30 χρόνια στους ουρανούς µε τα RF-4E 348 Μοίρα Τακτικής Αναγνώρισης 30 χρόνια στους ουρανούς µε τα RF-4E
π H 348 MΤΑ παρέλαβε τα πρώτα RF-4E το 1978, συνεχίζοντας τη µεγάλη παράδοση στις αποστολές τακτικής αναγνώρισης που είχε ξεκινήσει από τα µέσα της δεκαετίας του 50 µε τα αεροσκάφη RT-33A και RF-84F. Η επέτειος αυτή των 30 χρόνων του RF-4E σε ελληνική υπηρεσία αλλά και τα πενηντάχρονα του θρυλικού πλέον Phantom τιµήθηκαν στην 110ΠΜ σε ένα τριήµερο εκδηλώσεων. Του Πάνου Σπαγόπουλου Φωτογραφίες Γιάννης Ρηγόπουλος
T Y º X R S T U Στο διάστηµα από Παρασκευή 23 έως και την Κυριακή 25 Μαΐου πραγµατοποιήθηκε στην 110ΠΜ στη Λάρισα ένα τριήµερο εορταστικών εκδηλώσεων για µια διπλή επέτειο: τα 50χρονα του παλαίµαχου των αιθέρων του F-4 Phantom II το αεροσκάφος πραγµατοποίησε την πρώτη του πτήση στις 27 Μαΐου του 1958- αλλά και τα 30 χρόνια του RF-4E στη διάθεση της 348 Μοίρας Τακτικής Αναγνώρισης (ΜΤΑ). Την Παρασκευή η λιτή εκδήλωση περιελάµβανε πτήσεις αεροσκαφών RF-4E, µεταξύ αυτών και ενός ειδικά βαµµένου για την περίσταση Recce Phantom και υποδοχή των αεροσκαφών µπροστά από το υπόστεγο της 348ΜΤΑ. Ο διοικητής της 110 ΠΜ, Ταξίαρχος (Ι) Χρήστος Βαΐτσης απηύθυνε σύντοµο χαιρετισµό στο προσωπικό της Μοίρας και αµέσως µετά µίλησε ο διοικητής της ΜΤΑ Αντισµήναρχος (Ι) Κώστας Καραµεσίνης, ενώ στη συνέχεια επιδόθηκαν αναµνηστικά στο πλήρωµα του επετειακά βαµµένου αεροσκάφους. [ Η ιστορία της 348 ΜΤΑ Αναµφισβήτητα η 348 Μοίρα Τακτικής Αναγνώρισης είναι µια T Y º X Το επετειακό RF-4E µε τα 30 χρόνια υπηρεσίας «ζωγραφισµένα» στο κάθετο σταθερό από τις παλαιότερες και πιο ιστορικές Μοίρες του ΑΤΑ, µοναδική στο ρόλο της Τακτικής Αναγνώρισης. Αρχικά συγκροτήθηκε ως Σµήνος το 1953 στο αεροδρόµιο της Ελευσίνας, για την κάλυψη των αναγκών της τότε Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας (ΕΒΑ) και των Ενόπλων υνάµεων γενικότερα σε τακτικές επιχειρησιακές πληροφορίες και φωτοαναγνωρίσεις. Υπαγόταν στην 112 Πτέρυγα Μάχης µε την επωνυµία 348 Σµήνος Τακτικής Αναγνωρίσεως (ΣΤΑ), µε έξι τροποποιηµένα σε φωτοαναγνωριστικά F-84G συνεπικουρούµενα από ένα µικρό αριθµό HELLDIVERS. Τον Ιούλιο του 1954 το Σµήνος µετασταθµεύει στην 110 ΠΜ (Λάρισα) και ένα χρόνο περίπου αργότερα, το Μάιο του 1955 εξοπλίζεται µε 20 νέα RT-33A Silver Star ενώ ταυτόχρονα µετονοµάζεται σε Μοίρα. Τα αεροσκάφη ήταν τροποποιη- µένα T-33, µε φωτοµηχανές στο ρύγχος αλλά και στην πίσω θέση του πληρώµατος. Τον Αύγουστο του 1956, προστέθηκαν στη δύναµη της Μοίρας τα νέα αεροσκάφη RF-84F, ενώ κατά καιρούς χρησιµοποιήθηκαν και τα F-84F. Τον εκέµβριο του 1956, η 348 