ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ



Σχετικά έγγραφα
ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ. Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ. Master Card Classic Credit

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Η Ελληνιστική Κεραμική

Η κεραμική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΣΙΝΔΟΣ. en Macédoine, ,BSA 23, , σελ και ΕΑΑ, Suppl., Sindos.

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Πήλινα αγγεία το πιο συχνό εύρηµα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Εργαστήρια: Απουλικό, Λευκανικό (Λουκανικό), Καμπανικό, της Ποσειδωνίας (Paestum) και Σικελικό

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Υπηρεσία Οργανικής Θέσης: ΚΖ ΕΠΚΑ Υπηρεσία όπου υπηρετώ: ΚΖ ΕΠΚΑ Τηλέφωνο: ,

ΑΓΓΕΙΑ ΓΙΑ ΕΓΧΥΤΡΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΙΔΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

IA 64: Αττικά μελανόμορφα αγγεία Ευρυδίκη Κεφαλίδου

Το μουσείο της Ερέτριας. Τα εκθέματα στη δεύτερη αίθουσα του μουσείου. Αναστασία Αγιώτη Αναστασία Βογιατζή Ασημίνα Αγγελή Μαρία Γκεοργκίεβα

Γεωµετρική και Αρχαϊκή κεραµική από επιφανειακές έρευνες στο Καραµπουρνάκι. Η Συλλογή Τσάκου.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

ΑΤΤΙΚΑ ΑΓΓΕΙΑ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ

Εξαφάνιση γραφής, τεκτονικής/οικοδοµίας, επεξεργασίας λίθου και γλυπτικής

Δημιουργική Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας. Αγγελάτου Βάλια Αντωνίου Ορσαλία Γιαννούκου Κατερίνα

2 Τροχήλατοι αμφορίσκοι με οριζόντιες λαβές [1]

Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΕΡΑΜΕΙΚΗ

Νικόλαος Σπ. Καρατζάς

Η Κεραμική της Εποχής του Χαλκού στη Μακεδονία

ΙΔΡΥΜΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΝΤΟΛΛΗΣ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

Η εξέλιξη της κεραμικής τέχνης στον ελλαδικό χώρο

Λίγα λόγια για την αρχαία κεραμική. Ευρυδίκη Κεφαλίδου

Ευρήματα της ανασκαφής Στέλλα Χρυσουλάκη και Γιώργος Πέππας

ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΑΝΑΤΟΛΙΖΟΥΣΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ = 7 οσ αι. π.χ.

Κατάλογος Εικόνων Π12993 Π12995

7o Ταξίδι στην Θράκη. Σχεδιάστηκε με το trip planner του emtgreece.com. Σχεδιάστε το δικό σας ταξίδι, τώρα.

Iδεολογία κατά την Εποχή του Χαλκού. Κική Πιλάλη, Καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας ( )

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (

Λέκτορας Τομέα Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΊΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΑΤΤΙΚΑ ΑΓΓΕΙΑ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ: Αποικίες στη Μαύρη Θάλασσα και θέσεις στην ενδοχώρα


Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «Αγώνες: δράση και θέαμα»

διάστημα κατασκευής αυτών των αγγείων περιορίζεται σε δύο έως τρεις γενιές. Ως προς τη χρονολόγησή της βασιζόμαστε στα κεραμικά συνευρήματα που

ΚΑΡΤΑ: α. Γιατί μετακινούνταν οι άνθρωποι της Κύπρου κατά την Αρχαϊκή Εποχή; Ποιοι μετακινούνταν; Πού μετακινούνταν; Πώς μετακινούνταν;

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ

Γεωμετρική Κεραμική στη Μ. Ασία

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

ΙΑ 113: Αττική ερυθρόμορφη αγγειογραφία της κλασικής εποχής

Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

1. Λίθινοι ναοί 2. Λίθινα αγάλματα σε φυσικό και υπερφυσικό μέγεθος

1:Layout 1 10/2/ :00 μ Page 1. το αρχαιολογικό μουσείο ιωαννίνων

Από τα νεκροταφεία τύμβων του Μακεδονικού Ολύμπου (ΜΟ) I. Γενικά

Προκασσάνδρεια Θεσσαλονίκη

ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗΣ. 1 ο Δημοτικό Σχολείο Αμαλιάδας

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Πέμπτη, 06 Νοέμβριος :41 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 06 Νοέμβριος :24

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ανάβρυτα Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα

Γεωμετρική Εποχή Πώς περνούμε τη μέρα μας;

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 05 Νοέμβριος :47 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 21 Μάρτιος :16

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Α. ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Αρχαία Πόλη: Βρίσκεται: Ταυτίζεται με: Κατοικείται από:

Κύπρος Ένα νησί ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET08: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΟΙ ΤΟΠΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

Μυκηναϊκή θρησκεία. 3. Από την ανασκαφή θρησκευτικών κτηρίων στα ανάκτορα και ιερών σε οικίες

ΑΓΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙΑ. ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΟΥ 3 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α3

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «Στον κήπο με τα ζώα του Μουσείου»

Τα παραδείγματα σφραγιδολίθων πριν την Υστεροκυπριακή περίοδο είναι περιορισμένα σε αριθμό και το δημοφιλές σχήμα είναι το ορθογώνιο πλακίδιο.

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

ΕΚΘΕΜΑΤΑ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΗΛΙΔΑΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟY & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ. Χρονολογία ως ως Νεότερη

γεύσεις Αρχαίων και Βυζαντινών Δες τη λύση! Λύσεις των δραστηριοτήτων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης

Ώρα: 09:55:11 Σελίδα 2 από 5 ΝΟΜΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ 107 5

Η ΔΕΝΤΡΟΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΚΥΠΡΟ

Αξιοθέατα Μακεδονίας, Στερεάς Ελλάδας και Θράκης

ελισάβετ στασινοπούλου Έφορος ε.τ. της Συλλογής Αγγείων και Μικροτεχνίας

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα - Νεότερη και Τελική Νεολιθική (5300 π.χ π.χ.)

Ώρα: 11:02:55 Σελίδα 2 από 5 ΝΟΜΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ 86

Πρόκειται για τμηματικές αναπαραστάσεις. Πηλινες γυναικειες Προτομες και λατρειες ςτις οικιες της μακεδονιας και της Θρακης

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Μετεκπαιδεύτηκαν Κατέχουν

Transcript:

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΜΕΝΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑ ΕΛΕΝΗ ΜΑΝΑΚΙ ΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2006

