά/θλίψη 0,710 Παρορμητισμός 0,865 Απόσπαση προσοχής 0,878 Παρορμητικότητα 0,612 Αναζήτηση ερεθισμάτων 0,756 Νευρωτισμός - Άγχος 0,823 Επιθετικότητα Εχθρότητα 0,675 Δραστηριοποίηση 0,764 Κοινωνικότητα 0,673 Δυσπροσαρμοστική δράση 0,860 Διαστρέβλωση της εικόνας 0,671 Αυτοθυσία 0,644 Προσαρμοστικότητα 0,67 Δ.2. Περιγραφή μη-κλινικού δείγματος Ο συνολικός αριθμός των πιθανών συμμετεχόντων ήταν 335 φοιτητές, εκ των οποίων 268 τελικά επέλεξαν να συμμετάσχουν (80%). Από αυτούς 83 ζήτησαν ενημέρωση ως προς τα αποτελέσματα τους (30,9%). Οι γυναίκες ήταν πιθανότερο να συμμετάσχουν στη μελέτη (χ 2 =4,407, df=2, p=0,035), ενώ δεν σημειώθηκε διαφορά μεταξύ των δύο φύλων σε όσους συμμετέχοντες ζήτησαν ενημέρωση ως προς τα αποτελέσματα τους (χ 2 =1,194, p=0,275). Δεν σημειώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των τριών κυμάτων συλλογής στοιχείων του μηκλινικού δείγματος όσο αφορά το φύλο, ηλικία και χρήση Διαδικτύου. Κατά συνέπεια οι συμμετέχοντες και από τα τρία κύματα ομαδοποιήθηκαν μαζί και εξετάζονται ως μία ομογενής ομάδα στη συνέχεια. 98
Δ.2.1 Δημογραφικά στοιχεία και συγκρίσεις μεταξύ φύλων Ο Πίνακας 2 παρουσιάζει τα δημογραφικά στοιχεία του μηκλινικού δείγματος, τις συχνότητες απαντήσεων σε δύο κρίσιμες ερωτήσεις (αυτό-εκτίμηση ως προς τη χρησιμότητα του Διαδικτύου στην ακαδημαϊκή πρόοδο και τη προοπτική ολοκλήρωσης των σπουδών στο προβλεπόμενο χρονικό διάστημα), τη συχνότητα εμπλοκής σε συγκεκριμένες διαδικτυακές δραστηριότητες και τα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων που εξετάζουν την υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου και Η/Υ (OCS και ΚΕΕΦΥ). Ακόμη, συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα από τις στατιστικές συγκρίσεις μεταξύ των δύο φύλων σε όλες τις παρουσιαζόμενες μεταβλητές με τη χρήση των κατάλληλων μεθόδων σε κάθε περίπτωση (Pearson chi-square, t-test και Mann-Whitney Z). Όλοι οι παράγοντες και η συνολική βαθμολογία της κλίμακας OCS ήταν σημαντικά μεγαλύτερες στους άνδρες όμως αυτή η σύγκριση είναι παραπλανητική σύμφωνα με τη πρόταση των ερευνητών οι οποίοι επιμελήθηκαν την Ελληνική έκδοση της κλίμακας θα πρέπει να χρησιμοποιούνται διαφορετικές κρίσιμες τιμές (cut-off) σε άνδρες και γυναίκες 38. Ακολουθώντας τις προτεινόμενες τιμές δεν διακρίνεται στατιστικά σημαντική διαφορά στη συχνότητα εμφάνισης συμπεριφοράς Υ.Χ.Δ σε άνδρες και γυναίκες. Αν και παρουσιάζεται μία σχετική τάση μεγαλύτερης συχνότητας εμφάνισης σε άνδρες συμμετέχοντες, ο δείκτης μεγέθους της διαφοράς είναι μικρός (w=0,1) και μία ανάλυση ισχύος κατέδειξε ότι η καταληκτική απόρριψη της ύπαρξης διαφοράς ανάμεσα στα δύο φύλα, υποθέτοντας επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας α = 0,05 με επίπεδο ισχύος 0,85 θα απαιτούσε ερευνητικό δείγμα 1305 φοιτητών 245. Αυτό το μέγεθος υπερβαίνει το θεωρητικό μέγιστο αριθμό συμμετεχόντων, δείχνοντας ότι η όποια διαφορά μεταξύ των φύλων θα είχε ελάχιστη πρακτική σημασία. Αντίστοιχα, παρόλο που όλοι οι παράγοντες και η συνολική βαθμολογία της κλίμακας ΚΕΕΦΥ ήταν και αυτοί σημαντικά μεγαλύτερες στους άνδρες, ακριβώς τα ίδια άτομα με πριν παρουσίαζαν υπέρβαση των κρίσιμων τιμών οι οποίες υποδηλώνουν εθιστική χρήση Η/Υ. Κατά συνέπεια και εδώ η όποια διαφορά μεταξύ των φύλων έχει ελάχιστη πρακτική σημασία. Σημειώνεται η απόλυτη ταύτιση των ατόμων που παρουσιάζουν παράλληλα υπέρβαση των προτεινόμενων κρίσιμων ορίων εθιστικής χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ. 99
Πίνακας 2 Δημογραφικά στοιχεία, διαδικτυακές προτιμήσεις και συμπεριφορές υπέρμετρης χρήσης, με στατιστική σύγκριση ανά φύλο (σε παρένθεση % ή τυπικό λάθος του μ.ο) Μεταβλητή Άνδρες Γυναίκες p Φύλο 95 (35,4%) 173 (64,6%) Ηλικία (μ.ο,τυπικό λάθος) 22,31 (0,12) 21,91 (0,08) <0,01 Πότε υπολογίζεις ότι θα τελειώσεις την σχολή σου; Στο προβλεπόμενο ελάχιστο χρόνο 39 (41,1%) 85 (49,1%) Στο προβλεπόμενο +1 έτος 43 (45,3%) 47 (27,2%) Στο προβλεπόμενο +2 έτη 9 (9,5%) 21 (12,1%) <0,01 Στο προβλεπόμενο +3 έτη - 6 (3,5%) Αργότερα, δεν μπορώ να προβλέψω ακριβώς 4 (4,2%) 14 (8,1%) Αισθάνεσαι ότι το Διαδίκτυο σε βοηθάει στις φοιτητικές σου δραστηριότητες; Ναι, μου είναι απαραίτητο ώστε να στις σπουδές μου 29 (30,5%) 38 (22%) Ναι, βοηθάει την επίδοση μου 32 (33,7%) 52 (30,1%) Βοηθάει αλλά μπορώ και χωρίς αυτό να αποδώσω 27 (28,4%) 75 (43,4%) Περισσότερο με παρεμποδίζει παρά με βοηθάει 6 (6,3%) 6 (3,5%) ΜΣΣ Η ενασχόληση μου με το Διαδίκτυο έχει προκαλέσει πτώση στις επιδόσεις μου 1 (1,1%) 2 (1,2%) Συχνή χρήση Διαδικτύου για διαδικτυακό παιχνίδι 37 (38,9%) 59 (34,1%) ΜΣΣ Συχνή χρήση Διαδικτύου για κοινωνική δικτύωση 80 (84,2%) 136 (78,6%) ΜΣΣ Συχνή χρήση Διαδικτύου για ερωτικούς σκοπούς 62 (65,3%) 53 (30,6%) <0,001 Συχνή χρήση Διαδικτύου για τζόγο 9 (3,4%) 0 <0,001 Ενασχόληση με βελτίωση Η/Υ και παρελκομένων 35 (26,1%) 36 (19,6%) <0,01 Συχνότητα χρήσης Διαδικτύου (κλίμακα Likert) Ώρες χρήσης Διαδικτύου (κλίμακα Likert) Βαθμολογίες OCS Συνολική βαθμολογία 84,21 (3,05) 67,26 (1,65) <0,001 Ελλείμματα κοινωνικοποίησης 24,94 (1,02) 19,44 (0,521) <0,001 Μοναξιά/θλίψη 14,04 (0,609) 11,85 (0,397) 0,001 Παρορμητισμός 25,03 (1,06) 19,99 (0,634) <0,001 Απόσπαση προσοχής 20,2 (0,948) 15,98 (0,53) <0,001 OCS εθιστική χρήση 11 (11,6%) 10 (5,8%) ΜΣΣ Βαθμολογίες ΚΕΕΦΥ Συνολική βαθμολογία 39,4 (1,101) 34,13 (0,731) <0,001 Έλλειψη αυτοελέγχου 11,97 (0,394) 9,98 (0,253) <0,001 Παραμέληση εργασίας 9,82 (0,329) 8,46 (0,232) <0,001 Επίπτωση στη κοινωνικοποίηση 9,98 (0,306) 8,47 (0,214) <0,001 Υπερενασχόληση με το μέσο 7,63 (0,275) 7,23 (0,176) ΜΣΣ ΚΕΕΦΥ εθιστική χρήση 11 (11,6%) 10 (5,8%) ΜΣΣ ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά 100
Δ..2.2. Συγκρίσεις μεταξύ των φύλων ως προς τις παραμέτρους ψυχοπαθολογίας και προσωπικότητας Ο Πίνακας 3 παρουσιάζει αντίστοιχες συγκρίσεις των μέσων όρων στα ερωτηματολόγια SCL-90, DSQ και ZKPQ μεταξύ των φύλων. Πίνακας 3 Συγκρίσεις μεταξύ των φύλων στα ερευνητικών εργαλείων SCL-90, DSQ και ZKPQ.(σε παρένθεση % ή τυπικό λάθος του μ.ο) Μεταβλητή Άνδρες Γυναίκες p Γενικός Δείκτης Συμπτωμάτων 0,511 (0,04) 0,598 (0,03) ΜΣΣ Σύνολο Θετικών Συμπτωμάτων 28,47 (1,75) 32,33 (1,4) ΜΣΣ Δείκτης Ενόχλησης Θετικών Συμπτωμάτων 0,636 (0,31) 0,282 (0,01) ΜΣΣ Δυσπροσαρμοστική δράση 103,3 (2,79) 100,63 (2,25) ΜΣΣ Διαταραχή της εικόνας 42,21 (1,59) 37,9 (1,03) 0,019 Αυτοθυσία 29,7 (0,78) 29,31 (0,57) ΜΣΣ Προσαρμοστικότητα 33,14 (0,76) 35,79 (0,7) 0,011 Παρορμητική αναζήτηση ερεθισμάτων 47,16 (2,33) 38,01 (1,56) 0,001 Παρορμητικότητα 36,7 (2,61) 30,49 (1,75) 0,044 Αναζήτηση ερεθισμάτων 56,83 (2,77) 44,29 (1,97) <0,001 Νευρωτισμός - Άγχος 40,42 (2,81) 45,36 (1,92) ΜΣΣ Επιθετικότητα Εχθρότητα 37,79 (2,18) 30,43 (1,29) 0,004 Δραστηριοποίηση 44,11 (2,09) 50,12 (1,66) 0,029 Κοινωνικότητα 38,98 (2,1) 50,9 (1,52) <0,001 ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά Σημειώθηκαν μεγαλύτερες τιμές σε άνδρες στις υποκλίμακες Διαταραχής της Εικόνας, Παρορμητικότητας, Αναζήτησης Ερεθισμάτων και Επιθετικότητας. Αντίστοιχα μεγαλύτερες τιμές σε γυναίκες βρέθηκαν στις παραμέτρους της Κοινωνικότητας και Προσαρμοστικότητας. Δεν σημειώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις παραμέτρους ψυχοπαθολογίας. Η γενική τάση ήταν οι γυναίκες να παρουσιάζουν ελαφρά μεγαλύτερες τιμές στο Γενικό δείκτη συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας, με μεγαλύτερο αριθμό θετικών συμπτωμάτων αλλά μικρότερη ένταση αυτών των συμπτωμάτων. Οι βαθμολογίες αυτές είναι ανάλογες των βαθμολογιών στους πληθυσμούς πιστοποίησης των συγκεκριμένων ερωτηματολογίων 238,239,249. Οι διαφορές μεταξύ των φύλων στις παραμέτρους προσωπικότητας και ψυχοπαθολογίας συμφωνούν με τα βιβλιογραφικά δεδομένα 204,210,238 και καταδεικνύουν την αναγκαιότητα εισαγωγής του φύλου στις περαιτέρω στατιστικές αναλύσεις ως παράμετρο ελέγχου. 101
Δ.2.3. Συσχετίσεις των μεταβλητών των ερευνητικών εργαλείων Στον Πίνακα 4 παρουσιάζονται οι συσχετίσεις μεταξύ των μεταβλητών των ερωτηματολογίων OCS, ΚΕΕΦΥ, SCL-90, DSQ και ZKPQ (δείκτης Spearman r s ). Στις συσχετίσεις παρατηρούμε ότι σημειώνεται σχεδόν απόλυτη ταύτιση των κατευθύνσεων και των μεγεθών των συσχετίσεων που προκύπτουν από τις συνολικές βαθμολογίες στις κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ με τις άλλες κλίμακες. Και στις δύο περιπτώσεις σημειώνονται μέσης ισχύος συσχετίσεις με τους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας, πλην του Δ.Ε.Θ.Σ όπου μόνο η βαθμολογία Υ.Χ.Δ έχει μικρής ισχύος συσχέτιση. Όσο αφορά τις συσχετίσεις με τους παράγοντες αμυντικής δομής και προσωπικότητας, ξεχωρίζουν οι μέσης ισχύος συσχετίσεις με τη Δυσπροσαρμοστική Δράση, τη Διαταραχή της Εικόνας, τη Παρορμητικότητα και την Αναζήτηση Ερεθισμάτων. Δ.2.4. Εξέταση μεμονωμένων διαδικτυακών δραστηριοτήτων Ακολουθεί η διερεύνηση πιθανών συνδέσεων ως προς τις προτιμήσεις σε συγκεκριμένες διαδικτυακές δραστηριότητες με τις εξεταζόμενες παραμέτρους Υ.Χ.Δ, ψυχοπαθολογίας, αμυντικής οργάνωσης και προσωπικότητας. Οι φοιτητές διαχωρίστηκαν σε δύο ομάδες σε κάθε περίπτωση, αναλόγως με το εάν ενασχολούντο τουλάχιστο μία φορά την ημέρα κατά το τελευταίο τρίμηνο ή όχι με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Το 69% ανέφεραν ότι ασχολούντο τουλάχιστο με αυτή τη συχνότητα με κοινωνική δικτύωση, το 43,1% με αναζήτηση ερωτικού περιεχομένου, το 30,7% με διαδικτυακά ηλεκτρονικά παιχνίδια και το 2,9% με διαδικτυακό τζόγο. Ακόμη ερωτήθησαν κατά πόσο ενασχολούντο τουλάχιστο μία φορά την ημέρα με βελτίωση των Η/Υ τους, ή επίλυση πρακτικών προβλημάτων που ανέκυπταν κατά τη χρήση τους, ή με βελτίωση κάποιων λειτουργιών σε ηλεκτρονικό παιχνίδι ( modding ). Θετικά απάντησε εδώ το 22,7% των ερωτηθέντων. Στη συνέχεια συγκρίθηκαν οι απαντήσεις των υποομάδων μεταξύ τους ανά δραστηριότητα. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στους Πίνακες 5-9. 102
Πίνακας 4 Συσχετίσεις μεταξύ των μεταβλητών των ερωτηματολογίων OCS, ΚΕΕΦΥ, SCL-90, DSQ και ZKPQ. (μη-κλινικό δείγμα) OCS ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δ.Δ Δ.Ε Α. Πρ. Παρ. Α.Ε Ν-Α Ε-Ε Δ. Κ. OCS - 0,713 ** 0,360 ** 0,391 ** 0,122 * 0,329 ** 0,330 ** 0,229 ** 0,163 ** 0,319 ** 0,253 ** 0,170 ** 0,187 ** 0,030-0,103 ΚΕΕΦΥ 0,713 ** - 0,308 ** 0,344 ** 0,012 0,247 ** 0,296 ** 0,260 ** 0,079 0,267 ** 0,186 ** 0,196 ** 0,271 ** -0,079-0,020 Γ.Δ.Σ 0,360 ** 0,308 ** - 0,941 ** 0,451 ** 0,723 ** 0,461 ** 0,236 ** 0,203 ** 0,223 ** 0,281 ** 0,647 ** 0,232 ** 0,190 ** -0,088 Σ.Θ.Σ 0,391 ** 0,344 ** 0,941 ** - 0,346 ** 0,706 ** 0,435 ** 0,251 ** 0,208 ** 0,242 ** 0,273 ** 0,625 ** 0,243 ** 0,160 ** -0,064 Δ.Ε.Θ.Σ 0,122 * 0,012 0,451 ** 0,346 ** - 0,370 ** 0,275 ** 0,111 0,064 0,069 0,175 ** 0,258 ** 0,102 0,121 * -0,203 ** Δ.Δ 0,329 ** 0,247 ** 0,723 ** 0,706 ** 0,370 ** - 0,530 ** 0,352 ** 0,277 ** 0,156 * 0,257 ** 0,489 ** 0,161 ** 0,182 ** -0,233 ** Δ.Ε 0,330 ** 0,296 ** 0,461 ** 0,435 ** 0,275 ** 0,530 ** - 0,183 ** 0,325 ** 0,122 * 0,318 ** 0,184 ** 0,221 ** 0,216 ** -0,090 Α. 0,229 ** 0,260 ** 0,236 ** 0,251 ** 0,111 0,352 ** 0,183 ** - 0,140 * 0,019 0,052 0,157 ** -0,137 * -0,073-0,103 Πρ. 0,163 ** 0,079 0,203 ** 0,208 ** 0,064 0,277 ** 0,325 ** 0,140 * - 0,047 0,122 * 0,085 0,054 0,300 ** 0,080 Παρ. 0,319 ** 0,267 ** 0,223 ** 0,242 ** 0,069 0,156 * 0,122 * 0,019 0,047-0,408 ** 0,321 ** 0,160 ** -0,023 0,087 Α.Ε 0,253 ** 0,186 ** 0,281 ** 0,273 ** 0,175 ** 0,257 ** 0,318 ** 0,052 0,122 * 0,408 ** - 0,353 ** 0,171 ** 0,020 0,063 Ν-Α 0,170 ** 0,196 ** 0,647 ** 0,625 ** 0,258 ** 0,489 ** 0,184 ** 0,157 ** 0,085 0,321 ** 0,353 ** - 0,188 ** 0,090-0,012 Ε-Ε 0,187 ** 0,271 ** 0,232 ** 0,243 ** 0,102 0,161 ** 0,221 ** -0,137 * 0,054 0,160 ** 0,171 ** 0,188 ** - 0,126 * 0,079 Δ. 0,030-0,079 0,190 ** 0,160 ** 0,121 * 0,182 ** 0,216 ** -0,073 0,300 ** -0,023 0,020 0,090 0,126 * - -0,049 Κ. -0,103-0,020-0,088-0,064-0,203 ** -0,233 ** -0,090-0,103 0,080 0,087 0,063-0,012 0,079-0,049 - *. Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p< 0.05., **. Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p < 0.01. Σημείωση: Οι βαθμολογίες OCS και ΚΕΕΦΥ είναι οι συνολικές βαθμολογίες αντίστοιχα. Γ.Δ.Σ Γενικός Δείκτης Συμπτωμάτων, Σ.Θ.Σ, Σύνολο Θετικών Συμπτωμάτων, Δ.Ε.Θ.Σ Δείκτης Έντασης Θετικών Συμπτωμάτων, Δ.Δ-Δυσπροσαρμοστική δράση, Δ.Ε- Διαταραχή της εικόνας, Α-Αυτοθυσία, Πρ-Προσαρμοστικότητα, Παρ-Παρορμητικότητα, Α.Ε-Αναζήτηση ερεθισμάτων, Ν-Α Νευρωτισμός - Άγχος, Ε-Ε- Επιθετικότητα Εχθρότητα, Δ - Δραστηριοποίηση, Κ - Κοινωνικότητα. 103
Όσο αφορά το διαδικτυακό παιχνίδι (Πίνακας 5), διακρίνουμε ότι όσοι ενασχολούνται τακτικά με αυτή τη δραστηριότητα παρουσίαζαν υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ OCS και ΚΕΕΦΥ αντίστοιχα, στους δείκτες ψυχοπαθολογίας Γ.Δ.Σ και Σ.Θ.Σ καθώς και στη Δυσπροσαρμοστική δράση. Οι δείκτες μεγέθους είναι μέσης ισχύος. Πίνακας 5 Συγκρίσεις μεταξύ όσων ενασχολούνται τακτικά με διαδικτυακά παιχνίδια και όσων όχι, στις ψυχομετρικές μεταβλητές Τακτική ενασχόληση με διαδικτυακό παιχνίδι Συνολική βαθμολογία OCS Συνολική βαθμολογία ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δυσπροσαρμοστική δράση Διαταραχή της εικόνας Αυτοθυσία Προσαρμοστικότητα Παρορμητικότητα Αναζήτηση ερεθισμάτων Νευρωτισμός - Άγχος Επιθετικότητα Εχθρότητα Δραστηριοποίηση Κοινωνικότητα Μέσος όρος Τυπικό λάθος μ.ο Όχι 68,23 1,635 Ναι 82,29 3,158 Όχι 34,66 0,691 Ναι 38,76 1,157 Όχι 0,527 0,032 Ναι 0,639 0,047 Όχι 28,77 1,344 Ναι 34,90 1,851 Όχι 0,292 0,008 Ναι 0,291 0,011 Όχι 97 2,144 Ναι 109,78 2,885 Όχι 38,296 1,068 Ναι 41,458 1,538 Όχι 28,912 0,574 Ναι 30,416 0,777 Όχι 34,482 0,695 Ναι 35,531 0,806 Όχι 30,628 1,763 Ναι 36,328 2,598 Όχι 47,474 2,025 Ναι 50,473 2,826 Όχι 43,428 2,002 Ναι 43,969 2,661 Όχι 32,163 1,407 Ναι 34,558 2,017 Όχι 48,194 1,676 Ναι 47,671 2,139 Όχι 47,575 1,585 Ναι 45,159 2,175 p d <0,001 0,504 0,001 0,388 <0,05 0,254 <0,01 0,344 ΜΣΣ 0,005 <0,001 0,453 ΜΣΣ 0,220 ΜΣΣ 0,199 ΜΣΣ 0,126 ΜΣΣ 0,238 ΜΣΣ 0,111 ΜΣΣ 0,021 ΜΣΣ 0,127 ΜΣΣ 0,024 ΜΣΣ 0,115 Όσο αφορά την αναζήτηση ερωτικής διεξόδου στο Διαδίκτυο, παρατηρούμε και εδώ υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ, σε όλους τους δείκτες ψυχοπαθολογίας, στη 104
Δυσπροσαρμοστική δράση, Διαταραχή της εικόνας, Αναζήτηση Ερεθισμάτων, Επιθετικότητα-εχθρότητα και χαμηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα Κοινωνικότητας (Πίνακας 6). Πίνακας 6 Συγκρίσεις μεταξύ όσων αναζητούν τακτικά ερωτική διέξοδος στο διαδίκτυο και όσων όχι, στις ψυχομετρικές μεταβλητές Τακτική ενασχόληση με ερωτικές δραστηριότητες Συνολική βαθμολογία OCS Συνολική βαθμολογία ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δυσπροσαρμοστική δράση Διαταραχή της εικόνας Αυτοθυσία Προσαρμοστικότητα Παρορμητικότητα Αναζήτηση ερεθισμάτων Νευρωτισμός - Άγχος Επιθετικότητα Εχθρότητα Δραστηριοποίηση Κοινωνικότητα Μέσος όρος Τυπικό λάθος μ.ο Όχι 66,57 1,917 Ναι 82,24 2,487 Όχι 34,49 0,814 Ναι 38,34 0,921 Όχι 0,515 0,032 Ναι 0,638 0,045 Όχι 28,63 1,415 Ναι 34,17 1,715 Όχι 0,279 0,008 Ναι 0,308 0,011 Όχι 95,96 2,195 Ναι 109,052 2,751 Όχι 35,861 1,034 Ναι 44,321 1,411 Όχι 29,453 0,604 Ναι 29,495 0,727 Όχι 34,539 0,724 Ναι 35,243 0,786 Όχι 31,332 1,938 Ναι 34,758 2,261 Όχι 43,899 2,169 Ναι 54,625 2,443 Όχι 42,555 2,102 Ναι 44,921 2,477 Όχι 30,185 1,476 Ναι 36,842 1,808 Όχι 47,097 1,843 Ναι 48,968 1,856 Όχι 50,309 1,678 Ναι 41,795 1,91 p d <0,001 0,627 0,001 0,387 <0,05 0,280 <0,05 0,310 <0,05 0,262 <0,001 0,465 <0,001 0,612 ΜΣΣ 0,005 ΜΣΣ 0,081 ΜΣΣ 0,143 0,001 0,405 ΜΣΣ 0,090 <0,01 0,356 ΜΣΣ 0,087 0,001 0,414 Όσο αφορά την ενασχόληση με κοινωνική δικτύωση, παρατηρούμε υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ, στη Παρορμητικότητα και την Αναζήτηση Ερεθισμάτων, στην Επιθετικότητα-εχθρότητα και στη Κοινωνικότητα. Δεν παρατηρείται καμμία διαφορά στους δείκτες ψυχοπαθολογίας και τις παραμέτρους αμυντικής οργάνωσης. (Πίνακας 7). 105
Πίνακας 7 Συγκρίσεις μεταξύ όσων ασχολούνται τακτικά με κοινωνική δικτύωση και όσων όχι, στις ψυχομετρικές μεταβλητές Τακτική ενασχόληση με κοινωνική δικτύωση Συνολική βαθμολογία OCS Συνολική βαθμολογία ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δυσπροσαρμοστική δράση Διαταραχή της εικόνας Αυτοθυσία Προσαρμοστικότητα Παρορμητικότητα Αναζήτηση ερεθισμάτων Νευρωτισμός - Άγχος Επιθετικότητα Εχθρότητα Δραστηριοποίηση Κοινωνικότητα Μέσος όρος Τυπικό λάθος μ.ο Όχι 60,54 2,777 Ναι 76,33 1,802 Όχι 31,19 1,231 Ναι 37,33 0,684 Όχι 0,533 0,059 Ναι 0,576 0,030 Όχι 27,75 2,442 Ναι 31,74 1,230 Όχι 0,296 0,016 Ναι 0,29 0,007 Όχι 98,211 3,599 Ναι 102,393 2,001 Όχι 37,576 2,029 Ναι 39,875 0,98 Όχι 30,423 1,055 Ναι 29,217 0,515 Όχι 33,538 1,059 Ναι 35,175 0,607 Όχι 26,923 3,334 Ναι 34,069 1,63 Όχι 36,363 3,859 Ναι 51,501 1,766 Όχι 40,789 3,624 Ναι 44,308 1,779 Όχι 24,095 2,101 Ναι 35,184 1,303 Όχι 49,208 2,965 Ναι 47,715 1,474 Όχι 37,216 2,557 Ναι 49,001 1,424 p d <0,001 0,623 <0,001 0,625 ΜΣΣ 0,095 ΜΣΣ 0,222 ΜΣΣ 0,048 ΜΣΣ 0,145 ΜΣΣ 0,159 ΜΣΣ 0,159 ΜΣΣ 0,188 0,05 0,299 <0,001 0,576 ΜΣΣ 0,135 <0,001 0,602 ΜΣΣ 0,069 <0,001 0,576 Όσο αφορά την ενασχόληση δίκην βελτίωσης της εμπειρίας χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου, παρατηρούμε και εδώ υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ, στην Αυτοθυσία και την Προσαρμοστικότητα. Δεν παρατηρείται καμμία διαφορά στους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας και στους παράγοντες προσωπικότητας (Πίνακας 8). 106
Πίνακας 8 Συγκρίσεις μεταξύ όσων ασχολούνται τακτικά με βελτίωση της εμπειρίας χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου και όσων όχι, στις ψυχομετρικές μεταβλητές Τακτική ενασχόληση με βελτίωση εμπειρίας χρήσης Συνολική βαθμολογία OCS Συνολική βαθμολογία ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δυσπροσαρμοστική δράση Διαταραχή της εικόνας Αυτοθυσία Προσαρμοστικότητα Παρορμητικότητα Αναζήτηση ερεθισμάτων Νευρωτισμός - Άγχος Επιθετικότητα Εχθρότητα Δραστηριοποίηση Κοινωνικότητα Μέσος όρος Τυπικό λάθος μ.ο Όχι 70,22 1,758 Ναι 81,72 3,341 Όχι 34,55 0,666 Ναι 40,52 1,291 Όχι 0,55 0,03 Ναι 0,616 0,057 Όχι 30,26 1,287 Ναι 32,92 2,124 Όχι 0,289 0,008 Ναι 0,297 0,011 Όχι 100,482 2,037 Ναι 104,633 3,476 Όχι 39,269 0,987 Ναι 39,873 1,909 Όχι 28,908 0,561 Ναι 30,957 0,772 Όχι 34,335 0,675 Ναι 36,309 0,697 Όχι 31,186 1,67 Ναι 36,795 3,028 Όχι 47,356 1,922 Ναι 51,856 3,186 Όχι 42,91 1,859 Ναι 45,589 3,128 Όχι 33,043 1,323 Ναι 32,974 2,379 Όχι 49,339 1,557 Ναι 44,324 2,432 Όχι 46,008 1,483 Ναι 48,633 2,541 p d 0,001 0,448 <0,001 0,612 ΜΣΣ 0,149 ΜΣΣ 0,147 ΜΣΣ 0,071 ΜΣΣ 0,144 ΜΣΣ 0,042 <0,05 0,272 <0,05 0,228 ΜΣΣ 0,234 ΜΣΣ 0,167 ΜΣΣ 0,103 ΜΣΣ 0,004 ΜΣΣ 0,234 ΜΣΣ 0,125 Τέλος, όσο αφορά την ενασχόληση με διαδικτυακό τζόγο, καθώς ο αριθμός ατόμων που απάντησαν θετικά ήταν μικρός, χρησιμοποιήθηκε η επαναδειγματοληψία με τη μέθοδο bootstrapping, με 1000 δείγματα. Παρατηρούμε και εδώ υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ. Ακόμη σημειώνονται σημαντικά χαμηλότερες τιμές στο Γ.Δ.Σ, στο Νευρωτισμό και στη Δραστηριοποίηση (Πίνακας 9). 107