ΜΤΑ µετακινήθηκε στην 111 ΠΜ (Βόλος), όπου και παρέ- µεινε µέχρι το Σεπτέµβριο του 1957, οπότε και επανήλθε στην 110 ΠΜ. Τα RF-84F αποδείχθηκαν εξαιρετικά αξιόπιστα αεροσκάφη, Στο δεύτερο µισό της δεκαετίας του 50 και στα χρόνια της δεκαετίας του 60 τα ελληνικά RF-84F µε πλήρες φορτίο καυσίµου, απογειώνονταν µε τη χρήση φιαλών JATO και πετώντας σε ύψη µεγαλύτερα των 20.000 ποδών πραγµατοποιούσαν δεκάδες αποστολές φωτοαναγνώρισης πάνω από τα Βαλκάνια. Σε µία δε µόνο περίπτωση κλήθηκαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και στην Κύπρο το 1964. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 60 οι πτήσεις πάνω από τις χώρες του παραπετάσµατος περιορίστηκαν και τελικά σταµάτησαν. Οι λόγοι γι αυτό πολλοί. Ο πρώτος ήταν ότι οι περισσότερες γειτονικές προς βορρά χώρες είχαν εξοπλιστεί όχι µόνο µε πυραυλικά αντιαεροπορικά συστήµατα που µπορούσαν να πλήξουν στόχους σε µεγάλα ύψη, αλλά και µε υψηλών επιδόσεων µαχητικά αεροσκάφη. Παρ όλα αυτά, το RF-84F εξακολουθούσε να είναι το µοναδικό φωτοαναγνωριστικό αεροσκάφος της Π.Α. µε ακτίνα επαρκή και εξοπλισµό σε φωτοµηχανές κατάλληλο για τη διενέργεια αποστολών σε µεγάλες αποστάσεις και από µεγάλα ύψη. Το Νοέµβριο του 1970 ιδρύεται ακόµη µια µοίρα τακτικής αναγνώρισης η 349ΜΤΑ µε αεροσκάφη RF-5A, τα οποία όµως µπορούσαν να εκτελέσουν αποστολές καθαρά τακτικού χαρακτήρα λόγω της περιορισµένης ακτίνας δράσης τους και ιδίως λόγω των µικρών φωτοµηχανών KS-92A των 70 χιλ. που έφεραν στο ούτως ή άλλως στενό τους ρύγχος, περιορίζοντας τις αποστολές τους σε µικρά και µεσαία ύψη. Η 349 παρέµεινε µοίρα αναγνώρισης έως την άνοιξη του 1983 οπότε και άλλαξε ρόλο ως Μοίρα Αναχαιτίσεως Ηµέρας µε αεροσκάφη F-5A. 62 π À π - À À 2008 ANAXAITI H/INTERCEPTION
π [ Τα RF-4E Η ιστορία του RF-4E στην ΠΑ είναι απόλυτα συνυφασµένη, όπως είναι και φυσικό µε αυτή του F-4E. Το πρώτο πρόγραµµα, Peace Icarus I, απόκτησης Phantom II από την ΠΑ ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 70, όταν τότε η Αεροπορία αναζητούσε ένα νέο τύπο αεροσκάφους ικανότερο τουλάχιστον από τα F-104G και F-5A. Τελικά στις 29 Μαρτίου του 1972, υπογράφεται η πρώτη συµφωνία για την προµήθεια 36 αεροσκαφών του τύπου. Οι ανάγκες όµως δεν περιορίζονταν µόνο στα αεροσκάφη µε καθαρά πολεµικά καθήκοντα αλλά επεκτείνονταν και για την κάλυψη άλλων ρόλων και ειδικότερα αυτού της φωτοαναγνώρισης. Επιπρόσθετα τα γεγονότα στην Κύπρο, απαιτούσαν εκτεταµένες αλλαγές στον επιχειρησιακό προσανατολισµό της ΠΑ. Είχε καταστεί σαφές πως υπήρχε η ανάγκη για ένα νέο αεροσκάφος που θα µπορούσε να καλύψει όχι µόνο τις ίδιες