Χάρη στις συστηµατικές και τις σωστικές ανασκαφικές έρευνες που πραγµατοποιήθηκαν και συνεχίζονται τις τελευταίες δεκαετίες στο χώρο της Μακεδονίας, αυξάνονται συνεχώς οι γνώσεις µας για την οργάνωση των οικισµών, τόσο στα παράλια όσο και στην ενδοχώρα της. Παράλληλα, µέσα από τα άφθονα υλικά κατάλοιπα αναδεικνύονται οι πολύπλευρες δραστηριότητες των κατοίκων τους, ιδιαίτερα στους τοµείς της καλλιτεχνικής δηµιουργίας και της βιοτεχνικής παραγωγής. Ανάµεσα στους τελευταίους ξεχωριστή θέση κρατά η παραγωγή κεραµικών αγγείων και σκευών, τα οποία κάλυπταν πολλαπλές πρακτικές και λατρευτικές ανάγκες, ενώ ταυτόχρονα ήταν και αντικείµενα εµπορικών συναλλαγών. Η πλούσια κεραµική παράδοση της Ύστερης Εποχής του Χαλκού µε τα ντόπια χειροποίητα αγγεία, τα οποία φέρουν αµαυρό ή εγχάρακτο διάκοσµο, σε συνδυασµό µε τα εισαγµένα µυκηναϊκά αγγεία και τις τοπικές µιµήσεις τους, προσφέρει το γόνιµο υπόβαθρο για την εξέλιξη των τοπικών κεραµικών εργαστηρίων στα ιστορικά χρόνια. Πρώιµη Εποχή του Σιδήρου (11 ος 8 ος αι. π.χ.) Τοπικά κεραµικά προϊόντα Στην Πρώιµη Εποχή του Σιδήρου επικρατούν τα χειροποίητα αγγεία (Άσσηρος Ρ 151, Ρ 163, Ρ 244, Παλατιανό), τα οποία µπορεί να είναι ακόσµητα (Ρ 151, Ρ 244), µε στιλβωµένη επιφάνεια (Μ 2175) ή διακοσµηµένα άλλοτε µε χαρακτηριστική γραπτή αµαυρόχρωµη κι άλλοτε µε εγχάρακτη, εµπίεστη (Ρ 163) ή αυλακωτή διακόσµηση από γεωµετρικά µοτίβα (κυρίως κυµατιστές και τεθλασµένες ταινίες, τρίγωνα, δικτυωτά). Τα αµαυρόχρωµα αγγεία αφθονούν κυρίως στη υτική Μακεδονία, από όπου πιθανόν κατάγονται (ΥΕ ΙΙΙ), καθώς και στην Κεντρική Μακεδονία (Μ 2527, Μ 2609) και τη Χαλκιδική, ενώ εκείνα µε τον αυλακωτό διάκοσµο κυριαρχούν στην Ανατολική Μακεδονία. Σε αρκετές περιπτώσεις, στους πρώτους αιώνες των ιστορικών χρόνων, παρατηρούνται ακόµη µυκηναϊκές επιβιώσεις ως προς τα σχήµατα και τα διακοσµητικά θέµατα των αγγείων (Μ 4701, 16999). Στη µετάβαση από την Εποχή του Χαλκού στην Εποχή του Σιδήρου, η αµαυρόχρωµη κεραµική (Αιανή, Πέτρα Ολύµπου) µαρτυρεί την κοινή παράδοση και τη σύνδεση των βορειοελλαδικών φύλων (Μακεδόνες, Θεσσαλοί, Ηπειρώτες) την εποχή των µετακινήσεων και της εγκατάστασης στους τελικούς προορισµούς τους. Από την άλλη, διαπιστώνεται και σύνδεση ορισµένων κεραµικών κατηγοριών, όπως εκείνης µε την αυλακωτή διακόσµηση, µε τη σύγχρονη κεραµική των κεντρικών Βαλκανίων και της Αιγαιακής Θράκης. Ήδη από την πρώιµη πρωτογεωµετρική περίοδο πιστοποιούνται επαφές των οικισµών της Μακεδονίας (Καστανάς, Μένδη, Τορώνη) µε το νοτιοελλαδικό χώρο. Τα ευρήµατα των 1

ανασκαφών, κυρίως στη Χαλκιδική και τα παράλια του Θερµαϊκού, κάνουν πολύ πιθανή την παρουσία αποίκων από τη νότια Ελλάδα ήδη πριν από τις αρχές της 1 ης χιλιετίας π.χ. Έτσι κατασκευάζονται σε τοπικά εργαστήρια και τροχήλατα αγγεία µε γραπτή γεωµετρική διακόσµηση (Μ 2174, Μ 2520, ΜΘ 10131, ΜΘ 22057, Η 496) (κυρίως συστάδες οµόκεντρων κύκλων και ηµικυκλίων, ευθείες και κυµατιστές ταινίες), τα οποία µιµούνται προφανώς εισαγµένα πρωτογεωµετρικά και γεωµετρικά αγγεία από άλλες περιοχές, ιδιαίτερα από την Εύβοια, τη Θεσσαλία και την Αττική. Ο συντηρητισµός της εγχώριας κεραµικής φαίνεται από το ό,τι παρόµοια «υποπρωτογεωµετρικά» αγγεία συνεχίζουν να παράγονται µέχρι και τον 6 ο αιώνα π.χ. Μία άλλη κατηγορία τροχήλατων γκρίζων αγγείων (ΚΑ 5125) µε αυλακωτή ταινιωτή διακόσµηση, που παράγεται στον 9 ο και τον 8 ο αι. π.χ., θα επιβιώσει επίσης µέχρι τα αρχαϊκά χρόνια. Χαρακτηριστικά µακεδονικά σχήµατα, γνωστά ήδη από την κεραµική παράδοση της Εποχής του Χαλκού, είναι οι οπισθότµητες οινοχόες µε λοξή προχοή (ΜΘ 18281, Ρ 165, ΚΑ 2017, ΚΑ steg, Μ 2236) και οι φιάλες µε ποικιλία λαβών (ΜΘ 18271, ΜΘ 22681, Η 496, Ρ 175, Ρ 228). Αρκετά συχνοί είναι επίσης οι κάνθαροι (ΤΟ.ΚΑ 320, Μ 2175, Μ 2520), οι σκύφοι, οι κρατήρες (Ρ 178) και οι αµφορείς καθώς και διάφοροι τύποι µόνωτων κυπέλλων (ΚΑ 5125, ΜΘ 20247), που παρουσιάζουν αξιοσηµείωτες οµοιότητες µε τα αντίστοιχα σχήµατα άλλων κεραµικών εργαστηρίων. Σηµαντικά δείγµατα των παραπάνω κατηγοριών έχουν αποκαλυφθεί στα νεκροταφεία των τύµβων της περιοχής του Ολύµπου (Πέτρα, ίον, Λείβηθρα) και της Βεργίνας, σε οικισµούς της Πιερίας (Κρανιά, Πλαταµών) και της Πέλλας (Αρχοντικό, Νέα Ζωή), στην Αιανή και σε άλλες θέσεις του νοµού Κοζάνης, στο Νταηλάκη Καστοριάς, στην Τορώνη, τον Κούκο Συκιάς και τον Αη-Γιάννη Νικήτης του νοµού Χαλκιδικής, στο Παλιό Γυναικόκαστρο, το Αξιοχώρι και την Τσαουσίτσα του νοµού Κιλκίς, στην Άσσηρο Λαγκαδά, σε διάφορους οικισµούς γύρω από τον Θερµαϊκό κόλπο (Σίνδος/Αγχίαλος, Καστανάς, Νέα Φιλαδέλφεια, Τούµπα Λεµπέτ/Σταυρούπολη, Τούµπα Θεσσαλονίκης, Καραµπουρνάκι, Τράπεζα Γκόνα, σηµερ. Θέρµη), στη Βιοµηχανική Ζώνη της ράµας, στον οικισµό Καστρί της Θάσου και αλλού. Ιδιαίτερα στους οικισµούς που αναπτύχθηκαν στις κοιλάδες των µεγάλων ποταµών της Μακεδονίας (Αλιάκµονας στη υτική, Αξιός στην Κεντρική και Στρυµόνας στην Ανατολική) εντοπίστηκαν αξιόλογα δείγµατα κεραµικής της Πρώιµης Εποχής του Σιδήρου µε ποικιλία σχηµάτων και διακοσµητικών τεχνικών. Η συνύπαρξη σε ορισµένους τάφους µακεδονικών ακόσµητων και γραπτών, αµαυρόχρωµων ή «πρωτογεωµετρικών», αγγείων µε εισαγµένα πρωτογεωµετρικά κυρίως από την Εύβοια µας επιτρέπει την ακριβέστερη χρονολόγηση των πρώτων και τον προσδιορισµό των ντόπιων εργαστηρίων. 2

