Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΩΝ ΚΑΡΣΤΙΚΩΝ Υ ΡΟΦΟΡΩΝ ΟΡΙΖΟΝΤΩΝ ΤΟΥ Ν. ΑΧΑΪΑΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΩΝ ΚΑΡΣΤΙΚΩΝ Υ ΡΟΦΟΡΩΝ ΟΡΙΖΟΝΤΩΝ ΤΟΥ Ν. ΑΧΑΪΑΣ"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Μ..Ε. Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΩΝ ΚΑΡΣΤΙΚΩΝ Υ ΡΟΦΟΡΩΝ ΟΡΙΖΟΝΤΩΝ ΤΟΥ Ν. ΑΧΑΪΑΣ ΗΛΙΑΣ Σ. ΚΑΡΑΠΑΝΟΣ Γεωλόγος ΠΑΤΡΑ 2005

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Ζώνη Ωλονού Πίνδου Γεωτεκτονική θέση και παλαιογεωγραφία Λιθοστρωµατογραφική εξέλιξη Τεκτονοορογενετική εξέλιξη Ζώνη Γαβρόβου - Τριπόλεως Γεωτεκτονική θέση και παλαιογεωγραφία Λιθοστρωµατογραφική εξέλιξη Τεκτονοορογενετική εξέλιξη Νεοτεκτονική Σεισµοτεκτονική ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Γενικά γεωµορφολογικά χαρακτηριστικά Υδρογραφικό δίκτυο Ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου Ανάγλυφο Συµπεράσµατα.49 4.ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Υ ΡΟΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑ Εισαγωγή Ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα Κατανοµή των βροχοπτώσεων Θερµοκρασία Ηλιοφάνεια Συµπεράσµατα

3 5. ΥΓΡΟΛΟΓΙΑ Υδρολογικό ισοζύγιο Όγκος νερού από βροχόπτωση Εξατµισοδιαπνοή Επιφανειακή και Ολική Απορροή Κατείσδυση Συµπεράσµατα Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑ Γενικά Υδρολιθολογική κατάταξη των γεωλογικών σχηµατισµών Ταξινόµηση πηγών Η κατανοµή των πηγών στο νοµό Αχαΐας Χαρακτηριστικές πηγές της περιοχής έρευνας Ανάλυση των πηγών της περιοχής µελέτης Πηγή Άνω Καστρίτσι Πηγή Μπάλλα Άνω Συχαινών Πηγή Ρωµανού Πηγή Άνω Σουλίου Πηγή Πλατανόβρυση Πηγή Χαλανδρίτσα Πηγή Καταρράκτης Πηγή Καλούσι Πηγή Χρυσοπηγή Πηγή Λακκώµατα Πηγή Κρήνη Σαραβαλίου Περιβαλλοντικά προβλήµατα ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

4 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στην παρούσα εργασία έγινε προσπάθεια να διερευνηθούν οι υδρογεωλογικές συνθήκες των καρστικών υδροφόρων οριζόντων του κεντρικού τµήµατος του νοµού Αχαΐας και να οριοθετηθούν οι κύριες υδρογεωλογικές λεκάνες ή ενότητες της περιοχής. Στα πλαίσια της έρευνας αυτής εκτελέσθηκαν οι παρακάτω εργασίες: Γεωλογική αναγνώριση της περιοχής. Ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου και του µορφολογικού αναγλύφου της περιοχής έρευνας. Χάραξη γεωλογικών τοµών που καλύπτουν όλη την περιοχή µελέτης µε σκοπό τη διερεύνηση του υδρογεωλογικού καθεστώτος στην περιοχή. Αναγνώριση των κυριοτέρων πηγών στην ύπαιθρο και σχεδιασµός σκαριφηµάτων για κάθε µία από αυτές. Χάραξη υδρογεωλογικών λεκανών για την περιοχή µελέτης που αποστραγγίζονται από τις αντίστοιχες πηγές. Επεξεργασία των υδροχηµικών δεδοµένων στα νερά των πηγών. Η ανάθεση του θέµατος της διπλωµατικής εργασίας έγινε από τον καθηγητή κ. Νικόλαο Λαµπράκη, τον οποίο ευχαριστώ θερµά, τόσο για την ανάθεση αυτού του θέµατος, όσο και για την συνεχή καθοδήγηση και επίβλεψη κατά τη διάρκεια της εργασίας αυτής. Επίσης θέλω να ευχαριστήσω τον συνάδελφο και φίλο µου Μιχάλη Παγώνα, υποψήφιο διδάκτορα Ιζηµατολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών και το συνάδελφο µου Βασίλη Τάντο, µεταπτυχιακό φοιτητή του τµήµατος Γεωλογίας, για την βοήθεια τους στο σχεδιασµό των χαρτών και των γεωλογικών τοµών καθώς και για τις συµβουλές τους γενικότερα στη διάρθρωση της παρούσας µελέτης. Τέλος, ήθελα να ευχαριστήσω τους γονείς µου για την αµέριστη κατανόηση, την ψυχολογική βοήθεια και την οικονοµική βοήθεια που µου παρείχαν καθ όλη τη διάρκεια της παρούσας µελέτης

5 1. ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ Η περιοχή µελέτης εκτείνεται στη Βορειοδυτική Πελοπόννησο, στο κεντρικό τµήµα του Νοµού Αχαΐας. Τα γεωγραφικά όρια της περιοχής µπορούν να καθοριστούν µε βάση το Ελληνικό Σύστηµα Προβολής Ε.Γ.Σ.Α. 87, από τις συντεταγµένες ανατολή και βορράς Εικόνα 1.1: Χάρτης της Ελλάδας µε την περιοχή έρευνας

6 Από γεωµορφολογική άποψη, η περιοχή έρευνας οριοθετείται βόρεια από τον Πατραϊκό κόλπο, νότια από το όρος Ερύµανθος, ανατολικά από την υδρολογική λεκάνη του ποταµού Σελινούντα και δυτικά από την υδρολογική λεκάνη του ποταµού Πείρου. Χρησιµοποιήθηκαν οι γεωλογικοί χάρτες του Ι.Γ.Μ.Ε. κλίµακας 1:50.000, τα φύλλα Χαλανδρίτσα και Ναύπακτος (Τσόφλιας, Π., 1970 και Loftus, L., ( ). Η συνολική έκταση της περιοχής έρευνας ανέρχεται περίπου σε 94 km 2, ενώ περιλαµβάνει τους διευρυµένους δήµους Πατρέων, Ρίου, Φαρρών, Μεσσάτιδος, Ερινεού και την κοινότητα Λεοντίου. Εικόνα 1.2: Χάρτης οριοθέτησης της περιοχής έρευνας από δορυφορική εικόνα της Πελοποννήσου

7 2. ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Το υπόβαθρο της µελετηθείσας περιοχής ανήκει στις ζώνες Γαβρόβου Τριπόλεως και Ωλονού Πίνδου. Οι ζώνες αυτές µαζί µε τις ζώνες Προαπούλια, Ιόνιος και Παρνασσού Γκιώνας αποτελούν τις εξωτερικές Ελληνίδες. Εικόνα 2.1: Χάρτης γεωτεκτονικών ζωνών των Ελληνίδων Au: Σειρά Plattenkalk, Px: Σειρά Παξών, I: Ζώνη Ιόνιος, G: Ζώνη Τριπόλεως, P: Ζώνη Πίνδου, Pk: Ζώνη - 6 -

8 Παρνασσού Γκιώνας, Sp: Ζώνη υποπελαγονική, Pl: Ζώνη Πελαγονική, Al: Ζώνη Αλµωπίας, Pa: Ζώνη Πάικου, Pe: Ζώνη Παιονίας, CR: Ζώνη Περιροδοπική, Sm: Σερβοµακεδονική µάζα, Rh: Ζώνη Ροδόπης, Ac: Αττικοκυκλαδική µάζα. (Μουντράκης, 1985). Οι Ελληνίδες οροσειρές, ως τµήµα του ευρύτερου Αλπικού χώρου, οφείλουν τη γένεσή τους στη σύγκρουση της Αφρικανικής και της Ευρασιατικής ηπείρου, µε ταυτόχρονη καταβύθιση του ωκεανού της Τηθύος ( ούτσος, 2002). Εικόνα 2.2: Χάρτης της Πελοποννήσου που δείχνει τη σχέση των ζωνών µεταξύ τους

9 Οι Ελληνίδες οροσειρές διαχωρίζονται σε δύο κύριες δοµικές περιοχές: τις Εσωτερικές και τις Εξωτερικές ορογενετικές ζώνες (Εικόνα 2.1). Οι Εσωτερικές ζώνες αποτελούν δοµικές περιοχές Κρητιδικής Παλαιοκαινικής ηλικίας και συνίστανται από πολυσύνθετα τεκτονικά καλύµµατα κρυσταλλικών πετρωµάτων. Οι Εξωτερικές ζώνες είναι περιοχές πτυχών και επωθήσεων Ολιγο-Μειο-Πλειοκαινικής ηλικίας και συνίστανται από Μεσοζωικά - Καινοζωικά ιζηµατογενή πετρώµατα. Οι Εξωτερικές Ελληνίδες σχηµατίστηκαν στη διάρκεια του Τριτογενούς ως αποτέλεσµα του κλεισίµατος του ωκεανού της Πίνδου και της επακόλουθης ηπειρωτικής σύγκρουσης µεταξύ της Απούλιας µικροπλάκας και µιας προεκβολής της Ευρασιατικής πλάκας γνωστής ως Πελαγονική πλάκα. Εικόνα 2.3: Εξάπλωση των ζωνών Πίνδου και Τρίπολης στην περιοχή µελέτης. 8

10 Εικόνα 2.4: Γεωλογικός χάρτης της περιοχής µελέτης. (Νίκας, 2004). 9

11 Υπόµνηµα Γεωλογικού Χάρτη. 10

12 Οι Renz (1940), Brunn (1956), Aubuin (1959) και Karakitsios (1995), µε βάση στρωµατογραφικά κριτήρια, διαίρεσαν αυτές τις ακολουθίες ιζηµάτων σε ισοπικές ζώνες. Σύµφωνα µε αυτούς, τα νηριτικά και πελαγικά ιζήµατα των Εξωτερικών Ελληνίδων αποτέθηκαν σε ανθρακικές πλατφόρµες ή υβώµατα και σε λεκάνες ή αύλακες. Το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής καταλαµβάνει µία λεκάνη προς τα ανατολικά, η ζώνη Πίνδου, και µία πλατφόρµα προς τα δυτικά, η ζώνη Τρίπολης (Εικόνα 2.5). 2.1 Ζώνη Ωλονού Πίνδου Γεωτεκτονική θέση και παλαιογεωγραφία. Η ονοµασία της ζώνης δόθηκε από το βουνό Ωλονός της Πελοποννήσου και την οροσειρά της Πίνδου, όπου γίνεται και η κύρια ανάπτυξη της ζώνης. Πιο συχνά χρησιµ οποιείται ο απλός όρος «ζώνη Πίνδου» που δόθηκε από τον Aubouin (1959). Η ζώνη Ωλονού - Πίνδου εκτείνεται από τα Ελληνοαλβανικά σύνορα προς την ηπειρωτική Ελλάδα, στα βουνά Πίνδος, Άγραφα, Αιτωλικό, Βαρδούσια και µετά στην Πελοπόννησο, στα βουνά Παναχαϊκό και Ωλονό. Τµήµατα αυτής βρίσκονται και στα νησιά Κρήτη και Ρόδο ακολουθώντας την Α - κάµψη του ιναρικού τόξου. Η ζώνη Ωλονού Πίνδου θεωρήθηκε σαν η πιο βαθιά Ελληνική αύλακα ανάµεσα στα υβώµατα Πελαγονικής προς τα ανατολικά και Γαβρόβου προς τα δυτικά. Στην εικόνα 2.5 που ακολουθεί βλέπουµε τις θέσεις που καταλάµβαναν οι µικροπλάκες της Απούλιας και Πελαγονικής καθώς και ο ωκεανός της Πίνδου, ενώ στην εικόνα 2.6 διακρίνεται ο παλαιογεωγραφικός χώρος απόθεσης των ιζηµάτων των ζωνών Πίνδου και Τρίπολης κατά το Ιουρασικό. 11

13 Εικόνα 2.5: Παλαιογεωγραφικός-Τεκτονικός χάρτης της δυτικής Τηθύος για το Μέσο Ιουρασικό. Σ αυτόν φαίνονται οι θέσεις που καταλάµβαναν οι µικροπλάκες της Απούλιας και Πελαγονικής καθώς και ο ωκεανός της Πίνδου. ΜΕ: Μάζα Μεντερέ, ΤΑ: πλατφόρµα Ταυρίδων (Robertson et al., 1991). Εικόνα 2.6: Ο παλαιογεωγραφικός χώρος απόθεσης των ιζηµατογενών πετρωµάτων των ζωνών Πίνδου και Τρίπολης κατά το Ιουρασικό (Degnan and Robertson, 1998). 12

14 2.1.2 Λιθοστρωµατογραφική εξέλιξη εν έχει βρεθεί προαλπικό υπόβαθρο της ζώνης Ωλονού Πίνδου. Γενικά τα πρώτα αλπικά ιζήµατα σε όλη την έκταση της ζώνης είναι δολοµίτες και ασβεστόλιθοι Μέσου Τριαδικού. Την βάση λοιπόν της στρωµατογραφικής στήλης στην περιοχή αυτή αποτελούν Μεσο-Τριαδικής ηλικίας φλυσχοειδείς κλαστικές αποθέσεις (πάχους 40 m περίπου) όπως εναλλασσόµενε ς αργιλικές µε ψαµµιτικές και ασβεστοµαργαϊκές στρώσεις µε πάχος εκατοστά. Μέσα στη µάζα του φλύσχη παρεµβάλλονται ασβεστόλιθοι µε τραπεζοειδές σχήµα και πρασινωπό χρώµα πάχους εκατοστών. Οι αργιλικές στρώσεις δεν περιέχουν απολιθώµατα ενώ οι ψαµµιτικές περιέχουν φυτικά λείψανα και οι ασβεστοµαργαϊκές περιέχουν Halobia και κωνόδοντα του Μέσου Άνω Τριαδικού. Προς τα πάνω ακολουθούν Ανω-Τριαδικοί πλακώδεις ασβεστόλιθοι µε ίασπι. Έχουν χρώµα τεφρό ή πράσινο µε λεπτές στρώσεις πρασινωπών µαργών, στις διαχωριστικές επιφάνειες των οποίων βρίσκονται απολιθώµατα Άνω Τριαδικής ηλικίας, όπως Halobia cassiana, Halobia styriaca και Gondolella milleri. Εικόνα 2.7: Ραδιολαρίτες µε παρενστρώσεις διαβασικών τόφφων, στο δρόµο µεταξύ Χρυσοπηγής Λακκώµατα, κοιτώντας Νότια. 13

15 Προς τα πάνω και καθ όλη τη διάρκεια του Ιουρασικού αποτίθενται ραδιολαρίτες (Εικ. 2.7) και πηλίτες που εναλλάσσονται µε λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθους µε τα χαρακτηριστικά κοκκινοπράσινα χρώµατα για την ενότητα αυτή (µέσο πάχος m). Οι ραδιολαρίτες αποτελούνται από ολοπυριτικές στρώσεις µικρού πάχους στο κατώτερο τµήµα τους. Έχουν χρώµα κόκκινο, πράσινο, κίτρινο µε συχνές παρεµβολές πυριτικών και γαιωδών αργίλων. Το γεώδες τµήµα των ραδιολαριτών είναι πλούσιο σε ακτινόζωα. Τόσο οι ολοπυριτικές στρώσεις όσο και οι γεώδεις, είναι συχνά εµπλουτισµένες σε µαγγάνιο ή περιέχουν κονδύλους µαγγανίο υ. Μέσ α στη µάζα των ραδιολαριτών και κυρίως στο ενδιάµεσο τµήµα και στην κορυφή τους βρίσκονται τραπεζοειδείς σχηµατισµοί µικρολατυποπαγών ασβεστόλιθων που περιέχουν απολιθώµατα: Thaumatoporella parvovesiculifera, Glomospira sp., Textulariidae, θραύσµατα από Pseudocyclammina sp. Οι ραδιολαρίτες αποτελούν πολύ σηµαντική ενότητα για την παρούσα υδρογεωλογική έρευνα καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων αποτελούν το αδιαπέρατο υπόβαθρο πάνω στο οποίο ρέει το υπόγειο νερό όπως θα δούµε σε επόµενο κεφάλαιο. Πάνω στους ραδιολαρίτες αναπτύσσεται ο πρώτος φλύσχης µεταξύ Βαρρεµίου και Απτίου. Συνίσταται από πηλίτες µε λεπτά στρώµατα ασβεστόλιθων και ασβεστοψαµµιτών πλούσιων σε πρασινόλιθους καθώς και από ψαµµιτικούς πάγκους (µέγιστο πάχος 140 m). Στην περιοχή µελέτης απαντάται υπό µορφή φακών και έχει µικρές επιφανειακές εµφανίσεις, ενώ σε ορισµένες γεωλογικές τοµές που έγιναν, διαπιστώθηκε ότι απουσιάζει τελείως από τη στρωµατογραφική στήλη. Το γεγονός αυτό αποδίδεται στο διαφορετικό περιβάλλον ιζηµατογένεσης που επικρατούσε στις περιοχές αυτές. Φλύσχης και µικρολατυποπαγείς ασβεστόλιθοι: εναλλαγές κόκκινων αργιλικών υλικών, ψαµµιτών και µικρολατυποπαγών ασβεστόλιθων κοκκινωπού χρώµατος. Οι µικρολατυποπαγείς ασβεστόλιθοι έχουν τραπεζοειδή εµφάνιση και περιέχουν κόκκους χαλαζία, κοµµάτια από πρασινόλιθους, ραδιολαρίτες και ρουδιστές. ιαπιστώθηκαν ακόµη σε πολύ λίγες θέσεις µέσα στο φλύσχη, λεπτές ασβεστολιθικές στρώσεις πελαγικών ασβεστόλιθων πλούσιων σε πυριτικό υλικό. Οι απολιθωµατοφόρο ι ορίζοντες είναι πολύ λίγοι. Το κόκκινο αργιλικό υλικό καθώς και οι πελαγικοί ασβεστόλιθοι, 14

16 περιέχουν Ακτινόζωα. Οι µαργαϊκές και ψαµµιτικές στρώσεις δεν περιέχουν απολιθώµατα. Οι κόκκινοι µικρολατυποπαγείς ασβεστόλιθοι περιέχουν κοµµάτια από Ρουδιστές και µικροπανίδα µε Globotruncana helvetica του Ανώτερου Κενοµάνιου - Κατώτερου Κονιάσιου. Η ιζηµατογένεση συνεχίστηκε στο Άνω Κρητιδικό µε την απόθεση πελαγικών λεπτοπλακωδών ασβεστόλιθων (Εικ.2.8) µε πυριτόλιθους ώστε να σχηµατιστούν στρώµατα πάχους 100 περίπου µέτρων µεταβατικά προς τον κυρίως φλύσχη που ακολουθεί (πάχος m). Εικόνα 2.8: Πτυχώσεις σε ασβεστόλιθους της ζώνης Πίνδου στο δρόµο Καλούσι Χρυσοπηγή κοιτώντας Ανατολικά. Οι πελαγικοί ασβεστόλιθοι εµφανίζονται λεπτοπλακώδεις έως µεσοστρωµατώδεις µ ε πάχος κάθε πλάκας που δεν ξεπερνά τα 15 εκ, µε παρεµβολές λεπτών στρώσεων από πυριτικό υλικό πάχους 1-2 εκ. Απολιθώµατα: Globotruncana stuarti, Heterohelicidae. 15

17 Συχνά παρατηρούνται ενστρώσεις µικρολατυποπαγών ασβεστόλιθων πάχους εκ. που περιέχουν κοµµάτια από Ρουδιστές. Στη βάση τους τα στρώµατα των πελαγικών ασβεστόλιθων είναι πλούσια σε πυριτικό υλικό που ελαττώνεται προοδευτικά και χάνεται τελικά στην κορυφή τους. Απολιθώµατα: Globotruncana lapparenti, Gl. Sigαli. Από υδρογεωλογικής σκοπιάς, οι ανωκρητιδικοί ασβεστόλιθοι αποτελούν πολύ σηµαντική ενότητα καθώς λόγω του δευτερογενούς πορώδους που αναπτύσσουν είναι σε θέση να «φιλοξενήσουν» µεγάλες ποσότητες νερού, οι οποίες εκµεταλλεύονται κυρίως µε τη µορφή πηγών ή και γεωτρήσεων. Στη συνέχεια έλαβε χώρα απόθεση του κυρίως φλύσχη, από το Μαιστρίχτιο έως το Παλαιόκαινο. Παρατηρήθηκαν στρώµατα κυρίως ψαµµιτικά και σπανιότερα µαργαϊκά, που εναλλάσσονται µε λεπτοπλακώδεις πελαγικούς ασβεστόλιθους, πάχους περίπου50µ. Μέσα στις ασβεστολιθικές πλάκες παρατηρείται συχνά πυριτικό υλικό µαύρου χρώµατος. Στις ίδιες ασβεστολιθικές πλάκες διαπιστώθηκε η παρακάτω πανίδα Μαιστρίχτιας ηλικίας: Globotruncana stuarti, Globotruncana arca, Globotruncanα gr. stuarti stuartiformis, conicα, Gl. contusα, Siderolites calcitrapoides, Heterohelicidae, Orbitoides tissoti. εν βρέθηκαν απολιθώµατα µέσα στους ψαµµίτες και στις µάργες του φλύσχη. Κοµµάτια απολιθωµάτων που βρέθηκαν µέσα σε ψαµµιτική στρώση δεν ήταν προσδιορίσιµα. Στη θέση Καταρράκτης που βρίσκεται στο 33 περίπου χιλιόµετρο του δηµόσιου δρόµου Πάτρας - Καλαβρύτων, σε ασβεστολιθική στρώση πάχους 3 εκ., που παρεµβάλλεται στο φλύσχη, βρέθηκαν τα απολιθώµατα του Ηώκαινου: Globigerina sp. και Globorotalia sp Τεκτονοορογενετική εξέλιξη Τα στρώµατα της ζώνης Ωλονού - Πίνδου αναδύθηκαν µε την τελική φάση πτυχώσεων που ήταν η Eλβετική φάση στο Κάτω Ολιγόκαινο (Μουντράκης, 1985) ή σύµφωνα µε άλλους ερευνητές η Πυρηναϊκή φάση στο Πριαµπόνιο του Ηωκαίνου. Αυτή ήταν και η µοναδική φάση που έπληξε τη ζώνη καθώς δεν επέδρασαν πρώιµες ορογενετικές φάσεις όπως στις εσωτερικές ζώνες. 16

18 Με την φάση αυτή των πτυχώσεων έγινε η προς τα δυτικά επώθηση της ζώνης Ωλονού - Πίνδου υπό µορφή καλύµµατος και ταυτόχρονα λεπίωση των στρωµάτων της. Η ζώνη λοιπόν της Πίνδου αποτελεί ένα τεκτονικό κάλυµµα που έχει επωθηθεί προς τα δυτικά πάνω στη ζώνη Γαβρόβου - Τριπόλεως. Η επώθηση αυτή σε ορισµένες φάσεις υπολογίζεται ότι ξεπέρασε τα 100 Κm. Τα τεκτονικά λέπια της Πίνδου εµφανίζονται επωθηµένα το ένα πάνω στο άλλο, στην περιοχή µελέτης, µε κατεύθυνση από τα ανατολικά προς τα δυτικά και δηµιουργούν συνεχείς επαναλήψεις των στρωµάτων της ζώνης και πολλές φορές αυξάνουν το φαινοµενικό τους πάχος. Μια συνεχής σειρά από έντεκα τέτοια λέπια, αναφέρεται για την οροσειρά της Πίνδου, µε γενική διεύθυνση Β Ν ως ΒΒ - ΝΝ και κλίση Α. Κατά τη διάρκεια της πτύχωσης δηµιουργήθηκε επίσης σε όλη την έκταση της ζώνης µεγάλος αριθµός εγκάρσιων ρηγµάτων οριζόντιας µετατόπισης τα οποία διακόπτουν την επιµήκη συνέχεια των λεπίων. Πολύ σηµαντικό ρόλο για την εσωτερική παραµόρφωση της ζώνης Ωλονού Πίνδου παίζουν οι ραδιολαρίτες που ως πλαστικός ορίζοντας συµπεριφέρονται ως µία µεγάλη ζώνη αποκόλλησης πάνω από την οποία απελευθερώνεται το Κρητιδικό και ο φλύσχης, σχηµατίζοντας τη χαρακτηριστική για τη ζώνη λεπιοειδή δοµή. Οι πολύ συχνές λιθολογικές εναλλαγές προκαλούν µ ε γάλη ετερογένεια µε αποτέλεσµα τ ο σχηµατισµό πτυχών, πολύ χαρακτηριστικών για τη ζώνη. Αποτέλεσµα αυτής της ετερογένειας είναι οι µ ικρής δυναµικότητας υδροφόροι που σχηµατίζονται στην επαφή αδιαπέρατων στρωµάτων µε διαπερατά. 17