Πίνακας 9 Συγκρίσεις μεταξύ όσων ασχολούνται τακτικά με διαδικτυακό τζόγο και όσων όχι, στις ψυχομετρικές μεταβλητές Τακτική ενασχόληση με διαδικτυακό τζόγο Συνολική βαθμολογία OCS Συνολική βαθμολογία ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δυσπροσαρμοστική δράση Διαταραχή της εικόνας Αυτοθυσία Προσαρμοστικότητα Παρορμητικότητα Αναζήτηση ερεθισμάτων Νευρωτισμός - Άγχος Επιθετικότητα Εχθρότητα Δραστηριοποίηση Κοινωνικότητα Μέσος όρος Τυπικό λάθος μ.ο Όχι 72,72 1,597 Ναι 89 11,143 Όχι 35,92 0,625 Ναι 42,22 3,475 Όχι 0,573 0,027 Ναι 0,405 0,077 Όχι 31,15 1,128 Ναι 25,56 4,482 Όχι 0,292 0,007 Ναι 0,268 0,031 Όχι 101,694 1,798 Ναι 98,333 8,264 Όχι 39,421 0,895 Ναι 39,667 5,587 Όχι 29,417 0,472 Ναι 30,444 2,427 Όχι 34,949 0,54 Ναι 32,222 2,919 Όχι 32,412 1,471 Ναι 40,277 11,744 Όχι 48,238 1,653 Ναι 57,575 12,121 Όχι 44,39 1,626 Ναι 21,637 4,155 Όχι 32,649 1,163 Ναι 43,79 7,664 Όχι 48,7 1,336 Ναι 28,104 4,36 Όχι 46,625 1,314 Ναι 49,019 5,187 p d 0,05 0,627 0,05 0,627 <0,05 0,381 ΜΣΣ 0,310 ΜΣΣ 0,212 ΜΣΣ 0,117 ΜΣΣ 0,017 ΜΣΣ 0,135 ΜΣΣ 0,313 ΜΣΣ 0,327 ΜΣΣ 0,347 <0,001 0,881 ΜΣΣ 0,592 <0,001 0,969 ΜΣΣ 0,114 Δ.2.5. Η επίπτωση χρήσης Διαδικτύου στις σπουδές Διερευνήθηκε η επίπτωση της χρήσης Διαδικτύου στις σπουδές στο μη-κλινικό δείγμα, σε σχέση με τη συνολική βαθμολογία στη κλίμακα Υ.Χ.Δ. Οι πέντε πιθανές απαντήσεις, οι οποίες εκτίθενται στον Πίνακα 1, διακυμαίνονται από τη θεώρηση του Διαδικτύου ως απαραίτητο στοιχείο προόδου μέχρι την αναγνώριση ότι η χρήση Διαδικτύου οδήγησε σε πτώση των ακαδημαϊκών επιδόσεων. Όπως αναμένεται για ένα μη-κλινικό δείγμα, κανείς εκ των φοιτητών δεν 108
απάντησε ότι η πρόοδος του σταμάτησε εξαιτίας της χρήσης Διαδικτύου. Διενεργήθηκε ανάλυση διασποράς (ANOVA), τα αποτελέσματα της οποίας κατέδειξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των απαντήσεων, F(4,263)=4,955, p=0,001. Το Γράφημα 1 παρουσιάζει μία γραφική αναπαράσταση των αποτελεσμάτων. Οι στατιστικά σημαντικές διαφορές των μέσων όρων βρίσκονται μεταξύ κάθε μίας εκ των τριών πρώτων απαντήσεων των φοιτητών, οι οποίοι θεωρούν ότι το Διαδίκτυο τους ωφελεί σε θέματα σπουδών, με τις δύο τελευταίες απαντήσεις των φοιτητών, οι οποίοι θεωρούν ότι το Διαδίκτυο δεν τους ωφελεί. Οι συγκρίσεις μεταξύ αυτών των απαντήσεων ήταν στατιστικά σημαντικές σύμφωνα με τη κριτήριο Tukey HSD, σε επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας p<0,05. Διεξήχθη μία επιπλέον ανάλυση διασποράς μεταξύ των πέντε επιπέδων εκτίμησης της επίδρασης του Διαδικτύου στις σπουδές των φοιτητών του μη-κλινικού δείγματος, όπου η εξαρτημένη μεταβλητή ήταν ο μέσος όρος βαθμολογίας στις σπουδές τους. Και εδώ σημειώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των πέντε επιπέδων, F(4,256)=2,724, p=0,03. Στο Γράφημα 2 παρουσιάζονται τα αποτελέσματα. Οι φοιτητές που θεώρησαν ότι το Διαδίκτυο τους βοηθά μεν αλλά δεν τους είναι απαραίτητο ώστε να αποδώσουν ήταν αυτοί που είχαν και τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας στις σπουδές τους. Όσοι θεώρησαν ότι η ενασχόληση τους με το Διαδίκτυο προκάλεσε πτώση στις επιδόσεις τους είχαν το χαμηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας στις σπουδές τους. Η τελευταία απάντηση ήταν αυτή με στατιστικά σημαντικές διαφορές ως προς τις άλλες απαντήσεις στο μέσο όρο βαθμολογίας σπουδών σύμφωνα με το κριτήριο Tukey HSD, σε επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας p<0,05. 109
Γράφημα 1 Διακύμανση του μέσου όρου βαθμολογίας κλίμακας OCS μεταξύ των εκτιμήσεων επίδρασης του Διαδικτύου στην ακαδημαϊκή πρόοδο 110
Γράφημα 2 Διακύμανση του μέσου όρου βαθμολογίας σπουδών μεταξύ των εκτιμήσεων επίδρασης του Διαδικτύου στην ακαδημαϊκή πρόοδο 111
Δ.2.6. Διερεύνηση σημαντικών μεταβλητών που υπεισέρχονται στη πρόβλεψη περάτωσης των σπουδών Διερευνήθηκε η συγκριτική επίδραση των μετρώμενων μεταβλητών στη πρόβλεψη περάτωσης των σπουδών που ανέφεραν οι ίδιοι οι φοιτητές του μη-κλινικού δείγματος. Ο στόχος ήταν να σχηματοποιηθεί ένα προβλεπτικό πρότυπο ούτως ώστε να εξηγείται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό αυτή η πρόβλεψη. Ακολουθήθηκε η μέθοδος της τακτικής παλινδρόμησης (ordinal regression) με τη συνάρτηση δεσμού negative log-log καθώς οι χαμηλότερες κατηγορίες στη πρόβλεψη περάτωσης των σπουδών (το να ολοκληρωθούν οι σπουδές στο προβλέπομενο χρονικό διάστημα ή ένα έτος αργότερα) ήταν περισσότερο πιθανές στο μη κλινικό δείγμα. Κατά τη διαδικασία συγκρότησης του προτύπου διαφάνηκε ότι οι δείκτες ψυχοπαθολογίας και η αμυντική δομή της προσωπικότητας δεν προσέφεραν στατιστικά σημαντικά στη πρόβλεψη. Το τελικό πρότυπο συμπεριλάμβανε το μέσο όρο βαθμολογίας του φοιτητή, τον τόπο προέλευσης του, τις ώρες και τη συχνότητα χρήσης Διαδικτύου, το κατά πόσο χρησιμοποιούσε συχνά Ι.Κ.Δ, τη συνολική του βαθμολογία Υ.Χ.Δ και τους παράγοντες Αναζήτησης Ερεθισμάτων και Δραστηριοποίησης. Το τελικό πρότυπο είχε στατιστικά σημαντική τιμή (χ 2 = 524,086, β.ε=10, p<0,001). Η δοκιμασία καλής προσαρμογής του κατά πόσο το πρότυπο δεν συνάδει με τα δεδομένα επέστρεψε μη στατιστικά σημαντικές τιμές, καταδεικνύοντας την εγκυρότητα του προτύπου (χ 2 =880,219, β.ε=998). Η δοκιμασία της παραλληλίας επέστρεψε μη στατιστικά σημαντική τιμή (χ 2 =18,946, 30 β.ε,), καταδεικνύοντας ότι το πρότυπο ήταν αποτελεσματικότερο ενός υποθετικού προτύπου με διαχωρισμένες παραμέτρους έναντι κάθε κατηγορίας, οπότε η χρήση της συγκεκριμένης λειτουργίας δεσμού και ο συνδυασμός των μεταβλητών σε ένα ενιαίο πρότυπο δικαιολογείται. Το τελικό πρότυπο παρουσιάζει ένα δείκτη μεγέθους Nagelkerke R 2 ίσο με 0,381 (οπότε το 38.1% της μεταβλητότητας στον χρόνο αποπεράτωσης σπουδών μπορεί να προβλεφθεί από το γραμμικό συνδυασμό των μεταβλητών του προτύπου). Στον Πίνακα 10 παρουσιάζονται τα εκτιμώμενα μεγέθη των παραμέτρων. Όλες οι μεταβλητές αυξάνουν τις πιθανότητες μεγαλύτερης διάρκειας σπουδών πλην της Δραστηριοποίησης όπου υψηλότερες τιμές ελαττώνουν τις πιθανότητες. 112
Πίνακας 10. Πρότυπο τακτικής παλινδρόμησης ως προς τη πρόβλεψη περάτωσης σπουδών Πρόβλεψη περάτωσης σπουδών Μεταβλητή Διαστήματα Διαστήματα Wald εμπιστοσύνης 95% εμπιστοσύνης 95% Beta SE χ 2 p exp(b) (1) Κατώτερο Ανώτερο Κατώτερο Ανώτερο όριο όριο όριο όριο Μέσος όρος βαθμολογίας -0,37 0,13 8,16 <0,001-0,62-0,12 0,69 0,54 0,89 ZKPQ - Δραστηριοποίηση -0,02 0,01 16,96 <0,001-0,03-0,01 0,98 0,97 0,99 ZKPQ - ImpSS 0,02 0,01 11,48 <0,001 0,01 0,03 1,02 1,01 1,03 Συνολική βαθμολογία OCS 0,01 0,01 7,16 0,01 <0,001 0,02 1,01 1,01 1,02 Ώρες στο Διαδίκτυο 0,43 0,08 27,98 <0,001 0,27 0,59 1,54 1,31 1,80 Συχνότητα πρόσβασης 0,36 0,10 11,84 <0,001 0,15 0,56 1,43 1,17 1,75 [Συχνή χρήση Ι.Κ.Δ] 0,78 0,23 11,39 <0,001 0,33 1,23 2,18 1,39 3,42 [Μη-συχνή χρήση Ι.Κ.Δ]* 0,00 Προέλευση Θεσ/νίκη 0,64 0,44 2,06 0,15-0,23 1,51 1,89 0,79 4,51 Προέλευση αστικό κέντρο 0,26 0,45 0,35 0,55-0,61 1,14 1,30 0,54 3,12 Προέλευση ημιαστικό κέντρο 1,65 0,48 12,02 <0,001 0,72 2,59 5,22 2,05 13,29 Προέλευση εξωτερικό* 0,00 * Αυτή η παράμετρος τέθηκε ως μηδενική καθώς είναι η βάση σύγκρισης 113
Δ.2.7. Πρόβλεψη τιμών Γενικού Δείκτη Συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας Ανάλογο πρότυπο βαθμωτής γραμμικής παλινδρόμησης (stepwise linear regression model) σχηματοποιήθηκε ούτως ώστε να εκτιμηθεί ποιες είναι οι πλέον σημαντικές μεταβλητές πρόβλεψης του Γ.Δ.Σ. Το τελικό πρότυπο παρουσιάζεται στο Πίνακα 11 και συμπεριλαμβάνει το γυναικείο φύλο, τρεις αμυντικές δομές της προσωπικότητας (Δυσπροσαρμοστική δράση, Διαστρέβλωση της εικόνας και Προσαρμοστικότητα), δύο παράγοντες προσωπικότητας (Νευρωτισμό/Άγχος και Δραστηριοποίηση) και τον παράγοντα προβληματικής χρήσης Διαδικτύου λόγω ελλειμμάτων στη κοινωνικοποίηση της κλίμακας OCS, F(6,253)=92,124, p<0,001. Υψηλότερες τιμές σε όλες τις μεταβλητές αυξάνουν τις τιμές του Γ.Δ.Σ, εκτός από τη Προσαρμοστικότητα η οποία τις μειώνει. Το ποσοστό της μεταβλητότητας του Γ.Δ.Σ το οποίο εξηγείται από το γραμμικό συνδυασμό των μεταβλητών του προτύπου είναι 67.9%, ένα υψηλός δείκτης μεγέθους 245, ο οποίος καταδεικνύει μία κλινικά σημαντική διαφορά. Πίνακας 11.Τελικό πρότυπο γραμμικής παλινδρόμησης πρόβλεψης της βαθμολογίας του Γενικού Δείκτη Συμπτωμάτων Παράμετρος Τυποποιημένο B Διαστήματα εμπιστοσύνης 95% Κατώτερο Ανώτερο όριο όριο t Σύγκριση Σταθερά -1,129-0,730-9,155 <0,001 Φύλο 0,17 0,078 0,223 4,386 <0,001 Δυσπροσαρμοστική δράση 0,517 0,006 0,009 10,677 <0,001 Διαστρέβλωση της εικόνας 0,166 0,002 0,007 3,809 <0,001 Προσαρμοστικότητα -0,088-0,009-0,001-2,268 0,024 Νευρωτισμός -Άγχος 0,298 0,004 0,006 7,201 <0,001 Ελλείμματα κοινωνικοποίησης (OCS) 0,135 0,001 0,004 3,462 0,001 F(6,253) =92,124, p<0,001, Προσαρμοσμένο R 2 =0,679 p 114
Δ.3. Κλινικό δείγμα Το αρχικό κλινικό δείγμα αποτελείτο από 50 φοιτητές, 39 άνδρες (78%) και 11 γυναίκες (22%), μέσος όρος ηλικίας 21,64 έτη, τυπικό λάθος του μ.ο =0,502 έτη. Μόνο δύο φοιτητές προσήλθαν χωρίς καμίας μορφής πίεση από το περιβάλλον τους, ενώ η πρώτη επαφή συνήθως ήταν με κάποιο μέλος της οικογενείας. Όλοι οι φοιτητές πληρούσαν το κριτήριο έκπτωσης της λειτουργικότητας 19, λόγω σοβαρής έλλειψης προόδου και δυσκολίας περάτωσης των σπουδών τους. Σε έξι περιπτώσεις οι φοιτητές τελικά εγκατέλειψαν τις σπουδές τους εντελώς καθώς η όποια πρόοδος δεν επαρκούσε ρεαλιστικά ούτως ώστε να έχουν ελπίδες ανάκαμψης. Στον Πίνακα 12 περιγράφονται τα δημογραφικά στοιχεία του κλινικού δείγματος, συμπεριλαμβανομένων των: προτιμώμενη διαδικτυακή δραστηριότητα, συχνότητα χρήσης και ώρες χρήσης Διαδικτύου ανά ημέρα το τελευταίο τρίμηνο καθώς και η απάντηση στην ερώτηση του κατά πόσο το Διαδίκτυο βοηθά στις φοιτητικές δραστηριότητες ή όχι. Πίνακας 12. Δημογραφικά στοιχεία του κλινικού δείγματος Μεταβλητή Ν Ποσοστό Φύλο Άνδρες 39 78% Γυναίκες 11 22% Προτιμώμενη διαδικτυακή δραστηριότητα Διαδικτυακό παιχνίδι 39 78% Κοινωνική δικτύωση 2 4% Αναζήτηση γενικών πληροφοριών 3 6% Θέαση διαδικτυακού περιεχομένου (βίντεο, σειρές, κ.ο.κ) 4 8% Τυχαία περιήγηση 2 4% Συχνότητα χρήσης συσκευών πρόσβασης στο Διαδίκτυο το τελευταίο τρίμηνο Είμαι σχεδόν συνέχεια online με κάποιο τρόπο 7 14% Σχεδόν κάθε ώρα της ημέρας μου 19 38% Ανά 2-3 ώρες της ημέρας μου 21 42% Τουλάχιστον 1 φορά αλλά όχι περισσότερο από 2-3 / ημέρα 3 6% Ώρες χρήσης Διαδικτύου την ημέρα το τελευταίο τρίμηνο Λιγότερο από μία ώρα 2 4% 2-3 ώρες 8 16% 3-5 ώρες 10 20% 5-8 ώρες 12 24% 8-10 ώρες 11 22% Πάνω από 10 ώρες 7 14% 115
Αισθάνεσαι ότι το Διαδίκτυο σε βοηθάει στις φοιτητικές σου δραστηριότητες; Ναι, μου είναι απαραίτητο ώστε να προχωρήσω στις σπουδές 5 10% Ναι, βοηθάει την επίδοση μου 4 8% Με βοηθάει αρκετά αλλά μπορώ και χωρίς αυτό να αποδώσω 15 30% Περισσότερο με παρεμποδίζει να προχωρήσω παρά βοηθάει 12 24% Η ενασχόληση μου με το Διαδίκτυο έχει προκαλέσει πτώση επιδόσεων 9 18% Οι διαδικτυακές μου δραστηριότητες έχουν σταματήσει την ακαδημαϊκή μου πρόοδο 5 10% Δ.3.1. Κλινική διαγνωστική Σε όλες τις περιπτώσεις αξιολογήθηκε η ενεργός ψυχοπαθολογία ούτως ώστε να στοιχειοθετηθεί τυχόν ύπαρξη άλλου ενεργού κλινικού συνδρόμου, όπως περιγράφεται στην ενότητα Μέθοδος, ενώ αξιοποιήθηκε και η τελική διαγνωστική εκτίμηση κατόπιν εμπλοκής σε συμβουλευτική παρέμβαση, όπου αυτό κατέστη εφικτό. Σημειώνεται ακόμη η ύπαρξη διάγνωσης Δ.Ε.Π.Υ στο παρελθόν καθώς σύμφωνα με τη βιβλιογραφία συνδέεται με την ανάπτυξη Υ.Χ.Δ. Παρουσιάζονται ακόμη οι διαγνώσεις διαταραχής προσωπικότητας και η συνολική κατηγοριοποίηση των ασθενών. Τα συνοπτικά αποτελέσματα παρουσιάζονται στους Πίνακες 13, 14 και 15 αντίστοιχα. Πίνακας 13. Συννοσηρό κλινικό σύνδρομο στο κλινικό δείγμα Κύρια διάγνωση Αριθμός (% του συνόλου) Μείζων κατάθλιψη (παρόν) 5 (10%) Δυσθυμία 3 (6%) Ύπαρξη αυτοκτονικότητας 2 (4%) Επίπεδο κινδύνου αυτοκτονικότητας 2 άτομα με χαμηλό επίπεδο Ψυχωσικές διαταραχές 3 (6%) Σωματοποιητική διαταραχή 1 (2%) Σωματοδυσμορφική διαταραχή 1 (2%) Κοινωνική φοβία 1 (2%) ΨΚΔ 1 (2%) Γενικευμένη αγχώδης διαταραχή 4 (8%) Διαταραχή Πανικού (χωρίς αγοραφοβία) 1 (2%) Διαταραχή Πανικού (με αγοραφοβία) 1 (2%) Κατάχρηση χασίς 3 (6%) Δ.Ε.Π.Υ 2 (4%) Σύνολο με τουλάχιστο μία διάγνωση 25 (50%) 116
Πίνακας 14. Διαταραχές προσωπικότητας στο κλινικό δείγμα Διαταραχή προσωπικότητας Αριθμός (% του συνόλου) Ναρκισσιστική διαταραχή 11 (22%) Μεταιχμιακή διαταραχή 5 (10%) Ψυχαναγκαστική διαταραχή 2 (4%) Σχιζότυπη διαταραχή 1 (2%) Αντικοινωνική διαταραχή 1 (2%) Σύνολο 20 (40%) Πίνακας 15. Ομάδες ασθενών αναλόγως της συννοσηρότητας Διαγνωστική ομάδα Αριθμός (% του συνόλου) Χωρίς συννοσηρότητα 18 (36%) Συννοσηρό κλινικό σύνδρομο 12 (24%) Συννοσηρή διαταραχή προσωπικότητας 10 (20%) Διπλή συννοσηρότητα 10 (20%) Ακόμη, υπήρξαν τέσσερις ασθενείς με ιστορικό σωματικών νόσων, ένας με πολλαπλή σκλήρυνση, ένας με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, ένας με νοσογόνο παχυσαρκία (δείκτης μάζας σώματος > 50) και ένας με έλλειψη αυξητικής ορμόνης. Δ.3.2. Συγκρίσεις ως προς την ψυχοπαθολογία στο κλινικό δείγμα ανά περίπτωση συννοσηρότητας. Προκρίθηκε η διενέργεια δοκιμασίας ανάλυσης διασποράς πολλών μεταβλητών (MANOVA) ούτως ώστε να εξεταστεί η ύπαρξη διαφορών μεταξύ των τεσσάρων υποομάδων ανά περίπτωση συννοσηρότητας σε ένα γραμμικό συνδυασμό των τριών δεικτών ψυχοπαθολογίας. Ο έλεγχος ομοιογένειας της διασποράς και κανονικότητας της διακύμανσης των μεταβλητών έδειξε ότι πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, ενώ επιλέχθη το Wilk s Lambda ως καταλληλότερη επιλογή πολυπαραγοντικής δοκιμασίας για τη περίπτωση 250. Ευρέθη στατιστικά σημαντική διαφορά, Wilk s Lambda = 0,47, F (9, 107) = 4,335, p < 0,001. Ο δείκτης μεγέθους eta 2 είναι ίσος με 0,223 και υποδηλώνει μέσο μέγεθος της διαφοράς ενώ η ερευνητική ισχύς της σύγκρισης ήταν πολύ σημαντική (β=0,019). Η εξέταση των παρανομαστών για τους γραμμικούς συνδυασμούς (Πίνακας 16) κατέδειξε ότι όλες οι μεταβλητές συνεισέφεραν στατιστικά σημαντικά στο διαχωρισμό των ερευνητικών ομάδων. 117
Πίνακας 16. Εκτιμήσεις των παραμέτρων της ανάλυσης διασποράς πολλών μεταβλητών Διαστήματα Εξαρτημένη μεταβλητή Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Παράμετρος B Τυπικό εμπιστοσύνης 95% μερικό t p λάθος Κατώτερο Ανώτερο Eta 2 όριο όριο Intercept 1,557 0,158 9,866 <0,001 1,239 1,874 0,679 Μόνο ΥΧΔ -1,115 0,197-5,668 <0,001-1,511-0,719 0,411 Άξονας Ι -0,594 0,214-2,779 0,008-1,024-0,164 0,144 Άξονας ΙΙ -0,812 0,223-3,640 0,001-1,261-0,363 0,224 Άξονας Ι + ΙΙ 0 a Intercept 58,100 5,065 11,471 <0,001 47,905 68,295 0,741 Μόνο ΥΧΔ -34,156 6,317-5,407 <0,001-46,871-21,440 0,389 Άξονας Ι -15,767 6,858-2,299 0,026-29,571-1,962 0,103 Άξονας ΙΙ -28,600 7,163-3,993 <0,001-43,018-14,182 0,257 Άξονας Ι + ΙΙ 0 a Intercept 0,464 0,033 14,037 <0,001 0,397 0,530 0,811 Μόνο ΥΧΔ -0,148 0,041-3,598 0,001-0,231-0,065 0,220 Άξονας Ι -0,119 0,045-2,653 0,011-0,209-0,029 0,133 Άξονας ΙΙ -0,043 0,047-0,910 0,368-0,137 0,052 0,018 Άξονας Ι + ΙΙ 0 a Στους Πίνακες 17α και 17β παρουσιάζονται οι διαφορές μεταξύ των ομάδων ως προς τις μέσες τιμές των εξαρτημένων μεταβλητών με διορθώσεις σύμφωνα με το κριτήριο Tukey HSD. Σε όλες τις περιπτώσεις η ομάδα ασθενών χωρίς συννοσηρότητα παρουσίαζε χαμηλότερες τιμές ψυχοπαθολογίας από τις άλλες ομάδες ασθενών με συννοσηρότητα. Στις μεταβλητές Γ.Δ.Σ και Σ.Θ.Σ, ακολουθούσε σε βαρύτητα η ομάδα με συννοσηρή διαταραχή προσωπικότητας, έπειτα η ομάδα με συννοσηρό κλινικό σύνδρομο και τέλος η ομάδα με παράλληλη διπλή συννοσηρότητα. Στη μεταβλητή Δ.Ε.Θ.Σ, μετά την ομάδα χωρίς συννοσηρότητα, έπεται η ομάδα με συννοσηρό κλινικό σύνδρομο, ύστερα η ομάδα με συννοσηρή διαταραχή προσωπικότητας και πάλι τελευταία η ομάδα με διπλή, παράλληλη συννοσηρότητα. 118
Πίνακας 17α. Διαφορές μεταξύ των ερευνητικών ομάδων ως προς τις μέσες τιμές των εξαρτημένων μεταβλητών (Διόρθωση κατά Tukey). Εξαρτημένη Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Ομάδα Α Μόνο ΥΧΔ Άξονας Ι Άξονας ΙΙ Άξονας Ι + ΙΙ Μόνο ΥΧΔ Άξονας Ι Άξονας ΙΙ Άξονας Ι + ΙΙ Ομάδα Β Διαφορά Διαστήματα Τυπικό μέσων p εμπιστοσύνης 95% λάθος (Α-Β) Κατώτερο Ανώτερο Άξονας Ι -0,521 0,185 <0,05-1,017-0,026 Άξονας ΙΙ -0,303 0,196 ΜΣΣ -0,827 0,221 Άξονας Ι + ΙΙ -1,115 0,196 <0,001-1,639-0,59 Μόνο ΥΧΔ 0,521 0,185 <0,05 0,025 1,17 Άξονας ΙΙ 0,218 0,213 ΜΣΣ -0,35 0,787 Άξονας Ι + ΙΙ -0,593 0,213 <0,05-10,163-0,024 Μόνο ΥΧΔ 0,303 0,196 ΜΣΣ -0,221 0,827 Άξονας Ι -0,218 0,213 ΜΣΣ -0,787 0,35 Άξονας Ι + ΙΙ -0,812 0,223 <0,01-1,406-0,217 Μόνο ΥΧΔ 1,115 0,196 <0,001 0,59 1,633 Άξονας Ι 0,593 0,213 <0,05 0,024 1,163 Άξονας ΙΙ 0,812 0,223 <0,01 0,217 1,406 Άξονας Ι -18,39 5,969 <0,05-34,3-20,48 Άξονας ΙΙ -5,56 6,317 ΜΣΣ -22,39 11,28 Άξονας Ι + ΙΙ -34,16 6,317 <0,001-50,99-17,32 Μόνο ΥΧΔ 18,39 5,969 <0,05 2,48 34,3 Άξονας ΙΙ 12,83 6,858 ΜΣΣ -5,45 31,11 Άξονας Ι + ΙΙ -15,77 6,858 ΜΣΣ -34,05 2,51 Μόνο ΥΧΔ 5,56 6,317 ΜΣΣ -11,28 22,39 Άξονας Ι -12,83 6,858 ΜΣΣ -31,11 50,45 Άξονας Ι + ΙΙ -28,6 7,163 0,001-47,69-9,51 Μόνο ΥΧΔ 34,16 60,317 <0,001 17,32 50,99 Άξονας Ι 15,77 60,858 ΜΣΣ -2,51 34,05 Άξονας ΙΙ 28,60 70,163 0,001 9,51 47,69 119
Πίνακας 17β. Διαφορές μεταξύ των ερευνητικών ομάδων ως προς τις μέσες τιμές των εξαρτημένων μεταβλητών (Διόρθωση κατά Tukey). Εξαρτημένη Δ.Ε.Θ.Σ Ομάδα Α Μόνο ΥΧΔ Άξονας Ι Άξονας ΙΙ Άξονας Ι + ΙΙ Ομάδα Β Διαφορά Διαστήματα Τυπικό μέσων p εμπιστοσύνης 95% λάθος (Α-Β) Κατώτερο Ανώτερο Άξονας Ι -0,029 0,389 ΜΣΣ -0,133 0,074 Άξονας ΙΙ -0,105 0,041 ΜΣΣ -0,215 0,004 Άξονας Ι + ΙΙ -0,148 0,041 <0,01-0,258-0,038 Μόνο ΥΧΔ 0,029 0,038 ΜΣΣ -0,074 0,133 Άξονας ΙΙ -0,076 0,044 ΜΣΣ -0,195 0,043 Άξονας Ι + ΙΙ -0,118 0,044 0,05-0,238 0,0005 Μόνο ΥΧΔ 0,105 0,041 ΜΣΣ -0,004 0,215 Άξονας Ι 0,076 0,044 ΜΣΣ -0,043 0,195 Άξονας Ι + ΙΙ -0,042 0,046 ΜΣΣ -0,167 0,082 Μόνο ΥΧΔ 0,148 0,041 <0,01 0,038 0,258 Άξονας Ι 0,118 0,044 0,05-0,005 0,237 Άξονας ΙΙ 0,042 0,046 ΜΣΣ -0,082 0,167 Η διενέργεια πολλαπλών αναλύσεων διασποράς μίας μεταβλητής (ANOVA) έδειξε ότι όλες οι μεταβλητές ψυχοπαθολογίας διέφεραν σημαντικά ανάμεσα σε άτομα τα οποία άνηκαν σε διαφορετική ομάδα συννοσηρότητας, F (3,46) = 11,066, p<0,001 για την μεταβλητή Γ.Δ.Σ (μερικό η 2 = 0,419), F (3,46) = 10,904, p<0,001 για τη μεταβλητή Σ.Θ.Σ (μερικό η 2 = 0,416) και F (3,46) = 5,328 για τη μεταβλητή Δ.Ε.Θ.Σ (μερικό η 2 = 0,258). Σε κάθε περίπτωση η παρατηρούμενη ισχύς των συγκρίσεων ήταν πολύ υψηλή, β=0,001, 0,002 και 0,089 αντίστοιχα, καταδεικνύοντας ότι το μέγεθος του ερευνητικού κλινικού πληθυσμού επαρκούσε για την εγκυρότητα των αναλύσεων. Οι διαφορές αυτές παρουσιάζονται παραστατικά με τα γραφήματα 3, 4 και 5. 120