Μια ιδιαίτερη υστερογεωµετρική κατηγορία αποτελεί η λεγόµενη «ασηµίζουσα κεραµική» µε το στιλπνό επίχρισµα και τη γραπτή διακόσµηση από γεωµετρικά µοτίβα (οµόκεντρους κύκλους, ρόµβους, τρίγωνα) µε ιώδες χρώµα, τα αγγεία της οποίας κατασκευάζονταν σε έναν από τους οικισµούς που βρίσκονταν στο µυχό του Θερµαϊκού κόλπου, πιθανότατα στη Σίνδο/Αγχίαλο (Σ 1501-Σ 1517). Πρόκειται κυρίως για αγγεία µεγάλου µεγέθους (πιθαµφορείς, λεκάνες) και µολονότι η πλειοψηφία τους επικεντρώνεται στην περιοχή του Θερµαϊκού, λιγοστά δείγµατά τους είναι γνωστά και από άλλες θέσεις (Αρχοντικό Γιαννιτσών, Αξιοχώρι, Σάνη, Ιερισσός/Άκανθος, Θάσος). Στην ίδια περίοδο ανήκουν και ορισµένοι µνηµειακοί πιθαµφορείς µε τέσσερις συνήθως λαβές που φέρουν πυκνή γραπτή γεωµετρική διακόσµηση, διατεταγµένη σε ζώνες στο πάνω µέρος του σώµατος (Μένδη, Κούκος Συκιάς, Τορώνη, Καστανάς), και που µπορούν να θεωρηθούν ως πρόδροµοι της τοπικής γραπτής κεραµικής των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. Το διαδεδοµένο µοτίβο των πολλαπλών οµόκεντρων κύκλων κοσµεί και την παλιότερη γνωστή οµάδα εµπορικών αµφορέων που παράγονταν κυρίως στον 8 ο αι. π.χ. στην περιοχή του Θερµαϊκού, ίσως στη Σίνδο/Αγχίαλο, και είχαν ευρεία διάδοση στους γειτονικούς ή και πιο αποµακρυσµένους οικισµούς. Έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι οι αµφορείς αυτοί χρησίµευαν για τη µεταφορά του «θερµαίου» οίνου. Εισαγµένη κεραµική Η κυριαρχία των εισαγµένων πρωτογεωµετρικών και γεωµετρικών αγγείων από την Εύβοια σε αρκετούς οικισµούς γύρω από τον Θερµαϊκό κόλπο (Σίνδος/Αγχίαλος, Τούµπες Πολίχνης, Σταυρούπολης και Θεσσαλονίκης, Καραµπουρνάκι, Μεθώνη, αρχ. Ηράκλειον/ Πλαταµών), τη Χαλκιδική (Σάνη, Μένδη, Ποσείδι, Τορώνη, Άφυτις, Παρθενών), την κοιλάδα του Αξιού (Τσαουσίτσα, Αξιοχώρι), ακόµη και την περιοχή του Ολύµπου και τη υτική Μακεδονία, έχει βάσιµα συσχετιστεί µε τη δράση κυρίως Ευβοέων ναυτικών και εµπόρων και µε τις πρώτες εγκαταστάσεις τους σε ορισµένες από τις θέσεις αυτές. Ανάµεσα στα αγγεία αυτά υπερτερούν ποσοτικά οι σκύφοι µε τις συστάδες από κάθετες γραµµές (Σ 54) ή κρεµαστά οµόκεντρα ηµικύκλια, γνωστοί επίσης και από άλλες περιοχές της υτικής και της Ανατολικής Μεσογείου. Άλλα χαρακτηριστικά σχήµατα είναι οι κύλικες-σκύφοι (ΜΘ 22056, ΚΡ 1686), τα µόνωτα κύπελλα (ΜΘ 16974, ΚΡ 1708), οι µικρές πρόχοι, οι σκυφοειδείς κρατήρες (Μ 2190) και οι κρατηρίσκοι (Μ 2282). Έχουν εκφραστεί επιφυλάξεις για το εάν ορισµένα από τα αγγεία αυτά ήταν όντως εισαγµένα προϊόντα ευβοϊκών εργαστηρίων ή είχαν κατασκευαστεί σε τοπικά εργαστήρια 3

που δηµιουργήθηκαν στις πρώιµες αποικίες και τα «εµπορεία» της Εύβοιας στη Χαλκιδική, όπως στην Τορώνη. Αρκετά πιθανόν είναι ωστόσο να κατασκευάζονταν µε ντόπιο πηλό από Ευβοείς αποίκους στους νέους τόπους εγκατάστασής τους στη µακεδονική γη. Εξάλλου η πρώιµη παρουσία των Ευβοέων, ήδη στο πλαίσιο του πρώτου αποικισµού και των περιπλανήσεων των ελληνικών φύλων στα υστερο- και υποµυκηναϊκά χρόνια, φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τα ανασκαφικά ευρήµατα των τελευταίων δεκαετιών σε αρκετές θέσεις της Μακεδονίας. εν λείπουν επίσης τα δείγµατα πρωτογεωµετρικών και γεωµετρικών αγγείων που προέρχονται από τη γειτονική Θεσσαλία, την Ανατολική Ελλάδα και την Αττική, αν και είναι ποσοτικά πολύ λιγότερα από τα ευβοϊκά αγγεία. Μια άλλη διαδεδοµένη κατηγορία αποτελεί η γκρίζα κεραµική, που εισάγεται ήδη από τον 10 ο αι π.χ. και θα γίνει αντικείµενο µίµησης από τοπικά εργαστήρια Οι πρωιµότεροι εµπορικοί αµφορείς που είναι γνωστοί από τους οικισµούς της Μακεδονίας προέρχονται από την Αττική και ανήκουν στον τύπο SOS, ενώ ορισµένοι από αυτούς δεν αποκλείεται να κατασκευάζονταν στην Εύβοια. Αρχαϊκοί χρόνοι (7 ος 6 ος αι. π.χ.) Με την εµπειρία της τοπικής κληρονοµιάς αλλά και κάτω από τη γόνιµη επίδραση των εισαγµένων κεραµικών προϊόντων, τα µακεδονικά εργαστήρια ακµάζουν στη διάρκεια των αρχαϊκών χρόνων, συνεχίζοντας αρκετές από τις παλιές αλλά και δηµιουργώντας νέες, πρωτότυπες κεραµικές κατηγορίες. Η ίδρυση πολλών αποικιών στη διάρκεια του δεύτερου ελληνικού αποικισµού του 8 ου αι. π.χ. στα παράλια της Μακεδονίας, από την Πιερία στα δυτικά µέχρι το Στρυµόνα και το Νέστο στα ανατολικά, είχε ως άµεση συνέπεια την εγκατάσταση αποίκων από διάφορες περιοχές της νότιας Ελλάδας (Χαλκίδα, Ερέτρια, Κόρινθο, Πάρο, Άνδρο) και την ανάπτυξη σχέσεων µε τους υφιστάµενους µακεδονικούς οικισµούς. Η ακµή των περισσότερων αποικιών και των άλλων οικισµών της Μακεδονίας χρονολογείται στην αρχαϊκή εποχή, όπως µαρτυρούν τα πλούσια κτερίσµατα των τάφων και τα πιο αποσπασµατικά ευρήµατα των οικισµών και των λιγοστών ακόµη ιερών. Αναφέρουµε ενδεικτικά ορισµένα από τα σηµαντικότερα νεκροταφεία που ανασκάφηκαν ή ανασκάπτονται ακόµη στη Βεργίνα, την Αιανή, τη Σίνδο/Αγχίαλο, την Αγία Παρασκευή, τη Θέρµη (Σέδες), το Αρχοντικό Γιαννιτσών, την Πύδνα, τη Μεθώνη, τη Μένδη, την Τορώνη, την Άκανθο (Ιερισσός) και τη Θάσο. Από τα ιερά ξεχωρίζουν εκείνα του Ποσειδώνα στο ακρωτήριο Ποσείδι της Χαλκιδικής, µε µακραίωνη συνέχεια ήδη από τους υποµυκηναϊκούς χρόνους, και της 4