αλλά µεγαλύτερες αποστάσεις από το RF-84F, πετώντας παράλληλα πιο γρήγορα και πιο ψηλά, χωρίς να συνυπολογίζεται το γεγονός πως τα αεροσκάφη πετούσαν από το 1956. Το RF-4E επιλέχθηκε να καλύψει την ανάγκη αυτή όχι µόνο για λόγους οµοιοτυπίας, αλλά κυρίως γιατί µπορούσε να µεταφέρει τη στρατηγικών δυνατοτήτων φωτοµηχανή KS-127A. Έτσι τον Οκτώβριο του 1976 υπογράφεται η LOΑ, και στις 16 Ιουνίου 1977 η σύµβαση για την αγορά 18 αεροσκαφών F-4E και 8 νέων RF-4E σηµατοδοτώντας µε αυτόν τον τρόπο την έναρξη του προγράµµατος Peace Icarus II. Από τα 8 RF-4E τα δύο παραχωρήθηκαν δωρεάν µέσω του προγράµµατος MAP και τα υπόλοιπα έξι αγοράστηκαν µε απευθείας εµπορική συµφωνία µεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και της κατασκευάστριας McDonnell Douglas και ήταν ύψους 91 εκατ. $. Τα πρώτα RF-4E παραδόθηκαν στην ΠΑ το Σεπτέµβριο του 1978 και οι παραδόσεις ολοκληρώθηκαν τον Απρίλιο του 1979. Μαζί µε τα οκτώ RF-4E αποδέσµευσαν και τρεις φωτοµηχανές Το RF-4E απογειώνεται για να πραγµατοποιήσει σειρά διελεύσεων πάνω από το χώρο της 110ΠΜ KS-127A. Ενδεικτικό των δυνατοτήτων τους είναι το ότι λέγεται πως κάθε µία κόστισε περισσότερο από το αεροσκάφος! Άλλο παράδοξο στην υπόθεση των KS-127A είναι το ότι η τουρκική αεροπορία, η THK, δεν απέκτησε τέτοιες φωτοµηχανές παρά µόνο στη δεκαετία του 90. Ένα από τα χαρακτηριστικά γεγονότα της ιστορίας της Μοίρας ήταν η ύπαρξη στην ίδια στέγη δύο διαφορετικών τύπων αεροσκαφών. Έτσι στις 12/7/1979 συγκροτείται η 348ΜΤΑ/RF-4E η οποία αρχικά υπάγεται διοικητικά και επιχειρησιακά στην 110ΠΜ µε αποστολή την επιχειρησιακή εκπαίδευση, για να ακολουθήσει το Σεπτέµβριο του ίδιου έτους, µετά από την επιτυχή αξιολόγησή της και η επιχειρησιακή της ετοιµότητα. Παράλληλα εξακολουθεί να υφίσταται το σµήνος 348MTA/RF-84F και αυτό έως τον Ιούλιο του 1987 οπότε και εγκρίνεται η συγχώνευση της 348 (RF-84F) και της 348 (RF-4E) σε µια ανεξάρτητη Μοίρα µε τίτλο 348 Μοίρα Τακτικής Αναγνώρισης. Η είσοδος έτσι των RF-4E σε υπηρεσία έφερε την ΠΑ σε θέση να µπορεί να εκτελεί αποστολές στρατηγικού χαρακτήρα σε µεγάλες αποστάσεις και από µικρά, µέσα και µεγάλα ύψη. Και τις αποστολές αυτές µπορούσε να τις εκτελέσει µε µικρότερο, σε σχέση µε τα RF-84F, ρίσκο απωλειών λόγω των επιδόσεων του φωτογραφικού Phantom και της δυνατότητας που παρείχε για αυτοπροστασία, µεταφέροντας µέχρι και τέσσερα βλήµατα αέρος-αέρος υπέρυθρης καθοδήγησης AIM-9. Παράλληλα διατήρησε τα RF-5A και RF-84F σε υπηρεσία αξιοποιώντας τα σε καθαρά τακτικό επίπεδο, ενώ το ίδιο έκανε και µε έναν αριθµό RF- 104G που απέκτησε στο δεύτερο µισό της δεκαετίας του 80 από τη Γερµανία. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 80, µε τις περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ να έχουν αποσύρει τα καθαρόαιµα φωτοαναγνωριστικά αεροσκάφη που χρησιµοποιούσαν, η φιλοσοφία των αποστολών φωτοαναγνώρισης από επανδρωµένα αε- ANAXAITI H/INTERCEPTION π À π - À À 2008 63
