Άρειος Πάγος /03/ Ο εταίρος διαχειριστής ομορρύθμου ε

Σχετικά έγγραφα
Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Newsletter 03-04/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην οικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί.

Newsletter 01-02/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

Newsletter 09-10/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-76 [ 2 ]

Του αναιρεσείοντος:..., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Έλλη Ρούσσου.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1-4, 4 παρ. 1 α, 6 παρ. 1, 12παρ.1, 13 παρ. 1, 2 και 3,

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 12η Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΕΕμπΔ 2014 σελ. 627, με παρατηρήσεις Δ.Τζάκα σελ. 631 Απόφαση 201 / 2014

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος 1354/2017 Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος μισθωτού

Newsletter 4/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-67 [ 2 ]

Newsletter 9/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

ΑΠ 686/2017 Μη μείωση αποζημίωσης απόλυσης λόγω συνταξιοδότησ

670/2012 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Ο

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

Άρειος Πάγος 1266/2017 Διάκριση εργάτη υπαλλήλου: Για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως

Του αναιρεσείοντος: Β. Α. του Κ., κατοίκου..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Διαμαντάρα και κατέθεσε προτάσεις.

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Άρειος Πάγος Β2 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1370/2010

Newsletter 10/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-87 [ 2 ]

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Άρειος Πάγος 175/2013 Εργασία και έκτη ημέρα την εβδομάδα σε επιχειρήσεις με καθεστώς πενθήμερης εργασίας

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Newsletter 6-7-8/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-89 [ 2 ]

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 20 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Θεμέλη,

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος 179/2016 Πότε δεν θεωρείται καταχρηστική η καταγγελία σύμβασης εργασίας

Newsletter 07-08/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-94 [ 2 ]

Άρειος Πάγος /06/ Σύμβαση μελέτης. προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Ιανουαρίου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Γιαννέλη, για να δικάσει μεταξύ :

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Newsletter 01-02/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Χαρακτηρισμός εργασίας ως εξαρτημένης. Προϋποθέσεις - Μίσθωση έργου και έλλειψη εξαρτήσεων από τον κύριο του έργου.

Άρειος Πάγος 270/2017 Αν κατά τη διάρκεια της

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/5/2007 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Εφετείο Αθηνών.

Άρειος Πάγος Αποχώρηση λόγω συνταξιοδότησης και ύψος αποζημίωσης.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Απριλίου 2013, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος Εκείνος που εκδίδει ακάλυπτη επιταγή, ζημ

Άρειος Πάγος ΥΠΕΡΩΡΙΑ & ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ

Αριθμός 414/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. A2' Πολιτικό Τμήμα

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΠΡΟΣΤΗΣΑΝΤΟΣ ΑΠΟ ΠΡΑΞΗ ΥΠΟΠΡΟΣΤΗΘΕΝΤΟΣ

Newsletter 3/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-69 [ 2 ]

Της αναιρεσείουσας:..., κατοίκου..., την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μανώλης Φραντζεσκάκης.

Published on TaxExperts (

Newsletter 11/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-64 [ 2 ]

Αριθμός 1369/2011 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Απόφαση υπ αριθ. 1927/2014 του Γ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ

Newsletter 05-06/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

ΣτΕ 687/2016 Απαλλαγή Φ.Π.Α. στην παράδοση αγαθών. Ευθύνη αγορ

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 17 Ιανουαρίου 2001, με την παρουσία και της γραμματέως Δήμητρας Φαραγγά, για να δικάσει μεταξύ:

859/2010 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Αυτόματη μετάφραση Automatic translation (Google translate) << Επιστροφή. Αριθμός 272/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ.

Newsletter 11-12/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

Άρειος Πάγος Α1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 249/2009

Αριθμός απόφασης : 153/2019

1 of 6 18/4/2017 2:30 μμ

Αριθμός 1112/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 1/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Newsletter 1-2/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-87 [ 2 ]

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

Άρειος Πάγος Τακτική Ολομέλεια Αριθμός 23/2007 (Δημοσίευση ΝοΒ 2007 σελ. 1852)

ΑΡΙΘΜΟΣ 569/2011 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αρείου Πάγου 173/2016 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Πηγή: ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. B2' Πολιτικό Τμήμα

Απόφαση 1219 / ΧρΙΔ 2015 σελ Αριθμός 1219/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. A1' Πολιτικό Τμήμα

1219/2014 ΑΠ ( )

Αριθμός 899/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2` Πολιτικό Τμήμα

ΠΟΛ /09/ Παροχή οδηγιών για την

Πρόεδρος: Β. Θάνου-Χριστοφίλου, Αντιπρόεδρος ΑΠ. Εισηγητής: Π. Χατζηπαναγιώτης. ικηγόροι: Ι. Αρνέλλος, Γ. Πέτρου

Transcript:

