«Πρόταση Αξιοποίησης των Ψηφιακών Τεχνολογιών στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση» Εύη Εξάρχου Εργαστηριακός Συνεργάτης Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε., με μεταπτυχιακό δίπλωμα Διδακτικής Μαθημάτων Ειδικότητας με Νέες Τεχνολογίες, Αρχιτέκτονας Τοπίου evievi1@hotmail.com ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εισήγηση επικεντρώνεται στη μελέτη της επίδρασης των ψηφιακών εργαλείων στη διδακτική πρακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, έτσι όπως αποτυπώνεται μεσα από σειρά επιστημονικών δημοσιευμάτων και άρθρων. Οι σχετικές έρευνες εστιάζουν στην υψηλή προτεραιότητα της χρήσης των εργαλείων αυτών κατά τη διαδικασία μάθησης -σχεδόν σε όλα τα γνωστικά πεδία- και χαρακτηρίζουν πρόκληση την ένταξή τους και σε έναν καινούριο τομέα αυτόν της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ:Περιβαλλοντική εκπαίδευση, ψηφιακές τεχνολογίες, συνεργατική μάθηση, δυναμικά εργαλεία Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Ανέκαθεν το φυσικό περιβάλλον θεωρείτο δάσκαλος του ανθρώπου. Άλλωστε, το σχολείο της φύσης ήταν το πρώτο, στο οποίο αυτός μαθήτευσε. Η φύση προβληματίζει, κοινωνικοποιεί, ολοκληρώνει ηθικά, ωριμάζει φιλοσοφικά και στοχαστικά την ανθρώπινη ύπαρξη. Η αγωγή του ανθρώπου για τη φύση συνίστατο στην εκμάθηση μεθόδων και τεχνικών για την αντιμετώπιση των δυσκολιών της ζωής. Μαθαίνει να αγωνίζεται για την βελτίωση των συνθηκών της ζωής του και να αντιλαμβάνεται την προσφορά της αλληλεγγύης και της συνεργασίας στον πολύπλευρο αγώνα με τη φύση. Ο άνθρωπος ανακαλύπτοντας τα μυστικά της φύσης, θεμελιώνει τις επιστήμες, ολοκληρώνει το χαρακτήρα του, προάγει την κοινωνικότητά του και προβληματίζεται για τον εαυτό του και για τον κόσμο που τον περιβάλλει. Σταδιακά, η εκπαίδευση για τη φύση, αφορά πλέον στον προβληματισμό και στην κατανόηση των φυσικών μηχανισμών έχοντας ως σκοπό τη βελτίωση και την αξιοποίηση των αγαθών της. Η εννοιολογική μετάβαση των εκπαιδευτικών κινημάτων από τη φύση στο περιβάλλον και οι προβληματισμοί που αναδείχθηκαν στην κοινωνία ως προς την υπερεντατική εκμετάλλευση των πρώτων υλών και την ανατροπή της οικολογικής ισορροπίας, τροφοδότησαν ένα νέο κίνημα, αυτό της [339]
«Ψηφιακές και Διαδικτυακές εφαρμογές στην Εκπαίδευση» Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Όμως, η Π.Ε., όπως νοείται σήμερα διεθνώς, διαφέρει ως προς την γνωστική, κοινωνική, πολιτική και φιλοσοφική βελτίωση και ανάπτυξη του ανθρώπου, όπως αυτή τέθηκε κατά την εκπολιτιστική του προσπάθεια διαμέσου του χρόνου. Η Π.Ε., προκειμένου να ανταποκριθεί ουσιαστικά στις σύγχρονες ανάγκες, στράφηκε και προς τον χώρο των κοινωνικών επιστημών, στηριζόμενη πλέον στον κριτικό και σύνθετο προβληματισμό για την σύγχρονη περιβαλλοντική πραγματικότητα, η οποία αποτελεί πηγή γνώσης, μελέτης, έρευνας και δημιουργίας (Κίτσιος, 1983 Σακοβέλη και Παπασωτηροπούλου, 2005). Αξιοσημείωτη είναι η μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Διεθνές Συνέδριο του Βελιγραδίου (1975) και βασίστηκε στην περιβαλλοντική και εκπαιδευτική πραγματικότητα (σε διάφορες περιοχές του κόσμου). Και αυτό, γιατί επέτρεψε τη διάδοση της πληροφόρησης και τη διεξαγωγή συζητήσεων για θέματα Π.