ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ

Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...;... 7

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

Η έννοια της αιτιότητας στη φιλοσοφία του Kant: η σημασία της Δεύτερης Αναλογίας

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

στις οποίες διαμορφώθηκαν οι ιστορικοί και οι πολιτισμικοί όροι για τη δημοκρατική ισότητα: στη δυτική αντίληψη της ανθρώπινης οντότητας, το παιδί

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

4. Η τέχνη στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Χέγκελ για την ιστορία

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Η μουσική ως ενέργεια και ως σύμβολο. Ernst Kurth ( ) Susanne Langer ( )

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

ΚΕΙΜΕΝΑ Ι 1. 1 Τα κείμενα που ακολουθούν συνοδεύουν και υποβοηθούν τη μελέτη των αντίστοιχων

Μάθημα 1 ο Immanuel Kant. Η μουσική στη φιλοσοφία του κριτικού ιδεαλισμού

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Δεοντολογία Επαγγέλματος Ηθική και Υπολογιστές

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs)

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην Προσχολική Εκπαίδευση

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 9: Η σχέση μεταξύ νόμου και ελευθερίας. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Μέθοδοι Έρευνας. Ενότητα 2.7: Τα συμπεράσματα. Βύρων Κοτζαμάνης ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

Ανδρέας Ανδρικόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Χίος, 9/04/2014

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ Β3 (υπεύθυνη καθηγήτρια :Ελένη Μαργαρίτου)

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 9/2018. για

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

Να αναγνωρίζεται η ελευθερία του κάθε εκπαιδευτικού να σχεδιάσει το μάθημά του. Βέβαια στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο κίνδυνος. αποτελεσμάτων.

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ONORA O' NEIL

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία

Φ 619 Προβλήματα Βιοηθικής

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (Οι απαντήσεις θεωρούνται ενδεικτικές) A1.

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ HMEΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α A ) 2012

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ. Δρ. Γεώργιος Θερίου

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Εισαγωγή Μεθοδολογία της Έρευνας ΕΙΚΟΝΑ 1-1 Μεθοδολογία της έρευνας.

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

Μέθοδοι έρευνας και μεθοδολογικά προβλήματα της παιδαγωγικής επιστήμης

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

Αισθητική. Ενότητα 8: Καντ ΙΙ: Προσδιορισμός των καλαισθητικών κρίσεων κατά το ποσόν, την αναφορά και τον τρόπο. Όνομα Καθηγητή : Αικατερίνη Καλέρη

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ-ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Διάλογοι Σελίδα.1

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας Μεσοπόλεμος)

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

Ο φιλοσοφικός στοχασμός ως κριτήριο της επιστημονικής αξίωσης

ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ

Διδακτική Εννοιών τη Φυσικής για την Προσχολική Ηλικία

Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Transcript:

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΠΕΝΟΛΙΔΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΓΕΩΡΓΑΚΟΥΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΜ 711 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ-ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝΤ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΥΚΩ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2017 [1]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...σ. 4 2. Η ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ...σ. 10 3. ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ...σ. 18 4. Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΗΘΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ...σ. 21 5. ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ...σ. 32 6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...σ. 40 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...σ. 46 [2]

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία εξετάζουμε την «Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη» του Καντ, καθώς και άλλα ελάσσονα ανθρωπολογικά του κείμενα. Η θεματική τους ανάλυση κρίθηκε σκόπιμη προκειμένου να αναδειχθεί το πνεύμα των κειμένων και να καταστεί εφικτή η απάντηση στο ερώτημα αν τελικά ο ανθρωπισμός και ο κοσμοπολιτισμός του Καντ ενέχει σπέρματα εξουσιαστικότητας, τα οποία καρποφόρησαν την εποχή της αποικιοκρατίας. Ταυτόχρονα, εξετάζουμε την πρόσληψη της καντιανής ανθρωπολογίας από τον Μισέλ Φουκώ, προκειμένου να εξακριβωθεί αν αυτή εγγράφεται στην κριτική παράδοση καθώς και αν υπάρχει εκ μέρους του επένδυση της καντιανής ανθρωπολογίας με άλλους νοηματοφόρους ορίζοντες. Η συγκεκριμένη πραγμάτευση αναγκαστικά εμπλέκει το ζήτημα αν θα πρέπει η ανθρωπολογία να περιορίζεται στις a priori συνθήκες της ανθρώπινης γνώσης ή αν θα πρέπει η μεταφυσική να θεμελιώνεται στο ανθρώπινο πεπερασμένο. Θα επιχειρήσουμε, επίσης, να απαντήσουμε στο ερώτημα, αν αποτελεί αντίφαση η θεώρηση του ανθρώπου ως υπερβατολογικής συνθήκης της εμπειρικής γνώσης και ταυτόχρονα ως αντικειμένου αυτής της γνώσης. [3]

1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Ιμμάνουελ Καντ είναι ευρέως γνωστός για το εκτενές του έργο, το οποίο αποτέλεσε σταθμό για την σύγχρονη ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Θα μπορούσαμε πολύ περισσότερο να πούμε ότι το σύνολο του έργου του αποτέλεσε ένα σημείο καμπής για την ιστορία της φιλοσοφίας. Η «κοπερνίκεια επανάσταση», που επέφερε η Κριτική του Καθαρού Λόγου, θεωρείται εν γένει το σημείο έναρξης της σύγχρονης φιλοσοφίας. Η εν λόγω επανάσταση ή μεταστροφή, όπως ονομάζεται εναλλακτικά, δικαιολογεί το όνομά της λόγω της κριτικής που ασκήθηκε από τον Καντ στην παλαιότερη δογματική μεταφυσική. Ο Καντ υποστήριξε ότι ο νοητικός μας εξοπλισμός καθιστά δυνατό το αντικείμενο και ότι το αντικείμενο δεν είναι εκείνο, που καθιστά δυνατή την νοητική απεικόνιση. Τρόπον τινά, ο ορθολογισμός και ο εμπειρισμός συνδέθηκαν στη φιλοσοφία του Καντ σε μια λειτουργική ενότητα, καθώς ο ανθρώπινος νους προσδιορίστηκε ως ενεργός δημιουργός της εμπειρίας παρά ως παθητικός δέκτης της αισθητηριακής αντίληψης. Ο Καντ ουσιαστικά διατυπώνει την άποψη ότι εμείς γνωρίζουμε μόνο αυτά που εμείς «δομούμε» με τις κατηγορίες και τις μορφές της κρίσης. Το παλιό «οντολογικό» παράδειγμα υποκαθίσταται από μια υποκειμενοκεντρική προοπτική που καθιερώνει η καντιανή υπερβατολογική μεταστροφή. Ο Φουκώ θεωρεί ότι η εξέλιξη από την καρτεσιανή επιστημολογική στροφή στην καντιανή υπερβατολογική μεταστροφή μπορεί να περιγραφεί ως μετάβαση από την κλασική εποχή του ορθού λόγου στην εποχή του Διαφωτισμού. Ο Καντ δεν επιδιώκει να καταδείξει το ανυπόστατο των μεταφυσικών αληθειών, αλλά την αστοχία της δογματικής μεταφυσικής στον τρόπο που βεβαιώνει αυτές τις αλήθειες. Οι μεταφυσικές αλήθειες, σύμφωνα με τον Καντ, υποστηρίζονται όχι με τις αποδείξεις του θεωρητικού Λόγου, αλλά με τους νόμους και τις απαιτήσεις του πρακτικού Λόγου 1. Είναι ο δρόμος της ηθικής συνείδησης που οδηγεί στην 1 Ε.Π. Παπανούτσος, Δοκίμια, Εισαγωγή, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα, 1971, σ. 23. [4]

μεταφυσική υψιπέτεια και όχι η λογική σκέψη. Οπότε σκοπός του Καντ δεν είναι να εκμηδενίσει τη μεταφυσική, αλλά να την ανακαινίσει 2. Αυτό που θα απασχολήσει όμως εμάς είναι κάποια ελάσσονα δοκίμιά του καθώς και η Ανθρωπολογία του, που πραγματεύονται το θέμα μιας εμπειρικής ανθρωπολογίας και μάλιστα από πραγματολογική άποψη. Από το 1772 έως το 1796 ο Καντ παρέδιδε ακαδημαϊκά μαθήματα ανθρωπολογίας, τα οποία έλπιζε να τον βοηθήσουν να εγκαθιδρύσει τον τομέα ως αυτόνομο ακαδημαϊκό κλάδο. Καλύπτοντας μια χρονική περίοδο εικοσιτεσσάρων χρόνων, αυτές οι διαλέξεις εξέθεταν μια αναπτυσσόμενη σύλληψη της ανθρωπολογίας η οποία παρουσίαζε εμφανώς αμφίσημες συνδέσεις με το εγχείρημα της κριτικής της φιλοσοφίας. Η καθοριστική συλλογή των διαλέξεων που ο Καντ δημοσίευσε το 1798, υπό τον τίτλο «Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη», δεν προέβη στην διασάφηση αυτών των συνδέσεων, αφήνοντας τους σχολιαστές να διαφωνούν επί αυτού του θέματος. Ενώ κάποιοι θεωρούν την Ανθρωπολογία ένα έργο της κοσμοπολίτικης φιλοσοφίας που απευθυνόταν σ ένα ευρύ κοινό, άλλοι την εκλαμβάνουν ως ένα διαφορετικό τρόπο κατανόησης της κριτικής φιλοσοφίας. Θα μπορούσε όμως ο Καντ να εκλαμβάνει την ανθρωπολογία ως θεμέλιο της μεταφυσικής; Ή «πρέπει κάθε απόπειρα θεμελίωσης της μεταφυσικής στο ανθρώπινο πεπερασμένο να εγκαταλειφθεί υπέρ μιας προσέγγισης που θα περιορίζει την ανθρωπολογία στις a priori συνθήκες της ανθρώπινης γνώσης;», όπως διερωτάται ο Φουκώ στην «Εισαγωγή στην Ανθρωπολογία του Καντ». Δεν αποτελεί αντίφαση το να τεθεί ο άνθρωπος ως υπερβατολογική συνθήκη της εμπειρικής γνώσης και ταυτόχρονα ως αντικείμενο αυτής της γνώσης; Η Ανθρωπολογία του Καντ είναι διαιρεμένη σε δύο μέρη, εκ των οποίων το πρώτο, η «Ανθρωπολογική Διδακτική», χωρίζεται σε τρία βιβλία: «Περί της γνωστικής ικανότητας», «Το αίσθημα της ευαρέστησης και της δυσαρέστησης» και «Περί της ικανότητας του επιθυμείν». Το πρώτο βιβλίο αντιτίθεται στην σχολή του Leibniz και Wolff, η οποία τοποθετούσε την αισθητικότητα κυρίως στην απροσδιοριστία των παραστάσεων, αφού η σαφήνεια επιτυγχανόταν από την πρόσληψη εντός του πλαισίου της νόησης. Ο Καντ θεωρεί ότι η αισθητικότητα παράγει εμπειρική συνείδηση 2 Ό. π. [5]

