ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 1. α. Ξέχασες πάλι, φίλε μου, είπα εγώ, ότι ο νόμος δεν ενδιαφέρεται γι αυτό, πώς δηλαδή μια κάποια κοινωνική τάξη θα ευτυχήσει υπερβολικά μέσα στην πόλη, αλλά προσπαθεί να βρει τρόπο να γίνει αυτό για ολόκληρη την πόλη, ενώνοντας σε ένα αρμονικό σύνολο τους πολίτες με την πειθώ και τη βία, κάνοντας να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια την οποία ο καθένας μπορεί να προσφέρει στο σύνολο και ο ίδιος διαμορφώνοντας τέτοιους πολίτες μέσα στην πόλη, όχι για να τους αφήνει να πηγαίνουν, όπου θέλει ο καθένας, αλλά για να τους χρησιμοποιεί ο ίδιος για τον ενωτικό δεσμό της πόλης. β. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας μήπως χαθεί ολότελα, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους και τον σεβασμό στους άγραφους νόμους και την αντίληψη περί του δικαίου, για να εξασφαλίζουν και την τάξη στις πόλεις και να αποτελούν τους συνεκτικούς δεσμούς φιλίας ανάμεσα στους ανθρώπους. 2. Ο νόμος, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, πρέπει να εξασφαλίζει την ευδαιμονία και τις τρεις τάξεις των πολιτών. Η παραπάνω θέση για την ευδαιμονία του συνόλου παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα, διά στόματος Σωκράτη, ως επιταγή του νόμου (νόμῳ μέλει) ως αποτέλεσμα δηλαδή σύμβασης, συμφωνίας των ανθρώπων. Ο νόμος, λοιπόν, ενδιαφέρεται όχι για μια μόνο τάξη (ἓν τι γένος) αλλά για ολόκληρη την πόλη, και αυτό προσπαθεί να επιτύχει, διότι όταν μια τάξη ευτυχεί και οι άλλες δυστυχούν, τότε υπάρχει δυσαρμονία στην πόλη και αστάθεια. Ο Πλάτωνας συχνά αναφέρεται στη σημασία της αρμονίας, αρχίζοντας από την αρμονία των μερών της ψυχής (επιθυμητικόν, θυμοειδές, λογιστικόν) και καταλήγοντας στην αρμονία που πρέπει να επικρατεί στους κόλπους της κοινωνίας. Η αρμονία, λοιπόν, στη πόλη προκύπτει από την υποταγή του κατωτέρου στον ανώτερο και συγχρόνως από την ενσυνείδητη προσφορά της ανώτερης τάξης των φυλάκων αρχόντων φιλοσόφων στο κοινωνικό σύνολο. Αυτή η αρμονία αποτελεί τη βάση της ιδανικής πολιτείας. Στην άριστη πολιτεία οι πολίτες κάτω από την καθοδήγηση του νόμου συνιστούν ένα αρμονικό σύνολο, όπου ο καθένας προσφέρει τη δική του συνεισφορά για το κοινό συμφέρον, απολαμβάνοντας συγχρόνως την ωφέλεια που προέρχεται από τους άλλους. Στην πολιτεία του Πλάτωνα αναφέρεται ότι σκοπός του νόμου είναι να εξασφαλίσει την αρμονία σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Η αρμονία αυτή για τον Πλάτωνα είναι το αίτιο της ευδαιμονίας της πόλης. Η ίδια περίπου θέση διατυπώνεται και στο απόσπασμα του μύθου του Πρωταγόρα. Συγκεκριμένα, η περίοδος αυτή αποτελεί την κορύφωση του μύθου αφού ο Δίας, ως υπέρτατος ρυθμιστής όλων αποφασίζει να σταματήσει τον αφανισμό των ανθρώπων και τους στέλνει την αιδώ και τη δίκη, δηλαδή το νόμο, διευκολύνοντας έτσι την
πολιτική ζωή και την ανάπτυξη του πολιτισμού της κοινωνίας. Από το ζεύγος των δύο αυτών θεμελιακών εννοιών πηγάζει η πολιτική αρετή, δημιουργείται το πολίτευμα και καταργείται το καθεστώς της αδικίας. Πράγματι η αιδώς και η δίκη αποτελούν βασικές συνισταμένες της κοινωνικής ευταξίας και ευρυθμίας καθώς συμβάλλουν ουσιαστικά στην παγίωση της ειρήνης, ενώνουν τους πολίτες με έναν άρρηκτο φιλικό δεσμό καθώς εξασφαλίζεται η αξιοπρέπεια του ατόμου και εμπεδώνεται η πολιτική ενότητα. Γενικά, ο σεβασμός και η δικαιοσύνη αποτελούν τη βάση της κοινωνικής και την προϋπόθεση της πολιτιστικής ανάπτυξης και λειτουργούν ως απαραίτητοι παράμετροι της ηθικής ολοκλήρωσης του ανθρώπου. 