Ε. παγκοσμίως. Οι ιδέες που αναπτύχθηκαν, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων αυτών, αποτέλεσαν το προπαρασκευαστικό στάδιο για την μετέπειτα Διακυβερνητική Διάσκεψη της Τυφλίδας (1977), η οποία ήταν ορόσημο στην ιστορία της Π.Ε. και καθόρισε ουσιαστικά την πορεία της. Σημειώνεται ότι στη Διάσκεψη αυτή διατυπώθηκε ένας από τους πλέον έγκυρους ορισμούς της Π.Ε., ο οποίος έχει ως εξής: Πρόκειται για την ανοικτή διαδικασία μάθησης, η οποία θα βοηθήσει τους πολίτες ν αποκτήσουν γνώση του περιβάλλοντος και κυρίως να γίνουν ικανοί και αποφασισμένοι να εργαστούν ατομικά και συλλογικά για την επίτευξη και τη διατήρηση μιας δυναμικής ισορροπίας μεταξύ ποιότητας ζωής και ποιότητας περιβάλλοντος. Ακόμη, οι αρχές και οι προτάσεις της ανωτέρω Διάσκεψης αποτέλεσαν τη βάση για τη σύνταξη του 36 ου Κεφαλαίου της Ηµερήσιας ιάταξης 21/ Agenda 21, κατά τη ιακυβερνητική ιάσκεψη στο Ρίο της Βραζιλίας (1992). Η υιοθέτηση του σημαντικού αυτού κειµένου θεωρείται ως η απαρχή µιας μεταστροφής της Π.Ε., καθώς προωθούνται θεµελιακές αλλαγές, όχι μόνο στη φιλοσοφία της, αλλά και στις επιδιώξεις της. Αργότερα, στη Διεθνή Διάσκεψη Περιβάλλον και Κοινωνία: Εκπαίδευση και Ευαισθητοποίηση των Πολιτών για την Αειφορία (1997), που οργανώθηκε από την UNESCO και την Ελληνική Κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη, επαναπροσδιορίζεται η έννοια της Π.Ε. και υιοθετείται ο ευρύτερος όρος Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία, ενώ αναδεικνύεται και ο ρόλος των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (UNESCO, 1997). Τέλος, σταθμό στην εξελικτική πορεία της Π.Ε. αποτέλεσε η διάσκεψη κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ το 2002. Εκεί επαναβεβαιώθηκε η Agenda 21 και η αειφορία κατέστη βασικό στοιχείο εφαρμογής της διεθνούς πολιτικής για την Π.Ε. Στο εξής, η έννοια της αειφορίας σηματοδοτεί νέες εξελίξεις και αλλαγές στον επιστημονικό χώρο της Π.Ε., αφού αποτελεί μια καινοτομία στην εκπαιδευτική πρακτική του 21 ου αιώνα (Φλογαΐτη, 2008 Φλογαΐτη, 2005 Palmer, 1998). [340]
ΟΙ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗΣ Είναι γεγονός ότι στην εποχή μας οι πολλαπλές εφαρµογές της ψηφιακής τεχνολογίας επηρεάζουν σχεδόν όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης (πολιτισμικό, πολιτικό, οικονομικό, καθώς και κοινωνικό). Αναλυτικότερα, η ψηφιακή τεχνολογία, η οποία αποτελεί, πλέον, βασικό στοιχείο του σύγχρονου πολιτισµού, δηµιουργεί νέες προκλήσεις και στον εκπαιδευτικό τομέα, δεδομένου ότι εισήγαγε νέους τρόπους µάθησης, πληροφόρησης, επικοινωνίας, εργασίας, καθώς και συνεργασίας. Ως διδακτικά και µαθησιακά εργαλεία συνιστούν μια αναγκαιότητα στις εκπαιδευτικές δράσεις (Kynigos, 2008). Συγκεκριμένα, ο καθηγητής S. Papert στο βιβλίο του υπό τον τίτλο MindStorms, Children, Computers and Powerful Ideas, το 1980, επισημαίνει - μεταξύ άλλων- ότι: Στον τομέα της εκπαίδευσης βρισκόμαστε σε μια καμπή της ιστορίας. Μια ριζική αλλαγή είναι εφικτή και αυτή η αλλαγή συνδέεται με τις δυνατότητες του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Από