ανεξάρτητα από την υπερβατολογική δραστηριότητα της κατανόησης. Με άλλα λόγια, υπάρχει η συνείδηση του εμπειρικού Εγώ, η οποία διαχωρίζεται από αυτή του καθαρού Εγώ της κατάληψης, και γι αυτό το λόγο μπορούμε να μιλήσουμε για γνωστική ικανότητα του πρώτου. Περαιτέρω, ο Καντ διακρίνει τις πέντε αισθήσεις, την εσωτερική αίσθηση, τον ενθουσιασμό, την έξη, την επιρροή, το πάθος, την προδιάθεση, και τις δυνάμεις της φαντασίας, του συνειρμού και της επινόησης ως διαφορετικούς τρόπους και ικανότητες της αισθητηριακής πρόσληψης. Στο δεύτερο βιβλίο του πρώτου μέρους γίνεται λόγος για την διάκριση μεταξύ της αισθητηριακής και της διανοητικής ευαρέστησης στην κρίση του γούστου, ενώ στο τρίτο βιβλίο ο Καντ καταπιάνεται με τον αυτοπροσδιορισμό της ικανότητας της επιθυμίας σε σχέση με διαφορετικούς τρόπους της αισθητηριακής πρόσληψης, όπως το πάθος, η προδιάθεση, η επιρροή και η κλίση. Το δεύτερο μέρος της Ανθρωπολογίας, η «ανθρωπολογική χαρακτηρολογία», είναι διαιρεμένο στα εξής τμήματα : «ο χαρακτήρας του προσώπου», «ο χαρακτήρας του φύλου», «ο χαρακτήρας του λαού», «ο χαρακτήρας της φυλής» και «ο χαρακτήρας του είδους». Στο πρώτο τμήμα, ο Καντ εξετάζει την θεωρία της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας σύμφωνα με την παλιά τετραμερή διαίρεση των υγρών του σώματος, ως φυσιολογικών στοιχείων της χημικής σύνθεσης, καθώς και ως ψυχολογικών κλίσεων που καθορίζονται από την αιμοσυστασία. Όμως, ο Καντ ισχυρίζεται ότι η σύσταση του αίματος δεν μπορεί να βοηθήσει στην προσπάθεια για την ανίχνευση της αιτίας των φαινομένων που παρατηρούνται σ ένα λογικά επηρεαζόμενο υποκείμενο, αλλά αντ αυτού μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για να κατηγοριοποιήσει αυτά τα φαινόμενα σύμφωνα με τις παρατηρούμενες εντυπώσεις. Η σχέση μεταξύ των τεσσάρων σωματικών υγρών και των ψυχολογικών εκδηλώσεων των αισθημάτων και των επιθυμιών είναι απλά αναλογική, σύμφωνα με τον Καντ, καθώς ο ίδιος τηρεί την συμμετρική διαίρεση των τεσσάρων ιδιοσυγκρασιών, χωρίς όμως να εγκρίνει την προέλευση τους από την χημική σύσταση του αίματος. Αντιθέτως, διαιρεί τις ιδιοσυγκρασίες σύμφωνα με το αίσθημα (αιματώδης και μελαγχολικός) και την δράση (χολερικός και φλεγματικός), και τότε τις υπάγει στο φάσμα της έντασης και της χαλάρωσης. Οδηγούμαστε έτσι : α. στον χαρούμενο αιματώδη άνθρωπο που χαρακτηρίζεται από την ταχύτητα και την δύναμη του συναισθήματος, αλλά όχι από βάθος [6]

β. στον θλιμμένο μελαγχολικό που χαρακτηρίζεται από λιγότερη ταχύτητα και δύναμη συναισθήματος, αλλά με πολύ περισσότερο βάθος γ. στον σφοδρό χολερικό που χαρακτηρίζεται από την ταχύτητα και την δύναμη της δράσης, αλλά όχι από βάθος, και δ. στον ήρεμο φλεγματικό που χαρακτηρίζεται από λιγότερη ταχύτητα και δύναμη δράσης, αλλά με μεγαλύτερο βάθος Ο Καντ τονίζει ότι η διάκριση των ιδιοσυγκρασιών πρέπει να τοποθετηθεί σε αυτά τα διαφορικά χαρακτηριστικά, και όχι στην τάση για χαρά η θλίψη, αφού αυτές είναι οι ποιοτικές εμφανίσεις των ως άνω γενετικών κλίσεων. Η πραγματολογική γνώση ερευνά πώς επενεργεί ή μπορεί και πρέπει να επενεργεί ο άνθρωπος, ως ελεύθερα ενεργούν όν, στον εαυτό του σε αντιδιαστολή προς το πώς ενεργεί η φύση στον άνθρωπο, που εγκύπτει στο ερευνητικό πεδίο της φυσιολογικής γνώσης 3. Οπότε μας απασχολεί η γνώση του ανθρώπου, διατυπωμένη με συστηματικό τρόπο, ως γνώση του κόσμου που σε τελική ανάλυση δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια γνώση του ανθρώπου ως πολίτη του κόσμου. Ο κοσμοπολιτισμός του Καντ αναδύεται από τα εν λόγω κείμενα που μας απασχολούν, καθιστώντας μας μάρτυρες του μεγαλειώδους ανθρωπισμού του, ο οποίος συνάγεται από εμπειρικά δεδομένα με ορθολογιστικό τρόπο. Ο Καντ, με τον χαρακτηριστικά κριτικό του τρόπο, στην προσπάθειά του να θεμελιώσει μια εμπειρική ανθρωπολογία, διεύρυνε την έννοια της ιστορίας του ανθρώπου, εφ όσον αυτή υπάχθηκε στο καθολικό πρόβλημα της εξελικτικής ιστορίας του οργανικού, ως ειδική περίπτωση 4. Διατηρεί ο φιλόσοφος την νευτώνεια οπτική της χρονικής πρωταρχής του συστήματος του κόσμου, όμως μεταθέτει το κέντρο βάρους από το φυσικό στο πνευματικό, από τη φυσική και τη βιολογία στη λογική και ηθική επικράτεια 5. Ο νους και η βούληση παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντικειμενική τάξη 3 Im. Kant, Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη, εκδ. Printa, Αθήνα, 2011, σ. 13 4 Ε. Κασσίρερ, Καντ, Η ζωή και το έργο του, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα, 2001, σ. 597 5 Ό.π. [7]

της ιστορίας του κόσμου, καθιστώντας το καντιανό διάβημα για μια πραγματολογική ανθρωπολογία ένα ζήτημα ηθικής. Η ηθική τελείωση, το ειδικό βάρος της οποίας καθορίζει αποφασιστικά τη γνώση του ανθρώπου ως πολίτη του κόσμου, δηλαδή την πραγματολογική ανθρωπολογία, προκύπτει φυσικά από τις καταβολές του ανθρώπου σύμφωνα με την τελεολογική θεωρία της φύσης, που αποδέχεται ο Καντ 6. Εφόσον όλες οι φυσικές καταβολές ενός πλάσματος προορίζονται να ξετυλιχτούν κάποτε με πληρότητα και σκοπιμότητα 7, έτσι και ο Λόγος είναι η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου. Όμως η οντολογική μονάδα που θα εκτυλίξει την ηθική τελείωση δεν είναι το άτομο, αλλά το ανθρώπινο γένος. Προκύπτει λοιπόν ότι το σημείο θεώρησης του Καντ υπερβαίνει το άτομο ή την εκάστοτε περίπτωση του γένους. Το όλο του θεωρητικό σχήμα αφορά τους ανθρώπους στο σύνολό τους και η ηθική του είναι πανανθρώπινη και στρέφεται εναντίον του ευδαιμονισμού. Παρακάτω θα δούμε ότι η ευδαιμονιστική οπτική είναι υποδεέστερη της ηθικής και ότι η πραγματολογική ανθρωπολογία του Καντ οδηγείται από οικουμενικές αξίες που σκοπό έχουν την εντελή ανάπτυξη του έλλογου στο ανθρώπινο γένος. Η πραγματολογική ανθρωπολογία του Καντ νοείται από τον δημιουργό της ως αυστηρή επιστήμη των ηθικών κινήτρων, η οποία θέτει κανόνες της φρόνησης, λαμβάνοντας υπ όψιν τις χρήσεις της φρόνησης από τους ανθρώπους, ώστε να επιτύχουν τον εκάστοτε σκοπό τους, καθώς και να ορίσει το τί το ελεύθερο πράττον υποκείμενο μπορεί και πρέπει να πράττει. Διαφαίνεται ενδεχομένως στο καντιανό εγχείρημα κάποιος κομφορμισμός και κάποια νομιμοποίηση της εξουσίας του πολιτισμού, όπως τον εννοεί ο Καντ, ο οποίος αργότερα εκφράστηκε μέσω της αποικιοκρατίας; Παράλληλα με την προσπάθειά μας να απαντήσουμε σ αυτό το ερώτημα θα προβούμε και στην εξέταση της φουκωικής πρόσληψης της καντιανής ανθρωπολογίας καθώς και των διαθλάσεων, αλλοιώσεων ή και αρνήσεων, που μπορεί να περιλαμβάνει η εν λόγω η πρόσληψη. 6 Im. Kant, Ιδέα μιας γενικής ιστορίας με πρίσμα κοσμοπολίτικο, Δοκίμια, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα, 1971, σ. 26 7 Ό.π. [8]