Πίνακας περιεχομένων Περίληψη Α2' Πολιτικό Τμήμα ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Άρειος Πάγος 437-13/03/2012 - Ο εταίρος διαχειριστής ομορρύθμου εμπορικής εταιρείας, όταν λήξει η διαχείριση ή και πριν τη λήξη της, αν αυτό ορίζεται οπό την εταιρική σύμβαση ή συντρέχουν οι προϋποθ Περίληψη Από τα άρθρα 303 ΑΚ και 473 επ. ΚΠολΔ προκύπτει ότι όποιος διαχειρίζεται ολικώς ή μερικώς ξένη περιουσία ή υπόθεση, η οποία συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, έχει υποχρέωση να δώσει λόγο της διαχειρίσεώς του προς εκείνον,του οποίου την περιουσία ή την υπόθεση διαχειρίζεται. Για το σκοπό αυτό ο δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων, καθώς και το υπόλοιπο που προκύπτει από την ως άνω αντιπαράθεση και να επισυνάψει στο λογαριασμό τα σχετικά δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται. Στον ΑΚ, υπάρχουν ειδικές διατάξεις που επιβάλλουν την υποχρέωση λογοδοσίας, συνδέοντάς την με ορισμένη ιδιότητα του υπόχρεου προσώπου και ορισμένο έργο που αυτό άσκησε, όπως στο άρθρο 718 ΑΚ, με το οποίο ορίζεται ότι ο εντολοδόχος υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες στον εντολέα περί της ανατεθείσας υποθέσεως μετά δε το πέρας της εντολής οφείλει λογοδοσία και τη διάταξη του άρθρου 754 παρ. 1 ΑΚ που ισχύει και επί εταιρειών που έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα, με την οποία ορίζεται ότι ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του διαχειριστού εταίρου, εφαρμόζονται αναλόγως οι περί εντολής διατάξεις των άρθρων 714 έως 723 του ιδίου κώδικα. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι και ο εταίρος διαχειριστής ομορρύθμου εμπορικής εταιρείας, όταν λήξει η διαχείριση ή και πριν τη λήξη της, αν αυτό ορίζεται οπό την εταιρική σύμβαση ή συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 762 ΑΚ, υποχρεούται σε λογοδοσία προς τους λοιπούς μη διαχειριστές εταίρους. Αν ο δοσίλογος δεν προβαίνει εξωδίκως σε ανακοίνωση προς τον δεξίλογο λογαριασμού, δεν εκπληρώνεται η υποχρέωση του δοσίλογου, ο δε δεξίλογος δικαιούται να επιδιώξει την εκπλήρωση της υποχρεώσεως του δοσίλογου περί ανακοινώσεως του λογαριασμού με αγωγή, στην οποία εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 473-477 του ΚΠολΔ (ΑΠ 977/1997, ΑΠ 1625/1995). Η έγερση της αγωγής αυτής αποκλείεται εάν ο δοσίλογος έχει προβεί σε εξώδικη λογοδοσία σύμφωνα με τους άνω όρους και τύπο ή εάν ο δεξίλογος έχει αποδεχθεί και εγκρίνει το λογαριασμό που έδωσε ο δοσίλογος, αφού έτσι συνάπτεται μεταξύ αυτών σύμβαση με την οποία δηλώνεται αμοιβαίως η θέλησή τους ότι εφεξής θα ισχύσει μόνο το αποτέλεσμα του εγκριθέντος λογαριασμού και ότι οι συμβαλλόμενοι δεν θα επανέλθουν στο μέλλον στα επιμέρους κονδύλια του λογαριασμού (ΑΠ 977/1997). ΑΠ 437/2012 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Page 1 of 8

Α2' Πολιτικό Τμήμα Άρειος Πάγος 437-13/03/2012 - Ο εταίρος διαχειριστής ομορρύθμου ε Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Ευφημία Λαμπροπούλου και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 26 Σεπτεμβρίου 2011, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: Του αναιρεσείοντος:..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Άγγελο Σκιαδά, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. Της αναιρεσιβλήτου:......, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γεώργιο Πρασιανάκη. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27-6-2002 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Χανίων. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 255/2005 του ίδιου Δικαστηρίου και 168/2009 του Εφετείου Χανίων. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητά ο αναιρεσείων με την από 23-7-2009 αίτησή του και τους από 29-10-2009 πρόσθετους λόγους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Στυλιανή Γιαννούκου ανέγνωσε την από 14-9-2011 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να γίνουν δεκτοί οι λόγοι αναίρεσης και οι 1ος,2ος,3ος πρόσθετοι λόγοι αυτής. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και των προσθέτων λόγων καθώς και την καταδίκη του αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίον περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών των άρθρων 173 και 200 ΑΚ. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (ΟλΑΠ 7/2006, ΟλΑΠ 4/2005). Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την υπόψη διάταξη, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος απ' αυτή λόγος αναίρεσης, ιδρύεται, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού, δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε, ή την άρνηση του (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία) (ΟλΑΠ 1/1999). Από τα άρθρα 303 ΑΚ και 473 επ. ΚΠολΔ προκύπτει ότι όποιος διαχειρίζεται ολικώς ή μερικώς ξένη περιουσία ή υπόθεση, η οποία συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, έχει υποχρέωση να δώσει λόγο της διαχειρίσεώς του προς εκείνον,του οποίου την περιουσία ή την υπόθεση διαχειρίζεται. Για το σκοπό αυτό ο δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων, καθώς και το υπόλοιπο που προκύπτει από την ως άνω αντιπαράθεση και να επισυνάψει στο λογαριασμό τα σχετικά δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται. Στον ΑΚ, υπάρχουν ειδικές διατάξεις που επιβάλλουν την υποχρέωση λογοδοσίας, συνδέοντάς την με ορισμένη ιδιότητα του υπόχρεου προσώπου και ορισμένο έργο που αυτό άσκησε, όπως στο άρθρο 718 ΑΚ, με το οποίο ορίζεται ότι ο εντολοδόχος υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες στον εντολέα περί της ανατεθείσας υποθέσεως μετά δε το πέρας της Page 2 of 8