το 1983, ο A. Wilkinson, είχε υποστηρίξει ότι οι υπολογιστές θα εντάσσονταν κάποια στιγμή στις αίθουσες και ότι θα αποτελούσαν το επίκεντρο των μελλοντικών δραστηριοτήτων της εκπαίδευσης. Σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα, η προώθηση της χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας στη Σχολική Εκπαίδευση έχει τεθεί, πλέον, στο επίκεντρο πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Έχουν ως στόχο, αφενός τον εξοπλισµό και τη δικτύωση των σχολείων µε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, και αφετέρου την επιµόρφωση των εκπαιδευτικών στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας, καθώς και στην ανάπτυξη κατάλληλων εκπαιδευτικών λογισµικών. Επιπλέον, τα τελευταία έτη στη χώρα µας, διατίθενται ειδικά κονδύλια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την ένταξη της ψηφιακής τεχνολογίας στην εκπαίδευση, στο πλαίσιο της διαδικασίας σύγκλισης µε τις λοιπές χώρες. Σημειωτέον ότι κύριοι λόγοι, οι οποίοι συγκλίνουν υπέρ της ένταξης της ψηφιακής τεχνολογίας στην εκπαιδευτική διαδικασία, αφορούν, κυρίως, την υποστήριξη και την ενίσχυση: α ) της µάθησης, β ) της διδασκαλίας, γ ) της κοινωνικοποίησης του μαθητή, δ ) της κοινωνικής ένταξης των παιδιών µε ειδικές ανάγκες, καθώς και ε ) της επαγγελματικής μετεξέλιξης των εκπαιδευτικών, της ενδυνάμωσης, της δηµιουργικότητας και της αποτελεσµατικότητας του έργου τους (Poole, 1997). Επίσης, ανά τον κόσµο καταγράφονται τα σχολεία, τα οποία έχουν, ήδη, ενσωµατώσει την ψηφιακή τεχνολογία στην εκπαιδευτική διαδικασία (χρήση υπολογιστών και ψηφιακών δικτύων). Τα νέα ψηφιακά εργαλεία μπορούν να µεταβάλλουν όχι µόνο το πώς µαθαίνουν τα παιδιά, αλλά ακόµη το τί µαθαίνουν και µε ποιούς µαθαίνουν. Οι αλλαγές αυτές αναµένεται να έχουν άµεσο αντίκτυπο σε πολλές πτυχές της εκπαιδευτικής διαδικασίας (Έκθεση αναφοράς αποτελεσμάτων έρευνας χρήσης των Νέων Τεχνολογιών, 2009). [341]
«Ψηφιακές και Διαδικτυακές εφαρμογές στην Εκπαίδευση» Στο σημείο αυτό χρειάζεται να τονισθεί ότι στο σύγχρονο σχολείο η ψηφιακή τεχνολογία δεν περιορίζεται, απλώς, στον πληροφορικό αλφαβητισµό, αλλά παρέχει δυναµικά εργαλεία και εφαρµογές στήριξης, ενίσχυσης, καθώς και εµπλουτισµού της διδασκαλίας και της µάθησης (Τζιµογιάννης, 2001). Ο Papert (1980, όπ. αναφ. στο Αργύρης, 2005) τονίζει ότι τα δυναμικά εργαλεία δίδουν στο μαθητή την ελευθερία οικοδόμησης της προσωπικής του γνώσης, με βάση προηγούμενη εμπειρία του. Συγκεκριμένα, ο δυναμικός χαρακτήρας της ψηφιακής τεχνολογίας παρέχει τη δυνατότητα τροποποίησης, σχεδιαστικών επιλογών, μετασχηματισμού, καθώς και (ανα)κατασκευής (Kynigos, 2007). Η πράξη πειραματικής κατασκευής νέων τεχνουργημάτων ή μετατροπής παλαιών είναι γνωστή και ως μαστόρεμα. Οι μαθητές, λοιπόν, λειτουργούν ταυτόχρονα ως χρήστες και σχεδιαστές/ μάστορες (Hoyles et al., 2002 Kynigos 2007). Οι δύο αυτοί ρόλοι παραπέμπουν στην ιδέα του δομισμού, σύμφωνα με την οποία η αποτελεσματική μάθηση δεν θα προκύψει μέσα από την ανακάλυψη νέων τρόπων με τους οποίους ο εκπαιδευτικός μπορεί να διδάξει, αλλά μέσα από την παροχή στο μαθητή καλύτερων ευκαιριών για να οικοδομεί τη γνώση (Papert 1991, σ. 3). Αντιμετωπίζεται, δηλαδή, ο μαθητής ως ένας σκεπτόμενος άνθρωπος, ικανός να οικοδομήσει την προσωπική του γνώση, χωρίς να γίνεται παθητικός δέκτης ή ακροατής (Hoyles et al., 2002). Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανταπόκριση των διερευνητικών εργαλείων της ψηφιακής τεχνολογίας στις ενέργειες του μαθητή και του χρήστη γενικότερα δεν αποτελεί μια αξιολόγηση των ενεργειών του ή των κατασκευών του, ενώ δεν περιλαμβάνει την αντιπρόταση της σωστής απάντησης. Αντιθέτως, το είδος της ανατροφοδότησης, το οποίο προτείνεται από τα διερευνητικά εργαλεία, εστιάζει στην παρουσίαση των συνεπειών των ενεργειών των μαθητών (Γιαννούτσου, 2005). Τέτοιου τύπου δραστηριότητες στοχεύουν, κυρίως, στην ανάπτυξη παραγωγικών δεξιοτήτων, όπως για παράδειγμα η επίλυση προβλήματος, προσφέροντας στο μαθητή μεγαλύτερη αυτονομία και έλεγχο στη διαδικασία μάθησης. Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ Π.Ε. Η τελευταία δεκαετία σηματοδοτεί τη μετεξέλιξη της χρήσης και αξιοποίησης των ψηφιακών εργαλείων στη διδακτική πράξη, όχι μόνο της ΠΕ, αλλά και έτερων νέων γνωστικών αντικειμένων. Υπενθυμίζεται ότι η Π.Ε. στοχεύει στην αποσαφήνιση εννοιών, την αναγνώριση αξιών, καθώς και την ανάπτυξη δεξιοτήτων, απαραίτητων τόσο για την κατανόηση, όσο και για την εκτίμηση της αλληλεξάρτησης ανθρώπου - πολιτισμού - βιοφυσικού περιβάλλοντος (Morgil et. al., 2004). Ακόμη, στις βασικές της αρχές συμπεριλαμβάνονται η βιωματική προσέγγιση, η διεπιστημονικότητα - διαθεματικότητα, το άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία, ο προσανατολισμός στη δράση και στη συνεργασία, η ενίσχυση της κριτικής σκέψης, καθώς και η επίλυση προβλημάτων (Ιωαννίδου κ.ά., 2006 και Δασκολιά κ.ά. 2008). [342]
Υπό αυτή την οπτική, διαμορφώνεται ένα μοντέλο μάθησης, το οποίο προωθεί μια διαφορετικού τύπου γνώση, σε μια εξελικτική πορεία ανακαλύψεων, εξερευνήσεων και διάγνωσης λαθών, ανάπτυξης ικανοτήτων, αναζήτησης και διαχείρισης της πληροφορίας, διερεύνησης, καθώς και ανάλυσης ζητημάτων για ενθάρρυνση της προσωπικής εμπλοκής και ανάληψης πρωτοβουλιών από τους εμπλεκόμενους (Εξάρχου και Ιωάννου, 2007 Σόλαρης και Γιαννούτσου, 2008). Η υλοποίηση αυτού του νέου τύπου μάθησης μπορεί να πραγματοποιηθεί, κυρίως, με τη χρήση κατάλληλων διδακτικών τεχνικών και εργαλείων που να ανταποκρίνονται στις νέες διαμορφωθείσες συνθήκες. Σημειώνεται ότι η ένταξη καινοτόμων διδακτικών τεχνικών και εργαλείων στην ΠΕ, τα τελευταία έτη, συνιστά μια πραγματικότητα. Όμως, χρειάζεται να διερευνώνται συνεχώς και οι δυνατότητες των νέων παρεχόμενων μέσων (Εξάρχου και Ιωάννου, 2009). Στη διεθνή βιβλιογραφία η διασύνδεση ψηφιακών τεχνολογιών και Π.Ε. απηχείται, κυρίως, μέσω των εφαρμογών χρήσης του διαδικτύου, καθώς και με την αξιοποίηση των αλληλεπιδραστικών πολυμέσων και του εικονικού περιβάλλοντος. Στην ελληνική πραγματικότητα ένα ευρύ φάσμα τεχνολογιών, όπως το διαδίκτυο, τα πολυμέσα, τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών, οι προσομοιώσεις, καθώς και η εικονική πραγματικότητα θα μπορούσαν να ενισχύσουν περαιτέρω τους στόχους της Π.Ε. (Paas and Creech, 2008). Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα στη διδακτική πρακτική κάθε τεχνολογικής εφαρμογής συνδέεται άμεσα με τον τρόπο χρήσης της. Για το λόγο αυτό, η ενσωμάτωση των ψηφιακών εργαλείων στην εκπαίδευση εξαρτάται άμεσα από τους στόχους και τη διδακτική προσέγγιση και αφορά, κυρίως, τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα καθορίσουν την παιδαγωγική αξιοποίηση των ανωτέρω εφαρμογών. Η αξιοποίηση αυτή σε συνδυασμό με σειρά από καινοτόμες δράσεις στη μάθηση και τη διδασκαλία θα συμβάλει στη γενικότερη μετεξέλιξη της διδακτικής πράξης και του σχολικού θεσμού, ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως στις ανάγκες και στις προοπτικές της σύγχρονης κοινωνίας (Κυνηγός 1995). Συμπερασματικά, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η χρήση των ψηφιακών εργαλείων στην Π.Ε. ικανοποιεί τις ανάγκες της σύγχρονης εποχής για ένταξη της νέας τεχνολογικής κουλτούρας σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, η χρήση των ψηφιακών εργαλείων στο γνωστικό πεδίο της Π.Ε. συχνά εστιάζεται στον τεχνολογικό αλφαβητισμό (Drenoyianni, 2006). Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τη γνωστή διχοτομία των εκπαιδευτικών στόχων που αποδίδει στα ψηφιακά εργαλεία δυο ρόλους, με αυτόν των τεχνολογικών δεξιοτήτων να διαφαίνεται πιο σημαντικός από εκείνον της παιδαγωγικής αξιοποίησης (Ιωαννίδου κ.ά., 2006). [343]
«Ψηφιακές και Διαδικτυακές εφαρμογές στην Εκπαίδευση» ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Drenoyianni H. (2006). Reconsidering change and ICT: Perspectives of a human and democratic education. Springer Science + Business Media, LLC. 2. Hoyles C., Adamson R. & Noss R. (2002) Rethinking the Microworld Idea, Journal of Educational Computing Research. Special Issue on Microworlds in Mathematics education. 3. Kynigos C. (2007). Half-Baked Logo Microworlds as Boundary Objects in Integrated Design. Informatics in Education, 6(2), 1-24. 4. Kynigos C. (2008). Theories, context and values to understand learning with digital media: book review of humans-with-media and the reorganization of mathematical thinking, by M. Borba and M. Villareal. ZDM Mathematics Education (2008) 40:909 911.Springer Berlin / Heidelberg. 5. Morgil I., Arda S., Seçken N., Yavuz S. and Özyalçın Ö. (2004). The Influence of Computer-Assisted education on Environmental Knowledge and Environmental Awareness. Chemistry Education: Research and Practice, v: 5, n: 2, p: 99-110. 6. Paas L. & Creech H. (2008). How Information and Communications Technologies Can Support Education for Sustainable Development: Current uses and trends. International Institute for Sustainable Development (IISD). 7. Palmer J. (1998). Environmental Education in the 21st Century. Theory, Practice, Progress and Promise. London and New York: Routledge. 8. Papert S. (1980). Mindstorms: Children, Computers, and Powerful Ideas. N.Y.: Basic. 9. Papert S. (1991). The Children's Machine. N.Y.: Basic Books. 10. Poole B. J. (1997). Education for an information age. Teaching in the computerized classroom. Boston: McGrow Hill. 11. UNESCO (1977). First Intergovernmental Conference on Environmental Education Final Report. Tbilisi, USSR, Paris: UNESCO. 