ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ"

Transcript

1 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Σημειώσεις για τους φοιτητές και τις φοιτήτριες του εαρινού 6 ου εξαμήνου του τμήματος Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου της Αθήνας Δρ. Νίκος Μεταξίδης M. Econ., PhD in Economics., PhD in Human Geography 1

2 Στόχος της Οικονομικής Γεωγραφίας Η ανάλυση των σχέσεων αλληλεξάρτησης μεταξύ τόπων, τοποθεσιών και χώρων με την παραγωγή, διανομή, κυκλοφορία καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών. Σκοπός του μαθήματος Μέσα από μια σύντομη ανασκόπηση της εξέλιξης της επιστήμης της γεωγραφίας, να έρθει σε επαφή ο φοιτητής με το διάλογο που άνοιξε η γεωγραφία με άλλες επιστήμες και κλάδους (χωροταξία πολεοδομία, περιφερειακή ανάπτυξη, οικονομία, κοινωνιολογία, δημογραφία κτλ.). Να σχηματίσει μια σαφή εικόνα της γεωγραφικής αντίληψης του χώρου και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων εντός αυτού (παραγωγικές δραστηριότητες, αστικοποίηση, μετανάστευση, εκμετάλλευση φυσικών πόρων, ανθρώπινη επίδραση στο φυσικό περιβάλλον). Να έρθει σε πρώτη επαφή με τις βασικές συζητήσεις που γίνονται ανάμεσα στην ανθρώπινη γεωγραφία και τις κοινωνικές επιστήμες (οικονομία, κοινωνιολογία, ιστορία κτλ.) χρησιμοποιώντας μια ποικιλία ιστορικών και θεωρητικών παραδειγμάτων. Να στοχαστεί στα ζητήματα που αφορούν τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία. Αξιολόγηση Για την αξιολόγηση θα υπάρξει γραπτή εξέταση στο τέλος του εξαμήνου. Όσοι από τους φοιτητές το επιθυμούν μπορούν να εξεταστούν γραπτά (πρόοδος) σε μέρος της διδακτέας ύλης και την υπόλοιπη να την εξεταστούν στις εξετάσεις του τέλους του εξαμήνου. Όσοι πάλι επιθυμούν μπορούν να επιλέξουν, με την καθοδήγηση του διδάσκοντα, γραπτή εργασία (50% του τελικού βαθμού). 2

3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ... 5 Α. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ : Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ... 5 Β. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ... 8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Οι οικονομικές δραστηριότητες Το πρόβλημα της χωροθέτησης Χωροθέτηση του πρωτογενή τομέα παραγωγής Θεωρίες χωροθέτησης του δευτερογενή τομέα Θεωρίες χωροθέτησης του τριτογενή τομέα ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Η κοινωνία και ο γεωγραφικός χώρος Από την ύπαιθρο στην πόλη Οι πόροι και η χωρική τους υπόσταση (πληθυσμός φυσικοί πόροι) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Οικονομική γεωγραφία: Επιστημολογικές τομές και κριτικές αντιπαραθέσεις (σταχυολόγηση από το σχετικό κείμενο του καθηγητή Ηλία Κουρλιούρου) Χωροταξία: Θεωρία και Πράξη (σταχυολόγηση από κείμενο του καθηγητή Λ. Κ. Βασενχόβεν που δημοσιεύτηκε στο Βιώσιμη Ανάπτυξη με την Περιβαλλοντική Αγωγή, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αιτωλοακαρνανίας, Μεσολόγγι, 1997, σελ

4 Οι σημειώσεις αυτές στηρίχτηκαν κατά κύριο λόγο στα ακόλουθα : Claval, P. Géographie régionale, de la région au territoire, Paris, Armand Colin, Κουρλιούρος, Η. Διαδρομές στις θεωρίες του χώρου, οικονομικές γεωγραφίες της παραγωγής και της ανάπτυξης, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, Λαμπριανίδης, Λ. Οικονομική Γεωγραφία, Αθήνα, εκδόσεις Πατάκη, Χατζημιχάλης, Κ. Εισαγωγή στη Γεωγραφία, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο (σημειώσεις για χρήση των φοιτητών και φοιτητριών του Τμήματος Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου). Συμπληρωματική ενδεικτική βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Γιώτη-Παπαδάκη, Ο. Εισαγωγή στην Οικονομική Γεωγραφία, Αθήνα: Κριτική, Καραβέλη, Ε. Ανισότητες, Συγκεντρώσεις και Νέα Οικονομική Γεωγραφία, Αθήνα: Gutenberg, Ξενόγλωσση Coe, N., Kelly, P., and Yeung, H. Economic Geography: A Contemporary Introduction, London: John Wiley & Sons, Bagchi Sen, S., Lawton Smith, S. (ed.) Economic Geography Past, present and future, Routledge studies, Wiley Clark G., Feldman M and Gertler M. The Oxford Handbook of Economic Geography, Oxford: Oxford UP,

5 ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Α. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ : Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ Η επιφάνεια της γης (φυσικό περιβάλλον και χώρος) φιλοξενεί τις ανθρώπινες δραστηριότητες και μετασχηματίζεται από αυτές. Η επιστήμη της Γεωγραφίας καθιερώθηκε ως επιστημονικός κλάδος στη Δυτική Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική τον 19ο αιώνα. Ανήκε αρχικά στις Φυσικές Επιστήμες μελέτη του ανάγλυφου, της βλάστησης και του κλίματος της γης) και σταδιακά, εξελίχθηκε σε κοινωνική επιστήμη μελέτη των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο χώρο και το χρόνο. Η γεωγραφική οπτική επιχειρεί να συνθέσει τον κόσμο των Φυσικών και τον κόσμο των Κοινωνικών Επιστημών. Η Γεωγραφία αναλύει και ερμηνεύει τη συγκρότηση και διαφοροποίηση του χώρου έτσι όπως διαμορφώνεται και μεταβάλλεται κάτω από τη διαρκή αλληλεπίδραση των φυσικών παραγόντων (κλίμα, ανάγλυφο, βλάστηση) και των κοινωνικών, πολιτισμικών, οικονομικών, ιδεολογικών και πολιτικών διεργασιών. 5

6 Αντικείμενο της γεωγραφίας είναι, μεταξύ άλλων, η υποβάθμιση του εδάφους και η ερημοποίηση, η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση, η αστικοποίηση, η τουριστική ανάπτυξη, η εκβιομηχάνιση και αποβιομηχάνιση, η ανάπτυξη των πόλεων, των περιφερειών και της υπαίθρου, η παγκοσμιοποίηση, τις γεωπολιτικές ισορροπίες και συγκρούσεις. Η γεωγραφία αναλύει και ερμηνεύει τα προβλήματα του χώρου συμπληρώνοντας τις επιστήμες του σχεδιασμού και της ρύθμισης του χώρου (Πολεοδομία, Χωροταξία, Περιφερειακή Επιστήμη). Συνεισφέρει επίσης στην αντιμετώπιση προβλημάτων που συνδέονται με την κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική πολιτική και ζητήματα οργάνωσης και προστασίας του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Η γεωγραφία επιχειρεί τη σύνθεση. Συνομιλεί με ένα ευρύ φάσμα επιστημών όπως η ιστορία, η κοινωνιολογία, η ανθρωπολογία, τα οικονομικά, η δημογραφία, οι διεθνείς σχέσεις, τα μαθηματικά, η ψυχολογία, οι πολιτικές επιστήμες, οι επιστήμες του περιβάλλοντος, ο σχεδιασμός. Αξιοποιεί ποιοτικές και ποσοτικές μεθόδους, καθώς και τεχνικά εργαλεία (χάρτες, δορυφορικές εικόνες, συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών, δειγματοληπτική έρευνα, στατιστική ανάλυση, μαθηματικά μοντέλα, επιτόπια παρατήρηση, συνεντεύξεις). Η Γεωγραφία ενδιαφέρεται για τη χωρική ανάλυση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Αποτελεί την επιστήμη που συνδιαλέγεται τόσο με επιστήμες του περιβάλλοντος (γεωλογία, κλιματολογία κτλ.), όσο και με τεχνικές επιστήμες (στατιστική, χαρτογραφία, μηχανική), αλλά και τις κοινωνικές επιστήμες (κοινωνιολογία, οικονομική επιστήμη, ιστορία κτλ.). 6

7 Ο Paul Krugman (1991) γράφει: «Κατανόησα ότι ξόδεψα όλη την επαγγελματική μου ζωή σκεπτόμενος και γράφοντας για την οικονομική γεωγραφία χωρίς να το έχω συνειδητοποιήσει». Κλασσική Γεωγραφία (19 ος αιώνας): Δίνει έμφαση στην αναζήτηση αιτιατών σχέσεων ανάμεσα στο χώρο και τις ανθρώπινες δραστηριότητες και συμπεριφορές. Αναπτύσσεται ο γεωγραφικός ντετερμινισμός (οι ανθρώπινες συμπεριφορές επηρεάζονται από τις φυσικές συνθήκες). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, το κλίμα, η γονιμότητα του εδάφους της Ευρώπης επέτρεψαν την ανάπτυξη. Στην Αφρική, για παράδειγμα, το ζεστό και υγρό κλίμα έκαναν τους ανθρώπους νωθρούς, με αποτέλεσμα την υπανάπτυξη. Περιφερειακή Γεωγραφία (19 ος -20 ος αι.): Δίνει έμφαση στη μελέτη ενός τόπου μέσα από διάφορες οπτικές (οικονομική, κοινωνική, πολιτική κτλ.) με βασικό εργαλείο αναφοράς την ιστορία. Ανθρώπινη Οικολογία της Σχολής του Σικάγο : Δίνει έμφαση στην επίδραση του ανθρώπου στο περιβάλλον και ειδικά στην πόλη, την οποία και θεωρεί οικοσύστημα. Ποσοτική Γεωγραφία : Γεννήθηκε μετά τον Β Παγκόσμιο πόλεμο. Υιοθετεί την θετικιστική επιστημολογική προσέγγιση, με πρότυπό της τις φυσικές επιστήμες. Πρεσβεύει μια α-κοινωνική γεωγραφική γλώσσα. Στη στοχοθεσία της βρίσκεται η γενίκευση, μέσα από τη διατύπωση νόμων (γέννηση μαθηματικοποιημένων μοντέλων που προκύπτουν μέσα από την εμπειρική παρατήρηση). Κριτική Γεωγραφία (από το 1970): Δίνει έμφαση στους ποιοτικούς παράγοντες που δεν είναι μετρήσιμοι και τους οποίους αγνοεί η ποσοτική γεωγραφία. Προχωράει από το καθολικό στην παρατήρηση (απαγωγικός συλλογισμός). 7

8 Β. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Τι είναι η Οικονομική Γεωγραφία; Οικονομική γεωγραφία είναι o κλάδος της γεωγραφίας που μελετάει τη θέση, τη διανομή και τη χωροταξική οργάνωση των οικονομικών δραστηριοτήτων σε όλο τον κόσμο. Με τα χρόνια, η οικονομική γεωγραφία εξελίχθηκε ως κλάδος διευρύνοντας τη γκάμα των θεμάτων με τα οποία ασχολείται, όπως η χωροθέτηση των βιομηχανιών, τα οφέλη των επιχειρήσεων από τις οικονομίες συγκέντρωσης, τη γεωγραφία των μεταφορών που μελετά τη διασύνδεση των ροών ανθρώπων και αγαθών, τη σχέση της οικονομικής δραστηριότητας των ανθρώπων με το περιβάλλον, την οικονομία των αστικών οικοσυστημάτων, το διεθνές εμπόριο, την αγορά γης και ακινήτων, τα προβλήματα της αστικής ανάπτυξης κτλ.. Ιστορία της Οικονομικής Γεωγραφίας Οι γεωγραφικές γνώσεις διαμορφώθηκαν και εξελίχθηκαν χάρη στην ανάπτυξη της χαρτογραφίας, της ταξιδιωτικής γεωγραφίας, της επαφής των γεωγράφων με ζητήματα κλιματικά, τοπογραφικά, πολιτισμικά, επιπέδου ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών κλπ. Η συσσωρευμένη γεωγραφική γνώση συνετέλεσε στη δημιουργία ερμηνευτικών μοντέλων και θεωριών ήδη από το 16 ο αιώνα και τις ανακαλύψεις. Γεννηθήκαν έτσι θεωρίες για το εμπόριο, την ανάπτυξη, τις οικονομικές πρακτικές, τη χωροθέτηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η επιστήμη της γεωγραφίας κατέκτησε, ιδιαίτερα μετά το Β Παγκόσμιο πόλεμο, αυξανόμενη σημασία για τη μελέτη της οικονομικής και περιφερειακής ανάπτυξης. Διάφορες θεωρίες, μεταξύ των οποίων ο κλιματικός ντετερμινισμός του Ellsworth Huntington και η θεωρία των κεντρικών τόπων του Walter Christaller έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο σε αυτό που η οικονομική γεωγραφία είναι στις μέρες μας. Παρακλάδια της Οικονομικής Γεωγραφίας Αγροτική Γεωγραφία : Είναι ο κλάδος που μελετά το έδαφος όπως αυτό έχει τροποποιηθεί από την ανθρώπινη παρέμβαση. 8

9 Γεωγραφία της Βιομηχανίας : Ο κλάδος αυτός ασχολείται με τη χωροθέτηση και αξιοποίηση των μεταποιητικών δραστηριοτήτων, την εξεύρεση και ορθολογική αξιοποίηση των πρώτων υλών, τη διανομή και πώληση του μεταποιημένου προϊόντος στις αγορές και πώς όλα τα παραπάνω επηρεάζουν την παραγωγικότητα. Γεωγραφία του Διεθνούς Εμπορίου : Ασχολείται με το διεθνές εμπόριο και το διασυνοριακό εμπόριο. Γεωγραφία των πόρων : Πρόκειται για έναν σημαντικό κλάδο της οικονομικής γεωγραφίας που συνεισφέρει στον προσδιορισμό της θέσης των πόρων, τη διαθεσιμότητά τους και την αξιοποίηση τους για την κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών. Γεωγραφία των μεταφορών και της επικοινωνίας : Αυτός ο κλάδος ερευνά τη διακίνηση και τη σύνδεση των ανθρώπων και των αγαθών, ενώ προσπαθεί να ερμηνεύσει την πολυπλοκότητα των τρόπων μεταφοράς ανθρώπων, εμπορευμάτων, πληροφοριών. Γεωγραφία των χρηματιστικών συναλλαγών και της διακίνησης κεφαλαίων : Ο κλάδος αυτός επικεντρώνεται κυρίως στη γεωγραφία της παγκόσμιας οικονομίας και στη δημιουργία νέων οικονομικών κέντρων στον κόσμο. Μελετά επίσης πώς διάφοροι παράγοντες όπως η εθνική κυριαρχία, οι διεθνείς θεσμοί και οι πολιτισμικοί παράγοντες επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομική κατανομή. Πρακτικές εφαρμογές : Η γνώση από τη μελέτη της οικονομικής γεωγραφίας δίνει τη δυνατότητα να εξετάσουμε τις παραγωγικές δραστηριότητες των ανθρώπινων κοινωνιών σε σχέση με το περιβάλλον. Η ανισότητα εξαλείφεται σε μεγάλο βαθμό από την κινητοποίηση των πόρων και την σαφή κατανόηση της αλληλεξάρτησης μεταξύ ανθρώπου και περιβάλλοντος. 9

10 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Βασικές γεωγραφικές έννοιες Η γεωγραφία ασχολείται : Με τις σχέσεις που διαμορφώνονται μεταξύ κοινωνικού και ανθρωπογενούς χώρου. Με τις σχέσεις μεταξύ κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος (κοινωνικές και φυσικές δομές). Με τη σχέση χώρου και χρόνου (γεωγραφία - ιστορία). Στο φυσικό περιβάλλον δεν υπάρχει έντονα η ανθρώπινη παρέμβαση. Στο ανθρωπογενές περιβάλλον είναι ιδιαίτερα έντονη η ανθρώπινη παρέμβαση. Κοινωνικός χώρος είναι η κοινωνική διάσταση του χώρου με τις κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώνονται σε αυτόν. 10

11 Για τον Lefebvre ( ), ο κοινωνικός χώρος είναι ένα κοινωνικό προϊόν. Δεν υπάρχει έξω από την κοινωνία που τον παράγει. Θεωρεί το χώρο ως την κύρια συνιστώσα της αλλοτρίωσης των ανθρώπων. Αυτή η αντίληψη κυριαρχεί από τη δεκαετία του Ο ανθρωποκεντρισμός της γεωγραφικής αυτής οπτικής δίνει στον κοινωνικό χώρο τα χαρακτηριστικά του βιωμένου χώρου (Jacques Lévy και Christian Grataloup, 1976). Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την προσέγγιση η μόνη δυνατή γεωγραφία είναι αυτή μιας επιστήμης του κοινωνικού χώρου στον οποίο εντάσσονται οι χωρικές διαστάσεις της κοινωνίας. Δύο βασικές αρχές στη ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Η αρχή των συνεχών αλλαγών Ο γεωγραφικός χώρoς βρίσκεται σε μια διαδικασία συνεχών αλλαγών οι οποίες εμπεριέχουν φυσικά και ανθρωπογενή χαρακτηριστικά. Mapping and modeling urban growth and its impact on the hydrology of urban watersheds with satellite imagery ( 11

12 Άποψη της πόλης Γιαουντέ στο Καμερούν το 1955 και το Αλλαγές του φυσικού περιβάλλοντος εξαιτίας διάβρωσης και ηφαιστειακής δραστηριότητας. Η αρχή της συνάφειας των υποκειμένων της γεωγραφικής πραγματικότητας Τα υποκείμενα της γεωγραφικής πραγματικότητας, φυσικά και ανθρωπογενή (γεωμορφολογία, σύσταση του εδάφους, σύστημα μεταφορών, οικισμοί κτλ.) συνδέονται μεταξύ τους με διάφορους τρόπους και σε πολλαπλά επίπεδα. Ποτάμια και χωροθέτηση οικισμών (σε επίπεδο τοπικό, διατοπικό ή και διεθνές). 12

13 Ρέματα και ποτάμια της Αθήνας: Μια ιστορία πικρή ΤΟ ΡΕΜΑ ΤΟΥ ΚΗΦΙΣΟΥ Προκαταρκτικό Σχέδιο Διαχείρισης των Κινδύνων Πλημμύρας 93D/$file/Prokatartiko_Sxedio_Plimires.pdf?openelement Ποτάμιες πλημμύρες και διασυνοριακή συνεργασία vi_pap.pdf Η γεωγραφική επιστήμη δίνει έμφαση στο χώρο, στον τόπο, στην τοποθεσία και στο σημείο εγκατάστασης μιας ανθρώπινης δραστηριότητας, λαμβάνοντας υπόψη το χρόνο, τη φύση και την κοινωνία. Το βασικό πράγμα που πρέπει να γνωρίζετε είναι ότι η κενή οντότητα γνωστή ως χώρος, γίνεται τόπος, όταν της αποδίδεται κάποιο νόημα. Το αφηρημένο 40 ο 30 γεωγραφικό πλάτος, 23 ο γεωγραφικό μήκος γίνεται τόπος συγκεκριμένος όταν αναγνωρίζεται ως τέτοιος. Η σημασία το νόημα δηλαδή που αποδίδεται στον χώρο και τον μετασχηματίζει σε τόπο - μπορεί να προκύψει από το πώς χρησιμοποιούμε το χώρο ή ακόμα και από τους λόγους για τους οποίους αντιλαμβανόμαστε έναν τόπο ως αυτό που είναι. Αντίληψη του χώρου Ο χώρος είναι αντικειμενικός ή και υποκειμενικός; Πως βλέπει το χώρο ο πολίτης και πως ο ερευνητής; Ο χώρος έχει γεωμετρικές και υλικές διαστάσεις. Εκτός από αυτές όμως χαρακτηρίζεται και από κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτισμικούς και ιστορικούς παράγοντες. Υπάρχει και η προσωπική αντίληψη που έχει ο καθένας από μας για το χώρο (βλέπε παρακάτω Αναπαράσταση του χώρου). 13

14 Τόπος Έχει πάντα υλική υπόσταση (γειτονιά, πόλη, χώρα) Έχει στοιχεία πραγματικά, βιώσιμα, μετρήσιμα. Έχει όνομα, πολιτισμό, μνημεία Είναι μοναδικός Μάνη Γυάρος Τοποθεσία (περιγράφει συγκεκριμένα υλικά χαρακτηριστικά) Το οικόπεδο βρίσκεται στην τοποθεσία Γλυκά νερά. Σημείο εγκατάστασης μιας ανθρώπινης δραστηριότητας Νεώριο Σύρου Βιομηχανική περιοχή Θεσσαλονίκης 14

15 Η έννοια της περιφέρειας Η περιφέρεια μπορεί να οριστεί ως προς ένα συγκεκριμένο επίπεδο αναφοράς (η Ελλάδα αποτελεί περιφέρεια της Ευρώπης) και ως προς ένα συγκεκριμένο σύστημα αναφοράς (γλωσσική, κοινωνική, οικονομική διάρθρωση). Ο όρος περιφέρεια χρησιμοποιείται με την έννοια ότι προϋποθέτει ως αντίθεσή της το κέντρο (οι αναπτυγμένες οικονομικά χώρες αποτελούν το κέντρο, ενώ οι φτωχές χώρες αποτελούν την περιφέρεια). Η αναπαράσταση του χώρου Ο χώρος αλληλεπιδρά με τα άτομα μέσα από τις εικόνες, τα ερεθίσματα, τις πληροφορίες. Ο πολίτης αντιλαμβάνεται το χώρο με το δικό του υποκειμενικό τρόπο, ανάλογα με την ηλικία του, το φύλο, τη μόρφωση, τα προσωπικά βιώματα, την ψυχοσύνθεση. Ο χώρος είναι σχετικός, αφού τα άτομα ως κοινωνικά όντα αλληλεπιδρούν μαζί του με υποκειμενικό τρόπο. Η προσωπική αντίληψη για το χώρο προκύπτει από βαθύτερα συναισθήματα και θεωρήσεις. Η αλληλεπίδραση μεταξύ ατόμου και χώρου μπορεί να θεωρηθεί ως σύστημα Άτομο Βιωμένος χώρος (εικόνες αντίληψη, αναπαραστάσεις) Συμπεριφορά Αντικειμενικός χώρος 15

16 Πως βλέπει ο γεωγράφος το χώρο. Παρατήρηση, συλλογή δεδομένων και ποσοτικών πληροφοριών, σχεδιασμός χάρτη. Ο γεωγράφος καλείται να περιγράψει αυτό που βλέπει και καταγράφει μέσα από την έρευνα πεδίου. Συλλέγει πληροφορίες με χρήση ερωτηματολογίων, στατιστικών δεδομένων, γεωμορφολογικών δεδομένων και χαρτών. Οι χάρτες προσπαθούν να αναπαραστήσουν την πραγματικότητα ή μέρος της. Περιλαμβάνουν πληροφορίες για τις σχέσεις ανθρώπου περιβάλλοντος (βουνά, πεδιάδες, λίμνες, ποτάμια, διοικητικά όρια, ιδιοκτησίες γης, χρήση γης, συγκοινωνιακά δίκτυα, σύνθεση του πληθυσμού, κατανομή του πληθυσμού στο χώρο κτλ.) και επίσης παρουσιάζουν κατανομές στο χώρο (οικονομικές δραστηριότητες, οικισμούς κτλ). Η γεωγραφική ματιά περιλαμβάνει την εμπειρική προσέγγιση (άμεση παρατήρηση, χάρτες κτλ.) που όμως δεν είναι αρκετή ώστε να αποφευχθούν οι λανθασμένες ερμηνείες των κοινωνικών φαινομένων που συνδέονται με το χώρο που μελετάται. Εκτός λοιπόν από την έρευνα πεδίου καλείται ο γεωγράφος να ερευνήσει ζητήματα που πιθανότατα συνδέονται με την κρατική πολιτική, την ευρωπαϊκή πολιτική, ζητήματα ανταγωνισμού, χρηματοδοτικών πρωτοκόλλων, τραπεζικού συστήματος, τεχνογνωσίας, συμβατικού ή και εθιμικού δικαίου, κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης κτλ. Όσο χρήσιμα είναι τα πληροφορικά δεδομένα αυτά καθαυτά, στην περιγραφή των γεωγραφικών φαινομένων, άλλο τόσο απαραίτητη είναι και η ερμηνευτική προσέγγιση που δεν μπορεί παρά να μην είναι ουδέτερη, δηλαδή χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις κοινωνικές και πολιτικές συνιστώσες. 16

17 Οι Χάρτες Διακρίνονται σε τοπογραφικούς, θεματικούς (ποσοτικούς και ποιοτικούς), νοητικούς. Τοπογραφικοί χάρτες : Σχεδιάζονται με βάσει τοπογραφήσεις από το έδαφος, τον αέρα και το διάστημα. Δείχνουν τη μορφολογία του εδάφους. Υψομετρικές καμπύλες Χαβάη Θεματικοί χάρτες : Για να φτιαχτούν χρησιμοποιούνται στατιστικά δεδομένα ή και επιτόπια έρευνα. Διακρίνονται σε ποιοτικούς 17

18 και ποσοτικούς κατανομή του μεταναστευτικού πληθυσμού στη Μαδρίτη ανά γειτονιά 18

19 Νοητικοί χάρτες : Παρουσιάζουν την εικόνα που έχει ο καθένας για τον κόσμο γύρω του. Δεν είναι απαραίτητα μια ακριβής αναπαράσταση της πραγματικότητας. Νοητικοί χάρτες του Λος Άντζελες (αριστερά πλούσιοι λευκοί, δεξιά φτωχοί μαύροι). 19

20 Ποια η σημασία του νοητικού χάρτη; Ανάλογα με την αντίληψη που έχει κανείς για το χώρο, θα οργανώσει τη ζωή του, θα μεταναστεύσει, θα χωροθετήσει την οικονομική του δραστηριότητα κτλ. Ο νοητικός χάρτης αποτελεί κομμάτι της προσωπικότητας του κάθε ατόμου και των κινήτρων του. Από ποιους παράγοντες εξαρτάται η ποιότητα του νοητικού χάρτη; Από παράγοντες όπως το επίπεδο εκπαίδευσης, το φύλο, η ηλικία, το επάγγελμα, η κοινωνική τάξη, ο χρόνος παραμονής, ο τόπος καταγωγής κτλ. Η βαρύτητα του κάθε παράγοντα είναι δύσκολο να προσδιοριστεί γιατί υπάρχει αλληλεξάρτηση. 20

21 Χάρτες και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (Geographic Information systems - GIS) Τα συστήματα αυτά αναπτύχθηκαν την περίοδο Πρόκειται για ψηφιακούς χάρτες βασισμένους σε γεωγραφικές ή χαρτογραφικές συντεταγμένες. Τα πακέτα των ΓΣΠ αποτελούν τη σύνθεση διαφόρων λογισμικών. Τα ΓΣΠ βοηθούν τους ερευνητές να αντιληφθούν συσχετίσεις, να κάνουν διαχρονικές ή διατοπικές συγκρίσεις. Για παράδειγμα, έχοντας ένα χάρτη με όλους τους οικισμούς της Ελλάδας από το μικρότερο χωριό μέχρι την Αθήνα, και τις γεωγραφικές συντεταγμένες κάθε οικισμού, συνδεδεμένες με μια βάση δεδομένων στην οποία υπάρχουν τα πληθυσμιακά δεδομένα όλων των απογραφών, μπορεί κανείς στη συνέχεια πολύ εύκολα να σχεδιάσει μια σειρά από θεματικούς χάρτες (χάρτες πληθυσμιακής πυκνότητας κατά νομό, χάρτες με οικισμούς πάνω από κατοίκους, διαχρονικές πληθυσμιακές συγκρίσεις ανά περιοχή κτλ.). 21

22 Χάρτης Πληθυσμιακής Πυκνότητας* *Για τον υπολογισμό της προσβασιμότητας Κοινωνικών - Οικονομικών δραστηριοτήτων δημιουργήθηκαν συνολικά δεδομένα που περιλαμβάνουν περισσότερα από πενήντα χιλιάδες (50000) σημεία, γραμμές και πολύγωνα. 22

23 Για επιπλέον πληροφόρηση : Χωρική Ανάλυση και Χαρτογραφική Απεικόνιση Κοινωνική-επαγγελματική διαστρωμάτωση της πρωτεύουσας, Ε Μπουρνόβα - M Δημητροπούλου (2015 Δεκ.) CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE %BF%CE%B5%CF%80%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%BC %CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE- %CE%B3%CE%B5%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AF%CE %B / Κοινωνικός Άτλαντας της Αθήνας (θέματα που αφορούν την κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας μέσα από πολλαπλές οπτικές γωνίες) %CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%BF/ Θέμα γεωγραφικής μελέτης Παράδειγμα : Κλιματικές αλλαγές σε μια περιοχή Επίπτωση στη σύσταση των εδαφών, στην αγροτική παραγωγή. Να συμπεριληφθούν κάποιοι οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες (χρήση φυτοφαρμάκων, υγεία, εντατική γεωργία, υποδομές, οικισμοί, πληθυσμιακή πυκνότητα, υπεράντληση υπόγειων υδάτων, τοπική αγορά εργασίας (ύπαρξη ή μη αλλοδαπών εργατών), ιδιοκτησία της γης και μέγεθος καλλιεργειών, προσανατολισμός της παραγωγής στις τοπικές, εγχώριες ή και διεθνείς αγορές). Αγροτικές πολιτικές που επηρεάζουν τις αποφάσεις και την αγροτική παραγωγή (εθνικές πολιτικές, περιφερειακές πολιτικές, ρόλος της Ε.Ε. αν υπάρχει). Αναζήτηση συμφερόντων που επηρεάζουν το οικονομικό περιβάλλον κτλ. Ενδεικτικές πηγές : στατιστικές, θεματικοί χάρτες, φωτογραφικό υλικό, επιτόπια παρατήρηση, ερωτηματολόγια, δημοσιεύματα στον τύπο κτλ. 23

24 Ενδεικτικά παραδείγματα εργασίας Επιλέξτε ένα γεωγραφικό χώρο (πόλη, γειτονιά, εμπορικό δρόμο, πλατεία). Καταγράψτε τις ανθρώπινες δραστηριότητες, πως και πότε συμβαίνουν. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του χώρου που περιγράφετε; Επιχειρήστε να εντοπίσετε τις μεταβολές του στο χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τους κοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες που επέδρασαν πάνω του. Βασιστείτε στην ιστορία, την οικονομική ζωή, τον πολιτισμό, την τεχνολογία κτλ. Ποτάμια και χωροθέτηση οικισμών : Ο Ρήνος, ο Δούναβης, ο Έβρος, ο Νείλος, ο Αμαζόνιος κτλ. Διατοπικές, διαπεριφερειακές, διεθνείς σχέσεις, και οικονομικές σχέσεις κτλ. Να αναζητηθούν οι συνάφειες και να ερμηνευθούν ή και να ιεραρχηθούν 1. Επιλογή ενός τόπου (ή 2 τόπων για σύγκριση). Παράδειγμα Μύκονος ή και σύγκρισή της με Νάξο. Πρόκειται για δυο κυκλαδίτικα νησιά με διαφορετικό παραγωγικό προφίλ. Για την περιγραφή και τη σύγκριση μπορούν να χρησιμοποιηθούν : ιστορικά στοιχεία, πολιτισμικά στοιχεία και παράδοση, φυσικό περιβάλλον αναπτυξιακοί πόροι, οικιστικό δίκτυο, πληθυσμός, υποδομές, τοπική παραγωγή, τοπική αγορά εργασίας, τοπικό «κοινωνικό κεφάλαιο», περιφερειακή αυτοδιοίκηση, κρατικές και ευρωπαϊκές πολιτικές. Οι αλλαγές (θετικές και αρνητικές) που παρατηρούνται μπορούν να ιδωθούν στην πορεία του χρόνου. 1 Η μη ιεράρχηση οδηγεί σε ουδέτερο σχετικισμό. Η ιεράρχηση αποτελεί μια κοινωνικά και πολιτικά προσδιοριζόμενη διαδικασία, γι αυτό δεν είναι ποτέ «επιστημονικά ουδέτερη και αντικειμενική» (Σημειώσεις «Εισαγωγή στη Γεωγραφία» του Κωστή Χατζημιχάλη). 24

25 Μετακινήσεις Μεταφορές Η αντίληψη και η χρήση του χώρου πραγματοποιείται με την κίνηση μέσα σε αυτόν. Τα βασικά εμπόδια που παρεμβαίνουν στην μετακίνηση είναι τα φυσικά χαρακτηριστικά του χώρου και η απόσταση. Για κάθε μετακίνηση και μεταφορά απαιτούνται δαπάνες (κόστος) και χρόνος. Το κόστος μπορεί να είναι χρηματικό ή εναλλακτικό αφού μια μετακίνηση συνεπάγεται πιθανά την αναβολή ή κατάργηση άλλων δραστηριοτήτων. Οι μετακινήσεις αφορούν ανθρώπους, εμπορεύματα, πληροφορίες, κεφάλαια, αλλά και αρρώστιες, πολιτισμικά πρότυπα κτλ. Η απόσταση αποτελεί εμπόδιο στην αλληλεπίδραση και την επικοινωνία (με την έννοια του χρόνου και του χρήματος που απαιτούνται για να συνδεθούν χωρικά κάποιες δραστηριότητες με συγκεκριμένα μέσα μεταφοράς και επικοινωνίας). Η απόσταση μπορεί να μετρηθεί ως μονάδα μήκους, ως χρόνος που απαιτείται για τη μετακίνηση, ως χρηματικό ή εναλλακτικό κόστος μετακίνησης 25

26 Η συρρίκνωση του χώρου Οι εξελίξεις στην τεχνολογία των μεταφορών οδήγησαν στη δραστική μείωση των χρονοαποστάσεων, σε αυτό που ονομάστηκε «συρρίκνωση του χώρου» (space shrinkage). Η συνεχής βελτίωση των συστημάτων μεταφοράς και επικοινωνιών περιορίζει τη σημασία του γεωγραφικού χώρου και τείνει προς την εκμηδένιση του χώρου από το χρόνο (annihilation of space by time). Σύγκριση χρόνου και ταχύτητας για να διανυθεί μια απόσταση με διαφορετικά μεταφορικά μέσα. Σύγκλιση χώρου και χρόνου Η έκφραση «σύγκλιση του χρόνου και του χώρου» (time-space convergence) αναφέρθηκε για να περιγράψει ότι οι εξελίξεις στην τεχνολογία των μεταφορών είχαν ως συνέπεια να «μετακινούν» περιοχές μέσα στο σύστημα οικισμών τη μια πιο κοντά στην άλλη, με την έννοια ότι ο χρόνος ταξιδιού μεταξύ δύο περιοχών σταδιακά μειώνεται και, επομένως, μειώνεται και η σημασία της απόστασης. Κατά μια έννοια λοιπόν, η απόσταση μεταξύ δυο τόπων αλλάζει. 26

27 27 Διαβάστε : R. D. Knowles, Transport shaping space: differential collapse in time space, Journal of Transport Geography, Volume 14, Issue 6, November 2006, pp «Αν και η τυραννία της απόστασης μειώθηκε με φθηνότερες και ταχύτερες μεταφορές, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές γεωγραφικές διαφορές. Η παροχή μεταφορικών υπηρεσιών ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό. Η παγκοσμιοποίηση είναι άνιση. Ο χώρος παραμένει πολύ σημαντικός καθώς οι σχέσεις χρόνου / χώρου καταρρέουν ανομοιόμορφα. Υπάρχει ολοένα και μεγαλύτερη αναγνώριση των εξωτερικοτήτων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των μεταφορών. Η πρόσβαση στις μεταφορές παραμένει άνιση και περιορίζεται από το εισόδημα, την αναπηρία, την ηλικία και το φύλο καθώς και από την τοποθεσία. Η παρούσα εργασία επανεξετάζει το ρόλο των μεταφορών στη διαμόρφωση του χώρου και θεωρεί τη διαφορική κατάρρευση του χρόνου σαν αποτέλεσμα της διαδοχής μιας σειράς καινοτομιών στον τομέα των μεταφορών εδώ και πάνω από 200 χρόνια. Αξιολογεί τις επιπτώσεις των φθηνότερων και ταχύτερων μεταφορών σε σχέση με την ανάπτυξη σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, τις επιπτώσεις της διατοπικότητας στα συστήματα χερσαίων / θαλάσσιων μεταφορών και τις επιπτώσεις των σταθερών ζεύξεων στην εξάλειψη των φραγμών στις μεταφορές. Εξετάζει εάν οι σχέσεις χρόνου / χώρου έχουν ενσωματωθεί με ακρίβεια σε αφηρημένα μοντέλα χωρικής ανάπτυξης. Το άρθρο εξετάζει πόσο οι φθηνότερες και ταχύτερες μεταφορές έχουν αυξήσει τις περιβαλλοντικές εξωτερικότητες στις ολοένα και πιο κινητικές κοινωνίες. Εξετάζει επίσης τις πτυχές του κοινωνικού αποκλεισμού που απορρέουν από την περιορισμένη πρόσβαση στις μεταφορές». (Από την περίληψη)

28 Διαβάστε : Spiekermann, K., Wegener, M. The Shrinking Continent: New Time Space Maps of Europe. Environment and Planning B: Planning and Design 21, 1994,

29 Ο χώρος δεν συρρικνώνεται ομοιόμορφα Η συρρίκνωση του χώρου δε γίνεται με ομοιόμορφο τρόπο. Για παράδειγμα, αν αποτυπώσει κανείς το χάρτη του Ειρηνικού Ωκεανού με βάση τη χρονοαπόσταση, τότε βλέπει ότι κάποιες πόλεις πλησιάζουν μεταξύ τους (Τόκυο, Σαν Φρανσίσκο, Σύδνεϋ κλπ.), ενώ άλλες λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, συγκριτικά, απομακρύνονται. Απόσταση και αποφάσεις χωροθέτησης Η ποσότητα των ροών εμπορευμάτων, πληθυσμού και πληροφορίας τείνει να μειώνεται με την απόσταση (distance decay effect). Οι ροές μεταξύ δυο περιοχών δεν εξαρτώνται μόνο από τη χιλιομετρική απόσταση, αλλά και από την ποιότητα του οδικού δικτύου, το δίκτυο συγκοινωνιών, επικοινωνιών κλπ, αυτό που καλείται προσιτότητα. 29

30 Κοινωνική αλληλεπίδραση (η κοινωνιολογική ματιά) Τύποι κοινωνικής αλληλεπίδρασης κατά Giddens (1990) Ο πρώτος έχει να κάνει με τις «πρόσωπο με πρόσωπο» επαφές στην καθημερινή ρουτίνα. Ο δεύτερος είναι πιο απόμακρος τρόπος αλληλεπίδρασης ο οποίος υλοποιείται με συστήματα μεταφορών και επικοινωνιών. Το «τέλος» της γεωγραφίας Η ταχύτητα της μετακίνησης (π.χ. γρήγορα τρένα) οδήγησε στην εκμηδένιση του χώρου από το χρόνο. η ανάπτυξη μεθόδων άμεσης επικοινωνίας (τηλέφωνο, ηλεκτρονική επικοινωνία) δημιούργησε μια αίσθηση ταυτόχρονου. Ο Toffler (1970) έφτασε να γράψει για το «θάνατο της γεωγραφίας» υποστηρίζοντας ότι εξαιτίας των νέων τεχνολογιών μεταφοράς και επικοινωνίας ο χώρος δεν αποτελεί πλέον μια βασική πηγή διαφοράς, εφόσον οι έντονες ροές ανθρώπων και πληροφοριών συνετέλεσαν στη διάλυση των γεωγραφικών διαφορών και της διαφορετικότητας. Ο O Brien (1991) αναφέρθηκε στο «τέλος της γεωγραφίας» με την έννοια ότι η υψηλή οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη, κυρίως στους τομείς των μεταφορών και των επικοινωνιών, μειώνουν τη σημασία των αποφάσεων χωροθέτησης. Διαβάστε : André-Louis Sanguin, End of Geography or Revenge of Geography? Human societies between a smooth, spiky or flat world (Unofficial English version provided by the author of the Italian paper published in: BOLLETTINO DELLA SOCIETÀ GEOGRAFICA ITALIANA ROMA - Serie XIII, vol. VII (2014), pp

31 Η απόσταση αποτελεί εμπόδιο για τις επικοινωνίες. Μπορεί να αποτελέσει και πλεονέκτημα και σε ποιο βαθμό; Οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις όταν βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους, εξασφαλίζουν μονοπωλιακά πλεονεκτήματα (χωρικό μονοπώλιο). Αυτό το πλεονέκτημα χάνεται λόγω της ομογενοποίησης των αγορών. Το χωρικό μονοπώλιο χάνεται. Οι μικρές τοπικές επιχειρήσεις χάνουν το πλεονέκτημά τους. Οι πολυεθνικοί κολοσσοί οι οποίοι μονοπωλούν τη παγκόσμια αγορά παραγκωνίζουν τις μικρές τοπικές επιχειρήσεις. Ενδεικτικό παράδειγμα οι βιομηχανία τσιγάρων στην Ελλάδα. Παλαιότερα υπήρχαν δεκάδες μικρές επιχειρήσεις παραγωγής τσιγάρων. Σήμερα όλη η αγορά περιστρέφεται γύρω από 4 μεγάλες βιομηχανίες που σε σημαντικό βαθμό συνδέονται με πολυεθνικές εταιρείες. 31

32 Εξέλιξη των μεταφορών Πριν από την ανάπτυξη του σιδηροδρόμου, η μεταφορά βαρέων προϊόντων από ξηρά ήταν δαπανηρή και χρονοβόρα. Η μεταφορά τους γινόταν πιο οικονομικά απ το νερό. Στην Ευρώπη κατασκευάστηκαν κανάλια από το 16 ο αιώνα και αποτελούσαν την πιο προωθημένη μορφή μεταφορών μέχρι το 19 ο αιώνα. Η ανακάλυψη της μηχανής ατμού και η εφαρμογή της στην ακτοπλοΐα (1807) μείωσε το κόστος των μεταφορών στο νερό ενώ ο σιδηρόδρομος (1829) μείωσε δραματικά το κόστος των χερσαίων μεταφορών. Μέχρι το 19 ο αιώνα οι πόλεις ήταν κυρίως κέντρα πεζών, γεγονός που έθετε όρια στο μέγεθος της πόλης. Η απόσταση από το κέντρο της πόλης προς όλες τις κατευθύνσεις ήταν περιορισμένη. Η εξέλιξη της τεχνολογίας των μεταφορών επέτρεψε την παράλληλη επέκταση των πόλεων. 32

33 Κόστος μεταφοράς Το κόστος μεταφοράς έχει δυο συνιστώσες, (α) το κόστος φορτοεκφόρτωσης και χειρισμού και (β) το κόστος διακίνησης. Η φορτοεκφόρτωση συνδέεται με το κόστος συσκευασίας, έκδοσης φορτωτικών εγγράφων κτλ. Δεν εξαρτάται από την απόσταση. Η δεύτερη συνδέεται με το κόστος κίνησης του μεταφορικού μέσου και αυξάνεται με την απόσταση. Το κόστος μεταφοράς παρουσιάζει διαφορές ανάλογα με τη συχνότητα μεταφοράς, τα μέσα φορτοεκφόρτωσης και το χρόνο που απαιτείται, το βαθμό ευπάθειας των προϊόντων προς μεταφορά (φρούτα, τούβλα, άμμο, ηλεκτρικά είδη), τη δυνατότητα εξασφάλισης φορτίου κατά την επιστροφή. Για μικρές αποστάσεις οικονομικά προσφορότερο είναι το φορτηγό, για μεσαίες το τρένο και για μεγάλες το πλοίο. Το μεταφορικό περιβάλλον άλλαξε δραματικά με την εισαγωγή της τεχνολογίας των containers και τη δυνατότητα αεροπορικής μεταφοράς μεγάλων αντικειμένων (bulk air cargo) με άμεσες συνέπειες στη χρήση του χώρου. Επέτρεψε σε μεγάλες επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε αναπτυγμένες χώρες να χωροθετήσουν τα εργοστάσιά τους, που χαρακτηρίζονταν από χαμηλή προστιθέμενη αξία, υψηλή μόλυνση και ένταση εργασίας, σε 33

34 υπανάπτυκτες χώρες και κυρίως σε ζώνες ελεύθερου εμπορίου (free trade zones). Οι δρόμοι ως δίκτυα Το δίκτυο χαρακτηρίζεται (α) από μια σειρά από δεσμούς (V) π.χ. πόλεις και (β) από μια σειρά από γραμμές (Ε) δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές, αεροπορικές γραμμές). Τα συστήματα μεταφοράς (οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο) είναι άμεσα συνδεδεμένα με την οργάνωση του δικτύου και των οικισμών. Συνεκτικότητα του δικτύου (connectivity) Υποδηλώνει την ευκολία μετακίνησης από ένα μέρος σε άλλο μέσα στο δίκτυο. Ο απλούστερος τρόπος μέτρησης είναι β = E / V Όταν ο δείκτης β είναι μεγάλος αυτό σημαίνει καλά οργανωμένο δίκτυο που έχει υψηλό πάγιο κόστος (κατασκευή) αλλά χαμηλό μεταβλητό. Όταν ο δείκτης β είναι μικρός αυτό σημαίνει ελλιπές δίκτυο που έχει υψηλό κόστος λειτουργίας και προφανώς χαμηλό κόστος κατασκευής. 34

35 Προσπελασιμότητα του δικτύου (network accessibility) Μετράει το συντομότερο δρόμο από κάποιο δεσμό προς όλους τους άλλους: n Α1 = dij i=1 όπου dij ο συντομότερος δρόμος μεταξύ των δεσμών i και j V 1 V 2 V 3 Πίνακας συντομότερης οδού Προς / Από V1 V2 V3 V4 Σύνολο V V V V V 4 Πυκνότητα δικτύου Αναφέρεται στο συνολικό αριθμό χιλιομέτρων μήκους δρόμων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο έκτασης κάποιας περιοχής. Οι οικισμοί έχουν μεγαλύτερη πυκνότητα δικτύου δρόμων από τις περιοχές που τους περιβάλλουν. Οι αναπτυγμένες περιοχές έχουν μεγαλύτερη συνεκτικότητα και πυκνότητα μεταφορικού δικτύου. 35

36 Η ανάπτυξη δικτύου μεταφορών συνεπάγεται σχηματισμό οικισμών, εκβιομηχάνιση και αστικοποίηση. Οι E. Taaffe, R. Morrill, P. Gould ανέπτυξαν (1963) ένα μοντέλο σταδίων για την αλλαγή του δικτύου στις υποανάπτυκτες χώρες. Το μοντέλο αυτό δείχνει τη συσχέτιση της εξέλιξης των δικτύων μεταφορών με την αντίστοιχη αστική ανάπτυξη. 1. Η αποικιακή κατάκτηση δημιουργεί σύστημα οικισμών και σημείων κατάλληλων για να πλευρίζουν πλοία. 2. Κατασκευή δρόμων και σιδηροδρόμων που συνδέουν τα λιμάνια με την ενδοχώρα (ορυκτό και αγροτικό πλούτο). 3. Προσανατολισμός της οικονομίας προς τις εξαγωγές. 4. Ανάπτυξη παράπλευρων δρόμων, επιτείνει την ανταγωνιστική θέση των κυριότερων λιμανιών και κέντρων στο εσωτερικό της χώρας. 5. Ένα μεταφορικό δίκτυο συνδέει τα κυριότερα κέντρα. 6. Η ανάπτυξη δεσμών υψηλής προτεραιότητας ενδυναμώνει τα πλεονεκτήματα των αστικών κέντρων που κυριαρχούν στην οικονομία. Η ανάπτυξη των δικτύων μεταφοράς υποβοηθά τις μετακινήσεις και επηρεάζει τη μορφή ανάπτυξης και τη δομή της οικονομίας μέσω της λειτουργίας της σωρευτικής αιτιότητας. Η προσέγγιση αυτή υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη πραγματοποιείται σε ορισμένα κέντρα από μια συγκυρία συσσώρευσης φυσικών (τοποθεσία, πρώτες ύλες) και επίκτητων πλεονεκτημάτων (μεταφορικό δίκτυο, διαθέσιμο εργατικό δυναμικό). Οι ανεπτυγμένες περιοχές επιδρούν είτε ευνοϊκά, είτε δυσμενώς στις υποανάπτυκτες για λόγους γεωγραφικούς ή και ιστορικούς. Η θέση όπου χαράσσεται ένας δρόμος ή σιδηροδρομική γραμμή επηρεάζεται από το υπάρχον δίκτυο οικισμών και το ήδη υπάρχον δίκτυο μεταφορικών υποδομών. Μια νέα οδική αρτηρία ή μια νέα σιδηροδρομική γραμμή καθορίζουν την παραπέρα ανάπτυξη των οικισμών και την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα κατά μήκος του νέου άξονα. 36

