Οι Σκαραβαίοι στο Αιγαίο κατά την Εποχή του Χαλκού

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Οι Σκαραβαίοι στο Αιγαίο κατά την Εποχή του Χαλκού"

Transcript

1 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΤΟΣ: ΤΙΤΛΟΣ Οι Σκαραβαίοι στο Αιγαίο κατά την Εποχή του Χαλκού Επώνυμο: Πεππέ Όνομα: Παρασκευή Α.Μ.: Τριμελής επιτροπή: κ. Κων/νος Κοπανιάς κ. Π. Κουσούλης κ. Ε. Πλάτων

2 Περιεχόμενα Συντομεύσεις... 2 Εισαγωγή... 3 Α. Οι Επαφές της Κρήτης με την Αίγυπτο... 5 Β. Οι Σκαραβαίοι στην Κρήτη Β1. Ταφικά Σύνολα Α. Εισηγμένοι Β. Εγχώριοι Β2. Ανακτορικά Κέντρα Α. Εισηγμένοι Β. Εγχώριοι Β3. Ιδιωτικά και Δημόσια κτίρια Α. Εισηγμένοι Β. Εγχώριοι Β4. Άγνωστη θέση εύρεσης Α. Εισηγμένοι Β. Εγχώριοι Β5. Συμπεράσματα Γ. Οι Επαφές της Ηπειρωτικής Ελλάδας με την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή Δ. Οι Σκαραβαίοι στην Ηπειρωτική Ελλάδα Δ1. Ταφικά Σύνολα Α. Εισηγμένοι Β. Εγχώριοι Δ2. Ιδιωτικά ή Δημόσια κτίρια Α. Εισηγμένοι Β. Εγχώριοι Δ3. Άγνωστη ή Αβέβαιη θέση εύρεσης Α. Εισηγμένοι Δ4. Οι Σκαραβαίοι από τα ναυάγια του Ulu Burun και της Χελιδωνίας Δ5. Συμπεράσματα Ε. Συμπεράσματα Βιβλιογραφία Ευρετήριο Εικόνων Κατάλογος εικόνων, γραφημάτων και χαρτών Κατάλογος Σκαραβαίων στο Αιγαίο

3 Συντομεύσεις AJA: American Journal of Archaeology AR: Archaeological Reports ΑΔ: Αρχαιολογικό Δελτίο ΑΑΑ: Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών ΑΕphem: Αρχαιολογική Εφημερίδα BSA: British Journal of Archaeology BCH: Bulletin de Correspondence Hellenic BICS: Bulletin of the Institute of Classical Studies CMS: Corpus der Minoischen und Mykenischen Spiegel ΕΕΣ: Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών JAEI: Journal of Ancient Egyptian Interconnections JEA: Journal of Egyptian Archaeology JHS: Journal of Hellenic Studies OJA: Oxford Journal of Archaeology ΚΕ: Κρητική Εστία ΠΑΕ: Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρείας SIMA: Studies in Mediterranean Archaeology 2

4 Εισαγωγή Στόχος της εργασίας είναι η παρουσίαση των εισηγμένων όσο και των τοπικά παραχθέντων σκαραβαίων που βρέθηκαν σε διάφορες περιοχές του Αιγαίου. Τα παραδείγματα προέρχονται από θέσεις στην Κρήτη, την Ηπειρωτική Ελλάδα, τα νησιά του Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, καθώς και από τα ναυάγια του Ulu Burun και της Χελιδωνίας. Στην Αίγυπτο οι σκαραβαίοι-σφραγίδες έχουν έρθει στο φως σε πολλές θέσεις που χρονολογούνται μετά την περίοδο του Παλαιού Βασιλείου συνιστώντας την πιο διαδεδομένη μορφή σφραγίδας, μεταξύ των ωοειδών, των σκαραβοειδών, των πλακιδίων ή άλλων τύπων, ενώ συχνά οι δύο όροι ταυτίζονται 1. Περί το 2500 π.χ. εμφανίζονται στην Αίγυπτο μικρού μεγέθους λίθινα φυλακτά σε γυναικείες και παιδικές ταφές. Τα πιο πρώιμα έχουν συνήθως πυραμιδοειδές σχήμα και φέρουν στο πίσω μέρος διακόσμηση με μοτίβα ζώων ή γεωμετρικά σχέδια. Σταδιακά απέκτησαν προεξέχουσα λαβή και κυκλική ή οβάλ βάση συνιστώντας τις πρώτες μορφές σφραγίδων, ενώ στη συνέχεια το πίσω μέρος τους διαμορφώθηκε ώστε να απεικονίζει σχηματικά ή καθ ολοκληρίαν μορφές ζώων ή ανθρώπων. Μία εξ αυτών ήταν ο σκαραβαίος που προοδευτικά επικράτησε 2. Η μορφή του σκαραβαίου αποτέλεσε τον πιο γνωστό τύπου φυλακτού στην Κρήτη, μετά τη ΜΜ Ι-ΙΙ περίοδο, όταν αυξάνονται οι επαφές με την Αίγυπτο και σημειώνεται μεγάλος αριθμός εισαγωγών αιγυπτιακών και αιγυπτιαζόντων αντικειμένων, όπως φαίνεται από τα αιγυπτιακά παραδείγματα που έχουν εντοπιστεί. Για τους σκαραβαίους παρατηρείται αυξημένη εγχώρια παραγωγή 3. Η φύση των επαφών μεταξύ των δύο περιοχών αναλύεται συνοπτικά στο πρώτο κεφάλαιο. Παράλληλα, η κατανομή των εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων, καθώς και η επιρροή που άσκησαν οι πρώτοι στη μινωική εικονογραφία και αντίληψη διερευνώνται στο δεύτερο κεφάλαιο ανάλογα με το ανασκαφικό περιβάλλον στο οποίο βρέθηκαν. Ταυτόχρονα, στον ηπειρωτικό χώρο έχουν βρεθεί, χάντρες, περόνες, ειδώλια, σφραγίδες, σκαραβαίοι, εργαλεία από την Αίγυπτο και την Ανατολία και Χαναανικά αγγεία. Τουλάχιστον 25 σκαραβαίοι και αιγυπτιακά πλακίδια έχουν έλθει στο φως σε 1 Phillips 2009, Ward 1994, Watrous 1998, 21-2,25. 3

5 θέσεις της ΥΜ Ι-ΙΙΙ Γ περιόδου με την πλειοψηφία να συγκεντρώνεται σε θέσεις όπως η Περατή και οι Μυκήνες 4. Η εξέλιξη των επαφών του ηπειρωτικού χώρου με την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή, που φαίνεται μέσα από τους σκαραβαίους, συζητείται στο τρίτο κεφάλαιο. Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι σκαραβαίοι, εισηγμένοι και εγχώριοι, που βρέθηκαν στον Ηπειρωτικό χώρο, οι οποίοι σχολιάζονται σε συνδυασμό με τα συνευρήματά τους. Επίσης, γίνεται αναφορά στους σκαραβαίους που βρέθηκαν σε νησιά των Δωδεκανήσων, κυρίως στη Ρόδο αλλά και αλλού, καθώς και σε δύο ναυάγια. Το πρώτο στο Ulu Burun μετέφερε αντικείμενα που προέρχονταν από την Αίγυπτο, την Μεσοποταμία, την Ιταλία, την Κύπρο, τη Συροπαλαιστίνη και το Αιγαίο 5. Το ναυάγιο της Χελιδωνίας μετέφερε φορτίο κυρίως από την Κύπρο και τη Σύρο-Παλαιστίνη στα πλαίσια πιθανόν κάποιου ιδιωτικού ταξιδιού που πραγματοποιούνταν με όρους ελεύθερου εμπορίου μεταξύ του Αιγαίου και των άλλων περιοχών της Ανατολικής Μεσογείου 6. Στο πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο περιλαμβάνονται τα συμπεράσματα των επιμέρους κεφαλαίων και διατυπώνονται ορισμένες τελικές παρατηρήσεις. 4 Cline 1993, Cline 2009, Cline 2009,101. 4

6 Α. Οι Επαφές της Κρήτης με την Αίγυπτο Οι πρώτες μαρτυρίες για τις επαφές των δύο περιοχών είναι οι αναφορές σε άνδρες από το Keftiu. Σε αυτά αναφέρονται διάφορες πληροφορίες μεταξύ των οποίων το όνομα, η γεωγραφική θέση και το είδος των ανταλλαγών. Από την άλλη οι αιγυπτιακές τοιχογραφίες αναπαριστούν άνδρες που φέρουν δώρα και συνοδεύονται από επιγραφές που τους χαρακτηρίζουν ως «Keftiu» ή ως κατοίκους «των νήσων στη μέση της θάλασσας» ή «της χώρας των Keftiu και των νήσων στο μέσον της μεγάλης πράσινης θάλασσας». Επίσης, σε πιο απλές απεικονίσεις σε τοιχογραφίες αναπαρίστανται μορφές που φέρουν δώρα, αν και οι επιγραφές που τις συνοδεύουν είτε δεν διατηρούνται ολόκληρες είτε έχουν αλλοιωθεί 7. Οι αναφορές στον όρο «Keftiu» εμφανίζονται σε διάφορες θέσεις στην Αίγυπτο κατά την διάρκεια της 2 ης χιλιετίας π.χ.. Συνολικά, εμφανίζεται σε έξι γεωγραφικές λίστες, σε τοιχογραφίες έξι τάφων, σε δύο στήλες, πέντε παπύρους, σε δύο όστρακα, σε ένα μαθητικό πινάκιο, σε δύο χρονικά και ένα αγγείο 8. Παρόλα αυτά, οι αναφορές στον όρο «Keftiu» σημειώνονται και σε άλλες περιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα στην στήλη του Sesostris II ( π.χ.) αναφέρεται ο όρος «Horus Kefti» 9 καθώς και στον ιερατικό πάπυρο Ebers των αρχών της 18 ης Δυναστείας, μεταξύ π.χ., πριν τη βασιλεία του φαραώ Ahmosis περί το π.χ., στον οποίο αναφέρονται θεραπευτικά βότανα 10. Επιπροσθέτως, οι καταγραφές των εισαγωγών κατά τη διάρκεια του τρίτου χρόνου της βασιλείας του Thutmose III, περί το π.χ., περιλαμβάνουν αναφορές σε πλοία των Keftiu. Ακόμη περισσότερο, στα χρονικά του 34 ου και 42 ου χρόνου της βασιλείας του ίδιου φαραώ καταγράφονται,αντίστοιχα, η μεταφορά ξυλείας από την Παλαιστίνη με πλοία των Keftiu προς την Αίγυπτο και ένα δοχείο κατασκευασμένο με τεχνικές των τελευταίων 11. Ακόμη, σε μία αναθηματική στήλη του εν λόγω φαραώ ο τόπος προέλευσης των Keftiu τοποθετείται δυτικά της Αιγύπτου και αναφέρεται μαζί με τον όρο Isy, δηλαδή την αιγυπτιακή Alasija που ταυτίζεται με την Κύπρο 12. Άλλες μαρτυρίες προέρχονται από ένα λίθινο αγγείο από τον τάφο του Thutmose IV ( Sakellarakis 1984, Cline 1999, Sakellarakis 1984, Sakellarakis 1984, Sakellarakis 1984, Sakellarakis 1984,

7 1425 π.χ.) το οποίο περιείχε ένα υλικό με το όνομα Keftiu, η επιγραφή που αναφέρει τον όρο Keftiu μεταξύ άλλων σε στήλη σε ναό του Άμμωνος επί βασιλείας του Amenhotep III ( π.χ.) 13. Πρόκειται για την Αιγαιακή λίστα που ανακαλύφθηκε το 1960 στη βάση ενός εκ των πέντε αγαλμάτων στο βόρειο τμήμα του ναού στο Kom el-hetan. Στη βάση κάθε αγάλματος αναγράφονταν διαφορετικά τοπωνύμια μέσα σε οβάλ πλαίσια, τα οποία χρησιμοποιούνταν από τους Αιγυπτίους για να δηλώσουν περιοχές εκτός της επικράτειάς τους 14. Στη βάση όπου αναγράφεται η Αιγαιακή λίστα εικονίζονται στο κέντρο δύο αιχμάλωτοι και το όνομα του Amenhotep III, ενώ στα δεξιά αναγράφονται οι όροι Keftiu που συμβολίζει την Κρήτη και Tanaja που συμβολίζει τον ηπειρωτικό χώρο. Το κενό πεδίο στα δεξιά των όρων αυτών, καθώς και η απουσία οβάλ πλαισίων στη δεξιά πλευρά του μνημείου δείχνουν ότι τα δύο τοπωνύμια και μέρος του κειμένου που υπήρχε πάνω από αυτά λειτουργούσαν ως «επικεφαλίδα» μίας λίστας. Από την άλλη τα τοπωνύμια στην αριστερή πλευρά του ονόματος του Amenhotep III μεταφράστηκαν ως Αμνισός, η οποία εμφανίζεται και δεύτερη φορά στη λίστα 15, Φαιστός και Κυδωνία, που είναι περιοχές της Κρήτης. Αργότερα υποστηρίχθηκε από τους Edel και Gӧrg ότι τα συγκεκριμένα τοπωνύμια ήταν διορθώσεις, ενώ τα αρχικά ήταν οι Αμύκλες στη Σπάρτη, η Πίσα κοντά στην Ολυμπία και οι Αμύκλες ξανά. Στην αριστερή πλευρά αναγράφονται και άλλα τοπωνύμια όπως οι Μυκήνες και πιθανόν η Μεσσηνία ή η Θήβα στη Βοιωτία, το Ναύπλιο, τα Κύθηρα και η Ελιά στην Κρήτη. Στη σημερινή της μορφή η λίστα ίσως αποτελεί μαρτυρία για ένα ταξίδι των Αιγυπτίων στο Αιγαίο, το οποίο ξεκίνησε από την Κρήτη, συνεχίστηκε στην ηπειρωτική χώρα και ακολούθησε η επιστροφή στην Αίγυπτο μέσω της Κρήτης 16. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αιγαιακή λίστα δεν αποτελεί απόδειξη αιγυπτιακής επικυριαρχίας στο Αιγαίο την περίοδο βασιλείας του Amenhotep III 17. Σε κάθε περίπτωση η τελική μορφή των τοπωνυμίων υποδεικνύει πως πραγματοποιήθηκε ένα δρομολόγιο από την ανατολή προς τη δύση που ξεκίνησε από την Κρήτη, συνεχίστηκε στον ηπειρωτικό χώρο και τελείωσε με την επιστροφή μέσω των Κυθήρων και της Κρήτης. Σε ένα τέτοιο δρομολόγιο θα μπορούσε να οφείλεται και η επανάληψη του όρου Αμνισός. Στην περίπτωση αυτή δικαιολογείται η παρουσία αντικειμένων του Amenhotep III και της βασίλισσας Tiyi σε διάφορες θέσεις του 13 Sakellarakis 1984, Cline and Stannich 2011, Cline and Stannich 2011, Cline and Stannich 2011, 7,9. 17 Cline 1987, 5. 6

8 Αιγαίου ως αποτέλεσμα επικοινωνίας στην αρχή του 14 ου αιώνα π.χ. 18. Αξίζει,ωστόσο, να αναφερθεί πως ο όρος Keftiu αποδίδεται και στην πρώτη από τις συριακές μορφές που εικονίζονται στον τάφο του Menkheperreseneb, όπως και στις αιγαιακές μορφές από τον τάφο του Rekhmire, οι οποίες δεν ταυτίζονται μόνο με τον όρο Keftiu 19. Άλλοι εξέχοντες τάφοι με παραστάσεις των Keftiu από τις Θήβες είναι πέντε. Σε αυτούς ανήκουν οι τάφοι των αξιωματούχων Senenmut, Antef, Useramun, Rekhmire και Menkheperresoneb, των οποίων η δραστηριότητα εκτείνεται σε διάστημα άνω του μισού αιώνα επί βασιλείας της Hatshepsut, του Thutmose III και του Αmenhotep II 20. Είναι χαρακτηριστικό ότι ορισμένοι Keftiu, που εικονίζονται σε τοιχογραφίες των ταφών της 18 ης Δυναστείας στις Θήβες, μεταφέρουν μετάλλινα αγγεία με σπειροειδή μοτίβα μινωικής έμπνευσης 21. Οι πρώτες απεικονίσεις εκπροσώπων των Keftiu και η ακμή της μινωικής τέχνης στην αιγυπτιακή τέχνη συμπίπτει με την περίοδο της βασιλείας της Hatshepsut και του Thuthmosis III, περίπου π.χ. 22. Οι καταγραφές, εικονογραφικές και γραπτές, ξένων ηγετών που φέρουν jnw,δηλαδή «αυτό το οποίο προσφέρεται», πιθανόν ως δώρα, ξεκινούν ήδη επί βασιλείας του Thutmose I, πατέρα της βασίλισσας Hatshepsut. Στην αρχή της βασιλείας της τελευταίας οι Keftiu πρόσφεραν δώρα μαζί με τους υποτελείς Συροπαλαιστίνιους και Νουβίους, καθώς και τους συμμάχους από το βασίλειο του Μιτάνι, τους Χετταίους και τους πληθυσμούς από την περιοχή του Punt στην Hatshepsut 23. Ως εκ τούτου, οι παραστάσεις των παραπάνω τοιχογραφιών με τους άνδρες που φέρουν δώρα σε συνδυασμό με την ταύτιση των όρων «Kaphtor», της Παλαιάς Διαθήκης, και Kaptara, των αρχείων στο Μάρι της Μεσοποταμίας συντείνουν στην ταύτιση της Κρήτης με τον όρο Keftiu 24. Στα χρονικά των πολεμικών επιχειρήσεων του 43 ου έτους της βασιλείας του Thutmose III στη Συροπαλαιστίνη αναφέρεται η παράδοση ενός αγγείου τύπου «Keftiu» από έναν πρίγκηπα της Tanaja της Tj-n3-jj-w 25. Η ακμή του Μινωικού πολιτισμού στον τομέα της τέχνης και της αρχιτεκτονικής κατά την ΥΜ ΙΒ περίοδο συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με την περίοδο βασιλείας του Thutmose III. Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι την ίδια περίοδο ανοικοδομήθηκαν με λαξευτή 18 Cline and Stannich 2011, Matić 2012, Rehak 1998, Aslanidou 2000, Bietak 2000, MacGillivray 2009, Sakellarakis 1984, Sergent 1977,

9 τοιχοποιία τα ανάκτορα της Κνωσού, της Κάτω Ζάκρου, των Γουρνιών και πιθανόν των Χανίων και χτίστηκαν μνημεία στον Μόχλο, στο Παλαίκαστρο, στην Αγία Τριάδα και την Ψείρα 26. Ακόμη περισσότερο οι επαφές επιβεβαιώνονται από την ανακάλυψη μινωικών τοιχογραφιών στην πόλη Avaris που χρονολογούνται στην πρώιμη φάση της ύστερης εποχής του Χαλκού, δηλαδή κατά την ΥΜ ΙΑ-Β. Το γεγονός ότι οι εισαγωγές κεραμικής της ύστερης ανακτορικής περιόδου στην Αίγυπτο φαίνεται να χρονολογούνται κυρίως στην ΥΜ ΙΒ είναι πιθανό η περίοδος αυτή να συμπίπτει με την πρώιμη περίοδο βασιλείας του Tuthmosis III 27. Οι τοιχογραφίες συμπίπτουν χρονολογικά με εκείνες από τη Θήρα, αν και η θεματολογία τους, που περιλαμβάνει μορφές ταύρων, ρόδακες και άλτες, είναι μινωική. Το εύρημα αυτό συνδέεται άμεσα με τις επαφές των δύο περιοχών και ίσως υποδηλώνει ιδεολογικές-λατρευτικές ή εμπορικές επιρροές 28. Μινωικές επιρροές στην τέχνη απαντώνται και σε κέντρα της Ανατολίας, όπως στο Alalakh και στο Tel-Kabri, οι οποίες ίσως οφείλονται σε καλλιτέχνες από το Αιγαίο που έφτασαν σε αυτές τις περιοχές ή στη συνεργασία τους με καλλιτέχνες από την Ανατολία 29. Η εμφάνισή τους ήταν συνέπεια της αυξανόμενης εξάπλωσης του μινωικού πολιτισμού κατά το 16 ο αιώνα π.χ. 30. Kατά τη βασίλεια του Thutmose IV, το όνομα Keftiu εμφανίζεται μια φορά, ενώ κατά τη βασίλεια του Amenhotep III εμφανίζεται έξι φορές, ενώ εμφανίζεται ο ορός Tanaja τρεις φορές. Σε τρεις λίστες με τοποθεσίες αναφέρονται ο ορός «Νήσοι» δύο φορές κατά τη βασίλεια του Ακενατών, μια αντιγραμμένη και τρεις νέες αναφορές μαζί με μια νέα αναφορά επί Ραμσή ΙΙ στο Keftiu, πέντε αντιγραφές του ίδιου όρου και δύο στον ορό Tanaja 31. Επίσης, πληροφορίες προσφέρονται από τα κείμενα του 18 ου αιώνα από το Zimri-Lim στο Mari με αναφορές σε ανθρώπους και αντικείμενα από την Caphtor (Kap-ta-ra), που συνήθως ταυτίζεται με την Κρήτη. Είναι γεγονός ότι από το 17 ο έως τον 14 ο αιώνα καταγράφονται αναφορές σε τάφους και κείμενα για την Κρητη και τους Μινωίτες. Σταδιακά, παρουσιάζονται αλλαγές στον τρόπο απεικόνισης της ενδυμασίας των Αιγαιακών πληθυσμών ή των Keftiu στους τοίχους των τάφων στις Δυτικές Θήβες, αν και δεν αποτελούν απαραίτητα ιστορικές αναφορές 32. Πιο 26 MacGillivray 2009, Bietak 2007, Bietak και Marinatou 1995, 49, Niemeier and Niemeier 1998, Bietak 2013, Cline 1993, Rehak 1997,402. 8

10 συγκεκριμένα, σε αρκετές περιπτώσεις απεικονίζονται Αιγαιακές μορφές που φέρουν δώρα ως απότιση φόρου τιμής στον φαραώ ως αποτέλεσμα της αιγυπτιακής προπαγάνδας ή επικυριαρχίας 33. Αναντίρρητα, οι αλλαγές στις απεικονίσεις των πληθυσμών από το Αιγαίο και στις αναφορές στους ίδιους στις αιγυπτιακές πηγές με διαφορετικούς όρους, όπως Kftiw, iww bryw-ib και Η3w nbwt, αντανακλά αλλαγές στις επαφές μεταξύ των δύο περιοχών κατά τη 18 η και 19 Δυναστεία, δηλαδή μεταξύ π.χ. 34. Η αλλαγή αυτή είναι εμφανής ήδη από τον 15 ο αιώνα και σηματοδοτεί την αύξηση των επαφών της Αιγύπτου με τις Μυκήνες και τη μείωση με την Κρήτη 35. Από την άλλη πλευρά, τις γραπτές και εικονογραφικές πηγές συμπληρώνουν τα αρχαιολογικά τεκμήρια. Είναι πιθανό οι επαφές του Αιγαίου της Ύστερης Εποχής του Χαλκού με την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή να ξεκίνησε με σκοπό το εμπόριο. Ωστόσο, είναι εξίσου πιθανό να αποτελούσε μια μορφή διπλωματικών συναλλαγών με τη μορφή δώρων μεταξύ των ανακτορικών κέντρων. Ενδεχομένως παρόμοιες συναλλαγές αντιπροσωπεύουν οι «Keftiu» που εικονίζονται στις αιγυπτιακές τοιχογραφίες να φέρουν δώρα στον φαραώ 36. Ενδεχομένως, η έλλειψη πρώτων υλών στην Κρήτη σε σχέση με την Εγγύς Ανατολή αποτέλεσε την αιτία για τα ταξίδια των Μινωιτών προς τα ανατολικά και τα αιγυπτιακά λιμάνια προς εύρεση χαλκού, ασημιού, κασσίτερου, ημιπολύτιμων λίθων και ελεφαντόδοντου με αντάλλαγμα υφάσματα, ξυλεία, όπλα, διακοσμημένη κεραμική και μετάλλινα αγγεία 37. Παράλληλα, εισαγωγές κεραμικής από την Κύπρο, τη Χαναάν και την Αίγυπτο έχουν σημειωθεί σε μετανακτορικές οικιστικές θέσεις στον Κομμό και στον Πόρο Ηρακλείου. Είναι χρήσιμο να τονιστεί ότι η επικοινωνία της Κρήτης τον 14 ο αιώνα με άλλες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου βασιζόταν σε θαλάσσιες οδούς με την Ανατολία, την Συρία-Χαναάν και την Κύπρο, καθώς και την Αίγυπτο 38. Παρόλα αυτά, δεν είναι βέβαιο αν υπήρξε άμεση θαλάσσια οδός επικοινωνίας των Μινωιτών από την Κρήτη προς τη νότια πλευρά της Κύπρου και στη συνέχεια στη Μικρά Ασία και τη Ρόδο, από όπου επέστρεφαν στην Κρήτη ή αν ξεκινούσε από την ανατολική ακτή της Κρήτης, δηλαδή από το Παλαίκαστρο ή τη Ζάκρο, προς την Κάσο, την Κάρπαθο, τη Ρόδο, την Μικρά Ασία, την Κύπρο και κατέληγε στην Κρήτη Panagiotopoulos 2001, Cline 1987, Cline 1987, Cline 1993, Watrous 1998, Μπάνου 1995, 649, Kanta 1998, 31. 9

11 Εντούτοις, ο βαθμός αλληλεπίδρασης της Κρήτης με την Αίγυπτο φαίνεται από τις σφραγίδες και τα ειδώλια που αποτελούσαν προσωπική ιδιοκτησία Μινωιτών ανδρών και γυναικών. Η εξέλιξη των αμοιβαίων επαφών φαίνεται στις αναπαραστάσεις σε μινωικές σφραγίδες και σε ειδώλια αιγυπτιακών μοτίβων ή θεοτήτων κατά την Μέση Μινωική Ι με ΙΙ περίοδο 40. Οι αρχαιολογικές αποδείξεις για τις επαφές της Κρήτης με τις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου διακρίνονται ανάμεσα στις εισαγωγές και τις εξαγωγές και στις έμμεσες αιγυπτιακές ή ανατολικές επιρροές που αποτυπώνονται σε μινωικά έργα. Από τα πιο γνωστά τεκμήρια αιγυπτιακών εισαγωγών και εξαγωγών στην Κρήτη είναι τα λίθινα αγγεία και οι σκαραβαίοι 41. Στην Κρήτη, τουλάχιστον κατά την ΥΜ Ι ΙΙ περίοδο οι αιγυπτιακές εισαγωγές ξεπερνούν κατά τέσσερις φορές περισσότερο τις εισαγωγές άλλων κέντρων της ανατολικής Μεσογείου 42. Ήδη, από την ΜΜ ΙΑ περίοδο εντοπίζονται στην Κρήτη σφραγίδες, σκαραβαίοι και σκαραβοειδή με αιγυπτιακά σχήματα ή με αιγυπτιακή εικονογραφία. Σε αυτά προστίθενται το πήλινο σήστρο από τις Αρχάνες, το ταφικό κτίριο 9 αιγυπτιακής επιρροής της ΜΜ ΙΑ από τη θέση Φουρνί, αγγεία με αιγυπτιακή θεματολογία και ένα πήλινο πλακίδιο με αναπαράσταση σφίγγας από την περιοχή των Μαλίων. Όλα τα παραπάνω υποδεικνύουν την αφομοίωση αιγυπτιαζόντων χαρακτηριστικών πίσω από την τοπική εικονογραφία εκφράζοντας νέες αντιλήψεις. Το σύνολο των ανταλλαγών που εκφράζουν κοινωνικό-οικονομικές επαφές θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως ένα ενιαίο σύστημα εμπορίου, κυρίως αγαθών υψηλής αξίας, το οποίο διεξαγόταν υπό τον έλεγχο τοπικών ελίτ και συνοδευόταν, πιθανόν, από τη δράση ημι-εξαρτημένων ή και ανεξάρτητων εμπόρων 43. Συμπερασματικά είναι σαφές ότι οι επαφές ανάμεσα στις δύο περιοχές υποστηρίζονται αφενός από τις γραπτές και εικονογραφικές μαρτυρίες και αφ ετέρου από τα αρχαιολογικά δεδομένα. Με αφετηρία τις επιρροές που εμφανίζονται στη μικροτεχνία παρουσιάζονται στο επόμενο κεφάλαιο οι σκαραβαίοι, εγχώριοι και εισηγμένοι, που βρέθηκαν στην Κρήτη. 40 Watrous 1998, Branigan 1973, 22, Cline 1999, Warren 2000,

12 Β. Οι Σκαραβαίοι στην Κρήτη Β1. Ταφικά Σύνολα Α. Εισηγμένοι Η χρήση του σκαραβαίου ως φυλαχτό σημειώνεται για πρώτη φορά στην Αίγυπτο. Στην αρχή της Πρώτης Ενδιάμεσης Περιόδου βρίσκουμε σκαραβαίους στην Συροπαλαιστίνη, στο Αιγαίο και την Κρήτη, κυρίως σε ταφές της ΠΜ ΙΙΙ ΜΜ ΙΑ περιόδου (1700/ /1630). Στη συνέχεια, εμφανίζονται σκαραβαίοι μινωικής παραγωγής. 44. Τα πιο πρώιμα παραδείγματα εισηγμένων σκαραβαίων προέρχονται από τάφους της περιοχής της Λεβήνας και του Πλατάνου στην πεδιάδα της Μεσαράς. Στη Λεβήνα πέντε θολωτοί τάφοι διαμέτρου σχεδόν πέντε μέτρων ο καθένας περιλάμβαναν συστάδες τάφων και συνοδεύονταν από εξωτερικά δωμάτια που σχετίζονταν με τη λατρεία, ενώ σε τρεις εξ αυτών ανακαλύφθηκαν σκαραβαίοι (αρ. κατ. 1-3). Ο πιο σημαντικός, τάφος ΙΙ, της πρώτης φάσης της ΠΜ περιόδου, στη θέση Γερόκαμπος, είναι και ο πιο πρώιμος. Το εσωτερικό του περιλάμβανε πάνω από 700 αγγεία ρυθμού Πύργου, με στιλβωτή διακόσμηση, γραμμές, δικτυωτά σχέδια και πεταλούδες, καθώς και αγγεία του ρυθμού Αγίου Ονουφρίου με γραπτή, ερυθρή και λευκή-κίτρινη διακόσμηση. Μεταξύ άλλων περιείχε μία κυλινδρική «κυκλαδική» πυξίδα με πόδια και πώμα, δίωτα αγγεία, μία σφαιρική γάστρα με κυλινδρικό λαιμό, ραμφόστομες πρόχους και κύπελλα, πλαστικά αγγεία και πυξίδες με τρυπητές αποφύσεις και επίπεδο λαιμό, σύμφωνα με τα κυκλαδικά πρότυπα. Το στρώμα της ΠΜ ΙΙ φάσης περιλάμβανε κεραμική του ρυθμού Βασιλικής, σφαιρικές πυξίδες με πώματα και εγχάρακτη διακόσμηση, λίθινα αγγεία από πράσινο στεατίτη, μικρές πρόχους με επίπεδο πυθμένα, μικρά μονόχρωμα αγγεία, καθώς και πώματα με λαβές ή δίσκους προσφορών 45. Συνολικά το υλικό του τάφου ήταν αναμεμειγμένο ίσως λόγω της ταφής του ενός νεκρού πάνω στον άλλο και την αφαίρεση καταλοίπων για την δημιουργία νέου χώρου. Αν και η ακριβής θέση των νεκρών είναι άγνωστη, συνοδεύονταν από αγγεία με προσφορές. Ωστόσο, λόγω της μεγάλης χωρητικότητας πολλές ταφές εμφανίζονται στο ίδιο επίπεδο με προγενέστερες. Ο σκαραβαίος του τάφου αυτού (αρ. κατ. 1, εικ.1) 44 Παναγιωτάκη 2000, Alexiou ,

13 βρέθηκε μαζί με σφραγίδες από φαγεντιανή και περιδέραια στο ΠΜ ΙΙ-ΜΜ ΙΑ στρώμα 46. Αντίθετα, ο τάφος Ι περιείχε διασκορπισμένα ανθρώπινα οστά και αντικείμενα που συνόδευαν διαδοχικές ταφές. Τα περισσότερα και καλύτερα διατηρημένα είναι εκείνα που βρίσκονταν στο κέντρο της βόρειας πλευράς, λόγω πτώσης λίθων της οροφής. Εκεί είχαν τοποθετηθεί περίπου οκτώ νεκροί σε εκτεταμένη στάση με διασταυρούμενους μηρούς. Στη δυτική πλευρά από τη είσοδο, ανατολικά των παραπάνω ταφών, υπήρχαν μερικά ακόμη διασκορπισμένα οστά, τα οποία διαδέχονταν άλλη μία πυκνή συγκέντρωση οστών πλησίον του ανατολικού τμήματος του τοίχου στα νότια της εισόδου. Το δυτικό τμήμα περιλάμβανε, σε 0,50 μ. από το έδαφος, μία ορειχάλκινη ή χάλκινη λεπίδα της ΠΜ ΙΙ φάσης και θραύσμα δεύτερης μπροστά στην είσοδο, ενώ σε βαθύτερο στρώμα βρέθηκαν ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 2, εικ.2) μαζί με αμφορίσκο με ανοιχτή διακόσμηση σε σκούρο βάθος. Νοτιοδυτικά του σημείου ήρθαν στο φως λεπίδες οψιανού, πέτρες αλέσματος και βάρη αργαλειού. Προς την είσοδο εντοπίστηκαν ένα αγκίστρι, χάντρες περιδέραιου ποικίλων σχημάτων, που εντοπίστηκαν και στο νότιο-δυτικό τμήμα, σφραγίδες και ένα χρυσό διάδημα. Είναι πιθανό τα παραπάνω ευρήματα να συνόδευαν γυναικείες ταφές. Η αύξηση των ταφών συνεχίστηκε μέχρι την είσοδο του τάφου, όπου βρέθηκαν εννιά κρανία μεταξύ αυτών και ένα παιδικό. Ενδεχομένως μεταφέρθηκαν από το εσωτερικό του τάφου ή από άλλου και επομένως η είσοδος, ίσως, λειτουργούσε ως οστεοφυλάκιο. Περίπου 22 κρανία σώθηκαν, ολόκληρα ή αποσπασματικά, και εφόσον ορισμένα καταστράφηκαν από πτώση λίθων της θόλου είναι πιθανό ο τάφος να περιείχε έως 50 νεκρούς. Τα σημάδια καύσης στην είσοδο πιθανόν οφείλονται στα πρώτα στάδια χρήσης του τάφου, όταν οι νεκροί τοποθετούνταν βαθιά στο εσωτερικό και προς τον τοίχο. Ωστόσο, οι ταφές πάνω από το στρώμα καύσης υποδεικνύουν τη συνέχιση των ενταφιασμών. Παρόλα αυτά, ο τάφος έφερε σημάδια σύλησης από την αρχαιότητα, τη ρωμαϊκή και βενετική περίοδο, καθώς και τη σύγχρονη εποχή 47. Εντούτοις, ο σκαραβαίος από τον τάφο Ι βρέθηκε σε θέση της ΜΜ ΙΑ περιόδου και χρονολογήθηκε στο 1750 π.χ. σύμφωνα με παράλληλα από τη θέση Uronarti 48. Τα παραπάνω δεδομένα για τη χρονολόγηση του στη 13 η Δυναστεία είναι πιθανόν ανεπαρκή, καθώς το σχέδιο του είναι σε χρήση ήδη από τη 12 η Δυναστεία και συνεχίζεται έως τη 18 η Δυναστεία, ενώ και τα παράλληλα από τη θέση 46 Alexiou and Warren 2004, Alexiou and Warren 2004, Astrӧm ,

14 Uronarti χρησιμοποιούνται από τη 12 η έως τη 15 η Δυναστεία και όχι αποκλειστικά κατά τη 13 η Δυναστεία 49. Παρομοίως οι δύο σκαραβαίοι (αρ. κατ. 4-5, εικ.3-4) από το Θολωτό Τάφο Β στον Πλάτανο συνοδεύονταν από κεραμική της Μέσης Μινωικής περιόδου και θραύσματα πολύχρωμης κεραμικής. Από τον ίδιο χώρο προήλθε ένας ακόμη σκαραβαίος (αρ. κατ. 6) και 80 λίθινες σφραγίδες, μερικές κατασκευασμένες από φαγεντιανή, μία Βαβυλωνιακή κυλινδρική σφραγίδα από αιματίτη και λίθινες χάντρες από περιδέραιο. Τα ευρήματα, δηλαδή οι σφραγίδες και η κεραμική, υποδεικνύουν πως ο τάφος Β χρονολογείται μετά τον θολωτό Α και είναι λιγότερα σε σχέση με εκείνα του θολωτού Α. Το γεγονός μπορεί να οφείλεται σε σύληση, ιδίως των μετάλλινων ευρημάτων, για όσο διάστημα βρισκόταν σε χρήση. Πιθανόν ο τάφος χτίστηκε κατά τα τέλη της ΠΜ ΙΙΙ περιόδου, ενώ η κύρια περίοδος χρήσης του ήταν η ΜΜ Ι φάση. Πλήθος οστών καταλάμβανε όλα τα στρώματα του τάφου, τα οποία αν και αποσπασματικά φαίνεται πως δεν είχαν διαταραχθεί. Στο νότιο τμήμα συσσωρεύθηκαν, ενδεχομένως σκόπιμα, αρκετά κρανία, αν και είναι πιθανό οι νεκροί να ήταν τοποθετημένοι με το κεφάλι στραμμένο προς το νότο 50. Ο μεγάλος αριθμός σφραγίδων της ΜΜ Ι περιόδου, καθώς και η κεραμική και τα εγχειρίδια συμβάλλουν στη χρονολόγηση. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι τα ευρήματα από τον θολωτό Β τάφο δεν είναι αντιπροσωπευτικά άλλων ταφών στην ίδια περιοχή, κυρίως των πιο πρώιμων 51. Σε σχέση με το περιεχόμενο του τάφου ο πρώτος σκαραβαίος χρονολογείται στην τρίτη φάση της Πρώτης Ενδιάμεσης περιόδου, όπως φαίνεται από τις τρεις διαχωριστικές γραμμές στα έλυτρα που αντικαθίστανται αργότερα από σκαραβαίους με ιδιωτικά ονόματα, ενώ σπανίζει από τη 12 η έως τη 15 η Δυναστεία και επανεμφανίζεται κατά τη 18 η Δυναστεία. Αυτό επιβεβαιώνεται από την ευθεία γραμμή από το κεφάλι προς την ουρά, η οποία στους μεταγενέστερους είναι είτε αψιδωτή είτε καμπυλωτή. Το μοτίβο στο πίσω μέρος εμφανίζεται συχνά σε πρώιμους τύπους σκαραβαίων, σε ειδώλια και σφραγίδες. Ο τύπος συνηθίζεται στην 2 η Ενδιάμεση περίοδο αν και χρησιμοποιείται και πριν τη 12 η Δυναστεία. Ο δεύτερος ανήκει μάλλον στην 1 η Ενδιάμεση περίοδο ή στην πρώιμη 12 η Δυναστεία και ομοιάζει με τους τύπους του αγγείου Montet από τη Βύβλο της 11 ης Δυναστείας. Είναι βέβαιο ότι αποτελούν εισαγωγές επειδή, αν και 49 Ward 1981, Xanthoudides 1924, Smith 1945, 8,10. 13

15 σκαραβαίοι εξάγονταν και επεξεργάζονταν εκτός Αιγύπτου, φαίνεται μάλλον απίθανο κάτι τέτοιο να συνέβαινε στην Πρώτη Ενδιάμεση περίοδο ή στην πρώιμη 12 η Δυναστεία, παρά το μεγάλο εύρος χρονολόγησης του τάφου 52. Τα μοτίβα αν και παραπέμπουν στη 13 η Δυναστεία δεν αποδεικνύουν τίποτα περισσότερο από την χρήση του τάφου ακόμη και μετά το 1785 π.χ. Παράλληλα, η εύρεση του δεν εξασφαλίζει την κατώτερη χρονολόγηση του τάφου στην ΜΜ ΙΒ εφόσον βρισκόταν σε χρήση ήδη από την ΠΜΙΙΙ/ΜΜ ΙΑ και μέχρι την ΜΜ ΙΒ περίοδο, δηλαδή ένα χρονικό εύρος 500 ετών 53. Αξίζει να τονιστεί ότι οι τάφοι της Μεσαράς χτίστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν κυρίως από μικρές κοινοτικές ομάδες και όχι αποκλειστικά από μία πληθυσμιακή κοινότητα 54. Ωστόσο, οι διαφοροποιήσεις ως προς την κοινωνική θέση ενδεχομένως υποδηλώνονται από ευρήματα όπως τα διαδήματα και οι σφραγίδες, αν και σαφή τεκμήρια για το διαχωρισμό ανάμεσα στους νεκρούς με ελάχιστό ή καθόλου πλούτο και σε εκείνους με πολιτικό ή κοινωνικό κύρος δεν υπάρχουν. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι ήδη από την ύστερη Προανακτορική περίοδο παρατηρείται στα νεκροταφεία της Μεσαράς μία προσπάθεια διατήρησης και προώθησης της κοινωνικής συνοχής μέσω μη ταφικών τελετουργιών. Στους θόλους προστίθενται εσωτερικά θάλαμοι και εξωτερικά διαφόρων τύπων χώροι που ίσως μαρτυρούν κοινοτικές εκδηλώσεις. Αυτό φαίνεται ακόμη στην κεραμική του νεκροταφείου της Μονής Οδηγήτριας, όπου μεταξύ άλλων έχουν εντοπιστεί μαγειρικά αγγεία. Η σημασία αυτών των εορτών έγκειται στην εκμετάλλευση τους για την εδραίωση και την προβολή της δύναμης της ελίτ, που ίσως ξεκινά ήδη από αυτή την περίοδο 55. Σημαντικοί για τη χρονολόγηση είναι, ακόμη, δύο σκαραβαίοι (αρ.κατ. 7-8, εικ. 5-6) της 11 ης Δυναστείας από τον τάφο Β στις Γούρνες που συνοδεύονταν από κεραμική της ΜΜ ΙΑ-ΙΒ περιόδου. Αν η χρήση του τάφου περιοριστεί στη ΜΜ ΙΒ τότε η περίοδος πιθανόν ξεκίνησε πριν το 1991 π.χ., δηλαδή από τη 12 η Δυναστεία και εξής. Ωστόσο, αν ξεκίνησε ήδη από τη ΜΜ ΙΑ και επεκτάθηκε μέχρι τη ΜΜ ΙΒ τότε η πρώτη πιθανόν ξεκίνησε πριν το 1991 π.χ. Παρομοίως τρεις σκαραβαίοι από τις Αρχάνες (αρ. κατ. 9-11, εικ.7-9), εκ των οποίων ένας (αρ. κατ. 10) από το Προανακτορικό 52 Ward 1981, Warren 1980, Branigan 1970, 129, Branigan 2010,

16 οστεοφυλάκιο χρονολογείται στην ΠΜ ΙΙΙ-ΜΜ ΙΑ και ένας (αρ. κατ. 9) στην ΜΜ ΙΒ- ΙΙ περίοδο από τον Θολωτό τάφο Β, έχουν ομοιότητες με μοτίβα φυλαχτών της 11 ης Δυναστείας. Ο τελευταίος αποτελεί τυπικό παράδειγμα της Πρώτης Ενδιάμεσης περιόδου και της 11 ης Δυναστείας 56. Ο σκαραβαίος από τον θολωτό τάφο Β στις Γούρνες λόγω του υλικού κατασκευής και του σχήματος είναι βέβαιο πως εισάχθηκε από την Αίγυπτο. Κοντά του βρέθηκαν μία ημισφαιρική σφραγίδα από λευκό στεατίτη, ένας κύαθος, κύπελλα, ένας αμφορίσκος με σκούρο κόκκινο χρώμα και δίλοβο στόμιο και μία μόνωτη πρόχους με δίλοβο στόμιο 57. Αν και οι τάφοι των Γουρνών χρονολογούνται κυρίως στην ΠΜ περίοδο περιέχουν,επίσης, κεραμική της ΜΜ περιόδου, διότι αν και λείπουν τα τροχήλατα αγγεία απαντώνται αρκετά πολύχρωμα αγγεία. Φαίνεται πως αν ο διαχωρισμός των περιόδων ισχύει στην περίπτωση τάφων με μακρά περίοδο χρήσης που περιείχαν πολλές ταφές δεν φαίνεται να ισχύει το ίδιο για εκείνους που περιείχαν λιγότερους. Πιθανόν η ΠΜ και ΜΜ περίοδος ταυτίζονται ή τουλάχιστον έχουν μικρή χρονική διαφορά μεταξύ τους. Αν οι σκαραβαίοι χρονολογούνται μεταξύ 11 ης -12 ης Δυναστείας, δηλαδή μεταξύ π.χ., τότε,ίσως, είναι σύγχρονοι των Πρωτομινωικών ταφών 58. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Κρήτη σχεδόν σε όλους τους Πρωτομινωικούς τάφους υπήρχαν περιγραμμένοι περίβολοι που λειτουργούσαν ως ιεροί χώροι για προσφορές συνήθως λίθινων ή πήλινων μικρών αγγείων στους νεκρούς 59. Στο σύνολο του ο οικισμός ανοικοδομείται και ανθεί κατά την ΥΜ ΙΙΙ περίοδο, κυρίως κατά την πρώιμη ΥΜ ΙΙΙΒ, ενώ υποδεικνύονται και επαφές του με την Ηπειρωτική Ελλάδα από ευρήματα όπως παρατηρείται σε ένα από τα κτίρια σε σχήμα μεγάρου 60. Παρομοίως στις Αρχάνες οι πρώτες οικοδομικές φάσεις του θολωτού τάφου Β' ανάγονται στους Παλαιοανακτορικούς χρόνους. Την περίοδο εκείνη το νοτιοανατολικό τμήμα του δωματίου του πεσσού, ο χώρος στα ανατολικά μεταξύ του δρόμου και της θόλου και ο διάδρομος μπροστά από την κλίμακα συνιστούσαν ένα ευμέγεθες οστεοφυλάκιο με τέσσερα δωμάτια. Τα πρώτα δύο καταστράφηκαν για τη δημιουργία του δωματίου του πεσσού τα άλλα δύο όμως διατηρήθηκαν. Το ένα καταλάμβανε το νότιο τμήμα του δωματίου του πεσσού με πλακόστρωτο δάπεδο και εκτεινόταν ανατολικά, ενώ το δεύτερο σε βόρεια κατεύθυνση ως προς το πρώτο καταλάμβανε 56 Warren 1980, Χατζηδάκης 1918β, 49, 52-3, Χατζηδάκης 1918β, Χατζηδάκης 1915, Kanta 1980,

17 κυρίως τον ανατολικό χώρο. Στο νότιο δωμάτιο, κοντά σε κατάλοιπα φέρετρου κειτόταν νεκρός στηριζόμενος στη δεξιά πλευρά σε συνεσταλμένη στάση από ανατολικά προς δυτικά και την κεφαλή στραμμένη προς τη δύση, αν και σώζονται μόνο θραύσματα αυτής. Στο βόρειο δωμάτιο υπήρχαν μόνο κατάλοιπα οστών και οδοντών. Ανάμεσα τους ανακαλύφθηκε τμήμα εισηγμένου αιγυπτιακού σκαραβαίου από φαγεντιανή (αρ. κατ. 9), τμήμα κέρνου από στεατίτη, μέρη λίθινων και πήλινων αγγείων, κυκλικό θραύσμα ενθέματος από ελεφαντόδοντο, λεπίδες οψιανού και θαλάσσια όστρακα 61. Σε παρόμοιο αρχαιολογικό περιβάλλον βρέθηκε το δεύτερο παράδειγμα. Το ταφικό κτίριο Γ νότια του θολωτού τάφου Β περιλάμβανε έξι δωμάτια από τα οποία τα δύο ανατολικά λειτουργούσαν ως κλίμακα καθόδου από τον δεύτερο όροφο. Το νοτιοδυτικό δωμάτιο περιελάμβανε μεγάλη συγκέντρωση καταλοίπων οστών και οδόντων κοντά σε φέρετρα. Στο παλαιότερο στρώμα του δωματίου μαζί με τα παραπάνω ευρήματα ήρθαν στο φως κατάλοιπα σκελετού τοποθετημένος από ανατολικά προς δυτικά κατά μήκος του νότιου τοίχου με στραμμένη την κεφαλή προς δυτικά, καθώς και ένα κρανίο στη βορειοδυτική γωνία του δωματίου. Σε αρκετά σημεία υπήρχαν ίχνη καύσης και κατάλοιπα λεπίδων, οψιανού, ένα δόντι ζώου, τρία θαλάσσια όστρακα, κατάλοιπα κονιαμάτων λευκού χρώματος που πιθανόν ανήκαν σε τριποδική τράπεζα προσφορών, καθώς και τρία απολεπίσματα ελεφαντόδοντου μαζί με ένα χτένι από το ίδιο υλικό. Τη δυτική πλευρά του δωματίου καταλάμβανε μεγάλο τμήμα λίθου, πιθανόν βωμού, μία σφραγίδα δισκοειδής από ελεφαντόδοντο σκαραβαίος (αρ. κατ. 11) και μία χρυσή ψήφος, ενώ στο νοτιοδυτικά τμήμα υπήρχαν κατάλοιπα κρανίου και πρόχειρου τοιχίου ίσως για την τοποθέτηση του νεκρού 62. Οι δύο σκαραβαίοι από τις Γούρνες, ένας από το οστεοφυλάκιο των Αρχανών και τρεις από τη Λεβήνα (τάφοι Ι, ΙΙ και ΙΙΑ) αποτελούν ασφαλή τεκμήρια για τη χρονολόγηση λόγω της θέσης εύρεσής τους. Ο ένας εκ των δύο σκαραβαίων από τις Γούρνες χρονολογείται στην 11 η Δυναστεία. Η κεραμική, τυπολογικά ανήκει στην ΜΜ ΙΙ-ΙΙΙ περίοδο της Κνωσού, ωστόσο σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα ανήκει στην ΜΜ ΙΑ περίοδο. Αντίστοιχα οι σκαραβαίοι των Αρχανών χρονολογούνται στην ΠΜ ΙΙΙ-ΜΜΙΑ περίοδο ( ), της Λεβήνας από τον τάφο Ι στη ΜΜ ΙΑ- Πρώτη Ενδιάμεση περίοδο, το παράδειγμα από τον τάφο ΙΙ στη ΜΜ ΙΑ- 9 η /11η Δυναστεία και εκείνο από τον τάφο ΙΙΑ στην 1 η Ενδιάμεση περίοδο. Με βάση αυτά τα δεδομένα η 61 Σακελλαράκης 1967, Σακελλαράκης 1967,

18 MM IA περίοδος φαίνεται πιθανό πως ξεκινά στη νότια Κρήτη, ίσως και στην Κνωσό, πριν το , αλλά όχι αργότερα 63. Από τάφο με μεγάλο εύρος χρονολόγησης που χρησιμοποιήθηκε για πολλές ταφές ήδη από την Παλαιοανακτορική περίοδο, κατά τη ΜΜ ΙΙΒ φάση, και τη νέοανακτορική περίοδο κατά την ΥΜ ΙΑ/ΙΒ φάση προέρχεται ο σκαραβαίος από τον Πόρο Ηρακλείου (αρ.κατ.12). Το πλήθος των οστράκων στην είσοδο, ωστόσο, προέρχεται από τις επιχώσεις του μετανακτορικού οικισμού της περιοχής. Παρά τη σύλησή του κατά την αρχαιότητα, στο εσωτερικό του διατηρούνταν ταφή, άθικτος αποθέτης, πλήθος ευρημάτων, σκελετικό υλικό και κατάλοιπα νεκρικών κλινών από διαταραγμένες ταφές. Μαζί με τον σκαραβαίο σώθηκαν και 6 σφραγίδες με παραστάσεις γρύπα, πουλιού, βουκράνου ψαριού, αράχνης και λιονταριού, ένα περιδέραιο με 12 χρυσές χάντρες διαφόρων σχημάτων, περίπου 7 χάντρες από αμέθυστο και άλλες από μπλε υαλόμαζα, ημι-πολύτιμοι λίθοι και φαγεντιανή, καθώς και τρία χρυσά σκουλαρίκια με κοκκιδωτή διακόσμηση από τα οποία δύο αποτελούν ζεύγος. Παράλληλα, βρέθηκαν από δύο ζεύγη μολυβένια αι χάλκινα σκουλαρίκια και μία ασημένια ωτογλυφίδα, 6 κρίκοι από φαγεντιανή με κόσμηση καρφίδων από το ίδιο υλικό και 4 μικρογραφικά κύπελλα από υπόλευκη φαγεντιανή. Άλλα μικροαντικείμενα από τον ίδιο χώρο είναι τριχολαβίδες με δισκία μεταξύ των λαβίδων, ένα αλαβάστρινο πώμα αγγείου, ένα βαρίδι από νεφρίτη, ένα χάλκινο εργαλείο, χάλκινοι σύνδεσμοι των νεκρικών κλινών, θραύσματα λίθινων αγγείων, πήλινες αγνύθες, οστέινα και πήλινα μικροαντικείμενα, εκατοντάδες λεπίδες και απολεπίσματα οψιανού, όστρεα και ελαφρόπετρες. Στο εσωτερικό του τάφου και κυρίως στον αποθέτη συγκεντρωνόταν μεγάλη ποσότητα κεραμικής. Περισσότερα από 250 αγγεία ακέραια και δεκάδες ελλιπή κυρίως πρόχοι και κύπελλα διαφόρων σχημάτων πολλά από τα οποία φέρουν διακόσμηση ήρθαν στο φως. Από δύο κύπελλα με πολύχρωμη καμαραϊκή διακόσμηση εκτιμάται η χρήση του τάφου ήδη από τη ΜΜ ΙΙΒ περίοδο. Τα υπόλοιπα αγγεία χρονολογούνται στις δύο φάσεις της ΥΜ Ι περιόδου. Πρόκειται κυρίως για κύπελλα ημισφαιρικά, κυλινδρικά και κωνικά, μόνωτα ή άωτα, με κόσμηση στολιδώσεων, κλαδιών κισσού, σπειρών, με επίθετη λευκή στίξη, με εναλλασσόμενα μοτίβα, με λευκή κόσμηση σπειρών, απομιμήσεις φλεβών μαρμάρου και κλαδιών με φύλλα και καρπούς. Μία πρόχους μιμείται μεταλλικό πρότυπο στο σχήμα και στο χρώμα και μία δεύτερη ραμφόστομη, ίσως για σπονδές, φέρει κόσμηση λευκών σπειρών, άλλη φέρει 63 Cadogan 1983,

