«ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ (1836 1958) ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥΣ»



Σχετικά έγγραφα
ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Αγωνιστές απο το Ιµάµ Τσαούς / Άγιο Σπυρίδωνα Άρτας

ΑΣΕΠ 2000 ΑΣΕΠ 2000 Εμπορική Τράπεζα 1983 Υπουργείο Κοιν. Υπηρ. 1983

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του αποκτά πρόσβαση στο περιβάλλον του ιατρού που παρέχει η εφαρμογή.

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0,

- 1 - Ποιοι κερδίζουν από το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών; Γιατί η άμεση ανταλλαγή αγαθών, ορισμένες φορές, είναι δύσκολο να

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ, ΠΡΥΜΝΟΔΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. (ΛΙΜΑΝΙΑ κ.λπ.) ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΒΕΡΟΙΑΣ ΚΑΙ ΝΑΟΥΣΗΣ

ΘΕΜΑ: Διαφορές εσωτερικού εξωτερικού δανεισμού. Η διαχρονική κατανομή του βάρους από το δημόσιο δανεισμό.

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

2. Κατάθεσε κάποιος στην Εθνική Τράπεζα 4800 με επιτόκιο 3%. Μετά από πόσο χρόνο θα πάρει τόκο 60 ; α) 90 ημέρες β) 1,5 έτη γ) 5 μήνες δ) 24 μήνες

Αναγνώριση Προτύπων. Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις

Εισαγωγή στααστικάυδραυλικάέργα

Γιάννης Ι. Πασσάς. Γλώσσα. Οι λειτουργίες της γλώσσας Η γλωσσική 4εταβολή και ο δανεισ4ός

ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Διδακτική ενότητα

Εισαγωγή στα αστικά υδραυλικά έργα

Άγιος Νικόλαος Καισαριανής: Εκεί που βρήκε τόπο ο ξεριζωμένος Έλληνας

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

Ταξινόμηση των μοντέλων διασποράς ατμοσφαιρικών ρύπων βασισμένη σε μαθηματικά κριτήρια.

ηευρώπηστιςαρχέςτου15 ου αι.

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ.

ΣΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του έχει πρόσβαση στο περιβάλλον του φαρμακείου που παρέχει η εφαρμογή.

ΚΛΑΔΟΣ: ΠΕ11 ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Κείµενο διδαγµένο Κείµενο από το πρωτότυπο

ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗ ΚΡΗΤΗ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Πρώτη Γραπτή Εργασία. Εισαγωγή στους υπολογιστές Μαθηματικά

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Γενικός σημαιοστολισμός, από τις 8:00 π.μ. της 25 ης Οκτωβρίου. Δημοτικών καταστημάτων, των Ν.Π.Δ.Δ., των Τραπεζών, των οικιών

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΟΥ 10 ης ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το κράτος. A. Einstein Πηγή:

Μονάδες α. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον παρακάτω πίνακα σωστά συµπληρωµένο.

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΕΥΘΥΓΡΑΜΜΗ ΟΜΑΛΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΡΙΩΡΗ ΓΡΑΠΤΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ A ΛΥΚΕΙΟΥ. Ονοματεπώνυμο Τμήμα

ΕΚ Ι ΕΤΑΙ ΑΠΟ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ Τζωρτζ 6 ΑΘΗΝΑ Ηλεκτρονικη εκδοση Τεύχος 9 ΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2007

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ. ΘΕΜΑ 1ο

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ ΚΕΙΜΕΝΟ. Πέµπτη 19 Νοεµβρίου Αγαπητή Κίττυ,

21/11/2005 Διακριτά Μαθηματικά. Γραφήματα ΒΑΣΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ : ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΙ Δ Ι. Γεώργιος Βούρος Πανεπιστήμιο Αιγαίου

ΕΚΠΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΛΟΣ

Σπηλαιολογική Κατασκήνωση Βρωμονέρα Κύμης 26 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2009

Η ανισότητα α β α±β α + β με α, β C και η χρήση της στην εύρεση ακροτάτων.

23/2/07 Sleep out Πλατεία Κλαυθμώνος

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ σελ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Εστω X σύνολο και A μια σ-άλγεβρα στο X. Ονομάζουμε το ζεύγος (X, A) μετρήσιμο χώρο.

Eισηγητής: Μουσουλή Μαρία

ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΘΕΜΑ: Aποτελεσματικότητα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε μια ανοικτή οικονομία

Τα ελληνικά σχολεία της Ρουµανίας στο τέλος του 19 ου και αρχή του 20 ου αιώνα

Εισαγωγικά. 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία

ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α. 1η σειρά ασκήσεων

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΟΜΑΔΙΚΗΣ ΜΑΘΗΣΗ. «Χαρακτηριστικά των ενήλικων εκπαιδευομένων και εμπόδια στη μάθηση»

{ i f i == 0 and p > 0

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Εκθετικά πινάκων. 9 Απριλίου 2013, Βόλος

ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ Α ΛΥΚΕΙΟΥ. Επιμέλεια θεμάτων και απαντήσεων: Μεταξά Ελευθερία. Κείμενο

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ 31 ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2014 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ: Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ, ΔΙΑΧΡΗΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

Ημέρα 3 η. (α) Aπό την εργασιακή διαδικασία στη διαδικασία παραγωγής (β) Αξία του προϊόντος και αξία της εργασιακής δύναμης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΣΤΟΝ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΑΓΩΝΑ ΟΙ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΙ ΣΤΥΛΟΒΑΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ

Ευρωπαϊκά παράγωγα Ευρωπαϊκά δικαιώματα

Η Πληροφορική στο Δημοτικό Διδακτικές Προσεγγίσεις Αδάμ Κ. Αγγελής Παιδαγωγικό Ινστιτούτο

Επίλυση ειδικών μορφών ΣΔΕ

Αναγνώριση Προτύπων. Σημερινό Μάθημα

Η Ηθική της Γης. του Aldo Leopold

Κεφάλαιο 2.4: Τα βασικά στοιχεία ενός Επιχειρηματικού Σχεδίου (Business Plan) Μέσα από αυτό το κεφάλαιο φαίνεται ότι αφενός η σωστή δημιουργία και

ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Ημέρα 4 η (α) Αγορά και πώληση της εργασιακής δύναμης. (β) Η απόλυτη υπεραξία. Αγορά και πώληση της εργασιακής δύναμης

Το Όρος των Κελλίων. Σταύρος Μαμαλούκος Σταυρούλα Σδρόλια. Εισαγωγή

Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΜΟΡΜΟΝΩΝ Η «ΟΙ ΆΓΙΟΙ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ»

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ. ΟΜΙΛΗΤΗΣ Υπαστυνόμος Α ΡΑΓΚΟΣ Κωνσταντίνος

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΖΙΑΦΑΣ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940 KAI ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Συμπεριφοριακή Επιχειρηματικότητα

Ξεκινούν τα σχολεία. Οι πιτσιρίκοι ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΦΥΛΛΟ ΝΟ 6. Σεπτέμβριος Οκτώβριος 2011, Παπαδάτες Πρέβεζας Τιμή : 0,80.

Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. Ε.Π.ΠΑΙ.Κ. 2010/2011. Πτυχιακή Εργασία

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΣΕΠΕ ΟΑΕ ΙΚΑ ΕΤΑΜ ΡΟΕΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2013

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

3 ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΩΓΡΑΦΟΥ

Υπουργείο Εσωτερικών Γενική Δ/νση Αναπτυξιακών Προγραμμάτων Δ/νση Μηχανοργάνωσης & Η.Ε.Σ.

Γενικό Λύκειο Μαραθοκάμπου Σάμου. Άλγεβρα Β λυκείου. 13 Οκτώβρη 2016

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑ. Μορφές δημόσιου δανεισμού. Σύνταξη: Παπαδόπουλος Θεοχάρης, Οικονομολόγος, MSc, PhD Candidate

ΠΡΟΒΑΛΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ FOUCAULT ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ

Αναλυτικές ιδιότητες

Η διπλωματική εργασία

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ Ν. ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ (1836 1958) ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥΣ» ΣΎΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΚΟΥΣΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ Ν. ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ (1836 1958) ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥΣ» ΣΎΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΚΟΥΣΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

Με αγάπη στην οικογένειά μου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ. 1 ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ... 2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ 1. ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ 4 7 2. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ. 8 18 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ 1. ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (6 Ος 10 Ος ) 20 21 2. Η ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΑΧΡΙΔΑΣ (11 ος 18 ος αιώνας).. 22 37 3. Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ 1767 1928. 38 40 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο ΟΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥΣ 1. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΗΛΗΝΑΙΟΣ (1836 1841) 43 2. ΝΙΗΦΟΡΟΣ Αʹ (1841 1874) 44 46 3. ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΒΑΤΟΠΑΙ(Ε)ΔΙΝΟΣ ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ (1870).. 47 48 4. ΙΛΑΡΙΩΝ (1874 1880) 49 52 5. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΣ ΙΣΑΑΚΙΔΗΣ (1880 1882) 53 56 6. ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ Η ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ (1882 1888) 57 59 7. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (1888 1889) 60 61 8. ΦΙΛΑΡΕΤΟΣ ΒΑΦΕΙΔΗΣ (1889 1899) 62 70 9. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΑΠΟΛΑΡΗΣ Η ΚΑΠΟΡΑΛΗΣ (1899 1900).. 71 73

10. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ (1900 1908) 74 86 11. ΙΩΑΚΕΙΜ ΒΑΞΕΒΑΝΙΔΗΣ (1908 1911) 87 12. ΙΩΑΚΕΙΜ ΛΕΠΤΙΔΗΣ (1911 1931) 88 90 13. ΧΗΡΕΙΑ (1931 1936) 91 94 14. ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΠΑΠΑΣΙΔΕΡΗΣ (1936 1958).. 95 98 ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ.. 99 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α) ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΗΣ 102 137 Β) ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ. 138 142 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 143 152 ΕΠΙΛΟΓΟΣ 153 154

