ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2018/2006(INI)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/2110(INI)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. του ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

7768/15 ADD 1 REV 1 ΕΚΜ/ακι 1 DPG

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 19 Νοεμβρίου 2014 (OR. en)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2016 (OR. en)

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0477/ σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κανονισμού

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Πορεία υλοποίησης του σχεδίου δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. στην

5933/4/15 REV 4 ADD 1 ΙΑ/γπ 1 DPG

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2017 (OR. en)

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2016) 7495 final.

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2017) 606 final.

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

6068/16 ΙΑ/μκρ/ΘΛ 1 DGG 1B

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΗ - ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη διαπίστευση των εργασιών εργαστηρίου ανακριτικής

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ I. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΈΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0252/

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

(Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις) ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 5 Ιανουαρίου 2017 (OR. en)

14929/14 ΑΒ/νικ 1 DG D 1C

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

12650/17 ΓΕΧ/νκ 1 DGD 1C

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0175/79. Τροπολογία. Simona Bonafè, Elena Gentile, Pervenche Berès εξ ονόματος της Ομάδας S&D

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

8185/11 ΚΣ/γομ 1 DG H 3A

Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0126(NLE) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2014) 596 final ANNEX 1.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2010 (OR. en) 11160/4/10 REV 4. Διοργανικός φάκελος: 2007/0152 (COD)

15413/16 ΠΜ/γπ 1 DGD 1C

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2015 (OR. en)

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

B8-0551/2018 } B8-0552/2018 } RC1/Τροπ. 47

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 29 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. της

Transcript:

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 25.06.2004 COM(2004) 444 τελικό Πρόταση ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ όσον αφορά τις διαπραγµατεύσεις στο Συµβούλιο της Ευρώπης σχετικά µε τη σύµβαση του 1990 για το ξέπλυµα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήµευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληµατικές δραστηριότητες (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Η παρούσα πρόταση κοινής θέσης αφορά την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, οργανωμένης ή μη, ιδίως της τρομοκρατίας, στην οποία γίνεται ειδική αναφορά στο άρθρο 29 της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αυτούς τους τομείς, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφασίζοντας ομόφωνα κατόπιν πρωτοβουλίας οποιουδήποτε κράτους μέλους ή της Επιτροπής μπορεί να υιοθετεί κοινές θέσεις προσδιορίζοντας την προσέγγιση της Επιτροπής ως προς συγκεκριμένο θέμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο α) της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με την επιφύλαξη των αυξημένων αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα αυτό, τα τελευταία έτη, η ΕΕ ανέπτυξε εκτεταμένη πολιτική για την πρόληψη και την καταπολέμηση της οργανωμένης εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας. Η πολιτική αυτή βασίζεται σε πολυκλαδική προσέγγιση, η οποία συνδυάζει στοιχεία πρόληψης, προσδιορισμού και επαλήθευσης της ταυτότητας των σχετικών προσώπων και των ύποπτων συναλλαγών, το ουσιαστικό ποινικό δίκαιο και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία. Η κοινή δράση της 3ης εκεμβρίου 1998 για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος 1 συμπληρώνει τις οδηγίες για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με την αντιμετώπιση της ανάγκης για περισσότερο αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε αυτόν τον τομέα. Η απόφαση-πλαίσιο 2 για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος αντικαθιστά εν μέρει την προαναφερθείσα κοινή δράση. Σκοπεύει να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη κάνουν τα απαραίτητα διαβήματα για να υλοποιήσουν ή να τηρήσουν δεσμεύσεις όσον αφορά ορισμένα άρθρα της σύμβασης του Στρασβούργου του 1990 3, η οποία υποχρεώνει τα κράτη μέλη να προβλέψουν μέτρα δήμευσης και να ποινικοποιήσουν το ξέπλυμα προϊόντων σοβαρών αδικημάτων. Η απόφαση-πλαίσιο δεσμεύει επίσης τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η εσωτερική τους νομοθεσία επιτρέπει τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων αξίας αντίστοιχης προς εκείνη των προϊόντων του εγκλήματος. Η πράξη του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2000 4, επεκτείνει την αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (ΕιιΐΌροΙ) στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες εν γένει, ανεξάρτητα από τον τύπο του αδικήματος από το οποίο προέρχονται τα έσοδα. 1 2 3 4 Κοινή δράση 98/699 ΕΥ της 9.12.1998. 2001/500/ ΕΥ, ΕΕ Ε 182 της 5.7.2001. Η Επιτροπή θα εκπονήσει έκθεση εφαρμογής αυτής της απόφασης-πλαισίου πριν τα τέλη του 2003 ώστε το Συμβούλιο να μπορέσει να εξετάσει κατά πόσο τα κράτη μέλη έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθούν προς την απόφαση-πλαίσιο. Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, Νοέμβριος 1990. Πράξη του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2000, ΕΕ 358 της 13.12.2000, σ. 1. 2

