ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ: Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ Η εργασία υποβάλλεται για την μερική κάλυψη των απαιτήσεων με στόχο την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος ΜΑΡΙΑ Α. ΚΑΜΠΟΥΡΗ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: κα ΤΣΑΛΙΚΗ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2012

2 Υπεύθυνη Δήλωση Φοιτητή/τριας Δηλώνω ότι είμαι συγγραφέας αυτής της εργασίας και ότι κάθε βοήθεια την οποία είχα για την προετοιμασία της, είναι πλήρως αναγνωρισμένη και αναφέρεται στην εργασία. Επίσης, έχω κάνει σαφής αναφορές (συντάκτη, χρονολογία, εργασία, σελίδα) τις όποιες πηγές από τις οποίες έκανα χρήση δεδομένων, προτάσεων, ιδεών ή λέξεων, είτε αυτές αναφέρονται ακριβώς είτε είναι παραφρασμένες. Καταλαβαίνω ότι η αποτυχία να γίνει αυτό ανέρχεται σε λογοκλοπή και θα θεωρηθεί λόγος αποτυχίας σε αυτήν την διπλωματική και του συνολικού βαθμού της. Ακόμα δηλώνω ότι αυτή η γραπτή εργασία προετοιμάστηκε από εμένα προσωπικά και αποκλειστικά και ότι θα αναλάβω πλήρως τις συνέπειες εάν η εργασία αυτή αποδειχθεί ότι δεν μου ανήκει. Όνομα : ΚΑΜΠΟΥΡΗ ΜΑΡΙΑ Υπογεγραμμένος/η:... Ημερομηνία: 10/02/2012

3 Αφιερώνεται στον Πατέρα μου

4 Θα ήθελα να ευχαριστήσω την επιβλέπουσα καθηγήτρια μου κα Τσαλίκη Περσεφόνη, Επίκουρη Καθηγήτρια του τμήματος Ανάπτυξης και Προγραμματισμού, για τις πολύτιμες συμβουλές και υποδείξεις της, για την πάντα άμεση διαθεσιμότητα της καθώς και για την προσπάθεια της να διευρύνει το οπτικό μας πεδίο και να μας εισάγει στην οικονομική πραγματικότητα της χώρας μας. Συγχρόνως, θα ήθελα να ευχαριστήσω την μητέρα μου, την αδερφή μου και την φίλη μου Έρσα για την ηθική τους υποστήριξη και συνάμα για την μεγάλη τους υπομονή.

5 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η διάκριση της εργασίας σε παραγωγική και μη παραγωγική είναι από τις πιο διαφιλονικούμενες στην ιστορία της οικονομικής ανάλυσης. Σκοπός της παρούσας εργασίας δεν είναι η παρουσίαση μιας κριτικής επισκόπησης της υπάρχουσας βιβλιογραφίας, ούτε η συμμετοχή μου στις διάφορες διαμάχες επί του παρόντος θέματος, αλλά μέσα από αυτήν θα προσπαθήσω να παράσχω περισσότερες διευκρινίσεις και διαπιστώσεις του μεγέθους σημασίας αυτής της διάκρισης, όσον αφορά κυρίως την σημερινή ελληνική πραγματικότητα, μέσα από ένα σύντομο αλλά διόλου αδιάφορο ερευνητικό κομμάτι. Πιο συγκεκριμένα, στόχος μας είναι η μέτρηση κατηγοριοποίηση των τομέων της ελληνικής οικονομίας σε παραγωγικούς και μη παραγωγικούς και έπειτα παρακολουθώντας την εξέλιξη τους, στην πορεία των δέκα τελευταίων χρόνων, σε συνδυασμό με την εξέλιξη ορισμένων βασικών μακροοικονομικών μεγεθών να εξηγήσουμε την παρούσα οικονομική συγκυρία, δηλαδή την κρίση στην Ελλάδα, μέσα από το πρίσμα της διάκρισης αυτής. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε συσχετίζεται με τους εθνικούς λογαριασμούς και την αντιστοιχία τους με τις μαρξικές κατηγορίες. 1

6 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Οι Μερκαντιλιστές Οι Φυσιοκράτες Οι Κλασικοί Οικονομολόγοι Η Ορθόδοξη άποψη Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ MARX Η κριτική του Marx στην άποψη του Smith και οι διαφορές τους Ο ορισμός της παραγωγικής εργασίας στον Marx Η διάκριση μεταξύ της παραγωγικής εργασίας στο κεφάλαιο ειδικά Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΏΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ (Ε.Σ.Λ. 1995) ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΡΞΙΚΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Λ ΟΙ ΜΑΡΞΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ( ) Βιβλιογραφική ανασκόπηση εμπειρικών μελετών Εμπειρική προσέγγιση ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΕΠ ( ) Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΕΠ ΕΝ ΟΨΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ (2009) Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΛΗΡΟΙ ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΜΙΑΣ ΑΔΥΝΑΜΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΠΙΝΑΚΩΝ

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το ανανεωμένο ενδιαφέρον για τα θεμέλια της μαρξιστικής κριτικής στην πολιτική οικονομία από τις αρχές ακόμα της δεκαετίας του εβδομήντα έχει οδηγήσει σε μια πιο προσεκτική εξέταση της διάκρισης αυτής, μια εξέταση η οποία προκάλεσε σοβαρές συζητήσεις σχετικά με τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν αλλά και με τη σκοπιμότητα της διάκρισης αυτής. Υπήρξε μεγάλη σύγχυση και χάσμα μεταξύ των υποστηρικτών του υπό συζήτηση θέματος. Πολλοί οικονομολόγοι τη θεωρούν κεφαλαιώδους σημασίας για την οικονομική μεγέθυνση ενώ άλλοι τη θεωρούν εντελώς περιττή, αν όχι αποπροσανατολιστική. Γι αυτούς τουλάχιστον που την θεωρούν ουσιώδη για την ανάλυση της καπιταλιστικής συσσώρευσης, η ταξινόμηση των διαφόρων τύπων εργασίας του καπιταλιστικού συστήματος είναι ένα φλέγον ζήτημα, ιδίως στα πλαίσια ανάπτυξης μιας εμπειρικής ανάλυσης των διαφόρων πτυχών της καπιταλιστικής οικονομίας βάσει των μαρξικών κατηγοριών. 1 Για τους Φυσιοκράτες λοιπόν η παραγωγική εργασία είναι η εργασία που απασχολείται στον αγροτικό τομέα, ενώ για τους πιο σύγχρονους οικονομολόγους φαίνεται να σχετίζεται με την παραγωγή πλεονάσματος, είτε σε μορφή ενοικίων είτε σε μορφή κερδών. Στην ουσία η διάκριση αυτή έχει να κάνει με το κατά πόσο η κάθε δραστηριότητα συνεισφέρει στην οικονομική μεγέθυνση. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι μη παραγωγικές δραστηριότητες είναι ανεπιθύμητες σε μία οικονομία. Συνεπώς η διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας είναι μείζονος σημασίας για τη σχέση μεταξύ πλεονάσματος και οικονομικής ανάπτυξης. Το ερώτημα λοιπόν για το ποιά εργασία θεωρείται παραγωγική και ποιά όχι, είναι ένα πρόβλημα κυρίως για την μαρξιστική βιβλιογραφία κι όχι μόνο, όπως θα διαπιστώσουμε στην μελέτη αυτή, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα επικρατούντα οικονομικά μιας χώρας, και ιδίως τα έτη της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, η οποία μονοπωλεί το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Συνεπώς είναι ένα ζήτημα 2 το οποίο μέχρι και σήμερα εξακολουθεί να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον, ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό απ ότι πρωτίστως. Έννοιες που έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό, εκτός των άλλων και τη δημιουργία των εθνικών λογαριασμών και συνεχίζουν να έχουν ισχύ μέχρι και σήμερα, όσον αφορά κυρίως 1 Savran and Tonak, (1999) 2 Στη σύγχρονη εποχή η διάκριση αυτή σχετίζεται με τον αγοραίο ή μη αγοραίο τομέα. Γενικά, το ποιά μορφή θα πάρει η διάκριση αυτής της έννοιας μέσα στο χρόνο, εξαρτάται από τις οικονομικές συγκυρίες του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής της οικονομίας σε κάθε περίοδο. 1

8 κοινωνιο-οικονομικά ζητήματα. Όπως ο Mandel επισημαίνει «Ο ακριβής ορισμός της παραγωγικής εργασίας στον καπιταλισμό δεν είναι μόνο θεωρητικής σημασίας. Έχει επίσης σημαντικές επιπτώσεις στην κοινωνική λογιστική ( όσον αφορά τον υπολογισμό της αξίας του εθνικού εισοδήματος )». Συνοψίζοντας, ο καθένας μας μπορεί να καταλάβει πλέον γιατί αυτή η συγκεκριμένη διάκριση ήταν τόσο μεγάλης σημασίας γενικά για την οικονομική ανάλυση και ειδικά για την κλασική πολιτική οικονομία. Σε ένα θεωρητικό πλαίσιο σχετικά με τη σημασία της διάκρισης, στο 2 ο Κεφάλαιο αναφερόμαστε στην ιστορική της εξέλιξη. Πιο συγκεκριμένα αναλύουμε τους διάφορους ορισμούς της εν λόγω διάκρισης που διατυπώθηκαν μέσα στο χρόνο από τις διάφορες οικονομικές σχολές σκέψης. Η ιστορική αυτή αναδρομή αποσκοπεί τόσο στην γνωστοποίηση του θεωρητικού υποβάθρου του θέματος όσο και για την αποσαφήνιση διαφόρων παρανοήσεων. Ενώ στην τελευταία παράγραφο του κεφαλαίου γίνεται μια σύντομη αναφορά στους λόγους για τους οποίους είναι σημαντική σήμερα η εφαρμογή της διάκρισης μεταξύ παραγωγικών και μη παραγωγικών εργασιών. Ακολουθεί το 3 ο Κεφάλαιο όπου αναλύουμε την ιστορική εξέλιξη του συστήματος των Εθνικών Λογαριασμών στη βάση της διάκρισης, το περιεχόμενο του και τον σκοπό του. Στο 4 ο Κεφάλαιο γίνεται αρχικά μια ταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων βάσει της διάκρισης μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Εν συνεχεία, χρησιμοποιώντας πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας από τους Εθνικούς Λογαριασμούς, προσπαθούμε να δείξουμε τον τρόπο με τον οποίο τα οικονομικά μεγέθη των ορθόδοξων Εθνικών Λογαριασμών μετασχηματίζονται στα αντίστοιχα μαρξικά μεγέθη. Παράλληλα προβάλουμε τον σκεπτικισμό που προκαλεί την συστηματική υποτίμηση της εν λόγω διάκρισης. Η μεθοδολογία για τον υπολογισμό των θεμελιωδών μαρξιστικών κατηγοριών, συμπεριλαμβανομένων και της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, βασίζεται λίγο ή πολύ, σε ένα πιο επιφανειακό επίπεδο, στο έργο των Shaikh & Tonak (1994), το οποίο παρέχει θεωρητική και εμπειρική σχέση μεταξύ του συστήματος εθνικών λογαριασμών και των πινάκων εισροών εκροών και τη μαρξική ερμηνεία του. Γίνεται μια προσπάθεια να αποδειχθεί εμπειρική υποστήριξη για την εγκυρότητα των προβλέψεων του Marx, ενώ παράλληλα τα εμπειρικά αποτελέσματα μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμη πηγή για την ανάλυση και ερμηνεία της εξέλιξης της ελληνικής οικονομίας την χρονική περίοδο Στο 5 ο Κεφάλαιο αναλύεται η πορεία της ελληνικής οικονομίας για την χρονική περίοδο , παρακολουθώντας τη συμπεριφορά διαφόρων μακροοικονομικών μεγεθών αλλά και των διαρθρωτικών αδυναμιών που χαρακτηρίζουν την ελληνική οικονομία τις τελευταίες δεκαετίες. Τέλος, στο Κεφάλαιο 6 διεξάγουμε τα γενικά συμπεράσματα που προέκυψαν απ τα αποτελέσματα της εμπειρικής προσέγγισης στην παρούσα ανάλυση, σε συνδυασμό με την 2

9 εξέλιξη άλλων σημαντικών οικονομικών μεταβλητών. Το κύριο πόρισμα, είναι πως για να θεραπευτεί η οικονομική κρίση στη χώρα μας, πρέπει οι κυβερνήσεις να εστιάσουν στα αίτια του προβλήματος και όχι στα συμπτώματα του. 3

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 2.1 Εισαγωγή Η συζήτηση για το ποιά συνιστά παραγωγική εργασία και ποιά μη παραγωγική έχει τις ρίζες της πολύ βαθιά στο χρόνο στα πλαίσια της οικονομικής ανάλυσης. Από τον 18 ο αιώνα ακόμα, την εποχή της κλασικής πολιτικής οικονομίας, τότε που άρχισε να θεμελιώνεται η οικονομική ως επιστήμη, από τους μερκαντιλιστές μέχρι και τον Marx, ξεκίνησε η προσπάθεια της διάκρισης μεταξύ των εννοιών της παραγωγικής και μη παραγωγική εργασίας, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και συνεπώς σε διαφορετικά πλαίσια αναφοράς. Οι έννοιες αυτές αποτελούν σημαντικό κομμάτι της Κλασικής Πολιτικής Οικονομίας. Γίνεται αντιληπτό λοιπόν, πως εξ αυτού υπάρχει μια σύγχυση στην βιβλιογραφία όσον αφορά τον ορισμό τη διάκρισης, αλλά και του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιείται. Στην αρχή ο διαχωρισμός αυτός είχε ως κριτήριο το κατά πόσο το είδος της εργασίας ήταν ηθικά καταξιωμένο σύμφωνα με τις κοινωνικές αντιλήψεις που επικρατούσαν τις εποχές εκείνες. Μετέπειτα οι κλασικοί οικονομολόγοι έθεσαν το ερώτημα ποιό είδος εργασίας είναι αυτό που παράγει πλεόνασμα σε μια οικονομία (παραγωγική εργασία), το οποίο μπορεί να συσσωρευτεί σε πλούτο, και ποιό αυτό που όχι απλά δεν παράγει αλλά χρησιμοποιεί το ήδη δημιουργούμενο πλεόνασμα (μη παραγωγική εργασία). Αυτή είναι η διάκριση μεταξύ των δυο ειδών εργασίας στη γενική της μορφή. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως πηγή πλούτου μιας κοινωνίας, σύμφωνα με τους κλασικούς οικονομολόγους, είναι η παραγωγική εργασία, γι αυτό και η συνεισφορά της στην παραγωγική διαδικασία έχει ιδιαίτερη σημασία. 3 Τώρα σχετικά με το πλεόνασμα ως έννοια, από την αρχή ακόμα της οικονομικής θεωρίας, βρισκόταν στον πυρήνα των αναλύσεων με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η οικονομική θεωρία επικεντρωνόταν στο πλεόνασμα Μια έννοια για την οποία άλλαξαν οι βασικές απόψεις οικονομικών σχέσεων. Στην αρχή ακόμα της εισαγωγής της έννοιας του πλεονάσματος, και συγκεκριμένα για τους Μερκαλιντιστές αποτελούσε το ποσό των πολύτιμων συσσωρευμένων μετάλλων, άποψη η οποία άλλαξε με την ανάλυση περί πλεονάσματος από τους Φυσιοκράτες, οι οποίοι αποκαλούσαν πλεόνασμα το κομμάτι των προϊόντων που δεν ήταν απαραίτητο για την διατήρηση τη υπάρχουσας ισορροπίας της οικονομίας, αυτό ήταν ο πραγματικός πλούτος μιας κοινωνίας. Γι αυτούς στο επίκεντρο της οικονομίας βρισκόταν ο αγροτικός τομέας που 3 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης, (1999), σελ. 99 4

11 σύμφωνα με τις αναλύσεις τους, τους προσέφερε το αντίστοιχο πλεόνασμα. Ενώ για τους κλασικούς οικονομολόγους το πλεόνασμα είναι μια βασική προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη και μόνο η παραγωγική εργασία είναι ικανή να το παράγει. Οι δε νεοκλασικοί είχαν την τάση να επικεντρώνουν την ανάλυση τους στην σφαίρα της ανταλλαγής, σπρώχνοντας έτσι την έννοια του πλεονάσματος στην αφάνεια. Το πλεόνασμα εξυπηρετεί ένα ξεχωριστό σκοπό κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης και γι αυτό κατέχει κεντρική θέση στη κλασική θεωρία της μεγέθυνσης, καθώς η οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται από το μέγεθος του πλεονάσματος, τον τρόπο που διατίθεται (κατανάλωση, αποταμίευση, επένδυση), αλλά και από το γεγονός ότι μόνο κάποιες δραστηριότητες μπορούν να παράγουν πλεόνασμα. 4 Γενικά στην Κλασική Πολιτική Οικονομία οι εκφραστές της, αντιλαμβάνονται την μη παραγωγική εργασία ως την εργασία που συνδέεται με μη παραγωγικές δραστηριότητες, η οποία αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη της οικονομίας. Για να οδηγηθεί λοιπόν μια κοινωνία σε οικονομική ανάπτυξη θα πρέπει να ελαχιστοποιήσει τις μη παραγωγικές δραστηριότητες ενώ αντιθέτως να αυξήσει τις παραγωγικές, αυτές που συμβάλουν στην αύξηση του εθνικού εισοδήματος, παράγοντας πλεόνασμα, χωρίς να μεταφέρουν απλά εισόδημα. Το τέλος όμως της διάκρισης αυτής, που ξεκίνησε από τις προ καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής μέχρι την κυριάρχηση του καπιταλισμού, σηματοδοτείται με την επικράτηση των Νεοκλασικών και Κεϋνσιανών απόψεων και την απόρριψη αυτού του διαχωρισμού. Στη συνέχεια γίνεται μια προσπάθεια ιστορικής αναδρομής όσον αφορά την εξέλιξη της έννοιας της παραγωγικής εργασίας μέσα στο χρόνο, ξεκινώντας από την θεωρία των Μερκαντιλιστών και καταλήγοντας στον Marx. Θεωρίες που στην ουσία διαφέρουν τόσο στη διαμόρφωση τους όσο και στο περιεχόμενο τους, ενώ παράλληλα έχουν ένα κοινό στοιχείο: το γεγονός ότι η ύπαρξη θετικού πλεονάσματος σε μια οικονομία αποτελεί απαραίτητη συνθήκη για οικονομική μεγέθυνση. 2.2 Η Ιστορική ανασκόπηση της διάκρισης της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας Οι Μερκαντιλιστές Οι κυρίαρχες ιδέες, των χαρακτηριζόμενων ως Μερκαντιλιστών 5, επικράτησαν στην Ευρώπη περίπου τον 16 ο με 18 ο αιώνα και συνέπεσαν με την ανάδυσης του καπιταλισμού, Πρωταρχικό ρόλο γι αυτούς έπαιζε το εμπόριο, ενώ κοινό ενδιαφέρον τους ήταν η αύξηση του 4 Danielson (1994), σελ Εξαιτίας του γεγονότος ότι οι απόψεις τους διατυπώνονται σε διαφορετικές χώρες και χρονικές περιόδους, συνεπώς χαρακτηρίζονται από ετερογένεια, αλλά και ότι τα κείμενα τους δεν χαρακτηρίζονται από συνοχή, δεν μπορούν να συγκροτήσουν σχολή οικονομικής σκέψης όπως αυτές που ακολούθησαν. Ο χαρακτηρισμός «Μερκαντιλιστές» αποδόθηκε από τον Adam Smith. 5

12 εθνικού πλούτου και στρατηγικός τους στόχος η ευημερία και η ισχύς του έθνους τους. Πιο συγκεκριμένα οι Μερκαντιλιστές υποστηρίζουν ότι ο πλούτος μιας κοινωνίας αποτιμάται με τη διαθεσιμότητα πολύτιμων μετάλλων, την οποία εξασφαλίζει όταν οι εξαγωγές των προϊόντων της ξεπερνούν τις εισαγωγές της. Συνεπώς το πλεόνασμα ή υπεραξία δεν δημιουργείται στην σφαίρα της παραγωγής αλλά στη σφαίρα της κυκλοφορίας και διανομής (εμπορίου) 6. Γι αυτούς λοιπόν παραγωγική εργασία θεωρείται η ναυτιλία και το εμπόριο, ως εκ τούτου αυτές οι δραστηριότητες πρέπει να ενισχυθούν περισσότερο γιατί αυτές παράγουν πλεόνασμα και δημιουργούν νέο πλούτο στην κοινωνία. Κοντολογίς οι οικονομικές πολιτικές μιας χώρας θα πρέπει να ενθαρρύνουν σε μεγαλύτερο βαθμό τις εξαγωγές απ ότι τις εισαγωγές. Κύριο μέλημα λοιπόν της κάθε κοινωνίας θα πρέπει να είναι η ύπαρξη ενός πλεονασματικού εμπορικού ισοζυγίου, με τον ρόλο του κράτους να περιορίζεται απλά στην εξασφάλιση ευνοϊκού εμπορικού ισοζυγίου. Αναλύοντας λίγο βαθύτερα την βασική ιδέα των Μερκαντιλιστών, ότι το κέρδος είναι ίσο με τη διαφορά μεταξύ της τιμής που αγοράζει και αυτής που πουλά το προϊόν ο έμπορος (κέρδος από την απαλλοτρίωση) 7, διαπιστώνουμε πως δεν είναι εσφαλμένη η ιδέα όμως δεν μπορεί να αποτελέσει γενική ερμηνεία δημιουργίας πλούτου, διότι το κέρδος του ενός συναλλασσόμενου αποτελεί ζημία του άλλου Οι Φυσιοκράτες Διαφορετική η γραμμή σκέψης της σχολής των Φυσιοκρατών, γνωστών γάλλων οικονομολόγων, η οποία διακρίνεται από τον ισχυρισμό ότι η γεωργία είναι η μόνη παραγωγική δραστηριότητα σε μια οικονομία γιατί μόνο αυτή μπορεί να παράγει πλεόνασμα. Αντίθετη με αυτή που εξέφρασαν οι μερκαντιλιστές, ότι δηλαδή το πλεόνασμα δημιουργείται στη σφαίρα της ανταλλαγής και συγκεκριμένα στο εξωτερικό εμπόριο, και αυτό γιατί το κέρδος που προκύπτει σ αυτήν δεν μπορεί να πραγματοποιείται επί μονίμου βάσεως και συστηματικά παρά μόνο τυχαία και περιστασιακά. Οπότε το πλεόνασμα δημιουργείται στη σφαίρα της 6 Οι Μερκαντιλιστές υπήρξαν επικριτές της αντίστοιχης θεωρίας του Αριστοτέλη που επικράτησε τον Μεσαίωνα. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί ένα κοινωνιο-οικονομικό ορισμό για την παραγωγική εργασία κάνοντας διάκριση μεταξύ δύο ειδών εργασίας «natural & unnatural». Ο Φιλόσοφος θεωρούσε, σύμφωνα με τα δικά του κριτήρια, όχι αυτό καθ αυτό το εμπόριο, αλλά τον εξ αυτού αέναο και διαρκή προσπορισμό χρήματος ως ανήθικο, άδικο και κατά της συνοχής της πολιτείας. Πρέπει να τονίσουμε πως η κριτική του δεν στρέφεται κατά του εμπορίου (unnatural) γενικώς αλλά κατά του σκοπού του δηλ. την απόκτηση πλούτου υπό την μορφή συσσωρεύσεως αγαθών με ανταλλακτική αξία ή συσσώρευση χρήματος (κακός πλούτος κατά τον Αριστοτέλη). Η παραγωγή χρήματος από χρήμα (και με την μορφή του τόκου), ονομάζεται τοκογλυφία και θεωρείται κάτι μη ηθικό και παρά φύσιν. Η κριτική τους λοιπόν, βασίζεται στον χαρακτηρισμό του εμπορίου και της τοκογλυφίας ως «unnatural» και συνεπώς ως μη παραγωγικές εργασίες, κάτι που οι ίδιοι δεν υποστήριζαν. 7 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1999), σελ Τσουλφίδης (2004), σελ.96 6

13 παραγωγής η οποία προηγείται της σφαίρας ανταλλαγής. Πιο συγκεκριμένα κατά τους Φυσιοκράτες, η νέα αξία δημιουργείται αποκλειστικά στον αγροτικό τομέα, διότι χαρακτηριστικό της γης ως παραγωγικού συντελεστή, είναι να παράγει προϊόντα με μεγαλύτερη αξία από την αξία του κόστους που απαιτείται για να παραχθεί το προϊόν με την βοήθεια διαφόρων εισροών. Η διαφορά μεταξύ του παραγόμενου προϊόντος και των απαιτούμενων εισροών αποτελεί το πλεόνασμα 9. Συνεπώς μόνο η εργασία του αγροτικού τομέα είναι παραγωγική, όσον αφορά την δημιουργία πλεονάσματος. Όλοι οι άλλοι τομείς, όπως η χειροτεχνία και παρόμοιες εργασίες, οι οποίες κατά μια έννοια υποστηρίζονται από την γεωργία, ιδιαίτερα η βιομηχανία θεωρούνται μη παραγωγικοί. Συγκεκριμένα αποκαλούν στείρο τον βιομηχανικό τομέα με την έννοια ότι η αξία της παραγωγής ισούται με το κόστος της παραγωγής, στη σύγχρονη όμως ορολογία δεν υπάρχουν υπέρμετρα κέρδη διότι αν η οικονομία για τη βιομηχανία χαρακτηρίζεται από συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού τότε τα υπέρμετρα κέρδη εξαφανίζονται. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο για τον αγροτικό τομέα, σύμφωνα με τον Quesnay 10, όπου μπορεί να παραχθεί πλεόνασμα πάνω από τους μισθούς και τα κανονικά κέρδη. 11 Έτσι τα μέτρα πολιτικής που προτείνουν οι φυσιοκράτες, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό απορρέουν από την άποψη που έχουν σχετικά με τη δημιουργία πλεονάσματος, γι αυτό και αποσκοπούν στην προαγωγή της αγροτικής παραγωγής, τη μόνη ικανή να παράγει πλεόνασμα και επομένως πλούτο 12. Οι φυσιοκράτες προσπάθησαν λοιπόν να περιγράψουν την παραγωγή και την κυκλοφορία των εμπορευμάτων και χρήματος καθώς και τον τρόπο με τον οποίο διανέμεται το εισόδημα ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις με την βοήθεια του οικονομικού πίνακα (Tableau économique) 13, δικού τους επιτεύγματος. Έχοντας όμως ως θεμέλια λίθο της θεωρίας τους ότι το πλεόνασμα δημιουργείται αποκλειστικά στον αγροτικό τομέα, περιορίζονταν ως προς την ικανότητα να αντιληφθούν τον τρόπο λειτουργίας μιας αναπτυγμένης καπιταλιστικά οικονομίας και όχι μόνο μιας υπανάπτυκτης οικονομίας βασιζόμενης στην αγροτική παραγωγή «Καθαρό προϊόν» κατά την ορολογία των φυσιοκρατών, το οποίο καρπώνονται οι γαιοκτήμονες. Επιπλέον το θεωρούν «δώρο της φύσης», δεδομένου ότι η βιομηχανική ανάπτυξη ήταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, εξού και το όνομα της σχολής. 10 Γάλλος οικονομολόγος ιδρυτής της φυσιοκρατικής σχολής. Είναι γνωστός για τη δημοσίευση του «Tableau économique» (Οικονομικός πίνακας) το 1758, το οποίο πρόβαλε τις θεμελιώδεις ιδέες των φυσιοκρατών. Αυτό ήταν ίσως το πρώτο έργο που προσπάθησε να περιγράψει τη λειτουργία της οικονομίας με έναν αναλυτικό τρόπο, και γι αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως μια από τις πρώτες σημαντικές συνεισφορές στην οικονομική επιστήμη. 11 Danielson (1994), σελ Όταν λειτουργεί ελεύθερα ο ανταγωνισμός, τότε η τιμή των αγροτικών προϊόντων θα αυξηθεί (λόγω αύξησης της διεθνούς ζήτησης) και των βιομηχανικών προϊόντων θα μειωθεί. Με αποτέλεσμα η αγροτική παραγωγή να αυξηθεί σε βάρος της βιομηχανικής με άμεσο αποτέλεσμα την αύξηση του πλεονάσματος και συνακόλουθα του πλούτου της κοινωνίας. 13 Ένας σύγχρονος τρόπος παρουσίασης του είναι μέσω ενός πίνακα εισροών εκροών, γνωστός και ως λογιστικός πίνακας. 14 Τσουλφίδης (2004), σελ.96 7

14 2.2.3 Οι Κλασικοί Οικονομολόγοι Την κριτική αυτή άποψη των φυσιοκρατών έναντι των μερκαντιλιστών έρχεται να συμμεριστεί ο Α. Smith, διαφωνώντας όμως κάθετα με τον χαρακτηρισμό των μη αγροτικών τομέων ως στείρων και ιδιαίτερα της βιομηχανίας (καθότι επηρεασμένος από την Βιομηχανική Επανάσταση). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «. το λάθος του Φυσιοκρατικού συστήματος, φαίνεται να βρίσκεται στο ότι παρουσιάζει την τάξη των κατασκευαστών, τεχνιτών και εμπόρων, ως εντελώς στείρα και μη παραγωγική» ( Smith 1976, IV.ix.29) Δεδομένου ότι η γη δεν αποτελεί πλέον το επίκεντρο της παραγωγής, η θεωρία οφείλει να προσαρμοστεί σε άλλα δεδομένα και να δώσει εξέχουσα σημασία στον τομέα της βιομηχανίας. Μια από τις πιο διαδεδομένες και καλά τεκμηριωμένες οικονομικές αναλύσεις επί του θέματος της διάκρισης της εργασίας σε παραγωγική και μη παραγωγική είναι αυτή του Α. Smith 15. Στην θεωρία του η έμφαση δίνεται στη βιομηχανική παραγωγή και στην παραγωγικότητα της εργασίας, ενώ παράλληλα οι έννοιες της συσσώρευσης κεφαλαίου και εργασίας αποτελούσαν έννοιες που έχουν νέα χρήση. Ως γνωστόν ο Σμιθ προσδίδει τους εξής ορισμούς στην παραγωγική εργασία : α) παραγωγική εργασία είναι η εργασία που παράγει κέρδος και β) παραγωγική εργασία είναι η εργασία που παράγει εμπορεύματα. Με δεδομένο λοιπόν ότι για την αύξηση του πλούτου μιας κοινωνίας απαιτείται η εργασία ως βασικός παράγοντας, ο Α. Smith έχοντας μια πιο ευρεία αντίληψη για την δημιουργία πλεονάσματος αλλά και ως γνώμονα τις κυρίαρχες καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις, διαχωρίζει αρχικά την παραγωγική εργασία από την μη παραγωγική σύμφωνα με το πώς πληρώνεται η μισθωτή εργασία που απασχολείται σε οποιονδήποτε τομέα. Πιο αναλυτικά παραγωγική θεωρείται όταν η μισθωτή εργασία πληρώνεται από το κεφάλαιο του εργοδότη και του αποφέρει κέρδη, ενώ μη παραγωγική αυτή που αμείβεται από διαφόρων μορφών εισοδήματα. Αυτός είναι και ο πρώτος ορισμός που δίνει σύμφωνα με τις διάφορες κοινωνικές μορφές που βασίζονται σε κοινωνικές σχέσεις. 16 Εν συνεχεία, ο Smith εξέφρασε άλλη μια εκδοχή σχετικά με τον γνωστό διαχωρισμό, με κριτήριο την χρηστική αξία του εμπορεύματος, παραγωγική ονομάζεται η εργασία που προσθέτει αξία πάνω στην αξία του αντικειμένου στο οποίο συσσωρεύεται και κατ επέκταση οι εργάτες που πράττουν την εργασία αυτή είναι παραγωγικοί. Ενώ παράλληλα θεωρούσε μη 15 Η διάκριση του Σμιθ ανάμεσα στην παραγωγική και μη παραγωγική εργασία αντιστοιχεί σε αυτή του Piero Sraffa (1960) των βασικών και μη βασικών αγαθών, όπως τα βασικά αγαθά επαναχρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία, ενώ τα μη βασικά αγαθά που προορίζονται για κατανάλωση, δεν έχουν καμία αξία για την αναπαραγωγή. 16 Howell (1975) 8