19 Εικόνα 2.9: Στρωµατογραφική στήλη της ζώνης Ωλονού Πίνδου (Από γεωλογικό χάρτη Ι.Γ.Μ.Ε. φύλλο Χαλανδρίτσα, Τσόφλιας, , µε τροποποιήσεις). 18

20 Εικόνα 2.10 Αναλυτική στρωµατογραφική στήλη ενότητας Ωλονού- Πίνδου στην περιοχή µελέτης (Νίκας,2004). 19

21 2.2 Ζώνη Γαβρόβου Τριπόλεως Γεωτεκτονική θέση και Παλαιογεωγραφία Η ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης βρίσκεται δυτικά της ζώνης Πίνδου και προεκτείνεται µε διεύθυνση ΒΒ - ΝΝΑ από την Ήπειρο προς την Πελοπόννησο όπου εµφανίζεται να περιβάλλεται τεκτονικά από τη ζώνη Ωλονού - Πίνδου. Στην Πελοπόννησο η έκταση των εµφανίσεων της ζώνης είναι πολύ µεγαλύτερη. Τα βουνά Τύµφη, Γάβροβο, Χελµός, Μαίναλο, Πάρνωνας περιλαµβάνονται στη ζώνη αυτή. Η ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης καθορίσθηκε σαν ύβωµα, που είχε συνεχή νηριτική ιζηµατογένεση και χώριζε το ευγεωσύγκλινο της ζώνης Ωλονού - Πίνδου από το µειογεωσύγκλινο της Ιόνιας ζώνης (Μουντράκης, 1985). Με τις σύγχρονες αντιλήψεις της παγκόσµιας τεκτονικής η ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει παλιά, αλπική ηπειρωτική πλατφόρµα µε νηριτική ανθρακική ιζηµατογένεση Λιθοστρωµατογραφική εξέλιξη Προαλπικό υπόβαθρο της ζώνης αναφέρεται µόνο στην Πελοπόννησο και την Κρήτη. Συγκεκριµένα πρόκειται για ηµιµεταµορφωµένα πετρώµατα, η ενότητα των πλακωδών ασβεστολίθων ή "Plattenkalk". Τα πετρώµατα αυτά έχουν συχνές εµφανίσεις στην Πελοπόννησο (Ταΰγετος, Πάρνωνας, Αρκαδία, Χελµός). Η σειρά των "Plattenkalk" αποτελείται από αλλεπάλληλα στρώµατα πλακωδών ασβεστολίθων και θεωρείται σήµερα ότι δεν ανήκει στη ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης αλλά αποτελεί µια ανεξάρτητη ζώνη. Από τη στρωµατογραφική διάρθρωση της ζώνης προκύπτει µία οµοιότητα µε την Ιόνια ζώνη, αλλά και σηµαντικές διαφορές, όπως η απουσία του φλύσχη και της φάσης του Ammonitico Rosso ( ούτσος, 2002). Όσον αφορά την τεκτονική τους δοµή αυτή χαρακτηρίζεται από συστολή µε επωθήσεις, µεγάλης κλίµακας αναστροφές και λεπιώσεις. Επίσης πιστοποιήθηκε χαµηλού βαθµού µεταµόρφωση η οποία µειώνεται από Ανατολή προς ύση. Στην περιοχή µελέτης οι πλακώδεις ασβεστόλιθοι παρουσιάζονται ως υπόβαθρο των ζωνών Γαβρόβου Τριπόλεως και Ωλονού Πίνδου, όπως φαίνεται και από υπαίθριες παρατηρήσεις και από τις γεωλογικές τοµές που κατασκευάστηκαν (Βλ. Παράρτηµα). 20

22 Η ζώνη Γαβρόβου - Τριπόλεως είναι γνωστή για την συνεχή νηριτική ιζηµατογένεσή της κατά τους αλπικούς χρόνους, που έδωσε µια σειρά ανθρακικών πετρωµάτων συνολικού πάχους 1800 m, αν και ορισµένοι υπολογίζουν το πάχος πάνω από 4000 m. Η ιζηµατογένεση άρχισε το Άνω Τριαδικό µε δολοµίτες και συνεχίστηκε αδιάκοπα όλο το Mεσoζωικό και Τριτογενές µέχρι το Άνω Ηώκαινο, αποκλειστικά µε ασβεστόλιθους. Οι ασβεστόλιθοι που αποτέθηκαν είναι τεφροί µέχρι υπόλευκοι, λεπτοστρωµατώδεις ως παχυστρωµα.τώδεις, συχνά ωολιθικοί που περιέχουν τρηµατοφόρα και κοµµάτια γαστερόποδων και εχινόδερµων. Απολιθώµατα Πριαµπόνιας ηλικίας: Nummulites cf. fabianii, Chapmanina gassinensis, Fabiania cassis, Pseudogypsina multiformis, Grzybowskia cf.. multifida, Globorotalia gr. cerrοazulensis. Απολιθώµατα Λουτήσιας ηλικίας: Μiliοlidae. Ρenerοplidae, Lituonella sp., Discorinopsis sp., Valvulina sp., Makarskiana trochoideα, Orbitolites gr. biplαnus, Stomatorbina sp. Μία ενδο Ηωκαινική εµφάνιση µικρών βωξιτικών οριζόντων στο όρος Κλόκοβα και το ακρωτήριο Αρτεµίσιο δείχνει ότι η ζώνη αυτή χέρσευε για ένα µικρό διάστηµα και στη συνέχεια ξαναβυθίστηκε. Από το Ανώτερο Ηώκαινο άρχισε η απόθεση του φλύσχη που έληξε στο τέλος Ολιγοκαίνου µε την πτύχωση (Σαβική φάση) και την οριστική ανάδυση της ζώνης. Ο φλύσχης της ζώνης Γαβρόβου είναι κυρίως µαργαϊκός και το συνολικό του πάχος υπολογίζεται από ορισµένους ότι φθάνει τα 2000m. Περιέχει µάργες, ψαµµίτες, αργίλους µε τεφρό ως τεφροκίτρινο χρώµα, συνεκτικά κροκαλοπαγή που άλλοτε βρίσκονται στην κορυφή και άλλοτε µέσα στη µάζα του φλύσχη. Κοντά στο χωριό Καλλιθέα, µέσα στη µάζα του φλύσχη διαπιστώθηκαν ασβεστολιθικά κοµµάτια Ηωκαινικής ηλικίας σε περιορισµένη έκταση που περιέχουν µικροπανίδα από: Chapmanina sp., Gypsinidae sp., Discocyclina sp., Nummulites sp. Στην περιοχή του χωριού Καλούσι οι ασβεστόλιθοι της βάσης του φλύσχη περιέχουν τα παρακάτω τρηµατοφόρα: Globorotalia gr., cerroazulensis, Spiroclypeus cf. Vermicularis. Ο φλύσχης της Τρίπολης ξεχωρίζει από το φλύσχη της Ιονίου ζώνης από τις µεγάλες κροκάλες κερατολίθων που περιέχει, οι οποίες προέρχονται από τη ζώνη Πίνδου. 21

23 Αν και γενικώς ο φλύσχης τοποθετείται σύµφωνα επί της ασβεστολιθικής πλατφόρµας υπάρχουν θέσεις όπου πιστοποιήθηκε ένα παλαιοανάγλυφο (π.χ. όρος Κλόκοβα). Επίσης σε άλλες θέσεις κροκάλες από Ηωκαινικούς ασβεστόλιθους βρίσκονται µέσα σε αποθέσεις του φλύσχη. Εικόνα 2.11: Φλύσχης Γαβρόβου Τριπόλεως µε ανεστραµµένες πτυχές, στο δρόµο από Πλατανόβρυση προς Χαλανδρίτσα κοιτώντας Ανατολικά. 22

24 2.2.3 Τεκτονική δοµή και τεκτονοορογενετική εξέλιξη Στο γενικό γεωτεκτονικό σχήµα των Ελληνίδων η ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης θεωρείται ως µια «σχετικά αυτόχθονη» ή «παρα - αυτόχθονη» γεωτεκτονική ζώνη πάνω στην οποία έχει επωθηθεί σε µεγάλη κλίµακα το αλλόχθονο τεκτονικό κάλυµµα της ζώνης Πίνδου. Η ίδια η ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης εµφανίζεται επωθηµένη πάνω στην Ιόνιο ζώνη ή πάνω στη σειρά των plattenkalk ή κατά θέσεις στη σειρά των «φυλλιτών». Εικόνα 2.12: Γεωλογικές τοµές στο βουνό Γάβροβο της υτικής Στερεάς Ελλάδας στις οποίες δείχνεται η αντικλινική δοµή των στρωµάτων της ζώνης Γαβρόβου - Τρίπολης. 1: φλύσχης, 2: ασβεστόλιθοι Ηωκαίνου, 3: ασβεστόλιθοι Σενωνίου, 4: ασβεστόλιθοι Τουρωνίου Σενωνίου. (Μουντράκης, 1985). 23

25 Η επώθηση της Πίνδου πάνω στη ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης φαίνεται σε όλο το µήκος της επαφής των δυο ζωνών ιδιαίτερα όµως εντυπωσιακή εµφανίζεται στην Πελοπόννησο όπου κάτω από το κάλυµµα της Πίνδου αποκαλύπτεται η ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης υπό µορφή τεκτονικών παράθυρων. Τα στρώµατα της ζώνης Γαβρόβου - Τρίπολης εµφανίζονται πτυχωµένα σε ανοιχτές πτυχές (µεγάλης ακτίνας καµπυλότητας) µε άξονες γενικής διεύθυνσης Β - Ν. Πρόκειται κυρίως για συγκλινικές και αντικλινικές µορφές µεγάλης κλίµακας που προκλήθηκαν κατά την τελική φάση πτυχώσεων ως αποτέλεσµα µιας συµπιεστικής τεκτονικής που έλαβε χώρα στο Τελικό Ολιγόκαινο - Κάτω Μειόκαινο. Πτυχές µικρού µήκους κύµατος µε την ίδια αξονική διεύθυνση παρατηρούνται κυρίως στο µέτωπο της επώθησης της ζώνης πάνω στην Ιόνιο, γεγονός που δείχνει ότι τα επωθητικά φαινόµενα έλαβαν χώρα επίσης στη διάρκεια της τελικής φάσης των πτυχώσεων. Τέλος κατά το Πλειοτεταρτογενές, αφού είχαν ήδη τελειώσει οι επωθητικές κινήσεις των Εξωτερικών ζωνών, άρχισε η περίοδος εφελκυσµού του ευρύτερου Ελληνικού χώρου µε αποτέλεσµα τον τεµαχισµό των στρωµάτων της ζώνης Γαβρόβου - Τρίπολης από ρήγµατα κανονικά που ακολούθησαν κυρίως τη διεύθυνση Β - Ν των αξόνων των πτυχών. Στην περιοχή µελέτης η ζώνη εµφανίζεται στα δυτικά, καταλαµβάνοντας µικρή σχετικά έκταση. Ωστόσο όσον αφορά τις πηγές της περιοχής (Πλατανόβρυση, Χαλανδρίτσα και Καλούσι) παίζει σηµαντικό ρόλο στο υδραυλικό τους καθεστώς όπως θα δούµε σε επόµενο κεφάλαιο, καθώς ο φλύσχης της ζώνης αποτελεί το επίπεδο βάσης πάνω στο οποίο ρέει το υπόγειο νερό. Στην επαφή των δύο ζωνών παρατηρήθηκε έντονη πτύχωση και πολλές φορές κατακερµατισµός των πετρωµάτων και των δύο ζωνών γεγονός που υποδηλώνει το µέγεθος των πιέσεων που δέχθηκαν κατά την επώθηση της ζώνης Πίνδου πάνω σε αυτήν της Τρίπολης. 24

26 Εικόνα 2.13: Στρωµατογραφική στήλη της ζώνης Γαβρόβου Τριπόλεως για την περιοχή µελέτης (Από γεωλογικό χάρτη Ι.Γ.Μ.Ε. φύλλο Χαλανδρίτσα, Τσόφλιας, , µε τροποποιήσεις). 25

27 Εικόνα 2.14: Παλαιογεωγραφική και τεκτονική εξέλιξη των εξωτερικών γεωτεκτονικών ζωνών (Κατσικάτσος, 1992 τροποποιηµένο από J. Aubouin, 1959). 26

28 Εικόνα 2.15: Σχηµατικές τοµές κάθετα στις εξωτερικές Ελληνίδες για το (α) Ολιγόκαινο, (β) Κατ. Μειόκαινο και (γ) τέλος Κατ. Μειόκαινο ( ούτσος, 2002 µε τροποποιήσεις). 2.3 Νεοτεκτονική - Σεισµοτεκτονική Στο Ελληνικό τόξο - σύµφωνα µε τον ούτσο, (2000) - η ζώνη καταβύθισης περιγράφεται από µια αµφιθεατρική επιφάνεια πάνω από την οποία διατάσσονται υπόκεντρα σεισµών. Στη τοµή της επιφάνειας αυτής µε την επιφάνεια της γης βρίσκεται η Ελληνική αύλακα, µια τοξοειδής βαθιά λεκάνη που περιβάλλει την Πελοπόννησο, Κρήτη και Ρόδο (Εικόνα 2.16). Το µήκος της φθάνει τα 1000 km, το µέγιστο βάθος της τα 5 km (αύλακα των Οινουσσών δυτικά της Πελοποννήσου) και η καµπυλότητα της έχει ακτίνα περίπου 400 km. Η Ελληνική αύλακα διαχωρίζει την Ευρασιατική από την Αφρικανική πλάκα. Όπως δείχνουν γεωδαιτικές έρευνες η Ευρασιατική πλάκα στον 27

29 Αιγιακό χώρο µετατοπίζεται προς τα νοτιοδυτικά, µε µια µέγιστη ταχύτητα 4,5 εκ./χρόνο, ενώ η Αφρικανική πλάκα καταβυθίζεται προς τα βορειοανατολικά µε 1 εκ./χρόνο. Η σχετική ταχύτητα σύγκλισης των δυο πλακών είναι λοιπόν ~5,5 εκ./χρόνο. Εικόνα 2.16: Γενικά χαρακτηριστικά του Ελληνικού τόξου (Doutsos and Kokkalas, 2000). Στο γεωλογικό διάστηµα από το µέσο Μειόκαινο έως σήµερα, ο χώρος του Αιγαίου περιστράφηκε δεξιόστροφα κατά 30 περίπου, γύρω από έναν πόλο, ο οποίος βρίσκεται στη Νότια Αδριατική (40 Ν-180 Ε). Ως αίτια αυτής της κίνησης έχουν αναφερθεί: 1) η λέπτυνση του φλοιού στον εσωτερικό Αιγιακό χώρο, σαν συνέπεια του εφελκυσµού που επικρατεί στην περιοχή και της υψηλής ροής θερµότητας και 2) η φορά της σχετικής κίνησης µεταξύ των πλακών Ευρασιατικής και Αφρικανικής. Σχετικά µε το παραπάνω θέµα, σχετικά πρόσφατες έρευνες που έχουν γίνει στον ελλαδικό χώρο, έδειξαν ότι η γεωδυναµική συµπεριφορά του χώρου αυτού κατά το Νεογενές- 28

30 Τεταρτογενές, δεν ήταν µόνο αποτέλεσµα της εξέλιξης του Ελληνικού τόξου, που και σήµερα συνεχίζεται µε την καταβύθιση της Αφρικανικής λιθοσφαιρικής πλάκας, στη νότια της Κρήτης και δυτικά της Πελοποννήσου περιοχή, κάτω από την Αιγιακή µικροπλάκα, αλλά ήταν ακόµα αποτέλεσµα και άλλων πλευρικών τάσεων, όπως ήταν αυτές που ασκούσε (και σήµερα ασκεί) η µικροπλάκα της Μικράς Ασίας, από τα ανατολικά, πάνω στην Αιγιακή. Εικόνα 2.17: Γεωλογικός χάρτης της Πελοποννήσου που δείχνει τις κύριες τεκτονικές γραµµές και την κατανοµή των µετα-μειοκαινικών λεκανών (Zelilidis and Doutsos, 1992). 29

31 Το µεγαλύτερο βύθισµα αποτελεί η Κορινθιακή τάφρος, που έχει µήκος 100 km και µέσο εύρος 40 km. Η τάφρος αυτή, διαχωρίζεται από ένα κύριο λιστρικό κανονικό ρήγµα, που διέρχεται κατά µήκος των νότιων ακτογραµµών του Κορινθιακού κόλπου, σε δύο επιµέρους τµήµατα: α) στο βόρειο, που συµπίπτει µε την οροφή του ρήγµατος αυτού και καταλαµβάνεται από τη λεκάνη του Κορινθιακού κόλπου και β) στο νότιο, που εντοπίζεται στο δάπεδο του κυρίου ρήγµατος και επί του οποίου αναπτύσσονται τα Πλειο-Τεταρτογενή ιζήµατα των παράκτιων περιοχών της βόρειας Πελοποννήσου. Η Κορινθιακή τάφρος υφίσταται διαστολή, όπως προκύπτει από τις επιλύσεις µηχανισµών γένεσης των σεισµών, κατά τη γενική διεύθυνση Β-Ν και Α-, µε ρυθµό της τάξεως 0,7 έως 1,6 εκ. το έτος κατά την κατεύθυνση Β-Ν, µε αποτέλεσµα να βυθίζεται µε ταχύτητα 1mm/yr. Εικόνα 2.18: οµές διαστολής πάνω από τη ζώνη καταβύθισης του Ελληνικού τόξου στο κέντρο της Ελληνικής χερσονήσου. 1. Στο Άνω Πλειόκαινο σχηµατίζεται το ανατολικό τµήµα της Κορινθιακής τάφρου και η τάφρος του Ρίο-Αντιρρίου 2.Στο Κάτω Πλειστόκαινο και έως σήµερα η Κορινθιακή τάφρος προελαύνει προς τα δυτικά και συναντά τη τάφρο του Ρίου- Αντιρρίου ενώ συγχρόνως σχηµατίζονται η τάφρος της Πάτρας και η τάφρος της Τριχωνίδας (Doutsos et al, 1988). 30

32 Στο ίδιο συµπέρασµα καταλήγει και ο ούτσος, (2000), ο οποίος λαµβάνοντας υπόψη ότι το µέγιστο βάθος της τάφρου είναι ~900 µέτρα, το µέγιστο ύψος των οροσειρών που την περιβάλλουν 2,5 km, ο πυθµένας της τάφρου καλύπτεται από µεταάνω πλειοκαινικά ιζήµατα πάχους 1 km, συµπερασµατικά υπολογίζει τεκτονική βύθιση 4,5 km και ρυθµό βύθισης 1 χιλιοστό/έτος. Σε γενικές γραµµές η τάφρος γίνεται ρηχότερη και στενότερη από τα Ανατολικά προς τα υτικά. Αντίστοιχα µειώνεται και η συσσώρευση ιζηµάτων (από ~ 1000 µ. στα Ανατολικά µειώνεται στα < 400 µ. ανοιχτά του Αιγίου). Η δοµή αυτή και η αντίστοιχη συσσώρευση των ιζηµάτων, εξηγείται από την διαφορετικής ηλικίας διάνοιξη και µετεξέλιξη που ακολουθήθηκε στα διάφορα τµήµατα της τάφρου και από την γενικά δεξιόστροφη κίνηση της Πελοποννήσου, κατά τα τελευταία χρόνια, εν σχέση µε την σταθερά, σχετικά, κεντρική Ελλάδα. Η ευρύτερη Κορινθιακή-Πατραϊκή τάφρος διακρίνεται τεµαχισµένη σε τρεις επιµέρους τάφρους: την Κορινθιακή τάφρο στα ανατολικά, τη τάφρο του Ρίου- Αντιρρίου στο κέντρο και την Πατραϊκή τάφρο στα δυτικά. Η Πατραϊκή τάφρος µε µήκος 40 km και µέσο εύρος 20 km, παρουσιάζει µικρότερο ποσοστό διαστολής συγκριτικά, όπως αυτό αποτυπώνεται στο µικρότερο (~135 µέτρα) βάθος της τάφρου. Εάν ληφθεί επιπλέον υπόψη, ότι τα ιζήµατα της Πατραϊκής τάφρου είναι νεότερης Τεταρτογενούς ηλικίας, τότε είναι έκδηλο ότι η διάνοιξη του συστήµατος των τάφρων στην περιοχή δεν έγινε οµοιόµορφα ούτε και κατά την ίδια περίοδο. Αρχικά σχηµατίστηκαν κατά το Άνω Πλειόκαινο το ανατολικό τµήµα της Κορινθιακής τάφρου και η τάφρος του Ρίου-Αντιρρίου (Εικόνα 2.18). Στη συνέχεια κατά το Τεταρτογενές η Κορινθιακή τάφρος προελαύνει τεκτονικά προς τα δυτικά ώστε να συναντήσει τη τάφρο του Ρίου-Αντιρρίου. Αυτή λειτουργεί ως µια ενδιάµεση ζώνη µεταβίβασης τεκτονικής διαταραχής, διαχωρίζοντας µια περιοχή εντονότερης διάνοιξης προς τα ανατολικά από µια περιοχή ηπιότερης διάνοιξης προς τα δυτικά. Στην περιοχή έρευνας, στο δυτικό χερσαίο τµήµα της Κορινθιακής τάφρου δηλαδή αναγνωρίστηκαν δυο ορθογώνια συστήµατα ρηγµάτων: Το πρώτο και πιο συχνά απαντώµενο σύστηµα, αποτελείται από Β /κά κανονικά ρήγµατα και ΒΒΑ/κά ρήγµατα µετασχηµατισµού και το δεύτερο από ΑΒΑ/κά κανονικά ρήγµατα και ΒΒ /κά ρήγµατα 31

33 µετασχηµατισµού. Τα συστήµατα αυτά συνδέονται µε την διαστολή και την ανύψωση της περιοχής πίσω από το Ελληνικό τόξο. Τα Β /κά ρήγµατα είναι κλιµακοειδούς διάταξης, έχουν µέσο µήκος 3-15km, (Εικ. 2.19) και ελέγχουν την απόθεση των Πλειο-Τεταρτογενών ιζηµάτων. Είναι λιστρικής γεωµετρίας, παρουσιάζουν κανονικό έως πλάγιο χαρακτήρα κίνησης. Κύρια Β /κά ρήγµατα (µε βόρειες διευθύνσεις κλίσεις) συνοδεύονται από 1 έως 3 αντιθετικά Β /κά ρήγµατα (µε νότιες διευθύνσεις κλίσεις) και διαµορφώνουν, είτε στην κλίµακα του χάρτη, είτε στο µεσοσκοπικό πεδίο επιµέρους ασύµµετρες τάφρους. Εικόνα 2.19: Χάρτης ενεργών ρηγµάτων της περιοχής έρευνας και αρίθµηση αυτών για εξέταση στον πίνακα 2.20 (Doutsos and Poulimenos 1992). 32

34 Πίνακας 2.20: Πίνακας στοιχείων σεισµικής συµπεριφοράς των ενεργών ρηγµάτων της εικόνας 2.19 (Doutsos and Poulimenos 1992). 33

35 Εικόνα 2.21: Γεωγραφική κατανοµή των κύριων ενεργών ρηγµάτων στην Κορινθιακή-Πατραϊκή τάφρο (Νίκας, 2004). 34

36 Εικόνα 2.22: Μεταπλειοκαινικές κατακόρυφες κινήσεις της Πελοποννήσου. Τα µαύρα Βέλη δείχνουν ανύψωση τα άσπρα Βέλη καταβύθιση. ιάστικτες περιοχές: Νεογενή ιζήµατα (Κelletat et al. 1978). Το χερσαίο τµήµα της Κορινθιακής τάφρου χαρακτηρίζεται γενικά από υψηλούς ρυθµούς ανύψωσης, οι οποίοι θεωρούνται αποτέλεσµα, τόσο της ανύψωσης του δαπέδου του κύριου ρήγµατος της τάφρου, όσο και της ισοστατικής ανύψωσης που υπέστη η περιοχή πίσω από την Ελληνική δίαυλο. Ο ρυθµός τεκτονικής ανύψωσης, στις περιοχές κοντά στο Αίγιο, υπολογίζεται στα 2,2 mm/year και µειώνεται προοδευτικά προς τα ανατολικά. Ο λόγος ρυθµού διάβρωσης / ρυθµού ανύψωσης για τις περιοχές αυτές ευρέθη < 1 (Ζεληλίδης κ.ά, 2001). Η όλη ανύψωση υπολογίζεται σε µ. πάνω από την σηµερινή στάθµη της θάλασσας σύµφωνα µε τους Doutsos and Piper (1990). 35

