Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΞΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ( )

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΞΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ( )"

Transcript

1 ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΞΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ( ) ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΙΚΟΣ ΚΟΤΑΡΙΔΗΣ-ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ-ΜΕΛΟΣ, ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΟΥΚΟΥΤΣΑΚΗ-ΜΕΛΟΣ ΑΘΗΝΑ 2012

2 Εξώφυλλο: Φωτογραφίες εξαρτημένων, που εισήχθηκαν για θεραπεία στο Δημόσιο Ψυχιατρείο κατά τον Μεσοπόλεμο

3 ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΞΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ( ) ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΙΚΟΣ ΚΟΤΑΡΙΔΗΣ-ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ-ΜΕΛΟΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΟΥΚΟΥΤΣΑΚΗ-ΜΕΛΟΣ ΑΘΗΝΑ 2012

4 2

5 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ευχαριστίες 7 Εισαγωγή 9 ΜΕΡΟΣ Ι ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η εξάρτηση: ένα κοινωνικό γεγονός με πολλαπλές πτυχές 1. Στην αναζήτηση της αρχής του νήματος Περί - ορισμών Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία Μια Ιστορία Πολιτικής στους καιρούς του δοκιμαζόμενου Πολιτισμού Η Ιατρική δια των εξαρτήσεων στο προσκήνιο της δημόσιας ζωής Όταν οι ουσίες και οι εξαρτήσεις συνάντησαν το «έγκλημα» 58 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Οι πρώτες προσπάθειες για την ερμηνεία και αντιμετώπιση του φαινομένου της εξάρτησης στην Ελλάδα Ένα φαινόμενο με ιατρική διάγνωση και αγωγή 71 α. Οι αιτιολογικοί παράγοντες 71 β. Η εξάρτηση και ο εξαρτημένος 75 γ. «Ληπτέα μέτρα» Η Νομική αυστηρότητα της αδυναμίας Οι αυξημένες αρμοδιότητες των διωκτικών αρχών Οι αμφισβητούμενοι ρόλοι Γιατρών, Νομικών, Αστυνομίας και ο διεκδικούμενος «ασθενής» 91 3

6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ Κοινωνικές προεκτάσεις των ερμηνειών της χρήσης - εξάρτησης και πρακτικές των θεσμών της Πολιτείας 1. Η χρήση χασίς που ενώνει Οι ουσίες και η χρήση των διακρίσεων Από τον «καταναγκασμό» της εξάρτησης στον καταναγκασμό της θεραπείας Οι «αφορισμένοι» 124 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ Οι υπηρεσίες υγείας και η θεραπεία της εξάρτησης στην Ελλάδα ( ) Οι υπηρεσίες υγείας που απασχόλησαν την έρευνα Το αρχειακό υλικό των υπηρεσιών υγείας «Τοξικομανία δι ηρωίνης»: Εισαγωγές εξαρτημένων με διάγνωση σχετική με οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα «Εκείνο όπερ συνέβαλε κατά πολύ εις την πάθησίν του»: Οι αιτιολογικοί παράγοντες της εξάρτησης στα «ιατρικά ιστορικά» Μεταξύ ελέγχου, αμηχανίας και μοιρολατρίας - Η θεραπεία των εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη Περιοδολόγηση της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη στην Ελλάδα «Χασιστική ψύχωσις» - Εισαγωγές σε ψυχιατρικά ιδρύματα με διαγνώσεις που αφορούν στην κάνναβη Η θεραπεία των χασισοποτών. 205 Επίλογος Πρώτου μέρους 207 ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΟΥΣΙΕΣ Εισαγωγικό σημείωμα 211 4

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Το ρεμπέτικο τραγούδι και οι δίσκοι του 1. Ρεμπέτικο: ένα τραγούδι «αταξίας» Το ερευνητικό υλικό του «χασικλίδικου» ρεμπέτικου «Ο πόνος βρίσκει γιατρικό τραγούδια να χτυπάει»: Η μουσική βιομηχανία και το ρεμπέτικο τραγούδι. 228 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Οι ουσίες στο ρεμπέτικο 1.Μεθοδολογία της έρευνας Τα σημαίνοντα «δάνεια» της χρήσης Λέξεις με «ουσία» Οι «πειραιώτες» μουσικοί και οι άλλοι «Σ ένα τεκέ σκαρώνανε»: Ο χώρος και η τελετουργία της χρήσης χασίς Τυπολογία χρηστών χασίς στο ρεμπέτικο τραγούδι «Κανένα μάτι μη μας δει»: Αστυνομία και χασισοποσία στο ρεμπέτικο «Το Χάρο τον αντάμωσαν πέντ έξι χασικλήδες»: Ο θάνατος στα «χασικλίδικα» τραγούδια «Η πρέζα μου τα γέμισε τα σωθικά φαρμάκι»: Τα οπιούχα και η κοκαΐνη στο ρεμπέτικο τραγούδι και στα «ιατρικά ιστορικά» των υπηρεσιών υγείας 319 Επίλογος Δευτέρου μέρους 340 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Τραγούδια που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα Τραγούδια των «Πειραιωτών» που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα Τραγούδια που δεν βρέθηκαν με πιθανές αναφορές σε ουσίες Τραγούδια και στίχοι που δεν φωνογραφήθηκαν Εικόνες 369 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 387 5

8 6

9 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Για την ποικιλόμορφη βοήθειά κατά την εκπόνηση της παρούσας διατριβής ευχαριστώ: Τον επιβλέποντα Νίκο Κοταρίδη, για τις συζητήσεις, παρατηρήσεις και κατευθύνσεις σε θέματα μεθοδολογίας. Τον Γιώργο Νικολόπουλο, μέλος της τριμελούς επιτροπής, για την βοήθειά του σε θεωρητικά θέματα και την αμέριστη συμπαράστασή του. Την Αφροδίτη Κουκουτσάκη, μέλος της τριμελούς επιτροπής, για τις γόνιμες παρατηρήσεις της σχετικά με τις εξαρτήσεις. Την Κατερίνα Μάτσα (ψυχίατρο), επιστημονικά υπεύθυνη της Μονάδας Απεξάρτησης (18 άνω), για την πολύπλευρη βοήθειά της. Τον Αχιλλέα Κρυστάλλη (ψυχίατρο), πρώην διευθυντή Μονάδας Απεξάρτησης (18άνω), για τις εποικοδομητικές συζητήσεις και τα ιστορικά στοιχεία που μου παρείχε. Τον Γιώργο Κοντογιάννη (δημοσιογράφο, εκδότη, μουσικό), για τις συζητήσεις, τις πολύτιμες μουσικές, ιστορικές και δισκογραφικές πληροφορίες. Τον κ. Σόφη Γεώργιο, αναπληρωτή Διοικητή του Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου. Τον κ. Χαιρετάκη Γεώργιο, προϊστάμενο του Γραφείου Κίνησης του Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου Τον Παναγιώτη Πικιό, υπεύθυνο Αρχείου Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου. Την Δήμητρα Θεοδωροπούλου, υπεύθυνη Γραφείου Κίνησης του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής. Τον Βασίλη Κοσμά, υπεύθυνο Αρχείου του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής. Τους ψυχιάτρους κ.κ. Ευδοκιμίδη και Σμυρνή, για την βοήθεια πρόσβασης στο αρχείο της Πανεπιστημιακής Κλινικής του Αιγινητείου Νοσοκομείου. Την Ερμιόνη Μπερτάνη (ειδική θεραπεύτρια), για την βοήθειά της στη καταγραφή των «ιατρικών ιστορικών» και των στίχων των τραγουδιών. Την Νάνσυ Νικολάου (ψυχολόγο), για την μεταφραστική της βοήθεια. Τον Κωστή Γκοτσίνα (κοινωνιολόγο), για την παραχώρηση αρχειακού υλικού, την μεταφραστική και βιβλιογραφική βοήθεια. 7

10 Τον Ηρακλή Γκότση (νοσηλευτή), για την παροχή αρχειακού και βιβλιογραφικού υλικού. Τον Λεωνίδα Κιούση (μουσικό), για την βοήθεια σε μουσικολογικά θέματα. Την Ανθή Πελλένη (ψυχολόγο, φιλόλογο), για τις ετυμολογικές παρατηρήσεις. Τον Διονύση Μανιάτη (συλλέκτη), για τις δισκογραφικές τεκμηριώσεις. Τον Παύλο Νομικό (μαθηματικό), για την βοήθεια σε θέματα πληροφορικής / στατιστικής. Τον Βαγγέλη Μαραγκουδάκη (φυσικό), για την βοήθεια σε θέματα πληροφορικής και τις συζητήσεις. Τον Γιώργο Ζέρβα (σκηνοθέτη), για τις καρποφόρες συζητήσεις και παρατηρήσεις του. Τον Θωμά Κοροβίνη (φιλόλογο, συγγραφέα, συλλέκτη, μουσικό παραγωγό, μελετητή της λαϊκής παράδοσης), για τις ετυμολογικές παρατηρήσεις που αφορούσαν στην τουρκική γλώσσα Την Ματίνα Καλλιαροπούλου για τις μεταφράσεις. Την Ελευθερία Δεμερτζή (φιλόλογο, ειδική θεραπεύτρια), για την επιμέλεια των κειμένων. 8

11 Εισαγωγή Περί τα μέσα της δεκαετίας του 80 λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα τα πρώτα εγχειρήματα για μια κοινωνική και θεραπευτική αντιμετώπιση της εξάρτησης από ουσίες, αποστασιοποιημένης από τις μέχρι τότε κλασικές μεθόδους και πρακτικές της Ψυχιατρικής και του ασύλου. Οι «νέες» αντιλήψεις για την εξάρτηση και την θεραπεία της συνοδεύτηκαν από αντιφάσεις, παραλήψεις, ανταγωνισμούς, προκαταλήψεις, συγκρούσεις και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις. Το καινούριο που έφεραν εντοπίζεται αφενός στην συμβολική και γεωγραφική μεταφορά του «προβλήματος» εντός της κοινότητας, αφετέρου στην επανεξέταση και στον επαναπροσδιορισμό της εξάρτησης και του εξαρτημένου. Αποτέλεσμα αυτών ήταν η ευαισθητοποίηση του κοινού, η ανάδειξη της ατομικότητας αλλά και των συλλογικών διαδικασιών στην θεραπεία, η αναβάθμιση του θεραπευτικού πλαισίου, η τροποποίηση του ρόλου του θεραπευτή και της θεραπευτικής σχέσης. Πηγή άντλησης εμπειριών για τα εγχειρήματα αυτά ήταν κυρίως οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης και τα σχετικά κινήματα που αναπτύχθηκαν σ αυτές κατά τις δεκαετίες του 60 και του 70. Το γεγονός αυτό αποτελεί θετική εξέλιξη, όμως σε πολλές περιπτώσεις η μεταφορά ιδεών και προτύπων γινόταν μηχανιστικά, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες. Από τη θεωρητική συζήτηση και το διάλογο που αναπτύχθηκε γύρω από τα θέματα της εξάρτησης απουσίαζαν επίσης, όσον αφορά στις κοινωνικοπολιτικές αναφορές αυτού του διαλόγου, το «παρελθόν» και κυρίως η ιστορική διαδρομή του φαινομένου στην Ελλάδα. Το κείμενο που ακολουθεί εκπονήθηκε έχοντας υπόψη ότι η εξάρτηση είναι ένα φαινόμενο σε συνεχή εξέλιξη και ότι η ανάδειξη της ιστορικότητάς του δίνει μια ευρύτερη οπτική στην ανάγνωση της πραγματικότητας, ακόμη και σε ενεστώτα χρόνο, ενώ ταυτόχρονα αποτρέπει την καταφυγή σε μονοσήμαντες προσεγγίσεις του φαινομένου της εξάρτησης. Αυτό αποτελεί τον βασικό στόχο, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο κινείται η παρούσα διατριβή. Η έρευνα και μελέτη στηρίχθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της σε έξι αρχεία: Αρχείο Αιγινητείου, Αρχείο Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου, Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου 9

12 (Δαφνί), Αρχείο Κουτσουμάρη Αριστοτέλη (Διοικητή Τμήματος Γενικής Ασφαλείας Αστυνομίας Πόλεως Αθηνών) κατά την δεκαετία του 1930, Αρχείο Ελληνικής Βιβλιογραφίας για τις εξαρτήσεις της προπολεμικής περιόδου (προσωπική συλλογή), Αρχείο ρεμπέτικων τραγουδιών (προσωπική συλλογή). Η διατριβή αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, που συγκροτείται από τέσσερα κεφάλαια, εξετάζεται η χρήση των παράνομων ουσιών εξάρτησης στην Ελλάδα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Στο πρώτο κεφάλαιο, μελετώνται οι κοινωνικοί, οικονομικοί, πολιτικοί, πολιτισμικοί και λοιποί παράγοντες που επικρατούσαν στις δυτικές κοινωνίες όταν εμφανίστηκε το φαινόμενο της εξάρτησης. Γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην αλλοτρίωση της εργασίας και παράλληλα στη προερχόμενη από τις ουσίες αλλοτρίωση, όπως επίσης στο ρόλο της «αγοράς», του «προϊόντος» και του «προϊόντος ναρκωτικά». Σχετικά με τους όρους που αφορούν α) στο «μέσο» εξάρτησης όπως: «ναρκωτικά», «ψυχοτρόπες ουσίες», «εξαρτησιογόνες ουσίες», «τοξικές ουσίες», β) στην κατάσταση και το υποκείμενο όπως: «τοξικομανία - τοξικομανής», «ναρκομανία - ναρκομανής», «μορφινομανία», «κοκαϊνισμός», «φαρμακοεξάρτηση» κ.α. παρουσιάζεται η αναπτυχθείσα προβληματική και αιτιολογείται η επιλογή των όρων «ουσίες εξάρτησης», «εξάρτηση» και «εξαρτημένος». Ορίζεται το περιεχόμενο των όρων «εξάρτηση» και «εξαρτημένος» με βάση τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, προσδιορίζεται ο ρόλος της ουσίας και επισημαίνεται ο κοινωνικός χαρακτήρας του φαινομένου. Το φαινόμενο της εξάρτησης έλαβε πολιτικές διαστάσεις με τη χρησιμοποίηση των ουσιών εκ μέρους κυβερνήσεων και οικονομικών κύκλων, τόσο ως μέσο άσκησης διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής, όσο και ως μέσο άσκησης εσωτερικής πολιτικής. Αυτό μάλιστα συνέβη με την εμφάνιση της εξάρτησης κατά την πρώιμη εποχή της, μέσα στο υπό διαμόρφωση «νέο» κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο, που σημείο αναφοράς του ως προς τον «χώρο» ήταν η Πόλις. Στο ίδιο κεφάλαιο, παρουσιάζονται η ανάπτυξη του αστικού κέντρου και των υπηρεσιών Υγείας, από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και έπειτα, η ανάδειξη της Ιατρικής- Ψυχιατρικής σε πρωταγωνιστή της κοινωνικής ζωής με ελεγκτικές αρμοδιότητες, η «ιδιοποίηση» εκ μέρους της των εξαρτήσεων, οι θεωρίες περί «εκφυλισμού» και 10

13 ευγονικής, οι πολιτικές «ιατρικοποίησης» του φαινομένου και της κοινωνίας, όπως επίσης, οι εφαρμογές αυτών των αντιλήψεων στην Ελλάδα. Τέλος, μελετάται η «συνάντηση» του εξαρτημένου και της Ιατρικής με το «έγκλημα». Στο δεύτερο κεφάλαιο, με βάση την ελληνική βιβλιογραφία του Μεσοπολέμου, παρατίθενται οι απόψεις των ψυχιάτρων, των εγκληματολόγων και των διωκτικών αρχών για το φαινόμενο της εξάρτησης και τους αιτιολογικούς του παράγοντες, για τον ίδιο τον εξαρτημένο, όπως επίσης τα προτεινόμενα μέτρα κοινωνικής και θεραπευτικής αντιμετώπισης τους. Αναλύονται οι ταυτόσημες, σε καίρια σημεία, απόψεις τους για την εξάρτηση και ταυτόχρονα, φωτίζονται οι αντιφάσεις και διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στις απόψεις αυτές, οι οποίες προέρχονται κυρίως από τις ανταγωνιστικές σχέσεις των ιθυνόντων για την πρωτοκαθεδρία στη διαχείριση του «προβλήματος». Η παραπάνω εικόνα συμπληρώνεται με τις αναφορές στη στάση που κράτησε ο Τύπος της εποχής έναντι του φαινομένου. Στο τρίτο κεφάλαιο αναλύονται οι κοινωνικές προεκτάσεις των θεωρητικών προσεγγίσεων αλλά και οι πρακτικές που υιοθέτησαν οι επίσημοι θεσμοί της Πολιτείας στην Ελλάδα κατά την περίοδο αυτή. Οι κοινωνικές διακρίσεις σε βάρος των χρηστών και των εξαρτημένων, η αλληλεγγύη μεταξύ των χασισοποτών, οι διώξεις που υφίστανται οι εξαρτημένοι και η καταναγκαστική θεραπεία τους είναι μερικές από αυτές τις πρακτικές. Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα ερευνητικά αποτελέσματα, τα οποία αφορούν σε χαρακτηριστικά εξαρτημένων από οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα που εισήχθησαν για θεραπεία στα Νοσοκομεία: Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο, Δημόσιο Ψυχιατρείο-Δαφνί και Πανεπιστημιακή Κλινική-Αιγινήτειο κατά την περίοδο Οι στατιστικοί πίνακες προέκυψαν κυρίως από τα στοιχεία των «ιατρικών ιστορικών» και ακολούθως τη βάση δεδομένων, που δημιουργήθηκε. Οι πίνακες συνοδεύονται από συμπληρωματικά στοιχεία, σχόλια και εκτιμήσεις για το μέγεθος και την ένταση του φαινομένου της εξάρτησης σε συσχέτιση με τις κοινωνικές-ιστορικές εξελίξεις της εποχής. Με βάση όλα τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην παρούσα μελέτη προσδιορίζονται οι ιστορικές περίοδοι του φαινομένου της εξάρτησης στην Ελλάδα, από της εμφάνισής του έως σήμερα. 11

14 Στη συνέχεια παρατίθενται στατιστικά στοιχεία που αναλύουν τα χαρακτηριστικά όσων εισήχθησαν σε ψυχιατρικά ιδρύματα με διάγνωση που αφορά στην κάνναβη. Εκτιμάται ότι οι εγκλεισθέντες δεν αποτελούν αξιόπιστο δείγμα χρηστών χασίς καθώς στην πλειονότητά τους εμπίπτουν στις περιπτώσεις «διπλής διάγνωσης», όπου η χρήση χασίς αποτελούσε δευτερεύον στοιχείο της «ασθένειάς» τους. Ως προς το κλινικό έργο εξετάζονται το θεραπευτικό πλαίσιο και οι μέθοδοι θεραπείας των εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη, όπως επίσης των χασισοποτών στα ψυχιατρικά ιδρύματα. Τέλος, μελετώνται και ταξινομούνται οι αιτιολογικοί παράγοντες της εξάρτησης από οπιούχα, όπως αυτοί ορίζονται από τους εισαχθέντες προς θεραπεία και καταγράφονται στα «ιατρικά ιστορικά». Η μελέτη επικεντρώνεται στη στιγμή που συνευρέθηκαν η προσωπική κρίση του ατόμου με την αντίστοιχη κοινωνική κρίση και εκφράστηκαν με την εξάρτηση. Στο Δεύτερο Μέρος, που αποτελείται από δύο κεφάλαια, ως πηγή έρευνας επιλέχτηκε το ρεμπέτικο τραγούδι θεωρώντας ότι αυτό δίνει πληροφορίες για το σύνολο των χρηστών χασίς στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Αντίθετα, τα επιστημονικά κείμενα, η βιβλιογραφία και τα στατιστικά στοιχεία της εποχής αντλούν στοιχεία μόνον από την ομάδα χρηστών, η οποία έχει σχέση με τα ψυχιατρεία, την αστυνομία και τις φυλακές. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται σύντομη παρουσίαση του ρεμπέτικου τραγουδιού που αφορά στις κοινωνικές του καταβολές, στα χαρακτηριστικά του και στο διάλογο που αναπτύχθηκε σχετικά με τον προσδιορισμό αυτού του μουσικού είδους. Παρουσιάζεται η άποψη ότι η κοινωνική «αταξία» του αστικού κέντρου, δηλαδή ο «ρευστός» κοινωνικός σχηματισμός των πρώτων δεκαετιών του 20 ου αιώνα δημιούργησε τις συνθήκες εμφάνισης του ρεμπέτικου, το οποίο, με τη σειρά του, εξέφρασε αυτή την «αταξία». Την εξέφρασε τόσο στιχουργικά, ιδιαίτερα στην προ δισκογραφίας εποχή, όσο και μουσικολογικά - με την απόδοση μουσικών «δρόμων» σε συγκερασμένα μουσικά όργανα - και θεματολογικά με τις αναφορές σε «απαγορευμένα» θέματα όπως η χρήση χασίς. Παρατίθενται στοιχεία για το ερευνητικό υλικό - «χασικλίδικα» τραγούδια - και αναλύεται ο καταλυτικός ρόλος της δισκογραφίας, οι ποσοτικές και ποιοτικές μεταβολές που αυτή επέφερε στο τραγούδι, στους δημιουργούς και στο ακροατήριο. Η ανάλυση αφορά κυρίως στο ρεμπέτικο και στα τραγούδια που αναφέρονται στο χασίς. 12

15 Στο δεύτερο κεφάλαιο τίθενται επιστημολογικά και μεθοδολογικά ζητήματα σχετικά με την αξιοποίηση των πληροφοριών που δίνουν τα «χασικλίδικα» ρεμπέτικα και τις διαφορετικές διαδικασίες που ακολουθούν στην «κατασκευή του αντικειμένου» από τη μια πλευρά το τραγούδι και από την άλλη η επιστήμη. Επίσης, αναλύονται κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ρεμπέτικου ως σοβαρές ενδείξεις της σχέσης του με το «πραγματικό» και παρουσιάζονται ο τρόπος κατηγοριοποίησης και ανάλυσης του περιεχομένου των τραγουδιών. Μελετάται το πλούσιο λεξιλόγιο των χρηστών χασίς, στο οποίο κυριαρχούν οι συμβολισμοί και το τελετουργικό της χρήσης. Ακολουθούν οι κατηγοριοποιήσεις και η ανάλυση περιεχομένου των τραγουδιών και με βάση αυτά γίνεται σύγκριση μεταξύ των «αυτοδίδακτων» ή «πειραιωτών» δημιουργών με τους «καλλιεργημένους» ή «έχοντες μουσική παιδεία», καθότι οι πρώτοι έχουν χασιστική εμπειρία και την αποτυπώνουν στα τραγούδια τους με διαφορετικό τρόπο από τους δεύτερους. Διερευνάται ο χώρος και η τελετουργία της χρήσης χασίς, σύμφωνα με τους στίχους των τραγουδιών και ορίζονται οι τύποι χρηστών χασίς που απαντώνται στο ρεμπέτικο, όπου ως κριτήριο λαμβάνεται η σχέση τους με την ουσία. Τέλος, εξετάζονται η σχέση αστυνομίας και χασισοποσίας, όπως επίσης οι παραστάσεις θανάτου στα «χασικλίδικα» ρεμπέτικα. Το κεφάλαιο κλείνει με την παράλληλη παράθεση των αναπαραστάσεων για τα οπιούχα και την κοκαΐνη, όπως αυτές αποτυπώνονται στο ρεμπέτικο τραγούδι και στα «ιατρικά ιστορικά» εξαρτημένων που εισήχθηκαν για θεραπεία στα ψυχιατρικά άσυλα. Συγκρίνονται, ως προς το περιεχόμενο, τα ρεμπέτικα που αναφέρονται στη χρήση οπιούχων και κοκαΐνης με τραγούδια «ευρωπαϊκού» ύφους ανάλογης θεματολογίας και επιπλέον καταδεικνύονται οι διαφορές που παρατηρούνται στους χρήστες αυτών των ουσιών σε σχέση με τους χρήστες χασίς. Μέσα από την παρούσα μελέτη, αξιοποιώντας σχεδόν το σύνολο των πληροφοριών για τη συγκεκριμένη εποχή, συμπεριλαμβανομένου και του ρεμπέτικου τραγουδιού, εξετάζονται: η γέννηση και η δυναμική του φαινομένου της χρήσης ουσιών και της εξάρτησης απ αυτές στην Ελλάδα, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν για την αντιμετώπισή 13

16 τους και οι θεραπευτικές προσεγγίσεις που επελέγησαν ως αποτέλεσμα ευρύτερων κοινωνικών - οικονομικών - πολιτικών - πολιτισμικών διεργασιών και μετασχηματισμών. 14

17 Μ Ε Ρ Ο Σ Ι ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ 15

18 16

19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΕΞΑΡΤΗΣΗ: ΕΝΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΜΕ ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΠΤΥΧΕΣ 17

20 1. Στην αναζήτηση της αρχής του νήματος Οι εξαρτήσεις από ουσίες, με την μορφή και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως τα γνωρίζουμε σήμερα, είναι ένα φαινόμενο βαθιά κοινωνικό, αποτέλεσμα πολλών αιτιολογικών παραγόντων. Όπως είναι γνωστό όλοι οι λαοί χρησιμοποίησαν ουσίες σε όλες τις εποχές, στα πλαίσια αντιμετώπισης του πόνου, της ασθένειας και σε τελετουργικά, που αφορούσαν έμμεσα ή άμεσα στην κοινωνικοποίηση. Παρότι όμως ο άνθρωπος γνωρίζει και χρησιμοποιεί τις ουσίες από την αρχαιότητα, μόλις τα τελευταία διακόσια περίπου χρόνια εμφανίζεται το ζήτημα των εξαρτήσεων. Αναφορικά με τους αιτιολογικούς παράγοντες της εξάρτησης από ουσίες έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες και απόψεις από διαφορετικούς μελετητές, αναλόγως των θεωρητικών και επιστημονικών τους προσανατολισμών. Έτσι, κατά καιρούς έχει δοθεί έμφαση σε παράγοντες γενετικούς, βιολογικούς, μαθησιακούς, ψυχολογικούς, κοινωνικούς κ.α. Οι λόγοι της δημιουργίας αυτού του φαινομένου θα αναζητηθούν στη συνέχεια της παρούσας παραγράφου. Έως την βιομηχανική επανάσταση οι άνθρωποι ζούσαν κυρίως στην ύπαιθρο, απομονωμένοι συνήθως από το αστικό κέντρο, ακόμη και αν ζούσαν κοντά σ αυτό. Η ζωή τους ήταν ήρεμη χωρίς απότομες αλλαγές. Επιδίδονταν στη γεωργία και τελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, τα οποία είχαν σημαντικότατη σημασία γι αυτούς (Engels, 1974, σ.43). Η εφεύρεση των μηχανών, οι οποίες εντάχθηκαν στην παραγωγή, δεν μετέβαλαν μόνον αυτήν, αλλά την κοινωνία στο σύνολό της. Οι εργαζόμενοι έχασαν τη επαφή τους με τη φύση, αλλά και το παραγόμενο προϊόν, μεταλλασσόμενοι σε μηχανές ή εξαρτήματα αυτών. «Το γεγονός ότι δεν ήσαν άνθρωποι μα απλές μηχανές, που δούλευαν στην υπηρεσία μερικών αριστοκρατών που χαν ως τα τότε διευθύνει την ιστορία, η βιομηχανική επανάσταση δεν έκανε τίποτ άλλο παρά να προβάλλει το επακόλουθο αυτής της κατάστασης, να περιορίσει δηλαδή τους εργάτες ολοκληρωτικά στο ρόλο των απλών μηχανών και να τους στερήσει απ τα τελευταία υπολείμματα ανεξάρτητης δραστηριότητας». 1 1 Fr. Engels, Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, μέρος Α, εκδ. Μπάϋρον, 1974, σ

21 Η συνώθησή τους στις πόλεις κάτω από άθλιες συνθήκες διαβίωσης και η απεμπόληση μέρους των ανθρώπινων ιδιοτήτων τους, η σύνθλιψη της προσωπικότητας, η μοναχικότητα, η αδιαφορία και η απομόνωση από τους άλλους, σαν να μην υπήρχε τίποτε κοινό με αυτούς παρότι βρίσκονταν τόσο κοντά και τελικά ο ατομικισμός, εξελίσσονται σε κανόνα των σχέσεων της «νέας» κοινωνίας, προσβάλλοντας ευθέως την ανθρώπινη ύπαρξη. «Η αποσύνθεση της ανθρωπότητας σε μονάδες, που η κάθε μια απ αυτές έχει μια ιδιαίτερη αρχή στη ζωή της και μια ιδιαίτερη επιδίωξη, αυτή η ατομικοποίηση του κόσμου έχει προωθηθεί εδώ στο ακρότατο όριό της». 2 Τα ίδια χαρακτηριστικά της αποκοινωνικοποίησης 3 και της απομόνωσης 4 του ατόμου, όπως θα αναλυθεί στην συνέχεια, συναντώνται σε υπερθετικό βαθμό στο χώρο της εξάρτησης και τούτο μάλλον δεν είναι συμπτωματικό. Ο Engels στο έργο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία», στα μέσα περίπου του 19 ου αιώνα, εποχή που έχει ξεκινήσει η βιομηχανική επανάσταση, περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας, διαβίωσης, υγιεινής, όπως και τα αποτελέσματα των συνθηκών αυτών στη ζωή των λαϊκών στρωμάτων. Σε πολλά σημεία του κειμένου, τον απασχολούν, όπως και άλλους μελετητές της εποχής του, τα σοβαρότατα προβλήματα που προέρχονται από την ευρέως εξαπλωμένη κατάχρηση του αλκοόλ. Υποστηρίζει μάλιστα ότι η στέρηση κάθε ευχαρίστησης εκτός της σεξουαλικής και του ποτού ωθεί τα στρώματα αυτά «στις χειρότερες υπερβολές στις δυό μονάχα ευχαριστήσεις που τους απομένουν». 5 Σημειώνει όμως και τη χρήση οπίου, αφενός από παιδιά, το οποίο τους παρέχεται από τους γονείς τους, είτε για να κοιμηθούν, είτε για να ξεπεραστούν προβλήματα του πεπτικού συστήματος, λόγω της κακής ποιότητας δύσπεπτης τροφής, αφετέρου από ενήλικες, οι οποίοι εξαιτίας της αδυναμίας πρόσβασης στους γιατρούς, λόγω των απαιτούμενων υψηλών αμοιβών, καταφεύγουν σε διάφορα 2 Οπ. π., σ.σ.68,69. 3 «Η τοξικοεξαρτημένη προσωπικότητα φαίνεται προοδευτικά να αποκοινωνικοποιείται» (Bergeret, 1999, σ.90). 4 «Το να είναι κανείς τοξικομανής συνιστά έναν ειδικό σύγχρονο ρόλο, που θέτει σε λειτουργία την πιο εκλεπτυσμένη μορφή της γενικευμένης απομόνωσης: την παρωδία επικοινωνίας» (Ντομινίκ, 1989, σ.61). 5 Fr. Engels, Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, μέρος Α, εκδ. Μπάϋρον, 1974, σ

22 σκευάσματα που πωλούν τσαρλατάνοι ως φάρμακα για κάθε ασθένεια. 6 Παρότι οι πληροφορίες σχετικά με τη χρήση οπίου είναι περιορισμένες, έχουν ιδιαίτερη σημασία διότι περιλαμβάνουν στοιχεία, όπως αυτά της αύξησης της δοσολογίας και της μετάβασης σε ισχυρότερα φαρμακολογικά σκευάσματα όπως το λάβδανο, μια διαδικασία που σχετίζεται με την ανοχή και παραπέμπει σε κατάσταση εξάρτησης. Επίσης, ο χαρακτηρισμός του σκευάσματος ως «τονωτικού», δείχνει τη διάθεση προώθησής του στην αγορά, καθώς κατά τις επόμενες δεκαετίες, απαντώνται εξαρτήσεις από παράγωγα του οπίου, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Συνυπολογίζοντας τις περιγραφόμενες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες υπό τις οποίες λαμβάνει χώρα η χρήση οπίου, ενδεχομένως οι αναφορές αυτές δύνανται να θεωρηθούν ιστορικά ως οι πρώτες περί την εξάρτηση. Σύμφωνα με σύγχρονους μελετητές, η εμφάνιση της εξάρτησης στην εποχή μας ταυτίζεται με τη δυνατότητα ελέγχου της παραγωγής και διακίνησης των ουσιών. Η εκτίμηση - άποψη ότι έως τις αρχές του 20 ου το φαινόμενο της εξάρτησης δεν είχε πάρει διαστάσεις επιδημίας στο γενικό πληθυσμό, αλλά και όπου είχε συμβεί ήταν υπό τον έλεγχο των κρατικών μηχανισμών, ερμηνεύεται από το γεγονός ότι η τεχνολογία της χημείας δεν ήταν ακόμη ανεπτυγμένη. Όταν δε αυτό έπαψε να ισχύει, κατέστη δυνατόν να παραχθούν καινούριες ουσίες και φάρμακα σε μεγάλες ποσότητες (Λιάππας, 2003, σ.13). Από την άλλη, θεωρούν ότι όταν μειώθηκαν οι δυσκολίες στον τομέα των επικοινωνιών μεταφορών, συνεπώς και της διακίνησης ουσιών, τότε αυτές διαδόθηκαν ευρέως. 7 Ως προς την εξάπλωση των εξαρτήσεων από ουσίες σύμφωνα με τις ίδιες απόψεις, θεωρείται πρωταρχικής σημασίας η ύπαρξη ή η απουσία νομοθετικών μέτρων, οι οποίες συνοδευόμενες με ανάλογες ενέργειες αυξάνουν ή μειώνουν την ένταση και το μέγεθος του 6 «Ανάμεσα σ αυτά τα φάρμακα, ένα απ τα πιο επικίνδυνα είναι ένα ρόφημα με βάση οπιώδη, ιδιαίτερα από λάβδανο και που πουλιέται με τ όνομα τονωτικό του Γκόντφρεϊ όσο πιότερο ο οργανισμός συνηθίζει στ αποτελέσματα του οπίου, τόσο μεγαλώνουν οι ποσότητες που χορηγούν. Κι όταν το τονωτικό δεν ενεργεί πια, τότε δίνουν καμιά φορά και λάβδανο καθαρό» (Engels, 1974, σ.175). 7 «Η μεγάλη ανάπτυξη της επικοινωνίας μεταξύ των κρατών, οι μεταφορές και το διεθνές εμπόριο εκμηδένισαν τις γεωγραφικές αποστάσεις και κατάργησαν πολλά από τα γεωγραφικά και εθνικά εμπόδια ανάμεσα στους λαούς. Αυτή η ανάπτυξη είχε ως αρνητικό αποτέλεσμα τη διάδοση της χρήσης ψυχοτρόπων ουσιών» (Λιάππας, 2003, σ.13). 20

23 φαινομένου. Ο πόλεμος του οπίου, η έκταση της εξάρτησης στον πληθυσμό της Κίνας και όσα ακολούθησαν φέρονται ως παράδειγμα σε αυτήν την επιχειρηματολογία. «Χρειάστηκαν 50 χρόνια σκληρών νομοθετικών προσπαθειών και απαγορευτικών μέτρων για να απαλλαγεί πρακτικά η χώρα από την ουσία». 8 Οι νέες τεχνολογίες στην παραγωγή ουσιών και η ευκολότερη διακίνησή τους με την ανάπτυξη των επικοινωνιών ασφαλώς συνέβαλαν στην εξάπλωση τους. Όμως δεν μπορούν να εξετασθούν μεμονωμένα, δηλαδή εκτός κοινωνικοοικονομικού πλαισίου και των μεταβολών που συντελέσθηκαν σε όλα τα πεδία της ζωής των ανθρώπων. Σχετικά με τα νομοθετικά μέτρα, ιστορικά δεν τεκμηριώνεται ότι η ύπαρξή τους μείωσε την ένταση του φαινομένου και τέτοιο παράδειγμα είναι η Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Κατά τον Bergeret η μετάβαση από την αγροτική κοινωνία στους αστικούς και βιομηχανικούς πολιτισμούς χαρακτηρίζεται από τη διάλυση των σημείων αναφοράς της οικογένειας και από «τη δύναμη που αποδίδεται (πολύ περισσότερο από ό,τι στις χημικές ανακαλύψεις ή στην σημασία του χρήματος) στη μαγική συνδρομή, που έρχεται στο άτομο από έξω» 9 θεωρώντας ότι η εξάρτηση έχει κοινωνικές ρίζες και ότι είναι γνώρισμα της «πόλης», δηλαδή αστεακό φαινόμενο. Σύμφωνα με πολλούς μελετητές ο εξαρτημένος και το ανεξέλεγκτο πάθος του για την ουσία σε συνδυασμό με την στρεβλή σχέση του με τους άλλους, καθιστούν την εξάρτηση ως μια από τις πλέον ακραίες και σύνθετες μορφές αλλοτρίωσης της προσωπικότητας που γνώρισε το ανθρώπινο είδος στην μακραίωνη πορεία του. Η εξάρτηση από ουσίες «είναι μια από τις πιο εκλεπτυσμένες τεχνικές αλλοτρίωσης, ένα από τα πιο σίγουρα μέσα για να αποτραπεί η κατανόηση της πραγματικότητας». 10 Το μέγεθος και η ποιότητα της αλλοτρίωσης από την οποία χαρακτηρίζεται η εξάρτηση στην σύγχρονη εποχή, πιθανώς αποτελεί και την ειδοποιό διαφορά από την χρήση ουσιών άλλων ιστορικών περιόδων. Σύμφωνα με την Κ. Μάτσα «Η τοξικομανία αντιπροσωπεύει 8 Οπ. π., σ Bergeret Jean, Τοξικοεξάρτηση και προσωπικότητα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1999, σ Ντομινίκ Κριστιάν, Εμπόρευμα ναρκωτικά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1989, σ

24 την καθολική αποξένωση. Συνιστά μια ακραία μορφή αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου, αλλοτρίωσης από την ίδια τη φύση του, πρώτα απ όλα». 11 Στην κατάσταση εξάρτησης, το πρόσωπο από υποκείμενο μετατρέπεται σε αντικείμενο και η ουσία ως εμπόρευμα υποτάσσει το άτομο στις δικές της λειτουργίες με προεξάρχουσα αυτή της στέρησης, η οποία αναπαριστά το προϊόν. «Ο τοξικομανής βιώνει με συγκεκριμένο τρόπο την αλλοτρίωση, η ύπαρξή του είναι το σύμπτωμα μιας διαλεκτικής ανάπτυξης της ιστορίας του κόσμου: του ξεπεράσματος της αντίθεσης αλλοτρίωση - εκμετάλλευση, της φανταστικής κατάργησης της απόστασης ανάμεσα στην αναπαράσταση (αποστέρηση) και την αρχική αναφορά (μορφή εμπόρευμα)». 12 Η κατάσταση στέρησης, είτε αφορά στην ουσία, είτε σε οποιοδήποτε προϊόν ορίζεται κυρίως ποιοτικά ως βίωμα, παρά ποσοτικά ως υλική έλλειψη. Η απώλειά της υποκειμενικότητας του ατόμου, όπως και του εξαρτημένου, επέρχεται με την επιβολή του εμπορεύματος ή του εμπορεύματος-ουσία ως υποκειμένου της ιστορίας και την αποδοχή του ως «είναι». Ο άνθρωπος, ο οποίος αρχικώς έχανε το προϊόν της εργασίας του, εκτοπίζεται από το προϊόν, στη συνέχεια όμως χάνει και τον εαυτό του σαν αξία χρήσης που βρίσκεται σε πτώση. «Ο εργάτης θέτει τη ζωή του μέσα στο αντικείμενο, η ζωή του όμως τώρα πια δεν ανήκει σ αυτόν αλλά στο αντικείμενο». 13 Το ίδιο ακριβώς όμως συμβαίνει με τον εξαρτημένο, ο οποίος έχει ολοκληρωτικά υποταγεί στην ουσία και μόνο σαν τέτοιος δύναται να επιβιώνει ως πρόσωπο. Για τον Marx, ο εργάτης γίνεται σκλάβος του αντικειμένου και η υποδούλωσή του είναι τόσο μεγάλη, ώστε μόνο με την ιδιότητα του εργάτη μπορεί να συντηρείται ως φυσικό υποκείμενο (Marx, 1974, σ.88). Η «αντικειμενοποίηση» του υποκειμένου δεν είναι βεβαίως διόλου τυχαία, δεν αφορά, όπως σημειώθηκε, μόνον στις ουσίες και δεν είναι ανεξάρτητη ενός συνολικότερου φετιχισμού, που διέπει τις σχέσεις της συγκεκριμένης κοινωνίας σε όλους τους τομείς της. Στη βιομηχανική κοινωνία της «ελεύθερης αγοράς», το εμπόρευμα καταλαμβάνει κυρίαρχη θέση στην οικονομία και την κοινωνία. Η σχέση του ανθρώπου με το προϊόν εξελίσσεται σε σχέση ατόμου φετίχ, έτσι που να χαρακτηρίζεται ως απώλεια του εαυτού του. «Το 11 Μάτσα Κατερίνα, Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές, εκδ. Άγρα, 2001, σ Ντομινίκ Κριστιάν, Εμπόρευμα ναρκωτικά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1989, σ Marx Karl, Χειρόγραφα 1844, εκδ. Διεθνής Βιβλιοθήκη, 1974, σ

25 βίωμα της απώλειας του εαυτού οδηγεί στην απελπισμένη αποδοχή της φετιχοποίησης, που φθάνει στα άκρα της με την τοξικομανία». 14 Υπό αυτούς τους όρους η εργασία αποκτά καταναγκαστικό χαρακτήρα, δεν διαθέτει τίποτε το ελκυστικό για το άτομο παρά μόνον το κίνητρο της επιβίωσης, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον ρόλο της ουσίας και τον καταναγκασμό που ασκεί, με την επαναλαμβανόμενη λήψη της, στην ζωή του εξαρτημένου. Η καταναγκαστική εργασία όπως η καταναγκαστική χρήση ουσιών, δεν στοχεύει στην «ικανοποίηση μιας ανάγκης, είναι απλώς το μέσο για την ικανοποίηση αναγκών εξωτερικών προς αυτήν». 15 Συνεπώς, η αλλοτριωμένη σχέση του ατόμου με την εργασία ή την ουσία δεν είναι παράδοξο να αντιμετωπίζονται ως «κοινωνική μάστιγα». 16 Τα αντικείμενα-προϊόντα επιβάλουν τους δικούς τους κανόνες στα πλαίσια των οικονομικών συναλλαγών και των αγοραίων σχέσεων, «όλες οι ανθρώπινες σχέσεις μεταφράζονται σ εμπορικές διατυπώσεις, που εξηγούνται με τη μορφή οικονομικών κατηγοριών». 17 Επιβάλουν όμως κατά κύριο λόγο τους δικούς τους κανόνες στην «εύρυθμη» λειτουργία της κοινωνίας και του ελέγχου της. Οι σχέσεις μεταξύ των ατόμων αποκτούν χαρακτήρα αντικειμένου οι σχέσεις αυτές φέρονται ως πραγματικότητα συγκαλυπτόμενες από αυτήν. Η πνευματική παραγωγή, οι υπηρεσίες, οι θεσμοί κ.λπ. διαρθρώνονται και αξιολογούνται βάσει ποσότητας, αποδοτικότητας, «ορθολογισμού», άκρατου θετικισμού, υποβαθμίζοντας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των ανθρώπων. «Με τον μοντέρνο (ψυχολογικό) κατακερματισμό της εργασιακής διαδικασίας (σύστημα Ταίηλορ), αυτή η ορθολογική μηχανοποίηση εισχωρεί μέχρι το βάθος της ψυχής του εργάτη. Ακόμα και οι ψυχολογικές του ιδιότητες διαχωρίζονται από την συνολική του προσωπικότητα, αντικειμενοποιούνται απέναντί της, προκειμένου να είναι δυνατή η ένταξή τους σε ορθολογικά εξειδικευμένα συστήματα, όπου θα μπορούν να αναχθούν σε υπολογιστικούς όρους». 18 Τα υποκείμενα με την σειρά τους αποδέχονται ή υποτάσσονται στους τεθέντες κανόνες, στους απρόσωπους μηχανισμούς και στα αποτελέσματά τους, 14 Ντομινίκ Κριστιάν, Εμπόρευμα ναρκωτικά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1989, σ Marx Karl, Χειρόγραφα 1844, εκδ. Διεθνής Βιβλιοθήκη, 1974, σ Οπ. π., σ Engels Fr., Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, μέρος Β, εκδ. Δημιουργία, 1975, σ Λούκατς Γκεόργκ, Η πραγμοποίηση και η συνείδηση του προλεταριάτου, εκδ. Εκκρεμές, 2006, σ

26 εκλαμβάνοντας αυτά ως αναγκαίο κακό ή πεπρωμένο. Το πιο σημαντικό είναι ότι η δεδομένη κατεύθυνση της κοινωνίας εκτιμάται ως φυσιολογική, μοναδική, αναγκαία και όχι ως μια εκδοχή της ιστορίας της. Η σχέση του εξαρτημένου με την ουσία δεν αποτελεί τίποτε περισσότερο από μια μικρογραφία των σχέσεων αυτών, ενδεχομένως στην άκρως προκλητική τους έκφραση, που έχει εγκαθιδρύσει η ίδια η κοινωνία. «Η ολότητα των κοινωνικών σχέσεων καθορίζεται - καταλαμβάνεται - από την αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής που καθιστούν εφικτή και διαρκή (με τη διείσδυση του κεφαλαίου) αυτή την κυριαρχία του εμπορευματικού κόσμου πάνω στη σφαίρα της παραγωγής». 19 Στα πλαίσια μιας κοινωνίας της «ελεύθερης οικονομίας», το προϊόν-«ναρκωτικά» ακολουθεί με συνέπεια τους προκαθορισμένους κανόνες της αγοράς, αδιαφορώντας για τις υποκριτικές ή ουτοπικές κρίσεις που δέχεται. Εξ άλλου, σε όλη την κλίμακα του δεδομένου συστήματος αγοράς υπάρχουν προϊόντα που «σκοτώνουν», όπως επίσης υπάρχει εμπόριο, παραεμπόριο και λαθρεμπόριο. Οι διαφοροποιήσεις ως προς το εμπόριο των ουσιών βρίσκονται αφενός στο σύστημα ή στο παιγνίδι προσφοράς και ζήτησης, όπου η προσφορά σε ένα βαθμό ρυθμίζεται από νόμους και κατασταλτικούς μηχανισμούς, αφετέρου στο επίπεδο της διανομής, εφόσον ο κάθε εξαρτημένος εν δυνάμει είναι διανομέας, με συνέπεια η ουσία να μετατρέπεται σε ανταλλάξιμο είδος - ισοδύναμο του χρήματος. Η λειτουργία του προϊόντος-«ναρκωτικά» στο κοινωνικό γίγνεσθαι είναι πανομοιότυπη εκείνης των άλλων προϊόντων της αγοράς. Το προϊόν-«ναρκωτικά» υποκαθιστά τις σχέσεις του εξαρτημένου, γίνεται το επίκεντρο της ζωής του και η ίδια του η ζωή. 20 Ο εξαρτημένος βιώνει ως άτομο μια πλασματική εικόνα της ζωής, όπου η «ψευδαίσθηση» εκλαμβάνεται ως πραγματικότητα, όμως γενικότερα η «κατανάλωση» συμβάλει στην ανάπτυξη πολλών 19 Ντομινίκ Κριστιάν, Εμπόρευμα ναρκωτικά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1989, σ «Ο τοξικομανής που οργανώνει όλη του τη ζωή γύρω από ένα ιδιαίτερο εμπόρευμα, αποκαλύπτει με την αλλοτρίωσή του τη γενικότερη αλλοτρίωση που συνοδεύει τα εμπορεύματα. Αυτή η αλλοτρίωση δεν είναι πλέον η συγκαλυμμένη μορφή που παίρνει στο μυαλό του καθενός η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, αλλά η εκδήλωση της ολοκληρωμένης υποταγής του ανθρώπου στο αντικείμενο. και αυτό το αντικείμενο δεν είναι μόνο κάθε εμπόρευμα ξεχωριστά, αλλά το σύνολο των εμπορευμάτων - όπου περιλαμβάνεται και ο τρόπος που παρουσιάζονται» (Ντομινίκ, 1989, σ.52). 24

27 ψευδαισθήσεων και στην ενίσχυση πολλών εξαρτήσεων, με αποτέλεσμα οι πάσης φύσης ανάγκες να ξεπερνούν το μέτρο του λογικού και να φθάνουν σε σημείο «μανίας» (Bergeret, 1999, σ.107). Η αντιμετώπισή του εξαρτημένου από την κοινωνία παραβλέπει τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά, την ιστορία του και τις ανάγκες του, ο ίδιος αποδέχεται την συνάντησή του με τις ουσίες ως «μοιραία» και αναπόφευκτη, ενώ η κοινωνία χρησιμοποιεί ως επιστέγασμα αυτών τον χαρακτηρισμό του «αναγκαίου κακού», με το οποίο πρέπει να συμβιβαστεί, να συμβιώσει και να μειώσει το μέγεθος της επερχόμενης βλάβης. Μια τέτοια προσέγγιση μάλλον υποβαθμίζει ή αρνείται τον ιστορικό χαρακτήρα του φαινομένου της εξάρτησης σαν αυτό να είναι έκφραση μιας κοινωνίας χωρίς εξέλιξη. Η εμφάνιση της εξάρτησης από ουσίες συμπίπτει με την βιομηχανική επανάσταση και τις ραγδαίες αλλαγές στο χαρακτήρα της εργασίας, στην οικονομία και στις σχέσεις που τις διέπουν. Συμπίπτει με τις αλλαγές στο αστικό κέντρο, στον τρόπο ζωής, 21 στις σχέσεις των ανθρώπων και στις σχέσεις της οικογένειας. Εμφανίζεται παράλληλα με τις αλλαγές που συντελέστηκαν γενικότερα στον πολιτισμό κατά την δεδομένη ιστορική περίοδο. «Ο δυϊσμός των ιστοριών δεν εμφανίζεται όμως παρά μια συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας του κόσμου: εκείνη ακριβώς κατά την οποία η ιδιαιτερότητα της τοξικομανίας σαν αλλοτρίωση εξαφανίζεται μπροστά στην απόλυτη γενίκευση αυτής της μορφής αλλοτρίωσης». 22 Οι πορείες της βιομηχανικής επανάστασης και της εξάρτησης από ουσίες δεν συμπίπτουν μόνον χρονικά, αλλά έχουν και πολλά κοινά ποιοτικά χαρακτηριστικά, εφόσον όπως δείχθηκε είναι στενά συνδεδεμένες. Στα σημεία που ακολουθούν διακρίνονται ορισμένα από τα κοινά στοιχεία της κοινωνίας μετά την βιομηχανική επανάσταση και των εξαρτημένων από ουσίες, όπως παρουσιάσθηκαν προηγουμένως: 21 «Η χρησιμοποίηση ναρκωτικών, με σκοπό να κρατούν τα παιδιά ήσυχα, ευνοείται ξεχωριστά απ αυτό το άθλιο σύστημα κι έχει τώρα ξεχωριστά διαδοθεί στα βιομηχανικά διαμερίσματα. Ο Δρ Τζόνς, επιθεωρητής της περιοχής του Μάντσεστερ, είναι της γνώμης ότι αυτή η συνήθεια αποτελεί μια απ τις κύριες αιτίες που προκαλούν τους θανατηφόρους σπασμούς που ναι πολύ συνηθισμένοι» (Engels, 1975, σ.22). 22 Ντομινίκ Κριστιάν, Εμπόρευμα ναρκωτικά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1989, σ.8. 25

28 -«Άνθρωποι μηχανές» / «Άνθρωποι σκιές». -Αντικειμενοποίηση υποκειμένου. -Απώλεια υποκειμενικότητας. -Φετιχοποίηση του αντικειμένου. -Αποσύνθεση της ανθρωπότητας σε μονάδες. Αποκοινωνικοποίηση. -Ατομικοποίηση στο ακρότατο όριο. -«Κατανάλωση», στέρηση. -Αλλοτρίωση. -Απομόνωση. -Καταναγκασμός. -Περιορισμός της ελευθερίας. Στέρηση ανεξάρτητης δραστηριότητας. Υποταγή του ατόμου. Τα προαναφερθέντα οπωσδήποτε δεν αποτελούν ένα άθροισμα γνωρισμάτων δυο διαφορετικών ιστοριών, αυτών της κοινωνίας και της εξάρτησης, αλλά την ουσία ενός συγκεκριμένου πολιτισμού. Εξάλλου, η εξάρτηση και ο εξαρτημένος εμφανίζονται σε μια ιστορική στιγμή κατά την οποία η κοινωνία διαθέτει μη παραγωγικά μέλη που μπορεί να τα συντηρεί, σε μια στιγμή που δύναται να «μεριμνά» για έναν εφεδρικό στρατό μη εργαζομένων δια υπηρεσιών «πρόνοιας». Ο Φουκώ γράφοντας για τον εγκλεισμό, σημειώνει: «Καταργείται πραγματικά ένα μέρος του πληθυσμού, που είναι πάντοτε δεδομένος πλούτος». 23 Ο εξαρτημένος κατ αναλογία είναι μια παραγωγική δύναμη σε «χειμερία νάρκη», σε «εγκλεισμό», σε αποκλεισμό ή διαφορετικά σε «καταστολή», αδυνατώντας να παράξει. 23 Φουκώ Μισέλ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, εκδ. Καλέντης, 2007, σ

29 2. Περι-ορισμών Με την εμφάνιση του φαινομένου της εξάρτησης από ουσίες και ιδιαίτερα όταν λόγω των διαστάσεων που είχε λάβει, αρχίζει να απασχολεί τις κοινωνίες, επιχειρείται από τον επιστημονικό κόσμο κατ αρχάς γιατρούς, φαρμακολόγους και νομικούς, η προσπάθεια ορισμού της, όπως επίσης ορισμού των αιτίων, τα οποία την προκαλούν, την αναδεικνύουν, τη διευκολύνουν ή διαμεσολαβούν κ.ο.κ. Σήμερα συνηθίζεται σε μεγάλο βαθμό, τόσο στην κοινωνία, όσο και στη βιβλιογραφία η χρήση του όρου «ναρκωτικά», ο οποίος βεβαίως δεν κυριολεκτεί, ενδεχομένως δημιουργεί συγχύσεις, αλλά ταυτόχρονα καταμαρτυρεί την αφετηρία καθιέρωσής του. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει ουσίες με διαφορετική δράση ψυχικά και σωματικά και κοινό γνώρισμα τη μεταβολή της σωματικής και ψυχικής κατάστασης του ατόμου και συχνά την πρόκληση διαφορετικού βαθμού εξάρτησης (Λιάππας, 2004, σ.44). Οι ουσίες, με βάση τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες, ταξινομούνται γενικά σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: α) κατασταλτικές του κεντρικού νευρικού συστήματος και του ψυχισμού, όπως ηρωίνη, μορφίνη κ.λπ. β) διεγερτικές, όπως κοκαΐνη, αμφεταμίνες και γ) παραισθησιογόνες, όπως το LSD, η μεσκαλίνη κ.λπ. Ο όρος «ναρκωτικά» κατά συνέπεια δεν είναι δόκιμος, εφόσον μόνον οι ουσίες εκείνες που δρουν κατασταλτικά στον ανθρώπινο οργανισμό και ψυχισμό, δύνανται να περιληφθούν σε αυτόν. Εκτός τούτου υπάρχουν ουσίες, όπως η κάνναβη, το αλκοόλ κ.α., οι οποίες δεν κατατάσσονται σε κάποια από τις ανωτέρω κατηγορίες, εφόσον διαθέτουν μικτά γνωρίσματα. Η ταξινόμηση αυτή δεν είναι η μοναδική. Είναι αναγκαίο να σημειωθεί ότι οι ταξινομήσεις γίνονται, ώστε να αναλυθεί και προσδιορισθεί ο όρος «ναρκωτικά». Συχνά, η ταξινόμηση των ουσιών γίνεται με γνώμονα τον βαθμό ελέγχου που επιθυμεί να ασκήσει το κράτος ως προς την οικονομία, το εμπόριο και την χρήση τους. Με μια τέτοιου είδους συλλογιστική, οι ουσίες είναι δυνατόν να διακρίνονται σε περισσότερο ή λιγότερο χρήσιμες θεραπευτικά, σε περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματικές ως προς τη θεραπεία, σε περισσότερο ή λιγότερο επικίνδυνες και συνεπώς ελεγχόμενες. Ιστορικά η ίδια ουσία, όπως η μορφίνη, συνέβη να καταταχθεί αναλόγως των πολιτικών, οικονομικών, 27

30 κοινωνικών και λοιπών συνθηκών σε διαφορετικές κατηγορίες και υποκατηγορίες με βάση την προηγούμενη ταξινόμηση. Άλλος διαχωρισμός των ουσιών έχει γίνει κατά το παρελθόν με βάση την προέλευσή τους, αν είναι δηλαδή «φυσικές», όπως το αλκοόλ, ο καπνός, η κάνναβη, το όπιο ή αποτέλεσμα του φαρμακολογικού εργαστηρίου. Όμως και αυτές οι κατηγορίες δεν διαφωτίζουν τον όρο «ναρκωτικά», όταν εξομοιώνεται το αλκοόλ με την κάνναβη ή η ηρωίνη με το LSD. Στη βιβλιογραφία προηγουμένων ετών συναντάται η ταξινόμηση σε «ηδονιστικά» ή «ευφορικά», όπως η ηρωίνη και η κοκαΐνη, σε «ψευδαισθησιογόνα», όπως η κάνναβη, τα μανιτάρια κ.α., σε «διεγερτικά» (καφές, καπνός), σε «υπνωτικά» (υπνωτικά, βαρβιτουρικά κ.α.) και σε «τοξικά» που διεγείρουν και εν συνεχεία οδηγούν σε κατάπτωση, όπως το αλκοόλ (Bergeret, 1999, σ.23). Σε άλλες περιπτώσεις πάλι, οι ταξινομήσεις γίνονταν αναλόγως του βαθμού τοξικότητας και των επιπτώσεων στον οργανισμό. Σε όλες τις προαναφερθείσες ταξινομήσεις δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο «μέσο» της εξάρτησης και υποβαθμίζεται ένας θεμελιώδης παράγοντας της εξάρτησης, το υποκείμενο. Ταυτοχρόνως, η ουσία, το «ναρκωτικό», εξετάζεται συχνά από μελετητές με γνώμονα τη χημική της σύνθεση, χωρίς να συνυπολογίζονται, η επιλογή της συγκεκριμένης ουσίας, οι συνθήκες χρήσης, η συχνότητα, η ένταση και η διάρκεια, σε συνδυασμό με τα προσωπικά συναισθηματικά δεδομένα (Bergeret, 1999, σ.26). Ο κάθε χρήστης βιώνει με διαφορετικό τρόπο την επίδραση της ίδιας ουσίας, χωρίς αυτό να θέτει υπό αμφισβήτηση την αντικειμενική δράση της στον οργανισμό. Όμως η διαφορετική διαδρομή του κάθε υποκειμένου, οι ανάγκες του και η συγκυρία οδηγούν στην εγκατάσταση μιας προσωπικής και ανεπανάληπτης σχέσης με την ουσία. 24 Η φαρμακολογική σημασία του όρου «ναρκωτικά» και οι παραπάνω ταξινομήσεις εξ αντικειμένου δεν δύνανται να περιλάβουν κάποια στοιχεία και παράγοντες ιδιαίτερα σημαντικούς, όπως το πολιτισμικό περιβάλλον που γίνεται χρήση, η ιστορική στιγμή αυτής, η τελετουργία, η κουλτούρα της χρήσης κ.λπ. Όλοι οι χρησιμοποιούμενοι έως τώρα 24 «Η εμπειρία του τοξικομανούς, όποιες κι αν είναι οι ουσίες από τις οποίες έχει εξαρτηθεί, έχει πάντα προσωπικό χαρακτήρα, μοναδικό για τον καθέναν, αφού κάθε τοξικομανής αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση» (Μάτσα, 2001, σ.78). 28

31 όροι, δεν αποδίδουν ακριβώς το νόημα, το εύρος και τις ποιοτικές πλευρές του περιεχομένου, της σχέσης που εγκαθιστά ο εξαρτημένος ή ο χρήστης με αυτές. Ο όρος «ναρκωτικά», εκτός της φαρμακολογικής πλευράς διαθέτει και νομική, η οποία ορίζεται από την επικινδυνότητα της ουσίας και του χρήστη. Μια τέτοιου είδους ταξινόμηση - που απασχολούσε και απασχολεί όχι μόνον τους ειδικούς - είναι αυτή των «νόμιμων» και «παράνομων» ουσιών, των «επιτρεπόμενων» και των «απαγορευμένων». Το αλκοόλ, ως «νόμιμη» ουσία δεν είναι λιγότερο επιβλαβής στον οργανισμό, «εξαρτησιογόνος» ή τοξική από άλλες «παράνομες» ουσίες. Είναι γνωστό ότι πολλές από τις απαγορευμένες σήμερα ουσίες κατά το παρελθόν διαθέτονταν ελεύθερα στο εμπόριο. Η απαγόρευσή τους δεν υπαγορεύτηκε, όπως θα δειχθεί στην συνέχεια, μόνον από την αρνητική επίδρασή τους στην υγεία των ανθρώπων. Οι χημικές τους ιδιότητες οπωσδήποτε δεν άλλαξαν με την απαγόρευση, όμως ενδεχομένως έγιναν περισσότερο «κοινωνικά τοξικές». Το ίδιο πιθανώς θα συνέβαινε αν απαγορεύονταν νόμιμες ουσίες, όπως το αλκοόλ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι εξαρτημένοι από αυτό θα έπαυαν να υφίστανται. Αλλά και η αντίστροφη κίνηση νομιμοποίησης παρανόμων ουσιών, δεν απαλείφει το φαινόμενο της εξάρτησης, η άρση της ποτοαπαγόρευσης στις ΗΠΑ τουλάχιστον δεν συνηγορεί σε κάτι τέτοιο. Ο διαχωρισμός των ουσιών σε «νόμιμες» και «παράνομες», επίσης, δεν δύναται να προσδιορίσει τον όρο «ναρκωτικά», διότι τον περιορίζει στα νομικά πλαίσια, ανεξαρτήτως από ποια πλευρά του δίπολου προσεγγίζεται. Ο χαρακτηρισμός της ίδιας ουσίας, ως «νόμιμης», όταν χορηγείται με συνταγή και «παράνομης», όταν διακινείται και χρησιμοποιείται εκτός θεσμοθετημένου πλαισίου, έρχεται να συναντήσει το ιατρικό και φαρμακολογικό δίπολο «φάρμακο - φαρμάκι». Εναλλακτικά χρησιμοποιείται κάποιες φορές ο όρος «ψυχοτρόπες ουσίες», στον οποίο εννοιολογικά δίνεται το ίδιο περιεχόμενο. Κοινωνικά είναι περισσότερο αποδεκτός ως ηπιότερος, όμως λόγω της φαρμακολογικής του προέλευσης είναι αμφισβητήσιμος εφόσον η χρήση των «ψυχοτρόπων - αλλοιώνουν, τροποποιούν τη συνείδηση» του υποκειμένου χωρίς να διευκρινίζεται η ένταση, η έκταση και το βάθος αυτής. Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας προτείνει τον όρο «εξαρτησιογόνος» ουσία, πάντα με το ίδιο περιεχόμενο, ο οποίος περιορίζεται στην εξάρτηση, αποκλείοντας τη χρήση. 29

32 Επιπλέον δεν μπορεί να περιλάβει όλες τις ουσίες, όσον αφορά στην ένταση των σωματικών και ψυχικών παρενεργειών που επιφέρει, εφόσον για ορισμένες δεν τεκμηριώνεται ότι δημιουργούν ψυχική ή σωματική εξάρτηση. Το σπουδαιότερο είναι ότι με τον όρο αυτό φέρεται η ουσία να «γεννά» την «εξάρτηση», η οποία όμως ως κατάσταση προκύπτει από μια σύνθετη διαδικασία και είναι αποτέλεσμα συνεύρεσης πολλών παραγόντων. Η λέξη «ναρκωτικά» καθιερώθηκε στην καθομιλουμένη, εκτός από τους λόγους που αναφέρθηκαν και χάριν ευκολίας, διότι ορίζει μονολεκτικά το διερευνούμενο αντικείμενο. Ο όρος «ναρκωτικά» είναι επιπροσθέτως αμφισβητήσιμος και συμβολικά, διότι οι εξαρτημένοι από αυτά και οι χρήστες τους είναι οι ίδιοι ως άτομα φορείς αμφισβήτησης και ρήξης. 25 Δεν θα μπορούσε λοιπόν το χρησιμοποιούμενο από αυτούς όχημα, τα «ναρκωτικά» να μην είναι αμφισβητήσιμο και μη επακριβώς προσδιορισμένο. Κατ επέκταση η κοινωνία, θέτοντας σε λειτουργία τους «αμυντικούς μηχανισμούς» της, αμφισβητεί την «αμφισβήτηση» των χρηστών και χρησιμοποιεί όλα τα ισχυρά μέσα που διαθέτει επαπειλούσα το κοινωνικό σώμα με τον θάνατο που παραμονεύει λόγω τη χρήσης παρανόμων ουσιών. 26 Ο όρος «ναρκωτικά» εκτός του ότι είναι φαρμακολογικός και ως εκ τούτου μονομερής, ταυτοχρόνως είναι φορτισμένος κοινωνικά και ηθικά με τις έννοιες του παρανόμου, επικινδύνου, θανατηφόρου, άμεσα συνδεδεμένος στη συλλογική συνείδηση με τον τρόμο. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα του φαρμακολογικού όρου «τοξικές ουσίες» είναι ότι το επίθετο «τοξικό» δίνει έμφαση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην ιδιαίτερη ποιοτικά 25 «Ο τοξικομανής, θέτοντας σε διαρκή αμφισβήτηση πρόσωπα, καταστάσεις, θεσμούς, βρίσκεται σε μόνιμη ρήξη με το περιβάλλον του, το στενό της οικογένειας και το ευρύτερο της κοινωνίας» (Μάτσα, 2001, σ.303). 26 «Καθίσταται λοιπόν σαφής η επίδραση του επισήμου κοινωνικού ελέγχου στην διαμόρφωση της κυρίαρχης αναπαράστασης περί ναρκωτικών, δεδομένου ότι, όπως θα δούμε, πέρα από τις διαφορετικές φαρμακολογικές ιδιότητες των διαφόρων κατηγοριών παρανόμων ναρκωτικών, αντίστοιχες ιδιότητες έχουν και ουσίες των οποίων η χρήση δεν υπόκειται σε κανέναν περιορισμό» (Κουκουτσάκη, 2002, σ.61). 30

33 επίδραση και τον χώρο που καταλαμβάνει η ουσία στον ψυχισμό του εξαρτημένου ανθρώπου. 27 Χωρίς να απορρίπτεται το περιεχόμενο του όρου «ναρκωτικά» που δίνει η Π. Ο. Υ. και διατυπώνεται στην αρχή της παραγράφου, για λόγους «κοινωνικούς» κρίνεται προτιμητέος ο όρος «ουσίες εξάρτησης». Ο όρος βεβαίως είναι ασαφής, δεν κυριολεκτεί και δεν προσδιορίζει τις ουσίες οι οποίες είναι διαφορετικά προϊόντα, ούτε τις διαφορετικές χρήσεις του ίδιου προϊόντος. Παρ όλα αυτά σε κοινωνικό-συμβολικό επίπεδο διατηρεί μια σχετική ουδετερότητα χωρίς αξιολογήσεις, συγχρόνως όμως περιλαμβάνει παράνομες και νόμιμες, συνταγογραφούμενες και μη ουσίες. Ο όρος όμως για τον οποίο έχει γίνει η μεγαλύτερη συζήτηση αφορά στην «εξάρτηση» και στον «εξαρτημένο». Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα γίνονται οι πρώτες απόπειρες να ορισθεί το φαινόμενο. Την εποχή αυτή η επιστήμη ορίζει και ερμηνεύει το φαινόμενο δανειζόμενη την εμπειρία από τον χώρο του αλκοολισμού, τον οποίον επίσης την ίδια εποχή επιχειρεί να ορίσει. Χρησιμοποιείται κατ αρχάς ο όρος «τοξικομανία», το περιεχόμενο του όρου ποικίλει αναλόγως των αρχών που θεωρεί ο κάθε επιστήμονας - ο οποίος συνήθως είναι γιατρός - ότι πρέπει να βασισθεί για την εξέταση του φαινομένου. Το αποδιδόμενο νόημα παραπέμπει σε ηθική, νόσο και παράπτωμα, συνεπώς στην Ιατρική και Νομική επιστήμη. Στην πορεία του χρόνου ο όρος αποκτά κάθε φορά διαφορετική σημασία. Κατά τον Μεσοπόλεμο, στην Ευρώπη η προσοχή εν μέρει στρέφεται στην κοινωνική διάσταση και προσδίδεται ανάλογο περιεχόμενο στον όρο. Όσον αφορά στη μεταπολεμική περίοδο εισάγονται και συζητούνται οι ψυχολογικές πλευρές που περικλείει ο όρος. Ανάλογη με την «τοξικομανία» είναι η προβληματική σχετικά με τους όρους «μορφινομανία μορφινισμός», «κοκαϊνομανία κοκαϊνισμός». Στην πρώτη περίπτωση, λόγω του συνθετικού «μανία», εκλαμβάνεται ως ψυχική νόσος, στη δεύτερη περίπτωση δίνεται σημασία στη σωματική, χρόνια δηλητηρίαση από μορφίνη ή κοκαΐνη. 27 «Όλες οι ουσίες τροποποιούν όχι μόνο νευροφυσιολογικές λειτουργίες, αλλά και την ψυχική οικονομία του ατόμου, τη σχέση του υποκειμένου με τα θεμέλια της υποκειμενικότητάς του» (Μάτσα, 2006, σ.17). 31

34 Ο όρος «τοξικομανία» είναι σύνθετος: 1) αποτελείται από τη λέξη «τοξικό» (δηλητήριο). Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά έως την δεκαετία του 1930 συναντάται ο όρος «δηλητηρίαση» 28 το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται στο σώμα και 2) τον όρο «μανία» (ψυχική διαταραχή κατά την ψυχιατρική). Αναμφίβολα, οι όροι «τοξικομανία» και «τοξικομανής» ιστορικά, εκτός του ιατρικού και νομικού παρελθόντος τους, είναι αρνητικά φορτισμένοι, τόσο συναισθηματικά, ηθικά, όσο και ιδεολογικά, κοινωνικά, πολιτικά και λειτουργούν σε μια κατεύθυνση διακρίσεων, αποκλεισμού και απαξίωσης των εξαρτημένων με βάση τα διαμορφωθέντα στερεότυπα. Κατ ακολουθία, στην καθομιλουμένη του παρελθόντος, όπως και του παρόντος, οι βεβαρημένες με την έννοια του στίγματος λέξεις «ναρκομανής», «πρεζάκιας», «πρεζόνι», «χαπάκιας», «χασικλής» κ.λπ. εκφέρονται συνήθως με ηθικολογική, κριτική διάθεση προς τον χρήστη ή εξαρτημένο. Το 1964 η Π.Ο.Υ. υιοθετεί τον όρο «εξάρτηση» και το 1969 τον όρο «φαρμακοεξάρτηση», ενώ το 1974 διακρίνει την εξάρτηση σε σωματική και ψυχική. Κατά το DSM IV (Diagnostic and Statistical Manual) 29 για να διαγνωσθεί η εξάρτηση ενός ατόμου από μία ουσία θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον τρία από τα ακόλουθα κριτήρια: -Συστηματική χρήση μεγάλων ποσοτήτων για μεγάλες περιόδους παρά την αντίθετη πρόθεση του χρήστη. -Ανεπιτυχείς προσπάθειες ελέγχου ή διακοπής της χρήσης της ουσίας από μέρους του χρήστη. -Δαπάνη του χρόνου σε δραστηριότητες συναφείς με την προμήθεια της ουσίας. -Συχνές καταστάσεις επήρειας από την ουσία ή στερητικά συμπτώματα, που δυσχεραίνουν την ανταπόκριση του ατόμου στους ρόλους του. 28 α) «Η διά του αιθέρος δηλητηρίασις», (Magnan, Serieux, 1909, σ.155). β) «Περί των διαφόρων μεθόδων της θεραπείας της μορφινομανίας - Της χρονίας δι οπίου δηλητηριάσεως οφειλομένης εις το λαύδανον, το εκχύλισμα του οπίου, το θηβαϊκόν εκχύλισμα ή την μορφίνην» (Robin, Sollier, 1909, σ.158). 29 Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας το οποίο ταξινομεί διεθνώς τις ψυχικές διαταραχές, (Μαδιανός, 2004, σ.91). 32

35 -Συστηματική χρήση της ουσίας, παρά την διαπίστωση των κοινωνικών, ψυχολογικών και σωματικών προβλημάτων που προκαλεί η χρήση. -Ανάπτυξη ανοχής στην ουσία με ελαττωμένο το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και ανάγκη για αυξημένες δόσεις της ουσίας, προς επίτευξή του. -Εμφάνιση στερητικών συμπτωμάτων στην περίπτωση απότομης μείωσης ή διακοπής της χρήσης της ουσίας και -Χρήση της ουσίας για την αποφυγή ή την ανακούφιση των στερητικών συμπτωμάτων. 30 Διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι τα δύο τελευταία κριτήρια δε θεωρούνται απαραίτητα στην περίπτωση χρήσης ουσιών, οι οποίες δεν προκαλούν σωματική εξάρτηση. Είναι φανερό ότι η κρατούσα άποψη για την εξάρτηση έχει ως βάση την ιατρική, βιολογική και φαρμακολογική πλευρά. 31 Ο όρος περιλαμβάνει εκτός των ουσιών και εξαρτήσεις χωρίς, ουσίες όπως το φαγητό (ανορεξία, βουλιμία), τα τυχερά παιγνίδια κ.λπ. καθώς ακόμη τις εξαρτήσεις από την τηλεόραση, το διαδίκτυο κ.ά. Η εξάρτηση αναφέρεται κυρίως στη συμπεριφορά, στις ανεπιτυχείς προσπάθειες ελέγχου ή διακοπής της χρήσης, στη συνεχή χρήση της ουσίας, παρά την διαπίστωση των προβλημάτων, στη συχνή χρήση της ουσίας με σκοπό την αποφυγή ή την ανακούφιση των στερητικών συμπτωμάτων, στη δαπάνη του χρόνου του χρήστη σε δραστηριότητες που σχετίζονται με την απόκτηση της ουσίας κ.λπ. Όμως η εξάρτηση δεν περιορίζεται μόνον στη συμπεριφορά, είναι ταυτοχρόνως ταύτιση με την ουσία, βίωμα και μια βαθύτερη σχέση μαζί της που καταλαμβάνει την ύπαρξη του εξαρτημένου. Δεν είναι τυχαίο έστω και σημειολογικά ότι, σήμερα στην καθομιλουμένη κάποιοι μη ηθικολογικά κρίνοντες αποκαλούν τους εξαρτημένους «τοξικούς», θέλοντας πιθανώς να αποφύγουν τον ιατρικό όρο της «μανίας» και παράλληλα, να τονίσουν την πολύ ιδιαίτερη υφή και ποιότητα που εμπερικλείει το «τοξικό». Η εξάρτηση είναι μια εξόχως ακραία κατάσταση του ανθρώπου, η οποία χαρακτηρίζεται από τον μεγάλο αριθμό παραγόντων που υπεισέρχονται σ αυτήν και από την 30 Λιάππας Γιάννης, Ναρκωτικά, εκδ. Πατάκη, 2003, σ «Η εξάρτηση από την ηρωίνη θεωρείται σήμερα μια χρόνια, υποτροπιάζουσα διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από επιτακτική αναζήτηση της ουσίας και από νευροχημικές και μοριακές μεταβολές στον εγκέφαλο» (Λιάππας, 2004, σ.54). 33

36 πολυπλοκότητα που την διακρίνει. Τούτος είναι και ο λόγος της αδυναμίας του ακριβούς ή με άλλα λόγια του «ελλειμματικού» ορισμού της. Επιπροσθέτως, τα χρησιμοποιούμενα κριτήρια των ενασχολούμενων με το θέμα μελετητών είναι συνήθως διαφορετικά, αναλόγως του πλαισίου στο οποίο κινούνται, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν κοινά αποδεκτοί ορισμοί (Κουκουτσάκη, 2002, σ.60). Στην παρούσα μελέτη, επιλέγεται ο όρος «εξάρτηση» και «εξαρτημένος» αντί του «τοξικομανία» και «τοξικομανής», δεδομένου ότι κανείς ορισμός δεν είναι ουδέτερος και ότι το περιεχόμενο του, που προσδίδεται κάθε φορά, εξαρτάται από τις γενικότερες αντιλήψεις που εκθέτει ο μελετητής ή ο παράγων λόγο περί την εξάρτηση, αλλά και από τους επιδιωκόμενους στόχους. 32 Ούτως ή άλλως το φαινόμενο της εξάρτησης στη σύγχρονη κοινωνία δεν έχει σταθεροποιηθεί, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με μια ιδιαίτερη δυναμική από περίοδο σε περίοδο. Αυτό καθιστά σήμερα σχεδόν ανέφικτο τον ορισμό του, όμως ακόμη και αν βρισκόταν ένας κοινά αποδεκτός όρος, αύριο κατά πάσα πιθανότητα, θα ήταν αμφισβητήσιμος ως ξεπερασμένος. 32 «Χρησιμοποιούν καθώς εξελίσσεται το φαινόμενο της τοξικομανίας μέσα στο χρόνο, και καινούρια τεχνάσματα, έτσι ώστε, μέσω της συνεχώς μεταβαλλόμενης χρήσης του λόγου, να επιτυγχάνονται οι στρατηγικές τους» (Τσίλη, 1995, σ.48). 34

37 3. Η κατάσταση εξάρτησης ο εξαρτημένος και η κοινωνία Πολλοί ειδικοί υιοθετούν τον ορισμό του Olievenstein σύμφωνα με τον οποίο για να εγκατασταθεί η εξάρτηση θα πρέπει να συνευρεθούν μια συγκεκριμένη προσωπικότητα με μια συγκεκριμένη ουσία, μια δεδομένη ιστορική-πολιτισμική στιγμή (Olievenstein, 1987, σ.64). Ορισμός, ο οποίος τονίζει την πολυπαραγοντικότητα και πολυσημία του φαινομένου της εξάρτησης και συνεπώς τον τρόπο διερεύνησής του. Στην κατάσταση εξάρτησης η ουσία αποτελεί τον κεντρικό άξονα της ζωής του ατόμου, το οποίο ζει και λειτουργεί μόνο με αυτή και για αυτή. «Το γεγονός που χαρακτηρίζει την εξάρτηση είναι ο εγκλωβισμός ενός ατόμου, μια δεδομένη και συγκεκριμένη στιγμή, όχι σε μια συμπεριφορά αναζήτησης του ναρκωτικού, αλλά πάνω απ όλα σε μια μορφή ύπαρξης». 33 Ο εξαρτημένος ζει βάσει του επαναλαμβανόμενου κύκλου της δόσης, η ουσία μετατρέπει κάθε δραστηριότητά του σε αυτοσκοπό, η καθημερινή του ζωή περιορίζεται στην ουσία, ο χώρος συρρικνώνεται στα σημεία προμήθειάς της και μοναδικό του μέλημα γίνεται η αποφυγή του πόνου της στέρησης. Βαθμιαία καταρρακώνεται ένα μεγάλο μέρος των γνωρισμάτων της ανθρώπινης υπόστασης. Ατονούν και καταστέλλονται ακόμη και βασικά ένστικτα ή ανάγκες, όπως της αυτοσυντήρησης, της πείνας, της μητρότητας κ.α. «Η μοναδική σύγκριση, που μπορούμε να διακινδυνεύσουμε με αυτή την κατάσταση εξάρτησης είναι η ερωτική κατάσταση, χωρίς όρια, χωρίς λογική, το πιο απόλυτο και αποκλειστικό πάθος, η τρέλα. Με λίγα λόγια ο τρελός έρωτας». 34 Ο άνθρωπος, ιδιαίτερα ο νέος, ως κοινωνική οντότητα έχει ανάγκη επικοινωνίας, έχει ανάγκη της διαδικασίας του «δούναι και λαβείν» για να βιώσει ταυτίσεις, συμβολοποιήσεις, εσωτερικεύσεις κ.ο.κ. που θα του χρησιμεύσουν στη δημιουργία δικής του ταυτότητας και εν τέλει στην κατάληψη της θέσης του στην κοινωνία (Ολιβενστάϊν, 1982, σ.19). Το όποιο «έλλειμμα» στη σχέση με το «κοινωνικό» είναι αποτέλεσμα των όρων που πραγματώνεται αυτή η σχέση. Κατά τον Bergeret, η απουσία πολιτισμικής διαμεσολάβησης, η έλλειψη ταυτοποιητικών προτύπων και χρησιμοποιήσιμων συμβόλων 33 Ίνγκολντ Ρ., Η κατάσταση της εξάρτησης, στο Ολιβενστάϊν Κλώντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ.σ.73, Οπ. π., σ

38 επιφέρουν μια γενικευμένη αλλοίωση στη σχέση εξαρτημένου με τον πολιτισμό και αυτό πρακτικά τον φυλακίζει σε έναν στενό μικρόκοσμο (Bergeret, 1999, σ.91). Δεν είναι τυχαίο ότι η γνωριμία με τις ουσίες συνήθως γίνεται στην εφηβεία. Μία περίοδο της ζωής του ανθρώπου, που λαμβάνουν χώρα οι παραπάνω διεργασίες και η μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή (Μάτσα, 2001, σ.37), με τη παράλληλη σταδιακή χειραφέτηση από την οικογένεια και την έξοδο στον κόσμο. Κατά την διάρκεια αυτής της διαδικασίας συντελούνται σοβαρές ψυχολογικές και σωματικές αλλαγές, με αντίκτυπο στην συμπεριφορά που συχνά αναλόγως των συνθηκών συνοδεύονται από εκρήξεις. Η εφηβεία δεν περιορίζεται στην ψυχική ή στην βιολογική σφαίρα, αλλά έχει επίσης έντονο κοινωνικό χαρακτήρα. Είναι μια διαδικασία στο τέλος της οποίας ο έφηβος αποκτά την ατομικότητα του και κοινωνικοποιείται. Η πορεία και εξέλιξη της εφηβείας, κατά κάποιον τρόπο αντανακλά την κατάσταση που επικρατεί στην κοινωνία και στους διαμεσολαβητές της, την οικογένεια και τις ομάδες ομηλίκων. Σε εποχές κρίσης που είναι χαλαροί οι κανόνες, ταχείες οι αλλαγές, ασαφείς οι ρόλοι ο έφηβος αναγκάζεται μέσα από μια μοναχική πορεία με αμφισημίες, εντάσεις και αντιφάσεις, να αναζητήσει και να βρει την κοινωνική και πολιτιστική του ταυτότητα. Η ένταξη στην κοινωνία τότε αποκτά συγκρουσιακό χαρακτήρα, ο οποίος είναι δυνατόν να εκφραστεί με διαφορετικούς τρόπους, που εμπεριέχουν συχνά την «βία», ένας από αυτούς είναι και η εξάρτηση από ουσίες. Η μετάβαση του ανηλίκου στην κοινωνία των ενηλίκων, σε άλλες κοινωνίες και εποχές γινόταν μέσα από ένα τελετουργικό δοκιμασιών που σκοπό είχε να γίνει υπενθύμιση του «νόμου» (συμβολικού) στο άτομο που επρόκειτο να καταστεί ολοκληρωτικά μέλος της κοινότητας, με σημείο αναφοράς τους θεσμούς της κοινωνίας. Κάποιες φορές οι δοκιμασίες περιλάμβαναν και χρήση ουσιών. Η είσοδος στον κόσμο των ενηλίκων δεν απέχει από την προηγούμενη είσοδο στον κόσμο που συντελέστηκε με την γέννηση. Το νέο μέλος, με την επιλογή του ονόματός του, αφιερώνεται σε κάποιον πρόγονο ή άγιο και σε αυτό θα αναζητηθούν στοιχεία από τους ενήλικες ζώντες και μη. Η ονοματοδοσία, η οποία υπενθύμιζε την ύπαρξη προγόνου, δήλωνε το συνεχές της ζωής εφόσον παρέπεμπε στο παρελθόν αλλά και στο μέλλον, απαλλάσσοντας ή απαλύνοντας το ατομικό και συλλογικό άγχος θανάτου. Το όνομα του πολιούχου ή προστάτη αγίου, το 36

39 οποίο δίνονταν στο νέο μέλος, σαφώς υπενθύμιζε την ύπαρξη και λειτουργία του «νόμου». Με την τελετή της βάπτισης το νέο μέλος αποκτούσε ταυτότητα ξεχωριστού μέλους μέσα σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο. Η απόδειξη της ικανότητάς του να επιβιώσει μετά την δοκιμασία των πρώτων σαράντα ημερών ήταν το διαπιστευτήριο για την πρώτη αποδοχή του μέσω της βάπτισης. Μια τέτοια οπτική των μεταβάσεων και των συμβολικών νόμων, πιθανώς δίνει άλλη διάσταση στη χρήση ουσιών από τον έφηβο, η οποία απέχει κατά πολύ των ιατρικών και νομικών προσεγγίσεων. Πολλές φορές κατ αυτή την διαδικασία η σχέση με το «άλλο» δυσλειτουργεί. Το υποκείμενο στην προσπάθειά του να αποκαταστήσει αυτή την σχέση καταφεύγει σε διάφορα μέσα, ένα από αυτά ενδέχεται να είναι η χρήση ουσιών (Μάτσα, 2001, σ.39). Σε αυτές τις περιπτώσεις βέβαια, το όποιο ρήγμα στις σχέσεις του με τον περίγυρο, όχι μόνον δεν αποκαθίσταται, αλλά βαθμιαία εξελίσσεται σε χάσμα. Ο κόσμος πλέον γίνεται ο κόσμος των άλλων, στον οποίο το υποκείμενο δεν περιλαμβάνεται και δεν περιλαμβάνει τον εαυτό του, είναι ο κόσμος της αλλοτρίωσης. Η αγωνιώδης, χωρίς ανταπόκριση, προσπάθεια επικοινωνίας μετατρέπεται σε αβεβαιότητα, ανασφάλεια, φόβο και τελικά σε έναν βαθύ ψυχικό πόνο. Έτσι, χρησιμοποιεί την ουσία ως μέσον ανακούφισης του ψυχικού πόνου. «Δεν κατάφερα ποτέ να μεταδώσω το μήνυμα της αγωνίας μου. Το κατάφερα με το προϊόν». 35 Ο πόνος αυτός είναι αφόρητος, κατά πολύ ισχυρότερος του σωματικού και εκείνου της απώλειας ή του θανάτου, διότι ο εξαρτημένος αδυνατεί να τον αναπαραστήσει (Geberowitch, 2003, σ.145), κατά συνέπεια να τον συγκεκριμενοποιήσει, να τον διαχειρισθεί και να τον ξεπεράσει. Με τον τρόπο αυτό ο εξαρτημένος λειτουργεί μια διαφορετική από την συνηθισμένη, σχέση ή «μη σχέση» με το «άλλο» και τον συμβολικό νόμο. Οι επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις του νόμου αποτελούν ένα μέσον αναζήτησης της ρίζας, του απόλυτου «νόμου» για να επιτευχθεί η συνάντηση με το «άλλο» (Valleur, 1989, σ.118). Ίσως αυτή η στάση είναι μια προσπάθεια να επανέλθει στην κοινωνική ζωή η απολεσθείσα ανάγκη της μύησης, της δοκιμασίας, της μετάβασης, του μυστηρίου (Ινγκόλντ, 1982, σ.64) που διέθεταν οι προηγηθείσες λιγότερο ατομιστικές κοινωνίες. 35 Ολιβενστάϊν Κλώντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ

40 Η δοκιμασία σε όλες τις κοινωνίες μέχρι το 19 ο αιώνα, ήταν μέρος της κοινωνικής ζωής. Είχε να κάνει με τα στοιχεία της φύσης, αλλά και τους «νόμους» της κοινότητας «η δοκιμασία αποτελεί μια κρίση για την εσωτερική αξία του ατόμου, το δικαιώνει στην ανθρώπινη ιδιότητά του ή του απονέμει ένα μέρος από θεϊκές ιδιότητες». 36 Η απουσία σημαντικών τελετουργιών στα πλαίσια των θεσμών, της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας, στρέφει συχνά το άτομο και ιδιαίτερα τις νεαρές ηλικίες σε «αυτοσχέδιες» μορφές μύησης και δοκιμασίας, στις οποίες υποβάλουν στους εαυτούς τους. Σε αντίθεση με την μύηση άλλων εποχών, που είχε στόχο την ένταξη του ατόμου στην κοινότητα, η ιδιωτική δοκιμασία δεν προσβλέπει στην ενσωμάτωση σε αυτήν, αλλά αντιτίθεται σ αυτήν, με μια ατομική μοναχική πορεία (Σάρλ-Νικολά, Βαλέρ, 1982, σ.σ ). Η εξάρτηση δεν εγκαθίσταται ακαριαία με τη χρησιμοποίηση κάποιας ουσίας, απαιτείται χρόνος, πολλές φορές μάλιστα φθάνει τα δύο έτη, έχοντας υπ όψιν τα οπιούχα, όπως η ηρωίνη. Η περίοδος αυτή είναι ο αποκαλούμενος «μήνας του μέλιτος», όπου ο χρήστης ικανοποιείται από την ουσία. Σταδιακά όμως, αφού ξεπεραστούν τα όρια ανοχής του οργανισμού και ο τρόπος ζωής ορισθεί από την αναζήτηση της επόμενης δόσης, η ουσία παύει να αποτελεί μέσον ευχαρίστησης και εξελίσσεται σε μέσον επιβίωσης. Ο κάθε εξαρτημένος χρησιμοποιεί κάποια ουσία, επειδή έχει πολύ ιδιαίτερους προσωπικούς λόγους, διάφορους των άλλων εξαρτημένων και δημιουργεί μαζί της μια πολύ ιδιαίτερη προσωπική σχέση. Να σημειωθεί ότι δεν υφίσταται «προφίλ» προσωπικότητας εξαρτημένου (Bergeret, 1999, σ.σ.57,116), παρότι οι εξαρτημένοι σε ό,τι αφορά στη συμπεριφορά τους και την εξωτερική εμφάνιση παρουσιάζουν κοινά στοιχεία. Το μόνο κοινό το οποίο ερευνάται είναι η ψυχική αστάθεια και η έλλειψη συνοχής στην δομή της ταυτότητας τους (Μάτσα, 2001, σ.41), χαρακτηριστικά τα οποία συνοδευόμενα από μια προσωπική ιστορία παραπέμπουν σε μια ελλειμματική κοινωνία. Η περιγραφείσα κατάσταση εξάρτησης από ουσίες και οι διαδικασίες της στο σύνολό τους δεν απαντώνται στη χρήση ή ακόμη και στην κατάχρηση ουσιών. «Το να συγχέουμε τους τοξικομανείς με τους απλούς καταναλωτές ναρκωτικών δεν είναι μόνο μάταιο αλλά 36 Σάρλ-Νικολά Α. Βαλέρ Μ., Οι συμπεριφορές της μεταφυσικής δοκιμασίας, στο Ολιβενστάϊν Κλώντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ

41 και ανόητο». 37 Η διάκριση μεταξύ χρήσης και εξάρτησης είναι αποδεκτή κατ αρχήν από το σύνολο των μελετητών του θέματος, ανεξάρτητα από το που θέτει ο καθένας τα μεταξύ τους όρια. «Σήμερα είναι πλέον αποδεκτό, ότι οι έννοιες χρήση, κατάχρηση και εξάρτηση είναι διαφορετικές μεταξύ τους κι ότι αρκετά συχνά συνυπάρχουν, αλλά δεν συμπίπτουν κατ ανάγκην». 38 Σε πρώτη ανάγνωση, μια εμφανής διαφορά μεταξύ εξαρτημένου και περιστασιακού χρήστη, αν και πολλές φορές ο επιδιωκόμενος στόχος δεν διαφέρει, είναι ότι στον πρώτο δεν υφίστανται όρια στην αχαλίνωτη επιθυμία του για λήψη ουσιών, σε αντίθεση με τον δεύτερο. Ο Bergeret δείχνει την ποιοτική διαφορά, όταν χαρακτηρίζει την εξάρτηση ως ένα ολοκληρωτικό κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο αφορά στο πλαίσιο, στην ποιότητα, και στον κώδικα ζωής του ατόμου (Bergeret, 1999, σ.91). Ο εξαρτημένος δεν καταφεύγει στην ουσία επειδή πάσχει από κάποια χρόνια υποτροπιάζουσα ασθένεια ή άλλους βιολογικούς λόγους, 39 χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπεισέρχονται και βιολογικοί παράγοντες, ούτε επίσης επειδή συντρέχουν λόγοι ηθικής υφής. 40 Ο εξαρτημένος συχνά αρχίζει να χρησιμοποιεί την ουσία επειδή ο λόγος που εκφέρει δεν εισακούγεται από κανέναν ή διότι δεν του δίνεται η δυνατότητα να εκφραστεί. 41 Να σημειωθεί ότι η εξάρτηση σε ατομικό επίπεδο, δεν συνοδεύει αποκλειστικά την ουσία, αλλά είναι μια κατάσταση σχέσεων, στοιχεία της οποίας μπορεί να προϋπάρχουν της μύησης σ αυτήν, σχέσεις που αναπτύχθηκαν μέσα σε ένα δεδομένο περιβάλλον. Όλα τα ανωτέρω δεν σημαίνουν ότι η ψυχική εξέλιξη του ατόμου διαγράφει κατά κάποιον μηχανιστικό τρόπο μια γραμμική πορεία. Ο εξαρτημένος προσκολλάται στην 37 Ολιβενστάϊν Κλώντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ Μαρσέλος Μάριος, Ναρκωτικά, εκδ. Λίτσας, 1986, σ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, σημ. 31, 2. Περί ορισμών. 40 «Μακριά από κάθε ηθικολογική ψυχιατρική ή ψυχοφαρμακολογία, γιατί αυτές ανοίγουν το δρόμο σε πολυάριθμες μορφές τυραννίας» (Ολιβενστάϊν, 1982, σ.8). 41 «Οι δρόμοι της μετάδοσης και ειδικά αυτός του νόμου, ήταν μπλοκαρισμένοι από το αδύνατο να ειπωθεί, από το ανείπωτο. Έτσι έγιναν πηγή αμέτρητης αγωνίας και ενοχής σε όλες τις περιπτώσεις έμειναν χωρίς δυνατότητα αναφοράς και επομένως σύγκρισης με τους άλλους που δεν τους κατάλαβε και δεν μπόρεσε, γι αυτό να τους μεταβάλλει. Φορέας της αγωνίας μιας απαίτησης που δεν μπόρεσε να εκφράσει την κατάλληλη στιγμή απέναντι στους ίδιους τους γονείς του». (Ολιβενστάϊν, 1982, σ.18). 39

42 ουσία, επειδή έχει πολύ συγκεκριμένους προσωπικούς λόγους, η αφετηρία των οποίων θα πρέπει να αναζητηθεί στον ίδιο, στον περίγυρο, στην κοινωνία και τον πολιτισμό της. Η επιλογή της ουσίας από την οποία θα εξαρτηθεί κάποιος ή η ουσία που προτιμά, μεταξύ των πολλών διαφορετικών που μπορεί να καταναλώνει, έχει σημασία, εφόσον οι ιδιότητες και η κουλτούρα που φέρει η κάθε μια, αποκαλύπτουν τις ιδιαίτερες ψυχικές ανάγκες του κάθε εξαρτημένου, συνυπολογιζομένων πάντα των γνωρισμάτων της εποχής. Συχνά οι αναφορές στις εξαρτήσεις επικεντρώνουν την προσοχή τους στην «ουσία» και τις επιπτώσεις της στην συμπεριφορά του ατόμου. Η «ουσία» όμως αποτελεί μόνον ένα από τα στοιχεία του πολύπλοκου συστήματος που καλείται εξάρτηση και δεν είναι αυτό που την καθορίζει. «Ο ρόλος του προϊόντος τείνει να θεωρείται δευτερεύων σε σχέση με τη συνολική σημασία της εξαρτητικής συμπεριφοράς». 42 Στο φαντασιακό των ανθρώπων συχνά η ουσία λαμβάνει μαγικές ιδιότητες, αναπαριστάται με μια εικόνα παντοδυναμίας 43 και περιβάλλεται από κανόνες ηθικής. Όμως μάλλον οι λόγοι και ο τρόπος που χρησιμοποιείται ή αντιμετωπίζεται της δίνουν τα όποια χαρακτηριστικά και αυτά είναι τα ζητούμενα. Είναι άλλωστε γνωστό ότι εκατομμύρια άνθρωποι, έχουν χρησιμοποιήσει ουσίες για λόγους θεραπευτικούς, ιδίως στα πλαίσια μιας χειρουργικής επέμβασης. Αν η ουσία είχε όλες αυτές τις «μυθικές ιδιότητες» που της προσάπτονται θα έπρεπε ο αριθμός των εξαρτημένων να είναι ανυπολόγιστος. Η επιμονή στην αξιολόγηση της ουσίας, ως βασικού παράγοντα του φαινομένου της εξάρτησης, πιθανώς να αποσπά την προσοχή από αυτό που πραγματικά συμβαίνει. Ίσως επειδή το θέμα διακινεί μια γενικότερη κοινωνική και όχι μόνον δυσαρέσκεια, ένας εύσχημος τρόπος αποφυγής του, συνειδητά ή ασυνείδητα, είναι να εξετάζονται αποσπασματικά τα γύρω από αυτό ζητήματα, όχι όμως το «όλον». Ακόμη για τους ίδιους λόγους διαφαίνεται μια υποβάθμιση παραγόντων όπως: η σχέση με την εργασία, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η εφηβεία, ο καταναλωτισμός (όχι μόνο με την οικονομική έννοια 42 Bergeret Jean, Τοξικοεξάρτηση και προσωπικότητα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1999, σ «Η παντοδυναμία του φετίχ-ηρωίνη αποδόθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις όχι μόνο στους τοξικοεξαρτημένους ή στους εν κινδύνω νέους, αλλά σ ολόκληρη την κοινωνία» (Arnao, 1995, σ.198). 40

43 του όρου), οι συνθήκες διαβίωσης στην πόλη, οι ανάγκες των ανθρώπων, ο τρόπος ζωής κ.ο.κ. Επίσης, η εμπλοκή με τις ουσίες και η γενικότερη στάση του εξαρτημένου, πιθανώς να μην είναι αποτέλεσμα της αμφισβήτησης μόνον του θεσμοθετημένου νόμου και των συνεπειών του, αλλά η αμφισβήτηση της νομιμότητας του συμβολικού νόμου. Οι παραβατικές συμπεριφορές όπως και η εξάρτηση ενδέχεται να εντάσσονται από κοινού σε μια εκούσια παράβαση και ένα ηθελημένο ρίσκο, έναντι αυτού του «νόμου». Από την άλλη πλευρά, το ρίσκο από μόνο του αποτελεί μια απόδειξη της εξάρτησης του ατόμου, είτε αποπειράται μ αυτό να αποδείξει την «παντοδυναμία» του στην σχέση του με την ουσία, μέσω της αίσθησης ελέγχου που θεωρεί ότι έχει απέναντί της, είτε την απορρίπτει και με την επικίνδυνη συμπεριφορά του την καλεί σε ένα παιγνίδι έως θανάτου εν είδει προσωπικής μονομαχίας ή τελευταίας παρτίδας (Σάρλ-Νικολά, Βαλέρ, 1982, σ.119). Η «πρόκληση», που περιέχει η συμπεριφορά των εξαρτημένων, πιθανόν να προξενεί τις υπερβολικές αντιδράσεις της κοινωνίας δια λόγων και έργων των ελεγκτικών της μηχανισμών. Η χωρίς ελπίδα ρήξη του εξαρτημένου με την κοινωνία, εφόσον στην πορεία θανάτου που ακολουθεί δεν μπορεί σε τίποτα να την αλλάξει, παρά να την ενισχύσει, με την δική του αποπομπή. Η καθημερινή «αυτοκτονία» του ή «απόπειρα αυτοκτονίας» του, όπου στο τέλος παίρνει αναβολή θανάτου και παράταση ζωής, με την οποία όμως αποδεικνύει ότι αδυνατεί να ζήσει και ταυτοχρόνως, ως άλλος Μιθριδάτης αδυνατεί να πεθάνει, αποτελούν μέρος της πρόκλησης. Ο εξαρτημένος παίζει με το φόβο τον δικό του, αλλά και της κοινωνίας για τον επικείμενο θάνατο, αφήνοντας να διαφανεί ότι έχει κάνει μια άτυπη συμφωνία μαζί του. Σε ερώτηση προς εξαρτημένο: «γιατί πίνεις, δεν ξέρεις ότι θα πεθάνεις;», η απάντηση που ελήφθη ήταν: «μα πίνω γιατί φοβάμαι να πεθάνω». 44 Επομένως, τα συμπεράσματα σχετικά με την αυτοκτονία θα μπορούσαν να είναι και αντίστροφα. «Το ναρκωτικό σε πολλές περιπτώσεις βοηθά ένα άτομο να ζήσει. Με αυτόν το συλλογισμό καταλαβαίνουμε γιατί 44 Αφήγηση του ψυχιάτρου πρώην διευθυντή της Μονάδας Απεξάρτησης (18 Άνω) Αχιλλέα Κρυστάλλη. 41

44 πολλοί από τους πελάτες μας προσπάθησαν να αυτοκτονήσουν, όταν δεν ήταν πια τοξικομανείς». 45 Συνεπώς το να τρομάξει κανείς τον εξαρτημένο με το θάνατο είναι τουλάχιστον παράλογο επειδή η παραβίαση του νόμου και η επιδίωξη του ρίσκου αποτελούν μέρος της σχέσης εξάρτησης με την ουσία και ζητούμενα σ αυτή την σχέση. «Δεν πρέπει όμως να νομίζει κανείς ότι αρκεί να πει στους ναρκομανείς ότι κινδυνεύουν να τρελαθούν ή να πεθάνουν για να τους προξενήσει τον φόβο». 46 Το διαρκές ρίσκο η ακροβασία σε μια λεπτή οριακή γραμμή αποκτά τη σημασία ενός χρόνιου παραπτώματος. Το «ζειν επικινδύνως» είναι συστατικό στοιχείο της νότας διαμαρτυρίας που καταθέτει στην κοινωνία, η οποία αρνείται πεισματικά να τον δεχθεί σε ακρόαση. Η εξάρτηση δεν είναι μόνο μια προσωπική υπόθεση, αλλά ένας κοινωνικός συμβολισμός. «Η χρήση ναρκωτικών εμφανίζεται σαν λειτουργία-σύμβολο μιας εξέγερσης και με αντιφατικό τρόπο σαν τεχνική υποδούλωσης προς όφελος της εξουσίας». 47 Η ανακάλυψη των στοιχείων της στην ολότητά τους και η αποκάλυψή τους είναι προϋποθέσεις για την κατανόηση και την αντιμετώπισή της. Για αυτούς τους λόγους η εξάρτηση ως πολυπαραγοντικό κοινωνικό φαινόμενο, ο εξαρτημένος ως μοναδικότητα και οι σχέσεις, που αναπτύσσονται χρήζουν διεπιστημονικής προσέγγισης, σε όλα τα επίπεδα. Στην «εποχή των εξαρτήσεων» από ουσίες, η εξέλιξη της κοινωνίας και ο τρόπος ζωής δημιούργησαν ή έδωσαν χώρο να αναδυθούν φαινόμενα, τα οποία συνηθίζεται να καλούνται «κοινωνικές παθογένειες». Ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας των ανθρώπων, κοινωνικής και ψυχικής, υποτιμήθηκαν ή αγνοήθηκαν από την Ιατρική και τη Νομική τόσο στις αναλύσεις και στα συμπεράσματά τους, όσο και στις προτάσεις τους για την αντιμετώπιση της εξάρτησης. Τούτο οδήγησε αναπόφευκτα σε αδιέξοδες θέσεις ελέγχου, καταστολής και πολιτικής διαχείρισης της. 45 Ολιβενστάϊν Κλώντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ Olievenstein Claude, La drogue, Gallimard, 1978, σ Ντομινίκ Κριστιάν, Εμπόρευμα ναρκωτικά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1989, σ

45 4. Μια Ιστορία Πολιτικής στους καιρούς του δοκιμαζόμενου Πολιτισμού Το φαινόμενο της εξάρτησης από ουσίες, όπως έχει σημειωθεί, παρουσιάζει πολυπλοκότητα και είναι αποτέλεσμα συμβολής πολλών παραγόντων. Η πορεία του και η εξέλιξή του στον χρόνο δεν ακολούθησε μια ευθεία γραμμή, ούτε αποτέλεσε άθροισμα συγκυριών. Εξάλλου η εξάρτηση δεν συνεχίζει αναλλοίωτη την παρουσία της στο παρόν και η εξέλιξη της δεν θα μπορούσε να προσδιορίζεται με μηχανιστικό τρόπο. Τουναντίον είναι δυνατό να ερμηνεύεται και να ορίζεται με άξονα τις αναζητήσεις, την οπτική γωνία, τα αδιέξοδα και τους οραματισμούς του παρόντος. Οι εξελίξεις στη βιομηχανία κατά τον 19 ο αιώνα επέφεραν βαθιές αλλαγές στην κοινωνική και οικονομική ζωή του «πολιτισμένου κόσμου». Οι δύσκολες έως άθλιες συνθήκες εργασίας, διαβίωσης και διατροφής, έστρεψαν κατά κύριο λόγο τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα στη χρήση και κατάχρηση ουσιών και αλκοόλ ως «φάρμακο» ή αντίδοτο στο σωματικό και ψυχικό πόνο, που επέβαλαν οι νέοι όροι ζωής. Ταυτοχρόνως, ήταν μια δήλωση για το επιθυμητό και μια λανθάνουσα πρόταση αλλαγής προσανατολισμού της κοινωνίας προς ίαση της «ασθένειας» που επέφερε ο πολιτισμός της. Στις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης κυκλοφορούσαν εκατοντάδες σκευάσματα του οπίου και της κόκα που πωλούντο ελεύθερα στα φαρμακεία, ακόμη και σε καταστήματα τροφίμων, αλλά και μέσω ταχυδρομείου. Η πολύ χαμηλή σε κόστος προμήθεια πρώτων φαρμακευτικών υλών, από τις χώρες της Ασίας. Η γέννηση της φαρμακοβιομηχανίας, με την παραγωγή τεραστίων ποσοτήτων φαρμάκων, η υποχώρηση των σκευασμάτων από βότανα, αλλά και η δημιουργία ενός κύκλου διανομής μέσω των φαρμακείων και των πλανόδιων πωλητών, βρήκαν πρόσφορο έδαφος διάδοσης σε πληθυσμούς που ζούσαν κάτω από τις κοινωνικές οικονομικές συνθήκες, που προαναφέρθηκαν. Ανάλογη ήταν η κατάσταση στην Αμερική, όπου επίσης τα παιδιά και οι γυναίκες ήταν σταθεροί καταναλωτές των ελεύθερα διακινούμενων φαρμακευτικών σκευασμάτων (Blumir, 1984, σ.σ.16,17). Αρκετές φορές - αν και δεν υπήρχαν κατ αρχάς οι κατάλληλες κοινωνικές συνθήκες για την ανάπτυξή του φαινομένου - πολιτικές και οικονομικές παρεμβάσεις δημιούργησαν το υπόβαθρο εμφάνισης και εξάπλωσής του. Η ιστορία της χρησιμοποίησης του οπίου, ως 43

46 μέσου κερδοφορίας ή άσκησης διπλωματίας και πολιτικής, εκ μέρους της Βρετανίας στην Ανατολική Ινδία και Κίνα, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η East India Company, η οποία εμπορευόταν προϊόντα από την Κίνα, βρισκόμενη προ οικονομικού αδιεξόδου λόγω και εσωτερικών αντιθέσεων της Βρετανίας, άρχισε να αγοράζει όπιο από την Ινδία και να το εισάγει στην Κίνα. Για να παρακάμψει τους περιορισμούς στις εισαγωγές που έθετε η Κίνα, φρόντισε με ντόπιο στόλο να μεταφέρει λαθραία όπιο από τη Ινδία στην Κίνα. Να σημειωθεί ότι η Βρετανία ασκούσε πολιτική στην περιοχή «κάτω από την επωνυμία της εταιρείας». 48 Η χρήση του οπίου στην Κίνα ήταν διαδεδομένη από την αρχαιότητα. Η παραγωγή και η κατανάλωσή του ήταν προσαρμοσμένη στις τελετουργικές ανάγκες και στους μηχανισμούς αυτοελέγχου της χρήσης, όπως άλλωστε συνέβαινε και σε πολλές άλλες χώρες. Οι κάθε είδους πιέσεις προς την Κίνα ανέτρεψαν αυτό το καθεστώς και δημιούργησαν τις κοινωνικές συνθήκες για τη γέννηση και εξάπλωση της «οπιομανίας» στον πληθυσμό, 49 με την παράλληλη αύξηση των κερδών της εταιρείας. Όταν οι κινέζοι προσπάθησαν να αντιδράσουν, οι βρετανοί απάντησαν με τον Πρώτο Πόλεμο του Οπίου που άρχισε το Ο πόλεμος έληξε το 1842 με ήττα των κινέζων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να δεχθούν την εισαγωγή οπίου, που υπερπολλαπλασιάστηκε, προς όφελος των βρετανών. Το 1850 ο νέος αυτοκράτορας της Κίνας εξέδωσε διάταγμα που στρεφόταν με πολιτικά - διοικητικά μέτρα κατά των κύκλων που συντηρούσαν και προωθούσαν το εμπόριο οπίου. Αυτό στάθηκε η αιτία για την έναρξη του Δευτέρου Πολέμου του Οπίου ( ), ο οποίος επίσης κατέληξε σε ήττα των κινέζων και σε αποδοχή της ένταξης των εισαγωγών οπίου στο ελεύθερο εμπόριο. Οι φόροι από το θεσμοθετημένο πλέον εμπόριο οπίου απέφεραν μεγάλα κέρδη και σταθεροποίηση της κυριαρχίας των βρετανών στην περιοχή Karl Marx, Friedrich Engels, Η αποικιοκρατία στην Ασία, Εκδ. Άγρα, 2003, σ «Μέσα σ αυτή την αναστάτωση, μεταβάλλεται και ο ρόλος της χρήσης του ναρκωτικού: αν παραδοσιακά ήταν μια τεχνική, μια κοινωνική χειρονομία, δεν είναι μετά την αποικιοκρατία παρά μια κραυγή, δεν είναι παρά η εκδήλωση της απώλειας του κόσμου και η τεχνική αυτής της απώλειας (όπως η αυτοκτονία είναι η εκδήλωση και πραγματοποίηση της αδυναμίας να ζήσεις)» (Ντομινίκ, 1989, σ.27). 50 «Σε τέτοιες περιπτώσεις τα ναρκωτικά αποτελούν μέσο για την καθυπόταξη των λαϊκών μαζών σε ιμπεριαλιστικά σχέδια και στην εύκολη εκμετάλλευσή τους» (Στριγγάρης, 1947, σ.384). 44

47 Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε έως τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού πλέον ο «κινέζος» είχε γίνει συνώνυμο του «οπιομανούς». Οι πολιτικές αλλαγές που ακολούθησαν σε Ινδία και Κίνα έθεσαν το τέλος αυτής της πολιτικής και η «οπιομανία», όπως βίαια είχε εμφανισθεί, το ίδιο αλματωδώς άρχισε να υποχωρεί. Το «παράδοξο» φαινόμενο της εξάρτησης από όπιο, σε μια κατ εξοχήν αγροτική κοινωνία, εξέπεσε όταν έπαψαν να υφίστανται οι επιβληθείσες κοινωνικές συνθήκες και ανάγκες. Παρόμοιες μέθοδοι και σχέδια, ως προς την πολιτική τους βάση, τέθηκαν σε εφαρμογή και σε άλλες περιοχές αναλόγως των επιδιωκόμενων στόχων. Σε όλο τον κόσμο, οι απαγορεύσεις σχετικά με τις ουσίες εξάρτησης αφορούσαν κατ αρχάς στα οπιούχα και στην κοκαΐνη και ακολούθησαν αργότερα οι απαγορεύσεις σχετικά με την κάνναβη. Στην Ελλάδα η πρώτη απαγορευτική εγκύκλιος (1891) σχετικά με τις ουσίες, αφορά μόνο στην κάνναβη, γεγονός που δημιουργεί εύλογες απορίες. Όμως αν εξετασθεί με προσοχή η διεθνής κατάσταση, η πολιτική της Ελλάδας και μια σειρά συμβάντων, μπορεί να αιτιολογηθεί η «πρωτιά» απαγόρευσης της κάνναβης. Όπως είναι γνωστό, στην υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία Αίγυπτο, υπήρχε μια μεγάλη και οικονομικά ισχυρή ελληνική παροικία, η οποία είχε ιδιαίτερα προνόμια με βάση το καθεστώς των διομολογήσεων. Πιο συγκεκριμένα, οι έλληνες της Αιγύπτου, διέπονταν από το νομικό καθεστώς της Ελλάδας. Η Βρετανία, για να εξυπηρετήσει τα δικά της πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, ξεκίνησε διαδικασίες για την αποδέσμευση της Αιγύπτου από τον οικονομικό έλεγχο της Τουρκίας και το καθεστώς των διομολογήσεων. Οι διαδικασίες αυτές εκφράστηκαν μέσα από την σύναψη διμερών εμπορικών συμφωνιών Ελλάδας και Αιγύπτου. Έτσι, το 1884 η Ελλάδα και η Αίγυπτος υπογράφουν εμπορική σύμβαση, που αφορούσε στο εμπόριο καπνού και ήταν ευνοϊκή για την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, τίθενται περιορισμοί στα προνόμια των ελλήνων της Αιγύπτου και απαγορεύεται το εμπόριο κάνναβης και χασίς από την Ελλάδα στην Αίγυπτο. Η εμπορική σύμβαση του 1884 σχεδιάστηκε από την Βρετανία και χρησιμοποιήθηκε η Ελλάδα για να παραβιαστεί το μονοπώλιο του καπνού της Τουρκίας σε εδάφη υπό τουρκικό έλεγχο, όπως ήταν η Αίγυπτος. Η Ελλάδα δεν αντιμετώπιζε εμπόδια στην σύναψη μιας τέτοιας εμπορικής σύμβασης με την Αίγυπτο, αφού υπήρχε ελληνοτουρκική Συνθήκη του 1855, που της το επέτρεπε. Έτσι, η Ελλάδα λειτούργησε ως «προηγούμενο» για να 45

48 υπογραφούν στη συνέχεια διμερείς συμβάσεις ανάμεσα στην Αίγυπτο και άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων ήταν και η Βρετανία. Με αυτό τον τρόπο κατέστη δυνατόν η Βρετανία να ελέγξει τους εμπορικούς ανταγωνιστές της στην Αίγυπτο, να ελέγξει την οικονομική και πολιτική κατάσταση και τέλος, να εκμεταλλευτεί την διώρυγα του Σουέζ (Τσίγκανου, 1996, σ.19). Όταν έληξε το 1891 η ελληνοαιγυπτιακή σύμβαση και χρειάστηκε να ανανεωθεί το 1895 και αργότερα το 1906, τέθηκε το θέμα του εμπορίου χασίς, το οποίο ήταν νόμιμο στην Ελλάδα, αλλά παράνομο στην Αίγυπτο. Η Αίγυπτος είναι η πρώτη χρονολογικά χώρα στον κόσμο η οποία απαγόρευσε την χρήση χασίς, παράλληλα με τη χρήση οπίου. Αυτό ήρθε ως επακόλουθο πιέσεων της βρετανικής διπλωματίας στα πλαίσια επίτευξης των πολιτικών της στόχων στην περιοχή, όπως και περιορισμού της ελληνικής παρουσίας, η οποία πλέον δεν ήταν αναγκαία εφόσον είχε διαδραματίσει τον «ρόλο» της. Κατόπιν αυτών η αιγυπτιακή πλευρά πρόβαλε το εκβιαστικό δίλημμα της μη υπογραφής εμπορικής σύμβασης για όλα τα ελληνικά προϊόντα, κυρίως γεωργικά με σημαντικότερο εξ αυτών τον καπνό, αν δεν απαγορευόταν το εμπόριο του χασίς. Το «Ιατροσυνέδριο» που διοργανώθηκε κατά το 1890 έδωσε την απαιτούμενη «επιστημονική» κάλυψη, για την απαγορευτική εγκύκλιο του 1891, ώστε να φανεί ότι η Ελλάδα συμμορφώνεται στις υπαγορευμένες από τους βρετανούς, αιγυπτιακές απαιτήσεις. Κάτω από αυτές τις συνθήκες άνοιξε ο δρόμος για το λαθρεμπόριο, όπως και για τη θεσμοθέτηση της ποινικής δίωξης των ελλήνων λαθρεμπόρων χασίς. Η ανανέωση των συμβάσεων κατά τα επόμενα χρόνια ανάγκασαν τις ελληνικές κυβερνήσεις να ψηφίσουν απαγορευτικό νόμο σχετικά με την παραγωγή, διάθεση και χρήση του χασίς στην Ελλάδα το Οι σχέσεις εξάρτησης των ελληνικών κυβερνήσεων από την Βρετανία, η προστασία των ελλήνων της διασποράς, η άσχημη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, η ένωση της Μακεδονίας με την Ελλάδα, ο παραγόμενος καπνός της οποίας απαιτούσε αγορές διοχέτευσης, οδήγησαν στην αποδοχή των αιγυπτιακών απαιτήσεων από το 1884 έως το Από τα παραπάνω γίνεται εμφανής ο λόγος για τον οποίο η Ελλάδα προηγήθηκε στις απαγορεύσεις του χασίς έναντι των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες εγκαινίασαν αυτή την πολιτική μετά την επικύρωση της Διεθνούς Σύμβασης της Γενεύης το Στο 46

49 εσωτερικό της χώρας υπήρχαν αντιδράσεις από τους αγρότες καλλιεργητές, αλλά και από τους βουλευτές των χασισοπαραγωγικών περιοχών, στο βαθμό που δημιουργούταν σοβαρό οικονομικό πρόβλημα. Έτσι, οι ελληνικές κυβερνήσεις αυτής της περιόδου βρέθηκαν να πιέζονται από το «εξωτερικό» σε μια κατεύθυνση απαγορευτική και από το «εσωτερικό» σε μια κατεύθυνση διατήρησης του υπάρχοντος καθεστώτος. Οπωσδήποτε και στις δύο περιπτώσεις, της Κίνας και της Ελλάδας, η Βρετανία με πρόσχημα «τα ναρκωτικά» άσκησε την πολιτική της. Στην πρώτη περίπτωση δια των όπλων καταργήθηκε το λαθρεμπόριο και επεβλήθη το ελεύθερο εμπόριο του οπίου και στη δεύτερη, δια οικονομικών και διπλωματικών πιέσεων, απαγορεύθηκε το εμπόριο χασίς και άνοιξε ο δρόμος του λαθρεμπορίου. 51 Οι περιπτώσεις αυτές, στην ιστορία των ουσιών, δεν είναι βεβαίως οι μοναδικές, δείχνουν όμως με σαφήνεια τις οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις που έλαβε η χρήση και πολύ περισσότερο η εξάρτηση, με την εμφάνισή τους στο προσκήνιο της κοινωνικής ζωής. Ο «νέος πολιτισμός» που έφερε η βιομηχανική επανάσταση γέννησε την κοινωνική δυσαρέσκεια, που εκφράστηκε και με την υποκουλτούρα των «ναρκωτικών». Η δοκιμασία, στην οποία υποβλήθηκε η κοινωνία λόγω των μεγάλων αλλαγών που συντελέστηκαν αυτή την εποχή, καθόρισε τον πολιτισμό της και αποτυπώθηκε σ αυτόν. Τούτο αποκτά ιδιαίτερη αξία αν θεωρηθεί ότι ο πολιτισμός κάθε κοινωνίας σε κάθε εποχή διέπεται από κανόνες - νόρμες, οι οποίοι ορίζουν το ατομικό, το συλλογικό, το ηθικό, το φυσιολογικό, το λογικό, το ψυχικό κ.λπ. που λειτουργούν υπό συγκεκριμένους θεσμούς, δομές και πρακτικές. Οι τρόποι διαχείρισης της ψυχικής ασθένειας, στην οποία εντάχτηκαν κατ αρχάς η χρήση και η εξάρτηση από ουσίες, ο λόγος και τα μέσα που αναπτύχθηκαν, όπως θα φανεί στη συνέχεια, δείχνουν την αντιμετώπισή του «προβλήματος» από την εξουσία και διάφορες ομάδες του πληθυσμού σε μια δοκιμασία αξιών, ορίων, ρόλων και υπόστασής τους. 51 Χαρακτηριστικό είναι το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Henry de Monfreid, Χασίς. Από την Ελλάδα στην Αίγυπτο, εκδ. Ποντοπόρος, Πάρος,

50 5. Η Ιατρική δια των εξαρτήσεων στο προσκήνιο της δημόσιας ζωής Με την ανάπτυξη του αστικού κέντρου στο οποίο συγκεντρώνονται το εμπόριο, η βιομηχανία, οι χρηματικές συναλλαγές και φυσικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το κράτος αρχίζει να αντιμετωπίζει τα προβλήματα που προκύπτουν από τις ανάγκες και τις λειτουργίες των ανθρώπων. Μετά τα μέσα του 18 ου αιώνα «τα workhuses, τα Γενικά Νοσοκομεία, είχαν γεννηθεί ως επί το πλείστον στις περιοχές όπου βιοτεχνίες και εμπόριο είχαν αναπτυχθεί ταχύτερα, και ως εκ τούτου, εκεί όπου ο πληθυσμός ήταν πυκνότερος». 52 Τα δημογραφικά ζητήματα όπως η μετανάστευση, η αστυφιλία, η γεννητικότητα, η θνησιμότητα, οι γάμοι και βέβαια τα ζητήματα υγείας όπως η ασθένεια, σωματική και ψυχική, οι επιδημίες και ενδημίες, γίνονται αντικείμενο ενός πολιτικού σχεδιασμού και διαχείρισης με στόχο τον έλεγχο και την προφύλαξη της κοινωνίας. Ο Engels αναφερόμενος στην Αγγλία του 19 ου αιώνα σημειώνει: «Οι επανειλημμένες επιδημίες της χολέρας, του τυφοειδούς πυρετού, της ευλογιάς, κ.λ.π. δώσαν στο βρετανό αστό να καταλάβει την επείγουσα ανάγκη να εξυγιάνει τις πόλεις του, αν δε θέλει αυτός και η οικογένειά του να προσβληθούν απ αυτές τις μάστιγες». 53 Το αρχικό κίνητρο λοιπόν για την ανάπτυξη των υπηρεσιών υγείας δεν ήταν ο πάσχων άνθρωπος και τούτο φαίνεται από τους μηχανισμούς που δημιουργήθηκαν, ο χαρακτήρας των οποίων ήταν εξόχως ελεγκτικός. «Από το δεύτερο μισό του 18 ου αιώνα, εμφανίζεται στη Γερμανία η Medizinische Polizei -η ιατρική αστυνομία- στη Γαλλία η hygiène publique -η δημόσια υγιεινή- στην Αγγλία η social medicine -η κοινωνική ιατρική- Διακηρυγμένος σκοπός: η διαφύλαξη της ασφάλειας, η άμυνα της αστικής κοινωνίας απέναντι στους κινδύνους που την απειλούν από την συγκέντρωση μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων». 54 Η Ιατρική αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στους νέους θεσμούς ελέγχου από κοινού με την αστυνομία και τις δικαστικές αρχές. Η συνεργασία αυτή γίνεται ιδιαίτερα στενή σε ζητήματα που αφορούν στην ψυχική υγεία. Οπωσδήποτε με το ρόλο αυτό δεν εμφανίζεται 52 Φουκώ Μισέλ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, εκδ. Καλέντης, 2007, σ Engels Fr., Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, μέρος Β, εκδ. Δημιουργία, 1975, Πρόλογος στη Γερμανική έκδοση του 1892, σ Μιχαήλ Σάββας, Η Ψυχιατρική ως εξουσία, περ. Τετράδια Ψυχιατρικής, τευχ. 100, σ

51 αιφνιδίως. Κατά τον 17 ο αιώνα, παρότι σε κρατικές υπηρεσίες υπήρχαν διορισμένοι γιατροί, οι δικαστές σπάνια προσέφευγαν στις ιατρικές γνωματεύσεις για την επιβολή εγκλεισμού σε νοσοκομείο ή φυλακή. Στη διάρκεια του 18 ου αιώνα η Ιατρική επιχειρεί να ορίσει την ευθύνη και την ικανότητα του πάσχοντος και έχει πλέον λόγο στην απόφαση του εγκλεισμού, αν δηλαδή ο πάσχων είναι ακίνδυνος ή επικίνδυνος, η Ιατρική την εποχή αυτή δεν είναι «ανύπαρκτη», όμως δεν είναι ακόμη αυτόνομη (Φουκώ, 2007, σ.σ.177,184). Παραμένει μακριά από την Δικαιοσύνη, υπ αυτήν και τα μέτρα της, σε έναν συνεχή διάλογο μαζί της, με διαμάχες, συμβιβασμούς και αποδοχές για τον «υγιή» και τον «ασθενή». Είναι αυτά που διαμόρφωσαν τον «μύθο μιας επί τέλους αντικειμενικής και ιατρικής αναγνώρισης της τρέλας». Τα σημεία που διαμόρφωσαν το ρόλο του γιατρού ως ειδήμονα και την αναγνώριση της ελεγκτικής του ιδιότητας είναι τρία: α) η εγκαθίδρυση ιατρικού χώρου στον χώρο εγκλεισμού β) η εγκατάσταση σχέσης ανάμεσα στην τρέλα και σε εκείνον που την αναγνωρίζει, την επιτηρεί και την δικάζει και γ) η κρίση και ταξινόμηση της τρέλας σε είδη όταν αυτή σύμφωνα με την κρατούσα ηθική υπεισέρχεται στο έγκλημα (Φουκώ, 2007, σ.553). Από τις αρχές της εμφάνισης του φαινομένου της εξάρτησης, η Ιατρική και πιο συγκεκριμένα η Ψυχιατρική το περιέλαβε στο δικό της σύστημα γνώσης. Ανέλαβε μάλιστα να το ορίσει όπως επίσης να το αντιμετωπίσει. Το ενέταξε στις γενικότερες θεωρήσεις της περί «εκφυλισμού» που υιοθετούσε κατά τον 19 ο και τις αρχές του 20 ου αιώνα, για τους ψυχικά πάσχοντες. Η «ασθένεια», σύμφωνα με αυτές τις απόψεις, μεταδίδεται κληρονομικά ευνοούμενη από το περιβάλλον και οφείλεται σε εγγενή αδυναμία του ατόμου. Με βάση αυτή τη θεώρηση ο αλκοολισμός και η εξάρτηση από ουσίες είναι αποτέλεσμα του «εκφυλισμού». Προϊόν αυτής της αντίληψης είναι η διαμόρφωση και εγκαθίδρυση ενός επιστημονικού λόγου με έντονα ηθικολογικά στοιχεία και κοινωνικές προεκτάσεις, εφόσον προτείνει συγκεκριμένες «προληπτικές και θεραπευτικές» πρακτικές, οι οποίες στοχεύουν στην προστασία της κοινωνίας. Οι προτεινόμενες ενέργειες είναι νομικού χαρακτήρα και προβλέπουν απαγορεύσεις, φυλακίσεις, εγκλεισμούς σε άσυλα, εκτοπίσεις, περιστολή ατομικών δικαιωμάτων κ.ο.κ. Η Ιατρική και οι εκπρόσωποί της δεν είναι πλέον οι «φτωχοί συγγενείς» στο παιχνίδι της εξουσίας, έχουν αποφασιστικό ρόλο και λόγο για την τύχη του 49

52 «πάσχοντα», αλλά πολύ περισσότερο για τη λειτουργία του ασύλου, το καθεστώς και το κλίμα σ αυτό. «Ο γιατρός μπόρεσε να ασκήσει την απόλυτη αυθεντία του στον κόσμο των ασύλων μόνο στο βαθμό που ήδη εξ αρχής, υπήρξε Πατέρας και Δικαστής, Οικογένεια και Νόμος, με την ιατρική πρακτική του για πολύ καιρό να μην είναι παρά σχολιασμός των παλαιών τελετών της Τάξης, της Αυθεντίας και της Τιμωρίας». 55 Σε πολλές περιπτώσεις νομοθετικοί και διοικητικοί θεσμοί χρησιμοποιώντας ψυχιατρικούς όρους, τη συνεργασία ή συγκατάθεση της Ψυχιατρικής και των εκπροσώπων της, προβαίνουν σε κατασταλτικές ενέργειες, αφού προηγουμένως έχει δημιουργηθεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, στο όνομα του κινδύνου «εκφυλιστικών» επιδημιών και της προστασίας της υγιούς κοινωνίας από την ηθική έκπτωση και από το «κακό». Για τούτο δεν είναι άμοιρη ευθυνών η Ιατρική, εφόσον η ίδια είχε συμβάλει στην ιατρικοποίηση των ατομικών και κοινωνικών συμπεριφορών και στάσεων. Γενικότερα, η Ιατρική και κατ επέκταση η Ψυχιατρική έως τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, μεθοδολογικά επιλέγει ως αρχή την «ασθένεια», αντί της «υγείας» και αντιμετωπίζει τον πάσχοντα με βάση την συμπτωματολογία, τους παθολογικούς δείκτες, την κληρονομικότητα και την ηθική, παραβλέποντας την ψυχοκοινωνική υπόσταση του υποκειμένου. Συχνά, τις ψυχιατρικές διαγνώσεις ακολουθεί η διευκρίνιση «παρ εκφύλω». Οι προσεγγίσεις αυτές εκφράζονται με πολλούς τρόπους, το πλαίσιο όμως που κινούνται δεν είναι άλλο από αυτό που προαναφέρθηκε. Έτσι, για τον αλκοολισμό υποστηρίζεται ότι: το αλκοόλ αποτελεί ισχυρότατο παράγοντα έκπτωσης ενός λαού, διότι επενεργεί εκφυλιστικά στους απογόνους των εξαρτημένων και υπό αυτούς τους όρους οι μελλοντικές γενιές θα χαρακτηρίζονται από διανοητική «ανισορροπία», μείωση της ενέργειας, μείωση του «χαρακτήρα» και έλλειψη ηθικών αισθημάτων. Εκτιμάται επίσης ότι αποτελεί την πλέον επικίνδυνη κοινωνική μάστιγα υπέρτερη κατά πολύ των επιδημιών. Τέλος, τα προτεινόμενα μέτρα εκτός των ιατρικών, είναι νομοθετικά και διοικητικά. 56 Οι επίσημοι εκπρόσωποι της ιατρικής κοινότητας υποδεικνύουν τα μέτρα που πρέπει να λάβει ο ποινικός νόμος όπως: περιστολή της πώλησης των νοθευμένων ή επιβλαβών ποτών, επιβολή προστίμων, φυλάκιση, απαγόρευση, ακόμη και την έκπτωση εκ των 55 Φουκώ Μισέλ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, εκδ. Καλέντης, 2007, σ Robin Albert, Πλήρες Σύστημα Θεραπευτικής, εκδ. Νικ. Τζακά, 1909, σ