19 λευκή φυτική διακόσμηση σε μαύρο βάθος, δύο ηθμοπυξίδες διακοσμούνται με φυτά κρόκου, μία τρίτη είναι μικρογραφική και ένα μόνωτο κύπελλο φέρει στιλπνή μαύρη επιφάνεια. Σε αυτά, τέλος, προστίθενται μία μικρή μόνωτη φιάλη με διχαλωτή λαβή και μία πρόχους με διακόσμηση του «θαλάσσιου ρυθμού». Η δεύτερη μιμείται το ραδινό σχήμα της πρόχους από τη Ζάκρο με ναυτίλους σε βάθος φολιδωτού πλέγματος με παραπληρωματικά μοτίβα του θαλάσσιου ρυθμού και πλαστική διακόσμηση από σειρές αχιβάδων στη λαβή, το λαιμό και τον ώμο, όπου οι αχιβάδες περιβάλλονται από πλαστικά τρίλοβα 64. Ο εν λόγω τάφος, που βρέθηκε σε προάστιο της περιοχής η οποία περιλαμβάνει οικισμούς και τάφους της περιόδου ακμής της Κνωσού και ερευνήθηκε κατά τα έτη , είναι υπόγειος διαμέτρου περίπου 70 τ.μ. λαξευμένος στο βράχο με προθάλαμο που χωρίζεται σε δύο τμήματα από χαμηλό τοιχίο, περιέχει δύο θαλάμους και τον λάκκο-αποθέτη με υπολείμματα προγενέστερων ταφών, καθώς και κτερίσματα που προέκυψαν από τους καθαρισμούς στο εσωτερικό του 65. Παρόλα αυτά, η εξέλιξη των επαφών ανάμεσα στις δύο περιοχές είναι περισσότερο εμφανής στους σκαραβαίους μεταγενέστερων θέσεων. Το πρώτο παράδειγμα (αρ. κατ. 13, εικ.10) προέρχεται από θέση της ΥΜ ΙΙΙ περιόδου σε τάφο στο Σελλόπουλο στην Κνωσό και ένα δεύτερο από χώρο του Μεγάρου στο Καστέλλι Χανίων. Και τα δύο παραδείγματα φέρουν σε επιγραφή το όνομα του Amenhotep III. Τρία ακόμη παράδειγμα προέρχονται από τάφο στην Κνωσό του τέλους της ΥΜ ΙΙΙΑ περιόδου, από την θέση της ΥΜ ΙΙΙΒ περιόδου στον Πόρο Ηρακλείου στον οποίο αναγράφεται το όνομα της βασίλισσας Ankhesenamun, συζύγου του φαραώ Tutankhamun, ένας από άγνωστη θέση εύρεσης στην Κνωσό στον οποίο αναγράφεται το όνομα του φαραώ Horemheb, ενώ ένα τελευταίο παράδειγμα προέρχεται από τον θαλαμωτό τάφο 5 στην Αγία Τριάδα και χρονολογείται βάση του ονόματος της βασίλισσας Tiye στην ΥΜ ΙΙΙ Α αν και η θέση στην οποία βρέθηκε δεν έχει ασφαλή χρονολόγηση 66, παρά το γεγονός ότι συνοδευόταν από ΥΜ ΙΒ-ΙΙ κεραμική 67. Οι σκαραβαίοι από το Καστέλλι και τον Πόρο συζητούνται στα επόμενα κεφάλαια. Παρόλα αυτά, στις παραπάνω περιπτώσεις είναι φανερός ο επίσημος χαρακτήρας των σκαραβαίων. Τέτοια παραδείγματα σε συνδυασμό με τις γραπτές πηγές έχουν βρεθεί 64 Dimopoulou 1987, Δημοπούλου 1988, Kanta 1980, Pendlebury 1930a,

20 στην Κνωσό, στην Αγία Τριάδα και στην περιοχή της Κυδωνίας. Αυτές οι περιοχές μαζί με την Αμνισό, τη Φαιστό και τη Λύκτο αναφέρονται στη λίστα θέσεων από το Αιγαίο στο Kom-el-Hetan. Ο σκαραβαίος από το Σελλόπουλο ανήκε προφανώς σε μέλος της τοπικής ελίτ, αν και δεν είναι βέβαιο ότι ισχύει το ίδιο για τα παραδείγματα από την Αγία Τριάδα και την Κυδωνία 68. Πιο συγκεκριμένα, στο εσωτερικό του τάφου στο Σελλόπουλο βρέθηκαν συνολικά τρείς σκελετοί εκ των οποίων δύο ήταν άρρενες και συνοδεύονταν από πλούσια κτερίσματα, όπως ξίφη, αιχμές δοράτων, περιδέραια από φαγεντιανή και χρυσό, δαχτυλίδια, σφραγίδες, καθρέπτες, ξυράφια και μεγάλο αριθμό χάλκινων αγγείων. Ανάμεσα σε αυτά ξεχώριζε ένα χρυσό δαχτυλίδι με λατρευτική σκηνή, μία επιχρυσωμένη σφραγίδα και ένα ακόμη δαχτυλίδι με χρυσό επίθεμα. Ο τρίτος νεκρός συνοδευόταν από ένα χάλκινο αγγείο, έναν καθρέπτη και ένα περιδέραιο τοποθετημένο γύρω από το λαιμό του που αποτελούνταν από διακόσμηση από φαγεντιανή και λευκή ύλη, καθώς και τον σκαραβαίο με τη δέλτο του Amenophis III ( ). Το μεγαλύτερο μέρος της κεραμικής ήταν ακόσμητη και χρονολογούνταν στην ΥΜ ΙΙ-ΙΙΙ Α περίοδο, αν και ένας αμφορέας της ΥΜ ΙΙΙ ήταν διακοσμημένος, καθώς και ένα αγγείο με ψηλό στόμιο που ομοιάζει στον τύπο αγγείου της φάσης ΙΙΙ Α των Μυκηνών 69. Από αυτό τον τάφο προκύπτουν συσχετισμοί ανάμεσα στην ΥΕ ΙΙΙΑ1 και την ΥΜ ΙΙΙΑ1 περίοδο κυρίως από την ύπαρξη του εισηγμένου μυκηναϊκού αγγείου και του εν λόγω σκαραβαίου με πλήθος αγγείων της ΥΜ ΙΙΙΑ1 περιόδου 70. Σύμφωνα με τον Cline 71 ο τύπος του σκαραβαίου αυτού δεν χρησιμοποιούνταν για μεγάλο διάστημα, καθώς η καλή διατήρησή του μαρτυρά την τοποθέτησή του με τον νεκρό λίγο μετά την κατασκευή του τάφου. Το γεγονός υποδεικνύει,ίσως, ότι τα αντικείμενα που φέρουν το όνομα είτε του Amenhotep III είτε της βασίλισσας Tiye έφτασαν τόσο στις Μυκήνες όσο και στο Αιγαίο γενικά κατά την ΥΜ/ΥΕ ΙΙΙ Α1 περίοδο. Οι αιγυπτιακές εισαγωγές σε θέσεις της πρώιμης ΥΜ ΙΙΙ Α περιόδου αποδεικνύονται τόσο από τον σκαραβαίο στο Σελλόπουλο όσο και από ένα λίθινο αγγείο με επιγραφή του ονόματος του Tuthmose III σε τάφο στον Κατσαμπά κοντά στο Ηράκλειο. Αντίθετα, ο σκαραβαίος από την Αγία Τριάδα δεν προσφέρει αρκετές πληροφορίες για τα όρια της ΥΜ ΙΒ, καθώς προήλθε από μαζική ταφή της ΥΜ ΙΙΙ με 68 La Rosa 2000, Popham 1969, Alden 1981, Cline 1987,

21 ασαφή κεραμική και μεταγενέστερα ειδώλια 72. Η σημασία του σκαραβαίου αυτού δεν έγκειται τόσο στο γεγονός ότι αποτελεί αιγυπτιακή εισαγωγή ή στη ομοιότητά του με τον σκαραβαίο από τον τάφο 99 στην περιοχή Ζαφέρ Παπούρα όσο στην αναγραφή του ονόματος του φαραώ Amenhotep III. Το κύριο όνομα «Neb-maᶜat- Re» αποδιδόταν στον Amenhotep III ( ) της 18 ης Δυναστείας και στον Ραμσή VI ( ) της 20 ης Δυναστείας. Το επίθετο που συνοδεύει το όνομα αποτελείται από τρία σύμβολα πανομοιότυπα μεταξύ τους που διαβάζονται ως t3wy που ερμηνεύεται ως «Οι δύο χώρες», δηλαδή η Άνω και Κάτω Αίγυπτος. Επομένως χρονολογείται στο 1417 π.χ. αν και δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία κατασκευής του σκαραβαίου ή της άφιξής του στην Κρήτη, όπως άγνωστο παραμένει αν χρησιμοποιήθηκε ως κειμήλιο πριν την εναπόθεσή του με τον νεκρό. Παρόλα αυτά, είναι πιθανή μία μεταγενέστερη χρονολόγηση του τάφου βάση των υπόλοιπων ευρημάτων 73. Άλλα στοιχεία, εκτός από τον σκαραβαίο στο Σελλόπουλο, που συμβάλλουν στο συγχρονισμό των χρονολογήσεων είναι ο σκαραβαίος του Amenhotep III από θαλαμωτό τάφο στο Άγιο Ηλία στην Αιτωλία που περιλάμβανε τρεις ταφές με κεραμική της πρώιμης ΥΕ ΙΙΒ ΙΙΙΑ2 περιόδου και δύο σκαραβαίοι του ίδιου φαραώ που βρέθηκαν σε έξι θολωτούς τάφους, που περιλάμβαναν δύο ταφές σε πίθους και τοπική κεραμική, όπως δύο κύλικες, ένα αλάβαστρο, δύο αγγεία του ΥΕ ΙΙΙΑ τύπου, χάλκινα όπλα, εργαλεία, σφραγίδες, χρυσά, αργυρά και γυάλινα κοσμήματα στη θέση Panaztepe, μεταξύ των περιοχών Menemen και Foҫa βορειοανατολικά των Κλαζομενών στην Ανατολία. Ο συγχρονισμός της ΥΜ/ΥΕ ΙΙΙ Α1 περιόδου με τη βασιλεία του εν λόγω φαραώ υποδεικνύει ότι αυτή η κεραμική φάση εξελισσόταν κατά την περίοδο π.χ. Στα παραπάνω, αν και με μικρότερη ακρίβεια στη χρονολόγηση, προστίθενται ο σκαραβαίος από τον θαλαμωτό τάφο 5 στην Αγία Τριάδα, ένα αγγείο από φαγεντιανή από τις Μυκήνες στο θαλαμωτό τάφο 49 και τα πλακίδια του ίδιου φαραώ από τις Μυκήνες 74. Πιο αναλυτικά, ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 14, εικ. 11) από την Αγία Τριάδα βρέθηκε σε θέση της ΥΜ Ι-ΙΙ περιόδου βάση της κεραμικής, μαζί με χάλκινα εγχειρίδια, ένα χρυσό περιδέραιο και μία κεφαλή ταύρου που πιθανόν αποτελούσε μέρος περιδέραιου ή φυλαχτού 75. Η θέση βρίσκεται σε κρύπτη οικίας της περιοχής των Θόλων 72 Popham 1970, Popham 1974, Warren και Hankey 1989, Pendlebury 1930b, 9. 20

22 και συγκεκριμένα σε δωμάτιο τετράγωνης κάτοψης με στύλους κατά μήκος του άξονά του στο ύψος των οποίων διατηρούνταν ταφές στο υψηλότερο σημείο του δαπέδου. Τα στρώματα ήταν αναμειγμένα με εξαίρεση το κατώτερο που δεν περιείχε ταφές. Μεταξύ των ανωτέρω ευρημάτων υπήρχαν, επίσης, ένα μεγάλο είδωλο πιθανόν θεότητας, ειδώλια με φορέματα σε λατρευτική στάση εκ των οποίων ένα αναπαριστά αιωρούμενη μορφή παιδιού σε αιώρα της οποίας τα στηρίγματα είναι στύλοι στους οποίους στέκονται πτηνά. Αναμεσά τους υπήρχαν ένα αγγείο από αλάβαστρο σε μορφή εγκύου γυναίκας ή πιθήκου, μία σφύρα από γρανίτη, πολλά χρυσά κοσμήματα που αποδίδονται σε ιέρεια, μία σφίγγα σε καθιστή στάση που ίσως χρησίμευε ως σπονδικό αγγείο, επίχρυσα κέρατα ταύρου, ειδώλιο χάλκινου βοοειδούς και ένα κωνικό αγγείο με βούκρανα και διπλούς πελέκεις, όπως απεικονίζονται σε παράλληλα που σχετίζονται με ιερά. Στο σύνολο τους χρονολογούνται στην ΜΜ ΙΙΙ-ΥΜ ΙΑ περίοδο. Τα παραπάνω ευρήματα και ιδιαίτερα τα ειδώλια προδίδουν την ταφή επιφανών προσώπων και ως εκ τούτου ο χώρος ερμηνεύτηκε ως ιερό με θησαυροφυλάκιο 76. Παρόμοιοι συσχετισμοί προκύπτουν από τον σκαραβαίο (αρ. κατ. 16, εικ. 12) από τη θέση Ζαφέρ Παπούρα ο οποίος φέρει χαρακτηριστικό μοτίβο της 18 ης Δυναστείας στη βάση του 77. Σ' αυτήν την θέση, ανάμεσα στα Ισόπατα και την Κνωσό, ανακαλύφθηκαν θαλαμωτοί τάφοι εκ των οποίων ορισμένοι ήταν ευμεγέθεις και πολυτελείς. Ο εν λόγω σκαραβαίος του τάφου 99 συνοδευόταν από κοσμήματα, αγγεία και κύπελλα της ΥΜ ΙΙΙ περιόδου και χρονολογήθηκε από τον Pendlebury 78 στη 18 η Δυναστεία. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους Bass, Pulak, Collon και Weinstein 79 στο Αιγαίο μετά την περίοδο της Αμάρνα οι αιγυπτιακές εισαγωγές περιορίζονται σε ορισμένες κατηγορίες αντικειμένων. Το συγκεκριμένο παράδειγμα, αν και χρονολογήθηκε στην 18 η Δυναστεία, πιθανόν ανήκει στο όψιμο Νέο Βασίλειο. Συνήθως οι σκαραβαίοι και τα πλακίδια που φέρουν το σύμβολο του γερακιού στο κέντρο, τον ουραιό με ή χωρίς φτερά στα αριστερά και ένα από τα ποικίλα σύμβολα στα δεξιά είναι τυπικά του Νέου Βασιλείου και χαρακτηρίζουν την περίοδο των Ραμσιδών. Τα δύο τελευταία παραδείγματα από ταφές στην περιοχή της Κεφαλάς και της Φορτέτσας δεν βοηθούν στην χρονολόγηση καθώς ο πρώτος (αρ. κατ. 17) ανήκει σε διαταραγμένη ταφή και χρονολογείται περίπου μεταξύ π.χ. ανάμεσα στην 19 η 76 Πλάτων 1954, Keel και Kyriakidis 2000, Pendlebury 1930b, Bass κ.ά 1989,

23 και 20 η Δυναστεία και ίσως εισήχθη από την. Από την άλλη ο δεύτερος από τον τάφο ΙΙ θεωρείται φοινικική εισαγωγή και χρονολογείται μεταξύ π.χ., δηλαδή περί την 26 η Δυναστεία 80. Στον θαλαμωτό τάφο από τον οποίο προέρχεται ο πρώτος σώθηκε αποσπασματική κεραμική που κυρίως προέρχεται από την επιφάνεια του εδάφους και το δάπεδο του τάφου μαζί με κατάλοιπα ανθρώπινων οστών που έφεραν ίχνη καύσης. Ο τάφος πρέπει να ήταν σε χρήση για πολλές γενιές. Χρονολογείται κυρίως στην Πρωτογεωμετρική Β φάση και στην όψιμη Γεωμετρική περίοδο, όπως φαίνεται από τα κατάλοιπα ενός κρατήρα με ομόκεντρους κύκλους, αν και τα περισσότερα ευρήματα ανήκουν στην πρώιμη Ανατολίζουσα περίοδο στην οποία ανήκουν και αρκετά θραύσματα πίθων. Ανάμεσα στα παραπάνω βρέθηκαν μία χρυσή χάντρα, ένα θραύσμα σιδερένιου ξίφους, τμήμα επιχρυσωμένης σιδερένιας καρφίτσας και ο σκαραβαίος με την επιγραφή του Άμμων και στις δύο πλευρές της επιφάνειάς του 81. Ο δεύτερος σκαραβαίος (αρ. κατ. 18, εικ. 13) από τον τάφο ΙΙ στη Φορτέτσα προήλθε από τάφο στον οποίο ο τρόπος ταφής ήταν η καύση, αφού δεν σώζονται ίχνη οστών, ενώ ορισμένα αγγεία περιείχαν στάχτες. Από τη θέση των αγγείων και την έλλειψη ευμεγεθών αγγείων συνάγεται το συμπέρασμα πως έχει συληθεί. Η πλειονότητα των αγγείων χρονολογείται στην Υπομινωική περίοδο, αφού φέρουν στοιχεία της ΥΜ περιόδου στο σχήμα και τη διακόσμηση, τα οποία δεν επιβίωσαν κατά την Πρωτογεωμετρική περίοδο στην Κρήτη. Ο τάφος αποτελεί έναν από τους πλουσιότερους στην περιοχή της Κνωσού με 18 ταφές εσωτερικά και 10 εξωτερικά που συνολικά χρονολογούνται στην ύστερη Πρωτογεωμετρική έως την Ύστερη Ανατολίζουσα περίοδο. Η πλειοψηφία των ανατολιζόντων αγγείων, μεταξύ των οποίων πολλοί αρύβαλλοι, οινοχόες, κύπελλα, κοτύλες, σκύφοι, τριποδικοί πίθοι, υδρίες, κάλαθοι πυξίδες, καθώς και οι πίθοι, αρκετοί Κρήτο-Κυπριακής προέλευσης ανήκουν στον πολύχρωμο ρυθμό. Στον τάφο εκτός από τα αγγεία βρέθηκαν και αντικείμενα της μικροτεχνίας, όπως δύο χρυσές καρφίτσες, 6 χάντρες, μία απλή, μία χρυσή, μία από κορναλίνη μία από γυαλί,μία από κρύσταλλο και μία από φαγεντιανή, ένα περιδέραιο από κορναλίνη, μία σφραγίδα από κόκκινο στεατίτη, ένα περιδέραιο από σκουρόχρωμο στεατίτη, μία κωνοειδής σφραγίδα από σκούρο στεατίτη και μία δεύτερη διάτρητη από ίασπη, ένα περιδέραιο από γκρι-γαλάζιο στεατίτη, δύο ασημένιες καρφίτσες και μία χάλκινη, χάλκινα τσιμπιδάκια, σιδερένια λεπίδα ξίφους, θραύσματα στιλέτου από 80 Hoffman 1997, Coldstream 1963,

24 σίδερο, ακονόλιθος, σιδερένιο στιλέτο, δόρυ και αιχμή βέλους, δύο καρφίτσες από ήλεκτρο, τρεις καρφίτσες από σίδερο, σιδερένια καρφίτσα με ξύλινη λαβή, 5 χάλκινες περόνες εκ των οποίων δύο αποσπασματική, μικρό σιδερένιο ξίφος, δύο-τρία σιδερένια δόρατα και θραύσματα ενός τέταρτου, δύο χρυσά δαχτυλίδια και πιθανόν ένα ακόμη χρυσό δαχτυλίδι ή σύρμα. Ανάμεσα σε αυτά βρέθηκαν τρεις σκαραβαίοι (αρ. κατ , εικ ), ένας από λευκό στεατίτη, ένας δεύτερος από παρόμοιο υλικό και ένας ωχρού πράσινου χρώματος 82. Β. Εγχώριοι Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι οι εισηγμένοι σκαραβαίοι σε μινωικές ταφές παρέχουν αρκετές πληροφορίες για την χρονολόγηση και τη χρήση των εισηγμένων σκαραβαίων στην Κρήτης με την Αίγυπτο. Εντούτοις, και η εγχώρια παραγωγή μαρτυρά την εξέλιξή τους. Η πιο πρώιμη μορφή σκαραβαίου στην Κρήτη της Προανακτορικής εποχής βρέθηκε στην περιοχή της Μεσαράς, ενώ ο τύπος της Προανακτορικής περιόδου αντιπροσωπεύεται στα ανατολικά και βόρεια του νησιού. Τα πρώιμα παραδείγματα μινωικών σκαραβαίων και σκαραβοειδών δεν εμφανίζονται πριν τη ΜΜ ΙΑ περίοδο, δηλαδή πριν την ανάπτυξη του τύπου και την εισαγωγή του από την Αίγυπτο. Συνήθως, απεικονίζονταν χωρίς κεραίες, τύπος που συναντάται στην Αίγυπτο, και όχι με κεραίες, όπως συνηθιζόταν στην Κρήτη 83. Η αύξηση της συγκέντρωσης των σκαραβαίων κατά την Πρώτο-ανακτορική περίοδο στις περιοχές της Κνωσού και των Μαλίων υποδεικνύει την αλλαγή του κέντρου ανταλλαγών, το οποίο κατά τη Νέοανακτορική περίοδο περιορίζεται,κυρίως, στην Κνωσό 84. Κατά κανόνα δεν υπάρχουν μινωικοί σκαραβαίοι από ελεφαντόδοντο παρά μόνο από λευκή ύλη, η οποία παρατηρείται και σε μινωικές ωοειδείς σφραγίδες, όπως σε δύο περιπτώσεις από τους Καλούς Λιμένες και χρονολογούνται κυρίως από τη ΜΜ ΙΑ περίοδο και εξής 85. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εγχώριων σκαραβαίων σε τάφους προέρχονται από τις προαναφερθείσες περιοχές, όπως την Αγία Τριάδα από τον θολωτό τάφο Α (αρ. κατ. 15, εικ. 16), την Λεβήνα στον τάφο ΙΙΑ (αρ. κατ. 3, εικ. 17), τον Πλάτανο από τον 82 Brock 1957, 8, 84, Phillips 2004, Phillips 2009, 1: Phillips 2009, 1:123, 2:195, 204, 208, 152, αρ.κατ. 392, 413, ,

25 θολωτό τάφο Β (αρ. κατ. 6, εικ. 18) και τις Γούρνες από τον τάφο Β (αρ. κατ. 7, εικ.19). Αρκετοί από αυτούς προέρχονται από τις ίδιες ταφές με τους εισηγμένους που προαναφέρθηκαν. Το παράδειγμα από τη Λεβήνα συνοδευόταν από αγγεία, μικρές κανάτες με ζωγραφισμένους οφθαλμούς στο ύψος του στομίου, έναν ασκό, ένα κανάτι με ερυθρωπή ΜΜ ΙΑ διακόσμηση, κύπελλα και μία σφραγίδα από φαγεντιανή με τετράφυλλη διακόσμηση. Τα παραπάνω συλλέχθηκαν από ταφές πάνω από παχύ στρώμα άμμου που κάλυπτε προηγούμενες ταφές με ίχνη καύσης. Το κατώτερο αυτό στρώμα περιλάμβανε οστά και προσφορές και καταλάμβανε το κέντρο του τάφου, ενώ στο μέσον του είχαν τοποθετηθεί δύο λίθοι, πιθανόν εστίες, σε παράλληλη θέση. Μεταξύ αυτών υπήρχαν μία τριποδική πυξίδα, κύπελλα του ρυθμού Βασιλικής, ένα αγγείο με αναπαράσταση μορφής, πυξίδες με ή χωρίς υπερυψωμένη βάση, ένα κύπελλο με μεγάλη λαβή, ένα τριγωνικό εγχειρίδιο και άλλα αντικείμενα 86. Από τα περίπου 31 αγγεία του ανώτερου στρώματος ένας ασκός και ένα μικρό αγγείο ανήκουν στον πολύχρωμο ρυθμό και 22 κωνικά κύπελλα χρονολογούνται στην ΠΜ ΙΙΙ-ΜΜ Ι. Η περίοδος χρήσης του ανώτερου στρώματος ίσως είναι η ΜΜ ΙΑ με ένα κενό κατά τη ΠΜ ΙΙΙ ή θα κάλυπτε την περίοδο από την ΠΜ ΙΙΙ έως την ΜΜ ΙΑ. Η παρουσία πολλών αγγείων με διακόσμηση λευκού σε σκοτεινό σε αντίθεση με μόνο ένα αγγείο στο κατώτερο στρώμα ίσως υποδεικνύει την χρήση του τάφου κατά την ΠΜ ΙΙΙ, η οποία συνεχίστηκε μετά την περίοδο καύσης, μέχρι την ΠΜ ΙΙ Α-Β όταν καλύφθηκε με άμμο, και την ΜΜ ΙΑ. Ο σκαραβαίος της ύστερης 11 ης Δυναστείας στο ανατολικό τμήμα του τάφου βρέθηκε κοντά στον ασκό, τα κωνικά κύπελλα, τα μικρά αγγεία, την πυξίδα μινιατούρα και ένα μικρό δοχείο γεγονός που υποδεικνύει τη χρονολόγηση του στην ΜΜ ΙΑ περίοδο και είναι εξίσου σημαντικός για τη χρονολόγηση με τον σκαραβαίο από τον τάφο Ι λόγω της ασφαλούς χρονολόγησής που προκύπτει βάση των συνευρημάτων του και την ομοιότητά του με παράλληλα από την Αίγυπτο αυτής της περιόδου 87. Σε περιβάλλον με πλούσια κεραμική, ωστόσο, εντοπίστηκαν και άλλα παραδείγματα (αρ. κατ. 22, εικ. 20). Πιο συγκεκριμένα στην περιοχή του Άγιου Ηλία, ανατολικά της Καίρετου, ήρθε στο φως νεκροταφείο της ΜΜ περιόδου το 1951 που περιλάμβανε δύο μεγάλους τάφους. Ο δεύτερος με τρία διαμερίσματα που χωρίζονταν μεταξύ τους από λίθινους τοίχους περιλάμβανε στο καθένα από μία ταφή σε λάρνακες. 86 Alexiou και Warren 2004, Alexiou και Warren 2004,

26 Από αυτές προήλθαν πολλά έργα μικροτεχνίας, ένας σκαραβαίος από ορεία κρύσταλλο, έξι σφραγίδες και μία κυλινδρική με σπειροειδή διακόσμηση που ίσως συνιστά τον πιο πρώιμο τύπο κυλινδρικής σφραγίδας μινωικής κατασκευής από την Κρήτη. Η ταφή περιλάμβανε επίσης μία φακοειδή σφραγίδα από χαλκηδόνιο λίθο με εγχάρακτη σκηνή πληγωμένου ταύρου από δόρυ στην πλάτη. Στην ίδια λάρνακα βρέθηκαν ένα ασημένιο περιδέραιο σε σχήμα γονατισμένης ανδρικής μορφής, δύο χρυσά δαχτυλίδια από τα οποία το δεύτερο έφερε μοτίβο κρίνου στην επιφάνειά του, χάλκινα δαχτυλίδια, ενώτια, καρφίτσες, βραχιόλια, χάντρες από αμέθυστο, ορεία κρύσταλλο, λάπις λάζουλι και κορναλίνη. Η κεραμική και τα αντικείμενα χρονολογούνται στη ΜΜ ΙΙΙ 88. Είναι γεγονός ότι οι σκαραβαίοι από αμέθυστο, σκούρο χαλαζία και αχάτη συνιστούν μία υποκατηγορία με ετερογενή σχέδια. Αντίθετα, η ανατομία των σκαραβαίων από σκληρά πετρώματα είναι δυσδιάκριτη, αν και καλύτερης ποιότητας. Τέτοιοι σκαραβαίοι απαντούν στην Κρήτη ήδη από τη ΜΜ Ι περίοδο, χρησιμοποιούνται κυρίως κατά τη ΜΜ ΙΙ-ΙΙΙ και είναι πιθανό να συνεχίζουν να παράγονται κατά τη Νέο-ανακτορική περίοδο, αν και τέτοια παραδείγματα δεν έχουν βρεθεί ακόμη στην Κρήτη 89. Παρόμοια παραδείγματα (αρ. κατ. 23, εικ ) προέρχονται και από την περιοχή της Μονής Οδηγήτριας από τον Θολωτό τάφο Β, όπου τουλάχιστον ο ένας εκ των δύο σκαραβαίων χρονολογείται με ασφάλεια στην ΜΜ ΙΑ-Β βάση των συνευρημάτων του 90. Προέρχονται από το οστεοφυλάκιο εντός του Θολωτού τάφου Β, ο οποίος έχει συληθεί στο παρελθόν. Το οστεοφυλάκιο ήταν ένας λάκκος στο νότιο τμήμα του εδάφους του Θολωτού τάφου, αδιατάρακτος, με πλήθος κρανίων και οστών που χωρίζονταν μεταξύ τους από λίγο χώμα. Ελάχιστη κεραμική και λίθινα αγγεία τους συνόδευαν. Από τα βαθύτερα στρώματα της απόθεσης συλλέχθηκαν περίπου 23 σφραγίδες, οι οποίες αποτελούν ίσως κατάλοιπα δευτερογενούς χρήσης του τάφου κατά την Ύστερη Προανακτορική. Τα παραπάνω ευρήματα προσφέρουν περισσότερες πληροφορίες για τον διαχωρισμό των δύο περιόδων παραγωγής σφραγίδων κατά την περίοδο αυτή, καθώς 17 από αυτές ήταν από λευκή ύλη. Μεταξύ αυτών και οι δύο σκαραβαίοι. Αντίθετα, παραδείγματα από ελεφαντόδοντο δεν σημειώνονται, αν και στο εσωτερικό του Θολωτού Τάφου Β βρέθηκαν 16 σφραγίδες εκ των οποίων ορισμένες 88 Cook και Boardman 1954, Yule 1981, Κυριακίδης 2000,

27 ήταν κατασκευασμένες από ελεφαντόδοντο. Οι τελευταίες συνιστούν κατάλοιπα μίας πιο πρώιμης παράδοσης λόγω της πολύχρονης χρήσης του. Επομένως, η έλλειψή τους στο οστεοφυλάκιο είναι ζήτημα χρονολόγησης παρά τοπικής προτίμησης, η οποία στο τέλος της Προανακτορικής περιόδου επικεντρώνεται κυρίως σε υλικά όπως η λευκή ύλη, τα μαλακά πετρώματα και τα οστά. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η σχετική ομοιογένεια στην παραγωγή και οι παρεμφερείς ομοιότητες στα μοτίβα και στα υλικά κατασκευής συναντώνται,επίσης, σε περιοχές όπως η Αγία Τριάδα και η Λεβήνα επιβεβαιώνοντας τις επαφές των περιοχών 91. Χαρακτηριστικό εγχώριο παράδειγμα είναι ο σκαραβαίος από την Κουμάσα (αρ. κατ. 24, εικ. 23), ο οποίος είναι απλός ρομβοειδής με υποτυπώδη δήλωση ελύτρων και πρώτο-θώρακα στο πίσω μέρος. Τόσο αυτός, όσο και το παράδειγμα από το θολωτό τάφο Β στον Πλάτανο 92, θεωρούνται σκαραβοειδή καλής ποιότητας, αλλά η χρονολόγησή τους είναι δύσκολη βάση της τεχνοτροπίας τους και πιθανόν ανήκουν στην Παλαιοανακτορική ή Προανακτορική περίοδο 93. Παρόμοια παραδείγματα βρέθηκαν και στην Κνωσό στην περιοχή Γυψάδες σε ΥΜ ΙΙΙ Α1 τάφο (αρ. κατ. 25, εικ. 24). Πρόκειται για δύο σκαραβαίους της ΜΜ ΙΙ περιόδου βάση της στενής διατομής τους και τις βαθιές εγχαράξεις που φέρουν στο πίσω μέρος, αν και είναι κατασκευασμένοι από κορναλίνη και κατά μήκος τους ανοίγεται οπή. Χρησιμοποιήθηκαν ως χάντρες σε περιδέραιο, ίσως με χρήση φυλαχτού, όπως και πολλοί άλλοι σκαραβαίοι της 18 ης και πρώιμης 19 ης Δυναστείας από τάφους της ΥΜ ΙΙΙΑ1/Β περιόδου 94. Ο ίδιος ο τάφος προσεγγίζεται από δρόμο 3,5 μ. σε μήκος με τέσσερις χαμηλές κλίμακες που οδηγούν στην είσοδο του, η οποία ήταν κλεισμένη από τοίχο που σωζόταν άθικτος. Στην επιφάνεια του δρόμου υπήρχαν όστρακα της ΥΜ ΙΑ/ΙΙ και ΙΙΙ Α περιόδου, ενώ από το έδαφος στο εσωτερικό του τάφου ήταν φανερό πως δεν είχε συληθεί. Η ταφή συνοδευόταν από αγγείο απιοειδούς σχήματος της ΥΜ ΙΙΙΑ1 στα δεξιά της εισόδου και 128 χάντρες από φαγεντιανή, κορναλίνη, κεχριμπάρι και χρυσό που πιθανόν ανήκαν σε ένα ή περισσότερα περιδέραια. Ο συνδυασμός των ευρημάτων με την έλλειψη οστών υπέδειξαν πως πρόκειται για ταφή νεαρού ατόμου, ίσως κοριτσιού. Η κατασκευή του τάφου, που περιλαμβάνει τον δρόμο και τον ταφικό θάλαμο, πιθανόν αποτελεί μυκηναϊκή επιρροή. Ταυτόχρονα, η απουσία προγενέστερων 91 Sbonias 2010, 204, , Matz και Pini 1969, Yule 1981, Phillips 2004,

28 ταφών ίσως είναι ενδεικτική της περιόδου αναταραχής, περί το 1400 π.χ., που οδήγησε στις καταστροφές του ανακτόρου και άλλων παρακείμενων κέντρων της Κνωσού 95. Γενικά οι τάφοι των Γυψάδων, όπως και άλλοι από την περιοχή Ζαφέρ Παπούρα και από το νεκροταφείο του Μαυροσπηλιού της ίδιας περιόδου περιείχαν μία ή δύο ταφές. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις συνηθιζόταν η δευτερογενής χρήση τους και ως εκ τούτου τα οστά των προηγούμενων ταφών εναποθέτονταν σε μικρούς λάκκους στο χώμα, ιδιαίτερα νέων ανθρώπων ή παιδιών, αν και ακόμη και τότε οι ταφές συνολικά είναι λίγες. Αυτή η προτίμηση για ιδιωτικές και εξατομικευμένες ταφές κατά την ΥΜ περίοδο στην Κνωσό και αλλού στο νησί έρχεται σε αντίθεση με τον κοινοτικό-οικογενειακό χαρακτήρα των θαλαμοειδών τάφων στις Μυκήνες και ευρύτερα στην Ηπειρωτική Ελλάδα διαδεδομένου στην Κρήτη κατά την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού. Ωστόσο, τόσο οι θολωτοί όσο και οι θαλαμοειδείς τάφοι της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στον ηπειρωτικό χώρο χρησιμοποιούνται για ιδιωτική χρήση όπως παρατηρείται και στην Κρήτη 96. Το τελευταίο παράδειγμα εγχώριου σκαραβαίου προέρχεται από την ευρύτερη περιοχή του ανακτόρου της Κάτω Ζάκρου όπου ανακαλύφθηκαν δύο ταφικά περιφράγματα του τέλους των προ-ανακτορικών χρόνων στη θέση Πεζούλες Κεφαλές ή Περβόλια. Το δεύτερο αποτελείτο από ένα ορθογώνιο διαμέρισμα του οποίου ο εξωτερικός τοίχος διατηρούνταν σε μικρό ύψος, αν και στο σύνολο του ήταν διαταραγμένο. Φαίνεται ότι στο χώρο πραγματοποιήθηκαν οι τελευταίες ταφές εντός του περιφράγματος μαζί με μία ακόμη σε ορθογώνια λάρνακα, παρόμοια με εκείνες του Περιφράγματος Α, με δυτική κατεύθυνση σε κεντρική τοποθέτηση. Ανατολικά υπήρχε μικρός ορθογώνιος χώρος με δύο σκελετούς σε συνεσταλμένη θέση με κατεύθυνση από Ανατολικά προς Δυτικά σχεδόν αδιατάρακτοι με τα κτερίσματά τους. Τα υπόλοιπα οστά βρέθηκαν διαταραγμένα, όπως και στο πρώτο περίφραγμα, και αποτελούνται κυρίως από κρανία, μακρά οστά και οστά λεκάνης, αν και εδώ οι ταφές ήταν λιγότερες. Συνολικά εντοπίστηκαν 20 κρανία αν και υπήρχαν και άλλα σε κακή κατάσταση λόγω της αναμόχλευσής τους με τους σκελετούς. Ο σκελετός της λάρνακας ήταν σε συνεσταλμένη θέση, όπως και σε εκείνες του περιφράγματος Α, με κατεύθυνση προς Βορρά. Δεν υπήρχε είσοδος στο περίφραγμα και πιθανόν οι νεκροί ενταφιάζονταν από πάνω με λάκκο που άνοιγε για τον εκάστοτε νεκρό. Περίπου 70 πήλινα και 4 λίθινα 95 Popham 1980, 169, Hood κ.ά ,

29 αγγεία συνόδευαν τις ταφές. Τα περισσότερα βρέθηκαν στις ταφές στο πλάγιο μέρος και κυρίως στο κέντρο. Δίπλα στην κεφαλή του σκελετού της ανατολικής πλευράς βρέθηκε σκαραβαίος (αρ. κατ. 26, εικ. 25)από σαρδόνυχα με δικτυωτό μοτίβο. Πολλά κρανία είχαν μετατοπισθεί στο βόρειο τμήμα. Τα αγγεία ήταν όμοια με εκείνα του περίβολου Α, δηλαδή μικρές πρόχοι, απλά και διώροφα κύπελλα, μικροί κύαθοι συχνά με υπερυψωμένη λαβή, σπάνια ημισφαιρικές κύαθοι με πρόχυση, μικρές οινοχόες, μικρογραφικός αμφορέας, μικκύλη στάμνα, ευρύστομη πρόχους, μεγάλη πρόχους με στρογγυλό στόμιο, ημισφαιρική κύαθος και μία δεύτερη με στολιδωτό σώμα και κατάλοιπα ευμεγέθους αγγείου. Συνελέγησαν ακόμη κατάλοιπα σταμνοειδούς σκεύους με οριζόντιες λαβές. Τα λίθινα αγγεία αντιπροσωπεύονταν από ένα μικρό κροκαλοπαγές αγγείο με ίχνη τροχού, ένα μικρό κυλινδρικό αγγείο, ένα μικρό ολμοειδές και ένα φωλεόσχημο, αμφικωνικό αγγείο. Ακόμη βρέθηκαν δύο τετράγωνης διατομής υφαντικά βάρη που πιθανόν ανήκαν σε γυναικεία ταφή και μία μικρή δισκοειδής κοίλη αργυρή ψήφος, μία χάλκινη τριχολαβίδα και ένα χάλκινο δισκάριο και θραύσμα στεατίτη. Με βάση τα παραπάνω τα δύο ταφικά περιφράγματα θεωρούνται σύγχρονα και χρονολογούνται στο τέλος της προ-ανακτορικής περιόδου, δηλαδή κατά την ΜΜ ΙΑ φάση, ενώ είναι πιθανόν η διάρκεια χρήσης τους να ήταν περιορισμένη 97. Σύμφωνα, με άλλους ερευνητές, όπως ο Pomerance 98 ο σκαραβαίος από κορναλίνη από τις Πεζούλες Κεφαλές με την αδιακόσμητη επιφάνεια υπέστη δευτερογενείς εγχαράξεις τυπικές των μινωικών σφραγίδων της ΠΜ ΙΙΙ-ΜΜ Ι περιόδου. Στη διαμόρφωση της εγχώριας παραγωγής σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ανοικοδόμηση των ανακτόρων κατά τη ΜΜ ΙΒ περίοδο που συνοδεύτηκε από κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, μείωση στην παραγωγή των σκαραβαίων στην Κρήτη και εξαφάνιση των τύπων της Προανακτορικής περιόδου. Ωστόσο, εξακολουθεί να υφίσταται μία βασική παραγωγή στις σφραγίδες και ως εκ τούτου και στους σκαραβαίους. Η χρήση σκληρών πετρωμάτων ξεκινά αυτή την περίοδο στην κατασκευή διαφόρων σφραγίδων και οι μινωικές κατασκευάζονται από σκληρά εισαγόμενα αιγυπτιακά πετρώματα, όπως ο κορναλίνης και ο αμέθυστος, ενώ από παρόμοια υλικά είναι και οι εισαγόμενες. Ταυτόχρονα, παύει η χρήση της λευκής ύλης, η οποία ωστόσο συνεχίζεται στην Αίγυπτο, και τα σχήματα απλοποιούνται πιθανόν 97 Πλάτων 1967, 190, Pomerance 1973,

30 λόγω της δυσκολίας στην κατεργασία των νέων υλικών. Οι σκαραβαίοι που εντάσσονται σε αυτή την τάση ονομάζονται σκαραβοειδή και συναντώνται τόσο σε τάφους όσο και σε οικισμούς, αν και δεν είναι γνωστές θέσεις κατοίκησης της προανακτορικής περιόδου,κυρίως στη Μεσσαρά, από την οποία να προήλθε η πλειονότητα των Προανακτορικών σκαραβαίων 99. O Pini 100 υπέδειξε την πιθανή λειτουργία εργαστηρίου/ων στην περιοχή της Μεσσαράς, καθώς αναγνώρισε πάνω από εκατό σφραγίδες από λευκή ύλη από την νότια Μεσσαρά και τα βουνά της Αστερουσίας. Αυτό το φαινόμενο συνδέεται άμεσα με τις διαφορές στην τεχνοτροπία,όπως η διαφορά μεταξύ εισηγμένων και μινωικών σκαραβαίων στην γραμμή οριοθέτησης της επιφάνειας, η οποία στους δεύτερους ανοίγεται διαγώνια από το εξωτερικό άκρο και όχι με τετράγωνη τομή, όπως στους πρώτους. Ας σημειωθεί ακόμη ότι αν και οι πρώιμες εισαγωγές χρονολογούνται στην αρχή του Μέσου Βασιλείου και στη διάρκεια της 11 ης Δυναστείας δεν διαθέτουν ομοιότητες με το αρχικό πρότυπο απεικόνισης σκαραβαίων στην Αίγυπτο, ενώ η εύρεση τους σε αρκετά πρώιμες θέσεις υποδεικνύει πως η αρχική παραγωγή μινωικών σκαραβαίων περιορίζεται στην περιοχή της Μεσσαράς σε θέσεις της ΜΜ ΙΑ όπως η Οδηγήτρια και οι Καλοί Λιμένες. Ωστόσο, οι πρώτοι εισηγμένοι σκαραβαίοι βρέθηκαν και πέραν της περιοχής αυτής και πιθανόν πριν την αρχή της μινωικής παραγωγής 101. Β2. Ανακτορικά Κέντρα Α. Εισηγμένοι Αν και ένα μεγάλο μέρος των εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων προέρχεται, σύμφωνα με τα παραπάνω, από ταφικό περιβάλλον αρκετά παραδείγματα εντοπίστηκαν και σε ανακτορικά κέντρα. Οι εισηγμένοι, όπως σημειώθηκε στην προηγούμενη ενότητα, ξεχωρίζουν ιδιαίτερα από τις επιγραφές που φέρουν στην επιφάνειά τους. Σε αυτούς ανήκουν ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 27, εικ. 26) από την περιοχή του ανακτόρου των Χανίων που φέρει την επιγραφή «Nb-m3 t-r mry R, Neb-Ma at-re» δηλαδή «αγαπημένε του Ρα» και ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 28, εικ. 27) από την Ιαλυσό με 99 Phillips 2004, Pini 2000, Phillips 2004,

31 την ίδια επιγραφή που όμως δεν μπορούν να χρονολογηθούν με μεγάλη ακρίβεια και ίσως ανήκουν στην ΥΜ ΙΙΙΑ-Β και την ΥΕ ΙΙΙ περίοδο αντίστοιχα 102. Πιο συγκεκριμένα ο πρώτος βρέθηκε στο δωμάτιο 1 του ανακτόρου στην περιοχή του Καστελιού στα Χανιά. Στο χώρο υπήρχαν θραύσματα τοιχογραφιών και στο κέντρο του δαπέδου, ακέραια, δύο αγγεία της μετά-ανακτορικής εποχής. Οι ανασκαφικές τομές στο δωμάτιο έφεραν στο φως Παλαιοανακτορικά και Μετανακτορικά στρώματα, αλλά καθόλου Νεοανακτορικά. Χαρακτηριστικά είναι τα διάφορα ποτήρια καμαραϊκού ρυθμού που ανακαλύφθηκαν στο εσωτερικό του. Ωστόσο, η ύπαρξη παλαιό-ανακτορικής και μετάανακτορικής κεραμικής δεν συμβάλλει στη χρονολόγηση του χώρου καθώς αυτά τα κατάλοιπα χρησιμοποιήθηκαν για την οικοδόμηση των εσωτερικών τοίχων του χώρου το οποίο μιμείται τον τύπο του μινωικού Μεγάρου όπως φαίνεται τόσο από την ποιότητα της αρχιτεκτονικής κατασκευής όσο και από τα ευρήματα. Η ύπαρξη ΥΜ ΙΙΙΑ/Β κεραμικής καθιστά βεβαία τη λειτουργία κεραμικού μινωικού εργαστηρίου τοπικής παράδοσης με ικανότητα αφομοίωσης ξένων στοιχείων, όπως των ελλαδικών. Ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα του χώρου είναι ένα θραύσμα αγγείου με σχεδιασμένα στην επιφάνειά του γράμματα της μυκηναϊκής γραμμικής Β. Ο σκαραβαίος από πηλό παρότι προέρχεται από περιοχή με αβέβαιη στρωματογραφία, εντούτοις επιβεβαιώνει τη περίοδο χρήσης του χώρου αφού φέρει τη δέλτο του Thuthmose III 103. Παρόμοιο παράδειγμα αποτελεί ο σκαραβαίος από το Σελλόπουλο της Κνωσού ο οποίος φέρει δέλτο του ίδιου φαραώ 104. Είναι πιθανό τέτοιοι χώροι οικιών-αποθηκών, όπως αυτοί από τις περιοχές του Ζού, των Ρουσών και των Χανίων, καθώς και τα «ανάκτορα» να αποτελούσαν μινωική εξέλιξη των πρώτων μινωικών λατρευτικών χώρων 105. Η ανακάλυψη εγγεγραμμένων αμφορέων και η ταυτοποίηση κεραμικού εργαστηρίου είναι σημαντικά στοιχεία καθώς προϊόντα του δεν βρέθηκαν μόνο στην Κρήτη αλλά και στις Κυκλάδες και την Κύπρο, αργότερα. Αν και οι περισσότεροι είναι τοπικής παραγωγής είναι πιθανό να αποτελούν αποτέλεσμα της παρουσίας Μυκηναίων που γνώριζαν τη γραφή κατά την ΥΜ ΙΙΙΑ/Β περίοδο 106. Είναι χαρακτηριστικό ότι μινωική κεραμική αυτής της περιόδου έχει πλέον εντοπιστεί σε πολλές περιοχές της Μεσογείου, από τη Σαρδηνία στη Δύση μέχρι την Συρία στην Ανατολή και δεν προέρχεται μόνο από τα πιθανά εργαστήρια της Κυδωνίας 102 Cline 1987, Tzedakis 1967, Leclant 1970, Faure 1967, Hallager 1988, 115,

32 υποδεικνύοντας έτσι πως και άλλες περιοχές εντός του νησιού είχαν εμπορική δραστηριότητα αυτή την περίοδο. Άλλωστε και η κατανομή ορισμένων εισαγωγών,όπως ο εν λόγω σκαραβαίος, στο νησί επιβεβαιώνει το γεγονός 107. Αντίθετα, άλλοι σκαραβαίοι όπως το παράδειγμα (αρ. κατ. 29, εικ. 28) από φαγεντιανή στην περιοχή βόρεια του ανακτόρου της Κνωσού που φέρει σε επιγραφή το όνομα του φαραώ Horemheb δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ούτε για τη χρονολόγηση ούτε για άλλη ερμηνεία αφού η θέση εύρεσης του είναι άγνωστη 108. Πληροφορίες δεν προσφέρει επίσης ένα δεύτερο παράδειγμα (αρ. κατ. 30, εικ. 29) από τη δυτική είσοδο του ανακτόρου 109. Είναι εδραιωμένη η άποψη ότι οι σκαραβαίοι δεν αποτελούν ασφαλές μέσον για απόλυτη χρονολόγηση όπως φαίνεται από παραδείγματα όπως ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 31, εικ. 30) της ΜΜ ΙΙΑ περιόδου από τη βορειοδυτική γωνία του ανακτόρου της Κνωσού κοντά στην Βασιλική οδό, για τον οποίο προτάθηκαν χρονολογήσεις που ξεκινούσαν από τα μέσα της 12 ης Δυναστείας και έφταναν έως την 13 η ή και την περίοδο των Υξώς. Είναι κοινός τόπος ότι η ΜΜ Ι περίοδος ξεκίνησε στο πρώτο μισό του 19 ου αι. π.χ. σύμφωνα με μία μέση χρονολόγηση ή στο δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα ( ) σύμφωνα με μία χαμηλή χρονολόγηση. Για ακόμη πιο πρώιμες χρονολογήσεις της ΜΜ Ι περιόδου είναι χρήσιμη η μελέτη των σκαραβαίων, αν και οι πληροφορίες που προσφέρουν ισχύουν στο μέτρο που προσδιορίζουν γενικές χρονολογήσεις και όχι ακριβείς 110. Οπωσδήποτε, όμως, αν ληφθεί υπόψιν το γεγονός ότι το εν λόγω μοτίβο του αιγυπτιακού σκαραβαίου (αρ. κατ. 31) έχει παράλληλα σε σκαραβαίους από την περιοχή Uronarti περίπου του 1750 π.χ., αλλά και σε σκαραβαίους της περιόδου των Υξώς στην Παλαιστίνη, τότε η χρονολόγηση του τοποθετείται στο 1650 π.χ 111. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η απόθεση στην οποία βρέθηκε ο σκαραβαίος για τη στρωματογραφία της Κνωσού και τον καθορισμό των Μινωικών περιόδων. Συνολικά υπήρχαν τρία στρώματα από το οποία το ανώτερο χρονολογείται κυρίως στη ΜΜ ΙΙΑ στο άνω μέρος του οποίου βρέθηκε ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 31) που χρονολογείται στη 13 η Δυναστεία. Ακριβώς από κάτω υπήρχε στρώμα της ΜΜ ΙΒ που διατηρούσε μεγάλο αριθμό ακέραιων αγγείων 112. Αυτή η φάση της απόθεσης στη νότια πλευρά της 107 Hallager 1988, Cline 2009, Lamprou-Phillipson 1990, Åstrӧm 1984, Åstrӧm 1961/62, Hood 1960,

33 Βασιλικής οδού είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια χρήσης του τροχού στα πήλινα αγγεία. Διάφοροι τύποι αγγείων όπως τα ωοειδή κύπελλα της ΜΜ ΙΑ περιόδου εξακολουθούν να υπάρχουν αν και τώρα κατασκευάζονται στον τροχό. Τα αγγεία της ΜΜ ΙΒ περιλαμβάνουν τύπουςαπομιμήσεις από μέταλλο, όπως υπερυψωμένα αγγεία με πεπιεσμένα μοτίβα στην επιφάνειά τους. Ενδιαφέροντα είναι δύο κύπελλα με αψιδωτό σχέδιο που ξεκινά από τη βάση και έχουν ομοιότητες με κάποια από τα ασημένια κύπελλα του θησαυρού Tod με αντίστοιχα πτυχωτά μοτίβα που μιμούνται πρότυπα της πρώιμης 12 ης αιγυπτιακής Δυναστείας. Είναι πιθανό αν τα κύπελλα του Tod είναι μινωικά να ανήκουν στην ΜΜ Ι Β φάση. Αυτό θα σήμαινε ότι η ΜΜ ΙΒ φάση συμπίπτει με την πρώιμη περίοδο της 12 ης Δυναστείας. Από το ίδιο στρώμα προέρχονται και θραύσματα μίας εισηγμένης κανάτας από τις Κυκλάδες που φαίνεται να ανήκει στην πρώιμη φάση των αγγείων της αμαυρόχρωμης κεραμικής από τη Φυλακωπή της Μήλου 113. Αξίζει να αναφερθεί ότι σχεδόν όλα τα αγγεία που εξάγονται κατά την Παλαιόανακτορική περίοδο χρονολογούνται στη ΜΜ ΙΙ φάση με τους επικρατέστερους τύπους να είναι τα ημισφαιρικά κύπελλα και τα λίθινα αγγεία, άγνωστα στο καλλιτεχνικό ρεπερτόριο της Εγγύς Ανατολής και ακατάλληλα για αποθήκευση και μεταφορά, καθώς θεωρούνταν τα καλύτερης ποιότητας αγγεία εκείνη την περίοδο στην Ανατολική Μεσόγειο 114. Σε κάθε περίπτωση και τα τρία επίπεδα της απόθεσης φαίνεται να επιβεβαιώνουν την χρονολογική ακολουθία των πρώιμων φάσεων άλλων αποθέσεων του ανακτόρου 115. Με βάση τα παραπάνω αν και ο σκαραβαίος καλύπτει μεγάλο εύρος χρονολόγησης συνολικά βοηθά στον προσδιορισμό της χρονολόγησης όπως και οι τρεις σκαραβαίοι της 12 ης Δυναστείας, ο μεσοποταμιακός σφραγιδοκύλινδρος της περιόδου του Χαμουραμπί και η ΜΜ ΙΒ κεραμική που βρέθηκαν στο θολωτό τάφο Β στον Πλάτανο που υπέδειξαν ότι η περίοδος αυτή δεν θα μπορούσε να έχει ξεκινήσει πριν τη βασιλεία του Βαβυλώνιου ηγέτη. Παρόλα αυτά, πιο πιθανό είναι ο τάφος να ήταν σε χρήση και για μεγάλο διάστημα μετά το τέλος αυτής της περιόδου, αφού οι χρονολογήσεις των σκαραβαίων και τις σφραγίδας δεν προσφέρουν ακριβής πληροφορίες για την χρονολόγηση Hood 1961/62, 94, Cadogan 1983, Mac Gillivray 1998, Hood 1971,