15 παραγωγικές τις εργασίες που δεν ενσωματώνονται σε κάποιο υλικό αγαθό έτσι ώστε μετέπειτα να μπορούν να ανταλλαχθούν με ισόποση εργασία, αντίστοιχα και οι εργάτες αυτοί χαρακτηρίζονται μη παραγωγικοί. Θεώρησε λοιπόν πως από τη στιγμή που ένα είδος εργασίας χαρακτηρίζεται μη παραγωγικό εφόσον δεν έχει κάποιο υλικό αποτέλεσμα, τότε αυτόματα ο εργάτης που απασχολείται σε αυτήν αποκαλείται κι αυτός μη παραγωγικός. Ο A. Smith με λίγα λόγια ταύτισε τους δύο τελευταίους ορισμούς, γεγονός για το οποίο κρίθηκε αργότερα από τον Karl Μarx. Προσπάθησε να δώσει λύση στο πρόβλημα της αξίας χρησιμοποιώντας τρεις διαφορετικές θεωρίες, οι οποίες όμως συνοδεύονταν και από τις αδυναμίες τους. Μπορεί οι ορισμοί του να είναι ανεπαρκείς ή και επιφανειακοί, εφόσον βασίζονται σε λανθασμένες εντυπώσεις, οφείλουμε όμως να παραδεχτούμε πως ήταν ο πρώτος που είχε την οξυδέρκεια να θέσει την εν λόγω διάκριση στα πλαίσια των βασικών αρχών των κυρίαρχων καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Ο Ricardo, συμφωνούσε πλήρως με την διάκριση που γίνεται από τον Smith μεταξύ της εργασίας που πληρώνεται από το κεφάλαιο και εκείνης που πληρώνεται από τα έσοδα. Αλλά δεν είχε σημασία για τον Ricardo αν το μέγεθος του εργατικού δυναμικού μιας χώρας ήταν μεγάλο ή μικρό 17. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η ποσότητα της παραγόμενης υπεραξίας, δηλαδή το καθαρό εισόδημα Η Ορθόδοξη άποψη Η διάκριση της παραγωγικής μη παραγωγικής εργασίας επικρατούσε μέχρι και την εμφάνιση των νεοκλασικών οικονομολόγων, τότε άρχισε σιγά σιγά να εγκαταλείπεται. Οι νεοκλασικοί βρίσκονται στον αντίποδα των όσων υποστηρίζουν οι μέχρι τώρα οικονομολόγοι της κλασικής πολιτικής οικονομίας, απορρίπτοντας την διάκριση της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας χαρακτηρίζοντας την αυθαίρετη και αβάσιμη, καθώς σύμφωνα μ αυτούς όλοι οι παραγωγικοί συντελεστές δημιουργούν πλούτο και προσθέτουν αξία, συνεπώς είναι παραγωγικοί. Συγκεκριμένα κατά τους νεοκλασικούς κάθε εργασία που μπορεί να εξασφαλίσει μια αμοιβή στην αγορά εργασίας είναι παραγωγική δηλαδή παράγει νέα αξία, αυξάνει το εθνικό καθαρό προϊόν. Για τον λόγο αυτό θεωρούν πως δεν υπάρχει λόγος να διαχωρίσουν τον δημόσιο τομέα καθώς και τον τομέα των υπηρεσιών από τους υπόλοιπους της οικονομίας. Δεν διαχωρίζουν τα διάφορα στάδια της οικονομικής δραστηριότητας (παραγωγή, κυκλοφορία, διανομή κοινωνική αναπαραγωγή) ως προς το κατά πόσο δημιουργούν ή όχι νέα αξία Σύμφωνα με τον Smith το στοιχείο αυτό αποτελούσε ένα ακόμη μέτρο για να εκφράσουν τον βαθμό παραγωγικότητας της εργασίας. 18 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης,(1999), σελ

16 Όλα τα παραπάνω εξηγούν για ποιο λόγο υπάρχουν όλα αυτά τα είδη ορισμών (κοινωνιοοικονομικών, αναλυτικών, αξιολογικών ) για την παραγωγική εργασία αλλά και ποια η μεταξύ τους σχέση. Στην μέχρι τώρα βιβλιογραφική ανασκόπηση, παρατηρούμε πως αφετηρία των θεωριών ήταν αρχικά η γη ως μοναδικός παραγωγικός συντελεστής και το φινάλε της θεωρίας περί παραγωγικής εργασίας η αποδοχή όλων των επαγγελμάτων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής ως παραγωγικά. Έτσι λοιπόν από τις αρχές περίπου του 20 ου αιώνα, η διαχωριστική γραμμή που χαράζει η ορθόδοξη οικονομική θεωρία ανάμεσα στα δύο είδη εργασίας συνίσταται στο αν και κατά πόσο τα αγαθά που παράγονται είναι αγοραία ή όχι. Η ίδια γραμμή πλεύσης συνέχισε να ακολουθείται ακόμα και με την άσκηση κεϋνσιανών πολιτικών σε συνδυασμό με την συστημική χρήση των Εθνικών Λογαριασμών. Όπως θα διαπιστώσουμε στην παρακάτω ανάλυση, απαιτείται μια διαδικασία μετασχηματισμού κι επεξεργασίας των Εθνικών Λογαριασμών, βάσει της μαρξικής διάκρισης περί παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, ώστε να κατασκευαστούν και να μετρηθούν οι κατάλληλες μαρξικές κατηγορίες, μια ιδιαίτερα σημαντική διαδικασία για την εμπειρική μαρξιστική έρευνα. 2.3 Η διάκριση της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας στον Marx Η κριτική του Marx στην άποψη του Smith και οι διαφορές τους Το βασικό σημείο κριτικής που άσκησε ο Marx στον Smith, είναι ο υλικός χαρακτήρας του προϊόντος που για τον δεύτερο αποτελεί κριτήριο διάκρισης μεταξύ της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Σύμφωνα με τον Marx, η καπιταλιστικά μισθωμένη εργασία η οποία παράγει μια υπηρεσία που πωλείται στην αγορά σε μια τιμή πάνω από το κόστος παραγωγής της μπορεί να είναι παραγωγική όπως και η εργασία που απασχολείται στην παραγωγή χειροπιαστών αγαθών. 19 Η κριτική του K. Marx απευθύνεται στην αδυναμία του να αντιληφθεί σωστά την πραγματική έννοια της αξίας χρήσης και συνάμα στον τρόπο με τον οποίο ο A. Smith χρησιμοποίησε την έννοιά της. Διότι η λανθασμένη αυτή αντίληψη τον οδήγησε στο επίσης λανθασμένο συμπέρασμα ότι η διχοτόμηση της εργασίας σε παραγωγική και μη παραγωγική 19 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1999), σελ

17 δεν είχε ιστορική υπόσταση και ως εκ τούτου υπήρχε αμετάβλητη σε κάθε κοινωνία. Παρόλα αυτά επικροτεί τη διεισδυτικότητα της προσέγγισης του όσον αφόρα την διάκριση 20 της εργασιακής δραστηριότητας αλλά και τη σημασία της τελευταίας για την μεγέθυνση του πλούτου της καπιταλιστικής κοινωνίας. 21 Ο Marx συμμερίζεται την άποψη του Smith ότι η εργασία είναι μη παραγωγική αν ανταλλάσσεται άμεσα με έσοδα. Όμως θεωρεί το πόρισμα, ότι η εργασία είναι παραγωγική αν ανταλλάσσεται άμεσα με κεφάλαιο είναι λανθασμένο χαρακτηρίζοντας το επιφανειακό και ανεπαρκές. Αυτό που δεν κατάφερε να καταλάβει ο Smith είναι ότι στην ανταλλαγή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας μπορεί να υπάρχει μια πολύ στενή σχέση όμως πραγματοποιούνται ως δυο διαφορετικές πράξεις. Η αποτυχία του να συλλάβει την εργατική δύναμη ως εμπόρευμα, τον απέτρεψε από το να καταλάβει την ειδική σύνθεση του κεφαλαίου. Ο Smith, όπως και άλλοι οικονομολόγοι πριν απ αυτόν, υποστήριξε την ανάγκη μιας θεωρίας της αξίας και της διανομής, με απώτερο σκοπό την εκτίμηση του παραγόμενου πλεονάσματος και γενικότερα τον πλούτο μιας κοινωνίας όχι μόνο σε κάθε χρονική περίοδο, άλλα και την διαχρονική εξέλιξη του, έτσι ώστε να μπορεί να γίνει αντιληπτό κατά πόσο έχει αυξηθεί αυτός ο πλούτος και ως εκ τούτο η κοινωνική ευημερία. Βέβαια ένα άλλο μεγάλο σφάλμα στο οποίο έπεσε ο Smith και μαζί του και οι προηγούμενοι οικονομολόγοι, είναι η υπόθεση τους ότι αυτό που περιέγραφε για τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ίσχυε και για τους υπόλοιπους. Βασικό στοιχείο αυτής της συμπεριφοράς ήταν η μη κατανόηση της διάκρισης μεταξύ μεταβλητού και σταθερού κεφαλαίου, καθιστώντας αδύνατη την κατανόηση της καπιταλιστικής διαδικασίας παραγωγής σε γενικές γραμμές. Εν αντιθέσει ο Marx υποστήριζε πως η διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας καθορίζεται χωριστά όχι μόνο σε κάθε σφαίρα δραστηριότητας αλλά και στους τρόπους παραγωγής. 22 Γι αυτό οι οικονομολόγοι αυτοί δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε έναν πλήρη ορισμό, διότι αυτό που τους ενδιέφερε περισσότερο ήταν η παραγωγή της νέας αξίας και η καταμέτρηση της. Η λανθασμένη αυτή εντύπωση όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Marx προέκυψε εξαιτίας της επίσης λανθασμένης αντίληψης πως «η καπιταλιστική μορφή της παραγωγής είναι η απόλυτη μορφή της» 23 Είναι αλήθεια πως η γενική προσέγγιση του Marx για την παραγωγική εργασία αποτέλεσε το υπόβαθρο και την αφετηρία για την άσκηση κριτικής στην πολιτική οικονομία γενικότερα. Ακόμη πιο αληθές είναι το γεγονός ότι χωρίς αυτήν την ιστορική προσέγγιση και όλες τις ξεχωριστές ιδέες του η πολιτική οικονομία θα είχε παραμείνει στη σφαίρα της κερδοσκοπικής φιλοσοφίας. 20 Για τον A. Smith στη διάκριση αυτή βρισκόταν το κλειδί της αύξησης της παραγωγικότητας. 21 Howell (1975) 22 Τσουλφίδης (2004), σελ Marx, (Αποτελέσματα, σελ. 1039) 11

18 2.3.2 Ο ορισμός της παραγωγικής εργασίας στον Marx Σύμφωνα με την βιβλιογραφική ανασκόπηση που προηγήθηκε, η ανάλυση του Marx για το πολυσυζητημένο αυτό θέμα, ήταν απολύτως συνεπής. Αγνοώντας τις διάφορες αδυναμίες και λάθη που του προσάπτουν οι διάφοροι επικριτές του, η ύπαρξη των οποίων σε μια τελική ανάλυση μπορεί εύλογα να αποδοθεί στο γεγονός ότι πολλά από τα χειρόγραφα του δεν ήταν έτοιμα για δημοσίευση από τον ίδιο. Ανεξάρτητα με το αν είναι ή όχι ο ίδιος συνεπής, αυτό που έχει σημασία είναι ότι μια λογική και συνεπής διάκριση μεταξύ της παραγωγικής και μη παραγωγικής διαδικασίας μπορεί να ξεκινήσει από τα θεμέλια της θεωρίας της αξίας του Marx. Σημαντική η συμβολή της θεωρίας της αξίας, καθότι τοποθετούσε την εργασία, σαν παραγωγική δραστηριότητα του ανθρώπου, σε κυρίαρχη θέση ιδέα την οποία χρησιμοποίησε ο Marx κάνοντας την βάση της ερμηνείας του για την υπεραξία. Από το πρώτο του κιόλας έργο προσπάθησε να καταδείξει την πηγή της υπεραξίας στη γενική περίπτωση. Ο Marx ήταν ο πρώτος οικονομολόγος που καθιέρωσε την διάκριση μεταξύ εργασίας και εργατικής δύναμης. Γι αυτόν η εργασία αποτελεί τη θεμελιώδη βάση της αναπαραγωγικής διαδικασίας διότι αυτή είναι που παράγει τον κοινωνικό πλούτο ταυτόχρονα με τις κοινωνικές σχέσεις. Ο Μαρξ καθιέρωσε τη διάκριση μεταξύ του σταθερού, δηλαδή το κεφάλαιο που καταβάλλεται σε μισθούς στην άμεση αγορά εργατικής δύναμης και μεταβλητού κεφαλαίου, εκείνο που επενδύεται σε εισροές εμπορευμάτων είτε χρησιμοποιούνται μια μόνο φορά, πρώτες ύλες, καύσιμα είτε είναι εργαλεία διαρκείας και κατασκευές που χαρακτηρίζονται συνήθως ως πάγιο κεφάλαιο. 24 C: σταθερό κεφάλαιο (νεκρή εργασία) _ α ύλες & αποσβέσεις V: μεταβλητό κεφάλαιο_ το μέρος του συνολικού κεφαλαίου που προορίζεται για την πληρωμή των μισθών. L: ζωντανή εργασία_ αναφέρεται στη ροή της εργασίας S: Υπεραξία _ ο εργάσιμος χρόνος που είναι πέρα και πάνω από αυτόν που απαιτείται για να παραχθεί και να αναπαραχθεί η εργατική τάξη. Από τις πρώτες του κιόλας νύξεις επί του θέματος (Grundrisse σημειώσεις του ) ο Marx αναφέρει ως βασικό κριτήριο της διάκρισης τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής, κάτι που υποστηρίζει μέχρι και τις τελευταίες του αναφορές. Επίσης ο Marx αφιέρωσε στα βιβλία του 24 Ντομπ (1976), σελ

19 Κεφάλαιο και Θεωρία της Υπεραξίας ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτών στην ανάλυση των εννοιών της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Ενώ η ενσωμάτωση της κλασικής οικονομίας επικεντρωνόταν στον ορισμό του εμπορεύσιμου αγαθού ο Marx απορρίπτει την αντίληψη ότι η υλική η άυλη μορφή του προϊόντος έχει να κάνει με τον διαχωρισμό της εργασίας σε παραγωγική ή μη παραγωγική, κατηγορώντας χαρακτηριστικά τον Smith για αυτή του την εκδοχή. Αντιθέτως ο Marx υποστήριζε ότι αυτό που προσδιορίζει το κατά πόσο η εργασία είναι παραγωγική ή όχι είναι οι κοινωνικές σχέσεις παραγωγής. 25 Συμπεραίνουμε λοιπόν πως η διάκριση αυτή είναι ζωτικής σημασίας για την μαρξική οικονομική ανάλυση. Πιο συγκεκριμένα για τον Marx έχει μεγάλη σημασία η διάκριση της εργασίας για την μεγέθυνση του πλούτου μιας καπιταλιστικής κοινωνίας. Σύμφωνα με τις θεωρίες του το έδαφος και η εργασία ήταν η πηγή όλου του πλούτου 26, τον οποίο διέκρινε σε ανθρώπινο και υλικό. Για τον Marx: Η εργασία δεν είναι από τη φύση της παραγωγική, αλλά για να καταστεί παραγωγική εξαρτάται από τα εργαλεία και τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται. Ο καθορισμός της παραγωγικής και μη παραγωγικής οικονομίας είναι συγκεκριμένος σε κάθε συγκεκριμένο τύπο κοινωνίας και εξαρτάται από τις εκάστοτε κυρίαρχες σχέσεις παραγωγής. Ορίζει ως παραγωγική εργασία (μισθωμένη από το κεφάλαιο) αυτήν που παράγει υπεραξία (η οποία εκφράζεται από την παραγωγή πλεονάσματος) για το κεφάλαιο, εργασία που λαμβάνει χώρα στη σφαίρα της παραγωγής, ακόμα κι αν δεν παράγει κάποιο εμπόρευμα μέσα σε ένα πλαίσιο καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. 27 Οποιαδήποτε άλλη μορφή εργασίας δεν πληροί τα παραπάνω θεωρείται μη παραγωγική. Τι συμβαίνει όμως με αυτή την υπεραξία; Ένα μέρος της συσσωρεύεται για να επανεπενδυθεί στο κεφάλαιο, ενώ το υπόλοιπο δαπανάται σε μη παραγωγικές δαπάνες. Οι κύριες απασχολήσεις της μη παραγωγικής εργασίας κατά τον Marx είναι στο εμπόριο, στο χρηματοπιστωτικό τομέα τράπεζες, ασφάλειες, ακίνητη περιουσία και στις κυβερνητικές υπηρεσίες που ασχολούνται με την τήρηση του νόμου και της τάξεως. Ωστόσο, αναγνωρίζει την ύπαρξη υπηρεσιών που προσφέρονται από παραγωγική εργασία, όπως είναι οι μεταφορές και επικοινωνίες και οι εργασίες επισκευών. Η προβαλλόμενη, εν προκειμένω, δικαιολογία είναι ότι στις εξαιρέσεις αυτές υπάρχει η αλλαγή της υλικής μορφής των αντικειμένων. Με λίγα λόγια ο ορισμός της παραγωγικής εργασίας είναι ένας οδηγός για την κατανόηση της υλικής βάσης των συγκρούσεων στο εσωτερικό της καπιταλιστικής τάξης και της δυναμικής του 25 Studenski (1958), σελ Κατά την άποψη του ο πλούτος και η οικονομική αξία δεν είναι το ίδιο, η αξία ήταν μια κοινωνική απόδοση. 27 Θεωρία της υπεραξίας I, II 13

20 συστήματος στο σύνολο του. Είναι δηλαδή, ένας ορισμός του τι είναι παραγωγικό για το κεφάλαιο. 28 Εμβαθύνοντας περισσότερο τον ορισμό, για τον Marx, παραγωγική εργασία είναι η μισθωτή εργασία που απασχολείται στη σφαίρα της παραγωγής, η οποία είναι οργανωμένη σύμφωνα με καπιταλιστικά πρότυπα και δημιουργεί υπεραξία. Πιο συγκεκριμένα σε συνθήκες μιας πραγματική καπιταλιστικής οικονομίας, το κεφάλαιο κυλά από όλα τα στάδια της αναπαραγωγής αποδίδοντας στο καθένα από αυτά το αντίστοιχο κέρδος. Οι καπιταλιστές αρχικά έχοντας κάποιο κεφάλαιο το οποίο επενδύουν, αποκτούν εμπορεύματα μεγαλύτερης αξίας μέσω του μετασχηματισμού του κεφαλαίου στην παραγωγική διαδικασία τα οποία στη συνέχεια μεταπωλούν για να πάρουν χρηματικό κεφάλαιο. Έτσι δηλαδή δημιουργήθηκε νέα αξία. Αυτό όμως σύμφωνα με τον Marx, συμβαίνει μόνο στην σφαίρα της παραγωγής. Στις υπόλοιπες σφαίρες δραστηριοτήτων η εργασία χαρακτηρίζεται ως μη παραγωγική διότι ναι μεν συμβάλλει στην πραγματοποίηση των κερδών όμως δεν παράγει νέα αξία χρήσης. Τι εννοούμε ; Στη σφαίρα της κυκλοφορίας πραγματοποιούνται δραστηριότητες που σχετίζονται με την αγοραπωλησία ήδη παραγμένων εμπορευμάτων. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ανταλλαγής μπορεί να είναι η αύξηση της αξίας του αρχικού κεφαλαίου, όμως δεν προκύπτει από την δημιουργία νέων εμπορευμάτων. Το μόνο που πραγματικά αλλάζει στην σφαίρα της κυκλοφορίας είναι η μεταφορά των τίτλων ιδιοκτησίας. Με λίγα λόγια η νέα αξία του εμπορεύματος έχει δημιουργηθεί στην σφαίρα της παραγωγής και στις υπόλοιπες απλά πραγματοποιείται. Και οι δύο σφαίρες δραστηριοτήτων στις οποίες στην πραγματικότητα δεν δημιουργείται νέα αξία έχουν κάποιο όφελος εις βάρος όμως του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου. Οι μεν κάτοχοι του εμπορικού κεφαλαίου αποσπούν μέρος της υπεραξίας με τη μορφή του εμπορικού κέρδους και οι κάτοχοι χρηματικού κεφαλαίου καλύπτουν τα διάφορα κόστη που προκύπτουν, όπως οι μισθοί, πρώτες ύλες, αποσβέσεις κ.λ.π. Ως εκ τούτου η διάκριση μεταξύ των δύο αυτών ειδών εργασίας, δεν συμπεριλάμβανε χαρακτηριστικά της κάθε κατηγορίας όπως η αναγκαιότητα της εργασίας στην παραγωγική διαδικασία, διότι μπορεί η εργασία που πραγματοποιείται στα διάφορα στάδια της παραγωγής να μην είναι παραγωγική όμως είναι απαραίτητη για την ομαλή διεκπεραίωση της. Επιπροσθέτως, δεν πραγματεύεται την ηθική αξία των προϊόντων που παράγονται από τη συγκεκριμένη εργασία. Οι δύο αυτές έννοιες αφορούν κάθε είδος (κατηγορία) προϊόντος που παράγεται με τέτοιο τρόπο ώστε να προκύπτει νέο κεφάλαιο το οποίο μπορεί να συσσωρευτεί, και όχι σε ένα συγκεκριμένο τύπο προϊόντος όπως για π.χ. καταναλωτικό, ενδιάμεσο κ.α. Επίσης, η όλη αυτή ανάλυση-διάκριση δεν σχετίζεται με την υλική υπόσταση του εκάστοτε αγαθού, ή αν θέλετε με τον διαχωρισμό της εργασίας που παράγει χειροπιαστά αγαθά και της 28 Danielson (1994), σελ

21 εργασίας που παράγει υπηρεσίες. 29 Και τέλος, σαφώς δεν στηρίζεται στον αν ο εργαζόμενος ανήκει ή όχι στην εργατική τάξη 30. Καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η διάκριση της εργασίας στις δύο γνωστές κατηγορίες, είναι αρκετά σημαντική για την ανάλυση των διαφόρων σημαντικών μεταβλητών της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως η αξία της εργατικής δύναμης, ο ρυθμός και η μάζα της υπεραξίας, συνεπώς και το ποσοστό συσσώρευσης κεφαλαίου. Αυτός ο λόγος πιστεύω πως αρκεί για να αποκτήσει η διάκριση αυτή την σημασία που της αξίζει. Αν δούμε πιο προσεκτικά το θέμα, ιδίως για τους μαρξιστές έχει πολύ μεγάλη σημασία, διότι μόνο μέσα από την εξέταση αυτών των μεταβλητών μπορούν να αναλύσουν επαρκώς την ιστορική πορεία και τις κυκλικές διακυμάνσεις της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Ο Marx εκτιμήθηκε με τρόπους, πιο διαφορετικούς, παρερμηνεύτηκε πιο πολύ από κάθε άλλο σχεδόν γνωστό οικονομολόγο. Αυτό δεν είναι βέβαια καθόλου παράξενο, αν πάρουμε υπόψη μας τις έντονες ιδεολογικές επιπτώσεις των θεωριών του. Του ανήκει επίσης η διάκριση πως είναι ο οικονομολόγος που αναιρέθηκε 31 και αποκρούστηκε πιο πολύ με τις επεξηγήσεις του Η διάκριση μεταξύ της παραγωγικής εργασίας στο κεφάλαιο ειδικά Η μαρξιστική ανάλυση βρίσκει εμπόδιο ένα πλήθος ορισμών 32 για την παραγωγική εργασία. Αυτό που συνήθως συνέβαινε είναι η αναντιστοιχία των ορισμών της παραγωγικής εργασίας για το κεφάλαιο και της παραγωγικής εργασίας γενικά στην παραγωγική διαδικασία. Για να αποσαφηνιστεί το όραμα του Marx για το θέμα αυτό, πρέπει αρχικά να αποσαφηνίσουμε την διάκριση μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών. Η διάκριση αυτή είναι ζωτικής σημασίας τόσο για την ανάλυση της πορείας του καπιταλισμού όσο και για την κατανόηση του αντίκτυπου που έχουν ορισμένα χαρακτηριστικά του καπιταλισμού, κυρίως τα τέλη του εικοστού αιώνα, στη διαδικασία της συσσώρευσης. 29 Οι οποίες σύμφωνα με τον Α.Smith δεν θεωρούνται παραγωγικές διότι δεν μπορούν να μεταπωληθούν. 30 Σύμφωνα με τον Marx οι περισσότεροι μη παραγωγικοί εργάτες προέρχονται από την εργατική τάξη, η οποία υφίσταται εκμετάλλευση από το κεφάλαιο. 31 Η μαρξική θεωρία δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον. Εάν ο μαρξισμός είναι να ανακτήσει οποιαδήποτε αξιοπιστία, πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να πει κάτι εμπειρικά και με νόημα για το σύγχρονο καπιταλισμό και την ιστορική του εξέλιξη. (Mohun 1999) 32 Το κλειδί για να κατανοήσουμε την αιτία ύπαρξης των πολλαπλών αυτών ορισμών, βρίσκεται στην ιστορία και την εξέλιξη των οικονομικών συστημάτων. Δεδομένου ότι τα οικονομικά συστήματα εξελίσσονται, έτσι εξελίσσονται και οι κατηγορίες και οι ορισμοί που χρησιμοποιούνται σε αυτά. 15

22 I. Παραγωγική εργασία γενικά στην παραγωγική διαδικασία Απαρχή της συζήτησης μας θα αποτελέσει η έννοια της παραγωγικής εργασίας που ισχύει για όλους τους τρόπους παραγωγής, όχι μόνο για τον καπιταλιστικό. Πρέπει να γίνει σαφές ότι η παραγωγική εργασία δεν είναι συνυφασμένη με την παραγωγική εργασία στα πλαίσια ενός καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Ωστόσο η διάκριση της από την παραγωγική εργασία για το κεφάλαιο δεν παύει να είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση του τρόπου λειτουργίας μιας καπιταλιστικής οικονομίας. Γενικά επικρατεί μια σύγχυση μεταξύ των δύο ορισμών και έχει δοθεί ανεπαρκής προσοχή, διότι έτσι έχει καθιερωθεί από τους διάφορους σχολιαστές όταν μιλάνε για παραγωγική εργασία σε ένα γενικό πλαίσιο όλων των κοινωνιο οικονομικών συνθηκών, τότε αυτόματα όλες οι οικονομικές δραστηριότητες του καπιταλιστικού συστήματος να θεωρούνται παραγωγικές. Για να μπορέσει κάποιος να αποφύγει όλη αυτή την θεωρητική σύγχυση θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από μέρους του, πως η παραγωγική εργασία για το κεφάλαιο είναι ένα υποσύνολο του συνόλου της παραγωγικής εργασίας γενικά. Η παραπάνω διάκριση παίζει σημαντικό ρόλο και στην ανάλυση του Marx. Στο σημείο αυτό έχουμε παραθέσει κάποια κριτήρια για τον χαρακτηρισμό της εργασίας ως παραγωγικής, όπως τον αν η παραγωγή είναι εμπορευματική, αν πωλείται η εργατική δύναμη, αν η ανταλλαγή της γίνεται έναντι κεφαλαίου και όχι των εσόδων. Εκτός των παραπάνω, στοιχείο κλειδί θεωρείται η διάκριση μεταξύ των σταδίων παραγωγής και κυκλοφορίας. Ωστόσο οι προϋποθέσεις αυτές δεν είναι επαρκείς για να εγγυηθούν την παραγωγή υπεραξίας, καμία δεν είναι ικανή συνθήκη για έναν ακριβή ορισμό παραγωγικής μη παραγωγικής εργασίας. Εν τέλει μόνο το κριτήριο παραγωγής υπεραξίας είναι η απόλυτη κατευθυντήρια αρχή για την συζήτηση της παραγωγικής εργασίας σε μια καπιταλιστική κοινωνία. 33 Υπάρχουν διάφορες δραστηριότητες οι οποίες, ασχέτως με την κοινωνική μορφή του τρόπου παραγωγής μιας κοινωνίας, πρέπει να πραγματοποιούνται για να εξασφαλιστεί η αναπαραγωγή της εκάστοτε οικονομίας. Ο ορισμός λοιπόν της παραγωγικής εργασίας, προϋποθέτει τη διάκριση των τύπων των δραστηριοτήτων αυτών, που δεν είναι άλλες από την παραγωγή, διανομή, κυκλοφορία, κατανάλωση, με γνώμονα το αν περιλαμβάνουν δαπάνη για εργασία. Κάθε τρόπος παραγωγής αποτελείται από τέσσερα στάδια δραστηριοτήτων, τα οποία συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του και είναι τα εξής: παραγωγή, κυκλοφορία, συντήρηση και αναπαραγωγή της κοινωνικής τάξης και τέλος η προσωπική κατανάλωση. Αυτό που 33 Savran and Tonak (1999) 16

23 παρατηρείται είναι πως εκτός από το πρώτο στάδιο, που αποτελεί παραγωγή μέσω της εργασίας, δημιουργείται νέα αξία. Σύμφωνα με τον Marx, ενώ σε όλα τα υπόλοιπα η εργασία που απασχολείται μπορεί αφενός να συμβάλλει στην πραγματοποίηση κερδών, αφετέρου δεν δημιουργεί νέα αξία αλλά αντιθέτως αναλώνει την ήδη υπάρχουσα αξία, η οποία δημιουργήθηκε στην σφαίρα της παραγωγής. Συμπεραίνουμε λοιπόν, πως το πέρασμα ενός εμπορεύματος μέσα από τα τρία αυτά στάδια έχει κάποιο κόστος, κόστος το οποίο οδηγεί σε μια μείωση ποσότητας της νέας αξίας που διατίθεντο για συσσώρευση. Επειδή όμως η θεωρητική υπόσταση που δίνει ο Marx εξαρτάται από τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής που επικρατούν σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, οι έννοιες αυτές αποκτούν νόημα σε συνθήκες παραγωγής και συσσώρευσης καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. 34 II. Παραγωγική εργασία για το κεφάλαιο Ιστορικά ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι αυτός που χαρακτηρίζεται από την παραγωγή προϊόντων αλλά και της υπεραξίας. Η παραγωγή, κάτω από τις συνθήκες του καπιταλισμού, πραγματοποιείται με κύριο σκοπό την αυτό επέκταση του κεφαλαίου. Η επέκταση λοιπόν του κεφαλαίου γίνεται μέσω της παραγωγής αλλά και της ιδιοποίησης της υπεραξίας που δημιουργείται στην σφαίρα αυτή. Έτσι ο ορισμός ο οποίος έχει ως κριτήριο τον ειδικό χαρακτήρα της εργασίας που δαπανάται στην παραγωγική διαδικασία γενικά, δεν είναι αρκετός για τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ή δεν ανταποκρίνεται στο καθεστώς του. Αυτό συμβαίνει γιατί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν είναι απλά μια απλή εργασιακή διαδικασία και το αποτέλεσμα της δεν είναι απλά η παραγωγή αξίας χρήσης αλλά και η ανταλλακτική αξία και η υπεραξία που δημιουργούνται με την εργασία 35. Η ιδιαιτερότητα της φύσης του κεφαλαίου και της σχέσης του με την εργασία είναι θα λέγαμε αυτή που εξηγεί την διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής, η παραγωγική εργασία δεν μπορεί να ορίζεται αποκλειστικά με βάση την αλληλεπίδραση του ανθρώπου με τη φύση. Ένας συνεπής και ολοκληρωμένος ορισμός θα πρέπει να ενσωματώσει στην ερμηνεία του, και τα ειδικά χαρακτηριστικά των κοινωνικών σχέσεων που κυριαρχούν στον εν λόγω τρόπο παραγωγής. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Marx: «.αυτοί οι ορισμοί προέρχονται από την καθορισμένη κοινωνική μορφή, τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής, στις οποίες πραγματοποιείται η εργασία» ( Marx, 1963: 157). 34 Μανιάτης, Τσαλίκη, και Τσουλφίδης (1999), σελ Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Marx: Δεδομένου ότι το αυθεντικό προϊόν και ο σκοπός του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι η παραγωγή υπεραξίας, τότε παραγωγική εργασία ή παραγωγικός εργάτης είναι αυτή ή αυτός, αντίστοιχα, που παράγουν άμεσα υπεραξία, η οποία αξιοποιείται για το κεφάλαιο. ( Marx 1976a : 1938 ) 17

