Εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στην εκκλησιαστική επαρχία Σερρών κατά το 2 ο μισό του 19 ου αιώνα και τις αρχές του 20 ου αιώνα

Σχετικά έγγραφα
Ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια ( ) Ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του

Ενότητα 22 - Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων. Ιστορία Γ Γυμνασίου. Μακεδονομάχοι Το αντάρτικο σώμα του Μελά

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ


Ανατολικο ζητημα κριμαϊκοσ πολεμοσ. Μάθημα 4ο

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Κεφάλαιο 1. Από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεµο του 1897 στον Μακεδονικό Αγώνα (σελ )

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 1)

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Kλάσης Δυτική Εξαρχία:

Θεσμοί Εκπαίδευσης του Οικουμενικού Ελληνισμού: «Τα ιστορικά σχολεία» Μπούντα Ελένη, Σχολική Σύμβουλος

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Κεφάλαιο 5. Η Θράκη, η Μικρά Ασία και ο Πόντος, ακµαία ελληνικά κέντρα (σελ )

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ. Μαρία Παντελή Γιώργος Βασιλείου

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους»

Θέμα εισήγησης : «Το Τραμπάντζειο Γυμνάσιο Σιάτιστας και η προσφορά του»

2 ο Γυμνάσιο Μελισσίων Σχολικό έτος: Τμήμα: Γ 2 Μάθημα: Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία. Επιμέλεια παρουσίασης: Μαμίτσα Μαρία, Μάστορα Βεατρίκη

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα

ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

Ένα μικρό ιστορικό της Μακεδονίας μετά το 1900

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

Σοφία Ηλιάδου - Τάχου. ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΗ Δ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 19ου ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ

Προσεγγίσεις στην Τοπική Εκπαιδευτική Ιστορία: Σχολεία και εκπαιδευτικοί της Θεσσαλονίκης. Ενότητα 9 η : Διδασκαλείο Θηλέων Θεσσαλονίκης

Η ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣΗΜΟ

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Η Τουρκία στον 20 ο αιώνα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ «ΕΒΡΑΙΚΟΙ ΤΟΠΟΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ»

Η Τουρκία στον 20 ο αιώνα

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ ( )

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΣΕΡΓΙΑΝΝΙΔΗ ΣΤΑΘΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΜΑ: ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Εικονογραφία. Μιχαήλ Βόδας Σούτσος Μεγάλος Διερµηνέας και ηγεµόνας της Μολδαβίας Dupré Louis, 1820

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης.

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 1. Θέματα Ερμηνείας και Θεολογίας των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου. 2. Πατερική Ερμηνευτική.

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

ΜΑΞΙΜΕΙΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΕΡΡΩΝ ΚΑΙ ΝΙΓΡΙΤΗΣ

Ι.Μ. Φθιώτιδος: «Ότι αποφασίσει η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας»

Να απαντήσετε ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ και στις ΔΥΟ ερωτήσεις. Κάθε ερώτηση βαθμολογείται με δύο (2) μονάδες.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΛΥΚΕΙΟ ΣΟΛΕΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ: Β ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 26 Μαΐου 2009 ΩΡΑ: 07:45-10:15

Η Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στην Ουκρανία

Για την (προ)ιστορία του Μακεδονικού Ζητήματος

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ Ν.ΣΕΡΡΩΝ.

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

Κεφάλαιο 8. Ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαµάντιος Κοραής

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Ιστορία Κεφ. 24 ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή)

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ 27/28/29/30

Οι Κωνσταντινουπολίτες Βούλγαροι και η παλαιά Κωνσταντινούπολη

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΑΧΑΙΡΑ. Ιστορία Στ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ - ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΤΑΞΗ: Γ. Ονοματεπώνυμο:. Τμήμα:...

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

4. Η διάδοση του Χριστιανισμού στους Μοραβούς και τους Βουλγάρους

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

1 Η ΚΡΗΤΗ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Τα Κεντρα Του Ελληνισμού, Η Εκκλησία Και Οι Κρήτες Της Αφρικής Με Ιδιαίτερη Έμφαση Στην Νότια Αφρική

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ)

186 Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνειων Χωρών Θράκης (Κομοτηνή)

19 ος αιώνας Διάρκεια επανάστασης του 1821 : μετακινήσεις ελληνικών πληθυσμών προς την επαναστατημένη Ελλάδα

Ιστορία του Αραβοϊσλαμικού Πολιτισμού

_ _scope7 1 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ

Πανελλήνιες ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Ιστορία Γενικής Παιδείας. Σαβ ΟΜΑ Α Α. Θέµα Α2

Κεφαλή της Μιας Εκκλησίας είναι ο Χριστός (όλες οι τοπικές Εκκλησίες είναι Χριστοκέφαλες). Με τον όρο αυτοκέφαλο αποδίδεται, κατά τους ιερούς

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

Δημ. Θ. Καραμήτσος για το Μακεδονικό ζήτημα

Θεσμοί Ευρωπαϊκών Λαών Ι 19 ος -20 ος αιώνας

Ψήφισμα Δ.Σ. Συνδέσμου Αποφοίτων ΣΣΑΣ για το όνομα του κρατιδίου των Σκοπίων Τρίτη, 30 Ιανουάριος :00

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÈÅÙÑÇÔÉÊÏ ÊÅÍÔÑÏ ÁÈÇÍÁÓ - ÐÁÔÇÓÉÁ

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

Σάββατο, 01 Ιουνίου 2002 ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑ Α Α

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 9 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Αντικείμενο και πλαίσιο της εργασίας...

Ελλάδα: ιστορική αναδρομή

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τρίτη, 11 Σεπτέμβριος :43

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας- Μεσοπόλεμος)

2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Θεολογική Σχολή ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Ορθόδοξη Θεολογία και Χριστιανικός Πολιτισμός» ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ Εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στην εκκλησιαστική επαρχία Σερρών κατά το 2 ο μισό του 19 ου αιώνα και τις αρχές του 20 ου αιώνα Θεσσαλονίκη 2017 [1]

Εικόνα εξωφύλλου: ΤοΚεντρικό Παρθεναγωγείο «Γρηγοριάς». Ανεγέρθηκε από τον Γρηγόριο Κ. Ρακιντζή το 1891-1892 και πυρπολήθηκε το 1913 (Γ. Καφταντζής, Ιστορία της πόλεως των Σερρών και της περιφερείας της, σ. 353) [2]

Περιεχόμενα Πρόλογος... 4 Εισαγωγή... 6 Η πολιτική, διοικητική και οικονομική κατάσταση στην εκκλησιαστική επαρχία των Σερρών κατά το 19 ο αι. και τις αρχές του 20 ού αι.... 6 Κεφάλαιο 1 ο...14 Συνθήκες και λόγοι που επέβαλαν την εκπαιδευτική και συλλογική ανάπτυξη στη Μακεδονία και ειδικότερα στην περιοχή των Σερρών...14 1.1 Η ανάπτυξη της παιδείας στην περιοχή της Μακεδονίας και το βουλγαρικό ζήτημα...15 1.2 Η εκπαιδευτική κατάσταση της εκκλησιαστικής επαρχίας Σερρών(1870-1913)- Συνθήκες και λόγοι που επέβαλαν την εκπαιδευτική και συλλογική ανάπτυξη...22 Κεφάλαιο2 ο...30 Η εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στις Σέρρες κατά τον 19 ο αιώνα και τις αρχές του 20 ού αιώνα...30 2.1 Η περίπτωση του Μακεδονικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Σερρών και του πολιτιστικού Συλλόγου Σερρών Ορφεύς...30 2.2 Η εκπαίδευση στις Σέρρες στη διάρκεια του 19 ου αιώνα...34 2.3 Η συλλογική δραστηριότητα στις Σέρρες την περίοδο 1850-1913...47 Κεφάλαιο 3...54 Εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στην υπόλοιπη επαρχία Σερρών...54 3.1 Η εκπαιδευτική δραστηριότητα στην περιοχή της Νιγρίτας...54 3.2 Η εκπαίδευση στην περιοχή των Δαρνακοχωρίων και σε άλλα χωριά της επαρχίας Σερρών...60 Συμπεράσματα...72 Βιβλιογραφία...77 [3]

Πρόλογος Οι Σέρρες και η εκκλησιαστική τους επαρχία είχαν μια πολυτάραχη ιστορία και η τύχη της περιοχής συνδέθηκε άμεσα με τις ιστορικές τύχες του ευρύτερου μακεδονικού χώρου. Η περιοχή των Σερρών, όπως και γενικότερα η Μακεδονία, αποτελούσε για πολλά χρόνια αντικείμενο διεκδίκησης από άλλους λαούς των Βαλκανίων. Κεντρικός μάλιστα ήταν ο ρόλος της περιοχής κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα. Η εκκλησιαστική επαρχία Σερρών κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου ανήκε διοικητικά στο σαντζάκι Σερρών και πιο συγκεκριμένα, στην υποδιοίκηση (καζάς) Σερρών με την οποία σχεδόν ταυτιζόταν. Το ελληνικό στοιχείο ήταν κυρίαρχο και ιδιαίτερα δραστήριο ως προς την εκπαιδευτική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της περιοχής. Ιδιαίτερα σημαντική για την εκκλησιαστική επαρχία Σερρών ήταν η εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα, κυρίως από τον 18 ο αιώνα και έπειτα, έως την απελευθέρωση της κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913). Ειδικά, από το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα, η εκπαίδευση στο χώρο ευθύνης της μητρόπολης Σερρών εκτοξεύεται γνωρίζοντας μεγάλη ανάπτυξη, γεγονός στο οποίο συνέβαλε ιδιαίτερα η προσφορά σημαντικών προσώπων της περιοχής, από το χώρο της εκπαίδευσης και της Εκκλησίας. Ιδιαίτερα σημαντικός ήταν ο ρόλος των μητροπολιτών Σερρών όσον αφορά την ίδρυση σχολείων και την γενικότερη ανάπτυξη της εκπαίδευσης. Επίσης, πολύ σημαντικός τόσο για την κοινωνική όσο και για την εκπαιδευτική δραστηριότητα ήταν ο ρόλος των διαφόρων φιλανθρωπικών, πολιτιστικών και φιλεκπαιδευτικών συλλόγων και αδελφοτήτων. Η έντονη εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα δεν αφορά ούτε περιορίζεται μόνο την πόλη των Σερρών, αλλά και πολλές ακόμη περιοχές της ίδιας εκκλησιαστικής επαρχίας. Επίσης, η έντονη ελληνική φιλεκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα αυτή εμφανίζεται όχι μόνοστις ελληνόφωνες περιοχές αλλά και σε περιοχές στις οποίες υπερίσχυε το σλαβόφωνο στοιχείο. Ο ρόλος της εκπαιδευτικής δραστηριότητας αφορούσε τόσο στη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια των κατοίκων της περιοχής όσο και στην τόνωση του εθνικού τους αισθήματος σε κρίσιμες περιόδους. [4]