37 Οδικό δίκτυο στην Αφρική 37

38 Στην Ελλάδα του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα η σιδηροδρομική γραμμή συνέδεε παράλιες πόλεις (Πάτρα, Κόρινθος, Αθήνα, Λάρισα, Θεσσαλονίκη). Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ ακτοπλοΐας και σιδηροδρόμου. Ο προσανατολισμός της χωροθέτησης του μεταφορικού δικτύου προς τα παράλια οδήγησε σε παρακμή πολλές περιοχές της ενδοχώρας. Το μεταφορικό δίκτυο της Ελλάδας αντανακλά την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας. Είναι το λεγόμενο S της ανάπτυξης : Πάτρα Αθήνα Βόλος Λάρισα Θεσσαλονίκη Καβάλα. 38

39 Όπως δείχνει ο χάρτης οι νέες υποδομές δημιουργούν τόσο πόλους ανάπτυξης όσο και αντίστοιχες ανισότητες. Οι δημιουργία υποδομών, ενώ δημιουργεί γενικά οφέλη, δεν εξασφαλίζει ισόρροπη προσβασιμότητα στο δίκτυο, λόγω των φυσικών και γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών της Ελλάδας (ορεινή χώρα και νησιωτικότητα). Η ύπαιθρος και οι μικρότεροι οικισμοί επωφελούνται διαφορετικά από τους άξονες και τους κόμβους μεταφορών (πρωτεύοντες και δευτερεύοντες). Οι μεγάλοι οδικοί άξονες επιτρέπουν την πύκνωση των σχέσεων μεταξύ των μεγάλων αστικών κέντρων από τα οποία διέρχονται, μειώνουν πολύ τη σχετική απόσταση και αυξάνουν την επικοινωνία μεταξύ τους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης που συγκεντρώνουν σχεδόν το μισό πληθυσμό της χώρας. Ο οδικός άξονας της Εγνατίας δεν έχει την ίδια βαρύτητα ως προς την πύκνωση των σχέσεων καθώς ενώνει μικρότερα αστικά κέντρα, παρουσιάζει όμως ιδιαίτερη βαρύτητα ως προς τη διασύνδεση με τα Βαλκάνια και την υπόλοιπη Ευρώπη. 39

40 ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Γεωγραφία της Παραγωγής. 1. Οι οικονομικές δραστηριότητες Η επιχείρηση είναι ο θεσμικός, οικονομικός και φυσικός χώρος στον οποίο πραγματοποιείται η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Χρησιμοποιεί παραγωγικούς συντελεστές (εισροές) όπως υλικά μέσα (μηχανές, κτίρια, πρώτες ύλες), εργασία (χειρωνακτική ή πνευματική) με αντικειμενικό σκοπό την επίτευξη κερδών. Στην επιχείρηση παίρνονται αποφάσεις σχετικά με τη λειτουργία της. Οι αποφάσεις αυτές είναι αποφάσεις χωροθέτησης (που θα εγκατασταθεί η επιχείρηση), αποφάσεις οργανωτικές και λειτουργίας (εσωτερική δομή οργανόγραμμα, προμήθεια πρώτων υλών, χρήση εργατικού δυναμικού, έρευνα αγοράς, διοχέτευση προϊόντων στην αγορά κτλ.), αποφάσεις εξεύρεσης κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των λειτουργιών της κτλ. Παλαιότερα οι επιχειρήσεις διακρίνονταν με σαφήνεια ανάλογα με το αντικείμενο της παραγωγής τους σε επιχειρήσεις του πρωτογενή τομέα (αγροτικές, κτηνοτροφικές, αλιευτικές κτλ.), του δευτερογενή τομέα (μεταποίηση, οικοδομή κτλ.) και του τριτογενή τομέα (υπηρεσίες όπως τράπεζες, ασφάλειες, εμπόριο κτλ.). Σήμερα έχουμε επιχειρήσεις με πολλαπλές δραστηριότητες, απασχολούμενες σε διαφορετικούς τομείς και κλάδους της οικονομίας, εγκατεστημένες σε διαφορετικές περιφέρειες ή και χώρες. Συχνά παρατηρείται μετεξέλιξη των δραστηριοτήτων κάποιων επιχειρήσεων από την υλική στην άυλη παραγωγή, δηλαδή από την παραγωγή προϊόντων στην παραγωγή υπηρεσιών. Επίσης η παραγωγή ενός προϊόντος μπορεί να κατανέμεται σε πολλές επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε διαφορετικούς τόπους. Την έρευνα ενός φαρμάκου μπορεί να αναλαμβάνει η εταιρία Α, τις κλινικές μελέτες και δοκιμές μια εταιρεία Β, την παραγωγή μια εταιρία Γ και μια άλλη Δ την προώθηση στις αγορές. Πολλές επιχειρήσεις μεταφέρουν τις παραγωγικές τους δραστηριότητες σε χώρες όπου βρίσκουν φθηνό εργατικό δυναμικό. Το κεφάλαιο αναζητά και βρίσκει τρόπους 40

41 συσσώρευσης και αναπαραγωγής του, γεγονός που αλλάζει δραματικά την κατανομή των παραγωγικών και εν γένει επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Η αλλαγές στη διάρθρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων συνδέονται με την κυριαρχία του τριτογενή τομέα στις αναπτυγμένες οικονομίες καθώς και με τις δραματικές τεχνολογικές προόδους που συμβάλουν στη γέννηση του λεγόμενου τεταρτογενή τομέα παραγωγής (επιχειρηματικές συμβουλές, υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης). Η παραγωγή της κάθε επιχείρησης προϋποθέτει απάντηση σε ερωτήματα όπως : Τι θα παραχθεί, πως αι για ποιους; Σε τι ποσότητες και με τι κόστος παραγωγής; Που θα εγκατασταθεί η επιχείρηση; 2. Το πρόβλημα της χωροθέτησης Οι παραγωγικές δραστηριότητες συμβαίνουν σε ένα συγκεκριμένο υπαρκτό χώρο και μπορούν να πάρουν διάφορες μορφές αλληλεπιδρώντας μαζί του. Ο χώρος έχει συγκεκριμένες ιδιότητες (ανάγλυφο, κλίμα, υδρογραφία, βλάστηση) και με αυτές αλληλεπιδρά με τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του. 41

42 Οι επιχειρηματίες χρησιμοποιούσαν, από παλιότερες εποχές, τις αποφάσεις χωροθέτησης της δραστηριότητάς τους μέσω της ανάλυσης του συστήματος εισροών εκροών των παραγωγικών μονάδων και την ποσοτικοποίηση με όρους κόστους κερδών (οικονομικός ορθολογισμός). Η εξεύρεση του κατάλληλου τόπου εγκατάστασης αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για την επιτυχία μιας επιχείρησης, ενός βιομηχανικού κλάδου, ενός ατόμου, μιας πόλης κλπ στις οικονομικοκοινωνικές του δραστηριότητες. Η εγκατάσταση μιας μονάδας σε μια περιοχή και όχι σε μια άλλη μπορεί να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την οικονομική ανάπτυξή της. Οι διαφορές εντοπίζονται τόσο στον κοινωνικό χώρο (εργατικό δυναμικό, πολιτισμικές αξίες), όσο και στον φυσικό χώρο (μορφολογία του εδάφους, ύπαρξη πρώτων υλών). Λόγω της κοινωνικοοικονομικής δυναμικής και της πολυπλοκότητας της πραγματικότητας, οι αναλυτές του τόπου χωροθέτησης απομονώνουν μερικά κριτήρια που θεωρούν καθοριστικά και με τον τρόπο αυτό διαμορφώνουν τις προσεγγίσεις τους. Ποια ζητήματα απασχολούν τις θεωρίες χωροθέτησης; Γιατί η βιομηχανία είναι άνισα κατανεμημένη εντός των χωρών; Γιατί υπάρχουν αλλαγές στη χωροθέτηση των διαφόρων κλάδων; Γιατί κάποιες επιχειρήσεις επιλέγουν τη χωρική διασπορά των δραστηριοτήτων τους; Γιατί κάποιες βιομηχανίες δημιουργούν «παράλληλα εργοστάσια»; Υπάρχει «άριστη» κατανομή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και σε ποιο επίπεδο αυτό συμβαίνει (επιχείρησης, κλάδου, χώρας, περιφέρειας); 42

43 Οι βασικές σχολές σκέψης για τη χωροθέτηση είναι : Νεοκλασική σχολή : Οι αποφάσεις χωροθέτησης εγγράφονται στη σφαίρα του καθαρού οικονομικού ορθολογισμού. Ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η μεγιστοποίηση των εσόδων από τις πωλήσεις με την ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση του κόστους. Κάθε επιχείρηση υπολογίζει ορισμένα οικονομικά μεγέθη που διαφοροποιούνται γεωγραφικά (κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας, μεταφορικό κόστος κτλ.). Οι αποφάσεις, μεταξύ των οποίων και η απόφαση της χωροθέτησης, είναι αποτέλεσμα απολύτως ορθολογικών διεργασιών. Παραδείγματα μοντέλων αυτής της σχολής είναι το μοντέλο του Alfred Weber (ελαχιστοποίηση του κόστους) και αυτό του August Lösch (μεγιστοποίηση της ζήτησης και των εσόδων από τις πωλήσεις). Συμπεριφορική σχολή : Βασίζεται σε εμπειρικές μελέτες της συμπεριφοράς και της λήψης αποφάσεων. Χρησιμοποιούνται ορισμένα μόνο κριτήρια και η απόφαση χωροθέτησης που επιλέγεται λαμβάνει υπόψη της τα κριτήρια αυτά. Η σχολή αυτή γνωρίζει πως οι αποφάσεις των ανθρώπων δεν οδηγούν στο βέλτιστο αλλά στο ικανοποιητικότερο δυνατό. Στο πλαίσιο της σχολής αυτής αναπτύχθηκε ένα ρεύμα που πίστευε στο ρόλο των μεγάλων επιχειρήσεων (σύνθετες οργανώσεις με ιδιαίτερες χωροθετικές απαιτήσεις) στη διαμόρφωση της οικονομικής γεωγραφίας (περιοχών και χωρών). Σχολή Πολιτικής Οικονομίας (με έμφαση στην αναδιάρθρωση του κεφαλαίου) : Εντάσσεται στο γενικότερο ρεύμα της κριτικής γεωγραφίας. Οι 43

44 προσεγγίσεις αυτές υποστηρίζουν ότι οι αποφάσεις χωροθέτησης δεν μπορούν να αναλυθούν έξω από τις ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες του καπιταλισμού. Οι θεωρίες τους για τη χωροθέτηση των οικονομικών δραστηριοτήτων βοηθούν: στην καλύτερη κατανόηση της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας. στην κατανόηση και πρόβλεψη των χωροταξικών εκείνων σχέσεων και αλληλεξαρτήσεων που προσδιορίζουν την εγκατάσταση των οικονομικών δραστηριοτήτων στο χώρο. Επιτρέπουν να επιχειρηθεί η μεταβολή της κατανομής των οικονομικών δραστηριοτήτων στο χώρο, σύμφωνα με τις εκάστοτε οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές επιλογές και τα αντίστοιχα μέσα (κίνητρα, αντικίνητρα). Μερικοί βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη χωροθέτηση των επιχειρήσεων Α) Κεφάλαιο (χρηματικό και πάγιο). Το χρηματικό εξασφαλίζει την έναρξη της επιχείρησης και τη λειτουργία της. Το πάγιο αφορά τις εγκαταστάσεις και τις υποδομές. Η πρόσβαση σε κεφάλαια επηρεάζει τη χωροθέτηση. Η διαφοροποίηση της διαθεσιμότητας χρηματικού κεφαλαίου σχετίζεται με τον κλάδο της σχεδιαζόμενης επένδυσης, το μέγεθος της επένδυσης και τη γεωγραφική εγκατάσταση της επένδυσης. Οι κλάδοι με ανοδική ζήτηση προσελκύουν ευκολότερα επενδυτικά κεφάλαια. Επίσης οι επιχειρηματικές δράσεις σε απομακρυσμένες και προβληματικές περιοχές προσελκύουν δυσκολότερα επενδυτικά κεφάλαια. Όσο για τις πάγιες υποδομές, ενώ αποτελούν βάση λειτουργίας μιας επιχείρησης δημιουργούν φραγμούς λόγω της σταθερότητάς τους στην προσπάθεια συσσώρευσης και κινητικότητας του κεφαλαίου. Β) Η γη (έδαφος, φυσικοί πόροι, κλιματολογικές συνθήκες). Η ελκυστικότητα της γης συνδέεται με τους φυσικούς πόρους που αποτελούν εισροές για την επιχείρηση. Η απόσταση δεν αποτελεί τον απόλυτα περιοριστικό παράγοντα λόγω της βελτιωμένης τεχνολογίας των μεταφορών. Η γη μπορεί να γίνει 44

45 αντιληπτή ως έκταση για εγκατάσταση δραστηριοτήτων και για το λόγο αυτό παρατηρείται μετεγκατάσταση επιχειρήσεων από αστικά κέντρα σε προάστια όπου υπάρχει μεγαλύτερος διαθέσιμος χώρος. Το έδαφος ή γη μπορεί να επηρεάσει το κόστος της εγκατάστασης μιας επιχείρησης, στοιχείο που διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή. Επηρεάζεται από παράγοντες όπως ο βαθμός αστικοποίησης, η χρήση της γης, η συγκέντρωση επιχειρήσεων, η σπανιότητα ελεύθερης γης, η ζήτηση για γη και η χρήση της. Γ) Το επιχειρηματικό περιβάλλον. Σημαντικό στοιχείο είναι το λεγόμενο επιχειρηματικό ρίσκο. Ρίσκο είναι η ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών σε ένα περιβάλλον ρευστότητας και αστάθειας. Η διαχείρισή του απαιτεί, από αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις, ικανότητες όπως γνώση, εμπειρία και διαίσθηση. Το στοιχείο της επιχειρηματικότητας συνδέεται άμεσα με την επιχειρηματική ικανότητα και παραγωγική κουλτούρα που διευκολύνει τις επαφές και τη δικτύωση μεταξύ των επιχειρήσεων, τη διάχυση των καλών επιχειρηματικών πρακτικών, τη βελτίωση της παραγωγής κτλ. Η επιχειρηματική κουλτούρα και η φιλοσοφία δημιουργίας καινοτομιών συνδεόταν παλαιότερα αποκλειστικά με τα αστικά κέντρα, ενώ οι αγροτικές περιοχές διατηρούσαν παραδοσιακές οικονομικές και κοινωνικές αξίες. Σήμερα οι αστικές δραστηριότητες και συμπεριφορές διεισδύουν και στον αγροτικό χώρο. Φυσική συνέπεια είναι η διεύρυνση των χωροθετικών επιλογών των επιχειρήσεων. Δ) Πρώτες ύλες, αγορές και μεταφορικά κόστη. Θεμελιωτής της θεωρίας χωροθέτησης με κριτήριο το μεταφορικό κόστος των πρώτων υλών και των προϊόντων θεωρείται ο Alfred Weber. Υιοθέτησε την ιδέα του von Thünen για το ρόλο της απόστασης και του μεταφορικού κόστους στη διάρθρωση των αγροτικών χρήσεων της γης γύρω από τα αστικά κέντρα και δημιούργησε τη δική του θεωρία χωροθέτησης της βιομηχανίας. Ε) Η ζήτηση. Ο August Lösch υποστήριξε πως η ζήτηση για ένα προϊόν δεν είναι σταθερή, αντίθετα με αυτό που πίστευε ο Weber. Ο Lösch θεωρούσε πως η ζήτηση μεταβάλλεται ανάλογα με την απόσταση που διανύει το προϊόν μέχρι να φτάσει στην κατανάλωση. Το μεταφορικό κόστος ενσωματώνεται στην τιμή πώλησης με αποτέλεσμα να επηρεάζει το μέγεθος 45

46 της ζήτησης. Για την προσέγγιση αυτή η ελαχιστοποίηση του κόστους δεν αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα της χωροθέτησης των παραγωγικών μονάδων αλλά η μεγιστοποίηση της ζήτησης. 3. Χωροθέτηση του πρωτογενή τομέα παραγωγής. Θεωρία του τόπου εγκατάστασης της αγροτικής παραγωγής (von Thünen) Ο von Thünen, Πρώσος κτηματίας, με 40 χρόνια εμπειρίας στη γεωργία, διατύπωσε στα 1826 το πρώτο μοντέλο χωροθέτησης και οργάνωσης των αγροτικών χρήσεων γης γύρω από μια πόλη. Αυτή ήταν η πρώτη προσπάθεια ανάπτυξης μιας συστηματικής μεθοδολογικής ανάλυσης του προβλήματος της εγκατάστασης μιας οικονομικής δραστηριότητας. Σκοπός του Thünen ήταν να ερμηνεύσει τις γενικές αρχές που καθορίζουν τις τιμές των γεωργικών προϊόντων και τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι τιμές καθορίζουν στη συνέχεια τη γεωργική παραγωγή. Ο Thünen ασχολήθηκε με το πώς κατανέμεται η γαιοπρόσοδος ή έγγειος πρόσοδος (land rent) 2 για το αγροτικό προϊόν σε σχέση με την απόσταση από την αγορά και πώς κατανέμεται η γεωργική γη μεταξύ των διαφόρων καλλιεργειών. Υποθέσεις του Thünen : 1. Η πόλη βρίσκεται στο κέντρο μιας αγροτικής περιοχής απομονωμένη από άλλες πόλεις. 2. Η αγροτική γη είναι απόλυτα ομοιογενής και η γονιμότητα είναι ίδια σε όλη την αγροτική έκταση. Η ένταση της καλλιέργειας είναι ίδια σε όλη την αγροτική έκταση. 3. Η πόλη αυτή αποτελεί τη μοναδική αγορά των αγροτικών προϊόντων της περιοχής. 4. Η μετακίνηση είναι το ίδιο εύκολη προς κάθε κατεύθυνση και διεξάγεται με τα ίδια μέσα (κάρο, άλογο). 2 Γαιοπρόσοδος (τιμή για τη χρήση της γης) έσοδα από τη χρήση της έξοδα στα οποία συμπεριλαμβάνεται ένα «λογικό» κέρδος και το κόστος μεταφοράς των προϊόντων στην αγορά). 46

47 5. Οι αγρότες σκέφτονται ορθολογικά επιδιώκοντας μεγιστοποίηση του κέρδους τους. 6. Η τιμή για κάθε προϊόν καθορίζεται ελεύθερα από την προσφορά και τη ζήτηση και επομένως είναι δεδομένη για τους γεωργούς. 7. Το κόστος μεταφοράς είναι ανάλογο της απόστασης. Η εξίσωση της γαιοπροσόδου είναι : L = Ε. (ρ-α) Ε. f. K όπου L: γαιοπρόσοδος ανά μονάδα γεωργικής γης Ε : ποσότητα προϊόντος ανά μονάδα γεωργικής γης ρ : τιμή πώλησης ανά μονάδα προϊόντος α : κόστος ανά μονάδα προϊόντος f: κόστος μεταφοράς ανά μονάδα απόστασης και ανά μονάδα προϊόντος Κ : απόσταση από την αγορά (πόλη) Όσο μεγαλώνει η απόσταση από την πόλη, τόσο αυξάνει το κόστος μεταφοράς του προϊόντος, οπότε η γαιοπρόσοδος μειώνεται. Η γαιοπρόσοδος μεγιστοποιείται για απόσταση Κ=0 οπότε L = E. (ρ-α) Η ακτίνα όπου η γαιοπρόσοδος μηδενίζεται είναι : Κ = (ρ-α) / f Χωροθετική πρόσοδος ανά μονάδα εδάφους = έσοδα ανά μονάδα εδάφους πληρωμές για άλλους συντελεστές ανά στρέμμα κόστη μεταφοράς ανά στρέμμα. 47

48 Ο κάθε γεωργός στο πλαίσιο του ανταγωνισμού ενδιαφέρεται να βρεθεί σε πλεονεκτικότερη θέση πιο κοντά στην πόλη αποκομίζοντας μεγαλύτερο κέρδος (έσοδα έξοδα). Κατά συνέπεια διατίθεται να πληρώσει ενοίκιο στο γαιοκτήμονα που έχει κτήματα σε μικρότερη απόσταση από την αγορά. Οι διαφορές στη γαιοπρόσοδο έχουν σημασία για τις αγροτικές επιχειρήσεις για τις οποίες η αμοιβή του εδάφους συνιστά σημαντικό ποσοστό του συνολικού κόστους παραγωγής. Στην επιλογή του τόπου εγκατάστασης μιας γεωργικής επιχείρησης σημαντικό είναι να εξεταστεί η σχέση υποκατάστασης μεταξύ γαιοπροσόδου και μεταφορικού κόστους. Πως επηρεάζει την ένταση της καλλιέργειας της γης (εντατική / εκτατική) η απόσταση από την αγορά; Πολλοί συνεχιστές της θεωρίας του Thünen υποστήριξαν ότι η ένταση στην καλλιέργεια της γεωργικής γης μειώνεται καθώς αυξάνει η απόσταση από την αγορά. Όσο πλησιέστερα στην αγορά είναι η γεωργική μονάδα, τόσο μικρότερο το μεταφορικό κόστος, άρα ψηλότερο το καθαρό κέρδος του γεωργού. Το πρόσθετο εισόδημα το χρησιμοποιεί ώστε να εντατικοποιήσει την παραγωγή του (περισσότερο εργατικό δυναμικό, μεγαλύτερο κεφάλαιο, λιπάσματα κτλ.). Όσο μεγαλύτερη η απόσταση από την αγορά, τόσο μικρότερη η ένταση παραγωγής. 48

49 Αίροντας ορισμένες υποθέσεις του Thünen παρατηρούμε ότι τροποποιούνται σημαντικά στην πράξη τα συμπεράσματα του υποδείγματος. Αν, για παράδειγμα, τα έξοδα μεταφοράς παρουσιάζουν μη αναλογικότητα παρατηρούμε ότι καθώς αυξάνεται η απόσταση η γαιοπρόσοδος μειώνεται αλλά με φθίνοντα ρυθμό (διάγραμμα α). Αντίστοιχα, η διαφοροποίηση της έντασης χρήσης του εδάφους οδηγεί σε μείωση της γαιοπροσόδου με αύξοντα ρυθμό καθώς αυξάνεται η απόσταση (διάγραμμα β). 49

50 Άλλες υποθέσεις που μπορούν να αλλάξουν είναι : η διαφοροποίηση της γονιμότητας του εδάφους ανά περιοχή (διαφοροποιημένη παραγωγικότητα της γης). η ύπαρξη μεταφορικού δικτύου που μπορεί να διαφοροποιεί την ευκολία μετακινήσεων και μεταφοράς προϊόντων, ή και ύπαρξη εναλλακτικού τρόπου μεταφοράς (ποτάμι). η ύπαρξη περισσότερων από μιας πόλης αγοράς κτλ. Όλα τα παραπάνω μετασχηματίζουν τους ομόκεντρους κύκλους του Thünen. Στο διάγραμμα αποτυπώνονται τρεις μετασχηματισμοί του μοντέλου των αγροτικών χρήσεων γης. Η περίπτωση (Α) αποτελεί την αυτούσια απεικόνιση του μοντέλου. Στις υπόλοιπες τρεις περιπτώσεις γίνεται άρση ορισμένων παραδοχών του μοντέλου. Στη περίπτωση (Β) γίνεται άρση της «απομονωμένης κατάστασης», δηλαδή υπάρχει μια ανταγωνιστική αγορά σε 50

51 κοντινή απόσταση. Η περίπτωση (Γ) διατυπώνει την ύπαρξη εναλλακτικού τρόπου μεταφοράς πέρα από το άλογο και το κάρο, στην περίπτωση αυτή το ποτάμι. Τέλος η περίπτωση (Δ) αναφέρεται στη γονιμότητα της γης, αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο γόνιμη. Και οι τρεις περιπτώσεις του διαγράμματος Β - Γ & Δ αντιστοιχούν στην πραγματικότητα, είτε μεμονωμένα, είτε όλες μαζί. Το οικιστικό δίκτυο είναι αυτό που αναφέρεται στην περίπτωση Β, δηλαδή η ύπαρξη οικισμών και κατ επέκταση ανταγωνιστικών αγορών. Η διάσταση του οικιστικού δικτύου είναι ιδιαίτερα σημαντική σήμερα αφού αναπτύσσονται σχέσεις και αλληλεξαρτήσεις μεταξύ αυτών. Στην υπόθεση ύπαρξης ακόμη ενός κέντρου, θα δημιουργείται αλληλοεπικάλυψη των ζωνών των αγροτικών χρήσεων και κατ επέκταση οι ζώνες θα αλλάζουν, θα επεκτείνονται και η μορφή τους θα παίρνει διαφορετικές διαστάσεις «καταργώντας τους ομόκεντρους κύκλους». Στη περίπτωση Γ οι ζώνες επιρροής, που στο μοντέλο αποτελούν ομόκεντρους κύκλους, ακολουθούν την επέκταση του δικτύου μεταφοράς και επεκτείνονται παράλληλα σ αυτό. Στο αρχικό μοντέλο ο τρόπος μεταφοράς είναι με άλογο ή το κάρο. Οι τρόποι μεταφοράς πλέον και κατ επέκταση τα δίκτυα που δημιουργούνται έχουν πληθύνει. Στο παραπάνω διάγραμμα (των μετασχηματισμένων κύκλων) φαίνεται το ποτάμι ως τρόπος μεταφοράς, και οι ζώνες όπως δημιουργούνται σύμφωνα μ αυτό. 51

52 Όπως προαναφέρθηκε, ο Von Thünen δημιούργησε το πρώτο μοντέλο χωροθέτησης μόνο για τον πρωτογενή τομέα. Βασίζεται σε παραδοχές νεοκλασικού χαρακτήρα που η πολύπλοκη πραγματικότητα απορρίπτει (δεν είναι επιχειρησιακό, αλλά αναφέρεται σε έναν πιο ορθολογικό κόσμο: 1. Οι καλλιεργητές δεν είναι ορθολογικοί. Δεν έχουν ολοκληρωμένη αντίληψη της συνολικής εικόνας της γεωργικής παραγωγής και των αγορών. 2. Η μονοκαλλιέργεια δεν ισχύει. Στην πραγματικότητα υπάρχει συνδυασμός προϊόντων σε κάθε ζώνη. 3. Οι καλλιέργειες και οι αγορές διαφοροποιούνται σε μέγεθος και «επιρροή». Οι οικονομίες κλίμακας που δημιουργούν οι μεγαλύτερες πόλεις εμποδίζουν μεσαίου μεγέθους πόλεις να αναπτύξουν διακριτές ζώνες χρήσης της γης. 4. Είναι μοντέλο μερικής ισορροπίας (αγνοεί κάποιες μεταβλητές). 5. Αγνοεί μη οικονομικούς παράγοντες (υποκειμενικούς ή και θεσμικούς) που επηρεάζουν τις αποφάσεις. 6. Η εμπειρική του αξιοπιστία είναι περιορισμένη. 52

53 Βασικές μορφές καπιταλιστικής παραγωγής στη γεωργία (Χατζημιχάλης, 1983) Διευρυμένη και εντατική γεωργική παραγωγή: υψηλή παραγωγικότητα, ένταση κεφαλαίου και ενέργειας, χρήση προηγμένης τεχνολογίας, περιορισμένη χρήση εργατών, υψηλός βαθμός εμπορευματοποίησης και τυποποίησης προϊόντων. Κάθετη οργάνωση σε αγροτοβιομηχανικά συγκροτήματα (η ίδια επιχείρηση συνδυάζει καλλιέργεια, τυποποίηση, μεταφορά, διανομή). Αυτή η μορφή παραγωγής έχει λιγότερους περιορισμούς από άποψης χωροθέτησης, μπορεί να παράγει προϊόντα ανεξάρτητα κλιματικών συνθηκών (ντομάτες σε θερμοκήπια στην Ολλανδία, πορτοκάλια στην έρημο στο Ισραήλ), εξαρτάται όμως από το εργατικό δυναμικό και τις πολιτικές συνθήκες στην περιοχή παραγωγής. Μικροεμπορευματική γεωργική παραγωγή : υψηλή παραγωγικότητα, επενδύσεις χαμηλότερης έντασης κεφαλαίου και ενέργειας, χρήση συνηθισμένης τεχνολογίας, αρκετό εργατικό δυναμικό. Πρόκειται κυρίως για οικογενειακές επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς. Υπάρχει έντονη εξάρτηση από το κράτος και το πιστωτικό σύστημα). Αυτή η μορφή παραγωγής επηρεάζεται έντονα για τη χωροθέτησή της από κρατικά ή ευρωπαϊκά προγράμματα και από τις διακυμάνσεις της αγοράς (π.χ. ανάπτυξη θερμοκηπίων με δάνεια ή επιδοτήσεις). Μικρογεωργική παραγωγή, κυρίως για αυτοκατανάλωση : οικογενειακή βάση, ένταση εργασίας, περιορισμένα τεχνολογικά μέσα, μικρή παραγωγικότητα, εξαρτάται σημαντικά από το κράτος και τα ολιγοπώλια. Η χωροθέτησή της βρίσκεται κοντά σε χωριά και πόλεις. 53

54 Το μοντέλο Thünen διδάσκει ότι η γαιοπρόσοδος καθορίζεται από το μεταφορικό κόστος. Οι παράγοντες που επηρεάζουν περισσότερο τη γαιοπρόσοδο εδαφών που συνορεύουν με αστικά περιβάλλοντα είναι σύμφωνα με αρκετούς μελετητές τα ακόλουθα : Μαζική επέκταση των πόλεων : Η επέκταση των πόλεων σε αγροτικές περιοχές προκαλεί κερδοσκοπία στην αγορά εδαφών. Η πιθανή χρήση αγροτικών εδαφών για αστικές χρήσεις (οικιστικές, εμπορικές κτλ.) αυξάνουν τη γαιοπρόσοδο. Η σχετική κερδοσκοπία αποτρέπει τους αγρότες από το να κάνουν χρήση της γης για παραγωγικούς σκοπούς. Η μείωση της έντασης της χρήσης της αγροτικής γης οφείλεται και στο γεγονός ότι αυξάνεται το ενδιαφέρον της αγοράς της από μη αγρότες. Η κερδοσκοπία πάνω στην αγροτική γη μειώνεται όσο αυτή απομακρύνεται από το αστικό κέντρο. Η χρήση του εδάφους για κατοικίες : Συχνά τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα επιδιώκουν να κατοικούν σε περιοχές έξω από την πόλη. Για να αποκτήσουν τη γη αυτή πληρώνουν τιμές πολύ υψηλότερες από αυτές που αποφέρει η αγροτική χρήση. Έτσι η αγροτική χρήση αποκλείεται. Η επίδραση της αστικής απασχόλησης στην αγροτική: Επειδή τα ημερομίσθια στην πόλη τείνουν να είναι μεγαλύτερα από τα αγροτικά εισοδήματα, πολλοί γεωργοί που εργάζονται κοντά σε πόλεις ασχολούνται όλο και λιγότερο με τα κτήματά τους. Συμπερασματικά (κριτική της αξιοπιστίας του μοντέλου του Thünen): η γαιοπρόσοδος αυξάνει όσο απομακρυνόμαστε από την πόλη (αντίστροφο συμπέρασμα από αυτό του μοντέλου του Thünen). 54

55 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ Η χρήση της γεωργικής γης επηρεάζεται 1. Από τη θέση των κύριων αγορών, 2. Από τα μεταφορικά έξοδα ανά καλλιεργούμενο προϊόν, 3. Από τη ζήτηση αγροτικών προϊόντων, 4. Από τα χαρακτηριστικά των καλλιεργειών (απόδοση γης ανά στρέμμα, ύπαρξη μεταφορικού δικτύου, δυνατότητα εκμηχάνισης, απαιτήσεις για εργατικό δυναμικό κτλ.). Η γεωργική παραγωγή επηρεάζεται 1. Από την ποιότητα της γεωργικής γης (παρά το γεγονός ότι η γονιμότητα και τα φυσικά χαρακτηριστικά του εδάφους δεν προσδιορίζουν με τρόπο απόλυτο την ανάπτυξη μιας περιοχής), 2. Από τις εισροές (νερό, λιπάσματα) που αυξάνουν την παραγωγή ως ένα σημείο, πέραν του οποίου ισχύει η φθίνουσα και ίσως και η αρνητικά απόδοση. 3. Από τον ανταγωνισμό με άλλες δραστηριότητες (βιομηχανία, τουρισμός κτλ.). Οι συνέπειες των τεχνολογικών καινοτομιών και της επανάστασης μεταφορών και συγκοινωνιών. Η επανάσταση στις συγκοινωνίες έκανε δυνατή τη μεταφορά τροφίμων σε μεγάλες αποστάσεις. Έτσι, η αγορά των γεωργικών προϊόντων συγκεντρώθηκε στις πόλεις ενώ παράλληλα οι μικρές τοπικές αγορές της υπαίθρου παρήκμασαν. Οι τεχνολογικές καινοτομίες στη γεωργία (θεριζοαλωνιστικές μηχανές, συστήματα άρδευσης κτλ.) μείωσαν τις ανάγκες για εργάτες. Έτσι μειώθηκε το ποσοστό των απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα ως ποσοστό του ενεργού πληθυσμού). Παράλληλα αυξήθηκε ο αριθμός των αγροτών που εντάχθηκαν σε εξωαγροτικές δραστηριότητες. Λόγω της ανάπτυξης ατομικών κι μαζικών μέσων μεταφοράς (συρρίκνωση του χώρου) μεγάλωσε η ακτίνα από την οποία αντλείται εργατικό δυναμικό στη γεωργία. (Βλέπε Max Derruau, Ανθρωπογεωγραφία, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, 1991, σελίδες 570) 55

56 4. Θεωρίες χωροθέτησης του δευτερογενή τομέα Η πρώτη απόφαση έχει να κάνει με την εγκατάσταση κατά την ίδρυση. Η απόφαση χωροθέτησης συνδέεται με τη διαφοροποίηση (diversification) η οποία είναι η επέκταση σε νέες δραστηριότητες και κλάδους παραγωγής. Είναι μια στρατηγική ανάπτυξης της βιομηχανίας που συνεπάγεται νέες επενδύσεις. Έχουμε δύο είδη στρατηγικών διαφοροποίησης : τη συσχετισμένη (related diversification) η οποία είναι αποτέλεσμα της επιχειρηματικής επέκτασης σε παρεμφερείς κλάδους παραγωγής και την αύξηση της δύναμης στην αγορά και την ασυσχέτιστη (unrelated diversification) η οποία αφορά στην επέκταση σε μη συγγενικούς κλάδους παραγωγής και στοχεύει στη μείωση του κινδύνου μέσω της διασποράς των επενδύσεων σε ετερογενείς δραστηριότητες, καθώς μπορεί να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για τη μελλοντική πορεία ενός συγκεκριμένου κλάδου. Η απόφαση χωροθέτησης της βιομηχανίας συνδέεται με τη δημιουργία νέου παραγωγικού μοντέλου (επιχείρηση με περισσότερα εργοστάσια, υπεργολαβική σχέση, εντατικοποίηση εργασίας, εισαγωγή νέας τεχνολογίας) ή την αποεπένδυση η οποία συνεπάγεται αναδίπλωση των δραστηριοτήτων και επικέντρωση στις πιο βασικές λειτουργίες, στο βαθμό που η επιχείρηση αντεπεξέρχεται τη δύσκολη οικονομική φάση και επιτυγχάνει να επιβιώσει, αποφεύγοντας έτσι την πτώχευση. Η βιομηχανική χωροθέτηση συνδέεται με μια σειρά παραγόντων όπως είναι οι ακόλουθοι : Πρώτες ύλες για μεταποίηση : ανάλογα με το βάρος τους επηρεάζουν την επιλογή εγκατάστασης. Η εξέλιξη των μεταφορών έχει επηρεάσει τη σημασία του παράγοντα αυτού. Η ενέργεια (υδατοπτώσεις, κάρβουνο) ήταν παλαιότερα εξέχουσας σημασίας για τη χωροθέτηση. Σήμερα, μεγαλύτερη σημασία έχει ο έλεγχος του κόστους και της συνεχούς 56

57 παροχής ενέργειας, παρά η γειτνίαση με την πηγή ενέργειας. Η γειτνίαση με την αγορά έχει μεγάλη σημασία για τη χωροθέτηση. Ιδιαίτερη σημασία έχει το μέγεθος των πόλεων / αγορών, το μέγεθος του πληθυσμού και η αγοραστική του δύναμη. Το εργατικό δυναμικό. Η κρατική παρέμβαση και οι πολιτικές επιλογές. Οι μεταφορές και η προσπελασιμότητα. Ο ανταγωνισμός. Οι γεωπολιτικές συνθήκες. Οι εσωτερικές οργανωτικές δομές κάθε επιχείρησης. Η Κλασική Σχολή χωροθέτησης της βιομηχανίας περιλαμβάνει τις ακόλουθες προσεγγίσεις : 1. Θεωρία του ελάχιστου κόστους του Weber (1909), 2. Θεωρία χωροθετικής αλληλεξάρτησης περιοχής-αγοράς του Hotelling (1929), 3. Θεωρία της γενικής χωρικής ισορροπίας του Losch (1954), 4. Θεωρία του κύκλου ζωής του προϊόντος του Vernon (1966). 57

58 1. Προσέγγιση ελάχιστου κόστους Οι επιχειρήσεις αναζητούν τον τόπο εγκατάστασης όπου το συνολικό κόστος λειτουργίας της επιχείρησης θα είναι το ελάχιστο. Θεμελιωτής της θεωρίας αυτής ο Alfred Weber (1909) που στηρίχθηκε στην ελαχιστοποίηση του κόστους προμήθειας και μεταφοράς των υλικών, των προϊόντων και υπηρεσιών που συμμετέχουν στη διαδικασία παραγωγής και διανομής του παραγόμενου προϊόντος [πρώτες ύλες, ενέργεια, εργατικό δυναμικό, τελικά προϊόντα, οικονομίες συγκέντρωσης (agglomeration economies)]. Ο Weber, μελετώντας τη χωρική οργάνωση των βιομηχανιών στις αρχές του 20 ου αιώνα, παρατήρησε ότι πολλές βιομηχανίες ήταν εγκατεστημένες σε περιοχές όπου υπήρχαν πρώτες ύλες, ενώ άλλες προτιμούσαν τα αστικά κέντρα (αγορές). Κάποιες πάλι χωροθετούνταν εκεί που υπήρχε διαθέσιμο εργατικό δυναμικό. Άλλες πάλι επέλεγαν τις περιοχές που υπήρχε βιομηχανική συγκέντρωση. Οι παρατηρήσεις του τον οδήγησαν σε τέσσερεις παράγοντες που έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη γεωγραφική κατανομή της βιομηχανικής δραστηριότητας. Αυτοί οι τέσσερεις παράγοντες ήταν οι πρώτες ύλες, οι αγορές, το εργατικό δυναμικό και οι οικονομίες συγκέντρωσης. Το κόστος κατά τον Weber καθοριζόταν από 1. το συνολικό κόστος μεταφοράς (κόστος μεταφοράς πρώτων υλών από την εξόρυξη στο εργοστάσιο και κόστος διανομής του προϊόντος από το εργοστάσιο στον τόπο αγοράς), 2. Το κόστος της εργασίας και 3. Τις οικονομίες συγκέντρωσης. 58

59 Υποθέσεις της θεωρίας του Weber 1. Οι πρώτες ύλες (και τα καύσιμα) είναι εντοπισμένες σε συγκεκριμένες (γνωστές) περιοχές. Παράλληλα βέβαια υπάρχουν και πρώτες ύλες ομοιόμορφα κατανεμημένες σε όλη τη γεωγραφική επιφάνεια, άρα δεν επηρεάζουν την κατανομή των βιομηχανιών. 2. Η θέση και το μέγεθος των τόπων κατανάλωσης είναι δεδομένα. 3. Υπάρχουν συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού. Καμιά βιομηχανία δεν μπορεί να αποκομίσει μονοπωλιακά οφέλη από την επιλογή του τόπου εγκατάστασης. 4. Το εργατικό δυναμικό βρίσκεται σε συγκεκριμένες περιοχές και υπάρχει σε απεριόριστο αριθμό. 5. Κόστος παραγωγής και τιμή πώλησης θεωρούνται δεδομένα και δεν μεταβάλλονται στις διάφορες τοποθεσίες. 6. Η τεχνολογία είναι δεδομένη. 7. Επιτόκια, φορολογία κτλ., δεν επηρεάζουν τον τόπο εγκατάστασης. 8. Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες παρουσιάζουν ομοιομορφία σε όλες τις τοποθεσίες. 9. Υπέθεσε ακόμη ότι η επιχείρηση ορίζεται ως μεμονωμένο σημείο στο χώρο που έχει ως βασική επιδίωξη τη μεγιστοποίηση των κερδών της. 59

60 Τα στάδια της προσέγγισης του Weber Η προσέγγιση του Weber ακολουθεί τα τρία βήματα (στάδια) που ακολουθούν : 1 ο στάδιο (εύρεση του σημείου του ελάχιστου κόστους μεταφοράς). Εξέτασε το κόστος μεταφοράς ως τον πιο καθοριστικό παράγοντα της χωροθέτησης. Εξέτασε τα έξοδα ως συνάρτηση του βάρους που θα μεταφερθεί και της απόστασης που θα καλυφθεί. Ο Weber διέκρινε τις βιομηχανίες σε αυτές των οποίων το προϊόν χάνει βάρος κατά τη διαδικασία παραγωγής σε σχέση με το βάρος της εντοπισμένης πρώτης ύλης (π.χ. βιομηχανίες παραγωγής χάλυβα) και σε αυτές των οποίων το προϊόν κερδίζει βάρος σε σχέση με το βάρος της εντοπισμένης πρώτης ύλης που χρησιμοποιεί (π.χ. βιομηχανίες παραγωγής αναψυκτικών, μπύρας κτλ.). Στην πρώτη περίπτωση απαιτείται περισσότερο βάρος πρώτης ύλης για την παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος, ενώ στη δεύτερη συμβαίνει το αντίθετο. Άρα, στην πρώτη περίπτωση το κόστος μεταφοράς της πρώτης ύλης στο εργοστάσιο είναι μεγαλύτερο από ότι στη δεύτερη. Εισήγαγε την έννοια του δείκτη υλικού (ΔΥ). Βάρος εντοπισμένων πρώτων υλών ΔΥ = Βάρος προϊόντος Αν ΔΥ>1 βιομηχανία προσανατολισμού πρώτων υλών (π.χ. εργοστάσιο παραγωγής ζάχαρης από ζαχαρότευτλα). Αν ΔΥ<1 βιομηχανία προσανατολισμού αγοράς (π.χ. εργοστάσιο παραγωγής αναψυκτικών). Επειδή συνήθως υπάρχουν περισσότερες από μια εισροές ο δείκτης υλικού δεν επαρκεί. Έτσι ο Weber χρησιμοποίησε το χωροταξικό τρίγωνο. Όπου C (σημείο κατανάλωσης) και Μ1, Μ2 τα πιο αξιόλογα πλεονάσματα των δυο κυριότερων εντοπισμένων υλών. Ο τόπος εγκατάστασης είναι εκείνος όπου το συνολικό κόστος ανά μονάδα απόστασης και βάρους που ενέχεται στη μεταφορά των υλικών προς το σημείο παραγωγής και του τελικού προϊόντος προς την αγορά είναι το ελάχιστο. 60

61 Αν λοιπόν για την παραγωγή μιας μονάδας αγαθού ω3 απαιτούνται ω1 μονάδες υλικού Μ1 και ω2 μονάδες υλικού Μ2 και αν οι αποστάσεις του υλικού Μ1 από το σημείο παραγωγής Ρ είναι d1 και του Μ2 είναι d2, τότε το πρόβλημα που τίθεται είναι που βρίσκεται το σημείο Ρ που ελαχιστοποιεί την εξίσωση: P = ω1.d1 + ω2.d2 + ω3.d3 61

62 2 ο στάδιο (μετακίνηση του σημείου αυτού προς τις πηγές του φθηνότερου εργατικού δυναμικού). Ο Weber εισάγει την περίπτωση της διαφοροποίησης στο κόστος εργασίας. Έστω P1 η άριστη θέση της επιχείρησης. Γύρω από αυτήν υπάρχουν ομόκεντροι κύκλοι ίσης δαπάνης των 50 ευρώ/μονάδα. Αν η επιχείρηση μεταφερθεί σε έναν από τους κύκλους, το συνολικό μεταφορικό κόστος θα αυξηθεί κατά 50, 100, 150 ευρώ αντίστοιχα. Οι θέσεις πέραν του P1 θα μειώνουν την κερδοφορία και κατά συνέπεια θα είναι λιγότερο αποτελεσματικές. Η παραγωγή μπορεί να μεταφερθεί από το σημείο Ρ1 σε άλλο όπου υπάρχει φθηνό εργατικό δυναμικό L1 μόνο όταν η εξοικονόμηση πόρων από το κόστος της εργασίας υπερκαλύπτει το επιπλέον κόστος μεταφοράς. 3 ο στάδιο (μετακίνηση προς τα σημεία υψηλής χωρικής συγκέντρωσης) Ένα εργοστάσιο μπορεί να παρεκκλίνει από την άριστη θέση Ρ1 που εκφράζει την επίτευξη του ελάχιστου μεταφορικού κόστους αν η συγκέντρωση επιχειρήσεων οδηγεί σε εξοικονόμηση δαπανών (π.χ. 100 ευρώ) μεγαλύτερη από τα επιπλέον μεταφορικά έξοδα από το σημείο της προηγούμενης εγκατάστασης στο σημείο συγκέντρωσης. 62

63 Η επιχείρηση μετακινείται από τη θέση Κ στη θέση Ρ λόγω χαμηλότερου κόστους εισροών στη θέση αυτή. Στη θέση Ρ αντικαθιστά τις εισροές από τη θέση Μ2 με εισροές από τη θέση Μ4 λόγω χαμηλότερου κόστους. Στη θέση Μ4 μπορεί να υπάρχουν προμηθευτές που ανταγωνίζονται αυτούς της θέσης Μ2. Αυτό επηρεάζει τη θέση της επιχείρησης. Οι νέες επιλογές μπορεί να οδηγήσουν την επιχείρηση σε μια νέα άριστη θέση Ν, όπου οι εισροές από τις θέσεις Μ2 και Μ4 εξασφαλίζουν χαμηλότερο κόστος. Για τη θέση Ν η επιχείρηση εξασφαλίζει μια νέα θέση διάθεσης του προϊόντος τη Μ5. Τα νέα σημεία αναφοράς είναι τα Μ2, Μ4, Μ5. 63

64 Ακολούθησαν άλλες έρευνες που έβαλαν ως στόχο να υποβάλουν το μοντέλο του Weber σε εμπειρικό έλεγχο. Τα αποτελέσματα ήταν αντιφατικά. Ο Wilfred Smith (1950) μελέτησε βρετανικές βιομηχανικές μονάδες και κατέληξε στα ακόλουθα : Βιομηχανίες με ΔΥ > 1 (βιομηχανίες ζάχαρης, τυροκομικές βιομηχανίες και βιομηχανίες σιδήρου) ήταν πράγματι εγκατεστημένες κοντά στις πηγές των πρώτων υλών όπως προβλέπει το υπόδειγμα του Weber. Βιομηχανίες με ΔΥ < 1 (αρτοβιομηχανίες και βιομηχανίες μπύρας) ήταν εγκατεστημένες μακριά από τις περιοχές των πρώτων υλών όπως επίσης προβλέπει το υπόδειγμα του Weber. Όμως άλλες που ήταν χωροθετημένες μακριά από τις περιοχές των πρώτων υλών βρέθηκε να έχουν ΔΥ μεταξύ 1 και 5, ενώ θα έπρεπε σύμφωνα με το υπόδειγμα του Weber να παρουσιάζουν ΔΥ <1. Η θεωρία αυτή θεωρείται σήμερα ξεπερασμένη διότι η σημασία των πρώτων υλών στη βιομηχανική παραγωγή βαίνει μειούμενη, οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα των μεταφορών έχουν μειώσει κατά πολύ το μεταφορικό κόστος (υλικών και προϊόντων), οι τάσεις γεωγραφικής συγκέντρωσης των επιχειρήσεων σε δικτυακές παραγωγικές δομές υποδηλώνουν τον καθοριστικό ρόλο των εξωτερικών οικονομιών στις αποφάσεις χωροθέτησης των επιχειρήσεων 3 και τέλος ότι σήμερα οι βιομηχανίες δεν προσαρμόζονται στις συνθήκες ενός αμετάβλητου και ομοιογενούς χώρου αλλά δημιουργούν, σύμφωνα με τις ανάγκες τους, τις συνθήκες αυτές εκεί που δεν υπήρχαν. 3 Αντίθετα το μοντέλο του Weber είναι αποκεντρωτικό και οι εξωτερικές οικονομίες παίζουν δευτερεύοντα ρόλο σε αυτό. 64