Ο Μισέλ Φουκώ υπέβαλε την «Εισαγωγή στην Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη» του Καντ, από κοινού με την μετάφραση του καντιανού κειμένου στα γαλλικά και σημειώσεις επί αυτού, ως συμπληρωματικό θέμα στη διδακτορική του διατριβή στην Σορβόννη το 1960. Το κύριο θέμα του, η «Ιστορία της τρέλας», είναι πολύ περισσότερο γνωστό εν σχέσει προς την Εισαγωγή στην καντιανή Ανθρωπολογία. Ωστόσο, το συμπληρωματικό αυτό θέμα σηματοδοτεί την απαρχή μιας σημαντικής εξέλιξης της σκέψης του και μία από τις μεγαλύτερες συνεισφορές του στην διανοητική ιστορία του εικοστού αιώνα. Καθώς ο Μορίς ντε Γκαντιγιάκ (Maurice de Gandillac) τον ενθάρρυνε να το αναπτύξει περισσότερο, ο Φουκώ το επέκτεινε και προέκυψε το έργο «Οι λέξεις και τα πράγματα» (Les mots et les choses, fr./ The order of things, eng.). Παρόλο που σπάνια αναφέρεται ο Φουκώ στην Ανθρωπολογία του Καντ στο πλαίσιο αυτού του έργου, το ερώτημα που διέτρεχε την Εισαγωγή, δηλαδή η σχέση μεταξύ του εμπειρικού και του υπερβατολογικού, αναπτύσσεται πλήρως στις «λέξεις και τα πράγματα» 8. Σχετικά με τη φουκωική πρόσληψη παραθέτουμε εκ προοιμίου το παρακάτω απόσπασμα: «[Αν ο Φουκώ πράγματι εγγράφεται στη φιλοσοφική παράδοση, αυτή είναι η κριτική παράδοση, εκείνη του Καντ, και] θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει το εγχείρημά του Κριτική ιστορία της σκέψης. Αυτό δεν θα πρέπει να θεωρούμε ότι σημαίνει μια ιστορία των ιδεών, η οποία θα ήταν ταυτόχρονα μια ανάλυση των σφαλμάτων που θα μπορούσε κανείς να υπολογίσει εκ των υστέρων ή μια αποκωδικοποίηση των συνδεδεμένων με αυτά παρερμηνειών, από τις οποίες ενδέχεται να εξαρτάται ό,τι σκεφτόμαστε σήμερα. Αν ως σκέψη εννοούμε το ενέργημα που θέτει ένα υποκείμενο και ένα αντικείμενο στις ποικίλες δυνατές σχέσεις τους, τότε μια κριτική ιστορία της σκέψης θα ήταν μια ανάλυση των συνθηκών υπό τις οποίες διαμορφώνονται ή τροποποιούνται ορισμένες σχέσεις υποκειμένου και αντικειμένου, στον βαθμό που οι σχέσεις αυτές συγκροτούν μια δυνατή γνώση [savoir]. Το ζητούμενο δεν είναι να καθορίσουμε τις τυπικές συνθήκες μιας σχέσης προς το αντικείμενο ούτε να απομονώσουμε τις εμπειρικές συνθήκες που, σε μια δεδομένη στιγμή, επέτρεψαν στο υποκείμενο εν γένει να λάβει γνώση ενός αντικειμένου ήδη δεδομένου μέσα στο 8 J. Colin McQuillan, Michel Foucault: Introduction to Kant s Anthropology. Translated by Robert Nigro and Kate Briggs, Continental Philosophy Review, 06 December 2012 [9]

πραγματικό. Το ζητούμενο είναι να καθορίσουμε τι οφείλει να είναι το υποκείμενο, σε ποια συνθήκη υπόκειται, ποιο καθεστώς πρέπει να το διέπει, ποια θέση πρέπει να καταλάβει στο πραγματικό ή στο φαντασιακό, προκειμένου να καταστεί νόμιμο υποκείμενο του ενός ή του άλλου τύπου γνώσης. Με λίγα λόγια, ζητούμενος είναι ο καθορισμός του τρόπου «υποκειμενοποίησής» του, καθότι προφανώς αυτός δεν είναι ο ίδιος, ανάλογα με το αν η γνώση για την οποία πρόκειται παίρνει τη μορφή της ερμηνείας κάποιου ιερού κειμένου, της παρατήρησης επί της φυσικής ιστορίας ή της ανάλυσης της συμπεριφοράς ενός διανοητικά ασθενούς. Αλλά την ίδια στιγμή το ζήτημα είναι να καθοριστούν οι συνθήκες υπό τις οποίες κάτι μπορεί να γίνει αντικείμενο μιας δυνατής γνώσης, το πώς προβληματοποιήθηκε ως αντικείμενο προς γνώση, η διαδικασία κατάτμησης στην οποία υποβλήθηκε, το τμήμα του αντικειμένου που θεωρείται συναφές προς τη γνώση αυτή. Επιδιώκεται λοιπόν να καθοριστεί ο τρόπος αντικειμενοποίησής του, που ούτε αυτός παραμένει σε κάθε περίπτωση ο ίδιος, καθώς εξαρτάται από το εκάστοτε είδος γνώσης [savoir]» 9. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν κι εμείς με την σειρά μας να προσδιορίσουμε την σχέση του Φουκώ με την καντιανή ανθρωπολογία. 2.Η ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΙΚΑΝΌΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ Η γνώση είναι μια περίπλοκη παράσταση για την οποία απαιτούνται η εποπτεία και η έννοια. Η γνώση ανήκει στην ενεργητική διάσταση του ανθρώπου, καθώς απαιτεί σαφείς παραστάσεις, σε αντιδιαστολή προς το παιχνίδι των αισθήσεων και τις ασαφείς παραστάσεις που είναι κοινές για τους ανθρώπους και τα ζώα. Η πρώτη ανήκει στην σφαίρα της πραγματολογικής ανθρωπολογίας ενώ οι ασαφείς παραστάσεις στην 9 «Foucault», στο Denis Huisman (επιμ.), Dictionnaire des philosophes, PUF, Παρίσι 1984, τ. I, σ. 942-944. Κατά τη δημοσίευση του, το κείμενο αυτό του Michel Foucault υπεγράφη με το ψευδώνυμο Maurice Florence, του οποίου τα αρχικά υποδηλώνουν την πραγματική ταυτότητα του συντάκτη. Το χωρίο μέσα στις αγκύλες συμπληρώθηκε από τον François Ewald, βοηθό του Foucault στο Κολλέγιο της Γαλλίας. (ελλ. μτφρ. ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ, Τριμηνιαία Έκδοση Επιστημονικού Προβληματισμού και Παιδείας, τχ 124, Φουκώ, 8 Μαΐου 2014) [10]

φυσιολογική. Με άλλα λόγια, η γνώση διερευνά το πώς επενεργεί ο άνθρωπος στον εαυτό του, ενώ οι ασαφείς παραστάσεις αναφέρονται στο πώς επενεργεί η φύση στον άνθρωπο. Η σαφήνεια καθιστά διαυγή τη σύνθεση των παραστάσεων, των οποίων έχουμε συνείδηση ώστε να μπορούμε να διακρίνουμε ένα αντικείμενο από το άλλο. 10 Όμως η ενότητα της σύνθεσης απαιτεί έναν κανόνα που επιφέρει μια ορισμένη τάξη σ αυτή την πολλαπλότητα. Άρα η σαφήνεια βασίζεται στην τάξη σύμφωνα με την οποία συνδυάζονται οι μερικές παραστάσεις 11 ενώ η γνώση είναι σαφής χάρη της τάξεως. Η νόηση του ανθρώπου αποτελείται από την γνωστική του ικανότητα, η οποία περιλαμβάνει την ικανότητα σύλληψης των παραστάσεων για τη δημιουργία της εποπτείας, την ικανότητα απομόνωσης των κοινών σε διάφορες παραστάσεις στοιχείων για την δημιουργία της έννοιας και την ικανότητα λογισμού για την παραγωγή της γνώσης του αντικειμένου. 12 Επιχειρεί, λοιπόν, ο Καντ μέσω της ανατομίας του μηχανισμού της γνωστικής ικανότητας ή, αλλιώς, της νόησης (με την ευρεία έννοια) να μας οδηγήσει σ αυτό που αποκαλεί κοινό αίσθημα και που δεν είναι άλλο παρά η γνώση των κανόνων στις περιπτώσεις εφαρμογής τους. Οι άνθρωποι που κατέχουν αυτή τη γνώση θεωρείται ότι κατέχουν την πρακτική γνωστική ικανότητα ως πρώτη μορφή νόησης και ότι διαθέτουν υγιή νου. Μολαταύτα, ο υγιής νους ανήκει στην κατ αίσθηση γνωστική ικανότητα, καθώς το υποκείμενο πάσχει από ένα αντικείμενο ή από τον ίδιο του τον εαυτό. Η τελευταία θεωρείται υποδεέστερη από την νοητική γνωστική ικανότητα της οποίας οι παραστάσεις περιέχουν μια καθαρή ενέργεια του νοείν. Η πρώτη έχει τον χαρακτήρα της παθητικότητας της εσωτερικής αίσθησης ή των αισθητηριακών εντυπώσεων. η δεύτερη αυτόν της αυτενέργειας της κατάληψης, δηλαδή της καθαρής συνείδησης ως ενεργήματος. 13 Κατά τον Καντ, ο υγιής νους είναι ανεπαρκής για τις εκτεταμένες διανοητικές ικανότητες του ατόμου. Συγκεκριμένα, ένας ακριβής νους (που χαρακτηρίζεται από την καταλληλόλητα των εννοιών του για τη γνώση του αντικειμένου ή αλλιώς, ένας υγιής νους στο μέτρο που οι έννοιές του είναι κατάλληλες για τους σκοπούς της χρήσης τους), μια εξασκημένη κριτική ικανότητα και ένας εμβριθής Λόγος απαρτίζουν τη 10 Im. Kant, Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη, εκδ. Printa, Αθήνα, 2011, σ. 32 11 Ό. π., σ 33 12 Ό. π. 13 Ό. π., σ. 36 [11]