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στα πλαίσια των μεταπτυχιακών μου σπουδών, θεώρησα σκόπιμο μετά από συζήτηση με τον σύμβουλό μου καθηγητή κ. Βασίλειο Κουκουσά, ν ασχοληθώ με την εκκλησιαστική ιστορία της μητροπόλεως Καστοριάς. Κατάγομαι από την πόλη της Καστοριάς και αυτό αποτέλεσε μία ιδιαίτερη χαρά για μένα, ν ασχοληθώ δηλαδή με την ιδιαίτερη πατρίδα μου. Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία εξετάζουμε την εκκλησιαστική πορεία της μητροπόλεως Καστοριάς βασιζόμενοι κυρίως στα υπομνήματα εκλογής των μητροπολιτών της. Στην εισαγωγή της εργασίας γίνεται μία αναφορά στην πόλη και στο ιστορικό πλαίσιο αυτής. Στο πρώτο μέρος ασχολούμαστε με την εκκλησιαστική ιστορία της μητροπόλεως από την εμφάνισής της μέχρι το 1928. Εν συνεχεία, στο δεύτερο μέρος ερευνούμε το έργο των μητροπολιτών της καθώς και τα παραλειπόμενα την εκλογή τους από το 1836 1958, βάσει των υπομνημάτων τους. Στο παράρτημα, τέλος, παραθέτουμε τα υπομνήματα εκλογής τους και τις μεταγγραφές τους. Σ αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω την καθηγήτριά μου κα. Μαρία Πασχαλίδου για τη βοήθεια και τις γνώσεις μου προσέφερε στην παλαιογραφία. Οφείλω επίσης ευγνωμοσύνη στην Α.Θ. Παναγιότητα τον οικουμενικό πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος μου έδωσε τη σχετική ά δεια να ερευνήσω το αρχείο του οικουμενικού θρόνου καθώς και τον αρχειοφύλακα π. Νικ. Πετροπέλη για την αποστολή των υπομνημάτων. Χωρίς τα υπομνήματα αυτά θα ήταν αδύνατη η παρουσίαση αυτης της μελέτης. Εν κατακλείδι θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον σύμβουλό μου καθηγητή κ. Βασίλειο Κουκουσά για την καθοδήγηση και την υποστήριξη που μου παρείχε σ όλη τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών. Επίσης τη λέκτορα Αρχαιολογίας κα. Αγγελική Τριβυζαδάκη για τις πολύτιμες επιστημονικές συμβουλές της για τα βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς. Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένειά μου, για την αμέριστη συμπαράσταση που μου προσέφερε σ αυτό μου το εγχείρημα.

ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ ΑΑ: ΒΖΝ: ΓΠ: ΔΓ: Απόστολος Ανδρέας Βυζαντινά Γρηγόριος Παλαμάς Δυτικομακεδονικά Γράμματα Ε: Εκκλησία ΕΑ: ΕΦ: ÉΟ: Εκκλησιαστική Αλήθεια Εκκλησιαστικός Φάρος Échos d orient Θ: Θεολογία ΘΗΕ: ΘΡ: ΙΕΕ: Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια Θρακικά Ιστορία του Ελληνικού Έθνους ΚΑΣΤ: Καστοριά ΚΕ: ΚΖ: ΜΖ: Καστοριανή Εστία Καστοριανή Ζωή Μακεδονική Ζωή ΜΗΠΣ: Μακεδονικόν Ἠμερολόγιον Παμμακεδονικοῦ Συλλόγου ΜΕΕ: ΜΣΕ: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια Ο: Ορθοδοξία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο ΚΑΣΤΟΡΙΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

1. Γεωγραφική θέση Ονομασία Ο νομός Καστοριάς 1 βρίσκεται στη Δυτική Μακεδονία, στο βορειο δυτικό τμήμα της Ελλάδας. Πρόκειται για μία ορεινή περιοχή, που περιβάλλεται από δύο σημαντικά βουνά, το Γράμμο (2.520 μ.) και το Βίτσι (2.128 μ.) ενώ διασχίζεται από τον ποταμό Αλιάκμονα ο οποίος είναι ο πρώτος σε μήκος ποταμός στην Ελλάδα. Ο υδάτινος πλούτος της ολοκληρώνεται με τη λίμνη Ορεστιάδα με βάθος το οποίο κυμαίνεται μεταξύ 8 και 12 μ.. Η πόλη της Καστοριάς είναι κτισμένη σε ύψος 650 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας, στη χερσόνησο που εισχωρεί στη λίμνη της Ορεστιάδας και απλώνεται αμφιθεατρικά στις όχθες μπροστά της, δημιουργώντας ένα μαγευτικό τοπίο. Η Καστοριά είναι μία πόλη με ανεκτίμητο πλούτο ο πλούτος της δεν έ γκειται μόνο στο γεγονός ότι πρόκειται για μία πολλή γραφική πόλη με φυσική ομορφιά, αλλά και στο γεγονός ότι η ιστορία, ο πολιτισμός της και η προσφορά της στον χώρο των γραμμάτων και τεχνών είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πρόκειται για ένα πραγματικό στολίδι που δεσπόζει τη Βόρεια Ελλάδα. Μία μικρή λοιπόν ενδοσκόπηση τόσο στην ιστορική, πολιτική, εκκλησιαστική και πολιτισμική προσφορά της θ αποτελέσει τα κύρια επιχειρήματα μας για τα παραπάνω σχόλια. Το όνομα Καστοριά το συναντάμε για πρώτη φορά στην ιστορία του Προκοπίου όχι όμως ως όνομα πόλης αλλά ως λίμνης «λίμνη δέ τις αὐτῇ ἐν γειτόνων τυγχάνει οὖσα, ἥ Καστορία ὠνόμασται» 2. Η προέλευση του ονόματος της πόλης απασχόλησε πολλούς ερευνητές, παρότι δεν έχει δοθεί καμία σαφής και άκρως στοιχειοθετημένη άποψη. Ο H.Gelzer υποστήριξε ότι το όνομα της πόλης προήλθε από τη βουλγάρικη λέξη 3 kostur. Η άποψη αυτή δεν πρέπει να ισχύει, γιατί η βουλγαρική λέξη kostur το πιθανότερο είναι ότι προήλθε από την ελληνική Καστοριά, αφού ήδη από τον ΣΤ αιώνα κιόλας είναι γνωστό αυτό το όνομα 4. Μία άλλη άποψη για την ονομασία της προήλθε από την ύπαρξη καστόρων στην περιοχή. Το όνομα της πόλης 1 Για το νομό Καστοριάς βλ. Αριστ. Χρ. Κωστόπουλος και Βικτ. Κωτουλοπούλου-Κωστοπούλου, Τουριστικός οδηγός «η Μακεδονία», 52, 478, Αντ. Ιορδάνογλου, Ανεξερεύνητη Δυτική Μακεδονία, 329, Θ. Φ. Παπακωνσταντίνος, Η Καστοριά (Γεωγραφία-Ιστορία-Τέχνη), 7, Ν. Κ. Μουτσόπουλος, Καστοριά Λεύκωμα. Ιστορική-Χωροταξική- Πολεοδομική Μορφολογική Μελέτη Καστοριάς,11και Καστοριά., ΜΣΕ τ. 16, 298. 2 Προκόπιος Καισαρεύς, Περί κτισμάτων, IV, 3, 184,186. 3 H. Gelzer, Von heiligen Berge und aus Makedonien, 231. 4 Προκόπιος Καισαρεύς, Περί κτισμάτων, IV, 3, 184, 186, Τ. Α Γριτσόπουλος, «Καστοριά», ΘΗΕ 7 (1965) 400.

προέρχεται από εκεί, σύμφωνα με τον Π. Τσαμίσης 5. Στη συνέχεια η Άννα Κομνηνή υποστηρίζει την προέλευση του ονόματος από τη λέξη κάστρον, μια άποψη πιθανή καθώς σε πολλούς κώδικες της Μητροπόλεως Καστοριάς την συναντάμε μ αυτό το όνομα. 6 Ακόμη, μία άλλη άποψη, η οποία μας παραπέμπει και στη μυθολογία, είναι αυτή που συνδέει την Καστοριά με τον Κάστωρα, μυθικό Μακεδόνα ήρωα Κάστωρα, ο οποίος ήταν γιος του Τυνδάρεος και της Λήδας, αδελφός του Πολυδεύκη, αλλά απ άλλον πατέρα 7. Τέλος ο Pouqueville υποστηρίζει ότι το όνομα της πόλης προέρχεται από το ναό του Κάστορος, τον οποίο λάτρευαν στην περιοχή όταν κατοικούσαν οι Ορέστες 8. Από όλες τις παραπάνω απόψεις κατά τη γνώμη μας πιθανότερες είναι αυτές, οι οποίες συνδέεουν το όνομα της πόλης με την ύπαρξη καστόρων στην περιοχή, και με την ύπαρξη κάστρου. Όσον αφορά στο όλο ιστορικό πλαίσιο της πόλης είναι σημαντικό ν αναφέρουμε μια σειρά πρόσφατων αρχαιολογικών ερευνών, οι οποίες έφεραν στο φως αρχαιολογικά ευρήματα, πολύ σημαντικά για τον τόπο και για την ιστορία του. Στη νότια πλευρά της λίμνης, όπου βρίσκεται το χωριό Δισπηλιό, το 1932 ο καθηγητής Α. Κεραμόπουλος ξεκίνησε μία σειρά από ανασκαφές στο χώρο, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1940 9. Μετά από εξήντα χρόνια τον Ιούλιο του 1992, άρχισε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο μία νέα ανασκαφική έρευνα, με επικεφαλή της αρχαιολογικής ομάδας τον καθηγητή προϊστορικής αρχαιολογίας Γ. Χ. Χουρμουζιάδη 10. Τα αρχαιολογικά ευρήματα απ αυτές τις ανασκαφές ήταν ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς μας δίνουν πληροφορίες για την κοινοτική και χωροταξική και ζωή των κατοίκων στο λιμναίο οικισμό κατά τη διάρκεια της προϊστορικής περιόδου. Η όλη ιστορική πορεία της πόλεως είναι ιδιαίτερα σημαντική και πλούσια από ιστορικά γεγονότα και εξελίξεις. Δυστυχώς όμως δεν μας έχουν διασω 5 Παντ. Τσαμίσης, Ἡ Καστορία καί τά μνημεῖα της, 12, Κων. Αμάντου, Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, τ.α, Αθήνα 1953, σ. 65. 6 Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, ΣΤ, Ι, 213, Ευγ. Δρακοπούλου, Η πόλη της Καστοριάς τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή εποχή, 15 και Φ. Βαφείδης, «Κώδιξ Μητροπόλεως Καστοριάς», ΕΑ 20 (1900) 108-110, 123-125, 140-143. 7 Περισσότερες πληροφορίες για τα μυθικά πρόσωπα του Κάστορα και του Πολυδεύκη βλ. Ελληνική Μυθολογία, τ. 3, 212, 214-218, Νικ. Παπαχατζής, «Διόσκουροι, Ἀφαρείδες καί Λευκιππίδες», ΙΕΕ Β, 139, Αντ. Ιορδάνογλου, Ανεξερεύνητη Δυτική Μακεδονία, 329 και Θ. Φ. Παπακωνσταντίνος, ΜΕΕ, Καστορία, τ. 14, 10. 8 Pouqueville, Voyage en Grèce, 35. Μία άλλη άποψη συνδέει τον Ορέστη γιό του Αγαμέμνονα με την Ορεστιάς όπου κατοικούσαν και οι Ορέστες βλ. Γ. Χατζηκυριάκος, Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν(1905-1906), 33. 9 Πληροφορίες από έργα του Κεραμόπουλου για ανασκαφές.γ. Χ. Χουρμουζιάδης, Ο λιμναίος προιστορικός οικισμός του Δισπηλιού Καστοριάς, 14. 10 Γ. Χ. Χουρμουζιάδης, Ο λιμναίος προιστορικός οικισμός του Δισπηλιού Καστοριάς, 28.