Γράφημα 3 - Εκτιμώμενοι μέσοι όροι της μεταβλητής Γ.Δ.Σ ανά ομάδα συννοσηρότητας λαμβάνοντας υπόψη τη διακύμανση των άλλων μεταβλητών ψυχοπαθολογίας 121
Γράφημα 4 - Εκτιμώμενοι μέσοι όροι της μεταβλητής Σ.Θ.Σ ανά ομάδα συννοσηρότητας λαμβάνοντας υπόψη τη διακύμανση των άλλων μεταβλητών ψυχοπαθολογίας 122
Γράφημα 5 - Εκτιμώμενοι μέσοι όροι της μεταβλητής Δ.Ε.Θ.Σ ανά ομάδα συννοσηρότητας λαμβάνοντας υπόψη τη διακύμανση των άλλων μεταβλητών ψυχοπαθολογίας 123
Δ.3.3. Συγκρίσεις ως προς την Υ.Χ.Δ στο κλινικό δείγμα ανά περίπτωση συννοσηρότητας. Στον Πίνακα 18 παρουσιάζονται οι τιμές Υ.Χ.Δ που καταγράφησαν ανά διαγνωστική υποομάδα στη συνολική βαθμολογία και τις επιμέρους υποκλίμακες του ερωτηματολογίου OCS. Διενεργήθηκε έλεγχος με τη δοκιμασία Kruskal Wallis ούτως ώστε να διακριβωθεί αν διέφεραν μεταξύ τους οι τέσσερις υποομάδες συννοσηρότητας ως προς τη βαθμολογία στη κλίμακα OCS. Το αποτέλεσμα ήταν θετικό (Kruskal Wallis χ 2 (3) = 8,2, p<0,05). Οι συγκρίσεις των επιμέρους υποομάδων αναμεταξύ των κατέδειξε ότι οι περιπτώσεις όπου υπήρχαν στατιστικά σημαντικά διαφορές μεταξύ των ασθενών ήταν στις συγκρίσεις των ασθενών με συννοσηρή διαταραχή προσωπικότητας με τις άλλες υποομάδες, καθώς σε κάθε περίπτωση αυτοί παρουσίαζαν χαμηλότερες τιμές στη βαθμολογία της κλίμακας OCS. Διορθώνοντας τις τιμές σημαντικότητας ως προς τις πολλαπλές συγκρίσεις σύμφωνα με το κριτήριο Bonferroni, στατιστικά σημαντική παρέμεινε μόνο η διαφορά μεταξύ των ασθενών με συννοσηρό κλινικό σύνδρομο και αυτών με συννοσηρή διαταραχή προσωπικότητας. Πίνακας 18. Μέσοι όροι των διαγνωστικών υποομάδων στη συνολική βαθμολογία και τις υποκλίμακες του ερωτηματολογίου OCS Διαγνωστική ομάδα Χωρίς συννοσηρότητα Συννοσηρότητα Άξονα Ι Συννοσηρότητα Άξονα ΙΙ Διπλή συννοσηρότητα Συνολική βαθμολογία 113,61 (8,338) 128,08 (8,516) 92,1 (10,462) 138,2 (18,06) 25,8 (2,18) 47,4 (8,154) Μοναξιά /θλίψη 16,61 (1,462) 20,33 (1,959) 13,8 (2,097) 22,4 (3,311) Ελλείμματα κοινωνικοποίησης 35,22 (3,059) 38,58 (3,151) Παρορμητισμός 35,39 (2,518) 40,17 (2,841) 28,2 (3,835) 42,2 (4,669) Απόσπαση προσοχής 26,39 (2,627) 29 (2,923) 24,3 (3,183) 26,2 (4,232) Δ.3.4. Συσχετίσεις των μεταβλητών των ερευνητικών εργαλείων Στον Πίνακα 19 παρουσιάζονται οι συσχετίσεις μεταξύ των μεταβλητών των ερωτηματολογίων OCS, ΚΕΕΦΥ, SCL-90, DSQ και ZKPQ (δείκτης Spearman r s ) στο κλινικό δείγμα. 124
Πίνακας 19 Συσχετίσεις μεταξύ των μεταβλητών των ερωτηματολογίων OCS, ΚΕΕΦΥ, SCL-90, DSQ και ZKPQ. (κλινικό δείγμα) OCS ΚΕΕΦΥ Γ.Δ.Σ Σ.Θ.Σ Δ.Ε.Θ.Σ Δ.Δ Δ.Ε Α. Πρ. Παρ. Α.Ε Ν-Α Ε-Ε Δ. Κ. OCS - 0,871 ** 0,494 ** 0,515 ** 0,224 0,526 ** 0,358 * 0,178 0,179 0,171 0,182 0,526 ** 0,131-0,008-0,234 ΚΕΕΦΥ 0,871 ** - 0,450 ** 0,443 ** 0,320 * 0,433 ** 0,298 * 0,133 0,028 0,229 0,100 0,491 ** 0,110-0,172-0,348 * Γ.Δ.Σ 0,494 ** 0,450 ** - 0,960 ** 0,514 ** 0,694 ** 0,472 ** 0,146-0,042 0,167 0,160 0,649 ** -0,002-0,020 0,022 Σ.Θ.Σ 0,515 ** 0,443 ** 0,960 ** - 0,355 * 0,693 ** 0,441 ** 0,207-0,041 0,121 0,126 0,635 ** -0,024-0,018 0,010 Δ.Ε.Θ.Σ 0,224 0,320 * 0,514 ** 0,355 * - 0,276 0,278-0,067-0,063 0,272 0,166 0,369 * 0,158-0,015-0,122 Δ.Δ 0,526 ** 0,433 ** 0,694 ** 0,693 ** 0,276-0,606 ** 0,343 * 0,244 0,354 * 0,424 ** 0,550 ** 0,052 0,022 0,030 Δ.Ε 0,358 * 0,298 * 0,472 ** 0,441 ** 0,278 0,606 ** - 0,266-0,036 0,458 ** 0,474 ** 0,368 * 0,106 0,124 0,062 Α. 0,178 0,133 0,146 0,207-0,067 0,343 * 0,266-0,420 ** 0,217 0,264 0,025-0,419 ** -0,063 0,059 Πρ. 0,179 0,028-0,042-0,041-0,063 0,244-0,036 0,420 ** - -0,043 0,236-0,239-0,313 * -0,050-0,099 Παρ. 0,171 0,229 0,167 0,121 0,272 0,354 * 0,458 ** 0,217-0,043-0,348 * 0,144 0,144-0,074 0,248 Α.Ε 0,182 0,100 0,160 0,126 0,166 0,424 ** 0,474 ** 0,264 0,236 0,348 * - 0,045 0,079 0,115 0,223 Ν-Α 0,526 ** 0,491 ** 0,649 ** 0,635 ** 0,369 * 0,550 ** 0,368 * 0,025-0,239 0,144 0,045-0,291 0,023-0,090 Ε-Ε 0,131 0,110-0,002-0,024 0,158 0,052 0,106-0,419 ** -0,313 * 0,144 0,079 0,291-0,051 0,065 Δ. -0,008-0,172-0,020-0,018-0,015 0,022 0,124-0,063-0,050-0,074 0,115 0,023 0,051-0,087 Κ. -0,234-0,348 * 0,022 0,010-0,122 0,030 0,062 0,059-0,099 0,248 0,223-0,090 0,065 0,087 - *. Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p< 0.05., **. Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p < 0.01. Σημείωση: Οι βαθμολογίες OCS και ΚΕΕΦΥ είναι οι συνολικές βαθμολογίες αντίστοιχα. Γ.Δ.Σ Γενικός Δείκτης Συμπτωμάτων, Σ.Θ.Σ, Σύνολο Θετικών Συμπτωμάτων, Δ.Ε.Θ.Σ Δείκτης Έντασης Θετικών Συμπτωμάτων, Δ.Δ-Δυσπροσαρμοστική δράση, Δ.Ε- Διαταραχή της εικόνας, Α-Αυτοθυσία, Πρ-Προσαρμοστικότητα, Παρ-Παρορμητικότητα, Α.Ε-Αναζήτηση ερεθισμάτων, Ν-Α Νευρωτισμός - Άγχος, Ε-Ε Επιθετικότητα Εχθρότητα, Δ - Δραστηριοποίηση, Κ - Κοινωνικότητα. 125
Στις συσχετίσεις σημειώνεται, όπως και στο μη-κλινικό δείγμα, σχεδόν απόλυτη ταύτιση των κατευθύνσεων και των μεγεθών των συσχετίσεων που προκύπτουν από τις συνολικές βαθμολογίες στις κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ με τις άλλες κλίμακες. Οι συσχετίσεις με τους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας, πλην του Δ.Ε.Θ.Σ, είναι στατιστικά σημαντικές και υψηλότερης ισχύος σε σύγκριση με το μη-κλινικό δείγμα. Όσο αφορά τους παράγοντες αμυντικής δομής και προσωπικότητας ξεχωρίζουν μέσης ισχύος συσχετίσεις με τη Δυσπροσαρμοστική Δράση, τη Διαταραχή της Εικόνας, και τον Νευρωτισμό Άγχος. Δ.3.5. Χρονική αλληλουχία εμφάνισης συννοσηρότητας Με τη λήψη εκτεταμένου ιστορικού νόσου διερευνήθηκε η χρονική σειρά εμφάνισης διάγνωσης της συννοσηρής ψυχικής κατάστασης, όπου αυτή υπήρχε, σε σχέση με την ανάπτυξη συμπεριφορών Υ.Χ.Δ. Σημειώνεται ότι η ύπαρξη διαταραχής προσωπικότητας καθώς και η διάγνωση ΔΕΠΥ στο παρελθόν θεωρούνται πρότερα γεγονότα σε κάθε περίπτωση. Ακόμη σημειώνονται οι περιπτώσεις όπου δεν ήταν εφικτό να διαχωριστούν χρονικά οι δύο διαγνώσεις. Συνοπτικά τα ευρήματα παρουσιάζονται στο Πίνακα 20. Πίνακας 20 Χρονική αλληλουχία εμφάνισης συννοσηρής ψυχικής διαταραχής Κύρια διάγνωση Προηγείται της ΥΧΔ Έπεται της ΥΧΔ Χωρίς σαφή αλληλουχία Μείζων κατάθλιψη 3 2 - Δυσθυμία 1 1 1 Ύπαρξη αυτοκτονικότητας - 2 - Ψυχωσικές διαταραχές 2 2 - Σωματοποιητική διαταραχή - - 1 Σωματοδυσμορφική διαταραχή 1 - - Γενικευμένη αγχώδης 1 3 - διαταραχή Κοινωνική φοβία 1 - - ΨΚΔ 1 - - Διαταραχή Πανικού (χωρίς - 1 1 αγοραφοβία) Κατάχρηση χασίς - 2 1 Σύνολα 14 (51,85%) 9 (33,3%) 4 (14,81%) 126
Αξίζει να σημειωθούν τα ακόλουθα στοιχεία από τα ιστορικά: σε δύο περιπτώσεις διαγνωσμένης σχιζοσυναισθηματικής διαταραχής εμφανίστηκε Υ.Χ.Δ κατά τη διάρκεια της νόσου, υπό αγωγή. Σε δύο περιπτώσεις εμφάνισης πρώτων ψυχωσικών επεισοδίων προηγήθηκε μεγάλο διάστημα Υ.Χ.Δ ( > 1 έτους) με παράλληλη χρήση χασίς σε ένα εξ αυτών. Και στις δύο περιπτώσεις απαιτήθηκε νοσηλεία τους στο τμήμα οξέων της Β Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής. Η τελική έκβαση ήταν θετική στη περίπτωση όπου ελέγχθηκε η Υ.Χ.Δ και αρνητική στη περίπτωση όπου συνεχίστηκε η Υ.Χ.Δ και η χρήση χασίς. Δ.3.6. Εξέταση της σύνδεσης των παραγόντων της προσωπικότητας, των αμυντικών δομών και της ψυχοπαθολογίας με την Υ.Χ.Δ Η σύνδεση των παραγόντων της προσωπικότητας, των αμυντικών δομών και της ψυχοπαθολογίας με την Υ.Χ.Δ επιχειρήθηκε με τη βοήθεια της μεθόδου ανάλυσης μοντέλων δομικών εξισώσεων PLS (Partial Least Squares). Στο γράφημα 6 απεικονίζεται η σχέση προς διερεύνηση, όπου η υποθετική δομή της Υ.Χ.Δ αναλύεται στις 4 συνιστώσες του ερωτηματολογίου OCS, τους παράγοντες Ελλείμματα κοινωνικοποίησης (OCS F1 στο γράφημα), Μοναξιά/θλίψη (OCS F2), Παρορμητισμός (OCS F3) και Απόσπαση προσοχής (OCS F4). Η υποθετική δομή της Προσωπικότητας αναλύεται σε 6 συνιστώσες που προκύπτουν από το ερωτηματολόγιο ZKPQ (οι έξι παράγοντες Παρορμητικότητα, Αναζήτηση ερεθισμάτων, Νευρωτισμός Άγχος, Επιθετικότητα Εχθρότητα, Δραστηριοποίηση και Κοινωνικότητα) ενώ η υποθετική δομή της Αμυντικής Οργάνωσης αναλύεται σε 4 συνιστώσες που προκύπτουν από το ερωτηματολόγιο DSQ (οι 4 αμυντικές οργανώσεις, Δυσπροσαρμοστική δράση, Διαταραχή της εικόνας, Αυτοθυσία και Προσαρμοστικότητα). Τέλος η υποθετική δομή της Ψυχοπαθολογίας αναλύεται στις 3 συνιστώσες οι οποίες προκύπτουν από τους γενικούς δείκτες του ερωτηματολογίου SCL- 90. Το πρότυπο το οποίο εξετάστηκε προτείνει ότι οι υποθετικές δομές της Προσωπικότητας και της Αμυντικής οργάνωσης επηρεάζουν την υποθετική δομή της Ψυχοπαθολογίας η οποία με τη σειρά της επηρεάζει την υποθετική δομή της Υ.Χ.Δ. Αυτό το πρότυπο ουσιαστικά εξετάζει τις περιπτώσεις όπου προϋπάρχουσα ψυχοπαθολογία οδηγεί σε γνωσίες συμβατές με ανάπτυξη Υ.Χ.Δ. 127
Η μελέτη του προτύπου έγινε με το πρόγραμμα SmartPLS 2.0 248. Στον γράφημα 6 παρουσιάζονται οι τυποποιημένοι συντελεστές όλων των παραμέτρων με σήμανση των στατιστικά σημαντικών εξ αυτών. Οι προτεινόμενες συνδέσεις των υποθετικών δομών είναι στατιστικά σημαντικές. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν πως η Προσωπικότητα εξηγεί το 36,3% της μεταβλητότητας της Αμυντικής οργάνωσης, η σχέση τους εξηγεί το 34,7% της μεταβλητότητας της Ψυχοπαθολογίας, ενώ η συνολική μεταβλητότητα της Υ.Χ.Δ. η οποία εξηγείται από την επίδραση των υπολοίπων είναι 38,7%. Καθώς το συνολικό κλινικό μας δείγμα είναι μικρό, αξιοποιήθηκε η δυνατότητα υπολογισμού των ακριβών τιμών συγκρίσεων στατιστικής σημαντικότητας μέσω επαναδειγματοποίησης με τη μέθοδο bootsampling, όπου και αξιολογήθηκαν 5000 εικονικά δείγματα ανάλογου αριθμού υποκειμένων, ως προς τις μέσες τιμές των παραμέτρων. Τα αποτελέσματα με τις τιμές των επιμέρους παραμέτρων βρίσκονται στους Πίνακες 21 και 22. Στον Πίνακα 21 διακρίνεται ότι και οι τρεις υποθετικές δομές προσφέρουν στατιστικά σημαντικά στον υπολογισμό της Υ.Χ.Δ. Οι επιμέρους παράμετροι οι οποίοι συμβάλλουν στατιστικά σημαντικά στο πρότυπο είναι αυτοί του Νευρωτισμού, της Δυσπροσαρμοστικότητας, της Διαταραχής Εικόνας καθώς και οι τρεις δείκτες ψυχοπαθολογίας. Πίνακας 21 Συντελεστές των σχέσεων του αρχικού δείγματος και του δείγματος bootsampling με έλεγχο στατιστικής σημαντικότητας Μ.Ο Αρχικό δείγμα Μ.Ο Νέο δείγμα Τυπικό λάθος T -test Τιμή p Αμυντική οργάνωση -> Υ.Χ.Δ 0,585 0,585 0,094 6,173 <0,001 Αμυντική οργάνωση ->Ψυχοπαθολογία 0,588 0,595 0,092 6,391 <0,001 Προσωπικότητα ->Αμυντική οργάνωση 0,602 0,635 0,208 2,894 <0,01 Προσωπικότητα -> Υ.Χ.Δ 0,352 0,373 0,139 2,53 <0,05 Προσωπικότητα ->Ψυχοπαθολογία 0,354 0,379 0,142 2,487 <0,05 Ψυχοπαθολογία -> Υ.Χ.Δ 0,26 0,29 0,124 2,085 <0,05 128
Γράφημα 6 Πρότυπο δομικών εξισώσεων σχέσης προσωπικότητας, ψυχοπαθολογίας και Υ.Χ.Δ *.Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p< 0.05., ** Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p < 0.01., *** Η διαφορά είναι σημαντική σε επίπεδο p < 0.001. 129
Πίνακας 22 Τιμές φορτίων των συντελεστών πριν και μετά τη διαδικασία bootsampling με έλεγχο στατιστικής σημαντικότητας Αρχικό δείγμα Μέσος του νέου δείγματος Τυπικό λάθος T -test Τιμή p Δραστηριότητα <- Προσωπ. 0,191 0,192 0,259 0,737 ΜΣΣ Επιθετικότητα <- Προσωπ. 0,148 0,119 0,351 0,423 ΜΣΣ Παρορμητικότητα <- Προσωπ. 0,698 0,594 0,232 3,01 <0,01 Αναζήτηση ερεθισμάτων <- Προσωπ. 0,578 0,492 0,276 2,088 <0,05 Νευρωτισμός/Άγχος <- Προσωπ. 0,665 0,575 0,284 2,343 <0,05 Συντροφικότητα <- Προσωπ. 0,051 0,042 0,257 0,199 ΜΣΣ Προσαρμοστικότητα <- Α.Ο 0,179 0,156 0,305 0,586 ΜΣΣ Διαστρέβλωση εικόνας <- Α.Ο 0,833 0,813 0,083 9,991 <0,001 Δυσπροσαρμοστικότητα <- Α.Ο 0,905 0,88 0,052 17,404 <0,001 Αυτοθυσία <- Α.Ο 0,417 0,379 0,303 1,376 ΜΣΣ Γ.Δ.Σ <- Ψυχοπαθολογία 0,99 0,986 0,007 137,762 <0,001 Δ.Ε.Θ.Σ <- Ψυχοπαθολογία 0,542 0,536 0,173 3,131 <0,01 Σ.Θ.Σ <- Ψυχοπαθολογία 0,961 0,959 0,02 45,823 <0,001 OCS F1 <- Υ.Χ.Δ 0,832 0,831 0,047 17,609 <0,001 OCS F2 <- Υ.Χ.Δ 0,911 0,911 0,023 38,127 <0,001 OCS F3 <- Υ.Χ.Δ 0,921 0,921 0,022 41,427 <0,001 OCS F4 <- Υ.Χ.Δ 0,794 0,78 0,09 8,8 <0,001 ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά Εναλλακτικό πρότυπο όπου η Υ.Χ.Δ συνέβαλε στον υπολογισμό μεταβλητότητας της Ψυχοπαθολογίας δεν είχε στατιστικά σημαντική σύνδεση των δύο αυτών υποθετικών δομών. Κατά συνέπεια συμπεραίνουμε ότι η Υ.Χ.Δ, όπως αυτή περιγράφεται από τη παραγοντική δομή του ερωτηματολογίου OCS, μπορεί να χαρακτηριστεί ως απότοκη ψυχοπαθολογίας παρά ως παράγοντας που συμβάλλει στην εμφάνιση της. Η σύγκριση των συντελεστών καταδεικνύει ότι η επίδραση της προσωπικότητας, όπως αυτή διαμεσολαβείται δια της αμυντικής οργάνωσης, είναι ισχυρότερη από αυτή της ύπαρξης, ή μη-ύπαρξης, ψυχοπαθολογίας. 130
Δ.3.7. Συγκρίσεις μεταξύ των δύο ερευνητικών πληθυσμών Δ.3.7.1. Συγκρίσεις ως προς τις συνήθειες χρήσης Διαδικτύου Στον Πίνακα 23 παρατίθενται τα δεδομένα συχνότητας σύνδεσης και ωρών περιήγησης στο Διαδίκτυο ανά ερευνητικό πληθυσμό. Και στις δύο περιπτώσεις οι συγκρίσεις μεταξύ των πληθυσμών είναι στατιστικά σημαντικές, με τον κλινικό πληθυσμό να εμφανίζει τακτικότερη συχνότητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο (χ 2 = 52,221, β.ε = 5, p < 0,001) και περισσότερες ώρες περιήγησης στο Διαδίκτυο ανά ημέρα (χ 2 = 43,798, β.ε = 5, p< 0,001). Οι δείκτες μεγέθους η είναι ίσοι με 0,315 και 0,362 και αντιστοιχούν σε διαφορές μεσαίου προς μεγάλου μεγέθους. Πίνακας 23. Συχνότητα σύνδεσης και ώρες περιήγησης στο Διαδίκτυο ανά ερευνητικό πληθυσμό Συχνότητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο Είμαι σχεδόν συνέχεια online Σχεδόν κάθε ώρα της ημέρας Ανά 2-3 ώρες Τουλάχιστον 1 φορά / ημέρα Αρκετές φορές την εβδομάδα Λίγες φορές το μήνα Πληθυσμός Κλινικός Ώρες περιήγησης στο Διαδίκτυο την ημέρα Μηκλινικός Μηκλινικός Πληθυσμός Κλινικός Άτομα 25 6 < 1 Άτομα 80 2 % 9,4% 12,0% ώρα % 29,9% 4,0% Άτομα 27 21 2 3 Άτομα 98 9 % 10,1% 42,0% ώρες % 36,6% 18,0% Άτομα 71 20 3 5 Άτομα 40 10 % 26,6% 40,0% ώρες % 14,9% 20,0% Άτομα 110 3 5 8 Άτομα 26 12 % 41,2% 6,0% ώρες % 9,7% 24,0% Άτομα 33 0 8 Άτομα 13 10 % 12,4% 0,0% 10 ώρες % 4,9% 20,0% Άτομα 1 0 > 10 Άτομα 11 7 %,4% 0,0% ώρες % 4,1% 14,0% Στον Πίνακα 24 περιγράφονται τα αποτελέσματα των συγκρίσεων μεταξύ των δύο ερευνητικών πληθυσμών στις μεταβλητές των ερωτηματολογίων ψυχοπαθολογίας, προσωπικότητας και Υ.Χ.Δ. Οι συγκρίσεις είναι ενδεικτικές των διαφορών ανάμεσα σε φοιτητές με έντονα ακαδημαϊκά προβλήματα και σε φοιτητές οι οποίοι έχουν ένα υψηλό μέσο επίπεδο 131
προσαρμογής στις σπουδές τους, καθώς έχουν προχωρήσει στο τέταρτο έτος ενός απαιτητικού προγράμματος σπουδών. Πίνακας 24. Σύγκριση των μέσων όρων των παραγόντων ειδικών ερωτηματολογίων μεταξύ του κλινικού και του μη-κλινικού πληθυσμού (σε παρένθεση τυπικό λάθος του μέσου όρου) Βαθμολογίες SCL-90 Βαθμολογίες DSQ Βαθμολογίες ZKPQ Βαθμολογίες OCS Βαθμολογίες ΚΕΕΦΥ Μεταβλητή Κλινικός πληθυσμός Μη-κλινικός πληθυσμός p Δείκτης μεγέθους (d) Γ.Δ.Σ 0,838 (0,096) 0,567 (0,027) 0,02 0,436 Σ.Θ.Σ 36,16 (3,1) 30,96 (1,1) <0,001 0,282 Δ.Ε.Θ.Σ 0,37 (0,018) 0,291 (0,007) <0,001 0,687 Δυσπροσαρμοστική δράση 109,24 (4,96) 101,58 (1,75) ΜΣΣ 0,26 Διαστρέβλωση της εικόνας 42,73 (2,24) 39,43 (0,88) ΜΣΣ 0,227 Αυτοθυσία 27,33 (1,45) 29,45 (0,46) ΜΣΣ 0,223 Προσαρμοστικότητα 31,8 (1,01) 34,85 (0,53) <0,05 0,362 Παρορμητικότητα 55 (3,94) 32,68 (1,47) <0,001 0,915 Αναζήτηση ερεθισμάτων 61,41 (3,52) 48,55 (1,64) 0,002 0,486 Νευρωτισμός - Άγχος 41,05 (3,67) 43,62 (1,59) ΜΣΣ 0,099 Επιθετικότητα Εχθρότητα 44,96 (2,93) 33,02 (1,15) <0,001 0,628 Δραστηριοποίηση 38,3 (2,95) 48 (1,31) 0,006 0,455 Κοινωνικότητα 42,35 (3,07) 46,7 (1,28) ΜΣΣ 0,208 Συνολική βαθμολογία 115,36 (6,3) 73,27 (1,594) <0,001 1,04 Ελλείμματα κοινωνικοποίησης 36,53 (2,5) 21,39 (0,519) <0,001 0,95 Μοναξιά/θλίψη 17,82 (1,18) 12,63 (0,341) <0,001 0,68 Παρορμητισμός 35,71 (1,89) 21,78 (0,574) <0,001 1,13 Απόσπαση προσοχής 25,29 (1,59) 17,48 (0,494) <0,001 0,75 Συνολική βαθμολογία 49,32 (2,046) 36,13 (0,618) <0,001 0,975 Έλλειψη αυτοελέγχου 14,36 (0,702) 10,68 (0,222) <0,001 0,790 Παραμέληση υποχρεώσεων 13,47 (0,697) 8,94 (0,194) <0,001 0,989 Ελλείμματα 11,64 (0,612) 9,01 (0,181) <0,001 0,652 κοινωνικοποίησης Υπερενασχόληση με Η/Υ 9,85 (0,374) 7,37 (0,15) <0,001 1,004 ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά Αυτές οι συγκρίσεις μεταξύ των ομάδων καταδεικνύουν ότι η συνολική βαθμολογία των κλιμάκων OCS και ΚΕΕΦΥ, καθώς και όλοι οι επιμέρους παράγοντες τους, ήταν στατιστικά σημαντικά υψηλότεροι στο κλινικό δείγμα, με δείκτες υψηλής έως πολύ υψηλής ισχύος, όπως και αναμένονταν. Η ψυχοπαθολογία ήταν επίσης στατιστικά σημαντικά περισσότερο εκφρασμένη στο κλινικό δείγμα, αλλά με δείκτες μέσης ισχύος. Οι τιμές των ενδοψυχικών αμυντικών δομών παρουσίαζαν γενικά χαμηλής έως μέσης ισχύος δείκτες μεγέθους, με μόνη στατιστικά σημαντική διαφορά αυτή της 132
χαμηλότερης μέσης τιμής Προσαρμοστικότητας στο κλινικό δείγμα έναντι του μη-κλινικού. Οι τιμές των νευροβιολογικών παραγόντων προσωπικότητας παρουσίαζαν αξιοσημείωτες διαφορές: η κλινική ομάδα παρουσίαζε υψηλότερη Παρορμητικότητα, με πολύ υψηλής ισχύος δείκτη μεγέθους, υψηλότερη Επιθετικότητα, με μέσης προς υψηλής ισχύος δείκτη μεγέθους, και χαμηλότερη Δραστηριοποίηση με μέσης ισχύος δείκτη μεγέθους. Σε όλες τις μετρήσεις οι κλίμακες OCS και ΚΕΕΦΥ παρουσίαζαν υψηλές συσχετίσεις αναμεταξύ των, καθώς και παρόμοιου βαθμού και κατεύθυνσης συσχετίσεις με τις υπόλοιπες μετρήσιμες παραμέτρους της έρευνας. Στο κλινικό μας δείγμα όμως το κυρίαρχο πρόβλημα ήταν η Υ.Χ.Δ και όχι η υπέρμετρη χρήση του μέσου πρόσβασης. Σε κάθε κλινική περίπτωση οι προτιμώμενες δραστηριότητες είχαν ως αναγκαία συνθήκη διεξαγωγής τους τη πρόσβαση στο Διαδίκτυο και κάθε συμβουλευτική προσπάθεια επικέντρωνε στον έλεγχο χρήσης του και όχι απλά και μόνο στον έλεγχο χρήσης του μέσου πρόσβασης σε αυτό. Η οριοθέτηση του είδους της χρήσης ήταν απαραίτητη, καθώς στη πλειοψηφία των περιπτώσεων η χρήση του Διαδικτύου ήταν αναγκαία ούτως ώστε ο φοιτητής να μπορεί να λάβει σημαντικές πληροφορίες ως προς τη φοίτηση του αλλά και να μπορεί να έχει στη διάθεση του ερευνητικά δεδομένα. Στη συνέχεια της παράθεσης των αποτελεσμάτων ανάλυσης των ερευνητικών δεδομένων θα επικεντρωθούμε στην ανάλυση των στοιχείων από τη χρήση του Διαδικτύου χωρίς να περιλαμβάνουμε τα στοιχεία από τη κλίμακα ΚΕΕΦΥ καθώς αυτό θα οδηγούσε σε αποτελέσματα τα οποία θα βασίζονταν στον υψηλό βαθμό κοινής μεταβλητότητας με τη κλίμακα OCS και δεν θα αναπαρήγαγαν την πραγματική εικόνα της υφιστάμενης κατάστασης. Δ.3.7.2. Σύγκριση μεταξύ των ερευνητικών ομάδων στους επιμέρους δείκτες ψυχοπαθολογίας Στον Πίνακα 25 παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της σύγκρισης των δύο ερευνητικών ομάδων στους δείκτες ψυχοπαθολογίας του ερωτηματολογίου SCL-90. Οι μεγαλύτεροι δείκτες μεγέθους των επιμέρους διαφορών είναι αυτοί της κατηγορίας Ψυχαναγκαστικότητας Καταναγκαστικότητας, επιπλέον λημμάτων, Παρανοειδή ιδεασμού, Φοβικού άγχους, Θυμού Επιθετικότητας και Διαπροσωπικής Ευαισθησίας. Οι 133