Το Πρωτόκολλο της σύµβασης για την αµοιβαία δικαστική συνδροµή επί ποινικών υποθέσεων, που θεσπίστηκε µε την Πράξη του Συµβουλίου της 16ης Οκτωβρίου 2001 5, προβλέπει ότι οι αρχές των κρατών µελών πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά µε τους τραπεζικούς λογαριασµούς και τις τραπεζικές πράξεις συγκεκριµένων προσώπων. Τα κράτη µέλη δεν µπορούν να επικαλεστούν τους κανόνες του τραπεζικού απορρήτου για να αρνηθούν τη συνεργασία σε αυτό το πλαίσιο. Για το σχέδιο απόφασης-πλαισίου απόφασης για τη δή µ ευση των οργάνων και των προϊόντων εγκλήµατος 6, επετεύχθη πολιτική συµφωνία στο Συβούλιο ικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 19ης εκεµβρίου 2002. Η πρόταση αποβλέπει στη διασφάλιση αποτελεσ µ ατικών κανόνων που να διέπουν τη δήµευση των προϊόντων εγκλή µ ατος, συµπεριλαβανοµένων των κανόνων που αφορούν το βάρος της απόδειξης σχετικά ε την προέλευση των περιουσιακών στοιχείων προσώπου που έχει καταδικασθεί σε αδίκηµα σχετικό µε την οργανωµένη εγκληµατικότητα. Η απόφαση-πλαίσιο σχετικά µε την εκτέλεση των αποφάσεων δέσµευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων 7 καθορίζει τους κανόνες για την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων δέσµευσης που εκδίδουν οι δικαστικές αρχές κράτους µέλους στο πλαίσιο ποινικής δίκης. Ένα σχέδιο απόφασης-πλαισίου για το οποίο επετεύχθη πολιτική συµφωνία στο Συµβουλίου ικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 29ής Απριλίου, θεσπίζει παρόµοια προσέγγιση σχετικά µ ε την εκτέλεση των αποφάσεων δήµευσης 8 στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η σύµβαση για το ξέπλυα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήµευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληµατικές δραστηριότητες («η Σύµβαση) εγκρίθηκε από την Επιτροπή Υπουργών τον Σεπτέµβριο του 1990 και κατατέθηκε για υπογραφή τον Νοέµβριο του ίδιου έτους. Άρχισε να ισχύει τον Σεπτέµβριο του 1993 και όλα τα κράτη µέλη της ΕΕ αποτελούν συµβαλλόµενα µέρη της Σύµβασης. Η Σύµβαση έχει ως στόχο να παράσχει δέσµη κανόνων, η οποία να καλύπτει τις έρευνες για την επιβολή του νόµου που οδηγούν στην έκδοση και εκτέλεση αποφάσεων δήµευσης, καθώς να θεσπίσει αποτελεσµατικό µηχανισµό διεθνούς συνεργασίας ώστε να στερηθούν οι εγκληµατίες τα όργανα και τα προϊόντα που προέρχονται από τη δραστηριότητά τους. Η Σύµβαση έχει αναγνωριστεί ως µία από τις κυριότερες διεθνείς πράξεις σε αυτόν τον τοµέα. στόσο, λόγω των σηµαντικών εξελίξεων που έχουν σηµειωθεί από το 1990 και µετέπειτα όσον αφορά την κατανόηση και την αντι µ ετώπιση της απειλής του ξεπλύµατος χρήµατος, από το 1998 ξεκίνησαν συζητήσεις σχετικά ε την πιθανή τροποποίηση της Σύµβασης. Το Γραφείο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί ποινικών θεµάτων (CDPC) του Συµβουλίου της Ευρώπης αποφάσισε, τον Νοέµβριο του 2000, να συστήσει οµάδα προβληµατισµού για τη σκοπιµότητα εκπόνησης Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύµβασης. Από την οµάδα προβληµατισµού ζητήθηκε, µεταξύ άλλων, να µελετήσει τα θέµατα που προκύπτουν από τις εξελίξεις στην καταπολέµηση του ξεπλύµατος χρήµατος µετά την έγκριση της Σύµβασης. Η τελική έκθεση δραστηριοτήτων της οµάδας προβληµατισµού υποβλήθηκε στο CDPC κατά τη διάρκεια της συνόδου ολοµελείας τον Ιούνιο του 2002. Η οµάδα προβληµατισµού κατέληξε ότι υπήρχαν σοβαρά επιχειρήµατα υπέρ της εκτεταµένης ενηµέρωσης της Σύ µ βασης, η οποία θα µπορούσε να τροποποιηθεί µέσω του «Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύβασης» («το Πρόσθετο Πρωτόκολλο»). 5 6 7 8 ΕΕ C 326 της 21.11.2001, σ. 1. ΕΕ C 184 της 2.8.2002, σ. 3. 2003/577/ ΕΥ, ΕΕ L 196 της 22ας Ιουλίου 2003, σ. 45. 2002/C 184/05, ΕΕ C 184 της 2.8.2002, σ. 8. 3

