EΛΛHNIKH ΔHMOKPATIA ΞENOΔOXEIAKO EΠIMEΛHTHPIO THΣ EΛΛAΔOΣ ΣΧΕΔΙΟ ΕΙΔΙΚΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ Το Ξ.Ε.Ε. καταγράφει ως θετική την προσπάθεια του ΥΠΕΧΩΔΕ να αποκτήσει ο τουρισμός χωροταξικό σχεδιασμό, γιατί πιστεύει ότι πρέπει να εναρμονιστούν με ισόρροπο τρόπο οι αυξημένες απαιτήσεις του τουριστικού τομέα, του περιβάλλοντος και της κοινωνίας με τα πραγματικά δεδομένα του διαθέσιμου χώρου. Επειδή όμως το πλαίσιο αυτό θα αποτελέσει το χωροταξικό μας σύνταγμα για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, θα πρέπει να αποβεί σημαντικό εργαλείο για την τουριστική ανάπτυξη της χώρας. Γι αυτό το λόγο, είναι αναγκαίο οι αναπτυξιακές κατευθύνσεις του τομέα και κυρίως το νέο μοντέλο ανάπτυξης του κλάδου της διαμονής να προέλθει από ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο, που θα διασφαλιστεί με ισότιμο τρόπο μέσω της ειλικρινούς συνεργασίας του ΥΠΕΧΩΔΕ με το Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης και τους συλλογικούς φορείς που εκπροσωπούν τον ξενοδοχειακό κλάδο και θα βασιστεί σε έγκυρες μελέτες. Η «τυπική» διαδικασία της διαβούλευσης, που προβλέπει ο νόμος και ανακοίνωσε ο αρμόδιος Υπουργός, λειτουργεί ακριβώς αντίστροφα, δεδομένου ότι αναμειγνύει απόψεις και θέσεις υπευθύνων και ανευθύνων στο όνομα μιας κατ επίφαση δημοκρατικής νομιμοποίησης. Το τονίζουμε αυτό, διότι το Ξ.Ε.Ε., θεσμοθετημένος σύμβουλος της Πολιτείας σε θέματα ξενοδοχίας και τουρισμού, δεν εκλήθη να διατυπώσει τις θέσεις του κατά την περίοδο εκπόνησης της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, της οποίας απαύγασμα αποτελεί το σχέδιο της ΚΥΑ που δόθηκε στη δημοσιότητα, η οποία 1
θεωρητικά συμπυκνώνει τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης επί του χωροταξικού σε σχέση με τα πορίσματα της μελέτης. Σημειώνουμε επίσης το γεγονός ότι δεν προηγήθηκε η εκπόνηση του Γενικού Χωροταξικού Πλαισίου, όπως ορίζει ο νόμος, το οποίο είναι σχέδιο στρατηγικής σημασίας, αφού σταθμίζει την οργάνωση του εθνικού χώρου με βάση τα κριτήρια της ανάπτυξης, της ισορροπίας και της προστασίας. Πώς έρχεται επομένως το Ειδικό Χωροταξικό να εξειδικεύσει και να συμπληρώσει το Γενικό Χωροταξικό, το οποίο όμως δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Η πρώτη γενική παρατήρησή μας είναι ότι το Σχέδιο επιχειρεί να επιβάλει ως κεντρική στρατηγική επιλογή τουριστικής ανάπτυξης την προώθηση «νέου» πρότυπου τουριστικής εγκατάστασης και διαχείρισης τουριστικού καταλύματος και όχι εθνικού προτύπου αειφόρου χωρικής ανάπτυξης ως θα όφειλε. Ενώ είναι γενικόλογο και με αδρές γραμμές αναφέρεται στα θέματα χωρικής διάρθρωσης του τομέα και των υποδομών κάθε μορφής, που πρέπει να συνιστούν το κύριο περιεχόμενο του Εδικού Χωροταξικού, στα συγκεκριμένα θέματα επιχειρηματικής οργάνωσης της διαμονής γίνεται λεπτομερέστατο και σαφέστατο. Υπεισέρχεται δηλαδή στην υπόδειξη τρόπων ανάπτυξης και διαχείρισης της τουριστικής ανωδομής με την εισαγωγή μιας «νέας» λειτουργικής μορφής τουριστικής εγκατάστασης και διαχείρισης τουριστικού καταλύματος, που φέρει τον σχοινοτενή και αδόκιμο κατά τη γνώμη μας τίτλο «σύνθετη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη τουριστικής υποδομής σταθερού παραθερισμού». Με τη «νέα αυτή αναπτυξιακή επιλογή», που είναι ήδη γνώριμη στο δίκαιό μας με το Ν. 3105/2003 και κατ αναλογία με τη χρονομεριστική μίσθωση, χρησιμοποιείται ως δούρειος ίππος το ξενοδοχείο για να προωθηθεί με πολύ ισχυρά πολεοδομικά κίνητρα η παραθεριστική κατοικία, αφού την προικοδοτεί με τους αυξημένους όρους δόμησης των ξενοδοχείων εκτός σχεδίου. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι προτείνει το σχέδιο να πλαισιωθεί και από ελκυστικά χρηματοδοτικά κίνητρα, είναι βέβαιο ότι πρόκειται για ένα κατασκευαστικό προϊόν, που δεν συνιστά στην πραγματικότητα τουριστική επένδυση, αφού συνδέεται με οικιστικού τύπου ανάπτυξη και το οποίο θα λειτουργήσει σε βάρος του συνόλου των 2
τουριστικών επιχειρήσεων της χώρας. Διότι πολύτιμοι πόροι του Δ ΚΠΣ θα διοχετεύονται σ αυτή τη μορφή μη παραγωγικής στην ουσία επένδυσης που θα είναι προσιτή σε μεγάλου μεγέθους εταιρίες και όχι σε επενδύσεις στις δημόσιες υποδομές, που, ως γνωστόν, ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα ενός τουριστικού προορισμού με διάχυση των ευεργετικών επιπτώσεων στην τοπική οικονομία και κοινωνία. Εκ παραλλήλου οι επιχειρήσεις των τουριστικών καταλυμάτων θα υφίστανται τον ανταγωνισμό από την «ανεξέλεγκτη» εκμετάλλευση αυτών των κατοικιών, που θα τις στερούν τουριστική πελατεία, οδηγώντας τες σταδιακά σε οικονομικό μαρασμό. Στον χορό των ζημιωμένων θα προστεθούν το κράτος και η τοπική αυτοδιοίκηση, που θα απολέσουν σημαντικά έσοδα από την άμεση και έμμεση φορολογία και τα τέλη παρεπιδημούντων, αλλά και θέσεις εργασίας, δεδομένου ότι αυτού του είδους οι επενδύσεις δεν απαιτούν εργατικό δυναμικό, από τη στιγμή που θα κατασκευαστούν. Το Ξ.Ε.Ε., όσον αφορά στο κρίσιμο αυτό θέμα της ανάπτυξης της παραθεριστικής κατοικίας, έχει τοποθετηθεί με κατηγορηματικό τρόπο, αφού μελέτησε διεξοδικά το μοντέλο της Ισπανίας και της Κύπρου, ως εξής: Συμφωνεί στην προώθηση του μικτού μοντέλου παραθεριστικής κατοικίας και ξενοδοχείου μόνο σε συνδυασμό με εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής και κυρίως γκολφ, προκειμένου να ενισχυθεί η βιωσιμότητα των ενλόγω επενδύσεων που εμπλουτίζουν το προϊόν του τουριστικού προορισμού, επιμηκύνουν την τουριστική περίοδο και προσελκύουν πελατεία υψηλών εισοδημάτων. Το ποσοστό των κατοικιών όμως θα πρέπει να παραμείνει στο όριο του 30% της συνολικής επιφάνειας των εγκαταστάσεων διαμονής, που θα αναπτύσσονται σε μεγάλη έκταση στρεμμάτων, όπως προβλέφθηκε στο Ν. 3105/2003, ώστε να διατηρηθεί ισχυρή η ξενοδοχειακή ταυτότητα και η ποιότητα των υψηλού επιπέδου υπηρεσιών που τη συνοδεύουν. Για όλες τις άλλες περιπτώσεις ανάπτυξης παραθεριστικής κατοικίας εκτός σχεδίου, οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν, σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο, ουκ ολίγες μορφές ή διαδικασίες, όπως η ιδιωτική πολεοδόμηση (ΠΕΡΠΟ), ΠΟΤΑ, ΣΧΟΟΑΠ, χρονομεριστική μίσθωση κ.ο.κ. Αν κάποιες απ αυτές τις μορφές παρουσιάζουν γραφειοκρατικές αγκυλώσεις ή 3
άλλου τύπου δυσχέρειες για τον επενδυτή είναι στο χέρι της Πολιτείας να επιδιώξει την επίλυσή τους. Εξάλλου η ελληνική αγορά έχει να παρουσιάσει μέχρι σήμερα μεγάλη προσφορά παραθεριστικής κατοικίας εντός σχεδίου ή εντός ορίων οικισμών, οπότε δεν τίθεται θέμα μη ανταπόκρισης της εγχώριας αγοράς σε υφιστάμενη ζήτηση τέτοιων κατοικιών. Η εμπειρία από τις χώρες που αναπτύχθηκε χωρίς περιορισμούς η παραθεριστική κατοικία αναδεικνύει μια σειρά από αρνητικές επιπτώσεις, που διατρέχουν όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του προορισμού: αυθαίρετη δόμηση, αυξημένη διαφθορά