24 Ο ορισμός αυτός βέβαια, δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο εκτός από την αρχή της όλης διαδικασίας, διότι όταν η διάκριση αυτή εφαρμοστεί σε πιο συγκεκριμένα φαινόμενα και καταστάσεις, δημιουργούνται πολλά προβλήματα και συγχύσεις. Παρόλα αυτά μπορεί να θεωρηθεί απαραίτητο θεμέλιο πάνω στο οποίο μπορεί να βασιστεί η συζήτηση-ανάλυση του θέματος της διάκρισης της εργασίας. Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν μέχρι τώρα διαπιστώνουμε πως τελικά η παραγωγική εργασία για το κεφάλαιο αποτελεί ένα υποσύνολο της παραγωγικής εργασίας γενικά. Είναι φανερό λοιπόν πως μόνο η εργασία που είναι παραγωγική γενικά είναι αυτή που μπορεί να παράγει υπεραξία. Με άλλα λόγια, το να είναι η εργασία παραγωγική γενικά είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να είναι παραγωγική για το κεφάλαιο 36. Ο διπλός αυτός ορισμός της παραγωγικής εργασίας για το κεφάλαιο εκφράζεται από τον Marx με τον ακόλοουθο τρόπο: «Η έννοια του παραγωγικού εργάτη συνεπάγεται όχι μια σχέση μεταξύ της δραστηριότητας της εργασίας και της χρήσιμης αποτελεσματικότητας της, και μεταξύ του εργαζόμενου και του προϊόντος της εργασίας του, αλλά και μια ιδιαίτερη κοινωνική σχέση της παραγωγής, μια ιστορική σχέση που καθιστά τον εργαζόμενο ως άμεσο μέσο αξιοποίησης του κεφαλαίου» (Marx, 1973: 644). Η όλη διαδικασία έχει ως εξής: τα χρήματα μετατρέπονται σε κεφάλαιο, μέσα από το κεφάλαιο δημιουργείται η υπεραξία, και με τη υπεραξία δημιουργείται περισσότερο κεφάλαιο. Ακολουθεί η συσσώρευση του κεφαλαίου, η οποία με τη σειρά της προϋποθέτει την ύπαρξη υπεραξίας. Η υπεραξία για να παραχθεί προϋποθέτει καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η δε καπιταλιστική παραγωγή, προϋποθέτει την ύπαρξη σημαντικής ποσότητας κεφαλαίου και εργατικής δύναμης στα χέρια των παραγωγών των βασικών προϊόντων. Συμπεραίνουμε πως, εκτός του ότι η παραπάνω διαδικασία καταλήγει σε έναν φαύλο κύκλο, η συσσώρευση δεν είναι απλά ένα αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αλλά το σημείο εκκίνησης του. Μέσα από τον τύπο της αυτό-επέκτασης του κεφαλαίου μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε πως όντως η εργατική δύναμη ανταλλάσσεται με ένα μέρος του χρήματος, δηλαδή ανταλλάσσεται έναντι του κεφαλαίου 37. Και στη συνέχεια της παραγωγικής διαδικασίας δεν αναπαράγει μόνο το ισοδύναμο της αρχικής του αξίας, αλλά παράγει και νέα αξία την οποία ιδιοποιείται το κεφάλαιο ως υπεραξία. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως αυτό το είδος σχέσης μεταξύ της εργατικής δύναμης του κεφαλαίου, είναι αυτό που μετατρέπει την εργασία σε παραγωγική 36 Η ικανή συνθήκη για να είναι παραγωγική είναι να παράγει υπεραξία. 37 Υπάρχει κι ένα δεύτερο είδος ανταλλαγής, αυτό μεταξύ της εργατικής δύναμης (ως εμπόρευμα) και του χρήματος, το οποίο όμως δεν δημιουργεί υπεραξία για τον καπιταλιστή. (Marx, 1976a: 1041) 18

25 για το κεφάλαιο. Μόνο η ανταλλαγή εργατικής δύναμης έναντι χρησιμεύσει ως πηγή της παραγωγικής εργασίας στον καπιταλισμό. κεφαλαίου μπορεί να 2.4 Η σημασία της διάκρισης παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας σήμερα Οι καπιταλιστικές οικονομίες είναι επικεντρωμένες στη διαδικασία συσσώρευσης η οποία βασίζεται στην αυτό-επέκταση της αξίας μέσα από την παραγωγή της υπεραξίας και την μετατροπή της αμέσως μετά σε κεφάλαιο. Στόχος λοιπόν της παραπάνω διαδικασίας είναι η παραγωγή νέας αξίας αλλά και η ακόλουθη επένδυση της, δεν αρκείται δηλαδή στην συντήρηση της ήδη υπάρχουσας αξίας. Σύμφωνα με τον Marx (Marx, 1976a: 1048) για να συνεχίσει η διαδικασία της αυτό-επέκτασης, το κεφάλαιο θα πρέπει να ανταλλάσσεται με ένα είδος εργασίας η οποία θα παράγει υπεραξία, το είδος αυτό αποκαλείται παραγωγική εργασία. Συνεπώς υπό αυτή την έννοια η διάκριση της εργασίας σε παραγωγική και μη, αποτελεί μια εξέχουσα και σημαντική έννοια για την διαδικασία της συσσώρευσης, διότι μόνο η ανταλλαγή με παραγωγική εργασία μπορεί να παράγει υπεραξία. Εν αντιθέσει η μη παραγωγική εργασία όχι μόνο δεν παράγει υπεραξία αλλά καταναλώνει την ήδη υπάρχουσα, που δημιουργήθηκε από παραγωγική εργασία, ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει πηγή συσσώρευσης. Από τη στιγμή λοιπόν που ο διαχωρισμός μεταξύ των εργασιών επηρεάζει το ποσοστό υπεραξίας τότε αυτό έχει αντίκτυπο και στο ποσοστό του κέρδους, δεδομένου πως το πρώτο είναι θεμελιώδους σημασίας για τον καθορισμό του δεύτερου. Το γεγονός λοιπόν πως η υπεραξία είναι αποτέλεσμα παραγωγικής εργασίας, συνεπάγεται πως η αύξηση μη παραγωγικών εργασιών οδηγεί σε μείωση της παραχθείσας υπεραξίας, το οποίο έχει ως επακόλουθο την πτώση του ποσοστού κέρδους. Στα πλαίσια λοιπόν της πτωτικής τάσης του κέρδους, όλα τα παραπάνω έχουν ως περαιτέρω συνέπεια, η εν λόγω διάκριση να παίζει σημαντικό ρόλο στην κατανόηση και των καπιταλιστικών κρίσεων. Εκτός όλων των προαναφερθέντων πλεονεκτημάτων της διάκρισης της εργασίας, θα πρέπει σίγουρα να αναφερθούμε και στο γεγονός ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία όσων αφορά την ανάλυση των κρατικών παρεμβάσεων αλλά και την αναδιανομή των εισοδημάτων που προκύπτουν από αυτές. Υπάρχουν πολλοί λόγοι, όπως έχει γίνει ήδη αντιληπτό από τη μέχρι τώρα ανάλυση, για τους οποίους η πολυσυζητημένη αυτή διάκριση είναι σημαντική. Ωστόσο το καθεστώς των εργαζομένων που απασχολούνται στον τομέα των υπηρεσιών, σε σχέση με την διάκριση της εργασίας, είναι αρκετά αμφιλεγόμενο. Ως γνωστόν ο τριτογενής τομέας παραγωγής αντιπροσωπεύει το ολοένα αυξανόμενο κομμάτι της συνολικής εργασίας όλων των 19

26 καπιταλιστικών οικονομιών, αναπτυγμένων ή μη. Η καλύτερη κατανόηση των επιπτώσεων που έχει η ανάπτυξη αυτού του τομέα στη συνολική ανάπτυξη μιας καπιταλιστικής οικονομίας, εξαρτάται από τη σωστή ταξινόμηση των διαφόρων υπηρεσιών μεταξύ των εναλλακτικών επιλογών της διάκρισης της εργασίας. Αυτοί είναι εν συντομία οι πιο σημαντικοί και συνάμα οι πιο συζητημένοι λόγοι, για τους οποίους θεωρείται απαραίτητη η χρήση της διάκρισης της εργασίας σε παραγωγική και μη για την κατανόηση της ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας σε γενικό επίπεδο. Πέραν τούτων όμως, υπάρχουν και περεταίρω λόγοι, για την χρηστική σημασία του διαχωρισμού, οι οποίοι συσχετίζουν τη διάκριση με πρόσφατες τάσεις που χαρακτηρίζουν τον καπιταλισμό του 20ου αιώνα. Φυσικά, μεταξύ αυτών, βρίσκεται η έκρηξη των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα μιλάμε για την επέκταση των χρηματιστηριακών και τραπεζικών δραστηριοτήτων, λόγω του πολλαπλασιασμού των χρηματοοικονομικών μέσων. Επίσης η άνευ προηγουμένου αύξηση των συντάξεων, τα αμοιβαία κεφάλαια, γενικά η διεθνής ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών και η σταδιακή παρακμή του κράτους πρόνοιας οδήγησαν στην τεράστια αύξηση των ασφαλιστικών δραστηριοτήτων. Οι πρόσφατες αυτές εξελίξεις, καθιστούν επιτακτική ανάγκη να κατανοήσουμε το είδος της εργασίας ( παραγωγική ή μη ) που χρησιμοποιήθηκε στους χρηματοπιστωτικούς τομείς, προκειμένου να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της κατάστασης αυτής στην διαδικασία της συσσώρευσης. 38 Ένας ακόμα τομέας, στον οποίο παρατηρείται μια έντονη κινητικότητα (επέκταση), είναι αυτός των υπηρεσιών κατανάλωσης σε διεθνές επίπεδο, σε συνδυασμό με την επιρροή που ασκεί η παγκοσμιοποίηση ως φαινόμενο, η τεχνολογική πρόοδος και η αλλαγή του τρόπου ζωής. Όπως για παράδειγμα είναι η μαζική κατανάλωση διαφόρων μορφών αθλητισμού, η τεράστια ανάπτυξη το τουρισμού και επιχειρήσεων μαζικής εστίασης, ο τομέας των τηλεπικοινωνιών και των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, μάρκετινγκ, διαφήμιση, συμβουλευτικές και νομικές υπηρεσίες. Όλα τα παραπάνω οδήγησαν συγκεκριμένους τομείς δραστηριοτήτων να αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς. Οι δραστηριότητες αυτές, εξαιτίας της διαφορετικής τους φυσικής υπόστασης, έχουν διαφορετικές επιπτώσεις στην διαδικασία της συσσώρευσης. Η κάθε μια μπορεί να εξεταστεί και να αξιολογηθεί με βάση την διάκριση μεταξύ των δύο φάσεων της παραγωγής, αυτή της παραγωγής και αυτή της κυκλοφορίας πάντα σε σχέση με την διάκριση της κοινωνικής εργασίας. Τέλος, μια ακόμα κρίσιμη τάση της τελευταίας δεκαετίας έχει να κάνει προφανώς με τις διαρθρωτικές αλλαγές που παρατηρούνται στον τομέα παροχής υπηρεσιών γνωστές και ως κοινωνικές υπηρεσίες (υγεία, εκπαίδευση, στέγαση κλπ.). Στον συγκεκριμένο τομέα έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια για τη σταδιακή ιδιωτικοποίηση των δραστηριοτήτων και 38 Savran and Tonak (1999) 20

27 εμπορευματοποίηση υπηρεσιών, τόσο από την πλευρά της αστικής τάξης όσο και από την πλευρά των εκάστοτε κυβερνήσεων, οι οποίες στο παρελθόν ανήκαν κατά κύριο λόγο στο δημόσιο τομέα και ορισμένες από αυτές παρέχονταν δωρεάν. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω, όπως θα γίνει κατανοητό στη συνέχεια, πως η προσπάθεια που γίνεται στην ουσία συνεπάγεται τη μετατροπή της μη παραγωγικής εργασίας σε παραγωγική, τόσο των ιδιωτικών υπαλλήλων όσο και των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, οι οποίοι ουσιαστικά γίνονται αντικείμενα εμπορικής εκμετάλλευσης μέσω της εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών που παρέχουν. Το φαινόμενο αυτό οδηγεί σε αύξηση του πλεονάσματος αντιμετωπίζοντας έτσι ως ένα βαθμό την τάση αύξησης των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων, σε βάρος των παραγωγικών, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την μείωση του ήδη παραγόμενου πλεονάσματος στο σύγχρονο καπιταλισμό. Βέβαια το φαινόμενο της ιδιωτικοποίησης θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολλά άλλα σημαντικά θέματα γύρω από την ευημερία των εργαζομένων, θέματα περί ανεργίας ή συνθηκών εργασίας και άλλα που σχετίζονται με πολλές πτυχές της ταξικής πάλης στη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία. Ζητήματα που έχουν κυρίως πολιτική διάσταση και για αυτό δεν εμπίπτουν στα πλαίσια ανάλυσης της παρούσας εργασίας. Συνοψίζοντας λοιπόν, οι δύο γνωστές κατηγορίες παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας είναι απαραίτητες για την σαφή και ολοκληρωτική κατανόηση της λειτουργίας μιας καπιταλιστικής οικονομίας. 21

28 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΏΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ 3.1 Τι είναι οι Εθνικοί Λογαριασμοί Στο πλαίσιο της στατιστικής πληροφόρησης, ένα ιδιαίτερο πεδίο για την παρουσίαση και αποτύπωση των οικονομικών στοιχείων και πληροφοριών, είναι οι Εθνικοί Λογαριασμοί. Οι δε πληροφορίες που αντλούνται από το σύστημα αυτό, και επεξεργάζονται από τις στατιστικές υπηρεσίες, είναι πολύ χρήσιμες για τον έλεγχο των οικονομικών θεωριών αλλά και για την χάραξη οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Το λογιστικό σύστημα των εθνικών λογαριασμών είναι μία ποσοτική περιγραφή των οικονομικών φαινομένων 39 σε μια χώρα, σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο (ενός έτους ή ενός τριμήνου), χρησιμοποιώντας κυρίως έννοιες όπως το Εθνικό προϊόν, το Εθνικό εισόδημα και την Εθνική δαπάνη. Με κύρια χαρακτηριστικά την πληρότητα, διότι περιγράφει ολόκληρη την οικονομία και όχι κάποιο συγκεκριμένο πεδίο της οικονομίας και την συστηματικότητα, γιατί κάθε μεμονωμένη εγγραφή στους εθνικούς λογαριασμούς αποτελεί μέρος ενός πλήρως συνεπούς συστήματος. Πρέπει επίσης να σημειωθεί πως κάθε συναλλαγή καταγράφεται δύο φορές, τόσο σαν εισροή όσο και σαν εκροή. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του συστήματος Εθνικών Λογαριασμών είναι η καταγραφή των συνολικών συναλλαγών της οικονομίας. Η τεχνική μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι το διπλογραφικό σύστημα και είναι τυποποιημένη και κοινώς αποδεκτή από όλες τις χώρες. Η αρχή της διπλογραφίας αντανακλά τη διπλή φύση όλων των συναλλαγών και προκύπτει από τον κλασικό κανόνα της Γενικής Λογιστικής: πως σε κάθε πίστωση υπάρχει και η αντίστοιχη χρέωση. Έτσι ολόκληρο το διασυνδεμένο πλαίσιο των Λογαριασμών του Συστήματος Εθνικών Λογαριασμών στηρίζεται στην αρχή της διπλογραφίας 40. Έτσι λοιπόν στη σύγχρονη πραγματικότητα, οι εθνικοί λογαριασμοί αποτελούν πλέον ένα μέσο στατιστικής και οικονομικής πληροφόρησης ιδιαίτερης και βαρύνουσας σημασίας, διευκολύνοντας την παρακολούθηση και σύγκριση της οικονομίας τόσο σε διεθνές επίπεδο όσο και σε εθνικό επίπεδο ξεχωριστά, όπως θα διαπιστώσουμε και παρακάτω. 39 Τα οικονομικά φαινόμενα αναφέρονται σε δραστηριότητες, όπως η παραγωγή, η κατανάλωση των νοικοκυριών, η κατανάλωση του δημοσίου, η επένδυση, η αποταμίευση κλπ. 40 Σταμάτης (1990), σελ

29 3.2 Σκοποί κατάρτισης των Εθνικών Λογαριασμών Αναγκαία λοιπόν χαρακτηρίζεται η κατάρτιση των Εθνικών λογαριασμών όχι μόνο ως ένα μέσο που απλά παρέχει πληροφορίες για στοιχεία που είναι χρήσιμα στην οικονομική θεωρία, σε ένα θεωρητικό και αναλυτικό πλαίσιο, αλλά και για άλλους σημαντικούς σκοπούς μιας οικονομίας όπως: Η παρουσίαση μίας συνολικής εικόνας της λειτουργίας μιας οικονομίας. Ο υπολογισμός οικονομικών δεικτών. Η παροχή στοιχείων απαραίτητων για το σχεδιασμό και την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικοοικονομικών πολιτικών. Όσον αφορά τον τελευταίο σκοπό θα πρέπει σημειωθεί πως: Αφετηρία και βάση του συστήματος των Εθνικών Λογαριασμών αποτέλεσε μια σειρά από θεωρίες που έλαβαν χώρα κυρίως μετά το 1930, με πιο γνωστή την επικράτηση της Κεϋνσιανής θεωρίας. Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν όταν μια οικονομία βασιστεί μόνο στις δικές τις δυνάμεις χωρίς να επιτρέψει καμία κρατική παρέμβαση, τότε οδηγείται σε περιόδους κρίσεων και ότι αυτό συνεπάγεται. Για τους οικονομολόγους που εστερνίζονται την κεϋνσιανή αυτή άποψη για να μπορέσει μια οικονομία να ξεφύγει από μια περίοδο ύφεσης θα πρέπει να επέμβει το κράτος ασκώντας την κατάλληλη δημοσιονομική ή νομισματική πολιτική. Για να γίνει κάτι τέτοιο όμως θα πρέπει να υπάρχουν επαρκή στοιχεία που αφορούν στα διάφορα μακροοικονομικά μεγέθη (φόροι, δαπάνες, μισθοί, άλλα εισοδήματα καθώς και η κατανομή τους) και κυρίως από την πλευρά των δαπανών 41, διαφορετικά δεν θα είναι αποτελεσματική οποιαδήποτε οικονομική πολιτική κι αν ασκηθεί. 42 Σύμφωνα με τον William Petty 43, η ποσοτική οικονομική ανάλυση είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τη διόρθωση ή τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης μιας χώρας μέσω της άσκησης οικονομικής πολιτικής. Και το σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών μπορεί να χαρακτηριστεί ως τέτοιο. Μπορεί επίσης να αποτελέσει μια εναλλακτική μέθοδο (συλλογής στατιστικών στοιχείων) μέτρησης του πλεονάσματος που παράγεται σε μια οικονομία, ένα μέγεθος με στο οποίο δίνουν ιδιαίτερη σημασία οι κλασικοί οικονομολόγοι. Και αυτό γιατί η μέθοδος αυτή 41 Σύμφωνα με την κεϋνσιανή θεωρία οι δαπάνες καθορίζουν το ύψος του παραγόμενου προϊόντος και την απαιτούμενη για την παραγωγή του απασχόληση. Όμως η εκτίμηση του παραγόμενου προϊόντος από την πλευρά των δαπανών είναι αρκετά δύσκολη αλλά και περιττή, εξαιτίας όλης της διαδικασίας που πρέπει να ακολοθουθεί. 42 Μανιάτης,Τσαλίκη και Τσουλφίδης 1999, σελ Άγγλος οικονομολόγος, επιστήμονας και φιλόσοφος. Με μεγάλη συνεισφορά στα ποσοτικά οικονομικά. Γνωστός για τις θεωρίες του στα οικονομικά, τις μεθόδους συλλογής στατιστικών στοιχείων και σε αυτόν οφείλεται το ξεκίνημα της φιλοσοφίας του «laissez-faire» σε σχέση με την κυβερνητική δραστηριότητα. ( ). 23

30 διαθέτει δυο σημαντικά πλεονεκτήματα: πρώτον, μέσα από τέτοιου είδους στατιστικές μπορεί να γίνει εύκολα σύγκριση των στοιχείων σε παγκόσμιο επίπεδο αφού η μεθοδολογία συγκρότησης των εθνικών λογαριασμών είναι κοινή για όλες τις χώρες και αναπτύσσονται από τον οργανισμό Ηνωμένων Εθνών 44 και άλλους διεθνείς οργανισμούς. Και δεύτερον, οι εθνικοί λογαριασμοί εκδίδονται σε τακτά χρονικά διαστήματα δίνοντας έτσι τη δυνατότητα παρακολούθησης της εξέλιξης του πλεονάσματος πολύ πιο συχνά Η Ιστορική εξέλιξη των Συστημάτων Εθνικών Λογαριασμών Η πρώτη ομάδα Διεθνών Συστημάτων Εθνικών Λογαριασμών καταρτίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 40 υπό την εποπτεία των Ηνωμένων Εθνών και του ΟΟΣΑ, που υιοθέτησαν κοινά πρότυπα, και βασίστηκε στην εμπειρία πρωτοπόρων κρατών, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ολλανδία και οι Σκανδιναβικές χώρες. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του και 60, παρατηρήθηκε σημαντική εξέλιξη ανάπτυξη όσον αφορά στις στατιστικές δραστηριότητες πολλών χωρών, συμπεριλαμβανομένων και των εθνικών τους λογαριασμών. Έτσι λοιπόν, δεν άργησε να δημιουργηθεί υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών το Σύστημα Εθνικών Λογαριασμών (ΣΕΛ 1968) 47 και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Σύστημα Ολοκληρωμένων Οικονομικών Λογαριασμών (ΕΣΟΛ 1970) υπό την επίβλεψη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. 48 Δεν είναι όμως αυτή η παρθενική εμφάνιση των Εθνικών Λογαριασμών στην πορεία της οικονομικής ιστορίας, μπορεί όχι με τη σημερινή μορφή και σύσταση τους όμως έχοντας την ίδια έννοια και τον ίδιο σκοπό : την εκτίμηση του συνολικού πλούτου μιας οικονομίας. Αναλύοντας την ιστορία της διάκρισης της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας σε βάθος χρόνου θα παρατηρήσουμε αρκετά στοιχεία που μας παραπέμπουν στο σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών. Υπάρχει συνεπώς ένας παραλληλισμός μεταξύ των προαναφερθέντων εννοιών. 44 Καταρτίζονται σύμφωνα με το «United Nations System of National Accounts». 45 Danielson (1994), σελ Το 1950 ανατέθηκε από τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας σε ομάδα εμπειρογνωμόνων υπό την καθοδήγηση του Stone και καταρτίστηκε ενιαίο σύστημα προκειμένου να κατανεμηθεί όσο το δυνατόν δικαιότερα το σχέδιο Marshal, καθώς επίσης και να μετρηθεί η επιτυχία της προσπάθειας της οικονομικής ανόρθωσης. Το σύστημα αυτό ονομάστηκε «Απλοποιημένο Σύστημα Εθνικών Λογαριασμών». Ενώ αργότερα δημοσιεύθηκε από τον Ο.Ε.Ο.Σ. με τον τίτλο «Τυποποιημένο Σύστημα Εθνικών Λογαριασμών». 47 Στο οποίο ενοποιήθηκαν τέσσερεις βασικές κατηγορίες λογαριασμών: ο βασικός τύπος εισοδήματος και δαπάνης, οι πίνακες εισροών-εκροών, οι λογαριασμοί ροών χρηματικού κεφαλαίου και οι εθνικοί ισολογισμοί. 48 Στοιχεία που αντλήθηκαν από δημοσιεύσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. 24

31 Για να γίνω πιο συγκεκριμένη, από την εποχή ακόμα των μερκαντιλιστών εκφράστηκε η επιθυμία αποτίμησης του συνολικού πλούτου μιας οικονομίας αλλά και ο τρόπος διανομής του με απώτερο σκοπό την εκτίμηση της φοροδοτικής ικανότητας του έθνους. Στη συνέχεια ακολουθούν οι υποστηρικτές της Φυσιοκρατικής σχολής, οι οποίοι συνέβαλαν στην ποσοτική οικονομική ανάλυση με τη δημιουργία του Οικονομικού Πίνακα (Tableau Economique) του Quesnay, μέσα από το οποίο προσπάθησαν να περιγράψουν τη λειτουργία της οικονομίας με έναν αναλυτικό τρόπο αντιλαμβάνοντας την διαδικασία της κοινωνικής αναπαραγωγής ως ένα λογιστικό σύστημα διπλής εισόδου. Σε αυτό το λογιστικό σύστημα βασίστηκαν και οι Smith και Ricardo καθιστώντας ευρύτερο το περιεχόμενο του καθώς θεωρούν πως ο πλούτος μιας οικονομίας προέρχεται από την ροή εισοδημάτων από μισθούς κέρδη, γαιοπρόσοδο και τόκο, εν αντιθέσει με τους Φυσιοκράτες και Μερκαντιλιστές οι οποίοι υποστηρίζουν πως προέρχεται από την ροή του καθαρού προϊόντος σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας. Η καταμέτρηση του εισοδήματος μέχρι να φτάσουμε στην δεκαετία λίγο μετά το κραχ και της οικονομικής κρίσης του 1930, ήταν αρκετά δύσκολη. Γεγονός που συνέβαινε, αφενός διότι η συλλογή των απαραίτητων στοιχείων από όλες τις χώρες δεν ήταν εύκολη υπόθεση, κυρίως εξαιτίας διαφόρων συγκυριών (πόλεμοι, εθνικό-πολιτικά δρώμενα), και αφετέρου διότι η συλλογή αυτή δεν γινόταν με την ίδια συχνότητα και συστηματικότητα με την αντίστοιχη των Εθνικών Λογαριασμών που πραγματοποιείται σήμερα. Παρόλα αυτά όσες χώρες κατάφεραν κατά τη διάρκεια των αιώνων που προηγούνται, να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα στοιχεία για την καταμέτρηση του εισοδήματος τους και να καταρτίσουν τους Εθνικούς Λογαριασμούς, στην ουσία το σύστημα αυτό αντανακλούσε τις απόψεις των κλασικών οικονομολόγων περί παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Εύλογα διαπιστώνομε πως αυτό συνέβαινε γιατί η εν λόγω διάκριση κυριαρχούσε στην οικονομική θεωρία για πολλές δεκαετίες μετά τον Ricardo, όπως και η πεποίθηση των κλασικών οικονομολόγων ότι ο πλούτος ενός έθνους είναι ευθέως ανάλογος του αριθμού εργαζομένων στην παραγωγή αγαθών παρά υπηρεσιών 49. Ως εκ τούτου οι Εθνικοί Λογαριασμοί αναφέρονται στο εθνικό εισόδημα είτε ως άθροισμα των εισοδημάτων των παραγωγικών συντελεστών (μισθοί, κέρδη, γαιοπρόσοδο) είτε ανάλογα με τον κλάδο προέλευσης (εισοδήματα από γεωργία, βιομηχανία κι εμπόριο) 50. Όπως αναφέραμε πολλάκις στο προηγούμενο κεφάλαιο, οι δραστηριότητες και υπηρεσίες του κράτους αναλώνουν τον ήδη δημιουργούμενο πλούτο, δεν δημιουργούν δηλαδή εισόδημα και κατά συνέπεια κατατάσσονταν στις μη παραγωγικές εργασίες των τότε Εθνικών Λογαριασμών 51. Σύμφωνα με την ιστορική αναδρομή της διάκρισης μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας που προηγήθηκε, η εν λόγω διάκριση εγκαταλείφθηκε με την 49 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1999), σελ Studenski (1958) 51 Μιλώντας πάντα για τις χρονικές περιόδους πριν το

32 επικράτηση των νεοκλασικών οικονομολόγων, επαληθεύοντας την πρόβλεψη που είχε κάνει ο Marshall. Ο οποίος υποστήριζε παράλληλα πως η μετάβαση αυτή, από την επί δεκαετίες άποψη των κλασικών οικονομολόγων σε αυτή των νεοκλασικών θα πρέπει να γίνει σταδιακά. Καθότι πλέον η επικρατούσα νεοκλασική άποψη θα αντανακλάται στο σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών. Πριν από αυτήν όμως, την κλασική άποψη περί διάκρισης είχαν υιοθετήσει και οι επιχειρηματίες στο δικό τους λογιστικό σύστημα και βάσει αυτών των στοιχείων ανακοινώνονταν οι Εθνικοί Λογαριασμοί. Συνεπώς χρειάζεται ένα εύλογο χρονικό διάστημα για την αποδοχή της νέας αυτής κατάστασης αλλά και την προσαρμογή σε αυτήν. Ακόμη και σήμερα οι ορθόδοξοι οικονομολόγοι δεν αποδέχονται την εν λόγω διάκριση αλλά και οποιαδήποτε προσπάθεια γίνει με γνώμονα αυτήν. Παρόλα αυτά όμως οι επιχειρήσεις μέσα από τον τρόπο που κοινοποιούν τα στοιχεία τους είναι ξεκάθαρο πως έμμεσα στηρίζονται στην διάκριση μεταξύ παραγωγικών και μη παραγωγικών εργασιών. Ασχέτως αν στην πορεία επεξεργάζονται και αποτυπώνονται με την ορθόδοξη λογική από την αρμόδια Στατιστική Αρχή. 3.4 Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (Ε.Σ.Λ. 1995) Στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι Εθνικοί Λογαριασμοί έχουν επιπλέον αποτελέσει τη βασικότερη πηγή άντλησης όλων εκείνων των στοιχείων που είναι απαραίτητα για τη χάραξη, την εφαρμογή και την πιστοποίηση των οικονομικών της πολιτικών. Για την ΕΕ και τα κράτη μέλη, τα στοιχεία με βάση αυτό το πλαίσιο παίζουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο για τη διαμόρφωση και παρακολούθηση τόσο της κοινωνικής και όσο και της οικονομικής πολιτικής τους. Σημαντικές διαδικασίες και χαρακτηριστικά γνωρίσματα όπως τα κριτήρια σύγκλισης για την οικονομική και νομισματική ένωση, η χορήγηση οικονομικής υποστήριξης σε περιφέρειες της ΕΕ, όπως, επίσης, και ο καθορισμός των ιδίων πόρων της ΕΕ βασίζονται στα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών. Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (ΕΣΛ ESA) αποτελεί ένα συνεπές και ολοκληρωμένο σύνολο πινάκων, λογαριασμών και ισολογισμών που βασίζονται σε ένα σύνολο διεθνώς συμφωνημένων εννοιών, ορισμών, συνθηκών, ταξινομήσεων και λογιστικών κανόνων, με κύριο σκοπό να δώσουν μία συστηματική, συγκρίσιμη και πληρέστερη εικόνα της οικονομικής δραστηριότητας κάθε κράτους μέλους. Το κεντρικό πλαίσιο που λαμβάνει χώρα στο ΕΣΛ αφορά τις ταξινομήσεις των οικονομικών μονάδων και των συναλλαγών, το σύστημα των λογαριασμών και τα μακροοικονομικά μεγέθη και τέλος το πλαίσιο εισροών εκροών. Για όλους τους παραπάνω λόγους καταβάλλεται ιδιαίτερα σημαντική προσπάθεια, τόσο από τις επιμέρους Εθνικές 26