Παρθένου στη Νεάπολη (Καβάλα), ενώ άλλα ανασκάφηκαν στην Άφυτι (Άθυτος-Καλλιθέα), τον Παρθενώνα Σιθωνίας, τα Στάγειρα (Ολυµπιάδα), τη Σάνη (Νέα Ρόδα), την ακρόπολη της Οισύµης, την Τράγιλο (Αηδονοχώρι) και τη Θάσο. Στη Χαλκιδική κεντρική θέση κρατά η Όλυνθος ως έδρα των Βοττιαίων, τόσο πριν όσο και µετά την κατάληψή της από τον Αρτάβαζο το 479 π.χ. Κατηγορίες τοπικής κεραµικής Στην τοπική κεραµική των αρχαϊκών χρόνων επιβιώνουν εν µέρει σχήµατα και τεχνικές διακόσµησης από την Πρώιµη Εποχή του Σιδήρου, ενώ ταυτόχρονα υιοθετούνται και νέα στοιχεία από τα κεραµικά κέντρα της µητροπολιτικής και της Ανατολικής Ελλάδας. Η άµεση επαφή των ντόπιων εργαστηρίων µε τις κεραµικές δηµιουργίες άλλων περιοχών, είτε µε την εισαγωγή αγγείων σε αξιοσηµείωτες ποσότητες είτε και µε την εγκατάσταση ξένων κεραµέων, γίνεται εµφανής τόσο στη βελτίωση της τεχνογνωσίας (χρήση γρήγορου τροχού, καθαρότητα πηλού και επιχρισµάτων, βελτίωση συνθηκών όπτησης) όσο και στον εµπλουτισµό του σχηµατολογίου και του ρεπερτορίου τους. Ιδιαίτερα έντονες είναι οι ιωνικές επιρροές που ανιχνεύονται κυρίως στους παράλιους οικισµούς και τις αποικίες. Ως «ιωνίζοντα» µπορούµε να χαρακτηρίσουµε τα αγγεία (υδρίες ΤΟ.ΚΑ 641, σταµνοειδή, οινοχόες, λεκάνες, κάναστρα Κ97Ε.1) που φέρουν γραπτή διακόσµηση από κυµατιστές ταινίες, παρόµοια µε αντίστοιχα ιωνικά αγγεία (γερµαν. «Streifenware», αγγλ. «Wave-line») και είναι εµφανώς επηρεασµένα από αυτά. Ορισµένες φορές µάλιστα, είναι δύσκολη η διάκριση ανάµεσα στις ντόπιες δηµιουργίες και τα εισαγµένα πρότυπά τους. Ιωνικές επιρροές ανιχνεύονται και στα διακοσµητικά θέµατα των γραπτών αγγείων από διάφορα εγχώρια εργαστήρια (ΜΘ 382, Θε 1787) που αυξάνονται κυρίως στην ύστερη αρχαϊκή εποχή (τέλη 6 ου - αρχές 5 ου αι. π..χ.) και γνώρισαν διάδοση στους περισσότερους οικισµούς της Κεντρικής και της Ανατολικής Μακεδονίας. Αρκετά διαδεδοµένη, ιδιαίτερα στους οικισµούς γύρω από τον Θερµαϊκό κόλπο, είναι και µια κατηγορία κεραµικής µε ερυθροβαφή ή καστανοβαφή συµποσιακά αγγεία (άποδες κύλικες, µόνωτες φιάλες µε προχοή, όλπες, κύαθοι). Εξαιτίας της καλής κατασκευαστικής τους ποιότητας και του λεπτού πάχους των τοιχωµάτων τους τα αγγεία αυτά χαρακτηρίζονται ως «ιωνίζοντα ωοκέλυφα» (Κ2001.417, Κ2001.428, Κ2001.431, Κ2001.449). Η εύρεση ενός λάκκου γεµάτου µε ελαττωµατικά, κακοφτιαγµένα αγγεία µαζί µε ποσότητες άψητου πηλού καθιστά πολύ πιθανό τον εντοπισµό του εργαστηρίου παραγωγής τους στον αρχαίο οικισµό που ανασκάπτεται στο Καραµπουρνάκι, κάτι που είχε υποτεθεί και πριν από την αποκάλυψη του παραπάνω συνόλου. 5

Ενδιαφέρον παρουσιάζει µία κατηγορία µεγάλων πιθαµφορέων που χρησίµευαν ως ταφικά αγγεία. Ορισµένοι από αυτούς φέρουν λιτή εγχάρακτη διακόσµηση στο λαιµό και τον ώµο και έχουν διάτρητο πόδι (ΜΘ 12721). Οι περισσότεροι έχουν, ωστόσο, πλούσιο γραπτό διάκοσµο από γραµµικά, γεωµετρικά, φυτικά και σπανιότερα ζωικά µοτίβα, κατανεµηµένα σε ζώνες και σχεδιασµένα συχνότερα µε σκιαγραφία ή σπανιότερα µε περίγραµµα (Μένδη ΜΘ 12724, Πολύχρονο, Τορώνη, Όλυνθος). Εκτός από τους πιθαµφορείς, ανάλογο διάκοσµο συναντάµε σε υδρίες, στάµνους (ΜΘ 12730), σιπύες (ΜΘ 382), σκυφοειδείς και κιονωτούς κρατήρες (Θε 1787). Αυτή η κατηγορία της «γραπτής χαλκιδικιώτικης» κεραµικής παράγεται σε όλη τη διάρκεια του 7 ου και του 6 ου αι. π.χ. και θα συνεχιστεί και στους επόµενους αιώνες. Τα σχήµατα και τα διακοσµητικά θέµατα των αγγείων αυτών µαρτυρούν επιδράσεις από άλλες περιοχές, ιδιαίτερα από τις Κυκλάδες και την Αιολίδα. Μολονότι η διακόσµηση διατηρεί αρκετά υπογεωµετρικά χαρακτηριστικά, ωστόσο η σταδιακή επικράτηση πιο καµπυλόγραµµων και σύνθετων φυτικών µοτίβων προσδίδει στα εγχώρια γραπτά αγγεία µια ζωντάνια και µια ιδιαίτερη φυσιογνωµία που πρέπει να οφείλονται και στο διαφορετικό ύφος των επιµέρους (τοπικών) κέντρων παραγωγής τους µέσα στον ευρύτερο χώρο της Χαλκιδικής. Την παλιότερη κεραµική παράδοση συνεχίζουν οι οπισθότµητες οινοχόες µε το στιλβωµένο σφαιρικό σώµα (Κ97Ε.24), ορισµένες µάλιστα δίχρωµες (ΜΘ 8329, 9418). Χαρακτηριστικές δηµιουργίες των τοπικών εργαστηρίων αποτελούν επίσης οι µεγάλες οινοχόες µε γραπτή ταινιωτή διακόσµηση (ΜΘ 22055), οι κανθαροειδείς κοτύλες, οι λέβητες µε γραπτά γεωµετρικά µοτίβα και πουλιά καθώς και ορισµένα παραδείγµατα µε εικονιστικές σκηνές, όπου οι ανθρώπινες και οι ζωικές µορφές σχεδιάζονται µε τις τεχνικές της σκιαγραφίας και του περιγράµµατος. Επίσης σε ορισµένες περιοχές κατασκευάζονταν γκρίζα αγγεία τύπου bucchero (ΜΘ 9278, Αγία Παρασκευή ΜΘ 9312, Θέρµη) υπό την επίδραση των αντίστοιχων αγγείων της Ανατολικής Ελλάδας, ιδιαίτερα της Αιολίδας. Γκρίζα τροχήλατα αγγεία, τα οποία µιµούνται ανάλογα πρότυπα, είναι γνωστά και από οικισµούς της Ανατολικής Μακεδονίας (Τράγιλος, Άργιλος). Στις αποικίες της Χαλκιδικής και στη Θάσο παράγονταν επίσης «ντόπια» ανατολίζοντα αγγεία, τα οποία παρουσιάζουν οµοιότητες µε ορισµένες κεραµικές κατηγορίες από εργαστήρια των Κυκλάδων (Πάρος) και της Ανατολικής Ελλάδας. Έτσι γνωρίζουµε τοπικές µιµήσεις του ρυθµού των αιγάγρων, των χιώτικων και των ιωνικών κυλίκων (Άκανθος, Οισύµη, Φαρί στη Σκάλα Μαριών Θάσου), των αιολικών και βορειο-ιωνικών λεβήτων (Καραµπουρνάκι, Άκανθος) και άλλων κατηγοριών. 6