στις πολεοδομικές υπηρεσίες, φοροδιαφυγή, παράνομη τουριστική δραστηριότητα, σημαντική υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, κατακόρυφη μείωση των πληροτήτων στα ξενοδοχειακά καταλύματα με σύστοιχη συρρίκνωση της απασχόλησης και των τουριστικών εισοδημάτων. Όσον αφορά στα υπόλοιπα θέματα που διαπραγματεύεται το χωροταξικό έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής : Η κατηγοριοποίηση του εθνικού χώρου (άρθρο 4) δεν μας βρίσκει σύμφωνους, διότι δημιουργεί σύγχυση με την κατάταξη σε περιοχές με βάση την τουριστική τους ανάπτυξη, το ευαίσθητο του περιβάλλοντος και τη γεωγραφική τοποθεσία. Ιδιαίτερα για τη νησιωτική χώρα, το κάθε νησί αντιμετωπίζεται ως ομοιόμορφο σε επίπεδο τουριστικής ανάπτυξης και γεωμορφολογίας, ενώ ως γνωστόν η πλειονότητα διαθέτει ζώνες με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, αλλά και μεγάλη ποικιλία φυσικών και πολιτιστικών πόρων, που είναι κατάλληλοι για την προώθηση των εναλλακτικών μορφών τουρισμού κ.ο.κ. Επίσης η έκταση της παράκτιας περιοχής σε βάθος 5χλμ. κρίνεται υπερβολική. Θα ήταν σκόπιμο να διαχωριστούν όλες οι περιοχές ανάλογα με την επιθυμητή ένταση της τουριστικής δραστηριότητας σε ζώνες έντασης, ήπιας προώθησης ή ανάσχεσης της τουριστικής ανάπτυξης. 4
Οι κατευθύνσεις χωρικής οργάνωσης (άρθρο 5), που αποτελούν το σημαντικότερο κεφάλαιο του σχεδίου, δεν περιλαμβάνουν εξειδίκευση και θεσμική δέσμευση σε κρίσιμα θέματα. Επίσης δεν ιεραρχούνται οι κατευθύνσεις, ώστε αυτές που συνδέονται με θέματα υποδομών, πολεοδομικών παρεμβάσεων ή αναπλάσεων να αποτελέσουν δεσμευτικές προϋποθέσεις για την υλοποίηση δράσεων που αναφέρονται σε νέες υποδομές φιλοξενίας και εστίασης. o Η απόσυρση του απαξιωμένου ξενοδοχειακού δυναμικού, που αποτελεί πρώτιστο βήμα για την εξυγίανση της ξενοδοχειακής προσφοράς και της συνολικής αναβάθμισης της τουριστικής εικόνας μιας περιοχής, αντιμετωπίζεται με ευχολογικού τύπου αναφορές. o Τα όρια αρτιότητας των γηπέδων, η πυκνότητα των κλινών και τα ανώτατα όρια δυναμικότητας των ξενοδοχειακών μονάδων πρέπει να επανεξεταστούν με βάση το κριτήριο των διαθέσιμων πόρων και των υποδομών, καθώς και της οικονομικής βιωσιμότητας των ξενοδοχειακών μονάδων. Τα παραπάνω ζητήματα αποτελούν αντικείμενο του σχεδιασμού που θα ακολουθήσει με το περιφερειακό πλαίσιο ή το γενικό πολεοδομικό σχέδιο που θα εξειδικεύσει τις κατευθύνσεις του Εδικού Χωροταξικού. Η ένταξη αυτών των δεσμεύσεων στο Ειδικό Χωροταξικό καταργεί στην ουσία το δικαίωμα των περιφερειακών και τοπικών αρχών να συμβάλουν στη βελτίωση της τοπικής χωροταξίας και ανάπτυξης. o Η κατάταξη των νησιών σε 4 ομάδες δεν γίνεται με ενιαία και σαφή κριτήρια, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλά βάσιμα ερωτήματα για την κατάταξη ορισμένων νησιών στη μια και όχι στην άλλη κατηγορία. o Ειδικά για τις παράκτιες περιοχές και τη νησιωτική χώρα, η ζώνη προστασίας των 200 μ. από τον αιγιαλό από μη συμβατές με τον τουρισμό χρήσεις, θα πρέπει να επεκταθεί στα 300μ και να οριστούν και 5