33 Στατιστικές Υπηρεσίες όσο και από την Ευρωπαϊκή Στατιστική υπηρεσία ( Eurostat ), για την ανάπτυξη μεθοδολογιών που θα προσδιορίζουν τον τρόπο καταγραφής των ολοένα και πλέον πολύπλοκων οικονομικών και άλλων συναλλαγών. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί σημαντικές εξελίξεις στα στατιστικά συστήματα των εκάστοτε κρατών μελών της Ε.Ε, γεγονός το οποίο έχει αντίκτυπο και στο επίπεδο των Εθνικών Λογαριασμών εξελίσσοντας το ίδιο το σύστημα μέσω: Της εφαρμογής νέου συστήματος Εθνικών Λογαριασμών (ESA95) Της αύξησης του όγκου των αιτουμένων στοιχείων Των υπολογισμών με βάση αυστηρές προδιαγραφές που προσδιορίζονται βάσει Κανονισμών Των αυξημένων απαιτήσεων για επεκτάσεις του συστήματος πέραν της οικονομικής διάστασης και σε άλλες, όπως κοινωνικές (SAM), περιβαλλοντολογικές κ.α Οι πρόσφατες εξελίξεις στους Ελληνικούς Εθνικούς Λογαριασμούς Όπως λοιπόν διαπιστώσαμε σύμφωνα με τα όσα προαναφέραμε, παρατηρείται ιδιαίτερη εξέλιξη στην ανάπτυξη και εφαρμογή των συστημάτων Εθνικών Λογαριασμών σε διεθνές επίπεδο. Έτσι το 2010 καταρτίστηκε ένα Σχέδιο Δράσης για τις Ελληνικές αρχές,με πρωτεύων στόχο την ποιοτική βελτίωση και συνάμα την ανάπτυξη των εθνικών λογαριασμών και των δημοσιονομικών στατιστικών, γεγονός που μας αποδεικνύει την σημαντικότητα τους για το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Στην όλη αυτή πορεία του συστήματος των Εθνικών Λογαριασμών δεν πρέπει να παραλείψουμε τις σημαντικές ενέργειες και τα επιτεύγματα που έλαβαν χώρα και συνοψίζονται στα εξής 53 : Ο ριζικός ανασχηματισμός των διαδικασιών και της γενικότερης προσέγγισης για την κατάρτιση των δημοσιονομικών στατιστικών του ελλείμματος και του χρέους, συμβαδίζοντας πάντα με τους κανόνες που έχουν τεθεί από τις αρμόδιες αρχές. Η δημοσίευση των ετήσιων ελληνικών δημοσιονομικών στατιστικών, δύο συνεχείς φορές το χρόνο, αλλάζοντας τελείως τη χρόνια πρακτική που ακολουθούσε η χώρα μας μέχρι σήμερα, και χωρίς επιφυλάξεις από τη Ευρωπαϊκή στατιστική αρχή ( Eurostat ). Κατάρτιση μητρώου των φορέων, επιχειρήσεων και οργανισμών που ταξινομούνται στη Γενική Κυβέρνηση με βάση τα κριτήρια του ESA 95 και δημοσίευσή του στον διαδικτυακό χώρο. 52 Στοιχεία που αντλήθηκαν από δημοσιεύσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. 53 Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, Πειραιάς

34 Η αναβάθμιση των ερωτηματολογίων για τη συλλογή δεδομένων (ετήσιων, τριμηνιαίων, μηνιαίων) από τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, μέσω των οποίων πραγματοποιείται εκπαίδευση των στατιστικών ανταποκριτών των φορέων αυτών, στην ορθή παροχή των αναγκαίων πρωτογενών δεδομένων. Η ανάπτυξη εφαρμογών διαδικτύου για διαβίβαση στοιχείων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης. Η υπογραφή πρωτοποριακών μνημονίων συνεργασίας με όλα τα Υπουργεία, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και την Τράπεζα της Ελλάδος, για τη διασφάλιση διαφανούς, έγκυρης και έγκαιρης παραγωγής των δημοσιονομικών στατιστικών. Ο επανυπολογισμός των τριμηνιαίων δημοσιονομικών στατιστικών στοιχείων με την νέα μεθοδολογία η οποία εναρμονίζεται με το σύστημα ESA 95, για το έτος 2009 και μετά, χρησιμοποιώντας δεδομένα από πρωτογενείς πηγές για πιο έγκυρη αποτύπωση της δημοσιονομικής εξέλιξης από τρίμηνο σε τρίμηνο. Εξέταση της ανάγκης αναθεώρησης των ετήσιων εθνικών λογαριασμών (ΑΕΠ) μέχρι το Σεπτέμβριο 2011, σε στενή συνεργασία με τη Eurostat. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, συμπεραίνουμε αναμφισβήτητα πως το σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα συστήματα παρουσίασης των οικονομικών δεδομένων των χωρών. Οι Εθνικοί Λογαριασμοί αντικατοπτρίζουν τα βασικά εθνικοοικονομικά μεγέθη (το Εθνικό προϊόν, το Εθνικό Εισόδημα, την Εθνική Δαπάνη, τη Δημόσια Κατανάλωση ), έτσι λοιπόν μέσω του συστήματος αυτού, όπως αναπτύχθηκε και πρωτύτερα, μπορούν να διαπιστωθούν αλλά και να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα κάθε οικονομίας, κάτω όμως από συγκεκριμένες συγκυρίες δηλαδή, με τον σωστό υπολογισμό και τη σωστή αξιοποίηση των στατιστικών στοιχείων που παρέχει το σύστημα αυτό. 28

35 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΜΑΡΞΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ & ΕΘΝΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 4.1 Οι βασικές διαφορές μεταξύ μαρξικών κατηγοριών και Ε.Λ. Η μεθοδολογία των Εθνικών Λογαριασμών συμβαδίζει με την νεοκλασική θεωρία, όσον αφορά την αντίληψη πως όλες οι σφαίρες της κοινωνικής αναπαραγωγής, εκτός αυτή της κατανάλωσης, δηλαδή της παραγωγής, της κυκλοφορίας, της συντήρησης και αναπαραγωγής παράγουν νέα αξία και κατά συνέπεια συνεισφέρουν στην αύξηση του πλούτου της οικονομίας. Γεγονός που αντανακλάται και στον τρόπο μέτρησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος από τους Εθνικούς Λογαριασμούς. Όλη η οικονομική δραστηριότητα δημιουργεί εισοδήματα, ενώ κάποια από αυτά είναι ταυτόχρονα και προϊόντα τα οποία αυξάνουν τον κοινωνικό πλούτο. Παρατηρούμε λοιπόν πως υπάρχει μια ταύτιση μεγεθών και συγκεκριμένα μεταξύ του εισοδήματος και του προϊόντος. Όμως ένα ποσοστό του συνολικού εισοδήματος προέρχεται από δραστηριότητες οι οποίες λαμβάνουν χώρα είτε στην σφαίρα της κυκλοφορίας, είτε στη σφαίρα της συντήρησης. Με λίγα λόγια ένα μέρος της οικονομικής δραστηριότητας δημιουργεί εισόδημα χωρίς ταυτόχρονα να δημιουργεί προϊόν. Η μέχρι τώρα συζήτηση μας δίνει τη δυνατότητα να ταξινομήσουμε τα διάφορα είδη εργασίας που πραγματοποιούνται σε διάφορες μορφές κοινωνικών σχέσεων μέσα σε μια συγκεκριμένη και ιστορικά δεδομένη καπιταλιστική οικονομία. Στην συνέχεια της ανάλυσης μας γίνεται διάκριση μεταξύ των κλάδων που εμπεριέχουν παραγωγική εργασία 54 και αυτών που εμπεριέχουν μη παραγωγική εργασία Πίνακας Υποθέτουμε ότι οι εργασίες απασχολούνται σε καπιταλιστικές εταιρείες υπό καπιταλιστικές συνθήκες 29

36 ΠΙΝΑΚΑΣ 1 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΚΛΑΔΩΝ ΣΕ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Πηγή: Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1999), σελ. 128 Πρέπει να σημειωθεί πως η κατάταξη ορισμένων κλάδων στην μαρξική κατηγορία των μη παραγωγικών εργασιών σημαίνει πως ενώ η καταγραφή της καθαρής αξίας τους στους Εθνικούς Λογαριασμούς συνεπάγεται πως έχει δημιουργηθεί από τους ίδιους, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι αληθές. Πιο συγκεκριμένα, στον κλάδο του εμπορίου η καθαρή αξία έχει δημιουργηθεί από παραγωγική εργασία και στον κλάδο αυτό απλά πραγματοποιείται. Επίσης στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, αφορά συναλλαγές και αλλαγές στην ιδιοκτησία ή δανεισμό χρεογράφων και χρηματικού κεφαλαίου. Ενώ στον κλάδο των κατοικιών όπως και της δημόσιας διοίκησης και άμυνα είναι πλασματική, δηλαδή στην πρώτη περίπτωση απλά δεν προκύπτει από καμία εργασία ενώ στην δεύτερη γίνεται διπλή καταμέτρηση 55. Ένα φαινόμενο των ημερών μας είναι το ότι δραστηριότητες που ανήκουν στις σφαίρες κοινωνικής αναπαραγωγής που σύμφωνα με τους κλασικούς οικονομολόγους δεν θεωρούνται 55 Στους Εθνικούς Λογαριασμούς η συνεισφορά του κρατικού τομέα ισούται με τους μισθούς των υπαλλήλων του, επειδή όμως οι μισθοί αυτοί προκύπτουν από τους φόρους που επιβάλλονται στο προϊόν και στα εισοδήματα του ιδιωτικού τομέα, έχουν ήδη καταγραφεί μια φορά στο ΑΕΠ. 30

37 παραγωγικές, εκλαμβάνονται από τους σύγχρονους οικονομολόγους ως παραγωγικές και έτσι αποτυπώνονται στους Εθνικούς Λογαριασμούς. Δεδομένου ότι οι κατηγορίες διάκρισης της εργασίας σε «παραγωγική και μη», σύμφωνα με τον Marx ορίζονται σε σχέση με την παραγωγή αξίας και υπεραξίας, κάθε εμπειρική ανάλυση που αποσκοπεί στην χρησιμοποίηση της, θα πρέπει πρώτα να προτείνει μια μέθοδο η οποία θα συσχετίζει τις μαρξικές μεταβλητές με τα αντίστοιχα εμπειρικά παρατηρήσιμα δεδομένα. Όπως έχει γίνει μέχρι τώρα αντιληπτό, η διαφορά ανάμεσα στην μαρξική θεωρία και την θεωρία των ορθόδοξων φαίνεται στον τρόπο καταμέτρησης των αποτελεσμάτων της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και το κατά πόσο συμβάλλουν οι κλάδοι, ο καθένας ξεχωριστά στο ΑΕΠ. Πολλές μέθοδοι μπορούν να βρεθούν στη βιβλιογραφία. Μια από τις πιο διαδεδομένες, την οποία και θα ακολουθήσω, είναι να αναδιατάξουμε τις ροές που καταγράφονται στους εθνικούς λογαριασμούς και τους πίνακες εισροών-εκροών 56 και να καθορήσουμε τα νομισματικά μεγέθη των μαρξικών μεταβλητών, έτσι ώστε στην παρουσίαση της εμπειρικής μας ανάλυσης να υπάρχει μια αντιστοιχία, μεταξύ της αξίας της εργασίας και των τιμών. Διότι για να μπορέσω να εκτιμήσω και να ερμηνεύσω τη συμπεριφορά των βασικών μαρξικών μεταβλητών όπως, το ποσοστό υπεραξίας, το ποσοστό κέρδους, η μαρξική προστιθέμενη αξία, πρέπει να προηγηθεί μια αντιστοιχία μεταξύ των μαρξικών μεγεθών και αυτών των ΕΛ, βάσει της γνωστής πλέον διάκρισης της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Και έτσι θα γίνει, βασιζόμενη σε εργασία που δημοσίευσε ο Shaikh (1977a ) 57, παρουσιάζω παρακάτω μια προσέγγιση της αντιστοιχίας των μαρξικών κατηγοριών με αυτές των Ε. Λ, Πίνακας 2. Η προς εξέταση οικονομία μας είναι η ελληνική οικονομία, με πραγματικά στατιστικά στοιχεία από τους Εθνικούς Λογαριασμούς της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το έτος Πρόκειται για μια ρεαλιστική οικονομία, στην παρούσα ανάλυση όμως θα υποθέσω πως το σύνολο της οικονομίας αποτελείται από τους εξής τρεις τομείς δραστηριότητας: την παραγωγή, το εμπόριο και την πίστη. Έτσι θα εξετάσω σε τι βαθμό υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ των δύο κατηγοριών, των μαρξικών κατηγοριών και των Εθνικών Λογαριασμών. Όπως φαίνεται και από τον παρακάτω πίνακα, θα συγκρίνω τα μεγέθη σε όρους αληθινής οικονομίας ως εξής: την συνολική ακαθάριστη παραγωγή (αξία) με την ορθόδοξη ακαθάριστη παραγωγή, την μαρξική καθαρή προστιθέμενη αξία με την ορθόδοξη καθαρή προστιθέμενη αξία, το σταθερό κεφάλαιο με τις αποσβέσεις και πρώτες ύλες, το μεταβλητό κεφάλαιο με τους μισθούς, την υπεραξία με τα κέρδη, το ποσοστό υπεραξίας με τον λόγο κερδών/μισθών. 56 Τόσο ο Πίνακας Εισροών-Εκροών όσο και οι Εθνικοί Λογαριασμοί απεικονίζουν την οικονομική δραστηριότητα μίας χώρας. Αυτό στο οποίο έγκειται η διαφορά είναι ο τρόπος της απεικόνισης. 57 Στην οποία είχε παρουσιάσει την λύση του προβλήματος του μετασχηματισμού και για την οποία πρώτο βήμα αποτέλεσε η λύση του Marx. 31

38 Αρχικά θα πρέπει να αναφερθούμε στις σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ των κλάδων παραγωγής. Διαπιστώνουμε πως στην υπό εξέταση οικονομία, υπάρχει μια σχέση μεταξύ του τομέα του εμπορίου και του τομέα της παραγωγής, το προϊόν που παράγεται στην σφαίρα της παραγωγής πωλείται στο εμπορικό κεφάλαιο, το οποίο με τη σειρά του αξιοποιεί σύμφωνα με τις ανάγκες του. Διότι η παρουσία των εμπορευμάτων στην σφαίρα της κυκλοφορίας, για να πραγματοποιηθεί το τελικό προϊόν υπόκειται σε κάποιο κόστος : αγορά πρώτων υλών (m t ), αποσβέσεις (D t ) και μισθούς των εργατών (W t ). Το ποσό που υπολείπεται από το ακαθάριστο εμπορικό περιθώριο 58 μετά την εξόφληση των εξόδων αποτελεί τα εμπορικά κέρδη. Επίσης, οι δύο αυτοί τομείς της ελληνικής οικονομίας, με τη σειρά τους δανείζονται χρηματικό κεφάλαιο από τον χρηματοοικονομικό τομέα, κατά συνέπεια ένα μέρος των ακαθάριστων εσόδων τους χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση των δανειακών αυτών κεφαλαίων με την μορφή τόκων. Στην πραγματικότητα οι τόκοι αυτοί αποτελούν τα συνολικά έσοδα του χρηματοπιστωτικού τομέα, έτσι λοιπόν τα έσοδα αυτά χρησιμοποιούνται από τον τραπεζικό τομέα για την κάλυψη των εξόδων του όπως είναι οι ενδιάμεσες εισροές (πρώτες ύλες (m f ), αποσβέσεις (D f ) του πάγιου κεφαλαίου καθώς και οι μισθοί (W f ). Ότι απομένει από τα έσοδα των τόκων μετά την αποπληρωμή των παραπάνω εξόδων αποτελεί τα κέρδη του χρηματοοικονομικού τομέα. Αν μελετήσουμε λίγο πιο προσεκτικά τον Πίνακα 2 και συγκρίνουμε τα μεγέθη που απεικονίζει θα διαπιστώσουμε σημαντικές διαφορές μεταξύ των μαρξικών κατηγοριών και των Εθνικών Λογαριασμών. Ξεκινώντας με την μαρξική καθαρή προστιθέμενη αξία και το αντίστοιχο μέγεθος των Εθνικών Λογαριασμών (ΚΠΑ), παρατηρούμε μια μεγάλη απόκλιση μεταξύ τους. Αυτό συμβαίνει διότι το σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών στην καταμέτρηση της νέας αξίας, η οποία σύμφωνα με την μαρξική θεωρία και την άποψη γενικά των κλασικών δημιουργείται στον τομέα της παραγωγής δεν συμπεριλαμβάνει τα υλικά και τις αποσβέσεις του χρηματοοικονομικού τομέα και του εμπορίου. Όντως σύμφωνα με τα αριθμητικά δεδομένα του πίνακα για την ΚΠΑ, συμπεραίνουμε πως υπολείπεται κατά (σε εκατομμύρια ), ποσό που ισούται με τα κόστη των δύο μη παραγωγικών κλάδων του εμπορίου και της πίστης. Γι αυτό και είναι μικρότερο από το αντίστοιχο μαρξικό μέτρο. Στη συνέχεια διαπιστώνουμε μεγάλη διαφορά στο μεταβλητό κεφάλαιο και τους μισθούς στην ελληνική οικονομία καθώς οι μισθοί στην αποτύπωση των Εθνικών Λογαριασμών είναι αυξημένοι κατά (σε εκατομμύρια ), ποσό που αντιστοιχεί στο άθροισμα των μισθών των μη παραγωγικών εργατών ( W f + W t ). Επιπλέον, η συνολική υπεραξία από τη μια και τα κέρδη από την άλλη αποκλίνουν αρκετά, με τα κέρδη να ισούνται σχεδόν με τα 2/3 της συνολικής υπεραξίας, καθότι ένα μεγάλο μέρος της συνολικής υπεραξίας απορροφάται για την κάλυψη των εξόδων των ενδιάμεσων εισροών, των αποσβέσεων και των μισθών του χρηματοοικονομικού τομέα και του τομέα του εμπορίου. Εφόσον λοιπόν τα κέρδη είναι λιγότερα σε σχέση με την συνολική 58 Είναι ίσο με τη διαφορά μεταξύ της αξίας του προϊόντος και της τιμής αγοράς του από το εμπορικό κεφάλαιο. 32

39 υπεραξία και οι μισθοί αυξημένοι συγκριτικά με το μεταβλητό κεφάλαιο, τότε και ο λόγος κερδών/μισθών θα αποκλίνει από το αντίστοιχο ποσοστό υπεραξίας. Και έτσι είναι, ο λόγος ισούται με 60% ενώ το ποσοστό υπεραξίας φτάνει το 120%. Το κεφάλαιο έχει εξαντλήσει κάθε δυνατότητα αύξησης της διάρκειας και της έντασης της εργάσιμης ημέρας. ΠΙΝΑΚΑΣ 2 ΕΘΝΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΜΑΡΞΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ: Παραγωγή, Εμπόριο και Χρηματοοικονομικός τομέας (2008) *(σε εκατομμύρια ) Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων Ε.Λ. της Ελ. Στατ. 33

40 Πως ερμηνεύεται η αντίθετη τάση των δύο αυτών λόγων? Ο λόγος κερδών/μισθών υποεκτιμά διπλά ποσοστό υπεραξίας, η διπλή αυτή φύση της υποεκτίμησης έγκειται στο γεγονός ότι πρώτον υποεκτιμάται η συνολική υπεραξία από την στιγμή που παίρνει τη μορφή όχι μόνο των κερδών αλλά και των διαφόρων εξόδων (αποσβέσεις, πρώτες ύλες, μισθοί) των μη παραγωγικών κλάδων και δεύτερον ότι υπερεκτιμάται το μεταβλητό κεφάλαιο, αφού προσμετρά και τους μισθούς των μη παραγωγικών εργασιών. Γενικά παρατηρήθηκε πως, τουλάχιστον σε μια προσπάθεια θεωρητικής θεμελίωσης 59 της παραπάνω ανάλυσης, όσο περισσότεροι μη παραγωγικοί κλάδοι προστίθενται σε μια οικονομία, κλάδοι στους οποίους δεν παράγεται το προϊόν απλά πραγματοποιείται ή συναλλάσεται, τόσο περισσότερο οι μαρξικές κατηγορίες θα αποκλίνουν από τις αντίστοιχες μετρήσεις των Εθνικών Λογαριασμών. Όπως για παράδειγμα αν εξετάζαμε τα ίδια μεγέθη με την πρόσθεση του τομέα δημόσιας διοίκησης και άμυνας ή ακόμη καλύτερα το σύνολο των κλάδων, στο προαναφερθέν μοντέλο της οικονομίας. Σκοπό των εμπειρικών εκτιμήσεων αποτελεί η εξακρίβωση της εμπειρικής σχέσης μεταξύ των μαρξικών και των ορθόδοξων κατηγοριών. Συγκεκριμένα για την χρονιά που εξετάζουμε παρατηρείται μια αύξηση της μη παραγωγικής εργασίας έναντι της παραγωγικής. Σύμφωνα με ότι αναφέραμε προηγουμένως οι μη παραγωγικές δραστηριότητες συντελούν στην αναπαραγωγή και τη διατήρηση του συστήματος. Κατά συνέπεια αναπτύσσονται από τη στιγμή που ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής βρίσκεται σε προχωρημένο επίπεδο. Η διαφορά που υφίσταται στα ποσοστά της υπεραξίας και του λόγου κερδών/μισθών (120% έναντι 60%), έγκειται στο γεγονός ότι στον υπολογισμό του δεύτερου περιλαμβάνονται οι μη παραγωγικές δραστηριότητες. Εδώ φαίνεται η σημασία της διάκρισης της εργασίας σε παραγωγική και μη παραγωγική καθώς και η αντίστοιχη διαφορά μεταξύ των μαρξικών κατηγοριών και των ορθόδοξων. Κοντολογίς υπάρχουν τρεις σημαντικές και καθοριστικές διαφορές μεταξύ των μαρξικών κατηγοριών και του συστήματος των Εθνικών Λογαριασμών, στον τρόπο καταμέτρησης της συνολικής αξίας. Για τον λόγο αυτό τα μεγέθη που αποτυπώνονται στους Εθνικούς Λογαριασμούς δεν αποτελούν κατάλληλη εμπειρική προσέγγιση των κατηγοριών της μαρξικής θεωρίας, ιδιαίτερα ο λόγος κερδών / μισθών με το ποσοστό της υπεραξίας. Όπως αναφέραμε πρωτύτερα η κυκλοφορία ή η συναλλαγή των εμπορευμάτων στις αντίστοιχες σφαίρες της οικονομίας, συνεπάγεται κάποιο κόστος εξαιτίας των ενδιάμεσων εισροών που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Τα κόστη αυτά των πρώτων υλών και των αποσβέσεων που έχουν τα πάγια κεφάλαια του κάθε τομέα, δεν λαμβάνονται υπόψη από το σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών καθώς δεν αποτελούν εισόδημα. Στην πραγματικότητα όμως, αντιπροσωπεύουν ένα κομμάτι της συνολικής αξίας που έχει δημιουργηθεί στην σφαίρα 59 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1999), σελ

41 της παραγωγής, διότι η χρηματοδότηση τους γίνεται από αυτήν την μάζα της συνολικής υπεραξίας. Βέβαια αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μειώνεται η διαθέσιμη ποσότητα για συσσώρευση κεφαλαίου και περαιτέρω επενδύσεις. Αυτή ήταν η πρώτη σημαντική διαφορά, ότι οι Εθνικοί Λογαριασμοί περιλαμβάνουν στην καθαρή προστιθέμενη αξία μόνο τους μισθούς και τα κέρδη του κάθε κλάδου και όχι τις αποσβέσεις και τις πρώτες ύλες. Δεν είναι μόνο αυτό που διαφοροποιεί τις δύο αυτές κατηγορίες, άλλη μια σημαντική διαφορά είναι πως η κατηγορία των μισθών και ημερομισθίων των Εθνικών Λογαριασμών περιλαμβάνει όλες εκείνες τις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας που πραγματοποιούνται σε όλους τους κλάδους της οικονομίας. Ως εκ τούτου περιλαμβάνει και τις αμοιβές των μη παραγωγικών εργασιών. Με λίγα λόγια το μεταβλητό κεφάλαιο των μαρξικών κατηγοριών αποτελεί ένα μέρος των συνολικών μισθών, αφού προσμετρά μόνο μισθούς των παραγωγικών εργασιών. Τέλος η τρίτη βασική διαφορά τους είναι αντίκτυπο των προηγούμενων δύο. Σύμφωνα λοιπόν με τις ανωτέρω παρατηρήσεις δεν θα μπορούσε να υπάρχει ταύτιση της συνολικής υπεραξίας με το σύνολο των κερδών των Εθνικών Λογαριασμών. Πιο συγκεκριμένα η συνολική υπεραξία δημιουργείται από παραγωγικούς εργάτες, ένα ποσοστό της όμως απορροφάται για την χρηματοδότηση εξόδων μη παραγωγικών εργασιών το οποίο είτε δεν εμφανίζεται είτε παίρνει την μορφή αμοιβών των μη παραγωγικών εργατών. 60 Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι όσο αυξάνονται οι μη παραγωγικές εργασίες σε σχέση με τις παραγωγικές τόσο θα μειώνεται ο λόγος κερδών/μισθών συγκριτικά πάντα με το ποσοστό υπεραξίας. Απαραίτητη λοιπόν διαδικασία είναι να μετασχηματίσουμε τους ορθόδοξους εθνικούς λογαριασμούς με βάση την διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Όχι μόνο για μια καλύτερη προσέγγιση των μεγεθών αλλά και γιατί μέσα από αυτή την διαδικασία θα μπορέσουμε να διακρίνουμε τις αιτίες που πιθανόν να προκαλέσουν πτώση των κερδών στη σφαίρα της παραγωγής και ως εκ τούτου η οικονομία οδηγηθεί σε κρίση. Κατά συνέπεια μπορούμε να διακρίνουμε και τις αιτίες που οδηγούν σε μείωση των επενδύσεων και της υποσυσσώρευσης κεφαλαίου. Η σημασία της σωστής διάκρισης και συνεπώς καταμέτρησης της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας ως προϋπόθεση για τον υπολογισμό των μαρξικών κατηγοριών, αποτέλεσε ένα φλέγον θέμα στην μαρξική εμπειρική βιβλιογραφία. Παρόλο που η σημασία της διάκρισης της εργασίας έγινε κοινώς αποδεκτή από τους περισσότερους μαρξιστές, το πλήθος των ορισμών της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας υπήρξε ένα μεγάλο εμπόδιο στην εμπειρική διερεύνηση των μαρξικών κατηγοριών καθώς οδηγούσαν σε αποκλίνοντα εμπειρικά αποτελέσματα. Οι διαφορές σε πολλές εμπειρικές μελέτες παρατηρούνται κυρίως μεταξύ συγγραφέων της κλασικής μαρξιστικής θεωρίας και άλλων μαρξιστών ή νεορικαρντιανών, διαφορές που σχετίζονται με την διάκριση της παραγωγική και μη παραγωγικής εργασίας. Οι 60 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1999) 35

42 επικριτές της διάκρισης παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας υποστηρίζουν πως η διάκριση αυτή είναι αυθαίρετη και ως εκ τούτου μη κατατοπιστική. Ωστόσο τα περισσότερα εμπειρικά στοιχεία δείχνουν το αντίθετο: σύμφωνα με άρθρο του Moseley (1997), η μαρξική θεωρία είναι απόλυτα συνεπής με τα εμπειρικά αποτελέσματα διαθέτοντας παράλληλα εντυπωσιακή επεξηγηματική δύναμη. 4.2 Οι μαρξικές μεταβλητές στην ελληνική οικονομία ( ) Βιβλιογραφική ανασκόπηση εμπειρικών μελετών Κατά την μεταπολεμική περίοδο έγιναν διάφορες προσπάθειες διερεύνησης των μακροχρόνιων τάσεων τόσο της ελληνικής οικονομίας όσο και άλλων καπιταλιστικών οικονομιών, βάσει των μαρξικών κατηγοριών και της διάκρισης της εργασίας σε παραγωγική και μη παραγωγική. Μέσα από αυτές τις μαρξιστικές μελέτες τα αποτελέσματα που προκύπτουν σχετικά με την διαχρονική εξέλιξη των μαρξικών μεταβλητών είναι παρόμοια. Ξεκινώντας με την εμπειρική έρευνα των Tsaliki και Tsoulfidis (1988) που αφορά την ελληνική οικονομία, θα πρέπει να αναφερθούμε πως στην προσέγγιση τους αυτή χρησιμοποίησαν λίγο πολύ την μεθοδολογία των Shaikh (1978) και Shaik και Tonak (1994). Στην προκειμένη περίπτωση όμως οι Tsaliki και Tsoulfidis δεν περιλαμβάνουν στην ανάλυση τους τον αγροτικό τομέα, καθώς δεν χαρακτηρίζεται από καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και δεν είναι εύκολη η συγκέντρωση των απαραίτητων δεδομένων του τομέα αυτού. Μια από τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν ήταν η εύρεση δεδομένων για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η οποία τους ανάγκασε να βασιστούν σε μια προβληματική βάση δεδομένων. Τα εμπειρικά αποτελέσματα που διεξήγαγαν φαίνεται να συμφωνούν με τις προτάσεις του Marx περί συμπεριφοράς των μαρξικών κατηγοριών, αφού παρατηρήθηκε μια διαχρονική αυξητική τάση της οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου, η οποία συνοδεύτηκε από την συνεχή πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και την ανοδική πορεία του ποσοστού υπεραξίας. Άλλη μια προσπάθεια εφαρμογής της διάκρισης μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας στην κατασκευή των μαρξικών κατηγοριών έγινε από τους Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης (1994) και αυτή την φορά με δεδομένα που αφορούν την ελληνική οικονομία. Και σε αυτή την εμπειρική προσέγγιση η μεθοδολογία είναι βασισμένη στους Shaikh (1978) και Shaik και Tonak (1994). Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την έρευνα αυτή, θα λέγαμε πως επιβεβαιώνουν σε μεγάλο βαθμό τις προβλέψεις του Marx όσον αφορά και πάλι την μακροχρόνια συμπεριφορά των υπό εξέταση μεταβλητών. Συγκεκριμένα το 36

43 ποσοστό υπεραξίας παρουσίασε έντονες διακυμάνσεις, σημειώνοντας στο τέλος της πορείας του ένα αρκετά υψηλό ποσοστό αύξησης. Το αποτέλεσμα αυτό συγκριτικά με αποτελέσματα αντίστοιχων ερευνών για άλλες χώρες είναι υψηλότερο, γεγονός που ίσως αποδίδεται στο γενικά χαμηλότερο επίπεδο μισθών στην Ελλάδα. Τα απολύτως σύμφωνα αποτελέσματα της έρευνας είναι αυτά του ποσοστού κέρδους, τα οποία μαρτυρούν μια συνεχή πτωτική τάση καθ όλη την διάρκεια της περιόδου που εξετάστηκε. Ωστόσο, για μια πιο ορθή εμπειρική ανάλυση του νόμου της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους, προσαρμόζουν τόσο το καθαρό ποσοστό όσο και το γενικό για το βαθμό χρησιμοποίησης της παραγωγικής δυναμικότητας. Και τέλος παρατηρείται μια πολύ μεγάλη αύξηση της υλοποιημένης σύνθεσης κεφαλαίου, η οποία είναι υπεύθυνη για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Μέσα από το ίδιο πρίσμα και ο Passas (2005) εξετάζει την εξέλιξη της μακροχρόνιας πορείας των παραγωγικών και μη παραγωγικών δραστηριοτήτων στην ελληνική οικονομία χρησιμοποιώντας και αυτός την ίδια μεθοδολογία με τους προηγούμενους για τον σωστό υπολογισμό των μαρξικών κατηγοριών. Βασίστηκε στην παραπάνω μεθοδολογία, όμως εξαίρεσε από την ανάλυση του τον αγροτικό τομέα, ως μη χαρακτηριζόμενο από καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, καθώς και τους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας, εξηγώντας πως το προϊόν των δύο τελευταίων τομέων δεν παράγει υπεραξία. Στην εμπειρική του προσέγγιση και αυτός συμπέρανε μια συνεχή τάση αύξησης των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων ως προς το σύνολο της οικονομίας τόσο σε απόλυτα νούμερα όσο και σε ποσοστά των μισθών, αποδίδοντας την στην μείωση του βιομηχανικού τομέα και την διόγκωση του κρατικού τομέα. Τέλος οι Iomakimoglou και Milios (1993) στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν την οικονομική κρίση του καπιταλισμού, αναφέρουν πως αυτό επιτυγχάνεται επαρκώς μόνο από την σκοπιά της μαρξιστικής θεωρίας. Σύμφωνα με τους προαναφερθέντες πρόκειται για μια κρίση «υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου» την οποία προσπαθούν να στηρίξουν εμπειρικά με την κατασκευή στατιστικών δεικτών. Οι ίδιοι υποστηρίζουν πως οι κατηγορίες που χρησιμοποιούν είναι προσεγγίσεις των μαρξικών κατηγοριών όμως στην πραγματικότητα η μεθοδολογία και οι κατηγορίες τους δεν το αποδεικνύουν, καθώς δεν χρησιμοποιούν καν την διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Ακολουθώντας ένα διαφορετικό τρόπο υπολογισμού των κατηγοριών τους διαπιστώνουν μια ραγδαία πτώση του ποσοστού κέρδους που συνυπάρχει με την τότε οικονομική κρίση. Συνεχίζει η πτώση του ποσοστού κέρδους αποδίδοντας την στην πτώση του ποσοστού υπεραξίας. Εν κατακλείδι, να σημειωθεί πως μια από τις παραλείψεις τους είναι το ότι δεν αναφέρονται καθόλου στις συνολικές μακροχρόνιες τάσεις των μαρξικών κατηγοριών σε σχέση με την επιβεβαίωση των μαρξικών προβλέψεων. Παρατηρούμε λοιπόν κοινά πορίσματα ως προς την επιβεβαίωση των βασικών μαρξικών προτάσεων, έπειτα από την εφαρμογή της διάκρισης της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, εξαιρουμένης της τελευταίας μελέτης. Δεν είναι όμως μόνο αυτό το 37