διαφορές αυτές χαρακτηρίζονται ως μέσης ισχύος σύμφωνα με τους δείκτες μεγέθους των. Πίνακας 25. Αποτελέσματα σύγκρισης των ερευνητικών ομάδων στους μέσους όρους των επιμέρους δεικτών ψυχοπαθολογίας Τυπικό Μεταβλητή - Δείγμα Μ.Ο λάθος Κλινικό 0,531 0,087 Σωματοποίηση Μη-κλινικό 0,425 0,042 Ψυχαναγκαστικότητα/ Καταναγκαστικότητα Διαπροσωπική ευαισθησία Κατάθλιψη Άγχος Θυμός - Επιθετικότητα Φοβικό άγχος Παρανοειδής ιδεασμός Ψυχωτισμός Επιπλέον λήμματα t p d 1,085 ΜΣΣ 0,179 Κλινικό 1,13 0,117 Μη-κλινικό 0,8 0,056 2,820 <0,01 0,466 Κλινικό 1,044 0,111 Μη-κλινικό 0,796 0,052 2,007 <0,05 0,332 Κλινικό 0,688 0,089 Μη-κλινικό 0,515 0,039 1,783 ΜΣΣ 0,295 Κλινικό 0,724 0,130 Μη-κλινικό 0,46 0,046 1,898 ΜΣΣ 0,314 Κλινικό 0,836 0,125 Μη-κλινικό 0,511 0,048 2,423 <0,05 0,401 Κλινικό 0,474 0,085 Μη-κλινικό 0,245 0,029 2,521 <0,05 0,417 Κλινικό 1,126 0,138 Μη-κλινικό 0,749 0,053 2,544 <0,05 0,421 Κλινικό 0,64 0,082 Μη-κλινικό 0,481 0,036 1,762 ΜΣΣ 0,291 Κλινικό 6,26 0,698 Μη-κλινικό 4,214 0,334 2,641 0,01 0,437 ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά Δ.3.7.3. Σύγκριση μεταξύ των ερευνητικών ομάδων στις επιμέρους ψυχολογικές άμυνες Στους Πίνακες 26α και 26β παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της σύγκρισης των δύο ερευνητικών ομάδων στις ψυχολογικές άμυνες με δείκτες μεγέθους ανά σύγκριση. 134
Πίνακας 26α. Αποτελέσματα σύγκρισης των ερευνητικών ομάδων στους μέσους όρους των επιμέρους ψυχολογικών αμυνών Μεταβλητή - Δείγμα Μ.Ο Εκδραμάτιση Σύνδεση Προβλέπειν Προσδοκείν Κατανάλωση Άρνηση Αυτιστική φαντασίωση Απόρριψη βοήθειας Χιούμορ Συναισθηματική αναστολή Απομόνωση Παντοδυναμία Προβλητική ταύτιση Ψευδο-αλτρουισμός Αντισταθμιστική συμπτωματολογία Παλινδρόμηση Τυπικό λάθος Κλινικό 3,96 0,222 Μη-κλινικό 3,46 0,139 Κλινικό 4,43 0,242 Μη-κλινικό 4,54 0,177 Κλινικό 5,17 0,275 Μη-κλινικό 5,703 0,165 Κλινικό 2,266 0,153 Μη-κλινικό 2,116 0,11 Κλινικό 2,466 0,196 Μη-κλινικό 1,995 0,098 Κλινικό 3,820 0,403 Μη-κλινικό 2,814 0,198 Κλινικό 3,053 0,28 Μη-κλινικό 2,185 0,111 Κλινικό 4,066 0,214 Μη-κλινικό 4,192 0,134 Κλινικό 4,076 0,203 Μη-κλινικό 3,989 0,12 Κλινικό 3,83 0,198 Μη-κλινικό 3,05 0,13 Κλινικό 2,94 0,172 Μη-κλινικό 2,469 0,112 Κλινικό 3,272 0,195 Μη-κλινικό 3,122 0,111 Κλινικό 2,68 0,266 Μη-κλινικό 2,896 0,162 Κλινικό 3,368 0,208 Μη-κλινικό 3,739 0,112 Κλινικό 3,54 0,246 Μη-κλινικό 3,614 0,163 t p d 1,877 ΜΣΣ 0,311-0,338 ΜΣΣ -0,056-1,673 ΜΣΣ -0,277 0,736 ΜΣΣ 0,122 2,343 <0,05 0,388 2,234 <0,05 0,370 2,880 <0,01 0,477-0,489 ΜΣΣ -0,081 0,370 ΜΣΣ 0,061 3,167 <0,01 0,524 2,221 <0,05 0,368 0,681 ΜΣΣ 0,113-0,693 ΜΣΣ -0,115-1,654 ΜΣΣ -0,274-0,243 ΜΣΣ -0,04 ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά 135
Πίνακας 26β. Αποτελέσματα σύγκρισης των ερευνητικών ομάδων στους μέσους όρους των επιμέρους ψυχολογικών αμυνών Μεταβλητή - Δείγμα Μ.Ο Σωματοποίηση Διάσχιση Μετουσίωση Καταστολή Στοχο-προσήλωση Αναίρεση Απόσυρση Κλίμακα ελέγχου (ψεύδους) Τυπικό λάθος Κλινικό 3,2 0,282 Μη-κλινικό 3,211 0,157 Κλινικό 2,593 0,239 Μη-κλινικό 2,446 0,116 Κλινικό 2,4 0,287 Μη-κλινικό 4,059 0,239 Κλινικό 4,53 0,235 Μη-κλινικό 4,751 0,156 Κλινικό 3,94 0,293 Μη-κλινικό 4,737 0,195 Κλινικό 2,813 0,255 Μη-κλινικό 2,634 0,121 Κλινικό 5,093 0,302 Μη-κλινικό 5,123 0,197 Κλινικό 5,19 0,17 Μη-κλινικό 5,08 0,096 t p d -0,036 ΜΣΣ -0,006 0,608 ΜΣΣ 0,101-4,438 <0,001-0,735-0,754 ΜΣΣ -0,125-2,170 <0,05-0,359 0,708 ΜΣΣ 0,117-0,081 ΜΣΣ -0,013 0,577 ΜΣΣ 0,096 ΜΣΣ = μη στατιστικά σημαντική διαφορά Οι μεγαλύτεροι δείκτες μεγέθους των επιμέρους διαφορών είναι αυτοί της κατηγορίας της Μετουσίωσης, Απομόνωσης, Απόρριψης βοήθειας, Άρνησης, Αυτιστικής φαντασίωσης, Παντοδυναμίας και Στοχοπροσήλωσης. Όλοι οι δείκτες πλην του πρώτου και του τελευταίου είναι μεγαλύτεροι στο κλινικό δείγμα. Οι διαφορές αυτές χαρακτηρίζονται ως υψηλής (Μετουσίωση) ως μέσης ισχύος (υπόλοιποι) σύμφωνα με τους δείκτες μεγέθους των. Η ελάχιστη διαφορά στη κλίμακα ελέγχου καταδεικνύει την αξιοπιστία των μετρήσεων. 136
Δ.3.8. Προσδιορισμός κλινικών οριακών τιμών (cut-off) στη κλίμακα OCS Όπως προαναφέρθηκε, πρακτικά όλοι οι φοιτητές του κλινικού δείγματος αναζήτησαν συμβουλευτική βοήθεια υπό πίεση του περιβάλλοντος τους. Ένα σημαντικό ποσοστό επέδειξε αρνητισμό έναντι ειλικρίνειας και επεδίωξε να ελαχιστοποιήσει την εικόνα των προβλημάτων τους. Η απόπειρα σχεδιασμού μίας καμπύλης ROC (receiver operating characteristic) στο κλινικό δείγμα καταδεικνύει αυτό το πρακτικό πρόβλημα. Παρόλο που οι τιμές ήταν αποδεκτές με τη περιοχή κάτω από τη καμπύλη στο 0,822 (τυπικό λάθος = 0,034) και τα διαστήματα εμπιστοσύνης 95% μεταξύ 0,755-0,89, ήταν δύσκολο να βρεθεί μία οριακή τιμή η οποία να διαθέτει τόσο υψηλή ειδικότητα όσο και ευαισθησία. Η τιμή στη κλίμακα ΟCS του 65,5 ή χαμηλότερη αυτής παρουσίαζε εξαιρετική τιμή ευαισθησίας ίση με 0,92 όμως μέτρια τιμή ειδικότητας ίση με 0,47 αυξάνοντας τον κίνδυνο των ψευδών θετικών. Εφόσον θέσουμε τη τιμή στο 106,5 έχουμε υψηλή ειδικότητα της τάξης του 0,903 όμως ευαισθησία μόνο 0,58, αυξάνοντας τον κίνδυνο των ψευδών αρνητικών. Καθώς η σημασία της παροχής βοήθειας σε όλους τους ασθενείς προηγείται σε ένα κλινικό περιβάλλον, προτείνουμε τη χρήση δύο διαφορετικών οριακών τιμών, αναλόγως της αρχικής στάσης των ατόμων που προσέρχονται προς εκτίμηση. Εφόσον το άτομο προσέρχεται αυτοβούλως, ή τουλάχιστο αναγνωρίζει την ύπαρξη του προβλήματος και την αναγκαιότητα συνεργασίας, τότε η υψηλότερη οριακή τιμή του 106,5 είναι προτιμητέα. Όμως, εφόσον υπάρχει μία ισχυρή τάση ελαχιστοποίησης των προβλημάτων παρά τις διασταυρούμενες πληροφορίες από το περιβάλλον και την έκπτωση της ακαδημαϊκής λειτουργικότητας, τότε θα ήταν χρήσιμη η χαμηλότερη οριακή τιμή του 65,5. Η υψηλότερη οριακή τιμή θα ήταν επίσης χρησιμότερη σε χρήση του ερωτηματολογίου σε γενικό, μη κλινικό πληθυσμό. Στο Γράφημα 7 παρουσιάζεται η καμπύλη ROC. 137
Γράφημα 7 Καμπύλη ROC των τιμών συνολικής βαθμολογίας στη κλίμακα OCS του κλινικού δείγματος Δ.3.9. Πρότυπο κατηγοριοποίησης φοιτητών Χρησιμοποιήθηκε διακριτική ανάλυση κατά στάδια (stepwise discriminant analysis) ούτως ώστε να διακριβωθεί ο καλύτερος συνδυασμός μεταβλητών ούτως ώστε να προβλεφθεί το κατά πόσο ένας φοιτητής ανήκει στο κλινικό ή στο μη-κλινικό δείγμα. Οι μεταβλητές που εισήλθαν στην ανάλυση αρχικά συμπεριλάμβαναν αυτές του φύλου, ηλικίας, χρόνο και συχνότητα χρήσης Διαδικτύου κατά το τελευταίο τρίμηνο, συνολική βαθμολογία της κλίμακας OCS, αμυντικών δομών και παραγόντων της προσωπικότητας, καθώς και των δεικτών ψυχοπαθολογίας. Ο τελικός συνδυασμός συμπεριλάμβανε τις ακόλουθες μεταβλητές: συνολική βαθμολογία OCS, ωφέλεια (ή μη) χρήσης Διαδικτύου στις σπουδές (όπου το 138
υψηλότερο επίπεδο αντιστοιχεί σε μη ωφέλεια), αριθμός ωρών χρήσης Διαδικτύου, ο Δείκτης Ενόχλησης Θετικών Συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας, οι παράγοντες Παρορμητισμού και Νευρωτισμού καθώς και οι αμυντικές δομές της Αυτοθυσίας και Προσαρμοστικότητας. Η ανάλυση κατέληξε σε μία στατιστικά σημαντική κανονικοποιημένη εξίσωση. Η τιμή του Wilks λ ήταν στατιστικά σημαντική, λ = 0,61, χ 2 = 151,467, β.ε=8, p <0,001, καταδεικνύοντας ότι το συγκεκριμένο πρότυπο είναι ικανό να διακρίνει μεταξύ των ομάδων. Υπολογίστηκαν διαστήματα εμπιστοσύνης διορθωμένα ως προς την ύπαρξη τυχόν συστημικού λάθους με τη χρήση 1000 εικονικών δειγμάτων (μέθοδος bootstrapping). Στον Πίνακα 27 παρουσιάζονται οι τυποποιημένοι τιμές της κανονικοποιημένης διακριτικής εξίσωσης. Από τα αποτελέσματα συμπεραίνουμε ότι οι κλινικές περιπτώσεις μπορούν να διακριθούν από τις μη κλινικές με βάση τις υψηλότερες τιμές στο μέτρο Υ.Χ.Δ (βαθμολογία OCS), το ότι θεωρούν το Διαδίκτυο εμπόδιο παρά βοήθεια στις ακαδημαϊκές τους υποχρεώσεις, ξοδεύουν περισσότερο χρόνο στο Διαδίκτυο, αναφέρουν υψηλότερη ενόχληση από συγκεκριμένα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας, είναι περισσότερο παρορμητικοί και λιγότερο νευρωσικοί, ενώ είναι λιγότερο πιθανό να υιοθετούν αμυντικές δομές αυτοθυσίας ή προσαρμοστικότητας. Πίνακας 27. Τυποποιημένοι συντελεστές της κανονικοποιημένης διακριτικής εξίσωσης Μεταβλητή Συντελεστής Συστημικό λάθος Bootstrap BCa 95% Διαστήματα Τυπικό εμπιστοσύνης λάθος Κατώτερο Ανώτερο Συνολική βαθμολογία OCS 0,538-0,006 0,111 0,293 0,742 Αυτοαναφερόμενη ωφέλεια χρήσης Διαδικτύου 0,436 0,002 0,096 0,212 0,626 Ώρες περιήγησης ανά ημέρα 0,325-0,007 0,103 0,128 0,500 Δείκτης Ενόχλησης Θετικών Συμπτωμάτων 0,306-0,010 0,105 0,118 0,479 Παρορμητικότητα 0,241-0,005 0,107 0,040 0,433 Νευρωτισμός - Άγχος -0,397 0,008 0,091-0,593-0,191 Προσαρμοστικότητα -0,262 0,002 0,076-0,402-0,105 Αυτοθυσία -0,260 0,006 0,107-0,467-0,004 139
Καθώς η δοκιμασία Box s M έδειξε ότι οι πίνακες συμμεταβλητότητας δεν ήταν ίσοι, η ανάλυση συνεχίστηκε χρησιμοποιώντας στους υπολογισμούς ένα πίνακα συμμεταβλητότητας διακριτών ομάδων (separate-groups covariance matrix). Οι προβλέψεις του προτύπου είχαν εξαιρετικές πιθανότητες επιτυχίας, όπου 86,5% όλων των περιπτώσεων κατηγοριοποιήθηκαν σωστά. Αυτή το ποσοστό διακυμαίνεται από 88% (237 περιπτώσεις επί συνόλου 267) στο μη-κλινικό δείγμα σε 78% (39 περιπτώσεις επί συνόλου 50 περιπτώσεων) στο κλινικό δείγμα. Στον Πίνακα 28 παρουσιάζονται οι τιμές ζύγισης των παραμέτρων στην εξίσωση κατηγοριοποίησης, με διαστήματα εμπιστοσύνης, ούτως ώστε να είναι εμφανής η σχετική προγνωστική αξία κάθε μεταβλητής στο ρόλο διάκρισης μεταξύ του κλινικού και μη-κλινικού δείγματος. Μεταβλητή (σταθερά) Συνολική βαθμολογία OCS Ωφέλεια χρήσης Διαδικτύου Ώρες περιήγησης ανά ημέρα Δείκτης Ενόχλησης Θετικών Συμπτωμάτων Παρορμητικότητα Νευρωτισμός - Άγχος Προσαρμοστικότητα Αυτοθυσία Πίνακας 28. Παράμετροι της εξίσωσης κατηγοριοποίησης (Γραμμική διακριτική εξίσωση του Fisher) Bootstrap Δείγμα BCa 95% Διαστήματα Τιμές Συστημικό Τυπικό εμπιστοσύνης ζύγισης λάθος λάθος Κατώτερο Ανώτερο όριο όριο Μη κλινικό -18,093-0,699 1,632-20,721-16,930 Κλινικό -23,582-1,061 2,168-26,934-22,482 Μη κλινικό 0,013 0,002 0,014-0,016 0,049 Κλινικό 0,056 0,003 0,019 0,015 0,108 Μη κλινικό 1,600 0,076 0,378 0,849 2,581 Κλινικό 2,587 0,134 0,517 1,454 4,156 Μη κλινικό,594 0,024 0,258 0,032 1,200 Κλινικό 1,142 0,039 0,361 0,366 2,036 Μη κλινικό 14,347 0,616 3,280 8,040 23,075 Κλινικό 20,380 0,69 3,958 12,574 30,068 Μη κλινικό 0,02 0 0,016-0,011 0,052 Κλινικό 0,043 0,001 0,021 0,004 0,085 Μη κλινικό 0,006 0 0,014-0,021 0,033 Κλινικό -0,029 0 0,017-0,064 0,007 Μη κλινικό 0,4 0,014 0,059 0,29 0,558 Κλινικό 0,329 0,011 0,062 0,215 0,491 Μη κλινικό 0,33 0,011 0,044 0,235 0,454 Κλινικό 0,255 0,009 0,058 0,134 0,401 140
Ε. ΣΥΖΗΤΗΣΗ Ε.1. Ευρήματα μελέτης μη - κλινικού πληθυσμού Ε.1.1. Επίπεδα Υ.Χ.Δ σε φοιτητές Ιατρικής και η σημασία τους Τα αποτελέσματα της διερεύνησης Υ.Χ.Δ στο δείγμα φοιτητών Ιατρικής κατέδειξαν ότι ένα σημαντικό ποσοστό κατηγοριοποιήθηκε ως άτομα τα οποία επιδείκνυαν εθιστική συμπεριφορά, σύμφωνα με τη βαθμολογία τους στη κλίμακα OCS (11,6% των ανδρών και 5,8% των γυναικών). Υψηλότερες βαθμολογίες τους σε αυτή τη κλίμακα συνδέθηκαν αρνητικά με την έως τότε απόδοση τους αλλά και τις προοπτικές ολοκλήρωσης των σπουδών τους. Αυτή η σύνδεση παρέμεινε στατιστικά σημαντική μετά τον έλεγχο ως προς τη συχνότητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο και τη ποσότητα του χρόνου τον οποίο αφιέρωναν σε αυτό το σκοπό. Βλέπουμε ότι τα φαινόμενα Υ.Χ.Δ δεν συνδέονται κατ ανάγκη με παρατεταμένη χρήση Διαδικτύου, καθώς αυτή μπορεί να είναι φυσικό επακόλουθο της αφοσίωσης σε ένα συγκεκριμένο σκοπό, όπως είναι και οι ακαδημαϊκές υποχρεώσεις. Όπως και σε κάθε άλλο συμπεριφορικό εθισμό, και στη περίπτωση Υ.Χ.Δ ενδέχεται να υπάρξει δυσκολία διαχωρισμού εθιστικών φαινομένων από έναν υψηλό βαθμό εμπλοκής με τη συμπεριφορά, εφόσον αυτή εξετάζεται αποκλειστικά με χρονικά κριτήρια. Αυτό το γεγονός έχει ιδιάζουσα σημασία ούτως ώστε να μην προβαίνουμε σε υπερεκτίμηση της πραγματικής επίπτωσης αυτών των φαινομένων σε ένα πληθυσμό 251. Ο υψηλός βαθμός εμπλοκής με το Διαδίκτυο πλέον προάγεται άμεσα ή έμμεσα κατά τη διάρκεια των σπουδών Ιατρικής, καθώς απαιτείται πλέον από τον μελλοντικό Ιατρό να παραμείνει σε επαφή με τις νεότερες εξελίξεις του κλάδου του διαμέσω του Διαδικτύου καθώς και να έχει επάρκεια στην αναζήτηση ερευνητικών πληροφοριών με τη βοήθεια των διαδικτυακών βάσεων δεδομένων 252. Σταδιακά, εισάγονται καινοτόμες μέθοδοι εκπαίδευσης, όπως εκπαίδευση εξ αποστάσεως, εκπαίδευση με τη βοήθεια εικονικής πραγματικότητας ή προσομοίωσης ασθενή. Κατά συνέπεια θα απαιτείται ένα ελάχιστο επίπεδο τεχνολογικής επάρκειας του φοιτητή ούτως ώστε να μπορεί να συμμετάσχει ενεργά στην εκπαιδευτική διαδικασία 253. Τα όρια του οφέλους από τη χρήση Διαδικτύου στην ακαδημαϊκή διαδικασία είναι δύσκολο να οριστούν με ακρίβεια. Η εκτίμηση των ίδιων των φοιτητών ως προς το κατά πόσο το 141
Διαδίκτυο τους βοηθούσε, ή τους παρεμπόδιζε, συσχετίστηκε με τη βαθμολογία σπουδών τους και τη βαθμολογία στη κλίμακα Υ.Χ.Δ. Παρόλο λοιπόν που η χρήση του Διαδικτύου μετατρέπεται σε αναγκαιότητα αρχικά στην εκπαιδευτική διαδικασία και μετέπειτα στην Ιατρική καριέρα, μπορεί να έχει και το αντίθετο αποτέλεσμα. Καθώς η χρήση του Διαδικτύου δεν περιορίζεται σε λόγους σπουδών, ο φοιτητής ενδέχεται να εμπλακεί με δραστηριότητες οι οποίες είναι πολύ συχνές μεταξύ των χρηστών Διαδικτύου αντίστοιχης ηλικίας, με εμφάνιση των φαινομένων Υ.Χ.Δ σε αυτές και των δυσμενών συνεπειών τους στην ακαδημαϊκή του επίδοση. Παρόλο που το μη-κλινικό δείγμα της μελέτης αφορούσε φοιτητές οι οποίοι έχουν ήδη προοδέψει αρκετά χρόνια και έχουν ανταπεξέρθει σε ένα απαιτητικό πρόγραμμα σπουδών ΑΕΙ, σημειώθηκε η ύπαρξη ατόμων τα οποία παρουσίαζαν φαινόμενα Υ.Χ.Δ., σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα ενός ειδικού ερωτηματολογίου. Στο συγκεκριμένο ερευνητικό πληθυσμό η πλέον συχνή διαδικτυακή δραστηριότητα ήταν αυτή της κοινωνικής δικτύωσης, σε αντίθεση με τον κλινικό πληθυσμό, όπου ήταν αυτή του διαδικτυακού παιχνιδιού. Η ένταση της δραστηριότητας αυτής, καίτοι συχνότερη όλων, συνδέθηκε με χαμηλότερες προσδοκίες ολοκλήρωσης των σπουδών και χαμηλότερη βαθμολογία σε αυτές. Δεν υπάρχει τρόπος να διευκρινίσουμε κατά πόσο υπάρχει σχέση αίτιου-αιτιατού, όμως νεότερα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή πως η χρήση Ι.Κ.Δ συνδέεται με αντίστοιχες αρνητικές εκβάσεις στην ακαδημαϊκή επίδοση 82 83 84, όπως και συσχετίσεις χρήσης Ι.Κ.Δ με Υ.Χ.Δ 88. Πρόσφατη ανασκόπηση κατέληξε ότι καθώς οι Ι.Κ.Δ προσφέρουν στους φοιτητές πολλές δυνητικές ευκαιρίες ακαδημαϊκής προόδου και επαγγελματικής ανάδειξης, όπως και πρόσβαση σε μία μεγάλη βάση γνώσεων και λήψης βοήθειας, η σταδιακή εξυπηρέτηση αυτών των αναγκών σε μεγαλύτερο βαθμό από τις Ι.Κ.Δ μπορεί να δημιουργήσει ευοδοτικές συνθήκες ανάπτυξης Υ.Χ.Δ 254. Ε.1.2. Λοιπές μεταβλητές που υπεισέρχονται στην ακαδημαϊκή απόδοση Ανάμεσα στις μεταβλητές οι οποίες υπεισέρχονται στη πρόβλεψη περάτωσης των σπουδών στο μη-κλινικό πληθυσμό, δεν σημειώθηκε η ύπαρξη κάποιας από τις αμυντικές δομές. Θετικό ρόλο όμως διαδραμάτισαν στη στατιστική ανάλυση ο παράγοντας Δραστηριοποίηση και αρνητικό ρόλο ο συνδυαστικός παράγοντας Παρορμητικής αναζήτησης ερεθισμάτων (ImpSS) Ο παράγοντας 142
της δραστηριοποίησης περιγράφει την ανάγκη εμπλοκής σε πάσης φύσεως δραστηριότητες και τη προτίμηση προς έντονη εργασία που έχει το χαρακτήρα πρόκλησης, στοιχεία τα οποία είναι υποβοηθητικά ως προς την ακαδημαϊκή πρόοδο. Ο συνδυαστικός παράγοντας ImpSS περιγράφει τάση έλλειψης σχεδιασμού, η οποία δύναται να ανασχέσει τη πρόοδο σε μία μακροχρόνια ενασχόληση, όπως είναι οι σπουδές Ιατρικής. Ακόμη, υποδηλώνει μία γενικότερη ανάγκη έντονων ερεθισμάτων και συγκινήσεων, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μη-παραγωγική διοχέτευση της ενεργητικότητας σε άστοχες δραστηριότητες. Ο τόπος καταγωγής ήταν επίσης μία σημαντική μεταβλητή στους υπολογισμούς. Οι φοιτητές οι οποίοι συμμετείχαν στην έρευνα ήταν είτε Ελληνοκύπριοι είτε φοιτητές από άλλες χώρες της Ευρώπης. Αυτοί είχαν και τη καλύτερη πρόβλεψη έκβασης σπουδών. Στη πρώτη περίπτωση, οι Ελληνοκύπριοι αποτελούν μία σφιχτοδεμένη φοιτητική κοινότητα και η φοίτηση στην Ελλάδα αποτελεί έναν μακροχρόνιο στόχο. Στη δεύτερη περίπτωση οι φοιτητές προέρχονται από ένα καλά οργανωμένο διεθνές πρόγραμμα εθελοντικών ανταλλαγών, σύντομης διάρκειας. Και στις δύο περιπτώσεις η προσαρμογή στη φοιτητική ζωή διευκολύνεται από ένα οργανωμένο πλαίσιο ένταξης και στήριξης, καθώς και από αυξημένο εσωτερικό κίνητρο επιτυχίας. Οι φοιτητές με τη χειρότερη πρόβλεψη έκβασης σπουδών είναι αυτοί που προέρχονται από ένα μικρό πληθυσμιακό κέντρο, εκτός Θεσσαλονίκης. Αυτοί οι φοιτητές εκτίθενται σε μία πολύ διαφορετική καθημερινότητα, έχοντας να αντιμετωπίσουν θέματα προσαρμογής και στη φοιτητική ζωή αλλά παράλληλα και στη ζωή σε ένα μεγάλο πληθυσμιακό κέντρο, χωρίς κάποιο δίκτυο υποστήριξης. Ε.1.3. Παράγοντες συνδεόμενοι με τη ψυχοπαθολογία στο μηκλινικό πληθυσμό Η βαθμολογία της κλίμακας Υ.Χ.Δ βρέθηκε πως είναι ένας σημαντικός παράγοντας πρόβλεψης της γενικής ψυχοπαθολογίας λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση σημαντικών πτυχών της προσωπικότητας όπως είναι οι νευροβιολογικοί παράγοντες και οι ψυχολογικές άμυνες ως στρατηγικές προσαρμογής στο περιβάλλον. Το συνολικό ποσοστό της μεταβλητότητας το οποίο εξηγήθηκε από το τελικό πρότυπο ήταν πολύ υψηλό (67,9%) γεγονός που αποδεικνύει τη σημαντική σύνδεση αυτών των παραμέτρων με την έκφραση συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας. Οι αμυντικές δομές 143