3. α Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, σκοπός της ιδεώδους πολιτείας είναι η ευδαιμονία ολόκληρης της πόλης. Τις σχέσεις των πολιτών πρέπει να τις διέπει η αρμονία. Ο νόμος φέρνει την πειθαρχία και την τάξη στην πολιτεία, πράγμα που συνενώνει τους πολίτες με τους δεσμούς της φιλίας, εξασφαλίζοντας έτσι την ομόνοια της πολιτείας. Η αρμονική συνύπαρξη των πολιτών μέσα στα πλαίσια του νόμου είναι ο δρόμος που οδηγεί στην ευδαιμονία όλων. Ο νόμος είναι εκείνος που καθορίζει τα πλαίσια μέσα στα οποία πρέπει να κινείται η ζωή της πολιτείας. Ο νόμος, για τον Πλάτωνα, δεν μπορεί παρά να είναι η αντανάκλαση της γνώσης του καλού. Στην πολιτεία οι άρχοντες φιλόσοφοι ουσιαστικά εκφράζουν τον νόμο αφού αυτοί έχουν θεαθεί τη γνώση του Αγαθού και οι πολίτες οφείλουν σ αυτούς υπακοή. Οι νόμοι εφαρμόζονται στους πολίτες με τη πειθώ και τη βία όσον αφορά τους απαίδευτους, αυτούς δηλαδή που δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν τη σημασία του νόμου και την ανάγκη της υπακοής για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος. Όμως περιορισμοί υπάρχουν για την ανώτερη τάξη. Η διαβίωση των φυλάκων διέπεται από αυστηρό πνεύμα λιτότητας. Δεν έχουν προσωπική περιουσία ή μεγάλες και πολυτελείς κατοικίες. Η εξουσία δεν είναι μέσο πλουτισμού. Επιπλέον οι φιλόσοφοι βασιλείς δεν διαθέτουν οικογένεια, για να είναι ολόψυχα αφιερωμένος στο λειτούργημά τους. Γενικά όλοι οι πολίτες είναι υποχρεωμένοι να προσφέρουν το μέγιστο δυνατό στην πόλη και η δικαιοσύνη απαιτεί από τον καθένα «πράττειν τά ἑαυτού». 3. β. Στην Πολιτεία, απαραίτητη προϋπόθεση για την ευπραγία του κοινωνικού συνόλου είναι οι αρμονικές σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες. Έτσι, λοιπόν, είναι γενικά αποδεκτή για την πολιτική σκέψη και πρακτική της αρχαιότητας η άποψη ότι ο πολίτης ωφελείται και προοδεύει, όταν πρώτα προοδεύει και ευημερεί η πολιτεία. Αντίθετα, η ευδαιμονία του μεμονωμένου πολίτη δεν είναι βέβαιη και σταθερή γιατί συμπαρασύρεται και χάνεται, αν δυστυχήσει και γνωρίσει κρίση η πολιτεία, ενώ αντίθετα ο πολίτης που δυστυχεί μπορεί ευκολότερα να βελτιώσει τη θέση του αν ευτυχεί η πολιτεία. Η ανάγκη για κοινωνική ευπραγία που εξασφαλίζει την προσωπική ευδαιμονία του ατόμου διατυπώνεται από πολλούς αρχαίους συγγραφείς (Σοφοκλής,
Αισχύλος) όπως και στα αποσπάσματα του Αλκαίου και του Θεόγνη, όπου η τύχη του κυβερνήτη, του πληρώματος και των επιβατών είναι κοινή. Τόσο στο απόσπασμα του Αλκαίου όσο και του Θεόγνη έχουμε την προσφιλή μια πολλούς αρχαίους συγγραφής παρομοίωση της πολιτείας με καράβι που πλέει σε φουρτουνιασμένη θάλασσα. Έτσι μπροστά στον κίνδυνο του «ναυαγίου» δηλαδή της καταστροφής της πολιτείας, απαιτείται συλλογικότητα και αλληλεγγύη καθώς χρειάζονται συντονισμένες ενέργειες από όλα τα μέλη της κοινότητας για να σωθεί η πολιτεία. Η ευθύνη είναι προσωπική και βαρύνει τον καθένα ξεχωριστά. Το άτομο λοιπόν οφείλει να υπακούσει στις επιταγές του νόμου έτσι ώστε οι ενέργειες του να ωφελούν ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο. 4. Η απάντηση βρίσκεται στην εισαγωγή του σχολικού βιβλίου σελ 101 «Το μείζον πρόβλημα... για την αυτοπροστασία τους» 5. Αρχικά το ρήμα