θεί αρκετά ιστορικά ευρήματα, έτσι ώστε να καλύψουμε πλήρως την ιστορική της διαδρομή. Διαπιστώσαμε πάντως ότι η πόλη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον κατά τη ρωμαϊκή περίοδο μέχρι και την εποχή μας όπως θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια επιχειρώντας μία ιστορική αναφορά. Ο ευρύτερος γεωγραφικός χώρος της Καστοριάς ταυτίζεται με την περιοχή της αρχαίας Ορεστιάδας, όπου κατοικούσαν οι Ορέστες. Πρόκειται για ένα ελληνικό φύλο, το οποίο υποστήριζε ότι κατάγονταν από τον Ορέστη, γιο του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας 11. Κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (2 ο αιώνα π.χ), η περιοχή βρίσκεται υπό την κυριαρχία του υπάτου Σουλπικίου Γάλβα το 200π.Χ Ο Τίτος Λίβιος, ρωμαίος ιστορικός που έζησε από το 59π.Χ 17μ.Χ, μας περιγράφει μια οχυρωμένη πόλη της Ορεστίδας με το όνομα Κήλητρον ή και Κέλετρον, η οποία δεν είναι άλλη από την Καστοριά 12. Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε την ετυμολογική έννοια της λέξεως κήλητρον. Η λέξη κήλητρον αποτελεί παράγωγο του αρχαίου ρήματος κήλω και σημαίνει θέλγω. Είναι λοιπόν, πολύ πιθανό να της δόθηκε αυτό το όνομα εξαιτίας της εντυπωσιακής ομορφιάς της. Στη συνέχεια το 395 μ.χ. όταν το Ρωμαϊκό κράτος διαιρέθηκε από το Μέγα Θεοδόσιο (378 395 π.χ), σε Αντολικό και Δυτικό, η περιοχή της Καστοριάς αποτέλεσε τμήμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους. Η φυσική ομορφιά της περιοχής προσέλκυσε το ενδιαφέρον των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, ενώ η στρατηγική θέση της περιοχής αποτέλεσε ορμητήριο ενάντια στις ε πεκτατικές πολιτικές πολλών της αντιπάλων όπως Σλάβων, Βουλγάρων και άλλων. Επίσης, ο Προκόπιος Καίσαρεως στο έργο του ʺΠερί κτισμάτωνʺ που συνέγραψε το 558, αναφέρει μάλιστα ότι επί της χερσονήσου της λίμνης Καστοριάς υπήρχε από παλιά πόλη «πόλις δέ ἦν τις ἐπί Θεσσαλίας, Διοκλητιανούπολις ὄνομα, εὐδαίμων μέν τό παλαιόν γεγενημένη, προϊόντος δέ τοῡ χρόνου βαρβάρων οἱ ἐπιπεσόντων καταλυθεῑσα καί οἰκητόρων ἔρημος γεγονυῑα ἐπί μακρότατον λίμνη δέ τις αὐτῇ ἐν γειτόνων τυγχάνει οὖσα, ἥ Καστορία 11 Ανδρ. Ζ. Παπαχρίστος, Ορεστίς, 40-43, Γ. Χατζηκυριάκος, Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν(1905-1906), 33 και Φ. Παπακωνσταντίνος, Η Καστοριά (Γεωγραφία-Ιστορία-Τέχνη), 8. 12 Δημ. Καναντσούλης, Η Μακεδονία από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της ανόδου του Φιλίππου Β,33, Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημεία-μουσεία),437. Για το όνομα κήλητον ή κέλετρον βλ. Ανδρ. Ζ. Παπαχρίστος, Ορεστίς, 83-102. Μία άλλη άποψη θέλει το Κέλετρον να μη ταυτίζεται με την πόλη της Καστοριάς βλ. Γ. Χατζηκυριάκος, Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν(1905-1906), 33. Για την πόλη της Ορεστίδος βλ. Λαζ. Θ. Παπαïωάννου, Άργος πόλη Ορεστίδος, Άργος Ορεστικό 1996.

ὠνόμασται» που ονομαζόταν Διοκλητιανούπολη 13, αναφερόμενος δηλαδή στο σημερινό Αργος Ορεστρικό. Όπου στη συνέχεια εξαιτίας των βαρβαρικών επιδρομών η πόλη καταστράφηκε 14. 13 Προκόπιος Καισαρεύς, Περί κτισμάτων, IV, 3, 184, 186. Πιθανότατα η πόλη καταστράφηκε το 395 μ.χ από τον Αλάριχο ή από τον Οστρογότθο ηγεμόνα Θευδέριχο το 480 μ.χ. Βλ. Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημεία-μουσεία), 437. 14 Διον. Ζακυνθηνός, Βυζαντινή ιστορία, 35. Επίσης βλ..φ. Παπακωνσταντίνος, Η Καστοριά (Γεωγραφία- Ιστορία-Τέχνη), 8.

2. Ιστορία της πόλεως Στα ερείπια λοιπόν της πόλης αυτής έχτισε ο Ιουστινιανός Α (527 565) «διό δή ὁ βασιλεύς οὗτος τόν Διοκλητιανουπόλεως ὑπεριδών χῶρον ἅτε που διαφανῶς εὐεφόδον ὄντα καί πεπονθότα πολλῷ πρότερον, ἅπερ ἐρρήθη, πόλιν ἐν τῇ νήσῳ ὀχυρωτάτην ἐδείματο, καί τό ὄνομα, ὡς τό εἰκός, ἀφῆκε τῇ πόλει» 15. Βλέποντας την αδυναμία της παλαιάς πόλης ν αντισταθεί στις ε πιδρομές των εχθρών λόγω της γεωγραφικής θέσης της, ο Ιουστινιανός έ κτισε νέα πόλη. Την περιτείχισε με διπλό κάστρο από το οποίο δυστυχώς σήμερα σώζονται κάποια μικρά τμήματα, τα οποία δεν θυμίζουν σε τίποτε το μεγαλείο της εποχής εκείνης. Στο βάθος των χρόνων η πόλη της Καστοριάς καλείται ν αντιμετωπίσει πολλούς εχθρούς. Την περιοχή καταλαμβάνουν το διάστημα 927 969 οι Βούλγαροι, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τους Πετσενέγγους ύστερα από την παρέμβαση των Βυζαντινών 16. Το 990 μετά, τις νέες επιδρομές του τσάρου Σαμουήλ, η πόλη της Καστοριάς βρίσκεται πάλι υπό τη βουλγαρική κατοχή, από την οποία απελευθερώθηκε την άνοιξη του 1017 μετά από ενέργειες του Βασιλείου Βʹ του Βουλγαροκτόνου (976 1025) 17. Η πόλη θ αποτελέσει σημαντικό ορμητήριο για τις επόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις του αυτοκράτορα. Στη συνέχεια, συγκεκριμένα το 1082, μετά την ήττα του Αλέξιου Α Κομνηνού(1081 1118) ακολουθεί η κατάληψη της πόλεως από το Βοημούνδο, γιό του Γυισκάρδου 18, ηγέτη των Νορμανδών. Ο Αλέξιος Α Κομνηνός(1081 1118) έλαβε την ευκαιρία ν ανακαταλάβει την Καστοριά ένα χρόνο αργότε 15 Προκόπιος Καισαρεύς, Περί κτισμάτων, IV, 3, 184, 186. 16 Αντ. Ιορδάνογλου, Ανεξερεύνητη Δυτική Μακεδονία, 331, Αναστ. Κ.Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 3 και Θ. Φ. Παπακωνσταντίνος, Η Καστοριά (Γεωγραφία-Ιστορία-Τέχνη), 23. 17 Μ. Κωνσταντινίδης, «Καστοριά», ΑΑ 9 (1960) 4, Μετά την κατάληψιν του φρούριου του Λογγά ο Βασίλειος κατυευθύνεται προς την Καστοριά, ο Λογγάς πρέπει να ήταν ανατολικά ή βορειο-ανατολικά της Καστοριάς. βλ. Ιωαν. Ε. Καραγιαννόπουλος, Ιστορία του βυζαντινού κράτους, τ. Β, 465. Επίσης ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος τοποθετεί στην Καστοριά τον στρατηγό του, Ευστάθιο Δαφνομήλη με σκοπό να εποπτεύει την περιοχή. βλ. Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημεία-μουσεία),437. Ο τσάρος των Βουλγάρων Σαμουήλ ξεκίνησε εισβολές στον ελλαδικό χώρο το 990. Βλ., Αναστ. Κ.Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 6. 18 Η πόλη της Καστοριάς αποτελούσε τη βάση των Νορμανδών, βλ. Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 94, Ιωαν. Ε. Καραγιανόπουλος, Το βυζαντινό κράτος, τ.β, 133. Οι Νορμανδοί εισέβαλαν στη Μακεδονία τον Φεβρουάριο του 1082, αλλά δεν κινήθηκαν επιθετικά προς την Κωνσταντινούπολη, βλ. Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή ιστορία, τ. Γ, 36-38, Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημείαμουσεία), 437, Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς,Ε, 5, 4, 197 και Κastoria, The oxford dictionary of Byzantium, v. 2, 1110-1111.