65 Σε αντίθεση με τη θεωρία της χωροθέτησης του Weber, οι βιομηχανίες είναι ικανές να δημιουργούν τις δικές τους συνθήκες ανάπτυξης στο χώρο κάνοντας τους παράγοντες παραγωγής να έρθουν προς αυτές ή προκαλώντας την εμφάνιση προμηθευτών εισροών εκεί που προηγουμένως δεν υπήρχαν. Ο καπιταλισμός είναι σε θέση να δραπετεύει από το παρελθόν δημιουργώντας νέες τοπικές συγκεντρώσεις βιομηχανιών. Η βιομηχανική ιστορία είναι γεμάτη από περιπτώσεις βιομηχανιών που ξεφυτρώνουν σε απροσδόκητα μέρη, έξω από προϋπάρχουσες κύριες βιομηχανικές περιφέρειες και αστικά κέντρα. Ο Henry Ford ίδρυσε την επιχείρησή του στο Ντιτρόιτ, μια πόλη ήσσονος σημασίας το 1910, και έκτοτε την ανέδειξε σε κέντρο της αμερικανικής και παγκόσμιας παραγωγής αυτοκινήτων Storper, M., Walker, D., (1989) The Capitalism Imperative: Territory, Technology and Industrial Growth, Oxford, Basil Blackwell, p. 71). Στο Κουρλιούρος 2009: Η προσέγγιση της χωροθετικής αλληλεξάρτησης (Hotelling 1929, Lösch 1954). Η προσέγγιση αυτή γεννήθηκε επειδή η επέκταση του μονοπωλιακού φαινομένου κλόνισε την υπόθεση του τέλειου ανταγωνισμού στην οποία βασιζόταν η προσέγγιση του ελάχιστου κόστους. Το μονοπωλιακό φαινόμενο γίνεται εντονότερο εξαιτίας της συγκέντρωσης κεφαλαίου και της χωρικής συγκέντρωσης των δραστηριοτήτων. Επειδή οι καταναλωτές κατανέμονται ομοιόμορφα σε όλο το γεωγραφικό χώρο, οι επιχειρήσεις επιδιώκουν να εγκατασταθούν εκεί σε διάφορες περιοχές ώστε να ελέγχουν την αγορά. Η επιλογή χωροθέτησης των επιχειρήσεων παίρνει σοβαρά υπόψη της τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου. Οι επιχειρήσεις πωλούν τα προϊόντα τους σε μια αγορά κατανεμημένη στο χώρο (όχι αγορά σημείο όπως υποθέτει η προσέγγιση του ελάχιστου κόστους). Ο Hotelling (1929) εισήγαγε το ζήτημα του επιχειρηματικού ανταγωνισμού για την κατάκτηση μεριδίων της αγοράς και εξέτασε από την άποψη αυτή τις βέλτιστες αντιδράσεις επιλογής θέσεων χωροθέτησης. Η προσέγγισή του είναι γνωστή και ως χωρικό δυοπώλιο όπου το κόστος παραγωγής και η 65

66 κατανομή της ζήτησης αποτελούν τους εξωγενείς παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη δυο ανταγωνιζόμενες επιχειρήσεις προκειμένου να αποφασίσουν τη στρατηγική χωροθέτησής τους. Ο Lösch (1954) που έδινε έμφαση στην περιοχή της αγοράς έκανε τις ακόλουθες γενικές υποθέσεις: Όλες οι επιχειρήσεις έχουν το ίδιο κόστος παραγωγής σε όποιο σημείο του γεωγραφικού χώρου κι αν βρίσκονται. Η παραπάνω υπόθεση έγινε επειδή θεωρούσε ότι οι παραγωγικοί πόροι είναι ομοιόμορφα κατανεμημένοι στο χώρο. Ο γεωγραφικός χώρος είναι ισοτροπικός που σημαίνει ότι διέπεται από πλήρη κανονικότητα (καταναλωτές ομοιόμορφα κατανεμημένοι στο χώρο, με ίδιες καταναλωτικές προτιμήσεις, ίδιο εισόδημα, όμοιες καμπύλες ζήτησης κτλ.). Η αγορά δεν είναι σημείο αλλά είναι κατανεμημένη στο χώρο. Η τιμή πώλησης ισούται με το άθροισμα παραγωγικού κόστους (CP) και κόστους μεταφοράς (CΤ). Οι μεταφορικές ευκολίες είναι ομοιόμορφες προς κάθε κατεύθυνση (είναι και αυτό ένα επιπλέον στοιχείο της κανονικότητας που χαρακτηρίζει το γεωγραφικό χώρο) και μεταβάλλονται ανάλογα με την απόσταση και το βάρος του προϊόντος. Αν C Ρ (κόστος παραγωγής), CT = t A. d A (όπου t μεταφορικό κόστος)/μονάδα προϊόντος) και d (απόσταση μεταφοράς), η τιμή (T Α ) ενός προϊόντος που παράγει το εργοστάσιο Α είναι η μέγιστη που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι καταναλωτές. Η περιστροφή της ζήτησης γύρω από τον άξονα AD δείχνει το συνολικό όγκο των πωλήσεων του εργοστασίου που είναι εγκατεστημένο στη θέση Α. Στο σημείο Α η ζήτηση είναι D, στο σημείο F είναι μηδέν. Ο κύκλος με κέντρο το σημείο Α όπου είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση και ακτίνα AF είναι η περιοχή αγοράς (market area), γιατί υποθέτει ότι η ζήτηση είναι ομοιόμορφη προς όλες τις κατευθύνσεις. Κάθε επιχείρηση προσπαθεί να ελέγξει το μεγαλύτερο δυνατό κομμάτι της αγοράς. Η θέση και η έκταση της περιοχής αγοράς επηρεάζεται από τη 66

67 συμπεριφορά του καταναλωτή και τις αποφάσεις χωροθέτησης των άλλων επιχειρήσεων του κλάδου. Κάθε επιχείρηση ασκεί μονοπωλιακό έλεγχο σε τμήμα της αγοράς που ελέγχει καλύτερα. Κάθε επιχείρηση έχει κυκλική περιοχή αγοράς στην οποία πουλάει μονοπωλιακά το προϊόν της. Υποθέτουμε ύπαρξη 2 επιχειρήσεων Α και Β. Έχουμε δυο εργοστάσια Α και Β που παράγουν πανομοιότυπο προϊόν, με ίδιο κόστος παραγωγής και μεταφοράς. Ο καταναλωτής είναι διατεθειμένος να πληρώσει το ίδιο χρηματικό ποσό ΤΑ = ΤΒ. Το κόστος παραγωγής και μεταφοράς του παραγόμενου προϊόντος, σε συνδυασμό με την τιμή που διατίθεται να πληρώσει ο καταναλωτής, καθορίζουν την έκταση της αγοράς κάθε προϊόντος. Η έκταση της περιοχής αγοράς της επιχείρησης καθορίζεται από το κόστος παραγωγής και μεταφοράς του παραγόμενου προϊόντος, καθώς και από το συνολικό όγκο των πωλήσεών της. 67

68 Βλέπουμε δυο επιχειρήσεις Α και Β με περιοχές αγοράς που εν μέρει αλληλεπικαλύπτονται. Στο διάγραμμα οι περιοχές αγοράς των επιχειρήσεων Α και β είναι ίσες. Αν η Α προσεγγίσει τη Β επεκτείνει την αγορά της και η Β αντιδρώντας στη συρρίκνωση της αγοράς της, μετακινείται στα αριστερά της Α. Ο συνεχιζόμενος χωροθετικός ανταγωνισμός θα οδηγήσει σύμφωνα με τον Hotelling σε ένα σημείο ισορροπίας όπου θα στέκονται πλάτη πλάτη στο κέντρο της αγοράς και η καθεμία θα εξυπηρετεί το μισό κομμάτι της αγοράς (τάση χωρικής συγκέντρωσης των επιχειρήσεων). Το βασικό συμπέρασμα του Hotelling ότι υπάρχει τάση συγκέντρωσης των επιχειρήσεων στο χώρο αμφισβητείται αν αρθούν οι υποθέσεις του. Το στοιχείο της ανελαστικότητας της ζήτησης. Τότε, οι απομακρυσμένοι καταναλωτές δεν είναι πια διατεθειμένοι να πληρώσουν το προϊόν σε τόσο υψηλή τιμή λόγω του κόστους μεταφοράς. Οπότε οι επιχειρήσεις θα απομακρυνθούν μεταξύ τους και θα εγκατασταθούν κάθε μια στο ¼ του συνολικού μήκους της αγοράς. 68

69 Αγορά γραμμική αλλά απεριόριστου μήκους. Τότε οι επιχειρήσεις έχουν συμφέρον να απομακρυνθούν όσο γίνεται περισσότερο, ώστε να αποφύγουν τον ανταγωνισμό. Αγορά μη γραμμική, αλλά κυκλική. Σ αυτή την περίπτωση η χωρική συγκέντρωση δε θα εξυπηρετούσε καθόλου την επιχείρηση σε σχέση με την ανταγωνίστριά της, γιατί η μετακίνηση της μιας επιχείρησης κοντά στην άλλη θα αύξανε εξίσου τα προστατευόμενα τμήματα της αγοράς και των δύο επιχειρήσεων. 3. Θεωρία της γενικής χωρικής ισορροπίας του Lösch (1954) Η θεωρία αυτή ασχολείται με το πώς γίνεται η κατανομή των οικονομικών δραστηριοτήτων στο χώρο, κάτω από ορισμένες συνθήκες. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει απόλυτη λύση στο ζήτημα της χωροθέτησης και πρότεινε τη μέθοδο των διαδοχικών προσεγγίσεων. Ο Lösch (1944) υπέθεσε τα ακόλουθα : Α. Η επιφάνεια που εξετάζεται Χώρος: επίπεδος και ομοιογενής χωρίς εμπόδια στις μετακινήσεις προς όλες τις κατευθύνσεις. Μεταφορικά κόστη: ανάλογα της απόστασης και ομοιογενές σύστημα μεταφορών (ίση δυνατότητα μεταφοράς προς όλες τις κατευθύνσεις). Φυσικοί πόροι: ισοκατανεμημένοι, εδάφη το ίδιο εύφορα - οι πρώτες ύλες βρίσκονται παντού. Β. Ο πληθυσμός που ζει σε αυτή Ομοιόμορφα κατανεμημένος. Ίδια εισοδήματα, πρότυπα ζήτησης, πρότυπα κατανάλωσης. Η ζήτηση για το προϊόν μιας μεμονωμένης επιχείρησης είναι σχετικά ελαστική ως προς την τιμή. Καταναλωτές και παραγωγοί έχουν πλήρη γνώση της αγοράς και λειτουργούν ορθολογικά (Οι παραγωγοί επιχειρούν να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους και 69

70 να διευρύνουν τις περιοχές διάθεσης των προϊόντων τους και οι καταναλωτές με δεδομένο το εισόδημά τους και τις τιμές των αγαθών, θα επιλέξουν εκείνους τους συνδυασμούς αγαθών που μεγιστοποιούν τη χρησιμότητά τους). Γ. Όσο αυξάνεται η τιμή του προϊόντος (κόστος μεταφοράς λόγω αύξησης της απόστασης d) τόσο μειώνεται η ποσότητα που ζητείται στην απόσταση αυτή. Η προσέγγιση του προβλήματος έγινε σε τρία στάδια : Κάθε κεντρικός τόπος έχει ένα φάσμα αγοράς. κυκλικό Οι κυκλικές αγορές εγγίζουν η μία την άλλη, χωρίς να αλληλεπικαλύπτονται. Στη φάση αυτή υπάρχουν περιοχές ανάμεσα στους κύκλους στις οποίες η ζήτηση δεν ικανοποιείται. Στη συνέχεια επεκτείνεται η αγορά για να ικανοποιήσει τη ζήτηση που δεν ικανοποιείται. Εδώ οι κύκλοι αλληλεπικαλύπτονται και εμφανίζεται ανταγωνισμός στις περιοχές αλληλοεπικάλυψης. Η αλληλεπικαλυπτόμενη περιοχή μοιράζεται. Κάθε καταναλωτής αγοράζει από τον προμηθευτή που βρίσκεται πλησιέστερα σε αυτόν. Καταναλωτές που βρίσκονται σε διαχωριστική γραμμή μπορούν να αγοράζουν και από τους δύο προμηθευτές γραμμή αδιαφορίας. 70

71 Το πρότυπο αυτό μοιάζει ως εδώ με την προσέγγιση του CHRISTALLER (1933). Η θεωρία των κεντρικών τόπων επιχειρεί να προσεγγίσει τη γεωγραφική κατανομή των αστικών κέντρων. Η προσέγγιση περιλαμβάνει τη λογική χωροθέτησης κεντρικών τόπων, στους οποίους παρέχονται αγαθά και υπηρεσίες (Διαμόρφωση Πρότυπου Χωρικής Δομής). Το θεωρητικό αυτό μοντέλο είναι βασισμένο στην παρατήρηση της γεωγραφικής κατανομής των μεγάλων και μικρών πόλεων της Νότιας Γερμανίας. Στόχος του μοντέλου αυτού ήταν να απλουστεύσει την πολυπλοκότητα του πραγματικού κόσμου, έτσι ώστε να γίνει δυνατή η μελέτη των φαινομένων και των διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα σε αυτόν. Προσεγγίζει το ζήτημα της χωροθέτησης των επιχειρήσεων από την πλευρά της προσφοράς. 71

72 ΕΝΝΟΙΕΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ ΜΟΝΤΕΛΟΥ CHRISTALLER βάσει του οποίου χωροθετούνται οι κεντρικοί τόποι. ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ: σημείο στο χώρο (οικονομική δραστηριότητα ή οικισμός) που παρέχει αγαθά και υπηρεσίες στην ενδοχώρα του. ΦΑΣΜΑ ΑΓΟΡΑΣ: περιοχή που εξυπηρετεί ένας συγκεκριμένος κεντρικός τόπος. Είναι η, κατά μέσο όρο, μέγιστη απόσταση που είναι διατεθειμένος ο καταναλωτής να διανύσει για την αγορά ενός αγαθού ή μιας υπηρεσίας. ΦΑΣΜΑ ΑΓΑΘΩΝ: φάσμα προσφερομένων αγαθών σε έναν κεντρικό τόπο. ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΑΤΩΦΛΙ: αντιστοιχεί στο μέγεθος της επιχείρησης που συντηρείται από το εκάστοτε φάσμα αγοράς (βιώσιμο μέγεθος επιχείρησης). Ο ελάχιστος πληθυσμός που απαιτείται για τη στήριξη μιας επιχείρησης. Τα αγαθά που πωλούνται στην αγορά διακρίνονται σε αγαθά υψηλής τάξης (αυτοκίνητο, υπολογιστής, κόσμημα) και σε αγαθά χαμηλής τάξης (ψωμί, γάλα). 72

73 Ακολουθούν οι τρεις αρχές της προσέγγισης του Christaller. Αρχή της ΑΓΟΡΑΣ Οι οικισμοί που εξυπηρετούνται από έναν κεντρικό τόπο βρίσκονται στις κορυφές των εξαγώνων. Κάθε κεντρικός τόπος ανώτερης τάξης ΕΛΕΓΧΕΙ τρεις κεντρικούς τόπους κατώτερης τάξης ΣΤΟΧΟΣ αρχής αγοράς Η εξυπηρέτηση του μέγιστου αριθμού καταναλωτών από τον ελάχιστο αριθμό κεντρικών τόπων Αρχή των ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ Οι οικισμοί που εξυπηρετούνται από έναν κεντρικό τόπο χωροθετούνται στις ακμές των εξαγώνων ΣΤΟΧΟΣ αρχής μεταφορών Η ελαχιστοποίηση του μήκους δικτύου (απόσταση) Η μεγιστοποίηση της διασύνδεσης των κέντρων που εξυπηρετούνται από τους κεντρικούς τόπους 73

74 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ αρχή Οι οικισμοί που εξυπηρετούνται από έναν κεντρικό τόπο χωροθετούνται στο εσωτερικό των εξαγώνων του Christaller ΣΤΟΧΟΣ διοικητικής αρχής Τα χαμηλότερα στην ιεραρχία κέντρα (οικισμοί) να ελέγχονται / διοικούνται από τα υψηλότερα στην ιεραρχία κέντρα ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ CHRISTALLER οδηγούν σε μια ιεράρχηση των κεντρικών τόπων. - αστικών κέντρων - εμπορικών κέντρων - επιχειρήσεων π.χ. βιομηχανία, εμπόριο - υπηρεσιών π.χ. υγεία, εκπαίδευση 74

75 Η περιοχή αγοράς κάθε αστικού κέντρου εξαρτάται από τη θέση του στην ιεραρχία των αστικών κέντρων Το υπόδειγμα του Christaller αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη σειράς αλγόριθμων χωροθέτησης επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών Για τον Lösch κάθε επιχείρηση Ε i χωροθετείται στο κέντρο της αγοράς της. Κάθε επιχείρηση επιχειρεί να ελέγξει το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς. Αυτό εξαρτάται από τη συμπεριφορά του καταναλωτή και τις αποφάσεις χωροθέτησης των ανταγωνιστών της. Επιτυγχάνεται δημιουργία μονοπωλιακών πλεονεκτημάτων. Είσοδος νέων επιχειρήσεων σε τμήματα της αγοράς που ΔΕΝ καλύπτονται από τις υπάρχουσες επιχειρήσεις. 75

76 Προϊόντα υψηλής αξίας ανελαστικά ως προς την τιμή Μεγάλες περιοχές αγοράς Μικρότερη ευαισθησία στην αύξηση της τιμής λόγω κόστους μεταφοράς Προϊόντα χαμηλής αξίας Υψηλή ελαστικότητα ως προς την τιμή Μικρές περιοχές αγοράς Ευαισθησία στην αύξηση της τιμής λόγω κόστους μεταφοράς Μεγάλες εξάγωνες αγορές σε λιγότερα σημεία Μικρές εξάγωνες αγορές σε περισσότερα σημεία ΧΩΡΙΚΕΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΟΜΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΧΩΡΟΥ ΚΑΤΑ LÖSCH - Τομεακή οργάνωση του χώρου. - Oι μετακινήσεις χαρακτηρίζονται από γραμμικότητα. -Κύριο χαρακτηριστικό συστήματος μεταφορών: οι μετακινήσεις γίνονται κατά μήκος αρτηριών, οι οποίες περιβάλλουν τους τομείς στο χώρο. -Χωρική κατανομή πληθυσμού: χωρικά διαφοροποιημένη, αλλά διαβλέπει την ανάγκη κάποιας κανονικότητας στην κατανομή. 76

77 Κυρίαρχο αστικό κέντρο (μητροπολιτική περιοχή). Ενδοχώρα: μικρότερα αστικά κέντρα και εναλλασσόμενες περιοχές συγκέντρωσης και περιοχές διασποράς οικονομικών δραστηριοτήτων. Christaller Εξέτασε τη χωροθέτηση των επιχειρήσεων από την πλευρά της προσφοράς. Η παραγωγή κάθε αγαθού προϋποθέτει την ύπαρξη συγκεκριμένου: φάσματος αγοράς για το προϊόν και επιπέδου κατώφλι για την επιχείρηση Η ιεραρχία εμφανίζεται μέσα από μία σειρά από διακριτά επίπεδα, που εξετάζονται χωριστά. Lösch Εξέτασε τη χωροθέτηση των επιχειρήσεων από την πλευρά της ζήτησης. Τα επιμέρους αυτά προαπαιτούμενα ΔΙΑΦΕΡΟΥΝ ανάλογα με την τάξη του αγαθού Ο χώρος δομείται μέσα από μία συνεχή ιεραρχική κατανομή των κεντρικών τόπων, όπου τα κέντρα που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ιεραρχίας μπορεί να έχουν τελείως διαφοροποιημένες οικονομικές λειτουργίες. 77

78 4. Προσέγγιση του κύκλου ζωής του προϊόντος Εισαγωγή στην αγορά. Κατά τη φάση της εισαγωγής, οι περισσότεροι αγοραστές δεν γνωρίζουν πολλά πράγματα για το προϊόν, του οποίου οι πωλήσεις είναι ακόμα χαμηλές. Επίσης, το προϊόν χαρακτηρίζεται από υψηλό κόστος παραγωγής και προώθησης και έλλειψη άμεσου ανταγωνισμού. Η οικονομική άνεση των πιθανών αγοραστών αυτής της περιόδου επιτρέπει την τιμολόγηση σε υψηλά 78

79 επίπεδα και άρα τη γρήγορη επανάκτηση των εξόδων ανάπτυξης του νέου προϊόντος. Επίσης, το προϊόν χρειάζεται πιθανά αλλαγές στο σχεδιασμό του. Απαιτεί εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό και καλό συντονισμό διοίκησης. Ανάπτυξη των πωλήσεων. Το προϊόν είναι πια τυποποιημένο. Διαχέεται σε σημαντική περιοχή της αγοράς. Η αναγκαιότητα για εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό περιορίζεται και η «πιεστική» διοίκηση περιορίζεται επίσης σημαντικά. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της φάσης είναι η γρήγορη αύξηση των πωλήσεων, αλλά και η αύξηση του ανταγωνισμού καθώς εμφανίζονται παραγωγοί οι οποίοι προσπαθούν να το μιμηθούν. Η προώθηση αποκτά ιδιαίτερη σημασία και αποβλέπει πια στη διαφοροποίηση του προϊόντος και όχι στην ενημέρωση. Η σχετική οικονομική άνεση των αγοραστών διατηρεί τις τιμές σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Η σημαντική αύξηση των πωλήσεων και η σχετική οικονομική άνεση των αγοραστών διατηρεί τις τιμές σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Ωρίμανση. Κατά τη φάση αυτή η ζήτηση για το προϊόν φθάνει στο υψηλότερο σημείο, υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός και η τιμή του προϊόντος συμπιέζεται. Η αγορά είναι πιο σταθερή και υπάρχουν οικονομίες που πηγάζουν από τη μεγάλη κλίμακα της παραγωγής, την οργάνωση της διανομής και τις εισροές κεφαλαίου. Από κάποιο σημείο και μετά, οι πωλήσεις και τα κέρδη αρχίζουν να μειώνονται. Η διαφήμιση έχει το ρόλο της υπενθύμισης. Αναπτύσσεται επίσης προβληματισμός για τροποποιήσεις που θα επιτρέψουν την παράταση της ζωής του προϊόντος. Κορεσμός της αγοράς. Σε αυτή τη φάση το προϊόν έχει πλέον διαδοθεί στην πλειοψηφία των καταναλωτών στους οποίους απευθύνεται. Η αγορά μειώνει το ενδιαφέρον της για το προϊόν (εισαγωγή νέων υποκατάστατων, μεταβολές των προτιμήσεων, κ.λπ.), με αποτέλεσμα τη συνεχή πτώση των πωλήσεων και 79

80 των κερδών. Εκτός από τη διαφήμιση και την τιμή, ιδιαίτερη σημασία αποκτούν η δυνατότητα εξυπηρέτησης, οι ευκολίες κ.λπ. Παρακμή. Οι καταναλωτές έχουν στραφεί σε άλλα προϊόντα και ελάχιστοι το αγοράζουν. Τα έξοδα marketing μειώνονται συνεχώς και το ενδιαφέρον και τα κεφάλαια της επιχείρησης κατευθύνονται στην υποστήριξη και ανάπτυξη νέων προϊόντων: Το προϊόν συνεχίζει να παράγεται σε μικρές ποσότητες για την εξυπηρέτηση των «υπερσυντηρητικών» αγοραστών ή αν το επιβάλλει ο μακροχρόνιος σχεδιασμός, της επιχείρησης. Η τιμή ανεβαίνει για να καλύψει την αύξηση του ανά μονάδα κόστους παραγωγής. Ο Vernon υποστήριξε ότι τα στάδια του προϊόντος επηρεάζουν τις αποφάσεις χωροθέτησης. Στο πρώτο στάδιο τείνουν να χωροθετηθούν σε μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα, στο δεύτερο στάδιο σε περιφερειακά κέντρα και στο τρίτο σε περιοχές που βρίσκονται σε στάδιο υπανάπτυξης. Παραδείγματα στα οποία συμβαίνει ο κύκλος ενός προϊόντος είτε να μένει ημιτελής, είτε κάποια φάση του να διαρκεί πολύ. Video: Έχει αρκετά χρόνια που κυκλοφορεί, όμως το 60% των 210 εκ. συσκευών που έχουν πουληθεί μέχρι σήμερα, πουλήθηκαν όταν έληξε ο πόλεμος των συστημάτων που κερδήθηκε από το σύστημα VHS. Δορυφορικά συστήματα τηλεόρασης : Με λήψη της εικόνας από δορυφόρους χωρίς επίγειους αναμεταδότες. Στην Ελλάδα αρχικά εμφάνισαν αρχικά μια σχετική δημοτικότητα, η οποία περιορίστηκε όμως μόλις διαφάνηκε η προοπτική αναμετάδοσης των δορυφορικών προγραμμάτων από δημοτικές επιχειρήσεις και ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Ψηφιακό κασετόφωνο DAT : Παρουσιάστηκε τα τελευταία χρόνια. Προσφέρει δυνατότητα ψηφιακής εγγραφής, παραγωγής πολλών αντιγράφων με πολύ καλή ποιότητα. Συνδυάζοντας ένα DAT και ένα CD μπορεί κάποιος να παράγει πιστά αντίγραφα του πρωτοτύπου CD. Το DAT είχε την ατυχία να παρουσιαστεί την εποχή που οι φωτογραφικές εταιρίες είχαν ξεκινήσει τον αγώνα προστασίας των 80

81 πνευματικών τους δικαιωμάτων, στοχεύοντας στην πλήρη απαγόρευση αντιγράφων στο σπίτι. Σε μια πρόσφατης σύνοδο κατασκευαστών μηχανημάτων και ιδιοκτητών προγραμμάτων βρέθηκε μια συμφωνία μεταξύ των αντιμαχομένων πλευρών. Επιτράπηκε η πώληση DAT αρκεί οι κατασκευαστές να ενσωματώσουν στο μηχάνημα ένα κύκλωμα που δεν επιτρέπει παρά μόνο μια αντιγραφή από κάθε CD. Το ίδιο κύκλωμα δεν θα επιτρέπει παρά μια μόνο αντιγραφή από DAT σε DAT. Αν χρειάζεται κάποιος περισσότερα αντίγραφα πρέπει να αγοράσει ξανά το CD. Πλήθος προϊόντων για την παραγωγή των οποίων απαιτείται εκτεταμένη έρευνα για την ανάπτυξή τους (φάρμακα, αυτοκίνητα) που κυκλοφορούν για κάποιο διάστημα μετά αποσύρονται επειδή παρουσιάζουν προβλήματα. Σήμερα ακολουθούνται επίσης στρατηγικές απαξίωσης των προϊόντων με τη σμίκρυνση του χρόνου ζωής τους. Το 1960 ένα αυτοκίνητο είχε μέσο χρόνο ζωής τα 20 έτη. Σήμερα έχει μειωθεί αισθητά. Το ίδιο ισχύει και για άλλα προϊόντα όπως ηλεκτρονικά είδη. 81

82 Η κριτική στις παραπάνω τέσσερεις προσεγγίσεις της Κλασικής Σχολής Και οι τέσσερεις προσεγγίσεις αντιλαμβάνονται τη διαδικασία χωροθέτησης ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων παραγόντων που είναι ίδιοι σε όλες τις περιπτώσεις (π.χ. ίδια καταναλωτικά πρότυπα, ομοιόμορφος γεωγραφικός χώρος). Ποσοτικοποιούν τους παράγοντες αυτούς και φτιάχνουν μοντέλα που ανάλογα με τις υποθέσεις κάνουν βέλτιστη τη χωροθέτηση. Αγνοούν δηλαδή τις κοινωνικές διεργασίες και κατασκευάζουν ιδεαλιστικά και αφηρημένα μοντέλα (μη κοινωνικά και ανιστορικά). Οι προσεγγίσεις της κλασικής σχολής υποθέτουν μια κοινωνία σε διαρκή ισορροπία. Βλέπουν την κοινωνία ως αρμονικό σύνολο που ακόμα κι αν δεν βρίσκεται σε ισορροπία τελικά καταλήγει σε αυτήν. Αγνοούν έτσι τις κοινωνικές συγκρούσεις και την πολύπλοκη πραγματικότητα. Η βασική τους υπόθεση κινείται γύρω από τον ορθολογικό οικονομικό άνθρωπο της νεοκλασικής οικονομικής σκέψης. Συχνά, μόλις αποσυρθεί μια υπόθεση, τα συμπεράσματα του μοντέλου αλλάζουν τελείως. Στην προσέγγιση της χωροθετικής αλληλεξάρτησης του Hotelling, μόλις αρθεί η υπόθεση της πλήρους ανελαστικότητας της ζήτησης ή της γραμμικής αγοράς περιορισμένου μήκους, τότε καταλύεται το βασικό συμπέρασμα του μοντέλου, η τάση δηλαδή για συγκέντρωση των επιχειρήσεων στο χώρο. Μια ακόμα κριτική που γίνεται στη σχολή αυτή είναι ότι δεν είναι απολιτική όπως συχνά αυτή ισχυρίζεται. Οι χωροθετικές αυτές θεωρίες ασχολούνται περισσότερο με τις επιχειρήσεις παρά με τα άλλα μέλη της κοινωνίας. Επίσης, συμμερίζονται αποκλειστικά την άποψη περί κυριαρχίας της οικονομίας. Τείνουν να πιστεύουν ότι η κοινωνία βρίσκεται σε αρμονία και παραβλέπουν τα διαφορετικά συμφέροντα εργαζομένων και κεφαλαιούχων και τις παρεπόμενες συνέπειες στη διαμόρφωση των κοινωνικών συγκρούσεων. Τα αφηρημένα μοντέλα συμπεριφοράς της κλασικής σχολής συμπληρώνονται από την αφηρημένη τους αντίληψη για το χώρο. Χρησιμοποιούν ως μοναδικό χαρακτηριστικό του χώρου την απόσταση, ενώ παραβλέπουν τις «μεταμορφώσεις» του χώρου 82

83 εξαιτίας πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών παραγόντων. Στα θετικά της σχολής αυτής είναι η δημιουργία επιχειρησιακών μοντέλων. Όμως και εδώ η κριτική που γίνεται στη σχολή αυτή είναι ότι είναι επιχειρησιακά τα μοντέλα αυτά μόνο ως προς τον ορθολογικό κόσμο των οποίο a priori υποθέτουν ως τέτοιο. Θα μπορούσε κάποιος επιχειρηματίας να οδηγηθεί στη βέλτιστη χωροθέτηση της επιχείρησής του λαμβάνοντας υπόψη του κάποιο απ τα μοντέλα της κλασικής σχολής. Η Συμπεριφορική Σχολή χωροθέτησης της βιομηχανίας Αναπτύχτηκε τη δεκαετία του Στηρίζεται στην Μπιχεβιοραλιστική σχολή της ψυχολογίας. Η προσέγγιση αυτή εξετάζει τη διαδικασία της χωροθέτησης μέσα από τη συμπεριφορά των ατόμων που παίρνουν τις αποφάσεις. Η ανάπτυξη της προσέγγισης αυτής υπήρξε το προϊόν τριών ιστορικών παραγόντων: - Στη χωροθέτηση της βιομηχανίας μπήκε πρώτα η έννοια των μονοπωλιακών πλεονεκτημάτων. Η χωροθέτηση μπορεί να οδηγήσει την επιχείρηση στην κατάκτηση αυτών των πλεονεκτημάτων. Κάτω από συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού οι αποφάσεις των επιχειρήσεων αναδεικνύονται σε ρυθμιστικούς παράγοντες. - Η προσαρμογή στην αύξουσα σημασία του μονοπωλιακού κεφαλαίου. - Προσπάθεια κατάρριψης της υπόθεσης του τέλεια πληροφορημένου, ορθολογικού οικονομικού ανθρώπου. Η προσέγγιση αυτή απέρριψε τον ορθολογικό οικονομικό άνθρωπο που η κλασική σχολή ήθελε τέλεια πληροφορημένο. Στην πραγματικότητα ο άνθρωπος επιδιώκει μη υλικούς σκοπούς. Άρα η χωροθέτηση των επιχειρήσεων εξαρτάται και από προσωπικούς παράγοντες. Κάποιοι μπιχεβιοραλιστές πίστεψαν πως η τεχνολογία των υπολογιστών θα συνεισφέρει στην κωδικοποίηση των ανθρώπινων συμπεριφορών. Ενέταξαν 83

84 την απόφαση χωροθέτησης μέσα στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Βασίστηκαν σε εμπειρικές παρατηρήσεις συνδεδεμένες με εναλλακτικές αποφάσεις (δημιουργία σεναρίων). Προσανατόλισαν τη θεωρία τους σε μια οπτική γενικότερων στρατηγικών (επιδίωξη μακροπρόθεσμου ή βραχυπρόθεσμου κέρδους). Η προσέγγιση αυτή κατανόησε ότι οι αποφάσεις χωροθέτησης στον πραγματικό κόσμος απέχουν τις περισσότερες φορές από το να είναι βέλτιστες. Οι εναλλακτικές λύσεις που μπορεί κάποιος να προτείνει συνδέονται από τους νοητικούς χάρτες που διαμορφώνει η υποκειμενικότητα των ατόμων και επιδιώκουν - μεταξύ περιορισμένου αριθμού εναλλακτικών λύσεων εκείνη τη λύση που θα είναι ικανοποιητικότερη (όχι βέλτιστη). Η απόφαση χωροθέτησης παρουσιάζεται από κάποιους ερευνητές ως συνάρτηση δυο μεταβλητών, της ποσότητας και ποιότητας της πληροφορίας. Η απόφαση γίνεται πολυπλοκότερη ως διαδικασία όταν αφορά επιχείρηση και όχι μεμονωμένο άτομο. Αυτό συμβαίνει διότι η επιχείρηση δεν αποτελεί το άθροισμα των φυσικών προσώπων που την συναποτελούν. Συνεπώς η απόφαση συνδέεται με το μίγμα των αντιλήψεων των μεμονωμένων ατόμων μελών του ΔΣ της επιχείρησης. Άρα σημαντικής σημασίας για την απόφαση χωροθέτησης παίζει η οργανωτική δομή της επιχείρησης, κάτι που παρέβλεψε τελείως η Κλασική Σχολή. Η σχολή χωροθέτησης της Πολιτικής Οικονομίας Η Σχολή της Πολιτικής Οικονομίας προέκυψε ως προϊόν της κριτικής που ασκήθηκε στην Κλασική και Μπιχεβιοραλιστική σχολή. Η σχολή αυτή αντιλαμβάνεται τη συμπεριφορά των ανθρώπων ως αποτέλεσμα της θέσης τους μέσα στην κοινωνία και καθορίζεται από τις κοινωνικές δομές όπως είναι ενδεικτικά οι κοινωνικές τάξεις. Θεωρεί ότι οι οικονομικές διαδικασίες είναι ριζωμένες σε συγκεκριμένες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Θεωρεί ότι η οικονομική γεωγραφία, άρα και η θεωρία της χωροθέτησης, πρέπει να λάβει υπόψη της το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Έτσι βάσισε την προσέγγισή της στην ύπαρξη 84

85 κοινωνικών αντιθέσεων που λείπουν τελείως από την κλασική και μπιχεβιοραλιστική σχολή. Η κλασική σχολή ενσωματώνει στην ανάλυσή της τη σημασία της απόστασης μεταφοράς των εισροών και τη χρήση του φυσικού χώρου από τις διάφορες οικονομικές δραστηριότητες, βασιζόμενη στον ιδεαλιστικό θετικισμό 4. Για τη σχολή αυτή δηλαδή, ο χώρος έχει να κάνει με το πρόβλημα της μεταφοράς, των μετακινήσεων και της χρήσης της γης. Η θεωρία αυτή βασίζεται στη γενική θεώρηση της κοινωνικής πραγματικότητας και στην ιστορική διαλεκτική αντί του θετικισμού. Θα σταθούμε στις τρεις βασικές κατευθύνσεις στις οποίες κινήθηκαν οι μελέτες της σχολής αυτής : κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου ή των κύκλων επένδυσης: Ως αναδιάρθρωση του κεφαλαίου νοούνται οι αλλαγές στη διαδικασία παραγωγής και οι οργανωτικές αλλαγές όπως το άνοιγμα και το κλείσιμο εταιριών, οι συγχωνεύσεις. Οι αναδιάρθρωση του κεφαλαίου δημιουργεί νέες συνθήκες χωροθέτησης. Ενδιαφέρουσες είναι οι μελέτες των Massey & Meegan (1979) που ταξινόμησαν τις εξεταζόμενες επιχειρήσεις σε τρεις ομάδες ανάλογα με το είδος της αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου με το είδος της αναδιάρθρωσης που ακολούθησαν. Υποστήριξαν ότι η οργανωτική αναδιάρθρωση ήταν προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Πρώτη ομάδα: Το πλεόνασμα παραγωγικού κεφαλαίου και η συγκεντροποίηση κεφαλαίου, επέτρεψε στις επιχειρήσεις να συντονιστούν, να μειώσουν την παραγωγική τους ικανότητα και να μη χρεοκοπήσουν. Αυτή η οργανωτική αναδιάρθρωση παρουσίασε δραματική μείωση της απασχόλησης. Οι περικοπές στο παραγωγικό κεφάλαιο οδήγησαν σε μείωση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων αυξάνοντας τα ποσοστά κέρδους είτε με απολύσεις εργατικού δυναμικού, είτε με εισαγωγή νέων τεχνικών (π.χ. τυποποίηση στα συστήματα παραγωγής). Δεύτερη ομάδα: Σε αυτήν ανήκαν οι επιχειρήσεις που ήθελαν να αυξήσουν την παραγωγή τους 4 Ο θετικισμός είναι ένας γενικός όρος για τις σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους που δέχονται τις σχέσεις μεταξύ των στοιχείων της πραγματικότητας μόνο όταν υπάρχουν τα εμπειρικά εκείνα αποτελέσματα που μπορούν να τα ελέγξουν. 85

86 μειώνοντας την τιμή του προϊόντος τους ώστε να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα τους. Η αναδιάρθρωση αυτή προσανατόλισε την έρευνα και την ανάπτυξη σε μεγαλύτερου μεγέθους επιχειρήσεις, μείωσε την εργασία που ήταν απαραίτητη ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος και το επίπεδο εξειδίκευσης που απαιτείται από τους εργάτες, αυξάνοντας το παραγόμενο προϊόν. Η Τρίτη ομάδα περιλάμβανε τις επιχειρήσεις που χρειάζονταν μεγαλύτερη δύναμη και ισχυρότερη θέση στη διεθνή αγορά. Δεν υπήρξε καμία ανάγκη για οποιαδήποτε σημαντική αναδιάρθρωση της παραγωγής τους. Η κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου προχώρησε ένα βήμα παραπέρα με την προσέγγιση των κύκλων επένδυσης που εκφράστηκε κυρίως με τον Dunford (1979). Η προσέγγιση αυτή υποστηρίζει ότι κάθε νέος κύκλος επενδύσεων (συσσώρευση κεφαλαίου) συνδέεται με νέα αναδιάρθρωση του κοινωνικού χώρου. Ο Dunford υποστήριξε πως καθένα από τα στάδια καπιταλιστικής συσσώρευσης στη Βρετανία από το 19 ο αιώνα, σχετιζόταν με την κατανομή των κοινωνικοοικονομικών δραστηριοτήτων στο χώρο. Το στάδιο της βιοτεχνικής ανάπτυξης (manufacture) χαρακτηριζόταν από μεγάλες ανισότητες ανάμεσα στις αναπτυσσόμενες βιομηχανικές περιοχές και τις αγροτικές. Ακολούθησε το στάδιο της επιστημονικής διοίκησης των επιχειρήσεων (scientific management and Fordism 5 ) το οποίο χαρακτηριζόταν από την κρίση των παραδοσιακών βιομηχανικών περιοχών (μείωση της παραδοσιακής βιομηχανίας). Δημιουργούνται νέες περιφερειακές ανισότητες μεταξύ παραδοσιακών βιομηχανικών περιοχών και νέων μητροπολιτικών περιοχών. Ο φορντισμός συνδέθηκε με τη γεωγραφική ανισότητα, δηλαδή την κυριαρχία μεγάλων αστικών βιομηχανικών συμπλεγμάτων, αποτέλεσμα σειράς συγχωνεύσεων και εξαγορών οι οποίες συνέβαλαν στη δημιουργία μεγάλων εταιρικών δομών σε πολλούς κλάδους παραγωγής και αντίστοιχη συγκεντροποίηση κεφαλαίου. Το τρίτο στάδιο, αποκαλούμενο νέο-φορντισμός, απείλησε τις νέες βιομηχανικές 5 Η συμβολική χρονιά έναρξης του φορντισμού ήταν το 1914, όταν καθιερώθηκε η «ημέρα των 8 ωρών και των 5 δολαρίων» στο εργοστάσιο του Henry Ford στις ΗΠΑ. 86

87 περιοχές γιατί επέτρεψε τη χωρική διάχυση των σύγχρονων βιομηχανιών. κατεύθυνση της εργατικής θεωρίας για τη χωροθέτηση: Σύνδεση της χωροθέτησης της βιομηχανίας με την απασχολούμενη σε αυτή εργατική δύναμη (A. Friedman 1977). Η αντίσταση των εργατών στις αλλαγές που συνοδεύουν την καπιταλιστική παραγωγή κατανέμεται άνισα ανάμεσα στα φύλα, τις ειδικότητες, το βαθμό εκπαίδευσης, την καταγωγή, το είδος της εταιρείας και την περιοχή. Διαχωρίζει τους εργάτες σε δυο μεγάλες ομάδες (κεντρικούς και περιφερειακούς) που παρουσιάζουν ανισότητες μεταξύ τους ως προς τους προαναφερθέντες παράγοντες. Οι στρατηγικές διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού επηρεάζονται από τις ανισότητες αυτές. Οι διαφορές αυτές ερμηνεύουν τις αλλαγές στη σχετική θέση των περιοχών, ανάλογα με το βαθμό ευημερίας τους. Η Perrons (1979) υποστηρίζει ότι οι αλλαγές στη χωροθέτηση της βιομηχανίας μπορούν να ιδωθούν ως αποτέλεσμα των αλλαγών στη διαδικασία της εργασίας. Διέκρινε τέσσερεις φάσεις καπιταλιστικής συσσώρευσης αναφορικά με τη χρησιμοποιούμενη διαδικασία εργασίας. Κάθε φάση παρουσιάζει διαφορετικές χωροθετικές απαιτήσεις. Η πρώτη (manufacture) χαρακτηριζόταν από διασπορά της βιομηχανικής παραγωγής σε όλη τη χώρα. Η δεύτερη (industrial) από διασπορά μόνο σε αστικές περιοχές. Η τρίτη (scientific management and Fordism) από μετακίνηση των βιομηχανικών μονάδων προς τα προάστια και η τέταρτη (Neo-Fordism) από την απομάκρυνση της παραγωγής από τα παραδοσιακά βιομηχανικά κέντρα προς τις περιοχές με φθηνό εργατικό δυναμικό. κατεύθυνση των θεωρητικά πληροφορημένων εμπειρικών ερευνών: Σε αυτή την κατεύθυνση κατατάσσονται οι περισσότερες μελέτες αυτής της σχολής. Μια σειρά από έρευνες (Hadjimichalis & Vaiou 1987, Λαμπριανίδης 1987 κ.ά.) διαπιστώνουν μια νέα τάση στην κατανομή της βιομηχανίας. 87

88 Υποστηρίζουν ότι από τη δεκαετία του 1960 υπάρχει μια τάση χωρικής αποκέντρωσης της βιομηχανίας και διασποράς σε μικρές ομάδες. Η τάση αυτή ερμηνεύεται από παράγοντες όπως το ισχυρό συνδικαλιστικό κίνημα στις μεγάλες βιομηχανίες με την κατάτμηση σε μικρές μονάδες να μειώνει τη δύναμη του συνδικαλιστικού κινήματος και η αναγκαιότητα όλο και μεγαλύτερης ποικιλίας παραγόμενων προϊόντων με μικρές παραλλαγές για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού. Ο δεύτερος παράγοντας απαιτεί πιο ελαστικές παραγωγικές μεθόδους (μικροηλεκτρονική, χρήση ρομπότ, μηχανοργάνωση στο λογιστήριο, τη διοίκηση, την αποθήκη κτλ.). Η ελαστικότητα της παραγωγής δημιούργησε αντίστοιχη ευελιξία στην επιχείρηση που μπόρεσε έτσι να μειώσει το κόστος των εξειδικευμένων προϊόντων σε σχέση με τα προϊόντα μαζικής παραγωγής, επεκτείνοντας έτσι την αγορά για εξειδικευμένα προϊόντα που μπορούν να παραχθούν και από μικρές μονάδες σε βάρος της μαζικής παραγωγής. Ένας ακόμα παράγοντας είναι το χαμηλό κόστος του εργατικού δυναμικού έξω απ τα μεγάλα αστικά κέντρα. Το δυναμικό αυτό δέχεται πιο εύκολα χαμηλότερες αμοιβές, ελαστική απασχόληση (μερική απασχόληση) γεγονός που δίνει την ευκαιρία στους εργοδότες να προσλαμβάνουν όποτε και για όσο διάστημα το χρειάζονται. 5. Θεωρίες χωροθέτησης του τριτογενή τομέα Οι περισσότερες αναπτυγμένες κοινωνίες βρίσκονται στο τρίτο στάδιο οικονομικής ανάπτυξης, όπου η βιομηχανία των υπηρεσιών κυριαρχεί σε ότι αφορά την απασχόληση. Τα προηγούμενα στάδια ήταν αυτά που κυριαρχούσε η γεωργία, μετά η βιομηχανία. Στο κλασικό μοντέλο των τριών σταδίων ο Bell (1974) πρότεινε έναν τέταρτο τομέα αυτόν της πληροφορικής (χρηματιστηριακές εταιρίες, εταιρίες ασφάλισης, υπηρεσίες προς επιχειρήσεις κτλ.). Ο τριτογενής τομέας αποτελείται από δραστηριότητες που ασχολούνται με την παροχή υπηρεσιών σε άλλες επιχειρήσεις (μεταφορές, αποθήκευση) και σε καταναλωτές (λιανικό και χονδρικό εμπόριο, υπηρεσίες αναψυχής, 88