12. Wilkinson A. (1983). Classroom Computers and Cognitive Science. NY: Academic Press. 13. Γιαννούτσου Ν. (2005). Αναπαραστάσεις εννοιών χώρου: Μαθησιακή διαδικασία στα πλαίσια συνεργατικού περιβάλλοντος βασισμένου στη χρήση νέων τεχνολογιών. Αδημοσίευτη Διδακτορική διατριβή. Τομέας Παιδαγωγικής, Τμήμα Φ.Π.Ψ., Φιλοσοφική Σχολή, Ε.Κ.Π.Α. 14. Δασκολιά Μ., Κυνηγός Χ. και Γούναρη Ν. (2008). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και ψηφιακές Τεχνολογίες: Αξιοποίηση διερευνητικού λογισμικού στη διδακτική προσέγγιση ενός περιβαλλοντικού ζητήματος. Πρακτικά 6ου Πανελληνίου Συνεδρίου Οι ΤΠΕ στην Εκπαίδευση. Κύπρος, Σεπτέμβριος 2008. [344]
15. Έκθεση αναφοράς αποτελεσμάτων έρευνας χρήσης των Νέων Τεχνολογιών (2009). Η χρήση των ΤΠΕ στα Σχολεία. Παρατηρητήριο για την Κοινωνία της Πληροφορίας: http://www.observe.gr 16. Εξάρχου Ε. και Ιωάννου Στ. (2007). Υποστηρικτικό Εκπαιδευτικό Λογισμικό για το μάθημα της Βιολογίας στην ενότητα Οικολογία: Οι Περιοχές της Γης σε Εικόνες. Πρακτικά 4ου Πανελλήνιου Συνεδρίου στη Σύρο «Αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. στη διδακτική πράξη», 195-199. Αθήνα: Νέες Τεχνολογίες. 17. Εξάρχου Ε. και Ιωάννου Στ. (2009). Πρόταση Αξιολόγησης και αναδιαμόρφωσης ανοικτών μικρόκοσμων. Πρακτικά 5ου Πανελλήνιου Συνεδρίου στη Σύρο «Αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. στη διδακτική πράξη». Αθήνα: Νέες Τεχνολογίες. 18. Ιωαννίδου Α. κ. ά. (2006). ΤΠΕ και Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: Η έρευνα στον Ελληνικό χώρο. Πρακτικά 5ου Πανελληνίου Συνεδρίου Οι ΤΠΕ στην Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη, 5 8 Οκτωβρίου 2006. 19. Κίτσιος Σ. (1983). Στοιχεία Πολιτισμού - Γενικοί Προβληματισμοί για τον άνθρωπο, τον κόσμο και τη ζωή. Αθήνα: Έρευνα. 20. Κυνηγός Χ. (1995). Η ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί: Η Υπολογιστική Τεχνολογική ως εργαλείο έκφρασης και διερεύνησης στη Γενική παιδεία. Στο Α. Καζαμίας και Μ. Κασσωτάκης (Επιμ.) Ελληνική Εκπαίδευση: Προοπτικές Ανασυγκρότησης και Εκσυγχρονισμού (σς.396-416). Αθήνα: Σείριος. 21. Σακοβέλη Π. και Παπασωτηροπούλου K. (2005). Η Περιβαλλοντική εκπαίδευση στην Αχαΐα: Χτίζοντας γέφυρες ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη». Πρακτικά Συνεδρίου HELECO, Φεβρουάριος 2005. 22. Σόλαρης Ι. και Γιαννούτσου Ν. (2008). Περιβαλλοντική Αγωγή στο Γυμνάσιο με τη Χρήση των Νέων Τεχνολογιών: Διδακτική Πρόταση. Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου Προς την Αειφόρο Ανάπτυξη Φυσικοί Πόροι Κοινωνία Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (ΠΕΕΚΠΕ), Ναύπλιο 2008. 23. Τζιμογιάννης Α. (2001). Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Πραγματικότητα και Προοπτικές. Πρακτικά Πανελλήνιου Συνεδρίου: 1ο Συνέδριο για την Αξιοποίηση των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας στη Διδακτική Πράξη, Σύρος, σελ. 29-40. 24. Φλογαΐτη Ε. (1998). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 25. Φλογαΐτη Ε. (2005). Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Aειφορία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. [345]