ρα το 1083, όταν ο Βοημούνδος απουσίαζε στην Αυλώνα και είχε αφήσει τον Βρυέννιο να προσέχει το φρούριο της πόλης 19. Ο Αλέξιος Κομνηνός λοιπόν στις αρχές του φθινοπώρου του 1083, αναθέτει την αποστολή αυτή στον Γεώργιο Παλαιολόγο (διοικητής του Δυρραχίου) 20,ο οποίος κατέκτησε την πόλη της Καστοριάς τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του ίδιου έτους 21. Το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204, θα λέγαμε ότι ήταν ειρηνικό, εκτός από κάποιες μικρές επιδρομές Βουλγάρων και Νορμανδών. Μετά την εποχή των Σταυροφόρων ολόκληρη η Μακεδονία και κατ επέκταση η πόλη της Καστοριάς, βρίσκεται υπό την κυριαρχία του δεσποτάτου της Ηπείρου, η οποία αμφισβητείται έντονα από την αυτοκρατορία της Νίκαιας. Έχουμε δηλαδή, σε μια συνεχόμενη εναλλαγή κυριαρχίας, όπως θα δούμε ευθύς αμέσως. Την άνοιξη του 1252 ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Ιωάννης Βατατζής κινήθηκε απειλητικά προς τις περιοχές της δυτικής Μακεδονίας και της Αλβανίας, και κατέλαβε την Καστοριά 22. Μετά τη συνθηκολόγηση που ακολούθησε μεταξύ του Μιχαήλ Β και του Ιωάννη Βατατζή, οι τόνοι πέφτουν και όλα δείχνουν να ηρεμούν. Όμως μόλις δύο χρόνια αργότερα, ο Ιωάννης Βατατζής πεθαίνει και τον θρόνο της Νίκαιας διαδέχεται ο Θεόδωρος Β Λάσκαρης (1254 1258) ο οποίος προσπάθησε να συνεχίσει την πολιτική του πατέρα του Ιωάννη 23. Στη συνέχεια το χειμώνα του 1256 ύστερα από μία εξέγερση, η οποία είχε υποκινηθεί από τον Μιχαήλ Β και ενώ ο Θεόδωρος Λάσκαρης απουσίαζε στην Μ. Ασία, ο δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ Βʹ με την αρωγή 19 Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς,Ε, 5, 4, 197, Αποστ. Αθ. Γλαβίνας, «Οι Νορμανδοί στην Καστοριά (1082-1083)», ΒΖΝ 13 Β (1985) 1260 και Ιωαν. Ε. Καραγιανόπουλος, Το βυζαντινό κράτος, τ. Β, 133. 20 Νικ. Οικονόμου, «Οἱ νορμανδικές ἐπιθέσεις» ΙΕΕ Θ, 13 και Αποστ. Αθ. Γλαβίνας, Οι Νορμανδοί στην Καστοριά (1082-1083), ΒΖΝ 13 Β (1985) 1261. Η πόλη της Καστοριάς πρέμεινε υπό τη Νορμανδική κατοχή για λίγους μόνο μήνες βλ. Αναστ. Κ.Ορλανδός, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 6. 21 Νικ. Οικονόμου, «Οἱ νορμανδικές ἐπιθέσεις» ΙΕΕ Θ, 13, Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή ιστορία, τ.γ, 38, Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 71 και Αναστ. Κ.Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 6. Την περίοδο αυτή ο Βοημούνδος έλειπε στην Ιταλία, είχε αφήσει αντικαταστάτη του τον Βρυέννιο και γι αυτό οι Βυζαντινοί άδραξαν την ευκαιρία με τέχνασμα όπως αναφέρεται αιφνιδιάζοντας τους Νορμανδούς βλ. Αντ. Ιορδάνογλου, Ανεξερεύνητη Δυτική Μακεδονία, 331. Ο Αλέξιος την 1 ην Δεκεμβρίου έφθασε στην Κωνσταντινούπολη οπότε είναι επόμενο να κατέλαβε την Καστοριά Οκτώβριο ή Νοέμβριο βλ. Αννα Κομνηνή, Αλεξιάς, ΣΤ, Ι, 4, 215. 22 Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 110 και Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 79. Πρβλ. Nic. Donald, «Ἡ ἀναβίωση τοῦ κράτους τῆς Ἠπείρου- Ἡ τελική σύγκρουση μεταξύ Ἠπείρου καί Νίκαιας- Ἡ ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως», ΙΕΕ Θ, 90-93. 23 Donnald. M. Nicol, Το δεσποτάτο της Ηπείρου, 15. Ο Β Λάσκαρης (1254-1258) υπήρξε μοναδικό γιος του Ιωάννη Βατατζή και έπασχε από επιληψία, με συνέπεια να επηρεάζεται τη συμπεριφορά του, βλ. Nic. Donald, «Ἡ ἀναβίωση τοῦ κράτους τῆς Ἠπείρου- Ἡ τελική σύγκρουση μεταξύ Ἠπείρου καί Νίκαιας- Ἡ ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως», ΙΕΕ Θ, 91-92.

των Σέρβων άδραξε την ευκαιρία και κατέλαβε την Καστοριά καθώς και άλλες περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας 24. Όπως φαίνεται η τελική μάχη δόθηκε το 1259. Ο Μιχαήλ Η Παλαιολόγος (1258 1282), διάδοχος του Θεόδωρου Λάσκαρη, αφού ανασυνέταξε τα στρατεύματά του, έθεσε επικεφαλή τον αδερφό του Ιωάννη Παλαιολόγο, ο ο ποίος στράφηκε εναντίον του Μιχαήλ Β αποσκοπώντας ν ανακτήσει τις χαμένες δυτικές και βορειοδυτικές περιοχές της Μακεδονίας 25. Ύστερα από σφοδρή μάχη στην Πελαγονία, ο Ιωάννης Παλαιολόγος κατάφερε να συντρίψει το στρατό του Μιχαήλ Β, με αποτέλεσμα η πόλη της Καστοριάς ν υπαχθεί στην αυτοκρατορία της Νίκαιας 26. Οι ημέρες δόξας για το δεσποτάτο της Ηπείρου όπως φαίνεται τελείωσαν και όλες οι περιοχές που είχαν ως κέντρο τη Θεσσαλονίκη υπήχθησαν στην αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ως λογικό επακόλουθο δύο χρόνια μετά, το 1261, η Καστοριά αποτελεί αξιόλογο φρούριο της ανασυγκροτημένης Βυζαντινής αυτοκρατορίας 27 κλείνοντας έ τσι έναν κύκλο πολεμικών επιχειρήσεων υπαγόμενη στην κυριαρχία των Βυζαντινών. Τα επόμενα χρόνια η εμφύλια διαμάχη μεταξύ του Ανδρόνικου Β (1282 1328) και του Ανδρόνικου Γ (1328 1341), συνταράσσει την πόλη. Η Καστοριά, όπως και όλη η Δυτική Μακεδονία βρίσκεται υπό την κυριαρχία του Ανδρόνικου Β 28 και υπό την εποπτεία του Ιωάννη Άγγελο 29. Ο πόλεμος αυτός πέρασε από πολλές φάσεις και έπληξε κυρίως τις περιοχές της Μακεδονίας. 24 Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 80, Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 110 και Nic. Donald, «Ἡ ἀναβίωση τοῦ κράτους τῆς Ἠπείρου- Ἡ τελική σύγκρουση μεταξύ Ἠπείρου καί Νίκαιας- Ἡ ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως», ΙΕΕ Θ, 92. 25 Donnald. M. Nicol, Το δεσποτάτο της Ηπείρου, 16, Μ. Β. Σακελλαρίου, Μακεδονία(400 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού), 310, Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α,110-111. Ο Μιχαήλ Β, ο οποιός ήταν οχυρωμένος στην Καστοριά οπισθοχώρησε και κατευθύνθηκε προς την Αυλώνα, βλ. Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 81 και Nic. Donald, «Ἡ ἀναβίωση τοῦ κράτους τῆς Ἠπείρου- Ἡ τελική σύγκρουση μεταξύ Ἠπείρου καί Νίκαιας- Ἡ ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως», ΙΕΕ Θ, 96. Επίσης για τη μάχη που δόθηκε στην Καστοριά το 1259 βλ. Α. Α. Βασίλιεφ, Ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας 324-1453, τ. Β, 663-664 και Φρ. Ροχόντζης,«Η αναβίωση του Ελληνισμού και η παρακμή της Φραγκοκρατίας, μάχη της Καστοριάς (1259 μ. Χ.)», Μακεδονικά 22 (1982) 340-357. 26 Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 110 και Ευγ. Δρακοπούλου, Η πόλη της Καστοριάς τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή εποχή, 60. 27 Μ. Β. Σακελλαρίου, Μακεδονία(400 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού), 310 και Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 81. 28 Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 81, 83, Μ. Β. Σακελλαρίου, Μακεδονία(400 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού), 312 και Αγγελική Λάϊου, «Ὁ πρῶτος ἐμφύλιος πόλεμος (1321-1328) - Ἡ ἀνάμιξη τοῦ Στέφανου Δουσάν στόν δεύτερο ἐμφύλιο πόλεμο», ΙΕΕ Θ, 153. 29 Ευγ. Δρακοπούλου, Η πόλη της Καστοριάς τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή εποχή, 61 και Παντ. Τσαμίσης, Ἡ Καστορία καί τά μνημεῖα της, 26. Αναφέρεται ότι η Καστοριά υπήρξε τόπος εξορίας μάλιστα είχε βρει καταφύγιο ο Ανδρόνικος, βλ. Αντ. Ιορδάνογλου, Ανεξερεύνητη Δυτική Μακεδονία, 331.

Στις αρχές του 1328 ο Ανδρόνικος Β εξασθενημένος από τις πολλές διαμάχες, παραιτήθηκε. Έτσι ο Ανδρόνικος Γ κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη και τις υπόλοιπες μακεδονικές πόλεις, όπως και την Καστοριά ερχόμενος από την Έδεσσα 30. Κατ αυτόν τον τρόπο ο Ανδρόνικος Γ γίνεται κύριος της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Στις αρχές του ΙΔ αιώνα ο Στέφανος Δουσάν επωφελούμενος την κρίση που υπήρχε στο Βυζάντιο εντείνει τις επεκτατικές του βλέψεις προς τη Μακεδονία και την Ιλλυρία έχοντας τη βοήθεια του στρατηγού Συργιάννη κατέλαβε την Καστοριά το καλοκαίρι του 1334 31. Προσπαθώντας ο Ανδρόνικος Γ ν αντιμετωπίσει την υπάρχουσα κατάσταση, συνάπτει με το Στέφανο Δουσάν συμφωνία, σύμφωνα με την οποία οι Βυζαντινοί ανακτούν τις περιοχές της Καστοριάς, Στρώμνιτσας και Αχρίδας με αντάλλαγμα να βοηθήσουν τους Σέρβους στον αγώνα τους εναντίον των Ούγγρων 32. Στο διάστημα (1334 1341) που ακολούθησε η πόλη της Καστοριάς αποτελούσε θύμα της αβεβαιότητας και της ρευστότητας που επικρατούσε στη Μακεδονία, έπειτα από την εσωτερική κρίση που ταλάνιζε το Βυζάντιο και τις επιδρομές του Στέφανου Δουσάν. Το σκηνικό αυτό όμως ανετράπη όταν ο Στέφανος Δουσάν το 1343 χωρίς να δεχθεί καμία σθεναρή αντίσταση κατέλαβε την Καστοριά και άλλες βυζαντινές περιοχές 33. Μετά τον θάνατο του Στέφανου Δουσάν (1355) τα ηνία ανέλαβαν οι διάδοχοί του μέχρι και τη λήξη της σερβικής κατοχής στην Καστοριά το1380 34. Παρόλ αυτά θεωρείται άξιο λόγου το γεγονός ότι η πόλη συνέχισε ν ακμάζει καθώς και να διατηρεί ανέπαφα τα ελληνικά στοιχεία της κάτω από τη σερβική παρουσία. 30 Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 114 και Παντ. Τσαμίσης, ό.π., 26. Ο Ανδρόνικος Β εξασθενημένος απομονώθηκε σ ένα μοναστήρι, όπου πήρε το όνομα Αντώνιος και πέθανε την 13 ην Φεβρουαρίου του 1332, βλ. Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 84 και Αθ. Παλιούρας, ό.π., 114. 31 Ο στρατηγός Συργιάννης πρωτοστάτησε στον πρώτο εμφύλιο πόλεμο των δύο Ανδρονίκων, υπήρξε μάλιστα φίλος του Ανδρόνικου Γ και διοικητής της Θεσσαλονίκης από το 1226. βλ. Γ. Ι. Θεοχαρίδης, Σύντομη ιστορία της Μακεδονίας εως την Οθωμανική κυριαρχία, 83 και Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 114. 32 Η συμφωνία έγινε την 26 ην Αυγούστου του 1334 κοντά στη Θεσσαλονίκη, βλ. Αθ. Παλιούρας, ό.π., 114 και Αγγελική Λάϊου, «Ὁ πρῶτος ἐμφύλιος πόλεμος (1321-1328) - Ἡ ἀνάμιξη τοῦ Στέφανου Δουσάν στόν δεύτερο ἐμφύλιο πόλεμο», ΙΕΕ Θ, 178. Εκείνη την περίοδο στην Καστοριά, στρατιωτικός διοικητής πρέπει να ήταν ο Γεώργιος Λυζικός, βλ. Ευγ. Δρακοπούλου, Η πόλη της Καστοριάς τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή εποχή, 61. 33 Ο Βασίλειος Β κατέλαβε την Καστοριά, την Έδεσσα και την Αλβανία εκτός από το Δυρράχιο, βλ. Georg. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, τ. Β, 214, Ιω. Ταρνανίδης, Ιστορία της σερβικής εκκλησίας, 53 και Κastoria, The oxford dictionary of Byzantium, v. 2, 1110-1111. 34 Αναστ. Κ.Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 7, Τ. Α. Γριτσόπουλος, «Καστοριά», ΘΗΕ 7 (1965) 400.

Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την κατάληψή της από τους Οθωμανούς το 1385, η πόλη κυριεύτηκε για πέντε χρόνια από τους Αλβανούς ηγεμόνες Στόγια και Θεόδωρο Μουζάκη, οι οποίοι νικήθηκαν από τον Χαϊρεντίν, στρατηγό του σουλτάνου Μουράτ Α 35. Όσον αφορά την οθωμανική κυριαρχία, δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς ούτε με ποιο τρόπο συνέβη. Πιθανότατα η Καστοριά κατελήφθη υπό τους Οθωμανούς το 1385 36. Για την κατάληψη της Καστοριάς υπάρχει μία παράδοση, η οποία αποτελεί παραλλαγή αυτής του «Κάστρου της Ωριάς», σύμφωνα με την οποία η πόλη κατελήφθη ύστερα από τέχνασμα 37. Γι αυτό και οι Καστοριανοί έλεγαν στους Τούρκους : «Εἴμαστε ἀμανέτι κι ὄχι σκλάβοι, γιατί μᾶς πήρατε μέ τόν πλάνο» 38. Είναι αλήθεια ότι οι Οθωμανοί κατακτητές μαγεύτηκαν από την ομορφιά της πόλης και της λίμνης Ορεστιάδας, γι αυτό το λόγο τη λίμνη την ονόμαζαν Σάχ Γκιόλ, που σημαίνει βασιλική λίμνη 39. Την περίοδο της Οθωμανική κυριαρχίας η Καστοριά ήταν έδρα καϊμακάμη της επαρχίας Γριπάνης και είχε στην δικαιοδοσία της 60 χωριά 40. Μέχρι τα μέσα του 19 ου αιώνα διατήρησε την έδρα του καϊμακάμη, ο οποίος υπαγόταν στην διοίκηση της Ρούμελης και είχε στην δικαιοδοσία του τα τμήματα Κολονίας, Οπάρας Βεχλίτσας, Γκιόρτζας και Ανασελίτσας 41. Το 1519 η Καστοριά ήταν ζεαμέτι 42 και από το 1528 αποτελούσε χάσι της Φατμέ, κόρης του σουλτάνου Αχμέτ Α 43. Η πόληυπό τον οθωμανικό ζυγό διατήρησε ορισμένα προνόμια που της επέτρεψαν ν αναπτύξει αυτοδιοίκηση, αφού ανώτατος άρχοντας της κοινότητας ήταν ο μητροπολίτης 44. Επίσης την περίοδο αυτή αναπτύσσεται έντονη εμπορική δραστηριότητα στην Καστοριά, η οποία ξεκίνησε από τις αρχές του 12 ου αιώνα. Αυτή είχε ως 35 Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημεία-μουσεία), 439 και Ελσάβετ Ζαχαριάδου, «Ἡ «νέα ἀρχή» τοῦ Μανουήλ Β στή Θεσσαλονίκη», ΙΕΕ Θ, 191. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς εάν κατελήφθη η Καστοριά από τους Αλβανούς δυνάστες ύστερα από έφοδο ή συνθηκολόγηση, βλ. Μ. Β. Σακελλαρίου, Μακεδονία(400 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού), 316, Μ. Κωνσταντινίδης, «Καστοριά», ΑΑ 9(1960) 4 και Κastoria, The oxford dictionary of Byzantium, v. 2, 1110-1111. 36 Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας, 40 και Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ.α, 119. 37 Πληροφορίες γι αυτήν την παράδοση, βλ. Παντ. Τσαμίσης, Ἡ Καστορία καί τά μνημεῖα της, 27. 38 ό.π.... 27. 39 Αντ. Ιορδάνογλου, Ανεξερεύνητη Δυτική Μακεδονία, 331. 40 Θ. Φ. Παπακωνσταντίνος, Καστοριά, ΜΕΕ, τ. 14, 12 και Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορίαμνημεία-μουσεία), 439. 41 Πρβλ. Βασίλη Δημητριάδης, Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, 79 και Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημεία-μουσεία), 439. 42 Βασίλης Δημητριάδης, Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, 164. 43 Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας, 244, Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ. Α, 131και Αντ. Ιορδάνογλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημεία-μουσεία), 331. 44 Θ. Φ. Παπακωνσταντίνος, Καστοριά, ΜΕΕ, τ. 14, 12.

συνέπεια να δημιουργηθεί αστική τάξη 45. Κάτω από τις νέες συνθήκες η κοινωνία της πόλης διαιρέθηκε σε δύο τάξεις : στους φεουδάρχες (αριστοκράτες, ευγενείς, μπέηδες) και στους επαγγελματίες τους οποίους αποτελούσαν οι βιοτέχνες, εργοδότες και τεχνίτες οι οποίοι ήταν οργανωμένοι σ εσνάφια 46. Οι βιοτέχνες και τεχνίτες ασχολούνταν κατά κύριο λόγο με την επεξεργασία της γούνας, η οποία τους απέφερε μεγάλα κέρδη, καταστώντας κατ επέκταση την πόλη ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα των Βαλκανίων. Για τα φορολογικά ζητήματα υπόλογοι απέναντι στην τουρκική διοίκηση ήταν από κάθε ενορία, ο μουχτάρης (πρόεδρος) και δύο αζάδες (σύμβουλοι) 47. Στις αρχές του 19 ου ο καζάς της Καστοριάς, της Κορυτσάς και του Σταρόβου ανήκαν στο σαντζάκι της Κορυτσάς, το οποίο υπαγόταν στο βιλαετι Μοναστηρίου 48. Ο καζάς της Καστοριάς ήταν ο μεγαλύτερος σε πληθυσμό στο σαντζάκι της Κορυτσάς με 45.793 κατοίκους ενώ τα χωριά της Καστοριάς υπολογίζονται στα 150 49. Σύμφωνα με την άποψη του Π. Τσαμίση ο καζάς της Καστοριάς είχε 5 κωμοπόλεις και 107 χωριά 50. Το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων ήταν Έλληνες ενώ συνάμα κατοικούσαν Τούρκοι και Βούλγαροί εξαρχικοί 51. Ακόμη, θεωρούμε σωστό, μαζί με την ιστορικο πολιτική αναδρομή που προηγήθηκε, να επισημάνουμε τον κύριο ρόλο της τέχνης στη βυζαντινή αυτή πόλη. Στην πόλη που ακμάζει, ανεγείρεται μεγάλος αριθμός μνημείων και ναών. Οι πιο χαρακτηριστικοί ναοί χρονολογημένοι στον 10 ο αιώνα είναι οι Άγιοι Ανάργυροι 52, ο Ταξιάρχης της Μητροπόλεως 53, ο Άγιος Στέφανος 54, 45 Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας, 349, 351, ΙΕΕ τ.η, σ. 341 και ΙΕΕ τ. Ι, σ. 171. 46 Ν. Κ. Μουτσόπουλος, Καστοριά Λεύκωμα. Ιστορική-Χωροταξική- Πολεοδομική Μορφολογική Μελέτη Καστοριάς, 8, Καστοριά, ΜΣΕ, τ. 16, 300. Πρβλ. Αντ. Ιορδάνογλου, Μακεδονία (ιστορία-μνημείαμουσεία), 331, Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, ό.π., 413-414. 47 Θ. Φ. Παπακωνσταντίνος, Καστορία, ΜΕΕ, τ. 14, 12. 48 Κωνστ. Βακαλόπουλος, Μακεδονία και Τουρκία 1830-1878, 248. Αναστ. Ν. Δάρδας, Η εκπαίδευση στη Δυτική Μακεδονία κατά τον τελευταίο αιώνα της Οθωμανική κυριαρχίας ως αυτοάμυνα του ελληνισμού, 64, Κων. Α. Βακαλόπουλος, Ο βόρειος ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα(1878-1894), 28 και Χ. Πούλιος, «Ἐκκλησιαστική διαίρεσις ἕδραι μητροπολιτῶν καί ἐπισκόπων ἐν τοῖς βιλαετίοις Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου», ΜΗΠΣ 1911, 166-167. Κ. Βακαλόπουλος, «Πολιτική κοινωνική και οἰκονομική δομή τοῦ βιλαετίου Μοναστηρίου στά μέσα τοῦ 19 ου αἰώνα», Μακεδονικά 21 (1981) 168-200. 49 Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας, 419. 50 Άλλού γίνεται λόγος για 110 χωριά, βλ. Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (ιστορία), τ.α, 131 και Παντ. Τσαμίσης, Ἡ Καστορία καί τά μνημεῖα της, 231. 51 Στεφ.Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, 167. 52 Για την τεχνοτροπία του Ναού των Αγίων Αναργύρων βλ. Τζων Λάουντεν, Πρώιμη Χριστιανική και Βυζαντινή τέχνη, 360, Χαρ. Μπούρας -Λασκαρίνα Μπούρα, Η Ελλαδική ναοδομία κατά τον 12 ο αιώνα, 394-395, Νανώ Χατζηδάκη, Βυζαντινά ψηφιδωτά, 23, Μυρτάλη Αχειμάστου- Ποταμιανού, Ελληνική Τέ-