εντολής οφείλει λογοδοσία και τη διάταξη του άρθρου 754 παρ. 1 ΑΚ που ισχύει και επί εταιρειών που έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα, με την οποία ορίζεται ότι ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του διαχειριστού εταίρου, εφαρμόζονται αναλόγως οι περί εντολής διατάξεις των άρθρων 714 έως 723 του ιδίου κώδικα. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι και ο εταίρος διαχειριστής ομορρύθμου εμπορικής εταιρείας, όταν λήξει η διαχείριση ή και πριν τη λήξη της, αν αυτό ορίζεται οπό την εταιρική σύμβαση ή συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 762 ΑΚ, υποχρεούται σε λογοδοσία προς τους λοιπούς μη διαχειριστές εταίρους. Αν ο δοσίλογος δεν προβαίνει εξωδίκως σε ανακοίνωση προς τον δεξίλογο λογαριασμού, δεν εκπληρώνεται η υποχρέωση του δοσίλογου, ο δε δεξίλογος δικαιούται να επιδιώξει την εκπλήρωση της υποχρεώσεως του δοσίλογου περί ανακοινώσεως του λογαριασμού με αγωγή, στην οποία εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 473-477 του ΚΠολΔ (ΑΠ 977/1997, ΑΠ 1625/1995). Η έγερση της αγωγής αυτής αποκλείεται εάν ο δοσίλογος έχει προβεί σε εξώδικη λογοδοσία σύμφωνα με τους άνω όρους και τύπο ή εάν ο δεξίλογος έχει αποδεχθεί και εγκρίνει το λογαριασμό που έδωσε ο δοσίλογος, αφού έτσι συνάπτεται μεταξύ αυτών σύμβαση με την οποία δηλώνεται αμοιβαίως η θέλησή τους ότι εφεξής θα ισχύσει μόνο το αποτέλεσμα του εγκριθέντος λογαριασμού και ότι οι συμβαλλόμενοι δεν θα επανέλθουν στο μέλλον στα επιμέρους κονδύλια του λογαριασμού (ΑΠ 977/1997). Ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι έθεσε υπόψη του ενάγοντος τους σχετικούς λογαριασμούς τους οποίους ενέκρινε ο τελευταίος πριν από την άσκηση της αγωγής λογοδοσίας αποτελεί ένσταση καταλυτική της αγωγής αυτής. Η ένσταση αυτή για να είναι ορισμένη αρκεί να περιέχει τα απαιτούμενα για την κατάρτιση της πιο πάνω σύμβασης στοιχεία, δηλαδή ότι ο ενάγων δεξίλογος ενέκρινε τον λογαριασμό που του ανακοίνωσε ο εναγόμενος και αναγνώρισε έτσι το αποτέλεσμα τούτου. Αναφορά των κονδυλίων του λογαριασμού που εγκρίθηκε δεν απαιτείται, αφού η εν λόγω ένσταση στηρίζεται, όπως εκτέθηκε, στη συμφωνία των μερών ότι θα ισχύει εφεξής μόνο το αποτέλεσμα του λογαριασμού και συνακόλουθα ότι δεν θα επανέλθουν οι συμβαλλόμενοι στα επί μέρους κονδύλια τούτου. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ήδη αναιρεσείων, με την από 27-6-2002 αγωγή του ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη αδελφή του (με την οποία τη 2-12-1983 συνέστησαν ομόρρυθμη εταιρεία, της οποίας η τελευταία ασκούσε αποκλειστικά τη διαχείριση,κατά το χρονικό διάστημα από 14-1-1984 μέχρι 14-7-2000, οπότε λύθηκε κατόπιν καταγγελίας του ενάγοντος και περατώθηκε η εκκαθάριση της) σε λογοδοσία για το ως άνω χρονικό διάστημα, ανακοινώνοντας αναλυτικό μηνιαίο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων και το προκύπτον από την αντιπαράθεση κατάλοιπο, ν' αναγνωριστεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το κατάλοιπο που θα προκύψει από τη λογοδοσία κατά ποσοστό 50% που του αναλογεί και σε περίπτωση άρνησης της να καταθέσει τον αιτούμενο λογαριασμό, ν' αναγνωριστεί ότι οφείλει να του καταβάλει το εικαζόμενο κατάλοιπο ποσού 1.000.000 ευρώ. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η 255/2005 απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε από τον ήδη αναιρεσείοντα έφεση, επί της οποίας η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η έφεση κατ' ουσίαν. Το Εφετείο δέχθηκε σχετικώς τα ακόλουθα (κατά λέξιν): "Με το από 2-12-1983 ιδιωτικό συμφωνητικό που δημοσιεύθηκε νόμιμα στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου Χανίων.. ο ενάγων συνέστησε με την εναγομένη αδελφή του ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "Δ. Κ. - Δ. Κ. ΟΕ", με έδρα την πόλη των Χανίων, με σκοπό την εμπορία ετοίμων ενδυμάτων διάρκειας πέντε ετών και συμμετοχή κάθε εταίρου στο κεφάλαιο, τα κέρδη και τις ζημίες της εταιρείας κατά ποσοστό 50%.... διαχειριστές δε της εταιρείας θα είναι και οι δύο εταίροι, οι οποίοι θα εκπροσωπούν την εταιρεία από κοινού... Από το έτος 1982 ο ενάγων ασχολούμενος με την εισαγωγή και εμπορία ετοίμων ενδυμάτων δραστηριοποιήθηκε στην Αθήνα, όπου και εγκαταστάθηκε, ιδρύει δε και την εταιρεία με την επωνυμία "Δ. Κ. ΑΕΒΕ". Λόγω της μόνιμης εγκατάστασης του στην Αθήνα δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του ως συνδιαχειριστή της παραπάνω ομόρρυθμης εταιρείας, γεγονός μάλιστα που ήταν γνωστό κατά τη σύσταση της και γι' αυτό συμφωνήθηκε ότι ο κάθε διαχειριστής μπορεί να υποκατασταθεί από τον άλλο. Για το λόγο αυτό ο ενάγων με το υπ' αριθμ. 5101/14-1-1984 ειδικό πληρεξούσιο... παρείχε στην εναγομένη για το χρονικό διάστημα από 14-1-1984 μέχρι 14-1-1987 τη ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να εκπροσωπεί την ως άνω ομόρρυθμη εταιρεία σε όλες τις σχέσεις, αναφορές και συναλλαγές της υπογράφουσα υπό την εταιρική επωνυμία και να ενεργεί κάθε διαχειριστική πράξη που αφορά την εταιρεία. Η διάρκεια της εταιρείας παρατάθηκε Page 3 of 8