διανοητική γνωστική ικανότητα σε όλο της το εύρος - ιδίως όταν την κρίνουμε ως ικανότητα προαγωγής των πρακτικών θεμάτων, δηλαδή ως ικανότητα να θέτουμε σκοπούς. 14 Η σύλληψη σκοπών είναι, συνεπώς, αυτή που μπορεί να εκμεταλλευτεί στο έπακρο το διανοητικό φορτίο του υποκειμένου καθιστώντας το, έτσι, ικανό να προάγει την ίδια του την ατομικότητα. Ας μην βιαζόμαστε, όμως, στα συμπεράσματα μας, καθώς η ατομικότητα δεν είναι θεωρημένη στα στενά δικά της όρια, αλλά πολύ περισσότερο συνάδει με εξωατομικά στοιχεία που υπηρετούν την προαγωγή του γένους. Η κριτική ικανότητα είναι εκείνη που συνοδεύοντας τον υγιή νου τον συνδέει με τον Λόγο. 15 Ο νους είναι η ικανότητα των κανόνων, η κριτική ικανότητα είναι η δυνατότητα υπαγωγής του ειδικού στον κανόνα (εφαρμογή), ο Λόγος είναι η ικανότητα παραγωγής του ειδικού από το γενικό και παρουσίασής του, σύμφωνα με αρχές, ως αναγκαίου. Επομένως, ο Λόγος είναι η ικανότητα της κρίσης και της ενέργειας σύμφωνα με θεμελιώδεις αρχές και γι αυτό ο άνθρωπος τον χρειάζεται απολύτως. Δηλαδή, προκειμένου για κάθε ηθική κρίση είναι απαραίτητος ο Λόγος, ώστε η πράξη να είναι θεμελιωμένη σε αρχές του. Ο Καντ παραδέχεται ότι είναι υπερβολή να απαιτούμε από τον άνθρωπο μια αυστηρά πρακτική χρήση του Λόγου σύμφωνα με θεμελιώδεις αρχές, 16 ωστόσο θέτει τρεις κατευθυντήριες αρχές προς απόκτηση μια τέτοιας φρόνησης/σοφίας: α. Σκέπτομαι αφ εαυτού β. Σκέπτομαι θέτοντας τον εαυτό μου στη θέση του άλλου γ. Σκέπτομαι πάντοτε σε συμφωνία με τον εαυτό μου 17 Οι τρεις αυτές αρχές μπορούν να μετονομαστούν ως: α. Η αρχή του ελεύθερου τρόπου σκέψης β. Η αρχή του φιλελεύθερου τρόπου σκέψης γ. Η αρχή του συνεπούς (λογικού) τρόπου σκέψης 18 Συνοψίζοντας τα αμέσως προηγούμενα ο Καντ καταλήγει στην διάσημη διατύπωση του περί του τί είναι Διαφωτισμός. Η αυτενέργεια του υποκειμένου ως προς 14 Ό. π., σ. 111 15 Ό. π., σ. 113 16 Ό. π., σ. 115 17 Ό. π., και Κριτική της κριτικής ικανότητας, εκδ. Ροές, 2005, σ. 194 18 Im. Kant, Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη, εκδ. Printa, Αθήνα, 2011, σ. 152 [12]

τη σκέψη του είναι η ρήξη που σηματοδοτεί τον αιώνα των φώτων. Το κείμενο του Καντ που περιέχει την απάντηση στο ερώτημα για τον Διαφωτισμού δημοσιεύτηκε το 1784 και εξετάστηκε από τον Φουκώ σ ένα αδημοσίευτο κείμενό του, το οποίο τελικά μεταφράστηκε στα αγγλικά από την Κάθριν Πόρτερ (Cathrine Porter) και περιλήφθηκε στην έκδοση The Foucault Reader του Πολ Ραμπίνοφ (Paul Rabinow) του 1984. Λαμβάνοντας υπ όψιν ότι το μόνιμο αντικείμενο έρευνας του Φουκώ ήταν το υποκείμενο 19 και ότι η φουκωική γενεαλογία συγκροτήθηκε αντιτιθέμενη προς ό,τι συχνά κωδικοποιείται ως το «υποκείμενο του Διαφωτισμού» 20, θα εξετάσουμε, σ αυτό το σημείο, ποια ακριβώς η σχέση του Φουκώ με το εν λόγω καντιανό κείμενο. Ως υποκείμενο του Διαφωτισμού εννοείται το κυρίαρχο και αυτόνομο υποκείμενο, ουσιωδώς ελεύθερο, που προϋπάρχει του εκάστοτε κοινωνικού πλαισίου και των συναφών σχέσεων εξουσίας, τις οποίες υφίσταται μόνο κατά τρόπο δευτερογενή, εξωτερικό και επουσιώδη. Σύμφωνα με τον Φρεντερίκ Γκρος (Frédéric Gros) 21, υπάρχουν τρεις άξονες στην σκέψη του Φουκώ για τον Διαφωτισμό στο κείμενο του Καντ: «Πρώτον, η επιμονή στην μη αναγκαιότητα της φιλοσοφίας», υπό την έννοια της έλλειψης μιας εσωτερικής νομιμοποίησης, έτσι ώστε η μόνη τεκμηρίωσή της να μπορεί να βρεθεί εξωτερικά σ ένα διάβημα σταθερής διερώτησης του παρόντος. «Δεύτερον, η σχέση του υποκειμένου με την αλήθεια είναι δυνατή μέσω μιας δεοντολογικής πράξης θάρρους», ενός ήθους ως προσωπικής στάσης του υποκειμένου, παρά μέσω μιας ηθικής ακροβασίας εναρμονισμένης με μια επιστημολογία, δηλαδή με μια θεωρία της γνώσης δυνάμει της οποίας μπορούμε να γνωρίζουμε και να σχετιζόμαστε με την αλήθεια. Η αλήθεια προκύπτει ως αποτέλεσμα των σχέσεων εξουσίας και άρα δεν είναι κάτι εξωτερικό που πρέπει ν ανακαλύψουμε. Γίνεται εδώ μια φουκωική αντιστροφή του καντιανού ιδεαλισμού. Σχηματικά μπορούμε να δείξουμε ότι σύμφωνα με τον Καντ ίσχυε : 19 M. Foucault, The Subject and Power, 1983, 209 20 Γ. Φουρτούνης, Ο ύστερος Φουκώ ξαναδιαβάζει τον Καντ: Τι είναι Διαφωτισμός, Κριτική/ Επιστήμη & Εκπαίδευση: 10/10, 65 και J. Butler, The Psychic Life of Power. Theories in Subjection, Stanford University Press, Στάνφορντ, 2 21 Frédéric Gros, Foucault et la leçon kantienne des Lumières. Lumières (Foucault et les Lumières) 8 (2006), σσ. 159-167 [13]

Ich denke (Εγώ νοώ) ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΔΙΑΝΟΙΑ Δηλαδή, αν και η γνώση του πράγματος καθ εαυτό (Das Ding an sich) είναι αδύνατη, ωστόσο η αλήθεια τοποθετείται στο εσωτερικό του υποκειμένου και είναι αποτέλεσμα της αυτοσυνειδησίας. Για τον Φουκώ, όμως, η αλήθεια είναι έξω από το υποκείμενο, καθώς είναι αποτέλεσμα εξουσιαστικών σχέσεων. Σ αυτό το σημείο θεωρείται αναγκαίο να εξηγηθεί η έννοια «Λόγος» στο φουκωικό έργο (œuvre), καθώς όμως η σκέψη του Φουκώ διακρίνεται σε δύο φάσεις, την πρώιμη και την ύστερη εκδοχή της, δηλαδή τον Φουκώ της αρχαιολογίας και τον Φουκώ της γενεαλογίας, γι αυτό και υπάρχουν δύο διαφοροποιημένοι ορισμοί του Λόγου. Ο Φουκώ της πρώτης περιόδου ορίζει τον Λόγο ως ένα σύστημα κανόνων, οι οποίοι ορίζουν τί επιτρέπεται να γιγνώσκεται και τί όχι. Αν και ο Φουκώ στο βιβλίο του «Οι λέξεις και τα πράγματα», το οποίο θεωρήθηκε ως το στρουκτουραλιστικό ευαγγέλιο, δεν χρησιμοποιεί τις λέξεις δομή και σύστημα, αλλά τον ελληνικό όρο επιστήμη (épistème) για να αναφερθεί στο ιστορικό a priori που θεμελιώνει τη γνώση και τους Λόγους της (discourses) και άρα αποτελεί τη συνθήκη της δυνατότητάς τους (Bedingungen der Möglichkeit), σε μια συγκεκριμένη εποχή, ωστόσο η επιστήμη σαφέστατα νοείται ως υφιστάμενη δομή. Η δομή είναι κάτι που καθορίζει χωρίς η ίδια να καθορίζεται από τα ενεργήματα της συνείδησης μας. Ο Φουκώ της δεύτερης περιόδου συνδέει τον Λόγο με τους μηχανισμούς, τις πρακτικές και τους θεσμούς μέσω των οποίων παράγεται η γνώση, γεγονός που τον διαχωρίζει από τους δομιστικούς κύκλους και τον καθιστά μεταδομιστή. Η δομή δεν λειτουργεί ως a priori αρχή εξήγησης, αλλά εξηγείται η ίδια γενετικά, από το πώς δηλαδή προκύπτει. Συνοψίζοντας, παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις στην έννοια του Λόγου και αποδεχόμενοι τον κίνδυνο της υπαγωγής της έννοιας σε ασαφείς, αδρούς και απλοποιητικούς όρους, μπορούμε να πούμε ότι ο Λόγος είναι ένα κανονιστικό σύστημα σκέψης που ορίζει ταυτόχρονα τόσο τα όρια του δυνατού να γιγνώσκεται όσο και το πεδίο του εκάστοτε αδιανόητου, του αγνώστου και άρα εξοβελιστέου. Συνεπώς, [14]