37 Όπως αναφέρθηκε σε πολλά σηµεία της επισκόπησης της γεωλογικής δοµής, η ρηξιγενής τεκτονική του Βόρειου τµήµατος της περιοχής έρευνας, κυρίως δε της Κορινθιακής τάφρου είναι ιδιαίτερα ενεργός µέχρι σήµερα και για αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεµένη µε την σεισµικότητα της περιοχής (σεισµοτεκτονική). Όπως φαίνεται από την Εικόνα 2.23 η Κορινθιακή-Πατραϊκή τάφρος και ιδιαίτερα το δυτικό τµήµα της Κορινθιακής τάφρου, είναι από τις πλέον σεισµογενείς του Ελληνικού χώρου. Η περιοχή έρευνας λόγω της αυξηµένης αυτής σεισµικότητας κατατάσσεται στην κατηγορία ΙΙ στον χάρτη ζωνών σεισµικής επικινδυνότητας του Ελληνικού χώρου (Εικόνα 2.24). εδοµένου ότι η Κορινθιακή τάφρος είναι ασύµµετρη, διαχωρίζεται σε επιµέρους λεκάνες, οι οποίες παρουσιάζουν διαφορετική βύθιση και τα εστιακά βάθη των σεισµών δεν ξεπερνούν τα 15 km, συµπεραίνεται ότι τα κύρια ρήγµατα αυτής µεταπίπτουν σε µια επιφάνεια αποκόλλησης. Η επιφάνεια αποκόλλησης διαχωρίζεται σε δυο τµήµατα, σε ένα νότιο που αποτελεί µια σχεδόν οριζόντια επιφάνεια και σε ένα βόρειο που αποκτά µεγαλύτερες κλίσεις. Η διαφορά της κλίσης, προκαλεί µια αύξηση της βύθισης των βόρειων ρηξιγενών τεµαχών της τάφρου, η οποία ακολουθείται από την προς βορρά µετατόπιση των ανυψωτικών ισοστατικών κινήσεων. 36

38 Εικόνα 2.23: Κατανοµή επικέντρων επιφανειακών σεισµών (κύκλοι) και ενδιαµέσου βάθους σεισµών (τρίγωνα) οι οποίοι έγιναν στον Ελληνικό χώρο και στις γύρω περιοχές κατά την περίοδο (Παπαζάχος & Παπαζάχου, 1989). Επίσης από την µελέτη κατανοµής των πρόσφατων σεισµικών δονήσεων προκύπτει ότι ιδιαίτερο ενεργό είναι το δυτικό χερσαίο τµήµα της τάφρου, καθώς και το βόρειο τµήµα αυτής που καταλαµβάνεται από τον Κορινθιακό κόλπο. Στην εικόνα 2.19 σύµφωνα µε τους Doutsos and Poulimenos (1992) και ούτσος, (2000) φαίνονται και αριθµούνται τα ενεργά ρήγµατα της ευρύτερης περιοχής έρευνας, ενώ στον πίνακα 2.20 παρουσιάζονται τα αντίστοιχα στοιχεία της σεισµικής συµπεριφοράς τους. 37

39 Όπως φαίνεται από την µελέτη του πίνακα 2.20 το µέγεθος των µεγαλύτερων αναµενόµενων σεισµών στο δυτικό χερσαίο τµήµα της τάφρου προσδιορίζεται σε 5.1 Μ 6.7 και ο χρόνος επανάληψης τους από 80 έως χρόνια. Ιστορικά αναφέρουµε ότι το ρήγµα 23 της εικόνας 2.19 (ρήγµα της Ελίκης), είναι υπεύθυνο για τον καταποντισµό και εξαφάνιση της οµώνυµης αρχαίας πόλης το 373 π.χ. µε σεισµό µεγέθους 6,7 R. Το ρήγµα αυτό επανέδρασε το 1861 µε σεισµό µεγέθους 6,2 R. Πρόσφατα (1995) ένα µικρότερο ρήγµα, το ρήγµα του Αιγίου, ήταν υπεύθυνο για το σεισµό µεγέθους 6.3 R. Εικόνα 2.24: Χάρτης σεισµικής επικινδυνότητας του Ελληνικού χώρου (Ε.Α.Κ. 2000). 38

40 3. ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ 3.1 Γενικά γεωµορφολογικά χαρακτηριστικά Η περιοχή έρευνας καλύπτει το κεντρικό τµήµα του νοµού Αχαΐας και περιλαµβάνει τις υδρολογικές λεκάνες των ποταµών Γλαύκου, Χάραδρου, Σέλεµνου καθώς και τµήµατα των λεκανών των ποταµών Πείρου, Σελινούντα, Φοίνικα και Βολιναίου (βλ. εικ. 3.1) και έχει συνολική έκταση 94 km 2. Εικόνα 3.1: Η περιοχή µελέτης όπως φαίνεται από δορυφορική φωτογραφία. Από Βορρά βρέχεται από τον Κορινθιακό κόλπο, ενώ από ανατολικά και δυτικά οριοθετείται από τους οικισµούς Λεόντιο και Χαλανδρίτσα αντίστοιχα. Τέλος, ο Ερύµανθος αποτελεί το νότιο άκρο της περιοχής µελέτης. 39

41 Εικόνα 3.2: Χάρτης της περιοχής µελέτης µε τις ισοϋψείς καµπύλες. Οι κυριότεροι ορεινοί όγκοι στην περιοχή της έρευνας (εικόνα 3.1) είναι : α. Το Παναχαϊκό βρίσκεται στο βόρειο τµήµα της περιοχής έρευνας. Το µέγιστο υψόµετρο του είναι m. β. Ο Ερύµανθος (Ωλονός). Βρίσκεται νότια του Παναχαϊκού και έχει µέγιστο υψόµετρο m. 40

42 Όλοι οι ορεινοί όγκοι έχουν γενική διεύθυνση αξόνων ΒΒ -ΝΝΑ/κή, δηµιουργήθηκαν κατά το στάδιο των Αλπικών πτυχώσεων και δέχθηκαν επίσης την επίδραση της µεταορογενετικής ανύψωσης, από το Πλειόκαινο έως σήµερα. Πέντε µεγάλοι ποταµοχείµαρροι διασχίζουν την περιοχή έρευνας: Ο Γλαύκος, ο Χάραδρος και ο Φοίνικας που έχουν τις πηγές τους εντός του ορεινού συγκροτήµατος του Παναχαϊκού, και ο Πείρος µε τον Σελινούντα, οι οποίοι πηγάζουν από τον Ερύµανθο, ο πρώτος και από Ερύµανθο και Παναχαϊκό ο δεύτερος. Οι ποταµοί και οι χείµαρροι της περιοχής µελέτης παρουσιάζουν εποχικά κυµαινόµενη µεταφορική ικανότητα και διαβρώνουν τα Πλειοπλειστοκαινικά ιζήµατα στα βόρεια του νοµού σχηµατίζοντας εύφορες προσχωσιγενείς πεδιάδες. Μεγάλο µέρος των οµβρίων υδάτων κατεισδύει σε ασβεστόλιθους και ρέει υπογείως διαµέσου καρστικών αγωγών. Συγκρίνοντας τους ποταµοχειµάρρους που εκβάλλουν στον Κορινθιακό κόλπο µε εκείνους που εκβάλλουν στον Πατραϊκό, παρατηρείται ότι όλοι οι ποταµοχείµαρροι του Κορινθιακού (Κράθις, Βουραϊκός, Σελινούντας, Φοίνικας) σχηµατίζουν δέλτα µε τη µορφή κώνων ριπιδίων, ενώ αντιθέτως οι Γλαύκος, Χάραδρος και Πείρος δεν σχηµατίζουν δέλτα. Αυτό οφείλεται στο συσχετισµό προσφοράς κλαστικών υλικών, στη διασπορά τους από θαλάσσια ρεύµατα, αλλά κυρίως στην ταχύτητα των ανοδικών ή καθοδικών κινήσεων που επικρατούν στις περιοχές εκβολής. 3.2 Υδρογραφικό δίκτυο Η γεωµορφολογική εικόνα µιας περιοχής, είναι αποτέλεσµα της λιθολογικής της σύστασης, της τεκτονικής και της συνδυασµένης δράσης, των παραγόντων της διάβρωσης και της αποσάθρωσης. Ο ρόλος της γεωµορφολογίας επηρεάζει σηµαντικά τη διαµόρφωση των υδρογεωλογικών συνθηκών µιας περιοχής (Σούλιος, 1975). Το υδρογραφικό δίκτυο µιας λεκάνης συνιστά το σύνολο των ρυακιών, χειµάρρων, παραποτάµων και ποταµών τα οποία διαρρέουν και αποστραγγίζουν τη λεκάνη αυτή. Η µορφή του υδρογραφικού δικτύου είναι συνάρτηση της λιθολογικής σύστασης, του µορφολογικού αναγλύφου, της τεκτονικής, καθώς και των κλιµατικών παραγόντων της συγκεκριµένης περιοχής. 41

43 Εικόνα 3.3: Χάρτης του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής µελέτης. 42

44 Το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής έρευνας είναι µέτρια ανεπτυγµένο και επικρατεί η κατακόρυφη διάνοιξη των κοιλάδων η πλειονότητα των οποίων είναι συµµετρικής µορφής. Η επικρατούσα µορφή του υδρογραφικού δικτύου είναι η γωνιώδης που υποδηλώνει τη συµµετοχή των ρηγµάτων στη µορφογένεση της περιοχής. Οι ούτσος και Καµηλάρης, (1984) συγκρίνουν την ποσοστιαία κατανοµή των κυριότερων διευθύνσεων του υδρογραφικού δικτύου µε τις διευθύνσεις των ρηγµάτων της περιοχής και διαπιστώνουν µία τέλεια προσαρµογή που σηµαίνει άµεση γενετική σχέση της διανοίξεως των κοιλάδων µε τα προϋπάρχοντα ρήγµατα 3.3 Ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου Η ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου έγινε µε βάση τη µέθοδο του Horton (1965). Κατ αυτήν σι µικρότεροι κλάδοι του δικτύου που δεν δέχονται τα ύδατα κανενός µικρότερου, αριθµούνται ως κλάδοι 1ης τάξης. Οι µεγαλύτεροι κλάδοι του δικτύου που δέχονται τα ύδατα ενός κλάδου 1ης τάξης αριθµούνται ως κλάδοι 2ης τάξης από την αρχή µέχρι το τέλος τους. Η διαδικασία επαναλαµβάνεται και προς τις µεγαλύτερες τάξεις. Με βάση την αρίθµηση κατά Horton, ο κύριος κλάδος του υδρογραφικού δικτύου, δια του οποίου διέρχεται ολόκληρη η ποσότητα του ύδατος και των ιζηµάτων που προέρχεται από επιφανειακή απορροή, έχει και τη µεγαλύτερη τάξη. Ο λόγος του πλήθους (Ν) των κλάδων ορισµένης τάξης (u) προς το πλήθος των κλάδων της αµέσως επόµενης τάξης (u+1) ονοµάζεται συντελεστής διακλάδωσης (R b ): R b = N u / N u+1. Ο συντελεστής διακλάδωσης τείνει να καταστεί σταθερός για ολόκληρο το υδρογραφικό δίκτυο. Αυτό εκφράζεται από τον πρώτο νόµο του Horton σύµφωνα µε τον (k-u) οποίο: Ν u = R b όπου: Ν u = ο αριθµός ρευµάτων τάξης u, k η µεγαλύτερη τάξη και u η ζητούµενη τάξη. Σε σύστηµα ορθογωνίων αξόνων η γραφική παράσταση της σχέσης: LogN u = f(u) είναι ευθεία, η κλίση της οποίας συµπίπτει µε τoν logr b δηλαδή ισχύει: εφω = logr b. Οι τιµές του συντελεστή διακλάδωσης για φυσικά αναπτυσσόµενα υδρογραφικά δίκτυα κυµαίνονται µεταξύ 2 και 5. 43

45 Κατά την ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου προσδιορίστηκαν επίσης: α) η υδρογραφική πυκνότητα d = L / E (E η ολική επιφάνεια της λεκάνης, L το συνολικό µήκος των κλάδων τον υδρογραφικού δικτύου) β) η συχνότητα διακλάδωσης ν = Ν / Ε (Ν ο αριθµός των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου). Στον πίνακα 3.4 φαίνονται οι σηµαντικότερες παράµετροι της κάθε µίας λεκάνης ξεχωριστά. Πίνακας 3.4: Γεωµορφολογικές παράµετροι των λεκανών της περιοχής µελέτης. Πείρος Γλαύκος Φοίνικας Σελινούντας Κύριος κλάδος 6 ης τάξης 4 ης τάξης 5 ης τάξης 6 ης τάξης 1 ης τάξης ης τάξης ης τάξης ης τάξης ης τάξης Συντ.διακλάδωσης 3,15 3,47 2,68 3,8 Συχν.διακλάδωσης 0,54 1,64 0,6 0,3 Υδρογραφική πυκνότητα 3,1 2,85 3,6 1,84 44

46 Εφαρµογή 1ου νόµου Horton 1000 αριθµός ρευµάτων , τάξη ρευµάτων Εικόνα 3.5: Εφαρµογή του πρώτου νόµου του Horton για τον Πείρο ποταµό. Η εξίσωση της ευθείας είναι LogN u = -0,498u+2,702. (Βουδούρης, 1995). 100 Εφαρµογή 1ου νόµου Horton αριθµός ρευµάτων τάξη ρευµάτων Εικόνα 3.6: Εφαρµογή του πρώτου νόµου του Horton για τον Γλαύκο ποταµό. Η εξίσωση της ευθείας είναι LogN u = -0,54u+2,275 (Βουδούρης, 1995). 45

47 Εφαρµογή 1ου νόµου Horton 100 αριθµός ρευµάτων , τάξη ρευµάτων Εικόνα 3.7: Εφαρµογή του πρώτου νόµου του Horton για τον Φοίνικα ποταµό. Η εξίσωση της ευθείας είναι LogN u = -0,428u+1,939 (Βουδούρης, 1995) Εφαρµογή 1ου νόµου Horton αριθµός ρευµάτων , τάξη ρευµάτων Εικόνα 3.8: Εφαρµογή του πρώτου νόµου του Horton για τον Σελινούντα ποταµό. Η εξίσωση της ευθείας είναι LogN u = u (Βουδούρης, 1995). 46

48 3.4 Ανάγλυφο Η γεωµορφολογική εικόνα µιας περιοχής είναι αποτέλεσµα της λιθολογικής της σύστασης, της τεκτονικής και της συνδυασµένης δράσης της διάβρωσης και της αποσάθρωσης. Ο ρόλος της γεωµορφολογίας επηρεάζει σηµαντικά τη διαµόρφωση των υδρογεωλογικών συνθηκών µιας περιοχής. Το σηµερινό ανάγλυφο είναι αποτέλεσµα των µ εταλπικών τεκτονικών κινήσεων, καθώς και της εξέλιξης των διαφόρων µορφολογικών κύκλων που συνεχίζεται µέχρι σήµερα. Με βάση τα γεωµορφολογικά δεδοµένα η περιοχή έρευνας µπορεί να διαιρεθεί σε δύο ενότητες: α) Ένα κεντρικό τοµέα που αποτελείται από τους ορεινούς όγκους (βλ. εικ. 3.9) οι οποίοι γεωλογικώς συνίστανται από σχηµατισµούς κατά κύριο λόγο της ζώνης Ωλονού - Πίνδου και δευτερευόντως της ζώνης Γαβρόβου - Τριπόλεως. Ο τεκτονισµός είναι σηµαντικός και στο τοµέα αυτό σχηµατίζεται ένα τραχύ πολυσχιδές ανάγλυφο µε ανεπτυγµένο υδρογραφικό δίκτυο. Ο παράγοντας αποσάθρωση επιδρά σηµαντικά µε αποτέλεσµα µεγάλες ποσότητες αποσαθρωµάτων να συσσωρεύονται στους πρόποδες των ορέων, στις κλιτύες των κοιλάδων και στα περιθώρια των ενδοορεινών λεκανών. β) Ένα περιφερειακό λοφώδη τοµέα που αποτελείται από µεταλπικά ιζήµατα που περιβάλλουν τους ορεινούς όγκους του κεντρικού τοµέα. Οι κορυφές των λόφων εµ φανίζονται συνήθως αποστρογγυλωµένες και σπανιότερα οξύληκτες.. 47

49 Εικόνα 3.9: Χάρτης του αναγλύφου της περιοχής µελέτης. 48

50 3.5 Συµπεράσµατα Σύµφωνα µε όσα προαναφέρθηκαν, προκύπτουν τα εξής συµπεράσµατα, όσον αφορά τη γεωµορφολογία της περιοχής έρευνας: Η περιοχή έρευνας, περιλαµβάνει τις αυτοτελείς υδρολογικές λεκάνες των ποταµών Γλαύκου, Χάραδρου και Σέλεµνου καθώς και τµήµατα των λεκανών των ποταµών Πείρου, Σελινούντα, Φοίνικα και Βολιναίου και καταλαµβάνει συνολική έκταση 94 km 2. Το µέσο υψόµετρο της περιοχής έρευνας είναι 762 µ, ενώ σε όλο τον νοµό είναι 636 m. Επίσης, η µέση κλίση της περιοχής είναι 33,5 %. Οι υψηλές αυτές τιµές δείχνουν ότι στην περιοχή διατηρείτε ένα ισχυρό ανάγλυφο. Η διατήρηση του ισχυρού αναγλύφου, έχει να κάνει µε την ενεργό τεκτονική, που έχει δράσει στην περιοχή, κατά την µεταλπική περίοδο. Μέρος της ενεργού τεκτονικής, είναι και η ανύψωση, που υφίσταται το νότιο τµήµα της περιοχής έρευνας. Το υδρογραφικό δίκτυο χαρακτηρίζεται από κατακόρυφη διάνοιξη των κοιλάδων και διαπιστώθηκε άµεση γενετική σχέση της διάνοιξης των κοιλάδων µε τα προϋπάρχοντα ρήγµατα της περιοχής και την τεκτονική δραστηριότητα γενικότερα. Η συχνότητα διακλάδωσης παίρνει τιµές µεταξύ 0.14 και 1.01 στις διάφορες λεκάνες, που σηµαίνει µέτρια ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής έρευνας και κατά συνέπεια σχετικά υψηλή διαπερατότητα των πετρωµάτων και σηµαντική κατείσδυση, σε βάρος της επιφανειακής απορροής. Γενικότερα, η γεωµορφολογική εικόνα και γενικότερα η εξέλιξη των γεωµορφολογικών κύκλων, είναι απόρροια του γεωτεκτονικού καθεστώτος που επέδρασε τα τελευταία (µεταλπικά) χρόνια στην περιοχή. Συγκεκριµένα οι ανοδικές τεκτονικές κινήσεις προκαλούν ανύψωση της περιοχής µε αποτέλεσµα την διατήρηση ενός ισχυρού αναγλύφου και την αναζωπύρωση της δράσης των εξωγενών παραγόντων. Λόγω του γεγονότος αυτού ο περιφερειακός λοφώδης τοµέας όπου και εντοπίζονται τα κύρια ιζήµατα, χαρακτηρίζεται από σχετικά απότοµες κλιτύες και την παρουσία κλάδων των υδρορευµάτων που κατατάσσονται στο στάδιο της νεότητας. Ο κεντρικός ορεινός τοµέας κατατάσσεται σε ένα µεταβατικό στάδιο, µεταξύ νεότητας και ωριµότητας. 49

51 4. ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Υ ΡΟΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑ 4.1 Εισαγωγή Τα κλιµατολογικά στοιχεία αποτελούν ουσιαστικούς παράγοντες διαµόρφωσης του υδρολογικού ισοζυγίου µιας περιοχής και ως εκ τούτου απαιτείται η µελέτη και ανάλυση της χωροχρονικής κατανοµής κάθε κλιµατικού παράγοντα ξεχωριστά, αλλά και η διερεύνηση των µεταξύ τους αλληλεπιδράσεων. Στα πλαίσια της παρούσας έρευνας αξιολογήθηκαν στοιχεία που συλλέχθηκαν από το Νίκα (2004), αφορούν τα ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα, τη θερµοκρασία, την υγρασία, την ηλιακή ακτινοβολία, την ηλιοφάνεια και τους ανέµους, για την ευρύτερη περιοχή του νοµού Αχαΐας. 4.2 Ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα Στα ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα περιλαµβάνονται γενικά οι διάφορες µορφές (βροχή, χαλάζι, χιόνι, κτλ) µε τις οποίες το νερό φθάνει στην επιφάνεια του εδάφους. Στην περιοχή έρευνας ενδιαφέρει κυρίως η βροχή και το χιόνι. Η χιονοκάλυψη στους ορεινούς όγκους του Παναχαϊκού και του Ερύµανθου είναι συχνή και διαρκεί από το τέλος του Οκτωβρίου µέχρι τον µήνα Ιούνιο. Επειδή η βροχόπτωση αποτελεί τη σπουδαιότερη πηγή τροφοδοσίας για όλες τις παραµέτρους του υδρολογικού κύκλου επιχειρείται µα ι λεπτοµερής ανάλυση των δεδοµένων της. Η ανάλυση έχει γίνει στο επίπ εδο του Νοµού Αχαΐας. Το ύψος του χιονιού έχει µετατραπεί σε ισοδύναµο νερό, δηλ. σε ύψος του υδάτινου στρώµατος που θα παραγόταν από την τήξη του χιονιού, έτσι στον όρο βροχόπτωση περιλαµβάνονται όλες οι µορφές ατµοσφαιρικών κατακρηµνισµάτων της περιοχής. Τα διαθέσιµα στοιχεία για τις βροχοπτώσεις προέρχονται απ ό τις παρατηρήσεις των βροχοµετρικών σταθµών που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή (Πίνακας 4.1). Από τους σταθµούς του Νοµού Αχαΐας αποκλείσθηκαν µερικοί, είτε γιατί έχουν ελλιπείς παρατηρήσεις, είτε γιατί υπάρχει αλληλοκάλυψη µε άλλους σταθµούς που βρίσκονται στο ίδιο υψόµετρο και την ίδια βροχοµετρική ζώνη, είτε τέλος γιατί οι παρατηρήσεις δεν συµπίπτουν χρονολογικά. Στη συνέχεια γίνεται επεξεργασία των δεδοµένων των δεκαοκτώ (18) βροχοµετρικών σταθµών του Πίνακα 4.1 για χρονικό διάστηµα 25 ετών 50

52 ( ). Η περίοδος αυτή θεωρείται ικανοποιητική και κατά τη διάρκειά της λειτουργούσαν όλοι οι σταθµοί. Η γεωγραφική κατανοµή των βροχοµετρικών σταθµών και των βροχοπτώσεων για την περιοχή του Νοµού Αχαΐας παρουσιάζεται στον χάρτη της εικόνας 4.2. Οι ελλιπείς παρατηρήσεις συµπληρώνονται µε βάση ταυτόχρονες παρατηρήσεις τριών γειτονικών σταθµών που ανήκουν στην ίδια βροχοµετρική ζώνη. Για την συµπλήρωση χρησιµοποιείται η µέθοδος των σταθερών αναλογιών, κατά την οποία το ύψος βροχής Ρx ενός σταθµού µε βάση τις ταυτόχρονες παρατηρήσεις Ρ1, Ρ2, Ρ3 στους γειτονικούς σταθµούς Α, Β και Γ δίνεται από τη σχέση: P = 1\3 N x Σ P i /N i (4.2.1) όπου Ν είναι το µέσο ετήσιο ύψος βροχής. Πίνακας 4.1: Βροχοµετρικοί σταθµοί της ευρύτερης περιοχής έρευνας. ΕΜΥ = Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, ΕΗ = ηµόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισµο ύ, ΥΠ. Ε.= Υπουργείο ηµοσίων Έργων (σηµερινό Υ.ΠΕ.ΧΩ. Ε). 51

53 Εικό να 4.2: Βροχοµετρικός χάρτης της περιοχής µελέτης όπου σηµειώνονται και οι θέσεις των βροχοµ ετρικών σ ταθµών (Νίκας, 2004). 52