34 Προχωρώντας διαπιστώνονται παρόμοιες δυσκολίες και στο αποτύπωμα ενός σκαραβαίου σε πηλό (αρ. κατ. 32, εικ. 31). Συγκεκριμένα, στο ανάκτορο της Κνωσού το 1962 ανακαλύφθηκαν δύο κιβώτια που περιείχαν συνολικά 81 θραύσματα πήλινων σφραγισμάτων και ελαφρώς φθαρμένες σφραγίδες. Το πρώτο βρέθηκε στην αποθήκη με ποσότητα κεραμικής σε οικιστικό τετράγωνο του ανακτόρου και περιείχε σφραγίδες και 42 σφραγίσματα σε αποσπασματική μορφή. Παρόλα αυτά, η κεραμική δεν βοηθά στον ακριβή εντοπισμό της προέλευσης των ευρημάτων. Πιο πιθανό θεωρείται να προήλθαν από διάφορους χώρους εντός και εκτός του ανακτόρου. Το αποτύπωμα για το οποίο γίνεται λόγος φαίνεται πως ανήκε σε σκαραβοειδές. Βέβαια, αν και είναι γνωστή η παρουσία εισηγμένων σφραγίδων στην Κρήτη, η χρήση τους ως τέτοιων είναι σπάνια. Έτσι, είναι πιθανό να μην αποτελεί μινωική παραγωγή. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και άλλα σφραγίσματα, όπως ένα παράδειγμα από το Δωμάτιο με τις σφραγίδες των Δαιμόνων που πιθανόν αποδίδεται σε Συροχεττιτικό σφραγιδοκύλινδρο ή σε μινωικό μετάλλινο δαχτυλίδι, καθώς και μία σφραγίδα με αντίστοιχο σφράγισμα από την Φαιστό, τα οποία πιθανόν έχουν ανατολική προέλευση, η οποία λόγω της μεγάλης φθοράς του μοτίβου, δεν είναι βεβαία 117. Τέτοιου τύπου σφραγίσματα δεν είναι τυπικά αιγαιακά. Αξίζει να επισημανθεί, ωστόσο, πως η δευτερογενής χρήση των σφραγίδων στο Αιγαίο ήταν εκείνη του φυλαχτού ή της χάντρας σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι περισσότερες βρέθηκαν σε τάφους 118. Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι η ταύτιση των σκαραβαίων ως σφραγίδων πιθανόν οφείλεται στην εμφάνισή τους την περίοδο κατά την οποία οι Μινωίτες αντικαθιστούσαν σταδιακά τους επιμήκεις τύπους σφραγίδων με μικρότερους και ίσως επειδή η επιφάνεια τους μείωνε την πιθανότητα θραύσης. Ενδεχομένως για τους ίδιους λόγους διαδόθηκαν ευρέως και στην Αίγυπτο. Επιπροσθέτως, χρησίμευαν ως προσφορές ή αποτελούσαν ιδιοκτησία των νεκρών, με χρήση και κατά τη διάρκεια της ζωής τους, εφόσον εμφανίζονται ιδιαίτερα σε απλές ταφές της προ-ανακτορικής εποχής 119. Μολαταύτα, η εισαγωγή σκαραβαίων συνεχίζεται και κατά τη Νέοανακτορική περίοδο, ενώ η μινωική παραγωγή παύει καθώς ελάχιστα μινωικά παραδείγματα βρέθηκαν σε θέσεις της ΜΜ ΙΙΙ και εξής. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση στη χρήση των σκαραβαίων και την ολοένα αυξανόμενη προτίμηση στις αμυγδαλοειδείς και φακοειδείς σφραγίδες μέχρι το τέλος της ΜΜ ΙΙΙ. Τα περισσότερα 117 Betts 1967, 27, Smith 1990, Phillips 2009, 1:

35 εγχώρια παραδείγματα κατασκευάζονται από σκληρά πετρώματα σε αντίθεση με τα εισηγμένα από ενστατίτη, φαγεντιανή, στεατίτη και άλλα όμοια υλικά. Σταδιακά, σε ότι αφορά τις εισαγωγές, τα ιερογλυφικά μοτίβα υπερτερούν τον διακοσμητικών στοιχείων από τη 2 ης Ενδιάμεση περίοδο μέχρι τη 18 η Δυναστεία 120. Κατά κοινή ομολογία, οι σκαραβαίοι της προχωρημένης και τελικής ΥΜ περιόδου είναι, συνήθως, ελάχιστοι και εισηγμένοι, ενώ βρέθηκαν κυρίως στην Κνωσό και τις παρακείμενες περιοχές. Σύμφωνα με τα παραπάνω τέτοια παραδείγματα είναι ο σκαραβαίος από την Αγία Τριάδα που ανήκει στην υπό εξέταση περίοδο και φέρει το όνομα της βασίλισσας Tiyi, συζύγου του Amenhotep III, ο σκαραβαίος από το Μέγαρο της ΥΜ ΙΙΙ Α-Β στο Καστέλλι Χανίων που φέρει σε επιγραφή το όνομα του ίδιου φαραώ και ο σκαραβαίος βόρεια του ανακτόρου της Κνωσού που βρέθηκε, ως τυχαίο εύρημα, και έφερε σε επιγραφή το όνομα του φαραώ Horemheb. Ο σκαραβαίος από το Σελλόπουλο και τα παραδείγματα με παρόμοιες επιγραφές από διάφορες θέσεις του Αιγαίου θα πρέπει να είχαν κάποια ιδιαίτερη αξία, καθώς δεν θεωρούνται προϊόντα απλού εμπορίου ή συνοδευτικά άλλων αντικειμένων που έφτασαν στο Αιγαίο 121. Η περιοχή από την οποία προέρχεται ο σκαραβαίος από το Καστέλλι αποτελούσε λιμάνι με μεγάλη δραστηριότητα εκείνη την περίοδο. Αυτό ενισχύεται από τα τρία επιγραφικά κείμενα του Amenophis III, αφού τουλάχιστον ένα προσφέρει τις περισσότερες πληροφορίες και αναφέρει τους Keftiu ξεχωριστά από γειτονικές τους περιοχές υποδεικνύοντας πως εκείνη την περίοδο υπήρχε άνθιση των συναλλαγών όχι μόνο στην Κνωσό αλλά σε όλο το νησί 122. Ωστόσο, ήδη από την ΠΜ ΙΙΑ περίοδο, γίνεται φανερό πως προϋπήρχε η εξοικείωση με τέτοια αντικείμενα στην Κρήτη νωρίτερα από την Αίγυπτο γεγονός που επαληθεύεται μέσω των μαρτυριών των επαφών μεταξύ της Κρήτης και του Ηπειρωτικού ελλαδικού χώρου. Η χρήση τους ως φυλαχτά, λόγω της εύρεσης τους σε τάφους, είναι εξίσου πιθανή αν και δεν υπήρχε άμεσος συσχετισμός με λατρευτικές λειτουργίες 123. Παρόλα αυτά, η ιδιαίτερη σημασία τους είναι εμφανής. Εκτός των άλλων, η αξία των σφραγίδων είναι εμφανής μέσω των απομιμήσεων, αλλά και από το γεγονός ότι, ακόμη και σε ημιτελή μορφή, τοποθετούνταν μαζί με τους ιδιοκτήτες τους κατά την ταφή και συντηρούνταν για να φορεθούν ως εξωτικά κοσμήματα, όπως 120 Phillips 2009, 1: Cline 1987, Faure 1968, Phillips 2009, 1:

36 φαίνεται σε περιδέραια από κυλινδρικές σφραγίδες που κατασκευάστηκαν στο Αιγαίο 124. Με δεδομένα τα παραπάνω δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι κατά την τελική ανακτορική περίοδο όλα τα παραδείγματα ήταν εισαγωγές και χρησιμοποιούνταν ως εξωτικά αντικείμενα παρά ως σφραγίδες. Ιδιαίτερα στις τελευταίες φάσεις της ανακτορικής περιόδου παρατηρείται η ενσωμάτωση εγχάρακτων σφραγίδων, πολύτιμων λίθων και χαντρών σε περιδέραια τουλάχιστον στην Κνωσό. Εντούτοις, η χρήση τέτοιων αντικειμένων για διακοσμητικούς σκοπούς είναι εμφανής χωρίς να αποκλείει τη χρήση τους ως φυλαχτά ή ως μέσα για την επίδειξη κοινωνικής θέσης και πλούτου 125. Β. Εγχώριοι Αντίθετα με τους εισηγμένους σκαραβαίους που εντοπίστηκαν στα ανάκτορα ή στις ευρύτερες περιοχές τους, οι εγχώριοι από παρόμοιες θέσεις είναι μάλλον λιγότεροι. Τα δύο παραδείγματα που αναφέρονται εδώ προέρχονται από το χώρο του ανακτόρου των Μαλίων και του Παλαίκαστρου στην ανατολική Κρήτη. Το πρώτο παράδειγμα (αρ. κατ. 33, εικ. 32) από τετράγωνο του ανακτόρου των Μαλίων αποτελεί επιφανειακό εύρημα καθώς βρέθηκε σε μόλις 0,25 εκ. από το σύγχρονο έδαφος. Τα όστρακα και η κεραμική από το σημείο αυτό δεν φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους. Ως εκ τούτου, η χρονολόγηση του δεν μπορεί να προκύψει με ασφάλεια από το αρχαιολογικό περιβάλλον 126. Αντίθετα ο σκαραβαίος από το Παλαίκαστρο (αρ. κατ. 34) προέρχεται από πιο ασφαλή χρονολογημένη θέση. Πιο αναλυτικά, στο χώρο 24 του ανακτορικού Μεγάρου και συγκεκριμένα στο χώρο του κτιρίου Β,που αποτελεί αυλή, ανακαλύφθηκαν μία πράσινη σμίλη, μία χάντρα από κορναλίνη με αποτύπωμα σκαραβοειδούς, πολλά μικρού μεγέθους κύπελλα και μυκηναϊκή κεραμική. Στο κατώτερο στρώμα βρέθηκαν μία χάλκινη σμίλη, μία δάδα από στεατίτη και ένα μεγάλο κομμάτι οψιανού. Αξίζει να σημειωθεί ότι από την ευρύτερη περιοχή του συλλέχθηκε καμαραϊκή και μυκηναϊκή κεραμική 127. Φαίνεται πως το ανάκτορο καταστράφηκε κατά το τέλος της ΜΜ ΙΙ 124 Aruz 2000, Phillips 2009, 1: Van Effenterre και Van Effenterre 1976, Bosanquet b, 311,

37 περιόδου, γεγονός που συνοδεύτηκε από την εγκατάλειψη των οστεοφυλακίων που τη διαδέχτηκε η χρήση πίθων στις ταφές και στη συνέχεια οι ΥΜ ΙΙΙ λάρνακες. Παρά την ανοικοδόμηση που ακολούθησε ορισμένοι χώροι και οικίες παρέμειναν σε χρήση μέχρι την ΥΜ ΙΙ/ΙΙΙ περίοδο. Ως εκ τούτου οι δύο περίοδοι εγκατάλειψης και καταστροφής της ΜΜ ΙΙΙ και ΥΜ Ι αντιπροσωπεύονται από λιγοστά θραύσματα κεραμικής σε χώρους-οικίες του ανακτόρου που υπέστησαν οικοδομικές μετατροπές. Τέτοιοι χώροι είναι το τετράγωνο Β και το Δ με ΜΜ ΙΙΙ κεραμική με διακόσμηση από ταυροκεφαλές και άνθη, καθώς και το τετράγωνο Ξ 128. Αν και δεν είναι βέβαιη η χρονολόγηση του συγκεκριμένου παραδείγματος βάση των συνευρημάτων το υλικό κατασκευής ενδεχομένως συμβάλλει στον προσδιορισμό της. Με βάση τα παραπάνω και με δεδομένο ότι κατά τη ΜΜ περίοδο ξεκινά η εγχώρια παραγωγή σκαραβαίων μπορεί να προσδιοριστεί και η χρονολόγηση του εν λόγω σκαραβαίου. Παράλληλα, το υλικό κατασκευής εξυπηρετεί στον προσδιορισμό του τόπου παραγωγής του εκάστοτε σκαραβαίου. Είναι γνωστό ότι την ΜΜ ΙΙ περίοδο οι Μινωίτες τεχνίτες είχαν αρχίσει να εξοικειώνονται με την κατεργασία σκληρών ημιπολύτιμων λίθων όπως ο ίασπης και ο χαλαζίας, ο αχάτης, ο κορναλίνης, ο κυανός χαλκηδόνιος, τα φυσικά κρύσταλλα και ο αμέθυστος. Ορισμένα, μάλιστα, εξ αυτών, όπως ο ίασπης και ο κρύσταλλος, επιχωρίαζαν και στο Αιγαίο. Τα υπόλοιπα που περιλαμβάνουν,επίσης, τον αιματίτη και το λάπις λάζουλι ήταν εισαγωγές ο αριθμός των οποίων αυξανόταν ανάλογα με την αύξηση της ζήτησης και του αυξανόμενου ενδιαφέροντος σε καλής ποιότητας πετρώματα 129. Είναι γνωστό ότι στην Αίγυπτο ο σκαραβαίος αποτέλεσε την πιο διαδεδομένη μορφή σφραγίδας, που προσδιορίζει συχνά κάθε είδος σφραγίδας από την περιοχή, και συνήθως βρίσκεται σε θέσεις που χρονολογούνται μετά την περίοδο του Παλαιού Βασιλείου. Παρόλα αυτά, τα μινωικά σκαραβοειδή διαφέρουν διότι φέρουν μόνο υποτυπώδη χαρακτηριστικά σκαραβαίου χωρίς φυσιοκρατική απόδοση του κλυπεού, της κεφαλής, των ελύτρων και ιδιαίτερα των ποδιών 130. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των ελύτρων είναι ένα ακόμη κριτήριο διαχωρισμού τους με τα αιγυπτιακά παράλληλα. Φαίνεται πως τα διασταυρούμενα έλυτρα εμφανίζονται, αν και για σύντομο χρονικό διάστημα, για πρώτη φορά στην Κρήτη και αργότερα στην Αίγυπτο, χωρίς να σημαίνει, λόγω της ασυμβατότητας στη χρονολόγηση, ότι η επιρροή 128 Bosanquet και Dawkins , Krzyszkowska 2005, Phillips 2009, 1:

38 ήρθε από την Κρήτη 131. μέχρι και τις τελευταίες φάσεις της ανακτορικής περιόδου παύει σταδιακά η παραγωγή εγχώριων σκαραβαίων και η χρήση των εισηγμένων περιορίζεται σε διακοσμητική περισσότερο και μάλλον όχι σε λειτουργική. Εξάλλου, σε συμβολικό αλλά και σε πρακτικό επίπεδο η εισαγωγή αντικειμένων από μακρινές περιοχές θα μπορούσε είτε να αφομοιωθεί είτε να υποστεί μετατροπές για να προσαρμοστεί στις ιδεολογικές ή και πολιτικές απαιτήσεις της εκάστοτε τοπικής ελίτ 132. Β3. Ιδιωτικά και Δημόσια κτίρια Α. Εισηγμένοι Στην προηγούμενη ενότητα παρουσιάστηκαν οι σκαραβαίοι που εντοπίστηκαν σε ανακτορικά κέντρα. Ωστόσο, μερικά ακόμη παραδείγματα φαίνεται πως ανακαλύφθηκαν σε χώρους, ιδιωτικούς ή δημόσιους, με διάφορες λειτουργίες στις ευρύτερες περιοχές των ανακτόρων. Οι περισσότεροι σκαραβαίοι της Νεοανακτορικής και τελικής ανακτορικής περιόδου είναι εισηγμένοι και εντοπίζονται κυρίως εντός και γύρω από την Κνωσό, όπως φάνηκε από την προηγούμενη ενότητα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει ένα παράδειγμα από τη βόρεια Οικία στην Κνωσό. Στο ύψος της βόρειας αυλής ένας διάδρομος οδηγούσε νότια κατά μήκος της δυτικής πλευράς του υπογείου του Ιερού Δωματίου σε δύο ακόμη υπόγειους θαλάμους μικρού μεγέθους. Στο βόρειο άκρο του διαδρόμου υπάρχει μία είσοδος στα δυτικά που οδηγούσε σε ένα μικρό υπόγειο στο δυτικό τοίχο του οποίου εντοπίστηκε, συγκεκριμένα στην κορυφή, ένας αιγυπτιακός σκαραβαίος της 2 ης Ενδιάμεσης περιόδου (αρ. κατ. 35, εικ. 33). Η στρωματογραφία του χώρου χωριζόταν σε τέσσερα επίπεδα. Στο ανώτερο στρώμα υπήρχε κυρίως καμένη γη, αλλά σώζονταν ένα αγγείο ανοικτού τύπου με σπειροειδή διακόσμηση, ένα αμαυρόχρωμο αγγείο, ένας μικρός αμφορέας και ένα αλάβαστρο με σπειροειδή μοτίβα. Ένας αμφορέας του θαλάσσιου ρυθμού πιθανόν ανήκε στο ίδιο επίπεδο, αν και θραύσματα του είχαν πέσει στη βόρεια αυλή, καθώς και σε άλλα στρώματα. Το δεύτερο στρώμα αποτελούνταν κυρίως από καμένη γη που πιθανόν οφείλεται στην πτώση της οροφής. Το δεύτερο και το τρίτο στρώμα περιείχαν αρκετά μικρά αγγεία, πέντε κωνικά αγγεία, δύο κωνικά κύπελλα με λαβές, τρία σιγμοειδή κύπελλα, ένα απλό μαζί με θραύσματα του αμφορέα του θαλάσσιου ρυθμού 131 Phillips 2009, 1: Knapp 1998,

39 που χρονολογεί το στρώμα στην ΥΜ Ι Β περίοδο. Εντυπωσιακό είναι ότι η κεραμική του δεύτερου επιπέδου συνοδευόταν από 299 ανθρώπινα οστά. Τα σημάδια στις αρθρώσεις και τα πλευρά υποδήλωναν μαζική εναπόθεσή τους. Από αυτά δύο ήταν παιδιά οκτώ έως έντεκα ετών. Από τα 276 οστά, που δεν συνιστούν κρανιά, 27 που ταυτίζονται με άλλα μέλη του σώματος έφεραν σημάδια από μαχαίρι και ίσως υποδεικνύουν πρόθεση αφαίρεσης μέρους της σάρκας. Οι συσχετισμοί που προκύπτουν από τη στρωματογραφία του Δωματίου των παιδικών οστών και της κεραμικής του Ιερού Δωματίου οδηγούν στη χρονολόγηση του υπογείου στην ΥΜ ΙΒ περίοδο. Ωστόσο, αν τοποθετήθηκαν πριν ή μετά την πυρκαγιά παραμένει άγνωστο. Εντούτοις, τα στοιχεία δεν παραπέμπουν σε προετοιμασία δευτερογενών ταφών, δεν δείχνουν ότι ο χώρος είχε ταφική χρήση ή σε σύγκρουση με όπλα. Επίσης, δεν δείχνουν να πραγματοποιήθηκε ανθρωποφαγία δραστηριότητα η οποία, άλλωστε, δεν υποστηρίζεται γενικά στο Μινωικό πολιτισμό. Αντίθετα, είναι πιθανό τα οστά να είναι αποτέλεσμα ανθρωποθυσίας που συνοδεύτηκε από λατρευτικό-τελετουργικό δείπνο. Το γεγονός ίσως επιβεβαιώνεται από τη μελέτη των παιδικών οστών, τα οποία υποδεικνύουν την καλή κατάσταση της υγείας στην οποία βρίσκονταν και η οποία ήταν απαραίτητη σε μία τέτοια περίπτωση. Ακόμη περισσότερο κοντά σε αυτά υπήρχαν οστά προβάτου με σημάδια από μαχαίρι στους σπονδύλους του λαιμού, το οποίο ίσως θυσιάστηκε παράλληλα μαζί με το παιδί 133. Σαφής συγχρονισμός στη χρονολόγηση του τέλους της ΥΕ ΙΙΙΑ2 και της αρχής της ΥΕ ΙΙΙ Β1 είναι σπάνιος. Σε αρκετές περιπτώσεις ένα χρονολογημένο αντικείμενο μπορεί να είναι μεταγενέστερο του αρχαιολογικού περιβάλλοντος στο οποίο βρέθηκε. Για παράδειγμα, ο σκαραβαίος από τον Πόρο Ηρακλείου (αρ. κατ. 36, εικ. 34) μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της μεταγενέστερης βεβαίας χρονολογίας του ΥΜ ΙΙΙΒ δαπέδου στο οποίο βρέθηκε 134. Παρόλο που η ερμηνεία του παραμένει αμφίβολη θεωρείται ότι φέρει σε επιγραφή το όνομα της Ankhesenamen, συζύγου του Τουταγχαμών, όπως και ο δεύτερος από το θαλαμωτό τάφο 99 στη θέση Ζαφέρ Παπούρα (αρ. κατ. 16, εικ. 35). Είναι πιθανό να τονίζεται μέσω των επιγραφών η πολιτική κατάσταση της περιόδου, αν και πολλοί σκαραβαίοι στην Αίγυπτο έφεραν το όνομα του Amenhotep III και της συζύγου Tiyi κυρίως για προστατευτική χρήση παρά για διοικητική 135. Σύμφωνα με τα δεδομένα που συγκεντρώνονται από την κεραμική οι 133 Warren 1981, 87-9, Alden 1981, Phillips 2009, 1:

40 εμπορικές επαφές ανάμεσα στην Αίγυπτο και τις Μυκήνες δεν σταμάτησαν στο τέλος της περιόδου Αμάρνα, αλλά μάλλον συνεχίστηκαν στην περίοδο των Ραμσιδών. Κατά συνέπεια, ενώ ο μεγάλος αριθμός πλακιδίων και σκαραβαίων με επιγραφές των ονομάτων των δύο παραπάνω ηγεμόνων φαίνεται να αποτελεί αποτέλεσμα μίας και μοναδικής επαφής, άλλου είδους επαφές φαίνεται να πραγματοποιήθηκαν κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ-Β περίοδο και ίσως και νωρίτερα. Αξίζει να σημειωθεί πως δεν μπορεί να προσδιοριστεί εάν το εμπόριο ελεγχόταν από βασιλείς ή από ιδιώτες εμπόρους παρά τις πληροφορίες που προσφέρουν τα αντικείμενα που φέρουν τα ονόματα του Amenhotep III, της βασίλισσας Tiyi και άλλων φαραώ, ο κατάλογος του Kom el Hetan ή η κεραμική της ΥΕ ΙΙΙΑ-Β από την Αίγυπτο 136. Ο σκαραβαίος αυτός καθώς και η αιγυπτιακή κεραμική της ΥΜ ΙΙΙΑ2-Β περιόδου από τον Κομμό ίσως αντικατοπτρίζουν το εμπόριο με την Αίγυπτο στο τέλος της 18 ης Δυναστείας παρόλο που η Μινωική χρονολόγηση δεν επαρκεί για τον προσδιορισμό ακριβούς χρονολόγησης του υλικού 137. Η φύση των διμερών επαφών εκδηλώνεται και στην περιοχή του παράλιου οικισμού και λιμανιού στον Πόρο και συγκεκριμένα στο Οικόπεδο Ψυχογιουδάκη όπου ανακαλύφθηκαν ίχνη κατοίκησης που καλύπτουν περίπου οκτώ διαφορετικές περιόδους, από την Προανακτορική έως τη Μετανακτορική με πάνω από ευρήματα. Τα ελάχιστα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της Προανακτορικής εποχής καλύπτουν τη ΒΑ πλευρά και περιλαμβάνουν αποθέσεις με διακοσμημένη κεραμική της ΠΜ Ι και κυρίως της ΠΜ ΙΙ Α-Β περιόδου, καθώς και οψιανό που πιθανόν χρησιμοποιούνταν από τη ΠΜ Ι-ΙΙ έως τη ΜΜ Ι φάση. Η εύρεση μεγάλων ποσοτήτων επεξεργασμένου οψιανού υποδεικνύουν πως στην περιοχή υπήρχε οργανωμένη βιοτεχνική και εμπορική δραστηριότητα για την παραγωγή και μεταφορά του. Μία τάφρος χρησιμοποιούνταν για την απόρριψη κατά τη ΜΜ ΙΑ περίοδο κεραμικής, ειδωλίων, όπως ένα ειδώλιο γυναικείας κεφαλής, κρανία, καθώς και κεράτων αιγών και ταύρων. Τα στοιχεία αυτά παραπέμπουν σε λατρευτικές εκδηλώσεις 138. Στην ανατολική πλευρά με τα στρώματα της Παλαιοανακτορικής κατοίκησης ανάμεσα στα δωμάτια κτιριακού συμπλέγματος ήρθαν στο φως δύο σκαραβαίοι, ένας εισηγμένος και ένας εγχώριος. H κεραμική της ΜΜ ΙΒ περιόδου περιλάμβανε πολύχρωμα μοτίβα και διαφόρων τύπων κύπελλα, καθώς και σφραγίδες της Παλαιοανακτορικής περιόδου από στεατίτη. Η κατασκευή του κτιρίου σε συνδυασμό με τα παραπάνω υποδεικνύουν τον 136 Cline 1987, Bass κ.ά. 1989, Blackman 1999,

41 επίσημο χαρακτήρα του χώρου. Ο εισηγμένος (αρ. κατ. 37, εικ. 36) συνόδευε ποσότητα πολύχρωμης κεραμικής με ίχνη καύσης και χρονολογείται στην Πρώτη Ενδιάμεση περίοδο- 12 η Δυναστεία, ενώ είναι πιθανό να εισάχθηκε νωρίτερα σε σχέση με τον εγχώριο που βρέθηκε στη ΝΑ πτέρυγα του χώρου και ακολουθεί τη χρονολόγηση της θέσης εύρεσής του 139. Πιθανόν, οι σκαραβαίοι υιοθετήθηκαν για λόγους, εκτός της εύκολης μεταφοράς και της μικρής πιθανότητας θραύσης, σχετικούς με την εικονογραφία, καθώς απεικόνιζαν το σκαθάρι, το οποίο είχε συμβολική αξία στην Κρήτη 140. Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός ότι στο σύνολό της η κεραμική από όλες τις φάσεις του κτιρίου είναι πολυάριθμη και άριστης ποιότητας. Τα κατάλοιπα οστράκων εισηγμένων αγγείων από την Αίγυπτο, τη Συροπαλαιστίνη και τις Κυκλάδες επιβεβαιώνουν πως η περιοχή λειτουργούσε ως κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου 141. Χρειάζεται επίσης να σημειωθεί ότι ο παράλιος οικισμός του Πόρου αποτέλεσε σημαντικό κέντρο εμπορικής και βιοτεχνικής δραστηριότητας στην παραγωγή οψιανού, κατεργασίας μετάλλων και κατασκευής κοσμημάτων και σφραγίδων κατά την προανακτορική, νέο ανακτορική και μετανακτορική περίοδο. Η δραστηριότητα αυτή φαίνεται πως ήταν μεγαλύτερη τουλάχιστον κατά την ΠΜ ΙΙ περίοδο σε σύγκριση με αντίστοιχα εργαστήρια από την Κνωσό και τα Μάλια. Η παραγωγή οψιανού πιθανόν εξυπηρετούσε τις ανάγκες της τοπικής κοινότητας αν και η μεγάλη ποσότητα που συγκεντρώνεται στα διάφορα οικόπεδα υποδηλώνει την ανάπτυξη ενός ευρύτερου δικτύου συναλλαγών. Η θέση στο κέντρο της βόρειας ακτής σε συνδυασμό με την πεδιάδα της Καίρετου λειτουργούσε ως οδός επικοινωνίας μεταξύ των Κυκλάδων και του Αιγαίου και των ΠΜ οικισμών της βόρειας-κεντρικής Κρήτης, όπως οι Αρχάνες, η Κνωσός και το Κυπαρίσσι, ενώ πρόσφερε διέξοδο στις βόρειες-νότιες περιοχές, όπου αναπτύσσονταν οι πρωτομινωικές κοινότητες της νότιας Κρήτης 142. Η εμπορική δραστηριότητα επαληθεύεται με τον ίδιο τρόπο στην περιοχή των Αρχανών και συγκεκριμένα στη θέση Αγγελιανά, ανατολικά του Ρεθύμνου ανακαλύφθηκε ένα ακόμη παράδειγμα εισηγμένου σκαραβαίου (αρ. κατ. 38) από φαγεντιανή. Κατά το 2000 ολοκληρώθηκε η ανασκαφή των ανακτορικών δωματίων Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η καταστροφή του ανακτόρου οφειλόταν σε 139 Dimopoulou 2000, Phillips 2004, Dimopoulou 1998, Dimopoulou 1997,

42 σεισμό και πυρκαγιά που οδήγησε στο να ξεπεράσει η θερμοκρασία τους Στο δωμάτιο 32 βρέθηκαν περίπου 11 πίθοι και 87 μικρότερα αγγεία διαφόρων τύπων, μεταξύ των οποίων και αμφορείς, από τα οποία τα περισσότερα ήταν άδεια. Ανάμεσα σε αυτά υπήρχαν 5 αλάβαστρα της ΥΜ ΙΒ περιόδου, δύο χάλκινα αγγεία και ένα παραμορφωμένο από τη φωτιά κομμάτι μόλυβδου. Από την άλλη στο δωμάτιο 33 ανακαλύφθηκαν 27 πίθοι και 109 μικρότερα αγγεία με εντονότερα σημάδια καταστροφής από τη φωτιά. Ο χώρος ανασκάφηκε κυρίως στη Δυτική και ΝΔ πλευρά στην οποία διατηρούνταν πίθοι σε καλή κατάσταση, ενώ οι κυλινδρικοί αμφορείς που βρέθηκαν στο σημείο πρέπει να περιείχαν πολύτιμα υγρά και πιθανόν ήταν γεμάτοι αφού στις περισσότερες περιπτώσεις ανακαλύφθηκαν τα πώματα 143. Η εύρεση του σκαραβαίου- σφραγίδα υποδηλώνει την άμεση εμπορική επαφή Αρχανών και Αιγύπτου 144. Ένα τελευταίο παράδειγμα βρέθηκε στο Καστέλλι στο οικόπεδο Σταυρουλάκη. Εκεί ανακαλύφθηκε γωνία Παλαιοανακτορικού ΜΜ ΙΒ κτιρίου το οποίο αποτελούνταν από μικρές πέτρες. Μικρός αριθμός αγγείων συλλέχθηκε από αυτή τη θέση και συνίστανται κυρίως σε κύπελλα κωνικά και καρινωτά, ένας πύραυνος τύπου fire box, καθώς και μία πρόχους με τραχωτή διακόσμηση 145. Μεταξύ των κινητών αντικειμένων που χρονολογούνται στην ΜΜΙΒ-ΙΙ περίοδο ανήκει και ένας σκαραβαίος 146 (αρ. κατ. 39). Β. Εγχώριοι Εκτός από τους εισηγμένους σκαραβαίους σε παρόμοιους χώρους έχουν ανακαλυφθεί και παραδείγματα εγχώριων σκαραβαίων και σκαραβοειδών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγχώριου σκαραβαίου της περιόδου της ΜΜ ΙΒ- ΙΙΙ ήρθε στο φως σε απόθεση στον Πόρο 147. Σε δωμάτιο κτιρίου με νέο-ανακτορικά κυρίως στρώματα βρέθηκε σκαραβαίος από πράσινο στεατίτη. Τα αντικείμενα που τον συνόδευαν ήταν ειδώλια, πολύχρωμη καμαραϊκή κεραμική και ένα περιδέραιο με γυναικεία μορφή 148. Πρόκειται για το δεύτερο παράδειγμα (αρ. κατ. 40, εικ. 37) από το οικόπεδο Ψυχογιουδάκη. Είναι γνωστό ότι κατά τη ΜΜ περίοδο οι Μινωίτες 143 Blackman 2001, Έργον 2000, Ρεθεμιωτάκης 1991, Pariente 1994, Phillips 2009, 2:238, αρ.κατ Pariente 1991,

43 δημιούργησαν τον δικό τους τύπο σκαραβαίου και πιθανόν οι μινωικοί σκαραβαίοι από στεατίτη αποτελούν αμιγώς μινωικά έργα χωρίς ομοιότητες με αντίστοιχα αιγυπτιακά. Ήδη από την πρώιμη Πρώτο-ανακτορική περίοδο η σύγκριση μεταξύ των αιγυπτιακών και των μινωικών σκαραβαίων είναι σχεδόν αδύνατη. Την ίδια περίοδο που στην Κρήτη μειώνεται σημαντικά η χρήση ζωομορφικών και σκαραβαίων σφραγίδων, στην Αίγυπτο σημειώνεται μεγάλη αύξηση 149. Σημαντική διαφορά μεταξύ εισηγμένων και μινωικών σκαραβαίων είναι η γραμμή οριοθέτησης της επιφάνειας στους δεύτερους που ανοίγεται διαγώνια από το εξωτερικό άκρο και όχι με τετράγωνη τομή, όπως στους πρώτους. Οι πιο πρώιμες εισαγωγές χρονολογούνται στην αρχή του Μέσου Βασιλείου και στη διάρκεια της 11ης Δυναστείας, χωρίς ομοιότητα με το αρχικό πρότυπο απεικόνισης σκαραβαίων στην Αίγυπτο, ενώ συναντώνται συχνά σε αρκετά πρώιμες θέσεις υποδεικνύοντας έτσι πως και η αρχική παραγωγή μινωικών σκαραβαίων περιορίζεται στην περιοχή της Μεσσαράς σε θέσεις της ΜΜ ΙΑ όπως στην Οδηγήτρια και τους Καλούς Λιμένες. Ωστόσο οι πρώτοι εισηγμένοι σκαραβαίοι βρέθηκαν και πέραν της περιοχής αυτής και πιθανόν πριν την αρχή της μινωικής παραγωγής. Επίσης, από τον Πόρο προέρχεται το δεύτερο παράδειγμα σκαραβαίου εγχώριας παραγωγής (αρ. κατ. 41, εικ. 38). Συγκεκριμένα στο οικόπεδο Σανουδάκη σε περιοχή στην οποία λειτουργούσε εργαστήριο και ανακαλύφθηκαν αρκετές σφραγίδες της Νέοανακτορικής περιόδου. Στην πρώτη ομάδα της πρώιμης ΥΜ ΙΑ περιόδου ανήκουν οι σφραγίδες που εντοπίστηκαν σε κτίριο μεγάλου μεγέθους που διακοσμούνταν με τοιχογραφίες και ο σκαραβαίος. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο εντός όσο και εκτός του κτιρίου λάμβαναν χώρα βιοτεχνικές και εμπορικές δραστηριότητες, κυρίως στον τομέα της μεταλλοτεχνίας 150. Το συγκεκριμένο οικόπεδο καλύπτεται από οικοδομήματα δύο περιόδων της Νεοανακτορικής της ΜΜ ΙΙΙ Β- ΥΜ ΙΑ και ώριμης ΥΜ ΙΑ-ΙΒ, που αντιπροσωπεύεται κυρίως από όστρακα, και στέγαζαν οικιακές ή εργαστηριακές δραστηριότητες. Ο σκαραβαίος βρέθηκε ανάμεσα σε αντικείμενα όπως ένας χρυσός σφηκωτήρας με συμπαγές στέλεχος, ένα μολύβδινο ζυγιστικό βάρος και ένα μηνοειδές εργαλείο από το ίδιο υλικό, μια ελεφάντινη λαβή κατόπτρου, ένα μικρό ειδώλιο της μετανακτορικής περιόδου και θραύσματα ΜΜ Ι κωδωνόσχημων ειδωλίων, λίθινα και χάλκινα εργαλεία, τριβεία και τριπτήρες. Και σε αυτή την περίπτωση η κεραμική είναι 149 Phillips 2009, 1: Dimopoulou 2000,

44 πολυάριθμη, καλής ποιότητας και σε μεγάλο βαθμό διακοσμημένη, ενώ διακρίνονται ιδιαίτερα εισηγμένα αγγεία, όπως οι Χαναανιτικοί αμφορείς 151. Φαίνεται πως τουλάχιστον στην περιοχή του Πόρου λειτουργούσαν εργαστήρια καθώς και στα δύο οικόπεδα που βρέθηκαν σκαραβαίοι ανακαλύφθηκαν κατάλοιπα εργαστηρίων της ΜΜ ΙΙΙ- ΥΜ Ι/Α περιόδου. Το γεγονός είναι εμφανές στα ευρήματα από το οικόπεδο Σανουδάκη, όπου υπήρχε μεγάλη συγκέντρωση χανδρών από περιδέραια, σφραγίδων αμυγδαλοειδών και ωοειδών από ημιπολύτιμους λίθους, σερπεντίνη και χλωρίτη. Βασικοί λίθοι που χρησιμοποιούνταν ήταν ο κόκκινος ίασπης, ο αχάτης κυρίως για κατασκευή ωοειδών σφραγίδων, ο κορναλίνης και ο σάρδιος για κατασκευή χαντρών και σφραγίδων, ο αμέθυστος και ο κρύσταλλος για περιδέραια και χάντρες. Τα κατάλοιπα σπασμένων αντικειμένων από ημι-πολύτιμους λίθους αντιπροσωπεύουν πρώτες ύλες που συλλέγονταν από τους τεχνίτες για κατασκευή χαντρών ή κοσμημάτων 152. Άλλωστε η κατεργασία ποικίλων πετρωμάτων, όπως έγινε λόγος παραπάνω, είναι γνωστή στους Μινωίτες ήδη από τη ΜΜ ΙΙ περίοδο. Β4. Άγνωστη θέση εύρεσης Α. Εισηγμένοι Αρκετοί σκαραβαίοι ανακαλύφθηκαν ως τυχαία ευρήματα ή προήλθαν από αβέβαια χρονολογημένες ή άγνωστες θέσεις στην Κρήτη. Τα περισσότερα παραδείγματα αυτής της κατηγορίας εντοπίζονται κυρίως στην περιοχή της Κνωσού, του Αγίου Ονουφρίου, των Μοιρών, της Αγίας Πελαγίας, του Νιπιδητού, της Φαιστού, των Σπηλαίων της Τραπέζας και του Τσούτσουρου, ενώ για ορισμένα δεν είναι γνωστή,ούτε κατά προσέγγιση, ο τόπος προέλευσης. Αρχικά, στο Μέσο Βασίλειο, κυρίως στη 12 η και 13 η Δυναστεία, χρονολογούνται τρεις σκαραβαίοι από τι Μοίρες, τον Νιπιδητό και το Σπήλαιο της Τραπέζας. Οι σκαραβαίοι από τις Μοίρες και τον Νιπιδητό (αρ. κατ , εικ ) είναι κατασκευασμένοι από στεατίτη και φέρουν οπή κατά μήκος του σώματος. Το μοτίβο του δεύτερου (αρ. κατ. 43) περιλαμβάνει ιερογλυφικά σύμβολα, ενώ του πρώτου (αρ. κατ. 42) σταυροειδές σχήμα με ελικοειδείς γραμμές 153. Τα χαρακτηριστικά του τελευταίου ομοιάζουν σε εκείνα των σκαραβαίων του αγγείου του Montet, οι 151 Dimopoulou 1998, Dimopoulou 1997, Phillips 2009, 2:204,

45 οποίοι χρονολογούνται στη 12 η Δυναστεία 154. Παρόμοιο σπειροειδές μοτίβο περιλαμβάνει η διακοσμητική επιφάνεια του σκαραβαίου από ελεφαντόδοντο από το σπήλαιο της Τραπέζας (αρ. κατ. 44, εικ. 41) που χρονολογείται, επίσης, στη 12 η Δυναστεία 155. Σύμφωνα με την Kenna 156,παρά την εξάρτηση των μοτίβων των σκαραβαίων από τις προγενέστερες σφραγίδες και την επικράτηση αργότερα των ιερογλυφικών, διακρίνεται επίσης μία φάση στην παραγωγή των σκαραβαίων που χαρακτηρίστηκε από τη χρήση σπειροειδών μοτίβων και μία δεύτερη που επικεντρώθηκε στην απεικόνιση ζωόμορφων και μυθολογικών αναπαραστάσεων. Αυτές οι αλλαγές διήρκησαν στην Αίγυπτο μέχρι και το τέλος της 18 ης Δυναστείας και τις διαδέχθηκε η παγίωση του γραπτού λόγου, δηλαδή των ιερογλυφικών, στη σφραγιστική επιφάνεια των σκαραβαίων. Το γεγονός υπογραμμίζει την συγγένειά τους με τις πρώιμους αιγυπτιακούς σφραγιδοκυλίνδρους, εκείνους της Κασσιτικής περιόδου και των μεταγενέστερων ισλαμικών σφραγίδων. Ακόμη περισσότερο, πολλοί σκαραβαίοι ανήκουν στο όψιμο Νέο Βασίλειο ή και σε μεταγενέστερες περιόδους. Πιο συγκεκριμένα, τρεις σκαραβαίοι από άγνωστο αρχαιολογικό περιβάλλον βρέθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Κνωσού (αρ. κατ ). Σε αυτούς ανήκει και ο σκαραβαίος που αγοράστηκε από τον Hutchinson, στην περιοχή της Φορτέτσας (αρ. κατ. 18), και χρονολογείται στην ΜΜ ΙΙΙ-ΥΜ Ι περίοδο. Ένα ακόμη σκαραβοειδές που χρονολογείται στην ίδια περίοδο εντοπίστηκε στην περιοχή του αγρού της Άνω Πηγής 157.Ο δεύτερος (αρ. κατ. 46, εικ. 42) χρονολογείται στη 18 η -19 η Δυναστεία και ανακαλύφθηκε στο οικόπεδο Αθανασάκη. Φέρει σε επιγραφή το όνομα του θεού Άμμωνα. Αν και δεν έχει συνευρήματα παράλληλά του υπάρχουν στην Παλαιστίνη, τα οποία επίσης δεν συνοδεύονταν από άλλα ευρήματα 158. Για το τρίτο παράδειγμα (αρ. κατ. 47, εικ. 43) από την ευρύτερη περιοχή της Βασιλικής οδού είναι δυνατή η χρονολόγηση κυρίως μέσω του τύπου της ράχης και του θέματος της σφραγιστικής επιφάνειάς του. Χρονολογείται στην 19 η Δυναστεία, ίσως μετά τη βασιλεία του Ραμσή ΙΙ 159. Στη 18 η Δυναστεία ανήκει ένα ακόμη παράδειγμα (αρ. κατ. 154 Karetsou et al. 2000, Lamprou-Phillipson 1990, Kenna. 1960, Karetsou et al. 2000, Karetsou et al. 2000, 314, Karetsou et al. 2000,

46 48, εικ. 44) από φαγεντιανή, στον Άγιο Ονούφριο, που φέρει και αυτό σε επιγραφή το όνομα του Άμμωνα 160. Παρόμοιοι τύποι εισηγμένων αιγυπτιακών σκαραβαίων προέρχονται και από άλλες άγνωστες θέσεις στο νησί. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ένας σκαραβαίος της 18 ης Δυναστείας (αρ. κατ. 49, εικ. 45) από φαγεντιανή που στη σφραγιστική επιφάνεια φέρει το όνομα του θεού Άμμωνα 161. Χαρακτηριστικοί εισηγμένοι σκαραβαίοι είναι τρεις ακόμη, εκ των οποίων δύο χρονολογούνται στην 19 η Δυναστεία, από το ίδιο υλικό (αρ. κατ. 50,51,52). Ο πρώτος (αρ. κατ. 50, εικ. 46) φέρει τυπική αιγυπτιακή παράσταση που περιλαμβάνει το γεράκι και δύο ουραίους 162. Η επιφάνεια του δεύτερου (αρ. κατ. 51, εικ. 47) κοσμείται από χαρακτηριστική αιγυπτιακή μορφή, αν και η χρονολόγηση του παραμένει απροσδιόριστη, όπως και στο τρίτο παράδειγμα (αρ. κατ. 52, εικ. 48), το οποίο διαθέτει απλή διακόσμηση από κυκλικά μοτίβα 163. Στη 19 η Δυναστεία χρονολογείται ένα πέμπτο παράδειγμα από στεατίτη (αρ. κατ. 53, εικ. 49) στην επιφάνεια του οποίου σχηματίζεται απλό γραμμικό σχέδιο 164. Στο Νέο Βασίλειο ανήκει και ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 54) από άγνωστη θέση από την Αγία Πελαγία, δυτικά του νομού Ηρακλείου. Αν και είναι άγνωστη η ακριβής προέλευση του φέρει οπή κατά μήκος του σώματος και ιερογλυφική επιγραφή. Ωστόσο, το υπόλοιπο σώμα φαίνεται πως είχε καλυφθεί με λευκή ουσία 165. Τα τελευταία παραδείγματα εισηγμένων σκαραβαίων της ύστερης 18 ης -19 ης Δυναστείας ανακαλύφθηκαν στη Φαιστό και στο σπήλαιο Τσούτσουρος. Ο πρώτος από τη Φαιστό (αρ. κατ. 55, εικ. 50) φέρει οπή κατά μήκος του σώματος και τα σύμβολα της θεάς Hathor στην επιφάνειά του που συνοδεύονται από δύο ουραίους. Ο δεύτερος (αρ. κατ. 56, εικ. 51), πιθανόν της πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, αν και είναι κατασκευασμένος από φαγεντιανή και φέρει οπή κατά μήκος, ίσως είναι Χανναανικής προέλευσης. Συγκεκριμένα, στο σκαραβοειδές αυτό εικονίζεται ανδρική μορφή με μακρύ ένδυμα να συγκρατεί μία αίγα 166. Β. Εγχώριοι 160 Pendlebury 1930b, Pendlebury 1930b, Lamprou-Phillipson 1990a, Lamprou-Phillipson 1990a, Cline 2009, Phillips 2009, 2: Phillips 2009, 2:224,

47 Ορισμένοι σκαραβαίοι είναι δυνατό να θεωρηθούν εισαγωγές, αν και είναι πιθανόν να αποτελούν έργα εγχώριας κατασκευής, όπως το παράδειγμα από θέση με άγνωστη χρονολόγηση στα Μάλια (αρ. κατ. 57, εικ. 52), όπως και το παράδειγμα από λευκή ύλη από τον θολωτό τάφο Α στην Αγία Τριάδα (αρ.κατ.15). Ωστόσο, ο σκαραβαίος από το σπήλαιο του Δικταίου (αρ. κατ. 58, εικ. 53) που χρονολογείται στην ίδια περίοδο, αν και από άγνωστη θέση εύρεσης, φαίνεται πως αποτελεί μινωικό έργο. Τα τέσσερα παραδείγματα από τον Άγιο Ονούφριο (αρ. κατ , εικ ), αν και θυμίζουν αιγυπτιακά πρότυπα φαίνεται ωστόσο πως πρόκειται για απομιμήσεις και αποτελούν την πλειοψηφία των εγχώριων σκαραβαίων με εξαίρεση ίσως το παράδειγμα (αρ. κατ. 63, εικ. 58). Στο σύνολό τους προέρχονται από αβέβαια χρονολογημένες θέσεις, αν και γενικά χρονολογούνται στην ΜΜ ΙΑ περίοδο. Το ίδιο παρατηρείται και σε ένα παράδειγμα από την Άσπρη Πέτρα (αρ. κατ. 64, εικ. 59), το οποίο προέρχεται από θέση με αβέβαιη χρονολόγηση. Αν και το υλικό κατασκευής είναι ελεφαντόδοντο, ωστόσο τα έλυτρα στο πίσω μέρος διασταυρώνονται. Ο σκαραβαίος από το Ανδισκάρι ΝΑ της Φαιστού (αρ. κατ. 65, εικ. 60), από θέση με αβέβαιη χρονολόγηση, φέρει επίσης διασταυρούμενα έλυτρα. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των ελύτρων είναι ένα ακόμη κριτήριο διαχωρισμού μεταξύ των αιγυπτιακών και των μινωικών σκαραβαίων. Φαίνεται πως τα διασταυρούμενα έλυτρα εμφανίζονται, αν και για σύντομο χρονικό διάστημα, για πρώτη φορά στην Κρήτη και αργότερα στην Αίγυπτο, χωρίς να σημαίνει, λόγω ασυμβατότητας στη χρονολόγηση, ότι η επιρροή ήρθε από την Κρήτη 167. Ομοιότητες με τα ΜΜ ΙΙ σφραγίσματα από τη Φαιστό παρουσιάζει, ακόμη, ο σκαραβαίος από το σπήλαιο Γεροντομούρι από λευκή ύλη (αρ. κατ. 66, εικ. 61). Το ρομβωτό κιγκλίδωμα που σχηματίζεται στην επιφάνειά του απαντάται συχνά στην πρώιμη σφραγιδογλυφία, καθώς έχει εμφανιστεί περίπου 130 φορές σε έργα από ελεφαντόδοντο. Εκτός αυτού, οι σκαραβαίοι που εισάχθηκαν σε μεγάλες ποσότητες από τη 2 η χιλιετία π.χ. επηρέασαν και την παραγωγή σφραγίδων ήδη από την ΠΜ ΙΙΙ περίοδο 168. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι σκαραβαίοι από λευκή ύλη της ΜΜ ΙΑ περιόδου από τους Καλούς Λιμένες (αρ. κατ. 67) και την Μονή Οδηγήτριας (αρ. κατ ) είναι αμιγώς μινωικά έργα 169. Το στοιχείο που διακρίνει τα παραπάνω παραδείγματα από τα αιγυπτιακά είναι κυρίως η απόδοση του μοτίβου, ενώ συχνά οι διαφορές είναι δυσδιάκριτες. Για παράδειγμα, η απόδοση ομόκεντρων 167 Phillips 2009, 1: Davaras 1986, Phillips 2009, 2:52,

48 κύκλων χαρακτηρίζει τους αιγυπτιακούς σκαραβαίους. Ένα παρόμοιο μοτίβο στον σκαραβαίο από τον Άγιο Ονούφριο (αρ. κατ. 59) είναι σχεδόν όμοιο με τα αντίστοιχα αιγυπτιακά, αφού τα κενά μεταξύ των κύκλων είναι ελάχιστα 170. Είναι πιθανό, ωστόσο, οι δύο σκαραβαίοι από τον Άγιο Ονούφριο(αρ. κατ ) και το σπήλαιο του Δικταίου (αρ. κατ. 58) να ήταν αιγυπτιακοί και μέσω επεξεργασίας να μετατράπηκαν σε μινωικούς. Παρόλα αυτά, οι επιμέρους ομοιότητες ανάμεσα στους μινωικούς και αιγυπτιακούς σκαραβαίους παύει μετά τη ΜΜ ΙΑ περίοδο και από τη ΜΜ ΙΒ-ΜΜ ΙΙΙ υιοθετούνται μόνο το γενικό σχήμα και ορισμένα επιμέρους χαρακτηριστικά που οδηγούν στην παραγωγή αμιγώς μινωικών σκαραβαίων, όπως ένα παράδειγμα από στεατίτη από τον Πόρο (αρ. κατ. 33). Η υιοθέτηση των σκαραβαίων ως σφραγίδων πιθανόν οφείλεται στην εμφάνισή τους την περίοδο κατά την οποία οι Μινωίτες αντικαθιστούσαν σταδιακά τους επιμήκεις τύπους σφραγίδων με μικρότερους και ίσως επειδή η επιφάνεια τους μειώνει την πιθανότητα θραύσης. Πιθανόν για τους ίδιους λόγους διαδόθηκαν ευρέως και στην Αίγυπτο. Επιπροσθέτως, χρησίμευαν ως προσφορές ή αποτελούσαν ιδιοκτησία των νεκρών, με χρήση και κατά τη διάρκεια της ζωής τους, εφόσον εμφανίζονται ιδιαίτερα σε απλές ταφές της προ-ανακτορικής εποχής 171. Εντούτοις, το γεγονός ότι η πλειοψηφία των εγχώριων σκαραβαίων φέρει οπή κατά μήκος του σώματος υποδηλώνει τη χρήση τους ως διακοσμητικών αντικειμένων, ίσως ως μέρος περιδέραιων, όπως φάνηκε και στην περίπτωση των σκαραβαίων από τάφους. Β5. Συμπεράσματα Δεν υπάρχει αμφιβολία για τις επιρροές που άσκησε η Αίγυπτος στην Κρήτη ήδη από την Προανακτορική περίοδο που οδήγησαν σταδιακά στην υιοθέτηση πολλών αιγυπτιακών στοιχείων. Το πλήθος των αιγυπτιακών, αλλά και ανατολικών, αντικειμένων που αφομοιώθηκαν στο νησί φαίνεται ότι έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη της τοπικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Μία από τις ομάδες των αντικειμένων είναι και οι σκαραβαίοι που αντιπροσωπεύονται από μεγάλο αριθμό εισαγωγών, αλλά και εγχώριων παραγωγών σε πολλές θέσεις του νησιού. 170 Pini 2000, Phillips 2009, 1:

49 Σε αρκετές από τις ταφές που βρέθηκαν σκαραβαίοι συναντώνται παρόμοια ευρήματα που προσφέρουν πληροφορίες για την ταυτότητα του νεκρού που συνοδεύουν, για παράδειγμα μία ανδρική ταφή μπορεί να περιλάμβανε κύπελλα, ίσως ένα ειδώλιο ή ένα περιδέραιο, ένα εγχειρίδιο, ένα λίθινο αγγείο ή μία σφραγίδα, ενώ η παρουσία εργαλείων ίσως υποδήλωνε την επαγγελματική ιδιότητα του νεκρού. Παράλληλα, σε γυναικείες ταφές εμφανίζονται πιο συχνά ειδώλια, ξέστρα και εξαρτήματα για τα μαλλιά. Επιπροσθέτως, ο πλούτος ή η κοινωνική θέση αντικατοπτρίζονται σε ορυκτά, όπως ο χρυσός, σε αντικείμενα, όπως οι ακονόπετρες, καθώς σε εισηγμένα εγχειρίδια και σκαραβαίους. Αναλυτικότερα, σε σύνολο 25 σκαραβαίων από ταφικό περιβάλλον οι 16 είναι πιθανόν εισαγωγές, αν και αυτό δεν είναι σαφές σε κάθε περίπτωση, και οι 9 είναι εγχώρια έργα που ίσως υπέστησαν δευτερογενή επεξεργασία (Γράφημα 1) (χάρτης 1). Τα περισσότερα παραδείγματα προέρχονται από ταφές με μεγάλο εύρος χρονολόγησης και πλήθος κτερισμάτων. Η κατηγορία των εισηγμένων, αντιπροσωπεύεται σε θέσεις που χρονολογούνται από την ΠΜ έως την ΥΜ περίοδο, αν και οι περισσότεροι συναντώνται σε τάφους της ΜΜ και ΥΜ περιόδου (Γράφημα 2). Αντίθετα, οι εγχώριοι αφθονούν σε ταφές της ΜΜ περιόδου (Γράφημα 3). Σε γενικές γραμμές οι πιο πρώιμοι συνόδευαν πολλαπλές ταφές, ενώ ο μεταγενέστεροι μία ή δύο ταφές συνολικά. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι η πλειονότητα των τάφων από τους οποίους προέρχονται περιείχε μεγάλη ποικιλία ευρημάτων και ιδιαίτερα κοσμημάτων, από τα οποία προκύπτει το μεγάλο εύρος της χρονολόγησης. Από το σύνολο των ευρημάτων των τάφων επικρατέστερη είναι η παρουσία των χαντρών από περιδέραια σε διάφορα σχήματα, αλλά και περονών, δαχτυλιδιών, περιδέραιων, χρυσών διαδημάτων και σχετικών αντικειμένων. Εκτός από τα παραπάνω και την κεραμική, σε αρκετούς τάφους βρέθηκαν και άλλα μικροαντικείμενα τα οποία θεωρούνται εξίσου προσωπική ιδιοκτησία των νεκρών 172. Έτσι τα πρώτα παραδείγματα από την Λεβήνα (αρ. κατ. 1-3) της ΠΜ ΙΙΙ ΜΜ ΙΑ περιόδου συνοδεύονται από αγγεία ρυθμού Πύργου, αγγεία του ρυθμού Αγίου Ονουφρίου με διακόσμηση, κεραμική του ρυθμού Βασιλικής, μία κυλινδρική «κυκλαδική» πυξίδα, ραμφόστομες πρόχους και κύπελλα, πλαστικά αγγεία, πυξίδες, σφραγίδες από φαγεντιανή, περιδέραια, διάδημα, αμφορίσκο και άλλα μικροαντικείμενα. Το ίδιο ισχύει για τους δύο σκαραβαίους (αρ. κατ. 4-5) από τον Πλάτανο που συνοδεύονταν από 80 λίθινες σφραγίδες και λίθινες χάντρες από περιδέραιο. Ο πλούτος 172 Branigan 1970, 71,73. 48

50 των τάφων αυτών συνέβαλλε στον προσδιορισμό της χρονολόγησης της αρχής της ΜΜ περιόδου στη νότια Κρήτη. Αυτό όμως που φαίνεται πιο έκδηλα είναι οι διαφοροποιήσεις ως προς την κοινωνική θέση που υποδηλώνονται από ευρήματα, όπως τα διαδήματα και οι σφραγίδες, αν και δεν υπάρχουν σαφή τεκμήρια για το διαχωρισμό ανάμεσα στους νεκρούς με ελάχιστό ή καθόλου πλούτο και σε εκείνους που κατείχαν εξέχουσα θέση στην κοινωνική ιεραρχία. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι σκαραβαίοι είναι πιθανό να συμβόλιζαν το κύρος και τη δύναμη του κατόχου τους. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι ήδη από την ύστερη Προανακτορική περίοδο παρατηρείται στα νεκροταφεία της Μεσαράς μία προσπάθεια διατήρησης και προώθησης της κοινωνικής συνοχής. Από την άλλη δεν αποκλείεται οι σκαραβαίοι να είχαν αξία και ως φυλαχτά, όπως φαίνεται στους τρεις σκαραβαίους από τις Αρχάνες (αρ. κατ. 9-11) και σε εκείνους των Γουρνών (αρ. κατ. 7-8) της ίδιας περιόδου. Παράλληλα, ιδιαίτερη σημασία έχει ο σκαραβαίος από τον σπηλαιώδη τάφο στον Πόρο (αρ. κατ. 12), αφού ο πλούτος των ευρημάτων του που φτάνουν μέχρι την ΥΜ Ι περίοδο και η ύπαρξη καμαραϊκής κεραμικής είναι δηλωτική των επαφών με την Αίγυπτο, αφού θραύσματα της ΜΜ ΙΙΒ έχουν βρεθεί στη θέση Lahun κοντά στην πυραμίδα του Senusret II. Είναι σαφές ότι περισσότερα στοιχεία προσφέρουν οι σκαραβαίοι από το Σελλόπουλο (αρ. κατ. 13), την Αγία Τριάδα (αρ. κατ. 14), την περιοχή Ζαφέρ Παπούρα (αρ. κατ. 16), τη Φορτέτσα (αρ. κατ. 18) και τον Κεφαλά (αρ. κατ. 17). Όλοι, με εξαίρεση τον σκαραβαίο από την Αγία τριάδα, χρονολογούνται στην ΥΜ περίοδο και φέρουν σε επιγραφή τα ονόματα είτε του Αmenhotep III και της βασίλισσας Tiyi είτε του θεού Άμμωνα. Ας σημειωθεί ότι παρόμοιοι σκαραβαίοι, καθώς και άλλα αντικείμενα του εν λόγω φαραώ απαντώνται επίσης στον Ηπειρωτικό χώρο, όπως είναι ο σκαραβαίος από τον Άγιο Ηλία στην Αιτωλία (αρ. κατ. 87). Από την άλλη πλευρά οι μορφές του Άμμων σχετίζονται συχνά με την θέση και την ευρύτερη περιοχή των Θηβών μετά το Νέο Βασίλειο 173. Φαίνεται, ωστόσο, πως οι σκαραβαιοι με ιδιωτικά ονόματα χρησίμευσαν περισσότερο ως φυλαχτά αντί για διοικητικά εργαλεία κατά το Μέσο Βασίλειο 174. Τα στοιχεία για την χρήση των σκαραβαίων ως κοσμήματα με κοινωνικό κύρος είναι λιγότερα σε σχέση εκείνα που αφορούν τη χρήση τους ως φυλαχτά στην Κρήτη. Εντούτοις, είναι ιδιαίτερα εμφανή κατά την ΥΜ ΙΙΙ Α-Β περίοδο 175. Κατά τον ίδιο 173 Teeter 2003, Ben-Tor 2007, Phillips 2009,

51 τρόπο τα εγχώρια παραδείγματα συνοδεύονταν από πλήθος άλλων μικροαντικειμένων. Χαρακτηρίζονται, συνήθως, από το υλικό κατασκευής που είναι η λευκή ύλη, αλλά αντιπροσωπεύονται και άλλα πετρώματα όπως ο κορναλίνης και ο στεατίτης. Η συνύπαρξη των πρώτων εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων στους τάφους της πεδιάδας της Μεσαράς επιβεβαιώνει ότι η αρχική παραγωγή μινωικών σκαραβαίων περιορίζεται στην περιοχή της Μεσσαράς σε θέσεις της ΜΜ ΙΑ και προσαρμόζονται στις κοινωνικές επιταγές της περιόδου. Υποστηρίζεται συχνά ότι οι σκαραβαίοι και τα αντικείμενα που τους συνοδεύουν είναι πιθανό να υποδεικνύουν την κοινωνική ιεραρχία μίας περιοχής, αλλά και την οργάνωση των δραστηριοτήτων μίας κοινότητας, καθώς και τις επαφές τους με άλλες περιοχές. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση των σκαραβαίων από ανακτορικά κέντρα. Από τους οκτώ σκαραβαίους που βρέθηκαν σε ανακτορικά κέντρα, έξι είναι εισηγμένοι και προέρχονται κυρίως από τα Χανιά και την Κνωσό και δύο είναι εγχώριοι (Γράφημα 4) (χάρτης 2), ενώ οι περισσότεροι με εξαίρεση τον σκαραβαίο από το Καστέλι Χανίων, της ΥΜ ΙΙΙΑ/Β περιόδου, χρονολογούνται στη ΜΜ περίοδο βάση του αρχαιολογικού περιβάλλοντος και των συνευρημάτων τους (Γράφημα 5). Εξαίρεση αποτελεί ο σκαραβαίος από τα Μάλια (αρ. κατ. 33), ο οποίος δεν χρονολογείται με βεβαιότητα λόγω έλλειψης περισσότερων στοιχείων. Από ορισμένα παραδείγματα εξάγονται συμπεράσματα για τις δραστηριότητες των ανακτόρων. Οι σκαραβαίοι, εισηγμένοι και εγχώριοι, από ανακτορικά κέντρα προσφέρουν αρκετές πληροφορίες για τις επαφές με άλλες περιοχές και για τη χρήση των σκαραβαίων. Ο σκαραβαίος από το Καστέλι (αρ. κατ. 39) παρά το γεγονός ότι βρέθηκε σε θέση με αβέβαιη στρωματογραφία επιβεβαιώνει τη χρονολόγηση στη χρήση του χώρου, καθώς φέρει τη δέλτο του φαραώ Thutmose III. Παρόμοια παραδείγματα που βοηθούν στη χρονολόγηση είναι οι σκαραβαίοι από τους τάφους στο Σελλόπουλο (αρ. κατ. 13) και στην Αγία Τριάδα (αρ. κατ. 14-5), καθώς και ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 29) από άγνωστη θέση εύρεσης βόρεια του ανακτόρου της Κνωσού με επιγραφή του ονόματος του φαραώ Horemheb. Στην 12η Δυναστεία εμφανίζονται βασιλικά ονόματα στους σκαραβαίους αν και είναι αβέβαιο ποιο όνομα αποτυπώθηκε πρώτο. Επίσης, δεν χρονολογούνται απαραίτητα στη βασίλεια των φαραώ των οποίων τα ονόματα φέρουν. Κανένα παράδειγμα δεν χρονολογείται πριν τη βασιλεία του Amenemhat I (

52 π.χ.) του πρώτου φαραώ της 12ης Δυναστείας 176. Η περίοδος βασιλείας του Amenemhet III σηματοδοτήθηκε από πολιτιστικές αλλαγές που εδραιώθηκαν κατά την 13 η Δυναστεία 177. Γενικά, στο ύστερο Μέσο Βασίλειο παρατηρείται ευρεία παραγωγή σκαραβαίων που συνδεόταν με διοικητικές αλλαγές,κατά τη βασίλεια των Sewonsret III και Amenemhat III, και καθιέρωσαν τη χρήση τους ως σφραγίδων. Ο διαχωρισμός που συντελέστηκε αυτή την περίοδο δεν ήταν τόσο εμφανής στους Αιγυπτίους όσο είναι σήμερα. Συγκεκριμένα σε ταφές βρέθηκαν σκαραβαίοι με χρήση στη διοίκηση που έφεραν σύμβολα μαζί με σκαραβαίους που έφεραν ονόματα υποδεικνύοντας ότι επιλέγονταν τυχαία. Παρόλα αυτά τα ταφικά σύμβολα σε ιδιωτικούς σκαραβαίους σε συνδυασμό με εικόνες σχετικές με το θάνατο ενός προσώπου σημαίνουν, επίσης, ταφική ή και λατρευτική χρήση 178. Στην περίπτωση του σκαραβαίου από το Καστέλλι (αρ. κατ. 39) η ΥΜ ΙΙΙ Α-Β κεραμική που συλλέχθηκε από την ευρύτερη περιοχή υπέδειξε τη λειτουργία κεραμικού εργαστηρίου. Παράλληλα, η εύρεση θραυσμάτων αγγείου και αμφορέων με χαρακτήρες της μυκηναϊκής Γραμμικής Β επιβεβαιώνει τις εξωτερικές επαφές του ανακτόρου. Το γεγονός είναι σημαντικό, καθώς προϊόντα του εργαστηρίου αυτού βρέθηκαν, επίσης, στην Κύπρο και στις Κυκλάδες. Παρά το γεγονός ότι σε αυτές τις περιοχές μεγάλο μέρος της κεραμικής ήταν τοπικής παραγωγής η ύπαρξη εγγεγραμμένης κεραμικής υποδηλώνει την παρουσία Μυκηναίων στις παραπάνω περιοχές. Πρέπει, ακόμη, να τονιστεί ότι μινωική κεραμική αυτής της περιόδου έχει βρεθεί σε διάφορες περιοχές της Μεσογείου και στη Δύση. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να υπήρχε ένα ευρύτερο δίκτυο ανταλλαγών στο οποίο θα συμμετείχαν διάφορα εργαστήρια στην Κρήτη, εκτός του Καστελιού. Ενδεχομένως, μέρος αυτού του εμπορικού δικτύου είναι και ο σκαραβαίος αυτός, που ίσως αποτελούσε ένα είδος οικογενειακού κειμηλίου. Ωστόσο, οι σκαραβαίοι με επιγραφές στην επιφάνειά τους συνήθως είχαν κάποια ιδιαίτερη αξία και δεν αποτελούσαν προϊόντα απλού εμπορίου. Άλλοι σκαραβαίοι, όπως το παράδειγμα (αρ. κατ. 31) στην περιοχή της Βασιλικής Οδού συμβάλουν τόσο στην αποκατάσταση των επαφών εκείνης της περιόδου όσο και στον καθορισμό των μινωικών περιόδων. Πιο συγκεκριμένα η απόθεση στην οποία βρέθηκε ο σκαραβαίος φιλοξενούσε αρκετή ποσότητα κεραμικής των ΜΜ ΙΑ-Β περιόδων και κατάλοιπα εισηγμένης κυκλαδικής κανάτας που 176 Ben-Tor 2004, Willems 2010, Ben-Tor 2004,

53 χρονολογείται στις πρώιμες φάσεις της αμαυρόχρωμης κεραμικής της Μήλου. Επίσης, τα δύο κύπελλα που βρέθηκαν στην ίδια απόθεση φαίνεται πως έχουν ομοιότητες με ορισμένα κύπελλα του θησαυρού του Tod, τα οποία μιμούνται πρότυπα της πρώιμης 12 ης Δυναστείας. Είναι κοινός τόπος ότι από την ΜΜ ΙΑ περίοδο εντοπίζονται στην Κρήτη σφραγίδες, σκαραβαίοι και σκαραβοειδή με αιγυπτιακά σχήματα ή με αιγυπτιακή εικονογραφία. Έτσι, αν τα κύπελλα του Tod θεωρηθούν μινωικά έργα, είναι πιθανό να χρονολογούνται στην ΜΜ ΙΒ περίοδο. Αυτό θα σήμαινε ότι η τελευταία συμπίπτει με την πρώιμη 12 η Δυναστεία. Παρόμοια υπόθεση για τον προσδιορισμό της χρονολόγησης μπορεί να διατυπωθεί με βάση την ΜΜ ΙΒ κεραμική, τους τρεις σκαραβαίους (αρ. κατ. 4-6) και την σφραγίδα του Χαμουραμπί από τον θολωτό τάφο Β στον Πλάτανο. Τα ευρήματα αυτά μάλλον επιβεβαιώνουν πως η ΜΜ ΙΒ δεν θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει πριν τη βασιλεία του. Σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχουν ομοιότητες στη χρήση μεταξύ εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων. Αυτό φαίνεται να ισχύει στην περίπτωση του σφραγίσματος ενός σκαραβαίου σε πηλό (αρ. κατ. 32) που βρισκόταν σε κιβώτιο μαζί με άλλα 42 σφραγίσματα σε αποθήκη του ανακτόρου της Κνωσού. Αν και το σφράγισμα φαίνεται να έγινε από σκαραβοειδές η χρήση των σφραγίδων στην Κρήτη για τέτοιο σκοπό δεν επιβεβαιώνεται. Οι σφραγίδες, όπως και οι σκαραβαίοι, χρησίμευαν περισσότερο ως αντικείμενα προσωπικής χρήσης, ίσως ως φυλαχτά, προσφορές ή κοσμήματα. Το γεγονός φαίνεται να ισχύει παρά τις αλλαγές που συντελέστηκαν μέχρι το τέλος της ΜΜ ΙΙΙ περιόδου, που συνοδεύτηκε από αλλαγές στα σχήματα, στην εικονογραφία και στο είδος του υλικού κατασκευής στους σκαραβαίους, καθώς και στην αύξηση του αριθμού των σφραγίδων. Για να εξηγηθεί η ύπαρξη τέτοιων σφραγισμάτων αξίζει να γίνει λόγος για τα χιλιάδες σφραγίσματα από σκαραβαίους σε οχυρές θέσεις που φέρουν αναφορές σε βασιλείς της 13ης Δυναστείας και των Υξώς. Κατά κανόνα φαίνεται πως ήταν ενσωματωμένα σε μεταφορικά αγγεία και εισάγονταν από την Αίγυπτο κατά την πρώιμη 2η Ενδιάμεση περίοδο όταν εντείνεται το εμπόριο 179. Μολαταύτα, η συνέχιση και η εντατικοποίηση των εισαγωγών επιβεβαιώνεται κατά την ΜΜ περίοδο συγχρόνως με την εξέλιξη της εγχώριας παραγωγής. Τέτοια παραδείγματα εντοπίστηκαν στα Μάλια (αρ. κατ. 33) και στο Παλαίκαστρο (αρ. κατ. 34). Ιδιαίτερα στην δεύτερη περίπτωση ο σκαραβαίος συνοδευόταν από καμαραϊκή και 179 De Mieroop 2010,

54 μυκηναϊκή κεραμική, διαφόρων μεγεθών κύπελλα και οψιανό. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως οι σκαραβαίοι από ταφικά σύνολα έτσι και οι σκαραβαίοι από ανάκτορα συνοδεύονται από πολυτελή αντικείμενα μικροτεχνίας και κεραμική, τα οποία πολλές φορές είναι αποτέλεσμα εισαγωγών από άλλες περιοχές. Κατά, συνέπεια, στη χρήση τους ως φυλαχτά ή κειμήλια προστίθεται η λειτουργία τους ως εξωτικών αντικειμένων ή ως αντικειμένων προσωπικής ιδιοκτησίας που αντικατόπτριζε το κύρος ή την κοινωνική θέση του κατόχου της. Στη διαμόρφωση του τρόπου χρήσης σημαντική είναι η συμβολή των επτά σκαραβαίων (αρ. κατ ) από δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια, από τα οποία περίπου πέντε παραδείγματα της ΥΜ περιόδου συνιστούν εισαγωγές και μόλις δύο της ΜΜ περιόδου αντιστοιχούν στην εγχώρια παραγωγή (Γράφημα 6,7) (χάρτης 3). Αναντίρρητα, το παράδειγμα (αρ. κατ. 35) της ΥΜ ΙΒ περιόδου από την Κνωσό αποτελεί εξαίρεση αφού φαίνεται να συνδέεται με τη λατρεία, όπως υποδηλώνουν τα ευρήματα του χώρου, δηλαδή ο μεγάλος αριθμός ανθρώπινων οστών που παραπέμπουν σε λατρευτικό δείπνο. Θα μπορούσε ο σκαραβαίος σε αυτή την περίπτωση να χρησιμοποιήθηκε ως φυλαχτό. Κάτι τέτοιο θα ήταν περισσότερο πιθανό αν είχε βρεθεί ανάμεσα στα οστά. Εκτός αυτού το κτίριο που φέρει σημάδια εκτεταμένης καταστροφής από πυρκαγιά καθιστά δύσκολη την ερμηνεία του. Είναι όμως αξιοπρόσεκτο ότι τα περισσότερα παραδείγματα, κυρίως όσα βρέθηκαν στον Πόρο (αρ. κατ. 36,37,40,41), συνδέονται με τη λειτουργία εργαστηρίων και τη διενέργεια εμπορίου, στο οποίο τα ανάκτορα πιθανόν κατείχαν σημαντικό ρόλο. Αυτό όμως που προκύπτει ως συμπέρασμα, τουλάχιστον από τα δύο εγχώρια παραδείγματα (αρ. κατ. 40-1), είναι η χρήση των σκαραβαίων ως πρώτων υλών μαζί με άλλα αντικείμενα μικροτεχνίας που συνήθως τους συνοδεύουν. Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνεται η λειτουργία τους ως εξωτικών αντικειμένων για την κατασκευή κοσμημάτων από το πλήθος των χαντρών, των σφραγίδων και των ημι-πολύτιμων λίθων από τους ίδιους χώρους. Σε παρόμοιες θέσεις βρέθηκαν ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 40) από λευκή ύλη που συνόδευε ποσότητα πολύχρωμης κεραμικής και είναι πιθανό να εισάχθηκε νωρίτερα σε σχέση με τον εγχώριο (αρ. κατ. 37) που βρέθηκε στη ΝΑ πτέρυγα του χώρου. Ιδιαίτερα ο οικισμός του Πόρου ανέπτυξε σημαντική εμπορική και βιοτεχνική δραστηριότητα στην παραγωγή οψιανού, στην κατεργασία μετάλλων και στην κατασκευή κοσμημάτων και σφραγίδων από την προανακτορική έως την μετανακτορική περίοδο. Αρχικά, η δραστηριότητα αυτή φαίνεται πως ήταν μεγαλύτερη κατά την ΠΜ ΙΙ περίοδο σε σύγκριση με αντίστοιχα εργαστήρια στην Κνωσό και στα Μάλια. Παρόλα αυτά, 53

55 εμπορική δραστηριότητα ανέπτυσσαν και άλλες περιοχές, όπως οι Αρχάνες. Ο σκαραβαίος από τα Αγγελιάνα (αρ. κατ. 38) που χρονολογείται στη ΜΜ ΙΙ Β-Γ περίοδο υποδεικνύει την ύπαρξη επαφών ανάμεσα στις Αρχάνες και την Αίγυπτο. Εντούτοις, ο σκαραβαίος από το Καστέλλι (αρ. κατ. 39) που θεωρείται εισαγωγή, είναι πιθανό να αποτελεί προϊόν εργαστηρίου. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω υπάρχουν ενδείξεις για τη λειτουργία τέτοιου χώρου στην ευρύτερη περιοχή. Εντούτοις, με εξαίρεση το υλικό κατασκευής (χρυσός) και το αιγυπτιακό σχήμα της κεφαλής δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία στην περιγραφή που να επιβεβαιώνουν την προέλευσή του. Σε κάθε περίπτωση οι δύο εγχώριοι σκαραβαίοι επιβεβαιώνουν τη λειτουργία χώρων-οικιών-εργαστηρίων. Τα συνευρήματά τους, ιδιαίτερα στην περίπτωση του δεύτερου, όπως ο χρυσός σφηκωτήρας, το μολύβδινο ζυγιστικό βάρος και το μηνοειδές εργαλείο, η ελεφάντινη λαβή κατόπτρου, το μικρό ειδώλιο της μετανακτορικής περιόδου, τα θραύσματα ΜΜ Ι κωδωνόσχημων ειδωλίων, τα λίθινα και χάλκινα εργαλεία, τα τριβεία και οι τριπτήρες υποδηλώνουν βιοτεχνικές δραστηριότητες. Σε αυτά προστίθενται η πολυάριθμη κεραμική καλής ποιότητας με διακόσμηση και οι χαναανικοί αμφορείς. Παράλληλα, η μεγάλη συγκέντρωση χαντρών από περιδέραια, σφραγίδων αμυγδαλοειδών και ωοειδών από ημι-πολύτιμους λίθους, όπως σερπεντίνη και χλωρίτη και η χρήση άλλων όπως κόκκινος ίασπης, ο αχάτης, ο αμέθυστος και ο κρύσταλλος υποδεικνύουν την κατεργασία πρώτων υλών. Είναι πιθανό και οι σκαραβαίοι να αξιοποιήθηκαν ως πρώτη ύλη. Οι σκαραβαίοι από άγνωστη θέση εύρεσης αν και είναι αρκετοί σε αριθμό, περίπου 29 παραδείγματα, δεν παρέχουν πολλές πληροφορίες εξαιτίας του γεγονότος ότι η ακριβής θέση εύρεσης είναι άγνωστη. Οι 24 εισηγμένοι (αρ. κατ ) προέρχονται από τις Μοίρες, το Νιπηδιτό, το Σπήλαιο της Τραπέζας και του Τσούτσουρου, την ευρύτερη περιοχή της Κνωσού, τον Άγιο Ονούφριο, την Αγία Πελαγία και τη Φαιστό (χάρτης 4). Ενδεχομένως, ορισμένοι εξ αυτών που βρέθηκαν σε περιοχές κοντά σε οικισμούς ή ανακτορικά κέντρα προέρχονται από αυτά. Ωστόσο, πολλοί εξ αυτών ίσως είναι εγχώρια έργα (αρ. κατ ). Σε αυτό ίσως συμβάλλει το γεγονός ότι οι σκαραβαίοι υιοθετήθηκαν για λόγους σχετικούς με την εικονογραφία, καθώς απεικόνιζαν το σκαθάρι, το οποίο είχε συμβολική αξία στην Κρήτη. Συγκεφαλαιώνοντας, από το σύνολο των 69 περίπου σκαραβαίων περίπου 29 προέρχονται από άγνωστη θέση εύρεσης στο νησί, 7 από δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια, 7 από ανακτορικά κέντρα και 23 από ταφικά σύνολα (Γράφημα 8). Από αυτούς 44 είναι εισηγμένοι από διάφορες θέσεις και χρονολογούνται κυρίως στην ΥΜ περίοδο, αν και 54

56 ορισμένα παραδείγματα από τάφους έχουν εύρος χρονολόγησης που ξεκινά από την ΠΜ περίοδο βάση των συνευρημάτων τους. Αντίθετα, οι 26 εγχώριοι που προκύπτουν από το σύνολο των θέσεων χρονολογούνται, κατά κανόνα, στην όψιμη ΜΜ περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας είναι βεβαιωμένη η μινωική παραγωγή (Γράφημα 9). Αυτό αποδεικνύεται ιδιαίτερα από τη λειτουργία τοπικών εργαστηρίων κυρίως στις περιοχές της Μεσαράς. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των σκαραβαίων προέρχονται από πλούσιο αρχαιολογικό περιβάλλον, καθώς συνοδεύονταν από αντικείμενα μικροτεχνίας, κεραμική, οστά ανθρώπων και ζώων, εργαλεία και ορυκτά. Ως εκ τούτου θεωρούνταν αντικείμενα αξίας με ποικιλία στη χρήση. Η χρήση τους ως φυλακτών ή οικογενειακών κειμηλίων είναι φανερή στην περίπτωση των ταφών. Από την άλλη η εύρεση τους σε ανακτορικά κέντρα υποδεικνύει τη λειτουργία τους ως αντικειμένων κύρους και δύναμης που σε συνδυασμό με τα παραδείγματα από κτίρια, ιδιωτικά ή δημόσια, που βρίσκονταν πλησίον ή περιφερειακά των ανακτόρων μαρτυρούν την ύπαρξη οργανωμένης παραγωγής. Ειδικότερα, από τα εργαστήρια στον Πόρο Ηρακλείου γίνεται σαφής η χρήση των σκαραβαίων ως πρώτων υλών. Παρόμοια εργαστήρια ενδεχομένως δραστηριοποιούνταν και στην πεδιάδα της Μεσαράς. Είναι πιθανό αρκετοί από τους σκαραβαίους από άγνωστη θέση εύρεσης να αποτελούσαν έργα αυτών των εργαστηρίων. Η παραγωγή τους ξεκινώντας από τη ΜΜ ΙΑ, εντείνεται από τη ΜΜ ΙΒ περίοδο, ακολουθώντας τις πολιτικό-κοινωνικές αλλαγές, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στην εγκατάλειψη ορισμένων πετρωμάτων, όπως η λευκή ύλη, και στην υιοθέτηση εισαγόμενων. Παράλληλα, τα μοτίβα στις σφραγιστικές επιφάνειες αποκτούν περισσότερο μινωικό χαρακτήρα διατηρώντας ενίοτε ομοιότητες με τα τελευταία. Άλλωστε, η εισαγωγή αιγυπτιακών σκαραβαίων συνεχίζεται, αν και πολλές φορές πραγματοποιείται μέσω ανατολικών περιοχών. Ιδιαίτερα οι σκαραβαίοι με τις δέλτους των φαραώ Amenhotep III και της βασίλισσας Tiyi επιβεβαιώνουν την αδιάσπαστη επαφή της Κρήτης με την Αίγυπτο. Γ. Οι Επαφές της Ηπειρωτικής Ελλάδας με την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή Στα προηγούμενα κεφάλαια έγινε λόγος για τις επαφές της Κρήτης και της Αιγύπτου μέσω των γραπτών πηγών, των αρχαιολογικών τεκμηρίων και συγκεκριμένα της παρουσίας των σκαραβαίων σε διάφορες θέσεις του νησιού. Ωστόσο, ιδιαίτερα το αρχαιολογικό περιβάλλον από το οποίο προήλθαν σκαραβαίοι, που χρονολογούνται 55

57 κυρίως στην ΥΜ/ΥΕ περίοδο, μαρτυρά την εμφάνιση πολιτιστικών στοιχείων, όπως φαίνεται και στην κεραμική, του Ηπειρωτικού χώρου και συγκεκριμένα των Μυκηνών. Ως εκ τούτου, στην παρούσα ενότητα παρουσιάζεται η εξέλιξη των επαφών της Ηπειρωτικής Ελλάδας με τις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι ανατολικές περιφερειακές δυνάμεις ήταν κυρίως τρεις. Σε αυτές ανήκουν τα βασίλεια της Αιγύπτου, των Χετταίων και της Βαβυλωνίας. Αργότερα, αναδύονται νέα κέντρα όπως το βασίλειο του Μιτάνι και της Ασσυρίας 180. Οι πρώτες αναφορές, κυρίως γραπτές πηγές, που μαρτυρούν τις επαφές με την Ανατολική Μεσόγειο προέρχονται από την λεγόμενη «Αιγαιακή λίστα» στην περιοχή Kom-el Hetan κοντά στην Κοιλάδα των Βασιλέων, όπου βρίσκονται τα κατάλοιπα του ταφικού ναού του Amenhotep III. Στη βορειοδυτική γωνία του ναού σώζονται οι βάσεις πέντε αγαλμάτων πάνω στις οποίες αναγράφονται τοπωνύμια, τα οποία θεωρείται ότι αντιπροσωπεύουν τις περιοχές που είχαν συναλλαγές με την Αίγυπτο επί βασιλείας του εν λόγω φαραώ. Περίπου τρεις λέξεις ή φράσεις αναφέρονται στο Αιγαίο πρώτα με τον όρο «Kft(j)w, Keftiu», στη συνέχεια με τον όρο «Tj-n3-jj, (Tanaja)», υποδηλώνοντας την Κρήτη και την Ηπειρωτική Ελλάδα αντίστοιχα, και τέλος ο όρος «Iww hryw-ib nw W3d-wr» που σημαίνει «οι Νήσοι στο μέσον του Μεγάλου Πρασίνου» που ταυτίζεται με τα νησιά των Κυκλάδων και ίσως την Κρήτη. Μία τρίτη τοπογραφική λίστα επί βασιλείας του ίδιου φαραώ από τον ναό του Άμμωνα-Ρα στο Καρνάκ αναφέρει τον όρο Tanaja ανάμεσα στους όρους Alasiya και Ugarit 181. Δεν πρέπει να λησμονηθεί, ακόμη, ότι υπάρχουν προφανείς συσχετισμοί μεταξύ των περιοχών αυτών και των αντικειμένων που βρέθηκαν στο Αιγαίο, που έχουν εντοπιστεί σε τουλάχιστον έξι θέσεις της Ύστερης εποχής του Χαλκού, και φέρουν τις δέλτους τόσο του Amenhotep III όσο και της βασίλισσας Tiyi 182. Η πιο πρώιμη αναφορά του μυκηναϊκού κόσμου στις αιγυπτιακές πηγές εντοπίζεται στα Χρονικά του Thutmosis III, περίπου π.χ., στο πλαίσιο της εκστρατείας κατά της Συρίας τον 42 ο χρόνο βασιλείας του ηγέτη της, περίπου το 1437 π.χ.. Αναφέρεται ότι αγγελιοφόροι από την «Tnj» έφεραν στον βασιλιά δώρα με σκοπό τη δημιουργία διπλωματικών επαφών. Μεταξύ αυτών ήταν ένα ασημένιο αγγείο τύπου Keftiu και τρία χάλκινα με ασημένιες λαβές. Ωστόσο, δεν αναφέρεται η ακριβής 180 Kelder 2010, Cline 1998, 237, 239, Cline 1998,

58 γεωγραφική τοποθεσία της περιοχής και μόνο το αγγείο τύπου Keftiu υποδηλώνει την προέλευση τους από το Αιγαίο 183. Στο θέμα των επαφών με την Ανατολία εμπίπτει και το θέμα της ταυτότητας της Ahhiyawa,η οποία έχει αναζητηθεί μεταξύ άλλων στη Ρόδο, τη Θράκη και την Ηπειρωτική Ελλάδα, που φαίνεται στα Χεττιτικά κείμενα, αν γίνει δεκτό ότι αναφέρεται στους Μυκηναίους, και καλύπτει αναφορές (25 συνολικά) από την περίοδο του Tudhaliya II και του Arnuwanda I το 15ο αι. π.χ. μέχρι τον Tudhaliya IV το 13ο αι. π.χ.. Βεβαιωμένες,όμως, επαφές υπήρχαν με τη Δυτική Ανατολία και το Αιγαίο, ίσως,δηλαδή, πολλά αντικείμενα να προέρχονταν από περιοχές όπως η Arzawa, τη γη του ποταμού Sehan ή την Assuwa 184. Τα χετιτικά κείμενα, όπως το κείμενο Maduwatta της βασιλείας του Tudhaliya I/II του 15ου ή πρώιμου 14ου αιώνα αποτελεί την πιο πρώιμη αναφορά στην Ahhiyawa, αναφέρει κάποιον Attarisiya, "άνδρας από την Ahhiya", ο οποίος εισέβαλε σε Ανατολία και Κύπρο με πλοία, άρματα και άλογα. Δύο ακόμη γράμματα του 14ο αιώνα, που χρονολογούνται στη βασιλεία του Tudhaliya I/II ή του Mursili II υποδεικνύουν πως ο βασιλιάς της Ahhiyawa είχε υπό τον έλεγχο του τα νησιά της δυτικά της Ανατολίας. Τα χετιτικά κείμενα,επίσης, αναφέρουν ότι η Μίλητος ή Millawanda ήταν υπό την δικαιοδοσία του βασιλιά της Ahhiyawa τον 13 ο αιώνα. Παράλληλα, τα αρχαιολογικά δεδομένα αποκαλύπτουν πως οι Μυκηναίοι έφτασαν εκεί κατά την ΥΕ ΙΙΙ Α1 περίοδο. Ανάμειξη της Ahhiyawa στην Ανατολία αναφέρεται τελευταία φορά στη βασιλεία του Tudhaliya IV στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα. Η Συνθήκη Šaušgamuwa δείχνει ότι κατά τη διάρκεια του ύστερου 13 ου αιώνα η Ahhiyawa είχε την απαιτούμενη ναυτική δύναμη για να είναι είτε εμπορικός είτε στρατιωτικός σύμμαχος της Ασσυρίας, καθώς στο κείμενο το όνομα του βασιλιά της Ahhiyawa περιλαμβάνεται μεταξύ των ονομάτων των Μεγάλων βασιλέων. Αντίθετη εικόνα προσφέρουν οι πινακίδες της Γραμμικής Β. Το όνομα της Θήβας συναντάται συχνά σε αρχεία των πινακίδων της Γραμμικής Β τόσο της Καδμείας όσο και άλλων μεγάλων μυκηναϊκών κέντρων της περιόδου, όπως είναι η Κνωσός, οι Μυκήνες, η Πύλος, εξαιρουμένου του ανακτόρου της Τίρυνθας. Το γεγονός ότι σε αυτά αναφέρονται,κυρίως, τοπικοί οικισμοί της ανατολικής Θήβας δημιουργεί την υπόθεση ότι η Θήβα ίσως είχε υπό τον έλεγχο της αυτή την περιοχή στον ευρύτερο χώρο της Βοιωτίας την εποχή που γράφτηκαν οι πινακίδες. Η υπόθεση αυτή οδήγησε στο 183 Kelder 2010, Cline 2009,

59 συμπέρασμα πως στην περίπτωση αυτή ένα τόσο μικρό βασίλειο δεν θα μπορούσε να αποτελεί ισότιμο εταίρο του Χετιτικού και ως εκ τούτου είναι πιο πιθανή η ταύτιση της Ahhiyawa με το Μυκηναϊκό βασίλειο. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τις πινακίδες της Γραμμικής Β ίσως δεν ήταν ακριβώς έτσι. Για παράδειγμα τα ονόματα που αναφέρονται, όπως Κάρυστος και Αμάρυνθος δείχνουν ότι η Θήβα είχε υπό έλεγχο ή έστω μερική κατοχή ένα τμήμα της Εύβοιας 185. Ορισμένες πληροφορίες προέρχονται από την Ουγκαρίτ. Πρόκειται για τρεις αναφορές από τις οποίες μία αφορά στο κείμενο Sinaranu 186 των μέσων του 13 ου αιώνα π.χ., το οποίο μαρτυρά επαφές με το Αιγαίο κατά την ΥΕ/ΥΜ ΙΙΙ Β, κυρίως με την Κρήτη όπως και στις άλλες δύο περιπτώσεις, ενώ επιβεβαιώνει το σημαντικό εμπορικό ρόλο της Ουγκαρίτ. Γενικά, αξίζει να σημειωθεί ότι τα χετιτικά διπλωματικά κείμενα, μεταξύ των οποίων και εκείνα που αναφέρονται στην Ahhiyawa, αποσκοπούσαν στη μεταφορά μηνυμάτων από έναν ηγέτη σε κάποιον άλλο και όχι στην επίδειξη ισχύος με στόχο την προπαγάνδα. Επίσης, γραπτές πηγές από το Boghazkӧy, υποδεικνύουν ότι ορισμένα κείμενα περνούσαν από διαφορετικά στάδια επεξεργασίας προτού εγκριθούν και αποσταλούν από το βασιλιά 187. Εκτός από τα παραπάνω τα χετιτικά κείμενα δεν αποσαφηνίζουν τον τρόπο λειτουργίας των πολιτικών δομών της Ahhiyawa και το βαθμό εξάρτησής της από το Μεγάλο Βασιλιά 188. Αν και πολλά κείμενα επιβεβαιώνουν τις επαφές της Μινωικής Κρήτης με τη Μεσοποταμία, κυρίως οι πινακίδες στο Μάρι και την Αίγυπτο, μόνο ένα κείμενο μαρτυρά επικοινωνία μεταξύ των Μυκηναίων και της Συρίας. Από την άλλη πλευρά, οι αιγυπτιακές αναφορές για τις επαφές του Νέου Βασιλείου με το Αιγαίο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού εστιάζουν στον όρο Keftiu. Ωστόσο, ο όρος Tj-n3-jj συναντάται σε επιγραφές μία φορά κατά το 15 ο αιώνα π.χ., τρεις κατά το 14 ο αιώνα π.χ. (Thutmose III, Amenhotep III) και δύο κατά τον 13 ο αιώνα π.χ. (Ραμσή ΙΙ). Ακόμη μία σημαντική μαρτυρία για τις επαφές των δύο περιοχών αποτελεί ένα κομμάτι παπύρου από την Αμάρνα, στην οικία- ναΐσκο του γλύπτη του βασιλιά, που συνοδευόταν από έναν πάπυρο στον οποίο εικονίζονταν Μυκηναίοι πολεμιστές να προστρέχουν έναν Αιγύπτιο που απειλείται να φονευθεί. Η προέλευση των πολεμιστών γίνεται φανερή 185 Kopanias 2008, Cline 2007, Kelder 2012, Kelder 2012,

60 από τα κράνη και τις ασπίδες, αν και φορούν αιγυπτιακό ένδυμα. Ενδεχομένως η παράσταση υποδηλώνει τη συμμαχία των δύο πλευρών 189. Συνολικά, οι πηγές από τις οποίες αντλούνται πληροφορίες σχετικά με τις επαφές της Ηπειρωτικής Ελλάδας και κυρίως των Μυκηνών είναι τέσσερις. Πρόκειται για τις πινακίδες της Γραμμικής Β από την Πύλο και τις Μυκήνες που περιέχουν έμμεσες ή άμεσες αναφορές στην Αίγυπτο, τη Συροπαλαιστίνη, την Ανατολία, τη Μεσοποταμία και την Κύπρο, τα αιγυπτιακά και ανατολικά αντικείμενα από θέσεις της ύστερης Εποχής του Χαλκού, τα μυκηναϊκά αντικείμενα και η κεραμική που ανακαλύφθηκαν στις παραπάνω περιοχές, καθώς και τα έγγραφα και οι τοιχογραφίες της Εποχής του Χαλκού από την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή στα οποία αναφέρονται ή απεικονίζονται αντικείμενα, άνθρωποι και άλλες μορφές μυκηναϊκής προέλευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι από περίπου 1000 εισηγμένα αντικείμενα από την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή σε θέσεις της ΥΕ/ΥΜ Ι-ΙΙΙ Γ περιόδου το 1/5 εντοπίζεται στην Ηπειρωτική Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι ένας εξίσου μεγάλος αριθμός προέρχεται από την Κρήτη και η χρονολογική κατανομή είναι πολύ διαφορετική. Συγκεκριμένα, 37 ανατολικά αντικείμενα βρέθηκαν σε θέσεις της ΥΕ Ι- ΙΙ περιόδου και 94 σε θέσεις της ίδιας περιόδου στην Κρήτη. Μάλιστα παρόλο που μόνο 18 αιγυπτιακά ή ανατολικά αντικείμενα εντοπίζονται σε θέσεις της ΥΕ ΙΙΙ Α η εικόνα αυτή ανατρέπεται κατά τις επόμενες περιόδους όταν 116 τέτοια αντικείμενα συγκεντρώνονται σε θέσεις της ΥΕ ΙΙΙ Β και 51 σε θέσεις της ΥΕ ΙΙΙ Γ. Παράλληλα, στην Κρήτη περίπου 107 εισηγμένα αντικείμενα συναντώνται σε θέσεις της ΥΜ ΙΙΙ Α, επτά σε θέσεις της ΥΜ ΙΙΙ Β και κανένα στις αντίστοιχες της ΥΜ ΙΙΙ Γ 190. Αξίζει να αναφερθεί ότι έχει βρεθεί στην Ηπειρωτική Ελλάδα υλικό που υποδηλώνει την επιρροή από την Κρήτη τόσο στις τέχνες όσο και στις κατασκευές. Πιθανόν, αυτή η αλληλεπίδραση συνοδεύτηκε από μετακίνηση τεχνιτών. Το γεγονός είναι φανερό στην υιοθέτηση μινωικού τύπου κεραμικής, όπως η τριποδική χύτρα ή τα κωνικά κύπελλα, που οδήγησαν στην ΥΕ Ι στη δημιουργία της αμαυρόχρωμης κεραμικής 191. Στην Κρήτη οι ενδείξεις για την παρουσία των Μυκηναίων εμφανίζονται ιδιαίτερα κατά τη μετάβαση από την ΥΜ ΙΙΙ Α 1-2 φάση. Οι επιρροές είναι έκδηλες στην εμφάνιση της οικίας-μεγάρου και των λακοειδών τάφων σε περιοχές όπως η Αγία Τριάδα, τα Γουρνιά και η περιοχή της Κυδωνίας στα Χανιά που χρονολογούνται 189 Cline 2007, Cline 2007, Dickinson 1984,

61 περίπου στην ΥΜ ΙΙΙ Α2. Η συνύπαρξη των Μυκηναίων και των Μινωιτών τουλάχιστον μέχρι την ΥΜ/ΥΕ ΙΙΙ Α στην ανατολική Μεσόγειο είναι βεβαία. Ωστόσο, από την ΥΕ/ΥΜ ΙΙΙ Α2 και εξής πολλές περιοχές του ανατολικού Αιγαίου περιέρχονται στη σφαίρα επιρροής των Μυκηνών 192. Ως εκ τούτου, είναι φανερό ότι οι επαφές ανάμεσα στην Ηπειρωτική Ελλάδα, την Κρήτη, την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή υποστηρίζονται αφενός από τις γραπτές μαρτυρίες και αφ ετέρου από τα αρχαιολογικά τεκμήρια. Ιδιαίτερα σημαντικά για τις επαφές τις Ηπειρωτικής Ελλάδας φαίνεται ότι είναι τα εισηγμένα αντικείμενα και οι επιρροές που εμφανίζονται στη μικροτεχνία. Κατά συνέπεια παρουσιάζονται στο επόμενο κεφάλαιο οι σκαραβαίοι, εγχώριοι και εισηγμένοι, που έχουν εντοπιστεί στον Ηπειρωτικό χώρο σε σχέση με το αρχαιολογικό περιβάλλον στο οποίο βρέθηκαν. Δ. Οι Σκαραβαίοι στην Ηπειρωτική Ελλάδα Δ1. Ταφικά Σύνολα Α. Εισηγμένοι Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη ενότητα τα εισηγμένα ανατολικά και αιγυπτιακά αντικείμενα στο Αιγαίο και ειδικότερα στην Ηπειρωτική Ελλάδα αποτελούν βασική πληγή πληροφοριών για τις διαπολιτισμικές επαφές. Μία από τις κατηγορίες αυτών των αντικειμένων είναι οι σκαραβαίοι. Παρατηρείται, γενικά, πως περίπου 24 σκαραβαίοι από την Ηπειρωτική Ελλάδα βρέθηκαν σε τάφους, σε αντίθεση με εννιά που βρέθηκαν σε χώρους κτιριακών συγκροτημάτων και τρεις που εντοπίστηκαν τυχαία. Η μελέτη, από την E. French και την J. Phillips, των δημοσιευμένων αντικειμένων που βρέθηκαν στους θαλαμωτούς τάφους των Μυκηνών υπέδειξε ότι τα αιγυπτιακά αντικείμενα αντιπροσωπεύονται κυρίως από τους μαζικής παραγωγής σκαραβαίους, που κατασκευάστηκαν στην 19 η Δυναστεία, μετά το 1300 π.χ. Ορισμένοι κατασκευάστηκαν κατά τη 18 η Δυναστεία ή νωρίτερα, δεν αποκλείεται όμως να έφτασαν κατά το 13 ο αιώνα στις Μυκήνες 193. Τα περισσότερα παραδείγματα έχουν ανακαλυφθεί σε τάφους της Περατής, των Μυκηνών, του Αγίου Ηλία στην Αιτωλία, της Πρόσυμνα, της Πύλου, του Διμηνίου στην Θεσσαλία και των Αηδονιών στη Νεμέα. 192 Neimeier 1984, French. 2005,

62 Πιο συγκεκριμένα, περίπου 10 παραδείγματα βρέθηκαν σε ταφές στη νεκρόπολη της Περατής. Όλοι οι σκαραβαίοι είναι κατασκευασμένοι από φαγεντιανή, ένας εξ αυτών φέρει διακοσμητικό άνθος στην επιφάνειά του, άλλοι απλά διακοσμητικά μοτίβα, ενώ οι υπόλοιποι επιγραφές. Στις επιγραφές, συνήθως, αναγράφονται ονόματα θεών, όπως του Άμμωνα, Ρα και Ptah. Η ποικιλία που παρατηρείται στην απόδοση των χαρακτηριστικών της κεφαλής ή των φτερών και η απόδοση άλλοτε φυσιοκρατικών και άλλοτε αφηρημένων σχεδίων υποδεικνύει πως ανήκαν σε διαφορετικά καλλιτεχνικά πρότυπα. Πιθανόν, αποτέλεσαν ιδιοκτησία διαφορετικών ατόμων και ίσως έφτασαν στην περιοχή ως μέρος προσωπικής περιουσίας. Από τους τάφους 1 και 104 της περιοχής προήλθαν επίσης δύο πλακίδια στα οποία αναγραφόταν το όνομα του Ραμσή ΙΙ. Ακόμη περισσότερο, τρία ολόκληρα και εννέα αποσπασματικά ειδώλια κροκοδείλων και των θεοτήτων Bes και Taweret βρέθηκαν στον τάφο 30, τα οποία φαίνεται ότι κατασκευάστηκαν από το ίδιο εκμαγείο και ίσως ανήκαν σε ένα άτομο 194. Οι δύο αιγυπτιακοί δέλτοι, καθώς και δύο σκαραβαίοι (αρ. κατ ) εντοπίστηκαν στους τάφους 90 και 147. Στο εσωτερικό του τελευταίου υπήρχαν, επίσης, μία χρυσή ημισέληνος, φυλακτά σε σχήμα ρόδακα από την Ανατολή και μία κεχριμπαρένια χάντρα 195. Ο τάφος 90 ήταν μικρός θαλαμοειδής με Β-Ν προσανατολισμό. Στο εσωτερικό του υπήρχαν δύο ταφές, από τις οποίες η μία ήταν κατεστραμμένη, ενώ αμέσως μετά την είσοδο υπήρχε παιδικός ενταφιασμός με την κεφαλή σε ΝΔ κατεύθυνση. Ίσως πρόκειται για ταφή παιδιού 6-7 ετών, όπως φαίνεται από ορισμένα δόντια, οστά πλευρών, βραχίονα και μηριαίων οστών. Ο σκαραβαίος του τάφου αυτού (αρ. κατ. 70, εικ. 62) βρέθηκε ακριβώς στη θέση του λαιμού, ενώ στο πίσω μέρος του κρανίου υπήρχε ένα όρθιο θήλαστρο. Η δεύτερη ταφή πιθανόν ανήκε σε γυναίκα. Είναι πιθανό να υπήρχε και τρίτη παιδική ταφή που δεν σώθηκε, όπως φαίνεται από τα άλλα δύο θήλαστρα που βρέθηκαν και δεν ανήκουν στις δύο αυτές ταφές, ενώ ο τάφος ίσως καθαρίστηκε αφού από το εσωτερικό του συνελέγησαν τεμάχια μικρών αγγείων, καθώς και μεγάλης λεκάνης από το δρόμο. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εν λόγω ταφές είχαν καλυφθεί από μέρη της πεσμένης θόλου που δημιούργησε αμμώδες στρώμα μέχρι το ύψος της ξερολιθιάς, από όπου προέκυψε μεταγενέστερο στρώμα με ταφές χωρίς ευρήματα. Επιπλέον, μεταξύ των ευρημάτων 194 Iakovidis 1980, Iakovidis 1980,

63 του τάφου ανακαλύφθηκαν τρία θήλαστρα από κιτρινωπό πηλό, ένας ακέραιος κύαθος από κιτρινωπό πηλό και ερυθροκάστανη βαφή, δύο μικρογραφικοί, ένας βραχυστρόγγυλος και ένας ωοειδής, αμφορείς από κιτρινωπό πηλό, εκ των οποίων ο ένας από καστανή βαφή με πορτοκαλί λεπτομέρειες και ο άλλος μαυροκάστανος. Επίσης, βρέθηκαν δύο σταμνίσκοι από τους οποίους ο ένας από ακάθαρτο πρασινωπό πηλό και εξίτηλη βαφή και ο άλλος από ερυθρόξανθο πηλό και ερυθροκάστανη βαφή. Ακόμη, βρέθηκαν τέσσερα κομβία κωνικού και δισκοειδούς σχήματος, τμήματα μεγάλης λεκάνης συγκολλημένης από μικρά όστρακα από κιτρινωπό-ερυθρόξανθο πηλό και καστανή βαφή, οκτώ τρίμματα οστέινης βελόνας και μία συγκολλημένη επιμήκης χάλκινη 196. Από την άλλη ο τάφος 147 είχε Α-Δ προσανατολισμό με ομαλό δάπεδο, αν και τα τοιχώματα δεν διατηρούσαν την αρχική τους επιφάνεια. Στο νότιο τοίχο του βάθους βρέθηκε λάκκος ωοειδούς σχήματος με λείψανα και κτερίσματα παλαιότερων ταφών. Μπροστά στην είσοδο του βρέθηκαν μικρά αγγεία, χωρίς κατάλοιπα οστών κοντά τους, προς τη ΒΑ γωνία του θαλάμου. Σε αυτά συγκαταλέγονται ένα μικρό αλαβαστροειδές αγγείο, μία λήκυθος, ένας αποσπασματικός σταμνίσκος και ένα ψευδόστομος. Στο χώρο μεταξύ αυτών και του λάκκου συλλέχθηκαν διάφορες χάντρες που πιθανόν ανήκαν σε περιδέραιο. Μία ήταν αμφίκυρτη χάλκινη, μία βαρελόσχημη από ήλεκτρο, μία μεγαλύτερη με ραβδώσεις από υαλόμαζα μαζί με άλλες έξι από το ίδιο υλικό σε διαφορετικά σχήματα, οκτώ επιμήκεις από σάρδιο, μία σε σχήμα σταγόνας από αμέθυστο και ένας σκαραβαίος (αρ. κατ. 71, εικ. 63), καλά διατηρημένος, από φαγεντιανή. Ο λάκκος περιείχε σε διάφορα βάθη οστά, θραύσματα κρανίων, τέσσερα χρυσά φυλακτά, ένα μηνοειδές και ένα ροδακόσχημο, κατάλοιπα χάλκινης πόρπης, δύο χάντρες από υαλόμαζα και στην κορυφή του μικρό αλαβαστροειδές αγγείο και σταμνίσκο, ενώ στο χείλος του υπήρχε τμήμα κρανίου. Στο νότιο μέρος του θαλάμου υπήρχε παιδική ταφή που πιθανόν παραμερίστηκε με τα ευρήματα της προς τον τοίχο, όπως και παλαιότερες ταφές. Μεταξύ του παιδικού κρανίου που ήταν τοποθετημένο ανατολικά και του αντίστοιχου τοίχου ανακαλύφθηκε ψευδόστομος όρθιος αμφορέας, ενώ στο ύψος του λαιμού βρέθηκε μία χάντρα από σάρδιο, 87 χρυσές και κοντά στον αριστερό ώμο σταμνίσκος. Μία χάντρα από φαγεντιανή και μία τετράπλευρη από αχάτη βρέθηκαν στο ύψος του του αριστερού βραχίονα ή αγκώνα, ο οποίος δεν σώθηκε. Μία χάντρα τετράπλευρη από στεατίτη, μία φακοειδής, μία κυλινδρική από 196 Iakovidis 1969, 193,