53 πατρικών δικαιωμάτων. Ως προς τη «θεραπεία» προτείνουν την θεσμοθέτηση νομοθετικών μέτρων, με βάση την κατηγοριοποίηση των αλκοολικών, όπως εγκλεισμό και συντήρηση σε ειδικό άσυλο των ατόμων που προσεβλήθησαν από αλκοολικό παραλήρημα, τον εγκλεισμό 6-18 μήνες σε άσυλο των μη παραληρούντων, αλλά κατ επάγγελμα αλκοολικών και τέλος τον εγκλεισμό και την απεριόριστη κράτηση των επικινδύνων ανιάτων αλκοολικών. Το 1890 Έλληνες γιατροί ακολουθώντας το διεθνές κλίμα, αλλά και άλλες σκοπιμότητες 57 πραγματοποιούν «Ιατροσυνέδριο» και αποφαίνονται «επιστημονικά» για «τα ολέθρια της χρήσεως του χασίς αποτελέσματα». Τα κύρια πορίσματα του συνεδρίου ήταν ότι: 1. Το χασίς διαταράσσει την λειτουργία του πεπτικού και κυκλοφορικού συστήματος. 2. Βλάπτει την αίσθηση και την κίνηση. 3. Διαταράσσει τις ψυχικές λειτουργίες. 4. Δεν επενεργεί με τον ίδιο τρόπο σε όλους τους ανθρώπους. Τα ανωτέρω προέκυψαν από τις παρατηρήσεις Άγγλων γιατρών στην Αφρική, Περσία, Ινδία και Τουρκία. Προς αποφυγή της βλάβης της κοινωνίας το «Ιατροσυνέδριο» έκρινε ότι έπρεπε να απαγορευθεί άμεσα και αυστηρά η χρήση του χασίς στις φυλακές και στα καφενεία, σε περιπτώσεις μάλιστα που εξακολουθούν να παρέχουν χασίς στους θαμώνες, προτείνει το κλείσιμό τους. Ταυτοχρόνως ζητά την νομοθετική απαγόρευση της εμπορίας, όταν δεν γίνεται για φαρμακευτικούς σκοπούς, όπως και της καλλιέργειας της ινδικής κάνναβης. 58 Ανεξαρτήτως της βλαπτικότητας ή μη του χασίς, η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε, η ελλιπέστατη επιχειρηματολογία και τα προτεινόμενα μέτρα δεν συνάδουν με τον επιστημονικό και κοινωνικό ρόλο της Ιατρικής. Κατόπιν αυτού, η κυβέρνηση με την εγκύκλιο 22/5070 του υπουργού Εσωτερικών και την διαταγή της Διοικητικής Αστυνομίας Αθήνας και Πειραιά απαγόρευσε τη χρήση χασίς. Παράλληλα με τις θεωρίες του «εκφυλισμού» αναπτύσσονται και οι θεωρίες της ευγονικής. Πρόκειται για αντιλήψεις και πρακτικές, οι οποίες κατ αρχάς έχουν στόχο την γενετική βελτίωση του ανθρώπου και συνάμα την ανακούφιση και μείωση του 57 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 4. Μια Ιστορία Πολιτικής στους καιρούς του δοκιμαζόμενου Πολιτισμού. 58 Περιοδικό Ελληνική Γεωργία, Έτος όγδοον, Νοέμβριος 1892, τεύχος ΙΑ, σ.σ

54 ανθρώπινου πόνου, σε μια προοπτική εύρυθμης λειτουργίας της κοινωνίας. Κατά τις ίδιες αντιλήψεις, οι «παρεκκλίνουσες συμπεριφορές», η όποια διαφορετικότητα και οι «κοινωνικές ασθένειες» κληρονομούνται, καθιστάμενες επικίνδυνες για το κοινωνικό σώμα προκαλώντας την έκπτωσή του. Με γνώμονα αυτό, η εγκληματικότητα, η ομοφυλοφιλία, ο αλκοολισμός, οι εξαρτήσεις από ουσίες κ.λπ. ελαττώνουν την ποιότητα της κοινωνίας και την επιβαρύνουν σε όλα τα επίπεδα, αλλά και οικονομικά. Σύμφωνα με τον Φουκώ οι αντιλήψεις αυτές είναι απομεινάρια μιας εποχής που προηγήθηκε, οι οποίες είναι ολοκληρωτικά καταδικαστέες. «Γεννιούνται εκείνες οι παράξενες έννοιες που ήταν διαδοχικά κατά τον ΙΘ αιώνα η ηθική τρέλα, η εκφύλιση, ο γεννημένος εγκληματίας, η διαστροφή: -φαύλες τρέλες- που η νεώτερη συνείδηση δεν μπόρεσε να αφομοιώσει και που αποτελούν το απαραμείωτο υπόλειμμα της αλογίας, αυτό από το οποίο μπορεί κανείς να προστατευθεί μόνο με απόλυτα αρνητικό τρόπο, με την άρνηση και την απόλυτη καταδίκη». 59 Για τους θιασώτες της ευγονικής, ιδιαίτερα ανεπιθύμητοι είναι εκείνοι οι οποίοι «επέλεξαν» την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει. Έρευνες με βάση την ευγονική έδωσαν το έναυσμα για τη θεσμοθέτηση νόμων και ενεργειών σε πολλές χώρες, κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα, με αποκορύφωμα τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν στην Ναζιστική Γερμανία. Στην Ελλάδα τέτοιου είδους πρακτικές δοκιμάστηκαν κατ αρχάς, έναντι των πολιτικά διαφωνούντων (Λιναρδάτος, 1977, σ.σ ) και στη συνέχεια στον «επιζήμιο», για την κοινωνία πληθυσμό των εξαρτημένων. Το 1936 η δικτατορία του Μεταξά έθεσε σε πλήρη εφαρμογή τον νόμο 6025/ περί εκτόπισης των χρησιμοποιούντων «ναρκωτικά 59 Φουκώ Μισέλ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, εκδ. Καλέντης, 2007, σ «Εφημερίς της Κυβερνήσεως» - Τεύχος Πρώτον Νόμος 6025 «Οι ποιούμενοι οιανδήποτε άλλην χρήσιν, πλην της φαρμακευτικής, ναρκωτικών φαρμάκων ή κατέχοντες τοιαύτα είδη δι ατομικήν των χρήσιν». Στο δε άρθρο 3 προβλέπεται «α. Επί καταδίκης διά παράβασιν τινά του παρόντος νόμου επιβάλλεται αμετακλήτως υπό του δικαστηρίου και εκτόπισις από τριών μηνών μέχρι δύο ετών οριζομένου υποχρεωτικώς δια της καταδικαστικής αποφάσεως του νόμου της διαμονής, όστις εκλέγεται μεταξύ των περιοχών όπου δεν είναι διαδεδομένη η χρήσις των ναρκωτικών. Εν περιπτώσει υποτροπής ο εκτοπισμός δύναται να φθάση και μέχρι πέντε ετών. β. Ο εκτοπισμός εκτελείται ευθύς άμα τη εκτίσει της επιβληθείσης ποινής κατά της προσωπικής ελευθερίας και εν συνεχεία ταύτης επιμελεία της Εισαγγελικής και Αστυνομικής Αρχής.» 52

55 φάρμακα» σε περιοχές, όπου δεν ήταν διαδεδομένη η χρήση και υπό επίβλεψη, ώστε να περιορισθεί η διάδοση της ηρωίνης. 61 Ένας από τους τόπους εξορίας των εξαρτημένων από οπιούχα ήταν η νήσος Ίος, όπου στόχος δεν ήταν μόνον η προφύλαξη της κοινωνίας, αλλά και η φυσική εξόντωσή τους. Η μαρτυρία του Μιχάλη Γενίτσαρη είναι άκρως κατατοπιστική. «Φτάνουμε στη Νιό και με πάνε γραμμή για τη χωροφυλακή του νησιού και από εκεί στο χωριό εκεί μου δίνουνε βιβλιαράκι να πηγαίνω στον μπακάλη να ψωνίζω, για να τρώω. Είχα δικαίωμα να αγοράζω τρόφιμα δέκα δραχμές την ημέρα, σαν εξόριστος Πέθαιναν γυμνοί στη Νιό οι πρεζάκηδες, σαν τα σκυλιά στο δρόμο. Πέθαιναν από την πείνα. Πρηζόντουσαν από την ασιτία και πέθαιναν. Αφού πουλάγανε το φαΐ για την ένεση Την πείνα που είδανε όλοι στην κατοχή, να πεθαίνει στους δρόμους ο κόσμος πρησμένος από την ασιτία, την είδα εγώ πιο μπροστά, το 1938, στην εξορία εκεί Αυτός ο μάγερας πούλαγε πρέζα Έπαιρνε από τους εξόριστους ρούχα, λεφτά, ρολόγια, δαχτυλίδια, ότι είχανε κι ερχόταν στην Αθήνα και τα πούλαγε. Έκανε τα δρομολόγια αυτά, πούλαγε τα πράγματα κι έφερνε στη Νιό, πρέζα Αυτά ήτανε σε γνώση της χωροφυλακής σε γνώση του κράτους. Όλοι τα ξέρανε Την πρέζα που είδα εγώ να κυκλοφορεί στην εξορία, δεν την είχε όλη η Αθήνα Πεθαίνανε και τους θάβαμε εμείς, οι άλλοι εξόριστοι, στα βουνά τριγύρω, με συνοδεία τους μπάτσους. Σε μια παλιά πόρτα τους βάζαμε χωρίς ψάλτη και παπά Αν δεν είχανε πρέζα στην εξορία θα ζούσανε Όποιος ερχότανε στην εξορία, όπως είπα, έπεφτε στην πρέζα και γινότανε ράκος. Το κράτος τους έστελνε εκεί εξορία για να την κόψουνε κι αυτοί γινόντουσαν χειρότεροι, μέχρι που σχολάγανε μια ώρα αρχύτερα». 62 Αν και κάποιοι αφήνουν να εννοηθεί ότι η φυσική 61 «Τοξικομανίαι. Αι δε περιπτώσεις της μορφινομανίας και ηρωϊνομανίας είναι αρκούντως πολυάριθμοι εν Ελλάδι. Εις την στατιστικήν του Δρομοκαϊτείου δεν αναφέρονται πολυάριθμοι, ούτε και εις τα Δημόσια Ψυχιατρεία, διότι δεν γίνονται οι τοιούτοι πάσχοντες δεκτοί. Υπάρχει εν Αθήναις ειδικόν άσυλον τοξικομανών εκ κλινών. Η κυβέρνησις όμως από διετίας έλαβε δραστήρια προφυλακτικά μέτρα, εκτοπίζουσα εις τας νήσους ωρισμένους από τους τοιούτους πάσχοντας υπό επίβλεψιν και ούτω περιωρίσθη ήδη μεγάλως η διάδοσις της ηρωίνης, η οποία αριθμεί και τα περισσότερα θύματα». Βιβλίο στατιστικών Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου , έκθεση του διευθυντή, Μιχάλης Γενίτσαρης, Αυτοβιογραφία, στο Χατζηδουλή Κώστα, Ρεμπέτικη Ιστορία, εκδ. Νεφέλη, χ.χ., σ.σ

56 εξόντωση είχε εγκαινιασθεί νωρίτερα με την διοχέτευση νοθευμένων ουσιών στους χώρους συνάντησης ή διαβίωσης εξαρτημένων. 63 Οι αντιλήψεις και οι πρακτικές αυτές -περισσότερο ή λιγότερο συνειδητές- ήταν το προοίμιο όσων διαδραματίσθηκαν λίγα χρόνια μετά, κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, στα ψυχιατρεία. 64 & 65 Ο υποσιτισμός, 66 ιδιαίτερα κατά το πρώτο έτος (του Ο Γενίτσαρης επίσης πολύ παραστατικά κατέγραψε αυτή την κατάσταση σε ανέκδοτο (στις 78 στροφές) τραγούδι του. Στη Νιό όπου με στείλανε, είδα εκκλησιές και μύλοι, και υποδοχή μου κάνανε ένα κοπάδι ψύλλοι. Άλλονε είδα νηστικό, άλλος χωρίς σακάκι, άλλος ήταν ξυπόλυτος και ξάπλα στο σοκάκι. Αν είχα θα τους έδινα τάλιρα, για να φάνε, να με θυμούνται αιώνια και να με συχωράνε. (Οπ. π., σ.σ.166,167) 63 1) «Το μόνον πράγματι, το οποίον συνετέλεσεν εις την ελλάτωσιν του αριθμού των τοξικομανών, απέβησαν αρκετά θλιβερόν δια να το ομολογήσωμεν μερικά εγκαταλελειμμένα βαγόνια εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν του Πειραιώς, όπου, ως ενθυμούνται πάντες εκ των δημοσιεύσεων των εφημερίδων, σχεδόν τρεις φοράς την εβδομάδα ανευρίσκοντοτα πτώματα ρακένδυτων τοξικομανών. Ο θάνατός των, αρκετά περίεργος καθ ημάς, ανεφέρετο ως προελθών είτε εκ ψύχους, είτε εξ υπερβολικής καταχρήσεως των ναρκωτικών» (Στριγγάρης, 1937, σ.σ.322,323). 2) «Στο ιατροδικαστικό εργαστήριο φέρνει η αστυνομία τα πτώματα 15 περίπου αλητών τον χρόνο, που πεθαίνουν στο δρόμο από στέρηση του ναρκωτικού» (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ. 110). Η υπογράμμιση δική μας. 3) Από μαρτυρία παλαιού εξαρτημένου, προ 20ετίας περίπου, πληροφορηθήκαμε ότι είχε διοχετευθεί, εκείνη την εποχή, ηρωίνη «σπασμένη» με μεγάλη ποσότητα στρυχνίνης. Αποτέλεσμα αυτού οι πολυάριθμοι θάνατοι εξαρτημένων. Υποστήριζε μάλιστα ότι αυτό δεν ήταν τυχαίο, αλλά «πολιτική» επιλογή. Η πληροφορία αυτή παρατίθεται με κάθε επιφύλαξη, διότι δεν έχει διασταυρωθεί με καμία άλλη πηγή. 64 Κατά το διάστημα Μάιος 1941 Μάιος 1942 από τους 726 του Θεραπευτηρίου οι 401 απεβίωσαν (ποσοστό 55,23%). Το 79,55% των θανάτων οφείλονταν σε υποσιτισμό. Από το προσωπικό του Θεραπευτηρίου δεν απεβίωσε κανείς λόγω υποσιτισμού. Πηγή: Βιβλίο στατιστικών Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου Μόνον από τους εισαχθέντες (580), έστω και για μία ημέρα, στο Ψ.Ν.Α. από 1/5/1941 έως 31/5/1942 οι 294 (50,68%) απεβίωσαν. Αν συνυπολογισθούν, στην ίδια περίοδο, οι έγκλειστοι από προηγούμενα έτη που 54

57 μεγάλου λιμού) της Κατοχής, ο οποίος ήταν δυνατόν ως ένα ικανοποιητικό βαθμό να αντιμετωπισθεί, 67 στάθηκε η κύρια αιτία θανάτου πλέον των μισών εγκλείστων ψυχικά πασχόντων, ποσοστό υπερπολλαπλάσιο εκείνου του γενικού πληθυσμού. Να σημειωθεί ότι μεταξύ των θανόντων περιλαμβάνονταν και εξαρτημένοι από ουσίες. Από την ιστορική πορεία της Ιατρικής, τη σχέση της με τις εξαρτήσεις, αλλά και τον πάσχοντα γενικότερα, όπως και από στοιχεία και καταστάσεις που θα παρουσιασθούν σε άλλα κεφάλαια σχετικά με την Ελληνική πραγματικότητα του Μεσοπολέμου, γίνεται φανερό ότι αυτή λειτούργησε στα ιδεολογικά πλαίσια ενός συστήματος κοινωνικού ελέγχου και παράλληλα με τον ποινικό έλεγχο. «Η ιδεολογία που προωθείται από το ιατρικό μοντέλο είναι η ιδεολογία του κοινωνικού ελέγχου. Απ αυτήν την άποψη η μόνη λειτουργία του ιατρικού μοντέλου, η μόνη λειτουργία της ιατρικής διάγνωσης, η μόνη λειτουργία της Ψυχιατρικής που είναι εξαναγκαστική, είναι ο κοινωνικός έλεγχος». 68 απεβίωσαν και οι διακομιδές σε άλλα ιδρύματα, οι αποδράσεις και τα εξιτήρια, ο αριθμός θανάτων είναι μεγαλύτερος και η ποσοστιαία αναλογία πολύ υψηλότερη. Πηγή: Μητρώα ασθενών Δημόσιου Ψυχιατρείου. 66 Σύμφωνα με έκθεση του διευθυντή του Δρομοκαϊτείου της 11 ης Απριλίου 1942 ο κάθε ασθενής ελάμβανε ημερησίως περίπου θερμίδες, το ήμισυ περίπου του απαιτούμενου. Σύμφωνα όμως με το μηνιαίο δελτίο διατροφής από 5/1/1942 έως 5/2/1942 ο μέσος όρος της θρεπτικής απόδοσης σε θερμίδες ήταν 947. Κατόπιν τούτου απεβίωσαν οι «περισσότερο» ασθενείς. Πηγή: Βιβλίο στατιστικών Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου Σε έκθεση του διευθυντή του Δρομοκαϊτείου προς το Διοικητικό Συμβούλιο του Θεραπευτηρίου, με ημερομηνία 6 Μαρτίου 1942 αναφέρει ότι οι ελαιώνες και ο αμπελώνας του ιδρύματος «πρέπει να περιορισθώσι δια την εργασίαν των ψυχοπαθών δια λόγους θεραπευτικούς και οικονομικούς και όχι να τας παραδώσωμεν καλλιεργημένας εις ενοικιαστάς, οι οποίοι θα νέμονται αυτάς. Είναι αληθές ότι από τινός χρόνου και ιδίως από της ενάρξεως του πολέμου παρημελήθη εν μέρει η εργασία εις τους λαχανοκήπους, αλλά εάν η επίβλεψις της Οικονομικής Υπηρεσίας είναι καλυτέρα, η απόδοσις της καλλιεργείας θα είναι σημαντικοτέρα». Καταλήγει δε ότι λόγω της ελάττωσης του αριθμού των θεραπευομένων, ικανός αριθμός υπαλλήλων δύναται να απασχοληθεί στους λαχανόκηπους. Τελικά από άλλο έγγραφο πληροφορούμαστε ότι η έκταση ενοικιάσθηκε σε ιδιώτη, ο οποίος πωλούσε τα προϊόντα στην μαύρη αγορά. Πηγή: Βιβλίο στατιστικών Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου Leifer Ron, Το δικαστήριο Φουκώ, εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2007, σ.5. 55

58 Ο ιατρικός και ποινικός έλεγχος συναντώνται σε δυο σημεία (Κουκουτσάκη, 2002, σ.σ.82,90). Το ένα αφορά στο αντικείμενο (την ουσία), όπου η Ιατρική αποφαίνεται, εάν η χρήση της νομιμοποιείται ή είναι κολάσιμη (συνταγογραφούμενη ή όχι, περισσότερο ή λιγότερο τοξική τελικά νόμιμη ή παράνομη) και το δεύτερο στο υποκείμενο (τον χρήστη ή εξαρτημένο), για τον οποίο η ιατρική πραγματογνωμοσύνη θα αποφανθεί, εάν είναι υγιής και συνεπώς παραβάτης ή ασθενής που χρήζει θεραπείας. Στην πρώτη περίπτωση, συχνά αναζητείται η υπόσταση αυτού που βρίσκεται σε δύο εντελώς διαφορετικές κατηγορίες: αυτές του εξαρτημένου και του εμπόρου. Στην δεύτερη περίπτωση, ο ιατρικός έλεγχος δεν σταματά στη διάγνωση αλλά ορίζει και τον τρόπο θεραπείας. Φθάνει δε στο απόγειό του, όταν η θεραπεία επιτελείται σε κρατικά άσυλα όπου «επικρατεί συγκεκριμένος βαθμός ελέγχου, αλλά υπάρχει η δυνατότητα άσκησης απόλυτου ελέγχου ή εξαναγκασμού ή πίεσης σε συγκεκριμένα περιστατικά». 69 Τον όρο «θεραπεία» και ειδικότερα «θεραπεία απεξάρτησης» βάσει των ισχυόντων στερεοτύπων η Ιατρική τον ταυτίζει με την επιστήμη της και κατ ακολουθία με το φάρμακο, ώστε να επικυρωθεί η «ασθένεια» και ο «χρόνιος» ή ο «ανίατος» χαρακτηρισμός της. Όμως, η «θεραπεία» ορίζεται αναλόγως του περιεχομένου που της προσδίδεται, το οποίο δεν είναι «υποχρεωτικώς» και αποκλειστικά ιατρικό. «Η διαδικασία απεξάρτησης έχει μια ξεκάθαρη πολιτισμική διάσταση». 70 Εξάλλου, αν το φαινόμενο ήταν μόνο ιατρικό, φαρμακολογικό ή βιολογικό, μετά την ανακάλυψη παρασκευή και διάθεση, εδώ και πολλές δεκαετίες, φαρμακευτικών σκευασμάτων (αντιδότων, υποκατάστατων, ανταγωνιστών κ.λπ.) ενδεχομένως να είχε εκλείψει ή μειωθεί η έντασή του, όπως συνέβη με αρκετές επιδημίες που ταλάνισαν τις κοινωνίες στο πρόσφατο παρελθόν. Ο Ολιβενστάϊν σχετικά με την θεραπεία του εξαρτημένου σημειώνει: «Το μόνο πραγματικό ιατρικό πρόβλημα είναι ο απογαλακτισμός οι στερητικές κρίσεις σωματικές ή ψυχολογικές. Μετά ξεκινά η πραγματική δουλειά η πιο δύσκολη και η πιο απροσδιόριστη». 71 Σύμφωνα με την τοποθέτηση αυτή οριοθετούνται ο ρόλος της Ιατρικής ως προς την θεραπεία απεξάρτησης 69 Kryckenberg Peter, Το δικαστήριο Φουκώ, εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2007, σ Μάτσα Κατερίνα «Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση» εκδ. Άγρα 2008, σ Olievenstein Claude, La drogue, Gallimard, 1978, σ

59 και κατά συνέπεια οι γενικότερες αρμοδιότητες τις οποίες έχει αναλάβει γύρω από το εξεταζόμενο θέμα στην πορεία του χρόνου. Το φαινόμενο της εξάρτησης, από την εμφάνισή του, προσέλαβε πολιτικές διαστάσεις και ως τέτοιο το διαχειρίστηκαν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Η «ιατρικοποίησή» του δεν ήταν τίποτε περισσότερο από την «ιατρικοποίηση» της ίδιας της κοινωνίας, η οποία συνετέλεσε στη δημιουργία, αναπαραγωγή και συντήρηση αντιλήψεων και πρακτικών ελέγχου δια της Ιατρικής «επιστήμης». 57

60 6. Όταν οι ουσίες και οι εξαρτήσεις συνάντησαν το «έγκλημα» Όπως παρουσιάστηκε στις δύο προηγούμενες παραγράφους, οι απαγορεύσεις σχετικά με τις ουσίες εξάρτησης και την χρήση τους θεσμοθετούνται κατ αρχάς για την «επίλυση» οικονομικών - πολιτικών ζητημάτων και παράλληλα με την εμφάνιση της κατάχρησης - εξάρτησης για την «επίλυση» υγειονομικών - κοινωνικών - πολιτικών προβλημάτων. Ιστορικά η πρώτη απαγόρευση σχετικά με την κάνναβη εφαρμόστηκε στην Αίγυπτο το 1879, ακολούθησαν η Ελλάδα το 1891, η Τζαμάικα το 1913, η Καλιφόρνια το 1915, ο Καναδάς το 1923, η Νότια Αφρική το 1928, οι ΗΠΑ σε ομοσπονδιακό επίπεδο το 1937 (Arnao,1983, σ.124) και στην συνέχεια ακολούθησαν οι Ευρωπαϊκές χώρες. Σχετικά με τις άλλες ουσίες οι πρώτες απαγορεύσεις αφορούσαν στο όπιο κατά την περίοδο και κατόπιν το 1914 στα οπιούχα στην κοκαΐνη και στα φαρμακευτικά σκευάσματα (Blumir, 1984, σ.σ.31,32). Οι απαγορεύσεις αυτές εφαρμόστηκαν κατά κύριο λόγο στις ΗΠΑ και στη συνέχεια υιοθετήθηκαν σε πολλές χώρες του κόσμου. Οι βασικοί στόχοι που έθεταν οι απαγορευτικοί νόμοι ήταν η προστασία του συνόλου της κοινωνίας από την επιδημία των «ναρκωτικών» και από τις αξιόποινες πράξεις των χρηστών, εφόσον θεωρούταν ότι η χρήση προκαλεί εγκληματική συμπεριφορά. Η επίτευξη αυτού του στόχου επιδιωκόταν μέσω των μηχανισμών καταστολής, με ποινικές κυρώσεις στους χρήστες ουσιών όπως επίσης στους παραγωγούς και στους διακινητές. Για την τεκμηρίωση και ενίσχυση αυτών των απόψεων όπως έχει σημειωθεί, αναζητήθηκαν στηρίγματα από τον χώρο της Ιατρικής, της οποίας ο έλεγχος σύντομα σε άμεση διαπλοκή με τον ποινικό αποτέλεσαν δύο από τα σημαντικότερα συστήματα κοινωνικού ελέγχου της ψυχικής υγείας και των εξαρτήσεων. Ο χαρακτηρισμός της χρήσης και της εξάρτησης ως χρόνιας και ανίατης νόσου, η οποία εγκαταστάθηκε μάλιστα κατόπιν επιλογής του «πάσχοντος», ήταν αρκετός για να θεωρηθούν αφενός οι συμπεριφορές αποκλίνουσες, αφετέρου ο χρήστης, οι ουσίες και η εξάρτηση επικίνδυνοι. Το μέγεθος της επικινδυνότητας, από πλευράς του κράτους, εκδηλώθηκε με τη θέσπιση νομικού καθεστώτος, που έδινε έμφαση σε ορισμένες ομάδες, στις οποίες αποδόθηκε η άνοδος της εγκληματικότητας και με την προώθηση αποδοχής από την κοινωνία μιας ιδεολογίας απαξίας και αποπομπής κοινωνικών ομάδων. Αυτά συμπληρώνονταν με την 58

61 ενίσχυση του κράτους για την επίλυση του φαινομένου, καθώς και με το λόγο που εξέφεραν οι επίσημοι φορείς της Πολιτείας για «τους κινδύνους της φυλής». Πρακτικά όλα τα παραπάνω λειτουργούσαν με την «νομιμοποίηση» των μεθόδων των κατασταλτικών μηχανισμών (Νικολόπουλος, 2002, σ.σ.8,9). Η εμφάνιση των εξαρτήσεων λαμβάνει χώρα σε μια εποχή σφοδρών κοινωνικών συγκρούσεων και αλλαγών, όπου ο οικονομικός και πολιτικός παράγοντας διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο και είναι εκείνοι που «δημιουργούν» τους απαγορευτικούς νόμους, «ορίζουν» το έγκλημα και το διαχειρίζονται. «Σ ένα κοινωνικό σύστημα το οποίο μελετάται με όρους κοινωνικής σύγκρουσης και όχι ισορροπίας και ενσωμάτωσης, ο νόμος δε λειτουργεί προς την κατεύθυνση της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών ανάμεσα σε κοινωνικές ομάδες που βρίσκονται σε σύγκρουση, αλλά εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ομάδων εκείνων που έχουν την εξουσία να παρέμβουν στη νομοθετική διαδικασία. Συνιστά, με άλλα λόγια, τη μορφή πολιτικής διευθέτησης της σύγκρουσης προς το συμφέρον των ισχυρών». 72 Η δημιουργία αλλά και η εφαρμογή των νόμων ιστορικά, όπως προαναφέρθηκε και θα παρουσιαστεί αναλυτικότερα στα επόμενα κεφάλαια, από τη μια πλευρά δείχνει τις σχέσεις που διέπουν τις διάφορες κοινωνικές ομάδες και από την άλλη δείχνει την προσπάθεια διατήρησης αυτών των σχέσεων. Συχνά μάλιστα παρουσιάζεται, με βάση τα ερευνητικά δεδομένα, 73 η επιλεκτική δημιουργία και εφαρμογή των νόμων, με πιο χαρακτηριστική την ποινική αντιμετώπιση του χασίς στην Ελλάδα, κατά τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Επιπλέον, για το σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης η επικινδυνότητα των χρηστών και εξαρτημένων είχε διπλό χαρακτήρα κατ αρχάς ιδεολογικό - ηθικό και δευτερευόντως επιστημονικό. Με αποτέλεσμα, για τη διαχείριση του φαινομένου, να επιλέγεται κυρίως η πολιτική «εγκληματοποίησης», του στιγματισμού-αποκλεισμού και λιγότερο η πολιτική της θεραπείας-ενσωμάτωσης. Συγχρόνως το «έγκλημα» αποτελεί σημαντικότατη πηγή τροφοδότησης των θεσμών κοινωνικού ελέγχου. Συχνά μάλιστα συμπεριφέρονται σαν να επιδιώκουν ώστε τα «παρεκκλίνοντα» άτομα, όπως στις περιπτώσεις των εξαρτημένων ή των χρηστών, να 72 Κουκουτσάκη Αφροδίτη, Χρήση ναρκωτικών, Ομοφυλοφιλία, εκδ. Κριτική, Αθήνα, 2002, σ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Γ, 2. Οι ουσίες και η χρήση των διακρίσεων. 59

62 παραμείνουν στην κατάσταση αυτή και συνεπώς στη σφαίρα δικαιοδοσίας, ελέγχου, εξουσίας και συμφερόντων τους. «Ο φιλόσοφος παράγει ιδέες, ο ποιητής ποιήματα, ο πάστορας κηρύγματα και ούτω καθεξής. Ο εγκληματίας παράγει εγκλήματα. Αν προσέξουμε καλύτερα πως σχετίζεται αυτός ο κλάδος παραγωγής με το κοινωνικό σύνολο, θ απαλλαγούμε από πολλές προκαταλήψεις». 74 Εξάλλου οι θεσμοί που ανέλαβαν εξ αρχής την πρωτοκαθεδρία για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων βάσιζαν μέρος της ύπαρξής τους, υλικής και ιδεολογικής, στο γεγονός ότι υπήρχαν παράνομες ουσίες, χρήστες και εξαρτημένοι. Η σύνδεση της χρήστης ουσιών με την επικινδυνότητα και ακολούθως με το έγκλημα, κυριάρχησε σαν άποψη από τη στιγμή που το φαινόμενο έλαβε μεγάλες διαστάσεις. Αυτό το γεγονός στάθηκε και η αιτία, για την θέσπιση απαγορευτικών νόμων, για τη διενέργεια ερευνών, προς αναζήτηση των αιτίων και για την ταξινόμηση των «εγκλημάτων» που σχετίζονται με την χρήση ουσιών. Οι ερμηνείες που έχουν δοθεί ποικίλουν, όπως και οι κατατάξεις τους. Ενδεικτικά παραθέτονται δύο εξ αυτών, βάσει συγχρόνων θεωρήσεων: 1) α) Η χρήση ουσιών προκαλεί εγκληματικές συμπεριφορές. β) Η εγκληματική συμπεριφορά έχει ως αποτέλεσμα την χρήση ουσιών. γ) Η σχέση της χρήσης ουσιών και εγκληματικής συμπεριφοράς είναι αμφίδρομη και δέχεται επιδράσεις από μια τρίτη μεταβλητή με την οποία σχετίζονται οι ερευνούμενες πράξεις. δ) Η σχέση χρήσης ουσιών και εγκλήματος οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες, οι οποίοι σχετίζονται ξεχωριστά με το έγκλημα και τη χρήση ουσιών (Σπύρου, Πλυτάς, Νικολακοπούλου, 2010, σ.σ ). 2) Τα πρότυπα ερμηνειών κατατάσσονται επίσης ως: α) το «ψυχοφαρμακολογικό», όπου οι ουσίες προκαλούν την εγκληματικότητα, β) το «οικονομο-καταναγκαστικό», όπου λόγω της ανάγκης για ανεύρεση της ουσίας ο χρήστης προβαίνει σε εγκληματικές πράξεις, γ) το «συστημικό», που θεωρεί ότι ο κύκλος της παράνομης αγοράς, πώλησης, διακίνησης οδηγεί στο έγκλημα, δ) το «τριμερές», σύμφωνα με το οποίο η εγκληματική συμπεριφορά έχει ως αποτέλεσμα την χρήση ουσιών, ε) το «ψυχοπαθολογικό», όπου η ψυχοπαθολογία καθορίζει εξαρτητικές και εγκληματικές συμπεριφορές και στ) το «ψυχοκοινωνικό», που 74 Μαρξ Κάρλ, Εγκώμιο του εγκλήματος, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 1986, σ.1. 60

63 ψυχοκοινωνικοί παράγοντες ευθύνονται για την χρήση ουσιών και την εγκληματικότητα (Κουκουτσάκη, 2002, σ.86). Σχετικά με την φαρμακολογική προσέγγιση, τα ερευνητικά δεδομένα δεν επαληθεύουν την υπόθεση ότι οι βίαιες συμπεριφορές εξαρτημένων συνδέονται άμεσα με την δράση των ουσιών. Αν μάλιστα υπάρχουν ενδείξεις για σχέση των διεγερτικών ουσιών με τέτοιες συμπεριφορές, δεν αποδεικνύεται κάτι ανάλογο για τις κατασταλτικές και τις άλλες ουσίες (Μάτσα, 2001, σ.319). Ως προς την άποψη, ότι το υψηλό κόστος κάποιων ουσιών και η ανάγκη εξοικονόμησης χρημάτων εκ μέρους του εξαρτημένου, για την εξασφάλιση της δόσης τον οδηγεί συχνά σε παραβατικές και άλλες πράξεις, δεν σημαίνει ότι όλοι οι εξαρτημένοι προβαίνουν σε εγκληματικές πράξεις. Ανάλογος είναι ο αντίλογος στους ισχυρισμούς ότι οι παραβατικές συμπεριφορές οδηγούν αναπόφευκτα στη χρήση ουσιών. Γενικότερα, ερευνητικά δεν τεκμηριώνεται αιτιώδης σχέση μεταξύ των δυο φαινομένων της χρήσης ουσιών και της εγκληματικότητας (Κουκουτσάκη, 2002, σ.86). Επίσης είναι σαφές ότι το κύκλωμα αγοραπωλησίας ουσιών λειτουργεί και αναπαράγει ανταγωνισμούς, βία και εγκληματικές συμπεριφορές. Οι οποίες όμως συναντώνται σε όλους σχεδόν τους κύκλους νόμιμους ή παράνομους του δεδομένου οικονομικού συστήματος και δεν περιορίζονται μόνο στο χώρο όσων σχετίζονται με την χρήση ουσιών. Τέλος, έχει παρατηρηθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, συνύπαρξη εξάρτησης και ψυχιατρικής διαταραχής, όμως από καμία έγκυρη έρευνα δεν αποδεικνύεται ότι πίσω από κάθε εξαρτημένο κρύβεται κάποιου είδους διαταραχή και πολύ περισσότερο ότι αυτή είναι η βασική αιτία για την όποια βίαιη συμπεριφορά (Μάτσα, 2001, σ.σ.319,320). Εκτός των παραπάνω ερμηνειών υπάρχουν επίσης εγκληματολογικές θεωρήσεις οι οποίες δεν επικεντρώνονται στους παράγοντες γένεσης του εγκλήματος, αλλά στις διαδικασίες δημιουργίας του από μηχανισμούς κοινωνικής αντίδρασης (Κουκουτσάκη, 2002, σ.29). Έτσι, η εγκληματικότητα των εξαρτημένων συνδέεται με την ποινική καταστολή, αφενός λόγω της δημιουργίας παρανόμων κυκλωμάτων διάθεσης των ουσιών, αφετέρου με τη συμβίωση εξαρτημένων και εγκληματιών, που έχει ως αποτέλεσμα την εξοικείωση αμφοτέρων, των μεν με το έγκλημα, των δε με τη χρήση ουσιών. Εδώ όμως πρέπει να σημειωθεί ότι και με τις νόμιμες ουσίες όπως ο καπνός και το αλκοόλ 61

64 παρατηρούνται παραβατικές συμπεριφορές και παράνομα κυκλώματα παραγωγής και διακίνησής τους. Το φαινόμενο της εξάρτησης και η σύνδεσή του με την εγκληματικότητα ενδεχομένως μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο ενός γενικότερου φαινομένου, αυτού της βίας, το οποίο κατέχει σε παγκόσμιο επίπεδο θέση κοινωνικού και πολιτικού προβλήματος. Όσον αφορά στον εξαρτημένο, η ζωή του είναι συνυφασμένη με τη βία σε όλα τα επίπεδα και δεν έχει να κάνει μόνο με τις δραστηριότητες του, που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών (Μάτσα, 2001, σ.315). Πρόκειται για μια συνολικότερη συμπεριφορά, η οποία εμπεριέχει τη βία, συχνά μάλιστα οι εκρήξεις της δεν έχουν αντίκρισμα σε κάποιο συγκεκριμένο εξωτερικό ερέθισμα. Ουσιαστικά αποτελούν συστατικό στοιχείο του τρόπου ζωής του εξαρτημένου αλλά και μέσο ύπαρξης του. «Μια βαθύτερη ψυχολογική διερεύνηση του εξαρτημένου υποκειμένου σπανίως διαπιστώνει αισθήματα μίσους και προσωποποιημένης επιθετικότητας. Ο τοξικοεξαρτημένος δίνει μάλλον την εντύπωση ότι μέσα στη βία επιζητεί μια υποθετική επιβεβαίωση ταυτότητας σε μια προσπάθεια ψυχικής επιβίωσης». 75 Να σημειωθεί ότι τέτοιου τύπου συμπεριφορές συναντώνται και σε άλλες ομάδες του πληθυσμού, συνήθως των νέων ανθρώπων, με τη διαφορά ότι δεν φέρουν το στίγμα των εξαρτημένων και τις προκαταλήψεις που τους συνοδεύουν. Η βία και η «παρέκκλιση» στη συμπεριφορά του εξαρτημένου είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των αντιφάσεών τους, όπως: ψυχολογικών, κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών, πολιτισμικών. Με κοινό παρονομαστή όλων, το βίωμα βίας του εξαρτημένου, η έκφραση του οποίου λειτουργεί ως μέσο επικοινωνίας με το «άλλο». Στις προκλήσεις αυτών των συμπεριφορών, η αντίδραση της κοινωνίας και των μηχανισμών ελέγχου, μάλλον είναι υπέρμετρα βίαιη, έτσι που να ανακυκλώνει και να αναπαράγει το φαινόμενο βίας. Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά στοιχεία της ζωής του εξαρτημένου είναι η καταναγκαστική σχέση του με την ουσία, ο επαναλαμβανόμενος φαύλος κύκλος αναζήτησής της, οι διαδοχικά αποτυχημένες προσπάθειες θεραπείας και βεβαίως οι επαναλαμβανόμενες υποτροπές. Για τις παραβατικές συμπεριφορές του λοιπόν, σύμφωνα 75 Bergeret Jean, Τοξικοεξάρτηση και προσωπικότητα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1999, σ

65 με το νόμο αντιμετωπίζεται ως «υπότροπος εγκληματίας», τιμωρούμενος με την ανάλογη ποινή και από την κοινωνία ως ηθικά έκπτωτος, εφόσον αθέτησε κατ εξακολούθηση τους κανόνες της, τιμωρούμενος με το ισοδύναμο της εκτόπισης, δηλαδή απομόνωση, στιγματισμό, διακρίσεις κ.ο.κ. Με βάση τα εξωτερικά γνωρίσματα και την εικόνα που παρουσιάζει ο εξαρτημένος, η κοινωνία τον θεωρεί εγκληματία, αμφιταλαντευόμενη όμως η ίδια όπως η Ιατρική και η Εγκληματολογία ανάμεσα στις έννοιες της ποινικής και κοινωνικής «ευθύνης» και το βαθμό επικινδυνότητας του. «Η επικινδυνότητα αναδεικνύει τη ρευστή της εννοιολόγιση, εφόσον μπορεί να λειτουργήσει πρόσφορα τόσο στα πλαίσια ενός θεραπευτικού ή ιατρικού προτύπου μεταχείρισης του εγκληματία όσο και στο πλαίσιο ενός ανταποδοτικού ή δικαιικού (justice model) προτύπου». 76 Εξαιτίας αυτού συμβαίνει ανάλογα των συγκυριών και υποκειμενικών κρίσεων, το ίδιο πρόσωπο για τον ίδιο λόγο άλλοτε να οδηγείται στο ψυχιατρείο και άλλοτε στη φυλακή. Έτσι ίσως αιτιολογείται ως ένα βαθμό και η συχνότητα ψήφισης ειδικών νόμων για τα «ναρκωτικά», που συμπληρώνουν, τροποποιούν ή αναιρούν τους προηγούμενους, γεγονός που δεν παρατηρείται με άλλα κοινωνικά φαινόμενα, που απασχολούν την κοινωνία. Βέβαια, η αντιμετώπιση αυτού του είδους, στέκεται στις συμπεριφορές και στις επιφανειακές αιτίες που οδηγούν στην εξάρτηση, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα κίνητρα, την προσωπικότητα, το περιβάλλον και την εξέλιξη του υποκειμένου. Η υποκειμενική ιστορία του κάθε εξαρτημένου περιέχει τα στοιχεία της «έλλειψης», της «εγκατάλειψης», της «στέρησης», της «αστάθειας», του «εξαναγκασμού» (Olievenstein, 1978, σ.145), τα οποία όταν συναντώνται με την κοινωνική «αποτυχία» προκαλούν έντονες αντιδράσεις με αποκορύφωμα τη βία. Όπως σημειώθηκε προηγουμένως 77 η καταφυγή στις ουσίες έρχεται ως ανάγκη για την ψυχική ισορροπία μέσα σε μια ανυπόφορη κοινωνική κατάσταση, με στόχο να καταλαγιάσει την ένταση ή να την απωθήσει. Επί της ουσίας να διαφύγει ο εξαρτημένος 76 Νικολόπουλος Π. Γ., Οι σύγχρονες επιβιώσεις της έννοιας της επικινδυνότητας και οι συνέπειές τους, Πάντειο Πανεπιστήμιο-Τομέας εγκληματολογίας ακαδ. έτος , σ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 63

66 από την πραγματικότητα και να πάρει ικανοποίηση με την ένταξή του σε μια ομάδα μυημένων. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο εξαρτημένος δεν διαφέρει ως προς τον τρόπο ζωής κατά πολύ από τον εγκληματία, το σημαντικό όμως είναι ότι ποιοτικά δεν διαφέρει η ζωή του από των υπολοίπων ανθρώπων και της κοινωνίας. «Ο τοξικομανής είναι ένα ανθρώπινο όν του οποίου ο τρόπος ύπαρξης του, δεν διαφέρει παρά ποσοτικά από τον τρόπο, μιας φυσιολογικής ζωής, απλά αυτός ο τρόπος μοιάζει σκανδαλώδης». 78 Όπως αναλύθηκε προηγουμένως 79 η απώλεια του εαυτού και η «αντικειμενοποίηση» του υποκειμένου δεν αφορά μόνο στον εξαρτημένο αλλά στην κοινωνία ολόκληρη με τη διαφορά ότι ο εξαρτημένος της τα «υπενθυμίζει» με προκλητικό τρόπο. 78 Olievenstein Claude, La drogue, Gallimard, 1978, σ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 1. Στην αναζήτηση της αρχής του νήματος. 64

67 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 65

68 Από την αρχαιότητα έως τους χρόνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η ινδική κάνναβη ήταν γνωστή και χρησιμοποιούνταν στον Ελλαδικό χώρο. Μετά την σύσταση του Ελληνικού κράτους, η συστηματική καλλιέργειά της συναντάται στα μέσα της δεκαετίας του 1870, στις περιοχές Άργους, Τρίπολης, Μαντινείας, Ορχομενού Αρκαδίας κ.α. με την βοήθεια εμπείρων καλλιεργητών από την Αίγυπτο και την Κύπρο. 80 Παρά τις αντίθετες απόψεις που εκφράστηκαν σχετικά με τους κινδύνους από την χρήση του χασίς, το Ελληνικό κράτος, λόγω των εσόδων από την φορολογία και την εισροή συναλλάγματος από τις εξαγωγές σε Αίγυπτο και γενικότερα στην Βόρεια Αφρική, μολονότι ήταν ήδη γνωστή η δυσκολία διάθεσης των προϊόντων του «ναρκωτικού φυτού», λόγω των απαγορεύσεων στις έως τότε χώρες εξαγωγής τους, 81 παρέκαμψε τις όποιες επιφυλάξεις και φρόντισε μάλιστα για την έκδοση οδηγιών με στόχο την αποδοτικότερη καλλιέργεια της κάνναβης. 82 Παράλληλα, απέκλεισε τη συστηματική καλλιέργεια του οπίου, μετά από δοκιμές κατά το στην Θεσσαλία, ως ασύμφορη και εξαντλητική. 83 Η ιστορία της νομοθεσίας περί ουσιών στην Ελλάδα είναι ενδεικτική των αντιθέσεων, των παλινδρομήσεων και των πιέσεων, αφού δεν προκύπτει τις περισσότερες φορές από τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά από πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι απαγορεύσεις σχετικά με το χασίς συμπίπτουν με την ανάπτυξη της καπνοβιομηχανίας, τα προϊόντα της οποίας απευθύνονται σε μεγαλύτερο καταναλωτικό κοινό και περισσότερες αγορές. Είναι επίσης διαπιστωμένο ότι οι απαγορεύσεις, αναλόγως 80 «Φυτού καλλιεργούμενου και παρ ημίν εν Αργολίδι και Ναυπακτία» (Αφεντούλης, 1891, σ.189). 81 «Αλληλογραφία Περί χασίς. Τω κ. Λ. Κ. Τ. εις Λαμίαν. Δύνασθε ευκόλως και επιτυχώς να καλλιεργήσητε το ναρκωτικόν τούτο φυτόν, όπερ είνε απλώς ποικιλία της κοινής κανάβεως. Ουχ ήττον η εξόδευσις του προϊόντος είνε δυσχερής ένεκα της αυστηρότητος, μεθ ης απαγορεύεται η εισαγωγή και χρήσις αυτού εν Αιγύπτω και Ασία. Ακριβώς δ ένεκα του λόγου τούτου από τινός ηλαττώθη η καλλιέργεια αυτού εν Τριπόλει και εν Άργει, ένθα άλλοτε παρήγετο μέγα ποσόν». Ακολουθούν οδηγίες για την καταλληλότερη σύνθεση του εδάφους. Περ. Ελληνική Γεωργία, έτος δεύτερον, Νοέμβριος 1886, τεύχος ΙΑ, σ «Κληθέντες όπως δώσωμεν, συνεπεία υπουργικής διαταγής, πληροφορίας περί της καλλιεργείας και της επεξεργασίας της παραγωγής του χασίς εν τω δήμω ημών, σπεύδομεν να εκθέσωμεν τα εξής». Έκθεσις του δημάρχου Ορχομενού της Μαντινείας, περ. Ελληνική Γεωργία, έτος τρίτον, τεύχος Γ, Μάρτιος 1887, σ.110. Επίσης, Περί καλλιέργειας χασίς στο Ελληνική Γεωργία, έτος 2 ον, τεύχος ΙΑ, Νοέμβριος 1886, σ Περ. Ελληνική Γεωργία, έτος όγδοον, τεύχος Η, Αύγουστος 1892, σ

69 της αυστηρότητάς τους, ηθελημένα ή μη, έστρεφαν τους χρήστες σε άλλες ουσίες. Περισσότερο γνωστή είναι η περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου η έξαρση της εξάρτησης από ουσίες συνέπεσε με την ποτοαπαγόρευση. 84 Το 1920 ψηφίζεται ο πρώτος ολοκληρωμένος νόμος, που αφορά σε όλες τις ουσίες, ο οποίος όμως τίθεται σε ισχύ μετά από πολλές αναβολές το Μέχρι τότε επιτρεπόταν η κατοχή των αποθεμάτων χασίς σε όσους διενεργούσαν εμπόριο με την Αίγυπτο. Η άδεια κατοχής εδόθη έως ότου εξαντληθούν τα αποθέματα, τα οποία όμως δεν ελαττώθηκαν και δεν σταμάτησε το λαθρεμπόριο, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό. Οι θιγόμενοι από τη νομοθεσία παραγωγοί και έμποροι μίσθωσαν εκτάσεις στο νότο της Σερβίας και καλλιεργούσαν κάνναβη, την οποία διοχέτευαν μέσω της ελεύθερης Ζώνης της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα και την Αίγυπτο. Όταν δε αποφασίστηκε να απαγορευθεί κάθε είδους κατοχή εξεγέρθηκαν και ζήτησαν αποζημιώσεις από το Ελληνικό κράτος. Η χρήση του χασίς από το 1891 (πρώτη απαγορευτική εγκύκλιος) και μετά, όχι μόνον δεν μειώθηκε, όπως προσδοκούσαν οι υποστηρικτές των ληφθέντων νομοθετικών μέτρων, αλλά αυξήθηκε τόσο εντός των φυλακών, όσο και εκτός αυτών. Σε μια χώρα που αρχίζει να βιομηχανοποιείται, στις μεγάλες πόλεις και γύρω απ αυτές, συγκεντρώνονται μετανάστες και πρόσφυγες από περιοχές εντός και εκτός Ελληνικής επικράτειας, προς ανεύρεση εργασίας. Η Σύρος στην αρχή και μετέπειτα ο Πειραιάς ως εμπορικά λιμάνια υποδέχονται τον μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών. Μεταξύ των πλέον εξαθλιωμένων εξ αυτών, σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία, απαντάται εμφανώς η χρήση χασίς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι άγνωστη σε άλλες ομάδες του πληθυσμού, όπως στους αγρότες, στα μέσα και ανώτερα αστικά στρώματα κ.ά. Στον Πειραιά, προ του 1912, η περιοχή της Πειραϊκής αναφέρεται ως τόπος συγκέντρωσης «χασιστών», όπως και η περιοχή της Δραπετσώνας, όπου συχνά υπήρχαν συμπλοκές με την αστυνομία, αλλά και το Ναυτικό. Από το 1920 και μετά εγκαταλείπεται η Πειραϊκή. Οι συναθροίσεις γίνονται σε κέντρα που βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές, αλλά και 84 Βαμβάς Σπ., Η μορφίνη και η ηρωίνη ως φάρμακον, ΕΞΠΡΕΣ - αστυνομική και κοινωνική επιθεώρηση, 27 Μαρτίου 1932, αρ. φύλλου 7, σ

70 στο κέντρο του Πειραιά και της Αθήνας. 85 Ως τόποι «χασιστών» αναφέρονται οι αρχαιολογικοί χώροι περί τους στύλους του Ολυμπίου, περί το Στάδιο και ο λόφος των Μουσών (Στριγγάρης, 1937, σ.51), ενώ αναφέρεται η ύπαρξη τέτοιων κέντρων στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις. Στις παραπάνω πόλεις, κατά τον Σκούρα, υπάρχει πληθώρα «ντεκέδων» και «εργατικών κέντρων», όπου διενεργείται η χασισοποσία (Σκούρας, 1933, σ.77). Η χρήση του χασίς, σύμφωνα με τους Δοντά και Ζη, δεν ήταν πολύ διαδεδομένη και περιοριζόταν σε άτομα της κατώτατης κοινωνικής τάξης. Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο του 1922, η χρήση του χασίς διαδόθηκε και σε άτομα των ανωτέρων τάξεων (Δοντάς, Ζης, 1927, σ.105). Την ίδια εκτίμηση κάνει και ο Παξινός στο τέλος της δεκαετίας του Στη Σύρο κατά το 1927 σύμφωνα με τον διευθυντή του Ασύλου Φρενοπαθών οι «χασισοποτούντες» σε ειδικά καταγώγια ανέρχονται στους εκατό (Αρκαλίδης, 1928, σ.91). Η περιγραφόμενη χρήση αρχικά του χασίς και στη συνέχεια των άλλων ουσιών γίνεται σε μια χώρα, που μέσα από αντιθέσεις, συγκρούσεις και αλλαγές αναζητά την ταυτότητά της στην νέα εποχή. Η αρχή της βιομηχανοποίησης και τα μεγάλα δημόσια έργα κατά το 1880, στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της πολιτικής Τρικούπη, έθεσαν για πρώτη φορά όρους προς μια άλλη κατεύθυνση της κοινωνίας. Εν τω μεταξύ η ληστεία, γνώρισμα της αγροτικής κοινωνίας, κυρίως στην ύπαιθρο εξακολουθούσε να υφίσταται. Ο ατυχής για την Ελλάδα πόλεμος του 1897, το κίνημα στο Γουδί το 1909 και η παρουσία του Βενιζέλου στην πολιτική σκηνή, εισήγαγαν νέα στοιχεία στην κοινωνική και πολιτική ζωή, τα οποία συνετέλεσαν στην δημιουργία και ανάπτυξη νέων τάξεων και στρωμάτων στην Ελληνική κοινωνία. 85 «Αρκετά κέντρα χασιστών, λειτουργούντα ίσως εν γνώσει και τη ανοχή της Αστυνομίας, ως π.χ. εν Αθήναις λειτουργεί τοιούτον κέντρον εις μικράν από της Ομονοίας απόστασιν. Το τοιούτον γίνεται, ως λέγεται, δια να επιτηρώνται καλύτερον οι εις τα κέντρα ταύτα συχνάζοντες οίτινες κατά το πλείστον είναι απόφοιτοι των διαφόρων φυλακών ή άτομα έχοντα δοσοληψίας με τας αστυνομικάς Αρχάς» (Μακρής, 1929, σ.20). 86 «Προπολεμικώς εγένετο χρήσις χασίς μόνον υπό των κακοποιών και των αλητών, κατά τους τελευταίους όμως χρόνους διεδόθη υπερβολικώς η δι ηδονιστικούς λόγους χρήσις αυτού και εις τας λοιπάς κοινωνικάς τάξεις» (Παξινός, 1940, σ.77). 68

71 Οι πόλεμοι που έλαβαν χώρα κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα με την ενεργό συμμετοχή της Ελλάδας σ αυτούς, είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τις μετέπειτα κοινωνικές ανακατατάξεις. Η εγκατάσταση ενάμισι εκατομμυρίου προσφύγων από την Μικρά Ασία, οι οποίοι αποτέλεσαν την βάση του εργατικού δυναμικού της χώρας, δημιούργησε νέα δεδομένα στην οικονομική και πνευματική ανάπτυξη, ταυτοχρόνως όμως και δυσεπίλυτα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η χρήση ουσιών στην Ελλάδα κατά τον Μεσοπόλεμο δεν είναι καθόλου ανεξάρτητη της προηγηθείσας ιστορικής πορείας και των νέων πολιτισμικών δεδομένων. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την βιβλιογραφία του Μεσοπολέμου, το άγνωστο για τη χώρα φαινόμενο της εξάρτησης από ουσίες και τα γύρω από αυτό ζητήματα, ανέλαβαν να μελετήσουν κυρίως εκπρόσωποι της Ιατρικής - Ψυχιατρικής, της Νομικής, της Εγκληματολογίας, της Φαρμακολογίας και των διωκτικών αρχών. Ορισμένοι από αυτούς, ως εμπειρογνώμονες, συνέβαλαν στην επεξεργασία νόμων, διατάξεων, κανονισμών κ.λπ. Τέλος, δεν μπορεί να υποτιμηθεί ο ρόλος του Τύπου στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, αλλά και της πολιτικής που ακολουθήθηκε. Η βιβλιογραφία και αρθρογραφία για την οποία έγινε λόγος, σχεδόν στο σύνολό της διακρίνεται από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: Δεν είναι πάντοτε σαφής ο σκοπός και το θέμα του κειμένου ή έρχεται σε αντίθεση ο τίτλος του με το περιεχόμενο, το οποίο ηθικολογεί ή τρομοκρατεί. Ο συγγραφέας, ανεξαρτήτως ιδιότητας και ειδικότητας έχει συχνά άποψη για όλες τις σχετικές με την εξάρτηση πλευρές. Πρέπει πάντως να τονισθεί ότι στη πλειονότητά τους οι συγγραφείς θεωρούν την εξάρτηση ως ένα εκ των πλέον σημαντικών προβλημάτων της κοινωνίας. Στις απαρχές του φαινομένου της εξάρτησης στον ελληνικό κοινωνικό στίβο, οι αντιδράσεις της κοινωνίας και των θεσμών της διακατέχονταν από υπερβολές, οι οποίες είναι εξόφθαλμες. Ο προκαλούμενος θόρυβος για το «πρόβλημα» των εξαρτήσεων ήταν δυσανάλογος των πραγματικών διαστάσεων που κατείχε στην κοινωνική ζωή. Ήταν κατά πολύ μεγαλύτερος, αν ως κριτήριο ληφθεί ο αριθμός θανάτων ή ο αριθμός των «ασθενών» - εξαρτημένων, σε σύγκριση με τον αριθμό θανάτων και ασθενών από άλλα αίτια. Επίσης, οι εξαρτήσεις από ουσίες σε καμία περίπτωση δεν απασχολούσαν την κοινωνία το ίδιο ή περισσότερο από άλλες ζωτικές προτεραιότητες, οι οποίες είχαν τεθεί προς επίλυση. 69

72 Βεβαίως, το φαινόμενο δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί μόνο με βάση τα αριθμητικά μεγέθη και την στατιστική. Το γεγονός ότι εξελισσόταν με ραγδαίους ρυθμούς και περιλάμβανε όλα τα κοινωνικά στρώματα και κυρίως στους νέους, ήταν ανησυχητικό. Δεν δικαιολογούσε όμως τον προκληθέντα πανικό, τις ακρότητες και την ανάδειξή του ως πρωτεύον «πρόβλημα» της κοινωνίας. Στην Ελληνική πραγματικότητα τα μεγέθη εξάπλωσης του φαινομένου υπολείπονταν κατά πολύ αναλογικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Συνεπώς, αντί των βιαστικών αποφάσεων, των ανορθολογικών μέτρων, των πρόσκαιρων λύσεων και των καταγγελιών, που κατά καιρούς έλαβαν χώρα, θα ήταν και είναι προτιμότερη η προσεκτική εξέταση αυτού που δηλώνει το κοινωνικό σώμα, οι εξαρτημένοι και η ίδια η ύπαρξη του φαινομένου. Στις παραγράφους που έπονται παρουσιάζεται η αναπτυχθείσα προβληματική σχετικά με τις εξαρτήσεις κατά την εξεταζόμενη χρονική περίοδο. 70

73 1. Ένα φαινόμενο με ιατρική διάγνωση και αγωγή α. Οι αιτιολογικοί παράγοντες Οι απόψεις για την εξάρτηση όπως και τις ταξινομήσεις των «ασθενών» εξαρτημένων, από τους περισσότερους γιατρούς του Μεσοπολέμου, ως προς τα βασικά «αίτια» συνήθως συμπίπτουν. Συχνά όμως δίνονται διαφορετικές ερμηνείες και διαφορετική βαρύτητα σε επιμέρους παράγοντες που κατά την γνώμη τους προκαλούν την εξάρτηση. Αυτό φαίνεται από τη σειρά, τις ιεραρχήσεις και το χώρο που καταλαμβάνουν αυτές σε έγγραφα, έρευνες και μελέτες. Μεγάλο μέρος των απόψεων που συναντώνται, παραπέμπουν σε ανάλογες των τελών του 19 ου και των αρχών του 20 ου αιώνα, βασιζόμενες στην ιατρική και στη βιολογία, χωρίς όμως να λείπουν και οι αναφορές στους κοινωνικούς παράγοντες. Τα «αίτια» διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: α) τα εσωτερικά, δηλαδή αυτά που προέρχονται από κάποια προδιάθεση ή ιδιοσυστασία του οργανισμού και β) τα εξωτερικά, τα οποία προκύπτουν από τις συγκυρίες (Κουρέτας, 1932, σ.31). Στην πρώτη κατηγορία κατατάσσονται οι «ανωμάλου ιδιοσυγκρασίας» εξαρτημένοι, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως ανισόρροποι, παρότι σε πολλές περιπτώσεις σημειώνεται ότι νοητικά δεν υστερούν. Εντούτοις ως προς τα συναισθήματα θεωρούνται υπερβολικά ευαίσθητοι, με ελαττωμένη βούληση και αυτοκυριαρχία, γενικότερα αδύνατου χαρακτήρα, που υποκύπτουν εύκολα στα θέλγητρα της ηδονής. Η κόπωση επίσης αναφέρεται ως αφορμή για την χρήση ουσιών προς ανακούφιση. Εκτός των «ανισόρροπων» διακρίνουν και άλλους με προδιάθεση, οι οποίοι δεν παρουσιάζουν κάποια ψυχική ανωμαλία, αλλά διακατέχονται από ανία, έτσι που αναζητούν στις ουσίες, με τεχνητό τρόπο, την ευτυχία για να αποφύγουν τη πλήξη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι ειδικοί έχουν υπόψη τους εξαρτημένους από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Τέλος, ορίζουν μια τρίτη κατηγορία στην οποία εντάσσουν εκείνους που καταφεύγουν στην χρήση ουσιών, επειδή είναι ψυχασθενείς και με αυτόν τον τρόπο καταστέλλουν την ανησυχία και το άγχος. Στη δεύτερη κατηγορία αιτίων της εξάρτησης, δηλαδή στα «εξωτερικά», καταγράφονται οι ιατρικές συνταγές, όπου ο γιατρός στην προσπάθειά του να καταπραΰνει τον πόνο δημιουργεί ακουσίως εξαρτημένους. Υπογραμμίζεται όμως, ότι για αυτό δεν ευθύνεται ο 71

74 γιατρός αλλά οι πάσχοντες, οι οποίοι επίμονα ζητούν φάρμακα, διότι στερούνται ψυχικού σθένους και διαπαιδαγώγησης, αν και γνωρίζουν τα ολέθρια αποτελέσματα της χρήσης των ουσιών. Ως άλλη αιτία επισημαίνεται η κληρονομικότητα, όπου λόγω ασθενούς χαρακτήρα και ανίσχυρης θέλησης, προσβάλλονται από την εξάρτηση τα παιδιά των αλκοολικών και των συφιλιδικών (Βαμβάς, , σ.20). Ακόμη σημειώνεται ότι ο τελευταίος πόλεμος στην Μικρά Ασία και η έλλειψη ηθικών και θρησκευτικών αξιών μείωσαν την αντοχή της ανθρώπινης ψυχής. Η σκληρότητα της μεταπολεμικής ζωής, η οικονομική αθλιότητα, ο αγώνας για την επιβίωση, η ανάγκη τόνωσης και η απογοήτευση, η αστυφιλία, ο μεγάλος αριθμός εκπατρισθέντων που προσπάθησαν να προσαρμοσθούν στις νέες συνθήκες, καθώς επίσης οι τεχνικές πρόοδοι και η εξειδίκευση της εργασίας, οι οποίες απαιτούν μεγάλη ψυχική κατανάλωση οδήγησαν στις εξαρτήσεις (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ.99). Η θλίψη, οι συναισθηματικοί κλονισμοί από αποτυχίες και οικογενειακά προβλήματα επίσης θεωρείται ότι αποτελούν παράγοντα μύησης στις ουσίες, εφόσον οι εξαρτημένοι είναι άνθρωποι που αδυνατούν να αντιμετωπίσουν και να υπερνικήσουν προβλήματα και δυσκολίες της ζωής. Τέλος, η μίμηση και ο προσηλυτισμός φέρεται να συντελούν στην διάδοση των ουσιών σε συνδυασμό με την επιπολαιότητα, την περιέργεια, τις παρέες που παρασύρουν και τους μικρεμπόρους ουσιών, οι οποίοι έχουν οικονομικό συμφέρον να αποκτήσουν νέους πελάτες (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ.114). Η μεγάλη εξάπλωση των ουσιών αποδίδεται αφενός στην παραμονή του στρατού στην Μικρά Ασία και τις επαφές των στρατιωτών με τον ντόπιο πληθυσμό, εφόσον μάλιστα ορισμένα στρώματα δεν έχουν αποβάλει τις ασιατικές συνήθειες και συμπεριφορές της παθητικότητας, νωχέλειας, ηδονισμού, αδράνειας κ.λπ. Επίσης, συνυπολογίζεται το νεαρό της ηλικίας των στρατιωτών με τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν αυτές τις ηλικίες (Κουρέτας, 1932, σ.36). Αφετέρου στην δραστηριοποίηση παρανόμων οργανώσεων διακίνησης ουσιών στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με την παραγωγή και τον ανταγωνισμό των φαρμακοβιομηχανιών, ιδιαίτερα των Γερμανικών (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ.σ.99,100). Σχετικά με τους αιτιολογικούς παράγοντες της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη, εκτέθηκαν κυρίως οι απόψεις του Δ. Κουρέτα. Παρεμφερείς είναι οι απόψεις των Κ. 72

75 Κατσάρα (1934α, 1934β), Ε. Τριανταφυλίδη (1925), Φ. Σκούρα (1933), Κ. Μακρή (1929), Μ. Στριγγάρη (1937), οι οποίες για λόγους οικονομίας δεν παρουσιάζονται αναλυτικά. Αρκετά διαφοροποιημένες εμφανίζονται οι απόψεις του ψυχιάτρου Κωνσταντινίδη, ο οποίος αναφέρεται στην «ικανοποίηση», την «ψυχική δυσαρέσκεια» και την «ψυχική ανάγκη». Συνοπτικά υποστηρίζει ότι οι μεταπολεμικές (σημ. εννοεί μετά το 1922) κοινωνικές συνθήκες, ο τρόπος ζωής με τις πολλές οικονομικές στερήσεις, δυσκολίες, πικρίες και τα ανυπέρβλητα αδιέξοδα, εμποδίζουν τον άνθρωπο να ικανοποιηθεί από την ζωή του, η οποία έχει γίνει επαχθής και σκληρή με αποτέλεσμα την απογοήτευση και αποθάρρυνση. Κάτω απ αυτές τις συνθήκες θεωρεί ότι ο άνθρωπος για να ξεπεράσει την ψυχική δυσαρέσκεια καταφεύγει στις ουσίες. Εκτός των κοινωνικών αιτίων, υπενθυμίζεται ότι συντελούν στην εξάρτηση και παράγοντες ατομικοί, οι οποίοι ποικίλουν. Ορίζει όμως δυο βασικές υποκατηγορίες: στην πρώτη ανήκουν κάποιοι που τυχαίνει να είναι ψυχικά ανώμαλοι και θέλουν να δοκιμάσουν τα πάντα και στην δεύτερη, κάποιοι που αισθάνονται την ψυχική ανάγκη να καταφύγουν στις ουσίες και στις επενέργειές τους. Θέτει επίσης υπ όψιν τους παράγοντες της μίμησης, του προσηλυτισμού και τις εξαρτήσεις που προέκυψαν λόγω χρόνιας ή επώδυνης ασθένειας. Τέλος, σημειώνει την άγνοια και την επιπολαιότητα γιατρών, οι οποίοι χορηγούν αφειδώς μορφίνη για οποιονδήποτε θεραπευτικό σκοπό (Κωνσταντινίδης, 1935, σ.σ.9-11). Κατά τη μελέτη των παραπάνω πονημάτων διαπιστώθηκε ότι πολλές φορές, δεν γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των χρηστών κάνναβης και ηρωίνης, καθότι όλοι κατατάσσονται στην κατηγορία των τοξικομανών. Δεν λείπουν όμως και οι ειδικές αναφορές στους χρήστες κάνναβης, εφόσον θεωρούν ότι η συγκεκριμένη ουσία μαζί με την ηρωίνη είναι οι πλέον επικίνδυνες και ακολουθούν η μορφίνη, η κοκαΐνη, ο αιθέρας κ.λπ. Αυτό που προκαλεί εντύπωση, σε κάποιες περιπτώσεις, είναι η οξύτητα των χαρακτηρισμών για τους χρήστες κάνναβης. Όπως θα δούμε στη συνέχεια κάποιοι από αυτούς ξεπερνούν τα όρια της ιατρικής επιστήμης και των αρμοδιοτήτων της. Οι αιτιολογικοί παράγοντες της «χασισομανίας» εντοπίζονται στην ιδιαίτερη ψυχολογική ιδιοσυγκρασία των χασισοποτών. Σημειώνεται ότι η πνευματική τους αρτιότητα χωλαίνει και ότι πολλές φορές συναντώνται ηλίθιοι ή καθυστερημένοι πνευματικά. Οι διαταραχές της συναισθηματικότητας είναι το χαρακτηριστικό τους γνώρισμα που τους κατατάσσει στην 73

76 κατηγορία των «ανισόρροπων». Ως «ανισόρροπος» ορίζεται εκείνος ο οποίος δεν ανταπεξέρχεται αδιαμαρτύρητα στις κοινωνικές απαγορεύσεις, διότι στερείται της προσαρμοστικής ικανότητας. Έτσι, μένει εκτός κοινωνικού πλαισίου, αντιτασσόμενος στην κοινωνία και τις αρχές της. Η «ανισορροπία» προέρχεται από τον υπέρμετρο ατομισμό και την απουσία ηθικής βάσης και αλτρουισμού. «Ο ανισόρροπος παρουσιάζεται με την μάσκα του καταθλιπτικού, του εγωϊστού, του παρανοϊκού οξύθυμου, του διεστραμμένου αντικοινωνικού». 87 Οι κοινωνικοί παράγοντες της χασισοποσίας αναζητούνται, για μεν τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα στην μεταπολεμική ηθική εξουθένωση, στον συμφυρμό των κατώτερων τάξεων μετά την Μικρασιατική καταστροφή, στην οικονομική κρίση και την ανεργία. Στα δε ανώτερα στρώματα, στην πολυτέλεια, την εξασφάλιση του αύριο, την εύκολη πραγμάτωση κάθε επιθυμίας, την αναζήτηση νέων απολαύσεων και τον σνομπισμό. Τέλος, για την «χασισομανία» υποστηρίζεται ότι θα πρέπει να μελετηθεί με βάση τους νόμους της ψυχολογίας των μαζών και της ομαδικής ψυχικής μόλυνσης (Σκούρας, 1933, σ.σ.96,97). Η χρήση του χασίς και κατ άλλους, οφείλεται στην μακρά διαμονή του Ελληνικού στρατού στην Μ. Ασία, αλλά και στην άφιξη στην Ελλάδα πολλών εθισμένων σ αυτό προσφύγων (Δοντάς, Ζής, 1927, σ.570). Υπάρχουν επίσης αναφορές στην γεωγραφική θέση της Ελλάδας (μεταξύ Ανατολής και Δύσης), η οποία την κάνει πιο ευάλωτη στους κινδύνους εξάπλωσης ασιατικών επιδημιών. Παραλληλίζουν μάλιστα τις επιδημίες με τις επιρροές που δέχεται η χώρα σε πολιτισμικό επίπεδο από την ανατολή. Τέτοιου τύπου επίδραση θεωρείται και η χρήση του χασίς (Στριγγάρης, 1937, σ.32). Οι απόψεις που εν συντομία παρουσιάστηκαν, σχετικά με τους αιτιολογικούς παράγοντες της εξάρτησης, στο σύνολό τους προέρχονται από ψυχιάτρους. Κατ αυτούς η ανισορροπία για τους εξαρτημένους από τα κατώτερα στρώματα, η ανία για τους προερχόμενους από τα ανώτερα στρώματα, η ψυχασθένεια και η κληρονομικότητα είναι οι «εσωτερικοί» λόγοι της εξάρτησης από ουσίες. Άξιες προσοχής είναι οι ψυχολογικές αιτιάσεις, οι οποίες κατατάσσονται ως δευτερεύουσες. Ως προς τους «εξωτερικούς» λόγους, οι συχνές 87 Σκούρας Φ., Οι χασισομανείς, στο Ιατρικός Τύπος, Ιανουάριος 1933, σ

77 αναφορές στην συνταγογράφιση των γιατρών, δείχνουν ότι αυτή έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση του φαινομένου, αν και κάποιοι προσπαθούν να αποποιηθούν της ευθύνης, μεταβιβάζοντάς την στους πάσχοντες. Σχετικά με την «χασισομανία», ως προς το ιατρικά αίτια δεν φαίνεται να διαφοροποιείται από την «ηρωινομανία». Προβάλλονται έντονα τα ηθικά χαρακτηριστικά των χρηστών και δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στον πόλεμο, τους Μικρασιάτες πρόσφυγες και τον ανατολίτικο πολιτισμό. β. Η εξάρτηση και ο εξαρτημένος Στα θεμελιώδη ερωτήματα, τι είναι η εξάρτηση και ποιός ο εξαρτημένος, στη μεσοπολεμική βιβλιογραφία φαίνεται ότι υπάρχει αδυναμία ορισμού τους. Έτσι, δίνονται γενικές ιατρικές-ψυχιατρικές ή ηθικολογικές ερμηνείες όπως: «Η τοξικομανία είνε πάθος, αρρώστεια της ψυχής και του σώματος, αρρώστεια ατομική και κοινωνική. Διαφέρει όμως από τις άλλες, που μας έρχονται χωρίς να τις επιζητούμε συνειδητώς τουλάχιστον, διότι την τοξικομανία, τη δημιουργεί ο άνθρωπος με τα ίδια του τα χέρια, κι έτσι ενώ για τις άλλες προκαλεί τον οίκτο, για την τοξικομανία τουναντίον επισύρει την περιφρόνηση και την αποστροφή». 88 Σε άλλες περιπτώσεις παρατηρείται αποκλειστική επικέντρωση στην οργανικήβιολογική πλευρά, όπου η εξάρτηση είναι «μία ακατάσχετος, ακράτητος και ακαταμάχητος διαρκής ανάγκη του οργανισμού προς χρήσιν του δηλητηρίου, με τάσιν αυξήσεως της δόσεως κατά διάφορα χρονικά διαστήματα. Μία δίψα που έπειτα από λίγο καιρό αποβαίνει ακατανίκητον και τυραννικόν πάθος». 89 Ή κατ άλλους είναι η αδιάλειπτη χρήση ουσιών, η οποία αποτελεί προϋπόθεση ομαλής σωματικής ζωής. Δεν απουσιάζουν και οι απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η ουσία κατέχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, της δίνουν μάλιστα μυθικές ιδιότητες, όπου στοχεύουν μάλλον στην αποτροπή και στον εκφοβισμό, παρά στο να ορίσουν τον εξαρτημένο. «Τοξικομανής είναι 88 Κουρέτας Δ., Οι τοξικομανείς και οι τοξικομανίες, στο Τα κοινωνικά νοσήματα, περιοδική έκδοση του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων, Νοέμβριος 1932, σ Βαμβάς Σπ., Η μορφίνη και η ηρωίνη ως φάρμακον, ΕΞΠΡΕΣ - αστυνομική και κοινωνική επιθεώρηση, αρ. φύλλου 7, 27 Μαρτίου 1932, σ

78 εκείνος όστις, άπαξ λαβών ναρκωτικόν τι, καταλαμβάνεται βαθμηδόν από την ακατανίκητον και παθολογικήν ανάγκην να λάβη και πάλιν εξ αυτού». 90 Τέλος, υπάρχουν οι απόλυτα ιατρικές προσεγγίσεις όπως: «Οι τοξικομανείς, είτε χασισοπόται συστηματικοί είναι, είτε ηρωινομανείς, είτε κοκαϊνομανείς, είτε χρόνιοι αλκοολικοί κ.τ.λ. δεν πρέπει να θεωρηθούν απλώς, αλλά είναι πράγματι ασθενείς». 91 Ως προς την «ασθένεια» και την υφή της, χαρακτηρίζεται με βάση τα ψυχιατρικά δεδομένα ως «ιδιάζουσα» στην οποία περιλαμβάνεται η εγκληματική φύση του χρήστη χασίς. 92 Στις περισσότερες μελέτες δεν γίνεται ξεχωριστή μνεία στους χρήστες χασίς, διότι θεωρούνται όλοι εξαρτημένοι. Όπου υπάρχουν αναφορές στους «ήπιους» χρήστες χασίς, αντιπαρέρχονται του θέματος διότι εκτιμάται ως έλασσον. Επίσης, δεν ορίζονται και δεν διαφοροποιούνται η χρήση και η εξάρτηση. Στην προσπάθεια τεκμηρίωσης της σχέσης φρενοπάθειας και χασισοποσίας παρατίθενται στατιστικά στοιχεία από το Δημόσιο Ψυχιατρείο Αθηνών, όπου αθροίζονται οι χρήστες χασίς 93 με τους εξαρτημένους από οπιούχα και κοκαΐνη. Ο κάθε γιατρός, αναλόγως των θεωρητικών αρχών που ενστερνίζεται, χρησιμοποιεί την αντίστοιχη ορολογία και διατυπώνει τις επί μέρους ταξινομήσεις για το είδος της «ασθένειας της τοξικομανίας» και το είδος του «ασθενούς». Συνολικά οι προσπάθειες ορισμού της εξάρτησης και του εξαρτημένου είναι λίγες ως προς τον αριθμό και καταλαμβάνουν μικρό χώρο στην υπάρχουσα βιβλιογραφία. Αυτό μάλλον μπορεί να αποδοθεί, από την μια πλευρά στο πρόσφατο της εμφάνισης των εξαρτήσεων στην Ελλάδα, την μικρή εμπειρία γύρω απ αυτές, συνεπώς την έλλειψη θεωρητικού υπόβαθρου από την 90 Κουρέτας Δ., Οι τοξικομανείς εν τω στρατεύματι, Ελληνική Ιατρική, τευχ. 5, Αθήνα, 1932, σ Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα 1937, σ «Οι χρόνιες διαταραχές του χαρακτήρος των χασισομανών, η κατά διαστήματα ονειρική σύγχυση της μέθης, η εγκληματική τους διαστροφή, αποτελούν μπορούμε να πούμε ιδιάζουσα ψυχιατρική συμπτωματολογία του χασισομανούς που δεν πρέπει να συγχέωμε μ άλλες ψυχικές καταστάσεις διαφόρου νοσολογικής υποστάσεως και αιτιολογίας» Σκούρας Φ., Οι χασισομανείς, στο Ιατρικός Τύπος, Ιανουάριος 1933, σ.σ.88, Σε επόμενο κεφάλαιο θα δείξουμε ότι οι έγκλειστοι στα ψυχιατρεία χρήστες χασίς δεν αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα για την εξαγωγή αξιόπιστων συμπερασμάτων. 76

79 πλευρά της επιστήμης και από την άλλη ο περιορισμός των επιστημονικών αναζητήσεων κυρίως στο πλαίσιο της ψυχιατρικής. γ. «Ληπτέα μέτρα» Τα προτεινόμενα μέτρα έχουν περισσότερο νομικό-διοικητικό χαρακτήρα, είτε αφορούν στους εξαρτημένους, είτε στην θεραπεία και στην πρόληψη. Υλοποιητές των μέτρων, σύμφωνα με τις προτάσεις, θα πρέπει να είναι κυρίως το κράτος, οι γιατροί, η αστυνομία αλλά και οι πολίτες. Τα μέτρα συνοψίζονται: α) Στην διαφώτιση μέσω διαλέξεων, προβολών, επιδείξεων, όπως γίνεται για την ελονοσία και τα αφροδίσια νοσήματα. β) Στην ίδρυση ειδικών θεραπευτηρίων, όπου θα εισάγονται υποχρεωτικά όλοι οι εξαρτημένοι, εντασσόμενοι, όπως οι φρενοβλαβείς. Οι γιατροί θα πρέπει να δηλώνουν κάθε εξαρτημένο, όπως συμβαίνει με τους πάσχοντες από λοιμώδη νοσήματα. Η ανεύρεση των υπολοίπων εξαρτημένων να γίνεται από την αστυνομία, όπως επίσης κάθε πολίτης να έχει το δικαίωμα να τους καταγγέλλει σ αυτήν. Οι άποροι να θεραπεύονται δωρεάν, οι δε εύποροι να νοσηλεύονται σε ιδιωτικές κλινικές, υπό την επίβλεψη κρατικών οργάνων. Για τη συντήρηση των θεραπευτηρίων να χρησιμοποιούνται τα πρόστιμα που επιβάλλονται στους λαθρεμπόρους ναρκωτικών και ως κτήρια να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα διαμορφωμένα μοναστήρια γ) Στις αυστηρότερες ποινές για τους εμπόρους και στους αυστηρότερους ελέγχους των ιατρικών συνταγών στα φαρμακεία. δ) Στη μονοπώληση των ναρκωτικών από το κράτος. (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ.σ.115,116). Κατά τον Αρκαλίδη, για τη περιστολή των τοξικομανιών απαιτούνται μέτρα εκ με-ρους της Πολιτείας, αλλά και των γιατρών. Το ένα μέτρο αφορά στην μονοπώληση από το κράτος των ναρκωτικών και το δεύτερο στην εξαφάνιση των χασισοποτικών κέντρων (Αρκαλίδης, 1928, σ.97). Σχετικά με τους εξαρτημένους υπερθεματίζει της υποχρεωτικής εισαγωγής-εγκλεισμού τους σε ειδικά άσυλα και υποστηρίζει ότι «η υπόδειξις παντός κατ αυτών μέτρου, έστω και περιορίζοντος την ελευθερίαν του ατόμου, νομίζομεν, ότι δύναται 77

80 να θεωρηθή δεδικαιολογημένη». 94 Υπενθυμίζει ότι στον Καναδά έχει καθιερωθεί το μαστίγωμα ως τιμωρία των συλλαμβανομένων εμπόρων ναρκωτικών. Για δε την Ελλάδα προτείνει αυστηρές ποινές στους εμπόρους ηρωίνης που την εισάγουν από την Γερμανία μέσω Κωνσταντινούπολης, αλλά εξίσου αυστηρές ποινές και για τους μικρεμπόρους.. Ίδρυση ειδικού θεραπευτηρίου τοξικομανών προτείνει και ο Στριγγάρης, το οποίο θα υποδέχεται κατά κύριο λόγο «ηρωινομανείς» και χασισοπότες, κατά δεύτερο δε λόγο «μορφινομανείς», «κοκαϊνομανείς» κ.λπ. (Στριγγάρης, 1937, σ.329). Δεν απουσιάζουν και προτάσεις, οι οποίες θεωρούν αναγκαίο να δρα προληπτικά η κοινωνική μέριμνα με συστάσεις και συμβουλές στους μαθητές των σχολείων με διαλέξεις κ.ο.κ., εφόσον «όταν το κακόν εκδηλωθή δυσχερώς διορθούται» (Κωνσταντινίδης, 1935, σ.15). Τέλος, για τους στρατευμένους τα μέτρα προσδιορίζονται ως περιοριστικά ή εκφοβιστικά. Οι επιβαλλόμενες από τα στρατοδικεία τιμωρίες και ποινές προτείνεται να είναι η απόσπαση από λόχο σε λόχο ή από σύνταγμα σε σύνταγμα, όπως επίσης η αποστολή μερικών από αυτούς στην προκάλυψη (Κουρέτας, 1932, σ.47). Τα γνωστά στα μετέπειτα χρόνια ως «τάγματα ανεπιθυμήτων» όπως το τάγμα Καλπακίου ή «τάγμα τουμπεκί». Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η εξάρτηση από ουσίες, από μια μερίδα των γιατρών προσλαμβάνεται ως «τοξική» επιδημία, πανομοιότυπη των άλλων επιδημιών, όπου η αστυνομία, οι πολίτες και οι γιατροί, πέρα από κάθε δεοντολογία περί ιατρικού απορρήτου, προτείνεται να αποδοθούν σε ένα κυνήγι των φορέων της «μολυσματικής» ασθένειας. Ο ασφυκτικός έλεγχος, ο εγκλεισμός και η αναγκαστική θεραπεία όπως συνέβαινε με τους ψυχικά πάσχοντες, συνοδευόμενα από την τιμωρία, παρουσιάζονται ως η ενδεδειγμένη πολιτική αντιμετώπισής της εξάρτησης. Σε αυτές τις αντιλήψεις φαίνεται ότι αντιπαραβάλλονται εκείνες που προβάλλουν την ανάγκη ύπαρξης εξειδικευμένων κέντρων θεραπείας, γεγονός που δείχνει ότι αναγνωρίζουν ή «υποψιάζονται» την ιδιαιτερότητα της εξάρτησης σε σχέση με τις ψυχικές παθήσεις και προτείνουν μια άλλη, λιγότερο κατασταλτική αντιμετώπιση των εξαρτημένων. Στο ίδιο 94 Αρκαλίδης Μ. Ν., Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι, επιθεώρηση Κλινική, τευχ. 38, 20 Σεπτεμβρίου 1930, σ

81 πλαίσιο αντιλήψεων εντάσσονται επίσης οι προτάσεις για στοχευμένες προληπτικές δραστηριότητες και ανάπτυξη των υπηρεσιών κοινωνικής μέριμνας. 79

82 2. Η Νομική αυστηρότητα της αδυναμίας Παράλληλα με την Ιατρική, η οποία εξέταζε τον «ασθενή» εξαρτημένο και την «επιδημία» της εξάρτησης, η Νομική επιστήμη και η Εγκληματολογία τους ενέταξαν στο δικό τους πεδίο έρευνας και μελέτης, θεωρώντας ότι ο εξαρτημένος και η εξάρτηση ήταν σχεδόν ταυτόσημοι όροι με τον εγκληματία και το έγκλημα. Όπως συνέβη σε άλλες χώρες έτσι και στην Ελλάδα, οι απόψεις ότι η χρήση ουσιών συνδέεται με την εγκληματικότητα, αποτελούσαν ένα από τα επιχειρήματα για την απαγόρευσή τους, τη θέσπιση νόμων και τις διώξεις των χρηστών. Ιδιαίτερο βάρος μάλιστα δινόταν στη σχέση της εγκληματικότητας και της χρήσης χασίς. Οι εγκληματίες εξαρτημένοι από νόμιμες και παράνομες ουσίες, κατά τον Ποινικό Κώδικα, εντάσσονται σε μία από τις οριζόμενες από αυτόν κατηγορίες. Οι εγκληματίες συγκεκριμένα διακρίνονται ως εξής: «1) παίδες 7-12 ετών, 2) έφηβοι ετών (αρθ. 121 ε.), 3) εγκληματίαι καθ έξιν ή κατ επάγγελμα (αρθ. 90 ε.), 4) εγκληματίαι εκ φυγοπονίας ή ροπής εις άτακτον βίον (αρθ. 72), 5) εγκληματίαι οινόφλυγες ή τοξικομανείς (αρθ. 71), 6) επικίνδυνοι ψυχικώς ανώμαλοι εγκληματίαι ηλαττωμένου καταλογισμού (αρθ. 36 ε.) και 7) ψυχικώς νοσούντες ακαταλόγιστοι εγκληματίαι (αρθ. 69 ε.)». 95 Τη θέση ότι ο χρήστης και ο εξαρτημένος από ουσίες έχει άμεση σχέση με το έγ-κλημα, έρχεται να επιβεβαιώσει μελέτη του Γαρδίκα, η οποία διαπιστώνει ότι 117 άτομα τα οποία δεν ήταν εγκληματίες, αφού άρχισαν την χρήση χασίς κατέληξαν «καθ έξιν» χασισοπότες και «καθ έξιν» εγκληματίες. Το 32,5% με ροπή προς εγκλήματα βίας, το 39,3% προς εγκλήματα βίας και ατιμίας και το 28,2% με ροπή αποκλειστικά προς την κλοπή. Σε άλλη μελέτη σε 157 άτομα με εγκληματικό παρελθόν, μετά την έναρξη της χασισοποσίας το 52% εξακολούθησε την εγκληματική του δραστηριότητα χωρίς ποσοτικές διαφοροποιήσεις. Στο 48% τριπλασιάστηκε ή τετραπλασιάστηκε η εγκληματική του δραστηριότητα συνοδευόμενη από βιαιότητα, αλητεία και φυγοπονία. Συμπληρώνει ότι η οπλοφορία οφείλεται στην δειλία που προξενεί το χασίς και τελειώνει με την διαπίστωση ότι το χασίς δεν οδηγεί σε εγκλήματα κατά των ηθών (Γαρδίκας, 1951, σ.98). 95 Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δ. Τζακά Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ

83 Από τα συμπεράσματα αυτών των μελετών δημιουργούνται ερωτήματα και σοβαρότατες επιφυλάξεις ως προς την αξιοπιστία τους, λόγω έλλειψης άλλων διευκρινιστικών στοιχείων. Και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχουν πληροφορίες για το είδος του δείγματος, τον τρόπο επιλογής του, τον τρόπο συλλογής των στοιχείων, για τον ορισμό του κάθε είδους εγκλήματος (βία, ατιμία, αλητεία, φυγοπονία) καθώς και το πλαίσιο στο οποίο διαπράχτηκαν. Σε κάθε περίπτωση όμως, δικαιολογεί την κρατούσα άποψη περί εγκλήματος και εγκληματία. Ακόμη, με βεβαιότητα υποστηρίζεται από ειδικούς ότι η εγκληματικότητα των χασισοποτών είναι αποτέλεσμα παθολογικής και ανώμαλης ψυχικής διέγερσης, η οποία προέρχεται, είτε κάτω από την επήρεια της ουσίας, είτε από την απότομη αποκοπή. Η βίαιη συμπεριφορά οφείλεται στην επιδιωκόμενη άμεση και με οποιονδήποτε τρόπο ικανοποίηση του πάθους των. Συμπληρώνεται ότι, μεταξύ των χασισοποτών συναντώνται οι σωματέμποροι, οι εκμεταλλευτές, οι εραστές και οι υποστηρικτές ιεροδούλων, οι χρόνιοι τρόφιμοι των φυλακών και οι αναρχικοί άνεργοι, οι οποίοι βρίσκονται σε διαρκείς προστριβές με την δικαιοσύνη. Ανάλογες συμπεριφορές καταλογίζονται στους χασισοπότες που βρίσκονται σε στρατιωτικό περιβάλλον (Σκούρας, 1933, σ.89). Η σχέση χρήσης ουσιών και εγκληματικότητας, όπως σημειώθηκε 96 είναι υπαρκτή, ταυτόχρονα όμως, είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη και δεν μπορεί να αιτιολογηθεί μόνον με τις τοξικές ιδιότητες και παρενέργειες της ουσίας, την ψυχοπαθολογία, το εγκληματικό παρελθόν, στη κατάσταση στέρησης, κ.ο.κ. Οι επίσημοι θεσμοί της πολιτείας αναθέτουν σε επιτροπές να γνωμοδοτήσουν για τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, οι προτάσεις των οποίων τις περισσότερες φορές ψηφίζονται ως νόμοι του κράτους. Τη σύσταση, τη σύνθεση και το αντικείμενο μιας τέτοιας επιτροπής, ανακοινώνει το έγγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου του Υπουργείου Κρατικής Υγείας και Αντιλήψεως που ακολουθεί. «Αθήναι τη 3η Οκτωβρίου Απόφασις: Προτιθέμενοι, εν τη μελετωμένη οργανώσει της Κοινωνικής Προνοίας και Δημοσίας Αντιλήψεως, να μεριμνήσωμεν και δια την λήψιν μέτρων προς περιστολήν της τοξικομανίας. 96 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 6. Όταν οι ουσίες και οι εξαρτήσεις συνάντησαν το «έγκλημα». 81

84 Αποφασίζομεν. Συνιστώμεν Επιτροπήν εκ 1ον) του Γενικού Γραμματέως του καθ ημάς Υπουργείου κ. Κοζώνη, ως Προέδρου. 2ον) του Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεωργίου Παμπούκη. 3ον) του Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Κωνστ. Γαρδίκα. 4ον) του ιατρού Διευθυντού του «Ευαγγελισμού» κ. Ιωάν. Πατρικίου 5ον) του καθηγητού της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών κ. Γεωργ. Παπακώστα. 6ον) του Αστυνομικού Διευθυντού Αθηνών κ. Βαβούρη. 7ον) του Αστυνομικού Διευθυντού Πειραιώς κ. Βασιλοπούλου. 8ον) του τέως Αστυνομικού Διευθυντού κ. Αριστοτ. Κουτσουμάρη και 9ον) του Τμηματάρχου Δημοσίας Αντιλήψεως του καθ ημάς Υπουργείου κ. Νικολάου Αρκαδίου. Εις ην αναθέτομεν την μελέτην του ζητήματος της καταπολεμήσεως της τοξικομανίας και την υποβολήν ημίν, εντός του κατ ελάχιστον απαιτουμένου χρονικού διαστήματος, εκθέσεως εν η θα υποδεικνύονται τα ενδυκνειόμενα προς τον σκοπόν τούτον ληπτέα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα. Ο Υπουργός Α. Κορίζης». Είναι άξιο προσοχής ότι στην επιτροπή δεν υπάρχει κανείς από τους γιατρούς που διέθεταν κλινική εμπειρία, ερευνητικό και συγγραφικό έργο σχετικά με την εξάρτηση. Παράλληλα, είναι υποβαθμισμένη η συμμετοχή των νομικών, η δε πλειονότητα των μελών προερχόταν από τις διοικητικές και διωκτικές αρχές. Μετά την απαγορευτική διάταξη του 1891, όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη παράγραφο, που αφορούσε στην χρήση κάνναβης, η νομοθετική ιστορία στην Ελλάδα σχετικά με τις ουσίες εξελίχθηκε ως ακολούθως: 1. ΓΡΚΓ (3123)/1906 «Περί φορολογίας της ινδικής κανάβεως» /1919 «Περί αλητείας και επαιτείας» /1920 «Περί απαγορεύσεως καλλιεργείας και εμπορίας ινδικής καννάβεως». 4. Ν. Δ. 14/1925 «Περί μονοπωλίου ναρκωτικών φαρμάκων» (αφορά κυρίως οπιούχα και κοκαΐνη). 82

85 /1932 «Περί μονοπωλίου των ναρκωτικών φαρμάκων και του ελέγχου αυτών». 6. Δ «Περί του τρόπου καθορισμού της αποζημιώσεως των προ του νόμου 5539 κατόχων Ινδικής Καννάβεως /1934 «Περί συμπληρώσεως του Ν. 5539». Ποινικές διατάξεις. 8. Α. Ν. 911/1937 «Περί κυρώσεως της Συμβάσεως 1936 προς καταστολήν του παρανόμου εμπορίου των ναρκωτικών φαρμάκων». 9. Α. Ν. 976/1937 «Περί κυρώσεως αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου (575/ ) περί επεκτάσεως της κανναβοκαλλιεργείας» /1939 «Περί ρυθμίσεως της καλλιεργείας της καννάβεως κ.λ.π.» 11. Α. Ν. 2430/1940 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Νόμου 5539/1932 Περί μονοπωλίου ναρκωτικών» /1945 «Περί συμπληρώσεως της περί κανναβοκαλλιεργείας νομοθεσίας κ.λ.π.». Η αλλεπάλληλη ψήφιση νόμων σχετικά με τις ουσίες, ιδιαίτερα κατά την δεκαετία του 1930, οι οποίοι κάθε φορά τροποποιούνταν και γίνονταν περισσότερο αυστηροί, δείχνει από την μία πλευρά ότι η χρήση και η εξάρτηση από ουσίες βρισκόταν σε έξαρση, από την άλλη φανερώνει την αμηχανία του κράτους στην αντιμετώπιση μιας πραγματικότητας και τελικά την αδυναμία της Νομικής να αντιμετωπίσει ένα κοινωνικό φαινόμενο, με τα όπλα που διέθετε. Η προσέγγιση της εξάρτησης από την πλευρά των νομικών, σε πολλές περιπτώσεις δεν διαφοροποιείται από εκείνη των γιατρών, που θέτουν κατ αρχάς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος την «ουσία» και πιο συγκεκριμένα την μορφίνη. Με αρκετά απλουστευτική αιτιολόγηση, χωρίς να αναζητούνται οι βαθύτεροι λόγοι της εξάρτησης, φέρονται ως πρώτοι χρήστες της οι γιατροί, από τον 19 ο αιώνα, λόγω προσβασιμότητας στην ουσία. Τους ακολούθησαν οι τραυματίες του Α Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίοι την ελάμβαναν προς ανακούφιση των πόνων και στη συνέχεια μέσω αυτών, το οικείο περιβάλλον τους. Με τη συλλογιστική αυτή οι αναφερόμενοι ήταν οι φορείς μετάδοσης της «ασθένειας». Η εξάρτηση επίσης αποδίδεται στην μίμηση, το παράδειγμα και την περιέργεια, ενώ για τη μύηση εφήβων και ανηλίκων στις ουσίες εντοπίζονται δύο αιτίες, είτε επειδή εργάζονται σε «επικίνδυνα» επαγγέλματα όπως αυτά του λιμανιού, είτε επειδή εσύναψαν ερωτικές σχέσεις με ιερόδουλες (Γαρδίκας, 1951, σ.102). 83

86 Όπως αναλύθηκε βέβαια σε προηγούμενη παράγραφο 97 η χρήση ουσιών από τον έφηβο δεν είναι δυνατόν να αποδοθεί αποκλειστικά στα «επικίνδυνα» ή «ακίνδυνα» επαγγέλματα και στις ιερόδουλες, αλλά στους λόγους και όρους με τους οποίους ένας ανήλικος εντάσσεται στην παραγωγική διαδικασία, στις συνθήκες απόκτησης σεξουαλικής ταυτότητας κ.ο.κ. Η κατάσταση εξάρτησης από τους νομικούς, διατυπώνεται με ιατρικούς όρους και ορίζεται κυρίως ως νευρολογικό - οργανικό πρόβλημα. «Εκ της παρατεταμένης χρήσεως της μορφίνης το άτομο εμφανίζει σωματικά και ψυχικά συμπτώματα χρονίας δηλητηριάσεως, άτινα εκδηλούσιν οργανικήν αλλοίωσιν του κεντρικού νευρικού συστήματος, καθ ην η περαιτέρω χρήσις του δηλητηρίου κατέστη νοσηρά ανάγκη του οργανισμού. Η κατάστασις αυτή καλείται μορφινισμός». 98 Αναφορικά με τις επιπτώσεις της χρήσης η ουσία που συγκεντρώνει την προσοχή και τις κρίσεις είναι το χασίς. «Η χρονία κατάχρησις μεταβάλλει την προσωπικότητα του ατόμου, όπερ καθίσταται καχύποπτον, δειλόν, έμφοβον, ευερέθιστον, φιλόνικον, ανήσυχον, άστατον και φυγόπονον, δύναται δε να προκαλέση βαρείας ψυχώσεις ειδικής φύσεως, ποικίλα και πολύπλοκα παθολογικά ψυχικά συμπτώματα, παρατηρούμενα συνήθως εις τας ψυχώσεις του ομίλου των σχιζοφρενών». 99 Όπως γίνεται αντιληπτό, όλες οι αρνητικά φορτισμένες ιδιότητες από ηθική άποψη, αθροίζονται στο πρόσωπο του χρήστη χασίς, με επιστέγασμα την απειλή της βαριάς ψυχικής ασθένειας. Αποτέλεσμα αυτών είναι η ροπή προς το έγκλημα σύμφωνα με τον μηχανιστικό τρόπο ανάλυσης του θέματος, «Η απόλαυσις του χασισίου άγει εις εγκλήματα, ως η εκ περιστάσεως απόλαυσις του οινοπνεύματος και ο χρόνιος αλκοολισμός, ένεκα των ψυχικών διαταραχών εκ της μέθης του χασισίου ή της μεταβολής της προσωπικότητος, ην επάγεται η χρονία κατάχρησις αυτού, ή των ψυχοπαθολογικών διαταραχών, ας ενίοτε δημιουργεί». 100 Η υπερβολή και η γενίκευση που χαρακτηρίζουν τέτοιου είδους απόψεις αναμφίβολα δεν βοηθούσαν στην αντικειμενική επιστημονική εξέταση του προκείμενου 97 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 98 Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δημ. Τζακά - Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ Οπ. π., σ.σ.97, Οπ. π., σ

87 ζητήματος. Λειτουργούσαν εκφοβιστικά για το κοινό, του δημιουργούσαν πανικό και σύγχυση, που βέβαια άφηναν αδιάφορους τους χρήστες χασίς. Το πλέον σημαντικό όμως ήταν οι αφερέγγυες πληροφορίες που δίνονταν στους «υποψήφιους» χρήστες χασίς, ιδιαίτερα τους νέους και το περιβάλλον τους. Σε ενδεχόμενη χρήση χασίς θα έμπαιναν υπό αμφισβήτηση όχι μόνον οι προβαλλόμενοι ως ελλοχεύοντες κίνδυνοι από αυτό, αλλά και από τις άλλες ουσίες. Με ανάλογο τρόπο αμφίβολης εγκυρότητας περιγράφονται οι επιδράσεις της ηρωίνης στον οργανισμό, το στερητικό σύνδρομο και οι επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή του ατόμου. 101 Τονίζονται οι επιπτώσεις της μορφίνης, με την οποία ο άνθρωπος καθίσταται εγωιστής, ψεύδεται και είναι ακατάλληλος για εργασία, διότι συνοδεύεται από σειρά σωματικών, ψυχικών και πνευματικών συμπτωμάτων, «ο μορφινιστής θεωρείται γενικώς άτομον εκπεφυλισμένον και πλήρες ηθικών ελαττωμάτων». 102 Ο ίδιος φέρεται ότι προβαίνει σε ενέργειες που χαρακτηρίζονται συνήθως πταίσματα ή πλημμελήματα, σε περίοδο όμως αποχής είναι δυνατόν να οδηγηθεί σε εγκληματικές πράξεις. Εκτός των επαναλαμβανόμενων απόψεων περί κληρονομικότητας, εκφυλισμού, εγκληματικότητας, δεν αιτιολογούνται τα κριτήρια διαχωρισμού χρηστών ηρωίνης και μορφίνης. Τέλος, τα οργανωτικά μέτρα που έλαβαν οι διωκτικές αρχές και οι ελεγκτικές ενέργειες στις οποίες προέβησαν εκτιμώνται ως πρωτεύοντα και λυσιτελή. «Ήδη από του 1930 η Γενική Ασφάλεια Αθηνών, ανέθηκε την αναζήτησιν και δίωξιν τοξικομανών εγκληματικών και αλητών και της λαθρεμπορίας των ναρκωτικών εις ιδίαν ομάδα αστυνομικών». 103 Ο Γαρδίκας μάλιστα καθησυχάζει τον αναγνώστη καθότι η κεντρική υπηρεσία της αστυνομίας ενεργοποιείται στην εξιχνίαση και ανάκριση των παραβάσεων του νόμου περί ναρκωτικών, εφόσον παρακολουθεί όσους συχνάζουν σε καταγώγια, στα οποία γίνεται διακίνηση «ναρκωτικών» (Γαρδίκας, 1951, σ.107). Παράλληλα, για την 101 «Εκ της συνεχούς χρήσεως της ηρωίνης δυνατόν να έχωμεν σοβαράς κληρονομικάς επιβαρύνσεις, σπανίως όμως, επειδή οι ηρωινομανείς, εν αντιθέσει προς τους κοκαϊνομανείς δεν έχουσι γενετησίους διεγέρσεις και ορμάς, ένεκα δε της γενετησίου ανικανότητος αυτών διαλύεται η συζυγική σχέσις» Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δημ. Τζακά - Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ Οπ. π., σ Οπ. π., σ

88 αποτελεσματική έκβαση των δραστηριοτήτων κατά των «ναρκωτικών» προκρίνεται η ευρεία διαφώτιση του κοινού, η αναγκαστική εισαγωγή σε θεραπευτήρια των μη εγκληματιών εξαρτημένων, η εισαγωγή σε άσυλα των «ανιάτων τοξικομανών» και η φυλάκιση των εξαρτημένων οι οποίοι διέπραξαν έγκλημα (Γαρδίκας, 1951, σ.105). Πρακτικά όλη αυτή η φιλολογία μεταφραζόταν σε «εύκολες» και αθρόες καταδίκες εξαρτημένων, πολλές φορές μάλιστα με βαριές ποινές. Η επιλεγείσα πολιτική αφ ενός, αλλά και η αδιαφορία ή η άγνοια αφ εταίρου, συντηρούσαν την διαμορφωθείσα κατάσταση. «Η νοοτροπία των δικαστών δεν αντικρίζει σ αυτές τις περιπτώσεις προβλήματα καταλογισμού μια και εξ αρχής ο νόμος επιβάλλει ποινές στη χρήση των ναρκωτικών ουσιών και αγνοεί ολότελα τα αποτελέσματα της τοξικομανίας στις ψυχικές λειτουργίες». 104 Σε μια εποχή κρίσης η αναζήτηση σημείων αναφοράς εκ μέρους της κοινωνίας και ιδιαίτερα των νέων νομιμοποιούσε την ύπαρξη του «νόμου», παρότι εξακολουθούσαν να τίθενται ως ζητούμενα. Οι «εγκληματικές» συμπεριφορές βεβαίως συνέχισαν να υφίστανται ανεξαρτήτως της ύπαρξης, της νομιμότητας ή μη, των ουσιών και της εξάρτησης. Οι διενέξεις, οι ακραίες πολιτικές ελέγχου και διώξεων, οι «πολιτισμένες» μέθοδοι καταστολής με τη χρησιμοποίηση φαρμάκων ως αντιδότων, μάλλον θα πρέπει να αποτιμηθούν ως αναποτελεσματικές λόγω της εγκληματοποίησης της εξάρτησης. Κατά τον Ολιβενστάϊν «Είναι προφανές ότι, το πρόβλημα δεν είναι παρά σύμπτωμα μιας καχεκτικής μάζας μέσα στην πόλη και δοκιμάζει μια κοινωνική ομάδα: την νεολαία». 105 Εξάλλου υπήρχαν πολλοί άλλοι τρόποι για να υποβληθεί κανείς σε «εγκληματικού» τύπου δοκιμασίες, 106 να εκφραστεί βίαια, να ζήσει ριψοκίνδυνα ή να παραβεί τους νόμους, εκτός από τη χρήση ουσιών. Η ταύτιση του χρήστη ή εξαρτημένου με το έγκλημα, ο τυποποιημένος και σε ορισμένες περιπτώσεις ο επιλεκτικός τρόπος θεώρησης των πραγμάτων, η επιστημονική ασυνέπεια, η ηθικολογία, οι ανακριβείς πληροφορίες περί εξάρτησης, η χωρίς όρια εμπλοκή στον χώρο 104 Στριγγάρης Μιχαήλ, Ψυχιατροδικαστική, Αθήνα, 1947, σ Olievenstein Claude, La drogue, Gallimard, 1978, σ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 86

89 της Ιατρικής και των διωκτικών αρχών, η αποδοχή και συμπόρευση με τις απόψεις τους, είναι μερικά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον λόγο και τη θέση της Νομικής και της Εγκληματολογίας κατά την περίοδο αυτή. 87

90 3. Οι αυξημένες αρμοδιότητες των διωκτικών αρχών Ο πρωταγωνιστικός ρόλος των εκπροσώπων των διωκτικών αρχών στα κέντρα αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων ήταν εμφανής και προ της δικτατορίας της 4 ης Αυγούστου. Είναι εντυπωσιακή η παρουσία τους με σειρά άρθρων στην εβδομαδιαία εφημερίδα των γιατρών «Ιατρική Εφημερίς», όπου κατ αποκλειστικότητα έχουν αναλάβει να ενημερώσουν, να αναλύσουν το θέμα «ναρκωτικά», να κρίνουν ενέργειες, να κάνουν απολογισμούς πεπραγμένων της Πολιτείας και να προτείνουν λύσεις. Με μεγάλη ευκολία καταπιάνονται με θέματα νομοθετικά, εγκληματολογικά ή γενικότερα νομικής φύσης. Υποδεικνύουν την πολιτική που θα έπρεπε να ακολουθεί ο Τύπος και συχνά υπεισέρχονται σε θεραπευτικά θέματα. Ο ρόλος τους αυτός αποδεικνύεται και από σειρά μια υπηρεσιακών εγγράφων, την αλληλογραφία τους κ.λπ. Στα πλαίσια αυτά κινείται άρθρο με τίτλο «Τι έγινε και τι θα γίνει ακόμη δια την καταπολέμησιν των ναρκωτικών εν Ελλάδι», στο οποίο δίνονται οι ακόλουθες πληροφορίες. 1) Το επίσημο κράτος α) προσχώρησε στην Σύμβαση της Χάγης. β) Ίδρυσε μονοπώλιο ναρκωτικών φαρμάκων. γ) Ψήφισε νομοθετικά διατάγματα και νόμους σχετικούς. δ) Σφράγισε τις αποθηκευμένες ποσότητες χασίς. ε) Ενεθάρρυνε τις καταδιωκτικές αρχές. 2) Η επιστήμη, αντιπροσωπευόμενη από την Ιατρική, μελετά το θέμα και προτρέπει τους κυβερνώντες να λάβουν σοβαρά υπ όψη τους τα πορίσματα που θα εξαχθούν. 3) Η κοινωνία εξεγέρθηκε και δια του Τύπου, που την εκπροσωπεί, στιγμάτισε τους διενεργούντες εμπόριο. Οι προτάσεις είναι: 1) Το επίσημο κράτος: α) Να ιδρύσει ειδική φυλακή θεραπευτήριο για τους εξαρτημένους. β) Να συμπληρώσει τον υπάρχοντα νόμο με ποινές για τους χρήστες, να εφαρμοσθεί η αορίστου χρόνου καταδίκη, να καθοριστούν βαριές ποινές για τους εμπόρους. γ) Να συστηματοποιηθεί η δίωξη του λαθρεμπορίου με την σύσταση ειδικής υπηρεσίας δίωξης, όπως επίσης να ασκηθεί συνεχής έλεγχος στα φαρμακεία. 2) Η επιστήμη και ιδιαίτερα ο Τύπος να αναλάβουν σταυροφορία διαφώτισης του κοινού. 3) Η κοινωνία με τις υγιείς αρχές της να τεθεί αντιμέτωπος κάθε απόπειρας εξαχρείωσής της (Αρχιμανδρίτης, ). 88

91 Δεν απουσιάζουν επίσης οι παρεμβάσεις, συστάσεις και νουθεσίες προς τους δημοσιογράφους για έλεγχο των δημοσιευμάτων τους. Με υπηρεσιακό έγγραφο προς την αστυνομική διεύθυνση Αθήνας δίνονται οι ακόλουθες οδηγίες «δια την δίωξιν των ναρκωτικών προέχει όπως 2) συστηθεί εις τους δημοσιογραφούντας επί των ναρκωτικών όπως περιορίσουν τας δημοσιεύσεις των επ αυτού του ζητήματος, καθ όσον επιτυγχάνεται δια των φαντασιωδών ως επί το πλείστον περιγραφών, το αντίθετον του επιδιωκομένου (όπως υποθέτομεν) αποτελέσματος. Έχομεν υπ όψει μας δημοσιεύματα διαφόρων ανευθύνων οίτινες αναβιβάζουν τον αριθμόν αυτών εν Αθήναις ποιουμένων χρήσιν ναρκωτικών εις Εις τα αυτά δημοσιεύματα, δια φωτογραφιών και διαφόρων άλλων σημειώσεων, διεφημίζετο ως μέλλον σωτήρ, Ιατρός αμφιβόλου ποιότητος και φέρων το βάρος απελάσεως εξ Αμερικής και με καταδίκην εις 10ετή φυλάκισιν δι εμπόριον ναρκωτικών. Εάν πράγματι οι δημοσιογραφούντες πονούν δια την πληγήν αυτήν ας παράσχουν όχι πομπωδώς αλλά ησύχως και με πίστιν εις τους αρμοδίους τας παρατηρήσεις των. Η δια των δημοσιευμάτων διαφήμισις των ολεθρίων κόνεων δεν επιτυγχάνει άλλο τι ειμή πρόσκλησιν προς μίμησιν». 107 Σε άλλο έγγραφο ορίζονται οι αρμοδιότητες των διωκτικών αρχών στην εγκληματολογική έρευνα και στην διάγνωση της εξάρτησης, όπως και άλλων ασθενειών. «Περί της υγιεινής καταστάσεως του εγκληματίου. Προς άπαντα τα Παραρτήματα Ασφαλείας Η υπηρεσία της Ασφαλείας είναι η μόνη ενδεδειγμένη να περισυλλέξη τας βιολογικάς ταύτας παρατηρήσεις, εκ της ερεύνης των οποίων θα δύναται να καταλήξη εις συμπεράσματα περί των αιτίων άτινα ωθούσι τον εγκληματίαν εις την διάπραξιν του αδικήματος, και να υποδείξη ακολούθως τα μέτρα άτινα δεον να ληφθώσι προς θεραπείαν του κακού ήτοι την περιστολήν της εγκληματικότητος. Η ωχρότης του προσώπου, η υπερβολική κοιλότης των οφθαλμών, το ωχροκίτρινον ή και υαλώδες χρώμα αυτών (των οφθαλμών) εν συνδιασμώ προς την γενικήν σωματικήν καχεξίαν, μαρτυρούν άτομον ποιούμενον χρήσιν ναρκωτικών φαρμάκων. Το κίτρινον χρώμα των οφθαλμών, η τραχύτης της εκφράσεως, το ευέξαπτον του χαρακτήρος 107 Αρχείο Κουτσουμάρη

92 μαρτυρούν την χρήσιν χασίς. Το μέλαν χρώμα των οδόντων και η κακή κατάστασις αυτών, η πτώσις των τριχών της κεφαλής, μαρτυρούν πρόσωπον προσβληθέν εκ συφιλίδος και μη ακολουθήσαν κανονικήν θεραπείαν ταύτης». 108 Είναι φανερό ότι οι διωκτικές αρχές υποκαθιστούν σε μεγάλο βαθμό τους νομικούς, σχεδόν πλήρως τους εγκληματολόγους και αφήνουν έναν επικουρικό ρόλο στους γιατρούς. Έμμεσα φέρονται ως εκπρόσωποι των υπουργείων Υγείας, Δικαιοσύνης κ.λπ. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οι απόψεις και οι προτάσεις των διωκτικών αρχών ως προς την πολιτική κατεύθυνση αλλά και σε επί μέρους θέματα, σε πολλές περιπτώσεις συμπίπτουν με τις απόψεις του επιστημονικού κόσμου. Οι αυξημένες αρμοδιότητες των αστυνομικών μηχανισμών και των εκπροσώπων τους μάλλον δεν λήφθηκαν αυθαίρετα από πλευράς τους, αλλά εκχωρήθηκαν από την Πολιτεία. Ο ρόλος τους ήταν παρεμβατικός - ελεγκτικός σε κοινωνικό και ατομικό επίπεδο και δεν αφορούσε μόνο στο ζήτημα των ουσιών, αλλά συνολικότερα στην κοινωνική ζωή. Η επιλογή πολιτικής ελέγχου των κυβερνήσεων του Μεσοπολέμου αντανακλά την βαθιά κρίση που διερχόταν η ελληνική κοινωνία, την οποία βίωναν σε υπερθετικό βαθμό τα λαϊκά στρώματα. Οι εξαρτήσεις από ουσίες ήταν μια έκφρασή της, οι οποίες συχνά χρησιμοποιήθηκαν ως άλλοθι για την υπέρμετρα αυστηρή αντιμετώπιση κάθε «διαφορετικού», ιδιαίτερα όταν αντιδρούσε. 108 Οπ. π., φάκελος 79/5, 4 Μαρτίου

93 4. Αμφισβητούμενοι ρόλοι γιατρών, νομικών, αστυνομίας και ο «διεκδικούμενος ασθενής» Όπως έχει ήδη σημειωθεί, οι ενασχολούμενοι με τις εξαρτήσεις και οι ειδικοί, αναφορικά με τους εξαρτημένους από οπιούχα και κοκαΐνη επικεντρώνονται στην επικινδυνότητά τους ως φορέων μεταδοτικής ασθένειας 109 και στην έκπτωτη ηθική τους. Αυτή είναι και η κύρια αιτιολογία των διώξεών τους. Συνήθως, δεν γίνεται λόγος για την «εγκληματική τους φύση». Όσες φορές συμβαίνει, γίνεται σε ήπιους τόνους, συγκριτικά με τους χρήστες χασίς στους οποίους αποδίδουν πολλές εγκληματικές ενέργειες. Για δε τους εμπόρους «ναρκωτικών» προτείνονται σκληρά μέτρα και επιβολή της θανατικής ποινής. Με βάση τα στοιχεία που έδιναν οι διωκτικές αρχές, οι μελετητές του φαινομένου εξήγαγαν συμπεράσματα, τα οποία είναι οπωσδήποτε αμφίβολης πιστότητας. Οι ίδιοι σε κάποιες περιπτώσεις δηλώνουν ότι τα στοιχεία που διαθέτουν δεν είναι επαρκή ως προς τον αριθμό, ούτε αντιπροσωπευτικά ως προς την ποιότητα, διότι προέρχονται μόνον από τους χώρους των ψυχιατρείων και των φυλακών. Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία που ανακοίνωνε η Αστυνομική Διεύθυνση Αθήνας για παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών κατά τα έτη , 110 βάσει των οποίων οι ειδικοί με μια απλοϊκή αναγωγή εκτιμούσαν ότι από τους χρήστες ουσιών οι περισσότεροι ήταν εκείνοι της ηρωίνης. Γεγονός βεβαίως που δημιουργούσε τουλάχιστον σύγχυση στους αποδέκτες αυτής της 109 «Η φυλή κινδυνεύει, γιατί ο τοξικομανής μπορεί να φέρει στον κόσμο παιδιά ασθενικά και άρρωστα». Κουρέτας Δ., Οι τοξικομανείς και οι τοξικομανίες, στο Τα κοινωνικά νοσήματα, περιοδική έκδοση του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων, Νοέμβριος 1932, σ Ηρωίνη Χασίς Κοκαΐνη Μορφίνη Όλα τα είδη Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα, 1937, σ

94 πληροφορίας και οδηγούσε σε εσφαλμένα συμπεράσματα σχετικά με τα μεγέθη της χρήσης και της εξάρτησης, των αιτιολογικών παραγόντων και της αντιμετώπισής τους. Σε ανάλογο πλαίσιο κινείται και ο Τύπος της εποχής, ο οποίος ηθικολογώντας, τρομοκρατώντας, εξάπτοντας την φαντασία, γοητεύοντας ή σαγηνεύοντας τους αναγνώστες, 111 επιτείνει την σύγχυση σχετικά με τη χρήση και εξάρτηση από ουσίες. Από δημοσιογράφους, αλλά και ειδικούς σχετικά με τη διακίνηση ουσιών γίνονται συχνά υπαινιγμοί 112 πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα, όπως και αναφορές για το λαθρεμπόριο «ναρκωτικών» από το εσωτερικό και το εξωτερικό, για τις μεγάλες ποσότητες χασίς που εισήχθησαν από την Αλβανία κατά το 1931, τις ποσότητες μορφίνης που κατασχέθηκαν σε αποθήκες του λιμανιού στον Πειραιά, τα αποκαλυφθέντα παράνομα εργαστήρια παρασκευής ηρωίνης κ.ο.κ. Σχετικά με την διαθεσιμότητα ουσιών στην 111 Ενδεικτική αρθρογραφία: 1) Βραδινή, Οι χασισοπότες, ) Λυδίας Ζέφυρος, Μια νύχτα στο Παλλάς των χασισοποτών Ηρακλείου, Ελευθέρα Σκέψις, Ηπάκλειο Κρήτης, ) Πρωΐα, Εις το περιθώριον των γεγονότων: τα ναρκωτικά, ) Πρωΐα, Εις το περιθώριον των γεγονότων: διά τους τοξικομανείς, ) Μ. Γ., Λαθρέμποροι και τοξικομανείς εις τον Πειραιά: μια κοινωνική πληγή, Ηχώ της Ελλάδος, ) Πρωΐα, Το άσυλον τοξικομανών εν Πειραιεί, ) Νιρβάνας Παύλος, Ναρκωτικά, Εστία, ) Μπουκουβάλας Γ., Ο πόλεμος των αστυνομικών με τους λαθρεμπόρους ναρκωτικών εισήλθεν εις την τελικήν του φάσιν! Χρονογράφος, Πειραιάς, ) Μπουκουβάλας Γ., Η εγκληματικότης εις τον Πειραιά κατά το 1935 ο πόλεμος της αστυνομίας κατά των λαθρεμπόρων ναρκωτικών, Χρονογράφος, Πειραιάς, ) Λεβάντας Χρήστος, Πως εσώθη ο Πειραιεύς εκ των πλοκάμων του «εμπορίου του θανάτου», Ακρόπολις, ) Κατσαράς Κωνσταντίνος, Οι τοξικομανείς, Πρωία, ) Σπάλας Πάνος, Ο ναργιλές, Χρονογράφος, Πειραιάς, ) Πρωΐα Ο ναργιλές, ) Άννινος Γ., Ναργιλές, Πρωία, ) Ακρόπολις, Τα περίεργα συναισθήματα και αι συνήθειαι των χασισοποτών, ) Αρχιμανδρίτης Νικόλαος, Ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών είναι υπόθεσις εθνική, Ιατρική Εφημερίς, α.φ. 508, έτος Ι, Αθήνα, , σ Μετά τον πόλεμο η Ελλάδα έλαβε ως πολεμική αποζημίωση δύο τόνους μορφίνης, που πωλήθηκε κατόπιν δημοπρασίας σε εμπόρους φαρμάκων, όταν για τις ανάγκες ενός χρόνου αρκούν 4 κιλά. Κουρέτας Δ., Οι τοξικομανείς και οι τοξικομανίες, στο Τα κοινωνικά νοσήματα, περιοδική έκδοση του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων, Νοέμβριος 1932, σ

95 Ελλάδα, δεν λείπουν και οι μύδροι κατά των αλλοδαπών που δρουν ασύδοτα 113 και ταυτόχρονα από έντυπα δημοσιοποιούνται οι δρόμοι και οι στοές στο κέντρο Αθήνας και Πειραιά, που δύναται κανείς να βρει ηρωίνη. Τέλος συχνά, με σύντομα σημειώματα ανακοινώνονται οι θάνατοι εξαρτημένων. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τακτικά απαντώνται στον Τύπο οι απόψεις των ειδικών επιστημόνων, ο λόγος των οποίων συνήθως δεν διαφέρει από τον δημοσιογραφικό. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για ηθικολογικά κείμενα, διανθισμένα με πληθώρα ανούσιων πληροφοριών για τον αναγνώστη. Αποτέλεσμα αυτού η περιγραφή και η εξέταση του θέματος να απέχει κατά πολύ της πραγματικότητας, ταυτόχρονα όμως να αναδεικνύεται η κοινωνική καταξίωση και αναγνωρισιμότητα των ειδικών, οι οποίοι διόλου σπάνια διαθέτουν ιδιωτικό ιατρείο ή κλινική, όπως μας ενημερώνουν οι διαφημιστικές καταχωρήσεις που συνοδεύουν τα άρθρα τους. Ορισμένοι ειδικοί προσπαθούν να αποσπάσουν την προσοχή του κοινού από την «αστυνομική» λογική αναφορικά με το λαθρεμπόριο ουσιών και να την στρέψουν στους εξαρτημένους, δηλαδή τους καταναλωτές. «Οι καταναλωταί είναι εκείνοι, οίτινες δημιουργούν το εμπόριον και ουχί το εμπόριον τους καταναλωτάς». 114 Μέρος της κοινής γνώμης αγνοώντας την ουσία του θέματος και επηρεασμένο από τον εκφοβιστικό θόρυβο, τα δημοσιεύματα και τις γνώμες των ειδικών, διακατέχεται από απόψεις για την εξάρτηση και τον εξαρτημένο, όπως: «είναι άξιος της τύχης του, το κεφάλι του τα φταίει». Ότι είναι υπερβολή να ενδιαφέρεται κάποιος για τους εξαρτημένους, οι οποίοι είναι ανίκανοι να εργασθούν. Ότι το ορθό είναι, αντί το κράτος να ξοδεύει εκατομμύρια για να τους περισυλλέξει σε ειδικό θεραπευτήριο και να τους τρέφει δωρεάν, να απομονωθούν σε κάποιο απομακρυσμένο νησί και να αφεθούν εκεί να πεθάνουν, διότι ακόμη και ένα κομμάτι παρεχόμενο ψωμί αποτελεί σπατάλη κ.λπ. Στον αντίποδα βρίσκονται οι απόψεις των κινουμένων από φιλανθρωπικά και θρησκευτικά αισθήματα που αντιπαραβάλουν την 113 «Είνε απλούστατα μια χώρα την οποίαν κατέκλυσαν ξένοι εγκληματικοί τύποι, των οποίων την αποτελεσματικήν δίωξιν καθιστά προβληματικήν η ατέλεια της υφισταμένης νομοθεσίας». Κατσαράς Μ., Οι τοξικομανείς, στο Γύρω από την διάνοιαν και το σώμα, Σεπτέμβριος 1934, σ Κωνσταντινίδης Κωνσταντίνος (υποδιευθυντής Δημοσίου Ψυχιατρείου Αθηνών), Περί τοξομανιών, Αθήνα, 1935, σ

96 συμπόνια, την αλληλεγγύη και τον οίκτο (Στριγγάρης, 1937, σ.320). Παρόλα αυτά, είναι βέβαιο ότι ένα μεγάλο μέρος του κοινού, απορεί και αδυνατεί να κατανοήσει το «παράλογο» της χρήσης, την «αυτοκτονική» συμπεριφορά των εξαρτημένων και τη φύση του «κακού» που έπεσε πάνω στους ανθρώπους. 115 Ταυτόχρονα, αναπτύσσεται και μια παραφιλολογία για τις «μαγικές» ιδιότητες των ουσιών, ενδεχομένως για να αφήσει μια πόρτα ανοικτή στις σχέσεις των επισήμων θεσμών της πολιτείας με τις ουσίες. Έτσι, πληροφορείται το κοινό ότι, όταν κάποιος χρησιμοποιεί κοκαΐνη λεπτύνονται οι αισθήσεις του και δύναται να διαβάσει τις σκέψεις των άλλων με ένα απλό άγγιγμα. Αυτή την ικανότητα μάλιστα προτείνεται ότι θα πρέπει να την αξιοποιήσει η επιστήμη, η δικαιοσύνη και η αστυνομία, διότι κατόπιν ερευνών επί του φαινομένου η κοκαΐνη μπορεί να χρησιμεύσει για να εξιχνιασθούν εγκλήματα και σκοτεινές υποθέσεις (Γιοφύλης, , σ.27). Μέσα σε ένα κλίμα αντιφατικών πληροφοριών, διαφορετικών προσεγγίσεων και σύγχυσης ρόλων, καταθέτονται προτάσεις για τον εντοπισμό και την αποκατάσταση των εξαρτημένων, φέρνοντας σαν παράδειγμα τις πρακτικές στην Γερμανία. «Η εξέτασις του σώματος, των πτυέλων και των ούρων ενός τοξικομανούς καθίσταται απαραίτητος ως και η επιτήρησις τούτου υπό της αστυνομίας». Και στην συνέχεια συμπληρώνεται πιθανόν προς τεκμηρίωση της πρότασης «τα σωματεία ιατρών και φαρμακοποιών σπουδαίως υποβοηθούν την αστυνομίαν δια την δίωξιν και αποθεραπείαν των τοξικομανών». 116 Από το απόσπασμα αυτό εξάγεται το συμπέρασμα ότι η αστυνομία, εκτός του διωκτικού της ρόλου, θα μπορούσε να είχε «ευθύνη» και για την θεραπεία των εξαρτημένων, συνεπικουρούμενη από τους γιατρούς και τους φαρμακοποιούς. 115 «Αυτοί οι χασικλήδες ζητιανεύανε να πάρουνε λεπτά. Στα Ταμπούρια είχε που τραγουδούσαμε. Και πηγαίνανε να πιούνε λέγανε μια μυτιά. Τσι λέγανε πρεζάκηδες. Το παίρνανε απ τη μύτη. Ένα άσπρο πράμα λέγανε ήτανε και άμα το δοκιμάζανε, ύστερα δε μπορούσανε να κάνουνε δουλειά. Ηκαθούντουστε και ζητιανεύανε, σιγά-σιγά ξεπέφτανε και τσι βρίσκανε το πρωί πεθαμένοι. Τ ήτανε κείνο το κακό Σα επιδημία χολέρα ήτανε, άμα τσ ήβλεπες πεθαμένους παντού στα σοκάκια στσ αλάνες στα τραίνα τα σταματημένα παντού στα βαγόνια στον Πειραιά στον Άγιο Διονύση κάθε μέρα ηγέμιζε το κάρο τση δημαρχίας». Παπάζογλου Αγγέλα, Τα χαΐρια μας εδώ ονείρατα της άκαυτης και της καμένης Σμύρνης, εκδ. Ταμείου Θράκης-Επτάλοφος, Ξάνθη, 1986, σ Παξινός Σπύρος, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, εκδ. Μιχ. Σαλίβερου, 1940, σ

97 Η βοήθεια που πιέζονταν να παρέχουν οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί στις διωκτικές αρχές δεν αφορούσε μόνον στις πληροφορίες σχετικά με τους εξαρτημένους, αλλά και στους συναδέλφους τους. Αφορούσε στους γιατρούς, οι οποίοι συνταγογραφούσαν, αλλά κυρίως όσους χορηγούσαν μορφίνη από τα φαρμακεία των δημοσίων νοσοκομείων χωρίς να τηρούν αυστηρά τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Επίσης στους φαρμακοποιούς, οι οποίοι είτε χορηγούσαν παράτυπα φαρμακευτικά σκευάσματα, είτε αποδέχονταν πλαστές συνταγές. Η κεντρική υπηρεσία της αστυνομίας «τηρεί επαφήν μετά ειδικών υπηρεσιών δημοσίας υγείας και κοινωνικής περιθάλψεως, δι εγκυκλίων προς ιατρούς και φαρμακοποιούς προκαλεί την βοήθειαν αυτών προς ανακάλυψιν παραβατών του νόμου περί ναρκωτικών, προς τούτο δημοσιεύει δηλώσεις γενικάς ή επί ειδικών περιπτώσεων εις ιατρικά και φαρμακευτικά περιοδικά, καθιστώσα τους ιατρούς προσεκτικούς, εν ανάγκη δε κοινοποιεί ονόματα υποπεσόντων εις έγκλημα πλαστογραφίας, απάτης ή κλοπής». 117 Σύμφωνα με τον νόμο 6025 του 1934 οι παραβάτες του, οι οποίοι είχαν την ιδιότητα του γιατρού ή του φαρμακοποιού δεν τιμωρούνταν με φυλάκιση ή εκτόπιση. Μέσα στο κλίμα που περιγράφηκε, ένα θέμα που όπως φαίνεται απασχολούσε τουλάχιστον ορισμένους ειδικούς, ήταν αυτό που αφορούσε στο ρόλο του γιατρού, στην δεοντολογία, στη σχέση του με τα νομικά πράγματα και στη στάση του απέναντι στον διωκόμενο «εγκληματία» χασισοπότη ή εξαρτημένο. Η οριοθέτηση αυτή, σε πρώτη ανάγνωση, στόχευε στην προφύλαξη της επιστήμης, του επιστήμονα και του πάσχοντος. Πιθανώς όμως να είχε βασικό κίνητρο την υπεράσπιση της πρωτοκαθεδρίας στο «χώρο», εφόσον η επικρατούσα σχέση με τους νομικούς και τις διωκτικές αρχές μάλλον ήταν αυτή του ανταγωνισμού. Με αυτό τον τρόπο η εξάρτηση και ο «αποδιοπομπαίος» εξαρτημένος καθίστανται αντικείμενα διεκδίκησης από θεσμούς, οι οποίοι με τον ένα ή άλλο τρόπο ασκούσαν εξουσία. Η ανταγωνιστική διάθεση είναι ορατή σε άρθρο στελέχους των διωκτικών 117 Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δ. Τζακά Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ

98 αρχών, στο οποίο υποστηρίζει ότι οι γιατροί αγνοούν τις διαστάσεις που έχει λάβει το «πρόβλημα των ναρκωτικών» και συνεπώς τους επικείμενους κινδύνους Ο ψυχίατρος Σκούρας, ορμώμενος από την κατάσταση αυτή, υποστηρίζει ότι η πραγματογνωμοσύνη του γιατρού οφείλει να είναι αυστηρά επιστημονική μαρτυρία, να βασίζεται μόνον στα δεδομένα της ιατρικής και να μη περιλαμβάνει κρίσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα άλλων επιστημών. Η ποινική ευθύνη και η έννοια του αυτεξούσιου πρέπει να αποκλείονται από το ιατρικό λεξιλόγιο, ο γιατρός να περιορίζεται στον ρόλο του και να απαντά μόνον αν ο υπόδικος χασισοπότης κατά την στιγμή του αδικήματος έπασχε ψυχικά και δεν ήταν ικανός να ελέγξει τις παρορμήσεις του. Συμπληρώνει μάλιστα, ότι είναι αναγκαία αυτή η αναφορά του, σε μια εποχή που κάθε «ιατρός - φιλόσοφος ή ψυχίατρος» θεωρεί ως δεδομένο καθήκον να ασχολείται με προβλήματα που δεν τον αφορούν και κακώς τίθενται (Σκούρας, 1933, σ.90). Είναι προφανές ότι ο Σκούρας από τη μια πλευρά αρνείται να αποδεχτεί ότι η παρέμβαση του γιατρού δεν γίνεται υπό την ιδιότητα του ειδήμονα ή υπό την σκέπη της εξουσίας του αντικειμενικού γνώστη. Όπως επίσης να αποδεχτεί τις πρακτικές και την άποψη ότι «δεν είναι σαν ειδήμων που ο homo medicus αποκτά αυθεντία αλλά σαν σοφός». Αρνείται ότι αν «απαιτείται» από τις καταστάσεις «το ιατρικό επάγγελμα, είναι σαν νομικό και ηθικό εχέγγυο και όχι σαν επιστήμη. Που θα μπορούσε κάλλιστα (τον γιατρό) να τον αντικαταστήσει ένας ευσυνείδητος άνθρωπος, με ηθική ακεραιότητα και ο οποίος να είχε μακρόχρονη εμπειρία». 119 Με τον τρόπο αυτό προσπαθεί να θέσει ένα όριο, ώστε να σταματήσουν οι αμφίδρομες παρεμβάσεις Ιατρικής - Νομικής και κατ επέκταση των διωκτικών αρχών. Από την άλλη επιχειρεί να απαντήσει σε προσεγγίσεις 118 «Είναι παρήγορον ότι ο ιατρικός Σύλλογος της πρωτευούσης επελήφθη ως ανέγραψαν τ Αθηναϊκά Νέα της , της εξετάσεως του ζητήματος της τοξικομανίας εις τον τόπον μας Ο κίνδυνος εκ της διαδόσεως των ναρκωτικών ουσιών είναι πολύ μεγαλύτερος ή όσον περεστάθη κατά την μνημονευθείσαν συνεδρίασιν του ιατρικού συλλόγου, όστις ως είδον τουλάχιστον δημοσιευόμενον εβάσισε τας κρίσεις του επί του περιορισμένου αριθμού των προς θεραπείαν εισαχθέντων (95) τοξικομανών εις το Δρομοκαΐτειον Ψυχιατρείον» Κουσουμάρης Ν. Α., Μια μεγάλη κοινωνική πληγή, Ιατρική Εφημερίς Φουκώ Μισέλ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, εκδ. Καλέντης, 2007, σ

99 κοινωνιολογικού, ψυχολογικού ή ψυχαναλυτικού τύπου, που έβλεπαν τον εξαρτημένο ως πρόσωπο μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες και περιβάλλον. Η ενδελεχής μελέτη, των ούτως ή άλλως περιορισμένων στον αριθμό επιστημονικών κειμένων, δείχνει ότι δεν υπάρχει πάντα αντιστοιχία αυτών με το «πραγματικό». Η δραματοποίηση της βίας που εμπεριέχει η εξάρτηση, η πρόκληση και η γοητεία του απαγορευμένου, οι συμβάσεις που υφίστανται από την κρατούσα ιδεολογία και ηθική, όπως και από την θέση των επιστημόνων στο κοινωνικό γίγνεσθαι, η μονοδιάστατη προσέγγιση, η απόκρυψη ή στρέβλωση στοιχείων και το γεγονός ότι η επιστήμη, σχετικά με το αντικείμενο, βρισκόταν στα πρώτα της βήματα, είναι μερικοί από τους λόγους αυτής της αναντιστοιχίας. Οι απόψεις των γιατρών, νομικών, εγκληματολόγων, αστυνομικών και δημοσιογράφων, μέρος των οποίων παρουσιάστηκαν στο παρόν κεφάλαιο είναι βέβαιο ότι εκτιμώνται βάσει του δοσμένου κοινωνικού πλαισίου, των διεθνών συνθηκών και της ανάπτυξης της επιστήμης. 120 Φέρουν όλες τις αντιφάσεις και συγκρούσεις της εποχής, εκφραστής των οποίων είναι άλλωστε αυτό καθ εαυτό το αντικείμενο της μελέτης. Οι αντιφάσεις είναι εμφανείς κατά την εξέταση του περιεχομένου κάθε κειμένου, όπου συνυπάρχουν αντιλήψεις, οι οποίες με τα σημερινά δεδομένα, θα μπορούσαν εύκολα να χαρακτηρισθούν «συντηρητικές», όπως επίσης και αντιλήψεις ρηξικέλευθες, συγκρινόμενες με το σύγχρονο επιστημονικό λόγο. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί και συνυπολογισθεί ότι δεν υπήρχε πάντα και από όλους τους ειδικούς η δυνατότητα ελεύθερης έκφρασης των απόψεών τους. 120 «Η υπανάπτυξη της οικονομίας συνοδευόταν, συν τοις άλλοις, από την υπανάπτυξη της επιστημονικής ζωής, η οποία χαρακτηριζόταν επιπλέον από μια δουλική εξάρτηση από την αλλοδαπή και από μια στείρα προγονοπληξία», (Τζαβάρας, 1991, σ.3). 97

100 98

101 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΜΗΝΕΙΩΝ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ - ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ 99

102 1. Η χρήση χασίς που ενώνει. Στην Ελλάδα, όπως και αλλού, η χρήση προϊόντων της κάνναβης και άλλων ουσιών ήταν ενταγμένη στην κοινωνική ζωή των ανθρώπων. Η χρήση γινόταν μέσα από τελετουργίες σε στιγμές μεταβάσεων, που στόχο είχαν συνήθως την ικανοποίηση κοινωνικών, υπαρξιακών ή μεταφυσικών τους αναγκών με την προσέγγιση του ιερού. Οι διαδικασίες αυτές είχαν συλλογικό χαρακτήρα, απευθύνονταν στην κοινότητα και συμμετείχαν όλοι. Εξυπακούεται βεβαίως ότι ήταν αποδεκτές από όλους τους επίσημους και ανεπίσημους θεσμούς. Το τελετουργικό ήταν αυτό που εξασφάλιζε το μέτρο, που όριζε τον κανόνα της χρήσης και κατά συνέπεια την προστασία των μελών της κοινότητας από οποιεσδήποτε δυσάρεστες παρενέργειες. Είναι φανερό ότι όσο μεγαλύτερο μέρος καταλάμβανε το τελετουργικό στη χρήση κάποιας ουσίας, τόσο μειώνονταν οι πιθανότητες εκτροπών από τον αρχικό στόχο. Αυτό βέβαια συνέβαινε, διότι το τελετουργικό συμβόλιζε τον κοινά αποδεκτό άγραφο νόμο. Από την αρχαιότητα, κατά τη διάρκεια των τελετών κάθαρσης, οι ουσίες καταλάμβαναν τον δικό τους χώρο σ αυτές. Στο πλαίσιο της κοινωνικής και ψυχικής οικονομίας, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, μεταξύ των δύο πολέμων, συναντάται συχνά χρήση ουσιών. «Εις την περιοχήν της Φλωρίνης, διά κοπανίσματος εντός ιγδίων σπόρου καννάβεως και προσθήκης θερμού ύδατος, ελάμβανον πυκνόρευστον μάζαν. Εκ ταύτης, κατόπιν διηθήσεως (στραγγίσματος), ελάμβανον καθαρόν γαλακτώδες υγρόν, εντός του οποίου έρριπτον βρασμένον σίτον. Την ούτω παρασκευαζομένην σούπαν εχρησιμοποίουν ως νηστήσιμον φαγητόν. Ήδη απαγορευθείσης της καλλιεργείας της καννάβεως, η συνήθεια αύτη εγκαταλείφθη». 121 Ανάλογη λειτουργία είχε η χρήση προϊόντων κάνναβης, σε τελετές που σχετίζονταν με τις αρχέγονες αναζητήσεις της ανθρώπινης ύπαρξης για την ζωή και τον θάνατο, την αθανασία, την λήθη και την αλήθεια. «εις περιοχάς δε τινάς της Ελλάδος (Αιγιάλεια και αλλαχού) προστίθεται (σημ. ο καρπός κάνναβης) εις τα κόλλυβα, ελαφρώς πεφρυγμένος ή 121 Παπαδόπουλος Δημήτριος, Η Κάνναβις, Υπουργείον Γεωργίας, Αθήναι, 1959, σ

103 μη». 122 Χρήση ουσιών γινόταν επίσης για λόγους θεραπευτικούς, που αποσκοπούσε κυρίως στην ανακούφιση από σωματικά και ψυχικά άλγη, όπως συνέβαινε γενικότερα με την χρήση των βοτάνων. Η «δι ηδονηστικούς» λόγους χρήση ουσιών και κατά κύριο λόγο του χασίς δεν εξέλειπε. Έφερε όμως πολλά στοιχεία από την παράδοση, όπως αυτά της κοινωνικοποίησης και της ενδυνάμωσης των κοινωνικών δεσμών. Στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου από την μια πλευρά αναπτύσσεται η βιομηχανία και οι κοινωνικοοικονομικοί όροι που την διέπουν, από την άλλη παραμένουν πολύ ισχυροί οι δεσμοί της κοινωνίας με το αγροτικό παρελθόν και παρόν της. Οι βαθιές αλλαγές που συντελούνται στη χώρα μεταβάλλουν τις σχέσεις των ανθρώπων με τις ουσίες και φέρνουν στο προσκήνιο νέες ουσίες. Στις νέες συνθήκες αρχίζουν να υποχωρούν οι παλαιού τύπου συλλογικότητες και αρχίζει να προβάλει ο ατομισμός. Αν θεωρηθεί ότι το κοινωνικό σώμα κάθε εποχή χρησιμοποιεί ή εξαρτάται από ουσίες που έχει ανάγκη, με τα γνωρίσματα που αυτές φέρουν, συνάγεται ότι χρήση των νέων ουσιών, όπως η ηρωίνη σηματοδοτεί, με ηχηρό τρόπο, τον κλονισμό των κοινωνικών δεσμών και την αποκοινωνικοποίηση του ατόμου. «Οι χασικλήδες είναι τώρα περιωρισμένη τάξις. Είναι οι διατρέχοντες τον βίον με αραμπάν έναντι της προόδου των ηρωϊνομανών, ιπταμένων προς την παραφροσύνην». 123 Έτσι μπορεί να ερμηνευθεί και η άρνηση των χασισοποτών να αποδεχτούν την ηρωίνη και τους χρήστες της. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι επενέργειες της κάνναβης στο άτομο δεν είναι μόνον βιολογικές, τα αποτελέσματα σωματικά και ψυχικά εξαρτώνται από την ποσότητα, από τον τρόπο απορρόφησης, από την ποιότητα της ουσίας, αλλά ακόμα και από την συλλογική ατμόσφαιρα κάτω από την οποία χρησιμοποιήθηκε (Olievenstein, 1978, σ.43). Η χρήση του χασίς υπό αυτή την οπτική είναι δυνατόν να θεωρηθεί, ως απάντηση-άμυνα στις επερχόμενες κοινωνικές αλλαγές και υπεράσπιση της κοινότητας και των σχέσεων της. 122 Οπ. π., σ Κατσάρας Μ. Κωνσταντίνος, Η τοξικομανία, στο Γύρω από τη σύγχρονη ζωή, εκδ. Πυρσός, Αθήνα, 1934, σ

104 Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η στάση των χρηστών χασίς είναι αποτέλεσμα ενός συστήματος ιδεών ή συγκεκριμενοποιημένης εκ των προτέρων δράσης. Οι συνθήκες και οι τρόποι χρήσης του χασίς μάλλον επιβεβαιώνουν την παραπάνω υπόθεση. «Το χασίς καπνίζεται καθ ομάδας υπό πολλών, εκ του αυτού ναργιλέ, όστις περιέρχεται εκ περιτροπής, από στόματος εις στόμα». 124 Ο Σκούρας χαρακτηρίζει την χασισοποσία «ως ομαδικό κοινωνικό φαινόμενο» 125 και περιγράφοντας στοιχεία του τελετουργικού συμπληρώνει ότι «Οι χασικλήδες φουμάρουν όλοι μαζί, ποτέ μονάχοι Όλοι τότε κάνουν κύκλο και κάθονται αλά τούρκα κατά γης με τα πόδια σταυρωμένα. Ο ναργιλές κάνει το γύρο χέρι με χέρι και ο καθένας τους τραβάει με τη σειρά του. Η πρώτη ρουφηξιά όσο το δυνατό πιο βαθειά και πιο παρατεταμένη από τις άλλες χαιρετάται ομαδόν με την ευχή: γεια χαρά!». 126 Ο Στριγγάρης για την ομαδική χρήση του χασίς υπογραμμίζει ότι δεν είναι αρεστό στους χασισοπότες το κάπνισμα κατά μόνας. Αντίθετα σχηματίζουν παρέες, μικρούς φιλικούς κύκλους, από δύο έως πέντε ή και περισσότερα άτομα, οι οποίοι παραμένουν με την αυτή σύνθεση για κάποιο χρονικό διάστημα. Πολλές φορές πρόκειται για μια τυχαία συνάντηση, η οποία εξελίσσεται, χάρις στο κάπνισμα του χασίς, σε μια βαθειά φιλία. Άλλοτε πάλι πρόκειται για παλαιούς γνώριμους, οι οποίοι συναντώνται μετά από συνεννόηση με σκοπό το κάπνισμα του χασίς, «όπως περίπου τα μέλη μιάς λέσχης δια το παίξιμον ζατρικίου. Εις τους κύκλους αυτούς τα μέλη ταχέως ονομάζουν εαυτούς φίλους και εφ όσον η σύνθεσις των παραμένει η αυτή, οι φίλοι ούτοι υποστηρίζουν αλλήλους». 127 Και συνεχίζει με τις διαπιστώσεις του για τις συλλογικές συνήθειές τους κατά την χρήση του χασίς, οι οποίες είναι τόσο διαδεδομένες, «ώστε να δύναται να υποθέση τις μετά βεβαιότητας, ότι εις ένα μέρος όπου επιστοποιήθη ένας και μόνον χασισοπότης, υπάρχει τουλάχιστον και δεύτερος» Κουρέτας Δ., Οι τοξικομανείς εν τω στρατεύματι, Ελληνική Ιατρική, τευχ. 5, Αθήνα, 1932, σ Σκούρας Φ., Οι χασισομανείς, στο Ιατρικός Τύπος, Ιανουάριος 1933, σ Οπ. π., σ.σ.80, Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα, 1937, σ.σ.51, Οπ. π., σ

105 Το πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των χρηστών χασίς επισημαίνεται και από τον Πάξινο, το οποίο δεν μπορεί να αποδοθεί μόνον στις διώξεις που υφίστανται, αλλά στην γενικότερη στάση και αρχές τους. «Ευρίσκεται εις τα άτομα ταύτα εις μέγαν βαθμόν ανεπτυγμένον και το συναίσθημα της αλληλεγγύης, το οποίον εκδηλούται παντού και πάντοτε και υπό παντοειδείς μορφάς». 129 Οι περισσότερες περιγραφές περί της προσωπικότητας των χρηστών χασίς είναι ηθικολογικού τύπου και αρνητικές, εφόσον παρουσιάζονται ως χυδαίοι ηδονιστές και έκφυλοι. Αντίθετα, ο Στριγγάρης εκτιμά ότι «οι ίδιοι είναι ολιγαρκείς ακόμη και όταν έχουν την δυνατότητα να προσφέρουν στον εαυτό τους απολαύσεις. Συγχρόνως είναι πλήρεις επιθυμιών, που περιορίζονται σε ονειροπολήσεις». 130 Η αρνητική στάση των χασισοποτών έναντι της «κοινωνίας» είναι διαμετρικά αντίθετη με τη στάση τους απέναντι στην κοινότητα. Όταν οι ίδιοι αναφέρονται στην κοινωνία μάλλον έχουν κατά νου την εξουσία, τους μηχανισμούς της και όσους τοποθετούνται εκτός των δικών τους αρχών, αξιών και στάσεων: «Ψεύτη ντουνιά», «κακούργα κοινωνία», «παλιοζωή», «άδικε κόσμε» κ.λπ. Σε αντιδιαστολή της κοινωνίας που αλλάζει σε μια κατεύθυνση αλλοτριωτική για τις διαπροσωπικές σχέσεις, οι χασισοπότες προβάλουν τον δικό τους τρόπο αντίληψης του κόσμου, των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων και την ηθική από την οποία διέπονται, έχοντας ως σημείο αναφοράς τη χρήση του χασίς. Η κλίμακα της κοινότητας, που παραπέμπει σε αγροτικά πρότυπα, τους είναι πιο οικεία από την απρόσωπη και χαοτική κοινωνία της ανωνυμίας. Από την αντιμετώπιση του επίσημου κράτους και τις διώξεις που υφίστανται γνωρίζουν πολύ καλά ότι το χασίς, για την κοινωνία, τις Αρχές και τους ίδιους αποκτά μια ιδιαίτερη συμβολική σημασία. Έτσι, ο χρήστης χασίς για την μία πλευρά ορίζεται ως «ο έχων την συνήθειαν να μεθύσκεται δια του χασίς καλείται χασισοπότης (κοινώς χασικλής), κατ επέκτασιν δε λέγεται ούτω και ο φαυλόβιος και πας άνθρωπος του υποκόσμου». 131 Και για την άλλη η χρήση χασίς 129 Παξινός Σπύρος, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, εκδ. Μιχ. Σαλίβερου, 1940, σ Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα, 1937, σ Παξινός Σπύρος, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, εκδ. Μιχ. Σαλίβερου, Αθήνα, 1940, σ

106 αποτελεί ένδειξη θάρρους, ανδρισμού, αρχών, (Στριγγάρης, 1937, σ.292) αντίδρασης στην εξουσία. Οι μηχανισμοί ελέγχου δεν στοχεύουν στον περιορισμό της χρήσης, αλλά στην απομυθοποίηση των αντιλήψεων και του τρόπου ζωής των χρηστών. Τα χρησιμοποιούμενα όπλα είναι ηθικά, όπως αυτό της διαπόμπευσης. «Δια της βεβαιώσεως τοιούτων παραβάσεων η αστυνομία δεν αποσκοπεί μόνον εις την επιβολήν αναλόγου ποινής εις τους παραβάτας, αλλά γενικότερον εις την εξασθένησιν του γοήτρου των και εις τον εξευτελισμόν των, κατατάσσουσα αυτούς εις την τάξιν των κακοποιών ως λ.χ. δια φωτογραφήσεως αυτών, δακτυλοσκοπήσεως και αναγραφής ειδήσεων εις τον ημερήσιον τύπον, αναφερομένων εις την σύλληψίν των. Οι κακοποιοί ούτοι δεν φοβούνται τόσον την εκ των Νόμων απορρέουσαν ποινήν, όσον την υπό των αγράφων νόμων επιβαλλομένην». 132 Κάποιες ομάδες του πληθυσμού λοιπόν, καθόλου ευκαταφρόνητες, τηρούν μια στάση αρχών, η οποία χαρακτηρίζεται από την συλλογικότητα και την αλληλεγγύη στο ενωτικό πλαίσιο της κοινότητας. Ορισμένοι από αυτούς εκδηλώνουν την διαφωνία τους για την κοινωνία και τους θεσμούς της, αρνούνται τις αλλοτριωτικές τάσεις του ατομικισμού, του κονφορμισμού και της αποκοινωνικοποίησης, των απαγορεύσεων, της ηθικολογίας και της υποκρισίας, έχοντας ως κοινό τόπο την χρήση του χασίς. Η στάση αυτή δεν είναι ενιαία, εκφράζεται με διάφορους τρόπους και είναι πολυσήμαντη. 133 Το χασίς διαδραματίζει κεντρικό ρόλο σε αυτή την αντίθεση επειδή επελέγη από το επίσημο κράτος ως σημείο τριβής ή εκτόνωσης της κοινωνικής έντασης. 132 Παξινός Σπύρος, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, εκδ. Μιχ. Σαλίβερου, Αθήνα, 1940, σ.σ.88, )Είναι πολύ χαρακτηριστική η μαρτυρία της σμυρνιάς τραγουδίστριας Αγγέλας Παπάζογλου, «Οι χασικλήδες ήταν λέει ξαπλωμένοι χάμω. Μαστουρωμένοι ήτανε, ζαλισμένοι, άχρηστοι άνθρωποι, ζαβλακωμένοι σκατόμουτρα ήτανε. Απ τσ εκλογές ζούσανε αυτοί. Το χασίσι που πίνανε το παίρνανε απ τα λεπτά που τους δίνανε οι κομματάρχες. Αμαρτία Τους πληρώνανε στσ εκλογές και τρομοκρατούσανε τον κόσμο». Παπάζογλου Αγγέλα, Τα χαΐρια μας εδώ ονείρατα της άκαυτης και της καμένης Σμύρνης, εκδ. Ταμείου Θράκης-Επτάλοφος, Ξάνθη, 1986, σ )Πολλές αναφορές για τον υπόκοσμο, το παρακράτος και τη χρήση χασίς πριν, κατά και μετά την Κατοχή έχει ο Γιάννης Θεοδωράκης στο βιβλίο του, Υπέρ βωμών και αστείων, σ.σ.19,21,24,34,37,40, 64,84,187,

107 «Εάν η τοξικομανία αναδεικνύεται σε θέμα καταλύτη, είναι διότι η ίδια προσφέρει δυνατότητες για την εκμετάλλευση του ηθικού λόγου, που δρα ως κινητήριος δύναμη για διάφορες ανακατατάξεις των κοινωνικών συμβόλων». 134 Ενδεχομένως, εάν δεν υπήρχε το χασίς θα είχε εφευρεθεί κάτι άλλο αντ αυτού για να λειτουργήσει ως πεδίο μάχης ή κοινωνικός εξαεριστήρας. Παρεμφερείς τρόποι «αξιοποίησης» των ουσιών, για άσκηση εσωτερικής πολιτικής, συναντώνται και σε άλλες χώρες, με πλέον χαρακτηριστικούς αυτούς που εφαρμόσθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. «Αποδίδοντας στη μαριχουάνα τις προσπάθειες των μαύρων να βελτιώσουν την κατάσταση τους, οι λευκοί μπορούσαν να εκλογικεύουν όλες τις βαρβαρότητες που διέπρατταν εναντίον τους». 135 Η Ελληνική κοινωνία στη βιομηχανική εποχή περνά στην «ενηλικίωση» και «ωρίμανση» μέσα από την αμφισβήτηση των διαμορφούμενων συνθηκών ζωής. Τα λαϊκά στρώματα που πλήττονται από τις νέες σχέσεις στην εργασία και την οικονομία, που υποχρεούνται στην αποδοχή ενός άλλου τρόπου ζωής και πολιτισμού σχέσεων, αντιδρούν συχνά αυθόρμητα με τον προσφορότερο κάθε φορά τρόπο. Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της χρήσης του χασίς ήταν η ευχαρίστηση, αλλά ήταν παράλληλα και εκδήλωση μιας γενικότερης διαφωνίας για το κοινωνικό γίγνεσθαι. Σε πολιτικό επίπεδο, ίσως αυτός ήταν και ο σοβαρότερος λόγος των διώξεων και της απαξίωσης των χρηστών χασίς από τους κρατούντες και τους εκπροσώπους τους. Στο όνομα του χασίς, κατά πάσα πιθανότητα, ευρέθη ένα πρόσχημα για την άσκηση ελεγκτικής εσωτερικής πολιτικής. Σε επίπεδο κοινωνικό - πολιτισμικό είναι σαφές ότι το χασίς εκπροσωπεί την παράδοση, που αντιστέκεται στη νεοτερικότητα, η οποία εκφράζεται με την κοκαΐνη, ηρωίνη, μορφίνη κ.λπ. Στο σημείο αυτό βρίσκεται και η ειδοποιός διαφορά της χρήσης χασίς - κάνναβης στην εποχή του Μεσοπολέμου, με την χρήση χασίς - κάνναβης στη σημερινή εποχή. Σήμερα, με εξαίρεση την ηθική αντιμετώπιση, έχουν διαφοροποιηθεί πλήρως, ο κοινωνικός 134 Τσίλη Σωσώ, Η τοξικομανία ως ιδεολογικό διακύβευμα. Η περίπτωση της Ελλάδας, εκδ. ΕΚΚΕ, 1995, σ.σ.275, Γρίβας Κλεάνθης, Κάνναβη μαριχουάνα χασίς, εκδ. Λιβάνη, 1993, σ

108 περίγυρος, το πολιτισμικό πλαίσιο της χρήσης, όπως παρουσιάστηκε προηγουμένως, η σχέση του χρήστη με την ουσία, η χημική σύσταση της ουσίας, τα οικονομικά δεδομένα κ.λπ. Η χρήση του χασίς - κάνναβης, λόγω αυτών των αλλαγών δεν στέκεται πλέον απέναντι στην νεοτερικότητα αλλά αποτελεί στοιχείο της. Στους νεώτερους μάλιστα χρήστες διακρίνονται χαρακτηριστικά που παραπέμπουν ευθέως στην ύστερη νεοτερικότητα ή κατ άλλους στην μετανεοτερικότητα. 106

109 2. Οι ουσίες και η χρήση των διακρίσεων Σε πολλές περιπτώσεις οι ταξινομήσεις των χρηστών, των εξαρτημένων, της εξάρτησης και της θεραπείας γίνονταν από τους επαΐοντες με βάση τις φαρμακολογικές ιδιότητες των ουσιών. Έτσι, ορίζονταν η εξάρτηση, ο εξαρτημένος, η ουσία, η θεραπεία κ.ο.κ. Συχνά, μακριά από κάθε μεθοδολογική συνέπεια, η χρήση και η εξάρτηση αξιολογούνταν ανάλογα της θέσης που κατείχε το άτομο ή η ομάδα στην οικονομική και κοινωνική πυραμίδα. Ταυτόχρονα όμως, είχε σημασία και η γεωγραφία χρήσης της κάθε ουσίας, που αφορούσε ουσιαστικά στον χώρο και στο περιβάλλον της χρήσης. Η διάκριση αυτή, που γινόταν τόσο σε εθνικό όσο και διεθνές επίπεδο, δεν αντανακλούσε παρά μόνον τις κοινωνικές και πολιτισμικές αντιθέσεις της εποχής. Ήταν το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης αντιλήψεων, νοοτροπιών, τρόπων και στάσεων ζωής. Σύμφωνα με αυτά, το χασίς ήταν δεύτερης ποιότητας ουσία, η ευτέλεια της οποίας άρμοζε σε κατώτερης στάθμης ανθρώπους, οι οποίοι βρίσκονταν στα πλαίσια ή τα όρια της υπανάπτυξης, του εκφυλισμού και της χυδαιότητας. Σε έκθεση προς την αστυνομική Διεύθυνση Αθήνας δίνονται οι εξής πληροφορίες: «Εκ της γενομένης επίσης ερεύνης δια την εξακρίβωσιν του αριθμού των εν Αθήναις ναρκωτών μεταξύ της εργατικής τάξεως εύρομεν ότι κάμνουν χρήσιν τοιούτων 1000 περίπου άτομα ων τα ονοματεπώνυμα υπάρχουν εις το ειδικόν δια καρτών αρχείον της υπηρεσίας του Τμήματος. Εκτός τούτων υπάρχουν και πολλοί άλλοι μεταξύ της τάξεως των ευπόρων δι ους δεν απησχολήθη η Αστυνομία ώστε να είναι δυνατόν να καθορίση τον αριθμόν τούτων». 136 Οι «ναρκωτές» του κειμένου ήταν χρήστες χασίς, τους οποίους ο μηχανισμός ελέγχου κατέγραψε, επιτελώντας το έργο του. Δεν ασχολήθηκε όμως με ανήκοντες στους «ευπόρους», οι οποίοι προφανώς ήταν πέραν του βεληνεκούς αρμοδιοτήτων του. Στη συνέχεια της ίδιας έκθεσης γίνεται απολογισμός σχετικά με τους χώρους της χρήσης του χασίς και τον βαθμό ελέγχου τους. Ουσιαστικά γίνεται λόγος για τους «τεκέδες», δηλαδή μία κατηγορία χώρων χρήσης χασίς των λαϊκών στρωμάτων. «Ως προς τα κέντρα τα λειτουργούντα υπό τύπον ιδίως μικροκαφενείων ή υπό άλλην μορφήν ή οικίας όπου παρέχονται τα μέσα προς χρήσιν ναρκωτικών υπήρχον κατά τον Φεβρουάριον 1929 περίπου 136 Αρχείο Κουτσουμάρη,

110 100 και κατά τον Νοέμβριον 1931, 66 τα κυριώτερα των οποίων εκλήσθησαν κατόπιν επανειλημμένων συλλήψεων και καταδικών ώστε ήδη να υπάρχουν 30 περίπου δευτερευούσης σημασίας, δια τα οποία πάντως απαιτείται παρακολούθησις». 137 Οι πληθυσμοί που συνηθίζουν να χρησιμοποιούν χασίς, συχνά φέρονται ως εθνοτικά κατώτεροι, εφόσον προτιμούν την συγκεκριμένη ουσία. Αυτές οι απόψεις, άλλοτε απροκάλυπτα και άλλοτε καλυμμένα, συμπυκνώνονταν στο δίπολο της σύγκρουσης Ανατολής-Δύσης. «Κάθε ναρκωτικό έχει και ιδιόρρυθμο ψυχική ενέργεια και ορισμένο κύκλο κοινωνικής δράσεως. Απέκτησε μάλιστα με τον καιρό και εθνικό χαρακτήρα και μπορούμε να πούμε χωρίς επιφύλαξι, ότι σε κάθε χώρα καλλιεργείται και ιδιαίτερο είδος τοξικομανίας. Από τις γνωστές, εν χρήσει, ναρκωτικές ουσίες η πιο διαδεδομένη σε μας είναι το χασίς. Στην Γαλλία το όπιο και η κοκαΐνη είνε τα πιο διαδεδομένα ναρκωτικά. Το χασίς τουναντίον είνε το κατ εξοχήν ναρκωτικόν των Ανατολικών χωρών». 138 Ουσιαστικά με την απόδοση «εξωτικού» χαρακτήρα στην χασισοποσία αναζητούνταν οι λόγοι και οι υπεύθυνοι εκτός κοινωνίας. Προσδίδεται ακόμη εθνικός χαρακτήρας στη χρήση ουσιών, αφετηρία του οποίου είναι πολιτικά ιδεολογήματα της εποχής, στην υπηρεσία των οποίων αποπειράται να ενταχθεί κάθε «αρνητικό» φαινόμενο της ελληνικής κοινωνίας. Οι εκπρόσωποι των κατεστημένων αντιλήψεων είχαν αποδεχθεί καθ ολοκληρία την δυτική κουλτούρα, στην οποία ανήκε ή έπρεπε να ανήκει η Ελλάδα θεωρώντας κάθε διαφορετικό, όπως και τη χρήση χασίς, σαν υπολείμματα του παρελθόντος και δείγμα υπανάπτυξης. 139 Αυτό το παρελθόν προσπάθησαν να το εξαλείψουν επικαλούμενοι τις 137 Οπ. π., Σκούρας Φ., Οι χασισομανείς, στο Ιατρικός Τύπος, Ιανουάριος 1933, σ «Ο αείμνηστος καθηγητής Wilmanns με ειδικήν του πρωτοβουλίαν απηύθυνε συστατικήν επιστολήν προς την Ελληνικήν Πρεσβείαν του Βερολίνου με την παράκλησιν της διευκολύνσεως των ερευνών μου (σ. περί του χασίς) εις την Ελλάδα. Παρήλθον έκτοτε πολλοί μήνες και αι αναζητήσεις μου εδώ ευρίσκοντο ήδη περί το τέλος των, όταν έφθασε εις Αϊδελβέργην η απάντησις της Ελληνικής Πρεσβείας. Εις αυτήν ανεφέρετο, ότι η Ελλάς είναι χώρα πολιτισμένη και ως εκ τούτου δεν έχει χασισοπότας». Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα, 1937, πρόλογος β έκδοσης. 108

111 παρενέργειες που είχαν στον πληθυσμό η μακραίωνη «Τουρκοκρατία» και η ανατολίτικη νοοτροπία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των αντιλήψεων είναι οι απαγορεύσεις και οι σφοδρότατες επιθέσεις που υπέστη η λαϊκή μουσική, από τα πρώτα χρόνια σύστασης του Ελληνικού Κράτους (Χατζηπανταζής, 1986, σ.σ.31-41, ). Σε μια τέτοια συλλογιστική δεν είναι ακατανόητη και η εμπλοκή της φυλετικής προέλευσης των χρηστών και των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, ώστε να ενδυναμωθεί η προβαλλόμενη επιχειρηματολογία. Η διάδοση του χασίς «παρά τοις Μωαμεθανείς αποδίδεται εις το ότι η θρησκεία των απαγορεύει την χρήσιν οίνου, ή διότι η φαρμακολογική ενέργεια αυτού είναι διάφορος εις τους λαούς της Ανατολής και εις τους λαούς της Ευρώπης και Αμερικής, αναφέρεται δε, ότι οι δια του χασίς μεθυσκόμενοι Μωαμεθανοί έχουν κυρίως παραστάσεις ερωτικού περιεχομένου, όπερ δεν συμβαίνει εις τους Ευρωπαίους». 140 Με αυτόν τον αυθαίρετο και πλάγιο τρόπο, με προκάλυμμα τη βιολογία υποστηρίζεται η άποψη ότι η ίδια ουσία έχει διαφορετική φαρμακολογική δράση από λαό σε λαό. Έμμεσα γίνεται αποδεκτή η χρήση χασίς από τους «αλλόθρησκους» της Ασίας και της Αφρικής, είναι απαράδεκτη όμως για την Ευρώπη και την ανήκουσα σ αυτήν Ελλάδα. «Η κατάχρησις του χασισίου έχει ευρείαν έκτασιν μεταξύ των μωαμεθανικών πληθυσμών, ιδία δε εν τη Αφρική και τη Ασία, αλλά νυν και εν τω Μεξικώ (Marihuana) και ταις Η. Π. της Β. Αμερικής. Παρ ημίν εισήχθη εκ της Ανατολής προ εκατονταετίας δια των κατωτέρων ναυτικών των λιμένων υφ ων και διεδόθη εις τας μεγαλυτέρας πόλεις». 141 Η εισαγόμενη επιδημία από «υποδεέστερες» χώρες και περιοχές, φορείς της οποίας είναι μέλη των κατώτερων στρωμάτων, «απειλεί» πλέον την κοινωνία εφόσον έχει προσβάλει όλα στρώματα της κοινωνίας αλλά και χώρες ανεπτυγμένες. Ο κίνδυνος εξάπλωσης της επιδημίας κινητοποιεί τους μηχανισμούς ελέγχου ενάντια σε εκείνους που διαφέρουν, οι οποίοι δεν στοιχίζονται με τις κρατούσες αξίες και κοινωνικούς 140 Παξινός Σπύρος, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, εκδ. Μιχ. Σαλίβερου, 1940, σ.σ.75, Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δημ. Τζακά Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ

112 κανόνες. Εκείνους που θέτουν σε κίνδυνο τους θεσμούς της εργασίας, της οικονομίας, της οικογένειας, του στρατού και απειλούν τις ισορροπίες με ενδεχόμενες ρήξεις. 142 Έχει σημασία να τονιστεί ότι στις τάξεις των στρατευμένων συναντιέται συχνά η χρήση ουσιών αυτή την περίοδο και μάλλον όχι αναιτιολόγητα. Η μακρόχρονη για πολλούς θητεία από τους Βαλκανικούς Πολέμους του έως την Μικρασιατική καταστροφή - με ενδιάμεση συμμετοχή στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο ( ) και στην εκστρατεία στην Ουκρανία το σε συνδυασμό με τις αντίξοες συνθήκες ζωής και τις τραυματικές εμπειρίες των πολέμων, οδήγησαν πολλούς στρατευμένους στη χρήση ουσιών για τη καταπράυνση του σωματικού και ψυχικού πόνου. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτες μελέτες και έρευνες σχετικά με τις εξαρτήσεις στην Ελλάδα αφορούσαν στο στρατό. Στις ομάδες των χρηστών επιρρίπτεται η υπαιτιότητα για τα μεγάλα προβλήματα που απασχολούσαν την χώρα και επιχειρείται η απομόνωσή τους από την κοινωνία για τον περιορισμό της επιδημίας. Ιδιαίτερο ρόλο σε αυτή την προσπάθεια παίζει η ενημέρωση, που διαμορφώνει την κοινή γνώμη σε μια κατεύθυνση εκφοβισμού και σύγχυσης. Μια μεγάλη ομάδα πληθυσμού, στην οποία οι μηχανισμοί δημιουργίας εξιλαστήριων θυμάτων επεφύλασσαν τον αποκλεισμό και τις διακρίσεις από την υπόλοιπη κοινωνία, ήταν η μεγάλη στρατιά των προσφύγων που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα μετά το Οι πρακτικές που εφάρμοσε το επίσημο κράτος με τους υπαλλήλους του, από την πρώτη ημέρα της άφιξής τους, κάθε άλλο παρά αλληλεγγύη και συμπάθεια μαρτυρούν. Η τυπολατρία των διατυπώσεων, η απομόνωση, το εξευτελιστικό κόψιμο των μαλλιών, ανδρών και γυναικών, η παραμονή τους σε λοιμοκαθαρτήρια, ήταν η αρχή των όσων ακολούθησαν. Ο ντόπιος πληθυσμός, επηρεασμένος από το διαμορφούμενο κλίμα καχυποψίας, σε συνδυασμό με τον 142 «Εκρίθη δε το νομοθέτημα τούτο αναγκαίον δια την καταστολήν των αδικημάτων εκείνων, τα οποία διαπράττονται συχνότερον και καθ ημέραν αυξάνονται λαμβάνοντα τέλος μορφήν επιδημίας, ουδεμία δε αμφιβολία μένει ότι η σοβαρωτέρα και ολεθριωτέρα των εγκληματικών επιδημιών είναι η σημερινή του λαθρεμπορίου και της χρήσεως των ναρκωτικών φαρμάκων, ήτις εξαπλωθείσα από της Ινδίας και της Αιγύπτου εις τας Ευρωπαϊκάς χώρας, έφθασεν τελευταίως με μορφήν ανησυχητικήν και εις την Ελλάδα, διαδιδομένη δε καθ εκάστην ευρύτερον, μεταβάλλει πολλάς εργατικάς χείρας εις άχρηστα σώματα, και πλείστους στρατιώτας καθιστά ανικάνους να εκτελέσουν τον σκοπόν των, εκτός δε τούτου τείνει να διαλύση την οικογένειαν και να ωθήση τους πλέον ευέλπιδας νέους εις την κλοπήν και εγκληματικότητα». Αρχείο Κουτσουμάρη, Αιτιολογική έκθεσις - προσχεδίου Νόμου περί ναρκωτικών φαρμάκων,

113 φόβο του διαφορετικού, αντιμετώπισε με εχθρότητα τους πρόσφυγες (Γεωργιάδης, 1993, σ.σ.25-29). Οι φήμες ότι θα τους πάρουν τις δουλειές ότι αυτοί ήταν οι υπεύθυνοι για τον χαμό συγγενών τους στρατιωτών κατά τον πόλεμο κ.λπ. ήταν μια καλή αφορμή από επιτηδείους να εκμεταλλευτούν τους πρόσφυγες οικονομικά με πολύ χαμηλά ημερομίσθια, με υπερβολικά ενοίκια, με υπερτίμηση τροφίμων και άλλων προϊόντων πρώτης ανάγκης, με την εξώθηση των γυναικών στην πορνεία. «Οι μήνες περνάγανε. Φτώχεια και δυστυχία για την προσφυγιά. Οι γυναίκες γινόντουσαν πουτάνες για να ζήσουν. Όχι όλες. Και οι άντρες το έριχναν στο πιοτό και στο χασίσι για να ξεχνούν τα βάσανα τους και για να κάνουν πως δεν βλέπουν. Όχι όλοι. Ας όψονται οι αίτιοι». 143 Οι σκληρές συνθήκες ζωής ενίσχυσαν τη χρήση και συνετέλεσαν στην εξάπλωσή της. Το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων αποτελείτο από χήρες και παιδιά, που διαβιούσαν σε άθλια καταλύματα υπό ανύπαρκτη υγιεινή, με αποτέλεσμα η παιδική θνησιμότητα να φθάσει μέσα σε ένα χρόνο στο εξωφρενικό ποσοστό του 45%. Οι ρατσιστικές φωνές πολιτικών και δημοσιογράφων επενδυμένες με ηθικολογικά επιχειρήματα προλείαναν το έδαφος, ώστε να τους προσαφθεί η επιδημία της χασισοποσίας, η οποία όπως φαίνεται άντεξε στο λοιμοκαθαρτήριο, διαδικασία που υποβάλλονταν οι πρόσφυγες με την άφιξή τους στην Ελλάδα (Stefanis, Ballas, Madianou, 1975, σ.13). Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, κατά τους ειδικούς, η χρήση του χασίς δεν ήταν πολύ διαδεδομένη και περιοριζόταν σε άτομα της κατώτατης κοινωνικής τάξης κυρίως σε Αθήνα, Πειραιά και άλλες πόλεις, με εξαίρεση τα μεταπολεμικά χρόνια (σημ. μετά το 1922) που η χρήση του χασίς διαδόθηκε και σε άτομα των ανώτερων τάξεων (Δοντάς, Ζης, 1927, σ.570). Την ίδια εποχή, άλλοι προσδιορίζουν την ποιότητα και το χαρακτήρα των χρηστών χασίς. «Την μεγαλειτέραν κατανάλωσιν του χασίς κάμνουν κυρίως παρ ημίν άτομα της κατώτατης τάξεως, υπόπτου παρελθόντος, γυναίκες του ελαφρού κόσμου και διάφορα άλλα άτομα έκλυτα περί τας ακολασίας και τας ηδονιστικάς απολαύσεις» Σχορέλης Τάσος, Οικονομίδης Μίμης, Ένας ρεμπέτης Γιώργος Ροβερτάκης, 1973, σ Μακρής Κωνσταντίνος, Το Ελληνικόν χασίς, εκδ. Στεφ. Ταρουσόπουλου, 1929, σ

114 Η εμμονή σε μια συζήτηση με επίκεντρο το χασίς και η μακρά φιλολογία που αναπτύχθηκε γύρω από αυτό, σε μια εποχή που παρουσιάζεται ραγδαία εξάπλωση των εξαρτήσεων από άλλες ουσίες, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο στόχος ήταν άλλος. Μία από τις αιτίες για την κατεύθυνση που είχε πάρει η συζήτηση θα πρέπει να αναζητηθεί στην διαπίστωση ότι οι «μορφωμένες» τάξεις χρησιμοποιούσαν κοκαΐνη και μορφίνη, οι δε λαϊκές τάξεις και οι στρατιώτες χρησιμοποιούσαν ηρωίνη και χασίς (Κουρέτας, 1932, σ. 33). Στο πρόσωπο των χρηστών χασίς που προέρχονταν από τα λαϊκά στρώματα, οι οποίοι συνήθως αμφισβητούσαν, κάποιες φορές και έμπρακτα, την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση, αλλά και την πολιτική εξουσία, οι κυβερνήσεις βρήκαν τον «εσωτερικό» εχθρό από τον οποίο κινδύνευε η κοινωνία και το έθνος. Ήταν η απειλή που είχαν ανάγκη για να διατηρήσουν την κοινωνική συνοχή, σε μια μεταπολεμική εποχή, με δυσεπίλυτα οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά και λοιπά προβλήματα. Στην σταυροφορία κατά του επαπειλούντος κινδύνου χρησιμοποιήθηκαν όλα τα διαθέσιμα μέσα που θα μπορούσαν να διεγείρουν το κοινό αίσθημα. Στην πραγματικότητα το ενδιαφέρον και οι διώξεις δεν είχαν στραφεί στις ουσίες, αλλά στους χρήστες, παρ όλες τις εξαγγελίες, τα μέτρα και τους νόμους κατά του λαθρεμπορίου. Δεν είναι άνευ σημασίας ότι οι ειδικοί έθεταν σε προτεραιότητα την υποχρεωτική θεραπεία των χρηστών ηρωίνης και χασίς και δευτερευόντως των χρηστών μορφίνης και κοκαΐνης, αν και η ηρωίνη με την μορφίνη είναι συγγενείς ουσίες, με παρεμφερείς ιδιότητες. Με τον τρόπο αυτό το χασίς και οι χρήστες του έγιναν το πεδίο αντιπαράθεσης δύο διαφορετικών αντιλήψεων, αναπαριστώντας επί της ουσίας μια κοινωνική σύγκρουση. Η απορία για τους λόγους και την ένταση των αντιδράσεων, σχετικά με τη χρήση χασίς, κάποιες φορές εκφράζεται συνοδευμένη με προσπάθειες ερμηνείας τους. «Εις τας ευρωπαϊκάς χώρας και ιδία παρ ημίν, δυναμεθα να είπωμεν, ότι η χασισοποσία θεωρείται αυτή καθ εαυτή, μια κοινωνική ανηθικότης σοβαρωτέρα παντός είδους αλκοολικών καταχρήσεων και του χρόνιου αλκοολισμού, σοβαρωτέρα ακόμη και των άλλων τοξικομανιών, του οπίου, της κοκαΐνης, της μορφίνης κ.τ.λ. Που έγκειται η διαφορά αύτη της από ηθικοκοινωνικής πλευράς εκτιμήσεως μεταξύ των τελευταίων και της χασισοποσίας δεν ηδυνήθην να ανεύρω. Ίσως πρόκειται περί τούτου, ότι η κοινωνική 112

115 αντίδρασις κατά του χασίς είναι μεγαλυτέρα, διότι πρόκειται περί μιας ευφραντικής ουσίας, της οποίας αι περιοχαί μεγαλυτέρας εξαπλώσεως είναι γειτονικαί προς ημάς. Πάντως οι χασισοπόται θεωρούνται ως τα κακοηθέστερα και πλέον ποταπά άτομα, η υποστάθμη της ανθρωπίνης κοινωνίας και ως τοιαύτα περιφρονούνται και παραγκωνίζονται. Η λέξις χασισοπότης αποτελεί ύβριν, έχει δε αποβή συνώνυμος με εγκληματίας». 145 Η ένταση και η έκταση των αντιδράσεων, έναντι των χρηστών χασίς, φαίνεται ότι είχε αντίκτυπο στην κοινωνία. Αλλά και η βίαιη μεταχείριση που τύγχαναν από τους μηχανισμούς ελέγχου μάλλον ήταν σύνηθες φαινόμενο, με το οποίο μερικώς τουλάχιστον είχε εξοικειωθεί η κοινή γνώμη. Ενδεικτική είναι η επιστολή νοσηλευόμενου εξαρτημένου από ηρωίνη, στο Δρομοκαΐτειο, προς τον διευθυντή του νοσοκομείου. Σε αυτή διαμαρτύρεται για τις συνθήκες διαβίωσης και την συμπεριφορά του προσωπικού απέναντί του. «Μετήχθην εις το τμήμα των μανιακών και υπέστην μαρτύρια, περιβληθείς και τον μανδύαν ακόμη και υβρισθείς και προπηλακισθείς ως ο τελευταίος των χασισοποτών». 146 Η διάκριση του χρήστη χασίς βάσει του επαγγέλματος και της κοινωνικής θέσης ορίζεται και από την αποδοτικότητα που έχει στην εργασία του. Έτσι, θεωρείται ότι η χρήση χασίς δεν εμποδίζει τους καλλιτέχνες στην εργασία τους σε αντίθεση με τους χειρώνακτες που δεν είναι αποδοτικοί (Στριγγάρης, 1937, σ.σ.279,280). Το ζήτημα της ικανότητας των χρηστών προς εργασία ή της αποδοτικότητάς τους, τίθεται αρκετές φορές, όπως επίσης το κόστος περίθαλψης και θεραπείας των εξαρτημένων. Το ενδιαφέρον σε αυτές τις περιπτώσεις επικεντρώνεται στην οικονομία και την οικονομία της υγείας, ενώ το άτομο, ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας και η σχέση τους μάλλον αγνοούνται. Ο διαχωρισμός των χρηστών με γνώμονα την χρησιμοποιούμενη ουσία και συνεπώς την κοινωνική τους προέλευση εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Για τις μαρτυρικές καταθέσεις χρηστών μορφίνης και κοκαΐνης, οι οποίοι κατά τα δοκούντα προέρχονται από τις ανώτερες τάξεις, οι εγκληματολόγοι διατηρούν επιφυλάξεις ως προς την αξιοπιστία τους. «Μαρτύρων κοκαϊνομανών και μορφινομανών αι καταθέσεις πρέπει να ελέγχωνται επιμελώς και να 145 Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα, 1937, σ Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Π. Πέτρος, αριθ. μητρ. 3768, ετών 45, τηλεγραφητής. 113

116 γίνωνται δεκταί μετά πολλών επιφυλάξεων συνηθέστατα είναι ψευδέστατοι». 147 Για τους χρήστες χασίς και ηρωίνης δεν γίνεται καμία αναφορά, προφανώς διότι θεωρούν εκ προοιμίου ότι δεν έχουν τέτοιου είδους δικαίωμα. Παρά τις στερεοτυπικές και συμψηφιστικές περί των ουσιών απόψεις, εκπρόσωποι των μηχανισμών ελέγχου, περισσότερο λόγω της εμπειρίας από την καθημερινή ενασχόληση και λιγότερο λόγω επιστημονικής γνώσης ή ιδεολογίας, διαφοροποιούνται από τις κρατούσες θέσεις. Δηλώνουν ότι η «χρήσις ινδικής καννάβεως ήτις ως προς τα αποτελέσματα παρουσιάζεται ηπιοτέρας μορφής», συγκριτικά με τις άλλες ουσίες, συνεπώς δέχονται ότι όλες οι ουσίες δεν έχουν την αυτή δράση. Ταυτοχρόνως κάνουν και διάκριση μεταξύ «τοξικομανούς» και «χασισοπότη» που σημαίνει ότι ο χρήστης χασίς δεν περιλαμβάνεται στους «τοξικομανείς» (Αρχιμανδρίτης, ). Η αναγωγή της χασισοποσίας σε «τοξικομανία», εκ μέρους της εξουσίας, δρούσε ουσιαστικά «ως μέσο διακανονισμού σχέσεων ανάμεσα σε ομάδες μιας συγκεκριμένης κοινωνίας σε μια δεδομένη χρονική στιγμή». 148 Στην προσπάθεια στήριξης της επιχειρηματολογίας των διακρίσεων δίνονται ανακριβείς, λανθασμένες ή αντιφατικές πληροφορίες, από τις οποίες εξάγονται γενικευμένα συμπεράσματα, που παρουσιάζονται ως κανόνας, κάποιες φορές πιθανόν επιλεκτικά με αφορμή κάποιο συμβάν. Έτσι περιγράφεται η κατάσταση του εξαρτημένου υπό την επήρεια της κοκαΐνης, οι ψυχικές διαταραχές, όπου «παρατηρούνται διαστροφή της γενετησίου ορμής και εκδηλώσεις ομοφυλίας». Επίσης, υποστηρίζεται ότι οι εγκληματίες λαμβάνουν την ουσία προ της τέλεσης του εγκλήματος «διότι δια του διεγερτικού τούτου και δειλοί καθίστανται επιθετικοί και ποιούνται χρήσιν όπλου». Τέλος, ενημερώνουν ότι στην Ελλάδα η χρήση κοκαΐνης περιορίζεται σε γυναίκες του «ημικόσμου» και αργόσχολους νέους που επιζητούν νέες συγκινήσεις, λόγω των διεγερτικών ιδιοτήτων της ουσίας (Γαρδίκας, 1951, σ.σ.100,101). Κατ αναλογία η κατάχρηση του αιθέρα συνηθίζεται στις γυναίκες του «ημικόσμου», η οποία περιορίσθηκε αφότου απαγορεύτηκε η χορήγησή του από τα φαρμακεία χωρίς 147 Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δ. Τζακά Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951,σ Τσίλη Σωσώ, Η τοξικομανία ως ιδεολογικό διακύβευμα. Η περίπτωση της Ελλάδας, εκδ. ΕΚΚΕ, 1995, σ

117 ιατρική συνταγή. Υποστηρίζεται ότι ο αιθέρας δεν προκαλεί ισχυρό εθισμό στον οργανισμό και οι παρενέργειες της στέρησης δεν είναι έντονες, όπως της μορφίνης και της κοκαΐνης. Να σημειωθεί ότι η εξάρτηση από κοκαΐνη δεν προκαλεί στερητικό σύνδρομο. Στην συνέχεια περιγράφεται ο τρόπος χρήσης, η δράση της ουσίας και τα συμπτώματα. Συμπληρώνεται ότι η χρήση του αιθέρα πρέπει να καταπολεμηθεί διότι «παρακωλύει την κυκλοφορία στους δημόσιους χώρους», κλονίζει οικονομικά το άτομο, με την μείωση της ικανότητας προς εργασία και τις δαπάνες για την αγορά της ουσίας. Διαταράσσει την οικογενειακή ζωή και δημιουργεί πρόσφορο έδαφος διολίσθησης στο έγκλημα (Γαρδίκας, 1951, σ.97). Ανακεφαλαιώνοντας, κατά την κυρίαρχες απόψεις συνάγεται ότι: - Το χασίς είναι δεύτερης ποιότητας ουσία. Κατά συνέπεια υπάρχουν και πρώτης ποιότητας. - Το χρησιμοποιούν κατώτερου επιπέδου άνθρωποι. Οι μορφωμένες τάξεις χρησιμοποιούν μορφίνη και κοκαΐνη. - Οι μωαμεθανοί χρησιμοποιούν χασίς. Κατ επαγωγή δεν αρμόζει στους χριστιανούς. - Στους μωαμεθανούς το χασίς έχει διαφορετική επίδραση, απ ότι στους Ευρωπαίους χριστιανούς. - Για την Ελλάδα και Ευρώπη η χασισοποσία είναι ανήθικη, πιο επικίνδυνη του αλκοολισμού και των άλλων τοξικομανιών. - Χασίς χρησιμοποιούν στις Ανατολικές χώρες. Στην Ευρώπη (Γαλλία) χρησιμοποιούν όπιο και κοκαΐνη. - Το χασίς εισήχθη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη από κατώτερους ανθρώπους και το χρησιμοποιούν άτομα κατώτατης τάξης, υπόπτου παρελθόντος, γυναίκες του ελαφρού κόσμου και άτομα έκλυτα. Συνεπώς, ο υπόλοιπος πληθυσμός δεν το χρησιμοποιεί. - Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες έφεραν εξ Ανατολής το χασίς, που οι ίδιοι χρησιμοποιούν. Συμπερασματικά, οι ντόπιοι απείχαν της χρήσης αγνοώντας την ύπαρξη και την δράση του. - Η αστυνομία διώκει και ελέγχει τους χρήστες χασίς της εργατικής τάξης και τους χώρους τους. Για τους υπόλοιπους δεν επιλαμβάνεται. 115

118 - Το χασίς αχρηστεύει εργατικά χέρια, κάνει ανίκανους στρατιώτες, διαλύει την οικογένεια, ωθεί στην κλοπή και το έγκλημα. Οι χειρώνακτες χρήστες χασίς δεν είναι αποδοτικοί στην δουλειά. Οι καλλιτέχνες δεν επηρεάζονται. Για τους υπόλοιπους μη χειρώνακτες δεν γίνεται καμία νύξη. -Οι χρήστες (των ανώτερων τάξεων) μορφίνης και κοκαΐνης δεν είναι αξιόπιστοι μάρτυρες στα δικαστήρια. Οι χρήστες άλλων ουσιών, άλλων τάξεων δεν αναφέρονται. - Την κοκαΐνη (των ανωτέρων τάξεων) χρησιμοποιούν τελικώς οι δειλοί κακοποιοί που γίνονται επιθετικοί και χρησιμοποιούν όπλο. Επίσης χρησιμοποιείται από τις ιερόδουλες και στις ανώτερες τάξεις μόνον από τους αργόσχολους νέους. - Τέλος, τον αιθέρα τον χρησιμοποιούν οι ιερόδουλες. Αδιαμφισβήτητα ολόκληρο το σύστημα αντιλήψεων και διακρίσεων ως προς τις ουσίες επιδέχεται πολλές αναγνώσεις και σε διάφορα επίπεδα, όμως οι πλέον σημαντικές παρατηρήσεις είναι δύο. Πρώτον, η απουσία αναφορών για επί μέρους διακρίσεις σε βάρος των χρηστών ηρωίνης, σαν να υφίσταται μια άτυπη συμφωνία σιωπής μεταξύ όλων. Για τους περισσότερους, ειδικούς και μη, η απομόνωση και η τιμωρία για όλους ανεξαιρέτως τους εξαρτημένους από ηρωίνη, θεωρείτο ως η μοναδική αναπόφευκτη λύση, η αποκοπή τους από το κοινωνικό σώμα δεδομένη και η όποια σε βάρος τους διάκριση εκλαμβάνονταν ως φυσιολογική. Η απαξία έναντι των εξαρτημένων από ηρωίνη εκδηλωνόταν και εκ μέρους των χρηστών χασίς. Δεύτερον, το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματολογίας υπέρ των διακρίσεων, αφορά στους χρήστες χασίς, σαν η πίεση και η πολεμική των μηχανισμών ελέγχου να είχε επικεντρωθεί στον μεγαλύτερο και πλέον επικίνδυνο εχθρό της κοινωνίας. Από τα στοιχεία που παρουσιάσθηκαν σχετικά με το χασίς και τους χρήστες του, το ενδιαφέρον της κοινωνίας και της Πολιτείας έως το 1922 ήταν περιορισμένο. Τα χρόνια που ακολούθησαν της εγκατάστασης των προσφύγων από την Μικρά Ασία ενίσχυσαν το ενδιαφέρον έναντι της χασισοποσίας. Οι παρεμβάσεις του κράτους στόχευαν στον έλεγχο των άρτι αφιχθέντων «ξένων». Τα κοινωνικά προβλήματα, που διογκώθηκαν και ο «κίνδυνος» αλλαγής των κατεστημένων νοοτροπιών και αξιών βρήκαν το αναζητούμενο άλλοθι στο «πρόβλημα» του χασίς. 116

119 Έχει σημασία ότι κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης παρουσιάζονται οι πρώτες μελέτες για το χασίς, συνοδευόμενες από την αρνητική αρθρογραφία στον τύπο και λίγο αργότερα τους αλλεπάλληλους κατασταλτικούς νόμους και τις διώξεις. Η απειλή για την νεολαία και τα χρηστά ήθη λόγω της «ακολασίας», της «διαφθοράς» και του «ηδονισμού» αντιμετωπίζεται με απόψεις για την «καθαρότητα» της κοινωνίας. Στο στόχαστρο αυτών των ιδεών συμπεριλαμβάνεται και το «ανήθικο» ρεμπέτικο τραγούδι, όπως επίσης το μπουζούκι και ο μπαγλαμάς, τα οποία θεωρούνταν «σύνεργα» χρήσης και συνεπώς πειστήρια του «εγκλήματος». Το καθεστώς του Μεταξά, βασιζόμενο σε αυτό το κλίμα, προσπαθεί να θέσει σε εφαρμογή τις ιδέες του για τον τρίτο ελληνικό πολιτισμό με την αποπομπή κάθε πολιτισμικού στοιχείου που δεν χαρακτηριζόταν ως εθνικό. Κατά την γερμανική κατοχή, από την πλευρά του επίσημου κράτους, το «πρόβλημα» του χασίς ατονεί. Το ίδιο συμβαίνει και κατά τον Εμφύλιο, ενώ ενισχύεται από την πλευρά της Αριστεράς μέσα σε ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό πλαίσιο α) Φυλλάδιο «Η ΕΠΟΝ είναι ακατάλυτη 26» σε σημείωμα με τίτλο «Οι ΕΠΟΝίτες ενάντια στη διαφθορά» γράφεται: [Το χασίς, τα ναρκωτικά, τα πορνογραφικά έντυπα, η έκλυση των ηθών πήραν με την ανοχή των κρατικών οργάνων, τρομαχτική έκταση ανάμεσα στην νεολαία. Ενάντια σ αυτόν τον κίνδυνο η ΕΠΟΝ Αθήνας εκεί που το κακό είχε πάρει μεγάλη έκταση, όπως στο Μεταξουργείο συγκρότησε «Επιτροπές Σωτηρίας της Νεολαίας» από οργανώσεις, γονείς, επιστήμονες, πολιτικούς] β) Περιοδικό της ΕΠΟΝ «Νέα Γενιά» άρθρα με τίτλους: -«Είναι καθήκον μας να προφυλάξουμε τους νέους από τη διαφθορά Σπάνε τις λέσχες μας, ενώ ανοίγουν ντεκέδες, πορνεία και χασισοποτεία». -«Όχι! Δεν θα αφήσουμε τα νιάτα μας στον αργό θάνατο του χασίς». -«Να ο δρόμος της νιότης για ένα καλύτερο αύριο». -«Διαφθορά. Κίνδυνος αφανισμού της νεολαίας μας!» με υπότιτλους «Ένας άλλος κίνδυνος Ποιος θα σώση τη νεολαία; - Όχι χασίς αλλά εκπολιτισμό στη νεολαία!» -«Το χασίς: Το χασίς και τα ναρκωτικά με την φοβερή έκταση που πήραν αποτελούν σήμερα έναν αληθινό Εθνικό κίνδυνο. Πριν από τον πόλεμο και στη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής ακόμα η κυκλοφορία του χασίς ήταν περιωρισμένη σ έναν ελάχιστο κύκλο ανθρώπων και ανύπαρχτη στις περισσότερες σχεδόν επαρχιακές πόλεις. Η ποσότητα των ναρκωτικών που ξοδεύονταν μόλις έφθανε το 1 ½ κιλό την ημέρα σ ολόκληρη την Ελλάδα. Σήμερα η κατανάλωση ηρωίνης και κοκαΐνης μόνο στην Αθήνα και τον Πειραιά 117

120 Η στάση της Πολιτείας απέναντι στο φαινόμενο των εξαρτήσεων, των ουσιών και των χρηστών διαμορφώθηκε σε μια κοινωνία με πολλές αντιφάσεις και συγκρούσεις, οι οποίες, όπως καταδείχθηκε σε άλλες παραγράφους, ενυπήρχαν και μέσα στα πλαίσια της εξουσίας. Οι διακρίσεις προήλθαν και από την διελκυστίνδα δυο εντελώς διαφορετικών στάσεων. Από την μία πλευρά, η κυρίαρχη άποψη του επίσημου κράτους, η οποία επέβαλε τους νόμους και από την άλλη διάφορες ομάδες του πληθυσμού που υιοθετούσαν άλλους κανόνες αξιών και συμπεριφοράς. Συνέπεια αυτού η περιστασιακή τήρηση των νόμων, ανάλογα των συγκυριών, του περιρρέοντος κλίματος, των αντιδράσεων, των πιέσεων και της θέσης των θιγόμενων ομάδων και της κοινωνίας. Έτσι, παρουσιάζεται το φαινόμενο να ισχύουν «δυο μέτρα και δυο σταθμά», αναλόγως της ισχύος που διέθεταν οι επί μέρους ομάδες και των διαθέσεων της κοινής γνώμης. Το αποτέλεσμα ήταν συνήθως οι διακρίσεις για τους πλέον ευάλωτους, με τις αυθαίρετες παρεμβάσεις των ελεγκτικών μηχανισμών. Η περιστασιακή ή επιλεκτική τήρηση των νόμων δεν μπορεί να αποδοθεί μόνον στους διωκτικούς μηχανισμούς, αλλά στην γενικότερη αμφιθυμική στάση των ελληνικών κυβερνήσεων από τα τέλη του 19 ου αιώνα αναφορικά με το θέμα των ουσιών και των εξαρτήσεων, αντανάκλαση της οποίας ήταν και η πολιτική τους πρακτική. Μια πολιτική με έμφαση στις διακρίσεις και την περιθωριοποίηση του διαφορετικού και λιγότερο μεθοδευμένης καταστολής. Στην προ βιομηχανικής επανάστασης εποχή, αλλά και κατόπιν, οι ουσίες και η χρήση τους αποτελούσαν συστατικό στοιχείο της κοινωνικής ζωής. Το είδος της χρησιμοποιούμενης ουσίας προσδιοριζόταν από τον χαρακτήρα της συγκεκριμένης ξεπερνάει τα 3 ½ κιλά καθημερινά - απόδειξη ότι υπάρχουν στις δύο αυτές πόλεις τοξικομανείς έξω από τους χιλιάδες χασισοπότες». Ανάλογου περιεχομένου και ύφους είναι και η αρθρογραφία της εποχής, βλέπε: Γιαννακόπουλος Στ., Χασίς, πορνεία, χαρτοπαίγνιο-χιλιάδες παγίδες στην Αθήνα για τον εκφυλισμό της νεολαίας, Ελεύθερη Ελλάδα, Λιακόπουλος Θ., Μεγάλοι κίνδυνοι απειλούν τη νεολαία της Αθήνας, Ελεύθερη Ελλάδα, Μύστης Δ., Ένας μεγάλος κίνδυνος: το χασίς και οι συνέπειές του, Ριζοσπάστης,

121 κοινωνίας. Κάθε ουσία, εκτός των άλλων, είχε και μια συμβολική σημασία για τον χρήστη, για την ομάδα που την χρησιμοποιούσε, για την κοινωνία, αλλά και την εξουσία, στο φαντασιακό των οποίων λάμβανε μυθικές έως μεταφυσικές διαστάσεις αναλόγως της θέσης που κατείχαν στο κοινωνικό σύστημα. 119

122 3. Από τον «καταναγκασμό» της εξάρτησης στον καταναγκασμό της θεραπείας Κοινή θέση του συνόλου σχεδόν των γιατρών ήταν ότι στα μέτρα, που θα έπρεπε να ληφθούν για την αντιμετώπιση των εξαρτημένων, επιβαλλόταν ως μοναδική λύση η υποχρεωτική θεραπεία στα υπάρχοντα ψυχιατρεία ή σε άλλα άσυλα. Η πρόταση μάλιστα ερχόταν μέσα από το δίλημμα θεραπεία ή ποινή, ως συνέπεια του δίπολου ασθενής ή εγκληματίας. Κατ αρχάς, πρέπει να διευκρινισθεί το είδος της θεραπείας για το οποίο γίνεται λόγος. Σχεδόν στην ολότητά τους οι θεραπευτικές προτάσεις φθάνουν ως το στάδιο της σωματικής αποτοξίνωσης, κάνοντας εμφανή την αδυναμία διατύπωσης μεθόδου θεραπείας απεξάρτησης. Αυτό πιθανόν ήταν και το πλέον ενοχλητικό στον κόσμο της Ιατρικής, διότι υπό κάποιες συνθήκες οι γιατροί έλεγχαν τον χώρο του ψυχιατρείου-ασύλου και τους τροφίμους του. «Αν οι γιατροί βασιλεύουν σήμερα στο άσυλο, δεν είναι λόγω δικαίου της κατάκτησης, χάρις στην ζωντανή δύναμη της φιλανθρωπίας τους ή στο μέλημά τους για επιστημονική αντικειμενικότητα. Είναι επειδή ο ίδιος ο εγκλεισμός απέκτησε σιγά - σιγά θεραπευτική αξία, και τούτο μέσα από την αναπροσαρμογή όλων των κοινωνικών πολιτικών χειρονομιών, όλων των τελετουργιών, φανταστικών και ηθικών, οι οποίες, εδώ και πάνω από έναν αιώνα, είχαν εξορκίσει την τρέλα και την αλογία». 150 Οι εξαρτημένοι με την παρουσία τους προκαλούσαν τους γιατρούς, διότι τους υπενθύμιζαν την ασταθή βάση της Ψυχιατρικής και ταυτόχρονα αμφισβητούσαν τον ρόλο τους, ο οποίος ήταν περισσότερο εκείνος του θεματοφύλακα του νόμου και της ηθικής και λιγότερο του θεραπευτή γιατρού. Ρόλος που προσομοίαζε μάλλον σε εκείνον που έφερε γόητρο, στιβαρότητα και σοφία, μάγο, θαυματοποιό ή εξορκιστή του παρελθόντος παρά στον θετικό επιστήμονα. Εκτός αυτών δεν είχε νόημα η όποιου είδους θεραπεία, εφόσον σχεδόν το σύνολο των ειδικών, αλλά και της κοινής γνώμης ήταν πεισμένοι ότι ο εξαρτημένος δεν θεραπεύεται. Εδώ ακριβώς ανακύπτει η αντίφαση και το ερώτημα. Για ποιά «υποχρεωτική θεραπεία» γίνεται λόγος όταν από τον όρο εκπίπτει το ουσιαστικό «θεραπεία» και παραμένει ο προσδιορισμός «υποχρεωτική»; «Η ίασις της τοξικομανίας είναι δυσχερεστάτη, συνήθως 150 Φουκώ Μισέλ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, εκδ. Καλέντης, 2007, σ.σ.566,

123 πρόσκαιρος, δύναται να είναι τελεσφόρος μόνον αν φραχθώσι πάσαι αι πηγαί της προμηθείας του δηλητηρίου. Προς θεραπείαν απαιτείται εισαγωγή εις θεραπευτήριον, διότι μόνον ούτω παρακωλύεται ο μορφινομανής, ίνα προμηθευθή το δηλητήριον δια πανουργίας και απάτης». 151 Στην πραγματικότητα, όταν γίνεται λόγος για υποχρεωτική θεραπεία, δεν προτείνεται παρά ο εγκλεισμός και η απομόνωση του «πολυμήχανου» εξαρτημένου ώστε να αποκοπεί από την ουσία. Τα ειδικά θεραπευτήρια, όπου θα εισάγονταν υποχρεωτικά όλοι οι εξαρτημένοι, απασχόλησαν τους μηχανισμούς ελέγχου, στην ίδρυση των οποίων προσδοκούσαν λύση του προβλήματος. Προσπάθειες δημιουργίας τέτοιων ασύλων έγιναν, εκτός των υπαρχόντων ψυχιατρείων, οι οποίες όμως δεν είχαν κανένα θεραπευτικό αποτέλεσμα. Το Νοέμβρη του 1932 η Φιλανθρωπική Εταιρεία ίδρυσε θεραπευτήριο για εξαρτημένους στην Αγία Βαρβάρα, στο οποίο εισήχθησαν 44 εξαρτημένοι. Λίγους μήνες μετά, την κατόπιν διάρρηξης απέδρασαν, αυτή ήταν η αντίδραση των «ασθενών» έναντι του πρώτου εγχειρήματος «θεραπείας» τους κατά την προπολεμική περίοδο (Αρχιμανδρίτης, ). Το «θεραπευτήριο» εξακολούθησε να λειτουργεί ως χώρος φιλοξενίας εξαρτημένων στα πλαίσια της φιλανθρωπίας για πολλά χρόνια και κατά την μετακατοχική περίοδο. Η θεραπευτική υπηρεσία που πρόσφερε ήταν οι παραπομπές εξαρτημένων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Τα πρακτικά μέτρα που έλαβαν τελικά οι αρμόδιοι «δια την αναγκαστικήν αποτοξίνωσιν των αποκτησάντων την έξιν της χρήσεως των ναρκωτών», 152 ήταν οι επιλεκτικές συλλήψεις εξαρτημένων και ο εγκλεισμός τους κατά κύριο λόγο στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. 153 Όμως η υποχρεωτική θεραπεία δεν περιοριζόταν στο επιτελούμενο εκείνη την εποχή «κλινικό έργο», εφόσον όπως προκύπτει από τα υπάρχοντα στοιχεία δεν ήταν το πρωτεύον 151 Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δ. Τζακά - Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ Αρχείο Κουτσουμάρη, Προς την Αστυνομική διεύθυνση Αθήνας, Έγγραφο από το Τμήμα Γενικής Ασφάλειας ΙΕ Παράρτημα. Προς το Δημόσιο Ψυχιατρείο με ημερομηνία το οποίο αφορά σε εξαρτημένο από ηρωίνη, 40 ετών «Έχομεν την τιμήν να αποστείλωμεν συνοδεία τον ψυχοπαθήν Λουκάν Γ. μετά του προσηρτημένου εισιτηρίου και να παρακαλέσωμεν όπως ευαρεστούμενοι δεχθείτε τούτον καθότι λόγω της ασθενείας του τυγχάνει επικίνδυνος δια την δημόσιαν ασφάλειαν. Δεν παραλείπωμεν να γνωρίσωμεν υμίν ότι ούτος καθ εκάστην θέτει εις απασχόλησιν την αστυνομίαν». Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου αριθ. μητρ

124 ζήτημα. Μάλλον η άποψη ότι «ο εξαναγκασμός ως μονοπώλιο εξουσίας μας αναγκάζει να υπακούμε στους νόμους», 154 αποκαλύπτει τον επιδιωκόμενο στόχο. Στα «ιατρικά ιστορικά» των εισαχθέντων εξαρτημένων είναι καταγεγραμμένες πληροφορίες που δεν αφορούσαν στη θεραπεία. 155 Οι πληροφορίες αυτές δίνονταν από τους νοσηλευόμενους κατόπιν ερωτήσεων, στις οποίες δεν απαντούσαν πάντα όλοι. 156 Ανεξαρτήτως αυτού, είναι σαφές ότι υπήρχε «σύγχυση» ρόλων η οποία επέτεινε στους εξαρτημένους την αίσθηση του ανακρινόμενου κρατούμενου. Η πιθανή διάθεση απεξάρτησης ακυρωνόταν, το κλίμα καταναγκασμού γινόταν ακόμη πιο έντονο και έτσι αποκλειόταν η δημιουργία θεραπευτικής σχέσης μεταξύ εξαρτημένου και θεραπευτή. Είναι βέβαιο ότι η εξάρτηση και η θεραπεία της, σε πλαίσια καταναγκασμού, παραμένουν δέσμιες των δικαστικών αποφάσεων ή των αστυνομικών μέτρων. Σημαντικότερο όλων εξακολουθεί να παραμένει το γεγονός ότι μέσα στην «καταναγκαστική» καθημερινότητα του εξαρτημένου, όσο πιο ακόρεστη είναι μια επιθυμία, όποια και να είναι, τόσο πιο καταναγκαστική και πιεστική είναι (Ντομινίκ, 1989, σ.98). Η επιθυμία αυτή χαρακτηρίζεται από την πανομοιότυπη επανάληψη της αναζήτησης και της χρήσης της ουσίας. Ο επιβαλλόμενος νομοθετικά καταναγκασμός της θεραπείας, δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να παρατείνει και να συντηρεί την εξάρτηση, καθότι ο 154 Narr Wolf-Dieter, Το δικαστήριο Φουκώ, εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2007, σ Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Τ. Ηλίας, αριθ. μητρ. 1764, ετών 26, μυλεργάτης (απόσπασμα ιατρικού ιστορικού). «Το φάρμακον το επρομηθευόμην από πλανοδίους του δρόμου τους εξής: 1)Βασίλειος Σ. ή Φ. έμπροσθεν ωρολογίου Πειραιώς ανάστημα ολίγον υψηλόν, μελαχροινός αδύνατος. 2)Χρήστος Α. έμπροσθεν αγάλματος Καραϊσκάκη, κοντός καφφέ ρούχα. 3)Αυγουστής Π. συχνάζων εις το καφφενείον Κουλούμπου επί της οδού 2ας Μεραρχίας εκεί το πωλούν εις τους πελάτας. 4)Κίμων Β. πωλητής χονδρικής πωλήσεως διατηρεί κατάστημα ναργιλέδων επί της οδού Λυκούργου εντός της στοάς των γραφείων Μακρή. Με πινακίδαν με το όνομα της γυναικός του, πωλεί όμως εις τον Πειραιά εντός της οικίας του μη γνωρίζων όμως ταύτην που κείται». 156 Οπ. π., Χ. Χρήστος, αριθ. μητρ , ετών 38, ιχθυοπώλης (απόσπασμα ιατρικού ιστορικού). «Όλα ταύτα τα επρομηθεύετο υπό γνωστού του ατόμου, αρνούμενος να το κατονομάση». 122

125 καταναγκασμός αντιμετωπίζεται με καταναγκασμό, από μια κοινωνία που αισθάνεται ή δηλώνει αναγκασμένη να το κάνει. Με τον τρόπο αυτό η κοινωνία και οι θεσμοί του κράτους, αντί να λειτουργήσουν σε μια κατεύθυνση που θα απελευθέρωνε τη σχέση τους με τον εξαρτημένο και ενδεχομένως θα του έδειχναν τον δρόμο της λύτρωσης από την εξάρτηση, ουσιαστικά τον μιμούνται. Το σχήμα αυτό δύναται να εξετασθεί και αντίστροφα, ο εξαρτημένος μιμείται με τον πλέον ακραίο τρόπο την κοινωνία και τους θεσμούς, των οποίων ο ίδιος είναι γέννημα. 123

126 4. Οι αφορισμένοι Όπως ήδη σημειώθηκε, η πολιτική των διώξεων και εκτοπίσεων επελέγη ως ο προσφορότερος τρόπος προστασίας της κοινωνίας από την «μάστιγα των ναρκωτικών», αλλά και από το έγκλημα γενικότερα. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του νόμου 6025/34, «Επί καταδίκης δια παράβασιν τινα του παρόντος νόμου επιβάλλεται αμετακλήτως υπό του δικαστηρίου και εκτόπισιν από τριών μηνών μέχρι δυο ετών οριζομένου υποχρεωτικώς δια της καταδικαστικής αποφάσεως του νόμου της διαμονής, όστις εκλέγεται μεταξύ περιοχών όπου δεν είναι διαδεδομένη η χρήσις των ναρκωτικών. Εν περιπτώσει υποτροπής ο εκτοπισμός δύναται να φθάση και μέχρι πέντε ετών». Ο εκτοπισμός συχνά λάμβανε χώρα αμέσως μετά την έκτιση της ποινής, που συνήθως ήταν φυλάκιση, με ευθύνη των εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών. Σε εισηγητική έκθεση νομοπαρασκευαστικής επιτροπής προτείνονται τροποποίηση του νόμου με αυστηρότερες ποινές και διαχωρισμό εξαρτημένων και εμπόρων για να μην έχουν συγκεντρωμένη οι τελευταίοι την «άβουλη» και «αμαρτωλή» πελατεία τους. Εκτός των ηθικολογικών χαρακτηρισμών η επιτροπή αποφαίνεται και για θεραπευτικά θέματα. «Επιτυγχανομένης ούτω μιας πλήρους απομονώσεως του τοξικομανούς, επί μακρότατον δε χρόνον, εις τόπον ένθα είναι ου μόνον άγνωστον το δηλητήριον τούτο, αλλά και η εισαγωγή πράγματι αδύνατος, η εκτόπισης θ αποβή η καλλιτέρα θεραπευτική μέθοδος αποτοξινώσεως των θυμάτων αυτών». Τέλος, περιλαμβάνει στις προτάσεις της περί εκτοπισμού όχι μόνο τους τελούντες εμπορία, αλλά και τους υπόπτους για εμπορία. Από το ίδιο έγγραφο πληροφορούμαστε ότι οι κάτοικοι των νησιών εξεγείρονται κατά της παρουσίας εκτοπισμένων, όπως επίσης ότι πρέπει να τακτοποιηθεί το θέμα «των ήδη διεσπαρμένων ανά τας νήσους συλλήβδην τοξικομανών και εμπόρων». 157 Στην πράξη ο νόμος «τροποποιήθηκε» από την Πολιτεία, ιδιαίτερα μετά την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά, εφ όσον χωρίς καταδίκη για παράβασή του και με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς την γνώμη ειδικού και δικαίωμα υπεράσπισης, ο κάθε εξαρτημένος, «επικίνδυνος» ή ύποπτος ήταν δυνατόν να εκτοπισθεί. Επικίνδυνος για την 157 Αρχείο Κουτσουμάρη, φάκελος 87/

127 δημόσια τάξη και ασφάλεια, την υγεία και την κοινωνία κρίθηκε σύμφωνα με το παρακάτω έγγραφο εξαρτημένος από ηρωίνη 27 ετών, καφεπώλης, ο οποίος και εκτοπίσθηκε. «Εν Μυτιλήνη και εν τω Νομαρχιακώ κταστήματι σήμερον την 31 του μηνός Οκτωβρίου του έτους 1938 ημέραν Δευτέραν και ώραν 12 η η επιτροπή Δημ. Ασφαλείας Νομού Λέσβου απαρτιζομένη εκ του Νομάρχου Αγησιλάου Κοζύρη προέδρου, του εισαγγελέως Γεωργίου Χαλαζωνίτου και του Δ/του χωροφυλακής ταγματάρχου Κατσαρέα Γρηγορίου ως μελών, συνείλθεν ίνα συζητήση επί ζητημάτων δημοσίας Ασφαλείας 2) Επί τη υπ αριθ 51/2/800/ προτάσει της Δ/σεως χωροφυλακής Λέσβου εκτοπίζει επί εν έτος εις νήσον Ίον τον Σ. ή Μ. Χαράλαμπον του Ευστρατίου γεννηθέντα και κατοικούντα εν Μυτιλήνη, άπορον δε και ικανόν προς εργασίαν, ως επικίνδυνον εις την δημόσιαν τάξιν και ασφάλειαν, διότι παρά τας καταδίκας του επί χρήση και εμπορεία ναρκωτικών δεν εσυνετίσθη, αλλά κατά πληροφορίας, εξακολουθεί να κατέχη και διαθέτη ηρωίνην εις διάφορα άτομα ρέποντα εις την χρήσιν ναρκωτικών, παρασύρων ταύτα εις τον όλεθρον επί μεγίστη ζημία της υγείας των και της κοινωνίας». 158 Παρόμοια ως προς τις διαδικασίες εκτόπισης είναι και η μαρτυρία του Μιχάλη Γενίτσαρη, μουσικού της «ρεμπέτικης παρέας». «Ξαφνικά εκείνο το πρωινό ακούμε την πόρτα να χτυπάει η μάνα μου νόμιζε ότι ήταν κάνας φίλος και ανοίγει. Μόλις ανοίγει μπουκάρουνε 5-6 της Ασφάλειας και μου λένε να ντυθώ είπανε τότες ότι με θέλουνε μόνο για μια κατάθεση. Τους πίστεψα και ντύθηκα βλέπω την κλούβα που περίμενε στην πόρτα και με βάζουν γραμμή στην Ασφάλεια, στον προϊστάμενο τους. Αυτός μου παρουσιάζει κάποιο χαρτί και με βάζει να το υπογράψω Τότες ρώτησα και μου είπε ότι πάω στη Νιό με στέλνουνε στη Νιό εξορία σαν - Δημόσιο Επικίνδυνο - με άλλους πέντε στο Μεταγωγών Πειραιώς και το απόγευμα, με χειροπέδες στην κλούβα και στο καράβι για δρόμο». 159 Σε αυτές τις επιλογές μάλλον συναινούσε και μέρος της κοινής γνώμης, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, προετοιμάστηκε με δημοσιεύματα στον τύπο ώστε να τις απόδεχθεί Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Σ. Χαράλαμπος, αριθ. μητρ , ετών 27, καφεπώλης. 159 Χατζηδουλής Κώστας, Ρεμπέτικη Ιστορία 1, εκδ. Νεφέλη, χ.χ., σ.σ.157, «Οι τοξικομανείς της Νέας Ζηλανδίας εξορίζονται - Πλησίον της Νέας Ζηλανδίας υπάρχουν δύο νήσοι, η Πακάτσα και η Ρότο-Ρόα, που χρησιμεύουν ως προσωρινόν απομονωτήριον και νοσοκομείον εις τους 125

128 Στην πολιτική των εκτοπίσεων βέβαια είχαν προηγηθεί οι Ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες από τον 18 ο αιώνα αφού έχουν απομονώσει την τρέλα, τους απόρους, τους επαίτες κ.λπ. δια του εγκλεισμού, στην συνέχεια «αξιοποιώντας» τις αποικίες τους εκτοπίζουν σ αυτές (Φουκώ, 2007, σ.523). Οι εφαρμοζόμενες πρακτικές δεν βρήκαν σύμφωνο τον ιατρικό κόσμο στο σύνολό του, κάποιοι μάλιστα εξέφρασαν την αντίθεσή τους, ασκώντας κριτική σ αυτές όπως και στο ισχύοντα νόμο. Θεωρούσαν, κατ αρχάς ότι, όπως είχε εξελιχθεί η κατάσταση για τους ίδιους τους εξαρτημένους, έμοιαζαν κωμικές οι τιμωρίες, τα πρόστιμα, οι φυλακίσεις, οι εκτοπίσεις και οι ξυλοδαρμοί και ότι μέθοδοι αυτοί ούτε ως τιμωρία, ούτε ως θεραπεία είχαν κάποια αξία. Τίθεται μάλιστα το ερώτημα ποιός ή πόσοι από την στρατιά των εξαρτημένων εγκατέλειψε την χρήση χάρις στα «ηθικά πειστήρια του βούρδουλα και της εκτόπισης;». Συμπληρώνεται επίσης ότι το κράτος μεταχειρίζεται με τον τρόπο αυτό ώριμους ανθρώπους σαν να ήταν μικρά παιδιά και έτσι είναι αδύνατο να επιτύχει τον επιδιωκόμενο σκοπό. Στις απόψεις ότι οι εξαρτημένοι είναι υπαίτιοι της κατάστασής τους, ότι δηλαδή η εξάρτηση ήταν επιλογή τους και κατά συνέπεια η νομική αντιμετώπιση τους είναι η ενδεδειγμένη, δίνεται η απάντηση ότι έναντι ασθενών ανθρώπων δεν έχει νόημα η τιμωρία και η φυλάκιση. Κατά την ίδια λογική θα έπρεπε να εγκλείονται στις φυλακές ως υπαίτιοι όλοι οι πάσχοντες από σύφιλη, βλεννόρροια κ.λπ. Ως προς τις εκτοπίσεις κρίνουν ότι, εάν απομονωθούν απλώς και μόνον οι εξαρτημένοι, εκεί όπου δεν υπάρχουν κατά τεκμήριο ουσίες δεν σημαίνει ότι θα πάψουν οι εξορισμένοι αναγκαστικά να τις λαμβάνουν και έτσι θα θεραπευθούν από το πάθος τους. Η πραγματικότητα επιβεβαίωνε αυτή την εκτίμηση, καθότι το λαθρεμπόριο φρόντιζε να μέθυσους και τοξικομανείς νεοζηλανδούς. Αι γυναίκαι οδηγούνται εις την Πακάτσα και οι άνδρες εις την Ρότο-Ρόα. Εκεί ο στρατός της σωτηρίας, υπό τον έλεγχον της κυβερνήσεως, μανθάνει εις τους εξόριστους τον τρόπον να καλλιεργούν την γην και να χτίζουν σπίτια. Η απομόνωσις είνε απόλυτος. Ακόμη και τα πλοία που μεταφέρουν εκεί τρόφιμα δεν πλησιάζουν την ακτήν, αλλά σταματούν εις μακράν απόστασιν από τας νήσους, και αφήνουν τα κιβώτια που προορίζονται δια τους εξορίστους εις μίαν μαούνα, η οποία τα μεταφέρει εις τα νησιά. Απεδείχθη ότι η μέθοδος αυτή έχει περίφημα αποτελέσματα, απόδειξις ότι οι εξόριστοι επιστρέφουν υγιείς εντελώς και ουδέποτε επανέρχονται εις το πάθος των, ο δε αριθμός γενικώς των μεθύσων και τοξικομανών έχει σημαντικώς περιορισθή». «Αθηναϊκά Νέα»,

129 τροφοδοτεί παντού και πάντα τους πελάτες του και με το παραπάνω (Στριγγάρης, 1937, σ.σ.321,325). Κατά τον Παξινό, στο Μενίδι, Τρίπολη, Καρπενήσι και λοιπές επαρχιακές πόλεις και χωριά η χρήση της ηρωίνης ήταν άγνωστη, αφ ότου όμως εκτοπίσθηκαν σ αυτές εξαρτημένοι διαδόθηκε και εκεί η «ηρωϊνομανία» (Παξινός, 1940, σ.95). Οι πολιτικές και οι πρακτικές των εκτοπίσεων οπωσδήποτε δίνουν μια σαφέστερη εικόνα για τις προθέσεις και τους στόχους, αλλά και τα αναμενόμενα αποτελέσματα, επιβεβαιώνοντας την ορθότητα των σοβαρών αντιρρήσεων, που είχαν διατυπωθεί. Ταυτόχρονα η κοινωνία, η οποία επιζητούσε «λύσεις», βασισμένες στις «διαγνώσεις» της διάκρισης, λυτρωνόταν εφόσον «ο αποκλεισμός του αρρώστου απ τον κόσμο των υγειών απελευθερώνει την κοινωνία από τα στοιχεία της που τη θέτουν υπό κρίση και ταυτόχρονα επιβεβαιώνει και επικυρώνει την εγκυρότητα της αντίληψης περί ομαλότητας της εγκαθιδρυμένης από την ίδια την κοινωνία». 161 Στην κατάσταση, που είχε διαμορφωθεί η «εσωτερική» εξορία του εξαρτημένου, συμπληρώνεται με την εκτόπιση, εκ μέρους της Πολιτείας των «κανονικών». O εξαρτημένος εξοστρακίζεται χάνοντας την ιδιότητα του πολίτη, όχι μόνον συμβολικά, αλλά και πραγματικά. Από τους πλέον εύστοχους χαρακτηρισμούς που δόθηκαν για τους εξαρτημένους, σε σχέση με τα γνωρίσματά τους και την θέση τους στην κοινωνία είναι αυτός των «αφορισμένων». 162 Αφορίζω (από και ορίζω) οροθετώ, στέλνω έξω από τα όρια, απομακρύνω, αποκλείω. Αφορισμένος, αφορεσμένος ο καταραμένος, ο διάβολος, ο ξορκισμένος. 163 Ο αφορισμός είναι η βαρύτερη τιμωρία κατά την χριστιανική θρησκεία και δύναται να είναι πρόσκαιρος ή να ισχύει δια βίου σύμφωνα με τον Μπαμπινιώτη. 164 Ο αφορισμένος είναι εκείνος που αμάρτησε βεβαίως ηθικά ή ο βλάσφημος. Είναι ο φορέας του προπατορικού αμαρτήματος, είναι αυτός που δοκίμασε τον απαγορευμένο καρπό της 161 Μπαζάλια Φράνκο, Οι θεσμοί της βίας και άλλα κείμενα, εκδ. Βιβλιοτεχνία Ο.Ε. & Τετράδια Ψυχιατρικής, 2008, σ «Η πρώτη κουβέντα που άκουσα από τους ντόπιους (σ. στην εξορία) ήταν: Άντε αφορισμένε. Όλους τους εξόριστους οι χωριάτες τους λέγανε αφορισμένους». Χατζηδουλής Κώστας, Ρεμπέτικη ιστορία 1, εκδ. Νεφέλη, χ.χ., σ Τεγόπουλος - Φυτράκης, Ελληνικό Λεξικό, εκδ. Αρμονία, χ.χ. 164 Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας ΕΠΕ,

130 γνώσης ή της ηδονής, είναι ο κολασμένος, ο οποίος τιμωρείται να μην λιώσει με την ταφή το σώμα του, που δεν ησυχάζει ζωντανός ούτε όμως και με τον θάνατο, έτσι δεν μπορεί να αποκληθεί «μακαρίτης». Δεν ανήκει στους ζωντανούς μήτε στους νεκρούς. Ο αφορισμός είναι χειρότερος από τον θάνατο ή την κατάρα θανάτου. Αυτός ακριβώς ήταν ο εξαρτημένος για τον απλό κόσμο και την κοινωνία, η οποία δεν τον απέρριπτε απλώς, αλλά τον καταδίωκε τον περιφρονούσε, τον λοιδορούσε, τον χλεύαζε. «Εκεί θυμάμαι, στο νησί η Νιό ήταν ξερότοπος και αγριάνθρωποι οι κάτοικοι. Όλοι οι άνδρες βάσταγαν ένα ραβδί δυόμισι μέτρα και ήντουσαν με τη χωροφυλακή ένα. Με το παραμικρό τρέχανε μαζί τους και κοπανάγανε τους εξόριστους». 165 Η μαρτυρία αυτή είναι αρκετά αποκαλυπτική για τον πραγματικό ρόλο που επεφύλασσε η κοινωνία και οι μηχανισμοί ελέγχου στους εξαρτημένους. Οι ξεχασμένοι - περιθωριοποιημένοι σε ένα απομονωμένο νησί κάτοικοι συνάντησαν τους «άλλους» περιθωριοποιημένους της κοινωνίας, οι οποίοι τους έμοιαζαν. Στους εξαρτημένους αποδόθηκε κάθε «κακό» και έγιναν τα εξιλαστήρια θύματα, τα οποία έπρεπε να «θυσιαστούν» για να λυτρώσουν τον κόσμο από τα δεινά του. Κάθε ανασφάλεια, θυμός, φοβία, ανεξαρτήτως λόγου, έπεφτε ως «ανάθεμα» στην πλάτη εκείνων που βάλθηκαν να προκαλέσουν και να «ακυρώσουν» τον θάνατο. Να αμφισβητήσουν την τάξη πραγμάτων στην σχέση ζωής-θανάτου. Ουσιαστικά κατά τον Ολιβενστάϊν πρόκειται για την φοβία «της αποπομπής από την κοινότητα των ζωντανών, μήπως και ορισθείς εξιλαστήριο θύμα στις φαντασιώσεις της κοινωνικής ομάδας που εξουσιοδοτεί ένα νέο κλήρο να προχωρήσει στη θυσία». 166 Από την αφήγηση του Μιχάλη Γενίτσαρη είναι και το παρακάτω απόσπασμα: «Μισό χιλιόμετρο πιο πάνω, σ ένα νεκροταφείο μέσα ανταμωθήκαμε όλοι, για να κάνουμε εκεί Λαμπρή. Εγώ είχα πάρει του Αντώνα το μπουζούκι. Και αρχινάμε το φαγοπότι και πίνουμε και τραγουδάμε και χορεύουμε, και αρχινάμε τις πλάκες με τις νεκροκεφαλές που ήντουσαν σ ένα χωνευτήρι Εμείς πίναμε και γελάγαμε στο σαλόνι μας - το νεκροταφείο. Άξαφνα βλέπουμε απόξω φακούς αναμένους Είχε μαζευτεί όλου του χωργιού οι άντρες και βαστάγανε από ένα ραβδί στο χέρι, και μαζί και η χωροφυλακή. Και μας βγάζουνε έξω σαν 165 Γενίτσαρης Μιχάλης, Μάγκας από μικράκι, εκδ. Δωδώνη, 1992, σ Olievenstein Claude, Το μη λεχθέν των συναισθημάτων, εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 2004, σ

131 τα πρόβατα, μας κυκλώσαν και μας βαράγανε Βρε τι τους παρακαλάγαμε και τους λέγαμε: μέρα που ήτανε, ότι ο Χριστός αναστήθηκε, αφήστε μας! Τίποτα Δεν μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε όπως πρώτα. Μόλις μας βλέπανε οι ντόπγιοι, μας φώναζαν αφορεσμένους». 167 Οι εξόριστοι εξαρτημένοι επέλεξαν την ημέρα της Ανάστασης και της «ήττας του θανάτου» να τη γιορτάσουν στον φυσικό και συμβολικό χώρο, που δεν ήταν άλλος από το νεκροταφείο. Μόνο που για την κοινωνία οι αφορισμένοι δεν είχαν δικαίωμα στην προσδοκία της ανάστασης και της «αιώνιας ζωής». Η εξάρτηση αυτή καθεαυτή αναμφίβολα αποτελεί σκάνδαλο για την κοινωνία, διότι ο εξαρτημένος αποπειράται να θέσει υπό έλεγχο την ευχαρίστηση αλλά και τον πόνο και αυτό δεν το κρύβει. Όταν μάλιστα συνοδεύεται από μια περιφρονητική στάση παντοδυναμίας απέναντι στον θάνατο, αυτό ξεπερνά την κοινωνία που αισθάνεται ανήμπορη να το αντιμετωπίσει. Η ερωτοτροπία με τον θάνατο θέτει τον εξαρτημένο στην θέση του ερωτώντος, του ελεγκτή, ο οποίος εξισώνεται ή ταυτίζεται μαζί του, κατά συνέπεια με τα νάματα του «νόμου» και το ιερό. Τούτο βέβαια για μια «τακτοποιημένη» κοινωνία δεν μπορεί παρά να είναι βλασφημία και οι βλάσφημοι - τουλάχιστον - αφορίζονται. Σε άλλες εποχές η εκτός «κανονισμού» επαφή με το ιερό και η πρόκλησή του να φανερωθεί ήταν εξίσου θανατηφόρα με τις ουσίες. Αυτοί που αντέδρασαν εντονότερα στην «ύβρη» ήταν οι θεματοφύλακες του «νόμου», διότι αυτοί ήταν οι πρώτοι που ακυρώνονταν σε αυτές τις περιπτώσεις και ακολουθούσαν όλοι εκείνοι, που θα αισθάνονταν μετέωροι, αν άλλαζε η πατροπαράδοτη «τάξις πραγμάτων». Οι εκτοπίσεις των εξαρτημένων μάλλον δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ένα ενιαίο πλήρως οργανωμένο σχέδιο του κράτους. Τις επιφυλάξεις τους για αυτές εξέφρασαν ακόμη και εκπρόσωποι των κατασταλτικών μηχανισμών. Οι συχνές τροποποιήσεις των σχετικών νόμων, η επιλεκτική εφαρμογή τους, οι παράτυπες διαδικασίες επιβολής της ποινής, ο μικρός - συγκριτικά με το σύνολο - αριθμός εκτοπισθέντων εξαρτημένων, καταδεικνύουν την συγκυριακή ενασχόληση των μηχανισμών ελέγχου με τον πληθυσμό των εξαρτημένων, 167 Γενίτσαρης Μιχάλης, Μάγκας από μικράκι, εκδ. Δωδώνη, 1992, σ.σ.61,

132 αναλόγως με το πόσο ενοχλητικός ήταν κάθε φορά. Ίσως, λόγω του ότι οι ίδιοι αναγνώριζαν το αναποτελεσματικό του μέτρου. Ήταν μια τακτική, η οποία δημιουργούσε κλίμα ασάφειας, ανησυχίας, ανασφάλειας και εκφοβισμού στον πληθυσμό και λιγότερο στους εξαρτημένους. «Καθησύχαζε» την κοινή γνώμη με το επιχείρημα ότι λαμβάνονταν μέτρα, ενώ παράλληλα την εξοικείωνε ακόμη περισσότερο με την βία έναντι των «διαφορετικών», τον αποκλεισμό, την απομόνωση, την τιμωρία, τους αφορισμούς. Έκρυβε επίσης με τον τρόπο αυτό την αδυναμία της Ιατρικής, της Δικαιοσύνης και της Πολιτικής να αντιμετωπίσουν την εξάρτηση. Ούτως ή άλλως, εκ προοιμίου «μια προσέγγιση αμιγώς ιατρική, ή νομική αλλοιώνει την συζήτηση και το πρόβλημα». 168 Με εξασφαλισμένη την συναίνεση ή την σιωπή, η κοινωνία οδηγούσε στην πλήρη εξαθλίωση και τον θάνατο, με τον πιο απάνθρωπο τρόπο, εκείνους που υπενθύμιζαν την βαθιά κρίση της. 168 Olievenstein Claude, La drogue, Gallimard, 1978, σ

133 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

134 Στην σύγχρονη εποχή ο αριθμός των εξαρτημένων, που απευθύνεται σε κάποια υπηρεσία για να ζητήσει βοήθεια θεραπείας, κυμαίνεται περί το 20% του συνόλου. 169 Λαμβάνοντας υπόψη ότι στις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας ήταν λιγότερο ανεπτυγμένες, όπως επίσης κάποιες φορές την αδυναμία 170 και άλλες την άρνησή τους να δεχθούν εξαρτημένους, την έλλειψη ενημέρωσης, τη γραφειοκρατία, την οικονομική ανέχεια, το κοινωνικό στίγμα, τις διώξεις, το χαμηλό βιοτικό επίπεδο, τις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες κ.λπ., είναι βέβαιο ότι οι εξαρτημένοι και οι οικείοι τους αποθαρρύνονταν να τις προσεγγίσουν. Κατά συνέπεια, το ποσοστό αίτησης βοήθειας μάλλον ήταν πολύ χαμηλότερο των πραγματικών αναγκών. (Δεν ανευρέθηκε αρχειακό υλικό για την λειτουργία και δραστηριότητα των ιδιωτικών Κλινικών). Ωστόσο, τα στοιχεία των υπηρεσιών υγείας, όπου υπάρχουν, είναι ενδεικτικά των τάσεων της εξάρτησης για τη συγκεκριμένη περίοδο. Στην παρούσα έρευνα οι εισαχθέντες ταξινομήθηκαν σε δύο ομάδες: α) αυτές των χρηστών οπιούχων - κοκαΐνης και β) των χρηστών χασίς. Ο διαχωρισμός έγινε διότι σε όλους σχεδόν τους φακέλους της δεύτερης ομάδας υπάρχουν λεπτομερή ιατρικά ιστορικά, όπως επίσης περιγραφή του οικογενειακού περιβάλλοντος των «ασθενών». Ακόμη, υπάρχει εκτενής περιγραφή της θεραπευτικής πορείας και των ιατρικών παρεμβάσεων. Δίνεται έτσι η εντύπωση ότι τα «περιστατικά» αυτά είναι «διπλής διάγνωσης» 171 συνεπώς πιο οικεία και 169 Ετήσια έκθεση για την κατάσταση του προβλήματος των ναρκωτικών και των οινοπνευματωδών στην Ελλάδα 2010, ΕΚΤΕΠΝ, Αθήνα, 2010, σ.σ.81, «Αι εισαγωγαί των τοιούτων τοξικομανών, 40 εν όλω ηρωϊνομανών εισελθόντων και νοσηλευθέντων εν τω Δρομωκαϊτείω μέχρι σήμερον. Σημειωτέον δε, ότι ο αριθμός ούτος ήθελεν είσθαι πολύ μεγαλείτερος, εάν καθίστατο δυνατόν να εισαχθώσι προς νοσηλείαν πάντες οι υποβάλοντες αιτήσεις ηρωϊνομανείς. Τούτο όμως δεν κατέστη δυνατόν δι έλλειψιν θέσεων». Αρκαλίδης Μ. Ν. «Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι», επιθεώρηση «Κλινική», τευχ. 38, 20 Σεπτέμβρη Βάση σημερινών δεδομένων κλινικής δουλειάς με εξαρτημένους από ουσίες «Στοιχεία διαταραχής προσωπικότητας, ήπιου βαθμού κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές είναι ο κανόνας, τα δυσεπίλυτα όμως προβλήματα αφορούν στις βαριές ψυχικές διαταραχές (ψυχώσεις, συναισθηματικές διαταραχές - διπολικές και μονοπολικές και πολύ σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας) και σε αυτές αναφέρεται πλέον ο όρος διπλή διάγνωση». Ντζόϊδου Ειρήνη, Μοσχάκου Γεωργία, Μάτσα Κατερίνα «Ζητήματα διπλής διάγνωσης στα 132

135 συμβατά με το υπάρχον ψυχιατρικό μοντέλο της εποχής, γεγονός που φαίνεται άλλωστε και από τον τρόπο διατύπωσης των διαγνώσεων. Σε αυτό συνηγορεί και η έκθεση του Μ. Αρκαλίδη. «Ακριβείς στατιστικάς των χασισομανών δεν είναι δυνατόν να έχωμεν διότι ούτοι δεν εισέρχονται εις τας κλινικάς προς νοσηλείαν ειμή μόνον όταν παρουσιάσωσι φαινόμενα τοξικής ψυχοπαθείας». 172 Αντιθέτως, στα ιατρικά ιστορικά των εξαρτημένων της πρώτης ομάδας δίνονται συνήθως περιγραφές της εξωτερικής εμφάνισης του «ασθενούς», η συμπτωματολογία, δημογραφικά στοιχεία, αποτελέσματα μικροβιολογικών εξετάσεων και η φαρμακευτική αγωγή. Εξαιρούνται λίγες περιπτώσεις εισαχθέντων, εξαρτημένων από ηρωίνη, όπου τα ιατρικά ιστορικά είναι αναλυτικά και σύμφωνα με το περιεχόμενό τους φαίνεται ότι είναι «διπλής διάγνωσης». Η ομαδοποίηση αυτή έγινε για δύο λόγους: πρώτον διότι η ομάδα των εισαχθέντων λόγω της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα του συνολικού πληθυσμού των εξαρτημένων, εφ όσον περιέχει την πολυμορφία του χώρου. Αυτό δεν συμβαίνει με τους εισαχθέντες λόγω της χρήσης χασίς και δεύτερον διότι η χρήση του χασίς διαφοροποιείται κλινικά, κοινωνικά, πολιτισμικά κ.λπ. από εκείνη των οπιούχων σχεδόν σε όλα τα επίπεδα, ειδικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. εξαρτημένα άτομα που εντάσσονται στα προγράμματα της Μονάδας Απεξάρτησης ΨΝΑ - 18 Άνω» περ. Τετράδια Ψυχιατρικής, τευχ. 108, σ Αρκαλίδης Μ. Ν., Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι, εκδ. Π. Δ. Σακελλάριου, 1928, σ.σ.93,

136 1. Οι υπηρεσίες υγείας που απασχόλησαν την έρευνα Σχετικά με τις υπηρεσίες υγείας, η έρευνα επικεντρώθηκε στην Πανεπιστημιακή Κλινική (Αιγινήτειο), στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο και στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Δαφνί). Η Πανεπιστημιακή Κλινική εγκαινιάσθηκε το Για την λειτουργία της χρησιμοποιήθηκε, κατόπιν βασιλικού διατάγματος του 1904, το κληροδότημα του Δ. Αιγινήτη, με ενέργειες του καθηγητή Μ. Κατσάρα. Από δωρεά των Ζώρζη και Τάρσης Δρομοκαΐτου κατασκευάστηκε το ομώνυμο Θεραπευτήριο, συνέβαλαν δε σε αυτό και πολλοί άλλοι δωρητές. Η λειτουργία του χρονολογείται το Το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής (Δημόσιο Ψυχιατρείο-Δαφνί) τέθηκε σε πλήρη λειτουργία το Η ιστορία ίδρυσής του ξεκινά πολύ νωρίτερα. Στο Τμήμα Μεταγωγών επί της οδού Κυδαθηναίων γύρω στα εκρατούντο στο υπόγειο μερικοί ψυχικά πάσχοντες, μαζί με άλλους ποινικούς κρατούμενους. Περί το μεταφέρθηκαν σε κτήριο του Μοσχάτου, όπου δημιουργείται το πρώτο ψυχιατρικό άσυλο. Στο χώρο αυτό, υπό την επιτήρηση αστυνομικών και χωρίς ιατρική φροντίδα, συνεχίστηκε η κράτησή τους έως το Τον χρόνο εκείνο περίπου πενήντα από τους κρατούμενους, ψυχικά πάσχοντες, εξαρτημένοι και «αλήτες» μεταφέρθηκαν σε μια εγκαταλειμμένη βίλα στην Καλλιθέα, την γνωστή ως «Άσυλο της Αγίας Ελεούσας», υπό την ευθύνη πάντα της αστυνομίας, χωρίς καμία ιατρική βοήθεια. Το ίδρυμα βεβαίως υπαγόταν στο Υπουργείο Εσωτερικών. Το 1924 ο αριθμός τους έφθασε τους 300, που διαβιούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες. Τότε άρχισε να οργανώνεται η ιατρική υπηρεσία του ασύλου και να προστίθενται νέες εγκαταστάσεις. Το έτος αυτό μετατρέπεται σε Δημόσιο Ψυχιατρείο και υπάγεται στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας. Το 1928 ελάχιστοι υπάλληλοι και 50 «ασθενείς» μαζί με λίγους τεχνίτες εργάσθηκαν για την λειτουργία των πρώτων εγκαταστάσεων του Δημόσιου Ψυχιατρείου (Φιλανδριανός, 1977, σ.σ.21-39). Αυτή η σύντομη παρουσίαση της ιστορίας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής δείχνει τον ασυλιακό χαρακτήρα, αλλά και την άμεση σχέση του με την αστυνομία κατά την δημιουργία του, η οποία βάσει στοιχείων εξακολούθησε να υπάρχει και κατά τα επόμενα χρόνια. Εκτός των ανωτέρω ιδρυμάτων, εισαγωγές εξαρτημένων υπήρχαν και σε άλλες 134

137 δημοσίου χαρακτήρα υπηρεσίες, αλλά και σε ιδιωτικές κλινικές, ενώ παράλληλα πολλοί γιατροί, διαφόρων ειδικοτήτων, δέχονταν ιδιωτικά στο γραφείο τους εξαρτημένους Από τα αρχεία Δρομοκαϊτείου και Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, όπως επίσης από την έκθεση του Ν. Μ. Αρκαλίδη «Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι» προκύπτει ότι εκτός των τριών ιδρυμάτων στα οποία διενεργήσαμε έρευνα, εξαρτημένους υποδέχονταν και οι ακόλουθες υπηρεσίες: Άσυλο Φιλανθρωπικής Εταιρείας, Στρατιωτικό Νοσοκομείο, Κλινική Μιχαλακοπούλου, Κλινική «Ιπποκράτειον» - Κατσάρα, Κλινική Τατσόγλου, Κλινική «Ασκληπιείον» - Αλευροπούλου, Κλινική Βάμβα, Κοινοτικό Άσυλο Χιρς Θεσσαλονίκης, Σκυλίτσειον Φρενοκομείο Χίου, Βέγειον Φρενοκομείο Αργοστολίου, Άσυλο Φρενοβλαβών Σύρου, Άσυλο Φρενοπαθών Χανίων, Άσυλο Αγίας Ελεούσης. Ιατροί φυλακών. Οι ιδιώτες γιατροί: Τριαντάφυλλος, Τσημινάκης, Σαράτσης (Βόλος). Κλινικές σε Ελβετία, Ιταλία, Αυστρία, Γερμανία. 135

138 2. Το αρχειακό υλικό των υπηρεσιών υγείας Από το παλαιό αρχείο της Ψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών σώζονται μόνον τα μητρώα ασθενών από το1909 έως το Δεν βρέθηκαν τα μητρώα για το διάστημα 1905 έως Επίσης, σώζεται περιορισμένος αριθμός «ιατρικών ιστορικών», μεταξύ των οποίων δεν υπάρχουν εκείνα που θα ενδιέφεραν την έρευνά μας. Στα εν λόγω μητρώα εντοπίσθηκαν 39 «περιστατικά» με διάγνωση σχετική με τη χρήση οπιούχων και κοκαΐνης και 5 που αφορούν στην χρήση χασίς. Στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο μεγάλο μέρος του αρχείου έχει διασωθεί. Οι βασικές πηγές πληροφοριών είναι: 1) Τα βιβλία αιτήσεων εισαγομένων ασθενών. 2) Τα βιβλία ιατρικών ιστορικών ασθενών. 3) Περί τις αταξινόμητα έγγραφα που αφορούν: α)σε πάσχοντες (πιστοποιητικά, βεβαιώσεις, ειδοποιητήρια κ.ο.κ.). β)στις σχέσεις και συνεργασίες του Θεραπευτηρίου με υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας, της τοπικής αυτοδιοίκησης, της αστυνομίας, του Ελληνικού μονοπωλίου, των κοιμητηρίων κ.λπ. Ατομικοί φάκελοι ασθενών δημιουργήθηκαν από το 1946 και μετά. Στα βιβλία αιτήσεων εισαγομένων ασθενών, όπως και στα βιβλία ιατρικών ιστορικών, οι διαγνώσεις υπήρχαν σημειωμένες με άλλου χρώματος μελάνι, αυτό διευκόλυνε τον εντοπισμό των περιπτώσεων που ενδιέφεραν την έρευνα. Όμως, στα μισά περίπου «ιατρικά ιστορικά» δεν υπήρχε καμία σημείωση, γεγονός που οδήγησε στην ανάγνωση εκατοντάδων χειρόγραφων και πολλές φορές δυσανάγνωστων «ιατρικών ιστορικών», ώστε να επιλεγούν εκείνα που αφορούσαν εξαρτημένους από ουσίες. Μία επί πλέον δυσκολία ήταν ότι κάποιες φορές δεν υπήρχε αντιστοιχία μεταξύ βιβλίων εισαγωγών και «ιατρικών ιστορικών», καθιστώντας σύνθετη την διαδικασία διασταύρωσης στοιχείων. Ερευνήθηκε η περίοδος Τέλος, τα αταξινόμητα έγγραφα εξετάσθηκαν ένα προς ένα και επελέγησαν περί τα 400, σχετικά με τις εξαρτήσεις, που παρουσίαζαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Για την περίοδο βρέθηκαν 190 «ιατρικά ιστορικά» με διάγνωση χρήση ουσιών, κυρίως οπιούχων και 21 με χρήσης κάνναβης. Στα μητρώα του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, κατόπιν συστηματικής έρευνας βρέθηκαν 822 εξαρτημένοι και χρήστες, που εισήχθηκαν για θεραπεία. Αναζητήθηκαν και εξετάσθηκαν οι φάκελοι που αντιστοιχούσαν στα μητρώα. Δυστυχώς, μέρος των φακέλων της 136

139 τάξης του 11,3% που αφορούν σε εξαρτημένους δεν βρέθηκε. Η πλημμελής φροντίδα, οι κακές συνθήκες φύλαξης και οι σοβαρές παραλήψεις των ιθυνόντων κατά το παρελθόν, είναι όπως φαίνεται, οι κυριότεροι λόγοι της απώλειάς των. Οι παρατηρήσεις αυτές αφορούν στο αρχειακό υλικό του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής από της ίδρυσής του έως το Ιδιαίτερη δυσκολία υπήρχε στην ανεύρεση των φακέλων και τούτο διότι προ πολλών ετών άλλαξε η αρίθμησή τους, η οποία είναι τυχαία και βέβαια διάφορη εκείνης των μητρώων, μολονότι στο εσωτερικό των φακέλων αναγράφεται και η παλαιά αρίθμηση. Η ανεύρεση γινόταν πιο σύνθετη στις περιπτώσεις επανεισαγωγών. Κατά συνέπεια, ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος για την πληρέστερη καταγραφή και μελέτη, ήταν η εξέταση ενός εκάστου των φακέλων προκειμένου να επιλεγούν εκείνοι που αφορούσαν σε εξαρτημένα από ουσίες άτομα. Εξετάσθηκαν συνολικά φάκελοι από το 1924 έως το και εκείνοι που ενδιαφέρουν την παρούσα έρευνα ταξινομήθηκαν σε δύο ομάδες: α) Στους εισαχθέντες - 85 τον αριθμό - όπου η κύρια ουσία χρήσης ήταν η κάνναβης και β) Στους εισαχθέντες -737 τον αριθμό - όπου η κύρια ουσία χρήσης ήταν τα οπιούχα και η κοκαΐνη. Από τα μητρώα και τους φακέλους ασθενών των τριών νοσοκομείων (Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο, Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής- Δαφνί) δημιουργήθηκε βάση δεδομένων στοιχεία της οποίας παραθέτονται στις παραγράφους του παρόντος κεφαλαίου, που ακολουθούν. 174 Οι φάκελοι ασθενών από το άσυλο της Αγίας Ελεούσας από το 1924 έχουν μεταφερθεί στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής. 137

140 3. «Τοξικομανία δι ηρωίνης» Εισαγωγές εξαρτημένων με διάγνωση σχετική με οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα. Όπως παρουσιάστηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο οι βαθιές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, που πυροδότησε η βιομηχανική επανάσταση επέφεραν ριζικές αλλαγές στις σχέσεις των ανθρώπων σε όλα τα επίπεδα. Η από αιώνων σχέση τους με τις ουσίες μεταβάλλεται από σχέση χρήσης σε σχέση εξάρτησης. Οι αλλαγές αυτές οπωσδήποτε δεν έγιναν αυτομάτως, αλλά ακολούθησαν την πορεία εξέλιξης της κάθε κοινωνίας. Στην Ελλάδα, η πόλη αρχίζει να αποκτά γνωρίσματα ανάλογα των πόλεων της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Είναι η εποχή που η χρήση και η εξάρτηση από οπιούχα και κοκαΐνη παίρνουν διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου, όταν οι χώρες που προαναφέρθηκαν ήδη από την δεκαετία του 1880 μετρούν δεκάδες χιλιάδες εξαρτημένων μόνον από την μορφίνη. Ο Μεσοπόλεμος για την Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί ως η μεταβατική περίοδος, το «πέρασμα» από τη χρήση ουσιών στην εξάρτηση, διατηρώντας ταυτοχρόνως έντονα στοιχεία της προηγηθείσας εποχής, όπως αυτό της χρήσης του χασίς. Έτσι, η εξάρτηση από παράγωγα του οπίου και της κόκα καταγράφεται ως γνώρισμα του αστικού κέντρου, ενώ παράλληλα συναντάται η χρήση αλκοόλ, οπίου και κάνναβης, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο. Η «κίνηση» των εξαρτημένων στις υπηρεσίες υγείας κατ αυτή την περίοδο είναι ενδεικτική του μεγέθους και της πορείας του φαινομένου στην Ελλάδα. Αν και η πρώτη εισαγωγή, σε ψυχιατρικό ίδρυμα, εξαρτημένου από μορφίνη και κοκαΐνη εντοπίζεται το 1901, σύμφωνα με την βιβλιογραφία από το 1925 και μετά παρατηρείται μια μικρή αλλά συνεχής αυξητική τάση εισαγωγών με διάγνωση «τοξικομανία» (Κωνσταντινίδης, 1935, σ.9). Κατά τον Γαρδίκα η ηρωίνη ήταν διαδεδομένη στις Η. Π. Α. και τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, ενώ στην Ελλάδα διαδόθηκε μετά το Το 1934 ο αριθμός των εξαρτημένων υπολογίζονταν περί τις

141 (Γαρδίκας, 1951, σ.98). Παρόμοια στοιχεία παραθέτει και ο Στριγγάρης, αναφέρει μάλιστα ότι οι «ηρωινομανείς» προέρχονταν από τον χώρο των χασισοποτών. 175 Το 1928 σημειώνεται μια θεαματική αύξηση των εξαρτημένων που εισάγονται για θεραπεία, με αποκορύφωμα το 1932, όπου στην πλειονότητά τους ήταν «νέα περιστατικά» (πίνακες 1, 2, 3, γράφημα 1). Η οικονομική κρίση του 1929 στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά πάσα πιθανότητα ήταν ένας από τους σοβαρούς λόγους έξαρσης του φαινομένου, εφ όσον ο αντίκτυπος στην Ελληνική οικονομία εκδηλώθηκε με την μεγαλύτερη έντασή της κατά το Αντανάκλαση της οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, ήταν και η αύξηση των «εγκληματικών πράξεων» κατά την περίοδο αυτή. 176 Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπ όψη ότι το εισόδημα πολλών Ελληνικών νοικοκυριών εξαρτιόταν από τα εμβάσματα των μεταναστών. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακριβώς αυτή την περίοδο συναντώνται ρεμπέτικα τραγούδια με αναφορές στην ηρωίνη, την κοκαΐνη ή γενικότερα στην «πρέζα», όπως και τραγούδια Ευρωπαϊκού ύφους με ανάλογη θεματολογία. Βέβαια, πολλά από τα «περιστατικά» που εισήχθηκαν για θεραπεία το διάστημα είχαν ήδη μια μακρά πορεία στις ουσίες πριν φθάσουν σε κάποια υπηρεσία υγείας. Όμως, η επιλογή της συγκεκριμένης περιόδου εκ μέρους των εξαρτημένων για την «αποκάλυψη» μιας προσωπικής κρίσης, αυτή της εξάρτησης, με την αίτηση βοήθειας από υπηρεσίες υγείας, δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία και ανεξάρτητη των γενικότερων συνθηκών. Το 1936, από την δικτατορία του Μεταξά, τίθεται σε εφαρμογή ο νόμος 6025/1934 και σημειώνονται μαζικές συλλήψεις εξαρτημένων. Το τελευταίο 4μηνο του 1936 αλλά 175 «Μετά το 1920 παρουσιάστηκαν τα πρώτα κρούσματα και σε μας, γρήγορα όμως ξεπέρασε τον κανναβισμό και πήρε την πρώτη θέση. Το 1932 υπολογίσαμε, ότι υπήρχαν σ όλη την Ελλάδα ως 5000 ηρωϊνομανείς. Στην εξάπλωσή της αυτή η ηρωίνη διάλεξε τα θύματά της σχεδόν αποκλειστικά ανάμεσα στους χασισοπότες». Στριγγάρης Μιχαήλ, Ψυχιατροδικαστική, Αθήνα 1947, σ «Η στατιστική των ετών υπολογίζει εις 25% τους υποτρόπους. Οι επί κλοπή πλειστάκις υπότροποι κατά την οξύτητα της οικονομικής κρίσεως (1932) ηυξήθησαν κατά 114% εν συγκρίσει προς τους του έτους 1928, όπερ δεικνύει ότι και οι καθ έξιν κλέπται υφίστανται την επίδρασιν της οικονομικής πιέσεως». Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δημ. Τζακά - Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ

142 ιδιαίτερα το 1937, όταν ξεκινούν οι διώξεις και οι εκτοπίσεις των εξαρτημένων, μειώνονται κατά πολύ οι εισαγωγές. Αυτή την περίοδο παρατηρούνται επίσης χαμηλά ποσοστά εισαγωγής «νέων περιστατικών». Είναι σαφές ότι αυτοί που δεν εκτοπίσθηκαν για να αποφύγουν τη σύλληψη, δεν απευθύνονται εύκολα σε υγειονομικές υπηρεσίες. Η κατάσταση αυτή διαρκεί έως το 1940, ενώ κατά την περίοδο της κατοχής που δεν υφίστανται αυτού του τύπου οι διώξεις παρατηρείται αύξηση των εισαγωγών, χωρίς όμως να φθάσουν στα προ του 1936 επίπεδα. Οι εισαγωγές αυξάνουν κατά την Γερμανική Κατοχή (πίνακες 1 και 2), όχι μόνον επειδή οι παλαιότεροι εξαρτημένοι προσεγγίζουν τις υπηρεσίες υγείας με μεγαλύτερη ευκολία απ ότι τα προηγούμενα χρόνια, εξασφαλίζοντας έτσι στέγη και κυρίως τροφή, αλλά διότι εμφανίζεται μια νέα γενιά εξαρτημένων, 177 αποτέλεσμα των τραγικών συνθηκών ζωής που επιβάλουν οι δυνάμεις κατοχής. 178 Από τους εισαχθέντες στο Δημόσιο Ψυχιατρείο κατά τα έτη το 57,6% δήλωσε διάρκεια χρήσης από 1 έως 18 μήνες. Ακόμη και εάν κάποιοι έδωσαν ψευδείς πληροφορίες σχετικά με την διάρκεια χρήσης, το στοιχείο ότι το 8,2% των εισαχθέντων ήταν ηλικίας μεταξύ 15 και 19 ετών ενισχύει την διαπίστωση ότι ένας αριθμός εξαρτημένων μυήθηκε στις ουσίες κατά την διάρκεια της Κατοχής. Κατά το 1942 παρατηρείται μεγάλη αύξηση εισαγωγών και μάλιστα «νέων περιστατικών», οι οποίες οφείλονται εν μέρει στις συλλήψεις που προέβη η αστυνομία Αθήνας και Πειραιά και ο ακούσιος εγκλεισμός τους στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Από τα στοιχεία των μητρώων φαίνεται ότι η αστυνομία σε μια «επιχείρηση σκούπα», 179 η οποία ίσως όχι τυχαία ως προς την σημειολογία, ξεκίνησε την 4 η Αυγούστου 1942 και διάρκεσε 177 Αρχείο Δημοσίου Ψυχιατρείου. Απόσπασμα «ιατρικού ιστορικού». «Δημήτριος Τ., αυξ. αριθ , ετών 17, ξυλοτορναδόρος. Ημέρα εισόδου Ήρξατο την χρήσιν της ηρωίνης από 10 μηνών, παρακινηθείς προς τούτο υπό φίλου, όστις του προσέφερε λέγοντάς του ότι θα του περάση η πείνα. Ημερησίως κατηνάλωνε περίπου ¼ του γραμμαρίου, δια της ρινός και μόνον, ουδέποτε μεταχειρισθείς ένεσιν ή άλλου είδους ναρκωτικόν». 178 Θεοδωράκης Γιάννης, Υπέρ βωμών και αστείων, εκδ. Γνώσεις, 1988, σ «Δόθηκε εντολή από τον αρμόδιο υπουργό να μαζευτούν, από τους δρόμους οι τοξικομανείς ή όπως λένε οι ίδιοι τον εαυτό τους, οι πρεζάκηδες, οι χασικλήδες, οι λουλάδες». Βάρναλης Κώστας, εφημ. Πρωΐα, στήλη «Τέχνη και ζωή», έτος ΙΖ, αρ , 5/8/1942, σ

143 περίπου δύο μήνες, συνέλαβε τους «σεσημασμένους τοξικομανείς», αλλά και «υπόπτους για τοξικομανία». Αρκετοί από τους συλληφθέντες αρνήθηκαν επίμονα ότι χρησιμοποιούσαν ουσίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υπάρχει διάγνωση, αλλά η σημείωση «υπό παρακολούθησιν». Το 1941 ο πόλεμος και η κατοχή επιδρούν επίσης καταλυτικά στις εισαγωγές ψυχικά πασχόντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Για τα έτη παρατηρείται μείωση των εισαχθέντων από 30% έως 56,5% συγκριτικά με το 1940 (πίνακας 5, γράφημα 2). Στο Δρομοκαΐτειο η μείωση κυμαίνεται μεταξύ 3,5% και 17%, με εξαίρεση το 1941 (αύξηση 48,6%) κατά το οποίο το 41% των εισαγωγών αφορούσε σε στρατιώτες (Έλληνες και Ιταλούς). Στην Ψυχιατρική Κλινική παρατηρείται μείωση, (18% και 16% αντίστοιχα) μόνον κατά τα δύο πρώτα έτη της Κατοχής. Ενώ στην ίδια Κλινική το 1943 σημειώνεται αύξηση εισαγωγών, το 5% της οποίας οφείλεται σε διακομιδή «γερμανοκρατουμένων». Συνολικά, η μείωση των εισαχθέντων και στα τρία ιδρύματα έχει ως ακολούθως: ,8%, %, ,4%, ,7%. Το φαινόμενο αυτό είναι δυνατόν κατ αρχάς να αιτιολογηθεί ως αποτέλεσμα της αδιαφορίας που επεδείκνυε η κοινωνία έναντι των ψυχικά πασχόντων κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, εμπρός στα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετώπιζε η ίδια. Όμως, αυτή η υπόθεση δεν δίνει απαντήσεις για τον αυξημένο αριθμό εξαρτημένων, οι οποίοι εισάγονται αν και βρίσκονται κοινωνικά στην ίδια ή και σε δυσμενέστερη θέση εκείνης των ψυχικά πασχόντων. Στο σημείο αυτό μάλλον απαντά η διαπίστωση ότι σε περιόδους πολέμου μειώνεται η εμφάνιση ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων στο πληθυσμό, σε σχέση με την ειρηνική περίοδο (Σκούρας, Χατζηδήμος, Καλούσης, Παπαδημητρίου, 1991, σ.σ.270,271). Διαπίστωση που σαφώς επιβεβαιώνει τον κοινωνικό χαρακτήρα της ψυχικής ασθένειας, καθώς το κοινωνικό σώμα απελευθερωμένο από τις συμβάσεις της καθημερινότητας θέτει ως προτεραιότητα την επιβίωση, την προφύλαξη και την διατήρηση του είδους. Ενεργοποιεί ψυχικούς μηχανισμούς, αντιστάσεις, όπως επίσης άλλου τύπου συλλογικότητες και σχέσεις των μελών του. Αυτά αφορούν σε όλους, ακόμη και στους αποκλεισμένους ή στους ευρισκόμενους στο κοινωνικό περιθώριο, με εξαίρεση τους μη έχοντες θέση στην κοινωνία, τους «ζωντανούς νεκρούς» - εξαρτημένους από ουσίες. Ίσως 141

144 με αυτόν τον τρόπο ερμηνεύεται το γεγονός (πίνακας 5, γράφημα 2) ότι για τα έτη οι εξαρτημένοι που εισήχθησαν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο αποτελούσαν περίπου το ¼ του συνόλου των εισαγωγών. Το 1945 με την απελευθέρωση αυξάνονται αριθμητικά οι εισαγωγές κυρίως «παλαιών περιστατικών». Στον πίνακα 5 φαίνεται ότι μειώνεται το ποσοστό εισαγωγών εξαρτημένων κατά το Αυτό οφείλεται στον τριπλασιασμό εισαγωγών ψυχικά πασχόντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, ενώ μετά το 1946 οι εισαγωγές εξαρτημένων ακολουθούν φθίνουσα πορεία, ελαχιστοποιούνται κατά τα επόμενα χρόνια και η παρατηρούμενη ύφεση διαρκεί περίπου τέσσερεις δεκαετίες. Από τα παραπάνω όπως και από την ιστορία άλλων χωρών, φαίνεται ότι σημαντικός παράγοντας για την εμφάνιση, έξαρση ή εξαφάνιση του φαινομένου της εξάρτησης, δεν είναι βέβαια μόνον η βιομηχανική ανάπτυξη με τις κοινωνικές προεκτάσεις της. Σε περιόδους μεγάλης κοινωνικής κρίσης, σε περιόδους «οριακές» για την κοινωνία ή ριζικών αλλαγών, οι ουσίες νόμιμες και παράνομες έχουν την δική τους θέση και ρόλο συνοδεύοντας ή ακολουθώντας τις εξελίξεις, αποτυπώνοντας έτσι γενικότερα χαρακτηριστικά της κοινωνίας και της εποχής. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ο ρόλος του «φαρμάκου» στην διάρκεια των πολέμων. Είναι γνωστό ότι κατά τον Αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο υπήρξε υπερκατανάλωση μορφίνης η λήξη του οποίου άφησε περί τις εξαρτημένους (Blumir, 1984, σ.14), ενώ κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο οι Γερμανοί στρατιώτες προ των επιθέσεων έπιναν μίγμα οινοπνεύματος και αιθέρα (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ.104). Είναι επίσης γνωστό ότι μια σειρά ανακαλύψεων που αφορούν στην τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένου του «φαρμάκου», σχετίζονται με τον πόλεμο, έτσι που να θεωρείται ότι σε ένα πόλεμο, η ποσότητα των φαρμάκων που καταναλώνεται μπορεί να είναι μεγαλύτερη εκείνης των σφαιρών. Κατά την διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου οι Άγγλοι, οι Ιάπωνες και οι Γερμανοί πιλότοι πολεμικών αεροπλάνων χρησιμοποιούσαν ουσίες τύπου αμφεταμίνης (Blumir, 1984, σ.99), προκειμένου να καταπολεμούν την κόπωση και να βρίσκονται σε εγρήγορση. Οι φαρμακοβιομηχανίες παρασκεύαζαν νέες ουσίες, ώστε να χρησιμοποιηθούν για «στρατιωτικούς σκοπούς», οι οποίες αργότερα, με την λήξη του 142