89 ξενοδοχεία, συνεργεία αυτοκινήτων) αλλά και μη κερδοσκοπικές υπηρεσίες (νοσοκομεία, δημόσια εκπαίδευση). Η γεωγραφία του λιανικού εμπορίου παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές. Η πιο αξιοσημείωτη μεταβολή είναι η ανάπτυξη εμπορικών κέντρων. Αυτά εξαπλώθηκαν από τη δεκαετία του 1950 στις ΗΠΑ και μια δεκαετία αργότερα και στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα εμφανίστηκαν τη δεκαετία του Τα εμπορικά κέντρα περιλαμβάνουν καταστήματα και χώρους αναψυχής (εστιατόρια, κινηματογραφικές αίθουσες κτλ.). Διαφοροποιούνται ανάλογα με την εμβέλειά τους σε γειτονιάς, τοπικής εμβέλειας, περιφερειακής και υπερπεριφερειακής. Σταδιακά τα εμπορικά κέντρα των πόλεων έχασαν από τη σημασία τους και αυξήθηκε η σημασία των εμπορικών κέντρων των προαστίων ή ακόμα και αυτών που δημιουργήθηκαν εκτός πόλεων. Οι αλλαγές αυτές μπορούν να αποδοθούν α) στις αλλαγές του τρόπου με τον οποίο γίνονταν οι αγορές (οι καταναλωτές εγκαταλείπουν τις αγορές σε μικρές ποσότητες καθημερινά και στρέφονται στις εβδομαδιαίες αγορές σε μεγαλύτερες ποσότητες), στην αύξηση της απασχόλησης των γυναικών, στην αύξηση της κινητικότητας των οικογενειών, τη χρήση οικιακών καταψυκτών κτλ., β) στο ότι οι υπεραγορές αναζητούν φθηνότερη διαθέσιμη γη για να εγκατασταθούν και αυτό το επιτυγχάνουν εκτός πόλης, γ) στη δυσκολία μετάβασης με το αυτοκίνητο στο κέντρο της πόλης για ψώνια (έλλειψη χώρων στάθμευσης). Χώρος και νέες τεχνολογίες στις υπηρεσίες Οι νέες τεχνολογίες βοηθούν στο να ξεπεραστεί η γεωγραφική απομόνωση των οικονομικών δρώντων. Οι τεχνολογίες της πληροφορικής συμβάλουν στο να ξεπεραστεί η τριβή του χώρου και του χρόνου. Ο αριθμός των χρηστών του διαδικτύου έχει αυξηθεί δραματικά. Η χρήση του διαδικτύου δεν είναι ίδια σε μέγεθος σε όλο τον κόσμο. Η γεωγραφία του διαδικτύου ενδυναμώνει και αντανακλά τους προηγούμενους κύκλους συσσώρευσης του κεφαλαίου. 89

90 Η ψηφιακή επανάσταση επιτρέπει την πρόσβαση σε άπειρη ποσότητα πληροφόρησης. Η διάδοση των εφαρμογών της πληροφορικής και των επικοινωνιών αμβλύνουν ή οξύνουν τις διαφορές στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση; Οι απόψεις διίστανται. Το σίγουρο είναι ότι οι ωφέλειες δεν κατανέμονται ομοιόμορφα σε όλες τις περιοχές του πλανήτη. Οι αναπτυγμένες περιοχές έρχονται κοντύτερα, ενώ οι λιγότερο αναπτυγμένες αφήνονται πίσω. Παρά ταύτα οι νέες ασύρματες τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών βρίσκουν θέση στις υπο-ανάπτυξη περιοχές καθώς συγκριτικά με τις παραδοσιακές καλωδιακές τηλεπικοινωνίες απαιτούν λιγότερη πάγια επένδυση και συντήρηση. Βέβαια η ύπαρξη διαδικτύου δεν είναι αρκούντως ωφέλιμη αν οι κάτοικοι μιας περιοχής δεν είναι εξοικειωμένοι με τη χρήση του. 90

91 Η τηλεματική (υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας, τηλεδιάσκεψης, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τηλεόρασης, τηλε-αγορών) αντικαθιστούν τις τυπικές επαφές φέρνοντας τις επιχειρήσεις σε επαφή με την παγκόσμια αγορά. Χρησιμοποιείται από τον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό τομέα, ταξιδιωτικούς πράκτορες, ασφάλειες, καταναλωτές. Αναπτύσσονται νέες μορφές εργασίας (εξ αποστάσεως) και προσφέρουν ευελιξία ως προς το χρόνο εργασίας και τον ελεύθερο χρόνο, μειώνει το κόστος των μετακινήσεων, μπορεί όμως και να σημαίνει απομόνωση και μείωση των κοινωνικών επαφών. Η εκτεταμένη χρήση της τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνιών απ τις επιχειρήσεις (εικονικές επιχειρήσεις virtual Corporations) τους επιτρέπει να επικεντρωθούν στα στάδια υψηλής προστιθέμενης αξίας αναθέτοντας με υπεργολαβία την παραγωγή σε πλήθος υπεργολάβων ανά τον κόσμο. 91

92 ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Γεωγραφία και Ανθρώπινη Κοινωνία 1. Η κοινωνία και ο γεωγραφικός χώρος 1.α. Η κοινωνική ζωή εγγράφεται στο χώρο. Όλοι έχουμε αντίληψη του χώρου μέσα στον οποίο κινούμαστε. Αν θελήσει κάποιος να ζητήσει ένα δημόσιο έγγραφο από το ΚΕΠ της γειτονιάς του γνωρίζει ότι αυτό βρίσκεται στην πλατεία δίπλα από το δημαρχείο. Κάποιος που θέλει να πάει για ψώνια στο κέντρο αναγνωρίζει στο μυαλό του που είναι το κέντρο και ευρισκόμενος εκεί μπορεί να εκτιμήσει τα όρια αυτού του κέντρου με διάφορα κριτήρια όπως είναι για παράδειγμα η εμπορική κίνηση ή ο αριθμός των καταστημάτων. Για να προσανατολιστούμε στο χώρο ανακαλούμε στο μυαλό μας έννοιες όπως «δυτικές συνοικίες της πόλης», το «εμπορικό κέντρο», «τα νότια προάστια» κτλ. Οι χωρικές αντιλήψεις μας βοηθούν να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας και τους συνανθρώπους μας στο χώρο, αλλά και τα αντικείμενα, τις δραστηριότητες κτλ. Ο χώρος που μας περιβάλει δεν είναι ομοιογενής. Ούτε και μένει σταθερός στο χρόνο. Η γεωγραφία, ακριβώς επειδή ο χώρος δεν είναι ίδιος παντού, μελετά τις διάφορες περιοχές που χαρακτηρίζονται η καθεμία χωριστά από σχετική ομοιογένεια (όχι απαραίτητα ομοιογένεια του φυσικού χώρου π.χ. πεδιάδα, αλλά και ομοιογένεια πολιτισμική, κοινωνική, οικονομική κτλ). Η γεωγραφία επιχειρεί να αντιληφθεί τις κοινωνίες ως ζώσες πραγματικότητες, καθώς τα μέλη τους ζουν για ορισμένο χρόνο, σε δεδομένο χώρο τον οποίο κατέχουν, ελέγχουν, αξιοποιούν και μεταβάλουν. Τα άτομα επικοινωνούν μεταξύ τους με κώδικες συμπεριφοράς που αποκτούν κοινωνικοποιούμενοι. Ο κατάλογος των καθηκόντων που αναλαμβάνουν οι κοινωνίες δεν επιβάλλεται από τη φύση, αλλά είναι το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων των ανθρώπων, της ευρηματικότητάς τους και του πλούτου της πολιτιστικής κληρονομιάς που κουβαλούν. Οι ανθρώπινες ενασχολήσεις ποικίλουν από τόπο σε τόπο και βέβαια μεταβάλλονται μέσα στον ιστορικό χρόνο. Οι ανθρώπινες κοινωνίες 92

93 λοιπόν αποτελούν βιολογικές όσο και πολιτισμικές πραγματικότητες, αποτελούν θεσμοθετημένες συμβολικές δομές, πολιτικές οντότητες, αντιπαλεύουν με τη φύση όσο και αποτελούν μέρος της, αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον προσπαθώντας να το αξιοποιήσουν για την επιβίωσή τους. Η κοινωνική πραγματικότητα έχει στοιχεία διάρκειας στο χρόνο όσο και στοιχεία μεταβλητότητας (μετανάστευση, δημογραφικές αλλαγές κτλ). Συμπερασματικά θα ορίζαμε την κοινωνική δομή ως βιολογικής όσο και πολιτισμικής σημασίας. Η κοινωνική ζωή εγγράφεται στο χώρο. Οι άνθρωποι μετακινούνται σε περιορισμένες αποστάσεις αφού κατά μέσο όρο μπορούν να διανύουν 5-6 χιλιόμετρα ανά ώρα. Βέβαια η σημασία της απόστασης επηρεάζεται από το βάρος που καλούνται να μετακινήσουν όσο και από τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους για να μετακινηθούν (με τα πόδια, με άλογο, με αυτοκίνητο ή με αεροπλάνο). Οι άνθρωποι, ήδη από το μακρινό παρελθόν, είναι οι μόνοι που μεταφέρουν σε μακρινές αποστάσεις αγαθά που χρειάζονται ή και που θέλουν να ανταλλάξουν. Στο χάρτη που ακολουθεί βλέπουμε ένα παράδειγμα, αυτό του διασαχαριακού εμπορίου. Ο χώρος δεν συνδέεται αποκλειστικά με τη φυσική μετακίνηση ανθρώπων και αγαθών αλλά και με τη μετάδοση γνώσεων, πεποιθήσεων κτλ. Η μνήμη αποτελεί ένα ακόμα σημαντικό χαρακτηριστικό που μεταδίδεται εντός της κοινωνίας αλλά και από μια κοινωνία σε μια άλλη. Σημαντικός είναι εδώ ο ρόλος της γραφής. Πριν την ανακάλυψη της γραφής η ανθρώπινη εμπειρία και 93

94 γνώση μεταδίδοντας μέσω της προφορικής παράδοσης. Η γραφή διευκολύνει τη «σταθεροποίηση» της γνώσης και αντικειμενοποιείται. Η προφορική παράδοση μετέφερε γνώση αλλά χωρικά πιο περιορισμένη και βέβαια περισσότερο τροποποιημένη στο χώρο και το χρόνο. Οι γραπτές μαρτυρίες έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και μεταδίδονται σχετικά αναλλοίωτες σε μεγαλύτερες αποστάσεις και σχετικά σταθερά μέσα στο χρόνο. Η μετάδοση της πληροφορίας και της γνώσης από κοινωνία σε κοινωνία είχε να κάνει σε σημαντικό βαθμό με το χώρο. Οι ορεινές περιοχές πιο κλειστές στον έξω κόσμο, άλλαζαν πολύ πιο αργά σε σύγκριση με τις παράκτιες περιοχές. 1.β. Θεσμοθέτηση των κοινωνικών σχέσεων (οικογένεια, επιχείρηση, πολιτική εξουσία). Η προσπάθεια των γεωγράφων να απεικονίσουν τη συνθετότητα του χώρου (φυσικού, κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού τους οδήγησε στην αφαιρετική απεικόνιση της πραγματικότητας. Ενδεικτικά στο παρακάτω διάγραμμα Α απεικονίζεται σχηματικά η χωροθέτηση της παροχής υπηρεσιών που υπαγορεύεται από την προσβασιμότητα στην πελατεία, και στο διάγραμμα Β απεικονίζεται σχηματικά η οργάνωση (χωροθέτηση) της κοινωνικής ζωής μέσα από το σχηματισμό δικτύων επικοινωνίας. Η κοινωνική οργάνωση περιλαμβάνει τόσο ομοιογενείς τοπικές κοινότητες όσο και εκτεταμένα δίκτυα μεταξύ των μελών των κοινοτήτων. 94

95 Οι σχέσεις που συνδέουν τα άτομα μιας κοινωνίας είναι πολυποίκιλες. Οι ποιο σημαντικές από αυτές έχουν θεσμική υπόσταση. Έχουμε τις οικογενειακές σχέσεις που παρέχουν στο άτομο ψυχοσυναισθηματική ασφάλεια, τις σχέσεις που διαμορφώνονται στην παρέα, το σχολείο, την ομάδα κτλ., όπου επίσης το άτομο κοινωνικοποιείται και στον αντίποδα υπάρχουν αυτές όπου το άτομο ζει και λειτουργεί στην ανωνυμία του πλήθους, μόνο του αλλά και ελεύθερο. Ανάμεσα στις οικογενειακές σχέσεις που χαρακτηρίζονται από εξάρτηση και ασφάλεια και τις ανώνυμες σχέσεις όπου το άτομο είναι ελεύθερο, ανεξάρτητο αλλά και μόνο του, υπάρχει ένα τεράστιο πλέγμα κωδικοποιημένων σχέσεων επικοινωνίας και ανταλλαγών. Αυτά τα συστήματα σχέσεων εσωτερικοποιούνται σταδιακά διαμορφώνοντας συμπεριφορές που ποικίλουν ανάλογα με την κουλτούρα. Κάθε κουλτούρα διαθέτει, για την οργάνωση της κοινωνίας που αντιπροσωπεύει, γραμματισμούς που ορίζουν τους κοινωνικούς ρόλους. Εκτός από τις σχέσεις γειτονίας που συνδέονται με το στενό πυρήνα επαφών μεταξύ ατόμων, τα δίκτυα που δημιουργούνται προϋποθέτουν είτε άμεσες ανταλλαγές μηνυμάτων, είτε έμμεσες μέσω αντιπροσώπων, είτε μέσω του ηλεκτρονικού δικτύου. Η διασύνδεση μεταξύ ατόμων αφορά στη διακίνηση χρήματος, αγαθών και πληροφοριών. Η λειτουργικότητα των δικτύων αυτών 95

96 εξαρτάται από την ποιότητα του δικτύου μεταφορών και επικοινωνιών. Οπωσδήποτε ακόμα και σε αυτό το υψηλού επιπέδου τεχνολογικό περιβάλλον η απόσταση αποτελεί εμπόδιο, κυρίως λόγω της ανισοκατανομής των υποδομών στις διάφορες περιοχές. Μορφές κοινωνικών ομάδων κατά J. Marquet (Claval 2006: 111) Οι ομάδες μπορούν να συναποτελούνται από άτομα που συμμετέχουν ισότιμα σε αυτές ή να αποτελούν μέρος μιας ιεραρχίας. Οι ομάδες με οριζόντια ιεραρχική δομή (σχέσεις ανταλλαγής και αγορές) συνδέουν θεωρητικά απεριόριστο αριθμό ατόμων, έχουν όμως χαμηλή αποτελεσματικότητα. Οι ιεραρχικές δομές, οικογενειακές ή φεουδαλικές, είναι αποτελεσματικότερες μεν, αλλά συνδέουν μικρό αριθμό ατόμων. Αντίθετα, οι σύγχρονες οργανωσιακές δομές (γραφειοκρατία, επιχειρήσεις) συνδέουν τις δυο παραπάνω αρχές : μπορούν να περιλαμβάνουν έναν αόριστο αριθμό ανθρώπων ενώ παραμένουν αποδοτικές. 96

97 Οι προτιμήσεις και τα συμφέροντα ατόμων και ομάδων διαφέρουν. Γεννιούνται, κατά συνέπεια, εντάσεις και διαμάχες. Κατά συνέπεια οι κοινωνίες αναζητούν συστήματα ελέγχου και διαχείρισης των διαφορών. Η αναγκαιότητα μιας τέτοιας διαχείρισης είναι τόσο εντονότερη όσο οι σχέσεις μεταξύ των ατόμων και των ομάδων είναι, συχνότατα, ανισότιμες. Οι ανισότητες μπορεί να προκύψουν από τη χρήση βίας, αλλά σαφώς δεν είναι αυτός ο μόνος λόγος που τις γεννά. Ο ειδικός που κατέχει μια γνώση, ο επιχειρηματίας που κατέχει μια πληροφορία, μπορούν να επιβάλουν την εξουσία τους χάρη στην γνώση ή πληροφορία που τους δίνει τη δύναμη αυτή. Οι ανισότητες μπορεί να οφείλονται και σε άλλους παράγοντες όπως είναι η περίπτωση της ανισότιμης διαπραγμάτευσης μεταξύ εργοδότη (κατόχου συντελεστών της παραγωγής) και εργαζόμενου σχετικά με τον καθορισμό της αμοιβής του τελευταίου ή ακόμα η δυνατότητα μιας μεγάλης επιχειρηματικής μονάδας να συμπιέσει το κόστος της και να αυξήσει τα κέρδη της σε βάρος άλλων μικρότερων επιχειρήσεων, επειδή ακριβώς διαθέτει τα κεφάλαια για να αγοράσει μεγάλες ποσότητες προϊόντος. Συχνά η ανισότητες είναι άμεσα συνδεδεμένες με την πολιτική εξουσία που «μεσολαβεί με το αζημίωτο» για να διευκολύνει πολυεθνική εταιρία να έχει πρόσβαση σε χαμηλού κόστους εργασία ή πρώτες ύλες. 1.γ. Η βιολογική διάσταση της κοινωνίας Το φυσικό περιβάλλον στο οποίο ζει και δραστηριοποιείται ο άνθρωπος επιβάλει συχνά τους δικούς του κανόνες στα άτομα που ζουν και αλληλεπιδρούν μέσα σε αυτό. Ο άνθρωπος παρεμβαίνει σε αυτό με διάφορους τρόπους. Καλλιεργεί τη γη, περιφράσσει κτήματα, κτίζει οικισμούς, κατασκευάζει υποδομές (δρόμους, γεφύρια), παράγει σε μεγάλη κλίμακα (βιομηχανία), εκμεταλλεύεται τις πρώτες ύλες (δάση, ορυκτά κτλ.). Το φυσικό περιβάλλον λοιπόν διαταράσσεται από τις ανθρώπινες δράσεις. Οι σχέσεις των κοινωνικών ομάδων με το περιβάλλον τους επηρεάζονται από τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι παράγουν τα αγαθά που θα χρησιμοποιήσουν. Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς τις διαφορές στην αλληλεπίδραση ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος σε μια παραδοσιακή κοινωνία (Πυγμαίοι της Κεντρικής Αφρικής) και σε μια βιομηχανική κοινωνία 97

98 του δυτικού κόσμου. Ο παραλληλισμός αυτός δείχνει καθαρά πως οι κοινωνικές ομάδες αξιοποιούν το φυσικό περιβάλλον, ποιες επιδράσεις έχει αυτό τόσο στους φυσικούς πόρους όσο και στην κοινότητα (δημογραφία). Στις παραδοσιακές κοινωνίες κυριαρχούν μικρές ομάδες ανθρώπων που εξαρτώνται πλήρως από τις τοπικές πλουτοπαραγωγικές πηγές. Στις ενδιάμεσες αγροτικές και ημιαστικές κοινωνίες οι αγρότες εξαρτώνται από την αυτοκατανάλωση και τα αστικά κέντρα εφοδιάζονται από την πλησιέστερη αγροτική περιοχή. Στο σύγχρονο βιομηχανικό κόσμο η παρέμβαση του ανθρώπου στο παγκόσμιο οικοσύστημα είναι πλήρης. 1.δ. Η κοινωνία αποτελεί μια οικονομική πραγματικότητα Η κοινωνική ζωή αποτελεί μια συλλογική προσπάθεια των ανθρώπων να επιβιώσουν μέσα στο περιβάλλον τους. Αυτό το περιβάλλον τους προσφέρει ενέργεια, τροφή, πρώτες ύλες. Αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο δραστηριοποιείται ο άνθρωπος. Ο χώρος λοιπόν, είναι κατά περίπτωση συντελεστής παραγωγής ή αντικείμενο κατανάλωσης. Η απόσταση περιορίζει τη μετακίνηση των ανθρώπων, αποτελώντας εμπόδιο. Το χώρο διασχίζουν δρόμοι που συνδέουν πόλεις και χωριά. Ο στόχος της κατασκευής αυτών των δρόμων είναι η κατανίκηση του εμποδίου που είναι η απόσταση με το μικρότερο δυνατό κόστος και στο μικρότερο δυνατό χρόνο. Οι δρόμοι και οι πόλεις που αυτοί συνδέουν, σχηματίζουν δίκτυα που «απορροφούν» τις ροές ανθρώπων και αγαθών στις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Η φύση καλύπτει ένα μόνο μέρος των ανθρώπινων αναγκών. Ότι καταναλώνουν πρέπει να παραχθεί με ενεργοποίηση ικανοτήτων και τεχνογνωσίας, ξοδεύοντας ενέργεια που προέρχεται είτε από εργατικά χέρια, είτε από μηχανές και εργαλεία. Όταν οι χρησιμοποιούμενοι πόροι δεν προέρχονται από την ίδια πηγή και η παραγωγή πραγματοποιείται μακριά από τους καταναλωτές, ο παραγωγός (επιχειρηματίας) πρέπει να βρει την πηγή από την οποία θα προμηθευτεί την πρώτη ύλη και επίσης τους τόπους όπου συγκεντρώνεται η ζήτηση την οποία επιθυμεί να ικανοποιήσει. Οι οικονομίες χαρακτηρίζονται από την άνιση κατανομή της πρωτογενούς παραγωγής τροφίμων, των ορυκτών ή της ενέργειας, από την έντονη αντίθεση στην κατανομή των παραγωγικών τεχνικών και των γνώσεων της αγοράς και από τις διαφορές στο επίπεδο του εξοπλισμού. Δεδομένης της 98

99 ανισοκατανομής των πόρων, η οργάνωση του χώρου αποτελεί προτεραιότητα των κοινωνιών σε οικονομική βάση. Το οικονομικό κύκλωμα εγγράφεται σε ένα χώρο με κυμαινόμενες διαστάσεις εξαιτίας της άνισης κινητικότητας αγαθών και ανθρώπων που κινητοποιεί. Κάθε μετακίνηση εμπεριέχει κόστος. Κόστος τόσο για τον παραγωγό που αναζητά πρώτες ύλες και πουλάει στις αγορές, όσο και για τον καταναλωτή που μετακινείται στην αγορά για να αποκτήσει τα αγαθά που χρειάζεται. Η απόσταση ως εμπόδιο αναιρείται σε σημαντικό βαθμό από τις τεχνολογικές εξελίξεις συγκοινωνιών και επικοινωνιών, και εξαρτάται επίσης και από το βαθμό ανάπτυξης του μεταφορικού δικτύου (συνεκτικότητα και πυκνότητα) και την προσπελασιμότητα στις αγορές. Η λογική της αντιμετώπισης των προβλημάτων της διάρθρωσης των οικονομικών δραστηριοτήτων στο χώρο συνδέεται με το στοιχείο της ιεράρχησης. Οι πόλεις αποτελούν τους κόμβους ενός ιεραρχημένου συστήματος επικοινωνιών. Είναι εγκατεστημένες στα σημεία σύγκλισης των δρόμων (γραμμών) που εξυπηρετούν μεταφορές και μετακίνηση ανθρώπων. Τα αστικά κέντρα εξυπηρετούν μια έκταση τόσο ευρύτερη όσο ψηλότερα αυτά βρίσκονται στην πυραμίδα των κεντρικών τόπων (οργάνωση του χώρου σε περιοχές - πόλους). Οι γραμμές που συγκεντρώνουν τον πληθυσμό που είναι διασκορπισμένος στα σημεία συνάντησης και τα φέρνουν σε επαφή μεταξύ τους, είναι επίσης ιεραρχημένες. 99

100 Για τη διασφάλιση της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων μεταξύ των διαφόρων σημείων δεν είναι η διάταξη των άμεσων συνδέσεων (A) που είναι η πλέον συμφέρουσα, αλλά η σύμπτυξη της συνολικής κυκλοφορίας σε έναν καλά εξοπλισμένο οδικό άξονα (Β). Για τη διασφάλιση της διακίνησης των πληροφοριών δεν είναι η διάταξη των άμεσων συνδέσεων (A) που πολλαπλασιάζει το μήκος των γραμμών αλλά η σύνδεση όλων τόσο με έναν κεντρικό αναμεταδότη, με τη δημιουργία επιμέρους δικτυακών θέσεων μειώνει τα συνολικά κόστη της διάχυσης της πληροφορίας. Η μείωση του κόστους μετακινήσεων και επικοινωνιών χαρακτηρίζεται από τον πολλαπλασιασμό της κυκλοφορίας. Τα αγαθά ταξιδεύουν όλο και μακρύτερα, οι αγορές υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα και γίνονται υπερεθνικές ή και παγκόσμιες. Για τον εφοδιασμό των βιομηχανιών με πρώτες ύλες και των αγορών με τελικά προϊόντα απαιτείται τεράστιος όγκος ροής πληροφόρησης. Ακολουθεί ενδεικτική απεικόνιση της αστικής διάρθρωσης και επιρροής στη Γαλλία όπως αυτή ιεραρχείται από τη σημασία των πόλεων (εθνικής, υπερεθνικής, περιφερειακής και τοπικής σημασίας) στην οικονομία. 100

101 Ο σύγχρονος οικονομικός χώρος είναι οργανωμένος σε μεγάλες πόλεις που τον χωρίζουν σε σφαίρες επιρροής. Το 19 ο αιώνα και στις αρχές του 20 ου αιώνα περιοχές πόλοι δομούνται γύρω από μητροπόλεις ικανές να εκπληρώσουν τις λειτουργίες τους ως σημεία χώρους επαφών, ανταλλαγών και ψυχαγωγίας. Αυτή η μορφή οργάνωσης του ευρωπαϊκού χώρου αποτέλεσε το μοντέλο που επηρέασε τις διάφορες θεωρίες χωροθέτησης. 101

102 Ο παραπάνω χάρτης απεικονίζει τη χωρική διάρθρωση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων στην Ευρώπη το 19ο αιώνα. 1.ε. Χωροθέτηση και εξειδίκευση Στον αγροτικό τομέα, η παραγωγή εξαρτάται από την ενεργοποίηση μιας πηγής ενέργειας που προσφέρεται δωρεάν και είναι η ηλιακή ενέργεια. Ακολουθεί το έδαφος (χωράφια, φυτείες, περιβόλια, αμπέλια, λιβάδια). Η χωροθέτηση της αγροτικής εκμετάλλευσης συνδέεται άμεσα με τον ανταγωνισμό και λαμβάνει υπόψη της την ποιότητα και άρα παραγωγική ικανότητα των εδαφών σε σχέση με αυτά των ανταγωνιστών, καθώς και τα κόστη μεταφοράς. Ακολουθεί το διάγραμμα χωροθέτησης της αγροτικής παραγωγής από τη θεωρία του von Thünen που συνδέει τη γαιοπρόσοδο με την απόσταση της εκμετάλλευσης από την πόλη αγορά που βρίσκεται στη μέση ομόκεντρων κύκλων. Παρατηρούμε ότι η γαιοπρόσοδος είναι υψηλή όσο πιο κοντά στην πόλη βρίσκεται η αγροτική εκμετάλλευση. Όπως δείχνει το διάγραμμα που ακολουθεί υψηλότερη γαιοπρόσοδο δίνουν οι καλλιέργειες 102

103 λαχανικών που βρίσκονται κοντά στην αγορά. Όσο απομακρυνόμαστε, οι αγροτικές δραστηριότητες τροποποιούνται (δάση - ξυλεία, δημητριακά, κτηνοτροφία) και η γαιοπρόσοδος μειώνεται. Είπαμε ότι οι επιλογές των καλλιεργειών λαμβάνουν υπόψη τους παραγωγικές ικανότητες του φυσικού χώρου και βέβαια την απόσταση από τις αγορές. Αυτό οδηγεί σε εξειδικεύσεις ανά περιοχή. Ενδεικτική είναι η χωροθέτηση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων με την αντίστοιχη εξειδίκευση όπως δείχνει ο χάρτης των ΗΠΑ που ακολουθεί. 103

104 Για την επίτευξη των μέγιστων κερδών, ο βιομήχανος αναζητά κι αυτός με τη σειρά του την βέλτιστη χωροθέτηση. Σκοπός του η ελαχιστοποίηση του κόστους παραγωγής (κόστος εργασίας, πρώτων υλών, ημικατεργασμένων προϊόντων, μεταφορών, ενέργειας, τεχνολογίας, πρόσβασης στην πληροφόρηση). Η χωροθέτηση της βιομηχανίας εντοπίζεται εκεί όπου θεωρεί ότι θα εγκατασταθούν και οι άλλοι παραγωγοί με στόχο την επίτευξη των μέγιστων κερδών. Την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης που οι μεταφορές ήταν κοστοβόρες, οι βιομηχανίες συγκεντρώνονταν σε ζώνες για τη συγκράτηση του μεταφορικού κόστους. Σήμερα, που η τυραννία της απόστασης βαραίνει λιγότερο ο χώρος που εξασφαλίζει κέρδη είναι ευρύτερος. Στο διάγραμμα Α η επιφάνεια που αντιστοιχεί στα κέρδη (βλέπε προσέγγιση της χωροθετικής αλληλεξάρτησης σελίδα 53) είναι ένας αιχμηρός κώνος. Η καλύτερη χωροθέτηση είναι αυτή που αντιστοιχεί σε ένα σημείο. Στο διάγραμμα Β ο κώνος είναι «ακρωτηριασμένος». Οι βέλτιστες χωροθετήσεις έχουν μεγαλύτερο εύρος (διάστικτος χώρος). Στο βαθμό που οι διάφορες δραστηριότητες μιας επιχείρησης βρίσκουν την βέλτιστη χωροθέτησή τους σε διαφορετικό τόπο, αυτή κατανέμει τις δράσεις της χωρικά. Αυτό συμβαίνει αν και εφόσον τα κόστη εσωτερικής επικοινωνίας δεν είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικά. Παράγοντες όπως η φυσική ανάπτυξη ενός πληθυσμού (εξέλιξη γεννητικότητας και θνησιμότητας), η πληθυσμιακή πυκνότητα και οι μετακινήσεις του πληθυσμού εξηγούν εν μέρει τις επιλογές χωροθέτησης των επιχειρήσεων. Η πυκνότητα για παράδειγμα αποτελεί ένα μέσο όρο. Πρέπει να ελέγχεται για την ακρίβειά του καθώς μπορεί ένας τόπος να έχει πληθυσμιακή πυκνότητα 100 άτομα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, η περιοχή 104

105 όμως να χωρίζεται σε δυο ζώνες όπου η μια εξ αυτών να έχει πληθυσμιακή πυκνότητα 200 άτομα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. ΟΙ γεωγράφοι κάνουν χρήση ενός δείκτη που ονομάζεται «πληθυσμιακό δυναμικό», η χαρτογράφηση του οποίου μπορεί να εξηγήσει πολλά σε ένα γεωγράφο. Το δυναμικό πληθυσμού ορίζεται ως ο αριθμός των ατόμων που μπορούν να προσεγγιστούν σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από την κεντρική συντεταγμένη οποιουδήποτε σημείου ενός δικτύου. Εκτιμά δηλαδή, τη συγκέντρωση του πληθυσμού σε έναν τόπο, όχι μόνο σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό αυτού του τόπου, αλλά και σε σχέση με τον πληθυσμό που βρίσκεται γύρω από αυτόν, μετρημένη με την απόσταση που τη χωρίζει από τον προς μελέτη τόπο. Οι κεντρικές περιοχές είναι αυτές με τις ψηλότερες τιμές του δείκτη αυτού. Παρατηρούμε ότι οι περιοχές με υψηλό πληθυσμιακό δυναμικό είναι αυτές της βορειοδυτικής Ευρώπης. 105

106 2. Από την ύπαιθρο στην πόλη 2.α. Η έννοια της υπαίθρου. Η ύπαιθρος είναι στο μυαλό των περισσότερων ο μη αστικός χώρος. Κυρίως δηλαδή, ο χώρος όπου οι άνθρωποι που ζουν εκεί απασχολούνται στη γεωργία. Σήμερα, η αντίληψη ότι η ύπαιθρος συνδέεται αποκλειστικά με δραστηριότητες του πρωτογενή τομέα (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία) έχει ξεπεραστεί. Η αντίληψη ότι ο αγροτικός χώρος είναι ομοιογενής, έχει επίσης ξεπεραστεί. Σήμερα ο χώρος της υπαίθρου θεωρείται πολύμορφος και πολυλειτουργικός και χαρακτηρίζεται από ανομοιογένεια και πολυπλοκότητα. Αυτό σημαίνει ότι οι περιοχές της υπαίθρου διαφέρουν ως προς την οικονομική διάρθρωσή τους, τους φυσικούς και ανθρώπινους πόρους, τη γεωγραφική θέση, τις κοινωνικές συνθήκες κτλ. Πλέον στις περιοχές της υπαίθρου δεν αναπτύσσονται μόνο οι παραδοσιακές οικονομικές δραστηριότητες που συχνά δεν ικανοποιούσαν τις ανάγκες επιβίωσης των ανθρώπων που ζούσαν σε αυτές, αλλά και άλλες δραστηριότητες όπως εναλλακτική γεωργία, αγροτουρισμός και οικοτουρισμός, χειροτεχνία, μεταποίηση προϊόντων ζωικής παραγωγής κτλ. Η παραδοσιακή διάκριση πόλης και αγροτικού χώρου, άρχισε να εξασθενεί από τη στιγμή που η αύξηση της γεωγραφικής κινητικότητας του πληθυσμού (αγροτικού και αστικού), χάρη στη διαρκή βελτίωση μέσων μεταφοράς και επικοινωνίας, οδηγεί σε μια συνεχή χωρική και κοινωνική αφομοίωση του αγροτικού χώρου από τον αστικό μέσω της διάχυσης των προϊόντων, του πολιτισμού και των πρακτικών του αστικού περιβάλλοντος. Ο αστικός τρόπος ζωής που ήταν παλαιότερα αποκλειστικό γνώρισμα της ζωής στην πόλη, χαρακτηρίζει και τη ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου. Αντίστοιχα, η 106

107 ύπαιθρος δεν αποτελεί το παραδοσιακό και οπισθοδρομικό πρότυπο που ήταν παλαιότερα. Τις προηγούμενες δεκαετίες υπήρχε η τάση των κατοίκων της υπαίθρου να την εγκαταλείπουν αναζητώντας μια καλύτερη ζωή στο άστυ. Σήμερα, η τάση αυτή έχει σε σημαντικό βαθμό αντιστραφεί, καθώς υπάρχει η τάση να αναζητούν οι άνθρωποι των αστικών κέντρων μόνιμη κατοικία σε περιαστικές αγροτικές ζώνες και αγροτικές κωμοπόλεις με τη διεύρυνση της ακτίνας της καθημερινής παλίνδρομης μετακίνησης, τη διαφοροποίηση της τοπικής οικονομίας, της σύνθεσης των επαγγελμάτων και κατ επέκταση την αλλαγή της κοινωνικής δομής. Η ύπαιθρος δεν είναι πια ο χώρος που κατ αποκλειστικότητα ασκείται η αγροτική δραστηριότητα, αλλά είναι ο χώρος άσκησης πολλαπλών παραγωγικών δραστηριοτήτων συμπληρωματικών ή ανταγωνιστικών μεταξύ τους όπως ο τουρισμός και η μεταποίηση. Η ύπαιθρος αναγνωρίζεται ως χώρος ουσιαστικών παραγωγικών, περιβαλλοντικών και εν γένει κοινωνικών λειτουργιών, ζωτικών για το κοινωνικό σύνολο (μόνιμη ή και παραθεριστική κατοικία, αναψυχή, ανάδειξη φυσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς). Οι οπτικές κάτω από τις οποίες μπορεί να ιδωθεί ένας χώρος, άρα και ο χώρος της υπαίθρου, είναι : - Οικονομική λειτουργία - Οικιστική διάρθρωση και χρήση της γης - Ζωή και πολιτισμική ταυτότητα του πληθυσμού Μέχρι το Β Παγκόσμιο πόλεμο η ύπαιθρος ήταν ιδωμένη ως ο μη αστικός χώρος. Ο χώρος της υπαίθρου ήταν αυτός που κατά κύριο λόγο παρήγαγε αγροτικά προϊόντα, με στόχο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών των πόλεων. Ο χώρος της υπαίθρου κυριαρχούνταν από το φυσικό και όχι από το ανθρωπογενές περιβάλλον. Το επίπεδο διαβίωσης των κατοίκων της υπαίθρου ήταν χαμηλό. Μετά το Β Παγκόσμιο πόλεμο διαπιστώθηκε ότι η ύπαιθρος εκτός από τη συμβολή της στο εμπορικό ισοζύγιο, έπαιζε πρωτεύοντα κοινωνικό ρόλο προσφέροντας αυτάρκεια σε τρόφιμα. Το γεγονός αυτό άλλαξε τις αντιλήψεις των πολιτών αλλά και του ακαδημαϊκού κόσμου για τη σημασία της υπαίθρου. 107

108 Οι τρεις δεκαετίες που ακολούθησαν «γέννησαν» νέες οπτικές κάτω από τις οποίες είδαν οι ερευνητές το χώρο της υπαίθρου. Έχουμε τις μελέτες εκείνες που ασχολήθηκαν με τον εκσυγχρονισμό της αγροτικής παραγωγής. Ο εκσυγχρονισμός της γεωργίας συνεπάγεται μείωση του κόστους διατροφής των αστικών πληθυσμών. Ο εκσυγχρονισμός της γεωργία οδηγεί σε μείωση της απαιτούμενης εργατικής δύναμης που απασχολείται σε αυτή, με το εργατικό πλεόνασμα αυτό να μετακινείται προς τα αστικά κέντρα. Η μετακίνηση δυναμικού από την αγροτική ύπαιθρο στη βιομηχανική πόλη οδηγεί σε συμπίεση του εργατικού μισθού που οφείλεται στο πλεόνασμα προσφοράς εργασίας. Κατά συνέπεια θα μπορούσαμε να πούμε πως η αγροτική έξοδος είναι υπεύθυνη για την εξασφάλιση εργατικού δυναμικού στη βιομηχανία. Οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι αναζήτησαν τις κατάλληλες συνθήκες για τη βελτιστοποίηση της αγροτικής παραγωγής μέσω του άριστου συνδυασμού των συντελεστών παραγωγής, δηλαδή τους τρόπους με τους οποίους θα επιτευχθεί η μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας των εισροών. Οι νεοκλασικοί ασχολήθηκαν με την οικονομική αποδοτικότητα του αγροτικού χώρου παραβλέποντας τα κοινωνικά χαρακτηριστικά αλλά και τα χωρικά γνωρίσματα της υπαίθρου. Οι αγροτικές περιοχές ως μεταβαλλόμενες πραγματικότητες που επηρεάζονται από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η διχοτομία αστικού αγροτικού χώρου, με μαρξιστική επιρροή, χρησιμοποιήθηκε συχνά στον 20 ο αιώνα ως ιδεολογικό εργαλείο. Οι προσεγγίσεις που στηρίζονταν σε αυτή τη διχοτομία είχε να κάνει περισσότερο με την ερμηνεία των κοινωνικοοικονομικών αλλαγών στην ύπαιθρο, παρά με την ανάλυση των αγροτικών δραστηριοτήτων όπως έκανε η νεοκλασική σχολή. Ζητήματα που απασχόλησαν τις προσεγγίσεις αυτές : αγροτικός πολιτισμός, ταυτότητα του αγρότη, αστική ταυτότητα, αλλαγές στον τρόπο ζωής αναφορικά με την καπιταλιστική συσσώρευση, σύγκριση καπιταλιστικών και προκαπιταλιστικών μορφών παραγωγής. 108

109 Η λαϊκιστική προσέγγιση. Επιχειρείται μια βιώσιμη εναλλακτική πρόταση στον καπιταλισμό, βασισμένη στους παραδοσιακούς μη καπιταλιστικοί θεσμούς (οικογένεια, κοινότητα). Η ματιά αυτή απαιτεί την κατάργηση των φεουδαρχικών μορφών παραγωγής και κάθε καπιταλιστικής ή σοσιαλιστικής μορφής κολεκτιβοποίησης. Ο Alexander Chayanov (1925), αναλύοντας την κατάσταση στη Ρωσία, αμφισβήτησε τον οικονομικό ορθολογισμό της εκβιομηχάνισης που στηρίζεται σε μεγάλες επιχειρήσεις. Είδε την οικογένεια ως βασική μονάδα παραγωγής και κατανάλωσης, η οποία, μη στοχεύοντας στη συσσώρευση, δεν δημιουργεί ταξικές διαφοροποιήσεις. Οι όποιες διαφοροποιήσεις δημιουργούνται, ερμηνεύονται από δημογραφικές διαφοροποιήσεις («κύκλο ζωής της οικογένειας»). Τα τελευταία χρόνια η οικογενειακή γεωργία επανέρχεται στο προσκήνιο. Υποστηρίζεται ότι μπορεί να είναι ανταγωνιστική στην καπιταλιστική για διάφορους λόγους όπως, η ευελιξία της, το μειωμένο ενδιαφέρον των καπιταλιστών για επενδύσεις στη γεωργία, του νόμου της φθίνουσας απόδοσης κτλ. Σημαντική και η στροφή της ελληνικής βιβλιογραφίας προς την κατεύθυνση αυτή, βασισμένη στην ελληνική εμπειρία. Ένα βασικό στρατηγικό εργαλείο για την επιβίωση της οικογενειακής μονάδας παραγωγής είναι η «πολυδραστηριότητα» που βοηθάει την οικογενειακή μονάδα παραγωγής να ενταχθεί στην ευρύτερη οικονομία. Η οικονομικοκοινωνική προσέγγιση εμπνευσμένη από τον καθολικισμό. Οι αποφάσεις των αγροτών βασίζονται σε οικονομικά κριτήρια, αλλά όχι μόνο σε τέτοια. Στηρίζουν τις αποφάσεις τους και σε ορθολογικά κριτήρια που συνδέονται με το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο (δομή ιδιοκτησίας, ισορροπία μεταξύ οικονομικής λογικής στη χρήση συντελεστών παραγωγής και λογικής συνδεδεμένης με την οικογενειακή αναπαραγωγή κτλ.). Οι συγγραφείς που ακλούθησαν την προσέγγιση αυτή, τόνισαν τη σημασία της ηθικής με την έννοια ότι ο αγρότης έχει την «ευθύνη» της διατήρησης της ισορροπίας και τη βιοποικιλότητα του περιβάλλοντος και με την έννοια αυτή καθοδηγούνται οι αποφάσεις του ώστε να παράγει προϊόντα ποιότητας 109

110 για τον καταναλωτή (η ατομική λογική της μεγιστοποίησης του κέρδους ξεπερνιέται και η έμφαση δίνεται στις κοινωνικές πλευρές της αγροτικής δραστηριότητας). Οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού της γεωργίας, που ξεκίνησαν τις προηγούμενες δεκαετίες, οδήγησαν - τη δεκαετία του σε βασικές αλλαγές στο κόσμο της υπαίθρου. Μειώνεται η οικονομική και κοινωνική σημασία της γεωργίας και αμφισβητείται ο παραδοσιακός ρόλος της υπαίθρου. Αυξάνεται η διασύνδεση μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών που επιτεύχθηκε εξαιτίας της οικονομικής ανάπτυξης μαζί με την αύξηση της κινητικότητας. Παρατηρείται συγκράτηση της εξόδου του πληθυσμού από την ύπαιθρο και βελτίωση της ζωής στην ύπαιθρο. Παρατηρείται, σε αρκετές περιπτώσεις, αύξηση της συνειδητοποίησης για τις περιβαλλοντικές συνέπειες από τις μεθόδους της εντατικής γεωργίας. Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίζεται από μια τάση επιστροφής στις αγροτικές περιοχές, κυρίως αυτές στις οποίες η εντατική γεωργία τις βοήθησε να εκσυγχρονιστούν, σε αντίθεση με αυτές που ήταν περισσότερο απομονωμένες και δεν τα κατάφεραν. Κάποιες περιοχές της υπαίθρου αστικοποιούνται και εντάσσονται στον αστικό ιστό. Αρκετοί συγγραφείς αμφισβητούν την παραδοσιακή διχοτομία ύπαιθρος αστικός χώρος και αντιπροτείνουν ότι οι δυο αυτοί χώροι είναι συμπληρωματικοί και αλληλεξαρτώμενοι. Οι περιοχές της υπαίθρου διαφοροποιούνται με κριτήρια την εγγύτητά τους σε αστικά κέντρα και τον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής τους δομής και την πληθυσμιακή πυκνότητα. Στις αγροτικές περιοχές παίζει ρόλο τι ποσοστό του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες (οι αγροτικές περιοχές έχουν πυκνότητα μικρότερη από τους 100 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο). Έχουμε κυρίως αγροτικές περιοχές όπου πάνω από το 50% του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες, σημαντικά αγροτικές περιοχές όπου το 15 ως 110

111 50% του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες, ενώ στις κυρίως αστικές περιοχές λιγότερο του 15% του πληθυσμού ζει σε αγροτικές κοινότητες. Ο όρος «αγροτικός» κατανοείται ως μια εδαφική χωρική έννοια που δεν περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη χρήση γης, βαθμό οικονομικής ευρωστίας ή κάποια συγκεκριμένη έννοια οικονομικής ανάπτυξης. Ο ΟΟΣΑ διακρίνει τρεις τύπους αγροτικών περιοχών : Οικονομικά ενσωματωμένες αγροτικές περιοχές : Βρίσκονται συνήθως κοντά σε αστικά κέντρα, παρουσιάζουν ανάπτυξη οικονομική και πληθυσμιακή, οι γεωργοί αν και αποτελούν μικρό μέρος του εργατικού δυναμικού τα εισοδήματα από τις αγροτικές εργασίες είναι υψηλότερα του μέσου όρου. Ενδιάμεσες αγροτικές περιοχές : Περιοχές που εξαρτώνται από τη γεωργία και συναφείς δραστηριότητες, που είναι σχετικά απομονωμένες χωρικά με σχετικά καλή πρόσβαση σε αστικά κέντρα. Στις περιοχές αυτές, σταδιακά, όλο και περισσότεροι απασχολούνται σε άλλες δραστηριότητες (βιομηχανία, υπηρεσίες). Απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές: Είναι συνήθως αραιοκατοικημένες και μακριά από αστικά κέντρα. Ο πληθυσμός τους είναι γερασμένος και παρουσιάζει χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα. Οι υποδομές είναι επίσης περιορισμένες, τα εισοδήματα είναι χαμηλά καθώς και οι εξειδικεύσεις. 111

112 Κριτήρια για τον ορισμό των τριών αγροτικών περιοχών, κατά τον ΟΟΣΑ Οικονομικά Ενδιάμεσες ενσωματωμένες αγροτικές περιοχές αγροτικές περιοχές Ενσωμάτωση στην εθνική και την παγκόσμια οικονομία. Χωροθέτηση Δραστηριότητες Δημογραφία Εισόδημα Πολιτισμικοί και εκπαιδευτικοί πόροι Υποδομές μεταφορών και επικοινωνιών Απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές. Μεγάλη Σχετικά καλή Μικρή (τοπική αγορά) Κοντά σε αστικό κέντρο (οικονομίες κλίμακας και συγκέντρωσης) Διαφοροποιημένη διάρθρωση της οικονομίας, εξειδικευμένες θέσεις εργασίας Πληθυσμιακή αύξηση, μέση ως υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα Πάνω από το μέσο όρο της υπαίθρου Καλή πρόσβαση στο κοντινό αστικό κέντρο Καλές Σχετικά μακριά από αστικά κέντρα Ακμάζουσες γεωργικές και συναφείς δραστηριότητες κατά το παρελθόν, αλλαγές στην οικονομική διάρθρωση Πληθυσμιακή στασιμότητα, χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα Κοντά στο μέσο όρο της υπαίθρου Κοντά στο μέσο όρο της υπαίθρου Κοντά στο μέσο όρο της υπαίθρου Μακριά από αστικά κέντρα, γεωγραφική απομόνωση (βουνά, νησιά κτλ.) Παραδοσιακή γεωργία, βιοτεχνία, υπηρεσίες. Λίγοι νέοι, πολύ χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα. Κάτω από το μέσο όρο της υπαίθρου Κάτω από το μέσο όρο της υπαίθρου Σημαντικά προβλήματα προσπελασιμότητας Territorial Indicators shall provide information on: ECONOMIC STRUCTURES && PERFORMANCE Productivity Growth Investment Innovation Sectoral mix DEMOGRAPHIC PATTERNS & MIGRATION Density Natural balance Youth andageing Migration Households SOCIAL WELL-BEING & COHESION Income and Poverty Labourand Employment Education and Skills Health and Safety Housing and Community ENVIRONMENTAL QUALITY & AMENITY Topography and Climate Soils, Water, Species Habitats and Landscapes Settlement and Equipment Cultural Heritage facilitating integrated assessment of sub-national development conditions and trends 112

113 Territorial Scheme and a typology by type of settlement covers the entire OECD territory Member countries OECD National ( 30 ) distinguishes different levels (regional & local) Predominantly Rural Intermediate Predominantly Urban Regions Regional ( ) allows for various typologies (e.g. urban / rural) Local communities Rural Urban Local ( ) Territorial Units Rural Local Communities : Population density (below 150 inhabitants per sq.km) Settlement type of Region : Share of rural population (below 15, 15-50, above 50 percent) Regional typology for rural / urban analyses Predominantly Rural regions Intermediate regions Predominantly Urbanised regions 40 % Three types of region 28 % 32 % % Population 10 % 4 % % Area 86 % OECD Total = 100 % Δείτε: OECD REGIONAL TYPOLOGY (2011) 113