64 σάρδιο, μία σφαιρική από υαλόμαζα, τρία τεμάχια αργυρών δακτυλίων, δύο ελλειψοειδής σφενδόνες δακτυλίων και ένα τμήμα αργυρού σύρματος βρέθηκαν στο ύψος του θώρακα, αλλά σε βαθύτερο στρώμα, και πιθανόν ανήκαν σε παλαιότερη ταφή. Ο χώρος μεταξύ της αριστερής πλευράς της ταφής και του τοίχου καταλαμβανόταν από μικρά αγγεία και ειδώλια, αν και αυτή η θέση δεν φαίνεται να ήταν η αρχική. Στα ανατολικά, προς την άκρη της σωρού, σώθηκαν ένας σταμνίσκος, ένας ψευδόστομος και ένας δακτυλιόσχημος αμφορέας και ένα ειδώλιο βοδιού. Ανάμεσα στο δακτυλιόσχημο αγγείο και το τοίχωμα βρέθηκαν μικρός σταμνίσκος, μικρή λήκυθος, ένας κύαθος που περιείχε μικρή λήκυθο και κάλυπτε μέρος ενός θηλάστρου, καθώς και ένας μόνωτος σκύφος. Τα ειδώλια, τα αγγεία και το θήλαστρο υποδεικνύουν πως πρόκειται για παιδικές ταφές, αν και αυτό δεν ισχύει για το σύνολο των αντικειμένων, αφού στο γέμισμα του τάφου βρέθηκαν όστρακα τριών ακαθόριστων αγγείων. Παρόλα αυτά, οι πρώτες ταφές φαίνεται πως ανήκαν σε δύο ανήλικα άτομα και σε δύο παιδιά, που παραμερίστηκαν προς το ανατολικό τοίχωμα και τον λάκκο μετά από καθαρισμό τον οποίο διαδέχθηκε ενταφιασμός παιδιού και ίσως μία ακόμη παιδική ταφή που άφησε μονάχα κτερίσματα, δηλαδή τα αγγεία μπροστά στην είσοδο και το περιδέραιο με τον σκαραβαίο. Δεν φαίνεται, ωστόσο, να χρησιμοποιήθηκε έκτοτε, γεγονός που ίσως οφείλεται στην πτώση της θόλου 197. Παρόλα αυτά, η επιγραφή του σκαραβαίου αυτού συνιστά μία νέα μορφή, αφού η απεικόνιση των ιερογλυφικών είναι διαφορετική σε σχέση με εκείνη που συνηθιζόταν μέχρι τότε, καθώς περιλαμβάνει μία κρυπτογραφημένη θρησκευτική παράσταση. Χρονολογείται περί την 18 η -21 η Δυναστεία, αν και είναι πιο πιθανό να ανήκει στη δεύτερη. Η απεικόνιση των συμβόλων του Άμμωνα και κυρίως του θεού Seth υποδεικνύουν ότι ο σκαραβαίος κατασκευάστηκε σε μία περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας επικρατούσε η λατρεία του τελευταίου, δηλαδή πιθανόν κατά την 21 η Δυναστεία επί βασιλείας του Ραμσή ΙΙ. Η κατασκευή του χρονολογείται σε μία περίοδο η οποία εκτείνεται από τη βασιλεία του φαραώ Horemheb έως την 21 η Δυναστεία και αντιστοιχεί με τη ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο 198. Ωστόσο, περισσότεροι σκαραβαίοι βρέθηκαν στον θαλαμοειδή τάφο 13. Από τον συγκεκριμένο τάφο προήλθαν πέντε παραδείγματα από φαγεντιανή. Στο ύψος της εισόδου βρέθηκε πλήθος αγγείων. Πιο αναλυτικά, βρέθηκαν κατάλοιπα δύο μεγάλων 197 Iakovidis 1969, Charles 1965,

65 ψευδόστομων αμφορέων, ένας όρθιος δίωτος σταμνίσκος, θραύσματα πώματος κοντά σε οινοχόη, καθώς και ένας μικρός ψευδόστομος αμφορέας. Στη μέση του ανατολικού τοιχώματος του τάφου ανακαλύφθηκαν περισσότερα αγγεία μεταξύ των οποίων θραύσματα μεγάλης λεκάνης, δύο ψευδόστομοι αμφορείς ανάμεσα στους οποίους βρέθηκαν ένας κύαθος και μία μεγάλη πρόχους. Στο βάθος υπήρχαν κατάλοιπα ενός μικρού ψευδόστομου, μίας μεγάλης οινοχόης και δύο κρανίων. Η ΒΑ πλευρά καταλαμβανόταν από κατακερματισμένα οστά που έφταναν μέχρι την ΒΔ γωνία και σκεπάζονταν εν μέρει από θραύσματα αγγείων. Πρόκειται για τρεις μεγάλους ψευδόστομους αμφορείς μπροστά από τους οποίους υπήρχε κρανίο με κατάλοιπα ενός τέταρτου ψευδόστομου, καθώς ένας μικρός σταμνίσκος μεταξύ δύο μακρών οστών. Δίπλα τους υπήρχε μία όρθια ακέραιη πρόχους, η οποία περιστοιχιζόταν από μικρό δίωτο σταμνίσκο, μικρό ακέραιο ψευδόστομο αμφορέα, καθώς και έναν δεύτερο σπασμένο που ακουμπούσε στον ώμο της. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάτω από τη βάση της πρόχου και μεταξύ των οστών βρέθηκαν δύο χάντρες από σάρδιο, ένα κομβίο από στεατίτη και ένας μικρός αργυρός δακτύλιος περασμένος στις φάλαγγες των δακτύλων. Χωρισμένος από την πρόχου από μηριαίο οστό βρέθηκε ένας ακόμη μεγάλος ψευδόστομος αμφορέας στο στόμιου του οποίου υπήρχε μικρός δίωτος σκύφος με σταμνίσκο στο εσωτερικό του. Ανάμεσα σε αυτά και τον τοίχο υπήρχε ένας ακόμη ψευδόστομος. Κάτω από τον μεγάλο ψευδόστομο και ανάμεσα σε πλήθος οστών ο χώρος καταλαμβανόταν από κατάλοιπα ενός μικρότερου, καθώς και δύο σταμνίσκων, εκ των οποίων ο ένας δίωτος, ενός όρθιου προχοΐδιου και μίας μικρής λήκυθου. Κάτω από το προχοΐδιον ανακαλύφθηκε ένα αγγείο, πιθανόν κέρνος, ένα εξαγωνικό θραύσμα ορείας κρυστάλλου, μία ελεφαντοστέινη λαβή με εγχάρακτη διακόσμηση, δύο θραύσματα ελεφάντινων πλακιδίων με εγχάρακτη διακόσμηση και κατάλοιπα ελεφάντινων βελονών. Στη ΒΔ γωνία ο σωρός των οστών και των αντικειμένων έφτανε σε μεγαλύτερο ύψος. Την κορυφή του καταλάμβανε μία μεγάλη σπασμένη λεκάνη, η οποία περιλάμβανε μία μικρότερη που περιείχε σταμνίσκο, ο οποίος σκεπαζόταν από ανάποδο ψευδόστομο και έναν όρθιο. Στη βάση της μεγάλης λεκάνης και κοντά στο χείλος της υπήρχαν ένα προχοΐδιον, δύο κομβία από στεατίτη και ένας αργυρός δακτύλιος με σφενδόνη. Κάτω από τα οστά πάνω στα οποία βρέθηκαν τα παραπάνω υπήρχαν τρεις σταμνίσκοι, ένα μικρό ποτήρι, ένας μικρός ψευδόστομος και πέντε σκαραβαίοι (αρ.κατ , εικ ) από τους οποίους ο ένας είναι άμορφος και πιθανόν καταστράφηκε πριν τη δημιουργία του. Αυτά συνοδεύονταν από ένα κομμάτι πρασινωπού αμίαντου, τρία άμορφα κομμάτια ορείας κρυστάλλου, μία χάντρα σε 64

66 σχήμα βουκράνου από μαλαχίτη, δύο χαλίκια που δεν προέρχονταν από τον τάφο και ίσως επιλέχθηκαν λόγω του σχήματός τους, τρεις χάνδρες από τις οποίες δύο από υαλόμαζα, η μία κυανή και η δεύτερη σφαιρική, καθώς και μία κυλινδρική, θραύσματα ελεφάντινου κομβίου μαζί με άλλα τρία από στεατίτη, ένα κωνικό αντικείμενο από ελεφαντόδοντο και κατάλοιπα οστού πτηνού. Στη δυτική πλευρά σωζόταν ακέραιη ταφή με ευρήματα, όπως τα παραπάνω, και συγκεκριμένα τεμάχια ωμού πηλού, θραύσματα ψευδόστομου αμφορέα, δύο μικροί σταμνίσκοι, δύο δακτύλιοι από χρυσό, καθώς και ένα αλάβαστρο μεταξύ αυτής της σωρού και της προηγούμενης ομάδας οστών. Ανάμεσα σε όλα τα παραπάνω οστά βρέθηκαν πέντε χάντρες από υαλόμαζα, μία από φαγεντιανή μαζί με τρίμματα από δύο άλλες παρόμοιες και πέντε διαφόρων σχημάτων από σάρδιο. Κοντά σε αυτές βρέθηκε κομβίο από στεατίτη, θραύσμα ορυκτής υάλου, θραύσματα ενός χρυσού και ενός αργυρου δακτυλίου, ένα θραύσμα χαλκού και ένα πήλινο αντικείμενο. Αν και ο αριθμός των νεκρών του τάφου δεν είναι σαφής είναι πιθανόν να περιλάμβανε έξι ή επτά νεκρούς. Πολλά από τα αντικείμενα αφαιρέθηκαν από το εσωτερικό του και όσα απέμειναν παραμερίστηκαν κυρίως στη βόρεια πλευρά. Εντούτοις, η έλλειψη συστηματικού καθαρισμού υποδεικνύει πως δεν χρησιμοποιήθηκε για νέα ταφή 199. Τα δύο επόμενα παραδείγματα (αρ. κατ , εικ. 68-9) προέρχονται από τον τάφο 75. Ο εν λόγω τάφος ήταν μεγάλος θαλαμοειδής και βυθισμένος, ενώ είχε κατεύθυνση ΒΔ. Το ΒΑ τμήμα του θαλάμου βρέθηκε εντελώς κενό, καθώς γειτνίαζε με τον βόρειο τοίχο του γειτονικού τάφου 76, που είχε καταρρεύσει. Ωστόσο, ο υπόλοιπος θάλαμος περιλάμβανε μεγάλη ποσότητα λειψάνων και κτερισμάτων που αντιστοιχούσαν σε τουλάχιστον 11 ταφές. Η τελευταία ταφή βρέθηκε κοντά στην είσοδο με την κεφαλή στραμμένη προς ΝΑ. Παραπλεύρως αυτής και πίσω από το κρανίο υπήρχε μεγάλος αποσπασματικός ψευδόστομος αμφορέας που κάλυπτε μικρή λήκυθο, ενώ μπροστά στα πόδια του νεκρού βρέθηκε ένας μικρός σταμνίσκος και ένας πιθαμφορέας. Η ταφή αυτή φαίνεται ότι κάλυπτε στρογγυλό λάκκο που περιείχε μία πρόχου στο εσωτερικό της οποίας ανακαλύφθηκαν πολλά καμένα οστά δύο ώριμων σε ηλικία ατόμων. Πέραν αυτών, ο χώρος ανάμεσα στην τελευταία ταφή και το νότιο τοίχο, καθώς και το μισό τμήμα του θαλάμου στο βάθος περιλάμβανε σωρεία αγγείων, οστών και κτερισμάτων. Πιο συγκεκριμένα στη ΝΑ γωνία κοντά σε δύο κρανία υπήρχαν κατάλοιπα αγγείου από ερυθρωπό πηλό, ενώ ανάμεσα στα ανακατεμένα οστά 199 Iakovidis 1969,

67 της δυτικής πλευράς υπήρχαν κατάλοιπα μικρού σταμνίσκου, μικρού ψευδόστομου αμφορέα και κομβίο από στεατίτη, ένας ακόμη θρυμματισμένος ψευδόστομος, μία χάντρα από στεατίτη και μία μικρή πρόχους. Ένας μικρός σταμνίσκος, μία μικρή υδρία και ένα πώμα κυλινδρικό καταλάμβαναν το χώρο ανάμεσα στα παραπάνω ευρήματα και την πρόσφατη ταφή. Δυτικότερα αυτών βρέθηκε κρανίο, κομβίο από στεατίτη και θραύσματα σκύφου. Τρία ακόμη κρανία καταλάμβαναν τη ΝΔ γωνία του θαλάμου ανάμεσα στα οποία βρέθηκαν θραύσματα στομίου και σώματος ψευδόστομου αμφορέα στη βάση του οποίου υπήρχε κομβίο από στεατίτη και δύο μικροί σταμνίσκοι. Στη βόρεια πλευρά αυτών και σχεδόν στο μέσο του δυτικού τοίχου ανακαλύφθηκε σωρός παραμερισμένων οστών, αγγείων και αντικειμένων. Μεταξύ αυτών ένας σταμνίσκος, ένας αγγείο που ομοιάζει με κέρνο, ένας θρυμματισμένος μεγάλος πίθος και κοντά σε αυτόν δύο μικροί ψευδόστομοι. Κοντά στη βάση του δεύτερου εξ αυτών υπήρχαν μία χάντρα από σάρδιο, ένα αργυρός δακτύλιος, ένας σκαραβαίος από φαγεντιανή (αρ. κατ. 77) και θραύσματα αργυρών δακτυλίων. Από διάφορα σημεία του τάφου συλλέχθηκαν θραύσματα από 20 ακόμη αγγείων, δύο θραύσματα ελεφάντινων βελονών, ένα κομβίο από στεατίτη, τρείς χάντρες,μία από υαλόμαζα και δύο από σάρδιο, θραύσματα αργυρού δακτυλίου και ένας ακόμη αιγυπτιακός σκαραβαίος από φαγεντιανή (αρ. κατ. 78). Το γέμισμα του δρόμου του τάφου περιείχε όστρακα τουλάχιστον 10 διαφορετικών αγγείων. Συνολικά ο τάφος περιλάμβανε οκτώ παραμερισμένες ταφές, δύο καύσεις και μία ταφή κοντά στην είσοδο. Φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε περισσότερο σε σχέση με τους άλλους τάφους του νεκροταφείου, ενώ η εύρεση οστράκων στο θάλαμο και στο δρόμο υποδηλώνει πως είχε καθαριστεί τουλάχιστον μία φορά και ένα μέρος του περιεχομένου του απορρίφθηκε. Η ανάμειξη των οστών και των ευρημάτων καθιστά δύσκολη τη χρονική ακολουθία των ταφών, αν και οι καύσεις φαίνεται να είναι οι παλαιότερες, καθώς η πρόχους βρέθηκε με τη λαβή της και τοποθετημένη προς τα πάνω και το βάθος του λάκκου αρκετό ώστε να μην εξέχει της στάθμης του δαπέδου 200. Το τελευταίο παράδειγμα από την Περατή βρέθηκε στον τάφο 145. Ο εν λόγω τάφος περιείχε στο δυτικό του τμήμα έναν μικρό τραπεζιόσχημο λάκκο βάθους 0,20μ. ο οποίος περιείχε διάφορα οστά και θραύσματα δύο αγγείων, ενός μικρού σταμνίσκου και ενός αποσπασματικού ψευδόστομου αμφορέα. Κοντά στον λάκκο και σε διάφορα σημεία του δαπέδου, κυρίως προς το κέντρο του ταφικού θαλάμου, υπήρχαν δύο 200 Iakovidis 1969,

68 κρανία, διασκορπισμένα οστά και μικροαντικείμενα όπως ένα κομβίο από στεατίτη, ένα χρυσό και έναν αργυρό δακτύλιο, καθώς και μέρος χάλκινης βελόνας. Τα ευρήματα αυτά φαίνεται ότι ανήκαν σε διαταραγμένες ή μετακινημένες ταφές. Ακόμη περισσότερο, στο βάθος κοντά στο βόρειο τοίχο υπήρχε σωρός από θραύσματα μίας μεγάλης και μίας μικρότερης πρόχους. Το χώρο ανάμεσα σε αυτά καταλάμβαναν καμένα οστά ατόμου προχωρημένης ηλικίας, μεταξύ των οποίων βρέθηκε ένας αιγυπτιακός σκαραβαίος από φαγεντιανή (αρ. κατ. 79, εικ. 70), αρκετά κατεστραμμένος. Φαίνεται ότι τα οστά αυτά είχαν τοποθετηθεί αρχικά στην μικρή πρόχου και στη συνέχεια παραμερίστηκαν και καταστράφηκαν από τις περιοδικές αναστατώσεις του τάφου 201. Όπως έγινε ήδη φανερό οι σκαραβαίοι, ειδικά στην Αίγυπτο είχαν προστατευτικές ιδιότητες και λειτουργούσαν ως φυλακτά. Ωστόσο, υπάρχουν φυλακτά τα οποία είναι φυσικά και αποκτούν τις δυνάμεις τους από το υλικό τους, όπως είναι τα κέρατα, τα νύχια και τα δόντια ζώων, διάφορα μέταλλα ή ορυκτά ή ακόμη και καρποί και ρίζες φυτών. Ωστόσο, υπάρχουν και φυλακτά τεχνητά. Στα τελευταία οι μαγικές ιδιότητες τους δεν προέρχονται τόσο από το υλικό κατασκευής όσο από το σχήμα και τη διακόσμηση που δίνει ο καλλιτέχνης, η οποία ενίοτε περιλαμβάνει γράμματα σε συνδυασμό με άλλα μοτίβα. Είναι μάλιστα συχνό φαινόμενο αυτά τα αντικείμενα να συνδυάζονται με άλλα ως μέρος της διακόσμησης τους με σκοπό να προσδώσουν μεγαλύτερη δύναμη. Για να προστατεύουν καλύτερα τον ιδιοκτήτη τους κατασκευάζονταν με τρόπο που να μπορούν να φορεθούν και έτσι δεν ξεχώριζαν εύκολα από άλλα κοσμήματα. Τέτοιες ιδιότητες έχουν αποδοθεί, επίσης, σε χάντρες και σφραγίδες, αν και η λειτουργία τους ήταν μάλλον διττή. Τα περισσότερα φυλακτά του νεκροταφείου, περίπου 17, ήταν αιγυπτιακά, όπως φαίνεται από τον τρόπο κατασκευής και τη μορφή τους. Πρόκειται για τους σκαραβαίους, τις δύο δέλτους και τα ειδώλια των θεών και των κροκοδείλων. Για παράδειγμα οι δύο δέλτοι με το όνομα του Ραμσή ΙΙ που πιθανόν χρονολογούνται στο 13 ο π.χ. θεωρούνταν από τους Αιγύπτιους ως φυλακτά που πρόσφεραν στον ιδιοκτήτη τους κύρος και δύναμη. Το γεγονός ότι η μία βρέθηκε μαζί με παιδική ταφή ίσως οφείλεται στην άγνοια της αξίας από τον μυκηναίο ιδιοκτήτη της. Κατά τον ίδιο τρόπο οι σκαραβαίοι χαρακτηρίζονται από ποικιλία στη σχεδιαστική επιφάνεια που περιλαμβάνει ιερογλυφικά διακοσμητικά μοτίβα, καθώς και επιγραφές προς τιμήν του Άμμωνα-Ρα και του θεού Ptah. 201 Iakovidis 1969,

69 Παράλληλα, σημειώνεται ποικιλία στην απόδοση των χαρακτηριστικών των εντόμων, αφού σε ορισμένους η κεφαλή διαχωρίζεται ελάχιστα από το σώμα, ενώ σε άλλους η απόδοση είναι ακριβής. Οι διαφορές μεταξύ τους υποδεικνύουν πως δεν έφτασαν ως εμπόρευμα ενός μοναδικού ταξιδιού, αλλά κατά διαστήματα από διαφορετικά πρόσωπα των οποίων αποτέλεσαν προσωπική ιδιοκτησία, γεγονός που δικαιολογείται, επίσης, από τη θέση εύρεσης τους 202. Οι σκαραβαίοι των παραπάνω τάφων χρονολογούνται κυρίως στην ΥΕ ΙΙΙΒ-Γ (Α-Β) περίοδο και συνοδεύονται από πλήθος μικροαντικειμένων. Πρόκειται για αντικείμενα προσωπικής χρήσης και ανάμεσα τους ξεχωρίζουν τα χαραγμένα κοσμήματα που συνηθίζονταν ιδιαίτερα στην Κρήτη, αλλά και στον μυκηναϊκό κόσμο. Τα αντικείμενα αυτά ήταν ευρέως διαδεδομένα πριν την περίοδο αυτή, αλλά στη συνέχεια ο αριθμός τους μειώνεται ακόμη και στην Κρήτη με εξαίρεση ορισμένα που, πιθανόν, είχαν ξεχωριστή αξία ως οικογενειακά κειμήλια. Σε αυτά φαίνεται να ανήκουν επίσης οι σφραγίδες από την Ανατολική Μεσόγειο και οι σκαραβαίοι από την Αίγυπτο. Ωστόσο, τα τελευταία φαίνεται να συνιστούν μάλλον ξεχωριστή κατηγορία, αφού δεν αποτελούν απλώς ενθύμια ή μαγικά αντικείμενα. Η παρουσία τους σε ταφές υποδεικνύει έμμεση ή άμεση επαφή με περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου. Το γεγονός δεν προκαλεί εντύπωση κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ-Β περίοδο που οι επαφές με την Ανατολή είναι καλά εδραιωμένες. Εντούτοις, η εύρεση τους σε τάφους της ΥΕ ΙΙΙ Γ περιόδου μαρτυρά επαφές με την Ανατολή σε μία εποχή που θεωρούνταν αβέβαιες. Παρόλα αυτά, το νεκροταφείο της Περατής απέδωσε σκαραβαίους, δύο αιγυπτιακά πλακίδια, μία κυλινδρική σφραγίδα, τρία αιγυπτιακά ειδώλια και ένα ξίφος με σχήμα κεφαλής πάπιας, ενώ οι επαφές της περιόδου ενισχύονται και από άλλες περιοχές, όπως η Ρόδος, από όπου προέρχονται για παράδειγμα δύο σκαραβαίοι 203 (αρ. κατ. 80,81, εικ. 71-2). Ο μυκηναϊκός χαρακτήρας των παραπάνω ταφών είναι έκδηλος και επιβεβαιώνεται από την κεραμική, την αδιάλειπτη χρήση των τάφων και το είδος των μικροαντικειμένων. Τα αντικείμενα αυτά αποδεικνύουν την ευημερία του οικισμού, όπως φαίνεται από τους ημι-πολύτιμους λίθους και πετρώματα όπως ο χρυσός και το ελεφαντόδοντο. Πολλά, όμως, εξ αυτών προέρχονται φανερά από την Ανατολική Μεσόγειο και ειδικά την Αίγυπτο και μαρτυρούν ένα είδος επαφών, είτε θεωρηθούν ως 202 Iakovidis , Desbrough 1964,

70 αναμνηστικά είτε ως αντικείμενα με ιδιότητες φυλακτού. Η ύπαρξη των αντικειμένων αυτών ίσως οφείλεται στη συνέχιση της χρήσης των θαλαμοειδών τάφων της Περατής ακόμη και μετά την αντικατάσταση τους από τους κιβωτιόσχημους στη δυτική Αττική 204. Το νεκροταφείο φαίνεται πως άρχισε να χρησιμοποιείται μετά την καταστροφή των οικισμών και των ανακτόρων της Τίρυνθας και των Μυκηνών, την εγκατάλειψη της ακρόπολης στο Γλα, όπως και των τάφων στην Πρόσυμνα και των οικισμών στη Λέρνα και στο Μπερμπάτι. Η αρχή της χρήσης του πρέπει να τοποθετείται στα χρόνια που διαδέχτηκαν τις αναστατώσεις στο μυκηναϊκό κόσμο. Οι τελευταίες συνδέονται με τις επιδρομές των λαών της Θάλασσας που άλλαξαν την κοινωνικό-πολιτική κατάσταση στην Ανατολή σε περιοχές όπως η Συρία και η Παλαιστίνη ασκώντας πίεση στους Μυκηναίους που έπρεπε να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Ορισμένοι παλαιοί εμπορικοί σταθμοί, όπως η Ουγκαρίτ, καταστράφηκαν και άλλοι επιβίωσαν, ενώ νέοι οικισμοί στη Ταρσό και την Κύπρο βοήθησαν στη συνέχιση της διεξαγωγής του εμπορίου, όπως φαίνεται από την διάδοση της μυκηναϊκής κεραμικής. Υπό αυτές τις συνθήκες ο πλούτος της Περατής φαίνεται να είναι αποτέλεσμα του εμπορίου των κατοίκων της με το υπόλοιπο Αιγαίο και την Ανατολή. Αυτές οι επαφές οδήγησαν τόσο στην ανταλλαγή προϊόντων όσο και ιδεών μέσα από την υιοθέτηση καλλιτεχνικών στοιχείων. Πιο συγκεκριμένα, οι ταφές της πρώτης φάσης περιείχαν κεραμική από τη Μήλο, την Κρήτη, την Νάξο και άλλα μέρη, καθώς και πλακίδια και σκαραβαίους από φαγεντιανή από την Αίγυπτο, σφραγίδες και βάρη από τη Συρία και την Κύπρο, σφραγίδα από την Κρήτη και μία κεχριμπαρένια χάντρα βαλτικής προέλευσης. Οι επαφές αυτές συνεχίζονται και στη δεύτερη φάση του νεκροταφείου. Σημειώνεται ακόμη και εξαγωγή αμφορέα του θαλάσσιου ρυθμού στην Νάξο και την Κω. Κατά την τρίτη φάση εισάγεται το τριποδικό αλάβαστρο από τη Ρόδο, ένα σιδερένιο εγχειρίδιο από τη Συρία και ένα δαχτυλίδι με διπλή σπείρα από την κεντρική Ευρώπη. Είναι φανερό ότι η Περατή ανέπτυξε αρχικά επαφές με τη Μήλο, την Κύπρο και τη Συρία και διατήρησε ισχυρούς δεσμούς με την Κρήτη, την Ιαλυσό και τη Μικρά Ασία. Οι επαφές αυτές αυξήθηκαν και συμπεριέλαβαν την Κω, τη Νάξο, το Λευκαντί και την Ασίνη. Προς το τέλος της περιόδου η περιοχή διατηρούσε ακόμη επαφές με τα Δωδεκάνησα, τη Συρία, το Λευκαντί και την κεντρική Ευρώπη. Μέσα από αυτές οι 204 Desbrough 1964,

71 επαφές που χαρακτηρίζουν τον 12 ο και 11 ο αιώνα π.χ. στο Αιγαίο επιδιώκεται μία τελευταία προσπάθεια ανάκαμψης 205. Οι επαφές της Ηπειρωτικής Ελλάδας με την Αίγυπτο ιδιαίτερα κατά τη 18 η Δυναστεία επιβεβαιώνονται από τρεις ακόμη σκαραβαίους (αρ. κατ , εικ. 73,74) από τον τάφο 526 στις Μυκήνες. Άλλωστε στη θέση Tell el Amarna, πρωτεύουσα του φαραώ Akhenaten, έχει βρεθεί κεραμική από το Αιγαίο και συγκεκριμένα πρώιμη ΥΕ ΙΙΙ ροδιακή κεραμική που σχετίζεται περισσότερο με την Αργολίδα παρά με την Κρήτη 206. Ένα ακόμη παράδειγμα προέρχεται από την ευρύτερη περιοχή του ταφικού κύκλου Β, βορειοδυτικά του τάφου Ρ. Το περιεχόμενο του τάφου αφαιρέθηκε και πιθανόν οι ίδιοι οι συγγενείς του νεκρού μετέφεραν τόσο τα οστά όσο και τα κτερίσματα σε άλλο τάφο, ίσως σε κάποιο θολωτό. Ωστόσο, βορειοδυτικά αυτού και σε κεντρικό σημείο βρέθηκαν κατάλοιπα κεραμικής από τα οποία τρία τουλάχιστον μέρη ανήκαν σε αμφορείς ανακτορικού τύπου, θραύσματα ελεφαντόδοντου και μία ροζέτα από το ίδιο υλικό, θραύσματα αλαβάστρινων αγγείων και ένας σκαραβαίος (αρ. κατ. 85, εικ. 75) κατασκευασμένος από λάπις λάζουλι. Τα αντικείμενα αυτά αποτελούσαν μέρος των ευρημάτων του τάφου και πιθανόν καταστράφηκαν κατά τη μεταφορά τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των τάφων Α και Δ που βρίσκονται ΒΔ του εν λόγω τάφου εντοπίστηκε το 1952 σωρός οστών, ο οποίος δεν συνοδευόταν από άλλα αντικείμενα και ίσως πρόκειται για τον νεκρό του τάφου Ρ. Εντούτοις, ο τάφος συνιστά σημαντικό αρχιτεκτονικό μνημείο, αφού τα μόνα παράλληλά του συναντώνται στην Κύπρο, στη θέση Ugarit στη Συρία και στη θέση Minet-el Beida. Φαίνεται ότι τουλάχιστον μέχρι την ΥΕ ΙΙ περίοδο η Ηπειρωτική Ελλάδα διατηρούσε επαφές τόσο με τη Συρία όσο και με την Αίγυπτο, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την κατασκευή του τάφου αυτού κατά τον 15 ο αιώνα π.χ., αν και παραμένει άγνωστη η περίοδος καταστροφής του εσωτερικού του 207. Η σφραγιστική επιφάνεια του σκαραβαίου αυτού που περιλαμβάνει την κεφαλή της θεάς Hathor ανάμεσα σε δύο γεράκια και στο κάτω μέρος δύο πιθήκους σε κάθε πλευρά του κυκλικού συμβόλου Shen (Shenu) χρονολογείται ανάμεσα στο π.χ. την περίοδο των Υξώς. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα αιγυπτιακά αντικείμενα αυτής της περιόδου στην Ηπειρωτική Ελλάδα 208. Τα σύμβολα της θεάς Hathor εμφανίζονται και σε έναν 205 Iakovidis 1980, Pendlebury 1930b, Mylonas 1966, Boufides 1970,

72 σκαραβαίο της ΥΕ ΙΙΙ περιόδου, από την Ιαλυσό της Ρόδου, στον τάφο 9 (αρ. κατ. 86, εικ. 76). Πρόκειται για δύο σκορπιούς και ένα λωτό που αντιπροσωπεύουν τους θεούς Selkit και Hathor αντίστοιχα 209. Το επόμενο παράδειγμα προέρχεται από θαλαμοειδή τάφο στην περιοχή του Αγίου Ηλία. Εκτός από αυτόν, στον ομώνυμο λόφο βρέθηκαν ακόμη τέσσερις θολωτοί τάφοι. Ο εν λόγω τάφος βρίσκεται δυτικά της ακρόπολης του χωριού Άγιος Ηλίας και περιείχε τρεις νεκρούς των οποίων τα οστά ήταν διασκορπισμένα. Περιλάμβανε πλήθος ευρημάτων όπως φακοειδή σφραγιδόλιθο από στεατίτη με τετραπλές σπείρες, κατάλοιπα ενός δεύτερου, θραύσματα υαλόμαζας διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, μία εκ των οποίων σε σχήμα βουκράνου, 287 ψήφους από κορναλίνη, έξι ελλειψοειδείς ψήφους, οκτώ χρυσές και πέντε με κάθετες ραβδώσεις. Τα παραπάνω συνοδεύονταν από σφονδύλους από πηλό και στεατίτη, χάλκινα εγχειρίδια, 25 αγγεία γνωστών τύπων όπως αλάβαστρα, πρόχους, θήλαστρο και τρίωτο αμφορίσκο με διακόσμηση της ΥΕ ΙΙ περιόδου, όπως δικτυωτά μοτίβα, ζεύγη αντιθετικών σπειρών, τεθλασμένες παράλληλες γραμμές, κυματοειδής παράλληλες γραμμές, βραχώδη εδάφη, στιγμές, καλαμοειδή φυτά και κρινόσχημα άνθη με φύλλα κισσού. Μεταξύ αυτών βρέθηκε ο σκαραβαίος από φαγεντιανή (αρ. κατ. 87, εικ.77) που φέρει σε επιγραφή το όνομα του φαραώ Amenhotep III, και βάση του υλικού του η απόθεση του τάφου χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙ περίοδο 210. Πιο συγκεκριμένα τα μικρά αυτά ευρήματα βρέθηκαν αναμεμειγμένα και χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙ Α περίοδο βάση του σκαραβαίου αυτού 211. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εσωτερικό του μεγαλύτερου εκ των τριών θολωτών τάφων της ΥΕ ΙΙ περιόδου από την ίδια περιοχή συλλέχθηκε μεγάλος αριθμός αντικειμένων μικροτεχνίας και μεταξύ αυτών χάντρες από κορναλίνη εκ των οποίων μία σε σχήμα σκαραβαίου, μία με μορφή καθήμενου πιθήκου και άλλες από ορεία κρύσταλλο και υαλόμαζα που αποδεικνύουν τις επαφές με την Αίγυπτο. Στο εσωτερικό του βρέθηκαν, επίσης, σφόνδυλοι από πηλό και στεατίτη, κωνικοί και αμφικωνικοί, κεφαλή περόνης από ελεφαντόδοντο και φακοειδείς σφραγιδόλιθοι από στεατίτη με γεωμετρικά σχέδια, καθώς και παραστάσεις ζώων όπως ελαφιών ή ιχθύων σε έναν από αμέθυστο, ρόδακες ή ναυτίλους, όπως σε έναν αμυγδαλοειδή από κορναλίνη. Ο συγκεκριμένος τάφος περιείχε μεγάλο αριθμό αγγείων, περίπου 150, ορισμένα από τα 209 Pendlebury 1930a, Ergon 1963a, Mastrokostas 1963a,

73 οποία χρονολογούνται μέχρι την ΥΕ ΙΙΙ Β περίοδο 212. Σε κάθε περίπτωση ο σκαραβαίος του θαλαμοειδούς τάφου είναι όμοιος με τον σκαραβαίο από τον τάφο στο Σελλόπουλο που αποτελούσε τμήμα περιδέραιου και έφερε σε επιγραφή το όνομα του ίδιου φαραώ. Επίσης, τα ευρήματα του τάφου περιλάμβαναν περιδέραια από χρυσό και φαγεντιανή, ξίφη, δαχτυλίδια, σφραγιδόλιθους, καθρέπτες, χάλκινα αγγεία, αγγεία της ΥΜ ΙΙ ΙΙΙΑ περιόδου, καθώς και ένα αγγείο με προχοή μυκηναϊκής κατασκευής που χρονολογείται στη ΥΕ ΙΙΙ Α1 περίοδο. Συνολικά τα ευρήματα του τάφου αυτού είναι σημαντικά για το συγχρονισμό των χρονολογήσεων 213. Στη Ρόδο σκαραβαίοι από φαγεντιανή της ΥΕ ΙΙΙ Α2 περιόδου έχουν ανακαλυφθεί, επίσης, σε μυκηναϊκούς τάφους στην περιοχή της Κάμιρου 214 (αρ. κατ ) και σε μυκηναϊκό τάφο στην περιοχή της Κατταβιάς (αρ. κατ. 90) 215. Στην ΥΕ περίοδο χρονολογούνται και παραδείγματα από άλλες περιοχές, όπως η Πρόσυμνα όπου βρέθηκε σκαραβαίος από λευκό στεατίτη (αρ. κατ. 91, εικ. 78), στον θολωτό τάφο ΧIV, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην ΥΕ ΙΙ και ακολούθως στην ΥΕ ΙΙΙΑ2 περίοδο, ενώ φαίνεται πως περιείχε τουλάχιστον επτά ταφές. Ο σκαραβαίος φαίνεται ότι ανήκει στην κατηγορία σφραγίδων του Άμμωνα-Ρα της πρώιμης 18 ης Δυναστείας και ίσως εισάχθηκε στην Ελλάδα σε κάποια φάση από την μεταξύ της ΥΕ ΙΙ, κατά την οποία κατασκευάστηκε, μέχρι και την ΥΕ ΙΙΙΑ, στην οποία χρονολογείται η θέση εύρεσής του. Από την ίδια περιοχή προέρχεται ένας ακόμη σκαραβαίος, της ΥΕ ΙΙΙ, από φαγεντιανή (αρ. κατ. 92, εικ. 79), που εικάζεται ότι βρέθηκε στο δεύτερο ναό, ενώ οι απόψεις διίστανται σχετικά με την ακριβή θέση εύρεσής του η οποία παραμένει ασαφής. Επίσης, ένα σκαραβοειδές βρέθηκε σε θέση της ΥΕ ΙΙΙ Γ, αν και φαίνεται πως κατασκευάστηκε νωρίτερα, στο Λευκαντί της Εύβοιας. Το υλικό κατασκευής είναι το λάπις λάζουλι με εγκλείσματα κίτρινου και γκρίζου χρώματος. Εικονίζεται στη βάση του μία μάχη λέοντα με ταύρο. Ενδεχομένως αποτελεί εισαγωγή από την Εγγύς Ανατολή, ίσως όμως υπέστη δευτερογενή επεξεργασία από τεχνίτη στο Αιγαίο. Ένα ακόμη σκαραβοειδές (αρ. κατ. 93, εικ. 80) με ανασηκωμένη ράχη, ασυνήθιστου σχήματος, από λάπις λάζουλι βρέθηκε σε θολωτό τάφο στο Διμήνι Θεσσαλίας μαζί με φακοειδή λίθινη σφραγίδα και χρυσό δαχτυλίδι της ΥΕ ΙΙ-ΙΙΙ περιόδου. Η παράσταση περιλαμβάνει ένα ζώο με περιλαίμιο, 212 Mastrokostas 1964a, Fraser 1969, Pendlebury 1930a, Cline 2009,

74 που θυμίζει λατρευτική σκηνή με πιθηκοειδές που πλησιάζει μία γυναικεία μορφή, όπως φαίνεται σε χρυσό δαχτυλίδι από τη Φαιστό. Το σκαραβοειδές-σφραγίδα μοιάζει να είναι εξωτικής προέλευσης τόσο ως προς το υλικό όσο και ως προς την έμπνευση και την απόδοση της παράστασης 216. Είναι πιθανό να προέρχεται από ΥΕ θολωτό τάφο 217. Είναι πιθανό οι ζωομορφικές απεικονίσεις στους σκαραβαίους και τις σφραγίδες να είχαν περισσότερο αναθηματικό και προστατευτικό χαρακτήρα, τόσο για τους ζωντανούς όσο και τους νεκρούς, παρά λειτουργικό 218. Πιο αναλυτικά, ο πρώτος σκαραβαίος από την Πρόσυμνα (αρ. κατ. 91) εντοπίστηκε στον τάφο XIV, του οποίου το δάπεδο καλυπτόταν από στάχτη που πιθανόν ήταν αποτέλεσμα φωτιάς η οποία κατέστρεψε το εσωτερικό του. Αν και δεν σώθηκαν ίχνη οστών ο τάφος περιείχε κατάλοιπα από δύο κύλικες όμοιες με αυτές που βρέθηκαν σε λάκκο στο επίπεδο του δρόμου. Στη δεξιά πλευρά του τάφου υπήρχαν άλλα αντικείμενα, όπως δύο ροζέτες από ελεφαντόδοντο, θραύσματα χτένας από ελεφαντόδοντο και κατάλοιπα χαλκού. Στα αριστερά και σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους βρέθηκαν ένα δισκίο από στεατίτη και μία αιχμή από πυρόλιθο. Στο πίσω μέρος του νεκρικού θαλάμου βρέθηκαν δύο ακόμη τέτοια αντικείμενα ίσως στη θέση που βρίσκονταν τα οστά. Σχετικά κοντά σε αυτά βρέθηκαν ο σκαραβαίος, πέντε δισκία από στεατίτη, τρεις αιχμές πυρόλιθου και ένα κομμάτι οψιανού. Φαίνεται ότι ο τάφος περιείχε τρεις ταφές σε σχετικά ρηχούς λάκκους. Ωστόσο, ο σκαραβαίος και ορισμένα από τα αντικείμενα που βρέθηκαν κοντά του ανακαλύφθηκε κατά το κοσκίνισμα του χώματος του θαλάμου. Πρόκειται για τυπικό δείγμα σκαραβαίου της 18 ης Δυναστείας και έχει ομοιότητες με σκαραβαίους της βασίλισσας Hatshepsut που βρέθηκαν στο Deir el Bahari. Εντούτοις, δεν εξυπηρετεί στη χρονολόγηση του τάφου. Ενδεχομένως προοριζόταν για περιδέραιο ή δαχτυλίδι, καθώς είχε ανοιχτεί οπή στην επιφάνειά του. Η επιγραφή που εξυμνεί τον θεό Άμμωνα- Ρα ομοιάζει στους τύπους σκαραβαίωνφυλαχτών της πρώιμης 18 ης Δυναστείας και πιθανόν χρονολογείται στο πρώτο τέταρτο της 15 ης Δυναστείας, σύγχρονης με την ΥΕ ΙΙ περίοδο. Άλλα αντικείμενα της 18 ης Δυναστείας έχουν εντοπιστεί στο θολωτό τάφο κοντά στο Ηραίο και στην πλαγιά κάτω από τον Δεύτερο Ναό, αν και στην τελευταία αυτή θέση οι περισσότεροι χρονολογούνται στην 26 η Δυναστεία 219. Αξίζει να σημειωθεί ότι σκαραβαίοι της 18 ης 216 Aruz 2008, 187,189, Lamprou-Phillipson 1990a, Phillips. 2009, Blegen 1937, 169,

75 Δυναστείας με επιγραφή του Άμμωνα- Ρα έχουν βρεθεί και σε νησιά του ανατολικού Αιγαίου, συγκεκριμένα στους τάφους 12 και 35 στον Λαγκαδά της Κω, αν και οι επιγραφές ενίοτε δεν είναι ευανάγνωστες όπως σε έναν παράδειγμα από τον τάφο (αρ. κατ , εικ.81). Σημαντικοί είναι οι 2 σκαραβαίοι (αρ. κατ , εικ. 82) από φαγεντιανή που βρέθηκαν στον θαλαμωτό τάφο 15 του μυκηναϊκού νεκροταφείου στη θέση Αηδόνια στη Νεμέα. Από τον ίδιο τάφο προέρχεται, επίσης, μία κυλινδρική σφραγίδα ανατολικής προέλευσης με εγχάρακτη διακόσμηση στην επιφάνεια της. Κοινό στοιχείο των δύο σκαραβαίων είναι οι τεμνόμενες εγχαράξεις στην επιφάνειά τους. Η λειτουργία του νεκροταφείου ανάγεται πιθανόν τον 16 ο αιώνα π.χ. σε μία περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις της Ηπειρωτικής Ελλάδας, της Κρήτης και των Κυκλάδων ήταν αρκετά ανεπτυγμένες, όπως φαίνεται από μινωικά στοιχεία που αφομοιώθηκαν από τους Μυκηναίους. Αν και πολλοί τάφοι του νεκροταφείου είχαν συληθεί ανακαλύφθηκε μεγάλος αριθμός αγγείων, περίπου 270, καθώς και κοσμήματα και χάντρες από φαγεντιανή, υαλόμαζα, ήλεκτρο, αμέθυστο και σάρδιο 221. Ένα τελευταίο παράδειγμα προέρχεται από τον θολωτό τάφο Ι στην περιοχή Κουκουνάρα στην Πύλο. Στο εσωτερικό του τάφου υπήρχαν δύο κόγχες που περιείχαν κατάλοιπα οστών και κρανίων. Η ταφή, δεξιά της εισόδου, συνοδευόταν από ένα ακέραιο αλάβαστρο. Ωστόσο, ο αριθμός των οστράκων που χρονολογούνται στην ΥΕ Ι-ΙΙ περίοδο, περίπου 1500 π.χ, του τάφου ήταν σχετικά μικρός και μαζί τους βρέθηκαν συνολικά οκτώ κρανία. Ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 98, εικ.83) είναι κατασκευασμένος από φαγεντιανή και η επιφάνεια του χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο άνω εικονίζεται τριπλός πάπυρος, το σύμβολο της Κάτω Αιγύπτου και στο κάτω διπλές σπείρες με αγγείο για σπονδές. Πιθανόν χρονολογείται στην 19 η Δυναστεία, ίσως κατά το 14 ο αιώνα π.χ Β. Εγχώριοι Από τους τρεις σκαραβαίους που βρέθηκαν μαζί με κεραμική της ΥΕ ΙΙΙ στον τάφο 526 στις Μυκήνες, ένας (αρ. κατ. 84) ίσως αποτελεί τοπική απομίμηση και 220 Lamprou-Phillipson 1990a, Καζά-Παπαγεωργίου 1996, 24, 27, Marinatos 1958,

76 εικονίζει ένα τετράποδο ζώο 223. Ωστόσο, δεν φαίνεται να προσφέρονται περισσότερα στοιχεία σχετικά με αυτόν. Δ2. Ιδιωτικά ή Δημόσια κτίρια Α. Εισηγμένοι Εκτός όμως από τους σκαραβαίους που ανακαλύφθηκαν σε τάφους στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αρκετά παραδείγματα προέρχονται από ιδιωτικά ή δημόσια κτίρια. Φαίνεται πως πέντε σκαραβαίοι βρέθηκαν σε τέτοια κτίρια σε θέσεις του ηπειρωτικού χώρου, όπως οι Μυκήνες, η Σπάρτη, το Λευκαντί, η Καλαβρία και ένα σε παρόμοιο περιβάλλον στην Φυλακωπή της Μήλου. Οι δύο σκαραβαίοι από τις Μυκήνες προέρχονται από το θρησκευτικό κέντρο των Μυκηνών και συγκεκριμένα από το Δωμάτιο 19 του Δωματίου των Ειδώλων και τον χώρο Γ της οικίας Τσούντα στον χώρο του ιερού. Ο πρώτος που φέρει επιγραφή με το όνομα της βασίλισσας Tiyi (αρ. κατ. 99, εικ. 84) βρέθηκε μαζί με ελεφαντοστέινη χτένα και ειδώλιο, ένα θαλάσσιο όστρακο, χάντρες από κεχριμπάρι, φυσικό κρύσταλλο, κατάλοιπα πετρωμάτων λάπις λάζουλι, κορναλίνη και άλλων. Η πλειονότητα των αντικειμένων ήταν κοσμήματα και οι γυάλινες χάντρες. Πιθανόν χρησίμευαν σε κάποια εκδήλωση λατρείας ή για τη διακόσμηση των ειδωλίων. Από την άλλη η κεραμική ήταν απλή και αποτελούνταν κυρίως από κύλικες, δοχεία και ποτήρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο χώρο βρέθηκαν πολλά ειδώλια διαφόρων μεγεθών πολλά από τα οποία φέρουν οπές στην κεφαλή ή σε άλλα σημεία του σώματος, όπως το πίσω μέρος του λαιμού ή κάτω από τους ώμους, και φέρουν ομοιότητες με αντίστοιχα μινωικά. Τα ειδώλια αυτά, που είναι γυναικεία με πιθανή εξαίρεση ένα, είναι κατασκευασμένα στον τροχό, αν και παρουσιάζουν μεγάλη ετερογένεια στην απόδοση των χαρακτηριστικών τους. Τα οκτώ μεγαλύτερα σε μέγεθος φέρουν τις οπές στην κεφαλή. Ωστόσο, όλα χρονολογούνται μέχρι το τέλος του 13 ου αιώνα π.χ. με εξαίρεση ένα που είναι έγχρωμο και φέρει το μοτίβο της ροζέτας σε κάθε πλευρά του προσώπου, της σφίγγας των Μυκηνών και πάνω στο ένδυμα ένα σχέδιο που χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙΑ-Β ή στα τέλη του 14 ου αιώνα π.χ. 224.Μεταξύ αυτών 223 Pendlebury 1930b, Taylor 1969,

77 υπήρχε και ένα ειδώλιο που κρατά διπλό πέλεκυ. Σε κάθε περίπτωση ο σκαραβαίος και τα συνευρήματα του βρέθηκαν στο εσωτερικό ενός αγγείου με λαβές στο βόρειο τοίχο ανάμεσα σε άλλα αγγεία. Παράλληλα, ανακαλύφθηκαν και ένα ή δύο πήλινα ειδώλια που αναπαριστούσαν φίδια 225. Είναι γνωστό ότι τα φίδια συνηθίζονταν στη μινωική λατρεία, καθώς θεωρούνταν προστάτες της οικίας και η αναπαράσταση τους ήταν συχνή. Αν και απεικονίζονται συχνά σε συνδυασμό με την θεά τα συγκεκριμένα αποτελούν μοναδικό έργο, διότι φιλοτεχνήθηκαν ως ξεχωριστές οντότητες 226. Σε κοντινή απόσταση βρέθηκε ο δεύτερος σκαραβαίος (αρ. κατ. 100, εικ. 85). Ο χώρος στον οποίο βρέθηκε βρίσκεται νοτιοδυτικά του ανακτόρου και πρόκειται για ένα ευρύχωρο κτίριο, πιθανόν η οικία του αρχιερέα των Μυκηνών, που περιλάμβανε τοιχογραφίες όπως της λεγόμενης «Μυκηναίας», και ευρήματα που μαζί με τους ιερούς χώρους καταστράφηκαν κατά το τέλος του 13 ου αιώνα π.χ Ο σκαραβαίος από φαγεντιανή έφερε στην επιφάνειά του σε επιγραφή το όνομα της βασίλισσας Tiyi, συζύγου του Amenhotep III. Μαζί του βρέθηκαν τμήμα στεατίτη με μορφή πτηνού σε ημιτελή μορφή, δύο ειδώλια από υαλόμαζα που αναπαριστούν γυναικείες θεότητες τροφούς που ομοιάζουν με αντίστοιχα ειδώλια από τις Μυκήνες, την Κύπρο και την Ασσυρία 228. Εκτός όμως από τους δύο σκαραβαίους από φαγεντιανή ανακαλύφθηκαν και πολλά πλακίδια διαφόρων μεγεθών από το ίδιο υλικό στην περιοχή διασκορπισμένα σε δέκα μέρη σε τρεις θέσεις εντός της πόλης των Μυκηνών. Τα περισσότερα εξ αυτών έφεραν σε κάθε πλευρά της επιφάνειάς τους την ίδια επιγραφή. Το περιεχόμενο της επιγραφής αυτής περιλαμβάνει το όνομα του Amenhotep III και σημαίνει «ο καλός θεός Neb-Ma at-re, υιός του Ρα, Amenhotep ηγέτης των Θηβών (ο οποίος) δίνει ζωή». Τα παραπάνω θραύσματα φαίνεται ότι προέρχονται από θέσεις της ΥΕ ΙΙΙ Β περιόδου. Τέτοιου τύπου πλακίδια, ωστόσο, χρησιμοποιούνταν στην Αίγυπτο ως αναθήματα. Κατά τον ίδιο τρόπο άλλα αντικείμενα με επιγραφές του Amenhotep III και της συζύγου του εντοπίστηκαν σε θέσεις λατρείας ή σε συνδυασμό με ειδώλια. Αν και είναι φανερό ότι πολλά από αυτά τα αντικείμενα δεν βρέθηκαν στην αρχική τους θέση, δεν αποκλείεται ο αφιερωματικός χαρακτήρας τόσο των πλακιδίων όσο και των σκαραβαίων να συνέχισε να υφίσταται στην νέα τους θέση στις Μυκήνες, ίσως όμως 225 Rutkowski 1986, Taylor 1969, Μυλωνάς 1981, Tsountas 1887,

78 όχι με την ίδια μορφή που ίσχυε στην Αίγυπτο 229. Ακόμη ένα παράδειγμα από μπλε φαγεντιανή (αρ. κατ. 101) βρέθηκε στο ιερό της Αρτέμιδος στη Σπάρτη μαζί με γεωμετρική κεραμική. Πρόκειται για σκαραβαίο που φέρει σε επιγραφή το όνομα του φαραώ Sesostris της 12 ης Δυναστείας. Από τον ίδιο χώρο σε θέση της γεωμετρικής περιόδου προέρχονται ακόμη 10 σκαραβαίοι που χρονολογούνται στη 2 η Ενδιάμεση περίοδο 230. Ωστόσο, περισσότερες πληροφορίες για αυτούς δεν φαίνεται να υπάρχουν. Τα αιγυπτιακά αντικείμενα από φαγεντιανή στο Αιγαίο είναι αντιπροσωπευτικά. Σε αυτά ανήκουν ανοικτού τύπου αγγεία της 18 ης Δυναστείας στα οποία εικονίζονται σκουρόχρωμοι λωτοί ή ροζέτες και προέρχονται από θέσεις όπως ο ΥΕ ΙΙ θολωτός τάφος στο Ηραίο, η οικία των Ασπίδων, η περιοχή των Μυκηνών και η βασιλική οδός στην Κνωσό. Σε αυτά συγκαταλέγονται οι σκαραβαίοι και τα πλακίδια από την ακρόπολη των Μυκηνών και την ευρύτερη περιοχή. Από την ίδια περιοχή προέρχονται ένα ειδώλιο μπλε πιθήκου που φέρει σε επιγραφή το όνομα του Amenhotep II στον δεξί ώμο, καθώς και ένα μπλε αγγείο με διακόσμηση από φύλλα λωτού και επιγραφή με το όνομα του Amenhotep III από θαλαμοειδή ΥΕ ΙΙΙ Α τάφο. Αιγαιακοί τύποι αγγείων από φαγεντιανή παράγονταν στην Κύπρο και την Συροπαλαιστίνη. Παρόλα αυτά, η παραγωγή προϊόντων φαγεντιανής στο Αιγαίο παρακμάζει στο μέσον της 2 ης χιλιετίας. Ήδη στην Κρήτη κατά την ΥΜ ΙΙ- ΙΙΙ περίοδο τα προϊόντα φαγεντιανής περιορίζονται σε χάντρες και κοσμήματα. Παράλληλα, σε θέσεις της ΥΕ ΙΙ ΙΙΙ περιόδου στην Ηπειρωτική Ελλάδα και τη Ρόδο τα αντικείμενα από φαγεντιανή ανήκουν στην προηγούμενη κατηγορία. Αυτή η παρακμή μπορεί να οφείλεται σε γεωπολιτικούς λόγους, αλλά και σε οικονομικούς και αισθητικούς, ιδιαίτερα μετά το 1400 π.χ.. που παρατηρείται προτίμηση σε φθηνότερα υλικά ή φθηνά υποκατάστατα, όπως η υαλόμαζα που ομοιάζει σε ημιπολύτιμα πετρώματα όπως το λάπις λάζουλι 231. Οι αιγυπτιακές επιδράσεις στην τέχνη της Ηπειρωτικής Ελλάδας φαίνονται, τέλος, σε έναν σκαραβαίο από κορναλίνη (αρ. κατ. 102, εικ. 86) που βρέθηκε στην Καλαβρία του Πόρου σε στρώμα του Παλαιού ναού, που βρίσκεται κάτω από το ναό του Ποσειδώνα. Το συγκεκριμένο παράδειγμα χρονολογείται στη 18 η Δυναστεία και φέρει την επιγραφή «ο φαραώ ετοιμάζει το άρμα του». Παρόμοιες παραστάσεις συναντώνται σε ένα σκαραβαίο του Thutmose I, στον τάφο του Τουταγχαμών, αλλά 229 Cline 1987, Pendlebury 1930b, Foster 1979,