145 πολέμου, εξαπλώθηκαν και στον γενικό πληθυσμό (Blumir, 1984, σ.σ.15,99). Η βιομηχανοποίηση του φαρμάκου, οι χαμηλές τιμές στις πρώτες ύλες, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια, το οργανωμένο σύστημα διαφήμισης και διανομής του και βέβαια η ανάγκη επούλωσης του «τραύματος» του πολέμου, οδήγησαν εκατομμύρια Ευρωπαίους στην εξάρτηση από ηρωίνη, αμφεταμίνες, μορφίνη, υπνωτικά, ηρεμιστικά, κ.α. ενώ ταυτόχρονα μειώθηκαν οι δείκτες εξάρτησης από το αλκοόλ. Στην Ελλάδα, η ιστορία της εξάρτησης από οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα, μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει αντίστροφη πορεία από εκείνη των χωρών της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης. Πορεία που έρχεται να ενισχύσει την θέση ότι οι κοινωνικές συνθήκες και σχέσεις ορίζουν τις εξαρτήσεις και το είδος τους. Η χώρα κατά την διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής βρέθηκε στην τρίτη θέση απωλειών σε ανθρώπινο δυναμικό κατ αναλογία πληθυσμού, συγκρινόμενη με τις άλλες χώρες. Η συνέχιση της εμπόλεμης κατάστασης με τον Εμφύλιο που ακολούθησε, δημιούργησε τις συνθήκες και προϋποθέσεις που θα ευνοούσαν την ανάπτυξη των εξαρτήσεων από ουσίες, όπως συνέβη και στην υπόλοιπη Ευρώπη, απ την στιγμή που κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου το φαινόμενο είχε ήδη αναπτυχθεί. Όμως, από τα πρώτα χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου ο αριθμός των εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη ελαχιστοποιείται, (πίνακας 5, γράφημα 2) με την πάροδο μάλιστα των ετών πολλοί εξαρτημένοι από τους εναπομείναντες (του Μεσοπολέμου και της Κατοχής), λόγω έλλειψης ηρωίνης, μορφίνης, κοκαΐνης αρχίζουν να χρησιμοποιούν αλκοόλ και φαρμακευτικά σκευάσματα και κατά τα επόμενα χρόνια απευθύνονται στις υπηρεσίες υγείας ως αλκοολικοί ή «πολυτοξικομανείς». 180 Η εξέλιξη αυτή βέβαια δεν είναι τυχαία, Αρχείο Δημοσίου Ψυχιατρείου. Αποσπάσματα δύο ιατρικών ιστορικών. α) «Γεώργιος Ο., αριθ. μητρ. 1304, ετών 37, ηλεκτρολόγος. Ημερομηνία εισόδου Διάγνωσις: Τοξικομανία. Από 17ετίας ποιείται χρήσιν ηρωίνης» ακολουθούν πάμπολλες επανεισαγωγές με τελευταία το Κατά την δεκαετία του 50 ως διάγνωση αναγράφεται «χρόνιος αλκοολισμός». β) «Ιωάννης Α., αριθ. μητρ. 9139, ετών 21, ηλεκτρολόγος. Ημερομηνία εισόδου Διάγνωσις: Τοξικομανία (ηρωίνη-κοκαΐνη). Ο άρρωστος ήρχισε να ποιείται χρήσιν ηρωίνης και κοκαΐνης εναλλάξ από τριετίας». Τελευταία εισαγωγή έγινε την 1 η /10/ 1969 με διάγνωση πολλαπλή τοξικομανία. «ως λέγει ο ίδιος απέφευγε την λήψιν χαπίων ή οινοπνευματωδών ποτών μέχρι προ 2μήνου περίπου. Από διμήνου, όμως, ήρχισεν την λήψιν οινοπνευματωδών, κυρίως ούζου, εις ποσότητα περίπου ενός χιλιογράμμου και πλέον». 143

146 ούτε αποτέλεσμα των απαγορευτικών νόμων - οι οποίοι άλλωστε προϋπήρχαν - ή των κατασταλτικών μέτρων. Όπως σημειώθηκε προηγουμένως, η εξάρτηση είναι γνώρισμα του αστικού κέντρου, των σχέσεων που υπάρχουν σ αυτό και του τρόπου ζωής των κατοίκων του, στα πλαίσια μιας αναπτυσσόμενης κοινωνίας. Στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο αλλάζει ριζικά ο κοινωνικός ιστός της πόλης από το μεγάλο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης. Τα αστικά κέντρα ιδίως Αθήνα - Πειραιάς και Θεσσαλονίκη κατακλύζονται από αγροτικούς πληθυσμούς. Οι μεγάλες καταστροφές στην αγροτική οικονομία και στις υποδομές της κατά τον πόλεμο και πολύ περισσότερο κατά τον Εμφύλιο, η συγκέντρωση του κύριου όγκου των οικονομικών δραστηριοτήτων στην πρωτεύουσα, η τακτική της δημιουργίας «νεκρών ζωνών» στα ορεινά τμήματα της χώρας και στην παραμεθόριο, κατά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ορισμένες των οποίων διατηρήθηκαν μετά την λήξη του πολέμου, η βίαιη μετακίνηση των κατοίκων στα πεδινά ως «ανταρτοπλήκτων» και τέλος η φτώχεια, η ανέχεια και οι πολιτικές διώξεις, ήταν οι σημαντικότεροι λόγοι που οδήγησαν τους πληθυσμούς αυτούς σε μια ιδιότυπη αστυφιλία. Οι εσωτερικοί μετανάστες των Ελληνικών πόλεων, κάτω από αντίξοες συνθήκες, έπρεπε να ικανοποιήσουν τις στοιχειώδεις ανάγκες επιβίωσης αλλά και να διαχειρισθούν τα «τραύματα» και τα πένθη που άφησαν οι δυο πόλεμοι. Δεν υπήρχε ελληνική οικογένεια χωρίς απώλεια ή απώλειες προσφιλών προσώπων. Οι ουσίες σε αυτές τις συνθήκες ήλθαν 2. Ραπίδης Παν., Επετηρίς Κρατικού Θεραπευτηρίου Ψυχικών Παθήσεων Αθηνών (σημ. Δαφνί), 1969, σ.128. Για τους εισαχθέντες εξαρτημένους κατά το 1968 «εν τω συνόλω των το παρελθόν έτος, ενεφάνισαν εικόνα πολλαπλής τοξικομανίας (εκ βαρβιτουρικών και ριταλίνης) και εις εννέα περιπτώσεις επιπεπλεγμένας μετά αλκοολισμού. Ηρωϊνομανίαν ή τοξικομανίαν εκ παραγώγων μορφίνης ουδεμίαν ενοσηλεύσαμεν». Επίσης, στις εκθέσεις πεπραγμένων του Κρατικού Θεραπευτηρίου Ψυχικών Παθήσεων Αθηνών (Δαφνί) για τα έτη 1967, δίνονται παρεμφερή στοιχεία. 3. Ανάλογες μαρτυρίες «μετακίνησης από την τοξικομανία στον αλκοολισμό» είχαμε από υπερήλικες «χρόνιους νοσηλευόμενους» στην Μονάδα Απεξάρτησης Τοξικομανών Αλκοολικών (18 Άνω) κατά τα τέλη της δεκαετίας του 80. Οι ίδιες μαρτυρίες μας πληροφορούν ότι ο αριθμός εξαρτημένων σε όλη την Ελλάδα κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες κυμαίνονταν μεταξύ ατόμων. Η έλλειψη ουσιών, λόγω μικρής ζήτησης, τους οδήγησε στην δημιουργία εργαστηρίων επεξεργασίας οπίου τα οποία μετά από επιχειρήσεις της αστυνομίες έκλεισαν, γεγονός που τους έστρεψε στην κατάχρηση αλκοόλ. 144

147 ως μέσον ανακούφισης κάθε πόνου. Όμως για τους αγροτικούς πληθυσμούς οι «ουσίες της πόλης» - ηρωίνη, μορφίνη, κοκαΐνη κ.λπ - ήταν ξένες. Δεν συμβάδιζαν με τον «πολιτισμό» τους. Η ουσία που γνώριζαν ήταν το αλκοόλ και αυτή χρησιμοποίησαν, σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις παρατηρούνται φαινόμενα κατάχρησης. Οι ίδιοι παρότι ζουν στην πόλη δεν αισθάνονται μέλη της, δεν ενδιαφέρονται γι αυτήν, συχνά την θεωρούν εχθρική. Λειτουργούν με αξίες, κανόνες, αρχές, στάσεις και συμπεριφορές που παραπέμπουν στην ύπαιθρο. Μάλλον αισθάνονται ως μετανάστες και ζουν με το όνειρο της επιστροφής. Οι συντοπίτες επιλέγουν κοινό τόπο κατοικίας στην πόλη, καθιερώνουν ή δημιουργούν δικούς τους χώρους συνάθροισης, που τους παρέχουν «ασφάλεια», επικοινωνία και πρακτικές διευκολύνσεις, μετατρέποντας συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων σε «μικρά χωριά». Διατηρούν για πολλά χρόνια τα εκλογικά τους δικαιώματα στην γενέτειρά τους και κατά τις απογραφές πληθυσμού μετακινούνται στον τόπο καταγωγής τους, δηλώνοντας ψευδή τόπο κατοικίας. Εκτός της εσωτερικής μετακίνησης πληθυσμών αυτή τη περίοδο, για τους ίδιους λόγους, παρατηρείται ένα από τα μεγαλύτερα κύματα μετανάστευσης που γνώρισε η Ελλάδα, με κύριους προορισμούς την Κεντρική Ευρώπη και την Αυστραλία. Οι μετανάστες είναι νέοι, οι περισσότεροι άνδρες και δυνητικοί χρήστες ουσιών. Σε αντίθεση με τη πορεία των εξαρτήσεων στις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης, το «πολιτισμικό σοκ» που υπέστη το αστικό κέντρο στην μεταπολεμική Ελλάδα, αποτέλεσε τον σημαντικότερο παράγοντα για την εξαφάνιση του φαινομένου της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη και ταυτόχρονα την αύξηση του αλκοολισμού (γράφημα 3 και 4), ο οποίος εκτός των στατιστικών στοιχείων αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στο ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι της εποχής, στον κινηματογράφο, στο θέατρο κ.ο.κ. Άξιο παρατήρησης στους στατιστικούς πίνακες είναι το στοιχείο των επανεισαγωγών των εξαρτημένων. Στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, οι επανεισαγωγές έφθασαν το 51,1% (πίνακας 1) και οι άνω της μίας φοράς εισαχθέντες (έως 14 φορές) αποτελούσαν το 42,3%. Στις 320 συνολικά εισαγωγές που έγιναν στο Δρομοκαΐτειο το 40,6% ήταν επανεισαγωγές (πίνακας 2), ενώ από τους 190 συνολικά εξαρτημένους το 33,2% εισήχθη από μία έως οκτώ φορές. 145

148 Στην Πανεπιστημιακή Κλινική (Αιγινήτειο) οι επανεισαγωγές (1-2 φορές) αποτελούν το 17% του συνόλου (πίνακας 3). Ο λόγος διαφοροποίησης των ποσοστών των επαναληπτικών εισαγωγών, οφείλεται στα τρία ιδρύματα και στη δυνατότητα πρόσβασης, που έδιναν στους εξαρτημένους. Ο απόλυτος αριθμός εξαρτημένων, εισαχθέντων και στις τρεις υπηρεσίες υγείας, που αποτελούν το δείγμα μας είναι 852, οι 114 εξ αυτών είχαν εισαχθεί σε περισσότερες της μιας εκ των ανωτέρω υπηρεσιών. Τέλος, ο συνολικός αριθμός εισαγωγών εξαρτημένων και στις τρεις υπηρεσίες υγείας από κοινού είναι 1873 (πίνακας 4, γράφημα 1), από αυτές οι ,5% ήταν για πρώτη φορά και οι ,5% ήταν επανεισαγωγές. Οι αλλεπάλληλες εισαγωγές ενός εξαρτημένου ατόμου για θεραπεία υπαγορεύονται συχνά από εξωτερικούς παράγοντες. Η πίεση από το οικογενειακό περιβάλλον και την αστυνομία, οι δικαστικές εκκρεμότητες και η απειλή φυλάκισης αποτελούν κίνητρα εισαγωγής για θεραπεία. Άλλοτε πάλι, η εξεύρεση φαρμακευτικής βοήθειας και περίθαλψης, τα προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας, τα οικονομικά προβλήματα σε συνδυασμό με τα προσωπικά αδιέξοδα ωθούν στην αναζήτηση βοήθειας χωρίς πλήρως διαμορφωμένο «αίτημα». Δεν είναι όμως σπάνιες και οι περιπτώσεις οικειοθελούς προσέλευσης με σκοπό την «ίαση». Μετά τη γνωριμία του με τις ουσίες, ο κάθε χρήστης ακολουθεί μια πορεία η οποία απαιτεί χρόνο έως ότου δημιουργηθεί σχέση εξάρτησης μαζί τους. Αυτό συμβαίνει μια συγκεκριμένη στιγμή, όταν το άτομο είναι έτοιμο για την πλήρη είσοδό του στον κόσμο των ουσιών. Κατά την πορεία του στις ουσίες υπάρχει επίσης μια ανάλογη στιγμή αποκοπής απ αυτές, είναι η στιγμή που το άτομο είναι έτοιμο να αλλάξει την έως τότε ζωή του. Ο βαθμός ωρίμανσης για μια τέτοια μετάβαση εξαρτάται, αφ ενός από υποκειμενικούς παράγοντες, αφετέρου από αντικειμενικούς, όπως η ακολουθούμενη πολιτική για τις εξαρτήσεις, οι κοινωνικές συνθήκες, η κοινή γνώμη, η ύπαρξη θεραπευτικών χώρων, η προσβασιμότητα σ αυτούς κ.λπ. Όμως, από τα πιο σημαντικά είναι η πεποίθηση του θεραπευτικού «χώρου» και των θεραπευτών ότι η απεξάρτηση είναι δυνατή, ώστε αυτή στην συνέχεια να εμφυσηθεί στον θεραπευόμενο και στην κοινωνία. Από όλα τα ανευρεθέντα στοιχεία, ανεξαρτήτως θεραπευτικής μεθόδου, φαίνεται ότι κανείς δεν ήταν πεπεισμένος για τούτο, και φυσικά ούτε οι ίδιοι οι εξαρτημένοι. Τα υψηλά 146

149 ποσοστά επανειλημμένων εισαγωγών στα ψυχιατρικά ιδρύματα δείχνουν ότι υπήρχε ατομικό κίνητρο απεμπλοκής από τις ουσίες, αλλά παντελής αδυναμία των ειδικών και της κοινωνίας να το αναγνώσουν και να το ικανοποιήσουν. Ως προς την πρόσβαση των εξαρτημένων στα ιδρύματα, όπως έχει ήδη σημειωθεί, υπήρχαν μεγάλες δυσκολίες και ο αριθμός των εισαγομένων σ αυτά ήταν «ασφαλώς μικρότερος του πραγματικού, αν ληφθεί υπ όψιν ότι εξ αιτίας ελλείψεως χώρου και εξ αφορμής ταραχών, παρεμποδίζεται εσκεμμένως η αθρόα είσοδος τοξικομανών στο Άσυλο». 181 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο πίνακας 7. Όπως φαίνεται περίπου το 20% των εισαχθέντων ήταν πρόσφυγες και μετανάστες, η πλειονότητα μάλιστα αυτών καταγόταν από την περιοχή της Σμύρνης. Βρέθηκε ότι κατά την Μικρασιατική καταστροφή το 1922 οι περισσότεροι ήταν παιδιά ή έφηβοι, με μέσο ηλικιακό όρο τα 14,86 έτη. Σύμφωνα με τους πίνακες 9 και 10 οι έφηβοι και μετέφηβοι αποτελούν περίπου το 5% του συνολικού αριθμού των εισαχθέντων για θεραπεία, ποσοστό παρόμοιο με τα σημερινά δεδομένα. 182 Η εφηβεία ως ηλικιακή κατηγορία δεν ορίζεται μόνον από την βιολογική και ψυχική ανάπτυξη, αλλά επίσης από τις κοινωνικές συνθήκες της κάθε εποχής. Οι έφηβοι αντανακλούν την κοινωνία και τα στερεότυπα των ενηλίκων, οι οποίοι κατά την εξεταζόμενη περίοδο μάλλον λειτούργησαν «παροτρυντικά» σε συμπεριφορές βίας και «παραπτώματος». Οι εξαιρετικά βεβαρημένες συνθήκες ζωής ανάγκασαν τα παιδιά να μεταβούν στην ενηλικίωση χωρίς να βιώσουν την εφηβεία. Από την πλευρά τους απαντούσαν στην κοινωνία με τον ίδιο «υπο-πολιτισμικό» τρόπο που η ίδια τους είχε επιφυλάξει, για να αντιμετωπίσουν το άγχος της στέρησης και του ανικανοποίητου των αναγκών τους, τον θάνατο και την ψυχική αιμορραγία. Ως προς το φύλο και τον μέσο όρο ηλικίας βρέθηκαν τα ακόλουθα στοιχεία. Σε σύνολο 737 εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο οι % ήταν άνδρες και οι 29 γυναίκες που αποτελούν το 4% του συνόλου. Ηλικίες εισαχθέντων μ.ο. 28,3. Ηλικίες ανδρών μ.ο. 28,2. Ηλικίες γυναικών μ.ο. 30, Σκούρας Φ., Οι χασισομανείς, «Ιατρικός Τύπος», Ιανουάριος 1933, σ Ετήσια έκθεση για την κατάσταση των ναρκωτικών στην Ελλάδα 2008, εκδ. ΕΚΤΕΠΝ, 2009, σ

150 Στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο εισήχθηκαν 190, οι άνδρες ήταν ,7% και οι γυναίκες 12 6,3%. Ηλικίες εισαχθέντων μ.ο. 28,4. Ηλικίες ανδρών μ.ο. 28,15. Ηλικίες γυναικών μ.ο. 32,45. Στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών εισήχθησαν 31-79,5% άνδρες και 8-20,5% γυναίκες. Ηλικίες εισαχθέντων μ.ο. 29,7. Ηλικίες ανδρών μ.ο. 29. Ηλικίες γυναικών μ.ο. 32. Η οικονομική ευχέρεια των απευθυνόμενων στο Δρομοκαΐτειο και Αιγινήτειο μάλλον έδινε στις γυναίκες μεγαλύτερα ποσοστά «ισοτιμίας» στη θεραπεία απεξάρτησης. Στα κέντρα θεραπείας κατά το 2008 σε άτομα που ζήτησαν θεραπεία ή βοήθεια, η μέση ηλικία ήταν τα 29,6 έτη. Η μέση ηλικία των ανδρών τα 29,7 έτη. Η μέση ηλικία των γυναικών τα 26,3 έτη. 183 Αξιομνημόνευτο είναι ότι μεταξύ της εξεταζόμενης περιόδου και των ετών 2002, 2008 ο γενικός μέσος όρος ηλικίας και ο μέσος όρος ηλικίας των ανδρών είναι παρεμφερείς. Ως προς τις ηλικιακές ομάδες (πίνακες 9, 10) των αιτούντων θεραπεία, στη σύγχρονη εποχή, είναι μειωμένο το ποσοστό της ομάδας ετών και αυξημένο των μεγαλυτέρων ηλικιακών ομάδων. Η αναλογία ανδρών γυναικών όπως εμφανίζεται εκτιμάται ως πλασματική, αυτό συμβαίνει άλλωστε και στην εποχή μας. 184 & 185 «Η τοξικομανία είναι γένους θηλυκού, αλλά δεν μπορούμε να μιλάμε για -γυναικεία- τοξικομανία. Παρ όλα αυτά η τοξικομανία στη γυναίκα παρουσιάζει, σε επίπεδο φαινομενολογικό και δυναμικό πολλές διαφορές από εκείνη του άνδρα. Στο ιστορικό αυτών των γυναικών βρίσκουμε σε μεγαλύτερη συχνότητα, 183 Οπ. π., σ.σ.70, Σύμφωνα με στοιχεία για τα έτη η αναλογία ανδρών γυναικών κυμαίνεται από 67% - 33% έως 83% - 17%, ενώ εκτιμάται ότι η πραγματική αναλογία κυμαίνεται στα 60% - 40% Παρεχόμενες υπηρεσίες-στατιστικά στοιχεία, Μονάδας Απεξάρτησης (18 Άνω)-ΨΝΑ, εκδ. Τμήμα Έρευνας, σ ΕΚΤΕΠΝ Ετήσια έκθεση για την κατάσταση των ναρκωτικών στην Ελλάδα εκδ. ΕΚΤΕΠΝ σ.70. «Η συντριπτική πλειονότητα των ατόμων το 2008 ήταν άνδρες (86,8%)». 148

151 ψυχικούς τραυματισμούς, βιώματα εγκατάλειψης, πένθους, αιμομιξίας, βιασμών». 186 Οι κοινωνικές διακρίσεις σε βάρος των εξαρτημένων, από τα στοιχεία που παρατέθηκαν σε άλλες παραγράφους, είναι εμφανέστατες. Η θέση της εξαρτημένης γυναίκας ήταν πολλαπλάσια δυσχερής. Η ηθικολογική αντιμετώπισή της, ακόμη και από «ειδικούς», κάποιες φορές άγγιζε τα όρια του μεταφυσικού. 187 Αυτός είναι και ο λόγος που απέτρεπε τις γυναίκες να ζητήσουν βοήθεια σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας και τις έστρεφε σε νόμιμες ουσίες, όπως το αλκοόλ ή σε εύκολα προσβάσιμες, όπως τα φαρμακευτικά και ο αιθέρας, τις οποίες δεν ήταν αναγκασμένες να αναζητούν στους χώρους των εξαρτημένων. Η «νόμιμη τοξικομανία» ή «κρυφή τοξικομανία» κρατούσε τις γυναίκες μακριά από τα ιδρύματα και συνεπώς το στίγμα της ασθένειας, της παραβατικότητας, της ανηθικότητας κ.ο.κ. Κατά τον Αρκαλίδη, ο συνδυασμός αιθέρα και κοκαΐνης «δεν είναι άγνωστος εις τας κυρίας». 188 Καταγραφές «αιθερομανίας» στην Ελλάδα υπάρχουν τουλάχιστον από το 1880, περί τα τέλη της δεκαετίας του 1910 οι δρόμοι πέριξ της πλατείας Κάνιγγος μύριζαν αιθέρα από τα κέντρα που υπήρχαν εκεί. Η χρήση του αιθέρα, η οποία ήταν επίσης πολύ διαδεδομένη στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη, γινόταν δια εισπνοής ή δια κατάποσης με ένα κομμάτι ζάχαρη (Κουρέτας, 1932, σ.σ.103,104). Ως προς την κύρια ουσία χρήσης (πίνακας 11), η ηρωίνη καταλάμβανε την πρώτη θέση και η ποσοστιαία αναλογία ήταν για το Δρομοκαΐτειο 72,2%, το Δημόσιο Ψυχιατρείο 95,9% και το Αιγινήτειο 46,1%. Οι εισαγωγές των χρηστών αποκλειστικά κοκαΐνης, είτε σε συνδυασμό με άλλες ουσίες, για μεν το Δρομοκαΐτειο ανέρχονται στο 13,8% και για το Δημόσιο Ψυχιατρείο στο 5,1%. Για την μορφίνη τα ποσοστά ήταν αντίστοιχα 21,6% και 4,9%, ενώ για το Αιγινήτειο 36%. Τα στοιχεία αυτά μάλλον επιβεβαιώνουν τις διαπιστώσεις ειδικών της εποχής ότι στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα συναντάται 186 Μάτσα Κατερίνα, Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση, εκδ. Άγρα, 2008, σ «Ειδικώς αι γυναίκες τοξικομανείς είναι πλέον επιδεκτικαί εις την ταχείαν ανάπτυξιν όλων των συμπτωμάτων. Το ψεύδεσθαι γίνεται έξις εις αυτάς και η έξις αυτή είναι τόσον συνυφασμένη με την ύπαρξίν των ώστε εις την Αμερικήν η μαρτυρία των, δεν λαμβάνεται υπ όψει εις τα ορκωτά δικαστήρια» Βαμβάς Σπ., «Η μορφίνη εχθρός του έρωτος», «ΕΞΠΡΕΣ» (αστυνομική και κοινωνική επιθεώρηση), 3 Απριλίου 1932, αρ. φύλλου 8, σ Αρκαλίδης Μ. Ν., Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι, εκδ. Π. Δ. Σακελλάριου, 1928, σ

152 συχνότερα η χρήση κοκαΐνης και μορφίνης και στα κατώτερα η ηρωίνη, εφόσον τα τρία νοσοκομεία, όπως θα δειχθεί στη συνέχεια, διέφεραν όχι μόνο θεσμικά, αλλά και ως προς το κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο πασχόντων που υποδέχονταν. Με βάση τον πίνακα 12, στα «ιατρικά ιστορικά» σε ποσοστό πλέον του 20%, δεν είχε καταγραφεί η διάρκεια χρήσης της κύριας ουσίας, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό για την ανίχνευση της σχέσης με αυτήν και τον προσδιορισμό της, ως χρήσης ή εξάρτησης. Η ποσότητα και ο αριθμός των δόσεων ποικίλει. Να σημειωθεί ότι η ηρωίνη ήταν νοθευμένη από τους εμπόρους, μεταπράτες και διακινητές με υδροχλωρική κινίνη, πούδρα, αλεύρι, κ.λπ. (Αρκαλίδης, 1930, σ.1158). Για το είδος της νοθείας υπάρχουν λεπτομερείς περιγραφές, 189 επίσης αναφέρεται η πληροφορία ότι οι εμπορευόμενοι τις ουσίες τύπωναν πλαστές ετικέτες κρατικών εργοστασίων παρασκευής «ναρκωτικών» και τις συσκεύαζαν αναλόγως, γεγονός που σημαίνει ότι οι πελάτες τους πιθανώς δεν ήταν μόνον οι εξαρτημένοι. Ως προς τον τρόπο χρήσης, παρά τα ελλιπή στοιχεία, φαίνεται ότι συνηθιζόταν η ενέσιμη και δευτερευόντως η χρήση από τη μύτη. Στην βιβλιογραφία της εποχής συναντάται επίσης εξάρτηση από κωδεΐνη. Η χωρίς μέτρο και περιορισμούς χορήγηση φαρμακευτικών ουσιών, όπως επίσης η μονομερής επικρατούσα άποψη για την ενέργεια των φαρμάκων και η άγνοια της ψυχολογικής κατάστασης του ατόμου, συνέβαλαν στην δημιουργία εξαρτημένων. Ο αριθμός των ασθενών που έκαναν κατάχρηση διαφόρων φαρμάκων ήταν μεγάλος, αλλά δεν καταγραφόταν στις επίσημες στατιστικές. Τα νοσήματα που κατ εξοχήν αριθμούσαν τέτοιου τύπου εξαρτημένους ήταν η σύφιλη και ο διαβήτης (Τσούκας, 1936, σ.266). Η κοινωνική διαστρωμάτωση των εξαρτημένων που εισάγονται για θεραπεία στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο διαφέρει από εκείνη του Δημοσίου Ψυχιατρείου. Αυτό αιτιολογείται από το δεδομένο ότι το Δρομοκαΐτειο ήταν ίδρυμα ιδιωτικού δικαίου. Η νοσηλεία σ αυτό για τους περισσοτέρους ήταν έναντι αμοιβής, η οποία καθοριζόταν αναλόγως της «θέσεως» που επέλεγε η οικογένεια του πάσχοντος. Υπήρχε ακόμη ένας 189 «Δια μεν την ηρωίνην, βενζοϊκόν νάτριον, κρεμόριον, διττανθρακικόν νάτριον (σόδα), ιτεϊλικόν νάτριον και νοβοκαΐνη, δια την κοκκαΐνην, βορικόν οξύ εις λέπια τελείως κοσκινισμένον και ιτεϊλικόν νάτριον, και δια την ακάθαρτον μορφίνην (μπάζαν), κρεμόριον ή ταλκ ελαφρώς χρωματισμένα δι ώχρας». Παξινός Σπύρος, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, εκδ. Μιχ. Σαλίβερου, 1940, σ.σ.106,

153 περιορισμένος αριθμός κλινών για απόρους, χωρίς υποχρέωση καταβολής νοσηλίων και τέλος ένας αριθμός κλινών για στρατιωτικούς και στρατευμένους. Από τούτα συνάγεται ότι οι οικογένειες των εισαχθέντων εξαρτημένων σε Δρομοκαΐτειο και Αιγινήτειο ευρίσκονταν συνήθως σε ικανοποιητικό οικονομικό επίπεδο. Δεν είναι ασήμαντο και το στοιχείο ότι 25% περίπου ήταν έγγαμοι, ποσοστό αρκετά υψηλό για τον πληθυσμό των εξαρτημένων της εποχής. Στο δε Αιγινήτειο ο αριθμός των εγγάμων ξεπερνά το 30% των εισαχθέντων. Στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, σύμφωνα με τα δηλούμενα επαγγέλματα (πίνακας 14), σε συνδυασμό με άλλα συμπληρωματικά στοιχεία, όπως τα πάμπολλα πιστοποιητικά απορίας (από ενορίες, εργατικά σωματεία, φιλανθρωπικά ιδρύματα, σωματεία προσφύγων, εκθέσεις ελέγχου απορίας σταθμών χωροφυλακής κ.λπ.) που προσκόμιζαν οι εισαχθέντες, προκύπτει ότι οι απευθυνόμενοι στο Δημόσιο Ψυχιατρείο προέρχονταν από μέσα και χαμηλά οικονομικά στρώματα του πληθυσμού. Σε αυτά να προστεθεί ότι πολλές εισαγωγές έγιναν κατόπιν εισαγγελικής εντολής, γνωματεύσεων των ιατρών της Αστυνομίας Πόλεων ή διότι βρέθηκαν «εν εξαντλήσει» στους δρόμους, όπως επίσης κατόπιν διακομιδής από το άσυλο «Αγία Ελεούσα». Εισαγωγές αυτών των ομάδων του πληθυσμού δεν συναντώνται στα δύο άλλα ιδρύματα. Τέλος, ο τόπος καταγωγής αλλά πολύ περισσότερο ο τόπος διαμονής των εξαρτημένων στους πίνακες 6, 7 και 8 που παραθέτονται, τεκμηριώνουν την θέση και τον ρόλο της πόλης στο εξεταζόμενο ζήτημα, κατά την προπολεμική περίοδο. Από τους στατιστικούς πίνακες, τα ποσοτικά μεγέθη και το υπόλοιπο αρχειακό υλικό σκιαγραφείται το κοινωνικό προφίλ των ιδρυμάτων, οι συνθήκες και η ποιότητα των υπηρεσιών που προσέφεραν. Να σημειωθεί ότι κατά τα έτη συνολικά στο Δημόσιο Ψυχιατρείο εισήχθησαν πάσχοντες, στο Δρομοκαΐτειο και στο Αιγινήτειο Σχετικά με τους εξαρτημένους και την κοινωνική τους σύνθεση από την σύγκριση δεδομένων Δημοσίου Ψυχιατρείου και Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου, εντοπίζονται διαφοροποιήσεις στις κατηγορίες των εργατών, τεχνιτών και επαγγελματιών, όπου στο πρώτο ίδρυμα αποτελούν το 63,3% και στο δεύτερο το 43,2% (πίνακας 14). Επισημαίνεται, επίσης, η απουσία στο Δρομοκαΐτειο της κατηγορίας των μικροπωλητών και η 151

154 πολλαπλάσια (ποσοστιαία) παρουσία των ιατρικών παραϊατρικών επαγγελμάτων, των καλλιτεχνών, των στρατιωτικών, των στρατευμένων και των μαθητών φοιτητών. Να σημειωθεί γενικότερα, ότι τα συναντώμενα με μεγαλύτερη συχνότητα επαγγέλματα είναι του οδηγού καραγωγέα, του ανθρακοπώλη και του μικροπωλητή. Το επάγγελμα του μικροπωλητή συναντάται κατά κόρον στο χώρο των εξαρτημένων και στην μεταπολεμική περίοδο έως τη δεκαετία του Η μελέτη των υπαρχόντων στοιχείων στις υπηρεσίες υγείας αποκαλύπτει και πλευρές, που ξεφεύγουν της θεραπευτικής αντιμετώπισης και επεκτείνονται γενικότερα στην κοινωνία. Ενδεικτικές είναι κάποιες διαπιστώσεις και παρατηρήσεις από την εξέταση των αρχείων του Δρομοκαϊτείου. Σχεδόν για όλους τους ψυχικά πάσχοντες και τους αλκοολικούς υπάρχει αναλυτικό ιατρικό, οικογενειακό και θεραπευτικό ιστορικό. Τούτο συμβαίνει μάλιστα ανεξαρτήτως επαγγέλματος, κοινωνικής θέσης ή οικονομικής κατάστασης του «ασθενούς». Όπως έχει σημειωθεί και προηγουμένως, στα «ιατρικά ιστορικά» των εξαρτημένων αναγράφονται συνήθως λίγες σειρές, με την ίδια σχεδόν πάντα διατύπωση, που αναφέρεται ο τρόπος αποηρωινισμού ή απομορφινισμού. Σε κάποια μάλιστα δεν γράφεται απολύτως τίποτε εκτός των δημογραφικών στοιχείων. Πλήρως συμπληρωμένα «ιατρικά ιστορικά» εξαρτημένων, για τα έτη συναντώνται λίγα, συνήθως όταν τα επαγγέλματα των «ασθενών» ήταν: αξιωματικός του στρατού, γιατρός, έμπορος κ.λπ. Αυτή η διαφοροποίηση στα «ιατρικά ιστορικά», πιθανότατα φανερώνει και τη διαφορετική αντιμετώπιση των εξαρτημένων, γεγονός το οποίο δεν είναι βεβαίως πρωτόγνωρο στο χώρο της Υγείας. «Αν την καλοεξετάσουμε, η ασθένεια, ως κοινή κατάσταση, καταλήγει να προσλαμβάνει μια σημασία κατά περίπτωση διαφορετική, ανάλογα με την κοινωνική θέση εκείνου που είναι άρρωστος». 190 Πριν το 1929 τα «ιατρικά ιστορικά» με διάγνωση «τοξικομανία» ως προς την καταγραφή στοιχείων και θεραπευτικής πορείας μάλλον δεν διαφέρουν σε τίποτε των υπολοίπων «ασθενών». 190 Μπαζάλια Φράνκο, Οι θεσμοί της βίας και άλλα κείμενα, εκδ. Βιβλιοτεχνία Ο.Ε. & Τετράδια Ψυχιατρικής, 2008, σ

155 Η γενικότερη απαξία και αδιαφορία απέναντι στους εξαρτημένους, όπως φαίνεται από τα παραπάνω, δεν αφορά μόνο στους γιατρούς, στο νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό του θεραπευτηρίου, αλλά συνολικότερα στην κοινωνία. Οι εξαρτημένοι ήταν «ανίατες υποθέσεις» με τις οποίες πιθανώς θεωρούταν άσκοπο να ασχοληθεί η υπηρεσία. Μοναδικό μέλημα φαίνεται να ήταν η απαλλαγή ή στην καλύτερη περίπτωση η διαχείριση αυτού του ενοχλητικού φαινομένου. Έτσι, ερμηνεύεται και το γεγονός ότι βρέθηκαν εκατοντάδες διαφορετικά έγγραφα, τα οποία ήταν έντυπα καταγραφής, ειδοποιητήρια και πίνακες. Ενδεχομένως δε να υπήρχαν και άλλα, που δεν διασώθηκαν, όπως επίσης έντυπα και πίνακες που παρείχαν νομική κάλυψη στο ίδρυμα και στατιστικά στοιχεία για διοικητικού τύπου απολογισμούς. Οι υπηρεσίες υγείας κατά καιρούς συνέτασσαν στατιστικούς πίνακες για τις εισαγωγές των εξαρτημένων, οι οποίοι αποσκοπούσαν στην ενημέρωση της διοίκησης ή της προϊστάμενης Αρχής. Στοιχεία που να παραπέμπουν σε θεραπευτικό ενδιαφέρον απουσιάζουν. Στα «ιατρικά ιστορικά», από τα οποία αντλήθηκαν τα στοιχεία των στατιστικών πινάκων που παρουσιάζονται, όταν είναι συμπληρωμένα, δίνουν ελλιπείς πληροφορίες, ιδιαίτερα σημαντικές για την διάγνωση και τη θεραπεία (πίνακες 12,13). Σχεδόν παντελής είναι και η έλλειψη στοιχείων που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης, την εκπαίδευση, την εργασιακή απασχόληση, τις δικαστικές εκκρεμότητες, τις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις, την ψυχολογική κατάσταση, τον τρόπο ζωής κ.λπ. Αυτό αιτιολογείται οπωσδήποτε από την κρατούσα θεωρητική και θεραπευτική προσέγγιση, όμως θα πρέπει να συνυπολογισθεί και το μειωμένο ενδιαφέρον έναντι του εξαρτημένου. 153

156 Πίνακας 1: Εισαγωγές εξαρτημένων από οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα στο Δημόσιο Ψυχιατρείο ποσοστό επί του συνόλου των εισαγωγών, αναλογία νέων και παλαιών περιστατικών κατ έτος. Σύνολο Ποσ.συν.εισαγωγών Νέα περιστατικά Παλαιά περιστατικά ,1% 1-100% 0-0% ,5% 6-75% 2-25% ,6% 44-81,5% 10-18,5% ,5% 83-73,5% 30-26,5% ,7% 70-59,8% 47-40,2% ,3% 99-53,5% 86-46,5% ,5% 43-37,7% 71-62,3% ,7% 30-42,3% 41-57,7% % 30-50% 30-50% ,1% 15-32,6% 31-67,4% ,6% 6-25% 18-75% ,6% 38-45,2% 46-54,8% ,3% 24-49% 25-51% ,3% 22-44,9% 27-55,1% ,1% 7-21,9% 25-78,1% ,1% 84-68,9% 38-31,1% ,2% 46-48,9% 48-51,1% ,5% 39-39,8% 59-60,2% ,2% 40-32,5% 83-67,5% ,1% 10-16,1% 52-83,9% σύνολο % ,9% ,1% % 4-80% ,7% 9-64,3% 1949 α εξ ,1% 3-42,9% Σύνολο ,8% ,2% 154

157 Πίνακας 2: Εισαγωγές εξαρτημένων από οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο ποσοστό επί του συνόλου των εισαγωγών, αναλογία νέων και παλαιών περιστατικών κατ έτος. Έτος εισαγωγές - ποσοστό /συνόλου - νέα περιστατικά - παλαιά περιστατικά ,3% ,3% ,3% ,3% ,3% ,6% ,9% ,6% ,6% ,9% ,6% ,9% % ,9% % % ,9% ,9% ,2% ,6% ,7% ,8% ,3% ,1% ,9% ,6% ,9% ,1% ,1% ,4% ,9% ,9% 2 1 Σύνολο % ,4% ,6% 155

158 Πίνακας 3: Εισαγωγές εξαρτημένων από οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα στην Πανεπιστημιακή Κλινική (Αιγινήτειο) Έτος Εισαγωγές Νέα περιστατικά Παλαιά περιστατικά Σύνολο % 8-17% 156

159 Πίνακας 4: Σύνολο εισαγωγών εξαρτημένων από οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο και στην Πανεπιστημιακή Κλινική (Αιγινήτειο) κατ έτος. Έτος εισαγωγές Έτος εισαγωγές Σύνολο

160 Πίνακας 5: Εισαγωγές εξαρτημένων: ποσοστιαία αναλογία επί του συνόλου των εισαγωγών ψυχικά πασχόντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Έτος σύνολο εισαγωγών εισαγωγές εξαρτημένων ποσοστό ,16% ,08% ,12% ,94% ,43% ,46% ,94% ,29% ,12% ,01% ,36% ,16% ,75% ,14% ,85% ,64% ,91% ,7% ,62% ,56% Σύνολο ,27% ,49% ,41% 1949 α εξ ,41% Σημείωση: στους πίνακες 1 και 5 συμπεριελήφθησαν στοιχεία έως το πρώτο εξάμηνο του1949 για να γίνουν εμφανείς οι ποσοτικές αλλαγές στην μεταπολεμική περίοδο. 158

161 Πίνακας 6: Τόπος καταγωγής των εισαχθέντων στο Αιγινήτειο. Αθήνα 7 Πειραιάς 4 Στερεά Ελλάδα 3 Πελοπόννησος 3 Μ. Ασία, Κωνσταντινούπολη 8 Νησιά Αιγαίου 5 Μακεδονία 1 Άλλη χώρα 3 Άγνωστο 5 Σύνολο 39 Σημείωση: Οι καταγόμενοι από την περιφέρεια δηλώνουν σχεδόν πάντα ως γενέθλιο τόπο την περιοχή. Πίνακας 7: Τόπος καταγωγής και διαμονής εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Καταγωγή Διαμονή Αίγυπτος, Αν. Θράκη, Κωνσταντινούπολη, Μ. Ασία, Πόντος. 19,7% - Αθήνα, Πειραιάς, Αργοσαρωνικός, Αττική 46% 93,7% Άλλες περιοχές 34,3% 4% Άγνωστο - 2,3% 159

162 Πίνακας 8: Τόπος καταγωγής και τόπος διαμονής εισαχθέντων στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο καταγωγή διαμονή Αθήνα 79 ] 133 ] Αττική 4 ] 51,05% 5 ] 91,6% Πειραιάς 18 ] 36 ] Αργοσαρωνικός 4 - Στερεά Ελλάδα 4 1 Θεσσαλία 2 1 Πελοπόννησος 27 3 Κωνσταντινούπολη 3 - Μ. Ασία - Σμύρνη 9 - Κρήτη 6 1 Νησιά Αιγαίου 11 1 Κυκλάδες 9 - Επτάνησα 5 - Ήπειρος 1 1 Μακεδονία 3 1 Κύπρος 1 - Άλλη χώρα 2 - Άγνωστο 2 7 Σύνολο

163 Πίνακας 9: Ποσοστό κατά ηλικιακή ομάδα των εισαχθέντων σε Δημόσιο Ψυχιατρείο, Δρομοκαΐτειο και Αιγινήτειο (κατεγράφη η ηλικία κατά την πρώτη εισαγωγή) Ηλικία Δημόσιο Ψυχιατρείο Δρομοκαΐτειο Αιγινήτειο ,8% 9 4,7% - 0% ,4% 18 9,5% 3 7,7% ,3% ,5% 20 51,3% % 36 19% 10 25,6% 41 και άνω 37 5,1% 11 5,8% 2 5,1% Άγνωστο 3 0,4% 1 0,5% 4 10,3% Σύνολο % % % Πίνακας 10: Ηλικιακές ομάδες αιτούντων θεραπεία για τα έτη , 2002 και 2008 Ηλικία ,8% 5,6% 4,2% ,9% 57% 53,6% ,9% 27% 32,7% 41 και άνω 5,2% 10,4% 9,5% Άγνωστο 0,2%

164 Πίνακας 11: Κύρια ουσία χρήσης των εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο και Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο Δημόσιο Ψυχιατρείο Δρομοκαΐτειο Αιγινήτειο Ηρωίνη 89,3% 65,3% 43,5% Ηρωίνη κοκαΐνη 3,9% 7,9% 2,6% Ηρωίνη - μορφίνη 1,2% 4,7% - Ηρωίνη μορφίνη κοκαΐνη 0,4% 3,2% - Ηρωίνη κοκαΐνη αλκοόλ 0,1% - - Ηρωίνη χασίς 1% 1,1% - Κοκαΐνη 0,7% 1,1% - Κοκαΐνη χασίς - 1,1% 2,6% Μορφίνη 3,3% 13,7% 28,2% Μορφίνη κοκαΐνη - 0,5% 2,,6% Μορφίνη χλωράλη - - 2,6% Μορφίνη λουμινάλη - - 2,6% Αιθέρας 0,1% - - Όπιο - 0,5% - Dolantine - 1,1% - Άγνωστο ,3% Πίνακας 12: Διάρκεια χρήσης κύριας ουσίας των εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Δημόσιο Ψυχιατρείο Δρομοκαΐτειο 1 μήνας-25 έτη 584 μ. ο. 3,83 έτη 2 μήνες-21 έτη μ. ο. 4,3 έτη Πολλά έτη 7 Πολλά έτη - Άγνωστο 146 Άγνωστο 64 Σύνολο 737 Σύνολο

165 Πίνακας 13: Τρόπος χρήσης των εισαχθέντων στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο Ένεση 72 37,9% Κάπνισμα 1 0,5% Μύτη 36 19% Άγνωστο 81 42,6% Σύνολο % 163

166 Πίνακας 14: Επαγγέλματα των εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο και Αιγινήτειο Δημ.Ψυχιατρείο-Δρομοκαΐτειο-Αιγινήτειο Εργάτες ειδικευμένοι-ανειδίκευτοι 14,1% 14,2% Τεχνίτες 14,7% 7,4% Τεχνίτες οικοδομής 8,2% 3,2% σύνολο 37% 24,8% 10,3% Επαγγελματίες στην κίνηση - μεταφορές 8,9% 5,8% Επαγγελματίες ένδυσης, υπόδησης 6,5% 2,1% Επαγγελματίες επισιτισμού 7,8% 4,7% Άλλοι επαγγελματίες 3,1% 5,8% σύνολο 26,3% 18,4% 20,5% Υπάλληλοι 7,4% 8,9% Υπάλληλοι γραφείων 2,6% 1,6% Υπάλληλοι Δημοσίου και οργαν. Κοιν. Ωφέλειας 2,2% 2,6% 7,7% Ναυτικοί 4,1% 5,3% 5,1% Μικρέμποροι - μικροπωλητές 3,5% -- 2,6% Επαγγελματίες με ανώτερη-ανώτατη εκπαίδευση 0,8% 0,5% -- Ιατρικά παραϊατρικά επαγγέλματα 1,5% 9,4% 17,9% Έμποροι 1,8% 0,5% -- Καλλιτέχνες 1,8% 3,2% 2,6% Στρατιωτικοί -- 3,2% 2,6% Στρατευμένοι -- 6,3% -- Μαθητές - Φοιτητές 1,5% 3,7% 2,6% Οικιακά 3,1% 3,7% 12,8% Άλλοι 1,5% 1,1% -- Μη οικονομικά ενεργοί 1,5% 1,6% 5,1% Άεργοι 2,7% 5,2% 5,1% Άγνωστο 0,7% -- 5,1% Σύνολο 100% 100% 100% 164

167 Γράφημα 1: Γράφημα 2: Εισαγωγές ψυχικά πασχόντων και εξαρτημένων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο ( ) Εισαγωγές Εισαγωγές εξαρτημένων 165

168 αριθμός Γράφημα 3: Εισαγωγές "τοξικομανών" και αλκοολικών στο Δημόσιο Ψυχιατρείο έτος "τοξικομανείς" αλκοολικοί Γράφημα 4: Εισαγωγές "τοξικομανών" και αλκοολικών στο Δημόσιο Ψυχιατρείο "τοξικομανείς" αλκοολικοί Σημείωση: Στο γράφημα 3 οι «τοξικομανείς» χρησιμοποιούν κυρίως ηρωίνη, μορφίνη, κοκαΐνη και σε ελάχιστες περιπτώσεις φαρμακευτικά σκευάσματα. Στο γράφημα 4 οι «τοξικομανείς» χρησιμοποιούν φαρμακευτικά σκευάσματα, σε λίγες περιπτώσεις χασίς και σε ελάχιστες περιπτώσεις ηρωίνη, μορφίνη, κοκαΐνη. 166

169 4. «Εκείνο όπερ συνέβαλε κατά πολύ εις την πάθησιν του» Οι αιτιολογικοί παράγοντες της εξάρτησης στα «ιατρικά ιστορικά». Σε προηγούμενο κεφάλαιο παρουσιάστηκαν οι απόψεις εκπροσώπων της Ιατρικής, της Νομικής, της Εγκληματολογίας, των διωκτικών αρχών και του Τύπου, αναφορικά με τους αιτιολογικούς παράγοντες που συμβάλλουν στις εξαρτήσεις από ουσίες. Σε αυτή την παράγραφο εξετάζονται οι λόγοι που οδήγησαν στην εξάρτηση, όπως καταγράφηκαν κατά την αφήγηση των ιδίων των εξαρτημένων. Πηγή πληροφοριών είναι τα «ιατρικά ιστορικά» 191 των εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο και στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο. Σε ό,τι αφορά στη μελέτη και στην εκτίμηση του υλικού των φακέλων «ασθενών», είναι φυσικό να συνυπολογίζονται οι γενικότερες συνθήκες που επικρατούσαν στην κοινωνία, αλλά και στα ιδρύματα. Οπωσδήποτε ο ακούσιος, τις περισσότερες φορές, εγκλεισμός του εξαρτημένου στο ψυχιατρείο είναι ένα σημαντικό δεδομένο. Τούτο συνέβαλε επί πλέον, ώστε η σχέση γιατρού - «ασθενούς» να βασίζεται στους ρόλους κηδεμονεύοντος - κηδεμονευόμενου και όχι σπάνια ανακριτή - ανακρινόμενου. Μέσα στο γενικότερο καθεστώς του ασύλου, όπως αναλύθηκε σε άλλες παραγράφους, η σχέση αυτή αιτιολογείται από τις απόψεις, οι οποίες υποστηρίζουν ότι ο εξαρτημένος είναι ασθενής, καθολικά υποταγμένος στο πάθος του, άβουλος, διχασμένος ως προσωπικότητα και ανίκανος να πάρει οποιαδήποτε απόφαση για τον εαυτό του, ανάλογες απόψεις υπάρχουν βεβαίως και για τον ψυχικά πάσχοντα. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται σχάση μεταξύ ασθενούς και ασθένειας, συνθήκη αναγκαία για την επιβεβαίωση της παραπάνω πρακτικής. Το «ιατρικό ιστορικό», σε αυτές τις περιπτώσεις, έρχεται ως συμπλήρωμα ενδυνάμωσης του ιατρικού μοντέλου και της στρατηγικής του. «Παρέχει ένα μέσο για να κατασκευάζεται συστηματικά μια εικόνα του παρελθόντος του ασθενή που καταδεικνύει ότι μια νοσογόνος διαδικασία διαπότισε αργά τη διαγωγή του μέχρι που η διαγωγή αυτή 191 Στα «ιατρικά ιστορικά», που παραθέτονται διατηρείται η σύνταξη και η ορθογραφία των χειρογράφων. 167

170 ως σύστημα, να γίνει εξ ολοκλήρου παθολογική» 192. Δεν είναι διόλου τυχαίο, όπως έχει σημειωθεί σε προηγούμενη παράγραφο, ότι αναλυτικά «ιατρικά ιστορικά» απαντώνται στις περιπτώσεις που συνυπάρχει εξάρτηση από ουσίες και «διαταραχή», μια κατάσταση απολύτως συμβατή με τις ψυχιατρικές αντιλήψεις. Αντίθετα, στις άλλες περιπτώσεις εξαρτημένων που δεν συμβαδίζουν με το ιατρικό μοντέλο και έτσι κατά κάποιον τρόπο το αμφισβητούν, συνήθως αναγράφονται κρίσεις ηθικού περιεχομένου ή τίποτε. Οι απαντήσεις ή οι αφηγήσεις των εξαρτημένων, που έχουν καταγραφεί στα «ιατρικά ιστορικά», περνούν μέσα από το «φίλτρο» του συνεντευκτή ειδικού, όμως συχνά αυτές καταγράφονται σε πρώτο πρόσωπο. Επίσης, ευθείες απαντήσεις για τους λόγους μύησης στις ουσίες δίνονται ελάχιστες φορές, τούτο είναι πιθανό να οφείλεται στην ερώτηση του καταγράφοντα θεραπευτή, αλλά και στην αδυναμία διατύπωσης, στην άγνοια, στην άρνηση απάντησης ή σε υπεκφυγή του ερωτώμενου εξαρτημένου. Στις αφηγήσεις τους οι εξαρτημένοι, εκτός από τις αιτίες χρήσης της ουσίας, αναφέρονταν στον τρόπο συνάντησης με την ουσία, στο χώρο, στο χρόνο και στο περιβάλλον, τα οποία εμμέσως μπορούν να θεωρηθούν ως οι αιτιολογικοί παράγοντες της εξάρτησης των ερωτώμενων. Στοιχεία για τους λόγους εξάρτησης υπάρχουν περίπου στο ένα από τα τρία «ιατρικά ιστορικά» των αρχείων, που διαθέτουν οι ανωτέρω υπηρεσίες. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε για την επεξεργασία του υπάρχοντος υλικού, ήταν εκείνη της καταγραφής όλων των απαντήσεων που δόθηκαν από τους εισαχθέντες εξαρτημένους, στα ερωτήματα: «Πού; Πώς; Πότε; και Γιατί; ξεκίνησες την χρήση ουσιών». Παρότι τα ερωτήματα είναι τέσσερα και διαφορετικά μεταξύ τους, οι απαντήσεις κατηγοριοποιούνται ενιαία διότι, όπως σημειώθηκε, θεωρείται ότι στο περιεχόμενο αυτών που αφορούν κατ αρχάς στον χώρο (πού;), στον τρόπο (πως;) και στον χρόνο (πότε;) εμπεριέχεται σε λανθάνουσα μορφή (Κυριαζή, 2005, σ.293) η απάντηση για τα «αίτια», τα «γιατί» της εξάρτησης. Η ταξινόμησή τους σε κατηγορίες διαμορφώθηκε σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στα «ιατρικά ιστορικά» μετά την διαδικασία μελέτης τους. Η εκ των «υστέρων» κατηγοριοποίηση των απαντήσεων δείχνει ουσιαστικά την κατεύθυνση αναζήτησης των 192 Goffman Erving, Άσυλα, εκδ. Ευρύαλος, 1994, σ

171 αιτίων της εξάρτησης εκ μέρους των γιατρών - θεραπευτών - συνεντευκτών, όπως και την βαρύτητα που έδιναν οι ίδιοι οι εξαρτημένοι σε συμβάντα της ζωής τους. Σε αυτή την επιλογή οδήγησαν τα δεδομένα της πολυπλοκότητας του φαινομένου της εξάρτησης και της αινιγματικότητάς του, της διαφορετικότητας του κάθε ατόμου και της αδυναμίας κατανόησης από την πλευρά της επιστήμης, του τι ακριβώς συμβαίνει. Σε αυτό συνηγορούν επίσης οι αναπάντητες απορίες από τις πολλές και ποικίλες απαντήσεις που δίνουν οι ίδιοι οι εξαρτημένοι, οι οποίες ισχυροποιούν την άποψη, η οποία υποστηρίζει ότι: «Όταν πάλι απευθυνθούμε στον ίδιο το ναρκωμανή και του ζητήσουμε τη γνώμη του φέρεται σαν τον καλλιτέχνη και, όπως αυτός, μας δίνει χίλιες και μια απαντήσεις. Και όταν τον ρωτάμε τι τον βοήθησε να κόψει τη σχέση εξάρτησης με ένα τοξικό προϊόν, για άλλη μια φορά σαν άνθρωπος της επιστήμης είναι έτοιμος να δώσει διάφορες δικαιολογίες που είναι ίδιες με τις προηγούμενες. Υπάρχει κάτι το συνταρακτικό στο σημείο αυτό, σαν να μπορούσε η απάντηση, αν υπήρχε μια, να ήταν απλή, απόλυτα προσιτή και παρ όλα αυτά άφθαστη». 193 Ο στόχος μέσω της κατηγοριοποίησης δεν είναι η ποσοτική μέτρηση του περιεχομένου των «ιατρικών ιστορικών», αλλά η παρουσίαση και ερμηνεία ποιοτικών παραμέτρων αυτών. Έτσι, κρίθηκε αναγκαίο να παρουσιασθούν όλες οι απαντήσεις, ακόμη και στις περιπτώσεις που ο ερωτώμενος έδινε περισσότερες της μιας, ώστε να φανεί όλο το εύρος και η πολυμορφία τους. Από την μελέτη των «ιατρικών ιστορικών» προκύπτει ότι η χρήση και στη συνέχεια η εξάρτηση από ουσίες επήλθε κάτω από τις ακόλουθες συνθήκες: -Μετά από τραυματισμό κατά την διάρκεια πολέμου. -Κατά την διάρκεια του πολέμου. -Κατά την διάρκεια εξορίας. -Κατά την στρατιωτική θητεία. -Κατά τον εγκλεισμό σε φυλακή. -Για λόγους δύσκολων συνθηκών διαβίωσης (πείνα, εμφύλιος πόλεμος). -Μετά από παρότρυνση φίλων, γνωστών όπως και λόγω «κακών συναναστροφών». 193 Ινγκόλντ Ρ., Η κατάσταση της εξάρτησης, στο Ολιβενστάϊν Κλωντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ.σ

172 -Για λόγους ένταξης σε ομάδα (παρέα). -Κατόπιν προτροπής συγγενικών προσώπων. -Κατά και μετά από σοβαρό πρόβλημα υγείας, τραυματισμό ή χειρουργική επέμβαση. -Λόγω ψυχιατρικών παθήσεων. -Λόγω οικονομικών προβλημάτων. -Λόγω οικογενειακών προβλημάτων. -Μετά από την απώλεια προσφιλών προσώπων. -Για λόγους μίμησης η περιέργειας. -Λόγω σχέσης με το άλλο φύλο ή ερωτικής απογοήτευσης. -Λόγω απροσδιόριστης στενοχώριας. -Λόγω σχέσεων με καλλιτέχνες. Ένας στους τρεις δηλώνει ως λόγο εξάρτησης την παρότρυνση από φίλους και στην ίδια αναλογία προβάλλονται τα προβλήματα υγείας και η χορηγηθείσα φαρμακευτική αγωγή. Ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά η θητεία στο στρατό, η έκτιση ποινής στη φυλακή, ο πόλεμος κ.ο.κ. Σχεδόν πάντα, τα «αίτια» των εξαρτήσεων αποτελούν κεντρικό θέμα των μελετών, ερευνών και συζητήσεων γύρω απ αυτές. Η εξάρτηση, ως κοινωνικό φαινόμενο, είναι αποτέλεσμα πλήθους συνθηκών και παραγόντων καθώς και των αλληλεπιδράσεων τους τόσο σε ατομικό, πολύ δε περισσότερο σε κοινωνικό επίπεδο. Συνεπώς η χρήση του όρου «αίτια» μάλλον δεν κυριολεκτεί, αντίθετα στρέφει την μελέτη σε μια αιτιοκρατική κατεύθυνση ερμηνείας, ενός πολυσύνθετου ζητήματος, η φυσιογνωμία του οποίου δεν είναι αποτέλεσμα αντανάκλασης ή άθροισης αιτίων. Παράλληλα είναι διαπιστωμένο ότι κάποιοι παράγοντες, υπό όρους, έχουν ιδιαίτερη συμβολή και σημασία στην εμφάνιση και εξέλιξη του φαινόμενου. Προηγουμένως εκτέθηκαν, σύμφωνα με τα «ιατρικά ιστορικά», οι λόγοι που έστρεψαν στις ουσίες και στην εξάρτηση απ αυτές, τους εισαχθέντες για θεραπεία σε ιδρύματα. Όμως, τα ερωτηματικά για την εξάρτηση παραμένουν, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί το «παράλογο» της εξάρτησης σε όλο του το εύρος και σε όλες του τις εκφάνσεις. Η ανθρώπινη διάνοια δυσκολεύεται να συλλάβει την εμμονή των εξαρτημένων στη χρήση, παρότι γνωρίζουν τις συνέπειες που την συνοδεύουν. Οι εξαρτημένοι, μολονότι νοήμονες, 170

173 «επιλέγουν» ως αυτοτιμωρούμενοι να υποστούν τα πάνδεινα. Οι διακρίσεις, οι διώξεις, η κοινωνική απαξία, οι κακουχίες, η ένδεια, ο θάνατος δε φαίνεται να πτοούν το πάθος τους για την ουσία. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ανάγκη που τους ωθεί στην απεγνωσμένη αναζήτηση της ουσίας, είναι πολύ ισχυρότερη και πέραν των νόμων, των κανόνων και των σωματικών - οργανικών λειτουργιών. Πιθανόν αυτό που θέλουν να ναρκώσουν είναι τόσο αφόρητο που ξεπερνά κατά πολύ την επιφάνεια των «αιτίων» που οι ίδιοι επικαλούνται (Μάτσα, 2006, σ.16). Η «παραμυθία» της ουσίας, αλλά και η ανώδυνη απάντηση που «θέλει» να ακούσει η κοινωνία, συμβιβάζονται άτυπα στη «δικαιολογία» που διαβεβαιώνει ότι «Προ έξη μηνών από κακήν συναναστροφήν εδοκίμασα την πρώτην δόσιν ηρωίνης». 194 Ανάλογες αιτιάσεις εκφράζονται σε πολλές περιπτώσεις, όπου οι θεραπευόμενοι είναι πεισμένοι για αυτές. «Προ 16 ετών, ως λέγει, επειδή δεν ηδύνατο να ζήση μετά της συζύγου του, το νουν του μετήλθε ίνα την διαζευχθή δεν το κατώρθωσεν όμως. Απεφάσισεν επειδή έβλεπε την ελεεινήν κατάστασιν των ηρωινομανών να γίνει και αυτός ηρωινομανής ίνα τον σιχαθούν και τον διώξουν, το οποίον και επέτυχεν ως λέγει». 195 Άλλωστε η μεταβίβαση και προσωποποίηση «ευθυνών» για την εξάρτηση σε κάποιον άλλον συνηθίζεται τόσο από την κοινωνία, όσο και από τους ίδιους τους εξαρτημένους και τον περίγυρό τους, λόγω του ότι αδυνατούν ή αρνούνται να ενσκήψουν σε κάθε είδους «πρόβλημα». Έτσι, συνήθως προβάλλονται δικαιολογίες που όλοι «αντέχουν» να ακούσουν και με τον τρόπο αυτό δεν θα αναγκασθεί κανείς να εμβαθύνει και συνεπώς να μετακινηθεί συναισθηματικά, νοητικά, ιδεολογικά κ.λπ. «Προ 2 ακριβώς ετών εν στενοχωρία ευρισκόμενος, κατόπιν απωλείας χρημάτων, εμυήθη υπό γνωστού αυτώ πρόσωπον εις την χρήσιν της ηρωίνης». 196 Συχνά «υπεύθυνοι» για την είσοδο κάποιου στον χώρο των ουσιών είναι οι πλέον ευάλωτοι και οι φέροντες το κοινωνικό στίγμα. «Ο ασθενής ήρξατο από ενός έτους, ευρισκόμενος εις Γαλλικόν τινά λιμένα και σχετισθείς μετά γυναικός τινός ελαφρών ηθών, 194 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Τ. Ηλίας, αριθ. μητρ. 1764, ετών 26, μυλεργάτης. 195 Οπ. π., Β. Σταύρος, αριθ. μητρ , ετών 40, ράπτης. 196 Οπ. π., Α. Θεοδόσιος, αριθ. μητρ. 2888, ετών 23, κρεοπώλης. 171

174 ποιούμενος χρήσιν εν αρχή μορφίνης». 197 Εξάλλου, τα άτομα, η κοινωνία και οι μηχανισμοί ελέγχου αναζητούν πάντα εξιλαστήρια θύματα, όταν αντιμετωπίζουν κρίσεις και ενοχλητικά κοινωνικά φαινόμενα, για να εκτονώσουν τις δημιουργούμενες εντάσεις. Άλλοτε χονδροειδώς και άλλοτε με λογικοφανή επιχειρήματα αποκρύπτουν το αληθινό πρόσωπο του προβλήματος. «Εις την κακήν αυτήν έξιν τον εξώθησεν ερωτική απογοήτευσις». 198 Σε μεγάλο βαθμό επίσης είναι αποδεκτή, από την κοινωνία, η δικαιολογία που έχει να κάνει με τις σχέσεις των δύο φύλων, όπως συμβαίνει και με την «τρέλα», όπως συνέβη και με την έκπτωση από τον Παράδεισο. «Προ 4 ετών εξέμαθε την ηρωίνην παρά ξένης γυναικός, μεθ ης συνεδέθη». 199 «Ερωτώμενος περί της έξεως αυτού λέγει: είχα μπλέξη με μια γυναίκα που έπινε η οποία με εμύησε εις την μορφινομανίαν». 200 Τέλος, η αιτιολογία της άγνοιας των κινδύνων από την χρήση ουσιών, που προέβαλαν ορισμένοι εισαχθέντες μάλλον δεν μπορεί να ληφθεί ως ικανοποιητική απάντηση. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 στην Ελλάδα ήταν γνωστές στο ευρύ κοινό οι επιπτώσεις της χρήσης των οπιούχων. Οι λόγοι της περιέργειας και της δοκιμής είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτοί για τις πρώτες φορές χρήσης της ουσίας. «Επεζήτησεν από μόνος του την λήψιν του φαρμάκου, δια να ϊδή τι είναι, επειδή έβλεπε ότι εις τους άλλους έφερεν ύπνον». 201 Δεν απαντούν όμως για ποιους λόγους υπήρξε συνέχιση της χρήσης και τελικώς εξάρτηση. Το ζήτημα της χρήσης ουσιών και της ευχαρίστησης τίθεται τακτικά από τους ειδικούς τον Τύπο και την Πολιτεία. Σε επίσημα έγγραφα, όπως οι ψηφισθέντες νόμοι, συναντώνται διατυπώσεις όπως «δι ηδονιστικούς λόγους», «προς ηδονισμόν» κ.λπ. Στο θέμα όμως δίνεται ηθική χροιά, εφόσον ταυτίζεται με την ακολασία, την αμαρτία και γενικότερα με μια χυδαία αντίληψη των απολαύσεων. «Εις το πάθος της τοξικομανίας εμυήθη υπό διαφόρων φίλων του οίτινες δια διαφόρων μέσων κατόρθωσαν να υποδείξουν εις αυτόν ότι 197 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Β. Θρασύβουλος, αριθ. μητρ. 3922, ετών 30, κελευστής εν διαθεσιμότητι. 198 Οπ. π., Λ. Παναγιώτης, αριθ. μητρ. 4999, ετών 23, ναύτης. 199 Οπ. π., Σ. Σταμάτιος, αριθ. μητρ. 3096, ετών 36, ναυτικός. 200 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Ψ. Νικόλαος, αριθ. μητρ.5393, ετών 25, ηλεκτρολόγος. 201 Οπ. π., Θ. Βασίλειος, αριθ. μητρ.1724, ετών 23, επιπλοποιός. 172

175 η χρήσις ναρκωτικών ουσιών καθιστά την ζωήν ευχάριστον». 202 Η ευχαρίστηση είναι άμεσα συνδεδεμένη με την δυσαρέσκεια, όχι όμως μόνο με την μορφή της εκπλήρωσης άμεσων αναγκών σε μια συγκεκριμένη πραγματικότητα, όπως παρουσιάζεται στις προαναφερόμενες πηγές. Η ευχαρίστηση έχει να κάνει με αυτό που προηγήθηκε και καταγράφηκε, τόσο στο άτομο, όσο και στην κοινωνία, όπως επίσης έχει να κάνει με τον τρόπο ενσωμάτωσης στοιχείων της ευχαρίστησης, από το άτομο (Bergeret, 1999, σ.73). Στο σημείο αυτό υπάρχουν σοβαρές διαφοροποιήσεις των εξαρτημένων από οπιούχα, από το μεγάλο μέρος των χρηστών χασίς, κατά την περίοδο που μελετάται. Η οικογένεια έχει οπωσδήποτε ρόλο και ουσιαστική εμπλοκή στην ζωή του εξαρτημένου ατόμου, είναι εξάλλου ο διάμεσος μεταξύ ατόμου και κοινωνίας. Αυτό φαίνεται επίσης στα «ιατρικά ιστορικά» από τις διευθύνσεις κατοικίας που δηλώνουν οι εξαρτημένοι κατά την εισαγωγή τους για θεραπεία, η πλειονότητα των οποίων κατοικεί με την πατρική οικογένεια, ανεξάρτητα της κατά καιρούς απομάκρυνσής τους απ αυτή. Ο εξαρτημένος στην Μεσοπολεμική Ελλάδα δεν είναι κατ εξοχήν ο άστεγος που περιφέρεται στους δρόμους χωρίς δεσμούς και σχέσεις με την οικογένειά του. Ένα ακόμη επιβεβαιωτικό στοιχείο του ρόλου της οικογένειας είναι ότι αποτελεί σχεδόν την αποκλειστική πηγή παραπομπής για θεραπεία, όταν δεν είναι οι αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές. Επίσης, σε όλα τα συνοδευτικά έγγραφα εισαγωγής (πιστοποιητικά, υπεύθυνες δηλώσεις, βεβαιώσεις, συστατικές επιστολές, καταβολή νοσηλίων) είναι έντονη η παρουσία της οικογένειας του εξαρτημένου. Ο ρόλος της οικογένειας είναι σημαντικός όχι μόνον από την εγκατάσταση της εξάρτησης σε κάποιο μέλος της (Στερνσύς, 1982, σ.σ.56-58), αλλά και προ αυτής (Ολιβενστάϊν, 1982, σ.18). Στην βιβλιογραφία της εποχής παρ όλα αυτά υποβαθμίζεται εντελώς και αναφέρεται μόνο στα πλαίσια της κληρονομικότητας και στη συμβολή της κατά το στάδιο της αποκατάστασης του εξαρτημένου. Σαφώς η οικογένεια της εποχής δεν ήταν όμοια με την σημερινή και δεν είχε επιφορτιστεί στον ίδιο βαθμό τη διαχείριση όλων των θεμάτων που απασχολούσαν τα μέλη της, η κοινότητα είχε ακόμη μεγάλο μερίδιο επιρροής και απορρόφησης των εσωτερικών κραδασμών της οικογένειας. Μολαταύτα η 202 Οπ. π., Ζ. Δημήτριος, αριθ. μητρ , ετών 30, εργάτης. 173

176 οικογένεια δεν έπαυε να έχει ρόλο στην διαμόρφωση της προσωπικότητας, των διαπροσωπικών σχέσεων, της συναισθηματικής ανάπτυξης κ.ο.κ. Όπως συμβαίνει με την προσωπικότητα του εξαρτημένου, κατά τον ίδιο τρόπο και για την οικογένεια του δεν υπάρχει «προφίλ» που να παραπέμπει στην εξάρτηση (Bergeret, 1999, σ.100). Οι οικογένειες των εξαρτημένων έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά, τα οποία όμως, με ποιοτικές διαφοροποιήσεις, συναντώνται και σε άλλες οικογένειες, εξάλλου το κάθε οικογενειακό «σύστημα» είναι μοναδικό, με τα δικά του δυναμικά και σχέσεις. Στα «ιατρικά ιστορικά» των εξαρτημένων, σε αντίθεση με την βιβλιογραφία, η οικογένεια εμφανίζεται στους γενεσιουργούς παράγοντες της εξάρτησης. «Από δύο ετών κατόπιν οικογενειακών στενοχωριών ήρχισε ποιούμενος χρήσιν ηρωίνης, την οποίαν έκτοτε εξακολουθεί λαμβάνων». 203 Όμως, από τους θεραπευτές δεν γίνεται καμία προσπάθεια εμβάθυνσης ή διερεύνησης του θέματος, που ουσιαστικά φέρνει για συζήτηση ο υπό θεραπεία εξαρτημένος. Οι ενδοοικογενειακές συγκρούσεις εκφράζονται με πολλούς τρόπους. «Ο πατέρας μου προ 8 μηνών ήρχισε να μου κάνει ενέσεις λέγοντας ότι ήσαν δυναμωτικές. Ολίγον κατ ολίγον συνήθισα σ αυτές τις ενέσεις χωρίς να ξέρω ακριβώς τι ενέσεις ήσαν». 204 Πυρήνας των όποιων ενεργειών είναι η ένταση και η βία, με αφετηρίες και προεκτάσεις διαφορετικές σε κάθε οικογενειακό περιβάλλον (Μάτσα, 2001, σ.276), η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με τη δυσλειτουργία των σχέσεων και η σύγχυση ρόλων στην οικογένεια συχνά αναπαράγονται, ιδίως όταν απειλείται με αλλαγές μια παγιωμένη κατάσταση, «την χρήσιν αυτής έμαθε παρά του αδελφού του». 205 Έτσι, το εξιλαστήριο θύμα που «αναζητά» η κοινωνία στο πρόσωπο των εξαρτημένων, κατ αναλογία κάποιες φορές το «αναζητά» και η οικογένεια, ώστε να διατηρήσει τη συνοχή της. Η αποσιώπηση, εκ μέρους των ειδικών, του ρόλου της οικογένειας στην εμφάνιση της εξάρτησης, κατά πάσα πιθανότητα γινόταν για δυο λόγους. Από την μία πλευρά η υποτίμηση των κοινωνικών, ψυχολογικών και λοιπών παραγόντων και από την άλλη η «ασυλία» της οποίας έχαιρε η ελληνική οικογένεια, ως ένας από τους στυλοβάτες της 203 Οπ. π., Σ. Αριστείδης, αριθ. μητρ. 3072, ετών 32, ελαιοχρωματιστής. 204 Οπ. π., Ε. Παυλίνα, αριθ. μητρ. 2262, ετών 25, οικιακά. 205 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Π. Δημήτριος, αριθ. μητρ.3686, ετών 24, άεργος. 174

177 κοινωνίας, κατά τις κρατούσες απόψεις. Το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», παραπέμπει ευθέως σε κάτι τέτοιο. Η ένταξη σε μια ομάδα, που παρέχει το αίσθημα του «ανήκειν», δεν είναι καινοφανές να έχει ως σημείο αναφοράς τη χρήση ουσιών. «Ως λέγει, έκαμε χρήση της ηρωίνης δια πρώτην φοράν, από εγωϊσμού ίνα μη φανή ότι υστερεί απέναντι των φίλων του». 206 Ο σοβαρότερος λόγος της δημιουργίας των ομάδων αυτών είναι η κοινωνική απόρριψη, έτσι η ένταξη σε μια ομάδα που ήδη υπάρχει και είναι διατεθειμένη να παραχωρήσει χώρο στον νεοεισερχόμενο είναι οπωσδήποτε ελκυστική, σε σύγκριση με άλλες. Η προσφορά της ομάδας στο άτομο είναι η διαφορετικότητα και η «συλλογική» άμυνα έναντι της κοινωνίας, εφόσον απ αυτήν γίνονται αντιληπτοί ως μέλη κοινωνικής κατηγορίας (Σακαλάκη, 1996, σ.33). Η είσοδος νέων μελών συμβάλλει στη διατήρηση και διεύρυνση της ομάδας και αυτό επίσης αποτελεί έναν αμυντικό μηχανισμό αυτής (Bergeret,1999, σ.81), σε συνδυασμό με την αίσθηση παντοδυναμίας που παρέχει η ομάδα αλλά και η ουσία. Οι εσωτερικές αντιθέσεις της ομάδας λειτουργούν περισσότερο συσπειρωτικά απ ότι διαλυτικά. Οι σχέσεις αυτές είναι ανάλογες εκείνης που έχει ο εξαρτημένος με την ουσία. Τα έντονα αρνητικά συναισθήματα που προκαλούσε και προκαλεί στο πρόσωπο η κοινωνία, τα οποία αδυνατεί να τα αντιμετωπίσει μόνο του και οι κοινωνικές σχέσεις τις οποίες στερείται, αναπληρώνονται κατά κάποιον τρόπο χάρη στην ένταξή του στην ομάδα που έχει κοινό γνώρισμα την εξάρτηση από ουσίες. Υπό αυτή τη σκοπιά, αιτιολογούνται σε μεγάλο βαθμό οι απαντήσεις οι οποίες αναγράφονται με μεγάλη συχνότητα στα «ιατρικά ιστορικά» και αποδίδουν τους λόγους εξάρτησης στις παρέες, στις συναναστροφές κ.λπ. Η ανακάλυψη των οπιούχων, κατ αρχάς της μορφίνης και στη συνέχεια της κωδεΐνης, της παπαβερίνης και των άλλων παραγώγων του οπίου, άλλαξε τη σχέση του ανθρώπου με τον πόνο. Η ιατρική ως επίσημος θεσμός αναλαμβάνει να τον διαχειρισθεί και να ανακουφίσει την κοινωνία. Ο συνδυασμός μορφίνης-σύριγγας είχε εντυπωσιακά αποτελέσματα, έτσι στα τέλη του 19 ου αιώνα η ιατρική θεωρούσε ότι η ενέσιμη μορφίνη 206 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Σ. Σωτήριος, αριθ. μητρ. 3960, ετών 25, μικροπωλητής. 175

178 μπορούσε να θεραπεύσει πλέον των 50 ασθενειών. Αυτός είναι και ο λόγος της ανεπιφύλακτης χορήγησής της από τους γιατρούς, οι οποίοι υπέσκαπταν με τον τρόπο αυτό το ίδιο τους το έργο, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της εξάρτησης από το «φάρμακο του Θεού». Βεβαίως ο ιδιαίτερος δεσμός του γιατρού με το «φάρμακο» και η αναζήτηση του «υπέρ-φαρμάκου» για κάθε νόσο δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενος, ήδη από τα τέλη του 17 ου αιώνα τις διαφωνίες των γιατρών σχετικά με τις επενέργειες που είχε το αντιμόνιο ως πανάκεια ακολουθούν οι συζητήσεις για το όπιο, το οποίο χρησιμοποιείται για πολλές παθήσεις και ξεχωριστά για τις «ασθένειες της κεφαλής» (Φουκώ, 2007 σ. 391). Αφότου συστηματοποιήθηκε η γνώση σχετικά με τις φαρμακευτικές ουσίες, έγινε κατανοητό ότι κάποιες από αυτές δρούσαν εξαρτητικά στους χρήστες. Παρόλα αυτά, σταδιακά η Ιατρική, ως θεσμοθετημένος διαχειριστής του «φαρμάκου», το χρησιμοποίησε ως μοναδικό όπλο κατά της ασθένειας και του πόνου, με αποτέλεσμα η ίδια να αποτελέσει παράγοντα ανάπτυξης των εξαρτήσεων. Το βέβαιο είναι ότι την ευθύνη για τις εξαρτήσεις δεν την είχαν οι ίδιες οι ουσίες, αλλά ο τρόπος που διακινούνταν ως εμπόρευμα, ο τρόπος που συνταγογραφούνταν και ο τρόπος που καταναλώνονταν. Οι γιατροί σε πολλές περιπτώσεις, λόγω ελλιπούς εκπαίδευσης και ενημέρωσης, συνταγογραφούσαν χωρίς μέτρο και πρόγραμμα. Άλλοτε πάλι, υποχωρώντας στις πιέσεις των ασθενών ή εξυπηρετώντας μη θεραπευτικούς σκοπούς, έγιναν πρόξενοι εξαρτήσεων. Οι ασθενείς, υποβαλλόμενοι σε μακροχρόνια φαρμακευτική αγωγή, σε συνδυασμό με τις ψυχολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις της ασθένειας, αποτέλεσαν τον πλέον ευάλωτο πληθυσμό στις παρενέργειες των ουσιών. «Προσεβλήθη υπό φυματιώσεως. Η ασθένεια αύτη επηρρέασεν την ηθικήν αντοχήν του, τον οδήγησε εις την κατάχρησιν της μορφίνης». 207 Στα αποσπάσματα «ιατρικών ιστορικών» που παρατίθενται, είναι εμφανής η ευκολία παροχής μορφίνης σε ασθενείς, για κάθε είδους ασθένεια. -«Κατ αρχάς υπέστη εγχείρηση εις τον οφθαλμόν και λόγω των πόνων του έκαμαν μορφίνην» «Κατόπιν εγχειρήσεως προ τριών ετών δια διπλήν βουβωνοκήλην ήρξατο ποιούμενος χρήσιν μορφίνης εις την οποίαν εθίσθη» Οπ. π., Σ. Θωμάς, αριθ. μητρ , ετών 39, υπάλ. Τραπέζης. 208 Οπ. π., Χ. Ιωάννης, αριθ. μητρ , ετών 55, έμπορος. 176

179 -«Προ τριετίας η ασθενής λόγω εντερικών διαταραχών επερχομένων κατ άλλοτε άλλα χρονικά διαστήματα και οφειλομένων εις παλαιάν σοβαρήν εντερικήν πάθησιν ήρξατο λαμβάνει τη συμβουλή ιατρού εσωτερικώς μορφίνην» «Από του 1940 ότε υπηρέτει εις το Στρατιωτικόν Νοσοκομείον ως έφεδρος ιατρός κατήχετο υπό αλγών μετά στομαχικών ενοχλημάτων, δι οι και ήρχισε ποιών χρήσιν μορφίνης» «Ο ασθενής από 5ετίας, περίπου πάσχων από τότε και εισέτι μέχρι σήμερον εξ έλκους του στομάχου και εκ χολολιθιάσεως, ήρξατο συνεπεία τούτων προς κατευνασμόν δηλονότι των πόνων, ποιούμενος χρήσιν μορφίνης» «Προ 9 μηνών εμυήθη εις την ηρωϊνομανίαν. Εις τούτο συνετέλεσαν, κατά τας αφηγήσεις του, αι επίμοναι νευραλγίαι των οδόντων» «Ως αιτίαν δε της καταφυγής του εις την μορφίνην και εκείνο όπερ συνέβαλε κατά πολύ εις την πάθησιν του, υπήρξε αφ ενός μεν η αναιμία και η σωματική εξάντλησις συνεπεία της προϋπαρχούσης συφιλίδος» «Διεγνώσθει καρκίνος, της παρεγγέλθη ως μόνον φάρμακον καταπραϋντικόν των πόνων η μορφίνη». 215 Επίσης, πρέπει να σημειωθεί η αυτόβουλη καταφυγή στα οπιούχα με βασικό στόχο την καταπολέμηση του πόνου, γεγονός που δείχνει την εύκολη πρόσβαση μέσω νοσοκομείων και φαρμακείων στις ουσίες με νόμιμο τρόπο. «Προ τριών ετών ήτοι κατά το 1928 ο ασθενής νοσηλευόμενος εις Στρατιωτικόν Νοσοκομείον δια γονοκοκκικήν αρθρίτιδα, εδόθη εις αυτόν το πρώτον υπό των ιατρών μορφίνην υποδορείως προς καταπράϋνσιν των πόνων. Εξελθών του νοσοκομείου εξηκολούθει ούτος να λαμβάνη μορφίνην» Αρχείο, Δρομοκαϊτείου, Α. Ιωάννης, αριθ. μητρ. 2944β, ετών 29, κουρεύς. 210 Οπ. π., Γ. Ευθυμία, αριθ. μητρ. 2851, ετών 28, νοσοκόμος. 211 Οπ. π., Γ. Ευθύμιος, αριθ. μητρ. 5307, ετών 45, ιατρός. 212 Οπ. π., Κ. Ευάγγελος, αριθ. μητρ. 3902, ετών 35, αντισυνταγματάρχης εν αποστρατεία. 213 Οπ. π., Π. Υ., αριθ. μητρ. 3005, ετών 29, είδη αυτοκινήτου. 214 Οπ. π., Κ Διονύσιος, αριθ. 2638, ετών 45, φαρμακοποιός. 215 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Α. Ελένη, αριθ. μητρ. 3987, ετών 54, οικιακά. 216 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Μ. Στέφανος, αριθ. μητρ α, ετών 28, υπολοχαγός. 177

180 Τέλος, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στη παράγραφο που προηγήθηκε, οι εργαζόμενοι σε επαγγέλματα που είχαν σχέση με την Υγεία και το «φάρμακο» (γιατροί, νοσηλευτές, φαρμακοποιοί) αποτελούσαν μια ξεχωριστή ομάδα εξαρτημένων. «Τον χειμώνα 1927 ευρίσκετο ως νοσοκόμος (εκτελών θητείαν) εις την Σχολήν Ευελπίδων. Τη συστάσει μιας μορφινομανούς αδελφής συνείθισε λόγω αϋπνίας να λαμβάνη εσωτερικώς ηρωίνην». 217 Η ύπαρξή αυτής της ομάδας αποδεικνύει ότι η σχέση που εγκαταστάθηκε με το «φάρμακο» δεν ναρκοθέτησε μόνο το έργο της Ιατρικής, αλλά όπως ήταν επόμενο έπληξε και το σώμα της. Στους αιτιολογικούς παράγοντες της εξάρτησής τους, σε κάποιες περιπτώσεις, οι εισαχθέντες επικαλούνται στενοχώρια, την οποία δεν προσδιορίζουν. «Προ 5 ετών ο ασθενής κατόπιν στενοχωρίας ως διατείνεται κατέφυγεν εις την μορφίνην». 218 Αξιοσημείωτο είναι ότι οι θεραπευτές δεν ζητούν περισσότερες διευκρινίσεις σε θέματα που έχουν ιδιαίτερη θεραπευτική σημασία, εφόσον η διερεύνηση της σχέσης εξαρτημένου - ουσίας και της σχέσης του εξαρτημένου - με τον εαυτό του είναι τα σημεία έδρασης μιας θεραπείας, που δεν είναι αποκλειστικά προσανατολισμένη στην Ιατρική και στην Βιολογία. Αυτό δείχνει για άλλη μια φορά τις γενικότερες αντιλήψεις περί θεραπείας, οι οποίες περιορίζονταν στην ηθική υπόσταση του εξαρτημένου, στις φαρμακολογικές ιδιότητες της χρησιμοποιούμενης ουσίας και στις επιπτώσεις της στον ανθρώπινο οργανισμό. Αντανακλώνται επίσης στις κρίσεις των συνεντευκτών-θεραπευτών, οι οποίες ήταν άκρως διαφωτιστικές της θεραπευτικής σχέσης που δημιουργούσαν με τον εξαρτημένο. «Καθ όλην την διάρκειαν της συγκεντρώσεως των στοιχείων ίστατο με τας χείρας εις την τσέπην κατά την γνωστήν στάσιν των τοιούτου είδους ανθρώπων». 219 Χρήζει υπογράμμισης βεβαίως ότι ο «ασθενής ίστατο». Στις περιπτώσεις εισαχθέντων στα ψυχιατρεία, όπου συνυπάρχει η εξάρτηση με εκδηλώσεις που θεωρείται ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των ψυχιάτρων, αφήνεται να εννοηθεί ή λαμβάνεται ως δεδομένο ότι η χρήση των ουσιών συμβαδίζει με τη «ψυχική διαταραχή». «Κατά πληροφορίας της αδελφής του ην τελείως καλά μέχρι σήμερον 217 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Φ. Ιωάννης, αριθ. μητρ. 1399, ετών 24, μηχανικός. 218 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Μ. Αναστάσιος, αριθ. μητρ. 3185, ετών 30, ιατρός. 219 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Γ. Παναγιώτης, αριθ. μητρ , ετών 32, εργάτης. 178

181 προσεβλήθη όλως αιφνιδίως υπό ισχυρής νευρικής κρίσεως προχθές Σάββατον 26/7/30 και καταληφθείς υπό μανίας ήρχισεν να κτυπά τους πάντας και τα πάντα ων τελείως ανήσυχος και επικίνδυνος διό και ενεκλείσθη ενταύθα. Είναι πολύ ανήσυχος και φαίνεται πολύ ευχαριστημένος δια την ενταύθα διαμονήν του. Μας λέγει ο ίδιος ότι αιφνιδίως προσεβλήθη υπό νευρικής κρίσεως προ ολίγων ημερών και δι αυτό τον έφεραν ενταύθα. Μας λέγει γελαστός ότι εκτυπούσε ότι έβλεπε μπροστά του Έκανε κατάχρησιν οινοπνευματωδών ποτών και ηρωίνης, κοκαίνης και χασίς». 220 Γενικά όπως ήδη έχει σημειωθεί, στην κοινωνία μέσω της ψυχιατρικής υπήρχε η πεποίθηση ότι η χρήση οιασδήποτε ουσίας οδηγεί σε «ψυχοπαθολογία», από αυτό προκύπτει και η άποψη ότι ο εξαρτημένος είναι ασθενής. «Τοξικών δηλητηρίων ποιείται χρήσιν προ πολλών ετών. Ο χαρακτήρ του όμως μετεβλήθει ολίγον χρόνον μετά την χρήσην των ναρκωτικών, τελευταίως μετεβλήθει ολοκληρωτικώς, ταυτοχρόνως προσετέθησαν ψυχικαί ανωμαλίαι με περιεχόμενον ανόητον και ασυνάρτητον. Ουρεί αφ εαυτού συμπεριφέρεται ως παιδί γελά άνευ λόγου επεχείρησε ν αυτοχειριασθεί». 221 Με βάση σύγχρονα δεδομένα, η εξάρτηση από ουσίες σε ορισμένες περιπτώσεις συναντάται με τη ψυχική πάθηση, είναι όμως αδύνατον να εξαχθούν γενικότερα ασφαλή συμπεράσματα, διότι διαφέρουν λόγω πολυπλοκότητας 222 ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, την ιστορία τους και το κοινωνικό - πολιτισμικό πλαίσιο, στο οποίο η κάθε μια αναπτύχθηκε, είτε θεωρηθεί ότι προϋπήρχε της εξάρτησης, είτε ότι προέκυψε κατ αυτήν. Το πλέον σημαντικό στοιχείο όμως είναι ότι στατιστικά δεν παρατηρούνται αξιόλογες ποσοτικές διαφοροποιήσεις ως προς την παρουσία «ψυχοπαθολογίας» μεταξύ εξαρτημένων και γενικού πληθυσμού (Μάτσα, 2008α, σ.168). 220 Οπ. π., Κ. Όθων, αριθ. μητρ. 2719, ετών 22, σοβατζής. 221 Οπ. π., Ρ. Νικόλαος, αριθ. μητρ , ετών 65, ιατρός. 222 «Η πολυπλοκότητα του τοξικομανή δεν έχει όρια, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην ιδεοληπτική νεύρωση. Έτσι ο θεραπευτής που δεν είναι από την αρχή στα πράγματα θα διαπιστώσει ότι ο τοξικομανής θα μοιάζει πάντα λίγο σε κάτι ήδη γνωστό: λίγη ψύχωση, λίγη μανιοκατάθλιψη, λίγη διαστροφή, λίγη ομοφυλοφιλία και άλλα. Μοιάζει λίγο αλλά όχι απόλυτα, με διάφορες παραλλαγές για κάθε άτομο και για κάθε στάδιο θεραπείας του ατόμου» Ολιβενστάϊν Κλ., Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ

182 Συχνά στα «ιατρικά ιστορικά» δεν αναγράφονται οι «αιτίες» της εξάρτησης των ερωτώμενων, αλλά σημαντικά γεγονότα της ζωής τους, τα οποία ενδεχομένως είχαν ιδιαίτερο ρόλο στην εγκατάσταση της εξάρτησης. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, μέσα στο γενικότερο πλαίσιο κοινωνικών αλλαγών και βίαιων καταστάσεων (πόλεμοι, προσφυγιά κ.λπ.) αρχίζει σταδιακά να μεταβάλλεται η πρόσληψη του θανάτου από την κοινωνία και το άτομο. Έως τότε, βάσει των αγροτικών προτύπων, εμπλεκόμενοι ήσαν, τόσο τα άτομα, όσο και το σύνολο των μελών της κοινότητας, ο θάνατος κατείχε θέση στην δημόσια σκηνή και δεν ήταν περιθωριοποιημένος από το «κοινωνικό» (Αλεξιάς, 2008, σ.75). Το πλούσιο τελετουργικό μάλιστα συνέβαλε στην μείωση, ισορρόπηση και διαχείριση του προσωπικού πένθους. Η κοινωνία ως σύστημα είχε κάνει υπόθεσή της τόσο την είσοδο νέων μελών στους κόλπους της, με την γέννηση ενός παιδιού, όσο και την έξοδο μελών της συνεπεία του θανάτου. Ήταν η έμπρακτη διαλεκτική ζωής και θανάτου με απώτερο στόχο την ανάδειξη της ζωής και τη συνέχισή της από τα υπόλοιπα μέλη. Το πένθος αποτελεί την απαραίτητη διεργασία για την επούλωση του τραύματος που προκαλείται από τον θάνατο προσφιλούς προσώπου, όταν όμως δεν εισέλθει στο κοινωνικό πεδίο και παραμείνει ατομικό, απωθείται, όπως απωθείται και ο ίδιος ο θάνατος. Μέσα από τη χρήση ουσιών και την εξάρτηση γίνεται μια προσπάθεια εξορκισμού του, ακύρωσής του αλλά και πρόκλησής του «Ο ασθενής μετά τον θάνατον της μητρός αυτού, ήτο προ 8μήνου, ήρχισε να μανθάνη την χρήσιν ηρωίνης». 223 Σε αυτές τις περιπτώσεις, «για να γλυτώσει από τη συνειδητοποίηση του θανάτου, καταφεύγει στη φαντασία» 224 της εξάρτησης από ουσίες, η οποία δηλώνει σε ατομική κλίμακα το μη επιτελεσθέν πένθος με την άρνηση αποδοχής του θανάτου και τη καθημερινή συμβολική μάχη μαζί του. Έτσι, καθόλου τυχαία, στα «ιατρικά ιστορικά» η απώλεια προσφιλούς προσώπου φέρεται ως αιτία εξάρτησης από ουσίες. «Εκ του θανάτου του πατρός της επακολούθησαν πονοκέφαλοι, τους οποίους κατήυναζε με ενέσεις μορφίνης». 225 Δεν είναι σπάνιο μάλιστα ο θάνατος να αποτελέσει το έναυσμα της καταφυγής κάποιου ατόμου στην εξάρτηση από 223 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Π. Εμμανουήλ, αριθ. μητρ. 3816, ετών 19, ανθρακοπώλης. 224 Ολιβενστάϊν Κλώντ, Η ζωή του τοξικομανή, εκδ. Παλλάδα, 1982, σ Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Ε. Αικατερίνη, αριθ. μητρ. 2425, ετών 53, οικιακά. 180

183 ουσίες, ακόμη κι αν αυτός σημειώθηκε αρκετά χρόνια πριν. Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί, ότι σύμφωνα με την σύγχρονη βιβλιογραφία, η προβληματική του θανάτου, σε κάθε περίπτωση, είναι άμεσα συνδεδεμένη με την εξάρτηση σε διάφορα επίπεδα (Μάτσα, 2008β, σ.146). Στην Ελλάδα της κατοχής και του εμφυλίου, ο βίαιος θάνατος και οι οριακές καταστάσεις αποτελούσαν μέρος της καθημερινότητας. Τούτο δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι είχαν εξοικειωθεί και δεν καταγραφόταν στην συνείδησή τους ως «τραύμα» ή «απώλεια» το κάθε τέτοιο συμβάν, ιδιαίτερα όταν επρόκειτο για συγγενικά πρόσωπα. «Παρελθόντος Δεκεμβρίου, ότε ταλαιπωρηθείς ψυχικώς κατά το επαναστατικόν κίνημα (απώλεια περιουσίας, θάνατος δύο αδελφών)». 226 Ο θάνατος ήταν εξ ίσου οδυνηρός και μη αποδεκτός παρά το γενικό κλίμα θανάτου που επικρατούσε στην κοινωνία. Αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με το βασανιστήριο της πείνας, το οποίο στόχευε σε βασικά ένστικτα των ανθρώπων και δεν επέτρεπε έναν αξιοπρεπή θάνατο, έστρεψαν νέους ανθρώπους στην επίσης «αναξιοπρεπή» χρήση ουσιών και σε ένα άλλο παιγνίδι με τον θάνατο, στο οποίο είχαν την ψευδαίσθηση ότι μπορούσαν να βγουν νικητές. «Ήρξατο την χρήσιν της Ηρωίνης από 1 μηνός παρακινηθείς προς τούτο υπό τοξικομανών φίλων του και συναδέλφων του με την παρακίνησιν ότι θα του περάσει η πείνα και ότι θα νοιώσει μια τόνωσι στον οργανισμό του». 227 Η ηρωίνη άλλωστε έδινε στον χρήστη την αίσθηση της δύναμης και της ψυχικής θαλπωρής, στοιχεία που στερήθηκε με όσα προηγήθηκαν κατά τον βαρύ χειμώνα του Η βία, με όποια μορφή κι αν εκφράζεται, αφήνει συχνά στο υποκείμενο που την υπέστη τα στοιχεία εκείνα για την αναπαραγωγή της, είναι ένας παράγοντας που προκαλεί αντιδράσεις των οποίων το είδος, το μέγεθος και η έντασή τους εξαρτάται από τη συγκεκριμένη προσωπικότητα. Ο πόλεμος, με τη βία που εμπεριέχει και το άγχος που γεννά, βιώνονται τραυματικά ιδιαίτερα από τους συμμετέχοντες, έτσι η χρήση των ουσιών δύναται να λειτουργήσει ως απάντηση στη βία που έχει εσωτερικευθεί, ώστε να επέλθει η ισορροπία και ταυτοχρόνως να απαλυνθεί το άγχος που δημιουργήθηκε. «Προ έτους και πλέον και ότε ο ασθενής ευρίσκετο εις το Αλβανικόν μέτωπον έκαμνε ούτος χρήσιν 226 Οπ. ο., Κ. Ανδρέας, αριθ.μητρ. 5600, ετών 35, ζωγράφος, εισαγωγή. 227 Αρχείο Δημόσ. Ψυχιατρείου, Γ. Ιωάννης, αριθ. μητρ , ετών 28, υποδηματοποιός, εισαγωγή

184 ηρωίνης» 228 Η εξάρτηση από ουσίες υπ αυτούς τους όρους δύναται να θεωρηθεί μία μορφή βίας που ασκεί ο εξαρτημένος προς τον εαυτό του (Ολιβενστάϊν, 1982, σ.24). Η βία του πολέμου είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον θάνατο και το «τραύμα», οι χρησιμοποιούμενες ουσίες αποσκοπούσαν κατ αρχήν στην μείωση των ωδινών του σωματικού τραύματος. «Το πρώτον εγένετο ένεσις μορφίνης εις τον πάσχοντα, παρ ιατρού, εκ θεραπευτικής ανάγκης, τω 1917, ήτοι προ 20ετίας, νοσηλευόμενος τότε δια τραύματα πολέμου εν τινί στρατιωτικώ νοσοκομείω». 229 Οι παρεχόμενες αναλγητικές ουσίες λειτουργούσαν εξίσου «ιαματικά» για το ψυχικό τραύμα, ιδίως μετά την επούλωση των πληγών του σώματος. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα θεωρούνταν αυτονόητη η συνέχιση χρήσης της ουσίας και μετά την σωματική ίαση. «Προ 9ετίας (1918) νοσηλευόμενος εν Γαλλικώ Νοσοκομείω κατόπιν τραύματος πολεμικού, έλαβε το πρώτον μορφίνην ίνα κατευνάση τους πόνους του. Μετά την έξοδον του εκ του νοσοκομείου ήτο υποχρεωμένος να λαμβάνη 0,20-0,25 μορφίνης ημερησίως όχι πλέον δια τους πόνους, οίτινες προ πολλού είχον παρέλθει». 230 Ως αιτιολόγηση της συνεχιζόμενης λήψης του αναλγητικού προβάλλονταν η συνήθεια του σώματος, «διότι η μορφίνη είχε αποβή ανάγκη δια το σώμα του». 231 Ο ακρωτηριασμός ισοδυναμεί με απώλεια μέρους του εαυτού, τόσο σωματικά όσο και σε ψυχικό επίπεδο, γεγονός που οπωσδήποτε δεν είναι δυνατό ή εύκολο να γίνει αποδεκτό από τον πάσχοντα. Κατά την μετατραυματική περίοδο, η μείωση του σωματικού πόνου είναι αντιστρόφως ανάλογη του ψυχικού και αυτόν ακριβώς έχει ανάγκη να αμβλύνει ο ακρωτηριασμένος. «Από 12 ετίας (1918) ότε και εν πολέμω υπέστη ακρωτηριασμόν του αριστερού ποδός ήρξατο χρώμενος μορφίνης 0,25 ημερησίως επί εν εξάμηνον ότε και βαθμιαίως ηύξανε τούτων ως ανενεργών καταστασών των μικρών δόσεων». 232 Ο ψυχικός ακρωτηριασμός αφορά στο άτομο προσωπικά, ακόμη κι αν έχει ομαδικό χαρακτήρα όπως στα πλαίσια ενός πολέμου. Η σιωπή του «άρρητου» αποτελεί τον μηχανισμό προστασίας 228 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Π. Εμμανουήλ, αριθ. μητρ. 5007, ετών 30, εργάτης. 229 Οπ. π., Π. Δημήτριος, αριθ. μητρ. 4118, ετών 49, λοχαγός εν αποστρατεία. 230 Οπ. π., Ν. Σπυρίδων, αριθ. μητρ. 2430, ιατρός στρατιώτης. 231 Οπ. π. 232 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Θ. Αθανάσιος, αριθ. μητρ. 2319, ετών 35, μικροπωλητής. 182

185 από τον θάνατο και το μόνο που μπορεί να τη σπάσει είναι οι ουσίες που καταστέλλουν το άγχος, την ένταση και τον ψυχικό πόνο.«έκφραση μελαγχολική και μη επιδεχόμενος ουδεμίας συζητήσεως και μόνον επί τη χρήσει ηρωίνης κατέστη ολίγον ομιλητικός». 233 Η εξορία, η αιχμαλωσία ή η αναπηρία λειτουργούν εξίσου αποσταθεροποιητικά, τόσο σε ατομικό, όσο και κοινωνικό επίπεδο. Κατά τον Ολιβενστάϊν, η «σιωπή» του εξαρτημένου μοιάζει κάπως με τη «σιωπή», «το μη λεχθέν» εκείνων που επέζησαν των στρατοπέδων συγκέντρωσης (Olievenstein, 2004, σ.137), αμφότεροι μοναχικοί, απόμακροι και ανίκανοι να «μιλήσουν» Η ριζική αλλαγή των σχέσεων με τον περίγυρο, όσων είχαν τέτοιου είδους τραυματικές εμπειρίες και η υπό νέους όρους συμμετοχή στην κοινωνία, τους δίνουν την αίσθηση του ξένου σε άγνωστο τόπο και προλειαίνουν το έδαφος, ώστε να μην αποτελεί παραδοξότητα η ανάπτυξη ή η επίταση της εξάρτησης από ουσίες. «Ευρέθη εξόριστος εις το βόρειον ρωσικόν έδαφος συνεπεία των οποίων υπέστη γάγγραιναν εις αμφότερα τα κάτω άκρα, άτινα δεν κατόρθωσε να διασώσει δια της παθολογικής θεραπείας και κατά συνέπειαν ευρέθη εις την τραγικήν ανάγκην να υποστεί εγχείρισιν του ακρωτηριασμού τούτων προς διαφύλαξιν του υπολοίπου σώματός του. Τόσον όμως προ της εγχειρίσεως όσο και μεθ αυτήν, προς αναχαίτησιν των αφορήτων πόνων του υπεβάλλετο υπό των θεραπόντων του ιατρών εις την δια ναρκωτικών ενέσεων μορφίνης και κατόπιν αυτού συμπτωματικήν θεραπείαν (του πόνου αποτέλεσμα της οποίας υπήρξεν ο εθισμός του εις τα ανωτέρω τοξικά φάρμακα) συνεπεία των οποίων κατέστη εις τον υπέρτατον βαθμόν τοξικομανής». 234 Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο θέμα αυτό δεν διέφυγε της προσοχής του ρεμπέτικου τραγουδιού, το οποίο κατά την διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου και στις μετά το 1946 φωνοληψίες επιχειρεί να αναπτερώσει το ηθικό των πασχόντων και να ευαισθητοποιήσει την κοινωνία με τραγούδια όπως: «Ο τραυματίας», «Ο ανάπηρος», «Η νοσοκόμα» κ.λπ. Ο τραυματισμός ή ακρωτηριασμός, ανεξαρτήτως του τρόπου που σημειώθηκε, λειτουργεί στον ψυχισμό του ανθρώπου με παρόμοιο τρόπο. Το ψυχικό απόθεμα δυνάμεων που διαθέτει το άτομο σε συνδυασμό με την προσωπική του ιστορία, θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία του στην συνέχεια. Ο κοινωνικός περίγυρος και 233 Οπ. π. 234 Οπ. π., Κ. Γεράσιμος, αριθ. μητρ , ετών 40, ναυτικός. 183

186 γενικότερα η κοινωνία με τη στάση τους θα διευκολύνουν ή θα εμποδίσουν στην υπό νέους όρους ένταξή του σ αυτήν. «Η ασθενής κατόπιν τραύματος κατά την σπονδυλικήν στήλην παρέμεινεν επί 3ετίαν κλινήρης εν τω Νοσοκομείω Ευαγγελισμός τότε και άρχισε την μορφίνην». 235 «Τω 1926 τραυματισθείς υπό της συζύγου του δια περιστρόφου κατά του δεξιού οφθαλμού ενοσηλεύετο εις το Πολιτικόν Νοσοκομείου υπέφερε υπό ισχυρών πόνων και ηναγκάζοντο να του κάμουν ενέσεις pantopone (4 ενέσεις ημερησίως). Μετά την έξοδον του εξακολούθησε να έχει τους πόνους και προς ανακούφισην αντί pantopone μετεχειρίζετο ενέσεις ηρωίνης». 236 «Υπέστη ακρωτηριασμόν του αριστερού ποδός προ τετραετίας. Ότε ήρξατο της χρήσεως morphine επί τετράμηνον προς κατάπαυσιν, κατ αρχάς των πόνων του και είτα εκ της συνηθείας, είτα αντικαστέστησε ταύτην με ηρωίνην». 237 Στις καταγραφές των «ιατρικών ιστορικών» η θητεία στο στρατό φέρεται ως ο χρόνος μύησης στις ουσίες. Η περίοδος της θητείας στο στρατό βιώνεται συχνά ως ιδιαίτερα πιεστική, εφόσον οι στρατιώτες αποκόπτονται αιφνίδια από το κοινωνικό τους περιβάλλον και έρχονται αντιμέτωποι με ένα περιοριστικό πλαίσιο και πρόγραμμα. «Ο ασθενής ήρχισεν την χρήσιν του δηλητηρίου, κατ αρχάς κοκαΐνης, προ 3ετίας ότε υπηρέτη εν τω στρατώ». 238 Παρουσιάζεται μάλιστα το στρατιωτικό περιβάλλον ως πρόσφορο για τη δοκιμή και χρήση ουσιών. «Προ πέντε περίπου ετών ήτοι τον Οκτώβριον του 1923 υπηρετών ως στρατιώτης εν Θεσαλονίκη ετιμωρήθη δια δεκαημέρου φυλακίσεως και ωδηγήθη εις το πειθαρχείον προς έκτισιν της ποινής του, κατά την πρώτην ημέραν του περιορισμού του κατελήφθη υπό μεγάλης ανησυχίας και επειδή εστενοχωρείτο πολύ, ενόμισε ότι ίσως δια της μορφίνης θα διήρχετο τας ημέρας αυτάς καλύτερον, εζήτησε δε από γνωστόν του φαρμακοποιόν». 239 Η βίωση σε προσωπικό επίπεδο αυτών των συνθηκών, δημιουργούν αποστροφή και άρνηση του συγκεκριμένου χώρου, το πάγωμα του χρόνου και κατ επέκταση η επιθυμία επιστροφής στην ζωή που προηγήθηκε, 235 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Π. Φιλιώ, αριθ. μητρ.1223, ετών 37, οικιακά. 236 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Χ. Δημήτριος, αριθ. μητρ. 663, ετών 27, τυπογράφος. 237 Οπ. π., Β. Κωνσταντίνος, αριθ. μητρ. 2307, ετών 34, μαραγκός. 238 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Κ. Δημήτριος, αριθ. μητρ. 3489, ετών 24, φοιτητής Νομικής. 239 Οπ. π., Σ. Αλέξανδρος, αριθ. μητρ. 2671, ετών 25, φαρμακοποιός. 184

187 επιτυγχάνεται προσωρινά μέσω των ουσιών. Η δυσαρέσκεια της επιβαλλόμενης ομοιομορφίας και ο καταναγκασμός της καθημερινότητας επιζητούν την ταχύτερη το δυνατόν διέξοδο και μετακίνηση σε έναν άλλο χώρο. Η ουσία ναρκώνει το χρόνο και τις αισθήσεις, ενώ ταυτοχρόνως εντάσσει το υποκείμενο σε μια άλλη ομάδα, που αντιτίθεται στην υπάρχουσα κατάσταση. Παρόμοιοι μηχανισμοί ενεργοποιούνται στις συνθήκες της φυλακής. «Από 8ετίας, ήτοι από του 1928, ως ανωτέρω αναφέρεται, μετά την έγκλεισίν του εις τας φυλακάς (Παλ. Στρατώνος κατ αρχάς και Αιγίνης κατόπιν) ο ασθενής ήρξατο ποιούμενος χρήσιν ηρωίνης». 240 Η παρουσία της βίας όμως εδώ είναι πιο εμφανής, εφόσον απουσιάζει το «ακατανόητο» της στρατιωτικής θητείας. Η φυλακή είναι η τιμωρία και ο φυλακισμένος ο εγκληματίας, συνεπώς η χρήση ουσιών αποκτά εντονότερο συμβολικό χαρακτήρα έναντι της εξουσίας. Οι «άδικοι» λόγοι εγκλεισμού στη φυλακή επιτείνουν τις τάσεις φυγής και αμφισβήτησης του συστήματος ελέγχου.«προ 7ετίας ο ασθενής ενεκλείσθη εις τας φυλακάς επί 5μηνον εξ αιτίας φιλονικίας τινός, ένθα συν τω χρόνω εξέμαθε την χρήσιν ηρωίνης». 241 Η αναζήτηση των «αιτίων» της εξάρτησης στον αναπτυχθέντα επιστημονικό λόγο κατά τον Μεσοπόλεμο, όπως δείχθηκε και σε άλλη παράγραφο, 242 δεν στόχευε στην βοήθεια του εξαρτημένου και του κλινικού έργου των θεραπευτών, αλλά περιοριζόταν σε στερεότυπες απαντήσεις και επιφανειακές περιγραφές για τις «κακές συναναστροφές», τα πάσης φύσεως «προβλήματα», τη «στενοχώρια» κ.ο.κ. Οι αιτιολογικοί παράγοντες της εξάρτησης μπορούν να αναζητηθούν σε αυτά που εξέθεσαν οι ίδιοι οι εξαρτημένοι, μέσα από τα «ιατρικά ιστορικά», αν και είναι πολύ πιθανό ότι υπήρχαν και πολλοί άλλοι παράγοντες, τους οποίους αρνήθηκαν να αποκαλύψουν ή αγνοούσαν, ενδέχεται μάλιστα να τους ανέφεραν έμμεσα και να μην τους «άκουσαν» οι θεραπευτές, εφόσον το φάσμα των «αιτίων» είναι ούτως ή άλλως ευρύτατο, 240 Οπ. π., Ρ. Αναστάσιος, αριθ. μητρ. 3842, ετών 28, ηλεκτρομηχανικός. 241 Οπ. π., Ι. Παναγιώτης, αριθ. μητρ. 3800, ετών 33, λιμενεργάτης. 242 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Β, 1. Ένα φαινόμενο με ιατρική διάγνωση και αγωγή α. Οι αιτιολογικοί παράγοντες. 185

188 η αλληλεπίδρασή τους, η ιεράρχηση και η βαρύτητα που έχουν στην κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και μοναδική. Είναι προφανές όμως, ότι κανείς δεν εξαρτήθηκε επειδή απλά και μόνον δοκίμασε ουσίες. Η σχέση με την ουσία διαμορφώθηκε σε μια στιγμή που συνευρέθηκαν η προσωπική κρίση του ατόμου με την αντίστοιχη κοινωνική. Η εξάρτηση δεν είναι αποτέλεσμα μηχανιστικής συγκέντρωσης στοιχείων ενός συστήματος, η ιστορία του κάθε ατόμου, το κοινωνικό - πολιτισμικό πλαίσιο και η δυναμική των σχέσεων που αναπτύχθηκαν ορίζουν κάθε φορά τους παράγοντες που επέδρασαν καταλυτικά στην εγκατάσταση της εξάρτησης. 186

189 5. Μεταξύ ελέγχου, αμηχανίας και μοιρολατρίας Η θεραπεία των εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη. Η θεραπεία των εξαρτημένων στα ψυχιατρεία ήταν ευθυγραμμισμένη με τις απόψεις που υποστήριζαν ότι ο εξαρτημένος ήταν εθισμένος σε μια ουσία και όχι σε μία κατάσταση και έναν τρόπο ζωής, που η ουσία απλά τα ενεργοποιούσε. Το κλινικό έργο στόχευε στην αποστέρηση της ουσίας και όχι στον τρόπο με τον οποίο ο εξαρτημένος θα βοηθιόταν να ξεπεράσει την συναισθηματική ανάγκη της χρήσης. Βεβαίως ο όρος «θεραπεία» ήταν οικειοποιημένος από την Ιατρική, ταυτιζόμενος μ αυτήν, «στην εποχή μας το -ιατρικό- τείνει να καταλάβει όλο το πεδίο του -θεραπευτικούενώ η διάκριση ανάμεσα στα δύο αυτά πεδία είχε γίνει ήδη από τους ελληνιστικούς χρόνους», 243 όσο για το περιεχόμενό του σε μεγάλο βαθμό περιοριζόταν σε τεχνικές και τυπικές ταξινομήσεις. Οι διαγνώσεις, οι οποίες προοιώνιζαν την ακολουθούμενη θεραπεία, κινούνταν στην ίδια συλλογιστική. Ενδεικτικά παρατίθενται οι αναγραφόμενες στα μητρώα της Πανεπιστημιακής Κλινικής (Αιγινήτειο), οι οποίες διατυπώνονταν ως ακολούθως: μορφινισμός, μορφινομανία, μορφινομανία παρ εκφύλω, ηρωινομανία, τοξικομανία, κοκαϊνισμός, τοξική ψύχωσις (κοκαΐνη-χασίς). Για τη σωματική αποτοξίνωση, κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα, χρησιμοποιούνταν μέθοδοι ανάλογοι εκείνων που αφορούσαν σε ψυχικά πάσχοντες. «Απομορφινίζειν μορφινομανή τινά εστί το προκαλείν εις αυτόν, δια της αποκρίσεως του δηλητηριάζοντος αυτόν δηλητηρίου, πραγματικήν νόσον πειραματικήν, ήτις εμφανίζει μεγάλην ομοιότητα προς το συμβαίνον εν τινί λοιμώδει νόσω». 244 Τα ζητήματα που απασχολούσαν τους γιατρούς-θεραπευτές αφορούσαν στην οργανική αντοχή του πάσχοντος και εξετάζονταν τρία συστήματα: 1) Η καρδιά και το κυκλοφορικό. 2) Το γαστρεντερικό. 3) Το ουροποιητικό. Για τους εξαρτημένους από ηρωίνη και μορφίνη, κατά τον Μεσοπόλεμο, η θεραπεία γινόταν συνήθως με χορήγηση μικρών μειουμένων δόσεων μορφίνης. Οπωσδήποτε, είναι αξιοσημείωτη η υπενθύμιση ότι «και αυτή η καταστρεπτικότατη ηρωίνη εισήλθεν εις την 243 Μάτσα Κατερίνα, Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση, εκδ. Άγρα, 2008, σ Albert Robin, Πλήρες Σύστημα Θεραπευτικής, εκδ. Νικ. Τζακά, 1909, σ

190 χορείαν των ηδονιστικών ουσιών ως θεραπευτικόν δήθεν μέσον κατά του μορφινισμού». 245 Τα συμπτώματα κατά την «ανάρρωση» καταπολεμούνταν με υπνωτικά και ηρεμιστικά φάρμακα, 246 όπως και έλεγχο της διατροφής. Κατά τον Κουρέτα τα στάδια της τοξικομανίας ήταν τρία: η μύηση, η εξοικείωση (σελήνη του μέλιτος) και η κατάπτωση (Κουρέτας, 1932, σ.37), η διατύπωση αυτή όμως δεν διαφοροποιούσε στην πράξη την ακολουθούμενη θεραπεία. Η μηχανιστική και τυποποιημένη θεραπευτική αντιμετώπιση των ψυχικά πασχόντων στα ψυχιατρεία, εφόσον η «ομοιόμορφη επαγγελματική αβροφροσύνη που επιδεικνύεται στον ασθενή» σύμφωνα με τον Goffman, «συμβαδίζει με μια ομοιόμορφη εφαρμοσιμότητα του ψυχιατρικού δόγματος», 247 ακολουθούνταν συνολικά και στις περιπτώσεις των εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη με αποκαρδιωτικά αποτελέσματα. Με την κρατούσα ψυχιατρική προσέγγιση της εξάρτησης δεν συμφωνούσαν πάντα όλοι οι γιατροί και οι λόγοι ήταν δύο. Ο πρώτος διότι οι ίδιοι αντιλαμβάνονταν ότι με τις γνώσεις και τα μέσα που διέθεταν (ψυχοφάρμακα, ψυχρολουσίες, ηλεκτροσόκ, καθήλωση κ.λπ.) αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν την εξάρτηση. Εδώ θα πρέπει να υπογραμμισθεί η συνολικότερη κατάσταση και οι τάσεις που επικρατούσαν στο χώρο της ψυχιατρικής. Με βάση τον ιατρικό τύπο της εποχής φαίνεται ότι η ψυχιατρική επικέντρωνε την προσοχή σε θέματα γενικότερου ιατρικού ενδιαφέροντος και πολύ λιγότερο καταπιανόταν με θέματα που αφορούσαν στην ψυχιατρική των ασύλων. 248 Τα «ιατρικά ιστορικά» των εξαρτημένων 245 Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, Αθήνα, 1937, σ Η θεραπεία γινόταν συνήθως με την παροχή χλωράλης, η οποία χρησιμοποιείτο ως υπνωτική ουσία «η ανάμειξή της με αλκοόλ ήταν αρκετά διαδεδομένη κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα» και επίσης βρομιούχα τα οποία συνταγογραφούνταν συχνά ως κατασταλτικά και αντισπασμωδικά. «Η δοσολογία για θεραπευτικούς λόγους ισοδυναμούσε με εκείνη της εξάρτησης, η παρατεταμένη χρήση τους προκαλούσε ένα χρόνιο σύνδρομο γνωστό ως βρομισμός». Λιάππας Γιάννης, Ναρκωτικά. εκδ. Πατάκη, 2003, σ.σ.77, Goffman Erving, Άσυλα, εκδ. Ευρύαλος, 1994, σ «Λίγο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (βλέπε και περιοδικά Κλινική, Ελληνική Ιατρική) η ίδια ισορροπία, σε βάρος της ασυλιακής ψυχιατρικής συνεχίστηκε. Βρίσκουμε σε άρθρα νευρολογικά, σχετικά με την ψυχοπαθολογία των στρατευμένων, ενώ στο τέλος της δεκαετίας του 1920 θ αρχίσουν να εμφανίζονται πολυάριθμα άρθρα σχετικά μα την εφαρμογή των νεοφερμένων βιολογικών θεραπειών (πυρετοπεραπεία, 188

191 στα ψυχιατρεία φανερώνουν την αδυναμία αυτή με τον πλέον εύγλωττο τρόπο. Τα αναγραφόμενα σχόλια περιγράφουν σωματικές ασθένειες που προηγήθηκαν, κληρονομικές προδιαθέσεις, κρίσεις ηθικής υφής για τον χαρακτήρα του «ασθενούς», το ιστορικό της χρήσης, την εξωτερική εμφάνιση του εξαρτημένου και τον τρόπο αποτοξίνωσης. Η παντελής έλλειψη άλλων στοιχείων δείχνει ότι η επιδιωκόμενη θεραπεία περιοριζόταν στη σωματική αποτοξίνωση. 249 Υπό αυτές τις συνθήκες, προ του διαγραφόμενου θεωρητικού και κλινικού αδιεξόδου, ορισμένοι γιατροί διατύπωσαν διαφορετικές από τις συνήθεις απόψεις για την εξάρτηση και εναλλακτικές προτάσεις για την θεραπεία της, όπως αυτές της ψυχικής αγωγής, της ψυχανάλυσης κ.λπ. 250 ινσουλινικό σοκ) κι αργότερα την ηλεκτροσπασμοθεραπεία. Σε σχέση με τα άσυλα συναντάμε μόνο μερικά στατιστικά άρθρα, κάποιες κλινικές παρατηρήσεις και αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων (π.χ. οσφυονωτιαίες παρακεντήσεις), αλλά ο γενικός κανόνας ήταν η σιωπή», (Πλουμπίδης, 1995, σ.135). 249 Αρχείο Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου. Ιατρικό ιστορικό αριθ. μητρ. 2888, Θεοδόσιος Α., ετών 23, κρεοπώλης «Κατά τας 3 πρώτας ημέρας της νοσηλείας του εχορηγήσαμεν τω πάσχοντι μορφίνην δι ενέσεων εις 2 δόσεις ημερησίως (0,04 γρ. την 1 ην ημέραν, 0,03 την δευτέραν και 0,02 την τρίτην, επί 10 ημέρας ελάμβανε προς τούτο ο ασθενής 3 γρ. Βρωμιούχον Νάτριον και 0,50 γρ. Βερονάλης ημερησίως. Από της 10 ης δε ημέρας ουδέν πλέον ελάμβανεν, των διαφόρων σωματικών ενοχλημάτων υποχωρησάντων πλήρως. Τα τελευταία ταύτα συνίσταντο εις στενοχωρίαν, την άμβλυσιν δυνάμεων, τάσιν προς έμετον και αϋπνίαν. Από της 10 ης ημέρας ο πάσχων ουδέν πλέον ενόχλημα ησθάνετο, ουδεμίαν επιθυμίαν προς λήψιν ηρωίνης είχεν» Αρκαλίδης Μ. Ν., Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι, εκδ. Π. Δ. Σακελλάριου, 1928, σ.95. «Πάντως όμως εις τας πλείστας των περιπτώσεων του Δρομοκαϊτείου δεν πρόκειται περί κυρίως παραφρόνων. Δια τούτο υπό τας αυστηράς διατάξεις του παλαιού παρ ημίν Νόμου ΨΜΒ περί φρενοπαθών δύναται να θεωρηθή ως μη δεδικαιολογημένη η εισαγωγή των πλείστων τοξικομανών εις τα φρενοκομεία». 2. Κωνσταντινίδης Κωνσταντίνος (υποδιευθυντής Δημοσίου Ψυχιατρείου Αθηνών), Περί τοξομανιών, Αθήνα, 1935, σ.σ.14,15. «Κατά την διαμονήν εν τω θεραπευτηρίω ο τοξικομανής δέον να υποβάλληται εις ψυχοθεραπείαν, ήτις ανάλογος προς την ψυχοσύνθεσιν εκάστου τοξικομανούς θα έχη σκοπόν να διαπαιδαγωγήση, να διαφωτίση και να εμφυτεύση εις αυτόν τοιαύτας ιδέας και σκέψεις, ώστε να συντελέσωσι εις την εξ ιδίων ψυχικών δυνάμεων καταπολέμησιν της νοσηράς τάσεως προς τα ναρκωτικά. Η ψυχοθεραπεία θα έχη την μορφήν είτε γενικωτέρας ψυχικής αγωγής, είτε υπνωτισμού είτε ψυχαναλύσεως. Πάντως θεωρούμεν λίαν λυσιτελή την ψυχικήν επίδρασιν επί του ασθενούς και ως εκ τούτου δέον να αποτελή η ψυχοθεραπεία το πρώτον φάρμακον μετά παρέλευσιν της κρίσεως. Εκ της αναλύσεως της ψυχής πολλών τοξικομανών αποδεικνύεται ότι δια τας διαφόρους τοξικομανίας (προς το αλκοόλ και τα διάφορα άλλα ναρκωτικά) απωτέρα αιτία καταφυγής εις τα ναρκωτικά, είναι αι παντοειδείς ψυχικαί 189

192 Ο δεύτερος λόγος διαφοροποίησης ορισμένων γιατρών από την καθεστηκυία αντίληψη περί του χαρακτήρα της εξάρτησης και του εξαρτημένου μάλλον προέκυψε από τις αντιφάσεις, που εμπεριείχε και γεννούσε το ίδιο το σύστημα της Ψυχικής Υγείας, αλλά και η κοινωνία γενικότερα. Οι εξαρτημένοι ήταν ανεπιθύμητοι από όλους. Η Πολιτεία, αλλά και ο περίγυρός τους, προκειμένου να απαλλαγούν από την παρουσία τους, επέλεξαν ως λύση τον εγκλεισμό τους στις «αποθήκες ανθρώπων» - τα άσυλα. Οι διευθύνσεις των ασύλων με την σειρά τους, όταν είχαν την δυνατότητα, εξέφραζαν την δυσαρέσκειά τους και αρνιόνταν να δεχθούν τις εισαγωγές «ασθενών» αυτού του είδους. Η βασική τους επιχειρηματολογία ήταν ότι οι εξαρτημένοι δεν θεωρούνταν ψυχοπαθείς, δεν υπάγονταν σύμφωνα με την νομοθεσία σε αυτή την κατηγορία και συνεπώς η παρεχόμενη από το ψυχιατρείο θεραπευτική αγωγή δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Επιπροσθέτως, οι εξαρτημένοι λόγω της «εγκληματικής φύσης» τους διασάλευαν την τάξη του ψυχιατρείου, γεγονός το οποίο εγκυμονούσε κινδύνους για «έξωθεν» παρεμβάσεις προς αποκατάσταση της ομαλότητας. 251 συγκρούσεις και κυρίως ασυνείδηται απωθημέναι τάσεις αίτινες επιφέρουσι διαρκή ψυχικήν σύγκρουσιν εν τω ατόμω. Η χρήσις των ναρκωτικών καθησυχάζει τας ψυχικάς ταύτας συγκρούσεις και συντελεί εις ανακούφισιν ούτως ειπείν από τον ψυχικόν αγώνα. Ως εκ τούτου η ψυχοθεραπεία υπό την ανωτέρω έννοιαν, υπό την έννοιαν τουτέστιν της καταδείξεως εις τον τοξικομανή, ότι η χρήσις του ναρκωτικού παριστά ψυχικήν εκδήλωσιν, σκοπόν έχουσα την συγκάλυψιν ωρισμένων ψυχικών συγκρούσεων, ενέχει μεγάλην θεραπευτικήν αξίαν». 251 Αρχείο Δρομοκαϊτείου. Έγγραφο του διευθυντή του Δρομοκαϊτείου με αριθμό πρωτοκόλλου 842/83542, , προς το διοικητικό συμβούλιο του θεραπευτηρίου: «Έχω την τιμή να παρακαλέσω Υμάς, όπως ευαρεστούμενοι διατάξητε την υφ Υμάς και επί των εισαγωγών των ασθενών αρμοδίαν υπηρεσίαν, όπως, ει δυνατόν, αποτραπή εις το εξής η εισαγωγή τοξικομανών ασθενών εν τω Θεραπευτηρίω, προ παντός των ποιουμένων χρήσιν μορφίνης, ηρωίνης, χασίς κ.λ.π. αφ ενός μεν, καθόσον οι πάσχοντες ούτοι δεν θεωρούνται, κυρίως ειπείν, ψυχοπαθείς, ως μη υπαγώμενοι εις τας διατάξεις της ειδικής Νομοθεσίας ήτις διέπει το Ίδρυμα και συνεπώς δεν είναι δυνατόν όπως εξασκηθή επ αυτών η ενδεδειγμένη τακτική και θεραπευτική αγωγή δια τους ψυχοπαθείς και αφ ετέρου, καθόσον ούτοι λόγω της συνήθως εγκληματικής αυτών φύσεως προβαίνουσι εις πράξεις αίτινες δύνανται να έχωσι σοβαράς συνεπείας εις βάρος νοσηλευομένων και προσωπικού και δημιουργούν ζητήματα διασαλεύσεως της τάξεως του Θεραπευτηρίου με κίνδυνον επεμβάσεως τρίτων εις την καθόλου υπηρεσίαν και διοίκησιν αυτού». 190

193 Είναι φανερό ότι οι εξαρτημένοι με την συμπεριφορά τους ακύρωναν την εφαρμογή του ψυχιατρικού μοντέλου του ιδρύματος, συστατικό στοιχείο του οποίου ήταν η επιτήρηση. «Μέρος της επίσημης εντολής του δημόσιου ψυχιατρικού νοσοκομείου είναι να προστατεύει την κοινότητα από τον κίνδυνο και την ενόχληση ορισμένων ειδών ανάρμοστης συμπεριφοράς». 252 Στις περιπτώσεις όμως των εξαρτημένων, το ψυχιατρείο αδυνατούσε να «προστατεύσει», όχι μόνον την κοινότητα, αλλά και την δική του λειτουργία. Η στάση αυτή, τόσο των εξαρτημένων, όσο της κοινωνίας και των θεσμών, συνέβαλε κατά πολύ, ώστε η εξάρτηση να χαρακτηρισθεί ως «ανίατος νόσος» και ο εξαρτημένος «εγκληματικής φύσεως» προσωπικότητα. Ακόμη και εκείνοι, οι οποίοι κατ αρχήν έβλεπαν με συμπάθεια τους εξαρτημένους, πρότειναν την απομόνωση, πεισμένοι ότι δεν υπήρχε διέξοδος, ότι δεν υπήρχε άλλη λύση. «Έχω γνωρίσει μερικούς από δαύτους στο Ψυχιατρείο. Είνε λογικοί δουλεύουνε με προθυμία, έχουν όρεξη να τρώνε και επί πλέον τους φεύγει η κιτρινάδα και το θάμπος των ματιών. Θα έπρεπε να μείνουν σ όλη τους τη ζωή μέσα. Γιατί άμα βγουν όπως είπαμε δεν έχουν αρκετή θέληση, ώστε ν αντισταθούνε στον πειρασμό. Πολλοί βγαίνουν και ύστερα από καιρό τους ξαναφέρνουνε πάλι πίσω. Ράβε ξήλωνε δηλαδή». 253 Υπ αυτή την οπτική λοιπόν η κοινωνία, αλλά και οι ειδικοί δεν προσδοκούσαν τίποτε περισσότερο από το μοιραίο. Η ιατρικοκεντρική προσέγγιση της εποχής υποβάθμιζε τον ρόλο του περιβάλλοντος, στο οποίο ζούσε το άτομο και επαγωγικά την κοινωνική διάσταση του φαινομένου της εξάρτησης, επικέντρωνε όπως αναφέρθηκε, την προσοχή στην συμπτωματολογία και την παθολογία, με στόχο την εξάλειψη των συμπτωμάτων και κυρίως η αλλαγή της συμπεριφοράς, ώστε να καταστεί ελεγχόμενη, τακτική που ουσιαστικά δεν στόχευε στην «υγεία» του ατόμου, αλλά στον έλεγχό του. Η ιατρική-βιολογική αντιμετώπιση φαίνεται και από την συντελούμενη θεραπεία με την χρησιμοποίηση της μορφίνης ως υποκατάστατου, συνοδευόμενη με φαρμακευτική αγωγή ηρεμιστικά, υπνωτικά κ.α. Στο ίδιο πλαίσιο ήταν και οι προβληματισμοί περί ταξινομήσεων των εξαρτημένων σε κατηγορίες. Ιδιαίτερο βάρος είχε δοθεί στις 252 Goffman Ervin, Άσυλα, εκδ. Ευρύαλος, 1994, σ Κώστας Βάρναλης, «Τοξικομανείς», εφημ. Πρωία, 5 Αυγούστου

194 περιπτώσεις συνύπαρξης εξάρτησης από ουσίες και ψυχιατρικής διαταραχής, οι οποίες ταξινομούνταν σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Σε εκείνους που ήταν ήδη ψυχικά «ανώμαλοι» προ της χρήσης, όπου η εξάρτηση ήταν εκδήλωση της ιδιοσυστασίας τους και σε εκείνους που κατέστησαν «ανώμαλοι» μετά την χρήση ουσιών. 254 Επίσης σύμφωνα με τον Στριγγάρη, τα παιδιά και οι έφηβοι ήταν ελαφροί χρήστες, συνεπώς είχαν αυξημένες πιθανότητες θεραπείας. Με τον τρόπο αυτό ορίζονταν οι ιάσιμοι και οι ανίατοι εξαρτημένοι, όπως και η δέουσα θεραπευτική αγωγή. «Συμπερασματικά ο ιατρικός έλεγχος ασκείται σε ένα πρώτο επίπεδο με την διάγνωση της ασθένειας, την τυποποίηση, δηλαδή, των συμπεριφορών μη συμμόρφωσης σε διάφορες κατηγορίες για κάθε μια από τις οποίες απαιτούνται εξειδικευμένες μορφές θεραπείας και σε ένα δεύτερο επίπεδο με τη θεραπευτική παρέμβαση». 255 Σε αυτές τις περιπτώσεις υποτιμάται η μοναδικότητα του υποκειμένου, οι κοινωνικές συνθήκες που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό, όχι μόνον την εξάρτηση, αλλά και την ψυχική διαταραχή, όπως και η πολύπλοκη σχέση τους. Πίνακας 15 Εκτιμήσεις θεραπευτικού αποτελέσματος βάσει των μητρώων ασθενών της Πανεπιστημιακής Κλινικής (Αιγινήτειο) Αποτοξίνωσις 2,6% Βελτίωσις / μέγιστη βελτίωσις 20,5% Ίασις 28,2% Ομοία / η αυτή κατάστασις 46,1%% Άγνωστο 2,6% Σύνολο 100% Με βάση τις παραπάνω απόψεις και πρακτικές, τα σχετικά με την θεραπεία «αποτελέσματα» αποδίδονταν με ανάλογο τρόπο (πίνακας 15), προφανώς η αποτίμηση του 254 Κωνσταντινίδης Κωνσταντίνος, Περί τοξομανιών, Αθήνα, 1935, σ Κουκουτσάκη Αφροδίτη, Χρήση ναρκωτικών, Ομοφυλοφιλία, εκδ. Κριτική, 2002, σ