54 Η κατανοµή των βροχοπτώσεων καθορίζεται από διάφορους παράγοντες, σηµαντικότερος των οποίων είναι το υψόµετρο της περιοχής. Έτσι χωρίς σοβαρές παραδοχές µπορούµε να πούµε ότι οι δύο παράµετροι συνδέονται από µια γραµ µική µαθηµατική σχέση. Σε τοπική κλίµακα είναι δυνατόν βέβαια να παρατηρηθούν διαφοροποιήσεις, που έχουν να κάνουν µε δευτερεύοντες παράγοντες που επηρεάζουν την κατανοµή των βροχοπτώσεων, όπως το ανάγλυφο, ο προσανατολισµός κ αι η κατεύθυνση των τοπικών ορεογραφικών αξόνων κλπ., αλλά σε γενικές γραµµές, οι τοπικές διαφοροποιήσεις αυτές, δεν επηρεάζουν την γενική εικόνα. Για τον προσδιορισµό της µαθηµατικής έκφρασης του ύψους βροχή ς σε συνάρτηση µε το υψόµετρο κρίθηκε σκόπιµη η διαίρεση του νοµού Αχαΐας σε δύο γεωγραφικές ενότητες που παρουσιάζουν κατά το δυνατό κοινά κλιµατολογικά στοιχεία (Βουδούρης, 1995). Η πρώτη περιλαµβάνει τους σταθµούς που βρίσκονται στο δυτικό τµήµα του νοµού και διαχωρίζεται από τη δεύτερη, η οποία περιλαµβάνει τους σταθ µούς που βρίσκονται στο ανατολικό τµήµα του νοµού, από τον ανατολικό υδροκρίτη της υδρολογικής λεκάνης του ποταµού Σελινούντα. Εφαρµόσθηκε η µέθοδος των ελάχιστων τετραγώνων για τον υπολογισµό των συντελεστών της µαθηµατικής έκφρασης, µε ανεξάρτητη µεταβλητή το υψόµετρο των σταθµών και εξαρτηµένη το µέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης. Μέσω αυτής της διαδικασίας αναζητούµε εκείνη την προσαρµογή που έχει την απλούστερη µαθηµατική έκφραση και ο συντελεστής προσδιορισµού (r 2 ) πλησιάζει τη µονάδα. Τα αποτελέσ µατα της ανωτέρω επεξεργασίας δίνονται στον Πίνακα (4.3). Πίνακας 4.3: Μαθηµατική έκφραση υψοµέτρου - ύψους βροχής. 53

55 Εικόνα 4.4: Γραφική απεικόνιση της σχέσης ύψους βροχής υψοµέτρου (Νίκας, 2004). Από τον Πίνακα 4.3 και τις Εικόνες 4.2 και 4.4 προκύπτει ότι, η βροχόπτωση αυξάνει µε το υψόµετρο και ότι το δυτικό τµήµα του νοµού δέχεται το µεγαλύτερο ύψος βροχής. Συγκεκριµένα, η βροχοβαθµίδα, προσδιορίσθηκε στα 63 mm ανά 100 µέτρα αύξηση ύψους, για το δυτικό τµήµα της περιοχής έρευνας, και στα 46 mm ανά 100 m αύξηση ύψους, αντίστοιχα, για το ανατολικό τµήµα, της περιοχής έρευνας. Εφαρµόζοντας τις µαθηµατικές σχέσεις που βρέθηκαν στα αντίστοιχα ψηφιακά µοντέλα εδάφους κατασκευάσθηκε ο βροχοµετρικός χάρτης της ευρύτερης περιοχής του νοµού Αχαΐας (εικόνα 4.2). 54

56 4.3 Κατανοµή των βροχοπτώσεων Τα ετήσια ύψη βροχόπτωσης των σταθµών µετά από επεξεργασία από τον Νίκα, 2004 απεικονίζονται γραφικά στις εικόνες 4.5 και 4.6. Από τα διαγράµµατα αυτά προκύπτει ευρεία διακύµανση των ετήσιων τιµών βροχόπτωσης και παρατηρείται µια ελαφρά τάση ελάττωσης στο µέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης σε όλους τους σταθµούς της περιοχής έρευνας. Εικόνα 4.5: Ετήσια πορεία βροχοπτώσεων για την περίοδο (Νίκας, 2004). Το ιστόγραµµα των µέσων µηνιαίων τιµών βροχόπτωσης όλων των σταθµών φαίνεται στην Εικόνα 4.7. Παρατηρείται ότι οι πλέον ξηροί µήνες είναι ο Ιούλιος κι ο Αύγουστος ενώ αντίθετα οι µέγιστες τιµές βροχόπτωσης εµφανίζονται στους µήνες Νοέµβριο και εκέµβριο. 55

57 Εικόνα 4.6: Ετήσια πορεία βροχοπτώσεων για την περίοδο (Νίκας, 2004). Εικόνα.4.7: Μέσο µηνιαίο ύψος βροχής των σταθµών της περιοχής έρευνας (Νίκας, 2004). 56

58 4.4 Θερµοκρασία Η θερµοκρασία είναι µία κλιµατολογική παράµετρος, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στην διαµόρφωση του υδρολογικού ισοζυγίου µιας περιοχής, διότι είναι η σηµαντικότερη παράµετρος που διαµορφώνει, µαζί µε την ηλιακή ακτινοβολία και την ένταση των ανέµων, την εξατµισοδιαπνοή. Εικόνα 4.8: Μέσες µηνιαίες θερµοκρασίες για τους σταθµούς Πάτρα, Ανδραβίδα, Αίγιο και Καλάβρυτα (Νίκας, 2004). Εικόνα 4.9: Μέσες ετήσιες θερµοκρασίες για τους σταθµούς Πάτρα, Ανδραβίδα, Αίγιο και Καλάβρυτα (Νίκας, 2004). 57

59 Στοιχεία για την θερµοκρασία έχουµε από τους σταθµούς Πάτρα, Καλάβρυτα, Αίγιο, Ανδραβίδα, και Άραξο για την περίοδο Στις Εικόνες 4.8 και 4.9 παρουσιάζονται γραφικά οι µέσες µηνιαίες και ετήσιες κατανοµές της θερµοκρασίας για αυτούς τους σταθµούς. Από την µελέτη των στοιχείων και διαγραµµάτων παρατηρούµε ότι οι µηνιαίες θερµοκρασίες ακολουθούν κανονική κατανοµή µε µέγιστα τους µήνες Ιούλιο και Αύγουστο και ελάχιστα τους µήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο. Παρατηρούµε επίσης τη σηµαντική θερµοκρασιακή διαφοροποίηση του σταθµ ού Καλάβρυτα από τους υπόλοιπους σταθµούς. Το φαινόµενο είναι απόλυτα φυσιολογικό, δεδοµένου ότι ο σταθµός αυτός βρίσκεται σε σηµαντικά υψηλότερο υψόµετρο από τους υπόλοιπους και ως γνωστό η θερµοκρασία ελαττώνεται σχεδόν γραµµικά µε την αύξηση του υψοµέτρου, µε ένα ρυθµό µεταβολής περίπου 0,72 o C ανά 100 m. Η ακριβής σχέση που συνδέει τα δύο µεγέθη στην περιοχή έρευνας διερευνήθηκε µ ε την µέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων. Στο διάγραµµα της εικόνας 4.10 παρουσιάζεται η ευθεία που εκφράζει την γραµµική σχέση θερµοκρασίας - υψοµέτρου για την περιοχή έρευνας. Εικόνα 4.10: ιάγραµµα µεταβολής της θερµοκρασίας µε το υψόµετρο για την περιοχή έρευνας (Νίκας, 2004). 58

60 4.5 Ηλιοφάνεια Η διάρκεια της ηλιοφάνειας για µια περιοχή είναι επίσης ένας παράγοντας που επηρεάζει την εξατµισοδιαπνοή, δεδοµένου ότι η εξάτµιση ευνοείται κάτω από συνθήκες ηλιοφάνειας, διότι τότε φτάνει στην επιφάνεια του εδάφους το σύνολο της ηλιακής ακτινοβολίας. Στοιχεία για την διάρκεια της ηλιοφάνειας έχουµε από τους σταθµούς Πάτρα, Άραξος, Ανδραβίδα και Βέλο για την περίοδο Στο διάγραµµα της εικόνας 4.11 παρουσιάζονται οι τιµές διάρκειας ηλιοφάνειας ανά µήνα για τους σταθµούς της περιοχής έρευνας. Εικόνα 4.11: Κατανοµή της διάρκειας ηλιοφάνειας ανά µήνα για τους σταθµούς της περιοχής έρευνας (Νίκας, 2004). Όπως παρατηρούµε και η ηλιοφάνεια ακολουθεί την ίδια κατανοµή µε την θερµοκρασία παρουσιάζοντας µέγιστες τιµές τον µήνα Ιούλιο και ελάχιστες τους µήνες εκέµβριο και Ιανουάριο. Το εύρος κύµανσης της παραµέτρου κυµαίνεται από 219,6 για τον σταθµό Βέλο έως 233,8 για τον σταθµό Ανδραβίδα. 59

61 4.6 Συµπεράσµατα Από την ανάλυση των υδροµετεωρολογικών δεδοµένων προέκυψαν τα εξής συµπεράσµατα: Από υδρολογικής σκοπιάς, οι πλέον ξηροί µήνες είναι ο Ιούλιος κι ο Αύγουστος, ενώ αντίθετα οι µέγιστες τιµές βροχόπτωσης εµφανίζονται στους µήνες Νοέµβριο και εκέµβριο. Το ύψος βροχής (y) αυξάνεται µε το υψόµετρο (x) µε σχέση γραµµική. Στο υτικό τµήµα του νοµού η µαθηµατική έκφραση της συνάρτησης y = f(x) για την περίοδο είναι y = 0,6319x + 694,16, ενώ στο Ανατολικό, η αντίστοιχη συνάρτηση είναι y = 0,4585x + 553,56. Η βροχόπτωση αυξάνεται µε το υψόµετρο. Η βροχοβαθµίδα υπολογίσθηκε σε 63,19 mm ανά 100 m αύξηση ύψους για την περιοχή έρευνας. ιαπιστώνεται σε όλο το νοµό µια ήπια πτωτική πορεία των ετησίων τιµών βροχόπτωσης κατά τα τελευταία 70 χρόνια, ενώ µια σχετικά πιο έντονη πτωτική πορεία φάνηκε κατά την περίοδο Η περίοδος αυτή θεωρείται η πιο παρατεταµένη, ισχυρή ξηρή περίοδος των τελευταίων 70 χρόνων ενώ το έτος 1989 θεωρείται έτος ισχυρής ξηρασίας. Οι µηνιαίες θερµοκρασίες ακολουθούν κανονική κατανοµή µε µέγιστα τους µήνες Ιούλιο και Αύγουστο και ελάχιστα τους µήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο, ενώ το θερµοκρασιακό εύρος κυµαίνεται από 16,3 για τον σταθµό Ανδραβίδα µέχρι 19,2 για τον σταθµό Βέλο. Η θερµοκρασία ελαττώνεται µε το υψόµετρο. Η θερµοβαθµίδα ο υπολογίσθηκε 0.72 C ανά 100 m. αύξησ η ύψους. 60

62 5. ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ 5.1 Υδρολογικό ισοζύγιο Η κατανοµή του νερού µέσα στα φυσικά συστήµατα µπορεί να περιγραφεί σε γενικές γραµµές από την µαθηµατική έκφραση: P = R + E + I + W + q + Q (5.1.1) όπου: P = τα ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα R = η επιφανειακή απορροή Ε = η πραγµατική εξατµισοδιαπνοή Ι = η κατείσδυση W = η διαφορική αποθήκευση νερού στη γη q = προσφορές και απολείψεις νερού από ανθρωπογενείς παρεµβάσεις Q = η εξωτερική τροφοδοσία του υδρολογικού συστήµατος Με την προϋπόθεση ότι οι υδρολογικές λεκάνες αποτελούν αυτοτελή συστήµατα και ότι, οι ανθρώπινες παρεµβάσεις και οι µεταβολές στα υπόγεια αποθέµατα είναι αµελητέες, οι παράγοντες W, q, Q της εξίσωσης (5.1.1) παραλείπονται και παίρνει τη µορφή (5.1.2): P = R + E + I (5.1.2) Άρα, το ύψος των ατµοσφαιρικών κατακρηµνισµάτων, σε µια υδρολογική λεκάνη, ισούται µε το άθροισµα των αντιστοίχων υψών, των παραγόντων της επιφανειακής απορροής, της εξατµισοδιαπνοής, και της κατείσδυσης στην λεκάνη αυτή. Στην παρούσα έρευνα έγινε συγκέντρωση βιβλιογραφικών στοιχείων όσον αφορά τα P, E, και I, από προηγούµενες εργασίες που έγιναν στην ευρύτερη περιοχή µελέτης από τους Βουδούρη (1995) και Νίκα (2004). 5.2 Όγκος νερού από βροχόπτωση Ο µέσος ετήσιος όγκος νερού από βροχόπτωση για κάθε µία υδρολογική λεκάνη ξεχωριστά δίνεται στον Πίνακα 5.1, σε σχέση και µε το µέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης. 61

63 Πίνακας 5.1: Μέσος ετήσιος όγκος νερού από βροχόπτωση σε κάθε υδρολογική λεκάνη (Βουδούρης, 1995 & Νίκας, 2004). Λεκάνη Απορροής Επιφάνεια (km 2 ) Όγκος νερού Μέσο ετήσιο ύψος (x10 6 m 3 ) βροχόπτωσης (mm) Γλαύκου 118,1 123,8 1048,3 Πείρου 506,8 457,6 902,9 Φοίνικα 100,6 99,7 991,1 Χάραδρου 23,8 26,3 1107,2 Σέλεµνου - Ξυλοκέρα 42,7 39,7 929,7 Βολιναίου 26,4 24,4 924,2 Σελινούντα 362,5 447,8 1235,1 Σύνολο 1180,9 1219, Πίνακας 5.2: Μέσος ετήσιος όγκος νερού από βροχόπτωση (x 10 6 m 3 ) που δέχεται κάθε γεωλογικός σχηµατισµός. Κώνοι - Λεκάνη Τεταρτογενή Ασβεστόλιθοικορήµατα - Νεογενή Φλύσχης Απορροής ιζήµατα Ραδιολαρίτες αναβαθµίδες Σύνολο Γλαύκου 24,65 3,2 27,3 13,8 54,9 123,85 Πείρου 64,6 2,5 71,6 178,8 140,1 457,6 Φοίνικα 20,8 0,53 33,5 6,7 38,1 99,63 Χάραδρου 4,4-6,9 0,9 14,2 26,4 Σέλεµνου 7,9 0,6 19,1 0,8 11,2 39,6 Βολιναίου 3,7 0,92 11,8 2,2 5,8 24,42 Σύνολο 126,05 7,75 170,2 203,2 264,3 771,5 % 16,33 1,004 22,06 26,33 34,25 99,974 62

64 Από τον πίνακα 5.2 που ακολουθεί παρατηρούµε ότι το µεγαλύτερο ποσοστό βροχόπτωσης αντιστοιχεί στους ασβεστολιθικούς σχηµατισµούς (34,25%) και ακολουθούν οι νεογενείς σχηµατισµοί και ο φλύσχης. Οι τεταρτο γενείς σχηµατισµοί δέχονται συνολικά βροχόπτωση που αντιστοιχεί σ το 17,334% από το οποίο το 1,004% ανήκε ι στα κορήµατα, στις αν αβαθµίδες και στους κ ώνους κορηµάτων και το υπόλοιπο 16,33% στις σύγχρονες αποθέσεις και στα παλαιά τεταρτογενή ιζήµατα. 5.3 Εξατµισοδιαπνοή Ως εξατµ ισοδιαπνοή ορίζεται η ποσότητα του νερού που επανέρχεται στην ατµόσφαιρα, κάτ ω από τη συνδυασµένη δράση της εξάτµ ισης και της δι απνοής, όπου εξάτµιση είναι η διαδικασία µεταφ οράς, µε µορφή υδρατµών, του ύδατος από την επιφάνεια της γης στην ατµόσφαιρα µε σύγχρονη κατανάλωση ηλιακής ενέργειας και διαπνοή το σύνολο διαδικασ ιών µε τις οποίες το νερό µεταβαίνει από τη ν υγρή στην αέρια φάση διαµέσου του σώµατος των φυτών. Για τον υπολογισµό της πραγµατικής (E r ) εξατµισοδιαπνοής από τη δυνητική (E p ) εφαρµόζεται το ισοζύγιο κατά Thornthwaite-Mather, (1954 & 1955): Αν η βροχόπτωση (Ρ) υπερβαίνει την E p τότε η πραγµατική εξατµισοδιαπνοή E r = E p. Η διαφορά (Ρ- E p ) αποθηκεύεται στο έδαφος µέχρι να κορεσθεί από υγρασία. Η ικανότητα κατακράτησης νερού στο έδαφος εξαρτάται από τη φύση του και τη βλάστηση. Εκτιµήθηκε όµως µια αντιπροσωπ ευτική τιµή για ολόκληρη την περιοχή έρευνας. Ο Βουδούρης, (1995) εκτιµά µία µ έση αποθηκευτική ικανότητα του εδάφους 135 mm για τα εδάφη της Βορειοδυτικής Αχαΐας. Για την περιοχή έρευνας εκτιµ ήθηκε µέγιστη ικανότητα κατακράτησης νερ ού από τ ο έδαφος (St ο ) τ α 135 mm που µεταβάλλετ αι από µήνα σε µ ήνα σύ µφωνα µε τη σχέση (Thornthwaite-M ather, 1954 & 1955): St = St o * e -APWL/Sto (5.8) όπου: St είναι η ικανότητα κατακρ άτησης κάθε µ ήνα και APWL εκφράζει την απώλεια νερού που υφίσταται το έδαφος από την ελάτ τωση της υγρ ασίας του. Η AP WL είναι µηδέν όταν η βροχόπτωση είνα ι µεγαλύτερη από τη δυνητική εξατµισοδιαπνοή. Στην αντίθετη περίπτωση για τον υπολογισµό της APWL προστίθεται στην αρνητική τιµή (Ρ- E p ) του µήνα την τιµή του APWL του προηγούµενου µήνα. 63

65 Αν οι µηνιαίες βροχοπτώσεις είναι µικρότερες από την E p τότε η E r είναι ίση µε το άθροισµα των βροχοπτώσεων και της St. Το St εκφράζει τη µεταβολή του νερού που υπάρχει στο έδαφος από µήνα σε µήνα (Βουδούρης, κ. ά., 1993). Στον Πίνακα 5.3 παρουσιάζονται συνοπτικά τα αποτελέσµατα στους σταθµούς Πάτρα, Αίγιο, Άραξος, Ανδραβίδα, Καλάβρυτα και Βέλο. Πίνακας 5.3: Μέση ετήσια πραγµατική εξατµισοδιαπνοή για τους σταθµούς της περιοχής έρευνας (Νίκας, 2004). Εικόνα 5.4: Γραφική απεικόνιση της σχέσης µεταξύ πραγµατικής εξατµισοδιαπνοής και υψοµέτρου για την περιοχή έρευνας (Νίκας, 2004). 64

66 Από το διάγραµµα της µεταβολής της πραγµατικής εξατµισοδιαπνοής κατά Turk µε το υψόµετρο, το οποίο παρουσιάζεται στην εικόνα 5.4, παρατηρούµε ότι η γραµµική σχέση που συνδέει της δύο παραµέτρους παρουσιάζει µια αρκετά καλή συσχέτιση. 5.4 Επιφανειακή και Ολική Απορροή Ως επιφανειακή απορροή, ορίζεται το ποσοστό της βροχόπτωσης το οποίο αφού πέσει στην επιφάνεια της γης, διοχετεύεται µέσω των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου προς τα επιφανειακά σώµατα νερού (θάλασσα, λίµνες), τα οποία αποτελούν τους τελικούς υδατικούς αποδέκτες. Το ποσοστό αυτό καθορίζεται από κλιµατολογικούς, µορφολογικούς και γεωλογικούς παράγοντες. Πιο συγκεκριµένα τους πλέον καθοριστικούς παράγοντες κατανοµής της επιφανειακής απορροής αποτελούν η ένταση των βροχοπτώσεων, η εξατµισοδιαπνοή, η κλίση της λεκάνης απορροής, η φυτοκάλυψη και η περατότητα των πετρωµάτων και εδαφών της επιφάνειας του εδάφους κλπ. Επειδή το αντικείµενο της παρούσας έρευνας εστιάζεται περισσότερο στις απορροές των πηγών του νοµού Αχαΐας, αναφέρονται µόνο ενδεικτικά ορισµένες µετρήσεις όπως αυτές έγιναν για τον Γλαύκο ποταµό. Πίνακας 5.5: Μέση µηνιαία και µέση ετήσια παροχή (m 3 /sec) του Γλαύκου ποταµού για την περίοδο (Βουδούρης, 1995). Ι Φ Μ Α Μ Ι Ι Α Σ Ο Ν Μέση ετήσια 2,70 3,01 2,66 2,36 1,40 0,80 0,52 0,37 0,36 0,46 1,01 2,37 1,53 65

67 Εικόνα 5.6: Σχέση απορροής βροχόπτωσης περιόδου στο σταθµό του Γλαύκου (Βουδούρης, 1995). 5.5 Κατείσδυση Η κατείσδυση αντιπροσωπεύει το µ έρος εκείνο των ατµ οσφαιρικών κατακρηµνισµάτων και της απορροής που κινείται κατακόρυφα, λόγω βαρύτητας, προς το υπέ δαφος και φθάνει στους υδροφόρους ορίζ οντες, προστιθέµεν ο στα αποθέµ ατ α των υπόγειων νερών και µετέχει στην κίνηση του υπόγειου νερού. Η ικανότητα κατείσδυσης εξαρτάται, από την υγρασία του εδάφους, τη λιθολογία, την κλίση του εδάφους, τη βλάστηση, την ένταση και κατανοµή των βροχοπτώσεων κλπ. Μέτρο της κατείσδυσης είναι ο συντελεστής κατείσδυσης, ο οποίος εκφράζει το ποσοστό του νερού που κατεισδύει, σε σχέση µε την ολική βροχόπτωση. Για τον υπολογισµό του συντελεστή κατείσδυσης στους διάφορους γεωλογικούς σχηµατισµούς που απαντούν στη περιοχή έρευνας, χρησιµοποιήθηκαν δεδοµένα από µετρήσεις άλλων περιοχών. 66

68 Ο Μάστορης, (1967), για την ασβεστολιθική περιοχή Ν. Γκιώνας, υπολογίζει την κατείσδυση µε εφαρµογή της µεθόδου Kessler, ίση µε 60% των βροχοπτώσεων. Ο Κακαβάς, (1995), υπολόγισε κατείσδυση, µε άµεσες µετρήσεις παροχών, στους τριαδικο-ιουρασικούς ασβεστόλιθους της Υποπελαγονικής 53,6% στους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους της ζώνης Ανατολικής Ελλάδος 50,4% και στους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους της ζώνης Παρνασσού- Γκιώνας 49,9%. Ο Μαρίνος, (1975), εκτιµά για τους ασβεστόλιθους της πηγής Κρύας στο Μιτσικέλι Ιωαννίνων της ζώνης Πίνδου, συντελεστή κατείσδυσης 55%. Ο Γιαννάτος, (1999), υπολογίζει µε βάση την δίαιτα καρστικής πηγής στον άνω ρου Βουραϊκού συντελεστή κατείσδυσης, για τους Ανω-Κρητιδικούς ασβεστολίθους της ζώνης Ωλονού Πίνδου, 47%. εδοµένου ότι η γεωγραφική περιοχή που εξετάζει ο Γιαννάτος βρίσκεται πλησίον των ορίων της περιοχής µελέτης, αλλά και ότι η µέθοδος προσδιορισµού του συντελεστή κατείσδυσης που χρησιµοποιεί µπορεί να θεωρηθεί ακριβής, ο συντελεστής κατείσδυσης που υπολογίζει για τους ασβεστόλιθους της ζώνης Ωλονού Πίνδου, είναι αυτός που τελικά υιοθετείται στην παρούσα έρευνα. Οι Καλλέργης-Χριστοδούλου, (1972), υπολογίζουν µε τη χρήση λυσιµέτρου τιµές 16-21% στις αλλουβιακές αποθέσεις της περιοχής Καλαµπάκας. Ο Σούλιος, (1975), εκτιµά το συντελεστή κατείσδυσης των προσχωσιγενών περιοχών µεταξύ 10-25%. Ο Λαµπράκης, (1989), δέχεται την κατείσδυσ η στα αλλούβια της περιοχής Ιεράπετρας Κρήτης ίση µε 13.35% της βροχόπτωσης. Οι Κάντας-Τηνιακός, (1988), µετρούν συντελεστή κατείσδυσης 21% στο σχηµατισµό των κροκαλοπαγών της υτικής Τριφυλίας. Ο Σταυρόπουλος, (1992), εκτιµά τιµές 16% για τις σύγχρονες και χαλαρές αποθέσεις της πεδινής ζώνης, στην περιοχή Κάτω Αχαΐας Μανωλάδας µε µέτρια φυτοκάλυψη. Ο Βουδούρης, (1995), υιοθετεί βάση βιβλιογραφικών δεδοµένων, συντελεστές κατείσδυσης 7 % για τις µάργες του Νεογενούς και 15 % για τα Πλειο Πλεστοκαινικά ιζήµατα της Βορειοδυτικής Αχαΐας. 67