Η τελική έκθεση δραστηριοτήτων της οµάδας προβληµατισµού συνέστησε να συµπεριληφθεί στην εκσυγχρονισµένη Σύµβαση ευρεία κλίµακα µέτρων όπως ο προσδιορισ µ ός, η κατάσχεση και η δήµευση περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληατικές δραστηριότητες και η διεθνής συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις µεταξύ των αρχών επιβολής του νόµου. Μεταξύ αφενός του σχεδίου Πρωτοκόλλου και αφετέρου της νοµοθεσίας της ΕΕ που αναπτύχθηκε τα τελευταία έτη, τα κράτη µέλη της ΕΕ πρέπει να ακολουθήσουν συνεκτική και σταθερή στρατηγική στις διαπραγµατεύσεις. Πρέπει να αποτραπούν οι τριβές, οι ασυνέπειες και οι αντιφάσεις µεταξύ του επιδιωκόµενου Πρωτοκόλλου και των διαφόρων πολιτικών και νοµικών πράξεων στο επίπεδο της ΕΕ. Στο µέτρο που έχει ήδη καθιερωθεί κεκτηµένο της ΕΕ στον τοµέα της καταπολέµησης των χρηµατοπιστωτικών πτυχών της οργανωµένης εγκληµατικότητας και της τροµοκρατίας, αυτό δεν πρέπει να εφαρµόζεται µόνο στα κράτη µέλη της ΕΕ αλλά να θεωρείται ως κατευθυντήρια αρχή για τις διαπραγµατεύσεις σε διεθνές επίπεδο, ιδίως σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η πρόταση κοινής θέσης για να διευκρινιστεί η προσέγγιση της Ένωσης στο συγκεκριµένο θέµα είναι απαραίτητη. 4

Πρόταση ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ όσον αφορά τις διαπραγµατεύσεις στο Συµβούλιο της Ευρώπης σχετικά µε τη σύµβαση του 1990 για το ξέπλυµα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήµευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληµατικές δραστηριότητες ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡ ΠΑΪΚΗΣ ΕΝ ΣΗΣ : Έχοντας υπόψη : τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, Τίτλο VI, και ιδίως το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο α), την πρόταση της Επιτροπής 9, Εκτιµώντας τα ακόλουθα: (1) (2) (3) Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρεί την πρόληψη και την καταπολέµηση του ξεπλύµατος χρήµατος και της χρηµατοδότησης της τροµοκρατίας ως θέµατα θεµελιώδους σηµασίας για τη δηµιουργία χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης Οι αρχές και οι κανόνες της νοµοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν µ εταξύ άλλων την πρόληψη και την καταπολέµηση του ξεπλύµατος χρήµατος, τη δέσευση των περιουσιακών στοιχείων και την καταπολέµηση της τροµοκρατίας καθώς και οι 40 συστάσεις της Ο µ άδας Χρηµατοοικονοµικής ράσης και οι 8 ειδικές συστάσεις που αφορούν τη χρηατοδότηση της τροµοκρατίας και άλλες διεθνείς νοµικές πράξεις όπως η σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωµένου εγκλήµατος και η Σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών κατά της διαφθοράς, αποτελούν τη βάση για τις τρέχουσες διαπραγ µ ατεύσεις για ένα Πρόσθετο Πρωτόκολλο, το οποίο θα αναθεωρήσει τη σύβαση του 1990 για το ξέπλυµα, την έρευνα, την κατάσχεση και δή µ ευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληµατικές δραστηριότητες («η Σύβαση») στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης Στις διαπραγµατεύσεις αυτές θα µελετηθούν οι τροποποιήσεις των υφιστάµενων διατάξεων της Σύµβασης. Επιπλέον, θα µελετηθεί η εισαγωγή µέτρων για την πρόληψη του ξεπλύµατος χρήµατος και της χρηµατοδότησης της τρο µ οκρατίας σύµφωνα µε την αναθεωρηθείσα εντολή της επιτροπής εµπειρογνωµόνων ετά την 53η σύνοδο ολοµελείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί ποινικών θεµάτων (4) Η σύµβαση θεωρείται κεκτημένο της Ένωσης 9 ΕΕ C [ ], [ ], σ. [ ]. 5