114 Η περίπτωση της Ελλάδας Το 1961 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν κατανεμημένος κατά 43,3% στις αστικές περιοχές, κατά 12,9% στις ημιαστικές και κατά 43,8% στις αγροτικές περιοχές. Το 1991 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν κατανεμημένος κατά 58,8% στις αστικές περιοχές, κατά 12,8% στις ημιαστικές και κατά 28,4% στις αγροτικές περιοχές. Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία διακρίνει με βάση το μέγεθος του πληθυσμού κάθε οικισμού τις «αγροτικές περιοχές» με οικισμούς με πληθυσμό λιγότερο από κατοίκους, τις «ημιαστικές περιοχές» με οικισμούς με πληθυσμό από ως κατοίκους και τις «αστικές περιοχές» με οικισμούς με πληθυσμό μεγαλύτερο από κατοίκους. Έτσι οι αγροτικές περιοχές, αν και έχουν περίπου 26% του πληθυσμού της χώρας, καταλαμβάνουν το 80% της έκτασής της. Αντίστοιχα, ενώ το 60% περίπου του πληθυσμού είναι αστικός, οι αστικές περιοχές καταλαμβάνουν το 4% της έκτασης της χώρας. Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι το ποσοστό των απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα επί του συνόλου των απασχολούμενων ,8% ,5% ,2% ,3% Η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία η γεωργία συνεισφέρει με το 13% του ΑΕΠ, απασχολεί το 19,3% του ενεργού εργατικού δυναμικού, τα αγροτικά προϊόντα αποτελούν το 30,8% του συνόλου των εξαγωγών και το 28,4% του πληθυσμού ζει σε αγροτικές περιοχές. 114

115 Τυπολογία των αγροτικών περιοχών Ορεινές και ημιορεινές αγροτικές περιοχές με μειονεκτικές διαρθρώσεις (χαμηλή παραγωγικότητα στη γεωργία, προβληματική προσπελασιμότητα, ευαίσθητη κοινωνικοοικονομική βάση). Περιοχές με μεγάλη εξάρτηση από τη γεωργία, κυρίως την εντατική (πεδινές περιοχές με καλά δίκτυα άρδευσης). Αγροτικές περιοχές επικεντρωμένες στην ανάπτυξη γύρω από τον τουρισμό. Περιαστικές αγροτικές περιοχές. Περιβαλλοντικά ευαίσθητες αγροτικές περιοχές (προστατευόμενες). Νησιωτικές περιοχές (μικρά νησιά). Αγροτικές περιοχές με ποικιλία δραστηριοτήτων δεν παρουσιάζεται στην ελληνική ύπαιθρο. Η Ελλάδα ανάλογα με την επικρατούσα αγροτική παραγωγή, διακρίνεται σε 4 ζώνες : Βόρεια Ελλάδα (Ανατολική, Κεντρική, Δυτική Μακεδονία και Θράκη) : Δημητριακά, καπνά, οπωροφόρα, γαλακτοκομικά. Κεντρική Ελλάδα (Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα) : Βαμβάκι, αμπέλια κρασί, γαλακτοκομικά. Νοτιοδυτική Ελλάδα ( Ήπειρος, Ιόνια νησιά, Πελοπόννησος) : Ελιά, οπωροφόρα, αμπέλια κρασί, γαλακτοκομικά. Νησιά (Αιγαίου και Κρήτη) : Ελιά Οι περιοχές της χώρας με ποσοστό πάνω από το 50% του πληθυσμού τους να κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες (με πυκνότητα κάτω από 100 κατοίκους ανά χλμ 2 ) χαρακτηρίζονται ως κυρίως αγροτικές περιφέρειες. 115

116 Οι περιοχές της χώρας με ποσοστό 15-50% του πληθυσμού τους να κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες χαρακτηρίζονται ως σημαντικά αγροτικές περιφέρειες. Οι περιοχές της χώρας με ποσοστό κάτω από το 15% του πληθυσμού τους να κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες χαρακτηρίζονται ως κυρίως αστικές περιφέρειες. Κυρίως αγροτικές περιφέρειες. Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (52,7% του πληθυσμού τους κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες) Δυτική Μακεδονία (58,9% του πληθυσμού κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες) Ήπειρος (57,3% του πληθυσμού τους κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες) Στερεά Ελλάδα (56,2% του πληθυσμού τους κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες) Πελοπόννησος (57,1% του πληθυσμού τους κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες) Νησιά Βορείου Αιγαίου (56,6% του πληθυσμού τους κατοικεί σε αγροτικές κοινότητες). Σημαντικά αγροτικές περιφέρειες. Κεντρική Μακεδονία, Θεσσαλία, Ιόνια Νησιά, Δυτική Ελλάδα, Νησιά Νοτίου Αιγαίου και Κρήτη. Τυπολογία βασισμένη στην προσπάθεια προσδιορισμού των επιπτώσεων από την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) : Η διάκριση αφορά αγροτικές περιοχές του «κέντρου» και της «περιφέρειας». Οι περιοχές της περιφέρειας χαρακτηρίζονται από χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα και μεγάλη εξάρτησή των οικονομιών τους από τη γεωργία. Οι αγροτικές περιοχές της «περιφέρειας» διακρίνονται όπως ακόλουθα. Αγροτικές περιοχές τύπου Ι : υψηλός βαθμός απομόνωσης, πληθυσμιακή αποδυνάμωση, έλλειψη υποδομών, δύσκολες καιρικές και εδαφολογικές συνθήκες. Χαμηλή εξάρτηση από τη γεωργία και ανάπτυξη υπηρεσιών, βιοτεχνίας κτλ. Αγροτικές περιοχές τύπου ΙΙ : Είναι ίδια με την Ι αλλά υπάρχει εξάρτηση της οικονομικής δραστηριότητας από την αγροτική παραγωγή. Κυρίως πεδινές περιοχές. Οι μεταρρυθμίσεις της ΚΑΠ επηρεάζουν αυτές ακριβώς τις περιοχές. 116

117 2.β. Η διαδικασία της αστικοποίησης Οι πρώτες ανθρώπινες ομάδες (κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες) δεν είχαν σταθερή εγκατάσταση. Μετακινιόντουσαν όταν εξαντλούνταν οι διαθέσιμοι πόροι του φυσικού περιβάλλοντος (Οικονομίες επιβίωσης - subsistence economies). Από την 9 η χιλιετία ως την 5 η χιλιετία π.χ. οι άνθρωποι «ανακαλύπτουν» τη γεωργία και σταδιακά αλλάζουν τη νομαδική (κυνηγετική και τροφοσυλλεκτική) συμπεριφορά τους, υιοθετώντας πρότυπα ζωής που περιελάμβαναν την εγκατάσταση σε μόνιμους οικισμούς και τον γεωργικό τρόπο ζωής. Ήταν η πρώτη επανάσταση (Νεολιθική Επανάσταση) που άλλαξε δραματικά την ανθρώπινη εξέλιξη. 117

118 Η ανάπτυξη της γεωργίας βοήθησε το ανθρώπινο είδος να αποκτήσει σημαντικό έλεγχο στην προμήθεια και την παραγωγή τροφής του, προσανατολίζοντας τον άνθρωπο σε μόνιμη εγκατάσταση και την μόνιμη κατοχή της γης. Η μόνιμη εγκατάσταση έγινε η βάση για να αναπτυχθούν οικισμοί, να αναπτυχθεί στοιχειωδώς το εμπόριο και στοιχειώδεις πολιτικές λειτουργίες. Οι άνθρωπο απέκτησαν την ικανότητα αποθήκευσης τροφής και της ανταλλαγής του πλεονάσματός τους με άλλα χρήσιμα για τη ζωή τους αποκτήματα, καθιερώνοντας έτσι τις πρώτες αρχές της εμπορικής συνδιαλλαγής. Από τη στιγμή που καθιερώθηκε το εμπόριο και εξασφαλίστηκε η επάρκεια τροφής, άρχισε η δημογραφική αύξηση και η κοινωνική ιεραρχία. Σε αυτή την περίοδο επίσης πιθανολογείται ότι έγινε σημαντική για τους ανθρώπους η έννοια της γαιοκτησίας. Ακολουθεί η φάση της αστικοποίησης, δηλαδή η εμφάνιση των πρώτων πόλεων. Η αστική ανάπτυξη φαίνεται ότι ξεκίνησε κοντά σε τέσσερεις μεγάλες ποτάμιες πεδιάδες (Μεσοποταμία, Κοιλάδα του Νείλου, του Ινδού και του Κίτρινου ποταμού). Υπάρχει σχέση ανάμεσα στην ανάπτυξη του αστικού πολιτισμού και στην πρακτική άρδευσης σε μεγάλη κλίμακα. 118

119 Η αστικοποίηση δεν εμφανίζεται ως διαδικασία μέσα από μια γραμμική εξέλιξη. Πόλεις και αντίστοιχη πολιτική και οικονομική οργάνωση έχουμε από πολύ παλιά. Στην Αρχαία Αίγυπτο για παράδειγμα έχουμε πόλεις που λειτουργούν ως κέντρα εξουσίας (βασιλικής και εκκλησιαστικής). Επίσης, εμπόριο σε μακρινές αποστάσεις έχουμε από πολύ νωρίς. Οι πόλεις γίνονται κέντρα διοικητικού ελέγχου, εκπαίδευσης, πολιτιστικών ανταλλαγών, καθώς και σημεία σύγκλισης των εμπορικών αρτηριών. Ομοίως, η μεταποίηση συνδέεται με την ύπαρξη πόλεων ήδη από την αρχαιότητα. Οι βιοτεχνικές δραστηριότητες δίνουν μεγάλα οικονομικά οφέλη με τη χωροθέτησή τους σε αστικές περιοχές. Βέβαια οι ανθρώπινες κοινωνίες παρέμειναν κατά βάση αγροτικές ως και την εποχή της βιομηχανικής επανάσταση. Ο άνθρωπος, ήδη από τους πρώτους οικισμούς που φτιάχνει, επιχειρεί να αντιμετωπίσει ορθολογικά τις ανάγκες του, χτίζει τείχη, οργανώνει το χώρο του, χαράζει μονοπάτια και δρόμους, χώρους συγκέντρωσης, λατρεία, εμπορίου (αγορές), κατασκευάζει κατοικίες, αναζητά λύσεις σχετικά με τη διαβίωσή του. Από νωρίς, προκύπτει η ανάγκη σχεδιασμού του χώρου (πολεοδόμηση). Οι πόλεις αποτελούν εκκολαπτήριο νέων οικονομικών δραστηριοτήτων και προτύπων ζωής. 119

120 Η πόλη και η ιστορία της Ο Braudel διακρίνει την προβιομηχανική ή παραδοσιακή πόλη σε Φεουδαλική (όπου ζουν πλούσιοι γαιοκτήμονες και κατοικούν και αρκετοί εργάτες γης και μέλη βιοτεχνικών συναφειών), αυτοδιοικούμενη και απολυταρχική ή υποδουλωμένη πόλη (η εξουσία βρίσκεται στα χέρια ενός ατόμου ή οικογένειας). Η βιομηχανική πόλη στηρίζει την ύπαρξή της στη βιομηχανία (κυρίως βαριά, όπως αυτοκινητοβιομηχανία, ναυπηγεία, παραγωγή ενέργειας κτλ.). Σήμερα μια τέτοια πόλη μπορεί να ζήσει βασισμένη μόνο στον τομέα των υπηρεσιών. Η μεταβιομηχανική πόλη είναι αυτή στην οποία η οικονομική βάση στηρίζεται αποκλειστικά στον τριτογενή τομέα. Αποικιακή πόλη (αναπτύχθηκε από το 1500 και μεσουράνησε στην διάρκεια της αποικιακής περιόδου, 19 ος αιώνας) Βομβάη, Δελχί, Τύνιδα). Προβιομηχανική πόλη Τα τείχη έπαιζαν σημαντικό ρόλο, προστάτευαν την πόλη και όριζαν τα όριά της (καθόριζαν ειδική φορολόγηση κτλ.). Η ύπαρξη τειχών που περιέβαλαν τις πόλεις οδήγησε σε μεγάλη αύξηση των πυκνοτήτων των πόλεων. Τα τείχη έχασαν τη σημασία τους όταν ανακαλύφθηκε η πυρίτιδα και στις περιπτώσεις που οι κίνδυνοι δεν ήταν μεγάλοι. Η παρουσία τους πάντως εξακολουθεί σε πολλές περιπτώσεις μέχρι τα μέσα του 19 ου αιώνα (Γενεύη 1851, Βιέννη 1857, Μαδρίτη 1868, Παρίσι

121 Στις πόλεις υπήρχε ακανόνιστο δίκτυο στενών δρόμων. Τα κτίρια ήταν μονώροφα ή διώροφα, με εξαίρεση τα δημόσια κτίρια που ήταν ψηλότερα. H κοινωνική συγκρότηση είχε δυο κύριους πόλους: την ανώτερη τάξη (γαιοκτήμονες, και ευγενείς) και την κατώτερη τάξη (μεγάλη παραγωγική μάζα). Η αύξηση του πληθυσμού περιορίζεται από τις συνθήκες υγιεινής, τις επιδημίες, τις συχνές πυρκαγιές και την προβληματική τροφοδοσία σε νερό. Από την πολιτική στην εμπορευματική πόλη Την πολιτική και οικονομική οργάνωση της κοινωνίας συνοδεύει ή ακολουθεί η δημιουργία πόλης (πολιτικού κέντρου). Η πολιτική πόλη διοικεί, εκμεταλλεύεται, προστατεύει την ενδοχώρα της. Η πόλη γίνεται σύμβολο της εξουσίας που ασκεί και της τάξης που επιδιώκει. Η πόλη γίνεται πεδίο αντιπαράθεσης των αρχόντων με την νέα αναδυόμενη οικονομική τάξη των εμπόρων (η εξουσία μοιράζεται μεταξύ εμπόρων και των συντεχνιών των τεχνητών. Ο αστικός χώρος γίνεται το σημείο συνάντησης των ανθρώπων στο πλαίσιο της αγοράς (χώρος ανταλλαγής). 121

122 Βιομηχανική πόλη Η βιομηχανική πόλη εγκαθίσταται εκεί όπου υπάρχουν πρώτες ύλες για τη βιομηχανία (νερό, κάρβουνο, λιγνίτης, μέταλλα) ή και πλεόνασμα εργατικών χεριών. Σε κάποιες περιπτώσεις η βιομηχανική πόλη εγκαθίσταται εκεί όπου υπάρχουν επενδυτικά κεφάλαια, φθηνή εργατική δύναμη, διαθέσιμες αγορές. Η βιομηχανία είναι στενά συνδεδεμένη με την αστικοποίηση. 122

123 Η βιομηχανική πόλη γεννιέται με τη Βιομηχανική Επανάσταση (Αγγλία, 19 ος αιώνας). Η αγροτική παραγωγή αν και ανερχόμενη δεν καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες των πόλεων. Οι εισαγωγές τροφίμων είναι περιορισμένες. Η αγροτική παραγωγή αναδιαρθρώνεται (νέα χωράφια, νέες καλλιεργητικές μέθοδοι). Τα τρόφιμα κόστιζαν πολύ για να μεταφερθούν σε μεγάλες αποστάσεις. Η κατάσταση αλλάζει με το σιδηρόδρομο (ανακάλυψη των ατμοκίνητων μηχανών). Η εκμηχάνιση και τα λιπάσματα συνεισφέρουν στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής και στην αντίστοιχη διατροφική επάρκεια (σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη των πόλεων). Στα τέλη του 19 ου αιώνα οι βιομηχανικές πόλεις εφοδιάζονται με τρόφιμα, τόσο από την αγροτική ενδοχώρα όσο και με την αύξηση των εισαγωγών (νέες καλλιεργήσιμες εκτάσεις στη Β. Αμερική, την Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία και Αργεντινή). Η βελτίωση της διατροφής, των συνθηκών υγιεινής και περίθαλψης, συντελούν στη δημογραφική έκρηξη. 123

124 Εσωτερική δομή της βιομηχανικής πόλης Οι εύποροι εγκαθίστανται σταδιακά στα λεγόμενα «καλά προάστια». Τα φτωχότερα στρώματα επιλέγουν να συναθροιστούν στις φτωχογειτονιές (slums) του πυρήνα των πόλεων ή και στις «επικίνδυνες γειτονιές». Τα μέσα μεταφοράς, οι συγκοινωνίες και τα δίκτυα (οδικά και σιδηροδρομικά) επηρεάζουν σημαντικά την εσωτερική δομή των πόλεων (τόπους εργασίας και κατοικίας). Οι ανθρώπινες δραστηριότητες επηρεάζουν τις πληθυσμιακές πυκνότητες κατά τη διάρκεια μιας μέρας. Μεταξύ 8 το πρωί και 4 το απόγευμα η πληθυσμιακή πυκνότητα ενός εμπορικού κέντρου εκτινάσσεται για να μειωθεί δραματικά τις μετα-απογευματινές, βραδινές και νυχτερινές ώρες. 124

125 Μεταβιομηχανική πόλη Στην μεταβιομηχανική εποχή η αστικοποίηση συνδέεται με την «έκρηξη» στον τριτογενή τομέα παραγωγής. Η αστικοποίηση στις ανεπτυγμένες χώρες οδηγεί στη συγχώνευση περιοχών και στη δημιουργία αυτού που ο Gottman αποκάλεσε Μεγαλοπόλεις (δείτε Jean Gottman, Megalopolis: The Urbanized Northeastern Seaboard of the United States, New York, Tokaido Ιαπωνία Αποτελείται από τα μητροπολιτικά κέντρα Tkyo-Yokohama, Nagoya-Osaka-Kobe- Kyoto με 52 εκ. κατοίκους, το 43% του συνολικού πληθυσμού της Ιαπωνίας. 125

126 Η κυρίαρχη δραστηριότητα στις μεταβιομηχανικές πόλεις είναι ο τομέας των υπηρεσιών που βασίζεται στην τεχνολογία της πληροφορικής και αφορά επαγγέλματα που σχετίζονται με τη συλλογή, επεξεργασία και διάδοση / διαχείριση των πληροφοριών (τεταρτογενής τομέας της οικονομίας). Οι «παραγωγικές υπηρεσίες» παράγουν προϊόν που χρησιμοποιείται από άλλες επιχειρήσεις για την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών (έρευνα αγοράς, νομικές υπηρεσίες, συμβουλευτικές υπηρεσίες, διαφήμιση). Αίτια ανάπτυξης των πόλεων Αίτια απομάκρυνσης από την ύπαιθρο : Η αγροτική επανάσταση του τέλους του 19 ου αιώνα επέτρεψε στους αγρότες της Ευρώπης να παράγουν πλεόνασμα τροφίμων, ικανό να θρέψει μεγάλο μη αγροτικό πληθυσμό. Έχουμε αύξηση της παραγωγής (βελτιωμένες μεθόδους καλλιέργειας, νέες καλλιέργειες, εισαγωγή επιστημονικών μεθόδων (υβρίδια, λιπάσματα, τρακτέρ, θεριστικές μηχανές). Επίσης βελτίωση μεταφορών και επικοινωνιών. Αρχικά η αύξηση του πληθυσμού (διαθέσιμου εργατικού δυναμικού) βοηθούσε την αύξηση της παραγωγής. Από ένα σημείο και μετά η επιπλέον εργασία ήταν ασύμφορη (ΝΦΑ). Η αγροτική επανάσταση «μεταφέρθηκε» στις ΗΠΑ. Έτσι ενώ το 1820 οι εργάτες της γης ήταν το 72% του πληθυσμού, ως το 1930 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 37% και το 1980 στο 2%. Το επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού βελτιώθηκε και έτσι μειώθηκε το ποσοστό του εισοδήματος που πήγαινε για τροφή. Αυτό οδήγησε σε συρρίκνωση των αγροτικών εισοδημάτων, αφού μειώθηκε η αναλογία τιμών από την πώληση αγροτικών προϊόντων προς τις τιμές των εισροών που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή. Αίτια προσέλκυσης από την πόλη: Οι πόλεις μεγάλωσαν αφού οι πλεονάζοντες αγρότες στράφηκαν προς αυτές. Ένας άλλος λόγος ήταν οι οικονομίες συγκέντρωσης, αποτέλεσμα μιας αγοράς που κατανέμεται σε μια μικρή γεωγραφική περιοχή. Έτσι η Βιομηχανική Επανάσταση που εισήγαγε το εργοστάσιο, επιτάχυνε την ανάπτυξη συγκεντρώσεων του πληθυσμού, επιτείνοντας τη μετανάστευση από την ύπαιθρο στην πόλη. 126

127 Κάθε καινούριος μετανάστης έφερνε στην πόλη την οικογένειά του (αστικός πολλαπλασιαστής), με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέες προς ικανοποίηση ανάγκες (σχολεία, νοσοκομεία, υποδομές, καταστήματα κτλ.). Η πόλη αυξάνεται όσο ο πρωτογενής τομέας υποβαθμίζεται προς χάριν του δευτερογενή και του τριτογενή. Η επανάσταση της τεχνολογίας των μεταφορών και οι εξελίξεις του δικτύου συγκοινωνιών επέτρεψαν την γρήγορη και οικονομική μεταφορά προϊόντων, πρώτων υλών για τη βιομηχανία, από μια διευρυνόμενη περιοχή που ξεπέρασε τα όρια της κοντινής ενδοχώρας. Η τεράστια αύξηση του αριθμού και του μεγέθους των πόλεων συνοδεύεται κινείται παράλληλα με τη μεγάλη αύξηση των εθνικών κρατών. Ο αστικός πληθυσμός σε πόλεις άνω των κατοίκων περνά από το 3% του παγκόσμιου πληθυσμού το 1800, στο 13% το 1900, φτάνοντας στο 54% το Ενώ στο παρελθόν ελάχιστες ήταν οι πόλεις με κατοίκους (Κωνσταντινούπολη επί Ιουστινιανού 6 ) στα 1990 το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε σε πόλεις με πληθυσμό μεγαλύτερο του εκατομμυρίου. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι οι τεράστιες πόλεις του κόσμου με πληθυσμό άνω των 10 εκατομμυρίων ( mega-cities ), που σήμερα φτάνουν τις 28 με την προοπτική να φτάσουν τις 41 το Η μεγαλύτερη πόλη στον κόσμο παραμένει το Τόκυο στην Ιαπωνία, με 38 εκατομμύρια κατοίκους. Οι δέκα μεγαλύτερες αστικές περιοχές ήταν το 1914 το Τόκυο, το Δελχί, η Σαγκάη, το Πεκίνο, το Κάιρο, η Νέα Υόρκη, η Βομβάη, το Σάο Πάολο, η Οσάκα και η Πόλη του Μεξικού. Ακολούθως φαίνεται η πληθυσμιακή του εξέλιξη από το 1990, με πρόβλεψη ως το Σβορώνος Ν. «Οικονομία-κοινωνία». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. τ.7. Εκδοτική Αθηνών, 1978, σελίδα

128 128

129 Το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε αστικές περιοχές αυξάνεται συνεχώς και αντίστοιχα μειώνεται το ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού. Κάθε χώρα φαίνεται να έχει μια καμπύλη της μορφής S που περιγράφει τη μεταβολή του ποσοστού του αστικού πληθυσμού της μέσα στο χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορά μεταξύ γεννητικότητας και θνησιμότητας (βλέπε μοντέλο δημογραφικής μεταβολής του Warren S. Thomson). 129

130 Ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει σε αστικές περιοχές Κόσμος Αναπτυγμένες χώρες Υποανάπτυκτες χώρες Αφρική Λατινική Αμερική και Καραϊβική Ασία Βόρεια Αμερική Ευρώπη Ωκεανία ΕΣΣΔ

131 Παρατηρούμε ότι ο αστικός πληθυσμός αυξάνεται παντού, όμως φτάνει σε υψηλότερα επίπεδα στις αναπτυγμένες ζώνες του πλανήτη (78% το 2014). Στις υποανάπτυκτες περιοχές η αστικοποίηση αν και ξεκινάει από χαμηλότερα (17% μόλις, το 1950) σχεδόν τριπλασιάζεται σε 50 χρόνια (48% το 2014). χώρες υψηλού εισοδήματος, χώρες ανώτερου μεσαίου εισοδήματος, χώρες κατώτερου μεσαίου εισοδήματος, χώρες χαμηλού εισοδήματος. Στοιχεία : Παγκόσμια Τράπεζα (2012) με υπολογισμό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. 131

132 Ο αγροτικός πληθυσμός του πλανήτη (3,4 δις κατοικούν σε αγροτικές περιοχές) βρίσκεται σε σχετικά λίγες χώρες. Στην Ινδία 857 εκ., στην Κίνα 635 εκ.. Οι δυο χώρες αυτές μαζί κατέχουν το 45% του παγκόσμιου αγροτικού πληθυσμού. Ακολουθούν με 100 εκ η καθεμία Μπαγκλαντές, Ινδονησία, Πακιστάν. Η Νιγηρία πρώτη στην Αφρική έχει αγροτικό πληθυσμό 95 εκ., με την Αιθιοπία να ακολουθεί (78 εκ.). Ο αγροτικός πληθυσμός που αυξάνεται με ήπιους ρυθμούς από το 1950, αναμένεται να φτάσει στη μέγιστη τιμή του σε λίγα χρόνια. Ο αστικός πληθυσμός αναμένεται, ως το 2050, να αυξηθεί περισσότερο από 2/3 με το 90% της αύξησης να αφορά αστικές περιοχές της Ασίας και της Αφρικής. Η πόλη γίνεται ένα σύστημα με συνεχή ροή (όχι στατικό). Οι πόλεις δεν μένουν σταθερές αλλά μεταβάλλονται συνεχώς στο χρόνο, δημιουργώντας νέες συνθήκες διαβίωσης στις οποίες πρέπει να προσαρμοστεί ο άνθρωπος. Οι οικονομικές δραστηριότητες αλλάζουν, άλλες γεννιούνται και άλλες παρακμάζουν ή και εγκαταλείπονται. Η διαδικασία αυτή έγινε ιδιαίτερα αισθητή κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια, καθώς ο συνεχής περιορισμός των αγροτικού κλήρου και η βελτίωση των μέσων καλλιέργειας που μειώνει τις ανάγκες σε εργατικά χέρια οδηγούν σε μια όλο και πιο έντονη αστικοποίηση του πληθυσμού όλων των χωρών του κόσμου. Παρατηρείται μια λειτουργία σωρευτική, βασισμένη στις αλλαγές που συντελούνται στις οικονομικές δραστηριότητες, είτε μιλάμε για τη φύση των δραστηριοτήτων, όπως η μεταποίηση, το εμπόριο, η αναψυχή, οι υπηρεσίες 132

133 εν γένει, είτε μιλάμε για τον όγκο των δραστηριοτήτων, όπως ο αριθμός και η συχνότητα των συναλλαγών. Περιοχές, συνοικίες και ολόκληρες πόλεις ακμάζουν ή και παρακμάζουν επειδή χάνουν βιομηχανίες, πληθυσμό κτλ., συνθήκες δηλαδή που επηρεάζουν αρνητικά τη διαδικασία της συσσώρευσης. Οι χώροι μεταμορφώνονται, αλλάζουν χρήσεις. Η μετακίνηση του πληθυσμού από τις αγροτικές περιοχές στα αστικά κέντρα, μπορεί να γίνεται με την προοπτική της καλύτερης ζωής και των περισσότερων ευκαιριών, αλλά είναι η ζωή στα αστικά κέντρα που παρουσιάζει τις μεγαλύτερες ανισότητες μεταξύ του πληθυσμού. Με την άναρχη επέκταση των πόλεων, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ζει σε αυτές χωρίς καθόλου υποδομές. Υπολογίζεται ότι το 2050, περίπου 3 δισεκατομμύρια ανθρώπων που θα ζουν σε αστικά κέντρα που δεν ετοιμάστηκαν εγκαίρως να τους υποδεχτούν, θα ζουν χωρίς αποχέτευση, ηλεκτρισμό ή παροχές υγείας. Οι πόλεις δημιουργούν μια σειρά από νέες συνθήκες και προβλήματα. Εκτοπίζουν συνεχώς τη φυσική βλάστηση και πανίδα. Σε ορισμένες μεγαλουπόλεις του Νέου Κόσμου, που σχεδιάστηκαν με ακρίβεια πριν 133

134 οικοδομηθούν, έχει διασωθεί ένα αξιόλογο τμήμα του φυσικού περιβάλλοντος που υπήρχε πριν από την ίδρυσή τους (όπως το Central Park στη Νέα Υόρκη). Στις περισσότερες, όμως, πόλεις της Ευρώπης, δεν υπήρξε παρόμοια πρόβλεψη ή υπήρξε σε πολύ περιορισμένη κλίμακα, επειδή η ανάπτυξή τους έγινε σταδιακά, πριν προλάβουν οι κάτοικοί τους να συνειδητοποιήσουν τα προβλήματα που δημιουργούσε η παρουσία τους. Τα προβλήματα αυτά είναι πολύ πιο έντονα στις μεγαλουπόλεις του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, οι οποίες αναπτύσσονται με άναρχο τρόπο. Υπό αυτές τις συνθήκες, κάθε προσπάθεια οικιστικού και οικολογικού ελέγχου της ανάπτυξής τους αποτελεί ουτοπία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι παραγκουπόλεις σε πόλεις της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, αλλά και της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Αφρικής. Η εσωτερική μετανάστευση προς τα αστικά κέντρα οδήγησε στη δημιουργία αυθαίρετων οικισμών στις υποανάπτυκτες χώρες και γκέτο στις αναπτυγμένες χώρες. Τα γκέτο δημιουργούνται εξαιτίας της εσωτερικής συνοχής των ομάδων αυτών (χρώμα, 134

135 γλώσσα, πολιτισμός) και βέβαια εξαιτίας των «τειχών» που βάζει γύρω τους η υπόλοιπη κοινωνία. Παραδείγματα σχετικά αποτελούν οι τσιγγάνοι στο Ζεφύρι, οι Ρωσοπόντιοι στην Ελευσίνα και τον Ασπρόπυργο, οι Ισπανόφωνοι στην Καλιφόρνια κτλ. Όταν η ομάδα αυτή ξεπεράσει ένα κρίσιμο όριο της τάξης του 15-20%, τότε η αύξησή τους συνεχίζεται με δραματικούς ρυθμούς. Οι υπόλοιποι κάτοικοι, μη μέλη της ομάδας, εγκαταλείπουν την περιοχή, ενώ νέα μέλη της ομάδας εισέρχονται σε αυτή. Το φαινόμενο των αστέγων (αφορά τόσο σε υποανάπτυκτες όσο και σε αναπτυγμένες χώρες). Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΟΗΕ, 100 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο είναι άστεγοι. Οι τελευταίες στατιστικές της Κομισιόν «μετρούν» τους άστεγους της Ευρώπης των 28 σε 4,1 εκατομμύρια. Σήμερα υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων που, με βάση τα στατιστικά στοιχεία, ζουν ή απειλούνται από την έλλειψη στέγης. Αυτοί που βλέπουμε να κοιμούνται στο πεζοδρόμιο στα στέκια των αστέγων: χρήστες ουσιών και αλκοόλ, άνθρωποι της παραβατικότητας, άλλοι με σοβαρά ψυχικά νοσήματα και όσοι μέχρι πρότινος είχαν μια «φυσιολογική» ζωή αλλά σήμερα είναι «αόρατοι» στο πλήθος των νεόπτωχων. Φαίνεται ότι υπάρχει κάποιο όριο για κάθε κοινωνικό σχηματισμό, πέραν του οποίου η περαιτέρω μεγέθυνση του πληθυσμού μιας πόλης αντί να δημιουργεί οικονομίες κλίμακας δημιουργεί δυσοικονομίες. 7 Τα εμπόδια ανάπτυξης των πόλεων του 18 ου αιώνα προέρχονταν από την αδυναμία 7 P. Haggett, Geography: A Modern Synthesis, Harper & Row,

136 ύδρευσης της πόλης και την εξάπλωση των λοιμωδών ασθενειών. Στις σημερινές πόλεις τα εμπόδια προέρχονται από την αύξηση της εγκληματικότητας, της απαιτούμενης ενέργειας και των δαπανών για φυσική υποδομή (δίκτυο μεταφορών, ενέργεια κτλ.). Από το 1980 και μετά παρατηρείται το φαινόμενο (από τις απογραφές) οι ρυθμοί αύξησης του πληθυσμού των πόλεων στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες να σταματούν. Η δαπάνη κατά κάτοικο στις πόλεις αυξάνεται στην αρχή με την αύξηση του πληθυσμού και στη συνέχεια, ύστερα από ένα κρίσιμο σημείο, μειώνεται προοδευτικά. Αστικός χώρος στις υποανάπτυκτες περιοχές Οικονομικά χαρακτηριστικά : Ανάπτυξη άτυπης οικονομίας χωρίς κανονισμούς - που δε φορολογείται και είναι λιγότερο παραγωγική από την τυπική (επίσημη) οικονομία. Περιβαλλοντικές προκλήσεις : μόλυνση περιβάλλοντος και υπεραξιοποίηση φυσικών πόρων χωρίς τήρηση κανονισμών, ανεπαρκής υγιεινή, μη ασφαλή αποθέματα νερού. 136

137 Κοινωνικά χαρακτηριστικά : υπερπληθυσμός, το κύριο δημογραφικό στοιχείο είναι το νεαρό του πληθυσμού και το χαμηλό προσδόκιμο ζωής, ανεπαρκείς πηγές ενέργειας, διευρυμένη φτώχεια, ελλιπής παροχή ιατρικής και υγειονομικής φροντίδας, ανάγκες για οικογενειακή συμβουλευτική και εκπαίδευση, ελλιπής εκπαίδευση στον πολύ νεαρό πληθυσμό καθώς η πρόσβαση στο σχολείο είναι αρκετά περιορισμένη (σημαντικό ποσοστό των παιδιών εγκαταλείπουν νωρίς το σχολείο). Παράδειγμα της Αφρικής 8 Προβλέπεται ότι η Αφρική θα έχει 1 δις αστικό πληθυσμό σε 20 χρόνια από τώρα. Το 2015, ο αστικός πληθυσμός της έφτανε τα 472 εκατομμύρια. Ενώ η αστικοποίηση συνοδεύεται με δομικές αλλαγές των οικονομιών που από αγροτικές μετασχηματίζονται σε βιομηχανικές, στην περίπτωση της Αφρικής δεν γίνεται ακριβώς έτσι. Οι αφρικανικές πόλεις μεγεθύνονται εξαιτίας της δημογραφικής τους έκρηξης. Αυτό συμβαίνει μόνο κατά το 1/3 στην αγροτική έξοδο. Ο πληθυσμός που έρχεται στην πόλη δεν έρχεται να καλύψει τη ζήτηση σε εργατικό δυναμικό αλλά να απασχοληθεί στην άτυπη οικονομία. Συγκρίνοντας το μέσο εισόδημα ανά κάτοικο με περιοχές ανάλογου επιπέδου αστικοποίησης : «Όταν οι χώρες της μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής αστικοποιήθηκαν κατά 40%, το κατά κεφαλήν τους εισόδημα άγγιζε τα $. Και όταν οι χώρες της Ανατολικής Ασίας πέρασαν το ίδιο κατώφλι το κατά κεφαλήν τους εισόδημα έφτανε τα $. Στην υποσαχάρια Αφρική έφτανε μόλις τα $» (World Bank, 2016). 8 Πηγή: Le Monde 137

138 Στην Αφρική πάνω από το 60% των κατοίκων των πόλεων ζουν σε παραγκουπόλεις με τη φτώχεια να αποτελεί το κυρίαρχο πρόβλημα. Οι περισσότερες πόλεις προβλέφτηκε να «φιλοξενήσουν» πολύ λιγότερους κατοίκους από όσους ζουν σε αυτές. Η πόλη Dakar ενώ φτιάχτηκε για κατοίκους, ο πληθυσμός της υπερβαίνει τα 3 εκ. Τα κύρια προβλήματα : Έλλειψη νερού, μη πρόσβαση των νοικοκυριών σε ηλεκτρικό ρεύμα, έλλειψη συστημάτων αποχέτευσης, τεράστιο πρόβλημα συμφόρησης στους δρόμους, ατμοσφαιρική ρύπανση. Ελλείψει πολεοδομικού σχεδιασμού, οι πόλεις εξαπλώνονται. Η Kampala (Ουγκάντα), η οποία είναι μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες πόλεις, είδε το χωρικό της αποτύπωμα να αυξάνεται από 71 km² σε 386 km² μεταξύ 1989 και Οι εμπειρογνώμονες προβλέπουν ότι με αυτό το ρυθμό θα φθάσουν τα 1000 km² το 2030, με κίνδυνο να εξαφανιστούν τα δάση και οι υγρότοποι. Στην Κένυα, η κατασκευή της τεχνολογικής πόλης Konza ( αποτελεί τη γένεση της ψηφιακής οικονομίας της Αφρικής. Στο Μαρόκο προγραμματίζονται εννέα βιώσιμες πόλεις. Άλλα πιο μετριοπαθή έργα είναι καθαρά ιδιωτικά: η Appolonia, στη Γκάνα, αναμιγνύει τα επιχειρηματικά κέντρα και την προαστιακή στέγαση, εξασφαλίζοντας μια 138

139 "αστική όαση" με υποδομές παγκόσμιας κλάσης. Αλλά αυτά τα έργα απέχουν πολύ από την κλίμακα του ανθρώπινου κύματος που περιμένει τις αφρικανικές πόλεις και λίγες εξακολουθούν να είναι κυβερνήσεις που, όπως και η Ρουάντα, προσπαθούν να σκεφτούν την αστική τους ανάπτυξη σε εθνικό επίπεδο. Η νέα αφρικανική πόλη έχει γίνει μια πολυπόθητη αγορά, αλλά δεν θα λύσει τα προβλήματα των σημερινών πόλεων. Παρατηρώντας τη διασπορά των αστικών κέντρων στην Αφρικανική ήπειρο παρατηρούμε την χωροθέτησή τους κυρίως στα παράλια της Δυτικής Αφρικής και στα νότια και νοτιοανατολικά, με την ενδοχώρα να παρουσιάζει ένα τεράστιο χωρικό «κενό». Δίπλα στις πόλεις (Λάγκος με 12 εκ. κατοίκους, Αμπιτζάν με 4,5 εκ. κατοίκους, Ιμπαντάν με 2,8 εκ. κατοίκους, Ντουάλα με 3 εκ. κατοίκους, Ντακάρ 1,5 εκ. 139

140 κατοίκους, Κινσάσα με 9,9 εκ. κατοίκους) παρατηρούμε την ανάπτυξη μεσαίου μεγέθους πόλεων που «φιλοξενούν» μεταξύ και κατοίκων και που αναπτύσσονται σταδιακά καλύπτοντας το χωρικό κενό μεταξύ των μεγάλων αστικών κέντρων που προαναφέραμε. Μεγάλη μερίδα αυτών των αστικών κέντρων δεν υπήρχαν καν στα Είναι οι μικρές πόλεις των 10 ως 100 χιλιάδων κατοίκων που κυρίως πολλαπλασιάστηκαν πιστοποιώντας τη δημογραφική ανάπτυξη της περιοχής και τη συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού εξαιτίας της αγροτικής εξόδου. Η πλειοψηφία του αστικού πληθυσμού στη Δυτική Αφρική ζει σε πόλεις με πληθυσμό από ως κατοίκους. Δείτε περισσότερα : 140

141 Πόλεις και αστικές θεωρίες Σχολή του Σικάγο (Robert E. Park): Πίστευε ότι η αστικοποίηση δημιουργούσε νέα περιβάλλοντα, καθώς και νέους τρόπους ζωής και τύπους ανθρώπινης συμπεριφοράς. Οι σύγχρονες πόλεις, υποστήριξε, αποτελούνται από ένα «μωσαϊκό μικρόκοσμων». Η προσέγγιση της Σχολής του Σικάγο εστίαζε σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και σε διακριτές περιοχές της πόλης. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις μελέτες για τις συμμορίες ανηλίκων, τις εκδιδόμενες γυναίκες ή τις περιοχές των μειονοτικών ομάδων. Οι μελέτες αυτές αντιπροσώπευαν μια συγκεκριμένη αστική κοινωνιολογική προσέγγιση, την ανθρώπινη οικολογία. 1. Κέντρο 2. ζώνη μετάβασης 3. εργατικές κατοικίες, 4. καλύτερες κατοικίες 5. προαστιακή περιοχή. Η διάκριση αστικότητας αγροτικότητας κατά το Fischer συνδέεται με τις ακόλουθες δυαδικές και αντιθετικές θεματικές κατηγορίες: Αγροτικό Φύση Οικείο Κοινότητα Παράδοση Αστικό Τέχνη Ξένο Ατομισμός Αλλαγή 141

142 David Harvey: το αστικό περιβάλλον δημιουργήθηκε από το βιομηχανικό καπιταλισμό που «θολώνει» τη διαφορά μεταξύ αστικού και αγροτικού περιβάλλοντος. Ο χώρος, διαρκώς αναδιαμορφώνεται από τις μεγάλες εταιρείες, τους ελέγχους που κάνουν οι κυβερνήσεις και τους ιδιώτες επενδυτές αγοραστές και πωλητές ακινήτων και γης. Manuel Castells: είδε την πόλη ως αναπόσπαστο μέρος των διαδικασιών συλλογικής κατανάλωσης, σχέσεων γειτονίας και ανταγωνισμού μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων (συμβολική και χωρική εκδήλωση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων), των δυνάμεων της αγοράς, της κυβέρνησης και των κοινωνικών κινημάτων. Φάσεις αστικής ανάπτυξης Αστικοποίηση : Μετακινήσεις πληθυσμών από τις αγροτικές στις αστικές περιοχές. Δημιουργούνται πιέσεις για αύξηση του οικιστικού αποθέματος και της κοινωνικής υποδομής (σχολεία, νοσοκομεία, χώροι πρασίνου κτλ.). Προαστικοποίηση : Τα αστικά κέντρα επεκτείνονται χωρικά (δημιουργία προαστίων). Αποαστικοποίηση : Μείωση των ρυθμών αύξησης του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα. Υποβάθμιση κεντρικών περιοχών. Επαναστικοποίηση : Επανάκαμψη του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, υποβάθμιση των περιαστικών περιοχών και της υπαίθρου. (Klaassen & Scimeni Theoretical issues in urban dynamics στο Klassen et al. (επιμ.) Dynamics of urban development, London: Gower, 1981, pp ). 142

143 Τύποι πόλεων Θρησκευτική πόλη : Λούρδη, Μέκκα, Μπενάρες (όχθη Γάγγη), Βατικανό (Ρώμη), Τήνος. Lourdes Πανεπιστημιούπολη : Κέιμπριτζ, Οξφόρδη, Πρίνστον. Oxford Κέντρο καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων : Σάλτσμπουργκ, Φλωρεντία. Firenze Διοικητικό κέντρο : Βέρνη, Βόννη, Μπραζίλια, Ουάσινγκτον. Τουριστικό κέντρο : Αιδηψός, Μύκονος, χειμερινά κέντρα Άλπεων. Παραγωγή αυτοκινήτων : Detroit Εμπορικό κέντρο : Νέα Υόρκη, Λονδίνο. Πόλεις που δημιουργούνται με την παρουσία συγκεκριμένης εταιρείας: Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας (Pechine). 143

144 Οι πόλεις στην Ελλάδα Η σύγχρονη αστική ανάπτυξη της Ελλάδας συνδέεται με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και την σταδιακή επέκτασή του με τη διεύρυνση των συνόρων του. Η ταυτότητα της νεοελληνικής πόλης παρουσιάζει πολλές αλλαγές από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους και εντεύθεν. Πολλές από τις αλλαγές αυτές έγιναν θεσμικά, δηλαδή ηθελημένα 9. Οι οικισμοί του 18 ου και 19 ου αιώνα διαμορφώνονται με επιρροές που ασκούνται πάνω τους από τις μορφές κατοχής της γης (γαιοκτησία - τσιφλίκια). Γύρω από τα οχυρά οικήματα των ιδιοκτητών συγκεντρώνονται τα χαμηλά σπίτια των φτωχών χωρικών. Η παραγωγή που δεν απορροφάται από την τοπική αγορά, εμπορεύεται σε κοντινές ή μακρινές αγορές. Η ύπαρξη αυτού του μακρινού εμπορίου παρέχει τη δυνατότητα ανάπτυξης ορισμένων εξειδικεύσεων και μεταποιητικών δραστηριοτήτων. Οι νέες σχέσεις πόλης υπαίθρου ευνοούν τη δημιουργία μικρών ημιαστικών οικισμών που λειτουργούν ως περιφερειακές αγορές. 9 Ν. Καλογήρου, Η ταυτότητα της νεοελληνικής πόλης. Εκσυγχρονισμός και μεταλλάξεις της αστικότητας ( ), Πόλη και Περιφέρεια, εκδόσεις Παρατηρητής, σελ

145 Από πολύ νωρίς προέκυψε η ανάγκη για πολεοδόμηση με την έννοια της συνειδητής προσπάθειας για αντιμετώπιση των αναγκών και των προβλημάτων των οικισμών που σχετίζονται με τη χρήση του χώρου. Η πολεοδομική δραστηριότητα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους βασίστηκε σε δυο άξονες πολιτικής 10 : Την ενίσχυση της αστικοποίησης μέσα από τη διαδικασία της πολεοδόμησης. Την προσπάθεια δημιουργίας μιας «εθνικής» ταυτότητας, με την ανασύνδεση με αρχαιοελληνικά πρότυπα και την αντιπαράθεση της νέας ελληνικής πόλης ως προς τις τουρκικές. Η επανίδρυση των κέντρων του ελληνισμού της αρχαιότητας παραπέμπει έστω και τεχνητά στη χαμένη «συνέχεια» %A1%CE%91%CE%94%CE%97%CE%9C%CE%9F%CE%A5%20- %20%CE%93%CE%95%CE%A1%CE%9F%CE%9B%CE%A5%CE%9C%CE%A0%CE%9F%CE%A5% 20%CE%9D%CE%95%CE%9F%CE%95%CE%9B%CE%9B%CE%97%CE%9D%CE%99%CE%9A%CE %97%20%CE%A0%CE%9F%CE%9B%CE%97.pdf 145

146 Η πολεοδομική οργάνωση των οικισμών χρησιμοποιείται και για καθαρά ιδεολογικούς λόγους. Τα μνημεία του «ένδοξου» παρελθόντος προβάλλονται εκλεκτικά, ενώ ο αστικός χώρος που τα περιβάλλει εκκαθαρίζεται. Τα κτίσματα της βυζαντινής και οθωμανικής περιόδου περιφρονούνται και κατεδαφίζονται. Στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία υπήρξε έμφαση στη πολεοδομική ανασυγκρότηση (έμφαση στην ορθογωνικότητα των πολεοδομικών σχεδίων), τόσο επί Καποδίστρια όσο και επί Όθωνα. Ο σκοπός δεν είχε μόνο να κάνει με ζητήματα υγιεινής και λειτουργικότητας (διευκόλυνση κυκλοφορίας, δημιουργία δικτύων) αλλά κυρίως για τροποποίηση των στοιχείων του χώρου που συνδέονταν με το οθωμανικό παρελθόν. Η προσπάθεια πολεοδομικού σχεδιασμού που εντάθηκε στις αρχές του 20 ου αιώνα, εντάσσεται στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού εξευρωπαϊσμού της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Οι πόλεις αρχίζουν να προσελκύουν τον πλεονάζοντα αγροτικό πληθυσμό. Αναπτύσσονται οι τέχνες και η εκπαίδευση, τα «αστικά» επαγγέλματα όπως γιατροί, δικηγόροι κτλ. Η κυβέρνηση απασχολούσε αυξανόμενο αριθμό ατόμων για κατασκευή και συντήρηση υποδομών (αποχετευτικό δίκτυο, δρόμοι, δίκτυο ύδρευσης). 146