79 και στους τοίχους του ναού στο Medinet Habu. Αν ληφθεί υπόψη ότι το άλογο εμφανίστηκε στην Αίγυπτο κατά την περίοδο των Υξώς είναι πιθανό οι Μυκηναίοι πολεμιστές των λακοειδών τάφων να έμαθαν τη χρήση του άρματος και του αλόγου, καθώς και την απεικόνιση τέτοιας θεματολογίας πάνω σε τοίχους ταφών από τους Αιγύπτιους 232. Β. Εγχώριοι Ιδιαίτερα από τη Μήλο προέρχεται ένας σκαραβαίος από φαγεντιανή (αρ. κατ. 103, εικ. 87) που βρέθηκε στο στρώμα 46 στο χώρο του ανατολικού ιερού μαζί με μία κεφαλή ταύρου και ένα ανθρώπινο πόδι, δεύτερο μέρος του οποίου ανακαλύφθηκε στο στρώμα 38. Η χρονολόγηση του ιερού αυτού βασίζεται στο συγχρονισμό των χρονολογήσεων της μυκηναϊκής κεραμικής της Αργολίδας, της Εύβοιας και της Αττικής, καθώς και στις επαφές αυτών των περιοχών με την Αίγυπτο και την Ανατολική Μεσόγειο. Οι άμεσες εισαγωγές ωστόσο στο νησί είναι λίγες και περιλαμβάνουν ένα αυγό στρουθοκαμήλου, δύο χάλκινα ειδώλια και τον σκαραβαίο από φαγεντιανή. Ο σκαραβαίος συνοδευόταν, επίσης, από θραύσματα μορφών που πιθανόν ανήκαν σε κάποιο σύμπλεγμα που απεικόνιζε άρμα και άλλα που φαίνεται ότι ανήκαν σε μορφή βοοειδούς. Ωστόσο, ο σκαραβαίος φέρει ιερογλυφικά σύμβολα που δεν αποδίδουν σαφές νόημα και πιθανόν χρονολογείται μετά την περίοδο των Υξώς. Η φαγεντιανή από την οποία είναι κατασκευασμένος συνηθίζεται στην παραγωγή σκαραβαίων στη Συροπαλαιστίνη και ευρύτερα στην ανατολική Μεσόγειο μετά τους Υξώς. Ως εκ τούτου είναι πιο πιθανόν να χρονολογείται μεταξύ του π.χ., ίσως στη τελευταία εκατονταετία της περιόδου αυτής. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εύρεση του σκαραβαίου ανάμεσα σε κατάλοιπα ειδωλίων υποδεικνύει πως πιθανόν αποτελούσε αρχικά και αυτός αφιέρωμα στο ιερό 233. Ένα παράδειγμα από λάπις λάζουλι προέρχεται από οικισμό στο Λευκαντί και χρονολογείται στην πρώιμη ΥΕ ΙΙΙ Γ περιόδου. Ο μεγάλος οικισμός πιθανόν ιδρύθηκε κατά το 1600 π.χ. σε θέση που κατοικούνταν προηγουμένως, ενώ δεν εμφανίζει σημάδια καταστροφής παρά μόνο συνεχούς ανοικοδόμησης. Η μυκηναϊκή κεραμική που βρέθηκε σε αυτόν πιθανόν εισήχθη από τη γειτονική Θήβα, ενώ ο σκαραβαίος από 232 Persson 1942, Renfrew 1985, 42, 84, 141, ,

80 την Κρήτη 234. Ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 104) ανακαλύφθηκε σε γεωμετρικό στρώμα ενός κυκλικού κτιρίου μαζί με κεραμική. Παρόμοια παραδείγματα φαίνεται ότι έχουν βρεθεί στα νεκροταφεία της Ίσχιας, της πιο πρώιμης Ευβοϊκής αποικίας στη Δύση 235. Δ3. Άγνωστη ή Αβέβαιη θέση εύρεσης Α. Εισηγμένοι Εκτός από τους σκαραβαίους που ανακαλύφθηκαν σε τάφους και ιερά υπάρχουν και έξι παραδείγματα που προήλθαν από άγνωστη θέση. Στο σύνολο τους φαίνεται πως είναι εισηγμένα, χωρίς να αναφέρεται κάποιο παράδειγμα εγχώριας παραγωγής. Ένα εξ αυτών (αρ. κατ. 105) βρέθηκε στην περιοχή της Θήβας. Ο σκαραβαίος αυτός φέρει στη σφραγιστική του επιφάνεια το σύμβολο ankh και τη σφίγγα. Είναι πιθανό να προέρχεται από τάφο και χρονολογείται στη 18 η Δυναστεία 236. Σύμφωνα με τον Pendlebury εντοπίστηκε σε θέση με γεωμετρική κεραμική και καθώς δεν φαίνεται η Θήβα να είχε άμεση επαφή με την Αίγυπτο είναι πιθανό ο σκαραβαίος να μεταφέρθηκε από κάποιον ταξιδιώτη 237. Φαίνεται ότι στην περιοχή υπήρχε τύμβος της γεωμετρικής εποχής στη θέση Καμηλόβρυση της Παραλίμνης. Δύο σκαραβαίοι μαζί με άλλα κοσμήματα φαίνεται ότι προέρχονται από τον εν λόγω τάφο στον οποίο είχαν ταφεί μία γυναίκα και δύο βρέφη 238. Ωστόσο, για τα άλλα δύο παραδείγματα (αρ. κατ ) δεν υπάρχει καμία πληροφορία για την περιοχή προέλευσης τους. Στο πρώτο εικονίζεται μία γυναικεία μορφή και χρονολογείται στη 2 η Ενδιάμεση περίοδο, ενώ το δεύτερο φέρει απλό γραμμικό σχέδιο σε σχήμα σταυρού και πιθανόν ανήκει στην 21 η Δυναστεία 239. Εκτός όμως από αυτούς, ακόμη τρεις σκαραβαίοι (αρ. κατ ), ένας από υαλόμαζα (αρ.κατ. 108) και δύο από πράσινη φαγεντιανή, προέρχονται από άγνωστη θέση στον Ηπειρωτικό χώρο. Ο σκαραβαίος από υαλόμαζα φέρει σε επιγραφή το όνομα του Άμμωνα Ρα και χρονολογείται στην 18 η Δυναστεία. Ο δεύτερος, πιθανόν της 21 ης 234 Popham και Sackett 1968, Popham και Sackett 1970, Lamprou-Phillipson 1990a, Pendlebury 1930b, Κόνσολα και Δημακοπούλου 1981, Lamprou-Phillipson 1990a,

81 Δυναστείας (αρ. κατ. 109), φέρει στη σφραγιστική του επιφάνεια το γεράκι ανάμεσα σε δύο ουραίους, ενώ στον τρίτο (αρ. κατ. 110) αναγράφεται το όνομα της θεότητας Neith και χρονολογείται στην 26 η Δυναστεία 240. Δ4. Οι Σκαραβαίοι από τα ναυάγια του Ulu Burun και της Χελιδωνίας Ορισμένα παραδείγματα προέρχονται από τα δύο ναυάγια στην Ανατολική Μεσόγειο, εκείνα του Ulu Burun και της Χελιδωνίας. Πρόκειται για 10 συνολικά σκαραβαίους, από τους οποίους έξι εντοπίστηκαν στο ναυάγιο του Ulu Burun και τέσσερις σε εκείνο της Χελιδωνίας. Από το ναυάγιο του UluBurun προέρχονται τέσσερα παραδείγματα σκαραβαίων του 14 ου αιώνα π.χ., από τους οποίους τρεις φαίνεται να προέρχονται από την Αίγυπτο της περιόδου των Υξώς, τη 18 η και 15 η Δυναστεία και ένας από τη Συροπαλαιστίνη, ίσως τη Βόρεια Συρία (αρ. κατ ). Οι 3 εξ αυτών είναι από φαγεντιανή και ένας από γυαλί ή άλλο πέτρωμα. Ο πρώτος (αρ. κατ. 111) (εικ. 88) φέρει την επιγραφή ntr, απεικονίζει τον Όρος και φέρει σύμβολα καλοτυχίας ή προστασίας, ο δεύτερος (αρ. κατ. 112) φέρει επιγραφή του Thutmose I και ο τρίτος (αρ. κατ. 113, εικ. 89) φέρει ένα ιερογλυφικό, το shn, που πλαισιώνεται από λουλούδι με λυγισμένο βλαστό σε κάθε πλευρά. Τα λουλούδια φαίνεται να τοποθετήθηκαν σε ανεστραμμένη θέση 241. Ο σκαραβαίος αυτός ανακαλύφθηκε μαζί με τον σκαραβαίο από τη Συροπαλαιστίνη (αρ. κατ. 114) κοντά στην προεξοχή ενός βράχου και νότια των αγκυρών του πλοίου. Συνοδεύονταν, ωστόσο, από πολλά άλλα ευρήματα όπως δίχτυα και βάρη ψαρέματος, κεραμική από την Εγγύς Ανατολή, την Κύπρο και τις Μυκήνες, μεγάλο αριθμό χαντρών από αχάτη, μία χάντρα από κεχριμπάρι, δαχτυλίδια κατασκευασμένα από όστρακα, ένα μικρό κομμάτι χρυσού, μία χάλκινη αιχμή δόρατος και κορμούς μαύρου αιγυπτιακού ξύλου «Dalbergia Melanoxylon». Οι διασκορπισμένες χάντρες και τα δαχτυλίδια βρέθηκαν σε χαμηλότερο σημείο από εκείνο που αρχικά βρίσκονταν. Είναι πιθανό αρχικά να είχαν τοποθετηθεί σε κάποιο μεταφορικό αγγείο μαζί με αναλώσιμα προϊόντα, όπως δέρμα Pendlebury 1930b, Cline 2009, Pulak 1988,

82 Στην περιοχή που εντοπίστηκε ο τρίτος σκαραβαίος (αρ. κατ. 113) ανακαλύφθηκαν, επίσης, σφραγιδοκύλινδρος από φαγεντιανή που πιθανόν κατασκευάστηκε στη Βόρεια Συρία, ίσως στην περιοχή της Ουγκαρίτ, ένας Χαννανικός αμφορέας με κατάλοιπα κίτρινης ουσίας από δέντρο, καθώς και κορμός δέντρου που πιθανόν ανήκε σε έλατο ή άγριο πεύκο 243. Η περιοχή κάτω από τον κορμό του δέντρου απέδωσε αρκετά ευρήματα όπως κομμάτια φαγεντιανής, κατάλοιπα σκήπτρων από φαγεντιανή και ένα ειδώλιο από ελεφαντόδοντο σε σχήμα ακροβάτη που πιθανόν χρησίμευε ως λαβή σε κάποια άγνωστο αντικείμενο. Η μελέτη των αντικειμένων υπέδειξε ότι η πορεία του πλοίου ξεκίνησε από την Κύπρο ή την Συριακή ακτή με κατεύθυνση προς τη Δύση. Τα ευρήματα προσφέρουν πληροφορίες για τις επαφές ανάμεσα στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου. Βάση της μυκηναϊκής κεραμικής το ναυάγιο χρονολογείται στα τέλη του 14 ου αιώνα π.χ. Η χρονολόγηση του ναυαγίου καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον χρυσό σκαραβαίο με το όνομα της βασίλισσας Nefertiti (αρ. κατ. 115, εικ. 90) που βρέθηκε στο ναυάγιο και χρονολογήθηκε ανάμεσα στο π.χ. και π.χ. Αυτό σήμαινε ότι το ναυάγιο συντελέστηκε σε μία από αυτές τις περιόδους ή ίσως λίγο αργότερα στα τέλη του 14 ου αιώνα π.χ. Η συγκεκριμένη χρονολόγηση φαίνεται πως έχει ιδιαίτερη σημασία στη διασταύρωση των χρονολογήσεων διαφόρων αντικειμένων και κεραμικής από το Αιγαίο, τη Συροπαλαιστίνη και την Κύπρο 244. Μαζί με τον σκαραβαίο αυτό βρέθηκαν ένα χρυσό περιδέραιο γυμνής θεότητας στο οποίο εικονίζονται σε κάθε άκρη δύο μικρές αντιλόπες, χαναανικά περιδέραια από χρυσό, μία κασιτική κυλινδρική σφραγίδα με χρυσά πώματα σε κάθε άκρη, μία Παλαιοβαβυλωνιακή κυλινδρική σφραγίδα από αιματίτη που ίσως υπέστη δευτερογενή επεξεργασία κατά την περίοδο της Αμάρνα και ένας πίθος στο εσωτερικό του οποίου υπήρχε ένα ξύλινο δίπτυχο 245. Ωστόσο, ο σκαραβαίος στον οποίο αναγράφεται το όνομα της συζύγου του φαραώ Ακενατών ξεχωρίζει ανάμεσα στα ευρήματα, καθώς αποτελεί ένα από τα λίγα αντικείμενα της 18 ης Δυναστείας που βρέθηκαν στην περιοχή της Δυτικής Μικράς Ασίας και του Αιγαίου και το πρώτο στο οποίο αναγράφεται το όνομα είτε του Ακενατών είτε της Nefertiti που απαντάται σε αυτή την περιοχή. Παρόλο που η προέλευσή του είναι άγνωστη, η σύνθεση των ιερογλυφικών του σκαραβαίου προσφέρει πληροφορίες για 243 Pulak και Siegfried 1993, Pulak και Siegfried 1994, 12, Bass και Pulak 1987,

83 την ιστορία των κοσμημάτων κατά τη διάρκεια του Νέου Βασιλείου. Αν και οι σκαραβαίοι, από χρυσό ή ασήμι, με βασιλικά ονόματα δεν είναι πολλοί αυτή την περίοδο είναι σπάνιοι κατά την περίοδο της Αμάρνα. Το γεγονός οφείλεται στην ταύτιση του σκαραβαίου με τον αιγυπτιακό θεό ήλιο Khepri που οδήγησε στην παρακμή της απόδοσης των σκαραβαίων, σε κάθε υλικό, κατά τη βασιλεία του Ακενατών. Κατά συνέπεια, δαχτυλίδια από χρυσό ή ασήμι χρησιμοποιούνταν από τους βασιλείς και τους αξιωματούχους στη θέση των σκαραβαίων. Χρησιμοποιούνταν κυρίως ως σφραγίδες και σύμβολα κύρους, ενώ προσφέρονταν ως δώρο από το βασιλιά στους πιστούς ακολούθους του 246. Το κύρος του βασιλιά εικονίζεται σε έναν σκαραβαίο από τον τάφο 50 στον Λαγκαδά της Κω (αρ. κατ. 116), όπου ο φαραώ υποτάσσει τους εχθρούς του. Είναι επίσης φανερό σε ένα δεύτερο σκαραβαίο της 18 η ς Δυναστείας από ελεφαντόδοντο βρέθηκε στην ευρύτερη περιοχή του νεκροταφείου (αρ. κατ. 117, εικ. 91). Το άλογο που εικονίζεται στη σφραγιστική επιφάνεια συνοδεύεται από τις επιγραφές «ο καλός θεός», στο πίσω μέρος, και «ο βασιλιάς της Άνω Αιγύπτου», μπροστά 247. Ωστόσο, είναι αμφίβολη η αξία του χρυσού σκαραβαίου στο συγχρονισμό των χρονολογήσεων της βασιλείας του Ακενατών, ίσως γιατί αποτελούσε απλό κειμήλιο για ήδη μεγάλη περίοδο πριν το ναυάγιο. Παρόμοιοι προβληματισμοί προκύπτουν, επίσης, από τον σκαραβαίο από δάπεδο οικίας της ΥΜ ΙΙΙ Β στον Πόρο (αρ. κατ. 36). Η επιγραφή του βοηθά περισσότερο στον συγχρονισμό των χρονολογήσεων, καθώς χρονολογείται επί βασιλείας του Τουταγχαμών και φέρει σε επιγραφή το όνομα της συζύγου του, Ankhesenamen Ωστόσο, και σε αυτή την περίπτωση η προέλευση παραμένει αμφίβολη, αφού ο σκαραβαίος από τον Πόρο φαίνεται να είναι αποτέλεσμα εγχώριας παραγωγής ή τουλάχιστον δευτερογενούς επεξεργασίας. Ένας ακόμη σκαραβαίος (αρ. κατ. 118, εικ. 92) βρέθηκε στην ίδια περιοχή με τον χρυσό, κοντά στον οποίο υπήρχαν διάφορα αντικείμενα από λίθο, μέταλλο και φαγεντιανή. Ο σκαραβαίος, από φαγεντιανή ή οστό, συνοδευόταν από δύο ακόμη αιγυπτιακά αντικείμενα στα οποία περιλαμβάνονται ένα τετράγωνο λίθινο πλακίδιο και τμήμα χρυσού δαχτυλιδιού. Τέτοιου είδους σκαραβαίοι είναι σπάνιοι πριν την περίοδο του Νέου Βασιλείου, γεγονός που αποδεικνύεται από τη σύνθεση της επιφάνειας του και το υλικό κατασκευής. Από το σύνολο των χαρακτηριστικών του χρονολογείται στη 246 Weinstein κ.α. 1989, Cline 2009, Cline. 2009, 7. 82

84 2 η Ενδιάμεση περίοδο, καθώς είναι μάλλον απίθανο να πρόκειται για απομίμηση της περιόδου του Νέου Βασιλείου. Στην ίδια περίοδο χρονολογείται και ο σκαραβαίος με το σύμβολο «shn» (αρ. κατ. 113). Η ύπαρξη τέτοιων σκαραβαίων στο ναυάγιο δεν είναι τυχαία, αφού χρησιμοποιούνταν ως κοσμήματα ή φυλαχτά για μεγάλα χρονικά διαστήματα μετά την κατασκευή τους στην Αίγυπτο ή την Εγγύς Ανατολή 249. Ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 115) χρησιμοποιήθηκε, μάλλον, ως φυλαχτό. Γενικά, οι σκαραβαίοι της περιόδου αυτής χαρακτηρίζονται από την αναγραφή ιερογλυφικών που δεν αποδίδουν συγκεκριμένο νόημα, τις μικρές εγχαράξεις στις πλευρές με σκοπό να διαχωριστούν τα έλυτρα και το πρόνωτο και την σχηματική απόδοση της κεφαλής και του κλυπεού. Στη Συροπαλαιστίνη, ωστόσο, οι σκαραβαίοι της φάσης ΙΑ της ύστερης εποχής του Χαλκού ακολουθούν την τεχνοτροπία της Μέσης Εποχής του Χαλκού μέχρι τον πρώιμο 15 ο αιώνα π.χ. όταν οι σκαραβαίοι της 18 ης Δυναστείας έχουν ήδη καθιερωθεί. Κατά συνέπεια, αν ο σκαραβαίος αυτός αποτελεί προϊόν από την Εγγύς Ανατολή θα μπορούσε να έχει κατασκευαστεί σε οποιαδήποτε φάση της περιόδου ή και μετά από αυτή. Αξίζει να σημειωθεί ότι παράλληλο αυτού έχει ανακαλυφθεί στην Παλαιστίνη, αν και με διαφορετικό συνδυασμό ιερογλυφικών συμβόλων 250. Με βάση τα μικροαντικείμενα, ιδιαίτερα τον χρυσό σκαραβαίο, και την κεραμική το ναυάγιο χρονολογείται στα τέλη του 14 ου αιώνα π.χ.. Ένα από τα αντικείμενα που βοηθούν στην ακριβή χρονολόγηση είναι μία μυκηναϊκή κύλικα με σημάδια καύσης που πιθανόν πραγματοποιήθηκαν κατά τη βασιλεία του Amenophis III ή κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Amenophis IV, δηλαδή του Ακενατών ή περίπου το 1375 π.χ. Σε κάθε περίπτωση το ναυάγιο προσφέρει πληροφορίες για τη διακίνηση των προϊόντων, των έργων της αιγυπτιακής τέχνης, της ανταλλαγής αντικειμένων και ειδικά των πρώτων υλών, που αναφέρονται και στο αρχείο της Αμάρνα. Μία από τις επιστολές του αρχείου κάνει λόγο για μεταφορά 100, 200 ή 500 χάλκινων ράβδων από τον βασιλιά της Alasia στον βασιλιά της Αιγύπτου, καθώς και την αποστολή χαυλιοδόντων και χαλκού. Επίσης, εμφανίζονται αναφορές σε αποστολές δώρων όπως χρυσά αντικείμενα, μύρο, χάλκινα δόρατα, ασημένια και χρυσά κοσμήματα από τον βασιλιά Tušratta προς τον Amenophis III 251. Είναι πιθανό ο χρυσός σκαραβαίος της Nefertiti να ανήκε σε αξιωματούχο της περιόδου και να εξάχθηκε από την Αίγυπτο μετά από αυτή την περίοδο, ίσως κατά τη 249 Weinstein κ.α. 1989, Pulak 1988a, Bass 1986,

85 18 η Δυναστεία. Οι σκαραβαίοι του ναυαγίου και τα υπόλοιπα αιγυπτιακά αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν σε αυτό φαίνεται πως ήταν οικογενειακά κειμήλια ή αντικείμενα που φυλάχθηκαν για την εγγενή τους αξία. Το γεγονός πως ο σκαραβαίος, όπως και τα άλλα αιγυπτιακά μικροαντικείμενα, χρονολογούνται σε διάφορες περιόδους υποδεικνύει ότι μεταφέρονταν από το πλοίο ως ένα σύνολο διαφόρων αντικειμένων. Ο συνδυασμός των αιγυπτιακών αντικειμένων και της μυκηναϊκής κεραμικής υποδεικνύουν ότι το ναυάγιο ήταν σύγχρονο με την ύστερη 18 η Δυναστεία ή την αρχή της 19 ης Δυναστείας, δηλαδή στο τελευταίο τέταρτο του 14 ου αιώνα ή στις αρχές του 13 ου αιώνα π.χ Το σύνολο των ευρημάτων του ναυαγίου αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο διάφορα αντικείμενα έφταναν στο Αιγαίο της ύστερης Εποχής του Χαλκού, αλλά και σε πιο δυτικές και βόρειες περιοχές. Ο πλούτος των ευρημάτων, τόσο των αντικειμένων όσο και των πρώτων υλών, υποδεικνύει πως το εμπόρευμα αποστελλόταν σε συγκεκριμένο προορισμό. Ενδεχομένως πρόκειται για ένα είδος εμπορικής δραστηριότητας υπό τη μορφή ανταλλαγής βασιλικών δώρων, όπως παρουσιάζεται μέσω σύγχρονων πηγών της περιόδου 253. Είναι πιθανό ότι οι Μυκηναίοι να επωφελούνταν από αυτό το είδος εμπορίου που αντιπροσωπεύεται από το ναυάγιο του UluBurun και είχε ήδη εδραιωθεί ανάμεσα στις περιοχές της Εγγύς Ανατολής, την Κύπρο, το Αιγαίο και την Κρήτη 254. Τρία ακόμη παραδείγματα (αρ. κατ ) προέρχονται από το δεύτερο ναυάγιο στη Χελιδωνία. Στην περιοχή Γ, στο λεγόμενο διαμέρισμα του καπετάνιου, εντοπίστηκαν τρεις ακέραιοι σκαραβαίοι, ένας αποσπασματικός και ένα πλακίδιο σε σχήμα σκαραβαίου με επιγραφή και στις δύο πλευρές. Ο πρώτος εξ αυτών (αρ. κατ. 119, εικ. 93) φέρει στη σφραγιστική επιφάνεια τη μορφή του θεού Ρα ως γεράκι με σώμα ανθρώπου και χρονολογείται στην 21 η Δυναστεία. Σκαραβαίοι με παρόμοια εικονογραφικά θέματα έχουν βρεθεί στην Παλαιστίνη. Από την ίδια περιοχή προέρχεται μία κυλινδρική σφραγίδα στην οποία εικονίζονται δύο πιστοί μπροστά στη θεότητα που φέρει το στέμμα του atef. Πιθανόν κατασκευάστηκε στη βόρεια Συρία κατά το 18 ο ή 17 ο αιώνα π.χ. 255 Η παρατήρηση ότι σκαραβαίοι με αιγυπτιακή εικονογραφία μπορεί να προέρχονται εκτός Αιγύπτου φαίνεται περισσότερο στον 252 Weinstein κ.α. 1989, Pulak 2004, Pulak 2004, Bass 1961a,

86 σκαραβαίο (αρ. κατ. 120) που φέρει το μοτίβο ενός φιδιού και μπροστά από αυτό μία ομάδα ακαθόριστων συμβόλων που ίσως εικονίζουν το στέμμα του Atef. Η μορφή του φιδιού εμφανίζεται εκτός από την Αίγυπτο και σε παράλληλα από την Παλαιστίνη. Βάση της απόδοσης των χαρακτηριστικών του μπορεί να χρονολογηθεί στην 2 η Ενδιάμεση περίοδο, κυρίως στη 13 η Δυναστεία, αλλά και στο Νέο Βασίλειο 256. Ένα παρόμοιο παράδειγμα (αρ. κατ. 122) (εικ. 94) βρέθηκε στον τάφο 9, στην περιοχή της Ιαλυσού, στη Ρόδο. Η επιγραφή της επιφάνειας του αναφέρεται στην αιωνιότητα και φέρει δύο φίδια σε κάθε πλευρά 257. Η παράσταση του σκαραβαίου (αρ. κατ. 121) εμφανίζεται για πρώτη φορά την περίοδο των Υξώς. Ωστόσο, εκείνη την περίοδο απεικονιζόταν το ανθρώπινο σώμα, όχι όμως και η κεφαλή του γερακιού. Tο συγκεκριμένο μοτίβο συνηθίζονταν, κυρίως, στην Παλαιστίνη, αλλά και στην Αίγυπτο. Μέχρι την 18 η Δυναστεία ο σκαραβαίος αποκτά τα χαρακτηριστικά που φέρει το εν λόγω παράδειγμα, τα οποία διατηρεί έως τις αρχές της 19 ης Δυναστείας. Εμφανίζονται συχνά σε σκαραβαίους της βασιλείας του Ραμσή ΙΙ. Εντούτοις, δημιουργούνται,επίσης, παραλλαγές του τύπου. Με μεγαλύτερη βεβαιότητα χρονολογείται στη 18 η Δυναστεία το δεύτερο παράδειγμα (αρ. κατ. 121, εικ. 95). Στη σφραγιστική του επιφάνεια αναγράφεται το όνομα του Άμμωνα- Ρα, της κυρίαρχης θεότητας του Νέου Βασιλείου, που περιβάλλεται από δύο σύμβολα «neb». Παράλληλο του τύπου με παρόμοιο σχέδιο βρέθηκε στη Βύβλο αν και από ακαθόριστη στρωματογραφία. Για τον σκαραβαίο (αρ. κατ. 115) υπάρχουν παράλληλα, επίσης, στη Βύβλο. Η εικονογραφία του θυμίζει ιδιαίτερα τους σκαραβαίους της 2 ης Ενδιάμεσης περιόδου. Χαρακτηριστικό τους ήταν ο διαχωρισμός της επιφάνειας με τρεις κάθετες γραμμές και η πρόχειρη απόδοση των ιερογλυφικών. Ωστόσο, το κεντρικό τμήμα της επιφάνειας που χωρίζεται από τις γραμμές περιλαμβάνει συνήθως τρία σύμβολα, ενώ στον σκαραβαίο από τη Χελιδωνία και στον αντίστοιχο από την Βύβλο σημειώνονται μόνο δύο. Αν και δεν είναι γνωστό πως βρέθηκαν στο πλοίο οι παραπάνω σκαραβαίοι, το πιο πιθανό είναι να αποτελούσαν ιδιοκτησία κάποιου μέλους του πληρώματος, ίσως κάποιου Σύριου, Αιγύπτιου ή και Κύπριου με λατρευτικές - προστατευτικές ιδιότητες ή ένα είδος αναμνηστικού από την Αίγυπτο ή τη Συρία. Σε κάθε περίπτωση το ναυάγιο μετέφερε μπρούτζο και χαλκό, ενώ η κεραμική και τα υπόλοιπα αντικείμενα φαίνεται να προέρχονται από την Κύπρο και τη Συρία. Τα μεταλλεύματα αν και προέρχονται 256 Schulman 1967, Lamprou- Phillipson 1990a,

87 κατά κανόνα από την Κύπρο, υπάρχουν ενδείξεις σε αιγυπτιακούς τάφους της 18 ης Δυναστείας ότι παρόμοια υλικά, όπως χάλκινοι ράβδοι, εξάγονταν, επίσης, από την Συρία 258. Το πλοίο φαίνεται ότι βυθίστηκε περί το 1200 π.χ. μεταφέροντας εκτός από χαλκό, πιθανόν, από την Κύπρο, και άλλα αντικείμενα όπως κομμάτια κρυστάλλου και γυάλινες χάντρες που βρέθηκαν στο εσωτερικό ενός αγγείου 259. Μεταξύ άλλων ανακαλύφθηκαν λίθινα σκήπτρα, 50 βάρη και οστά ζώων, κυρίως πτηνών και ψαριών 260. Το γεγονός ότι τα μοτίβα των σκαραβαίων που βρέθηκαν στο ναυάγιο συναντώνται σε περιοχές εκτός Αιγύπτου, όπως η Συρία, η Παλαιστίνη και η Κύπρος, αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τον προσδιορισμό της προέλευση των κατόχων τους. Σε αυτό συντείνει το γεγονός ότι ο τρόπος κατασκευής δεν είναι αιγυπτιακός, παρά τις φαινομενικές ομοιότητές τους με παράλληλα από την Αίγυπτο 261. Σε γενικές γραμμές το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων των δύο ναυαγίων προέρχεται από κέντρα της Εγγύς Ανατολής και πολλά από αυτά απεικονίζονται στην αιγυπτιακή τέχνη και στο αρχείο της Αμάρνα. Μικρότερος, ωστόσο, είναι ο αριθμός των μυκηναϊκών αντικειμένων που περιορίζεται σε δύο σφραγίδες, χάντρες, ξίφη, κεραμική και μία καρφίτσα. Οι περισσότερες από τις σφραγίδες προέρχονται από την Εγγύς Ανατολή και ομοιάζουν με αυτές που αποστέλλονταν στους φαραώ ως δώρα, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τις σφραγίδες της Θήβας. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν οι σκαραβαίοι και τα θραύσματα Χαναανικών κοσμημάτων 262. Δ5. Συμπεράσματα Είναι γνωστό ότι η αλληλεπίδραση του Ηπειρωτικού χώρου με την Κρήτη ξεκίνησε κατά τον 16 ο αιώνα π.χ. όταν εμφανίστηκε ο Μινωικός πολιτισμός στην 258 Schulman 1961, Bass 1961a, Bass και Throckmorton 1961, Schulman 1967, Bass 1998,

88 ηπειρωτική χώρα σε βαθμό που να επηρεάσει έντονα τον Μυκηναϊκό πολιτισμό 263. Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι η περίοδος κατά την οποία δημιουργούνται και χρησιμοποιούνται οι Ταφικοί κύκλοι των Μυκηνών (ΜΕ ΙΙΙ- ΥΕ ΙΙ) συμπίπτει με το τέλος της ΜΜ ΙΙΙ περιόδου και την αρχή της ΥΜ ΙΑ στην Κρήτη 264. Την περίοδο αυτή οι Μυκηναίοι έρχονται σε επικοινωνία με την Κρήτη και δανείζονται από το ήδη ανεπτυγμένο εκεί σύστημα λατρείας ιερά σύμβολα που δεν φαίνεται, όμως, να έρχονται σε ρήξη με την παράδοσή τους. Τέτοια σύμβολα είναι τα ιερά κέρατα, ο διπλός πέλεκυς, οι ιερές στήλες, οι μορφές με τις οκτώσχημες ασπίδες και η γυναικεία μορφή που αναπαριστά τη θεότητα της φύσης 265. Αξίζει, ακόμη, να σημειωθεί ότι υπήρχε ευρεία εξάπλωση αιγαιακών προϊόντων στην Αίγυπτο, ενώ τα αιγυπτιακά αντικείμενα στην ηπειρωτική Ελλάδα ήταν λίγα σε αριθμό πριν την περίοδο των μυκηναϊκών ανακτόρων. Πράγματι λιγότερα από είκοσι αντικείμενα ανακαλύφθηκαν σε οκτώ περιοχές 266. Πολλά από τα αιγυπτιακά αντικείμενα βρέθηκαν σε τάφους και αρκετά από αυτά φαίνεται πως προήλθαν από την Κρήτη. Ως εκ τούτου, ενισχύεται ο ρόλος του νησιού στην κατανομή των αιγυπτιακών αντικειμένων στον ηπειρωτικό χώρο 267. Χρειάζεται, επίσης, να σημειωθεί ότι υπήρχαν εξειδικευμένοι τεχνίτες, οι οποίοι εργάζονταν στις Μυκήνες και αντλούσαν τη θεματολογία, αλλά και διάφορες παραδόσεις και αντιλήψεις, τόσο από το Αιγαίο όσο και από την Εγγύς Ανατολή 268. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Δωμάτιο 19 των Μυκηνών βρέθηκαν πολλά ειδώλια διαφόρων μεγεθών πολλά από τα οποία φέρουν οπές στην κεφαλή ή σε άλλα σημεία του σώματος, όπως το πίσω μέρος του λαιμού ή κάτω από τους ώμους, με στοιχεία που ομοιάζουν σε αντίστοιχα μινωικά. Σε μια τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να οφείλεται σε αυτούς η δημιουργία, για παράδειγμα του εγχώριου σκαραβαίου από τον τάφο 526 στις Μυκήνες (αρ. κατ. 85), ο οποίος θεωρείται τοπική απομίμηση και αποτελεί ένα από τα παλαιότερα παραδείγματα στον ηπειρωτικό χώρο. Άλλωστε ήδη από την ΜΜ ΙΙ περίοδο οι Μινωίτες τεχνίτες είχαν αρχίσει να εξοικειώνονται με την κατεργασία σκληρών ημιπολύτιμων λίθων όπως ο ίασπης και ο χαλαζίας, ο αχάτης, ο κορναλίνης, ο χαλκηδόνιος, τα φυσικά κρύσταλλα και ο αμέθυστος. Το φαινόμενο αυτό συνδέεται άμεσα με το γεγονός ότι ορισμένα από αυτά, όπως ο ίασπης και ο κρύσταλλος, 263 Δαβάρας 1988, Gruben 2000, Μυλωνάς 1977, Van Wijngaarden 2011, Morenz 1973, Dickinson 1996,

89 επιχωρίαζαν και στο Αιγαίο. Τα υπόλοιπα που περιλαμβάνουν,επίσης, τον αιματίτη και το λάπις λάζουλι ήταν εισαγωγές ο αριθμός των οποίων αυξανόταν ανάλογα με την ζήτηση και το μέγεθος του ενδιαφέροντος για καλής ποιότητας πετρώματα. Ο σκαραβαίος από τις Μυκήνες που χρονολογείται ανάμεσα στο π.χ. ανήκει βάση της τεχνοτροπίας του στην περίοδο των Υξώς. Αποτελεί πραγματικότητα το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της 15 ης και 16 ης Δυναστείας οι Υξώς εκμεταλλευόμενοι την εσωτερική αποδυνάμωση της Αιγύπτου ανέλαβαν τον έλεγχο. Ωστόσο, αυτή η συγκυρία ερμηνεύεται περισσότερο ως αλλαγή στον τομέα της ηγεσίας, παρά ως εισβολή ενός νέου έθνους 269. Επεκτείνοντας το συλλογισμό με αφετηρία τη θέση αυτή θα μπορούσε να εξηγηθεί μία μεταβολή στην κατεύθυνση της ροής των εισαγωγών και του εμπορίου, αποτέλεσμα της οποίας ίσως είναι και ο εν λόγω σκαραβαίος, ο σκαραβαίος από την Ιαλυσό (αρ. κατ. 86) που φέρει παρόμοια σύμβολα ή ο σκαραβαίος από την Πύλο (αρ. κατ. 98) που φέρει τριπλό πάπυρο και χρονολογείται μαζί με τα υπόλοιπα ευρήματα στην ΥΕ Ι-ΙΙ περίοδο, περίπου 1500 π.χ. Παράλληλα, δεν πρέπει να λησμονηθεί ακόμη ότι από το 1600 π.χ. διακρίνεται πιο έντονα η κρητική επίδραση, η οποία εκδηλώνεται από την γενικευμένη χρήση της μινωικής στιλπνής βαφής και της εισαγωγής νέων διακοσμητικών μοτίβων. Κυριαρχεί ο λεγόμενος διακοσμητικός ρυθμός με τα μεγάλα αγγεία, όπως οι πιθαμφορείς, οι κυάθοι και τα αλάβαστρα, τα σχήματα των οποίων είναι, συνήθως, μινωικής προέλευσης και ίσως για αυτό φέρουν συχνά το μοτίβο του διπλού πελέκεως. Οι επιρροές φαίνονται και στα αμαυρόχρωμα πολύχρωμα αγγεία. Έχει ήδη γίνει λόγος, άλλωστε, για την υιοθέτηση μινωικού τύπου κεραμικής, όπως η τριποδική χύτρα ή τα κωνικά κύπελλα, που οδήγησαν στην ΥΕ Ι στη δημιουργία της αμαυρόχρωμης κεραμικής. Παράλληλα, κατά την ΥΜ ΙΙΙ Α 1-2 φάση ισχυροποιείται αντίστοιχα η παρουσία των Μυκηναίων στην Κρήτη. Οι επαφές αυτές συνεχίζονται μέχρι ΥΜ/ΥΕ ΙΙΙ Α περίοδο. Η λειτουργία του νεκροταφείου στα Αηδόνια ανάγεται πιθανόν τον 16ο αιώνα π.χ. σε μία περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις της Ηπειρωτικής Ελλάδας, της Κρήτης και των Κυκλάδων ήταν αρκετά ανεπτυγμένες. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να σημαίνει ότι οι δύο αιγυπτιακοί σκαραβαίοι από αμέθυστο που βρέθηκαν σε αυτό να εισήχθησαν από την Κρήτη. Με δεδομένα τα παραπάνω εξηγείται και η εύρεση πολλών σκαραβαίων. Οι περισσότεροι χρονολογούνται στην ύστερη εποχή του Χαλκού. Όπως φάνηκε στα 269 David 2003,

90 προηγούμενα κεφάλαια 24 περίπου σκαραβαίοι βρέθηκαν σε τάφους της Περατής, των Μυκηνών, του Αγίου Ηλία στην Αιτωλία, της Πρόσυμνας, της Πύλου, του Διμηνίου στην Θεσσαλία και των Αηδονιών στη Νεμέα (χάρτης 5). Πολλοί εξ αυτών φέρουν επιγραφές στην επιφάνειά τους με αναφορές στα ονόματα των θεών Ptah και Άμμωνα- Ρα. Αυτό είναι φανερό σε πέντε (αρ. κατ. 70,71,77,78,79) τουλάχιστον παραδείγματα από τα 10 που εντοπίστηκαν σε τάφους του νεκροταφείου της Περατής και σε ένα (αρ. κατ. 92) από την Πρόσυμνα. Από την τελευταία προέρχεται και ένα τυπικό δείγμα σκαραβαίου της 18 ης Δυναστείας (αρ. κατ. 91) που έχει ομοιότητες με σκαραβαίους της βασίλισσας Hatshepsut που βρέθηκαν στο Deir el Bahari. Παρόμοιοι σκαραβαίοι (αρ. κατ. 94-5) έχουν βρεθεί και σε νησιά του ανατολικού Αιγαίου, συγκεκριμένα στους τάφους 12 και 35 στον Λαγκαδά της Κω. Ένα ακόμη παράδειγμα με επιγραφή του ονόματος του θεού Άμμωνα προέρχεται από άγνωστη θέση εύρεσης. Εκτός αυτού, αυτή η κατηγορία σκαραβαίων συνδεόταν με τη λατρεία στην Αίγυπτο, αφού συχνά χρησιμοποιούνται ως αναθήματα. Οι δύο σκαραβαίοι (αρ. κατ. 70-1) από φαγεντιανή των τάφων 90 και 147 της ΥΕ ΙΙΙ Β-Γ περιόδου περιλάμβαναν παιδικές ταφές με πλήθος κεραμικής και έργων μικροτεχνίας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν κύαθοι, αμφορείς, σταμνίσκοι, ψευδόστομοι αμφορείς, αλαβαστροειδή αγγεία, χάντρες από ήλεκτρο, υαλόμαζα και σάρδιο, αλλά και πόρπες και χρυσά φυλακτά. Βάση της θέσης εύρεσής τους οι σκαραβαίοι αυτών των τάφων φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκαν ως κοσμήματα. Αυτό είναι φανερό τουλάχιστον στην περίπτωση του ενός. Η ίδια εικόνα επικρατεί και για τους πέντε εισηγμένους σκαραβαίους (αρ. κατ. 72-6) από τον τάφο 13. Μερικά από τα πιο σημαντικά ευρήματα του τάφου αυτού ήταν θραύσματα ορείας κρυστάλλου, ίσως θραύσματα κέρνου, καθώς και μικροαντικείμενα από ελεφαντόδοντο. Τα κατάλοιπα πρασινωπού αμίαντου, τα τρία άμορφα κομμάτια ορείας κρυστάλλου, η χάντρα σε σχήμα βουκράνου από μαλαχίτη, τα δύο χαλίκια που δεν προέρχονταν από τον τάφο και ίσως επιλέχθηκαν λόγω του σχήματός τους, οι τρεις χάνδρες από τις οποίες δύο από υαλόμαζα, τα θραύσματα ελεφάντινου κομβίου μαζί με άλλα τρία από στεατίτη, το κωνικό αντικείμενο από ελεφαντόδοντο και τα κατάλοιπα οστού πτηνού υποδηλώνουν πως ο τάφος περιείχε αρκετά κοσμήματα. Παρόμοια είναι η κατανομή των ευρημάτων του τάφου 75 από όπου προήλθαν δύο ακόμη σκαραβαίοι (αρ. κατ. 77-8). Η μεγάλη ποσότητα λειψάνων και ευρημάτων αυτού του τάφου σε σχέση με τους υπόλοιπους ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι φιλοξένησε 11 ενταφιασμούς. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι και σε άλλους τάφους της περιοχής του νεκροταφείου, όπως οι τάφοι 1 89

91 και 104 της περιοχής, βρέθηκαν πλακίδια με το όνομα του Ραμσή ΙΙ, ενώ ειδώλια των αιγυπτιακών θεοτήτων Bes και Toëris εντοπίστηκαν στον τάφο 30 και πιθανόν ανήκαν σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Το γεγονός αυτό εξηγεί την παρουσία των εισηγμένων σκαραβαίων με αντίστοιχες επιγραφές, αν και σε ορισμένα παραδείγματα η κακή διατήρηση των επιφανειών καθιστά δύσκολη την ερμηνεία του περιεχομένου των επιγραφών τους. Άλλοι σκαραβαίοι θεωρούνται εισαγωγές κυρίως λόγω των συμβόλων που φέρουν όπως ιερογλυφικά, γεράκι ανάμεσα σε ουραίους και σφίγγα με ηλιακό δίσκο. Σε αυτούς ανήκουν και δύο σκαραβαίοι από άγνωστη θέση εύρεσης. Εντούτοις, άλλοι εισηγμένοι σκαραβαίοι φέρουν πιο απλά μοτίβα, όπως ο δεύτερος (αρ. κατ. 78) στον οποίο σχηματίζεται ένα άνθος σε σχήμα σταυρού, το οποίο παρουσιάζεται και σε έναν σκαραβαίο με άγνωστη προέλευση (αρ. κατ. 107). Από την άλλη ο πρώτος δεν διαθέτει κανένα μοτίβο παρά μόνο το σχήμα του σκαραβαίου. Η απεικόνιση άνθεων ή φυτών συναντάται και αλλού. Είναι γεγονός ότι η φυσιοκρατική διακόσμηση χαρακτηρίζει, επίσης, μινωικά αγγεία, όπως ένα σε ένα πίθο της Μεσομινωικής περιόδου, που ίσως είναι μεταγενέστερος λόγω της έντονης φυσιοκρατικής απόδοσης των λευκών φοινίκων που φέρει 270. Οι σκαραβαίοι των παραπάνω τάφων χρονολογούνται κυρίως στην ΥΕ ΙΙΙΒ-Γ (Α-Β) περίοδο και συνοδεύονται από πλήθος μικροαντικειμένων. Πρόκειται για αντικείμενα προσωπικής χρήσης και ανάμεσα τους ξεχωρίζουν τα χαραγμένα κοσμήματα που συνηθίζονταν ιδιαίτερα στην Κρήτη, αλλά και στον μυκηναϊκό κόσμο. Σε αυτά ανήκουν, επίσης, οι σφραγίδες από την Ανατολική Μεσόγειο και οι σκαραβαίοι από την Αίγυπτο. Ωστόσο, οι σφραγίδες φαίνεται να συνιστούν μάλλον ξεχωριστή κατηγορία. Αναντίρρητα, η εύρεση τους σε τάφους της ΥΕ ΙΙΙ Γ περιόδου μαρτυρά επαφές με την Ανατολή σε μία εποχή που θεωρούνταν αβέβαιες. Σε ότι αφορά τις επαφές που ανέπτυσσε η Αίγυπτος με τις γύρω περιοχές φαίνεται ότι αυτές βασίζονταν περισσότερο στο ανταλλακτικό εμπόριο, χωρίς τη διοργάνωση μεγάλων ναυτικών επιχειρήσεων 271. Η έκταση του εμπορίου και των επαφών επιβεβαιώνεται, ακόμη, από παραδείγματα (αρ. κατ. 80,81,86,88,89,90,122) που βρέθηκαν σε μυκηναϊκούς τάφους στη Ρόδο. Πολλά, όμως, εξ αυτών προέρχονται φανερά από την Ανατολική Μεσόγειο και ειδικά την Αίγυπτο και μαρτυρούν ένα είδος επαφών, είτε θεωρηθούν ως αναμνηστικά είτε ως αντικείμενα με ιδιότητες φυλακτού. 270 Hood 1993, David 2003,

92 Ο πλούτος της Περατής φαίνεται να είναι αποτέλεσμα του εμπορίου των κατοίκων της με το υπόλοιπο Αιγαίο και την Ανατολή. Αυτές οι επαφές οδήγησαν τόσο στην ανταλλαγή προϊόντων όσο και ιδεών μέσα από την υιοθέτηση καλλιτεχνικών στοιχείων. Επιπλέον, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι ταφές της πρώτης φάσης στην Περατή περιείχαν κεραμική από τη Μήλο, την Κρήτη, την Νάξο και άλλα μέρη, καθώς και πλάκες και σκαραβαίους από φαγεντιανή από την Αίγυπτο, σφραγίδες και βάρη από τη Συρία και την Κύπρο, μία σφραγίδα από την Κρήτη και μία κεχριμπαρένια χάντρα βαλτικής προέλευσης. Προχωρώντας διαπιστώνεται ότι το ευρύ δίκτυο επαφών ενισχύεται από τους σκαραβαίους των Μυκηνών (αρ. κατ. 82-4). Παρόλο που είναι κατασκευασμένοι από φαγεντιανή και θεωρούνται αιγυπτιακές εισαγωγές, τουλάχιστον δύο είναι πιθανό να εισάχθηκαν από αλλού. Αυτό υποδηλώνεται από το γεγονός ότι ο πρώτος είναι πιθανό να προήλθε από την Κύπρο και ο δεύτερος είναι κατασκευασμένος από λάπις λάζουλι, το οποίο επιχωριάζει κυρίως στην Εγγύς Ανατολή. Δύο ακόμη παραδείγματα (αρ. κατ.93,104) από το ίδιο υλικό βρέθηκαν σε οικία στο Λευκαντί και σε θολωτό τάφο στο Διμήνι. Η αβεβαιότητα της προέλευσής τους πηγάζει από το γεγονός ότι ο πρώτος φέρει ίχνη δευτερογενούς επεξεργασίας και ο δεύτερος, αν και έχει αιγυπτιακό θέμα, δεν θεωρείται με ασφάλεια αιγυπτιακός. Στη συνέχεια, εμφανίζονται σκαραβαίοι με επιγραφές ονομάτων Αιγυπτίων φαραώ, όπως ο σκαραβαίος (αρ. κατ. 87) από τον ΥΕ ΙΙΙ τάφο στον Άγιο Ηλία που φέρει σε επιγραφή το όνομα του φαραώ Amenophis III. Πρόκειται για έναν ακόμη τάφο με πλούσια κτερίσματα όπως σφονδύλους, θραύσματα υαλόμαζας, χάλκινα εγχειρίδια, αλάβαστρα, πρόχους, θήλαστρο και τρίωτο αμφορίσκο. Συνολικά περιλάμβανε πάνω από 25 είδη διαφορετικών τύπων αγγείων με ποικιλία στη διακόσμηση. Παρόλα αυτά, η σημασία του συγκεκριμένου έγκειται στο γεγονός ότι είναι όμοιος με τον σκαραβαίο από τον τάφο στο Σελλόπουλο που αποτελούσε τμήμα περιδέραιου και έφερε σε επιγραφή το όνομα του ίδιου φαραώ. Tα ευρήματα του τάφου περιλάμβαναν ποικιλία ευρημάτων όπως περιδέραια από χρυσό και φαγεντιανή, ξίφη, δαχτυλίδια, σφραγιδόλιθους, καθρέπτες, χάλκινα αγγεία, αγγεία της ΥΜ ΙΙ ΙΙΙΑ περιόδου, καθώς και ένα αγγείο με προχοή μυκηναϊκής κατασκευής που χρονολογείται στη ΥΕ ΙΙΙ Α1 περίοδο. Εκτός όμως από τα παραπάνω στην ευρύτερη περιοχή της πόλης των Μυκηνών βρέθηκαν πλάκες φαγεντιανής με τη δέλτο του φαραώ Amenhotep III σε θέσεις της ΥΕ ΙΙΙΒ περιόδου, τα οποία στην Αίγυπτο χρησιμοποιούνταν ως αναθήματα. Ωστόσο, 91

93 έχουν βρεθεί σε θέσεις λατρείας ή και σε συνδυασμό με ειδώλια. Τέτοια ειδώλια ανακαλύφθηκαν στον τάφο 526 των Μυκηνών, ενώ ένα από αυτά υποδηλώνει επιρροές από τη μινωική λατρευτική παράδοση, αφού κρατά διπλό πέλεκυ. Επομένως, είναι πιθανό να χρησίμευσαν τόσο οι σκαραβαίοι όσο και τα πλακίδια ως αφιερώματα, αν και με διαφοροποιήσεις σε σχέση με τα αιγυπτιακά. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτά ανήκουν και άλλα αντικείμενα όπως το ειδώλιο ενός μπλε πιθήκου που φέρει σε επιγραφή το όνομα του Amenhotep IIΙ στον δεξί ώμο και ένα μπλε αγγείο με διακόσμηση από φύλλα λωτού και επιγραφή με το όνομα του Amenhotep III από θαλαμοειδή ΥΕ ΙΙΙ Α τάφο. Είναι γνωστό ότι ορισμένα άνθη, όπως ο πάπυρος και ο λωτός είχαν αναγεννητικές ιδιότητες για τους Αιγύπτιους 272. Στην κατηγορία των εγγεγραμμένων σκαραβαίων ανήκει και ο σκαραβαίος από τη Θήβα (αρ. κατ. 105). Χαρακτηριστικό αυτής της ομάδας σκαραβαίων είναι πως το υλικό κατασκευής είναι η φαγεντιανή. Ωστόσο, ο αριθμός των σκαραβαίων από αυτό το υλικό είναι μεγαλύτερος σε όσους βρέθηκαν σε τάφους, κυρίως της ΥΕ Ι-ΙΙ. Η μείωση στη χρήση του υλικού ίσως οφείλεται στην σταδιακή παρακμή στην παραγωγή προϊόντων φαγεντιανής στο Αιγαίο στα μέσα της 2ης χιλιετίας. Ήδη στην Κρήτη κατά την ΥΜ ΙΙ- ΙΙΙ περίοδο τα προϊόντα φαγεντιανής περιορίζονται σε χάντρες και κοσμήματα. Στον Ηπειρωτικό χώρο έχουν βρεθεί, από την Αίγυπτο και την Ανατολία, χάντρες, καρφίτσες, ειδώλια, σφραγίδες, σκαραβαίοι, εργαλεία και Χαναανικά αγγεία. Τουλάχιστον 25 σκαραβαίοι και αιγυπτιακά πλακίδια έχουν ανακαλυφθεί σε θέσεις της ΥΜ Ι-ΙΙΙ Γ περιόδου με την πλειοψηφία να συγκεντρώνεται σε θέσεις όπως η Περατή και οι Μυκήνες 273. Οι έξι σκαραβαίοι από ιδιωτικά ή δημόσια κτίρια προέρχονται επίσης από θέσεις που περιλάμβαναν πλήθος ευρημάτων (χάρτης 6, αρ. κατ ). Ένα από τα παραδείγματα της πρώιμης 18 ης Δυναστείας είναι ο σκαραβαίος στην Καλαβρία (αρ. κατ.102) με παράλληλα και στην Αίγυπτο. Η παράσταση του φαραώ που προετοιμάζει το άρμα του αποτελεί ίσως μία από τις αιγυπτιακές επιδράσεις που δέχτηκαν οι Μυκηναίοι ήδη από την περίοδο των Υξώς. Παρομοίως ο εγχώριος σκαραβαίος από την Φυλακωπή (αρ. κατ. 103) κατασκευάστηκε από ένα είδος φαγεντιανής διαδεδομένου στην ανατολική Μεσόγειο και τη Συροπαλαιστίνη μετά την περίοδο των Υξώς. Επιπροσθέτως, συνοδευόταν από θραύσματα μορφών που ανήκαν σε ένα 272 Marinatos 2010, Cline 1993,