Ιδιαίτερη µνεία αξίζει να γίνει στα «ντόπια» µελανόµορφα αγγεία που κατασκευάζονταν στη διάρκεια του 6 ου αιώνα π.χ. κάτω από την επίδραση των αντίστοιχων κορινθιακών και αττικών προτύπων. Τέτοια «κορινθιάζοντα» και «αττικίζοντα» αγγεία συναντώνται σε διάφορους οικισµούς και για την παραγωγή τους υπήρχαν ξεχωριστά τοπικά εργαστήρια. Ένα από αυτά, µε αξιόλογη διάδοση σε οικισµούς της Κεντρικής και της Ανατολικής Μακεδονίας (Ηιών) και ιδιαίτερα στα παράλια του Θερµαϊκού κόλπου (Πύδνα, Αγία Παρασκευή, Καραµπουρνάκι), ειδικευόταν στην κατασκευή κιονωτών κρατήρων (ΜΘ 9407) που παρουσιάζουν τεχνοτροπικές και εικονογραφικές οµοιότητες µε αττικά έργα του εργαστηρίου του Λυδού και του Ζ. του Λούβρου F6 (γύρω στα µέσα και στο τρίτο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ.). Η πιθανή εγκατάσταση κεραµέων από την Αττική στην περιοχή αυτή έχει συσχετιστεί µε τον «συνοικισµό» της Ραικήλου από τον Πεισίστρατο γύρω στα 550 π.χ. Μελανόµορφα αγγεία (κυρίως λεκάνες, πινάκια, σκυφοειδείς και κιονωτοί κρατήρες) παράγονταν και στη Θάσο κατά µίµηση των σύγχρονων χιώτικων και αττικών προτύπων ήδη από τις αρχές και σε όλη τη διάρκεια του 6 ου αι. π.χ. µε φυτικό, ζωικό αλλά και αρκετά πλούσιο εικονιστικό θεµατολόγιο. Η διάδοσή τους ήταν περιορισµένη στη θασιακή περαία (Νέαπολη, Οισύµη) και τα γειτονικά παράλια (Άργιλος). Ύστερα µελανόµορφα αγγεία (οπισθότµητες οινοχόες, σκύφοι, υδρίες), όπου οι µορφές σχεδιάζονται µε σκιαγραφία αλλά χωρίς χάραξη, βρέθηκαν στην Αιανή (τελευταίο τέταρτο 6 ου πρώτο τέταρτο 5 ου αι. π.χ.) και αποτελούν προϊόντα τοπικού εργαστηρίου κάτω από την επίδραση των αντίστοιχων εισαγµένων αττικών αγγείων. Οι εικονιστικές σκηνές είναι σχετικά λιγοστές, ενώ τα περισσότερα κοσµούνται µε φυτικές συνθέσεις. Επίσης από τη νεκρόπολη της Αιανής προέρχεται µια κατηγορία ντόπιων ταφικών αγγείων (αρύβαλλοι, φορµίσκοι, δεύτερο τέταρτο 5 ου αι. π.χ.) µε λευκό βάθος και διακόσµηση µε επίθετα χρώµατα. Εισαγµένη κεραµική Οι ποσότητες, η ποικιλία αλλά και η ποιότητα των εισαγµένων αγγείων στη Μακεδονία από σχεδόν όλες τις γνωστές περιοχές του αρχαίου κόσµου φανερώνουν το εύρος των εµπορικών συναλλαγών, το υψηλό βιοτικό επίπεδο και τις στενές σχέσεις των οικισµών της περιοχής µε τον υπόλοιπο αρχαιοελληνικό κόσµο. ιακοσµηµένα γραπτά αγγεία από την Κόρινθο, την Αττική, τις Κυκλάδες, τη Λακωνία, τις πόλεις της Ανατολικής Ελλάδας καθώς και από µη-ελληνικές περιοχές (όπως την Καρία, τη Φοινίκη, την Κύπρο) αποτελούσαν την «κεραµική πολυτελείας» που έφτανε στη µακεδονική γη και συνυπήρχε µε τα εγχώρια αγγεία. 7

Μια υπογεωµετρική κατηγορία εισαγµένης κεραµικής που χρονολογείται στον 7 ο αι. π.χ., η λεγόµενη G2-3 Ware από τα παράλια της Τρωάδας (φάση Τροίας VIII), έχει εντοπιστεί σε ορισµένες θέσεις (προαποικιακή Θάσος, εκβολές του Στρυµόνα, Καραµπουρνάκι) και µαρτυρεί τις πρώιµες επαφές των περιοχών αυτών µε τους Αιολείς του βορειοανατολικού Αιγαίου. Τα κορινθιακά αγγεία κάνουν την εµφάνισή τους ήδη από την πρωτοκορινθιακή περίοδο στη διάρκεια του 7 ου αιώνα π.χ. (Μεθώνη, Καραµπουρνάκι, Σάνη, Μένδη ΜΘ 16995, Ποσείδι, Άργιλος) και πολλαπλασιάζονται στον 6 ο αιώνα, όταν δείγµατά τους φτάνουν ακόµη και στους πιο αποµακρυσµένους οικισµούς της Άνω Μακεδονίας. Πέρα από τον µαζικό και τυποποιηµένο χαρακτήρα της κορινθιακής παραγωγής, πρέπει να επισηµάνουµε και την παρουσία αρκετών αξιόλογων γραπτών αγγείων, όπως των µεγάλων κιονωτών κρατήρων, διακοσµηµένων µε αφηγηµατικές-µυθολογικές παραστάσεις (Καραµπουρνάκι ΜΘ 10226, Σάνη συλλ. Ανδρεάδη 064-067), και των µυροδοχείων µε τη µορφή ζώων (ΜΘ 407). Η πλειοψηφία των µικρών κορινθιακών αγγείων (αρύβαλλοι ΜΘ 16995, εξάλειπτρα ΜΘ 13435, κοτύλες ) προέρχεται από τάφους, ενώ λιγότερα βρέθηκαν ως αναθήµατα σε ιερά (κοτυλίσκες συλλ. Ανδρεάδη 9α, 10α, λεκάνες 11α-β, οινοχοΐσκη 12Α, πινάκιο 13, 11γ). Η παρουσία των αττικών µελανόµορφων αγγείων είναι σχετικά περιορισµένη στο πρώτο µισό του 6ου αι. π.χ. Στα πρωιµότερα συγκαταλέγονται αγγεία από τα εργαστήρια του Σοφίλου και του Ζ. της Γοργούς (των Γοργόνων), αµφορείς µε προτοµές αλόγων, κύλικες της οµάδας των Κωµαστών (ΜΘ 3042), αγγεία του Λυδού και του κύκλου του (Θε 546, Θε 1680, ΜΘ 8327, ΜΘ 14287), ενώ οι εισαγωγές τους αυξάνονται από τα µέσα του ίδιου αιώνα π.χ. και µετά (µικρογραφικές κύλικες ΜΘ 7745, ΜΘ 16807 λήκυθοι ΜΘ 7757), για να κορυφωθούν γύρω στα τέλη 6 ου και τις αρχές του 5 ου αι. π.χ. µε τα µαζικά παραγόµενα αγγεία του ύστερου µελανόµορφου ρυθµού (κυρίως λήκυθοι ΜΘ 4785, Πυ 8331, Πυ 8337 οινοχόες ΜΘ 7611, ΜΘ 8107 κύλικες ΜΘ 7820, ΜΘ 8109, ΜΘ 12664, ΜΘ 12706 και σκύφοι ΜΘ 7610, ΜΘ 7870, ΜΘ 7894). Ξεχωριστή θέση κρατά στη Μακεδονία η διακοσµηµένη κεραµική από διάφορα εργαστήρια της Ανατολικής Ελλάδας, τόσο των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου (Χίος, Λέσβος, Σάµος, Ρόδος) όσο και των παράλιων πόλεων της Μικράς Ασίας (Κλαζοµενές, Έφεσος, Μίλητος). Ενδεικτικά αναφέρουµε ορισµένες από τις πιο συχνές κατηγορίες των αγγείων αυτών, όπως τις κύλικες µε πουλιά, τις ιωνικές κύλικες (ΜΘ 16771, ΜΘ 16780), τους χιώτικους κάλυκες (Μθ 9330), τα ιωνικά και τα αιολικά bucchero, τις οινοχόες και τα πινάκια ή καρποδόχες του ρυθµού των αιγάγρων, τις σαµιακές ληκύθους και τις κύλικες, τους αµφορίσκους (Πυ 8328), τους λέβητες και τους κρατήρες µερικές φορές µε εικονιστικές 8