69 Στον Πίνακα 5.7 συνοψίζονται οι συντελεστές κατείσδυσης που υιοθετήθηκαν για τους κυριότερους γεωλογικούς σχηµατισµούς που απαντώνται στην περιοχή έρευνας. Πίνακας 5.7: Συντελεστές κατείσδυσης ανά γεωλογικό σχηµατισµό. Γεωλογικός σχηµατισµός Συντελεστής κατείσδυσης (%) Ασβεστόλιθοι 47 Ραδιολαρίτες Σχιστόλιθοι 4 Φλύσχης 5 Πλειο-Πλειστοκαινικά ιζήµατα 7 Τεταρτογενή ιζήµατα 15 Ολοκαινικές αποθέσεις Συµπεράσµατα Από τα ανωτέρω εκτεθέντα συµπεραίνονται τα εξής: Ο µέσος ετήσιος όγκος ( ) νερού από βροχόπτωση, ανέρχεται σε 1219,3 εκατοµµύρια κυβικά, που αντιστοιχεί σε ένα µέσο ύψος mm ατµοσφαιρικών κατακρηµνισµάτων, κατανεµηµένων σε όλη την περιοχή έρευνας. Ο βροχοµετρικός δείκτης αυτός είναι σχετικά υψηλός, συγκρινόµενος µε εκείνο των 823 mm, που αποδίδεται σαν αντίστοιχος µέσος δείκτης, για τον ελλαδικό χώρο. Για την περιοχή έρευνας εκτιµήθηκε µέγιστη ικανότητα κατακράτησης νερού από το έδαφος (St ο ) τα 135 mm. Ο συντελεστής κατείσδυσης σε ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους της ζώνης Ωλονού Πίνδου υπολογίζεται σε 47%, από µετρήσεις µε βάση τη δίαιτα καρστικής πηγής στον άνω ρου του Βουραϊκού ποταµού. 68

70 6. Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑ 6.1 Γενικά Ως γνωστόν, η γεωλογική δοµή µιας περιοχής σε συνδυασµό µε τις υδροµετεωρολογικές συνθήκες καθορίζουν την ύπαρξη και λειτουργία των υδατικών πόρων. Στην περιοχή έρευνας η παρουσία των ορεινών όγκων Παναχαϊκού και Ερύµανθου µε σχετικά µ εγάλο ύψος βροχής, σε συνδυασµό µ ε την επικράτηση υδροπερατών σχηµατισµών σε αυτούς (ασβεστόλιθων) εξασφαλίζει την ύπαρξη των πηγών που τροφοδοτούν τα υδρορεύµατα αλλά και της υπόγειας τροφοδοσίας σε νερό των γεωλο γικών σχηµατισµών της λοφώδους και πεδινής ζώνης γύρω από τους ορεινούς όγκους. Για την κατανόηση των υδρογεωλογικών συνθηκών της περιοχής έρευνας εξετάζεται κατ αρχήν η υδρολιθολογία των σχηµατισµών αυτών και στη συνέχεια οι ειδικές συνθήκες που κατευθύνουν την κίνηση των υπόγειων νερών προς τις µεγάλες πηγές ή προς υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες. 6.2 Υδρολιθολογική κατάταξη των γεωλογικών σχηµατισµών Με βάση την υδρογεωλογική τους συµπεριφορά οι γεωλογικοί σχηµατισµοί της ευρύτερης περιοχής έρευνας διακρίνονται σε τρεις µεγάλες κατηγορίες: (βλέπε Υδρολιθολογικό χάρτη, Εικόνα 6.1) α)υδροπερατοί σχηµατισµοί Τα ανθρακικά πετρώµατα Στους υδροπερατούς σχηµατισµούς ανήκουν σι υδροφόροι των ανθρακικών πετρωµάτων (ασβεστόλιθοι των ζωνών Ωλονού Πίνδου και Γαβρόβου Τριπόλεως). Η υδροπερατότητα των πετρωµάτων αυτών οφείλεται κυρίως στο δευτερογενές πορώδες το οποίο έχει δηµιουργηθεί από τη δράση των τεκτονικών τάσεων εφελκυσµού Και διάτµησης που έχουν προκαλέσει κατακερµατισµό των πετρωµάτων. Τα τελευταία διελαύνονται από πυκνά δίκτυα ρωγµών και διακλάσεων διαφόρων διευθύνσεων, ενώ 69

71 Εικόνα 6.1: Υδρολιθολογικός χάρτης της περιοχής έρευνας. 70

72 Υπόµνηµα υδρολιθολιγικού χάρτη. παρουσιάζονται και δευτερογενείς ασυνέχειες, όπως µεσοστρωµατικά διάκενα. Οι πιο πάνω ασυνέχειες στα ανθρακικά κυρίως πετρώµατα, διευρύνθηκαν από την καρστική διεργασία, η οποία έχει οδηγήσει στην δηµιουργία καρστικών εγκοίλων και αγωγών από την κυκλοφορία του νερού κατείσδυσης. Σηµαντικός είναι και ο ρόλος των διαστρώσεων αδιαπέρατων σχηµατισµών που δηµιουργούν τοπικά επίπεδα βάσης. Στην περιοχή έρευνας αναπτύσσονται κυρίως τα ανθρακικά πετρώµατα της ζώνης Ωλονού Πίνδου. Τα πετρώµατα αυτά είναι έντονα αποκαρστωµένα και αυτό οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι η ζώνη είναι επωθηµένη και κατά συνέπεια έντονα τεκτονισµένη. Εξ αιτίας της τεκτονικής διάταξης των πετρωµάτων σε επάλληλα λέπια κάθε ασβεστολιθική µάζα της ζώνης αυτής διαµορφώνει µία περίπου ανεξάρτητη υδρογεωλογική λεκάνη ή ενότητα, που εκφορτίζεται ανάλογα µε τις µορφολογικές και πιεζοµετρικές συνθήκες µε σηµαντικές πηγές είτε υπερχείλισης, είτε στην επαφή ενός αδιαπέρατου στρώµατος, είτε τέλος εκφορτίζεται υπόγεια µέσα από νεότερους υδροπερατούς σχηµατισµούς. Στην περιοχή έρευνας υπάρχουν τέτοιες υδρογεωλογικές ενότητες που εκφορτίζονται από τις γνωστές πηγές Άνω Καστριτσίου, Άνω Σουλίου, Μπάλλα, Χαλανδρίτσας, Πλατανόβρυσης κλπ. 71

73 Στους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους αναπτύσσονται υδροφόροι ορίζοντες, λόγω του δικτύου ασυνεχειών που έχει σχηµατισθεί στην τεκτονισµένη και κερµατισµένη µάζα τους, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις έχει τη µορφή διαδοχικών ανθρακικών και πυριτολιθικών και - λιγότερο - πηλιτικών στρώσεων. Οι ασυνέχειες (στρώση του σχηµατισµού και τέµνουσες την στρώση τεκτονικές ασυνέχειες), αποτελούν τις προνοµιακές οδούς της υπόγειας κίνησης του νερού. Το διηθούµενο, µέσα στη µάζα του ανωκρητιδικού σχηµατισµού, νερό, κινείται µέσω του δικτύου των ασυνεχειών και, όπου είναι δυνατόν, διευρύνει µε τη διαλυσιγενή διαδικασία που η κίνησή του συνεπάγεται, το άνοιγµα τους. Η διεύρυνση συντελείται στις ασυνέχειες που διακόπτουν τη συνέχεια της ανθρακικής µάζας, ενώ στην περίπτωση του πυριτικού υλικού κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό. Μάλιστα, η όποια διαλυσιγενής διεργασία συντελείται στις ασυνέχειες των ανθρακικών στρώσεων, ανακόπτεται όταν η ροή συναντήσει το πυριτικό υλικό. Κατά θέσεις βέβαια, όπου το πυριτικό υλικό παρεµβάλλεται στην ανθρακική µάζα υπό µορφή κονδύλων αντί στρώσεων, οι συνθήκες διάλυσης του ανθρακικού ασβεστίου είναι περισσότερο ευνοϊκές. Σε αυτό το ετερογενές υδροφόρο µέσο, που χαρακτηρίζεται από ανθρακικές στρώσεις µικρού πάχους και συχνές παρεµβολές πυριτολίθων και πηλιτών, δεν είναι δυνατή η δηµιουργία υπόγειων αγωγών µεγάλης διαµέτρου, όπως στην περίπτωση του τυπικού καρστ. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στις ασβεστολιθικές εµφανίσεις της περιοχής δεν υπάρχει καµία τυπική καρστική µορφή (δολίνη, καταβόθρα, δακτυλογλυφή κλπ), ούτε και καµία σχετική ένδειξη επιφανειακής καρστικοποίησης. Επισηµαίνεται τέλος, ότι και το υδρογραφικό δίκτυο της λεκάνης, έχει στο σύνολο του δενδριτική µορφή, παρατήρηση που δεν συναρµόζει µε το τυπικό καρστικό ανάγλυφο. Εποµένως, στις περισσ ότερες περιπτώσεις, το καθεστώς υπόγειας ροής µέσα στη µάζα των ανωκρητιδικών ασβεστόλιθων, δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από τις συνθήκες του τυπικού καρστ, όπου ως γνωστό επικρατούν µεγάλες ταχύτητες ροής και υψηλή αντίσταση τριβής στα τοιχώµατα των αγωγών µεγάλης διαµέτρου- αντίθετα, θα πρέπει να επικρατεί ροή µέσω αγωγών µικρού εύρους (Γιαννάτος, 1999), στην οποία η αντίσταση προέρχεται κατά βάση από την τραχύτητα των αγωγών, αλλά και από το ίδιο το φαινόµενο της τριβής καθαυτό. Περισσότερο ευνοϊκές βέβαια, προδιαγράφονται οι προϋποθέσεις καρστικής ανάπτυξης στους τριαδικούς ασβεστόλιθους του ρυµού, στους 72

74 οποίους η δοµή, ως γνωστό, είναι περισσότερο παχυστρωµατώδης και η διεύρυνση συνεπώς µε διάλυση του ανοίγµατος των ασυνεχειών, συγκριτικά ευνοείται. Στις περιπτώσεις αυτές, όπως και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις, µε αυξηµένο πάχος ανθρακικού υλικού, στους σχηµατισµούς των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων, οι συνθήκες αναµένεται να προσεγγίζουν περισσότερο προς τις καρστικές. Τα υδραυλικά χαρακτηριστικά των σχηµατισµών αυτών είναι µέτρια έως υψηλά, γεγονός που αποδεικνύει ότι το δίκτυο ασυνεχειών και η επακόλουθη διεύρυνσή τους, λόγω διάλυσης, σε όσες περιπτώσεις αυτή έχει συµβεί, έχουν δηµιουργήσει το κατάλληλο υδραυλικό περιβάλλον, για ευχερή κίνηση και αποθήκευση του υπόγειου νερού, µέσα στο σώµα των σχηµατισµών αυτών. Η παρεµβολή των κερατολιθικών και πηλιτικών διαστρώσεων εντός του σχηµατισµού των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων, αλλά και η συχνή κανονική ή τεκτονική αλληλουχία τους µε τους υποκείµενους ραδιολαρίτες, αλλά και τον υπερκείµενο Ηωκαινικό Φλύσχη, δηµιουργούν πολλαπλά επίπεδα βάσεως, εκδήλωση των οποίων είναι οι πολυάριθµες, µε κατά κανόνα µικρή, έως µέτρια παροχή, πηγές. Κροκαλοπαγή και ψαµµίτες των Πλειο Τεταρτογενών αποθέσεων Γεωγραφικά απαντώνται στην πεδινή ζώνη της περιοχής έρευνας (περιοχή Νότια της Χαλανδρίτσας, Καταρράκτης, περιοχή Βραχνέικων, ΒΑ/κό τµήµα της περιοχής έρευνας) και συνίστανται από εναλλαγές µαργών, άµµων, κροκαλών, χαλικιών, ψαµµιτών και χαλαρών κροκαλοπαγών που παρεµβάλλονται µέσα στις µάργες. Χαρακτηρίζονται από στρωµατογραφική ανοµοιοµορφία και συνήθως επικαλύπτουν την λεπτοµερή φάση των Νεογενών. Το συνδετικό υλικό είναι ασβεστοψαµµιτικό. Εµφανίζουν µέτριο έως υψηλό δευτερογενές πορώδες, στο οποίο οφείλεται η υδροπερατότητα τους. Στην περιοχή Βραχνέικα τα κροκαλοπαγή συνιστούν µία επαναλαµβανόµενη ακολουθία µε την παρουσία ιλυούχων, ιλυο-αµµούχων και αµµούχων υλικών και αναπτύσσονται σηµαντικοί υδροφόροι ορίζοντες. Στην περιοχή Μπάλλα (λεκάνη Χάραδρου) τα κροκαλοπαγή εµφανίζουν ασθενή διαγένεση, ενώ αντίθετα στην περιοχή του Λεοντίου Χαλανδρίτσας εµφανίζουν ισχυρή διαγένεση. 73

75 Τεταρτογενείς αποθέσεις Στην περιοχή έρευνας οι Τεταρτογενείς αποθέσεις καταλαµβάνουν µεγάλη έκταση και αναπτύσσονται στις πεδινές και παραλιακές περιοχές. Αποτελούνται από στρώµατα χαλαρών υλικών λεπτόκοκκων αλλά και αδροµερών σε εναλλαγές. Τα αδροµερή υλικά που είναι κυρίως κροκάλες και λατύπες έχουν µεγάλη οριζόντια και κατακόρυφη ανάπτυξη και φιλοξενούν τους σηµαντικότερους υδροφόρους ορίζοντες των Τεταρτογενών αποθέσεων. Τα πλευρικά κορήµατα στην περιοχή έρευνας καλύπτουν γεωγραφικά τα πρανή των κοιλάδων. Συνίστανται από θραύσµατα ασβεστολιθικής και κερατολιθικής σύστασης. Λόγω του ότι εµφανίζουν περιορισµένο πάχος και πλευρική ανάπτυξη, παρά την υψηλή υδροπερατότητα, έχουν µειωµένο ενδιαφέρον σαν υδροφόρα συστήµατα. Οι κατ εξοχήν υδροπερατοί Τεταρτογενείς σχηµατισµοί συναντώνται στις προσχωσιγενείς πεδιάδες όλων των ποταµών και χειµάρρων, µετά την έξοδο αυτών από την ορεινή και τη λοφώδη ζώνη. Οι κυριότερες από αυτές τις πεδιάδες δηµιουργήθηκαν από τους ποταµοχειµάρρους Φοίνικα, Βολιναίο, Χάραδρο, Γλαύκο, Πείρο και Σέλεµνο. Η παλαιότερη από αυτές είναι η προσχωσιγενής πεδιάδα του Πείρου, η οποία φαίνεται ότι λειτουργεί ως χώρος ποταµοχειµάρρειας ιζηµατογένεσης από την αρχή του Πλειστοκαίνου. β) Ηµιπερατοί σχηµατισµοί Λεπτοµερής φάση του Πλειο Τεταρτογενούς Αναπτύσσεται κυρίως στις παρυφές των ανθρακικών πετρωµάτων στις ηµιορεινές, λοφώδεις και πεδινές ζώνες της περιοχής έρευνα ς (Μεσολεκανώδη περιοχή του Γλαύκου-Πείρου, Κάτω Αχαΐα, περιοχή Βιοµηχανικής ζώνης Πατρών, Μιντιλόγλι, περιοχή Καστριτσίου, Βούντενης, Καµάρες κλπ.). Οι σχηµατισµοί αυτοί είναι χαλαροί και αποτελούνται από αργίλους, άµµους, µάργες, οι οποίοι λόγω κοκκοµετρίας και λιθολογίας είνα ι υδατοστεγανοί, ενώ συµµετέχουν και µικτές φάσεις αυτών. Στους ανώτερους ορίζοντες εµφανίζονται ενστρώσεις κροκαλοπαγών µικρού σχετικά πάχους, ενώ στους κατώτερους απαντούν χαλίκια και κροκάλες το ποσοστό συµµετοχής των 74

76 οποίων ελαττώνεται µε το βάθος. Η υδρογεωλογική συµπεριφορά των σχηµατισµών αυτών κυµαίνεται από πολύ υδροπερατά έως πρακτικά στεγανά. Κροκαλοπαγή του φλύσχη Ενώ θεωρητικά ο φλύσχης τοποθετείται στους υδατοστεγανούς σχηµατισµούς, στο νοµό Αχαΐας έχει παρατηρηθεί υδροφορία εντός των κροκαλοπαγών του φλύσχη. Η υδροπερατότητα των κροκαλοπαγών αυτών οφείλεται κυρίως σε δευτερογενές πορώδες (ρήγµατα, ρωγµές και διακλάσεις), που συχνά διευρύνεται µε καρστική διάλυση, πλην όµως είναι πρόσκαιρη και δεν χρήζει ιδιαίτερης έµφασης. γ) Υδατοστεγανοί σχηµατισµοί Ο Φλύσχης Στους υδροστεγανούς σχηµατισµούς περιλαµβάνονται ο φλύσχης των ζωνών Πίνδου και Τριπόλεως, ο οποίος κύρια είναι υδροστεγανός (αργιλικοί σχιστόλιθοι και οι αργιλοµάργες του φλύσχη). Ο φλύσχης της ζώνης Τριπόλεως καλύπτει το Ν /κό τµήµα της περιοχής έρευνας (Πλατανόβρυση, Καλούσι, περιοχή Χαλανδρίτσας). Ο φλύσχης αυτός εµφανίζει λιθολογική διαφοροποίηση από υτικά προς Ανατολικά και όπως προαναφέρθηκε συνίσταται από µεγάλα πάχη αργιλικών στρωµάτων µε παρενστρώσεις ψαµµιτών (πάχους έως 3 m) και κροκαλοπαγών (πάχους µέχρι 10 m). Το περιορισµένο υδρογεωλογικό ενδιαφέρον εντοπίζεται στις εναλλαγές αυτές. Τα κύρια υδροµαστευτικά έργα στ ην περιοχή αυτή είναι πηγάδια µ ικρού σχετικά βάθους (µέχρι 6 m). Η παροχή των πηγαδιών αυτών είναι πολύ µικρή και κατά κανόνα στερεύουν την ξηρή περίοδο. Στην περιοχή αυτή του φλύσχη υπάρχουν και πηγές επαφής (ψαµµίτη-κροκαλοπαγών µε αργιλικούς σχιστόλιθους) µικρής παροχής που χρησιµεύουν για την ύδρευση των κοινοτήτων. Η γεωτρητική έρευνα δεν έχει δώσει επιτυχή αποτελέσµατα στην περιοχή αυτή. Ο φλύσχης της ζώνης Ωλονού Πίνδου καλύπτει υπό µορφή «λωρίδων» µικρή σχετικά έκταση στην περιοχή έρευνας κυρίως στο Α/κό τµήµα (Αργυρά. Πιτίτσα. Α. 75

77 Σαλµενίκο, κ.α.) και χαρακτηρίζεται από την παρουσία πάγκων ψαµµιτών. Οι ραδιολαρίτες Συνίστανται από ολοπυριτικές στρώσεις µικρού πάχους στο κατώτερο τµήµα τους µε παρεµβολές γαιωδών αργίλων που περιέχουν κονδύλους µαγγανίου. Μέσα στη µάζα των ραδιολαριτών απαντούν διαβασικοί τόφφοι και ενίοτε ασβεστόλιθοι µε αποτέλεσµα την κατά τόπους υδροφορία. Καλύπτουν κυρίως τµήµατα των λεκανών απορροής Γλαύκου και Φοίνικα στο Ανατολικό τµήµα της περιοχής έρευνας. Ο αποσαθρωµένος µανδύας των Πλειοπλειστοκαινικών σχηµατισµών Εµφανίζεται µε πάχος ολίγων µέτρων έως ολίγων δεκάδων µέτρων και συνίσταται από αργιλο-ιλύ, πηλό και άµµο µε ηµιπερατές στρώσεις αδροµερούς υλικού (Συχαινά, Κυδωνιές, Κρήνη, Θέα). Και στις δύο περιπτώσεις. στον αποσαθρωµένο µανδύα του φλύσχη και των Πλειοπλειστοκαινικών σχηµατισµών αναπτύσσεται µικρής σηµαντικότητας φρεάτιος υδροφόρος ορίζοντας. 6.3 Ταξινόµηση πηγών Με τον όρο πηγή, εννοούµε κάθε φυσική έξοδο του νερού από το υπέδαφος. Όταν οι αναβλύσεις γίνονται µέσω ενός ενεργού καρστικού συστήµατος, τότε οι πηγές λέγονται καρστικές. Σχετικά µε την ταξινόµηση των καρστικών πηγών, έχουν προταθεί διάφορα συστήµατα. Στην έρευνα αυτή χρησιµοποιούνται τα εξής: (α): Ανάλογα µε τις γεωλογικές και τεκτονικές συνθήκες. Στρωµατογενείς πηγές (Επαφής και µεσοστρωµατικές). Ρωγµογενείς πηγές. Πηγές υπερχείλισης. Ανερχόµενες πηγές. Βωκλούζιες πηγές. Αλλουβιακές ή ψευδοβωκλούζιες. 76

78 (β):ανάλογα µε τη δίαιτα της πηγής. Μόνιµη ή συνεχής πηγή. Παροδική ή εποχική πηγή. ιαλείπουσα ή περιοδική πηγή. (γ): Ανάλογα µε τη µορφολογία. Προσπελάσιµη πηγή. Μη προσπελάσιµη πηγή. 6.4 Η κατανοµή των πηγών στο νοµό Αχαΐας Εξετάζοντας κανείς τις πηγές του νοµού Αχαΐας µπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι ο νοµός είναι ιδιαίτερα ευνοηµένος. Η σύνθετη γεωλογική δοµή του, σε συνδυασµό µε το υψηλό µέσο ετήσιο ύψος βροχής, έχουν σαν επακόλουθο την εµφάνιση πολλών πηγών µεγάλης έως µέτριας παροχής καθώς και πλήθους άλλων µικρότερης παροχής. Παρατηρώντας την κατανοµή των πηγών στο νοµό Αχαΐας βλέπουµε ότι στο σύνολό τους εµφανίζονται στις ορεινές περιοχές. Αυτό οφείλεται σε δύο παράγοντες: (α). Στο γεγονός ότι οι βροχές της Ελλάδας, κατ επέκταση και του νοµού Αχαΐας, είναι ορογραφικές, δηλαδή η πορεία των ισοϋετών καµπυλών υφίσταται την έντονη επίδραση του αναγλύφου, µε αποτέλεσµα αυτές να διατάσσονται σχεδόν παράλληλα προς τις ισοϋψείς καµπύλες. (β). Στη µεγάλη ετερογένεια των γεωλογικών σχηµατισµών στις ορεινές περιοχές του νοµού, όπου εξαιτίας των λεπιοειδών δοµών και των ισοκλινών πτυχώσεων προκαλούνται πολλαπλές επαναλήψεις γεωλογικών στρωµάτων διαφορετικής υδρολογικής συµπεριφοράς, µ ε αποτέλεσµα την εµφάνιση των πηγών στις επαφές αυτών των στρωµάτων. Θα πρέπει επίσης να σηµειωθεί ότι επειδή το ποσοστό συµµετοχής των ανθρακικών πετρωµάτων στο νοµό είναι αρκετά υψηλό, το µεγαλύτερο µέρος των πηγών είναι καρστικές. Από αυτές, οι περισσότερες (ποσοστό µεγαλύτερο του 90%) ανήκουν στη ζώνη Ωλονού Πίνδου, ενώ οι υπόλοιπες στη ζώνη Γαβρόβου Τριπόλεως. Όσον αφορά τη ζώνη Ωλονού Πίνδου, οι εµφανίσεις των περισσοτέρων καρστικών πηγών 77