94 σύμπλεγμα που απεικόνιζε άρμα, το οποίο ανήκει στις αιγυπτιακές επιρροές. Επομένως, είναι πιθανό οι σκαραβαίοι αυτοί να εισάχθηκαν μέσω άλλων κέντρων της ανατολικής Μεσογείου. Στη διαμόρφωση των επαφών με την Αίγυπτο σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι σκαραβαίοι της βασίλισσας Tiyi, συζύγου του Amenhotep III, από το Δωμάτιο 19 στις Μυκήνες (αρ. κατ. 99) και το Δωμάτιο Γ (αρ. κατ. 100) της περιοχής του ιερού που συνοδεύονταν από ημι-πολύτιμους λίθους και πολλά ειδώλια, κυρίως γυναικεία, από τα οποία ένα φαίνεται πως κρατούσε διπλό πέλεκυ. Ωστόσο, είναι αξιοπρόσεκτο ότι τα χαρακτηριστικά των ειδωλίων ανήκουν στο μινωικό λατρευτικό σύστημα, όπως και τα δύο ειδώλια που αναπαριστούν φίδια, τα οποία στην μινωική παράδοση είναι προστάτες της οικίας. Στην αιγυπτιακή ή μινωική καλλιτεχνική παράδοση ίσως ανήκουν και οι δύο σκαραβαίοι από άγνωστη θέση. Στον πρώτο (αρ. κατ. 106) απεικονίζεται μία γυναικεία μορφή και στον δεύτερο (αρ. κατ. 110) η αιγυπτιακή θεότητα Neith. Το ενδιαφέρον για την απεικόνιση της γυναικείας μορφής ίσως υποδηλώνει ότι η αξία της γυναικείας ταυτότητας άρχισε να αποκτά ιδιαίτερη θέση, αρχικά στον τομέα των ταφικών τελετών και ακολούθως στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα 274. Είναι ευρύτατα εδραιωμένη η άποψη ότι στους αιγυπτιακούς μύθους που αφορούν τη δημιουργία, αν και ο ρόλος του δημιουργού αποδιδόταν σε άρρενες θεούς, η θεά Neith θεωρούνταν μητέρα των πάντων 275. Επίσης, στην Αίγυπτο τα ειδώλια γυναικών λειτουργούσαν ως αναθήματα σε τάφους, οικίες και ιερούς χώρους και σχετίζονταν με την γονιμότητα, την υγεία και την μακροβιότητα 276. Ανακεφαλαιώνοντας σε σύνολο 35 σκαραβαίων που βρέθηκαν στην Ηπειρωτική Ελλάδα, 19 σκαραβαίοι ανακαλύφθηκαν σε ταφικά σύνολα, ενώ μόνο ένα παράδειγμα φαίνεται να είναι αποτέλεσμα εγχώριας παραγωγής. Παράλληλα, από τα έξι παραδείγματα που εντοπίστηκαν σε χώρους ιδιωτικών ή δημόσιων κτιρίων τα τέσσερα είναι εισηγμένα και δύο εγχώρια. Επίσης, εισηγμένοι φαίνεται να είναι οι περίπου έξι σκαραβαίοι που προήλθαν από άγνωστη ή αβέβαιη θέση εύρεσης, αν και μόνο για τον ένα είναι γνωστό ότι βρέθηκε κοντά στη Θήβα (Γράφημα 10). Ως εκ τούτου, 29 σκαραβαίοι είναι εισηγμένοι και τρεις εγχώριοι. Επίσης, οκτώ σκαραβαίοι της Ρόδου προέρχονται μόνο από ταφές και είναι όλοι εισηγμένοι. Το ίδιο ισχύει για τους πέντε σκαραβαίους από την Κω. Συνολικά, λοιπόν, οι εισηγμένοι είναι 42 στον 274 Haas-Lebegyev 2010, Pinch 2004, Teeter 2011,

95 αριθμό. Από τους εισηγμένους του ηπειρωτικού χώρου που εντοπίστηκαν σε ταφικά σύνολα 10 προέρχονται από τάφους της Περατής, τρεις από τις Μυκήνες, δύο από την Πρόσυμνα, ένας από τον Άγιο Ηλία, ένας από την Πύλο, ένας από το Διμήνι, δύο από τα Αηδόνια. Από όσους εισηγμένους βρέθηκαν σε θέσεις ιδιωτικών ή δημόσιων κτιρίων δύο προέρχονται από τις Μυκήνες και ένας από τη Σπάρτη. Στους παραπάνω προστίθενται έξι σκαραβαίοι αγνώστου προέλευσης (Γράφημα 11). Από την άλλη, οι εγχώριοι αντιπροσωπεύονται από τον σκαραβαίο (αρ. κατ. 84) του τάφου 526 στις Μυκήνες, το παράδειγμα από λάπις λάζουλι (αρ. κατ. 104) από την οικία στο Λευκαντί και τον σκαραβαίο από το χώρο του ιερού στη Μήλο (αρ. κατ. 103). Στους περισσότερους σκαραβαίους το υλικό κατασκευής είναι η φαγεντιανή,, αν και δεν λείπουν παραδείγματα από στεατίτη, από κορναλίνη, από ελεφαντόδοντο, από αμέθυστο και υαλόμαζα. Από την άλλη πλευρά, αντιπροσωπεύονται και άλλα πετρώματα σε τουλάχιστον τρία παραδείγματα από τις Μυκήνες, το Λευκαντί και το Διμήνι, τα οποία κατασκευάστηκαν από λάπις λάζουλι και ένα παράδειγμα (αρ. κατ. 101) από άγνωστο υλικό από το ιερό της Αρτέμιδος στη Σπάρτη (Γράφημα 12). Ε. Συμπεράσματα Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι σε σύνολο περίπου 127 σκαραβαίων από όλο το Αιγαίο το μεγαλύτερο ποσοστό συνιστούν οι εισηγμένοι με περίπου 96 παραδείγματα από την Κρήτη, την Ηπειρωτική Ελλάδα, τα νησιά και τα ναυάγια, ενώ περίπου 29 παραδείγματα αντιπροσωπεύουν την εγχώρια παραγωγή. Βέβαια, το μεγαλύτερο ποσοστό εισηγμένων και εγχώριων σημειώνεται στην Κρήτη με περίπου 44 εισαγωγές και 26 εγχώρια έργα. Ταυτόχρονα, οι εισηγμένοι από τον Ηπειρωτικό, την Ρόδο και την Κω αν και είναι λιγότεροι αντιπροσωπεύονται από 42 δείγματα εισηγμένων σκαραβαίων. Στα παραπάνω προστίθενται και οι 10 σκαραβαίοι από τα ναυάγια. Παρόλα αυτά, και οι δύο κατηγορίες συμβάλλουν στην αποσαφήνιση του είδους των επαφών ανάμεσα στο Αιγαίο, την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή. Ωστόσο, το είδος των επαφών διαμορφώνεται, αρχικά, από τις γραπτές πηγές. Έτσι, οι πρώτες μαρτυρίες αφορούν τις σχέσεις της Κρήτης με την Αίγυπτο και αφορούν τους Μινωίτες ή Keftiu. Οι αναφορές σε κείμενα συνεχίζονται από τον 14 ο έως τον 17 ο αιώνα π.χ. και συναντώνται σε τοπογραφικές λίστες, πάπυρους, τοίχους ταφών, χρονικά και αναθηματικές στήλες. Μέσα από αυτά παρέχονται πληροφορίες 94

96 για το όνομα, τη γεωγραφική θέση και το είδος των ανταλλαγών. Οι αιγυπτιακές τοιχογραφίες αναπαριστούν άνδρες που φέρουν δώρα και συνοδεύονται από επιγραφές που τους χαρακτηρίζουν ως «Keftiu» ή ως κατοίκους «των νήσων στη μέση της θάλασσας» ή «της χώρας των Keftiu και των νήσων στο μέσον της μεγάλης πράσινης θάλασσας». Εντούτοις, σε κάποιες από αυτές οι επιγραφές που τις συνοδεύουν είτε δεν διατηρούνται ολόκληρες είτε έχουν αλλοιωθεί. Σε τρία παραδείγματα αιγυπτιακών κειμένων της 18ης Δυναστείας προσφέρονται πληροφορίες για τη γλώσσα των Kftiw. Οι αναφορές εμφανίζονται, επίσης, στην στήλη του Sesostris II, τον ιερατικό πάπυρο Ebers των αρχών της 18ης Δυναστείας και σε καταγραφές εισαγωγών του ναυτικού επί βασιλείας του Thutmose III. Παράλληλα, σε χρονικά της βασιλείας του τελευταίου μαρτυρούνται επαφές με την Εγγύς Ανατολή μέσω της μεταφοράς προϊόντων με πλοία των Keftiu, όπως είναι η ξυλεία. Άλλες μαρτυρίες παρέχονται από το λίθινο αγγείο στον τάφο του Thutmose IV ( π.χ.), η επιγραφή που αναφέρει τον όρο Keftiu μεταξύ άλλων σε στήλη σε ναό του Άμμων επί βασιλείας του Amenhotep III ( π.χ.) και ο τοπογραφικός κατάλογος σε βάση αγάλματος από τον ταφικό ναό του Amenhotep III στο Kom el-hetan. Ιδιαίτερα σε τάφους συγκεκριμένων φαραώ συναντώνται περισσότερες μαρτυρίες. Σε αυτούς ανήκουν οι φαραώ Senenmut, Antef, Useramun, Rekhmire, Menkheperresoneb, Hatshepsut και του Thuthmosis III. Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι η περίοδος βασιλείας των τελευταίων δύο φαραώ είναι σημαντική, επειδή συμπίπτει με την ακμή της μινωικής επιρροής στην αιγυπτιακή καλλιτεχνική παραγωγή. Άλλωστε, δεν λείπουν τα εικονογραφικά και γραπτά τεκμήρια που δηλώνουν επαφές, κυρίως δώρα, ήδη από την βασιλεία του φαραώ Thutmose I. Αυτή η ανταλλαγή δώρων συνεχίζεται την περίοδο βασιλείας της Hatshepsut τόσο με τους Keftiu όσο και με άλλους ανατολικούς λαούς. Ας μην λησμονηθεί ότι ακμή του Μινωικού πολιτισμού στον τομέα της τέχνης και της αρχιτεκτονικής κατά την ΥΜ ΙΒ περίοδο συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με την περίοδο βασιλείας του Thutmose III. Eπί βασιλείας του Thutmose III πραγματοποιείται η ανοικοδόμηση με λαξευτή τοιχοποιία των ανάκτορων της Κνωσού, της Κάτω Ζάκρου και των Γουρνιών, καθώς και άλλων κέντρων. Παράλληλα, οι αναφορές εμφανίζονται και σε αρχιτεκτονικά έργα όπως στο ναό του Άμμωνος-Ρα στο Καρνάκ σε λίστα τοπωνυμιών, της εποχής του Amenophis III κατά τη βασίλεια του οποίου ο όρος εμφανίζεται έξι φορές μαζί με τον όρο Tanaja που αναφέρεται τρεις φορές. Πληροφορίες προσφέρονται και από τοιχογραφίες στο Tell el Dabᶜa και στους τάφους στις Θήβες, σε παραστάσεις σε θέσεις 95

97 στη Συρία,όπως στο Kabri, στο Alalakh και στην Qatna, και από την κυπριακή-μινωική γραφή στην Κύπρο. Το φαινόμενο της εξάπλωσης των μινωικών επιρροών στην τέχνη των περιοχών της Ανατολίας, όπως στη Μίλητο, στην περιοχή Alalakh και στο Tel- Kabri αποτελεί συνέπεια της αυξανόμενης εξάπλωσης του μινωικού πολιτισμού κατά το 16ο αιώνα π.χ.. Άλλες αναφορές γίνονται σε μινωικές τοιχογραφίες στην πόλη Avaris που χρονολογούνται στην ύστερη περίοδο των Υξώς και στην πρώιμη 18η Δυναστεία. Παρόμοιες αναφορές εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ακενατών και στη συνέχεια του Ραμσή ΙΙ. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τη βασιλεία του Amenhotep IV ( π.χ.), δηλαδή του φαραώ Ακενατών, συνεχίζονται μόνο οι αναφορές στους κάτοικους των «νήσων στο μέσον του μεγάλου πρασίνου» και εμφανίζεται ο νέος όρος «Tanaja», δηλαδή οι Μυκηναίοι. Προχωρώντας παρουσιάζονται αλλαγές στις απεικονίσεις των πληθυσμών από το Αιγαίο και στις αναφορές στους ίδιους στις αιγυπτιακές πηγές με διαφορετικούς όρους, όπως Kftiw, iww bryw-ib και Η3w nbwt, οι οποίες αντανακλούν τις μεταβολές στην ισορροπία των επαφών μεταξύ των δύο περιοχών κατά τη 18η και 19 Δυναστεία, δηλαδή μεταξύ π.χ.. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής αυξάνονται οι αναφορές στις «νήσους στο μέσον της θάλασσας» που συνήθως ταυτίζεται με τη δραστηριότητα των Μυκηναίων. Αυτή η αύξηση είναι εμφανής ήδη από τον 15ο αιώνα και σηματοδοτεί την αύξηση των επαφών της Αιγύπτου με τις Μυκήνες και τη μείωση με την Κρήτη. Τα βαθύτερα αίτια αυτών των επαφών και του εμπορίου στο Αιγαίο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού μπορούν να σχετίζονται με οικονομικά κίνητρα, αλλά και με διπλωματικές σχέσεις. Άλλωστε οι τελευταίες αποτελούσαν συνηθισμένη πρακτική μεταξύ των βασιλέων της Αιγύπτου και της Εγγύς Ανατολής. Παρόλα αυτά, μπορεί να σχετίζονται και με την έλλειψη πρώτων υλών στην Κρήτη. Μέσω, λοιπόν, θαλάσσιων οδών θα πραγματοποιούνταν ανταλλαγές αγαθών, όπως χαλκού, ασημιού, κασσίτερου, ημιπολύτιμων πετρών και ελεφαντόδοντου από την Ανατολή με αντάλλαγμα υφάσματα, ξυλεία, όπλα, διακοσμημένη κεραμική και μετάλλινα αγγεία. Αυτές οι θαλάσσιες οδοί ένωναν την Κρήτη με την Αίγυπτο, την Ανατολία, την Συρία-Χαναάν και την Κύπρο. Κατά συνέπεια, ο ρόλος των αντικειμένων είναι κομβικός στην διαμόρφωση των επαφών. Αυτό φαίνεται συγκεκριμένα στη μικροτεχνία από τις αιγυπτιακές σφραγίδες και τα ειδώλια που βρέθηκαν στην Κρήτη. Παρά το γεγονός ότι οι αιγυπτιακές εισαγωγές, έμμεσες και άμεσες, στην Κρήτη είναι πολυάριθμες οι σκαραβαίοι είναι 96

98 μία από τις πιο γνωστές. Εμφανίζονται μαζί με άλλα αντικείμενα ήδη από την ΜΜ ΙΑ και επηρεάζουν την μινωική εικονογραφία. Είναι γνωστό ότι εμφανίζονται ως φυλαχτά για πρώτη φορά στην Αίγυπτο και από την αρχή της Πρώτης Μεταβατικής Περιόδου, μετά τη 10η Δυναστεία, εμφανίζονται στην Συροπαλαιστίνη, στο Αιγαίο και την Κρήτη, κυρίως σε ταφές της ΠΜ ΙΙΙ ΜΜ ΙΑ περιόδου. Στην Κρήτη τα πιο πρώιμα παραδείγματα εισηγμένων σκαραβαίων προέρχονται από τάφους της περιοχής της Λεβήνας και του Πλατάνου στην πεδιάδα της Μεσαράς, των Γουρνών, των Αρχανών, του Πόρου Ηρακλείου, του Καστελιού στα Χανιά, της Κνωσού, της Αγίας Τριάδας, της περιοχής Ζαφέρ Παπούρα, της Κεφαλάς και της Φορτέτσας. Αντίστοιχα τα πρώτα παραδείγματα εγχώριων σκαραβαίων βρέθηκαν στην περιοχή του Αγίου Ηλία, της Μονής Οδηγήτριας, της Κουμάσας, των Γυψάδων, της Κάτω Ζάκρου. Κοινό χαρακτηριστικό των περισσότερων τάφων είναι ο πλούτος των ευρημάτων εισηγμένων και εγχώριων και το γεγονός ότι οι περισσότεροι χρησιμοποιούνταν για μεγάλες χρονικές περιόδους. Ιδιαίτερα οι σκαραβαίοι με επιγραφές που προέκυψαν από αυτές τις ταφές βοηθούν στο συγχρονισμό των χρονολογήσεων. Από την άλλη πλευρά οι εγχώριοι μαρτυρούν την εξέλιξη της μινωικής παραγωγής και το βαθμό αφομοίωσης των αιγυπτιακών ή ανατολικών θεμάτων στην εικονογραφία. Παρά το γεγονός ότι οι σκαραβαίοι σε τάφους συνιστούν το μεγαλύτερο ποσοστό της κατηγορίας αυτής, αρκετοί εισηγμένοι εμφανίζονται σε ανακτορικά κέντρα της Κνωσού, των Χανίων. Ταυτόχρονα, αντιπροσωπεύονται και εγχώρια παραδείγματα σε περιοχές, όπως τα Μάλια και το Παλαίκαστρο. Ας σημειωθεί ακόμη ότι σε ορισμένες από τις παραπάνω περιοχές βρέθηκαν σκαραβαίοι σε χώρους ιδιωτικών ή δημοσίων κτιρίων όπως στην Κνωσό, τον Πόρο, τις Αρχάνες και το Καστέλλι. O εντοπισμός σκαραβαίων σε ταφές υποδεικνύει μεν την αναθηματική τους χρήση, ωστόσο δεν επιβεβαιώνει τη λατρευτική. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι ενώ τα σκαθάρια με κεραίες και τα υποκατάστατά τους συναντώνται σε θέσεις λατρείας, τόσο κατά την Πρώτο-ανακτορική όσο και τη Νέο-ανακτορική περίοδο και έχουν αποτροπαϊκό χαρακτήρα, δεν φαίνεται να συντελείται ο ίδιος συσχετισμός στη μινωική Κρήτη για τους σκαραβαίους. Η συνύπαρξη τους με άλλα, κυρίως προσωπικά, αντικείμενα υποδηλώνει πως αποτελούσαν, επίσης, οικογενειακά κειμήλια. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις συνοδεύονταν από χάντρες, περιδέραια, σφραγίδες ή καρφίτσες παραπέμποντας έτσι στην αξιοποίησή τους ως εξωτικά κοσμήματα. Άλλωστε, η λειτουργία εργαστηρίων στον Πόρο, στις περιοχές της Μεσαράς, της Κνωσού και των Χανίων επιβεβαιώνουν την ύπαρξη τοπικής παραγωγής. Ενδεχομένως 97

99 η ύπαρξη πολλών σκαραβαίων από άγνωστη θέση εύρεσης οφείλεται στη διακίνηση των προϊόντων τέτοιων εργαστηρίων. Εξάλλου ήδη από την ΜΜ ΙΙ περίοδο οι Μινωίτες τεχνίτες είχαν αρχίσει να εξοικειώνονται με την κατεργασία σκληρών ημιπολύτιμων λίθων. Κατά συνέπεια, η δευτερογενής επεξεργασία ορισμένων εισηγμένων σκαραβαίων οδήγησε σταδιακά στη δημιουργία των λεγόμενων μινωικών σκαραβοειδών. Τα τελευταία ξεχωρίζουν από το υλικό κατασκευής, την λευκή ύλη και παγιώνονται μέχρι τη ΜΜ ΙΙΙ περίοδο. Οι αλλαγές αυτές υποδεικνύουν ότι οι Μινωίτες υιοθέτησαν το γενικό σχήμα των εισηγμένων σκαραβαίων αποκλείοντας χαρακτηριστικά και εφαρμόζοντας νέα, όπως φαίνεται ιδιαίτερα στη διαφορετική επεξεργασία της κεφαλής, καθώς και στην απουσία ενεπίγραφων παραδειγμάτων σκαραβαίων σε αντίθεση με τους εισηγμένους αιγυπτιακούς. Απουσία που ίσως οφείλεται στη δυσκολία κατανόησης των συμβόλων της ιερογλυφικής γραφής εκ μέρους των Μινωιτών καλλιτεχνών και ως εκ τούτου στην αποτίμηση του νοήματός της. Επιπλέον, στο Αιγαίο, παρά το γεγονός ότι αρκετές εικονιστικές συνθέσεις είναι φανερά επηρεασμένες από την Ανατολία, εντούτοις αναπτύσσονται και διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό τα τοπικά στυλ. Σταδιακά η παραγωγή εγχώριων σκαραβαίων και η χρήση των εισηγμένων περιορίζεται σε διακοσμητική περισσότερο και μάλλον όχι σε λειτουργική. Εξάλλου, σε συμβολικό αλλά και σε πρακτικό επίπεδο η εισαγωγή αντικειμένων από μακρινές περιοχές θα μπορούσε είτε να αφομοιωθεί είτε να υποστεί μετατροπές για να προσαρμοστεί στις ιδεολογικές ή και πολιτικές απαιτήσεις της εκάστοτε τοπικής ελίτ. Όπως προαναφέρθηκε οι πρώτες αναφορές στους Μυκηναίους που σηματοδοτούν την αλλαγή στην ισορροπία των δυνάμεων εμφανίζονται στην λεγόμενη «Αιγαιακή λίστα» από τη θέση Kom-el Hetan κοντά στην Κοιλάδα των Βασιλέων, στα κατάλοιπα του ταφικού ναού του Amenhotep III. Εκεί στις βάσεις κάποιων αγαλμάτων αναφέρονται τρεις λέξεις ή φράσεις στο Αιγαίο πρώτα με τον όρο «Kft(j)w, Keftiu», στη συνέχεια με τον όρο «Tj-n3-jj, (Tanaja)», υποδηλώνοντας την Ηπειρωτική Ελλάδα και τέλος ο όρος «Iww hryw-ib nw W3d-wr» που σημαίνει «οι Νήσοι στο μέσον του Μεγάλου Πρασίνου» που ταυτίζεται με τα νησιά των Κυκλάδων. O όρος Tj-n3-jj συναντάται σε επιγραφές μία φορά κατά το 15ο αιώνα π.χ., τρεις κατά το 14ο αιώνα π.χ. και δύο κατά τον 13ο αιώνα π.χ. επί βασιλείας του Thutmose III, Amenhotep III και Ραμσή ΙΙ. Από την άλλη πλευρά οι επαφές με την Ανατολία μαρτυρούνται κυρίως από τη συμφωνία του 13 ου αιώνα που υπογράφηκε ανάμεσα στο Χετταίο βασιλιά Tudhaliya IV και Šaušgamuwa της Amurru. Σημαντική γραπτή μαρτυρία συνιστούν, 98

100 ακόμη, τα κείμενα για την Ahhiyawa από το χεττιτικό αρχείο στη Χαττούσα. Στα παραπάνω προστίθενται οι πινακίδες της Γραμμικής Β από την Πύλο και τις Μυκήνες που περιέχουν έμμεσες ή άμεσες αναφορές στην Αίγυπτο, τη Συροπαλαιστίνη, την Ανατολία, τη Μεσοποταμία και την Κύπρο. Ωστόσο, περισσότερες πληροφορίες παρέχουν τα αιγυπτιακά και ανατολικά αντικείμενα από θέσεις της ύστερης εποχής του Χαλκού, καθώς και τα μυκηναϊκά αντικείμενα και η κεραμική που ανακαλύφθηκαν στις παραπάνω περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι σε θέσεις της ΥΕ Ι-ΙΙΙ στις Μυκήνες τα περισσότερα εισηγμένα προϊόντα από την Εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο είναι, κυρίως, μικροαντικείμενα όπως καρφίτσες, σφραγίδες, σκαραβαίοι και άλλα κατασκευασμένα από ελεφαντόδοντο και γυαλί που εμφανίζονται διασκορπισμένα σε διάφορες θέσεις. Αυτό είναι εμφανές στην περίπτωση των αιγυπτιακών σκαραβαίων, που βρέθηκαν στις Μυκήνες και τη Ρόδο, με επιγραφές του ονόματος του φαραώ Amenophis ΙΙΙ. Συνεπώς, υπήρχε ένα εμπορικό δίκτυο που κατευθυνόταν κυρίως προς τα μεγάλα ανακτορικά κέντρα από όπου γινόταν αναδιανομή. Μολονότι, κατά την ΥΕ/ΥΜ Ι-ΙΙΙ Α τα ανατολικά προϊόντα μεταφέρονταν προς την Κρήτη κατά την ΥΕ/ΥΜ ΙΙΙ Β-Γ η μεταφορά τους κατευθύνεται προς την Ηπειρωτική Ελλάδα. Δεν πρόκειται, ωστόσο, να αναδειχθούν τα αίτια αυτής της διασποράς ανατολικών και αιγυπτιακών αντικειμένων στον ηπειρωτικό χώρο, αν δεν ληφθεί υπόψη το υλικό που υποδηλώνει την επιρροή από την Κρήτη τόσο στις τέχνες όσο και στις κατασκευές, που ίσως συνοδεύτηκε από μετακίνηση τεχνιτών κυρίως κατά την ΥΜ ΙΙΙ Α 1-2 περίοδο. Ένας ακόμη παράγοντας, όχι αμελητέος, είναι και η διεύρυνση της σφαίρας επιρροής των Μυκηνών κατά την ΥΕ/ΥΜ ΙΙΙ Α2 και εξής σε πολλές περιοχές του ανατολικού. Αρκετά παραδείγματα σκαραβαίων της ΥΕ περιόδου έχουν βρεθεί σε νησιά όπως η Ρόδος και η Κως. Σε σχέση με την Κρήτη, όπου περίπου παραδείγματα βρέθηκαν σε τάφους, οι σκαραβαίοι της Ηπειρωτικής Ελλάδας είναι λιγότεροι στο σύνολό τους, αλλά το μεγαλύτερο ποσοστό βρέθηκε, επίσης, σε τάφους και αντιπροσωπεύεται από περίπου 19 παραδείγματα. Στις περισσότερες ταφές οι σκαραβαίοι αυτοί συνοδεύονταν από πλήθος αντικειμένων, μεγάλης αξίας, τα οποία χαρακτήριζαν τους κατόχους τους. Συνοδεύονται και εδώ από πρώτες ύλες, ημιπολύτιμους λίθους, πλακίδια με δέλτους των φαραώ, περιδέραια, ειδώλια, εργαλεία, μεγάλη ποσότητα κεραμικής και εξίσου μεγάλο ποσοστό χαντρών από διάφορα υλικά. Επομένως, είναι πιθανό να χρησιμοποιούνταν ως κοσμήματα ή να αποτελούσαν οικογενειακά κειμήλια. Ακόμη, η 99

101 χρήση τους ως φυλακτών ή ως αναμνηστικών δεν αποκλείεται δεδομένων των επιρροών από την Κρήτη και την Αίγυπτο. Ιδιαίτερα όσοι έφεραν επιγραφές ονομάτων φαραώ, όπως του Amenhotep III και της συζύγου του βασίλισσας Tiyi είναι πιθανό να αποτελούσαν ξεχωριστό δώρο προς κάποιο πρόσωπο. Παρόμοια παραδείγματα έχουν βρεθεί και στη Ρόδο. Από την άλλη, ορισμένοι σκαραβαίοι από λάπις λάζουλι, όπως ο εγχώριος σκαραβαίος από το Λευκαντί της Εύβοιας, είναι πιθανό να προήλθαν από περιοχές της Εγγύς Ανατολής, ίσως με τη μορφή δώρου, αν ληφθούν υπόψη οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των βασιλέων των διαφόρων κέντρων που περιεγράφηκαν πιο πάνω. Ενδεχομένως στη κατηγορία των προσωπικών δώρων ανήκουν οι σκαραβαίοι από άγνωστη θέση εύρεσης. Τη διεύρυνση του δικτύου ανταλλαγών αντανακλά η ύπαρξη των δύο ναυαγίων του 14 ου αιώνα π.χ., του Uluburun και της Χελιδωνίας. Το πρώτο πλοίο, που βρέθηκε ανάμεσα στην Κύπρο και τη Ρόδο, φαίνεται ότι ξεκίνησε την πορεία του από την Κύπρο ή την Συριακή ακτή με κατεύθυνση προς τη Δύση. Αυτό επιβεβαιώνεται από την μελέτη των αντικειμένων. Τα ευρήματα του ναυαγίου προσφέρουν πληροφορίες για τις επαφές ανάμεσα στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου. Ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνεται κεραμική από διάφορες περιοχές, αντικείμενα μικροτεχνίας και εργαλεία διαφόρων ειδών. Βάση της μυκηναϊκής κεραμικής το ναυάγιο χρονολογείται στα τέλη του 14ου αιώνα π.χ. Η χρονολόγηση του ναυαγίου καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον χρυσό σκαραβαίο (αρ. κατ. 115) με το όνομα της βασίλισσας Nefertiti. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο χρυσός ως υλικό συνηθίζεται από την περίοδο του Ακενατών και εξής, όταν οι σκαραβαίοι αντικαθίστανται σταδιακά από τα χρυσά δαχτυλίδια, που δήλωναν κυρίως το κύρος του κατόχου τους. Παρόμοια παραδείγματα έχουν βρεθεί και στο Αιγαίο, όπως σε ένα σκαραβαίο από τάφο στην Κω. Παράλληλα, υπάρχουν στο εν λόγω ναυάγιο σκαραβαίοι που, ίσως, χρησιμοποιήθηκαν ως φυλαχτά ή κοσμήματα, αλλά έφτασαν στο πλοίο μέσω της Συροπαλαιστίνης και όχι άμεσα από την Αίγυπτο. Το ναυάγιο προσφέρει πληροφορίες για τη διακίνηση των προϊόντων, των έργων της αιγυπτιακής τέχνης, της ανταλλαγής αντικειμένων και ειδικά των πρώτων υλών, που αναφέρονται και στο αρχείο της Αμάρνα. Τουλάχιστον σε μία περίπτωση αποδεικνύεται η ανταλλαγή αντικειμένων μεταξύ του βασιλιά της Alasia και του βασιλιά της Αιγύπτου. Είναι πιθανό ο χρυσός σκαραβαίος της Nefertiti να ανήκε σε αξιωματούχο της περιόδου και να εξάχθηκε από την Αίγυπτο μετά από αυτή την περίοδο, ίσως κατά τη 18η Δυναστεία. Οι σκαραβαίοι του ναυαγίου και τα υπόλοιπα 100

102 αιγυπτιακά αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν σε αυτό φαίνεται πως ήταν οικογενειακά κειμήλια ή αντικείμενα που φυλάχθηκαν για την εγγενή τους αξία. Το γεγονός πως οι σκαραβαίοι του ναυαγίου, όπως και τα άλλα μικροαντικείμενα, χρονολογούνται σε διαφορετικές περιόδους υποδεικνύει ότι μεταφέρονταν από το πλοίο ως ένα σύνολο διαφόρων αντικειμένων. Το ίδιο είναι πιθανό να ισχύει και στην περίπτωση του ναυαγίου της Χελιδωνίας του 12 ου αιώνα π.χ., το οποίο περιλάμβανε, επίσης, σκαραβαίους διαφόρων περιόδων. Στο ναυάγιο του Uluburun ο συνδυασμός των αιγυπτιακών αντικειμένων και της μυκηναϊκής κεραμικής υποδεικνύουν ότι το ναυάγιο ήταν σύγχρονο με την ύστερη 18η Δυναστεία ή την αρχή της 19ης Δυναστείας, δηλαδή στο τελευταίο τέταρτο του 14ου αιώνα ή στις αρχές του 13ου αιώνα π.χ. Η ετερογένεια των ευρημάτων του ναυαγίου υποδεικνύουν πως αυτά κατευθύνονταν σε συγκεκριμένο προορισμό. Ίσως πρόκειται για μία ακόμη μορφή ανταλλαγής βασιλικών δώρων, όπως παρουσιάζεται μέσω των πηγών της περιόδου, στην οποία συμμετείχαν αξιωματούχοι ή μέλη της μυκηναϊκής ανώτερης τάξης. Παρόλα αυτά, επειδή το γεγονός δεν επιβεβαιώνεται ρητά από πηγές είναι πιο πιθανό οι Μυκηναίοι να επωφελούνταν το είδος του εμπορίου που είχε ήδη διαμορφωθεί μεταξύ των μεγάλων κέντρων της Εγγύς Ανατολής και της Αιγύπτου και περιοχών όπως η Κρήτη και η Κύπρος. Αν και δεν είναι γνωστό πως βρέθηκαν στο πλοίο οι παραπάνω σκαραβαίοι, το πιο πιθανό είναι να αποτελούσαν ιδιοκτησία κάποιου μέλους του πληρώματος, ίσως κάποιου Σύριου, Αιγύπτιου ή και Κύπριου με λατρευτικές - προστατευτικές ιδιότητες ή ένα είδος αναμνηστικού από την Αίγυπτο ή τη Συρία. Σε κάθε περίπτωση το ναυάγιο μετέφερε μπρούτζο και χαλκό, ενώ η κεραμική και τα υπόλοιπα αντικείμενα φαίνεται να προέρχονται από την Κύπρο και τη Συρία. Τα μεταλλεύματα αν και προέρχονται κατά κανόνα από την Κύπρο, υπάρχουν ενδείξεις σε αιγυπτιακούς τάφους της 18ης Δυναστείας ότι παρόμοια υλικά, όπως χάλκινοι ράβδοι, εξάγονταν, επίσης, από την Συρία. Η ίδια εικόνα επικρατεί και στο ναυάγιο της Χελιδωνίας. Το γεγονός ότι τα μοτίβα των σκαραβαίων που βρέθηκαν σε αυτό συναντώνται σε περιοχές εκτός της Αιγύπτου, όπως είναι η Συρία, η Παλαιστίνη και η Κύπρος, αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τον προσδιορισμό της προέλευση των κατόχων τους. Σε αυτό συντείνει το γεγονός ότι ο τρόπος κατασκευής, παρά τις φαινομενικές ομοιότητές τους με παράλληλα από την Αίγυπτο, δεν είναι αμιγώς αιγυπτιακός. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων των δύο ναυαγίων προέρχεται από κέντρα της Εγγύς Ανατολής. 101

103 Εκτός αυτού, πολλά από αυτά απεικονίζονται στην αιγυπτιακή τέχνη και αναφέρονται σε γραπτές πηγές, όπως στο αρχείο της Αμάρνα. Ο αριθμός των μυκηναϊκών αντικειμένων είναι μικρότερος και περιορίζεται σε δύο σφραγίδες, ορισμένες χάντρες, ξίφη, κεραμική και μία καρφίτσα. Ωστόσο, η εύρεση τους υποδηλώνει τουλάχιστον την συμμετοχή των Μυκηνών στο ευρύτερο δίκτυο των επίσημων-διπλωματικών επαφών που είχε ήδη εδραιωθεί στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό γίνεται φανερό, επίσης, από το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις σφραγίδες που ανακαλύφθηκαν στα δύο ναυάγια προέρχονται από την Εγγύς Ανατολή και ομοιάζουν με αυτές που αποστέλλονταν στους φαραώ ως δώρα, φαινόμενο που επιβεβαιώνεται και στην περίπτωση των ανατολικών σφραγίδων της Θήβας. Σε αυτό το πλαίσιο εξηγείται και η παρουσία των σκαραβαίων που εμφανίζονται διάσπαρτοι στον ηπειρωτικό χώρο. Ανακεφαλαιώνοντας, είναι φανερό ότι μεταξύ των μεγάλων κέντρων της Ανατολικής Μεσογείου και των περιοχών του Αιγαίου υπήρχε μία αδιάσπαστη επικοινωνία, παρά τις αλλαγές στο είδος ή τη μορφή των επαφών. Αυτό το δίκτυο εμπορικών και διπλωματικών επαφών φανερώνεται μέσω των πηγών των εκάστοτε περιόδων, καθώς και διαμέσου των κινητών ευρημάτων. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι σκαραβαίοι, οι οποίοι μέσα από τις επιγραφές, το υλικό κατασκευής τους, το σχήμα τους και τη θέση στην οποία βρέθηκαν μαρτυρούν την εξέλιξη του εμπορίου και την μετάδοση των πολιτισμικών στοιχείων από περιοχή σε περιοχή που οδήγησε και στην ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής. Ταυτόχρονα, τόσο οι σκαραβαίοι όσο και τα άλλα αντικείμενα που τους συνόδευαν υποδεικνύουν ότι η αφομοίωση διαφορετικών επιρροών ευνοεί την ανάδειξη των τοπικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών. 102

104 Βιβλιογραφία Αλεξίου, Σ «Οι Πρωτομινωικοί τάφοι της Λεβήνος και η Εξέλιξις των Προανακτορικών Ρυθμών». Κρητικά Χρονικά 15: και Warren, Peter «The Early Minoan Tombs of Lebena, southern Crete». Στο SIMA XXX. Επιμ. Alexiou, S. και P., Warren , Sweden: Paul Åstrӧms Fӧrlag Sävedalen. Alden, M.J Bronze Age Population Fluctuations in the Argolid from the Evidence of Mycenaean Tombs. Gӧterborg: Paul Åstrӧms Forlag. Αραβαντινός, Β «Το αρχαιολογικό έργο στη Θήβα: οι άνθρωποι και τα αρχαία». Στο 100 Χρόνια Αρχαιολογικού Έργου στη Θήβα, Οι πρωτεργάτες των ερευνών και οι συνεχιστές τους Νοεμβρίου 2002.Επιμ. Αραβαντινός, Β. και Ε. Θήβα. Aruz, J «Artistic Change and Cultural Exchange- The Glyptic Evidence.» Στο CMS 6. Επιμ. Matz, F., 1-13 Mainz: Academia der Wissenschaften und der Literatur «Marks of Distinction, Seals and Cultural Exchange Between the Aegean and the Orient (ca B.C.)». Στο CMS 7. Επιμ. Von Zabern, V.P. Academie der Wissenschaften und der Literatur. Aslanidou, K «Some Ornamental Scenes on the Wall Paintings from Tell el Dabᶜa: Iconography and Context». Στο The Synchronization of Civilizations in the Eastern Mediterranean in the Second Millennium B.C. III. Proceedings of the SCIEM nd EuroConference Vienna, 28th of May 1st of June Επιμ.Bietak, M. και E. Czerny, Wien: Österreichische Akademie der Wissenschaften. Åstrӧm, P «Remarks on Middle Minoan Chronology». Στο Κρητικά Χρονικά , Pomerance, Leon και Palmer, Leonard R «Studies in Aegean Chronology». Επιμ. Åstrӧm, P, L.R. Palmer και L. Pomerance. Sweden: Gothenburg. 103

105 Bartonĕk, Α. 1998: «The Name of Thebes in the Documents of the Mycenaean Era». Minos N. S España: Ediciones Universidad de Salamanca. Bass, G.F. 1961a. «The Cape Gelidonya Wreck: Preliminary Report*.». Στο AJA Bass, G.F. και Throckmorton, P «Excavating a Bronze Age Shipwreck.». Στο Archaeology Bass, G.F. 1986a. «A Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun (Kaṣ): 1984 Campaign». Στο AJA και Pulak, C «The Late Bronze Age Shipwreck at Uluburun: 1986.». Στο AJA Bass, G.F., C.Pulak, D.Collon και J. Weinstein «The Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun: 1986 Campaign». AJA 93: Bass, G.F «Sailing Between the Aegean and the Orient in the Second Millennium BC.». Στο The Aegean and the Orient in the Second Millennium: Proceedings of the 50 th Anniversary Symposium. Επιμ. Cline, E.H. και D. Harris- Cline Liège: Austin. Bietak, M. και Marinatos, N «The Minoan Wall Paintings from Avaris». Στο Ägypten und Levante 5.Επιμ.Bietak,M.,49-62.Wien: Österreichischen Akademie der Wissenschaften. Bietak, M «Bronze Age Paintings in the Levant: Chronological and Cultural Considerations». Στο The Synchronization of Civilizations in the Eastern Mediterranean in the Second Millennium B.C. III. Proceedings of the SCIEM nd EuroConference Vienna, 28th of May 1st of June Επιμ.Bietak, M. και E. Czerny, Wien: Österreichische Akademie der Wissenschaften. 104

106 και Marinatos, N., Palivou, C Taureador Scenes in Tell El-Dabᶜa (Avaris) and Knossos. Österreichischen Akademie der Wissenschaften Band XXVII. Wien: Austria «The Impact of Minoan art in Egypt and the Levant: a glimpse of palatial art from the naval base of Peru-Nefer at Avaris». Στο Cultures in Context from Mesopotamia to the Mediterranean in the Second Millennium B.C.Επιμ. Aruz,J., S.B Graff και Y. Rakie, New York: Metropolitan Museum of Art. Blackman, D.A Archaeology in Greece Στο AR Archaeology in Greece Στο AR Blegen, C.W Prosymna. Cambridge: University Press. Bosanquet, R.C b. «Excavations at Palaikastro I». Στο BSA και Dawkins, R.M The Unpublished Objects from the Palaikastro Excavations I. Επιμ. Bosanquet, R.C., R.M Dawkins. London: Macmillan. Boufides, N «A Scarab from Grave Circle B of Mycenae.». Στο ΑΑΑ Branigan, K The Tombs of Mesara: A study of Funerary Architecture and Ritual in Southern Crete, B.C.. Επιμ. Branigan, K. London: Gerald Duckworth & Company Limited. Branigan, K «Crete, the Levant and Egypt in the Early Second Millennium B.C.». Στο ΠΑΕ Γ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου Αθήνα «The Late Prepalatial resurrected*». Στο Cretan Offerings, Studies in Honour of Peter Warren, Vol.18. Επιμ. O. Krzyszkowska, British School at Athens: British School at Athens Studies. Brock, J Fortetsa: Early Greek Tombs Near Knossos. Επιμ. Brock, J.K. Great Britain: Cambridge University Press. 105

107 Cadogan, G «Early Minoan and Middle Minoan Chronology». AJA Charles, R. P Note sur un Scarabée Égyptien de Pérati (Attique). Στο BCH Athénes: École Franҫaise d Athénes. Cline, E.H «Amenhotep III and the Aegean: A Reassessment of Egypt-Aegean Relations in the 14th Century «.* B.C Στο Orientalia 56: «Contact and Trade or Colonization?: Egypt and the Aegean in the 14th- 13th Centuries B.C.*.» Στο Minos 25/6: «Amenhotep III, the Aegean and Anatolia.» Στο Amenhotep III, Perspectives of his reign. Επιμ. O Connor, D και E.,Cline Ann Arbor: The University of Michigan Press «The Nature of the Economic Relations of Crete with Egypt and the Near East during the Late Bronze Age.» Στο From Minoan Farmers to Roman Traders: Sidelights on the Economy of Ancient Crete. Επιμ.Chaniotis, A, Stuttgart «Rethinking Mycenaean International Trade with Egypt and the Near East». Στο Rethinking Mycenaean Palaces II: Revised and Expanded Second Edition. Επιμ. M. L. Galaty και W. A. Parkinson Los Angeles Sailing the Wine Dark Sea: International Trade and the Late Bronze Age Aegean. Στο BAR International Series 591. Επιμ. Cline, E.H. Oxford «Bronze Age Interactions between the Aegean and the Eastern Mediterranean Revisited: Mainstream, Periphery, or Margin?». Στο Artchaic State Interaction: The Eastern Mediterranean in the Bronze Age. Επιμ. W. A. Parkinson και M. L. Galaty Santa Fe. 106

108 «Sailing the Great Green Sea? Amenhotep III s Aegean List From Kom El-Hetan, Once More». Στο JAEI Vol. 3: Coldstream, J.N «Five tombs at Knossos». BSA Great Britain: Oxford University Press. Cook, J.M. και J. Boardman «Archaeology in Greece». JHS Crowley, J.L The Aegean and the East. An Investigation into Exchange of Artistic Motifs between the Aegean, Egypt and the Near East in the bronze Age. Επιμ. Crowley, J.L. Hobart. University of Tasmania. Davaras, C «Πρώιμες μινωικές σφραγίδες και σφραγιστικοί δακτύλιοι από το σπήλαιο Γεροντομούρι Λασιθίου». Στο ΑΕ και Soles, J «A New Oriental Cylinder Seal from Mochlos. Appendix: Catalogue of the Cylinder Seals found in the Aegean.» Στο AEphem Dickinson, O.T.P.K «Cretan Contacts with the Mainland during the period of the Shaft Graves». Στο The Minoan Thalassocracy, Myth and Reality. Proceedings of the Third International Symposium at the Swedish Institute in Athens, 31 May-5 June 1982.Επιμ. Ηägg, R. και N.,Marinatos Stockholm: Paul Åstrӧms Fӧrlag. Δημοπούλου, Ν «Πόρος Ηρακλείου». Στο ΚΕ «Πόρος». Στο ΑΔ 42 Β «Πόρος Κατσαμπάς». Στο ΑΔ 48 Β «Workshops and Craftsmen in the Harbour-Town of Knossos at Poros- Katsambas». Στο AEGEAUM 16, ΤΕΧΝΗ: Craftsmen, Craftswomen and Craftsmanship in the Aegean Bronze Age. Επιμ. Laffineur, G. και Philip,P. Betancourt Belgium: Université de Liège. 107

109 «Seals and Scarabs from the Minoan Port Settlement at Poros-Katsambas». Στο CMS Beiheft 6. Επιμ. Müller, W Berlin. Έργον «Αρχάνες». Επιμ. Πετράκου, Β.Χ Αθήνα: Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία. Faure, P «Nouvelles recherches sur trois sortes de sanctuaires crétois». Στο BCH École Franҫaise d Athènes «Toponymes créto-mycéniens dans une liste d Aménophis III». Στο Κάδμος Foster, K.P Aegean Faience of the Bronze Age. New Haven: Yale University Press. Fraser, P.M «Archaeology in Greece, ». Στο Archaeological Reports for The British School of Archaeology at Athens. French, E «The Role of Mycenae.» Στο AEGEAUM 25. Επιμ. Laffineur R., Greco E. Belgium: Université de Liège Halbherr, F. 1901c. «Ruins of Unknown Cities at Haghios Ilias and Prinià». AJA Hallager, E. 1988a. «Khania and Crete ca BC.». Στο Cretan Studies I. Επιμ. Bakker, W.F., C. Davaras, R.F. Willetts και A.M. Hakkert Amsterdam: Adolf, M. Hakkert. Hatzidakis, I «Πρωτομινωικοί τάφοι παρά το χωρίων Γούρνες». ΑΔ Αθήνα: Τυπογραφείο «Εστία». Hoffman, G. L Imports and Immigrants: Near Eastern Contacts with Iron Age Crete. Επιμ. G.L. Hoffman. United States of America: University of Michigan Press. 108

110 Hood, S. 1918b. «Μινωικοί Τάφοι εν Κρήτη». Στο ΑΔ Αθήνα: Τυπογραφείο «Εστία» «Archaeology in Greece, 1959» Στο AR Athens: Hellenic Society and the British School at Athens., Huxley, G. και Sandars, N «A Minoan Cemetery on Upper Gypsades». BSA , «Stratigraphic excavations at Knossos ». Στο Κρητικά Χρονικά , «Pottery and Chronology». Στο The Minoans: Crete in the Bronze Age. Επιμ. Dr.Daniel, G. Great Britain: Thames and Hudson Ltd. Iακωβίδης, Σ. E Περατή, το Νεκροταφείον Α,Γ. Επιμ. Ιακωβίδης, Σ.Ε.Αθήνα: Βιβλιοθήκη της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ.67. Ιακωβίδης, Σ. Ε Περατή Β. Επιμ. Ιακωβίδης, Σ.Ε.Αθήνα: Βιβλιοθήκη της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Iakovidis, S Excavations of the Necropolis at Perati. Επιμ. Elster, E.,S. Institute of Archaeology: University of California, Los Angeles. Kanta, A «Introduction 16 th -11 th cent. B.C.». Στο Eastern Mediterranean, Cyprus-Dodecanese-Crete 16 th -6 th cent. B.C.».Επιμ. Stampolidis,N.C., A.Karetsou και A.Kanta, Heraklion: University of Crete «The Late Minoan III Period in Crete: A Survey of Sites, Pottery and their Distribution». Στο SIMA 58. Gӧterborg: Paul Åstrӧms Fӧrlag. Karetsou et al Κρήτη-Αίγυπτος. Πολιτισμικοί δεσμοί τριών χιλιετιών. Κατάλογος. Επιμ. Καρέτσου, Α. Αθήνα. 109

111 Karytinos, A «Sealstones in Cemeteries: A Display of Social Status?» Στο Cemetery and Society in the Aegean Bronze Age. Επιμ. Branigan,K Great Britain: Sheffield Academic Press. Keel, O. και Κυριακίδης, Ευ «Scarabs». Στο Κρήτη-Αίγυπτος. Πολιτισμικοί δεσμοί τριών χιλιετιών. Κατάλογος. Επιμ. Καρέτσου, Α. Αθήνα Kelder, J.M The Kingdom of Mycenae. A Great Kingdom in the Late Bronze Age Aegean. Επιμ. Kelder, J.M. Bethesda, Maryland: CDL Press «Ahhiyawa and the World of the Great Kings: A Re-evaluation of Mycenaean Political Structures». Στο Recent Research and Perspectives on the Late Bronze Age eastern Mediterranean,TALANTA XLIV. Επιμ. Papadopoulos, A Kenna, V.E.G «Cretan Seals. With a Catalogue of the Minoan Gems in the British Museum». Great Britain: Oxford University Press. Knapp, A.B «Meditterranean Bronze Age Trade: Distance, Power and Place.» Στο AEGEAUM 18. Επιμ. Laffineur R., Greco E. Belgium: Université de Liège Kopanias, K «The Late Bronze Age Near Eastern Cylinder Seals from Thebes (Greece) and their historical implications.» Στο Mitteilungen Band 123. Επιμ. Verlag Philipp von Zabern. Αθήνα: Deutschen Archäologischen Institut Krzyszkowska, O «Aegean Seals. An Introduction.». Στο BICS Suppl. 85. Επιμ. Cornell, T. London: Institute of Classical Studies. La Rosa, V «To Whom Did the Queen Tiyi Scarab Found at Hagia Triada belong?*». Στο Κρήτη-Αίγυπτος. Πολιτισμικοί δεσμοί τριών χιλιετιών. Επιμ. Καρέτσου, Α. Αθήνα. Leclant, J «Fouilles et traveaux en Égypte et au Soudan ». Στο Orientalia

112 Mac Gillivray, J.A Knossos: Pottery Groups of the Old Palace Period. Επιμ. Mac Gillivray, J.A. Great Britain: The British School at Athens. MacGillivray, J.A «Thera, Hatshepsut, and the Keftiu: crisis and response». Στο Time s Up! Dating the Minoan eruption of Santorini, Monographs of the Danish Institute at Athens Vol. 10.Acts of the Minoan Eruption Chronology Workshop. Επιμ. Warburton, D.A Athens: The Danish Institute. Matz, F. και Pini, I Corpus der Minoischen und Mikenichen Spiegel. Band II.1. Επιμ. Platon, N. Iraklion: Archäologisches Museum. Mαρινάτος, Σπ «Ανασκαφή Πύλου.». Στο ΠΑΕ Αθήνα: Αρχαιολογική Εταιρεία. Mastrokostas, E.I «Αιτωλία, Άγιος Ηλίας.». Στο Έργον της Αρχαιολογικής Εταιρείας, «Ανασκαφή Αγίου Ηλία*Μεσολογγίου- Ιθωρίας». Στο ΠΑΕ Αθήνα: Αρχαιολογική Εταιρεία «Ανασκαφή Αγίου Ηλία Μεσολογγίου (Ιθωρίας)». Στο ΑΔ Β Αθήνα. Matić, U «Out of the Word and Out of the Picture? Keftiu and Materializations of Minoans». Στο Encountering Imagery. Materialities, Perceptions, Relations. Επιμ. Danielsson, I.M.B, Fahlander, F. και Sjöstrand, Y., Stockholm: Department of archaeology and classical Studies. Μπάνου, Ε «Σχέσεις Κρήτης και Αν. Μεσογείου κατά το 14 ο αι. π.χ. Ενδείξεις για Εμπορικές Ανταλλαγές από τη μελέτη της Κεραμεικής». Στο ΠΑΕ Ζ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου Α 2. Επιμ. Μitropolitou, S. και T.B. Tzedakis, Ρέθυμνο. Mylonas, G.E Mycenae and the Mycenaean Age. Princeton: Princeton University Press. 111

113 «Ο Ταφικός Κύκλος Α, Το Θρηκευτικό κέντρο των Μυκηνών.». Στο Μυκήναι, Τα Μνημεία και η Ιστορία τους. Επιμ. Καρποδίνη Δημητριάδη, Ε Αθήνα: Εκδοτική Ελλάδος A.Ε. Neimeier, W.D «The End of the Minoan Thalassocracy». Στο The Minoan Thalassocracy,Myth and Reality. Proceedings of the Third International Symposium at the Swedish Institute in Athens, 31 May-5 June 1982.Επιμ. Ηägg, R. και N.,Marinatos Stockholm: Paul Åstrӧms Fӧrlag.., W.-D., and B. Niemeier «Minoan Frescoes in the Eastern Mediterranean.». Στο The Aegean and the Orient in the Second Millenium: Proceedings of the 50th Anniversary Symposium, University of Cincinnati, April 1997, edited by E.H. Cline, and D. Harris-Cline, Liège/Austin. Παναγιωτάκη, Μ «Σκαραβαίοι.» Στο Κρήτη- Αίγυπτος Πολιτισμικοί Δεσμοί Τριών Χιλιετιών. Επιμ. Καρέτσου, Α., Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού. Panagiotopoulos, D «Keftiu in Context: Theban Tomb-paintings as a historical Source». Στο OJA 20/3. Επιμ. Nicholas,P., B. Cunliffe,H. Hamerow και Gosden,C UK: University of Oxford. Παπαγεωργίου-Καζά, Κ «Σφραγίδες και Κοσμήματα.» Στο Ο Θησαυρός των Αηδονιών. Σφραγίδες και κοσμήματα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο. Επιμ.:Δημακοπούλου, Κ. Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού Pariente, A «Chronique des fouilles et découvertes archaéologiques en Grèce en 1990». Στο BCH «Chronique des fouilles et découvertes archaéologiques en Grèce en 1993». Στο BCH Pendlebury, J.D.S. 1930b. Aegyptiaca: A Catalogue of the Egyptian Objects in the Aegean Area. Cambridge: Cambridge University Press. 112