44 κοινό στοιχείο των παραπάνω μελετών, αλλά και η χρησιμοποιούμενη μεθοδολογία των Shaik και Tonak (1994). Το γεγονός αυτό αποδεικνύει πόσο μεγάλη και σημαντική ήταν η συνεισφορά τους στην ανάλυση των μαρξικών κατηγοριών και όχι μόνο. Αντίστοιχες μελέτες, που επικεντρώνονται κυρίως στην σημασία της διάκρισης μεταξύ της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, πραγματοποιήθηκαν και για άλλες καπιταλιστικές οικονομίες πέραν της ελληνικής. Μια εξ αυτών είναι του Mohun (2002) για την οικονομία των ΗΠΑ που αφορά στην χρονική περίοδο , προς απάντηση των επικριτών του. Μέσα από αυτή τη μελέτη προσπαθεί να δείξει ότι μια μαρξιστική προσέγγιση που χρησιμοποιεί την παραγωγική-μη παραγωγική διάκριση της εργασίας είναι σύμφωνη με το βασικό όραμα που πρότεινε η θεωρία του Marx για την καπιταλιστική συσσώρευση 61, και ότι επιτρέπει στο άτομο να σκεφτεί γόνιμα για τις διαθρωτικές αλλαγές που παρατηρούνται σε μια οικονομία μέσα στον χρόνο. Ακολουθεί η εμπειρική προσέγγιση των μαρξικών κατηγοριών μετά από την εφαρμογή της εν λόγω διάκρισης που αφορά στην ελληνική οικονομία για την περίοδο Εμπειρική προσέγγιση Την μαρξική οικονομική ανάλυση χαρακτηρίζουν στοιχεία βαρύνουσας σημασίας για την άντληση συμπερασμάτων στην εκάστοτε μελέτη της. Αρχικά η στάση που κρατά σχετικά με την εξέλιξη του κάθε τρόπου παραγωγής και ότι επηρεάζεται από προσδιοριστικούς παράγοντες που είναι σύμφυτοι σε αυτόν τον τρόπο παραγωγής. Επίσης, ένα άλλο χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι η επιμονή στην ύπαρξη και στην αναπόφευκτη περιοδική εμφάνιση εγγενών σύμφυτων αντιθέσεων στην λειτουργία των καπιταλιστικών οικονομιών. Επίσης, ο δεσπόζων ρόλος της σφαίρας της παραγωγής έναντι των υπολοίπων της κοινωνικής αναπαραγωγής 62. Σε μια πιο συγκεκριμένη ανάλυση, μπορούμε να πούμε πως η διάκριση της κοινωνικής εργασίας σε παραγωγική και μη παραγωγική επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό των καθορισμό μεγέθους διαφόρων παραγόντων του καπιταλιστικού συστήματος, όπως είναι το μεταβλητό κεφάλαιο, η συνολική υπεραξία και το ποσοστό υπεραξίας. Το μέγεθος του μεταβλητού κεφαλαίου δεν καθορίζεται από το συνολικό μισθολογικό κόστος, το οποίο καταβάλλεται στο σύνολο της οικονομίας αλλά από τις αμοιβές μόνο των παραγωγικών εργαζομένων. Ενώ από την άλλη πλευρά η υπεραξία περιλαμβάνει εκτός των άλλων και τους μισθούς των μη παραγωγικών εργαζομένων. Οπότε το ποσοστό υπεραξίας δεν μπορεί εύκολα να υπολογιστεί 61 Τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των μεγαλύτερη περίοδο συσσώρευσης στην ιστορία του καπιταλισμού μέχρι σήμερα 62 Ο οποίος έχει τεθεί σε αμφισβήτηση τις τελευταίες δεκαετίες εξαιτίας της υιοθέτησης της θεωρίας της συμπίεσης των κερδών κυρίως από θεωρητικούς της νεορικαρντιανής παράδοσης. 38

45 άμεσα με την προσφυγή μας σε κατηγορίες των Εθνικών Λογαριασμών (π.χ. κέρδη και μισθοί). Γι αυτό λοιπόν ο υπολογισμός του τελευταίου μπορεί να γίνει χρησιμοποιώντας τις μαρξικές κατηγορίες λαμβάνοντας πάντα υπόψη τη διάκριση της εργασίας. Κινούμενη λίγο πολύ στα πλαίσια της μεθοδολογίας των Shaikh και Tonak 63 (1994) 64, τόσο για την εκτίμηση των παραγωγικών και μη παραγωγικών δραστηριοτήτων όσο και των μαρξικών μεταβλητών στην ελληνική οικονομία για την περίοδο Το κύριο χαρακτηριστικό της μεθοδολογίας αυτής είναι ότι γίνεται εμφανής η διάκριση μεταξύ της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας μέσα από τις μαρξικές έννοιες που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των μαρξικών κατηγοριών. Στη συνέχεια βασιζόμενη στην μαρξική οικονομική ανάλυση, γίνεται μια προσπάθεια εμπειρικής ανάλυσης της διαδικασίας συσσώρευσης στην ελληνική οικονομία, όπως αυτή πραγματοποιείται την τελευταία δεκαετία. Μελετώντας και εκτιμώντας τις μαρξικές μεταβλητές, οι οποίες μας δίνουν μια εικόνα για τους τρόπους διανομής της νέας αξίας που δημιουργείται σε μια καπιταλιστική οικονομία, διεξάγουμε κάποια αποτελέσματα και τα αξιολογούμε μέσα απ την μαρξική σκοπιά. Καθότι το σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής δεν παρέχει ένα έτοιμο μέτρο που να διακρίνει τις παραγωγικές από τις μη παραγωγικές δραστηριότητες, επεξεργάστηκα τις μακροοικονομικές χρονολογικές σειρές που διαθέτουμε για τα απαραίτητα μακροοικονομικά μεγέθη 65 προκειμένου να συνθέσω τις μαρξικές κατηγορίες. Έτσι προέκυψε ο Πίνακας Α-2 (Παράρτημα πινάκων) και τα αντίστοιχα διαγράμματα που ακολουθούν. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε τους τομείς της συνολικής οικονομίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρονται στους Εθνικούς Λογαριασμούς: Γεωργία, δασοκομία και αλιεία, Ορυχεία και λατομεία, Μεταποίηση, Παροχή ηλεκτρικού, φυσικού αερίου, ατμού και κλιματισμού, Παροχή νερού,επεξεργασία λυμάτων, διαχείριση αποβλήτων και δραστηριότητες εξυγίανσης, Κατασκευές, Χονδρικό και λιανικό εμπόριο, επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών, Μεταφορά και αποθήκευση, Ενημέρωση και επικοινωνία, Χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, Διαχείριση ακίνητης περιουσίας, Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, Διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες, Δημόσια διοίκηση και άμυνα, υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, Εκπαίδευση, Δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα, Τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία. Οι μεταβλητές στις οποίες θα επικεντρωθώ είναι το ποσοστό υπεραξίας ή εκμετάλλευσης, η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου και το ποσοστό κέρδους. Στην παράγραφο 63 Ανέπτυξαν την μεθοδολογία αυτή, προκειμένου να κατασκευαστούν οι μαρξικές κατηγορίες από τις συμβατικές κατηγορίες των Ε.Λ. 64 Πρόκειται για μια μετεξέλιξη του σχήματος που περιλάμβανε η μελέτη του το 1978, στην οποία και βασιστήκαμε στην προηγούμενη ανάλυση μας. 65 Αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία από τους Εθνικούς Λογαριασμούς της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. 39

46 αυτή λοιπόν θα ερμηνεύσουμε την διαχρονική συμπεριφορά των προαναφερθέντων μεταβλητών σύμφωνα με τις μακροχρόνιες προβλέψεις του Marx για αυτές, με απώτερο σκοπό την διερεύνηση των πιο σημαντικών πλευρών της διαδικασίας συσσώρευσης κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία για την δεκαετία , και ιδιαίτερα την ερμηνεία της παρούσας οικονομικής συγκυρίας μέσα από το πρίσμα της θεωρίας του Marx και των κύριων προτάσεων του επί του θέματος. Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να αναφερθούμε στις τρεις θεμελιώδεις μεταβλητές 66 που χρησιμοποιεί ο Μαρξ στην ανάλυση του, τις οποίες και θα εξετάσουμε : Οργανική σύνθεση κεφαλαίου: Ο λόγος του σταθερού προς το μεταβλητό κεφάλαιο 67. ( c/v ) Είναι αυτό που εκφράζει τις σχέσεις της νεκρής εργασίας προς τη ζωντανή, του σταθερού προς τις δημιουργικές ικανότητες του μεταβλητού κεφαλαίου το οποίο δεν αναπαράγει μόνο τη δική του αξία αλλά δημιουργεί και νέα στη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας. Ποσοστό Υπεραξίας ή Ποσοστό Εκμετάλλευσης: Ο λόγος της υπεραξίας προς το μεταβλητό κεφάλαιο ( s/v ). Ποσοστό κέρδους: Ο λόγος της συνολικής υπεραξίας προς το άθροισμα του σταθερού και του μεταβλητού κεφαλαίου ( s/c+v ) 68. Όπως παρατηρούμε στο Διάγραμμα 1 το ποσοστό υπεραξίας παρουσιάζει κάποιες διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας με εντονότερες αυτές των τελευταίων ετών. Το 2010 το ποσοστό υπεραξίας κατέληξε να είναι κατά 21% μικρότερο από αυτό της αρχής της εξεταζόμενης περιόδου. Σύμφωνα με τα αριθμητικά αποτελέσματα που αφορούν στην ελληνική οικονομία από το 2006 μέχρι και το 2009 παρατηρούμε μια καθοδική πορεία του ποσοστού υπεραξίας. Ίσως αυτό έχει να κάνει με την μείωση της συνολικής υπεραξίας είτε την αύξηση του μεταβλητού κεφαλαίου, δηλαδή των μισθών. Παρατηρώντας τα δεδομένα μου όμως, διαπιστώνω μια συνεχή αύξηση και του μεταβλητού κεφαλαίου καθώς και της υπεραξίας, όμως το μεταβλητό κεφάλαιο αυξάνεται κατά πολύ περισσότερο από την συνολική υπεραξία. Σύμφωνα με τον Μαρξ η αύξηση του ποσοστού της υπεραξίας οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση της παραγωγικότητας 69. Ως εκ τούτου θα μπορούσαμε να πούμε πως για την προαναφερθείσα περίοδο η Ελλάδα δεν χαρακτηριζόταν από υψηλή παραγωγικότητα. 66 Πηγή ορισμών: Τσουλφίδης (2004), σελ Σύμφωνα με τον Mandel το μεταβλητό κεφάλαιο παράγει περισσότερη αξία από αυτήν που το ίδιο περιέχει. 68 Όταν το σταθερό κεφάλαιο μιας οικονομίας διαρκεί περισσότερες από μια περιόδους, δηλαδή έχουμε πάγιο κεφάλαιο τότε η μεταβλητή C συμπεριλαμβάνει κυκλοφορούν και πάγιο κεφάλαιο. 69 Ορίζεται ως το πηλίκο της προστιθέμενης αξίας προς τις ώρες εργασίας των παραγωγικών εργατών. Η έννοια ατή έχει νόημα μόνο όταν αναφερόμαστε στη σφαίρα της παραγωγής. 40

47 Το αυξανόμενο ποσοστό υπεραξίας που παρατηρείται σε διάφορες μελέτες για άλλες οικονομίες αποδεικνύεται εξαιρετικής σημασίας για την εμπειρική εγκυρότητα της μαρξικής θεωρίας ενώ παράλληλα η χρησιμοποίηση του ως μέτρο εκτίμησης οικονομικής κατάστασης επιβεβαιώνει εμπειρικά την κεντρική οικονομική πρόβλεψη του Marx. Παρ όλα αυτά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία όσον αφορά τουλάχιστον το ποσοστό υπεραξίας, πιθανόν να υποεκτιμάται εξαιτίας της καταμέτρησης ορισμένων μόνο μη παραγωγικών κλάδων ως τέτοιων. Πρόκειται δηλαδή για μια πιο επιφανειακή προσέγγιση που περιλαμβάνει σχετικά μικρή χρονική περίοδο προς εξέταση. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1 Στη συνέχεια εκτιμάμε το μαρξικό ποσοστό κέρδους. Η διαχρονική εξέλιξη της απόδοσης του κεφαλαίου, που αντανακλά το ποσοστό κέρδους, χαρακτηρίζεται και αυτή από διάφορες διακυμάνσεις με μία όμως πτωτική τάση μέχρι και το 2008, ενώ μέχρι το 2009 χαρακτηρίζεται από μια στασιμότητα και έπειτα ακολουθεί μια ελαφρώς ανοδική πορεία κατά την περίοδο , η οποία όπως θα δούμε στο συγκεντρωτικό Διάγραμμα 4, συνοδεύεται από την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Η σημειακή αυτή αύξηση του ποσοστού κέρδους αυξάνεται με βραδύ ρυθμό πράγμα που δείχνει ότι η οικονομία εισέρχεται ίσως και αργά σε μία ανοδική φάση. 70 Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (International Monetary Fund (2009): World Economic Outlook Database-October 2009), το 2008 η Ελλάδα, με δολάρια αγοραστικής δύναμης ΡΡΡ ανά κάτοικο, κατατάσσεται 22η μεταξύ των 33 «προηγμένων οικονομιών» του πλανήτη. Ο δείκτης της κερδοφορίας βρισκόταν στο τέλος του 2007 (πριν εκδηλωθεί η διεθνής χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση) στα μέσα επίπεδα της περιόδου

48 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2 Όσον αφορά τώρα την οργανική σύνθεση κεφαλαίου διαπιστώνουμε και εδώ μια αρκετά εμφανή ανοδική πορεία τουλάχιστον από το 2004 μέχρι και το 2008, η οποία στην ουσία αντιπροσωπεύει την μηχανοποίηση των κινήσεων των εργαζομένων που παρατηρείται στην εν λόγω οικονομία. Αναγκαία συνθήκη για τον καπιταλισμό έτσι ώστε να αυξήσει την παραγωγικότητα της εργασίας είναι η μηχανοποίηση της σε όλο το φάσμα της παραγωγικής διαδικασίας. Αντικαθιστώντας το μεταβλητό κεφάλαιο με σταθερό. Η τάση αυτή όμως, σύμφωνα με τον Marx οδηγεί σε κεφαλαιοποίηση της αγοράς. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3 42

49 Τα εμπειρικά αποτελέσματα της έρευνας για την ελληνική οικονομία στην παρούσα εργασία, τουλάχιστον για ένα μικρό χρονικό διάστημα και για τις δύο τελευταίες μεταβλητές, μπορούμε να πούμε πως συμβαδίζουν με τις βασικές προτάσεις της μαρξικής θεωρίας περί συσσώρευσης 71. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4 Με την σύγκριση της παράλληλης εξέλιξης των τριών θεμελιωδών μεταβλητών που απεικονίζονται στο Διάγραμμα 4, του ποσοστού υπεραξίας, της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου και του ποσοστού κέρδους παρατηρούμε πως επαληθεύονται κάποιες απ τις προτάσεις του Μαρξ. Συγκεκριμένα είναι εμφανής η αυξητική τάση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου αλλά και το ότι η αύξηση αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν του ποσοστού υπεραξίας και εν συνεχεία οδηγεί σε μια πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην μαρξική θεωρία περί κρίσεων η θεμελιώδης γενεσιουργός αιτία για την δημιουργία των συνθηκών κρίσης είναι η αύξηση της οργανικής σύνθεσης του 71 Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι τα τελευταία χρόνια η μαρξιστική εμπειρική έρευνα έχει σημειώσει σημαντική ανάπτυξη καθώς η οικονομική κατάσταση των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών για την μεταπολεμική περίοδο αποτιμάται πιο συστηματικά σε όρους της μαρξικής θεωρίας. 43

50 κεφαλαίου διότι προκαλεί την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, γεγονός που υποδηλώνει μια οικονομική αστάθεια, κυρίως σε ένα ποιοτικό επίπεδο, χαμηλούς αριθμούς ανάπτυξης ή ακόμα και αρνητικούς, αυξημένη ανεργία, υψηλό πληθωρισμό, κρατικά ελλείμματα κ.λ.π.. Όντως έτσι συμβαίνει, τα φαινόμενα αυτά παρατηρούνται στην ελληνική οικονομία από το 2008 και έπειτα. Δηλαδή σχεδόν από την αρχή της δεκαετίας μέχρι και το 2008 περίπου ξεκίνησε μια διαδικασία προετοιμασίας του εδάφους για την εκδήλωση κρίσης στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την παγκόσμια επικρατούσα κατάσταση. Βέβαια θα πρέπει να σημειωθεί πως η πτώση του ποσοστού κέρδους από μόνη της δεν συνεπάγεται εκδήλωση οικονομικής κρίσης, καθώς επίσης, και ότι μπορεί να συμβαδίζει για κάποιο χρονικό διάστημα και με συνθήκες ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης. Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω πως η χρονική περίοδος του είναι σχετικά περιορισμένη για εξάγουμε γενικούς κανόνες. Τα παραπάνω εμπειρικά αποτελέσματα παρέχουν μέχρι ενός σημείου εμπειρική υποστήριξη για την εγκυρότητα των προβλέψεων του Marx ενώ παράλληλα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανάλυση και ερμηνεία της εξέλιξης της ελληνικής οικονομίας την χρονική περίοδο

51 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 5.1 Η διαχρονική εξέλιξη της πορείας του ΑΕΠ ( ) Η Ελλάδα είναι μια μικρού οικονομικού μεγέθους χώρα, με ένα ενδιάμεσο επίπεδο ανάπτυξης της οικονομίας της, καθότι στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του G7 ή G8 μπορούμε να την εντάξουμε αλλά ούτε και στις καθυστερημένες οικονομικά χώρες, όσον αφορά το βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ή την ενσωμάτωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Όσον αφορά στο οικονομικό της προφίλ είναι μια ανοικτή και μικτή καπιταλιστική οικονομία με το δημόσιο τομέα να συνεισφέρει στο μεγαλύτερο ποσοστό του Α.Ε.Π, πάνω από το μισό του, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη της. Ενώ κύριο χαρακτηριστικό της είναι η πολύπλευρη εξάρτηση της από το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Ιδιαίτερη σημασία για τον χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας έχει η διεθνοποίησή της, η προσπάθεια ενσωμάτωσή της δηλαδή στην παγκόσμια οικονομία. Το γεγονός όμως ότι είναι ευάλωτη στις τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις καθώς και το ότι δεν έχει τη δυνατότητα να ασκήσει επιρροές κυρίως στις διεθνείς τιμές, τις προσδίδουν περιορισμένες δυνατότητες διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Η παράλληλη όμως επιτάχυνση ανάπτυξης των υποδομών της επιτρέπουν να αποκτά ρόλο στις δυτικοευρωπαϊκές εξελίξεις. Οικονομική ανάπτυξη είναι η διαδικασία με την οποία το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα ή το βιοτικό επίπεδο μιας χώρας αυξάνεται κατά τη διάρκεια μιας μακροχρόνιας περιόδου. Με άλλα λόγια η ετήσια ποσοστιαία αύξηση του εθνικού προϊόντος ή του κατά κεφαλήν εθνικού προϊόντος αποτελεί έναν βασικό δείκτη ανάπτυξης και οικονομικής προόδου μιας χώρας, καθώς το εθνικό προϊόν είναι μια αριθμητική αποτίμηση των παραγωγικών δυνατοτήτων και συνάμα της αποτελεσματικής χρησιμοποίησης τους. Κοντολογίς το μέγεθος και ο ρυθμός μεταβολής του εθνικού προϊόντος, μας δίνουν μια εικόνα της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί σε μια χώρα, η οποία όμως ορισμένες φορές είναι παραπλανητική ή 45

52 περιορισμένη 72. Πρέπει να σημειωθεί επίσης πως η οικονομική ανάπτυξη συνεπάγεται πολλές μεταβολές τόσο στην οικονομική όσο και στην κοινωνική δομή μιας χώρας. ΠΙΝΑΚΑΣ 3 Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν σε σταθερές τιμές αγοράς (έτος βάσης 2000): Ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων Ε.Λ. της Ελ. Στατ. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 5 Ποσοστιαία αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ Πηγή: World Bank & Eurostat.(2010) 72 Διότι το Εθνικό προϊόν είναι ένα μέγεθος που μετρά ποσότητες, ως εκ τούτου δεν μπορεί να μας δώσει πληροφορίες για την ποιότητα και το είδος των αγαθών που παράγονται καθώς και για το αν είναι δίκαιη η διανομή του μεταξύ των κατοίκων της χώρας. 46

53 Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε τον βαθμό ανάπτυξής της Ελλάδας μέσα από την διαχρονική πορεία και εξέλιξη του ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ την χρονική περίοδο Ακολουθεί ο Πίνακας 3 με τα αριθμητικά δεδομένα που αφορούν τις ετήσιες μεταβολές του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές της αγοράς και αντίστοιχο διάγραμμα που απεικονίζει την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Παρατηρούμε και από τα στοιχεία του Πίνακα 3 και από το αντίστοιχο Διάγραμμα 3, πως την δεκαετία που έπεται το 1960 και ιδιαίτερα μετά το 1963, η Ελλάδα παρουσιάζει ένα αναπτυξιακό άλμα σημειώνοντας μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης με μεγαλύτερο 13,2 % το 1961 και μικρότερο 0,4% το 1962, ποσοστά που υπερτερούν έναντι άλλων χωρών του ΟΟΣΑ, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Η αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας την δεκαετία εκείνη οφείλεται στις τότε διαρθρωτικές αλλαγές που έλαβαν χώρα τόσο στο εσωτερικό της οικονομίας αλλά και στον κλάδο της βιομηχανίας και γενικότερα του ευρύτερου επιχειρηματικού γίγνεσθαι. Την δεκαετία που ακολουθεί πέραν της κατακόρυφης πτώσης του ρυθμού ανάπτυξης το 1974, σημειώνοντας αρνητικό ποσοστό 6,4 %, ο οποίος διέκοψε την μέχρι τότε ταχεία και ανοδική πορεία της οικονομικής ανάπτυξης, παρατηρούμε διάφορες διακυμάνσεις με μικρές αυξήσεις στον ρυθμό ανάπτυξης συγκριτικά πάντα με την προηγούμενη περίοδο. Η παγκόσμια λοιπόν καπιταλιστική κρίση έκανε εμφανή τα σημάδια της, όπως οι υψηλοί ρυθμοί πληθωρισμού, υψηλά ποσοστά ανεργίας κ. α., έχοντας αντίκτυπο σε όλες της οικονομίες διεθνώς. Η καπιταλιστική κρίση της δεκαετίας του 70 ήταν η αιτία για την διακοπή του αναπτυξιακού άλματος που ξεκίνησε η ελληνική οικονομία. Η κρίση αυτή θα μπορούσαμε να πούμε πως παίρνει το χαρακτήρα μιας κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, όπου, υπάρχει πλεονάζων επενδυμένο κεφάλαιο στην οικονομία, υπό την έννοια ότι τα κέρδη του που παράγονται με τη χρήση του δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν ικανοποιητικούς ρυθμούς κερδοφορίας, επένδυσης και μεγέθυνσης 73. Έπειτα όμως από την εκδήλωση της κρίσης αυτής οι ρυθμοί ανάπτυξης της χώρας μας, παρότι είναι σχετικά χαμηλοί, εξακολουθούν να υπερτερούν έναντι αυτών της υπόλοιπης Ευρώπης, γεγονός που σημαίνει πως η δεκαετία αυτή πιθανόν να αποτελεί μια μεταβατική φάση στη διαδικασία εκδήλωσης της κρίσης. Με λίγα λόγια θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι η φάση αυτή είναι μέρος της μεταπολεμικής περιόδου πραγματικής σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας προς τις πιο αναπτυγμένες. Εν συνεχεία η δεκαετία του 1980 είναι αυτή που χαρακτηρίζεται από τους πιο χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σημειώνοντας το περισσότερο χρονικό διάστημα αυτής της περιόδου αρνητικά ποσοστά. Η παγκόσμιας οικονομική κρίση έχει πλέον εδραιωθεί και στην ελληνική οικονομία, καθώς πέραν της πτώσης του ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ παρατηρείται πτώση σε όλους τους δείκτες με βάση τους οποίους μπορεί να εξετασθεί η εξέλιξη μιας 73 Ιωακείμογλου και Μηλιός (2005), σελ

54 οικονομίας. Η περίοδος αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως η καθαυτό φάση της κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου στην Ελλάδα. Με μια τάση για βελτίωση κάνει την εμφάνιση της η δεκαετία του 1990, με τάση σταθεροποίησης των ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ σε επίπεδα αισθητά υψηλότερα από αυτά των υπόλοιπων αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Σημαντικό ρόλο τη δεκαετία αυτή παίζει η ανοδική τάση των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η ελληνική επενδυτική επίδοση βελτιώνεται επί σειρά ετών, αποτελώντας ένδειξη μονιμότερων αλλαγών στην ελληνική οικονομία. Από το 1996 και μετά, συμπεριλαμβάνοντας και την επόμενη δεκαετία εώς το 2007 περίπου, μπορούμε και πάλι να πούμε πως η Ελλάδα βρισκόταν σε μια νέα περίοδο πραγματικής σύγκλισης, καθώς ο καινούριος μηχανολογικός εξοπλισμός εισάγει νέες τεχνολογίες στις παραγωγικές διαδικασίες, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο την παραγωγικότητα της εργασίας 74 και ως εκ τούτου την κερδοφορία του κεφαλαίου (Παράρτημα πινάκων Α-2). 75 Γενικά η χρονική περίοδος μετά το 1996 ως το 2008, μπορεί να χαρακτηριστεί ως φάση οικονομικής ανόδου και γρήγορης οικονομικής μεγέθυνσης. Μέσα από αυτή την εξέλιξη, περιγράφεται εν μέρει και η αναδιανομή του εισοδήματος εις βάρος της εργασίας, η οποία προκλήθηκε από την οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε τις τελευταίες δύο δεκαετίες σε συνδυασμό με την φορολογική πολιτική 76, που με τη σειρά της κι αυτή λειτούργησε ως άλλη μια διαδικασία αναδιανομής εις βάρος των εργαζομένων και υπέρ του κεφαλαίου. Η ελληνική οικονομία αυξήθηκε μεταξύ του 2003 και 2007 για δύο κυρίως λόγους : εν μέρει λόγω των υποδομών που σχετίζονται με τις δαπάνες των περίφημων Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας εν έτη 2004, και εν μέρει στην αυξημένη διαθεσιμότητα των πιστώσεων, η οποία υπέστη επίπεδα ρεκόρ των καταναλωτικών δαπανών. Αλλά η αύξηση αυτή μειώθηκε στο 2,9% το Επικρατούσε η αντίληψη πως η οικονομία μπήκε σε ύφεση το 2009, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, με αυστηρότερους όρους πίστωσης, αδυνατώντας έτσι η ελληνική οικονομία να αντιμετωπίσει ένα συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού. Η ελληνική οικονομία εισήλθε στην ύφεση το 2008, συμπέρασμα που διεξάγουμε από τα αναθεωρημένα στοιχεία της Ελ. Στατ. Και θα επεκταθούμε αναλυτικότερα σε επόμενες παραγράφους, τότε σημειώθηκε και ο πρώτος αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης μετά από το Η κρίση εκδηλώθηκε στην Ελλάδα ως δημοσιονομική με την εκτίναξη του δημοσιονομικού ελλείματος στο 13,6% του ΑΕΠ και του δημοσίου χρέους στο 120% του ΑΕΠ, εν έτη Ένα από τα εμφανή σημάδια της ύφεσης είναι η υποχώρηση των καθαρών συνολικών 74 Η παραγωγικότητα της εργασίας βρίσκεται σήμερα στην Ελλάδα σε υψηλό σημείο. Ανέρχεται σε 92% περίπου του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 «παλαιών» χωρών, δηλαδή των πλέον προηγμένων οικονομιών της ηπείρου, και είναι σήμερα υψηλότερη από το πενταπλάσιο της παραγωγικότητας εργασίας της χώρας κατά το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ (2010) 76 Μείωσε τους φορολογικούς συντελεστές επί των κερδών και αύξησε τους συντελεστές επί των εισοδημάτων της εργασίας 48

55 επενδύσεων περίπου κατά 4,5 % εκατοστιαίες μονάδες, σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά. Ένα γεγονός που αποτελεί ένδειξη αφενός για τη συρρίκνωση των εισοδημάτων και αφετέρου την μείωση των επενδύσεων εξαιτίας της χαμηλής ζήτησης, γνώριμο χαρακτηριστικό της οικονομικής κρίσης. Την κάμψη αυτή, των επενδύσεων, ακολουθεί μια αλυσιδωτή διαδικασία με σημαντικότερη δυσκολία, αυτή της πρόσβασης στον δανεισμό. Όπως και συνέβη, για να σωθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα διογκώθηκε το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος. Κοντολογίς το ιδιωτικό χρέος μετατράπηκε σε δημόσιο. 77 Σύμφωνα με τα αναθεωρημένα 78 στατιστικά στοιχεία σχετικά με το Α.Ε.Π., καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η χώρα εισήλθε σε ύφεση νωρίτερα από ότι τελικά πιστεύαμε, δηλαδή το Γεγονός που συνεπάγεται πως και ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν χαμηλότερος τις χρονιές που προηγήθηκαν και ταυτόχρονα η ύφεση ήταν βαθύτερη από αυτήν που νομίζαμε. Συγκεκριμένα το 2008, ξεκίνησαν οι αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης για πρώτη φορά μετά από μιάμιση δεκαετία, όπως υποστηρίζει το Υπουργείο Οικονομικών βασιζόμενο στα αναθεωρημένα αυτά στοιχεία. Με ανακοίνωση της η Ελληνική Στατιστική Αρχή, δηλώνει επίσημα την αναθεώρηση των ρυθμών ανάπτυξης 79 ως εξής : σε 5,5% (από 4,5%) το 2006, σε 3,0 % (από 4%) το 2007, σε -0,2 (από 2,9%) το 2008, σε -3,3% (από -2%) το 2009, σε -3,5(από -4%) το Ταυτόχρονα έγινε και η αναθεώρηση του επιπέδου του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος σε τρέχουσες αγοραίες τιμές, σε σχέση με τις πρόσφατες εκτιμήσεις του (2005 (-0,9%), 2006 (-1,1%), 2007 (-1,9%), 2008 (-1,7%), 2009 (-1,4%), 2010 (-1,2%). Σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας, που δημοσιεύει κάθε τρίμηνο του έτους, κατά τη διάρκεια του 2010 το ΑΕΠ της χώρας σε ετήσια βάση υποχώρησε κατά 3,5%, αξιοσημείωτο γεγονός καθώς πρόκειται για την μεγαλύτερη μείωση που έχει εμφανίσει η οικονομική δραστηριότητα συγκριτικά με τα αντίστοιχα επίπεδα του Ενώ παράλληλα αποτελεί στοιχείο το οποίο καταδεικνύει ότι η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει. Οι εξελίξεις αυτές οι οποίες αποτελούν την απόδειξη μιας βαθιάς ύφεσης, σημειώνονται την περίοδο αυτή και σε όλες τις μεγάλες καπιταλιστικές οικονομίες του πλανήτη. Όσον αφορά το δεύτερο μισό του 2010, μπορούμε να πούμε πως το Α.Ε.Π της χώρας μας σημείωσε τη μεγαλύτερη πτώση της μεταπολεμικής περιόδου. Πιο συγκεκριμένα η οικονομική δραστηριότητα το δ' τρίμηνο, βυθίστηκε κατά 6,6%, στοιχείο το οποίο υποδηλώνει 77 Sklias and Galatsidas (2010) 78 Η αναθεώρηση αφορά κυρίως στην ένταξη νέων και επικαιροποιημένων πηγών στη διαδικασία κατάρτισης των εθνικών λογαριασμών, για την περίοδο στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης που υποστηρίζεται από τη Eurostat. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει η ΕΛ.ΣΤΑΤ, το μέγεθος τέτοιου είδους αναθεωρήσεων εμπίπτει στο σύνηθες εύρος αναθεωρήσεων που έχουν σημειωθεί και σε άλλα Κράτη μέλη της Ε.Ε. σε αντίστοιχες περιπτώσεις. 79 Όπως αναφέρει η ΕΛ.ΣΤΑΤ., η αναθεώρηση αυτών οφείλεται κυρίως στη μικρότερη μείωση της τελικής κατανάλωσης των νοικοκυριών, των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν τα νοικοκυριά, στη μεγαλύτερη μείωση των εισαγωγών και στη μεγαλύτερη αύξηση των εξαγωγών. 49