οι κατάλληλες τουριστικές χρήσεις εντός της ζώνης, που είναι κατά τη γνώμη μας τα ξενοδοχεία και εστιατόρια. Επίσης ο καθορισμός της απόστασης των κτισμάτων από τον αιγιαλό με βάση τον μαθηματικό τύπο και με ένα οριζόντιο τρόπο δεν λαμβάνει υπόψη τις ιδιομορφίες που παρουσιάζει ο αιγιαλός σε όλη την παράκτια ζώνη της χώρας. Γι αυτό το λόγο άλλωστε το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας για τον αιγιαλό και την παραλία επιχειρεί μια νέα προσέγγιση, με σκοπό να διευθετήσει με τον πλέον πρόσφορο τρόπο την οριοθέτηση της εν λόγω ζώνης ανάλογα με τις γεωφυσικές και τις ιστορικά διαμορφωμένες θεσμικές ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής. o Ειδικά για τις μητροπολιτικές περιοχές είναι αναγκαία η επανεξέταση της σκοπιμότητας δημιουργίας νέων καταλυμάτων, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πορεία σημαντικών μεγεθών, όπως οι διανυκτερεύσεις και οι πληρότητες. Στις ειδικές μορφές τουρισμού (άρθρο 6), οι κατευθύνσεις που δίνονται απευθύνονται κυρίως σε θέματα μάρκετινγκ και επιχειρηματικής οργάνωσης και όχι στη διατύπωση χωροταξικών κανόνων για την ανάπτυξη των πιο σημαντικών μορφών τουρισμού. Επιπλέον το σχέδιο εστιάζει στη μονοκαλλιέργεια αυτών των μορφών, ενώ με την ποικιλία των φυσικών και πολιτιστικών πόρων που διαθέτει η κάθε περιοχή το ζητούμενο είναι η πολυσχιδής ανάπτυξη των μορφών που προσιδιάζουν στο τοπικό προϊόν. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη των εναλλακτικών μορφών τουρισμού και ιδίως του αγροτουρισμού στις αναπτυσσόμενες περιοχές, ώστε να αποκλείεται η εύκολη επένδυση σε συγκριτικά υποβαθμισμένες μορφές καταλυμάτων, που υφίστανται σε υπερεπάρκεια στον ελληνικό χώρο και που δεν μπορούν να στηρίξουν την προσέλκυση εξειδικευμένης ζήτησης ούτε από την Ελλάδα ούτε από το εξωτερικό. Στις ειδικές και τεχνικές υποδομές (άρθρο 7), το κείμενο χαρακτηρίζουν οι γενικότητες και τα ευχολόγια. Ειδικά για το θέμα της ύδρευσης που είναι στρατηγικής σημασίας τόσο για τα νέα καταλύματα όσο και για την ανάπτυξη 6
των ειδικών μορφών τουρισμού, το Σχέδιο περιορίζεται στη φράση ότι είναι αναγκαία η εξασφάλιση ποσοτικής και ποιοτικής επάρκειας υδάτινων πόρων. Στο κεφάλαιο κατευθύνσεις για κατηγορίες χώρου με ειδικό καθεστώς και επίλυση συγκρούσεων με άλλες χρήσεις (άρθρο 8), η «επίλυση συγκρούσεων της τουριστικής χρήσης με άλλες χρήσεις» παρουσιάζει ασάφειες και αοριστολογίες, ενώ πρέπει να προστατευθεί η νόμιμη τουριστική χρήση από άλλες οχλούσες χρήσεις (από βιομηχανίες μέχρι μάντρες υλικών και μονάδες παραγωγής σκυροδέματος) με τρόπο οριστικό και απόλυτο. Το πρόγραμμα δράσης (άρθρο 11) δεν θέτει προτεραιότητες στις δράσεις, κόστος και χρονοδιάγραμμα. Επίσης δεν αναφέρεται σε δείκτες παρακολούθησης της ανάπτυξης, σε φέρουσα ικανότητα, σε μηχανισμούς γρήγορης διεκπεραίωσης κ.ο.κ Το Ξ.Ε.Ε., έχοντας έντονο το αίσθημα της ευθύνης απέναντι στην Πολιτεία και στα 9.500 μέλη του, που συνιστούν τον κορμό του ελληνικού τουρισμού, ζητά από το ΥΠΕΧΩΔΕ την ουσιαστική αναθεώρηση του Σχεδίου για το Χωροταξικό Πλαίσιο του Τουρισμού, ώστε να μπορέσει να επιτελέσει το έργο για το οποίο προορίζεται. Να θέσει δηλαδή τις βάσεις για μια συντονισμένη χωροταξική πολιτική για τον τουριστικό τομέα σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, που θα υπηρετεί τις αρχές της προστασίας και της αξιοποίησης της φυσικής και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς μέσω των αναπτυξιακών δυνατοτήτων που παρέχει ο τουρισμός, ο οποίος πρέπει να αντιμετωπίζεται με τα πραγματικά χαρακτηριστικά του ως πολυσύνθετη παραγωγική δραστηριότητα που συμβάλλει στην άνθηση της τοπικής οικονομίας και της απασχόλησης και στη βελτίωση του συνόλου των δεικτών της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας της χώρας. 7