Η παρούσα εργασία ασχολείται με την εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στον γεωγραφικό χώρο της μητρόπολης Σερρών κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 19 ου αιώνα και τις αρχές του 20 ου αιώνα. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στις συνθήκες και τους λόγους που επέβαλαν την εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στην εκκλησιαστική επαρχία των Σερρών αλλά και ευρύτερης της Μακεδονίας τόσο σε διοικητικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτιστικό και εκπαιδευτικό επίπεδο κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται αναλυτικά η εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στην πόλη των Σερρών κατά το διάστημα το οποίο μελετάμε. Αντίστοιχα, στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μια ειδικότερη αναφορά στα διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα και την εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα στις υπόλοιπες περιοχές της εκκλησιαστικής επαρχίας Σερρών κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. [5]

Εισαγωγή Η πολιτική, διοικητική και οικονομική κατάσταση στην εκκλησιαστική επαρχία των Σερρών κατά το 19 ο αι. και τις αρχές του 20 ού αι. Η εκκλησιαστική επαρχία των Σερρών αποτελούσε μία επαρχία από τις σημαντικότερες ευρωπαϊκές επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο χώρο της Μακεδονίας παρουσιάζοντας έντονη εκκλησιαστική, εθνική, κοινωνική, πολιτική και οικονομική δραστηριότητα, κυρίως κατά τον 19 ο αιώνα. Η δραστηριότητα αυτή και κίνηση αντικατοπτρίζεται χαρακτηριστικά στο χώρο της εκπαίδευσης και της συλλογικής δραστηριότητας, καθώς παρατηρείται ιδιαίτερη άνθηση στους τομείς αυτούς. Έτσι, αφού πρώτα αναφερθούμε στην πολιτική, διοικητική και οικονομική κατάσταση στην εκκλησιαστική επαρχία Σερρών, στη συνέχεια θα περιγράψουμε αναλυτικά την εκπαιδευτική και συλλογική δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στην ίδια περιοχή, με σκοπό να αναζητήσουμε τους παράγοντες εκείνους που συνέβαλαν στην ανάπτυξη τους, καθώς και αυτούς που λειτούργησαν ανασταλτικά. Επίσης, ιδιαίτερη επισήμανση θα γίνει στο ρόλο της Εκκλησίας στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης στις Σέρρες και την υπόλοιπη επαρχία 1. Δυστυχώς, λίγα έγγραφα του Ελληνικού Προξενείου Σερρών έχουν διασωθεί για την περίοδο από το 1855 έως το 1865, παρά ταύτα είναι κατατοπιστικά της αυθαιρεσίας και της κακής κατάστασης που επικρατούσε την περίοδο αυτή. Από το 1860 έως το 1873, το βιλαέτι της Θεσσαλονίκης περιλάμβανε τρία σαντζάκια: της Θεσσαλονίκης, των Σερρών και της Δράμας. Στη Θεσσαλονίκη είχε έδρα ο πασάςγενικός διοικητής, ενώ μουτεσαρίφηδες διοικούσαν τα σαντζάκια Σερρών και Δράμας και καϊμακάμηδες τους κατά τόπους καζάδες 2. Το σαντζάκι των Σερρών περιλάμβανε οκτώ συνολικά καζάδες (υποδιοικήσεις) που διοικούνταν από ισάριθμους καϊμακάμηδες (υποδιοικητές). Οι καζάδες αυτοί ήταν οι εξής: Άνω Τζουμαγιάς, Ράσλοκ, Νευροκοπίου, Μελενίκου, Πετριτσίου, ΔεμίρΙσάρ, Ζίχνης και Σερρών ο οποίος κυρίως ενδιαφέρει τη μελέτη μας καθώς 1 Για την εκκλησιαστική επαρχία Σερρών την εποχή αυτή βλ. στο Ι. Μπάκας, «Από την ιστορία μιας επαρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η μητρόπολη Σερρών κατά το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα», Κόσμος 3 (2014-2015) 121-141. 2 Κ. Παπαθανάση Μουσιοπούλου, «Χρονικό των Σερρών 1861 1873: Τουρκικές αυθαιρεσίες και αναδιοργάνωση της Παιδείας. Ανέκδοτα έγγραφα του Υπουργείου των Εξωτερικών», σ. 226-233. [6]

σχεδόν στο σύνολό του περιλαμβάνεται εντός των εκκλησιαστικών ορίων της μητρόπολης Σερρών 3. Η μητρόπολη Σερρών ιδρύθηκε το 996, ενώ ως τότε οι Σέρρες υπάγονταν στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης. Αρχικά, στη μητρόπολη Σερρών υπάγονταν οι επισκοπές Μελενίκου, Ζιχνών, Εζεβών, Σπηλαίου και Νικοπόλεως (Νευροκόπου), ενώ αργότερα κάποιες από αυτές αποσπάστηκαν αποτελώντας αρχιεπισκοπές ή μητροπόλεις. Μετά την οθωμανική κατάκτηση των Σερρών, το 1383 (19 Σεπτεμβρίου), πραγματοποιήθηκαν ανακατατάξεις στο χώρο της μητρόπολη με βάση δημογραφικά και οικονομικά κριτήρια. Κατά τα τέλη του 19 ου αιώνα, στη μητρόπολη Σερρών υπάγονταν περί τα 76 χωριά 4. Ο συνολικός πληθυσμός του σαντζακίου Σερρών στη δεκαετία 1850-60 ανερχόταν περίπου στις 248.000 κατοίκους, σύμφωνα με τις οθωμανικές στατιστικές, οι οποίες προφανώς δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, μιας και για λόγους ευνόητους ο αριθμός του χριστιανικού δυναμικού παρουσιάζονταν συνήθως μειωμένος 5. Έδρα της μητρόπολης Σερρών, του ομώνυμου καζά και του σαντζακίου ήταν οι Σέρρες, το μεγαλύτερο αστικό και οικονομικό κέντρο της Ανατολικής Μακεδονίας. Η πόλη υπήρξε ανέκαθεν το πνευματικό κέντρο της περιοχής και ήδη από τις αρχές του 17 ου αιώνα αναφέρονται Σερραίοι διδάσκαλοι, κυρίως κληρικοί, ενώ το πρώτο σχολείο λειτούργησε το 1735 με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Σερρών Γαβριήλ (1735-1745). Αργότερα, με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Σερρών Χρύσανθου (1824-1829) και την οικονομική ενίσχυση Σερραίων που εμπορεύονταν βαμβάκι στη Βιέννη και το Μπρασόβ, ιδρύθηκε «ελληνικόν σχολείον» που βαθμιαία αναπτύχθηκε και στο οποίο δίδαξαν φωτισμένοι για την εποχή διδάσκαλοι 6. Σε ότι αφορά στην κοινωνική και οικονομική ζωή στην εκκλησιαστική επαρχία Σερρών, θα πρέπει να σημειωθεί ότι με την παραχώρηση του «Χάττι Χουμαγιούν», το 1856, οι χριστιανοί του οθωμανικού κράτους ανέπνευσαν από τα έως τότε δεινά και επιδόθηκαν με μεγαλύτερο ζήλο στις επαγγελματικές και πολιτιστικές τους ενασχολήσεις. Από την άλλη πλευρά, οι Οθωμανοί διοικητές προσπαθούσαν να 3 Στ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού και της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, σ. 30 59. 4 Ι. Μπάκας, «Η αγιωτάτη Εκκλησία των Σερρών τιμία ούσα και μεγάλη», σ. 11, 16, 24-25, 29. 5 Κ. Παπαθανάση Μουσιοπούλου, «Χρονικό των Σερρών 1861 1873», σ. 234-250. 6 Π. Πέννας, Ιστορία των Σερρών. Από της Αλώσεως αυτών υπό των Τούρκων έως της απελευθερώσεώς των υπό των Ελλήνων, 1383-1913, σ. 398. [7]