56 ότι η οικονομική κρίση με την οποία ήρθε αντιμέτωπη η ελληνική οικονομία από τα τέλη του 2008, συνεχίζει να βρίσκεται σε εξέλιξη και να παρουσιάζει λαμπρό μέλλον. Σε ετήσια βάση, η ελληνική οικονομία υποχώρησε το 2010, συγκριτικά με το 2009, κατά 4,5% (σε απόλυτα μεγέθη το ΑΕΠ διαμορφώθηκε στα 229,4 δισ. ). Η ΕΛ.ΣΤΑΤ. αποδίδει την υποχώρηση του Α.Ε.Π στην πτώση των επενδύσεων και στη σημαντική μείωση της δημόσιας κατανάλωσης, Το εμπορικό ισοζύγιο συμβάλλει θετικά παίζοντας τον ρόλο του αντισταθμιστή μόνο όμως για τις αρνητικές εξελίξεις στους πρώτους δυο τομείς και όχι σε ένα γενικότερο πλαίσιο, και αυτό γιατί το εμπορικό έλλειμμα παρουσιάζει δραματική αύξηση ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά τα τελευταία έτη γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε χειροτέρευση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της εγχώριας παραγωγής. Η υποχώρηση όμως δεν έμεινε εκεί, συνέχισε και το τρέχον οικονομικό έτος με αξιοσημείωτους ρυθμούς μείωσης. Αποτελέσματα που επαληθεύουν και τις εκ των προτέρων εκτιμήσεις των διαφόρων διεθνών οργανισμών. 5.2 Η εξέλιξη της διάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας την περίοδο Στη διάρκεια των τελευταίων τριών δεκαετιών συντελέστηκαν στην Ελλάδα σημαντικές αλλαγές είτε σε οικονομικό είτε σε κοινωνικό είτε εθνικό-πολιτικό τομέα. Οι περισσότερες από αυτές είναι αντίκτυπο των διεθνών αλλαγών και τροποποιήσεων, και ιδιαίτερα των ευρωπαϊκών. Για να γίνουν κατανοητές οι σημερινές πολιτικοοικονομικές εξελίξεις πρέπει να επισημανθεί η σχετική υποβάθμιση της θέσης και του ρόλου της χώρας μας στο διεθνές προσκήνιο. Μια εικόνα των αλλαγών που συντελέστηκαν στην ελληνική οικονομία δίνει η εξέλιξη της διάρθρωσης του ΑΕΠ. Το Διάγραμμα 6 που ακολουθεί δίνει μια πλήρη εικόνα της εξέλιξης αυτής για τη χρονική περίοδο , απεικονίζοντας την συμμετοχή του κάθε τομέα ως ποσοστό του ΑΕΠ. I. Πρωτογενής Τομέας Ο πρωτογενής τομέας παραγωγής είναι ο τομέας που περιλαμβάνει την γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία και τα δάση, δηλαδή σύμφωνα με την μαρξική κατηγοριοποίηση τους αποτελούν το κομμάτι των παραγωγικών εργασιών της οικονομίας. Όπως συμπεραίνουμε από το Διάγραμμα 6, ο πρωτογενής τομέας παραγωγής σημείωσε μια βαθμιαία συνεχή μείωση στη συνεισφορά του ΑΕΠ και κατά συνέπεια στην απασχόληση του εργατικού δυναμικού, φτάνοντας το 2008 να απασχολεί περίπου το 17% του συνολικού εργατικού δυναμικού και το ποσοστό συμμετοχής του στο ΑΕΠ μόλις το 3.5%. 50

57 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6 Πηγή : Επεξεργασία στοιχείων μελέτης της τράπεζας Alpha Bank Από το διάγραμμα γίνεται άμεσα αντιληπτό πως για το χρονικό διάστημα η γεωργική παραγωγή ως ποσοστό του ΑΕΠ συρρικνώθηκε από 18,4% σε 3.5%. Οι σημαντικότεροι λόγοι που οδήγησαν σε αυτά τα αποτελέσματα ήταν η εγκατάλειψη της γης και το φαινόμενο της μετανάστευσης. Συγκεκριμένα η ελληνική γεωργία αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα όπως η μικρή ιδιοκτησία γης και ο τεμαχισμός των εκτάσεων της, που δεν στάθηκε καθόλου ευνοϊκός για εντατική εκμετάλλευση. Ένας άλλος ανασταλτικός παράγοντας για την πρόοδο του τομέα αυτού ήταν το μικρό ποσοστό των αρδευόμενων εκτάσεων, καθώς και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο το οποίο δεν διευκόλυνε την εφαρμογή νέων τεχνολογιών. Παρόλο όμως των διαφόρων προσπαθειών που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια για την ανάπτυξη της γεωργικής παραγωγής, οι οποίες βοήθησαν μέχρι κάποιο βαθμό, τα διαρθρωτικά προβλήματα και αδυναμίες του πρωτογενούς τομέα συνεχίζουν να εμμένουν (μικρή αποδοτικότητα, χαμηλή εξειδίκευση, μικρό μέγεθος εκμεταλλεύσεων). Αποτέλεσμα των όσων προαναφέρθηκαν είναι η συρρίκνωση του αγροτικού τομέα με την μείωση των απασχολουμένων σε αυτόν καθώς και την μείωση των αντίστοιχων εισοδημάτων. Ένα από τα μεγάλα πλήγματα που ήρθε να συμπλήρωση την κατάσταση που επικρατεί στον συγκεκριμένο τομέα είναι η σημαντική αύξηση των εισαγωγών κυρίως γεωργικών προϊόντων που παρατηρείται από ξένες χώρες, οδηγώντας σε αύξηση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου των γεωργικών προϊόντων. 51

58 II. Δευτερογενής Τομέας Ο δευτερογενής τομέας της παραγωγής αποτελείται από την βιομηχανία, την ενέργεια, την ύδρευση, τα ορυχεία λατομεία, τις κατασκευές, τα μεταλλεύματα. Υπό την ευρεία έννοια η βιομηχανία περιλαμβάνει όλο τον δευτερογενή τομέα μαζί με την μεταποίηση. Και ο δευτερογενής τομέας περιλαμβάνει επαγγέλματα που ανήκουν στην κατηγορία των παραγωγικών εργασιών. Όσον αφορά την διαχρονική του εξέλιξη, παρατηρούμε πως μεταξύ των δεκαετιών του μια αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής, στην οποία συνετέλεσε η πραγματοποίηση μεγάλων έργων υποδομής. Ως εκ τούτου αυξήθηκε και συνεισφορά του δευτερογενούς τομέα στο ΑΕΠ και την απασχόληση στον συγκεκριμένο τομέα. Το ποσοστό συμμετοχής του στο ΑΕΠ από 24,7% έφτασε το 30,4%. Σταδιακά λοιπόν η Ελλάδα άρχισε να εξελίσσεται από μια χώρα κατεξοχήν γεωργική, που στήριζε την οικονομία της στον πρωτογενή τομέα, σε μια χώρα που στρέφεται περισσότερο στην βιομηχανική παραγωγή. Η εκβιομηχάνιση αυτή βέβαια οφείλεται στην πραγματοποίηση μεγάλων δημοσίων επενδύσεων αλλά και σε διάφορα επενδυτικά προγράμματα για βιομηχανικούς τομείς όπως χάλυβα, άλλων μεταλλευμάτων και ναυπηγείων. Τις δεκαετίες όμως που ακολούθησαν βλέπουμε πως το ποσοστό συμμετοχής μειώνεται όλο και περισσότερο από 30,4% που ήταν το 1980 πέφτει στο 27,3% το 1990 ενώ σημειώνει κατακόρυφη πτώση το 2000 στο 21%. Αυτό συνέβη, διότι κυρίως τη δεκαετία του 1980 και 1990 παρατηρήθηκε μια μεταστροφή από τη βαριά βιομηχανία σε μια πιο ελαφριάς μορφής βιομηχανία, αυτή των τροφίμων και των ποτών, παρόλο την προσπάθεια της κυβέρνησης να ενισχύσει την βαριά βιομηχανία μέσω διαφόρων αναπτυξιακών προγραμμάτων, επιδοτήσεων και τα σχετικά. Αρχικά παρατηρήθηκε μείωση στις βιομηχανίες των μεταλλουργικών και κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ακολούθησε η βαθμιαία αποβιομηχάνιση για την ελληνική οικονομία κυρίως για την βαριά. Αυτό έγινε για δύο κυρίως λόγους : πρώτον η ελληνική αγορά ήταν μικρή για να απορροφήσει όλα τα προϊόντα που παρήγαγαν οι μεγάλες επιχειρήσεις και δεύτερον τα ελληνικά προϊόντα δέχονταν μεγάλο ανταγωνισμό από τα ομοειδή της ξένης αγοράς. Το 2010 η ελληνική βιομηχανία δημιουργεί ένα πολύ χαμηλό ποσοστό της συνολικής προστιθέμενης αξίας. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν απέκτησε ποτέ ισχυρή βιομηχανία, έχει προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό η εμπέδωση των καπιταλιστικών σχέσεων που την καθιστά σχετικά αποτελεσματική. 52

59 III. Τριτογενής Τομέας Ο δε τριτογενής τομέας παραγωγής, αποτελείται από το εμπόριο, τις επικοινωνίες, τις μεταφορές (χερσαίες, εναέριες, θαλάσσιες ), την δημόσια διοίκηση, το χρηματοπιστωτικό σύστημα δηλ. τις τράπεζες, τις ασφάλειες, την υγεία, την εκπαίδευση και τις λοιπές υπηρεσίες. Ο τριτογενής τομέας επί το πλείστον ανήκει στο μη παραγωγικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των οικονομικών κλάδων που προηγήθηκε, εξαιρώντας όμως από τις λοιπές υπηρεσίες αυτές του τουρισμού και της ναυτιλίας. Από το 1960 μέχρι και το 2008 παρατηρείται μια διαχρονική αύξηση του τομέα αυτού στην οικονομική διάρθρωση και συνάμα στην συνεισφορά του στο ΑΕΠ της χώρας, καθώς και στην απασχόληση. Από το 1960 ακόμα, το ποσοστό συμμετοχής του στο ΑΕΠ ήταν πάνω από το μισό, 59,6%, σημειώνοντας μια μικρή πτώση το 1970 στο 55,8%, ενώ τις επόμενες δεκαετίες μέχρι και το 2010 επήλθε σε μια συνεχή ανάκαμψη, σύμφωνα με δημοσιεύσεις-έρευνες της παγκόσμιας τράπεζας τα ποσοστά μεριδίου του τριτογενή τομέα της Ελλάδας είναι από τα υψηλότερα παγκοσμίως. Το 2008, την χρονιά που στην πραγματικότητα μπήκαμε στην οικονομική κρίση, άγγιξε το 76,1%, που σημαίνει πως όταν η οικονομική κρίση έκανε εμφανή τα σημάδια της, η χώρα μας βασιζόταν σχεδόν εξολοκλήρου σε έναν μη παραγωγικό τομέα. Όλα τα παραπάνω γεγονότα αποδεικνύουν πως την αύξηση του ρόλου του στη στροφή της ελληνικής οικονομίας πρώτα από τον πρωτογενή στον δευτερογενή τομέα καταλήγοντας στον τριτογενή. Άξιο αναφοράς στην συζήτηση αυτή είναι και η αύξηση του μερίδιο του χρηματοπιστωτικού τομέα, κυρίως λόγω του μεγάλου περιθωρίου κέρδους που παρουσίαζαν. Διεξάγουμε λοιπόν το συμπέρασμα ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τριών τομέων της οικονομίας καθώς και η σύνθεση του ΑΕΠ έχουν αλλάξει σημαντικά σε σύγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες (κυρίως πριν το 1995). Το διάγραμμα που μόλις σχολιάσαμε δείχνει την υποχώρηση, ως ποσοστό του ΑΕΠ, της γεωργικής και βιομηχανικής παραγωγής και την αύξηση του λεγόμενου τριτογενούς τομέα. Οι αλλαγές αυτές που δυναμώνουν όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια έρχονται να αμφισβητήσουν τη σταθερότητα της ανάπτυξης που έχει καταγραφεί στα χαρτιά μέχρι και σήμερα. Διότι η αύξηση του ΑΕΠ σχετίζεται με την εισροή ξένων κεφαλαίων, όταν λέω εισροή κεφαλαίων εννοώ την χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και με την αύξηση της εγχώριας ζήτησης 80. Η αύξηση του ΑΕΠ που πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια δεν συνεπάγεται οικονομική ανάπτυξη καθώς όλη αυτή την περίοδο το παραγωγικό κομμάτι της χώρας αποδιοργανώνεται πλήρως με την εκτεταμένη αποβιομηχάνιση και την συρρίκνωση ως και 80 Κινητήριος δύναμη της αποτέλεσε η Ολυμπιάδα το 2004 και τα μεγάλα έργα υποδομής που ξεκίνησαν τότε. 53

60 εξαφάνιση του αγροτικού τομέα. Δεν είναι λοιπόν παράλογο που οι εξωτερικές συναλλαγές της χώρας συνεισφέρουν αρνητικά στην αύξηση του ΑΕΠ σαν το συνδυασμένο αποτέλεσμα της μείωσης της βιομηχανικής παραγωγής που οδηγεί σε εκτεταμένες εισαγωγές βιομηχανικών προϊόντων αλλά και της μικρής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. 5.3 Η σύνθεση του ΑΕΠ εν όψη της οικονομικής κρίσης (2009) Από τις μέχρι τώρα αναλύσεις κι επισημάνσεις μας και όπως στατιστικά αποδεικνύεται στο Διάγραμμα 7, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα, η αύξηση του μεριδίου των υπηρεσιών στο ΑΕΠ έχει αμβλύνει τις κυκλικές διακυμάνσεις. Οι γνωστοί και ως διαμεσολαβητικοί κλάδοι, οι χαρακτηριζόμενοι μη παραγωγικοί κλάδοι: του εμπορίου, των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, της στέγασης και της ασφάλισης αποτελούν πάνω από το 50% της οικονομίας μας, αγγίζοντας το 79,9% το Συνεπάγεται λοιπόν πως για να υφίστανται οι κλάδοι αυτοί πρέπει να υπάρχει παραγωγή, παραδείγματος χάριν για να διεξαχθεί το εμπόριο θα πρέπει να υπάρχουν προϊόντα, προφανώς εγχώρια προϊόντα και όχι εισαγόμενα, προς όφελος της χώρας, για να υπάρχουν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες πρέπει να υπάρχει οικονομική δραστηριότητα. Παραγωγή όμως υπάρχει μόνο στον πρωτογενή τομέα, στις κατασκευές και στη βιομηχανία ενέργεια, που αποτελούν το 20% του συνολικού ΑΕΠ, δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε και τη συμβολή του τουρισμού και της ναυτιλίας. Αυτοί είναι από τους κλάδους που ίσως θα μας δώσουν ελπίδες για μια βιώσιμη ανάπτυξη, χωρίς στρεβλώσεις. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 7 Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων Ε.Λ. της Ελ.Στατ.. 54

61 Πιο συγκεκριμένα, ο τομέας της γεωργίας, της αλιείας, της κτηνοτροφίας και της δασοκομίας, από τους πιο παραγωγικούς της οικονομίας μας, φθίνει συνεχώς και τείνει προς εξαφάνιση, αγγίζοντας μόλις το 3,8%, ως ποσοστό σύνθεσης του ΑΕΠ. Ενώ το εμπόριο, για το οποίο πολλάκις αναφέραμε πως πρόκειται για μια δραστηριότητα που έχει να κάνει με την εγχώρια ζήτηση και όχι με την παραγωγή υπεραξίας, συνεισφέρει στη διαμόρφωση του ΑΕΠ με το μεγαλύτερο ποσοστό 14,86%. Ο αμέσως επόμενος κλάδος, είναι αυτός των ακινήτων κατασκευών, συμμετέχοντας με ποσοστό 10,41 %. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι αυτός ο κλάδος συνέβαλλε αρνητικά στο ΑΕΠ εξαιτίας και της ύφεσης και της πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας. Ακολουθεί και ο τρίτος στη σειρά κλάδος, που δεν είναι άλλος από αυτόν της δημόσιας διοίκησης και της άμυνας, ο οποίος την τελευταία δεκαετία αύξησε κατά πολύ το ποσοστό συμμετοχής του στο ΑΕΠ, ενώ το 2000 το ποσοστό του άγγιζε 7, 95% σε 8,9 % το 2009, ενώ ην ίδια περίοδο ο ρόλος του κρατικού τομέα στην ανάπτυξη μειωνόταν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από την μέχρι τώρα ανάλυση έχουμε διαπιστώσει πως ο δημόσιος τομέας είναι μη παραγωγικός και δεν αρκεί μόνο αυτό, το ότι δηλαδή δεν παράγει και δεν βοηθά στην ανάπτυξη αλλά την υπονομεύει κιόλας. Το φαινόμενο αυτό μπορεί να παρουσιάζεται και σε άλλες χώρες όμως το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η Ελλάδα, όπου ο δημόσιος τομέας έχει την μικρότερη αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης καθώς παράγει μόλις το 65 % αυτού που έπρεπε να παράγει βάσει της χρηματοδότησης του. Στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης βρίσκονται: η εκπαίδευση με ποσοστό 6,15% που αφορά κυρίως δημόσια εκπαίδευση οπότε πρόκειται πάλι για μη παραγωγική εργασία, εν συνεχεία έχουμε τον τομέα της εστίασης, ξενοδοχεία και εστιατόρια, με 6,11% γεγονός που αποδεικνύει την συμβολή του τουρισμού μας στην ελληνική οικονομία, μια πολύ σημαντική βιομηχανία, για τη χώρα μας. Ακολουθεί η υγεία και η κοινωνική μέριμνα, οι οποίες συνεισφέρουν 4,83%. Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στον ελληνικό χώρο, την φημισμένη ναυτιλία 81, η οποία αποφέρει έσοδα πολλών δις ευρώ στην οικονομία σε φρέσκα κεφάλαια, ποσοστιαία αντιστοιχεί πάνω από το 4%. Οι λοιποί κλάδοι είναι συνδεδεμένοι κυρίως με την εγχώρια ζήτηση και την κατανάλωση. Αποδεικνύεται επίσης, σύμφωνα με μελέτες της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2009, την χρονιά που η οικονομική κρίση είχε εισχωρήσει για τα καλά στα θεμέλια της οικονομίας μας, πως το 70 % του ΑΕΠ μας προέρχεται από την κατανάλωση, ενώ το υπόλοιπο από το εμπόριο ( εισαγωγές εξαγωγές ). Το ποσοστό αυτό, όσον αφορά στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, ενισχύθηκε τα επόμενα έτη αγγίζοντας το 87% 82 και αυτό εξαιτίας της μεγαλύτερης μείωσης 81 Αποτελεί τις λίγες εξαιρέσεις από τον τομέα των υπηρεσιών μαζί με των τουρισμό που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της οικονομίας. 82 Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως το 71,4% προήλθε από τις καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών. 55

62 των παραγωγικών επενδύσεων 83. Φαινόμενο που μας αποκαλύπτει το καταναλωτικό μοντέλο της ελληνικής κοινωνίας το οποίο επαληθεύεται και από το γεγονός ότι οι εισαγωγές είναι υψηλότερες από τις εξαγωγές, που με τη σειρά του αποτελεί ένδειξη της έλλειψης ανταγωνιστικότητας και παράλληλα προκαλεί άλλες παρενέργειες, όπως είναι ο πληθωρισμός και η ανελαστικότητα διαφόρων ειδών ως προς τη ζήτηση. Συγκρινόμενο το ποσοστό της συνολικής καταναλωτικής δαπάνης της Ελλάδας με αυτό των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, παρατηρείται πως εκτός του ότι για αυτές είναι σε χαμηλότερο επίπεδο και ότι ένα μεγάλο μέρος του ποσοστού αποτελείται από δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις, εν αντιθέσει με την ελληνική οικονομία που βασίζεται κυρίως σε καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών. Στην περίοδο όμως που διανύουμε, της βαθιάς πλέον ύφεσης, οι καταναλωτικές δαπάνες μειώνονται, για ευνόητους λόγους, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο όλο το οικονομικό σύστημα, αφού σχεδόν ολόκληρη η οικονομία στηρίζεται στην κατανάλωση. Διαπιστώνουμε λοιπόν πως σύμφωνα με το ελληνικό μοντέλο οικονομίας, η ανάπτυξη στηρίζεται αποκλειστικά στην κατανάλωση και διάφορες μη παραγωγικές δαπάνες, με κραυγαλέο παράδειγμα το Δημόσιο και την διαχείριση ακινήτων. Συγκεκριμένα στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, η αύξηση της μη παραγωγικής εργασίας είναι αποτέλεσμα των διαρθρωτικών αλλαγών που συμβαίνουν στο εργατικό δυναμικό. Ένα μεγάλο μέρος του συνολικού εργατικού δυναμικού της κοινωνίας μας, αν και είναι αναγκαίο στο σύνολο του για την σωστή αναπαραγωγή του συστήματος, δεν εκτελεί την παραγωγική εργασία για το κεφάλαιο και ως εκ τούτου δεν συμβάλλει άμεσα στην διαδικασία της συσσώρευσης. Εστιάζοντας την προσοχή μας στα στοιχεία ανά τομέα που παρατέθηκαν λίγο παραπάνω, είναι προφανές ότι η αύξηση των μη παραγωγικών τομέων της οικονομίας προήλθε με την ταχεία μείωση της απασχόλησης στην γεωργία και τη βιομηχανία. Το φαινόμενο που παρατηρείται στην ελληνική οικονομία, δηλαδή η συνεχής αύξηση των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων έχει παρατηρηθεί σε έρευνες που εκτίμησαν τις μαρξικές κατηγορίες βασισμένες στη μεθοδολογία των Shaikh και Tonak s (1994),τόσο για την ελληνική οικονομία όπως Μανιάτης (2005), όσο και για άλλες οικονομίες όπως Cockshott (1995) για την Μ. Βρετανία και Mohum (2005) για τις ΗΠΑ. Αυτό δείχνει ότι το συνεχώς αυξανόμενο μερίδιο των μη παραγωγικών εργασιών στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας είναι κοινό χαρακτηριστικό των καπιταλιστικών χωρών το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Είμαστε λοιπόν ένα κράτος που στην πραγματικότητα δεν παράγει τίποτα. Μια τέτοια οικονομία μπορεί πολύ εύκολα να καταρρεύσει σε περιόδους κρίσης και δε οικονομικής, αφού 83 Οι επενδύσεις συνήθως δεν είναι αποδοτικές σε ένα περιβάλλον όπου ο πληθωρισμός συντηρείται από στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας, όπως το υψηλό κόστος ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος, οι αυξήσεις μισθών που δεν λαμβάνουν υπόψη την παραγωγικότητα, τα κλειστά επαγγέλματα κ. α.. 56

63 δεν απαιτεί μεγάλες επενδύσεις, δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας και δεν στηρίζεται στην έρευνα και την ανάπτυξη (R & D). Στηρίζεται στις εισαγωγές που είναι μεγαλύτερες από τις εξαγωγές, λόγω έλλειψης ανταγωνιστικότητας, στις επιδοτήσεις, οι οποίες από ότι φαίνεται δεν πιάνουν τόπο, και σε έναν μη αποτελεσματικό και σπάταλο δημόσιο τομέα. Το αποτέλεσμα όλων αυτών, να δημιουργούνται συνεχώς ελλείμματα και τεράστια χρέη προς τρίτους, φαινόμενα που είναι απλά τα συμπτώματα του ουσιαστικού μας εθνικού προβλήματος. Συνοψίζοντας το σημαντικότερο και εμφανέστερο πόρισμα της προσπάθειας μας αυτής, είναι η συνεχής και σταθερή αύξηση των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων (βλ. δημόσιος τομέας, χρηματοπιστωτικός, εμπόριο) εις βάρος των παραγωγικών, τόσο σε απόλυτα νούμερα όσο και σε μερίδιο μισθών. Επιπροσθέτως η διερεύνηση για τα αποτελέσματα αυτά, αποκαλύπτει πως κύρια αιτία είναι η μείωση του μεριδίου της βιομηχανίας (αποβιομηχάνιση) στην συνολική εργασία και η παράλληλη αύξηση συμμετοχής του δημόσιου τομέα. Η δε επέκταση του παρεμποδίζει τις παραγωγικές δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα. Δηλαδή οι κρατικές δραστηριότητες ως μη παραγωγικές υπονομεύουν τη γενικότερη οικονομική ανάπτυξη. 5.4 Η ελληνική οικονομία πληροί τα κριτήρια μιας αδύναμης οικονομίας Οι αρνητικές επιπτώσεις της διεθνούς οικονομικής κρίσης έχουν επηρεάσει την ήδη οδυνηρή οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση στην χώρα μας. Ωστόσο, ιδιαίτερη προσοχή για την τρέχουσα κατάσταση στην Ελλάδα, θα πρέπει να δοθεί στην ύπαρξη διαρθρωτικών αδυναμιών που έχουν συσσωρευτεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών και έχουν κατατάξει την ελληνική οικονομία στην ομάδα των αδύναμων οικονομιών. Εκτός από τα παραπάνω διαρθρωτικά προβλήματα που αναλύσαμε στις προηγούμενε ς δύο παραγράφους 5.1 και 5.2, η ελληνική οικονομία έχει να αντιμετωπίσει μια άλλη κατηγορία προβλημάτων, τις οικονομικές διαταραχές. Πράγματι, το 2009 το έλλειμμα ήταν 12,7% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος εκτιμάται σε 113,4% του ΑΕΠ (Πίνακας 4). Το δημόσιο χρέος, είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται διεθνώς κυρίως τις τελευταίες σχετικά δεκαετίες. Η συνεχής διόγκωση του, εξαιτίας ελλειμματικών προϋπολογισμών και όχι μόνο, σε συνδυασμό με την τρέχουσα οικονομική κρίση οδηγούν σε μια μη αναστρέψιμη κατάσταση, αν οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να εφαρμόζουν τις ίδιες πολιτικές. Σύμφωνα με την ανάλυση του Κέυνς, προτείνονται δύο εναλλακτικές πολιτικές για 57

64 την λύση του προβλήματος του δημοσίου χρέους, μια είναι η ύπαρξη πλεονασματικού ισοζυγίου και η άλλη, η σαφώς πιο εφικτή, η έκδοση χρήματος. Το δημόσιο χρέος υποθηκεύει την ανεξαρτησία του έθνους στους δανειστές, όταν αυτοί είναι ξένοι, ενώ παράλληλα περιορίζει την αναπτυξιακή ικανότητα του. Πολλοί οικονομολόγοι (νεοκλασικοί) στις μέρες μας θεωρούν πως οι μέθοδοι χρηματοδότησης των δημοσίων δαπανών φορολογία και ο δημόσιος δανεισμός έχουν την ίδια βαρύτητα, με λίγα λόγια είναι ισοδύναμες. Η άποψη τους αυτή έρχεται σε αντίθεση με την άποψη των κλασικών οικονομολόγων, η αντίθεση αυτή προέρχεται από τη διάκριση της εργασιακής δραστηριότητας σε παραγωγική και μη παραγωγική. Διότι μπορεί κάποιες κρατικές δραστηριότητες να είναι απαραίτητες, δεν παύουν όμως να μειώνουν το προϊόν που διατίθεται για επένδυση και να υποσκάπτουν έτσι το ρυθμό μεγέθυνσης του συνολικού προϊόντος της κοινωνίας. Ωστόσο, το δημόσιο χρέος ενισχύεται από τις οικονομικές πολιτικές που έχουν αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες κατανάλωσης εις βάρος των επενδύσεων, οι οποίες ως επί το πλείστον χρηματοδοτούνται από ξένα δάνεια. Ειδικά οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν μετά την δεκαετία του 80. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα άρχισαν να αυξάνονται, λόγω των πολιτικών που ανταποκρίθηκαν στην αρχή της αναδιανομής του εισοδήματος, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί ο ρόλος του κράτους στην βιομηχανική παραγωγή και να οδηγηθούμε σε μια παράλογη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων. Το δημόσιο χρέος ήταν 20% του ΑΕΠ στις αρχές του 1980 και από τότε, έφτασε το 100% στις αρχές του ΠΙΝΑΚΑΣ 4 Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή Σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα, που βασίζεται στην πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για το 2014 παρατηρούμε πως το δημόσιο χρέος θα φτάσει σχεδόν το 150% του συνολικού ΑΕΠ, σημειώνοντας ποσοστιαία μεταβολή 35.8% σε σύγκριση με το Τα 84 Alogoskoufis (2009), p

65 οικονομικά και φορολογικά μέτρα που έχει αναλάβει η τωρινή κυβέρνηση υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ οδεύουν προς την αποτυχία, εκτός αν ακολουθείται από σαφείς, διαφανείς αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, οι οποίες δεν ισχύουν μέχρι τώρα. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας 85 είναι ένα εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση του πρόβλημα του υψηλού δημόσιου χρέους σε μια μακροπρόθεσμη περίοδο. Ωστόσο οι αδυναμίες της ελληνικής αγοράς εκτός του ότι έχουν συμβάλει στη δυναμική της ελληνικής οικονομικής κρίσης, έχουν συμβάλλει και στην επιδείνωση των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών της, σε σύγκριση με τις άλλες οικονομίες της ζώνης του ευρώ. Αυτό είναι προφανές, καθώς η κρίση έπληξε την ελληνική οικονομία πιο έντονα από ότι έκανε τις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ και ιδιαίτερα τις οικονομίες με παρόμοιες επιδόσεις τα τελευταία 15 χρόνια, και δεν είναι άλλες από την Ιρλανδία, τη Πορτογαλία και την Ισπανία. Η επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας, έχει σημαντικές επιπτώσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Είναι προφανές αν συγκρίνουμε το ελληνικό δείκτη ανταγωνιστικότητας με το δείκτη των άλλων χωρών που έχουν κοινά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά (Πίνακας 5) μπορούμε να συμπεράνουμε ότι από τα μέσα του 1990, η ελληνική οικονομία ήταν σε χειρότερη θέση όσον αφορά την απόδοση της ανταγωνιστικότητας. Αν και ο εν λόγω δείκτης για τις χώρες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας μειώνεται σταδιακά για την περίοδο , παραμένουν σε πολύ καλύτερη θέση από ότι στην Ελλάδα, Ενώ αντιθέτως ο ιρλανδικός δείκτης της ανταγωνιστικότητας έχει βελτιωθεί κατά την ίδια περίοδο. ΠΙΝΑΚΑΣ 5 ΔΕΙΚΤΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Πηγή: Reuters Ecowin Pro 85 Μη ξεχνάμε πως ο Smith επιχειρηματολογούσε υπέρ της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, διότι χωρίς αυτήν δεν έχει νόημα ο ανταγωνισμός, ο οποίος είναι εξαιρετικά σημαντικός για τη συσσώρευση κεφαλαίου και την πρόοδο της κοινωνίας. 59