147 Το Νοέμβριο του 1831 οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Schaubert, εγκαθίστανται στην Αθήνα, ξεκινώντας την συστηματική τοπογράφησή της, ενώ στη συνέχεια (1833) συντάσσουν την πολεοδομική τους πρόταση. Η Νέα Πόλη περιελάμβανε το ήμισυ περίπου της Παλαιάς, ενώ εκτεινόταν και προς τα δυτικά, βόρεια και ανατολικά αυτής. Το υπόλοιπο ήμισυ της Παλαιάς Πόλης, το οριζόμενο από τις οδούς Ηφαίστου, Πανδρόσου και Αδριανού, προβλεπόταν να απαλλοτριωθεί χάριν αρχαιολογικών ανασκαφών. Αλλά και το διατηρούμενο τμήμα της Παλαιάς Πόλης προβλεπόταν στο μεγαλύτερο μέρος του να τμηθεί από νέες οδούς και να χωριστεί σε κανονικά οικοδομικά τετράγωνα. Ακολουθεί το πολεοδομικό σχέδιο του Klenze του 1834 αποτελούσε αναθεώρηση της πρότασης Κλεάνθη-Scahubert. Κύρια χαρακτηριστικά του ήσαν η μείωση της έκτασης της νέας πόλης, η περιστολή των επεμβάσεων στον ιστό της παλαιάς και η μεταφορά των Ανακτόρων και όλου του διοικητικού κέντρου της πόλης από την πλατεία Ομονοίας στον Κεραμικό. Παράλληλα με τις πολεοδομικές ρυθμίσεις διαμορφώνεται η αρχιτεκτονική της πόλης με βάση το νεοκλασικό ρυθμό. Τη σύντομη περίοδο του Καποδίστρια ακολουθεί η Οθωνική περίοδος. Δημιουργείται το θεσμικό πλαίσιο που άμεσα ή έμμεσα οδηγεί στη ρύθμιση του χώρου της πόλης και της περιφέρειας. Ο νέος δημοτικός νόμος προβλέπει το χωρισμό του βασιλείου σε δήμους. Προωθείται ο εποικισμός, απαραίτητος για την ανάπτυξη της γεωργίας, του εμπορίου και της βιομηχανίας με τη δημιουργία οικισμών προσφύγων (Τολό, Ερέτρια, Πειραιάς). Προγραμματίζονται οι βασικοί δρόμοι. Το διάταγμα της 3 ης Απριλίου 1835 υιοθετεί ενιαία κριτήρια σχεδιασμού διακρίνοντας τα χωριά από τις πόλεις. Υιοθετείται οριστικά το ορθογωνικό σχέδιο. 147

148 Με διάταγμα (18-30 Σεπτεμβρίου 1834) ο Όθωνας θίγει το θέμα της γεωγραφικής ταυτότητας των πόλεων («Η πολεοδομική Επιτροπή πρέπει να εξετάσει ποια μορφή αρχιτεκτονικής ταιριάζει στο νότο, στις ιδιαίτερες συνθήκες και σύμφωνα με αυτές να επιβάλλει την τεχνοτροπία της αρχιτεκτονικής»). Η φροντίδα για τον ηλιασμό, σκιασμό και την υγιεινή των πόλεων επεκτείνεται εκτός από τον προσανατολισμό και στο ενδεδειγμένο πλάτος των δρόμων και των πλατειών. Τα δημόσια οικήματα (σχολεία, εκκλησίες, δημαρχείο, δικαστικό μέγαρο) τοποθετούνται στο κέντρο. Οι περιοχές κατοικίας δημιουργούν γύρω τους ένα ορθογώνιο ή κυκλικό (στα χωριά) σχέδιο. Αποκλίσεις από τον γενικό κανόνα του εκσυγχρονισμού παρουσιάζονται στα σχέδια ορισμένων πόλεων που επιδιώκουν να αναβιώσουν οικιστικά κέντρα της αρχαιότητας (Θήβα, Ερέτρια, Κόρινθος, Μέγαρα, Πειραιάς). Οι ανάγκες του εμπορίου και της διοίκησης ευνοούν την ανάπτυξη ηπειρωτικών αστικών κέντρων (Τρίπολη, Λάρισα, Τρίκαλα, Βόλος, Σέρρες) και παραθαλάσσιων αστικών κέντρων (Πάτρα, Ναύπλιο). Η ιεραρχία συμπληρώνεται με λίγα μεγαλύτερα κέντρα που έχουν ισχυρότερες αστικές λειτουργίες (όχι εξαρτημένες από τον αγροτικό περίγυρο) όπως η Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα που διατηρούν ισχυρές διασυνδέσεις με την Ευρώπη και τις ελληνικές παροικίες στο εξωτερικό. Βόλος στις αρχές του 20 ου αιώνα. 148

149 Παρατηρούμε δείγματα της νεοελληνικής αστικής αρχιτεκτονικής σε σωζόμενα αρχοντικά στις μακεδονικές πόλεις, στο Πήλιο, στα Αμπελάκια και μας βοηθούν να καταλάβουμε τις μεταβολές του αστικού τοπίου κατά την όψιμη περίοδο της τουρκοκρατίας. Οι αστικοί οικισμοί προβάλλουν το πνεύμα των εύπορων αστών της εποχής. Οι προεπαναστατικές μεταβολές χαρακτηρίζονται από έντονες διαφοροποιήσεις ανά περιοχή σε αντίθεση με την ενότητα της μετεπαναστατικής αντίληψης του αστικού χώρου όπως επιχειρείται να προωθηθεί από το ανεξάρτητο κράτος που δημιουργείται. Στον τομέα του σχεδιασμού των πόλεων η δραστηριότητα των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων είναι έντονη. Τη σύντομη περίοδο διακυβέρνησης του Καποδίστρια ( ) ολοκληρώνονται σχέδια για εννέα πόλεις, προχωρεί ο σχεδιασμός για άλλες επτά και γίνονται ενέργειες ώστε να ξεκινήσουν εργασίες σχεδιασμού για άλλες έξι. Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών μεταβάλει την ταυτότητα της νεοελληνικής πόλης. Οι οχυρές θέσεις λόγω των νέων τεχνικών του πολέμου χάνουν τη σημασία τους. Ο σχεδιασμός κινείται στο πνεύμα της ασφάλειας και της προστασίας (υγιεινή, ύδρευση, φωτισμός, διευκόλυνση της κυκλοφορίας). Προβλέπονται ρυθμίσεις για το ύψος των οικοδομών (ιδιωτικών και δημόσιων), τα μεγέθη των οικοπέδων, περιορισμούς μεταπώλησης ακινήτων και οικοπέδων, διαδικασίες απαλλοτρίωσης. 149

150 Πάτρα Ο Ι. Καποδίστριας ( ) ανέθεσε στον Σταμάτη Βούλγαρη να πραγματοποιήσει μελέτη σχετικά με τον σχεδιασμό της πόλης των Πατρών. Ο Κυβερνήτης απέδιδε ιδιαίτερη σημασία στην αναθεμελίωση της Πάτρας, που την προόριζε για λιμάνι επικοινωνίας του νεοελληνικού κράτους με τη Δυτική Ευρώπη. Το λιμάνι προσδιορίζει τη σχέση της πόλης με τη θάλασσα, που λόγω απουσίας χερσαίων δρόμων, παραμένει η κύρια οδός επικοινωνίας. Στο σχεδιασμό της Πάτρας για παράδειγμα καθορίζονται θέσεις διοικητικών και δικαστικών κτιρίων, εκκλησιαστικό κέντρο, εκπαιδευτικό κέντρο, νοσοκομειακή πρόνοια, εμπορική και βιοτεχνική περιοχή. Η εικόνα των αστικών κέντρων μεταβάλλεται με την υιοθέτηση ενός γεωμετρικού συστήματος χαράξεων όπου κυριαρχεί το ορθογώνιο σύστημα. Το πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο της Πάτρας από το Σταμάτη Βούλγαρη, περιλαμβάνει αναθεώρηση του σχεδίου της παλιάς πόλης των Πατρών και τη δημιουργία νέας παραθαλάσσιας πόλης. Το σχέδιο του Βούλγαρη συνοψίζει σε μια ενιαία σύνθεση τις ευρωπαϊκές επιδράσεις (συνδυασμός παραλληλόγραμμου και 150

151 τραπεζοειδούς προτύπου) στη διαμόρφωση της νεοελληνικής πόλης. Η προοπτική αφορούσε πληθυσμό κατοίκων, δενδροφυτευμένες λεωφόρους πλάτους 20 μέτρων, δευτερεύοντες μικρότερους άξονες, άνετη προσπέλαση προς το κέντρο, την προκυμαία και τις εξόδους της πόλης προς την ύπαιθρο. Ερμούπολη Το ρυμοτομικό σχέδιο του G. de Neiler που εγκρίνεται το 1837, υιοθετεί ορισμένες χαράξεις της πρώτης αυθόρμητης εγκατάστασης. Φαρδείς δρόμοι, πλατείες και δημόσια κτίρια δημιουργούνται μόνο στο τμήμα της παραλίας. Η Ερμούπολη υποδηλώνει καθαρά την αντίληψη για την αστικότητα που διαμόρφωσε η νεοελληνική κοινωνία του 19 ου αιώνα. Η περίοδος μετά το 1860 χαρακτηρίζεται από την παγίωση των τεχνικών που έχουν παγιωθεί από τα μεγάλα δημόσια έργα (δρόμοι, σιδηρόδρομος). 151

152 Η αύξηση του πληθυσμού των πόλεων γίνεται εντονότερη. Τα νέα σχέδια που συντάσσονται αφορούν πόλεις και κωμοπόλεις που δεν είχαν οργανωθεί βάσει σχεδίου. Από το 1870 αρχίζει η βαθμιαία απώλεια του αστικού χαρακτήρα που εκφράζεται στη μορφή των σχεδίων με την εγκατάλειψη της μνημειακότητας και των αξόνων, την ολοκληρωτική κυριαρχία του ορθογωνικού σχεδίου με μεγάλα κανονικά τετράγωνα, την κατάτμηση σε ορθογωνικά οικόπεδα με όψη στο δρόμο. Οι πλατείες προκύπτουν με αφαίρεση κάποιου οικοδομικού τετραγώνου. Υπάρχει μειωμένο ενδιαφέρον για επένδυση κεφαλαίων. Η παρέκκλιση τείνει να γίνει ο κανόνας, οι αρτιότητες 11 των οικοπέδων περιορίζονται, οι ρυμοτομήσεις απαιτούν υπέρμετρες αποζημιώσεις. Μια σειρά από απογραφές (κυρίως από το ), καταδεικνύουν με συστηματικό τρόπο τη συγκέντρωση μεγάλων ποσοστών του πληθυσμού στους λεγόμενους αστικούς οικισμούς, δηλαδή σύμφωνα με την παραδοχή 11 άρτιο θεωρείται εκείνο το οικόπεδο, το οποίο έχει και το ελάχιστο εμβαδό και το ελάχιστο πρόσωπο που προβλέπεται από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλης, όπως καθορίζεται από τους όρους δόµησης της περιοχής. 152

153 της ΕΣΥΕ, αυτούς που έχουν πληθυσμό μεγαλύτερο από κατοίκους, τη στιγμή της απογραφής 12. Η εξέλιξη του πραγματικού πληθυσμού της Ελλάδας Έτος απογραφής 2 Επιφάνεια Πληθυσμός Κάτοικοι ανά χλμ σε χλμ , , , , , , , , , , , , , ,78 Εξέλιξη του ελληνικού οικιστικού δικτύου Το μόνιμο χαρακτηριστικό του ελληνικού οικιστικού δικτύου ήταν η διασπορά σε πολλά χωριά και η απουσία πόλεων με πληθυσμό άνω των κατοίκων. Για παράδειγμα το 1870 εκτός από την Αθήνα μόνο μια πόλη έχει πληθυσμό πάνω από κατοίκους: η Ερμούπολη. Στην κατηγορία των 12 Πηγή των στοιχείων που ακολουθούν : 153

154 πάνω από προστίθενται ο Πειραιάς, η Πάτρα και το Άργος [χάρτης 4]. Στο τέλος του 19ου αιώνα (1896), οι πόλεις με πληθυσμό μεγαλύτερο των κατ. είναι πλέον 12, μεταξύ των οποίων ο Βόλος, η Λάρισα, η Καλαμάτα, η Ζάκυνθος, η Τρίπολη κ.α. [χάρτης 5]. Με την ενσωμάτωση των «Νέων Χωρών» και των Νησιών του Ανατολικού Αιγαίου οι πόλεις φτάνουν τις 30, μεταξύ των οποίων η Θεσσαλονίκη, τα Γιάννενα, η Κομοτηνή κ. ά. Σύμφωνα με τη Λεοντίδου (2001) το τέλος του 19ου αιώνα βρίσκει το ελληνικό αστικό δίκτυο σε παρακμή, στις παλαιές γεωγραφικές αντιπαλότητες Αθήνας - Πειραιά, προστίθενται νέες, αυτή του Μωριά και της Ρούμελης, της Λάρισας και του Βόλου. Το μοντέλο αυτό μοιάζει να συνεχίζεται και στις αρχές του 20ου αιώνα (απογραφές 1920 και 1928) με την ενίσχυση και σε ένα βαθμό εδραίωση της νέας αντιπαλότητας: Αθήνας -Θεσσαλονίκης, η οποία διαμορφώνει ένα νέο χωρικό σχήμα ενός δίπολου, τα άκρα του οποίου διαμορφώνουν και μορφοποιούν αυτό που αργότερα θα ονομάσουμε το «S» της ελληνικής ανάπτυξης. Ως το 1981 τουλάχιστον υπήρχαν τάσης συγκέντρωσης στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ κατά την τελευταία δεκαετία (1991) η τάση αυτή αποδυναμώθηκε ή και αντιστράφηκε με την ταχύτερη ανάπτυξη των μικρών κυρίως πόλεων (Πετράκος, Μαρδάκης, 1997). Οι οικισμοί στη χώρα διακρίνονται με κριτήριο τον γεωγραφικό τόπο χωροθέτησής τους σε ορεινούς, πεδινούς, νησιωτικούς, αστικούς. 154

155 Πληθυσμός οικισμών κατά τάξη μεγέθους (%) Τάξεις μεγέθους ,00 7,43 7,48 9,96 9,17 7, ως ,00 2,85 2,99 3,97 4,21 3, ως ,71 2,45 2,19 4,80 8,28 8, ως ,85 3,33 6,57 7,88 11,46 15, ως ,66 10,88 12,80 17,38 17,72 16, ως ,82 7,17 8,15 6,88 5,84 5, ως ,33 4,45 4,45 4,54 3,87 5, ως ,96 11,49 9,93 8,22 8,08 8, ως ,56 12,60 12,07 8,71 7,75 7, ως ,25 17,14 14,85 11,53 9,84 9,22 Συνολικός 7,2 7,6 8,4 8,7 9,7 10,25 πληθυσμός εκ εκ. εκ. εκ. εκ. εκ. Στις τελευταίες απογραφές ο συνολικός αριθμός των οικισμών της χώρας πλησιάζει τις 13000, από αυτούς μόνο λίγο λιγότεροι από 200 θεωρούνται αστικοί και αν αναφερθούμε στα Πολεοδομικά Συγκροτήματα ορισμένων 155

156 περιοχών ο αριθμός κατεβαίνει κάτω από τους 30. Όμως σ' αυτούς τους οικισμούς συγκεντρώνεται περίπου το 60% του ελληνικού πληθυσμού. Στην Ελλάδα διαπιστώνουμε μια τάση μητροπολιτικής συγκέντρωσης ή χωρικής πόλωσης με διαφορετικές τις συμπεριφορές των δύο Μητροπόλεων Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Η προοπτική ανάπτυξης των μεσαίων πόλεων του αστικού συστήματος (οι οποίες θα μπορούσαν να στηρίξουν μια τάση αποσυγκεντροποίησης), μοιάζει υπερεκτιμημένη. Οι 323 «Καλλικρατικοί» Δήμοι δημιουργούν στον χάρτη, περίπου τις αντίστοιχες νέες «αστικές συγκεντρώσεις», αφού όλοι τους σχεδόν, ξεπερνούν τους κατοίκους, στο άθροισμα των οικισμών που τους συναποτελούν (μέσο πληθυσμιακό μέγεθος κάτοικοι/δήμο). Οικιστική διάρθρωση στην Ελλάδα και θεωρίες κατανομής των οικισμών. Υπάρχουν θεωρίες που επιχειρούν να ερμηνεύσουν την κατανομή των οικισμών στο χώρο. Μια σημαντική θεωρία είναι αυτή των κεντρικών τόπων (Christaller 1933, Lösch 1940). Οι «κεντρικοί τόποι» είναι οικισμοί που παρέχουν αστικά αγαθά και υπηρεσίες στην «ενδοχώρα» τους. Δηλαδή η ουσία μιας πόλης είναι η εξυπηρέτηση της ενδοχώρας της. Οι πόλεις αναπτύσσονται επειδή η οικονομική ανάπτυξη της ενδοχώρας προκαλεί την αύξηση της ζήτησης των αστικών αγαθών και υπηρεσιών, καθώς οι καταναλωτές αγοράζουν τα προϊόντα που θέλουν από το πλησιέστερο αστικό κέντρο (κεντρικό τόπο). Ο βαθμός της «κεντρικότητας» ενός τόπου αξιολογείται με το πληθυσμιακό μέγεθος, με τον αριθμό των αγαθών που μπορούν να προσφέρουν. Η κατάταξη των κεντρικών λειτουργιών σε τάξεις 156

157 στηρίζεται σε δυο βασικές έννοιες : στο κρίσιμο μέγεθος του πληθυσμού (ο ελάχιστος πληθυσμός που απαιτείται για να εξασφαλιστεί η ελάχιστη ζήτηση για την παροχή κάποιου αγαθού - υπηρεσίας) και στην έννοια της χωρικής εμβέλειας (περιοχή πέραν της οποίας οι καταναλωτές δεν είναι διατεθειμένοι να έρθουν στον κεντρικό τόπο για την αγορά του συγκεκριμένου αγαθού - υπηρεσίας). Η οργάνωση του χώρου που προκύπτει από ένα «σύστημα κεντρικών τόπων» εκφράζεται ως εξής: οι υψηλότερης τάξης οικισμοί έχουν μεγαλύτερες περιοχές αγοράς που καλύπτουν υψηλότερης τάξης αγαθά, οι χαμηλότερης τάξης οικισμοί για να εξυπηρετηθούν ως προς τα αγαθά αυτά, εντάσσονται στις περιοχές των πρώτων. 157

158 Η απόσταση που πρέπει να διανύσει ένας καταναλωτής μεταβάλλεται ανάλογα με την τάξη (σημασία) του αγαθού που επιθυμεί να αγοράσει. Ενδεικτικό παράδειγμα η κατανομή εκπαιδευτικής και νοσηλευτικής υποδομής μεταξύ των οικισμών της Ελλάδας. Στους μικρότερους οικισμούς (κεντρικοί οικισμοί 4 ης τάξης) θα υπάρχει δημοτικό σχολείο και θα τους επισκέπτεται αγροτικός γιατρός, στους αμέσως επόμενους (3 ης τάξης) θα υπάρχει δημοτικό, γυμνάσιο και αγροτικό ιατρείο. Στους μεγαλύτερους, κωμοπόλεις 2 ης τάξης, θα υπάρχει δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο και Κέντρο Υγείας. Στις πόλεις (1 ης τάξης) θα υπάρχει εκτός των άλλων πανεπιστήμιο και Γενικό Νοσοκομείο. Η αγορά του αστικού εδάφους Οι άνθρωποι χρειάζονται για τις δραστηριότητές τους γη. Η χρήση του αστικού εδάφους επηρεάζει τόσο τους κατοίκους του όσο και τις διπλανές περιοχές. Η έκταση της αστικής γης είναι περιορισμένη. Οι οικισμοί καταλαμβάνουν μικρό ποσοστό της συνολικής έκτασης της χώρας ενώ οι αστικές περιοχές (για κατοικία, εγκατάσταση βιομηχανιών κτλ.) είναι ακόμα πιο περιορισμένες. Η τιμή πώλησης μπορεί να φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα στις περιοχές αυτές (περιοχές Βούλας, Γλυφάδας, Βουλιαγμένης, Βόρεια προάστια, περιοχή Πανοράματος Θεσσαλονίκης κτλ. ). Το 1991 η κατανομή της επιφάνειας της χώρας κατά βασικές χρήσεις ήταν ως ακολούθως : 24,7% γεωργική γη, 40,1% βοσκοτόπια, 22,6% δάση, 2,4% νερά, 3,5% οικισμοί και δρόμοι, 1,7% άλλες εκτάσεις. Γεωργική γη Βοσκοτόπια Δάση Νερά Οικισμοί, δρόμοι Άλλες εκτάσεις 158

159 Ο μηχανισμός διαμόρφωσης της αγοράς αστικής γης προσδιορίζεται από το ότι οι πιο ισχυρές ή αποδοτικές δραστηριότητες καταλαμβάνουν τις καλύτερες περιοχές. Ορισμένες θέσεις συνεπάγονται λιγότερα έξοδα λειτουργίας από άλλες. Το βασικότερο έξοδο είναι αυτό που συνδέεται με την «τριβή» λόγω απόστασης. Οι αξίες γης του αστικού εδάφους αποτελούν συνάρτηση του συστήματος μεταφορών. Οι μεγαλύτερες αξίες βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, κατά μήκος σημαντικών αξόνων, στα τοπικά κέντρα, στις διασταυρώσεις των αξόνων μεταφοράς. Βέβαια δεν έχουν όλες οι δραστηριότητες την ίδια ευαισθησία απέναντι στην προσιτότητα, αφού η προσιτότητα δεν έχει την ίδια σημασία για όλες τις δραστηριότητες. Καθώς η προσιτότητα μειώνεται όσο μεγαλώνει η απόσταση από το κέντρο της πόλης (απλοποιημένη περίπτωση) και ότι η σημασία της μειώνεται γρήγορα για το εμπόριο γραφεία, λιγότερο γρήγορα για τη βιομηχανία και πολύ αργά για την κατοικία, ο ανταγωνισμός για τη χρήση του αστικού εδάφους θα οδηγήσει σε μια συγκεκριμένη οργάνωση του χώρου. Το εμπόριο έχοντας τη δυνατότητα να πληρώσει την υψηλή γαιοπρόσοδο καταλαμβάνει το χώρο που βρίσκεται κοντύτερα στο κέντρο. 159

160 Από το παράδειγμα της Καλαμάτας που ακολουθεί βλέπουμε τη «σύγκρουση» μεταξύ των δραστηριοτήτων για την κατανομή τους στο χώρο. Ο χώρος καταλαμβάνεται από εκείνη τη δραστηριότητα που μπορεί να πληρώσει τα περισσότερα. Το κέντρο της πόλης δεν μπορεί να διεκδικηθεί από τη γεωργική δραστηριότητα αφού η αγροτική δραστηριότητα μπορεί να πληρώσει μικρότερη γαιοπρόσοδο από την μεταποίηση ή τις υπηρεσίες. Ποσοστιαία κατανομή χρήσεων γης στην πόλη της Καλαμάτας 13 Υπάρχουσα κατάσταση Πρόταση ρυθμιστικού σχεδίου Κυκλοφορία 29,4 % Κυκλοφορία 22 % Βιομηχανικό λιμάνι 2,8 % Βιομηχανικό λιμάνι 11 % Ελεύθεροι χώροι 13,1 % Ελεύθεροι χώροι 18,4 % Στρατόπεδο 2,2 % Στρατόπεδο 1,5 % Κέντρο 6,8 % Κέντρο 10,6 % Κατοικία 45,7 % Κατοικία 36,5 % 452 εκτάρια 761 εκτάρια Για περισσότερα σχετικά με την Καλαμάτα μπορείτε να δείτε : gr/2011/10/blogpost_17.html 13 Αραβαντινός Α., Πολεοδομικός σχεδιασμός, ΕΜΠ, Αθήνα,

161 3.Οι πόροι και η χωρική τους υπόσταση (πληθυσμός φυσικοί πόροι) 3.α. Πληθυσμός Παγκόσμια κατανομή του πληθυσμού Μεταβολές του πληθυσμού σύνθεση και δομή του πληθυσμού Ο άνθρωπος είναι υποκείμενο της ανάπτυξης με την έννοια ότι ο ενεργός πληθυσμός αποτελεί έναν από τους συντελεστές της παραγωγής (μέγεθος εργατικού δυναμικού, κατανομή εργατικού δυναμικού κατά φύλο, ηλικία, ειδικότητες κτλ.). Ο άνθρωπος αποτελεί τον αντικειμενικό σκοπό της ανάπτυξης των επιμέρους περιφερειών αλλά και της χώρας (κάλυψη αναγκών σε υποδομές, εκπαίδευση, υγεία κτλ.). Ο πληθυσμός είναι σημαντικός γιατί η άνιση κατανομή του στο χώρο, αλλά και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά επηρεάζουν τις παραγωγικές δυνατότητες, την κατανάλωση, το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αγοράς, τις απαιτήσεις για κοινωνικές υποδομές κτλ.). Ο Th.Malthus 14 υποστήριξε ότι ο πληθυσμός σε ομαλές συνθήκες, τείνει να διπλασιάζεται κάθε 25 χρόνια και να αυξάνεται κατά γεωμετρική πρόοδο. Τα μέσα επιβίωσης (τροφές και [πρώτες ύλες) δεν μπορούν όμως ακόμα και στις καλύτερες συνθήκες να αυξηθούν με ρυθμό μεγαλύτερο της αριθμητικής προόδου. 14 Principles of population

162 Ο Malthus, όπως και όλη η κλασική σχολή, υποστηρίζει ότι οι φυσικοί πόροι κάθε χώρας καθορίζουν το επίπεδο ισορροπίας του πληθυσμού της. Αύξηση του πληθυσμού πέρα από το όριο αυτό οδηγεί σε πτώση του βιοτικού επιπέδου και αύξηση θανάτων λόγω πείνας. Οι προβλέψεις του Malthus διαψεύστηκαν επειδή : α. Υποτίμησε τη σημασία της τεχνολογικής προόδου και β. Υπέθεσε ότι η διάρθρωση του πληθυσμού ήταν τέτοια ώστε ένα μικρό μόνο μέρος του πληθυσμού μπορούσε να αποταμιεύσει. Δεν είδε πως με την αναδιανομή του εισοδήματος μπορούν να μειωθούν οι ανισότητες και να αυξηθεί η κατανάλωση πέρα από το όριο συντήρησης. Οι νεομαλθουσιανοί έφτασαν στο σημείο να υποστηρίξουν τον έλεγχο των γεννήσεων. Για παράδειγμα, στην Ινδία υπήρξε υποχρεωτική στείρωση των ανδρών στη δεκαετία του 1970 που οδήγησε και στην πτώση της κυβέρνησης. Μέχρι το 1973 ο πληθυσμός της Ινδίας αυξάνεται με αύξοντα ρυθμό. Ως το 1978 βλέπουμε μια μείωση του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού, που από το 1982 πλέον ακολουθεί αύξηση με ρυθμό που διαρκώς μειώνεται. Στοιχεία του πληθυσμού που ενδιαφέρουν τις αναπτυξιακές μελέτες Μέγεθος του πληθυσμού (στο σύνολο της επικράτειας, ανά περιφέρεια, νομό κτλ.). Πυκνότητα, σύνθεση (επαγγελματική δομή, ηλικιακή κατανομή κτλ.). Μετακινήσεις στο χώρο και στο χρόνο. 162

163 Πως γίνεται η συλλογή στοιχείων για τον πληθυσμό; Με στατιστικές μεθόδους (δειγματοληψίες, απογραφές, πληθυσμιακές έρευνες). Με δυναμικές μεθόδους για τον έλεγχο των πληθυσμιακών μετακινήσεων (ληξιαρχεία) και τις αλλαγές στη δομή του πληθυσμού (απασχόληση, εργασία). Μεταβολή του πληθυσμού Φυσική κίνηση : το αλγεβρικό άθροισμα ανάμεσα στη γεννητικότητα και τη θνησιμότητα. Γεννητικότητα : (γεννήσεις ζώντων έτους προς συνολικό πληθυσμό έτους ) Χ Θνησιμότητα : (θάνατοι έτους προς συνολικό πληθυσμό έτους ) Χ Το 1973 στη Γαλλία είχαμε γεννητικότητα 16,4 στα 1000 και θνησιμότητα 10,7 στα Η φυσική αύξηση ήταν 5,7 στα Η γεννητικότητα είναι υψηλότερη σε περιόδους οικονομικής ευημερίας, συνδέεται με παροχές (επιδόματα), έχει ψυχολογικά αίτια και παρουσιάζει διακυμάνσεις κατά εισοδηματικό και μορφωτικό επίπεδο. Τα ασθενέστερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα εμφανίζουν υψηλότερη γεννητικότητα. Επίσης υψηλότερη γεννητικότητα συνοδεύει τα χαμηλότερα μορφωτικά στρώματα. Πληθυσμιακές πυραμίδες Η κατανομή του συνόλου των ατόμων ενός πληθυσμού κατά ηλικία και φύλο οδηγεί στο σχεδιασμό μιας γραφικής αναπαράστασης, της πυραμίδας των ηλικιών, που κατανέμει τον πληθυσμό σύμφωνα με το διπλό κριτήριο της ηλικίας και του φύλου. Το σχήμα παραπέμπει συνήθως σε μια πυραμιδοειδή φόρμα, στην οποία και οφείλει το όνομα του (πυραμίδα), αναλόγως της κυρίαρχης επίδρασης που έχουν η θνησιμότητα και η γονιμότητα (και συνήθως, δευτερευόντως η μετανάστευση). Οι πληθυσμιακές πυραμίδες είναι δυνατόν να σχεδιασθούν είτε λαμβάνοντας ως βάση τα απόλυτα μεγέθη είτε τις αναλογίες (υπολογίζοντας δηλαδή το ειδικό βάρος -επί τοις % ή τις - κάθε ηλικιακής ομάδος για τους άνδρες και τις γυναίκες επί του συνολικού 163

164 πληθυσμού της εξεταζόμενης χωρικής ενότητας (πληθυσμού ανδρών και γυναικών). Η επιφάνεια της πυραμίδας υποδεικνύει το συνολικό πληθυσμό, η μορφή της μας πληροφορεί σχετικά με τη δομή του πληθυσμού κατά ηλικία, γεγονός που παραπέμπει στις συνθήκες γονιμότητας και θνησιμότητας (και στις μεταναστεύσεις). Η πυραμίδα έχει μια βάση τόσο πιο ευρεία, όσο η γονιμότητα είναι έντονη, και μια κορυφή τόσο πιο επιμήκη, όσο η θνησιμότητα είναι χαμηλή. Οι εσοχές και εξοχές της πυραμίδας μεταφράζουν τις διακυμάνσεις της γονιμότητας και της θνησιμότητας καθώς και τα ιστορικά «ατυχήματα» (πόλεμοι, φυσικές καταστροφές, μετανάστευση) που μπορεί να έπληξαν τον εν λόγω πληθυσμό. όπως πχ στην πυραμίδα των ηλικιών του γερμανικού πληθυσμού το Στην πυραμίδα του πληθυσμού της Γερμανίας αποτυπώνονται οι επιπτώσεις των δύο παγκοσμίων πολέμων. Καταρχάς, οι γυναίκες είναι πολυπληθέστερες των ανδρών των αντίστοιχων ηλικιακών ομάδων (1/2) στις «ώριμες» ηλικίες» (35-54 ετών, β παγκόσμιος πόλεμος) και στις μεγάλες ηλικίες (60-74 ετών), α παγκόσμιος πόλεμος) στο βαθμό που οι άνδρες ως στρατεύσιμοι είχαν σαφώς υψηλότερες απώλειες (στις μεγάλες όμως ηλικιακές ομάδες, σημαντικό ρόλο παίζει και η διαφορική θνησιμότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, που κάνει ακόμη ποιο έντονες τις διαφοροποιήσεις). Στη δεκαετία οι γεννήσεις συρρικνώνονται σημαντικά, στο βαθμό που η περίοδος αυτή δεν είναι η ευνοϊκότερη δυνατή για τον σχηματισμό οικογένειας και την έλευση παιδιών, με αποτέλεσμα οι αντίστοιχες γενεές να είναι ιδιαίτερα ολιγοπληθείς (σχηματικά παιδιά ηλικίας 5-14 ετών το 1955) (3). Οι αντίστοιχες επιπτώσεις του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (μείωση των γεννήσεων στην διάρκεια της περιόδου ), αποτυπώνονται επίσης στην πυραμίδα (4), στο βαθμό που οδηγούν στην εμφάνιση ελλειμματικών γενεών (τα άτομα που γεννήθηκαν στην περίοδο , το 1955 έχουν ηλικία ετών και ανήκουν σε αυτές τις «ελλειμματικές» γενεές). Στην πυραμίδα αποτυπώνεται επίσης η αναπλήρωση των γεννήσεων του πολέμου (δηλαδή οι γεννήσεις που εμποδίστηκαν από τον πόλεμο και που συσσωρευτικά έγιναν στην αμέσως επόμενη πενταετία, με αποτέλεσμα οι γενεές άτομα ηλικίας 0-4 ετών το να είναι πολυπληθέστερες από αυτές της προηγούμενης πενταετίας άτομα ηλικίας 5-9 ετών-)(5).τέλος στην πληθυσμιακή πυραμίδα της Γερμανίας του 1955 αποτυπώνεται και το mini-baby-boom (6) της πενταετίας που προηγήθηκε του πολέμου, συνέπεια της ιδιαίτερα ενεργής παρεμβατικής πολιτικής ενίσχυσης των γεννήσεων της «άριας φυλής» από το χιτλερικό καθεστώς: τα άτομα που γεννήθηκαν μετά το 1935 και πριν το 1942 (σχηματικά ηλικίας ετών το 1955), είναι σαφώς πολυπληθέστερα από αυτά των προηγούμενων γενεών. Διαβάστε : 164

165 Ακολουθεί η πυραμίδα των ηλικιών του ελληνικού πληθυσμού το 1951 και αντίστοιχα, το Παρατηρούμε ότι η βάση της πυραμίδας είναι μεγαλύτερη το 1951 σε σχέση με το 2011 που η γεννητικότητα είναι πολύ μικρότερη. Επίσης παρατηρώντας το εύρος της πυραμίδας των νέων ανθρώπων (ως 25 ετών) παρατηρούμε ότι ο νεανικός πληθυσμός είναι μεγαλύτερος στην Ελλάδα του Σε ότι αφορά στο εύρος της πυραμίδας στις μεγάλες ηλικίες (70+) βλέπουμε ότι υπερτερεί η πυραμίδα του

166 Σχηματικά διακρίνουμε τρεις τύπους πυραμίδων που αντιστοιχούν σε αντίστοιχους τύπους πληθυσμού. Το παράδειγμα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό ανήκει στην κατηγορία του νεανικού πληθυσμού με την ταχεία ανάπτυξη, οι ΗΠΑ αντιστοιχούν στην περίπτωση του ώριμου (στάσιμου) πληθυσμού, ενώ η Γερμανία αντιστοιχεί σε αρνητική πληθυσμιακή ανάπτυξη (γερασμένο πληθυσμό). Αν και η Ινδία και η Κίνα είναι οι πιο πυκνοκατοικημένες χώρες, παρατηρούμε ότι η Ινδική Πυραμίδα έχει ισχυρή βάση, με περισσότερους νέους, ισορροπημένη και ομαλή πυραμίδα. Η Κίνα εμφανίζεται λιγότερο ισορροπημένη και αυτό συμβαίνει λόγω των αυστηρών πολιτικών ελέγχου του πληθυσμού που θα οδηγήσουν μελλοντικά στο στάδιο όπου θα υπάρχουν περισσότεροι ηλικιωμένοι πολίτες από τους νέους. 166

167 Δημογραφική γήρανση Οι βιομηχανικές χώρες και ιδιαίτερα αυτές της Ευρώπης «γηράσκουν» και θα συνεχίσουν να «γηράσκουν» στη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών (U.N. 1999). Το φαινόμενο της «δημογραφικής γήρανσης» αναδύεται στις περισσότερο αναπτυγμένες χώρες, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα (J.C. Chesnais, 1981 και 1986). Δημογραφική γήρανση : Ορίζεται η συνεχής αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων ατόμων (60, 65, 70, 75+) στο συνολικό πληθυσμό. Η δηµογραφική γήρανση δεν πρέπει να συγχέεται µε την αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων (που μπορεί να οφείλεται στη συνολική αύξηση του πληθυσμού ή/και στην παράταση του μέσου όρου ζωής. Αποδείχτηκε ότι η δημογραφική γήρανση συνοδεύει τη μετάβαση από την ισορροπία του «τρόμου» (υψηλή θνησιμότητα και υψηλή γονιμότητα (μέσος όρος ζωής κάτω των 30 ετών και μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα, γύρω στα 5) σε ιδιαίτερα χαμηλή θνησιμότητα (γύρω στα 80 έτη) και χαμηλή γονιμότητα (κάτω του ορίου αναπαραγωγής, δηλαδή κάτω των 2,1 παιδιών/γυναίκα). Δείκτης γήρανσης = (πληθυσμός 65 + / πληθυσμός 0-14 ετών) Χ 100 Έτος Μέση ηλικία κατά το θάνατο, θάνατοι ανά 1000 κατοίκους, βρεφική θνησιμότητα στην Ελλάδα Μέση ηλικία κατά το θάνατο (άνδρες) Μέση ηλικία κατά το θάνατο (γυναίκες) Θάνατοι ανά 1000 κατοίκους Βρεφική θνησιμότητα (θάνατοι βρεφών κάτω του έτους επί 1000 γεννηθέντων ζώντων βρεφών) ,0 35,2 17, ,2 40,3 13,2 99, ,4 60,5 7,6 44, ,3 67,3 8,3 34, ,1 69,2 8,4 29, ,5 73,5 9,1 17,9 167

168 Ηλικιωμένοι (>65) ως % του συνολικού πληθυσμού Γερμανία 15,6 15,8 Γαλλία 13,4 15,9 Ιταλία 13,6 18,0 Ελλάδα 12,7 17,2 Κατανομή του πληθυσμού κατά ηλικιακές ομάδες (%) το έτος Γερμανία 21,34 29,0 26,67 22,3 3,57 Γαλλία 25,6 28,2 25,7 20,5 3,60 Ιταλία 19,77 30,27 26,05 23,91 3,93 Ελλάδα 21,79 29,93 25,16 23,13 3,54 168

169 Αίτια άνισης κατανομής του πληθυσμού Η χωρική κατανομή του πληθυσμού μεταξύ ηπείρων, κρατών, περιφερειών κλπ., είναι απόρροια πολυάριθμων οικονομικών, φυσικών, κοινωνικών, πολιτικών, πολιτιστικών, ιστορικών παραγόντων. Οι παραπάνω παράγοντες συχνά αλληλοσυγκρούονται. Το ήπιο κλίμα (εύκρατες ζώνες) και οι φυσικοί πόροι (τροφή, ενέργεια, ορυκτά, νερό) έλκουν τον άνθρωπο. Οι πολιτιστικοί παράγοντες μπορεί να συνδέονται με τη γεννητικότητα ή τη μετανάστευση. Οι πολιτικοί παράγοντες (κοινωνικές και πολιτικές αποφάσεις των κυβερνήσεων επηρεάζουν σαφώς την κατανομή του πληθυσμού (φορολογική πολιτική, κίνητρα). Άλλοι παράγοντες είναι οι λιμοί (η Ινδία έχασε 6,8 εκ. άτομα στους λιμούς των ετών 1837 και ) και οι πόλεμοι. Απώλειες πληθυσμού από πολέμους ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΝΕΚΡΩΝ σε εκατομμύρια Β Παγκόσμιος πόλεμος ,3 Α Παγκόσμιος πόλεμος ,2 Ισπανικός εμφύλιος ,3 Ρωσική επανάσταση ,7 Διαδηλώσεις στην Ινδία ,9 Κριμαϊκός πόλεμος ,4 Γαλλοπρωσικός πόλεμος ,4 Μεξικανική επανάσταση ,4 169

170 Η ντετερμινιστική προσέγγιση υποστηρίζει ότι οι φυσικοί παράγοντες ελέγχουν την πληθυσμιακή διασπορά. Αυτή η προσέγγιση είναι προβληματική αφού ο άνθρωπος όπου κι αν βρίσκεται ελέγχει το περιβάλλον του. Χαρακτηριστική η περίπτωση των Εσκιμώων Ινουίτ της Αλάσκας, της Γροιλανδίας και του Καναδά οι οποίοι κατάφεραν να επιζήσουν σε συχνά ακραίες κλιματολογικές συνθήκες. Βέβαια οι άνθρωποι προτιμούν τα παράλια, τις πεδιάδες, τις εκβολές των ποταμών και αποφεύγουν κατά κύριο λόγο περιοχές με ακραίες συνθήκες υψομέτρου, κρύου, ζέστης ή υγρασίας. Εξέλιξη του παγκόσμιου πληθυσμού σε εκατ. άτομα Έτος Υπολογιζόμενος πληθυσμός Αρχή γεωργίας 10 Αρχή χριστιανικής εποχής Ο πληθυσμός της γης σχεδόν πενταπλασιάσθηκε από το 1850 (1,24 δις) και δεκαπλασιάστηκε από το 1750 (0,73δις). Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού ακόμα αυξάνεται (τη δεκαετία του 1980 αυξανόταν με ρυθμό 3%). Ο υπερπληθυσμός είναι περισσότερο αποτέλεσμα της άνισης κατανομής των αγαθών, παρά της γενικής έλλειψής τους. Έτσι, είναι μάταιη οποιαδήποτε προσπάθεια αναζήτησης του άριστου μεγέθους του πληθυσμού. 170

171 Υπάρχει η αντίληψη πως οι λίγοι κάτοικοι σε μια περιοχή δείχνει αυξημένο βιοτικό επίπεδο. Στην Αυστραλία (μεταπολεμικά και ως τη δεκαετία του 1960) προσπάθησαν να προσελκύσουν μετανάστες ώστε αυξάνοντας τον πληθυσμό να εκμεταλλευτούν καλύτερα τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους. Αντίστοιχα οι σοσιαλιστικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης απαγόρευαν στους κατοίκους τους (εκτός λίγων εξαιρέσεων) να βγουν από τη χώρα ώστε να μην αποδυναμωθεί η οικονομίας τους από το εκπαιδευμένο δυναμικό. Το 1976 η γη είχε πληθυσμό 4 δις (μέση πυκνότητα 30 κάτοικοι/χλμ 2 ). Οι ΗΠΑ είχαν παρόμοια πληθυσμιακή πυκνότητα, ενώ η Ελλάδα 73,8 και η Αυστραλία 1,9. Η πυκνότητα εντός μια ηπείρου ή μιας χώρας εμπεριέχει τεράστια ποικιλία αποκλίσεων. Ενώ, για παράδειγμα, η μέση πυκνότητα του πληθυσμού στην Ελλάδα το 1981 ήταν 73,82 κάτοικοι/ χλμ 2, για την περιφέρεια πρωτευούσης ήταν κάτοικοι/ χλμ 2. Ειδικό βάρος πληθυσμού στις μεγάλες περιοχές του πλανήτη 1950 Συγκρίνοντας την εξέλιξη του ειδικού βάρους του πληθυσμού του πλανήτη μεταξύ των ετών 1950 και 2050 (πρόβλεψη) φαίνεται η αυξανόμενη συμμετοχή της Αφρικής στον παγκόσμιο πληθυσμό και η αντίστοιχη λόγω γήρανσης - αποδυνάμωση της πληθυσμιακής συμμετοχής της Ευρώπης στον παγκόσμιο πληθυσμό. 171

172 ΑΦΡΙΚΗ 8,84 21,74 ΑΣΙΑ 55,64 57,29 ΕΥΡΩΠΗ 21,62 7,23 Λ. ΑΜΕΡΙΚΗ 6,61 8,37 Β. ΑΜΕΡΙΚΗ 6,77 4,84 ΩΚΕΑΝΙΑ 0,51 0, ΑΦΡΙΚΗ ΑΣΙΑ ΕΥΡΩΠΗ Λ. ΑΜΕΡΙΚΗ Β. ΑΜΕΡΙΚΗ ΩΚΕΑΝΙΑ 2050 ΑΦΡΙΚΗ ΑΣΙΑ ΕΥΡΩΠΗ Λ. ΑΜΕΡΙΚΗ Β. ΑΜΕΡΙΚΗ ΩΚΕΑΝΙΑ 172

173 3.β. Πληθυσμιακές μετακινήσεις μετανάστευση Οι μεταναστεύσεις των ανθρώπων είναι τόσο παλιές όσο και ο κόσμος. Ο κόσμος μας εποικίστηκε μετά από διαδοχικές μεταναστεύσεις. Η μετανάστευση, για τους προϊστορικούς ανθρώπους, ήταν ο μοναδικός τρόπος να επιβιώσουν στην κλιματική ποικιλότητα του περιβάλλοντος. Μετανάστευση είναι η μόνιμη ή προσωρινή μεταβολή του τόπου εγκατάστασης (δεν περιλαμβάνει την τουριστική μετακίνηση ούτε την μετακίνηση εργαζομένων). Η μετανάστευση δεν είναι απλά ένα οικονομικό φαινόμενο, ούτε πρόκειται για μεμονωμένο περιφερειακό ή εθνικό φαινόμενο. Οι άνθρωποι επιδιώκουν να προσδιορίσουν την παρουσία τους στο χώρο τον οποίο προσπαθούν να γνωρίσουν, να κατακτήσουν, να διαχειριστούν, είτε πρόκειται για το χώρο του χωριού, του κράτους, του διακρατικού, περιφερειακού, διασυνοριακού, διεθνούς, παγκοσμιοποιημένου χώρου. Η μετανάστευση «αλλάζει» σταδιακά από το Μεσαίωνα. Ο μετανάστης είναι υπήκοος άλλου Ηγεμόνα και κατά συνέπεια είναι ξένος. Την εποχή αυτή η μετανάστευση είναι ακόμα ποσοτικά περιορισμένη. Οι διάφοροι ηγεμόνες χρειάζονται κάποιες φορές αλλοδαπούς εξειδικευμένους τεχνίτες. Η μετανάστευση αυτών των τεχνητών αποτελεί συνεπώς το αποτέλεσμα πολιτικής απόφασης. Οι μεταναστευτικές ροές θα αυξηθούν σταδιακά με την Βιομηχανική Επανάσταση (και την επέκταση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής) και τις αναγκαίες προσαρμογές που αυτή θα επιβάλει στην παγκόσμια αγορά εργασίας. Σχέση μεταξύ παγκόσμιου αριθμού μεταναστών και παγκόσμιου πληθυσμού. Αριθμός μεταναστών Παγκόσμιος (σε εκατομμύρια) πληθυσμός (σε % μετανάστες προς παγκόσμιο πληθυσμό δις) ,337 2, ,279 3, ,842 3,14 173

174 Βασικές έννοιες Καθαρή μετανάστευση : Αλγεβρικό άθροισμα της μετανάστευσης προς και της μετανάστευσης από μια περιοχή. Φαινόμενη μετανάστευση : Διαφορά καθαρής και φυσικής μεταβολής πληθυσμού. Π.χ. Ένας οικισμός το 1970 είχε πληθυσμό κατοίκους και το 1980 είχε κατοίκους. Έστω ότι στο διάστημα αυτό η φυσική μεταβολή ήταν 500 άτομα (700 γεννήσεις 200 θάνατοι). Η φαινόμενη μετανάστευση είναι : = = άτομα. Κίνητρα μετανάστευσης : μη προσφορά εργασίας, χαμηλές αποδοχές, χαμηλή σύνταξη, φυσικές καταστροφές, γάμος, φοίτηση κτλ. Παράγοντες έλξης : Προσφορά εργασίας, πρόσκληση συγγενών κτλ. Εσωτερική μετανάστευση : Από το χωριό στην πόλη. Διακρίνεται σε εποχιακή (τουριστική περίοδος, εποχιακές αγροτικές δουλειές), περιοδική, καθημερινή (π.χ. καθημερινή μετακίνηση Γάλλων από το Annecy στη Γενεύη για δουλειά). Εξωτερική μετανάστευση : Από μια χώρα σε μια άλλη. Ηπειρωτική μετανάστευση : Από την Ελλάδα στην Αγγλία. Υπερπόντια μετανάστευση : Από την Ελλάδα στην Αυστραλία. Μετανάστης : Αν και δεν υπάρχει επίσημος νομικός ορισμός για τον διεθνή μετανάστη, η πλειονότητα των ειδικών συμφωνεί ότι διεθνής μετανάστης είναι όποιος αλλάζει τον τόπο συνήθους κατοικίας του/της, ανεξαρτήτως του λόγου μετανάστευσης ή του νομικού καθεστώτος. Γενικά, υπάρχει διάκριση μεταξύ μικρής διάρκειας ή προσωρινής μετανάστευσης, που περιλαμβάνει μετακινήσεις διάρκειας μεταξύ 3 και 12 μηνών, και μακράς διάρκειας ή μόνιμης μετανάστευσης, που έχει να κάνει με την αλλαγή της χώρας κατοικίας για διάρκεια ενός χρόνου και άνω. Πρόσφυγας : Αν και συχνά χρησιμοποιούνται αδιακρίτως, υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στους όρους «πρόσφυγας» και «μετανάστης»: Πρόσφυγες είναι τα άτομα που βρίσκονται εκτός της χώρας καταγωγής τους εξαιτίας του φόβου διώξεων, διαμαχών, γενικευμένης βίας, ή άλλων καταστάσεων που έχουν διαταράξει σοβαρά την έννομη τάξη και, ως αποτέλεσμα, δικαιούνται διεθνούς προστασίας. Ο ορισμός του πρόσφυγα δίνεται στη Σύμβαση του 1951 και στα περιφερειακά μέσα για τους 174