η Παναγία Κουμπελίδικη 55. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ναών αυτών είναι ο πλούσιος κεραμοπλαστικός διάκοσμος των εξωτερικών επιφανειών των τοίχων καθώς και η πλαστική διάρθρωσή τους που θεωρείται Κωνσταντινοπολίτικη επίδραση 56. Τον 13 ο αιώνα χρονολογείται ο ναός της Παναγίας Μαυριώτισσας (1260) 57, του Αγίου Γεωργίου της Ομορφοεκκλησιάς (1286) που είναι μοναδικό προδρομικό μνημείο της μεγάλης παλαιολόγειας αρχιτεκτονικής στα νοτιοδυτικά της Καστοριάς μάλιστα, τα μορφικά του στοιχεία τον συνδέουν με την αρχιτεκτονική της Πρωτεύουσας 58 και τέλος του Αγίου Αθανασίου του Μουζάκη(1384) 59. Τον ΙΔ αιώνα η πόλη της Καστοριάς περιήλθε στα χέρια των Τούρκων 60. Καθόλη την περίοδο αυτή κατάφερε ως ένα βαθμό να διατηρήσει την καλλιτεχνική της ακμή, η οποία βρισκόταν στο αποκορύφωμά της στα χρόνια του Βυζαντίου όπως προαναφέραμε. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική οι Οθωμανοί κατακτητές μετέτρεπαν τις ήδη υπάρχουσες βυζαντινές εκκλησίες σε τζαμιά 61. Είναι φανερό ότι οι Χριστιανοί, χωρίς να έχουν την δυνατότητα πλέον να οικοδομούν ελεύθερα λατρευτικούς χώρους, επικεντρώθηκαν ι διαίτερα στην καλλιτεχνική δραστηριότητα και την διακόσμηση των χώρων λατρείας 62. Παρά τις δύσκολες πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν, παρατηρούμε μία ιδιαίτερη άνθηση κατά τον 15 ο αιώνα στο χώρο της τέχνης, με αποτέλεσμα στην πόλη της Καστοριάς να δημιουργηθεί ένα νέο σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο 63. Η άνθηση αυτή οφείλεται κυρίως στην ανάγκη του κατεχνη (βυζαντινές τοιχογραφίες), 220-221 και Νικ. Μουτσόπουλος, Εκκλησίες της Καστοριάς 9 ος -11 ος αιώνας, 307-368. 53 Νικ. Μουτσόπουλος, Εκκλησίες της Καστοριάς 9 ος -11 ος αιώνας, 113-154. 54 Νικ. Μουτσόπουλος, Εκκλησίες της Καστοριάς 9 ος -11 ος αιώνας, 203-229. 55 Παραπάνω πληροφορίες για τις τοιχογραφίες του 13 ου αιώνα της Παναγίας της Κουμπελίδικης βλ. Χρυσαν. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Οι τοιχογραφίες του 13 ου αιώνα στην Κουμπελίδικη της Καστοριάς, εκδ. κέντρο βυζαντινών ερευνών, Θεσσαλονίκη 1973 και Νικ. Γκιολές, Βυζαντινή ναοδομία (600-1204), 69-70. 56 Νικ. Γκιολές, ό.π.,57, 59, 68, 69. 57 Περισσότερες πληροφορίες για την Παναγία Μαυριώτισσα βλ. Νικ. Μουτσόπουλος, Εκκλησίες της Καστοριάς 9 ος -11 ος αιώνας, 412-430 και βλ. Γ. Γουνάρης, Η Παναγία Μαυριώτισσα της Καστοριάς, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1993, Μυρτάλη Αχειμάστου- Ποταμιανού, Ελληνική Τέχνη (βυζαντινές τοιχογραφίες), 230. 58 Χαρ. Μπούρας, Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, 204. 59 Περισσότερες πληροφορίες για τον ναό βλ. Ιωαν. Σίσσιου, Επτά εκκλησίες της Καστοριάς (Ιστορία- Αρχιτεκτονική-Ζωγραφική), 71-78 και Χαρ. Μπούρας, ό.π., 183. 60 Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, 43-45. 61 Αναστ. Κ. Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 211-213 και Ν. Κ. Μουτσόπουλος, Καστοριά Λεύκωμα. Ιστορική-Χωροταξική- Πολεοδομική Μορφολογική Μελέτη Καστοριάς,6. 62 Ν. Κ. Μουτσόπουλος, Καστοριά Λεύκωμα. Ιστορική-Χωροταξική- Πολεοδομική Μορφολογική Μελέτη Καστοριάς, 8, Για τους ναούς της Καστοριάς κατά τον 17 ο αιώνα βλ. Μ. Παϊσίδου, Οι τοιχογραφίες του 17 ου αιώνα στους ναούς της Καστοριάς, Θεσσαλονίκη 1995. 63 Αθ. Παλιούρας, Μακεδονία (αρχαιολογία-πολιτισμός), τ. Β, 208.

κτημένου λαού της Καστοριάς να διατηρήσει και να εκφράσει την πίστη του στο χριστιανισμό και στην παράδοση. Άλλωστε η σχέση του χριστιανισμού με το έθνος, ήταν δύο έννοιες απόλυτα συνδεδεμένες στην ψυχή αυτών των ανθρώπων. Η τέχνη λοιπόν ήταν το μέσω για να εκφράσουν, τα ιδανικά για τα οποία προσπάθούσαν και επιθυμούσαν καθημερινά να διεκδικήσουν σθεναρά. Οι δύσκολες συνθήκες και οι αλλαγές στην πολιτικοκοινωνική δομή του τόπου, στα πρώτα χρόνια της Οθωμανική κυριαρχίας αναπόφευκτα επηρέασαν και την πνευματική ζωή, όπου παρατηρείται εκπαιδευτική κάμψη. Το σκηνικό αυτό φαίνεται ότι ανατρέπεται τα τελευταία χρόνια της Οθωμανική κυριαρχίας, όπως είναι εύλογο κυρίως μετά την επανάσταση του 1821. Στην Καστοριά ήδη το 1614 γίνεται λόγος για την ύπαρξη ενός κοινοτικού σχολείου, όπου μοναχοί και κληρικοί παρείχαν την στοιχειώδη εκπαίδευση στους παιδαγωγούμενους 64. Στις αρχές του 18 ου αιώνα γνωρίζουμε ότι στην Καστοριά υπάρχουν ήδη δύο οργανωμένα σχολεία. Το ένα από αυτά για το οποίο έχουμε περισσότερες πληροφορίες είναι η «Σχολή ιερών γραμμάτων», το οποίο ιδρύθηκε το 1705 από τον Γεώργιο Καστριώτη. Το δεύτερο είναι το «Ελληνικόν Φροντιστήριον» το οποίο ιδρύθηκε το 1711 με δωρεά του Γεωργίου Κυρίτζη 65. Κατά την διάρκεια του 19 ου αιώνα η εκπαίδευση στην Καστοριά διανύει περιόδους ακμής καθώς και κάμψης. Αρχικά το 1840 1842 λειτουργεί η «Αλληλοδιδακτική ή δημοτική σχολή» και η «Ελληνική σχολή Καστοριάς». Διαπιστώνουμε ότι την περίοδο αυτή είναι στενή η σχέση μεταξύεκκλησίας και παιδείας, καθώς οι διδάσκοντες σχετίζονται με τη ζωή της εκκλησίας 66, η οποία έχει και τον έλεγχο των σχολείων. Το 1860 ιδρύεται το «Παρθεναγωγείο», στο οποίο το ενδιαφέρον για την εκπαίδευση των γυναικών αποδεικνύεται εμπράκτως 67. Στα μέσα αυτού του 64 Αναστ. Δάρδας, Η εκπαίδευση στη Δυτική Μακεδονία κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας ως αυτοάμυνα του ελληνισμού, 68 και Εμμαν. Κουτσιαύτης, Η ελληνική εκπαίδευση στην Καστοριά το ΙΘ αιώνα (αρχεία ιεράς μητροπόλεως), 54. Επίσης αναφέρεται ότι σ αυτό το σχολείο δίδαξαν σημαντικοί δάσκαλοι όπως ο Μ. Ανθρακίτης, ο Ιερόθεος, ο Γεώργιος Ρούσσης από τη Σιάτιστα και πιθανόν ο Γεράσιμος Παλλαδάς (ο μετέπειτα πατριάρχης Αλεξανδρείας, 1688-1710), βλ., Δρ. Ερατώ Ζέλλιου- Μαστοροκώστα, Η παιδεία κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, 27 και Ιωαν. Τουρατσόγλου, Μακεδονία (ιστορίαμνημεία-μουσεία),439. 65 Στεφ.Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, 168, Αναστ. Δάρδας, Η εκπαίδευση στη Δυτική Μακεδονία κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας ως αυτοάμυνα του ελληνισμού, 68-69 και Εμμαν. Κουτσιαύτης, ό.π, 54, 64. 66 Σοφία Ηλιάδου-Τάχου, Η εκπαίδευση στη δυτική και βόρεια Μακεδονία (1840-1914), 112. 67 Εμμαν. Κουτσιαύτης, Η ελληνική εκπαίδευση στην Καστοριά το ΙΘ αιώνα (αρχεία ιεράς μητροπόλεως), 98, Σοφία Ηλιάδου-Τάχου, Η εκπαίδευση στη δυτική και βόρεια Μακεδονία (1840-1914), 112-113 και Α- ναστ. Δάρδας, Η εκπαίδευση στη Δυτική Μακεδονία κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας ως αυτοάμυνα του ελληνισμού, 70.