δυσπροσαρμοστικής και προσαρμοστικής δράσης, όπως και αυτή της διαταραχής της εικόνας έχουν συσχετιστεί με ποικίλες εκφράσεις ψυχοπαθολογίας σε σειρά μελετών, σύμφωνα με πρόσφατη ανασκόπηση 212, οπότε τα ευρήματα αυτά συμφωνούν με την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Ο νευροβιολογικός παράγοντας που συνδέθηκε με την έκφραση συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας ήταν αυτός του Νευρωτισμού άγχους. Οι συναφείς ερωτήσεις περιγράφουν συναισθηματική ανησυχία, ένταση, φόβο, αδυναμία λήψης αποφάσεων, έλλειψη εμπιστοσύνης σε ιδίες δυνάμεις και ευαισθησία στη κριτική. Η έννοια του Νευρωτισμού αποτελεί παράγοντα κινδύνου ως προς τις ψυχικές διαταραχές οι οποίες είναι γνωστές ως νευρώσεις, όπως η κατάθλιψη, οι φοβίες, η διαταραχή πανικού και άλλες αγχώδεις διαταραχές 255, οπότε και το εύρημα αυτό συμφωνεί με την υπάρχουσα θεωρία ευαλοτότητας στη ψυχική νόσο. Ο Νευρωτισμός έχει υποτεθεί ότι αντιστοιχεί σε βιολογικές διαφορές διεγερσιμότητας στο λιμβικό σύστημα 139. Μπορούμε να συνοψίσουμε ότι τα συμπτώματα έκφρασης της γενικής ψυχοπαθολογίας σε μη-κλινικό πληθυσμό προβλέπονται σε σημαντικό ποσοστό από έναν συνδυασμό ατομικών χαρακτηριστικών, τα οποία είτε κληρονομούνται είτε διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια της ζωής, σε συνδυασμό με την ένταση επίκτητων γνωσιών και συμπεριφορών Υ.Χ.Δ. Αυτό το εύρημα δείχνει την ξεχωριστή σημασία της Υ.Χ.Δ στην ανάπτυξη ψυχοπαθολογίας σε πρώιμα στάδια, όπου ακόμη υπάρχει επαρκής λειτουργικότητα. Ε.1.4. Διαδικτυακές δραστηριότητες φοιτητών Ιατρικής Διερευνήθηκαν οι διαδικτυακές δραστηριότητες των φοιτητών ούτως ώστε να επιβεβαιωθεί η πέμπτη ερευνητική υπόθεση. Η συχνότερη διαδικτυακή δραστηριότητα φοιτητών Ιατρικής ήταν η κοινωνική δικτύωση. Και τα δύο φύλα συμμετείχαν εξίσου συχνά σε αυτή τη δραστηριότητα, η οποία συνδέθηκε με σημαντικό δείκτη μεγέθους με μεγαλύτερες βαθμολογίες στη κλίμακα Υ.Χ.Δ. (OCS). Υπήρξαν ακόμη συνδέσεις με σημαντικούς δείκτες μεγέθους με υψηλές τιμές στους παράγοντες προσωπικότητας Αναζήτηση Ερεθισμάτων, Κοινωνικότητα, Επιθετικότητα και με μέτριας έντασης δείκτη μεγέθους με το παράγοντα της Παρορμητικότητας. Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι στο συγκεκριμένο πληθυσμό η συχνή ενασχόληση με κοινωνική δικτύωση ευοδώνεται από συγκεκριμένα στοιχεία προσωπικότητας, δεν συνδέεται με 144
ψυχοπαθολογία όμως μπορεί να καταδεικνύει ευαλωτότητα σε Υ.Χ.Δ. Οι ερωτικές αναζητήσεις στο Διαδίκτυο ήταν η δεύτερη συχνότερη ενασχόληση, ειδικά σε άνδρες. Συνδέθηκε με μεγαλύτερες βαθμολογίες στη κλίμακα Υ.Χ.Δ. με σημαντικό δείκτη μεγέθους, γεγονός που καταδεικνύει ότι αποτελεί μία δραστηριότητα όπου δυνητικά μπορεί να εμφανιστεί το φαινόμενο αυτό. Σε επίπεδο προσωπικότητας συνδέθηκε σημαντικά με υψηλότερες τιμές στο παράγοντα Αναζήτησης Ερεθισμάτων και Επιθετικότητας και με χαμηλότερες τιμές στο παράγοντα Κοινωνικότητας. Σημαντικοί δείκτες μεγέθους ανιχνεύτηκαν και στη σύνδεση με υψηλότερες τιμές Δυσπροσαρμοστικής Δράσης και Διαταραχής της εικόνας. Επίσης συνδέθηκε με υψηλότερες τιμές στους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας, με χαμηλούς προς μέσους όμως δείκτες μεγέθους. Συμπερασματικά στο δείγμα μας η εντονότερη ενασχόληση με ερωτικές αναζητήσεις στο Διαδίκτυο συνδέθηκε με στοιχεία προσωπικότητας τα οποία δυσχεραίνουν την ομαλή κοινωνικοποίηση και σχέση με άλλους. Η σύνδεση με τη ψυχοπαθολογία ενδέχεται να είναι δευτερογενές παράγωγο της σύνδεσης με δυσπροσαρμοστικά στοιχεία προσωπικότητας και όχι άμεση αιτία ή συνέπεια της ενασχόλησης αυτής. Η συχνή ενασχόληση με διαδικτυακό παιχνίδι είχε συγκρίσιμα ποσοστά τόσο για άνδρες όσο και για γυναίκες στο ερευνητικό μας δείγμα. Συνδέθηκε με σημαντικό δείκτη μεγέθους με υψηλή βαθμολογία στη κλίμακα Υ.Χ.Δ, αν και με απόλυτους όρους ο δείκτης μεγέθους ήταν μικρότερος από τις προαναφερθείσες δραστηριότητες. Συνδέθηκε ακόμη με την αμυντική δομή της Δυσπροσαρμοστικής Δράσης με μεσαίας έντασης δείκτη μεγέθους, καθώς και με δύο δείκτες ψυχοπαθολογίας που καταδεικνύουν διάχυτη, υποκλινική συμπτωματολογία (Γ.Δ.Σ, Σ.Θ.Σ). Συμπερασματικά στο ερευνητικό μας πληθυσμό η ενασχόληση με διαδικτυακό παιχνίδι δεν είναι μονοπώλιο των ανδρών, όπως συμβαίνει σε άλλες μελέτες, συνδέεται με δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές όπως και με διάχυτα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας μεν, όμως η τελευταία σύνδεση μπορεί να είναι παράγωγο της σύνδεσης με τις δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές και όχι πρωτογενής έκβαση της ενασχόλησης αυτής. Μικρό ποσοστό των συμμετεχόντων ανδρών, και μόνο ανδρών, ενασχολείτο συχνά με διαδικτυακό τζόγο. Τα αποτελέσματα των 145
συγκρίσεων εδώ είναι μόνο ενδεικτικά λόγω του μικρού αριθμού εμπλεκομένων. Παρόλα αυτά ανευρέθησαν εντυπωσιακά υψηλοί δείκτες μεγέθους στις συνδέσεις με χαμηλότερες τιμές νευρωτισμού και δραστηριοποίησης. Ακόμη, ισχυρός ήταν ο δείκτης μεγέθους της σύνδεσης με υψηλότερες τιμές στη κλίμακα Υ.Χ.Δ. Τρεις από τους εννέα άνδρες με συχνή ενασχόληση με διαδικτυακό τζόγο (33,3%) πληρούσαν τα κριτήρια παθολογικού τζόγου. Αυτό το γεγονός καταδεικνύει ότι υπάρχει ερευνητική αξία στην αναζήτηση της έκτασης του φαινομένου σε φοιτητές καθώς το συγκεκριμένο ερευνητικό δείγμα αποτελείτο από φοιτητές με καλή προσαρμογή στην ακαδημαϊκή ζωή και όσοι παρουσιάζουν αυτή τη συμπεριφορά πιθανότατα δεν έχουν δώσει κάποια σημεία στο περιβάλλον τους. Κανείς εξ αυτών δεν ζήτησε ανάδραση από τον κύριο ερευνητή ως προς τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου του. Ικανό ποσοστό των συμμετεχόντων ανέφερε συχνή ενασχόληση με δραστηριότητες που είχαν σα στόχο τη βελτίωση είτε του Η/Υ τους ( modding ) είτε τη βελτίωση της εμπειρίας στο διαδικτυακό παιχνίδι. Εδώ υπερίσχυαν οι άνδρες, όμως η διαφορά δεν ήταν πολύ μεγάλη. Αυτή ήταν η μόνη δραστηριότητα όπου ο δείκτης μεγέθους της σύνδεσης με υψηλότερη τιμή στη κλίμακα υπέρμετρης χρήσης Η/Υ (ΚΕΕΦΥ) ήταν μεγαλύτερος από τη σύνδεση με τη κλίμακα Υ.Χ.Δ. Οι μόνες άλλες συνδέσεις είναι με δύο αμυντικές δομές, αυτές της Αυτοθυσίας και Προσαρμοστικότητας. Η ενασχόληση αυτή στο πληθυσμό μας συνδέθηκε με στρατηγικές προσαρμογής και κοινωνικής ένταξης, και όχι με παράγοντες που ανάγονται στη νευροβιολογία του εγκεφάλου. Σε αντίθεση με ότι είχε παρατηρηθεί τη δεκαετία του 1980 4, οι ενασχολήσεις αυτές περισσότερο προάγουν τη κοινωνική προσαρμογή παρά τη κοινωνική απομόνωση, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα κοινωνικά δεδομένα όπου πλέον το Διαδίκτυο είναι ένα από τα μέσα επικοινωνίας και δημιουργίας νέων συνδέσεων με άλλους. Ε.2. Ευρήματα μελέτης κλινικού πληθυσμού Ε.2.1. Κλινική έκφραση της Υ.Χ.Δ Η μελέτη του κλινικού πληθυσμού, ως προς τα γενικά χαρακτηριστικά των ασθενών και τη συννοσηρότητα με άλλες ψυχικές διαταραχές, κατέληξε σε συγκεκριμένα ευρήματα με κλινική αξία. Ως προς τα δημογραφικά χαρακτηριστικά: 146
Σαφής είναι η υπεροχή ανδρών (78%) όμως το ποσοστό των γυναικών δεν είναι ασήμαντο. Αντίστοιχα σαφής είναι και η προτίμηση στα διαδικτυακά παιχνίδια (78%) όμως σημειώνεται σημαντικό ποσοστό προτιμήσεων και άλλων διαδικτυακών δραστηριοτήτων. Η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων ήρθαν υπό πίεση από το συγγενικό τους περιβάλλον. Οι απαντήσεις ως προς τη συχνότητα και ώρες χρήσης Διαδικτύου τυπικά διέφεραν από τις αναφορές του περιβάλλοντος, όπου αυτές υπήρχαν, παρουσιάζοντας χαμηλότερες συχνότητες από τις έξωθεν μαρτυρίες. Όλοι οι φοιτητές παρουσίαζαν σημαντική υστέρηση στις σπουδές τους. Η αποδοχή της σύνδεσης της Υ.Χ.Δ με πτώση στην ακαδημαϊκή επίδοση ήταν χαμηλή, παρόλο που σε όλες τις περιπτώσεις η πτώση ήταν ιδιαίτερα έκδηλη. Σε ορισμένες περιπτώσεις η πτώση της λειτουργικότητας οδήγησε στην τελική εγκατάλειψη των σπουδών. Σε αυτές τις περιπτώσεις το κίνητρο αντιμετώπισης των προβλημάτων μειώθηκε σημαντικά. Παρόλο που η πρώτη πτυχή της Υ.Χ.Δ η οποία έγινε δεκτή προς μελέτη από τη Ψυχιατρική κοινότητα αφορά το διαδικτυακό παιχνίδι, βλέπουμε ότι στο συγκεκριμένο πληθυσμό δεν είναι η μόνη δραστηριότητα η οποία συνδέεται με Υ.Χ.Δ. Παραμένει ωστόσο η συχνότερη δραστηριότητα με σημαντική διαφορά από τις υπόλοιπες, σε αντίθεση με το μη-κλινικό μας δείγμα όπου συχνότερη ήταν η ενασχόληση με κοινωνική δικτύωση. Επίσης, το ικανό ποσοστό γυναικών στο κλινικό δείγμα καταδεικνύει ότι η Υ.Χ.Δ δεν είναι απλά ένα πρόβλημα που οριοθετείται σε άνδρες χρήστες διαδικτυακών παιχνιδιών, όπως είχε αναφερθεί αρχικά σε δείγμα ανηλίκων Ελλήνων 229. Τα ευρήματα αυτά καταδεικνύουν ακόμη τη δυσκολία στην κλινική εμπλοκή με περιπτώσεις Υ.Χ.Δ. Ο φοιτητής που έρχεται σε επικοινωνία υπό πίεση αντιμετωπίζει αρνητικά έως εχθρικά τον εξεταστή. Δηλώνει σκεπτικιστής ως προς την ύπαρξη της Υ.Χ.Δ ως έννοια, ή συχνότερα αρνείται να δεχτεί τη δική του συμπεριφορά ως τέτοια. Τυπικά δηλώνει είτε ότι ο ίδιος δεν έχει πρόβλημα σε σύγκριση με κάποιους φίλους ή συμφοιτητές του οι οποίοι ασχολούνται περισσότερο, είτε, εφόσον έχει ήδη απωλέσει 147
σημαντικό χρόνο και είναι δύσκολη η άμεση άρνηση, δηλώνει ότι παλιά μπορεί να είχε πρόβλημα αλλά όχι πλέον. Το διαγνωστικό πρόβλημα που ανακύπτει με αυτή την έλλειψη συνεργασίας είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί χωρίς συνεργασία με το περιβάλλον ή την ύπαρξη αξιόπιστων διαγνωστικών εργαλείων. Εφόσον ένας φοιτητής προσέρχεται αυτόβουλα, τότε οι απαντήσεις του τείνουν να αντικατοπτρίζουν καλύτερα τη πραγματικότητα. Αντίθετα φοιτητής ο οποίος προσέρχεται υπό πίεση ώστε να αποδείξει ότι δεν έχει πρόβλημα τείνει να απαντά με αντίστοιχη σκοπιμότητα. Η πρόταση χρήσης διπλών οριακών τιμών στο ερωτηματολόγιο OCS είναι μία χρήσιμη εναλλακτική στις περιπτώσεις όπου οι απαντήσεις του εξεταζόμενου ελέγχονται ως προς την αξιοπιστία τους. Η ύπαρξη ερωτημάτων τα οποία μπορούν να αποδώσουν πτυχές της προσωπικότητας είναι χρήσιμη, καθώς αυτά τα ερωτηματολόγια δεν έχουν χαρακτήρα σωστού - λάθους ενώ εμπεριέχουν και μέτρα εσωτερικής αξιοπιστίας. Τα αποτελέσματα τους μπορούν να αξιοποιηθούν στη διαγνωστική εφόσον υπάρχει και μία αξιόπιστη βάση δεδομένων από μη-κλινικό πληθυσμό, ούτως ώστε να υπάρχει και η δυνατότητα σύγκρισης. Το κεντρικό κριτήριο Υ.Χ.Δ το οποίο πληρούνταν σε όλες τις περιπτώσεις ήταν αυτό της σημαντικής έκπτωσης λειτουργικότητας στο τομέα της ακαδημαϊκής επίδοσης. Αυτό το κριτήριο είναι ένα αντικειμενικό μέτρο σύγκρισης, ενώ τυχόν έκπτωση σε άλλους τομείς, όπως αυτός των διαπροσωπικών σχέσεων ή άλλων ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων, καλύπτεται με ποικίλες εκλογικεύσεις ή και ψευδείς δηλώσεις. Παρόλο που παρόμοιες εκλογικεύσεις μπορούν να εφαρμοστούν και στη πτώση των επιδόσεων (π.χ έλλειψη ενδιαφέροντος στο αντικείμενο), η γενικότερη έλλειψη κινητοποίησης προς οιαδήποτε εναλλακτική είναι χαρακτηριστική και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον εξεταστή και ως προτεινόμενος στόχος της συμβουλευτικής παρέμβασης, σε ένα κινητοποιητικό πλαίσιο. Ε.2.2. Συννοσηρότητα με άλλες ψυχικές διαταραχές Η συνολική συχνότητα εμφάνισης άλλων κλινικών συνδρόμων ήταν υψηλή (50%). Η συννοσηρότητα αφορούσε κυρίως αγχώδεις διαταραχές (20% του συνόλου) και διαταραχές της διάθεσης (16% του συνόλου). 148
Υψηλό ποσοστό (40%) παρουσίαζε διαταραχή της προσωπικότητας, ιδίως ναρκισσιστικού τύπου (22%). Σημειώθηκαν μεμονωμένες περιπτώσεις συννοσηρότητας με χρόνιες σωματικές νόσους Η ύπαρξη συννοσηρής ψυχικής διαταραχής συνδέθηκε με υψηλότερες βαθμολογίες Υ.Χ.Δ. Δεν παρατηρήθηκε ανάλογο φαινόμενο στη περίπτωση ύπαρξης διαταραχής προσωπικότητας. Η χρονική αλληλουχία εμφάνισης των συννοσηρών καταστάσεων ως προς την εμφάνιση Υ.Χ.Δ ποικίλλει κατά περίπτωση και ορισμένες φορές είναι αδύνατο να διακριβωθεί. Το εύρημα υψηλού ποσοστού συννοσηρότητας με ψυχιατρική διαταραχή συνάδει με τα αποτελέσματα της μοναδικής συναφής δημοσιευμένης έρευνας σε κλινικό πληθυσμό, όπου το 56,1% των 117 διαγνωσμένων ασθενών με εθισμό στο Διαδίκτυο παρουσίαζαν τουλάχιστο μία επιπλέον ψυχιατρική διαταραχή κατά ICD-10 256. Εξ αυτών το 10,3% αφορούσε διαταραχή προσωπικότητας. Το συγκριτικά υψηλότερο ποσοστό διαταραχής προσωπικότητας στο παρόν δείγμα δεν είναι εφικτό να εξηγηθεί, αν και βέβαια τα δύο ερευνητικά δείγματα δεν ήταν άμεσα συγκρίσιμα. Ε.2.3. Χρονική αλληλουχία εμφάνισης συννοσηρών κλινικών συνδρόμων Η προσπάθεια διακρίβωσης της σειράς εμφάνισης συννοσηρών καταστάσεων και κλινικών συνδρόμων ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και δεν κατάληξε σε ξεκάθαρα συμπεράσματα. Δεδομένου της ανυπαρξίας ερευνητικών δεδομένων διεθνώς σε αυτό το πεδίο, η προσπάθεια βασίστηκε σε δύο υποθέσεις εργασίας. Η πρώτη υπόθεση εργασίας ήταν ότι διαταραχές προσωπικότητας διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος και αποτελούν προδιαθεσικούς παράγοντες στην ανάπτυξη παρορμητικών και εθιστικών συμπεριφορών, και όχι εκβάσεις αυτών των συμπεριφορών. Κατά συνέπεια οι διαταραχές προσωπικότητας εξετάστηκαν ξεχωριστά. Η δεύτερη υπόθεση εργασίας ήταν ότι κλινικά σύνδρομα με καθαρά νευροβιολογική βάση θα ήταν ανεξάρτητες ή/και θα προηγούνταν της ανάπτυξης Υ.Χ.Δ. Αυτή η υπόθεση επιβεβαιώνεται μεν σε περιπτώσεις όπου υπήρχε διαγνωσμένη ΔΕΠΥ στο ιστορικό του ασθενή, όμως ακόμη και σε περιπτώσεις ψυχωσικών διαταραχών το τελικό συμπέρασμα 149
είναι αβέβαιο: στις δύο περιπτώσεις σχιζοσυναισθηματικής διαταραχής η Υ.Χ.Δ επιβάρυνε σημαντικά τη κλινική εικόνα, αν και η διαταραχή είχε διαγνωσθεί νωρίτερα, η οδηγία ελάττωσης της χρήσης Διαδικτύου κρίθηκε απαραίτητη και ενδέχεται να είχε θετική επίδραση στη κλινική πορεία. Το θήλυ άτομο με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας ενδέχεται να επηρεάστηκε αρνητικά από την Υ.Χ.Δ και το στρες στο οποίο υπέβαλε τον εαυτό της να συνέβαλε στην εμφάνιση του ψυχωσικού επεισοδίου, χωρίς όμως να μπορεί αυτή η υπόθεση να ελεγχθεί. Και σε αυτή τη περίπτωση η πορεία ήταν καλή μετά από τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής αλλά και περιορισμό της συγκεκριμένης διαδικτυακής δραστηριότητας (διαδικτυακό παιχνίδι). Το τέταρτο άτομο είχε κακή κλινική πορεία με πολλαπλές νοσηλείες μεγάλης διάρκειας, χαμηλή εναισθησία στη φύση των προβλημάτων του και χαμηλή συνεργασιμότητα τόσο στη λήψη φαρμακευτικής αγωγής, όσο και στη προτεινόμενη διακοπή χρήσης Διαδικτύου και χασίς. Κατά συνέπεια δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα από τη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως ο συνδυασμός χρήσης ψυχοτρόπων ουσιών και πολύωρης ενασχόλησης με το Διαδίκτυο είναι σίγουρο ότι θα απασχολήσει τους κλινικούς στο άμεσο μέλλον. Σε μία περίπτωση μείζονος κατάθλιψης με ψυχωσικά στοιχεία υπήρξε ξεκάθαρη επαγωγή της εμφάνισης της διαταραχής λόγω της υπέρμετρης ενασχόλησης με γνωστή ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης. Σε αυτή τη περίπτωση η ασθενής είχε μία εξολοκλήρου εικονική γνωριμία με άτομα εκτός πόλης, τα οποία ποτέ δεν συνάντησε και των οποίων η υποτιμητική συμπεριφορά οδήγησε στα καταθλιπτικά συμπτώματα. Η διαταραχή υφέθηκε πολύ γρήγορα με χορήγηση αντικαταθλιπτικού και κατάργηση της χρήσης της ιστοσελίδας. Η ασθενής πληρούσε τα κριτήρια μεταιχμιακής διαταραχής προσωπικότητας, οπότε και το επεισόδιο μπορεί να κατηγοριοποιηθεί ως εκδήλωσης ψυχωσικής συμπτωματολογίας υπό την επίδραση στρες, όπου το στρες προήλθε όμως από τη χρήση της συγκεκριμένης ιστοσελίδας. Το μοναδικό συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από αυτά τα λίγα περιστατικά είναι ακριβώς ότι η Υ.Χ.Δ μπορεί να αναχθεί σε σημαντικό ψυχοπιεστικό παράγοντα για άτομα με προδιάθεση στην ανάπτυξη ψυχωσικών διαταραχών, ιδίως και σε συνδυασμό με άλλες επιβλαβείς συμπεριφορές όπως η χρήση ψυχοτρόπων ουσιών. Όσο αφορά τη συννοσηρότητα με τις νευρωσικές διαταραχές, οι αγχώδεις διαταραχές έτειναν να προηγούνται της εμφάνισης Υ.Χ.Δ. Συχνά στα πλαίσια της συμβουλευτικής ήταν απαραίτητο να ενισχυθούν οι κοινωνικές δεξιότητες των ασθενών, καθώς το 150
κοινωνικό τους άγχος ακύρωνε τις όποιες προσπάθειες ελέγχου της Υ.Χ.Δ., με τη συνακόλουθη κοινωνική απομόνωση η οποία και τους έστρεφε πάλι στο Διαδίκτυο. Ακόμη, η Υ.Χ.Δ ήταν ένα ιδιότυπο «αγχολυτικό», ειδικά σε περιπτώσεις Γ.Α.Δ, καθώς η ενασχόληση με οτιδήποτε αποσπούσε από τον ακατάπαυστο ειρμό των ανησυχητικών γνωσιών ήταν πολύτιμη για τους ασθενείς. Οι διαταραχές της διάθεσης τόσο προηγούντο, όσο και έποντο της εμφάνισης Υ.Χ.Δ. Ειδικά στις περιπτώσεις όπου οι ασθενείς είχαν απωλέσει σημαντικό χρόνο και οι πιθανότητες ολοκλήρωσης των σπουδών τους ήταν ρεαλιστικά ελάχιστες, ήταν συχνό να απαντώνται συμπτώματα θλίψης, ενοχών και αυτομομφής, τα οποία απουσίαζαν κατά τα πρώτα έτη της φοιτητικής τους ζωής. Σε αρκετές όμως περιπτώσεις διαταραχής προσωπικότητας, ειδικά ναρκισσιστικού τύπου, στο ιστορικό είχε προηγηθεί μία σημαντική προσωπική συναισθηματική απογοήτευση, είτε ερωτική, είτε απώλεια προσφιλούς προσώπου, είτε σημαντικού στόχου ζωής. Η απογοήτευση δεν οδήγησε μεν σε κλινική συμπτωματολογία, όμως σηματοδότησε το χρονικό σημείο όπου ξεκίνησε η εντονότερη ενασχόληση με το διαδίκτυο και εγκαθιδρύθηκε η υπέρμετρη χρήση του, ως μέσο διαφυγής από δυσάρεστα συναισθήματα. Σε αρκετές περιπτώσεις τέλος, ήταν αδύνατο να διακριβωθεί η χρονική αλληλουχία εμφάνισης των συννοσηρών διαταραχών. Αυτές αφορούσαν περιπτώσεις όπου υπήρχε ήδη εξεζητημένη χρήση Διαδικτύου πριν την εμφάνιση της συννοσηρής διαταραχής και δεν ήταν εφικτό να διαχωριστεί χρονικά η αλληλουχία ανάπτυξης των δύο διαταραχών ακόμα και για τον ίδιο τον ασθενή. Αυτό το διαγνωστικό πρόβλημα θα εντείνεται με τη πάροδο των ετών καθώς η χρήση Διαδικτύου ξεκινά από ολοένα και μικρότερη ηλικία. Αρκετοί από τους ασθενείς είχαν χαμηλότερες επιδόσεις στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου και στις Πανελλήνιες εισαγωγικές εξετάσεις λόγω εξεζητημένης ή και υπέρμετρης χρήσης του Διαδικτύου. Με μία έννοια, μπορεί να θεωρηθεί φυσική εξέλιξη της νόσου η εμφάνιση των κλινικών προβλημάτων κατά τη διάρκεια της φοιτητικής περιόδου, ειδικά σε περιπτώσεις όπου η χαμηλή ακαδημαϊκή λειτουργικότητα εμφανίστηκε σχεδόν εξ αρχής. Όμως και οι αυξημένες απαιτήσεις διαχείρισης χρόνου στο νέο περιβάλλον μπορούν να απορρυθμίσουν μία οριακή κατάσταση, όπως στη περίπτωση φοιτητή ο οποίος πέτυχε την εισαγωγή σε σχολή υψηλών απαιτήσεων (τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών ΑΠΘ) παρά την εξεζητημένη χρήση Διαδικτύου κατά τη διάρκεια του Λυκείου, απέτυχε όμως να περάσει έστω ένα μάθημα κατά τη διάρκεια μίας 151