διαδοχικά... μέχρι 31-12-2001... Η εναγομένη και μετά τη λήξη ισχύος (14-1-1987) του παραπάνω ειδικού πληρεξουσίου συνέχισε δυνάμει άτυπης προφορικής συμφωνίας και εντολής να διαχειρίζεται την εταιρεία μέχρι 26-7-1990, οπότε ο ενάγων με το υπ' αριθμ. 2893/90 ειδικό πληρεξούσιο... της παρείχε και πάλι την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να εκπροσωπεί την εταιρεία και να ενεργεί κάθε διαχειριστική πράξη που αφορά την εταιρεία. Έτσι η εναγομένη ασκούσε αποκλειστικά τη διαχείριση της εταιρείας μέχρι 14-7-2000, οπότε ο ενάγων ανακάλεσε το παραπάνω πληρεξούσιο με το υπ' αριθμ 22871/13-7-2000... Συγχρόνως ο ενάγων με την από 14-8-2000 καταγγελία του επικαλούμενους σπουδαίους λόγους μεταξύ των οποίων έλλειψη λογοδοσίας εκ μέρους της εναγομένης κατήγγειλε την εταιρεία η οποία λύθηκε και τέθηκε σε εκκαθάριση, η οποία και περατώθηκε, με τον τρόπο που αναφέρεται στο από 19-8-2000 ιδιωτικό συμφωνητικό που υπογράφηκε μεταξύ τους. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι καθόλο το χρονικό διάστημα από 14-1-1984 μέχρι 14-7-7-2000 που η εναγομένη ασκούσε αποκλειστικά τη διαχείριση της εταιρείας, ο ενάγων ελάμβανε γνώση των λογαριασμών και διαχειριστικών πράξεων της εναγομένης, η οποία μάλιστα από τα έσοδα της εταιρείας πλήρωσε και υποχρεώσεις του ενάγοντος προερχόμενες από προσωπικά του χρέη ή αφορώσες την παραπάνω ανώνυμη εταιρεία συμφερόντων του κατ' εντολή του. Συγκεκριμένα η εναγομένη η οποία διαχειριζόνταν και την κοινή αγροτική τους περιουσία τηρούσε σχετικές καρτέλες στις οποίες εμφαίνονταν όλες οι οικονομικές λογιστικές κινήσεις (έσοδα-έξοδα, εισπράξεις - πληρωμές) τις οποίες ανέπτυξε στον εναγόμενο (σημ εδώ: προδήλως ενάγοντα). Από τις δειγματοληπτικά προσκομιζόμενες από την εναγομένη καταστάσεις μηνών Νοεμβρίου 1992, Φεβρουαρίου 1993, Ιανουαρίου 1994, Μαρτίου 1994, Μαϊου 1995, Ιουλίου 1996, Οκτωβρίου 1997, Μαρτίου 1998 και Απριλίου 1999 και 2000 που τηρούσε και οι οποίες νομίμως προσκομίσθηκαν στο... δικαστήριο... προκύπτει ότι στην πρώτη στήλη τους γράφονται οι εισπράξεις της εταιρικής επιχείρησης, στην δεύτερη τα χρηματικά ποσά που έστελνε ο ενάγων για πληρωμή διαφόρων υποχρεώσεων των εταιρειών του προς τρίτους, στην τρίτη τα ποσά που πλήρωνε για λογαριασμό του που αφορούσαν υποχρεώσεις των εταιρειών του και προσωπικές του υποχρεώσεις, στην τέταρτη τα ποσά που πληρώνονταν για λογαριασμό της εταιρείας και στην τελευταία το τελικό υπόλοιπο των συναλλαγών. Από τις καταστάσεις αυτές που ήταν μηνιαίες προέκυπτε η εικόνα της εταιρείας, αφού αναφέρονταν σ' αυτές οι εισπράξεις και οι πληρωμές των υποχρεώσεων της και τούτο ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι αναγράφονταν και τα ποσά που έστελνε ο ενάγων για κάλυψη δικών του υποχρεώσεων και τα ποσά που κατέβαλε η εναγόμενη για την αιτία αυτή (για χρέη του ενάγοντος) αφού κάθε κονδύλιο αναφέρετο χωριστά σε χωριστή στήλη. Οι ενοποιημένες καταστάσεις αυτές στο τέλος κάθε μήνα αποστέλλονταν από την εναγόμενη στον ενάγοντα στην Αθήνα μαζί με τα σχετικά παραστατικά και αυτός μετέφερε τις σχετικές εγγραφές σε δικές του καρτέλες που τηρούσε. Η τήρηση εκ μέρους της εναγομένης των μηνιαίων αυτών καρτελών για τις εισπράξεις και πληρωμές της εταιρείας, αποδεικνύεται α) από τις προσκομισθείσες δειγματοληπτικά παραπάνω καταστάσεις, β) από την κατάθεση όχι μόνο του μάρτυρα της εναγομένης αλλά και από την κατάθεση της μάρτυρα του ενάγοντος..., γ)από τα επιδοθέντα στην εναγόμενη από τον ενάγοντα από 26-6-2000 και 14-8-2000 εξώδικα στα οποία κάνει αναφορά στην τήρηση αυτών των καρτελών... Η γνώση του ενάγοντος για την ασκούμενη από την εναγόμενη διαχείριση συνάγεται ακόμη και από το από 26-6-2000 εξώδικο του που επέδωσε στην εναγόμενη και στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ο τζίρος των καταστημάτων είναι υπερβολικά χαμηλός, τον συγκρίνει με την μισθοδοσία και τα έξοδα και αναφέρει ότι τα κέρδη είναι πολύ μικρά και δεν εξισωνόταν με το μίσθωμα του ακινήτου. Ο ισχυρισμός του ότι τα παραπάνω αναφέρει μετά από αποσπασματικές πληροφορίες που του έδωσε η εναγόμενη εν όψει και όλων των παραπάνω δεν κρίνεται πειστικός. Περαιτέρω η αναφορά όλων των κονδυλίων του λογαριασμού δεν απαιτείται όπως προαναφέρθηκε ούτε όμως η προσκόμιση όλων των καρτελών αφού το δικαστήριο απ' όλα τα αποδεικτικά μέσα απέκτησε ασφαλή δικανική πεποίθηση για την τήρηση αυτών και την γνώση του ενάγοντος. Περαιτέρω, η κρίση του δικαστηρίου ότι ή εναγόμενη ενημέρωσε εγγράφως τον ενάγοντα για την πορεία της διαχείρισης που ασκούσε και ειδικότερα για τις γενόμενες εισπράξεις και πληρωμές και του απέδιδε λογαριασμό τον οποίο αυτός ενέκρινε ενισχύεται και από το ότι α) ο ενάγων συνέπραξε στην εκκαθάριση της εταιρείας υπογράφοντας τα από 19-8-2000 και 20-8-2000 ιδιωτικά συμφωνητικά για τον τρόπο διενέργειας της και τον ισολογισμό της εταιρείας και β) από το γεγονός ότι ο ενάγων με τα προαναφερθέντα υπ' αριθμ. 5101/89 και 2893/90 ειδικά πληρεξούσια αναγνωρίζει ως έγκυρες και ισχυρές όλες τις πράξεις και ενέργειες της εναγομένης. Μάλιστα στο δεύτερο Page 4 of 8