ανακόψουν τη ραγδαία οικονομική εξέλιξη του ελληνικού στοιχείου με διάφορα αυθαίρετα μέτρα, παραβιάζοντας έτσι τις ελληνοτουρκικές συμφωνίες. Χαρακτηριστική είναι η πληροφορία που δίνει ο Γ. Κανακάρης, υποπρόξενος στις Σέρρες, σχετικά με τη δήλωση που έκανε ο γενικός διοικητής Μακεδονίας Χουσνή Πασάς, όταν επισκέφθηκε τις Σέρρες στις 19-29 Δεκεμβρίου του 1860 7 : θέλει προσκαλέσει άπαντας τους εν τηεπαρχία ταύτη διαμένοντας υπηκόους Έλληνας διά να γνωστοποιήσει αυτοίς ότι όσοιεξ αυτών θέλουσι να γείνωσιν υπήκοοι Οθωμανοί οφείλουσι να δώσωσιν έγγραφον ότι δέχονται την Οθωμανικήν υπηκοότητα, οι δ ἀρνούμενοι οφείλουσιν άνευ αναβολής να εγκαταλείπωσι το οθωμανικόν έδαφος Αρκετά κατατοπιστικό της κατάστασης που επικρατούσε εκείνη την εποχή είναι και το έγγραφο από 7/8/1864 του υποπρόξενου Γ. Λαγκαδά. Στο έγγραφο αυτό γνωστοποιείται στο Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ότι ο Οθωμανός Καϊμακάμης για να περιορίσει τον αριθμό των Ελλήνων κτηματιών παραβίαζε το πρωτόκολλο του Λονδίνου που όριζε 8 : οι δυνάμεις του Πρωτοκόλλου μετανάσται δεν ηδύναντο να επανέλθωσιν όπως διαμείνωσι μονίμως εις την Οθωμανικήν Επικράτειαν ειμή μετά τριετή εν Ελλάδι διαμονήν... Παρότι, οι τούρκικες βιαιότητες δεν σταματούν εδώ, όπως μας πληροφορούν έγγραφα και άλλων διπλωματικών εκπροσώπων στη Μακεδονία και τη Θράκη, οι αντιξοότητες δεν περιορίζουν την αγωνιστικότητα των Ελλήνων που παρά τις δυσμενείς συνθήκες πραγματοποιούν τις επιδιώξεις τους με επιμονή και υπομονή 9.Εξ αυτού ορμώμενοι, οι Σερραίοι διατηρώντας έντονη τη βυζαντινή παράδοση, εξακολούθησαν και κατά την οθωμανική περίοδο να διακρίνονται για την οικονομική, πολιτιστική και εκκλησιαστική τους δραστηριότητα. Οι δραστήριοι έμποροι των Σερρών έπαιρναν μέρος στη διεθνή, με τα μέτρα της εποχής, εμποροπανήγυρη της Ουζουντζιόβας στη Θράκη, διατηρούσαν επίσης εμπορικούς ανταποκριτές στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ολλανδία, όπου έστελναν κυρίως μεγάλες ποσότητες βαμβακιού. Το 18 ο αιώνα, η εξαγωγή βαμβακιού έφθασε τις πενήντα χιλιάδες μπάλες αξίας πέντε εκατομμυρίων πιάστρων. Ο αντίστοιχος φόρος, ένα πιάστρο την οκά, πληρώθηκε στις Σέρρες 10. 7 Κ. Παπαθανάση Μουσιοπούλου, «Χρονικό των Σερρών 1861 1873», σ. 187-194. 8 Κ. Παπαθανάση Μουσιοπούλου, «Χρονικό των Σερρών 1861 1873», σ. 226-230. 9 Δήμος Σερρών, «Επιχειρησιακό Σχέδιο Παροχής Υπηρεσιών Κοινωνικού Χαρακτήρα» και Α. Μπαχτσεβάνης-Δ. Σταματόπουλος, Η ιστορία του δήμου Σερρών, σ. 30. 10 Κ. Βακαλόπουλος, «Οικονομική Λειτουργία του Μακεδονικού και Θρακικού Χώρου στα μέσα του 19 ου αιώνα στα πλαίσια του Διεθνούς εμπορίου», σ. 39 [8]

Λόγω της παραπάνω δραστηριότητας οι Σέρρες αποτελούσαν μία πόλη εμπορική και πολυάνθρωπη η οποία αναδείχθηκε σε σημαντικό πολιτιστικό κέντρο κατά τα τέλη του 19 ου αιώνα. Ορόσημο αποτέλεσε η σιδηροδρομική σύνδεση της πόλης με τη Θεσσαλονίκη και την ίδια την Κωνσταντινούπολη, μέσω της ενωτικής γραμμής που ονομαζόταν JoctionSalonique Constantinople,το 1872. Το νέο αυτό συγκοινωνιακό μέσο άλλαξε κυριολεκτικά τη ζωή στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή της και ιδιαίτερα τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες 11. Συνεχίζοντας, δε θα μπορούσε κανείς να παραλείψει την εκκλησιαστική κατάσταση στις Σέρρες κατά την ίδια χρονική περίοδο. Συγκεκριμένα, το 1860 ήταν μία δύσκολη χρονιά για τους υπόδουλους Χριστιανούς 12. Οι καταπιέσεις είχαν φθάσει στον ανώτατο βαθμό με αποτέλεσμα οι διαμαρτυρίες των «ραγιάδων» να συγκινήσουν τους Ευρωπαίους. Το υπόμνημα του HenryBulwer, Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο στηρίχθηκε σε εκθέσεις πρακτόρων του από διάφορα μέρη της οθωμανικής επικράτειας, ήταν καταπέλτης για την Πύλη. Αποδείκνυε ότι εξακολουθούσε να ισχύει το καταπιεστικό σύστημα εισπράξεως των φόρων και ότι δεν είχαν εφαρμοστεί οι δικαστικές, διοικητικές και οικονομικές βελτιώσεις τις οποίες προέβλεπε το Χάττι-Χουμαγιούν 13. Επιπλέον, στις επαρχίες, όπως σε αυτή των Σερρών, η ζωή των Χριστιανών ήταν μαρτυρική με τις συνεχείς επιθέσεις ληστών και φανατικού μουσουλμανικού όχλου. Ωστόσο, η Πύλη προκειμένου να καθησυχάσει την κοινή γνώμη του πολιτισμένου κόσμου, είχε στείλει από το Μάιο του 1860 το Μεγάλο Βεζύρη Μεχμέτ Κιοπριολή να περιοδεύσει στην ευρωπαϊκή Τουρκία και να διατάξει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να περιοριστεί το κακό 14. Όπως αποκαλύπτουν αποσπάσματα από τρεις αναφορές του Γεωργίου Κανακάρη, Έλληνα Υποπρόξενου στις Σέρρες, η ζωή των Χριστιανών στην περιοχή χαρακτηριζόταν ως εφιαλτική 15 και αποτελούσε ίσως μια από τις χειρότερες περίοδος των αυθαιρεσιών των Οθωμανών απέναντι στους χριστιανικού πληθυσμούς της 11 Στ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού και της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, σ. 51. 12 Ι. Μπάκας, «Από την ιστορία μιας επαρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η μητρόπολη Σερρών κατά το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα», Κόσμος 3 (2014-2015) 124-126. 13 Κ. Πλαστήρας, «Σέρρες μέρες του 1891: Διαφωνίες παραγόντων της ελληνικής κοινότητας ως προοίμιο του κοινοτικού ζητήματος», σ. 193-200. 14 Κ. Πλαστήρας, σ. 193-200. 15 Κ. Πλαστήρας, σ. 201-209. [9]

Μακεδονίας 16. Χαρακτηριστικά, στην πρώτη αναφορά, αναφέρεται ότι δεν περνούσε ούτε μία μέρα που η ζωή των Χριστιανών να θεωρούνταν ευτυχισμένη. Συνέβαιναν διαφόρων ειδών αδικίες, αφού οι Χριστιανοί βρίσκονταν αντιμέτωποι με αδικήματα που δεν είχαν διαπράξει οι ίδιοι, αλλά άλλοι Οθωμανοί υπάλληλοι. Η κατάσταση είχε γνωστοποιηθεί στο Σουλτάνο, αλλά οι κατά τόπους Διοικητές αρνούνταν να εφαρμόσουν ίση αντιμετώπιση όλων των υπηκόων της Αυτοκρατορίας. Άλλες πληροφορίες, οι οποίες αναγράφονται στη δεύτερη αναφορά, αποκαλύπτουν συνωμοσία, η οποία έχει κατασκευαστεί κατά των Χριστιανών στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, με όμοια κατάσταση να επικρατεί και στην περιοχή των Σερρών. Μάλιστα, η συνωμοσία αυτή φαίνεται ότι αφορούσε κυρίως τους Ευρωπαίους, καθώς σε διάφορα επίσημα έγγραφα, οι Χριστιανοί φαίνεται ότι αιτούνταν από αυτούς την αποστολή πολεμικών πλοίων και στρατού, τα οποία θα έρχονταν για να τους προστατεύσουν. Συγκεκριμένα, για τις Σέρρες, όπου δεν υπήρχαν πολλοί Ευρωπαίοι και το μέρος δεν είναι παραλιακό, η μόνη ελπίδα ήταν αν έστελναν πολεμικό πλοίο αυτό να σταθμεύσει στο λιμάνι του Τσάγεζι, ώστε από εκεί να προσφέρει κάποιου είδους προστασία. Στην τρίτη του αναφορά ο Κανακάρης ξεκαθαρίζει ότι άπαντες στις Σέρρες βρίσκονταν σε κατάσταση πανικού από φόβο για το τι μέλλει να πράξουν οι Οθωμανοί. Διαβεβαιώνεται, μάλιστα, ότι εάν τα πράγματα στη Θεσσαλονίκη δεν ησυχάσουν, η κατάσταση στις Σέρρες θα γίνουν ακόμα χειρότερη, αφού οι εκεί Οθωμανοί ήταν ιδιαίτερα φανατικοί και ανέμεναν το έναυσμα για κακοπραγίες. Τέλος, στην ίδια αναφορά ξεκαθαρίζεται το γεγονός ότι οι κακοπραγίες αυτές δε θα είχαν καθόλου αίσιο τέλος, αφού πρώτον δεν παρεχόταν καμία ασφάλεια ούτε και προστασία από τις αρμόδιες αρχές, δεύτερον, διότι το μέρος ήταν μεσόγειο και δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής και τρίτον διότι οι ξένες δυνάμεις χορηγούσαν βοήθεια με μεγάλη δυσκολία και βραδύτητα 17. Ωστόσο και παρά την δύσκολη πολιτική κατάσταση του τόπου από την κακοδιοίκηση και τις αυθαιρεσίες παρατηρείται ένταση της εκπαιδευτικής και συλλογικής δραστηριότητας σε ολόκληρη την εκκλησιαστική επαρχία Σερρών. Το πρώτο σχολείο είχε ιδρυθεί στις Σέρρες το 1722, όταν ηγεμόνας της Ουγγροβλαχίας Νικόλαος Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος με χρυσόβουλό του καθόρισε να χορηγείται κάθε χρόνο για τη σχολή των Σερρών το ποσό των 300 γροσίων, από το οποίο τα 250 χορηγούνταν για το μισθό του διδασκάλου και τα υπόλοιπα για τα άλλα έξοδα. Το 16 Π. Πέννας, Ιστορία των Σερρών, σ. 68-70. 17 Κ. Πλαστήρας, «Σέρρες μέρες του 1891», σ. 201 209. [10]