(5) Υφίσταται ανάγκη συντονισµού της θέσης της Ένωσης διαπραγ µ ατεύσεις προκειµένου να επιτευχθεί το βέλτιστο διαπραγατεύσεις για το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύµβασης στις τρέχουσες αποτέλεσµα στις (6) (7) Η Ένωση κατά την επιδίωξη των στόχων της, πρέπει να διασφαλίζει ταυτόχρονα τη συνοχή µε τις ειδικές δεσµεύσεις που αναλήφθηκαν έναντι της διεθνούς κοινότητας καθώς και µε τη συνολική εξωτερική πολιτική και τις εσωτερικές αποφάσεις Η Ένωση επιθυµεί να προστατεύσει τα συµφέροντά της και να αποφύγει το ασυµβίβαστο µεταξύ των ευρωπαϊκών και των διεθνών πράξεων που συντάσσονται στο Συµβούλιο της Ευρώπης ή σε άλλο φόρουµ ΕΞΕ ΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ : Άρθρο 1 Στις διαπραγµατεύσεις στο Συ µ βούλιο της Ευρώπης σχετικά µε το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύµβασης του 1990, το Συβούλιο αποφασίζει να υπερασπίσει τις ακόλουθες θέσεις : 1. Η Ένωση στηρίζει την τρέχουσα εκπόνηση, στο πλαίσιο του Συ µ βουλίου της Ευρώπης, Πρόσθετου Πρωτοκόλλου για την αναθεώρηση της Σύβασης, και συνηγορεί υπέρ της ταχείας ολοκλήρωσης του Πρωτοκόλλου αυτού πριν από τη Σύνοδο των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων του Συµβουλίου της Ευρώπης τον Μάιο του 2005. 2. Όσον αφορά τη χρηµατοδότηση της τροµοκρατίας, το Πρόσθετο Πρωτόκολλο πρέπει να διασφαλίζει ότι οι διατάξεις της Σύµβασης για τον προσδιορισµό, κατάσχεση και δήµευση των περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληµατικές δραστηριότητες και η διεθνής συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις µεταξύ των αρχών επιβολής του νόµου, εφαρµόζονται επίσης στην καταπολέµηση της χρηµατοδότησης της τροµοκρατίας. 3. Το Πρόσθετο Πρωτόκολλο πρέπει να αντιµετωπίσει την ανάγκη βελτίωσης της διεθνούς συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις όσον αφορά την παροχή πληροφοριών για τραπεζικούς λογαριασµούς προσώπου για το οποίο έχει διαταχθεί ποινική έρευνα. Η βελτίωση αυτή πρέπει να επεκταθεί και στην παροχή πληροφοριών για τα στοιχεία συγκεκριµένων τραπεζικών λογαριασµών και τραπεζικών πράξεων, συµπεριλαµβανοµένης της παρακολούθησης τραπεζικών πράξεων, που έχουν σχέση µε την έρευνα ενός ή περισσοτέρων αδικηµάτων. Άρθρο 2 Οι διατάξεις που συντάσσονται στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης συνάδουν µε τις πράξεις που εκπονήθηκαν βάσει του Τίτλου VI της συνθήκης ΕΕ. 6

Άρθρο 3 Η Προεδρία του Συµβουλίου, επικουρούµενη από την Επιτροπή, συντονίζει τις θέσεις των κρατών µελών κατά τις διαπραγµατεύσεις στο Συµβούλιο της Ευρώπης και επιδιώκει την επίτευξη κοινών απόψεων σε όλα τα θέµατα που εµπίπτουν στον Τίτλο VI της συνθήκης ΕΕ. Άρθρο 4 Επίσης, τα κράτη µέλη συντονίζουν τις θέσεις τους µε τις τρέχουσες εργασίες σε άλλα διεθνή φόρα και ιδίως στην Οµάδα Χρηµατοοικονοµικής ράσης. Άρθρο 5 Η Προεδρία του Συµβουλίου ζητεί από τις συνδεδεµένες χώρες Ρουµανία, Βουλγαρία και Τουρκία και τις χώρες ΕΖΕΣ να ευθυγραµµιστούν µε την παρούσα κοινή θέση. Άρθρο 6 Η παρούσα κοινή θέση δεν θίγει την εξουσιοδότηση προς την Επιτροπή να διαπραγµατευθεί, εξ ονόµατος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τα µέρη της Σύµβασης που καλύπτονται από το κοινοτικό δίκαιο. Άρθρο 7 Η παρούσα κοινή θέση παράγει αποτελέσµατα από την ηµεροµηνία έκδοσής της. Βρυξέλλες, [ ] Για το Συµβούλιο Ο Πρόεδρος 7