195 θεραπευτικού έργου γίνονταν με κριτήρια την συμπεριφορά του υπό θεραπεία εξαρτημένου, την υποχώρηση ή την απάλειψη των συμπτωμάτων στέρησης και την φαινομενική σχέση του με την ουσία κατά την δεδομένη στιγμή. Πίνακας 16: Αιτία εξόδου και άλλες παρατηρήσεις των νοσηλευθέντων εξαρτημένων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Αδεία 0,7% Παρεδόθη εις Τμήμα Μεταγωγών 0,4% Παρεδόθη εις οικείους 28,9% Παρεδόθη εις νοσοκομείο 0,4% Παρεδόθη εις Ναύσταθμο 0,8% Μη ίασις 0,8% Ίασις 0,7% Εξήλθε 1,6% Εξήλθε βελτιωθείς/σα 0,4% Αφέθη ελεύθερος/η 45,9% Απεχώρησε οικειοθελώς 0,1% Απέδρασε 12,3% Απεβίωσε 3,3% Άγνωστο 3,7% Σύνολο 100% Η πορεία της απεξάρτησης με τα σύγχρονα δεδομένα είναι σύνθετη, επίπονη και απαιτεί χρόνο. Σύμφωνα με τα ανευρεθέντα στοιχεία, ο μέσος όρος παραμονής των θεραπευόμενων κατά την πρώτη εισαγωγή στο Δρομοκαίτειο Θεραπευτήριο ήταν 63 ημέρες, στην Πανεπιστημιακή Κλινική 55 ημέρες και στο Δημόσιο Ψυχιατρείο 45 ημέρες. Να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος παραμονής στο Δημόσιο Ψυχιατρείο ήταν κατά πολύ βραχύτερος, αν υπολογισθεί ότι κατά την περίοδο της Κατοχής πολλοί εξαρτημένοι παρέμεναν επί μακρόν λόγω της δωρεάν παροχής τροφής. Τούτο το μαρτυρούν, αφενός τα 193

196 «ιατρικά ιστορικά» και αφετέρου τα στατιστικά στοιχεία. Την περίοδο ο μέσος όρος παραμονής έφθανε τις 124 ημέρες. Συνολικά το 82,7% των εισαχθέντων αποχωρούσε από το ίδρυμα κατά την παρέλευση του διμήνου. Ως προς το αποτέλεσμα των παρεχόμενων υπηρεσιών στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, είναι εμφανής η αμηχανία ή η αδυναμία εκφοράς θεραπευτικού λόγου. Τα χρησιμοποιούμενα ρήματα «παρεδόθη», «αφέθη», «απέδρασε» κ.λπ. (πίνακας 16), τα οποία αφορούν στη συντριπτική πλειονότητα των εισαχθέντων εξαρτημένων, παραπέμπουν ευθέως σε μηχανισμούς ελέγχου διαχείρισης ανθρώπων και καταδεικνύουν την ανυπαρξία θεραπευτικών στόχων και σχέσεων. Η απεξάρτηση είναι μια διαδικασία απελευθέρωσης του ατόμου με τον εντοπισμό, τη συνειδητοποίηση, την κατανόηση και την αλλαγή σε προσωπικό επίπεδο όλων εκείνων των στοιχείων που συνέβαλαν στην εξάρτησή του. Είναι μια προσπάθεια διεκδίκησης της αυτονομίας του σε όλα τα πεδία μέσα από την επεξεργασία των αλλαγών που θα κάνει, με την θέλησή του, στις σχέσεις του με τον εαυτό του και τους άλλους. Είναι η υπεράσπιση του ελέγχου της προσωπικότητάς του και ένα εγχείρημα δημιουργίας των προϋποθέσεων για ανασυγκρότηση της προσωπικότητας του με νέους όρους, ενδιαφέροντα, δραστηριότητες και σχέσεις. «Μέσα σ αυτή τη διαδικασία, που παίρνει τη μορφή μιας διαλεκτικής σπείρας, γίνεται δυνατή η αλλαγή των τρόπων λειτουργίας αυτού του ατόμου, η εσωτερική αναδιευθέτηση των μέχρι τώρα σχέσεών του». 256 Στην διαδικασία αυτή ενεργοποιεί τις δικές του δυνάμεις συνοδευόμενο από τους θεραπευτές και το θεραπευτικό πλαίσιο. Ένα πλαίσιο το οποίο δεν είναι δυνατόν να παραπέμπει σε χώρους και σχέσεις που βίωνε κατά την διάρκεια της εξάρτησής του, δεδομένης προκαταβολικά της αυτόβουλης ένταξής του σε θεραπευτικές διαδικασίες. Οι απόψεις αυτές, οι οποίες υιοθετούνται και εφαρμόζονται από πολλούς σύγχρονους θεραπευτές, εκλείπουν παντελώς κατά την περίοδο που εξετάζουμε. Αυτό οφείλεται μεν στις πολιτικές επιλογές και κατευθύνσεις της Πολιτείας, υπάρχει όμως και το δεδομένο ότι το φαινόμενο της εξάρτησης από ουσίες ήταν πολύ νέο για την ελληνική πραγματικότητα 256 Μάτσα Κατερίνα, Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση, εκδ. Άγρα, 2008, σ

197 και ανεξαρτήτως θεωρητικών και μεθοδολογικών προσεγγίσεων, η μελέτη και η έρευνα επ αυτού βρισκόταν σε εμβρυακό στάδιο. 195

198 6. Περιοδολόγηση της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη στην Ελλάδα Αν και το αντικείμενο της μελέτης αφορά στην εικοσαετία , σ αυτήν συμπεριελήφθησαν επιπροσθέτως στοιχεία της προηγούμενης και της μετέπειτα εποχής. Η επιλογή αυτή έγινε αφενός για να αναδειχθεί το συνεχές του φαινομένου της εξάρτησης, αφετέρου για να εκτιμηθεί η σημασία και η θέση που καταλαμβάνει στην ιστορία η περίοδος αυτή. Ο Μεσοπόλεμος, σύμφωνα με το υλικό που παρουσιάσθηκε στις προηγούμενες παραγράφους, 257 δεν αποτελεί μια ενιαία περίοδο στην ιστορία της εξάρτησης από ουσίες. Η βιβλιογραφία, η «κίνηση» εξαρτημένων στις υπηρεσίες υγείας, οι νομοθετικές παρεμβάσεις, η αρθρογραφία, τα εγκληματολογικά δεδομένα και τα στατιστικά στοιχεία, συνδεδεμένα με την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι δυνατόν να ορισθούν δύο περίοδοι που συναντώνται κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ο διαχωρισμός της εξέλιξης της εξάρτησης σε περιόδους γίνεται με κριτήρια τη σχέση των ανθρώπων με τις ουσίες, την θέση που είχαν αυτές στη ζωή τους, τον βαθμό διάδοσής και βαρύτητας τους στην κοινωνία, τις αντιδράσεις αυτής, όπως επίσης τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές μεταβολές. Η μετάβαση από περίοδο σε περίοδο δεν συμβαίνει αυτομάτως, δεν είναι μια συγκεκριμένη στιγμή, αλλά μια διαδικασία που χαρακτηρίζεται από την δυναμική των σχέσεων. Συνεπώς, ο χρόνος μεταβολής των σχέσεων είναι αδύνατον να προσδιορισθεί στα πλαίσια του ημερολογίου. Η πρώτη περίοδος εντοπίζεται στις τελευταίες δεκαετίες του 19 ου αιώνα έως το πρώτο τέταρτο του 20 ου. Είναι η εποχή όπου εμφανίζονται σε «δημόσια θέα» σποραδικές περιπτώσεις εξάρτησης, κατ αρχάς στο χώρο των ιατρικών και παραϊατρικών επαγγελμάτων, των στρατιωτικών και στρατιωτών, των καλλιτεχνών, όπως επίσης σε άτομα που είχαν έμμεση ή άμεση σχέση με το εξωτερικό και ιδίως τις Ευρωπαϊκές χώρες. 257 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Β Οι πρώτες προσπάθειες για την ερμηνεία και αντιμετώπιση του φαινομένου της εξάρτησης στην Ελλάδα και κεφ. Δ, 3. «Τοξικομανία δι ηρωίνης»: Εισαγωγές εξαρτημένων με διάγνωση σχετική με οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα 196

199 Παράλληλα, συνυπάρχει παραδοσιακή χρήση οπίου, η οποία είναι αυτορυθμιζόμενη βάσει των προτύπων της αγροτικής κοινωνίας. Η περίοδος αυτή πιθανώς μπορεί να χαρακτηρισθεί ως το προοίμιο της εξάρτησης στην Ελλάδα. Οι στρατιές μεταναστών και προσφύγων που συγκεντρώθηκαν στα αστικά κέντρα αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη για την δημιουργία και ανάπτυξη νέων βιομηχανικών και βιοτεχνικών μονάδων. Η τέτοιου τύπου ανάπτυξη και ο νέος τρόπος ζωής επέφερε και τις «παρενέργειες» των εξαρτήσεων, όπως είχε ήδη συμβεί στις ανεπτυγμένες Ευρωπαϊκές χώρες. Η εξάρτηση από ουσίες αποκτά πλέον διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου, με όλα τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά, εξαπλούμενη σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Η δεύτερη περίοδος της εξάρτησης, στοιχεία της οποίας παρουσιάστηκαν στην 3 η παράγραφο του παρόντος κεφαλαίου, περιλαμβάνει κατά προσέγγιση τα έτη μεταξύ 1925 έως το Η περίοδος αυτή ενδεχομένως δύναται να χωρισθεί σε δύο υποπεριόδους με ενδιάμεσο όριο το Ο πόλεμος και η κατοχή δημιούργησαν νέες συνθήκες στις σχέσεις των ανθρώπων, στην αντίληψή τους για τη ζωή, στην αντιμετώπιση του πάσχοντα, γενικότερα νέα κοινωνικά δεδομένα και νέους αιτιολογικούς παράγοντες εξάρτησης από ουσίες. Το 1946 συμβολικά, αλλά και πραγματικά θα πρέπει να θεωρηθεί ως «έτος μεταίχμιο» στην Ευρωπαϊκή, αλλά και στην παγκόσμια ιστορία, το οποίο σημάδεψε για πολλές δεκαετίες την μετέπειτα πορεία της. Στην Ελλάδα, όπως σημειώθηκε προηγουμένως, το φαινόμενο της εξάρτησης μεταπολεμικά, λόγω των συνθηκών που δημιουργήθηκαν φθίνει και σχεδόν εξαφανίζεται από την κοινωνική ζωή. Αυτή είναι η τρίτη περίοδος της εξάρτησης, που διαρκεί έως τα μέσα της δεκαετίας του Ο αριθμός των εξαρτημένων κατ αυτά τα έτη ελαχιστοποιείται και περιορίζεται σε έναν μικρό κύκλο ανθρώπων. «Η εικόνα της κατάστασης σχετικά με την τοξικομανία στην Ελλάδα το 1978, οδηγούσε στη διαπίστωση ότι δεν υπήρχε ουσιαστικά τοξικομανία». 258 Οι προερχόμενοι από τα λαϊκά στρώματα χρήστες και εξαρτημένοι συναντώνται συνήθως στο κέντρο των μεγάλων πόλεων, απασχολούμενοι σε ευκαιριακές και ημιπαράνομες δουλειές. Η χρήση είναι περιστασιακή, λόγω έλλειψης ουσιών και καταφεύγουν σε 258 σ.17. Τσίλη Σωσώ, Η τοξικομανία ως ιδεολογικό διακύβευμα. Η περίπτωση της Ελλάδας, εκδ. ΕΚΚΕ, 1995, 197

200 οποιαδήποτε ουσία που είναι διαθέσιμη στην αγορά. Ουσιαστικά γίνεται λόγος για πολυφαρμακία, ενώ το σύνηθες είναι η καταφυγή στην κατάχρηση του αλκοόλ. Η έλλειψη ουσιών δεν οφείλεται τόσο στα μέτρα των μηχανισμών ελέγχου, όσο στην μειωμένη ζήτηση και την απουσία «καταναλωτικού κοινού», συνεπώς και του ανάλογου αγοραστικού ενδιαφέροντος. Κατά τα τελευταία έτη αυτής της περιόδου συναντώνται νέες ουσίες, για τα ελληνικά δεδομένα, από τις κατηγορίες των παραισθησιογόνων και των φαρμακευτικών. Στον χώρο των χρηστών και των εξαρτημένων εισέρχονται νέες γενιές ανθρώπων, επηρεασμένες από τον απόηχο των κινημάτων αμφισβήτησης και τον προβαλλόμενο απ αυτά πολιτισμό. Η εξάρτηση επανέρχεται στο προσκήνιο στα τέλη της δεκαετίας του 1980 λαμβάνοντας διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου και αφορά σε σύγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι κατά την περίοδο αυτή δημιουργούνται τα πρώτα θεραπευτικά προγράμματα, σε μια κατεύθυνση διαφορετική της έως τότε ακολουθούμενης από την κλασική ψυχιατρική. Σταδιακά, η εξάρτηση αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά των κοινωνιών της Δυτικής Ευρώπης και εξελίσσεται με αυτόν τον τρόπο έως τις ημέρες μας. Αυτή δύναται να ορισθεί ως η τέταρτη περίοδος στην ιστορία της εξάρτησης από ουσίες και ως συνέχεια της «βίαια» διακοπείσας δεύτερης περιόδου του Μεσοπολέμου και της Κατοχής. Από την περιοδολόγηση της ιστορίας των εξαρτήσεων σχετικά με τα οπιούχα και την κοκαΐνη στην Ελλάδα, προκύπτει ότι: Η εξέλιξη της εξάρτησης ως φαινομένου δεν είναι ευθύγραμμη και ανοδική. Οι κοινωνικές μεταβολές είναι αυτές που ρυθμίζουν την πορεία του. Η σύνθεση του πληθυσμού, ο πολιτισμός και οι ανάγκες του αποτελούν σημαντικότατο παράγοντα για το χαρακτήρα των εξαρτήσεων. Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο, η φτώχεια, η ανέχεια, η ανεργία, η εξαθλίωση κ.λπ. δεν ταυτίζονται με τη χρήση οπιούχων και κοκαΐνης. Οι απαγορευτικοί νόμοι και οι διώξεις των χρηστών δεν αναδεικνύουν από μόνοι τους φαινόμενα εξάρτησης. 198

201 Η ζήτηση και η προσφορά (και όχι μόνο η προσφορά και ζήτηση) του προϊόντος «ναρκωτικά» ορίζει σε μεγάλο βαθμό την εξάπλωση του φαινομένου, συνεπώς το προϊόν δεν αποτελεί το κέντρο βάρους της εξάρτησης. Με βάση τα παραπάνω η κάθε περίοδος της ιστορίας των εξαρτήσεων (εμφάνιση, ανάπτυξη, ύφεση, κ.λπ.) διαθέτει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, ταυτόχρονα όμως και κοινά διαχρονικά στοιχεία συσχέτισης. 199

202 7. «Χασιστική ψύχωσις» Εισαγωγές σε ψυχιατρικά ιδρύματα με διαγνώσεις που αφορούν στην κάνναβη. Οι εισαχθέντες στο Δημόσιο Ψυχιατρείο έως το 1946, η διάγνωση των οποίων συνδεόταν με την κάνναβη, ήταν 85 τον αριθμό και ως προς το φύλο ήταν όλοι άνδρες. Οι ηλικίες τους από 18 έως 41 ετών, ενώ ο μέσος ηλικιακός όρος ήταν τα 26,8 χρόνια. Το 28,6% από αυτούς είχε περισσότερες από μία εισαγωγές. Οι περισσότερες εισαγωγές έγιναν κατά τα έτη 1932, 1933, 1934 και Τόπος καταγωγής: το 35,7% ήταν μετανάστες και πρόσφυγες από Μ. Ασία, Πόντο, Κωνσταντινούπολη, Βαλκανική και Αίγυπτο. Το 22,6% κατάγονταν από Αθήνα και Πειραιά. Για σχεδόν όλους τους εισαχθέντες υπάρχουν οι ακόλουθες διαγνώσεις: 1. Ανοϊκή κατάστασις χασίς 2. Ανοϊκή κατάστασις και τοξική ψύχωσις χασίς 3. Ανοϊκή κατάστασις μετά διεγέρσεως χασισοπότης 4. Ανοϊκή κατάστασις κατόπιν χασισοποσίας 5. Ανώμαλος χαρακτήρ παρά συφιλιδικού χασισοπότη 6. Διαλείπουσα φρενίτις παρά χασισοπότη 7. Μανιακή διέγερση τοξική χασίς 8. Συγχυτική κατάστασις χασίς 9. Σχιζοφρένεια τοξικομανία χασίς 10. Τοξική φρενίτις χασίς 11. Τοξική ψύχωση χασίς 12. Ψυχική ανωμαλία λόγω χασίς Οι αναγραφόμενες διαγνώσεις, όπως και το υλικό των φακέλων «ασθενών», πιστοποιεί ότι οι εισαχθέντες έχουν κάποια χαρακτηριστικά που άπτονται της ψυχιατρικής. 259 Τα 259 Αρχείο Δημοσίου Ψυχιατρείου. Απόσπασμα «ιατρικού ιστορικού»: αριθ. μητρ.4350, Αλέξανδρος Ζ., ετών 21, ναύτης, ημερομηνία εισόδου: 7/4/1932. Διάγνωσις της νόσου: Τοξική ψύχωσις (χασίς). Διεκομίσθη παρ ημίν εκ Ναυτικού Νοσοκομείου Πειραιώς. 200

203 χαρακτηριστικά αυτά αφορούν σχεδόν το σύνολο των εισαχθέντων χρηστών χασίς. Βάσει στοιχείων και μαρτυριών, περιπτώσεις εισαχθέντων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο εξ αιτίας αποκλειστικά και μόνον χρήσης χασίς δεν υπήρχαν. 260 Με βάση τα μητρώα ασθενών σε ένα σύνολο εισαγωγών (πίνακας 5) από το 1924 έως το 1946, οι 85 (0,52%) ήταν εισαγωγές ατόμων στα οποία συνυπήρχε ψυχική Ο άρρωστος ομολογεί ο ίδιος ότι καπνίζει χασίς επί τέσσαρα συνεχή έτη, εις μεγάλην ποσότητα και ότι άπαξ μόνον εδοκίμασεν ηρωίνην. Ασθενής ηλικίας 21 ετών. Εκ της όλης συμπεριφοράς του αρρώστου καταφένεται ότι ούτος ευρίσκεται εις κατάστασιν ελαφράς νευροψυχικής διεγέρσεως. Είναι ανήσυχος, το βλέμμα του ζωηρόν και άγριον, αν και κατ επιφάνειαν φαίνεται ήρεμος. Καταλλήλως ερωτώμενος, σχετικώς με την όλην κατάστασίν του και την εδώ εισαγωγήν του, λέγει τα εξής περίπου: «Ενοσηλευόμην στο Ναυτικόν Νοσοκομείον. Με έφεραν εδώ για εξέτασιν, γιατί έχω γίνει νευρασθενής από την κατάχρησιν του χασίς ψυχοπαθής όμως δεν είμαι. Εγώ έχω πέσει δυστυχώς σε μαγγανείες υπό μορφήν ψυχικής εξασθενήσεως και ηλεκτρικού ρεύματος το οποίον περνά απ επάνω μου. Αυτές μου τις κάνει η γιαγιά μου από υπερβολικήν ίσως αγάπην. Αυτήν τώρα την έχετε εδώ, σας παρακαλώ να μου την φέρετε να συζητήσω μαζύ της και τότε θα ιδήτε την επίδρασίν της Εγώ θέλω να αναλάμψη η αλήθεια, είμαι προφήτης απεσταλμένος παρά του Θεού, με επέλεξεν προς τούτο διότι έχω φυσικήν ικανότητα. Την ικανότητα αυτήν της επικοινωνίας της πνευματικής μετά του Θεού μου την έδωσεν το χασίς δια της διανοίξεως ωρισμένων κυττάρων. Επί πλέον όταν τελειώση η αποστολή μου θα επανέλθω στα ίδια. Οφείλω να ομολογήσω όμως ότι χρεωστώ μιαν ευγνωμοσύνην εις το χασίς». Πάντα ταύτα λέγει ο άρρωστος μετά μεγάλης αυτοπεποιθήσεως και εγωϊσμού. Αναγνωρίζει ότι ευρίσκεται εις ψυχιατρείον και απορεί, αλλά δεν διαμαρτύρεται (εξηγών την εδώ εισαγωγήν του παραληρητικώς). Η ψυχική επαφή μετά του αρρώστου είναι εύκολος. Συναισθηματικώς μάλλον αχρωμάτιστος. Προσωπικός προσανατολισμός + (σημ. θετικός). Παραλήρημα: ως ανωτέρω εμφαίνηται παρουσιάζει ιδέας αυτισμού εγωκεντρικάς, μεγαλείων, μαγγανείας, ηλεκτρισμού κ.τ.λ. Ψευδαισθήσεις: επίσης παρουσιάζει ο άρρωστος μάλλον ακοής και συναισθηματικάς. Ακούει τον Θεόν και συνομιλεί μαζύ του, διέρχεται εκ του σώματός του ηλεκτρικόν ρεύμα κ.τ.λ. Χρόνου, τόπου, περιβάλλοντος: έχει καλήν αντίληψιν. «Ημέρα; Δεν θυμάμαι. Μην; 6 Απριλίου. Έτος; Τι είναι εδώ; Ψυχιατρείον. Γιατί εδώ; Προς εξέτασιν αν και δεν έχω τίποτε, με έφεραν. Που κοντά είμεθα; Στο Δαφνί, ένα τέταρτο με το αυτοκίνητο από την Αθήνα. Τι άρρωστοι εδώ; Γνωστικοί όλοι, δεν ξέρω γιατί τους έχουν εδώ, είναι ζήτημα σκεπτικισμού». 260 Μαρτυρία του ψυχιάτρου πρώην διευθυντή της Μονάδας Απεξάρτησης (18 Άνω) Κρυστάλλη Αχιλλέα. 201

204 πάθηση και χρήση χασίς. Από την άλλη πλευρά το ποσοστό εισαγωγών λόγω εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη φθάνει το 9,27%. Να σημειωθεί ότι σε αρκετές περιπτώσεις βάσει των «ιατρικών ιστορικών» η χρήση χασίς ήταν περιστασιακή ή για μικρό χρονικό διάστημα, καθώς επίσης ότι σε όλες τις περιπτώσεις οι εισαγωγές έγιναν μετά από εκδήλωση κάποιας κρίσης ψυχιατρικής αρμοδιότητας. Για τους λόγους αυτούς, τα στοιχεία των υπηρεσιών υγείας σχετικά με τους χρήστες χασίς συνολικά αποτιμώνται ως μη επαρκή προς εξαγωγή γενικότερων ασφαλών συμπερασμάτων. Ως προς την κοινωνική προέλευση της συγκεκριμένης ομάδας βάσει επαγγέλματος, φαίνεται ότι η πλειονότητα προέρχεται από τα μέσα και χαμηλά στρώματα. Πίνακας 17: Επάγγελμα των εισαχθέντων χρηστών χασίς στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. 1. Εργάτες ειδικευμένοι-ανειδίκευτοι 16,6% 2. Τεχνίτες 19% 3.Επαγγελματίες 29,8% 4.Υπάλληλοι 6% 5. Ναυτικοί 4,8% 6. Μικρέμποροι 4,8% 7. Άλλοι 11,9% 8. Μη οικονομικά ενεργοί 2,4% 9. Άεργοι 4,7% Σύνολο 100% Οι εισαγωγές στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο ανέρχονται στις 21 και έγιναν κατά το διάστημα Σε δύο περιπτώσεις υπήρχαν επανεισαγωγές. Ως προς το φύλο ήταν όλοι άνδρες και οι ηλικίες κυμαίνονταν μεταξύ 20 και 37 ετών. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 25,8 έτη. Με εξαίρεση έναν όλοι οι υπόλοιποι ήσαν κάτοικοι Αθήνας και Πειραιά. Οι διαγνώσεις, εκτός δύο περιπτώσεων όπου δεν αναγράφεται κάτι, σε όλες τις άλλες είναι «χασισομανία», «τοξική ψύχωσις-χασίς» και «χασιστική ψύχωσις». Μέχρι το 1937 ως προς τις διαγνώσεις, ο όρος που επικρατεί είναι «χασισομανής», ο οποίος 202

205 αντικαθίσταται από τον όρο «χασιστική ψύχωσις» και συναντάται έως το Από το 1943 και μετά ο όρος αλλάζει σε «πολυτοξικομανία» ή «άλλες τοξικομανίες» (Stefanis, Ballas, Madianou, 1975, σ.12). Οι αλλαγές στην ορολογία, σε μεγάλο βαθμό, δεν υπαγορεύονται από θεωρητικές επεξεργασίες, αλλά από τα χαρακτηριστικά των χρηστών χασίς που απευθύνονταν στις υπηρεσίες υγείας, όπως και από τις γενικότερες αλλαγές που συντελέστηκαν ως προς την χρήση ουσιών στην Ελλάδα, ιδιαίτερα κατά την μεταπολεμική περίοδο. Σύμφωνα με τα στοιχεία των «ιατρικών ιστορικών» πρόκειται για περιπτώσεις «διπλής διάγνωσης». Αυτό τεκμηριώνεται από τον χρόνο παραμονής στο θεραπευτήριο, ο οποίος υπερβαίνει τα 4 έτη κατά μέσο όρο. Η μικρότερη διάρκεια παραμονής είναι 3 μήνες και η μεγαλύτερη 17 έτη. Δύο μάλιστα από τους τροφίμους απεβίωσαν μετά από μακροχρόνιο εγκλεισμό. Είναι γνωστή η συνήθης τακτική της εποχής να παραμένουν στο άσυλο για πολλά έτη οι ψυχικά πάσχοντες, σε αντίθεση με τους εξαρτημένους από οπιούχα και κοκαΐνη, όπου οι περισσότεροι παρέμεναν περί τις 20 ημέρες, ενώ ο μέσος όρος παραμονής τους ήταν 63 ημέρες. Στο Δημόσιο Ψυχιατρείο ο μέσος όρος παραμονής των εισαχθέντων με διάγνωση σχετική με την κάνναβη ήταν 14,5 μήνες και η παραμονή στο ίδρυμα κυμαίνονταν από δύο ημέρες έως 8,5 έτη. Το 16,5% αυτών απεβίωσε στο ψυχιατρείο. Οι ειδικοί, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, βασιζόμενοι αποκλειστικά στις παραπάνω περιπτώσεις χρηστών χασίς, εκ των πραγμάτων δεν ήταν δυνατό να συμβάλουν στην αντικειμενική μελέτη μιας μακρόχρονης συνήθειας μέρους του ελληνικού πληθυσμού, η οποία κατά τον Μεσοπόλεμο έλαβε ή της αποδόθηκαν κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Ο Ολιβενστάϊν πολλά χρόνια μετά, γράφοντας για την χρήση χασίς, σημειώνει: «αυτό που ισχύει είναι ότι δεν είναι πρόβλημα παθολογίας αλλά κυρίως πρόβλημα πολιτικό». 261 Σε πολλές εισαγωγές ψυχικά πασχόντων, όπως προαναφέρθηκε, παρότι η χρήση χασίς δεν ήταν σταθερή και συχνή, ακόμη και αν η χρήση είχε γίνει μερικές μόνον φορές, δινόταν σ αυτή μεγάλη βαρύτητα και περιλαμβάνονταν στην διάγνωση, ως κυρίου παράγοντα της «ασθενείας». Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά 261 Olievenstein Claude, La drogue, Gallimard, 1978, σ

206 ανατροφοδοτούσαν τα προσχήματα για τη δημιουργία και συντήρηση ενός σοβαρού «ιατρικού» και εν συνεχεία «κοινωνικού προβλήματος». 204

207 8. Η θεραπεία των χασισοποτών Ανάλογες ταξινομήσεις, των εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη, απαντώνται σε μελέτες για την «χασισομανία» και τις «χασιστικές ψυχώσεις» (Στριγγάρης, 1937, σ.σ , ). Για την θεραπεία των χασισοποτών προτείνεται η μακροχρόνια απομόνωση. Στόχοι της είναι η «αποδηλητηρίαση» και η ψυχολογική διαπαιδαγώγηση. Ως προς την φαρμακευτική θεραπεία, με την εισαγωγή του χασισοπότη στο θεραπευτήριο, συνιστάται η αγωγή με καταπραϋντικά, ενώ εξαίρεται η ψυχοθεραπευτική αξία της ipeca, χορηγούμενης σε εμετική δόση. Επισημαίνεται ακόμη ότι η ψυχοθεραπεία δεν έχει νόημα για τους «χρόνιους» χασισοπότες, εφόσον οι ίδιοι δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν την χρήση με την λήξη του εγκλεισμού τους. Τέλος, οι ελαφροί χασισοπότες κρίνεται ότι μπορούν να ιαθούν, διότι στερούνται της ψυχικής ανισορροπίας, σημειώνεται όμως ότι αυτού του είδους χασισοπότες είναι λίγοι (Σκούρας, 1933, σ.92). Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους εισαχθέντες χρήστες χασίς στα ψυχιατρικά ιδρύματα, κανείς δεν επιζήτησε οικειοθελώς την θεραπεία, σε αντίθεση με εισαχθέντες εξαρτημένους από οπιούχα, κοκαΐνη, κ.λπ. Για την θεραπεία των χασισοποτών, κατά τα φαινόμενα, δεν ήταν πεισμένοι μήτε αυτοί που την πρότειναν. Όχι διότι την αρνούνταν οι χρήστες χασίς, αλλά επειδή οι ειδικοί προέβαλαν κυρίως ηθικολογικά κριτήρια, που ενδυνάμωναν μια αντιπαράθεση περισσότερο κοινωνικού και ιδεολογικού χαρακτήρα παρά επιστημονικού. Αυτό προέκυπτε από το γεγονός ότι για τους επαΐοντες, «οι περισσότεροι από υπόπτους και γενικότερα περιθωριακούς τύπους επιδίδονται στην χασισοποσία και λιγότερο στον αλκοολισμό. Από τις έρευνες σε πειθαρχικά ιδρύματα, φυλακές και νοσοκομεία, τα κοινωνικά παράσιτα σε όλες τους τις εκφάνσεις ανήκουν κατά κανόνα στον χώρο των χασισοποτών». 262 Παρότι, βάσει στοιχείων, οι περισσότερες πράξεις βίας συντελούνταν υπό την επήρεια του αλκοόλ. «Η πείρα μου άλλως τε απ την αστυνομία μ έχει πείσει, πως η αστυνομία 262 Σκούρας Φ., Οι χασισομανείς, στο «Ιατρικός Τύπος», Ιανουάριος 1933, σ

208 και η δικαιοσύνη του τόπου μας θα είχαν την μισή απασχόλησι, αν έλειπε το αθώο κρασάκι. Αι άδικαι επιθέσεις, οι καυγάδες, τα μαχαιρώματα κ.λ.π. θα είχαν πολύ ελαττωθή, αν υπήρχε λίγος περιορισμός στην χρήσιν του». 263 Οι επίσημοι θεσμοί όταν αναφέρονταν στις εξαρτήσεις και την χρήση ουσιών συνήθως έστρεφαν την προσοχή και τα βέλη τους κατά των χασισοποτών. Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, είναι βέβαιο ότι εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες που συνυπήρχε χρήση χασίς και ψυχική πάθηση, θα υπήρχαν περιπτώσεις εξαρτημένων από το χασίς, που ενδεχομένως έχρηζαν θεραπείας. Όμως, ο συλλήβδην χαρακτηρισμός όλων των χασισοποτών ως ασθενών, εγκληματιών κ.λπ., υπό τις δεδομένες κοινωνικές συνθήκες και τους συμβολισμούς που έφερε η συγκεκριμένη ουσία, δείχνουν ότι η θεραπεία στόχευε στον έλεγχο εξυπηρετώντας κοινωνικές και πολιτικές σκοπιμότητες. 263 Αρχείο Κουτσουμάρη, φάκελος 87/13,

209 Επίλογος Πρώτου Μέρους Το κοινωνικό φαινόμενο της εξάρτησης από ουσίες, όπως είδαμε εμφανίζεται στα αστικά κέντρα των ανεπτυγμένων χωρών της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, κατά την περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η ακραία αλλοτρίωση, η οποία υπερτερεί ποσοτικά της γενικότερης αλλοτρίωσης που επέφεραν οι νέες σχέσεις εργασίας κατά την ίδια εποχή. Με αφετηρία αυτή την άποψη, η εξάρτηση ως πολυπαραγοντικό φαινόμενο δεν εξέφρασε τίποτε περισσότερο από την κοινωνική δυσαρέσκεια απέναντι στον πολιτισμό μιας κοινωνίας, που ανέδειξε σε περίοπτη θέση του αξιακού της συστήματος το «προϊόν» και περιόρισε τον χώρο που καταλάμβανε έως τότε το υποκείμενο. Η Ιατρική και η Νομική, που «ανέλαβαν» να ερμηνεύσουν και να αντιμετωπίσουν την εξάρτηση, η οποία εκτός από τις κοινωνικές, είχε λάβει πλέον πολιτικές, οικονομικές, πολιτισμικές και λοιπές διαστάσεις. Ως ελεγκτικοί μηχανισμοί πλέον οι ίδιες, «ιατρικοποίησαν» και «εγκληματοποίησαν» το φαινόμενο και γενικότερα την κοινωνία. Από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας ήταν η αγνόηση ή η απόκρυψη της «ιστορικότητας» της κοινωνίας και της εξάρτησης. Στην Ελλάδα, μετά παρέλευση αρκετών δεκαετιών σε σύγκριση με τις ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες, η εξάρτηση από ουσίες λαμβάνει διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου περί τα μέσα του Μεσοπολέμου. Η αντιμετώπιση ως προς τον προσανατολισμό της δεν διαφέρει των άλλων χωρών, ενώ ιδιαίτερο ρόλο αναλαμβάνουν οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους. Ξεχωριστή θέση στο δημόσιο διάλογο, αλλά και στις κατασταλτικές πρακτικές παίρνει το θέμα της χασισοποσίας. Για λόγους κοινωνικούς-πολιτικούς η χασισοποσία, ως προς τους κινδύνους, θεωρείται «πρόβλημα» εφάμιλλο ή και μεγαλύτερο από εκείνο της «ηρωινομανίας», αν και προς τα τέλη τις δεκαετίας του 30 οι επίσημοι θεσμοί εκτιμούν ότι οι εξαρτημένοι από ηρωίνη είναι περισσότεροι από τους χρήστες χασίς. Οι εκτιμήσεις για τα αριθμητικά μεγέθη χρηστών και εξαρτημένων προκύπτουν από στατιστικά στοιχεία των ψυχιατρείων και της αστυνομίας, τα οποία ως προς τους χρήστες χασίς, όπως δείχθηκε δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματικότητα. 207

210 Σχετικά με τη θεραπεία απεξάρτησης, σύμφωνα με το αρχειακό υλικό τριών ψυχιατρείων (Δρομοκαΐτειο, Αιγινήτειο, Δαφνί), αυτή περιορίζεται στην αποκοπή από την ουσία και την σωματική αποτοξίνωση των εξαρτημένων, η οποία επιτυγχάνεται με παροχή μορφίνης, ως υποκατάστατου και στη συνέχεια φαρμακευτικής αγωγής. Με φαρμακευτική αγωγή αντιμετωπίζεται στα ψυχιατρεία και η χρήστη χασίς, όπου σε αυτά τα περιστατικά κατά κανόνα συνυπάρχει και ψυχική πάθηση. Ως προς τους αιτιολογικούς παράγοντες της εξάρτησης, οι καταγεγραμμένες αφηγήσεις των θεραπευόμενων στα «ιατρικά ιστορικά», χωρίς να αναιρούν τον αναπτυχθέντα ιατρικό λόγο της εποχής, δίνουν πλούσιο «θεραπευτικό» υλικό. Αυτό όμως μένει ανεκμετάλλευτο, κυρίως λόγω της μικρής ανάπτυξης της επιστήμης και της κλινικής δουλειάς στο συγκεκριμένο αντικείμενο, το οποίο άλλωστε είχε σύντομη ιστορία στην Ελλάδα. Η παρουσίαση της χρήσης ουσιών και εξάρτησης στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου σε συσχέτιση με την διαμορφωθείσα περιοδολόγηση της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη, παρέχουν στοιχεία, που μπορούν να συμβάλλουν στην αποσαφήνιση σύγχρονων ερωτημάτων που απασχολούν την επιστήμη και τον κοινωνικό διάλογο. 208

211 Μ Ε Ρ Ο Σ ΙΙ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΟΥΣΙΕΣ 209

212 210

213 Εισαγωγικό σημείωμα Στο Πρώτο Μέρος παρουσιάστηκε το φαινόμενο της χρήσης και της εξάρτησης από ουσίες στην Ελλάδα κατά την περίοδο , η ιστορία του, οι κοινωνικές συνθήκες και δομές, το οικονομικό, πολιτικό, πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύχθηκε. Μελετήθηκαν οι απόψεις και οι πρακτικές της Ιατρικής, της Εγκληματολογίας, των διωκτικών αρχών, του Τύπου και έγινε αναλυτική παρουσίαση της θεραπευτικής αντιμετώπισης των εξαρτημένων. Αν όμως για τους χρήστες οπιούχων και κοκαΐνης οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν δίνουν μια αρκετά σαφή εικόνα της πραγματικότητας, για τους χρήστες χασίς θεωρούμε ότι οι πληροφορίες που δίνουν τα κείμενα, η βιβλιογραφία και οι στατιστικοί πίνακες της εποχής είναι ελλιπείς. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι όλοι όσοι εξετάζουν και μελετούν το ζήτημα της χασισοποσίας και του χασισοπότη αντλούν τα στοιχεία τους κυρίως από τα ψυχιατρεία και δευτερευόντως από την αστυνομία. Όπως δείξαμε στο Πρώτο Μέρος, ο αριθμός αυτών που εγκλείσθηκαν στα ψυχιατρικά ιδρύματα με διάγνωση που αφορούσε στο χασίς είναι πολύ μικρότερος από τον αντίστοιχο των εξαρτημένων από άλλες ουσίες, παρότι με βάση τα δεδομένα, συνολικά ο αριθμός των χασισοποτών στη κοινωνία ήταν κατά πολύ μεγαλύτερος. Όμως το πιο σημαντικό είναι η διαπίστωση ότι στους συγκεκριμένους έγκλειστους χασισοπότες, εκτός της χρήσης χασίς, κατά κανόνα συνυπάρχει και κάποια ψυχιατρικής υφής πάθηση. Είναι αυτό που ορίσαμε ως περιπτώσεις «διπλής διάγνωσης». Το «προφίλ» του χρήστη χασίς λοιπόν, όπως διατυπώνεται από τους ειδικούς, υπό τους παραπάνω όρους, φαίνεται να αντιστοιχεί σε μια υποομάδα των χασισοποτών, ενδεχομένως μικρή, σε καμία περίπτωση όμως δεν αντιπροσωπεύει το σύνολο ή την πλειονότητα των χρηστών χασίς, στην Ελληνική κοινωνία αυτής της περιόδου, η οποία ποτέ δεν απευθύνθηκε στις υπηρεσίες υγείας λόγω κάποιου «ψυχικού προβλήματος». Όπως δείξαμε και στο Πρώτο Μέρος, κατά τους ειδικούς και τους επίσημους θεσμούς της Πολιτείας η χασισοποσία θεωρείτο η γενεσιουργός αιτία ψυχοπαθολογίας, αλλά και η ίδια αντιμετωπιζόταν ως ψυχική πάθηση. Οπότε ακόμη και αν ο πάσχων είχε χρησιμοποιήσει ελάχιστες φορές χασίς, αυτό καθόριζε τις ιατρικές διαγνώσεις. 211

214 Οι διωκτικές αρχές από την πλευρά τους περιορίζονται στην ανακοίνωση ποσοτικών μεγεθών όπως: αριθμός συλλήψεων, αριθμός συλληφθέντων, είδος κατασχεθέντων ουσιών, ποσότητα κατασχεθέντων ουσιών κ.λπ. Στοιχεία τα οποία δεν μπορούν να συνδυασθούν με εκείνα των υπηρεσιών υγείας, ώστε να επιβεβαιώσουν ή να απορρίψουν τα συμπεράσματα των γιατρών ως προς την προσωπικότητα του χρήστη χασίς και την χασισοποσία. Οι εκπρόσωποί των δυο θεσμών κάνουν λεπτομερείς περιγραφές, στις αντίστοιχες αναφορές τους, ως προς την ουσία (το χασίς), τους τρόπους χρήσης και το τελετουργικό τους, τα μέσα χρήσης, τις συνήθειες των χασισοποτών και τους χώρους συνεύρεσης, οι οποίες μάλιστα συμπίπτουν, αφού προέρχονται από αφηγήσεις χρηστών χασίς αλλά και την πρακτική εμπειρία. Όσο για το υποκείμενο, δηλαδή τον χρήστη χασίς, γίνονται εκτιμήσεις και του αποδίδονται γνωρίσματα, που δεν χαρακτηρίζουν το «όλον» και ταυτοχρόνως στρεβλώνουν γενικότερα την εικόνα του φαινομένου της χρήσης χασίς. Βασική υπόθεση στο Δεύτερο Μέρος της μελέτης είναι ότι πληροφορίες που δεν δίνονται από τις ιατρικές, ποινικές (αστυνομικές) και δημοσιογραφικές πηγές και αφορούν στην πλειονότητα των χρηστών χασίς, μπορούν να αναζητηθούν στα ρεμπέτικα τραγούδια, τα οποία έχουν σχετικού είδους θεματολογία ή αναφορές. Αυτός είναι ο λόγος που επιλέχτηκε το ρεμπέτικο στην παρούσα μελέτη και σ αυτή την κατεύθυνση θα κινηθεί η έρευνα στη συνέχεια. 212

215 ΚΕΦΑΛΑΙΟ A ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΣΚΟΙ ΤΟΥ 213

216 1. Ρεμπέτικο: ένα τραγούδι «αταξίας» Το ρεμπέτικο τραγούδι, όπως συνηθίζεται να αποκαλείται σήμερα, εμφανίζεται κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19 ου αιώνα στους ελληνόφωνους πληθυσμούς των αστικών κέντρων της Μικράς Ασίας και της «παλιάς» Ελλάδας. Με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία τραγουδιόταν στις φυλακές, 264 στα λιμάνια, στους τεκέδες και γενικότερα σε χώρους όπου σύχναζαν άνθρωποι των χαμηλότερων οικονομικά στρωμάτων, οι δραστηριότητες των οποίων συχνά βρίσκονταν εκτός νόμου ή στα όρια αυτού (Δαμιανάκος, 1976, σ.59). Οι πληροφορίες που υπάρχουν για αυτά τα τραγούδια προέρχονται κυρίως από καταγραφές σε λογοτεχνικά έργα, άρθρα και χρονογραφήματα εφημερίδων, από την δισκογραφία της ανώνυμης δημιουργίας με προέλευση τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη και από την δισκογραφία της προ Μάρκου Βαμβακάρη γενιάς μπουζουξήδων, όπως των Μπάτη και Μανέτα. (σημ. ο Μ. Β. είχε γεννηθεί το 1905). Τούτο οπωσδήποτε δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν ανάλογα τραγούδια κατά την πρότερη των καταγραφών εποχή. Κοινό χαρακτηριστικό πολλών από αυτά τα τραγούδια είναι η απλή μουσική και η περιορισμένη συνοχή, ως προς το θέμα που διαπραγματεύεται. Συνήθως, υπάρχει ένα δίστιχο η τετράστιχο που δεν συνδέεται εννοιολογικά με το δίστιχο ή τετράστιχο που 264 α) Από την συζήτηση νομοσχεδίου περί φυλακών σε συνεδρίαση της 28 ης Οκτωβρίου 1911 του Ελληνικού κοινοβουλίου: - Ευαγ. Γεωργιάδης «φαντασθήτε ότι ο κατάδικος ο εις εικοσαετή δεσμά πρόσκαιρα, ή κατάδικος, το βρωμερότερον υποκείμενον, θα έχει πάσαν ελευθερίαν, πάσαν άνεσιν και το δικαίωμα ίσως να έχει την μουσικήν του, διότι υποθέτω ότι η μουσική ως εξευγενίζουσα τα ήθη δεν θα απαγορευθή και συλλογίζομαι αυτόν με το κλασικόν γνωστόν έγχορδον όργανον των φυλακών, και τον αμανέν από τον χασισομένον του λάρυγγα να τραγωδή διερχόμενος τερπνάς ώρας» Αι αγορεύσεις του Ελληνικού κοινοβουλίου , περίοδος Β, τόμος Β, εκδ. Εθνικού Κήρυκος, 1957, σ.σ.199,200. β) Ο Πετρουνάκος σε άρθρα του στις αρχές του 20 ου αιώνα περιγράφει χρησιμοποίηση μπουζουκιών από κρατούμενους. Βλ. Ι. Π. Πετρουνάκος, Αι φυλακαί μας και η δικαιοσύνη μας, εκδ. Αγγ. Κλεισιούνη, 1936, σ.σ.38,39,49. γ) Επίσης, ο Καρκαβίτσας καταγράφει τραγούδια συνοδεία μπουζουκιού στις φυλακές Μιλτιάδου στο Παλαμήδι και Βουλευτικού στο Ναύπλιο κατά την επίσκεψή του το Ανδρέας Καρκαβίτσας, Οι φυλακές του Ναυπλίου, εκδ. Ροές / Micromega, 1998, σ.σ.28,29,

217 ακολουθεί. Ουσιαστικά, πρόκειται για δίστιχα και τετράστιχα διαφορετικών εμπνευστών, που ακούγονταν κατά την διάρκεια της εκτέλεσης (Δαμιανάκος, 1976, σ.σ.244,245). Η μετακίνηση στον ελληνικό χώρο, κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1920, μεγάλων ομάδων πληθυσμού, εξ αιτίας του Α παγκοσμίου πολέμου, της μετανάστευσης από περιοχές που ανήκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία και της εγκατάστασης των μικρασιατών προσφύγων σ αυτόν, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν αρκετές εκατοντάδες μουσικοί, τραγουδιστές και συνθέτες, δημιούργησαν ένα πολυπολιτισμικό υπόβαθρο και τις συνθήκες για νέες μορφές μουσικής έκφρασης στα αστικά κέντρα (Karras, 1993, σ.σ.17-20). Το ρεμπέτικο τραγούδι, μέσα σ αυτές τις νέες συνθήκες, ακολουθεί μια πορεία εξέλιξης και όπως θα φανεί στη συνέχεια σημαντικό μέρος συμβολής σ αυτή είχαν οι «πλάκες» γραμμοφώνου. Εξίσου σημαντική ήταν η επιμονή, η θέρμη και η «επαγγελματική» συνέπεια του Μάρκου Βαμβακάρη για το ρεμπέτικο τραγούδι της πειραιώτικης εκδοχής. Πρωτοστατεί στη σύσταση της πρώτης ορχήστρας με μπουζούκια «Τετράς ξακουστή του Πειραιώς», που βρίσκει στέγη ή «πάλκο» στο πρώτο κέντρο διασκέδασης με ρεπερτόριο του ρεμπέτικου στις αρχές της δεκαετίας του Την ίδια εποχή, κατόπιν εντατικών προσπαθειών του, «περνά» στη δισκογραφία τραγούδια του, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της «τετράδος». 265 Στις «πλάκες» γραμμοφώνου, η «τετράς» και οι άλλοι μουσικοί της πειραιώτικης παρέας φωνογραφούν τραγούδια, τα οποία έχουν πολλά στοιχεία στιχουργικά και μουσικά από τα ρεμπέτικα της πρώιμης εποχής (Βούλγαρης, Βανταράκης, 2006, σ.15), αλλά και της δημοτικής παράδοσης (Καψωμένος, 1999, σ.50). Η συνέχεια ήταν εντυπωσιακά ανοδική. Οι αυτοδίδακτοι, ως επί το πλείστον, «πειραιώτες» μουσικοί φωνογραφούν με μεγάλη συχνότητα τραγούδια με μπουζούκι, μπαγλαμά και κιθάρα, δικής τους δημιουργίας, στο ίδιο ύφος και θεματολογία. Σταδιακά τους ακολουθούν οι «καλλιεργημένοι» λαϊκοί μουσικοί, οι οποίοι εγκαταλείπουν το σμυρναίικο ύφος (Pappas, 1999, σ.365). Το ακροατήριο αυτών των τραγουδιών, μέσα σε 265 Η «Τετράς του Πειραιώς» αποτελούταν από τους: 1) Μάρκο Βαμβακάρη - μπουζούκι, μετανάστης από την Σύρο. 2) Στράτο Παγιουμτζή «Τεμπέλης» - τζουράς, πρόσφυγας από το Αϊβαλή. 3) Ανέστη Δελιά «Αρτέμης ή Μαύρη Γάτα» - μπουζούκι, πρόσφυγας από τη Σμύρνη. 4) Γιώργο Μπάτη - μπαγλαμάς, από τον Πειραιά. 215

218 μια δεκαετία περίπου, πληθαίνει και η μεταπολεμική εποχή τα βρίσκει να κυριαρχούν στις προτιμήσεις των λαϊκών στρωμάτων, ενώ το μπουζούκι αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή των μουσικών οργάνων της λαϊκής ορχήστρας. Στο συντομότατο αυτό χρονικό διάστημα, οι μουσικοί του ρεμπέτικου ακολουθούν μια άκρως δυναμική πορεία, αλλάζουν, ενσωματώνουν νέα στοιχεία, εμπνέονται και δημιουργούν. Είναι η περίοδος όπου εκφράζεται με τον πλέον έκδηλο τρόπο, μέσω της μουσικής, η πολιτισμική όσμωση που συντελέστηκε στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Από την εμφάνισή του, το ρεμπέτικο τραγούδι έγινε αντικείμενο σφοδρών επιθέσεων εκ μέρους εκπροσώπων της κρατούσας πολιτισμικής αντίληψης, οι οποίοι προέβαλαν σοβαρές αμφισβητήσεις τόσο ως προς την αισθητική του αξία, όσο για την ηθική υπόσταση των φορέων του. Αποκορύφωμα αυτών των επιθέσεων ήταν η επιβολή προληπτικής λογοκρισίας, η οποία δεν απέβλεπε μόνο στο συγκεκριμένο είδος τραγουδιού, αλλά γενικότερα σε όλες τις μορφές καλλιτεχνικής και διανοητικής έκφρασης. Μετά τον πόλεμο, μεσούντος του εμφυλίου, ξεκινά κυρίως από τον χώρο της διανόησης και της Αριστεράς (Zaimakis, 2009 & 2010) ένας κύκλος συζητήσεων που εξελίσσεται σε διαμάχη για τα δύο προαναφερθέντα ζητήματα. Το δεύτερο απαλλάσσεται εν μέρει από το ηθικολογικό του περιεχόμενο και μετατρέπεται σε πεδίο αντιπαράθεσης για τις κοινωνικές καταβολές του ρεμπέτικου και του ακροατηρίου του. Στη διαμάχη προστίθεται το ζήτημα ορισμού του είδους και κατ επέκταση η κατηγοριοποίησή του και τα χρονικά του όρια (αφετηρία - τέλος). Με βάση αυτά, οι συζητήσεις, καταγραφές, έρευνες, δημοσιεύματα, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, μελέτες κ.λπ. σχετικά με το ρεμπέτικο, ακολουθώντας μια πορεία με εξάρσεις και υφέσεις, προσέθεσαν νέα στοιχεία και νέες προσεγγίσεις, χωρίς όμως έως σήμερα να έχουν δώσει κοινά αποδεκτές απαντήσεις, με εξαίρεση την παραδοχή ότι το ρεμπέτικο είναι τραγούδι του ελληνικού ή ελληνόφωνου αστικού κέντρου. (Δαμιανάκος, 1976, σ.47, Gauntlett, 2001, σ.61, Κοταρίδης, 1996, σ.σ.16-19). Αρχή για τον ορισμό του «ρεμπέτικου» είναι πολλές φορές η ετυμολογία της λέξης. Οι ερμηνείες όμως που δίνονται δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένες, δεδομένου μάλιστα ότι οι δημιουργοί, οι πολέμιοι και οι υπερασπιστές του, έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960 δεν χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά αυτό τον όρο για το σύνολο των τραγουδιών αυτού του είδους (Gauntlett, 2001, σ.30). Στον «ρεμπέτη» και στο «ρεμπέτικο» δίνεται διαφορετικό 216

219 περιεχόμενο από τους δημιουργούς του, από τον στίχο των τραγουδιών, από τις δισκογραφικές εταιρείες και τις ετικέτες των δίσκων, τους μελετητές, τους κάθε είδους επικριτές ή υπέρμαχους αυτού του τραγουδιού και βέβαια, από το ευρύ κοινό. Το δεδομένο αυτό επιτείνει τη σύγχυση και δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τον προσδιορισμό του. Η προσπάθεια να ορισθεί το ρεμπέτικο με βάση το κοινωνικό πλαίσιο, επίσης, συναντά μεγάλα εμπόδια. Η άποψη ότι προέρχεται και εκφράζει τον υπόκοσμο, τα παραβατικά στοιχεία ή το κοινωνικό περιθώριο δεν επαληθεύεται, αν δεν προσδιοριστεί η χρονική περίοδος για την οποία γίνεται λόγος (Δαμιανάκος, 1976, σ.σ.71-80). Κατ αρχάς θα ήταν αναγκαίο να τοποθετηθούν ευκρινείς διαχωριστικές γραμμές στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Τούτο όμως, καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερές, καθώς οι μεγάλες κοινωνικές ανακατατάξεις που συντελέστηκαν με την έλευση ενάμιση εκατομμυρίου προσφύγων, δημιούργησαν νέα πληθυσμιακά και κοινωνικά δεδομένα. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος των προσφύγων προέρχονταν από ανεπτυγμένα αστικά κέντρα με ερεθίσματα, νοοτροπίες, στάσεις, επιρροές, που αντιστοιχούσαν σ αυτά, καθώς και βιοτικό-πολιτισμικό επίπεδο υψηλότερο από εκείνο της χώρας υποδοχής. Επιπλέον, η κατάταξη ενός τραγουδιού με μεμονωμένα κριτήρια όπως ο στίχος, ο ρυθμός-χορός και τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται, είναι επισφαλής. Ρυθμοί, στίχοι και όργανα του «ευρωπαϊκού» τραγουδιού συναντώνται στα ρεμπέτικα, όπως και το αντίστροφο. Συνολικά, δεν έχουν διατυπωθεί έως τώρα κριτήρια που θα μπορούσαν να κατατάξουν το σύνολο των τραγουδιών της εποχής στα ρεμπέτικα ή σε κάποιο άλλο είδος. Για παράδειγμα, είναι χαρακτηριστικά τα τραγούδια της ανώνυμης δημιουργίας σμυρναίικου ύφους, που θα μπορούσαν κάλλιστα να υπαχθούν, τόσο στα «δημοτικά», όσο και στα «ρεμπέτικα». Το ίδιο ισχύει και με τραγούδια από την Κρήτη, την Κάρπαθο, την Κάσο, τα νησιά των Κυκλάδων, τη Μυτιλήνη κ.λπ. Από την άλλη πλευρά, παρόμοια ζητήματα ενσκήπτουν με τα όρια του «λαϊκού» και του «ρεμπέτικου», καθώς και τα όρια του «ευρωπαϊκού, ελαφρού» τραγουδιού. Το μουσικό είδος ή φαινόμενο, που συμβατικά καλούμε ρεμπέτικο, είναι αποτέλεσμα ιστορικών, κοινωνικών, οικονομικών, μουσικολογικών παραγόντων. Το ίδιο δεν αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο, εφόσον στην πορεία του άλλαξε. Έτσι, διακρίνονται διαφορετικά 217

220 στοιχεία στην προ και μετά δισκογραφίας εποχή (στον Ελληνικό χώρο η παραγωγή δίσκων ξεκινά το 1931), στην προ και μετά λογοκρισίας περίοδο (1936), στα προπολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια κ.ο.κ. Ακόμη και στην τμηματική, σε χρονολογική βάση μελέτη του, παρουσιάζονται διαφοροποιήσεις, οι οποίες οφείλονται στην κοινωνική προέλευση, στον τρόπο ζωής, τις μουσικές γνώσεις των δημιουργών του, όπως βεβαίως στη θέση που κατείχαν και στο ρόλο που διαδραμάτιζαν στα μουσικά - δισκογραφικά πράγματα της χώρας. Το ρεμπέτικο οπωσδήποτε δεν είναι ένα άθροισμα τεχνικών, μουσικών και στιχουργικών στοιχείων. Το ρεμπέτικο περιλαμβάνει τον εμπνευστή-δημιουργό, τον εκτελεστή, τον ακροατή, το χώρο και το χρόνο. Έχει ιδιαίτερη σημασία ποιοί, πότε και γιατί το έγραφαν, πώς και πού το τραγουδούσαν, ποιοί και πού το άκουγαν. Η διερεύνηση του ρεμπέτικου καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη, λόγω της συνθετότητας που παρουσιάζει, της ποικιλίας στοιχείων (Manuel, 1988, σ.σ ) και των εξαιρέσεων που εμπεριέχει. Στις αναζητήσεις των ερευνητών του ρεμπέτικου συχνά γίνεται λόγος για τη θέση «περάσματος», πύλης ή γεωγραφικού ορίου Ανατολής Δύσης που κατέχει η Ελλάδα, η οποία ως σημείο συνάντησης αμφότερων των πολιτισμών, μέσα από πολύπλοκες διαδικασίες, γέννησε ένα νέο μουσικό είδος. Η Ελλάδα δεν είναι το μοναδικό όριο. Πολλές άλλες περιοχές στον ευρύτερο χώρο της Βαλκανικής και της Ανατολικής Μεσογείου αποτελούν γεωγραφικά όρια και πύλες. Γενικότερα, διαφορετικοί πολιτισμοί συναντώνται, όπου υπάρχουν εμπορικές και οικονομικές δραστηριότητες, όμως δεν εμφανίζεται παντού το ρεμπέτικο τραγούδι. Συνεπώς, το τρίπτυχο πόλη - ελληνόφωνοι πληθυσμοί - συνάντηση πολιτισμών δεν αποτελεί τη μοναδική συνθήκη για την παρουσία του ρεμπέτικου τραγουδιού. Η κοινωνική δυναμική, που αναπτύχθηκε μέσα σε κάθε πόλη, ήταν αυτή που διαμόρφωσε τις συνθήκες και τις ανάγκες για την ύπαρξη και διάδοση του ρεμπέτικου. «Το ρεμπέτικο τραγούδι δεν εντοπίζεται αναγκαστικά κάπου στην πόλη, προσδιορίζεται περισσότερο από τις διαδικασίες αποκλεισμού και ενσωμάτωσης ανθρώπων και πρακτικών στη σύγχρονη κοινωνία, από το μεταβαλλόμενο όριο ανάμεσα σε έναν κόσμο αδρανή και 218

221 σε έναν άλλο έτοιμο να παγιωθεί ως τάξη». 266 Στο «νέο» αστικό κέντρο κατά την διαδικασία δημιουργίας του τα νέα κοινωνικά στρώματα και ομάδες, για λόγους οικονομικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς κ.λπ. δεν βρίσκουν πάντα θέση στην «οργανωμένη» κοινωνία, με συνέπεια να αποκλείονται και σταδιακά να περιθωριοποιούνται. Σε αυτή την κοινωνική ομάδα προέκυψε η ανάγκη να εκφέρει λόγο, να αιτιολογήσει την ύπαρξη της και να την νομιμοποιήσει έναντι των «άλλων» με το ρεμπέτικο τραγούδι (Κοταρίδης, 1996, σ.21). Στην πόλη του Μεσοπολέμου, για λόγους που ήδη έχουν αναφερθεί, δημιουργήθηκαν νέες συνθήκες οι οποίες, κυρίως για τους πληθυσμούς που εγκαταστάθηκαν σ αυτή, είχαν τα χαρακτηριστικά της «αταξίας», (Κοταρίδης, 1996, σ.σ.24-27) της σύγχυσης, της αβεβαιότητας και της ασάφειας σε σχέση με την προηγούμενη «κανονική» ζωή τους (Monos, 1987, σ.σ ). Σε τέτοιου είδους απειλητικά περιβάλλοντα δημιουργούνται συλλογικότητες θωράκισης και αντίδρασης, σε αντίθεση με τις ευνοϊκές «μη ταραχώδεις» κοινωνικές καταστάσεις, όπου προέχει η ατομικότητα. Όπως σημειώθηκε στο πρώτο μέρος της παρούσας εργασίας, η χρήση του χασίς υπό αυτές τις συνθήκες είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως αντίδραση μιας ομάδας ανθρώπων στις επερχόμενες κοινωνικές αλλαγές και υπεράσπιση της κοινότητας και των σχέσεων της. «Η κοινωνική διαφοροποίηση συνδέεται αφενός με το φόβο απώλειας της ταυτότητας και τους κινδύνους σύγχυσης και αποδιοργάνωσης που συνεπάγεται, αφετέρου με την αναζήτηση συνθηκών που ευνοούν την κοινωνική αναβάθμιση και αξιοποίηση της κοινωνικής ταυτότητας». 267 Το χασίς υπό αυτήν την οπτική αποτέλεσε μέσο διαφοροποίησης της ανομοιογενούς, όπως θα δείξουμε στη συνέχεια, ομάδας των χασισοποτών και σε επίπεδο ουσιών έλαβε θέση αντίβαρου στη νεωτερικότητα της ηρωίνης, μορφίνης και κοκαΐνης, έτσι αιτιολογείται και η συνολικά αρνητική στάση των χρηστών χασίς έναντι των νέων ουσιών. Η κοινωνική «αταξία» και «ασάφεια» που παρουσιάζει αυτή η εποχή, κατά κάποιον τρόπο αντανακλάται και στο νέο μουσικό είδος που εμφανίζεται στα αστικά κέντρα. Η πολυσημία των όρων ρεμπέτικο, λαϊκότητα, ελληνικότητα (Ανδριάκαινα, 1996, σ.227), αλλά και δεκάδων λέξεων, που χρησιμοποιούνται στο στίχο των τραγουδιών, όπως 266 Κοταρίδης Νίκος, Ρεμπέτες και ρεμπέτικο τραγούδι, εκδ. Πλέθρον, 1996, σ Σακαλάκη Μαρία, Ετερότητες εκδ. Εξάντας, 1996, σ

222 «μάγκας», «μόρτης», «αλάνης», «νταλγκάς», «τρελή», όταν αναφέρεται σε γυναίκα κ.ο.κ., μάλλον δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία. Από την άλλη μεριά, η «αταξία» στο περιεχόμενο του ρεμπέτικου δεν περιορίζεται στους παραπάνω όρους. Το ρεμπέτικο τραγούδι, τουλάχιστον κατά την προπολεμική του περίοδο, εδράστηκε στα συγγενή μουσικά συστήματα της ευρύτερης περιοχής, δηλαδή την εκκλησιαστική Οκτώηχο και τα μακάμ των Τούρκων και Αράβων, που στην ελληνική εκδοχή τους καλούνται «δρόμοι» 268 και όλα μαζί ανήκουν στην μεγάλη κατηγορία της τροπικής (ανατολικής) μουσικής. 269 Όμως τα μουσικά διαστήματα που χρησιμοποιεί το ρεμπέτικο είναι συγκερασμένα όπως συμβαίνει στην τονική (δυτική) μουσική. Υπό αυτή την συνθήκη, για τους κανόνες της δυτικής μουσικής, το ρεμπέτικο παρουσιάζει «αταξία» εφόσον είναι «ελλιπές», για παράδειγμα, ως προς τις συγχορδίες οι οποίες δεν είναι πλήρεις. 270 Για τους κανόνες δε της ανατολικής μουσικής στο ρεμπέτικο υπάρχει «παραφωνία» - «αταξία», διότι τα συγκερασμένα διαστήματα δεν του επιτρέπουν να ακολουθήσει με συνέπεια τους «δρόμους» της. «Οποιαδήποτε αντιστοίχηση ήχων (σημ. της Βυζαντινής τροπικής μουσικής) και δρόμων γίνεται κατά προσέγγιση και αφορά 268 Ο «δρόμος» στις λαϊκές μουσικές είναι μια σειρά από νότες στις οποίες στηρίζεται η κύρια μελωδία ενός τραγουδιού. Οι νότες αυτές αποτελούν το σκελετό της μελωδίας. Με βάση αυτό το υλικό δίνονται στον μουσικό δυνατότητες αυτοσχεδιασμών και αναζητήσεων με «Μόνη (χαλαρή) δέσμευση, ο σεβασμός των δεδομένων αυτών έτσι ώστε το τελικό αποτέλεσμα, από πλευράς τροπικού στίγματος, να αντιστοιχεί στο προαναγγελθέν». (Μαυροειδής, 1999, σ.272). 269 Γεωγραφικά η μουσική αυτή απαντάται στη Β. Αφρική, Αν. Μεσόγειο, Βαλκανική, Περσία, Ινδία, Ινδονησία. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι «κανένας διαστημικός κώδικας δεν εξαντλείται στην κλίμακα των 12 ίσων ημιτονίων της δυτικής μουσικής σ αυτό το καθολικό δεδομένο οφείλεται η ταυτότητα της Ανατολικής μουσικής, όπως αυτή εισπράττεται σε πρώτο επίπεδο από τον Δυτικό ακροατή». (Μαυροειδής, 1999, σ.268). 270 Μια πλήρης συγχορδία για την τονική μουσική επάνω στις χορδές του τρίχορδου μπουζουκιού φαίνεται στο ακόλουθο παράδειγμα. Η συγχορδία Re μπορεί να είναι ματζόρε (Re+) που προκύπτει από την θέση των δακτύλων στα τάστα (La / Re / Fa#) ή μινόρε (Re-) που προκύπτει από την θέση των δακτύλων στα τάστα (La / Re / Fa ). Στο ρεμπέτικο η θέση των δακτύλων στα τάστα (La / Re / La) δίνει την συγχορδία Re η οποία δεν είναι όμως ματζόρε, μήτε μινόρε και ως εκ τούτου «ελλιπής». 220

223 κυρίως την ομοιότητα των καθεαυτό μουσικών διαστημάτων, τετραχόρδων και κλιμάκων, την ομοιότητα των τονικών βάσεων κι όχι το τελικό μελωδικό άκουσμα». 271 Βεβαίως, η θεωρία της μουσικής και η μουσικολογία επεκτείνονται σε πολύ μεγαλύτερο εύρος και βάθος, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έρευνας. Οι μουσικολογικές αναφορές που προηγήθηκαν έγιναν για να καταδείξουν τη διαφοροποίηση του ρεμπέτικου από τα μουσικά συστήματα της εποχής και της περιοχής, δηλαδή των «τρόπων» της Ανατολής και των «τόνων» της Δύσης. Η κοινωνική «αταξία» αυτής της περιόδου, η διαφοροποίηση - αντίδραση κάποιων ομάδων με σημείο αναφοράς τη χασισοποσία, την οποία «κοινοποιεί» σε ευρύτερα στρώματα το ρεμπέτικο, η διαφοροποίησή του από τις κρατούσες μουσικές αντιλήψεις και η «αταξία» στις έννοιες και τη μουσική του, μάλλον δύνανται να θεωρηθούν ισχυρά δεδομένα, ώστε το ρεμπέτικο να χαρακτηρισθεί ως τραγούδι δημιούργημα της κοινωνικής «αταξίας» για την οποία το ίδιο κάνει λόγο. 271 Γρυσμπολάκης Μάνος, Οι λαϊκοί δρόμοι, περ. Λαϊκό τραγούδι, τευχ. 1 ο, σ

224 2. Το ερευνητικό υλικό του «χασικλίδικου» ρεμπέτικου Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης χρησιμοποιήθηκε προσωπικό αρχείο τραγουδιών του ρεμπέτικου με αναφορές σε ουσίες, το οποίο διαμορφώθηκε μετά από έρευνα της δισκογραφίας των 78 στροφών. Εξετάσθηκαν περίπου τραγούδια που αποτελούν το σύνολο της Ελληνικής δισκογραφίας της περιόδου μεταξύ των αρχών του 20 ου αιώνα έως το Αναζητήθηκαν και επελέγησαν τα τραγούδια (ηχητικό υλικό) σχετικά με το εξεταζόμενο θέμα. Το ηχητικό υλικό συγκεντρώθηκε κατόπιν πολύχρονης εργασίας 272, επιλογής και ταξινόμησής του. Κατά τη διαδικασία αυτή αξιοποιήθηκαν κατάλογοι δισκογραφικών εταιρειών, ανθολογίες τραγουδιών, κατάλογοι και δημοσιεύματα συλλεκτών, βιογραφίες δημιουργών του ρεμπέτικου, άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά, δισκογραφικές συλλογές, ένθετα δίσκων κ.λπ., ώστε να είναι δυνατή η επαλήθευση των στοιχείων που αφορούσαν στο κάθε τραγούδι. Στη συνέχεια, έγινε απομαγνητοφώνηση των τραγουδιών που ενδιέφεραν την έρευνα. Τούτο κρίθηκε αναγκαίο διότι τραγούδια που είχαν καταγραφεί στις υπάρχουσες ανθολογίες είχαν πολλές παραλείψεις και ανακρίβειες. Βρέθηκαν συνολικά 194 τραγούδια, τα οποία με τις παραλλαγές, επανεκτελέσεις και επανατυπώσεις ανέρχονται στα 368, ενώ 33 επί πλέον τραγούδια, τα οποία εικάζεται ότι διαπραγματεύονται το σχετικό θέμα (με βάση τον τίτλο, μαρτυρίες δημιουργών του ρεμπέτικου ή συλλεκτών και ανθολογίες) δεν βρέθηκαν. 273 Ενδέχεται ο αριθμός αυτός να είναι λίγο μεγαλύτερος. 272 Το υλικό συγκεντρώθηκε κατόπιν αγοράς: 1) δίσκων 78 στροφών, 2) δίσκων 33 στροφών και ψηφιακών δίσκων με επανατυπώσεις ρεμπέτικων τραγουδιών ή κατόπιν παραχώρησης τραγουδιών εκ μέρους συλλεκτών. 273 Βλέπε Παράρτημα: 1. Τραγούδια που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα 3. Τραγούδια που δεν βρέθηκαν με πιθανές αναφορές σε ουσίες 222

225 Στο παραπάνω αρχείο, λόγω της θεματικής τους συγγένειας με το αντικείμενο της έρευνάς μας, περιλαμβάνονται και τα ακόλουθα δεκαέξι τραγούδια ευρωπαϊκού ύφους, μεταξύ των οποίων και «επιθεωρησιακά» «Αθάνατο Ρωμέϊκο», Ιερόθεου Σχίζα, αυξ. αριθ «Είμαι μια τσαχπίνα», Θεόδ. Παπαδόπουλου, αυξ. αριθ. 174 (σε δύο εκτελέσεις). 3. «Έφοδος στον τεκέ», Γιώργου Καμβύση, αυξ. αριθ «Η γραμματική του μάγκα», Γιώργου Καμβύση, αυξ. αριθ «Κοχλαράκιας», Γιώργου Βιτάλη, αυξ. αριθ «Να χα μάνα να με δει», Πέτρου Κυριακού, αυξ. αριθ «Ο ζόρικος», Κώστα Κοντόπουλου, αυξ. αριθ «Παληά Στρατώνα», Δημοσθένη Ζάττα, αυξ. αριθ «Πολιτισμένος μάγκας», Γιώργου Καμβύση, αυξ. αριθ. 181 (σε δύο εκτελέσεις). 10. «Ρούμπα ο ντεκές», Ι. Κυπαρίσση, αυξ. αριθ «Το χασίσι», Δημοσθένη Ζάττα, αυξ. αριθ «Μαντάμ Μαρή-κοκαΐνη», Kollo Walter, αύξ. αριθ «Πρέζα κοκαΐνη», Κώστα Κοντόπουλου, αύξ. αριθ «Μη με ρωτάτε (κοκαΐνη)», Σπύρου Μεταξά, αύξ. αριθ. 192 (σε τρεις εκτελέσεις). 15. «Χασίς», Ιωσήφ Ριτσιάδη, αύξ. αριθ «Το χασίς», Σ. Ζουμπέρ, αύξ. αριθ Η ανάλυση περιεχομένου και τα στατιστικά στοιχεία που θα ακολουθήσουν αφορούν στα 178 ρεμπέτικα και δεν περιλαμβάνουν τα παραπάνω δεκαέξι, ευρωπαϊκού ύφους τραγούδια. Από αυτά δέκα τραγούδια είναι μεταπολεμικά, επτά εξ αυτών φωνογραφήθηκαν το 1946, όπου για ένα μικρό διάστημα είχε ατονήσει η λογοκρισία, ενώ τα υπόλοιπα πέντε διέλαθαν της προσοχής της, ίσως λόγω του «κεκαλυμμένου» στίχου. 274 Ως ευρωπαϊκού ύφους τραγούδια ορίζονται εκείνα που μουσικολογικά ανήκουν στη «δυτική-τονική» μουσική, για την εκτέλεση των οποίων χρησιμοποιούνται κυρίως «δυτικά» μουσικά όργανα. Ως «επιθεωρησιακά» ορίζονται εκείνα που γράφτηκαν για τις ανάγκες της θεατρικής επιθεώρησης. Είναι ευρωπαϊκού ύφους, περιέχουν συχνά «πρόζα» και σχεδόν πάντα αποδίδονται, λόγω θεάτρου, με δραματοποιημένη ερμηνεία. 275 Η αρίθμηση των τραγουδιών έγινε με βάση το χρόνο εντοπισμού τους κατά την έρευνά μας. 223

226 Επίσης, μετά το 1940 είναι αρκετά τα τραγούδια, κυρίως επανεκτελέσεις, που φωνογραφήθηκαν στην Αμερική, στην οποία δεν υπήρχε το καθεστώς λογοκρισίας, τουλάχιστον για την Ελληνική δισκογραφία. Τα τραγούδια που φωνογραφήθηκαν μεταπολεμικά είναι: 1. «Μάγκας βγήκε για σεργιάνι», 1946, αύξ. αριθ «Ο λουλάς», 1946, αύξ. αριθ «Το πρωί με τη δροσούλα», 1946, αύξ. αριθ «Αλεξάνδρεια», 1946, αύξ. αριθ «Οι μπαγλαμάδες», 1946, αύξ. αριθ «Της μαστούρας ο σκοπός», 1946, αύξ. αριθ «Κάτσε ν ακούσεις μια πενιά», 1946, αύξ. αριθ «Μεσ στου Μαρίνου», 1957, αύξ. αριθ «Οι τριανταφυλλιές», 1954, αύξ. αριθ «Παίξε Χρήστο το μπουζούκι», 1949, αύξ. αριθ Τα μεταπολεμικά τραγούδια συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη, διότι τα περισσότερα είχαν γραφεί αρκετά χρόνια νωρίτερα, συνεπώς ευρίσκονται εντός των χρονικών ορίων που έχει θέσει η παρούσα μελέτη. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις το ύφος τους, ως προς την μουσική και τον στίχο, μοιάζει εκείνου της προπολεμικής περιόδου. Στο ίδιο αρχείο περιλαμβάνονται και μερικά τραγούδια επιθεωρησιακού ύφους, οι συντελεστές των οποίων είναι κυρίως γνωστοί λόγω της θητείας τους στο ρεμπέτικο τραγούδι. Επίσης, περιλαμβάνονται δύο τραγούδια: α) «Κάτσε ν ακούσεις μια πενιά» με αυξ. αριθ. 184 (σε τρεις εκτελέσεις, ευρέθη η μια) και β) «Οι τριανταφυλλιές» με αυξ. αριθ. 187 στο στίχο των οποίων, σε αντίθεση με την ηχογράφηση, υπήρχαν αναφορές στο χασίς όταν ακουγόταν στο πάλκο. Τέλος, περιλαμβάνονται τέσσερα τραγούδια: α) «Μάγκες καραβοτσακισμένοι» με αυξ. αριθ. 185, β) «Μεσ στου Μα-ρίνου» με αυξ. αριθ. 186, γ) «Παίξε Χρήστο το μπουζούκι» με αυξ. αριθ. 188 και δ) «Σαν εγύριζ απ την Πύλο» με αυξ. αριθ. 189, στα οποία δεν γίνεται ευθεία αναφορά σε ουσίες, όμως ο στίχος παραπέμπει εμφανώς σε αυτές. Να σημειωθεί ότι σποραδικές ηχογραφήσεις με αναφορές στο χασίς συναντώνται και σε δίσκους των 45 στροφών κατά την δεκαετία του 1960, πιθανώς οι λογοκριτές δεν γνώριζαν 224

227 τις «συνθηματικές» λέξεις σε τραγούδια όπως: «Στης Πειραϊκής τα βράχια», 276 «Το Χάρο τον αντάμωσαν». 277 Τα τραγούδια που αναφέρουν την ηρωίνη, την κοκαΐνη ή γενικότερα την «πρέζα» ή την υπονοούν είναι τα ακόλουθα, εκ των οποίων τα τέσσερα τελευταία κατατάσσονται στην «ευρωπαϊκού» ύφους μουσική. 1.«Είμαι πρεζάκιας», αύξ. αριθ Σε δυο εκτελέσεις, η τρίτη εκτέλεση με τίτλο «Μάγκισσα ματσαράγκισσα», αναφέρεται στο χασίς. Βρέθηκε μόνον ο στίχος. 2.«Στη φυλακή με βάλανε», αύξ. αριθ Υπάρχουν 8 παραλλαγές, με τίτλους «Γιαφ γιουφ» και «Μη μου χαλάς τα γούστα μου», βρέθηκαν οι τρεις. 3.«Φέρτε πρέζα να πρεζάρω», αύξ. αριθ Υπάρχουν δυο εκτελέσεις και μια τρίτη με επανατύπωση και τίτλο «Φέρτε πρέζα», η οποία δεν βρέθηκε. 4.«Γιατί φουμάρω κοκαΐνη», αύξ. αριθ Υπάρχει και άλλη εκτέλεση που δεν βρέθηκε με τίτλο «Γι αυτό φουμάρω κοκαΐνη». 5.«Εγώ θέλω πριγκιπέσσα», αύξ. αριθ Υπάρχει ομότιτλο τραγούδι με διαφορετικό στίχο, χωρίς αναφορές σε ουσίες. 6.«Αλεξάνδρεια», αύξ. αριθ Υπάρχει και άλλη εκτέλεση, που δεν βρέθηκε. 7.«Κουβέντα με το χάρο», αύξ. αριθ «Ηρωίνη και μαυράκι», αύξ. αριθ «Ο λαθρέμπορας», αύξ. αριθ «Ο Νικοκλάκιας», αύξ. αριθ «Ο πόνος του πρεζάκια», αύξ. αριθ «Ο πρεζάκιας», αύξ. αριθ «Ούζο χασίς», αύξ. αριθ «Πέντε μάγκες», αύξ. αριθ «Το κουτσαβάκι», αύξ. αριθ «Το παράπονο του ντερβίση», αύξ. αριθ «Κοχλαράκιας», αύξ. αριθ «Μαντάμ Μαρή-κοκαΐνη», αύξ. αριθ «Έχω ντε βρε θανασάκη, για να σπάσουν νταλγκαδάκι». Θανάσης: ο αργιλές. 277 «Έχουν νταλμίρα, έχουν ρακί, οι βλάμηδες στον Άδη». Νταλμίρα: το χασίς, στα καλιαρντά. 225

228 19.«Πρέζα κοκαΐνη», αύξ. αριθ «Μη με ρωτάτε (κοκαΐνη)», αύξ. αριθ. 192 (σε τρεις εκτελέσεις). Πίνακας 18: Φωνογραφημένα τραγούδια με βάση το έτος, το ύφος και τις αναφορές: α) στο χασίς και άλλες ουσίες, β) στα οπιούχα και την κοκαΐνη (περιλαμβάνονται οι επανεκτελέσεις) Ρεμπέτικα Ευρωπαϊκού ύφους Έτος Χασίς κ.α.-οπιούχα/κοκαΐνη Χασίς κ.α.-οπιούχα/κοκαίνη Σύνολο

229 Τραγούδια Ο αριθμός των τραγουδιών που αναλύθηκαν: α. Ρεμπέτικα προπολεμικά 168 μεταπολεμικά 10 σύνολο επανεκτελέσεις 174 σύνολο 352 β. Ευρωπαϊκού ύφους προπολεμικά 16 - επανεκτελέσεις 4 σύνολο 20 Σύνολο Γράφημα 5: Αριθμός ρεμπέτικων τραγουδιών με αναφορές στο χασίς κατ' έτος Έτος Το αρχείο των τραγουδιών (γράφημα 5 και πίνακας 18), που είτε είχαν ως θέμα τους τη χρήση χασίς και άλλων ουσιών είτε, εν μέσω ποικιλίας θεμάτων, είχαν αναφορές ή νύξεις σχετικές με τις ουσίες, κατά το μεγαλύτερό του μέρος αφορά στην περίοδο Με βάση το δείγμα αυτό διενεργήθηκε η έρευνα και ανάλυση που ακολουθεί. 227

230 3. «Ο πόνος βρίσκει γιατρικό τραγούδια να χτυπάει»: Η μουσική βιομηχανία και το ρεμπέτικο τραγούδι Στην βιομηχανική εποχή ο πολιτισμός, με τα επιτεύγματα της τεχνολογίας, εμπλουτίσθηκε με πολλά νέα, κυρίως οπτικοακουστικά στοιχεία. Τούτο δεν μείωσε σε τίποτε την συμβολοποιητική αξία της μουσικής στη ζωή των ανθρώπων, ούτε έπαψε να είναι βασικός τρόπος πρόσβασής τους στην επικοινωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι η μουσική εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις κυριότερες μορφές ψυχαγωγίας, αλλά και να εκφράζει τα ιδιαίτερα κοινωνικά και εθνικά χαρακτηριστικά. Μέχρι πριν εκατό περίπου χρόνια, η μουσική και τα τραγούδια ακούγονταν μόνον «ζωντανά», σε κοινωνικές, πολιτιστικές και άλλες εκδηλώσεις, σε χώρους εργασίας, διασκέδασης, συνάντησης των ανθρώπων κ.λπ. Στην ιστορία της μουσικής δύο είναι οι σταθμοί, οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν από τους σημαντικότερους στην εξέλιξή της. Ο πρώτος, όταν καταγράφηκαν οι ήχοι με σύμβολα και ο δεύτερος, όταν οι ήχοι καταγράφηκαν στο φωνόγραφο. Συνεπώς, οι περίοδοι της μουσικής και του τραγουδιού είναι δυνατό να ορισθούν ως τρεις. Η πρώτη, στην εποχή που η μουσική δεν καταγράφεται και κοινοποιείται από μνήμης. Η δεύτερη, στην εποχή που η μουσική καταγράφεται με σύμβολα και κοινοποιείται σε εκείνους που δύνανται να τα αναγνώσουν, να τα αναπαράγουν αλλά και στο κοινό. Η δε τρίτη, είναι αυτή όπου καταγράφονται οι ίδιοι οι ήχοι μέσω της φωνοληψίας και μεταβάλλεται χωρικά και χρονικά η σχέση παραγωγής - ακρόασης της μουσικής. Με την εμφάνιση της δισκογραφίας αλλάζουν άρδην τα δεδομένα σχετικά με το τραγούδι. Ο δίσκος γίνεται διαμεσολαβητής μεταξύ καλλιτέχνη και ακροατή, με συνέπεια να αλλάξει η μέχρι τότε σχέση τους που ήταν άμεση. Ο καλλιτέχνης αποσπάται χρονικά και γεωγραφικά από τον ακροατή. Ο δίσκος λειτουργεί πλέον ως Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας, το τραγούδι τυποποιείται ως καλλιτεχνικό «προϊόν» και συνοδεύεται «υποχρεωτικά» από το γραμμόφωνο, το οποίο λειτουργεί ως μια προέκταση και ενίσχυση της φωνής (Μακλούαν, χ.χ. σ.332). Οι πρώτες «πλάκες» γραμμοφώνου με λαϊκή μουσική έφθαναν στην Ελλάδα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και την Ευρώπη. Οι Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ με την 228

231 ευχέρεια και τις μεγάλες τεχνικές δυνατότητες που τους δίνονταν για φωνοληψίες, αποτύπωναν σε δίσκους όλα τα τραγούδια και τις μουσικές που έφερναν μαζί τους, μεταξύ αυτών τα «ρεμπέτικα» και το μπουζούκι. 278 Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές φωνογραφικές εταιρείες με τις συχνές φωνοληψίες διαφόρων ελληνικών τραγουδιών στην Οθωμανική αυτοκρατορία και στη συνέχεια στην Τουρκία διέθεταν το προϊόν τους στην Ελληνική αγορά. Η ανταπόκριση του κοινού σ αυτά τα τραγούδια με τις γνωστές, στους περισσότερους, λαϊκές μελωδίες ήταν ένας από τους λόγους που σημαντικότατοι μικρασιάτες μουσικοί, όπως οι: Τούντας, Δραγάτσης «Ογδοντάκης», Σέμσης, Διαμαντίδης «Νταλγκάς» κ.α., καθώς και Ελλαδίτες μουσικοί, παρά τις λίγες επισκέψεις των ξένων φωνοληπτικών συνεργείων στην Ελλάδα από το 1926 έως το1931, φωνογραφούν εν μέσω άλλων, πολλά τραγούδια στο ύφος και στη θεματολογία του «σμυρναίικου» ρεμπέτικου. Η εγκατάσταση και λειτουργία του εργοστασίου της Columbia το 1931 στην Αθήνα, ήταν καταλυτική για τη δισκογραφία αλλά και το ρεμπέτικο τραγούδι, το οποίο έως τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο διατηρεί χαρακτηριστικά της πρότερης εποχής. Αυτή η περίοδος θα μπορούσε ενδεχομένως να χαρακτηρισθεί ως μεταβατικό στάδιο στην εξέλιξη της δισκογραφίας, αλλά και του τραγουδιού. Μέχρι τότε στη λαϊκή μουσική ο δημιουργός, ο στιχουργός, ο ερμηνευτής κ.λπ. ήταν συχνά το ίδιο πρόσωπο. Άλλες φορές πάλι, κατά την ίδια περίοδο, το τραγούδι ήταν αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς της παρέας των μουσικών. Να σημειωθεί ότι το κλίμα συλλογικότητας δεν αφορούσε μόνο στους μουσικούς, αλλά και στους ακροατές των τραγουδιών. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα λαϊκά τραγούδια είχαν τέτοια δομή και περιεχόμενο, που έδιναν τη δυνατότητα να τα τραγουδούν πολλοί μαζί. Η γνωστοποίηση ύπαρξης του «προϊόντος» γίνεται από τα γραμμόφωνα σε ταβέρνες και καφενεία, το πάλκο, τους καραγκιοζοπαίχτες, τους φωνογραφητζήδες και σε μικρότερο βαθμό από το ραδιόφωνο. Αυτό οφείλεται αφενός στην άτυπη κατ αρχάς και θεσμοθετημένη στη συνέχεια (1936) λογοκρισία, αφετέρου στον περιορισμένο αριθμό των ραδιοφωνικών συσκευών, οι κάτοχοι των οποίων τις δήλωναν στην εφορεία, πληρώνοντας τον αναλογούντα φόρο. Η δισκογραφία επιφέρει ποσοτικές και ποιοτικές αλλαγές σε αυτό καθαυτό το τραγούδι. Η διάρκειά του συρρικνώνεται στα τρία με τέσσερα λεπτά, όσο διαρκεί ο δίσκος 278 Οι Χαλικιάς και Καραπιπέρης ήταν δύο από τους μουσικούς που έπαιζαν μπουζούκι στις ΗΠΑ. 229

232 γραμμοφώνου, περιορίζονται οι αυτοσχεδιασμοί - ταξίμια - και βέβαια ο αριθμός των στίχων. Η τυποποίηση αλλάζει ένα ακόμη χαρακτηριστικό, ιδίως της λαϊκής μουσικής και αυτό είναι το ανεπανάληπτο της κάθε εκτέλεσης. Τυποποιούνται αναπόφευκτα τα επιφωνήματα και οι χαιρετισμοί μεταξύ συμμετεχόντων στη φωνοληψία. Στα πρώτα μάλιστα χρόνια, λόγω περιορισμένων τεχνικών δυνατοτήτων, αλλά και οικονομίας, όπου δεν υπήρχε η ευχέρεια επανάληψης ή διόρθωσης της εγγραφής, «τυποποιούνται» ακόμη και τα λάθη των μουσικών και των ερμηνευτών. Η προληπτική λογοκρισία, που επεβλήθη το 1936, είχε ως στόχο μεταξύ άλλων και τη δισκογραφία, με γενικότερες επιπτώσεις στο τραγούδι. Εξάλλου, με αφορμή την κυκλοφορία σε δίσκο του «άσεμνου» (θεωρήθηκε ότι υπέκρυπτε σεξουαλικού περιεχομένου υπονοούμενα) τραγουδιού «Βαρβάρα» του Παναγιώτη Τούντα διαμορφώθηκε ένα καθεστώς ελέγχου του τραγουδιού και της δισκογραφικής παραγωγής, έως τις αρχές της δεκαετίας του Από το 1946 και μετά αυξάνεται θεαματικά και αλλάζει η σύνθεση του πληθυσμού της πόλης, που αποτελεί τον κύριο καταναλωτή του μουσικού «προϊόντος». Στην παραγωγή μουσικής παρατηρείται πλέον καταμερισμός εργασίας και εξειδίκευση. «Καθιερώνονται» οι ρόλοι του συνθέτη, του στιχουργού, του μουσικού, του διευθυντή ορχήστρας, του ενορχηστρωτή κ.ο.κ. Σύμφωνα με τον Pennanen, την ίδια εποχή ως προς το μουσικολογικό μέρος, υποχωρούν οι «τρόποι» της Ανατολής και προτιμούνται οι «τόνοι» της Δύσης, διατηρούνται όμως αποσπασματικά ή τροποποιημένα κάποια από τα «ανατολικά» χαρακτηριστικά της μουσικής (Pennanen, 1997). Νέα μουσικά όργανα παίρνουν μόνιμη θέση στη λαϊκή ορχήστρα, ενώ τα παλαιότερα μετατρέπονται ή προσαρμόζονται στις καινούριες συνθήκες. Η διάδοση του «προϊόντος» γίνεται πιο μεθοδικά με τη δημιουργία μηχανισμών προβολής, διακίνησης, χρηματοδότησης και πωλήσεων εκ μέρους των δισκογραφικών εταιρειών. Οργανώνονται δηλαδή τμήματα διαφήμισης και διακίνησης των δίσκων, τα οποία παράγουν διαφημιστικές-ενημερωτικές μουσικές εκπομπές για το ραδιόφωνο, εκδίδουν φυλλάδια και καταλόγους τραγουδιών της εταιρείας, γίνονται συχνές καταχωρήσεις τους στον Τύπο. Προβάλλονται με τους ίδιους τρόπους οι δημιουργοί και οι ερμηνευτές. Παγιώνεται η στενή συνεργασία των δισκογραφικών εταιρειών με τα καταστήματα πώλησης δίσκων. Υπογράφονται μόνιμες συνεργασίες των εταιρειών με μουσικούς, οι οποίοι παίζουν αποκλειστικά γι αυτές στις φωνοληψίες κ.λπ. 230

233 Παράλληλα απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου οι κάτοχοι ραδιοφωνικών συσκευών με συνέπεια την αύξηση του αριθμού τους, όπως επίσης των ακροατών της μουσικής και της διαφήμισής της. Η διαφήμιση αναπτύσσεται σταθερά και οι αποδέκτες της μουσικής γίνονται καταναλωτές. Η επιλογή των τραγουδιών που θα ηχογραφηθούν γίνεται με γνώμονα τις αντιδράσεις του κοινού, τις επενδύσεις και τους κανόνες της αγοράς. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής δεν κρίνει μόνον ποιά τραγούδια θα «περάσουν» αλλά, καθορίζει το ύφος και την αισθητική. Η δημιουργία τραγουδιών σταδιακά προσανατολίσθηκε στη δισκογραφία και ακολούθως στο ραδιόφωνο. Έγιναν κατά κάποιον τρόπο «τραγούδια του δίσκου», εξελισσόμενα στις ημέρες μας σε τραγούδια κυρίως για την τηλεόραση, τα βίντεο-κλιπς, τις τηλεταινίες, τον κινηματογράφο, τα κινητά τηλέφωνα, το διαδίκτυο κ.λπ. Από το 1946, που επαναλειτουργεί το εργοστάσιο παραγωγής δίσκων της Columbia, το οποίο είχε κλείσει κατά την διάρκεια της Κατοχής, μπορεί να θεωρηθεί ότι τίθενται οι βάσεις της βιομηχανίας του ακροάματος, για τα ελληνικά πάντα δεδομένα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι για αρκετά χρόνια μετά τον πόλεμο, η αμοιβή των ερμηνευτών γινόταν με ανταλλαγή, που παραπέμπει σε παλαιότερου τύπου οικονομικές σχέσεις. Οι ερμηνευτές για κάθε τραγούδι πληρώνονταν εφάπαξ και τα χρήματα αντιστοιχούσαν στην αξία ενός αριθμού δίσκων, ανάλογα με το «κασέ» του καθενός, έτσι ο ερμηνευτής αμειβόταν σε «είδος» με 8, 8 ½, 10 ή 12 δίσκους κ.ο.κ. Είναι η ίδια περίοδος που αναδεικνύεται ως κυρίαρχο πρόσωπο στο τραγούδι ο ερμηνευτής και υποχωρεί σε δεύτερο πλάνο ο δημιουργός. Τα παραπάνω είναι μερικά από τα σημεία και τις πτυχές που καταδεικνύουν τον καταλυτικό ρόλο της δισκογραφίας. Το ρεμπέτικο τραγούδι στην Ελλάδα, ιδιαίτερα αυτό του «πειραιώτικου ύφους», 279 έγινε δεκτό από τις δισκογραφικές εταιρείες κατ αρχάς με σκεπτικισμό. Οι λόγοι ήταν το περιεχόμενο του στίχου, ο ανοίκειος ήχος των χρησιμοποιούμενων μουσικών οργάνων (για το κοινό που διέθετε γραμμόφωνο), όπως επίσης η κοινωνική προέλευση των μουσικών, στιχουργών, ερμηνευτών, πολλοί εκ των οποίων δεν διέθεταν «μουσική παιδεία». Η 279 Ως «πειραιώτικο» ορίζεται το τραγούδι στο οποίο βασικά μουσικά όργανα είναι το μπουζούκι, ο μπαγλαμάς ο τζουράς και η κιθάρα. Ως «σμυρναίικο» το τραγούδι στο οποίο συναντώνται συνήθως το βιολί, το σαντούρι, το ούτι, το κανονάκι, η αρμόνικα κ.λπ. 231

234 εμπορική επιτυχία όμως αυτού του μουσικού είδους οδήγησε στην άρση των όποιων επιφυλάξεων εκ μέρους των εταιρειών. Τραγούδια με αναφορές σε ουσίες, από γνωστούς μουσικούς της «Σμυρναίικης σχολής», άρχισαν να «περνούν» στην δισκογραφία αρκετά χρόνια νωρίτερα, χωρίς να δημιουργήσουν μεγάλες αντιδράσεις (Βλησίδης, 2004, σ.20). Κατά την δεκαετία φωνογραφούνται περισσότερα από εκατό τραγούδια με τέτοια θεματολογία (βλέπε πίνακα 18). Το ίδιο συνέβη και εκτός Ελλαδικού χώρου, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρόκειται για παλιές μελωδίες της ανώνυμης δημιουργίας με «αδέσποτους» στίχους που ακούγονταν στον τεκέ, το λιμάνι, τα καπηλειά της Πόλης, της Σμύρνης και αλλού. Τα φωνογραφούν σημαντικοί τραγουδιστές, γνωστοί από την θητεία τους στο ελαφρό τραγούδι, στην οπερέτα, στην επιθεώρηση και στην εκκλησιαστική μουσική. Ενδεικτικά είναι τα τραγούδια: «Η νταμίρα», «Έσπασες τα πιάτα», «Νέοι χασικλήδες», «Μανταλένα», «Οι μπαγλαμάδες», ερμηνευτές των οποίων ήταν ο Αντώνης Διαμαντίδης «Νταλγκάς», Γιώργος Βιδάλης, Κώστας Νούρος κ.α. Οι πρώτες φωνοληψίες τραγουδιών με αναφορές στο χασίς, «πειραιώτικου ύφους», γίνονται από λαϊκούς μουσικούς, οι οποίοι με τον ένα ή άλλο τρόπο είχαν «συναντηθεί» με το χασίς και γνώριζαν τους χώρους που ακουγόταν αυτά τα τραγούδια. Τα τραγούδια τους ως προς τον στίχο και το ύφος περιλαμβάνουν πολλά στοιχεία της ανώνυμης δημιουργίας των ελλαδικών πόλεων. Είναι χαρακτηριστικά τα τραγούδια, των Γιώργου Μανέτα-Γιάννη Σπαχάνη «Τα δίστιχα του μάγκα» (αυξ. αριθ. 73), του Γιώργου Μπάτη, «Βάρκα μου μπογιατισμένη» (αυξ. αριθ. 78), του Σωτήρη Γαβαλά (Μεμέτη), «Στου Μπεζεστένη την αυλή» (αυξ. αριθ. 157). Να σημειωθεί ότι στην ανώνυμη αλλά και στην επώνυμη δημιουργία, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός τραγουδιών που δεν φωνογραφήθηκαν ποτέ. 280 Οι διαφορές ύφους ανάμεσα στις πρώτες φωνοληψίες του «σμυρναίικου» και του «πειραιώτικου» ρεμπέτικου περί χασίς δεν οφείλονται μόνον στο ότι προέρχονται από δυο διαφορετικές μουσικές «σχολές», αλλά και στη διαφορετική απόδοση-ερμηνεία των τραγουδιών. Στο «σμυρναίικο» ύφος τα επιφωνήματα μεταξύ των στίχων, στην αρχή ή στο τέλος του τραγουδιού είναι κάτι περισσότερο από χαρακτηριστικά. Σχεδόν πάντα υπάρχει 280 Βλέπε Παράρτημα : 4. Τραγούδια και στίχοι που δεν φωνογραφήθηκαν. 232

235 στόμφος προκειμένου να τονισθεί το θέμα του τραγουδιού, η χρήση και η ιδιότητα του «χασικλή», γεγονός που δεν συνάδει με τον τρόπο συμπεριφοράς του χρήστη χασίς, δηλαδή τον «μετρημένο» λόγο, τους χαμηλούς τόνους, το λιτό ύφος κ.λπ. Στα τραγούδια αυτά με τη διάσταση που παρατηρείται μεταξύ του θέματος (χασίς) και της έκφρασης του λόγου, φαίνεται να επιβεβαιώνεται η υπόθεση ότι «κάθε εποχή και κάθε κοινωνική ομάδα έχει ένα ρεπερτόριο μορφών ομιλίας που ανταποκρίνεται στην πραγματική ιδεολογική επικοινωνία». 281 Το ύφος τους προσομοιάζει περισσότερο σε καταστάσεις ανθρώπων οι οποίοι γλεντούν υπό την επήρεια του αλκοόλ, εφόσον ακούγονται επιφωνήματα όπως: «-Γεια σου ρε παλληκαρά! Ώπα! Α, α, α!» 282 «-Γεια σας χασικλήδες, γεια σας!» 283 «-Ηηη...! - Γεια σας (θηρία;)!- Ηηη...! - Ώπα! - Ηηη...!» 284 «- Ω..Ω,! Ω..ω! Ώπα! Άντεντε! Αντεντέ! Ω!Ω!» 285 «- Γεια σας παιδιά! - Γεια σου Νίκολάκη Ρέλλια, γεια σου! - Γεια σου Παναγιώτη Μαύρε, λέω! - Αααααα..γεια σας! - Γεια σου Κούλα! -Ε,ε,ε,ε,!» 286 Μολονότι τα συστατικά στοιχεία κάθε τραγουδιού αποτελούν μια οργανική ενότητα, η ερμηνεία των συγκεκριμένων τραγουδιών δεν συμβαδίζει με το περιεχόμενό τους με τελικό αποτέλεσμα τα δύο αυτά στοιχεία τους να μη φαίνονται συμβατά. Επίσης, παρότι τα συγκεκριμένα τραγούδια προέρχονται και απευθύνονται σε χρήστες χασίς, στα οποία προβάλλεται ο τρόπος ζωής τους, οι αξίες και οι αρχές τους, όλως παραδόξως ακούγονται υποτιμητικά επιφωνήματα για αυτούς όπως: «-Ε, ρε χασίκλα, μ έφαγες τα νιάτα μου! Ώπα!» 287 «-Ε, ρε χασίκλα!/ - Ε, ρε χασίκλα! Ώπα!» 288 «-Ε ρε χασίκλα, ου να μου χαθείς! Ώπα, ώπα!» 289 κ.λπ. Προφανώς οι ερμηνευτές των τραγουδιών αυτών μεταφέρουν στις «πλάκες» παλιές γνωστές μελωδίες, χωρίς κατά πάσα πιθανότητα οι ίδιοι να έχουν σχέση 281 Βολόσινοφ Βαλεντίν, Μαρξισμός και φιλοσοφία της γλώσσας, εκδ. Παπαζήση, 1998, σ «Πολίτικο ζεϊμπέκικο», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Οι χασικλήδες», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Γιάφ - γιούφ», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Οι μπαγλαμάδες», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Οι μπαγλαμάδες», ανωνύμου, «Τι να κάνω η κακομοίρα», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Μπαγλαμάδες», ανωνύμου, «Ντερβίσης», ανωνύμου, αύξ. αριθ

236 με το χασίς, τους ανθρώπους που το χρησιμοποιούσαν και κατά συνέπεια, αγνοώντας το κλίμα που επικρατούσε στο «χώρο» της χρήσης. Η φύση των καλλιτεχνικών επαγγελμάτων και των επαγγελμάτων του θεάματος, στη συγκεκριμένη περίπτωση των μουσικών, τους καθιστούσε περισσότερο εκτεθειμένους στα βλέμματα του κοινού και είχαν περιορισμένη ελευθερία στο να επιδείξουν πτυχές της προσωπικής τους ζωής, όπως και πρακτικές που ήταν στιγματισμένες κοινωνικά. Το κοινό των διανοουμένων, όπως επίσης εκείνο των μέσων και υψηλών κοινωνικών στρωμάτων, πιθανώς πολλές φορές να γοητευόταν και να επιζητούσε τραγούδια που εκθείαζαν συμπεριφορές που ξεπερνούσαν τα κοινωνικά εσκαμμένα, στα πλαίσια του ρομαντισμού ή του εξωτισμού, χωρίς να ταυτίζει τον καλλιτέχνη με το περιεχόμενο του τραγουδιού. Αναγνωρισμένοι καλλιτέχνες της «ευρωπαϊκής» μουσικής όπως οι: Γιώργος Βιτάλης, Σοφία Βέμπο, Πέτρος Κυριακός, Κώστας Μπέζος, Μιχαήλ Θωμάκος, Γιώργος Καμβύσης, Γιάννης Κυπαρίσσης, Δημοσθένης Ζάττας, Θεόδωρος Παπαδόπουλος κ.α. 290 έγραψαν ή ερμήνευσαν τραγούδια, τα οποία είχαν ως θέμα τους την χρήση ουσιών. Την ίδια εποχή λογοτέχνες, ποιητές, εικαστικοί κ.α. Έλληνες ή ξένοι, όπου είτε οι ίδιοι είτε τα έργα τους 291 είχαν σχέση με την χρήση ουσιών, δεν προκαλούσαν αντιδράσεις στους παραπάνω κύκλους της κοινωνίας. Κάποιες φορές, αυτό το κοινό ενδεχομένως είχε μια στάση επιείκειας απέναντι στις παρεκκλίσεις του καλλιτέχνη. Όμως συχνά, μέσα σε ένα κλίμα ηθικολογίας και καθωσπρεπισμού δεν εύρισκε πολύ ελκυστική την «αδυναμία» ή το πάθος του προς τις ουσίες. Κατακριτέα ή ύποπτη ήταν η συναναστροφή του με μουσικούς χρήστες χασίς, ιδιαίτερα όταν αυτοί προέρχονταν από τα λαϊκά στρώματα. Δεν είναι συνεπώς αναιτιολόγητη η καλυμμένη πίσω από ψευδώνυμο παρουσία στην δισκογραφία του ρεμπέτικου, δημιουργών της «ελαφράς» ή «ευρωπαϊκής» μουσικής. Ούτε επίσης, η άμβλυνση μέσω της ερμηνείας, όπως παρουσιάστηκε προηγουμένως, με τη διάσταση θέματος και έκφρασης του λόγου, 290 Κουνάδης Παναγιώτης, Επιθεώρηση και ρεμπέτικο: Μια μοιραία συνάντηση στο Εις ανάμνησιν στιγμών ελκυστικών, τομ. Β, εκδ. Κατάρτι, 2003, σ.σ Λαπαθιώτης, Νίκβας, Ανδ. Κρυστάλης, Φαλτάϊτς κ.α. βλέπε Γκόρπας Θωμάς, Περιπετειώδες κοινωνικό και μαύρο νεοελληνικό αφήγημα, τόμοι Α & Β, εκδ. Σίσυφος,

237 των αρνητικών εντυπώσεων που προκαλούσαν τραγούδια με αναφορές σε ουσίες. Βεβαίως, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ορισμένες «ακραίες» συμπεριφορές αρχίζουν ήδη από το Μεσοπόλεμο να περιλαμβάνονται στο στερεότυπο του καλλιτέχνη. Όλα αυτά αφορούν στους «αναγνωρισμένους», κατά την κρατούσα άποψη, καλλιτέχνες. Για τους αυτοδίδακτους δημιουργούς του ρεμπέτικου οπωσδήποτε, δεν ισχύει κάτι ανάλογο, τουλάχιστον κατά την περίοδο που εξετάζουμε. Η απαξία των περισσοτέρων, όπως και του έργου τους, ήταν δεδομένη. Αυτό ήταν και το πλεονέκτημα που είχαν έναντι των «ευρωπαϊστών» δημιουργών, εφόσον - για όσο χρονικό διάστημα (ουσιαστικά για πέντε περίπου χρόνια) τους δόθηκε η δυνατότητα να φωνογραφήσουν τα τραγούδια τους - δεν υποβλήθηκαν σε τέτοιου είδους αυτοπεριορισμούς. Οι πιο ενδιαφέρουσες πορείες από αυτήν την άποψη είναι αναμφισβήτητα αυτές των μελών της «πειραιώτικης παρέας». Να σημειωθεί ότι σ αυτήν περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός ερασιτεχνών μουσικών (μπουζούκι, μπαγλαμά), οι οποίοι δεν μπήκαν ποτέ στις αίθουσες φωνοληψίας. 292 Το ύφος, καθώς και το περιεχόμενο του έργου τους, σημαδεύτηκαν βαθιά από την εμπειρία της δυστυχίας, της ανέχειας και των διακρίσεων. Το χασίς αποτελούσε μία σημαντική πτυχή της ζωής και για το λόγο αυτό συχνά αναδύεται και στην τέχνη τους χωρίς ενδοιασμούς, αποκρύψεις ή ωραιοποιήσεις. Το ρεμπέτικο τραγούδι συνολικά, αλλά και το τμήμα του εκείνο που είχε αναφορές στις ουσίες και ιδιαίτερα στο χασίς, χωρίς το γραμμόφωνο είναι βέβαιο ότι θα ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό που είναι γνωστό σήμερα. Το γραμμόφωνο, προσφέροντας νέους ήχους σε ευρύτερο κοινό, ανέδειξε αυτό το είδος τραγουδιού σε κεντρική θέση έναντι των άλλων. Οι πολλές ηχογραφήσεις ρεμπέτικων τραγουδιών, οι πολλαπλάσιες συγκριτικά 292 1) Ο Σκριβάνος, ο Σκούρτης ο τυπογράφος, ο Χαρίλαος Κερομύτης και ο Ασημαρήτης ή Ζημαρήτης αναφέρονται από τον Γιάννη Παπαϊωάννου ως παλιοί μπουζουξήδες. Παπαϊωάννου Γιάννης - Ντόμπρα και σταράτα (Αυτοβιογραφία), (επιμ. Κ. Χατζηδουλή), εκδ. Κάκτος, γ έκδοση, 1996, σ.37. 2) Παλιότερους μπουζουξήδες από Σύρο, Αθήνα και Πειραιά, ο Μάρκος Βαμβακάρης αναφέρει τους Νίκο Αϊβαλιώτη, Μανωλάκη τον Τρεισήμιση, Στραβογιώργη τον Αόματο, Μαούτσο, Ανδρικάκη, Βαφέα, Καραγιάννη, Παγκαλάκη, Μιμίκο τον Μπογιατζή, Γιάννη τον Γυαλιά, το Αλεκάκι, Αποστόλη Ζουμαρίτη, Μανέτα, Γιώργο Σκούρτη κ.α. Μάρκος Βαμβακάρης-Αυτοβιογραφία, (επιμ. Α. Καΐλ), εκδ. Παπαζήση, 1978, σ.σ

238 πωλήσεις, οι συχνές επανεκτελέσεις (γεγονός ασύνηθες για την εποχή) και οι σφοδρές αντιδράσεις αποδοκιμασίας του από τους «καλλιεργημένους ευρωπαϊστές» μουσικούς και κριτικούς, συνηγορούν σε αυτό. Η, έστω και μετ εμποδίων, αποδοχή του αποδεικνύει ότι το γραμμόφωνο έφερε κάτι καινούργιο, το οποίο έδινε έμφαση και άλλο νόημα στις διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις. Η μεγάλη «άνθιση» του ρεμπέτικου κατά τον Μεσοπόλεμο οφειλόταν ως ένα βαθμό στο ότι παρουσίαζε μια άλλη άποψη από την κρατούσα και προβαλλόμενη σχετικά με τη μουσική. Σε αυτό συνέβαλε το γεγονός ότι σχεδόν ταυτόχρονα με την «πειραιώτικη παρέα», η οποία εκπροσωπεί το ρεμπέτικο στην «ακατέργαστη» μορφή του, σημαντικότατοι λαϊκοί δημιουργοί, με μουσική παιδεία, γράφουν και ηχογραφούν τραγούδια ανάλογου περιεχομένου με τους «πειραιώτες». Είναι αυτοί που έρχονται να γεφυρώσουν την «έντεχνη» με την «άτεχνη» μουσική του λιμανιού, του τεκέ, της αγοράς κ.ο.κ. Εξέλιξη αυτής της «συνάντησης» ήταν οι δομικές αλλαγές που συντελέσθηκαν στο ρεμπέτικο τραγούδι (μουσικά όργανα, «δρόμοι», στίχος κ.λπ.) αμέσως μετά τον Πόλεμο. Εδώ πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι «καλλιεργημένοι» μουσικοί, πρόσφυγες στην πλειονότητά τους, δεν έγραψαν μόνο «χασικλίδικα» τραγούδια, τα οποία ούτως ή άλλως καταλαμβάνουν πολύ μικρό μέρος του συνολικού τους έργου. Υιοθετούν σε μεγάλο βαθμό το «πειραιώτικο» ύφος και ταυτοχρόνως εμπλουτίζουν το ρεμπέτικο με νέα στοιχεία τόσο στη μουσική, όσο και στη θεματολογία. Ενδεικτικό παράδειγμα το ζήτημα της φτώχιας, «είναι έξοχα χαρακτηριστικό ότι στο ρεμπέτικο της κλασικής περιόδου, οι αναφορές στη φτώχια και στην υλική εξαθλίωση κρατάνε μια ξεχωριστή θέση, αντίθετα με την προηγούμενη περίοδο όπου απουσιάζουν εντελώς». 293 Από αυτό συνάγεται ότι με την παρέμβαση των «καλλιεργημένων» μουσικών, το κοινό του ρεμπέτικου διευρύνεται και ο λόγος είναι οι νέες κοινωνικές συνθήκες, που ωθούν όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού στη φτώχια, στην ανέχεια και στη δυστυχία, συμπιέζοντάς τα στα όρια, με τους «παράνομους», μοναδικούς ακροατές, μέχρι πριν λίγο καιρό, του ρεμπέτικου τραγουδιού. Το «πειραιώτικο», μετά τις πρώτες φωνοληψίες, «επεξεργάστηκε» περισσότερο το στίχο του (δεν απαντώνται πλέον «αδέσποτες» ρίμες) και μείωσε τα «μουσικά» λάθη, πριν και κατά την εγγραφή του δίσκου, χωρίς όμως να αλλάξει το ύφος του. Σε αυτό συνέβαλαν 293 Δαμιανάκος Στάθης, Κοινωνιολογία του ρεμπέτικου, εκδ. Ερμείας, 1976, σ

239 αποφασιστικά οι «καλλιεργημένοι» λαϊκοί μουσικοί, πρωτίστως οι καλλιτεχνικοί διευθυντές των φωνογραφικών εταιρειών, οι οποίοι επιμελούνταν - «χτένιζαν» τα τραγούδια των στερουμένων μουσικής παιδείας δημιουργών και σε πάμπολλες περιπτώσεις οι ίδιοι και άλλοι μουσικοί, μόνιμοι συνεργάτες των εταιρειών, «εκτελούσαν» τα τραγούδια στις ηχογραφήσεις, αφήνοντας στους δημιουργούς τους την ερμηνεία τους. Είναι βέβαιο ότι αυτή η συνεργασία επηρέασε και τις δύο πλευρές, των «αυτοδίδακτων» και «καλλιεργημένων» και βέβαια την εξέλιξη του ρεμπέτικου τραγουδιού. Η σχέση αυτών που είχαν μουσική παιδεία και των αυτοδίδακτων μουσικών δεν ήταν πάντα αρμονική. Οι πρώτοι, ειδικά ως στελέχη φωνογραφικών εταιρειών αποφάσιζαν για τις φωνοληψίες, έκαναν την επιμέλεια των τραγουδιών και είχαν ως αντάλλαγμα, κάποιες φορές, την ιδιοποίηση κάποιων τραγουδιών με την μορφή «δώρου», εκ μέρους των μη «καλλιεργημένων» δημιουργών. Τα ζητήματα πατρότητας των τραγουδιών που απασχόλησαν, από τις απαρχές της δισκογραφίας, τους δημιουργούς και απασχολούν ακόμη και σήμερα τους οικείους τους, σε ορισμένες περιπτώσεις με προσφυγές στην δικαιοσύνη, επιβεβαιώνουν ότι οι φωνοληψίες κάποιες φορές ήταν αποτέλεσμα συναλλαγής. Δεν ήταν σπάνιο όμως οι ίδιοι οι δημιουργοί, για προσωπικούς λόγους, να χαρίζουν τραγούδια σε συναδέλφους, συγγενικά και φιλικά πρόσωπα, με την αναγραφή των ονομάτων τους στις ετικέτες των δίσκων και στους καταλόγους της Α.Ε.Π.Ι. 294 Και στις δύο περιπτώσεις μεταβολής της πατρότητας των τραγουδιών, οπωσδήποτε δημιουργούνται επί πλέον δυσκολίες στην βαθύτερη μελέτη του ρεμπέτικου ως προς τη θεματολογία, στιχουργικά, μουσικολογικά κ.λπ. Οι «καλλιεργημένοι» λαϊκοί δημιουργοί, μολονότι ο τρόπος ζωής τους δεν συμβάδιζε με αυτό που περιέγραφαν στα τραγούδια τους, «άλλο να το γράφεις (σημ. το χασίς) και άλλο να το τραβάς», 295 χάρις στο μεγάλο τους ταλέντο, τις μουσικές γνώσεις και τις κοινωνικές ευαισθησίες τους, είχαν την ικανότητα να γράφουν τραγούδια στο κλίμα της χασισοποσίας. Παρά τις όποιες αλλαγές εισήγαγαν στο τραγούδι, δεν διαφοροποιήθηκαν παντελώς ως 294 Ανώνυμη Εταιρία Πνευματικής Ιδιοκτησίας. 295 Σχορέλης Τάσος, Οικονομίδης Μίμης, Ένας ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας Σαμιωτάκι. Η ζωή του. Η εποχή του. Τα τραγούδια του, 1974, σ

240 προς το ύφος, το περιεχόμενο, το λεξιλόγιο 296 και τη δομή του τραγουδιού, από τους πρώτους εμπνευστές του. Μάλλον πρόκειται για μια παράλληλη πορεία συνεργασίας, συγκρούσεων, αλληλεπιδράσεων και δημιουργίας. Ένας από τους λόγους υιοθέτησης του «χασικλίδικου» τραγουδιού από τους «καλλιεργημένους» λαϊκούς δημιουργούς θα πρέπει να αναζητηθεί στη μεγάλη δημοτικότητα και αποδοχή που τύγχανε, όπως φαίνεται από τις πολυάριθμες πωλήσεις των δίσκων. Οι φωνογραφικές εταιρείες οπωσδήποτε δεν ήταν αμέτοχες στη διαμόρφωση θετικού ρεύματος για τραγούδια τέτοιας θεματολογίας. «Και τότες τον ρωτήξανε (σημ. τον Μ. Βαμβακάρη, οι υπεύθυνοι της εταιρείας) τι πραγματάκια (σημ. τραγούδια) έχεις; Και τους είπε πολλά όμορφα. Αυτοί όμως διάλεξαν το χασικλίδικο». 297 Είναι σαφές ότι το κίνητρο του κέρδους εκ μέρους των δισκογραφικών εταιρειών έπαιξε ρόλο στην ιστορία των φωνοληψιών και αργότερα των επανατυπώσεων. «Η γενικότερη τάση κεφαλαιοποίησης του λόγου, των αντικειμένων, της εργασίας, των γνώσεων, δεν θα άφηνε εκτός του πεδίου της και την λαϊκή κληρονομιά». 298 Κατά τα φαινόμενα, για την περίοδο που αναφερόμαστε, το «χασικλίδικο» τραγούδι λειτουργούσε ως μόδα 299 και τούτο συνέτεινε στον συναγωνισμό μεταξύ των μουσικών και των φωνογραφικών εταιρειών για αυξημένη παραγωγή του, χωρίς να αποκλείεται ακόμη και η κατά παραγγελία δημιουργία. Επί πλέον θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα έσοδα των μουσικών, τραγουδιστών κ.λπ. κατά κύριο λόγο προέρχονταν από την παρουσία τους στο πάλκο. «Τώρα βέβαια γράφαμε και εμείς για χασίσια και τέτοια αλλά ας πούμε πως ήντουσαν και δέκα ντερβισόπαιδα πελάτες που το κάνανε κέφι και τους αρέσανε τα τέτοια τραγουδάκια. Τ ακούγανε, μερακλωνόντουσαν και μας αφήνανε τα λεφτά τους. Το οποίον γιατί να τους χαλάσουμε το 296 Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 3. Λέξεις με «ουσία» 297 Σχορέλης Τάσος, Οικονομίδης Μίμης, Ένας ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας Σαμιωτάκι. Η ζωή του. Η εποχή του. Τα τραγούδια του, 1974, σ Αγραφιώτης Δημοσθένης, Πολιτιστικές αβεβαιότητες, εκδ. Ελληνικά γράμματα, 1999, σ «τότες ήταν μόδα αυτά» μαρτυρία: Ρ. Εσκενάζυ (Εσκενάζυ, 1982, σ.73). 2. «η εποχή εκείνη αυτά τα τραγούδια τράβαγε» μαρτυρία: Κ. Τζόβενου (Κουνάδης, 2000, σ.154). 238

241 κέφι;». 300 Η απήχηση που είχαν τα τραγούδια «περί χασίς» και οι απαιτήσεις του κοινού επέφεραν, για τα μέτρα της εποχής, σοβαρά οικονομικά οφέλη σε μουσικούς - τραγουδιστές και αυτό ήταν επίσης κίνητρο εμπλουτισμού του τρέχοντος ρεπερτορίου στο πάλκο κάθε φορά και με νέα τραγούδια. Ένας σημαντικός λόγος που το ρεμπέτικο τραγούδι, περιλαμβανομένου του «χασικλίδικου», αφότου «πέρασε» στη δισκογραφία και τραγουδιόταν στο πάλκο, συγκέντρωνε τις προτιμήσεις μεγάλου μέρους του κοινού, σε κάποιες περιπτώσεις και εκτός των λαϊκών στρωμάτων, όπως έχει σημειωθεί, ήταν ότι εξέφραζε μια αντίδραση έναντι της προβαλλόμενης ή «επιβαλλόμενης» ευρωπαϊκής μουσικής. Όμως, η αντίδραση αυτή δεν αφορούσε μόνο στην αισθητική, η οποία πολλές φορές μιμείτο δυτικοευρωπαϊκά μουσικά και στιχουργικά πρότυπα. Το πλέον ισχυρό στοιχείο ήταν οι ανατρεπτικοί και αμφισβητούντες συμβολισμοί που αντιπαρέβαλε το ρεμπέτικο τραγούδι δια μέσου της χρήσης χασίς, στις καθεστηκυίες κοινωνικές αξίες, αρχές, σχέσεις, ρόλους, γενικότερα στον τρόπο ζωής. «Τραγούδησα και χασικλίδικα και πάνω στο πάλκο και στις πλάκες. Εγώ τα λεγα όχι για να διαφημίσουμε το πράμα αλλά όπως και να το κάνεις ήντουσαν λεβέντικα». 301 Το ρεμπέτικο τραγούδι, πριν την έναρξη της παραγωγής δίσκων γραμμοφώνου στην Ελλάδα, αλλά πολύ περισσότερο με την είσοδό του σ αυτήν, θεωρήθηκε ως εισβολή του άτεχνου, ανατολίτικου, χυδαίου, ποταπού, έκφυλου, περιθωριακού κ.τ.τ. τραγουδιού. «Οργισμένοι» μουσικοί, διανοούμενοι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και πολίτες έσπευσαν να το καταδικάσουν, κυρίως με άρθρα τους στον Τύπο της εποχής. Γεγονός που δεν ήταν πρωτοφανές, εφόσον ανάλογα φαινόμενα αντιπαράθεσης με την εγχώρια «ανατολική» μουσική καταγράφονται από το 1870 (Χατζηπανταζής, 1986, σ.σ.31-41, ). Οι επικριτές του το αντιμετώπισαν ως ενιαίο είδος τραγουδιού και δεν έκαναν κάποιου τύπου διάκριση σε «χασικλίδικο» και μη, σε «ευπρεπές» και «αναξιοπρεπές» ρεμπέτικο (Ανδριάκαινα, 1996, σ.σ.233,234). Οι αναφορές στο χασίς χρησιμοποιήθηκαν στην επιχειρηματολογία απαξίωσής του, καθώς σε πάρα πολλές περιπτώσεις η θεματολογία του 300 Σχορέλης Τάσος, Οικονομίδης Μίμης, Ένας ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας - Σαμιωτάκι. Η ζωή του. Η εποχή του. Τα τραγούδια του, 1974, σ Οπ. π., σ

242 ρεμπέτικου θεωρήθηκε ταυτόσημη με την χρήση χασίς, Αυτό αποτέλεσε και την βασική επιχειρηματολογία απόρριψης του. Ο συλλήβδην χαρακτηρισμός του ρεμπέτικου ως «χασικλίδικου», ιδίως την εποχή της δισκογραφίας, οπωσδήποτε δεν είναι ανεξάρτητος της ρήξης που επέφερε στα κρατούντα μουσικά πράγματα σε συνδυασμό με τον συμμετοχικό και ενωτικό χαρακτήρα του, τον αυθορμητισμό και τον αυτοσχεδιασμό, ώστε να αντιμετωπισθεί ως γενικότερη «κοινωνική απειλή». Η λογοκρισία λίγα χρόνια αργότερα απέρριπτε όλα τα τραγούδια που είχαν αναφορές στο χασίς, καθώς επίσης και εκείνα που θεωρούσε ότι προσέβαλαν τα χρηστά ήθη και δεν συμβάδιζαν με τα «πεπρωμένα της φυλής». Έτσι, ουσιαστικά με «ηθικά» κριτήρια, ταξινομούσε τα τραγούδια σε δύο κατηγορίες στα «επιτρεπόμενα» και στα «απαγορευόμενα». Διαχωρισμό με ανάλογα κριτήρια έκαναν αρκετοί μελετητές του ρεμπέτικου κατά την μεταπολεμική περίοδο από το 1947 και μετά. Ανεξάρτητα εάν επέκριναν ή επιδοκίμαζαν το ρεμπέτικο, διαχώριζαν την θέση τους από το «χασικλίδικο», το οποίο θεωρούσαν προϊόν παρακμής και ξεπεσμού, που δηλητηριάζει τον λαό και ιδιαίτερα την νεολαία. «Κοντά σ αυτά τα τραγούδια, συναντάει κανείς και μερικά που τραγουδούν το χασίσι. Ασφαλώς είμαστε και μείς σύμφωνοι πως μια τέτοια μουσική και ποίηση δεν μπορεί να μας ενδιαφέρει. Κι ακόμα συμφωνούμε για την κακή της επίδραση που την καταδικάζουμε». 302 Οι θετικά διακείμενοι στο ρεμπέτικο, σε μια προσπάθεια απενοχοποίησης ή «αναβάθμισής» του, όταν έκαναν λόγο γι αυτό είχαν υπόψη τους τις δημιουργίες των Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Μητσάκη, Χατζηχρήστου κ.λπ. (Ανωγειανάκης, 1947, Σπανούδη, 1952, Χριστιανόπουλος, 1961). Από τους παραπάνω δημιουργούς, οι οποίοι ήταν από τους πλέον δημοφιλείς κατά την περίοδο αμέσως μετά τον πόλεμο, με πολλές εκατοντάδες φωνογραφημένων τραγουδιών και πολλές δισκογραφικές «επιτυχίες», μόνο ο δύο είχαν στο ενεργητικό τους «χασικλίδικα» τραγούδια (έξι τον αριθμό). Όσο για το ίδιο το ρεμπέτικο, μέσω των δίσκων είχε ανοίξει προ πολλού (από το 1931), με το συνεχώς διευρυνόμενο κοινό του, μια πλατιά «συζήτηση», αξιοποιώντας όλα τα θέματα. Υπαρκτά πρόσωπα και καταστάσεις προσφέρονταν για «συζήτηση», όπως συνέβαινε άλλωστε και στην προ δισκογραφίας εποχή, όπου ο καθένας από τους 302 Ανωγειανάκης Φοίβος, Το ρεμπέτικο τραγούδι, εφ. Ριζοσπάστης, 28 Ιανουαρίου 1947 (Χόλστ, 1977, σ.140). 240

243 συμμετέχοντες στη συντροφιά και στο τραγούδι «κατέθετε» τους δικούς του στίχους. Στην εποχή του γραμμοφώνου, η «συζήτηση» που άνοιξε η Φραγκοσυριανή είχε ως συνέχεια τραγούδια όπως: Φαληριώτισσα, Καλλιθιώτισσα, Κουτσουκαριώτισσα, Βολιώτισσα, Αθηναίισσα κ.ο.κ., ενώ για τον τεκέ του Σάλωνα στον «διάλογο» απάντησαν ο τεκές του Περδικάκη, του Καρίπη, του Ζαμπίκου, της Μαριγώς κ.λπ. (Οι τίτλοι των τραγουδιών είναι ενδεικτικοί και όχι κατά χρονολογική σειρά κυκλοφορίας των δίσκων). Το ρεμπέτικο τραγούδι, που αναφέρει ουσίες και ιδιαίτερα το χασίς, βάσει των προηγουμένων, χωρίς την δισκογραφία θα ήταν διαφορετικό και θα είχε άλλη εξέλιξη. Αν το γραμμόφωνο και ο δίσκος θεωρηθούν προέκταση του ανθρώπου δια των αισθήσεών του, ταυτόχρονα είναι δυνατόν να θεωρηθούν και ως ακρωτηριασμός του. Αυτό όμως μάλλον δεν αναιρεί την αξία του τραγουδιού με όλα τα κέρδη και τις απώλειες που είχε από την εμπλοκή του στη διαδικασία της φωνοληψίας. 241

244 242

245 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΟΙ ΟΥΣΙΕΣ ΣΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ 243

246 1. Μεθοδολογία της έρευνας Η αξιοποίηση των πληροφοριών που δίνουν τα ρεμπέτικα τραγούδια σε μια μελέτη, όπως αυτή της χρήσης ουσιών, θέτει σοβαρά επιστημολογικά και μεθοδολογικά ζητήματα. Παρότι το θέμα της μελέτης και του τραγουδιού είναι κοινό, ωστόσο από μεθοδολογική άποψη και κατ αντιστοιχία με την κοινωνιολογική προσέγγιση της λογοτεχνίας, «οφείλουμε να αποφύγουμε την εύκολη οδό της αναγωγής των λογοτεχνικών θεμάτων σε επιστημονικά αντικείμενα μελέτης και την εξομοίωση του λογοτεχνικού κειμένου με μια αφήγηση θεραπευτικού, κανονιστικού ή κοινωνιολογικού τύπου». 303 Η χρήση ουσιών λοιπόν, όπως παρουσιάζεται στο ρεμπέτικο, δεν μπορεί αυτόματα να θεωρηθεί ως έγκυρη πληροφορία, εφόσον το τραγούδι, όπως κάθε δημιούργημα της τέχνης, χαρακτηρίζεται από το φαντασιακό στοιχείο και τον υποκειμενισμό του εμπνευστή του. Με άλλα λόγια ακολουθούνται διαφορετικές διαδικασίες «κατασκευής του αντικειμένου» από εκείνες του επιστημονικού λόγου. Εδώ κρίνεται αναγκαίο να παρατεθούν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ρεμπέτικου τραγουδιού, τα οποία μπορούν να ληφθούν ως σοβαρές ενδείξεις της σχέσης του με το πραγματικό. 1. Κατ αρχάς το ρεμπέτικο τραγούδι αμφισβητεί τον κρατούντα επιστημονικό λόγο της εποχής (ιατρικό και εγκληματολογικό) και έρχεται σε ρήξη μαζί του. Το ίδιο συμβαίνει και από την άλλη πλευρά η οποία απορρίπτει ασυζητητί τις απόψεις που εκφράζει το ρεμπέτικο για την χρήση χασίς. Είναι φανερό ότι οι φορείς της επιστήμης και του ρεμπέτικου έχουν διαφορετική αντίληψη για τις ουσίες και το κοινωνικό υποκείμενο της χρήσης τους. 2. Η γλώσσα των στίχων των τραγουδιών, ως μορφή και περιεχόμενο, ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την προφορική και γραπτή μη λογοτεχνική γλώσσα. Οι λέξεις που 303 Νικολόπουλος Γιώργος, Για ένα διάλογο της εγκληματολογίας με τη λογοτεχνία: εικόνες φυλακής στον Ξένο του Α. Camus, στο Εικόνες φυλακής, (επιμ. Κουκουτσάκη Α.) εκδ. Πατάκης, 2006, σ