παραπάνω πληρεξούσιο αναφέρεται ότι "σημειώνεται ότι όλες οι πράξεις που έγιναν από 14-1-1987 μέχρι σήμερα από την πιο πάνω εντολοδόχο που αφορούν την προαναφερόμενη εταιρεία αναγνωρίζονται ως ισχυρές και έγκυρες παρά του πιο πάνω εμφανιζομένου στο παρόν εντολέως "δηλαδή αναφέρεται ρητά σε πράξεις που ήδη έγιναν γ) από το γεγονός ότι από την 14-1-84 έως το έτος 2000 ο ενάγων ουδέποτε προέβαλε κάποια αξίωση για λήψη κερδών ή λογοδοσία. Αξίωση για λογοδοσία προέβαλε για πρώτη φορά το έτος 2000 ότι εν τω μεταξύ οι σχέσεις των διαδίκων εξ αιτίας περιουσιακών διαφορών είχαν διαταραχθεί. Ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι επί 16 χρόνια (λειτουργίας της εταιρείας) δεν είχε γνώση της ασκούμενης από την εναγόμενη διαχείρισης και των εσόδων της εταιρείας δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Συνεπώς απ' όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι ο ενάγων είχε πλήρη γνώση για την πορεία και την διαχείριση της εταιρείας τους λογαριασμούς της οποίας ενέκρινε". Υπό τις παραδοχές αυτές το Εφετείο διέλαβε στην απόφαση του σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις ή ενδοιαστικές διατυπώσεις αιτιολογίες σχετικά με την ουσιαστική βασιμότητα της προβληθείσας εκ μέρους της εναγομένης καταλυτικής της αγωγής ένστασης ότι η τελευταία, προέβαινε εξωδίκως σε ανακοίνωση προς τον ενάγοντα και ήδη αναιρεσείονταδεξίλογο, των μηνιαίων λογαριασμών της εταιρείας, με αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων της εταιρικής τους επιχείρησης και του τελικού υπολοίπου των συναλλαγών, τους οποίους έθετε υπόψη του, αποστέλλοντας αυτούς μηνιαίως στην Αθήνα μαζί με τα συνοδεύοντα αυτούς παραστατικά και τους οποίους ο τελευταίος μετέφερε σε δικές του καρτέλλες, ενημερώνοντας έτσι εγγράφως τον ενάγοντα για την πορεία της διαχείρησης που ασκούσε και για τις γενόμενες εισπράξεις και πληρωμές, αποδίδοντας μηνιαίως λογαριασμό τον οποίο ενέκρινε ο ενάγων πριν από την άσκηση της αγωγής λογοδοσίας. Τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, πληρούν το πραγματικό της ως άνω ενστάσεως και καταφάσκουν τη βασιμότητα της. Έτσι, είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος για την ορθή ή μη εφαρμογή εκ μέρους του Εφετείου των διατάξεων των άρθρων 303, 754, 714 επ. 718 ΑΚ, τις οποίες ούτε ευθέως, ούτε πλαγίως παραβίασε και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τον αναιρεσείοντα με τον πρώτο, εκ του άρθρου 559 αρ. 1 Κ.Πολ.Δ., λόγο της κύριας αίτησης αναίρεσης και με τους, εκ του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 Κ.Πολ.Δ., υπό στοιχ.1, 3, Α, Α1., Α3., Β, Β1., 3.Β.5.2., 4.1.1., 4.1.3.,4.2.1., 4.2.2, 4.3.,4.3.1. Α, Γ, 4.4.1. έως 4.4.1.9., και Γ, 4.4.3.2., 4.5.2 έως 4.6.1.2.,4.9., 4.9.1., 4.9.3., 4.10., 4.10.1 πρόσθετους λόγους αναίρεσης είναι αβάσιμα. Ο εκ του άρθρου 559 αρ. 10 του Κ.ΠολΔ., λόγος αναίρεσης ότι το δικαστήριο, παρά το νόμο δέχθηκε πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ως αληθινά χωρίς απόδειξη, απορρίπτεται ως αβάσιμος όταν από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το δικαστήριο την κρίση του σχημάτισε από τα μνημονευόμενα σ' αυτήν (απόφαση) αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 821/1991, ΑΠ 575/1978). Στην προκειμένη περίπτωση, από τη βεβαίωση της προσβαλλόμενης απόφασης κατά την οποία τα περιστατικά, που δέχθηκε το Εφετείο για να καταλήξει στην αποδοχή της ενστάσεως της αναιρεσίβλητης, αποδείχθηκαν "από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την απόφαση αυτού πρακτικά καθώς και απ' όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται", σε συνδυασμό και με το λοιπό περιεχόμενο της ίδιας απόφασης ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, δεν καταλείπεται καμιά αμφιβολία περί του ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε για το σχηματισμό της ως άνω δικανικής του πεποίθησης όλα τα μετ' επικλήσεως προσκομισθέντα έγγραφα, μεταξύ των οποίων μνημόνευσε ειδικότερα τις εννέα δειγματοληπτικά προσκομισθείσες καταστάσεις μηνιαίων λογαριασμών, την κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης, αλλά και εκείνη της μάρτυρα του ενάγοντος, τα επιδοθέντα στην εναγομένη εκ μέρους του ενάγοντα από 26-6-2000 και 14-8-2000 εξώδικα, για δε την έγκριση του ενάγοντος συνεκτίμησε προς ενίσχυση της περί τούτου παραδοχής της και το ότι ο ενάγων συνέπραξε στην εκκαθάριση της ΟΕ υπογράφοντας τα από 19-8-2000 και 20-8-2000 ιδιωτικά συμφωνητικά για τον τρόπο διενεργείας της και τον ισολογισμό της εταιρείας, το περιεχόμενο των 5101/1984 και 2893/1990 ειδικών πληρεξουσίων με το οποίο αναγνώρισε ως έγκυρες και ισχυρές όλες τις πράξεις και ενέργειες της εναγομένης, και ότι "γενικά είχε πλήρη εικόνα των οικονομικών της εταιρείας... πλήρη γνώση για την πορεία και τη διαχείριση της εταιρείας τους λογαριασμούς της οποίας ενέκρινε" τέλος ότι ο αναιρεσείων από 14-1-1984 έως το έτος 2000 ουδέποτε προέβαλε αξίωση λογοδοσίας. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο δεν δέχθηκε χωρίς απόδειξη τη σύνταξη και ανακοίνωση των μηνιαίων λογαριασμών της εταιρείας, με αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων της εταιρικής τους επιχείρησης και του Page 5 of 8