66 Οι αρνητικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας από την άποψη της ανταγωνιστικότητας αντανακλούνται επίσης στην πολύ χαμηλή εξαγωγική δραστηριότητα, τόσο των προϊόντων όσο και των υπηρεσιών σε σύγκριση πάντα με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ έφθασαν το 7,2% το Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί στο 25% του μέσου όρου των εξαγωγών της Ε.Ε των 15. Όπως διαπιστώνουμε από τον Πίνακα 6, η χαμηλή εξαγωγική επίδοση της οικονομίας δεν είναι ένα πρόσφατο πρόβλημα, αλλά άρχισε να επιδεινώνεται το Παρατηρώντας με προσοχή τις μέσες ετήσιες εξαγωγικές επιδόσεις συμπεραίνουμε πως ο ελληνικός οικονομικός δείκτης βιώνει τη μεγαλύτερη πτώση μεταξύ της περιόδου με μείωση περίπου 300%. Ενώ τα πρώτα έξι χρόνια της δεκαετίας που διανύουμε η Ελλάδα είχε τη χαμηλότερη επίδοση των εξαγωγών μεταξύ των χωρών του Νότου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τις παραπάνω εξελίξεις είναι ηλίου φαεινότερου πως η ελληνική οικονομία δεν βασίζεται στις εξαγωγές. Ως εκ τούτου η διεθνοποίηση της οικονομίας αποτελεί διαρθρωτικό πρόβλημα και όχι μια περιστασιακή κατάσταση. Η μείωση της ανταγωνιστικότητας οδήγησε σε συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης, γεγονός που είχε αντίκτυπο στα δημοσιονομικά στοιχεία καθώς και σε βασικές μακροοικονομικές μεταβλητές, δηλαδή στην αύξηση του δημοσίου ελλείμματος και του χρέους. Η διαιώνιση αυτής της κατάστασης συνέβαλλε κατά ένα μεγάλο ποσοστό στην διόγκωση του δημόσιου χρέους. Με άλλα λόγια, όλα τα οφέλη από τα μέτρα λιτότητας, από την πλευρά της μείωσης των ελλειμμάτων εξαλείφονται από τις απώλειες από την πλευρά του ΑΕΠ. ΠΙΝΑΚΑΣ 6 ΕΞΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (Μέση Ετήσια Μεταβολή) Πηγή: Reuters Ecowin Pro 60

67 Με βάση τις προβλέψεις του ΔΝΤ, Πίνακας 6, εκτιμάται ότι η ελληνική οικονομία όχι μόνο θα παραμείνει σε ύφεση μέχρι το 2011 αλλά θα συνεχίσει να παρουσιάζει πρωτογενή ελλείμματα μέχρι το Κατά συνέπεια, το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί στο 150% περίπου το 2013, παρουσιάζοντας μια αποκλιμάκωση 30 περίπου μονάδων το 2020 υπό την ανάκαμψη ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ με θετικό πρόσημο και την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 6% από το 2014 και έπειτα. Το προβλεπόμενο ύψος του χρέους ως % του ΑΕΠ κατά τα επόμενα έτη, που αναμένεται αρκετά υψηλό, αυτό αμέσως συνεπάγεται ότι ένα αυξανόμενο ποσοστό του ΑΕΠ θα προορίζεται για την εξυπηρέτηση του χρέους. 86 ΠΙΝΑΚΑΣ 7 Προβλέψεις επιλεγμένων μακροοικονιμικών δεικτών από το Δ.Ν.Τ για την ελληνική οικονομία ( ) Πηγή: Δ.Ν.Τ, 2010, αναφέρεται στην Ετήσια Έκθεση ΙΝΕ-ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, Συνοψίζοντας, η ελληνική οικονομία πληροί τα βασικά κριτήρια μιας αδύναμης οικονομίας. Οι βαθιά ριζωμένες αδυναμίες αποτελούν αναπτυξιακά εμπόδια για την οικονομία και έχουν υπονομεύσει τη βιώσιμη αναπτυξιακή της προοπτική. Συνεπώς η τρέχουσα διεθνής κρίση δεν έχει απλά επιδεινώσει την ελληνική οικονομική κατάσταση, αλλά έχει επίσης επισπευσθεί το πέρασμα της οικονομίας σε μια πιο βαθιά ύφεση εξαιτίας των επί χρόνια τώρα ριζωμένων αδυναμιών της. Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι το προφανές αποτέλεσμα μιας σειράς από λανθασμένες επιλογές και παραλείψεις των εκάστοτε κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών δεκαετιών. Η άμεση ανάγκη για να ξεφύγει η ελληνική 86 ΙΝΕ-ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ (2010) 61

68 οικονομία από αυτή την πραγματικότητα υποδεικνύει μέτρα που δεν θα αποσκοπούν στη θεραπεία των συμπτωμάτων, αλλά στη θεραπεία των αιτιών των προβλημάτων. Έτσι ώστε να αποκτήσει η χώρα μας μια οικονομική σταθερότητα και συνάμα να δημιουργηθούν συνθήκες για αειφόρο οικονομική ανάπτυξη. 62

69 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα διανύει την τελευταία τετραετία την δυσκολότερη περίοδο στην ιστορία του. Η χρηματοπιστωτική περιπέτεια του 2007 στις Η.Π.Α, λόγω των επισφαλών στεγαστικών δανείων, οδήγησε στην γενική κρίση του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος, προκαλώντας τεράστιες ζημίες σε διεθνές επίπεδο. Το επόμενο βήμα των εκάστοτε κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση των δημιουργηθέντων προβλημάτων αλλά και για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μετεξέλιξης του φαινομένου σε συστημική οικονομική κρίση, ήταν η άμεση επέμβαση. Έτσι λοιπόν, ήταν αναμενόμενο το γεγονός αυτό να επηρεάσει και την μικρή και συνάμα βαρύνουσας σημασίας διεθνώς (για διάφορους λόγους πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων), οικονομία της Ελλάδας. Η χώρα μας βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας της, ίσως και την πιο κρίσιμη, εξαιτίας των διαφόρων οικονομικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν στην σύγχρονη εποχή της. Η Ελλάδα αντιμετώπιζε πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, υψηλό δημόσιο έλλειμμα και χρέος. Οι δημοσιονομικές εξελίξεις και προοπτικές ήταν ήδη αρνητικές. Όπως γίνεται αντιληπτό η παγκόσμια οικονομική κρίση στάθηκε η αφορμή και όχι η αιτία για την σημερινή κατάσταση που βιώνει η ελληνική οικονομία και μαζί με αυτήν και η ελληνική κοινωνία, και έχουν οδηγηθεί στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Το κυριότερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας έγκειται στην βραχυπρόθεσμη διαχείριση της κρίσης, η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί μόνη της την κρίση, διότι έχει απέναντι της έναν βολεμένο πολίτη, μια οικονομία που παραπαίει βασισμένη στην παραοικονομία και το επιχειρηματικό πλιάτσικο και έναν κρατικό τομέα σε πλήρη διάλυση. Η κυβέρνηση θα πρέπει να παρέχει ένα θεσμικό πλαίσιο με απώτερο σκοπό να προάγει τον ανταγωνισμό, τις επενδύσεις, την επιχειρηματικότητα και κυρίως ότι σχετίζεται με το παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας, δηλαδή τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Φτάνοντας στο σήμερα, η κατάσταση που επικρατεί στην οικονομία μας σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν και σχολιάστηκαν παραπάνω, αποδεικνύει τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, η οποία εξαρτάται από δύο περιφέρειες 87 και μόνο έναν από τους 87 Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Αρχής που αφορούν στο έτος 2007, όταν ήδη είχε αρχίσει να διαφαίνεται το οικονομικό μέλλον της χώρας μας το 63,5% του ελληνικού ΑΕΠ παράγεται μόνο από δύο περιφέρειες της χώρας, στην Αττική παράγεται το 49,7% του συνολικού ΑΕΠ και στην Κ. 63

70 τρεις τομείς της οικονομίας. Ενώ παρατηρώντας την πορεία της ελληνικής οικονομίας μέσα από τις διάφορες επιπτώσεις σε ορισμένα μακροοικονομικά μεγέθη, όπως η αυξητική τάση των δεικτών ανεργίας, ο αυξημένος πληθωρισμός και ιδιαίτερα η πτώση του Α.Ε.Π, εξάγουμε το συμπέρασμα πως η οικονομία της χώρας μας βρίσκεται σε πλήρη αντιδιαστολή με την πορεία της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής οικονομίας, όπου παρατηρείται αύξηση του ΑΕΠ και σταθεροποίηση πληθωρισμού και ανεργίας. Γι αυτό η ΕΕ σε συνεργασία με τους διεθνείς δανειστές, ασκεί έντονη πίεση στην ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει όλο και περισσότερα μέτρα, σύμφωνα με το περιβόητο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα λιτότητας. Διαφορετικά εξαιτίας της επικίνδυνης αυτής απόκλισης μας από τους Ευρωπαϊκούς οικονομικούς κύκλους, οδηγούμαστε στην αυτονομία, ακολουθώντας μια δικιά μας πορεία, η οποία εκτός των άλλων επιβαρύνεται και από την νομισματική πολιτική του ευρώ. Το πρόγραμμα αυτό είναι ένας όρος που περιλαμβάνει μείωση των δημοσίων δαπανών, μείωση του μεγέθους του δημόσιου τομέα (ο οποίος έχει επεκταθεί υπεραρκετά και δυσανάλογα όπως ήδη διαπιστώσαμε σε προηγούμενα κεφάλαια), καθώς και τη μεταρρύθμιση στον τομέα της εργασίας και απασχόλησης αλλά και των συστημάτων συνταξιοδότησης και ασφάλισης. Αρχικά όσον αφορά τη διόγκωση του δημοσίου τομέα και γενικά του τριτογενή τομέα παραγωγής, σε συνδυασμό με τα όσα προαναφέρθηκαν και αυτά που θα ακολουθήσουν είναι ολοφάνερο πως για να αρχίσει ξανά η ανάπτυξη της οικονομίας τίθεται επιτακτική ανάγκη για μείωση του τομέα αυτού στην συμμετοχή του στο ποσοστό του ΑΕΠ, εξαιτίας των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων που περιλαμβάνει. Ο κρατικός τομέας, ως μη παραγωγικός, όχι απλά δεν παράγει υπεραξία έτσι ώστε να προσφέρει στην ανάπτυξη της οικονομίας αλλά αντιθέτως ιδιοποιείται την ήδη παραγμένη υπεραξία που δημιουργήθηκε από τους παραγωγικούς κλάδους, μειώνοντας έτσι το την συνολική υπεραξία που θα μπορούσε να επενδυθεί και να οδηγήσει σε οικονομική ανάπτυξη της οικονομίας. Βέβαια δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφερθούμε και στον τρόπο που συμβάλλουν οι δημόσιες δαπάνες στην οικονομική ανάπτυξη και στον λάθος χειρισμό τους από τις εκάστοτε πολιτικές κυβερνήσεις. Τα ουσιαστικά αίτια της δημοσιονομικής, κυρίως, κρίσης στην χώρα μας πρέπει να αναζητηθούν σε συγκεκριμένους παράγοντες. Πρώτος και κύριος λόγος, της κατάστασης που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα, είναι οι μέχρι τώρα λάθος πολιτικές, οι οποίες οδήγησαν την χώρα μας στην όλο και πιο επιδεινωμένη οικονομική κατάσταση, με έναν μη παραγωγικό δημόσιο τομέα, ένα περιοριστικό και αναποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο στην οικονομία, της οποίας η ανταγωνιστικότητα έχει πάρει την κατιούσα, ενώ εξίσου οδυνηρό είναι και το γεγονός της έλλειψης κατάλληλων μεταρρυθμίσεων. Όταν μιλάω για λάθος πολιτικές αναφέρομαι στον λάθος τρόπο που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί για να επέλθει οικονομική Μακεδονία το 13,8%. Ενώ το ίδιο έτος ο τριτογενής τομέας συνέβαλλε κατά 75,9% στη διαμόρφωση του συνολικού ΑΕΠ. 64

71 ανάπτυξη, πιο συγκεκριμένα στις πολιτικές δραστικής μείωσης των φορολογικών εσόδων και κατ επέκταση των δημοσίων δαπανών, που ακολούθησαν οι τελευταίες κυβερνήσεις για πάνω από δέκα χρόνια προτού εκδηλωθεί η οικονομική κρίση. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, το ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν από τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση 88, παρόλα αυτά όμως ο λόγος χρέους / ΑΕΠ παρέμενε σταθερός διότι οι κυβερνήσεις με την φορολογική πολιτική που ακολουθούσαν μείωναν τα δημόσια έσοδα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί η χώρα μας να σημειώσει την οικονομική ανάπτυξη που θα περιμέναμε με τόσο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Σήμερα η ελληνική κυβέρνηση έχοντας ως κύριο στόχο να μειώσει το έλλειμμα, έχει προβεί με την προτροπή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε μείωση των κρατικών δαπανών και σε παράλληλη αύξηση της φορολογίας. Ενώ μέσα από τις διαρθρωτικές αλλαγές που προωθεί, αποσκοπεί σε αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Όλα αυτά βέβαια ναι μεν μπορούν από μια άποψη να βοηθήσουν την υφιστάμενη κατάσταση, από τη μια η μείωση των μη παραγωγικών δαπανών και από την άλλη η προσέλκυση των άμεσων ξένων επενδύσεων, όμως είναι μια προσωρινή λύση χωρίς διάρκεια. Μια πιο μακροχρόνια λύση όμως απαιτεί μεγάλες θεσμικές αλλαγές σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο. Το γενικότερο πρόβλημα λοιπόν, είναι η εμμονή της ελληνικής κυβέρνησης στις νεοφιλελεύθερες συνταγές διαχείρισης της οικονομίας. Η ελληνική οικονομία έχασε την αξιοπιστία της και την εμπιστοσύνη των ξένων χρηματαγορών με αποτέλεσμα την εκτίναξη των επιτοκίων δανεισμού. Έτσι επενέβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε πρόγραμμα δανειακής στήριξης του ελληνικού Δημοσίου με την προϋπόθεση πως η Ελλάδα θα ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα μείωσης των δημοσίων δαπανών. Όπως και έγινε από το 2010 η ελληνική κυβέρνηση έχει πάρει σκληρά και δυσβάσταχτα μέτρα για τον Έλληνα πολίτη, προσανατολίζοντας όμως στην μείωση των δαπανών του δημοσίου και στην περιστολή του κοινωνικού κράτους, με παράλληλη αύξηση των εσόδων κυρίως από έμμεσους φόρους. Χωρίς όμως να μεταβάλλει είτε άλλες πηγές εσόδων, όπως φορολογικούς συντελεστές των επιχειρήσεων ή των υψηλών εισοδημάτων, την απουσία της φορολόγησης της περιουσίας της Εκκλησίας, είτε δαπάνες όπως αυτές που πραγματοποιούνται για τις υπηρεσίες της εθνικής άμυνας. Η κυβέρνηση λοιπόν προέβει σε συρρίκνωση του ελληνικού κράτους, όσον αφορά στο ασφαλιστικό σύστημα, τις συντάξεις και την τοπική αυτοδιοίκηση. Τα παραπάνω μέτρα που έχουν εφαρμοστεί, ενώ έχουν αντιφατικά αποτελέσματα στο τομέα της δημοσιονομικής 88 Συγκεκριμένα την περίοδο η Ελλάδα σημείωσε υψηλή πραγματική αύξηση του ΑΕΠ κατά 61,0% πολύ υψηλότερο από αυτό των περισσότερο αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών όπως για παράδειγμα το αντίστοιχο ποσοστό για την Γερμανία ήταν 19,5%, ενώ για τη Γαλλία 30,8%. 65

72 βελτίωσης είναι γενικά αποδεκτό ότι θα επιδεινώσουν την κατάσταση στην παραγωγική και κοινωνική σφαίρα της ελληνικής οικονομίας. Το μεγάλο ζήτημα για το οποίο γίνεται συζήτηση μέχρι τώρα, είναι η ανάπτυξη στην ελληνική οικονομία και πως θα επιτευχθεί. Η μια άποψη είναι και αυτή που ακολουθείται επί χρόνια από την Ε. Ε και κατ επέκταση τώρα από την ελληνική κυβέρνηση, γνωστή ως νεοφιλελεύθερη. Σύμφωνα με αυτήν θα οδηγηθούμε σε ανάπτυξη μέσα από την λιτότητα, μείωση δημοσίων δαπανών, και ως εκ τούτου την αύξηση της αποταμίευσης. Η γενική πεποίθηση των υποστηρικτών της είναι ότι η ανάπτυξη θα προκύψει από την αυθόρμητη λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς. Χωρίς καμία πρόθεση για υποτίμηση την αξία των μέτρων της πολιτικής αυτής, πρέπει να αναφερθούμε πως τα σφάλματα της οικονομίας δεν βρίσκονται μόνο στον δημόσιο τομέα αλλά και στον ιδιωτικό καθώς συνδέονται με ισχυρά δεσμά τα δύο αυτά μέτωπα, με το δημόσιο να στηρίζει τον τελευταίο. Συνεπώς δεν μπορούμε να βασιστούμε στην επιχειρηματική τάξη 89 για την οποιαδήποτε αλλαγή στην οικονομία. Η επιχειρηματική τάξη από τη μεριά της, αποδίδει το μεγάλο πρόβλημα στην έλλειψη της ενεργούς ζήτησης και την χειροτέρευση του φαινομένου αυτού από τις οικονομικές πολιτικές που ακολουθούνται. Τα διάφορα μίγματα πολιτικών που εφαρμόστηκαν κατά καιρούς έχουν πλέον εξαντληθεί. Έτσι λοιπόν, η πολιτική αύξησης της ζήτησης μέσω των κρατικών επενδυτικών δαπανών είναι η μόνη που εγγυάται τη συνοχή του συστήματος. Αν αναλύσουμε λίγο βαθύτερα την λογική της κεϋνσιανής πολιτικής, θα διαπιστώσουμε πως το χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι το γεγονός ότι δίνει προτεραιότητα στις επενδύσεις και έπειτα στην αποταμίευση, ως αποτέλεσμα έχουμε την αύξηση της συνολικής ζήτησης. Πρέπει να εγκαταλειφθεί η μέχρι τώρα εφαρμοζόμενη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική τόσο στην χώρα μας όσο και στην Ε. Ε. γενικότερα. Και να σταματήσει η κυβέρνηση να παρέχει υποστήριξη στον μη παραγωγικό χρηματοπιστωτικό τομέα, διότι στην πραγματικότητα δεν παρέχει ρευστότητα στην οικονομία. Όπως συμπεράναμε, τα πραγματικά αίτια της οικονομικής κρίσης δεν βρίσκονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα αλλά στην πραγματική οικονομία, σε αυτόν απλά εμφανίζονται τα συμπτώματα. Κοντολογίς, η έξοδος από την οικονομική κρίση βρίσκεται στην απαξίωση του κεφαλαίου, που μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα από το χρηματιστήριο αλλά σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό μέσω των καινοτομιών που περιλαμβάνουν ολόκληρη την αναδιοργάνωση των επιχειρήσεων. Όμως στη χώρα μας παρατηρείται μια τεχνολογική και καινοτομική κατάρρευση της παραγωγικής βάσης. Για να είναι αποτελεσματικό αυτό πρέπει να υπάρχει και το αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο και η κατάλληλη πολιτική παρέμβαση Η οποία οφείλει την αντοχή της στον διεθνή ανταγωνισμό και την επικράτηση της στον εγχώριο. 90 Τσουλφίδης (Ιανουάριος 2011) 66

73 Από την μέχρι τώρα πορεία της Ελλάδας και άλλων ομοειδών χωρών, αναφορικά με την οικονομία τους (π. χ. Ισπανία, Ιρλανδία, Πορτογαλία), και τους πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που σημείωσαν κατέληξαν με σημαντικά ελλείμματα στις τρέχουσες συναλλαγές. Η εισαγωγή όμως του ενιαίου νομίσματος τις επέτρεψε να συγκλίνουν με τα κ. κ. ΑΕΠ των ανεπτυγμένων χωρών, κάτι που δεν συνεπάγεται απαραίτητα κοινωνική ευημερία, ενώ παράλληλα σημείωσαν υψηλότερα μέσα ποσοστά κέρδους, τα οποία και συνοδεύτηκαν από αντίστοιχα υψηλότερους ρυθμούς κεφαλαιακής συσσώρευσης. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που αναλύσαμε στην παράγραφο 5.2, όσον αφορά κυρίως τη δομή της οικονομίας και την σύνθεση του ποσοστού του ΑΕΠ η ανατίναξη της γεωργικής παραγωγής και η αποβιομηχάνιση αποτελούν τη μια πλευρά της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης μαζί με την διόγκωση του τομέα των υπηρεσιών από την άλλη, η οποία αποτελεί την κύρια τάση των τελευταίων δεκαετιών. Έτσι λοιπόν εξηγείται και συνάμα δικαιολογείται η ραγδαία επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας, ενώ κατά την διάρκεια των ετών παρουσίαζε συνεχή αύξηση του ΑΕΠ, της παραγωγικότητας της εργασίας και των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου. Το παράδοξο για όλους μας αυτό φαινόμενο, που έχει οδηγήσει την οικονομία, ιδιαίτερα, μετά το 2007 σε μια τέτοια δυσμενή δημοσιονομική, κοινωνική και παραγωγική κατάσταση και την ανάγκη για προσφυγή σε δανεισμό, μπορεί να ερμηνευτεί από το γεγονός ο σχεδιασμός δημόσιων πολιτικών και ο προγραμματισμός των δράσεων για την υλοποίησή τους πρέπει να συνδέεται με τη δομή και τη διάρθρωση του παραγωγικού συστήματος της οικονομίας, έτσι ώστε να βελτιωθούν οι σχέσεις μεταξύ των κρίσιμων κλάδων και να δημιουργηθεί μία εσωτερική δυναμική βέλτιστης οικονομικά και κοινωνικά απόδοσης. Η πολυσυζητημένη διάκριση της εργασίας είναι απαραίτητη και χρήσιμη για την μελέτη της συσσώρευσης κεφαλαίου, διότι μας βοηθά να κατανοήσουμε την έκταση στην οποία η εργασία που απασχολείται στην σφαίρα της παραγωγής δημιουργεί αρκετή υπεραξία για να συντηρηθούν οι μη παραγωγικές δραστηριότητες της κυκλοφορίας και της συντήρησης και αναπαραγωγής της κοινωνικής τάξης. Αυτό σημαίνει πως αν οι παραγωγικές δραστηριότητες αυξάνονται με μικρότερο ρυθμό από ότι οι παραγωγικές δραστηριότητες τότε η συνολική αναπαραγωγή του συστήματος συνεχίζεται ακάθεκτη. Διαφορετικά μέρος της διαθέσιμης υπεραξίας μειώνεται και η οικονομική αναπαραγωγή γίνεται όλο και πιο δαπανηρή καθώς αυξάνεται το βάρος της μη παραγωγικής εργασίας, με αναμενόμενο αποτέλεσμα, αργά ή γρήγορα, την κατάρρευση του συστήματος. Οπότε από την ανάλυση που έχει προηγηθεί στο κεφάλαιο 4 σε συνδυασμό με τα στοιχεία που παραθέσαμε στο κεφάλαιο 5 για την οικονομική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας προκύπτει το συμπέρασμα πως το ελληνικό σύστημα είναι υπό κατάρρευση όχι εξαιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αλλά εξαιτίας του όλο και αυξανόμενου ρυθμού αύξησης των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων. 67

74 Η χώρα μας τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε ένα εμπορομεσιτικό διαμετακομιστικό κέντρο και κέντρο υπηρεσιών. Ο τριτογενής τομέας παραγωγής παρουσίασε την πιο ισχυρή ανάπτυξη σε αντίθεση με τους άλλους δύο, οι οποίοι συρρικνώθηκαν. Γεγονός βαρύνουσας σημασίας είναι το ότι ο τομέας των υπηρεσιών ελέγχεται άμεσα από το διεθνές κεφάλαιο όσον αφορά τα κεφάλαια και το δανεισμό ή τη μετοχική σύνθεση των επιχειρήσεων. Όλη αυτή η διόγκωση του τομέα των υπηρεσιών σε βάρος της βιομηχανίας και της γεωργίας προκάλεσε το ενδιαφέρον σύγχρονων οικονομολόγων σχετικά με την διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Με αποτέλεσμα να προσπαθήσουν να επανεκτιμήσουν και ίσως να επαναπροσδιορίσουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών. Και όταν αναφερόμαστε στον τομέα των υπηρεσιών εννοούμε υπηρεσίες όπως αυτές των νομικών, ασφαλείας, υγείας κ.λ.π. Σύμφωνα λοιπόν με τους Εθνικούς Λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα, η αύξηση του τομέα αυτού συνεπάγεται αύξηση του εθνικού μας εισοδήματος. Όμως υπάρχουν οικονομολόγοι στις μέρες μας που δεν αποδέχονται κάτι τέτοιο. Συμμερίζονται δηλαδή την άποψη των κλασικών οικονομολόγων πως η διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας είναι βαρύνουσας σημασίας καθώς η αύξηση του αριθμού των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων ως προς το ποσοστό της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας αναλώνει μέρος του συνολικού προϊόντος, το οποίο θα μπορούσε να διατεθεί για συσσώρευση μειώνοντας έτσι τις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας, αδυνατώντας έτσι να αναπτυχθεί μακροπρόθεσμα. 91 Ένα ακόμα μεγάλο λάθος λοιπόν,στο οποίο υποκύπτουν οι αρμόδιες αρχές, είναι ο λάθος τρόπος μέτρησης του ΑΕΠ, αφού το σύστημα των Εθνικών λογαριασμών χαρακτηρίζεται από κάποιες βασικές ατέλειες, όπως διαπιστώσαμε στο Κεφάλαιο 4. Στην διαδικασία καταμέτρησης του συνολικού ΑΕΠ συμπεριλαμβάνουν χρηματικές ροές που έχουν ήδη ληφθεί υπόψη, με αποτέλεσμα να υπάρχει διπλή μέτρηση, όπως για παράδειγμα τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης μπορεί να συμπεριλάβει χρηματικές ροές που είναι εντελώς πλασματικές. Κατ επέκταση λαμβάνουν μια μη πραγματική εικόνα της επικρατούσας κατάστασης στην οικονομία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν εφαρμόζουν την διάκριση μεταξύ της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, με την ραγδαία αύξηση του μη παραγωγικού κλάδου τα αποτελέσματα θα είναι όλο και πιο υποτιμημένα. Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την απώλεια συγκριτικών πλεονεκτημάτων του παρελθόντος με έναν λαό που εθελοτυφλεί οδηγούν σε αποδυνάμωση της ελληνικής οικονομίας μέσα σε ένα κλίμα με απρόβλεπτες συνέπειες. Όμως πάντα υπάρχει φως στο τούνελ όπως υπάρχει πάντα λύση σε κάθε πρόβλημα, η επιτυχία οποιασδήποτε προσπάθειας κι αν γίνει εξαρτάται κατά μεγάλο βαθμό από την αποφασιστικότητα και την υποστήριξη του λαού. 91 Μανιάτης, Τσαλίκη και Τσουλφίδης, (1999), σελ

75 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Alogoskoufis G., (2009), Greece after the Economic Crisis, Kastanioti Publications, Athens Giannitsis, T. (2008), The successful developmental models: the crucial differences with the Greek economic policy, in T. Giannitsis (ed.), Researching a Developmental Model for Greece (pp ), Papazisis Publications, Athens. Gouverneur J., (1990), Productive labour, price/value ratio and rate of surplus value theoretical viewpoints and empirical evidence, Cambridge Journal of Economics,14, p Danielson A., (1994), The Economic Surplus _ Theory, Measurement, Applications, Praeger Publishes, London. Hollander S, (2008), The economics of Karl Marx _ Analysis and Application, Cambridge University Press. Howell P., (1975), Once Again on Productive and Unproductive Labour, from Θωμάκης Σ., (2010), Η αξιοπιστία, ο χρόνος και η πολιτική, Το Βήμα, Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010 ΙΝΕ Ινστιτούτο εργασίας ΓΣΣΕ ΑΔΕΔΥ, (2010), Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση, Ετήσια Έκθεση Ιωακείμογλου Η. και Γ. Μηλιός, (2005), Συσσώρευση και κερδοφορία του κεφαλαίου στην Ελλάδα ( ),Θέσεις 91, σελ και στο: Ιωακείμογλου Η., (2008), Η ελληνική οικονομία Ανάπτυξη, παραγωγική δομή και αγορά εργασίας, από το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, (2011), Οικονομικές εξελίξεις, Τετραμηνιαία έκδοση Kliman A., (2009), The Persistent Fall in Profitability Underlying the Current Crisis: New Temporalist Evidence Krougman P., (2009), Η κρίση του 2008 και η επιστροφή των οικονομιών της ύφεσης, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα Leone, V. and Philp, B., (2010), Surplus-value and Aggregate Concentration in the UK Economy, , Discussion Pepers in Econimics, No. 2010/10, ISSN Μανιάτης, Θ., Τσαλίκη, Π. και Λ. Τσουλφίδης, (1999), Ζητήματα Πολιτικής Οικονομίας: η περίπτωση της Ελλάδας, Εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα Marx K, (1978), Κεφάλαιο, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα Marx K., (1978), Θεωρίες της Υπεραξίας, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 69

76 Maniatis T., (2005), Marxian macroeconomic categories in the Greek economy, Review of Radical Political Economics, 37 (4): Mohun S., November (1999), Productive and Unproductive Labor in the US Economy: Does the Distinction Matter? A reply to Houston and Laibman, Department of Economics, Queen Mary and Westfield College Mohun S., (2008), Aggregate capital productivity in the US economy, , Cambridge Journal of Economics, 33, , Oxford University Press Moseley G., (1991,) The Falling Rate of Profit in the Post-War US Economy, London: MacMillan. Moseley F., (1997), Marx s economic theory: True or False?A Marxian response to Blaug s appraisal, Department of Economics Mount Holyoke College, παρουσιάστηκε στο 25ο συνέδριο Εθνικής Οικονομίας της ANPEC στη Βραζιλία. Nelson, R., Belkin, P. and D. Mix, (2011), Congressional Research Service, Greece s Debt Crisis: Overview, Policy Responses, and Implications ISSN: , Issue 7, EuroJournals Publishing Ντομπ M., (1976), Θεωρία της Αξίας και της Διανομής- από τον Άνταμ Σμιθ μέχρι σήμερα, Gutenberg, Αθήνα. Οικονομικό επιμελητήριο, Κρατικός Προϋπολογισμός 2010, Θέσεις του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας Passas K., (2006), Productive and Unproductive labour in the Greek economy: , Department of Economics, National and Kapodistrian University of Athens Παυλόπουλος Π., (2004), Κλαδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας, Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων Petith H., (April 2001), A Descriptive and Analytic Look at Marx s Own Explanations for the Falling Rate of Profit, has developed from one called the Hound of the Baskervilles Savran S. and A. Tonak, (1999), Productive and unproductive labour: an attempt at clarification and classification, Capital & Class, 68, p Shaikh A. and Tonak A, (1994), Measuring the wealth of nations _ The political economy of national accounts, Cambridge University Press. Sklias, P. and G. Galatsidas, (2010), The Political Economy of the Greek Crisis: Roots, Causes and Perspectives for Sustainable Development, Middle Eastern Finance and Economics Σταμάτης Γ., (1989), Ντεϊβιντ Ρικάρντο/ Καρλ Μαρξ : Αξία και Υπεραξία, Εκδόσεις Κριτική. Σταμάτης Γ, (1990), Αναπαραγωγή, Εισοδηματικό Κύκλωμα και Εθνικοί Λογαριασμοί, Μια Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία, Εκδόσεις Κριτική Επιστημονική Βιβλιοθήκη 70