πενταετίας όπου είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου την ευθύνη των σπουδών του. Σε κάθε περίπτωση είναι έκδηλη η σημασία της πρόληψης στην ανάπτυξη Υ.Χ.Δ καθώς ο φοιτητής πλέον θα έχει γνωρίσει το Διαδίκτυο και έχει αναπτύξει συνήθειες χρήσης του αρκετά πριν εισαχθεί στη τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κατά συνέπεια το έργο της όποιας συμβουλευτικής προσπάθειας γίνεται δυσκολότερο, καθώς καλείται να τροποποιήσει εγκαθιδρυμένες συμπεριφορές ετών. Ε.2.4. Διαταραχές προσωπικότητας και Υ.Χ.Δ Οι διαταραχές προσωπικότητας οι οποίες απαντήθηκαν στο δείγμα κατηγοριοποιούνται σχεδόν εξ ολοκλήρου (17/19) στο επονομαζόμενο Cluster Β του DSM 21. Αυτή η ομαδοποίηση συμπεριλαμβάνει τη ναρκισσιστική, μεταιχμιακή, δραματική και αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Τυπικά, τα άτομα που παρουσιάζουν διαταραχές αυτής της ομάδας έχουν κοινές δυσκολίες με τη διαχείριση των συναισθημάτων τους και τον έλεγχο των παρορμήσεων, με συνέπεια να παρουσιάζονται δραματικά, συναισθηματικά ευαίσθητα ή αλλοπρόσαλλα. Μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας κατέδειξε ότι υπάρχει στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερο ρίσκο ανάπτυξης οιασδήποτε ουσιοεξάρτησης σε άτομα που παρουσιάζουν διαταραχή προσωπικότητας της συγκεκριμένης ευρύτερης κατηγορίας έναντι των δύο άλλων, Cluster A και C 257. Παλαιότερη ανασκόπηση της βιβλιογραφίας εξέτασε 52 μελέτες μεταξύ των ετών 1982-1994 ως προς τη συννοσηρότητα των διαταραχών προσωπικότητας σε άτομα με ουσιοεξάρτηση 258. Τα αποτελέσματα κυμαίνονταν από ένα ποσοστό 44% μεταξύ ατόμων με εξάρτηση από το αλκοόλ έως 79% μεταξύ ατόμων με εξάρτηση από οπιοειδή. Αντίστοιχες μελέτες σε περιπτώσεις παθολογικού τζόγου συμφωνούν στο εύρημα υψηλής συννοσηρότητας με διαταραχές προσωπικότητας, ιδίως του Cluster B. Επιδημιολογική μελέτη αντιπροσωπευτικού δείγματος του Αμερικανικού γενικού πληθυσμού κατέδειξε ότι το 60,8% των ατόμων, τα οποία κατηγοριοποιήθηκαν ως παθολογικά ενασχολούμενοι με τζόγο, είχαν μία διαταραχή προσωπικότητας 259. Κλινική μελέτη 82 ασθενών κατέληξε σε ποσοστό συννοσηρότητας ίσο με 93%, όπου τα μεγαλύτερα ποσοστά ήταν αυτά της μεταιχμιακής (69,5%), δραματικής (65,9%) και ναρκισσιστικής διαταραχής (57,3%) 260. Οι συγγραφείς κατέληξαν ότι η παρορμητικότητα, ως μία σημαντική παράμετρος της παθολογικής 152
ενασχόλησης με το τζόγο, συνδέθηκε έντονα με τις διαταραχές προσωπικότητας του Cluster B. Τα ευρήματα της παρούσης έρευνας κατά συνέπεια συμφωνούν με τα ευρήματα ερευνών σε άλλες διαταραχές εθιστικής συμπεριφοράς, ελλείψει αναλόγων ερευνών σε περιπτώσεις Υ.Χ.Δ. Στο κλινικό δείγμα της παρούσης έρευνας κυριάρχησε η ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, έναντι των άλλων τριών διαταραχών του Cluster B, με τη μεταιχμιακή διαταραχή να ακολουθεί. Στα άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας ήταν ιδιαίτερα έντονο το στοιχείο αναζήτησης θαυμασμού, με τυπική εκδήλωση την αναζήτηση αναγνώρισης μέσω της επιτυχίας σε κάποιο διαδικτυακό παιχνίδι ή την ανάρτηση πολυάριθμων σχόλιων και φωτογραφιών σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, ούτως ώστε να προσελκύσει θετική ανάδραση από το περιβάλλον. Οι φαντασιώσεις επιτυχίας, δύναμης και ξεχωριστής αξίας στα άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή ανατροφοδοτούνται από το διαδικτυακό περιβάλλον χωρίς να υπόκεινται στη διορθωτική εμπειρία που επέρχεται από τη σύγκρουση με τη πραγματικότητα. Επίσης, τα ελλείμματα στις διαπροσωπικές σχέσεις αυτών των ατόμων γίνονται δυσκολότερα αντιληπτά όταν αυτές οι σχέσεις διαμεσολαβούνται από τη ψηφιακή επαφή. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε τρεις περιπτώσεις όπου σημειώθηκε ύπαρξη μακροχρόνιας σωματικής νόσου (ΣΚΠ, ΣΔ τύπου Ι, έλλειψη αυξητικής ορμόνης) υπήρξε συννοσηρότητα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας. Ενδεικτικά αναφέρεται η περίπτωση του ατόμου με ΣΚΠ και περιορισμένο νοητικό δυναμικό (χωρίς όμως έκδηλη υστέρηση), το οποίο κάνοντας χρήση ευεργετικών διατάξεων του νόμου εγγράφηκε στην Ιατρική αρχικά, διέκοψε καθώς δεν μπορούσε να παρακολουθήσει με επάρκεια, στη συνέχεια εγγράφτηκε στη Ψυχολογία, όμως και πάλι λόγω αντικειμενικής αδυναμίας να παρακολουθήσει ένα απαιτητικό πρόγραμμα σπουδών βρήκε καταφύγιο στη χρήση Διαδικτύου, αισθανόμενο ότι η εικόνα του εαυτού του εκεί ήταν περισσότερο κολακευτική από αυτή στο πραγματικό κόσμο. Στα άτομα με μεταιχμιακή διαταραχή τα οποία παρουσίασαν και Υ.Χ.Δ κυριαρχούσαν οι δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις, η παρορμητικότητα και οι συναισθηματικές μεταπτώσεις μεταξύ έντονων συναισθημάτων. Με τη σταδιακή ένταξη των ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης στη διαδικασία κοινωνικοποίησης των νέων είναι αναμενόμενο να παρουσιάζονται εκδηλώσεις δυσκολιών στις 153
σχέσεις μέσα από τη χρήση αυτών ακριβώς των ιστοσελίδων. Ανάμεσα στα κριτήρια διάγνωσης μεταιχμιακής διαταραχής προσωπικότητας περιλαμβάνεται αυτό της παρορμητικότητας σε τουλάχιστο δύο καταστάσεις δυνητικά επικίνδυνες για την υγεία. Η παρορμητικότητα ήταν ένα στοιχείο το οποίο αναδείχτηκε ιδιαίτερα στη παρούσα μελέτη. Οι συναισθηματικές μεταπτώσεις οδηγούν στην αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης των συναισθημάτων η ενασχόληση με το Διαδίκτυο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μία πρόχειρη λύση σε ένα βαθύτερο πρόβλημα. Ε.2.5. Επίδραση της ψυχιατρικής συννοσηρότητας στην έκφραση Υ.Χ.Δ Οι ασθενείς με συννοσηρή ψυχική διαταραχή (κλινικό σύνδρομο ή διαταραχή προσωπικότητας) παρουσίαζαν υψηλότερα επίπεδα γενικής ψυχοπαθολογίας, όπως και αναμένονταν. Ενώ οι ασθενείς όμως με συννοσηρή ψυχική διαταραχή παρουσίασαν και υψηλότερες βαθμολογίες στη κλίμακα μέτρησης Υ.Χ.Δ, οι ασθενείς με συννοσηρή διαταραχή προσωπικότητας είχαν τις χαμηλότερες τιμές από όλες τις υποομάδες. Αυτό το φαινόμενο ενδέχεται να εξηγείται με δύο τρόπους: Η διαταραχή προσωπικότητας ενδέχεται να αποτελεί παράγοντα κινδύνου ως προς την ανάπτυξη Υ.Χ.Δ, χωρίς όμως να επιβαρύνει κατ ανάγκη τη βαρύτητα της κλινικής εικόνας. Εναλλακτικά, άτομα με διαταραχή προσωπικότητας ενδέχεται να υποεκτιμούν το επίπεδο χρήσης Διαδικτύου συχνότερα από άτομα χωρίς διαταραχή προσωπικότητας. Σε κάθε περίπτωση η ύπαρξη συννοσηρής διαταραχής προσωπικότητας καθιστά δυσκολότερη την αντιμετώπιση του προβλήματος εφόσον δυσχεραίνει το θεραπευτικό σχεδιασμό. Η εκτίμηση λοιπόν της προσωπικότητας του ατόμου που παρουσιάζεται σε ανάλογη υπηρεσία ή δομή έχει σημαντική αξία, δεδομένου και της υψηλής πιθανότητας ύπαρξης συννοσηρής διαταραχής προσωπικότητας. Ακόμη, η υψηλή συννοσηρότητα με ψυχικές διαταραχές καθιστά αναγκαία τη κλινική ψυχιατρική εκτίμηση περιπτώσεων Υ.Χ.Δ καθώς οι περιπτώσεις με υψηλότερες βαθμολογίες σε κλίμακες αναφοράς συμπτωμάτων Υ.Χ.Δ είναι πιθανό να συσχετίζονται με ύπαρξη Ψυχιατρικής συννοσηρότητας. Ε.2.6. Η σχέση μεταξύ προσωπικότητας, αμυντικής δομής, ψυχοπαθολογίας και Υ.Χ.Δ Το πρότυπο δομικών εξισώσεων είναι ενδεικτικό της πολύπλοκης σχέσης μεταξύ των ενδογενών μεταβλητών που 154
συντελούν στην έκδηλη συμπεριφορά και των εκφράσεων ψυχοπαθολογίας, είτε μέσω μεμονωμένων συμπτωμάτων είτε μέσω συγκεκριμένων νοσολογικών οντοτήτων. Το πρότυπο σχηματίστηκε σύμφωνα με την θεώρηση ότι η νευροβιολογική βάση της προσωπικότητας καθοδηγεί, τουλάχιστο εν μέρει, την απόκριση του ατόμου στις προκλήσεις του περιβάλλοντος, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στην ανάπτυξη Υ.Χ.Δ, σε συνδυασμό και με την ύπαρξη υφιστάμενων συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι το πρότυπο αναφέρεται μόνο στις περιπτώσεις όπου υπήρχε προγενέστερη συμπτωματολογία ψυχοπαθολογίας σε σχέση με την ανάπτυξη Υ.Χ.Δ., καθώς η ανάπτυξη Υ.Χ.Δ μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα ψυχοπαθολογίας τα οποία φαυλοκυκλικά να επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο την έκφραση της Υ.Χ.Δ. Καθώς αναφερόμαστε σε συγκεκριμένη παθολογική συμπεριφορά, στο πρότυπο δεν συμβάλλουν σημαντικά όλοι οι παράγοντες προσωπικότητας και οι αμυντικές δομές, παρά μόνο αυτές οι οποίες σχετίζονται άμεσα με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά και εξηγούν το μεγαλύτερο ποσοστό της μεταβλητότητας στις δομές δεύτερου επιπέδου. Κάθε παράγοντας σε αυτή τη περίπτωση εξετάζεται μεμονωμένα και όχι απαραίτητα σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους ενώ ο στόχος είναι η μέτρηση όσο το δυνατό μεγαλύτερου ποσοστού της υποκείμενης μεταβλητότητας και όχι η εξαγωγή ενός συγκεκριμένου συνδυασμού. Οι δύο παράγοντες προσωπικότητας οι οποίοι συνεισφέρουν στο πρότυπο δομικών εξισώσεων είναι η Αναζήτηση Ερεθισμάτων και ο Νευρωτισμός - Άγχος. Καθώς ο Νευρωτισμός, όπως αναφέρθηκε, αποτελεί νευροβιολογικό παράγοντα κινδύνου στην έκφραση διάχυτης ψυχοπαθολογίας, είναι λογικό να συμβάλλει θετικά στο συγκεκριμένο πρότυπο, επηρεάζοντας προς την εμφάνιση Υ.Χ.Δ. Η Αναζήτηση Ερεθισμάτων αφορά όχι μόνο την ανάγκη βίωσης έντονων δραστηριοτήτων αλλά και την ανάγκη για αλλαγή και βίωση διαφορετικών εμπειριών με νέους φίλους. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι αυτό είναι, εν μέρει, γενικότερο χαρακτηριστικό των εφήβων και των νέων ενηλίκων, ενώ είναι κοινωνικά αποδεκτό χαρακτηριστικό της φοιτητικής ζωής, μίας περιόδου όπου δικαιολογούνται εναλλακτικές αναζητήσεις διαφορετικών εμπειριών και προτύπων συμπεριφοράς. Οι αμυντικές οργανώσεις οι οποίες συμβάλλουν στην παράλληλη εμφάνιση ψυχοπαθολογίας και Υ.Χ.Δ είναι αυτές της Δυσπροσαρμοστικής δράσης και Διαταραχής της Εικόνας. Αυτές οι 155
αμυντικές οργανώσεις έχουν συσχετιστεί με συννοσηρότητα τόσο διαταραχών του Άξονα Ι όσο και του Άξονα ΙΙ της κατηγοριοποίησης κατά DSM 212. Η παρούσα μελέτη είναι η πρώτη που χρησιμοποιεί το επεξηγηματικό πρότυπο της αμυντικής οργάνωσης σε έναν μη-χημικό, συμπεριφορικό εθισμό ενώ στη βιβλιογραφία δεν απαντώνται ανάλογες έρευνες και γενικότερα σε χημικούς εθισμούς. Μία μοναδική μελέτη η οποία συμπεριέλαβε ασθενείς από ένα πρόγραμμα απεξάρτησης από ουσίες κατέληξε ότι οι ασθενείς παρουσίαζαν μικρότερη προσαρμοστικότητα και περισσότερες άμυνες της οργάνωσης Διαταραχής της Εικόνας 261. Η Ψυχοπαθολογία στο πρότυπο δομικών εξισώσεων ορίζεται με τους τρεις δείκτες του ερωτηματολογίου SCL-90. Ο μικρότερος δείκτης σε ένταση είναι αυτός της έντασης των θετικών συμπτωμάτων, ο οποίος συνείσφερε στο πρότυπο διακριτικής ανάλυσης. Στη περίπτωση αυτού του προτύπου έχουμε κυρίως εκφράσεις διάχυτης ψυχοπαθολογίας, κάτι που συνάδει με το θετικό πρόσημο του παράγοντα του Νευρωτισμού. Τέλος η Υ.Χ.Δ ορίζεται από τους τέσσερις παράγοντες του ερωτηματολογίου OCS. Οι διαφορές στις εντάσεις των επιμέρους δεικτών είναι μικρές, αν και εντονότερα συνεισφέρουν ο δεύτερος και τρίτος παράγοντας (Υ.Χ.Δ λόγω μοναξιάς/θλίψης και παρορμητικού χαρακτήρα) ενώ λιγότερο έντονα ο πρώτος και τέταρτος (Υ.Χ.Δ λόγω ελλειμμάτων στη κοινωνικοποίηση και προς απόσπαση της προσοχής). Σε κάθε περίπτωση το συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο αφορούσε γνωσίες οι οποίες σχετίζονταν με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά. Ενώ λοιπόν η μελέτη των εκφράσεων ψυχοπαθολογίας μπορεί να συνεισφέρει στην εξήγηση των υποκείμενων γνωσιών σχετικά με την Υ.Χ.Δ, το αντίστροφο δεν ίσχυε καθώς αυτή η εναλλακτική οδός δεν ήταν στατιστικά σημαντική. Οι δυσπροσαρμοστικές γνωσίες που σχετίζονται με Υ.Χ.Δ δεν οδηγούν στην εμφάνιση συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας εφόσον λάβουμε υπόψη μας την επίδραση ιδιώνυμων στοιχείων της προσωπικότητας του ατόμου. Η εμφάνιση αυτών των συμπτωμάτων μπορεί δυνητικά να εξηγηθεί από τις δυσμενείς δευτερογενείς επιπτώσεις των συμπεριφορών Υ.Χ.Δ., όμως αυτή η υπόθεση είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί ερευνητικά καθώς απαιτεί μία προοπτική μελέτη. Ένα συμπέρασμα από αυτό το πρότυπο είναι πως σε κάθε περίπτωση Υ.Χ.Δ οφείλουμε να εξετάζουμε την ύπαρξη συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας ανεξαρτήτως προελεύσεως καθώς 156
αυτά μπορεί να επιβαρύνουν περισσότερο την κλινική εικόνα. Επίσης, η αποτελεσματική αντιμετώπιση της Υ.Χ.Δ δεν συνεπάγεται και την ύφεση της όποιας συμπτωματολογίας ψυχοπαθολογίας καθώς ενδέχεται αυτή να επηρεάζεται σημαντικά από βαθύτερους, ενδογενείς παράγοντες. Ε.3. Ευρήματα συγκριτικής μελέτης των δύο πληθυσμών Ε.3.1. Διαφορές των δύο ερευνητικών πληθυσμών Ήδη αναφέρθηκε ότι το επίπεδο εναισθησίας και συνεργασιμότητας των ατόμων που προσέρχονται προς εκτίμηση της χρήσης Διαδικτύου σε μία υπηρεσία ποικίλλει, καθώς η πλειοψηφία τους προσέρχεται μετά από πίεση του άμεσου περιβάλλοντος. Προβλέποντας αυτή τη δυσκολία δημιουργήθηκε για τις ανάγκες της μελέτης ένα ολοκληρωμένο ερευνητικό εργαλείο το οποίο αποτελείται από πολλαπλά ερευνητικά ερωτηματολόγια. Η γενική σχεδίαση βασίστηκε στον ορισμό των συμπεριφορικών εθισμών με όρους πέρα από τη χρήση ποσοτικών (χρονικών) κριτηρίων και επιπλέον στην υπόθεση ότι η προσωπικότητα του χρήστη Διαδικτύου διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην Υ.Χ.Δ. Οι αρχικές συγκρίσεις μεταξύ των δύο ομάδων αφορούν τα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας και τους επιμέρους μηχανισμούς άμυνας που χρησιμοποιούν συχνότερα. Ο κλινικός πληθυσμός παρουσίαζε στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερες τιμές στα συμπτώματα Ψυχαναγκαστικότητας Καταναγκαστικότητας, Παρανοειδή ιδεασμού, Φοβικού άγχους, Θυμού Επιθετικότητας, Διαπροσωπικής Ευαισθησίας και της κατηγορίας επιπλέον λημμάτων. Η πρώτη κατηγορία συμπτωμάτων απαντάται όχι μόνο σε περιπτώσεις Ψυχαναγκαστικής Καταναγκαστικής διαταραχής αλλά και σε πολλές διαταραχές ελέγχου των παρορμήσεων, όπως η κλεπτομανία, ο παθολογικός τζόγος, οι οποίες τείνουν να κατηγοριοποιηθούν πλέον ως συμπεριφορικοί εθισμοί 262. Οι ερωτήσεις της κατηγορίας των επιπλέον λημμάτων αφορούν προβλήματα που συχνά ανακύπτουν σε Υ.Χ.Δ, όπως ο διαταραγμένος ύπνος και οι προβληματικές διατροφικές συνήθειες, αλλά και οι τύψεις και ενοχές λόγω της υστέρησης στις σπουδές. Οι υπόλοιπες κατηγορίες συμπτωμάτων 157
μπορούν να αποτελέσουν σημαντικά εμπόδια στην ομαλή κοινωνικοποίηση, και ως εκ τούτου ενδέχεται να προϋπάρχουν της εμφάνισης Υ.Χ.Δ. Το άτομο δηλαδή να έχει στραφεί προς το Διαδίκτυο ώστε να αντιρροπήσει αυτές τις δυσκολίες στις επαφές με άλλους πρόσωπο-με-πρόσωπο. Όσο αφορά τις ψυχολογικές άμυνες, ξεχώρισαν στη σύγκριση των δύο πληθυσμών οι χαμηλότερες τιμές Στοχοπροσήλωσης και Μετουσίωσης των ασθενών καθώς και οι υψηλότερες τιμές Απομόνωσης, Απόρριψης βοήθειας, Άρνησης, Αυτιστικής φαντασίωσης και Παντοδυναμίας. Στον κλινικό μας πληθυσμό δηλαδή υπήρχαν χαμηλότερες δυνατότητες παραγωγικής ενασχόλησης με ένα πρόβλημα, καθώς οι ασθενείς δεν μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τις ενδογενείς τους ενορμήσεις, παρά απομονώνονται σε έναν φανταστικό κόσμο όπου μπορούν να αισθάνονται υπερεπάρκεια, ένα προφίλ εξόχως ναρκισσιστικό. Η Απόρριψη βοήθειας είναι λογική επέκταση της αίσθησης παντοδυναμίας και της άρνησης ύπαρξης των προβλημάτων, καθώς η λήψη βοήθειας θα ακύρωνε όλη αυτή την εναλλακτική πραγματικότητα στην οποία τοποθετούν τον εαυτό τους. Η συνήθης επωδός των ατόμων με Υ.Χ.Δ προτού δεχτούν να προσέλθουν σε συνέντευξη είναι η άρνηση ύπαρξης προβλήματος, ενώ εφόσον τεθούν απέναντι στις ευθύνες τους τότε θα μειώσουν την αξία της όποιας βοήθειας και θα δεχτούν μόνο τον εαυτό τους ως θεραπευτή ( τι να μου πει ο γιατρός που δεν ξέρω εγώ, αν θέλω θα σταματήσω όμως μου αρέσει και δεν θέλω να σταματήσω, εγώ μπορώ να βρω τη λύση και δεν χρειάζομαι κανένα άλλο ή ακόμα δεν μπορώ να σκεφτώ μόνος μου τη λύση, άρα δεν υπάρχει λύση ). Ε.3.2. Παράγοντες διάκρισης ατόμων με Υ.Χ.Δ Καθώς το ερωτηματολόγιο ήταν εκτενές, αναζητήθηκε ο βέλτιστος συνδυασμός παραμέτρων οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν στη κατηγοριοποίηση των συμμετεχόντων στους δύο ερευνητικούς πληθυσμούς, κλινικό και μη. Το τελικό πρότυπο διακριτικής ανάλυσης περιλαμβάνει ένα συνδυασμό μέτρων αποτίμησης της συμπεριφοράς χρήσης Διαδικτύου (ώρες περιήγησης στο Διαδίκτυο ανά ημέρα, αίσθηση ωφέλειας στις σπουδές από τη χρήση Διαδικτύου και συνολική βαθμολογία της κλίμακας Υ.Χ.Δ) με έναν δείκτη ψυχοπαθολογίας (Γ.Δ.Σ), δύο παράγοντες προσωπικότητας (Παρορμητικότητα, Νευρωτισμός Άγχος) και δύο μοτίβα ψυχολογικής προσαρμογής στις συνθήκες (αμυντικές δομές 158
της Προσαρμοστικότητας και της Αυτοθυσίας). Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι ο παραπάνω συνδυασμός των μεταβλητών δεν στοχεύει στο να εξηγηθεί μεγαλύτερο ποσοστό της υποκείμενης μεταβλητότητας στη κατηγοριοποίηση των υποκειμένων αλλά στην ανεύρεση του βέλτιστου συνδυασμού μεταβλητών δεν είναι σκόπιμο να εξετάζονται ξεχωριστά τα επιμέρους χαρακτηριστικά. Οι εθισμένοι φοιτητές σε σύγκριση με το μη-κλινικό πληθυσμό είχαν υψηλότερες βαθμολογίες στη κλίμακα Υ.Χ.Δ και ξόδευαν περισσότερες ώρες στο Διαδίκτυο κάθε ημέρα ενώ έτειναν στη διαπίστωση ότι το Διαδίκτυο παρεμπόδιζε την ακαδημαϊκή τους πρόοδο, όπως και ήταν αναμενόμενο εξ ορισμού. Παρουσίαζαν επίσης ένα υψηλότερο επίπεδο υποκειμενικής βίωσης συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας, γεγονός που συνάδει είτε με την αιτιολόγηση της Υ.Χ.Δ ως αίτιο ή επακόλουθο ψυχολογικών προβλημάτων. Ήταν επίσης περισσότερο παρορμητικοί και λιγότερο νευρωσικοί ενώ προσαρμόζονταν δυσκολότερα σε στρεσογόνες καταστάσεις και ήταν περισσότερο αποσυνδεδεμένοι από κοινωνικές προσδοκίες και δεσμεύσεις. Ο συνδυασμός αυτός ξεκάθαρα αφορά φοιτητές οι οποίοι, έστω υπό πίεση, προσήλθαν προς εξέταση και σε κάποιο βαθμό αναγνώριζαν ότι υπάρχει πρόβλημα με τη χρήση Διαδικτύου. Κάποιος φοιτητής που δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη προβλήματος δεν θα αναγνώριζε και την επίδραση του προβλήματος στην έκπτωση της ακαδημαϊκής του λειτουργικότητας. Αυτή η παράμετρος όπως αναφέρθηκε ήταν έκδηλη σε όλες τις περιπτώσεις και μπορούμε να τη θεωρήσουμε αναγκαία, αλλά όχι ικανή, συνθήκη προς τη κατηγοριοποίηση φοιτητή ως εθισμένου. Ο υψηλός δείκτης ενόχλησης από συμπτώματα ψυχοπαθολογίας δύναται να είναι ένας κινητοποιητικός παράγοντας στην αναζήτηση βοήθειας. Αυτός ο δείκτης συνάδει με περισσότερο σαφώς περιγεγραμμένα προβλήματα και λιγότερο με διάχυτες υποκλινικές οχλήσεις. Ο συνδυασμός του με χαμηλές τιμές Νευρωτισμού συνάδει με τη θεωρητική προσέγγιση αυτής της έννοιας ως γενικού παράγοντα κινδύνου προς ανάπτυξη διάχυτης, υποκλινικής ψυχοπαθολογίας, σε άτομα με εγγενή αδυναμία αυτορρύθμισης του συναισθήματος. Στη περίπτωση μας ο φοιτητής που απευθύνθηκε προς βοήθεια ήταν πιθανότερο να ήταν άτομο με προβλήματα σε συγκεκριμένο πεδίο της ψυχικής σφαίρας χωρίς υποκείμενη νευροβιολογική ευαλωτότητα. Όπως αναφέρθηκε στην ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας ερευνών σε μη-κλινικούς πληθυσμούς, οι τιμές Νευρωτισμού είχαν συσχετισθεί με υψηλότερες τιμές σε κλίμακες 159