χρυσόβουλο μάλιστα έγραφε τα εξής 18 : Επειδή στην επαρχία Σερρών οι λίγοι πιστοί και ορθόδοξοι χριστιανοί στερούνται σχολείου και διδασκάλου εξ αιτίας των καιρικών περιστάσεων, κρίναμε εύλογο και αναγκαίο να συστήσουμε και εκεί σχολείο των ελληνικών μαθημάτων για την προκοπή και την επίδοση στη μάθηση των εκεί χριστιανών και για τη δική μας σωτηρία Οι ηγεμόνες της Ουγγροβλαχίας κατόρθωσαν να βγάλουν άδειες ίδρυσης ελληνικών σχολείων σε διάφορες πόλεις της ευρωπαϊκής Τουρκίας και της Μ. Ασίας, άλλοτε με δώρα στους Οθωμανούς διοικητές και άλλοτε με την επιρροή που εξασκούσαν στους υπουργούς του Σουλτάνου 19. Ωστόσο, μετά το θάνατο του Μαυροκορδάτου και του γιού του, οι διάδοχοί του ηγεμόνες της Ουγγροβλαχίας σταμάτησαν τη βοήθεια και εξ αιτίας της διακοπής της βοήθειας αυτής το σχολείο των Σερρών άρχισε να φυτοζωεί από το 1730. Όταν ήλθε στις Σέρρες ως μητροπολίτης ο Γαβριήλ (1735-1745) βρήκε τη σχολή των Σερρών σχεδόν κλειστή, διότι αυτή, χωρίς πόρους, δεν μπορούσε να λειτουργήσει κανονικά. Φρόντισε μάλιστα ο ίδιος να την αναδιοργανώσει με αποτέλεσμα αυτή, από το 1735 έως το 1780, να λειτουργήσει ομαλά 20. Σημαντικό κεφάλαιο της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στην πόλη των Σερρών, κατά την οθωμανική περίοδο, αποτελούσε η λεγόμενη Αλληλοδιδακτική Σχολή της πόλης. Η ύπαρξή της αναφέρεται ήδη από τον 17 ο αιώνα και ήταν μόνιμα εγκατεστημένη σε οίκημα, το οποίο αργότερα είχε περιέλθει στην κατοχή του Εμμανουήλ Παπά. Η Αλληλοδιδακτική Σχολή αργότερα στεγάστηκε στο παλαιό κτίριο του Ελληνικού Προξενείου. Γύρω στο 1800, τα τοπικά εκπαιδευτικά ιδρύματα της πόλης των Σερρών αντιμετώπιζαν και πάλι σοβαρά οικονομικά προβλήματα και είχαν μείνει κλειστά για ένα διάστημα πέντε περίπου ετών 21. Κατά το 19 ο αιώνα, με χρήματα από δωρεές, ανοικοδομήθηκε και επαναλειτούργησε η φημισμένη «Σχολή των Σερρών» με πέντε διδασκάλους εφαρμόζοντας το σύστημα της αλληλοδιδακτικής. Οι στόχοι της Σχολής επαναπροσδιορίζονται και στρέφονται προς την τόνωση της ταυτότητας και του εθνικού και θρησκευτικού αισθήματος των κατοίκων. Γεγονότα βέβαια που σαφώς επηρέασαν αυτήν τη στροφή ήταν το βουλγαρικό πολιτικό και εκκλησιαστικό ζήτημα 18 Π. Πέννας, Ιστορία των Σερρών, σ. 396. 19 Π. Πέννας, Ιστορία των Σερρών, σ. 396-397. 20 Γ. Καφταντζής, Ορφέας Σερρών: 1905-1991. Ιστορική Αναδρομή, σ. 17 24. 21 Λ. Χανουμίδης-Α. Λασπάς-Δ. Χατζηαγοράκης-Μ. Αλαχούζου, Η εκπαίδευση στην Πεντάπολη Ν. Σερρών, σ. 54. [11]

και η αναγνώριση της Βουλγαρικής Εξαρχίας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το 1870 22. Το 1834, με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Γρηγορίου Α Φουρτουνιάδη (1833-1835),ιδρύεται στις Σέρρες το πρώτο αλληλοδιδακτικό σχολείο και εισάγεται νέα μέθοδος διδασκαλίας. Ο μητροπολίτης Γρηγόριος και μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης σε επιστολή του το 1833 προς τον διδάσκαλο Αργύριο Παπαρίζο, προκειμένου να τον πείσει να επιστρέψει στην πόλη, ανέφερε για την επαρχία Σερρών:.. Εμακαρίζομεν εαυτόν ευτυχῆ και ευδαίμονα αποκαλούντες, ότι ελάχομεν επαρχίαν πλουτούσαν, επαρχιωτών φιλομούσων, ἀγαπώντων τήν παιδείαν, τιμώντων τάς μούσας, περιποιουμένων τους ἐλλογίμους και νοούντων τααληθή της πατρίδος συμφέροντα 23. Το πρώτο παρθεναγωγείο της πόλης ιδρύθηκε το 1853 και τα κορίτσια που ως τότε φοιτούσαν στο αλληλοδιδακτικό σχολείο αποκτούν δικό τους εκπαιδευτήριο. Γύρω στο 1870, επί μητροπολίτη Νεοφύτου (1867-1875)λειτουργούν πια τέσσερα συνολικά σχολεία μέσα στις Σέρρες και τρία στα προάστια («ελληνικόν σχολείον, παρθεναγωγείο και πέντε δημοτικά) με 1.000 περίπου μαθητές αριθμός πολύ σημαντικός για τις δυνατότητες των κατοίκων την εποχή αυτή 24. Από το 1882 λειτουργούν στην πόλη, επί μητροπολίτη Ναθαναήλ(1879-1886),τα εξής σχολεία: α) ένα ημιγυμνάσιο με αστική σχολή στη συνοικία της μητρόπολης, β) το κεντρικό παρθεναγωγείο, γ) ένα δημοτικό σχολείο και δ) ένα νηπιαγωγείο, ενώ στις συνοικίες Αγίου Παντελεήμονος και των Αγίων Αναργύρων (Κατακονόζ) από ένα δημοτικό σχολείο. Τα εκπαιδευτήρια αυτά αριθμούσαν συνολικά 800 μαθητές και μαθήτριες. Ενδιαφέρον έχει ότι κατά την περίοδο αυτή καταργείται η αλληλοδιδακτική μέθοδος και ο Ιωάννης Δέλλιος, παιδαγωγός και εθνικός ευεργέτης στις Σέρρες ο οποίος ασχολήθηκε με πολλά εκπαιδευτικά θέματα, εισάγει νέο εκπαιδευτικό σύστημα και εντάσσει καινούριο πρόγραμμα διδασκαλίας 25. Μετά από μακρόχρονη εργασία, στις αρχές του 20 ου αιώνα, επί μητροπολίτη Γρηγορίου Ζερβουδάκη(1892-1909) οι Σέρρες παρουσίαζαν μία λαμπρή εκπαιδευτική εικόνα. Στην πόλη λειτουργούσαν εξατάξιο γυμνάσιο που διέθετε και πλούσια βιβλιοθήκη, εννεατάξιο κεντρικό παρθεναγωγείο, εξατάξια αστική σχολή 22 Κ. Πλαστήρας, «Σέρρες μέρες του 1891», σ. 205 209. 23 Χανουμίδης, Λασπάς, Χατζηαγοράκη, Αλαχούζου, σ. 81. 24 Λ. Χανουμίδης-Α. Λασπάς-Δ. Χατζηαγοράκης-Μ. Αλαχούζου, Η εκπαίδευση στην Πεντάπολη Ν. Σερρών, σ. 45-48. 25 Κ. Παπαθανάση- Μουσιοπούλου, «Χρονικό των Σερρών 1861 1873», σ. 87. [12]