αιώνα συγχωνεύεται η σχολή του Γ. Καστριώτη με το «αλληλοδιδακτικόν» καθώς και η σχολή του Γ. Κυρίτζη με το «ελληνικό» σχολείο 68. Από το 1865 έως το 1875, διανύουμε τα χρόνια άνθησης και ακμής της παιδείας, αυτό οφείλεται τόσο στην αύξηση του αριθμού των σχολείων όσο και στο επίπεδο των διδασκόντων το οποίο είναι ιδιαίτερα υψηλό 69. Το 1868 η «Ελληνική σχολή Καστοριάς» γίνεται «τέλειο σχολαρχείο». Επίσης, το 1871 λειτουργεί στο παρθεναγωγείο τμήμα νηπιαγωγείου και το 1874 το «Κυριακόν» σχολείο στο οποίο είχαν τη δυνατότητα να φοιτήσουν άτομα άπορα που δεν είχαν μαθησιακές γνώσεις 70. Τα επόμενα χρόνια παρατηρείται μία περίοδος κάμψης, καθώς δημιουργήθηκαν κοινοτικές έριδες που δυσχέραιναν την πορεία της εκπαίδευσης. Παρόλ αυτά το 1884 ιδρύεται στη συνοικία Δραγώτα και δεύτερο νηπιαγωγείο, εξαιτίας της αύξησης του αριθμού των μαθητών 71. Αυτή τη σχολική χρονιά λειτουργούσαν σ όλη την περιοχή της Καστοριάς ήδη 124 ελληνικά σχολεία με 1.989 μαθητές 72. Την περίοδο αυτή σ όλη την περιφέρεια της Καστοριάς παρουσιάστηκε μία αξιόλογη εκπαιδευτική κίνηση καθώς ιδρύθηκαν και άλλα σχολεία ό πως και φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι, οι οποίοι κατάφεραν να λειτουργήσουν με επιτυχία, λόγω κυρίως της αρωγής των ευεργετών, των διδασκόντων και του εκάστοτε Μητροπολίτη. Ο ρόλος του εκάστοτε μητροπολίτη στα εκπιδευτικά ζητήματα ήταν ιδιαίτερα σημαντικός, ιδιαίτερα κατά την Οθωμανική κυριαρχία, κατά την οποία η Εκκλησία και η παιδεία αποτελούσαν δύο έννοιες αλληλοεξαρτώμενες. Κατ αυτόν τον τρόπο λοιπόν για τον διορισμό ενός δασκάλου αποφάσιζε η «σχολική εφορεία» της κάθε μητροπόλεως, οπότε τον πρωταρχικό ρόλο τον είχε ο εκάστοτε μητροπολίτης και πρόεδρος της εφορείας 73. Μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Οθωμανούς και στη συνέχεια μετά τους δύο παγκόσμιους πολέμους και τον εμφύλιο που ακολούθησε, έγιναν σημαντικά βήματα στην εκπαίδευση. Όπως καταγράφεται το πο 68 Στεφ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας, 168 και Κωνστ. Βακαλόπουλος, Μακεδονία και Τουρκία 1830-1878, 250. 69 Σοφία Ηλιάδου-Τάχου, Η εκπαίδευση στη δυτική και βόρεια Μακεδονία (1840-1914), 117. 70 Αναστ. Δάρδας,, Η εκπαίδευση στη Δυτική Μακεδονία κατά τον τελευταίο αιώνα της τουρκοκρατίας ως αυτοάμυνα του ελληνισμού, 70 και Στεφ. Παπαδόπουλος, ό.π., 169. 71 Εμμαν. Κουτσιαύτης, Η ελληνική εκπαίδευση στην Καστοριά το ΙΘ αιώνα (αρχεία ιεράς μητροπόλεως), 142, Σοφία Ηλιάδου-Τάχου, Η εκπαίδευση στη δυτική και βόρεια Μακεδονία (1840-1914), 124 και Παντ. Τσαμίσης, Ἡ Καστορία καί τά μνημεῖα της, 86. 72 Κων. Α. Βακαλόπουλος, Ο βόρειος ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα(1878-1894), 174. 73 Σοφία Ηλιάδου-Τάχου, Η εκπαίδευση στη δυτική και βόρεια Μακεδονία (1840-1914), 127 και Εμμαν. Κουτσιαύτης, Η ελληνική εκπαίδευση στην Καστοριά το ΙΘ αιώνα (αρχεία ιεράς μητροπόλεως), 181-182.

σοστό των αναλφάβητων στο νομό Καστοριάς το 1961 άγγιζε το 19,1%, ποσοστό λίγο πιο υψηλό από το μέσο όρο της Μακεδονίας 16,9% και 17,8% της Ελλάδας 74. Γενικότερα το ποσοστό των αναλφάβητων στην Ελλάδα μειώθηκε σημαντικά την περίοδο από το 1907 που βρισκόταν στο 61% μέχρι το 1961 όπου άγγιζε το 17,8% 75, γεγονός ελπιδοφόρο και ευοίωνο για τη μέλλουσα πνευματική κίνηση στην Ελλάδα. Συμπερασματικά λοιπόν θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλους αυτούς τους αιώνες, η εκκλησία αποτέλεσε σημαντικότατο παράγοντα διατήρησης της θρησκευτικής και της εθνικής συνείδησης. Πιο συγκεκριμένα, οι θυσίες και οι αγώνες τόσο του λαού όσο και του κλήρου είναι αξιοσημείωτες, κυρίως κατά την Ελληνική επανάσταση όπου η Καστοριά αποτέλεσε κέντρο επαναστατικής κινήσεως που αποσκοπούσε κυρίως στην εθνική αφύπνιση του υπόδουλου Ελληνισμού. Τα γεγονότα που ακολουθούν, μας αποκαλύπτουν ότι η Καστοριά αποτέλεσε τον πυρήνα προετοιμασίας και δράσης του ένοπλου απελευθερωτικού Μακεδονικού αγώνα και διακρίθηκε σαν ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του Ελληνισμού καθώς πρωταγωνίστησε στην απελευθέρωση της Μακεδονίας από τον τουρκικό ζυγό. Μεταξύ των ηρώων που έδρασαν ήταν ο Καπετάν Κώττας, ο Παύλος Μελάς και ο Μητροπολίτης Γ. Καραβαγγέλης. Τελικά η Καστοριά απελευθερώθηκε την 11 ην Νοεμβρίου του 1912 από μία ίλη του πρώτου συντάγματος του ιππικού με επίλαρχο τον Ιωάννη Άρτη 76. Αρχικά περικύκλωσε την πόλη ένοπολο στράτευμα 25.000 ανδρών και ανάγκασε τις οθωμανικές αρχές να οπισθοχωρήσουν και να παραδοθούν 77. Στην απελευθέρωση της Καστοριάς πρωτοστάτησαν εκτός από τον επίλαρχο Ιωάννη Άρτη, οι αξιωματικοί Π. Νικολαῒδης και Φιλόλαος Πηχεών καθώς και ο τότε μητροπολίτης Καστοριάς Ιωακείμ Λεπτίδης (1911 1931) 78. Στη συνέχεια στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, η περιοχή βρίσκεται στο προσκήνιο των Εθνικών Αγώνων, καθώς στην περιοχή της Καστοριάς γράφηκαν οι τελευταίες σελίδες του Εμφυλίου πολέμου της Ελλάδας (1944 1949) 79. 74 Ν. Κ. Μουτσόπουλος, Καστοριά Λεύκωμα. Ιστορική-Χωροταξική- Πολεοδομική Μορφολογική Μελέτη Καστοριάς, 55. 75 Ν. Κ. Μουτσόπουλος, ό.π., 55. 76 Δημ. Μακρής,«Πῶς ἀπελευθέρωθηκε ἡ Καστριά το 1912», ΜΖ (1977) τευχ. 138 14-16, Νικ. Οικονόμου, «Οἱ ἐπιχειρήσεις στή Δυτική Μακεδονία (30 Ὀκτωβρίου-14 Δεκεμβρίου 1912)ΙΕΕ ΙΔ, 300 και Αναστ. Κ. Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς, 7. 77 Δημ. Παπακωνσταντίνος,«11 Νοεμβρίου 1912-Ἡ ἀπελευθέρωσις τῆς Καστοριᾶς», ΜΖ 42 (1969) 22-23. 78 Δημ. Παπακωνσταντίνος, ό.π., 22-24. 79 Δημ. Κυρατζόπουλος-Φωτεινός, Δυτική Μακεδονία (Η Ελεύθερη Ελλάδα της Κατοχής), 312-318.

Μέσα σ αυτό το πλούσιο και γεμάτο γεγονότα ιστορικο πολιτικό πλαίσιο διακρίνουμε ότι η Καστοριά είναι μία πόλη με πλούσια ιστορία που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πρόκειται για μία πόλη που όχι μόνο κατάφερε να «επιβιώσει» από τις αλλεπάλληλες πολεμικές επιθέσεις που δέχτηκε, αλλά παρουσίασε μεγάλη πολιτιστική, πολιτισμική και κατ επέκταση οικονομική ανάπτυξη. Σε όλη αυτή την πορεία αξιοσημείωτος θεωρείται και ο ρόλος της Εκκλησίας, για την εκκλησιαστική ζωή και δράση της πόλεως θα γίνει λόγος αναλυτικά στα επόμενα κεφάλαια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ.

Α. ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (6 Ος 10 Ος ). Σ αυτήν την εποχή ανάγονται οι πρώτες ελάχιστες πληροφορίες που έ χουμε για την εκκλησιαστική ιστορία της μητροπόλεως Καστοριάς. Την περίοδο αυτή η πολιτική ανωμαλία που επικρατεί εξαιτίας των βαρβαρικών επιδρομών είναι λογικό να επηρεάζει και την εκκλησιαστική κατάσταση. Για το λόγο αυτόν οι κυριότερες πληροφορίες για την εκκλησιαστική πορεία της επαρχίας αυτής ανάγονται στον 9 ο αιώνα. Στις αρχές του 9 ου αιώνα η Μακεδονία είχε 18 επισκοπές, οι οποίες φυσικά υπάγονταν εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Πιο συγκεκριμένα συναντάμε τις παρακάτω επισκοπές Διοκλητιανουπόλεως,Νίκης, Ηρακλείας, Κέλλης, Εδέσσης, Κάστρων, Πέλλης, Ευδοξιουπόλεως, Απολλωνίας, Απαλού, Παρθικοπόλεως, Καλλίκου, Κυπέρου, Σέρρας, Αμφιπόλεως, Νεαπόλεως, Δελέβου και Κίτρου 80. Εξ αυτών την έκτη θέση όπως φαίνεται καταλαμβάνει η επισκοπή Κάστρων, που πιθανότητα βάση των παρακάτω ε πιχειρημάτων πρόκειται για την επισκοπή Καστοριάς 81. Το συμπερασμα αυτό προκύπτει, πρώτον εξαιτίας της τοπογραφικής προσέγγισης της πόλεως, που όπως φαίνεται αναφέρεται στην περιοχή της Καστοριάς. Δεύτερον, διότι καμία άλλη περιοχή δεν θα μπορούσε να διεκδικήσει την ονομασία αυτή, καθώς η επισκοπή Κάστρων κατέχει εύλογα τα περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά με την πόλη της Καστοριάς, από κάθε άλλη πιθανή πόλη της Μακεδονίας. Και στη συνέχεια τρίτον, σύμφωνα με τον Παρισινό κώδικα στις αρχές του 8 ου αιώνα σε μερικά σημεία, όπως φαίνεται και από το παράδειγμα που ακολουθεί, διατηρούνται οι λαϊκές ονομασίες των πόλεων αντί των επισήμων, π.χ ( Σαλωνίκη αντί Θεσσαλονίκη) 82. Για το θέμα αυτό γίνεται μία επισήμανση στα έργα του κ. Αθ. Αγγελόπουλου «η Εξαρχία Θεσσαλονίκης» και «η Εκκλησία Θεσσαλονίκης». Σύμφωνα με αυτά γνωρίζουμε ότι μεταξύ του 6 ου και 8 ου αιώνα υπάγονται στην Μητρόπολη Θεσσαλονίκης μερικές μικρές επισκοπές μεταξύ αυτών και η επισκοπή Κάστρων, για τις οποίες δυστυχώς δεν έχουμε παραπάνω πληροφο 80 Γερ. Ι. Κονιδάρης., Αἱ Μτροπόλεις και Ἀρχιεπισκοπαί τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου και ἡ τάξις αὐτῶν,94, Αθ. Αγγελόπουλος, Η εξαρχία Θεσσαλονίκης, 50 και Αθ. Αγγελόπουλος, Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης, 73. 81 Γερ. Ι. Κονιδάρης., Αἱ Μτροπόλεις και Ἀρχιεπισκοπαί τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου και ἡ τάξις αὐτῶν, 2. 82 Αναστ. Κ.Ορλάνδος, Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς,5 και Παντ. Τσαμίσης, Ἡ Καστορία καί τά μνημεῖα της, 64.