247 χρησιμοποιούνται στη συγκεκριμένη στιχουργική δεν είναι μόνον ίδιες νοηματικά, αλλά έχουν και τις ίδιες λανθάνουσες σημασίες, όταν υπάρχουν τέτοιες Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για τα «χασικλίδικα» ρεμπέτικα προέρχονται κυρίως από τη δισκογραφία. Μέχρι το 1937, που παρατηρείται η μεγαλύτερη παραγωγή τέτοιου είδους τραγουδιών, δεν υφίσταται λογοκρισία, οπότε τα τραγούδια εκφράζουν - χωρίς περιορισμούς και αλλοιώσεις, τουλάχιστον - την «πραγματικότητα» των δημιουργών τους. Να σημειωθεί επίσης ότι στη φωνογράφηση των τραγουδιών δεν υπήρχαν αποκλεισμοί, όπως συνέβη αργότερα με την ανάπτυξη της βιομηχανίας του ακροάματος. 4. Οι εμπνευστές των τραγουδιών της ανώνυμης δημιουργίας, όπως και του «πειραιώτικου» ύφους τραγουδιών, είχαν προσωπική εμπειρία του χασίς, 305 η οποία μάλιστα προϋπήρχε του έργου τους. Έτσι, κατά κανόνα, στα τραγούδια τους, επειδή είναι λιτά, περιγραφικά, βιωματικά, αποδίδονται ευθέως τα νοήματά τους. 5. Οι λέξεις δεν είναι μονοσήμαντες, όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση των τραγουδιών, περιορίζεται αρκετά η πολυσημία, που ενδεχομένως θα συναντιόταν στο λογοτεχνικό κείμενο, εμπλουτίζονται όμως οι λέξεις με εκφραστικά μέσα, όπως η μουσική, τα επιφωνήματα και οι χαιρετισμοί των συμμετεχόντων στο τραγούδι, οι παύσεις, ο τονισμός των μακρών και βραχέων φωνηέντων. Στοιχεία που δίνουν ένα ιδιαίτερο νόημα σε αυτό που θέλει να δώσει ο δημιουργός ή ο ερμηνευτής. Εξετάζοντας τα «χασικλίδικα» ρεμπέτικα θα λέγαμε ότι παρότι ο στίχος τους δομικά βρίσκεται πιο κοντά στην ποίηση μπορούν να χαρακτηρισθούν περισσότερο ως ομιλία παρά ως λόγος. 306 Γεγονός που δείχνει ότι οι ανάγκες και οι επιδιώξεις των φορέων του στρέφονται κυρίως στην επικοινωνία (Καραποστόλης, 1985, σ.148). 304 Βλέπε συνεντεύξεις, βιογραφίες, μαρτυρίες δημιουργών του ρεμπέτικου (Βαμβακάρης, 1978), (Γενίτσαρης, 1992), (Μουφλουζέλης, 1979), (Παπαϊωάννου, 1996), (Σχορέλης, Οικονομίδης, 1973 & 74), (Σχορέλης, ), (Χατζηδουλής, χ.χ.). 305 Οπ. π. 306 «Ο λογοτεχνικός πεζός λόγος διαφέρει σε κάτι απόλυτα ουσιώδες από την ποίηση: στο ότι ο πρώτος συγκροτείται με το συνεχή λόγο, ενώ η δεύτερη με τις λέξεις, ή αλλιώς στο ότι ο πρώτος αποτελεί, κατά βάση, φαινόμενο ομιλίας ενώ η δεύτερη φαινόμενο γλώσσας» (Καραποστόλης, 1985, σ.143). 245

248 6. Οι καταβολές του «χασικλίδικου» ρεμπέτικου δεν βρίσκονται μόνο μέσα στο ίδιο το τραγούδι, αλλά εξίσου στον δημιουργό, στον ακροατή και στον κοινωνικό τους περίγυρο. Αυτό ισχύει από τις απαρχές της εμφάνισής του και τουλάχιστον έως τα πρώτα χρόνια μετά το «πέρασμά» του στην δισκογραφία. Εξάλλου, κατά την ίδια περίοδο, συχνά η δημιουργία ενός τραγουδιού ήταν συλλογική υπόθεση, όπως και η απόδοσή του και αυτό συνέβαινε στους χώρους συνάντησης των χασισοποτών. Τα παραπάνω σημεία, που αφορούν στο «χασικλίδικο» ρεμπέτικο, πιθανώς μειώνουν την απόσταση που χωρίζει το φανταστικό με το πραγματικό. Το ζήτημα όμως εξακολουθεί να υπάρχει, δηλαδή πώς ο στίχος και η επιστημονική αφήγηση αντιλαμβάνονται και ορίζουν την εκτός κειμένου πραγματικότητα, τα οποία, όπως σημειώνει ο Νικολόπουλος αποτελούν θεμελιώδη ερωτήματα της κοινωνιολογικής θεωρίας και της κοινωνιολογίας της λογοτεχνίας (Νικολόπουλος, 2006, σ.161). Ο δημιουργός του «χασικλίδικου» ρεμπέτικου καταθέτει στο έργο του τις σημαντικότερες καταγραφές της δικής του εμπειρίας, όμως, όπως σημειώθηκε προηγουμένως, σε αυτή εμπεριέχονται σε μεγάλο βαθμό κοινωνικά, κοινοτικά και γενικότερα συλλογικά στοιχεία, που τον καθιστούν κατά κάποιο τρόπο «εκπρόσωπο» της ομάδας των χασισοποτών. «Η ατομικότητα του έργου πρέπει να νοηθεί ως ατομικότητα κοινωνική έτσι αντί για το προσωπικό εγώ είναι ο κοινωνικός εαυτός του συγγραφέα που γράφει, εαυτός δεσμευμένος στους άλλους, αναφερόμενος με τα λογοτεχνικά μέσα σ αυτούς και στα κοινωνικά σύνολα με τα οποία συναρτώνται, σαν να καταβάλει με την τέχνη του μια εισφορά συλλογικότητας για την ατομική ελευθερία που του παραχωρήθηκε». 307 Εξάλλου, η επιδίωξη επικοινωνίας και μετάδοσης της προσωπικής εμπειρίας σε μια ευρύτερη ομάδα ανθρώπων από μόνη της έχει κοινωνικό χαρακτήρα. Θεωρώντας ότι το ρεμπέτικο τραγούδι, αναφορικά με την χρήση χασίς, είναι σημαντική πηγή πληροφόρησης, ακολουθείται ως βασική μέθοδος μελέτης η ποιοτική και ποσοτική ανάλυση των τραγουδιών, η δημιουργία κατηγοριών και η σύνθεση τους. Τα παραπάνω σε συσχέτιση με αντικειμενικά δεδομένα, είναι δυνατόν να επαναφέρει το φαντασιακό, που εμπεριέχεται στο τραγούδι, σε κοινωνικά πραγματικό και έτσι να καταστεί επιστημονικά αξιόπιστη πηγή. Ο Καραποστόλης για το ζήτημα της «μετάφρασης» της τέχνης 307 Οπ. π., σ.σ.149,

249 (λογοτεχνία) στη γλώσσα της επιστήμης αναφέρει την αποδιάρθρωση της δημιουργίας και ανασυγκρότησής της, δηλαδή «κοινωνική πραγμάτωση του φαντασιακού της τέχνης και στην συνέχεια μια αναπραγμάτωση της» (Καραποστόλης, 1985, σ.σ ). Στην διαδικασία αυτή θεωρείται ότι η γλωσσο-σημειολογική προσέγγιση έχει την δική της θέση και μπορεί να συμβάλει κατά την διερεύνηση των τραγουδιών στην απόδοση ορισμών όπως: χρήση, κατάχρηση, εξάρτηση, στέρηση κ.α. Επίσης, τα τραγούδια με αναφορές στα οπιούχα και στην κοκαΐνη μπορούν να αποτελέσουν «δείκτη ελέγχου» αξιοπιστίας, εφόσον για το θέμα αυτό, εκτός από τη μελέτη αυτής της κατηγορίας του ρεμπέτικου, υπάρχουν και όλες οι άλλες πηγές, που μπορούν να επιβεβαιώσουν ή να αμφισβητήσουν την αντικειμενικότητά του. Με την ανάλυση περιεχομένου του στίχου των τραγουδιών επιδιώκεται κατ αρχάς η μετατροπή του σε ποσοτικό δεδομένο. Η ακολουθούμενη διαδικασία έγκειται στην διαμόρφωση συγκεκριμένων κατηγοριών και εν συνεχεία στην ένταξη σ αυτές των μονάδων του λόγου με στόχο τη μέτρησή τους. Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα είναι η αποκάλυψη και η συγκεντρωτική παρουσίαση χαρακτηριστικών του περιεχομένου. Όπως παρουσιάστηκε σε προηγούμενη παράγραφο, 308 ο όγκος των δεδομένων είναι μεγάλος, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό, που να επιβάλει την εφαρμογή κάποιας δειγματοληπτικής μεθόδου. Εκ των πραγμάτων βέβαια δεν χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα όλα τα ρεμπέτικα τραγούδια που αναφέρουν το χασίς, παρά μόνον αυτά που ανευρέθηκαν, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 90% του συνόλου. Ως μονάδα καταγραφής και βάση για την κατηγοριοποίηση σε κάποιες περιπτώσεις ελήφθη η «λέξη», 309 που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με αυτή καθεαυτή τη χρήση χασίς, χωρίς να περιλαμβάνονται άλλοι παράγοντες, όπως για παράδειγμα οι διωκτικές και δικαστικές αρχές, η φυλακή κ.λπ. Η ανίχνευση της κοινωνικής πραγματικότητας της χρήσης χασίς κατά την εξεταζόμενη περίοδο δεν μπορεί παρά να περνά μέσα από τις σχέσεις (την επικοινωνία) δια των συμβόλων, ένα εκ των οποίων, ίσως το πλέον σημαντικό, είναι ο λόγος και οι λέξεις. Βεβαίως, η «λέξη» δεν είναι δυνατόν να 308 Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Α, 2. Το ερευνητικό υλικό του «χασικλίδικου» ρεμπέτικου. 309 Η «λέξη» ως μονάδα καταγραφής ελήφθη στο μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 3. Λέξεις με «ουσία» και 4. Οι «πειραιώτες» μουσικοί και οι άλλοι. 247

250 υποκαταστήσει όλα τα άλλα μη λεκτικά σύμβολα, όμως «σε αυτήν στηρίζονται και από αυτήν συνοδεύονται, όπως το τραγούδι συνοδεύεται από την μουσική». 310 Η συχνότητα εμφάνισης μιας «λέξης» δείχνει τη σημασία και την αξία που έχει για τον δημιουργό, δείχνει την ένταση με την οποία προβάλλεται και ταυτόχρονα δίνει την δυνατότητα σύγκρισης των κατηγοριών σε κάθε τραγούδι ή ομάδες τραγουδιών. Η «λέξη» εξετάσθηκε σε σχέση με τα συμφραζόμενα, ώστε να καταστεί δυνατή η ερμηνεία της, δεδομένου του γλωσσικού ιδιώματος που συναντάται, τόσο στη χρήση χασίς, όσο και στα ρεμπέτικα τραγούδια. Αυτός είναι και ο λόγος που προτιμήθηκε η «χειρωνακτική», κατά λέξη κωδικοποίηση από εκείνη των εξειδικευμένων προγραμμάτων του υπολογιστή, προκειμένου να εντοπισθούν και να ταξινομηθούν τα διφορούμενα νοήματα, οι αποχρώσεις των εννοιών και οι «κώδικες» της καθομιλουμένης. Λόγου χάριν η «τζούρα» στα τραγούδια κάποιες φορές από τα συμφραζόμενα φέρεται ως ουσία-χασίς και άλλοτε ως μέσον χρήσης-τουμπεκί (η αρχική της σημασία αφορά στο τουμπεκί). Επίσης, η καταγραφή έγινε με βάση το ηχητικό υλικό (τους δίσκους) και όχι τον καταγεγραμμένο (όταν υπάρχει) σε ανθολογίες στίχο, διότι με τον τρόπο αυτό συμπεριελήφθησαν στην καταμέτρηση οι επαναλαμβανόμενοι στίχοι (ρεφρέν), καθότι ο στίχος δεν είναι αυτοτελής δημιουργία, αλλά αποτελεί μέρος του τραγουδιού. Εξάλλου, το τραγούδι με το στίχο του απευθυνόταν σε ακροατές και όχι σε αναγνώστες. Έτσι, προτιμήθηκε η ανάλυση του έργου, όπως αυτό παρουσιαζόταν στο κοινό. Σε άλλες περιπτώσεις, ως μονάδα καταγραφής ελήφθη το συνολικό κείμενο, δηλαδή ολόκληρο το τραγούδι, 311 που άμεσα ή έμμεσα δηλώνει χρήση χασίς, με στόχο να προσδιοριστούν χαρακτηριστικά του όπως οι σχέσεις, οι αξίες, οι απόψεις και οι στάσεις που καταγράφονται σ αυτό. Λόγω του ότι η διαμόρφωση των κατηγοριών αποτελεί το επίκεντρο των διαδικασιών κατά την ανάλυση περιεχομένου, οι κατηγοριοποιήσεις που έγιναν εκτίθενται αναλυτικά σε κάθε παράγραφο, ώστε να επιτρέπουν την λεπτομερή παρακολούθηση της διαδικασίας αλλά και την επανάληψη της έρευνας. 310 Βολόσινοφ Βαλεντίν, Μαρξισμός και φιλοσοφία της γλώσσας, εκδ. Παπαζήση, 1998, σ Το τραγούδι ως μονάδα καταγραφής ελήφθη στο μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 6. Τυπολογία χρηστών χασίς στο ρεμπέτικο τραγούδι. 248

251 Η ακρόαση του τραγουδιού και η ανάγνωση του στίχου οδήγησαν στην κατηγοριοποίηση των λέξεων ή του κάθε τραγουδιού και στη συνέχεια οι δείκτες που ορίζουν την ανάλυση ποσοτικοποιήθηκαν, για να τεκμηριωθεί η σημασία τους. Τέλος, η κωδικοποίηση έγινε με το εμφανές περιεχόμενό των λέξεων, όμως, σε κάποιες περιπτώσεις, παρατίθενται ξεχωριστά και στοιχεία του λανθάνοντος. Βοηθητικό στην αντικειμενικότητα της παρούσας έρευνας είναι ότι το περιεχόμενο του εξεταζόμενου υλικού είναι καταγεγραμμένο σε δίσκους γραμμοφώνου και δεν αποτελεί αποτέλεσμα άμεσης επαφής, ώστε να επηρεάζεται από υποκειμενισμούς. Παρ όλα αυτά, ήταν αισθητή η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου και προσβάσιμου αρχείου δισκογραφίας του ρεμπέτικου τραγουδιού, καθώς επίσης η μικρή και αποσπασματική γνώση για τα μη δισκογραφημένα τραγούδια. Τα τραγούδια υπάρχουν ανεξαρτήτως του θέματος της έρευνας, η κατηγοριοποίηση δεν είναι εγγενές στοιχείο του τραγουδιού, για το λόγο αυτό, όπως σημειώθηκε προηγουμένως, η ανάλυση περιεχομένου δεν αποτελεί την μοναδική πηγή στοιχείων. Η παράλληλη παράθεση και συσχέτιση στοιχείων και μεθόδων που θα ακολουθήσει δίνει τη δυνατότητα πιο αποτελεσματικής προσέγγισης της σύνθετης πραγματικότητας. Υπό αυτή την μεθοδολογία τα ερωτήματα που επιχειρεί να απαντήσει η παρούσα ανάλυση είναι τα εξής: - Ποιός είναι ο δημιουργός, ποιά είναι τα ερεθίσματα και το έργο του. - Ποιό είναι το περιεχόμενο του τραγουδιού και ποιές κοινωνικές ομάδες και τάσεις μέσα σ αυτές αντιπροσωπεύει. - Ποιοί είναι οι αποδέκτες του τραγουδιού, πώς λειτουργεί σ αυτούς και πώς οι ίδιοι το λειτουργούν (Κυριαζή, 2005, σ.300). Κατηγορίες διαμορφώθηκαν επίσης με βάση τον δημιουργό (επώνυμος, ανώνυμος), το μουσικό του ύφος (σμυρναίικο, πειραιώτικο), την κοινωνική του θέση, τη μουσική του παιδεία (καλλιεργημένος, αυτοδίδακτος) κ.λπ. 312 Διερευνήθηκε, επίσης, η διαμόρφωση κατηγοριών με βάση μουσικολογικά γνωρίσματα των τραγουδιών, όπως οι «δρόμοι» της 312 Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Α, 3. «Ο πόνος βρίσκει γιατρικό τραγούδια να χτυπάει». Μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 4. Οι «πειραιώτες» μουσικοί και οι άλλοι. 249

252 τροπικής μουσικής, πάνω στους οποίους έχουν γραφεί. Η έρευνα όμως δεν απέδωσε κάποιο στατιστικά σημαντικό στοιχείο ή τουλάχιστον αξιοποιήσιμες ενδείξεις. Τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την ανάλυση περιεχομένου θα αποτελέσουν το υλικό ανασυγκρότησης των τραγουδιών σε μια «άλλη» πλέον υπόσταση, που θα τα καθιστά συμβατά στη σύγκριση τους με τις άλλες πηγές (ιατρικά, εγκληματολογικά, ποινικά-αστυνομικά, δημοσιογραφικά κείμενα, «ιατρικά ιστορικά» χρηστών, κ.α.), σε μια διαδικασία αλληλοσυμπλήρωσης, επαλήθευσης ή διαφοροποίησης. 250

253 2. Τα σημαίνοντα «δάνεια» της χρήσης Το τελετουργικό, που συνόδευε τη χρήση του χασίς, ως συστατικό του στοιχείο, περιελάμβανε πολλούς συμβολισμούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ύπαρξη ενός πλούσιου λεξιλογίου σχετικά με τη χρήση και τα περί αυτήν, μεγάλο μέρος του οποίου παραπέμπει ευθέως στο Ισλάμ, όπως και το επιτελούμενο τελετουργικό. Ο τεκές (ο χώρος καπνίσματος χασίς) οφείλει την ονομασία του στο μοναστήρι των ισλαμικών θρησκευτικών ταγμάτων, τα οποία είχαν αιρετικό μυστικιστικό χαρακτήρα σε αντίθεση με εκείνον του κορανίου (Μιρμίσογλου, χ.χ., σ.8). Ο τεκές έχει τις ρίζες του στην Περσική γλώσσα σημαίνει το μοναστήρι, ενώ κατά άλλη εκδοχή είναι Αραβικής προέλευσης σημαίνει την πύλη ή την αυλή. Οι δερβίσηδες ήταν οι ησυχαστές, κατά κάποιον τρόπο οι μοναχοί του τεκέ, οι οποίοι επίσης αντλούν την ονομασία τους από την Περσική ως ολιγαρκείς ή πτωχοί (Μιρμίσογλου, χ.χ., σ.13). Στοιχεία των τελετουργιών του τεκέ των δερβίσηδων συναντώνται και στους μη θρησκευτικούς τεκέδες της Πόλης (Τσελέπης, 1965, σ.105) και άλλων περιοχών, πριν αυτοί κάνουν την εμφάνισή τους στον Ελλαδικό χώρο, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα. Στο ρεμπέτικο τραγούδι με αναφορές στο χασίς υπάρχει πληθώρα λέξεων που αφορούν σε αντικείμενα, χαρακτηρισμούς και καταστάσεις, οι οποίες προέρχονται από την Τουρκική, την Αραβική και την Περσική, 313 χωρίς να απουσιάζουν λατινογενείς λέξεις και βεβαίως εκείνες που έχουν ελληνική ρίζα. Ενδεικτικά παρατίθενται λέξεις, ξένης και μη προέλευσης, 314 σχετικές με τη χρήση του χασίς, οι οποίες απαντώνται στα ρεμπέτικα τραγούδια, ορισμένες από αυτές όμως δεν αφορούν αποκλειστικά και μόνον στη χρήση. 313 «Όλαι αι ειδικαί εκφράσεις των χασισοποτών, αι αφορώσαι την χρήσιν του χασίς, προέρχονται εκ της Τουρκικής, της Αραβικής και αυτής ακόμη της Περσικής γλώσσης» (Στριγγάρης, 1937, σ.292). 314 Χρησιμοποιήθηκαν τα λεξικά α) Παπανικολάου Ν. Γεώργιος, Λεξικόν των ρημάτων της Αττικής πεζογραφίας, εκδ. Παπαδήμας, β) Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας ΕΠΕ, γ) Τεγόπουλος - Φυτράκης, Ελληνικό Λεξικό, εκδ. Αρμονία, χ.χ. και δ) Οι παρατηρήσεις του φιλόλογου της τουρκικής Θωμά Κοροβίνη. 251

254 Αλανιάρης: αντιδάνειο (τουρκ. alan) δηλ. πλατεία, ανοιχτός χώρος σε κατοικημένη περιοχή. Άνθρωπος του δρόμου, αλήτης, περπατημένος, τριγυρίστρας. Δάνειο από το αρχ. ελλην. ρήμα αλάομαι -ώμαι: περιπλανιέμαι. Αργιλές, ναργιλές: (τουρκ. nargile), (περσ. nãrg la, nãrg l: η ινδική καρύδα), άλλες ονομασίες Θανάσης, μάπας. Ασίκης: (τουρκ. âşik) ερωμένος, ερωτευμένος, ερωτιάρης, παθιασμένος. Ο ασίκης είναι ο περιπλανώμενος λαϊκός καλλιτέχνης της τουρκικής Ανατολής με τις ιδιότητες του παραδοσιακού μουσικού, ποιητή και τραγουδιστή. Γιαβάσης: (τουρκ. yavaş) αργά, σιγά-σιγά, ήρεμος, σιγανός, πράος, για καπνό ελαφρύς. Δερβίσης, ντερβίσης: (τουρκ. derviş), μοναχός που ανήκει σε κάποιο ορθόδοξο ή αιρετικό θρησκευτικό τάγμα της ισλαμικής θρησκείας, πχ. μεβλεβί δερβίσης, αλεβή δερβίσης, μουσουλμάνος καλόγερος, που διαβιεί στο μουσουλμανικό μοναστήρι (τεκέ, τουρκ. tekke). Στην ελληνική: χρήστης χασίς, μάγκας, ξηγημένος, από αυτό επίσης ντερβισάκι, ντερβισόμαγκας, δερβίσσαινα, ξηγιέμιαι δερβίσικα, κλπ. Ζαφίρια: τα υπολείμματα του χασίς στο νερό και το σέρι του αργιλέ, όπως επίσης στην αναπνευστική οδό του χασισοπότη. Ζεϊμπέκικο, ζεϊμπεκάκι: (τουρκ. zeybek) χορός των Ζεϊμπέκιδων. Ζούλα: κλεψιά, κρυφά και αρπαχτά. Θερακλής η τεριακλής: ο παθιασμένος ή μανιώδης, (τουρκ. tıryakli) Κατά μία εκδοχή από το θεργιάκι μτγν. θηριακή που σημαίνει στην Περσική όπιο, (περσ. tiryãk - όπιο, tiryãk - οπιομανής). Κέφι: (τουρκ. keyif) ευθυμία, καλή διάθεση. Κουσουμάρω: χρησιμοποιώ, χειρίζομαι. Ενδεχομένως από το λατινογενές ρήμα usare (χρησιμοποιώ). Λουλάς: (τουρκ. lula) η εστία του αργιλέ ή φέσι. Μάγκας: πιθανώς από την μάγκα (ενωμοτία ατάκτων πολεμιστών). Μαρκούτσι: (τουρκ.marpuç) η καπνοσύριγγα του αργιλέ, άλλες ονομασίες καλάμι, τραβηχτό. Μαστούρης: (τουρκ. mastor) ο ευρισκόμενος υπό την επήρεια ναρκωτικού, ή μασρούρης. Η κατάσταση επήρειας μαστούρα. 252

255 Μεράκι: (τουρ. merak) πάθος, λύπη για επιθυμία που δεν ικανοποιήθηκε, έντονη κλίση, αφοσίωση, ερωτική διάθεση. Η επιδιωκόμενη κατάσταση από τον χασισοπότη κατά τη χρήση. Μόρτης: (λατ. mort) θάνατος. Κατά μια εκδοχή μόρτες ονομάστηκαν οι περιπλανώμενοι, άστεγοι και λοιποί «περιθωριακοί» του Πειραιά, οι οποίοι ανέλαβαν να περισυλλέξουν από τους δρόμους τις σωρούς θανόντων από επιδημία κατά την διάρκεια της Γαλλικής κατοχής πριν το Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Μπαγλαμάς: (τουρκ. bağlama) είδος έγχορδου τουρκικού μουσικού οργάνου, υποδιαίρεση της κατηγορίας των saz. Στην Ελλάδα και το ρεμπέτικο: μουσικό όργανο χρησιμοποιούμενο συχνά κατά την χρήση χασίς. Μπαμπεσιά: (αλβ. pabesè) δολιότητα. Μπαφιάζω: από τον ήχο μπαφ φουσκώνω κουράζομαι, αποναρκώνομαι από την χρήση χασίς. Μπεγλέρια: τα κομπολόγια που χρησιμοποιούσαν κατ αρχάς οι δερβίσηδες. Μπελαλής: (τουρκ. belâli) άνθρωπος ενοχλητικός, που δημιουργεί μπελάδες. Μπουζουριέρα: ιδιωματισμός (πιθανώς από το μπουζού: φυλακή), σημαίνει επίσης τις τσίλιες. Μπουφετζής: μπουφές (γαλλ. buffet) τμήμα κέντρου αναψυχής, όπου σερβίρονται ποτά ή εδέσματα. Για την χασισοποσία ο τεκετζής. Νεφέσι: (τουρκ. nefes) πνοή, αναπνοή, ανάσα, τζούρα, κατ επέκταση καπνός. Νταβατζής: αγαπητικός ιεροδούλων, εκ παραφθοράς από το τουρκ. davacı : ο ενάγων, ο μηνυτής, ο απαιτητής. Νταλγκάς, νταλγκαδάκι: (τουρκ. dalga) κύμα, τρικλοποδιά, δυνατή επιθυμία, πόθος. Ο υπό την επήρεια της ουσίας: νταλγκαδιασμένος. Σήμερα, χρησιμοποιείται ο αναγραμματισμός του νταλγκά «ντάγκλα» για να δηλώσει την επήρεια από ηρωίνη. Νταμίρα ή νταλμίρα: το χασίς (καλιαρντά) συν. χορτομπίγα. Ντέρτι: (τουρκ. dert) ψυχικός πόνος, βάσανο, αρρώστια. Από αυτό ντερτλής, ντερτιλής. Ντουζένι: κούρδισμα σε έγχορδο μουσικό όργανο, για το ρεμπέτικο τραγούδι μπουζούκι η μπαγλαμά, το οποίο έχει έντονο προσωπικό αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα. (τουρκ. düzen): 253

256 τάξη, σύστημα, κούρντισμα. Συνδέεται με την προσωπική αλλά και συλλογική διάθεση κατά τη χρήση χασίς. Ντουμάνι: (τουρκ. duman) πυκνός καπνός. Για τους χασισοπότες ο καπνός του χασίς. Ντουνιάς: (τουρκ.dűnya) ο κόσμος, η ανθρωπότητα. Σέα - μέα: πιθανώς από το σα και μα, σημαίνουν τα όργανα της χρήσης και την ουσία χρήσης. Σεβντάς, καρασεβντάς: (τουρκ. sevda) ερωτικός καημός. Σερέτης: (τουρκ. şirret) στρεψόδικος, δύστροπος, ζόρικος. Σέρι: η καπνοσύριγγα του αργιλέ, που συνδέει την εστία του αργιλέ με τον κυρίως αργιλέ ή την «γουργουρού». Δεν αναφέρεται σε τραγούδι. Σκαρώνω: σκαρί, κατασκευάζω, επινοώ, σχεδιάζω. ιταλ. scariffima (χειροτεχνία). Τεκές: (τουρκ. tekke) μουσουλμανικό μοναστήρι, ο χώρος χρήσης χασίς, επίσης ντεκές, ντεκεδάκι. Σπαχάνι: τουμπεκί (από το Ισπαχάν, τόπου παραγωγής του καπνού). Τζούρα: πιθανώς (ιταλ. usura), υποστάθμη, κατακάθι υγρού, το τουμπεκί, αλλά και η ρουφηξιά. Τουμπεκί: (τουρκ. tõmbeki) -το ταμπάκο- ο ειδικά κατεργασμένος καπνός κατάλληλος για αργιλέ, χρησιμοποιούμενος (σε στρώσεις) για το κάπνισμα χασίς. Μεταφορικά η σιωπή. Τσαρδί - τσαρδάκα (τουρκ. çardak) πρόχειρη καλύβα από κλαδιά. Από αυτό ο αυτοσχέδιος ή ιδιωτικός τεκές. Τσιγαρλίκι - τσιγάρο: περιλαμβάνει καπνό και χασίς. Τσίκα: το χασίς, πιθανώς από το (γαλλικό chiquer - μασώ καπνό). Τσίλιες: (ιταλ. ciglia) φρύδι, πληθ. τσίλιες, η θέση του φρουρού παρατηρητή. Τσιμπούκι: (τουρκ. çubuk) είδος πίπας. Φουμάρω: (λατ. fumus) καπνός, (ιταλ. fumare) καπνίζω. Χαρμάνης: (τουρκ. harman) μίγμα. Αυτός που κάπνιζε χασίς σε τσιγάρο αναμεμιγμένο (χαρμάνι) με καπνό, όταν δεν υπήρχε δυνατότητα καπνίσματος σε αργιλέ: «Δια τους χασικλίδες όμως, παραμένει πάντοτε ως το κυριώτερον μέσον καπνίσματος ο λουλάς. Όλα 254

257 τα άλλα είδη τα περιφρονούν ή τα μεταχειρίζονται μόνον από ανάγκην». 315 Στην εξέλιξή της λέξης ο στερούμενος χασίς και ο επιθυμών να καπνίσει. Χασίς, χασισάκι, μαύρο, μαύρη, μελαχρινή, μαυράκι, νταμίρα ή νταλμίρα, τσίκα, σύρμα μαύρο και καλάθι (από τον τρόπο παρασκευής ή συσκευασίας). Προυσαλιό (από τον τόπο προέλευσης), μυρωδάτο (από τα χαρακτηριστικά του), χασικλής ή ρούφος (από το ρουφώ). Η κατάληξη σε -λής στα τουρκ. σημαίνουν ιδιότητα, κατάσταση ή καταγωγή π.χ. dertli: αυτός που έχει βάσανο, meraklı: αυτός που έχει πάθος κ.λ.π. Σχετικά με τη γλώσσα των χασισοποτών ο Σκούρας υποστηρίζει ότι οι χασισοπότες έχουν δικό τους τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς, όπως και δικό τους γλωσσικό ιδίωμα. Ότι η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι αποτέλεσμα των συνθηκών ζωής και της ψυχοσύνθεσης των ατόμων, το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζουν και τις σχέσεις που αναπτύσσουν. Επίσης αναφέρει ότι η χασισοποσία «ως ομαδικό κοινωνικό φαινόμενο» είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το γλωσσικό ιδίωμα. Προτείνει μάλιστα, στα ιατροδικαστικά στοιχεία, όπως αυτά της ταυτότητας, των δακτυλικών αποτυπωμάτων, των στίξεων (τατουάζ), των ουλών (τσαμπουκάδες) να περιλαμβάνεται και το γλωσσικό ιδίωμα, ώστε να δίδεται μια ολοκληρωμένη εικόνα του εξεταζόμενου ατόμου (Σκούρας, 1933, σ.σ.77,78). Κατά τον Στριγγάρη, η ύπαρξη πολλών εξ ανατολής λέξεων γύρω από τη χρήση του χασίς οφείλεται στην καταγωγή της συνήθειας της χασισοποσίας. Οι χρήστες χασίς στην Ελλάδα έχουν ως πρότυπο την Ανατολή καθώς, όπως έχει σημειωθεί, θεωρούν ότι η καλύτερη ποιότητα χασίς, τουμπεκί και οργάνων χρήσης προέρχονται από εκεί. Το ίδιο ισχύει και για τους τεκέδες, οι οποίοι διαφέρουν κατά πολύ από τους ελληνικούς ως προς το περιβάλλον, την πολυτέλεια και τις υπηρεσίες. Δεν είναι τυχαίο ότι στα τραγούδια ο τεκετζής αναφέρεται ως μπουφετζής, εφόσον ο τεκές στην Ανατολή δεν είναι ένα λιτό δωμάτιο, αλλά απαρτίζεται από πολλούς εξοπλισμένους χώρους. «Θέλω να γίνω μπουφετζής, σε Τούρκικους ντεκέδες», 316 «αχ, μποφετζής θα πα να γίνω,/ σε σμερνέϊκο ντικέ». 317 Σε μια έξαρση της φαντασίας ο επιθυμητός τεκές είναι 315 Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του Κανναβισμού, 1937, σ «Ο μπουφετζής», Μπάτη, αύξ. αριθ «Παραμάνα κούνα κούνα», ανωνύμου, αύξ. αριθ

258 ένα μεγαλοπρεπές μέγαρο άμεσα συνδεδεμένο με την Ισλαμική θρησκεία. «Αν μ αξιώσει ο θεός, λεφτά και αποχτήσω, θα χτίσω ένα μέγαρο / πρέπει να χτίσω ένα τζαμί, για όλα τα δερβίσια,/ και με πουρέ (;) πολίτικο να ρχονται τα κορίτσια». 318 Η μεταφορά της ονομασίας του τεκέ και άλλων λέξεων από έναν θρησκευτικό χώρο στον χώρο της χρήσης χασίς δεν εξαντλείται μόνον στην εξ Ανατολής προέλευση της. Η χρήση χασίς, γνώρισμα της αγροτικής κοινωνίας, τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Βαλκανικής και της Ανατολικής Μεσογείου, με την ανάπτυξη του αστικού κέντρου και την συσσώρευση σ αυτό νέων πληθυσμών, λαμβάνει χώρα πλέον και στην πόλη. Επίσης, ο τεκές και οι δερβίσηδες δεν είναι πρωτόγνωροι ή «ξένοι» γι αυτούς τους πληθυσμούς. Σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία, πριν την δημιουργία εθνικών κρατών υπήρχαν τεκέδες, τζαμιά, ιεροδιδασκαλεία, δερβίσηδες κ.λπ. Σε αυτό πρέπει να συμπληρωθεί ότι πολλές περιοχές (π.χ. Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Κρήτη) εντάχθηκαν στο Ελληνικό κράτος αργότερα, που σημαίνει ότι οι μνήμες ήταν πολύ πρόσφατες. 319 Πιθανώς ο σημαντικότερος λόγος των δανείων αυτών ήταν η δυνατότητα που έδιναν τα τελετουργικά του Ισλαμικού τεκέ στις διαδικασίες «μετάβασης». 320 Οι δερβίσηδες στον χώρο τέλεσης των θρησκευτικών τους καθηκόντων, όπου επικρατούσαν η τάξη και η «σειρά», με την ψυχική και σωματική προετοιμασία, τους ύμνους και τον χορό (Ζαϊμάκης, 2005, σ.79), εγκαταλείποντας την πραγματικότητα περνούσαν σε μια κατάσταση έκστασης, κατάλληλης για μια άλλη επικοινωνία με τον εαυτό τους και το «ιερό». Ο τεκές της χασισοποσίας κατ αναλογία ήταν χώρος μετάβασης. Κοινός στόχος και στις δύο κοινότητες ήταν η ικανοποίηση και ψυχική πληρότητα, μέσω της μετάβασης, παρότι οι αντιλήψεις τους για τη ζωή και τον κόσμο ήταν διαφορετικές. 321 Με τη συμπεριφορά της, η ομάδα των χρηστών χασίς «ανθίσταται» στις επερχόμενες αλλαγές και τις κρατούσες, σε κάποιες περιπτώσεις, επιβαλλόμενες πολιτισμικές αξίες της 318 «Πρέπει να χτίσω ένα τζαμί», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ Βλέπε σχετικά με τη Θεσσαλία, Ο τεκές των Μπεκτασίδων (Καρκαβίτσας, 2006),επίσης σχετικά με την Κρήτη στο (Ζαϊμάκης, 2005, σ.77) 320 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 321 Μιρμίρογλου Βλαδίμηρος, Οι δερβίσαι, επανατύπωση Εκάτη, χ.χ., σ.σ. 69,

259 εξουσίας, με τις οποίες η κοινωνία οδεύει σε μια κατεύθυνση αστικοποίησης «δυτικού τύπου». Ο δανεισμός και η διατήρηση «ανατολικών - αγροτικών» παραστάσεων από το ευρύτερο περιβάλλον νοηματοδοτούν την αντίθεση της ομάδας, την ενδυναμώνουν και κάνουν διακριτή την διαφοροποίησή της από την υπόλοιπη κοινωνία. Σε αντίθεση με το πλούσιο λεξιλόγιο των «χασικλίδικων», οι λέξεις και τα σχετικά νοήματα για τους χρήστες οπιούχων και κοκαΐνης, στο ρεμπέτικο τραγούδι είναι περιορισμένα. Αυτό συμβαίνει και στην καθημερινότητα και είναι επιβεβαιωτικό της ασθενούς συλλογικότητας των μελών της ομάδας αυτής, της περιορισμένης δυνατότητας συμβολοποίησης 322 και συνεπώς της ελαχιστοποίησης των τελετουργικών διαδικασιών χρήσης. Στα περιορισμένου αριθμού ρεμπέτικα τραγούδια με σχετικό θέμα, οι λέξεις που συναντώνται είναι: Βελόνι: αφορά στο μέσο και στον τρόπο χρήσης. Γιαφ γιούφ: υποδηλώνει τη λήψη της ουσίας (ηρωίνης-κοκαΐνης) από την μύτη, από αυτό και το χρησιμοποιούμενο καλαμάκι ή χωνάκι (το γιούφι). Γιούφ αμάν: επιφώνημα. Ηρωίνη: η ουσία, από το ελληνικό ήρωας. Κοκαΐνη, κοκαϊνοπότης: η ουσία και ο χρήστης της. Μορφίνη: η ουσία, από το όνομα Μορφέας. Μυτιά: που υποδηλώνει τον τρόπο χρήσης. Πρέζα (λατ. ρήμα preudere) παίρνω, λαμβάνω, παθ. μ.τχ.: presa. Στην καθομιλουμένη η πρέζα ορίζει ποσότητα, είναι η ποσότητα σκόνης που μπορεί να κρατήσει κανείς με το δείκτη και τον αντίχειρα - μια πρέζα αλάτι, πιπέρι κ.λπ. - Στα χρόνια του μεσοπολέμου και αργότερα, στην Ελλάδα, η λέξη πρέζα παρέπεμπε σε κάποια ουσία που η λήψη της γινόταν από τη μύτη και αυτό επειδή αρκετοί χρησιμοποιούσαν ταμπάκο, που η χρήση του γινόταν με ανάλογο τρόπο. Πρεζάρω, πρεζάκιας, κοχλαράκιας (από το κοχλιάριο, δηλαδή το κουτάλι που χρησιμοποιείται για την διάλυση της ουσίας προκειμένου να καταστεί δυνατή η ενέσιμη χρήση της). Όλες οι λέξεις ονοματοθετούν την ουσία, τη χρήση, τον χρήστη και τον τρόπο χρήσης. Από τον χώρο της χασισοποσίας δανείζονται τις λέξεις: Χαρμάνης: που δηλώνει την κατάσταση στέρησης της ουσίας και 322 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 257

260 Μαστούρης: για την κατάσταση επήρειας από την ουσία. Οι λέξεις που προέρχονται από την παραδοσιακή χρήση παραγώγων του οπίου είναι το κασκάσι ή χασχάσι. Δεν απαντώνται όμως σε τραγούδια. Οι δανεισμοί στοιχείων του πολιτισμού είναι μια αέναη διαδικασία, η οποία δεν περιορίζεται στα πλαίσια των εθνικών κρατών ή των διαφόρων ομάδων. Είναι πολύ χαρακτηριστική η χρησιμοποίηση μεγάλου αριθμού λέξεων και εκφράσεων του ρεμπέτικου, από αυτές που παρατέθηκαν προηγουμένως και προέρχονται από τη χασισοποσία, οι οποίες στα μετέπειτα χρόνια πέρασαν στο λεξιλόγιο της καθομιλουμένης. Όπως «την ψώνισα» ή «την έκανα ψώνιο» ή «έκανα ένα καλό ψώνιο», «να δούμε τι καπνό φουμάρεις» ή «σε ξέρω τι καπνό φουμάρεις». «Ποιος Θανάσης;», «φιλαράκο», «άναψέ το», «κάφτο», «ξεχαρμάνιασα» κ.λπ. Κατά πάσα πιθανότητα, πρωτίστως το περιέχον -ως σύμβολο αμφισβήτησης και «αταξίας»- παρά το περιεχόμενο είναι ο λόγος υιοθέτησης και χρησιμοποίησης, κυρίως από τα λαϊκά στρώματα, ενός κατ αρχήν ανεπίτρεπτου για τα χρηστά ήθη λεξιλογίου. Η ανάλυση αυτή δείχνει ότι ένα από τα συστατικά στοιχεία του ρεμπέτικου, η γλώσσα του, αναπτύχθηκε και εξακολουθεί εξελισσόμενη να έχει απήχηση στην κοινωνία, εμβέλεια και αντοχή στο χρόνο, όπως το ρεμπέτικο τραγούδι, για τους λόγους που διατυπώθηκαν εκτενώς σε προηγούμενη παράγραφο Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Α, 1. Ρεμπέτικο: ένα τραγούδι «αταξίας». 258

261 3. Λέξεις με «ουσία» Στην ανάλυση περιεχομένου που παρουσιάζεται σε αυτή την παράγραφο, οι «λέξεις» ταξινομήθηκαν σε οκτώ κατηγορίες, οι οποίες περιλαμβάνουν όλα τα στοιχεία του συστήματος «χρήση χασίς» και είναι οι ακόλουθες: 1.Ο χρήστης. 2.Η ουσία. 3.Τα μέσα χρήσης. 4.Το περιβάλλον (ο χώρος και οι άνθρωποί του). 5.Η χρήση και η τελετουργία της. 6.Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. 7.Η έλλειψη της ουσίας και η επιθυμία γι αυτήν. 8.Η κατάχρησή της και η εξάρτηση απ αυτήν. 1. Στην πρώτη κατηγορία, για τον χρήστη, συναντώνται κυρίως οι λέξεις «χασικλής» και «δερβίσης» σε διάφορες πτώσεις και με διάφορα υποκοριστικά, σε ενικό και πληθυντικό αριθμό και στα δύο γένη σε διάφορες παραλλαγές, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν το πρώτο συνθετικό της λέξης, όπως «δερβισόπαιδο», «ντερβισόμαγκας». Ακόμη, συναντώνται οι λέξεις «χασισοπότης», «ρούφος», «δικοί μας» (χασικλήδες), «πολλοί» (χασικλήδες). 2. Στη δεύτερη κατηγορία, που αφορά στην ουσία (χασίς), συχνότερα αναφέρονται οι λέξεις: «χασίς», «μαύρο», «νταμίρα», «τσίκα», σε διάφορες πτώσεις, στους δυο αριθμούς καθώς και υποκοριστικά τους. Παράλληλα, υπάρχουν οι λέξεις «καλάθι» (από τον τρόπο παρασκευής), «ζούλα» (λόγω της παράνομης κατοχής του χασίς), «κουτόχορτο», «βοτάνι», «μυρωδάτο», «πράμα», «Προυσαλιό» (από τον τόπο προέλευσης, την πόλη Προύσα), «μελαχρινή» (από το χρώμα), «νεφέσι» (καπνός), «ντουζένι» (από το κούρδισμα εγχόρδου - μπουζουκιού, μπαγλαμά - με έντονη προσωπική αυτοσχεδιαστική διάθεση), «ντουμάνι», «τζούρα», «δοντιές» και «δράμι» (από την ποσότητα) «την», «το» κ.λπ. (όταν αποφεύγουν να ονοματίσουν την ουσία). 3. Ως προς τα μέσα χρήσης δεσπόζουσα θέση έχει ο «αργιλές» και δευτερευόντως επί μέρους στοιχεία του, όπως «καλάμι», «τραβηχτό» (το καλάμι), «λουλάς», «φέσι», «τσιμπούκι». Άλλες ονομασίες του αργιλέ ή εξαρτημάτων του όπως «Μαργιωρή», «μάπας», «Θανάσης», ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ο αργιλές αποκτά ιδιότητες ανθρώπου ο οποίος «κοιμάται», «ξελιγώνεται» και προσφωνείται «το παιδί μου/ καλέ μου». Αναγκαίο στοιχείο για το κάπνισμα χασίς είναι το «τουμπεκί» (ειδικός καπνός), ή «σπαχάνι» (από 259

262 τον τόπο προέλευσης Ισπαχάν), ή «τζούρα».τέλος, σπανιότερα απαντάται το «τσιγαριλίκι» ως μέσο χρήσης. 4. Ο χώρος είναι ο «τεκές», το «τσαρδί» (συνήθως όταν πρόκειται για χώρο ιδιωτικό ή χώρο εκτός πόλης), αναφέρεται επίσης ως «χασικλίδικο» και «τζαμί» σε συσχέτιση με τους δερβίσηδες. Τέλος, ο διαχειριστής του τεκέ αποκαλείται «τεκετζής», ή «μπουφετζής». 5. Η χρήση και η γενικότερη τελετουργία της εντοπίζεται στα ρήματα «φουμάρω», «πίνω», «ρουφώ», «τραβώ» (τραβώ ρουφηξιά) «φυσώ», την «αμολάω», «φουντώνω» (φουντώνω τη φωτιά του αργιλέ), τον «κάνω», τον «φκιάνω», τον «σκαρώνω», τον «γεμίζω» τον «πατώ», «να γίνει», τον «ανάβω», τον «καίω», «κολλάω φωτιές», τον «φέρνω βόλτα», «δίνω» (δίνω ρουφηξιά). 6. Για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα η κυρίαρχη λέξη που συναντάται, είτε ως ρήμα σε όλους τους χρόνους και τα πρόσωπα, είτε ως ουσιαστικό, είναι το «μαστουρώνω» ή «μαστούρα». Πολύ συχνά συναντάται ο «νταλγκάς» (συνώνυμο της μαστούρας), σπανιότερα δε το «μεθώ», «μπαφιάζω», «ζαλίζω» (το κεφάλι/ το μυαλό), «γεμίζω» (το κεφάλι), «κάνω» (κεφάλι), «έγινα πατάτα» (εκ του αυτοσχέδιου από πατάτα αργιλέ), «λιγώθηκα», «χασισομένος». 7. Η έλλειψη του χασίς και η επιθυμία γι αυτό ορίζεται από τα «χαρμάνης», «χαρμάνι», «χαρμανλίκι». 8. Η κατάχρηση του χασίς δηλώνεται από τις λέξεις «θεριακλής» (μανιώδης) και «καθαρίζω» (αποτοξινώνομαι), ως επιδίωξη του μανιώδους χρήστη. Σε πρώτη φάση κατηγοριοποιήθηκαν όλες οι λέξεις που ενδιαφέρουν την έρευνα από το σύνολο του δείγματος (πίνακας 19) και στη συνέχεια εξετάσθηκε κάθε τραγούδι, ώστε να αναδειχθούν βάσει των λέξεων οι κατηγορίες που εμπεριέχει (πίνακας 20). Η ανάλυση αφορά στο σύνολο των τραγουδιών. Στις περιπτώσεις επανεκτελέσεων και παραλλαγών επελέγη η πρώτη χρονολογικά εγγραφή σε δίσκο. Η συχνότητα απάντησης των λέξεων σύμφωνα με τις παραπάνω κατηγορίες δείχνει οπωσδήποτε το ενδιαφέρον και τη σημαντικότητά τους για τον χρήστη χασίς, όπως αυτός αναπαριστάται στο ρεμπέτικο τραγούδι. Οι λέξεις (πίνακας 19) που αφορούν στη χρήση, στην τελετουργία και στα μέσα (όργανασύμβολα) της χρήσης καταλαμβάνουν πλέον του 50% του συνόλου. Η ουσία καταλαμβάνει 260

263 την τρίτη θέση σπουδαιότητας και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της όλης διαδικασίας μόλις την τέταρτη θέση. Αξιοσημείωτο είναι ότι η κατάχρηση-εξάρτηση κατατάσσεται στην τελευταία θέση ενδιαφέροντος με ελάχιστο ποσοστό αναφορών. Πίνακας 19: Ο αριθμός και η ποσοστιαία αναλογία των ταξινομημένων κατά κατηγορία λέξεων επί του συνόλου του δείγματος Κατηγορία λέξεων λέξεις ποσοστό 1. Η χρήση και η τελετουργία ,4% 2. Τα μέσα χρήσης-τελετουργίας ,4% 3. Η ουσία ,8% 4. Αποτέλεσμα της χρήσης ,3% 5. Ο χρήστης ,8% 6. Ο χώρος και οι άνθρωποί του 105 8,6% 7. Η έλλειψη 17 1,4% 8. Η κατάχρηση - εξάρτηση 4 0,3% Σύνολο % Πίνακας 20: Αριθμός τραγουδιών και ποσοστό ανά κατηγορία επί του συνόλου του δείγματος Κατηγορία τραγούδια ποσοστό 1. Η χρήση και η τελετουργία ,5% 2. Τα μέσα χρήσης-τελετουργίας 90 53,9% 3. Η ουσία 84 50,3% 4. Αποτέλεσμα της χρήσης 69 41,3% 5. Ο χρήστης 64 38,2% 6. Ο χώρος και οι άνθρωποί του 56 33,5% 7. Η έλλειψη 15 9% 8. Η κατάχρηση - εξάρτηση 2 1.2% Σημείωση: σχεδόν κάθε τραγούδι περιλαμβάνει λέξεις που κατατάσσονται σε περισσότερες της μιας κατηγορίες. 261

264 Από την σύγκριση των πινάκων 19 και 20 δεν προκύπτουν διαφοροποιήσεις ως προς τη συχνότητα εμφάνισης των κατηγοριών, τουναντίον τα στοιχεία που δίνουν, μάλλον αλληλοεπαληθεύονται. Συμπερασματικά με βάση την ανωτέρω ανάλυση: Μεγαλύτερη σημασία στις διαδικασίες της χασισοποσίας έχουν οι συμβολισμοί της χρήσης, οι κανόνες του τελετουργικού και κατ επέκταση του τρόπου ζωής. Η ουσία (το χασίς), η οποία συναντάται στο 1/6 περίπου των αναφορών και στο 50% των τραγουδιών, δεν αποτελεί το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, δείχνει να είναι ένα μέσο πρόσβασης στους κανόνες και την τελετουργία. Η ικανοποίηση, ως προσδοκώμενο αποτέλεσμα της χρήσης, μάλλον δεν επέρχεται μόνο από την επήρεια της ουσίας, αλλά εξίσου από τη διαδικασία. Υπό αυτή την οπτική, η χρήση και η επενέργεια της ουσίας δεν δείχνει να αποτελεί αυτοσκοπό. Το υποκείμενο, (ο χρήστης, η μονάδα) από τη θέση που καταλαμβάνει στο τραγούδι, μάλλον είναι απαλλαγμένο από κάθε διάθεση προβολής ή υπερτίμησης, αν και οι δημιουργοί του ρεμπέτικου, επί του πραγματικού, είτε ταυτίζονται μαζί του, είτε διάκεινται φιλικώς απέναντί του. Το υποκείμενο φαίνεται να αποκτά αξία μόνον ως συμμέτοχο στην «μετάβαση» στην οποία οδηγεί η χρήση και οι κανόνες της. Η εξάρτηση από το χασίς και το άμεσα συνδεδεμένο μ αυτή γνώρισμα της έλλειψης - στέρησης, σχεδόν δεν απασχολούν το ρεμπέτικο, εφόσον οι τέτοιου τύπου αναφορές είναι ελάχιστες. Τέλος, ο χώρος και οι διαχειριστές αυτού φαίνεται να έχουν μικρότερη σημασία στη διαδικασία της χασισοποσίας. Η ανάδειξη της τελετουργίας της χρήσης και των συμβόλων της στον στίχο των τραγουδιών και συγχρόνως, η μειωμένη σημασία της ουσίας και της δράσης της, έχει άμεση σχέση με τις περιορισμένες αναφορές εξαρτητικών σχέσεων με το χασίς. Στην προηγηθείσα ανάλυση διακρίνεται με μεγάλη ευκρίνεια η αντιστρόφως ανάλογη σχέση που διέπει τις κατηγορίες 1 (Η χρήση και η τελετουργία) και 2 (Τα μέσα χρήσης-σύμβολα τελετουργίας) με τις κατηγορίες 7 (Η έλλειψη-στέρηση) και 8 (Η κατάχρηση - εξάρτηση). Δηλαδή, η αυξημένη αξία της τελετουργίας και των συμβόλων της χρήσης συνοδεύεται 262

265 από μείωση των γνωρισμάτων της «προβληματικής» χρήσης, όπως η στέρηση και η κατάχρηση. Η σχέση αυτή, όπως έχει αναλυθεί και σε προηγούμενες παραγράφους, 324 ορίζει και τη σχέση χρήσης / εξάρτησης, (δηλαδή όσο αυξάνεται η αξία της τελετουργίας και των συμβόλων, αυξάνονται τα γνωρίσματα της «χρήσης», αντίστροφα όσο αυξάνεται η σημασία της ουσίας και των παρενεργειών της, αυξάνονται τα γνωρίσματα της «εξάρτησης»). Οι χρήστες χασίς, όπως αναπαριστώνται στο ρεμπέτικο τραγούδι, με βάση τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία που προκύπτουν από την ανάλυση περιεχομένου, σχεδόν στο σύνολό τους, δεν παρουσιάζουν στοιχεία που να παραπέμπουν σε καταστάσεις εξάρτησης. 324 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 263

266 4. Οι «πειραιώτες» μουσικοί και οι άλλοι Όπως σημειώθηκε και σε άλλες παραγράφους του παρόντος δευτέρου μέρους, 325 οι «καλλιεργημένοι» δημιουργοί του ρεμπέτικου είχαν διαφορετική πορεία, εξέλιξη και ρόλους από τους αυτοδίδακτους ομότεχνούς τους. Η ιδιότητα του αυτοδίδακτου μουσικού καθεαυτή δεν είναι δυνατόν να ορίσει κατηγορία,. αν δεν συνδεθεί με το περιβάλλον που ζούσε, τον τρόπο ζωής και το μουσικό ύφος του. Ουσιαστικά, ο όρος «αυτοδίδακτος», ο οποίος είναι συμβατικός, αποδίδεται σε αυτόν που δεν είχε μουσική παιδεία, που δεν εξασκούσε κατ ανάγκη μόνον το επάγγελμα του μουσικού, αλλά και σ αυτόν που ζούσε και λειτουργούσε στους χώρους γέννησης και ανάπτυξης του πειραιώτικου ύφους ρεμπέτικου. Ο διαχωρισμός σε δύο ομάδες-κατηγορίες δίνει τη δυνατότητα βαθύτερης μελέτης του ρεμπέτικου τραγουδιού, των αλλαγών που συντελέστηκαν και της δυναμικής που αναπτύχθηκε σ αυτό, όπως επίσης των διαφορετικών αναπαραστάσεων και αντιλήψεων που έχουν οι δυο ομάδες σχετικά με την χρήση του χασίς, τη σημασία της για τον χρήστη και το περιβάλλον που αυτή διενεργείται. Η κατηγοριοποίηση έγινε σύμφωνα με το υπάρχον βιογραφικό υλικό των δημιουργών, τις συνεργασίες στο «πάλκο» και την δισκογραφία, όπως επίσης τις σχέσεις τους. Οπωσδήποτε, η ονομαστική κατάταξη του κάθε δημιουργού που έγραψε τραγούδια σχετικά με το χασίς (πίνακας 21) σε μια από τις δυο κατηγορίες δεν είναι απολύτως δυνατή, καθώς η περίοδος δημιουργίας και ακμής τους διαφέρει (π.χ. Καλδάρας), όπως επίσης διαφέρουν οι γενικότερες «μουσικές» και κοινωνικές συνθήκες (προσφυγιά, μετανάστευση, πόλεμος, λογοκρισία κ.λπ.) υπό τις οποίες ο καθένας έγραψε τα τραγούδια του. Όμως, ο προσδιορισμός των κύριων εκπροσώπων της κάθε κατηγορίας, κατά την δεκαετία του 1930 είναι δυνατός, όταν μάλιστα σε αυτούς ανήκουν και τα περισσότερα τραγούδια του δείγματος της έρευνάς μας (Παπάζογλου, Περιστέρης, Τούντας κ.λπ. για 325 Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Α, 1. Ρεμπέτικο: ένα τραγούδι «αταξίας». Μέρος ΙΙ, κεφ. Α, 3. «Ο πόνος βρίσκει γιατρικό τραγούδια να χτυπάει». Μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 3. Λέξεις με «ουσία». 264

267 την ομάδα των «καλλιεργημένων» μουσικών και Βαμβακάρης, Μπάτης, Δελίας κ.λπ. για την ομάδα των «αυτοδίδακτων» μουσικών). Οι διαφοροποιήσεις των δυο ομάδων εντοπίζονται στα ακόλουθα σημεία: -Ως προς την μουσική: Οι πρώτοι στην πλειονότητά τους έγραφαν και έπαιζαν μουσική σμυρναίικου ύφους, το οποίο σταδιακά εγκαταλείπουν ή τροποποιούν 326 και ακολουθούν το «πειραιώτικο» ύφος των «αυτοδίδακτων», όταν αυτό κάνει την εμφάνισή του στη δισκογραφία. Στη συνέχεια, μικρό μέρος των τραγουδιών τους σχετικά με το χασίς παραπέμπει στα σμυρναίικα τραγούδια της ανώνυμης δημιουργίας. -Ως προς την εργασιακή δραστηριότητα: Οι πρώτοι ως «διαπιστευμένοι» επαγγελματίες μουσικοί εύρισκαν εργασία σε όλες τις κατηγορίες κέντρων διασκέδασης και αιθουσών. 327 Το ίδιο συνέβαινε και με αρκετούς από τους τραγουδιστές. 328 Ενώ οι αυτοδίδακτοι συνήθως εργάζονταν στα λαϊκά κέντρα διασκέδασης. -Ως προς τους ρόλους στην δισκογραφία: Οι πρώτοι φωνογραφούν με μεγαλύτερη ευκολία, εφόσον ορισμένοι εξ αυτών, σε κάποιες περιπτώσεις από τους πολυγραφότερους, διατελούσαν ή διετέλεσαν στη συνέχεια καλλιτεχνικοί διευθυντές των φωνογραφικών εταιρειών. Υπό αυτούς τους όρους και ρόλους ενέκριναν, επιμελούνταν και πολλές φορές έπαιζαν στις φωνοληψίες τα τραγούδια των «αυτοδίδακτων» μουσικών. Γενικότερα, υπήρχε μια σχέση, οπωσδήποτε μη ισότιμη, με δοσοληψίες οικονομικού και καλλιτεχνικού περιεχομένου μεταξύ των δυο πλευρών. -Ως προς την σχέση τους με το χασίς: Όπως σημειώθηκε (μερ. ΙΙ, κεφ. Α, 4) οι «πειραιώτες» είχαν συναντηθεί με το χασίς και τους χώρους του, όπου σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, για τους περισσότερους αποτελούσαν μέρος της ζωής τους. Αντίθετα, για τους «καλλιεργημένους» μουσικούς δεν υπάρχουν πληροφορίες ή ενδείξεις που να επιβεβαιώνουν ανάλογο τρόπο ζωής. Σε παρόμοια συμπεράσματα καταλήγουν επίσης οι Aulin και Vejleskov. «Οι διαφορές που διαπιστώσαμε ανάμεσα στις δύο σχολές σχετικά με την παρουσίαση του χασικλίδικου περιβάλλοντος φαίνεται να οφείλονται στο απλό 326 Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Α, 3. «Ο πόνος βρίσκει γιατρικό τραγούδια να χτυπάει». 327 Σπύρος Περιστέρης, Κώστας Τζόβενος, Δημήτρης Σέμσης, Γιάννης Δραγάτσης, Κώστας Καρίπης, Ιάκωβος Μοντανάρης, Κώστας Σκαρβέλης. 328 Αντώνης Διαμαντίδης (Νταλγκάς), Κώστας Νούρος, Στελάκης Περπινιάδης. 265

268 γεγονός ότι όλοι οι συνθέτες - στιχουργοί της πειραιώτικης σχολής άνηκαν στο ίδιο κλειστό περιβάλλον (το σινάφι), ενώ εκείνοι της σχολής του καφέ - αμάν (σημ. σμυρναίικης) βρίσκονταν σε μικρότερη ή μεγαλύτερη απόσταση από αυτό. Επομένως, δικαιολογημένα υποστηρίζει κανείς ότι τα πειραιώτικα τραγούδια δημιουργήθηκαν μέσα στο συγκεκριμένο χασικλίδικο περιβάλλον και τα τραγούδια του καφέ αμάν έξω από αυτό» Ως προς τον αριθμό των «χασικλίδικων» τραγουδιών: Το μεγαλύτερο μέρος των τραγουδιών αυτών γράφονται από «καλλιεργημένους» μουσικούς. Όπως δείχνουν τα στοιχεία (πίνακας 21) το 9% περίπου των τραγουδιών με αναφορές στο χασίς ανήκει στην ανώνυμη δημιουργία. Το 30% στην «Πειραιώτικη παρέα», αν σε αυτή συμπεριλάβουμε σχηματικά τους εννέα πρώτους δημιουργούς, όπως αναγράφονται στον πίνακα. Το 3% περίπου φωνογραφήθηκε από Έλληνες μουσικούς στις ΗΠΑ και αντλεί τα θέματά του κυρίως από την ανώνυμη δημιουργία. Τα υπόλοιπα τραγούδια (58%) ανήκουν στη συντριπτική τους πλειονότητα σε «καλλιεργημένους» λαϊκούς μουσικούς, στοιχείο που επιβεβαιώνει την άποψη ότι το ρεμπέτικο τραγούδι, όπως και το μέρος του εκείνο που χαρακτηρίσθηκε ως «χασικλίδικο», αποσπάται από τους αρχικούς βιωματικούς εμπνευστές και απασχολεί σοβαρά τους έχοντες μουσική παιδεία μουσικούς. Η άποψη αυτή ενισχύεται ακόμη περισσότερο μετά την ανάλυση περιεχομένου του στίχου των τραγουδιών, εφόσον, όπως προκύπτει, οι «καλλιεργημένοι» δημιουργοί προσλαμβάνουν τη χρήση χασίς και τα περί αυτήν με διαφορετικό τρόπο απ ότι οι «αυτοδίδακτοι». Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε είναι η ίδια με εκείνη της προηγούμενης παραγράφου. 330 Όμως εδώ συγκρίνονται οι διαμορφωθείσες κατηγορίες ανά τραγούδι, οι οποίες αφορούν στο χασίς, από την μια πλευρά των «αυτοδίδακτων» (οι εννέα πρώτοι του πίνακα 21) με τις αντίστοιχες κατηγορίες, ανά τραγούδι, όλων των υπολοίπων δημιουργών. 329 Aulin Suzanne, Vejleskov Peter Χασικλίδικα ρεμπέτικα (ανθολογία-ανάλυση-σχόλια), Κοπεγχάχη, Museum Tuskulanum Press, 1991σ Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 3. Λέξεις με «ουσία». 266

269 Πίνακας 21: Αριθμός ρεμπέτικων με αναφορές στο χασίς κατά δημιουργό έως το 1946 Βαμβακάρης Μάρκος 20 Γαβαλάς Σωτήρης (Μεμέτης) 6 Γενίτσαρης Μιχάλης 1 Γιοβάν Τσαούς 2 Γκόγκος Δημήτρης (Μπαγιαντέρας) 4 Δελιάς Ανέστης 5 Μπάτης Γιώργος 7 Παγιουμτζής Στράτος (Τεμπέλης) 2 Μανέτας Γιώργος-Σπαχάνης Γιάννης 2 Διαμαντίδης Αντώνης (Νταλγκάς) 5 Δραγάτσης Γιάννης Ογδοντάκης 4 Εσκενάζυ Ρόζα 2 Καλδάρας Απόστολος 1 Καμβύσης Γιώργος 1 Καρίπης Κώστας 2 Κατσαρός Γιώργος 2 Κωστής Α. 4 Μαρίνος Χρ. 1 Μητσάκης Γιώργος 1 Μισαηλίδης Κώστας 1 Μιχαηλίδης Μενέλαος 2 Μοντανάρης Ιάκωβος 6 Μπαρούσης Δημήτρης (Λορέντζος) 4 Παπάζογλου Βαγγέλης 9 Περιστέρης Σπύρος 8 Περπινιάδης Στελλάκης 1 Πολίτης Δ. 1 Ροβερτάκης Γιώργος 1 Ρούκουνας Κώστας 2 Ρουμελιώτης Κ. 1 Σακελλαρίου Αντ. 1 Σέμσης Δημήτρης (Σαλονικιός) 1 Σκαρβέλης Κώστας (Παστουρμάς) 2 Στάμος Σπύρος 1 Τζόβενος Κώστας 6 Τούντας Παναγιώτης 16 Τσάμας (Μίνως Μάτσας) 2 Τσιτσάνης Βασίλης 3 Τσομπανάκης Ν. 1 Τσομπανόπουλος Γιάννης 1 Χαλικιάς Ιωάννης (Τζάκ Γρηγορίου) 3 Χρυσαφάκης Εμμανουήλ (Φυστιξής) 4 Χρυσίνης Στέλιος 3 Ψυριώτης Ν. (Ιωαννίδης Σώσος) 1 Ανώνυμος

270 Σε όλες τις κατηγορίες (πίνακας 22) υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις. Στα «χασικλίδικα» τραγούδια, οι «αυτοδίδακτοι» δημιουργοί, οι οποίοι έχουν διαφορετική σχέση με το χασίς από τους υπολοίπους, με βάση την ανάλυση του στίχου, δίνουν άλλες προτεραιότητες στη διαδικασία της χασισοποσίας. Τούτο βεβαίως δεν είναι παράδοξο, διότι αυτός που έχει την εμπειρία του χασίς βιώνει τη χρήση, το χώρο, τις σχέσεις με Πίνακας 22: Αριθμός τραγουδιών και ποσοστό ανά κατηγορία των «αυτοδίδακτων» και των υπολοίπων δημιουργών Αυτοδίδακτοι δημιουργοί Οι υπόλοιποι δημιουργοί Κατηγορία τραγούδια ποσοστό τραγούδια ποσοστό 1. Η χρήση και η τελετουργία 34 68% 71 60,7% 2. Τα μέσα χρήσης 31 62% 59 50,4% 3. Η ουσία 20 40% 64 54,7% 4. Αποτέλεσμα της χρήσης 26 52% 43 36,8% 5. Ο χρήστης 16 32% 48 41% 6. Ο χώρος και οι άνθρωποί του 23 46% 33 28,2% 7. Η έλλειψη 3 6% 12 10,3% 8. Η κατάχρηση - εξάρτηση 0 0% 2 1,7% Σύνολο Σημείωση: σχεδόν κάθε τραγούδι περιλαμβάνει λέξεις που κατατάσσονται σε περισσότερες της μιας κατηγορίες. διαφορετικό τρόπο απ ότι ο παρατηρητής. Ο χρήστης ζει τη σχέση με το χασίς και το περιβάλλον του, ενώ ο παρατηρητής διαμορφώνει εικόνα για το αντικείμενο βάσει πληροφοριών που αντλεί από τη σχέση του με τον χρήστη, από τα μέσα ενημέρωσης, από την κοινή γνώμη κ.λπ. Οι «αυτοδίδακτοι» και οι «καλλιεργημένοι» δημιουργοί ιεραρχούν, μέσα από τα τραγούδια τους, όπως φαίνεται στον πίνακα 22, τα περισσότερο και λιγότερο σημαντικά στοιχεία της χασισοποσίας, ως εξής: 268

271 Α) οι «αυτοδίδακτοι» Β) οι «καλλιεργημένοι» 1. Τη χρήση και την τελετουργία 1. Τη χρήση και την τελετουργία 2. Τα μέσα χρήσης - σύμβολα 2. Την ουσία (χασίς) 3. Το αποτέλεσμα-«μαστούρα» 3. Τα μέσα χρήσης - σύμβολα 4. Το χώρο και τους ανθρώπους του 4. Τον χρήστη 5. Την ουσία (χασίς) 5. Το αποτέλεσμα-«μαστούρα» 6. Τον χρήστη 6. Τον χώρο και τους ανθρώπους του 7. Την έλλειψη-στέρηση 7. Την έλλειψη-στέρηση 8. Την κατάχρηση - εξάρτηση 8. Την κατάχρηση - εξάρτηση Η χρήση και η τελετουργία της, στα τραγούδια και των δύο ομάδων, ως προς την συχνότητα αναφοράς τους, καταλαμβάνουν την πρώτη θέση. Για την ομάδα μάλιστα των «αυτοδίδακτων» επτά στα δέκα τραγούδια της διαπραγματεύεται αυτό το θέμα. Η ίδια ομάδα τοποθετεί στην αμέσως επόμενη θέση τα μέσα χρήσης-σύμβολα τελετουργίας, ενώ η ομάδα των «καλλιεργημένων» φαίνεται να αγνοεί την αξία που έχουν για τον χασισοπότη και τα τοποθετεί στην τρίτη θέση με μεγάλη ποσοστιαία διαφορά. Από τα πλέον αξιοσημείωτα ευρήματα αυτής της σύγκρισης είναι η θέση που κατέχει η ουσία στα τραγούδια των δύο ομάδων. Στη μια περίπτωση, των «αυτοδίδακτων» δεν προβάλλεται η ουσία, αντίθετα οι «καλλιεργημένοι», επηρεασμένοι όπως και η κοινωνία, από τους «μύθους» γύρω από το χασίς, την αναδεικνύουν στη δεύτερη θέση ως προς τη σπουδαιότητα. Επίσης, για τους «αυτοδίδακτους» φαίνεται ότι ο χώρος χρήσης και η συλλογικότητα της ομάδας των χασισοποτών (ο χώρος και οι άνθρωποί του) έχουν μεγαλύτερη σημασία από το μεμονωμένο άτομο (χρήστη). Αντιστρόφως ανάλογη είναι η ιεράρχηση που κάνουν οι «καλλιεργημένοι» μουσικοί. Τέλος, το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της χρήσης χασίς (η ηδονή) έχει μεγαλύτερη αξία για τον συμμετέχοντα απ ότι για τον περιγράφοντα και αυτό δηλώνεται με σαφή τρόπο σε περισσότερα από τα μισά τραγούδια των «αυτοδίδακτων» και στο ⅓ περίπου των «καλλιεργημένων» μουσικών. 269

272 Η παραπάνω σύγκριση δεν αναιρεί δύο βασικά ευρήματα κατά την ανάλυση περιεχομένου του συνόλου των τραγουδιών (πίνακες 19 και 20), 331 τα οποία αφορούν στη σημαντικότητα του τελετουργικού της χρήσης χασίς και τα ήσσονος σημασίας ζητήματα της έλλειψης-στέρησης και κατάχρησης-εξάρτησης. Συνάμα όμως, τεκμηριώνει τις διαφορετικές αναπαραστάσεις που είχαν οι δύο ομάδες μουσικών σχετικά με τη χρήση χασίς. Από την μια πλευρά, τα τραγούδια των «αυτοδίδακτων» δείχνουν να εκπροσωπούν τον κόσμο των χασισοποτών και από την άλλη, τα τραγούδια των «καλλιεργημένων» την ευρύτερη κοινότητα που τους περιβάλλει. 331 Βλέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 3. Λέξεις με «ουσία». 270

273 5. «Σ έναν τεκέ σκαρώνανε»: Ο χώρος και η τελετουργία της χρήσης χασίς Η χρήση του χασίς στα αστικά κέντρα του Μεσοπολέμου συχνά γινόταν σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, τους «τεκέδες», οι οποίοι βρίσκονταν μέσα στον οικιστικό ιστό, στο κέντρο της πόλης ή σε συνοικίες αυτής. «Πίσω απ' το Μοναστηράκι /είν' ένα φαρδύ σοκάκι /είναι ο τεκές του Γάκη (;)», 332 «μπλοκάρανε το μαγαζί του Μπάτη στον Πειραία /που μαστουρώνανε μαζί αυτός και η παρέα», 333 «στο Βοτανικό απόψε, θα 'ρθω να τα πιω, /και θα μαστουρωθώ», 334 «μεσ' το Τουρκολίμανο, θα 'ρθω να μαστουρώσω». 335 Υπήρχαν όμως και εκτός της πόλης, λιγότερο ή περισσότερο «οργανωμένα», μικρά εξοχικά κέντρα, στην ύπαιθρο ή τις παραλίες, τα οποία είχαν ανάλογη λειτουργία, «στης θάλασσας την αμμουδιά είχες το ντεκεδάκι». 336 Εκτός από τους «οργανωμένους» τεκέδες οι χρήστες χασίς κατά παρέες, όπως οι χασισοπότες παλαιότερων εποχών, κατέφευγαν σε χώρους μακριά από αδιάκριτα μάτια, όπως σπηλιές, παραλίες, χαλάσματα, εγκαταλελειμμένα κτίσματα, αρχαιολογικούς χώρους κ.ο.κ. «βρε, βάρκα μου μπογιατισμένη, βρε, κάργα μάγκες φορτωμένη και τον αργιλέ στα χέρια», 337 «ζούλα σε μια, μωρέ, βάρκα μπήκα, και στη σπηλιά του Δράκου βγήκα», 338 «όπου την πίναμε παιδιά/ στου Φιλουπάππου τη φωλιά, /μέσα στου κέντρου τη σπηλιά». 339 Οι τεκέδες που βρίσκονταν στο κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά ήταν γνωστοί σε ευρύτερο κοινό, ευκολότερα προσβάσιμοι και βεβαίως περισσότερο ευάλωτοι στις αστυνομικές εφόδους. 332 «Ο κουμπούρας απ' τη Βάθη», Στάμου, αύξ. αριθ «Επιάσανε το Μπάτη», Ροβερτάκη, αύξ. αριθ «Στο Βοτανικό», Ρούκουνα, αύξ. αριθ «Τουρκολιμανιώτισσα γλυκιά», Τούντα, αύξ. αριθ «Τα Χανουμάκια», Καρίπη, αύξ. αριθ «Βάρκα μου μπογιατισμένη», Μπάτη, αύξ. αριθ «Ζεμπεκάνο σπανιόλο», Μπάτη, αύξ. αριθ «Που ναι τα χρόνια τα παλιά», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ

274 Τα πρόσωπα του τεκέ ήταν ο ιδιοκτήτης «τεκετζής», «Μεσ' του Ζαμπίκου το τεκέ», 340 «Μέσα στου Νώντα το τεκέ», 341 ο ή η βοηθός του και ο τσιλιαδόρος ή τσιλιαδόροι συνήθως νεαρής ηλικίας, ενδεχομένως αντικαταστάτες και «μαθητευόμενοι» του τεκετζή. «Βρε πιτσιρίκο φύλαξε, στο παραθύρι κοίταξε/ ο Νώντας (εννοεί τον τεκετζή) βρίσκεται απών/ να κανονίσεις το λουλά, για να φουμάρουν τα παιδιά». 342 Η βοηθός φρόντιζε την προετοιμασία της χρήσης χασίς. -Μετέφερε νερό για τους αργιλέδες από κάποιο πηγάδι ή βρύση, «νερό που εκουβάλησες απ του Κουλού τη βρύση», 343 γέμιζε τους αργιλέδες, «βάλε και ψήσε μας καφέ, και γιόμισε τον αργελέ» «Πατούσε» το τουμπεκί και άναβε τον αργιλέ, «και τον ανάβει η κυρία Κούλα», 345 «κι άναβα μάγκες τη φωτιά», 346 «κι η Αγγέλω του πατά φωτιές στον αργιλέ» Επίσης, η βοηθός «έβγαζε το βιδάνιο», δηλαδή το πιατάκι στο οποίο συγκέντρωνε τα χρήματα της αμοιβής για το προσφερόμενο χασίς, η οποία μετριόταν συνήθως σε τάληρα. «Ρε, που χει τάληρα και τσιγαριές στη ζούλα», 348 «πόσες φορές το τάληρο δε κράτησες στο χέρι», 349 «δύο τάληρα τον δίνεις, τρία θα πληρώσουμε». 350 Οι άνθρωποι που σύχναζαν στους «γνωστούς» τεκέδες ήταν τακτικοί πελάτες, αλλά και περαστικοί, «μάγκας βγήκε για συργιάνι, για να βρει καν α τεκέ». 351 Άλλοτε κατά μόνας προκειμένου να συναντήσουν γνώριμους και φίλους, «στον τεκέ όταν πηγαίνω /τα δερβίσια 340 «Μεσ' του Τσαμπίκου το τεκέ», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Γεια σου Λόλα μερακλού», Μπαρούση, αύξ. αριθ «Πιτσιρίκος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Μόρτισσα χασίκλου», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Γιαννούσενα», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Στην υπόγα», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Γιαννούσενα», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Ο μάγκας του Βοτανικού», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Στην υπόγα», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Μόρτισσα χασίκλου», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Πέντε μάγκες», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Μάγκας βγήκε για σεργιάνι», Καλδάρα-Τσιτσάνη, αύξ. αριθ

275 περιμένω», 352 «στον τεκέ του Περδικάκη / την μπουκάρισα βραδάκι, /λίγο για να μαστουρώσω/ και τους μάγκες ν' ανταμώσω». 353 Άλλοτε πάλι ομαδικά προσέρχονταν για διασκέδαση, «πέντε μάγκες του Περαία, πέρναγαν απ τον τεκέ./ Ένας είπε απ την παρέα, πα να πιούμε ναργιλέ». 354 Ο τεκές λοιπόν, σε αυτές τις περιπτώσεις, φέρεται ότι λειτουργούσε ως χώρος συνάντησης και κοινωνικής συναναστροφής. Η περιγραφή των ανθρώπων του τεκέ που παρουσιάστηκαν προηγουμένως, αλλά και των θαμώνων του, αναφέρονται παραστατικά, σε ένα φανταστικό τεκέ που προτίθεται να δημιουργήσει ο εμπνευστής του τραγουδιού. Όπου τεκετζής θα είναι ο ίδιος, ενώ οι υπόλοιποι ρόλοι αποδίδονται σε αστέρες του κινηματογράφου και άλλους διάσημους της εποχής. «Θα ρχόντουσαν πελάτες μου, κορίτσια να χουν τρέλες, κι ο Μπίλυ Φριτς θα σκάρωνε, αφράτους αργιλέδες./ Η Γκρέτα Γκάρμπο μάγκα μου, θ ανάβει το τσιμπούκι κι ο Ζαν Κεπούρα στη γωνιά, θα παίζει το μπουζούκι./ Κι ο Τζίμυ Λόντος για νταής, θα κάθεται στις τσίλιες, κι η Λίλιαν η Χάρβεϋ, θα διώχνει τις μπασκίνες». 355 Οι θαμώνες, όταν δεν διέθεταν χρήματα για να καπνίσουν, μπορούσαν να παρευρίσκονται και να εισπνέουν τον καπνό που υπήρχε στο χώρο, οι επονομαζόμενοι «ντουμανάκηδες». «Γεια σου ρε Μήτσο στραβοκάνη, που σαι μαστούρι απ τον ντουμάνι». 356 Σε άλλες περιπτώσεις έβαζαν από κοινού χρήματα «ρεφενέ», ώστε να συμπληρωθεί το απαιτούμενο χρηματικό ποσό για το κάπνισμα του χασίς. «Τσοντάρεις, αδελφούλα μου, να πιούμε τσιμπουκάκι,/ μαζί να μαστουριάσουμε». 357 Ενώ οι φέροντες ιδιαίτερο γόητρο, κύρος και φήμη στον κύκλο των χασισοποτών και οι χαίροντες εκτίμησης για την γενικότερη δράση τους είχαν το άτυπο προνόμιο του δωρεάν ή επί 352 «Ο μουρμούρης», Μαρίνου, αύξ. αριθ «Στον τεκέ του Περδικάκη», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Πέντε μάγκες», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Πρέπει να χτίσω ένα τζαμί», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Στην υπόγα», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Αλανιάρης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ

276 πιστώσει καπνίσματος χασίς. «Τη φουμάρει, μαστουριάζει /και μπαφιάζει πάντα βερεσέ. /γιατί πήρε σύνταξη / από το Μεντρεσέ», 358 (εννοεί τις ομώνυμες φυλακές) «ο ρεμπέτης το φουμάρει /το μαυράκι βερεσέ». 359 Δεν εξέλειπαν όμως και τα κεράσματα μεταξύ των πελατών ή εκ μέρους του τεκετζή, «και τον μάπα φούντωσέ τον, να κεράσω γω τους μάγκες». 360 Στον τεκέ υπήρχε και η δυνατότητα προμήθειας χασίς, «και πουλάει το μαυράκι, στον τεκέ του Περδικάκη». 361 Οι προτιμήσεις των χρηστών στρέφονταν στο προερχόμενο από την Ανατολή χασίς, το οποίο θεωρούταν καλύτερης ποιότητας, «μαύρο φέρνει από τη Σμύρνη». 362 Ανάλογες ήταν οι προτιμήσεις και για τον χρησιμοποιούμενο στον αργιλέ καπνό (τουμπεκί), «φτιάξε ναργιλέ αφράτο, με Περσίας τουμπεκί». 363 Οι συμμετέχοντες στη διαδικασία καπνίσματος του χασίς κάθονταν σχηματίζοντας κύκλο και στο κέντρο του τοποθετούνταν τα σύνεργα της χρήσης. Το πλέον απαραίτητο βέβαια ήταν ο αργιλές, «γύρω γύρω τα ντερβίσια και στη μέση τα χασίσια», 364 «γύρω γύρω δερβισάδες και στη μέση οι λουλάδες», 365 «πέντε κάθονται τριγύρω και τον μάπα (σημ. το λουλά) φέρνουν γύρω». 366 Οι πρώτες ρουφηξιές, όπως σημειώθηκε, ήταν υπόθεση της βοηθού, προκειμένου να καεί η επάνω στρώση από τουμπεκί. Όταν άρχιζε να καίγεται το χασίς η βοηθός έδινε το «μαρκούτσι» στον πρώτο καπνιστή. Αυτός, μετά τις πρώτες ρουφηξιές έδινε το «καλάμι» στο διπλανό του, για να το μεταφέρει με τη σειρά του στον επόμενο του κύκλου κ.ο.κ. Όταν κατά το κάπνισμα το περιεχόμενο τελείωνε, αντικαθιστούσαν τον «λουλά» με άλλο γεμάτο, «του ντεκετζή ξηγήθηκα, να τον ξαναπατήσει». 367 Καθ όλη την διαδικασία καπνίσματος φαίνεται ότι υπήρχε μια «σειρά», 358 «Ο μάγκας του Βοτανικού», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Ο ρεμπέτης», Ρουμελιώτη, αύξ. αριθ «Στον τεκέ του Περδικάκη», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Απ την Πόλη ένας μόρτης», Διαμαντίδη (Νταλγκά), αύξ. αριθ «Εφουμέρναμ ένα βράδυ», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Πέντε μάγκες», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Δε μου λέτε το χασίσι που πουλιέται», Ανωνύμου, αύξ. αριθ «Οι χασικλήδες», Ανωνύμου, αύξ. αριθ «Στον τεκέ του Περδικάκη», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Σούρα και μαστούρα», Δελιά, αύξ. αριθ

277 μια τάξη, «με τη σειρά μου θα τον πιω», 368 «πάρε σειρά, γιατί, μπορεί,/ ίσως να μην προκάνεις./ μη μας συμβεί το σοβαρό,/ και τη σειρά σου χάνεις». 369 Κατά την διάρκεια του καπνίσματος, οι χασισοπότης ήταν σιωπηλός και αυτό απαιτούνταν από όλους. «Όταν καπνίζει ο λουλάς, εσύ δεν πρέπει να μιλάς, κοίταξε τριγύρω οι μάγκες κάνουν όλοι, κάνουν τουμπεκί». (σημ. σιωπούν) 370 Καθώς άρχιζε η επήρεια του χασίς, κάποιος από την συντροφιά αναλάμβανε με αυτοσχεδιασμούς στο μπουζούκι και συχνότερα στον μπαγλαμά να διασκεδάσει με τα ηχητικά ερεθίσματα την ομήγυρη «και φουμάρανε μαυράκι, παίζαν και μπαγλαμαδάκι, για να σπάσουνε μεράκι», 371 «τότες πιάνω το μπουζούκι, σπαν οι μάγκες μαστουρλούκι». 372 Σε αυτές τις περιπτώσεις οι παραβρισκόμενοι εκφράζοντας την ικανοποίησή τους κερνούσαν τον διασκεδαστή, «κι όπου κάτσω με κερνούνε/ στον τεκέ και στην ταβέρνα/ νταλγκαδιάζονται για μένα/ σα χτυπώ διπλοπενιές,/ που ραΐζουνε καρδιές». 373 Ως επακόλουθο της μουσικής ερχόταν ο χορός, ο οποίος ήταν αργός ζεϊμπέκικος χωρίς περιττές κινήσεις ή φιγούρες, «να χορέψω μες στη ζάλη, όμορφα και ταπεινά», 374 με τελικό σκοπό την ικανοποίηση, «και χορεύαν ζεϊμπεκάκι και έτσι σπάγανε μεράκι». 375 Το κάπνισμα του χασίς, η μουσική, το τραγούδι και ο χορός ήταν στοιχεία ενός τελετουργικού προκειμένου οι συμμετέχοντες να «σπάσουνε μεράκι, κεφάκι, νταλγκαδάκι, μαστουρλούκι» κ.λπ. Με άλλα λόγια να εξωτερικεύσουν ή να λεκτικοποιήσουν παρουσία άλλων προσώπων σκέψεις για την ύπαρξή τους, μύχιους πόθους, θέματα που τους δυσαρεστούσαν, να αισθανθούν την ευεργετική γι αυτούς ηδονή του χασίς, αλλά και να 368 «Της μαστούρας ο σκοπός», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Κάτσε ν' ακούσεις μια πενιά», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Ο λουλάς», Μητσάκη, αύξ. αριθ «Οι μπαγλαμάδες», Ανωνύμου, αύξ. αριθ «Όταν πίνω τουμπεκάκι», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Ο Μάρκος ο Συριανός», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Παίξε Χρήστο το μπουζούκι», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Οι μπαγλαμάδες», Ανωνύμου, αύξ. αριθ

278 απευθυνθούν στους παρακαθήμενους φίλους τους εκδηλώνοντας, πάντα με «μέτρο», τα αισθήματα που έτρεφαν γι αυτούς. «Κάν τονε Σταύρο καν τονε Βαλ του φωτιά και καφ τονε./ Δώσε του Γιώργου του τρελού Του μάστορα, του ξυλουργού./ - Άλα! ντάχου, ντάχου, ντα / Τράβα βρε Γιάννη αραμπατζή, Που σαι μαγκιόρος τεκετζής./ - Με λίγωσε αδερφάκι!/ Δώσε του Νικολάκη μας, Να βγάλει το μεράκι μας./ - Γεια σου Μάρκο μερακλή! - Γεια σου κι εσύ «τεμπέλη» με τον μπαγλαμά σου! /Τζούρα δώσε του Μπάτη μας, Του μόρτη, του μπερμπάντη μας. -Φτάνει πια, τον έφαγες!» 376 Η διαδικασία αυτή εμφανίζεται ότι ήταν άκρως ανακουφιστική και συχνά λυτρωτική για τον ψυχικό φόρτο, το ντέρτι (νοσηρή κατάσταση), τα πάθη και τις ανυπέρβλητες δυσκολίες της ζωής. Έδινε μάλιστα αυτή τη δυνατότητα, επειδή συντελούνταν στο πλαίσιο μιας οριοθετημένης συλλογικότητας, η οποία αποτελούσε τον βασικό παράγοντα μιας τέτοιας εσωτερικής διεργασίας. «Ντερβίση μου να ρχοσουνα μια ώρα στο τσαρδί μας. Να βρισκες τους φίλους μας που είν όλοι δικοί μας» 377 Όπως έχει ήδη σημειωθεί, η χρήση χασίς δεν γινόταν μόνο σε τεκέ, αλλά και σε απομακρυσμένους εξωτερικούς χώρους. Σε αντίθεση με το αυστηρό τελετουργικό και τους περιοριστικούς κανόνες του τεκέ, στους εξωτερικούς χώρους, χωρίς να εκλείπει η τελετουργία, οι ρόλοι ήταν λιγότερο οριοθετημένοι. Αυτό μάλλον οφείλονταν στο ότι η 376 «Κάφτονε Σταύρο κάφτονε», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Ο δερβίσης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ

279 συντροφιά ήταν προεπιλεγμένη και ο δεσμός της φιλίας των μελών της ισχυρός, καθώς επίσης στο ότι ήταν μικρότερες οι πιθανότητες επιδρομής των διωκτικών αρχών. «Ζούλα σε μια, μωρέ, βάρκα μπήκα, και στη σπηλιά του Δράκου βγήκα./ Βλέπω τρεις μαστουρωμένοι, βρε και στην άμμο, μωρέ, ξαπλωμένοι./ Ήταν ο Μπάτης, βρε κι ου Αρτέμης βρε κι ου Στράτος, βρε ου τεμπέλης./ - Γεια σου Στράτο, με τις όμορφες πενιές σου! Βρε συ Στράτο, ντε βρε συ Στράτο, βρε σιάξε ναργιλέ αφράτο./ Να φουμάρει, βρε το Μπατάκι, βρε που ναι χρόνια, βρε ντερβισάκι./ Να φουμάρει, βρε κι ου Αρτέμης, και όπου πάει, μωρέ και μας φέρνει./ Μας φέρνει μαύρο, από την Πόλη, βρε και μαστούρια, είμαστε όλοι./ Τουμπεκί απ την Περσία, βρε, πίνει ο μάγκας με ησυχία./ - Γεια σου Αρτέμη!» 378 Στις περιπτώσεις χρήσης χασίς εκτός τεκέ υπήρχε απώλεια μέρους του τελετουργικού. Αυτό αναπληρωνόταν, ελλείψει τεκετζή, βοηθού και τσιλιαδόρου, από τη διαδικασία προετοιμασίας των αναγκαίων για τη χρήση όπως: η προμήθεια χασίς, το πλύσιμο του καπνού (τουμπεκί ή τζούρα), το γέμισμα και πάτημα του αργιλέ κ.λπ., την οποία αναλάμβαναν πλέον οι ίδιοι οι χρήστες. «Μάγκες στην τρίχα έξη εφτά, κρατούν καλάμι και λουλά./ 378 «Ζεμπεκάνο σπανιόλο», Μπάτη, αύξ. αριθ

280 Στείλαν καλάθι 379 για να βρουν, να τον γιομίσουν να τη πιούν./ Τρεις τζούρες πήραν, πλύνανε, τρεις τζούρες πήραν, πίνανε, και το λουλά πατήσανε./ Και τον γιομίσανε δοντιές, 380 και καμιά δεκαριά φορές./ Πίνουνε, μαστουριάζουνε και το νταλγκά τους βγάζουνε./ Παίζουν το μπουζουκάκι τους, κι έρχεται το μεράκι τους». 381 Ο χώρος του τεκέ ανδροκρατείται, όμως δεν αποτελεί «άβατο» για τις γυναίκες, «μες στου Τσαμπίκου τον τεκέ, φουμάρει η Ειρήνη αργιλέ». 382 Είναι προσβάσιμος για εκείνες που υιοθετούν ανδρικές συμπεριφορές, ανάλογο τρόπο ζωής και συμμετέχουν ή συνδέονται με δραστηριότητες των ανδρών. Συχνά εξασκούν το επάγγελμα της ιερόδουλης (γκόμενα), 383 «τη φουμάρει, μαστουριάζει με τη γκόμενά του στο ντεκέ», 384 «και οι γκόμενες αντρίκια κουσουμάρουν και με μάγκες τρέχουνε για να φουμάρουν ζούλα πάμε στον ντεκέ για τσιμπουκάκι». 385 Είναι οι γυναίκες που αποκαλούνται «μαγκίτισσα», «μόρτισσα», «δερβίσαινα», «αλανιάρα», «μερακλού». «Είμ αλανιάρα μερακλού, φουμάρω το χασίσι όπου σταθώ κι όπου βρεθώ ντερβίσαινα με λένε», 386 «η μερακλού η 379 Καλάθι: τρόπος συσκευασίας του χασίς. 380 Δοντιές: μικρά κομμάτια χασίς κομμένα με τα δόντια. 381 «Μαστούρια», Μοντανάρη, αύξ. αριθ «Μες του Ζαμπίκου τον τεκέ», Τζόβενου, αύξ. αριθ Ο όρος «γκόμενα», μόνον γένους θηλυκού, για την εξεταζόμενη περίοδο είναι συνώνυμο της ιερόδουλης. Προέρχεται από το «κόμμι» καλλυντικό της κόμης που συνήθιζαν να χρησιμοποιούν όσες εξασκούσαν το επάγγελμα αυτό (κόμμι - κόμινα - γκόμινα - γκόμενα). Ο χρησιμοποιούμενος όρος για την/τον ερωτικό σύντροφο ήταν «γιαβουκλού» και «γιαβουκλούς». 384 «Ο μάγκας του Βοτανικού», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Τραγιάσκες», Βαμβακάρη, αύξ αριθ «Ντερβίσαινα», Παπάζογλου, αύξ. αριθ

281 μόρτισσα, πονεί μα δεν το λέγει», 387 «μόρτισσα που γεννήθηκες, μέσα, μεσ στους ντεκέδες». 388 Σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχαν γυναίκες οι οποίες διηύθυναν και λειτουργούσαν τεκέδες, συνήθως σε απόκεντρες περιοχές, «μεσ' στον τεκέ της Μαριγώς, μ' έπιασε ένας μυστικός». 389 Το κλίμα μυσταγωγίας του τεκέ το ανέτρεπαν συχνά οι έφοδοι της αστυνομίας, όπως επίσης κάποιες φορές οι παρεξηγήσεις, οι καυγάδες και τα επεισόδια που δημιουργούνταν μεταξύ χασισοποτών. Αφορμή για παρεξηγήσεις μπορεί να ήταν η κακής ποιότητας ή νοθευμένο χασίς που πρόσφερε ο τεκετζής, «κάπνισαν και ήταν τζούρα», 390 επίσης οι ανταγωνισμοί από τις συνήθως παράνομες δραστηριότητες που είχαν, «το αλάνι να τουμπάρουν/ και το σπλάχνο να του πάρουν». 391 (Το συγκεκριμένο τραγούδι περιγράφει περιστατικό σε τεκέ, όπου κάποιοι «μάγκες» επιχειρούν να θέσουν υπό την «προστασία» τους μία πόρνη αποσπώντας την από το «αλάνι» που την συνοδεύει και την εκμεταλλεύεται). Σε άλλες περιπτώσεις, παρουσιάζεται μια απροσδιόριστη διάθεση για βίαιη συμπεριφορά, που ερμηνευόταν με τον χαρακτηρισμό του «μπελαλή» ή του «μουρμούρη», που κάνει «ματσαράγκες» (φασαρίες), «κι ύστερα σα μαστουρώσω/ το καυγά θέλω να στρώσω», 392 «να φουμάρουνε οι μάγκες/ βρε, που σκαρώνουν ματσαράγκες», 393 «στήσανε καβγά δυο μάγκες/ για να κάνουν ματσαράγκες». 394 Αυτές οι προκλητικές στάσεις μέσα στον τεκέ «ένας μάγκας στο τεκέ μου/ τσάκισε τον αργελέ μου», 395 πιθανώς σε κάποιες περιπτώσεις αποσκοπούσαν στην επιβολή και την υπενθύμιση της κυριαρχίας του δρώντος στον χώρο ή της θέσης του στην ιεραρχία έναντι των άλλων χασισοποτών. 387 «Φέρτε πρέζα να πρεζάρω», Τούντα, αύξ. αριθ «Μόρτισσα χασικλού», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Μεσ' τον τεκέ της Μαριγώς», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Πέντε μάγκες», Γιοβαν Τσαούς, αύξ. αριθ «Τσαχπίνα μαυρομάτα», Πολίτη, αύξ. αριθ «Ο μουρμούρης», Μαρίνου, αύξ. αριθ «Οι μάγκες», Μοντανάρη, αύξ. αριθ «Δροσούλα», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Ένας μάγκας στο τεκέ μου», Τζόβενου, αύξ. αριθ

282 Η ως εδώ παρουσίαση του τεκέ, της χρήσης χασίς και των συνηθειών των χρηστών προέρχεται από το ρεμπέτικο τραγούδι. Σχετικές πληροφορίες δίνονται και από άλλες πηγές, ορισμένες των οποίων παρατέθηκαν στο Πρώτο Μέρος. 396 Στην εποχή που προηγήθηκε του τεκέ, η χρήση, όπως ήδη σημειώθηκε, γινόταν σε εξωτερικούς χώρους απομονωμένους από τις κατοικημένες περιοχές. Οι τεκέδες, λόγω της ηθικής απαξίας της χρήσης και των απαγορεύσεων, εμφανίζονταν συνήθως με την μορφή καφενείων ή άλλου είδους επαγγελματική στέγη, 397 ώστε να αιτιολογείται στα μάτια τρίτων η συνάθροιση και διέλευση πολλών ανθρώπων, αν και για τις διωκτικές αρχές αυτοί οι τεκέδες ήταν «καλύτερον επιτηρούμενοι». Για τους τεκέδες και το εσωτερικό τους κατατοπιστικές πληροφορίες δίνονται από τον Μάρκο Βαμβακάρη «Όλοι οι τεκέδες ήτανε ίδιοι. Ίδιοι και απαράλλαχτοι. Μια κάμαρα ήτανε τεκές. Ένα σπιτάκι ήτανε τεκές. Ένα άλλο παραγκάκι. Δεν υπήρχε δηλαδή να ναι σαλόνι να το κάνουνε τεκέ. Όχι μια κάμαρα μεγάλη και καθαρή, αυτό» 398 και παρακάτω συμπληρώνει «Κάτω, αλλού είχε χώμα, αλλού σανίδια αλλά περισσότερο χώμα». 399 Ως προς το κάπνισμα του χασίς, ο πρώτος που ξεκινούσε ήταν έμπειρος χασισοπότης, καταξιωμένος γενικότερα στην συνείδηση της ομάδας ως ο τυπικός ή άτυπος ηγέτης της, όπως συμβαίνει με εκείνον που κάθεται στην κεφαλή του τραπεζιού. Οι παρακαθήμενοι δεξιά του ήταν αυτοί που ακολουθούσαν στην ιεραρχία τον πρώτο, ενώ τελευταίοι καπνιστές του κύκλου ήταν συνήθως οι νεότεροι. Ανεξάρτητα της θέσης που κατελάμβαναν, όλοι είχαν το δικαίωμα της ίσης ποσότητας χασίς. Παρότι αυτή η διάταξη θέσεων μπορεί να άλλαζε κατά περίπτωση, το βέβαιο ήταν ότι έπρεπε να τηρηθεί κάποια σειρά σ αυτή τη διαδικασία (Ζαϊμάκης, 2005, σ.72). Σχετικά με το τραγούδι, αυτό ακολουθούσε τη μουσική και το περιεχόμενο του αφορούσε στο χασίς, στη ζωή των χασισοποτών και στην διαφορετικότητα της ομάδας τους. Το τραγούδι αποτελούνταν συνήθως από αυτοσχέδια ή γνωστά στον κύκλο των 396 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Γ, 1. Η χρήση χασίς που ενώνει. 397 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Γ, 2. Οι ουσίες και η χρήση των διακρίσεων. 398 Μάρκος Βαμβακάρης Αυτοβιογραφία, εκδ. Παπαζήση, 1978, σ Οπ. π., σ

283 χρηστών, δίστιχα ή τετράστιχα, όπως επίσης αμανέδες. 400 Εκτός των ερασιτεχνών μουσικών της παρέας, δεν ήταν σπάνιες και οι προσκλήσεις σε περισσότερο γνωστούς ή πλανόδιους μουσικούς, προκειμένου να συνδιασκεδάσουν 401 έναντι αμοιβής και πολλών κερασμάτων 402 χασίς από τον τεκετζή και τους παρευρισκόμενους. Ο χορός πάλι εναρμονιζόταν με το κλίμα μυσταγωγίας που επικρατούσε στον τεκέ, όπου ο χορευτής με τις κινήσεις του εξέφραζε προσωπικά του στοιχεία και συνεπώς παρουσίαζε τα διαπιστευτήρια του «ανήκειν» στην ομάδα, τα οποία κατά κάποιον τρόπο είχε υποχρέωση να επιδείξει έναντι των άλλων. Ταυτόχρονα όμως διασκέδαζε ο ίδιος, όπως και οι θεατές του χορού του. Δικαίωμα στο χορό είχαν όλοι με την «σειρά» τους, σε ένα πλαίσιο ισοτιμίας και διαδραματιζόμενων ρόλων. Οι συμμετέχοντες στην ομήγυρη κατά την διάρκεια της χασισοποσίας ήταν σιωπηλοί, προσηλωμένοι σε αυτό που συνέβαινε ή επρόκειτο να συμβεί. Ήταν μια μυσταγωγία την οποία έπρεπε να σεβαστούν για να μπορούν να λαμβάνουν μέρος και να την ζήσουν. Η χρήση του χασίς δεν ήταν παιγνίδι ή απλά μια προσωπική συνήθεια, αλλά η «μετάβαση» 400 Φαλτάϊτς Κώστας, Οι παραστρατημένοι, 1925, σ.41. Δίστιχα που ακούγονταν στον τεκέ. Δεν μου λέτε, δεν μου λέτε, το χασίσι που πουλιέται; Για να πάρω πέντε δράμια, να το πιούνε τα χαρμάνια./ Βάρκα μου μπογιατισμένη, με χασίσι φορτωμένη./ Σαν με δεις και παίρνω βόλτα, το στριφτό βάλτο στην πόρτα./ Τρεις καλές και δυό γιομάτες, αγαπώ δυό μαυρομάτες. 401 «Εγυρίζαμε στους τεκέδες, πήγαινα από δω πήγαινα από κει, επαίζαμε το όργανο και πηγαίναμε. Με παίρνανε από το ένα μέρος στο άλλο μέρος» (Βαμβακάρης, 1978, σ.105). 402 «Τότε έμπαινα στον τεκέ μέσα με το μπουζούκι μου και με κερνούσαν αβέρτα. Και από τον τεκετζή και από όλους. Έπαιρνε ο τεκετζής και μ έβαζε δέκα τάλαρα, είκοσι στην τσέπη, σ όποιον τεκέ πήγαινα» (στο ίδιο, σ.118). 281

284 σε μια άλλη διάσταση της ύπαρξής τους και του κόσμου, μια προσέγγιση του «άλλου». 403 Η μετάβαση αυτή δεν ήταν μόνον ατομική υπόθεση, 404 για τούτο ο καθένας όφειλε την αρμόζουσα κατανυκτική συμπεριφορά και αποδοχή του «νόμου» που επέβαλε η στιγμή, ο χώρος και η ομάδα, ο οποίος ουσιαστικά στόχευε στην προστασία των μελών. Αυτός ήταν και ο λόγος, που η πολυλογία, οι χειρονομίες, οι φωνές και τα αστεία δεν είχαν θέση στον τεκέ. Όποιοι παρεκτρέπονταν, συνήθως νέοι χασισοπότες, γίνονταν αποδέκτες αυστηρών παρατηρήσεων από τους παλαιότερους και εκείνους που είχαν μεγαλύτερο κύρος, ενώ η μη συμμόρφωσή τους ήταν αιτία αποπομπής από την ομάδα (Ζαϊμάκης, 2005, σ.74). Τέλος, ως προς τα επεισόδια σε τεκέδες, όπως επίσης σε ταβέρνες και σε χώρους που γινόταν κατανάλωση αλκοόλ, υπάρχουν συχνές αναφορές στο αστυνομικό δελτίο και στον Τύπο της εποχής. 405 Σε αυτές πιθανώς περιλαμβάνονται και επεισόδια που προκλήθηκαν λόγω παρέμβασης της αστυνομίας. Την ίδια πληροφορία δίνει και ο Στριγγάρης «Ούτε σπάνιον ούτε δύσκολον είναι να δημιουργηθή εχθρότης μεταξύ των φίλων αυτών εντός του αυτού κύκλου». 406 Το ρεμπέτικο τραγούδι που παρουσιάστηκε στην αρχή της παραγράφου επίσης δίνει τέτοιου είδους περιγραφές. Το αξιοσημείωτο είναι ότι σε τραγούδια της «Πειραιώτικης παρέας» δεν απαντάται περιστατικό ή περιγραφή βίαιης συμπεριφοράς μεταξύ χασισοποτών. Οι πιθανές αιτίες γι αυτό είναι δύο: α) Τα επεισόδια σε τεκέδες μεταξύ χασισοποτών να ήταν σπάνια και οι διωκτικές αρχές, όπως επίσης ο Τύπος, να τα προέβαλαν περισσότερο με δόση υπερβολής, λόγω της αρνητικής θέσης που είχαν απέναντι τους. Οι «καλλιεργημένοι» μουσικοί πάλι, επειδή δεν είχαν άμεση επαφή με τον χώρο του τεκέ, μάλλον έπαιρναν τα ερεθίσματά τους από αυτές τις πηγές και έγραφαν 403 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 404 «Είναι μια καινούρια γλώσσα στον κόσμο των ανθρώπων που νοιώθουν συνδεδεμένοι όχι μόνον στην καθημερινότητα αλλά εκφράζοντας τις μύχιες σκέψεις και τα συναισθήματά τους δεν νοιώθουν ότι δεν ανήκουν πουθενά ακόμα κι όταν είναι μόνοι» (Olievenstein, 1978, σ.47). 405 «Οι εντός (εννοεί του τεκέ) ευρισκόμενοι χασισοπόται, προκαλούν ζωηρά επεισόδια, ενόπλους συμπλοκάς κ.τ.τ.» (Παξινός, 1940, σ.85). 406 Στριγγάρης Μιχ., Χασίς - Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, 1937, σ

285 τραγούδια με τέτοια θεματολογία. β) Οι «πειραιώτες» μουσικοί, επειδή έγραφαν τραγούδια, που απευθύνονταν κατ αρχάς στο κοινό του τεκέ, εκεί άλλωστε ακούγονταν για πρώτη φορά πριν φθάσουν στις αίθουσες φωνοληψίας και στις πλάκες γραμμοφώνου, δεν θα μπορούσαν, μέσα σε ένα κλίμα μυσταγωγίας που επικρατούσε στον τεκέ, να τραγουδούν για «φασαρίες», «φόνους» κ.λπ. Για το λόγο αυτό ίσως επέλεγαν να αποσιωπούν το θέμα. Ο «οργανωμένος» τεκές του Μεσοπολέμου αποκτά σταδιακά τη θέση του στο αστικό κέντρο, στο χώρο του οποίου συνυπάρχει η ψυχαγωγία με τις οικονομικές δραστηριότητες. Εκτός των ιδιοκτητών και των απασχολουμένων στον τεκέ, οικονομικά οφέλη είχαν λαθρέμποροι κάθε είδους, κλεπταποδόχοι και ενεχυροδανειστές. Όλοι αυτοί συναλλάσσονταν στο χώρο, όπως επίσης μουσικοί, φωνογραφητζήδες, μικροπωλητές, επαίτες κ.λπ. 407 Ο τεκές με το πέρασμα του χρόνου εξελίσσεται σε κέντρο ψυχαγωγίας της πόλης, στο οποίο προστίθενται νέα στοιχεία, όπως η σταθερή ορχήστρα, περισσότεροι χώροι και προσωπικό. 408 Συνεχίζει όμως παράλληλα να αποτελεί έναν χώρο συνάθροισης, επικοινωνίας, διασκέδασης, ηδονής και παράνομων δραστηριοτήτων, όπως και κατά τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του. Για την κατανόηση της δυναμικής του τεκέ, έχει σημασία να αναφερθεί ότι το πρώτο κέντρο διασκέδασης με μπουζούκια που λειτούργησε στη Δραπετσώνα, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, είχε ως πελάτες του αυτούς που σύχναζαν ή δραστηριοποιούνταν στους τεκέδες της περιοχής και στα πορνεία των Βούρλων. Το ίδιο συνέβη λίγο αργότερα στα «σίδερα του Μαυρομάτη», στο Βοτανικό όπως και αλλού. Αυτοί που πρόσφεραν την ψυχαγωγία ήταν μουσικοί, οι οποίοι είχαν θητεύσει στους τεκέδες. Κατά τα χρόνια που 407 Σύμφωνα με μαρτυρία ηλικιωμένου στην Δραπετσώνα το 1988, πληροφορηθήκαμε ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1920 σε νεαρή ηλικία, κατά την διενέργεια εράνου προς οικονομική ενίσχυση των οικογενειών φυλακισμένων απεργών του εργοστασίου των Λιπασμάτων. Απευθυνόταν σε ιδιοκτήτες και θαμώνες των τεκέδων της περιοχής. 408 «Υπήρχανε πολλοί τεκέδες, αλλά εκείνος που ήτανε η κορωνίδα των τεκέδων ήτανε του Γραβαρά εκεί που πάμε προς το Μενίδι. Είχε χτίσει ένα χτήμα εκεί το κανε ευπρεπισμένο. Είχε ορχήστρα μέσα, έπινες ότι ήθελες, αλλά στην αρχή είχε μονάχα ένα πιάνο» (Βαμβακάρης, 1978, σ.114). 283

286 ακολούθησαν αυξάνονται θεαματικά τα κέντρα διασκέδασης στις ορχήστρες των οποίων υπάρχουν το μπουζούκι και ο μπαγλαμάς. Παράλληλα, παρά τις απαγορεύσεις και τις διώξεις, συνεχίζεται με τους ίδιους ρυθμούς η λειτουργία των τεκέδων έως και τα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής. Στη μεταπολεμική Ελλάδα οι τεκέδες εκτοπίζονται στις παρυφές της πόλης αλλά το κέντρο βάρους της διασκέδασης παραμένει εντός της πόλης, στα αποκαλούμενα πλέον «Κέντρα διασκέδασης» ή «μαγαζιά» ή «μπουζουξίδικα». Αυτά στο μεταξύ άλλαξαν ριζικά ως προς τις προσφερόμενες υπηρεσίες καθώς και ως προς το καλλιτεχνικό προϊόν, 409 που προσέφεραν στους καινούριους και πολυπληθέστερους (λόγω της οικονομικής ανάπτυξης, του νέου κοινωνικού σχηματισμού, της εσωτερικής μετανάστευσης κ.λπ.) πελάτες καταναλωτές. Από τις περιγραφές του τεκέ και των λειτουργιών του, όπως παρουσιάσθηκαν προηγουμένως, προκύπτουν δύο σημαντικά στοιχεία. Πρώτο: Η διαδικασία χρήσης χασίς και οι σχέσεις των χρηστών του. Το πλούσιο τελετουργικό, η ιεραρχία και η ανάδειξη της ατομικότητας μαρτυρούν ότι η χρήση χασίς δεν αποτελούσε αποκλειστικό στόχο των θαμώνων του τεκέ. Υπό αυτές τις οριοθετημένες (έστω και «χαλαρά») συνθήκες και σχέσεις, οι χρήστες χασίς των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων διαμόρφωναν έναν δικό τους κώδικα σχέσεων και επικοινωνίας, ο οποίος ήταν αποτέλεσμα των κοινών βιωμάτων και αναγκών. Η διαφύλαξη και υπεράσπιση των κωδίκων αυτών μάλλον όριζαν την ίδια την ύπαρξη τους και υπαγόρευαν την ενότητα της ομάδας έναντι των «άλλων». Δεύτερο: Οι ψυχαγωγικές και οικονομικές δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα στον τεκέ. Δραστηριότητες που μαρτυρούν ότι αυτά τα στρώματα του πληθυσμού απαιτούσαν να ζήσουν, να επικοινωνήσουν, να αναπτυχθούν, να καταλάβουν τον δικό τους χώρο. Τα δύο αυτά στοιχεία του τεκέ, ως ανάγκες κοινωνικών στρωμάτων μιας εποχής, επιβεβαιώνονται από την ιστορική του πορεία και την μετεξέλιξή του, με όλες τις αλλαγές που συντελέστηκαν στον ίδιο, στους θαμώνες του και στην κοινωνία. 409 Νίκος Κοταρίδης, Λεωνίδας Οικονόμου, Από το ρεμπέτικο στο σκυλάδικο, ανακοίνωση στο διεθνές συνέδριο Ύδρα Οκτώβρης

287 6. Τυπολογία χρηστών χασίς στο ρεμπέτικο τραγούδι Οι μελετητές των εξαρτήσεων του Μεσοπολέμου κατηγοριοποιούσαν τους χρήστες χασίς με κριτήριο την ψυχοπαθολογία, την εγκληματικότητα, την ποσότητα της χρησιμοποιούμενης ουσίας και τη συχνότητα χρήσης, χωρίς να λείπουν και κριτήρια ηθικής φύσης. Οι ίδιοι όμως αναγνώριζαν ότι υπήρχαν και χρήστες, οι οποίοι δεν εντάσσονταν στις κατηγορίες που διατύπωναν και τους χαρακτήριζαν ευκαιριακούς ή ελαφρούς χρήστες, για τους οποίους υποστήριζαν ότι ήταν λίγοι, εύκολα ιάσιμοι και απαντιόνταν σπάνια. Η τεκμηρίωση των μελετών γινόταν με εμπειρικές έρευνες, μέσω συνεντεύξεων χρηστών χασίς που βρίσκονταν σε ιδρύματα, στις φυλακές, στο στρατό και στα νοσοκομεία. 410 Ένα ζήτημα που κατ αρχάς ανακύπτει είναι να καταστεί δυνατή η εκτίμηση της έκτασης και της θέσης που κατείχε η χρήση χασίς στην κοινωνία ή σε στρώματα αυτής. Κατά τον Στριγγάρη ο αριθμός των χασισοποτών ξεπερνά τις (Στριγγάρης, 1937, σ.38). Σύμφωνα με την στατιστική ναρκωτικών της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθήνας, για τα έτη , στις κατασχέσεις ουσιών προηγείται η ηρωίνη και ακολουθούν το χασίς, η κοκαΐνη, η μορφίνη κ.λπ. Η ποσότητα του κατασχεθέντος χασίς για την τετραετία ανέρχεται στα γραμμάρια (Παξινός, 1940, σ.101). Από την ίδια πηγή, για τα έτη , οι παραβάσεις σχετικά με την ηρωίνη ανέρχονται σε 1046 και για το χασίς σε 593. Τα ίδια στοιχεία αναφέρονται και από τον Κουρέτα. 411 Έτσι, κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι αυτοί που χρησιμοποιούσαν ηρωίνη ήταν περισσότεροι από τους χρήστες 410 α) Αρκαλίδης Μ. Ν., Οι τοξικομανείς εν Ελλάδι, εκδ. Π. Δ. Σακελλάριου, β) Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δημ. Τζακά - Στεφ. Δελαγραμμάτικα, γ) Κουρέτας Δ., Οι τοξικομανείς και οι τοξικομανίες, στο Τα κοινωνικά νοσήματα, περιοδική έκδοση του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων, Νοέμβριος δ) Στριγγάρης Μιχ., Χασίς - Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του κανναβισμού, «Εκ των ναρκωτικών, που χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα κατά σειρά συχνότητος ευρίσκονται η ηρωίνη, το χασίς, η κοκαΐνη, η μορφίνη και ο αιθήρ» (Κουρέτας, Νοέμβριος 1932, σ.113). 285

288 χασίς. Για να επιβεβαιώσουν μάλιστα αυτή την εκτίμηση, υποστήριζαν ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 οι χρήστες χασίς «πέρασαν» στην ηρωίνη. 412 Τα ανωτέρω στοιχεία και συμπεράσματα θα πρέπει να θεωρηθεί ότι απέχουν της πραγματικότητας, για τους ακόλουθους λόγους: Πρώτον, στα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία υπάρχουν σοβαρές παραλείψεις. 413 Δεύτερον, όπως σημειώθηκε στο Πρώτο Μέρος, οι σύγχρονες εκτιμήσεις των διωκτικών αρχών είναι ότι διεθνώς οι ποσότητες των ουσιών που κατάσχονται αποτελούν το 6-10% των διακινούμενων ουσιών. 414 Η ποσοστιαία αναλογία κατασχέσεων-διακίνησης ουσιών για την δεκαετία του 1930 δεν είναι γνωστή. Είναι όμως βέβαιο ότι σεβαστή ποσότητα χασίς διέφευγε της προσοχής των διωκτικών αρχών. Έτσι δικαιολογείται ότι μόνον «τα κέντρα ακολασίας» (κέντρα χρήσης χασίς), σε Αθήνα και Πειραιά ανέρχονταν σε πολλές δεκάδες, 415 που σημαίνει ότι σ αυτά σύχναζε ανάλογος αριθμός καταναλωτών χασίς και προσφέρονταν οι ανάλογες ποσότητες. Σε αντίθεση με την ηρωίνη και τις άλλες ουσίες, το διακινούμενο στην Ελλάδα χασίς προοριζόταν κυρίως για τη εγχώρια αγορά, εκτός μιας ποσότητας, η οποία, υπό ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, διοχετευόταν στην Αίγυπτο. Τρίτον, οι εξαρτημένοι από ηρωίνη συνήθως δεν ενδιαφέρονταν, αλλά και αδυνατούσαν λόγω της εξαθλίωσης (εμφάνιση, ένδυση, υπό το κράτος στέρησης της ουσίας ή υπό την επήρειά της σε κοινή θέα) και της συμπεριφοράς (επαιτεία, κλοπές, συχνή διαβίωση στο 412 «Από της εποχής ταύτης (1923) ήρχισε, κατά τας πληροφορίας μου, και η εξάπλωσις της ηρωΐνης εις την Ελλάδα. Διά του συναγωνισμού ταύτης έπαυσεν η περαιτέρω εξάπλωσις του χασίς βαθμηδόν και κατ ολίγον, ο αριθμός των χασισοποτών ηλλατώθη σημαντικώς και η χασισοποσία ήτις ήρχετο μέχρι τινός εις την πρώτην σειράν των τοξικομανιών, εξετοπίσθη και παρεχώρησε την θέσιν της εις τον ηρωϊνισμόν» (Στριγγάρης, 1937, σ.37). 413 «Υπάρχει στατιστική, ήτις όμως είναι ατελής. Διότι δεν περιλαμβάνει πάντα τα αδικήματα, καθ όσον αι διάφοραι Αστυνομικαί Αρχαί μη κατανοούσαι την σπουδαιότητα της στατιστικής δεν συντάσσουσι σχετικά δελτία».κουτσουμάρης Αριστοτέλης (Διοικητής Τμήματος Γενικής Ασφαλείας Αστυνομίας Πόλεως Αθηνών) Αρχείο Φάκελος 84/ ) UNODCCP - United Nations Office on Drugs Control and Crime Prevention. 2) «Οι εκτιμήσεις των ίδιων των μηχανισμών καταστολής στην Ιταλία όπως και αλλού, θεωρούν ότι οι ποσότητες που κατάσχονται ανέρχονται περίπου στο 10% της συνολικής ποσότητας των ναρκωτικών που διοχετεύονται στο εμπόριο». (Arnao, 1995, σ.179). 415 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Β, Εισαγωγή. 286

289 δρόμο ή κοινόχρηστους χώρους) να αποκρύψουν την κατάστασή τους από την αστυνομία και τον κοινωνικό περίγυρο. Συνεπώς, ήταν ευάλωτοι σε ελέγχους ανακάλυψης κατεχομένων ουσιών, σύλληψης και αποκάλυψης της ταυτότητάς τους. Ως προς το τελευταίο, πρέπει να συμπληρωθεί ότι οι εξαρτημένοι από ηρωίνη πολύ συχνά απευθύνονταν σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας, προκειμένου να λάβουν ιατρική ή φαρμακευτική βοήθεια, με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερη η καταγραφή τους. Τέταρτον, δεν αιτιολογείται ο μεγάλος αριθμός τραγουδιών με αναφορές στο χασίς και ο συγκριτικά μικρός με αναφορές στην ηρωίνη ή «πρέζα», τη στιγμή που η ηρωίνη σύμφωνα με τις στατιστικές αριθμούσε τους περισσότερους χρήστες και κατά τις κρατούσες απόψεις, οι δύο ουσίες ήσαν εξ ίσου επιβλαβείς και κατακριτέες. Τα παραπάνω είναι δυνατό να θεωρηθούν ως σοβαρές ενδείξεις της μεγαλύτερης έκτασης, που καταλάμβανε η χρήση χασίς στην Ελλάδα κατά τον Μεσοπόλεμο από την επισήμως εκτιμώμενη. Όπως σημειώθηκε στην εισαγωγή του Δευτέρου Μέρους, η πλειονότητα των χρηστών χασίς δεν λαμβάνονταν υπόψη από τους ειδικούς επιστήμονες, επειδή οι μελέτες και οι έρευνες που διενεργούσαν δεν απευθύνονταν σε γενικό πληθυσμό, αλλά σε επί μέρους ομάδες των λαϊκών στρωμάτων. Ειδικότερα σε εκείνες που είχαν εμπλοκές με τον νόμο και τις υπηρεσίες υγείας. Υποθέτουμε ότι η συγκεκριμένη πλειονότητα καταγράφεται στα ρεμπέτικα τραγούδια, ίσως τη μοναδική σε έκταση πηγή πληροφοριών. Η ταξινόμηση των ρεμπέτικων τραγουδιών με αναφορές στο χασίς, που ακολουθεί, στόχο έχει να καταδείξει ότι οι χρήστες χασίς δεν ήταν ένα ενιαίο σύνολο, όπως θεωρούσαν οι ειδικοί και οι θεσμοί, αλλά ότι υπήρχαν επί μέρους ομάδες χρηστών με σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους. Επίσης, έχει στόχο, με βάση τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, να εκτιμήσει τον κοινωνικό χώρο που κατελάμβαναν αυτές οι ομάδες, όπως και τον ρόλο που έπαιζε το χασίς στην ζωή τους. Με άλλα λόγια, να προσδιορίσει τους χρήστες από τους οποίους έλαβε ερεθίσματα και για τους οποίους μιλά το ρεμπέτικο τραγούδι. Το ζήτημα της ταξινόμησης των ρεμπέτικων τραγουδιών έχει απασχολήσει την έρευνα θέτοντας θεωρητικά και μεθοδολογικά ερωτήματα. Βασικό μέλημα είναι, ούτως ή άλλως, ο ορισμός ενός ενιαίου κριτηρίου για την ολική ή τμηματική ταξινόμηση των τραγουδιών. 287

290 Αναφορικά με την τυπολογία χρηστών και εξαρτημένων από ουσίες, σύμφωνα με την σύγχρονη βιβλιογραφία στις σχετικά λίγες δημοσιεύσεις, δεν εντοπίσθηκε κάποια που να επικεντρώνεται αποκλειστικά στους χρήστες χασίς. Συνήθως οι ταξινομήσεις αυτές αφορούν κυρίως στους εξαρτημένους από ηρωίνη και έχουν ως βασικό κριτήριο την ψυχοπαθολογία και το ψυχολογικό υπόβαθρο του χρήστη (Cancrini, 1982, σ.σ ), τον τρόπο ζωής του χρήστη (Waldorf, 1983, σ.250), την σχέση εξαρτημένου και κοινωνίας (Young, 1971, σ.σ ) ή το οικογενειακό περιβάλλον (Ζαχαριάδης, 1993, σ.σ.78-84). Ως κύριο κριτήριο για την διαμόρφωση της τυπολογίας χρηστών χασίς, στην παρούσα έρευνα, λαμβάνεται η σχέση του χρήστη με την ουσία, όπως αυτή καταγράφεται στο στίχο των τραγουδιών και στη συνέχεια, οι σχέσεις του χρήστη με τον εαυτό του, τον κοινωνικό του περίγυρο, την εργασία, το νόμο, κ.λπ. Τα τραγούδια επελέγησαν με βάση τις αναφορές ή νύξεις για το χασίς. Το κάθε τραγούδι εξετάσθηκε συνολικά και στις περιπτώσεις που η σχέση με το χασίς δεν ήταν σαφής, λήφθηκε υπ όψιν η γενικότερη εικόνα και κλίμα που δίνει το συγκεκριμένο τραγούδι. Όπου συνυπάρχουν διαφορετικοί τύποι χρηστών (συναντάται κυρίως στα τραγούδια της ανώνυμης δημιουργίας) αναζητήθηκε ο τύπος χρήστη που κυριαρχεί στο τραγούδι αυτό. Με βάση τα παραπάνω κριτήρια και όρους προκύπτουν τρεις τύποι χρηστών χασίς: 1 ος τύπος Χρήστες συστηματικοί και περιστασιακοί. Η σχέση τους με το χασίς είναι παρόμοια αυτής των χρηστών αλκοόλ (όχι των εξαρτημένων - αλκοολικών). Χρησιμοποιούν το χασίς ως ευφραντικό μέσο ή σαν μέσο ανακούφισης και χαλάρωσης σε στενούς φιλικούς κύκλους και με ορισμένο τελετουργικό. Χρησιμοποιούν το χασίς για να αισθανθούν τις ευχάριστες επιδράσεις. Ελέγχουν τη χρήση και η σχέση τους μαζί του σε καμία περίπτωση δεν είναι εξαρτητική, το χασίς δεν καθορίζει τις οικογενειακές, εργασιακές ή κοινωνικές σχέσεις τους. Θεωρούν ότι η χρήση του χασίς αποτελεί μέρος της κοινωνικής ζωής, «Αυτό δεν είναι έγκλημα κι αν πίνω το χασίσι, /είναι κι αυτό ένα πιοτό, που το πλασε η φύση», 416 κατά 416 Βλέπε Παράρτημα 4. Τραγούδια και στίχοι από διάφορες πηγές που δεν φωνογραφήθηκαν 288

291 συνέπεια δεν θεωρούν τους εαυτούς τους ανήθικους, περιθωριακούς ή παραβάτες. 417 «Το χασίσι κι αν φουμάρω, εγώ κανέναν δεν πειράζω». 418 Αντιλαμβάνονται τη χρήση ως κάτι φυσιολογικό και αυτός είναι ένας από τους λόγους, που δεν την επιδεικνύουν και φροντίζουν να γίνεται σε χώρους προστατευμένους. Ο χρήστης χασίς αυτού του τύπου, συναντάται στα ρεμπέτικα τραγούδια που συνήθως έχουν θέμα την παρέα, τον έρωτα, τη φιλία κ.λπ. όπως το ακόλουθο: «Εγώ μαι αλάνης μάνας γιος, μάγκας σωστός στη τρίχα, και στον καθένα ζόρικο, αχ, κόβω με μιας το βήχα. Ούζο και χασίσι θέλω και γλυκά φιλιά, σαντουράκι να μου παίζει τα ντερτίλικα. Τσιφτετέλι να χορεύει κι η μανίτσα μου, άϊντε, γεια σου βρε κουκλίτσα μου. Και ο νταλγκάς, στο διάβολο, της κάθε μιας ας πάει, και 'γω χω, κούκλα όμορφη, αχ ' όλο με μελετάει». 419 Σε πολλά τραγούδια που παρουσιάζεται αυτός ο τύπος χρήστη χασίς, οι λέξεις «χασίς», «μαύρο» κ.λπ. θα μπορούσαν κάλλιστα να αντικατασταθούν με τις λέξεις «ούζο», «κρασί», «μπύρα» καθότι την ίδια εποχή υπάρχουν πάμπολλα ανάλογου ύφους και θεματολογίας τραγούδια, τα οποία παρουσιάζουν το αλκοόλ ως στοιχείο που συνοδεύει την επικοινωνία, την διασκέδαση, τη κοινωνικότητα, την συντροφιά, την ερωτική διάθεση κ.ο.κ. «Απόψε θα ρθω πια κι εγώ, στη Δραπετσώνα να σε βρω. Γιατ από κείνη τη βραδιά. μου χεις κολλήσει στην καρδιά. Μαζί μου θα χω παστουρμά, 417 «Επικρατεί δε εις τους χασισοπότας η αντίληψις ότι το πάθος των ούτε εγκληματικόν είναι, ούτε ατιμωτικόν, καθ όσον ούτοι πιστεύουν ότι όλοι οι άνδρες χασισοποτούν κατά το μάλλον ή ήττον και ότι η χρήσις του χασίς επεξετάθη εις όλας τας κοινωνικάς τάξεις» (Παξινός, 1940, σ.90). 418 «Δροσούλα», Τσιτσάνη, αυξ. αριθ «Αλάνης μάνας γυιός», Τούντα, αύξ. αριθ

292 ούζο κρασί και μπαγλαμά». 420 Σε αυτές τις περιπτώσεις συναντώνται τραγούδια με το ίδιο αντικείμενο, χωρίς να απασχολεί, αν η ευφορική ουσία είναι νόμιμη ή παράνομη, όπου για τους δημιουργούς και για τους ακροατές τους, αλκοόλ και χασίς εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό. 2 ος τύπος Συστηματικοί χρήστες που η σχέση τους με το χασίς είναι παρόμοια με αυτή των προηγουμένων. Συνάμα όμως τη θεωρούν ως τρόπο ζωής, που είναι διαφορετικός από την κρατούσα άποψη της κοινωνίας ή της εξουσίας. «Όλοι με λένε χασικλή, μα εγώ σε λέγω μερακλή». 421 Οι χρήστες αυτού του τύπου αρνούνται να συμπορευτούν με τους άλλους, στέκονται απέναντι στους κρατούντες, 422 δηλώνουν ευθαρσώς ή και επιδεικνύουν τη χρήση, «και σαν θες έλα να ιδείς, πως γλεντά ο χασικλής». 423 Η χρήση χασίς εκφράζει την ατομική και συλλογική τους ταυτότητα και ενισχύει την επίδραση της ανθρώπινης επικοινωνίας μεταξύ των μελών της ομάδας. Τα «χασικλίδικα» ρεμπέτικα που εκφράζουν αυτή τη στάση είναι εκείνα που περιγράφουν συνήθως τις διώξεις, τη φυλακή, την παρανομία, φόνους, αντιπαραθέσεις με την αστυνομία, όπως επίσης εκείνα που καυτηριάζουν την υποκρισία κοινωνίας και εξουσίας. 420 «Μπίντα-γιάλλα», Τούντα, 1932, ODEON, GA «Τα ούλα σου», Ανωνύμου, αυξ. αριθ Οι εκτιμήσεις που κάνει ο Στριγγάρης, μερικώς συμπίπτουν με αυτόν τον τύπο χρήστη, εφόσον τμήμα του δείγματος της έρευνάς του, προερχόταν από συλληφθέντες και φυλακισμένους (Ναυτοφυλακή, στρατιωτική φυλακή, τμήμα Ασφαλείας). Υποστηρίζει ότι οι χασισοπότες αναπτύσσουν μια αντίθεση και εχθρότητα κατά της κοινωνίας και στρέφονται εναντίον της με πικρία και κακές διαθέσεις, εμφανίζονται δε πάντα ως διαμαρτυρόμενοι. Η τάξις εκλαμβάνεται σαν καταπίεση, είναι πεπεισμένοι ότι οι νόμοι και η αστυνομία έχουν δημιουργηθεί για τον περιορισμό της ελευθερίας τους, έτσι θεωρούν σωστή και καλή κάθε πράξη που στρέφεται κατά των νόμων. Η επιθυμία τους για ευημερία, πολυτέλεια, διασκέδαση κ.λπ. καταπίπτουν λόγω των φτωχών ή αθλίων συνθηκών ζωής, τους κεντρίζουν όμως εναντίον του πλούτου και των κατόχων του. «Ρωμαντικαί ιδέαι και τυχοδιωκτικαί τάσεις τους οδηγούν κατ αυτόν τον τρόπο τόσον προς το έγκλημα, με το οποίον ευρίσκονται πάντοτε εις στενάς σχέσεις, όσον και προς οργανώσεις, κόμματα κ.τ.λ. αι οποίαι είναι δυσηρεστημέναι με την υπάρχουσαν κοινωνικήν τάξιν και την καταπολεμούν» (Στριγγάρης, 1937, σ.σ.92,289,291). 423 «Ο σεβνταλής», Σέμση, αύξ. αριθ