ο Λόγος δρα υποδορίως, καθορίζει τον τρόπο (δηλαδή την μεθοδολογία) και το είδος των πραγμάτων που θεωρούνται αντικείμενα γνώσης. Εξ αυτού προκύπτει ότι η αλήθεια είναι αποτέλεσμα των κανόνων του Λόγου. Το κλασικό μοντέλο της αλήθειας ως αντιστοιχίας με τα πράγματα και η πρωτογενής σχέση της με την ελευθερία αντικαθίστανται από τον Φουκώ από το μοντέλο της αλήθειας στην συσχέτισή της με τις σχέσεις εξουσίας. Εισάγεται έτσι η αλήθεια ως αποτέλεσμα των κανόνων του Λόγου, ή, αλλιώς, η αλήθεια ως αποτέλεσμα των εξουσιαστικών σχέσεων του υποκειμένου με την υφέρπουσα δομή. «Τρίτον, η άρνηση υπακοής στην εξουσία», ή η αντίσταση, «είναι η συνθήκη της διάνοιξης ενός θεωρητικού πεδίου», όπως η πνευματική ασθένεια ή η σεξουαλική μη κανονικότητα, και μιας συνεπαγόμενης ιστορικής έρευνας για τις ενδεχόμενες στιγμές κατασκευής του υπό την οπτική της άρσης της αναγκαιότητάς του, δηλαδή η αντίσταση ως το ερευνητικό πεδίο για την τεκμηρίωση της συντυχίας της ιστορικής εξέλιξης, η αντίσταση ως κριτική συμπεριφορά, ή και ακόμη η αντίσταση ως αποκάλυψη των στρατηγικών της εξουσίας που αρθρώνουν την ελευθερία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Φουκώ, η ελευθερία στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο παρά απόρροια της εξουσίας, επειδή στον πυρήνα των εξουσιαστικών σχέσεων, που διαρκώς εγείρονται, βρίσκονται η απειθαρχία της θέλησης και η αδιαλλαξία της ελευθερίας 22. Ο Φουκώ εργάστηκε εντός της γαλλικής παράδοσης της φιλοσοφίας της επιστήμης που ονομάζεται επιστημολογική ιστορία. Με αναφορές στην κοινωνιολογία της επιστημονικής γνώσης και την εξήγησή της για το περιεχόμενο της γνώσης στη σχέση του με το συγκείμενό της, η κριτική καταλήγει να είναι ένα θέμα ανάλυσης των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών της συντυχίας της εν λόγω επιστημονικής γνώσης. Μια κριτική ιστορία της σκέψης που ακολουθεί στα ίχνη του Γκαστόν Μπασελάρ (Gaston Bachelar) και του Ζωρζ Κανγκυλέμ (Georges Canguillem), οι οποίοι επάξια υπηρέτησαν στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης στη Σορβόννη. Ο Φουκώ όχι μόνο γνωρίζει το χρέος του στον Μπασελάρ για την κριτική της επιστήμης (épistémocritique), η οποία ερευνά την αλήθεια και το λάθος των προτάσεων που συνιστούν τον επιστημονικό λόγο (εξ ου και ο περιβόητος τίτλος «Σχολή του λάθους»), αλλά επίσης και στον Κανγκυλέμ για τις επιστημολογίες 22 M. Foucault, The Subject and Power,1983, σ. 222 [15]

(épistémologiques), ή την ανάλυση της επιστημονικής γνώσης σε όρους της συλλογιστικής της πρακτικής και τους κανόνες για την χρήση της. Κυριότερα, ο Φουκώ μαθαίνει από τον Κανγκυλέμ ότι η «ιστορία μιας αντίληψης [βασίζεται] στα διάφορα πεδία συγκρότησης και εγκυρότητας που την χαρακτηρίζουν παρά στην προοδευτική της βελτίωση». 23 Υπό αυτήν την οπτική κατανόησης, η φουκωική αντιμετώπιση του Καντ συμφωνεί με την γενικότερη προσπάθεια στην Γαλλία να τον κατανοήσουν σωστά στην εποχή του δευτέρου μισού του εικοστού αιώνα, όταν φαινόταν δυνατό να διακρίνουν το «δόγμα» του καντιανού συστήματος από την «ιδέα» του κριτικισμού. Μολονότι και τα δύο παραπέμπουν σ ένα τρόπο σκέψης, ωστόσο ο Φουκώ συντάσσεται με την «ιδέα» 24.Απαιτεί από εμάς να διακόψουμε την καντιανή σύνδεση του κριτικισμού με την μεταφυσική, προκειμένου να απελευθερώσουμε την καθαρότητα της ιδέας του κριτικισμού 25. Εντός αυτής της εθνικής συγκεκριμένης διανοητικής κληρονομιάς ο Φουκώ ανέπτυξε το αίτημά του να σώσει την καντιανή σύλληψη της κριτικής από κάθε μεταφυσική θεώρηση μέσω της νιτσεϊκής προσέγγισης. Στην «Εισαγωγή στην Ανθρωπολογία του Καντ», βλέπουμε την πρώτη αναφορά για μια «αρχαιολογία του κειμένου» ως το όχημα για την εκθρόνιση του ανθρωποκεντρισμού και την γέννηση του «homo criticus» 26. Όμως, το σημαντικότερο σημείο της Εισαγωγής είναι η αλλαγή προσέγγισης του Φουκώ στο τέλος του κειμένου, όπου καλεί τον Νίτσε να μας σώσει από τον ανθρωποκεντρισμό του Καντ. Η ερώτηση «Τί είναι ο άνθρωπος;», γράφει ο Φουκώ, βρίσκει την απάντηση της στον Υπεράνθρωπο 27. Ενώ ο Φουκώ ενδιαφέρεται για τις πραγματικές και πρακτικές διαστάσεις της καντιανής ανθρωπολογίας, ωστόσο είναι επικριτικός προς τον Καντ ως προς την αποτυχία του να αναπτύξει τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο, η οποία θα έπρεπε να ήταν στον πυρήνα μιας πραγματολογικής ανθρωπολογίας. Αντί τούτου, διατείνεται ο Φουκώ, ο Καντ υπεραναλύει και προσκολλάται στην εσωτερική ζωή των όντων 28. 23 M. Foucault, The Archaeology of Knowledge, 4;Foucault, DEII, σ.28 24 Br. Dagliesh, Critical history: Foucault after Kant and Nietzsche, Parrhesia, No 18, 2013, σ.72 25 L. Brunschvicg, L idée critique et le systeme kantien. Quoted in Djaballah, Kant, Foucault, and Forms of Experience, σ. 2 26 Br. Dagliesh, Critical history: Foucault after Kant and Nietzsche, Parrhesia, No 18, 2013, σ. 72 27 M. Foucault, Introduction to Kant s Anthropology, σ. 125 28 J. Colin McQuillan, Michel Foucault: Introduction to Kant s Anthropology, Continental Philosophy Review, December 2012, σ. 3 [16]

Αφού εξετάσαμε τις θεωρητικές καταβολές του Φουκώ και αποδεχόμενοι ότι ο Φουκώ επιχειρεί να διασώσει τη νεωτερικότητα, συντηρώντας τα καντιανά ερωτήματα και τις καντιανές αξιώσεις, αλλά στρέφοντάς τες προς διαφορετικές κατευθύνσεις, αποκαλύπτοντας άλλες πτυχές και/ή γονιμοποιώντας τα με διαφορετικές σημασίες, με άλλους νοηματοφόρους ορίζοντες, 29 θα εξετάσουμε στη συνέχεια τη φουκωική μέθοδο ανάλυσης. Βέβαια, σύμφωνα με τον Κύρκο Δοξιάδη 30, η σχέση μεθόδου και κριτικής στη φουκωική προσέγγιση είναι σχέση ταυτότητας υπό την έννοια ότι η μέθοδος είναι μέθοδος κριτικής. Παραπέμποντας στον ίδιο τον Φουκώ, η μέθοδος ως μέθοδος κριτικής, ως «κριτική εργασία», είναι «ένα υπομονετικό έργο που δίνει μορφή στην ανυπομονησία της ελευθερίας» 31. Πρώτος και κύριος στόχος της κριτικής είναι η ανεύρεση των κενών και των ασυνεχειών προκειμένου να βρει τη δυνατότητα του εαυτού της. Κάθε ασυνέχεια είναι δυνάμει και τόπος άσκησης κριτικής. 32 Για τον καντιανό ορισμό του Διαφωτισμού, ο Φουκώ συνοψίζει με τρόπο που παραπέμπει ευθέως στη δική του διηνεκή προβληματική: όπως γράφει, η έξοδος που συνιστά τον Διαφωτισμό «ορίζεται [από τον Καντ] με την τροποποίηση της προϋπάρχουσας σχέσης η οποία συνδέει τη βούληση, την αυθεντία και τη χρήση του Λόγου. Βούληση, αυθεντία, Λόγος: εύκολα αναγνωρίζονται εδώ οι τρεις αλληλένδετοι πόλοι της διηνεκούς φουκωικής προβληματικής: υποκειμενικότητα, εξουσία, γνώση. 33 Ο Διαφωτισμός δεν είναι απλά ένα διακριτό καθεστώς εξουσίας/γνώσης, αλλά κατά διακριτό τρόπο καθεστώς εξουσίας/γνώσης. Ο Διαφωτισμός συνιστά μια ιδιότυπη έξοδο από ένα προϋπάρχον καθεστώς εξουσίας/γνώσης. Ο Διαφωτισμός, μας λέει ο Φουκώ, πρέπει να κατανοηθεί, ταυτοχρόνως, και ως εποχή ή ως καθεστώς εξουσίας/γνώσης, και ως μη-εποχή ή ως εξαίρεση από τα καθεστώτα εξουσίας/γνώσης. 34 Το φιλοσοφικό ήθος που προσιδιάζει στον Διαφωτισμό, ή που 29 Σ. Ροζάνης, Εισαγωγή του μεταφραστή στο M. Foucault, Τι είναι Διαφωτισμός, Έρασμος, Αθήνα, 2003, σ.7 30 Κ. Δοξιάδης, Η μέθοδος του Φουκώ, Νέα Εστία, τχ 1843, Απρίλιος 2011, σ. 631 31 Μ. Foucault, Dits et écrits: 1954-1988, IV, Gallimard, Παρίσι, 1994, σ. 578 32 K. Δοξιάδης, Η μέθοδος του Φουκώ, Νέα Εστία, τχ 1843, Απρίλιος 2011, σ. 637 33 Γ. Φουρτούνης, Ο ύστερος Φουκώ ξαναδιαβάζει τον Καντ: Τι είναι Διαφωτισμός, Κριτική/ Επιστήμη & Εκπαίδευση: 10/10, σ. 76 34 Ό. π., σ. 81 [17]