μέτρησης Υ.Χ.Δ, δεδομένα που έρχονταν σε αντίθεση με ερευνητικά δεδομένα από άλλες εθιστικές συμπεριφορές και συμπεριφορές υψηλού ρίσκου όπως η χρήση καπνού, αλκοόλ και απαγορευμένων ουσιών, οι επικίνδυνες πρακτικές σε οδήγηση, σεξ και ο παθολογικός τζόγος 263. Τα δεδομένα της παρούσας μελέτης προέκυψαν από την αναζήτηση μεθόδου σαφή διαχωρισμού ασθενών από μη-ασθενείς. Κατά συνέπεια ενδέχεται μία σημαντική παράμετρος διάκρισης μεταξύ ατόμων που έχουν υψηλές βαθμολογίες σε κλίμακες Υ.Χ.Δ, ως προς το κατά πόσο είναι όντως εθισμένα, να είναι η υποκείμενη Νευρωσική δομή της προσωπικότητας. Ο Παρορμητισμός ήταν ο δεύτερος παράγοντας προσωπικότητας ο οποίος αναδείχτηκε ως στατιστικά σημαντική παράμετρος στο συνδυασμό διάκρισης κλινικού από μη-κλινικό πληθυσμό. Στην ανάλυση αυτή διαχωρίστηκε από τον παράγοντα Αναζήτησης Ερεθισμάτων, ο οποίος τυπικά εξετάζεται παράλληλα σε ανάλογες μελέτες άλλως εθιστικών συμπεριφορών 263. Έρευνα της βιβλιογραφίας ως προς τη νευροβιολογική έρευνα στο πεδίο της Υ.Χ.Δ, κατέληξε ότι σχεδόν όλες οι συγκριτικές μελέτες ανέφεραν συγκρίσιμα δεδομένα με άτομα που έκαναν χρήση ουσιών ή παρουσίαζαν διαταραχές ελέγχου των παρορμήσεων ως προς τον υψηλό τους παρορμητισμό 196. Κατά συνέπεια τα δεδομένα της παρούσας μελέτης συνάδουν και με αυτά τα πρότερα ερευνητικά δεδομένα. Εννοιολογικά ο Παρορμητισμός αφορά εγγενή τάση γρήγορης απόκρισης σε καταστάσεις, χωρίς πλήρη ανάλυση και πρόβλεψη ως προς τα επακόλουθα της παρορμητικής απόκρισης. Η τάση αυτή μπορεί να παρεμποδίζει την ορθή διαχείριση χρόνου και να ευοδώνει την έντονη ενασχόληση με το Διαδίκτυο με χρονικούς όρους. Ακόμη, δεν συνάδει με προσαρμοστικότητα καθώς αυτή η έννοια συμπεριλαμβάνει την ανάλυση των συνθηκών και την εξεύρεση μακροπρόθεσμης λύσης. Σε ένα κοινωνικό πλαίσιο συμβίωσης επιβάλλεται η αναστολή των παρορμήσεων, ούτως ώστε να προάγονται συνεργατικές λύσεις προς το κοινό καλό. Ως εκ τούτου, ο Παρορμητισμός συνάδει περισσότερο με την αγνόηση των κοινωνικών προσδοκιών και απαιτήσεων. Ο συνδυασμός του Παρορμητισμού με τα αμυντικά προφίλ της χαμηλής Προσαρμοστικότητας και Αυτοθυσίας συνάδει με την εννοιολογική τους διάσταση. Τέλος, πέρα από τη συνάφεια των ψυχολογικών αμυντικών δομών, της χαμηλής Προσαρμοστικότητας και της χαμηλής 160
Αυτοθυσίας με τις υπόλοιπες μεταβλητές του διακριτικού προτύπου, ο αναμεταξύ των συνδυασμός υποδηλώνει άτομα αποσυρμένα από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Οι αμυντικές δομές σύμφωνα με τη θεωρία υπόκεινται σε μεταβολές κατά τη διάρκεια της ζωής. Βέβαια, είναι αδύνατο να στοιχειοθετήσουμε το κατά πόσο η Υ.Χ.Δ, η οποία εξ ορισμού συνεπάγεται και ενός βαθμού κοινωνική απόσυρση, ήταν απότοκη ή συνετέλεσε με τη σειρά της και στην διαμόρφωση του παραπάνω συνδυασμού. Ένα άτομο το οποίο δεν μπορεί να ανταπεξέλθει με επάρκεια στις απαιτήσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος είναι λογικό να στραφεί εντονότερα στο Διαδίκτυο λόγω των εγγενών στοιχείων του Διαδικτύου τα οποία επάγουν τις εθιστικές συμπεριφορές και παρουσιάστηκαν εκτενέστερα στην εισαγωγή. Όμως, υπάρχει και η αντίστροφη πιθανότητα, καθώς ο ερευνητικός πληθυσμός μας είναι νέοι ενήλικες: ένα άτομο το οποίο προσελκύεται στο Διαδίκτυο από μικρή ηλικία, όχι απαραίτητα επειδή δεν συνδέεται με το περιβάλλον του αλλά λόγω διαθεσιμότητας, να μην αναπτύσσει στη πορεία του χρόνου κοινωνικές δεξιότητες σε ανάλογο βαθμό με τους συνομηλίκους του και βαθμιαία να περιορίζεται σε μηπροσαρμοστικές επιλογές οι οποίες με τη σειρά τους να οδηγούν σε κοινωνική απομόνωση και αποξένωση. Καθώς μέχρι πρόσφατα ο βαθμός διείσδυσης του Διαδικτύου στην Ελληνική κοινωνία ήταν περιορισμένος, η πρώτη υπόθεση ήταν πιθανότερη. Η δεύτερη υπόθεση όμως είναι εξαιρετικά πιθανό να απασχολήσει τους ερευνητές στο άμεσο μέλλον καθώς οι μελλοντικοί φοιτητές μεγαλώνουν πλέον από μικρή ηλικία σε περιβάλλοντα όπου το Διαδίκτυο είναι συνεχώς διαθέσιμο. Η δημιουργία εναλλακτικών εικονικών κοινωνικών δομών υπηρετούσε σε πολλές περιπτώσεις και το ψυχολογικό στόχο ανεύρεσης ενός εναλλακτικού κοινωνικού περιβάλλοντος όπου υπάρχει μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας και μικρότερη πιθανότητα απόρριψης λόγω της έλλειψης κοινωνικών δεξιοτήτων, ενώ και το ενδεχόμενο ψυχικό κόστος είναι μικρότερο. Οι δομές αυτές πλέον είναι ο εγκαθιδρυμένος κανόνας στις νεότερες ηλικίες και υπάρχει σημαντική πίεση από τους ομοίους (peer pressure) να εντάσσεται κάποιο παιδί σε αυτές. Αυτές οι εναλλακτικές κοινωνικές δομές υπερβαίνουν όμως όχι μόνο τα φυσικά όρια αλλά και τις άρρητες κοινωνικές δεσμεύσεις. Πλέον η ταυτότητα δεν ορίζεται από στοιχεία ιδιώνυμα μίας ομάδας ανθρώπων με κοινή εθνοτική καταγωγή (τα οποία και δεν μεταβάλλονται ή μεταβάλλονται ελάχιστα) αλλά από στοιχεία ιδιαίτερα ρευστά και ευμετάβλητα (όπως μία συγκεκριμένη 161
διαδικτυακή δραστηριότητα, η συναισθηματική κατάσταση, οι φιλοσοφικές αναζητήσεις). Οι χαλαροί δεσμοί αυτών των κοινοτήτων είναι αβέβαιο κατά πόσο μπορούν να στηρίξουν το υποκείμενο σε περιόδους αυξημένου στρες. Υπό αυτό το πρίσμα, μπορεί να υποστηριχθεί ότι η ένταξη και η υπέρμετρη ενασχόληση με αυτές τις εναλλακτικές κοινότητες, οδηγεί σε αποσύνδεση από το κοινωνικό περιβάλλον και είναι μία δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά. Κατά συνέπεια, εμπεριέχει και το κίνδυνο εμφάνισης Υ.Χ.Δ, με όλες τις δυσμενείς συνέπειες που ενέχει αυτή η συμπεριφορά. Ε.4. Γενικές παρατηρήσεις Ε.4.1. Εξέταση εγκυρότητας των ερευνητικών υποθέσεων Συνοψίζοντας τα παραπάνω ευρήματα, καταλήγουμε ότι οι αρχικές ερευνητικές υποθέσεις επιβεβαιώθηκαν. Αναλυτικότερα: Η πρώτη ερευνητική υπόθεση αφορούσε τις αρνητικές εκβάσεις στην ακαδημαϊκή πορεία και στα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας σε φοιτητές που δεν είχαν κλινική διάγνωση αλλά στοιχειοθετούνταν από τα ερευνητικά εργαλεία ως παρουσιάζοντες Υ.Χ.Δ. Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώθηκε. Καθώς η έρευνα ήταν συγχρονική και όχι διαχρονική τα συμπεράσματα της σε αυτό το θέμα δεν είναι καταληκτικά, όμως ο έλεγχος ως προς τα στοιχεία προσωπικότητας και αμυντικής οργάνωσης κατέδειξε την σχετική σημαντικότητα της βαθμολογίας στη κλίμακα Υ.Χ.Δ, ειδικά καθώς το ποσοστό μεταβλητότητας που εξηγήθηκε ήταν πολύ υψηλό. Η δεύτερη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι οι κλινικά διεγνωσμένοι φοιτητές παρουσιάζουν ψυχιατρική συμπτωματολογία και συννοσηρότητα με ψυχιατρικά κλινικά σύνδρομα ή/και διαταραχές προσωπικότητας. Αυτή η υπόθεση επιβεβαιώθηκε με σημαντικά ποσοστά συννοσηρότητας τόσο με κλινικά σύνδρομα όσο και με διαταραχές προσωπικότητας. Η τρίτη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι η ενασχόληση με διαφορετικές διαδικτυακές δραστηριότητες συνδέεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες καθώς και με διαφορετικά επίπεδα ψυχοπαθολογίας κατά περίπτωση. Και αυτή η ερευνητική υπόθεση επιβεβαιώθηκε, καθώς η ενασχόληση με διαδικτυακό τζόγο, διαδικτυακά ηλεκτρονικά παιχνίδια και διαδικτυακές ερωτικές δραστηριότητες συνδέονταν με συγκεκριμένους παράγοντες προσωπικότητας και 162
δυσπροσαρμοστικές ψυχικές άμυνες όπως και με υψηλότερους δείκτες ψυχοπαθολογίας. Η τέταρτη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι η υπέρμετρη χρήση Η/Υ ή/και Διαδικτύου συνδέεται με ένα διακριτό προφίλ ψυχικής απαρτίωσης το οποίο αναλύεται σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες τα οποία διαφέρουν από τον πληθυσμό αναφοράς. Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώθηκε με την στατιστική επιβεβαίωση σχετικού προτύπου διάκρισης ασθενών από μηασθενείς το οποίο συμπεριλάμβανε αριθμό των αντίστοιχων παραγόντων. Η πέμπτη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι διακρίνεται ένα ψυχοπαθολογικό συνεχές διάστημα ανάλογα με τη βαρύτητα χρήσης Η/Υ Διαδικτύου. Η υπόθεση επιβεβαιώθηκε με τη γραμμική σχέση του γενικού δείκτη συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας στο μη-κλινικό πληθυσμό με τη βαθμολογία στη κλίμακα OCS λαμβάνοντας υπόψη και τους παράγοντες προσωπικότητας και ψυχικών αμυνών. Ακόμη, το πρότυπο δομικών εξισώσεων κατέδειξε την αιτιολογική σύνδεση των μετρώμενων παραμέτρων στο κλινικό πληθυσμό. Ε.4.2. Υπέρμετρη χρήση Η/Υ έναντι υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου Ο αρχικός σκοπός της διδακτορικής διατριβής συμπεριλάμβανε τη εξέταση περιπτώσεων υπέρμετρης χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου. Όλοι οι φοιτητές και στους δύο ερευνητικούς μας πληθυσμούς είχαν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, ενώ στο κλινικό δείγμα όλες οι περιπτώσεις αφορούσαν εθιστική ενασχόληση με τουλάχιστο μία διαδικτυακή δραστηριότητα. Πλέον ο Η/Υ αποτελεί ένα ακόμα μέσο σύνδεσης στο Διαδίκτυο ενώ και οι ενασχολήσεις του φοιτητή προϋποθέτουν την ύπαρξη σύνδεσης (π.χ η συγγραφή μίας εργασίας απαιτεί πρόσβαση σε δεδομένα στο Διαδίκτυο). Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή διεξαγωγής αυτής της έρευνας, η προτεραιότητα στην εξέταση των συμπεριφορών στο ευρύτερο πεδίο των τεχνολογικών εξαρτήσεων έχει σαφώς μετατοπιστεί στο τομέα του Διαδικτύου, σε σχέση με πρότερες ανησυχίες ως προς τη πιθανή παθολογική σύνδεση ανθρώπου μηχανής οι οποίες κυριαρχούσαν κατά τη δεκαετία του 1980. Το Διαδίκτυο λειτουργεί ως ένας ισχυρός ενισχυτής των φαινομένων υπέρμετρης χρήσης της τεχνολογίας λόγω των ιδιάζοντων παραμέτρων των οποίων εισάγει στη χρήση αυτή. Οι παράμετροι που αναλύθηκαν σε βάθος στην εισαγωγή της παρούσας διατριβής 163
(κοινωνική αποδοχή του μέσου, εύκολη προσβασιμότητα, προσφορά δυνατότητας διαφυγής από προβλήματα και συναισθηματικής αυτορρύθμισης, εμβύθιση σε ένα εικονικό περιβάλλον και διάσχιση από τη πραγματικότητα, απώλεια ελέγχου των παρορμήσεων και απόσχιση από τον κοινωνικό περίγυρο) έχουν μεγάλο ψυχολογικό αντίκτυπο, λειτουργώντας είτε ως δυσπροσαρμοστικές απαντήσεις σε υφιστάμενα προβλήματα είτε ως συντελεστές εμφάνισης νέων προβλημάτων. Παρόλο που οι συσκευές πρόσβασης στο Διαδίκτυο είναι συνδεδεμένες με την εμφάνιση συμπεριφορών Υ.Χ.Δ, δεν αποτελούν καίρια ψυχολογική παράμετρο του προβλήματος, κατά τρόπο ανάλογο που τα σύνεργα χρήσης μίας εθιστικής ουσίας δεν επηρεάζουν τη ψυχολογική επίπτωση της χρήσης της ουσίας, ή της έλλειψης της. Καθώς κρίθηκε ότι η χρήση Η/Υ είναι πλέον δευτερεύουσας σημασίας, τα αποτελέσματα της αντίστοιχης κλίμακας ΚΕΕΦΥ στους ερευνητικούς μας πληθυσμούς δεν αναλύθηκαν σε βάθος κατ ανάλογο τρόπο με αυτό της κλίμακας Υ.Χ.Δ. OCS. Ε.4.3. Πρακτικές αναγκαιότητες οργανωμένης αντιμετώπισης της Υ.Χ.Δ Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθούν ορισμένες παρατηρήσεις από τη πολυετή ενασχόληση του κύριου ερευνητή με το αντικείμενο σε κλινικό επίπεδο. Είναι απόλυτα κατανοητό να υπάρχει επιφυλακτικότητα όσο αφορά την αναγνώριση ενός νέου κλινικού συνδρόμου, με δεδομένες τις κοινωνικές προεκτάσεις αυτής της αναγνώρισης. Όμως σε όλες τις κλινικές περιπτώσεις ενώ οι δυσκολίες που αντιμετώπιζαν αυτοί οι φοιτητές ήταν εξεζητημένες, οι δυνατότητες βοήθειας τους ήταν περιορισμένες. Ήταν δεδομένο ότι οι ανθρώπινοι πόροι θα ήταν περιορισμένοι. Όμως ενώ σε άλλες ψυχικές διαταραχές ο ρόλος του ασθενή συνεπάγεται και ορισμένα κοινωνικά οφέλη, όπως η αναγνώριση των απωλειών σε εργατοώρες και η ασφαλιστική κάλυψη, στη περίπτωση αυτή δεν υπήρχαν οφέλη, παρά μόνο βλάβες. Δεν είναι εφικτό να βοηθηθεί διοικητικά ένας φοιτητής που προσπαθεί να ξεπεράσει αυτή τη δυσκολία, όπως π.χ σε περίπτωση ενός φοιτητή με μείζονα κατάθλιψη. Δεν θα ήταν εφικτή η δικαιολόγηση παροχής φροντίδας σε κάποιον ασφαλιστικό οργανισμό εφόσον αυτό ήταν απαραίτητο. Επίσης δεν θα ήταν εφικτή η δικαιολόγηση λήψης φαρμακευτικής αγωγής. Το ιδιότυπο νομικό καθεστώς της παροχής φροντίδας στους φοιτητές απέτρεψε αυτές τις δυσκολίες, όπως και η έλλειψη, προς το παρόν τουλάχιστο, ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής. Αυτό το πρόβλημα όμως είναι 164
υπαρκτό, σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο εκτός του Πανεπιστημιακού, δεδομένων και των δεινών οικονομικών συνθηκών. Ένα ευρύτερο θέμα αφορά την ευρύτερη κοινωνική θεώρηση αυτής της νέας νοσολογικής οντότητας. Η κυρίαρχη άποψη ως προς τους φοιτητές που δεν προοδεύουν στις σπουδές τους είναι ότι δεν προσπαθούν αρκετά, δεν έχουν αυτοπειθαρχία και αυτοέλεγχο, δεν εκτιμούν ότι τους προσφέρεται. Αυτές οι αντιλήψεις αντανακλώνται και στις απόψεις αρκετών από τους φοιτητές με το πρόβλημα, οι οποίοι θεωρούσαν ότι μόνοι τους θα το ξεπερνούσαν εάν μόνο ήταν αρκετά δυνατοί, είχαν αρκετή θέληση, ακόμα και όταν είχαν αποτύχει επανειλημμένα μόνοι τους. Η αποδοχή του ρόλου του ασθενή οδηγεί στην αποδοχή της προσφοράς βοήθειας, προϋποθέτει όμως και την αποδοχή ύπαρξης του προβλήματος. Σε πολλές περιπτώσεις η εναντίωση στην αποδοχή βοήθειας επικεντρώνονταν στην άρνηση ύπαρξης της νοσολογικής οντότητας. Ακόμη και στο κοντινό περιβάλλον του ασθενή σημειώνονται μεγάλες διαφορές στο βαθμό συνειδητοποίησης ότι η Υ.Χ.Δ είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Ένας γονιός π.χ μπορεί να είναι έντονα κινητοποιημένος και να πιέζει προς την αναζήτηση βοήθειας ενώ ο άλλος να θεωρεί ότι αυτό το πρόβλημα δεν είναι σοβαρό αλλά ότι υπάρχει τεμπελιά, αδιαφορία, κοκ. Κατά κανόνα ο ασθενής διαχειρίζεται συνειδητά και ασυνείδητα τις αντιθέσεις αυτές, ούτως ώστε να συνεχίζει απρόσκοπτα τη συμπεριφορά του. 165
Ζ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συνοψίζοντας τα παραπάνω μπορούν να εξαχθούν τα ακόλουθα συμπεράσματα: Ζ.1. Μη κλινικός πληθυσμός Δεν διακρίθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στη συχνότητα εμφάνισης συμπεριφοράς Υ.Χ.Δ ή εθιστικής χρήσης Η/Υ μεταξύ ανδρών και γυναικών. Σημειώθηκαν μεγαλύτερες τιμές σε άνδρες στις υποκλίμακες Διαταραχής της Εικόνας, Παρορμητικότητας, Αναζήτησης Ερεθισμάτων και Επιθετικότητας. Αντίστοιχα μεγαλύτερες τιμές σε γυναίκες βρέθηκαν στις παραμέτρους της Κοινωνικότητας και Προσαρμοστικότητας. Δεν σημειώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις παραμέτρους ψυχοπαθολογίας. Η γενική τάση ήταν οι γυναίκες να παρουσιάζουν ελαφρά μεγαλύτερες τιμές στο δείκτη γενικής ψυχοπαθολογίας με μεγαλύτερο αριθμό θετικών συμπτωμάτων αλλά μικρότερη ένταση αυτών των συμπτωμάτων. Οι διαφορές αυτές μεταξύ των φύλων στις παραμέτρους προσωπικότητας και ψυχοπαθολογίας συμφωνούν με τα βιβλιογραφικά δεδομένα. Η ενασχόληση με το διαδικτυακό παιχνίδι συνδέθηκε με υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ, στους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας και στη δυσπροσαρμοστική δράση Η αναζήτηση ερωτικής διεξόδου στο Διαδίκτυο συνδέθηκε με υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ, στους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας, στη δυσπροσαρμοστική δράση, στη διαταραχή της εικόνας, την αναζήτηση ερεθισμάτων, την επιθετικότητα-εχθρότητα και με χαμηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα κοινωνικότητας. Η ενασχόληση με κοινωνική δικτύωση συνδέθηκε με υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ, στους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας και στη δυσπροσαρμοστική δράση. Δεν παρατηρήθηκε καμμία διαφορά στους δείκτες ψυχοπαθολογίας και τις παραμέτρους αμυντικής οργάνωσης. Η ενασχόληση με το διαδικτυακό παιχνίδι συνδέθηκε με υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ. στην Αυτοθυσία και την 166
Προσαρμοστικότητα. Δεν παρατηρήθηκε καμμία διαφορά στους δείκτες γενικής ψυχοπαθολογίας και στους παράγοντες προσωπικότητας. Η ενασχόληση με διαδικτυακό τζόγο ήταν σπάνια στο συγκεκριμένο δείγμα και συνδέθηκε με υψηλότερη βαθμολογία στις κλίμακες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ, με χαμηλότερες τιμές στο γενικό δείκτη συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας, στο Νευρωτισμό και στη Δραστηριοποίηση. Υψηλότερες βαθμολογίες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ συσχετίστηκαν με υψηλότερες βαθμολογίες στο Γενικό Δείκτη Συμπτωμάτων και στο Σύνολο Θετικών Συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας καθώς και στους παράγοντες Δυσπροσαρμοστικής Δράσης, Διαταραχής της Εικόνας, Παρορμητικότητας και Αναζήτησης Ερεθισμάτων. Όσο αφορά τη σύνδεση της χρήσης Διαδικτύου και της ακαδημαϊκής πορείας, σημειώθηκε ότι οι φοιτητές που εκτιμούσαν ότι η χρήση του Διαδικτύου αποτελούσε εμπόδιο στη πρόοδο τους παρουσίαζαν υψηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου. Αντίθετα, οι φοιτητές που θεώρησαν ότι το Διαδίκτυο τους βοηθά μεν αλλά δεν τους είναι απαραίτητο ώστε να αποδώσουν, ήταν αυτοί που είχαν και τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας στις σπουδές τους. Όσοι φοιτητές θεώρησαν ότι η ενασχόληση τους με το Διαδίκτυο προκάλεσε πτώση στις επιδόσεις τους είχαν το χαμηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας στις σπουδές τους. Όσοι φοιτητές εκτιμούσαν ότι θα ολοκληρώσουν τις σπουδές τους σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ήταν πιθανότερο να είχαν χαμηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας, να προέρχονται από μικρότερο πληθυσμιακά τόπο εκτός Θεσσαλονίκης, να ξόδευαν περισσότερο χρόνο στο Διαδίκτυο και να συνδέονταν συχνότερα σε αυτό κατά τη διάρκεια της ημέρας, να είχαν μεγαλύτερη βαθμολογία υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου, μεγαλύτερη βαθμολογία Αναζήτησης Ερεθισμάτων και χαμηλότερη βαθμολογία Δραστηριοποίησης. Οι φοιτητές με μεγαλύτερη βαθμολογία στο Γενικό Δείκτη Συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας ήταν πιθανότερο να είναι γυναίκες, να έχουν μεγαλύτερη βαθμολογία στη κλίμακα υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου, Δυσπροσαρμοστικής δράσης, Διαταραχής της εικόνας και Νευρωτισμού-άγχους, καθώς και χαμηλότερη βαθμολογία στη κλίμακα της Προσαρμοστικότητας. 167
Ζ.2. Κλινικός πληθυσμός Η πλειονότητα των περιπτώσεων αφορούσε άνδρες αν και σημειώθηκε ικανό ποσοστό γυναικών, σε αντίθεση με τα δεδομένα από τη μελέτη Ελλήνων εφήβων. Η συχνότερη δραστηριότητα στο Διαδίκτυο ήταν το διαδικτυακό παιχνίδι, δεν ήταν όμως η μοναδική. Υπάρχει σαφής ανάγκη επέκτασης του προτεινόμενου ορισμού από την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία ώστε να καλύπτει την πιθανότητα και άλλων διαδικτυακών δραστηριοτήτων. Όλοι οι φοιτητές παρουσίαζαν σημαντική υστέρηση στις σπουδές τους. Παρόλα αυτά η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων ήρθαν υπό πίεση από το συγγενικό τους περιβάλλον. Υπάρχει μεγάλος βαθμός αντίστασης στην αποδοχή ύπαρξης προβλήματος και χαμηλός βαθμός εναισθησίας. Ο συνδυασμός πολλαπλών διαγνωστικών εργαλείων τόσο της χρήσης Διαδικτύου όσο και της προσωπικότητας μπορεί να βοηθήσει στην αντικειμενική διάγνωση του προβλήματος καθώς αντιτίθεται στη λογική του 'σωστής-λάθους απάντησης'. Το κεντρικό κριτήριο Υ.Χ.Δ το οποίο πληρούνταν σε όλες τις περιπτώσεις ήταν αυτό της σημαντικής έκπτωσης λειτουργικότητας στο τομέα της ακαδημαϊκής επίδοσης. Ήταν δε σε πολλές περιπτώσεις το μοναδικό κριτήριο το οποίο δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί από τον ασθενή με άρνηση ή εκλογικεύσεις. Η συνολική συχνότητα εμφάνισης άλλων κλινικών συνδρόμων ήταν υψηλή και αφορούσε κυρίως αγχώδεις διαταραχές και διαταραχές της διάθεσης, χωρίς όμως να αποκλείεται η εμφάνιση και άλλων ψυχικών διαταραχών. Σημειώθηκε σε σημαντικό ποσοστό συννοσηρή διαταραχή της προσωπικότητας, ιδίως ναρκισσιστικού τύπου, καθώς και μεμονωμένες περιπτώσεις συννοσηρότητας με χρόνιες σωματικές νόσους. Η ύπαρξη συννοσηρού κλινικού συνδρόμου συνδέθηκε με υψηλότερες βαθμολογίες υπέρμετρης χρήσης διαδικτύου όμως η ύπαρξη συννοσηρής διαταραχής προσωπικότητας με χαμηλότερες. Τυχόν ύπαρξη διπλής συννοσηρότητας κλινικού συνδρόμου και διαταραχής προσωπικότητας συνδέθηκε με τις υψηλότερες, συγκριτικά, τιμές. Η χρονική αλληλουχία εμφάνισης των συννοσηρών καταστάσεων ως προς την εμφάνιση υπέρμετρης χρήσης διαδικτύου ποικίλλει 168