αρρένων, τέσσερα θηλέων και το «Δούμπειον» κεντρικό νηπιαγωγείο, το οποίο πήρε το όνομά του από τον ευεργέτη Νικόλαο Σ. Δούμπα, ο οποίος δώρισε το οίκημα και τα χρήματα για την ίδρυσή του 26. Η πόλη διέθετε επίσης και ένα τέλειο γυμναστήριο. Ο συνολικός αριθμός των μαθητών που φοιτούσαν στα παραπάνω σχολεία έφθανε τους 2.000 περίπου και το διδακτικό προσωπικό αποτελούνταν από 46 άτομα, ενώ ο ετήσιος προϋπολογισμός των σχολείων ανερχόταν σε 2.500 οθωμανικές λίρες. Χαρακτηριστικά θα πρέπει να αναφερθεί ότι το Διδασκαλείο αρρένων του Μακεδονικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου των Σερρών υπήρξε το πρώτο που λειτούργησε στον υπό οθωμανική κυριαρχία αλύτρωτο Ελληνισμό 27. Συνοψίζοντας, αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας κατά τα τέλη του 19 ου με αρχές του 20 ου αιώνα αποτελούσε η μεγάλη εκπαιδευτική παράδοση στην πόλη των Σερρών, η οποία αποκαλύπτει μία κοινωνία, η οποία ενώ ζει υπό την οθωμανική κυριαρχία, δείχνει πνευματικά και πολιτιστικά ενεργή, οικονομικά εύρωστη και με έντονη την άνθιση των γραμμάτων 28. Εκτός βέβαια, από την πόλη των Σερρών, όπως θα δούμε παρακάτω, η εκπαιδευτική δραστηριότητα κατά την περίοδο που εξετάζουμε είναι έντονη και σε άλλες πόλεις και χωριά της ίδιας εκκλησιαστικής επαρχίας, όπως η Νιγρίτα και τα Δαρνακοχώρια. 26 Η οικογένεια Δούμπα καταγόταν από το Λινοτόπι του Γράμμου. Αρχικά η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Βλάστη, στη συνέχεια στις Σέρρες και τελικά στη Βιέννη. Στις Σέρρες δώρισε κατά καιρούς για την ίδρυση και λειτουργία του Δούμπειου νηπιαγωγείου, οίκημα και χρήματα. Επίσης, για την ανέγερση εκ βάθρων του κτιρίου της Αλληλοδιδακτικής σχολής Σερρών, το 1835, χίλια γρόσια καθώς και για τη στέγαση του πρώτου Παρθεναγωγείου, το 1853, το οίκημα του Νηπιαγωγείου. Αργότερα, ο Θεόδωρος Δούμπας κατέθεσε 30.500 γρόσια, το 1875, για τη συντήρηση του νηπιαγωγείου από τους τόκους. Τον ίδιο χρόνο προίκισε με βιβλία τη βιβλιοθήκη της Κοινότητας και το 1877 δώρισε 250 λίρες στα σχολεία της πόλης και 8.000 φιορίνια μόνο για το Δούμπειο νηπιαγωγείο. Κληροδότησε τέλος, το 1877, στα σχολεία των Σερρών 25.000 φράγκα τα οποία κατέθεσε στον ορθόδοξο ναό του Αγίου Γεωργίου της Βιέννης. Πέννας, Ιστορία των Σερρών, σ. 388-390; Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του Ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, σ. 53-54. 27 Αλ. Μπαΐρα, «Ιστορική αναδρομή», 1 ο ΓΕΛ Σερρών, (1lyk-serron.ser.sch.gr/portal/index.php/2013-02-06-21-40-16/2013-02-06-21-59-19 και Ζ. Γαλάνη, Η εκπαίδευση στο σατζάκι Σερρών κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ. 42. 28 Κ. Παπαθανάση Μουσιοπούλου, «Χρονικό των Σερρών 1861 1873», σ. 225. [13]

Κεφάλαιο 1 ο Συνθήκες και λόγοι που επέβαλαν την εκπαιδευτική και συλλογική ανάπτυξη στη Μακεδονία και ειδικότερα στην περιοχή των Σερρών Ο χώρος με τον οποίο θα ασχοληθούμε στην παρούσα μελέτη είναι η εκκλησιαστική επαρχία των Σερρών, μια από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο χώρο της Χερσονήσου του Αίμου. Τα όρια της εκκλησιαστικής επαρχίας ταυτίζονταν σχεδόν, κατά την ύστερη οθωμανική περίοδο, με τα διοικητικά όρια του καζά Σερρών μαζί με τα χωριά Στεφανινά, Μασλάρ και Βρασνά του καζά Λαγκαδά 29. Η μητρόπολη Σερρών οριζόταν προς Βορρά από τις οροσειρές του Μπόζντααγ και Καραντάγ, κοντά στη βορειότερη θέση, της Βροντούς, προς Δυσμάς από τα όρη του Λαχανά και των Στεφανινών, προς Ανατολάς από το Μενοίκιον όρος και το ρου του ποταμού Στρυμόνα και προς Νότο από την παραλία του Στρυμονικού κόλπου, που εκτείνεται από τις εκβολές του Στρυμόνα ως το χωριό Σταυρός, κοντά στο οποίο υπάρχουν ερείπια της αρχαίας πόλης Στάγειρα. Την επαρχία διαρρέει ο ποταμός Στρυμόνας, κατά μήκος της γόνιμης Σερραϊκής πεδιάδας. Η πόλη των Σερρών αποτελούσε την έδρα της επαρχίας και, κατά τα τέλη του 19 ου αιώνα, διέθετε περίπου 10.000 κατοίκους χριστιανούς και 10.000 μωαμεθανούς, καθώς και περίπου 1.000 εβραίους 30. Η επαρχία εκτός από τις Σέρρες διέθετε και δύο κωμοπόλεις, την ελληνόφωνη Νιγρίτα και τη σλαβόφωνη Βροντού και 85 χωριά, εκ των οποίων τα 33 ήταν ελληνόφωνα, τα 46 σλαβόφωνα και τα 6 «αθιγγανόφωνα» 31. Όλα τα χωριά της μητρόπολης Σερρών υπάγονται πολιτικά στις Σέρρες, εκτός από τρία (Βραστά, Μασλάρι, Στεφανινά), τα οποία υπάγονταν στη γενική διοίκηση Θεσσαλονίκης και ένα (Τούμπα), που υπαγόταν στην υποδιοίκηση Ζηλιαχόβης. Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλα τα σλαβόφωνα χωριά της επαρχίας αναγνώριζαν τη δικαιοδοσία της μητρόπολης Σερρών 32. 29 Στ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού και της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, σ. 30 και 289-290. 30 Αθ. Παλαιολόγος, «Η επαρχία Σερρών κατά την εκκλησιαστικής διαίρεσιν και την εκπαιδευτικήν κίνησιν», σ. 158-159. 31 Αθ. Παλαιολόγος, σ. 158-159. 32 Αθ. Παλαιολόγος, σ. 158-159. [14]

1.1 Η ανάπτυξη της παιδείας στην περιοχή της Μακεδονίας και το βουλγαρικό ζήτημα Η ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας χαρακτηριζόταν από την παρουσία διάφορων εθνικών ομάδων και την αστάθεια ως προς την οριοθέτηση των συνόρων της από την αρχαιότητα ως τις αρχές του 20 ού αιώνα. Ασταθής ήταν επίσης και η διοικητική της οργάνωση, η οποία παγιώθηκε με την θεμελίωση του θεσμού των βιλαετίων. Από τα μέσα του 19 ου αιώνα τόσο οι Σέρρες όσο και άλλες μακεδονικές πόλεις εξελίχθηκαν σε μεγάλα εμπορικά κέντρα, γεγονός το οποίο ευνόησαν οι οθωμανικές φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις (Τανζιμάτ), όσο και η στρατηγική γεωγραφική θέση της Μακεδονίας, που συνδέει το Δούναβη και την Αδριατική με το χώρο του Αιγαίου 33. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1860, η τύχη των υπόδουλων Ελλήνων επαφιόταν στις εκάστοτε κυβερνήσεις, αφού την εποχή εκείνη ο προβληματισμός και η ανησυχία είχαν ενταθεί. Οι περιοχές στις οποίες ζούσαν Χριστιανικοί πληθυσμοί αρχίζουν να διεκδικούνται από νέους ανταγωνιστές. Εκτός, δηλαδή, των Οθωμανών και της αδιαλλαξίας τους, υπήρχαν τώρα και οι βαλκανικοί λαοί, οι οποίοι διεκδικούσαν, μεγαλύτερο ή μικρότερο, μερίδιο στην περιοχή. Εν όψει μάλιστα της ενδεχόμενης διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι βαλκανικοί λαοί κατέβαλαν προσπάθειες για τη σύσταση των δικών τους εθνικών κρατών 34. Η περιοχή της Μακεδονίας αποτέλεσε μία περιοχή, η οποία υπέφερε από τέτοιες εθνικές διεκδικήσεις, κυρίως των Βουλγάρων. Την επόμενη δεκαετία και ενώ οι σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών συνέχισαν να είναι τεταμένες, λόγω του Κρητικού ζητήματος, έρχεται στην επιφάνεια η ανάγκη για αντιμετώπιση των διεκδικήσεων των Βουλγάρων. Οι τελευταίοι φανέρωναν αξιώσεις για τη δημιουργία δικής τους εθνικής Εκκλησίας οπότε και ξεχωριστής ταυτότητας. Το Φεβρουάριο του 1870, με ρωσική υποκίνηση και με σουλτανικό φιρμάνι ιδρύθηκε η Βουλγαρική Εξαρχία με έδρα το Ορτά-Κιόι της Κωνσταντινούπολης. Οι διαμάχες συνεχίστηκαν και μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Εκκλησίας, η οποία δεν υπαγόταν πλέον στο Οικουμενικό Πατριαρχείο 33 Κ. Μπονίδης, Οι ελληνικοί φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι ως φορείς εθνικής παιδείας και πολιτισμού στη διαφιλονικούμενη Μακεδονία (1869-1914), σ. 13-14. 34 Ε. Κωφός, «Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας», σ. 298-299. [15]