114 . 1930a. «Egypt and the Aegean in the Late Bronze Age». Στο JEA Great Britain. Persson, A.W New Tombs at Dendra Near Midea. Lund: C.W.K. Gleerup. Phillips, J «The Odd Man Out: Minoan Scarabs and Scaraboids.». Στο Scarabs of the Second Millennium BC. From Egypt, Nubia, Crete and the Levant: Chronological and Historical Implications. Επιμ. Bietak, M. και Czerny, E., Wien: Östereichische Akademie Der Wissenschaften. Phillips, J Aegyptiaca on the Island of Crete in their Chronological context: A Critical Review. Vol. I. Επιμ. Bietak, M. και Hunger, H. Wien: Östereichische Akademie Der Wissenschaften. Pini, I «Eleven Early Cretan Scarabs». Στο Κρήτη- Αίγυπτος Πολιτισμικοί Δεσμοί Τριών Χιλιετιών. Μελέτες.. Επιμ. Καρέτσου, Α., Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού. Platon, N «Η Αρχαιολογική κίνησις εν Κρήτη κατά το έτος 1954». Κρητικά Χρονικά «Ανασκαφαί Ζάκρου». Στο ΠΑΕ Pomerance, L The Possible Role of Tomb Robbers and Viziers of the 18 th Dynasty in Confusing Minoan Chronology. Στο Antichità Cretasi: Studi in onore di Doro Levi I. Chronache di archaeologia Roma: Tipografia dell'universita. Popham, M.R «Knossos». ΑΔ 24.Β Αθήνα.. και Sackett, L.H Excavations at Lefkandi, Euboea The British School of Archaeology at Athens: Thames and Hudson «Late Minoan Chronology». Στο AJA

115 Ανασκαφαι εις Λευκαντί Ευβοίας κατά τα έτη Στο ΕΕΣ ΙΘ Εύβοια: Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών «Sellopoulo Tomb 4, Some Aspects of the Finds». ΠΑΕ Γ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου Αθήνα.. Catling, H. W «Sellopoulo Tombs 3 and 4. Two Late Minoan Graves near Knossos». BSA The British School at Athens «A Late Minoan Tomb on Lower Gypsadhes». BSA Porada, E «Further Notes on the Cylinders from Thebes.» Στο AJA American School of Classical Studies. Pulak, C «XI. The Scarabs.» Στο Cape Gelidonya: A Bronze Age Shipwreck. Transactions of the American Philosophical Society, vol.57, pt.8. Επιμ. Bass, G.F Philadelphia a. The Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun, Turkey: 1985 Campaign. Στο AJA b. Excavations in Turkey: 1988 Campaign. Στο INAQ Newsletter 15/ και Siegfried, R.H The Shipwreck at Uluburun: 1993 Excavation Campaign. Στο INAQ 20/ και Siegfried, R.H «1994 Excavation at Uluburun: The Final Campaign.». Στο INAQ 21/ «Who were the Mycenaeans aboard the Uluburn Ship?». Στο EMPORIA. Aegeans in the Central and Eastern Mediterranean, AEGEAUM 25. Επιμ. Laffineur, R. και E. Greco Liège: Austin. 114

116 Rehak, P «Interconnections between the Aegean and the Orient in the Second Millennium B.C.». Στο AJA «Aegean Natives in the Theban Tomb Paintings: The Keftiu Revisited*». Στο AEGEAUM 18:The Aegean and the Orient in the Second Millennium B.C.Επιμ. Cline,E.H. και D.Harris-Cline, Liège: Université de Liège. Renfrew, C The Archaeology of Cult, the Sanctuary at Phylakopi. London: Thames and Hudson. Ρεθεμιωτάκης, Γ «Καστέλλι». Στο ΑΔ 46 Β2. Επιμ. Κυπραίου, Ευ Αθήνα. Rutkowski, J.B The Cult Places of the Aegean. New Haven: Yale University Press. Σακελλαράκης, Ι.Α α. «Ανασκαφή Αρχανών». Στο ΠΑΕ Αθήνα. Sakellarakis, E. και Y «The Keftiu and the Minoan thallasocracy». Στο The Minoan Thallasocracy, Myth and Reality. Proceedings of the Third International Symposium at the Swedish Institute in Athens, 31 May-5 June, Επιμ. Hägg,R. και N. Marinatos, Stockholm: Paul Åstrӧms Fӧrlag. Sbonias, K «Seals from the Cemetery». Στο MONI ODIGITRIA: A Prepalatial Cemetery and Its Environs in the Asterousia, Southern Crete. Επιμ. Vasilakis, A. και K., Branigan Pennsylvania: INSTAP Academic Press. Schulman, A.R «Three Shipwrecked Scarabs.» Στο Expedition 3/ Sergent, B «La liste de KOM EL-HETAN et le Péloponnèse». Στο Minos 16. Επιμ. Ruipérez, M.,S Madrid: Universidad de Salamanca. Taylor, W.D Mycenae, Στο Antiquity Cambridge: Antiquity Publications Ltd. 115

117 Tsountas, C Αρχαιότητες εκ Μυκηνών. Στο ΑΕphem Tzedakis, Y «Ανασκαφή Καστελλίου Χανίων». Στο ΑΔ 22. Β Αθήνα. Van Effenterre και Van Effenterre, H., M «Mallia, Maisons IV, Le quartier Θ ( )». Στο Fouilles Exécutées a Mallia. Επιμ. Van Effenterre, Η., Μ. Paris: Librairie Orientaliste Paul Geuthner. Ward, W.A «The Scarabs from Tholos B at Platanos». Στο AJA Warren, P «Problems of Chronology in Crete and the Aegean in the Third and Earlier Second Millennium B.C.». AJA , P. και Hankey, V Aegean Bronze Age Chronology. Επιμ. Betts, J.H. Great Britain: Bristol Classical Press. Warren, P «Crete and Egypt: The transmission of relationships.» Στο Κρήτη- Αίγυπτος Πολιτισμικοί Δεσμοί Τριών Χιλιετιών, Μελέτες. Επιμ. Καρέτσου, Α., Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού. Watrous, L.V «Egypt and Crete in the Early Middle Bronze Age.» Στο AEGEAUM 18. Cline,E.H. και D.Harris-Cline, Belgium : Université de Liège. Xanthoudides, S «The Vaulted Tombs of Mesara: An Account of some early Cemeteries of Southern Crete». Επιμ. Droop, J.P. London: University Press of Liverpool Ltd. Yule, P Early Cretan Seals: A Study of Chronology. Επιμ. Zabern von, P. Germany: Marburger Studien zur vor-und Frühgeschichte Band

118 Ευρετήριο Εικόνων 1. Lamprou-Phillipson, C. 1990a: σελ.234. αρ εικ Lamprou-Phillipson, C. 1990a: σελ αρ εικ CMS II : αρ CMS II : αρ CMS II : αρ Lamprou-Phillipson, C. 1990a: σελ.253. αρ.185. εικ Σακελλαράκης 1967: σελ.154,157. εικ.137γ. 8. Lamprou-Phillipson, C. 1990a: σελ.186. αρ.10. εικ Σακελλαράκης 1967: σελ.158, εικ.148α. 10. Popham 1969:σελ.422. αρ. 431δ. 11. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ αρ.19. εικ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.250. αρ.179. εικ Karetsou et al. 2000: σελ.314. αρ Brock 1957:σελ.97. αρ.κατ , εικ:75, Brock 1957:σελ.97. αρ.κατ , εικ:75, CMS II : αρ CMS II : αρ CMS II.1, 1969: αρ Lamprou-Phillipson, C. 1990a: σελ.253. αρ.184. εικ Karetsou κ.α. 2000: σελ.323. αρ Karetsou κ.α. 2000: σελ.309. αρ Karetsou κ.α. 2000: σελ.310. αρ CMS II.1, 1969: αρ Popham 1980: σελ.171, εικ. 17d-f. 25. Karetsou κ.α. 2000: σελ.319. αρ Tzedakis 1967: σελ.503. εικ. 377δ. 27. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.386. αρ.571. εικ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.212. αρ.71. εικ

119 29. CMS II.2, 1977: αρ Hood : πιν.a. 31. Betts 1967: σελ. 39. αρ. 42 (1047). 32. Van Effenterre και Van Effenterre 1976: σελ. 71. εικ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.211. αρ.68. πιν Karetsou κ.α. 2000: σελ.324. αρ Karetsou κ.α. 2000: σελ.322. αρ Dimopoulou 2000: εικ Dimopoulou 2000: εικ Karetsou et al. 2000: σελ. 315 αρ Κaretsou et al. 2000, 312, αρ.κατ Κaretsou et al. 2000, 317, αρ. κατ CMS II.1, 1969: αρ Karetsou et al. 2000: σελ αρ Karetsou et al. 2000: σελ αρ Karetsou et al. 2000: σελ αρ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.274. αρ.244. πιν Lamprou-Phillipson 1990a: σελ αρ.245. πιν Pendlebury 1930b: αρ.70. πιν. I. 48. CMS IV 1969: αρ Pendlebury 1930b: αρ.71. πιν. I. 50. Karetsou et al. 2000: σελ.324. αρ CMS IV 1969: αρ CMS IV 1969: αρ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ αρ.182.πιν CMS II.1, αρ CMS II.1, αρ CMS II.1, αρ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ αρ.32. πιν CMS II.1,αρ Karetsou et al. 2000, 305, αρ.κατ Lamprou-Phillipson 1990, 185, αρ.κατ.8, εικ Davaras 1986: εικ.2:στ-ι. 62. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ. 286, αρ.273, πιν

120 63. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ , αρ.272, πιν Iakovidis 1969: πιν. 85. εικ.α. 65. Iakovidis 1969: πιν. 85. εικ.β. 66. Iakovidis 1969: πιν. 85. εικ.γ. 67. Iakovidis 1969: πιν. 85. εικ.δ. 68. Iakovidis 1970: εικ Iakovidis 1970: εικ Iakovidis 1969: πιν. 42. εικ.β. 71. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.386, αρ.570, πιν Lamrpou-Phillipson 1990a: σελ , αρ.567, πιν Lamprou-Phillipson 1990a: σελ , αρ.450, πιν Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.346, αρ.451, πιν Boufides 1970: σελ , εικ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.386, αρ.569, πιν Mastrokostas 1964a: πιν. 325δ. 78. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.358, αρ.490/91, πιν Lamprou-Phillipson 1990: σελ.357, αρ.489, πιν CMS : εικ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.376, αρ.540, πιν Καζά-Παπαγεωργίου 1996: σελ. 59.εικ Μαρινάτος 1958: εικ. 149β. 84. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.344, αρ..439, πιν Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.344,αρ.438, πιν Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.337, αρ..422, πιν Renfrew 1985: πιν. 58e-g. 88. Pulak 1988b: εικ Bass,Pulak,Collon and Weinstein 1989:εικ Bass,Pulak,Collon and Weinstein 1989:εικ Lamprou-Phillipson 1990a: σελ.377, αρ.342, πιν Pulak 1988a: εικ Schulman 1961: με εικόνα. 94. Lamprou-Phillipson 1990a: σελ. 386, αρ.568, πιν Schulman 1961: με εικόνα. 119

121 Κατάλογος εικόνων, γραφημάτων και χαρτών 120

122 Εικ.1 Εικ.2 121

123 Εικ.3 Εικ.4 122

124 Εικ.5 Εικ.6 123

125 Εικ.7 Εικ.8 Εικ.9 124

126 Εικ.10 Εικ.11 Εικ

127 Εικ.13 Εικ

128 Εικ.15 Εικ

129 Εικ.17 Εικ

130 Εικ.19 Εικ

131 Εικ.21 Εικ

132 Εικ.23 Εικ

133 Εικ.25 Εικ.26 Εικ

134 Εικ.28 Εικ

135 Εικ.30 Εικ

136 Εικ.32 Εικ

137 Εικ.34 Εικ

138 Εικ.36 Εικ.37 Εικ

139 Εικ.39 Εικ

140 Εικ.41 Εικ

141 Εικ.43 Εικ

142 Εικ.45 Εικ.46 Εικ

143 Εικ.48 Εικ

144 Εικ.50 Εικ

145 Εικ.52 Εικ

146 Εικ

147 Εικ

148 Εικ.56 Εικ

149 Εικ

150 Εικ.59 Εικ

151 Εικ.61 Εικ.62 Εικ

152 Εικ.64 Εικ

153 Εικ.66 Εικ

154 Εικ.68 Εικ.69 Εικ

155 Εικ.71 Εικ.72 Εικ

156 Εικ.74 Εικ.75 Εικ

157 Εικ.77 Εικ.78 Εικ

158 Εικ.80 Εικ.81 Εικ

159 Εικ.83 Εικ.84 Εικ

160 Εικ.86 Εικ.87 Εικ

161 Εικ.89 Εικ.90 Εικ

162 Εικ.9 Εικ

163 Εικ.94 Εικ

164 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Εισηγμένοι Εγχώριοι Γράφημα 1: Ποσοτική κατανομή των εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από ταφές. ΠΜ 3 ΜΜ 2,5 2 1,5 ΥΜ 19η-26η Δυναστεία 1 0,5 0 Γράφημα 2: Ποσοτική κατανομή των εισηγμένων σκαραβαίων ανά περιοχή και θέση εύρεσης. 163

165 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Λεβήνα Αγία Τριάδα Πλάτανος Γούρνες Άγιος Ηλίας Κουμάσα Πεζούλες Κεφαλές ΠΜ ΜΜ ΥΜ Μονή Οδηγήτριας Γράφημα 3: Ποσοτική κατανομή των εγχώριων σκαραβαίων ανά περιοχή και θέση εύρεσης. 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Εισηγμένοι Εγχώριοι Σκαραβαίοι Γράφημα 4: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από ανακτορικά κέντρα. 164

166 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Χανιά Κνωσός Μάλια Παλαίκαστρο ΜΜ ΥΜ Άγνωστη Γράφημα 5: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων ανά περιοχή και θέση εύρεσης. 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Κνωσός Πόρος Αγγελιανά-Αχάρνες Καστέλλι Εισηγμένοι Εγχώριοι Γράφημα 6: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων ανά θέση εύρεσης. 165

167 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Κνωσός Πόρος Αγγελιανά-Αρχάνες Καστέλλι ΜΜ ΥΜ Γράφημα 7: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων ανά περιοχή και θέση εύρεσης Ταφικά Σύνολα Ανακτορικά κέντρα Ιδιωτικά ή Δημόσια κτίρια Άγνωστη θέση εύρεσης Σκαραβαίοι Γράφημα 8: Συνολική κατανομή των σκαραβαίων ανά θέση εύρεσης. 166

168 Ταφικά Σύνολα Ανακτορικά κέντρα Δημόσια ή Ίδιωτικά κτίρια Άγνωστη θέση εύρεσης Εισηγμένοι Εγχώριοι Γράφημα 9: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων ανά θέση εύρεσης. 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Ταφικά σύνολα Ιδιωτικά ή Δημόσια κτίρια Άγνωστη θέση Εισηγμένοι Εγχώριοι Γράφημα 10: Ποσοτική κατανομή σκαραβαίων στον ηπειρωτικό χώρο ανά θέση εύρεσης. 167

169 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Ταφικά σύνολα Ιδιωτικά ή Δημόσια κτίρια Άγνωστη θέση εύρεσης Γράφημα 11: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων σκαραβαίων ανά περιοχή και θέση εύρεσης. 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Εισηγμένοι Εγχώριοι Γράφημα 12: Ποσοτική κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων ανά υλικό κατασκευής. 168

170 Χάρτης 1: Κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από ταφικά σύνολα στην Κρήτη. Χάρτης 2: Κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από ανακτορικά κέντρα στην Κρήτη. 169

171 Χάρτης 3: Κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από ιδιωτικά ή δημόσια κτίρια στην Κρήτη. Χάρτης 4: Κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από άγνωστη θέση εύρεσης στην Κρήτη. 170

172 Χάρτης 5: Κατανομή εισηγμένων και εγχώριων σκαραβαίων από ταφικά σύνολα στην Ηπειρωτική Ελλάδα. 171

ΟΙ ΚΥΚΛΙΚΟΙ (ΘΟΛΩΤΟΙ) ΤΑΦΟΙ ΤΗΣ ΜΕΣΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΝΟΤΙΑ ΚΡΗΤΗ

ΟΙ ΚΥΚΛΙΚΟΙ (ΘΟΛΩΤΟΙ) ΤΑΦΟΙ ΤΗΣ ΜΕΣΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΝΟΤΙΑ ΚΡΗΤΗ ΟΙ ΚΥΚΛΙΚΟΙ (ΘΟΛΩΤΟΙ) ΤΑΦΟΙ ΤΗΣ ΜΕΣΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΝΟΤΙΑ ΚΡΗΤΗ ΜΑΘΗΜΑ : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΜΙΝΩΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΤΣΙΡΩΝΗΣ ΝΙΚΟΣ, Α.Μ.: 9676 ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ:

Διαβάστε περισσότερα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία

Διαβάστε περισσότερα

Greither Elias. "Icarus" Fresco Munchen 1616

Greither Elias. Icarus Fresco Munchen 1616 Greither Elias. "Icarus" Fresco Munchen 1616 Η θρησκεία των Μινωιτών Στην είσοδο του Ιδαίου Αντρου φαίνεται ο βωμός λαξευμένος στο βράχο σπήλαιο Καμαρών Δικταίο άντρο τριμερές ιερό ανακτόρωνφαιστού Μινωική

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 05 Νοέμβριος :47 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 21 Μάρτιος :16

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 05 Νοέμβριος :47 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 21 Μάρτιος :16 Περισσότεροι από 28 αθηναϊκοί τάφοι ανήκουν στην εποχή αυτή: οκτώ στη βόρεια κλιτύ του Αρείου Πάγου, 12 στην περιοχή του Κεραμεικού (όλοι, εκτός από έναν, στη νότια όχθη του Ηριδανού) και τουλάχιστον οκτώ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωικοί ιεροί χώροι

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωικοί ιεροί χώροι ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Μινωικοί ιεροί χώροι Ενδεχομένως από τη Νεολιθική, αλλά με βεβαιότητα από την Προανακτορική εποχή φαίνεται ότι οι μινωίτες ασκούσαν τις λατρευτικές τους πρακτικές στα σπήλαια.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) Ίδρυση των πρώτων ανακτορικών κέντρων Κύριο χαρακτηριστικό στην κεραμική η εμφάνιση του καμαραϊκού ρυθμού, ο οποίοςαποτελεί προϊόν των

Διαβάστε περισσότερα

Μινωικός πολιτισμός. Η ακμή του κρητομινωικού πολιτισμού παρουσιάζεται μεταξύ του 1900 και του 1450 π. Χ.

Μινωικός πολιτισμός. Η ακμή του κρητομινωικού πολιτισμού παρουσιάζεται μεταξύ του 1900 και του 1450 π. Χ. Μινωικός πολιτισμός Η ακμή του κρητομινωικού πολιτισμού παρουσιάζεται μεταξύ του 1900 και του 1450 π. Χ. Μινωικός πολιτισμός Στην ανάπτυξή του συντέλεσαν το εύκρατο - θερμό κλίμα, το εύφορο έδαφος, η μακροχρόνια

Διαβάστε περισσότερα

Προϊστορική Αρχαιολογία Γ εξαμήνου. Το Αιγαίο και η Μεσόγειος της 2 ης χιλιετίας π.χ.

Προϊστορική Αρχαιολογία Γ εξαμήνου. Το Αιγαίο και η Μεσόγειος της 2 ης χιλιετίας π.χ. Προϊστορική Αρχαιολογία Γ εξαμήνου Το Αιγαίο και η Μεσόγειος της 2 ης χιλιετίας π.χ. Α Ενότητα: Άνθρωπος και Τοπίο Τροία, πεδιάδα Σκαμάνδρου Ιράκ Ποταμός Ευφράτης Ιορδανία Ιορδάνης και υψίπεδα Μάλτα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΦΟΣ-ΙΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΜΙΝΩΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΝΑ ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗ

ΤΑΦΟΣ-ΙΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΜΙΝΩΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΝΑ ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗ ΤΑΦΟΣ-ΙΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΜΙΝΩΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΝΑ ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗ ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Διώροφο οικοδόμημα Θαλαμωτός τάφος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Το ανάκτορο της Ζάκρου Ανάκτορο της Κάτω Ζάκρου Το ανάκτορο της Κάτω Ζάκρου βρίσκεται στο ΝΑ άκρο της Κρήτης στον ομώνυμο ευρύχωρο όρμο. Η θέση ήταν γνωστή από τον 19 ο αι.

Διαβάστε περισσότερα

Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28

Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28 Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28 Να περιγράψετε ένα μινωικό ανάκτορο; Μεγάλα Συγκροτήματα κτιρίων, Είχαν πολλές πτέρυγες-δωματίων, Διοικητικά, Οικονομικά, Θρησκευτικά και Καλλιτεχνικά κέντρα της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τρίτη, 04 Νοέμβριος :10 - Τελευταία Ενημέρωση Τετάρτη, 04 Φεβρουάριος :32

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τρίτη, 04 Νοέμβριος :10 - Τελευταία Ενημέρωση Τετάρτη, 04 Φεβρουάριος :32 Το πρώτο ανάκτορο της Κνωσού κτίστηκε γύρω στο 2000 π.χ. στο νότιο άκρο της μεσομινωικής πόλης και καταστράφηκε από σεισμό στο 1900 π.χ. {tab=το ανάκτορο} Στη θέση του κτίστηκε σχεδόν αμέσως ένα νέο, λαμπρότερο

Διαβάστε περισσότερα

Μυκηναϊκή θρησκεία. 3. Από την ανασκαφή θρησκευτικών κτηρίων στα ανάκτορα και ιερών σε οικίες

Μυκηναϊκή θρησκεία. 3. Από την ανασκαφή θρησκευτικών κτηρίων στα ανάκτορα και ιερών σε οικίες Μυκηναϊκή θρησκεία Τα στοιχεία που διαθέτουμε για αυτήν προέρχονται: 1.Από την εικονογραφία σφραγιστικών δακτυλιδιών, σφραγίδων, τοιχογραφιών και αντικειμένων μικροτεχνίας (ελεφαντουργίας κλπ). Κεντρική

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Η ανασκαφή τού 2012 είχε ως στόχους: την περαιτέρω διερεύνηση της στοάς του μεγάλου ρωμαϊκού κτιρίου με τη στοά περιμετρικά

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραδείγματα σφραγιδολίθων πριν την Υστεροκυπριακή περίοδο είναι περιορισμένα σε αριθμό και το δημοφιλές σχήμα είναι το ορθογώνιο πλακίδιο.

Τα παραδείγματα σφραγιδολίθων πριν την Υστεροκυπριακή περίοδο είναι περιορισμένα σε αριθμό και το δημοφιλές σχήμα είναι το ορθογώνιο πλακίδιο. Σφραγιδογλυφία Τα παραδείγματα σφραγιδολίθων πριν την Υστεροκυπριακή περίοδο είναι περιορισμένα σε αριθμό και το δημοφιλές σχήμα είναι το ορθογώνιο πλακίδιο. Κατά την ΥΚΙ φάση ο αριθμός των σφραγίδων είναι

Διαβάστε περισσότερα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα Ηφαίστειο της Θήρας Η Μινωική Κρήτη λόγω της εμπορικής αλλά και στρατηγικής θέσης της έγινε γρήγορα μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη. Οι Μινωίτες πωλούσαν τα προϊόντα τους σε όλη τη Μεσόγειο με αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ02 ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

ΙΑ02 ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ΙΑ02 ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ Από τη Μεσοχαλκή στην Υστεροχαλκή Στην αρχή της ΥΧ περιόδου η εικόνα σε κάθε περιοχή παραμένει η ίδια με τη ΜΧ, με εξαίρεση την Ηπειρωτική Ελλάδα. Κρήτη: η ανακτορική κοινωνία,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Η κεραμική, μια πανάρχαια τέχνη, χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη το αργιλόχωμα. Όταν αναμείξουμε το αργιλόχωμα με νερό θα προκύψει μία πλαστική μάζα

Διαβάστε περισσότερα

Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο

Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο Παναγιώτης Καπλάνης Διδάσκων: Ανδρέας Βλαχόπουλος Σχέσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗ ΜIΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ. Η περίπτωση του νεκροταφείου των Αρχανών

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗ ΜIΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ. Η περίπτωση του νεκροταφείου των Αρχανών ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗ ΜIΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ Η περίπτωση του νεκροταφείου των Αρχανών Φοιτήτρια: Ιωάννα Χριστοπούλου Μάθημα: " Το Αιγαίο και η Μεσόγειος κατά τη 2η χιλετία π.χ." Διδάσκων: Α. Βλαχόπουλος Τομέας: Αρχαιολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ. Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ. Master Card Classic Credit

ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ. Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ. Master Card Classic Credit 1 ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ Master Card Classic Credit Προχοΐσκη Ερυθροστιλβωτού ΙΙΙ Ρυθμού Προχοΐσκη, δείγμα κεραμικής του Ερυθροστιλβωτού

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

Η φύση στον Μινωικό Πολιτισμό Η φύση στην τέχνη

Η φύση στον Μινωικό Πολιτισμό Η φύση στην τέχνη Η φύση στον Μινωικό Πολιτισμό Η φύση στην τέχνη Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία 2018 «Τοιχογραφία των δελφινιών» Κνωσός, Ανάκτορο, Διαμέρισμα της Βασίλισσας 1600 π.χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους

Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους Βογιατζόπουλος Σταμάτης Ιστορικό - Αρχαιολογικό Ιωαννίνων Ζ' Εξάμηνο Υπ.Καθ : Αν. Βλαχόπουλος, Μάθημα: Κρητομυκηναϊκή Θρησκεία Δεκέμβριος 2013 Εικόνα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Εισαγωγικά: ΟΡΙΣΜΟΣ: Με τον όρο μυκηναϊκός πολιτισμός χαρακτηρίζεται ο προϊστορικός πολιτισμός της ΎστερηςΕποχήςτουΧαλκούαπότο1600-1100 π. Χ. που αναπτύχθηκε κυρίως στην κεντρική

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα Εργασία Ιστορίας U«Μυκηναϊκός Πολιτισµός» UΜε βάση τις πηγές και τα παραθέµατα Ελένη Ζέρβα Α1 Μελετώντας τον παραπάνω χάρτη παρατηρούµε ότι τα κέντρα του µυκηναϊκού κόσµου ήταν διασκορπισµένα στον ελλαδικό

Διαβάστε περισσότερα

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό Με τον όρο Μυκηναϊκός Πολιτισμός χαρακτηρίζεται ο προϊστορικός πολιτισμός της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, που αναπτύχθηκε την περίοδο 1600-1100 π. Χ., κυρίως στην

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στον μινωικό πολιτισμό Χειμερινό εξάμηνο Διδάσκων: Α.Γ. Βλαχόπουλος

Εισαγωγή στον μινωικό πολιτισμό Χειμερινό εξάμηνο Διδάσκων: Α.Γ. Βλαχόπουλος ΑΠΡ 517 Εισαγωγή στον μινωικό πολιτισμό Χειμερινό εξάμηνο 2014-15 Διδάσκων: Α.Γ. Βλαχόπουλος Η «νησιωτική» αρχαιολογία της Κρήτης: Γαύδος Τα φαράγγια της Κρήτης Τα «ιερά» σπήλαια της Κρήτης Ιδαίον

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Μυκηναϊκός πολιτισμός η τέχνη Η μυκηναϊκή τέχνη διαμορφώθηκε υπό την άμεση επίδραση του μινωικού πολιτισμού. Μετά την παρακμή της μινωικής Κρήτης

Μυκηναϊκός πολιτισμός η τέχνη Η μυκηναϊκή τέχνη διαμορφώθηκε υπό την άμεση επίδραση του μινωικού πολιτισμού. Μετά την παρακμή της μινωικής Κρήτης Μυκηναϊκός πολιτισμός η τέχνη Η μυκηναϊκή τέχνη διαμορφώθηκε υπό την άμεση επίδραση του μινωικού πολιτισμού. Μετά την παρακμή της μινωικής Κρήτης (αρχές του 14ου αι. π.χ.) διαφαίνεται μια απελευθέρωση

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος http://www.latsis-foundation.org/ell/ekpaidefsiepistimi-politismos/politismos/o-kyklos-ton-mouseion

Διαβάστε περισσότερα

Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος

Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος Προνεολιθική Περίοδος ή Φάση Ακρωτηρίου: 11000/10000 8200 π.χ. Νεολιθική Περίοδος: 8200 3900/ 3700 π.χ. Ακεραμεική Νεολιθική: 8200 5500 π.χ. Πρωτοκεραμεική Νεολιθική («lacuna»

Διαβάστε περισσότερα

Κύπρος Ένα νησί ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση

Κύπρος Ένα νησί ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση Κύπρος Ένα νησί ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση Ο Πολιτισμός της Φιλιάς (2400/2350-2300 π.χ.) Πρωτοκυπριακή Περίοδος (2300-1900 π.χ.) Μεσοκυπριακή Περίοδος (1900-1650/1600 π.χ) Ο Πολιτισμός της Φιλιάς Μετάβαση

Διαβάστε περισσότερα

διάστημα κατασκευής αυτών των αγγείων περιορίζεται σε δύο έως τρεις γενιές. Ως προς τη χρονολόγησή της βασιζόμαστε στα κεραμικά συνευρήματα που

διάστημα κατασκευής αυτών των αγγείων περιορίζεται σε δύο έως τρεις γενιές. Ως προς τη χρονολόγησή της βασιζόμαστε στα κεραμικά συνευρήματα που ΠΕΡΙΛΗΨΗ H διδακτορική διατριβή με θέμα: «Σύγκλιση Απόκλιση. Έρευνα & Συνεισφορά στην τοπική κεραμική της Περιφέρειας Αρμένων-Ρεθύμνου και στην Κεραμική Παραγωγή της Κρήτης κατά τον 14 ο και 13 ο π. Χ.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - 3o ΕΠΙΠΕΔΟ

ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - 3o ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - 3o ΕΠΙΠΕΔΟ 1 Μέρος από την τοιχογραφία του «Ελαιώνα» που βρέθηκε στην Κνωσό, Photo ΥΠ.ΠΟ.Α./ΤΑΠ, Αρχαιολογικό Μουσείο 2 Τοιχογραφία από το Ανάκτορο της Κνωσού. Εικονίζει σκηνή γιορτής

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Κατά την περίοδο 2010 συνεχίσαμε την έρευνα τόσο στο χώρο της αίθουσας όσο και στο χώρο του αιθρίου με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 1 Χρυσή νεκρική προσωπίδα, γνωστή ως «προσωπίδα του Αγαμέμνονα», 16 ος αι. π.χ., Μυκήνες, Ταφικός Κύκλος Α, Photo ΥΠ.ΠΟ.Α./ΤΑΠ, Εθνικό 2 Επιτύμβια στήλη από πωρόλιθο με ανάγλυφη παράσταση

Διαβάστε περισσότερα

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια κάτοψη, περισσότερους από έναν ορόφους και στιβαρή κατασκευή.

Διαβάστε περισσότερα

2. Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ (Σελ )

2. Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ (Σελ ) 2. Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ (Σελ. 20-23) 2.1. Η Χώρα. Νείλος : Πηγές από Αιθιοπία και δέλτα. Δυτικά : Η Λιβυκή έρημος. Ανατολικά : Η έρημος του Σινά έως Ερυθρά Θάλασσα. Λάσπη Ευφορία. Άνω Αίγυπτος-Κάτω Αίγυπτος. 2.2.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς Π ΜΩΚ Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς Π ΜΩΚ ΓΩΜΚ Δρ Δ.Γ. Μυλωνάς 2 Π ΜΩΚ Δρ Δ.Γ. Μυλωνάς 3 Π ΜΩΚ Υπομυκηναϊκή Περίοδος, 1100 1050/1025 π.. Πρωτογεωμετρική Περίοδος, 1050 900 π.. Γεωμετρική Περίοδος, 900 700 π..

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ. Τάξη Α Γυμνασίου. Ονοματεπώνυμο:... Τμήμα:... Ημερομηνία:... Βαθμός:...

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ. Τάξη Α Γυμνασίου. Ονοματεπώνυμο:... Τμήμα:... Ημερομηνία:... Βαθμός:... ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Τάξη Α Γυμνασίου Ονοματεπώνυμο:... Τμήμα:... Ημερομηνία:... Βαθμός:... Επιμέλεια: Σοφία Τουμασή Μέρος Α : Να απαντήσεις υποχρεωτικά και στις τρεις (3) ερωτήσεις. 1.α) Να γράψεις

Διαβάστε περισσότερα

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ. Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/1600 1100/1050 π.χ. Υστεροκυπριακή Ι: 1650/1600-1450 π.χ. (ΥΚ ΙΑ:1650/1600-1500 π.χ. και ΥΚΙΒ: 1500-1450 π.χ.) Υστεροκυπριακή ΙΙ: 1450-1200 π.χ. (ΥΚΙΙΑ:

Διαβάστε περισσότερα

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια ΠΡΟΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΡΗΤΗ Πριν από τις επιφανειακές έρευνες στην περιοχή του Πλακιά και της Πρεβέλης στη νότια Κρήτη, τα μόνα γνωστά προνεολιθικά ευρήματα προέρχονταν από το εσωτερικό του σπηλαίου Ασφέντου στο

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Περίληψη των εργασιών Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά (Καβούσι, Ιεράπετρα), στη βορειοανατολική Κρήτη, διήρκεσαν 11 εβδομάδες,

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ. Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου Α.. Β.. Γ...

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ. Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου Α.. Β.. Γ... Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου 1) Καταγράφω τους τρεις (3) σημαντικότερους πολιτισμούς που εμφανίστηκαν στον ελλαδικό χώρο κατά την εποχή του χαλκού: Α.. Β.. Γ... 2) Επιλέξτε ποιες λέξεις της στήλης Β

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΡΙΑ ΒΕΝΕΤΟΥΛΙΑ, Α1 ΜΑΡΙΑ ΒΟΥΓΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, Α1 2015-2016 ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΦΟΡΤΣΕΡΑ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΌΣ ΠΟΥ ΈΜΕΙΝΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΊΑ Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογικό μυστήριο στα Γρεβενά. Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Κυριακή, 14 Αύγουστος :09 -

Αρχαιολογικό μυστήριο στα Γρεβενά. Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Κυριακή, 14 Αύγουστος :09 - Μετά τη σύλληψη την περασμένη Δευτέρα τριών μελών μιας οικογένειας από τη Μερσίνα, στην κατοχή των οποίων βρέθηκαν 366 (!) σπάνια και πολύτιμα αρχαία αντικείμενα, χθες συνελήφθη ένας 62χρονος στο ίδιο

Διαβάστε περισσότερα

Το μουσείο της Ερέτριας. Τα εκθέματα στη δεύτερη αίθουσα του μουσείου. Αναστασία Αγιώτη Αναστασία Βογιατζή Ασημίνα Αγγελή Μαρία Γκεοργκίεβα

Το μουσείο της Ερέτριας. Τα εκθέματα στη δεύτερη αίθουσα του μουσείου. Αναστασία Αγιώτη Αναστασία Βογιατζή Ασημίνα Αγγελή Μαρία Γκεοργκίεβα Το μουσείο της Ερέτριας Τα εκθέματα στη δεύτερη αίθουσα του μουσείου. Αναστασία Αγιώτη Αναστασία Βογιατζή Ασημίνα Αγγελή Μαρία Γκεοργκίεβα Προθήκη 16 1-5 χάλκινα όπλα,αιχμές και βέλη. 6, 7 και 12 εργαλεία,καρφιά

Διαβάστε περισσότερα

Νέα σημαντικά ευρήματα στο ναυάγιο των Αντικυθήρων

Νέα σημαντικά ευρήματα στο ναυάγιο των Αντικυθήρων Ναυάγιο των Αντικυθήρων Η συστηματική και προσεκτική δουλειά που γίνεται στο ναυάγιο των Αντικυθήρων, αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα. Ναυάγιο των Αντικυθήρων Στην πρόσφατη υποβρύχια έρευνα που διεξήγαγε

Διαβάστε περισσότερα

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49 Στις 17 Απριλίου 2013 επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγάρων. Η αρχαιολόγος κα Τσάλκου (την οποία θερμά ευχαριστούμε) μας παρουσίασε τα πολύ εντυπωσιακά ευρήματα της περιοχής μας δίνοντάς μας αναλυτικές

Διαβάστε περισσότερα

Χρόνος ηύστερηεποχήτου χαλκού (1600-1100 π.χ.) Χώρος η ηπειρωτική Δ. ΠΕΤΡΟΥΓΑΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ

Χρόνος ηύστερηεποχήτου χαλκού (1600-1100 π.χ.) Χώρος η ηπειρωτική Δ. ΠΕΤΡΟΥΓΑΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ Χρόνος ηύστερηεποχήτου χαλκού (1600-1100 π.χ.) Χώρος η ηπειρωτική Ελλάδα Δ. ΠΕΤΡΟΥΓΑΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ Χάρτης με οικισμούς της υστεροελλαδικής περιόδου Είναι ο πρώτος ελληνικός πολιτισμός Προέλευση

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΤΗΣ ΣΚΥΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

ΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΤΗΣ ΣΚΥΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΤΗΣ ΣΚΥΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ Όνομα: Χολέβα Βασιλική Εξάμηνο: Η Μάθημα: Το Αιγαίο κατά την 3η χιλιετία π.χ Διδάσκων: Βλαχόπουλος Ανδρέας ΠΑΛΑΜΑΡΙ I ΠΧ II ΠΑΛΑΜΑΡΙ

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015) Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015) Εισαγωγή Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά, στη βορειοανατολική Κρήτη (Καβούσι, Ιεράπετρα), διήρκεσαν 6 εβδομάδες, ενώ ακολούθησε

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Σάββατο, 21 Μάρτιος :16 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 21 Μάρτιος :38

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Σάββατο, 21 Μάρτιος :16 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 21 Μάρτιος :38 Η διασωθείσα μέχρι τους ιστορικούς χρόνους παράδοση, αλλά και τα πρώτα γραπτά κείμενα, οι πήλινες πινακίδες των αρχείων των μυκηναϊκών ανακτόρων, μας πληροφορούν για την ύπαρξη μικρών κρατών με αυστηρή

Διαβάστε περισσότερα

ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Το υλικό που χρησιμοποιήθηκε για τα φύλλα εργασίας προέρχεται εξολοκλήρου από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης Διαβάζουμε: Οι Κυκλάδες οφείλουν το όνομά τους στη γεωγραφική

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ : Π.Χ. ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ : Π.Χ. ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ : 1600 1100 Π.Χ. ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 1 ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ : Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Χώρος : ηηπειρωτικήελλάδααπότηθεσσαλίαωςτην Πελοπόννησο Τα φύλα

Διαβάστε περισσότερα

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων Το ανάκτορο των Μαλίων βρίσκεται στην άκρη μιας μικρής αλλά εύφορης πεδιάδας, κοντά σε λιμάνι στο βόρειο τμήμα της κεντρικής

Διαβάστε περισσότερα

Ακολούθησέ με... στην ακρόπολη των Μυκηνών

Ακολούθησέ με... στην ακρόπολη των Μυκηνών ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΟΥΣΕΙΩΝ TMHMA ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Ακολούθησέ με... στην ακρόπολη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ 19η ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΑ Πλάτανος Θέση «Ομβριάσα» Η 19η ΕΒΑ διενεργεί ανασκαφική έρευνα στον αγρό ιδιοκτησίας Σ. και Α. Υφαντή, η οποία είναι συνέχεια αυτής που διενεργούσε η 7η ΕΒΑ,

Διαβάστε περισσότερα

σε δράση Μικροί αρχιτέκτονες Όνομα μαθητή Εκπαιδευτικό πρόγραμμα Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Γυμνασίου

σε δράση Μικροί αρχιτέκτονες Όνομα μαθητή Εκπαιδευτικό πρόγραμμα Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Γυμνασίου Μικροί αρχιτέκτονες σε δράση Όνομα μαθητή Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Ημερομηνία Δημοτικού Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Γυμνασίου Ευρωπαϊκή Ένωση Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης Με

Διαβάστε περισσότερα

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων Το ανάκτορο των Μαλίων βρίσκεται στην άκρη μιας μικρής αλλά εύφορης πεδιάδας, κοντά σε λιμάνι στο βόρειο τμήμα της κεντρικής

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ σελ. βιβλ Μινωικός πολιτισμός ΙΣΤΟΡΙΑ Κ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ σελ. βιβλ Μινωικός πολιτισμός ΙΣΤΟΡΙΑ Κ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ σελ. βιβλ. 60-97 Μινωικός πολιτισμός Γενικές πληροφορίες Τι είναι ο Μινωικός πολιτισμός; Μινωικός πολιτισμός είναι ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε την εποχή του χαλκού στην Κρήτη και φέρει

Διαβάστε περισσότερα

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΠΑΡΤΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος 2017-2018 ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: κα ΣΤΑΜΑΤΙΑ ΤΣΙΡΙΓΩΤΗ Πίνακας

Διαβάστε περισσότερα

Ακολούθησέ με... στον οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας

Ακολούθησέ με... στον οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας Ακολούθησέ με... στον οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας Ακολούθησέ με... στον οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας Ακρωτήρι Το Ακρωτήρι της Θήρας είναι ο σημαντικότερος προϊστορικός οικισμός των Κυκλάδων. Διατηρήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού Το ανάκτορο της Φαιστού είναι το δεύτερο σε μέγεθος ανάκτορο της μινωικής Κρήτης με έκταση.000 τ.μ. Βρίσκεται στα νοτιοδυτικά

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στην Α τάξη Γυμνασίου, οι μαθητές μας

Διαβάστε περισσότερα

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ Στην αρχαϊκή εποχή εικάζεται ότι υπήρχε κάποιο είδος θεατρικής κατασκευής στο χώρο που βρίσκονται τα σημερινά ευρήματα του θεάτρου, ενώ στα κλασσικά χρόνια υπήρχε σίγουρα κάποια

Διαβάστε περισσότερα

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού Το ανάκτορο της Φαιστού είναι το δεύτερο σε μέγεθος ανάκτορο της μινωικής Κρήτης με έκταση 18.000 τ.μ. B 11 Βρίσκεται

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ Η Κρήτη έχει μια από τις αρχαιότερες και πιο εύγευστες γαστριμαργικές παραδόσεις στον κόσμο, μια παράδοση γεύσεων, αρωμάτων, υλικών και τεχνοτροπιών που ξεκινά

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΥΛΙΚΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΣΗ. Ύψος: 20cm Διάμ. σώματος: 10,5cm. Πορσελάνη. αγγείο, τύπου «Τσαγερό», από λευκή πορσελάνη με. Χίου.

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΥΛΙΚΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΣΗ. Ύψος: 20cm Διάμ. σώματος: 10,5cm. Πορσελάνη. αγγείο, τύπου «Τσαγερό», από λευκή πορσελάνη με. Χίου. ΕΚΘΕΜΑΤΑΑ ΤΗΣ ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΕΝΑΛΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ 1. Ισρικό Ναυάγιο ΑΕ ΘΕΣΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΥΛΙΚΟ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 88/22-18 1,5ν.μ. Κλεισύ σχήμας αγγείο, τύπου «Τσαγερό»,

Διαβάστε περισσότερα

Iδεολογία κατά την Εποχή του Χαλκού. Κική Πιλάλη, Καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας (1945-2008)

Iδεολογία κατά την Εποχή του Χαλκού. Κική Πιλάλη, Καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας (1945-2008) Iδεολογία κατά την Εποχή του Χαλκού Κική Πιλάλη, Καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας (1945-2008) Με την αρχή της ΕΧ παρατηρείται μια αλλαγή στη συμβολική έκφραση των προϊστορικών κοινοτήτων στο βόρειο

Διαβάστε περισσότερα

Μετάβαση από Χαλκολιθική σε Εποχή του Χαλκού ή Πολιτισμός της Φιλιάς: /2300 π.χ. Πρώιμη Χαλκοκρατία ή Πρωτοκυπριακή Περίοδος: π.χ.

Μετάβαση από Χαλκολιθική σε Εποχή του Χαλκού ή Πολιτισμός της Φιλιάς: /2300 π.χ. Πρώιμη Χαλκοκρατία ή Πρωτοκυπριακή Περίοδος: π.χ. Μετάβαση από Χαλκολιθική σε Εποχή του Χαλκού ή Πολιτισμός της Φιλιάς: 2400 2350/2300 π.χ. Πρώιμη Χαλκοκρατία ή Πρωτοκυπριακή Περίοδος: 2300 1900 π.χ. Πρωτοκυπριακή Ι: 2300 2100 π.χ. Πρωτοκυπριακή ΙΙ: 2100

Διαβάστε περισσότερα

Η κεραμική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα

Η κεραμική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα Θέμα της διδακτικής πρότασης Η κεραμική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα Τάξη: Α Γυμνασίου Στοχοθεσία Επιδιώκεται οι μαθητές/τριες να εξοικειωθούν με τους τύπους, τα ονόματα και τις χρήσεις των αγγείων της αρχαιότητας.

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Κυριακή, 02 Νοέμβριος :45 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 02 Νοέμβριος :58

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Κυριακή, 02 Νοέμβριος :45 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 02 Νοέμβριος :58 Οι πρώτες πήλινες λάρνακες στον ελληνικό χώρο εμφανίζονται στην Κρήτη πριν το 2000 π.χ., η χρήση τους όμως γενικεύεται μετά το 1375 π.χ., δηλαδή μετά την καταστροφή των ανακτόρων της Κνωσού, και συνεχίζεται

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς Π ΜΩΚ Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς Π ΜΩΚ ΛΖΥ Δρ Δ.Γ. Μυλωνάς 2 Π ΜΩΚ Δαίδαλος νατολή ιγαίο νατολίζουσα τέχνη Κρήτη Δρ Δ.Γ. Μυλωνάς 3 Π ΜΩΚ τα μέσα του 9ου αι. π.. επέκταση πέρα από τα όρια του ιγαίου, αποκατάσταση

Διαβάστε περισσότερα

Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις.

Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις. Ερωτήσεις Πόσο καλά γνωρίζεις και Απαντήσεις τους Μινωίτες; Πόσο καλά γνωρίζεις τους Μινωίτες; 1. Σε παραστάσεις τοιχογραφιών και σφραγίδων απεικονίζονται μόνο τελετουργικοί χοροί. 2. Κατά την Ύστερη Εποχή

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕΡΑ ΚΟΡΥΦΗΣ ΣΤΗ ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ. Ονομ/πωνυμο: Λυδία Παππά Καθηγητής: Ανδρέας Βλαχόπουλος Μάθημα: Εισαγωγή Στο Μινωικό Πολιτισμό

ΙΕΡΑ ΚΟΡΥΦΗΣ ΣΤΗ ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ. Ονομ/πωνυμο: Λυδία Παππά Καθηγητής: Ανδρέας Βλαχόπουλος Μάθημα: Εισαγωγή Στο Μινωικό Πολιτισμό ΙΕΡΑ ΚΟΡΥΦΗΣ ΣΤΗ ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ Ονομ/πωνυμο: Λυδία Παππά Καθηγητής: Ανδρέας Βλαχόπουλος Μάθημα: Εισαγωγή Στο Μινωικό Πολιτισμό Πίνακας Χρονολόγησης Πρωτομινωϊκή I 3200/3000-2600 Πρωτομινωϊκή ΙΙ 2600-2300

Διαβάστε περισσότερα

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά 1 Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι Ελληνικά 2 ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΟ ΠΕΛΕΝΤΡΙ Η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι φαίνεται να χτίστηκε λίγο μετά τα μέσα του 12 ου αιώνα

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 1 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΧΑΛΚΙΔΑΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΕΡΟΣ Α ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΤΖΕΛΕΠΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΩ, ΕΡΕΥΝΩ ΕΚΦΡΑΖΟΜΑΙ

Διαβάστε περισσότερα

Μυκηναϊκός οπλισμός. Μέρη που βρέθηκαν Μυκηναϊκά όπλα εκτός Ελλάδος. Μυκηναϊκός Κόσμος

Μυκηναϊκός οπλισμός. Μέρη που βρέθηκαν Μυκηναϊκά όπλα εκτός Ελλάδος. Μυκηναϊκός Κόσμος Μυκηναϊκός οπλισμός Μέρη που βρέθηκαν Μυκηναϊκά όπλα εκτός Ελλάδος. Μυκηναϊκός Κόσμος ΤΟΞΟ Το τόξο είναι ένα από τα αρχαιότερα γνωστά όπλα του πολέμου και εξαιτίας του εύρους του, ήταν και το πιο βολικό

Διαβάστε περισσότερα

Κατάλογος Εικόνων Π12993 Π12995

Κατάλογος Εικόνων Π12993 Π12995 Κατάλογος Εικόνων 1. Αεροφωτογραφία εντοπισμού κλίμακας 1:150000 του αρχαίου νεκροταφείου των Σαβαλίων (Google-Earth). 2. Αεροφωτογραφία εντοπισμού κλίμακας 1:50000 του αρχαίου νεκροταφείου των Σαβαλίων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ 26η ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΜΕΣΣΗΝΙΑ Χριστιανούπολη, Ι.Ν. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Σημαντικό οικοδομικό συγκρότημα του 11ου- 12ου αιώνα, που αποτελείται από τον οκταγωνικού τύπου ναό και το επισκοπικό

Διαβάστε περισσότερα

Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα

Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα 06/09/2019 Μοναδικά ευρήματα σε Σικυώνα / Παιδεία και Πολιτισμός Ενδυναμώνεται το ενδεχόμενο εντοπισμού της αρχαϊκής πόλης της Σικυώνας στη σημερινή περιοχή του Αγ. Κωνσταντίνου. Οικιστικά κατάλοιπα κλασσικής

Διαβάστε περισσότερα

Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις.

Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις. Ερωτήσεις Πόσο καλά γνωρίζεις και Απαντήσεις τους Μινωίτες; Πόσο καλά γνωρίζεις τους Μινωίτες; 1. Τα πιο γνωστά ανάκτορα είναι της Κνωσού και της Φαιστού. 2. Οι τρίτωνες ήταν μεγάλα κοχύλια που ίσως χρησιμοποιούνταν

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Το Κάστρο των Ιπποτών είναι ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά μνημεία της Κω. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό και επιβλητικό είναι ένα από τα αξιοθέατα που κάθε επισκέπτης του νησιού πρέπει να

Διαβάστε περισσότερα

Ταφική Τέχνη στην Αρχαία Αίγυπτο

Ταφική Τέχνη στην Αρχαία Αίγυπτο Ταφική Τέχνη στην Αρχαία Αίγυπτο Μάθημα: Το Αιγαίο Και Η Μεσόγειος Κατά Την 2η Χιλιετία π.χ. Θεοφανώ Μωραΐτη Χρονολόγιο Η αρχαιότητα της Αιγύπτου χωρίζεται στις παρακάτω περιόδους: Προδυναστική περίοδος:.π.

Διαβάστε περισσότερα

Χρήση. Αποκρυπτογράφηση

Χρήση. Αποκρυπτογράφηση Εύρεση Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η μινωική ιερογλυφική γραφή)

Διαβάστε περισσότερα

τρεις Μινωικός Κυκλάδων ηπειρωτικής Μυκηναϊκή

τρεις Μινωικός Κυκλάδων ηπειρωτικής Μυκηναϊκή Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Λίγο αργότερα από τους πολιτισμούς που αναπτύσσονται στην Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία, τρεις νέοι, μεγάλοι πολιτισμοί άνθισαν στο χώρο του Αιγαίου και στην ελληνική χερσόνησο: Ο Μινωικός

Διαβάστε περισσότερα

Προανακτορική Κρήτη (ΠΜΙ - ΠΜΙΙ ΠΜΙΙΙ ΜΜΙΑ 3650/ π.χ. περίπου)

Προανακτορική Κρήτη (ΠΜΙ - ΠΜΙΙ ΠΜΙΙΙ ΜΜΙΑ 3650/ π.χ. περίπου) Προανακτορική Κρήτη (ΠΜΙ - ΠΜΙΙ ΠΜΙΙΙ ΜΜΙΑ 3650/3500 2000 π.χ. περίπου) ΠΡΩΤΟΜΙΝΩΙΚΗ Ι Η Πρωτομινωική Ι περίοδος χαρακτηρίζεται από την αύξηση των θέσεων, αλλά ελάχιστα αρχιτεκτονικά λείψανα εντοπίσθηκαν.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ»

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ» ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ» Εικόνα 1.Διαδρομή προς το Καστέλλι Το Καστέλλι (Τοπική Κοινότητα Καστελλίου Φουρνής) βρίσκεται στην Ανατολική Κρήτη και πιο συγκεκριμένα στην περιφέρεια της

Διαβάστε περισσότερα

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016-2017 ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Α. ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100 π.χ.) 1. ΟΙ ΛΑΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΓΓΥΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ (σελ.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας ΥΠΟΜΝΗΜΑ 1. Ο ΙΚΙΑ «ΔΙΟΝΥΣΟΥ» 2. Ο ΙΚΙΑ «ΑΡΠΑΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ» 3. Δ Η Μ Ο Σ ΙΟ ΑΡΧΕΙΟ 4. ΑΓΟΡΑ 5. ΥΠΟΓΕΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας

της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας Κρητικές Γραφές Κρητική Ιερογλυφική Γραμμική Γραφή Α Γραμμική Γραφή Β Παλαιοανακτορική Περίοδο ως και την Α Νεοανακτορική Περίοδο (2000 1700 π.χ.) Κρήτη (Κνωσός, Μάλια, Φαιστός)

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης Γιώργος Πρίμπας Το παρόν φωτογραφικό άλμπουμ είναι ένα αφιέρωμα για τους τρεις μεγάλης αρχαιολογικής αξίας χώρους στην περιοχή

Διαβάστε περισσότερα