79 ελέγχονται από την τεκτονική δοµή αυτής. ηλαδή οι πηγές εµφανίζονται σε µέτωπα Β ΝΑ, όπως είναι οι γενικοί άξονες των πτυχών και τα µέτωπα των επωθήσεων Χαρακτηριστικές πηγές της περιοχής έρευνας Όπως προαναφέρθηκε, οι περιοχές εξάπλωσης της ζώνης Πίνδου χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη πολυάριθµων πηγών, σε διάφορες υψοµετρικές ζώνες. Οι πηγές αυτές εξασφαλίζουν την επιφανειακή ροή των χειµάρρων της ορεινής ζώνης ενώ συχνά καλύπτουν τις υδρευτικές και αρδευτικές ανάγκες ορεινών οικισµών. Οι µ εγάλες πηγές όµως βρίσκονται σε µικρότερα υψόµετρα και συνήθως συνδέονται στην επαφή των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων µε ραδιολαρίτες ή φλύσχη. Ειδικότερα στη λοφώδη και ηµιορεινή ζώνη της Πάτρας, η παρουσία των πλειστοκαινικών κροκαλοπαγών και µαργών καθορίζει και την εµφάνιση των πηγών Ρωµανού, Μπάλλα και Βελβιτσίου. Ένα δεύτερο σηµαντικό στοιχείο είναι ότι, η γενική κλίση των τεκτονικών λεπίων της ζώνης Πίνδου προς Ανατολικά ευνοεί την εκφόρτιση µεγάλων πηγών επαφής στις Ανατολικές παρυφές των βουνών. Με τον τρόπ ο αυτό οι λεκάνες απορροής των ποταµών που βρίσκονται στις υτικές παρυφές των βουνών δεν έχουν την δυνατότητα να δεχθούν εκφρορτίσεις πηγών επαφής από εκτεταµένα ασβεστολιθικά συγκροτήµατα. Έτσι υπερτερούν συνήθως οι πηγές υπερχείλισης, οι οποίες όµως έχουν µεγαλύτερα περιθώρια εκµετάλλευσης της υδροαποθεµατικής τους λεκάνης µε υδροµαστευτικά έργα ή τεχνικές αναρρύθµισης της παροχής τους. Μεγάλες πηγές στις Ανατολικές παρυφές των βουνών συνδέονται µε κοιλάδες και χαράδρες που τέµνου ν κάθετα προς την παράταξη των στρωµάτων το υς ορεινούς όγκους σε µεγάλο µήκος. Έτ σι αυξάνεται ο αριθµός των στρωµατογραφικών επαφών και κατεβαίνει το επίπεδο βάσης του καρστ, όπου υπάρχει δυνατότητα εκφόρτισης πηγών. 78

80 Εικόνα 6.2: Χαρακτηριστική πηγή υπερχείλισης των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι υπέρκεινται των κερατολίθων. Με την κόκκινη γραµµή σηµειώνεται η επαφή των δύο στρωµάτων (Θέση Καλάνιστρα, κοιτώντας ΝΑ). Τέτοια περίπτωση είναι ο Γλαύκος, που εµφανίζει µεγάλη απορροή ακριβώς λόγω της παρουσίας µεγάλων Πηγών (Σουλίου). Αντίθετα, στην λεκάνη του Πείρου, µεγάλο µέρος των καρστικών νερών κινείται προς τα Ανατολικά και καταλήγει στην λεκάνη του Σελινούντα (περιοχή Βλασίας) ή του Πηνειού (περιοχή Κακοταρίου). Οι πηγές υπερχείλισης στα Λακκώµατα ή στο Καλούσι έχουν σαφώς µικρότερες παροχές συγκρινόµενες µε τις πηγές Κακοταρίου ή τις πηγές Νότια της Κάτω Βλασίας. Στον Πίνακα 6.3 που ακολουθεί παρουσιάζονται οι κυριότερες πηγές της περιοχής έρευνας µε τα χαρακτηριστικά τους στοιχεία, ενώ η θέση τους στο χάρτη φαίνεται στην Εικόνα

81 Πίνακας 6.3: Χαρακτηριστικά στοιχεία των κυριότερων πηγών της περιοχής έρευνας (Γαλάνης & Ζωγράφος, 1991). Όνοµα Τοποθεσία Είδος πηγής Μέση ετήσια παροχή (m 3 /sec) Χρήση νερού Άνω Καστρίτσι Υπερχείλισης 0,0475 Ύδρευση-Άρδευση Μπάλλα Υπερχείλισης 0,0556 Ύδρευση-Άρδευση Άνω Σούλι Υπερχείλισης 0,771 Ύδρευση-Άρδευση Κρήνη Σαραβαλίου Υπερχείλισης 0,0416 Άρδευση Πλατανόβρυση Επαφής 0,0125 Ύδρευση-Άρδευση Χαλανδρίτσα Επαφής 0,0295 Ύδρευση-Άρδευση Καταρράκτης Υπερχείλισης 0,0167 Ύδρευση-Άρδευση Καλούσι Επαφής 0,0138 Ύδρευση Χρυσοπηγή Υπερχείλισης 0,0585 Ύδρευση-Άρδευση Λακκώµατα Επαφής 0,0611 Ύδρευση-Άρδευση Στη συνέχεια θα γίνει λεπτοµερής εξέταση της κάθε µία πηγής ξεχωριστά, όσον αφορά το υδρογεωλογικό καθεστώς, τον υδροχηµικό χαρακτήρα και την υδρογεωλογική λεκάνη που αποστραγγίζει η κάθε πηγή. Για την χάραξη των υδρογεωλογικών λεκανών απαιτήθηκε η δηµιουργία γεωλογικών τοµών ώστε να διερευνηθεί σε βάθος η πλευρική εξάπλωση των στρωµάτων και η συνέχεια τους, καθώς η έντονη τεκτονική καταπόνηση που έχει δεχτεί η περιοχή µελέτης επηρεάζει άµεσα την δίαιτα των πηγών. Οι γεωλογικές τοµές παρατίθενται στο παράρτηµα της παρούσας διατριβής. Εκτός από τις γεωλογικές τοµές που κατασκευάστηκαν στο γεωλογικό χάρτη κλίµακας 1:50.000, κρίθηκε απαραίτητος όµως και ο σχεδιασµός σκαριφηµάτων για την κάθε πηγή, ώστε να αποσαφηνισθεί πλήρως το τεκτονο-στρωµατογραφικό καθεστώς που κυριαρχεί σε κάθε περίπτωση. Οι αναλύσεις στα νερά των πηγών έγιναν το 1991 από τους Ζωγράφο, Χ. και Γαλάνη, Β., στα πλαίσια διπλωµατικής τους εργασίας στο Πανεπιστήµιο Πατρών. Στην παρούσα διατριβή έγινε επεξεργασία των δεδοµένων µε το λογισµικό Aquachem. 80

82 Εικόνα 6.4: Επαφή ραδιολαριτών µε ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους της ζώνης Ωλονού Πίνδου, στη δρόµο από Κοµπηγάδι προς Καλάνιστρα, κοιτώντας Β. 81

83 Εικόνα 6.5: Καρστικές πηγές του νοµού Αχαΐας µε παροχές >45 m 3 /h (Νίκας, 2004). 82

84 6.6 Ανάλυση των πηγών της περιοχής µελέτης Πηγή Άνω Καστρίτσι Πρόκειται για καρστική πηγή υπερχείλισης των ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι φράσσονται στο δυτικό τους τµήµα από λεπτοµερείς Νεογενείς αποθέσεις, κυρίως αµµούχες. Η πηγή αναβλύζει σε υψόµετρο 520 m περίπου στο νοτιοανατολικό τµήµα του χωριού Άνω Καστρίτσι, µε γεωγραφικές συντεταγµένες Ανατολή και Βορράς , στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87. Εικόνα 6.6: Η πηγή Άνω Καστριτσίου, στο κέντρο του χωριού, κοιτώντας Νότια. Η ροή είναι συνεχής ενώ η ανάβλυση είναι διάσπαρτη. Το υπόβαθρο των ασβεστολίθων δεν εµφανίζεται στην περιοχή, γι αυτό και συµπεραίνουµε ότι βρίσκεται σε µεγάλο βάθος. 83

85 Εικόνα 6.7: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Άνω Καστριτσίου. Με βάση το διάγραµµα Piper που ακολουθεί, το νερό της πηγής χαρακτηρίζεται ως ασβεστούχο δισανθρακικό. Επίσης, από τη σύγκριση των αποτελεσµάτων βλέπουµ ε ότι ο λόγος Mg / Ca είναι περίπου 0,218. Η τιµή αυτή δείχνει καθαρά ότι τα πετρώµατα της περιοχής µελέτης είναι ασβεστολιθικά, αν όµως η τιµή αυτή συγκριθεί µε τους αντίστοιχους λόγους των υπολοίπων περιοχών που εξετάστηκαν, βλέπουµε ότι στην περιοχή του Καστριτσίου παίρνει τη µεγαλύτερη τιµή του. Από αυτό συµπεραίνουµε ότι το ποσοστό δολοµίτη στους ασβεστόλιθους της ζώνης Ωλονού Πίνδου, στην περιοχή αυτή είναι πιο αυξηµένο σε σύγκριση µε τις υπόλοιπες περιοχές του νοµού Αχαΐας. 84

86 Εικόνα 6.8: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Άνω Καστριτσίου κατά την περίοδο υψηλής στάθµης. Στην εικόνα 6.9 φαίνεται η υδρογεωλογική λεκάνη της πηγής Άνω Καστριτσίου. Ο σχεδιασµός του υπόγειου υδροκρίτη έγινε µε βάση γεωλογικά κριτήρια, όπως παρατηρήσεις υπαίθρου και γεωλογικές τοµές. Από υπολογισµούς µε βάση το συνολικό όγκο νερού της πηγής, ο οποίος ισούται µε το γινόµενο της επιφανειακής έκτασης της λεκάνης επί το ποσό του νερού που εκφρασµένο σε ύψος βροχής, κατεισδύει στη λεκάνη αυτή, προκύπτει ότι η έκταση της λεκάνης όπως προσδιορίστηκε, προσεγγίζει την πραγµατική. Πράγµατι, από το γινόµενο του ύψους βροχής στην περιοχή του Άνω Καστριτσίου για το υψόµετρο των 520 m µε βάση την εξίσωση y = 0,6319x + 694,16 επί το συντελεστή κατείσδυσης, ο οποίος ισούται µε 47% για τους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους της περιοχής µελέτης, επί την επιφανειακή έκταση της λεκάνης που εκτιµάται σε 2,162 km 2, ο όγκος του νερού που αποθηκεύεται στη λεκάνη είναι 85

87 m 3. Η τιµή αυτή προσεγγίζει την πραγµατική που είναι η παροχή της πηγής ανά έτος, δηλαδή m 3. Εικόνα 6.9: Υδρογεωλογική λεκάνη που εκφορτίζεται από την πηγή Άνω Καστριτσίου. Όπως προαναφέρθηκε, πρόκειται για καρστική πηγή υπερχείλισης των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Πίνδου, οι οποίοι φράσσονται στα δυτικά και βόρεια από λεπτοµερείς Νεογενείς αποθέσεις. Στα Νότια και Ανατολικά, η υδρογεωλογική λεκάνη περιορίζεται από την εµφάνιση κερατολίθων καθώς και από ρήγµατα διεύθυνσης Α. 86

88 Εικόνα 6.10: Γεωλογική τοµή στην οποία διακρίνεται η υδρογεωλογική λεκάνη και η θέση της πηγής Άνω Καστριτσίου. 87

89 6.6.2 Πηγή Μπάλλα Άνω Συχαινών Η πηγή της περιοχής Μπάλλα στα Άνω Συχαινά χαρακτηρίζεται ως πηγή υπερχείλισης των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Πίνδου, οι οποίοι φράσσονται στα δυτικά τους από Νεογενείς αποθέσεις. Οι ασβεστόλιθοι είναι λεπτοστρωµατώδεις, πολύ πτυχωµένοι και στη θέση της πηγής σχεδόν κατακόρυφοι. Τα Νεογενή είναι κατά τόπους συγκολληµένα (Βλ. εικόνα 6.12) και αποτελούνται κυρίως από άµµους µε διάσπαρτες κροκάλες ασβεστολιθικές και ψαµµιτικές. Εικόνα 6.11: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Μπάλλα στα Άνω Συχαινά. Η πηγή βρίσκεται σε υψόµετρο περίπου 420 m και σε απόσταση 700 m νοτιοανατολικά του χωριού Μπάλλα, µε συντεταγµένες Ανατολή και Βορράς στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ

90 Εικόνα 6.12: Νεογενή ιζήµατα στο δρόµο Ρωµανού Ελεκίστρας, κοιτώντας Νότια. Οι µετρήσεις έγιναν κατά την περίοδο της υψηλής στάθµης νερού και έδωσαν το διάγραµµα Piper που ακολουθεί στην εικόνα Ωστόσο, η συγκεκριµένη πηγή στέρευε κατά την θερινή περίοδο µετά την διάνοιξη γεωτρήσεων στην ευρύτερη περιοχή. Είναι εµφανές ότι η πτώση στάθµης που δηµιουργούν οι γεωτρήσεις επηρεάζουν άµεσα την πηγή Μπάλλα µε αποτέλεσµα η πηγή να λειτουργεί µόνο µία µικρή περίοδο του χειµώνα. 89

91 Εικόνα 6.13: ιάγραµµα Piper για τα νερά της πηγής Μπάλλα, την περίοδο στάθµης. υψηλής Όπως παρατηρούµε στο ανωτέρω διάγραµµα, ο τύπος του νερού είναι ασβεστούχο όξινο ανθρακικό, δηλαδή τα ιόντα που κυριαρχούν είναι το ασβέστιο (Ca) από τα κατιόντα και τα όξινα ανθρακικά ιόντα (HCO 3 ) από τα ανιόντα, σύσταση που δείχνει καθαρά ασβεστολιθικά πετρώµατα. 90

92 Εικόνα 6.14: Γεωλογικός χάρτης της περιοχής Μπάλλα όπου διακρίνεται η θέση της πηγής και η υδρογεωλογική λεκάνη που αυτή αποστραγγίζει. Στον ανωτέρω χάρτη της περιοχής των Άνω Συχαινών, η πηγή του Μπάλλα εµφανίζεται µέσα στα Νεογενή, αλλά στην πραγµατικότητα αυτά έχουν διαβρωθεί πλευρικ ά από ένα ρέµα που διασχίζει την περιοχή και η πηγή εµφανίζεται µέσα σε ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους. Στα βόρεια και δυτικά φράσσεται από τη λεπτοµερή φάση των Πλειο-Πλειστοκαινικών ιζηµάτων, ενώ στα νότια και ανατολικά ο υπόγειος υδροκρίτης ελέγχεται από την παρουσία της µάζας των ραδιολαριτών Πηγή Ρωµανού Η πηγή βρίσκεται σε υψόµετρο περίπου 400 m σε απόσταση 500 m ανατολικά του χωριού Ρωµανός, µε συντεταγµένες Ανατολή και Βορράς Στην αρχαιότητα η πηγή χρησίµευε για την ύδρευση της περιοχής αφού αυτό µαρτυρεί το υδραγωγείο ρωµαϊκής περιόδου που υπάρχει πλησίον της πηγής. Το καθεστώς της πηγής είναι ίδιο µε αυτό της πηγής του Μπάλλα, καθώς και εδώ η λειτουργία της πηγής διεκόπη µετά τη διάνοιξη γεωτρήσεων στην περιοχή. Όπως 91

93 φαίνεται στην εικόνα 6.15 η γεώτρηση δίπλα στην πηγή είναι η αιτία για τον υποβιβασµό της στάθµης του νερού στην υδρογεωλογική λεκάνη, µε αποτέλεσµα την αναστολή της λειτουργίας της εν λόγω πηγής. Εικόνα 6.15: Η γεώτρηση δίπλα στην πηγή Ρωµανού, κοιτώντας Ανατολικά. Η υδρογεωλογική λεκάνη που αποστραγγίζεται από την πηγή Ρωµανού περιορίζεται από τα νεογενή ιζήµατα στα δυτικά και τα βόρεια ενώ στα νότια και ανατολικά υπάρχουν οι ραδιολαρίτες που φράσσουν την επέκταση της. Επίσης υπάρχουν ρήγµατα διεύθυνσης Α που ελέγχουν τη συµπεριφορά των υπογείων νερών στην περιοχή και τη διαχωρίζουν τη λεκάνη από την περιοχή του Μπάλλα. 92

94 Εικόνα 6.16: Χάρτης της περιοχής Ρωµανού, όπου διακρίνεται η θέση της πηγής και η εξάπλωση της υδρογεωλογικής λεκάνης Πηγή Άνω Σουλίου Η πηγή του Άνω Σουλίου βρίσκεται σε υψόµετρο περίπου 500 m στο νοτιοανατολικό τµήµα του χωριού Άνω Σούλι και έχει συντεταγµένες Ανατολή , Βορράς Πρόκειται για καρστική πηγή υπερχείλισης των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι φράσσονται από σχηµατισµούς του φλύσχη της ίδιας ζώνης. Η ροή είναι συνεχής, η ανάβλυση διάσπαρτη επί ενός µετώπου 200 m. 93

95 Εικόνα 6.17: Η πηγή του Άνω Σουλίου στο νοτιοανατολικό τµήµα του χωριού, στο δρόµο Σουλίου Μοίρας, κοιτώντας ανατολικά. Εικόνα 6.18: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Άνω Σουλίου. 94

96 Τα νερά των πηγών του Σουλίου στο σύνολο τους τροφοδοτούν το Γλαύκο ποταµό. Επίσης θα πρέπει να τονιστεί η σχέση ρήγµατος και πηγής, η οποία είναι καθοριστικής σηµασίας για την εµφάνιση της πηγής στη συγκεκριµένη θέση της. Εικόνα 6.19: ιάγραµµα Piper για τα νερά των πηγών του Άνω Σουλίου. Με βάση το διάγραµµα Piper τα νερά χαρακτηρίζονται σαν ασβεστούχα όξινα ανθρακικά. Το αυξηµένο ποσοστό αµµωνίας που παρουσιάστηκε στις χηµικές αναλύσεις κατά την περίοδο της χαµηλής στάθµης, πιθανόν οφείλεται σε κτηνοτροφικές και γεωργικές δραστηριότητες στην περιοχή ανάντι της πηγής. 95

97 Εικόνα 6.20: Χάρτης της πηγής Άνω Σουλίου µε την υδρογεωλογική λεκάνη. Για τον σχεδιασµό της υδρογεωλογικής λεκάνης λήφθηκαν υπ όψη η διεύθυνση των ρηγµάτων της περιοχής τα οποία ευθύνονται και για την ύπαρξη της πηγής σε αυτή τη θέση, καθώς και η επιφανειακή εξάπλωση των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων. Οι ραδιολαρίτες αποτελούν υδρογεωλογικό όριο στη συγκεκριµένη έρευνα. Σύµφωνα µε υπολογισµούς φαίνεται ότι ο όγκος νερού που αποθηκεύεται στην υδρογεωλογική λεκάνη είναι παρόµοιος µε αυτόν που δίνει η πηγή σε ετήσια βάση. Πράγµατι για το υψόµετρο των 500 m που βρίσκεται η πηγή του Άνω Σουλίου, το ύψος βροχής που δέχεται η λεκάνη σε ένα έτος είναι 1013,66 mm ή 1,01366 m., το οποίο πολλαπλασιαζόµενο επί την υπολογισθείσα έκταση της λεκάνης 5,22 km 2 και τον συντελεστή κατείσδυσης για τους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους 47%, µας δίνει όγκο νερού m 3. 96

98 Η παροχή της πηγής στη συγκεκριµένη θέση δίνεται 100 m 3 /h. Ανάγουµε αυτή την ποσότητα σε όγκο νερού σε ετήσια βάση και έχουµε m 3 όγκο νερού. Η διαφορά της τιµής αυτής µε την τιµή m 3 έγκειται στο ότι η συγκεκριµένη πηγή δεν εκφορτίζει όλη την υδρογεωλογική λεκάνη αλλά περίπου το 1/3 αυτής, καθώς η ανάβλυση της πηγής δεν είναι σηµειακή και δεν µπορούµε να ισχυριστούµε ότι όλος ο αποθηκευµένος όγκος νερού αποφορτίζεται από την θέση αυτή Πηγή Πλατανόβρυση Η πηγή Πλατανόβρυση βρίσκεται στο κεντρικό τµήµα του χωριού Πλατανόβρυση, σε υψόµετρο περίπου 420 m και συντεταγµένες Ανατολή και Βορράς στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87. Εικόνα 6.21: Πηγή Πλατανόβρυση στο κέντρο του χωριού, κοιτώντας Ανατολικά. 97

99 Πρόκειται για καρστική πηγή επαφής των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι έχουν επωθηθεί προς τα δυτικά πάνω στα στεγανά πετρώµ ατα του Ηωκαινικού φλύσχη της ζώνης Γαβρόβου Τριπόλεως. Εικόνα 6.22: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Πλατανόβρυση. Η ροή είναι συνεχής και η ανάβλυση σηµειακή, γεγονός που διευκολύνει τους υπολογισµούς για τον όγκο του νερού που αποφορτίζει η συγκεκριµένη πηγή. Για το υψόµετρο λοιπόν των x = 420 m και σύµφωνα µε την εξίσωση y = 0,6319x + 694,16 το ετήσιο ύψος βροχής είναι 959,558 mm. Η έκταση της λεκάνης υπολογίζεται σε 2,158 km 2, ενώ ο συντελεστής κατείσδυσης είναι 47%. Μετά από πολλαπλασιασµ ούς αυτών των παραµέτρων ο όγκος του νερού που εξέρχεται από την πηγή ανά έτος υπολογίστηκε σε ,2 m 3. Η παροχή της πηγής δίνεται 50 m 3 /h. Ωστόσο αυτή η τιµή είναι η ελάχιστη τιµή της παροχής κατά τη διάρκεια του έτους. Μία µέση τιµή αντιστοιχεί σε 100 m /h. ανάγουµε αυτή την τιµή σε όγκο νερού που εξέρχεται σε ένα έτος από την πηγή, έχουµε m 3. Η τιµή αυτή µε την τιµή m 3 που βρέθηκε προηγουµένως είναι κατά τι χαµηλότερη, πράγµα που δείχνει ότι είναι σωστή η εκτίµηση της έκτασης της υδρογεωλογικής λεκάνης. Η απόκλιση που υπάρχει είναι της τάξης των m 3 και 3 Αν 98

100 οφείλεται στο γεγονός ότι πάντοτε κάποια ποσότητα νερού θα παραµένει στον υπόγειο ταµιευτήρα και δεν θα εκφορτίζεται από την πηγή, εφόσον η πιεζοµετρική επιφάνεια του υδροφόρου δεν φτάνει στην κρίσιµη στάθµη που είναι το υψόµετρο της πηγής. Εικόνα 6.23: Υδρογεωλο γική λεκάνη της πηγής Πλατανόβρυ ση. Το νότιο όριο της λεκάνης είναι ένα ρήγµα που τη διαχωρίζει από τη λεκάνη της Χαλανδρίτσας. 99

101 Εικόνα 6.24: Γεωλογική τοµή στην οποία διακρίνεται η υδρογεωλογική λεκάνη της πηγής Πλατανόβρυση καθώς και η θέση ανάβλυσης. 100

102 Με βάση το διάγραµµα Piper η εικόνα που µας δίνεται είναι ίδια όπως και στις προηγούµενες πηγές, µε τον τύπο του νερού να είναι ασβεστούχο όξινο ανθρακικό που µαρτυρά ασβεστολιθικούς υδροφόρους ορίζοντες. Αυτό έχει σαν συνέπεια τα νερά να έχουν υψηλές τιµές αλκαλικότητας και ολικής σκληρότητας καθώς και αυξηµ ένες τιµές του T.D.S. (Συνολικά διαλελυµένα στερεά). Καθώς τα νερά χρησιµοποιούνται και για την ύδρευση της περιοχής, θα ήταν προτιµότερο να γίνει πρώτα µ ία διαδικασία αποσκλήρυνσης του νερού και µετά να δοθεί στο δίκτυο για χρήση. Επίση ς το αυξηµένο ποσοστό του T.D.S. που υπάρχει στο νερό θα πρέπει να οφείλεται στη µ εγαλύτερη διάλυση των ασβεστολίθων στο µέτωπο της επώθησης των δύο ζωνών (Ωλ ονού Πίνδου και Γαβρόβου Τριπόλεως). Εικόνα 6.25: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Πλατανόβρυση την περίοδο υψηλής στάθµης. 101