το οποίο με κανονικές διαδικασίες (Σύνοδος 1872) τη χαρακτήρισε σχισματική. Η παραπάνω περιγραφείσα κατάσταση, με κεντρικό γεγονός την ίδρυση αυτοκέφαλης Βουλγαρικής Εκκλησίας ονομάστηκε «Βουλγαρικό ζήτημα» 35. Ωστόσο, το Βουλγαρικό ζήτημα δεν είχε μόνο εκκλησιαστικό περιεχόμενο, αλλά κυρίως εθνικό. Οι Βούλγαροι διεκδικούσαν περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Με αφορμή αυτό, οι εκκλησιαστικές διενέξεις ήταν συνεχείς με κύρια αιτία το διορισμό Βούλγαρου επισκόπου σε βουλγαρόφωνες ή μεικτές περιοχές, καθώς και το γεγονός ότι η Θεία Λειτουργία θα τελούνταν με τη χρήση της βουλγαρικής γλώσσας. Άλλη αιτία διενέξεων αποτελούσαν οι περιοδείες των επισκόπων στην ύπαιθρο για τη συγκέντρωση αρχιερατικής εισφοράς ή οποία σε περιόδους οικονομικών κρίσεων προκαλούσε μια ακόμη επιβάρυνση. Έτσι, με τον καιρό, το μίσος των δύο πρώην σύνοικων λαών άρχισε να φουντώνει, καθώς μειωνόταν η αλληλεγγύη που παραδοσιακά συνέδεε τους ομόδοξους λαούς μέσα στο ενιαίο, έως τότε, ρωμαίικο ορθόδοξο μιλέτ 36. Οι Έλληνες δεν άργησαν να αντιληφθούν ότι υποστηρικτές και υποκινητές του βουλγαρικού εθνικού κινήματος ήταν οι Ρώσοι. Οι βλέψεις και οι διακηρύξεις τους, μάλιστα, συνέπιπταν με αυτές των πανσλαβιστών και απειλούσαν σοβαρά τη Μακεδονία και τη Θράκη. Γενικά, το κίνημα του «Πανσλαβισμού» επηρέασε καταλυτικά τους σλαβικούς λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύντομα, Ρώσοι επιστήμονες άρχισαν να διατυπώνουν θεωρίες και απόψεις με χαρακτηριστική εθνικιστική φιλολογία, με σκοπό την εξύψωση του εθνικού του φρονήματος των Βουλγάρων 37. Ιδιαίτερα, μετά τη νίκη των συμμάχων στον πόλεμο της Κριμαίας και το Διάταγμα του Χάττι Χουμαγιούν, το 1856, η Ρωσία άρχισε να δείχνει ακόμα περισσότερο ζήλο για την τόνωση της ταυτότητας των σλαβικών λαών της Βαλκανικής. Μετά από συζητήσεις και διενέξεις με το Πατριαρχείο για την πλήρη αυτονόμηση του βουλγαρικού κλήρου διατυπώθηκαν διάφορες μετριοπαθείς προτάσεις για να υπάρξει συμβιβασμός 38. Χαρακτηριστική υπήρξε η πρόταση του Πατριάρχη Γρηγορίου Στ, του από Σερρών, το 1867, για δημιουργία μιας εθνικής Βουλγαρικής Εκκλησία στις βόρειες καθαρά βουλγαρικές περιοχές υπό την 35 Ε. Κωφός, σ. 301-305. 36 Ε. Κωφός, σ. 298-299. 37 Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 1930, τ.. 6, σ. 30. 38 Α. Βερέμης, «Οι Οθωμανικές μεταρρυθμίσεις (Τανζιμάτ)», σ. 169 [16]

πνευματική όμως δικαιοδοσία του Πατριαρχείου. Ωστόσο, καμιά πρόταση δεν έγινε αποδεκτή και το 1870 εκδόθηκε φιρμάνι για αυτοκέφαλη Βουλγαρική Εκκλησία με επικεφαλής Έξαρχο και χωρίς ορισμένη γεωγραφική έκταση. Ως επακόλουθο συγκλήθηκε η Πανορθόδοξη Σύνοδος του 1872 που χαρακτήρισε τη Βουλγαρική Εξαρχία ως σχισματική. Αυτό στηρίχθηκε σε δύο λόγους, αφενός στον εθνοτικό χαρακτήρα που είχε λάβει και αφετέρου στην παράτυπη μη μνημόνευση του Πατριάρχη κατά τις λειτουργίες. Έτσι δημιουργήθηκε το σχίσμα στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, το οποίο ήρθη μόλις το Φεβρουάριο του 1945 39. Επακόλουθο του βουλγαρικού ζητήματος, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο ως προς τη διάσταση της ανάπτυξης των εκπαιδευτικών και συλλογικών δραστηριοτήτων σε περιοχές, όπως αυτή των Σερρών, ήταν το λεγόμενο «Μακεδονικό Ζήτημα». Η εξέλιξη του Μακεδονικού ζητήματος αναμφίβολα καθόρισε το χαρακτήρα αυτών των εκπαιδευτικών και συλλογικών δραστηριοτήτων και στις Σέρρες. Μια καίριας σημασίας διάσταση, η οποία αναδύθηκε μέσα από το Μακεδονικό ζήτημα, ήταν η σύνδεση των εκπαιδευτικών και συλλογικών δραστηριοτήτων με το πνεύμα του εθνικισμού και της προβολής των αλυτρωτικών επιδιώξεων και οραμάτων της κάθε πλευράς. Στην περίπτωση της Μακεδονίας ειδικότερα, αυτή η προβολή αφορούσε τους Έλληνες και τους Βούλγαρους. Οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν το «Μακεδονικό Ζήτημα» ως μέρος του γενικότερου «Ανατολικού Ζητήματος», του προβλήματος, δηλαδή της διανομής των εδαφών της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εμφανίστηκε περί τα μέσα του 19 ου αιώνα με την προσπάθεια των νεόκοπων κρατών της Σερβίας και Βουλγαρίας, να διεισδύσουν στον χώρο της Μακεδονίας, που τότε αποτελείτο από τα βιλαέτια (περιφέρειες) Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου και Σκοπίων και να προσεταιριστούν, για λογαριασμό τους η κάθε μια, το πληθυσμιακό της μωσαϊκό που συγκροτείτο από Έλληνες, Βουλγάρους, Σέρβους, Αλβανούς, Εβραίους (κυρίως στη Θεσσαλονίκη) και βεβαίως πολλούς Τούρκους και γενικά μουσουλμάνους. 40 Οι εθνικιστικές διαμάχες για την κατάκτησή της κράτησαν περίπου μισό αιώνα, από το 1870 έως το 1918 που έληξε ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος, οπότε η Μακεδονία έλαβε 39 Ε. Κωφός, «Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας», σ. 301-305 40 Απ. Βακαλόπουλος, Ο Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908) ως κορυφαία φάση των αγώνων των Ελλήνων για τη Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1985. [17]

την σημερινή οριστική της μορφή, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί κατά τους βαλκανικούς πολέμους 41. Καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε αρχίσει να αποσυντίθεται, η Βουλγαρία έστρεψε το ενδιαφέρον της προς τη Μακεδονία με στόχο, διά της προπαγάνδας στην αρχή και μέσα από την τρομοκρατική δράση ένοπλων ομάδων (Κομιτατζήδες) στη συνέχεια, τον βίαιο εκβουλγαρισμό των κατοίκων. Αποκορύφωμα της δράσης των ομάδων αυτών υπήρξε η εξέγερση στο Κρούσοβο, κοντά στο Μοναστήρι, το 1903, γνωστή ως «επανάσταση του Ίλιντεν» (20 Ιουλίου) με σκοπό την έναρξη ένοπλου αγώνα για την προσάρτηση της Μακεδονίας στην επικράτειά της 42. Έτσι, το Σεπτέμβριο του 1904, τα πρώτα ελληνικά ένοπλα τμήματα έκαναν την εμφάνισή τους στη Μακεδονία με αρχηγό τον Παύλο Μελά, για να ακολουθήσει ο Μακεδονικός Αγώνας, ένας αιματηρός, ανορθόδοξος και σκληρός ανταρτοπόλεμος που αποσκοπούσε στη διατήρηση του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων της Μακεδονίας και που έληξε το 1908 με την επικράτηση του κινήματος των Νεότουρκων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι οποίοι απαγόρευσαν τη δράση όλων των αντάρτικων ομάδων (ελληνικών, βουλγάρικων, σέρβικων) στη Μακεδονία 43. Γεγονός πάντως αποτελεί ότι σε έναν τόπο η παιδεία αποτέλεσε κυρίως το μέσο με το οποίο διαμορφώθηκε η εθνική ταυτότητα των κατοίκων και εξέφραζε την κοινωνικότητα και την ελεύθερη βούλησή τους. Έτσι, έγινε και στην περιοχή των Σερρών. Δεδομένου του Βουλγαρικού ζητήματος και γενικότερα των διεκδικήσεων από τους λαούς της βαλκανικής, η παιδεία αποτέλεσε την ασπίδα και το εφαλτήριο της αντίστασης του Ελληνισμού. Χαρακτηριστικό είναι, άλλωστε, το παράδειγμα του 1878 με τις διαμαρτυρίες των κατοίκων της Ανατολικής Μακεδονίας εναντίον των όρων της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου που προέβλεπε τη μεγάλη Βουλγαρία σε βάρος όλων των άλλων βαλκανικών εθνών. Αυτός που υποκινούσε αυτές τις διαμαρτυρίες ήταν ο «Εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος» (ΕΦΣΚ), ο οποίος προωθούσε μια εκπαιδευτική ελληνορθόδοξη διάχυση μέσα από την ίδρυση, ανάλογων του Φιλεκπαιδευτικών Συλλόγων σε ολόκληρη την οθωμανική επικράτεια, από το Μοναστήρι, τη Φιλιππούπολη και τη Θεσσαλονίκη μέχρι την 41 Κ. Παπακυριάκου, «Ο Μακεδονικός αγώνας στο νομό Σερρών», σ. 43-47. 42 Ι. Πικρός, «Η ελληνοτουρκική κρίση και ο πόλεμος του 1897. Η Κρητική Πολιτεία. Ο Μακεδονικός αγώνας. Βελτιώσεις στην Ελλάδα. 1895-1909», σ. 230-231. 43 Ι. Πικρός, σ. 237-241. [18]