293 «Μας κυνηγούν τον αργιλέ, γιατί τον πίνουν οι μάγκες, και ζούλα (σημ. κρυφά) τον φουμάρουνε, όλ οι γι αριστοκράτες. Χαρέμια έχουνε σωστά και γκόμενες σπαθάτες, με πιάνα και γραμμόφωνα, μαστούριασαν αγάδες. Κι εσύ μαγκίτη μπάνιζε τσι τσίλιες πριν ερθούνε, γιατί θα μας τον (σημ. αργιλέ) σπάσουνε, τζάμπα θα τραβηχτούμε. Βρε μάγκα τό χει η μοίρα σου, πάντα για να τραβιέσαι, για τέτοια μικροπράγματα, στη τούφα (σημ. φυλακή)να πετιέσαι» ος τύπος Ο τύπος αυτός χαρακτηρίζεται από την μεγαλύτερη βαρύτητα που δίνεται στην σχέση του υποκειμένου με το χασίς και τον εαυτό του και δευτερευόντως με τον περίγυρο. Σε αυτή την ομάδα τραγουδιών προβάλλεται ο προσωπικός τρόπος βίωσης καταστάσεων και γεγονότων και είναι αυτός που ορίζει τον κάθε χρήστη, ο οποίος διαφέρει από τους άλλους ως προς την αφετηρία, τα ερεθίσματα και την πορεία της χρήσης. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι η σχέση αντικειμενοποίησης του προσωπικού θρήνου για την απώλεια. «Είμαι ένα ντερβισάκι, αχ το λέγω/ που με διώξαν απ' τη Σμύρνη, κι όλο κλαίγω/ και το ρίχνω στο μεθύσι, και φουμάρω και χασίσι», 425 «αργελέ μου πες τι φταίω, που φουμάρω κι όλο κλαίω». 426 Άλλοτε το χασίς είναι το «φάρμακο» ίασης του αφόρητου ψυχικού πόνου. «Για το δικό σου το σεβντά, που σαν το φίδι με κεντά, στο μαύρο βρίσκω λησμονιά», 427 «να μου σβήσει τη φωτιά μου που 'χω μέσα στη καρδιά μου». 428 Το χασίς επίσης γίνεται μέσο αναπόλησης των ωραίων χρόνων που πέρασαν, «που ναι τα χρόνια τα παλιά, όπου την πίναμε παιδιά» 429 και νοσταλγίας για την νιότη που έφυγε, «αργιλέ μου παινεμένε, άειντε, που ν τα νιάτα μας κα(ϋ)μένε». 430 Όπως επίσης μέσο 424 «Μας κυνηγούν τον αργιλέ», Εσκενάζυ, αύξ. αριθ «Το παράπονο του Μάρκου», Παπάζογλου, αύξ. αριθ «Αργιλέ μου γιατί σβήνεις», Χρυσίνη, αύξ. αριθ «Γιατί να κάθεσαι να λες», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Μ αργιλέ και μπαγλαμάδες», Τσομπανόπουλου, αύξ. αριθ «Που ναι τα χρόνια τα παλιά», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Αργιλέ μου», Παπάζογλου, αύξ. αριθ

294 ενδοσκόπησης και υπαρξιακών αναζητήσεων για το άγνωστο του θανάτου και τα ερωτήματα της μεταθανάτιας ζωής. «Το Χάρο τον αντάμωσαν πεντ' έξι χασικλήδες, να τον ρωτήσουν πως περνούν στον Άδη οι μερακλήδες». 431 Σε αυτόν τον τύπο χρήστη χασίς παρατηρείται μια απροσδιόριστη στενοχώρια, όπου στον στίχο των τραγουδιών εκφράζεται με λέξεις όπως: «καημοί», «φαρμάκι», «αναστεναγμοί», «πίκρες», «σκοτούρα», «νταλγκάς», «κάψα», «μεράκι» 432 κ.λπ. Αυτές οι συναισθηματικές καταστάσεις κάποιες φορές αποδίδονται στην φύση, «με πίκρες και με βάσανα με προίκισεν η φύση/ κι όλα περνούν και χάνονται μόνο με το χασίσι». 433 Επίσης, διακρίνονται στοιχεία σφοδρής επιθυμίας κατάχρησης, «τον αργιλέ τσακώνω, και με τα φυλλοκάρδια μου τραβώ, τον ξελιγώνω». 434 Άλλοτε πάλι εξάρτησης από το χασίς, «ο αργιλές είν' βάσανο, το τουμπεκί μαράζι...όποιος φουμάρει στην αρχή το 'χει για ασικλήκι, μα σα ριζώσει στη καρδιά, γίνεται θεριακλήκι», 435 η οποία φθάνει έως σημείου εξαθλίωσης «μαύρο και σεβντάς μου σπάσανε το σώμα». 436 Είναι ο χασισοπότης που η χρήση τον έχει οδηγήσει σε προσωπικό αδιέξοδο, «τι θα γενεί το χάλι μου, πες μου κι εσύ καλάμι μου» 437 και έμμεσα εκδηλώνει την επιθυμία ή ευχή, πιθανώς και αδυναμία, να διακόψει τη σχέση εξάρτησης με το χασίς, «βαρέθηκα τον αργιλέ, σιχάθηκα τη μαύρη». 438 Ενώ σε άλλες περιπτώσεις έχει συμβιβαστεί με αυτή την κατάσταση, «θα προτιμήσω θάνατο, το μαύρο δεν τ αφήνω». 439 Οι στίχοι από τα έξι τραγούδια που μόλις 431 «Κουβέντα με το Χάρο», Τούντα, αύξ. αριθ «Περνούσαν οι καημοί μου, και οι γι' αναστεναγμοί μου», «Ένας μάγκας στο τεκέ μου», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Μεσ στην τόση μου σκοτούρα, βρίσκω γλέντι στη μαστούρα», «Δροσούλα», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Ισα μ' ένα φουντουκάκι, έχω στην καρδιά φαρμάκι», «Καλέ μάνα δεν μπορώ», Μανέτα- Σπαχάνη, αύξ. αριθ. 95. «να σπάσω νταλγκαδάκι, να φυγ η κάψα απ τη καρδιά κι όλο μου το μεράκι», «Ο χαρμάνης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Μαστούρας», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Σούρα και μαστούρα», Δελιά, αύξ. αριθ «Το παράπονο του δερβίση», Περπινιάδη, αύξ. αριθ «Φυλακισμένος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Αργιλέ μου», Παπάζογλου, αύξ. αριθ «Ο ξεμάγκας», Παπάζογλου, αύξ. αριθ «Ο χαρμάνης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ

295 παρατέθηκαν, σαν εκφράσεις, παραπέμπουν ευθέως σε σχέσεις και στάσεις που αφορούν στην εξάρτηση. Είναι ο τύπος χρήστη χασίς για τον οποίο η ουσία και τα όργανα χρήσης αποτελούν μέσα επικοινωνίας και συνομιλίας, «μαζί τα λέγαμε, τα βάσανά μας κι όλο κλαίγαμε, το παιδί μου» 440 (εννοεί τον αργιλέ) και σαν τέτοια τον διακινούν συναισθηματικά πολύ έντονα, ώστε να ενεργοποιούν και τον καλλιτεχνικό του οίστρο, «μα γω δεν είμαι ποιητής τραγούδια να ταιριάζω/ και μου τα φέρνει ο αργιλές και τα κατασκευάζω». 441 Στα ρεμπέτικα με θέμα το χασίς αυτός ο τύπος χρήστη εντοπίζεται συνήθως σε στίχους, που αναφέρουν τα προσωπικά προβλήματα και προβληματισμούς, το αδιέξοδο, την μελαγχολία, τη θλίψη και σε μερικές περιπτώσεις, τον θάνατο. Ενδεικτικό το παρακάτω τραγούδι: «Ώρες με θρέφει ο λουλάς, ώρες αδυνατάω, Ώρες με ρίχνει σε νταλγκά κι ανθρώπου δε μιλάω, Γυρίζει ο νους μ εδώ κι εκεί κι όλος ο λογισμός μου, Κι αισθάνομαι πως μια στιγμή, θα ρθεί ο θάνατός μου, Δε θα μπορέσω ούτε στιγμής, ποτέ να τα ξεχάσω, Στο κόσμο που γεννήθηκα, ποτές να ησυχάσω, Ρεμπελεμένη μου ζωή, πάψε πια για τα μένα, Τι σου κανα και μου κανες, τα μάτια βουρκωμένα». 442 Στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνονται και δύο τραγούδια με σαφώς αρνητικήαποτρεπτική στάση απέναντι στο χασίς. Εξετάσθηκαν συνολικά 171 ρεμπέτικα τραγούδια στα οποία υπάρχουν άμεσες ή έμμεσες αναφορές στην χρήση χασίς, (δεν περιελήφθησαν τα ευρωπαϊκού ύφους τραγούδια και όσα διαπραγματεύονται αποκλειστικά το θέμα της «πρέζας»). Από αυτά τα 96 (ποσοστό 56,1%) έχουν ως θέμα τους την χρήση χασίς και 75 τραγούδια (ποσοστό 43,9 %) διαπραγματεύονται άλλο θέμα και απλώς κάνουν αναφορές στο χασίς. Από αυτό συνάγεται ότι η χρήση χασίς για το ρεμπέτικο τραγούδι, κατά μεγάλο ποσοστό, αποτελούσε μια 440 «Αργιλέ μου», Παπάζογλου, αύξ. αριθ «Ο δερβίσης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Ώρες με θρέφει ο λουλάς», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ

296 εκδήλωση της ζωής, μια συνήθεια της καθημερινότητας αποφορτισμένη από ιατρικές, νομικές ή ηθικές αξιολογήσεις. Βάσει των προαναφερθέντων κριτηρίων και με μονάδα έρευνας το τραγούδι βρέθηκαν τα ακόλουθα: 1 ος τύπος χρήστη 69 τραγούδια ποσοστό 40,4%% 2 ος τύπος χρήστη 78 τραγούδια ποσοστό 45,6% 3 ος τύπος χρήστη 24 τραγούδια ποσοστό 14% Σύνολο 171 τραγούδια 100% Στα «χασικλίδικα» ρεμπέτικα, όπως αναλύθηκαν προηγουμένως, η χρήση και οι χρήστες χασίς διαφέρουν κατά πολύ από τις εκτιμήσεις των ειδικών και των επίσημων θεσμών, 443 όχι μόνον επειδή διατυπώνουν άλλη άποψη για την ουσία και τις παρενέργειες ή βλάβες που προκαλεί στο άτομο και στην κοινωνία, αλλά διότι μέσα από τον στίχο προκύπτει ότι οι χρήστες του χασίς δεν αποτελούν μια ομάδα με κοινά και ενιαία όλα τα χαρακτηριστικά τους. Επίσης, δείχνει ότι οι χασισοπότες που παρουσιάζουν τα έγγραφα, οι έρευνες και οι μελέτες του Μεσοπολέμου, μάλλον αποτελούν μια μικρή υποομάδα του συνόλου, που ενδεχομένως θα μπορούσε να περιληφθεί λόγω των χαρακτηριστικών της, 444 στον τρίτο τύπο χρηστών της παραπάνω ταξινόμησης. Οι προσεγγίσεις όμως από την πλευρά της «παθολογίας» και η κατηγοριοποίηση των χρηστών ως ασθενών είναι βέβαιο ότι δεν λαμβάνουν καθόλου υπ όψιν τους τη μαζικότητα του φαινομένου της χρήσης χασίς και τις 443 Ο Σκούρας ταξινομεί τους χασισοπότες σε «χρόνιους» και «ελαφρούς» χρήστες. (Σκούρας, 1933 σ. 92). (Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Γ, 7). Ο Στριγγάρης κάνει την ίδια ταξινόμηση και θεωρεί ότι οι «ελαφροί» χρήστες είναι λίγοι σε αριθμό. Παράλληλα διακρίνει τους χασισοπότες σε άτομα «ανωμάλου ιδιοσυστασίας» και σε «υγειά λαϊκά στοιχεία». Μεγάλο μέρος της μελέτης του βασίζεται στις ψυχικές διαταραχές των χασισοποτών που διαιρούνται σε «καταστάσεις μέθης και ψυχώσεις». Ως προς τη «μέθη», την διαχωρίζει σε άμεση και χρόνια και την ταυτίζει με την άμεση και χρόνια δηλητηρίαση - «κανναβισμός». Στριγγάρης Μιχ., Χασίς Ψυχοπαθολογία, Κλινική, Κοινωνιολογία, Εγκληματολογία του Κανναβισμού, Αθήνα, 1937, σ.σ Κατ άλλους ειδικούς οι χασισοπότες είναι «ανωμάλου ψυχικής ιδιοσυστασίας» ή «ανισόρροποι» και οι ταξινομήσεις τους γίνονται με βάση τους αιτιολογικούς παράγοντες της χρήσης (Κουρέτας, 1932, σ.34), (Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Β, 1). 444 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Δ, 7. «Χασιστική ψύχωσις». 294

297 αναπαραστάσεις της στην συνείδηση των ίδιων των χρηστών και των λαϊκών στρωμάτων του πληθυσμού. 295

298 7. «Κανένα μάτι μη μας δει»: Αστυνομία και χασισοποσία στο ρεμπέτικο Στο ρεμπέτικο τραγούδι καταγράφεται η θέση της αστυνομίας στον κύκλο της χασισοποσίας, η σχέση της με τους χρήστες χασίς, καθώς επίσης η παρουσία της σε χώρους που γίνεται χρήση χασίς με στόχο τον έλεγχο παρουσία η οποία φέρεται ως σύνηθες φαινόμενο της καθημερινότητας. Ένα στα πέντε τραγούδια με αναφορές στο χασίς μνημονεύει ευθέως ή πλαγίως την αστυνομία. Οι εκθέσεις 445 των αστυνομικών οργάνων που διενεργούν τις έρευνες είναι άκρως κατατοπιστικές ως προς το είδος, το ύφος, τους τρόπους ελέγχου, ώστε να επιβεβαιώνουν τα περιγραφόμενα από το ρεμπέτικο. Χρήστες και αστυνομικοί γνωρίζονται μεταξύ τους, όπως επίσης γνωρίζουν τους ρόλους του διώκτη και του διωκόμενου που πρέπει να διαδραματίσουν. Η αντιπαράθεση συνήθως δεν είναι προσωπική, αλλά μεταξύ χασισοποτών και εκπροσώπων της εξουσίας, είναι η σύγκρουση μεταξύ δυο διαφορετικών αντιλήψεων που ξεφεύγει από το νομικό δίπολο (νόμιμο - παράνομο) και ανάγεται σε επίπεδο πολιτισμού, ηθικής και κοινωνικής θέσης, «μας κυνηγούν τον αργελέ, γιατί το πίνουν οι μάγκες / και ζούλα (σημ. κρυφά) τον φουμάρουνε όλ οι γι αριστοκράτες» Παρατίθεται ενδεικτικά μια έκθεση αστυνομικού οργάνου: Αθήναι τη 14 Μαΐου 1930 Αστυφύλαξ μ. 58 Φωτόπουλος Αναστ. Προς την Σ/ην διοίκησιν του Ενταύθα Λαμβάνω την τιμήν να αναφέρω ότι την 30 ην Απριλίου και ώραν 9.30 μ.μ. μετά των κ. κ. υπαστ. Παντελή Ιωάν. και αρχ. Κροντήρη Ιωάν. μετέβημεν εις την οδόν Καραϊσκάκη 28 (καφφενείον) καθότι είχαμεν πληροφορίας ότι εις το ανωτέρω καφφενείον εις ονόματι Μπάσιος Χρήστος πωλεί σιγαρέτα με χασίς (τσιγαρλίκια). Πράγματι εύρομεν τον Μπάσιον Χρήστον να κάθεται έξωθι του καφφενείου και αφού του εδηλώσαμεν την ταυτότητά μας και ότι θα τον ερευνίσωμεν, ούτος λόγω του ότι είχε εις την τσέπην του εν κιτίον τσιγαρλίκια απεπειράθη να φύγει, δια να τα πετάξη δεν το κατόρθωσε όμως διότι τον πιάσαμε αμέσως. Μας εδημιούργησε όμως σοβαρόν επεισόδιο και τον βάλαμε δια της βίας εις το αυτοκίνητον και τον φέραμε εις το Τμήμα. Καθ οδόν όμως έριψε τα σιγάρα εντός του αυτοκινήτου αλλά τον ίδαμε και δεν πρόφθασε να τα καταστρέψει. Υπογραφή 446 «Μας κυνηγούν τον αργιλέ», Εσκενάζυ, αύξ. αριθ

299 Με δεδομένη την άποψη των χασισοποτών ότι η χρήση δεν είναι επιβλαβής για τους ίδιους και την κοινωνία, τα μέτρα που λαμβάνονται εναντίον τους τα θεωρούν ακατανόητα. «Το χασίσι κι αν φουμάρω, εγώ κανένα δεν πειράζω». 447 Οι «παράλογες» λοιπόν διώξεις τους για «ασήμαντους» λόγους εκλογικεύονται με απαντήσεις για το «ριζικό» τους, «τζάμπα θα τραβηχτούμε/ βρε μάγκα το χει η μοίρα σου, πάντα για να τραβιέσαι/ για τέτοια μικροπράματα, στη τούφα (σημ. στη φυλακή) να πετιέσαι». 448 Η συζήτηση, ως εκ τούτου, ξεκινά από την κατασταλτική δράση της αστυνομίας, η οποία φαντάζει αναίτια, παράλογη, υπερβολική και υποκριτική. Ο αστυνομικός επίσης, δεν είναι άτεγκτος ηθικά, εφόσον προβαίνει σε δραστηριότητες και υιοθετεί συμπεριφορές για τις οποίες οι χασισοπότες διώκονται, ο ίδιος όμως, λόγω ιδιότητας, μένει στο απυρόβλητο. Εξάλλου, βάσει των παρατιθέμενων στοιχείων, οι διώκτες δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται για τη βλάβη που ενδεχομένως επιφέρει η χρήση, όσο για τους κανόνες που την διέπουν. Η εξουσία δεν είναι προσβάσιμη για τους χρήστες χασίς, προσιτοί είναι μόνον αυτοί με τους οποίους έχουν άμεση επαφή, διάλογο και αντιπαραθέσεις, δηλαδή τα όργανα της τάξης με όπλα τους το νόμο, ο οποίος έχει ασαφή όρια ως προς την εφαρμογή του, και την ασκούμενη βία. «Τα κλόμπ βαρούσαν δώδεκα και μεις μαστουρωμένοι τρεις κάμες ξεβρακώσαμε (σημ. μαχαίρια που έβγαλαν από τις θήκες) μα βγήκαμε χαμένοι. Φάγαμε ξύλο, βρε άθεο μον' πως δεν μας σκοτώσαν και όλους από τέσσερα χρονάκια μας φορτώσαν». 449 Συνεπώς, τα βέλη των χασισοποτών στρέφονται κατά της προσωποποιημένης εξουσίας. Η αστυνομία είναι ο άμεσος αποδέκτης της δυσαρέσκειας, του θυμού και της επιθετικότητας των χρηστών χασίς και όχι η πολιτική εξουσία, η οποία έδινε τις κατευθύνσεις σχετικά με 447 «Το πρωί με τη δροσούλα», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Μας κυνηγούν τον αργιλέ», Εσκενάζυ, αύξ. αριθ «Κουβέντες στη φυλακή», Τούντα, αύξ. αριθ

300 την αντιμετώπιση της χρήσης χασίς. Παράλληλα, οι διωκτικές αρχές και τα όργανά τους συχνά επεδείκνυαν ιδιαίτερο ζήλο ως θεματοφύλακες του νόμου και της ηθικής. Η ωμή βία που ασκούσαν οι χωροφύλακες και αστυνομικοί ήταν και ο λόγος του χαρακτηρισμού τους ως «μπάτσοι» 450 (αυτοί οι οποίοι κτυπούν), που τους αποδόθηκε από τους διωκόμενους. Υπό αυτές τις συνθήκες διευρύνεται ένα ατέρμονο παιγνίδι επιβολής και αντίδρασης μεταξύ αστυνομικών και χασισοποτών. Ένα παιγνίδι για το ποιός θα ξεγελάσει ποιόν, το οποίο κάποιες φορές ξεπερνά τα όρια του ορθού λογισμού. Έτσι, χαρακτηρίζονται ως αντικείμενα της χρήσης χασίς μουσικά όργανα, όπως το μπουζούκι και ιδιαίτερα ο μπαγλαμάς. Επίσης, θεωρούνται πειστήρια του «εγκλήματος» ο αργιλές και το τουμπεκί (καπνός για αργιλέ), παρότι το δημόσιο κάπνισμα του αργιλέ ήταν σύνηθες. Για τον χρήστη χασίς είναι δεδομένη η αντιπαράθεσή του με την αστυνομία, αλλά και με την κοινωνία γενικότερα, «ο λουλάς κι οι μπαγλαμάδες, σε φορτώνουν σαμπουκάδες». 451 Ο «σαμπουκάς ή τσαμπουκάς» δεν ήταν παρά ο στιγματισμός που προκαλούσε ο ίδιος στο σώμα του, κυρίως στα χέρια, σε εμφανή σημεία και μάλιστα εκεί που ήταν ιδιαίτερα επώδυνος, ώστε να γίνεται ορατός από τους άλλους και κατά συνέπεια να δηλώνεται η σκληρότητά του. 452 Ταυτόχρονα, ο «τσαμπουκάς», η στίξη, σε άλλη ανάγνωση συμβολίζει τον ανεξίτηλο αυτοστιγματισμό και στιγματισμό του χασισοπότη από την εξουσία και την κοινωνία. Με τον τρόπο αυτό ο χασισοπότης πιστοποιεί τις προθέσεις του, ανεξαρτήτως διώξεων, να μην αλλάζει άποψη και να εξακολουθήσει τον ίδιο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, «κι αν με πιάσει το πολιτσμανάκι, είμαι πάλι μουρμουράκι» 453 (σημ. κακότροπος, μη καλόβολος), «ε, ρε το χω κάνει τάμα, θα μισέψω κι άλλο πράμα» 454 (σημ. θα ξαναφέρω χασίς παρότι με συνέλαβαν). Δεν αρκείται όμως σε αυτά, αναφορικά με τις ταλαιπωρίες που υφίσταται από την αστυνομία, με την πρώτη ευκαιρία, επιφυλάσσει 450 Μπάτσος-ράπισμα-χαστούκι από τον ήχο μπατς, του ραπίσματος. (Ελληνικό Λεξικό Τεγόπουλος- Φυτράκης). 451 «Σαν φουμάρω τσιγαρλίκι», Παπάζογλου, αύξ. αριθ Άλλη σημασία του «τσαμπουκά» είναι οι αντιπαραθέσεις, οι «ανοιχτοί λογαριασμοί» 453 «Ο μουρμούρης», Μαρίνου, αύξ. αριθ «Ηρωίνη και μαυράκι», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ

301 απαντήσεις στους υπαίτιους, «θα πω στους σταυρωτήδες (σημ. καταδότες, προδότες) μου σα θα 'βγω τι χαμπάρια». 455 Σε άλλες περιπτώσεις με συναινετική διάθεση οι χασισοπότες καλούν τον αστυνομικό να γνωρίσει το χασίς, ενδεχομένως να προσχωρήσει στην παρέα τους και βέβαια να αναγνωρίσει έναν κοινό κώδικα στη σχέση του μαζί τους, ώστε να λήξει η «χωρίς νόημα» αντιπαλότητα τους. 456 «Αν θέλεις έλα πάμε στο ντεκέ, για να φουμάρουμε έναν αργιλέ. Θα σ' αρέσει η μαστούρα με μπουζούκι και φιγούρα. στο εξής θα μας γουστάρεις, και μαζί μας θα φουμάρεις». 457 Αλλού πάλι ζητείται από τον αστυνομικό ν αλλάξει στάση ή να σκεφτεί και να μην επιτελέσει το «ανούσιο» έργο του, «στάσου πόλιτσμαν λεβέντη κι ασ τον αργιλέ να καίει». 458 Σε αυτό το παιγνίδι αντιπαλότητας, η αστυνομία παίρνει μέτρα και ενημερώνει «Επιάσανε το Μπάτη», Ροβερτάκη, αύξ. αριθ Εδώ βέβαια πιθανόν να αφήνει υπονοούμενα, ότι ο αστυνομικός είναι ο ίδιος χασισοπότης εφόσον υπάρχουν τέτοιες προφορικές και γραπτές μαρτυρίες. «Πέντε μέτρα απ το πέμπτο αστυνομικό τμήμα της Κοκκινιάς στη γέφυρα, στο ρέμα πίσω στο λουτρό, ήταν ο τεκές του Μίχου. Πηγαίνανε και πίνανε ελεύθερα, όσοι πηγαίνανε. Πηγαίνανε και αστυνομικοί και μαστουρώνανε ήλεγε ο κόσμος». (Παπάζογλου Αγγέλα, 1986, σ.σ.371,372). 457 «Το πρωί με τη δροσούλα», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Εφουμερναμ ένα βράδυ», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ Αρχείο Κουτσουμάρη αριθ. φακ. 123/12 Θέμα: Τεχνάσματα κακοποιών «Έμποροι ναρκωτικών. Είναι οι πιο επικίνδυνοι από τους εγκληματίας. Διότι και παρασύρουν ανθρώπους εις την συνήθειαν των ναρκωτικών, αλλά και καταστρέφουν ηθικώς και σωματικώς τους πελάτας των. Ενδιαφέρουν δε την αστυνομίαν αυτοί οι άνθρωποι, διότι οι πελάται των έχουν τόσον ισχυράν την μανίαν της λήψεως ναρκωτικών, ώστε όταν δεν έχουν χρήματα, δεν διστάζουν να διαπράξουν οιονδήποτε αδίκημα. Μεταχειρίζονται δε τεχνάσματα ευφυέστατα δια την απόκρυψιν των ναρκωτικών τα οποία κατέχουν. Ενδεικτικώς παραθέτομεν που ευρέθησαν υπό της αστυνομίας κρυπτόμενα ναρκωτικά. 299

302 τα μέλη της για τα τεχνάσματα που εφαρμόζουν οι «εγκληματίες» χρήστες χασίς, πιθανώς και διακινητές μικρών ποσοτήτων. Οι αστυνομικοί από την πλευρά τους προσπαθούν να εφαρμόσουν τις οδηγίες - εντολές και οι χρήστες χασίς επινοούν τρόπους αποφυγής των αστυνομικών και των συλλήψεων. Η διακωμώδηση αυτής της κατάστασης πέρασε και στη θεατρική επιθεώρηση με διαλόγους, 460 οι οποίοι παρά τις υπερβολές δε απέχουν από την πραγματικότητα. 1.Εις κουτιά σιγάρων πεταμένα κάτω, ως δήθεν κενά. 2.Εις τα μανικέτια των υποκαμίσων εις την αναδίπλωσίν των. 3.Εις γάζαν η οποία ήτο τυλιγμένη σε χέρι εις τρόπον ώστε να φαίνεται ως επίδεσις τραύματος. 4.Εις τενεκέ σκουπιδιών και κάτωθεν των απορριμμάτων, τυλιγμένα ναρκωτικά εντός χάρτου θαλασσιού γυαλιστερού. 5.Εις τα γεννητικά όργανα του εμπόρου ναρκωτικών, τυλιγμένα εις πανί και κρεμασμένα. 6.Εις ειδικές τσέπες του παντελονιού, οι οποίες είναι ραμμένες εις μπάλωμα. 7.Εις λαβήν τενεκέ νερού, η οποία ήτο κοίλη. 8.Εις πλάνην ξυλουργού. 9.Εις τη κοιλίαν γλάρου βαλσαμωμένου. 10.Εις τα πόδια τραπεζιού ή καρέκλας, τα οποία έχουν εις το κάτω μέρος τρύπαν. 11.Εις το δάπεδον του καταστήματος το οποίον ήτο στρωμμένον με πλακάκια. Ένα πλακάκι ήτο κινητό και κάτωθέν του υπήρχαν τα ναρκωτικά. 12.Εντός ομβρέλλας, ή εντός κιθάρας. 13.Εντός ειδικής τσέπης η οποία είναι κατασκευασμένη κάτω από το κάλυμμα της κανονικής τσέπης του σακακίου. 14.Εντός των τριχών της κεφαλής. 15.Εντός καλαποδίου, το οποίον είχεν ειδικήν κρύπτην. Γενικώς κατά τας έρευνας υπό της αστυνομίας, οι έμποροι ναρκωτικών είναι θρασύτατοι. Με κάθε τρόπον κατά την ώραν της ανακαλύψεως της κρύπτης των ναρκωτικών, προσπαθούν να καταστρέψουν το ναρκωτικόν, ρίπτοντες αυτό κάτω ή εντός ύδατος. Όταν κατά τας έρευνας εντός καταστήματος εμπόρου ναρκωτικών υπάρχει γυναίκα, εκ αυτής ασφαλώς κρύπτονται τα ναρκωτικά. Γνωρίζουν ότι δεν έχομεν πρόχειρον γυναίκα προς διενέργειαν σωματικής ερεύνης και ελπίζουν κατά την μεταφοράν της εις το τμήμα, ότι θα κατωρθώσει η συνεργάτης των να ρίψη επιτηδίως τα εκ αυτής κρυπτόμενα ναρκωτικά. Έξωθεν του καταστήματος εις το οποίον υπάρχουν ναρκωτικά, φυλάγει πάντοτε τσιλιαδόρος, ο οποίος ειδοποιεί εμφάνισιν αστυνομικού. Δεν δίνονται τα ναρκωτικά εις κάθε άνθρωπο που ζητεί να αγοράση, αλλά μόνον σε γνωστούς των». 460 «- Ωχ! Ωχ! Ου! Ου! (σφύριγμα) - Μπούρδα, Μπούρδα μάζεψε ασβέλτα τα συμπράγκαλα και καήκαμε! - Γιατί ρε Τσικρικώνη; - Ρε την κορόιδα παραστένεις βρε ή θέλεις να παραχειμάσεις στον Ωρωπό (εννοεί τις φυλακές) στον άσφαλτο. - Ναι για ρε μαζεύτε ρε λεχρίτες τζουράδες και ξηγηθείτε τους ζούλα.(εννοεί κρύψτε τα) - Μα τι τρέχει ρε τσικρικώνια; - Ρε είσαι μεγάλο χάπι (σημαίνει κουτός) εσύ ρε κύριε και μια που δεν αντιλήβεσαι δια ζώσης 300

303 Η αστυνομία στα πλαίσια καταστολής της χρήσης χασίς προβαίνει σε διάφορες ενέργειες. Σύμφωνα με το ρεμπέτικο τραγούδι η αστυνομία: Συλλέγει πληροφορίες για τη διενέργεια της χασισοποσίας, «κάποιος μπαμπέσης, ο άτιμος, μαρτύρησε το χάνι», 461 «με προδώσαν κάτι μπράβοι/ και με πιάσαν στο καράβι». 462 Ταυτοχρόνως, προσπαθεί να προσεταιρισθεί μεμονωμένα χασισοπότες, ώστε να διαθέτει πηγές πληροφοριών. «Με τραβάει για τη βίλα (σημ. Αστυνομική Διεύθυνση) σαν να πήγε το Γιαγκούλα. Έρχεται κι ο αστυνόμος, και με παίρνει μέσα μόνος. Έλα πες μου που γνωρίζεις, το κουτούκι που ψωνίζεις. - Μη κουνηθεί κανένας! Στον τόπο γιατί θα σας κάψω! - Μπράβο κύριε μόλισμαν, μπράβο! Τέτοια ανατροφή σε μαθαίνανε στην Κέρκυρα ρε στη Σχολή; - Ρε ασ' τις εξυπνάδες εσύ ρε Τσικρικώνη κι ο άλλος ο Μπάτης και να μου πείτε τώρα αμέσως, που έχετε κρυμμένο το μαύρο και τους λουλάδες, ακούτε; - Τι λες μωρέ αδερφέ μου; Λοιπόν κύριε μόλισμαν έχεις πέσει όξω εκτρά. Μα την Αγία Ανάσταση, έχεις πέσει όξω. Μα τι θα πει μαύρο κύριε μόλισμαν; - Τώρα τραβάτε κατά το τμήμα κι εκεί ξηγιόσαστε με τον αστυνόμο. - Μπράβο! Δεν πάμε πουθενά κύριε μόλισμαν. - Έλα μέσα ρε που δεν πάς πουθενά! Άντε! - Δεν πάμε πουθενά είπαμε! Είμαστ' έντιμοι επαγγελματίες. - Κάνεις παραπέρα ρε κορόιδο εσύ; - Μωρέ πάψε μωρ' αδερφάκι Μάρκο. Είμαστ' έντιμοι επαγγελματίαι κι έχουμε τον καφενέ μας, το νταραβέρι μας, τουτεντίξ δηλαδή και στρίβε με το καλό που σου λέω κύριε μόλισμαν. - Τράβα μέσα για θα βγάλω το γκλομπ ρε. - Ποιό γκλόμπ θα βγάλεις; - Ναι το γκλομπ... (φασαρία) - Ρε μάγκες ξου ρε, οξω! (φωνές, φασαρία, θόρυβοι) - Πάει το καφενείο!». «Έφοδος στον τεκέ», Καμβύση, αυξ. αριθ «Κουβέντες στη φυλακή», Τούντα, αύξ. αριθ «Ηρωίνη και μαυράκι», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ

304 Αφού 'γω είμαι δερβίσης, μην κοιτάς να με ψωνίσεις». 463 Επιχειρεί δια της μεθόδου της περικύκλωσης και του εγκλωβισμού, «οι μπάτσοι μας μπλοκάρανε», 464 «μπλόκος πάλι μας έγινε προχτές», 465 «εκεί που πίναν' αργιλέ πλακώσαν πολιτσμάνοι./ μπλοκάρανε το μαγαζί του Μπάτη στο Πειραία/ που μαστουρώνανε μαζί αυτός και η παρέα». 466 Ερευνά, αναζητεί και συλλέγει πειστήρια της παράνομης πράξης, «άντε, τούτ οι μπάτσοι που ρθαν τώρα/ άντε τι γυρεύουν τέτοια ώρα», 467 «και τη τσίκα μας αρπάζει», 468 «και το μάπα (σημ. τον αργιλέ) να μας πάρουν/ θα μας πάρουν το καλάμι/ και θα μείνουμε χαρμάνι». 469 Όταν τα πειστήρια είναι επαρκή, καταστρέφει επί τόπου ορισμένα από αυτά, μάλλον για να προκαλέσει τους χασισοπότες, «το καλάμι μας τσακίσαν», 470 «το λουλά μας τόνε σπάει», 471 «γιατί θα μας τον σπάσουνε», 472 «μπήκαν να σπάσουν τον αργιλέ μας». 473 Όμως συχνά και οι χασισοπότες κρύβουν πειστήρια της χρήσης, ώστε να απαλλαγούν στο δικαστήριο, ενώ άλλες φορές οι ίδιοι καταστρέφουν όργανα της χρήσης λόγω λανθασμένης εκτίμησης του επικείμενου κινδύνου σύλληψης. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο δράστης δεχόταν τις επικρίσεις των υπολοίπων, «κορόιδο να πιαστείς και το λουλά να σπάσεις», 474 «ο πιτσιρίκος τα χασε τον αργελέ τον έσπασε/ γιατί να σπάσεις το λουλά, βρε πιτσιρίκο 463 «Τσακωτό τον έπιασε», Χρυσαφάκη, αύξ. αριθ «Μεσ του Μάνθου τον τεκέ», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Το πρωί με τη δροσούλα», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Επιάσανε το Μπάτη», Ροβερτάκη, αύξ. αριθ «Έρχομαι τον τοίχο τοίχο», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Μεσ τον τεκά της Μαριγως», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Μπελαδέρια», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Οι μάγκες», Μοντανάρη, αύξ. αριθ «Μεσ τον τεκά της Μαριγως», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Μας κυνηγούν τον αργιλέ», Εσκενάζυ, αύξ. αριθ «Χθες το βράδυ στον τεκέ μας», Χρυσίνη, αύξ. αριθ «Μανώλης χασικλής», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ

305 χαρχαλά». 475 Να σημειωθεί ότι υπάρχουν τραγούδια μόνον για το αυτόβουλο «άδικο» σπάσιμο του αργιλέ. Συμπλέκεται με τους χρήστες χασίς, εφόσον αυτοί συχνά αντιδρούν, «τότε τράβηξα μαχαίρι, και τον βάρεσα στο χέρι/ έγινε μεγάλη αντάρα, και όλα στον τεκέ μαντάρα». 476 «Ρε ν από πίσω στη Στρατώνα, Βαρέσαν μάγκα στην υπόγα. Μπαίνει νας μπάτσος με το κούφιο (σημ. πιστόλι) και ρίχνει μούσμουλα (σημ. σφαίρες) στο ρούφο.(σημ. χασισοπότη) Και κατρακύλησε το φέσι,(σημ. η εστία του αργιλέ) μας σβήνει ο ν αργιλές στη μέση». 477 Ο χασισοπότης συγκρούεται με την αστυνομία, όταν δεν έχει άλλη επιλογή, κυρίως για να ματαιώσει την σύλληψή του ή όταν πρέπει να υπερασπιστεί σύμβολα της χρήσης και συνεπώς των δικών του κανόνων ζωής. «Το λουλά πιάσε στα χέρια, πρέπει να μη φοβηθούμε, άγρια να ξηγηθούμε/ το μάπα εμείς δε δίνομε, το αίμα μας το χύνομε», 478 «τα τσιμπουκάκια αν πειραχτούνε, το αίμα αμέσως θα σας το πιούμε». 479 Σε άλλες περιπτώσεις αποφεύγει τη σύγκρουση, «του 'κανα μια ματσαράγκα και του το 'στριψα του μάγκα», 480 «μα σαν μου λάχει σταυρωτής,(σημ. αυτόν που «σταυρώνει-καρφώνει» δηλ. καταδότης ή αστυνομικός) ευθύς την αμολάω, την πάπια και τη παλαβή κάνω και δε μιλάω», 481 «μη ψαρέψεις μπιλαντέρια» 482 (σημ. μην επιζητάς μπελάδες, φασαρία). Επιδιώκει να μη συναντάται με τις διωκτικές αρχές εξ ου και οι εκφράσεις «την πουλεύω» (γίνομαι πουλί και φεύγω - πέταξε το πουλί) ή «Πουλόπουλος», «την αμολάω», «έγινα της Αναλήψεως», «κόβω ρόδα μυρωδάτα» κ.λπ. Για να μειωθούν οι πιθανότητες συνάντησης με την 475 «Πιτσιρίκος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Μεσ τον τεκά της Μαριγώς», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Στην υπόγα», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Μπελαδέρια», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Χθες το βράδυ στον τεκέ μας», Χρυσίνη, αύξ. αριθ «Μεσ τον τεκά της Μαριγώς», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Ο σερέτης», Μοντανάρη, αύξ. αριθ «Μπελαδέρια», Περιστέρη, αύξ. αριθ

306 αστυνομία προτρέπει σε χρήση μακριά από την πόλη, «μάγκες πιάστε τα βουνά πα να τον πιούμε στη σπηλιά». 483 Η αποφυγή συνάντησης με την αστυνομία, οι ελιγμοί και το ξεγέλασμά της είναι θεμιτά, είναι ένδειξη εξυπνάδας και όχι υποχώρησης. Αποφεύγει τον κίνδυνο και ταυτόχρονα ηθικά είναι ακέραιος, «και με τα λιμά τον πιάνω/ και με βλέπει σα τον χάνο/ άξαφνα την αμολάω/ κι απ' την βίλα (σημ. την Αστυνομική Διεύθυνση) του τη σκάω». 484 Συλλαμβάνει, «κι έξαφνα μας προλάβανε οι μπάτσοι εις τη πόρτα», 485 «ήρθαν μπάτσοι, βρε και μας πήραν, και στου Τσιγγρού καλέ, μας πήγαν». 486 Στους χώρους χρήσης χασίς δεν εισέρχονται για έρευνα και συλλήψεις μόνον ένστολοι αστυνομικοί, «μεσ' στον τεκέ της Μαριγώς, μ' έπιασε ένας μυστικός». 487 Επίσης, η αστυνομία ελέγχει και συλλαμβάνει, όχι μόνον σε χώρους χρήσης, αλλά οπουδήποτε: «Χτες το βράδυ στο σκοτάδι, με στριμώξανε δυο μαύροι. Έρευνα για να μου κάνουν. και το μαύρο να μου πάρουν Μου τη στήνουν τ άλλο βράδυ. Βρε, και με κάνουνε πιαστό, με τραβούνε στο πλεχτό».(σημ. το κρατητήριο) 488 Κάνει εξακρίβωση στοιχείων και καταγράφει τους συλληφθέντες, «στη σήμανση με πήγανε, τη φάτσα μου τη πήρανε», 489 (σημ. με φωτογράφησαν) «πρόσεξε μη τη τσιμπήσουν, και στη σήμανση την κλείσουν», 490 «το μάγκα τον επιάσανε, τη μάπα του τη πήραν» «Μάγκες πιάστε τα βουνά», Παγιουμτζή, αύξ. αριθ «Τσακωτό τον έπιασε», Χρυσαφάκη, αύξ. αριθ «Μη μου χαλάς τα γούστα μου», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Μάγκες καραβοτσακισμένοι», Μπάτη, αύξ. αριθ «Μεσ τον τεκά της Μαριγώς», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Χθες το βράδυ στο σκοτάδι», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Απ του μεμέτη το νερό», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Βρε μάγκες δυό στη φυλακή», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Το σακκάκι», Δελιά, αύξ. αριθ

307 Στέλνει στο δικαστήριο «με πάνε στο πλημμέλημα με βάζεις σε μπελάδες», 492 «βρε, κι έτσι μάγκα με δικάζουν και οι μαύροι (σημ. αστυνομικοί) ησυχάζουν», 493 «να μη μας τα πιάσουνε (σημ. τα σύνεργα χρήσης) και θα μας δικάσουνε». 494 Στα μάτια των χρηστών χασίς η αστυνομία και οι δικαστικές αρχές, ως εκπρόσωποι της εξουσίας, αλληλοσυμπληρώνονται. Εξάλλου, στα δικαστήρια, ως μάρτυρες κατηγορίας για το αδίκημα της χασισοποσίας, προσέρχονται αστυνομικοί, οι οποίοι από την πλευρά των χασισοποτών δεν θεωρούνται φερέγγυοι μάρτυρες. «Βρε Αστυνόμε και Ειρνοδίκη, και βγάλε γρήγορα τη δίκη. Να ρθουνε μπάτσοι να ορκιστούνε και ψέματα να μη σας πούνε». 495 Στέλνει στην φυλακή και στην εξορία, «να μη μας βρούνε καμιάν αιτία και μας πάνε όλους φυλακή», 496 «πολιτσμάνοι μας τραβάνε και για τη στενή (σημ. τη φυλακή) μας πάνε», 497 «φυλακή και εξουρία ρε πο χει η χασισοποτία», 498 «για είκοσι γραμμάρια, που μ έκαναν πιαστό/ μ ένα χρονάκι μ έστειλαν στην Αίγινα σκαστό». 499 Ενώ σπανιότερα, υπαίτιοι της καταδίκης θεωρούνται οι δικαστικοί: «Μπράβο σου κύριε πρόεδρε, καλά τα καταφέρνεις, με τις σαράντα πέντε (σημ. ένορκους) σου, Ανάσταση! στην Αίγενα με στέλνεις, με τις σαράντα πέντε σου, στον Ωρωπό 500 με στέλνεις». 501 Ματαιώνει τη χρήση χασίς και την προσδοκώμενη ευχαρίστηση, «που ρθανε οι 492 «Με πιάνουνε ζαλάδες», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Χθες το βράδυ στο σκοτάδι», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Μπελαδέρια», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Μάγκες καραβοτσακισμένοι», Μπάτη, αύξ. αριθ «Ο λουλάς», Μητσάκη, αύξ. αριθ «Το πρωί με τη δροσούλα», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Μάγκες πιάστε τα βουνά», Παγιουμτζή, αύξ. αριθ «Ο λαθρέμπορας», Παπάζογλου, αύξ. αριθ Αίγινα, Ωρωπός: φυλακές που βρίσκονται σ αυτές τις περιοχές 501 «Μάγκες πιάστε τα βουνά», Παγιουμτζή, αύξ. αριθ

308 πολιτσμάνοι, και μ αφήσανε χαρμάνη». 502 Ο αστυνομικός είναι αυτός που με την παρουσία του απαγορεύει στον χασισοπότη την ικανοποίηση και συμβολικά καταγράφεται ως ο διώκτης της ηδονής, της κάθε ηδονής, εφόσον του στερεί ακόμη και το αντικείμενο της ερωτικής ικανοποίησης, «μου λεν πως μου την έσκασες, με κάποιο πολιτσμάνο». 503 Καταργεί τους χώρους χρήσης χασίς, «τον τεκέ μας τον εκλείσαν», 504 «μπάτσοι και χωροφυλάκοι και μας χάλασαν, βρε το τσαρδάκι», 505 «τον τεκέ να μας χαλάσουν» 506 και διαλύει τις παρέες χασισοποτών, «κι όλ οι μάγκες εσκορπιστήκαν, ντε και κανέναν, βρε δεν αφήσαν». 507 Η δράση της αστυνομίας, η οποία περιγράφεται στα τραγούδια (επιχειρήσεις, συμπλοκές, συλλήψεις, δίκες, φυλακίσεις κ.λπ.), επιβεβαιώνεται παραστατικά σε γραπτές και προφορικές μαρτυρίες δημιουργών του ρεμπέτικου. 508 Το σημαντικότερο όμως είναι ότι, μολονότι η αστυνομία σε πολλά τραγούδια δεν αναφέρεται ευθέως «Πάρε σειρά, γιατί, μπορεί, ίσως να μην προκάνεις. Μη μας συμβεί το σοβαρό (σημ. έρθει η αστυνομία) και τη σειρά σου χάνεις». 509 «Βρε πιτσιρίκο φύλαξε, στο παραθύρι κοίταξε», 510 και σε άλλα πιθανολογείται η εμφάνισή της, «Να μην έρθει η Αστυνομία, Και να μείνουμε στα κρύα. 502 «Οι μάγκες», Μοντανάρη, αύξ. αριθ «Τουρκολιμανιώτισσα γλυκιά», Τούντα, αύξ. αριθ «Οι μάγκες», Μοντανάρη, αύξ. αριθ «Μάγκες καραβοτσακισμένοι», Μπάτη, αύξ. αριθ «Χθες το βράδυ στον τεκέ μας», Χρυσίνη, αύξ. αριθ «Μάγκες καραβοτσακισμένοι», Μπάτη, αύξ. αριθ Βλέπε (Βαμβακάρης 1978), (Γενίτσαρης, 1992), (Καραντής, 1999), (Παπαϊωάννου, 1996), (Σχορέλης, ), ( Σχορέλης, Οικονομίδης, 1973, 1974), (Χατζηδουλής, xx) 509 «Κάτσε ν ακούσεις μια πενιά», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Πιτσιρίκος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ

309 Ένας μάγκας, βρε παραπέρα, μας κρατάει τη μπουζουριέρα (σημ. τσίλιες). 511 «Κι εσύ μαγκίτη μπάνιζε οι τσίλιες πριν ερθούνε», 512 επί της ουσίας είναι παρούσα σαν να αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη χρήση χασίς. Αν και σε κάποιες περιπτώσεις οι χασισοπότες εκφράζουν την άποψη ότι το σημαντικό δεν είναι το αέναο παιγνίδι με την αστυνομία, αλλά η ικανοποίησή τους «κάντε μάγκες τη δουλειά σας/ μη χαλάτε την καρδιά σας/ ας τους μπάτσους Μάνθο πια/ γέμισε μας το λουλά» 513 και ζητούν από τον τεκετζή και την ομήγυρη να τους αγνοήσουν, ουσιαστικά αναγνωρίζουν το ρόλο εξουσίας της αστυνομίας και των οργάνων της. Έτσι, καταλήγει η αστυνομία, ως διαρκής απειλή, να είναι μέρος της χασισοποσίας και συνώνυμο της «στέρησης»-του «χαρμανιάσματος», εφόσον επωμίζεται τον ρόλο του ακυρωτή της χρήσης, αν θεωρήσουμε ότι η αντιπαράθεση μαζί της εκφράζεται περισσότερο σε ένα επίπεδο συμβολισμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο «χασικλίδικο» τραγούδι, σε ότι αφορά στο «νόμο», στην «τάξη» ή στην τιμωρία, κεντρική θέση κατέχει η αστυνομία και όχι το κρατητήριο, το δικαστήριο ή η φυλακή. Το τραγούδι ως μέρος των συμβολισμών γίνεται μέσο επικοινωνίας και διαλόγου των δυο πλευρών. Κοινοποιεί το υπάρχον ζήτημα και συνεπώς το καθιστά αναγνωρίσιμο σε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού, αλλά και στην εξουσία. Με τον τρόπο αυτό απομυθοποιεί τις απαγορεύσεις και το ανεπίτρεπτο της χρήσης, εμμέσως μάλιστα την «νομιμοποιεί» παρεμβαίνοντας σε μια διένεξη, όπου είναι σαφής η αξιολογική κρίση των δυο πλευρών. 511 «Βάρκα μου μπογιατισμένη», Μπάτη, αύξ. αριθ «Μας κυνηγούν τον αργιλέ», Εσκενάζυ, αύξ. αριθ «Μεσ του Μάνθου τον τεκέ», Τζόβενου, αύξ. αριθ

310 8. «Το Χάρο τον αντάμωσαν πεντ έξι χασικλήδες»: Ο θάνατος στα «χασικλίδικα» τραγούδια Η τέχνη, και στη προκείμενη περίπτωση το τραγούδι αποτελεί ένα μέσο έκφρασης του συλλογικού συνειδητού και ασυνειδήτου. Το λαϊκό τραγούδι ίσως πιο άμεσα, επειδή είναι προσιτό σε μεγαλύτερο κοινό σε σύγκριση με τα άλλα είδη μουσικής, αναπαριστά αυτό που πολλές φορές «αδυνατεί», ένεκα συμβάσεων, να εκφράσει λεκτικά ή να προσδιορίσει το υποκείμενο αλλά και η κοινωνία. Η χαρά, η λύπη, η ικανοποίηση ή η θλίψη κάποτε συμβαίνει να είναι ανείπωτες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο ερμηνευτής και ο μουσικός, ως διαμεσολαβητές, με το τραγούδι αναπαριστούν τα συναισθήματα και «λυτρώνουν» τον ακροατή. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στις περιπτώσεις θανάτου ή απώλειας. Το τραγούδι βοηθά να βιωθεί ουσιαστικά το πένθος, να κατακτηθεί, να επέλθει ψυχική ισορροπία, συνεπώς να ξεπερασθεί και να μη εξελιχθεί σε «παθολογική κατάσταση». Μια διαδικασία καθ όλα «φυσιολογική», η οποία ταυτόχρονα καθιστά το τραγούδι καταγραφέα των τρεχουσών κοινωνικών αντιλήψεων και αξιών των δημιουργών του και του ακροατηρίου του σχετικά με το θάνατο. Ο θάνατος ως γεγονός αποτελεί οριακή κατάσταση και πάντα διακινούσε φιλοσοφικά και συναισθηματικά τις κοινωνίες, εφόσον θέτει ζητήματα θεώρησης του κόσμου, της ζωής, των σχέσεων. Από αυτή την άποψη, οι στάσεις έναντι του θανάτου συνιστούν σημαντικό κριτήριο του υπάρχοντος πολιτισμού σε μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, όπως και κώδικα κατανόησής της. Οι αντιλήψεις περί θανάτου ιστορικά διαφέρουν αναλόγως της κοινωνίας και των ομάδων που την αποτελούν την δεδομένη χρονική στιγμή (Παπαχριστόπουλος, 1996, σ.126), (Μαγριπλής, 2008, σ.29). Ο τρόπος που τοποθετείται απέναντι στο θάνατο το ρεμπέτικο τραγούδι, που ευθέως ή πλαγίως, φέρνει το θέμα της χρήσης χασίς, ως αναπαράσταση μπορεί να δώσει σημαντικές ενδείξεις για την σχέση των χασισοποτών με τον θάνατο. Σύμφωνα με τις απόψεις πολλών μελετητών, οι εξαρτημένοι από ουσίες έχουν ξεχωριστή σχέση με το θάνατο (Μάτσα, 2008α, σ.15), (Ολιβενστάϊν, 1982, σ.σ.53,111), (Μάτσα, 2008β, σ.148), (Bergeret, 1999, σ.101), (Stantonn, 1978, σ.σ ), ενώ παρεμφερή ποιοτικά στοιχεία σχέσεων διακρίνουν κάποιοι και στους χρήστες ουσιών. Με 308

311 αυτή την υπόθεση, η μελέτη των «χασικλίδικων» τραγουδιών και η αναζήτηση σ αυτά κυρίως ποσοτικών δεδομένων, που να αναδεικνύουν μια ιδιαίτερη σχέση του χρήστη χασίς με τον θάνατο, είναι δυνατό να δώσει επί πλέον ενδείξεις για το, αν ο χασισοπότης του ρεμπέτικου είναι χρήστης ή εξαρτημένος. Στα «χασικλίδικα» τραγούδια, συνήθως, η μνεία του θανάτου αποτελεί τοποθέτηση για την ζωή και μέσα απ την ίδια τη ζωή. Αν και αρκετές φορές τα τραγούδια δεν κινούνται σε κλίμα αισιοδοξίας, η άποψη ότι οι αναφορές στο θάνατο ουσιαστικά αφορούν στη ζωή φαίνεται από πολλά στοιχεία. Τέτοια είναι τα επιφωνήματα και οι ευχές που έχουν εγγραφεί μεταξύ των στροφών του στίχου ή κατά την διάρκεια των αυτοσχεδιασμών. «- Γεια σου Καρίπη, ποτέ να μη πεθάνεις!», 514 «-Ε, ρε, να μου ζήσεις μάγκα!», 515 «-Να ζήσεις ντερβίση μου Μάρκο!», 516 «- Γεια σου Σταύρακα, ποτέ να μην πεθάνεις!». 517 Οι επικλήσεις ή οι ευχές για ζωή όμως δεν απευθύνονται μόνο σε πρόσωπα, αλλά και σε χώρους και αντικείμενα που έχουν να κάνουν με τη χρήση. Τονίζουν μάλιστα τη βεβαιότητά τους για την αθανασία ή την έντονη επιθυμία τους για αυτή, «γεια σου Μάνθο μου ντερβίση, ο ντεκές σου δε θα σβήσει», 518 «όλος ο κόσμος κι αν χαθεί, θα βρίσκεται χασίσι». 519 Είναι αξιοσημείωτο ότι πολλές φορές, όταν το περιεχόμενο του στίχου είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο, συνήθως πένθιμο, συνοδεύεται από μουσική της οποίας ο ρυθμός είναι εύθυμος, όπως ο χασάπικος ή ο καρσιλαμάς, ώστε να ελαφρύνει την συνολική διάθεση που εκπέμπει το τραγούδι. Ο θάνατος ή «ο άλλος κόσμος» για το ρεμπέτικο αποτελεί συνέχεια του προηγηθέντος «επάνω κόσμου», «αχ ρε συ Γιάννη σαν πεθάνεις/ το λουλά τι θα τον κάνεις/ θα τον βάλω προσκεφάλι/ να φουμάρω και στον Άδη». 520 Έχει όμως μερικές διαφορές με τον «επάνω 514 «Νέοι χασικλήδες», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Νέοι χασικλήδες», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Μαστούρας», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Ο Σταύρακας μεσ τον τεκέ», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Μέσ του Μάνθου τον τεκέ», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Παραπονούνται οι μάγκες μας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Δε μου λέτε το χασίσι που πουλιέται», ανωνύμου, αύξ. αριθ

312 κόσμο», «αφού στον άλλονε ντουνιά, λεφτά δεν θα περνάνε». 521 Η συνέχιση της ζωής στον «άλλο κόσμο» ορίζεται από ένα άλλο αξιακό σύστημα διάφορο του «επάνω κόσμου», χωρίς «λεφτά». Θα ήταν ίσως ανυπόφορο να συνέβαινε και εκεί το ίδιο, ειδικά για τους μη έχοντες, αλλά και για τους «διαφωνούντες» με τις κρατούσες αξίες και συμβάσεις. Σε αρκετά τραγούδια θεωρείται δεδομένη η συνέχιση της ζωής στον Άδη. Το επίμονο ερώτημα προς τον Χάρο «Πες μας πες μας» είναι για να διαπιστωθεί αν αυτά που έχουν ιδιαίτερη αξία για τον χασισοπότη στο «επάνω κόσμο» απαντώνται και στον «κάτω». Αξία μάλιστα έχουν εκείνα που προκαλούν ευχαρίστηση και είναι: η παρέα, «οι μερακλήδες», ο «λουλάς», ο «τεκές», οι «γκόμενες». «Το Χάρο τον αντάμωσαν πεντ' έξι χασικλήδες να τον ρωτήσουν πως περνούν στον Άδη οι μερακλήδες. Πες μας βρε Χάρε να χαρείς, το μαύρο σου σκοτάδι, έχουν χασίσι, έχουν λουλά, οι βλάμηδες στον Άδη; Πες μας αν έχουν μπαγλαμά, μπουζούκια και γλεντάνε, έχουν τεκέδες, έχουν τσαρδί, που παν' και τη τραβάνε; Πες μας αν έχουν γκόμενες, μανίτσες και γουστάρουν, τον αργιλέ να κάνουνε, ντουζένι να φουμάρουν; Πες μας βρε Χάρε να χαρείς, τι κάνουνε τ' αλάνια, βρίσκουν νταμίρα, έχουν λουλά, για κάθουνται χαρμάνια.» 522 Ο έρωτας και η χρήση ουσιών, νομίμων και μη, απαντάται συχνά στα ρεμπέτικα τραγούδια, όπως συχνά επίσης συνδέεται ο έρωτας και ο θάνατος. Δεν είναι όμως μικρός και ο αριθμός των τραγουδιών που εμπεριέχουν και τα τρία στοιχεία (έρωτας-χασίς - θάνατος). Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις η χρήση ουσιών και ο θάνατος προβάλλονται με μεγάλη δόση υπερβολής, προκειμένου να φανεί το μέγεθος της ερωτικής επιθυμίας. «Μόρτη θέλω κι ας πεθάνω, να φουμάρει και το μαύρο», 523 «θέλω ταίρι να σε κάμω και μαζί σου, καλέ μου ας πεθάνω» «Όσοι έχουνε πολλά λεφτά», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Κουβέντα με το χάρο», Τούντα, αύξ. αριθ «Ο μόρτης», Μπαρούση, αύξ. αριθ «Μαρίκα χασικλού», Παπάζογλου, αύξ. αριθ

313 Ο θάνατος αφορά στους πάντες, ο «ντουνιάς» δηλαδή ο κόσμος - η κοινωνία - και συχνά στο ρεμπέτικο τραγούδι η εξουσία, μεταφορικά γίνονται οι αιτίες του θανάτου και μάλιστα όχι φανερά αλλά με έμμεσο τρόπο. «Ε, ρε ψεύτικε ντουνιά, άτιμε, κρυφέ φονιά». 525 Όμως και οι επίσημοι εκπρόσωποι του «ντουνιά» θα έχουν την ίδια κατάληξη παρά την πρόσκαιρη δύναμη και ματαιοδοξία τους, «όσοι γινούν πρωθυπουργοί, όλοι τους θα πεθάνουν επέθαν ο Κονδύλης μας πάει κι ο Βενιζέλος/ την πούλεψε κι ο Δεμερτζής που θα φερνε το τέλος», 526 ενώ υπενθυμίζει ότι και για τους οικονομικά ισχυρούς επιφυλάσσεται η ίδια τύχη, «όσοι έχουνε πολλά λεφτά, να ξερα τι τα κάνουν/ άραγε σαν πεθάνουνε, μαζί τους θα τα πάρουν». 527 Είναι ουσιαστικά μια έκκληση του χρήστη χασίς, υπενθυμίζοντας το θάνατο, για μια άλλη θεώρηση της ζωής εκείνων που ως «ντουνιάς» προκαλούν τον θάνατο, φυσικό ή συμβολικό. Ο θάνατος καθ εαυτός είναι βίαιος, όπως άλλωστε και η γέννηση, όμως προσλαμβάνεται ως φυσικός καθότι είναι αναπόφευκτος. Ως «βίαιος» χαρακτηρίζεται συνήθως ο θάνατος που προκύπτει από φόνο. Επενδύεται ηθικά και χαρακτηρίζεται «κακός», διότι συνδέεται με το ταμπού που τον απαγορεύει. Η αξία της ζωής είναι δεδομένη, διαφορετικά δεν θα υπήρχε άδικος θάνατος, «θα με σκοτώσεις άδικα σαν τον σωφέρ τον Τσάγκα», 528 «μη θέλεις να με κάνεις άδικα να σκοτωθώ» 529 Φόνοι περιγράφονται σε συνοικίες που ενδεχομένως κατέχουν συμβολικά μια ιδιαίτερη θέση στη συνείδηση των χρηστών χασίς, «τίνος μάνα θε να κλάψει μεσ την Κοκκινιά», 530 «δεν πάγω πια στο Γαλατά, στο καφεσλί σοκάκι/ εκεί μου την εδώσανε, την κουμπουριά στην πλάτη», 531 «μεσ' της Σύρας το Βροντάδο, σκότωσα, ένα, δυο, τρεις». 532 Περιγράφονται επίσης φόνοι στη φυλακή, ένα χώρο από την φύση του σκληρό και βίαιο, 525 «Ο σεβνταλής», Σέμση, αύξ. αριθ «Ο Μάρκος υπουργός», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Όσοι έχουνε πολλά λεφτά», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Η Κούλα», Μισαηλίδη, αύξ. αριθ «Το κουτσαβάκι», Τσάμα, αύξ. αριθ «Το μπαγλαμαδάκι σπάσε», Διαμαντίδη (Νταλγκά), αύξ. αριθ «Πολίτικο ζεϊμπέκικο», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Οι δυό σερέτες», Χρυσαφάκη, αύξ. αριθ

314 «μεσ του Συγγρού τη φυλακή, σκοτώσαν ένα χασικλή», 533 «ο Γιάννης ξεμπερδεύει, (εννοεί στη φυλακή) το Βαγγέλη το φονιά». 534 Είναι όμως ιδιαίτερα μεγάλος, σύμφωνα με το τραγούδι, ο αριθμός φόνων που λαμβάνουν χώρα στον τεκέ, «μέσα στον τεκέ του Φώτη με ξαπλώσανε», 535 «μες στου Σταμάτη την αυλή, σκοτώσαν ένα χασικλή», 536 «στου μπάρμπα Κόκου την αυλή, σκοτώσαν ένα χασικλή», 537 «στου Μπεζεστένη την αυλή, σκοτώσαν ένα χασικλή», 538 «μεσ' στου Μαρίνου το τσαρδί, χτυπήσανε ένα παιδί». 539 Δεν διευκρινίζεται όμως, τις περισσότερες φορές, πως και από ποιους προήλθε ο θάνατος. Η χρήση του χασίς συνήθως λειτουργεί κατευναστικά στο υποκείμενο. Επίσης, η επίδραση του χασίς στον ψυχισμό του ατόμου εξαρτάται από τη διάθεσή του αλλά και τις συνθήκες χρήσης. 540 Το κλίμα ασφάλειας που παρέχει ο χώρος μάλλον λειτουργεί αποτρεπτικά στην όποια βίαιη διάθεση. Ο τεκές στην Ελλάδα, όπως έχει σημειωθεί προηγουμένως, 541 ήταν χώρος χρήσης χασίς αλλά και χώρος συνεύρεσης, επικοινωνίας, παντός τύπου συναλλαγών πολλών και ετερόκλητων ανθρώπων. Οι λειτουργίες του είχαν κοινά στοιχεία με εκείνες της ταβέρνας και του καφενείου. Όμως η αίσθηση διαρκούς απειλής των χασισοποτών από κάποιον εξωτερικό παράγοντα, όπως η αστυνομία και η ενδεχόμενη σύλληψη, καθώς και η πιθανή ματαίωση της απόλαυσης, δημιουργούσε ένα κλίμα έντασης: «Άψε σβήσε γινόντουσαν όλες οι 533 «Το χασίσι- L opium», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Οι δυό σερέτες», Χρυσαφάκη, αύξ. αριθ «Κατινάκι», Καρίπη, αύξ. αριθ «Δε μου λέτε το χασίσι που πουλιέται», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Ντερβίσης», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Στου Μπεζεστένη την αυλή», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Μεσ' στου Μαρίνου», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Μα υπήρχαν και μαστούρηδες που ήτανε χτυπημένοι με χασίς κακό. Η έκφρασή τους, στην αρχή θλιμμένη, γινόταν ανήσυχη και σα να βρισκότανε ξαφνικά μπροστά σε πράματα τρομερά, μπαίνανε σε υποψία και γίνονταν επιθετικοί ο Χατζή-Μηνάς (σημ. ο τεκετζής) απ την ώρα που οι μαστούρηδες μαζεύονταν στη σάλα, βρισκότανε σε κίνηση, πέρα δώθε, και παρακολουθούσε από κοντά την κατάσταση των -νταλγκαλήδων- πρόσεχε δε ιδιαίτερα όποιον έδειχνε σημεία ανησυχαστικά απ την επίδραση του χασίς, για να προλάβει κάθε δυσάρεστο ξέσπασμα, ικανό να ταράξει την ψυχική και σωματική ευφορία που χαίρονταν οι χασικλήδες» (Τσελέπης, 1965, σ.135). 541 Βέπε μέρος ΙΙ, κεφ. Β, 5. «Σ ένα τεκέ σκαρώνανε» 312

315 δουλειές στον τεκέ. Γρήγορα, διότι εφοβόμαστε το δέσιμο, την αστυνομία. Και θέλαμε να φουμάρουμε και νά βγουμε να κάτσουμε απ όξω. Και να ρθει η αστυνομία να μη μας βρει μέσα.και εμείς που καθόμαστε απ έξω μόλις βλέπαμε την αστυνομία παίρναμε μαύρο δρόμο». 542 Η αντίδραση τους ισχυροποιούταν από την πεποίθηση υπεράσπισης των συμβόλων, που τους διαφοροποιούσαν από τις κρατούσες αντιλήψεις και εξουσίες, γεγονός που τους οδηγούσε σε βίαιες συμπεριφορές, «το μάπα εμείς δε δίνομε, το αίμα μας το χύνομε», 543 «τα τσιμπουκάκια αν πειραχτούνε, το αίμα αμέσως θα σας το πιούμε», 544 «μέσα στα ούλα θα χωθώ και μεσ το αίμα θα βαφώ». 545 Οι ανταγωνιστικές και βίαιες, κάποιες φορές, σχέσεις των θαμώνων του τεκέ σε συνδυασμό με την εξίσου βίαιη παρουσία της αστυνομίας, επέτειναν ή διαμόρφωναν ατμόσφαιρα έντασης, η οποία ως ένα βαθμό αιτιολογεί τους φόνους που καταγράφει το ρεμπέτικο τραγούδι. Όμως το «χασικλίδικο» ρεμπέτικο δεν εστιάζει τόσο στην επικρατούσα κατάσταση πριν και μετά το φόνο, αλλά στο θάνατο. Προφανώς, ο θάνατος για τον χασισοπότη διακρίνεται σε κοινό και σε «μάγκικο» «κι αν μου λάχει να μεθύσω, στη ρεμπέτικη φωλιά/ μάγκικα θα ξεψυχήσω, μ όμορφη γλυκιά πενιά.», 546 όπου η μάγκικη στάση υποβαθμίζει τη σημασία του θανάτου και το δέος που αυτός προκαλεί και ταυτόχρονα αναιρεί τις συμβατικές απόψεις και θέσεις του «ψεύτη ντουνιά». Έτσι, ο «μάγκικος θάνατος» δεν μπορεί παρά να διαφέρει από εκείνον των πολλών, επέρχεται σε χώρους που αποτελούν σημεία αναφοράς για τον χασισοπότη μάγκα, όπως ο τεκές, το τσαρδί, η ταβέρνα, «η ρεμπέτικη φωλιά». Δεν παύει να είναι άδικος εφόσον προκύπτει από φόνο, όπως άδικη ήταν, κατά τον χασισοπότη, η στάση της κοινωνίας απέναντι του όταν βρίσκονταν στη ζωή. Ο θάνατος για την ομάδα της μαγκιάς χασισοποσίας, όπως συνέβαινε και στη κοινωνία, δεν είναι προσωπική υπόθεση, αλλά κοινωνικό γεγονός που αφορά όλους και οι αναφορές μέσω του τραγουδιού στους φίλους που «αποδήμησαν μάγκικα» συνιστούν μαζί με την «χλίψη» 547 το 542 Μάρκος Βαμβακάρης Αυτοβιογραφία, εκδ. Παπαζήσης, 1978, σ «Μπελαδέρια», Περιστέρη, αύξ. αριθ «Χθες το βράδυ στον τεκέ μας», Χρυσίνη, αύξ. αριθ «Πιτσιρίκος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Πάντα με γλυκό χασίσι», Μπαγιαντέρα, αύξ. αριθ Η μαύρη κορδέλα που φορούσαν στο καπέλο (καβουράκι) οι μάγκες. 313

316 «μνημόσυνο» γι αυτούς. Ενώ ταυτόχρονα, αποτελούν έναν ισχυρό δεσμό για την συνοχή της ομάδας των ζώντων. Ο χασισοπότης-μάγκας δηλώνει την αντίθεσή του με την υπόλοιπη κοινωνία «σ αυτό το ψεύτικο ντουνιά, ντερβίσης θ αποθάνω» 548 και την διαφορετικότητά του, όχι μόνον λόγω της χρήσης, «εγώ μαι φίνος μάγκας και φίνος χασικλής», 549 αλλά και της σχέσης του με τον θάνατο, «που πίνεις φίνο μαύρο και δε φοβάσαι Χάρο». 550 Να σημειωθεί εδώ ότι η ιδιότητα του μάγκα-χασικλή και η στάση του απέναντι στο θάνατο αποτελούν διαπιστευτήρια ανδροπρέπειας (Τζάκης, 1996, σ.σ.34,35). Ο χασισοπότης επίσης τονίζει την ακλόνητη στάση του απέναντι στη ζωή, το χασίς και το θάνατο: «εγώ μάγκας γεννήθηκα και μάγκας θα πεθάνω /και ας φυτρώσουν χασισιές στον τάφο μ από πάνω». 551 Το χασίς κάποιες φορές επίσης φέρεται ως ταυτόσημο ή και υπέρτερο της ζωής, «θα προτιμήσω θάνατο, το μαύρο δεν τ αφήνω» 552 από το οποίο ο χασισοπότης αποκόπτεται, όπως και από τον τρόπο ζωής που διάγει, μόνο με τον θάνατο, «μον, ο χάρος ο σκληρός, αυτός θα μας χωρίσει». 553 Οι χασισοπότες θεωρούν ότι η κατάχρηση και η εμμονή στη χρήση χασίς εξασθενεί τον άνθρωπο σωματικά και ψυχικά, άλλοτε πάλι τον καταρρακώνει και μπορεί να τον οδηγήσει στον θάνατο, «κρασί, χασίσι και σεβντάς, βρ αμάν, με κάμαν να χτικιάσω, γιούφ αμάν είκοσι δυό χρονώ παιδί, βρ αμάν, τα νιάτα μου να χάσω», 554 «παρακάλει να ποθάνω, άιντε, να γλιτώσεις απ τα με», 555 πολύ περισσότερο μάλιστα αν αυτός είναι επιδιωκόμενος «κι αν το χασίσι παίρνω, το κάνω για να χαθώ». 556 Ωστόσο, οι περιπτώσεις που άμεσα ή έμμεσα η χρήση χασίς συνδυάζεται με αυτοκτονία είναι ελάχιστες, όπως συμβαίνει άλλωστε και στο σύνολο των ρεμπέτικων τραγουδιών. 548 «Ο χαρμάνης», Βαμβακάρης, αύξ. αριθ «Μανώλης χασικλής», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Ο ροϊδίτης», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Μαστούρας», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Ο χαρμάνης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Ο δερβίσης», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Έσπασες τα πιάτα», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Όπου ιδείς δυό κυπαρίσσια», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Στη φυλακή μανές», Εσκενάζυ, αύξ. αριθ

317 Γενικότερα, υπάρχει η άποψη ότι η άλογη χρήση, χωρίς κανόνες, υποβαθμίζει και συρρικνώνει την ζωή, οδηγεί στην ασθένεια και πιο κοντά στον θάνατο. «Ο αργιλές είν' βάσανο, το τουμπεκί μαράζι το μαύρο σε χτικιάζει σα ριζώσει στην καρδιά γίνεται θεριακλήκι», 557 Όμως σε άλλες περιπτώσεις το χασίς μπορεί να λειτουργεί ως μέσο ψυχικής ίασης, «θα το παιρνα να το πινα, το μαύρο σου βοτάνι/ αφού δε βρίσκεται γιατρός τον πόνο μου να γιάνει εκείνο το βοτάνι/ πως θα γιατρέψει μια ψυχή που ναι για να πεθάνει» 558 και με τον τρόπο αυτό δύναται να φέρει το υποκείμενο πιο κοντά στη ζωή. Φαίνεται ότι έμμεσα υπάρχει η πεποίθηση για μια σχέση ισορροπίας μεταξύ ζωής-θανάτου, που συνδέεται με τη σχέση χρήσης-κατάχρησης. Ο θάνατος σε πολλές περιπτώσεις δεν ονοματίζεται, συνήθως αυτός που προέρχεται από φόνο. Έτσι, στην απειλή φόνου αναφέρεται η διαδικασία της προετοιμασίας γι αυτόν «κι όταν θα τη φουμάρω μώρε να ξεμολογηθείς», 559 ενώ σε άλλη περίπτωση χρησιμοποιείται το αντίθετο του ρήματος «ζω» με άρνηση «η σκύλα δεν θα ζήσει» 560 Επίσης, η στάση του νεκρού σώματος δηλώνει το θάνατο «κάποια μέρα μες στη στράτα, ξαπλωμένο θα με βρουν». 561 Το αίμα είναι ένα από τα δυο ζωτικά στοιχεία του σώματος, σύμφωνα με τα τραγούδια, που όταν εμφανίζεται δηλώνει την οριακή κατάσταση και το θάνατο. -Το αίμα που χύνεται «το αίμα μας το χύνουμε», 562 «και το αίμα σου θα χύσω» Το αίμα το οποίο βάφει τον φονιά «και μεσ το αίμα θα βαφώ» Το αίμα που πίνεται «σαν θέλεις αίμα για να πιεις». 565 Η έκφραση προέρχεται από την παλαιότερη συνήθεια του φονεύοντος να γλύφει το αίμα του φονευθέντος που έμενε στο μαχαίρι. 557 «Το παράπονο του ντερβίση», Περπινιάδη, αύξ. αριθ «Ο ροϊδίτης», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Μανώλης χασικλής», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Φυλακισμένος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ «Παίξε Χρήστο το μπουζούκι», Τσιτσάνη, αύξ. αριθ «Η νταμίρα», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Ένας μάγκας στο τεκέ μου», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Πιτσιρίκος», Δραγάτση (Ογδοντάκη), αύξ. αριθ Οπ. π. 315

318 -Το αίμα που δίδεται ως δωρεά θυσίας ή ξοδεύεται, «τράβα το γιαταγάνι σου το αίμα μου χαλάλι σου». 566 Το δεύτερο στοιχείο - όργανο του σώματος που δηλώνει χτύπημα θανάτου είναι η καρδιά. «Τράβα μαχαίρι δωσ μου μια και χτύπησέ με στην καρδιά», 567 «και τον εβρήκε στην καρδιά», 568 «του δώσανε άλλη μια, στη πληγωμένη του καρδιά». 569 Ο θάνατος σε άλλες περιπτώσεις ταυτίζεται με τον ακρωτηριασμό του σώματος ή της ψυχής «και κάνε με κομμάτια», 570 «κι ας φέρουν τα κομμάτια μου», 571 όμως δύναται να είναι και ακρωτηριασμός - διακοπή του χρόνου ζωής, «και κόψε μου τις μέρες». 572 Το μόριο «ξε» δηλώνει το αντίθετο ή την απώλεια του σημαίνοντος, αποφεύγοντας έτσι την ευθεία ονοματοδότηση του θανάτου, «για το μάγκα θα τσακίσω, ή γι' εγώ θα ξεψυχήσω». 573 Ο θάνατος είναι χαμός απώλεια, «όλος ο κόσμος κι αν χαθεί», 574 συχνά της νεότητας, η οποία φέρεται ως το πολυτιμότερο κομμάτι της ζωής «τα νιάτα μου να χάσω». 575 Τα ρήματα «πάω» ή «φεύγω» χρησιμοποιούνται επίσης για το θάνατο «κι όσοι από καρασεβντά τρελάθηκαν και πάνε», 576 «πάει κι ο Βενιζέλος», 577 όπως και το φεύγω κρυφά ή ξαφνικά (γίνομαι πουλί, συνδεδεμένο μάλιστα με την ψυχή ή το πνεύμα) «την πούλεψε κι ο Δεμερτζής» «Μεσ του Συγγρού τη φυλακή», ανωνύμου, αύξ. αριθ Οπ. π. 568 «Ντερβίσης», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Στου Μπεζεστένη την αυλή», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Η Κούλα», Μισαηλίδη, αύξ. αριθ «Τα ούλα σου», Ανωνύμου, αύξ. αριθ «Η Κούλα», Μισαηλίδη, αύξ. αριθ «Ένας μάγκας στο τεκέ μου», Τζόβενου, αύξ. αριθ «Παραπονούνται οι μάγκες μας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Έσπασες τα πιάτα», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Κουβέντα με το χάρο», Τούντα, αύξ. αριθ «Ο Μάρκος υπουργός», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ Οπ. π. 316

319 Ο θάνατος είναι άμεσα συνδεδεμένος με το χώμα, τη γη που «τρώει» το σώμα «κι όποιος πει για σένανε θα τον εφάει το χώμα». 579 Η γη όμως συμμετέχει και συμπάσχει στον θάνατο, «πονώ μάνα κι η γη βογκά κι η γη στον πόνο μ αριγά». 580 Σε σχέση με τα συμφραζόμενα περιέχουν το θάνατο ως συνώνυμα του τα εξής ρήματα: -ξεγράφω ή διαγράφω «τη τσαχπίνα όποιος πειράξει τη ζωή του να ξεγράψει» καθαρίζω «γιατί ένα μάγκα θα ξηγήσω μπορεί και να τον καθαρίσω» ξεμπερδεύω «και ο Γιάννης ξεμπερδεύει, το Βαγγέλη το φονιά». 583 Ο θάνατος τέλος είναι ησυχία «στον κόσμο που γεννήθηκα, ποτές να ησυχάσω». 584 Η συχνή ονοματοδότηση της κατάστασης θανάτου με συνώνυμα (περισσότερα των είκοσι) σε μέλλοντα χρόνο και υποθετικό «αν του λάχει να μαλώσει, δεν τον νοιάζει να σκοτώσει» 585 τις περισσότερες φορές εκφράζεται ως απειλή, η οποία θέλει να δείξει την αποφασιστικότητα, την αμετακίνητη έως θανάτου στάση και συνεπώς την ισχύ. Οι έμμεσες αναφορές στο «θάνατο» μάλλον υποδηλώνουν την άρνησή, τον εξορκισμό του και την αποφυγή αφαίρεσης της ζωής. Στα 172 τραγούδια με αναφορές στο χασίς το 29% από αυτά θέτουν το ζήτημα του θανάτου και περίπου τα μισά περιγράφουν βίαιο θάνατο. Ο θάνατος και η χρήση χασίς στα τραγούδια αυτά συναντάται σε δυο επίπεδα: 1) Συνδέεται άμεσα με το «άλλο» σε ποσοστό 82% και συγκεκριμένα: α) Με τον τρόπο ζωής στον ευρύτερο κοινωνικό κύκλο του χασισοπότη. Πολλές φορές προέρχεται από φόνο, μετά από συμπλοκές μεταξύ χασισοποτών ή από σύγκρουση με τις διωκτικές αρχές. Λαμβάνει χώρα σε τεκέ, φυλακή ή καφενείο, ενώ δε λείπουν οι αναφορές γενικότερα στην υπαιτιότητα της κοινωνίας. β) Έχει ως κύριο θέμα και αιτία τον έρωτα. 579 «Με πιάνουνε ζαλάδες», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Στου Μπεζεστένη την αυλή», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Τσαχπίνα μαυρομάτα», Πολίτη, αύξ. αριθ «Η φυλακή είναι σχολείο», Α. Κωστή, αύξ. αριθ «Οι δυο σερέτες», Χρυσαφάκη, αύξ. αριθ «Ώρες με θρέφει ο λουλάς», Βαμβακάρη, αύξ. αριθ «Του Πειραία το αλάνι», Μπαρούση, αύξ. αριθ

320 γ) Αφορά στο στενό οικογενειακό και φιλικό κύκλο του χασισοπότη. 2) Συνδέεται με το «εγώ», προσωπικές αρχές, υπαρξιακές αναζητήσεις και στενή σχέση με τον θάνατο σε ποσοστό 18%. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι στα ρεμπέτικα τραγούδια που υπάρχουν αναφορές στο χασίς, ο θάνατος έχει άμεση σχέση με το περιβάλλον, τις εμπειρίες της καθημερινότητας και τον κοινό τόπο της ομάδας των χρηστών. Μέσα από το τραγούδι αναδεικνύεται η ταυτότητα, «νομιμοποιούνται» κανόνες, αξίες και σύμβολα, όπως και μια γενικότερη στάση ζωής των υποκειμένων. Το χασίς και η χρήση του συνολικά δεν καταγράφονται στο τραγούδι ως παράγοντες που συμβάλλουν στην εγκατάσταση μιας ιδιαίτερης, προσωπικής σχέσης του χασισοπότη με το θάνατο. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που υπάρχουν τέτοιες αναφορές, όπως προέκυψε από την ανάλυση, αυτές συνδυάζονται με κατάχρηση χασίς ή με «προβληματική» χρήση του. Οι παραστάσεις θανάτου στα «χασικλίδικα» τραγούδια, εκτός από τις περιπτώσεις που το χασίς φέρεται ως πρόξενος, αίτιο ή μέσον θανάτου, δεν διαφέρουν από εκείνες που ως όλον παρουσιάζει το ρεμπέτικο τραγούδι Βλέπε Παπαχριστόπουλος Νίκος, Παραστάσεις του θανάτου στα ρεμπέτικα τραγούδια, στο Ρεμπέτες και ρεμπέτικο τραγούδι, εκδ. Πλέθρον, 1996, σ.σ

321 9. «Η πρέζα μου τα πότισε τα σωθικά φαρμάκι»: Τα οπιούχα και η κοκαΐνη στο ρεμπέτικο τραγούδι και στα «ιατρικά ιστορικά» των υπηρεσιών υγείας. Οι αναφορές των οπιούχων και της κοκαΐνης στο ρεμπέτικο τραγούδι μπορούν να θεωρηθούν ως καταγραφές, στις οποίες εκτίθενται οι γενικότερες κοινωνικές αντιλήψεις των λαϊκών στρωμάτων σχετικά με την «πρέζα» και τους εξαρτημένους απ αυτήν. Στις αναφορές αυτές οι ουσίες παρουσιάζονται άλλοτε ως ισχυρά αναλγητικά για μεγάλο ψυχικό πόνο ή επιθυμία, «Αχ φέρτε πρέζα να πρεζάρω, και χασίσι να φουμάρω, μ' έχει λωλό το Ερηνάκι Ο μερακλής ο άνθρωπος πονεί μα δεν το λέγει» 587 ενώ κάποιες φορές το ερωτικό αντικείμενο ταυτίζεται πλήρως με την ουσία. «Γιάφ - γιούφ 588 δε σε θέλω πια, δε σε πίνω μην περνάς Τράβα μάγκα στη δουλειά σου, γιατί θα 'βρεις το μπελά σου γιατί μου ' γινες μπελάς». 589 Σε άλλες περιπτώσεις, η ουσία γίνεται αντιληπτή ως βότανο, όπου κατά τον παραδοσιακό τρόπο λειτουργεί «ιαματικά» και όχι εξαρτητικά. Μάλιστα συμβαίνει να αγνοείται ή να μην έχει σημασία η πραγματική φαρμακευτική δράση της, παρά μόνον η συμβολική. «Κάτω στην Αλεξάνδρεια, γιαλέλι, θα κάνω ένα ταξίδι. Να βρω αυτό το φάρμακο, γιαλέλι, που κάνουν κοκαΐνη Να δώσω στην αγάπη μου, γιαλέλι, να πιεί κι αυτή λιγάκι. Να πιεί κι αυτή να ναρκωθεί, γιαλέλι, να μη μου βγάζει γλώσσα» «Φέρτε πρέζα», Τούντα, αύξ. αριθ Το «Γιαφ-γιούφ» δηλώνει χρήση ουσίας «πρέζας»- από την μύτη εξού και το «γιούφι» δηλ. το καλαμάκι ή χωνάκι που χρησιμοποιείται για την εισρόφηση της ουσίας. 589 «Στη φυλακή με βάλανε», ανωνύμου, αύξ. αριθ «Αλεξάνδρεια», Ατραΐδη, αύξ. αριθ

322 Η ηρωίνη, σε κάποιες περιπτώσεις, περιλαμβάνεται στο στίχο μάλλον για λόγους εντυπωσιασμού με πασιφανή απλοϊκότητα, όπου ο ήρωας, στα πλαίσια της «άστατης» ζωής του, προβαίνει σε οτιδήποτε «αμαρτωλό», μεταξύ των οποίων και η χρήση ηρωίνης. Προτίθεται όμως να τα λησμονήσει όλα προς χάριν της αγαπημένης του. 591 Επίσης, η «πρέζα» αναφέρεται σε τραγούδια προκειμένου να δείξει ένταση και μέγεθος συναισθηματικών δυσκολιών, κάποιες φορές ίσως με υπερβολικό ή προκλητικό τρόπο, όπως ακόμη για να τονίσει την αποχή, την παραίτηση, την αδιαφορία, την φυγή από την πραγματικότητα και την μετάβαση στον χώρο του φαντασιακού. «Την Γκρέτα Γκάρμο έχω γκόμενα, την Μάρλεν Ντήντριχ ερωμένη και τον Ναβάρο υπηρέτη μου, τα πόδια να μου πλένει. Πρέζα όταν πιεις.». 592 Τέλος, θέση στην θεματολογία των τραγουδιών έχει το λαθρεμπόριο των ουσιών αυτών, όπως και οι νομικές επιπτώσεις στους παραβάτες. «Με προδώσαν κάτι μπράβοι και με πιάσαν στο καράβι και στα κούφια μου τακούνια, ηρωίνη ως τα μπούνια». 593 Οι προβλεπόμενες ποινές βάσει της νομοθεσίας, όπως έχει σημειωθεί και στο Πρώτο Μέρος, ήταν συνήθως η φυλάκιση και στη συνέχεια η εξορία. «Τα κονομούσα έξυπνα και πάντοτε στη ζούλα, γιατ ήμουνα λαθρέμπορας και τα πουλούσα ούλα Για είκοσι γραμμάρια, που μ έκαναν πιαστό, μ ένα χρονάκι μ έστειλαν στην Αίγινα σκαστό Και σα να μη καλάρεσε στο πρόεδρο το φίλο, μου χει και παραθέρισμα εξάμηνο στη Πύλο» «Το κουτσαβάκι», Τσάμα, αύξ. αριθ «Είμαι πρεζάκιας», Ψυριώτη, αύξ. αριθ «Ηρωίνη και μαυράκι», Γαβαλά (Μεμέτη), αύξ. αριθ «Ο λαθρέμπορας», Παπάζογλου, αύξ. αριθ

323 Αυτές είναι μερικές από τις αναπαραστάσεις της «πρέζας» σε ρεμπέτικα τραγούδια, τα οποία επικεντρώνονται περισσότερο στην «ουσία» και τις ιδιότητές της και λιγότερο στον χρήστη, χωρίς επίσης να στέκονται στο ζήτημα της εξάρτησης. Σε όλα τα κείμενα της εποχής, η κοκαΐνη θεωρείτο ουσία των ανθρώπων υψηλής κοινωνικής στάθμης και των ιεροδούλων, 595 στην πρώτη περίπτωση προς αναζήτηση ευχάριστων εμπειριών και στη δεύτερη προς διέγερση της ερωτικής διάθεσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει συσχετισμός αυτών των δύο. Δεν είναι τυχαίο ότι η κοκαΐνη στο ρεμπέτικο τραγούδι αναφέρεται ως ένδειξη πλούτου. «Θα με κάνει βασιλιά πέρα 'κει στην Αραπιά, κι όλα της θα τα 'χω εγώ, μάνα μου, να σε χαρώ. Δεκαοχτώ βαγόνια λίρες, κοκαΐνες και νταμίρες, (εννοεί χασίσια) κάθε είδους αργιλέ, με διαμάντι' όλο ντουμπλέ». 596 Να σημειωθεί ότι η πρώτη καταγραφή της κοκαΐνης έγινε σε τραγούδια ευρωπαϊκού ύφους ανάλογα με αυτά που ακούγονταν στα Γαλλικά σαλόνια. «Με τρελαίνει η κοκαΐνη πάντα μυστικά. Την φιλώ κι αυτή μου δίνει όνειρα γλυκά». 597 Αυτό πιθανώς συνέβη, επειδή τα τραγούδια απευθύνονταν στα υψηλά και «ευρωπαΐζοντα» στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Οι επιρροές της δυτικοευρωπαϊκής θεματολογίας γύρω από τη χρήση μορφίνης και κοκαΐνης, συνοδευόμενη από το αντίστοιχο κλίμα, είναι πρόδηλες ακόμη και σε τραγούδια ρεμπέτικου ύφους τα οποία ακολούθησαν χρονικά. Το τραγούδι της Fréhel «J ai l cafard» (Έχω τις μαύρες μου), «Στη νεύρωσή μου 595 «Η κοκαΐνη αριθμεί τα θύματά της μάλλον μεταξύ των αριστοκρατικών τάξεων και των γυναικών του ελαφρού κόσμου, των οποίων η κοκαΐνη κεντρίζει την ολοέν χαλαρουμένην γενετήσιον λειτουργίαν, εκ της οποίας αύται αποζώσιν» (Κουρέτας, 1932, σ.44). 596 «Εγώ θέλω πριγκηπέσα», Τούντα, αύξ. αριθ «Μαντάμ Μαρή-κοκαΐνη», Kollo Walter, αύξ. αριθ

324 Πήρα ένα σωρό πράγματα Αιθέρα, μορφίνη, κοκό» 598 έχει την ελληνική εκδοχή του «στου χασισιού τη μέθη τη βαριά, ήπια κρασί πήρα μορφίνη μήπως και την ξεχάσω». 599 Είναι αξιοσημείωτο, ότι στα ευρωπαϊκού ύφους τραγούδια παρουσιάζεται «πολυφαρμακία» ως προς τη χρήση ουσιών και το θέμα τους είναι πάντα ερωτικό (εγκατάλειψη, απογοήτευση, πάθος, θρήνος κ.λπ.). Αντίθετα, στο ρεμπέτικο τραγούδι το θέμα ποικίλει και συνήθως αναφέρεται μια κύρια ουσία χρήσης. Η παράλληλη χρήση διαφορετικών ουσιών συναντάται και σε τραγούδια ρεμπέτικου ύφους, τα οποία κινούνται στιχουργικά σε πλαίσια ανάλογα των «ευρωπαϊκών». «Ούζο, μορφίνη και χασίς, αμάν, αμάν, ήπια για να ξεχάσω, μα δεν κατόρθωσα, η φτωχιά, κοντεύω να τα χάσω». 600 Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής ότι οι δημιουργοί αυτών των τραγουδιών θήτευαν τόσο στο ρεμπέτικο, όσο και στο «ευρωπαϊκό» ύφος. Επίσης, στα «ευρωπαϊκά» τραγούδια ο εξαρτημένος φέρεται να απομονώνεται οικειοθελώς από την κοινωνία. «Μη ρωτήσεις κοσμάκι την αιτία να σας πω το μυστικό μου το κρατώ για 'με γιατί ειν' δικό μου», 601 «μα τι σας μέλει πως είν το κρυφό το μυστικό μου. Μη με ρωτάτε τι σας μέλει αν μεθώ και αν πεθάνω». 602 Αυτό έρχεται σε αντιδιαστολή με τα ρεμπέτικα, όπου ο εξαρτημένος περιθωριοποιείται παρά την θέλησή του εξ αιτίας της στάσης των άλλων. Είναι προφανές ότι εκτός των στοιχείων μίμησης, τα «ευρωπαϊκά» τραγούδια απευθύνονται σε διαφορετικό κοινό από εκείνο του ρεμπέτικου τραγουδιού, το οποίο έχει άλλες αντιλήψεις, σχέσεις και ανάγκες αναφορικά με την ατομικότητα και την ετερότητα. Όπως δείχθηκε στο Πρώτο μέρος, ο εξαρτημένος ο προερχόμενος από υψηλότερα κοινωνικά στρώματα, αντιμετωπίζεται από την κοινωνία και 598 Retaillaud Bajac Emmanuelle, Usages et usagers de drogues dans la France de l Entre-deux-guerres ( ), σ «Πρέζα κοκαΐνη», Κοντόπουλου, αύξ. αριθ «Ούζο χασίς», Τσάμα, αύξ. αριθ «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ «Μη με ρωτάτε (Κοκαΐνη)», Μεταξά, αύξ. αριθ

325 την εξουσία, με διαφορετικό τρόπο απ ότι αυτός των χαμηλότερων στρωμάτων. Αυτό διακρίνεται και στις περιγραφές των «ευρωπαϊκών» και ρεμπέτικων τραγουδιών. Δυτικότροπες επιρροές συναντώνται ακόμη σε τραγούδια που πραγματεύονται την σχέση κοκαΐνης, ιερόδουλης 603 και του προστάτη της. «Είχα έναν αγαπητικό, εδώ και κάποιους μήνες. Τον αγαπούσα με όλη μου την ψυχή. Αλλά με άφησε, χωρίς να ξέρω το γιατί. Ράγισε τη γυναικεία μου καρδιά. Κι από τότε πηγαίνω όπου ο κόσμος πίνει. Σ όλα τα σπίτια για να μεθύσω. Βγαίνω κάθε βράδυ με την ελπίδα να τον δω. Και η σαμπάνια γεμίζει το ποτήρι μου... Δώστε μου κοκό. Να μου θολώσει το μυαλό Ο νους πετάει προς τον Κύριο. Ο αγαπημένος μου με τρέλανε». 604 Το τραγούδι αυτό ηχογραφείται το 1932 με τίτλο «La koko» (η κοκαΐνη). Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί το ρεμπέτικο «Γιατί φουμάρω κοκαΐνη», το οποίο έχει ακριβώς την ίδια θεματολογία. «Αχ, τι όμορφα περνούσα, με τραγούδια και κρασί, κάθε μέρα εγλεντούσα, 603 Για τη σχέση πορνείας και χρήσης - εξάρτησης από ουσίες δεν υπάρχει μια γενικά αποδεκτή άποψη, κυρίως λόγω της διαφορετικότητας των υποκειμένων και του είδους της σχέσης αυτής. Αν η εξάρτηση από ουσίες, όπως υποστηρίχθηκε στο Πρώτο μέρος (κεφ. Α, 3), θεωρηθεί αναζήτηση του «άλλου» μέσω της αμφισβήτησης του «νόμου», στην περίπτωση της πορνείας δύναται να θεωρηθεί ότι υπάρχει απαξίωση του χρήματος και της δύναμης των άλλων δηλ. του «νόμου», ώστε να παραμένει ανοικτό το ζήτημα των ορίων και της επικοινωνίας ή αντιμετώπισης του «άλλου» και η σχέση να διατηρείται μόνον στο επίπεδο της συναλλαγής. 604 «La koko», Fréhel, (Ouvrard / Dufleuve), 1932, στο Retaillaud Bajac Emmanuelle, Usages et usagers de drogues dans la France de l Entre-deux-guerres ( ), σ.581 (ελεύθερη μετάφραση). 323

326 τι ζωή χρυσή! Και τώρα η καημένη, γυρίζω μαραμένη, γιατ' ο σεβντάς του μάγκα δεν μ' αφήνει. Με τρέλανε ο μόρτης, ο κοκαϊνοπότης γι' αυτό κι εγώ φουμάρω κοκαΐνη». 605 Από τα παραπάνω προκύπτει ότι τα ελάχιστα ρεμπέτικα τραγούδια που αναφέρονται στην κοκαΐνη έχουν μιμηθεί τα ευρωπαϊκού ύφους ελληνικά τραγούδια, τα οποία επίσης είχαν μιμηθεί ανάλογα τραγούδια που προέρχονταν από ευρωπαϊκές χώρες. Το ζήτημα της κοκαΐνης σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις δεν αφορούσε τα λαϊκά στρώματα και κατ επέκταση το ρεμπέτικο. Σε αυτό συνηγορούν δύο επίσης στοιχεία: α) ότι σε κανένα τραγούδι των «πειραιωτών» μουσικών δεν γίνεται αναφορά στην κοκαΐνη και β) ότι, από τους εισαχθέντες σε ιδρύματα για θεραπεία, είναι ελάχιστο το ποσοστό που δήλωνε χρήση κοκαΐνης και μηδαμινό το ποσοστό που δήλωνε ως κύρια ουσία χρήσης την κοκαΐνη. 606 Στο ρεμπέτικο τραγούδι ο εξαρτημένος από «πρέζα» αντιμετωπίζεται μάλλον με συμπάθεια, «πες μας τι κάνουν οι φτωχοί πρεζάκηδες κι εκείνοι», 607 πιθανώς με συμπόνια και λύπη, «βάρεσαν το Νικοκλάκια, το δειλό το κοχλαράκια, αχ, ρε Νικολή φίλε μερακλή πριν να γίνει κοχλαράκιας, ήτανε κι αυτός μαγγιώρος» 608 (Νικοκλάκιας: υποκοριστικό του Νίκος, θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως ο καημένος ο Νικολάκης). Οι χρησιμοποιούμενοι χαρακτηρισμοί «φτωχός», όχι μόνο με την κυριολεκτική έννοια, και «δειλός», ελλείψει ψυχικού σθένους λόγω της εξάρτησης, όπως επίσης «μαραμένη» και «καημένη» επιβεβαιώνουν τις παραπάνω παρατηρήσεις. Ταυτόχρονα, υπάρχει αποστασιοποίηση από την εξάρτηση δηλώνοντας έμμεσα την διαφωνία με αυτήν. Αυτή η αρνητική θέση απέναντι στην «πρέζα», σε πολλές περιπτώσεις παίρνει τη μορφή μιας 605 «Γιατί φουμάρω κοκαΐνη», Τούντα, αύξ. αριθ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Δ, 3. «Τοξικομανία δι ηρωίνης», πίνακας «Κουβέντα με το χάρο», Τούντα, αύξ. αριθ «Ο Νικολάκιας», Παπάζογλου, αύξ. αριθ

327 αποτρεπτικής διάθεσης, που εκδηλώνεται με την κατάδειξη των αρνητικών αποτελεσμάτων της εξάρτησης, ή μιας παρότρυνσης στον εξαρτημένο να αλλάξει ζωή. Ως προς την κοινωνική προέλευση των αναπαριστάμενων ηρώων, σε ορισμένα από τα τραγούδια, οι εξαρτημένοι φέρονται να βρίσκονται στα όρια της κοινωνίας και του νόμου, εφόσον τα επαγγέλματά τους είναι αυτά του λαθρέμπορου, της ιερόδουλης και του διαρρήκτη. Ο αριθμός των τραγουδιών στα οποία αναφέρεται κατά οιονδήποτε τρόπο, η «πρέζα» είναι αρκετά περιορισμένος συγκριτικά με εκείνα τα οποία αφορούν στο χασίς ή στο αλκοόλ. Επίσης, από αυτά τα ρεμπέτικα τραγούδια, τα μισά δεν διαπραγματεύονται ή δεν έχουν στόχο να αναδείξουν την εξάρτηση, την «πρέζα» ή τον εξαρτημένο, αλλά τα αναφέρουν δευτερευόντως. Οι λόγοι της δημιουργίας μικρού αριθμού τραγουδιών με αυτή τη θεματολογία είναι πολλοί. Οι μικρές διαστάσεις του «προβλήματος» της εξάρτησης σε σύγκριση με άλλα κοινωνικά προβλήματα της εποχής, η κοινωνική απαξία της εξάρτησης και του εξαρτημένου σε συσχέτιση με την στάση των εξαρτημένων έναντι της κοινωνίας, η απουσία τέτοιου τύπου προσωπικών βιωμάτων εκ μέρους του συνόλου σχεδόν των δημιουργών του ρεμπέτικου και τέλος η έλλειψη γενικότερου ενδιαφέροντος για το φαινόμενο, τόσο εκ μέρους του κοινού των κέντρων διασκέδασης, που αποτελούσε τη σημαντικότερη πηγή εσόδων των μουσικών, όσο και εκ μέρους του αγοραστικού κοινού στο οποίο απευθυνόταν το δισκογραφικό προϊόν. Τα «ιατρικά ιστορικά» εξαρτημένων που απευθύνθηκαν σε ψυχιατρικά νοσοκομεία αποτελούν το δεύτερο πεδίο μελέτης σε αυτή την παράγραφο. Τα «ιατρικά ιστορικά» έχουν συμπληρωθεί από θεραπευτές, που σε πολλές περιπτώσεις καταγράφουν αυτούσιες τις δηλώσεις των εξαρτημένων (μέσα σε εισαγωγικά και σε πρώτο πρόσωπο), έτσι που να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτυπώνουν με μεγάλο βαθμό αξιοπιστίας τις σκέψεις, τα βιώματα, τις σχέσεις και τις συμπεριφορές τους. Οι μαρτυρίες αυτές παρουσιάζονται παράλληλα με εκείνες του ρεμπέτικου και ομαδοποιούνται με βάση τα θέματα που θίγει το ρεμπέτικο. Στόχος είναι η σύγκριση των πληροφοριών που παρέχουν οι δυο πηγές, οι συγκλίσεις και οι διαφοροποιήσεις τους, για την εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς το πραγματικό. 325

328 Τα σημεία σύγκρισης είναι τα ακόλουθα: 1α. Η κοινωνία και ο εξαρτημένος (στο ρεμπέτικο) Η σταδιακή εγκατάσταση της εξάρτησης συνοδεύεται από την περιθωριοποίηση και την απομόνωση, με αποτέλεσμα το χάσμα μεταξύ υποκειμένου και περιβάλλοντος, «τι σας νοιάζει αν έγινα πρεζάκιας». 609 Η αντιμετώπιση που έχει από την κοινωνία ο εξαρτημένος, το αδιέξοδο και η ψυχική του κατάσταση κατέχουν πάντα εξέχουσα θέση στους προβληματισμούς και στις αφηγήσεις σχετικά με το θέμα. Ο στιγματισμός, οι διακρίσεις, ο φόβος του «επικίνδυνου» και ο αποκλεισμός έρχονται ως επακόλουθο της εξάρτησης και καταλαμβάνουν τη θέση τους στην «αμέτοχη» κοινωνία, «ο κόσμος μ απαρνήστηκε». 610 Τούτο μάλιστα συμβαίνει σε μια εποχή που τα πρότυπα της αγροτικής κοινωνίας είναι ακόμη ισχυρά στην Ελλάδα και επιδρούν σημαντικά στις σχέσεις των ανθρώπων. (Η αρνητική ή θετική γνώμη των άλλων για το άτομο, κοινωνικά και ηθικά, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Το ενδιαφέρον του περίγυρου για το άτομο θεωρείται δεδομένο, πολύ περισσότερο αν υπάρχει σχέση γνωριμίας. Οι δεσμοί του ατόμου με την κοινότητα είναι πολύ ανεπτυγμένοι κ.λπ.). Η σχέση με τον εξαρτημένο δεν είναι μόνο αποστασιοποιημένη, αλλά συχνά εχθρική «όπου σταθώ κι όπου βρεθώ ο κόσμος με πειράζει», 611 και απαξιωτική, «με βλέπουν και σιχαίνονται», 612 «που με περιφρονάνε, δεν με ξέρουνε και πια δεν μου μιλάνε». 613 Η αντίδραση του εξαρτημένου έχει την μορφή παραπόνων έναντι της κοινωνίας, «του κοσμάκι του λέω να μη μιλήσει/ να σκεφτεί λιγάκι κι ύστερα να βρίσει», 614 διατυπώνει το άμεσο ή έμμεσο αίτημά του για συμπόνια και συμπάθεια από την κοινωνία, «αν αγαπάτε μη με ρωτάτε». 615 Δεν λείπουν όμως και αποκαρδιωτικά ή πικρόχολα σχόλια για τη 609 «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ «Ο πόνος του πρεζάκια», Δελιά, αύξ. αριθ Οπ. π. 612 «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ Οπ. π. 326

329 κοινωνία «φίλος δεν υπάρχει σ' αυτό τον κόσμο, συμφέρον μονάχα», 616 αλλά και την εξουσία. «Δική μου είναι η Ελλάς, την βλέπεις κόσμε και γελάς, της λείπει το να της ποδάρι, (εννοεί την Μ. Ασία) και της το παίξανε στο ζάρι» β. Η κοινωνία και ο εξαρτημένος (στα «ιατρικά ιστορικά») Η απομόνωση από τον περίγυρο και τους οικείους σημειώνεται και εδώ. «Φαίνεται μετανοημένος και υπόσχεται πως θα την κόψη διότι έτσι έγινε ανεπιθύμητος από όλους και καταστρέφεται η ζωή του». 618 Την απαξίωση και η αποφυγή συναναστροφής με τον εξαρτημένο καταδεικνύει η εξιστόρηση και άλλου θεραπευόμενου στο Ψυχιατρείο. «Του φαίνεται ότι δεν έχει καμμίαν αξίαν πλέον, δια τούτο η οικογένειά του και οι φίλοι του τον αποφεύγουν». 619 Σε αντίθεση με το ρεμπέτικο στα «ιατρικά ιστορικά» δεν καταγράφονται αντιδράσεις ή κρίσεις του εξαρτημένου για την κοινωνία. 2α. Το βίωμα του εξαρτημένου και η στέρηση (στο ρεμπέτικο) Στα τραγούδια παρουσιάζεται η εικόνα που έχει ο ίδιος για τις ουσίες, τον εαυτό του και την αδιέξοδη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, «δεν έχω στον κόσμο πια κανένα και όλα είναι για μένα πεθαμένα». 620 Η κατάσταση αυτή βιώνεται με απόλυτο τρόπο, καθώς απουσιάζει η προοπτική οποιασδήποτε εναλλακτικής λύσης. Δικαιολογεί επίσης την εξάρτησή του, προσωποποιώντας τα αίτιά της «μα μ' έμπλεξε ένας μόρτης», 621 καταλογίζοντας ευθύνες σε άλλους. 616 Οπ. π. 617 «Είμαι πρεζάκιας», Ψυριώτη, αύξ. αριθ Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Τ. Δημήτριος, αριθ. μητρ , ετών 17, ξυλοτορναδόρος. 619 Οπ. π., Ξ. Μενέλαος, αριθ. μητρ. 2250, ετών 22, φωτογράφος. 620 «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ «Γιατί φουμάρω κοκαΐνη», Τούντα, αύξ. αριθ

330 Με τον καιρό, η ουσία καθίσταται μέσον επιβίωσης για τον εξαρτημένο, «από το βράδυ ως το πρωί, με πρέζα στέκω στη ζωή». 622 Στα ρεμπέτικα τραγούδια, περιγράφεται ανάγλυφα όλη η οδύνη του εξαρτημένου, «και η ψυχή μου δεν κρατά», 623 τα αδιέξοδα και η αδυναμία «δεν ξέρω τι να κάνω, τίποτα δεν μ απόμεινε στο κόσμο για να κάνω», 624 «η πρέζα με φαρμάκωσε τελείως τη ζωή μου». 625 Επίσης, ο ίδιος φέρεται να έχει επίγνωση της κατάστασής του, αναγνωρίζοντας την δεινή θέση στην οποία βρίσκεται. Οι τίτλοι των τραγουδιών: «Ο πόνος του πρεζάκια» και «Το παράπονο του ντερβίση» προβάλλουν τον πόνο ως το πρωτεύον ψυχικό χαρακτηριστικό και το κατ εξοχήν αίσθημα του εξαρτημένου. Ο ψυχικός πόνος καταλαγιάζει, όταν ο εξαρτημένος βρίσκεται υπό την επήρεια της ουσίας, επανέρχεται όμως σφοδρότερος στην κατάσταση στέρησης μαζί με όλες τις άλλες ανάγκες του ανθρώπου. «Χαρμάνης όταν κάθουμαι, πως σκέφτομαι τη πείνα». 626 Ο εξαρτημένος φέρεται να αρνείται την ενσωμάτωση στην αφόρητη, γι αυτόν, κοινωνική πραγματικότητα και η κοινωνία δεν του δίνει τη δυνατότητα ένταξης σ αυτήν. Ο ζωτικός του χώρος συρρικνώνεται, ορίζεται πλέον, όπως και ολόκληρη η ζωή του, μόνο από την ουσία. Χώρος είναι όπου υπάρχει ουσία, πραγματικά ή συμβολικά. Νοιώθει ξένος στο ίδιο του το σπίτι, πόσο μάλλον στην πόλη που ζει. Ακόμη και στις περιπτώσεις που υπάρχει σταθερή κατοικία, δεν υπάρχει το κλίμα και η αίσθηση του «οικείου»: «μεσ το βαγόνι κάθουμαι, για σπίτι δε θυμούμαι», 627 2β. Το βίωμα του εξαρτημένου και η στέρηση (στα «ιατρικά ιστορικά») Σε αντίθεση με το ρεμπέτικο, στα «ιατρικά ιστορικά», τα αδιέξοδα και η οδύνη που βιώνει ο εξαρτημένος περιορίζονται στο στερητικό σύνδρομο, ενώ εκλείπει παντελώς το ζήτημα του «ψυχικού πόνου», γεγονός που αιτιολογείται από την αυστηρά ιατρική 622 «Είμαι πρεζάκιας», Ψυριώτη, αύξ. αριθ «Ο πόνος του πρεζάκια», Δελιά, αύξ. αριθ Οπ. π. 625 «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ Οπ. π. 627 «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ

331 προσέγγιση της εξάρτησης και του εξαρτημένου, την οποία ακολουθούσαν οι θεραπευτές των ιδρυμάτων. Όπως και στο ρεμπέτικο, για την εξάρτησή τους οι ερωτώμενοι αποδίδουν προσωποποιημένες τις αιτίες «εκάπνιζεν χασίς εις διάφορα χασισοποτεία μετά διαφόρων άλλων προσώπων φίλων του. Εις το πάθος της τοξικομανίας εμυήθη υπό διαφόρων φίλων του οίτινες δια διαφόρων μέσων κατόρθωσαν να υποδείξουν εις αυτόν ότι η χρήσις ναρκωτικών ουσιών καθιστά την ζωήν ευχάριστον», 628 αποποιούμενοι την ατομική ευθύνη, «δεν έκαμα εγώ μόνος μου χρήσιν αλλά άλλοι φίλοι μου κοιμώμενος μου το έδωσαν και αυτήν εγώ ακουσίως συνήθισα τούτο». 629 Στα «ιατρικά ιστορικά» ακόμη, επαναλαμβάνεται η καταγραφή του ρεμπέτικου ότι η ουσία αποτελεί μέσο επιβίωσης για τον εξαρτημένο «ουδέν άλλο αισθάνομαι ή μη την ανάγκην εάν δεν πάρω υποφέρω, αισθάνομαι ατονίαν κατάπτωσιν ψυχικήν και σωματικήν», 630 όπως επίσης η επίγνωση που έχει για την κατάστασή του, «ν απαλλαγώ από το δηλητήριο γιατί έχασα τη ζωή μου μ αυτό». 631 Το ζήτημα της στέρησης καταλαμβάνει πολύ μεγάλο χώρο στο σύνολο των «ιατρικών ιστορικών», καταγράφεται όμως κυρίως σε ένα επίπεδο συμπτωματολογίας. «Όταν όμως δεν παίρνω αισθάνομαι ότι δεν είμαι καλά ότι όλα μου φαίνονται άσχημα, το σώμα μου βαραίνει τα μάτια μου κλείνουν και δεν μπορώ να σκεφθώ». 632 Η στέρηση βεβαίως δεν είναι μόνο φαινόμενο βιολογικής υφής, εφόσον περιλαμβάνει έντονα χαρακτηριστικά του πάθους. «Η μόνη μανία είναι κατά ποίον τρόπον θα εξοικονομούσα τα χρήματα για να πάρω την συνηθισμένην δόσιν, ει δυνατόν έπρεπε να έχω παρακαταθήκην διότι και μόνον η σκέψις ότι μπορεί κανείς να έμενε χωρίς αυτής προκαλούσε τρόμον». 633 Τέλος, για τη σχέση του εξαρτημένου με τον «χώρο» και το «οικείο» υπάρχουν συχνές αναφορές στα «ιατρικά ιστορικά», «όπου έχουν παρέες ή μεταβαίνοντες εις Αρχαία και εις 628 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Ζ. Δημήτριος, αριθ. μητρ , ετών 30, εργάτης. 629 Οπ. π., Α. Κωνσταντίνος, αριθ. μητρ. 2656, ετών 24, μαραγκός. 630 Οπ. π., Σ. Πέτρος, αριθ. μητρ , ετών 31, υπάλληλος. 631 Οπ. π., Θ. Κωνσταντίνος, αριθ. μητρ , ετών 31, αμμοκονιαστής. 632 Οπ. π., Σ. Αλέξανδρος, αριθ. μητρ , ετών 22, ταπετσέρης. 633 Οπ. π., Λ. Ιωάννης, αριθ. μητρ , ετών 28, ιδιωτικός υπάλληλος. 329

332 πέριξ της Ακροπόλεως τρώγλας εν συντροφία συνηνοχούντο (;)», 634 ενώ άλλος εξαρτημένος δηλώνει ότι «εδραπέτευσε εκ της οικείας του και περιεφέρετο εις τας οδούς κοιμώμενος επί των πάγκων των δημοσίων κοιτώνων κ.λπ.» α. Η επήρεια της ουσίας (στο ρεμπέτικο) Στο ρεμπέτικο τραγούδι η επίδραση της ουσίας δημιουργεί στον εξαρτημένο το αίσθημα της ψυχικής πληρότητας, «πρέζα όταν πιεις, ρε θα ευφρανθείς, κι όλα μεσ' στο κόσμο ρόδινα θε να τα δεις» 636 και της πλασματικής παντοδυναμίας. «Κι όλο τον κόσμο κατακτώ, όλος ο κόσμος είναι θύμα μου γίνεσαι ευθύς, βασιλιάς δικτάτορας, Θεός και κοσμοκράτορας», 637 «σα μαστουρώσω βρε παιδιά, δική μου είν η Αθήνα» β. Η επήρεια της ουσίας (στα «ιατρικά ιστορικά») Ο εξαρτημένος φέρεται ότι, με τη διαμεσολάβηση της ουσίας, ζει μια άκρως ευχάριστη κατάσταση, «η ψυχική κατάστασις και διάθεσις του ασθενούς εγένοντο ευχάριστοι και ήρεμοι, όπως δε ο ίδιος λέγει - τα έβλεπα όλα ρόδινα -». 639 Μαρτυρία που ταυτίζεται απόλυτα με εκείνη του ρεμπέτικου, το ίδιο επίσης ισχύει και ως προς την αίσθηση παντοδυναμίας, «κατ αρχάς ησθάνετο ευχαρίστησιν έκαμνε κέφι, ενόμιζε ότι ήτο αυτοκράτωρ, όλα τα εξεχνούσε». 640 Η κατάσταση αυτή, όπως έχει σημειωθεί, 641 υφίσταται για το χρονικό διάστημα που δεν έχει ακόμη εγκατασταθεί η εξάρτηση. 4α. Η σωματική κατάσταση και η εξωτερική εμφάνισή του εξαρτημένου (στο ρεμπέτικο) Η ψυχική καταπόνηση της εξάρτησης αντανακλάται σωματικά «και το κορμί μου άρχισε σιγά - σιγά να λειώνει», 642 αλλά και στην εξωτερική εμφάνιση, «τα ρούχα μου ελειώσανε, 634 Οπ. π., Κ. Παναγιώτης, αριθ. μητρ , ετών 42, ηλεκτρολόγος. 635 Οπ. π., Κ. Δημήτριος, αριθ. μητρ. 3489, ετών 24, φοιτητής Νομικής. 636 «Είμαι πρεζάκιας», Ψυριώτη, αύξ. αριθ Οπ. π. 638 «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ Αρχείο Δημοσίου Ψυχιατρείου, Ε. Ευγένιος, αριθ. μητρ. 3627, ετών 31, άεργος. 640 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Α. Θεοδόσιος, αριθ. μητρ. 2888, ετών 23, κρεοπώλης. 641 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 642 «Ο πόνος του πρεζάκια», Δελιά, αύξ. αριθ

333 φάνηκε το κορμί μου», 643 «αν γυρίζω στους δρόμους κουρελιάρης». 644 Με την περιγραφή της σωματικής εξαθλίωσης και ηθικής κατάπτωσής του, εμμέσως και της ψυχικής, «τιποτένιος, τεμπέλης κι αλανιάρης το πως έπεσα κι εγώ στην αλητεία», 645 καταδεικνύεται το ζήτημα της ακραίας αλλοτρίωσης του εξαρτημένου. Η ουσία δεν αποτελεί απλά το μοναδικό ενδιαφέρον του εξαρτημένου, παρουσιάζεται τόσο απόλυτη η ταύτιση μαζί της, ώστε να είναι η ίδια του η ζωή, «την πρέζα μόνο να τραβώ και ότι θέλει ας γίνω». 646 Έτσι, αιτιολογείται ότι οι συζητήσεις του εξαρτημένου περιστρέφονται συνήθως σε περιγραφές αναφορικά με την ουσία, την ποσότητα τον τρόπο χρήσης της κ.λπ., «απ τη μυτιά που τράβαγα άρχισα και βελόνι», 647 εφόσον αυτή αποτελεί το κέντρο του «κόσμου» του. 4β. Η σωματική κατάσταση και η εξωτερική εμφάνισή του εξαρτημένου (στα «ιατρικά ιστορικά») Παρόμοιες είναι οι περιγραφές στα «ιατρικά ιστορικά» σχετικά με την καταπόνηση και την εμφάνιση του εξαρτημένου. «Λίαν εξασθενημένος, ωχρός, αναιμικός. Προσήλθε εις το γραφείον υποβασταζόμενος υπό νοσοκόμου καθ ότι μόλις και μετά βίας ίσταται. Επί των αντιβραχίων φλεβών φέρει σαφή τα ίχνη ενδοφλεβίων ενέσεων. Ψείρες άφθονοι και συνεπεία του κνισμού άφθοναι αμυχαί καθ όλον το σώμα. Νωθρός και υποσκελετωμένος». 648 «Αι δε φλέβες αυτού είναι πάσαι κεντημέναι εκ των μικροσκοπικών ουλών που επιφέρει κάθε κέντημα βελόνης». 649 Επίσης, σημειώνεται η αδιαφορία για τον εαυτό του και φέρεται ως μοναδικό μέλημα του η χρήση ηρωίνης. «Έχει επίγνωσιν της καταστάσεως του, αλλά του είναι αδιάφορον ακόμη και τώρα δια τας συνεπείας παρά τας συμβουλάς μου και τας προσπαθείας μου δια να μεταλλάξη ιδέας-δεν μετανοεί δι αυτό ου 643 «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ Οπ. π. 646 «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Ο πόνος του πρεζάκια», Δελιά, αύξ. αριθ Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Θ. Κωνσταντίνος, αριθ. μητρ , ετών 31, αμμοκονιαστής. 649 Οπ. π., Ε. Όθων, αριθ. μητρ. 4963, ετών 20, φοιτητής. 331

334 κάνει». 650 Η εξαθλίωση και η ηθική κατάπτωση του εξαρτημένου καταγράφεται με την αγωνιώδη προσπάθεια ανεύρεσης της ουσίας, όπου χρησιμοποιεί όλους τους τρόπους χωρίς κανέναν ενδοιασμό. «Μετέρχομαι παν μέσον προς ικανοποίησιν του πάθους». 651 Ο «καταναγκασμός της επόμενης δόσης» που συνοδεύει την εξάρτηση είναι χαρακτηριστικός στα αποσπάσματα που ακολουθούν: -«Επειδή δεν ηδύνατο να αγοράζη την μορφίνην κατέφυγεν εις πλαστογραφίαν συνταγών προς αγοράν ταύτης. Γενόμενος όμως αντιληπτός και μη δυνάμενος πλέον να ανεύρη το δηλητήριον τούτο κατέφυγε εις ηρωίνην» «Από τα ναρκωτικά κατέστρεψα τα δόντια μου και αφού τα επιδιόρθωσα μια μέρα που δεν είχα να αγοράσω τα έβγαλα και τα πούλησα και ικανοποίησα το πάθος μου» «Επειδή δεν του επήρκουν τα υπό του πατρός του διδόμενα χρήματα επώλει ή έθετε εις ενέχειρον τα ενδύματά του, τιμαλφή της οικογενείας του». 654 Όπως στο ρεμπέτικο, έτσι και στα «ιατρικά ιστορικά», από τα οποία δίνεται πολύ μεγαλύτερος όγκος πληροφοριών, με την ηθικολογική προσέγγιση της συμπεριφοράς του εξαρτημένου προβάλλεται ουσιαστικά το ζήτημα της αλλοτρίωσης. «Όποιος λαμβάνει ηρωίνην γίνεται ο τελευταίος άνθρωπος εγκληματίας επαίτης. Εξαθλιούται κείται μέσα στο βόρβορο εις την ακολασία στο βούρκο ρακένδυτος ψυργιασμένος με τσακισμένο τον εγωισμό και ηλαττωμένο και αυτό ακόμα αίσθημα της πείνης». 655 Όμως ο «κανόνας» που θέλει το εξαρτημένο άτομο ως συνώνυμο της αλλοτρίωσης δεν είναι μονοσήμαντος και περικλείει εξαιρέσεις. Χαρακτηριστικές είναι δύο περιπτώσεις εξαρτημένων, εγκλείστων στο Δημόσιο Ψυχιατρείο κατά την περίοδο της Γερμανικής κατοχής, μεσούντος του μεγάλου λιμού. Στην πρώτη: «Γενικώς η κατάστασίς του βαίνει επί τα χήρω, συνεπεία του ότι πωλεί την τροφήν του εις τους άλλους κ.λπ. (σημ. για εξοικονόμηση χρημάτων και αγορά ηρωίνης) ο ασθενής περί 11 ην μ. μ. υπέκυψεν εις την 650 Οπ. π., Φ. Κωνσταντίνος, αριθ. μητρ , ετών 36, ξυλουργός. 651 Οπ. π., Σ. Νικόλαος, αριθ. μητρ , ετών 32, κουρεύς. 652 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Χ. Δημήτριος, αριθ. μητρ. 663, ετών 27, τυπογράφος. 653 Οπ. π., Λ. Ιωάννης, αριθ. μητρ.10370, ετών 28, ιδιωτικός υπάλληλος. 654 Αρχείο Δρομοκαϊτείου, Κ. Δημήτριος, αριθ. μητρ. 3489, ετών 24, φοιτητής Νομικής. 655 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Λ. Ιωάννης, αριθ. μητρ.10370, ετών 28, ιδιωτικός υπάλληλος. 332

335 καρδιακήν εξάντλησιν». 656 Στην δεύτερη: «Δεν θέλει τίποτα να του γίνη, ήλθα μόνος μόνο για να σωθώ και εγώ και να σώσω την έγκυον γυναίκα μου» 657 (σημ. αξιοποιώντας το δωρεάν παρεχόμενο από το Ψυχιατρείο συσσίτιο). Τέλος, ενώ στο ρεμπέτικο καταχωρήθηκε σαν απλή αναφορά, στο σύνολο των «ιατρικών ιστορικών» δινόταν μεγάλη βαρύτητα στην ποσότητα και τον τρόπο χρήση της ηρωίνης. Εξάλλου, αυτές ήταν και οι πρώτες ερωτήσεις, πολλές φορές και μοναδικές, που απηύθυναν στους εξαρτημένους οι ειδικοί στα θεραπευτήρια αποτοξίνωσης. Δεδομένου ότι η θεραπευτική προσέγγιση επικεντρωνόταν στον παράγοντα «ουσία». «Ημερησίως κατηνάλωνε περί το ½ του γραμμαρίου, κατ αρχάς δια της ρινός και είτα αποκλειστικώς δι ενέσεων ενδοφλεβίων» α. Το ζήτημα του θανάτου (στο ρεμπέτικο) Κατά το ρεμπέτικο τραγούδι «η πρέζα τρώει λεβεντιές» 659 και από τα συμφραζόμενα η εξόντωση δεν είναι μόνον φυσική. Ο θάνατος λόγω της χρήσης ουσιών αναπαριστάται μάλλον με κυνικό τρόπο ως αναπόφευκτη κατάληξη «αφού η πρέζα μ έκανε στους δρόμους ν αποθάνω». 660 Ο εξαρτημένος αδιαφορεί για το θάνατο, τον εαυτό του, την κοινωνία «μα γω δυάρα δε δίνω» 661 και εκφράζεται με ιδιαίτερο θυμό, «ρε σεις δεν πάτε, ε δεν με παρατάτε». 662 Παρομοίως η αποστασιοποιημένη κοινωνία αδιαφορεί για τον εξαρτημένο. Παρουσιάζεται η μοναχικότητα και η μη κανονικότητα ως προς τα ήθη του γεγονότος του θανάτου, εφόσον επέρχεται στο δρόμο ή σε σταθμευμένο βαγόνι του σιδηροδρόμου, Ταυτόχρονα, ο θάνατος του εξαρτημένου φέρεται ως μια τυπική διεκπεραιωτική διαδικασία, «σαν αποθάνω φίλε μου, έρχετ αστυνομία/ με κάρο σκουπιδιάρικο και κάνει την κηδεία» Οπ. π., Κ. Πέτρος, αριθ. μητρ , ετών 44, μικροπωλητής. 657 Οπ. π., Β. Λεωνίδας, αριθ. μητρ , ετών 32, εργάτης. 658 Οπ. π., Κ. Μιχαήλ, αριθ. μητρ , ετών 28, κομμωτής. 659 «Το παράπονο του ντερβίση», Περπινιάδη, αύξ. αριθ «Ο πόνος του πρεζάκια», Δελιά, αύξ. αριθ «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ «Κοχλαράκιας», Βιτάλη, αύξ. αριθ «Ο πρεζάκιας», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ

336 5β. Το ζήτημα του θανάτου (στα «ιατρικά ιστορικά») Στα «ιατρικά ιστορικά» των υπηρεσιών υγείας κανείς από τους εξαρτημένους δεν αναφέρει το ενδεχόμενο θανάτου του. Αυτό μάλλον δεν μπορεί να θεωρηθεί παράδοξο, διότι την πραγματικότητα, που διαπιστώνουν και καταγράφουν το ρεμπέτικο και η κοινωνία-οι «άλλοι», οι εξαρτημένοι, λόγω της «ιδιαίτερης» σχέσης τους με τον θάνατο, 664 την απωθούν και την αποσιωπούν. 6α. Η σχέση που διέπει τη χρήση χασίς και «πρέζας» (στο ρεμπέτικο) Παρότι από επίσημους θεσμούς υποστηρίζεται και προβάλλεται η άποψη ότι το χασίς και η ηρωίνη ως «ναρκωτικά» δεν διαφέρουν και είναι εξίσου επικίνδυνα, άποψη που υιοθετείται και από μέρος της κοινής γνώμης, στο ρεμπέτικο σχεδόν στο σύνολό του, το χασίς παρουσιάζεται σαν ένα ευφραντικό ψυχαγωγικό μέσο, η χρήση του οποίου είναι κάτι φυσιολογικό. Όσον αφορά στη «πρέζα», σε αντίθεση με το χασίς η άποψη είναι αρνητική, «Τι όμορφα που πέρναγα μ εκείνο το μαυράκι/μα η πρέζα μου τα πότισε τα σωθικά φαρμάκι», 665 μάλιστα για τους χρήστες χασίς ο τίτλος του «πρεζάκια» φέρεται από απαξιωτικός έως υβριστικός, «ούτε πιτσιρίκια έχεις, μήτε και πρεζάκηδες» 666 Η αντίληψη ότι το χασίς είναι το «διαβατήριο» ή το «σκαλοπάτι» για την ηρωίνη είναι διαδεδομένη, θεωρείται μάλιστα η απάντηση στο κομβικό ερώτημα «πως και γιατί εξαρτάται κάποιος από την ηρωίνη». Με βάση τα στοιχεία της εποχής, οι περισσότεροι εξαρτημένοι από τις παράνομες ουσίες χρησιμοποίησαν κατ αρχάς χασίς, 667 το ίδιο περιγράφεται και στο ρεμπέτικο. «Και θεριακλής (σημ. στο χασίς) σαν θα γενεί αρχίζει και πρεζάρει». 668 Σύμφωνα με το τραγούδι, η αλλαγή ουσίας χρήσης γίνεται «γιατί μ' αυτή (σημ. την «πρέζα») του φαίνεται, πως πιο καλά γουστάρει», 669 παίρνει δηλαδή μεγαλύτερη ικανοποίηση από την ηρωίνη. 664 Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 3. Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία. 665 «Ο λαθρέμπορας», Παπάζογλου, αύξ. αριθ «Πέντε μάγκες», Γιοβάν Τσαούς, αύξ. αριθ Βλέπε μέρος Ι, κεφ. Β, 1. α. Ένα φαινόμενο με ιατρική διάγνωση και αγωγή. 668 «Το παράπονο του ντερβίση», Περπινιάδη, αύξ. αριθ Οπ. π. 334

337 6β. Η σχέση που διέπει τη χρήση χασίς και «πρέζας» (στα «ιατρικά ιστορικά») Δεν υπάρχουν καταγραφές στα «ιατρικά ιστορικά» ανάλογες του ρεμπέτικου για τη σχέση χασισοποτών και εξαρτημένων από οπιούχα και κοκαΐνη. Πολύ συχνά όμως συναντάται το «πέρασμα» από την χρήση χασίς στη χρήση ηρωίνης, «Κατ αρχάς ελάμβανε επί τετραετίαν χασίσι. Μετά ταύτα ήρχισε να κάνει χρήσιν ηρωίνης». 670 Οι ψυχικοί και κοινωνικοί λόγοι αυτής της αλλαγής δεν αναφέρονται στο υπάρχον αρχειακό υλικό. Καταγράφεται όμως το δεδομένο ότι σε κάποιες περιόδους η έλλειψη προσφοράς χασίς μπορούσε να οδηγήσει τον χρήστη σε άλλη ουσία, όπως μαρτυρά η ιστορία εξαρτημένου κατοίκου Καΐρου. «Από το 1923 έως το 1930 εποιείτο χρήσιν χασίς υπό μορφήν λουλάδων, επειδή μετά ταύτα η Αιγυπτιακή κυβέρνησις εφήρμοσε αυστηρά μέτρα προς καταπολέμησιν του χασίς, από το 1930 και εντεύθεν ποιείται χρήσιν ηρωίνης». 671 Τέλος, οι έντονες σωματικές και κοινωνικές παρενέργειες της εξάρτησης από ηρωίνη, όπως και στο ρεμπέτικο, θέτουν το ζήτημα της σύγκρισης των δύο ουσιών. «Με την χρήσιν του χασίς ήμην πλέον αξιοπρεπής, διετηρούμην καθαρός και όταν δεν ελάμβανον δεν είχα τας ενοχλήσεις τας οποίας είχα με την ηρωίνην». 672 Διατυπώνοντας ευθέως την διαφορά των δύο ουσιών ως προς τις οργανικές και κοινωνικές παρενέργειες. Ανακεφαλαιώνοντας, από την παράλληλη παρουσίαση καταγραφών στο ρεμπέτικο και στα «ιατρικά ιστορικά» προκύπτουν κοινά σημεία σε ότι αφορά στην εξάρτηση, στον εξαρτημένο και στο περιβάλλον, τα οποία αφορούν: Στην στάση της κοινωνίας απέναντι στον εξαρτημένο, με χαρακτηριστικά την απομόνωση, τον στιγματισμό, την απαξίωση και την αποφυγή συναναστροφής 673 από τον περίγυρο. 670 Αρχείο Δημόσιου Ψυχιατρείου, Γ. Δημήτριος, αριθ. μητρ , ετών 26, οπωροπώλης. 671 Οπ. π., Λ. Ιωάννης, αριθ. μητρ , ετών 28, ιδιωτικός υπάλληλος. 672 Οπ. π., Λ. Ιωάννης, αριθ. μητρ , ετών 28, ιδιωτικός υπάλληλος. 673 Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η μαρτυρία του Μ. Βαμβακάρη για τον Α. Δελιά, φίλο και συνεργάτη του, ο οποίος ήταν εξαρτημένος από ηρωίνη και κοκαΐνη. «Όταν ο Ανέστος έφυγε από κοντά μας και έγινε πρεζάκιας, εμείς τότε δεν τον εζυγώναμε. Πόσες φορές του ελέγαμε βρε Ανέστο δε βλέπεις τους άλλους που 335