77 Studenski P., (1958), The Income of Nations: Theory, Measurement and Analysis Past and Present, New York: New York University Press. Τράπεζα Πειραιώς, (2011), Δελτίο οικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα και τον κόσμο, Μονάδα οικονομικής ανάλυσης και αγορών Τριανταφύλλου Γ., Περιμένοντας την εκτόξευση του ελλείματος, Free Sunday, Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010 Tsaliki P. and L.Tsoulfidis, (1988), Capital Accumulation and the Rate of Profit in the Postwar Greek Economy, Journal of Modern Hellenism, No. 5, 1988, σελ Τσουλφίδης Λ., (2004), Ιστορία Οικονομικής Θεωρίας και Πολιτικής, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας Τσουλφίδης Λ., Πληθωρισμός και ανάπτυξη αντίδοτο της κρίσης, Ημερησία, Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010 Τσουλφίδης Λ., Κρίση και Κεϋνσιανή πολιτική, Το Βήμα, Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010 Τσουλφίδης Λ., Η υγιής ανάκαμψη απαιτεί θεσμικές αλλαγές, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010 Τσουλφίδης Λ., Δημόσιες και ιδιωτικές ασθένειες της οικονομίας, Καθημερινή, Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010 Τσουλφίδης Λ., Οι καινοτομίες μπορούν να βγάλουν την οικονομία από την ύφεση, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011 ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ

78 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΠΙΝΑΚΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α-1 72

79 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α-2 Αριθμητικά δεδομένα για την διεξαγωγή των Μαρξικών μεταβλητών Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων των Ε.Λ. της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 73

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης Η θέση της "κυκλοφορίας" στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος και στην παραγωγή υπεραξίας και κέρδουςτου Γιώργου Σταμάτη Είναι ευρέως δεδομένη η άποψη, ότι, κατά τον Μαρξ, ο τομέας της «κυκλοφορίας»,

Διαβάστε περισσότερα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Β ΤΑΞΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο 2.3 Η γένεση της οικονομικής σκέψης (Ξενοφών, Αριστοτέλης) 2.3 Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57 Για την πληρέστερη κατανόηση της μεθοδολογίας, με την οποία γίνεται από το μαρξισμό ο διαχωρισμός της αστικής κοινωνίας στο σύνολό της σε τάξεις, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε τον κλασικό ορισμό που έδωσε

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία Εργασιακή Θεωρία της Αξίας του Μαρξ Σημειώσεις του Λευτέρη Τσουλφίδη Καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών Ο Νόμος της Αξίας του Μαρξ Ο καπιταλισμός ορίζεται ως το σύστημα

Διαβάστε περισσότερα

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης Άξιες και τιμές παραγωγής: Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» του Γιώργου Σταμάτη 1. Εισαγωγή Σκοπός μας δεν είναι να δείξουμε απλώς, ότι μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου»

Διαβάστε περισσότερα

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας 1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας Η εργασία επιτελεί τέσσερεις βασικές λειτουργίες στις σύγχρονες κοινωνίες: την παραγωγή του πλούτου της κοινωνίας την αναπαραγωγή των ατόμων την

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ Βασικές έννοιες που προσδιορίζουν τα εθνικά μακροοικονομικά μεγέθη Από

Διαβάστε περισσότερα

Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και

Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική Εισαγωγή: με τι ασχολείται Ποια είναι η θέση της μακροοικονομικής σήμερα; Χρησιμότητα - γιατί μελετάμε την μακροοικονομική θεωρία; Εξέλιξη θεωρίας και σχέση με την πολιτική

Διαβάστε περισσότερα

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Φυσικής 541 24 Θεσσαλονίκη Καθηγητής Γεώργιος Θεοδώρου Tel.: +30 2310998051, Ιστοσελίδα: http://users.auth.gr/theodoru Περί της Ταξινόμησης

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 5 η. Αποτίμηση Στοιχείων Κόστους και Οφέλους

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 5 η. Αποτίμηση Στοιχείων Κόστους και Οφέλους Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 5 η Αποτίμηση Στοιχείων Κόστους και Οφέλους Ζητήματα που θα εξεταστούν: Ποια θεωρούνται στοιχεία κόστους και ποια οφέλους στην αξιολόγηση ενός έργου ή

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Συγκρουσιακές Θεωρήσεις Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 5ο (σελ. 128 136) Οι θέσεις του Althusser Οι θέσεις του Gramsci 2 Karl Marx (1818-1883)

Διαβάστε περισσότερα

Πρώτη ενότητα: «Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»

Πρώτη ενότητα: «Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ» Πρώτη ενότητα: «Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ» Επιχειρηματίας είναι ο άνθρωπος που κινητοποιεί τους απαραίτητους πόρους και τους εκμεταλλεύεται παραγωγικά για την υλοποίηση μιας επιχειρηματικής ευκαιρίας με σκοπό

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΥΠΑΝΑΠΤΥΞΗΣ : ανέπτυξε τη θεωρία περί «άνισης ανταλλαγής». Η θεωρία του αποτελεί μέρος μιας πιο λεπτομερούς ερμηνείας της μεταπολεμικής

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42 ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42 2 Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 2012-2013 ΘΕΜΑ: «Να συγκρίνετε τις απόψεις του Βέμπερ με αυτές του Μάρξ σχετικά με την ηθική της

Διαβάστε περισσότερα

[Υπόδειξη: Τα αγαθά που χάνουν την υλική τους υπόσταση και τις ιδιότητες τους μετά την πρώτη χρήση τους ονομάζονται καταναλωτά.]

[Υπόδειξη: Τα αγαθά που χάνουν την υλική τους υπόσταση και τις ιδιότητες τους μετά την πρώτη χρήση τους ονομάζονται καταναλωτά.] ΕΡΓΑΣΙΕΣ 1 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Η χρησιμότητα της Πολιτικής Οικονομίας είναι κυρίως: α) Η δυνατότητα που μας παρέχει να επεμβαίνουμε στο οικονομικό σύστημα για να βελτιώνουμε

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου 1. Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Εισαγωγικά: Οι κατευθύνσεις του Σύγχρονου Εμπορίου B. Η Παραδοσιακή Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου Οι Εμποροκράτες Adam Smith: Απόλυτο Πλεονέκτημα

Διαβάστε περισσότερα

πως θα θα παραχθούν αυτά τα προϊόντα αυτό εξαρτάται από την τεχνολογία που έχει στη διάθεσή της μια κοινωνία

πως θα θα παραχθούν αυτά τα προϊόντα αυτό εξαρτάται από την τεχνολογία που έχει στη διάθεσή της μια κοινωνία 2.1 ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (σελ 27-28) Η πολιτική οικονομία: είναι κοινωνική επιστήμη μελετάει τα οικονομικά φαινόμενα Το αντικείμενο της πολιτικής οικονομίας είναι η περιγραφή και η ανάλυση

Διαβάστε περισσότερα

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες 2.2.2 Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες 2.2.2 Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ. 2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες Έχει παρατηρηθεί ότι δεν υπάρχει σαφής αντίληψη της σηµασίας του όρου "διοίκηση ή management επιχειρήσεων", ακόµη κι από άτοµα που

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι Γιώργος Οικονομάκης geconom@central.ntua.gr Μάνια Μαρκάκη maniam@central.ntua.gr Συνεργασία: Φίλιππος Μπούρας Κομβικό-συστατικό στοιχείο

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 3 ο

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 3 ο ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 3 ο 1. Έννοιες κόστους, εξόδου, δαπάνης, εσόδου Κόστος Όπως έχουμε ήδη αναφέρει για την παραγωγή αγαθών

Διαβάστε περισσότερα

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Δημοτική Βιβλιοθήκη Μεταμόρφωσης Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Δημοτική Βιβλιοθήκη Μεταμόρφωσης Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016 Βιογραφικό σημείωμα Η Ζιζή Σαλίμπα γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε οικονομικά στη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (DEA) και διδακτορικό δίπλωμα

Διαβάστε περισσότερα

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές. 1 2 Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές. Στόχος: Να αποδείξουν οι φοιτητές από μόνοι τους πόσες πολλές έννοιες βρίσκονται στην τομή των δύο

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών Dr. Anthony Montgomery Επίκουρος Καθηγητής Εκπαιδευτικής & Κοινωνικής Πολιτικής antmont@uom.gr Ποιός είναι ο σκοπός του μαθήματος μας? Στο τέλος του σημερινού μαθήματος,

Διαβάστε περισσότερα

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη. ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη

Διαβάστε περισσότερα

Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs)

Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs) Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs) Τελική έκθεση Ιούλιος 2014 ΣΥΝΟΨΗ Σκοπός της μελέτης αυτής είναι να παρουσιάσει ορισμένα από τα κυριότερα ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα

Διαβάστε περισσότερα

Αποταμιεύσεις και Επενδύσεις

Αποταμιεύσεις και Επενδύσεις Αποταμιεύσεις και Επενδύσεις Είτε αποταμιεύουν τα νοικοκυριά είτε όχι, δεν πρόκειται να επενδύσει κανένας στην Ελλάδα όσο η ζήτηση είναι χαμηλή γεγονός που σημαίνει ότι, η ελληνική τραγωδία θα συνεχίζεται

Διαβάστε περισσότερα

Κόστος- Έξοδα - Δαπάνες

Κόστος- Έξοδα - Δαπάνες Κόστος- Έξοδα - Δαπάνες του συνεργάτη μας λογιστή Α Τάξεως Γεωργίου Τσιμπίκου Κόστος. ΚΟΣΤΟΣ είναι ένα αριθμητικό μέγεθος που αντιπροσωπεύει τα ποσά που επενδύθηκαν για την απόκτηση υλικών ή άϋλων αγαθών

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτική Οικονομία Ενότητα 01

Πολιτική Οικονομία Ενότητα 01 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 01: Εισαγωγικές έννοιες Πολυξένη Ράγκου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass) ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος 2016-17 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass) 1 ιάλεξη2 Ανταγωνισμός, οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson Διεθνές Εμπόριο και Διανομή του Εισοδήματος Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι για τους οποίους το διεθνές

Διαβάστε περισσότερα

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης του Π, Παρασκευαίδη 1 1. Εισαγωγή Είναι γνωστό ότι στη μελέτη της θεωρίας της αναπαραγωγής που διατύπωσε ο Marx, η βαρύτητα έχει δοθεί στην «αξιοποίηση» τόσο θεωρητικά όσο και εμπειρικά της διευρυμένης

Διαβάστε περισσότερα

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης του Π, Παρασκευαίδη 1 1. Εισαγωγή Είναι γνωστό ότι στη μελέτη της θεωρίας της αναπαραγωγής που διατύπωσε ο Marx, η βαρύτητα έχει δοθεί στην «αξιοποίηση» τόσο θεωρητικά όσο και εμπειρικά της διευρυμένης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου Η χρησιμότητα του μαθήματος Η κατανόηση του «σκηνικού» πίσω από τη διαμόρφωση της

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής Αντικείμενο μελέτης της μακροοικονομίας είναι (μεταξύ άλλων) η:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής Αντικείμενο μελέτης της μακροοικονομίας είναι (μεταξύ άλλων) η: ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής 2.1 1. Η συνολική παραγωγή μιας χώρας μελετάται από τη μικροοικονομία. 2. Η φθορά που υφίσταται ο κεφαλαιουχικός εξοπλισμός στην πορεία του χρόνου, αποτιμημένη σε

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Σκέφτομαι ως Οικονομολόγος. Αρ. Διάλεξης: 2

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Σκέφτομαι ως Οικονομολόγος. Αρ. Διάλεξης: 2 Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι Σκέφτομαι ως Οικονομολόγος Αρ. Διάλεξης: 2 Σκέφτομαι ως οικονομολόγος Κάθε αντικείμενο επιστημονικής μελέτης έχει τη δική της επιστημονική ορολογία Μαθηματικά Ολοκληρωτικός

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 1 [Δείγμα σημειώσεων για την ύλη[ ]

Κεφάλαιο 1 [Δείγμα σημειώσεων για την ύλη[ ] Κεφάλαιο 1 [Δείγμα σημειώσεων για την ύλη[1.2-1.3] 1.2 Η Επιχείρηση 1.2.1 Εισαγωγικές έννοιες Η Σημασία της Επιχείρησης Η Επιχείρηση αποτελεί ένα στοιχείο της κοινωνίας μας, το ίδιο σημαντικό με την οικογένεια.

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο 1. Γενικά για την επιχείρηση Η επιχείρηση αποτελεί ένα στοιχείο της κοινωνίας μας, το ίδιο σημαντικό

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Πρόλογος...21 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Εισαγωγικές Έννοιες... 25 1.1 Η Οικονομική Επιστήμη και οι Σχολές Οικονομικής

Διαβάστε περισσότερα

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN 3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HESHER-OHIN Υπάρχουν δύο συντελεστές παραγωγής, το κεφάλαιο και η εργασία τους οποίους χρησιμοποιεί η επιχείρηση για να παράγει προϊόν Y μέσω μιας συνάρτησης παραγωγής

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Οι κλασικές προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τη διαδικασία της επιλογής του τόπου εγκατάστασης των επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα επίδρασης ορισμένων μεμονωμένων παραγόντων,

Διαβάστε περισσότερα

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Τμήμα Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης Οικονομική της Τεχνολογίας Διάλεξη 6 η: Οικονομική Θεωρία και το Ζήτημα της Τεχνολογικής Αλλαγής: & II 1 Ερωτήματα

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΠΡΙΑΜΗ ΒΑΓΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας 1 Δρ. Αλέξανδρος Αποστολάκης Email: aapostolakis@staff.teicrete.gr Τηλ.: 2810379603 E-class μαθήματος: https://eclass.teicrete.gr/courses/pgrad_omm107/

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΗΘΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΣΚΡΕΚΑ ΝΑΤΑΛΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 1.1. Γενικά... 21 1.2. Η σχέση της οικονομικής με τις άλλες κοινωνικές επιστήμες... 26 1.3. Οικονομική Περιγραφή και Ανάλυση...

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου)

Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου) 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου) Εισαγωγή Μια από τις πιο βασικές διακρίσεις στην οικονομική θεωρία είναι μεταξύ των εννοιών της οικονομικής αποτελεσματικότητας

Διαβάστε περισσότερα

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων. ΑΘ. ΧΑΡΙΤΩΝΙΔΗΣ : ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΕΠΑΛ 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο : ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.1. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ Στις παρακάτω ερωτήσεις να σημειώσετε το χαρακτηρισμό Σ (σωστό) ή Λ (λάθος). 1.

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH» ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

Διαβάστε περισσότερα

Η Πολιτική Οικονομία των Εθνικών Λογαριασμών: Μία Θεωρητική και Εμπειρική Διερεύνηση

Η Πολιτική Οικονομία των Εθνικών Λογαριασμών: Μία Θεωρητική και Εμπειρική Διερεύνηση Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Η Πολιτική Οικονομία των

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα 1 Αντικείµενο Διεθνούς Μακροοικονοµικής Η διεθνής µακροοικονοµική

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης 1 Η επιχείρηση αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο της κοινωνίας μας διότι: α) το 1/3 του χρόνου μας το περνάμε εκεί, β) μας προσφέρει προϊόντα και υπηρεσίες για ικανοποίηση

Διαβάστε περισσότερα

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση http://www.economics.edu.gr 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ 1.2 Η Επιχείρηση : σχολικό βιβλίο 1.2.1 Εισαγωγικές έννοιες Η επιχείρηση αποτελεί ένα στοιχείο της κοινωνίας µας, το ίδιο σηµαντικό

Διαβάστε περισσότερα

Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε:

Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε: 3 Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε: α) Την έλλειψη χρημάτων που αντιμετωπίζει μια οικονομία β) Την έλλειψη χρημάτων που αντιμετωπίζει

Διαβάστε περισσότερα

Dani Rodrik, Economics Rules why economics works, when it fails, and how to tell the difference, Oxford University Press, U.K.

Dani Rodrik, Economics Rules why economics works, when it fails, and how to tell the difference, Oxford University Press, U.K. Η Θεωρία της Αξίας και της διανομής της 1 Πώς εξηγείται ο καθορισμός των τιμών των διαφόρων αγαθών και υπηρεσιών σε μια οικονομία; Ομοίως, τι καθορίζει την αξία; Αυτό, είναι ίσως ένα από τα θεμελιώδη ερωτήματα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ Α. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ Α. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 1 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦ. 2 ο : Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - 2.1.: ΤΟ ΑΕΠ & Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ Α. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Η οικονομική ανάλυση διακρίνεται σε μικροοικονομική

Διαβάστε περισσότερα

(γ) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται

(γ) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται Βασικές Έννοιες Οικονομικών των Επιχειρήσεων - Τα οικονομικά των επιχειρήσεων μελετούν: (α) Τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνουν τις αποφάσεις τους οι επιχειρήσεις. (β) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης

Διαβάστε περισσότερα

a) Frederick Taylor b) Henri Fayol c) Max Weber d) Gantt

a) Frederick Taylor b) Henri Fayol c) Max Weber d) Gantt ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 (Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ) Να σηµειώσετε µε Σ (σωστό) ή Λ (λάθος) στο τέλος των προτάσεων: 1. Ο Gantt υποστήριξε την ανάγκη για ανάπτυξη της συνεργασίας και της κατανόησης µεταξύ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΑΛΙΜΠΑ ΖΙΖΗ. Δρ. Οικονομολόγος της Εργασίας Εμπειρογνώμων. Οικονομικές διακυμάνσεις - Πληθωρισμός Ανεργία

ΣΑΛΙΜΠΑ ΖΙΖΗ. Δρ. Οικονομολόγος της Εργασίας Εμπειρογνώμων. Οικονομικές διακυμάνσεις - Πληθωρισμός Ανεργία Βιογραφικό σημείωμα Η Ζιζή Σαλίμπα γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε οικονομικά στη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (DEA) και διδακτορικό δίπλωμα

Διαβάστε περισσότερα

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους Ο θεμελιωτής της θεωρίας χωροθέτησης της βιομηχανίας ήταν ο Alfred Weber, την οποία αρχικά παρουσίασε ο μαθηματικός Laundhart (1885). Ο A. Weber (1868-1958)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. Κατεύθυνση: Οικονομική και Περιφερειακή Ανάπτυξη

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. Κατεύθυνση: Οικονομική και Περιφερειακή Ανάπτυξη ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Κατεύθυνση: Οικονομική και Περιφερειακή Ανάπτυξη Τίτλος Εργασίας: Η Σημασία της Διάκρισης της εργασίας σε Παραγωγική/Μη παραγωγική στην

Διαβάστε περισσότερα

22/2/2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Επιστήμη Διοίκησης Επιχειρήσεων. Πότε εμφανίστηκε η ανάγκη της διοίκησης;

22/2/2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Επιστήμη Διοίκησης Επιχειρήσεων. Πότε εμφανίστηκε η ανάγκη της διοίκησης; ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Πότε εμφανίστηκε η ανάγκη της διοίκησης; Κεφάλαιο 2 ο Η επιστήμη της Διοίκησης των Επιχειρήσεων Όταν το άτομο δημιούργησε ομάδες. Για ποιο λόγο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Κεφάλαιο 2 ο

ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Κεφάλαιο 2 ο ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ Κεφάλαιο 2 ο Η Επιστήμη της Διοίκησης των Επιχειρήσεων 2.1. Εισαγωγικές έννοιες Ο επιστημονικός κλάδος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL) ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL) 1. Κατά τους οικονομολόγους ποιο από τα παρακάτω είναι ένας παραγωγικός συντελεστής; I. Μια κοινή μετοχή μιας εταιρείας υπολογιστών. II. Ένα εταιρικό ομόλογο μιας πετρελαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

Πόροι και Διεθνές Εμπόριο. Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin

Πόροι και Διεθνές Εμπόριο. Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin Πόροι και Διεθνές Εμπόριο Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin Το Υπόδειγμα Heckscher Ohlin Η θεωρία των Heckscher Ohlin υποθέτει ότι όλοι οι συντελεστές παραγωγής μπορούν να μετακινηθούν μεταξύ των διαφόρων

Διαβάστε περισσότερα

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 2.

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 2. Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΕΠΙΜΕΕΙΑ: ΝΙΚΟΑΟ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΟΓΟ ΠΡΟΟΜΟΙΩΗ ΔΙΑΓΩΝΙΜΑΤΩΝ 2 Κεφάλαιο 2 ο Η Επιστήμη της Διοίκησης των Επιχειρήσεων Ομάδα Α Ερωτήσεις ωστού

Διαβάστε περισσότερα

3. Τα αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, τα βιβλία, τα ψυγεία και οι τηλεοράσεις ανήκουν στα:

3. Τα αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, τα βιβλία, τα ψυγεία και οι τηλεοράσεις ανήκουν στα: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 1. Η χρησιµότητα της Πολιτικής Οικονοµίας είναι κυρίως: α) Η δυνατότητα που µας παρέχει να επεµβαίνουµε στο οικονοµικό σύστηµα για να βελτιώνουµε τους όρους ζωής του ανθρώπου

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Η συνολική οικονομική δραστηριότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας που

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροοικονομική Θεωρία Διαφορές μεταξύ βραχυχρόνιας και μακροχρόνιας

Διαβάστε περισσότερα

Πόροι και Διεθνές Εμπόριο. Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin

Πόροι και Διεθνές Εμπόριο. Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin Πόροι και Διεθνές Εμπόριο Το Υπόδειγμα των Heckscher Ohlin Καθ. Γ. Αλογοσκούφης, Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία, 2014 Το Υπόδειγμα Heckscher Ohlin Η θεωρία των Heckscher Ohlin υποθέτει ότι

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΑΓΑΘΩΝ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Μια ανοιχτή οικονομία δημιουργεί δύο ειδών αλληλεπιδράσεις με τις άλλες οικονομίες: Πρώτον, αγοράζει

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 3. Παραγωγικότητα της εργασίας και συγκριτικό πλεονέκτημα: Το Ρικαρδιανό υπόδειγμα

Κεφάλαιο 3. Παραγωγικότητα της εργασίας και συγκριτικό πλεονέκτημα: Το Ρικαρδιανό υπόδειγμα Κεφάλαιο 3 Παραγωγικότητα της εργασίας και συγκριτικό πλεονέκτημα: Το Ρικαρδιανό υπόδειγμα Συγκριτικό πλεονέκτημα και κόστος ευκαιρίας Το Ρικαρδιανό υπόδειγμα χρησιμοποιεί τις έννοιες του κόστους ευκαιρίας

Διαβάστε περισσότερα

Τίτλος Μαθήματος. Ενότητα 2η: Επισκόπηση Ι. Δημήτριος Σκούρας Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Οικονομικών Επιστημών

Τίτλος Μαθήματος. Ενότητα 2η: Επισκόπηση Ι. Δημήτριος Σκούρας Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Τίτλος Μαθήματος Ενότητα 2η: Επισκόπηση Ι Δημήτριος Σκούρας Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Οικονομικών Επιστημών 1 Σκοποί ενότητας Κατανόηση της εξέλιξης της Οικονομικής σκέψης σχετικά με την παραγωγή,

Διαβάστε περισσότερα

Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1

Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1 Ο ορισμός της κοινωνικής ευημερίας και συνεπώς και των αντίστοιχων μετρήσεων της στην περίπτωση του καταναλωτή είναι από τα πιο αμφιλεγόμενα αντικείμενα της οικονομικής επιστήμης. Αυτό συμβαίνει γιατί

Διαβάστε περισσότερα

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ; Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ; Καθώς έχουν περάσει, από το 2008 οπότε και ξέσπασε η μεγαλύτερη καπιταλιστική κρίση μετά την κρίση του 1929, οι πάντες σχεδόν συμπεριφέρονται σαν να έχει ξεπεραστεί η κρίση

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Μακρο-οικονομική: Εισαγωγή στην Μακροοικονομία Διδάσκων: Μποζίνης Η. Αθανάσιος Οικονομική παγκοσμιοποίηση και άνιση ανάπτυξη Οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Το Επενδυτικό σχέδιο 3. Βασικές έννοιες και ορισµοί

Το Επενδυτικό σχέδιο 3. Βασικές έννοιες και ορισµοί ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ I Διδάσκων: Δρ. Κ. Αραβώσης Το Επενδυτικό σχέδιο 3. Βασικές έννοιες

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ όταν καταθέτετε χρήματα σε μια τράπεζα, η τράπεζα δεν τοποθετεί τα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2013 Μάθημα: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Ημερομηνία και ώρα εξέτασης: Δευτέρα, 3 Ιουνίου 2013

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜ Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ 1. Έννοια και λειτουργία της αγοράς Σε μια πρωτόγονη οικονομία, όπως του Ροβινσώνα Κρούσου, όπου δεν υπάρχει καταμερισμός της εργασίας ο άνθρωπος παράγει μόνος του

Διαβάστε περισσότερα

Εάν το ποσοστό υποχρεωτικών καταθέσεων είναι 25% και υπάρξει μια αρχική κατάθεση όψεως 2.000 σε μια εμπορική Τράπεζα, τότε η μέγιστη ρευστότητα που μπορεί να δημιουργηθεί από αυτή την κατάθεση είναι: Α.

Διαβάστε περισσότερα

14481/17 ΔΑ/μκρ 1 DG G 2B

14481/17 ΔΑ/μκρ 1 DG G 2B Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 5 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en) 14481/17 FISC 271 ECOFIN 957 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ Αποστολέας: Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου Με ημερομηνία: 5 Δεκεμβρίου 2017

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΙΙ (ΕΠΑ.Λ.) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 7,8,9,10

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΙΙ (ΕΠΑ.Λ.) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 7,8,9,10 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ 2009 2017 : ΚΕΦΑΛΑΙΑ 7,8,9,10 1 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΙΙ (ΕΠΑ.Λ.) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2009 2017 ΚΕΦΑΛΑΙΑ 7,8,9,10 Να απαντήσετε αν

Διαβάστε περισσότερα

Ημερίδα «Δείκτες ερευνητικής δραστηριότητας και σχεδιασμός πολιτικών για έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία

Ημερίδα «Δείκτες ερευνητικής δραστηριότητας και σχεδιασμός πολιτικών για έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία 1 Ημερίδα «Δείκτες ερευνητικής δραστηριότητας και σχεδιασμός πολιτικών για έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία Αθήνα 2 Μαΐου 2012 Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (Αμφιθέατρο Λ. Ζερβας) Κ. Κοκκινοπλιτης Γενικός

Διαβάστε περισσότερα

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ Μελέτη του ΔΝΤ για 17 χώρες του ΟΑΣΑ επισημαίνει ότι για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος, το ΑΕΠ μειώνεται κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες και

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης Σύμφωνα με τον Piaget, η νοημοσύνη είναι ένας δυναμικός παράγοντας ο οποίος οικοδομείται προοδευτικά, έχοντας σαν βάση την κληρονομικότητα, αλλά συγχρόνως

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην. χρηματοοικονομική ανάλυση

Εισαγωγή στην. χρηματοοικονομική ανάλυση Εισαγωγή στην 1 χρηματοοικονομική ανάλυση Ορισμός, οικονομική θέση, ενδιαφερόμενοι, λήψη αποφάσεων Τι είναι η χρηματοοικονομική ανάλυση; Τι σχέση έχει με την λογιστική; Τμήμα Οικονομικών Επιστημών ΕΚΠΑ

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 1.2. Η Επιχείρηση

Ενότητα 1.2. Η Επιχείρηση Ενότητα 1.2. Η Επιχείρηση (Σχολικό βιβλίο, σσ. 25-29) Ερωτήσεις και απαντήσεις στη θεωρία του σχολικού βιβλίου των πανελλήνιων εξετάσεων ΕΡΩΤΗΣΗ 1: α. Να εξηγήσετε γιατί η επιχείρηση θεωρείται κοινωνικό

Διαβάστε περισσότερα

2. Οικονομική Επιστήμη και Οικονομία της Αγοράς (Καπιταλισμός)

2. Οικονομική Επιστήμη και Οικονομία της Αγοράς (Καπιταλισμός) 2. Οικονομική Επιστήμη και Οικονομία της Αγοράς (Καπιταλισμός) Κεντρικό ερώτημα: Γιατί όλοι οι μεγάλοι οικονομολόγοι έζησαν τους 3 τελευταίους αιώνες; Εισαγωγή στην Οικονομική 1 Παραδείγματα Το βιβλίο

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πρόγραμμα Σπουδών: ιοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΕΟ 34 - Οικονομική Ανάλυση & Πολιτική ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Ακαδ. Έτος: 2010-11 ΟΝΟΜΑ - ΕΠΩΝΥΜΟ:.

Διαβάστε περισσότερα

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας Dr. Anthony Montgomery Επίκουρος Καθηγητής Εκπαιδευτικής & Κοινωνικής Πολιτικής antmont@uom.gr Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας Αυτό το μάθημα

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΙΟΝ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει o μαθητής

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΙΟΝ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει o μαθητής ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΙΟΝ 1. Τι πρέπει να κατανοήσει o μαθητής Είναι το πρώτο κεφάλαιο που εξετάζει τα οικονομικά φαινόμενα από μια διαφορετική οπτική, τη μακροοικονομική, και προσεγγίζει

Διαβάστε περισσότερα

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Σύντομος πίνακας περιεχομένων Σύντομος πίνακας περιεχομένων Πρόλογος 19 Οδηγός περιήγησης 25 Πλαίσια 28 Ευχαριστίες της ενδέκατης αγγλικής έκδοσης 35 Βιογραφικά συγγραφέων 36 ΜΕΡΟΣ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 37 1 Η οικονομική επιστήμη και η οικονομία

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Oι συναλλαγές μιας χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο, συμπεριλαμβανομένων τόσο των εμπορικών όσο και των χρηματοοικονομικών ροών, καταγράφονται στο ισοζύγιο διεθνών πληρωμών. Oι συναλλαγές

Διαβάστε περισσότερα

www.onlineclassroom.gr ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

www.onlineclassroom.gr ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών Β.1 Διαπράττουμε το σφάλμα της σύνθεσης όταν θεωρούμε ότι: α. αυτό που ισχύει για ένα άτομο ισχύει μερικές φορές και για το σύνολο β. αυτό που ισχύει για ένα άτομο

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη Το παρόν ηλεκτρονικό εγχειρίδιο έχει ως στόχο του να παρακολουθήσει τις πολύπλοκες σχέσεις που συνδέουν τον

Διαβάστε περισσότερα

Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων.

Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων. Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων. 1.1.2 : Ο ρόλος των Οικονομικών Οργανισμών. (Τι είναι οι Οικονομικοί Οργανισμοί;). Οι Οικονομικοί Οργανισμοί είναι οργανωμένες μορφές δραστηριότητας οι οποίοι

Διαβάστε περισσότερα

Στις παρακάτω προτάσεις να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της πρότασης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.

Στις παρακάτω προτάσεις να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της πρότασης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση. 1 Ομάδα Α Στις παρακάτω προτάσεις να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της πρότασης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση. 1. Η συνολική παραγωγή µιας χώρας µελετάται από τη µικροοικονοµία.

Διαβάστε περισσότερα

Πίνακες Εισροών-Εκροών της Ελληνικής Οικονοµίας για τον Τουρισµό. Σύνοψη Μελέτης

Πίνακες Εισροών-Εκροών της Ελληνικής Οικονοµίας για τον Τουρισµό. Σύνοψη Μελέτης Πίνακες Εισροών-Εκροών της Ελληνικής Οικονοµίας για τον Τουρισµό Σύνοψη Μελέτης Η παρούσα µελέτη των Πινάκων Εισροών-Εκροών µε επίκεντρο τους τοµείς τουρισµού του έτους 1992 εκπονήθηκε µε χρηµατοδότηση

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροχρόνια οικονομική μεγέθυνση Οι χώρες εμφανίζουν μεγέθυνση με πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού

Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Θεωρητική Προσέγγιση των Αιτίων των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Η Κλασική Οικονομική Σκέψη και η Μετανάστευση Η Μαρξιστική

Διαβάστε περισσότερα