175 πρόσφυγες, καθώς και στο καταστατικό της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Μερικές ενδεικτικές θεωρίες για την μετανάστευση. Νεοκλασική θεωρία για την μετανάστευση Για τους νεοκλασικούς που πιστεύουν ότι η οικονομική δραστηριότητα έχει σαν στόχο την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των εθνών, οι μεταναστευτικές ροές είναι το αποτέλεσμα της ανισορροπίας. Οι εργαζόμενοι από τις φτωχές χώρες προσελκύονται από τις πλούσιες χώρες και τις ευκαιρίες που, αυτές οι τελευταίες, δίνουν για δουλειά. Η χώρα καταγωγής του μετανάστη θα ωφεληθεί από τα εμβάσματα που θα στέλνει και από το γεγονός ότι αυτός ο μετανάστης θα έχει εκπαιδευτεί ανέξοδα για τη χώρα του. Για τους νεοκλασικούς ο μετανάστης εργαζόμενος θα ξαναγυρίσει κάποια στιγμή στη χώρα του (πλουσιότερος και εκπαιδευμένος) ενισχύοντας την ισορροπία μεταξύ των εθνών. Το ζητούμενο είναι ότι κανένας δεν είναι βέβαιος και το πότε και αν θα επιστρέψει ο μετανάστης στην χώρα καταγωγής του. Κριτική της νεοκλασικής θεωρίας με παράδειγμα : Η μετανάστευση από το Μεξικό προς τις ΗΠΑ έχει πάνω από έναν αιώνα ζωής. Οι ροές αυτές δεν έπαψαν να ενισχύονται παρά τα εμβάσματα των μεταναστών και παρά τις σημαντικές επενδύσεις των ΗΠΑ στο Μεξικό. Θεωρία της κυρίαρχης οικονομίας Στις δεκαετίες από το 1950 ως και το 1970, οι μεσογειακές χώρες της νότιας Ευρώπης (Πορτογαλία και η Ελλάδα), αλλά και αυτές της Βόρειας Αφρικής 175

176 (Αλγερία, Τυνησία, Μαρόκο) εφοδίαζαν τη Γαλλία με εργατικό δυναμικό. Αυτό γινόταν στο πλαίσιο της «κυρίαρχης οικονομίας» που μπορούσε να επιβάλει τα συμφέροντά της στις χώρες προέλευσης των μεταναστών. Η θεωρία αυτή συχνά συνδεόταν κατά την εποχή της αποικιοκρατίας - με το φαινόμενο των διασταυρούμενων ροών (cross migration phenomenon), όταν εξειδικευμένο προσωπικό εγκατέλειπε την ισχυρή οικονομικά χώρα και αντίστοιχα ροές προλετάριων μεταναστών κατευθύνονταν προς την κυρίαρχη χώρα. Στην εποχή μας μέρος των υψηλά εξειδικευμένων στελεχών από τις φτωχές χώρες μετακινούνται προς τις πλούσιες χώρες, πάντα στο πλαίσιο της έμμεσης (και όχι αποικιοκρατικής με την στενή έννοια του όρου) κυριαρχίας των πλούσιων και ισχυρών έναντι των φτωχών και αδυνάτων χωρών. Το 1974, οι αλλοδαποί αποτελούσαν το 7,3% του ενεργού πληθυσμού. 65% από αυτούς απασχολούνταν ως εργάτες, τις περισσότερες φορές ως ανειδίκευτοι (σε εργοστάσια και στην οικοδομή). Θεωρία του δυισμού της αγοράς εργασίας Καθώς το ντόπιο εργατικό δυναμικό απαιτεί υψηλές αμοιβές, τα κράτη εισάγουν εργατικό δυναμικό με σκοπό την συγκράτηση των αμοιβών της εργασίας. Ως τη δεκαετία του 1970 οι κυβερνήσεις κατέφευγαν πολύ συχνά σε τέτοιου είδους πολιτικές. Οι συνέπειες τέτοιων πολιτικών ήταν η μείωση του εργατικού κόστους για τις επιχειρήσεις που είχε επίσης ως παράλληλη συνέπεια τη μείωση του κόστους ζωής των γηγενών. Σταδιακά οι αλλοδαποί εργάτες στράφηκαν εξ ανάγκης, αφού οι περισσότεροι ήταν ανειδίκευτοι, στις πιο βαριές και λιγότερο καλά αμειβόμενες εργασίες. 176

177 Θεωρία της σωρευτικής αιτιώδους συνάφειας Αναλύει τη διαδικασία που εφαρμόζεται στις σχέσεις μεταξύ περιοχών άνισα ανεπτυγμένων καταλήγοντας αντίθετα με τη νεοκλασική προσέγγιση στην ιδέα ότι η μετανάστευση δεν αποτελεί παράγοντα εξισορρόπησης του συστήματος. Η μετανάστευση στερεί από τις φτωχές χώρες του νότου το πιο μορφωμένοι, ικανό και δημιουργικό κομμάτι τους. Έτσι, οι ροές εργασίας από τις λιγότερο προς τις περισσότερο ανεπτυγμένες οικονομίες, οξύνουν εντέλει τα περιφερειακά προβλήματα. Συμπερασματικά η κινητικότητα των συντελεστών αποτελεί αποσταθεροποιητικό στοιχείο, κατευθύνοντας τους πόρους στις πιο προηγμένες τεχνολογικά περιοχές. Η διαδικασία αυτή, λειτουργεί σωρευτικά αυξάνοντας τις ανισότητες. Οι πλούσιες χώρες (περιοχές) γίνονται πλουσιότερες και οι φτωχές χώρες (ζώνες) γίνονται όλο και φτωχότερες. Μαρξιστική προσέγγιση της μετανάστευσης Οι μαρξιστικές προσεγγίσεις εξηγούν το φαινόμενο της μετανάστευσης με τις επιδράσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των τρόπων παραγωγής που προηγήθηκαν. Στην μαρξιστική ανάλυση υπεισέρχονται έννοιες όπως η ιδιοκτησία, η συσσώρευση, η αστικοποίηση, η υπερπαραγωγή, η προλεταριοποίηση, η εκβιομηχάνιση, ο ιμπεριαλισμός κτλ. Ο Μαρξ έζησε και περιέγραψε τις ανισότιμες σχέσεις μεταξύ Αγγλίας και Ιρλανδίας που ανάγκασαν τους Ιρλανδούς να μεταναστέψουν μαζικά ως προλεταριακό εργατικό δυναμικό στην Βόρεια Αμερική. Ο Μαρξ συμπέραινε ότι ο αγγλικός καπιταλισμός ποτέ δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί τόσο γρήγορα χωρίς την αδίστακτη εκμετάλλευση (απαράδεκτες συνθήκες εργασίας και χαμηλή αμοιβή) του αποθέματος εργατικού δυναμικού που άντλησε μεταξύ των Ιρλανδών. Θεσμική διάσταση της μετανάστευσης Αναφερόμαστε στους κανόνες διεθνούς δικαίου, αναφορικά με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις διεθνείς συμβάσεις για την προάσπιση των δικαιωμάτων των αλλοδαπών μεταναστών και των οικογενειών τους, και τέλος τις εκάστοτε διμερείς ή πολυμερείς συμβάσεις στο πλαίσιο της ανταλλαγής εργατικού δυναμικού ανάμεσα στις διάφορες χώρες. 177

178 Θεωρία των μεταναστευτικών καναλιών και των μεταναστευτικών δικτύων Μερικοί συγγραφείς κάνουν την εννοιολογική διάκριση μεταξύ μεταναστευτικών καναλιών και μεταναστευτικών δικτύων. Τα μεταναστευτικά κανάλια σχετίζονται με την ανταλλαγή πληροφοριών και την αλληλοϋποστήριξη που προσφέρουν τα μέλη της οικογένειας, οι φίλοι ή οι γείτονες στους εν δυνάμει μετανάστες προκειμένου να τους δώσουν κίνητρα ή να κάνουν βιώσιμη την απόφαση να μεταναστεύσουν. Τα μεταναστευτικά κανάλια διευκολύνουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, την αποδημία, την άφιξη στον τόπο υποδοχής και την εγκατάσταση του νέου μετανάστη. Το σύνολο των καναλιών αποτελούν τα μετανάστευση δίκτυα, μια ευρύτερη δηλαδή δομή με τη δική της δυναμική. Τα δίκτυα είναι ένα σύνολο διαπροσωπικών δεσμών που συνδέουν τους εν δυνάμει μετανάστες (άνδρες και γυναίκες) με τον τόπο καταγωγής και τον τόπο υποδοχής. Τα δίκτυα αποτελούν μιας μορφής κοινωνικό κεφάλαιο που σκοπό έχει να μειώσει το μεταναστευτικό κόστος, να περιορίσει το ρίσκο και να αυξήσει την επιτυχημένη μεταναστευτική πορεία στη χώρα αποδημίας. Μετανάστευση και διασπορά Ο όρος «διασπορά» προέρχεται από το ρήμα σπείρω. Περιγράφει τους πληθυσμούς που ζουν μακριά από την πατρίδα τους αλλά διατηρούν σχέσεις συναισθηματικές, πολιτισμικές, οικονομικές και πολιτικές. Οι διασπορές λειτουργούν ως υπερεθνικά δίκτυα σε παγκόσμια κλίμακα. Σήμερα, στον κόσμο, οι δυο πιο ονομαστές διασπορές η κινεζική και η 178

179 ινδική χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα ισχυρά υπερεθνικά δίκτυα μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων: Η κινεζική διασπορά εκτιμάται μεταξύ 30 και 50 εκατομμυρίων ατόμων, ενώ η ινδική διασπορά εκτιμάται σε πάνω από 5 εκατομμύρια. Αυτές οι διασπορές είναι παρούσες σε περισσότερες ηπείρους και τροφοδοτούνται μέσω οικονομικών δικτύων και μεταφορά κεφαλαίων που ευνοούν την μόνιμη και διαρκή μετακίνηση των μελών τους. Η λιβανέζικη διασπορά αποτελεί μια ειδική περίπτωση καθώς ο αριθμός των Λιβανέζων της αλλοδαπής υπερβαίνει τον αριθμό των κατοίκων του Λιβάνου. Εκτιμάται ότι οι Λιβανέζοι της διασποράς είναι διπλάσιοι (12,3 εκατομμύρια το 2008, δείτε από τους κατοίκους του Λιβάνου που είναι περίπου 6,2 εκατομμύρια (δείτε ). 179

180 Οι διασπορές στην ευρωπαϊκή κλίμακα. Στην Ευρώπη αναδύονται δυο κυρίως διασπορές, η τουρκική που εκτιμάται σε πάνω από 4 εκατομμύρια άτομα (κυρίως στη Γερμανία και την Αυστρία, αλλά και στη Γαλλία, το Βέλγιο και τις Σκανδιναβικές χώρες) και η μαροκινή (στη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο). Αποτελούν κυρίως το αποτέλεσμα οικονομικών μεταναστεύσεων και διατηρούν δίκτυα οικονομικά, πολιτικά, θρησκευτικά, οικογενειακά στο εσωτερικό ακόμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν μια εθνότητα εγκαθίστανται σε μια μόνο χώρα, τότε δεν μιλάμε για διασπορά. Τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι Αλγερινοί στη Γαλλία που ξεπερνούν σε ποσοστό το 90% των Αλγερινών που ζουν στην Ευρώπη. Παρατηρούμε ακολούθως τη σχέση πληθυσμιακής μεταβολής στην ΕΕ των 25 και την αντίστοιχη καθαρή μετανάστευση. Η φυσική πληθυσμιακή μεταβολή στην Ευρώπη βαίνει μειούμενη με τον ευρωπαϊκό πληθυσμό να αντισταθμίζεται από την εισροή μεταναστών στο ευρωπαϊκό έδαφος. 180

181 3.γ. Φυσικοί πόροι και ανθρώπινη παρέμβαση στο περιβάλλον. Η ανάπτυξη (κυρίως με την έννοια της οικονομικής μεγέθυνσης) παρουσιάζει μια εγγενή αντίφαση με την προστασία του περιβάλλοντος. Ο άνθρωπος με τις δραστηριότητές του επεμβαίνει στο περιβάλλον, άλλοτε ήπια (παραδοσιακή γεωργία) και άλλοτε εντατικά (βιομηχανία). Η αντιμετώπιση των προβλημάτων που γεννά η ανάπτυξη στο φυσικό περιβάλλον πέρασε από τρία διακριτά στάδια : Πρώτο στάδιο: Προτεραιότητα αποτελεί η ανάπτυξη και δεν υπάρχει ενδιαφέρον για το περιβάλλον. Δεύτερο στάδιο: Συνειδητοποιήθηκε πως η αλόγιστη ανάπτυξη εξαντλεί τους φυσικούς πόρους και σε κάποιες περιπτώσεις προκαλεί οικολογική καταστροφή και αρνητικές συνέπειες στην υγεία των ανθρώπων. Τρίτο στάδιο: Φαίνεται να κυριαρχεί η λογική ότι η ανάπτυξη δεν πρέπει να υποσκάπτει τις δυνατότητες ανάπτυξης των επόμενων γενεών. Γεννιέται η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης ή αειφόρος ανάπτυξη (sustainable development) Στη Διεθνή Συνδιάσκεψη του Ρίο, το 1992, διατυπώθηκαν για πρώτη φορά και επίσημα οι αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Βιώσιμη Ανάπτυξη ορίστηκε η ανάπτυξη που παρέχει μακροπρόθεσμα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη φροντίζοντας τις ανάγκες της παρούσας και των μελλοντικών γενεών. Ο όρος αειφόρος ανάπτυξη χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά μερικά μόλις χρόνια πριν από επιστήμονες που υπήρξαν πρωτοπόροι στη γεωργική οικολογία. Ένα αειφόρο σύστημα είναι εκείνο που επιζεί και διαιωνίζεται, χωρίς να εξαντλεί τους πόρους που χρησιμοποιεί. περιλαμβανομένου και του ανθρώπου. Μία αειφόρος συνετή κοινωνία ρυθμίζει έτσι την οικονομία της, ώστε να μην υπερβαίνει τις δυνατότητες που έχει ο 181

182 Φυσικοί πόροι ονομάζονται τα υλικά ή αντικείμενα που έχουν αξία για τον άνθρωπο. Οι πόροι δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένοι στο χώρο. Άλλες χώρες έχουν επάρκεια πόρων και άλλες έλλειψή τους. Η ανεπάρκεια πόρων δυσκολεύει την ανάπτυξη. Αυθεντικές και άφθαρτες δυνάμεις του εδάφους που χρησιμεύουν στη γεωργική και δασική παραγωγή. Εξαγώγιμες από το έδαφος φυσικές ύλες (ορυκτά, πετρέλαιο). Μορφολογία του εδάφους που επηρεάζει εγκατάσταση δραστηριοτήτων, μεταφορές, συγκοινωνίες. Οι τρεις ομάδες πόρων είναι οι ακόλουθες : Ρέοντες πόροι (νερό, δάση, άγρια ζωή), Αποθεματικοί πόροι (ανανεώσιμα ορυκτά 17 ) Συνεχείς πόροι (ηλιακή ενέργεια, παλιρροϊκή ενέργεια, θελκτικά τοπία) Η κατάταξη ενός υλικού πόρου ως προς τη σημασία του για τον άνθρωπο δεν είναι στατική αλλά δυναμική όπως η ίδια η κοινωνία. Στη λίθινη εποχή οι πυρίτες χρησίμευαν στην κατασκευή τσεκουριών για το κυνήγι. Όταν μπήκε ο χαλκός και ο σίδηρος στη ζωή των ανθρώπων, το πυρίτιο έχασε τη σημασία του. Η νεολιθική επανάσταση έδωσε στη γη πρωτεύουσα σημασία ως συντελεστή παραγωγής (η γη έγινε πόρος με αξία για τον άνθρωπο). Η βιομηχανική επανάσταση έφερε στο προσκήνιο τα υδάτινα ρεύματα, τον άνθρακα. Αργότερα ήρθε το πετρέλαιο, η πυρηνική και υδροηλεκτρική ενέργεια. Σήμερα, το κόστος στον τελικό καταναλωτή συντελεί στο χαρακτηρισμό ενός υλικού ως πόρου ή όχι. Αν ένα σχετικά φτωχό θρυμματισμένο μετάλλευμα χαλκού αξιολογείται ως πόρος ή όχι, εξαρτάται από την τιμή του χαλκού στη διεθνή αγορά. πλανήτης για να απορροφά τις ζημιές που προκαλούνται στο περιβάλλον, να ξαναδημιουργεί τους πόρους του και να υποστηρίζει τη ζωή για χιλιάδες χρόνια. 17 Για την ανανέωσή τους απαιτείται μια γεωλογική χρονική περίοδος (μερικά εκατομμύρια χρόνια). 182

183 Η σημασία των πόρων δεν μετριέται πάντα με οικονομικούς όρους. Περιοχές χωρίς ρύπανση, ο καθαρός αέρας, άγριοι τόποι κτλ., δύσκολα μπορούν να διατιμηθούν. Εντούτοις οι πόροι έχουν τιμή έστω και με έμμεσο τρόπο. Οι περιοχές κατοικίας κοντά σε πράσινο, σε πάρκα κτλ., για παράδειγμα, είναι ακριβότερες από άλλες που βρίσκονται σε περιοχές με αυξημένους ατμοσφαιρικούς ρύπους. Η ποιότητα και η ποσότητα των φυσικών πόρων επηρεάζεται από την ανθρώπινη συμπεριφορά. Για παράδειγμα τα λιπάσματα προάγουν την παραγωγικότητα του εδάφους. Από την άλλη πλευρά όμως η υπερβολική χρήση ή η κακή διαχείριση ή η ρύπανση μπορεί να μειώσει την ποσότητα και την ποιότητα των φυσικών πόρων. Βασικές σχολές μελετητών σχετικά με τους αποθεματικούς πόρους 1 η σχολή : κύριος εκπρόσωπος το Club of Rome που δημιουργήθηκε από επιφανείς βιομηχάνους και επιστήμονες από όλες τις αναπτυγμένες χώρες. Η σχολή αυτή υποστηρίζει την απαισιόδοξη άποψη ότι με δεδομένη την αύξηση του πληθυσμού της γης και της ζήτησης, η συνεχόμενη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων θα οδηγήσει σε παράλογα επίπεδα ρύπανσης και δε θα αφήσει αρκετούς πόρους ώστε να μπορούν να στηρίξουν επίπεδα διαβίωσης ανάλογα με αυτά που χαρακτηρίζουν τον αναπτυγμένο κόσμο. 2 η σχολή : υποστηρίζει ότι οι ενδεχόμενες ελλείψεις θα οδηγήσουν σε αυξήσεις των τιμών, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα πιέσουν ώστε να γίνουν έρευνες για νέα κοιτάσματα και τεχνολογικές αλλαγές. Ενδεικτικά παραδείγματα άνισης πρόσβασης σε πόρους Οι ποσότητες νερού που υπάρχουν στον πλανήτη είναι τεράστιες. Το 71% της επιφάνειας της γης καλύπτεται από νερό. Όμως μόλις το 0,009% των συνολικών υδάτινων αποθεμάτων βρίσκεται με τη μορφή γλυκού νερού. Στο χάρτη βλέπουμε το ποσοστό των κατοίκων του πλανήτη με πρόσβαση σε καθαρό νερό. Η έλλειψη νερού γίνεται συχνά αντικείμενο τριβών μεταξύ κρατών και μπορεί να οδηγήσει και σε συγκρούσεις. Η Τουρκία για 183

184 παράδειγμα ελέγχοντας το φράγμα Ατατούρκ 18 μπορεί να στερήσει τη Συρία και το Ιράκ από το πολύτιμο νερό του Ευφράτη. Οι χώρες της υποσαχάρια Αφρικής έχουν πολύ χαμηλή πρόσβαση σε καθαρό και πόσιμο νερό. Στους χάρτες που ακολουθούν βλέπουμε τα αποθέματα πετρελαίου ανά ήπειρο, τα αντίστοιχα φυσικού αερίου και ουρανίου. Τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου βρίσκονται στη μέση Ανατολή (Σ. Αραβία, Κουβέιτ, Ιράκ). Τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου βρίσκονται στη Ρωσία και τη Βόρεια Αμερική. Τα μεγαλύτερα αποθέματα ουρανίου βρίσκονται στον Καναδά, την Αυστραλία και την Κεντρική Ασία. 18 Η κατασκευή του φράγματος άρχισε τη δεκαετία του 70' ανάντη του ποταμού Ευφράτη σε Τουρκικό έδαφος και εγκαινιάστηκε επίσημα το Είναι ένα από τα μεγαλύτερα σε μέγεθος φράγματα στον κόσμο που χρηματοδοτήθηκε από τον τουρκικό προϋπολογισμό για την "ανάπτυξη" της περιοχής. Με την κατασκευή του φράγματος η Τουρκία απέκτησε σχεδόν το πλήρη έλεγχο της μεγαλύτερης ποσότητας των υδάτων των πηγών του ποταμού, "αξιοποιώντας" τα για αγροτική και υδροηλεκτρική χρήση. 184

185 185

186 Τεράστια είναι τα γεωπολιτικά συμφέροντα που συνδέονται με τη μεταφορά του φυσικού αερίου και του πετρελαίου. Στο χάρτη που ακολουθεί βλέπουμε την κατανομή των θέσεων όπου υπάρχουν αποθέματα φυσικού αερίου και των δικτύων μεταφοράς τους προς τους τόπους κατανάλωσης. 186

187 Στο χάρτη που ακολουθεί βλέπουμε τη γεωγραφική κατανομή των βασικών αιτίων της έλλειψης τροφίμων (ξηρασία, πλημμύρες και θύελλες, πόλεμοι και εμφύλιες διαμάχες, σεισμοί, βαρείς χειμώνες). Ο ρυθμός επέκτασης της παγκόσμιας οικονομίας μέσω του εμπορίου επιταχύνθηκε δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες. Η ένταση του εμπορίου, δηλαδή ο λόγος του συνολικού εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών στο συνολικό ΑΕΠ, αυξήθηκε από λιγότερο από 30% περίπου 30 χρόνια πριν σε σχεδόν 50% σήμερα. Αυτή η τάση είναι ακόμη πιο έντονη για το εμπόριο γεωργικών προϊόντων, το οποίο έχει αυξηθεί από περίπου 60% σε πάνω από 100% την ίδια περίοδο. Στον επόμενο χάρτη βλέπουμε τα ενδοπεριφερειακά και διαπεριφερειακά εμπορικά δίκτυα διακίνησης αγροτικών προϊόντων παγκοσμίως. Το πλάτος των ροών δείχνει το μέγεθος των εμπορικών σχέσεων αγροτικών προϊόντων μεταξύ των ηπείρων. 187

188 Εμπόριο αγροτικών προϊόντων Σημαντικές αλλαγές στη γεωγραφική δομή του γεωργικού εμπορίου έχουν καταγραφεί κατά τη διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων δεκαετιών. Στις αρχές του 21 ου αιώνα, ένας κάτοικος του πλανήτη στους 6, εξαρτιόταν από το διεθνές εμπόριο για την διατροφική του κάλυψη. Αυτή η αναλογία προβλέπεται να φτάσει το 50% ως το 2050, καθώς οι αποκλίσεις μεταξύ των χωρών στις οποίες η παραγωγή των αγροτικών προϊόντων μπορούν να αυξηθούν και αυτών που έφτασαν στα όρια των παραγωγικών τους δυνατοτήτων και στις οποίες οι ανάγκες για εισαγωγές εκρήγνυνται εξαιτίας της δημογραφικής αύξησης, της αστικοποίησης και των αλλαγών που 188

189 επέρχονται στον τρόπο ζωής τους. Σημαντικός είναι ο αριθμός των χωρών που καλούνται να αγοράζουν εξ ανάγκης μεγάλες ποσότητες τροφής στις διεθνείς αγορές. Οι εισαγωγές αυτές συμπληρώνουν την εθνική τους παραγωγή για να καλυφθεί η εγχώρια ζήτηση. Μεταξύ 1990 και 2005, το παγκόσμιο εμπόριο αγροτικών προϊόντων διπλασιάστηκε τόσο σε επίπεδο ποσοτήτων όσο και αξίας. Ένα ολοένα και πιο σημαντικό μέρος των παγκόσμιων γεωργικών εξαγωγών προέρχεται από ανεπτυγμένες χώρες. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της επέκτασης οφείλεται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Tο μερίδιό τους στις συνολικές γεωργικές εξαγωγές αυξήθηκε από λίγο παραπάνω από 20% στις αρχές της δεκαετίας του 1960 σε πάνω από 40% σήμερα. Η αύξηση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, το οποίο αντιπροσωπεύει περίπου το 30% του παγκόσμιου γεωργικού εμπορίου. Αντίθετα, κατά τα τελευταία 40 χρόνια, το μερίδιο των αναπτυσσόμενων χωρών στις παγκόσμιες εξαγωγές γεωργικών προϊόντων μειώθηκε από περίπου 40% σε περίπου 25% στις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν αυξηθεί σε περίπου 30%. σήμερα). Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη σταθερή άνοδο του μεριδίου των αναπτυσσόμενων χωρών στις συνολικές εξαγωγές εμπορευμάτων. Κατά την ίδια περίοδο, το μερίδιο των παγκόσμιων γεωργικών εισαγωγών που αγοράστηκαν από τις αναπτυσσόμενες χώρες αυξήθηκε από λιγότερο από 20% σε περίπου 30%. Ο ρόλος του εμπορίου γεωργικών προϊόντων στο συνολικό εμπόριο έχει εξελιχθεί τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, οι αναπτυσσόμενες χώρες παρουσίασαν σημαντική μείωση των γεωργικών εξαγωγών τους στις συνολικές τους εξαγωγές εμπορευμάτων, καθώς και μικρότερη πτώση του μεριδίου των γεωργικών προϊόντων στις συνολικές εισαγωγές τους. Κατά την περίοδο αυτή, οι αναπτυγμένες χώρες παρουσίασαν βραδύτερη μείωση του μεριδίου τους στις εξαγωγές και τις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων. Σήμερα, το εμπόριο γεωργικών προϊόντων είναι περισσότερο ή λιγότερο ισορροπημένο, τόσο για τις αναπτυγμένες όσο και για τις αναπτυσσόμενες χώρες, και αντιπροσωπεύει περίπου το 10% των συνολικών εισαγωγών και εξαγωγών εμπορευμάτων. Τόσο οι ανεπτυγμένες όσο και οι αναπτυσσόμενες χώρες κατέγραψαν αυξανόμενη ένταξη των γεωργικών τους τομέων στις παγκόσμιες αγορές, 189

190 όπως αντικατοπτρίζεται στην αναλογία του γεωργικού εμπορίου (εξαγωγές και εισαγωγές) σε γεωργικό ΑΕΠ (Διάγραμμα 7). Η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη για τις ανεπτυγμένες χώρες, λόγω του πολύ υψηλού επιπέδου εμπορίου γεωργικών προϊόντων, ιδίως μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Όπως φαίνεται στο διάγραμμα 8, ο ρόλος του εμπορίου γεωργικών προϊόντων ποικίλλει μεταξύ των διαφόρων αναπτυσσόμενων περιοχών. Μόνο η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική διατηρούσαν ισχυρή θέση ως καθαρός εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν μεγάλο μερίδιο των συνολικών εξαγωγών εμπορευμάτων στην περιοχή, αν και το μερίδιο αυτό έχει μειωθεί περίπου κατά το ήμισυ τα τελευταία 40 χρόνια. 190

191 Στην υποσαχάρια Αφρική, το μερίδιο της γεωργίας στις εξαγωγές της περιοχής ήταν ακόμη πιο έντονο, μειώνοντας από πάνω από 60% πριν από 40 χρόνια σε σχεδόν 20% σήμερα. Η περιοχή παραμένει καθαρός εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων, αλλά οι γεωργικές εισαγωγές και οι εξαγωγές πλησιάζουν περισσότερο στην ισορροπία από ό, τι στην περίπτωση της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής. Για την Ασία και τον Ειρηνικό, τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων αντιπροσωπεύουν 191

192 σήμερα λιγότερο από το 10% των συνολικών εξαγωγών ή εισαγωγών. Η περιοχή της Εγγύς Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής είχε μεγάλο εμπορικό έλλειμμα από το 1973, λόγω της ταχείας αύξησης των εισαγωγών μετά την άνοδο των τιμών του πετρελαίου. Έκτοτε, οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων ήταν στην καλύτερη περίπτωση λίγο πάνω από το 5% των συνολικών εξαγωγών εμπορευμάτων, ενώ οι γεωργικές εισαγωγές αντιπροσωπεύουν πλέον το 15-20% των συνολικών εισαγωγών εμπορευμάτων. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά φαινόμενα, όπως φαίνεται στο διάγραμμα 8, είναι η σταδιακή περιθωριοποίηση της υποσαχάριας Αφρικής στη διεθνή αγορά γεωργικών εξαγωγών. Το μερίδιο της περιοχής στις παγκόσμιες εξαγωγές γεωργικών προϊόντων μειώθηκε σταδιακά από περίπου 10% πριν από 40 χρόνια σε περίπου 3% σήμερα. Όσον αφορά τις εισαγωγές, υπάρχει μια αντίθετη τάση: όλες οι αναπτυσσόμενες περιοχές σημείωσαν αύξηση του μεριδίου τους στις παγκόσμιες εισαγωγές γεωργικών προϊόντων, με την υποσαχάρια Αφρική να είναι η μόνη εξαίρεση. Οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες αποτελούν ειδική περίπτωση για τις μακροπρόθεσμες τάσεις του παγκόσμιου εμπορίου γεωργικών προϊόντων. Οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων σε αυτήν την ομάδα χωρών μειώθηκαν σημαντικά σε σχέση με τις συνολικές εξαγωγές τους, ενώ οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων αποτέλεσαν σταθερά περίπου το 25% των συνολικών εισαγωγών τους (βλ. διάγραμμα 10). Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίες ήταν καθαροί εξαγωγείς γεωργικών προϊόντων, έχουν γίνει καθαροί εισαγωγείς αυτών των προϊόντων και το εμπορικό τους έλλειμμα αυξήθηκε με ταχείς ρυθμούς από τα τέλη της δεκαετίας του Επιπλέον, ο βαθμός ολοκλήρωσης του γεωργικού τομέα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών στις παγκόσμιες αγορές είναι ιδιαίτερα χαμηλός σε σύγκριση με τις αναπτυσσόμενες χώρες στο σύνολό τους (διάγραμμα 11 και 7). Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, το γεωργικό εμπόριο αυτών των χωρών (εξαγωγές και εισαγωγές) αντιπροσώπευε λίγο περισσότερο από το 20% του γεωργικού ΑΕγχΠ τους, περίπου την ίδια αναλογία με εκείνη των αναπτυσσόμενων χωρών. Έκτοτε, ωστόσο, ο δείκτης αυτός αυξήθηκε σε μικρό μόνο βαθμό για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, ήτοι περίπου 30%, ενώ για τις αναπτυσσόμενες χώρες έφθασε το 50% περίπου. υπό ανάπτυξη ως σύνολο. 192

193 Το εμπόριο μεταξύ των χωρών της ΕΕ διαδραματίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, καθώς πάνω από το 70% των εξαγωγών αυτών των χωρών μεταφέρονται σε άλλες χώρες της ΕΕ και πάνω από το 60% των εισαγωγών τους στην ΕΕ. έρχονται. Το εμπόριο γεωργικών προϊόντων μεταξύ των χωρών της ΕΕ αντιπροσωπεύει το 30% του συνολικού παγκόσμιου γεωργικού εμπορίου. Το εμπόριο μεταξύ Καναδά και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αν και μικρότερο σε απόλυτους και σχετικούς όρους σε σχέση με το ενδοκοινοτικό εμπόριο, έχει επεκταθεί από το 1980, αντανακλώντας την αυξανόμενη επιρροή της Συμφωνίας Ελευθέρων Συναλλαγών. 193

194 Από την άλλη πλευρά, παρά την επέκταση του γεωργικού εμπορίου μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδίως κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, οι χώρες αυτές εξακολουθούν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις ανεπτυγμένες χώρες, τόσο ως παραλήπτες των γεωργικών τους εξαγωγών όσο και ως προμηθευτές γεωργικών προϊόντων. γεωργικές τους εισαγωγές. Το ποσοστό των γεωργικών εξαγωγών από αναπτυσσόμενες χώρες σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες αυξήθηκε από 31% το 1990 σε 40% το 2002, ενώ το μερίδιο των αναπτυσσόμενων χωρών από άλλες αναπτυσσόμενες χώρες αυξήθηκε. η ανάπτυξη αυξήθηκε από 36% σε 45% κατά την ίδια περίοδο. Η ενίσχυση του εμπορίου μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών από το 1990 είναι μια κοινή τάση για όλες τις περιφέρειες, αντανακλώντας την αύξηση του μεριδίου του γεωργικού εμπορίου σε κάθε περιοχή. Το μερίδιο των μεταποιημένων προϊόντων στο γεωργικό εμπόριο έχει αυξηθεί τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά παραμένει πολύ υψηλότερο στην πρώτη ομάδα (διάγραμμα 12). Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών. Στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, το μερίδιο των μεταποιημένων προϊόντων στο συνολικό γεωργικό εμπόριο είναι σημαντικά μικρότερο από ό, τι στην ομάδα των αναπτυσσόμενων χωρών και μειώνεται σταδιακά. Το μερίδιο των μεταποιημένων προϊόντων στις γεωργικές εξαγωγές των λιγότερο 194

195 αναπτυγμένων χωρών άρχισε να αυξάνεται μόνο κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του Η ταχεία ανάπτυξη του εμπορίου μεταποιημένων γεωργικών προϊόντων οφείλεται λιγότερο στη μεταρρύθμιση των γεωργικών εμπορικών πολιτικών παρά στις βαθιές δημογραφικές και οικονομικές αλλαγές που κλονίζουν τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η αστικοποίηση, η συμμετοχή των γυναικών στην αμειβόμενη αγορά εργασίας και η αύξηση των εισοδημάτων αύξησαν το κόστος ευκαιρίας για την αγορά και την προετοιμασία χύμα τροφίμων και εξήγησαν την αυξανόμενη σημασία των επεξεργασμένων τροφίμων τόσο στις διεθνείς όσο και στις εγχώριες αγορές. Η ανάπτυξη του μεταποιημένου εμπορίου τροφίμων συνδέεται με την ταχεία ανάπτυξη των υπεραγορών στις αναπτυσσόμενες χώρες. Πολλά από τα αναδυόμενα σουπερμάρκετ των αναπτυσσόμενων χωρών ανήκουν σε πολυεθνικές με έδρα την Ευρώπη, την Ιαπωνία και τη Βόρεια Αμερική. Αυτές οι αλυσίδες, οι οποίες σήμερα αντιμετωπίζουν κορεσμένες εγχώριες αγορές και ισχυρό εσωτερικό ανταγωνισμό, προσελκύονται από τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους που μπορούν να επιτευχθούν επενδύοντας στις νέες αυτές αγορές. Η ελευθέρωση των πολιτικών για τις άμεσες ξένες επενδύσεις στον τομέα του λιανικού εμπορίου συνέβαλε στην εξέλιξη αυτή. Οι γεωργοί καλούνται να παράγουν σύμφωνα με τις προδιαγραφές που ζητούν οι υπερεθνικές υπεραγορές. Πρέπει να συμμορφώνονται με αυστηρές απαιτήσεις πιστοποίησης από τα επίσημα πρότυπα για την ασφάλεια των τροφίμων. Οι αλλαγές είναι δυνητικά επωφελείς για τους καταναλωτές μέσω της μεγαλύτερης ποικιλίας, της μειωμένης εποχικής διακύμανσης και των χαμηλότερων τιμών των τροφίμων. Κύρια συμπεράσματα Οι νέες τάσεις στο διεθνές εμπόριο γεωργικών προϊόντων έχουν σημαντικές συνέπειες για τους μικροκαλλιεργητές. Αυτές οι επιπτώσεις αναγνωρίζονται σταδιακά από τους φορείς χάραξης πολιτικής, αλλά οι πολιτικές ταχείας προσαρμογής και των προγραμμάτων σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο είναι απαραίτητη για να αποφευχθεί η περαιτέρω περιθωριοποίηση των ομάδων αυτών. 195

196 Η παγκόσμια οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας, επεκτείνεται μέσω του εμπορίου. Κατά την τελευταία δεκαετία, ο ρυθμός ανάπτυξης του γεωργικού εμπορίου ήταν περίπου 3% ετησίως, περισσότερο από τρεις φορές εκείνος της γεωργικής παραγωγής. Οι αναπτυσσόμενες χώρες εξαρτώνται πολύ λιγότερο από τις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων από ό, τι στο παρελθόν. Οι αναπτυσσόμενες χώρες γίνονται οι καλύτερες αγορές για τις δικές τους πωλήσεις γεωργικών προϊόντων. Οι εξαγωγές μεταποιημένων γεωργικών προϊόντων αυξάνονται ραγδαία, λόγω νέων δημογραφικών, κοινωνικών και οικονομικών τάσεων. Τα σούπερ μάρκετ κερδίζουν την έλξη ως κινητήρια δύναμη στις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες σήμερα είναι πολύ λιγότερο ενσωματωμένες στην παγκόσμια οικονομία από ό, τι οι αναπτυσσόμενες χώρες στο σύνολό τους και αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στους γεωργικούς τομείς τους. Ενώ στις άλλες αναπτυσσόμενες χώρες οι εξαγωγές μεταποιημένων γεωργικών προϊόντων αποκτά μεγαλύτερη σημασία στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, το ποσοστό των εξαγωγών μειώθηκε από περίπου 30 τοις εκατό των συνολικών εξαγωγών γεωργικών προϊόντων στο 60 λιγότερο από το 20 τοις εκατό στη δεκαετία του Πηγή : Διεθνής Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας (FAO). 196

197 Επιδράσεις του ανθρώπου στο περιβάλλον Η ανθρωπότητα για χιλιάδες χρόνια αξιοποιούσε τους πόρους για την επιβίωσή της. Το γεωργικό πλεόνασμα που παραγόταν συνέβαλε στην εμφάνιση των πρώτων πολέμων. Όμως η επίδραση στο περιβάλλον ήταν περιορισμένη. Οι μεγάλη επίδραση στο περιβάλλον ήρθε με τη Βιομηχανική Επανάσταση. Ο άνθρακας έδωσε τεράστια ώθηση στην βιομηχανία αλλά δημιούργησε και οικολογικά προβλήματα. Η επίδραση στο περιβάλλον είναι πολλαπλή. Η εξόρυξη μεταλλευμάτων προκαλεί περιβαλλοντικές μεταβολές. Οι υπόγειες μεταλλευτικές δραστηριότητες απαιτούν την αφαίρεση του μεταλλεύματος από το πέτρωμα. Η διάθεση των απορριμμάτων του εμπλουτισμού είναι ένα σημαντικό πρόβλημα που λύνεται με τη δημιουργία τεχνητής λίμνης που όμως κάποια στιγμή γεμίζει. Η λύση, που είναι η αποξήρανση, δεν βοηθά ουσιαστικά αφού δεν είναι πλέον δυνατό εκεί να υπάρξει βλάστηση. Επίσης το νερό μπορεί να είναι όξινο και η πιθανή διοχέτευσή του στο αποχετευτικό δίκτυο να εξαφανίσει κάθε υδρόβια ζωή. Κάποιες δραστηριότητες όπως η εξόρυξη άνθρακα, αλατιού, πετρελαίου κτλ., δημιουργούν καθιζήσεις του εδάφους. Καθίζηση μπορεί να συμβεί και λόγω υπεράντλησης νερού για άρδευση. Η μέθοδος της επέκτασης του εδάφους με την αποξήρανση θαλασσίων περιοχών κοντά στις ακτές (περίπτωση Ολλανδίας, μπάζωμα παραλιακής ζώνης στη Θεσσαλονίκη) αποτελεί μια ακόμα παρέμβαση του ανθρώπου στο περιβάλλον. Η ανάγκη δημιουργίας αυτοκινητοδρόμων και η επέκταση των αστικών ιστών συνεπάγεται απώλεια γεωργικής γης. Η βιομηχανικές δραστηριότητες οδηγούν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και στην υπερθέρμανση του πλανήτη που αναμένεται να ανεβάσει τη στάθμη της θάλασσας λόγω των πάγων που λιώνουν στους πόλους με συνέπειες να πλημμυρήσουν κάποιες παράκτιες περιοχές που βρίσκονται λίγο πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Στο χάρτη που ακολουθεί φαίνονται οι 20 περισσότερο εκτεθειμένες χώρες στην πιθανή άνοδο της στάθμης της θάλασσας. 197

198 Η υπερεντατική εκμετάλλευση της γης (π.χ. υπερβόσκηση) οδηγούν περιοχές σε ερημοποίηση, δηλαδή σε κατάσταση που ακόμα και μετά από 25 χρόνια να μην επανέρχεται στην πρότερη κατάσταση. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό καθώς εκτιμάται ότι περίπου το 30% της παγκόσμιας επιφάνειας (αντιστοιχεί στο 1/6 του παγκόσμιου πληθυσμού) απειλείται με ερημοποίηση. Η υπερβολική χρήση φυτοφαρμάκων, ζιζανιοκτόνων και εντομοκτόνων στη γεωργία, τα αστικά λύματα, η αποξήρανση περιοχών ρυπαίνουν τα νερά. Τα καυσαέρια από αυτοκίνητα και βιομηχανίες, τα ατυχήματα από πυρηνικά ατυχήματα απειλούν το οικοσύστημα. 198

199 Το χωριό Κάλλιο της επαρχίας Δωρίδας του νομού Φωκίδας σκεπάστηκε από τα νερά του ποταμού Μόρνου γύρω στο 1978 για να δημιουργηθεί ένας τεράστιος ταμιευτήρας νερού για την ύδρευση της Αθήνας. Το μεγάλο έργο ξεκίνησε το 1968 και ολοκληρώθηκε το Οι 200 κάτοικοι του χωριού αποζημιώθηκαν για τα σπίτια και τα κτήματά τους. Οι περισσότεροι φύγανε για την Αθήνα. Η Αρχαιολογική υπηρεσία πραγματοποίησε ανασκαφές στην περιοχή το και βρήκε την αρχαία Καλλίπολη. Τα έργα σταμάτησαν όταν δημιουργήθηκε ο ταμιευτήρας και η περιοχή βυθίστηκε στο νερό. Το 1990 το Κάλλιο αναδύθηκε, λόγω της λειψυδρίας και της αλόγιστης κατανάλωσης νερού. Το θεωρητικό ερώτημα που τίθεται είναι αν είναι επιτρεπτό, τον πόρο μιας περιοχής (χωριό Κάλλιο), να τον νέμεται μια άλλη (Αθήνα). Σχετική συζήτηση γίνεται σήμερα για τη γεωθερμική εκμετάλλευση του υπεδάφους της Νισύρου από τη ΔΕΗ για την ηλεκτροδότηση της Κω και άλλων νησιών της Δωδεκανήσου. 199

200 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Οικονομική γεωγραφία: Επιστημολογικές τομές και κριτικές αντιπαραθέσεις (σταχυολόγηση από το σχετικό κείμενο του καθηγητή Ηλία Κουρλιούρου) Η οικονομική γεωγραφία εμφανίστηκε το 19 ο αιώνα και συνδέθηκε με τις επιδιώξεις των αποικιοκρατικών δυνάμεων της Ευρώπης για γνώση και έλεγχο των αποικιοκρατούμενων (πληθυσμοί, οικισμοί, πρώτες ύλες, μεταφορικές και εμπορικές υποδομές κλπ.). Η ουσιαστική της εξέλιξη έλαβε χώρα τον 20 ο αιώνα. Ορόσημο στην εμφάνιση της Οικονομικής Γεωγραφίας είναι η δημοσίευση, το 1826, της μελέτης του von Thünen που αφορούσε στις κατανομές των αγροτικών χρήσεων γης γύρω από αστικά κέντρα σε συνάρτηση με αποστάσεις και κόστη μεταφοράς των αγροτικών προϊόντων προς αυτά. Η πρώτη αυτή μελέτη άνοιξε το δρόμο και σε άλλους να επιχειρήσουν να αναλύσουν ζητήματα χωροθέτησης οικονομικών δραστηριοτήτων (Weber, Lösch, Christaller, Hotelling). Το ρεύμα αυτό έγινε γνωστό ως «γερμανική σχολή χωροθέτησης». Γρήγορα, η μελέτη της χωροθέτησης κυριάρχησε και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ. Οι βασικές παραδοχές της γερμανικής σχολής ακολούθησαν αυτές της νεοκλασικής οικονομικής σκέψης, δηλαδή ότι οι οικονομικοί δρώντες (παραγωγοί και καταναλωτές) λειτουργούν και άρα αποφασίζουν ορθολογικά 200

201 (homo economicus), ότι υπάρχει πλήρης και ανεμπόδιστη πληροφόρηση και τέλεια ανταγωνιστική αγορά καθώς και ότι η οικονομία καταλήγει σε ισορροπία. Οι παραδοχές αυτές γέννησαν φορμαλιστικά μοντέλα (μοντέλα κανονικών εξαγώνων των Lösch και Christaller). Ακολούθησαν μελέτες που προσπάθησαν να ελέγξουν τις παραδοχές της γερμανικής σχολής, καταλήγοντας σε αντιφατικά εμπειρικά αποτελέσματα. Οι προσπάθειες βελτίωσης των γερμανικών θεωριών οδήγησαν τους μελετητές να προσθέσουν πιο ρεαλιστικούς παράγοντες στη μελέτη της χωροθετικής συμπεριφοράς των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, μια τέτοια μελέτη (Townroe 1976) προσδιορίζει πάνω από 200 παράγοντες που πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους και να αξιολογούν οι επιχειρήσεις όταν πρόκειται να πάρουν ορθολογικές αποφάσεις εγκατάστασης ή μετεγκατάστασης των δραστηριοτήτων τους. Ωστόσο, πολλές έρευνες έδειξαν, πως στην πράξη οι επιχειρήσεις αξιολογούν μερικούς μόνο παράγοντες, αυτούς που οι ίδιες θεωρούν σημαντικούς, με βάση τα κριτήρια που βάζουν. Συνεπώς, οι αποφάσεις χωροθέτησης βασίζονται σε περιορισμένη ορθολογικότητα όπως υποστήριξαν και οι συμπεριφορικές προσεγγίσεις της χωροθέτησης. Η γερμανική σχολή, παρά τις αδυναμίες της, εγκαινίασε μια παράδοση ποσοτικών προσεγγίσεων του χώρου, που εξελίχθηκε στη λεγόμενη «ποσοτική επανάσταση» στις δεκαετίες του 1950 και Το επιστημολογικό υπόβαθρο αυτής της ποσοτικής προσέγγισης αποτέλεσε ο λογικός θετικισμός. Στόχος του λογικού θετικισμού η κατασκευή γενικεύσιμων θεωρητικών νόμων που να βασίζονται στις επιμέρους εμπειρικές περιπτώσεις. Η ποσοτική επανάσταση δεν μπορεί παρά να τη δούμε μέσα στο γενικότερο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο της μετά το Β Παγκόσμιο πόλεμο εποχής. Η μεταπολεμική περίοδος χαρακτηρίζεται από έντονη οικονομική μεγέθυνση βασισμένη στη μαζική παραγωγή και κατανάλωση, και στην ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας (φορντικό μοντέλο συσσώρευσης και κευνσιανός τρόπος κοινωνικής ρύθμισης). Η μαζική βιομηχανική παραγωγή συγκεντρώθηκε στα μεγάλα αστικά κέντρα με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν μεγάλες χωρικές ανισότητες τις οποίες προσπαθούσε να αντιμετωπίσει το κράτος μέσω της ανάληψης ρυθμιστικών χωρικών πολιτικών. Είναι η εποχή στην οποία ευνοούνται οι γεωγραφικές γνώσεις με προσανατολισμό σε ζητήματα βιομηχανικής χωροθέτησης, περιφερειακής ανάπτυξης, προτύπων αστικοποίησης και ιεράρχησης οικιστικών δικτύων, μοντελοποίησης, χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και την προσπάθεια κατασκευής μοντέλων ορθολογικής λήψης αποφάσεων σχεδιασμού βασισμένων στη γενική θεωρία των συστημάτων, τη θεωρία των οργανώσεων και την Κυβερνητική. Η ποσοτική προσέγγιση στη γεωγραφία προσπάθησε στην ουσία να εισαγάγει στην νεοκλασική οικονομική οπτική την έννοια του χώρου και της αντίστοιχης χωρικής ανάλυσης. Αναπτύσσονται οι θεωρίες της «περιφερειακής ισορροπίας» που πιστεύουν πως η γεωγραφική κινητικότητα των συντελεστών της παραγωγής (κεφάλαιο και εργασία) θα οδηγήσουν 201