338 Στην εγκληματοποίηση του εξαρτημένου και τις διώξεις εκ μέρους των επισήμων θεσμών. Στον εξαρτημένο, ο οποίος αιτιολογεί την εξάρτηση αποδίδοντας προσωποποιημένες ευθύνες σε «άλλους». Στην διαπίστωση ότι η ουσία αποτελεί μέσο επιβίωσης για τον εξαρτημένο. Στη «διαφορετική» σχέση του εξαρτημένου με τον «χώρο» λόγω της αρνητικής αντιμετώπισής του από την κοινωνία. Διαπίστωση που συμπίπτει και με άλλες μαρτυρίες. 674 Στη κατάσταση επήρειας από την ηρωίνη, η οποία περιγράφεται ως άκρως ευχάριστη, συνοδευόμενη από αίσθηση παντοδυναμίας. Στην ύπαρξη, συνήθως, μιας κύριας ουσίας χρήσης, τόσο στο ρεμπέτικο όσο και στα «ιατρικά ιστορικά». Στη ακραία σωματική καταπόνηση και «αυτο-κακοποίηση» του εξαρτημένου, όπως επίσης στη ρακένδυτη περιβολή του. Στην ταύτιση του εξαρτημένου με την ουσία. Στην εξαθλίωση, στην ηθική κατάπτωση, στην αδιαφορία, στην παραίτηση και στη φυγή προς αναζήτηση του φαντασιακού, όπου μέσα από αυτά αναδεικνύεται το ζήτημα της αλλοτρίωσης του εξαρτημένου. Στην αντίληψη ότι η «πρέζα» είναι ισχυρό αναλγητικό για κάθε πόνο. Στην επικέντρωση μεγάλου μέρους της προσοχής στην ουσία 675 (την ποσότητα και τον τρόπο χρήση της ηρωίνης). έχουνε γίνει; Έτσι θα γίνεις και συ. Είναι αμαρτία. Κόψε την πρέζα κι έλα μαζί μας να φιαχτείς, να δουλέψεις κοντά μας. Του ελέγαμε όλοι δηλαδή και οι τρείς, (εννοεί τον ίδιο, τον Σ. Παγιουμτζή και τον Γ. Μπάτη) αλλά αυτός δεν άκουε κανένα. Μια φορά τον επείσαμε και ήρθε μαζί μας και τον εφυλάγαμε να μη μας φύγει Έγινε πολύ ελεεινός, τον οποίον αρχίσαμε και όταν τον εβλέπαμε να τον αποφεύγουμε διότι δεν ημπορούσαμε να μας βλέπει η Ασφάλεια με αυτόν να έχουμε πάρε δώσε Θεός σχωρέστον. Καλό παιδί ήταν μαζί μας, καλό, όμορφο, εντάξει παιδί» (Βαμβακάρης, 1978, σ.σ.150,151). 674 «Ένας Γολγοθάς ήτανε για όλους μας. Έφευγε, χανότανε, ξαναγύριζε και ξαναχανότανε». (Μαρτυρία της τραγουδίστριας του ρεμπέτικου Ν. Σταυροπούλου για την κατάσταση με τον δημιουργό του ρεμπέτικου Α. Δελιά). (Χατζηδουλής, 2003, σ.30). 675 Για τους εξαρτημένους, η αναφορά στις ουσίες αποτελούσε την προσφιλέστερη συζήτηση, αφενός διότι όλη τους η ζωή περιστρεφόταν γύρω απ αυτές, αφετέρου διότι η αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας με τους 336

339 Στη σύγκριση του χασίς με την ηρωίνη και στην διαφοροποίησή ως προς τις ιδιότητες και επιπτώσεις τους στον χρήστη, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Όπου η χρήση χασίς κρίνεται θετικά σε αντίθεση με την ηρωίνη, της οποίας αποδοκιμάζεται η χρήση. Στην αντικατάσταση του χασίς, ως κύριας ουσίας χρήσης, από την ηρωίνη 676 και στην αιτιολογία του «περάσματος» (η αίσθηση της μεγαλύτερης ικανοποίησης). 677 Οι καταγραφές του ρεμπέτικου και των «ιατρικών ιστορικών» σχετικά με την εξάρτηση, τους εξαρτημένους και το περιβάλλον τους, που δεν είναι κοινές ή που διαφέρουν ως προς τη νοηματοδότησή τους, αφορούν: Στις κρίσεις του εξαρτημένου για την κοινωνία, οι οποίες συναντώνται μόνο στο ρεμπέτικο. Από τους εγκλείστους σε ιδρύματα είναι πιθανό να υπήρχαν ανάλογες κρίσεις αλλά, είτε να μη καταγράφηκαν στα «ιατρικά ιστορικά», είτε να μη εκφράστηκαν λόγω της ανισότιμης σχέσης του ερωτώντα γιατρού και του ερωτώμενου εξαρτημένου. Στους χρήστες χασίς, οι οποίοι αποστασιοποιούνται πλήρως από τους χρήστες «πρέζας», δηλώνοντας την αρνητική τους θέση. 678 Συναντάται επίσης μόνο στο ρεμπέτικο. Στην πληροφορία, που δίνεται μόνο από «ιατρικό ιστορικό», ότι η έλλειψη προσφοράς χασίς ωθεί τον χρήστη σε άλλη ουσία, όπως η ηρωίνη. άλλους, τους υποχρέωνε στην απουσία άλλων ενδιαφερόντων και ερεθισμάτων, με αποτέλεσμα τη σταδιακή συρρίκνωση και τελικά ένδεια των εκφραστικών μέσων. Για τους θεραπευτές - γιατρούς η προσήλωσή τους σε βιολογικές προσεγγίσεις της θεραπείας, τους κατεύθυναν σε αναζητήσεις απαντήσεων στο δηλητήριο της ηρωίνης με φαρμακευτικά «αντίδοτα». Με τον τρόπο αυτό η θεραπευτική διαδικασία περιοριζόταν σε περιγραφές σχετικά με τις επενέργειες των ουσιών και τις οργανικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις του θεραπευόμενου μετά την παροχή φαρμακευτικής αγωγής. 676 Η αλλαγή ουσίας χρήσης οπωσδήποτε δεν είναι τυχαία και βέβαια δεν αφορά σε όλους τους χρήστες χασίς. Όταν όμως συμβαίνει, σαφώς είναι άμεσα συνδεδεμένη με την προσωπική ιστορία κάθε χρήστη και το κοινωνικό πλαίσιο, στο οποίο λαμβάνει χώρα. 677 Η μετάβαση από τη χρήση χασίς στη χρήση ηρωίνης (κάτι που συμβαίνει μόνο σε ορισμένους χρήστες χασίς), αποτελεί κομβικό σημείο για τις σύγχρονες θεραπευτικές προσεγγίσεις και ο συσχετισμός με το ζήτημα της «ικανοποίησης» σε ψυχικό επίπεδο είναι άμεσος. 678 Ένας επίσης λόγος που οι χρήστες χασίς αποστασιοποιούνται πλήρως από τους χρήστες «πρέζας», οφείλεται στις διώξεις που υφίστανται οι ίδιοι και με την στάση αυτή θέλουν να αποποιηθούν οποιαδήποτε ταύτιση χρήσης χασίς και «πρέζας». Βλέπε, Βαμβακάρης, 1978, σ

340 Στην αναφορά για το ενδεχόμενο θανάτου του υποκειμένου, που συναντάται μόνο στο ρεμπέτικο. 679 Να σημειωθεί ότι στα ρεμπέτικα τραγούδια με αναφορές στα οπιούχα και την κοκαΐνη το 31% κάνει μνεία του θανάτου, λόγω χρήσης, τρόπου ζωής ή προσωπικών προβλημάτων, ποσοστό παραπλήσιο εκείνου του χασίς. Στην αναφορά της αίσθησης του «πόνου», 680 ως κυρίαρχου στοιχείου της ψυχικής κατάστασης του εξαρτημένου, ο οποίος επίσης συναντάται μόνο στο ρεμπέτικο. Στη συμπτωματολογία του συνδρόμου στέρησης, 681 όπου στο ρεμπέτικο υπάρχει μόνο μία ασαφής αναφορά, ενώ στα «ιατρικά ιστορικά» υπάρχουν εκτενείς περιγραφές. 679 Η χρήση της «πρέζας» στο ρεμπέτικο τραγούδι φέρεται ως συνώνυμο της εξαθλίωσης, της κατάρρευσης, του αδιεξόδου, όχι όμως του θανάτου και αυτό μάλλον γιατί αποτιμά χωρίς υπερβολές, με περισσότερο ρεαλισμό το φαινόμενο της εξάρτησης απ ότι η κοινωνία και οι επίσημοι θεσμοί. Στα «ιατρικά ιστορικά» απουσιάζουν οι αναφορές στον θάνατο, διότι όπως σημειώθηκε στο πρώτο μέρος, ο εξαρτημένος σε ένα επίπεδο ασυνειδήτου απωθεί την παρουσία και «αμφισβητεί» δύναμή του. Ο άτυπος ρόλος, τον οποίο έχει επωμισθεί είναι αυτός του «πολέμιου» του θανάτου, με αποστολή να τον προκαλέσει και να τον εξορκίσει, να τον ξεγελάσει και να βγει νικητής απ αυτή την μάχη. Εμπλεκόμενος σε έναν ανηλεή πόλεμο αναγκάζεται να γίνει «ήρωας», ελέω ηρωίνης, που δεν θέλει να πιστέψει στον δικό του θάνατο. «Ας παρακολουθήσουμε πάλι τι κάνει ο πόλεμος σε εμάς. Μας αφαιρεί τα ύστερα πολιτιστικά επιστρώματα και αφήνει πάλι να έρθει στην επιφάνεια ο πρωτόγονος άνθρωπος μέσα μας. Μας εξαναγκάζει να γίνουμε πάλι ήρωες που δεν θέλουν να πιστέψουν στο δικό τους θάνατο». Freud Sigmund, Εμείς και ο θάνατος, περ. Εκ των υστέρων, Ιούνιος 2002, σ Ο ψυχικός πόνος σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα, θεωρείται σημαντικό σημείο στη θεραπευτική διαδικασία. Εκτιμάται ότι είναι έντονος και δύσκολα προσδιορίσιμος από τον εξαρτημένο, όπως και οι παράγοντες που ουσιαστικά τον προξενούν, με συνέπεια να υπάρχει εγκλωβισμός του προσώπου και σοβαρά εμπόδια για τη λύτρωση απ αυτόν (βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α 3. Η κατάσταση εξάρτησης, ο εξαρτημένος και η κοινωνία). Τέλος ο ψυχικός πόνος συνδέεται άμεσα με το βίωμα του στερητικού συνδρόμου. 681 Με βάση τα σύγχρονα δεδομένα, η στέρηση είναι κατ αρχήν ψυχική κατάσταση, με κοινωνικές ρίζες (βλέπε μέρος Ι, κεφ. Α, 1. Στην αναζήτηση της αρχής του νήματος), της οποίας στοιχεία συχνά προϋπάρχουν της εξάρτησης και εξακολουθεί να καταδυναστεύει τον εξαρτημένο ακόμη και στις περιπτώσεις που ξεπερνά τις παρενέργειες του στερητικού συνδρόμου. Υπό αυτή την οπτική, σε προσωπικό επίπεδο, η «στέρηση» της στέρησης (Olievenstein, 1989, σ.101) και η πλήρης αποκοπή από την ουσία, με το κενό που δημιουργούν, αποτελούν την πλέον επώδυνη κατάσταση για τον εξαρτημένο. 338

341 Από την παράλληλη μελέτη των ρεμπέτικων που αναφέρονται στη χρήση «πρέζας» και τις μαρτυρίες των εξαρτημένων στα «ιατρικά ιστορικά» των ψυχιατρικών νοσοκομείων προκύπτει ότι: α) Τα σημεία που συμπίπτουν οι πληροφορίες των δύο πηγών αφορούν σε καταστάσεις, συμπεριφορές, αντιλήψεις, συνήθειες και πρακτικές σχετικά με την εξάρτηση, τον εξαρτημένο, τον κοινωνικό περίγυρο και τους επίσημους θεσμούς. β) Οι πληροφορίες που προέρχονται μόνο από τη μία πηγή (λόγω του χαρακτήρα της), μάλλον θα πρέπει να θεωρηθεί ότι συμπληρώνουν τη συνολική εικόνα και της δίνουν μεγαλύτερη πιστότητα. 339

342 Επίλογος Δευτέρου Μέρους Το ρεμπέτικο τραγούδι, δημιούργημα κατ αρχάς των κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων της πόλης, υπό την επιρροή των μικρασιατών μουσικών, εξελίσσεται και διευρύνει την εμβέλειά του στην κοινωνία. Με την εμφάνισή του εκφράζει την κοινωνική «αταξία» που επικρατούσε πριν και κατά τον Μεσοπόλεμο και το ίδιο δηλώνει την «αταξία» του, με τη μορφή, το περιεχόμενό του, τον «χώρο» πραγμάτωσης και το ακροατήριό του. Η χασισοποσία ήταν ένα από τα θέματά του, η οποία «κοινοποιείται» σε ακόμη ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού με την είσοδό του ρεμπέτικου στη δισκογραφία. Χάρη στις φωνοληψίες, σήμερα, είναι διαθέσιμος ένας μεγάλος αριθμός τραγουδιών, που αναπαριστούν την χασισοποσία της περιόδου και ένας μικρότερος, που αφορά στο φαινόμενο της εξάρτησης από οπιούχα και κοκαΐνη. Από την μελέτη προέκυψε ότι το ρεμπέτικο παρουσιάζει μια ποιοτικά διαφορετική εικόνα της χρήσης χασίς από εκείνη που έδιναν οι ειδικοί και οι θεσμοί της Πολιτείας. Σύμφωνα με το ρεμπέτικο τραγούδι: Διατυπώνεται αντίθετη άποψη από την κρατούσα για τις παρενέργειες ή βλάβες που προκαλεί το χασίς στο άτομο και στην κοινωνία. Προκύπτει ότι οι χρήστες του χασίς αποτελούν μια ομάδα, που δεν έχει κοινά και ενιαία χαρακτηριστικά στο σύνολό της. Επίσης, δείχνει ότι οι χασισοπότες που παρουσιάζουν τα έγγραφα, οι έρευνες και οι μελέτες του Μεσοπολέμου, μάλλον εκπροσωπούν μια μικρή υποομάδα και όχι το σύνολο. Η προσέγγιση των ειδικών γίνεται με βάση την «ψυχοπαθολογία» και η ταξινόμηση των χρηστών αφορά σε κατηγορίες «ασθενών» που εξετάσθηκαν σε ιδρύματα, φυλακές και κρατητήρια. Μεγαλύτερη σημασία στις διαδικασίες της χασισοποσίας φαίνεται να έχουν οι συμβολισμοί της χρήσης και οι κανόνες του τελετουργικού. Η ικανοποίηση επέρχεται τόσο ως αποτέλεσμα της επήρειας του χασίς, όσο και ως αποτέλεσμα της διαδικασίας χρήσης. Η εξάρτηση από το χασίς και το άμεσα συνδεδεμένο μ αυτή γνώρισμα της έλλειψης - στέρησης σχεδόν δεν απασχολούν το ρεμπέτικο, εφόσον οι τέτοιου τύπου αναφορές είναι ελάχιστες. 340

343 Ακόμη, ποιοτικές διαφοροποιήσεις στις αναπαραστάσεις της χρήσης προέκυψαν από την συγκριτική μελέτη των δύο ομάδων μουσικών-δημιουργών του ρεμπέτικου, δηλαδή των «αυτοδίδακτων» και των «καλλιεργημένων», οι οποίες είχαν διαφορετικού τύπου σχέση με το χασίς. Από την λεξικογραφία φαίνεται ότι υπάρχουν δανεισμοί πολιτισμικών στοιχείων, που δεν ορίζονται από τα εθνικά κράτη. Υπάρχουν επίσης δανεισμοί μεταξύ ομάδων του πληθυσμού μέσα στην ίδια χώρα, όπου συνήθως τροποποιείται το περιεχόμενο των λέξεων, παραμένει όμως πολύ ισχυρό το περιέχον ως προς τους συμβολισμούς. Στη Ελλάδα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα υιοθέτησαν λέξεις και εκφράσεις της χασισοποσίας και του ρεμπέτικου, γεγονός που δείχνει τις διαστάσεις που έλαβε στην κοινή γνώμη το φαινόμενο της χρήσης χασίς κατά την δεδομένη στιγμή, ως σύμβολο «αταξίας» της κοινωνίας. Σχετικά με τις περιγραφές του τεκέ και των λειτουργιών του εντοπίζονται δύο σημαντικά στοιχεία, που ισχυροποιούν τα προηγούμενα συμπεράσματα. Πρώτο: η διαδικασία χρήσης χασίς και οι σχέσεις των χρηστών του, το πλούσιο τελετουργικό, οι συμβολισμοί, η ιεραρχία και η ανάδειξη της ατομικότητας μαρτυρούν ότι ο ρόλος του τεκέ δεν περιοριζόταν μόνο στη χρήση χασίς. Δεύτερο: οι ψυχαγωγικές και οικονομικές δραστηριότητες, που λάμβαναν χώρα στον τεκέ, μαρτυρούν ότι τα στρώματα του πληθυσμού, που σύχναζαν σ αυτόν, επεδίωκαν να επικοινωνήσουν και διεκδικούσαν τον δικό τους κοινωνικό χώρο. Τα δύο αυτά στοιχεία του τεκέ, που επιβεβαιώνονται από την μετέπειτα εξέλιξή του, προβάλλουν ως ανάγκες κοινωνικών στρωμάτων μιας συγκεκριμένης εποχής. Η αστυνομία κατέχει εξέχουσα θέση στο «χασικλίδικο» ρεμπέτικο, αποτελεί μέρος της χασισοποσίας και παρουσιάζεται ως συνώνυμο της «στέρησης», εφόσον έχει αναλάβει να ακυρώσει τη χρήση και συνεπώς την «ικανοποίηση». Η αντιπαράθεσή της με τους χασισοπότες εκφράζεται περισσότερο σε ένα επίπεδο συμβολισμών. Το ενδιαφέρον είναι ότι το στοιχείο της «στέρησης», που συνολικά απουσιάζει ως έννοια από το «χασικλίδικο» τραγούδι, φαίνεται να «αναπληρώνεται» έμμεσα από την παρουσία της αστυνομίας. Ο θάνατος στο «χασικλίδικο» ρεμπέτικο έχει άμεση σχέση με το περιβάλλον, την καθημερινότητα και τις κοινές συνήθειες της ομάδας των χρηστών. Το χασίς και η χρήση 341

344 του, κατά κανόνα, δεν καταγράφονται ως στοιχεία μιας ιδιαίτερης προσωπικής σχέσης του χασισοπότη με το θάνατο, γνώρισμα που απαντάται σε καταστάσεις εξάρτησης. Συμπερασματικά, η χρήση χασίς, κατά το ρεμπέτικο, είναι μια δραστηριότητα ικανοποίησης αναγκών με πολλές πτυχές και άμεσες κοινωνικές προεκτάσεις. Σχετικά με τα οπιούχα και την κοκαΐνη, εξετάζοντας το σύνολο των μαρτυριών του ρεμπέτικου τραγουδιού και τα «ιατρικά ιστορικά» των Ψυχιατρικών Ιδρυμάτων, παρατηρείται ότι συχνά υπάρχει αντιστοιχία περιγραφών. Το ίδιο συμβαίνει με τα επιστημονικά κείμενα των ειδικών. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι συμπίπτουν οι εκτιμήσεις τους σε όλα τα θέματα, εφόσον ο ιατρικός λόγος σε μεγάλο μέρος καταπιάνεται με το ζήτημα της θεραπείας στο πλαίσιο της ψυχοπαθολογίας, γεγονός που σημαίνει ότι συνολικά δίνει διαφορετική διάσταση στο φαινόμενο της εξάρτησης απ ότι οι μαρτυρίες. Τα κείμενα των ειδικών και το ρεμπέτικο συμπίπτουν σε ζητήματα που αφορούν περιγραφές όπως: της σχέσης κοινωνίας-εξαρτημένου, συμπεριφορών του εξαρτημένου, της χρήσης, της επήρειας από την ουσία, της σωματικής καταπόνησης και εξωτερικής εμφάνισης του εξαρτημένου, της εξαθλίωσης και της ηθικής κατάπτωσής του, του «περάσματος» από το χασίς στην ηρωίνη κ.λπ. Η εμφανής διαφορά βρίσκεται στην ταύτιση, κατά τον ιατρικό λόγο, του χασίς με την ηρωίνη ως προς τις οργανικές και κοινωνικές παρενέργειες τους, με συνέπεια να μη διαφοροποιούνται οι χρήστες χασίς από τους χρήστες ηρωίνης και αμφότεροι να θεωρούνται «ασθενείς». Στον ιατρικό λόγο επίσης δεν σημειώνονται η αποστασιοποίηση και η αρνητική στάση των χασισοποτών απέναντι στην εξάρτηση από οπιούχα και κοκαΐνη, την οποία καταγράφουν το ρεμπέτικο και άλλες πηγές. Πιθανώς το σημαντικότερο της σύγκρισης των αναπαραστάσεων του ρεμπέτικου και του ιατρικού λόγου σχετικά με τις εξαρτήσεις από ουσίες να βρίσκεται στο εξής: Οι ειδικοί, στην πλειονότητά τους, παρακάμπτουν θέματα ιδιαίτερης αξίας, σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα της επιστήμης, για την κατανόηση του φαινομένου και την θεραπευτική διαδικασία. Λόγου χάρη της «ικανοποίησης», της προβληματικής του «θανάτου», των προεκτάσεων του «στερητικού συνδρόμου», του «ψυχικού πόνου», της «αλλοτρίωσης». Αντίθετα, δια του φαντασιακού της τέχνης τους, οι δημιουργοί του ρεμπέτικου κάνουν νύξεις σαν να «διαισθάνονται» τη σημασία τους. 342

345 Το ρεμπέτικο τραγούδι σχετικά με την εξάρτηση, τον εξαρτημένο και το περιβάλλον του, χωρίς να «αποκαλύπτει» όλες τις πλευρές τους, περιγράφει με μεγάλη αξιοπιστία κάποια χαρακτηριστικά τους, όπως: οι αντιλήψεις, αξίες, στάσεις και συμπεριφορές των εξαρτημένων, το κοινό αίσθημα και η αντιμετώπιση του εξαρτημένου από την κοινωνία κατ αυτή την περίοδο. Η εμφάνιση στην Ελλάδα της χρήσης ουσιών, ιδιαίτερα του χασίς, όπως έχει ήδη παρουσιασθεί, δεν ήταν μόνο κοινωνικό αλλά και πολιτισμικό γεγονός, που επηρέασε το φαντασιακό του καλλιτεχνικού κόσμου. Αυτά που καθόρισαν τα πράγματα δεν ήταν τόσο η τοξικότητα και το είδος της ουσίας, αλλά η πρόθεση για ρήξη με τους περιορισμούς του κοινωνικού και πολιτισμικού «χώρου», όπως επίσης, η επιδίωξη διεύρυνσης και κατάληψης αυτού του «χώρου» από νέα αναπτυσσόμενα στρώματα του πληθυσμού της πόλης. Ταυτόχρονα, μέσω της χρήσης χασίς και του ρεμπέτικου τραγουδιού, αναζητείται από τα στρώματα αυτά η ενότητα ή η απολεσθείσα ενότητα άλλων εποχών και κοινοτήτων. Οι αυτοδίδακτοι «πειραιώτες» δημιουργοί, προϊόν των κοινωνικών ζυμώσεων, λόγω ή μέσω της εμπειρίας τους, εξέφρασαν στα τραγούδια τους το «φαντασιακό», σε αντιδιαστολή με τους σύγχρονούς τους «καλλιεργημένους» δημιουργούς, οι οποίοι συνήθως αναπαρήγαγαν τις κοινωνικές φαντασιώσεις της εποχής. Αυτό το στοιχείο ενδεχομένως έχει ιδιαίτερη αξία στον γενικότερο διάλογο του παρόντος για τη χρήση ουσιών, την καλλιτεχνική δημιουργία, το ρεμπέτικο τραγούδι και την σχέση τους. 343

346 344

347 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 345

348 346

349 1. ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΠΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 1 1 ΚΟΥΤΣΑΒΑΚΙ Δελιά 1936 Δελίας HMV AO ΒΡΕ ΜΑΓΚΑ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΟΥ Δελιά 1938 Κατσαρός Orthophonic USA ORS ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1929 Νούρος Columbia Eng ΜΑΝΩΛΑΚΗΣ Ο ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1932 Δούσιας Columbia USA CO F 2 3 ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1929 Κασιμάτης Pathe X ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1929 Σωφρονίου Parlophone Ger. B Ο ΜΑΝΩΛΗΣ Ο ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1929 Βιδάλης Odeon GA ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1929 Διαμαντίδης HMV AO ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΣ Δραγάτση 1931 Κασιμάτης Odeon GA Ο ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΣ Δραγάτση 1932 Διαμαντίδης Columbia DG ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1930 Α. Κωστής Victor USA V-58067A 4 2 ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Δραγάτση 1930 Καμβύσης Parlophone Ger. B ΕΙΜΑΙ ΠΡΕΖΑΚΙΑΣ Ψυριώτη 1934 Εσκενάζυ HMV AO ΕΙΜΑΙ ΠΡΕΖΑΚΙΑΣ Ψυριώτη 1934 Παγανά Columbia DG ΚΑΤΙΝΑΚΙ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ Καρίπη 1932 Αμπατζή Odeon GA-? 6 2 ΚΑΤΙΝΑΚΙ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ Καρίπη 1933 Εσκενάζυ Columbia DG ΚΑΤΙΝΑΚΙ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ Καρίπη 1933 Διαμαντίδης HMV AO ΑΛΑΝΙΑΡΑ ΜΕΡΑΚΛΟΥ Μιχαηλίδη 1930 Εσκενάζυ Parlophone Ger. B ΑΛΑΝΙΑΡΑ ΧΑΣΙΚΛΟΥ Μιχαηλίδη 1929 Διαμαντίδης HMV AO ΟΙ ΜΑΓΚΕΣ Μοντανάρη 1931 Διαμαντίδης HMV AO ΟΙ ΜΑΓΚΕΣ Μοντανάρη 1929 Κασιμάτης Parlophone Ger. B ΧΗΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΚΑΣ Μοντανάρη 1933 Αμπατζή / Κασιμάτης Parlophone B ΧΗΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΚΑΣ Μοντανάρη 1933 Φρατζεσκοπούλου / Περπινιάδης Columbia DG ΝΤΕΡΒΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΝΑ Μοντανάρη 1934 Παγανά / Περπινιάδης Columbia DG ΝΤΕΡΒΙΣΗΣ ΚΑΙ ΡΙΤΑ Μοντανάρη 1934 Αμπατζή / Ατραΐδης HMV AO Ο ΜΟΡΤΗΣ Μπαρούση 1932 Ρούκουνας Odeon GA ΜΑΓΚΑΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Μπαρούση 1930 Σωφρονίου Pathe X ΝΤΕΡΒΙΣΕΝΑ Παπάζογλου 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΝΤΕΡΒΙΣΕΝΑ Παπάζογλου 1935 Παπάζογλου Α. Columbia DG

350 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 13 1 ΔΕ ΜΟΥ ΛΕΤΕ ΤΟ ΧΑΣΙΣΙ ΠΟΥ ΠΟΥΛΙΕΤΑΙ Ανωνύμου 1927 Μενεμενλής Polydor Ger. V ΕΡΧΟΜΑΙ ΤΟΝ ΤΟΙΧΟ ΤΟΙΧΟ Ανωνύμου 1930 Κατσαρός Victor USA VI Η ΝΤΑΜΙΡΑ Ανωνύμου 1926 Διαμαντίδης HMV AO ΤΟ ΧΑΣΙΣΗ - L' OPIUM - Ανωνύμου 1924 Βιδάλης Odeon Ger. GA ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Ανωνύμου 1927 Καρίπης Columbia Eng ΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Β Ανωνύμου 1928 Πωλ Μερακλής Homochord Ger. G ΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Α Ανωνύμου 1929 Πωλ Μερακλής Homochord Ger. C ΜΠΑΡΜΠΑ ΓΙΑΝΝΗΣ Ανωνύμου 1925 Παπαγκίκα Victor USA VI ΜΠΑΡΜΠΑ ΓΙΑΝΝΗΣ Ανωνύμου 1920 Κα Κούλα Panhellenion Record USA PAN Η ΝΤΑΜΙΡΑ Ανωνύμου 1927 Διαμαντίδης HMV AO ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Ανωνύμου 1929 Διαμαντίδης HMV AO ΤΑ ΚΟΥΝΑΓΑ Ανωνύμου 1929 Λεοπόλδος Γαδ (Πωλ) Ελλην. Εστουδιαντίνα 14 3 ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Ανωνύμου 1929 Νούρος Columbia Eng ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Ανωνύμου 1927 Κα Πιπίνα Homochord Electro Ger. G ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Ανωνύμου 1929 Πωλ Γαδ Parlophone Ger. B ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Ανωνύμου 1929 Βιδάλης Odeon Ger. GA ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Α Ανωνύμου 1929 Ψαμαθιανός Parlophone Ger. B ΕΣΠΑΣΕΣ ΤΑ ΠΙΑΤΑ Β Ανωνύμου 1928 Ψαμαθιανός Polydor Ger. V ΤΑ ΚΟΥΝΑΓΑ (ΓΙΑΦ-ΓΙΟΥΦ) Ανωνύμου 1925 Συγκρότημα Καλαϊτζόγλου Parlophone Ger. B Μ' ΕΙΠΕΣ ΝΑ ΓΙΝΩ ΜΑΓΚΑΣ, ΔΙΚΕΛΙ Ανωνύμου 1948 Βάκα Metropolitan USA ΜΕ ΝΕΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Ανωνύμου 1928 Καρίπης Odeon Ger. GA ΝΕΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Ανωνύμου 1928 Διαμαντίδης HMV AO ΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Ανωνύμου 1929 Σωφρονίου Polydor Ger. V ΝΕΟΙ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ Ανωνύμου 1926 Πωλ Columbia Eng ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ Ανωνύμου 1928 Διαμαντίδης Pathe X ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ Ανωνύμου 1928 Διαμαντίδης Pathe X ΜΑΝΤΑΛΕΝΑ Ανωνύμου 1927 Πιπεράκης Pharos USA PH ΜΑΝΤΑΛΕΝΑ-ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟΣ Ανωνύμου 1926 Παπαγκίκα Columbia USA CO F 17 3 ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ Η ΚΑΚΟΜΟΙΡΑ Ανωνύμου 1929 Διαμαντίδης Columbia Eng ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1929 Διαμαντίδης HMV AO ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1927 Βιδάλης Odeon Ger. GA ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1927 Καρίπης Odeon Ger. GA

351 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 18 4 ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1919 Κα Κούλα Panhellenion Record USA ΤΑ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΑΚΙΑ Ανωνύμου 1931 Διαμαντίδης Polydor Ger. V ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1923 Παπαγκίκα Columbia USA CO-E ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1925 Παπαγκίκα Victor VI ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1928 Παπαγκίκα Columbia USA CO-56138F 18 9 ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Ανωνύμου 1928 Αγγελίνας Columbia Eng ΜΕΣ' ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΟΥ ΤΗ ΦΥΛΑΚΗ Ανωνύμου 1926 Παπαγκίκα Victor USA VI ΝΤΕΡΒΙΣΗΣ Ανωνύμου 1927 Παπαγκίκα Columbia USA CO-56074F 20 1 ΓΙΑΦ ΓΙΟΥΦ Β Ανωνύμου 1925 Δημητριάδης Columbia USA 7023-F 20 2 ΜΗ ΜΟΥ ΧΑΛΑΣ ΤΑ ΓΟΥΣΤΑ ΜΟΥ Ανωνύμου 1927 Καρίπης Columbia Eng ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ ΜΕ ΒΑΛΑΝΕ Ανωνύμου 1928 Παπαγκίκα Columbia USA CO-56117F 20 4 ΓΙΑΦ ΓΙΟΥΦ Α Ανωνύμου 1919 Δημητριάδης Panhellenion Record USA PAN ΜΗ ΜΟΥ ΧΑΛΑΣ ΤΑ ΓΟΥΣΤΑ ΜΟΥ Ανωνύμου 1926 Διαμαντίδης HMV AO ΜΗ ΜΟΥ ΧΑΛΑΣ ΤΑ ΓΟΥΣΤΑ ΜΟΥ Ανωνύμου 1927 Μενεμενλής Polydor Ger. V Ο ΜΕΜΕΤΗΣ Ανωνύμου 1931 Αραπάκης Orthophonic USA ORS ΜΕΜΕΤΗΣ Ανωνύμου 1948 Μέλκον 21 3 ΠΟΥ ΠΑΣ ΜΕΜΕΤΗ ΜΟΥ Α Ανωνύμου 1948 Κατσαρός Balkan BAL ΜΕΜΕΤΗΣ Ανωνύμου 1931 Νούρος Columbia DG Ο ΜΕΜΕΤΗΣ Ανωνύμου 1929 Κασιμάτης Parlophone Ger. B Ο ΜΕΜΕΤΗΣ Ανωνύμου 1948 Καλούμενος Standard USA F ΠΟΥ ΠΑΣ ΜΕΜΕΤΗ ΜΟΥ ΠΟΥ ΠΑΣ Β Ανωνύμου 1948 Κατσαρός Metropolitan USA ME ΠΟΥ ΠΑΣ ΜΕΜΕΤΗ ΜΟΥ ΠΟΥ ΠΑΣ Γ Ανωνύμου 1948 Κατσαρός Meyre USA ΜΕΣ' ΤΟΝ ΤΕΚΕ ΤΗΣ ΜΑΡΙΓΩΣ Περιστέρη 1934 Παπασιδέρης Parlophone B ΜΕΣ' ΤΟΝ ΤΕΚΕ ΤΗΣ ΜΑΡΙΓΩΣ Περιστέρη 1935 Νικολάου Orthophonic USA ORS Ο ΣΕΒΝΤΑΛΗΣ Σέμση 1930 Διαμαντίδης HMV AO Ο ΣΕΒΝΤΑΛΗΣ Σέμση 1929 Βιδάλης Odeon Ger. GA ΝΤΕΡΒΙΣΑΚΙ Σκαρβέλη 1932 Διαμαντίδης Orthophonic USA ORS ΔΕΡΒΙΣΑΚΙ Σκαρβέλη 1946 Κατσαρός Metropolitan USA ME 184 A 24 3 ΝΤΕΡΒΙΣΑΚΙ Α Σκαρβέλη 1932 Εσκενάζυ / Κασιμάτης Parlophone B ΝΤΕΡΒΙΣΑΚΙ Β Σκαρβέλη 1932 Εσκενάζυ / Κασιμάτης Parlophone B ΜΕΣ' ΤΟΥ ΜΑΝΘΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1933 Εσκενάζυ Columbia DG ΜΕΣ' ΤΟΥ ΜΑΝΘΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1933 Διαμαντίδης HMV AO

352 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 25 3 ΜΕΣ' ΤΟΥ ΜΑΝΘΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1934 Καναροπούλου Odeon GA ΜΕΣ' ΤΟΥ ΜΑΝΘΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1938 Κατσαρός Orthophonic USA ORS ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1950 Μέλκον Metropolitan USA ME ΝΕΑ ΜΕΡΑΚΛΟΥ Τζόβενου 1933 Καναροπούλου Columbia DG ΝΕΑ ΜΕΡΑΚΛΟΥ Τζόβενου 1933 Αμπατζή Parlophone B ΝΕΑ ΜΕΡΑΚΛΟΥ Α Τζόβενου 1933 Εσκενάζυ HMV AO ΝΕΑ ΜΕΡΑΚΛΟΥ Β Τζόβενου Εσκενάζυ Orthophonic USA ORS ΕΝΑΣ ΜΑΓΚΑΣ ΣΤΟ ΤΕΚΕ ΜΟΥ Τζόβενου 1934 Εσκενάζυ HMV AO ΕΝΑΣ ΜΑΓΚΑΣ ΣΤΟ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1934 Καναροπούλου Odeon GA ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ Τούντα 1928 Διαμαντίδης HMV AO ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ Τούντα 1928 Βιδάλης Odeon Ger. GA ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ Τούντα 1929 Φρατζεσκοπούλου Odeon Ger. GA ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ Τούντα 1928 Αραπάκης Columbia DG ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ Τούντα 1929 Διαμαντίδης HMV AO Η ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ Τούντα 1929 Σωφρονίου Polydor Ger. V ΛΙΛΗ Η ΣΚΑΝΔΑΛΙΑΡΑ Τούντα 1932 Εσκενάζυ Parlophone B ΛΙΛΗ ΣΚΑΝΔΑΛΙΑΡΑ Τούντα 1932 Περπινιάδης Columbia DG ΛΙΛΗ ΣΚΑΝΔΑΛΙΑΡΑ Τούντα 1932 Φικαρίνα Columbia DG ΑΛΑΝΗΣ ΜΑΝΑΣ ΓΥΙΟΣ Τούντα 1930 Ρούκουνας Columbia DG ΑΛΑΝΗΣ ΜΑΝΑΣ ΓΙΟΣ Τούντα 1929 Κασιμάτης Parlophone Ger. B ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ Τούντα 1934 Αμπατζή HMV AO ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ Α Τούντα 1934 Ρούκουνας Parlophone B ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ Β Τούντα 1934 Ρούκουνας Parlophone B ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ ΣΤΗΝ ΞΕΝΙΤΙΑ Τούντα 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΓΙΝΟΜΑΙ ΑΝΔΡΑΣ Τούντα 1933 Εσκενάζυ Parlophone B ΓΙΝΟΜΑΙ ΑΝΔΡΑΣ Τούντα 1933 Αμπατζή Columbia DG ΜΟΡΤΙΣΣΑ ΚΑΚΙΑ Τούντα 1926 Βιδάλης Odeon Ger. GA ΜΟΡΤΙΣΣΑ ΚΑΚΙΑ Τούντα 1929 Διαμαντίδης HMV AO ΜΟΡΤΙΣΣΑ ΚΑΚΙΑ Τούντα 1929 Νούρος Columbia Eng ΖΟΥΛΑ Η ΜΑΡΓΙΩΡΗ Τούντα 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΖΟΥΛΑ Η ΜΑΡΓΙΩΡΗ Τούντα 1934 Αμπατζή HMV AO ΠΑΕΙ Η ΜΑΡΙΩΡΗ Τούντα 1935 Καναροπούλου Odeon GA

353 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 35 1 ΦΕΡΤΕ ΠΡΕΖΑ ΝΑ ΠΡΕΖΑΡΩ Τούντα 1934 Αμπατζή HMV AO ΦΕΡΤΕ ΠΡΕΖΑ ΝΑ ΠΡΕΖΑΡΩ Τούντα 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΦΕΡΤΕ ΠΡΕΖΑ Α Τούντα 1934 Βογιατζή Parlophone B ΦΕΡΤΕ ΠΡΕΖΑ Β Τούντα 1934 Βογιατζή Parlophone B Η ΧΑΣΙΚΛΟΥ Τούντα 1930 Εσκενάζυ Parlophone Ger. B ΧΑΣΙΚΛΟΥ Τούντα 1927 Νούρος 36 3 ΧΑΣΙΚΛΟΥ Τούντα 1930 Ρούκουνας Columbia DG Η ΧΑΣΙΚΛΟΥ Τούντα 1930 Διαμαντίδης Pathe X Η ΧΑΣΙΚΛΟΥ Τούντα 1931 Βέζος HMV AO ΕΛΕΝΗ ΜΙΚΡΟΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ Χρυσίνη 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΕΛΕΝΗ ΜΙΚΡΟΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ Χρυσίνη 1934 Πετρόπουλος Parlophone B ΜΑΓΚΑΣ ΒΓΗΚΕ ΓΙΑ ΣΕΡΓΙΑΝΙ Καλδάρα/Τσιτσάνη 1946 Βαμβακάρης / Τσιτσάνης Parlophone B Ο ΣΕΡΓΙΑΝΗΣ Καλδάρα/Τσιτσάνη 1946 Παγιουμτζής / Περπινιάδης HMV AO Ο ΛΟΥΛΑΣ Μητσάκη 1946 Μανησαλής / Μητσάκης Columbia DG Ο ΛΟΥΛΑΣ Μητσάκη 1946 Γεωργακοπούλου / Χιώτης HMV AO Ο ΛΟΥΛΑΣ Μητσάκη 1946 Παγιουμτζής / Καπλάνης Odeon GA Ο ΛΟΥΛΑΣ Μητσάκη 1946 Χορωδία Δημητριάδη Standard USA F ΔΡΟΣΟΥΛΑ Τσιτσάνη 1946 Βαμβακάρης / Χατζηχρήστος / Παπαϊωάννου Parlophone B ΤΟ ΠΡΩΪ ΜΕ ΤΗ ΔΡΟΣΟΥΛΑ Τσιτσάνη 1946 Παγιουμτζής / Τσιτσάνης Columbia DG ΤΟ ΠΡΩΪ ΜΕ ΤΗ ΔΡΟΣΟΥΛΑ Τσιτσάνη 1946 Πειραιώτης Liberty USA Lib ΑΠ' ΤΟΥ ΜΕΜΕΤΗ ΤΟ ΝΕΡΟ Γαβαλά 1933 Φρατζεσκοπούλου Columbia DG ΑΠ' ΤΟΥ ΜΕΜΕΤΗ ΤΟ ΝΕΡΟ Γαβαλά 1932 Γαβαλάς Victor USA VI ΑΠ' ΤΟΥ ΜΕΜΕΤΗ ΤΟ ΝΕΡΟ Γαβαλά 1933 Κασιμάτης Parlophone B ΤΟ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΑΚΙ ΣΠΑΣΕ Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Parlophone B ΤΟ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΑΚΙ Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Columbia DG ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΣ Α Δραγάτση 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΣ Β Δραγάτση 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΣ Δραγάτση 1933 Φρατζεσκοπούλου Columbia DG ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΣ Δραγάτση 1936 Ορχήστρα Columbia DG Η ΚΟΥΛΑ Μισαηλίδη 1930 Βιδάλης Odeon Ger. CA Η ΚΟΥΛΑ Μισαηλίδη 1929 Διαμαντίδης HMV AO ΓΙΑΤΙ ΦΟΥΜΑΡΩ ΚΟΚΑΪΝΗ Τούντα 1932 Εσκενάζυ Odeon GA

354 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 45 2 ΓΙ ΑΥΤΟ ΦΟΥΜΑΡΩ ΚΟΚΑΪΝΗ Τούντα 1932 Φρατζεσκοπούλου Columbia DG ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΠΡΙΓΚΙΠΕΣΣΑ Τούντα 1936 Περπινιάδης HMV AO ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΠΡΙΓΚΙΠΕΣΣΑ Τούντα 1930 Κυριακόπουλος Columbia Turk. RT ΛΟΥΛΑ ΜΟΥ ΑΘΗΝΟΥΛΑ ΜΟΥ Τούντα 1935 Μαρκοπούλου Columbia DG ΛΟΥΛΑ ΜΟΥ ΑΘΗΝΟΥΛΑ Τούντα 1935 Ρούκουνας Odeon GA ΤΟ ΧΑΡΕΜΙ ΣΤΟ ΧΑΜΑΜ Δελιά 1935 Δελίας Columbia DG ΜΕΣ' ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟ ΧΑΜΑΜ Δελιά 1948 Γούναρης / Χάρης Atticon USA ΜΕΣ' ΤΟΥ ΖΑΜΠΙΚΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1933 Αμπατζή Odeon GA ΜΕΣ' ΤΟΥ ΖΑΜΠΙΚΟΥ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Τζόβενου 1932 Εσκενάζυ Columbia DG ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ Ατραΐδη 1946 Μηττάκη Odeon GA ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ Ατραΐδη 1946 Κουλουριώτης Columbia DG Ο ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΣ Μαρίνου 1934 Αμπατζή HMV AO ΜΟΥΡΜΟΥΡΑΚΙ ΑΣΜΑ A Μαρίνου 1948 Ελευθεριάδης Virginia USA VR ΜΟΥΡΜΟΥΡΑΚΙ B Μαρίνου 1948 Ελευθεριάδης Metropolitan USA ME ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΣ Μαρίνου 1939 Τρίο Γκαντίνη Orthophonic USA ORS Ο ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΣ Μαρίνου 1930 Διαμαντίδης HMV AO ΤΟ ΜΟΥΡΜΟΥΡΑΚΙ Μαρίνου 1952 Λούβαρης Liberty USA ΤΑ ΟΥΛΑ ΣΟΥ Ανωνύμου 1919 Παπαγκίκα Columbia USA CO-E ΤΑ ΟΥΛΑ ΣΟΥ Ανωνύμου 1948 Μέλκον Kaliphon USA D ΤΑ ΟΥΛΑ ΣΟΥ Ανωνύμου 1920 Κα Κούλα Panhellenion Record USA PAN ΤΑ ΟΥΛΑ ΣΟΥ Ανωνύμου 1925 Παπαγκίκα Victor USA VI ΣΤΟ ΒΟΤΑΝΙΚΟ Ρούκουνα 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΣΤΟ ΒΟΤΑΝΙΚΟ Ρούκουνα 1953 Αποστόλου Liberty USA ΚΑΦΤΟΝΕ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΦΤΟΝΕ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης Parlophone B I 54 2 ΦΤΙΑΧΤΟΝΕ ΣΤΑΥΡΟ ΦΤΙΑΧΤΟΝΕ Βαμβακάρη 1948 Αποστόλου / Πόγγης Panhellenic Record USA P ΟΠΟΥ ΙΔΕΙΣ ΔΥΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ Ανωνύμου 1923 Παπαγκίκα Columbia USA CO-56002F 55 2 ΟΠΟΥ ΔΕΙΣ ΔΥΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ Ανωνύμου 1920 Κα Κούλα Panhellenion Record USA PAN ΟΠΟΥ ΙΔΕΙΣ ΔΥΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ Ανωνύμου 1922 Παπαγκίκα Victor USA VI ΕΧΩ ΜΕΡΑΚΙ ΕΧΩ ΝΤΑΛΓΚΑ Α Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Odeon GA ΕΧΩ ΜΕΡΑΚΙ ΕΧΩ ΝΤΑΛΓΚΑ Β Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Victor USA VI ΕΧΩ ΜΕΡΑΚΙ Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Pathe X ΠΑΡΑΜΑΝΑ ΚΟΥΝΑ - ΚΟΥΝΑ Ανωνύμου 1927 Βάκα Victor USA VI

355 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 57 2 ΚΟΥΝΑ - ΚΟΥΝΑ ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ανωνύμου 1927 Βάκα Metropolitan USA ME ΤΑ ΣΠΑΡΜΑΤΣΕΤΑ Σακελλαρίου 1927 Νικολάου Victor USA VI ΤΑ ΣΠΑΡΜΑΤΣΕΤΑ Σακελλαρίου 1948 Tunar S. Balkan USA BAL Η ΠΟΛΙΤΙΣΣΑ Τούντα 1928 Σωφρονίου 60 1 ΜΙΝΟΡΕ ΤΟΥ ΤΕΚΕ Α Χαλικιά 1932 Ορχήστρα Columbia USA CO-56294F 60 2 ΜΙΝΟΡΕ ΤΟΥ ΤΕΚΕ Β Χαλικιά 1932 Ορχήστρα Columbia DG ΤΟ ΜΙΝΟΡΕ ΤΟΥ ΤΕΚΕ Γ Χαλικιά 1932 Ορχήστρα Columbia DGX ΟΙ ΑΒΑΝΤΕΣ ΤΟΥ ΣΟΦΕΡ Α Διαμαντίδη 1931 Διαμαντίδης Columbia DG ΟΙ ΑΒΑΝΤΕΣ ΤΟΥ ΣΟΦΕΡ Β Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Victor USA VI ΟΙ ΑΒΑΝΤΕΣ ΤΟΥ ΣΟΦΕΡ Γ Διαμαντίδη 1932 Διαμαντίδης Pathe X ΣΤΗΝ ΥΠΟΓΑ Α Τέντη 1930 Α. Κωστής Victor USA VI ΣΤΗΝ ΥΠΟΓΑ Β Τέντη 1932 Α. Κωστής Orthophonic USA ORS ΤΣΑΧΠΙΝΑ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑ Α Πολίτη 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΤΣΑΧΠΙΝΑ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑ B Πολίτη 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΚΑΘΕΣΑΙ ΝΑ ΛΕΣ Περιστέρη 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΤΟ ΧΑΡΟ Τούντα 1935 Ρούκουνας Parlophone B ΜΠΑΡΜΠΟΥΤΙ Τούντα 1933 Ρούκουνας Parlophone B I 67 ΒΡΑΪΛΑ Τσομπανάκη 1928 Παπαγκίκα Columbia USA CO-56181F 68 ΠΑΡΑΠΟΝΙΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΜΑΓΚΕΣ ΜΑΣ Γιοβάν Τσαούς 1936 Καλυβόπουλος HMV AO ΣΤΟΝ ΤΕΚΕ ΤΟΥ ΠΕΡΔΙΚΑΚΗ Τζόβενου 1935 Αμπατζή HMV AO ΤΕΚΕΤΖΗΣ Περιστέρη 1933 Κασιμάτης Parlophone B ΤΟΥΡΚΟΛΙΜΑΝΙΩΤΙΣΣΑ ΓΛΥΚΙΑ Τούντα 1935 Αμπατζή HMV AO ΒΡΕ ΜΑΓΚΕΣ ΔΥΟ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ Τζόβενου 1934 Αμπατζή HMV AO ΤΑ ΔΙΣΤΙΧΑ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ Μανέτα, Σπαχάνη 1931 Σπαχάνης Columbia DG ΑΛΑΝΙΑΡΗΣ Βαμβακάρη 1934 Βαμβακάρης Columbia DG ΑΠ' ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΕΝΑΣ ΜΟΡΤΗΣ Διαμαντίδη 1931 Διαμαντίδης Columbia DG ΑΡΓΙΛΕ ΜΟΥ Παπάζογλου 1933 Περπινιάδης Columbia DG ΑΡΓΙΛΕ ΜΟΥ ΓΙΑΤΙ ΣΒΥΝΕΙΣ Χρυσίνη 1935 Μηττάκη Odeon GA ΒΑΡΚΑ ΜΟΥ ΜΠΟΓΙΑΤΙΣΜΕΝΗ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΛΟΛΑ ΜΕΡΑΚΛΟΥ Μπαρούση 1934 Ρούκουνας Columbia DG ΓΕΝΤΙ ΚΟΥΛΕ Ψυριώτη 1934 Παπασιδέρης HMV AO ΓΙΑ ΤΟ ΓΙΝΑΤΙ ΣΟΥ ΜΩΡΗ Βαμβακάρη 1934 Βαμβακάρης Columbia DG

356 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 82 ΓΙΑΝΝΟΥΣΕΝΑ Γαβαλά 1934 Εσκενάζυ Odeon GA ΓΚΑΜΗΛΙΕΡΙΚΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΕΙΝΑΙ ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ Μπαρούση 1936 Περπινιάδης Columbia DG ΕΠΙΑΣΑΝΕ ΤΟΝ ΜΠΑΤΗ Ροβερτάκη 1936 Κάβουρας Odeon GA ΕΦΟΥΜΕΡΝΑΜ' ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Columbia DG ΖΕΪΜΠΕΚΑΝΟ ΣΠΑΝΙΟΛΟ Μπάτη 1934 Παγιουμτζής HMV AO Η ΑΤΣΙΓΓΑΝΑ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO Η ΦΥΛΑΚΗ ΕΙΝΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ Δ. Σκόττι 1931 Α. Κωστής Orthophonic USA ORS Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΡΓΙΛΕ Παπάζογλου 1934 Περπινιάδης / Παπάζογλου Β. Columbia DG ΗΡΩΪΝΗ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑΚΙ Γαβαλά 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΗΤΑΝ ΑΝΟΙΞΗ Γκόγκου 1935 Γκόγκος Columbia DG ΘΕΛΩ ΜΑΣΤΟΥΡΗΣ ΝΑ ΓΙΝΩ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Parlophone B II 94 ΘΕΛΩ ΝΑ Σ' ΑΝΤΑΜΩΣΩ (ΞΑΒΕΡΓΙΩΤΙΣΣΑ) Γκόγκου 1938 Παγιουμτζής / Περπινιάδης HMV AO ΚΑΛΕ ΜΑΝΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ Μανέτα, Σπαχάνη 1931 Σπαχάνης Columbia DG ΚΑΠΝΟΥΛΟΥΔΕΣ Γκόγκου 1934 Γκόγκος Columbia DG ΚΑΠΟΤΕ ΗΜΟΥΝΑ ΚΙ ΕΓΩ Βαμβακάρη 1934 Βαμβακάρης HMV AO ΚΑΡΑΝΤΟΥΖΕΝΙ Βαμβακάρη 1932 Βαμβακάρης Parlophone B I 99 ΚΟΡΟΪΔΟ ΑΔΙΚΑ ΠΕΡΝΑΣ Καμβύση 1934 Εσκενάζυ HMV AO ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ Τούντα 1936 Περπινιάδης Columbia DG Μ' ΑΡΓΙΛΕ ΚΑΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Τσομπανόπουλου 1934 Περπινιάδης Columbia DG Μ' ΕΝΑ ΚΑΦΕΤΖΗ ΜΠΛΕΓΜΕΝΗ Κατσαρού 1936 Κατσαρός Columbia USA CO-56370F 103 ΜΑΓΚΕΣ ΠΙΑΣΤΕ ΤΑ ΒΟΥΝΑ Παγιουμτζή 1936 Παγιουμτζής Columbia DG ΜΑΝΑ ΘΕΛΩ ΕΝΑΝ ΑΝΤΡΑ Ρούκουνα 1936 Μηττάκη Odeon GA ΜΑΡΙΚΑ ΧΑΣΙΚΛΟΥ Παπάζογλου 1934 Ρούκουνας Parlophone B ΜΑΣ ΚΥΝΗΓΟΥΝ ΤΟΝ ΑΡΓΙΛΕ Εσκενάζυ 1934 Εσκενάζυ Odeon DG ΜΑΣΤΟΥΡΑΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Columbia DG ΜΑΣΤΟΥΡΙΑ Μοντανάρη 1932 Φρατζεσκοπούλου Columbia DG ΜΕ ΠΙΑΝΟΥΝΕ ΖΑΛΑΔΕΣ Κωστή Α Α. Κωστής Victor USA Vi ΜΟΡΤΙΣΣΑ ΧΑΣΙΚΛΟΥ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Columbia DG ΜΟΥΡΜΟΥΡΙΚΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ Χαλικιά 1933 Ορχήστρα Columbia USA CO-56327F 112 ΜΠΕΛΑΝΤΕΡΙΑ Περιστέρη 1933 Κασιμάτης Odeon GA ΜΠΟΕΜΙΣΣΑ Περιστέρη 1933 Εσκενάζυ Odeon GA

357 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 114 ΝΤΑΡΙ-ΝΤΑΝΤΡΑ Ο ΜΠΑΓΛΑΜΑΣ Χρυσαφάκη 1934 Εσκενάζυ HMV AO ΝΤΕΡΒΙΣΗΣ Ανωνύμου 1929 Διαμαντίδης HMV AO Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ Μοντανάρη 1935 Βογιατζή Parlophone B Ο ΒΛΑΜΗΣ ΤΟΥ ΨΥΡΡΗ Μιχαηλίδη 1929 Διαμαντίδης Columbia Eng Ο ΔΕΡΒΙΣΗΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Odeon GA Ο ΚΟΥΜΠΟΥΡΑΣ ΑΠ' ΤΗ ΒΑΘΗ Στάμου 1920 Παπαγκίκα Greek Record Co USA GRC Ο ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΑΣ Παπάζογλου 1934 Περπινιάδης Columbia DG Ο ΜΑΓΚΑΣ ΤΟΥ ΒΟΤΑΝΙΚΟΥ Περιστέρη 1933 Κασιμάτης Parlophone B Ο ΜΑΡΚΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης Odeon GA Ο ΜΑΡΚΟΣ Ο ΣΥΡΙΑΝΟΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης HMV AO Ο ΜΑΡΚΟΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Βαμβακάρη 1936 Βαμβακάρης Parlophone B I 125 Ο ΜΠΟΥΦΕΤΖΗΣ Μπάτη 1935 Μπάτης HMV AO Ο ΝΙΚΟΚΛΑΚΙΑΣ Παπάζογλου 1934 Περπινιάδης Columbia DG Ο ΝΤΑΒΑΤΖΗΣ ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ Διαμαντίδη 1933 Διαμαντίδης HMV AO Ο ΞΕΜΑΓΚΑΣ Παπάζογλου 1935 Αμπατζή HMV AO Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΖΑΚΙΑ Δελιά 1936 Δελίας Columbia DG Ο ΠΡΕΖΑΚΙΑΣ Γιοβάν Τσαούς 1936 Καλυβόπουλος HMV AO Ο ΡΕΜΠΕΤΗΣ Ρουμελιώτη 1934 Περπινιάδης Columbia DG Ο ΡΟΪΔΙΤΗΣ Γαβαλά 1934 Αμπατζή HMV AO Ο ΣΕΡΕΤΗΣ Μοντανάρη 1935 Κάβουρας Parlophone B Ο ΣΤΑΥΡΑΚΑΣ ΜΕΣ' ΤΟΝ ΤΕΚΕ Περιστέρη 1935 Διάλογος Odeon GA Ο ΧΑΡΜΑΝΗΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Odeon GA-1674-A 136 ΟΙ ΔΥΟ ΣΕΡΕΤΕΣ Χρυσαφάκη 1933 Διαμαντίδης / Κασιμάτης HMV AO ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Παγιουμτζή 1946 Παγιουμτζής / Κερομύτης HMV AO ΟΙ ΣΑΛΤΑΔΟΡΟΙ Γενίτσαρη 1947 Κατσαρός Standard USA F ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΥ ΩΡΩΠΟΥ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΟΣΟΙ ΕΧΟΥΝΕ ΠΟΛΛΑ ΛΕΦΤΑ Βαμβακάρη 1936 Βαμβακάρης Odeon GA ΟΤΑΝ ΠΙΝΩ ΤΟΥΜΠΕΚΑΚΙ Β Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης HMV AO ΟΤΑΝ ΣΕ ΒΛΕΠΩ ΚΙ ΕΡΧΕΣΑΙ Ανωνύμου 1927 Νικολάου Victor USA VI ΟΥΖΟ ΧΑΣΙΣ Τσάμα 1934 Εσκενάζυ Odeon GA ΟΦ ΑΜΑΝ Περιστέρη 1933 Κασιμάτης Odeon GA ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΓΛΥΚΟ ΧΑΣΙΣΙ Γκόγκου 1935 Γκόγκος Columbia DG

358 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 146 ΠΕΝΤΕ ΜΑΓΚΕΣ Γιοβάν Τσαούς 1936 Καλυβόπουλος Columbia DG ΠΙΝΩ ΚΑΙ ΜΑΡΑΖΩΝΩ Δελιά 1938 Κατσαρός Orthophonic USA S ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΠΑΛΙΑ Γαβαλά 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΧΤΙΣΩ ΕΝΑ ΤΖΑΜΙ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης Odeon GA ΡΑΣΤ ΤΟΥ ΤΕΚΕ Χαλικιά 1933 Ορχήστρα Columbia USA CO-56327F 151 Σ' ΕΝΑN ΤΕΚΕ ΣΚΑΡΩΣΑΝΕ Τσιτσάνη 1936 Μηττάκη Odeon GA ΣΑΝ ΦΟΥΜΑΡΩ ΤΣΙΓΑΡΛΙΚΙ Παπάζογλου 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΣΕΒΝΤΑΛΟΥ Χρυσαφάκη 1933 Περπινιάδης Odeon GA ΣΟΥΡΑ ΚΑΙ ΜΑΣΤΟΥΡΑ Δελιά 1936 Δελίας HMV AO ΣΤΗ ΠΟΛΗ ΣΤΟ ΜΕΛΒΑ ΧΑΝΕ Ανωνύμου 1948 Εσκενάζυ Balkan USA BAL ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ, ΜΑΝΕΣ Εσκενάζυ 1930 Εσκενάζυ Odeon Ger. DG ΣΤΟΥ ΜΠΕΖΕΣΤΕΝΗ ΤΗΝ ΑΥΛΗ Γαβαλά 1932 Γαβαλάς Victor USA Vi B 158 ΤΑ ΧΑΝΟΥΜΑΚΙΑ Καρίπη 1935 Αμπατζή / Στάμος HMV AO ΤΗΣ ΜΑΣΤΟΥΡΑΣ Ο ΣΚΟΠΟΣ Τσιτσάνη 1946 Παγιουμτζής / Κερομύτης Columbia DG ΤΟ ΚΟΥΤΣΑΒΑΚΙ Τσάμα 1933 Κασιμάτης Parlophone B ΤΟ ΜΠΟΥΖΟΥΚΑΚΙ Σκαρβέλη 1934 Αμπατζή Columbia DG ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ Παπάζογλου 1948 Μέλκον Balkan USA BAL ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΝΤΕΡΒΙΣΗ Περπινιάδη 1935 Περπινιάδης Columbia DG ΤΟ ΣΑΚΑΚΙ Δελιά 1935 Δελίας Columbia DG ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΟ ΑΛΑΝΙ Μπαρούση 1934 Εσκενάζυ HMV AO ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΑΚΙ A Κωστή Α Α. Κωστής Columbia DG ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΑΚΙ Β Συγχρονίκ 1931 Α. Κωστής Victor USA VI ΤΡΑΓΙΑΣΚΕΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Parlophone B II 168 ΤΣΑΚΩΤΟ ΤΟΝ ΕΠΙΑΣΕ Χρυσαφάκη 1935 Περπινιάδης Columbia DG ΧΤΕΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης HMV AO ΧΤΕΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΣΤΟΝ ΤΕΚΕ ΜΑΣ Χρυσίνη 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΧΤΕΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΣΤΟΥ ΚΑΡΙΠΗ Κατσαρού 1935 Κατσαρός Columbia USA CO-56358F 172 ΩΡΕΣ ΜΕ ΘΡΕΦΕΙ Ο ΛΟΥΛΑΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης HMV AO ΑΘΑΝΑΤΟ ΡΩΜΕΪΚΟ Σχίζα 1929 Κυριακός Victor USA VI ΕΙΜΑΙ ΜΙΑ ΤΣΑΧΠΙΝΑ Παπαδόπουλου 1934 Εσκενάζυ HMV AO ΕΙΜΑΙ ΜΙΑ ΤΣΑΧΠΙΝΑ Παπαδόπουλου 1934 Κορίνα Odeon CA ΕΦΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΤΕΚΕ Καμβύση 1933 Κυριακός / Καμβύσης HMV AO

359 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 176 Η ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ Καμβύση 1930 Κυριακός Pathe X ΚΟΧΛΑΡΑΚΙΑΣ Βιτάλη 1935 Μεσολογγίτης Parlophone B ΝΑ 'ΧΑ ΜΑΝΑ ΝΑ ΜΕ ΔΕΙ Κυριακού 1932 Κυριακός Pathe X Ο ΖΟΡΙΚΟΣ Κοντόπουλου 1934 Αναπλιώτης Parlophone B ΠΑΛΗΑ ΣΤΡΑΤΩΝΑ Ζάττα 1929 Ιωαννίδης / Κουρκούλη Columbia DGX ΠΟΛΙΤΙΣΜΕΝΟΣ ΜΑΓΚΑΣ Καμβύση Κυριακός 182 ΡΟΥΜΠΑ Ο ΝΤΕΚΕΣ Κυπαρίσση 1934 Κορίνα Odeon GA ΤΟ ΧΑΣΙΣΙ Ζάττα 1929 Μήλιαρης / Σαβαρής Columbia Eng ΚΑΤΣΕ Ν' ΑΚΟΥΣΕΙΣ ΜΙΑ ΠΕΝΙΑ Τσιτσάνη 1946 Τσαουσάκης / Τσιτσάνης / Μοσχονάς Odeon GA ΜΑΓΚΕΣ ΚΑΡΑΒΟΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟΙ Μπάτη 1934 Παγιουμτζής HMV AO ΜΕΣ' ΣΤΟΥ ΜΑΡΙΝΟΥ Τσιτσάνη 1957 Αναγνωστάκης Columbia DG ΟΙ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΕΣ Δασκαλάκη 1954 Παγιουμτζής HMV AO ΠΑΙΞΕ ΧΡΗΣΤΟ ΤΟ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ Τσιτσάνη 1949 Τσαουσάκης / Νίνου HMV AO ΣΑΝ ΕΓΥΡΙΖ' ΑΠ' ΤΗΝ ΠΥΛΟ Παπάζογλου 1935 Παγιουμτζής HMV AO ΜΑΝΤΑΜ ΜΑΡΗ-ΚΟΚΑΪΝΗ Walter Kollo 191 ΠΡΕΖΑ ΚΟΚΑΪΝΗ Κοντόπουλου 1933 Κοντόπουλος Parlophone B ΜΗ ΜΕ ΡΩΤΑΤΕ (ΚΟΚΑΪΝΗ) Ντ' Άντζελις 1935 Βέμπο HMV AO ΜΗ ΜΕ ΡΩΤΑΤΕ Ντ' Άντζελις 1935 Δημητριάδης / Καζής Orthophonic USA ORS ΧΑΣΙΣ Ριτσιάδη 1934 Θωμάκος / Ευθυμιάδου Columbia DG ΤΟ ΧΑΣΙΣ Ζουμπέρ Στη δεύτερη στήλη σημειώνονται οι επανεκτελέσεις ή οι επανατυπώσεις. Στη τρίτη στήλη (τίτλος τραγουδιού) με Α,Β,Γ σημειώνονται οι επανατυπώσεις. 357

360 2.ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΩΝ «ΠΕΙΡΑΙΩΤΩΝ» ΠΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 1 1 ΚΟΥΤΣΑΒΑΚΙ Δελιά 1936 Δελιάς HMV AO ΒΡΕ ΜΑΓΚΑ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΟΥ Δελιά 1938 Κατσαρός Orthophonic USA ORS ΑΠ' ΤΟΥ ΜΕΜΕΤΗ ΤΟ ΝΕΡΟ Γαβαλά 1933 Φρατζεσκοπούλου Columbia DG ΑΠ' ΤΟΥ ΜΕΜΕΤΗ ΤΟ ΝΕΡΟ Γαβαλά 1932 Γαβαλάς Victor USA VI ΑΠ' ΤΟΥ ΜΕΜΕΤΗ ΤΟ ΝΕΡΟ Γαβαλά 1933 Κασιμάτης Parlophone B ΤΟ ΧΑΡΕΜΙ ΣΤΟ ΧΑΜΑΜ Δελιά 1935 Δελίας Columbia DG ΜΕΣ' ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟ ΧΑΜΑΜ Δελιά 1948 Γούναρης / Χάρης Atticon USA ΚΑΦΤΟΝΕ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΦΤΟΝΕ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης Parlophone B I 54 2 ΦΤΙΑΧΤΟΝΕ ΣΤΑΥΡΟ ΦΤΙΑΧΤΟΝΕ Βαμβακάρη 1948 Αποστόλου / Πόγγης Panhellenic Record USA P ΠΑΡΑΠΟΝΙΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΜΑΓΚΕΣ ΜΑΣ Γιοβάν Τσαούς 1936 Καλυβόπουλος HMV AO ΤΑ ΔΙΣΤΙΧΑ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ Μανέτα, Σπαχάνη 1931 Σπαχάνης Columbia DG ΑΛΑΝΙΑΡΗΣ Βαμβακάρη 1934 Βαμβακάρης Columbia DG ΒΑΡΚΑ ΜΟΥ ΜΠΟΓΙΑΤΙΣΜΕΝΗ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΓΙΑ ΤΟ ΓΙΝΑΤΙ ΣΟΥ ΜΩΡΗ Βαμβακάρη 1934 Βαμβακάρης Columbia DG ΓΙΑΝΝΟΥΣΕΝΑ Γαβαλά 1934 Εσκενάζυ Odeon GA ΓΚΑΜΗΛΙΕΡΙΚΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΕΦΟΥΜΕΡΝΑΜ' ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Columbia DG ΖΕΪΜΠΕΚΑΝΟ ΣΠΑΝΙΟΛΟ Μπάτη 1934 Παγιουμτζής HMV AO Η ΑΤΣΙΓΓΑΝΑ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΗΡΩΪΝΗ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑΚΙ Γαβαλά 1934 Περπινιάδης Columbia DG ΗΤΑΝ ΑΝΟΙΞΗ Γκόγκου 1935 Γκόγκος Columbia DG ΘΕΛΩ ΜΑΣΤΟΥΡΗΣ ΝΑ ΓΙΝΩ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Parlophone B II 94 ΘΕΛΩ ΝΑ Σ' ΑΝΤΑΜΩΣΩ (ΞΑΒΕΡΓΙΩΤΙΣΣΑ) Γκόγκου 1938 Παγιουμτζής / Περπινιάδης HMV AO ΚΑΛΕ ΜΑΝΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ Μανέτα, Σπαχάνη 1931 Σπαχάνης Columbia DG ΚΑΠΝΟΥΛΟΥΔΕΣ Γκόγκου 1934 Γκόγκος Columbia DG ΚΑΠΟΤΕ ΗΜΟΥΝΑ ΚΙ ΕΓΩ Βαμβακάρη 1934 Βαμβακάρης HMV AO ΚΑΡΑΝΤΟΥΖΕΝΙ Βαμβακάρη 1932 Βαμβακάρης Parlophone B I 103 ΜΑΓΚΕΣ ΠΙΑΣΤΕ ΤΑ ΒΟΥΝΑ Παγιουμτζή 1936 Παγιουμτζής Columbia DG ΜΑΣΤΟΥΡΑΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Columbia DG

361 α/α τίτλος τραγουδιού δημιουργός έτος ερμηνευτής εταιρεία κωδ. δίσκου 110 ΜΟΡΤΙΣΣΑ ΧΑΣΙΚΛΟΥ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Columbia DG Ο ΔΕΡΒΙΣΗΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Odeon GA Ο ΜΑΡΚΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης Odeon GA Ο ΜΑΡΚΟΣ Ο ΣΥΡΙΑΝΟΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης HMV AO Ο ΜΑΡΚΟΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Βαμβακάρη 1936 Βαμβακάρης Parlophone B I 125 Ο ΜΠΟΥΦΕΤΖΗΣ Μπάτη 1935 Μπάτης HMV AO Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΖΑΚΙΑ Δελιά 1936 Δελίας Columbia DG Ο ΠΡΕΖΑΚΙΑΣ Γιοβάν Τσαούς 1936 Καλυβόπουλος HMV AO Ο ΡΟΪΔΙΤΗΣ Γαβαλά 1934 Αμπατζή HMV AO Ο ΧΑΡΜΑΝΗΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Odeon GA-1674-A 137 ΟΙ ΜΠΑΓΛΑΜΑΔΕΣ Παγιουμτζή 1946 Παγιουμτζής / Κερομύτης HMV AO ΟΙ ΣΑΛΤΑΔΟΡΟΙ Γενίτσαρη 1947 Κατσαρός Standard USA F ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΥ ΩΡΩΠΟΥ Μπάτη 1934 Μπάτης HMV AO ΟΣΟΙ ΕΧΟΥΝΕ ΠΟΛΛΑ ΛΕΦΤΑ Βαμβακάρη 1936 Βαμβακάρης Odeon GA ΟΤΑΝ ΠΙΝΩ ΤΟΥΜΠΕΚΑΚΙ Β Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης HMV AO ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΓΛΥΚΟ ΧΑΣΙΣΙ Γκόγκου 1935 Γκόγκος Columbia DG ΠΕΝΤΕ ΜΑΓΚΕΣ Γιοβάν Τσαούς 1936 Καλυβόπουλος Columbia DG ΠΙΝΩ ΚΑΙ ΜΑΡΑΖΩΝΩ Δελιά 1938 Κατσαρός Orthophonic USA S ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΠΑΛΙΑ Γαβαλά 1934 Ρούκουνας Odeon GA ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΧΤΙΣΩ ΕΝΑ ΤΖΑΜΙ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης Odeon GA ΣΟΥΡΑ ΚΑΙ ΜΑΣΤΟΥΡΑ Δελιά 1936 Δελίας HMV AO ΣΤΟΥ ΜΠΕΖΕΣΤΕΝΗ ΤΗΝ ΑΥΛΗ Γαβαλά 1932 Γαβαλάς Victor USA Vi B 164 ΤΟ ΣΑΚΑΚΙ Δελιά 1935 Δελίας Columbia DG ΤΡΑΓΙΑΣΚΕΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης Parlophone B II 169 ΧΤΕΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ Βαμβακάρη 1935 Βαμβακάρης HMV AO ΩΡΕΣ ΜΕ ΘΡΕΦΕΙ Ο ΛΟΥΛΑΣ Βαμβακάρη 1933 Βαμβακάρης HMV AO ΜΑΓΚΕΣ ΚΑΡΑΒΟΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟΙ Μπάτη 1934 Παγιουμτζής HMV AO

362 3. ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΜΕ ΠΙΘΑΝΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΕ ΟΥΣΙΕΣ Α/αριθ. Α/α ΤΙΤΛΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ ΡΟΖΙΚΑ Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) Ρόζα Εσκενάζυ ΡΟΖΙΚΑ Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) ΜΑΓΚΑΣ ΣΕΒΝΤΑΛΗΣ Κ. Σκαρβέλης (Παστουρμάς) Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) ΜΑΓΚΑΣ ΣΕΒΝΤΑΛΗΣ Κ. Σκαρβέλης (Παστουρμάς) Κώστας Νούρος 197 Η ΜΠΕΛΑΛΟΥ Γ. Δραγάτσης (Ογδοντάκης) Μ. Καναροπούλου 198 ΜΑΡΙΚΑΡΑ ΜΟΥ Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) 199 ΜΠΑΡΜΠΑ ΓΩΓΟΣ Ανώνυμος Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) 200 ΜΟΥ ΑΝΑΨΕΣ ΚΑΗΜΟ Γιώργος Ροβερτάκης Στελλάκης Περπινιάδης 201 Ο ΜΗΤΣΟΥΡΑΣ Ανώνυμος Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) 202 ΟΙ ΝΤΕΡΒΙΣΗΔΕΣ Ανώνυμος Κα Κούλα 203 ΑΠΑΧΗΣ Αλ. Παπαδόπουλος Γρηγόρης Ασίκης 204 ΒΡΕ ΜΑΝΩΛΗ Γιώργος Βιτάλης Κίτσα Κορίνα 205 ΠΑΡΑΠΟΝΙΑΡΗΣ Σ. Περιστέρης Β. Μεσολογγίτης ΝΤΑΒΑΤΖΗΣ Β. Μεσολογγίτης 206 ΔΟΣ ΜΟΥ ΔΕΚΑ ΤΑΛΑΡΑ Τέντης Πέτρος Κυριακός 207 ΕΙΜΑΙ ΜΠΕΚΡΟΥ Δημ. Σέμσης (Σαλονικιός) Ρόζα Εσκενάζυ 208 ΕΛΑ ΕΔΏ ΜΑΡΙΚΑΚΙ ΜΟΥ Αγνώστου Βιργινία Μαγγίδου 209 ΕΝΑΣ ΜΑΓΚΑΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) 210 Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΧΑΣΙΚΛΗ Γιώργος Καμβύσης Γιώργος Καμβύσης 211 ΜΑΓΚΙΣΣΑ Σ. Ιωαννίδης-Αιμ. Σαββίδης Κίτσα Κορίνα ΜΑΤΣΑΡΑΓΚΙΣΣΑ 212 ΘΑ ΣΕ ΞΕΧΑΣΩ ΠΡΟΔΟΤΗ Αθανάσιος Αθανασίου Αθανάσιος Πειραιώτης 213 ΚΑΜΩΜΑΤΟΥ ΣΜΥΡΝΙΑ Δημ. Σέμσης (Σαλονικιός) Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) 214 ΜΟΡΤΙΣΣΑ ΤΣΑΧΠΙΝΑ Γ. Παλαμάς Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) 215 ΜΠΟΥΚΑΡΑΝ ΜΑΓΚΕΣ Αθανάσιος Γιορταμάκης Αθανάσιος Γιορταμάκης ΣΤΟΝ ΤΕΚΕ (Πειραιώτης) (Πειραιώτης) 216 ΝΤΕΡΒΙΣΑΔΕΣ Ανωνύμου Επαμεινώντας Ασημακόπουλος 217 ΞΕΛΟΓΙΑΣΤΡΑ Δημήτρης Ατραϊδης Δημήτρης Ατραϊδης 218 ΣΤΟΥ ΝΙΚΗΤΑ ΤΟΝ ΤΕΚΕ Γ. Δραγάτσης (Ογδοντάκης) Γιώργος Παπασιδέρης 219 ΤΩΡΑ ΤΑ ΠΑΙΡΝΩ Γιώργος Κατσαρός Γιώργος Κατσαρός 220 ΟΙ ΝΤΑΗΔΕΣ Στέφανος Βέζος Ζαχαρίας Κασιμάτης 221 ΤΟ ΒΛΑΜΑΚΙ Ανωνύμου Κα Κούλα 222 ΤΑ ΒΛΑΜΑΚΙΑ ΟΙ Μενέλαος Μιχαηλίδης Αντώνης Διαμαντίδης ΜΕΡΑΚΛΗΔΕΣ (Νταλγκάς) 223 ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ Ανωνύμου Εστουντιαντίνα 224 ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ Ανωνύμου Αντ. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) ΣΟΥ 225 ΤΙ ΣΕ ΜΕΛΛΕΙ ΕΣΕΝΑΝΕ Ανωνύμου Αγγ. Καραγιάννη 226 ΤΟ ΠΑΛΑΜΗΔΙ Γ. Δραγάτσης (Ογδοντάκης) Κώστας Ρούκουνας 227 ΤΟ ΞΕΡΟΥΝΕ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ Τ. Ντόρλης Π. Διβάρης Γ. Σεβδαλή 360

363 4. ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΧΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΦΩΝΟΓΡΑΦΗΘΗΚΑΝ 1. Παξινού Σπύρου, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, 1940, σ.83. Όταν θα ρθει το τέλος μου και δύσω σαν αστέρι κι όταν ο πόνος της καρδιάς στον τάφο θα με φέρει. Τότε Μαρίκα μου γλυκιά κάνε μου αυτή τη χάρη, το τάμα που σου ζήτησα, βάλτο στο μαξιλάρι. Γιατί θα βρω αμαρτωλούς, γυναίκα μου στον Άδη, χαρμάνια να με καρτερούν, στο φοβερό σκοτάδι. Εμένανε που θα κρατώ της, Προύσας το βοτάνι, να τους το δώσω να το πιουν ο πόνος τους να γειάνει. 2. Παξινού Σπύρου, Έγκλημα κοινωνία αστυνομία, 1940, σ.82. Μαργιώ μου μας τη σκάσανε, το μαύρο μας το πιάσανε. Μαργιώ μου τη σκάσανε, στην αγορά με πιάσανε. Τις μαύρες μου τις πήρανε, στ αυτόφορο με πήγανε. Αυτό δεν είναι έγκλημα κι αν πίνω το χασίσι. Είναι κι αυτό ένα πιοτό, που το πλασε η φύση. 361

364 3. Φαλτάϊτς Κώστα, Οι παραστρατημένοι, 1925, σ.31. ΧΑΣΙΣ Ήρθαν νεράϊδες μέσα στη σπηλιά με τα μεταξένια τα χρυσά μαλλιά. Είχανε λουλούδια μέσ στην αγκαλιά κι είχανε στα χείλη φείδια για φιλιά. Κι ήρθανε γοργόνες ξωτικές μαζί. Ίχ, τα! ποιος πεθαίνει, ποιος απόψε ζη. Να κι οι δερβισάδες, τούρλα τούρλα, λα, με τα κομπολόγια και με το λουλά. Κοφτερά αστράψαν ξάφνου τα σπαθιά κι έπλεψαν στο αίμα λεβεντοκορμιά Χώσε μου καλή μου το καμί βαθειά κι απ τα σπλάχνα βγάλε την τρελλή καρδιά. Και κομμάτιασε την, δος την στα σκυλιά, να την λυσσοφάνε όξ απ τη σπηλιά. Κι αν χαροπαλέψω κι αν πονώ πολύ, κάψε μου τα πόδια και την κεφαλή. 4. Φαλτάϊτς Κώστα, Οι παραστρατημένοι, 1925, σ.41. Δεν μου λέτε, δεν μου λέτε, το χασίσι που πουλιέται; Για να πάρω πέντε δράμια, να το πιούνε τα χαρμάνια Βάρκα μου μπογιατισμένη, με χασίσι φορτωμένη Σαν με δης και παίρνω βόλτα, το στριφτό βάλτο στην πόρτα Τρείς καλές και δυο γιομάτες, αγαπώ δυο μαυρομάτες. 362

365 5. Φαλτάϊτς Κώστα, Οι παραστρατημένοι, 1925, σ.42. Σα σε πίνω βρε μαυράκι, χρυσά χρόνια και μεράκι. Δε με μέλει κι αν φουμάρω, χρυσά χρόνια θα περνάω. Το μαυράκι το μαυράκι, μου το βγάζει το μεράκι. 6. Φαλτάϊτς Κώστα, Οι παραστρατημένοι, 1925, σ.43. Να κι ο Γιάννης από πέρα έρχεται με τη μαχαίρα., Δος του Γιάννη να φουμάρη κι είν απ το πρωί χαρμάνι Βρε συ Γιάννη σα πεθάνης, το λουλά τι θα τον κάνης; Το λουλά και το καλάμι, θα τα πάρω εις τον Άδη. Θα τα πάρω εις τον Άδη, να φουμάρω κάθε βράδυ. 7. Πικρού Πέτρου, Χαμένα κορμιά, 1929, σ.72. Αχώριστα συντρόφια μας, η κάμα και η τσικα Το να σκοτώνει τον οχτρό και τ αλλο τρώει την πίκρα 8. Πικρού Πέτρου, Χαμένα κορμιά, 1929, σ.87. Εμείς κι αν το φουμάρουμε, κανένα δεν πειράζουμε 363

366 9. Μακρή Κωνσταντίνου, Το Ελληνικόν χασίς, 1929, σ.σ Τι κάνουμε κυρ Διευθυντά, και μας τη φέρνεις ταχτικά; Εμείς την τσίκα ανάβουμε, κανένα δεν πειράζουμε Τούτοι μπάτσοι που λθαν τώρα τι γυρεύουν τέτοιαν ώρα;... Έλα μπάτσε να φουμάρεις, το λουλά να μη μας πάρης 10. Τζελέπη Ν. Πάνου, Στον καιρό των σουλτάνων, 1965, σ.72. Στον ουρανό εκεί ψηλά ο Ντόκτορ Πέρβελης πετά στο δεξί του χέρι κρατά για σκήπτρα του ένα λουλά. 11. Παπάζογλου Αγγέλα, Τα χαΐρια μας εδώ, 1986, σ Είμαι βασιλιάς στα βράχια στις δροσιές και τα φεγγάρια. 12. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Βαρκούλα φεύγα μακριά Βαγγέλη Παπάζογλου Θα τραγουδήσω μια βαρκούλα μ άσπρα πανιά σαν τα φτερά θ αφήσω λίγο τα τραγούδια γι αργιλέδες και κεριά. Θα τραγουδήσω τον αέρα τον πελαγίσιο που γελάς όταν σου λέει έγια λέσα απ τις κακίες της στεριάς. Θα τραγουδήσω το βαρκάρη που μες στη θάλασσα ζητά να βγάλει αλμυρό ψωμάκι και πριν το φάει το προσκυνά. Βαρκάρη μου και ναύτη μου άνοιξε όλα τα πανιά βάλε φτερά στην πλάτη σου και φεύγα να βρεις τη χαρά. 364

367 13. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Ο γερόμαγκας Βαγγέλη Παπάζογλου Εγέρασα μωρέ παιδιά σαράντα χρόνια μάγκας το μαύρο δεν εχόρτασα ούτε τον αργιλέ εννιά φορές με κλείσανε κι όλες με ματσαράγκα μες τα κελιά του Ιτζεδίν και στο Γεντί Κουλέ. Τον ύπνο δεν εχόρτασα απ το πολύ τσιμπούκι και στη γωνιά της φυλακής είχα τον καφενέ κι οι μάγκες μαζευόντουσαν και παίζανε μπουζούκι κι ότι κι αν κανονίζαμε το φτιάναν ρεφενέ. Μες του Νταβέλη τη σπηλιά τώρα θα κατοικήσω που χει ρομάντζες πι όμορφες από του Πειραιά να ρχονται τα μαγκόπουλα για να τα φχαριστήσω ανάβοντας τον αργιλέ με θυμαριού φωτιά. 14. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Έλα πάλι Βαγγέλη Παπάζογλου Πες μου το γιατί να φύγεις από μένανε καλέ επειδή σου παν πως πίνω μαύρο κι αργιλέ. Έλα πάλι έλα πάλι έλα καλέ συ έλα να σε δω να γιάνω να μη πέσω και πεθάνω κούκλα μου χρυσή. Έλα και θα παρατήσω για τα σε καλέ και το μαύρο που φουμάρω και τον αργιλέ (και τον καφενέ). Έλα όπως είσαι κούκλα μου εσύ και για σένα νε θα πίνω μοναχά κρασί. Έλα μέσα έλα μέσα κούκλα μου εσύ να μεθώ με τα φιλιά σου κι όχι με κρασί. 365

368 15. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Ο μάγκας και η Μαριώ Βαγγέλη Παπάζογλου Πάρε Μαριώ το μπέμπη μας παρ και το μονοπάτι κι έλα μια μέρα να με δεις στου τάφου μου τα βάθη. Πάρε όλους τους κολλέγηδες κι όλα τα παλικάρια πάρε και μαύρο μπόλικο και δυο ζευγάρια ζάρια. Να θυμηθώ τα νιάτα μου που γλένταγα ο καημένος και να ξεχάσω μια στιγμή πως είμαι πεθαμένος. Αχ ρε ντουνιά πως σ έχασα προτού να σε γνωρίσω και να ρθω μες στη μαύρη γη για πάντα πια να ζήσω. Σημ. οι λέξεις «Μαριώ» και «μπέμπης» χρησιμοποιούνται κατά περίπτωση αντί της λέξης «αργιλές». 16. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Το μπιλιάρδο Βαγγέλη Παπάζογλου Κάθε βραδάκι που σκολνάς στα καφενεία τρέχεις και στα μπιλιάρδα τ ακουμπάς για μένα πέρα βρέχει. Μπιλιάρδο είναι η ζωή με τσόχα που τρυπάει τρεις μπάλες παίζουνε μαζί μα στέκα μια κτυπάει. Η πρώτη έχει τα λεφτά, η δεύτερη τα μέσα κι η τρίτη κάνει τα παιδιά να φεύγουν για τα ξένα. Εγώ μια η μπάλα που βαράς και καραμπόλες κάνεις η σπόντα σου είναι φωτιά και το φιλί σου στάχτη. Τρεις μπάλες είναι ο ντουνιάς, ήλιος, γη και φεγγάρι και στο μελάνι της σουπιάς πλένε χωρίς βαρκάρη. Τη γη βάλανε αργιλέ, τον ήλιο για καλάμι και μες στη μέση για λουλά όρθιο το φεγγάρι. 366

369 17. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Οι μάγκες παρατήσανε Βαγγέλη Παπάζογλου Οι μάγκες παρατήσανε τα σέα και τα μέα κι αριστοκράτες έγιναν Αθήνα και Περαία. Πέταξαν τις τραγιάσκες τους και ασκεπείς γυρίζουν και ψώνισαν κι αρώματα να βάζουν να μυρίζουν. Παράτησαν τη γκόμενα και πιάσανε μικρούλα γυρίζουνε στα βουλεβάρ κι όχι κρυφά στη ζούλα. Στο σινεμά στα θέατρα κάνουνε τα κονάκια κι αν θένε να ξεκουραστούν κάθονται στα παγκάκια. Σημ. «σέα»: όργανα της χρήσης χασίς (αργιλές κ.λπ.) «μέα»: οι ουσίες χρήσης εν προκειμένω το χασίς. 18. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Ντερβίσαινα Βαγγέλη Παπάζογλου Είμαι αλανιάρα μερακλού πω πω μες στην Αθήνα που ξενυχτώ στο καμπαρέ και την περνάω φίνα. Ούζο πίνω και μεθάω κι όλα τα ποτήρι σπάω και χορεύω τσιφτετέλι αμάν αμάν ικί τέλι. Κάθε νύχτα στα καμπαρέ αυγή αυγή στη μπύρα και το πρωί μες τον τεκέ φουμάρω τη νταμίρα. Παίζουνε κι οι ντερβισάδες λύρα ούτι μπαγλαμάδες. 367

370 19. Παπάζογλου Γιώργου, Τα χαΐρια μας εδώ - Βιβλίο 3 ο, 2011, σ Σαν το πουλί γυρνάω Βαγγέλη Παπάζογλου Κάθε πρωί μανούλα μου σαν το πουλί γυρνάω και με τ αεροπλάνο μου στον ουρανό πετάω / στον ουρανό πετάω. Μες στα ντουμάνια σεργιανώ που ρχοντ απ τους τεκέδες κι από τις θυμαροφωτιές π ανάβουν αργιλέδες / π ανάβουν αργιλέδες. Η πούλια μες στα πόδια μου χορεύει τσιφτετέλι κι ο ουρανός ο πονηρός της παίζει με το ντέφι / της παίζει με το ντέφι. Βλέπω τον κόσμο από ψηλά να παίζει να γελάει κι εσένα μάνα μου γλυκιά να βαριαναστενάζεις / να βαριαναστενάζεις. Μην τον φοβάσαι τον καιρό και τον πολύ αέρα με τ αλεξίπτωτο θα ρθω στην αγκαλιά σου μέσα / στην αγκαλιά σου μέσα. 368

371 5. ΕΙΚΟΝΕΣ Εικόνα 1. Φάκελος εξαρτημένου στο Δημόσιο Ψυχιατρείο με αριθ. μητρώου 8393 και ημερομηνία εισαγωγής Διάγνωση: τοξικομανία (ηρωίνη). 369

372 Εικόνα 1. (συνέχεια) Φάκελος εξαρτημένου στο Δημόσιο Ψυχιατρείο με αριθ. μητρώου 8393 και ημερομηνία εισαγωγής Διάγνωση: τοξικομανία (ηρωίνη). 370

373 Εικόνα 2. Φάκελος εισαχθέντος στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Δαφνί) στις με αριθ. μητρ Διάγνωση: τοξική φρενίτις (χασίς). 371

374 Εικόνα 2. (συνέχεια) Φάκελος εισαχθέντος στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Δαφνί) στις με αριθ. μητρ Διάγνωση: τοξική φρενίτις (χασίς). 372

375 Εικόνα 2. (συνέχεια) Φάκελος εισαχθέντος στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Δαφνί) στις με αριθ. μητρ Διάγνωση: τοξική φρενίτις (χασίς). 373

376 Εικόνα 3. Υπεύθυνη δήλωση εξαρτημένου περί αποχής του από την ηρωίνη και άλλες ουσίες, υπό την απειλή εγκλεισμού ( ). Αρχείο Δρομοκαϊτείου Θεραπευτηρίου. 374

377 Εικόνα 4. Βιβλίο αιτήσεων θεραπείας του Δρομοκαϊτείου, αύξ. αριθ. 1187, αναγράφεται το όνομα του Ανέστη Δελιά, δημιουργού του ρεμπέτικου, ως «εισαγάγων» φέρεται ο φίλος και ομότεχνός του Στράτος Παγιουμτζής. Διάγνωση: τοξικομανία δι ηρωίνης. 375

378 Εικόνα 5. Έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Πρόνοιας προς το Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο περί χορήγησης μορφίνης (ως θεραπεία υποκατάστασης) σε εξαρτημένο από ηρωίνη ( ). 376

379 Εικόνα 6. Εικόνα 7. Εικόνες Δημόσιο Ψυχιατρείο, παράγκα κατασκευασθείσα το 1928 που λειτουργούσε ως θάλαμος ασθενών. (Οι εικόνες 6,7,8,9 είναι από το βιβλίο Κ. Φιλανδριανού, Δημόσιο Ψυχιατρείο Αθηνών - Το Δαφνί μια φανταστική Πολιτεία). 377

380 Εικόνα 8. Δημόσιο Ψυχιατρείο: τα πρώτα μόνιμα Περίπτερα κατασκευασθέντα το Στο μέσον, το 3 ο Περίπτερο, στο οποίο για μεγάλο χρονικό διάστημα γίνονταν οι εισαγωγές εξαρτημένων από ουσίες. Εικόνα 9. Δημόσιο Ψυχιατρείο: θάλαμος ασθενών 1 ου Περιπτέρου. 378

381 Εικόνα 10. Εξαρτημένοι που εισήχθηκαν για θεραπεία στο Δημόσιο Ψυχιατρείο κατά τον Μεσοπόλεμο. 379

382 Εικόνα 10. (συνέχεια) Εξαρτημένοι που εισήχθηκαν για θεραπεία στο Δημόσιο Ψυχιατρείο κατά τον Μεσοπόλεμο 380

383 Εικόνα 11. «Ο κοκαϊνισμός» του Ευάγγελου Τριανταφυλλίδη. Από τα πρώτα κείμενα περί εξαρτήσεων. Εκδόθηκε στο Πόρτ Σάϊδ το

384 Εικόνα 12. Εκθέσεις αστυνομικών οργάνων προς τη Διεύθυνσή τους σχετικά με τη διωκτική τους δράση για την αντιμετώπιση της χασισοποσίας κατά το (Αρχείο Κουτσουμάρη Αριστοτέλη -Διοικητή Τμήματος Γενικής Ασφαλείας Αστυνομίας Πόλεως Αθηνών). 382

385 Εικόνα 13. Ετικέτα συσκευασίας Υδροχλωρικής Μορφίνης για ιατρική χρήση του Ελληνικού Μονοπωλίου Εικόνα 14. Διαφημιστική καταχώρηση σε εφημερίδα του Μεσοπολέμου περί «ανώδυνης και ταχείας θεραπείας της τοξικομανίας». 383

386 Εικόνα 15. Παρτιτούρα του «ευρωπαϊκού» τραγουδιού «Μαντάμ Μαρή - κοκαΐνη» του 1924 (Blues-Fox), σε στίχους Τ. Μωραϊτίνη. Εικόνα 16. Ψυχιατρική Κλινική (Αιγινήτειο)

387 Εικόνα 17. Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο 1901 Εικόνα 18. Φυλακές Συγγρού 385

Κάποιες ναρκωτικές ουσίες δρουν µόνο στο βιολογικό υπόστρωµα και άλλες δρουν σε βιολογικό και σε ψυχικό επίπεδο συγχρόνως, προκαλούν αλλαγές στις σωµα

Κάποιες ναρκωτικές ουσίες δρουν µόνο στο βιολογικό υπόστρωµα και άλλες δρουν σε βιολογικό και σε ψυχικό επίπεδο συγχρόνως, προκαλούν αλλαγές στις σωµα Ψυχοδιεγερτικά Παραισθησιογόνα Ηρεµιστικά ναρκωτικά Κάποιες ναρκωτικές ουσίες δρουν µόνο στο βιολογικό υπόστρωµα και άλλες δρουν σε βιολογικό και σε ψυχικό επίπεδο συγχρόνως, προκαλούν αλλαγές στις σωµατικές

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΟ Ν. 4139/2013

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΟ Ν. 4139/2013 ΔΟΜΗ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΑΠΘ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΥ» Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΟ Ν. 4139/2013 Μαρία Μ. Μηλαπίδου ΔρΝ, Δικηγόρος ΒΑΣΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Συγκρουσιακές Θεωρήσεις Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 5ο (σελ. 128 136) Οι θέσεις του Althusser Οι θέσεις του Gramsci 2 Karl Marx (1818-1883)

Διαβάστε περισσότερα

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Νίκος Ναγόπουλος Για τη διεξαγωγή της κοινωνικής έρευνας χρησιμοποιούνται ποσοτικές ή/και ποιοτικές μέθοδοι που έχουν τις δικές τους τεχνικές και

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή Εργασία: «Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα» Επιμέλεια Εργασίας: Ταταρίδης Μιχάλης Τουμπουλίδης Ιωάννης

Πτυχιακή Εργασία: «Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα» Επιμέλεια Εργασίας: Ταταρίδης Μιχάλης Τουμπουλίδης Ιωάννης Πτυχιακή Εργασία: «Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα» Επιμέλεια Εργασίας: Ταταρίδης Μιχάλης Τουμπουλίδης Ιωάννης Η παρούσα εργασία αποτελεί την Πτυχιακή Εργασία και πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της

Διαβάστε περισσότερα

Εθισμοί και εξαρτήσεις νέων. Δημιουργία Αθηνά Σφέικου

Εθισμοί και εξαρτήσεις νέων. Δημιουργία Αθηνά Σφέικου Εθισμοί και εξαρτήσεις νέων ᄡ Δημιουργία Αθηνά Σφέικου Εθισμός Εθισμός είναι το καθεστώς εγκεφαλικής δυσλειτουργίας κατα το οποίο το άτομο θεωρεί απαραίτητες για την επιβίωση του πραξεις που προκαλούν

Διαβάστε περισσότερα

Εξαρτησιογόνες ουσίες

Εξαρτησιογόνες ουσίες Ναρκωτικά Ναρκωτικά-Εξάρτηση Ο όρος ναρκωτικά χρησιµοποιείται για να χαρακτηρίσει όλες τις τοξικές ψυχοτρόπες ουσίες που διακινούνται παρανόµως και προκαλούν σοβαρή διαστρέβλωση της προσωπικότητας του

Διαβάστε περισσότερα

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι δυσκολίες μάθησης των παιδιών συνεχίζουν να απασχολούν όλους όσοι ασχολούνται με την ανάπτυξη των παιδιών και με την εκπαίδευση. Τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι, μέσα στην τάξη τους, βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΤΑΞΙΝΟΜΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΤΑΞΙΝΟΜΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΤΑΞΙΝΟΜΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΓΕΩΡΓΙΛΑ ΕΛΕΝΗ Απαρτιωμένη Διδασκαλία ΕΙΣΑΓΩΓΗ Διάγνωση: είναι η πολύπλοκη διαδικασία αναγνώρισης και ταυτοποίησης μιας διαταραχής που γίνεται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΙΣΜΟΣ, ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΜΕΘΑΜΦΕΤΑΜΙΝΗ ( CRYSTAL ICE) ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΕΘΙΣΜΟΣ, ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΜΕΘΑΜΦΕΤΑΜΙΝΗ ( CRYSTAL ICE) ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΘΙΣΜΟΣ, ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΜΕΘΑΜΦΕΤΑΜΙΝΗ ( CRYSTAL ICE) ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Η μεθαμφεταμίνη είναι συνθετική ουσία και αποτελεί εξέλιξη μιας προγενέστερης ουσίας, της αμφεταμίνης. Για πρώτη φορά

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία Ο πολιτισμός ως αιτιολογικός παράγοντας ψυχοπαθολογίας Ερευνητικά δεδομένα DSM-IV-TR Διαπολιτισμική συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία Πολιτισμική διακύμανση ψυχικών διαταραχών

Διαβάστε περισσότερα

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΣΧΟΛΗ Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ω Ν Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ω Ν Τ Ο Μ Ε Α Σ Π Ο Λ Ε Ο Δ Ο Μ Ι Α Σ Κ Α Ι Χ Ω Ρ Ο Τ Α Ξ Ι Α Σ Πατησίων 42, 10682 Αθήνα τηλ. 30(1) 772 3818

Διαβάστε περισσότερα

ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ΕΘΙΣΜΟ. Το πέρασμα από τη χρήση στον εθισμό έχει ασαφή όρια

ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ΕΘΙΣΜΟ. Το πέρασμα από τη χρήση στον εθισμό έχει ασαφή όρια ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ΕΘΙΣΜΟ Το πέρασμα από τη χρήση στον εθισμό έχει ασαφή όρια Βασικές έννοιες Εθισμός Μερικές από τις ουσίες που καταναλώνει ο άνθρωπος προκαλούν εθισμό, δηλαδή μεταβάλλουν τη λειτουργία

Διαβάστε περισσότερα

Κατάσταση των ναρκωτικών στην Κύπρο και τρόποι αντιμετώπισης

Κατάσταση των ναρκωτικών στην Κύπρο και τρόποι αντιμετώπισης Κατάσταση των ναρκωτικών στην Κύπρο και τρόποι αντιμετώπισης Ιωάννα Γιασεμή Αν. Προϊστάμενη Τμήματος Παρακολούθησης/ ΕΚΤΕΠΝ Αντιναρκωτικό Συμβούλιο Κύπρου Δείκτης επικράτησης της χρήσης στο γενικό και

Διαβάστε περισσότερα

Ανακοίνωση της Ετήσιας Έκθεσης του ΙΝCB για το 2013 Αθήνα, 4 Μαρτίου 2014

Ανακοίνωση της Ετήσιας Έκθεσης του ΙΝCB για το 2013 Αθήνα, 4 Μαρτίου 2014 Ανακοίνωση της Ετήσιας Έκθεσης του ΙΝCB για το 2013 Αθήνα, 4 Μαρτίου 2014 Γεράσιμος Νοταράς, πρόεδρος του Δ.Σ. του ΚΕΘΕΑ Η διεθνής οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται σε πολλές χώρες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ. Ορισμός. Γενικά. Απώλεια ελεύθερου χρόνου αξιοποίησή του

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ. Ορισμός. Γενικά. Απώλεια ελεύθερου χρόνου αξιοποίησή του ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ Ορισμός Ελεύθερος χρόνος είναι ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας έξω από το ωράριο της εργασίας και που μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε όπως θέλουμε. Γενικά Ελεύθερος χρόνος υπάρχει

Διαβάστε περισσότερα

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο ΤΖΙΝΕΒΗ ΜΥΡΤΩ - ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΟΥ ΦΑΝΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΕΣ Τ.Ε. Β & Γ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Η καρδιακή ανεπάρκεια

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι Γιώργος Οικονομάκης geconom@central.ntua.gr Μάνια Μαρκάκη maniam@central.ntua.gr Συνεργασία: Φίλιππος Μπούρας Κομβικό-συστατικό στοιχείο

Διαβάστε περισσότερα

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΟΡΩΝ ΤΖΟΥΛΙΑ ΑΤΤΑ ΠΟΛΙΤΟΥ

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΟΡΩΝ ΤΖΟΥΛΙΑ ΑΤΤΑ ΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΟΡΩΝ ΤΖΟΥΛΙΑ ΑΤΤΑ ΠΟΛΙΤΟΥ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΕΡΓ. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝ/ΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ 1 ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ Ουσίες

Διαβάστε περισσότερα

Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2014 θεμα: Ιστορικη Εξελιξη Αγωγης και Προαγωγης Υγειας. Η προαγωγη υγειας είναι συνδεδεμενη με τις αλλαγες που

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΛΗΨΗ ΝΑΛΤΡΕΞΟΝΗΣ

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΛΗΨΗ ΝΑΛΤΡΕΞΟΝΗΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΛΗΨΗ ΝΑΛΤΡΕΞΟΝΗΣ ΠΡΩΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΠΙΛΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ(Διαφ.1) Στη 10χρονη εμπειρία μου με χρήστες ηρωίνης

Διαβάστε περισσότερα

Πρότυπα-πειραματικά σχολεία

Πρότυπα-πειραματικά σχολεία Πρότυπα-πειραματικά σχολεία 1. Τα πρότυπα-πειραματικά: ένα ιστορικό Τα πειραματικά σχολεία (στα οποία εντάχθηκαν με το Ν. 1566/85 και τα ιστορικά πρότυπα σχολεία) έχουν μακρά ιστορία στον τόπο μας. Τα

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Οι κλασικές προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τη διαδικασία της επιλογής του τόπου εγκατάστασης των επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα επίδρασης ορισμένων μεμονωμένων παραγόντων,

Διαβάστε περισσότερα

Θετική Ψυχολογία. Καρακασίδου Ειρήνη, MSc. Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο

Θετική Ψυχολογία. Καρακασίδου Ειρήνη, MSc. Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο Θετική Ψυχολογία Καρακασίδου Ειρήνη, MSc Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο Εισαγωγή Θετική-Αρνητική Ψυχολογία Στόχοι της Ψυχολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΛΟΣΩΡΙΣΑΤΕ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

ΚΑΛΟΣΩΡΙΣΑΤΕ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΛΟΣΩΡΙΣΑΤΕ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΘΕΜΑ Διερεύνηση ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών συνύπαρξης ψυχιατρικής διαταραχής με εξάρτηση από ψυχοδραστικές ουσίες. Η Περίπτωση του θεραπευτικού προγράμματος

Διαβάστε περισσότερα

Σύγχρονες Παρεμβάσεις για την Αντιμετώπιση της Χρήσης Εξαρτησιογόνων Ουσιών, στη Ζυρίχη

Σύγχρονες Παρεμβάσεις για την Αντιμετώπιση της Χρήσης Εξαρτησιογόνων Ουσιών, στη Ζυρίχη Februar 2009 Σύγχρονες Παρεμβάσεις για την Αντιμετώπιση της Χρήσης Εξαρτησιογόνων Ουσιών, στη Ζυρίχη ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΙΡΕΤΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Κυριάκος Παπαγεωργίου, Δημοτικός Σύμβουλος Ζυρίχης,

Διαβάστε περισσότερα

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1 Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γέννηση της κοινωνιολογίας Εφαρμογή της κοινωνιολογικής φαντασίας Θεμελιωτές της κοινωνιολογίας (Κοντ, Μαρξ, Ντυρκέμ, Βέμπερ) Κοινωνιολογικές

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η δημιουργικότητα είναι η λειτουργία που επιτρέπει στο νου να πραγματοποιήσει ένα άλμα, πολλές φορές εκτός του αναμενόμενου πλαισίου, να αναδιατάξει τα δεδομένα με απρόσμενο τρόπο, υπερβαίνοντας

Διαβάστε περισσότερα

Ναρκωτικά και Εφηβεία

Ναρκωτικά και Εφηβεία Μάθημα: Project 2ο ΕΠΑ.Λ. Καρδίτσας 2014 Ναρκωτικά και Εφηβεία Η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία... Η γνώση είναι η καλύτερη προφύλαξη... Η έρευνα Πραγματοποιήθηκε έρευνα με τη χρήση ερωτηματολογίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΜΠ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Πρόγραμμα Διατμηματικών Μεταπτυχιακών Σπουδών Εξειδίκευσης ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ. Σοφία

Διαβάστε περισσότερα

Τυπικές προϋποθέσεις απόκτησης μεταπτυχιακού τίτλου εξειδίκευσης

Τυπικές προϋποθέσεις απόκτησης μεταπτυχιακού τίτλου εξειδίκευσης Εκπονώ διπλωματική ερευνητική εργασία στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση: αυτό είναι εκπαιδευτική έρευνα; κι αν ναι, τι έρευνα είναι; Αντώνης Λιοναράκης 7-8 Ιουνίου 2008 Τυπικές προϋποθέσεις απόκτησης μεταπτυχιακού

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ (μάθημα επιλογής) Α τάξη Γενικού Λυκείου Α) Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του μαθήματος επιλογής «Ελληνικός και Ευρωπαϊκός πολιτισμός»,

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42

Διαβάστε περισσότερα

Στον χρόνιο αλκοολισμό, παρουσιάζονται διαταραχές ποικίλου βαθμού του νευρικού συστήματος (τρεμούλιασμα, πολυνευρίτιδα, διανοητική σύγχυση,

Στον χρόνιο αλκοολισμό, παρουσιάζονται διαταραχές ποικίλου βαθμού του νευρικού συστήματος (τρεμούλιασμα, πολυνευρίτιδα, διανοητική σύγχυση, Αλκοολισμός ΟΡΙΣΜΟΣ Ο όρος αναφέρεται για πρώτη φορά από έναν Ολλανδό γιατρό στα τέλη της δεκαετίας του 1840, ενώ αναλύθηκε σε νόσο το 1972 από το γιατρό John Coakley Lettson. Αλκοολισμός σημαίνει δηλητηρίαση

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42 ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42 2 Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 2012-2013 ΘΕΜΑ: «Να συγκρίνετε τις απόψεις του Βέμπερ με αυτές του Μάρξ σχετικά με την ηθική της

Διαβάστε περισσότερα

Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας. Μυλωνά Ιφιγένεια

Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας. Μυλωνά Ιφιγένεια Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας Μυλωνά Ιφιγένεια Έρευνες για την απόκτηση πληροφοριών η γνωμών από τους χρήστες Χρησιμοποιήθηκαν από τις κοινωνικές επιστήμες για τη χρήση κοινωνικών φαινομένων Ο όρος «ποιοτική

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 3ο (σελ. 67-79) 2 Talcott

Διαβάστε περισσότερα

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση προλογοσ Το βιβλίο αυτό αποτελεί καρπό πολύχρονης ενασχόλησης με τη θεωρητική μελέτη και την πρακτική εφαρμογή του παραδοσιακού χορού και γράφτηκε με την προσδοκία να καλύψει ένα κενό όσον αφορά το αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία The project Εισαγωγή ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και διδασκαλία Στόχοι Να κατανοήσετε τις έννοιες της κοινωνικοπολιτισμικής ετερότητας και ένταξης στο χώρο της

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 1999 2004 Επιτροπή Ελευθεριών και ικαιωµάτων των Πολιτών, ικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων 4 Φεβρουαρίου 2003 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ σχετικά µε τις Συµβάσεις των Ηνωµένων Εθνών για τα

Διαβάστε περισσότερα

Παλιό Νέο: Τάσεις και στάσεις στην Ελλάδα σήμερα

Παλιό Νέο: Τάσεις και στάσεις στην Ελλάδα σήμερα Παλιό Νέο: Τάσεις και στάσεις στην Ελλάδα σήμερα Η διάκριση μεταξύ «παλιού» και «νέου» επιδρά στους όρους της πολιτικής συζήτησης και λειτουργεί ως βάση αναστοχασμού για τους πολίτες. Ιδίως σε περιόδους

Διαβάστε περισσότερα

Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, Καθηγήτρια

Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, Καθηγήτρια ΕΜΠ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Πρόγραμμα Διατμηματικών Μεταπτυχιακών Σπουδών Εξειδίκευσης ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ. Σοφία

Διαβάστε περισσότερα

Τα ναρκωτικά μπορούν να διακριθούν σε ομάδες με διάφορους τρόπους: για παράδειγμα νόμιμες (νομικά αποδεκτές) και παράνομες (απαγορευμένες) ουσίες.

Τα ναρκωτικά μπορούν να διακριθούν σε ομάδες με διάφορους τρόπους: για παράδειγμα νόμιμες (νομικά αποδεκτές) και παράνομες (απαγορευμένες) ουσίες. Τι είναι ναρκωτικά; Τα ναρκωτικά είναι ουσίες που επιδρούν στον εγκέφαλο και γι' αυτό προκαλούν εθισμό. Οι άνθρωποι που τα χρησιμοποιούν θέλουν να βιώσουν τις συνέπειες των ναρκωτικών. Ορισμένα φάρμακα

Διαβάστε περισσότερα

Από τον Κώστα κουραβανα

Από τον Κώστα κουραβανα Από τον Κώστα κουραβανα Περιεχόμενα Γενικός ορισμός παχυσαρκίας Ορμονικοί-Γονιδιακοί-παράγοντες Επιπτώσεις στην υγεία Θεραπεία-Δίαιτα Γενικός ορισμός παχυσαρκίας Παχυσαρκία είναι κλινική κατάσταση στην

Διαβάστε περισσότερα

Μαρία Μητροσύλη.

Μαρία Μητροσύλη. Μαρία Μητροσύλη Αναπλ. Καθηγήτρια Παν/μιου Δυτικής Αττικής Πρόεδρος Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές mariamitrossili@gmail.com 1 Στη χώρα μας, το πέρασμα

Διαβάστε περισσότερα

Η δίωξη των ναρκωτικών στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής

Η δίωξη των ναρκωτικών στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής 11 ο ΓΕΛ Πάτρας Σχ. Έτος 2015-16 Η δίωξη των ναρκωτικών στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Κριτήρια επιλογής του θέματος Για την επιλογή του θέματος «Τα Ναρκωτικά Και Η Καταπολέμησή Τους»

Διαβάστε περισσότερα

ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ. Εργαστήριο Φαρμακολογίας Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων

ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ. Εργαστήριο Φαρμακολογίας Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ Εργαστήριο Φαρμακολογίας Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων Ορισμοί - Έννοιες Εξαρτησιογόνες ουσίες (ή Ναρκωτικά ) «Tα φάρμακα εκείνα που μεταβάλλουν το επίπεδο της συνείδησης και επηρεάζουν

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Ενότητα 2: Θεωρία, Μέθοδοι, Δεδομένα (2/2) 2ΔΩ Διδάσκοντες: Χ. Κασίμης- Ελ. Νέλλας Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Μαθησιακοί στόχοι Η εκμάθηση

Διαβάστε περισσότερα

Η ψυχιατρική περίθαλψη στην Ελλάδα του 21 ου αιώνα

Η ψυχιατρική περίθαλψη στην Ελλάδα του 21 ου αιώνα Η ψυχιατρική περίθαλψη στην Ελλάδα του 21 ου αιώνα Μ. Μαδιανός Κέντρο Κοινοτικής Ψυχικής Υγιεινής Ζωγράφου, Πανεπιστήµιο Αθηνών Ψυχιατρική 2002, 13:297-300 Η Ελλάδα, τρία έτη µετά την ένταξή της από το

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.) ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.) ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (Π.Ι.Ε.)

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα: Συχνές ερωτήσεις για το Ναρκοτεστ. 1. Ποιος είναι ο στόχος της εφαρμογής του Νάρκοτεστ;

Θέμα: Συχνές ερωτήσεις για το Ναρκοτεστ. 1. Ποιος είναι ο στόχος της εφαρμογής του Νάρκοτεστ; Αρ. Φακ.: 01.01.008 Θέμα: Συχνές ερωτήσεις για το Ναρκοτεστ 1. Ποιος είναι ο στόχος της εφαρμογής του Νάρκοτεστ; Η Αρχή αντιμετώπισης εξαρτήσεων Κύπρου (ΑΑΕΚ) έχει σκοπό μεταξύ άλλων την λήψη μέτρων πρόληψης

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Ψυχιατρική Φίλιππος Γουρζής

Εισαγωγή στην Ψυχιατρική Φίλιππος Γουρζής Εισαγωγή στην Ψυχιατρική Φίλιππος Γουρζής Απαρτιωμένη Διδασκαλία Εισαγωγή στην Ψυχιατρική 21 ος αιώνας μεγάλη πρόοδος των συναφών επιστημών: Νευροεπιστήμες, Ψυχολογία, Κοινωνιολογία Προηγήθηκε περίοδος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ EΝΙΑΙΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΥΕΣ 1987-99 1999-02 6 ΥΕΣ, 1 2002-03 6 ΥΕΣ,

ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ EΝΙΑΙΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΥΕΣ 1987-99 1999-02 6 ΥΕΣ, 1 2002-03 6 ΥΕΣ, ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ EΝΙΑΙΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΥΕΣ (ανά κατεύθυνση) Για τους εισαχθέντες 1987-99 και για τους εισαχθέντες 1999-02 απαιτούνται τουλάχιστον 6 ΥΕΣ, εκ των οποίων, 1 τουλάχιστον από κάθε

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών Κοινωνιολογία του Πολιτισμού Ενότητα 2: Κοινωνιολογία - πολιτισμός - κουλτούρα. Επίκ. Καθηγητής: Νίκος Φωτόπουλος e-mail: nfotopoulos@uowm.gr Τηλ. Επικοινωνίας: 23850-55150

Διαβάστε περισσότερα

φροντιστήρια Απαντήσεις Νεοελληνικής Γλώσσας Γ λυκείου Γενικής Παιδείας

φροντιστήρια   Απαντήσεις Νεοελληνικής Γλώσσας Γ λυκείου Γενικής Παιδείας Απαντήσεις Νεοελληνικής Γλώσσας Γ λυκείου Γενικής Παιδείας Α. Στο κείμενο η συγγραφέας πραγματεύεται τις σχέσεις ανάμεσα σε γονείς και εφήβους. Αρχικά, αναφέρει ότι ο ουσιαστικός διάλογος διαμορφώνει μια

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας PYS623 / Νομικά και Ηθικά Θέματα στην Υγεία

Διάταξη Θεματικής Ενότητας PYS623 / Νομικά και Ηθικά Θέματα στην Υγεία Διάταξη Θεματικής Ενότητας PYS623 / Νομικά και Ηθικά Θέματα στην Υγεία Σχολή ΣΟΕΔ Σχολή Οικονομικών Επιστημών και Διοίκησης Πρόγραμμα Σπουδών PYS Πολιτική Υγείας και Σχεδιασμός Υπηρεσιών Υγείας Θεματική

Διαβάστε περισσότερα

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ 33Οι επιπτώσεις της Βιομηχανικής Επανάστασης 33Η ανάπτυξη της εκπαίδευσης 33Τα ανθρώπινα δικαιώματα στην ιστορία της τέχνης 3 3 Η Ευρώπη και ο

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη και Διαχείριση του Αγροτικού Χώρου» Ενότητα 2: Αγροτική Κοινότητα και Αγροτικός Μετασχηματισμός (1/2) 2ΔΩ Διδάσκων:

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΗΘΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΣΚΡΕΚΑ ΝΑΤΑΛΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΛΤΡΕΞΟΝΗ (NALTREXONE) ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΚΟΟΛ Η Ναλτρεξόνη

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΛΤΡΕΞΟΝΗ (NALTREXONE) ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΚΟΟΛ Η Ναλτρεξόνη ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΛΤΡΕΞΟΝΗ (NALTREXONE) ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΚΟΟΛ Η Ναλτρεξόνη Στη θεραπεία της εξάρτησης από το αλκοόλ Οδηγίες για τους ασθενείς και τις οικογένειες τους. Η Ναλτρεξόνη

Διαβάστε περισσότερα

Ποια είναι τα είδη της κατάθλιψης;

Ποια είναι τα είδη της κατάθλιψης; Ολοι κάποιες φορές νιώθουμε μελαγχολία ή θλίψη, αλλά αυτά τα συναισθήματα συνήθως περνούν μετά από λίγες μέρες. Όταν ένα άτομο έχει κατάθλιψη, η διαταραχή αυτή επηρεάζει την καθημερινή του ζωή, τη φυσιολογική

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Γνώσεις, στάσεις και ποιότητα ζωής σε ασθενείς με λέμφωμα Οι ασθενείς που πάσχουν από λέμφωμα στην Ελλάδα εμφανίζονται ελλιπώς ενημερωμένοι σχετικά με ζητήματα που αφορούν στην

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ο Υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κ. Βασίλης Μαγγίνας μίλησε σήμερα Δευτέρα 16 Ιουλίου στο Όγδοο Διακυβερνητικό Συμβούλιο

Διαβάστε περισσότερα

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10 ΚΡΙΤΗΡΙΑ Εύρος θέματος Τίτλος και περίληψη Εισαγωγή Βαθμολογία

Διαβάστε περισσότερα

ΤI ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΕΘΕΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ; ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ; ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ; ΜΠΟΡΕΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΑ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΕΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ;

ΤI ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΕΘΕΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ; ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ; ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ; ΜΠΟΡΕΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΑ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΕΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ; ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΕΘΕΑ ΤI ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ; ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ; ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ; ΜΠΟΡΕΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΑ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΕΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ; Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΩΘΗΣΕΙ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ; ΤI ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου 1. Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Εισαγωγικά: Οι κατευθύνσεις του Σύγχρονου Εμπορίου B. Η Παραδοσιακή Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου Οι Εμποροκράτες Adam Smith: Απόλυτο Πλεονέκτημα

Διαβάστε περισσότερα

Κατάσταση των παράνομων ουσιών εξάρτησης και του αλκοόλ στην Κύπρο

Κατάσταση των παράνομων ουσιών εξάρτησης και του αλκοόλ στην Κύπρο Κατάσταση των παράνομων ουσιών εξάρτησης και του αλκοόλ στην Κύπρο ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΟΥΣΙΕΣ: Δείκτης Έκτασης της Χρήσης στο Γενικό και Μαθητικό Πληθυσμό: Για την εφαρμογή του δείκτη επικράτησης της χρήσης στο

Διαβάστε περισσότερα

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΥΣΙΕΣ

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΥΣΙΕΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΥΣΙΕΣ ΜΕΛΗ ΟΜΑΔΑΣ: Ευαγγελία Κωνσταντινοπούλου Μαρίνα Παπαϊωάννου Λυδία Παραστατίδη Ιωάννα Μαυραγάνη Ζωή Παπαγιάννη Έλενα Μερντάνι ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: Σταυρούλα Μανιάτη ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Emile Durkheim Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 2ο (σελ. 52-66) Βασικές κατευθύνσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ E ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 8211 13 Νοεμβρίου 2017 ΤΕΥΧΟΣ ΤΡΙΤΟ Αρ. Φύλλου 1138 ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ - ΛΟΙΠΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗ Αριθ. 1617032636/7.7.2017 Προκήρυξη

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Emile Durkheim

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Emile Durkheim Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Emile Durkheim Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 2ο (σελ. 52-66) Βασικές κατευθύνσεις

Διαβάστε περισσότερα

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org Ιδρυτική Διακήρυξη 1. 2. 3. Το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών - ΕΝΑ ενεργοποιείται σε μια κρίσιμη για την Ελλάδα περίοδο. Σε μια περίοδο κατά την οποία οι κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί λειτουργούν

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση Συνάντηση Εργασίας ρ Χριστίνα Θεοχάρη Περιβαλλοντολόγος Μηχανικός Γραµµατέας Οικολογίας και Περιβάλλοντος ΓΣΕΕ 7 Ιουνίου 2006 1 1. Η Κοινωνική εταιρική ευθύνη

Διαβάστε περισσότερα

Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος

Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος Κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να ζει και να μεγαλώνει σ ένα υγιές περιβάλλον, το οποίο θα διασφαλίζει και θα προάγει την σωματική και ψυχική

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων 27.11.2013 2013/0305(COD) ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας, και Ασφάλειας

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 9: ΕΓΩΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 9: ΕΓΩΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ Ενότητα 9: ΕΓΩΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑ ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο Επαγγελματικές Προοπτικές Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση Καθηγητής Ιορδάνης Ψημμένος, Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο Καθηγητής Βασίλειος Χατζόπουλος, Πρόεδρος

Διαβάστε περισσότερα

Διευθύντρια Σειράς: Χρυσή Βιτσιλάκη. Αθήνα: Ατραπός.

Διευθύντρια Σειράς: Χρυσή Βιτσιλάκη. Αθήνα: Ατραπός. Mονογραφίες υπό έκδοση 2007-10 1. Ευθυμίου, Η., Βιτσιλάκη, Χ. (2007). Φύλο και Νέες Τεχνολογίες: Εμπειρικές Προσεγγίσεις. Επιστημονική Σειρά Σπουδών Φύλου, Διευθύντρια Σειράς: Χρυσή Βιτσιλάκη. Αθήνα: Ατραπός.

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Ενότητα 4: Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία Επίκ. Καθηγητής: Νίκος Φωτόπουλος e-mail: nfotopoulos@uowm.gr Τηλ. Επικοινωνίας: 23850-55150 Παιδαγωγικό

Διαβάστε περισσότερα

Πανελλήνια έρευνα για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών στους μαθητές Έρευνα ESPAD 2011 Αποτελέσματα για το Ν. Ρεθύμνης

Πανελλήνια έρευνα για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών στους μαθητές Έρευνα ESPAD 2011 Αποτελέσματα για το Ν. Ρεθύμνης Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής Πανελλήνια έρευνα για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών στους μαθητές Έρευνα ESPAD 2011 Αποτελέσματα για το Ν. Ρεθύμνης Σε συνεργασία με το Κέντρο Πρόληψης

Διαβάστε περισσότερα

Χαιρετισμός του Προέδρου του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου Κύπρου Δρα. Χρύσανθου Γεωργίου

Χαιρετισμός του Προέδρου του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου Κύπρου Δρα. Χρύσανθου Γεωργίου Χαιρετισμός του Προέδρου του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου Κύπρου Δρα. Χρύσανθου Γεωργίου στη Συνέντευξη Τύπου για παρουσίαση του αναθεωρημένου Οδηγού για τα ΜΜΕ, 3 Ιουλίου 2015 Αγαπητοί συνεργάτες Λειτουργοί

Διαβάστε περισσότερα

Παιδική και Νεανική Πρόνοια

Παιδική και Νεανική Πρόνοια M3 A13 ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ, ΔΙΚΤΥΩΣΗ κι ΑΛΛΗΛΕΝΔΕΤΕΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ Παιδική και Νεανική Πρόνοια Υπηρεσίες και Μέτρα (ΕΛΛΑΔΑ) επιλεξιμότητας (1) Νομοθετικές Απαιτήσεις (1) Νόμος υπ αρθ.2716 (ΦΕΚ 96/Α/17-5-1999) για

Διαβάστε περισσότερα

1.1 Δικανική ψυχιατρική Δικανική ψυχιατρική νοσηλευτική 5 2 Θυμός, επιθετικότητα και εγκληματικότητα 7

1.1 Δικανική ψυχιατρική Δικανική ψυχιατρική νοσηλευτική 5 2 Θυμός, επιθετικότητα και εγκληματικότητα 7 IX ΠεΡιεχΟμενα 1 Εισαγωγή 1 1.1 Δικανική ψυχιατρική 2 1.2 Δικανική ψυχιατρική νοσηλευτική 5 2 Θυμός, επιθετικότητα και εγκληματικότητα 7 2.1 Γενικότητες 7 2.2 Υποκείμενα συναισθήματα και συμπεριφορές 9

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. «Άτομα με αναπηρία και εργασία: εμπόδια και δικαιώματα» Εισηγητής: Γιάννης Λυμβαίος. Γεν. Γραμματέας ΕΣΑμεΑ

ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. «Άτομα με αναπηρία και εργασία: εμπόδια και δικαιώματα» Εισηγητής: Γιάννης Λυμβαίος. Γεν. Γραμματέας ΕΣΑμεΑ ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. «Άτομα με αναπηρία και εργασία: εμπόδια και δικαιώματα» Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων «Αντώνης Τρίτσης», Σάββατο 13/1/2018 Εισηγητής: Γιάννης Λυμβαίος Γεν. Γραμματέας ΕΣΑμεΑ Διάρθρωση Εισήγησης

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στο ίκαιο των Πληροφοριακών Συστημάτων, των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και του ιαδικτύου Α.Μ 30437. Χριστίνα Θεοδωρίδου 2

Εισαγωγή στο ίκαιο των Πληροφοριακών Συστημάτων, των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και του ιαδικτύου Α.Μ 30437. Χριστίνα Θεοδωρίδου 2 Α.Μ 30437 Χριστίνα Θεοδωρίδου 2 Περιεχόμενα Περιεχόμενα... 3 1. Εισαγωγή... 7 2. Θέματα νομικής ορολογίας... 9 2.1. Η νομική έννοια του διαδικτύου και του κυβερνοχώρου... 9 2.2. Το πρόβλημα της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Κουσερή Γεωργία Φιλόλογος Δρ. Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ΚΕΡΚΥΡΑ ΜΑΙΟΣ 2017 Περιεχόμενα της παρουσίασης Το ιστορικό ερώτημα Το

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9: Κριτήρια αξιολόγησης αυτοαξιολόγησης γραπτής ερευνητικής εργασίας με έμφαση στην πτυχιακή εργασία

Διαβάστε περισσότερα

Γιώργος Πολίτης: «Τα καταφέραμε σε πιο δύσκολες εποχές, θα τα καταφέρουμε και τώρα»

Γιώργος Πολίτης: «Τα καταφέραμε σε πιο δύσκολες εποχές, θα τα καταφέρουμε και τώρα» Ο συγγραφέας στο νέο του βιβλίο παρουσιάζει μια ορθολογική θέαση της κρίσης Γιώργος Πολίτης: «Τα καταφέραμε σε πιο δύσκολες εποχές, θα τα καταφέρουμε και τώρα» 23 Jan 201611.00 ΜΕΓΕΝΘΥΝΣΗ Συνέντευξη στη

Διαβάστε περισσότερα

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας 1. Ορισµός και αντικείµενο της Κοινωνιολογίας 1.1. Κοινωνιολογία και κοινωνία Ερωτήσεις του τύπου «σωστό λάθος» Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις ως Σωστές ή Λανθασµένες,

Διαβάστε περισσότερα

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57 Για την πληρέστερη κατανόηση της μεθοδολογίας, με την οποία γίνεται από το μαρξισμό ο διαχωρισμός της αστικής κοινωνίας στο σύνολό της σε τάξεις, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε τον κλασικό ορισμό που έδωσε

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός 1 Ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΕΥΚΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ : ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ : Τρασανίδης Γεώργιος, διπλ. Ηλεκ/γος Μηχανικός Μsc ΠΕ12 05 Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός Στόχος της Τεχνολογίας στην Γ Γυμνασίου

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στις πολιτισμικές σπουδές

Εισαγωγή στις πολιτισμικές σπουδές Τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών Εισαγωγή στις πολιτισμικές σπουδές Ενότητα 8: Είδη έρευνας, παράμετροι και οδηγίες συγγραφής (ΜΕΡΟΣ Β) Αν. Καθηγήτρια: Ι. Βαμβακίδου e-mail: ibambak@uowm.gr

Διαβάστε περισσότερα

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας 1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας Η εργασία επιτελεί τέσσερεις βασικές λειτουργίες στις σύγχρονες κοινωνίες: την παραγωγή του πλούτου της κοινωνίας την αναπαραγωγή των ατόμων την

Διαβάστε περισσότερα

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α.1 Το συγκεκριμένο κείμενο αναφέρεται στην ανάγκη προσέγγισης των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης από τους Νεοέλληνες. Επρόκειτο για τόπους έκφρασης συλλογικότητας. Επιπλέον, σ αυτούς γεννήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ Κυρίες και κύριοι Αγαπητοί εργαζόμενοι Φίλες και φίλοι Θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας σήμερα εδώ, στο

Διαβάστε περισσότερα

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παιδική ηλικία είναι ένα ζήτημα για το οποίο η κοινωνιολογία έχει δείξει μεγάλο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως σήμερα βρίσκεται υπό εξέλιξη ένα πρόγραμμα

Διαβάστε περισσότερα

Συντήρηση και διατήρηση:

Συντήρηση και διατήρηση: Η πτυχιακή εργασία είναι ένα από τα πιο ουσιαστικά στάδια της εκπαίδευσής σας. Σκεφτείτε ότι αντιστοιχεί σε 20 πιστωτικές μονάδες, δηλαδή όσο 4 με 5 μαθήματα μέτριας δυσκολίας! Η εκπόνησή της χρειάζεται

Διαβάστε περισσότερα

Σχεσιακές παραβάσεις στην υπερνεωτερικότητα: Ο διυποκειμενικός εαυτός στη μυστική πλευρά των σχέσεων: Βιωμένες. εμπειρίες εξωδυαδικών σχέσεων

Σχεσιακές παραβάσεις στην υπερνεωτερικότητα: Ο διυποκειμενικός εαυτός στη μυστική πλευρά των σχέσεων: Βιωμένες. εμπειρίες εξωδυαδικών σχέσεων Περίληψη πρότασης για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής με θέμα, Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ΕΚΠΑ Συγγραφέας: Nτάλη Ευδοκία Επιβλέπων Καθηγητής: κ.χρηστάκης Νικόλας, Καθηγητής Σχεσιακές

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας 1 Δρ. Αλέξανδρος Αποστολάκης Email: aapostolakis@staff.teicrete.gr Τηλ.: 2810379603 E-class μαθήματος: https://eclass.teicrete.gr/courses/pgrad_omm107/

Διαβάστε περισσότερα