τελικού υπολοίπου των συναλλαγών, τους οποίους έθετε υπόψη του η αναιρεσίβλητη, αποστέλλοντας αυτούς μηνιαίως στην Αθήνα μαζί με τα συνοδεύοντα αυτούς παραστατικά, καθ' όλη τη διάρκεια της διαχείρισης και τους οποίους ο αναιρεσείων ενέκρινε. Συνεπώς ο δεύτερος λόγος αναίρεσης του αναιρετηρίου που, υπό την επίκληση του άρθρου 559 αριθ.10 ΚΠολΔικ., υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Κατά το άρθρο 559 αριθμ. 9 γ' του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο άφησε αίτηση αδίκαστη. Η δικαστικώς, κατ` αρθρ. 473 επ. ΚΠολΔ, επιδιωκόμενη λογοδοσία περιλαμβάνει δύο στάδια. Κατά το πρώτο στάδιο, το Δικαστήριο ερευνά αν ο εναγόμενος έχει υποχρέωση προς λογοδοσία. Προς τούτο λαμβάνει χώρα συζήτηση κατά τις γενικές διατάξεις ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά την οποία ο εναγόμενος μπορεί να αντιτάξει προς άμυνα κατά της αγωγής ότι απαλλάχτηκε της προς λογοδοσίας υποχρέωσης, ότι εγκρίθηκε από το δεξίλογο, έστω και σιωπηρά εξώδικη λογοδοσία του ή άλλες ενστάσεις σε σχέση με την υποxρέωσn του προς λογοδοσία. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 473 Κ.Πολ.Δ., όποιος ασκεί αγωγή για λογοδοσία μπορεί να περιλάβει στην αγωγή αίτημα για την καταβολή του καταλοίπου του λογαριασμού. Κατ' ακολουθίαν στην προκειμένη περίπτωση, κατά την οποία η αγωγή, κατά παραδοχή της ως άνω ένστασης της αναιρεσίβλητης απορρίφθηκε κατ' ουσία γενομένου δεκτού ότι δεν υφίσταται υποχρέωση αυτής προς λογοδοσία, έδαφος για την πραγματοποίηση του προπαρασκευαστικού του δευτέρου σταδίου της δίκης λογοδοσίας, κατά το οποίο πρέπει να κατατεθεί ο λογαριασμός με τα συνοδευτικά έγγραφα καθώς και του δεύτερου σταδίου κατά το οποίο γίνεται έρευνα στις λεπτομέρειες του λογαριασμού, δεν υφίσταται, ώστε να διακριβωθεί τυχόν κατάλοιπο, ενώ δεν αποκλείεται η άσκηση αγωγής από την οικεία σχέση (όπως εντολή). Συνακόλουθα δεν παραβιάσθηκε ευθέως η διάταξη του άρθρου 719 ΑΚ, κατά την οποία ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να αποδώσει στον εντολέα καθετί που απέκτησε από την εκτέλεση της εντολής. Επομένως, το Εφετείο, το οποίο δεν αποφάνθηκε επί του ως άνω αιτήματος δεν υπέπεσε στην, εκ του άρθρου 559 αρ. 9 Κ.Πολ.Δ., πλημμέλεια και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον 3ο λόγο της κύριας αίτησης αναίρεσης, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Ομοίως δεν υπέπεσε στην εκ του άρθρου 559 αρ. 1 Κ.Πολ.Δ., πλημμέλεια της ευθείας παραβιάσεως του άρθρου 719 ΑΚ και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον 4ο λόγο της κύριας αίτησης αναίρεσης και με τους υπό στοιχ. 4.1.2, 4.2.2., κατά το σχετικό σκέλος του, 4.3.1.Β. Και Γ, κατά το σχετικό σκέλος του, προσθέτους λόγους αναίρεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Ο λόγος αναίρεσης του αριθ. 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. ιδρύεται όταν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν, ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ως "πράγματα" θεωρούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και άρα στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης η αντένστασης, ή λόγου έφεσης, όχι δε οι αιτιολογημένες αρνήσεις τους, ούτε οι ισχυρισμοί που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, τα οποία συνάγονται από την εκτίμηση των αποδείξεων αλλά ούτε και οι απαράδεκτοι ή αβάσιμοι κατά νόμο ισχυρισμοί (Ολ.ΑΠ 3/1997, ΑΠ 1933/2006). Εξ άλλου, δεν στοιχειοθετείται ο λόγος αυτός αναίρεσης όταν το δικαστήριο έλαβε υπόψη προταθέντα ισχυρισμό (πράγμα) και τον απέρριψε ευθέως για οποιοδήποτε λόγο τυπικό ή ουσιαστικό (Ολ.ΑΠ 12/1997), αλλά και όταν το δικαστήριο αντιμετωπίζει και απορρίπτει στην ουσία εκ των πραγμάτων προβληθέντα ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντίθετων προς αυτά που τον συγκροτούν (Ολ.ΑΠ 11/1996, ΑΠ 178/2011). Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων με τον υπό στοιχ. 5 έως και 5.1.8 πρόσθετο λόγο αναίρεσης προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του άρθρου 559 αρ. 8 Κ.Πολ.Δ πλημμέλεια, διότι, δεν έλαβε υπόψη τη βάση της αγωγής, με την οποία ζητούσε απόδοση του ως άνω καταλοίπου "και ιδιαίτερα το ποσό για το οποίο μετά την απόδοση και εκκαθάριση του λογαριασμού θα κριθεί οφειλέτης, και κατά το αναλογούν ποσοστό του, άλλως σε περίπτωση αρνήσεως της να του ανακοινώσει τον άνω λογαριασμό και το προκύπτον κατάλοιπο, το εικαζόμενο κατάλοιπο των 1.000.000 ευρώ." Ο λόγος αυτός, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα προβάλλεται αλυσιτελώς και είναι απορριπτέος. Με τον ίδιο λόγο εκ του άρθρου 559 αρ.8 Κ.ΠολΔ., επαναφέρει τους λόγους έφεσης, ότι από μία ενιαία καρτέλα ήταν αδύνατον να εξαχθεί το τελικό "προκύπτον" της διαχείρισης της εναγομένης και να προσδιοριστεί το αναλογούν στον αναιρεσείοντα μερίδιο, αφού περιέχονται και διαχειρίσεις περιουσιακών στοιχείων τρίτων, κατά τα ειδικότερον εκτιθέμενα στο λόγο αυτό. Ο λόγος Page 6 of 8