ρίες πέρα των ονομάτων τους 83. Την ίδια άποψη φαίνεται ότι ασπάζεται και ο Γ. Κονιδάρης, σύμφωνα με τον οποίο κατά τον 7 ο 8 ο αιώνα εμφανίζονται αυτές οι επισκοπές και πιο συγκεκριμένα η επισκοπή Κάστρων υπαγόμενη στη μητρόπολη Θεσσαλονίκης 84. Στοιχεία γι αυτές τις επισκοπές αντλούμε από τον παρισινό κώδικα 1555Α 85, τα οποία όμως δεν είναι επαρκή για να έχουμε μια ολοκληρωμένη άποψη για την επισκοπή αυτή. 83 Αθ. Αγγελόπουλος, Η εξαρχία Θεσσαλονίκης, 50. και Αθ. Αγγελόπουλος, Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης, 73. 84 Γερ. Ι. Κονιδάρης Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος, τ. Α, 510. 85 Γερ. Ι. Κονιδάρης., Αἱ Μτροπόλεις και Ἀρχιεπισκοπαί τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου και ἡτάξις αὐτῶν, 94.

Β. Η ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΠΙ ΣΚΟΠΗΣ ΑΧΡΙΔΑΣ (11 ος 18 ος αιώνας). Τα επόμενα χρόνια βρίσκουν την επισκοπή Καστοριάς να πρωτοκαθεδρεύει στην Αρχιεπισκοπή Αχρίδας, η οποία αυτά τα χρόνια ήκμασε αποτελώντας ένα από τα σημαντικότερα εκκλησιαστικά κέντρα. Οι ιστορικές, πολιτικές εξελίξεις καθώς και η βουλγαρική παρουσία στην πόλη καθόρισαν σ ένα μεγάλο βαθμό την εκκλησιαστική κατάσταση. Όσον αφορά τις σχέσεις της Μητροπόλεως Καστοριάς με την Αρχιεπισκοπή Αχρίδας και την υπαγωγή της σε αυτήν είναι αλήθεια ότι δε γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Η Αχρίδα υπήρξε ένα αξιόλογο πνευματικό κέντρο στο οποίο πρωταγωνίστησε το ελληνικό στοιχείο, καθώς οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί αρχηγοί του ήταν Έλληνες με πλούσια προσωπικότητα, οι οποίοι παρά τις δυσκολίες που είχαν να αντιμετωπίσουν εξαιτίας της βουλγαρικής επιρροής σηματοδότησαν την όλη αυτή ιστορική, πολιτική και εκκλησιαστική φάση της. Η Αχρίδα εμφανίζεται στο εκκλησιαστικό προσκήνιο στις αρχές του ΙΑ αιώνα 86. Δεν υπάρχουν στοιχεία για την ίδρυσή της ώστε με αποτέλεσμα να υπάρχουν κενά στις κυρίως πηγές. Σ αυτήν τη φάση λοιπόν επιθυμώντας να ερευνήσουμε την επικρατούσα εκκλησιαστική κατάσταση θα ήταν σκόπιμο να παρουσιάσουμε το πολιτικό σκηνικό το οποίο για άλλη μια φορά μέλλει να είναι καθοριστικό. Την περίοδο αυτή, δηλαδή στα τέλη του 10 ου αιώνα μετά το θάνατο του Συμεών τα ηνία της Βουλγαρίας παίρνει ο διάδοχος και γιος του Πέτρος 87. Ο Πέτρος σε αντίθεση με τον πατέρα του, έδρασε χρησιμοποιώντας φιλειρηνική τακτική. Στα χρόνια της βασιλείας του επενέβη στα εκκλησιαστικά πράγματα μάλιστα, όταν παίρνοντας πρωτοβουλία προήγαγε τον επίσκοπο Δρίστρας Δαμιανό σε πατριάρχη Βουλγαρίας, γεγονός το οποίο μας δείχνει ότι πρέπει να υπήρχε κάποια ένταση μεταξύ του ιδίου και της ιεραρχίας της βουλγαρικής εκκλησίας 88, η οποία εκλεγόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο τίτλος αυτός βέβαια του δόθηκε άτυπα αποσκοπώντας να προσδώσει τιμή και αίγλη, αφού άλλωστε δεν είχε το δικαίωμα της χρήσης των προνομίων ενός πατριάρχη. Δεν παύει όμως να τονίζει τη διαφορετική εκκλησιαστική πολιτική του Πέτρου. 86 Γερ. Ι. Κονιδάρης, «Ἀχρίδος πατριαρχεῖον καί ἀρχιεπισκοπή», ΘΗΕ 3 (1936-1940)543-544. 87 Ιωαν. Ταρνανίδης, Ιστορία της βουλγαρικής Εκκλησίας, 33 και Βλ. Ιω. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Β, 216. 88 Ιωαν. Ταρνανίδης, Ιστορία της βουλγαρικής Εκκλησίας, 37.

Ο ηγέτης της Βουλγαρίας την περίοδο αυτή βρίσκεται σε δύσκολη θέση έ χοντας να αντιμετωπίσει την εισβολή των Ρώσων στη χώρα του 89. Τα γεγονότα όμως τον προλαμβάνουν. Το βουλγαρικό κράτος όντας αδύναμο να αντιδράσει αρχικά καταλαμβάνεται από τους Ρώσους. Στη συνέχεια, χάρη στην αποφασιστική και μεθοδική τακτική των Βυζαντινών ενσωματώνεται και πάλι ως επαρχία του Βυζαντίου με επικεφαλή τον Ιωάννη Τσιμισκή (969 979) 90. Όπως είναι λογικό τον πρώτο λόγο τόσο στον εκκλησιαστικό όσο και στον πολιτικό χώρο έχουν οι Βυζαντινοί. Μετά την επικράτηση των Βυζαντινών ακολουθεί η καθαίρεση του Δαμιανού από τον «πατριαρχικό θρόνο» και η υπαγωγή της βουλγαρικής Εκκλησίας στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης ως απλής μητρόπολης 91. Οι θεωρίες οι οποίες διατυπώνονται για τα χρόνια μέχρι το 1018, όταν και ιδρύεται η αυτοκέφαλη αρχιεπισκοπή Αχρίδας είναι πολλές και έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους. Μία από αυτές η οποία δημιούργησε ιδιαίτερη εντύπωση, καθώς πολλοί της προσδίδουν τον χαρακτηρισμό βουλγαρική είναι αυτή που υποστήριξε ο Γεράσιμος Κονιδάρης, μεταφέροντας τη θεωρία του Drinov. Σύμφωνα με άρθρο του στην ΘΗΕ υποστηρίζει ότι :«Τό συμπέρασμα τῆς ἐρεύνης εἶναι, ὅτι ἔχομεν δύο Βουλγαρικάς ἐκκλ. αρχάς, μίαν ὑπό τους Βυζαντινούς ἐν Δρίστρᾳ ἀπό τοῦ 972 ὡς ἀρχιεπισκοπήν και μίαν εἰς την ἐπαναστατημένην δυτικήν περιοχήν τῶν Βουλγάρων ὑπό τήν μορφήν του Πατριαρχεῖου μετά το 976. Καί τό μέν Βουλγαρικόν Πατριαρχεῖον, μετά την καθαίρεσιν τοῦ Δαμιανοῦ, ὑπεβιβάσθη εἰς ἀρχιεπισκοπήν εὐθύς μετά το 971 ὑπό τόν τίτλον «ὁ Βουλγαρίας», εἶτα δέ ( πρό τοῦ 1084) μετωνομάσθη εἰς μητρόπολιν 71 ην. Τό δέ ἐν Ἀχρίδι Πατριαρχεῖον ὑπεβιβάσθη τό 1019 ὡσαύτως εἰς ἀρχιεπισκοπήν ὑπό τόν τίτλον «Ἀχριδῶν καί πάσης Βουλγαρίας», ἐφ ὃσον ὁ Βουλγαρος Πατριάρχης ἐγκατεστάθη καί ἀπέβη καί ἐπίσκοπος Ἀχρίδος...» 92. Αυτή η θεωρία, η οποία έγινε αποδεκτή από πολλούς ερευνητές, στηρίζεται κυρίως στο γεγονός ότι ο Ιωάννης Τσιμισκής κατά την νίκη του στη Βουλγαρία όπως και προαναφέραμε κατέκτησε μόνο το ανατολικό τμήμα της χώρας. Το δυτικό έμεινε ανεξάρτητο και αναδιοργανώθηκε με ηγέτη του τον Σαμουήλ στην Αχρίδα 93. Αντιθέτως στην εκκλησιαστική ιστορία του Βλασίου Φειδά πληροφορούμαστε ότι «Ἡ Βουλγαρική θεωρία, κατά τήν ὁποία ὁ Ἰωάννης Τσιμισκῆς ἔγινε 89 Ιωαν. Ταρνανίδης, Ιστορία της βουλγαρικής Εκκλησίας, 41 και Αντ. -Αιμιλ. Ταχιάος, Ιστορία των σλαβικών ορθόδοξων εκκλησιών, 81. 90 Ιωαν. Ε. Αναστασίου, Εκκλησιαστική ιστορία, τ. Β, 72, Ιω. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Β, 216 και Ιωαν.Ταρνανίδης, Ιστορία της βουλγαρικής εκκλησίας, 41. 91 Ιωαν. Ταρνανίδης, Ιστορία της βουλγαρικής εκκλησίας, 41 και Αντ. -Αιμιλ. Ταχιάος, Ιστορία των σλαβικών ορθόδοξων εκκλησιών, 81. 92 Γερ. Κονιδάρης, «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος», ΘΗΕ 3 (1936-1940) 544 93 Ιωαν. Ταρνανίδης, Ιστορία της βουλγαρικής Εκκλησίας, 42.