ροσκάφη άλλαξε. Με βάση τα νέα δεδοµένα, τα επανδρωµένα φωτοαναγνωριστικά αεροσκάφη δεν θα ήταν παρά τακτικά µαχητικά εφοδιασµένα µε ατρακτίδια φωτοαναγνώρισης. Και αυτό γιατί θα λειτουργούσαν πλέον σε ένα περιβάλλον στο οποίο συλλογή πληροφοριών θα γινόταν συνδυαστικά από δορυφόρους, RPV (τότε) και UAV (σήµερα). Με την απόσυρση των RF-84F το Μάρτιο του 1991, τα λιγοστά RF- 4E της 348 ΜΤΑ κλήθηκαν να σηκώσουν όλο το βάρος των αποστολών φωτοαναγνώρισης. Έπρεπε, εποµένως, πολύ σύντοµα να βρεθεί µία λύση που να καλύπτει τόσο τις παρούσες όσο και τις µελλοντικές ανάγκες της Π.Α. σε ρόλους φωτοαναγνώρισης. [ Τα recce Phantom της Luftwaffe Τα 13 εναποµείναντα RF-5A της 349ΜΤΑ δεν µπορούσαν να προσφέρουν µια καλή εναλλακτική λύση για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Η χρήση κάποιων F-104G µε ατρακτίδια φωτοαναγνώρισης πάλι δεν ενδεικνυόταν, λόγω του µικρού µέγεθους φωτοµηχανών που χωρούσαν σε αυτά. Και οι λύσεις τότε ήταν δύο: Είτε να γίνει προµήθεια ατρακτιδίων φωτοαναγνώρισης, τα οποία θα µετέφεραν τακτικά µαχητικά και συγκεκριµένα τα F-16, είτε να βρεθεί πρόσθετος αριθ- µός φωτογραφικών Phantom για την κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών. Η USAF εκείνη την εποχή, αµέσως µετά τη λήξη του Πολέµου στον Περσικό Κόλπο δηλαδή, απέσυρε και τα τελευταία RF-4C που αξιοποιούσε επιχειρησιακά. Τα αεροσκάφη αυτά διέφεραν ελάχιστα σε σύγκριση µε τα ελληνικά RF-4E, και θα µπορούσαν να αποτελέσουν µια καλή λύση ενίσχυσης της 348ΜΤΑ, αλλά τα περισσότερα, αν όχι όλα, παραχωρήθηκαν στην ισπανική αεροπορία. Η γραµµή παραγωγής είχε κλείσει πριν από 15 περίπου χρόνια, οπότε ούτε λόγος δεν µπορούσε να γίνει για καινούρια αεροσκάφη. Η λύση δόθηκε µε την απόσυρση των RF-4E της Luftwaffe από υπηρεσία µέσα στο 1992. ιέλευση σχηµατισµού τεσσάρων RF-4E της 348ΜΤΑ για την επέτειο των 30 χρόνων του RF-4E και των 55 χρόνων της µοίρας τακτικής αναγνώρισης Οι Γερµανοί παραχώρησαν 46 τέτοια αεροσκάφη στην τουρκική αεροπορία και 27 στην Π.