Αδριανούπολη 44. Επίσης, ο Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων (ΣΔΕΓ), έλαβε πρωτοβουλίες για την ίδρυση διδασκαλείων στις Σέρρες και τη Θεσσαλονίκη με σκοπό την κατάρτιση διδασκάλων, στο πλαίσιο της επικείμενης σύγκρουσης μεταξύ Ελληνισμού και Βουλγάρων 45. Μετά την αναγνώριση της Βουλγαρικής Εξαρχίας από τους Οθωμανούς (1870), οι αγώνες για «φυλετική επικράτηση» στο χώρο της Μακεδονίας έγιναν ακόμα εντονότεροι. Ο λαός, οι ηγέτες και φυσικά η Εκκλησία ανέλαβαν το έργο της εθνικής επαγρύπνησης σε καθημερινή και αδιάλειπτη βάση. Η ελληνική παιδεία που παρεχόταν είχαν ως σκοπό να βάλει τέρμα στην αμάθεια με ταυτόχρονη διάδοση της ελληνικής γλώσσας ως μέσο ανάπτυξης του εθνικού φρονήματος 46. Άλλο ένα αναντίρρητα σημαντικό στοιχείο ήταν ότι στην επαρχία Σερρών συνυπήρχε τόσο το ελληνόφωνο όσο και το σλαβόφωνο στοιχείο. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην ολοένα και μεγαλύτερη προσπάθεια για διάδοση της ελληνικής γλώσσας και παιδείας, που θα γινόταν μόνο με τον γλωσσικό εξελληνισμό του πληθυσμού: ήελλήνων μεν την καταγωγήν, αλλ απομαθόντων την πάτριον γλώσσαν και ήδη αλλογλώσσων ήκαι πάντα αλλοεθνών, αλλ αποκλινόντων προς τον Ελληνισμόν. Για το λόγο αυτό οικονομική βοήθεια και χιλιάδες αλφαβητάρια στάλθηκαν από την Αθήνα για να μοιραστούν δωρεάν στους μαθητές των Σερρών 47. Με την αποπομπή του μητροπολίτη Κωνσταντίνου Βαφείδη, το 1891, και την αποκατάσταση της διασαλευθείσας ηρεμίας στο εσωτερικό της τοπικής κοινότητας στα 1895, συντάχθηκε ο δεύτερος Κανονισμός, που εφαρμόστηκε μέχρι την απελευθέρωση της πόλης στα 1913. Το κείμενο αυτό με τίτλο «Οργανικός Κανονισμός της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Σερρών», όπως ψηφίστηκε και επικυρώθηκε από τη Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δε διασώθηκε λόγω της πυρπόλησης της πόλης από τους Βουλγάρους το 1913. Ο δεύτερος αυτός Κανονισμός συντάχθηκε κατ απαίτηση της πατριαρχικής εξαρχίας, η οποία εστάλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο για τη διενέργεια ερευνών σχετικών με τα προβλήματα που προκάλεσε η αντιπαράθεση του μητροπολίτη Κωνσταντίνου 44 Κ. Παπακυριάκου, Ιστορία του νομού Σερρών: Από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της απελευθερώσεώς του το 1912-1913, σ. 538 540. 45 Ε. Κωφός, «Η ζωή και η δράση των υπόδουλων Ελλήνων 1833-1881. Μακεδονία», σ. 385. 46 Ι. Πικρός, «Η ελληνοτουρκική κρίση και ο πόλεμος του 1897», σ. 216. 47 Στ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού και της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, σ. 54-59. [19]

Βαφείδη με την εκλεγμένη δημογεροντία της πόλης και με στόχο την επαναφορά της ομαλότητας στη θορυβημένη τοπική κοινωνία 48. Στα 83 άρθρα του ο καταστατικός αυτός χάρτης αναφέρεται σε όλους τους ορθόδοξους κατοίκους της πόλης και των περιχώρων, που χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα στην εκπαίδευση και στο λειτουργικό τυπικό αποκαλύπτοντας έναν διαχωρισμό με βάση όχι μόνο τη θρησκεία, αλλά και τη γλώσσα. Μάλιστα στο άρθρο 81 του Κανονισμού γίνεται αναφορά στη σερραϊκή κοινότητα ως: κύτταρο της συλλογικής δράσης του Γένους και συνισταμένη των βυζαντινών βιωμάτων αφ ενός και αφ ετέρου των δημοκρατικών ιδεωδών του ευρωπαϊκού 19 ου αιώνα. 49 Συνοψίζοντας όλα τα προηγούμενα, διαφαίνεται ξεκάθαρα η θέρμη και η προσμονή ενσωμάτωσης της Μακεδονίας στον εθνικό κορμό της Ελλάδας. Αποφασιστικό ρόλο σε αυτό, σαφώς έπαιξε η παρεχόμενη ελληνική παιδεία και η συνένωση όλων υπό τη σκέπη της ελληνικής γλώσσας και ενός υγιούς πατριωτισμού. Η όλη προσπάθεια στηρίχθηκε από τον «Σύλλογο προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων» (ΣΔΕΓ) και τα κατά τόπους εκπαιδευτήρια και κατάφερε να εκμηδενίσει τη πανσλαβική και βουλγαρική προπαγάνδα στις Σέρρες 50. Οι προσπάθειες για την αναζωογόνηση και την ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας, από το 1870 και έπειτα, έγιναν πιο συστηματικές, καθώς η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη λόγω της έξαρσης του βουλγαρικού πολιτικού και εκκλησιαστικού ζητήματος. Η ελληνική γλώσσα και παιδεία και, γενικότερα η ταυτότητα των κατοίκων της περιοχής θα έπρεπε να τονωθεί, ώστε να αντιμετωπίσει τις βουλγαρικές εθνικές διεκδικήσεις. Οι προσπάθειες έφεραν αποτέλεσμα, καθώς, μετά το 1870, παρατηρείται μεγάλη ακμή και ανάπτυξη της ελληνικής εκπαιδευτικής και φιλεκπαιδευτικής δραστηριότητας. Έτσι, ο φυλετικός ανταγωνισμός μεταξύ των Ελλήνων και των Βουλγάρων, οδήγησε στην αλματώδη ανάπτυξη της παιδείας, η οποία έγινε το ισχυρότερο όπλο για την προάσπιση των ελληνικών συμφερόντων στη Μακεδονία, και ιδιαίτερα στις Σέρρες, τη Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι 51. 48 Σ. Τσαβδάρης Η. Ευαγγέλου, «Ο σλαβικός κόσμος στην προοπτική του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου», σ. 9-18. 49 Σ. Τσαβδάρης Η. Ευαγγέλου, σ. 9-18. 50 Β. Λαούρδας, Π. Πέννας, «Αρχείον Μακεδονικού Αγώνος Παναγιώτου Δαγκλή. Σημειώσεις και οδηγίαι Δημοσθένους Φλωριά», Σερραϊκά Aναλεκτά, «Ιστορική και λαογραφική εταιρεία Σερρών και Μελένικου» 4τ σ.100 110. 51 Κ. Παπακυριάκου, Ιστορία του Νομού Σερρών, σ. 531. [20]

Οι κύριοι φορείς της ελληνικής εκπαίδευσης στη Μακεδονία κατά την οθωμανική περίοδο της ήταν οι εκκλησιαστικές και οι τοπικές αρχές, οι επαγγελματικές συντεχνίες και οι ιδιώτες, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, από τα τέλη του 19 ου ως τις αρχές του 20 ού αιώνα εμφανίστηκαν σε πολλά αστικά κέντρα φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι, οι οποίοι προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τις εκπαιδευτικές πολιτικές που υπαγορεύονταν από τα δύο κέντρα του Ελληνισμού, αυτό της Αθήνας και αυτό της Κωνσταντινούπολης. Η εμφάνιση αυτών των φιλεκπαιδευτικών συλλόγων ήταν αποτέλεσμα των συνθηκών που επικράτησαν μετά τη λήξη του Κριμαϊκού πολέμου και, πιο συγκεκριμένα, των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων, της εξάπλωσης του κινήματος του πανσλαβισμού και της ίδρυσης και δράσης της Βουλγαρικής Εξαρχίας, συνθήκες οι οποίες οδήγησαν στην εθνική αφύπνιση και στην τάση για πνευματική ανασυγκρότηση των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 52. Η εκπαιδευτική δραστηριότητα στη Μακεδονία ενώ είχε διακοπεί κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης, ωστόσο, από το β μισό του 19 ου αιώνα, με τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, σε τοπικό, βαλκανικό αλλά και διεθνές περιβάλλον, παίρνει νέα ώθηση και αυτό αποδεικνύεται με την αριθμητική αύξηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων 53. Ως τα τέλη της δεκαετίας του 1870, η ελληνική εκπαίδευση στη Μακεδονία είχε το προβάδισμα, παρότι έως το 1880 εμφανίζει μια στασιμότητα 54. Πάντως, από τη δεκαετία του 1880 ως και τις αρχές του 20ού αιώνα, το ελληνικό στοιχείο είναι κυρίαρχο στο χώρο της εκπαίδευσης, όπως διαπιστώνεται από τον αριθμό των σχολείων και των μαθητών στα βιλαέτια Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου. Ενδεικτικά, τα ελληνικά σχολεία, κατά το σχολικό έτος 1901-1902, στα δύο παραπάνω βιλαέτια ήταν 1.017 και οι μαθητές 61.787, από το σύνολο των 1.784 σχολείων που υπήρχαν, όλων των χριστιανικών εθνοτήτων, και των 100.470 μαθητών. Ο αμέσως μικρότερος αριθμός σχολείων και μαθητών αφορά το βουλγαρικό στοιχείο, ενώ πολύ λιγότερα ήταν τα σέρβικα και τα ρουμάνικα σχολεία 55. 52 Κ. Μπονίδης, Οι ελληνικοί φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι ως φορείς εθνικής παιδείας και πολιτισμού στη διαφιλονικούμενη Μακεδονία (1869-1914), σ. 16-17. 53 Κ. Μπονίδης, σ. 32-36. 54 Σ. Βούρη, Εκπαίδευση και εθνικισμός στα Βαλκάνια η περίπτωση της βορειοδυτικής Μακεδονίας (1870-1903), σ. 33-35. 55 Κ. Μπονίδης, Ιστορία του Νομού Σερρών, σ. 35-36. [21]