103 6.6.6 Πηγή Χαλανδρίτσα Η πηγή Χαλανδρίτσα βρίσκεται στο κεντρικό τµήµα του χωριού Χαλανδρίτσα σε υψόµετρο 340 m περίπου και µε συντεταγµένες Ανατολή , Βορράς στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87. Σήµερα η πηγή λόγω της διάνοιξης γεωτρήσεων παραπλεύρως της πηγής αλλά και της πλήρους υδροµάστευσής της, έχει σταµατήσει να παρέχει νερό. Εικόνα 6.26: Πηγή Χαλανδρίτσα, όπως είναι σήµερα, κοιτώντας Ανατολικά. Ωστόσο, επειδή κατά την περίοδο που έγινε η δειγµατοληψία η παροχή ήταν σχετικά καλή, θα προχωρήσουµε στην ανάλυση της εν λόγω πηγής. Πρόκειται για καρστική πηγή επαφής των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι έχουν επωθηθεί πάνω σε σχηµατισµούς φλύσχη της ζώνης Γαβρόβου Τριπόλεως. Η γραµµή επώθησης των δύο ζωνών στη θέση της πηγής δεν εµφανίζεται στην επιφάνεια καθώς καλύπτεται από νεότερες αποθέσεις. Επίσης, στη βάση των 102

104 ασβεστολίθων δεν αποκλείεται να συµµετέχουν και ραδιολαρίτες, οι οποίοι εµφανίζονται δυτικότερα της πηγής. Όσον αφορά στην εξάπλωση της υδρογεωλογικής λεκάνης που φαίνεται στην εικόνα 6.27, σύµφωνα µε υπολογισµούς παρόµοιους µε αυτούς που έγιναν για τις πηγές Άνω Σουλίου και Πλατανόβρυσης, έχουµε 909 mm ή 0,909 m ετήσιο ύψος βροχής. Η έκταση της λεκάνης υπολογίζεται σε 4,88 km 2. Προκύπτει λοιπόν ότι ο όγκος νερού που αποθηκεύεται στην υδρογεωλογική λεκάνη ανά έτος ,4 m 3. Η µέση παροχή της πηγής υπολογίζεται περίπου σε 200 m 3 /h, δηλαδή για ένα έτος αντιστοιχεί σε m 3 όγκο νερού. Εικόνα 6.27: Υδρογεωλογική λεκάνη της πηγής Χαλανδρίτσα, όπως αυτή ελέγχεται από ρήγµατα, κυρίως στο ανατολικό τµ ήµα της. 103

105 Από το διάγραµµα Piper που ακολουθεί, το νερό κατατάσσεται στην κατηγορία του ασβεστούχου όξινου ανθρακικού, ενώ από τη σύγκριση των χηµικών αναλύσεων β λέπουµε ότι το T.D.S. είναι σχετικά αυξηµένο σε σχέση µε άλλες περιοχές, όπως και στην πηγή Πλατανόβρυση, λόγω της µεγαλύτερης διάλυσης των ασβεστολίθων στο µέτωπο της επώθησης των δύο ζωνών (Ωλονού Πίνδου και Γαβρόβου Τριπόλεως). Εικόνα 6.28: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Χαλανδρίτσα Πηγή Καταρράκτης Η πηγή Καταρράκτης βρίσκεται στο κέντρο του οµώνυµου χωριού, µε συντεταγµένες Ανατολή και Βορράς στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87 και αναβλύζει σε υψόµετρο 580 m περίπου. Η ανάβλυση είναι διάσπαρτη και η ροή συνεχής. 104

106 Εικόνα 6.29: Πηγή Καταρράκτης στο κέντρο του οµώνυµου χωριού, κοιτώντας Ανατολικά. Εικόνα 6.30: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Καταρράκτης. 105

107 Πρόκειται για καρστική πηγή υπερχείλισης των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι φράσσονται από Νεογενείς σχηµατισµούς, κυρίως συµπαγή και συνεκτικά κροκαλοπαγή. Εικόνα 6.31: Υδρογεωλογική λεκάνη της πηγής Καταρράκτης. Για τη χάραξη της υδρογεωλογικής λεκάνης της συγκεκριµένης πηγής δεν ήταν δυνατή η επαλήθευση της έκτασης της λεκάνης µε υπολογισµούς, καθώς η ανάβλυση είναι διάσπαρτη και η παροχή της πηγής δεν µπορεί να υπολογιστεί. Έτσι τα κριτήρια που ελήφθησαν υπ όψη ήταν η διεύθυνση των ρηγµάτων, τα µέτωπα των επωθήσεων και η εξάπλωση των ραδιολαριτών που αποτελούν υδραυλικό όριο, όπως φαίνεται και στις τοµές που κατασκευάστηκαν στο παράρτηµα. 106

108 Εικόνα 6.32: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Καταρράκτης. Σύµφωνα µε το ανωτέρω διάγραµµα Piper τα νερά χαρακτηρίζονται σαν ασβεστούχα όξινα ανθρακικά. Παρατηρώντας τις τιµές που έδωσε η χηµική ανάλυση στα νερά της πηγής, είναι φανερό ότι το νερό φιλοξενείται µέσα σε καθαρά ασβεστολιθικό υδροφόρο ορίζοντα. ηλαδή έχουµε χαµηλές τιµές θειικών ιόντων, χλωριόντων, καλίου και νατρίου ενώ παράλληλα επικρατούν υψηλές τιµές όξινων ανθρακικών ιόντων και ασβεστίου Πηγή Καλούσι Η πηγή Καλούσι βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του οµώνυµου χωριού σε υψόµετρο περίπου 900 m και συντεταγµένες στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87, Ανατολή και Βορράς

109 Εικόνα 6.33: Πηγή Καλούσι, στο ανατολικό άκρο του χωριού Καλούσι, κοιτώντας Ανατολικά. Εικόνα 6.34: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Καλούσι. 108

110 Πρόκειται για καρστική πηγή επαφής µεταξύ των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι έχουν επωθηθεί πάνω σε σχηµατισµούς φλύσχη της ζώνης Γαβρόβου Τριπόλεως. Η ροή του νερού είναι συνεχής ενώ η ανάβλυση είναι διάσπαρτη επί ενός µ ετώπου 10 µέτρων περίπου. Στην ευρύτερη περιοχή του Καλουσίου εµφανίζονται άλλες δύο πηγές µικρότερης παροχής, οι οποίες όµως δεν πρέπει να συνδέονται µε την πηγή που εξετάστηκε. Όσον αφορά την υδρογεωλογία της περιοχής, η γεωλογική τοµή που σχεδιάστηκε είναι παράλληλη µε το επίπεδο ενός ρήγµατος διεύθυνσης Α, το οποίο ευθύνεται για την εµφάνιση των υπολοίπων πηγών. Εικόνα 6.35: Χάρτης της πηγής Καλούσι µε την υδρογεωλογική λεκάνη. 109

111 Εικόνα 6.36: Σχηµατική γεωλογική τοµή όπου φαίνεται η υδρογεωλογική λεκάνη των πηγών Καλουσίου και Χρυσοπηγής. 110

112 Για το σχεδιασµό της υδρογεωλογικής λεκάνης της πηγής Καλουσίου, λήφθησαν υπόψη τόσο το µέτωπο της επώθησης που είναι και το τελευταίο προς τα υτικά, όσο και η εξάπλωση του φλύσχη της ζώνης Πίνδου ο οποίος εµφανίζεται στην περιοχή και περιβάλλει τους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους που φιλοξενούν το νερό, όπως φαίνεται και στις γεωλογικές τοµές του παραρτήµατος. Από υδροχηµική άποψη, το νερό κατατάσσεται µε βάση το διάγραµµα Piper ως ασβεστούχο Όξινο Ανθρακικό, ενώ το T.D.S. είναι αυξηµένο λόγω της µεγάλης καταπόνησης (και διάλυσης) των πετρωµάτων στο µέτ ωπο της επώθησης των δύο ζωνών. Εικόνα 6.37: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Καλούσι. 111

113 6.6.9 Πηγή Χρυσοπηγή Η πηγή Χρυσοπηγή εµφανίζεται σε υψόµετρο 960 m περίπου και σε απόσταση m νοτιοδυτικά του χωριού Χρυσοπηγή, µε συντεταγµένες Ανατολή και Βορράς Η ανάβλυση είναι διάσπαρτη επί ενός µετώπου 10 m ενώ η ροή είναι συνεχής. Εικόνα 6.38: Φωτογραφίες των πηγών εντός και εκτός του οικισµού αντίστοιχα. Στην δεύτερη φωτό, φαίνονται οι σωλήνες που αρδεύεται η γύρω περιοχή. 112

114 Εικόνα 6.39: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Χρυσοπηγή. Εικόνα 6.40: Χάρτης της πηγής Χρυσοπηγή µε την υδρογεωλογική λεκάνη. 113

115 Πρόκειται για καρστική πηγή υπερχείλισης των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου, που κάθονται µε συµφωνία στρώσης πάνω στον υποκείµενο ορίζοντα των ραδιολαριτών της ίδιας ζώνης. Στην περιοχή υπάρχουν και άλλες πηγές µία από τις οποίες υδροµαστεύεται πλήρως, όπως φαίνεται στην εικόνα 6.35β. Όπως φαίνεται και στην εικόνα 6.37 η υδρογεωλογική λεκάνη εξαπλώνεται σύµφωνα µε τα ρήγµατα που την οριοθετούν από δυτικά και ανατολικά, ενώ από βορρά και νότο οι ραδιολαρίτες αποτελούν τα φυσικό υδραυλικό όριο της λεκάνης. Όσον αφορά στον χηµικό τύπο του νερού της πηγής, αυτός είναι Ασβεστούχο όξινο ανθρακικό και δείχνει ασβεστολιθικό υδροφόρο ορίζοντα. Τέλος, το λίγο αυξηµένο ποσοστό του NO - 2 που µετρήθηκε, δεν φαίνεται να επηρεάζει την ποιότητα του νερού. Εικόνα 6.41: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Χρυσοπηγή. 114

116 Πηγή Λακκώµατα Η πηγή Λακκώµατα βρίσκεται περίπου 300 m νοτιοανατολικά του χωριού Λακκώµατα. Η περιοχή γύρω από την πηγή είναι απροσπέλαστη και η δειγµατοληψία έγινε στο κοντινότερο σηµείο που ήταν εφικτό. Οι συντεταγµένες στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87 είναι Ανατολή και Βορράς Εικόνα 6.42: Πηγές στο κέντρο και στην έξοδο του χωριού Λακκώµατα. 115

117 Στην περιοχή υπάρχουν πολλές πηγές εκ των οποίων η µία είναι στο κέντρο του χ ωριού και η δεύτερη στην έξοδο του χωριού στο δρόµο προς Τσαπουρνιά. Η πηγή που µελετήθηκε χαρακτηρίζεται ως καρστική πηγή επαφής µεταξύ του ορίζοντα των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων της ζώνης Ωλονού Πίνδου και του υποκείµενου ορίζοντα των ραδιολαριτών της ίδιας ζώνης (βλ. εικόνα 6.43). Η περιοχή γύρω από την πηγή είναι έντονα πτυχωµένη και αναπτύσσεται σε εναλλασσόµ ενα σύγκλινα και αντίκλινα. Εικόνα 6.43: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Λακκώµατα. Όσον αφορά το σχεδιασµό της υδρογεωλογικής λεκάνης για την συγκεκριµένη πηγή, ελήφθησαν υπόψη τα ρήγµατα της περιοχής καθώς και η επιφανειακές εµφανίσεις του ραδιολαρίτη στην ευρύτερη περιοχή, ο οποίος αποτελεί υδραυλικό όριο για ολόκληρη την περιοχή έρευνας. Από τα δυτικά και τα ανατολικά η λεκάνη οριοθετείται από εγκάρσια ρήγµατα που ελέγχουν την κίνηση του νερού, ενώ από το νότο οι φακοί των ραδιολαριτών εµποδίζουν την εξάπλωση της λεκάνης. 116

118 Εικ όνα 6.44: Γεωλογική τοµή στην οποία φαίνεται η υδρογεωλογική λεκάνη της πηγής Λακκώµατα. 117

119 Εικόνα 6.45: Χάρτης της πηγής Λακκώµατα µε την υδρογεωλογική λεκάνη που αυτή αποστραγγίζει. Με βάση το διάγραµµα Piper, το νερό µπορεί να χαρακτηρισθεί ως ασβεστούχο όξινο ανθρακικό. Επίσης, το αυξηµένο ποσοστό αµµωνίας ( NH 3 ) κατά την περίοδο χαµηλής στάθµης θα µπορούσε να αποδοθεί σε τοπική υδροχηµική ανωµαλία, καθώς κατά τις µετρήσεις την περίοδο υψηλής στάθµης η τιµή της ήταν µέσα στα επιτρεπόµενα όρια. Ωστόσο δεν θα πρέπει να αποκλειστεί και το ενδεχόµ ενο ρύπανσης του νερού της πηγής, κάτι που χρήζει περαιτέρω παρακολούθησης. 118

120 Εικόνα 6.46: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Λακκώµατα Πηγή Κρήνη Σαραβαλίου Η πηγή βρίσκεται σε απόσταση 1 km νοτιοδυτικά του χωριού Κρήνη και αναβλύζει σε υψόµετρο 280 m περίπου, µε συντεταγµένες στο Ελληνικό Σύστηµα Προβολής ΕΓΣΑ 87 Ανατολή και Βορράς Πρόκειται για καρστική πηγή υπερχείλισης, η οποία αναβλύζει διαµέσου Νεογενών σχηµατισµών, κυρίως συνεκτικών κροκαλοπαγών. Η παροχή της πηγής είναι αρκετά σηµαντική και σε συνάρτηση µε το µεγάλο αριθµό ασβεστολιθικών κορηµάτων που υπάρχουν στην περιοχή, συµπεραίνουµε ότι οι Νεογενείς σχηµατισµοί θα πρέπει να τροφοδοτούνται από τους βορειότερα της πηγής εµφανιζόµενους ασβεστόλιθους. 119

121 Εικόνα 6.47: Πηγή Κρήνη Σαραβαλίου, κοιτώντας Νότια. Εικόνα 6.48: Σχηµατική γεωλογική τοµή της πηγής Κρήνη Σαραβαλίου. 120

122 Επίσης, κάτω από τους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους βρίσκονται οι ραδιολαρίτες της ζώνης Ωλονού Πίνδου, οι οποίοι δρουν ως επίπεδο βάσης των ασβεστολίθων. Η ανάβλυση είναι σηµειακή, η ροή είναι συνεχής και η ποιότητα του νερού πολύ καλή. Σήµερα ωστόσο, η πλήρης υδροµάστευση της πηγής για υδρευτικούς σκοπούς δεν επιτρέπει την περαιτέρω διερεύνησή της από υδροχηµικής πλευράς. Εικόνα 6.49: Χάρτης της ευρύτερης περιοχής της Κρήνης Σαραβαλίου όπου φαίνεται η πηγή µε την υδρογεωλογική λεκάνη. 121

123 Για την χάραξη της υδρογεωλογικής λεκάνη ς κριτήρια αποτέλεσαν τόσο οι επωθήσεις που περιβάλλουν τη λεκάνη από δύση και ανατολή, όσο και η εµφάνιση του φλύσχη της ζώνης Πίνδου στο νότο. Αντίθετα προς βορρά η επέκταση της λεκάνης οριοθετείται από τα Νεογενή ιζήµατα. Από υδροχηµικής σκοπιάς, το διάγραµµα Piper δείχνει νερά που προέρχονται από καθαρά ασβεστολιθικούς υδροφόρους, γεγονός που ενισχύει την υπόθεση µας ότι το νερό στην πραγµατικότητα πηγάζει από τα ασβεστολιθικά κορήµατα που υπάρχουν στην περιοχή και καλύπτονται από τα Νεογενή ιζήµατα. Εικόνα 6.50: ιάγραµµα Piper για το νερό της πηγής Κρήνη Σαραβαλίου. 122

124 6.7 Περιβαλλοντικά προβλήµατα Η µεγάλη ετερογένεια που χαρακτηρίζει τους γεωλογικούς σχηµατισµούς του νοµού Αχαΐας σε συνδυασµό µε τον µεγάλο αριθµό πηγών, προκαλούν σε αυτόν πολλά και σε µερικές περιπτώσεις σηµαντικά προβλήµατα. Το κυριότερο πρόβληµα είναι οι κατολισθήσεις. Αυτές συµβαίνουν αρκετά συχνά, άλλοτε σε µικρή και άλλοτε σε µεγάλη κλίµακα. Οι παράγοντες που προκαλούν αυτές τις µετακινήσεις είναι πολλοί. Το µεγάλο ύψος βροχής, η ισχυρή ρηξιγενής τεκτονική, η συχνή εναλλαγή στρωµάτων µε διαφορετικές φυσικές και γεωµηχανικές ιδιότητες, είναι µερικοί από τους παράγοντες αυτούς. Ένα µεγάλο µέρος όµως των κατολισθήσεων οφείλεται στα νερά των πηγών που ρέουν ελεύθερα πάνω στα πρανή. Πιο συγκεκριµένα, στην επαφή υποκείµενων αδιαπέρατων και υπερκείµενων διαπερατών στρωµάτων συλλέγονται, σε µερικές περιπτώσεις, τα νερά των πηγών, τα οποία έτσι υποβοηθούν τις ολισθήσεις πάνω στις προϋπάρχουσες ασυνέχειες, ώστε να σχηµατίζονται κατολισθήσεις παράλληλα στις στρώσεις τους. Τέτοιου είδους διαδικασίες είναι αρκετά συχνές στις ορεινές περιοχές του νοµού, όπου οι εναλλαγές των στρωµάτων είναι πολλαπλές. Σε άλλες περιπτώσεις τα νερά των πηγών προσροφούνται από αργιλικά ιζήµατα, αυξάνοντας έτσι το βάρος τους, µε τελικό αποτέλεσµα την ολίσθησή τους επί συµπαγών σχηµατισµών. Τέτοιες διεργασίες βρίσκονται σήµερα σε εξέλιξη στο χωριό Καλέτζι. Επίσης τα αργιλικά ιζήµατα, κυρίως όµως τα αργιλο-µαργαϊκά, προσροφώντας τα νερά των πηγών διογκώνονται, προκαλώντας στα υπερκείµενά τους στρώµατα διαστολή. Πρόκειται δηλαδή για πλευρικές εκτάσεις. Τα φαινόµενα αυτά είναι εύκολο να παρατηρηθούν στο ύπαιθρο και διακρίνονται περισσότερο στο δρόµο Καλαβρύτων ιακοπτού, είναι όµως περιορισµένα σε έκταση και αριθµό. Από τα παραπάνω είναι φανερή η επίδραση των νερών των πηγών στο περιβάλλον. Σε πολλές όµως περιπτώσεις, ο άνθρωπος είναι αυτός που δρα καταστρεπτικά πάνω στα νερά των πηγών. Πιο συγκεκριµένα, η ανεξέλεγκτη ρίψη απορριµµάτων εντός της λεκάνης τροφοδοσίας των πηγών προκαλεί τη ρύπανσή τους µε τελικό αποτέλεσµα την υποβάθµιση της ποιότητας των νερών. Επίσης, η κατασκευή βόθρων, χωρίς τον απαραίτητο σχεδιασµό δίπλα ή κοντά στις πηγές, οδηγεί στα ίδια µε πριν αποτελέσµατα. 123

125 Τέλος οι γεωργικές, κτηνοτροφικές και λοιπές δραστηριότητες των κατοίκων των περιοχών αυτών, συνεισφέρουν µε τον τρόπο τους στην υποβάθµιση της ποιότητας των νερών των πηγών. 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συµπερασµατικά λοιπόν, µετά το πέρας της παρούσας έρευνας µπορούµε να συνοψίσουµε τα εξής: Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα που προέκυψαν από την παρούσα έρευνα φαίνεται ότι η έντονη τεκτονική καταπόνηση που έχουν δεχθεί οι γεωλογικοί σχηµατισµοί κατά το παρελθόν παίζει σηµαντικό ρόλο στη διαµόρφωση των υδρογεωλογικών λεκανών της περιοχής, καθώς τα ρήγµατα ελέγχουν την εξάπλωσή τους. Ακόµη, τα παράλληλα τεκτονικά λέπια δηµιουργούν υδρογεωλογικές λεκάνες διεύθυνσης περίπου Β-Ν, οι οποίες ωστόσο δεν συνδέονται µεταξύ τους ώστε να δηµιουργήσουν µία ενιαία λεκάνη. Έτσι µπορούµε να πούµε µε αρκετά καλή προσέγγιση σύµφωνα και µε τους υπολογισµούς για την έκταση της κάθε λεκάνης, ότι η κάθε µία πηγή από αυτές που µελετήθηκαν αποστραγγίζει µία συγκεκριµένης έκτασης υδρογεωλογική λεκάνη. Σε αρκετές πηγές παρατηρήθηκε ο ίδιος µηχανισµός λειτουργίας όπως είδαµε αφού σε πολλές περιπτώσεις οι ασβεστόλιθοι στους οποίους αναπτύσσεται η υδροφορία, φράσσονται από τα νεογενή ιζήµατα τα οποία είναι υδατοστεγανά. Τοπικό επίπεδο βάσης αποτελούν πολλές φορές οι πυριτικές παρενστρώσεις των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων, αφού συντελούν στο σχηµατισµό µικρής σηµασίας υδροφόρων οριζόντων. Στα µέτωπα των επωθήσεων παρουσιάζεται µεγαλύτερο ποσοστό καρστοποίησης των ασβεστολίθων (π.χ. Καλούσι, Πλατανόβρυση) λόγω µεγαλύτερης καταπόνησης των πετρωµάτων στις περιοχές αυτές. Τα διαγράµµατα Piper σε όλες τις πηγές παρατήρησης δίνουν γενικά τύπο νερού Ca HCO 3 που δείχνει νερά που φιλοξενούνται σε καθαρά ασβεστολιθικούς υδροφόρους. Μικρή διαφοροποίηση υπάρχει στο νερό της πηγής Άνω Καστριτσίου αφού στην χηµική σύσταση του νερού συµµετέχει και το Mg δίνοντας έτσι χηµικό τύπο Ca- Mg-HCO 3 που υποδηλώνει την ύπαρξη δολοµίτη στους ασβεστολίθους που φιλοξενούν το νερό της πηγής. 124

126 Τέλος, η πλήρης ή µερική υδροµάστευση των πηγών συντελεί στην αλλαγή του υδραυλικού καθεστώτος των πηγών, µε αποτέλεσµα µερικές από αυτές να µην λειτουργούν πλέον. Σε ορισµένες περιπτώσεις η διάνοιξη γεωτρήσεων στην ευρύτερη περιοχή συντελεί στην πτώση στάθµης µε άµεσες επιπτώσεις στο καθεστώς της παρακείµενης πηγής. Η ρύπανση του νερού των πηγών σε ορισµένες θέσεις οφείλεται καθαρά σε ανθρωπογενείς δραστηριότητες κυρίως κτηνοτροφικές και γεωργικές. 8. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Στη συνέχεια παρατίθενται οι γεωλογικές τοµές που κατασκευάστηκαν στην περιοχή µελέτης µε σκοπό την διερεύνηση του υπεδάφους και την κατανόηση της κίνησης του υπόγειου νερού µέσα στους υδροφόρους ορίζοντες. Οι τοµές κατασκευάστηκαν µε µία γενική διεύθυνση Ν - ΒΑ ούτως ώστε να είναι όσο το δυνατόν κάθετες στα τεκτονικά λέπια της περιοχής µελέτης, ενώ είναι και παράλληλες µεταξύ τους (βλ. εικ. 7.2). Με αυτό τον τρόπο απεικονίζουµε τις περισσότερο τις αληθείς κλίσεις των στρωµάτων. Ωστόσο σε ορισµένες περιπτώσεις χρησιµ οποιήθηκαν οι φαινόµενες κλίσεις (βλ. εικ. 7.1), οι οποίες υπολογίστηκαν µε βάση τον µαθηµατικό τύπο: εφα = συνθ * εφδ όπου: α = η γωνία φαινόµενης κλίσης δ = η γωνία αληθούς κλίσης του στρώµατος θ = η γωνία µεταξύ της διεύθυνσης της αληθούς και της φαινόµενης κλίσης. 125