Α. Η τελευταία αποφάσισε να αξιοποιήσει στο µέγιστο δυνατό βαθµό τα αεροσκάφη αυτά. Από τα 27 διατήρησε σε υπηρεσία τα 20 που είχαν τις λιγότερες ώρες ενώ τα υπόλοιπα χρησιµοποιήθηκαν ως αποθέµατα ανταλλακτικών. Οι παραδόσεις των γερµανικών RF Phantom ξεκίνησαν το 1993, µε τα πρώτα αεροσκάφη να προσγειώνονται στην Τανάγρα τον Μάιο και ολοκληρώθηκαν ένα χρόνο µετά. Με την ευτυχή κατάληξη της προµήθειας των γερµανικών RF- 4E η ΠΑ δεν θα ήταν υποχρεωµένη να δεσµεύσει µαχητικά τρίτης γενιάς σε ρόλους φωτοαναγνώρισης, καθώς εκείνη την εποχή ήταν ούτως ή άλλως λίγα και από την άλλη πλευρά διατηρούσε µία υποστρατηγικών δυνατοτήτων πλατφόρµα σε υπηρεσία. Αυτό γιατί παρά το ότι είχε ήδη αλλάξει η φιλοσοφία σε ό,τι αφορούσε τη χρήση εξειδικευµένων φωτοαναγωριστικών αεροσκαφών στις τάξεις του ΝΑΤΟ, δεν µπορούσε κανείς να παραβλέψει το γεγονός ότι το Phantom εξασφάλιζε σηµαντικά µεγαλύτερα πλεονεκτήµατα σε σύγκριση µε τα τακτικά µαχητικά αεροσκάφη που εφοδιάζονταν µε ατρακτίδια. Το πρώτο και σηµαντικότερο ήταν ότι στο µεγάλο ρύγχος του µπορούσε να φιλοξενηθεί ογκώδης εξοπλισµός που δεν ήταν δυνατόν να χωρέσει σε ατρακτίδια και κατ επέκταση το δεύτερο ήταν ότι έτσι αποδεσµεύονται οι εξωτερικοί φορείς για τη µεταφορά δεξαµενών καυσίµου, κάτι που µε τη σειρά του συνεπάγεται µεγαλύτερη αυτονοµία και ακτίνα. Τρίτο πλεονέκτηµα ήταν ότι σαν αεροσκάφος το Phantom είχε αρκετούς διαθέσιµους χώρους τόσο για την εφαρµογή τροποποιήσεων όσο και για την εγκατάσταση νέου εξοπλισµού αποστολής. Τα συγκεκριµένα αεροσκάφη ήρθαν στην Ελλάδα χωρίς σύστηµα αυτοπροστα- 64 π À π - À À 2008 ANAXAITI H/INTERCEPTION
π σίας παρά µόνο µε το σύστηµα άφεσης αναλωσίµων ALE-40. Γρήγορα όµως αυτό άλλαξε µε την εγκατάσταση του δέκτη προειδοποίησης ALR-91 σε συνδυασµό µε τον αφετήρα ALE- 47. Μια ακόµη λεπτοµέρεια ήταν πως τα αεροσκάφη δεν διέθεταν τη δυνατότητα χρησιµοποίησης του βλήµατος AIM-9 σε αντίθεση µε τα αµερικανικά RF-4E, αλλά και αυτή η υπόθεση οδηγήθηκε στη λύση µε την τοποθέτηση των σχετικών καλωδιώσεων που επέτρεψαν στα αεροσκάφη τουλάχιστον την δυνατότητα αυτοάµυνας. Οι φωτοµηχανές που χρησιµοποιούν τα RF-4E είναι η KA-56 για µικρά ύψη πτήσης έως 4000 πόδια, η KS-87 που «κοιτά» κάτω και εµπρός, η KA-91 µε φακό 18 ιντσών για κατακόρυφες λήψεις από 5000 έως και 25000 πόδια, η υπέρυθρη AN/PSM-37 για µικρά και µέσα ύψη έχοντας τη δυνατότητα να χρησιµοποιείται και την ηµέρα και τέλος η KS-127. Η τελευταία είναι πραγµατικά µοναδική αναφορικά µε τις ικανότητές της, παρά το γεγονός πως πρόκειται για ένα σύστηµα της δεκαετίας του 70. Έχει τη δυνατότητα φωτογράφισης από ύψος έως και 40000 ποδών. Έχει την ικανότητα περιστροφής κατά την πτήση σε οποιαδήποτε γωνία επιθυµεί το πλήρω- µα και από τα 35000 πόδια ύψος µπορεί να καταγράψει στο φιλµ στόχους που βρίσκονται έως και 35 µίλια σε απόσταση. Μια