εγείρεται απ αυτόν, είναι, σύμφωνα με τον Φουκώ, «μια κριτική οντολογία του εαυτού μας». 35 Μάλιστα, ο Στέφανος Ροζάνης φθάνει στο σημείο να διατυπώσει ότι ο Φουκώ εγκαταλείποντας το καντιανό πεδίο, αλλά όχι υπερβαίνοντάς το, επιχειρεί να αισθητικοποιήσει τον Λόγο, κατά τρόπον ώστε, μέσα από το νεωτερικό αδιέξοδο, να αναδυθεί ο Λόγος ως διαφορετική προοπτική της ανθρώπινης κατάστασης. Πρόκειται για μια εμφανή αντίδραση προς τον Λόγο, για έναν εκβιασμό που στοχεύει να παρασύρει τον Λόγο έξω από την περιοχή και τη δικαιοδοσία του. 36 3. ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Ο Καντ αφιερώνει αρκετές σελίδες σε μια αρκούντως ενδιαφέρουσα ανάλυση της τρέλας ή, όπως την αποκαλεί αυτός, περί των αδυναμιών και ασθενειών της ψυχής σε σχέση με την γνωστική ικανότητα. Οι ασθένειες της ψυχής διαιρούνται σε δυο βασικές ομάδες, την ιδιοτροπία και την πνευματική διαταραχή, δυνάμει του κριτηρίου της συνείδησης του υποκειμένου στην ροής των σκέψεων του και στον ελέγχο που ασκεί ο Λόγος σ αυτές. Συγκεκριμένα, ιδιοτροπία υπάρχει όταν το υποκείμενο έχει συνείδηση της διαταραχής της ροής των σκέψεων του, καθώς ο Λόγος του δεν έχει επαρκή αυτοέλεγχο για να κατευθύνει, να σταματήσει ή να επιταχύνει τη ροή αυτήν 37. Αντιθέτως, η πνευματική διαταραχή οφείλεται στην αυθαίρετη ροή των σκέψεων, η οποία έχει διαφοροποιημένους ή εναλλακτικούς από τους αντικειμενικούς κανόνες της εμπειρίας. Η πρώτη ασθένεια βλέπουμε να υπάγεται εντός του Λόγου και να οφείλεται στον ανεπαρκή έλεγχό του ενώ η δεύτερη είναι κάτι το εξωλογικό που συστήνει ένα παράλληλο, αυτορρυθμιζόμενο σύστημα στη βάση των δικών του υποκειμενικών αρχών. 35 Μ. Foucault, Τι είναι Διαφωτισμός, Έρασμος, Αθήνα, 2003, σ. 42 36 Σ. Ροζάνης, Εισαγωγή του μεταφραστή στο M. Foucault, Τι είναι Διαφωτισμός, Έρασμος, Αθήνα, 2003, σ.9 37 I. Kant, Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη, εκδ. Printa, Αθήνα, 2011, σ. 117 [18]

Εξομοιώνοντας την τρέλα μ έναν βαθύτατο εξευτελισμό του ανθρώπου 38, ο Καντ προβαίνει σε μια γενική τριμερή διαίρεσή της σύμφωνα με την οποία υπάρχει η θορυβώδης, η μεθοδική και η συστηματική τρέλα. Η θορυβώδης τρέλα είναι ουσιαστικά ο παραλογισμός, ήτοι η αδυναμία σύνδεσης των παραστάσεων που είναι αναγκαία για τη δυνατότητα της εμπειρίας. Η μεθοδική τρέλα είναι το παραλήρημα, δηλαδή η αφήγηση των γεγονότων σύμφωνα με τους μορφικούς νόμους της σκέψης που είναι απαραίτητοι για την εμπειρία, λαμβάνοντας, όμως, ως κατ αίσθηση αντιλήψεις τις παραστάσεις που επινοεί μια πεπλανημένη φαντασία. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα παραλήρημα μετά Λόγου. Εμβολίζεται εδώ η παραφροσύνη, που είναι μια διαταραχή της κριτικής ικανότητας, η οποία δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας καθολικότητας, στην οποία υπάγονται οι παραστάσεις εξαιτίας της αποπλάνησης του πνεύματος από αναλογίες και της συνεπαγόμενης σύγχυσης αυτών με έννοιες πραγμάτων. Η παραφροσύνη είναι μεθοδική τρέλα, αλλά μόνο με αποσπασματικό τρόπο. Τέλος, η συστηματική τρέλα είναι η φρενοβλάβεια που μαρτυρά ένα διαταραγμένο Λόγο. Ο φρενοβλαβής ίπταται υπεράνω όλης της κλίμακας της εμπειρίας, αναζητεί αρχές που μπορούν ν απαλλαχθούν από τη λυδία λίθο της εμπειρίας, και φαντάζεται ότι συλλαμβάνει το αδιανόητο 39. Το ενδιαφέρον σημείο εδώ είναι η παρουσίαση της συστηματικής τρέλας ως μιας άλλης μορφής εναρμόνισης των αντικειμένων. Υπάρχει μια παραδεδομένη παρέκκλιση από τους κανόνες χρήσης του Λόγου, που συστήνει ένα θετικό παράλογο 40. Ένας άλλος τρόπος παρουσίασης του πραγματικού που διέπεται από τους δικούς του κανόνες, νόμους και αρχές και στον οποίο έχει χαθεί το κοινό αισθητήριο που απαιτείται για την ενότητα της ζωής. Οι δυνάμεις του διαταραγμένου πνεύματος οργανώνονται σ ένα σύστημα και η φύση προσπαθεί να εισαγάγει μια αρχή σύνδεσής τους ακόμη και στο παράλογο 41. Η ικανότητα του νοείν πρέπει οπωσδήποτε να απασχολείται χάριν της ζωής. 38 Ό. π., σ. 133 39 Ό. π., σ. 135 40 Ό. π. 41 Ό. π., σ. 136 [19]

Η πνευματική διαταραχή χαρακτηρίζεται από την απώλεια του κοινού αισθήματος και την εμφάνιση της λογικής ιδιοτυπίας 42. Η μόνη εγγύηση για την ορθότητα των κρίσεών μας, σύμφωνα με τον Καντ, είναι η αντιπαραβολή του νου μας με τον νου των άλλων. Προβάλλεται έτσι η διατομικότητα ως εχέγγυο για την πνευματική υγιεινή, αλλά και πολύ περισσότερο, η ετεροσχεσία ως διαπιστευτήριο ή αλλιώς απαραίτητη συνθήκη για την εγκυρότητα των δημοσίων μας κρίσεων. Η περιχαράκωση στα στενά όρια της ατομικότητας βρίθει από κινδύνους αποπλάνησης της νόησης και εκφυλισμού των προϊόντων της, όπως και από φενάκη για την δυνατότητα της αυτοσυνειδησίας. Εντοπίζουμε εδώ το ιδιαίτερο θέμα στο οποίο βασίστηκε το εγχείρημα του Φίχτε, δηλαδή το θέμα της διυποκειμενικότητας ως προαπαιτούμενο όρο για την δυνατότητα της συνείδησης, δυνάμει του οποίου προσπάθησε να ριζοσπαστικοποιήσει τα συμπεράσματα του καντιανισμού. Κρίνεται όμως σκόπιμο εκ μέρους μας να μην προβούμε σε ανάλυση της σχέσης του Εγώ Μη Εγώ που εισήγαγε ο Φίχτε, καθώς θα οδηγηθούμε σε δύσβατα μονοπάτια τα οποία υπερβαίνουν τον θεματικό μας άξονα. Επιστρέφοντας στα καθ ημάς, το υφάδι του κειμένου, ο εμπειρικός οδηγητικός του μίτος, δεν είναι άλλος παρά η υπομονετική προσπάθεια να εξαντλήσει τις λεκτικές μορφές ενός θέματος καθώς και να ορίσει κάθε θέμα μαζί με την ακριβή του σημασία και το κατάλληλο πεδίο του. Οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν τον 19 ο αιώνα στην κατηγοριοποίηση των ασθενειών, όροι όπως einfältig, dumm, Tor, Narr, Geek και unklug έχουν κατηγορηθεί ως παραπλανητικοί και περιττοί, καθώς εμπίπτουν μόνο σε μια αγοραία χρήση της γλώσσας βασιζόμενη σε μια σκοτεινή και αμφίβολη παράδοση 43. Πρέπει αυτές να αντικατασταθούν, όπως λένε, από μια ορολογία που θεωρητικά θα αναπαράγει μια λογική άρθρωση του πραγματικού στον τομέα της φύσης. Είναι ακριβώς οι προηγούμενες λέξεις που διαμορφώνουν την βάση και την ουσία της ανάλυσης του Καντ. Δεν είναι θέμα της επίκλησης της πολλαπλασιαστικής γλώσσας του ανθρώπου, ούτε πρόκειται για ολιστικοποίηση αυτής της γλώσσας από την θεώρηση ότι ο καθένας αναλόγως των κλίσεων του επιφέρει μια επιμέρους τροπικότητα της σημασίας. Η διάκριση της καθημερινής γλώσσας ανάμεσα στον όρο dumm (χαζός), Tor (ανόητος) και Narr (τρελός, ανόητος) είναι έγκυρη και ουσιαστική, 42 Ό. π., σ. 135 43 Μ. Foucault, Introduction to Kant s anthropology, Semiotext(e)/Foreign agents, tr. R. Nigro & K. Briggs, MIT Press, 2007, p. 95 [20]