παραστάσεις. Εκτός από τα παραπάνω, µεγάλη ποικιλία παρουσιάζουν και τα αγγεία µε τη µορφή ζώων ή αντικειµένων που χρησίµευαν ως µυροδοχεία (ΜΘ 8233, ΜΘ 8234). Λιγοστά είναι τα δείγµατα των λακωνικών αγγείων στο βορειοελλαδικό χώρο. Από αυτά ξεχωρίζουν τα µελαµβαφή, ιδιαίτερα οι κρατήρες «χαλκιδικού τύπου», και ορισµένα µελανόµορφα (ιερό Παρθένου στην αρχ. Νεάπολη/Καβάλα, Θάσος, ιερό Αρτέµιδος στη Σάνη, Καραµπουρνάκι, Άκανθος/Ιερισσός). Η παρουσία της λακωνικής κεραµικής είναι αρκετά σπάνια και απαντάται κυρίως σε περιοχές που είχαν άµεσες σχέσεις µε τη Σπάρτη, όπως η Σάµος και ο Τάρας. Σε ορισµένους οικισµούς της Ανατολικής Μακεδονίας, ιδιαίτερα στη Θάσο, τη Νεάπολη και την Οισύµη, εισάγονταν και κεραµική από τις Κυκλάδες («µηλιακά» αγγεία, πινάκια, παριανοί σκύφοι). Προϊόντα άλλων κεραµικών εργαστηρίων µε γενικά πιο περιορισµένη εµβέλεια, όπως ήταν τα ευβοϊκά και τα βοιωτικά µελανόµορφα αγγεία, εκπροσωπούνται επίσης σε µικρό βαθµό στη Μακεδονία. Εισαγωγές αγγείων γίνονταν και από περιοχές του βορειοανατολικού Αιγαίου (σιπύες µε κυµατιστές ταινίες, καρχήσια). Μια µεγάλη και ιδιαίτερα σηµαντική για την εµπορική της αξία οµάδα εισαγµένων αγγείων αποτελούν οι οξυπύθµενοι αµφορείς για τη µεταφορά λαδιού και κρασιού, δύο από τα κυριότερα προϊόντα του αρχαίου εµπορίου. Για το λάδι τους φηµίζονταν η Κόρινθος (αµφορείς τύπου Α και Β) και η Αθήνα (αµφορείς τύπου SOS), ενώ ξακουστό ήταν το κρασί της Μένδης, της Χίου, της Σάµου και της Θάσου µε αντίστοιχη παραγωγή αµφορέων. Επίσης έχουν βρεθεί εµπορικοί αµφορείς από πόλεις της Μικράς Ασίας (π.χ. Κλαζοµενές, Μίλητος), αν και σε µικρότερες ποσότητες από τους προηγούµενους. Σε ορισµένες περιπτώσεις, τα εµπορικά αγγεία µπορεί να φέρουν γραπτές (dipinti) ή εγχάρακτες (graffiti) επιγραφές και συµπιλήµατα, ακόµη και σε µη-ελληνική γλώσσα. Η παρουσία όλων των παραπάνω στους περισσότερους παράλιους οικισµούς της Μακεδονίας αλλά και σε αρκετούς στην ενδοχώρα ενισχύει την εικόνα που έχουµε για την έντονη οικονοµική δραστηριότητα των λιµανιών και των διαµετακοµιστικών κέντρων στη µακεδονική επικράτεια κατά τους αρχαϊκούς χρόνους. Κλασικοί χρόνοι (5 ος 4 ος αι. π.χ.) Ο 5 ος αι. χαρακτηρίζεται από την ενίσχυση των επαφών του µακεδονικού βασιλείου µε τις περιοχές της νότιας Ελλάδας καθώς και από τη δηµιουργία των προϋποθέσεων που συνέβαλαν στην ανάπτυξή του, ενώ ο 4 ος αι. είναι εποχή µεγάλης πολιτικής, στρατιωτικής και οικονοµικής δύναµης αλλά και καλλιτεχνικής άνθησης. Εκτός από την Πέλλα, όπου µεταφέρθηκε η πρωτεύουσα του κράτους προς τα τέλη του 5 ου αι. π.χ., ακµάζουν και οι άλλες πόλεις της ενδοχώρας και των παραλίων, ιδιαίτερα η Όλυνθος ως κέντρο της 9

Χαλκιδικής Συµµαχίας µέχρι την καταστροφή της από τον Φίλιππο Β το 348 π.χ. Από την άλλη, οι προσπάθειες των Αθηναίων να αποκτήσουν πρόσβαση στην περιοχή ξεκίνησαν µε την προσωρινή εγκατάστασή τους στη θέση των «Εννέα Οδών» µε σκοπό την εκµετάλλευση των µεταλλείων χρυσού στο Παγγαίο και ολοκληρώθηκαν µε την ίδρυση της Αµφίπολης το 437 π.χ. Τοπικά κεραµικά εργαστήρια Η λεγόµενη «προπερσική» κεραµική της Ολύνθου προσφέρει χαρακτηριστικά δείγµατα µε λιτό γραπτό διάκοσµο από συστάδες ευθύγραµµων και κυµατιστών ταινιών καθώς και από φυτικά µοτίβα (άνθη λωτού, κισσόφυλλα, σπείρες) και εκπροσωπείται σε µια αρκετά µεγάλη ποικιλία σχηµάτων, όπως στάµνους, πρόχους και λεκάνες. Από τη λεγόµενη «χαλκιδικιώτικη» κεραµική µε την πλούσια γραπτή διακόσµηση από φυτικά κυρίως µοτίβα αλλά και ζωικές µορφές, όπως πτηνά, Σφίγγες και γυναικείες προτοµές (ΜΠ 965 Πολύχρονο, Πυργαδίκια, Τορώνη), ήρθαν στο φως αρκετά δείγµατα που χρονολογούνται από το πρώτο µισό του 5 ου αι. π.χ. και µετά. Τα συχνότερα σχήµατα είναι σταµνοειδείς κρατήρες, πιθαµφορείς, λεκάνες και υδρίες που παρουσιάζουν οµοιότητες µε ανάλογα αιολικά γραπτά αγγεία. Κάτω από την επίδραση των αττικών ερυθρόµορφων κατασκευάζονται στο πρώτο µισό του 4 ου αι. π.χ. αντίστοιχα αγγεία και σε τοπικά εργαστήρια της Χαλκιδικής, τα οποία έχουν περιορισµένη διάδοση. Πρόκειται κυρίως για ανοικτά σχήµατα µικρού µεγέθους (σκύφοι, κρατήρες) µε σχετικά φτωχή θεµατολογία. Η µεγάλη διάδοση των αττικών µελαµβαφών αγγείων είχε ως αποτέλεσµα την κατασκευή ανάλογων αγγείων σε διάφορα τοπικά εργαστήρια, ανάµεσα στα οποία εκείνα της Πέλλας κρατούν πρωτεύουσα θέση. Μια άλλη πιθανόν εγχώρια κατηγορία µε αρκετή διάδοση κυρίως στο β µισό του 4 ου αι. π.χ. αποτελούν οι λεγόµενοι «ψευδοκυπριακοί» αµφορείς που φέρουν λιτή γραπτή διακόσµηση από ζεύγη κρινόσχηµων µοτίβων πάνω σε υπόλευκο επίχρισµα στο σώµα και προέρχονται από τάφους (Βεργίνα, Αιανή, ερβένι, Όλυνθος). Εισαγµένα αγγεία Στα κλασικά χρόνια επικρατούν τα εισαγόµενα αττικά αγγεία έναντι όλων των άλλων. Η εξάπλωση τόσο των ύστερων µελανόµορφων όσο και των ερυθρόµορφων (ΜΘ 8386, ΚΝ 66) και των µελαµβαφών αγγείων περιλαµβάνει όλο τον γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Οι αττικές επιρροές γίνονται ιδιαίτερα αισθητές στους διάφορους τοµείς της καλλιτεχνικής δηµιουργίας. 10