1.2 Η εκπαιδευτική κατάσταση της εκκλησιαστικής επαρχίας Σερρών(1870-1913)- Συνθήκες και λόγοι που επέβαλαν την εκπαιδευτική και συλλογική ανάπτυξη Η οθωμανική κατάκτηση των ελληνικών περιοχών προκάλεσε μεγάλη παρακμή και κατάπτωση στο χώρο της παιδείας. Τους πρώτους αιώνες της οθωμανικής περιόδου η κατάσταση ήταν απελπιστική. Η παρακμή αυτή οφειλόταν σε διάφορους παράγοντες, όπως τη μετανάστευση των περισσότερων λόγιων στη Δύση πριν και μετά την οθωμανική κατάκτηση, την υπολειτουργία των σχολείων, καθώς και τη μεγάλη φτώχεια στην οποία βρίσκονταν οι περισσότεροι Έλληνες. Κατά τον 16 ο αιώνα, άρχισε μία σχετική ανάκαμψη σε κάποιες περιοχές, χάρη στην ανάπτυξη της αστικής τάξης και λειτουργούν κάποια σχολεία. Έχει ενδιαφέρον η περιγραφή που μας δίνει η Ελένη Αγγέλου Βλάχου για συνηθισμένο τύπο αυτών των σχολείων..οι μαθηταί καθήμενοι χαμαί επί ψιάθων ανεγίγνωσκον ομού. Ταύτα διηυθύνοντο υπό κληρικών ιδίως, οι οποίοι μάλλον εκκλησιαστικά βιβλία εχρησιμοποίουν δια την διδασκαλίαν των Ελληνοπαίδων.. 56. Ωστόσο, το αποφασιστικό βήμα για την ανάπτυξη της παιδείας και τη συστηματική ίδρυση σχολείων στις ελληνικές πόλεις πραγματοποιήθηκε το 1593, όταν ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β ο Τρανός, συνεκάλεσε σύνοδο, στην οποία αποφασίστηκε όλοι οι ορθόδοξοι μητροπολίτες να μεριμνήσουν για την ίδρυση σχολείων στις περιοχές της δικαιοδοσίας τους. Στις Σέρρες, η πρώτη γνωστή σχολή ιδρύθηκε, μετά από έναν αιώνα, το 1722 και, παρόλο που αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, κυρίως οικονομικές, κατάφερε να αντέξει και να προσφέρει πολλά στο χώρο της εκπαίδευσης 57.Καθώς τα χρόνια περνούσαν η Σχολή των Σερρών δέχεται σημαντικές επιδράσεις από τις παιδαγωγικές και φιλελεύθερες αρχές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Οι εμπορικές συναλλαγές Σερραίων εμπόρων, κυρίως με την Αυστρία, χώρα σταθμό πολλών λόγιων της εποχής, όπως και του Ρήγα Φερραίου, φέρνουν εγγύτερα τις απόψεις περί γνώσης και λογικής. Είναι οι απόψεις που θα επηρεάσουν δημιουργικά την εκπαιδευτική πραγματικότητα της εποχής. Ωστόσο, γεγονός που αμαυρώνει τις επαφές με τη Δύση είναι η «αρπαγή» χειρογράφων από το Άγιο Όρος και η μετάβασή τους στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Το γεγονός αυτό συνέβη, 56 Ε. Αγγέλου Βλάχου, Η Παιδεία εις τας τουρκοκρατούμενας Σέρρας, σ. 1. 57 Κ. Παπακυριάκου, σ. 520-525. [22]

το 1833, από το Μηνά Μινωίδη, διευθυντή της Σχολής των Σερρών και με ακαδημαϊκό παρελθόν στο Παρίσι, όπου είχε γνωρίσει τον Αδαμάντιο Κοραή 58. Το 1870 με την ανακήρυξη και την αναγνώριση της Βουλγαρικής Εξαρχίας, παρατηρείται, ως απάντηση, ένας γενικός εκπαιδευτικός αναβρασμός στον Ελληνισμό του Μακεδονικού και του Θρακικού χώρου. Ο χρόνος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί και ως η αφετηρία για την αναδιοργάνωση της ελληνικής παιδείας και την ραγδαία ανάπτυξή της στον παραπάνω γεωγραφικό χώρο, γεγονός το οποίο αποτέλεσε και το πιο αποτελεσματικό μέσο για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων. Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος ιδρύθηκε το 1861 με έμπνευση του Η. Βασιάδη και βασική χρηματοδότηση των τραπεζιτών Γ. Ζαρίφη και Χ. Ζωγράφου και είχε ως αρχικό σκοπό την ενασχόληση με φιλολογικά θέματα, έδωσε το σύνθημα για τη δημιουργία ανάλογων συλλόγων στα πιο σημαντικό κέντρα του υπόδουλου ελληνισμού, δηλαδή την Ανδριανούπολη, τη Φιλιππούπολη, τη Θεσσαλονίκη, το Μοναστήρι και τις Σέρρες όπου, στις 3 Μαΐου του 1870, ιδρύεται ο «Μακεδονικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος» (ΜΦΣΣ) με πρόεδρο τον Ιωάννη Θεοδωρίδη και γραμματέα τον Κωνσταντίνο Χόνδρο 59. Ο Σύλλογος αυτός συσπείρωσε πολλούς επιστήμονες, κληρικούς και πατριώτες των Σερρών και έθεσε ως σκοπό του την καλλιέργεια της ελληνικής παιδείας, την ενίσχυση του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων και την ανάπτυξη πολύπλευρης δράσης στο χώρο της παιδείας, με αποτέλεσμα να αποτελέσει τον κορυφαίο σύλλογο, όχι μόνο για τις Σέρρες αλλά και για ολόκληρη τη Μακεδονία. Η ίδρυση του ΜΦΣΣ ανακλά τη γενικότερη τάση της εποχής για αναδιοργάνωση της εκπαιδευτικής και συλλογικής δραστηριότητας, καθώς και τις ανάγκες των Ελλήνων για ενίσχυση της εκπαίδευση, αλλά και για ανόρθωση του εθνικού φρονήματος, στο πλαίσιο της κρίσιμης για το έθνος εποχής 60. Η δράση του ΜΦΣΣ αποδείχτηκε εξαιρετικά εθνωφελής, καθώς συνέβαλε στην ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας και του ελληνικού πολιτισμού σε ολόκληρη τη Μακεδονία, ενώ συμμετείχε στη διοίκηση της εφορείας των σχολείων και σε μεταρρυθμίσεις στα εκπαιδευτήρια των Σερρών. Με τη συνδρομή του καταργήθηκε η 58 Ζ. Γαλάνη, Η εκπαίδευση στο σατζάκι Σερρών κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ. 81. 59 Γ. Γιαννακόπουλος, Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως,1861-1922, Η Ελληνική Παιδεία και Επιστήμη ως Εθνική Πολιτική στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, σ. 288 και Γ. Αγγειοπλάστης, «Σημειώσεις μουσικής και σχολικών τραγουδιών των Σερραϊκών εκπαιδευτηρίων από τα χειρόγραφα του Κ. Μπάρτζα, 1880-1913», σ. 139-141. 60 Κ. Παπακυριάκου, Ιστορία του Νομού Σερρών, σ. 532. [23]

αλληλοδιδακτική μέθοδος και καθιερώθηκε για πρώτη φορά στις Σέρρες, συγκριτικά με την υπόλοιπη Μακεδονία και Θράκη, ο εξατάξιος κύκλος μαθημάτων, που εισήχθη αργότερα και στην υπόλοιπη Ελλάδα, χορηγούσε επίσης υποτροφίες για το εξωτερικό, έκτιζε σχολεία στις Σέρρες και στα γύρω χωριά, οργάνωνε διδασκαλικά συνέδρια, ίδρυσε βιβλιοθήκη και οικοτροφείο. Τέλος, ανήγειρε στο οικόπεδο του Ι. Παπαμαρκίδη αίθουσα θεάτρου δαπάνης 173 χρυσών λιρών, όπου δίδονταν παραστάσεις από ερασιτέχνες καλλιτέχνες με έργα όπως η ιστορική τραγωδία «Μερόπη» του Δ. Βερναρδάκη, τα δράματα του Σοφοκλή «Οιδίπους τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολονώ» κ.ά. 61. Το σπουδαιότερο ωστόσο επίτευγμα του ΜΦΣΣ αποτέλεσε η ίδρυση, το 1872,του Διδασκαλείο αρρένων (κατόπιν και θηλέων) το πρώτο που λειτούργησε σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με διευθυντή τον Δ. Μαρούλη. Το διδασκαλείο ήταν τετρατάξιο, με άρτιο διδακτικό προσωπικό, ενώ εισήγαγε νέες ορθότερες εκπαιδευτικές μεθόδους διδασκαλίας. Η εθνική προσφορά του ήταν μεγάλη, καθώς αποτέλεσε χαράκωμα του εθνικού και του θρησκευτικού αισθήματος των Ελλήνων της Ανατολικής Μακεδονίας 62. Ο Μαρούλης στην συνέχεια το 1874 και το 1876, μετά την αποπομπή του από το ΜΦΣΣ για τις ιδέες και πρακτικές του, ίδρυσε δικό του Διδασκαλείο Αρρένων και Θηλέων αντίστοιχα 63. Το περίφημο αυτό ανώτερο σχολείο απέστειλε φωτισμένους δασκάλους σε ολόκληρο τον υπόδουλο ελληνισμό και είχε συγκροτήσει κατά το 1882, την πρώτη πολυφωνική χορωδία, σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα, που εκτελούσε μουσικές συνθέσεις Ευρωπαίων και ιδιαίτερα Γερμανών συνθετών. Να σημειώσουμε εδώ ότι στο Διδασκαλείο δίδαξε ο Γερμανός μουσικοσυνθέτης και καθηγητής μουσικής Wilhelm Johnsen 64. Οργάνωσε, επίσης, δικό του τυπογραφείο στο οποίο τυπώνονταν φιλολογικά βιβλία. Για να μάθουν τη χρήση του τυπογραφείου, ο Μαρούλης έστειλε μαθητές του στη Γερμανία. Προϊστάμενος του 61 Γ. Γιαννακόπουλος, Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως,1861-1922, Η Ελληνική Παιδεία και Επιστήμη ως Εθνική Πολιτική στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, σ. 288-290. 62 Κ. Παπακυριάκου, Ιστορία του Νομού Σερρών, σ. 542-543. 63 Γ. Αγγειοπλάστης, «Σημειώσεις μουσικής και σχολικών τραγουδιών των Σερραϊκών εκπαιδευτηρίων από τα χειρόγραφα του Κ. Μπάρτζα, 1880-1913», σ. 139-141. 64 Ζ. Γαλάνη, Η εκπαίδευση στο σατζάκι Σερρών κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σ. 83. [24]