αυτός, κατά το ως άνω μέρος του είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, μ' αυτήν έγιναν δεκτά τα εξής: "Από τις παραπάνω... καρτέλες... προκύπτει ότι στην πρώτη στήλη τους γράφονται οι εισπράξεις της εταιρικής επιχείρησης, στη δεύτερη τα χρηματικά ποσά που έστελνε ο ενάγων για πληρωμή διαφόρων υποχρεώσεων των εταιρειών του προς τρίτους, στην τρίτη τα ποσά που πλήρωνε για λογαριασμό του που αφορούσαν υποχρεώσεις των εταιρειών του και προσωπικές του υποχρεώσεις, στην τέταρτη τα ποσά που πληρώνονταν για λογαριασμό της εταιρείας και στην τελευταία το τελικό υπόλοιπο των συναλλαγών. Από τις καταστάσεις αυτές που ήταν μηνιαίες προέκυπτε η εικόνα της εταιρείας αφού αναφέρονταν σ' αυτές οι εισπράξεις και οι πληρωμές των υποχρεώσεων της και τούτο ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι αναγράφονταν και τα ποσά που έστελνε ο ενάγων για κάλυψη δικών του υποχρεώσεων και τα ποσά που κατάβαλε η εναγόμενη για την αιτία αυτή.. αφού κάθε κονδύλιο αναφέρετο χωριστά σε χωριστή στήλη..." Επομένως το Εφετείο αντιμετώπισε και απέρριψε στην ουσία εκ των πραγμάτων τον προβληθέντα ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντίθετων προς αυτά που τον συγκροτούν και κατ' ακολουθία δεν θεμελιώνεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 8 Κ.Πολ.Δ., πρόσθετος λόγος αναίρεσης και είναι απορριπτέος. Κατά τη διάταξη του άρθρου 562 παρ. 2 ΚΠολΔ, είναι απαράδεκτος λόγος αναίρεσης που στηρίζεται σε ισχυρισμό, ο οποίος δεν προτάθηκε νόμιμα στο δικαστήριο της ουσίας, εκτός αν πρόκειται για α) για παράβαση που δεν μπορεί να προβληθεί στο δικαστήριο της ουσίας, β) για σφάλμα που προκύπτει από την ίδια την απόφαση, γ) για ισχυρισμό που αφορά τη δημόσια τάξη. Με τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί εκδήλωση της θεμελιώδους αρχής ότι ο Άρειος Πάγος ελέγχει τη νομιμότητα της αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας με βάση την πραγματική κατάσταση που όφειλε να λάβει υπόψη του ο ουσιαστικός δικαστής, καθιερώνεται ειδική προϋπόθεση του παραδεκτού των λόγων αναίρεσης, η συνδρομή της οποίας πρέπει να προκύπτει από το αναιρετήριο. Από τα ανωτέρω, συνάγεται ότι, το καθιερούμενο απαράδεκτο, αναφέρεται σε όλους τους λόγους αναίρεσης, του άρθρου 559 ΚΠολΔ, από δε το συσχετισμό της με τις διατάξεις των άρθρων 566 παρ.1 και 118 αρ. 4 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι για να είναι ορισμένος ο λόγος αναίρεσης, πρέπει να μνημονεύεται στο αναιρετήριο, ότι δεν πρόκειται για τις ως άνω εξαιρετικές περιπτώσεις, ότι ο ισχυρισμός αυτός, στον οποίο εκείνος στηρίζεται, είχε νόμιμα προταθεί στο δικαστήριο της ουσίας και μάλιστα στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αν αυτού η απόφαση προσβάλλεται με την αναίρεση και συγκεκριμένα ότι είχε προταθεί νόμιμα και δη με λόγο εφέσεως ή με τις προτάσεις στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, η με τον τρόπο αυτό πρόταση επιτρέπεται (ΟλΑΠ 43/1990, ΑΠ 10/2008, ΑΠ 356/2010). Το γεγονός εξ άλλου, ότι ο ισχυρισμός έπρεπε να ληφθεί υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο της ουσίας, το οποίο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν έχει έννομη συνέπεια, διότι στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να ιδρυθεί ο λόγος αναιρέσεως. Ο εκ του άρθρου 559 αρ. 11 γ του Κ.Πολ.Δ., λόγος αναιρέσεως, ιδρυόμενος αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος αν προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων, με τον υπό στοιχ. 6 έως 6.7.Α και έως 7 πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης αιτιάται την προσβαλλόμενη απόφαση διότι δεν έλαβε υπόψη συγκεκριμένα έγγραφα που προσκόμισε με επίκληση. Ο λόγος αυτός, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το Εφετείο, όπως αναφέρεται στην απόφαση, έλαβε υπόψη "τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την απόφαση αυτού πρακτικά καθώς και όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται". Από την ως άνω βεβαίωση, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, συνάγεται ότι το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, συνεξετίμησε όλα τα προαναφερθέντα αποδεικτικά μέσα, μερικά από τα οποία κατονόμασε ειδικώς, χωρίς από τη μη ειδική αναφορά των υπολοίπων να συνάγεται το αντίθετο και κατ' ακολουθία ο ως άνω πρόσθετος λόγος αναίρεσης, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 559 αρ. 20 και 561 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι ο θεσπιζόμενος με την πρώτη των διατάξεων αυτών, λόγος αναιρέσεως για παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου, ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας, υποπίπτει σε διαγνωστικό σφάλμα (λάθος στην ανάγνωση του κειμένου του εγγράφου), όταν δηλαδή αποδίδει σε αποδεικτικό, κατά την έννοια των άρθρων 339 και 432-465 Κ.Πολ.Δ., έγγραφο, περιεχόμενο καταδήλως διαφορετικό από εκείνο που πράγματι έχει, ακολούθως δε, Page 7 of 8