προσπάθεια της ΠΑ για την προµήθεια ενός αριθµού ψηφιακών φωτοµηχανών KS-127EO (Electro-Optical) από την αµερικανική Reccon Optical (ROI) µε παράλληλη τροποποίηση των δύο παλαιών συµβατικών KS-127A σε ψηφιακούς αισθητήρες, δεν καρποφόρησε τελικά µε αποτέλεσµα τη στροφή προς την αγορά ατρακτιδίων ψηφιακής φωτογραφικής καταγραφής, για τα αεροσκάφη F-16. Το σηµαντικότερο όµως βήµα της 348ΜΤΑ από την άποψη της αναβάθµισης των δυνατοτήτων της στο πεδίο της ηλεκτρονικής αναγνώρισης, που ανέκυψε παράλληλα µε την είσοδο του Ηλεκτρονικού Πολέµου στο σύγχρονο πεδίο µάχης, ήταν η προµήθεια των ατρακτιδίων ASTAC ηλεκτρονικής αναγνώρισης και καταγραφής ηλεκτρονικών εκποµπών τύπου ASTAC από τη Το επετειακό RF-4E µπροστά από το υπόστεγο συντήρησης της 348ΜΤΑ γαλλική Thales για τη διενέργεια αποστολών ELINT/SIGINT. Το συγκεκριµένο σύστηµα χρησιµοποιήθηκε επιχειρησιακά από τα γαλλικά Mirage F1CR κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στο Κόσσοβο, µε εντυπωσιακά αποτελέσµατα στον εντοπισµό των εκποµπών των σερβικών ραντάρ αεράµυνας. Τα RF-4E της 348ΜΤΑ δεν διαθέτουν πάντως σύστηµα µετάδοσης δεδοµένων σε πραγµατικό χρόνο σε σταθµούς εδάφους µε αποτέλεσµα όλα τα δεδοµένα που έχουν συλλεχθεί να αξιοποιούνται µετά την προσγείωση του αεροσκάφους. Το ASTAC πάντως είναι µια πραγµατικά σηµαντική προσθήκη στον εξοπλισµό της 348ΜΤΑ, καθώς θεωρείται ένα από τα πλέον εξελιγµένα συστήµατα στο είδος του, αφού διαθέτει λογισµικό για τον εντοπισµό και τον προσδιορισµό της θέσης κάθε ηλεκτρονικής εκποµπής. Η ακρίβεια του ατρακτιδίου σε ότι αφορά τον προσδιορισµό της θέσης µιας εκποµπής είναι της τάξης 0,5-1 µοίρα, ενώ οι επεξεργαστές του για να αναγνωρίσουν µια εκποµπή και να προσδιορίσουν τη θέση της χρειάζονται ελάχιστα λεπτά, από τη στιγµή που θα επιτευχθεί ο αρχικός εντοπισµός. Το ASTAC έχει τη δυνατότητα να συλλαµβάνει οποιαδήποτε εκποµπή στο φάσµα συχνοτήτων από 0,5 έως 18 GHz αναλύοντας ταυτόχρονα τον χρονικό και φασµατικό τύπο της εκποµπής αυτής. Τα δεδο- µένα καταγράφονται στη µνήµη του επεξεργαστή. Με τη µέθοδο αυτή ταξινοµείται ο κάθε ποµπός σε µια ηλεκτρονική βιβλιοθήκη ώστε µετέπειτα, µε την ανίχνευση µια νέας εκπο- µπής, να προσδιορίζεται άµεσα εάν πρόκειται για ένα νέο τύπο εκποµπής που θα παραπέµπει σε ένα άλλο ραντάρ ή εάν πρόκειται για το ίδιο σύστηµα που απλά έχει αλλάξει θέση. Το ατρακτίδιο έχει µήκος 4,1 µέτρα, διάµετρο 40 εκατοστά και βάρος 4000 τόνους και φιλοξενείται στον κεντρικό κοιλιακό φορέα του αεροσκάφους. Το ASTAC είναι επιχειρησιακό µε την 348 Μοίρα από το 2004. ANAXAITI H/INTERCEPTION π À π - À À 2008 65