καθώς καθιδρύει ποιοτικές διαφορές. Στο ανθρωπολογικό επίπεδο δεν υπάρχει παραπλανητική γλώσσα, ούτε εσφαλμένο λεξιλόγιο. Κατά μία έννοια η Ανθρωπολογία είναι τρόπον τινά ένα γενικό ιδίωμα 44. Η σημασία όμως αυτών των ιδιωματικών εκφράσεων, όπως των προτύπων συμπεριφοράς ή της διαχείρισης του εαυτού στην δημόσια σφαίρα, φέρει την χρονικότητα του καιρού της. Επιδιώκοντας την σύλληψη του νήματος της γλώσσας και της χρήσης της, καθίσταται εφικτή η υπαγωγή τους σ ένα είδος εμπειρικής χαρτογράφησης, όπου οι εκφράσεις αυτές δηλώνονται και σημασιολογούνται. «Η Ανθρωπολογία είναι η αποσαφήνιση της ήδη καθιερωμένης γλώσσας -του ρητά διατυπωμένου και της σιωπής- μέσω της οποίας ο άνθρωπος συμπλέκεται με τα πράγματα και τα εισάγει σ ένα σύστημα ανταλλαγής, αμοιβαιότητας και σιωπηλής κατανόησης, το οποίο στην πραγματικότητα ( ) διαμορφώνει την καθολική υπηκοότητα του πολίτη του κόσμου» 45. Ο άνθρωπος της Ανθρωπολογίας είναι κοσμοπολίτης απλά και μόνο επειδή μιλάει. Είναι εξαιτίας της γλωσσικής ανταλλαγής που καταφέρνει για λογαριασμό του να φθάσει και να συνειδητοποιήσει το σαφές καθολικό. Η ζωή του στον κόσμο, είναι ως επί το πλείστον, διαμονή στην γλώσσα 46. Η αλήθεια, που η Ανθρωπολογία φέρει υπό το φως, δεν είναι μια αλήθεια προγενέστερη της γλώσσας και γι αυτό τον λόγο εναποτίθεται στην γλώσσα να την εκφράσει. Είναι μια αλήθεια που είναι ταυτόχρονα εσωτερική και περίπλοκη, βρίσκεται εντός του διαβήματος της γλωσσικής ανταλλαγής και εξαιτίας τούτου διαπιστώνεται η καθολική αλήθεια του ανθρώπου. Το πρωταρχικό δεν βρίσκεται σε μια ήδη δεδομένη μυστική σημασία, αλλά σε ό,τι είναι η περισσότερο προφανής ατραπός της ανταλλαγής. Η γλώσσα αναλαμβάνει, διαπιστώνει και επανακαλύπτει την πραγματικότητα, καθιστώντας έτσι τον άνθρωπο ικανό να εκθέσει την ανθρωπολογική του αλήθεια. Το καθολικό αναδύεται από την καρδιά της εμπειρίας μέσω της κίνησης των πραγματικά παροδικών ανταλλασσόμενων. Οι φουκωικές αυτές γλωσσολογικές παρατηρήσεις σαφέστατα προέρχονται από την στρουκτουραλιστική ανάλυση (ευρύ πνευματικό ρεύμα με μεγάλη επιρροή στην Γαλλία κατά την δεκαετία του 1960), σύμφωνα με την οποία οι νόμοι της γλώσσας 44 Ό. π., σ. 96 45 Ό. π., σ. 97 46 Ό. π., σ. 102 [21]

λειτουργούν σε ασυνείδητο επίπεδο ξεφεύγοντας του επικαθορισμού του υποκειμένου. Οι γλωσσικές δομές, όπως υποστήριζαν, είναι κοινωνικά φαινόμενα που μπορούν και πρέπει να μελετηθούν ως αμιγώς αντικειμενικά φαινόμενα. Γι αυτό το λόγο, σύμφωνα με τους στρουκτουραλιστές ή σε σωστότερα ελληνικά τους δομιστές, σε συνδυασμό και με την πρωταρχικότητα της γλώσσας καθίσταται δυνατή η μεταφορά του γλωσσολογικού μοντέλου ανάλυσης και σε άλλα πεδία της πραγματικότητας, σε άλλους γνωστικούς κλάδους, όπως και στην φιλοσοφία. Η μεταφορά αυτή είναι ικανή να προβεί στην αποκρυπτογράφηση του πραγματικού 47 σύμφωνα με τον Φουκώ. Εξαιτίας αυτής της δομιστικής ανάγνωσης, βλέπουμε τον Φουκώ να διαφοροποιείται ή να σημασιοδοτεί αλλοτρόπως τον ρόλο της γλώσσας στην καντιανή Ανθρωπολογία. Τέλος, η μακρά καντιανή ανάλυση των ασθενειών του πνεύματος ακολουθείται από μια σύντομη παράγραφο για τον Λόγο (ηθικό αγαθό) και η αυξημένη σημασία που αποδίδεται στην εξέταση της νοητικής παθολογίας, ως προς τις επισημάνσεις και τους σκοπούς, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι αυτοί οι στοχασμοί για την αρνητικότητα βρίσκονται στην δυναμική της ανθρωπολογικής έρευνας. Αντιπροσωπεύει την έρευνα του απροϋπόθετου εντός του προϋποτιθέμενου. Στο ανθρωπολογικό πεδίο δεν υπάρχει καμία σύνθεση που δεν απειλείται. Ο τομέας της εμπειρίας εκτίθεται στον κίνδυνο να είναι κενός περιεχομένου, όχι εξαιτίας της αυθαίρετης διαδοχής, αλλά της πιθανής κατάρρευσής του. Η δυνατή ή πιθανή εμπειρία ορίζει ταυτόχρονα την χώρα της αλήθειας και την χώρα της απώλειας της αλήθειας. Ας συγκρατήσουμε σ αυτό το σημείο ότι για τον Καντ η χώρα της αλήθειας ορίζεται από την πιθανή εμπειρία, κάτι το οποίο δεν ισχύει για τον Φουκώ. Αυτός φαίνεται να προσκολλάται στην σφαίρα του πραγματικού. Παρατηρείται συνεπώς στον Φουκώ μια στένωση της καντιανής οπτικής, η οποία με λίγα λόγια μπορεί να περιγραφεί ως εξής: η αλήθεια να αναζητείται στον ως άνω επιμερισμένο τομέα της εμπειρίας, δηλαδή στον τομέα του πραγματικού και όχι του ευρύτερου δυνατού. 47 M. Foucault, Les mots et les choses, une archéologie des sciences humaines, Paris, Gallimard, 1966 [22]

4.Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΗΘΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αφιερώνοντας το δεύτερο μέρος του έργου του Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη στην ανθρωπολογική χαρακτηρολογία, ο Καντ εισάγει μια βασική διάκριση ανάμεσα στο φυσικό και τον ηθικό χαρακτήρα. Στην πρώτη περίπτωση, ο χαρακτήρας είναι το διακριτικό γνώρισμα του ανθρώπου ως όντος με αισθήσεις ή ως φυσικού όντος. στη δεύτερη περίπτωση, είναι το διακριτικό γνώρισμά του ως ελλόγου όντος προικισμένου με ελευθερία 48. Εδώ θα γίνει λόγος για τον ηθικό χαρακτήρα, αν και ο Καντ διατυπώνει μια θεωρία της ιδιοσυγκρασίας. Εν προκειμένω, αυτό που ενδιαφέρει εμάς είναι ο χαρακτήρας του ανθρώπου με αρχές, από τον οποίο γνωρίζουμε με βεβαιότητα τι μπορούμε να προσδοκούμε, όχι φυσικά από το ένστικτο του, αλλά από την βούληση του 49. Ο χαρακτήρας ως τρόπος του σκέπτεσθαι παραπέμπει σε μια ιδιότητα της βούλησης, δυνάμει της οποίας το υποκείμενο δεσμεύεται από καθορισμένες πρακτικές αρχές που επιτάσσει αμετάκλητα ο Λόγος του 50. Δεν πρόκειται για μεταφυσικές κατασκευές του ανθρώπινου πνεύματος οι οποίες συνιστούν ριψοκίνδυνες ανθρώπινες απόπειρες, ιδίως όταν ο θεωρησιακός λόγος προχωρεί πέραν των ορίων της εμπειρίας 51. Αλλά πολύ περισσότερο εδώ ομιλούμε για τον πρακτικό Λόγο που αποσκοπεί να αναδείξει και να θεμελιώσει τις αρχές των κανόνων και των αξιών με τους οποίους κρίνουμε τις ανθρώπινες πράξεις και «ζυγίζουμε» την ανθρώπινη σκοποθεσία. Ο ανθρώπινος πρακτικός Λόγος είναι επιτακτικός, γιατί υποδεικνύει αυτό που πρέπει να γίνει. Αν και οι αρχές αυτές μπορεί να είναι λανθασμένες, εντούτοις αυτό που ενδιαφέρει είναι το μορφικό στοιχείο της βούλησης, καθώς μας απασχολεί το πώς διαμορφώνει ο άνθρωπος τον εαυτό του. Αυτό που έχει βαρύνουσα σημασία σ αυτό το σημείο είναι η πρωτοτυπία του τρόπου σκέψης, μιας και η μίμηση σε ζητήματα ηθικής δεν έχει χαρακτήρα. Ο άνθρωπος μετά Λόγου πρέπει να υπερβεί το κοινό 48 Im. Kant, Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη, εκδ. Printa, Αθήνα, 2011, σ. 223 49 Ό. π. 50 Ό. π., σ. 231 51 Im. Kant, Critique de la raison pure, γαλλ. μτφρ. A. Renaut, Παρίσι, GF-Flammarion, 2001, σ. 77 [23]