127 Εικόνα 7.1: Η σχέση µεταξύ αληθούς και φαινόµενης κλίσης ενός γεωλογικού στρώµατος. 126

128 Εικόνα 7.2: Γεωλογικός χάρτης φύλλο Χαλανδρίτσα µε τις γεωλογικές τοµές. 127

129 Εικόνα 7.3: Γεωλογικός χάρτης φύλλα Χαλανδρίτσα και Ναύπακτος ενωµένα, όπου διακρίνεται η θέση της τοµής Λ Λ1. 128

130 129

131 130

132 131

133 132

134 133

135 134

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο

Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο Ιωάννης Ηλιόπουλος Παγκόσμια Γεωδυναμική 1 Η θέση της Ελλάδας στο Παγκόσμιο γεωτεκτονικό σύστημα 2 Γεωλογική τοποθέτηση η της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό χώρο Πανάρχαια Ευρώπη:

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative Commons

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative Commons

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 8: Ζώνη Παρνασσού, Ζώνη Βοιωτίας, Υποπελαγονική Ζώνη Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική Έχει διαπιστωθεί διεθνώς ότι τα περιθώρια τεκτονικών πλακών σε ηπειρωτικές περιοχές είναι πολύ ευρύτερα από τις ωκεάνιες (Ευρασία: π.χ. Ελλάδα, Κίνα), αναφορικά με την κατανομή των σεισμικών εστιών. Στην

Διαβάστε περισσότερα

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του υδρογεωλογικού καθεστώτος της λεκάνης του Αλµυρού Βόλου και σε συνδυασµό µε την ανάλυση του ποιοτικού καθεστώτος των υπόγειων νερών της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ Εισαγωγή: Η σεισμικότητα μιας περιοχής χρησιμοποιείται συχνά για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικών με τις τεκτονικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα εκεί. Από τα τέλη του

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω i Περίληψη Η περιοχή που εξετάζεται βρίσκεται στην νήσο Κω, η οποία ανήκει στο νησιωτικό σύµπλεγµα των ωδεκανήσων και εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό τµήµα του Ελλαδικού χώρου. Ειδικότερα, η στενή περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ» ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΛΙΝΑ (00003) «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ 333 Πανεπιστήμιο Πατρών Τομέας Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Εργαστήριο Τεκτονικής ΔIΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΩΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΕΚΤΟΟΡΟΓΕΝΕΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΑΔΡΙΑΤΙΚΟΪΟΝΙΟΣ ΖΩΝΗ Η «ΙΟΝΙΟΣ ΖΩΝΗ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΩΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΕΚΤΟΟΡΟΓΕΝΕΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΑΔΡΙΑΤΙΚΟΪΟΝΙΟΣ ΖΩΝΗ Η «ΙΟΝΙΟΣ ΖΩΝΗ» ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε την περίοδο Σεπτέμβριος 2004 Ιούνιος 2005 στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Πριν από

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αντικείµενο της παρούσας µεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της επίδρασης των σηράγγων του Μετρό επί του υδρογεωλογικού καθεστώτος πριν και µετά την κατασκευή τους. Στα πλαίσια της, παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΤΗΣ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΣΑΣ ΔΙΑΤΜΗΤΙΚΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ ΤΩΝ ΕΔΑΦΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΤΗΣ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΣΑΣ ΔΙΑΤΜΗΤΙΚΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ ΤΩΝ ΕΔΑΦΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ "ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ" ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: "ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ" ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Σημειώσεις Εργαστηρίου Στρωματογραφίας Καθηγητής Βασίλειος Καρακίτσιος Καθηγήτρια

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Νικ. Δελήμπασης Τομέας Γεωφυσικής Γεωθερμίας Πανεπιστημίου Αθηνών Η έρευνα για την ανίχνευση τυχόν

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Περίληψη Η περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της ευρύτερης

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1. Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Η γεωλογία της Κρήτης χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κυρίως αλπικών και προαλπικών πετρωμάτων τα οποία συνθέτουν ένα πολύπλοκο οικοδόμημα τεκτονικών

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Tεχνικο οικονομικοί παράγοντες για την αξιολόγηση της οικονομικότητας των γεωθερμικών χρήσεων και της «αξίας» του ενεργειακού προϊόντος: η θερμοκρασία, η παροχή

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση του τεκτονικού ράκους Γερόλεκα. (Ζώνη Βοιωτίας Ζώνη Παρνασσού)

Ανάλυση του τεκτονικού ράκους Γερόλεκα. (Ζώνη Βοιωτίας Ζώνη Παρνασσού) ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Αργυρώ Βαϊδάνη Ανάλυση του τεκτονικού ράκους Γερόλεκα (Ζώνη Βοιωτίας Ζώνη Παρνασσού) ΠΑΤΡΑ 2014 1

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΘΕΣΗ 1 Εισαγωγή - Ιστορικό Στον επαρχιακό οδικό άξονα Τρίπολης Ολυμπίας, στο ύψος του Δήμου Λαγκαδίων, έχουν παρουσιασθεί κατά το παρελθόν αλλά

Διαβάστε περισσότερα

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων Διασκευή και τροποποίηση στοιχείων της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης Περιοχής Αστερουσίων, του προγράμματος LIFE B4-3200/98/444,«Προστασία του Γυπαετού

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3: ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ : Ι. ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΑΓΡΙΝΙΟ, 2016 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 3:

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 4: Οι Φυλλίτες της Πελοποννήσου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 4: Οι Φυλλίτες της Πελοποννήσου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 4: Οι Φυλλίτες της Πελοποννήσου Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών

Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Επιµέλεια: ηµάδη Αγόρω Ερµηνεία Τοπογραφικού Υποβάθρου στη Σύνταξη και Χρήση Γεωλoγικών Χαρτών ΙΣΟΫΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ: είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας»

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας» ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας» Η Μεσοελληνική Αύλακα (ΜΑ) είναι μία λεκάνη που εκτείνεται στη Βόρεια Ελλάδα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ MΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝ. ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ `9, 157 80 ΖΩΓΡΑΦΟΥ, ΑΘΗΝΑ NATIONAL TECHNICAL

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Π.Μ.Σ) «ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΘΕΜΑ:

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΕΡΥΜAΝΘΟΥ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΝΙΤΣΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΒΡΑΑΜ ΖΕΛΗΛΙΔΗΣ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΕΡΥΜAΝΘΟΥ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΝΙΤΣΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΒΡΑΑΜ ΖΕΛΗΛΙΔΗΣ 2011 ΙΖΗΜΑΤΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΕΡΥΜAΝΘΟΥ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΝΙΤΣΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΒΡΑΑΜ ΖΕΛΗΛΙΔΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Εισαγωγή Γενικά ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Δομή της διπλωματικής 1.Περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε 1 i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε την περίοδο Σεπτέμβριος 2004 Ιούνιος 2005 στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Πριν από

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

Αυλακογένεση. Ιδανικές συνθήκες: ένα μανδυακό μανιτάρι κινείται κατακόρυφα σε όλους τους βραχίονες (ράχες).

Αυλακογένεση. Ιδανικές συνθήκες: ένα μανδυακό μανιτάρι κινείται κατακόρυφα σε όλους τους βραχίονες (ράχες). Αυλακογένεση Αυλακογένεση Γένεση αύλακας Δημιουργία τάφρου, οριοθετημένης από ρήγματα μεγάλου μήκους και μεγάλης κλίσης Θεωρείται ότι είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης ενός τριπλού σημείου Τ-Τ-Τ ή Τ-Τ-F

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΠΑΓΕΤΩΔΕΙΣ ΚΑΙ KΑΡΣΤΙΚΕΣ ΓΕΩΜΟΡΦΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ)

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΠΑΓΕΤΩΔΕΙΣ ΚΑΙ KΑΡΣΤΙΚΕΣ ΓΕΩΜΟΡΦΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ) ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΜΕΑΣ: ΓΕΝΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΜΑ: ΠΑΓΕΤΩΔΕΙΣ ΚΑΙ KΑΡΣΤΙΚΕΣ ΓΕΩΜΟΡΦΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ (ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ) ΛΥΤΟΣΕΛΙΤΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΑΤΡΑ 2014 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1.Εισαγωγή...

Διαβάστε περισσότερα

Συστηματικές διακλάσεις ψαμμιτικών τεμαχών

Συστηματικές διακλάσεις ψαμμιτικών τεμαχών vbn Συστηματικές διακλάσεις ψαμμιτικών τεμαχών [Document subtitle] Μπεκρής Μάριος ΓΕΩΛΟΓΙΚΌ ΠΑΤΡΩΝ [Company address] Πίνακας περιεχομένων Κεφάλαιο 1ο 1. Γεωλογική επισκόπηση 1.1. Γεωλογική δομή Κεντρικής

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κατολισθήσεις Έχει επικρατήσει µεταξύ των γεωλόγων και των µηχανικών η χρήση του όρου κατολίσθηση για την περιγραφή του φαινοµένου

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

0,5 1,1 2,2 4,5 20,8 8,5 3,1 6,0 14,9 22,5 15,0 0,9

0,5 1,1 2,2 4,5 20,8 8,5 3,1 6,0 14,9 22,5 15,0 0,9 ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ Ακαδημαϊκό Έτος 2016-2017 ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ (Ο ΩΚΕΑΝΙΟΣ ΠΥΘΜΕΝΑΣ) Βασίλης ΚΑΨΙΜΑΛΗΣ Γεωλόγος-Ωκεανογράφος Κύριος Ερευνητής, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Τηλ. Γραφείου: 22910 76378 Κιν.: 6944

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Παρακάτω, εξηγώ ποιες ήταν οι αυτές οι ασυµβατότητες θεωρίας και παρατηρήσεων, που είχα παρατηρήσει παλαιότερα.

Παρακάτω, εξηγώ ποιες ήταν οι αυτές οι ασυµβατότητες θεωρίας και παρατηρήσεων, που είχα παρατηρήσει παλαιότερα. 1. Προβληµατισµοί και στόχοι της έρευνας. 1.1. Εισαγωγή. Άρχισα να γράφω αυτό το άρθρο το 2004, µε την σκέψη, ότι είχα ήδη συγκεντρώσει αρκετό υλικό που έπρεπε να δηµοσιευθεί. Το υλικό αυτό αφορούσε τις

Διαβάστε περισσότερα

Ενεργά ρήγµατα. Ειδικότερα θέµατα: Ο σεισµός ως φυσικό φαινόµενο. Ενεργά ρήγµατα στον Ελλαδικό χώρο και παρακολούθηση σεισµικής δραστηριότητας.

Ενεργά ρήγµατα. Ειδικότερα θέµατα: Ο σεισµός ως φυσικό φαινόµενο. Ενεργά ρήγµατα στον Ελλαδικό χώρο και παρακολούθηση σεισµικής δραστηριότητας. Ενεργά ρήγµατα. Ειδικότερα θέµατα: Ο σεισµός ως φυσικό φαινόµενο. Ενεργά ρήγµατα στον Ελλαδικό χώρο και παρακολούθηση σεισµικής δραστηριότητας. Σκοποί του προγράµµατος είναι η εξοικείωση µε το φαινόµενο

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ 16_10_2012 ΙΣΟΥΨΕΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 2.1 Απεικόνιση του ανάγλυφου Μια εδαφική περιοχή αποτελείται από εξέχουσες και εισέχουσες εδαφικές μορφές. Τα εξέχοντα εδαφικά τμήματα βρίσκονται μεταξύ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 1: Η Γεωτεκτονική Θεώρηση των Ελληνίδων. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 1: Η Γεωτεκτονική Θεώρηση των Ελληνίδων. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 1: Η Γεωτεκτονική Θεώρηση των Ελληνίδων Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΤΟΥ ΒΟΛΙΝΑΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Πτυχιακή εργασία του Κατσέλη Σταύρου Αθήνα, Φεβρουάριος 2008 ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Θεωρούμε ότι ο βορράς βρίσκεται προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ Βασίλειος Καρακίτσιος Καθηγητής Διευθυντής Τομέα Ιστορικής Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας Τμήματος Γεωλογίας και

Διαβάστε περισσότερα

Αυλακογένεση Γένεση και εξέλιξη ενός µανδυακού µανιταριού, δηµιουργώντας τριπλά σηµεία συνάντησης

Αυλακογένεση Γένεση και εξέλιξη ενός µανδυακού µανιταριού, δηµιουργώντας τριπλά σηµεία συνάντησης Αυλακογένεση Αυλακογένεση Γένεση και εξέλιξη ενός µανδυακού µανιταριού, δηµιουργώντας τριπλά σηµεία συνάντησης Α: άνοδος µανδυακού µανιταριού που συνδέεται µε ηφαιστειότητα Β: δηµιουργία ραχών RRR C: εξέλιξη

Διαβάστε περισσότερα

Tαξινόμηση υδρορρεύματος

Tαξινόμηση υδρορρεύματος Tαξινόμηση υδρορρεύματος Αποτελεί μια ευρέως εφαρμοσμένη μέθοδο χαρακτηρισμού των υδρορρευμάτων που βασίζεται στην προϋπόθεση ότι ο αριθμός ταξινόμησης έχει κάποια σχέση με το μέγεθος της περιοχής τροφοδοσίας

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. 2.1 Μορφολογία. 3. 2.2 Γεωλογική σύσταση και δομή.. 4. 2.2.1 Γενικά. 4. 2.2.2 Γεωλογική-στρωματογραφική διάρθρωση του Ν.

Περιεχόμενα. 2.1 Μορφολογία. 3. 2.2 Γεωλογική σύσταση και δομή.. 4. 2.2.1 Γενικά. 4. 2.2.2 Γεωλογική-στρωματογραφική διάρθρωση του Ν. Περιεχόμενα σελ Πρόλογος 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1 2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΟΜΗ Ν. ΑΧΑΪΑΣ 3 2.1 Μορφολογία. 3 2.2 Γεωλογική σύσταση και δομή.. 4 2.2.1 Γενικά. 4 2.2.2 Γεωλογική-στρωματογραφική διάρθρωση του Ν. Αχαΐας 5

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: «ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΚΑΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 3η. ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000)

ΑΣΚΗΣΗ 3η. ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000) ΑΣΚΗΣΗ 3η ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000) 1 Τεχνικογεωλογικοί χάρτες μεγάλης κλίμακας Βασικός στόχος μιας γεωτεχνικής έρευνας είναι η ομαδοποίηση των γεωλογικών σχηματισμών

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ Εισαγωγή στην Υδρολογία Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων ιάρθρωση του µαθήµατος Εισαγωγή στην Υδρολογία Κατακρηµνίσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΛΙΑ ΛΕΥΚΑΔΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΛΙΑ ΛΕΥΚΑΔΟΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΛΙΑ ΛΕΥΚΑΔΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΖΟΚΙΤΣΙΟΣ ΑΜ:06050 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή 3 2. Γεωλογική επισκόπηση 3 2.1

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Η µορφολογία του επιφανειακού αναγλύφου που έχει δηµιουργηθεί από δράση του τρεχούµενου νερού ονοµάζεται ποτάµια µορφολογία. Οι διεργασίες δηµιουργίας της ονοµάζονται ποτάµιες διεργασίες

Διαβάστε περισσότερα

7. Υ ΑΤΙΚΟ ΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

7. Υ ΑΤΙΚΟ ΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κεφάλαιο 7 Υδατικό ιαµέρισµα υτικής Στερεάς Ελλάδας 7. Υ ΑΤΙΚΟ ΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑ ΑΣ 7.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το υδατικό διαµέρισµα της δυτικής Στερεάς Ελλάδας, έκτασης 10.417 km 2 περίπου, ορίζεται βόρεια

Διαβάστε περισσότερα

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι qπςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςj

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι qπςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςj qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι qπςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςj ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ klzxcvλοπbnαmqwertyuiopasdfghjklz

Διαβάστε περισσότερα

Έλεγχος και αποκατάσταση συνέπειας χρονοσειρών βροχόπτωσης Παράδειγµα Η ετήσια βροχόπτωση του σταθµού Κάτω Ζαχλωρού Χ και η αντίστοιχη βροχόπτωση του γειτονικού του σταθµού Τσιβλός Υ δίνονται στον Πίνακα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 1: ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΔΙΔΑΣΚΩΝ : Ι. ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΑΓΡΙΝΙΟ, 2015 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: Κωδικός μαθήματος:

1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: Κωδικός μαθήματος: ΕΞΑΜΗΝΟ Δ 1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: 4 Κωδικός μαθήματος: ΖTΠO-4011 Επίπεδο μαθήματος: Υποχρεωτικό Ώρες ανά εβδομάδα Θεωρία Εργαστήριο Συνολικός αριθμός ωρών: 5 3 2 Διδακτικές Μονάδες

Διαβάστε περισσότερα

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά Ε ΑΦΟΣ Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Έδαφος Το έδαφος σχηµατίζεται από τα προϊόντα της αποσάθρωσης των πετρωµάτων του υποβάθρου (µητρικό πέτρωµα) ή των πετρωµάτων τω γειτονικών

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 11: Ζώνη Αξιού ή Βαρδάρη, Ζώνη Ροδόπης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 11: Ζώνη Αξιού ή Βαρδάρη, Ζώνη Ροδόπης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 11: Ζώνη Αξιού ή Βαρδάρη, Ζώνη Ροδόπης Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη Υδρολογία - Υδρογραφία Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούµε µε το τµήµα του υδρολογικού κύκλου που σχετίζεται µε την υπόγεια και επιφανειακή απορροή του γλυκού νερού της γης. Η επιστήµη που ασχολείται µε την

Διαβάστε περισσότερα

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μιχάλης Βραχνάκης Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Θεσσαλίας ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 6 ΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΓΗ ΚΑΙ Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΒΑΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΩΝ ΣΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ» ΣΥΝΤΑΞΗ:

Διαβάστε περισσότερα

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ «H Χαρτογραφία του Ελληνικού Κράτους» ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010 Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: «H Συµβολή της Τηλεπισκόπησης και των Γεωγραφικών Συστηµάτων Πληροφοριών

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Τ Μ Η Μ Α Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Α Σ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, 70 17671 ΚΑΛΛΙΘΕΑ-ΤΗΛ: 210-9549151 FAX: 210-9514759 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ E ΕΞΑΜΗΝΟ ΑΣΚΗΣΗ 3 ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ ΝΕΡΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ, ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩ ΥΝΑΜΙΚΗΣ. Γεώργιος Π. Παντόπουλος Γεωλόγος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ, ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩ ΥΝΑΜΙΚΗΣ. Γεώργιος Π. Παντόπουλος Γεωλόγος ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ, ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩ ΥΝΑΜΙΚΗΣ Γεώργιος Π. Παντόπουλος Γεωλόγος ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ, ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΙΑΡΘΡΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Πλημμύρες Υδρολογικές εφαρμογές με τη χρήση GIS

Πλημμύρες Υδρολογικές εφαρμογές με τη χρήση GIS Πλημμύρες Υδρολογικές εφαρμογές με τη χρήση GIS Νίκος Μαμάσης Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων Αθήνα 2014 Υδρολογικές εφαρμογές με τη χρήση GIS Γενικά Η τεχνολογία των Συστημάτων Γεωγραφικής

Διαβάστε περισσότερα

8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης

8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης 8. Υπολογισµός Α.Υ. επαφής σε τυχαία θέση: Το «πρόβληµα» της γεώτρησης 1. Γενικά... 78 2. Γεώτρηση σε απλά κεκλιµένα στρώµατα... 78 3. Γεώτρηση σε διερρηγµένα στρώµατα... 81 4. Γεώτρηση σε ασύµφωνα στρώµατα...

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 7: Η Ορογενετική Εξέλιξη των Εξωτερικών Ελληνίδων. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 7: Η Ορογενετική Εξέλιξη των Εξωτερικών Ελληνίδων. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 7: Η Ορογενετική Εξέλιξη των Εξωτερικών Ελληνίδων Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ πηγή:nasa - Visible Earth ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Παγετώδης δράση Οι παγετώνες καλύπτουν σήµερα το 1/10 περίπου της γήινης επιφάνειας. Η δράση των παγετώνων, αποτέλεσε ένα σηµαντικό µορφογενετικό

Διαβάστε περισσότερα

Φυσικό Περιβάλλον ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Φυσικό Περιβάλλον ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Κεφάλαιο 1 ο : Εισαγωγή ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Φυσική Γεωγραφία ονοµάζουµε την επιστήµη που µελετά το σύνολο των φυσικών διεργασιών που συµβαίνουν στην επιφάνεια της γης και διαµορφώνουν τις φυσικές ιδιότητες

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το γεωγραφικό πλάτος 2) την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3) το

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΕΤΣΟΒΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΕΤΣΟΒΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΕΤΣΟΒΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ Στο πλαίσιο των μαθημάτων Γεωλογικές Χαρτογραφήσεις και Τεκτονική Ανάλυση Τεχνική Γεωλογία I & ΙΙ Βελτίωση

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΗΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ R=H*V

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΗΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ R=H*V Εισαγωγή - Ορισµοί R=H*V Ο σεισµικός κίνδυνος (R-seismic risk) αποτελεί εκτιµήσεις της πιθανότητας να συµβούν απώλειες που σχετίζονται µε παράγοντες της σεισµικής επικινδυνότητας (ανθρώπινες, κοινωνικές,

Διαβάστε περισσότερα

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή: Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Yarlung Tsangpo River, Tibet. Πηγή:  Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Yarlung Tsangpo River, Tibet Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Πηγή: http://photojournal.jpl.nasa.gov/catalog/pia03708 Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ποτάμια γεωμορφολογία Τύποι υδρογραφικών

Διαβάστε περισσότερα

Άλλοι χάρτες λαμβάνουν υπόψη και το υψόμετρο του αντικειμένου σε σχέση με ένα επίπεδο αναφοράς

Άλλοι χάρτες λαμβάνουν υπόψη και το υψόμετρο του αντικειμένου σε σχέση με ένα επίπεδο αναφοράς ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ Ένας χάρτης είναι ένας τρόπος αναπαράστασης της πραγματικής θέσης ενός αντικειμένου ή αντικειμένων σε μια τεχνητά δημιουργουμένη επιφάνεια δύο διαστάσεων Πολλοί χάρτες (π.χ. χάρτες

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΟΥ ΘΟΛΟΠΟΤΑΜΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ, ΔΗΜΟΥ ΑΙΓΕΙΡΑΣ

ΘΕΜΑ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΟΥ ΘΟΛΟΠΟΤΑΜΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ, ΔΗΜΟΥ ΑΙΓΕΙΡΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΦΥΣΙΚΗΣ Μεταπτυχιακή Διατριβή Ειδίκευσης ΘΕΜΑ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΟΥ ΘΟΛΟΠΟΤΑΜΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ,

Διαβάστε περισσότερα

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση

4. Η δράση του νερού Η ΠΟΤΑΜΙΑ ΡΑΣΗ. Ποτάµια διάβρωση 4. Η δράση του νερού Οι ποταµοί είναι οι φυσικοί αγωγοί του ρέοντος νερού πάνω στην επιφάνεια της Γης. Το νερό είναι ο κυριότερος παράγοντας διαµόρφωσης του επιφανειακού ανάγλυφου και ο βασικός µεταφορέας

Διαβάστε περισσότερα

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύουμε στην ηπειρωτική Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διαφορετικά

Διαβάστε περισσότερα

Εξάτμιση και Διαπνοή

Εξάτμιση και Διαπνοή Εξάτμιση και Διαπνοή Εξάτμιση, Διαπνοή Πραγματική και δυνητική εξατμισοδιαπνοή Μέθοδοι εκτίμησης της εξάτμισης από υδάτινες επιφάνειες Μέθοδοι εκτίμησης της δυνητικής και πραγματικής εξατμισοδιαπνοής (ΕΤ)

Διαβάστε περισσότερα

Εξωτερικές Ελληνίδες

Εξωτερικές Ελληνίδες Εξωτερικές Ελληνίδες Οι Εξωτερικές Ελληνίδες αποτελούν τμήμα της Αλπικής οροσειράς και δημιουργήθηκαν κατά τη σύγκρουση των ηπείρων της Αφρικής και της Ευρασίας. Η σύγκρουση αυτή ακολούθησε την καταβύθιση

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού Κεφάλαιο 1 Γεωμορφολογία Ποταμών Σύνοψη Προαπαιτούμενη γνώση Το παρόν αποτελεί ένα εισαγωγικό κεφάλαιο προς κατανόηση της εξέλιξης των ποταμών, σε οριζοντιογραφία, κατά μήκος τομή και εγκάρσια τομή (διατομή),

Διαβάστε περισσότερα