Ανάµεσα στα ερυθρόµορφα αγγεία ξεχωρίζει ο µεγάλος αριθµός των κρατήρων (κιονωτών MΘ 7786, ΜΘ 14328, κυρίως κωδωνόσχηµων και καλυκωτών, β µισό 5 ου α µισό 4 ου αι. π.χ., ΜΘ 18836, ΜΘ 19893, 353) διακοσµηµένων µε µυθολογικά θέµατα και µε σκηνές από την καθηµερινή ζωή (µε προτίµηση στις συµποσιακές και αθλητικές), που ήρθαν στο φως στους περισσότερους ανασκαπτόµενους οικισµούς και νεκροταφεία. Πολύ συχνά είναι επίσης τα µυροδοχεία διαφόρων σχηµάτων (αρυβαλοειδείς λήκυθοι ΚΝ 17, ασκοί) και οι πυξίδες (ΜΘ 9169). Ορισµένα από τα πιο εντυπωσιακά αγγεία, όπως η υδρία που βρέθηκε στην Πέλλα µε την απεικόνιση της διαµάχης της Αθηνάς µε τον Ποσειδώνα (400 π.χ.), φανερώνουν την ποιότητα των αττικών αγγείων που είχαν τη δυνατότητα να αγοράζουν οι πιο εύποροι Μακεδόνες. Για τον 5 ο αι. π.χ. αξιοσηµείωτη είναι και η ανεύρεση λευκών ληκύθων (DSCF3591) σε ορισµένους τάφους (Βεργίνα, Πύδνα, Αµφίπολις), κάτι που µπορεί να θεωρηθεί ως ένα στοιχείο για τη µερική υιοθέτηση «αθηναϊκών» συνηθειών στα έθιµα ταφής από κατοίκους των µακεδονικών πόλεων. Η παρουσία µιας άλλης ιδιαίτερης κατηγορίας αττικών αγγείων, των παναθηναϊκών αµφορέων, έχει επίσης επιβεβαιωθεί µε την ανεύρεσή τους σε αρκετές περιοχές ήδη από τα τέλη του 6 ου, µε µεγαλύτερη όµως συχνότητα στη διάρκεια του 4 ου αι. π.χ. (Αιανή, Άκανθος, Όλυνθος, Βεργίνα, ίον, Πέλλα, αρχ. Κασσάνδρεια/Ποτίδαια, Αµφίπολη). Είναι ενδιαφέρον το ότι ορισµένοι από αυτούς βρέθηκαν σε ιερά ή άλλους δηµόσιους χώρους (όπως η Αγορά της Πέλλας, το Γυµνάσιο της Αµφίπολης, το Μητρώο της Κασσανδρείας) και ότι µερικοί φέρουν εγχάρακτες επιγραφές που µαρτυρούν ότι ήταν έπαθλα Μακεδόνων νικητών σε αγωνίσµατα των Παναθηναίων. Σηµαντική θέση κρατούν σε όλη τη διάρκεια του 4 ου αι. π.χ. τα αγγεία του ρυθµού Κερτς (πελίκες ΜΘ 18844, υδρίες, ασκοί) µε θεµατογραφία που συνδέεται µε τον ταφικό προορισµό τους (γρύπες, Αµαζόνες και Αριµασποί, γυναικείες κεφαλές, διονυσιακός θίασος). Τέλος δεν πρέπει να αποσιωπηθεί η ποικιλία των σχηµάτων και η εξαιρετική ποιότητα της εισαγµένης µελαµβαφούς κεραµικής (ΜΘ 3732, Πυ 8333) που εισάγεται ήδη από τον 5 ο αι. π.χ. και εξαπλώνεται κυρίως κατά τον 4 ο αι. π.χ. στους περισσότερους οικισµούς, ιδιαίτερα στα κέντρα της Πέλλας, της Ολύνθου και της Αµφίπολης. Πρόκειται για την κεραµική «πολυτελείας» εκείνης της εποχής και πολλά σχήµατα βρίσκουν τα ακριβή παράλληλά τους σε µετάλλινα σκεύη. Εκτός από τα ακόσµητα αγγεία, συχνά είναι και τα διακοσµηµένα µε εγχάρακτα, εµπίεστα ή απλά γραπτά (δικτυωτά, σπείρες, φυλλωτά) µοτίβα. Τα αγγεία που φέρουν γραπτό διάκοσµο τύπου «υτικής κλιτύος» από αττικά εργαστήρια διαδίδονται στο τελευταίο τέταρτο του 4 ου αι. π.χ. και εξής. 11

Επιλεγµένη βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Μ. Ανδρόνικος, Βεργίνα Ι. Το Νεκροταφείον των Τύµβων (Αθήνα 1969). Αρχαία Μακεδονία. Κατάλογος έκθεσης στην Αυστραλία (Αθήνα 1988). Ι. Βοκοτοπούλου, «Αρχαϊκό ιερό στη Σάνη Χαλκιδικής», σε: Αρχαία Μακεδονία. Πέµπτο ιεθνές Συµπόσιο. Θεσσαλονίκη 1989 (Θεσσαλονίκη 1993) 179-236. Ι. Βοκοτοπούλου, Οι ταφικοί τύµβοι της Αίνειας (Αθήνα 1990). Ι. Βοκοτοπούλου (επιµ.), Ελληνικός πολιτισµός. Μακεδονία το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κατάλογος έκθεσης στο Μοντρεάλ 7/5-19/9/1993 (Αθήνα 1993). Ι. Βοκοτοπούλου, Οδηγός Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (Αθήνα 1996). J. Carrington-Smith, «Τρεις κάνθαροι και ένας κρατήρας από τη θέση Κούκος Συκιάς», AEMΘ 5 (1991) 335-348. Ε. Γιούρη, «Η κεραµεική της Χαλκιδικής στον 4 ο αιώνα π.χ.», σε: Κέρνος. Τιµητική προσφορά στον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη (Θεσσαλονίκη 1972) 6-14.. Γραµµένος Μ. Τιβέριος, «Ανασκαφή νεκροταφείου του 5 ου αι. π.χ. στην αρχαία Άργιλο», Α 39 Μελέται Α, 1984 (1990) 1-47. Αικ. εσποίνη Ι. Βοκοτοπούλου Μ. Τιβέριος Β. Μισαηλίδου, Σίνδος. Κατάλογος της έκθεσης, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (Θεσσαλονίκη 1985). Σ. ρούγου, Πόλεµος και ειρήνη στην αρχαία Αθήνα. Η υδρία της Πέλλας (Αθήνα 2004). Σ. ρούγου, Βεργίνα. Τα πήλινα αγγεία της Μεγάλης Τούµπας (Αθήνα 2005). Β. Καλλιπολίτης, «Κεραµεική κλασσικών χρόνων από τη υτική Μακεδονία», σε: Αρχαία Μακεδονία. Τρίτο ιεθνές Συµπόσιο. Θεσσαλονίκη 21-25/9/1977 (Θεσσαλονίκη 1983) 117-122. Ν. Καλτσάς, Άκανθος Ι. Η ανασκαφή στο νεκροταφείο κατά το 1979 (Αθήνα 1998). Γ. Καραµήτρου-Μεντεσίδη, Αιανή (Αθήνα 1996). Γ. Καραµήτρου-Μεντεσίδη Ε. Κεφαλίδου, «Τοπικά εργαστήρια αρχαϊκής και κλασικής κεραµικής από την Αιανή και τον νοµό Κοζάνης», σε: Αρχαία Μακεδονία. Έκτο ιεθνές Συµπόσιο, Θεσσαλονίκη 15-19/10/1996 (Θεσσαλονίκη 1999) 537-562. Ε. Κεφαλίδου, «Αττικός µελανόµορφος αµφορέας από την Αιανή», σε: Μ. Λιλιµπάκη-Ακαµάτη Κατερίνα Τσακάλου-Τζαναβάρη (επιµ.), Μνείας Χάριν. Τόµος στη µνήµη Μαίρης Σιγανίδου (Θεσσαλονίκη 1998) 115-126 Στ. Κόρτη-Κόντη, Η «ανατολίζουσα» Μακεδονία (Θεσσαλονίκη 2001) 46-66. Χ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη, «Ανασκαφικές έρευνες στην αρχαία Τράγιλο. Πρώτες γενικές αρχαιολογικές ιστορικές παρατηρήσεις», σε: Αρχαία Μακεδονία. Τρίτο ιεθνές Συµπόσιο. Θεσσαλονίκη 21-25/9/1977 (Θεσσαλονίκη 1983) 123-146. Β. Μισαηλίδου- εσποτίδου, «Νέα ευρήµατα από την νεκρόπολη της αρχαίας Αφύτιος», Α 34 Μελέται (1979) 70-84. 12