αίσθημα που συνίσταται στην εφαρμογή των κανόνων, οι οποίοι ισχύουν για όλους, να εντοπίσει το ειδικό στο γενικό μέσω της κριτικής ικανότητάς του και να συναγάγει το ειδικό από το γενικό ως αναγκαίο μέσω του Λόγου του. Ο χαρακτήρας απαιτεί αξιώματα που εκπορεύονται από τον Λόγο, και ηθικές πρακτικές αρχές. Είναι η άγνοια ή η εγκατάλειψη αυτών των αρχών που οδηγεί στην κακότητα και όχι ότι η κακότητα μπορεί να είναι ιδιότητα του χαρακτήρα. 52 Οπότε σύμφωνα με τον Καντ, το κακό δεν αποτελεί καταβολή και πεπρωμένο του ανθρώπου όπως υποστήριζε ο Χομπς (Hobbes) με την διάσημη ρήση του «Homo homini lupus» (De cive,1642). Είναι ακριβώς η μη χρησιμοποίηση του ορθού του Λόγου που τον αποτρέπει από το ύψιστο αγαθό. Από την άλλη όμως, η προσπάθεια του ανθρώπου να γίνει καλύτερος είναι ένα ολικό φαινόμενο που εμφορείται από την επιμονή στις αρχές του Λόγου, η οποία αποτελεί ανθρώπινη κατάκτηση και όχι εγγενές χαρακτηριστικό. Ο άνθρωπος μέσω της αποστροφής του για το ένστικτο και χωρίς τη συνδρομή της ανατροφής και της εκπαίδευσης, κατά την παραδοχή του Καντ, οδηγείται σ ένα είδος αναγέννησης. Η αποσπασματικότητα αποκλείεται, καθώς η θεμελίωση ενός χαρακτήρα στηρίζεται στην απόλυτη ενότητα της εσωτερικής αρχής που διέπει τη διαγωγή εν γένει. 53 Η συνειδητοποίηση του χαρακτήρα από το υποκείμενο αποδεικνύεται μόνο μέσω της αναγωγής της φιλαλήθειας σε ύψιστη αρχή τόσο στην εσωτερική εξομολόγηση όσο και στην συμπεριφορά έναντι των άλλων. Αν και το ύφος αποκαλύπτει, παρά την όποια προσπάθεια του Λόγου, τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. 54 Συνεπώς, το συναισθηματικό φορτίο δύναται να προδοθεί μέσω της δηλωτικότητας του ύφους και μ αυτόν τον τρόπο να καταστεί ένδειξη της ηθικότητας του ατόμου. Ερχόμαστε, λοιπόν, στο σημείο της τοποθέτησης του ανθρώπου στο σύστημα της έμβιας φύσης. 55 Κατ αρχάς, ο άνθρωπος διαθέτει ένα επίκτητο χαρακτήρα, τον ηθικό, ο οποίος του επιτρέπει να τελειοποιείται εφαρμόζοντας τη δική του προσωπική σκοποθεσία. Είναι έλλογο ζώο που διατηρεί τον εαυτό του και το είδος του 52 Im. Kant, Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη, εκδ. Printa, Αθήνα, 2011, σ. 233 53 Ό. π., σ. 234 54 Ό. π., σ. 242 55 Ό. π., σ. 269 [24]

εκπαιδεύοντας και διοικώντάς τα. Διαθέτει τρεις προδιαθέσεις που τον διακρίνουν από τους άλλους ζώντες οργανισμούς: α. Η τεχνική προδιάθεση να χειρίζεται τα πράγματα β. Η πραγματολογική προδιάθεση να χρησιμοποιεί επιδέξια τους άλλους ανθρώπους για τους σκοπούς του και γ. Η ηθική του προδιάθεση να ενεργεί έναντι του εαυτού του και των άλλων σύμφωνα με την αρχή της ελευθερίας Συμπερασματικά, ο Καντ διατυπώνει την άποψη ότι ο άνθρωπος είναι προορισμένος από τον Λόγο του να συμβιώνει με τους άλλους ανθρώπους σε μια κοινωνία και να καλλιεργείται, να εκπολιτίζεται και να ηθικοποιείται σ αυτήν μέσω της τέχνης και της επιστήμης. όσο ισχυρή και αν είναι η ζωώδης τάση του να ενδώσει παθητικά στον πειρασμό των ανέσεων και της καλοζωίας, την οποία αποκαλεί ευδαιμονία, είναι προορισμένος να αποδειχθεί αντάξιος της ανθρωπότητας με ενεργητικό τρόπο, αίροντας τα εμπόδια που του θέτει η τραχύτητα της φύσης του. 56 Συνεπώς, ο άνθρωπος πρέπει να εκπαιδευτεί για το Αγαθό, μολονότι το πρόβλημα της ηθικής εκπαίδευσης για το είδος μας παραμένει άλυτο λόγω της μη ολοκληρωτικής εγκατάλειψης των άσχημων εγγενών τάσεων από το Λόγο. Ωστόσο, το γεγονός και μόνο της δυνατότητας δημιουργίας του ηθικού χαρακτήρα μαρτυρά την ύπαρξη μιας ευνοϊκής φυσικής προδιάθεσης και μιας ροπής προς το αγαθό. 57 Αυτή η ροπή όμως αποκρυσταλλώνεται στη σφαίρα του είδους, καθώς τα μεμονωμένα άτομα εκκινώντας από το κακό (λόγω άγνοιας των αρχών του Λόγου) μπορεί να παρουσιάσουν αμφίβολα αποτελέσματα ως προς την ηθικότητα. Συνολικά όμως, αναφορικά με το είδος, υπάρχει μια ηθική βεβαιότητα για το σκοπό αυτό, ενισχυμένη από την υπάρχουσα αναγκαιότητα το υποκείμενο να είναι μέλος μιας οποιασδήποτε πολιτικής κοινωνίας και άρα να υπάγεται σε όρους συλλογικότητας. Εδώ αναγκαστικά, εισχωρούν οι έννοιες ελευθερία και νόμος βάσει των οποίων συγκροτούνται όλα τα πιθανά πολιτεύματα και των οποίων ρυθμιστική αρχή είναι, σύμφωνα με τον Καντ, η δημιουργία μια κοσμοπολιτικής κοινωνίας, στην οποία πρέπει 56 Ό. π., σ. 273 57 Ό. π., σ. 279 [25]

να είμαστε προσηλωμένοι, ως προορισμού του ανθρώπινου είδους και η οποία ερείδεται στις φιλανθρωπικές προθέσεις. 58 Εφόσον αποδέχεται ο Καντ ότι το ανθρώπινο γένος βρίσκεται σε πρόοδο από την άποψη του πολιτισμού, ως φυσικού του σκοπού, διατείνεται ότι πηγαίνει επίσης προς το καλύτερο και από την άποψη του ηθικού σκοπού της ύπαρξης του, και ότι κάποτε η πρόοδος αυτή διακόπτεται, αλλά ποτέ δεν αποκόπτεται. 59 Αυτή η διακοπή οφείλεται στο κακό που είναι ανάμεικτο με το αγαθό εντός του και έτσι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιο εκ των δύο θα επιφέρει αποτέλεσμα. Όμως η μη αποκοπή της ηθικής προόδου, παρόλο το γεγονός της διακοπής της, θα επιφέρει σταδιακά πολλαπλασιασμό των ηθικών πράξεων, χωρίς παράλληλα να μπορεί να μεγαλώσει στο ελάχιστο το ηθικό υπόβαθρο μέσα στο ανθρώπινο γένος, αφού τούτο θα χρειαζότανε ένα είδος νέας δημιουργίας (επιρροή υπερφυσική). 60 Βλέπουμε τον ηθικό χαρακτήρα να υπερισχύει στον ρου της ιστορίας, έστω και με πολλές παλινδρομήσεις και υποτροπές, έναντι του ευδαιμονισμού, καθιστώντας ορατή την αισιοδοξία του Καντ, ο οποίος όμως δεν περιμένει αυτή την εξέλιξη μόνο από την εκπαίδευση, αλλά και από μια κίνηση από πάνω προς τα κάτω. 61 Δηλαδή, είτε από την Θεία Πρόνοια ως θετικό όρο είτε από την ανθρώπινη σοφία ως αρνητικό όρο ή ακόμη και από την σύμπραξή τους, αίροντας έτσι το πιο μεγάλο εμπόδιο της ηθικής, δηλαδή τον πόλεμο. Η καντιανή αμφισημία της προόδου, ως συνδυασμού της ανθρώπινης χειραφέτησης και της χριστιανικής κατανόησης του κόσμου, θα εξηγηθεί ευθύς αμέσως. Ο Καντ προσδίδει στην ιστορική χρονικότητα μια θετική λειτουργία, πιστεύοντας ότι η ιστορία αποτελεί το οικοδόμημα της ανθρωπότητας που χαρακτηρίζεται από την τάση προς την ατελεύτητη τελειοποίηση. Σύμφωνα με τον Καστίλλο (Castillo), «ο πνευματικός πολιτισμός επιφορτίζεται το παιδαγωγικό περιεχόμενο του ιδεώδους της προόδου, την αναμονή του περάσματος σε μια ηθική 58 Η σχέση της θεωρίας προς την πράξη στο διεθνές δίκαιο, Δοκίμια, Δωδώνη, Αθήνα 1971, σ. 151, υποσ.1 59 Ό. π., σ. 153 60 Im. Kant, Αν το ανθρώπινο γένος βρίσκεται σε σταθερή πρόοδο προς το καλύτερο, Δοκίμια, Δωδώνη, Αθήνα, 1971, σ. 193 61 Ό. π. [26]