καταλήγει, στηριζόμενο σε τούτο μόνον, ή κυρίως σε αυτό, σε περίπτωση συνεκτιμήσεως του με άλλα αποδεικτικά μέσα, σε επιζήμιο για το διάδικο - αναιρεσείοντα- αποδεικτικό πόρισμα, ως προς πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1001/2008). Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων, με τους υπό στοιχ. 4.2.3., 4.3.2., 4.4.2., 4.5.1., 4.6.2., 4.9.2., 4.10.2., πρόσθετους λόγους αναίρεσης αποδίδει στο Εφετείο, ότι, με την προσβαλλόμενη απόφαση, υπέπεσε στην πλημμέλεια της παραβιάσεως του άρθρου 559 αρ. 20 του Κ.Πολ.Δ, καθόσον παραμόρφωσε το περιεχόμενο των ακολούθων εγγράφων ήτοι των, ως άνω, εννέα (9) καταστάσεων που προσκόμισε η εναγομένη, "τα έγγραφα που είναι χωρισμένες στις στήλες Ημερομ., Αριθμ. Εγγραφής - Αιτιολογία - Χρέωση - Πίστωση- Υπόλοιπα (Χρεωστικό-Πιστωτικό)" που τηρούσε ο ίδιος στην Αθήνα, τα από 14-8-2000 και 26-6-2000 Εξώδικα του αναιρεσείοντος, το από 19-8-2000 Ιδιωτικό Συμφωνητικό και το από 20-8-2000 διορθωτικό αυτού, τον Ισολογισμό της εταιρείας, τα υπ' αριθμ. 5101/1984 και 2893/26-7-1990 ειδικά πληρεξούσια και τα επίσημα έγγραφα της εταιρείας με την επωνυμία "ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΩΝ". Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο, σχημάτισε την κρίση του για την παραδοχή της ένστασης της αναιρεσίβλητης και την εκ τούτου απόρριψη της αγωγής, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων και από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσάγουν οι διάδικοι για τη συναγωγή είτε άμεσης είτε έμμεσης απόδειξης, όπως ανωτέρω εκτέθηκαν, δηλαδή, από περισσότερα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία δεν εξαιρείται κανένα. Δεν διαπιστώνεται δε ότι το Εφετείο υπέπεσε σε διαγνωστικό σφάλμα, με την εκτεθείσα στη προηγηθείσα μείζονα σκέψη, έννοια, καθόσον αφορά το περιεχόμενο των εγγράφων που φέρονται παραμορφωθέντα, ούτε διαπιστώνεται ότι το Δικαστήριο στηρίχθηκε μόνο στα έγγραφα αυτά, η κυρίως σ' αυτά για να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, ως προς τα πράγματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Συνεπώς, οι ως άνω πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης με τους οποίους αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η ελεγχόμενη από το άρθρο 559 αρ. 20 ΚΠολΔ πλημμέλεια γιατί το Εφετείο που δίκασε παραμόρφωσε το περιεχόμενο συγκεκριμένων εγγράφων, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο τελευταίος υπό στοιχ. 8 πρόσθετος λόγος, κατά τον οποίο το Εφετείο, " δεν εκτίμησε σωστά το περιεχόμενο των προτάσεων και των προσθηκών" του αναιρεσείοντος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, λόγω αοριστίας του. Τέλος, οι λοιπές διαλαμβανόμενες στους πρόσθετους λόγους αιτιάσεις, πλήττουν απαραδέκτως την ανεπίδεκτη αναιρετικού ελέγχου εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον δεν συντρέχει λόγος αναιρέσεως κατά το άρθρο 559 αριθμ. 19 και 20 Κ.Πολ.Δ. Επομένως η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, πρέπει να απορριφθούν στο σύνολο τους και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων, λόγω της ήττας του, στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 23-7-2009 αίτηση του Δ. Κ. για αναίρεση της 168/2009 απόφασης του Εφετείου Χανίων και τους από 29-10-2009 πρόσθετους λόγους αναίρεσης αυτής. Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 2011. Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 13 Μαρτίου 2012. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Source URL: https://www.taxexperts.gr/εφο/φορολογικά-θέματα/άρειοςπάγος-437-13032012-ο-εταίρος-διαχειριστής-ομορρύθμου-εμπορικής Page 8 of 8