κατά περίπτωση και ορισμένες φορές είναι δύσκολο να διακριβωθεί Υψηλότερες βαθμολογίες υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ συσχετίστηκαν με υψηλότερες βαθμολογίες στο Γενικό Δείκτη Συμπτωμάτων και Σύνολο Θετικών Συμπτωμάτων Ψυχοπαθολογίας καθώς και στους παράγοντες Δυσπροσαρμοστικής Δράσης, Διαταραχής της Εικόνας και Νευρωτισμού-Άγχους. Αξιολογήθηκε ένα συνολικό πρότυπο σύνδεσης στοιχείων της προσωπικότητας, οργανώσεων της αμυντικής δομής του χαρακτήρα, της ψυχοπαθολογίας και της υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου. Συγκεκριμένα στοιχεία της προσωπικότητας (Αναζήτηση Ερεθισμάτων και Νευρωτισμός-Άγχος) συνδέθηκαν με την εγκαθίδρυση Δυσπροσαρμοστικών μοτίβων απόκρισης και Διαταραχής της εικόνας του Εαυτού, τα οποία με τη σειρά τους συνδέθηκαν τόσο με την εμφάνιση συμπτωμάτων γενικής ψυχοπαθολογίας όσο και με την εμφάνιση γνωσιών που συνδέονται με υπέρμετρη χρήση διαδικτύου. Τα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας επέτειναν επίσης αυτές τις δυσπροσαρμοστικές γνωσίες, ανεξάρτητα από την επίδραση των στοιχείων της προσωπικότητας και των οργανώσεων της αμυντικής δομής του χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου οφείλουμε να εξετάζουμε την ύπαρξη συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας ανεξαρτήτου προελεύσεως καθώς αυτά μπορεί να επιβαρύνουν περισσότερο την εικόνα. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της υπέρμετρης χρήσης διαδικτύου δεν συνεπάγεται και την ύφεση της όποιας παράλληλης συμπτωματολογίας ψυχοπαθολογίας, καθώς ενδέχεται αυτή να επηρεάζεται σημαντικά από βαθύτερους, ενδογενείς παράγοντες. Ζ.3. Σύγκριση των δύο πληθυσμών Ο κλινικός πληθυσμός εμφάνισε μεγαλύτερη συχνότητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο και περισσότερες ώρες περιήγησης στο Διαδίκτυο ανά ημέρα σε σύγκριση με τον μη-κλινικό πληθυσμό. Επίσης, συμπλήρωσε υψηλότερες βαθμολογίες στη συνολική βαθμολογία και σε όλους τους επιμέρους παράγοντες των κλιμάκων υπέρμετρης χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου. Οι διαφορές αυτές είχαν ισχυρούς δείκτες μεγέθους. 169
Η ψυχοπαθολογία ήταν επίσης στατιστικά σημαντικά περισσότερο εκφρασμένη στο κλινικό δείγμα, αλλά με δείκτες μέσης ισχύος έντασης. Οι μεγαλύτεροι δείκτες μεγέθους των επιμέρους διαφορών είναι αυτοί της κατηγορίας Ψυχαναγκαστικότητας Καταναγκαστικότητας, Παρανοειδή ιδεασμού, Φοβικού άγχους, Θυμού Επιθετικότητας και Διαπροσωπικής Ευαισθησίας. Στις τιμές των ενδοψυχικών αμυντικών δομών η μόνη στατιστικά σημαντική διαφορά αυτή της χαμηλότερης μέσης τιμής Προσαρμοστικότητας στο κλινικό δείγμα έναντι του μη-κλινικού. Οι μεγαλύτεροι δείκτες μεγέθους των επιμέρους διαφορών είναι αυτοί των αμυνών της Απομόνωσης, Απόρριψης βοήθειας, Άρνησης, Αυτιστικής φαντασίωσης, Παντοδυναμίας (μεγαλύτερες τιμές στο κλινικό δείγμα) και των Στοχοπροσήλωσης, Μετουσίωσης (μεγαλύτερες τιμές στο μηκλινικό δείγμα). Οι τιμές των νευροβιολογικών παραγόντων προσωπικότητας παρουσίαζαν αξιοσημείωτες διαφορές: η κλινική ομάδα παρουσίαζε υψηλότερη Παρορμητικότητα, υψηλότερη Επιθετικότητα, και χαμηλότερη Δραστηριοποίηση. Οι κλινικές περιπτώσεις μπορούν να διακριθούν από τις μη κλινικές με βάση τις υψηλότερες τιμές στη κλίμακα υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου OCS, στο ότι θεωρούν το Διαδίκτυο εμπόδιο παρά βοήθεια στις ακαδημαϊκές τους υποχρεώσεις, ξοδεύουν περισσότερο χρόνο στο Διαδίκτυο, αναφέρουν υψηλότερη ενόχληση από περιγεγραμμένα σε κατηγορίες και όχι διάχυτα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας, είναι περισσότερο παρορμητικοί και λιγότερο νευρωσικοί, ενώ είναι λιγότερο πιθανό να υιοθετούν αμυντικές δομές αυτοθυσίας ή προσαρμοστικότητας. Ζ.4. Γενικά συμπεράσματα Ο τεχνολογικός εθισμός αφορά τη δεδομένη χρονική στιγμή περιπτώσεις υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου με σκοπό συγκεκριμένες δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να ολοκληρωθούν μόνο με τη χρήση του Διαδικτύου (π.χ διαδικτυακό παιχνίδι, κοινωνική δικτύωση, κ.α), αν και στη δραστηριότητα είναι απαραίτητη και η χρήση άλλων τεχνικών μέσων πρόσβασης στο Διαδίκτυο (Η/Υ, κινητά τηλέφωνα, κ.α). Η αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτεί κεντρικό σχεδιασμό, κατάλληλες δομές και περαιτέρω μελέτη. 170
Η. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η.1. Ελληνική περίληψη Η παρούσα μελέτη αφορά τη εξέταση της προτεινόμενης νέας διαταραχής υπέρμετρης χρήσης Διαδικτύου και Η/Υ. Η διαταραχή αυτή πρωτοαναφέρθηκε ως ξεχωριστή νοσολογική οντότητα το 1996 και προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών ερευνητών ανά τον κόσμο, με πρόσφατη συνέπεια την απόφαση ένταξης της Διαταραχή Διαδικτυακού Ηλεκτρονικού Παιχνιδιού (Internet Gaming Disorder) στην πέμπτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5) της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας ως μία κατάσταση που χρήζει περαιτέρω κλινικής έρευνας και εμπειρίας. Σκοπός της μελέτης ήταν η διακρίβωση της ψυχιατρικής συννοσηρότητας σε φοιτητές που προβαίνουν σε Υπέρμετρη Χρήση Διαδικτύου (Υ.Χ.Δ), της οποίας η ένταση κατηγοριοποιείται ως εθιστική. Ακόμη, η ανεύρεση κοινωνικο-δημογραφικών παραγόντων, καθώς και των στοιχείων οργάνωσης της προσωπικότητας, τα οποία απαντώνται συχνότερα σε αυτούς, σε σύγκριση με φοιτητές που ανταποκρίνονται στις ακαδημαϊκές τους υποχρεώσεις. Η μελέτη περιλαμβάνει παρουσίαση της σχετικής βιβλιογραφίας, όπου και αναφέρεται συνοπτικά η ιστορική πορεία ανάδειξης του προβλήματος, οι πτυχές του, οι λόγοι που μπορεί να οδηγήσουν στην έναρξη και εγκαθίδρυση της σχετικής συμπεριφοράς, οι απόπειρες ορισμού και ταξινόμησης της κλινικής οντότητας καθώς και οι πληθυσμιακές και κλινικές μελέτες του φαινομένου. Ακόμη, εξετάζεται η συμβολή των κυριότερων προτύπων εξήγησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς με βάση υποθετικές ενδοψυχικές δομές στην κατανόηση του φαινομένου, καθώς και οι συσχετίσεις με άλλες εκφάνσεις ψυχοπαθολογίας. Εξετάστηκαν παράλληλα και συγκριτικά δύο ερευνητικοί πληθυσμοί ως προς τις συνήθειες χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου καθώς και τα υποκείμενα στοιχεία ψυχοπαθολογίας και προσωπικότητας, σε μία προσπάθεια ανάδειξης των υποκείμενων συνδέσεων. Το κλινικό δείγμα αποτελείτο από τα πρώτα 50 άτομα τα οποία εξετάστηκαν στο πλαίσιο λειτουργίας της Συμβουλευτικής υπηρεσίας αντιμετώπισης παθολογικής χρήσης Η/Υ και Διαδικτύου του Α.Π.Θ. Ο πληθυσμός ελέγχου αποτελείτο από 268 τεταρτοετείς φοιτητές Ιατρικής οι οποίοι 171
παρακολούθησαν το μάθημα της Κλινικής Ψυχιατρικής στη Β Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του Α.Π.Θ κατά τις τρείς ακαδημαϊκές περιόδους 2010-2011, 2011-2012 και 2012-2013. Στη συλλογή δεδομένων και από τους δύο πληθυσμούς χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένη συλλογή αυτοσυμπλήρωσης αποτελούμενη από ερωτήσεις ως προς δημογραφικά στοιχεία, τα κριτήρια ανίχνευσης περιπτώσεων προβληματικού τζόγου σε μη-κλινικούς πληθυσμούς νέων DSM-IV-MR-J, τη Κλίμακα Εθισμού Εφήβων και νέων Ενηλίκων στους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές (ΚΕΕΦΥ), τη Κλίμακα Διαδικτυακών Γνωσιών (OCS), το Ερωτηματολόγιο Ψυχοπαθολογίας Symptom Check List -90 Revised (SCL-90-R), το Ερωτηματολόγιο Αμυντικής Δομής (DSQ), το Ερωτηματολόγιο Προσωπικότητας Zuckerman Kuhlman Personality Questionnaire (ZKPQ). Στη συλλογή δεδομένων από το κλινικό πληθυσμό χρησιμοποιήθηκε επίσης η διαγνωστική ημιδομημένη συνέντευξη MINI ενώ αξιοποιήθηκαν και τα δεδομένα που ανέκυψαν κατά τη διάρκεια της συμβουλευτικής παρέμβασης. Οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο αυτό-αναφοράς κατέδειξαν ότι ποσοστό 11,6% των συμμετεχόντων ανδρών φοιτητών και 5,8% των γυναικών στο μη-κλινικό δείγμα κατηγοριοποιήθηκαν ως παρουσιάζοντες συμπτώματα συμβατά με Υ.Χ.Δ, απουσία κλινικής διάγνωσης. Σημειώθηκε ότι η υπέρμετρη χρήση Η/Υ έρχεται σε δεύτερη μοίρα ως προς την υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου, καθώς ο Η/Υ αποτελούσε απλά ένα από τα μέσα πρόσβασης στο Διαδίκτυο στον κλινικό πληθυσμό. Οι ερευνητικές υποθέσεις επιβεβαιώθηκαν στο σύνολο τους, και είναι οι ακόλουθες: Η πρώτη ερευνητική υπόθεση αφορούσε τις αρνητικές εκβάσεις στην ακαδημαϊκή πορεία και στην εμφάνιση ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων σε φοιτητές που δεν είχαν κλινική διάγνωση, αλλά στοιχειοθετούνταν από τα ερευνητικά εργαλεία αυτοσυμπλήρωσης ως παρουσιάζοντες Υ.Χ.Δ. Καθώς η έρευνα ήταν συγχρονική και όχι διαχρονική τα συμπεράσματα της σε αυτό το θέμα δεν είναι καταληκτικά, όμως ο έλεγχος ως προς τα στοιχεία προσωπικότητας και αμυντικής οργάνωσης κατέδειξε την σχετική σημαντικότητα της βαθμολογίας στη κλίμακα Υ.Χ.Δ, ειδικά καθώς το ποσοστό μεταβλητότητας που εξηγήθηκε ήταν πολύ υψηλό. Η δεύτερη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι οι κλινικά διαγνωσμένοι φοιτητές παρουσιάζουν ψυχιατρική συμπτωματολογία 172
και συννοσηρότητα με κλινικά σύνδρομα ή/και διαταραχές προσωπικότητας. Στο κλινικό δείγμα παρουσιάστηκε σημαντική συννοσηρότητα με κλινικά ψυχιατρικά σύνδρομα (50% των ασθενών παρουσίασαν τουλάχιστο μία συννοσηρή διαταραχή του Άξονα Ι κατά DSM) και διαταραχές προσωπικότητας του Άξονα ΙΙ κατά DSM (40%). Η τρίτη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι η ενασχόληση με διαφορετικές διαδικτυακές δραστηριότητες συνδέεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες καθώς και με διαφορετικά επίπεδα ψυχοπαθολογίας κατά περίπτωση. Βρέθηκε ότι η ενασχόληση με διαδικτυακό τζόγο, ηλεκτρονικά παιχνίδια και ερωτικές δραστηριότητες συνδέονταν με συγκεκριμένους παράγοντες προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες, όπως και με υψηλότερους δείκτες ψυχοπαθολογίας. Η τέταρτη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι η Υ.Χ.Δ συνδέεται με ένα διακριτό προφίλ ψυχικής απαρτίωσης το οποίο αναλύεται σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας και ψυχικές άμυνες τα οποία διαφέρουν από τον πληθυσμό αναφοράς. Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώθηκε με πρότυπο διάκρισης ασθενών από μη-ασθενείς, το οποίο συμπεριλάμβανε τους παράγοντες Παρορμητικότητας, Νευρωτισμού-Άγχους και τις αμυντικές δομές της Προσαρμοστικότητας και Αυτοθυσίας. Η πέμπτη ερευνητική υπόθεση ήταν ότι διακρίνεται ένα ψυχοπαθολογικό συνεχές διάστημα ανάλογα με τη βαρύτητα Υ.Χ.Δ. Η υπόθεση επιβεβαιώθηκε με τη γραμμική σχέση του γενικού δείκτη συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας στο μη-κλινικό πληθυσμό με τη βαθμολογία στη κλίμακα OCS, λαμβάνοντας υπόψη και τους παράγοντες προσωπικότητας και ψυχικών αμυνών. Ακόμη, ένα πρότυπο δομικών εξισώσεων κατέδειξε ότι η ψυχοπαθολογία διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη Υ.Χ.Δ, ανεξάρτητα από την επίδραση των παραγόντων Προσωπικότητας και των Αμυντικών δομών. Καταλήγοντας συμπεραίνουμε ότι η υπέρμετρη χρήση Διαδικτύου και Η/Υ απαντάται και σε μη-κλινικούς πληθυσμούς φοιτητών, ενώ οι ακραίες εκφράσεις της σε επίπεδο εθιστικής χρήσης αποτελούν ένα σημαντικό εμπόδιο ολοκλήρωσης των σπουδών και ομαλής κοινωνικοποίησης. Απαιτείται η προσοχή της Πολιτείας και η παροχή των απαραίτητων μέσων προς αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού. 173
Η.2. Αγγλική περίληψη The present study attempts the examination of the proposed new disorder of Excessive Use of the Internet and Personal Computers (PCs). This disorder was first reported as a separate disease entity in 1996 and attracted the interest of many researchers around the world, leading to the decision to include 'Internet Gaming Disorder' in the fifth edition of the Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM-5) of the American Psychiatric Association as a condition that warrants further research and clinical experience. The purpose of this study was to ascertain the psychiatric comorbidity in university students engaging in excessive Internet use (EIU), whose intensity is categorized as addictive. Furthermore, to ascertain which socio-demographic factors and elements of personality organization occur more frequently in them, compared to students who meet their academic obligations. The study includes a presentation of the relevant literature with a brief outline of the history of the emergence of the problem, its aspects, the reasons that may lead to the initiation and establishment of relevant behavior, the attempts to define and classify the clinical entity, and the relevant population and clinical studies. Furthermore, the literature review presents the contribution of the main theoretical intrapsychic models of human behavior in understanding the phenomenon. Also included are the correlations of EIU symptoms with other aspects of psychopathology. Two separate research populations were surveyed regarding their habits of Internet and PC use, and underlying psychopathology symptoms and personality factors, in an attempt to highlight the underlying connections. The clinical sample consisted of the first 50 patients who were examined during the operation of the Student Consulting Service addressing pathological use of PCs and the Internet of the Aristotle University of Thessaloniki. The control population consisted of 268 fourth-year medical students who attended the course of Clinical Psychiatry at the Second University Psychiatric Clinic of the Aristotle University of Thessaloniki during the three academic years 2010-2011, 2011-2012 and 2012-2013. The collection of data from both populations used an extensive battery of self-report measures consisting of questions regarding demographics, the criteria of pathological gambling in non-clinical youth 174
populations (DSM-IV-MR-J), the Scale of Addiction of Adolescents and young adults to Computers (KEEFY), Online Cognitions Scale (OCS), Symptom Check List-90 Revised (SCL-90-R), the Defense Styles Questionnaire (DSQ) and the Zuckerman-Kuhlman Personality Questionnaire (ZKPQ). During data collection from the clinical population the semi-structured diagnostic interview MINI was also utilized, as were data derived during the counseling intervention. The self-report battery showed that 11.6% of male student participants of the control sample and 5.8% of females were categorized as exhibiting symptoms consistent with EIU in the absence of clinical diagnosis. It was noted that excessive use of PC is of secondary importance compared to excessive use of the Internet as the PC was simply a means of accessing the Internet for the clinical population. The research hypotheses were confirmed in their entirety, and are as follows: The first research hypothesis concerned the negative outcomes in academic achievement and symptoms of psychopathology in students who had no clinical diagnosis, but been classified as demonstrating EIU, substantiated by the self-report research questionnaire. As the survey was cross-sectional rather than longitudinal, findings regarding this matter are not conclusive, however after controlling for personality traits and defense organization, the relative importance of the score in the OCS scale was evident, especially as the proportion of variation explained was very high. The second research hypothesis was that clinically diagnosed students present psychiatric symptomatology and comorbidity with DSM Axis I clinical syndromes and / or DSM Axis II personality disorders. In the clinical sample there was significant comorbidity with psychiatric disorders (50% of patients diagnosed with at least one comorbid clinical syndrome) and personality disorders (40%). The third research hypothesis was that involvement with specific online activities was associated with a particular psychological profile that included different personality traits and psychological defenses, and was also associated with different levels of psychopathology. This research hypothesis was also confirmed, as engaging in online gambling, online games and erotic activities was 175
associated with specific personality factors and maladaptive psychological defenses as with higher indices of psychopathological symptoms. The fourth research hypothesis was that EIU is associated with a distinct psychological profile including personality traits and mental defenses that differ from the reference population. This hypothesis was confirmed through the formulation of a statistical model of discerning patients from non-patients, which included the factors of Impulsivity and Neuroticism-Anxiety, and the Adaptive and Selfsacrifice defense styles. The fifth research hypothesis was that a distinct psychopathological continuum is evident when examining the contribution of the severity of EIU to general psychopathology. The case was confirmed by the linear relationship of the General Severity Index in the non-clinical population with the score of the OCS scale while taking into account personality factors and defense styles. Furthermore, a structural equation model demonstrated the underlying links of the measured parameters in the clinical population; the model showed that psychopathology played an important role in the development of EIU, regardless of the influence of personality factors and defense styles. In conclusion, results from this study demonstrate that excessive use of the Internet and the PC can exist in non-clinical student populations, while its extreme expression up to addictive use can be a major obstacle in study completion and normal socialization. This disorder requires more attention from the State and the provision of necessary resources to address it. 176
Θ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ερευνητικό υλικό χορηγούμενο στους δύο ερευνητικούς πληθυσμούς 177
178
179
180
181
182
183
184
185
186
187
188
189
190
191
192
193