Σ. Μοσχονησιώτη, «Θέρµη Σίνδος. Ανασκαφικές παρατηρήσεις στα δύο νεκροταφεία της περιοχής Θεσσαλονίκης», ΑΕΜΘ 2 (1988) 283-295. Σ. Μοσχονησιώτη, «Εγχώρια διακοσµηµένη κεραµική από το νεκροταφείο της αρχαίας Μένδης στη Χαλκιδική», σε: Ν. Χρ. Σταµπολίδης Α. Γιαννικουρή (επιµ.), Το Αιγαίο στην πρώιµη εποχή του Σιδήρου. Πρακτικά του ιεθνούς Συµποσίου Ρόδος, 1-4 Νοεµβρίου 2002 (2004) Ε. Παντερµαλή, Χία και Ανθεµούσια (Κατερίνη 2001). K. Ρωµιοπούλου, «Αγγεία του 4 ου αι. π.χ. εκ των ανασκαφών της Αµφιπόλεως», ΑΕ (1964) 91- K. Ρωµιοπούλου, «Αττικός αµφιπρόσωπος κάνθαρος από τάφο της αρχαίας Ακάνθου», σε: Αµητός. Τιµητικός τόµος για τον καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο (Θεσσαλονίκη 1987) 723-732. K. Ρωµιοπούλου Γ. Τουράτσογλου, Ο τύµβος της Νικήσιανης (Αθήνα 1992). K. Ρωµιοπούλου Γ. Τουράτσογλου, Μίεζα. Νεκροταφείο υστεροαρχαϊκών πρώιµων ελληνιστικών χρόνων (Αθήνα 2002). Ε. Σκαρλατίδου, «Ένας νέος κιονωτός κρατήρας του Λυδού από τη Μακεδονία», ΑΑΑ ΧΧΙΙΙ- ΧΧVΙΙΙ (1990-1995) 175-198. Ε. Σκαρλατίδου, «Ένας νέος κιονωτός κρατήρας του Λυδού από το νεκροταφείο στη Θέρµη (Σέδες) Θεσσαλονίκης. Το εµπόριο και η παραγωγή των αγγείων του αττικού αγγειογράφου και του εργαστηρίου του στη Μακεδονία», σε: Αρχαία Μακεδονία. Έκτο ιεθνές Συµπόσιο, Θεσσαλονίκη 15-19/10/1996 (Θεσσαλονίκη 1999) 1031-1045. Μ. Τιβέριος, Προβλήµατα της µελανόµορφης αττικής κεραµικής (Θεσσαλονίκη 2 1988). Μ. Τιβέριος, «Εγχώρια κεραµική του 6 ου και 5 ου αι. π.χ. από τη Σίνδο», ΑΕΜΘ 2 (1988) 297-306. Μ. Τιβέριος, «Όστρακα από τη Σάνη της Παλλήνης. Παρατηρήσεις στο εµπόριο των ελληνικών αγγείων και στον αποικισµό της Χαλκιδικής», Εγνατία 1 (1989) 29-64. Μ. Τιβέριος, «Από τα αποµεινάρια προελληνιστικού ιερού «περί τον Θερµαίον κόλπον», σε: Μνήµη. Λαζαρίδη. Πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη (Θεσσαλονίκη 1990) 71-88. Μ. Τιβέριος, «Παναθηναϊκοί αµφορείς από την Πέλλα», ΑΕ 130 (1991) 15-44. Μ. Τιβέριος, «Εισαγµένη κεραµική από τη ιπλή Τράπεζα της Αγχιάλου κοντά στη σηµερινή Σίνδο», Παρνασσός ΛΕ (1993) 553-560. Μ. Τιβέριος, «Έξι χρόνια πανεπιστηµιακών ανασκαφών στο Καραµπουρνάκι Θεσσαλονίκης», Εγνατία 5 (1995-2000) 297-321. Μ. Τιβέριος, Μακεδόνες και Παναθήναια. Παναθηναϊκοί αµφορείς από τον βορειοελλαδικό χώρο (Αθήνα 2000). Μ. Τιβέριος Ε. Μανακίδου. Τσιαφάκη, «Πανεπιστηµιακές ανασκαφές στο Καραµπουρνάκι Θεσσαλονίκης (2000-2002)», Εγνατία 7, 2003 (2004) 327-351. Ε. Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου, «Από την επείσακτη κεραµική της αρχαϊκής Ακάνθου», σε: Αρχαία Μακεδονία. Έκτο ιεθνές Συµπόσιο, Θεσσαλονίκη 15-19/10/1996 (Θεσσαλονίκη 1999) 1197-1217. 13

Ξενόγλωσση P. Bernard, «Céramiques de la première moitié du VIIe siècle à Thasos», BCH 88 (1964) 77-146. F. Blondé J. Y. Perreault C. Peristeri, «Un atelier de potier archaique à Phari (Thasos)», σε: F. Blondé J. Y. Perreault (επιµ.), Les atelies de potiers dans le monde Grec aux époques géométrique, archaique et classique, BCH Suppl. XXIII (1992) 11-40. A. Coulié, Études Thasiennes XIX: La céramique thasienne à figures noires (Παρίσι 2002). L. Ghali-Kahil, Études Thasiennes VII: La céramique grecque (fouilles 1911-1956) (Παρίσι 1960). W. A. Heurtley, «Pottery from Macedonian Mounds», BSA 26 (1923-1925) 30-37. Α. Ηochstetter, Kastanas. Die handgemachte Keramik, Schichten 19 bis 1 (1984). R. Jung B. Hänsel B. Weninger, Kastanas. Die Drehscheibenkeramik der Schichten 19. bis 11. (2002). E. Kefalidou, «Late Archaic Polychrome Pottery from Aiani», Hesperia 70 (2001) 183-219. J. J. Maffre, «Céramique attique à décor mythologique trouvèe à l Artémision de Thasos», σε: Thasiaca, BCH Suppl. V (1979) 11-74. J. J. Maffre, «Les importations de céramique attique à Thasos pendant la première moitié du VIe siècle AV. J.C.», σε: Μνήµη. Λαζαρίδη. Πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη (Θεσσαλονίκη 1990) 409-425. Ε. Manakidou, «Korinthische und attische Importkeramik der archaischen Zeit aus der Siedlung von Karaburnaki/Nordgriechenland», σε: Β. Schmalz M. Söldner (επιµ.), Griechische Keramik im kulturellen Kontext. Πρακτικά ιεθνούς Συµποσίου Κεραµικής στο Κίελο 24-28/9/2001 (Münster 2003) 193-196. Ε. Manakidou, «Ein fragmentierter Kolonnettenkrater aus Karaburnaki und die Darstellung heroischer Hochzeiten auf korinthischen und attischen schwarzfigurigen Vasen», ΑM 120 (2005) 71-83. W. Mayr, «Attischer Einfluß in der früheisenzeitlichen Keramik Makedoniens», ÖJh 62 (1993) Beiblatt, 1-12. I. McPhee, «Some Red-Figure Vase-Painters of the Chalcidice», BSA 76 (1981) 297-308. J. K. Papadopoulos, «An Early Iron Age Potters Kiln at Torone, Mediterranean Archaeology», 2 (1989) 9-42. J. K. Papadopoulos, «Euboians in Macedonia? A Closer Look», OJA 15 (1996) 151-181. S. Paspalas, The Late Archaic and Early Classic Pottery of the Chalkidike in its wider Aegean Context (αδηµ. διδακτορ. διατριβή, Οξφόρδη 1995). D. M. Robinson, Excavations at Olynthus V. Mosaics, Vases and Lamps of Olynthus found in 1928 and 1931 (1933). D. M. Robinson, Excavations at Olynthus XI. Necrolynthia (1942). D. M. Robinson, Excavations at Olynthus III. Vases found in 1934 and 1938 (1950). Κ. Romiopoulou, «Some Pottery of the Early Iron Age from Western Macedonia», BSA 66 (1971) 353-361. 14

F. Salviat N. Weill, «Un plat du VIIe siècle à Thasos. Bellérophon et la Chimère», BCH 84 (1960) 347-386. F. Salviat, «La céramique du style chiote à Thasos», σε: Les céramiques de la Grèce de l est et leur diffusion en Occident (Παρίσι 1978) 87-92. K. Sismanidis, CVA Thessaloniki 1 (Αθήνα 1998). E. Skarlatidou, «Una tomba arcaica in Macedonia. Nuovi dati per un riesame della cronologia della ceramica corinzia», ASAtene 80, Serie III/2 (2002) 281-307. M. Tiverios, «Archaische Keramik aus Sindos», Μακεδονικά 25 (1985/86) 70-87. D. Tsiafakis, «On Some East Greek Pottery found at Karabournaki in Thermaic Golf», σε: F. Krinzinger (επιµ.), Die Ägäis und das westliche Mittelmeer. Beziehungen und Wechselwirkungen 8. bis 5. Jh. v. Chr., Πρακτικά ιεθνούς Συµποσίου στη Βιέννη 24-27/3/1999 (Βιέννη 2000) 417-423. O. Tudor-Jones, «Chalkidic Painted Ware. Three Stamnoid Kraters from Torone», AE 129 (1990) 177-189. I. Vocotopoulou, «Polychrono. A New Archaeological Site in the Chalkidike», σε: J.-P. Descoeudres (επιµ.), ΕΥΜΟΥΣΙΑ. Ceramic and Iconographic Studies in Honour of Alexander Cambitoglou (Sydney 1990) 79-86. I. Vocotopoulou, «Sites and Sanctuaries of the Archaic Period in Chalkidike», BSA 91 (1996) 319-328. Ph. Zaphiropoulou, «Vases peints du musée de Salonique», BCH 94 (1970) 361-435. 15