καταχρῶμαι σήμαινε : κάνω πλήρη χρήση κάποιου πράγματος, χρησιμοποιώ κάτι ως το τέλος, ξοδεύω όλα τα χρήματά μου. Επειδή, λοιπόν, η έννοια του ρήματος περιέχει το στοιχείο της υπερβολής, έννοια που δε συνάδει με την παγιωμένη αρχαιοελληνική αντίληψη του μέτρου και του σωστού, το ρήμα σταδιακά, ήδη από την αρχαιότητα, αποκτά αρνητική σημασία η οποία διατηρήθηκε μέχρι τις μέρες μας. Έτσι το ρήμα σήμερα σημαίνει : κρατάω για τον εαυτό μου χρήματα που μου έχουν αναθέσει να φυλάω ή να διαχειρίζομαι για λογαριασμό άλλων. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Α) Μετάφραση Πρέπει, λοιπόν, να κληροδοτεί κανείς στα παιδιά του πολλή κοσμιότητα, όχι χρυσάφι (ή πολλά λεφτά). Πιστεύουμε λοιπόν ότι αυτό (το συναίσθημα) θα το μεταδώσουμε στους νέους με το να τους επιπλήττουμε (ή αν τους επιπλήττουμε), όταν συμπεριφέρονται με αναίδεια. Αυτό όμως δεν επιτυγχάνεται με τη σημερινή συμβουλή που δίνουν στους νέους, λέγοντας δηλαδή ότι πρέπει τάχα ο νέος να σέβεται τον καθένα. Ο συνετός νομοθέτης θα συμβούλευε περισσότερο τους μεγαλύτερους να σέβονται τους νέους και περισσότερο απ όλα να προσέχουν μήπως κάποτε κάποιος από τους νέους τον δει ή τον ακούσει να κάνει ή να λέει κάτι αισχρό, γιατί όπου οι ηλικιωμένοι συμπεριφέρονται με αναίσχυντο τρόπο, εκεί αναπόφευκτα και οι νέοι είναι αναιδέστατοι. Γιατί έξοχος τρόπος διαπαιδαγώγησης των νέων, και ταυτόχρονα των ίδιων (των ηλικιωμένων), είναι όχι το να συμβουλεύουν αλλά το να αποδεικνύεται ότι κάνει ο ίδιος σε όλη του τη ζωή αυτά ακριβώς που θα έλεγε εάν συμβούλευε άλλον.
Β1. παισίν : παῖδα παῖ αἰδῶ : αἰδοῦς αἰδώς ἔμφρων : ἔμφρον ἔμφροσι ὃ : ᾗ ἣν γέροντες : γέρον γέρουσι Β2. οἰόμεθα : οἲει εὐλαβεῖσθαι : εὐλαβῆσθε εὐλαβεῖσθε δρῶντα : δρῷς δρῷης / δρᾶ διαφέρουσα : διοίσετε διοίσειν εἲποι : εἶπας εἰπέ Γ1. μή ποτέ τις αὐτόν ἲδῃ τῶν νέων : Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση που λειτουργεί ως αντικείμενο του απαρεμφάτου ευλαβεισθαι της κύριας πρότασης. Εισάγεται με το ενδοιαστικό μόριο ή διότι ο φόβος είναι μήπως γίνει κάτι το οποίο απεύχεται ο ομιλητής. Εκφέρεται με υποτακτική γιατί είναι πρόταση επιθυμίας. ἢ καί ἐπακούσῃ δρῶντα ἤ λέγοντα τι τῶν αἰσχρῶν : Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση, όμοια με την προηγούμενη με την οποία συνδέεται παρατακτικά με το διαζευκτικό σύνδεσμο η. ὡς ἀνάγκη καί νέους ἐνταῦθα εἶναι ἀναιδεστάτους : Δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση που λειτουργεί ως επιρρηματικός της αιτίας στις προηγούμενες ενδοιαστικές προτάσεις. Εισάγεται με το αιτιολογικό σύνδεσμο ως, διότι δηλώνει υποκειμενική αιτιολογία του λέγοντος. Εκφέρεται με οριστική γιατί δηλώνεται πραγματική αιτιολογία. ὃπου ἀναισχυντοῦσι γέροντες : Δευτερεύουσα αναφορικουποθετική πρόταση. ὃπου : εκφέρεται με οριστική γιατί δηλώνει το πραγματικό γεγονός.
Γ2. Νουθετῶν : Υποθετική μετοχή που λειτουργεί ως επιρρηματικός της προϋπόθεσης στο ρήμα εἴποι ἄν. Ανάλυση μετοχής σε δευτερεύουσα υποθετική πρόταση : Η απόδοση του λανθάνοντα και εξαρτημένου υποθετικού λόγου είναι το ρήμα εἴπα ἂν (δυνητική ευκτική). Ο υποθετικός λόγος βάσει απόδοσης και νοήματος δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος. Επομένως η υποθετική πρόταση θα αναλυθεί σε δευτερεύουσα υποθετική πρόταση που θα εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο ει και θα εκφέρεται με ευκτική : ει νουθετοιη.