202 μακροπρόθεσμα τις δυνάμεις της αγοράς προς μια εξισορρόπηση της ανάπτυξης στις διάφορες περιφέρειες, ακόμα και αν αρχικά έχουν δημιουργηθεί συνθήκες ανισότητας. Κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970 αναπτύσσεται η λεγόμενη συμπεριφορική γεωγραφία που δίνει έμφαση στη μελέτη της χωροθετικής συμπεριφοράς σύνθετων οργανώσεων όπως οι βιομηχανικές επιχειρήσεις. Η αμφισβήτηση στον πόλεμο του Βιετνάμ, η γέννηση κινημάτων όπως το φεμινιστικό, το αντιρατσιστικό, των χίπις κτλ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 (1973/74 και 1978/79), το κύμα αποβιομηχάνισης στις μεγάλες πόλεις και περιφέρειες των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, η αύξηση πληθωρισμού και ανεργίας (ο λεγόμενος στασιμοπληθωρισμός), οι περιφερειακές ανισότητες κτλ., επέδρασαν στη γεωγραφική σκέψη, περιορίζοντας την επιρροή της ποσοτικής γεωγραφίας. Οι μεγάλες αλλαγές στη χωρική οικονομία των καπιταλιστικών χωρών δεν ήταν δυνατό να κατανοηθούν μέσα από το ατομικιστικό και εξωκοινωνικό μεθοδολογικό πρίσμα του «ορθολογικού οικονομικού ανθρώπου» αλλά απαιτούσαν μια νέα μεθοδολογική ματιά βασισμένη σε ολιστικές κοινωνικοοικονομικές, πολιτικές και κριτικές ερμηνείες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στο χώρο. Ένα από τα ρεύματα κριτικής του λογικού θετικισμού επανέφερε την πολιτική οικονομία στο προσκήνιο δείχνοντας ότι η ουσία της οικονομικής επιστήμης δεν βρίσκεται στην ανταλλαγή, στην ωφελιμότητα και τις τιμές (νεοκλασική οικονομική σκέψη) αλλά στην παραγωγή, την εργασία και την αξία, δηλαδή στη δυναμική της συσσώρευσης του κεφαλαίου και της διευρυμένης αναπαραγωγής των κοινωνικών σχέσεων του καπιταλισμού. Έτσι γεννήθηκε αυτό που γνωρίζουμε ως ριζοσπαστική ή κριτική ή μαρξιστική γεωγραφία ή ως προσέγγιση αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου. Τα βασικά χαρακτηριστικά της σχολής αυτής είναι : α. Σχέση με τη μαρξιστική πολιτική οικονομία, β. έμφαση στην ανάλυση των ανισοτήτων που γεννά και αναπαράγει ο καπιταλισμός και γ. ένας προσανατολισμός σε κανονιστικές προτάσεις πολιτικής. Η συμβολή της μαρξιστικής προσέγγισης ήταν η κατάδειξη του κοινωνικού περιεχομένου των χωρικών φαινομένων. Δηλαδή τα χωρικά φαινόμενα είναι στην ουσία τους κατ εξοχήν κοινωνικά, άρα «ο χώρος είναι κοινωνική κατασκευή». Η δεκαετία του 1980 εμφανίζει μια μετατόπιση της ριζοσπαστικής οικονομικής γεωγραφίας προς τις πολιτιστικές διαστάσεις του γεωγραφικού (και οικονομικού) χώρου και μια μετατόπιση των ερευνών από το σφαιρικό (global) στο περιπτωσιολογικό (αναλύσεις τοπικής κλίμακας). Η ερευνητική στροφή προς τις τοπικότητες ευνοήθηκε από τις πολιτικές συνθήκες της δεκαετίας αυτής (νεοσυντηρητισμός, πολιτικές απορρύθμισης του κοινωνικού κράτους). Από τη δεκαετία του 1980 και μετά η οικονομική γεωγραφία δέχτηκε επιρροές από ετερόδοξα ρεύματα οικονομικής σκέψης όπως τα θεσμικά και εξελικτικά 202

203 οικονομικά, αλλά και την οικονομική κοινωνιολογία. Οι θεωρίες που έρχονται επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους σε νέους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας (βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας, νέος τριτογενής τομέας των πόλεων). Το γεωγραφικό πλαίσιο αναφοράς των καινούριων προσεγγίσεων είναι οι νέες περιφέρειες συγκέντρωσης οικονομικών δραστηριοτήτων που χαρακτηρίζονται από ύπαρξη εκτεταμένων κοινωνικών καταμερισμών εργασίας και πυκνών δικτύων αλληλεξαρτώμενων επιχειρήσεων, διάχυση της γνώσης και της καινοτομίας, το πυκνό θεσμικό περιβάλλον υποστήριξης της επιχειρηματικής δράσης, το κοινωνικό κεφάλαιο. Η έρευνες γύρω από τις μαθησιακές περιφέρειες και τις νέες τεχνολογίες, τα επιχειρηματικά δίκτυα, τις θεσμικές διευθετήσεις, το κοινωνικό κεφάλαιο και τις πολιτιστικές δυναμικές έχουν εκτοπίσει το ενδιαφέρον της κριτικής γεωγραφίας από ζητήματα συνδεδεμένα με το πλαίσιο της άνισης καπιταλιστικής ανάπτυξης του χώρου. Από φωνή πολιτικής αντίστασης μετατρέπεται σταδιακά σε εργαλείο διαχείρισης των άνισων χωρικοτήτων. 203

204 Χωροταξία: Θεωρία και Πράξη (σταχυολόγηση από κείμενο του καθηγητή Λ. Κ. Βασενχόβεν που δημοσιεύτηκε στο Βιώσιμη Ανάπτυξη με την Περιβαλλοντική Αγωγή, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αιτωλοακαρνανίας, Μεσολόγγι, 1997, σελ Ο γεωγραφικός χώρος και η έννοια της Χωροταξίας Ο γεωγραφικός χώρος στον οποίο ζει και δραστηριοποιείται ο σύγχρονος άνθρωπος, σαν άτομο και σαν μέλος οργανωμένης κοινωνίας, έχει προκύψει από την επίδραση τόσο του φυσικού περιβάλλοντος και των διαδικασιών της φύσης, όσο και από την δράση των προγόνων του και των κοινωνικών τους ομάδων επί πολλούς αιώνες Έτσι, στο κάθε στιγμιαίο παρόν, οι άνθρωποι και η κοινωνία τους, αντιμετωπίζουν ένα δεδομένο κοινωνικό, οικονομικό και φυσικό γεωγραφικό περιβάλλον, που μπορούν να περιγράψουν και ερμηνεύσουν, μπορούν όμως, με τη σειρά τους, όπως άλλοι πριν απ αυτούς, να μεταμορφώσουν και ρυθμίσουν. Ο ανθρωπογεωγράφος αναλύει το περιβάλλον όχι απλώς καταγράφοντας τα χαρακτηριστικά, που είναι ορατά με γυμνό μάτι ή με το μάτι μιας φωτογραφικής μηχανής ή ακόμη ενός τεχνητού δορυφόρου, αλλά ρωτώντας γιατί έχει προκύψει ο ένας ή ο άλλος κοινωνικός σχηματισμός πάνω στο έδαφος. Ενδιαφέρεται γι αυτούς τους σχηματισμούς σαν δυναμικά φαινόμενα και διαμορφώνει θεωρίες για την προέλευση και τις τάσεις τους, ώστε να φθάσει στο σημείο να διατυπώσει προβλέψεις για μελλοντικές εξελίξεις. Τον ενδιαφέρει αυτό που συμβαίνει στην επιφάνεια της γης, σαν αποτέλεσμα της χρήσης της από τον άνθρωπο και της δράσης της κοινωνίας του. Τον ενδιαφέρει να μάθει γιατί συμβαίνει και ακόμη τι μπορεί ενδεχομένως να συμβεί, αν επαληθευθούν κάποιες υποθέσεις μελλοντικής εξέλιξης. Δεν ασχολείται όμως με το τι πρέπει να συμβεί, με τις επιθυμητές κατευθύνσεις μελλοντικής εξέλιξης και με τα μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν από τις οργανωμένες κοινωνικές ομάδες για να επέλθει, αργά ή γρήγορα, αυτή η εξέλιξη. Αυτή είναι δουλειά του επιστημονικού του κλάδου της χωροταξίας. 204

205 Η χωροταξία ασχολείται με τον προσχεδιασμένο μετασχηματισμό του κοινωνικοοικονομικού γεωγραφικού χώρου, μετασχηματισμό που προκύπτει από την πρόθεση της οργανωμένης κοινωνίας. Η χωροταξία λοιπόν δεν είναι μόνο μελέτη του χώρου, αλλά και μια μορφή σχεδιασμού, που έχει σαν κύριο αντικείμενο τον ηθελημένο μετασχηματισμό του γεωγραφικού χώρου, έτσι ώστε να προκύψει ένα επιθυμητό μέλλον. Ο «σχεδιασμός» (planning ή planification) είναι όπως ο γεωγραφικός χώρος, ένας απαραίτητος όρος για τον προσδιορισμό της έννοιας της χωροταξίας. Η πρόβλεψη του μέλλοντος, η λήψη αποφάσεων, η προσχεδιασμένη αλλαγή, η εξουσία και η νομιμοποίηση (αυτού που αποφασίζει) γίνονται λέξεις - κλειδιά στην θεωρία και πρακτική της χωροταξίας. Τα χαρακτηριστικά, το αντικείμενο και η διαδικασία του Χωροταξικού Σχεδιασμού Έχει ενδιαφέρον στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τον ορισμό που είχε δώσει στο χωροταξικό σχεδιασμό o Γάλλος υπουργός Ανοικοδόμησης και Πολεοδομίας Claudius-Petit στα μέσα της δεκαετίας του 1950 : Η χωροταξία δεν είναι ένα σχέδιο παραγωγής ή υποδομών... Είναι επίσης άλλο πράγμα από την πολεοδομία, με την έννοια την ήδη παραδοσιακή του όρου. Δηλαδή άλλο πράγμα από μια συλλογή, μια σειρά λεπτομερών σχεδίων ρύθμισης και επέκτασης των οικισμών... Η χωροταξία διακρίνεται από το σχέδιο παραγωγής και υποδομών από το γεγονός ότι δεν αφορά τόσο σε προβλήματα παραγωγής όσο σε προβλήματα κατανομής και καλύτερης χρήσης του εδάφους... Είναι η αναζήτηση, μέσα στο γεωγραφικό πλαίσιο της Γαλλίας, μιας καλύτερης κατανομής των ανθρώπων σε συνάρτηση με τους φυσικούς πόρους και τις οικονομικές δραστηριότητες C. Delmas, L Amenagement du Territoire, PUF, Paris, Χώρος και σχεδιασμός είναι τα δύο βασικά συστατικά της χωροταξίας. Αναφερόμαστε σε ένα κοινωνικά μετασχηματισμένο χώρο, μέσα στον οποίο τα ακίνητα (φυσικά και ανθρωπογενή) στοιχεία (η γη και οι ανθρώπινες προσθήκες) αποτελούν ένα αδιαίρετο σύνολο ( σύστημα με την έννοια της 205

206 Θεωρίας των Συστημάτων) με τις κοινωνικές δραστηριότητες που στηρίζουν και στεγάζουν. Τα μέσα, που η οργανωμένη κοινωνία έχει θέσει στην διάθεση των πολιτικών και διοικητικών της οργάνων, για την επίτευξη των στόχων του χωροταξικού σχεδιασμού, καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα με πολυποίκιλες δυνατότητες. Η πολιτεία μπορεί να προχωρήσει στην επίτευξη των στόχων της (Α) αναλαμβάνοντας η ίδια την εκτέλεση κατασκευαστικών έργων (π.χ. υποδομών μεταφορών, ενέργειας, άρδευσης κ.ά. ή κτιρίων κατοικίας, παραγωγής κλπ.) ή (Β) ελέγχοντας τις δραστηριότητες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων (π.χ. για να εξασφαλίσει την λειτουργικότητα του χώρου ή να προστατεύσει το περιβάλλον) ή, (Γ) ενθαρρύνοντας φορείς, νοικοκυριά και επιχειρήσεις να πάρουν αποφάσεις και να αναλάβουν ενέργειες προς την κατεύθυνση των επιθυμητών στόχων (π.χ. παρέχοντας κίνητρα ή αίροντας υφιστάμενους ελέγχους). Ποιο είναι το αντικείμενο του σχεδιασμού; Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στην περίπτωση του χωροταξικού σχεδιασμού το αντικείμενο είναι πάνω απ όλα η χρήση της γης και η χωροθέτηση δραστηριοτήτων πάνω σ αυτήν. Πολλές δραστηριότητες ανταγωνίζονται για γη που βρίσκεται σε στενότητα, εκτοπίζοντας η μια την άλλη και αλλοιώνοντας την ελεύθερη από ανθρώπινη επίδραση φύση. Η χωροταξία παίζει ένα ρόλο ρυθμιστή και διαιτητή ανάμεσα σε ανταγωνιστικές πιέσεις, αλλά και ρόλο προστάτη της κληρονομιάς τόσο του φυσικού περιβάλλοντος, όσο και του περιβάλλοντος που διαμόρφωσε ο άνθρωπος σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους. Κατά συνέπεια η γη και το περιβάλλον είναι κατά κύριο λόγο το αντικείμενο του χωροταξικού σχεδιασμού. Επιδιώκοντας την διευθέτηση των χρήσεων της γης και την εξάλειψη ή ελάφρυνση της επιβάρυνσης και φθοράς του περιβάλλοντος, η χωροταξία πρέπει να ρυθμίσει την κατανομή στον χώρο των κάθε είδους κατασκευών (υποδομών και κτιρίων), την οργάνωση του οικιστικού δικτύου, την χωροθέτηση των οικονομικών δραστηριοτήτων (εκτατικών, όπως οι γεωργικές καλλιέργειες, ή σημειακών, όπως οι βιομηχανικές περιοχές), την επιλογή 206

207 θέσεων για τον κοινωνικό εξοπλισμό (π.χ. μονάδων εκπαίδευσης ή περίθαλψης) και την χάραξη των αξόνων μεταφορών. Ο χωροταξικός σχεδιασμός ασχολείται με την διαχείριση πόρων. Δηλαδή χρηματικούς πόρους, αλλά και την γη, τον φυσικό πλούτο (καλλιεργήσιμα εδάφη, ορυκτό πλούτο κλπ.), τους ανθρώπινους πόρους, τα πλεονεκτήματα θέσης (σε σχέση με δίκτυα υποδομών ή διακίνησης αγαθών), τα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα, και την πολιτιστική κληρονομιά (φυσική ή ανθρωπογενή). Οι αποφάσεις που εισηγείται ο χωροτάκτης επηρεάζουν την χρήση των πόρων για την επίτευξη αναπτυξιακών στόχων. Ως ανάπτυξη νοούμε μια διαδικασία ευρύτερη από την απλή μεγέθυνση οικονομικών μεγεθών, όπως το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ή το κατά κεφαλή εισόδημα. Η χωροταξία είναι εργαλείο για την επιδίωξη στόχων, όπως η κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα, η περιφερειακή ισορροπία, η αποτελεσματικότητα στην χρήση πόρων σε στενότητα, η κοινωνική ευημερία και η ποιότητα ζωής, η προστασία της παραδοσιακής κληρονομιάς και του περιβάλλοντος, η εξασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος. Στόχοι και προβλήματα Η χωροταξία αναζητεί τον καταλληλότερο τόπο εγκατάστασης των οικονομικών δραστηριοτήτων χρησιμοποιώντας όμως κριτήρια που δεν είναι μόνο κριτήρια οικονομικής αποτελεσματικότητας και απόδοσης, αλλά και κριτήρια ποιότητας ζωής και προστασίας του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Προσπαθεί ακόμη να δώσει χωρική συνοχή και ολοκλήρωση στην εθνική και περιφερειακή οικονομία, εξασφαλίζοντας δεσμούς αλληλεξάρτησης και εξισορρόπησης εθνικών και τοπικών αναπτυξιακών στόχων. Τα προβλήματα χωροταξικού σχεδιασμού, δεν είναι ίδια σε όλες τις χώρες ή περιφέρειες, ούτε αμετάβλητα μέσα στον χρόνο. Ο βαθμός ανάπτυξης μιας χώρας συνδέεται συνήθως με ορισμένες κατηγορίες προβλημάτων, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι προβλήματα που συναντούμε σε αναπτυγμένες χώρες δεν εμφανίζονται σε αναπτυγμένες περιοχές λιγότερο αναπτυγμένων χωρών. Αντίστροφα, προβλήματα οικονομικά καθυστερημένων χωρών χαρακτηρίζουν καμιά φορά τις καθυστερημένες περιοχές βιομηχανικών χωρών με υψηλούς δείκτες ανάπτυξης (συνύπαρξη καθυστερημένων, απομονωμένων αγροτικών περιοχών, όπου παρατηρείται δημογραφική 207

208 παρακμή, έλλειψη ή χαμηλή αξιοποίηση πλουτοπαραγωγικών πόρων, και περιοχών βιομηχανικής παρακμής ή αστικές ζώνες, που υποφέρουν από φαινόμενα υπερσυγκέντρωσης, συνωστισμού και ρύπανσης). Στις βιομηχανικές χώρες το φαινόμενο της άνισης ανάπτυξης με μεγάλες περιφερειακές ανισότητες, οδήγησε στο παρελθόν σε ένα κοινωνικοοικονομικό χάσμα ανάμεσα σε κοινωνικές ομάδες και σε περιοχές. Ανθηρές βιομηχανικές περιοχές του 19ου αιώνα μαράζωσαν, δημιουργώντας μεγάλους και μικρούς θύλακες ανεργίας και μια έντονη απαξίωση του παραγωγικού εξοπλισμού που είχε στηρίξει την ανάπτυξη τους στο παρελθόν. Μετά τα μέσα του 20ού αιώνα εκδηλώθηκαν βαθμιαία νέες αλλαγές στις αναπτυγμένες χώρες. Η μετακίνηση εργαζομένων και κεφαλαίων προς τον τριτογενή τομέα της οικονομίας, τον τομέα των υπηρεσιών, και προς τους κλάδους υψηλής τεχνολογίας οδήγησε στην παρακμή ακόμη και περιοχές με βιομηχανική ανάπτυξη, που είχαν κάποτε πάρει την σκυτάλη από τις ζώνες της βαριάς βιομηχανίας. Μέσα από μια ανατρεπτική διαδικασία παραγωγικής αναδιάρθρωσης και αποβιομηχάνισης μεταμορφώθηκε η οικονομική γεωγραφία εκτεταμένων περιοχών, βυθίζοντας στην κρίση τις ακμάζουσες βιομηχανικές περιοχές της δεκαετίας του 1960 και αναδεικνύοντας πρώην αγροτικές περιοχές, που συγκέντρωσαν τους νέους κλάδους υψηλής τεχνολογίας. Στο λιγότερο αναπτυγμένο κόσμο τα προβλήματα χωρικής οργάνωσης και χωροταξικού σχεδιασμού έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά. Η ύπαρξη απομονωμένων, οικονομικά υπανάπτυκτων και τεχνολογικά καθυστερημένων περιοχών είναι έντονη. Η απόσταση ανάμεσα στις αγροτικές και αστικές περιοχές είναι τεράστια. Αυτός ο δυϊσμός αναπαράγεται και μεταξύ μερικών βιομηχανικών, εξορυκτικών ή ακόμη και αγροτικών δραστηριοτήτων έντασης κεφαλαίου και του μεγάλου όγκου των αγροτικών δραστηριοτήτων στην ύπαιθρο ή των υπηρεσιών μικρής κλίμακας στις πόλεις, όπου κυριαρχεί η ένταση εργασίας. Συνηθισμένο φαινόμενο στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και περιφέρειες είναι η κυριαρχία μιας μητροπολιτικής περιοχής με υπερσυγκέντρωση δραστηριοτήτων και ανεπαρκή αξιοποίηση των πόρων των υπόλοιπων περιοχών. Οι ανισότητες και οι ανύπαρκτες υποδομές, ιδίως στην ύπαιθρο, εμποδίζουν την ολοκλήρωση των περιφερειακών ή εθνικών οικονομιών σε ένα ενιαίο σύνολο. Ο σχεδιασμός οικονομίας και χώρου προσκρούει στην αδυναμία συντονισμού εθνικών και περιφερειακών πολιτικών, στον συγκεντρωτισμό της εξουσίας, στην έλλειψη δημοκρατικών δομών και στην ανεπάρκεια της διοίκησης. 208

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου c Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου Διδάσκων: Δρ. Χρίστος Απ. Λαδιάς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ-

Διαβάστε περισσότερα

Η κοινωνία και ο γεωγραφικός χώρος. Δρ. Νίκος Μεταξίδης

Η κοινωνία και ο γεωγραφικός χώρος. Δρ. Νίκος Μεταξίδης Η κοινωνία και ο γεωγραφικός χώρος Δρ. Νίκος Μεταξίδης nmetaxides@gmail.com 1.α. Η κοινωνική ζωή εγγράφεται στο χώρο. Ο χώρος που μας περιβάλει δεν είναι ομοιογενής και δε μένει σταθερός στο χρόνο. Η γεωγραφία

Διαβάστε περισσότερα

Χωρική υπόσταση των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Δρ. Νίκος Μεταξίδης )

Χωρική υπόσταση των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Δρ. Νίκος Μεταξίδης ) Χωρική υπόσταση των παραγωγικών δραστηριοτήτων Δρ. Νίκος Μεταξίδης (nmetaxides@gmail.com ) Εισαγωγή Η εξεύρεση του κατάλληλου τόπου εγκατάστασης αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για την επιτυχία μιας επιχείρησης,

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΣΤΑΔΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ : ανέπτυξε ένα πρότυπο σύμφωνα με το οποίο διέκρινε 5 στάδια οικονομικής ανάπτυξης, από τα οποία υποστήριξε

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Αστικά και περιφερειακά οικονομικά υποδείγματα και μέθοδοι... 37

Περιεχόμενα. Αστικά και περιφερειακά οικονομικά υποδείγματα και μέθοδοι... 37 Περιεχόμενα Εισαγωγικό σημείωμα του επιμελητή, Δημήτρης Σκούρας....................... 23 Εισαγωγή................................................................................ 25 Η λογική και η οργάνωση

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Εισαγωγή Μέρος Πρώτο: Αστικά και Περιφερειακά Οικονομικά Υποδείγματα και Μέθοδοι ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Χωροθέτηση δραστηριοτήτων: η χωροθέτηση της επιχείρησης στη θεωρία 1. 1 Εισαγωγή 1.2 Κλασικά και νεοκλασικά υποδείγματα

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου c Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου Διδάσκων: Δρ. Χρίστος Απ. Λαδιάς Η ΧΩΡΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας - Ιούλιος 2007. Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας - Ιούλιος 2007. Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας - Ιούλιος 2007 Α Όνομα: Επώνυμο: Αριθμός Μητρώου: Έτος: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του Ερωτήσεις 1. Εάν ο δείκτης συνεκτικότητας (β) ενός

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Οι κλασικές προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τη διαδικασία της επιλογής του τόπου εγκατάστασης των επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα επίδρασης ορισμένων μεμονωμένων παραγόντων,

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο βασικός παράγων που συμβάλλει στη μεταβολή του πληθυσμού μιας πόλης είναι η αύξηση ή μείωση αντίστοιχα της απασχόλησης, κάτι που είναι αποτέλεσμα μεταβολής της επιχειρηματικής

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου c Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου Διδάσκων: Δρ. Χρίστος Απ. Λαδιάς ΧΩΡΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΟΡΩΝ: ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ Ι. ΤΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ Οι κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές επηρεάζουν τον χώρο. Ο Χώρος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Μάθημα: Περιφερειακή Οικονομική

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Μάθημα: Περιφερειακή Οικονομική ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Μάθημα: Περιφερειακή Οικονομική Θεματική Ενότητα: Οι θεωρίες χωροθέτησης και η περιφερειακή ανάπτυξη Χρίστος Απ. Λαδιάς Χρήστος Δ.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ Οι πόλεις δεν έχουν το ίδιο μέγεθος, αλλά όσο αυξάνεται ο πληθυσμός των πόλεων τόσο μειώνεται ο αριθμός τους. Οι οικισμοί βρίσκονται σε συνεχείς σχέσεις αλληλεξάρτησης, οι οποίες μεταβάλλονται με το χρόνο

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου c Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου Διδάσκων: Δρ. Χρίστος Απ. Λαδιάς ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΟΥΣ ΤΟΜΕΑ ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗ

Διαβάστε περισσότερα

356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα)

356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα) 56 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα) Το Τμήμα Γεωγραφίας ιδρύθηκε το 1999 μετά από πρόταση του Πανεπιστημίου. που υποβλήθηκε για πρώτη φορά το 1994. Η πρόταση αυτή. αφού βελτιώθηκε εντάχθηκε το 1997 στο Επιχειρησιακό

Διαβάστε περισσότερα

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους Ο θεμελιωτής της θεωρίας χωροθέτησης της βιομηχανίας ήταν ο Alfred Weber, την οποία αρχικά παρουσίασε ο μαθηματικός Laundhart (1885). Ο A. Weber (1868-1958)

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η συγκρότηση της ΟΓ Βασικά ερωτήματα που θέτει η ΟΓ Οι τομείς της οικονομικής δραστηριότητας και οι γεωγραφικές τους διαστάσεις Η παραδοσιακή κυριαρχία της Βιομηχανικής Γεωγραφίας και οι σύγχρονες

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. Δρ. Νίκος Μεταξίδης )

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. Δρ. Νίκος Μεταξίδης ) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Δρ. Νίκος Μεταξίδης (nmetaxides@gmail.com ) Τι είναι ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ; Περιγραφική Γεωγραφία: σύνολο δεδομένων που αποτυπώνονται σε έναν χάρτη, όπως πόλεις, φυσικό περιβάλλον (βουνά, πεδιάδες,

Διαβάστε περισσότερα

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ TOY ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ TOY ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ TOY ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Πηγή: Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου c Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου Διδάσκων: Δρ. Χρίστος Απ. Λαδιάς ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΟΥΣ ΤΟΜΕΑ ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ Οι περιφερειακοί λογαριασμοί εισοδήματος και οι περιφερειακοί λογαριασμοί εισροών-εκροών είναι οι

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΜΠ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Πρόγραμμα Διατμηματικών Μεταπτυχιακών Σπουδών Εξειδίκευσης ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ Σοφία

Διαβάστε περισσότερα

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1 Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική 2 η έκδοση Chapter 1 Κεφάλαιο 4 Η χωρική διάρθρωση της αστικής οικονομίας Περιεχόμενα Το υπόδειγμα von Thünen Το υπόδειγμα προσφοράς ενοικίου Εναλλακτικά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ OIKONOMIKH ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Οι νέες συντεταγμένες του παγκόσμιου χάρτη της χωροθέτησης και χωρικής οργάνωση της οικονομικής δραστηριότητας ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΕΡΟΣ Α: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Πηγή: Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΥΠΑΝΑΠΤΥΞΗΣ : ανέπτυξε τη θεωρία περί «άνισης ανταλλαγής». Η θεωρία του αποτελεί μέρος μιας πιο λεπτομερούς ερμηνείας της μεταπολεμικής

Διαβάστε περισσότερα

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες «Χωρικές, Οικονομικές, Κοινωνικές και Περιβαλλοντικές Διαστάσεις της Ανάπτυξης και του Σχεδιασμού» Διδάσκων: Ι. Σαγιάς, Επίκουρος Καθηγητής

Διαβάστε περισσότερα

Η ΟΓ θέτει 3 συµπληρωµατικά ερωτήµατα (Dicken & Lloyd 1990)

Η ΟΓ θέτει 3 συµπληρωµατικά ερωτήµατα (Dicken & Lloyd 1990) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 20/02/2017 üη συγκρότηση της ΟΓ üβασικά ερωτήµατα που θέτει η ΟΓ üοι τοµείς της οικονοµικής δραστηριότητας και οι γεωγραφικές τους διαστάσεις üδιάρθρωση του µαθήµατος ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρία Χωρικού Σχεδιασμού. 4 ο Μάθημα Χωροθέτηση οικονομικών δραστηριοτήτων

Θεωρία Χωρικού Σχεδιασμού. 4 ο Μάθημα Χωροθέτηση οικονομικών δραστηριοτήτων ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 4 ο Μάθημα Χωροθέτηση οικονομικών δραστηριοτήτων Εισήγηση: Γρηγόρης Καυκαλάς Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ Όταν εξετάζουµε µία συγκεκριµένη αγορά, πχ. την αστική αγορά εργασίας, η ανάλυση αυτή ονοµάζεται µερικής ισορροπίας. Όταν η ανάλυση µας περιλαµβάνει

Διαβάστε περισσότερα

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

Η Περιφερειακή Επιστήμη. VII. Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ Η Περιφερειακή Επιστήμη. Τι είναι; Τι την συνέθεσε; ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι δυνατότητες της περιφερειακής οικονομικής ανάλυσης είναι περιορισμένες. Η φύση των προβλημάτων

Διαβάστε περισσότερα

Περιφερειακή Ανάπτυξη

Περιφερειακή Ανάπτυξη ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Περιφερειακή Ανάπτυξη Διάλεξη 1: Η σπουδαιότητα της Περιφερειακής Επιστήμης (κεφάλαιο 1, Πολύζος Σεραφείμ) Δρ. Βασιλείου Έφη Τμήμα Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Ι. ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ; Η πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την πραγματοποίηση των αντικειμενικών

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος 14

Περιεχόμενα. Πρόλογος 14 Περιεχόμενα Πρόλογος 14 Κεφάλαιο 1 Ιστορική εξέλιξη των πόλεων 17 1.1 Ορισμός της πόλης και βασικές έννοιες.................... 17 1.2 Η εξέλιξη των πόλεων............................... 21 1.3 Βασικές

Διαβάστε περισσότερα

Ο ρόλος της οικονομικής θεωρίας

Ο ρόλος της οικονομικής θεωρίας Αρχές οικονομικής 1 Ο ρόλος της οικονομικής θεωρίας Προσδιορίσει τα κίνητρα και τους τρόπους με τους οποίους συμπεριφέρονται τα άτομα, ώστε να ερμηνεύσουμε τα οικονομικά φαινόμενα που είναι αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας Σεπτέμβριος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας Σεπτέμβριος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του Β Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας Σεπτέμβριος 2008 Όνομα: Επώνυμο: Α Αριθμός Μητρώου: Έτος: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του Ερωτήσεις 1. Ένα δίκτυο δρόμων συνδέει τέσσερα

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρίες χωροθέτησης του δευτερογενούς τομέα

Θεωρίες χωροθέτησης του δευτερογενούς τομέα Θεωρίες χωροθέτησης του δευτερογενούς τομέα Ποια ζητήματα απασχολούν τις θεωρίες χωροθέτησης; Γιατί η βιομηχανία είναι άνισα κατανεμημένη εντός των χωρών; Γιατί υπάρχουν αλλαγές στη χωροθέτηση των διαφόρων

Διαβάστε περισσότερα

Γεωγραφικά Πληροφοριακά Συστήµατα (Geographical Information Systems GIS)

Γεωγραφικά Πληροφοριακά Συστήµατα (Geographical Information Systems GIS) Γεωγραφικά Πληροφοριακά Συστήµατα (Geographical Information Systems GIS) ρ. ΧΑΛΚΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΣ xalkias@hua.gr Χ. Χαλκιάς - Εισαγωγή στα GIS 1 Ορισµοί ΓΠΣ Ένα γεωγραφικό πληροφοριακό σύστηµα Geographic Information

Διαβάστε περισσότερα

Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών

Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών Η κατανομή των πόλεων στο γεωγραφικό χώρο έχει ορισμένα χαρακτηριστικά Μέγεθος πόλεων Αριθμός πόλεων Σχέση αριθμού και μεγέθους πόλεων Κυρίαρχη πόλη 1 ο επίπεδο

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 5: Η κοινωνική διάσταση της καινοτομίας ως μοχλός της αειφορίας Αφροδίτη Παπαδάκη-Κλαυδιανού Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Θεσμοί και Οικονομική Αλλαγή

Θεσμοί και Οικονομική Αλλαγή Θεσμοί και Οικονομική Αλλαγή Καθηγητής Σπύρος Βλιάμος Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου Université de Paris Dauphine Ινστιτούτο Διπλωματίας Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος

Διαβάστε περισσότερα

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον Α. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής Επιλέξετε τη σωστή από τις παρακάτω προτάσεις, θέτοντάς την σε κύκλο. 1. Το περιβάλλον γίνεται ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΣ α) όταν µέσα

Διαβάστε περισσότερα

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Νίκος Ναγόπουλος Για τη διεξαγωγή της κοινωνικής έρευνας χρησιμοποιούνται ποσοτικές ή/και ποιοτικές μέθοδοι που έχουν τις δικές τους τεχνικές και

Διαβάστε περισσότερα

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας «Χωρικές, Οικονομικές, Κοινωνικές και Περιβαλλοντικές Διαστάσεις της Ανάπτυξης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ» ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΠ ΑΝ. ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΠΕΠ ΑΝ. ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΑΣ ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΠΕΠ ΑΝ. ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Νίκος Μποµπόλιας Πληθυσµός: ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ Α.Μ.Θ.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ. ενοικίου μια επιχείρησης η οποία βρίσκεται εγκατεστημένη σε μια αστική περιοχή. ΑΣΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ. Σελ. 1

ΑΣΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ. ενοικίου μια επιχείρησης η οποία βρίσκεται εγκατεστημένη σε μια αστική περιοχή. ΑΣΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ. Σελ. 1 Θα εξετασθούν οι παράγοντες που επιδρούν και διαμορφώνουν τις χρήσεις γης σε μια μονοκεντρική πόλη, δηλαδή σε μια πόλη που έχει ένα κέντρο. Το «κέντρο της πόλης» ταυτίζεται με το γεωγραφικό της κέντρο

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας: Στόχος της ψυχολογικής έρευνας: Συστηματική περιγραφή και κατανόηση των ψυχολογικών φαινομένων. Η ψυχολογική έρευνα χρησιμοποιεί μεθόδους συστηματικής διερεύνησης για τη συλλογή, την ανάλυση και την ερμηνεία

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία The project Εισαγωγή ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και διδασκαλία Στόχοι Να κατανοήσετε τις έννοιες της κοινωνικοπολιτισμικής ετερότητας και ένταξης στο χώρο της

Διαβάστε περισσότερα

Τι είναι τα Συστήµατα Γεωγραφικών Πληροφοριών. (Geographical Information Systems GIS)

Τι είναι τα Συστήµατα Γεωγραφικών Πληροφοριών. (Geographical Information Systems GIS) Τι είναι τα Συστήµατα Γεωγραφικών Πληροφοριών (Geographical Information Systems GIS) ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΛΚΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΣ Εισαγωγή στα GIS 1 Ορισµοί ΣΓΠ Ένα σύστηµα γεωγραφικών πληροφοριών

Διαβάστε περισσότερα

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1 Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική 2 η έκδοση Chapter 1 Κεφάλαιο 1 Χωροθέτηση δραστηριοτήτων Περιεχόμενα διάλεξης Υπόδειγμα για τη χωροθέτηση της παραγωγής Weber και Moses Ανάλυση της περιοχής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ) ΕΠΙ ΧΕΙΡ Η ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ 2011-2012 ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ) ΜΑΤΙ ΚΟ ΤΗ ΤΑ Το έργο υλοποιείται στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράµµατος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση»

Διαβάστε περισσότερα

ΚΟΙΝ.: Βαθμός Ασφαλείας: Να διατηρηθεί μέχρι: Βαθ. Προτεραιότητας: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ -----

ΚΟΙΝ.: Βαθμός Ασφαλείας: Να διατηρηθεί μέχρι: Βαθ. Προτεραιότητας: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ----- ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ----- Βαθμός Ασφαλείας: Να διατηρηθεί μέχρι: Βαθ. Προτεραιότητας: Αθήνα, 06-2-207 Αρ. Πρωτ. 2408/Δ2 ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ Π/ΘΜΙΑΣ ΚΑΙ

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Μακρο-οικονομική: Εισαγωγή στην Μακροοικονομία Διδάσκων: Μποζίνης Η. Αθανάσιος Οικονομική παγκοσμιοποίηση και άνιση ανάπτυξη Οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αγροτική Κοινωνιολογία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Αγροτική Κοινωνιολογία Ενότητα 1 η : Εισαγωγή Μαρία Παρταλίδου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός 1 Ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΕΥΚΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ : ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ : Τρασανίδης Γεώργιος, διπλ. Ηλεκ/γος Μηχανικός Μsc ΠΕ12 05 Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός Στόχος της Τεχνολογίας στην Γ Γυμνασίου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΠΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΠΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΠΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ Διδάσκοντες: Ε. Καρύµπαλης Α.Γ. Παπαδόπουλος ΑΡΙΘΜΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομική ανάλυση και τιμολογιακή πολιτική χρήσεων και υπηρεσιών νερού. Δ. Ασημακόπουλος Σχολή Χημικών Μηχανικών Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

Οικονομική ανάλυση και τιμολογιακή πολιτική χρήσεων και υπηρεσιών νερού. Δ. Ασημακόπουλος Σχολή Χημικών Μηχανικών Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Οικονομική ανάλυση και τιμολογιακή πολιτική χρήσεων και υπηρεσιών νερού Δ. Ασημακόπουλος Σχολή Χημικών Μηχανικών Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Ολοκληρωμένη Διαχείριση Η Ολοκληρωμένη Διαχείριση Υδατικών πόρων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου Η χρησιμότητα του μαθήματος Η κατανόηση του «σκηνικού» πίσω από τη διαμόρφωση της

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 2000-2006

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 2000-2006 ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 2000-2006 Διανύουμε το τελευταίο έτος εφαρμογής της Γ Προγραμματικής Περιόδου και κατ ακολουθία και αν δεν εδίδετο παράταση λόγω των καταστροφικών

Διαβάστε περισσότερα

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αγροτική Κοινωνιολογία Αγροτική Κοινωνιολογία Θεματική ενότητα 1: Θεωρητική συγκρότηση της Αγροτικής Κοινωνιολογίας 1/3 Όνομα καθηγητή: Χαράλαμπος Κασίμης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Εκπαιδευτικοί στόχοι Στόχος

Διαβάστε περισσότερα

1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED:

1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED: Ε ΘΝΙΚΟ Μ ΕΤΣΟΒΙΟ Π ΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ & ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ 1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED: «Πολιτικές χωρικού σχεδιασμού και διευθέτησης

Διαβάστε περισσότερα

Περιφερειακή Ανάπτυξη

Περιφερειακή Ανάπτυξη ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Περιφερειακή Ανάπτυξη Διάλεξη 3: Το Περιφερειακό Πρόβλημα (κεφάλαιο 1, Πολύζος Σεραφείμ) Δρ. Βασιλείου Έφη Τμήμα Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Αναπτυξιακή Ψυχολογία Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Θέματα διάλεξης Η σημασία της αυτοαντίληψης Η φύση και το περιεχόμενο της αυτοαντίληψης Η ανάπτυξη της αυτοαντίληψης Παράγοντες

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΣΧΟΛΗ Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ω Ν Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ω Ν Τ Ο Μ Ε Α Σ Π Ο Λ Ε Ο Δ Ο Μ Ι Α Σ Κ Α Ι Χ Ω Ρ Ο Τ Α Ξ Ι Α Σ Πατησίων 42, 10682 Αθήνα τηλ. 30(1) 772 3818

Διαβάστε περισσότερα

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αγροτική Κοινωνιολογία Αγροτική Κοινωνιολογία Θεματική ενότητα 4: Ο αγροτικός μετασχηματισμός 1/2 Όνομα καθηγητή: Χαράλαμπος Κασίμης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Εκπαιδευτικοί στόχοι Η παρούσα ενότητα στοχεύει να

Διαβάστε περισσότερα

ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ. Δρ. Νίκος Μεταξίδης )

ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ. Δρ. Νίκος Μεταξίδης ) ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ Δρ. Νίκος Μεταξίδης (nmetaxides@gmail.com ) Λίγη ιστορία Από το 18 ο αιώνα η γεωγραφία αναζητά την δική της τεχνική γλώσσα. Παράλληλα με τις εξερευνήσεις που «πλουτίζουν»

Διαβάστε περισσότερα

Θέματα διπλωματικών εργασιών έτους 2012-2013

Θέματα διπλωματικών εργασιών έτους 2012-2013 Θέματα διπλωματικών εργασιών έτους 2012-2013 Θέμα 1: Διασύνδεση μεταφορών μικρών και μεγάλων αποστάσεων Εισαγωγή Στη λευκή βίβλο «WHITE PAPER Roadmap to a Single European Transport Area Towards a competitive

Διαβάστε περισσότερα

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ Λ. Κ. Βασενχόβεν, καθηγητή Ε.Μ.Π.

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ Λ. Κ. Βασενχόβεν, καθηγητή Ε.Μ.Π. ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ Λ. Κ. Βασενχόβεν, καθηγητή Ε.Μ.Π.. στο Βιώσιμη Ανάπτυξη με την Περιβαλλοντική Αγωγή, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αιτωλοακαρνανίας, Μεσολόγγι, 1997, σελ. 180-201 Ο γεωγραφικός χώρος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ............................................... 17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Θεωρίες περιφερειακών ανισοτήτων Μια σύντομη παρουσίαση...................... 21 1.1 Εισαγωγή...........................................

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Βασική υπόθεση: Διαφορετική παραγωγική διάρθρωση Ειδίκευση Περιφερειών Αρχή Συγκριτικού Πλεονεκτήματος Η κάθε Περιφέρεια ειδικεύεται σε προϊόντα και υπηρεσίες που παράγει

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη και Διαχείριση του Αγροτικού Χώρου» Ενότητα 2: Αγροτική Κοινότητα και Αγροτικός Μετασχηματισμός (1/2) 2ΔΩ Διδάσκων:

Διαβάστε περισσότερα

Τι είναι η Περιφερειακή Ε ιστήµη

Τι είναι η Περιφερειακή Ε ιστήµη ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Τι είναι η Περιφερειακή Ε ιστήµη Είναι νέα επιστήµη, αναπτύχθηκε µετά το 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο, όταν το µέγεθος των ανισοτήτων των περιφερειών άρχισε να αυξάνεται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012 1 Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του αγροδιατροφικού τομέα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ

ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ Απόσταση: χαρακτηριστικό του γεωγραφικού χώρου και παράλληλα «εμπόδιο» στην επικοινωνία και την αλληλεπίδραση μεταξύ των διαφόρων περιοχών. Η απόσταση είναι δυνατόν να μετρηθεί: (α) σε μονάδες μήκους (β)

Διαβάστε περισσότερα

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Τμήμα Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης Οικονομική της Τεχνολογίας Διάλεξη 6 η: Οικονομική Θεωρία και το Ζήτημα της Τεχνολογικής Αλλαγής: & II 1 Ερωτήματα

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο 1. Γενικά για την επιχείρηση Η επιχείρηση αποτελεί ένα στοιχείο της κοινωνίας μας, το ίδιο σημαντικό

Διαβάστε περισσότερα

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης» «Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης» ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΗΜΕΡΙΔΑ «Κοινωνική Επιχειρηματικότητα και Ορεινές Περιοχές» ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη. ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη

Διαβάστε περισσότερα

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων. ΑΘ. ΧΑΡΙΤΩΝΙΔΗΣ : ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΕΠΑΛ 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο : ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.1. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ Στις παρακάτω ερωτήσεις να σημειώσετε το χαρακτηρισμό Σ (σωστό) ή Λ (λάθος). 1.

Διαβάστε περισσότερα

Το οικονομικό κύκλωμα

Το οικονομικό κύκλωμα Το οικονομικό κύκλωμα 1 Το εισόδημα των νοικοκυριών: Y = C + S C = a + by APC = C Y APS = S Y Συνολική ζήτηση (κλειστή οικονομία): AD = C + I + G 2 Το οικονομικό κύκλωμα Η κυκλική ροή του εισοδήματος σε

Διαβάστε περισσότερα

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού Ενότητα 8: Έλεγχος στην αποκλειστικότητα : παρέμβαση με άλλους πλην της αποτελεσματικότητας λόγους (υγεία, καινοτομία κ.α.) Νικόλαος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΤΜΗΜΑ ΕΥΒΟΙΑΣ ΗΜΕΡΙΔΑ: «ΔΙΠΛΗ ΖΕΥΞΗ ΜΑΛΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ» 26 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2009 «Η ΖΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΑΛΙΑΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΧΩΡΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ» Σεραφείμ Πολύζος Πανεπιστήμιο

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης για τη διαμόρφωση των κατευθύνσεων Αναπτυξιακής Στρατηγικής Προγραμματικής Περιόδου 2014-2020

Πρόταση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης για τη διαμόρφωση των κατευθύνσεων Αναπτυξιακής Στρατηγικής Προγραμματικής Περιόδου 2014-2020 Πρόταση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης για τη διαμόρφωση των κατευθύνσεων Αναπτυξιακής Στρατηγικής Προγραμματικής Περιόδου 2014-2020 2020 Γεν. Διευθυντής Αναπτυξιακού Κώστας Καλούδης Αναπτυξιακού

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1 Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1 Επισκόπηση Μετρώντας την αξία της παραγωγής και της κατανάλωσης Ευημερία και όροι εμπορίου Επιδράσεις της οικονομικής ανάπτυξης Επιδράσεις διεθνών μεταβιβάσεων

Διαβάστε περισσότερα

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1 Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική 2 η έκδοση Chapter 1 Κεφάλαιο 5 Περιφερειακή εξειδίκευση, εμπόριο Modern και ανάλυση Urban and πολλαπλασιαστή Regional Economics Περιεχόμενα Εισαγωγή στις

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Πρόλογος...21 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Εισαγωγικές Έννοιες... 25 1.1 Η Οικονομική Επιστήμη και οι Σχολές Οικονομικής

Διαβάστε περισσότερα

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 1: Εισαγωγή

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 1: Εισαγωγή Αγροτική Οικονομία Ενότητα 1: Εισαγωγή Κοντογεώργος Αχιλλέας Σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων & Τροφίμων (Δ.Ε.Α.Π.Τ.) Σκοποί ενότητας Σκοπός της

Διαβάστε περισσότερα

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1 Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική 2 η έκδοση Chapter 1 Κεφάλαιο 10 Σύγχρονη ανάλυση της αστικής και περιφερειακής οικονομικής πολιτικής Περιεχόμενα διάλεξης Το σύγχρονο πλαίσιο της αστικής

Διαβάστε περισσότερα

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες 2.2.2 Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες 2.2.2 Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ. 2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες Έχει παρατηρηθεί ότι δεν υπάρχει σαφής αντίληψη της σηµασίας του όρου "διοίκηση ή management επιχειρήσεων", ακόµη κι από άτοµα που

Διαβάστε περισσότερα

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ 1 Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ 2 Τα εργαλεία ανάγνωσης της ταυτότητας της πόλης. Τα εργαλεία

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ 4 η ΑΣΚΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ Εισαγωγή Άσκησης

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ 4 η ΑΣΚΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ Εισαγωγή Άσκησης ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ 4 η ΑΣΚΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ Εισαγωγή Άσκησης ΥΠΕΥΘΥΝΗ

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην οικονομική της επικοινωνίας

Εισαγωγή στην οικονομική της επικοινωνίας 1. Χειμερινό Εισαγωγή στην οικονομική της επικοινωνίας Εξάμηνο 14-15 Χρηματοδότηση Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια του εκπαιδευτικού έργου του διδάσκοντα. Το έργο "Ανοικτά Ακαδημαϊκά

Διαβάστε περισσότερα